ραδιενεργές πηγές Rad A

  • Uploaded by: Public Health
  • 0
  • 0
  • December 2019
  • PDF

This document was uploaded by user and they confirmed that they have the permission to share it. If you are author or own the copyright of this book, please report to us by using this DMCA report form. Report DMCA


Overview

Download & View ραδιενεργές πηγές Rad A as PDF for free.

More details

  • Words: 17,796
  • Pages: 28
Εκπαιδευτικό Υλικό ΡΑΔΙΕΝΕΡΓΕΣ ΠΗΓΕΣ & ΚΙΝΔΥΝΟΙ Προστασία και Ασφάλεια

Πάρις Μαυροκέφαλος Φυσικός Ιατρικής-Ακτινοφυσικός Τμήμα Ιατρικής Φυσικής ΓΝΑ Ευαγγελισμός

26 Μαρτίου 2004

Ραδιενεργές Πηγές και Τρομοκρατία Αν και κατά τη διάρκεια των τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 δεν χρησιμοποιήθηκαν ραδιενεργά υλικά, έχει εκφρασθεί έντονο ενδιαφέρον εκ μέρους της τρομοκρατικής οργάνωσης Al Qaeda για την απόκτηση τέτοιων υλικών με σκοπό να εξαπολυθεί κύμα πυρηνικής η ραδιολογικής τρομοκρατίας. Αυτό έχει μεγαλώσει την ανησυχία όσον αφορά την ασφάλεια των εμπορικών ραδιενεργών πηγών. Μέχρι σήμερα οι τρομοκράτες δεν έχουν προκαλέσει καμιά έκρηξη συσκευής η μηχανισμού διασποράς ραδιενεργού υλικού, συσκευής γνωστότερης με το όνομα "βρόμικη βόμβα". Με τη διασπορά των ραδιενεργών υλικών των πηγών αυτών στόχος τους θα ήταν η πρόκληση βλαβών στην υγεία των ανθρώπων και η δημιουργία πανικού στο κόσμο. Συνέπεια του πανικού θα ήταν η δημιουργία τεράστιων δυσκολιών τόσο στις διαδικασίες απόκρισης στη κατάσταση έκτακτης ανάγκης, όσο και στις προσπάθειες πρόσβασης σε ανθρώπους και περιοχές μολυσμένες με ραδιενέργεια. Οι μεγάλες δυνατότητες απόκτησης αυτών των υλικών και οι ανεπαρκείς ή ανύπαρκτοι έλεγχοι σε πολλές από αυτές υπογραμμίζουν τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουμε. Ο κίνδυνος αυτός πρέπει να συνεκτιμηθεί με τα συντριπτικά οφέλη που έχουμε από τη χρήση των ραδιενεργών πηγών. Τα εκατομμύρια αυτών των πηγών που χρησιμοποιούνται παγκοσμίως παρέχουν πολύτιμες υπηρεσίες στην ανθρωπότητα για ιατρικούς, βιομηχανικούς, γεωργικούς και ερευνητικούς σκοπούς. Ενώ μηραδιενεργές εναλλακτικές λύσεις μπορούν να αντικαταστήσουν κάποιες χρήσεις, τούτο δε θα πρέπει να επιδιώκεται, πολλές εφαρμογές θα συνεχίσουν να απαιτούν τη χρησιμοποίηση ραδιενεργών πηγών. Επιπλέον η ανάπτυξη χαμηλού κόστους μεθόδων παραγωγής και η εμφάνιση νέων εφαρμογών τείνουν να προωθήσουν την αυξανόμενη χρήση αυτών των πηγών. Πολύ πριν εκφρασθούν ανησυχίες πάνω στο ενδεχόμενο χρησιμοποίησης ραδιενεργών υλικών σε εκρηκτικούς μηχανισμούς (RDD), η εμφάνιση πολλών ατυχημάτων ακτινοβολίας με ανάμιξη ραδιενεργών πηγών που είχαν σοβαρές συνέπειες στη ανθρώπινη υγεία προέτρεψαν τη λήψη μέτρων με σκοπό τη βελτίωση της ασφάλειας από ακτινοβολία. Αυτά τα ατυχήματα έχουν εμφανιστεί κυρίως λόγω της ανυπαρξίας ελέγχου των ραδιενεργών πηγών. Εθνικές και διεθνείς αρχές πάνω στην ασφάλεια ακτινοβολιών, όπως και ρυθμιστικές αρχές έχουν προσπαθήσει να αποτρέψουν την απώλεια (ορφάνεμα) των πηγών ή την αποφυγή θεσμικού έλεγχου. Αν και οι έλεγχοι έχουν βελτιωθεί χιλιάδες πηγές παγκοσμίως χάνονται, εγκαταλείπονται, ή κλέβονται σε ετήσια βάση. Επιπλέον οι δεκάδες χιλιάδες πηγές που παραμένουν ορφανές (αδύνατο να ευρεθούν, να τεθούν υπό έλεγχο και να διασφαλιστούν λόγω τής ανεπάρκειας πόρων) έχουν δημιουργήσει ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα ασφάλειας. Οι αυξανόμενες προσπάθειες ενίσχυσης της ασφάλειας των πηγών ενισχύει την σιγουριά των πολιτών ως προς την αντιμετώπιση του προβλήματος. Ασφάλεια και προστασία των πηγών σημαίνει αποτελεσματικός έλεγχος των υλικών αυτών σε όλο το κύκλο της ζωής τους. Μια αποτελεσματική δε ασφάλεια απαιτεί ισχυρές μεθόδους προστασίας προς αποτροπή κακόβουλης απόκτησης των ραδιενεργών πηγών. Στο παρελθόν οι ανησυχίες ασφάλειας που υπήρχαν οδήγησαν δικαιολογημένα στη δημιουργία ρυθμιστικών ελέγχων. Σήμερα

αντιλαμβανόμενοι μια αυξανόμενη πιθανότητα εμφάνισης ραδιολογικής τρομοκρατίας στην προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος προγραμματίζεται εκ μέρους των ρυθμιστικών αρχών η αφιέρωση περισσότερων πόρων ως προς την προστασία των επικίνδυνων υλικών από τέτοιες ενέργειες. Ακόμα κι αν μια ραδιολογική τρομοκρατική επίθεση δεν εμφανιστεί ποτέ το αποτέλεσμα μιας ενισχυμένης ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών θα έχει ευεργετικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Μια πράξη ραδιολογικής τρομοκρατίας μπορεί να εκδηλωθεί με την εκπλήρωση δυο θεμελιωδών προϋποθέσεων. Πρώτη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη κινήτρων για τη συγκεκριμένη μορφή τρομοκρατίας. Εάν οι τρομοκράτες δεν επιδιώκουν να εξαπολύσουν ραδιολογική τρομοκρατία αυτή δεν θα συμβεί ποτέ. Πρόσφατες αναλύσεις δείχνουν ότι λίγες τρομοκρατικές ομάδες επιθυμούν ή έχουν την δυνατότητα να εξαπολύσουν ραδιολογικές επιθέσεις. Παρόλα αυτά έστω και ύπαρξη και μικρού ενδιαφέροντος εκ μέρους τους για ραδιολογική τρομοκρατία θα ήταν επαρκής λόγος να μας προτρέψει να προστατευτούμε από αυτόν τον κίνδυνο. Δεύτερη προϋπόθεση για την εμφάνιση ραδιολογικής τρομοκρατίας είναι η απόκτηση πρόσβασης σε ραδιενεργά υλικά. Για να γίνει αντιληπτή αυτή η διάσταση του κινδύνου πρέπει να γίνει κατανοητός ο τρόπος παραγωγής των ραδιενεργών πηγών, της διανομής, της χρησιμοποίησης και του ρυθμιστικού ελέγχου τους. Σημειώνεται ότι οι πηγές που ευρίσκονται σε χρήση σήμερα παράγονται σε μεγαλύτερο ποσοστό από έξι σημαντικές εταιρείες και έθνη. Από τη σκοπιά της ενίσχυσης της ασφάλειας και του ρυθμιστικού ελέγχου αυτό το γεγονός είναι ενθαρρυντικό, επειδή οι προσπάθειες συγκεντρώνονται σε συγκεκριμένο μικρό αριθμό κράτών και επιχειρήσεων τα οποία έχουν την δυνατότητα παροχής ουσιαστικών συνθηκών ασφάλειας. Πολλές πηγές δεν αντιμετωπίζουν ιδιαίτερο πρόβλημα ασφάλειας επομένως ένας ενισχυμένος και εστιασμένος έλεγχος στις πηγές θα επιτρέψει να προχωρήσουμε γρήγορα προς μια κοινωνία με μεγαλύτερη ασφάλεια. Ειδικότερα η διασφάλιση επαρκούς ασφάλειας σε κάθε τμήμα ολόκληρου του κύκλου ζωής μιας πηγής θα μειώσει την πιθανότητα κατάληψης από τρομοκράτες συστατικών ραδιολογικών όπλων. Εντούτοις η βιομηχανία ανησυχεί για το γεγονός ότι οι δαπάνες ασφάλειας θα συνεχίσουν να κινούνται προς τα πάνω μειώνοντας το περιθώριο κέρδους και σε μερικές περιπτώσεις προκαλώντας το σταμάτημα της παραγωγής. Στο έγγραφο αυτό περιγράφονται επίσης πιθανές συνέπειες της χρήσης ραδιολογικών συσκευών (RDD) και δεν εξετάζεται ο τρόπος παραγωγής του σχάσιμου υλικού, των υπόλοιπων της κατανάλωσης πυρηνικών καυσίμων, ή των ραδιενεργών απόβλητων. Η σωστή τοποθέτηση του πλαισίου της απειλής απαιτεί ένα ουσιαστικό πληροφοριακό υπόβαθρο πάνω στις ιδιότητες των ραδιοϊσοτόπων, τις επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου από τις ιοντίζουσες ακτινοβολίες και τον τρόπο παραγωγής ραδιολογικών όπλων. Η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε είναι η εύρεση τρόπων ελάττωσης της πιθανότητας εμφάνισης ραδιολογικής τρομοκρατίας και της διατήρησης ταυτόχρονα των ωφελειών από τη χρησιμοποίηση ραδιενεργών πηγών. Η εύρεση της κατάλληλης ισορροπίας απαιτεί να έχουμε σταθερά στραμμένη την προσοχή μας στην εξελισσόμενη φύση της απειλής και να έχουμε συνειδητοποιήσει τις συνέπειες των μέτρων ασφάλειας. Ραδιενεργές Πηγές Όλες οι ουσίες πάνω στη γη αποτελούνται από ένα συγκριμένο αριθμό στοιχείων. Κάθε στοιχείο έχει μοναδικές χημικές ιδιότητες. Ενώ κάθε ομάδα στοιχείων έχει τις ίδιες χημικές ιδιότητες (ίδιος αριθμός ηλεκτρονίων) τα μέλη της σχηματίζουν υποομάδες με διαφορετικό αριθμό νουκλεονίων η κάθε μια τα οποία καλούνται ισότοπα. Γενικά τα ισότοπα είναι είτε σταθερά είτε ασταθή. Τα ασταθή ισότοπα καλούνται ραδιοϊσότοπα επειδή εκπέμπουν ακτινοβολία και διασπώνται είτε σε άλλα ισότοπα επίσης ασταθή είτε σε σταθερά αντίστοιχα. Οι ραδιενεργές πηγές φτιάχνονται από ραδιοϊσότοπα. Γνωρίζοντας τον τύπο, την ενέργεια, το ποσοστό διάσπασης και το ποσό ακτινοβολίας για κάθε συγκεκριμένο ραδιοϊσότοπο μπορούμε να εκτιμήσουμε τον κίνδυνο ασφάλειας που δημιουργεί μια ραδιενεργός πηγή. Η ιοντίζουσα ακτινοβολία έχει τη δυνατότητα να εκτινάσσει τα ηλεκτρόνια των ατόμων που συναντά και να διασπά τους χημικούς δεσμούς προκαλώντας βλάβη στα ανθρώπινα κύτταρα Αυτή εμφανίζεται σε τρεις μορφές: άλφα, βήτα και γάμμα. Η ακτινοβολία άλφα αποτελείται από πυρήνες ηλίου (δύο πρωτόνια και δύο νετρόνια συνδεδεμένα μαζί). Η ακτινοβολία βήτα αποτελείται από ηλεκτρόνια μεγάλης ταχύτητας ή θετικά φορτισμένα αντίστοιχα (ποζιτρόνια). Η ακτινοβολία γάμμα πρόκειται για φως μεγάλης ενέργειας διαφέρει δε από την άλφα και τη βήτα ακτινοβολία επειδή δεν έχει μάζα και συνοδεύει συχνά την εκπομπή της ακτινοβολίας άλφα ή βήτα. Οι τύποι ιοντίζουσας ακτινοβολίας διαφέρουν ως προς τη δυνατότητα να διαπερνούν τα υλικά. Ένα Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

2

κομμάτι από χαρτί μπορεί να σταματήσει τα περισσότερα σωματίδια άλφα . Για τα περισσότερα σωματίδια βήτα ένα λεπτό κομμάτι γυαλιού είναι αρκετό να τα σταματήσει. Το σταμάτημα της ακτινοβολίας γάμμα, της περισσότερο διεισδυτικής, απαιτεί συνήθως σκυρόδεμα ή μόλυβδο, ενώ όσο εξασθενεί απαιτείται λιγότερο υλικό για να τη σταματήσει. Πρόβλεψη της διάσπασης ενός μεμονωμένου ραδιοϊσοτόπου είναι αδύνατη επειδή αυτή εμφανίζεται τυχαία. Εντούτοις σε μια μεγάλη ομάδα ατόμων του ίδιου ραδιοϊσοτόπου το μέσο ποσοστό διάσπασης μπορεί να υπολογισθεί και χαρακτηρίζεται συνήθως από το χρόνο ημιζωής, ο οποίος είναι το χρονικό διάστημα που απαιτείται για το μισό από το ραδιενεργό δείγμα να διασπαστεί. Μετά από δύο χρόνους ημιζωής το ένα τέταρτο του δείγματος παραμένει αδιάσπαστο μετά από τρεις χρόνους ημιζωής το ένα-όγδοο κλπ. Μετά από επτά χρόνους ημιζωής, η ραδιενεργός ουσία που έχει απομείνει είναι λιγότερο από 1% του αρχικού ποσού της. Όσο πιο σύντομος είναι ο χρόνος ημιζωής τόσο συχνότερα η ραδιενεργός πηγή εκπέμπει ιοντίζουσα ακτινοβολία. Για να απεικονιστεί η εκπομπή ακτινοβολίας ας φανταστούμε έναν σωλήνα με μια βαλβίδα που συνδέεται με ένα βαρέλι κρασιού. Το βαρέλι αντιπροσωπεύει την πηγή ακτινοβολίας και ο χρόνος ημιζωής ελέγχει τη ρύθμιση της βαλβίδας. Ένας μικρός χρόνος ημιζωής σημαίνει ότι η βαλβίδα είναι σχεδόν πλήρως ανοικτή, επομένως το βαρέλι στραγγίζει γρήγορα. Αντίθετα, μεγάλος χρόνος ημιζωής σημαίνει ότι η βαλβίδα είναι σχεδόν κλειστή αφήνοντας να κυλά προς τα έξω μικρή ποσότητα κρασιού και κατά συνέπεια το βαρέλι αδειάζει αργά. Από την άποψη ασφάλειας τα ραδιοϊσότοπα που έχουν πολύ μικρό όπως και πολύ μεγάλο χρόνο ημιζωής παρουσιάζουν περιορισμένους κίνδυνους ασφάλειας έναντι εκείνων που έχουν μέσες τιμές ημιζωής της τάξης μηνών έως δεκαετιών. Ειδικότερα οι ραδιενεργές πηγές με πολύ μικρούς χρόνους ημιζωής (ώρες ή και λιγότερο) δεν διαρκούν αρκετό καιρό (αρκετά ανοιχτές βαλβίδες βαρελιών) για να δώσουν στους τρομοκράτες αρκετό χρόνο να χρησιμοποιήσουν την εκρηκτική συσκευή σαν ραδιολογικό όπλο ούτε διαρκούν για πολύ ώστε να προκαλέσουν μόλυνση περιοχών για ένα αξιόλογο χρονικό διάστημα. Επίσης οι πηγές εκείνες με τους πολύ μεγάλους χρόνους ημιζωής (εκατομμύρια ή περισσότερα έτη) ακτινοβολούν πολύ πιο αραιά (σχεδόν κλειστές βαλβίδες βαρελιών) και δεν θα ήταν ιδανικές για ραδιολογικά όπλα, τα οποία επινοούνται για να μεγιστοποιήσουν την παραγωγή της ακτινοβολίας κατά τη διάρκεια ενός σχετικά μικρού χρονικού διαστήματος (σε ανθρώπινη χρονική κλίμακα). Ο καθορισμός του ποσού ακτινοβολίας που εκπέμπεται από μια ραδιενεργό πηγή απαιτεί να γνωρίζουμε το χρόνο ημιζωής και τη μάζα του. Γενικά όσο μικρότερος είναι ο χρόνος ημιζωής και όσο μεγαλύτερη είναι η μάζα του τόσο περισσότερη ακτινοβολία θα εκπέμπεται μέσα σε ένα χρονικό διάστημα. Το ποσό ακτινοβολίας χαρακτηρίζεται από τον αριθμό διασπάσεων (πυρηνικοί μετασχηματισμοί) ανά χρονικό διάστημα και μετριέται σε μονάδες κιουρί (Ci). Ένα κιουρί είναι ίσο με 3,7 1010 διασπάσεις ανά δευτερόλεπτο. Επιπτώσεις στην υγεία από την ιοντίζουσα ακτινοβολία Η εκπεμπόμενη ακτινοβολία άλφα βήτα ή γάμμα από τα ραδιενεργά άτομα δεν είναι ακίνδυνη. Προκαλεί βλάβες στα κύτταρα του ανθρώπινου σώματος με αποτελέσματα που μπορεί να εμφανιστούν χρόνια αργότερα. Όταν η χρήση τους είναι ελεγχόμενη τότε εφαρμοζόμενες προσεκτικά από ειδικούς επιστήμονες ορισμένες ραδιενεργές πηγές μπορούν να βοηθήσουν στη θεραπεία καρκινικών κύτταρων στο ανθρώπινο σώμα. Οι ίδιες ραδιενεργές πηγές μπορεί να βλάψουν τα υγιή ανθρώπινα κύτταρα, εάν οι προφυλάξεις ασφάλειας παραβιαστούν ή τοποθετηθούν σκόπιμα για να προκαλέσουν τραυματισμούς. Η ιοντίζουσα ακτινοβολία που εκπέμπεται μπορεί να έχει επιπτώσεις στα κύτταρα είτε λόγω εξωτερικής, είτε λόγω εσωτερικής έκθεσης (εισπνοή ή κατάποση) σε ακτινοβολία. Η ακτινοβολία άλφα δεν μπορεί συνήθως να διαπεράσει το εξωτερικό νεκρό στρώμα του δέρματος και επομένως δεν είναι ένας σημαντικός εξωτερικός κίνδυνος. Εντούτοις οι ακτίνες γάμμα και βήτα (υψηλής ενέργειας) είναι πολύ διαπεραστικές και είναι οι κυριότεροι παράγοντες εξωτερικής έκθεσης. Εσωτερικές εκθέσεις προκύπτουν όταν εκπέμπεται ιοντίζουσα ακτινοβολία από τα ραδιενεργά υλικά που ευρίσκονται μέσα στο σώμα. Για αυτούς τους λόγους και οι τρεις μορφές ακτινοβολίας μπορούν να οδηγήσουν σε καταστρεπτικά αποτελέσματα. Καθώς η ιοντίζουσα ακτινοβολία εισάγεται στον ανθρώπινο ιστό ή στα όργανα η ενέργεια που απορροφάται διεγείρει τα άτομα και αλλάζει μερικές φορές τη δομή τους αναγκάζοντας ενδεχομένως τα ζωντανά κύτταρα που περιέχουν τα άτομα να σκοτωθούν, να καταστραφούν ή να μην είναι σε θέση να αναπαραχθούν κατάλληλα. Η μέτρηση της δόσης της ακτινοβολίας που απορροφάται μας δίνει το πόσο της ενέργειας που κατατίθεται στο υλικό που ενδιαφερόμαστε όπως ο ζωντανός ιστός. Η βιολογική ζημία εξαρτάται επίσης από άλλους παράγοντες όπως ο τύπος της ιοντίζουσας ακτινοβολίας. Ένα σωματίδιο άλφα Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

3

που καταθέτει το ίδιο ποσό ενέργειας με ένα σωματίδιο βήτα είναι πιο καταστρεπτικό επειδή τα σωματίδια άλφα αποθέτουν την ιοντίζουσα ενέργειά τους μέσα σε μια εντοπισμένη περιοχή αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα καταστροφής του ιστού. Για να ποσοτικοποιηθούν αυτές οι διαφορές εισήχθη η έννοια του ισοδύναμου δόσης, βοηθώντας μας να εκτιμήσουμε τη σχετική βιολογική αποτελεσματικότητα των διαφορετικών τύπων ιοντίζουσας ακτινοβολίας. Το Sievert (Sv) είναι η μονάδα της ισοδύναμης δόσης. Συνήθως ένα κανονικό άτομο δέχεται από το φυσικό υπόβαθρο, τις ιατρικές περιθάλψεις, το αεροπορικό ταξίδι και άλλες προκαλούμενες από τον άνθρωπο πηγές ποσότητα 3-4 mSv, ή 0.003-0.004 Sv κάθε χρόνο. Ανάλογα με τη δόση οι επιπτώσεις στην υγεία μπορούν να εμφανιστούν βραχυπρόθεσμα (μέρες) ή μακροπρόθεσμα (έτη). Όσο μεγαλύτερη η δόση που δεχόμαστε και όσο συντομότερα αυτή χορηγείται τόσο μεγαλύτερη είναι η ζημιά που προκαλείται στην υγεία και τόσο πιθανότερο να παρουσιαστούν βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα. Συνήθως αυτά έχουν μια άμεση αιτιώδη συνάφεια με τη δόση ακτινοβολίας. Τέτοια αποτελέσματα καλούνται "αιτιοκρατικά" επειδή οι επιπτώσεις στην υγεία μπορούν να προβλεφθούν άμεσα, εάν παράγοντες όπως το ποσό, ο τύπος ακτινοβολίας και το όργανο που επηρεάστηκε είναι γνωστά. Κατά συνέπεια η απώλεια λειτουργίας οργάνων είναι μια αιτιοκρατική επίδραση της ιοντίζουσας ακτινοβολίας. Άλλα αιτιοκρατικά αποτελέσματα περιλαμβάνουν τη ναυτία, την εξασθένιση της όρασης, την απώλεια τριχώματος και τα δερματικά εγκαύματα. Επειδή τα αιτιοκρατικά αποτελέσματα αυξάνονται με τη δόση ακτινοβολίας οι βραχυπρόθεσμες, υψηλού επιπέδου (οξείες) δόσεις της ιοντίζουσας ακτινοβολίας οδηγούν κατά ένα μεγάλο μέρος σε αιτιοκρατικές ανθρώπινες επιπτώσεις στην υγεία. Παραδείγματος χάριν η δόση 3 μέχρι 5 Sv που παραλαμβάνεται σε ένα μικρό χρονικό διάστημα οδηγεί σε μια πιθανότητα θανάτου 50 %. Η έκθεση σε μικρές δόσεις ειδικά όταν αυτή κατανέμεται σε μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να οδηγήσει σε επιπτώσεις στην υγεία που ίσως πάρει χρόνια να εκδηλωθούν. Οι δόσεις πρέπει να είναι συνήθως αρκετά μικρές (μερικές δεκάδες μέχρι εκατοντάδες mSv) για να μην οδηγήσουν στην απώλεια ενός οργάνου ή άλλων σαφώς αιτιοκρατικών αποτελεσμάτων. Η ιοντίζουσα ακτινοβολία έχει τροποποιήσει ενδεχομένως αλλά δεν έχει σκοτώσει τα κύτταρα, τα οποία διατηρούν ακόμα την ικανότητά τους να παράγουν ακόμη τροποποιημένα κύτταρα. Εάν τα τροποποιημένα κύτταρα που αναπαραχθούν έχουν επιβαρυνθεί από την ακτινοβολία τότε μπορεί να παρατηρήσουμε φαινόμενα όπως εμφάνιση καρκίνου ή διάφορες κληρονομικές επιβαρύνσεις. Μόνο ένα κύτταρο χρειάζεται να επηρεαστεί για να προκαλέσει ενδεχομένως τη ζημιά, ενώ άλλα τροποποιημένα κύτταρα μπορούν να μην οδηγήσουν σε καμία ασθένεια. Αντίθετα από τα αιτιοκρατικά αποτελέσματα αυτά τα αποτελέσματα είναι εγγενώς πιθανολογικά δηλαδή είναι αδύνατο να προβλεφθεί η ακριβής επίπτωση στην υγεία λόγω της μη εξάρτησης δόσης αποτελέσματος. Εντούτοις μια στατιστική περιγραφή των επιπτώσεων στην υγεία μπορεί να δημιουργηθεί από την εξέταση ενός αρκετά μεγάλου μεγέθους δείγματος ατόμων που επηρεάσθηκαν και τα οποία δέχθηκαν παρόμοιες δόσεις ακτινοβολίας. Μερικοί θα αναπτύξουν καρκίνο ενώ άλλοι όχι. Χρησιμοποιώντας αυτές τις στατιστικές ένα πρόσωπο μπορεί να αξιολογήσει την πιθανότητα της ζημιάς που προκλήθηκε από την ακτινοβολία που δέχθηκε. Τέτοιες επιπτώσεις στην υγεία καλούνται "πιθανολογικές" λόγω της τυχαίας ή στατιστικής φύσης του φαινομένου. Εάν θέλουμε να ποσοτικοποιήσουμε πιθανολογικά αποτελέσματα πρέπει να ανατρέξουμε σε επιδημιολογικά στοιχεία από προηγούμενες εκθέσεις σε ακτινοβολία πληθυσμών όπως ασθενών που πραγματοποίησαν ακτινογραφικές εξετάσεις, ή δέχθηκαν θεραπευτικές συνεδρίες ακτινοβόλησης όγκων, ή επέζησαν βομβιστικών επιθέσεων (Πυρηνικών) στην Ιαπωνία. Τα στοιχεία είναι μέχρι τώρα ανεπαρκή για να καθορίσουν πως αυτά τα αποτελέσματα αλλάζουν με τη δόση της ακτινοβολίας που δέχθηκαν. Εντούτοις μια γενικά χρησιμοποιούμενη επιστημονικά μη αποδεδειγμένη σχέση είναι η γραμμική χωρίς κατώτατο όριο (LNT) πειραματική συσχέτιση. Σύμφωνα με αυτήν οι επιπτώσεις στην υγεία είναι άμεσα ανάλογες προς τη δόση και ότι ακόμη και οι μικροσκοπικές δόσεις μπορούν να οδηγήσουν σε κάποια βλάβη. Αν και υπάρχουν μεγάλες αβεβαιότητες στην προέκταση από υψηλές σε χαμηλές δόσεις το πρότυπο LNT προσφέρει μια ικανοποιητική μέθοδο εκτίμησης του κίνδυνου εμφάνισης καρκίνου. Η έλλειψη καθοριστικής σημασίας στοιχείων έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη των ανταγωνιστικών μοντέλων. Έχουν αναπτυχθεί μοντέλα που προϋποθέτουν επίδραση hormesis, δηλ. ακτινοβολίας η οποία σε χαμηλές δόσεις έχει ευεργετική επίδραση στην υγεία. Όμως ένα άλλο πρότυπο εκτιμά την ύπαρξη αυξανόμενου κίνδυνου για την υγεία σε χαμηλές δόσεις. Δεν είναι σκοπός αυτού του εγγράφου η ανάλυση αυτών των προτύπων. Επειδή ακόμη και οι πολύ μικρές δόσεις θεωρούνται από το μοντέλο LNT ότι έχουν πιθανά δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία γίνονται προσπάθειες να μειωθεί η δόση ακτινοβολίας που δέχεται το ευρύ κοινό ή οι εργαζομένοι σε ακτινοβολίες. Οι προσπάθειες που γίνονται ακολουθούν συνήθως την κατευθυντήρια αρχή της ελάττωσης της έκθεσης σε ακτινοβολία σε επίπεδα που είναι "τόσο χαμηλά όσο και ευλόγως επιτεύξιμα" Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

4

(ALARA). Αυτήν την περίοδο τα αποδεκτά επίπεδα έκθεσης για τον γενικό πληθυσμό είναι 1 mSv ετησίως από τις προκαλούμενες από τον άνθρωπο πηγές. Κατά μέσον όρο, ένα άτομο απορροφά λιγότερο από 150 mSv στη διάρκεια ζωής του από φυσικές πηγές και η αύξηση στη δόση λόγω των προκαλούμενων από τον άνθρωπο πηγών ακτινοβολίας (συνήθως λόγω των διαγνωστικών τεχνικών στην ιατρική) είναι περίπου 20 % από την αρχή του 20ού αιώνα. Έχει τεθεί ένα ετήσιο επαγγελματικό ισοδύναμο όριο δόσεων ολόκληρων σωμάτων mSv, που είναι αρκετές φορές μεγαλύτερο από το επίπεδο έκθεσης που επιτρέπεται για το κοινό στο πλαίσιο των κανονισμών αλλά ακόμα στη χαμηλή σειρά δόσεων. ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΡΑΔΙΟΪΣΟΤΟΠΩΝ Τα ραδιοϊσότοπα που προορίζονται για ιατρικές, βιομηχανικές και επιστημονικές χρήσεις δεν ευρίσκονται στη φύση αλλά παράγονται είτε σε πυρηνικούς αντιδραστήρες είτε σε επιταχυντές. Μέσα από τη δημιουργία νετρονίων σε πυρηνικούς αντιδραστήρες που στοχεύουν πυρήνες ατόμων προκαλείται απορρόφηση τους από αυτούς έχοντας σαν αποτέλεσμα την παραγωγή ραδιοϊσοτόπων. Έτσι επιτυγχάνεται η μετατροπή του Κοβάλτιου-59 σε Κοβάλτιο-60. Επιπλέον τα προϊόντα σχάσης όπως Καίσιο-137 και Στρόντιο-90 μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν στις ραδιενεργές πηγές. Επιπλέον η ραδιενεργός διάσπαση στους αντιδραστήρες μπορεί να παράγει ραδιοϊσότοπα όπως πλουτώνιο. Η παραγωγή ραδιοϊσοτόπων σε αντιδραστήρες αρχίζει με την απορρόφηση νετρονίων. Αντίθετα οι επιταχυντές βομβαρδίζουν τους στόχους με φορτισμένα σωματίδια (π.χ. πρωτόνια). Επειδή τα ραδιοϊσότοπα με τις μεγαλύτερες ανησυχίες ασφάλειας γενικά παράγονται σε αντιδραστήρες αυτό το έγγραφο εστιάζεται στα προϊόντα αυτής της παραγωγής. Ερευνητικοί αντιδραστήρες Σε αντιδραστήρες για ερευνητικούς σκοπούς με ισχύ δεκάδων κιλοβάτ μέχρι αρκετά μεγαβάτ (MW) παράγεται το μεγαλύτερο ποσοστό ραδιοϊσοτόπων. Συγκριτικά η ισχύς των θερμικών πυρηνικών αντιδραστήρων για εμπορικούς σκοπούς είναι 2.500-3.500 MW. Υπάρχουν και μερικοί εμπορικοί αντιδραστήρες ισχύος που λειτουργούν επίσης ως παραγωγοί ραδιοϊσοτόπων. Λιγότερο από το ήμισυ των πάνω από 250 εν λειτουργία σήμερα ερευνητικών αντιδραστήρων παράγουν εμπορικά ραδιοϊσότοπα. Τεχνικές Ιδιαίτερα Εμπλουτισμένου Ουράνιο (HEU) έχουν τροφοδοτήσει ένα μεγάλο μέρος αυτής της παραγωγής στους ερευνητικούς αντιδραστήρες επειδή μπορεί εύκολα να οδηγήσουν σε μια υψηλής πυκνότητας ροή νετρονίων η οποία βελτιώνει τις διεργασίες δημιουργίας ραδιοϊσοτόπου. Με σκοπό την περιφρούρηση ενάντια στον πιθανό πολλαπλασιασμό πυρηνικών όπλων ολο και περισσότερο οι αντιδραστήρες μετατοπίζονται σε τεχνικές Χαμηλά Εμπλουτισμένου Ουράνιου (LEU). Η συνεχιζόμενη τάση ανάπτυξης καυσίμων LEU μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη κατάσταση παράγωγης ραδιοϊσοτόπων με ελαττωμένη την πιθανότητα πολλαπλασιασμού όπλων. Υπάρχουν διάφοροι τύποι ερευνητικών αντιδραστήρων οι οποίοι έχουν την δυνατότητα να παράγουν ραδιοϊσότοπα. Οι αντιδραστήρες τύπου δεξαμενής, από τους πιο κοινούς, χρησιμοποιούν μεγάλη ποσότητα ύδατος η οποία περιβάλλει τον πυρήνα καυσίμων. Το ύδωρ δροσίζει τον πυρήνα και συγκρατεί τις πυρηνικές αντιδράσεις με την επιβράδυνση των νετρονίων. Ο αντιδραστήρας MAPLE, ένας προηγμένος πολλών χρήσεων αντιδραστήρας τύπου δεξαμενής, ενσωματώνει δύο ανεξάρτητα συστήματα παύσης λειτουργίας για ενισχυμένη ασφάλεια και έχει σχεδιαστεί για ευκολία λειτουργίας. Ο αντιδραστήρας τύπου tank είναι μια δεύτερη σχεδίαση που χρησιμοποιείται στην παραγωγή ραδιοϊσοτόπων. Όπως και ο αντιδραστήρας δεξαμενήςο αντιδραστήρας τύπου tank περιλαμβάνει τη χρησιμοποίηση αντλιών μεγαλύτερης ενεργειακής ψύξης. Για την παραγωγή των ραδιοϊσοτόπων χρησιμοποιούνται επίσης αντιδραστήρες βαρέος ύδατος και γραφίτη. Παράγοντας εμπορική ηλεκτρική ενέργεια και έχοντας δυνατότητες παραγωγής ραδιοϊσοτόπου οι αντιδραστήρες τύπου CANDU παραδείγματος χάριν χρησιμοποιούν το βαρύ ύδωρ για να ψύξουν και να συγκρατήσουν τις πυρηνικές αλληλουχίες στους πυρήνες των αντιδραστήρων. Ο ερευνητικός αντιδραστήρας TRIGA (πετυχημένη σχεδίαση) ψύχεται με ύδωρ αλλά συγκρατείται πρώτιστα από το υδρογόνο που έχει αναμιχθεί με τα καύσιμα. Διαφέρει από άλλους ερευνητικούς αντιδραστήρες κυρίως σχεδιαστικά με τη χρησιμοποίηση ενός κατά παλμούς τρόπου λειτουργίας για να φθάσει σε επίπεδα μεγάλης ισχύος. Άλλα σχέδια που υπάρχουν περιλαμβάνουν τους αντιδραστήρες γρήγορης ροής που οδηγούν γρήγορα σε έναν υψηλό αριθμό νετρονίων μέσω του πυρήνα του αντιδραστήρα και δεν απαιτούν κανέναν επιβραδυντή. Επειδή οι αντιδραστήρες είναι συχνά εγκαταστάσεις πολλών χρήσεων (επιστημονικοί, αμυντικοί, πειραματικοί), έχουν περιορισμένο χρόνο που αφιερώνουν στην παραγωγή ραδιοϊσοτόπων, έχοντας Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

5

επιπτώσεις άμεσα στις δυνατότητες ανταγωνισμού ενός κατασκευαστή στην αγορά ραδιοϊσοτόπων. Αλλά χαρακτηριστικά αντιδραστήρων όπως η δυνατότητα παραγωγής μια υψηλής ροής νετρονίων και η δυνατότητα πρόσβασης στον πυρήνα των αντιδραστήρων μπορεί να συμβάλουν επίσης στην παραγωγική ικανότητα ραδιοϊσοτόπων. Από άποψη ασφάλειας αξίζει να σημειώσουμε ότι τα ραδιοϊσότοπα που παράγονται τόσο σε αντιδραστήρα όσο και σε επιταχυντή υποβάλλονται σε επεξεργασία συνήθως σε θερμά στοιχεία που ευρίσκονται κοντά στις εγκαταστάσεις παραγωγής τους. Αυτή η επεξεργασία περιλαμβάνει τη χημική προετοιμασία μετά από την αρχική κατασκευή για να παραχθεί μια καθαρότερη μορφή του ραδιοϊσοτόπου για εμπορική χρήση. Τύποι πηγών Ως προς τον τρόπο σύνδεσης του ραδιενεργού υλικού οι ραδιενεργές πηγές χαρακτηρίζονται σφραγισμένες η ασφράγιστες. Οι σφραγισμένες πηγές εσωκλείουν εντελώς το ραδιενεργό υλικό το οποίο είναι επίσης μόνιμα συνδεδεμένο ή ενσωματωμένο σε μια κάψουλα ή σε μια μήτρα η οποία σκοπό έχει να αποτρέψει την απελευθέρωση ακόμα και υπό τις πιο άσχημες συνθήκες χρησιμοποίησης και χειρισμού τους ενώ δεν παρέχει προστασία από σκόπιμες καταστρεπτικές ενέργειες. Συνήθως τα ραδιοϊσότοπα υψηλής ραδιενέργειας και ραδιοτοξικότητας τοποθετούνται σε σφραγισμένες πηγές για να ελαχιστοποιηθεί η διαρροή του ίδιου του ισοτόπου. Η σφράγιση δεν έχει στόχο την παροχή προστατευτικού καλύμματος από τη ραδιενέργεια. Προφυλάξεις λαμβάνονται για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος για τους ανθρώπους επιτυγχάνεται με την τοποθέτηση της σφραγισμένης πηγής σε προστατευτικό κάλυμμα φτιαγμένο από υλικό που περιέχει μόλυβδο. Κατά συνέπεια, οι σφραγισμένες πηγές από τις οποίες αφαιρέθηκε του προστατευτικό κάλυμμα τους θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κίνδυνους ασφάλειας ακόμα και όταν η σφράγιση παραμένει άθικτη. Στην περίπτωση που η πηγή είναι ασφράγιστη το ραδιενεργό υλικό της παραμένει προσιτό και μπορεί να τοποθετηθεί σε κάποιο υποδοχέα πχ ένα φιαλίδιο γυαλιού. Οι ασφράγιστες πηγές θέλουν ιδιαίτερη προσοχή επομένως γιατί θα μπορούσαν εύκολα να δημιουργήσουν εξωτερικούς και εσωτερικούς κινδύνους ακτινοβολίας. ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ Οι χρήσεις των ραδιενεργών πηγών καλύπτουν ένα πολύ μεγάλο φάσμα εφαρμογών από ιατρικές, βιομηχανικές, γεωργικές μέχρι και ερευνητικές εφαρμογές. Μπορούν να βρεθούν σε νοσοκομεία, σε ιατρικές και βιομηχανικές εγκαταστάσεις ακτινοβολίας, σε πανεπιστήμια και ακόμη σε σπίτια σε όλο τον κόσμο (π. χ. μικρά ποσά Αμερίκιου-241 χρησιμοποιούνται σε πολλούς ανιχνευτές καπνού). Ως προς μέγεθος του προβλήματος ασφάλειας αυτό διαφέρει σημαντικά λόγω του μεγάλου εύρους των ποσών ραδιενέργειας που χρησιμοποιούν και των διαφορετικών μεγεθών μάζας που έχουν. Γενικά οι πηγές που παρουσιάζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο ασφάλειας έχουν τα υψηλότερα επίπεδα ραδιενέργειας και προορίζονται για τη χρήση κυρίως στους βιομηχανικούς και ιατρικούς τομείς. Αυτές οι εφαρμογές αξίζουν μια πιο προσεκτική εξέταση. Ιατρικές χρήσεις: Ένας μεγάλος αριθμός ραδιοϊσοτόπων (100 περίπου) χρησιμοποιούνται στην ιατρική διάγνωση, στην αποστείρωση ιατρικών προϊόντων, στην ακτινοθεραπεία, και στην έρευνα στην Πυρηνική Ιατρική. Οι διαγνωστικές χρήσεις περιλαμβάνουν την σπινθηρογραφική απεικόνιση με ακτίνες γάμμα, την απεικόνιση με εκπομπή ποζιτρόνιων-(PET) και τη ραδιοανοσολογία (μέθοδος ποσοτικοποίησης των αντισωμάτων δείγματος). Τα ραδιοϊσότοπα που χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση επιλέγονται για τη δυνατότητά τους να παρέχουν χρήσιμες κλινικές πληροφορίες εκθέτοντας τον ασθενή στην κατά το δυνατό ελάχιστη ακτινοβολία. Κατά συνέπεια πρέπει τα ραδιοϊσότοπα που χρησιμοποιούνται να έχουν μικρό χρόνο ημιζωής κατάλληλο για τις συγκεκριμένες εξεταστικές διαδικασίες. Από το μεγάλο αριθμό ραδιοϊσοτόπων (περίπου 2.300) μόνο μερικά ικανοποιούν τα κριτήρια της διαγνωστικής καταλληλότητας. Από αυτά κανένα δεν παρουσιάζει σημαντικό κίνδυνο ασφάλειας επειδή αυτά τα ραδιοϊσότοπα είναι βραχύβια, δεν χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες και δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλης ενεργότητας. Η ακτινοθεραπεία υπήρξε η αρχική θεραπευτική εφαρμογή των ακτινοβολιών με την οποία επιτυγχάνεται καταστροφή του ανεπιθύμητου ή του δυσλειτουργούντος ιστού όπως είναι καρκινικά κύτταρα του ανθρωπίνου σώματος. Η εξωτερική ακτινοθεραπεία καλείται τηλεθεραπεία. Οι χαρακτηριστικές πηγές τηλεθεραπείας είναι 1.400 έως 30.000 Ci ενεργότητας. Άλλες θεραπευτικές εφαρμογές περιλαμβάνουν ακτινοβόληση του αίματος για μεταγγίσεις και επεξεργασία των φραγμένων αγγείων του αίματος. Όπως στη Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

6

διάγνωση έτσι και στην ακτινοθεραπεία χρησιμοποιούνται διάφορα ραδιοϊσότοπα. Αντίθετα από τα διαγνωστικά που δεν χρησιμοποιούν πηγές με μεγάλο πρόβλημα ασφάλειας η ακτινοθεραπεία χρησιμοποιεί μερικές ραδιενεργές πηγές που είναι ανησυχητικές από τη σκοπιά αυτή λόγω των μεγάλων επιπέδων της ραδιενέργειας που τις χαρακτηρίζει. Αυτές οι πηγές περιέχουν ραδιοϊσότοπα όπως Καίσιο-137 και Κοβάλτιο-60. Η ακτινοθεραπεία κάνει εκτενή χρήση τηλεελεγχόμενων πηγών κοβάλτιου- 60. Σύμφωνα με τον IAEA το Κοβάλτιο-60 είναι το πιο κοινό ραδιοϊσότοπο που χρησιμοποιείται στην ακτινοθεραπεία με πάνω από 10.000 πηγές τηλεθεραπείας να ευρίσκονται σε χρήση παγκοσμίως με τις πηγές Cs-137 να ακολουθούν σε χρήση. Εντούτοις σε πολλά μέρη του αναπτυγμένου κόσμου η τάση είναι να μειωθεί η χρησιμοποίηση του κοβάλτιου-60. Μόνο ένας μικρός αριθμός νοσοκομείων στις Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιεί κυρίως Κοβάλτιο-60 σαν πηγή για τη θεραπεία του καρκίνου. Αντ' αυτού πολλά νοσοκομεία έχουν μετατοπιστεί στην παραγωγή της απαιτούμενης ισχύος θεραπευτικής δέσμης ιοντίζουσας ακτινοβολίας με τη χρησιμοποίηση επιταχυντών. Αλλά ένα μεγάλο μέρος του αναπτυσσόμενου κόσμου υιοθετεί ακόμα κοβάλτιο-60 κυρίως λόγω των μεγάλων δαπανών που συνδέονται με τη χρησιμοποίηση μη-ραδιενεργών εναλλακτικών τεχνολογιών ακτινοβόλησης. Τα κέντρα ογκολογίας παρέχουν επίσης υπηρεσίες βραχυθεραπείας, ένα τύπο ακτινοθεραπείας που περιλαμβάνει εσωτερική ακτινοβόληση του ασθενή. Οι χαρακτηριστικές πηγές βραχυθεραπείας υψηλούρυθμού δόσης περιέχουν πηγές ποσότητας μέχρι περίπου 10 Ci. Αν και οι μονάδες βραχυθεραπείας συναντώνται πιο συχνά από τις πηγές τηλεθεραπείας οι τελευταίες έχουν συνήθως πολύ υψηλότερες ποσότητες ραδιενέργειας. Όμως οι πηγές βραχυθεραπείας λόγω της φορητότητας τους θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ενδεχομένως μεγαλύτερο πρόβλημα από άποψη ασφάλειας από αυτό των πηγών τηλεθεραπείας. Πηγές Τηλεθεραπείας. Μερικές πηγές ακτινοβολίας που αγοράστηκαν στη δεκαετία του '50 και τη δεκαετία του '60 ή πιο πρόσφατα εισήχθησαν προτού να επιβληθεί ο ρυθμιστικός έλεγχος και κανένα μέτρο για την επιστροφή ή τη διάθεση δεν λήφθηκε. Οι πηγές ακτινοβολίας έχουν θαφτεί σε κήπους ή σε χώρους απόρριψης νοσοκομείων και δεν είναι απίθανο πολλές από αυτές τις πηγές να είναι σε παρόμοια κατάσταση σε όλο τον κόσμο. Αν περάσουν πέντε έως οκτώ χρόνοι ημιζωής του Κοβαλτίου-60 είναι δυνατό πηγές να έχουν ακόμα ενεργότητα της τάξης των 20 έως των 100 Ci σε δόσεις μοιραίες όταν ληφθούν σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Όπως σημειώνεται αλλού οι εγκαταλελειμμένες πηγές τηλεθεραπείας έχουν προκαλέσει καταστροφικά αποτελέσματα στο Ciudad Juarez-Μεξικό και Goiania-Βραζιλία. Άλλες εγκαταλελειμμένες πηγές έχουν βρεθεί σε κοντέινερ μεταφορών σε σοβαρά περιστατικά ακτινοβολίας (Τουρκία) και ακόμη σε μοιραία περιστατικά (Γεωργία). Ένα άλλο πρόβλημα είναι το ζήτημα του μεταχειρισμένου εξοπλισμού. Δεδομένου ότι οι μονάδες τηλεθεραπείας κοβάλτιου-60 αντικαθίστανται από επιταχυντές στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες υπάρχει πειρασμός να δοθούν αυτές σε αναπτυσσόμενες χώρες χωρίς οποιαδήποτε ρύθμιση για την επιστροφή των πηγών στους κατασκευαστές. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να καταλήξει σε μια άλλη αυξανόμενη αιτία ορφανών πηγών εάν οι πληροφορίες εισαγωγών/εξαγωγής δεν ανταλλάσσονται μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών των σχετικών χωρών και εάν ο κατάλληλος ρυθμιστικός έλεγχος και από τις δύο πλευρές δεν ασκείται. Το γεγονός ότι μια απούσα πηγή τηλεθεραπείας (24 TBq) στην Τουρκία δεν μπορεί να εντοπισθεί -- και δεν είναι γνωστό εάν η πηγή επιστράφηκε στη χώρα προέλευσης ή παρέμεινε στην Τουρκία -- δίνει μια διεθνή διάσταση στο πρόβλημα. Ο συνολικός αριθμός πηγών τηλεθεραπείας κόσμο μπορεί να εκτιμηθεί σε μερικές χιλιάδες. Εάν δεν ασκηθεί κατάλληλος ρυθμιστικός έλεγχος το πρόβλημα των ορφανών πηγών τηλεθεραπείας είναι πιθανό να αυξηθεί. Πηγές Ράδιου Βραχυθεραπείας. Πριν από το 1950 το ράδιο ήταν η μόνη ραδιοισοτοπική πηγή σε χρήση ειδικά για βραχυθεραπεία. Πληροφοριακά μια πηγή βραχυθεραπείας που τοποθετείται σε applicator σε επαφή με τον ιστό δίνει μια δόση της τάξης των 40 Gy σε απόσταση ενός εκατοστού από την πηγή για περίπου δύο έως τρεις ημέρες συνεχούς έκθεσης. Ατυχήματα με σοβαρούς τραυματισμούς που περιλαμβάνουν χαμένη πηγή βραχυθεραπείας στα οποία η πηγή ευρίσκεται από κάποιο μη πεπειραμένο σε πηγές ακτινοβολίας και τοποθετείται στην τσέπη του κοντά στον ιστό δεν μπορούν να αποκλειστούν. Μια εγκατάσταση βραχυθεραπείας σε ένα ενιαίο νοσοκομείο μπορεί να είχε μερικές δεκάδες μεμονωμένες πολύ μικρές πηγές. Καθώς άλλα ραδιοϊσότοπα άρχισαν να Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

7

διατίθενται το ράδιο- 226 άρχισε να αντικαθίσταται σταδιακά αλλά πολλές πηγές ράδιου δόθηκαν σε άλλα νοσοκομεία ή ακόμα σε άλλες χώρες. Άλλες πηγές διατέθηκαν κατά τρόπο ανεξέλεγκτο. Σήμερα οι πηγές ράδιου αποτελούν ένα ειδικό πρόβλημα. Εισήχθησαν σε πολλές χώρες πριν από τη δεκαετία του '50 πολύ πριν από οποιοδήποτε ρυθμιστικό έλεγχο και οποιαδήποτε ρυθμιστική απαίτηση της υπευθυνότητας, συνεπώς η ανίχνευση τους είναι πολύ αβέβαιη. Οι περισσότεροι από τους αρχικούς ιδιοκτήτες είναι νεκροί και μέλη της οικογένειας διατήρησαν αυτές τις πηγές σε σωλήνες η βελόνες λόγω της θήκης από λευκόχρυσο ή των φίλτρων από χρυσό. Πολλές από τις παλαιές εγκαταστάσεις (νοσοκομεία, κλινικές) που χρησιμοποιούνται για τέτοια επεξεργασία έχουν εγκαταλειφθεί, έχουν κλείσει ή έχουν μεταφερθεί. Σε αντιδιαστολή με την κοινή πρακτική σήμερα (η ακτινοθεραπεία λειτουργεί μόνο κάτω από την ευθύνη των ιατρών ακτινοθεραπευτών) το ράδιο χρησιμοποιείτο από διάφορους άλλους επαγγελματίες: οφθαλμίατρους, δερματολόγους, γυναικολόγους, ακτινολόγους και ακόμη και από μη ιατρούς. Οι πηγές συχνά δανείζονταν και μεταφέρονταν από κλινική σε κλινική σε ιδιωτικά αυτοκίνητα χωρίς προφυλάξεις ασφάλειας. Κατά συνέπεια οι πηγές χάνονταν συχνά. Το Ράδιο-226 έχει βρεθεί σε θήκες κοσμημάτων, ιδιωτικά χρηματοκιβώτια και ιδιωτικά γκαράζ. ΛΟΙΠΕΣ (ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΕΣ, ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ, ΔΗΜΟΣΙΕΣ) ΧΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ. Βιομηχανική ακτινογραφία. Οι φορητές συσκευές μπορούν να μεταφερθούν σε συνηθισμένα αυτοκίνητα απ’όπου μπορούν να εξαχθούν και να μετακινηθούν προς άλλες χώρες μάλλον εύκολα. Θεωρείται ότι μια συσκευή ακτινογραφιών που προκάλεσε ένα ατύχημα στο Περού εισήχθη παράνομα. Τα αυτοκίνητα είναι ένας κοινός στόχος για την κλοπή και ένα αυτοκίνητο με μια εσωτερική πηγή ακτινογραφιών δεν αποτελεί εξαίρεση. Οι βιομηχανικές πηγές ακτινογραφιών αναπτύσσουν δραστηριότητες που μπορεί να προκαλέσουν σοβαρούς τραυματισμούς πρακτικά σε μερικές ώρες, όταν ευρίσκονται σε επαφή με κάποιο άτομο παραδείγματος χάριν μέσα σε μια τσέπη. Υπάρχουν διάφορα παραδείγματα όπου άνθρωποι τοποθέτησαν πηγές ακτινογραφιών μέσα στις τσέπες τους και προκάλεσαν σοβαρό τραυματισμό συμπεριλαμβανομένου ακρωτηριασμού του ενός άκρου. Πυρηνικοί μετρητές. Μερικοί τύποι πυρηνικών μετρητών για συσκευές ελέγχου σε διαδικασίες κατασκευής είναι συνήθως ασφαλείς μόνοι τους Η χρήση τους δεν χρειάζεται σοβαρή κατάρτιση ή συντήρηση και έτσι τείνουν να ξεχαστούν με τη πάροδο των ετών και τελικά να ορφανέψουν. Αν και ασφαλείς στη σχεδίαση τέτοιες πηγές μόλις ορφανέψουν διατηρούν τις δυνατότητες τους. Πηγές έκτος πολιτικού έλεγχου. Το ατύχημα στη Γεωργία – στο οποίο βρέθηκαν πηγές που χρησιμοποιούνταν σε ασκήσεις στο στρατό -- έφερε μια νέα διάσταση στο πρόβλημα των ορφανών πηγών δηλαδή ότι μερικές πηγές δεν ήταν ποτέ υπό έλεγχο των πολιτικών ρυθμιστικών αρχών. Δώδεκα σφραγισμένες πηγές Καισίου-137 και περίπου 200 πηγές Ράδιου-226 είχαν εγκαταλειφθεί από έναν προηγούμενο στρατιωτικό ιδιοκτήτη επιτόπου χωρίς να έχουν ακολουθηθεί οι προκαθορισμένες ρυθμιστικές διαδικασίες ασφάλειας. Αντ' αυτού μεταφέρθηκαν σε έναν νέο ιδιοκτήτη και τις επεξεργάστηκαν ως μη χρησιμοποιούμενες πηγές για να απορριφτούν αργότερα ως απόβλητα. Συνέπεια αυτής της εγκατάλειψης ένδεκα άτομα στις εγκαταστάσεις εκτέθηκαν για μια μακρά χρονική περίοδο σε υψηλές δόσεις ακτινοβολίας. Αυτό οδήγησε μεταξύ άλλων σε σοβαρούς τραυματισμούς από την ακτινοβολία. Οι βιομηχανικές χρήσεις των ραδιοϊσοτόπων που υπάρχουν σήμερα περιλαμβάνουν συσκευές μέτρησης και καταγραφής (σταθερές και φορητές), ανιχνευτές καπνού, τεχνικές ακτινοβόλησης και διαδικασίες αποστείρωσης (τρόφιμων και υλικών) όπως και ακτινογραφήσεις προϊόντων και εξοπλισμού. Χαρακτηριστικές ακτινοβολήσεις για αυτούς τους λόγους προϋποθέτουν πηγές εκατομμύριων κιουρί. Η χρησιμοποίηση πηγών στην επεξεργασία πολύτιμων λίθων προσφέρει τεχνικές ενίσχυσης του χρώματος τους. Για την ακτινοβόληση συνηθέστερα χρησιμοποιείται Κοβάλτιο-60 αλλά επίσης χρησιμοποιείται χλωριούχο καίσιο σε μορφή σκόνης (με το Καίσιο-137 να έχει το ρόλο της πηγής ακτινοβολίας). Λόγω της μορφής (σκόνη) που έχει το χλωριούχο καίσιο μπορεί να διασκορπιστεί ευκολότερα σε μια ραδιολογική συσκευή διασποράς από ότι το μεταλλικό κοβάλτιο-60. Πηγές ακτινοβόλησης κατασκευάζονται όλο και συχνότερα χρησιμοποιώντας ενέργεια από πηγές μη ραδιοϊσοτοπικές. Η μετατόπιση προς αυτές τις εναλλακτικές λύσεις θα βοηθήσει να μειωθεί ο κίνδυνος ασφάλειας από αυτά τα ραδιοϊσότοπα. Εντούτοις ο καθαρός αριθμός σημαντικών εγκαταστάσεων ακτινοβόλησης παγκοσμίως (περίπου 300) που περιέχουν μεγάλες ποσότητες ιδιαίτερα ραδιενεργών υλικών Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

8

απαιτεί αυξανόμενη προσοχή εκ μέρους μας στην διασφάλιση επαρκούς ασφάλειας αυτών των εγκαταστάσεων. Η βιομηχανική ακτινογραφία έχει εφαρμογές όπως είναι ο έλεγχος για ρωγμές στις συγκολλήσεις των σωληνώσεων και είναι μια επέκταση της ακτινογραφίας όπου μια μη καταστρεπτική ακτινοβόληση χρησιμοποιείται σε πολλά προϊόντα και υλικά. Παραδείγματος χάριν το Ιρίδιο-192 (Ir-192) χρησιμοποιείται για να εξεταστεί η δομή του χάλυβα και άλλων ελαφρών κραμάτων. Το Ιρίδιο-192 μπορεί να βρεθεί στο 80 % όλων των βιομηχανικών ακτινογραφικών πηγών. Οι συνηθισμένες βιομηχανικές πηγές ακτινογραφίας έχουν ενεργότητα δέκα μέχρι εκατό κιουρί. Επειδή αυτές οι πηγές είναι εγκατεστημένες σε φορητό εξοπλισμό αποτελούν πρόβλημα ασφάλειας που πρέπει να λύσουμε. Μια τρίτη βασική βιομηχανική εφαρμογή των ραδιοϊσοτόπων είναι η μέτρηση όπου ένας ανιχνευτής μετρά τη μείωση της ακτινοβολούμενης ενέργειας που προκαλείται από ένα υλικό μεταξύ της και της ραδιενεργού πηγής. Κατ' αυτό τον τρόπο η παρουσία, η ποσότητα και ακόμη η πυκνότητα του υλικού μεταξύ της πηγής και του ανιχνευτή μπορούν να μετρηθούν χωρίς άμεση επαφή. Αυτή η διαδικασία χρησιμοποιεί Κοβάλτιο-60, Καίσιο-137, ή Αμερίκιο-24l. Οι χαρακτηριστικές πηγές μέτρησης περιέχουν λιγότερο από ένα Κιουρί αν και μερικές περιέχουν μέχρι και μερικές δεκάδες Κιουρί. Επειδή οι βιομηχανικοί μετρητές χρειάζονται σχετικά χαμηλή ραδιενέργεια οι ραδιενεργές πηγές σε αυτήν την εφαρμογή αποτελούν γενικά δευτερεύοντα κίνδυνο ασφάλειας. Τα ραδιοϊσότοπα έχουν άλλες εφαρμογές που κυμαίνονται από το φωτισμό διαδρόμων, αερολιμένων και σημάτων εξόδου η κινδύνου μέχρι τον καθορισμό της περιεκτικότητας σε υγρασία του χώματος και άλλων υλικών. Χρησιμοποιούνται επίσης σε γεωλογικό well-logging για τη μέτρηση υποεπιφανειακών χαρακτηριστικών. Το Καίσιο-137 χρησιμοποιείται ως ανιχνευτής μετρήσεων σε τεχνικές προσδιορισμού των αιτίων εδαφολογικής διάβρωσης και υλικών απόθεσης. Το Αμερίκιο-24l χρησιμοποιείται στους μετρητές οπισθοδιασποράς (που είναι κατάλληλοι για τη μέτρηση του πάχους ή της πυκνότητας όταν μόνο μια πλευρά ενός υλικού είναι προσιτή), σε ανιχνευτές καπνού και σε συσκευές μέτρησης της περιεκτικότητας σε τέφρα του άνθρακα. Ενώ οι ανιχνευτές καπνού χρησιμοποιούν εξαιρετικά μικρά ποσά Αμερίκιου-241, οι άλλες εφαρμογές υιοθετούν τα πολύ μεγαλύτερα ποσά και ορισμένες περιοχές αποθήκευσης Αμερίκιου-241 έχουν τεράστια αποθέματα αυτού του ραδιοϊσοτόπου. Κατά συνέπεια οι ανιχνευτές εγχώριου καπνού δεν θα έθεταν έναν κίνδυνο ασφάλειας αλλά τα εργοστάσια ανιχνευτών καπνού θα μπορούσαν. Οι επιστημονικές εφαρμογές περιλαμβάνουν πηγές στους τομείς της βιοϊατρικής έρευνας και στην έρευνα υλικών. Η έρευνα υλικών υιοθετεί τεχνικές όπως η ραδιενεργός χρονολόγηση στις οποίες χρησιμοποιείται συνήθως ο Άνθρακας-14. Τα ραδιοϊσότοπα είναι χρήσιμα στην έρευνα χημικών και βιολογικών διαδικασιών και στην αποστείρωση τα παράσιτων. Ραδιοϊσότοπα επίσης χρησιμοποιούνται για ειδικούς σκοπούς όπως η απομακρυσμένη ηλεκτρική παραγωγή. Για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε ηλεκτρικό εξοπλισμό (πχ φάρους) απαιτούνται μακρόβιες πηγές. Πρόκειται για περιοχές απρόσιτες και απομονωμένες, πρακτικά αδύνατο να προσεγγισθούν και υποστηριχθούν τεχνικά. Εντός περιοχών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης οι θερμοηλεκτρικές γεννήτριες ραδιοϊσοτόπων (RTG) χρησιμοποιήθηκαν συνήθως σαν εξοπλισμός παροχής ισχύος σε εφαρμογές όπως ναυτικά συστήματα πλοήγησης και μερικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Παίρνοντας την κατάλληλη ισχύ από το ραδιοϊσότοπο Στρόντιο-90 (Sr- 90) αυτά τα RTG περιέχουν 30.000 έως 300.000 κιουρί. Εκατοντάδες αυτών των μονάδων βρίσκονται κατά μήκος της βόρειας ακτής της Ρωσίας. Αν και αυτά τα RTG είναι γενικά δύσκολο να προσεγγιστούν η έλλειψη επαρκών προστατευτικών μέτρων υπογραμμίζει το πρόβλημα ασφάλειας που υπάρχει. Για να μειωθεί η χρήση του Στροντίου-90 στους ρωσικούς φάρους η νορβηγική κυβέρνηση το 1997 άρχισε ένα πρόγραμμα αντικατάστασης του Στροντίου-90 με μη-ραδιενεργές πηγές ενέργειας όπως μπαταρίες και ηλιακά κύτταρα. Τα σχέδια προβλέπουν αντικατάσταση των ραδιενεργών πηγών Στροντίου-90 στα τέσσερα νησιά (Little Ainova, Little Kij, Paltsova Pero, and Petchenga) με πηγές ενέργειας που χρησιμοποιούν τεχνολογία ηλιακών κυττάρων. Αυτοί ο φάροι που θα αντικατασταθούν αντιπροσωπεύουν όμως μόνο ένα μικρό μέρος όλων των φάρων που χρησιμοποιούν RTG. Το Πλουτώνιο-238 (Pu-238) και το Κιούριο- 244 παρέχουν την αναγκαία ισχύ σε τηλεκατευθυνόμενους διαστημικούς εξοπλισμούς και μηχανήματα. Ταξινόμηση Ραδιενεργών Πηγών και Ραδιοϊσοτόπων ως προς κίνδυνο ασφάλειας Διαφορετικές μέθοδοι παράγουν τις δωδεκάδες των διαφορετικών ραδιοϊσοτόπων που χρησιμοποιούνται στις διάφορες εφαρμογές. Από άποψη ραδιολογικής τρομοκρατίας μόνο μερικά από εκείνα τα ραδιοϊσότοπα προκαλούν ανησυχία. Κατά συνέπεια η αξιολόγηση του κινδύνου ασφάλειας εστιάζεται στις πηγές που περιέχουν Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

9

εκείνα τα ιδιαίτερα ραδιοϊσότοπα. Οι βασικές ιδιότητες που καθορίζουν τον κίνδυνο ασφάλειας είναι η ενέργεια και ο τύπος ακτινοβολίας, ο χρόνος ημιζωής του ραδιοϊσοτόπου, το ποσό του υλικού, η μορφή, το μέγεθος, η προστασία, η φορητότητα της πηγής αλλά και το πόσο διασκορπίσιμο είναι το υλικό της. Χρησιμοποιώντας πολλά από αυτά τα χαρακτηριστικά ο IAEA έχει ταξινομήσει τις ραδιενεργές πηγές ως προς τους κινδύνους ασφάλειας από ακτινοβολία. Η ταξινόμηση που έγινε έλαβε υπόψη επίσης τα ζήτημα της ακεραιότητας των πηγών μέχρι το τέλος της ζωής τους όπως και τα σενάρια έκθεσης. Χρησιμεύοντας ως ένας οδηγός για την καθιέρωση της ρυθμιστικής υποδομής αυτές οι κατηγορίες διαχωρίζουν τις επικίνδυνες ραδιενεργές πηγές από εκείνες που απαιτούν τους λιγότερο αυστηρούς ελέγχους. Ειδικότερα η κατηγορία πηγών που παρουσιάζει τους μεγαλύτερους κίνδυνους περιέχει πηγές συνήθως αρκετών χιλιάδων (και σε μερικές περιπτώσεις εκατομμυρίων) κιουρί. Μια αποτίμηση των ανησυχιών ασφάλειας τείνει να παραλληλιστεί με αξιολόγηση των κινδύνων ασφάλειας. Γενικά οι ραδιενεργές πηγές που παρουσιάζουν το μεγαλύτερο κίνδυνο ασφάλειας αντιπροσωπεύουν τη σοβαρότερη απειλή. Μια επιθεώρηση των γεγονότων που αφορούν ραδιολογικά ατυχήματα πηγών και παράνομες ενέργειες διακίνησης πηγών φανερώνει ότι πρόβλημα παρουσιάζουν ορισμένα ραδιοϊσότοπα ιδιαίτερα τα Κοβάλτιο-60, Καίσιο-137, Ιρίδιο-192 και το Στρόντιο-90. Ο IAEA αναφέρει ότι οι πηγές που περιέχουν Ιρίδιο-92 έχουν συμβάλλει στα περισσότερα ατυχήματα με αιτιοκρατικές επιπτώσεις στην υγεία που ακολουθούνται από τις πηγές που χρησιμοποιούν Κοβάλτιο-60 και Καίσιο-137. Όπως με το Ουράνιο και το Καίσιο-137 επίσης τα ραδιοϊσότοπα Κοβάλτιο-60 και Στρόντιο-90 έχουν περιληφθεί στα πολυάριθμα περιστατικά παράνομης μεταφοράς. Αυτά τα γεγονότα δείχνουν ότι οι πηγές που περιέχουν Κοβάλτιο-60, Καίσιο-137, Ιρίδιο-192 και Στρόντιο-90 θα μπορούσαν να καταλήξουν στα χέρια των τρομοκρατών που θα ήθελαν να τις χρησιμοποιήσουν σαν υλικό μιας βρόμικης βόμβας. Εκτός από αυτά τα ραδιοϊσότοπα τρία άλλα το Πλουτώνιο- 238, το Αμερίκιο-241 και το Καλιφόρνιο- 252 ξεχωρίζουν επειδή ευρίσκονται σε σχετική αφθονία χρησιμοποιούμενα σε ορισμένες εφαρμογές και μπορεί να μεταφερθούν εύκολα σε σφραγισμένη μορφή χωρίς έκθεση εκείνων που θα τα χειρίζονται. Επομένως οι τρομοκράτες θα μπορούσαν ακίνδυνα να χειριστούν αυτές τις πηγές πριν τις διασκορπίσουν σε κατοικημένες περιοχές. Περαιτέρω η ανίχνευση ραδιενεργού σήματος ακτινοβολίας άλφα είναι δυσκολότερη από αυτή ακτινοβολίας γάμμα π.χ. του Κοβάλτιου -60. Αφού απελευθερωθεί στον αέρα το ραδιενεργό υλικό από τις σφραγισμένες πηγές μπορεί τότε να προκληθούν επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων μέσω της εισπνοής ή της κατάποσης. Το Πλουτώνιο238 ειδικότερα παρουσιάζει έναν μεγαλύτερο κίνδυνο για εισπνοή από ότι το συχνότερα γνωστό ραδιοϊσότοπο Πλουτώνιο-239 το οποίο χρησιμοποιείται στα πυρηνικά όπλα. Οι όροι χρησιμοποίησης αυτών των ραδιενεργών πηγών συμβάλλουν περαιτέρω στην πιο υψηλή προτεραιότητα που έχουν για αυξημένα μέτρα ασφάλειας. Τέτοιες ιδιότητες που εξετάζονται περιλαμβάνουν τη σταθερότητα ή μη της πηγής (σταθερή ή κινούμενη), τον τύπο εφαρμογής της (π.χ. βιομηχανικό, ιατρικό, ερευνητικό, ή στρατιωτικό), το σχέδιο και την κατασκευή της πηγής, το μέγεθος της και την παρουσία άλλου εξοπλισμού που εμποδίζει την αφαίρεσή της. Το φυσικό μέγεθος αυτών των υλικών ποικίλλει ανάλογα με τον κατασκευαστή. Συχνά ραδιενεργές πηγές που ενσωματώνουν Κοβάλτιο-60 παίρνουν τη μορφή σβόλων και είναι επομένως μικρές και ελαφριές. Ανάλογα με την απαραίτητη ραδιενέργεια μιας συγκεκριμένης εφαρμογής ένας ή περισσότεροι σβόλοι φορτώνεται στις κάψουλες ανοξείδωτου χάλυβα και σφραγίζονται με τη συγκόλληση. Οι ιδιαίτερα ραδιενεργές πηγές όπως του Κοβάλτιου-60 που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανική ακτινοβόληση θα μπορούσαν να προκαλέσουν άμεση ή βραχυπρόθεσμη ζημιά στον χειριστή και επομένως δεν αποτελούν ένα πιθανό στόχο για προμελετημένη κλοπή εκτός αν επαρκές προστατευτικό κάλυμμα περιβάλλει την πηγή. Η προστασία επιπλέον (μολύβδινη) αυξάνει σημαντικά το βάρος και δυσκολεύει τη μεταφορά τους μακριά. Οι υψηλής ενεργότητας πηγές όπως οι μονάδες τηλεθεραπείας και ακτινοβόλησης τροφίμων εγκαθίστανται σε ειδικά σχεδιασμένες εγκαταστάσεις και δεν είναι ιδιαίτερα κινητές. Αφετέρου οι μονάδες βραχυθεραπείας υψηλών δόσεων σχεδιάζονται ώστε να είναι φορητές. Επιπλέον η φυσική μορφή της πηγής μπορεί να προσθέσει ή να μειώσει τον κίνδυνο ασφάλειας. Οι στερεοί σβόλοι παραδείγματος χάριν, μια κοινή μορφή του Κοβάλτιου-60, θα ήταν δυσκολότερο να διασκορπιστούν με τη σκόνη της έκρηξης από ότι το Καίσιο-137 με χημική σύνθεση χλωριούχου καισίου. Τέλος αν και οι ανωτέρω προαναφερθέντες παράγοντες καταδεικνύουν γιατί οι επτά αυτές ραδιενεργές πηγές παραγόμενες σε αντιδραστήρα προκαλούν μεγάλες ανησυχίες από άποψη ασφάλειας, αυτή η ανάλυση δεν υπονοεί ότι άλλες πηγές δεν θα παρουσίαζαν ποτέ απειλές ασφάλειας. Οι νέοι μέθοδοι παραγωγής ή η ζήτηση στην αγορά θα μπορούσαν να οδηγήσουν ένα άλλο κομμάτι ραδιοϊσοτόπων να κατακτήσει ένα μεγαλύτερο Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

10

μέρος της παγκόσμιας χρήσης. Αποφασισμένοι τρομοκράτες που θέλουν να χρησιμοποιήσουν ραδιολογικά όπλα θα ψάξουν τις περσότερο προσιτές σε αυτούς ραδιενεργές πηγές. ΟΡΦΑΝΕΣ ΠΗΓΕΣ Επειδή έχουν χαθεί, εγκαταλειφθεί ή κλαπεί αυτές οι ραδιενεργές πηγές ευρίσκονται εκτός διεθνούς έλεγχου και καλούνται ορφανές. Χιλιάδες πηγές έχουν ορφανέψει σε όλο τον κόσμο και οι περισσότερες παρουσιάζουν έναν κίνδυνο ασφάλειας αλλά μόνο ένα μικρό μέρος δημιουργεί έντονες ανησυχίες ασφάλειας. Εάν αυτές χαθούν από ένα εξουσιοδοτημένο ίδρυμα μπορεί να πέσουν στη κατοχή ενός ατόμου ή μιας οργάνωσης. Κάθε έτος πολλές πηγές εγκαταλείπονται ή ξεφορτώνονται εσφαλμένα από τους κατόχους τους και μπορούν να αποτελέσουν απειλή για τη δημόσια υγεία, εάν ανυποψίαστοι άνθρωποι έρθουν σε επαφή μαζί τους. Οι ορφανές πηγές υψηλής-ενεργότητας μπορούν επίσης να παρουσιάσουν μια απειλή ασφάλειας εάν οι τρομοκράτες τις αποκτήσουν και τις ενσωματώσουν σε RDD. Εκείνοι που κλέβουν μια πηγή με σκοπό το κέρδος μπορεί να μην ξέρουν ότι είναι ραδιενεργή αλλά θα επιδιώξουν να πωλήσουν την ίδια τη ραδιενεργό ουσία ή τα υλικά που την υποστηρίζουν και την περιβάλλουν όπως και τα μεταλλικά μέρη. Αντίθετα οι ραδιολογικοί τρομοκράτες επιδιώκουν σκόπιμα να αποκτήσουν τις ραδιενεργές πηγές μέσω κλοπής η αγοράς για να συναρμολογήσουν μια RDD. Εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EU) κατ' εκτίμηση 70 πηγές χάνονται ετησίως από τον ρυθμιστικό έλεγχο. Επιπλέον περίπου 30.000 μη χρησιμοποιούμενες πηγές στην ΕΕ θα μπορούσαν να αποτελούν κίνδυνο. Οι περισσότεροι προμηθευτές των πηγών ουσιαστικά αρνήθηκαν να δώσουν συγκεκριμένες λεπτομέρειες ως προς τους αριθμούς και τους τύπους των υποστηριζόμενων πηγών επειδή αυτές θεωρήθηκαν ως εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες. Για το λόγο αυτό ο πραγματικός αριθμός των μη χρησιμοποιούμενων πηγών που ανήκουν ενδεχομένως στην κατηγορία υψηλή κινδύνου ασφάλειας είναι άγνωστος. Εάν η κατάσταση είναι παρόμοια με την κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως περιγράφεται πιο κάτω μόνο μικρό μέρος των ορφανών πηγών της ΕΕ ή οι μη χρησιμοποιούμενες πηγές δημιουργούν μεγάλες ανησυχίες ασφάλειας. Επιπλέον διασκορπισμένες σε όλη την πρώην Σοβιετική Ένωση είναι χιλιάδες ορφανές πηγές. Κατά τη διάρκεια της επιστροφής του στη Ρωσία μετά από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ο ρωσικός στρατός άφησε πίσω του πολλές από αυτές τις πηγές στα πρόσφατα ανεξαρτοποιηθέντα κράτη. Λόγω των εφαρμογών του Ρωσικού Στρατού ένας μεγάλος αλλά άγνωστος αριθμός πηγών ανήκει πιθανώς στην κατηγορία των πηγών με μεγάλο πρόβλημα ασφάλειας. Μέχρι και το 25 % (500.000) των συνολικά δύο εκατομμύριων πηγών που ευρίσκονται στις Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να μην χρειάζονται πια και θα μπορούσαν έτσι να γίνουν ορφανές. Στις ΗΠΑ μόνο έχουν αναφερθεί ότι ορφανέψαν τουλάχιστον 375 πηγές σε ένα έτος. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2001 σε ετήσια βάση κατά μέσο όρο 300 πηγές έπεσαν σε αυτήν την κατηγορία. Από αυτές πάνω από τις μισές δεν ανακτήθηκαν. Ενώ το ακριβές ποσό ραδιενέργειας σε κάθε ορφανή πηγή δεν είναι γνωστό έχουν υπολογιστεί από τις επίσημες αρχές τα συνολικά ποσά ραδιενέργειας για κάθε τύπου ραδιοϊσοτόπου που δεν ανακτήθηκαν. Από τα 21 ραδιοϊσότοπα που υπάρχουν στη βάση δεδομένων του NRC στις ΗΠΑ τέσσερα (Αμερίκιο-24l, Καίσιο-137, Iρίδιο-192 και Στρόντιο-90) έχουν για τις μη ανακτημένες πηγές συσσωρευτικά ποσά ραδιενέργειας αρκετά για να δημιουργήσουν πολύ μεγάλο πρόβλημα ασφάλειας. Τα συσσωρευτικά ποσά που εκτιμώνται σε περίπου: 11 Ci Αμερίκιο-24l, 11 Ci Kαίσιο-137, 7 Ci Ιρίδιο-192 και πάνω από 1 Ci Στρόντιο-90. Επειδή το ποσό ραδιενέργειας σε κάθε ορφανή πηγή είναι άγνωστο ο προσδιορισμός του ακριβή αριθμού ορφανών πηγών που θέτουν μια πιθανή υψηλή ανησυχία ασφάλειας είναι αδύνατος. Εντούτοις βασιζόμενοι στο γεγονός ότι λιγότερο από 20 % των ραδιοϊσοτόπων που περιλαμβάνονται μέσα στις μη ανακτημένες ορφανές πηγές μπορεί να ταξινομηθεί ενδεχομένως στη κατηγορία των επικίνδυνων για την ασφάλεια και στο ότι τα συσσωρευτικά ποσά ραδιενέργειας για κάθε ραδιοϊσότοπο είναι σχετικά μικρά το συμπέρασμα που μπορεί να βγει είναι ότι μόνο ένα μικρό μέρος του συνολικού αριθμού μη αποκαταστημένων ορφανών πηγών ανήκει σε αυτήν την κατηγορία. Μια σημαντική προειδοποίηση είναι ότι αυτή η εκτίμηση ισχύει μόνο για τις πηγές που αναφέρθηκαν σαν ορφανές. Επειδή οι χρήστες τείνουν να είναι απρόθυμοι να αναφέρουν τις πηγές ότι ορφάνεψαν πολύ περισσότερες πηγές είναι πιθανό να ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία. Οι Ορφανές Πηγές Ακτινοβολίας Προκαλούν Παγκόσμιες Ανησυχίες Η παγκόσμια συνειδητοποίηση των προβλημάτων που συνδέονται με τις εμπορικές πηγές ακτινοβολίας των οποίων ίχνη κατά ένα μεγάλο μέρος έχουν χαθεί αυξάνει. Για κάποιο λόγο έχουν βρεθεί Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

11

εκτός ρυθμιστικού έλεγχου. Με πηγές ακτινοβολίας να μεταφέρονται στα σύνορα οι επιπτώσεις ξεπερνούν τις διαστάσεις ενός κράτους. Ακριβώς πόσες ορφανές πηγές υπάρχουν στον κόσμο δεν είναι γνωστό αλλά ο αριθμός τους είναι μάλλον σοβαρός. Οι σφραγισμένες πηγές ή οι υποδοχείς τους μπορούν να είναι ελκυστικές λόγω της εμφάνισής τους ή της αξίας τους ως απόρριμμα. Η απόκτηση τέτοιων πηγών από τους εργαζομένους και τα ανυποψίαστα μέλη του κοινού που δεν γνωρίζουν τους έμφυτους κινδύνους θα μπορούσε να προκαλέσει εξωτερική ακτινοβόληση εάν οι πηγές πειραχτούν όπως και εσωτερική έκθεση. Τέτοιες περιπτώσεις ήδη έχουν προκαλέσει σοβαρές ζημίες και σε μερικές περιπτώσεις θάνατο. Οι πηγές που ενσωματώνονται σε χρησιμοποιημένα μέταλλα (scrap) για ανακύκλωση μπορούν να οδηγήσουν στη μόλυνση των βιομηχανικών εγκαταστάσεων και του περιβάλλοντος με ενδεχομένως σοβαρές οικονομικές συνέπειες. Τα σχέδια του διεθνούς εμπορίου για τα χρησιμοποιημένα μέταλλα (scrap) δηλώνουν ότι τέτοιο υλικό θα μπορούσε να μεταφερθεί από μια χώρα σε άλλη. Πολλές ορφανές πηγές προήλθαν από τη χρήση στην ιατρική και στη βιομηχανία. Μερικές εντούτοις, προκύπτουν από τις αμυντικές δραστηριότητες (που χρησιμοποιούνται σε ασκήσεις και σε άλλες εφαρμογές) για τις οποίες η γνώση μπορεί να μην ήταν διαθέσιμη στις πολιτικές αρχές. ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ ΟΡΦΑΝΩΝ ΠΗΓΩΝ Σε διάφορες αναφερθείσες περιπτώσεις οι διασυνοριακές διαστάσεις του προβλήματος ήταν εμφανείς. Σε ένα ατύχημα στην Εσθονία μια συσκευή πηγής βρέθηκε μέσα σε χρησιμοποιημένα μέταλλα (scrap) και εκτιμήθηκε ότι ανήκε σε έναν παλαιό τύπο ακτινοβόλησης. Στην έκθεσή του ατυχήματος ο IAEA δηλώνει ότι κανένας ακτινοβολητής γάμμα δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ στην Εσθονία και ως εκ τούτου είναι δυνατό ότι ο κοντέινερ της πηγής και των μετάλλων να μεταφέρθηκε στην Εσθονία από τη ρωσική ομοσπονδία με διάφορα χρησιμοποιημένα μέταλλα (scrap) για εξαγωγή στη δυτική Ευρώπη. Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι υπάρχει σημαντική πιθανότητα να παρατηρηθούν δημόσια τέτοιες καταστάσεις. Πράγματι μια δεύτερη πηγή βρέθηκε σε μια εθνική οδό κατά τη διάρκεια αναζήτησης για αρκετές εβδομάδες μετά από το ατύχημα. Σε ένα ατύχημα στο Ciudad Juarez μια κεφαλή τηλεθεραπείας εισήχθη από το Μεξικό από τις Ηνωμένες Πολιτείες και αγοράστηκε χωρίς έγκριση. Μολυσμένες ράβδοι επίσης εξήχθησαν στις ΗΠΑ. Η πηγή τηλεθεραπείας που προκάλεσε το ατύχημα στην Τουρκία αναμενόταν να επανεξαχθεί στον προμηθευτή στις ΗΠΑ, αλλά το κοντέινερ που τη μετέφερε βρέθηκε κενό και η μοίρα της πηγής τηλεθεραπείας παραμένει άγνωστη. Οι γειτονικές χώρες προειδοποιήθηκαν ότι η πηγή θα μπορούσε ενδεχομένως να έχει αποχωρήσει από την Τουρκία και να ευρίσκεται στο έδαφος τους. Σε ένα άλλο ατύχημα στην Ισπανία μια πηγή μπήκε στη χώρα μέσα σε χρησιμοποιημένα μέταλλα (scrap) το οποίο προήλθε από άλλες χώρες. Η διαδρομή των χρησιμοποιημένων μετάλλων (scrap) είναι πολύ δύσκολο να επισημανθεί και μπορεί ουσιαστικά να οδηγήσει σε οποιαδήποτε χώρα. Διεθνείς Προσεγγίσεις Λαμβάνοντας υπόψη τις διαστάσεις είναι σαφές ότι απαιτείται μια περιεκτική διεθνής προσέγγιση παρά τις μεμονωμένες εθνικές ενέργειες για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των ορφανών πηγών. Οι προσπάθειες μιας χώρας να αντιμετωπίσει το ζήτημα των ορφανών πηγών μπορεί να συναντήσουν προβλήματα εάν οι γειτονικές χώρες δεν έχουν δυνατότητες επανάκτησης των πηγών και διατήρησης του έλεγχου ταυτοχρόνως. Επιπλέον ύπαρξη ακατάλληλων μεθόδων μεταφορών και εξαγωγών σε άλλες χώρες καθώς επίσης και ανάμιξη των πηγών με χρησιμοποιημένα μέταλλα (scrap) μπορεί να εμποδίσουν τις διαδικασίες απόρριψης σε μεμονωμένες εθνικές πρωτοβουλίες. Μια διεθνής προσέγγιση πρέπει να εξετάσει τρεις πτυχές του προβλήματος: • Διατήρηση της υπευθυνότητας των πηγών μέσω εθνικών κανονισμών και επιβολής συμμόρφωσης σε αυτούς. Αυτό σημαίνει ότι ο έλεγχος δεν πρέπει να σταματά οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της ζωής μιας πηγής. • Επανάκτηση του έλεγχου των υπαρχουσών ορφανών πηγών μέσα από εθνικές εκστρατείες αναζήτησης. • Αποθήκευση και κατάλληλη απόρριψη των ορφανών πηγών που εντοπίσθηκαν κατά την αναζήτηση ή ευρέθησαν ή επιστράφηκαν στους προμηθευτές. Με βάση αυτού που είναι γνωστό όσο αφορά το πρόβλημα μπορεί να συμπεράνουμε ότι ουσιαστικά κάθε χώρα είναι πιθανό να έχει στο έδαφος της μερικές άγνωστες ορφανές πηγές. Χωρίς ένα ενεργό πρόγραμμα αναζήτησης πηγών μπορούν αυτές να παραμείνουν άγνωστες για χρόνια. Μπορούν μόνο να Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

12

ανιχνευθούν όταν ένα ατύχημα εμφανιστεί. Μια εκστρατεία αναζήτησης είναι επομένως μια αδιαμφισβήτητη ανάγκη να αυξηθούν οι πιθανότητες εντοπισμού των ορφανών πηγών. Μετά από το ατύχημα στην Goiania μερικές χώρες άρχισαν ενέργειες αναζήτησης. Σε μια από αυτές βρέθηκαν έντεκα μονάδες τηλεθεραπείας σε παλιά δωμάτια ακτινοβόλησης που μερικώς κατεδαφίστηκαν. Σε μια άλλη περίπτωση αφού κάποιες εγκαταστάσεις κατεδαφίστηκαν και επρόκειτο να κατασκευαστεί ένας σημαντικός δρόμος ο οποίος θα περνούσε από το δωμάτιο ακτινοβολίας στο οποίο η πηγή ακτινοβολίας ευρισκόταν αποθηκευμένη. Σε ένα τεχνικό έγγραφο του 1995 (Tecdoc-804) ο IAEA παρείχε οδηγίες σχετικά με τον τρόπο μεγιστοποίησης των αποτελεσμάτων των εκστρατειών αναζήτησης. Πριν αρχίζει μια φυσική αναζήτηση είναι αναπόφευκτο να συλλεχθούν οι αποδεικτικές πληροφορίες. Για τις ιατρικές πηγές οι πληροφορίες μπορούν να βρεθούν στα αρχεία των υπαρχόντων ή προηγούμενων καταλόγων των πηγών που κρατιούνται κεντρικά (π.χ. υπουργεία υγείας ή οργανώσεις αρμόδιες για την προμήθεια των πηγών ακτινοβολίας), στα συνηθισμένα αρχεία προμηθευτών, στα αρχεία δωρεών, σε συζητήσεις με παλαιότερα μέλη προσωπικού ή ιατρούς, ειδικότερα αλλά όχι αποκλειστικά σε συζητήσεις με ακτινοθεραπευτές και σε έγγραφα που δημοσιεύονται στα περιοδικά. Για τις βιομηχανικές πηγές οι πληροφορίες μπορούν επίσης να βρεθούν στους τόπους λειτουργίας καθώς επίσης και σε εκείνες που έχουν σταματήσει τη λειτουργία τους. Σε κατασκευαστικά προγράμματα, όπου επιχειρήσεις από το εξωτερικό συχνά εκτελούσαν εργασίες που χρησιμοποιούσαν ακτινογραφικές πηγές. Σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις στις οποίες πυρηνικοί μετρητές μπορεί να είχαν χρησιμοποιηθεί. Σε εγκαταστάσεις αποθήκευσης χρησιμοποιημένων μετάλλων (scrap) και σε συνεντεύξεις με προηγούμενο προσωπικό αυτών των βιομηχανιών. Μόλις συλλεχθούν οι αποδεικτικές πληροφορίες και αναλυθεί ο προγραμματισμός της φυσικής αναζήτησης μπορεί να αρχίσει. Το σχέδιο καλύπτει διοικητικές εκκαθαρίσεις και εγκρίσεις, οργάνωση και διαδικασίες αναζήτησης για την ομάδα όπως και τα απαραίτητα μέτρα εξοπλισμού, κατάρτισης και ασφάλειας. Οι εκστρατείες αναζήτησης μπορούν να είναι παραγωγικότερες εάν τα διεθνή προγράμματα χρησιμοποιούνται σε πολλές χώρες ταυτόχρονα κατά ένα συντονισμένο τρόπο και οι πληροφορίες ανταλλάσσονται ανάμεσα στα περιφερειακά εργαστήρια. Ανταλλάσσοντας πληροφορίες όπως χαρακτηριστικά των πηγών ακτινοβολίας και των συσκευών, των προμηθευτών και των αρχείων εισαγωγών/εξαγωγών θα μπορούσε να φέρει σημαντικά οφέλη. Η μεταφορά πληροφοριών μεταξύ των ενδιαφερομένων πλευρών πάνω σε χαμένες πηγές θα βοηθούσε στη δημιουργία εμπιστοσύνης και στη μείωση του αριθμού των πηγών που χάνονται. Εξίσου σημαντική είναι η παροχή βοήθειας και ειδικών ομάδων στις εκστρατείες αναζήτησης μέσω μιας ενισχυμένης διεθνούς συνεργασίας. ΡΑΔΙΟΛΟΓΙΚΑ ΟΠΛΑ - ΡΑΔΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΣΚΕΥΕΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ Οι τρομοκράτες που επιδιώκουν να εξαπολύσουν ραδιολογικό τρόμο θα μπορούσαν να αποκτήσουν ραδιενεργές πηγές μέσω ποικίλων μεθόδων. Καταρχάς, θα μπορούσαν να βρουν μια χαμένη ή εγκαταλελειμμένη πηγή. Δεύτερον θα μπορούσαν να κλέψουν μια πηγή είτε από έναν εξουσιοδοτημένο χρήστη ή κατασκευαστή είτε κατά τη μεταφορά της. Τρίτον θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να αγοράσουν μια πηγή μέσω των κανονικών εμπορικών καναλιών με την προσποιούμενοι ότι είναι νόμιμοι χρήστες. Αυτές οι μέθοδοι δείχνουν την ανάγκη για μεγαλύτερους πόρους στη προσπάθεια να ανακαλυφθούν οι ορφανές πηγές, να ασφαλιστούν αυτές, όσο και οι εγκαταστάσεις χρηστών και κατασκευαστών αλλά και να προσέρχονται κατά τη διάρκεια της μεταφοράς τους. Πρέπει να καταβάλλονται προσπάθειες να παρασχεθεί αποτελεσματικότερη εξουσιοδότηση. Ορισμοί Εάν οι τρομοκράτες καταλάμβαναν ραδιενεργές πηγές θα είχαν δύο βασικές επιλογές για τη δημιουργία τρόμου με αυτά τα υλικά: μια παθητική και μια ενεργητική. Υιοθετώντας την παθητική επιλογή θα μπορούσαν να τοποθετήσουν τις ραδιενεργές πηγές σε υψηλού προφίλ περιοχές όπως αστικές που παρουσιάζουν ιδιαίτερα αυξημένη μετακίνηση πληθυσμού αλλά και σε κυβερνητικές εγκαταστάσεις. Ένα παράδειγμα παθητικής επιλογής είναι η κατάσταση που δημιουργήθηκε τον Νοέμβριο του 1995 όταν ο Shamil Basayev, Τσετσένος επαναστατικός ηγέτης, κατεύθυνε ένα ρωσικό τηλεοπτικό συνεργείο στο πάρκο Izmailovsky της Μόσχας όπου βρέθηκε ένας υποδοχέας με μικρή ποσότητα Καισίου-137. Δεν αναφέρθηκε έκθεση ή τραυματισμός σε ανθρώπους από ακτινοβολία στο επεισόδιο αυτό το οποίο κατέδειξε τη δυνατότητα πρόκλησης ζημιάς από τις ραδιενεργές πηγές. Η επίδραση αυτού του γεγονότος ήταν εξ ολοκλήρου ψυχολογική. Τέτοιες πηγές θα προκαλούσαν ζημιά μόνο, στους λίγους ενδεχομένως ανθρώπους, που θα έρχονταν σε στενή επαφή με τις πηγές αλλά θα μπορούσαν όμως να προκαλέσουν πανικό στο πολύ κοινό. Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

13

Με την ενεργό επιλογή οι τρομοκράτες θα προσπαθούσαν να διασκορπίσουν τη ραδιενέργεια είτε σε μια μεγάλης έκτασης περιοχή ή σε μια συγκεκριμένη και εντοπισμένη. Η διασπορά θα μπορούσε να εμφανιστεί με έναν προφανή τρόπο, τέτοιο που να προκαλέσει άμεση κινητοποίηση και αναταραχή. Αυτές οι συνέπειες ακολουθούν την έκρηξη μιας "βρόμικης βόμβας". Μια "βρόμικη βόμβα" είναι μια συσκευή που διασπείρει ραδιενεργό υλικό με την ανατίναξη συμβατικής (μη πυρηνικής) εκρηκτικής ύλης όπως δυναμίτης. Ευτυχώς οι τρομοκράτες δεν θα μπορούσαν να μετατρέψουν τις ραδιενεργές πηγές σε πυρηνικά όπλα Επειδή δεν απαιτείται περίπλοκη τεχνολογία για την κατασκευή τους, όπως για τη δημιουργία μιας πυρηνικής βόμβας, οι βρόμικες βόμβες είναι πολύ απλούστερο να κατασκευαστούν από μια αληθινή πυρηνική βόμβα. Αν και η προσοχή των μαζικών μέσων ενημερώσεως είχε εστιαστεί μέχρι τώρα στα αποτελέσματα της εκρηκτικής διασποράς που θα είχε μια βρόμικη βόμβα τελευταία εξετάζονται και οι περιπτώσεις τρομοκράτες να υιοθετήσουν μη εκρηκτικά μέσα διασποράς της ραδιενέργειας. Τέτοιες μέθοδοι περιλαμβάνουν τη διασπορά του ραδιενεργό υλικό σαν αεροζόλ ή τη διάλυση του στα υδραγωγεία. Το υλικό με αεροζόλ θα μπορούσε να προκαλέσει τόσο εσωτερική έκθεση (εισπνοή) ανάλογα με το μέγεθος των μορίων όσο και εξωτερική έκθεση ανάλογα με τον τύπο ακτινοβολίας. Επειδή η μόλυνση των μεγάλων συστημάτων παροχής νερού σε επίπεδα πέρα από τα αποδεκτά όρια υγείας θα απαιτούσε τεράστια ποσά ραδιενεργού υλικού αυτή η μέθοδος δεν είναι πιθανό να πετύχει. Επιπλέον ορισμένα ραδιοϊσότοπα όπως Pu-238 δεν είναι υδατοδιαλυτά και θα έτειναν να βυθιστούν στο πάτο των δεξαμενών, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο έναν ουσιαστικά ασήμαντο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία. Γενικά η ενεργός επιλογή απαιτεί κατασκευή μιας RDD. Σύμφωνα με το υπουργείο άμυνας των ΗΠΑ μια RDD είναι "οποιαδήποτε συσκευή συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε όπλου ή εξοπλισμού, εκτός πυρηνικής συσκευής, σχεδιασμένη με σκοπό να χρησιμοποιηθεί για διασπορά ραδιενεργού υλικού προκαλώντας καταστροφές, ζημίες, τραυματισμούς με τη βοήθεια της ακτινοβολίας που παράγεται από το υλικό." Κατά την κατασκευή μιας RDD οι τρομοκράτες αντιμετωπίζουν περιορισμούς που προκύπτουν από τη ραδιενέργεια της πηγής. Για να προκαλέσουν ένα μεγάλο ποσό ραδιενεργού μόλυνσης, θα σύρονταν προς τη χρησιμοποίηση πηγών πολύ υψηλής ενεργότητας. Προκειμένου να προετοιμαστεί η πηγή για αποτελεσματική διασπορά με την αφαίρεση του προστατευτικού καλύμματος οι τρομοκράτες θα διακινδύνευαν να δεχθούν θανατηφόρες δόσεις. Ακόμη και οι αυτοκαταστροφικοί τρομοκράτες μπορεί να μην ζήσουν αρκετό καιρό για να παραδώσουν μια ιδιαίτερα ραδιενεργή RDD που χρησιμοποιεί τις πηγές εκπομπής ακτίνων γάμμα και δεν είναι προστατευμένη. Εάν προσπαθήσουν να προστατευθούν από την ακτινοβολία της πηγής θωρακίζοντας την, το βάρος της RDD θα μπορούσε να αυξηθεί σημαντικά, αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο τη δυσκολία της συσκευής να μετακινηθεί και μειώνοντας την αποτελεσματική και επιτυχή διασπορά του ραδιενεργού υλικού. Κατά συνέπεια, οι ραδιολογικοί τρομοκράτες θα αναζητήσουν μέτριες ραδιενεργές πηγές εκπομπής ακτινοβολίας γάμμα και βήτα (μέχρι μερικές εκατοντάδες κιουρί) για να είναι σε θέση να χειριστούν τα υλικά αυτά ακίνδυνα. Όπως εξηγείται νωρίτερα οι εκπομποί άλφα μπορούν να αντιμετωπιστούν ακίνδυνα εφ' όσον λαμβάνονται προφυλάξεις για να αποτραπεί η εσωτερική έκθεση. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ Αντίθετα από τα πυρηνικά όπλα, οι RDD δεν είναι γενικά όπλα μαζικής καταστροφής. Λίγοι ενδεχομένως, άνθρωποι θα πέθαιναν αμέσως ή εάν εκτίθεντο αμέσως στην ιοντίζουσα ακτινοβολία από την έκρηξη μιας RDD. Πιθανοί θάνατοι από καρκίνο (πιθανολογικά αποτελέσματα) θα απαιτούσαν συνήθως έτη για να αναπτυχθούν. Εντούτοις μια RDD μπορεί να είναι ένα όπλο μαζικής αναταραχής. Βασιζόμενοι στους φόβους του κοινού πάνω στη ραδιενέργεια τρομοκράτες που θα χρησιμοποιούσαν RDD θα προσπαθούσαν να προκαλέσουν πανικό. Το χάος που πιθανό θα προέκυπτε κατά τη διάρκεια της εκκένωσης των άμεσων περιοχών θα μπορούσε να εμποδίσει τις προσπάθειες απόκρισης. Οι ανησυχίες σχετικά με τη ραδιενεργό μόλυνση θα μπορούσαν επίσης να προκαλέσουν καθυστερήσεις στους πρώτους αποκριτές που τρέχουν για βοήθεια στα θύματα της έκρηξης της βόμβας. Οι δαπάνες απορρύπανσης και επανοικοδόμησης, εάν κρίνονταν απαραίτητες, θα μπορούσαν να είναι πολύ μεγάλες—πιθανό της τάξης των δισεκατομμυρίων Ευρώ. Αυτά τα αποτελέσματα ταξινομούνται σε ψυχολογικά, κοινωνικά και οικονομικά. Ενώ οι άμεσες επιπτώσεις στην υγεία θα ήταν ελάχιστες (για κάθε 100.000 ανθρώπους που θα εκτίθεντο εκτιμάται ότι περίπου 4 θάνατοι από καρκίνο θα προστίθεντο στους 20.000 καρκίνους που θα εμφανίζονταν έτσι κι αλλιώς) τα ψυχολογικά όμως αποτελέσματα θα ήταν τεράστια. Σε μελέτη που έχει συνταχθεί έχουν αναλυθεί τρεις περιπτώσεις που περιλαμβάναν τα ραδιοϊσότοπα Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

14

Καίσιο-137, Κοβάλτιο-60 και Αμερίκιο-241. Η πρώτη περίπτωση περιελάμβανε τη διασπορά δύο κιουρί Καισίου-137 (ένα ποσό που βρίσκεται σε πολλούς ιατρικούς μετρητές) με την ανατίναξη μιας ποσότητας TNT σε μητροπολιτική περιοχή. Οι εκτιμώμενες συνέπειες ήταν ότι οι άνθρωποι "που κατοικούν σε μια περιοχή περίπου πέντε οικοδομικών τετραγώνων εάν παρέμεναν εκεί θα είχαν μια στις χίλιες πιθανότητα να εμφανίσουν καρκίνο". Σε ένα μίλι απόσταση από το κέντρο της έκρηξης, μια έκταση που καλύπτει μια περιοχή σαράντα οικοδομικών τετραγώνων πόλεων, η έκθεση θα υπερέβαινε τα αποδεκτά όρια μόλυνσης. Διαδικασίες απορρύπανσης θα συναντούσαν προβλήματα επειδή το Καίσιο θα έτεινε να συνδυαστεί χημικά με τα υπάρχοντα οικοδομικά υλικά. Στη δεύτερη περίπτωση που αναπτύχθηκε εξετάστηκαν τα αποτελέσματα από τη διασπορά Κοβάλτιου-60 ποσότητας 10.000 κιουρί. Μεταξύ των συνεπειών η μελέτη πρόβλεψε ότι "ολόκληρος δήμος θα μπορούσε να μολυνθεί και ότι καθένας που ζει εκεί θα είχε πιθανότητα μια στις-εκατό να εμφανίσει καρκίνο ως αποτέλεσμα της παραμένουσας ακτινοβολίας. Η τρίτη περίπτωση εξέτασε τη διασπορά 10 κιουρί Αμερίκιου-141 με την ανατίναξη ποσότητας TNT. Ο κίνδυνος για την υγεία των πολιτών στη περίπτωση αυτή προέρχεται από την εκπομπή ακτινοβολίας άλφα υπάρχει δηλαδή κίνδυνος εσωτερικής έκθεσης λόγω εισπνοής η κατάποσης και συνεπώς οι άνθρωποι μέσα στη περιοχή που θα προκαλείτο η έκρηξη θα έπρεπε αμέσως να την εκκενώσουν. Μέσα σε μισή ώρα η μελέτη πρόβλεψε ότι αυτή η περιοχή θα κάλυπτε περίπου 20 οικοδομικά τετράγωνα. Τα ραδιενεργά υλικά που θα κατακάθονταν από το ραδιενεργό σύννεφο θα δημιουργούσαν έναν μακροπρόθεσμο κίνδυνο, εάν δεν καθαρίζονταν, επειδή κάποιο υλικό θα μπορούσε εύκολα να ανυψωθεί στον αέρα και να το εισπνεύσει κανείς. Εάν η απορρύπανση δεν είναι επιτυχής οι οδηγίες ασφάλειας θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κατεδάφιση των κτιρίων. Το κόστος των κατεδαφίσεων και επανοικοδομήσεων θα υπερέβαινε τα πενήντα δισεκατομμύρια Ευρώ. Τα δυο σενάρια Καίσιο-137 και Αμερίκιο-24l που μελετήθηκαν έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να πραγματοποιηθούν. Το σενάριο που περιλαμβάνει κλοπή πηγής Κοβάλτιου-60 δεν θεωρείται τόσο ρεαλιστικό, λόγω των σχετικά ισχυρών συστημάτων ασφάλειας που χρησιμοποιούνται σε τέτοιες εγκαταστάσεις. Πρέπει να εξετάζονται οι συνέπειες στη δημόσια υγεία από την έκταση της μόλυνσης για όλες έστω και τις απίθανες περιπτώσεις. Πιστεύω ότι οι μολυσμένες περιοχές, εάν δεν υπάρξει άμεση αντίδραση, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να αντιμετωπίσουν τεράστια προβλήματα στην αντιμετώπιση των συνεπειών. Μια περίπτωση ενός ραδιολογικού ατυχήματος μπορεί να δώσει μια ιδέα των ζημιών που μπορεί να προκύψουν από μια RDD. Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1987 στη Goiania-Βραζιλία εργάτες διέρρηξαν μια εγκαταλελειμμένη κλινική θεραπείας καρκίνου και πήραν ένα μεταλλικό κουτί από μια συσκευή τηλεθεραπείας. Το μεταλλικό κουτί περιείχε ποσότητα Καισίου-137 ίση προς 1.375 Κιουρί. Οι εργάτες αυτοί έκοψαν κομμάτια του μεταλλικού κουτιού που καλύπτει την πηγή Καισίου-137 και προκάλεσαν με την ενέργεια τους διασπορά υλικού δηλαδή ραδιενεργό μόλυνση ανάμεσα στο πληθυσμό της πόλης. Μια εβδομάδα αργότερα το υπόλοιπο του μεταλλικού κουτιού και η πηγή περιήλθε στην κυριότητα ενός έμπορου παλαιών πραγμάτων ο οποίος άνοιξε την πηγή αναγκάζοντας τη σκόνη Χλωριούχου Καισίου να διασκορπιστεί. Ο αέρας και τα όμβρια ύδατα διέδωσαν γρήγορα τη ραδιενεργό μόλυνση. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1987 ένας εργαζόμενος υγειονομικής περίθαλψης εντόπισε την πρώτη περίπτωση της ασθένειας ακτινοβολιών και λίγο αργότερα ανακαλύφθηκαν στην περιοχή περισσότερο από 200 μολυσμένοι ανθρώποι. Τέσσερις θάνατοι και ένας ακρωτηριασμός άκρων ακολούθησαν όπως και 28 άνθρωποι υπέστησαν εγκαύματα ακτινοβολίας. Ο πανικός μεταξύ της τοπικής κοινωνίας προκάλεσε την προσέλευση στις υπηρεσίες υγείας για έλεγχο περισσότερων από 112.000 ανθρώπων, η μεγάλη πλειοψηφία των οποίων δεν είχε μολυνθεί. Μερικοί αναφέρουν τον Τύπο σαν την αιτία αυτής της διόγκωσης της κατάστασης μέσω των υπερβολικών δημοσιογραφικών ρεπορτάζ. Επιπλέον, η μεγάλη μόλυνση του εδάφους της περιοχής έκτασης περίπου ενός τετραγωνικού χιλιομέτρου (κατά προσέγγιση 40 οικοδομικά τετράγωνα) απαίτησε τεράστιες προσπάθειες καθαρισμού. Επτά σπίτια και μερικά άλλα κτίρια έπρεπε να κατεδαφιστούν. Περίπου 3.500 κυβικά μέτρα ραδιενεργών αποβλήτων δημιουργήθηκαν. Είναι ενθαρρυντικό ότι αυτός ο καθαρισμός συνέλαβε το μεγαλύτερο μέρος (περίπου 1.200 Κιουρί) της μόλυνσης. Οι δαπάνες καθαρισμού αξίας 20 εκατομμυρίων δολαρίων αντιπροσώπευσαν μόνο ένα μικρό μέρος του συνολικού οικονομικού αντίκτυπου. Οι οικονομικές απώλειες από την κατάρρευση του τουρισμού και την οπισθοδρόμηση της επιχειρηματικής ζωής είναι δύσκολο να εκτιμηθούν αλλά υπολογίζονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια. Αντιδρώντας φοβικά για παραμένουσα μόλυνση πολλοί άνθρωποι εγκατέλειψαν την περιοχή αντιστρέφοντας την προηγουμένως παρατηρούμενη αυξητική τάση του πληθυσμού. Οι τιμές των κατασκευασμένων προϊόντων μειώθηκαν κατά 40 % μετά τα αρχικά ρεπορτάζ ειδήσεων και παρέμειναν κατεβασμένες για 30 έως 40 ημέρες αν και καμία μόλυνση δεν βρέθηκε σε αυτά τα αγαθά. Αυτό το γεγονός διδάσκει διάφορα μαθήματα εφαρμόσιμα σε RDD. Ο μικρός αριθμός θανάτων από την Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

15

ακτινοβολία σε συνδυασμό με ψυχοσωματικά παράπονα, η τεραστία προσέλευση πολιτών στις υπηρεσίες υγείας ,τις δαπανηρές προσπάθειες καθαρισμού, η απουσία συνεργασίας των εμπλεκόμενων φορέων και οι άλλες οικονομικές ζημίες είναι πιθανόν παρατηρηθούν σε ενδεχόμενο γεγονός ρίψης RDD. Η υπερβολική διόγκωση των συμβάντων από τα μέσα ενημερώσεως θα μπορούσε να προκαλέσει πολύ πανικό. Είναι πρόκληση η βελτίωση των εκπαιδευτικών προσπαθειών και της ενημέρωσης, ο δε αποτελεσματικός προγραμματισμός δράσης σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης μπορεί να βοηθήσει στη μείωση των υπερβολών στις αντιδράσεις. ΓΕΓΟΝΟΤΑ-ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ Καμία έκρηξη RDD δεν έχει καταγραφεί ακόμα. Εντούτοις μερικά γεγονότα έχουν προκαλέσει την ανησυχία, έτσι ώστε η ερώτηση που μπαίνει δεν είναι εάν η πραγματική χρήση μιας RDD θα πραγματοποιηθεί αλλά πότε. Εκτός από το γεγονός του 1995 που περιγράφηκε πιο πάνω οι ανώτεροι υπάλληλοι σε Τσετσενία το 1998 σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες εξουδετέρωσαν μια παγιδευμένη εκρηκτική ύλη που είχε συνδεθεί με το ραδιενεργό υλικό. Το 1987 το Ιράκ πραγματοποίησε έλεγχο ραδιολογικού όπλου σύμφωνα με μια ιρακινή έκθεση που λήφθηκε από το πρόγραμμα του Wisconsin για τον έλεγχο πυρηνικών όπλων. Εντούτοις αυτό το όπλο δεν παρήγαγε τα υψηλά επίπεδα ακτινοβολίας και επομένως θεωρήθηκε αποτυχία. Εκείνη την περίοδο, το Ιράκ ευρισκόταν σε πόλεμο με το Ιράν. Επιπλέον, οι στρατιωτικές των ΗΠΑ είχαν ένα ραδιολογικό πρόγραμμα όπλων κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '40 το οποίο εγκαταλείφθηκε στη συνέχεια λόγω έλλειψης της στρατιωτικής χρησιμότητας. Το μέλλον αυτών των ραδιενεργών υλικών είναι άγνωστο. Ο Abu Zubaydah, ένα συλληφθέν ανώτερο στέλεχος της Al Qaeda απεκάλυψε στις Αμερικανικές ανακριτικές αρχές ότι αυτή η τρομοκρατική οργάνωση ήταν κοντά στην κατασκευή μιας βρόμικης βόμβας την οποία ήθελαν να περάσουν λαθραία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτές οι πληροφορίες βοήθησαν τις Αμερικανικές αρχές στη σύλληψη του Jose Padilla επίσης γνωστού ως Abdullah Al-Mujahir το Μαΐο του 2002. Αν και ο Padilla προφανώς δεν είχε λάβει τα ραδιενεργά υλικά για ένα RDD οι αρχές αποκάλυψαν ότι σύμφωνα με τα στοιχεία ευρισκόταν σε μια αναγνωριστική αποστολή για εύρεση των υλικών και των πιθανών στόχων ανιχνεύσεων έξω. Ο γενικός εισαγγελέας John Ashcroft ανήγγειλε στις 10 Ιουνίου 2002 τη σύλληψη του Padilla ο οποίος είχε συναντηθεί σε μερικές περιπτώσεις σύμφωνα με ισχυρισμούς με χειριστές της Al Qaeda. (Τον Αύγουστο του 2002 το CNN άρχισε να μεταδίδει μερικές από τις εκπαιδευτικές μαγνητοταινίες της Al Qaeda. Αυτές οι ταινίες καθοδηγούσαν τους νεοσύλλεκτους στο πως να κατασκευάσουν συμβατικά εκρηκτικά. Εντούτοις, σύμφωνα με CNN "τίποτα σε οποιαδήποτε από τα 64 βίντεο δεν υποδηλώνεται ότι το Al Qaeda έχει αποκτήσει τα συστατικά απαραίτητα για τη κατασκευή μια βρόμικης βόμβας. Δεν υπάρχει κανένα μάθημα παραδείγματος χάριν στο χειρισμό ραδιενεργών υλικών" ) Το απλό ενδιαφέρον που έχει καταδειχθεί από κάποιους τρομοκράτες στη σχεδίαση της ραδιολογικής τρομοκρατίας μας έχει υποχρεώσει να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή στην ασφάλεια των ραδιενεργών πηγών. Εάν μια βρόμικη βόμβα εκρήγνητο, κοινό και κυβέρνηση θα αναλάμβαναν τις ενδεχομένως ογκώδεις δαπάνες κα η βιομηχανία ραδιενεργών πηγών θα επηρεαζόταν αρνητικά. Η πιθανότητα πραγματοποίησης ενός τέτοιου ενδεχόμενου προκαλέσει από μόνη της την ανάγκη για ακόμη πιο αυστηρά και δαπανηρά μέτρα ασφάλειας. Η βιομηχανία θα πρέπει πιθανώς να αναλάβει μια ουσιαστική μερίδα αυτού του φορτίου. ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ Οι πηγές ακτινοβολίας κάτω από μικρό ή καθόλου ρυθμιστικό έλεγχο αποδεικνύονται ένα βασικό μέρος ενός μεγαλύτερου προβλήματος που προκαλείται στη διεθνή κοινότητα την «παράνομη διακίνηση σε πυρηνικά και άλλα ραδιενεργά υλικά». Η ίδια η διακίνηση δεν είναι ένα νέο φαινόμενο. Αλλά οι παγκόσμιες ανησυχίες για "Ατομική μαύρη αγορά" έχουν αυξηθεί εντυπωσιακά και έχουν αρχίσει από γεγονότα που περιλαμβάνουν τη χρησιμοποίηση υλικών και οπλισμού -το 1994 στην Ευρώπη. Αν και ο αριθμός παράνομων περιπτώσεων διακίνησης έχει αυξηθεί ουσιαστικά μετά τη διάσπαση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, η γενική έκταση του προβλήματος έχει πεδίο δράσης εντός αλλά και εκτός Ευρώπης. Με βάση τις εκθέσεις που εκδίδονται από το IAEA οι περιπτώσεις που περιλαμβάνουν ραδιενεργές πηγές όπως και το μερικώς ενισχυμένο, φυσικό και απεμπλουτισμένο ουράνιο υπερβαίνουν κατά πολύ (σε αναλογία μεγαλύτερη εννέα προς μια) τη συχνότητα των γεγονότων που περιλαμβάνουν τους τύπους υλικών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για πυρηνικά όπλα. Η κατάσταση προκαλεί ανησυχίες δημόσιας υγείας και ασφάλειας για όλα τα κράτη δηλαδή η προοπτική της συνοριακής παράνομης διακίνησης ραδιενεργών ουσιών να μολυνθούν εργαζομένοι, ευρύ Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

16

κοινό και περιβάλλον. Ήδη οι συνέπειες των ανεξέλεγκτων ραδιενεργών υλικών έχουν καταδειχθεί σαφώς από διάφορα ιδιαίτερα σοβαρά γεγονότα. Τα παραδείγματα κυμαίνονται από το γνωστό ατύχημα στη Goiania-Βραζιλία το 1987, που προκάλεσε πολλαπλούς θανάτους και μόλυνση μεγάλων περιοχών μιας πόλης μέχρι την πιο πρόσφατη ανακάλυψη μιας γαλλικής πηγής ακτινοβολίας Καισίου-137, στην αυλή ενός χυτήριου μετάλλων στη Γερμανία. Πρέπει να αναμένεται ότι θα αυξηθεί η συχνότητα τέτοιων περιπτώσεων. Δηλαδή θα αυξάνονται τα περιστατικά στα οποία πηγές ακτινοβολίας που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανική μέτρηση, στο μη καταστρεπτικό έλεγχο ή στη ακτινοθεραπεία έχοντας διασχίσει τα σύνορα να καταλήγουν ανεξέλεγκτες και απροστάτευτες λόγω κλοπής,απρόσεκτης ή ψευδούς απόρριψης. Το φάσμα ακόμη έχει μεγαλώσει από τη στιγμή που στα χέρια των τρομοκρατικών ραδιενεργά υλικά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σαν επικίνδυνα ραδιολογικά όπλα. Καθοδήγηση & Υποστήριξη Μεγάλη έμφαση έχει δώσει ο IAEA σε δραστηριότητες ενίσχυσης και βοήθειας της εμπροσθοφυλακής στη μάχη ενάντια στην παράνομη διακίνηση. Ο οργανισμός εξέδωσε μια πειραματική μελέτη που στοχεύει στη βελτίωση της ανίχνευσης μολυσμένων υλικών στα σύνορα. Επίπεδα υπεράσπισης. Τρία θεμελιώδη επίπεδα άμυνας : πρόληψη, ανίχνευση και απόκριση διαμορφώνουν τη σπονδυλική στήλη των προσπαθειών συνεργασίας και καθοδήγησης. Τα επίπεδα που διαμορφώνουν την άμυνα αναλυτικότερα είναι: • Πρόληψη είναι η σημαντικότερη γραμμή υπεράσπισης. Οι εθνικές νομικές και τεχνικές υποδομές, φυσικής προστασίας και η δημιουργία επαρκών μέτρων για την ασφάλεια των πηγών όπως και ο έλεγχος των εισαγωγών/εξαγωγών είναι τα αποτελεσματικότερα μέσα στον έλεγχο της παράνομης διακίνησης. • Ανίχνευση των διασυνοριακών μετακινήσεων θα απαιτηθεί εάν η πρόληψη αποτύχει. Η πειραματική μελέτη του Οργανισμού για τα συστήματα ελέγχου συνόρων βοηθά στο καθορισμό των καλύτερων τεχνικών και οικονομικών προσεγγίσεων. • Απόκριση απαιτείται εάν η παράνομη διακίνηση έχει ανιχνευθεί. Το τελωνείο και οι ανώτεροι υπάλληλοι επιβολής νόμου χρειάζονται τυποποιημένες λειτουργικές διαδικασίες για το τρόπο αντίδρασης και προστασίας του κοινού. Αφού εξεταστεί το υλικό που κατασχέθηκε, θα πρέπει να ενημερωθούν κατάλληλα οι αρχές. Κατάρτιση και εκπαίδευση στις δραστηριότητες και στην ανταλλαγή πληροφοριών είναι πολύ βασικό. Οδηγός ασφάλειας. Για να βοηθήσει τα κράτη μέλη του ο IAEA στη λήψη των μέτρων ενάντια στην παράνομη διακίνηση των ραδιενεργών υλικών, εκδίδει έναν οδηγό ασφάλειας που καλύπτει πρόληψη, ανίχνευση και απόκριση. Ο οδηγός εγγυάται από κοινού δράση με τους WCO και INTERPOL. Οι κανονισμοί, οι έλεγχοι και οι μέθοδοι που περιγράφονται καθώς επίσης και οι λεπτομέρειες που περιλαμβάνονται στα συμπληρωματικά τεχνικά εγχειρίδια προορίζονται να βοηθήσουν τους τελωνειακούς ανώτερους υπαλλήλους, τους συνοριοφύλακες, ρυθμιστικές αρχές και άλλους σχετικούς εθνικούς οργανισμούς στις προσπάθειές τους. Ο οδηγός ασφάλειας καλύπτει τις πλευρές προστασίας από τη ραδιενέργεια, διαχείρισης αποβλήτων και πυρηνικής ασφάλειας καθώς επίσης και των κανονισμών σχετικά με τις δραστηριότητες ελέγχου των συνόρων. ΠΡΟΛΗΨΗ Η ασφάλεια και η προστασία των ραδιενεργών υλικών καλύπτονται σε δύο διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα, α) στα Διεθνή Βασικά Πρότυπα Ασφάλειας Ακτινοπροστασίας και Ασφάλειας Πηγών Ακτινοβολίας (BSS) και β) στους κανονισμούς του IAEA για ασφαλή μεταφορά ραδιενεργών υλικών. Το BSS αποτελεί το υπόβαθρο και την επιστημονική βάση για τους οδηγούς ασφάλειας που χρησιμεύουν ως η άμεση εισαγωγή στην εθνική νομοθεσία. Απαιτεί οι πηγές ακτινοβολίας και τα ραδιενεργά υλικά να φυλάσσονται ασφαλή με στενό έλεγχο και ζητά την άμεση υποβολή έκθεσης στις ρυθμιστικές αρχές σε περίπτωση απόρριψης, απώλειας, ή κλοπής κάποιας πηγής. Επιπλέον περιλαμβάνει απαιτήσεις για έγκριση, κατοχή και εξουσιοδοτημένη χρήση, για ανακοίνωση ή χορήγηση άδειας καθώς επίσης και για περιοδικό κατάλογο ραδιενεργών υλικών και επαρκή αρχείο υπευθυνότητας ώστε διασφαλιστεί ότι αυτές είναι ασφαλείς και έχουν συγκεκριμένη θέση. Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

17

Ο νέος οδηγός ασφάλειας του Οργανισμού καλύπτει μια σειρά παράνομων ενεργειών συμπεριλαμβανομένης της αναρμόδιας παραλαβής, κατοχής, χρήσης, μεταφοράς, εισαγωγής, εξαγωγής και απόρριψης ραδιενεργών υλικών. Η βάση για την πρόληψη είναι μια εθνική ρυθμιστική αρχή που εξουσιοδοτείται να εκδώσει τους κανονισμούς και τις εγκρίσεις επιχορήγησης για τις δικαιολογημένες πρακτικές όπως παραλαβή, κατοχή, εισαγωγή, εξαγωγή, χρήση, μεταφορά και διάθεση. Η ρυθμιστική αρχή πρέπει επίσης να διευθύνει τις επιθεωρήσεις και να εφαρμόσει μια πολιτική επιβολής για να αποτρέψει τη μη συμμόρφωση με τις ρυθμιστικές απαιτήσεις. Λεπτομερείς απαιτήσεις δίνονται στον οδηγό σχετικά με την έγκριση μεταφοράς, αποθήκευσης και απόρριψης ραδιενεργών υλικών. Ιδιαίτερης σπουδαιότητας είναι οι κανονισμοί σχετικά με την ασφάλεια των ραδιενεργών υλικών. Αυτό περιλαμβάνει την απαίτηση για αρχειοθέτηση της υπευθυνότητας και των περιοδικών ελέγχων των αποθηκευμένων και τη γνωστοποίηση της απώλειας ελέγχου. Επιπρόσθετα καλύπτει απαιτήσεις που αφορούν την ασφάλεια ανάλογα με τη συγκεκριμένη πρακτική, το επίπεδο κινδύνου και το κίνδυνο απώλειας. Τα συγκεκριμένα στοιχεία φυσικής ασφάλειας και ελέγχου εφαρμόζονται επίσης στα ραδιενεργά υλικά στη χρήση, στην αποθήκευση ή στις μεταφορές. Οι έλεγχοι πρέπει να αρχίζουν από την ύπαρξη μιας σαφώς οριζόμενης και αποκλειστικής θέσης για χειρισμό και αποθήκευση ελεγχόμενη πρόσβαση στη θέση της περιοχής χρήσης ή αποθήκευσης με τη βοήθεια των φυσικών εμποδίων ή οποιωνδήποτε άλλων κατάλληλων μέσων αποτροπής αναρμόδιας πρόσβασης ή άλλων μέσων παροχής φυσικής ασφάλειας στη περιοχή. ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ Ο στόχος της ανίχνευσης ραδιενεργών υλικών που διακινούνται παρανόμως πραγματοποιείται απαραίτητα σε περιβάλλον όπου η ακτινοβολία είναι ήδη παρούσα τόσο από φυσικές όσο και από ανθρωπογενείς πηγές που διαφέρουν από μέρος σε μέρος και από χρόνο σε χρόνο. Οποιοδήποτε κριτήριο (ή επίπεδο έρευνας) με το οποίο θα παίρνουμε αποφάσεις πάνω στην ύπαρξη ακτινοβολίας σε αποστελλόμενα εμπορεύματα (υποδεικνύει την παρουσία παρανόμως εμπορευόμενων ραδιενεργών υλικών) πρέπει να λάβει υπόψη το μεταβλητό περιβάλλον ακτινοβολίας υποβάθρου. Ένας άλλος παράγοντας δυσκολίας στην πλήρη ανίχνευση είναι ότι δεν υποβάλλονται όλες οι πηγές ακτινοβολίας ή τα ραδιενεργά υλικά σε ρυθμιστικό έλεγχο. Οι εκθέσεις στην ακτινοβολία που είναι μέρος του φυσικού ανθρώπινου περιβάλλοντος θεωρούνται συνήθως ως αναπόφευκτες και δεν είναι συνήθως εφαρμόσιμο να ελέγχονται μέσω των κανονισμών. Εάν ραδιενεργά υλικά που ευρίσκονται σε μια δεδομένη εφαρμογή δεν προκαλούν μεγάλο κίνδυνο ακτινοβολίας μια ρυθμιστική αρχή μπορεί να τα απαλλάξει από την πρακτική της ανίχνευσης με κάποιο τρόπο. Τα παραδείγματα είναι η εφαρμογή των ραδιονουκλεϊδίων στους ανιχνευτές καπνού και στα φωτεινά ρολόγια πινάκων. Εάν μπορεί να εκτιμηθεί ότι οι εκθέσεις από τα συγκεκριμένα ραδιενεργά υλικά θα είναι λογικά μικρές μια ρυθμιστική αρχή μπορεί να τα βγάλει από τον έλεγχο. Το επίπεδο του σήματος ακτινοβολίας που υποδεικνύει την ύπαρξη ραδιενεργών υλικών κατά τον έλεγχο του οχήματος είναι ένας συμβιβασμός. Αφ' ενός η επιθυμία είναι να ανιχνευθούν οποιαδήποτε παρανόμως διακινούμενα ραδιενεργά υλικά π.χ. πηγές σε προστατευμένα κοντέινερ που έχουν ανακατευτεί με τα χρησιμοποιημένα μέταλλα (scrap) αφ'ετέρου υπάρχει ανάγκη αποφυγής περιττών συναγερμών και ενοχλητικών καθυστερήσεων κατά τους συνοριακούς ελέγχους. Ο έλεγχος της ακτινοβολίας γάμμα είναι ουσιαστικός για την ανίχνευση ραδιενεργών υλικών που διακινούνται παρανόμως. Για την ανίχνευση παράνομης διακίνησης πυρηνικών υλικών η ανίχνευση νετρονίων είναι απαραίτητη προκειμένου να ανιχνευθούν τα πολύ καλά θωρακισμένα υλικά. Ο έλεγχος τόσο για γάμμα όσο και για νετρόνια επιτρέπει μη επεμβατική εξέταση της ροής ανθρώπων, αγαθών και οχημάτων μεταφορών που διασχίζουν τα σημεία ελέγχου. Για τα ραδιονουκλεϊ'δια που εκπέμπουν ακτινοβολία γάμμα, συστήνεται έρευνα για να αποφασιστεί εάν παράνομο ραδιενεργό υλικό μεταφέρεται με τη μέτρηση του ρυθμού δόσης έξω από το όχημα. Εάν η μετρούμενη δόση είναι κάτω από μια συγκεκριμένη τιμή τότε μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη παρανόμως εμπορευόμενου ραδιενεργού υλικού. Τα επίπεδα έρευνας επίσης καθορίζονται για τα πυρηνικά υλικά που εκπέμπουν τα νετρόνια από την αυθόρμητη διάσπαση όπως το πλουτώνιο. Εξοπλισμός Υπάρχουν τρεις βασικοί τύποι οργάνων για την ανίχνευση των ραδιενεργών υλικών που μπορούν να κινηθούν παρανόμως: • Όργανα τσέπης. Είναι εύχρηστα, λειτουργούν και από μη εξειδικευμένο προσωπικό και επιτρέπουν τη γρήγορη ποιοτική αξιολόγηση των ύποπτων υλικών. Παίρνουν ισχύ από μπαταρίες, είναι Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

18





αντικραδασμικά και αδιάβροχα με χαμηλές απαιτήσεις συντήρησης. Έχουν αυτόματα ρυθμιζόμενο εύρος, συναγερμό και κάποια ένδειξη του επιπέδου ακτινοβολίας. Φορητά και κινητά όργανα. Χρησιμοποιούνται στον εντοπισμό και προσδιορισμό των πηγών. Είναι ογκωδέστερα από αυτά της τσέπης αλλά γενικά έχουν περισσότερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Χρησιμοποιούν συγκεκριμένο υλικό (π.χ. Ιωδιούχου νατρίου) ή πλαστικό scintillator ως ανιχνευτή και μπορούν να είναι εξοπλισμένα με πολυκαναλική συσκευή ανάλυσης φασματοσκοπίας γάμμα έτσι ώστε τα ραδιενεργά υλικά να είναι δυνατό να προσδιοριστούν από την ενεργειακές πληροφορίες των ακτίνων γάμμα. Υπάρχει ανάγκη για μεγαλύτερη εκπαίδευση και κατάρτιση του προσωπικού για τα πιο ειδικευμένα, σχετικά με την τσέπη, όργανα. Επιπλέον πιο σύνθετα συστήματα έχουν αναπτυχθεί που είναι κινητά και συνήθως μεγαλύτερης ευαισθησίας από τα φορητά όργανα. Μπορούν να τοποθετηθούν σε οχήματα, ελικόπτερα ή σκάφη και μπορεί να εφαρμοστούν στην έρευνα περιοχών ή στην ανίχνευση μικρών ποσοτήτων ακτινοβολίας ή καλά-θωρακισμένων ραδιενεργών υλικών σε μεγαλύτερες αποστάσεις. Σταθερά όργανα εγκαταστάσεων. Αυτά βρίσκονται σε σταθμούς ελέγχου των συνόρων, σε αερολιμένες, σε λιμάνια κ.λπ. Τα όργανα ελέγχου πρέπει να εγκαθίστανται όσο το δυνατόν πιο κοντά στο αντικείμενο που θα ελέγχεται προκειμένου να επιτευχθεί η κατά το δυνατό μεγαλύτερη ευαισθησία. Τα όργανα ένδειξης και οι συναγερμοί τους εγκαθίστανται συνήθως σε περιοχή μακριά από τον ανιχνευτή και το ελεγχόμενο πέρασμα. Η χρήση αυτών των ευρέως αυτοματοποιημένων συστημάτων δεν απαιτεί καμία ιδιαίτερα ειδικευμένη κατάρτιση και επιτρέπει μια συνεχή ροή προσώπων, αποσκευών ή οχημάτων για έλεγχο με λογική ταχύτητα. Η ευαισθησία των οργάνων που απαιτούνται εξαρτάται από διάφορες παραμέτρους. Πρέπει να κρίνουμε με προσοχή τα αποτελέσματα των ενδείξεων για να επιτυγχάνουμε το καλύτερο συμβιβασμό των ρυθμίσεων. Πρέπει να επιτύχουμε το καλύτερο συμβιβασμό μεταξύ μιας ρύθμισης μεγάλης ευαισθησίας που θα οδηγήσει σε πάρα πολλούς συναγερμούς λόγω της πιθανής ύπαρξης φυσικών ραδιενεργών υλικών και μιας ρύθμισης πάρα πολύ χαμηλής ευαισθησίας που θα αποτυγχάνει να ανιχνεύει υπάρχουσες ποσότητες ραδιενεργού υλικού .

Απάντηση στα Γεγονότα Κάποια αντίδραση η απόκριση συνοδεύει την ανίχνευση ραδιενεργών υλικών ή πληροφοριών που αποκαλύπτουν ότι αυτά δεν είναι κατάλληλα εξουσιοδοτημένα. Άσχετα με το εάν ή όχι τα ραδιενεργά υλικά είναι εσωτερικής ή εξωτερικής προέλευσης η ανάγκη για απόκριση πρέπει να εκτελεσθεί από το κράτος όπου τα ραδιενεργά υλικά ευρίσκονται τη συγκεκριμένη περίοδο. Σε αυτό το πλαίσιο η απόκριση αναφέρεται στις ενέργειες που πρέπει να παρθούν με σκοπό την επανάκτηση του έλεγχου των ραδιενεργών υλικών εφαρμόζοντας τις κατάλληλες διαδικασίες ακτινοπροστασίας για τη μείωση των κινδύνων για την υγεία καθώς και να τεθεί η κατάσταση υπό κατάλληλο έλεγχο που θα παρέχεται μέσα από οποιαδήποτε ιατρική περίθαλψη απαιτηθεί και με την εφαρμογή ποινικής ρήτρας σύμφωνα με τους εθνικούς κανονισμούς. Διαφορετικά περιστατικά απαιτούν διαφορετική απάντηση. ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΣΥΝΟΡΩΝ Ένα πρόβλημα που απασχολεί τη διεθνή κοινότητα είναι η ανίχνευση των ραδιενεργών υλικών που περιλαμβάνονται σε χώρους χρησιμοποιημένων μετάλλων (scrap). Ένας σημαντικός στόχος των διεθνών προσπαθειών είναι να ενθαρρυνθούν οι αρχές πάνω σε ελεγχόμενη για ακτινοβολίες διασυνοριακή κυκλοφορία και να παρασχεθούν τεχνικές και διοικητικές διαδικασίες σε ραδιενεργά υλικά. Τα συστήματα ελέγχου ακτινοβολιών έχουν χρησιμοποιηθεί επιτυχώς στις εγκαταστάσεις χάλυβα και στους μεγαλύτερους χώρους χρησιμοποιημένων μετάλλων (scrap) εδώ και χρόνια. Αν και δίνουν έναν μπούσουλα των ενεργειών που πρέπει να ακολουθήσουν, για να πραγματοποιείται ο συνοριακός έλεγχος απαιτούνται ειδικοί όροι που πρέπει να ικανοποιηθούν. Η ελεύθερη και ανενόχλητη μετακίνηση των εμπορευμάτων πέρα από τα σύνορα είναι οικονομικά σημαντική και οι ανώτεροι αστυνομικοί υπάλληλοι στα σύνορα έχουν πολλαπλάσιες προτεραιότητες. Ο χρόνος για τον έλεγχο των χρησιμοποιημένων μετάλλων είναι περιορισμένος και οι πολλοί έλεγχοι δεν είναι εφαρμόσιμοι ή πάντα δυνατοί. Επιπλέον τα συστήματα ελέγχου δεν μπορούν να είναι τόσο ευαίσθητα που να ενεργοποιούν ψεύτικους ή παραπλανητικούς συναγερμούς. Μέσω μιας μελέτης που άρχισε το 1995 το IAEA συνεργάστηκε με το αυστριακό ερευνητικό κέντρο-Seibersdorf και με 21 κατασκευαστές από 15 χώρες για να Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

19

αναπτυχθεί και εξεταστεί ένας αποτελεσματικός εξοπλισμός με όργανα των ελέγχου συνόρων για την ανίχνευση των παράνομων μετακινήσεων των ραδιενεργών υλικών. Η μελέτη περιλαμβάνει την εργαστηριακή δοκιμή στο Seibersdorf και τη δοκιμή πεδίων στα αυστριακό-ουγγρικά σύνορα και στον αερολιμένα της Βιέννης. Ένας κύριος στόχος είναι να αναπτυχθεί ένα προτεινόμενο "επίπεδο έρευνας " που οι ανώτεροι υπάλληλοι μπορούν να εφαρμόσουν στα σύνορα δηλαδή ένα μετρημένο επίπεδο ακτινοβολίας επάνω από το οποίο μια μεταφορά απορρίμματος θα σταματούσε και θα ερευνάτο πολύ. Αφού αναπτυχθεί και δοκιμαστεί πλήρως ο τομέας, τα όργανα ελέγχου των συνόρων θα βοηθήσουν, αλλά δεν θα λύσουν τα προβλήματα διακίνησης σχετικά με τις ακτινοβολίες. Τέτοια συστήματα δεν μπορούν να εγγυηθούν ότι όλες οι ραδιενεργές πηγές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της υψηλής ενεργότητας πάντα θα ανιχνεύονται εάν είναι μέσα σε θωρακισμένα κοντέινερ ή θαμμένα σε μεγάλους όγκους απορριμμάτων -- Επιπρόσθετα μέτρα και έλεγχοι θα απαιτούνταν. Εντούτοις θα παρείχαν τις ενδείξεις ότι η ανιχνευμένη μόλυνση είναι κατά αποδεκτό τρόπο χαμηλή και ότι κανένας άμεσος κίνδυνος εξωτερικής έκθεσης δεν υπάρχει. Θα βοηθούσαν να διασφαλίσουν ότι οι πηγές ακτινοβολίας ή τα ραδιενεργά υλικά με τη δυνατότητα να προκληθούν οι σοβαρές εκθέσεις ανακαλύπτονται προτού να διακινδυνέψουν τη δημόσια υγεία και την ασφάλεια. Περιλαμβάνουν: • Ανίχνευση μέσω ελέγχου ακτινοβολίας μη αρμόδιας και μη ελεγχόμενης παρουσίας ή της μετακίνησης ραδιενεργών υλικών. • Αναφορές της εύρεσης ραδιενεργών υλικών σε ακατάλληλη θέση. • Αναφορές υποψιών παρουσίας ραδιενεργών υλικών. • Αναφορές ατυχημάτων που περιλαμβάνουν ή πιθανώς να περιλαμβάνουν ραδιενεργά υλικά. • Αναφορές ανίχνευσης περιπτώσεων μη συμμόρφωσης με τους κανονισμούς μεταφορών. • Αποκλίσεις που βρέθηκαν στον κατάλογο των ραδιενεργών υλικώνι • Αναφορές παράνομης διασυνοριακής μετακίνησης ραδιενεργών υλικών. Τα κράτη πρέπει να έχουν ένα σχέδιο έτοιμο για οποιαδήποτε αναγκαία απάντηση στην ανίχνευση ή στην υποψία παράνομης διακίνησης ή απώλειας ελέγχου ραδιενεργών υλικών. Το σχέδιο θα πρέπει να εφαρμοστεί όποτε η ρυθμιστική αρχή γίνεται ενήμερη για την πιθανή απώλεια ελέγχου ή παράνομης διακίνησης. Ο τύπος απάντησης εξαρτάται πάρα πολύ από τις συγκεκριμένες περιστάσεις. Παραδείγματος χάριν οι περιστάσεις περιλαμβάνουν τον τύπο ραδιενεργών υλικών, τη θέση που βρίσκονται και τους πιθανούς τρόπους έκθεσης. Τα θέματα που καλύπτονται στο σχέδιο θα πρέπει να περιλάβουν: • Υπεύθυνο που θα ειδοποιηθεί (τελωνειακοί ανώτεροι υπάλληλοι, ανώτεροι υπάλληλοι επιβολής νόμου, μονάδες απάντησης έκτακτης ανάγκης, κ.λπ.). • Ποιες πληροφορίες πρέπει να παρασχεθούν για ενίσχυση της ανάκτησης του ελέγχου. • Μετρήσεις που γίνονται για την ανίχνευση και την ανάλυση ρυθμίσεις. • Διευθετήσεις προσωρινής αποθήκευσης για οποιοδήποτε ραδιενεργό υλικό που να βρεθεί. • ρυθμίσεις για τη μεταφορά σε μια τελική εξουσιοδοτημένη εγκατάσταση αποθήκευσης ή απόρριψης. • Είδος πληροφοριών που απαιτείται για ενεργοποίηση και πληροφόρηση του κοινού για τα χαμένα ή παρανόμως διακινούμενα ραδιενεργά υλικά. Κατάρτιση. Εκπαίδευση στην παρεμπόδιση, στην ανίχνευση και στην απόκριση σε απώλεια ελέγχου και στην ανίχνευση της παράνομης διακίνησης είναι ουσιαστικό για τους τελωνειακούς ανώτερους υπαλλήλους, το προσωπικό έλεγχου συνόρων και άλλο προσωπικό επιβολής νόμου. Η κατάρτιση πρέπει να αντιστοιχηθεί με το πεδίο και τις λεπτομέρειες στο οργανωτικούς επίπεδο, στη γνώση και στους ρόλους των εκπαιδευόμενων. Μια χαρακτηριστική διδακτέα ύλη κατάρτισης πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες για τη φύση και τα αποτελέσματα της ιοντίζουσας ακτινοβολίας, τις ιδιότητες και τις εφαρμογές των ραδιενεργών υλικών. Πληροφορίες πάνω στον έλεγχο και στις αρχές και τεχνικές ανίχνευσης σε εθνικές και διεθνείς απαιτήσεις ακτινοπροστασίας, ασφάλειας και τις κατάλληλες δραστηριότητες απάντησης σε περίπτωση ανιχνευμένων ραδιενεργών υλικών προστασίας πρέπει να υπάρχουν. Πρέπει να περιλάβουμε πληροφορίες πάνω στους κανονισμούς και τις διαδικασίες προσωπικής προστασίας). Τα εκπαιδευτικά μαθήματα πρέπει να επαναλαμβάνονται τακτικά για να διασφαλιστεί ικανοποιητική οικειότητα με τον εξοπλισμό και τις διαδικασίες, έτσι ώστε η επαγρύπνηση να παραμένει αμείωτη όταν αλλάζει το προσωπικό και ότι Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

20

οποιαδήποτε αναγκαία απάντηση μπορεί να είναι γρήγορη. Τέτοια κατάρτιση πρέπει να περιλάβει πρακτικό, "τα χέρια" στις ασκήσεις και τα τρυπάνια. Ο WCO σε στενή συνεργασία με το IAEA, έχει αναπτύξει μια ενότητα κατάρτισης επιβολής τελωνείου για λαθραίο πέρασμα πυρηνικών και σε άλλο ραδιενεργών υλικών. ΚΥΚΛΟΣ ΖΩΗΣ ΤΩΝ ΡΑΔΙΕΝΕΡΓΩΝ ΠΗΓΩΝ Πλήρης κατανόηση των πιθανών τρωτών σημείων ασφάλειας απαιτεί γνώση του κύκλου ζωής των ραδιενεργών πηγών. Κάθε στάδιο στη ζωή μιας πηγής αξίζει συγκεκριμένα κατάλληλα μέτρα ασφάλειας. Στο πρώτο στάδιο, όπως σημειώνεται νωρίτερα, τα ραδιοϊσότοπα, εκτός από τα φυσικά εμφανιζόμενα, δημιουργούνται είτε στους πυρηνικούς αντιδραστήρες είτε στους επιταχυντές σωματίδιων. Αυτά τα ραδιοϊσότοπα είτε υποβάλλονται σε επεξεργασία στην περιοχή των αντιδραστήρων είτε μεταφέρονται εκτός της περιοχής εργασίας σε εγκαταστάσεις επεξεργασίας. Μετά την επεξεργασία οι πηγές μπορούν να πάνε είτε άμεσα στους χρήστες είτε να τις προωθήσουν στους κατασκευαστές, οι οποίοι ενσωματώνουν τις πηγές σε ειδικευμένο εξοπλισμό πουλώντας τον τελικά στους χρήστες. Σε αυτό το σημείο τα στάδια του κύκλου ζωής μια πηγής μπορούν να μοντελοποιηθούν σε μια ανάστροφη πυραμίδα. Με άλλα λόγια μερικοί από τους παραγωγούς παρέχουν τα περισσότερα από τα ραδιοϊσότοπα σε ένα μεγάλο σύνολο κατασκευαστών εξοπλισμού. Στη συνέχεια αυτοί οι κατασκευαστές πωλούν τα προϊόντα τους σε ένα ακόμα μεγαλύτερο σύνολο, αυτό των χρηστών. Μερικές φορές οι χρήστες πωλούν ή μεταφέρουν τις πηγές τους σε άλλους χρήστες μέσα ή έξω από την περιοχή τους. Τέτοιες μεταφορές μπορούν κατά περιόδους να κάνουν την παρακολούθηση των πηγών δύσκολη, ειδικά εάν η χώρα του νέου χρήστη έχει ανεπαρκείς ρυθμιστικούς ελέγχους. Παραδείγματος χάριν μερικοί χρήστες στον αναπτυγμένο κόσμο μεταφέρουν τις πηγές σε άλλους χρήστες στον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπου οι ρυθμιστικοί έλεγχοι μπορεί να λείπουν. Ανάλογα με τις απαιτήσεις της εφαρμογής της πηγής, όπως αυτές καθορίζονται από τον χρήστη και τον χρόνο ημιζωής του ραδιοϊσοτόπου μια πηγή κάποια στιγμή δεν θα είναι σε θέση πλέον να παρέχει υπηρεσίες. Από εκείνο το σημείο και για κάποιο χρονικό διάστημα αργότερα αυτή η μη χρησιμοποιούμενη αλλά πιθανώς ισχυρή πηγή αρχίζει να αποτελεί πρόβλημα ασφάλειας. Το ιδανικό θα ήταν οι χρήστες μετά τη χρησιμοποίηση της με ασφάλεια και ακίνδυνα να την ξεφορτώνονταν ή να την ανακύκλωναν. Σε αυτή την περιγραφή η ροή των μη χρησιμοποιούμενων πηγών από τους χρήστες στις εγκαταστάσεις απόρριψης ή ανακύκλωσης μοιάζει με μια όρθια πυραμίδα. Δηλαδή οι εκατοντάδες σε χιλιάδες χρήστες θα επέστρεφαν τις πηγές σε μερικά κέντρα ανακυκλώσεως που χρησιμοποιούνται χαρακτηριστικά από έναν σημαντικό κατασκευαστή ή θα έστελναν τις πηγές σε μερικές περιοχές απόρριψης που οργανώνονται από τους παραγωγούς ή την κυβέρνηση. Δυστυχώς για μια μικρή μερίδα των πηγών δεν ακολουθούνται αυτές τις διαδικασίες και αντί για αυτό αυτές ορφανεύουν. Ακόμη και για τις πηγές που ακολουθούν αυτές τις διαδικασίες σε ορισμένα σημεία οι ρυθμίσεις ασφάλειας μπορούν να είναι ανεπαρκείς. ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ Ευρωπαϊκή Ένωση Πολλά χρόνια πριν τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EU) έβαλαν το θέμα της επίτευξης ομοιόμορφων πρότυπων ασφάλειας για τη προστασία της υγείας εργαζομένων και κοινού από τους κινδύνους που προκύπτουν από την ιοντίζουσα ακτινοβολία. Πρότυπα εκδόθηκαν για πρώτη φορά το 1959 όταν πολλές βιομηχανικές χώρες καθιέρωσαν τους βασικούς νόμους τους που ρυθμίζουν την ανάπτυξη και τη μελλοντική χρήση της πυρηνικής ενέργειας. Μέσα στο πλαίσιο εκείνων των νόμων σχετικά με την πυρηνική ενέργεια υιοθετήθηκαν οι συστηματικές προσεγγίσεις προστασίας από ραδιενέργεια στα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ. Όταν εκδόθηκαν τα πρώτα πρότυπα η Ευρωπαϊκή Κοινότητα είχε μόνο έξι κράτη μέλη σε αντίθεση με εικοσιπέντε σήμερα. Από τότε οι διατάξεις προστασίας από τη ραδιενέργεια που εγκρίνονται από όλο και περισσότερες βιομηχανικές χώρες είναι κατά ένα μεγάλο μέρος συνεπώς συνδεδεμένες και εναρμονισμένες με τις συστάσεις της Διεθνούς Επιτροπής Ραδιολογικής Προστασίας (ICRP). Στην πραγματικότητα οι οδηγίες της ΕΕ για τη ραδιολογική προστασία όπως και η καθοδήγηση που δίνεται από τους διεθνείς οργανισμούς έχουν εδώ και καιρό βασιστεί στις συστάσεις του ICRP. ΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Τα διάφορα νομικά κείμενα της ΕΕ που ισχύουν άμεσα για τις πηγές ακτινοβολίας. Είναι: • Οδηγία του Συμβουλίου 96/29/Euratom. Καθορίζει τα βασικά πρότυπα ασφάλειας για την προστασία υγείας του ευρέως κοινού και των εργαζομένων ενάντια στους κινδύνους από την ιοντίζουσα ακτινοβολίας. Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

21



Κανονισμός του Συμβουλίου 93/1493/Euratom. Καλύπτει τις αποστολές των ραδιενεργών ουσιών μεταξύ των κρατών μελών.

Οδηγία του Συμβουλίου 92/3/Euratom. Εξετάζει την επίβλεψη και τον έλεγχο των αποστολών ραδιενεργών αποβλήτων μεταξύ των κρατών μελών και των αποστολών προς και από την Κοινότητα. Η πρώτη από αυτές τις οδηγίες μαζί με την ίδια τη συνθήκη Euratom είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της νομοθεσίας πάνω στην ακτινοπροστασία της ΕΕ. Περιλαμβάνει δύο σημαντικούς ορισμούς. Ορίζει την πηγή σαν μια συσκευή, μια ραδιενεργό ουσία ή μια εγκατάσταση ικανή να εκπέμπει ιοντίζουσα ακτινοβολία. Αφετέρου καθορίζει τη σφραγισμένη πηγή σαν μια πηγή της οποίας η δομή είναι τέτοια ώστε να αποτρέπει υπό κανονικές συνθήκες χρησιμοποίησης οποιαδήποτε διασπορά ραδιενεργών ουσιών στο περιβάλλον. Το πεδίο της οδηγίας είναι ευρύ. Ισχύει για όλες τις πρακτικές που περιλαμβάνουν κίνδυνους από την ιοντίζουσα ακτινοβολία που προέρχεται από μια τεχνητή πηγή ή από μια πηγή φυσικής ακτινοβολίας σε περιπτώσεις όπου τα φυσικά ραδιονουκλίδια είναι ή έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία λαμβάνοντας υπόψη τις ραδιενεργές, σχάσιμες ιδιότητες τους, δηλαδή: α) παραγωγή, επεξεργασία, χειρισμό, χρήση, εκμετάλλευση, αποθήκευση, μεταφορά, εισαγωγή και εξαγωγή από την Κοινότητα όπως και απόρριψη ραδιενεργών ουσιών. β) λειτουργία οποιουδήποτε ηλεκτρικού εξοπλισμού που εκπέμπει ιοντίζουσα ακτινοβολία και περιέχει συστατικά που λειτουργούν με διαφορά δυναμικού μεγαλύτερη από 5kV. γ) πρακτική που διευκρινίζεται από οποιαδήποτε άλλο κράτος μέλος. Μια κύρια απαίτηση είναι ένα σύστημα αναφοράς ή σε περιπτώσεις που αποφασίζονται από κάθε κράτος μέλος ένα σύστημα προηγούμενης έγκρισης. Προηγούμενη έγκριση είναι υποχρεωτική στο πλαίσιο της οδηγίας "χρήση συνόλων ακτίνων X ή ραδιενεργών πηγών για βιομηχανική ακτινογραφία ή επεξεργασία προϊόντων ή έρευνα ή έκθεση των προσώπων για ιατρική περίθαλψη και χρήση επιταχυντών εκτός από ηλεκτρονικά μικροσκόπια." Στόχος του συστήματος υποβολής εκθέσεων/ εγκρίσεων είναι να διασφαλιστεί ότι οι πηγές ακτινοβολίας χρησιμοποιούνται κάτω από τον έλεγχο των αρμόδιων εθνικών αρχών, οι οποίες στη συνέχεια θα διασφαλίσουν συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ακτινοπροστασίας σχετικές με τους εργαζομένους και το κοινό. Υποχρεωτική είναι η απαίτηση για τη βελτιστοποίηση της προστασίας. Στα τέλη του 1992 η καθιέρωση της εσωτερικής αγοράς εντός της ΕΕ ολοκληρώθηκε. Αυτό σήμαινε μια περιοχή χωρίς εσωτερικά σύνορα στα οποία η ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίου διασφαλίζεται. Μέσα σε αυτήν την περιοχή οι εθνικές αρμόδιες αρχές δεν θα μπορούσαν πλέον να στηριχθούν στους ελέγχους συνόρων για να πάρουν πληροφορίες για τις πηγές ακτινοβολίας που εισάγονται στα εδάφη κάτω από την αρμοδιότητά τους. Αυτό κατέστησε απαραίτητη την υιοθέτηση του κανονισμού του Συμβουλίου 93/1493/Euratom. Η βασική απαίτηση του κανονισμού που ισχύει μόνο για αποστολές μεταξύ των κρατών μελών είναι ότι ο κάτοχος μιας σφραγισμένης πηγής που σκοπεύει να πραγματοποιήσει την αποστολή του πρέπει να λάβει μια προγενέστερη γραπτή δήλωση από τον παραλήπτη της πηγής ότι συμμορφώνεται με τις σχετικές εθνικές διατάξεις εφαρμόσιμες για την προορισμένη χρήση της πηγής. Η δήλωση πρέπει να έχει υπογραφεί από τις αρμόδιες αρχές της χώρας προορισμού των μελών. Εάν οι ραδιενεργές ουσίες δεν είναι υπό μορφή σφραγισμένης πηγής, απαιτείται μόνο μια post factum πληροφορία από τον κάτοχο στις αρμόδιες αρχές της χώρας μέλους προορισμού. Η οδηγία του Συμβουλίου 92/3/Euratom καθιέρωσε ένα σύστημα που βασικά απαιτεί ότι οι διασυνοριακές αποστολές των ραδιενεργών αποβλήτων μπορούν να γίνουν μόνο εάν οι αρμόδιες αρχές των σχετικών κρατών είτε μέλη της ΕΕ είτε όχι, έχουν δώσει την προγενέστερη ενημερωμένη συγκατάθεσή τους στην αποστολή. Έξω από το σκοπό της οδηγίας είναι αποστολές όπου μια σφραγισμένη πηγή επιστρέφεται από τον χρήστη της στον προμηθευτή της πηγής σε μια άλλη χώρα. Αυτή η απαλλαγή δεν ισχύει για τις σφραγισμένες πηγές που περιέχουν σχάσιμα υλικά. ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΕ Οι διατάξεις υποβολής εκθέσεων /έγκρισης για τη χρήση των πηγών ακτινοβολίας είναι δεσμευτικές ως προς το αποτέλεσμα που πρέπει να επιτευχθεί. Εντούτοις οι εθνικές αρχές έχουν την επιλογή των μορφών και των μεθόδων εφαρμογής. Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

22

Για να έχει μια επισκόπηση για το πως οι αρχές στα κράτη μέλη της ΕΕ διαχειρίζονται τον έλεγχο των πηγών ακτινοβολίας η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χρηματοδότησε μια μελέτη για τη διαχείριση και τη απόρριψη των μη χρησιμοποιούμενων σφραγισμένων ραδιενεργών πηγών στην ΕΕ. Η μελέτη περιέλαβε μια αναθεώρηση των διαφορετικών ρυθμιστικών πλαισίων σε κάθε κράτος μέλος και μια ανάλυση των διοικητικών πρακτικών που υιοθετήθηκαν για τις σφραγισμένες πηγές σε όλη την ΕΕ με σκοπό τον προσδιορισμό των πιθανών χασμάτων και των αντιφάσεων. Οι συντάκτες της μελέτης χρησιμοποιώντας δικές τους τεχνικές και υποθέσεις έφθασαν σε μια γενική εκτίμηση ότι περίπου 500.000 πηγές έχουν παρασχεθεί κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 50 ετών στους διάφορους χειριστές στα τότε δεκαπέντε κράτη μέλη της ΕΕ. Από αυτές περίπου 110.000 πηγές είναι αυτήν την περίοδο σε χρήση και περίπου 30.000 δεν χρησιμοποιούνται και κρατούνται τοπικά αποθηκευμένες στις εγκαταστάσεις των χρηστών. Η μελέτη έδειξε ότι οι πηγές ακτινοβολίας, ειδικότερα οι σφραγισμένες πηγές, χρησιμοποιούνται γενικά σύμφωνα με όλους τους κανόνες απαραίτητους στη διασφάλιση της ασφάλειά τους. Εξίσου η ασφάλεια διασφαλίζεται όταν επιστρέφονται οι σφραγισμένες πηγές είτε στους παραγωγούς είτε στέλνονται σε μια εξουσιοδοτημένη εγκατάσταση διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων. Εντούτοις υπάρχουν ενδείξεις ότι οι έλεγχοι μπορούν να γίνουν αδύνατοι όταν αφαιρούνται οι πηγές από την ενεργό χρήση και όταν επιστρέφονται στους παραγωγούς για την πιθανή επαναχρησιμοποίηση, ή δηλώνονται ως απόβλητα και τοποθετούνται στο πλαίσιο των συστημάτων της διαχείρισης των ραδιενεργών αποβλήτων. Σε μερικές περιπτώσεις, ο έλεγχος χάθηκε, προκαλώντας το φαινόμενο των "ορφανών πηγών". Μεταξύ των πρακτικών που αναθεωρούνται στη μελέτη οι παρακάτω εμφανίζονται να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές στην διασφάλιση καλού ελέγχου των πηγών ακτινοβολίας. Βάσεις δεδομένων. Οι βάσεις δεδομένων για τη φύση και τη θέση των πηγών είναι ουσιαστικές. Αποτελούν τη βασική γραμμή ως προς την οποία οι έλεγχοι μπορούν να γίνουν για να ελεγχθεί η κατάλληλη ρύθμιση των πηγών και η εντόπιση τους όπου αν ευρίσκονται. Συστήματα οικονομικών κινήτρων/ποινικών ρητρών. Συστήματα όπως άδειες σταθερών περιόδων ή ετήσιες αμοιβές αδειών αποδείχθηκαν αποτελεσματικές στην αποθάρρυνση της μακροπρόθεσμης αποθήκευσης των μη χρησιμοποιούμενων πηγών στις εγκαταστάσεις του χρήστη. Η πρακτική ότι το κόστος της διάθεσης μιας πηγής πληρώνεται κατά τη διάρκεια της αγοράς είναι επίσης ελκυστική συνδέει άμεσα τα οφέλη που αναμένονται από τη χρήση της πηγής με το σύνολο των σχετικών δαπανών. Ένα ιδιαίτερο πρόβλημα σχετίζεται με τις μη-καταχωρημένες πηγές, δηλαδή πηγές παρούσες στο έδαφος της ΕΕ για τις οποίες καμία τεκμηρίωση δεν υπάρχει. Μπορεί να ήταν σε χρήση πριν από την επιβολή της τότε νομοθεσίας ή μπορεί να είχαν εισαχθεί χωρίς ενημέρωση των αρμόδιων αρχών. Μεταξύ αυτών των πηγών οι πηγές Ραδίου για ιατρική εφαρμογή είναι ένα συγκεκριμένο πρόβλημα λόγω της πρόωρης εισαγωγής και της ευρείας διανομής τους. Η προσοχή της Επιτροπής εστιάστηκε στον έλεγχο των σφραγισμένων πηγών μέσω των επαναλαμβανόμενων διαδικασιών ευρέσεως πηγών σε εγκαταστάσεις απόρριψης μέταλλων και της περιστασιακής τήξης τους στις εγκαταστάσεις παραγωγής μετάλλων. Αυτά τα γεγονότα έχουν προκαλέσει θανάτους σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία και σχετικές οικονομικές απώλειες ως αποτέλεσμα της έκθεσης προσώπων και μόλυνσης των βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Τον Ιούνιο του 1999, το Συμβούλιο των υπουργών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε ανάγκη για την ΕΕ "να αναπτύξει κοινές απόψεις για να εξετάσει τα προβλήματα σχετικά με τα ραδιενεργά απορρίμματα και τη σωστή διαχείριση των ξοδευμένων ραδιενεργών σφραγισμένων πηγών". Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς το παρόν μελετά πιθανές ενέργειες μείωσης της πιθανότητας τέτοιων ενδεχόμενων και των ατυχημάτων που περιλαμβάνουν πηγές ακτινοβολίας. Από άποψη ακτινοπροστασίας οι υψηλότεροι κίνδυνοι τίθενται από ραδιενεργές πηγές μεγάλης ενεργότητας συνήθως υπό μορφή σφραγισμένων πηγών. Διάφορες προσεγγίσεις στο ζήτημα είναι δυνατές και δεν αποκλείουν απαραιτήτως η μια την άλλη, αντίθετα η πολυπλοκότητα του θέματος απαιτεί την αντιμετώπισή του από διάφορες οπτικές γωνίες. Εντούτοις οποιαδήποτε πιθανή γραμμή δράσης πρέπει να περιλάβει το μακροπρόθεσμο στόχο της καθιέρωση σε όλο τον κόσμο ισχυρών εθνικών υποδομών για την ακτινοπροστασία. Ιδανικά οι αρχές προστασίας από τη ραδιενέργεια πρέπει να επιβάλουν ένα σύστημα που να κρατά τις πηγές μεγάλης ενεργότητας υπό αυστηρό έλεγχο από τη στιγμή που παράγονται ή μπαίνουν στο εθνικό έδαφός τους έως ότου παραδίνονται σε μια εξουσιοδοτημένη εγκατάσταση διαχείρισης ραδιενεργών Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

23

αποβλήτων. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΒΗΜΑΤΑ Οι υπάρχουσες υποδομές ακτινοπροστασίας στα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πηγές ακτινοβολίας που είναι σε χρήση ελέγχονται εύλογα μέσα στη ΕΕ. Ατυχήματα που περιλαμβάνουν πηγές στα εδάφη όπου ισχύουν οι Ευρωπαϊκές Συνθήκες εμφανίζονται μόνο περιστασιακά και στις περισσότερες περιπτώσεις επειδή οι τρέχοντες κανόνες δεν ακολουθούνται. Μελέτες γίνονται στο θέμα της δικαιολόγησης πρόσθετων νομικών απαιτήσεων στο επίπεδο της ΕΕ. Μεταξύ των ενεργειών που εξετάζονται είναι η ευκαιρία εφαρμογής ραδιομετρικού έλεγχου στην εισαγωγή χρησιμοποιημένων μετάλλων (scrap) και της επέκτασης, όσον αφορά τις ψηλά σφραγισμένες πηγές, του συστήματος ανακοίνωσης/ έγκρισης στο πλαίσιο της οδηγίας βασικών προτύπων ασφάλειας. Οι πηγές ακτινοβολίας εντούτοις χρησιμοποιούνται σε όλο τον κόσμο και μερικές χώρες στερούνται των κατάλληλων υποδομών. Σε εκείνες τις χώρες οι πιθανότητες είναι μεγάλες να χαθούν οι πηγές από τον έλεγχο ή να αναμιχθούν σε ατυχήματα. Το διεθνές εμπόριο, ειδικά στα υλικά προοριζόμενα για ανακύκλωση, διακρίνει τη δυνατότητα πηγών ακτινοβολίας να μπουν στο έδαφος της ΕΕ χωρίς ελέγχους. Το 1998 η ΕΚ διοργάνωσε από κοινού μαζί με το IAEA, την Ιντερπόλ και την Παγκόσμια Οργάνωση Τελωνείων μια διάσκεψη σχετικά με την ασφάλεια των πηγών ακτινοβολίας και την προστασία των ραδιενεργών υλικών στην Ντιζόν-Γαλλία. Η Επιτροπή υποστήριξε τις ενέργειες σε εκείνη τη διάσκεψη και χαιρέτισε την πρωτοβουλία του IAEA να αναπτύξει ένα πρόγραμμα δράσης που θα εξέταζε τις διεθνείς διαστάσεις της ασφάλειας των πηγών ακτινοβολίας. Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής Το χειρότερο ατύχημα σε εγκαταστάσεις πυρηνικής ενέργειας στην Αμερική, το ατύχημα στο Three Mile Island το 1979, οδήγησε στην απελευθέρωση ραδιενεργών υλικών στο περιβάλλον. Κανένα μέλος του κοινού, εντούτοις δεν εκτέθηκε στην ακτινοβολία παραπάνω από τα όρια δόσης ακτινοβολίας από αυτό το ατύχημα. Πράγματι καμία έκθεση σε κανένα μέλος του κοινού δεν υπερέβη τα όρια δόσης, σαν αποτέλεσμα λειτουργίας ή ατυχήματος στις 103 εξουσιοδοτημένες εγκαταστάσεις πυρηνικής ενέργειας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό όμως δεν ισχύει όσον αφορά τη λειτουργική εμπειρία για εξουσιοδοτημένες ραδιενεργές πηγές στην Αμερική. Η αμερικανική λειτουργική εμπειρία με τις ραδιενεργές πηγές περιλαμβάνει δευτερεύοντα ατυχή συμβάντα καθώς επίσης και ατυχήματα που οδήγησαν σε τραυματισμούς ακτινοβολίας ή σε ραδιενεργό μόλυνση. Οι σημαντικότερες εφαρμογές στις οποίες τα σοβαρά ατυχήματα ακτινοβολίας έχουν εμφανιστεί είναι βιομηχανική ακτινογραφία και η ιατρική θεραπεία. Ένας άλλος τομέας ανησυχίας είναι ραδιενεργές πηγές που χάνονται, κλέβονται ή εγκαταλείπονται και εισάγονται στον δημόσιο τομέα κατά τρόπο ανεξέλεγκτο. Σε τέτοιες περιπτώσεις υπάρχει πιθανότητα για έκθεση σε ακτινοβολία σε μέλη του κοινού και σε μόλυνση εγκαταστάσεων. ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ Σε αντίθεση με τις 103 εξουσιοδοτημένες εγκαταστάσεις πυρηνικής ενέργειας στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπάρχουν περίπου 157.000 άδειες που εγκρίνουν τη χρήση ραδιενεργών υλικών υποκείμενες στο νόμο της Αμερικανικής Ατομικής Ενέργειας. Από αυτες οι 22.000 είναι για χρήση εξουσιοδοτημένων υλικών σύμφωνα με συγκεκριμένες άδειες. Οι άλλες 135.000 εγκρίνουν τη χρήση ραδιενεργών υλικών που περιλαμβάνονται σε συσκευές όπως οι πυρηνικοί μετρητές ή τα αυτοφωτιζομενα σήματα. Περίπου 1,8 εκατομμύρια συσκευές που περιέχουν ραδιενεργές πηγές έχουν διανεμηθεί. Άλλοι τύποι συσκευών που περιέχουν τα ραδιενεργά υλικά -- όπως αυτοφωτιζομενα ρολόγια και ανιχνευτές καπνού ιοντικά ενεργοποιούμενοι- μπορούν να διανεμηθούν υπό ορισμένες συνθήκες σε πρόσωπα που εξαιρούνται της απαίτησης άδειας. Αυτές περιέχουν μικρές ποσότητες ραδιενεργού υλικού και δεν αποτελούν το αντικείμενο αυτού του εγγράφου. Ο αμερικάνικος νόμος περί ατομικής ενέργειας, όπως τροποποιήθηκε, δεν καλύπτει όλα τα ραδιενεργά υλικά. Οι πηγές ράδιου αποκλείονται από το νόμο, όπως οι ραδιενεργές πηγές που χρησιμοποιούνται από το Αμερικανικό Υπουργείο Ενέργειας (DOE). Ο νόμος προβλέπει για τις πολιτείες να συμμετέχουν στις συμφωνίες με την Αμερικανική Πυρηνική Ρυθμιστική Επιτροπή (NRC) κάτω από την οποία θα ρυθμίζουν και θα χορηγούν άδεια στους χρήστες των Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

24

ραδιενεργών υλικών. Τριάντα πολιτείες έχουν συμμετάσχει σε τέτοιες συμφωνίες. Ρυθμίζουν και δίνουν άδεια στα δύο τρίτα των εξουσιοδοτημένων χρηστών των ραδιενεργών υλικών. Οι πληροφορίες για περιστατικά και γεγονότα που εμφανίζονται κάτω από την αρμοδιότητα του NRC και των συμφωνία-κρατών συλλέγονται, αναλύονται και αναφέρονται από το προσωπικό του NRC. Κάθε έτος το NRC λαμβάνει περίπου 200 εκθέσεις για χαμένες, κλεμμένες ή εγκαταλειμμένες ραδιενεργές πηγές και συσκευές. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τέτοιες εκθέσεις παραλαμβάνονται μόνο όταν οι κάτοχοι άδειας αντιληφθούν ότι είχαν μια πηγή που χάθηκε ή εκλάπη, και το αναφέρουν. ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ Σε μερικές περιπτώσεις, η απώλεια ελέγχου των ραδιενεργών πηγών οδήγησε σε υπερεκθέσεις ακτινοβολίας ανυποψίαστα μέλη του κοινού. Παραδείγματος χάριν το 1979, μια αθωράκιστη βιομηχανική πηγή ακτινογραφιών 28 Ci Ιριδίου- 192 αφέθηκε τυχαία σε προσωρινό τόπο εργασίας στην Καλιφόρνια. Ένας εργαζόμενος που δεν ήξερε τι ήταν την περισυνέλεξε και την τοποθέτησε σε μια πίσω τσέπη του παντελονιού του. Η δόση στο γλουτό του υπερέβη τα 200 Sv (20.000 rem). Το 1992 μια πηγή βραχυθεραπείας 3,7 Ci Ιρίδιου- 192 αποσυνδέθηκε τυχαία από το καλώδιο συνδέοντάς το με ένα μακρινό afterloader όταν τοποθετήθηκε σε έναν ασθενή. Η πηγή τελικά απομακρύνθηκε από τον ασθενή μαζί με τις χειρουργικές φορεσιές. Οι ενδυμασίες που πετάχτηκαν περιείχαν την πηγή και εστάλησαν σε μια εγκατάσταση απόρριψης, στην οποία πραγματοποιείται ένας συνηθισμένος έλεγχος ακτινοβολίας των εισερχόμενων αποβλήτων. Η ακτινοβολία από την πηγή ανιχνεύθηκε και έτσι ανακαλύφθηκε. Ο ασθενής πέθανε από τις περιπλοκές ως αποτέλεσμα της υπερβολικής δόσης και 90 μέλη του κοινού εκτέθηκαν τυχαία στην πηγή. Το 1996 βιομηχανικές συσκευές ακτινογραφιών κλάπηκαν και πωλήθηκαν ως χρησιμοποιημένα μέταλλα (scrap). Κατά τη διάρκεια των μεταφορών των συσκευών μια πηγή Κοβάλτιου-60 40 κιουρί απομακρύνθηκε από μια από τις συσκευές και έπεσε στο έδαφος κοντά στα γραφεία μιας εγκατάστασης επεξεργασίας χρησιμοποιημένων μετάλλων (scrap). Οι εργαζόμενοι και οι πελάτες στις εγκαταστάσεις εκτέθηκαν στην πηγή όπως και οι ανώτεροι αστυνομικοί υπάλληλοι που ερευνούσαν την κλοπή με συνέπεια ολόσωμες δόσεις σε αυτά τα άτομα μέχρι 0,1 Sv. Ένας εργαζόμενος που χειρίστηκε την πηγή έλαβε μεγάλη έκθεση στα άκρα. Η καταστροφή ιδιοκτησίας υπό μορφή ραδιενεργού μόλυνσης έχει εμφανιστεί επίσης και έχει ανησυχήσει την Αμερικάνικη βιομηχανία ανακύκλωσης μετάλλων όταν ραδιενεργές πηγές που έχουν χαθεί, έχουν κλαπεί, ή έχουν εγκαταλειφθεί ανακατεύονται με τα χρησιμοποιημένα μέταλλα (scrap) που προορίζεται για ανακύκλωση. Από το 1983 σε τέτοιες εγκαταστάσεις χρησιμοποιημένου χάλυβα τυχαία ραδιενεργές πηγές έλιωσαν σε είκοσι περιπτώσεις. Ραδιενεργές πηγές έχουν λιώσει τυχαία σε ένδεκα άλλες περιπτώσεις σε εγκαταστάσεις που λιώνουν χρησιμοποιημένο αργίλιο, χαλκό, χρυσό, ψευδάργυρο ή μόλυβδο. Ενώ οι εκθέσεις ακτινοβολίας των εργαζομένων εκεί και του κοινού μέχρι τώρα είναι χαμηλές και κάτω από τα ρυθμιστικά όρια οι οικονομικές συνέπειες είναι μεγάλες λόγω των δαπανών ως αποτέλεσμα της απολύμανσης ή απόρριψης των αποβλήτων και το χαμένο εισόδημα κατά τη διάρκεια του προσωρινού κλεισίματος των εγκαταστάσεων. Στις ΗΠΑ έχει εκτιμηθεί ότι οι δαπάνες από τέτοια γεγονότα αγγίζουν κατά μέσο όρο τα 8 έως 10 εκατομμύρια δολ. ενω και σε μια περίπτωση το κόστος ήταν 23 εκατομμύρια δολάρια. ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ & ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ Η απάντηση της Αμερικάνικης βιομηχανίας ανακύκλωσης μετάλλων είναι πολύπλευρη. Με τη βοήθεια του προσωπικού του NRC οι οργανώσεις βιομηχανίας και εμπορίου ανέπτυξαν και κατόπιν δημοσίευσαν το εκπαιδευτικό υλικό υπό μορφή φυλλαδίων πληροφοριών και σύστησαν διαδικασίες για τα μέλη τους. Πολλές εγκαταστάσεις ανακύκλωσης χρησιμοποιημένων μετάλλων (scrap) έχουν ταχυδρομήσει μια αφίσα προειδοποίησης που δημοσιεύεται από NRC για να ενημερώσουν τους εργαζομένους πάνω στο πρόβλημα. Τα επικρατέστερα προστατευτικά μέτρα που λαμβάνονται από τη βιομηχανία είναι η εγκατάσταση συστημάτων ανίχνευσης ακτινοβολίας στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας χρησιμοποιημένων μετάλλων (scrap) για να ανιχνευθούν οι ραδιενεργές πηγές που μπορούν να ευρίσκονται στις εισερχόμενες αποστολές χρησιμοποιημένων μετάλλων(scrap). Αυτά τα συστήματα έχουν εξελιγμένη σχεδίαση, είναι πολύ ευαίσθητα και δαπανηρά. Είχαν επιτυχία στον προσδιορισμό πάνω από 400 ραδιενεργών πηγών ή συσκευών που περιείχαν ραδιενεργές πηγές στα χρησιμοποιημένα μέταλλα (scrap) από το 1983 με πάνω από τις μισές από τις ανακαλύψεις να έχουν γίνει τα τελευταία πέντε χρόνια. Μια κατάταξη του εμπορικού εξοπλισμού Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

25

ανίχνευσης ακτινοβολίας είναι διαθέσιμη από τη βιομηχανία ανακυκλώσεως μετάλλων. Η επίβλεψη της κατάστασης των ακτινοβολιών ευρέως γίνεται από τους χειριστές των εγκαταστάσεων που χειρίζονται ή ξεφορτώνονται τα μη-ραδιενεργά απόβλητα, δεδομένου ότι οι εγκαταστάσεις τους δεν είναι εξουσιοδοτημένες να ξεφορτώνουν εξουσιοδοτημένα ραδιενεργά υλικά. Τα προγράμματα επίβλεψής τους έχουν βρει περιστασιακά ραδιενεργές πηγές στις εισερχόμενες αποστολές αποβλήτων. Εχει αναφερθεί ότι βρέθηκαν από το 1992 αθωράκιστες ραδιενεργές πηγές στις ΗΠΑ σε δέκα τρεις περιπτώσεις. Οι αθωράκιστες πηγές παρουσιάζουν μεγαλύτερη κίνδυνο για έκθεση σε ακτινοβολία. Επιπλέον δεδομένου ότι δεν προστατεύονται πλέον από προστατευτικό κάλυμμα είναι πιο ευάλωτες σε φυσικές καταστροφές που μπορεί να οδηγήσουν σε απελευθέρωση του ραδιενεργού υλικού. Η ανησυχία της βιομηχανίας ανακύκλωσης μετάλλων προκύπτει αφότου άρχισαν να ανακαλύπτονται ραδιενεργές πηγές σε χρησιμοποιημένα μέταλλα (scrap), οι οποίες καλούνται "ορφανές πηγές". Τέτοιες πηγές βρίσκονται μεν από κάποιον, αυτός όμως συνήθως δεν επιθυμεί να τις κρατήσει. Η προηγούμενη πρακτική ήταν να ζητηθούν από τέτοια πρόσωπα να διασφαλίσουν προσωρινά την πηγή συχνά με τη βοήθεια καταρτισμένων εμπειρογνωμόνων. Σε μερικές περιπτώσεις σημάδια των κατασκευαστών στην ίδια τη συσκευή ή την πηγή επιτρέπουν τον προσδιορισμό και την πιθανή επιστροφή στον αρχικό κάτοχο άδειας ή στον κατασκευαστή. Σε άλλες περιπτώσεις αυτό δεν είναι δυνατό και η μεταφορά πρέπει να γίνει είτε σε έναν πρόθυμο παραλήπτη είτε να πάει για απόρριψη. Αυτό δεν είναι μια ικανοποιητική ρύθμιση και μέτρα έχουν ληφθεί για να δώσουν λύση. Η Conference of Radiation Control Program Directors, Inc μια οργάνωση που αντιπροσωπεύει τα κυβερνητικά προγράμματα ελέγχου ακτινοβολίας, με την υποστήριξη του αμερικανικού Οργανισμού Προστασίας Περιβάλλοντος (EPA) και του NRC -- ερευνά τη δυνατότητα πραγματοποίησης ενός επίσημου προγράμματος ανάκτησης των ορφανών πηγών και να επιτρέψει την ενδεχόμενη απόρριψη τους. Σε περιπτώσεις που μια ορφανή πηγή παρουσιάζει άμεση απειλή για τη δημόσια υγεία και την ασφάλεια για τις οποίες κανένα αρμόδιο συμβαλλόμενο μέρος δεν μπορεί να βρεθεί το DOE θα ανακτήσει και θα διασφαλίσει την πηγή μετά από αίτημα του NRC. NRC και DOE υπέγραψαν ένα υπόμνημα συμφωνίας για να διευκολύνουν τέτοια αιτήματα. Έχουν εντοπισθεί δέκα περιπτώσεις προϊόντων μολυσμένων από ραδιενέργεια που εισαχθεί στις ΗΠΑ. Οι πηγές μόλυνσης στις περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις είναι πιθανώς ραδιενεργές πηγές που αναμίχθηκαν με τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιήθηκαν για να κάνουν τα προϊόντα. Αν και καμία από αυτές τις περιπτώσεις δεν οδήγησε στις σημαντικές εκθέσεις του κοινού στις ΗΠΑ, η απροσδόκητη εμφάνισή τους στην αγορά μπορεί να προκαλέσει τις ανησυχίες για την αποτελεσματικότητα των ρυθμιστικών προγραμμάτων για να βεβαιωθεί η ασφάλεια και η προστασία των πηγών ακτινοβολίας. ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ Η μεγάλη πλειοψηφία των ραδιενεργών συσκευών στις ΗΠΑ χρησιμοποιεί γενικές άδειες. Ένα κύριο χαρακτηριστικό αυτών των συσκευών είναι το γερό σχέδιό τους που επιτρέπει τη χρήση τους από τα πρόσωπα που έχουν ελάχιστη κατάρτιση στην ασφάλεια ακτινοβολίας. Οι γενικοί κάτοχοι άδειας δεν είναι απαραίτητο να υποβάλουν αίτηση για ειδική εξουσιοδότηση επειδή αυτή παρέχεται από τους κανονισμούς. Έμφυτη στο πρόγραμμα γενικών άδειων είναι η αντίληψη ότι ο κάτοχος γενικής άδειας θα διατηρεί τον έλεγχο και την υπευθυνότητα της συσκευής και θα την απορρίπτει κατάλληλα. Λόγω του γερού σχεδίου των συσκευών του προγράμματος δεν υπάρχει καμιά στερεότυπη επίβλεψη και κανένας άλλος ρυθμιστικός μηχανισμός για περιοδική επαφή με τους κάτοχους γενικής άδειας. Όπως ήταν αναμενόμενο απουσία τέτοιων επαφών προγράμματα μερικών γενικών κατόχων άδειας έχουν επιδεινωθεί. Οι ετικέτες προειδοποίησης και τα σημάδια εξαφανίστηκαν ως αποτέλεσμα της έκθεσης σε δυσμενή περιβάλλοντα ή λόγω κακής συντήρησης και καθώς προσωπικό πεπειραμένο σε συσκευές αποσύρθηκε, απαλλάχθηκε ή οι πηγές έμειναν χωρίς εξουσιοδότηση. Η προβλέψιμη συνέπεια είναι ότι μερικές από αυτές τις συσκευές εισάγονται στο δημόσια ζωή κατά τρόπο ανεξέλεγκτο συνήθως μαζί με το χρησιμοποιημένο μέταλλο (scrap). Το 1992 το NRC ενέκρινε σχηματισμό μιας ομάδας εργασίας για να καθορίσει το πρόβλημα και να αναπτύξει τις συστάσεις για δράση της Επιτροπής. Το 1998 σε απάντηση της έκθεσης της ομάδας η Επιτροπή που αποφάσισε τις κατευθυντήριες γραμμές και τα άλλα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να είναι σε θέση να διεξάγει πιο κανονικές στερεότυπες επαφές με τους επιλεγμένους κατόχους γενικούς άδειας για να τους υπενθυμίζει ότι είναι αρμόδιες για τη καταγραφή, έλεγχο και κατάλληλη απόρριψη του εξουσιοδοτημένου Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

26

υλικού. Σε μια εφαρμογή ενημέρωσης των κανονισμών κίνδυνων- η επιλογή των γενικών κατόχων άδειας που θα υπόκειντο στον κανόνα βασίστηκε στην εξέταση του χρησιμοποιούμενων ραδιοϊσοτόπων, των ποσοτήτων τους και της δυνατότητάς τους για έκθεση στο προσωπικό ή για μόλυνση των εγκαταστάσεων. Ένα σημείο που πρέπει να θιγεί είναι ότι η Επιτροπή δεν θα μπορούσε να έχει δικαιολογήσει τη λήψη της παρούσας απόφασης - που έχει φορολογικές επιπτώσεις και επιπτώσεις στελέχωσης - χωρίς τη συλλογή και την ανάλυση των λειτουργικών στοιχείων που θα τα υποστηρίζουν. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠOΚΡΙΣΗΣ ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ Όταν σοβαρές ραδιολογικές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης εμφανίζονται, οι απαιτήσεις επάνω στην μια γενική απόκριση, κρατική και τοπική είναι τεράστιες. Σε τέτοιες περιπτώσεις προγενέστερες ρυθμίσεις συντονισμού και διαμεσολάβησης για παροχή βοήθειας είναι θεμελιώδους σημασίας. Οι περιοδικές ασκήσεις απαιτούνται για να εξοικειωθούν οι Αποκριές με το σχέδιο και τις ευθύνες τους και τις προτεραιότητες του σχεδίου αλλά και να προσδιοριστούν οι αδυναμίες της σχεδίασης. Οι απαντήσεις στις έκτακτες καταστάσεις αποτέλεσμα της απώλειας ή κλοπής ραδιενεργών υλικών ή η ανακάλυψη των ραδιενεργών πηγών είναι ουσιαστικά διαφορετικές από εκείνες που αντιμετωπίζονται κατά απάντηση στις έκτακτες ανάγκες ως αποτέλεσμα λόγω πυρηνικών καταστάσεων. Αναγνωρίζοντας αυτό, αρχίζοντας από το 1997 οι Αμερικανικές αρχές που οδηγήθηκαν από την EPA και το NRC άρχισαν ασκήσεις απόκρισης σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που περιλαμβάνουν τις ραδιενεργές πηγές. Η πρώτη άσκηση μιμήθηκε την ανακάλυψη μιας μεγάλης αθωράκιστης πηγής ακτινοβολίας γάμμα σε μια εγκατάσταση απόρριψης δημοτικών αποβλήτων. Η δεύτερη άσκηση πραγματοποιήθηκε σε μια εγκατάσταση επεξεργασίας χρησιμοποιημένων μετάλλων (scrap) και μιμήθηκε την παραβίαση εξοπλισμού επεξεργασίας χρησιμοποιημένων μετάλλων μιας πηγής Αμερικίου-241 και τη προκύπτουσα μόλυνση των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων. Τα επιτεύγματα και οι συστάσεις αποτέλεσμα της πρώτης άσκησης δημοσιεύθηκαν το 1998 . Κύριο εύρημα των ασκήσεων ήταν η ανάγκη να διεξαχθούν πρόσθετες ασκήσεις σε διαφορετικά μέρη της χώρας αυτής . Με τη συμμετοχή των συμβαλλόμενων μερών στις διαδικασίες απόκρισης τέτοιων καταστάσεων οι ασκήσεις διευρύνουν τη συνειδητοποίηση του προβλήματος, εξοικειώνουν τους αποκριτές με τις ευθύνες και τις προτεραιότητες και υποδεικνύουν τις βελτιώσεις στην ποιότητα των απαντήσεών τους στις πραγματικές έκτακτες ανάγκες. Το 1998 ενεργοποιήθηκε η υπηρεσία και οι διαδικασίες απόκρισης σε ένα περιστατικό κλοπής 19 πηγών βραχυθεραπείας Καισίου- 137 από ένα νοσοκομείο της βόρειας Καρολίνας. Οι αρχές που χρησιμοποιήθηκαν στις διαδικασίες απόκρισης για να υποστηρίξουν έρευνες ευρίσκονταν σε συντονισμό με το Υπουργείο Ενέργειας για ελέγχου των ακτινοβολιών και το FBI πάνω στην πιθανή τέλεση εγκληματικών ενεργειών. Ενώ οι πηγές δεν έχουν ανακτηθεί, ελήφθησαν αποφάσεις και έγιναν ενέργειες για να αποκλειστούν καταστάσεις που είχαν τη μεγαλύτερη πιθανότητα για έκθεση στο κοινό. ΙΣΧΥΡΗ ΕΠΙΒΛΕΨΗ Το NRC έχει πάνω από σαράντα έτη εμπειρίας στη ρυθμιστική επίβλεψη της χρήσης των ραδιενεργών πηγών. Η εμπειρία του πάνω στην ασφάλεια και στην προστασία των ραδιενεργών πηγών επιβεβαιώνει την αρχή ότι απαιτείται ένα ισχυρό, αποτελεσματικό εθνικό ρυθμιστικό πρόγραμμα για να επιτηρήσει τη χρήση των πηγών ακτινοβολίας. Το πρόγραμμα του NRC για αναθεώρηση και ανάλυση εκθέσεων και άλλων πληροφοριών πάνω σε απώλειες, κλοπές, εγκαταλείψεις και ανακαλύψεις ραδιενεργών πηγών βοήθησε στο προσδιορισμό και χαρακτηρισμό του προβλήματος ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών στις συσκευές που χρησιμοποιήθηκαν στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος εξουσιοδότησης. Σε απάντηση το NRC ενέκρινε ένα σχέδιο για κοινή διευθέτηση με τις συμφωνούσες πολιτείες μια αναθεώρηση του προβλήματος και ανάπτυξη συστάσεων για δράση. Η αναθεώρηση διεξήχθη σε ανοικτές, δημόσια αναγγελθείσες συνεδριάσεις και περιελάμβανε προσκαλεσμένες συμμετοχές δηλ. προσώπων και οργανώσεων που επηρεάζονται ή έχουν ενδιαφέρον και για το πρόβλημα και για πιθανές ρυθμιστικές λύσεις. Η ομάδα εργασίας που σύστησε το NRC πρότεινε: 1) αύξηση της συχνότητας επαφών μεταξύ NRC και γενικών κατόχων εξουσιοδότησης και 2) ενσωμάτωση μιας προσέγγισης του θέματος βασισμένη στους κίνδυνους που παρουσιάζονται στις γενικές εξουσιοδοτημένες συσκευές που έχουν τη μεγαλύτερη δυνατότητα για έκθεση του κοινού ή τη πρόκληση μόλυνσης σε εγκαταστάσεις εάν χαθούν, κλαπούν ή Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

27

εγκαταλειφτούν. Η Επιτροπή που συμφώνησε με την προσέγγιση και κατηύθυνε το προσωπικό να αναλάβει κατευθυντήριες αλλαγές που θα αντιμετωπίσουν το πρόβλημα κάνοντας μια αποδοτική και αποτελεσματική χρήση των πόρων του NRC. Επίσης αναγνώριση του γεγονότος του δυναμικού σοβαρών τραυματισμών από την ακτινοβολία και μολύνσεις από ραδιενεργές πηγές όταν αυτές χαθούν, κλαπούν ή εγκαταλειφθούν το προσωπικό του NRC και της EPA έχουν αρχίσει ασκήσεις απόκρισης σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που εστιάζουν σε τέτοια γεγονότα. Σκοπός στη φάση αυτή είναι η συγκέντρωση εκπαιδευτικού υλικού που θα αποτελέσει την αφορμή για μια ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του θέματος των ραδιενεργών πηγών. Για τον λόγο αυτό το περιεχόμενο αυτής της αναφοράς ή ανασκόπησης προτείνεται να χρησιμοποιηθεί από τον Τομέα Οργάνωσης και Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας της ΕΣΔΥ σαν οδηγός δημιουργίας εκπαιδευτικού υλικού ενός μαθήματος διαχείρισης καταστροφών (Disaster Management) και επιτρέπεται να δημοσιευθεί μόνο μετά από επεξεργασία εάν κριθεί αναγκαίο. Έλεγχος, πιστοποίηση και εξακρίβωση της ακρίβειας του περιεχομένου είναι μερικές από τις ενέργειες που πρέπει να ακολουθήσουν. Πρέπει να αναζητηθούν συνεργασίες για την ανάπτυξη των επί μέρους μελετών και να ζητηθούν άδειες και εγκρίσεις όπου είναι αναγκαίο

Υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας των ραδιενεργών πηγών τόσο κατά τη χρησιμοποίηση τους όσο και από πιθανές εγκληματικές ενέργειες

28

Related Documents

Rad
April 2020 15
Rad
October 2019 23
Rad
November 2019 35
Sep A Rad Ores
November 2019 10
Sep A Rad Ores
June 2020 4
Sep A Rad Ores
November 2019 12

More Documents from ""

December 2019 13
December 2019 12
December 2019 15
December 2019 14
Pet Design
December 2019 11