ΠΗΓΗ http://www.archive.gr/modules.php?name=Encyclopedia&op=content&tid=3 Civilization An Overview - Πολιτισμός Μια Σύνοψη
Πολιτισμός Μια Σύνοψη ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ είναι ο θρίαμβος του νου επί της ύλης, της λογικής επί του ενστίκτου, και της ανθρώπινης επί της ζωικής φύσης του ανθρώπου. Αυτά είναι που κατέστησαν δυνατό τον πολιτισμό, όπως επίσης και την κουλτούρα, το σταθερό και απαραίτητο έτερον ήμισυ. Για να κατανοηθεί πλήρως η έννοια του πολιτισμού, όπως και της κουλτούρας, απαιτείται η γνώση όλων εκείνων των ποιοτήτων που συνιστούν την ανθρώπινη φύση, καθώς και η κατανόηση όλων των ιστορικών εξελίξεων. Εφόσον αυτό είναι ανέφικτο, είναι απαραίτητο να εξηγήσουμε αυτούς τους όρους με την χρήση ορισμών και περιγραφών. Κάποιες Βασικές Έννοιες Οι λέξεις πολιτισμός και κουλτούρα είναι αρκετά σύγχρονες· η γενικευμένη χρήση τους ξεκινά κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα από ανθρωπολόγους, ιστορικούς και φιλολόγους. Έκτοτε επικράτησε η εσφαλμένη τάση να χρησιμοποιούνται εναλλακτικά, σα να σήμαιναν το ίδιο πράγμα. Παρότι σύγχρονες στη χρήση τους, οι δύο λέξεις προέρχονται από τα αρχαία λατινικά. Η λέξη πολιτισμός (civilization) έχει τη ρίζα της στην λατινική civis, που σημαίνει “κάτοικος πόλης”. Συνεπώς πολιτισμός – στην πιο θεμελιώδη έννοιά του – είναι η ικανότητα των ανθρώπων να ζουν μαζί αρμονικά σε πόλεις, δημιουργώντας κοινωνικές ομάδες. Με βάση αυτόν τον ορισμό εύκολα θα καταλήγαμε στην υπόθεση ότι και ορισμένα έντομα, όπως τα μυρμήγκια ή οι μέλισσες, είναι επίσης πολιτισμένα. Ζουν και εργάζονται μαζί σε κοινωνικές ομάδες. Το ίδιο κάνουν και ορισμένοι μικροοργανισμοί. Αλλά πολιτισμός είναι κάτι περισσότερο από αυτό, και εδώ είναι που μπαίνει ο ρόλος της κουλτούρας. Έτσι, πολιτισμός και κουλτούρα είναι έννοιες αδιαχώριστες.
Η λέξη κουλτούρα (culture) προέρχεται από το λατινικό ρήμα colere, που σημαίνει “καλλιεργώ το έδαφος” (η μετοχή αορίστου είναι cultus, και σχετίζεται με την καλλιέργεια). Όμως η λέξη colere έχει μεγαλύτερο εύρος εννοιών. Μπορεί, όπως και η λέξη civis, να σημαίνει την κατοίκηση σε πόλη ή χωριό. Αλλά οι περισσότεροι από τους ορισμούς της υποδηλώνουν μια διαδικασία έναρξης και προώθησης της καλλιέργειας και της ανάπτυξης. Κάποιος μπορεί να καλλιεργεί έναν κήπο· επίσης μπορεί να καλλιεργεί τα ενδιαφέροντά του, το πνεύμα του και τις ικανότητές του. Στη σύγχρονη χρήση της η λέξη κουλτούρα αναφέρεται σε όλες εκείνες τις θετικές όψεις και τα επιτεύγματα της ανθρώπινης φύσης, που κάνουν την ανθρωπότητα να διαφέρει από το ζωικό βασίλειο. Μήτρα της κουλτούρας είναι η δημιουργικότητα, ένα χαρακτηριστικό που αποτελεί ειδοποιό γνώρισμα των ανθρώπων.
1
Ένα από τα βασικά και πιο γνωστά χαρακτηριστικά του πολιτισμού και της κουλτούρας είναι η χρήση εργαλείων. Όμως το πιο σημαντικό δεν είναι η απλή ύπαρξή τους, αλλά η βελτίωση και η επέκτασή τους, αποτέλεσμα της δημιουργικότητας. Χρειάστηκαν χιλιάδες χρόνια για να φτάσουμε από την πρώτη ρόδα στο αυτοκίνητο τελευταίας τεχνολογίας. Αυτή η ικανότητα των ανθρώπων να κατασκευάζουν και να βελτιώνουν εργαλεία είναι που τους διαφοροποιεί από τα άλλα ζώα. Ένας πίθηκος μπορεί να χρησιμοποιήσει ένα ραβδί για να ρίξει μια μπανάνα από το δέντρο, ωστόσο το ραβδί δεν πρόκειται ποτέ, μέσω της εφευρετικότητας του πιθήκου, να μετατραπεί σε κλαδευτήρι ή σε σκάλα. Οι πίθηκοι δεν επινόησαν ποτέ ομιλούσα γλώσσα, δεν έγραψαν ποτέ βιβλία, δεν συνέθεσαν ποτέ μελωδίες, δεν έχτισαν ποτέ σπίτια, δεν λιθόστρωσαν ποτέ δρόμους, ούτε ζωγράφισαν ποτέ πορτρέτα. Χάνουμε όλο το νόημα αν συγκρίνουμε τα πουλιά που χτίζουν φωλιές ή τους κάστορες που φτιάξουν τρώγλες. Οι άνθρωποι κάποτε ζούσαν σε σπηλιές, όμως η εφευρετικότητα, η φαντασία και δημιουργικότητα τους οδήγησαν να εξελίξουν τις σπηλιές σε κτίρια.
Πολιτισμός, λοιπόν, είναι η “πόλη” των ανθρώπων, σε οποιοδήποτε στάδιο της εξέλιξης, με όλα τα επιτεύγματά της: τέχνη, τεχνολογία, επιστήμη, θρησκεία και πολιτική. Η λέξη πόλη μπορεί να ακούγεται παράξενη, ωστόσο χρησιμοποιείται εσκεμμένα, επειδή η εμφάνιση και η ανάπτυξη ενός πολιτισμού είχαν πάντα τις ρίζες τους να συγκεκριμένες τοποθεσίες – σε συγκεκριμένες πόλεις, για την ακρίβεια. Για να μιλήσουμε με πιο ευρείς όρους – για τον σύγχρονο Δυτικό πολιτισμό, για παράδειγμα – θα πρέπει να επισημανθεί ότι, προτού καταστεί καν μια τέτοια έννοια δυνατή, υπήρξαν οι πολιτισμοί της Ιερουσαλήμ, της αρχαίας Αλεξάνδρειας, της Αθήνας, της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης. Αυτοί με τη σειρά τους ακολουθήθηκαν από τους πολιτισμούς της Φλωρεντίας, του Μιλάνου, της Βενετίας, του Παρισιού, του Λονδίνου, του Άμστερνταμ, της Βιέννης, της Γένοβας, του Μονάχου, της Νέας Υόρκης, της Φιλαδέλφειας, της Βοστόνης, του Σικάγο, του Σαν Φρανσίσκο, του Λος Άντζελες, και πολλών άλλων. Εάν υφίσταται η έννοια του Δυτικού πολιτισμού, αποτελείται από υλικά όλων αυτών των αρχικών πολιτισμών πόλεων.
Οικονομία και Πολιτισμός Παρόλο που δεν τυγχάνει ανάλογης αναγνώρισης, ο ρόλος που παίζει η οικονομία στον σχηματισμό της κουλτούρας είναι ουσιώδης. Όλοι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από τροφή, ρουχισμό και στέγη. Η κύρια λειτουργία μιας οικονομίας είναι να εξασφαλίζει αυτές τις ανάγκες, εφόσον αυτές οι ανάγκες ικανοποιούνται μέσω συστημάτων παραγωγής και διακίνησης. Πέρα από τις ανάγκες, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν και επιθυμίες – πράγματα που χρειάζονται για να κάνουν τη ζωή τους πιο άνετη και ευχάριστη. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας οι ανάγκες παρέμειναν οι ίδιες: στην αρχαιότητα οι άνθρωποι χρειάζονταν τροφή, ρούχα και στέγη – τα ίδια χρειάζονται και σήμερα. Στην πραγματικότητα, κατά το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, οι άνθρωποι έπρεπε να αρκούνται στην ικανοποίηση των αναγκών τους, αφού οι επιθυμίες για κάτι παραπάνω δεν εκπληρώνονταν. Μόνο οι πολύ πλούσιοι και ισχυροί είχαν τη δυνατότητα να αποκτήσουν τα επιπρόσθετα – καλύτερα σπίτια, καλύτερο φαγητό, καλή ιατρική φροντίδα, απόλαυση των τεχνών, και ακριβά ρούχα και
2
κοσμήματα. Τον 20ο αιώνα η κατάσταση αυτή άλλαξε για ένα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού. Για να είμαστε ακριβείς, υπάρχουν ακόμα πολλοί άνθρωποι για τους οποίους οι βασικές ανάγκες είναι δύσκολο ή και αδύνατο να επιτευχθούν – ειδικά στην Αφρική, την Μέση Ανατολή, την Λατινική Αμερική και μέρη της Ασίας. Αλλά στις βιομηχανοποιημένες κοινωνίες της Βόρειας Αμερικής, της Ευρώπης, της Ιαπωνίας, της Ταϊβάν, της Αυστραλίας, του Χονγκ Κονγκ και της Σιγκαπούρης οι ανάγκες συνήθως ικανοποιούνται. Και η πρόοδος στην τεχνολογία έχει καταστήσει δυνατή την παραγωγή ενός μεγάλου αριθμού αγαθών που μπορούν να χαρακτηριστούν μόνο ως επιθυμίες. Κανείς δεν χρειάζεται στην πραγματικότητα, για να επιβιώσει, τηλεόραση, αυτοκίνητο, στερεοφωνικό, καραμέλες, ή ακόμα και σαπούνι. Εντούτοις, επειδή το σύγχρονο οικονομικό σύστημα – κατά κύριο λόγο αποτέλεσμα της Βιομηχανικής Επανάστασης – κατέστησε αυτά τα αγαθά διαθέσιμα, λίγοι είναι διατεθειμένοι να ζήσουν χωρίς αυτά. Το σύστημα έχει συμβάλλει αποφασιστικά στον τρόπο ανάπτυξης του σύγχρονου πολιτισμού. Η ανάπτυξη δεν ήταν αποτέλεσμα προσχεδιασμού. Ήταν απρογραμμάτιστη και τυχαία. Όταν ο Henry Ford ξεκίνησε να κατασκευάζει αυτοκίνητα, δεν σκόπευε να διαμορφώσει την Αμερικανική κουλτούρα· παρά ταύτα, αυτό έκανε, όπως και οι υπόλοιποι κατασκευαστές αυτοκινήτων. Χωρίς το αυτοκίνητο οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ήταν μια εντελώς διαφορετική χώρα. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για τους ιδρυτές των αλυσίδων γρήγορου φαγητού. Ήταν επιχειρηματίες που επωφελήθηκαν από συγκεκριμένες ευκαιρίες, ωστόσο μετασχημάτισαν πολλές από τις παγκόσμιες διατροφικές συνήθειες.
Τα οικονομικά συστήματα, με τα δίκτυα παραγωγής και διακίνησης, αποτελούν τις πιο αποτελεσματικές δυνάμεις προόδου και ανάπτυξης του σύγχρονου πολιτισμού. Αυτό ισχύει τόσο στα σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά έθνη όσο και στις καπιταλιστικές κοινωνίες. Όπου δεν υπάρχουν αναπτυγμένα οικονομικά συστήματα – όπως στο μεγαλύτερο μέρος της Αφρικής – ο πολιτισμός παραμένει σε ύφεση. Όπου οι βασικές ανάγκες του πληθυσμού δεν μπορούν να ικανοποιηθούν, οι άνθρωποι έχουν ελάχιστα, έως καθόλου, την ευκαιρία να χαρούν άλλες όψεις της κουλτούρας.
Καταγωγή Ο Άγγλος φιλόσοφος του 17ου αιώνα Thomas Hobbes ισχυρίστηκε ότι η ζωή των πρωτόγονων ανθρώπων ήταν “μοναχική, φτωχική, ρυπαρή, κτηνώδης και βραχεία”. Από όσα γνωρίζουμε από τις πρωτόγονες φυλές που έχουν επιβιώσει έως τον 20ο αιώνα, η δήλωσή του φαίνεται να είναι σωστή. Κάποια στιγμή, ωστόσο, προηγούμενη της καταγεγραμμένης ιστορίας, οι άνθρωποι άρχισαν να συναθροίζονται σε οικισμούς και, αγωνιζόμενοι όλοι μαζί, να δημιουργούν καλύτερες συνθήκες ζωής (βλέπε Αρχαίος Πολιτισμός).
3
Αυτοί οι πρώτοι οικισμοί, με βάση τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις, τοποθετούνται στις κοιλάδες της αρχαίας Κίνας, Ινδίας, Μεσοποταμίας και Αιγύπτου. Οι αρχαίοι αυτοί άνθρωποι ανέπτυξαν εργαλεία μέσω μιας αργής και επίπονης εμπειρικής διαδικασίας. Όμως με αυτά τα εργαλεία δημιουργήθηκε μια πραγματική κουλτούρα. Επινόησαν συσκευές για να καλλιεργούν τη γη, να σκάβουν τάφρους άρδευσης, να κατασκευάζουν σπίτια, και να φτιάχνουν σύνεργα οικιακής χρήσης. Ως βοήθεια για τον αγώνα τους, θα πρέπει να πέτυχαν τη χρήση ενός εργαλείου γνωστού ως γλώσσα, πρώτα προφορική και έπειτα γραπτή. Επίσης, θα έπρεπε να μάθουν στοιχειώδη μαθηματικά: πώς να μετρούν τη γη και πώς να αθροίζουν αντικείμενα, όπως ζώα και κτήματα. Σε μια πολύ πρώιμη περίοδο, επίσης, οι άνθρωποι ανέπτυξαν τα εργαλεία εκείνα που τους εισήγαγαν στις εικαστικές, μουσικές και φιλολογικές τέχνες. Το πιθανότερο είναι ότι οι εικαστικές τέχνες εμφανίστηκαν πρώτες, πριν από οποιαδήποτε σημαντική εξέλιξη στην τεχνολογία. Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι οι αξιοσημείωτες βραχογραφίες της νότιας Γαλλίας και της βόρειας Ισπανίας δημιουργήθηκαν πριν από 30.000 χρόνια. Οι φιλολογικές τέχνες – ποίηση και τραγούδι – εμφανίστηκαν αμέσως μετά την ανάπτυξη της ομιλούσας γλώσσας. Πριν ακόμα οι άνθρωποι αρχίσουν να γράφουν ο ένας στον άλλον επικοινωνούσαν μέσω σχεδίων ή ιδεογραμμάτων, με τον ίδιο τρόπο όπως τα ιερογλυφικά χρησιμοποιούνταν από τους αρχαίους Αιγυπτίους.
Λαϊκή Κουλτούρα Οι περισσότεροι άνθρωποι, όταν χρησιμοποιούν τον όρο κουλτούρα, εννοούν έναν βαθμό εκλέπτυνσης. Θεωρούν ότι τα άτομα με κουλτούρα είναι αυτά που εκτιμούν τις τέχνες – την καλή λογοτεχνία, ζωγραφική, γλυπτική και μουσική. Παρόλο που αυτή δεν είναι μια λανθασμένη χρήση της λέξης, εντούτοις αφορά ένα μόνο μέρος του ορισμού της. Εφόσον στην πράξη η κουλτούρα και ο πολιτισμός είναι αδιαχώριστοι όροι, εκφράζουν την καθολικότητα των επιτευγμάτων μιας κοινωνίας.
Ο πολιτισμός, επομένως, θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνει όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες και εκφράσεις μιας συγκεκριμένης κοινωνίας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, το οικονομικό σύστημα, οι πολιτικοί θεσμοί, τα εκπαιδευτικά συστήματα, τα θρησκευτικά σώματα, τα νομικά συστήματα, τα τηλεοπτικά προγράμματα, οι κινηματογραφικές ταινίες, ο αθλητισμός, η λαϊκή λογοτεχνία, η ροκ μουσική, τα εμπορικά κέντρα, η δημοτικότητα των αυτοκινήτων, η διευρυμένη μεσαία τάξη, η πολυπολιτισμικότητα, και πολλοί άλλοι παράγοντες, θα πρέπει να θεωρούνται όλοι ότι συναπαρτίζουν τον σύγχρονο Αμερικανικό πολιτισμό. Κάποιες όψεις του αμερικανικού πολιτισμού έχουν επίσης διαποτίσει πολιτισμούς άλλων χωρών. Η ροκ μουσική πρωτοεμφανίστηκε στις νότιες Ηνωμένες Πολιτείες την δεκαετία του 1950, με χαρακτηριστικούς εκτελεστές τους Elvis Presley, Bill Haley and the Comets, και Chuck Berry. Σήμερα η ροκ μουσική ανήκει σε όλες σχεδόν τις χώρες, ακόμα και στις κομμουνιστικές κοινωνίες που επίμονα αποκηρύσσουν τις Αμερικανικές αξίες. Τα blue jeans είναι άλλο ένα παράδειγμα μιας μικρής όψης του Αμερικανικού πολιτισμού που εξαπλώθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο. Η δημοτικότητά τους είναι τέτοια, που κατασκευάζονται παράνομα σε άλλες χώρες με Αμερικανική εμπορική επωνυμία.
4
Η μεταβίβαση της κουλτούρας του 20ου αιώνα δεν είναι μονόδρομη. Άλλες κοινωνίες έχουν κι αυτές αντίκτυπο στον Αμερικανικό τρόπο ζωής. Μια προφανής επίδραση γίνεται φανερή στις διατροφικές συνήθειες. Ο μεγάλος αριθμός Ιταλικών, Κινέζικων, Γαλλικών, Ελληνικών και Ιαπωνικών εστιατορίων υποδηλώνει ότι οι Αμερικάνοι αρέσκονται ιδιαίτερα στα εθνικά φαγητά. Ένα ακόμα παράδειγμα είναι τα ξένα αυτοκίνητα. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Αμερικάνοι προτιμούν να οδηγούν αυτοκίνητα κατασκευασμένα στη Γερμανία, στην Ιαπωνία, στην Αγγλία, στην Ιταλία και στη Σουηδία αντί γι’ αυτά που κατασκευάζονται στο Ντιτρόιτ. Μέρος αυτής της προτίμησης οφείλεται και στην αίγλη που απορρέει από την κατοχή ενός ακριβού εισαγόμενου αυτοκινήτου, αν και κυρίως οφείλεται στην επιθυμία για αυτοκίνητα καλύτερης ποιότητας. Ο αθλητισμός προσφέρει ακόμα ένα παράδειγμα διαπολιτισμικής επιρροής. Το σκι, που κατάγεται από τη Νορβηγία, είναι εξαιρετικά δημοφιλές σε πολλούς Αμερικανούς και έχει ενισχύσει σημαντικά την τουριστική βιομηχανία στο Κολοράντο, στο Βερμόντ, στη Γιούτα και σε άλλες πολιτείες. Το σόκερ, ή ποδόσφαιρο συνδέσμων, με διαφορά το πιο δημοφιλές θεαματικό άθλημα στον κόσμο, απέκτησε τελικά δημοτικότητα και στις Ηνωμένες Πολιτείες σε τέτοιο σημείο ώστε να δημιουργηθεί επαγγελματική ομοσπονδία ποδοσφαίρου και το παιχνίδι να παίζεται στα λύκεια και στα κολέγια. Το μπάσκετ, από την άλλη μεριά, ακολούθησε την αντίθετη διαδρομή – από τις Ηνωμένες Πολιτείες στην Ιαπωνία, τις Δυτικές Ινδίες και το μεγαλύτερο μέρος της Λατινικής Αμερικής.
Ενότητα και Διαφορετικότητα Οι τοπικές διαφορές στις Ηνωμένες Πολιτείες αναπτύχθηκαν πολύ πριν αποκτήσει η χώρα ισχυρούς εσωτερικούς δεσμούς με τις μαζικές επικοινωνίες και τις γρήγορες μετακινήσεις. Έχουν παραμείνει σταθερές, παρότι τροποποιημένες, μέχρι το τέλος του 20ου αιώνα. Οι τοπικές Αγγλικές διάλεκτοι επιμένουν, ιδιαίτερα στις νοτιοανατολικές και νότιες περιοχές. Οι άνθρωποι ζουν διαφορετικά στην νότια Καλιφόρνια απ’ ότι ζουν στη Νέα Υόρκη ή μεσοδυτικά. Όμως αυτές οι διαφορές δεν αντιπροσωπεύουν διαφορετικούς πολιτισμούς. Αποτελούν, μάλλον, τα επιμέρους στοιχείου της ολότητας του Αμερικανικού πολιτισμού. Οι άνθρωποι των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου και αν ζουν, μοιράζονται συγκεκριμένες αξίες και συμπεριφορές που δεν είναι ακριβώς ίδιες με εκείνες που υπάρχουν στην Ιταλία, στη Γερμανία, στη Κίνα, στη Ρωσία, ούτε ακόμα και στον γειτονικό Καναδά και το Μεξικό.
Το ίδιο ισχύει και για άλλες χώρες. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, υπάρχουν σαφής διαφορές που χωρίζουν τους Παριζιάνους από τους Προβηγκιανούς στο βορά ή τους Νορμανδούς στα βορειοδυτικά. Παρ’ όλες, ωστόσο, τις διαφορές, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι υπάρχει ένας Γαλλικός πολιτισμός, ο οποίος ξεχωρίζει αρκετά από εκείνον που βρίσκεται στην απέναντι όχθη του ποταμού Ρήνου στη Γερμανία – και ακόμα περισσότερο από τους πολιτισμούς της Αιγύπτου ή της Ινδίας.
5
Υπάρχουν συμπεριφορές που αφορούν την εργασία, τη θρησκεία, την πολιτική, την ψυχαγωγία, την οικονομία, και άλλα θέματα, που διαχωρίζουν τις χώρες μεταξύ τους, επιπρόσθετα από τις διαφορές στις αξίες και τις συμπεριφορές που μπορεί να επικρατούν στο εσωτερικό μιας κοινωνίας. Ακόμα και αυτές οι διαφορές αποτελούν συστατικά του πολιτισμού μιας χώρας.
Πρόοδος και Αλλαγή Οι λέξεις πρόοδος και αλλαγή συχνά χρησιμοποιούνται εναλλακτικά, χωρίς όμως να σημαίνουν το ίδιο. Πάντα η πρόοδος αντιπροσωπεύει την αλλαγή, όμως η αλλαγή δεν είναι πάντα πρόοδος. Ένας φτωχός μπορεί να γίνει πλούσιος· μετά από μια ατυχία μπορεί να ξαναγίνει φτωχός. Οι συνθήκες άλλαξαν δύο φορές, αλλά αυτός δεν είδε καμία πρόοδο. Η πραγματική πρόοδος είναι αποτέλεσμα της τεχνολογίας, μια κίνηση προς τα μπρος που δεν μπορεί να ανακληθεί. Κανένας στρατός δεν πολεμάει με τόξα και βέλη όταν έχει μπαρούτι, τουφέκια και πυροβολικό διαθέσιμα. Κανένας μαθητής δεν χρησιμοποιεί πλέον αριθμητάρια όταν οι αριθμομηχανές τσέπης είναι τόσο φτηνές και άφθονες.
Τα τεχνολογικά επιτεύγματα που φέρνουν την πρόοδο είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης εφευρετικότητας. Όμως υπάρχουν όψεις της ανθρώπινης δημιουργικότητας που δεν καλλιεργούν την πρόοδο, παρότι εγκαινιάζουν την αλλαγή – μόνιμη ή προσωρινή. Σ’ αυτές ανήκουν οι τέχνες, η πολιτική και η θρησκεία. Ένα πολιτικό σύστημα, για παράδειγμα, μπορεί να αλλάξει από την απόλυτη μοναρχία στην δημοκρατία· όμως μπορεί και να αλλάξει ξανά προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Μια επίσκεψη σε ένα μουσείο μπορεί να καταδείξει αυτή τη διαφορά μεταξύ προόδου και αλλαγής. Στο Εθνικό Μουσείο Αεροπορίας και Διαστήματος στην Ουάσινγκτον, για παράδειγμα, μπορεί κανείς να ακολουθήσει την πορεία των τεχνολογικών εξελίξεων στις πτήσεις, από τα πρώτα αεροπλάνα έως τους διαστημικούς εξερευνητές. Αντιστρόφως, κάποιος μπορεί να επισκεφτεί το μουσείο Ρωμαϊκών αρχαιοτήτων στην Κολωνία της Γερμανίας και να δει αρχαία κοσμήματα όμορφα δουλεμένα από χρυσοχόους και αργυροχόους προ πολλού εκλιπόντες. Η δουλειά αυτών των αρχαίων τεχνητών δεν είναι κατά κανένα τρόπο κατώτερη εκείνης των σύγχρονων τεχνητών, παρόλο που τα στυλ και τα υλικά έχουν αλλάξει.
Η πρόοδος στην τεχνολογία προχωράει σταθερά προς τα μπρος· μόλις γίνει μια ανακάλυψη, δεν χρειάζεται να γίνει ξανά. Όμως σε άλλους τομείς της ανθρώπινης προσπάθειας υπάρχει πάντα η πιθανότητα να πραγματοποιηθεί μια αλλαγή και μετά να ανακληθεί. Ή μπορεί να μην υπάρξει καθόλου πραγματική αλλαγή – απλά μια συνέχεια της ανθρώπινης δημιουργικότητας όπως στην λογοτεχνία, τη μουσική, τη ζωγραφική και τις λοιπές τέχνες.
6
Θεωρίες περί Πολιτισμού Οι περισσότερες σύγχρονες θεωρίες περί πολιτισμού και κουλτούρας δίνουν μεγάλη έμφαση στην πρόοδο. Όμως στον αρχαίο κόσμο οι φιλόσοφοι εξέταζαν τα γεγονότα της ιστορίας και τα συνέκριναν με τις διαδικασίες της φύσης. Κατέληξαν έτσι στο συμπέρασμα ότι οι πολιτισμοί ακολουθούν κυκλική πορεία. Ο Αριστοτέλης σημειώνει στην Ρητορική του ότι «στους περισσότερους τομείς, το μέλλον θα μοιάζει με το παρελθόν». Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος δήλωσε εις Tα εις Εαυτόν του ότι «πρέπει πάντα να έχουμε στο νου ότι όπως τα πράγματα είναι τώρα, έτσι ήταν και στο παρελθόν». Αυτή η κυκλική θεώρηση ήταν τυπική στην αρχαιότητα, με μια αξιοσημείωτη εξαίρεση: ο Άγιος Αυγουστίνος, ένας από τους μεγαλύτερους Χριστιανούς θεολόγους, ήταν ο πρώτος εξήγγειλε μια θεωρία προόδου, αν και τελείως διαφορετική από τις σύγχρονες. Η αντίληψή του περί προόδου δεν ήταν τεχνολογική. Ήταν μάλλον η ιδέα ενός ταξιδιού, από την πόλη της ανθρωπότητας έως το τέλος της ιστορίας στην πόλη του Θεού.
Με μόνη εξαίρεση τον Γάλλο φιλόσοφο Jean-Jacques Rousseau, ο οποίος έβλεπε τον πολιτισμό ως μια διαδικασία παρακμής από την φυσική κατάσταση του ανθρώπου, οι περισσότερες σύγχρονες θεωρίες περί κουλτούρας δίνουν έμφαση στην πρόοδο. Και εδώ επίσης η έμφαση δεν ήταν απαραίτητα τεχνολογική. Ο Διαφωτισμός του 18ου αιώνα επικεντρωνόταν στην ανθρωπότητα ως αποτελούμενη από λογικά όντα που μπορούν να ελέγχουν την μοίρα τους και να ξαναφτιάχνουν τον κόσμο στον δρόμο τους προς την τελειότητα. Τον 19ο αιώνα, ιδιαίτερα μετά την δημοσίευση της θεωρίας του Charles Darwin για την εξέλιξη, εισήλθε το θέμα της φυσικής και αναπόφευκτης προόδου μέσω της φυσικής επιλογής. Ο μεγάλος σοσιαλιστής συγγραφέας Karl Marx δημιούργησε μια θεωρία προόδου που απαιτούσε μια επανάσταση προερχόμενη από τις ταξικές συγκρούσεις. (Βλ. επίσης Darwin, Charles· Εξέλιξη· Marx, Karl· Σοσιαλισμός)
Τον 20ο αιώνα έλαβε χώρα μια αντίδραση στις εξελικτικές θεωρίες από δύο διακεκριμένους συγγραφείς: τον Oswald Spengler, συγγραφέα του έργου Η Παρακμή της Δύσης (2 τόμοι, 1918, 1922), και τον Arnold Toynbee, συγγραφέα του δωδεκάτομου έργου Σπουδή Ιστορίας, που δημοσιεύτηκε μεταξύ των ετών 1934 και 1961. Και οι δύο άντρες απέρριψαν τις ιδέες περί μόνιμης αλλαγής υιοθετώντας τις κυκλικές θεωρίες. Ο Spengler έβλεπε τους πολιτισμούς ως οργανισμούς που γεννιούνται, ωριμάζουν και παρακμάζουν. Πίστευε ότι ο σύγχρονος Δυτικός πολιτισμός έχει φτάσει σε ένα στάδιο αμετάκλητης παρακμής και σύντομα θα αντικατασταθεί από έναν άλλο πολιτισμό. Για τον Toynbee οι κουλτούρες προκύπτουν από την αντίδραση της ανθρωπότητας στις προκλήσεις που προσκομίζει το περιβάλλον, και οι οποίες καταπίπτουν έως την εξαφάνιση εξαιτίας της ανικανότητάς τους να ανταποκριθούν σ’ αυτές τις προκλήσεις. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες θεωρίες περί κουλτούρας προτάθηκε από τον Αμερικανό αρχαιολόγο Henri Frankfort. Υποστήριξε ότι όλες οι αντιληπτικές θεωρίες είναι πιθανόν μάταιες εφόσον οι δυνάμεις που κινητοποιούν την εξέλιξη των πολιτισμών μπορεί να μην γίνουν ποτέ γνωστές.
7
Μετάφραση: Μαστοράκη Ανδρονίκη
ΠΗΓΗ http://www.cineek.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=108
ΑΡΘΡΑ Μια ανοιχτή συζήτηση για τις απόψεις Του ανθρωπιστή ΚΛΩΝΤ ΛΕΒΙ-ΣΤΡΩΣ Αφορμή το βιβλίο του «Φυλή και Ιστορία» του Χρήστου Ν. Καρακάση
Ερωτήματα Υπάρχει ένας ενιαίος παγκόσμιος πολιτισμός και ποia είναι η συνεισφορά των επιμέρους πολιτισμών στην διαμόρφωση του? Καθορίζονται οι συνεισφορές τούτες από παράγοντες φυλετικούς , όπως ισχυρίζονται πολλοί στον 19ο και στον 20ο αιώνα? Ποιος είναι ο κοσμοϊστορικός ρόλος του δυτικού πολιτισμού και γιατί επικράτησε ο ορθολογισμός και η τεχνική του σε ολόκληρο τον πλανήτη? Αυτά τα κεντρικά ερωτήματα θέτει ο μεγάλος σύγχρονος εθνολόγος
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Κουλτούρα και Πολιτισμός
Στην σημερινή εποχή πρέπει να δούμε από άλλο πρίσμα από άλλη οπτική γωνία τις έννοιες πολιτισμός και κουλτούρα. Οι βασικές έννοιες σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χωρίς γεωγραφικούς αποκλεισμούς, φυλετικές διαμάχες, είναι τα
8
ερωτήματα που μπαίνουν για ακόμη μια φορά στην εποχή μας. Τα εθνοκεντρικά χαρακτηριστικά ,παραμένουν πάντα επίκαιρα. Οι κοινωνικοί αποκλεισμοί ,Υπάρχουν και αποκτούν καινούρια χαρακτηριστικά. Παρά την τεχνολογική πρόοδο οι κοινωνίες μας εκτρέφουν τις έννοιες του ρατσισμού, του εθνικισμού, καθώς ο αποκλεισμός επεκτείνεται και στα φύλλα (γυναίκα) ,τρίτη ηλικία,μικρά παιδιά ,θεωρώντας ότι αυτά είναι προβλήματα της εποχής μας και ξεχνώντας τον δομικό χαρακτήρα που τα δημιουργεί μια και τα οικονομικά συστήματα επηρεάζουν έννοιες όπως η κουλτούρα και ο πολιτισμός. Η μετανάστευση ,άνθρωποι όλων των ηλικιών που αναγκάζονται να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν από άλλους ανθρώπους ώστε να προσαρμόσουν συνήθειες και πρακτικές είναι η καθημερινή πρακτική. Το θέμα τις παιδείας αποκτά άλλη διάσταση . Ποια παιδεία ? παιδεία χωρίς σύνορα ,με σεβασμό στους πολιτισμούς. Παιδεία ανοιχτή ανά τον κόσμο, ή αν μιλάμε για τη χώρα μας καθαρά με ένα ελληνοκεντρικό μοντέλο νομίζοντας ότι είμαστε το κέντρο της γης? Ερωτήματα που μέχρι τώρα έχουν βρει αποσπασματική Εφαρμογή χωρίς στόχο και αποτέλεσμα. Η ποικιλομορφία των ανθρώπινων πολιτισμών Η κατανόηση της αξίας της κουλτούρας και του πολιτισμού ενός άλλου λαού αποτελεί πρόοδο του ίδιου του άνθρωπου. Κανένα μέρος του κόσμου δεν έχει κατακτήσει την πρόοδο όπως και να την εννοεί ξεχνώντας ότι έχει δεχτεί επιρροές. Η ιστορία του ανθρώπου μέσα στην κοινωνία έδειξε ότι η πολιτισμική πρόοδος είναι ένα έργο μιας συμμαχίας μεταξύ των πολιτισμών(Κλώντ λεβί –στρώς, Φυλή και ιστορία,Αθήνα 1995,εκδόσεις γνώση,σ.71) Υποχρεώσεις των κοινωνιών είναι να δημιουργούν τις συνθήκες ώστε όλα τα μέλη της να μπορούν ανεξάρτητα από θρησκεία χρώμα, φυλετικές διαφορές, ή ακόμα και ιδεολογία να λειτουργούν και να συμμετέχουν απρόσκοπτα. Οι συνθήκες ανάπτυξης της προσωπικότητας του ατόμου είναι το πιο σημαντικό σημείο προόδου μιας κοινωνίας. Η διαλεκτική που αποκτά το άτομο με την κοινωνία ώστε να την βελτιώνει και να βελτιώνεται. Κατά τον (Λεβί Στρώς) το δώρο της πολυπολυτισμικότητας είναι διαχρονικό μια αυτόνομη κοινωνία είναι αδιανόητη δίχως αυτόνομα άτομα (Κορνήλιος Καστοριάδης,χώροι του ανθρώπου ,Αθήνα 1986,σ.211) Η ατομική ανάπτυξη του ατόμου έχει σαν χαρακτηριστικά της την ένοια, της ελευθερίας επιλογής σύνθεσης και ανάπτυξης μιας προσωπικότητας Χωρίς φοβίες και διαχωρισμούς. Ο ρόλος της παιδείας στην ανάδειξη του οράματος του Λεβί στρώς είναι πολύ σημαντικό. Για να κατανοήσουμε την αξία του κάθε πολιτισμού Χρειάζεται γνώση από μικρή ηλικία ίσως ακόμα και από την προσχολική. Μεγαλώνουμε με την άποψη των (προηγμένων) και μη χωρών.Με φυλετικές διακρίσεις (μαύροι,άσπροι ,κίτρινοι) άνθρωποι. Αφαιρούμε το φυσιολογικό ενδιαφέρον για το άγνωστο , την αναζήτηση και ουσιαστικά την διαλεκτική των πολιτισμών Φοβούμενοι το καινούριο που θα γεννηθεί. H Κατάσταση στην Ελλάδα Το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα η συζήτηση για την πολυπολιτιτισμικότητα των κρατών ,των κοινωνιών, είναι επίκαιρη. Οι οικονομικοί μετανάστες από άλλες χώρες έχουν κατακλείσει και την χώρα μας δοκιμάζοντας τον πολιτισμό και την κουλτούρα μας. Οι αντιλήψεις του κάθε πολίτη στο μικροσκόπιο. Σαν κοινωνικό σύστημα ίσως δεν λειτούργησε με τον καλύτερο τρόπο για την υποδοχή των μεταναστών, την καλύτερη αφομοίωση τους από το σύνολο ,και ουσιαστικά την παιδεία
9
που θα έπρεπε να είναι έτοιμη να δεχτεί όλο το βάρος των παιδιών αλλά και των γονιών χωρίς την γλωσσική επάρκεια. Οι εκπαιδευτικοί χωρίς να έχουν την ιδιαίτερη επιμόρφωση (πώς να αντιμετωπίσουν αυτές τις καινούριες συνθήκες) δρουν αυτόνομα και χωρίς σχέδιο. Ο λαϊκισμός από μέρους πολλών οργανώσεων που δήθεν κόπτονται για την ελληνικότητα και την Ελλάδα βρίσκουν εύφορο έδαφος στο να βλέπουμε τις απόψεις του Λεβί στρώς να είναι και στις μέρες μας υπό αμφισβήτηση. Ο σεβασμός του ανθρώπου από τον άνθρωπο ακόμα μια φορά στην ιστορία δοκιμάζεται στην πράξη. Οι άνθρωποι σαστίζουν βλέποντας τις ιδέες που έχουν μεγαλώσει , τα σύμβολα(σημαία) ,τις θέσεις εργασίας που αλλάζουν χέρια (ίσως το χρώμα παραξενεύει) ,αδυνατούν να προσαρμοστούν στις νέες πραγματικότητες. Το ερώτημα αν τις νέες πραγματικότητες τις δημιουργεί η ιδια η ζωή ή κάποιο συγκεκριμένο σύστημα ,ένας μονόδρομοςπολιτισμικός, μια οικονομική κυριαρχία ,ή ένας και μόνος πολιτισμός μια και είναι ο καλύτερος , μένει να απαντηθεί…… Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ως μεγενθυτικός φακός ή ως δύναμη που παρασύρει τις μάζες σύμφωνα με τα συμφέροντα του εκάστοτε ιδιοκτήτη υποστηρίζουν την μία ή την άλλη πλευρά αβίαστα χωρίς την επάρκεια να ενημερώσουν και να ενημερωθούν για τις πραγματικές συνθήκες. Ο φόβος για το άγνωστο φέρνει τις κοινωνίες να κλείνονται στον εαυτό τους .Σταματά η αναζήτηση καινούριων τρόπων έκφρασης. Και παρατηρείται η επιστροφή σε κώδικα σύμβολα (παρελάσεις,εθνικές εορτές) δημιουργώντας τελικά μια παθογένεια.
Απόψεις Κατά τον Herder ο πολιτισμός και η κουλτούρα έχουν ιδιαίτερη πατρίδα. Ακολουθεί γεωγραφική κατανομή με ιδιαιτερότητες. Επιστροφή στα χαρακτηριστικά της παράδοσης ενός τόπου ή μιας περιοχής. Ο Λεβί Στρώς θα τύγχανε αρνητικής κριτικής και σχολίων. Ο Herder και αργότερα οι εθνοκεντρικοί θα έβρισκαν ότι η εξέλιξη μέχρι εκείνη την στιγμή των τόπων τους η κυριαρχία τους η πολιτιστική, η ανώτερη κουλτούρα τους αμφισβητείται. Βάζουν τα ερωτήματα και θέτουν τον εαυτό τους σε αμυντική στάση ,αλλά ουσιαστικά επιτίθενται απρόσκοπτα. Ο Herder (1744-1803) βλέποντας την ιστορία ως εξέλιξη με τελικό σκοπό την ανύψωση του ανθρώπου από το επίπεδο της βιολογικής ύπαρξης προς τον ανθρωπισμό ,με ποικιλία τύπων και φυλών, βλέπει ότι η κάθε μία φυλή βρίσκει έναν ιδιαίτερο δρόμο για να για να φτάσει στον ανθρωπισμό. Η ουσία του ανθρωπισμού περνάει κατά τον Herder μέσα από την ιστορία των λαών και των εποχών αποκαλύπτοντας ο κάθε λαός την ιδιαιτερότητα του στην ποίηση και στην Γλώσσα (Κ.Δ Γεωργούλη,φιλοσοφία της ιστορίας,αθήνα 1993,εκδοσεις παπαδημα σ.128) Απορρίπτοντας την ιδέα ενός παγκόσμιου πολιτισμού, την οικουμενικότητα του ανθρώπου σε σχέση με τον πολιτισμό και την κουλτούρα , ο Levi strauss θα έλεγε ότι ξεκινούν από διαφορετική αφετηρία με δυο παράλληλες ευθείες που δεν μπορούν να συναντηθούν.
Οι εθνικιστές θα προέβαλαν την εθνική καθαρότητα Που πρέπει κάθε πολίτης να απολαμβάνει. Ο λαϊκισμός των απόψεων αυτών ,η ύπαρξη ανώτερων φυλών και
10
κατώτερων, και οι θεμελιακές αρχές όσο αφορά το λαό και το έθνος ,θα έφερναν τον αποκλεισμό οποιασδήποτε άλλης κουλτούρας. Η μία και μόνο εθνική κουλτούρα ,δεν θα άφηνε περιθώρια για ποικιλομορφίες πολιτισμών. Ο Καντ ορίζει τον διαφωτισμό με ένα απολύτως σχεδόν αρνητικό τρόπο ,ως ‘έξοδο’, δεν προσπαθεί να κατανοήσει το παρόν με βάση μια ολότητα ή ένα μελλοντικό επίτευγμα. Αναζητά μια διαφορά.
Ποια διαφορά εισάγει το σήμερα σε σχέση με το χθες. Η έξοδος του Καντ μας λυτρώνει από την κατάσταση ανωριμότητας. Ο όρος ανωριμότητα μας δείχνει μια κατάσταση της βούλησης που μας κάνει να αποδεχόμαστε την εξουσία κάποιου άλλου. Όταν ένα βιβλίο αντικαθιστά την νόηση μας ,ή ένας πνευματικός ηγέτης παίρνει την θέση της συνείδησης μας. O Michel de montaigne βλέπει μια Ευρώπη να είναι περήφανη για τον πολιτισμό της, χωρίs να βλέπει τις βίαιες εξαγωγές τέχνης και Κουλτούρας. Βλέπει τον ευρωπαϊκό εθνοκεντρισμό σαν μια ιμπεριαλιστική δύναμη της εποχής που έχει λύσει όλα τα κοινωνικά προβλήματα σαν κοινωνία και αυτό που μένει είναι ο εκπολιτισμός όλου του υπόλοιπου κόσμου. Με τον Levi strauss θα μπορούσαν να συμφωνήσουν στην ιδέα του παγκόσμιου πολιτισμού και αυτά που έχει προσφέρει. Η σχολή της Φρανκφούρτης ήταν αντίθετη με την μαζική κουλτούρα που εξαφανίζει τον λαϊκό πολιτισμό της υπαίθρου και των πόλεων και που έβαλε στο περιθώριο την γνήσια και αυθεντική τέχνη. Η νέα αυτή τέχνη δημιουργήθηκε για να γεμίσει τον ελεύθερο χρόνο του σύγχρονου ανθρώπου με αναγνώσματα τύπου μπεστ σέλλερ με ταινίες δράσης αμφιβόλου αισθητικής καθώς η βιομηχανία του πολιτισμού και της κουλτούρας είναι μια άλλου είδους κατάκτηση, Ποιες συγκεκριμένες χώρες μπορούν να παράγουν μαζικά ? Οι καταναλωτές παρουσιάζονται ως στατιστικό υλικό στα διαγράμματα των ινστιτούτων έρευνας. κατανέμονται ανάλογα με το εισόδημα τους, στην κόκκινη, στη πράσινη και την μπλε περιοχή. Το πόσο τυποποιημένη είναι αυτή η διαδικασία αποδεικνύεται από το ότι τα μηχανικώς διαφοροποιημένα προϊόντα που φαίνονται είναι όλα ίδια στο τέλος. κάθε άνθρωπος που έχει ζωηρό ενδιαφέρον για την ποικιλομορφία μπορεί να καταλάβει ότι η η διαφορά κάποιων εταιρειών όσον αφορά τα προϊόντα τους δεν διαφέρουν σε τίποτα παρά σε επιλεγμένες λεπτομέρειες. (Αντόρνο ,Λοβενταλ,Μαρκουζε,Χορκχαιμερ,τεχνη και μαζική κουλτούρα ,αθήνα 1984,εκδόσεις υψιλον)
Αυτό ουσιαστικά δημιουργεί ένα μονόδρομο Όσον αφορά την δημιουργικότητα του ατόμου,Και κατ΄επέκταση μονόδρομη εξελικτική πορεία. Ο Λεβί Στρώς θα ήταν απογοητευμένος από αυτή την λογική που είναι σχεδόν αντίθετη από το όραμα του, για την ποικιλομορφία των πολιτισμών. Η σχολή της Φρανκφούρτης είναι πολύ κοντά στις απόψεις του με ένα διαφορετικό τρόπο προσέγγισης.
Μαζική κουλτούρα και άνθρωπος, ίσως η μεγαλύτερη υποτίμηση του ανθρώπου στην εποχή μας. ΕΠΙΛΟΓΟΣ
11
Ο άνθρωπος λέει ο Καντ ,κάνει ιδιωτική χρήση του λόγου, οταν είναι ‘μέρος ενός μηχανισμού’ δηλαδή όταν έχει κάποιο ρόλο να παίξει στην κοινωνία. Πρέπει να έχει κάποια λειτουργήματα να επιτελέσει. Δηλαδή όλα αυτά που τον καθιστούν ιδιαίτερο τμήμα της κοινωνίας. συνεπώς ο λόγος πρέπει να υπόκεινται και να εξυπηρετεί τους συγκεκριμένους σκοπούς. Τότε δεν μπορεί να υπάρξει ελεύθερη χρήση του λόγου.
Όταν όμως κάποιος συλλογίζεται όχι σαν μέρος ενός μηχανισμού αλλά σαν μέλος της ανθρωπότητας, τότε η χρήση του λόγου πρέπει να είναι ελεύθερη και δημόσια.
Έτσι υπάρχει διαφωτισμός όχι μόνο όταν πληρούνται οι διαδικασίες που εξασφαλίζουν την προσωπική ελευθερία της σκέψης στα άτομα ,αλλά όταν η καθολική .ή ελεύθερη και η δημόσια χρήση του λόγου υπερτίθενται η μία της άλλης. Έτσι ο Διαφωτισμός είναι η στιγμή κατά την οποία η ανθρωπότητα εμφανίζεται να θέτει εν χρήση τον δικό της λόγο χωρίς να υπόκεινται η ίδια σε καμία εξουσία.
ΠΗΓΗ http://users.att.sch.gr/ikomninou/culture%201.htm
Συσχετισμός των εννοιών της μαζικής κουλτούρας, υψηλής τέχνης, πολιτισμικού σχετικισμού και ευρωπαϊκού εθνοκεντρισμού με τις απόψεις των Hanson/Heath από το βιβλίο «Ποιος σκότωσε τον Όμηρο», εκδ. Κάκτος, Αθήνα 1999 (σελ. 94-101, 136-145). Τεκμηρίωση απόψεων με συγκεκριμένες αναφορές στο βιβλίο των Hanson/Heath. Φωτεινή Κομνηνού
Εισαγωγικά Σκοπός της μελέτης που ακολουθεί είναι, να ορίσει κατ’ αρχάς τις έννοιες του Ευρωπαϊκού Εθνοκεντρισμού, του Πολιτισμικού σχετικισμού, όπως επίσης και της Μαζικής Κουλτούρας και της Υψηλής Τέχνης, αφετέρου δε να κατανοήσει πως αυτές οι έννοιες αντιμετωπίζονται από τους Hanson/Heath, μέσα από το έργο τους «Ποιος σκότωσε τον Όμηρο», (εκδ. Κάκτος, Αθήνα 1999) Στο πρώτο μέρος, αναλύονται οι έννοιες του Ευρωπαϊκού Εθνοκεντρισμού και του Πολιτισμικού σχετικισμού, αναφέρονται οι κυριότεροι εκπρόσωποι του είδους, και η επιρροή τους στη δυτική κοινωνία.
12
Στο δεύτερο μέρος, προσεγγίζονται οι όροι της Μαζικής Κουλτούρας και της Υψηλής Τέχνης και αναφέρονται ενδεικτικά οι κριτικές και οι προσεγγίσεις, που τους ασκήθηκαν κατά καιρούς. Στο τρίτο μέρος, επιχειρείται μέσα από συγκεκριμένες αναφορές στο κείμενο, να προσδιοριστούν οι πολιτισμικές θέσεις των Hanson/Heath σε σχέση με τον δυτικό (ευρωπαϊκό) εθνοκεντρισμό, τον πολιτισμικό σχετικισμό, την μαζική κουλτούρα και την υψηλή τέχνη. Ευρωπαϊκός εθνοκεντρισμός vs πολιτισμικός σχετικισμός Α. Από την Ευρωπαϊκή «ελίτ» στον Michel de Montaigne. Οι λέξεις πολιτισμός και κουλτούρα εμφανίζονται στην Ευρώπη στα τέλη του 18ου αιώνα και καθιερώνονται κατά τον 19ο αιώνα, καταλήγοντας να γίνουν έκτοτε οι κυρίαρχοι όροι όλων των ανθρωπιστικών επιστημών. Αξιοσημείωτος είναι ο αριθμός των εννοιών που τους έχει αποδοθεί. Η σύνδεση των όρων αυτών με την κοινωνικοπολιτική ιστορία της Ευρώπης είναι άμεση. Η έννοια του πολιτισμού χρησιμοποιείται αρχικά από τη αριστοκρατία της Ευρώπης με σκοπό να περιγράψει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά και πρότυπα συμπεριφοράς, που την ξεχωρίζουν από τις κατώτερες τάξεις ή τους υπόδουλους λαούς των αποικιών, οι οποίοι αποκαλούνται «άγριοι» σε αντιστοίχιση με τους «βάρβαρους» του Ελληνορωμαϊκού πολιτισμού. [1] Πρώτος ο M. De Montaigne μέσα από το δοκίμιο «Για τους Κανίβαλους» , αντιτίθεται στην άποψη αυτή της αριστοκρατίας. Περιγράφοντας τις συνήθειες, την καθημερινή ζωή, τα έθιμα, ακόμη και τους πολέμους μιας φυλής ιθαγενών, παρουσιάζει μια εξιδανικευμένη εικόνα του πολιτισμού τους, τόσο διαφορετικού αλλά παράλληλα και τόσο όμοιου με αυτόν του κόσμου του, συμπεραίνει δε ότι, παρότι ο πολιτισμός αυτός είναι τόσο ξένος προς τις δυτικές συνήθειες, δεν είναι ουδόλως κατώτερος από τον δικό του. « …δεν υπάρχει τίποτε το βάρβαρο και το άγριο σε αυτούς τους λαούς, …, εκτός από τα ότι καθένας ονομάζει βαρβαρότητα ότι είναι έξω από τις συνήθειές του, πραγματικά, φαίνεται πως δεν έχουμε άλλο κριτήριο για την αλήθεια και τη λογική παρά το παράδειγμα και την εικόνα των αντιλήψεων και των συνηθειών του τόπου όπου βρισκόμαστε». [2] Καταλήγει με αυτόν τον τρόπο να παρουσιάσει μια σύγκριση του τρόπου ζωής των ιθαγενών αυτών με τη δική μας. Και παρότι οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν καμία επαφή με το ανθρώπινο πνεύμα - όπως αυτό εννοούνταν στο δυτικό κόσμο- έχουν φτάσει, λόγω της φυσικής τους αθωότητας, σ΄ ένα επίπεδο αρετής και ευτυχίας ανώτερο από το δικό μας.[3] Ο M. De Montaigne ορίζει έτσι τη θεμελιακή αρχή του πολιτισμικού σχετικισμού.
Β. Η επικράτηση του Ευρωπαϊκού εθνοκεντρισμού. Η επίθεση αυτή στην πολιτιστική ιεραρχία της Ευρώπης, παρότι δεν είχε απήχηση στην εποχή της, βρίσκει πρόσφορο έδαφος κατά τον 18ο αιώνα, όταν διάφοροι περιηγητές εκπονούν μελέτες σχετικά με τους πολιτισμούς της Εγγύς Ανατολής, της
13
Ινδίας, της Αμερικής και της Ασίας. Την ίδια εποχή μεταφράζονται και κυκλοφορούν στην Ευρώπη λογοτεχνικά έργα των πολιτισμών αυτών, φθείροντας έτσι τα θεμέλια του πολιτιστικού της προτύπου.[4] Η αμφισβήτηση όμως, των πολιτικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δεδομένων από τους υπέρμαχους του Διαφωτισμού, θα καθιερώσει ένα νέο τρόπο αντιμετώπισης της πολιτιστικής πορείας, αφού, μόνο η διάδοση της γνώσης, της επιστήμης και του Ορθού λόγου – κτήματα εν μέρει του ευρωπαϊκού κόσμου - μπορεί να ολοκληρώσει και να τελειοποιήσει έναν πολιτισμό. Οι ιδέες αυτές θα οδηγήσουν αργότερα στο δόγμα του εξελικτισμού και τη θέση της παλιάς αριστοκρατίας στην κορυφή της πυραμίδας της προόδου θα πάρει τώρα η Ευρώπη, ως φορέας εκπολιτισμού των άλλων λαών.[5] Σ΄ αυτό θα συντελέσει και η ανάπτυξη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, καθώς και η εντεινόμενη αποικιοκρατία. Η ανωτερότητα των Ευρωπαίων θα συνδεθεί με την ανωτερότητα της Λευκής Φυλής. Η συμπεριφορά αυτή, που θέλει να αποδείξει ότι, ο πολιτισμός των ολίγων Ευρωπαίων είναι ανώτερος από οποιονδήποτε άλλον, είναι το άλλοθι για τον άκρατο Ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό και τον βάναυσο εκπολιτισμό των αυτοχθόνων κατοίκων των αποικιών. Εν τω μεταξύ, στα βήματα του πολιτισμικού σχετικισμού, ο Johann Gottfried Herder θα συντελέσει στη δημιουργία του εθνοτικού δόγματος, που θέλει κάθε έθνος να αποτελεί ξεχωριστή και αυτόνομη πολιτιστική οντότητα. Παρά τις αρχικές προθέσεις του όμως, διολισθαίνει και αυτός σε μια ευρωκεντρική στάση, αφού κατατάσσει τους λαούς ανάλογα με το πόσο εξελιγμένοι είναι, τροφοδοτώντας έτσι τις ιδέες αρχικά του ρομαντισμού και αργότερα του ρατσισμού.[6]
Μαζική Κουλτούρα και Υψηλή τέχνη Α. η έννοια της Μαζικής Κουλτούρας – κριτικές και προσεγγίσεις Η εποχή, που ακολουθεί τη Βιομηχανική επανάσταση και συγκεκριμένα από τα μέσα του 19ου έως τα μέσα του 20ου αιώνα, χαρακτηρίζεται από μια αύξηση της βιομηχανοποίησης και της αστικοποίησης. Τα λαϊκά στρώματα διαδέχονται την παραδοσιακή αριστοκρατία στα κέντρα εξουσίας και αποκτούν πρόσβαση στην εκπαίδευση. Παράλληλα, η ανάπτυξη των μέσων μαζικής επικοινωνίας (mass media) και ο εκμηχανισμός της τυπογραφίας συντελούν στην ευρεία διάδοση των πολιτισμικών προϊόντων. Τις διαρκώς διογκούμενες πολιτισμικές απαιτήσεις των κατωτέρων τάξεων έρχονται να καλύψουν νέες «βιομηχανίες πολιτισμού», που παράγουν προϊόντα ευρείας απήχησης και κατανάλωσης, αλλά αμφίβολης ποιότητας. Η εμπορευματοποιημένη αυτή παραγωγή πολιτισμικών προϊόντων, καθορίζει την έννοια της μαζικής κουλτούρας και σηματοδοτείται από, τη διάδοση της τηλεόρασης, του ραδιοφώνου, του κινηματογράφου, της φωνογραφίας και την ανάπτυξη του δημοφιλούς τύπου και της παραλογοτεχνίας.[7]
14
Η απώλεια των μορφωτικών προνομίων της άρχουσας τάξης από τη μία και η ανησυχία για, τη διάβρωση της παραδοσιακής κουλτούρας των λαϊκών στρωμάτων και την εύκολη χειραγώγησή τους από τις ανώτερες τάξεις από την άλλη, οδήγησε αρκετούς διανοούμενους της εποχής να κριτικάρουν την έννοια της μαζικής κουλτούρας. Η συντηρητική κριτική της μαζικής κουλτούρας εκδηλώνεται αρχικά σαν νοσταλγική απήχηση μιας προηγούμενης εποχής όπου διακρίνεται « μια δυσπιστία απέναντι στην εξίσωση, τη δημοκρατική άνοδο των πλειοψηφιών … το σύμπαν που δεν δομείται στα μέτρα του υπερανθρώπου, αλλά του κοινού ανθρώπου…, τότε που οι πολιτιστικές αξίες αποτελούσαν ταξικό κληροδότημα και δεν βρίσκονταν σε αδιάκριτη κοινή διάθεση».[8] Προβάλλοντας ουσιαστικά το χαμηλό επίπεδο της μαζικής κουλτούρας, αποκαλύπτεται μια τάση διατήρησης της κοινωνικής ιεραρχίας, εξιδανικεύεται η πολιτιστική και κοινωνικοπολιτική κατάσταση της προβιομηχανικής εποχής και αξιώνεται η διατήρηση των πολιτισμικών «ελίτ», προκειμένου να μην υποβαθμιστούν τα υψηλά επίπεδα παιδείας και κουλτούρας.[9] Από την άλλη, η αριστερή κριτική της μαζικής κουλτούρας, με κύριους εκπροσώπους τους διανοούμενους της Σχολής της Φραγκφούρτης, την καταδίκασε σαν, το προϊόν της βιομηχανικής παραγωγής που αποσκοπεί στη χειραγώγηση των κατωτέρων κοινωνικών στρωμάτων (ολοκληρωτισμός). [10] Τα προϊόντα που παράγονται είναι πανομοιότυπα, καταναλώνονται από ένα κοινό ευρείας διασποράς, αφού απευθύνονται σε όλους τους καταναλωτές απασχολώντας τις αισθήσεις τους και στερώντας τους τη δυνατότητα ανάληψης πρωτοβουλίας ή αντίδρασης. Προβάλλουν δε μια εξιδανικευμένη εικόνα της καθημερινότητας, διαβρώνοντας έτσι τις συνειδήσεις και παραλύοντας κάθε τάση εξατομίκευσης. Με αυτό τον τρόπο ενισχύονται οι αντιδημοκρατικές, και μερικές φορές ρατσιστικές τάσεις, και ο πολιτισμικός ιμπεριαλισμός (κυρίως των Η.Π.Α.). Από τα μέσα του 20ου αιώνα και μετά, παρατηρείται μια στροφή προς την πλουραλιστική προσέγγιση της μαζικής κουλτούρας, που μετονομάζεται πλέον σε δημοφιλή κουλτούρα. Η προσέγγιση αυτή έχει να κάνει με, το μορφωτικό επίπεδο των καταναλωτών της, τον διαφορετικό τρόπο που προσλαμβάνει καθένας τα μηνύματα των πολισμικών προϊόντων, με την κατανάλωσή τους από άτομα διαφόρων επιπέδων διανόησης, καθώς και με την κατηγοριοποίηση των διαφόρων επιπέδων κουλτούρας.[11] Η στροφή αυτή, που παρατηρείται προς την υπεράσπιση των μορφών της μαζικής κουλτούρας (πολιτισμικός λαϊκισμός), αντανακλά ουσιαστικά τον σταδιακό εκδημοκρατισμό της κοινωνίας.[12] Β. Προσέγγιση του όρου Υψηλή Τέχνη – κριτική και υπέρβαση Η έννοια της Υψηλής Τέχνης διαμορφώνεται και αυτή κατά το 19ο αιώνα, σε αντιδιαστολή με την έννοια της Μαζικής Κουλτούρας και προσδιορίζει το σύνολο των έργων τέχνης που είναι από άποψη αισθητικής ανώτερα από άλλα και προορίζονται να καταναλωθούν από μία περιορισμένη κοινωνική κάστα. Τα κριτήρια αξιολόγησης των έργων τέχνης δεν είναι πάντοτε αντικειμενικά, ακριβώς επειδή προσδιορίζονται από τις προνομιούχες ομάδες της κοινωνίας, ανάλογα με τον
15
τρόπο που θα χρησιμοποιηθούν και τους σκοπούς που θα εξυπηρετήσουν. Η Υψηλή Τέχνη, είναι η Τέχνη της «ελίτ», που διατηρεί ένα καθεστώς ανισότητας. Ήδη, από το τέλος της κλασσικής αρχαιότητας, κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα και μέχρι την εποχή του Λουδοβίκου του 14ου (ροκοκό), η έννοια της Υψηλής Τέχνης χαρακτηρίζει αυτή τη διαιώνιση μιας πολιτικής και κοινωνικής διάκρισης ανάμεσα στα ανώτερα και στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Με την άνοδο της αστικής τάξης, στα πλαίσια μιας αντιαπολυταρχικής τάσης που επικρατεί, η τέχνη επηρεάζεται από τα πρότυπα της κλασσικής αρχαιότητας (νεοκλασικισμός), θέλοντας να εκφράσει (ίσως;) τα ιδεώδη και τις αρετές της κλασσικής Δημοκρατίας. Είναι η εποχή που, στο όνομα του εκδημοκρατισμού, τα έργα τέχνης βγαίνουν από τις ιδιωτικές συλλογές και μπαίνουν σε μουσεία, όπου έχουν πρόσβαση όλες οι κοινωνικές ομάδες του πληθυσμού.[13] Στο πλαίσιο της εθνικοποίησης των Ευρωπαϊκών κρατών, τα πρότυπα αλλάζουν. Επικρατεί και στην τέχνη το κίνημα του ρομαντισμού και η ανάπτυξη της λαογραφίας. Ο όρος Υψηλή τέχνη διευρύνεται, προκειμένου να συμπεριλάβει όλα τα έργα που θεωρείται ότι έχουν διαχρονική αξία. Καθώς εντείνεται η επιρροή του εθνικισμού, θεσπίζεται ο κανόνας της Υψηλής Εθνικής Τέχνης, που περικλείει και τα έργα των εθνικών καλλιτεχνών (Λαϊκή τέχνη). Στον 20ο αιώνα οι κριτικές (συντηρητικές και αριστερές) της μαζικής κουλτούρας, συγκλίνουν στο ότι αυτή αποτελεί απειλή για την Υψηλή τέχνη. Έτσι δεν αποφεύγεται τελικά η δημιουργία μιας νέας ελιτίστικής νοοτροπίας, που ανάγει την τέχνη σε επίπεδο κοσμικής θρησκείας.[14] Η αστική τάξη καταλαμβάνει ουσιαστικά τη θέση της παλαιάς αριστοκρατίας στην πυραμίδα της κοινωνικής ιεραρχίας και χρησιμοποιεί τα έργα τέχνης για να ενισχύσει το πολιτικό και κοινωνικό της status. [15] Η θέση αυτή κλονίζεται από την ευρεία διάδοση των mass media, που φέρνουν κοντά σε όλον τον κόσμο τα έργα τέχνης, αλλά κατηγορούνται για εμπορευματοποίηση. Η κριτική κατά της Υψηλής Τέχνης εστιάζεται ακριβώς σε αυτήν την «φετιχιστική» της διάσταση και στη χρησιμοποίησή της από τη Δυτική ελίτ ως μέσου απόκτησης κοινωνικού γοήτρου.[16] Μετά το 1970 οι κριτικές επικεντρώνονται στον αντιφεμινιστικό, το ρατσιστικό και τον εθνοκεντρικό και Ευρωκεντρικό χαρακτήρα της Υψηλής Τέχνης και σηματοδοτούν μια συνολική αναθεώρηση της ιστορίας της.[17] Τα κινήματα τέλος, του φουτουρισμού, του κυβισμού, του κονστρουκτιβισμού και του εξπρεσιονισμού, εμφανίζονται αρχικά σαν αντίδραση στο ισχύον καθεστώς, αλλά τείνουν τελικά, να ενσωματωθούν με αυτό και να το ενισχύσουν. Μόνο το κίνημα του υπερρεαλισμού θα καταφέρει να καταργήσει με επιτυχία τα φράγματα μεταξύ της υψηλής και της μαζικής τέχνης.
«Ποιος σκότωσε τον Όμηρο» Η μελέτη με τίτλο «Ποιος σκότωσε τον Όμηρο» των Hanson/Heath, έχει σαν θεματικό άξονα το «θάνατο» των Κλασσικών Σπουδών και ειδικότερα της Ελληνικής Παιδείας, κατά κανόνα στα Αμερικάνικα Πανεπιστήμια, που οφείλεται κυρίως στη
16
σταδιακή μείωση των ωρών διδασκαλίας των Ελληνικών και την απαξίωση όλων των ειδικοτήτων που καταπιάνονται με τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό.
Α. Πολιτισμικός σχετικισμός ή Ευρωπαϊκός Εθνοκεντρισμός; Αρχικά φαίνεται να αναγνωρίζεται η ύπαρξη ενός σχετικιστικού πολιτιστικού προτύπου, άλλωστε «…κάθε πολιτισμός θεωρούσε τα δικά του ιδιαίτερα έθιμα, τους θεούς και τις παραδόσεις τόσο φυσιολογικά όσο και οικουμενικά»,[18] Γιατί «…από τη φύση είμαστε όλοι φτιαγμένοι να είμαστε όμοιοι από κάθε άποψη, τόσο οι βάρβαροι όσο και οι Έλληνες.»[19] Δεν είναι τυχαίο ότι «…ακόμη και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές της Δύσης αναγνώριζαν πάντα ότι οι άλλοι πολιτισμοί προσφέρουν αισθητικά εντυπωσιακές, συγκινητικές εκφράσεις της ανθρώπινης κατάστασης. Ένα κινέζικο ποίημα, ένα αφρικανικό θεατρικό έργο, μια νουβέλα από το Παντζάμπ ή οι ψαλμοί των Αμερινδών μπορούν να συγκινήσουν το ανθρώπινο συναίσθημα και να αποκαλύψουν την Τραγωδία του ανθρώπου στη γη με το ίδιο πάθος και την ίδια ακρίβεια ενός Σοφοκλή ή ενός Βιργιλίου».[20] Η επίθεση όμως κατά ενός στείρου σχετικισμού, που δεν αξιολογεί τα ιδιαίτερα στοιχεία ενός πολιτισμού είναι έκδηλη γιατί υπάρχουν «...κριτήρια που δεν ήταν σχετικά… » άλλωστε « …η πόλις δεν είναι ανάκτορο… οι Πέρσες αυλικοί εγκωμιαστές δεν είναι Όμηροι. Οι αυλοκόλακες δεν είναι βουλή. Οι πλεχτές ασπίδες από λυγαριά δεν μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν τις μπρούτζινες πανοπλίες….Οι μύθοι περί δημιουργίας χαραγμένοι σε τοίχους δεν είναι Έργα και Ημέραι, ούτε καν Θεογονία.» [21] Οι αρχαίοι Έλληνες, τους οποίους έχουν σαν πρότυπο οι συγγραφείς του βιβλίου, παρότι «… έτρεφαν μεγάλο σεβασμό για τους εχθρούς και τους γείτονές τους…δεν συμφωνούσαν ότι όλα τα άλλα κοινωνικά πρότυπα πρέπει να έχουν ίση διανοητική ή πολιτισμική αξία. Η αφαίρεση της κλειτορίδας της γυναίκας είναι κακό – χθες, σήμερα, σύριο και για πάντα».[22] Ναι είναι «απλώς διαφορετικά έθιμα»[23], αλλά κάποτε θα πρέπει να μάθουμε να ξεχωρίζουμε τις «…διακρίσεις που εξασφαλίζουν ότι αυτός που διαπράττει τροχαία παράβαση ξεχωρίζει από τον κοινωνικώς παρεκκλίνοντα.»[24] Ο Αρχαιοελληνικός Πολιτισμός εξιδανικεύεται : «… οι Έλληνες έμαθαν να γράφουν προσαρμόζοντας ένα ανατολικό αλφάβητο στις ανάγκες τους. Ωστόσο … σύντομα μετέτρεψαν το νέο …εργαλείο τους σε δυναμική λυρική ποίηση, δράμα και ιστορία στα χέρια του ατόμου – όχι του κράτους, όχι του θεού – που έθετε ερωτήματα, ερμήνευε και αμφισβητούσε. Οι Αχαιμενίδες…χρησιμοποίησαν τις χιλιετίες της γραφής … για να παραγάγουν από καθέδρας διακηρύξεις και βασιλικά αρχεία…Ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης έγραψαν ιστορία…κάτι που οι εγγράμματοι της Εγγύς Ανατολής και της Παλαιάς Διαθήκης δεν έκαναν»[25], « Οι Έλληνες θεωρούσαν ότι ο πολιτισμός μας χωρίζει από το φυσικό, πρωτόγονο εαυτό μας και ότι κανένας πολιτισμός δεν το έκανε καλύτερα αυτό απ΄ ότι ο κόσμος της δικής τους πόλης-κράτους».[26] Κάθε αντίδραση σε αυτήν την άποψη αντιμετωπίζεται τουλάχιστον με δυσπιστία.[27] Η εξιδανίκευση αυτή όμως πολλές φορές φτάνει στα όρια της υπερβολής, και δεν καταφέρνει να κρύψει μια τάση εθνοκεντρισμού. Η λογική του ότι « Ο ελληνικός νους … έβλεπε τον κόσμο ως ομόκεντρους δακτυλίους. Το κέντρο ήταν φυσικά ελληνικό,… Οι εξωτερικοί κύκλοι έμεναν για τους Κύκλωπες, τους Λαιστρυγόνες, τους τυράννους, τις Αμαζόνες, τους πολυγαμικούς λαούς, τους δυνάστες, τους γαλακτοπότες, τους νομάδες, τους δεντρολάτρες, τους μισόγυμνους αλλόκοτους ανθρώπους που έριχναν βέλη πίσω από ένα βράχο αντί να επιτίθενται κατά μέτωπο με μπρούτζινες πανοπλίες.»[28], ή του
17
εκπολιτισμού των «λευκών γυμνόστηθων ανθρώπων που λάτρευαν τα κωνοφόρα δένδρα»[29], δεν διαφέρει πολύ από την λογική των Ευρωπαίων αποίκων, όταν προσπαθούσαν να «εκπολιτίσουν» τους αυτόχθονες «άγριους»[30] των αποικιών. Ο δυτικός πολιτισμός, σαν απόγονος του Ελληνικού[31], (οι «βασικές ελληνικές προσεγγίσεις στην ανθρώπινη εμπειρία – αντανακλούν την προέλευση του δυτικού πολιτισμού»,[32]) θεωρείται ανώτερος και σχεδόν οφείλει να επηρεάζει και τους κατώτερους. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι, όλοι, ακόμη και τώρα, προσπαθούν να μιμηθούν τα δυτικά πρότυπα. Εξηγείται έτσι «σε μεγάλο βαθμό το γιατί ο ίδιος ο κόσμος δυτικοποιείται με ταχύτητα». [33] Άλλωστε όλοι οι άλλοι πολιτισμοί σήμερα, εκτός από τον δυτικό, φαίνεται ότι καταρρέουν.[34] Οδηγούμαστε όμως, έτσι, στη λογική ενός άκρατου εθνοκεντρισμού, που πολλές φορές διολισθαίνει μέχρι το ρατσισμό[35].
Ευρωπαϊκού
Β. Σχετικά με την μαζική κουλτούρα και την υψηλή τέχνη. Ο θαυμασμός του αρχαίου ελληνικού πνεύματος και της κοινωνίας πρότυπο, που αποτέλεσε η πόλις-κράτος, όπου «οι λέξεις πολίτης και ελευθερία» προϋποθέτουν ένα καθεστώς ελεύθερης έκφρασης της «κοινωνικής διαφωνίας»[36], δεν θα μπορούσε παρά να οδηγήσει σε μια πολεμική της μαζικής κουλτούρας. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η άγνοια γύρω από την ελληνική σοφία οφείλεται στο ότι « οι θεσμοί και ο υλικός πολιτισμός της Δύσης κατακλύζουν πλέον τον κόσμο»[37] Ακόμη και οι κλασσικές σπουδές «έγιναν υλιστικές και καρατερίστικες, αλλά όχι πια ελληνικές»[38] Η δυσμενής αυτή κριτική κατά της μαζικής κουλτούρας ενισχύεται, ακόμη περισσότερο, με την καταδίκη του μεταμοντερνισμού, που χαρακτηρίζεται ως ανοησία[39] αφού επιτίθεται στην αντικειμενική αλήθεια και θεωρεί την Ελλάδα «…μια αυθαίρετη αφηρημένη έννοια»[40] Οι οπαδοί του ελληνικού πνεύματος καλούνται να αποδείξουν «…τη σπουδαιότητα της ελληνικής σκέψης και των αξιών στην κρίσιμη εποχή της ηλεκτρονικής πληροφόρησης και ψυχαγωγίας.»[41], χωρίς όμως να πετυχαίνουν τελικά το στόχο τους. Η δραματική μείωση των φοιτητών των κλασσικών σπουδών και η ταυτόχρονη αύξηση σπουδαστών των επιστημών που ειδικεύονται στα mass media, αποδεικνύουν περίτρανα την αρνητική επιρροή της μαζικής κουλτούρας. «φταίνε η τηλεόραση, οι μεγάλες εταιρείες, το βίντεο, η οικονομία, εξηγούν οι κλασικιστές»[42], άλλωστε «… «Η Θεωρία του βαδίσματος» και «Το Σταρ Τρεκ και οι Ανθρωπιστικές Σπουδές» … εξασφαλίζουν υψηλότερους βαθμούς με λιγότερη δουλειά απ’ ότι η «Εισαγωγή στα Ελληνικά»».[43] Ο θάνατος της κλασσικής παιδείας, εξαιτίας της επίθεσης ενός υλιστικού πολιτισμού, είναι πια γεγονός. Τα Ελληνικά «είναι απρόσφορα και παρηκμασμένα»[44] Στην εποχή που διανύουμε «ποιο το κέρδος για έναν έμπορο…από τη γνωριμία του με τις γλώσσες των Ελλήνων και των Ρωμαίων;»[45] Μήπως όμως αυτή η επίθεση κατά της μαζικής κουλτούρας, υποκρύπτει μια ελιτίστικη αντίληψη; Είναι οι σπουδές στον ελληνικό Πολιτισμό προσιτές για όλους, ή αποτελούν προνόμιο μιας περιορισμένης πνευματικής ελίτ;
18
Οι ίδιοι οι συγγραφείς ομολογούν ότι έχουν γράψει «…βιβλία και άρθρα που δεν διαβάστηκαν παρά μόνο από μια χούφτα στενόμυαλους ειδικούς…»[46]. Ακόμη και η αφρόκρεμα των καθηγητών Πανεπιστημίου «γράφει για μια μικρή ομάδα επιλέκτων»[47] Μήπως αυτή η «ισότητα εναντίον ελιτισμού»[48], που διακηρύττεται μέσα στο κείμενο, δεν είναι παρά μόνο ένα προπέτασμα; Άλλωστε, ο νεοκλασικισμός αποτέλεσε το ιδεώδες της Υψηλής Τέχνης. Δεν είναι τυχαία η αναφορά του ότι, οι άνθρωποι, που ασχολήθηκαν με τις κλασσικές σπουδές, ήταν υψηλότερου επιπέδου από αυτούς που ασχολήθηκαν με τα Αγγλικά,[49] και ότι οι κλασικιστές είναι το «σπάνιο πουλί»[50] του ακαδημαϊκού χώρου. Αποτελούν οι κλασσικές σπουδές «δείγμα ελιτισμού, σχολαστικισμού ή αγνωστικισμού»;[51] Αυτή η φαινομενικά ελιτίστικη ενασχόληση με τον ελληνικό πολιτισμό, είναι πιθανόν βέβαια να μην οφείλεται τόσο σε μια τάση διαχωρισμού των μυημένων από τη μάζα, αλλά στην αποδοκιμασία – από το πλατύ κοινό - του ιμπεριαλιστικού προτύπου της Δύσης που στηρίχτηκε πάνω στα δόγματα του αρχαιοελληνικού πολιτισμού.[52]
Επίλογος Ο πολιτισμικός σχετικισμός του M. De Montaigne, εκφράζεται αρχικά σαν μια αντίδραση στην ευρωπαϊκή αριστοκρατία, πού θεωρεί πολιτισμό τα δικά της μόνο πρότυπα συμπεριφοράς, προκειμένου να διαχωρίσει τη θέση της από τα λαϊκά στρώματα και διακηρύττει ότι, κάθε λαός έχει τη δική του πολιτισμική παράδοση. Ο σχετικισμός αυτός όμως είναι στείρος, αφού αναγνωρίζει ως στοιχεία του πολιτισμού, τόσο τις αξίες όσο και τις απαξίες της λαϊκής παράδοσης. Η επίδραση των ιδεών του Διαφωτισμού, σε συνάρτηση με την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, θα οδηγήσουν στην ανάδειξη της Ευρώπης ως πολιτισμικού προτύπου, που στο όνομα του εκπολιτισμού των άλλων, θα νομιμοποιήσει τις ιμπεριαλιστικές της τάσεις. Η έννοια της μαζικής κουλτούρας χρησιμοποιήθηκε για να εκφράσει το σύνολο των βιομηχανικά παραγόμενων πολιτιστικών προϊόντων, που προορίζονται για μαζική κατανάλωση. Κατηγορήθηκε ότι συντέλεσε στην απώλεια των πολιτιστικών προνομίων της άρχουσας τάξης αλλά και ότι διέβρωσε την παραδοσιακή κουλτούρα των λαϊκών στρωμάτων, και αποδυνάμωσε κάθε προσπάθεια ελεύθερης έκφρασης νομιμοποιώντας έτσι τις κοινωνικές ανισότητες. Απενοχοποιήθηκε μετά από μια σειρά εναλλακτικών προσεγγίσεων- που ίσως να είναι τελικά και οι πλέον αντικειμενικές - οι οποίες βασίστηκαν σε παράγοντες όπως, η αξιοποίηση της ετερογένειας των διαφόρων επιπέδων κουλτούρας, το μορφωτικό επίπεδο του δέκτη και ο τρόπος που αυτός προσλαμβάνει τα μηνύματα των πολιτισμικών προϊόντων. Η υψηλή τέχνη περιλαμβάνει όλα τα έργα που θεωρούνται ότι έχουν μια διαχρονική καλλιτεχνική αξία και καταναλώνονται από μια περιορισμένη κοινωνική ομάδα που χαρακτηρίζεται ως «ελίτ». Από την αρχαιότητα έως σήμερα φαίνεται ότι, το σύνολο αυτό των καλλιτεχνικών αξιών αντικατοπτρίζει την ιστορική πορεία κάθε κοινωνικής ανισότητας και διάκρισης. Οι απόψεις των Hanson/Heath, μέσα από το έργο τους «Ποιος σκότωσε το Όμηρο», εκφράζουν μια αντίδραση σ’ έναν στείρο πολιτισμικό σχετικισμό, ο οποίος δεν αναγνωρίζει την ανωτερότητα του Αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Η εμμονή τους όμως
19
στην ανωτερότητα του πολιτισμού αυτού τους οδηγεί σε ένα άκρατο ευρωπαϊκό εθνοκεντρισμό (αφού ο πολιτισμός της Ευρώπης οικοδομήθηκε πάνω σε ελληνικά πρότυπα) ο οποίος πλειστάκις διολισθαίνει προς το ρατσισμό. Η επιρροή της μαζικής κουλτούρας, κυρίως δε του μεταμοντερνισμού, θα οδηγήσει στην απαξίωση της χρησιμότητας των Ελληνικών Σπουδών. Η μοναδικότητα όμως του Ελληνικού πνεύματος και η διαχρονική του αξία, σίγουρα δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν προϊόν εμπορευματοποίησης. Έτσι όμως καταλήγει να απευθύνεται σ’ ένα μυημένο κοινό, που με την πάροδο του χρόνου φθίνει αριθμητικά. Βιβλιογραφία 1.
Levi-Strauss C., Φυλή και Ιστορία, μτφρ. Ε. Παπάζογλου, Αθήνα 1995, εκδόσεις Γνώση,
2.
M. de Montaigne, Δοκίμια, μτφρ. Θ.Νάκας, Αθήνα 1979, εκδόσεις Κάλβος,
3.
Νάκας Θανάσης, «Ο Montaigne και το δοκίμιο. Ο άνθρωπος η εποχή, οι ιδέες, το είδος», Αθήνα 1981,Εκδόσεις Κάλβος,
4.
Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., Πασχαλίδης Γ., Σμπόνιας Κ., Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό- Η Έννοια του Πολιτισμού Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, τόμος Α, Πάτρα 1999, εκδόσεις Ε.Α.Π.
5.
Umberto Eco, Κήνσορες και θεράποντες, Μτφρ. Έφη Καλλιφατίδη, Αθήνα 1987, εκδόσεις Γνώση
6.
Hanson V. –Heath J., «Ποιος σκότωσε Καρακατσάνη, Αθήνα 1999, εκδόσεις Κάκτος.
7.
Raymont Wiliams, 1994, «Κουλτούρα και Ιστορία», Εισαγωγή-μετάφραση Β. Αποστολίδου, Αθήνα, εκδόσεις Γνώση.
τον
Όμηρο»,
μτφρ.
Ρένα
[1] Αλλά μήπως «βάρβαρος είναι πρώτα – πρώτα αυτός που πιστεύει στη βαρβαρότητα»; Βλ. C. Levi-Strauss, 1995, «Φυλή και Ιστορία», μτφρ. Ε Παπάζογλου, Αθήνα, εκδόσεις Γνώση, σελ.19 [2] Βλ. M. de Montaigne, 1979, «Δοκίμια», μτφρ. Θ.Νάκας, Αθήνα, εκδόσεις Κάλβος, σελ. 115. [3] Πρβλ. Νάκας Θανάσης, 1981, «Ο Montaigne και το δοκίμιο. Ο άνθρωπος η εποχή, οι ιδέες, το είδος», Αθήνα, Εκδόσεις Κάλβος, σελ. 57. [4] Πρβλ. Διαφόρων, 1999, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό- Η Έννοια του Πολιτισμού Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, τόμος Α, Πάτρα , εκδόσεις Ε.Α.Π., σελ. 30. [5] Πρβλ. στο ίδιο, σελ. 38.
20
[6] Η λογική αυτή που νομιμοποίησε ουσιαστικά τον εθνικισμό και τον ρατσισμό, βασίστηκε κυρίως στην άποψη της υστέρησης των πολιτισμών των άλλων λαών έναντι της προόδου που σημείωσε ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός, πράγμα που ίσως παραπέμπει σε διαφορετικές φυλετικές ικανότητες, αποτελεί δε πρόσφορο έδαφος για κάθε είδους διάκριση και εκμετάλλευση. Πρβλ. C. Levi-Strauss, 1995, Φυλή και Ιστορία, μτφρ. Ε. Παπάζογλου, Αθήνα , εκδόσεις Γνώση, σελ. 12. [7] Πρβλ. Διαφόρων, 1999, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό- Η Έννοια του Πολιτισμού Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, τόμος Α, Πάτρα , εκδόσεις Ε.Α.Π., σελ. 52. [8] Βλ. Umberto Eco, 1987, Κήνσορες και θεράποντες, Μτφρ. Έφη Καλλιφατίδη, Αθήνα, εκδόσεις Γνώση, σελ.60 [9] «Το ίδιο συμβαίνει και με τα mass media: τα κρίνουμε συγκρίνοντας τον μηχανισμό και τα αποτελέσματά τους με ένα πρότυπο αναγεννησιακού ανθρώπου, που προφανώς … δεν υπάρχει πιά». Βλ. Umberto Eco, 1987, Κήνσορες και θεράποντες, Μτφρ. Έφη Καλλιφατίδη, Αθήνα, εκδόσεις Γνώση, σελ. 59. [10] Πρβλ. 1999, Διαφόρων, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό- Η Έννοια του Πολιτισμού Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, τόμος Α, Πάτρα, εκδόσεις Ε.Α.Π., σελ. 56. [11] «…Η διαφορά επιπέδου των διαφόρων προϊόντων δεν αποτελεί μια a priori διαφορά αξίας, αλλά μια διαφορά στη σχέση πρόσληψης, που εδραιώνεται κάθε φορά με τον καθένα μας. Με άλλα λόγια: μεταξύ του καταναλωτή της ποίησης του Πάουντ και του καταναλωτή αστυνομικών μυθιστορημάτων, δυνάμει δεν υπάρχει καμία διαφορά κοινωνικής τάξης ή διανοητικού επιπέδου.» Βλ. Umberto Eco, 1987, Κήνσορες και θεράποντες, Μτφρ. Έφη Καλλιφατίδη, Αθήνα, εκδόσεις Γνώση, σελ.87. [12] «…και πράγματι, μήπως οι μάζες που υφίστανται μια τέτοιου είδους πληροφόρηση δεν μας φαίνεται ότι είναι πιο ευαίσθητες και ότι συμμετέχουν περισσότερο στα κοινά… από τις μάζες του παλιού καιρού, που αντιμετώπιζαν με παραδοσιακό δέος ένα σύστημα αμετάβλητων και αναμφισβήτητων αξιών;» Βλ. Στο ίδιο σελ. 75. [13] Πρβλ. Διαφόρων, 1999, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό- Η Έννοια του Πολιτισμού Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, τόμος Α, Πάτρα, εκδόσεις Ε.Α.Π., σελ. 83. [14] «Στις σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες κατέληξε να πιστεύεται ότι, η τέχνη θα χαθεί αν δεν της δοθεί μια εξέχουσα θέση, ενώ παράλληλα διαδιδόταν στην πράξη η απόρριψη και ο αποκλεισμός της. Η τάση να αποκλείεται η τέχνη από τις σοβαρές πρακτικές ενασχολήσεις υπήρξε τόσο ισχυρή, ώστε, σύμφωνα με τους μηχανισμούς άμυνας, ο ισχυρισμός ότι η τέχνη είναι εξαιρετική και παράξενη, υπήρξε επίμονος και πολλές φορές απελπισμένος». Βλ. Raymont Williams, 1994, Κουλτούρα και Ιστορία, Εισαγωγή-μετάφραση Β. Αποστολίδου, Αθήνα , εκδόσεις Γνώση, σελ. 132. [15] Πρβλ. Διαφόρων, 1999, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό- Η Έννοια του Πολιτισμού Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, τόμος Α, Πάτρα , εκδόσεις Ε.Α.Π., σελ. 88
21
[16] «Οι πιο σνομπ ερμηνείες των τριών επιπέδων ταυτίζουν το υψηλό με τα νέα και δυσκατάληπτα έργα, κατανοητά μόνο από τους happy few”. Bl. . Umberto Eco, 1987, Κήνσορες και θεράποντες, Μτφρ. Έφη Καλλιφατίδη, Αθήνα, εκδόσεις Γνώση, σελ.83. [17] Πρβλ. Διαφόρων, 1999, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό- Η Έννοια του Πολιτισμού Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, τόμος Α, Πάτρα, εκδόσεις Ε.Α.Π., σελ. 95
[18] Βλ. V. Hanson-J. Heath, 1999, «Ποιος σκότωσε τον Όμηρο», Αθήνα εκδόσεις Κάκτος, σελ. 94. [19] Βλ. στο ίδιο σελ. 97. [20] Βλ. στο ίδιο σελ. 145. [21] Βλ. στο ίδιο σελ. 94-95 [22] Βλ. στο ίδιο σελ. 95. [23] Βλ. στο ίδιο σελ. 143 [24] Βλ. στο ίδιο σελ. 99 [25] Βλ. στο ίδιο σελ. 144. [26] Βλ. στο ίδιο σελ. 99 [27] «Μήπως η καθηγήτρια Πάσμαν μπορεί να μας εξηγήσει που ακριβώς υπήρξε ένας «πρώιμος πολιτισμός ισονομίας» έξω από τον κλασσικό κόσμο; Στην Αίγυπτο; Στην Καρχηδόνα; Την Περσία;»Βλ. στο ίδιο σελ. 141. [28] Βλ. στο ίδιο σελ. 96 [29] Βλ. στο ίδιο σελ. 98 [30]« …η αρχαιότητα έβαζε ανάκατα μέσα στην κοινή ονομασία «βάρβαρος», ότι δεν μετείχε στον ελληνικό…πολιτισμό. Στη συνέχεια και ο δυτικός πολιτισμός χρησιμοποίησε τον όρο «άγριος» με την ίδια έννοια» Βλ. C. Levi-Strauss, 1995, Φυλή και Ιστορία, μτφρ. Ε. Παπάζογλου, Αθήνα , εκδόσεις Γνώση, σελ.18. [31] «Ο ελληνικός πολιτισμός πρώτος μας έδωσε τη λογική, επιστημονική έρευνα…..Η ελευθερία του λόγου και η επιτρεπόμενη παρέκκλιση από θρησκευτικά πρότυπα ήταν επίσης ελληνικές ιδέες» Βλ. . Hanson-J. Heath, 1999, «Ποιος σκότωσε τον Όμηρο», Αθήνα εκδόσεις Κάκτος, σελ 99 [32] Βλ. στο ίδιο σελ. 100. [33] Βλ. στο ίδιο σελ. 100. [34] Βλ. στο ίδιο σελ. 138.
22
[35] Αφού «ο Σωκράτης ούτε μαύρος υπήρξε ούτε προϊόν κλεμμένου αφρικανικού φιλοσοφικού συστήματος» Βλ. στο ίδιο σελ. 138. [36] Βλ. στο ίδιο σελ. 137 [37] Βλ. στο ίδιο σελ. 21. [38] Βλ. στο ίδιο σελ. 21. [39] Πρβλ. στο ίδιο σελ. 23 [40] Βλ. στο ίδιο σελ. 57. [41] Βλ. στο ίδιο σελ. 23 [42] Βλ. στο ίδιο σελ. 35 [43] Βλ. στο ίδιο σελ. 35 [44] Βλ. στο ίδιο σελ. 136. [45] Βλ. στο ίδιο σελ. 43. [46] Βλ. στο ίδιο σελ. 25 [47] Βλ. στο ίδιο σελ. 25 [48] Βλ. στο ίδιο σελ. 26 [49] Πρβλ. στο ίδιο σελ. 32 [50] Βλ. στο ίδιο σελ. 34 [51] Βλ. στο ίδιο σελ. 43. [52] Βλ. στο ίδιο σελ. 149.
ΠΗΓΗ
23
http://metarithmisi.gr/el/readArchives.asp?catID=19&subCatID=0&page=1&textID=4 24
Ποιοτική και μαζική κουλτούρα Μαρία Τοπάλη, Απαντήσεις ανθρώπων από το χώρο του πολιτισμού στα πέντε ερωτήματα της «Μ» Στο τεύχος Σεπτεμβρίου 2006, η «Μ» δημοσίευσε πέντε ερωτήματα γύρω από το ζήτημα «μαζική» και «ποιοτική» κουλτούρα με πρόθεση να ανοίξει διάλογο για τον πολιτισμό με τους ανθρώπους του πολιτισμού, γύρω από το ζήτημα αυτό. Στο προηγούμενο τεύχος δημοσιεύσαμε τις πρώτες απαντήσεις και συνεχίζουμε σε αυτό το τεύχος της «Μ» με τις απαντήσεις των: Βίκτωρα Αρδίττη, Νότη Μαυρουδή και Σωκράτη Καμπουρόπουλο Τα πέντε ερωτήματα 1. Διευρύνεται ή συρρικνώνεται το κοινό που γενικά ενδιαφέρεται για τον πολιτισμό; 2. Υπάρχει ζύμωση, διάλογος των δημιουργών με το κοινό, διασταύρωση των διαφορετικών καλλιτεχνών, έργων, κοινών σε κάποιους κοινούς τόπους, ή οι διαχωριστικές γραμμές είναι πολύ βαθιές - και χρειάζεται να αναδειχθούν ακόμα πιο έντονα; 3. Πρέπει να αναληφθούν σχετικές πρωτοβουλίες, και ποιες, για να ενθαρρυνθεί η επαφή και η συνομιλία «καλλιτεχνών», «έργων» και «κοινού»; 4. Υπάρχει μεγάλο, ή έστω μεγαλύτερο, πραγματικό ή εν δυνάμει κοινό και για τα «απαιτητικά», τα «δύσκολα» γεγονότα πολιτισμού; 5. Υπάρχουν, με βάση την εμπειρία σας, παραδείγματα που δείχνουν ότι το κοινό αντιδρά «σωστά», ή ότι ποιοτική κουλτούρα και μεγάλο κοινό μπορούν να συνδυαστούν; Οι απαντήσεις Εγκώμιο διάκρισης, Του Βίκτωρα Αρδίττη 1. Η μαζική κουλτούρα είναι ο παράδεισος των σημειολόγων, των κοινωνιολόγων, των ανθρωπολόγων. Οι ανθρωπιστικές επιστήμες, ήδη από τη δεκαετία του ’60, ακόνισαν τα εργαλεία τους αναλύοντας τις «μυθολογίες» της καθημερινής ζωής: τις εκφάνσεις της κυρίαρχης ιδεολογίας, τα συλλογικά αρχέτυπα, τον «κανόνα» των στερεοτύπων. 2. Η κατασκευή προϊόντων ευρύτατης απήχησης απαιτεί, προφανώς, «τέχνη»· άλλοτε είναι δημιουργικότερη άλλοτε όχι, προκαλεί μόδες ή υποτάσσεται σ’ αυτές. Ωστόσο, αυτή η μαεστρία χειρισμού των συνταγών, δεν έχει στην
24
πραγματικότητα καμία σχέση με την επίπονη διαδικασία της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Στον καλλιτέχνη- δημιουργό διασταυρώνονται κρυφές και δημόσιες επιταγές για να «στείλει» το πόνημά του με απρόβλεπτη έκβαση, σαν μποτίλια στο πέλαγο. Προφανώς επιδιώκοντας – ποιος δεν θα το ’θελε; – την ευρύτερη δυνατή αποδοχή και αναγνώριση, τον «διάλογο», τον ερεθισμό του κοινού. 3. Είναι παραπλανητική κάθε συσχέτιση των προϊόντων της μαζικής κουλτούρας με τα έργα της Τέχνης (συσχέτιση που, δυστυχώς, υποβόσκει και στα ερωτήματα του περιοδικού). Αν στο επίπεδο της κατανάλωσης όλα μπορούν να καταταγούν συλλήβδην κάτω από τον κακόγουστο όρο «πολιτιστικά προϊόντα» ή «υπηρεσίες ελεύθερου χρόνου», στο επίπεδο της παραγωγής η διάκριση είναι απόλυτη. Οι καλλιτέχνες χρειάζονται την προστασία του κράτους γι’ αυτό που είναι: βαρόμετρα συνείδησης του καιρού τους – όχι με την υποχρέωση να γίνουν κάτι πιο εύπεπτο, στο όνομα της μαζικής προσφοράς. 4. Όλα τούτα θα έμοιαζαν αυτονόητα αν δεν ζούσαμε έναν ιδιότυπο λαϊκισμό των πολιτικών στα ζητήματα της Τέχνης και μια βαρύτατη καχυποψία προς τους δημιουργούς: λαϊκισμό της «τέχνης για το λαό» ή λαϊκισμό των αδήριτων νόμων της αγοράς. Σε κάθε περίπτωση, η απήχηση της μαζικής κουλτούρας λειτουργεί στη χώρα μας ως φόβητρο ή ως πειρασμός, ακόμη και για τους ίδιους τους καλλιτέχνες. 5. Σε όλον τον 20ό αιώνα, η Αριστερά ηγεμόνευσε όταν επέλεξε να εμπνεύσει και να συμμαχήσει με τις καλλιτεχνικές πρωτοπορίες κι όχι όταν κουνούσε απειλητικά το δάχτυλο. «Αριστοκρατική τέχνη για όλους», λοιπόν, όπως ζητούσε ο Γάλλος σκηνοθέτης Αντουάν Βιτέζ. Ο Βίκτωρ Αρδίττης είναι σκηνοθέτης και θεατρολόγος, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Θεάτρου του Α.Π.Θ. Από το 2001 ως το 2004 υπήρξε Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Κ.Θ.Β.Ε. Νότης Μαυρουδής: Το μεγάλο κοινό ακουμπάει τα όνειρά του στα μεγάλα έργα 1. Δεν μπορώ να δώσω μια απάντηση που δεν στοιχειοθετείται εύκολα. Δεν γνωρίζω αν γίνονται μετρήσεις σε τέτοια θέματα και κατά πόσον είναι αξιόπιστες. Πάντως, η όσφρησή μου λέει πως το κοινό του πολιτισμού είναι πρόθυμο να βγαίνει από το καβούκι του όταν ένα γεγονός έχει ιδιάζουσα σημασία (βλ. μεγάλες επισκεψιμότητες στην Πινακοθήκη και σε Μουσεία που εκθέτουν σοβαρά και διαχρονικά πολιτιστικά γεγονότα). Θα επιθυμούσα διεύρυνση του κοινού, γιατί αυτό θα ισορροπούσε (ίσως) την ανισορροπία που υπάρχει υπέρ της τεχνοκρατίας και της πολυποίκιλης βίας που υφίστανται οι μεγάλες μάζες των κοινωνικών στρωμάτων. 2. Ο διάλογος των δημιουργών με το κοινό υπάρχει όταν το κοινό έρχεται σε επαφή με το καλλιτεχνικό έργο. Είναι ένας ειδικός «διάλογος» που γίνεται με την επαφή. Είναι και ουσιαστικός αφού άλλο βήμα διαλόγου δεν υπάρχει. Σας 25
φαίνεται περίεργο σε μια εποχή -υποτίθεται- επικοινωνιακή, με μια πανσπερμία ΜΜΕ, ο διάλογος να είναι συρρικνωμένος; Το κοινό και ο δημιουργός δύσκολα επικοινωνούν και χρειάζονται μεγάλες και ριψοκίνδυνες πρωτοβουλίες για να γεφυρωθεί αυτή η επικοινωνία. Γνωρίζω πρωτοβουλίες ανθρώπων – ομάδων που από την απελπισία της μη επικοινωνίας δημιούργησαν εστίες συναντήσεων για συζητήσεις και προβληματισμούς. Αυτά υπάρχουν στο… υπογάστριο της κοινωνίας. Δεν χωράει καμία αμφιβολία πως η ουσία του καλλιτεχνικού έργου είναι η επικοινωνία του με το κοινό, γιατί από εκεί θα αντλήσει χυμούς και σπόρους για να καρποφορήσει. 3. Η κοινή πείρα δείχνει πως η «επαφή» αυτή δεν θα προσφερθεί και δεν θα ευνοηθεί από ό,τι νοείται ως «κατεστημένες θεσμικές κρατικές πολιτιστικές δυνάμεις», για τον απλό λόγο πως η ελληνική πολιτισμική συνείδηση (σε θεσμικό επίπεδο) κοιμάται τον ύπνο του δικαίου. Πουθενά δεν υπάρχουν παραδείγματα που να υπαινίσσονται, έστω, πως οι κρατικές παροχές δεν κοιμούνται. Τουλάχιστον στο χώρο της Μουσικής που γνωρίζω λίγο περισσότερο, στο θέμα της μουσικής εκπαίδευσης, έχουμε βαλτώσει στις αρχές του περασμένου αιώνα, δίχως να λαμβάνεται υπόψη πως οι ευρωπαϊκές χώρες κατακτούν ζηλευτά επίπεδα. Ακόμα και η αυτονόητη εύνοια που θα πρέπει να δίδεται (να προσφέρεται θα έλεγα) στο διαδίκτυο, χωλαίνει κραυγαλέα, αφήνοντας το μεγάλο κοινό μακριά από τις βασικές επικοινωνιακές κατακτήσεις. Πώς θα επικοινωνήσει ο καλλιτέχνης, το έργο και το κοινό δίχως τα σύγχρονα μέσα; 4. Δεν μπορώ να γνωρίζω το μέγεθος ενός τέτοιου κοινού. Αυτό που γνωρίζω όμως είναι πως διατηρούνται (και επιζούν) εκδοτικοί οίκοι που βγάζουν υψηλού επιπέδου έρευνες και γραμματείες, οι οποίες (για να υπάρχουν) μάλλον κάπου απευθύνονται. Στο χώρο της δισκογραφίας, κυκλοφορούν κάθε τόσο από κάποιους ιδιώτες ή συλλόγους, εντυπωσιακές ηχητικές μελέτες γύρω από το βαθύ παρελθόν της παραδοσιακής μας μουσικής. Το Λαογραφικό ίδρυμα της Μέλπως Μερλιέ, του Σαμουέλ Μπο Μποβί, του Μάρκου Δραγούμη, του Θανάση Μωραϊτη, του Λάμπρου Λιάβα κ.α. Το Μουσείο λαϊκών οργάνων, το Πελοποννησιακό ίδρυμα, το Πανεπιστήμιο της Κρήτης, όλα αυτά και άλλα που δεν θυμάμαι τώρα, έχουν δείξει μια σπουδαία παραγωγικότητα επιστημονικής θεώρησης γύρω από το ελληνικό παραδοσιακό τραγούδι. 5. Αυτό θα το συναντήσουμε (σε υπέρτατη μορφή) στην αρχή της δεκαετίας του ’60. Στα έργα του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι, πρωτίστως. Θα το συναντήσουμε επίσης στην εποχή των ρεμπέτικων τραγουδιών που ανακαλύφθηκαν αργοπορημένα λόγω των πολιτικών ανακατατάξεων και της κρατικής λογοκρισίας. Επίσης, τις εκρήξεις στο χώρο της ποιητικής με τις παράλληλες μελοποιήσεις των Θεοδωράκη-Χατζιδάκι (και άλλων συνθετών του ’60). Δεν γνωρίζω βεβαίως το ποιοτικό βάθος ενός τέτοιου κοινού, πάντως, αναγνωρίζω πως έγινε «συνδυασμός». Παράλληλα, υπάρχουν παραδείγματα που μπορούν να μας οδηγήσουν σε θετικά συμπεράσματα, όπως εκείνο των Μπέρτολντ Μπρεχτ και Κουρτ Βάιλ, του Άστορ Πιατσόλα, του Μάρκεζ, του Έκο κ.λπ. 26
Ας παραδεχτούμε πως το μεγάλο κοινό ακουμπάει τα όνειρά του στα μεγάλα έργα. • Ο Νότης Μαυρουδής είναι μουσικός Σωκράτης Καμπουρόπουλος: Το ενδιαφέρον του κοινού για τον πολιτισμό, «διευρύνεται». 1.Το ενδιαφέρον του κοινού για τον πολιτισμό, γενικά, «διευρύνεται». Υπάρχει μια τάση αναζήτησης -εκφρασμένη ως περιέργεια- όλο και περισσότερων νέων τάσεων και ρευμάτων. 2. Η «ζύμωση» δημιουργών και κοινού γίνεται μέσω της συνάντησης του κοινού με τα έργα τέχνης (ασφαλώς δεν υπάρχουν «άκαμπτες» διαχωριστικές γραμμές). Θα μπορούσαν, ωστόσο, να αναληφθούν πρωτοβουλίες ώστε πιο «δύσκολες» ή «πειραματικές» δημιουργίες, φιλοξενούμενες σε μεγαλύτερης εμβέλειας «πλατφόρμες», να βρίσκουν πιο εύκολα την επαφή τους με το κοινό (λ.χ. θεατρικά έργα νέων ελλήνων συγγραφέων, έργα νέων μουσικών, κλπ.). 4. Αυτό που ζούμε, τα τελευταία χρόνια, είναι όποια επιτυχία σημειώνουν τόσο τα «μαζικά», όσο και τα «απαιτητικά» γεγονότα πολιτισμού (από μια συναυλία της Shakira ή του Iggy Pop ως τις παραστάσεις του Peter Stein, της Pina Bausch ή την έκθεση Outlook). Το πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου, είναι άλλο: - ποιο είναι το συνολικό μέγεθος αυτού του κοινού (από τις μετρήσεις δεν φαίνεται να είναι πολύ μεγάλο) - κατά πόσον, μερίδες ολόκληρες του πληθυσμού που δεν συμμετέχουν σ’ αυτό το κοινό (λ.χ. το κοινό της επαρχίας, το μεγάλο τηλεοπτικό κοινό), διαθέτουν τα εφόδια ώστε να συμμετέχουν σε άλλα είδη μορφωτικής ψυχαγωγίας, όπως λ.χ. το διάβασμα ή η ακρόαση «απαιτητικής» μουσικής. 5. Oι εκδηλώσεις πολιτισμού σημειώνουν επιτυχία με κριτήριο, περισσότερο, τη «διαφορετικότητα» και λιγότερο την «ποιότητά» τους (εξίσου οι παραστάσεις των: Tiger Lillies, Tango Passion, Stomp, Shaolin, του μάγου Copperfield, του Swan Lake, κ.ά.). Στο βαθμό που η διάκριση ανάμεσα στο ποιοτικά «υψηλό» και «χαμηλό» δεν υπαγορεύεται στενά από την κοινωνική αναπαραγωγή τάξεων και στρωμάτων στην Ελλάδα, δεν αναπτύσσονται αποκλειστικοί σύνδεσμοι ανάμεσα στο ποιοτικά «υψηλό» -έναντι του «μαζικού» ή «λαϊκού»- και συγκεκριμένες συμπεριφορές/έξεις των στρωμάτων της ελίτ. Ο πολλαπλασιασμός των ερεθισμάτων, το άνοιγμα της σκηνής του πολιτισμού σε γεγονότα διεθνούς επιπέδου, συμβάλλουν, ασφαλώς, στη διαμόρφωση του «γούστου». Ωστόσο, η σύνδεση, με μονιμότερο τρόπο, του κοινού με ερεθίσματα «ποιότητας» ή «καλλιέργειας» (μέσω ψηφιακών και συμβατικών υποδομών-μουσείων, βιβλιοθηκών, γκαλερί, κλπ.), αποτελεί έναν διαρκή άξονα (και διακαή πόθο) της πολιτιστικής πολιτικής.
27
Σωκράτης Καμπουρόπουλος, ειδικός σύμβουλος ΕΚΕΒΙ
28