Epo31 Aristotelis

  • July 2020
  • PDF

This document was uploaded by user and they confirmed that they have the permission to share it. If you are author or own the copyright of this book, please report to us by using this DMCA report form. Report DMCA


Overview

Download & View Epo31 Aristotelis as PDF for free.

More details

  • Words: 2,464
  • Pages: 36
Αριστοτέλης

Ο Αριστοτέλης δεν επινόησε απλώς μεθόδους και αρχές για τη διερεύνηση και κατανόηση του κόσμου, όπως η μορφή και η ύλη, η φύση, δύναμη και η ενέργεια, και τα τέσσερα αίτια. Παράλληλα, διατύπωσε λεπτομερείς θεωρίες, οι οποίες άσκησαν ευρύτατη επίδραση, για ένα τεράστιο φάσμα φυσικών φαινομένων, από τους ουρανούς μέχρι τη γη και τους κατοίκους της!!.

Ας αρχίσουμε με το ερώτημα των αρχών. Ο Αριστοτέλης αρνήθηκε με συνέπεια τη δυνατότητα αρχής του σύμπαντος, επιμένοντας ότι το σύμπαν θα πρέπει να είναι αιώνιο. Την εναλλακτική άποψη -ότι τo σύμπαν προέκυψε κάποια χρονική στιγμή- τη θεωρούσε αδιανόητη, καθώς παραβαίνει (μεταξύ των άλλων) την παρμενίδεια απαγόρευση δημιουργίας εκ του μηδενός. Η θέση του Αριστοτέλη σε αυτό το ζήτημα αποδείχθηκε προβληματική για τους μεσαιωνικούς σχολιαστές του.

Ο Αριστοτέλης θεωρούσε αυτό το αιώνιο σύμπαν ως μια τεράστια σφαίρα χωρισμένη σε μιαν ανώτερη και μια κατώτερη περιοχή από το σφαιρικό κέλυφος στο οποίο είναι τοποθετημένη η Σελήνη. Πάνω από τη Σελήνη είναι η ουράνια περιοχή, η ίδια η Σελήνη, χωρικά ενδιάμεση, έχει επίσης ενδιάμεση φύση. Η γήινη ή υποσελήνια περιοχή χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη γένεσης, φθοράς και μεταβολών κάθε είδoυς αντίθετα η ουράνια περιοχή είναι περιοχή αιώνια αμετάβλητων κύκλων.

Η καταγωγή αυτή της διάκρισης θα πρέπει να αναζητηθεί στην παρατήρηση στο έργο του Περί ουρανού, ο Αριστοτέλης επισήμανε ότι «σε όλο τον παρελθόντα χρόνο, σύμφωνα με τις παραδεδομένες μαρτυρίες, καμία μεταβολή δεν φαίνεται να έχει συμβεί ούτε στο σύνολο του εξώτερου ουρανού ούτε σε κάποιο από τα οικεία μέρη του». Αν στους ουρανούς παρατηρούμε αιώνια αμετάβλητες κυκλικές κινήσεις, συνέχισε ο Αριστοτέλης, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι ουρανοί δεν αποτελούνται από τα στοιχεία που συναντούμε στη γη, η φύση των οποίων (όπως αποκαλύπτει η παρατήρηση) είναι να κινούνται προς τα πάνω ή προς τα κάτω με μεταβατικές ευθύγραμμες κινήσεις.

Οι ουρανοί θα πρέπει να αποτελούνται από ένα αναλλοίωτο πέμπτο στοιχείο (υπάρχουν τέσσερα στοιχεία στη γη), τον αιθέρα (ο οποίος, ως πέμπτη ουσία, ονομάστηκε αργότερα πεμπτουσία). Η ουράνια περιοχή είναι πλήρης αιθέρα (δεν υπάρχει κενός χώρος) και διαιρείται, σε ομόκεντρα σφαιρικά κελύφη τα οποία φέρουν τους πλανήτες. Για τον Αριστοτέλη, η φύση της ουράνιας περιοχής είναι ανώτερη και σχεδόν θεία.

Η υποσελήνια περιοχή είναι η σκηνή της γένεσης, της φθοράς και της αστάθειας. Ο Αριστοτέλης, όπως και οι προηγούμενοι φιλόσοφοι, αναζήτησε τα θεμελιώδη στοιχεία στα οποία μπορεί να αναχθεί η πολυμορφία των ουσιών που βρίσκουμε στη γήινη περιοχή. Αποδέχθηκε τα τέσσερα στοιχεία που είχε αρχικά προτείνει ο Εμπεδοκλής και κατόπιν υιοθετήσει ο Πλάτων -τη γη, το νερό, τον αέρα και τη φωτιά.

Επέλεξε ως έσχατα δομικά υλικά ορισμένες αισθητές ιδιότητες ή ποιότητες. Δύο ζεύγη τέτοιων ιδιοτήτων έχουν αποφασιστική σημασία: το θερμό με το ψυχρό και το υγρό με το ξηρό. Αυτές οι ιδιότητες συνδυάζονται σε τέσσερα ζεύγη από κάθε τέτοιο ζεύγος προκύπτει ένα από τα στοιχεία. Εδώ θα πρέπει να προσέξουμε τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται οι αντίθετες ιδιότητες (ψυχρό και ξηρό = γη , ψυχρό και υγρό = νερό, θερμό και υγρό = αέρας, θερμό και ξηρό = φωτιά). Τίποτα δεν απαγορεύει την αντικατάσταση μιας οποιασδήποτε από τις τέσσερις ιδιότητες από την αντίθετη ιδιότητά της (ως αποτέλεσμα εξωτερικής επίδρασης).

Καθώς το νερό θερμαίνεται, και έτσι το ψυχρό του νερού μεταβάλλεται σε θερμό, το νερό μεταβάλλεται σε αέρα, Μια τέτοια διαδικασία εξηγεί εύκολα τις αλλαγές φάσης (από στερεό σε υγρό και αέριο, και αντίθετα), αλλά και γενικότερα τη μεταλλαγή μιας ουσίας σε άλλη. Οι διάφορες ουσίες που αποτελούν τον κόσμο τον γεμίζουν πλήρως χωρίς να αφήνουν καθόλου κενό χώρο. Το σύμπαν είναι πλήρες (plenum) και δεν περιέχει κενούς χώρους.

Κάθε στοιχείο, εκτός από θερμό ή ψυχρό και υγρό ή ξηρό, είναι επίσης βαρύ ή ελαφρύ. Η γη και το νερό είναι βαριά, με τη γη βαρύτερη ουράνια περιοχή από το νερό. Ο αέρας και η φωτιά είναι ελαφρά, με τη φωτιά ελαφρύτερη από τον αέρα.

Επειδή η γη και το νερό είναι βαριά, η φύση τους είναι να κατεβαίνουν προς το κέντρο του σύμπαντος επειδή ο αέρας και η φωτιά είναι ελαφρά, η φύση τους είναι να ανεβαίνουν προς την περιφέρεια (την περιφέρεια της γήινης περιοχής, το σφαιρικό κέλυφος που φέρει τη Σελήνη). Αν δεν υπήρχαν εμπόδια, επομένως, η γη και το νερό θα κατέβαιναν προς το κέντρο λόγω της μεγαλύτερης βαρύτητάς της η γη θα συγκεντρωνόταν στο κέντρο, με το νερό σε ένα ομόκεντρο σφαιρικό κέλυφος γύρω της. Ο αέρας και η φωτιά ανεβαίνουν, αλλά η φωτιά, λόγω της μεγαλύτερης ελαφρύτητάς της, καταλαμβάνει την εξώτατη περιοχή και ο αέρας σχηματίζει ομόκεντρη σφαίρα στο εσωτερικό της.

Τα στοιχεία θα σχημάτιζαν ένα σύνολο ομόκεντρων σφαιρών: η φωτιά στο εξωτερικό, ακολουθούμενη από τον αέρα, το νερό και τη γη στο κέντρο. Αλλά στην πραγματικότητα, ο κόσμος αποτελείται σε μεγάλο ποσοστό από ανάμεικτα σώματα, τα οποία παρεμβάλλονται το ένα στο άλλο, και η ιδανική κατάσταση δεν πραγματοποιείται ποτέ. Όμως η ιδανική διευθέτηση καθορίζει το φυσικό τόπο κάθε στοιχείου, ο φυσικός τόπος της γης είναι στο κέντρο του σύμπαντος, της φωτιάς αμέσως κάτω από τη σφαίρα της Σελήνης, κ.ο. κ.

Τα βαριά σώματα κινούνται προς τον τόπο τους στο κέντρο του σύμπαντος, όχι λόγω κάποιας τάσης να ενωθούν με τα άλλα βαριά σώματα που βρίσκονται εκεί, αλλά επειδή είναι η φύση τους να αναζητούν αυτό το κεντρικό σημείο ακόμη και αν, ως εκ θαύματος, το κέντρο συνέβαινε να ήταν κενό, θα παρέμενε ο προορισμός των βαριών σωμάτων.

Επίγεια και ουράνια κίνηση Ο καλύτερος τρόπος προσέγγισης της αριστοτελικής θεωρίας της κίνησης είναι μέσω των δύο βασικών αρχών της. Η πρώτη είναι ότι η κίνηση δεν είναι ποτέ αυθόρμητη: δεν υπάρχει κίνηση χωρίς κινούν. Η δεύτερη είναι η διάκριση μεταξύ δύο τύπων κίνησης: η κίνηση προς το φυσικό τόπο του κινούμενου σώματος είναι «φυσική κίνηση», η κίνηση προς οποιαδήποτε άλλη διεύθυνση είναι «εξαναγκασμένη ή βίαιη κίνηση».

Μια προφανής δυσκολία είναι να εξηγήσει κανείς γιατί ένα βλήμα, το οποίο εκτοξεύεται οριζόντια και άρα εκτελεί εξαναγκασμένη κίνηση, δεν σταματά αμέσως μόλις χάσει την επαφή του με αυτό που το εκτόξευσε. Η απάντηση του Αριστοτέλη είναι ότι το μέσο αναλαμβάνει το ρόλο του κινούντος. Όταν εκτοξεύουμε ένα αντικείμενο, δρούμε επίσης στο περιβάλλον μέσο (στον αέρα, για παράδειγμα), μεταδίδοντάς του τη δύναμη να κινεί το αντικείμενο, αυτή η δύναμη μεταδίδεται διαδοχικά στα μέρη του μέσου, έτσι ώστε το βλήμα βρίσκεται πάντα σε επαφή με κάποιο μέρος του μέσου που είναι ικανό να το διατηρήσει σε κίνηση.

Η δύναμη δεν είναι ο μόνος καθοριστικός παράγοντας της κίνησης. Σε όλες τις πραγματικές περιπτώσεις κίνησης στην επίγεια περιοχή, υπάρχει επίσης αντίσταση, μια αντίθετη δύναμη. Και ήταν σαφές για τον Αριστοτέλη ότι η ταχύτητα της κίνησης θα πρέπει να εξαρτάται από αυτούς τους δύο καθοριστικούς παράγοντες -την κινητήρια δύναμη και την αντίσταση.

Ποια είναι η σχέση μεταξύ της δύναμης, της αντίστασης και της ταχύτητας; Αν και κατά πάσα πιθανότητα ο Αριστοτέλης δεν σκέφθηκε ότι θα μπορούσε να υπάρχει ένας ποσοτικός νόμος καθολικής ισχύος, ενδιαφέρθηκε για το ερώτημα και έκανε κάποιες ανιχνευτικές διαδρομές στην περιοχή του ποσοτικού. Αναφερόμενος στη φυσική κίνηση, τόσο στο Περί ουρανού όσο και στα Φυσικά, ο Αριστοτέλης υποστήριξε ότι όταν πέφτουν δύο σώματα διαφορετικού βάρους, τα χρονικά διαστήματα που απαιτούνται για να καλυφθεί μια δεδομένη απόσταση είναι αντιστρόφως ανάλογα των βαρών (ένα σώμα με διπλάσιο βάρος απαιτεί το μισό χρόνο).

Στο ίδιο κεφάλαιο των Φυσικών, ο Αριστοτέλης εισήγαγε την αντίσταση στην ανάλυση της φυσικής κίνησης, υποστηρίζοντας ότι αν σώματα ίδιου βάρους κινούνται σε μέσα με διαφορετικές πυκνότητες, τα χρονικά διαστήματα που απαιτούνται για να διανυθεί μια δεδομένη απόσταση είναι ανάλογα με τις πυκνότητες των αντίστοιχων μέσων: όσο μεγαλύτερη είναι η πυκνότητα, τόσο πιο αργά κινείται το σώμα.

Τέλος, επίσης στα Φυσικά, ο Αριστοτέλης ασχολήθηκε με την εξαναγκασμένη κίνηση υποστηρίζοντας ότι, αν μια δεδομένη δύναμη μετακινεί ένα δεδομένο βάρος (ενάντια στη φύση του) για δεδομένη απόσταση σε δεδομένο χρονικό διάστημα, η ίδια δύναμη θα μετακινήσει το μισό βάρος για διπλάσια απόσταση στο ίδιο χρονικό διάστημα αλλιώς, η μισή δύναμη θα μετακινήσει το μισό βάρος για ίση απόσταση σε ίσο χρονικό διάστημα.

Ο Αριστοτέλης, επομένως, απέδωσε στα ουράνια σώματα το τελειότερο είδος κίνησης -τη συνεχή ομαλή κυκλική κίνηση. Η ομαλή κυκλική κίνηση δεν είναι μόνο η τελειότερη μορφή κίνησης, αλλά φαίνεται και ικανή να εξηγήσει τους παρατηρούμενους ουράνιους κύκλους. Η κίνηση στην ουράνια σφαίρα είναι φαινόμενο εντελώς διαφορετικού είδους. Οι ουρανοί αποτελούνται από την πέμπτη ουσία, μιαν αναλλοίωτη ουσία η οποία, καθώς δεν έχει αντίθετο στοιχείο, δεν επιδέχεται ποιοτική αλλαγή.

Στην εποχή του Αριστοτέλη, αυτοί οι κύκλοι αποτελούσαν ήδη αντικείμενο μελέτης για αιώνες. Είχε γίνει αντιληπτό ότι οι απλανείς αστέρες κινούνται απολύτως ομαλά, σαν να είναι στερεωμένοι σε μια ομαλά περιστρεφόμενη σφαίρα, με περίοδο περιστροφής περίπου μια ημέρα. Αλλά υπήρχαν επτά αστέρες, οι «πλανώμενοι» αστέρες ή πλανήτες, οι οποίοι εκτελούσαν μια περισσότερο πολύπλοκη κίνηση, αυτοί οι επτά αστέρες ήταν ο Ήλιος, η Σελήνη, ο Ερμής, η Αφροδίτη, ο Άρης, ο Δίας και ο Κρόνος.

Ο Εύδοξος αντιμετώπισε κάθε σύνθετη πλανητική κίνηση ως συνισταμένη σειράς απλών ομαλών κυκλικών κινήσεων. Αυτό το πέτυχε αποδίδοντας σε κάθε πλανήτη μια σειρά ομόκεντρων σφαιρών και σε κάθε σφαίρα μια συνιστώσα της σύνθετης πλανητικής κίνησης. Ο Αριστοτέλης υιοθέτησε το σχήμα του Ευδόξου με ορισμένες τροποποιήσεις. Όταν τελείωσε την επεξεργασία του, είχε δημιουργήσει έναν πολύπλοκο ουράνιο μηχανισμό, ο οποίος αποτελείται από πεvήντα πέντε πλανητικές σφαίρες συν τη σφαίρα των απλανών αστέρων.

Ποιο είναι όμως το αίτιο της κίνησης στον ουρανό; Η φυσική φιλοσοφία του Αριστοτέλη δεν θα μπορούσε να αφήσει ένα τέτοιο ερώτημα αναπάντητο. Οι ουράνιες σφαίρες αποτελούνται, βέβαια, από αιθέρα. Η κίνησή τους, αφού είναι αιώνια, θα πρέπει να είναι φυσική και όχι εξαναγκασμένη. Το αίτιο της αιώνιας αυτής κίνησης θα πρέπει να είναι το ίδιο ακίνητο.

Ο Αριστοτέλης ονόμασε το ακίνητο κινούν των πλανητικών σφαιρών «Πρώτο Κινούν»: πρόκειται για έναν έμψυχο θεό που αντιστοιχεί στο ύψιστο αγαθό, είναι απολύτως ενεργός, είναι ολοκληρωτικά απορροφημένος στη νοητική επισκόπηση του εαυτού του, δεν καταλαμβάνει τόπο, είναι ξεχωριστός από τις σφαίρες τις οποίες κινεί και δεν μοιάζει καθόλου με τους παραδοσιακούς ανθρωπομορφικούς θεούς των αρχαίων Ελλήνων.

Η γνωσιολογία του Αριστοτέλη είναι πολύπλοκη και εκλεπτυσμένη. Εδώ αρκεί να επισημάνουμε ότι η διαδικασία απόκτησης γνώσης ξεκινά με την αισθητηριακή εμπειρία. από την επαναλαμβανόμενη αισθητηριακή εμπειρία προκύπτει η μνήμη και από τη μνήμη, μέσω μιας διαδικασίας «ενορατικής» σύλληψης, ο έμπειρος ερευνητής είναι ικανός να διακρίνει τα καθολικά χαρακτηριστικά των πραγμάτων.

Με αυτή την έννοια, η γνώση είναι εμπειρική δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τίποτε ανεξάρτητα από κάποια εμπειρία αυτού του τύπου. Αλλά ό,τι μαθαίνουμε μέσω αυτής της «επαγωγικής» διαδικασίας δεν αποκτά το καθεστώς αληθινής γνώσης, αν δεν αποκτήσει λογικά παραγωγική μορφή το τελικό γνωστικό προϊόν είναι ένας παραγωγικός συλλογισμός (καλό παράδειγμα του οποίου μας προσφέρουν οι ευκλείδειες αποδείξεις), στην αρχή του οποίου συναντούμε καθολικούς ορισμούς ως προκείμενες.

Το πρόβλημα της μεταβολής αποτελούσε ήδη σημαντικό φιλοσοφικό ζήτημα από τον 5ο αιώνα π.χ. Το πρώτο ήταν η διάκριση μορφής και ύλης. Αν κάθε αντικείμενο συνίσταται από μορφή και ύλη, ο Αριστοτέλης μπορούσε να συνδυάσει τη μεταβολή με τη σταθερότητα, υποστηρίζοντας ότι, όταν ένα αντικείμενο αλλάζει, η μορφή του μεταβάλλεται (μέσω μιας διαδικασίας αντικατάστασης, όπου η νέα μορφή αντικαθιστά την παλιά), ενώ η ύλη του παραμένει σταθερή.

Ο Αριστοτέλης υποστήριξε περαιτέρω ότι η μεταβολή μορφής λαμβάνει χώρα μεταξύ ενός ζεύγους αντιθέτων, ένα από τα οποία είναι η μορφή προς επίτευξη και το άλλο η έλλειψη ή απουσία της. Όταν το ξηρό γίνεται υγρό ή το ψυχρό γίνεται θερμό, πρόκειται για αλλαγή από την έλλειψη (ξηρό ή ψυχρό) προς την επιδιωκόμενη μορφή (υγρό ή θερμό). Έτσι, η μεταβολή για τον Αριστοτέλη δεν είναι ποτέ δίχως καθορισμένο τέλος, αλλά περιορίζεται στο στενό διάδρομο που συνδέει ζεύγη αντιθετικών ιδιοτήτων, η τάξη είναι έτσι ορατή ακόμη και στο μέσον της αλλαγής.

Αλλά ο Αριστοτέλης πίστευε ότι το πρόβλημα θα μπορούσε να επιλυθεί με την υπόθεση ότι υπάρχουν τρεις κατηγορίες που συσχετίζονται με το είναι: (1) το μη-είναι, (2) το είναι δυνάμει, και (3) το είναι ενεργεία. Αν αυτή η υπόθεση αληθεύει, τότε η μεταβολή λαμβάνει χώρα μεταξύ του δυνάμει και του ενεργεία είναι, χωρίς το μη-είναι να εισέρχεται στη διαδικασία. Ένας σπόρος, για παράδείγμα, είναι δυνάμει, αλλά όχι ενεργεία, δέντρο. Καθώς γίνεται δέντρο γίνεται ενεργεία αυτό που ήταν ήδη δυνάμει. Η μεταβολή, επομένως αντιστοιχεί σε μετάβαση από τη δύναμη στην ενέργεια -όχι από το μη είναι στο είναι, αλλά από ένα είδος είναι σε ένα άλλο είδος είναι.

Πρώτον, η θεωρία της φύσης δεν ισχύει για αντικείμενα που παράγονται τεχνητά, αφού αυτά τα αντικείμενα δεν περιέχουν εσωτερική πηγή μεταβολής, αλλά είναι απλώς αποδέκτες εξωτερικών επιδράσεων. Δεύτερον, η φύση ενός σύνθετου οργανισμού δεν προκύπτει από την άθροιση ή μείξη των φύσεων των συστατικών υλικών του, αλλά είναι μια ενική φύση η οποία χαρακτηρίζει τον οργανισμό ως ενοποιημένο όλο. Έλλειψη από το έργο του οποιουδήποτε στοιχείου που να αντιστοιχεί στην ελεγχόμενη πειραματική διαδικασία

Η κατανόηση κάποιας μεταβολής ή της παραγωγής ενός τεχνητού αντικειμένου ισοδυναμεί με τη γνώση των αιτίων τους. Υπάρχουν τέσσερα τέτοια αίτια: - η μορφή (ή είδος) την οποία προσλαμβάνει το αντικείμενο. - η ύλη η οποία υπόκειται αυτής της μορφής που διατηρείται κατά τη διάρκεια της μεταβολής - αυτό του οποίου η δραστηριότητα είναι υπεύθυνη για την πραγματοποίηση της μεταβολής και - ο σκοπός τον οποίο εξυπηρετεί η μεταβολή.

Αυτά τα τέσσερα αίτια ονομάζονται αντίστοιχα ειδικό, υλικό, ποιητικό και τελικό αίτιο. Αν θεωρήσουμε ένα εξαιρετικά απλό παράδειγμα, όπως η παραγωγή ενός αγάλματος, το ειδικό αίτιο είναι το σχήμα το οποίο παίρνει το μάρμαρο, το υλικό αίτιο είναι το μάρμαρο που παίρνει αυτό το σχήμα, το ποιητικό αίτιο είναι ο γλύπτης, και το τελικό αίτιο είναι ο σκοπός για τον οποίο παράγεται το άγαλμα (ίσως ο εξωραϊσμός της Αθήνας ή ο εορτασμός ενός από τους ήρωές της).

Κατά πρώτον, η έκφραση «τελικό αίτιο» δεν σχετίζεται με το γεγονός ότι αυτό το είδος αιτίου εμφανίζεται συχνά στο τέλος του καταλόγου των αριστοτελικών αιτίων. Ο Αριστοτέλης υποστήριξε ορθώς ότι η γνώση του σκοπού ή της λειτουργίας πολλών πραγμάτων είναι απαραίτητη για την κατανόησή τους.

Το πιο σημαντικό ίσως σχόλιο που μπορεί να γίνει για τα τελικά αίτια αφορά στο ρόλο του σκοπού στο αριστοτελικό σύμπαν (ο φιλοσοφικός όρος είναι «τελεολογία»). Ο κόσμος του Αριστοτέλη δεν είναι ο αδρανής και μηχανιστικός κόσμος των ατομικών, στον οποίο το κάθε άτομο ακολουθεί την τροχιά του ανεξάρτητα από όλα τα άλλα. Ο κόσμος του Αριστοτέλη δεν είναι ένας κόσμος του τυχαίου και των συμπτώσεων, αλλά ένας εύτακτος, οργανωμένος κόσμος, ένας κόσμος σκοπιμότητας, στον οποίο κάθε πράγμα εξελίσσεται προς το τέλος που καθορίζει η φύση του.

Ο Αριστοτέλης υποστήριξε ότι ο κόσμος στον οποίο κατοικούμε είναι εύτακτος και τα πράγματα που βρίσκονται σε αυτόν συμπεριφέρονται με προβλέψιμο τρόπο, επειδή κάθε φυσικό αντικείμενο έχει τη φύση του -το χαρακτήρα (σχετιζόμενο κυρίως με τη μορφή) που κάνει το αντικείμενο, σε περίπτωση που δεν παρεμβαίνει κάποιο ανυπέρβλητο εμπόδιο, να συμπεριφέρεται κατά τον προσίδιο τρόπο του. Ο Αριστοτέλης υποστήριξε ότι κάθε μεταβολή και κίνηση μπορεί να αναχθεί τελικά στη φύση κάθε πράγματος.

Πώς, λοιπόν. το Πρώτο ή Ακίνητο Κινούν προκαλεί την κίνηση στον ουρανό; Όχι ως ποιητικό αίτιο, αφού κάτι τέτοιο θα απαιτούσε επαφή μεταξύ του κινούντος και του κινουμένου, αλλά ως τελικό αίτιο.

Related Documents

Epo31 Aristotelis
July 2020 0
Aristotelis
November 2019 2
Epo31 Krisi1277
July 2020 0
Epo31 Kef8-9
July 2020 0