Gmo Skotidakis

  • November 2019
  • PDF

This document was uploaded by user and they confirmed that they have the permission to share it. If you are author or own the copyright of this book, please report to us by using this DMCA report form. Report DMCA


Overview

Download & View Gmo Skotidakis as PDF for free.

More details

  • Words: 26,268
  • Pages: 87
ΓΕΝΕΤΙΚΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΣΤΑ ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ:ΤΡΟΦΗ ΓΙΑ ΣΚΕΨΗ.

Παναγιώτης Ν. Σκοτειδάκης

ΔΙΑΤΡΙΒΗ Που υποβλήθηκε στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών Περιβαλλοντική Πολιτική και Διαχείριση του Τμήματος Περιβάλλοντος ως μέρος των απαιτήσεων για την απόκτηση Διπλώματος Ειδίκευσης στην Περιβαλλοντική Πολιτική και Διαχείριση

Επιβλέπων καθηγητής: κ.Αντρέας Τρούμπης.

Μυτιλήνη Οκτώβριος, 2003

ΕΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΥΠΟΓΡΑΦΕΣ

Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΟΥ ΜΠΣ κ.ΜΙΧΑΛΗΣ ΣΚΟΥΡΤΟΣ

Ο ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ κ.ΑΝΤΡΕΑΣ ΤΡΟΥΜΠΗΣ

Ευχαριστώ ιδιαίτερα τον κ.Αντρέα Τρούμπη για την αποδοχή της επίβλεψης της παρούσας εργασίας, την ευρύτητα στη προσέγγιση και το εξαιρετικά γρήγορο στην επικοινωνία. Τον κ.Κώστα Χαλβαδάκη και την κ.Χριστίνα Γιούργα που αποδέχτηκαν να συμμετέχουν στην τριμελή εξεταστική επιτροπή. Ειδικότερα την κ.Γιούργα για παρατηρήσεις και σκέψεις στο θέμα των ΓΤΟ στα πλαίσια των μαθημάτων. Την Ελίζα Κολοβού για την ανταλλαγή υλικού, την αλληλεπίδραση και την συμπαράσταση κατά τη διάρκεια της συν-συγγραφής των πτυχιακών μας. Την κ.Μυρτώ Πισπίνη από την Greenpeace, τον φίλο και συνάδελφο Παναγιώτη Κώστα και την Ελένη Νικολοπούλου για την ανταλλαγή υλικού, τις συζητήσεις και τη βοήθεια. Την Ράνια , την Κασσιανή, την Νίκη, τον Χρήστο, την Μαρία, την Ραλού και τον Γιώργο για επιμέρους βοήθεια όταν χρειάστηκε. Τέλος όλους τους υπόλοιπους φίλους στη Μυτιλήνη και στην Αθήνα που ανέχτηκαν το «κλείσιμο στον εαυτό» και τις ατελείωτες συζητήσεις πάνω στο θέμα των ΓΤΟ κατά τη διάρκεια της συγγραφής.

Περίληψη Αρχικά παρουσιάζεται η υπάρχουσα κατάσταση της εφαρμογής των ΓΤΟ στη γεωργία καθώς και η συσχέτιση της γενετικής τροποποίησης με τη συμβατική βελτίωση φυτών. Η εξέταση των επιπτώσεων από τη χρήση των ΓΤΟ στη γεωργία, με έμφαση στις αρνητικές επιπτώσεις, έγινε στα επίπεδα της ανθρώπινης υγείας, του περιβάλλοντος ,της γεωργίας και των ανθρώπινων κοινωνιών. Το σημαντικό των επιπτώσεων αυτών δείχνει την ανάγκη επανεξέτασης των μέχρι τώρα βημάτων της χρησιμοποίησης των ΓΤΟ στη γεωργία. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στο πρόβλημα της συνύπαρξης συμβατικών και βιολογικών καλλιεργειών με ΓΤ καλλιέργειες που αν πραγματοποιηθεί, σε ορισμένες περιπτώσεις φαίνεται πως θα οδηγήσει σε ολοκληρωτικές αλλαγές τις μέχρι τώρα χρησιμοποιούμενες γεωργικές πρακτικές.

Abstract

At first is demonstrated the use of genetically modified organisms in agriculture and the relation between conventional breeding and genetic transformation. The analysis of effects from using GMO in agriculture with emphasis in negative effects concerns the sectors of human health, environment, agriculture, and society. The high level of negative effects shows the need to revise the use of GMO in agriculture. Special reference is made in the problem of coexistence of conventional and organic crops with the GM ones. If that happens it seems that in certain circumstances will lead in total changes in used agricultural practices.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΦΥΤΩΝ ΚΑΙ ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ. 1.1 Ιστορική διαδρομή και ορολογία 1.2 Παραδείγματα φυτών που παρήχθησαν από μεταλλάξεις και από γενετική τροποποίηση 1.3 Γενετική τροποποίηση 1.4 Μέθοδοι γενετικής τροποποίησης 1.4.1 Η μέθοδος του Αγροβακτηρίου 1.4.2 Η «βιο-βαλλιστική» μέθοδος 1.5 Η γενετική τροποποίηση ως συνέχεια της συμβατικής βελτίωσης.

σελ. 1 σελ. 3 σελ. 5 σελ. 6 σελ. 7 σελ. 9 σελ.10 σελ.11

2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ 2.1 Σταθμοί στην ιστορία της γενετικής 2.2 Παραδείγματα γενετικής τροποποίησης φυτών 2.3 . Νομοθετικό πλαίσιο 2.3.1 Κοινοτική νομοθεσία 2.3.2 Ισχύουσα ελληνική νομοθεσία για τους ΓΤΟ 2.3.3 Η έννοια της «κατ’ουσίαν ισοδυναμίας» 2.3.4 Οι αρχές της πρόληψης και της προφύλαξης στην ευρωπαϊκή νομοθεσία 2.3.5 Αμερικάνικη νομοθεσία 2.3.6 Διεθνής νομοθεσία 2.4 Προοπτικές ως προς την καλλιέργεια και εμπορία ΓΤΟ

σελ.16 σελ.17 σελ.19 σελ.19 σελ.21 σελ.22 σελ.23 σελ.24 σελ.26 σελ.26

3. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΥΓΕΙΑ 3.1 Επικινδυνότητα ως προς την εισαγωγή και δημιουργία αλλεργιογόνων ή τοξινών 3.2 Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά 3.3 Χρήση ΓΤ φυτών για φαρμακευτικούς σκοπούς

σελ.30 σελ.34 σελ.36

4. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 4.1 Πως δημιουργούνται ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα σε κάποιο ζιζανιοκτόνο 4.2 Επιπτώσεις από τη χρήση ΓΤ φυτών με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα 4.3 Πως δημιουργούνται ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα σε έντομα 4.4 Επιπτώσεις από τη χρήση ΓΤ φυτών με ανθεκτικότητα σε έντομα 4 5 Χρήση της ΓΤ για αλλά αγρονομικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά 4.6 Το μη αναστρεπτό της χρήσης των ΓΤΟ 4.7 Τα ΓΤ φυτά ως «ζιζάνια» και «εισβολείς» 4.8 Κάθετη και οριζόντια ροή γονιδίων

σελ.37 σελ.39 σελ.41 σελ.43 σελ.45 σελ.48 σελ.48 σελ.50

5. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ 5.1 Θέματα βιοηθικής 5.2 Η ύπαρξη της πατέντας για της βιολογικές λειτουργίες 5.3 Η κοινωνική αποδοχή των ΓΤΟ 5.4 Τα επιμέρους οφέλη από τη χρήση των ΓΤΟ 5.5 Είναι απαραίτητοι οι ΓΤΟ για να θρέψουν το κόσμο ; - Η στάση των χωρών

σελ.53 σελ.54 σελ.56 σελ.58

του αναπτυσσομένου κόσμου

σελ.61

6. Η ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ ΓΕΝΕΤΙΚΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΜΕΝΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ ΜΕ ΣΥΜΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ 6.1 Τρόποι αναπαραγωγής και κατανομή των καλλιεργούμενων φυτών σελ.65 6.2 Κατευθυντήριες γραμμές στην Ευρωπαϊκή Ένωση σελ.67 6.3 Επιπτώσεις από τη συνύπαρξη γενετικά τροποποιημένων και μη ΓΤ καλλιεργειών σελ.68 7.ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

σελ.72

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Ελληνική Ξενόγλωσση

σελ.76 σελ.77

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ ΠΙΝΑΚΑΣ 1.1 Φυτά που έχουν προέλθει από μεταλλάξεις

σελ. 5

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.2 ΓΤ καλλιέργειες της διεθνούς αγοράς

σελ. 6

ΠΙΝΑΚΑΣ 2.1 Εισαγωγές σόγιας στην Ε.Ε (σε τόνους)

σελ.29

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.1 Μηχανισμός και προέλευση ανθεκτικότητας στα ΓΤ φυτά

σελ.39

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.2 ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα σε έντομα στις ΗΠΑ

σελ.43

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.1 Καλλιεργούμενα φυτά που συνήθως αυτογονιμοποιούνται

σελ.66

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.2 Σταυρογονιμοποιούμενα καλλιεργούμενα φυτά

σελ.67

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οι ανθρώπινες κοινωνίες μπαίνοντας στον εικοστό πρώτο αιώνα σε ένα από τα σημαντικότερα θέματα που καλούνται να πάρουν θέση είναι αυτό της βιοτεχνολογίας. Από πολλούς μάλιστα ήδη έχει χαρακτηριστεί η εποχή μας σαν ο «αιώνας της βιοτεχνολογίας». Η ανακάλυψη της δομής της διπλής έλικας του DNA το 1953 και οι μεταγενέστερες έρευνες με τις οποίες καθιερώθηκε ως φορέας γενετικών πληροφοριών, είναι ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα του αιώνα που πέρασε. Η σύγχρονη βιοτεχνολογία ή Γενετική Μηχανική με τη μελέτη της δομής του γενετικού υλικού των μικροοργανισμών και άλλων ζώντων οργανισμών, οδήγησε στην κατανόηση βιολογικών φαινομένων και άνοιξε νέους ορίζοντες για προϊόντα που μέχρι σήμερα δεν ήταν δυνατό να φανταστεί ο άνθρωπος. Στην παρούσα εργασία γίνεται προσπάθεια προσέγγισης του ζητήματος των επιπτώσεων από τη χρήση στην γεωργία των προϊόντων της Γενετικής Μηχανικής. Η προσέγγιση επικεντρώνεται κυρίως στις αρνητικές επιπτώσεις που έχουν διαφανεί ή που πιθανώς να διαφανούν στο μέλλον από τη χρησιμοποίηση τους. Περιορισμένα με τη μορφή παραδειγμάτων γίνεται λόγος και για τις εφαρμογές της βιοτεχνολογίας σε άλλους τομείς, αλλά ο στόχος και η κατεύθυνση είναι η εφαρμογή των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών στη γεωργία. Οι επιπτώσεις αναζητήθηκαν στην ανθρώπινη υγεία ,στη γεωργία , στο περιβάλλον και στις ανθρώπινες κοινωνίες σε μια προσπάθεια για μία ευρεία προσέγγιση. Ένα από τα πρώτα προβλήματα ήταν αυτό της κατηγοριοποίησης των επιπτώσεων μιας και πάντα τα προβλήματα αλληλεπιδρούν ,συνδέονται και συχνά αλληλεξαρτούνται. Σαν παράδειγμα μπορεί να αναφερθεί η αύξηση ή μη της χρήσης των ζιζανιοκτόνων που συνδέεται άμεσα με τη γεωργία και το περιβάλλον αλλά ταυτόχρονα συνδέεται μεσώ της οικονομικότητας τους με τις ανθρώπινες κοινωνίες καθώς και με την υγεία των χρηστών που τα χρησιμοποιούν. Οι επιπτώσεις στη γεωργία και στο περιβάλλον θεωρήθηκε ότι συνδέονται τόσο άμεσα ώστε τελικά επιλέχθηκε να αναπτυχθούν ενιαία μέσα στο ίδιο κεφάλαιο. Σε χωριστό κεφάλαιο αναπτύσσεται το θέμα της συνύπαρξης των συμβατικών και βιολογικών καλλιεργειών με τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς. Επιλέχθηκέ αυτό για ευρύτερη εξέταση μιας και είναι το πιο «σύγχρόνο» θέμα πάνω στους ΓΤΟ και ταυτόχρονα ιδιαίτερα σημαντικό μιας και πιθανά θα επηρεάσει μελλοντικά την παγκόσμια γεωργία. Η προσέγγιση έγινε

προσπαθώντας να αποτιμηθεί η υπάρχουσα εμπειρία και σε σχέση με την προτεινόμενη νομοθεσία να διαφανούν οι μελλοντικές προοπτικές. Η προσπάθεια προσέγγισης των επιπτώσεων γίνεται αφού πρώτα περιγράφεται η υπάρχουσα κατάσταση και συσχετίζεται η γενετική τροποποίηση με τη συμβατική βελτίωση φυτών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΦΥΤΩΝ ΚΑΙ ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ.

1.1 Ιστορική διαδρομή και ορολογία. Μιλώντας για τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς θεωρήθηκε απαραίτητο να γίνει μία σύντομη παρουσίαση της πορείας που ακολουθήθηκε στην βελτίωση των φυτών για να φτάσουμε στην υπάρχουσα κατάσταση. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία και για την αποσαφήνιση κάποιων όρων. Αρχικά λοιπόν και σε όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας μέχρι την πράσινη επανάσταση, στην γεωργική παραγωγή χρησιμοποιήθηκαν οι «ποικιλίες». Με τον όρο αυτό εννοούμε μία ομάδα όμοιων φυτών που με βάση τα δομικά χαρακτηριστικά τους και την συμπεριφορά τους στον αγρό μπορούν να διαφοροποιηθούν από άλλες ποικιλίες του αυτού είδους. Χαρακτηριστικό των ποικιλιών είναι ότι οι σπόροι τους μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην αναπαραγωγή των καλλιεργούμενων φυτών χωρίς μείωση της παραγωγικότητας. Οι ποικιλίες αυτές, είχαν σαν κυριότερη πηγή γενετικής παραλλακτικότητας, της ποικιλότητας δηλαδή που μας βοηθάει στο να προχωρήσει η βελτίωση των ποικιλιών, τις μεταλλάξεις. Ο όρος μετάλλαξη χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά για την περιγραφή απότομων αλλαγών του γονότυπου και ορίζεται ως «κάθε απότομη κληρονομούμενη μεταβολή στην αλληλουχία ή τον αριθμό των νουκλεοτιδίων ενός νουκλεϊκού οξέος», (Καλτσίκης Π.,1989,σ.529). Στην αρχή υπήρχαν μόνο οι φυσικές μεταλλάξεις με χαρακτηριστικά τους ότι οι περισσότερες είναι επιβλαβείς για το φυτό και ότι η συχνότητά τους δεν αλλάζει με τη πάροδο του χρόνου. Το μικρό ποσοστό που είναι επωφελές αν συμβεί να παρουσιαστούν σε φυτό που καλλιεργείται, είναι δυνατόν να επιλεγεί από τον καλλιεργητή και να διατηρηθεί. Αν δεν γίνεται τεχνητή επιλογή για να διαιωνιστούν οι μεταλλάξεις θα πρέπει να προσαρμοστούν στο εσωτερικό (ισορροπημένος γονότυπος) και εξωτερικό περιβάλλον του φυτού (κλίμα, έδαφος, κ.α), (Καλτσίκης Π.,1989,σ.42). Οι τεχνητές μεταλλάξεις, αυτές δηλαδή που προκαλούνται με την επέμβαση του ανθρώπου, ξεκίνησαν τη δεκαετία του ΄30 όταν παρατηρήθηκε ότι οι ακτίνες Χ αυξάνουν τη συχνότητα των μεταλλάξεων. Σκοπός τους είναι η σκόπιμη πρόκληση μεταβολών στο γενετικό υλικό για να δημιουργήσουμε καινούργια γενετική παραλλακτικότητα. Οι τεχνητές μεταλλάξεις είναι αποτέλεσμα της επίδρασης διαφόρων μεταλλαξιογόνων τα οποία διαιρούνται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τις ακτινοβολίες και τα χημικά μεταλλαξιογόνα (Καλτσίκης Π.,1989,σ.401). Οι τεχνητές μεταλλάξεις λοιπόν έχουν εφαρμογή αρκετών δεκαετιών.

Μια από τις μεγαλύτερες αλλαγές στην ιστορία της παγκόσμιας γεωργίας προήλθε με τη χρήση των υβριδίων και το ξεπέρασμα της χρήσης μόνο ποικιλιών. Με τον όρο υβρίδια εννοούμε πληθυσμούς που είναι οι πρώτοι απόγονοι διασταυρώσεων γενετικά ανόμοιων γονέων. Γονέων που ανήκουν όμως στο ίδιο είδος ή σε συγγενή είδη (Καλτσίκης Π.,1989,σ.219). Η χρήση τους οδήγησε σε αύξηση της παραγωγικότητας με συνήθως όμως αυξημένες απαιτήσεις και σε εισροές. Χαρακτηριστικό τους είναι ότι για να παραχθούν οι σπόροι των υβριδίων θέλουν συγκεκριμένες διαδικασίες που μόνο εξειδικευμένοι επιστήμονες μπορούν να πραγματοποιήσουν καθώς και ότι αν οι σπόροι τους χρησιμοποιηθούν για την αναπαραγωγή καλλιεργούμενων φυτών δίνουν συνεχώς μειωμένη παραγωγή. Τα τελευταία αυτά χαρακτηριστικά οδηγούν στο ότι οι καλλιεργητές θα πρέπει κάθε χρόνο να αγοράζουν τους σπόρους των υβριδίων που θα χρησιμοποιήσουν. Η επόμενη μεγάλη ίσως αλλαγή στη παγκόσμια γεωργία είναι αυτή που βιώνουμε στις μέρες μας, η εφαρμογή δηλαδή της γενετικής μηχανικής και τα προϊόντα αυτής, που είναι οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί. Ένας διευρυμένος ορισμός της γενετικής μηχανικής είναι ο ακόλουθος: «Γενετική μηχανική είναι ο κατευθυνόμενος χειρισμός οργανισμών για την παραγωγή ειδικών μορφών με σκοπό την ωφέλεια του ανθρώπου» (Καλτσίκης Π.,1989,σ.428). Στην περίπτωση της γενετικής τροποποίησης

το γονίδιο απομονώνεται και ενσωματώνεται, με

συγκεκριμένες διαδικασίες και έχουμε μεταφορά του όχι μόνο μέσα στο ίδιο είδος αλλά ακόμα και σε είδη διαφορετικών βασιλείων π.χ. από βακτήριο σε φυτό(Τσαυτάρης Αθ,1997). Με βάση τα παραπάνω νομίζουμε ότι γίνεται ξεκάθαρο πως οι όροι «μετάλλαξη» και «γενετική τροποποίηση» δεν θα πρέπει να συγχέονται. ‘Ένας όρος που μπορεί να εμπεριέχει τη λέξη «μετάλλαξη» είναι αυτός του «γενετικά μεταλλαγμένου οργανισμού»

που πολύ περιορισμένα είχε χρησιμοποιηθεί στο ξεκίνημα της

χρήσης των νέων τεχνικών, ο οποίος όμως εγκαταλείφθηκε στη πορεία μιας και μάλλον περισσότερη σύγχυση δημιουργεί. Άλλοι όροι που έχουν προταθεί είναι «οργανισμός που δέχεται εισβολή αλλογενών γονιδίων» που περιγράφει με ιδιαίτερη ακρίβεια την κατάσταση αλλά είναι μάλλον σύνθετος, και ο όρος «μη σεξουαλικός γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί» που υποδηλώνει οργανισμούς που δημιουργούνται με χνητή ενσωμάτωση αλλογενών γονιδίων παρακάμπτοντας τη σεξουαλική διαδικασία(Ρουπακιάς Δ.,2002). Ο όρος

που θα χρησιμοποιηθεί στη παρούσα εργασία είναι αυτός του «γενετικά

τροποποιημένου οργανισμού» μιας και είναι περιεκτικός, ξεκάθαρός

και αυτός που

χρησιμοποιείται παγκοσμίως. Άλλοι όροι που χρησιμοποιούνται είναι «διαγονιδιακά φυτά», «διαγονίδιο», «προιόντα γενετικής μηχανικής», «προϊόντα βιοτεχνολογίας». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα είχε μια μελέτη για το αν η χρήση του όρου «μεταλλαγμένος οργανισμός» που χρησιμοποιείται

ευρύτερα από την ελληνική κοινωνία και που ίσως παραπέμπει σε ασθένειες όπως ο καρκίνος, την έχει επηρεάσει έτσι ώστε να τοποθετείται πιο αρνητικά απέναντι στους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς ,σε σχέση με όλους τους άλλους ευρωπαίους(Ευρωβαρόμετρο,2000). Μια τέτοια μελέτη πάντως είναι πέρα από τα όρια της παρούσας εργασίας . 1.2 Παραδείγματα φυτών που παρήχθησαν από μεταλλάξεις και από γενετική τροποποίηση. Για την περαιτέρω κατανόηση της διαφοράς των δύο τεχνικών που περιγράψαμε παραπάνω ακολουθούν πίνακες με παραδείγματα μεταλλαγμένων και γενετικά τροποποιημένων τροφίμων.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.1 Φυτά που έχουν προέλθει από μεταλλάξεις. Καλλιέργεια Ρύζι Αλεύρι Oats (δημητριακά) Σταφύλια Burmuda grass Λάχανο Φασόλι Lilac St. Augustine grass

Καλλιεργητικό όνομα Calrose 76 Lewis Alamo-X Rio Red / Star Ruby Tifeagle / Tifgreen II / Tift 94 Ice cube / Mini- Green Seafarer / Seaway Prairie Petite TXSA 8202 / TXSA 8212

Μέθοδος Μετάλλαξης Ακτίνες γάμμα Thermal neutrons Ακτίνες Χ Thermal Neutrons Ακτίνες γάμμα Ethyl methanesulphonate Ακτίνες Χ Thermal neutrons Ακτίνες γάμμα

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.2 ΓΤ καλλιέργειες της διεθνούς αγοράς. Είδος φυτού Καλαμπόκι

Χαρακτηριστικό Αντοχή σε έντομα Αντοχή σε

Σόγια

Ελαιοκράμβη Κολοκυθιά Πατάτα

Περιοχές / Χώρες που έχει εγκριθεί Αργεντινή, Καναδάς, ΗΠΑ, ΕΕ, Νότια Αφρική

ζιζάνιοκτόνα Αντοχή σε

Καναδάς, ΗΠΑ, Αργεντινή,

ζιζάνιοκτόνα

Ν. Αφρική, ΕΕ (για

Αντοχή σε ζιζάνιοκτόνα Αντοχή σε ιώσεις Αντοχή σε έντομα /

μεταποίηση) Καναδάς, ΗΠΑ

Μέθοδος γεν. τροποποίησης Γονίδια από μικροοργανισμούς Γονίδια από μικροοργανισμούς Γονίδια από

Καναδάς, ΗΠΑ

μικροοργανισμούς Γονίδια από

Καναδάς, ΗΠΑ

μικροοργανισμούς Γονίδια από

ζιζάνιοκτόνα

μικροοργανισμούς

(πηγή: ΕΘΙΑΓΕ)

1.3 Γενετική τροποποίηση (Genetic Transformation). Ένας γενετικά τροποποιημένος οργανισμός (ΓΤΟ) είναι ένας ζωντανός οργανισμός, φυτικός ή ζωικός που έχει υποστεί τροποποίηση των αρχικών γενετικών του χαρακτηριστικών με προσθήκη, αφαίρεση ή αντικατάσταση τουλάχιστον ενός γονιδίου. Η πράξη αυτή λαμβάνει χώρα τόσο σε αναπαραγωγικά κύτταρα (γαμέτες), τα οποία μεταφέρουν το χαρακτηριστικό στους απογόνους, όσο και σε σωματικά κύτταρα (μη αναπαραγωγικά). Σε αυτήν την περίπτωση ο τροποποιημένος χαρακτήρας δεν μεταφέρεται. Η δημιουργία γενετικά τροποποιημένων οργανισμών είναι δυνατή χάρη στο γεγονός ότι τα γονίδια όλων των οργανισμών είναι κατασκευασμένα από το ίδιο υλικό, το DNA (ΕΘΙΑΓΕ,2001). Η γενετική τροποποίηση είναι η πλέον αμφισβητούμενη κατηγορία βιοτεχνολογικών εφαρμογών και αφορά λοιπόν την άμεση εισαγωγή επιθυμητών γνωρισμάτων σε ένα οργανισμό χωρίς την διαδικασία της εγγενούς αναπαραγωγής, δηλαδή επιτρέπει τη μεταφορά γονιδίων μεταξύ οργανισμών ακόμα και αυτών που δεν είναι εξελικτικά συγγενείς. Με τον τρόπο αυτό παρέχεται η

δυνατότητα ακριβέστερου χειρισμού των γονιδίων, αξιοποίησης γονιδίων ανεξάρτητα από ταξινομικά εμπόδια και ταχύτερης ενσωμάτωσης γνωρισμάτων σε συγκεκριμένο γονότυπο. Οι εφαρμογές των σύγχρονων αυτών τεχνικών της γενετικής τροποποίησης οδήγησαν και στη δημιουργία νέων μορφών τροφίμων, των

«καινοφανών ή νεοφανών τροφίμων». Ορισμένες

κατηγορίες αυτών των «καινοφανών τροφίμων» (novel foods) καθώς και των εφαρμογών της νέας βιοτεχνολογίας στον πρωτογενή και μεταποιητικό τομέα είναι : 1. τρόφιμα τα οποία αποτελούν αυτούσια προϊόν γενετικής τροποποίησης 2. τρόφιμα που κατά την κατανάλωση τους περιέχουν γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς. 3. τρόφιμα στην παραγωγή των οποίων συμμετέχουν μικροβιακά ένζυμα ή πρωτεΐνες ως αποτέλεσμα γενετικής μηχανικής και όχι οι ίδιοι οι ΓΤ μικροοργανισμοί. 4. τρόφιμα που περιέχουν πρόσθετα βελτίωσης των οργανοληπτικών τους χαρακτηριστικών και της θρεπτικής τους αξίας(ΕΘΙΑΓΕ,2001).

1.4 Μέθοδοι γενετικής τροποποίησης. Με τον όρο γενετική τροποποίηση παρότι αναφερόμαστε και σε αντικατάσταση ή αφαίρεση γενετικού υλικού αλλά η πιο συνηθισμένη διαδικασία, είναι η λήψη γενετικού υλικού από ένα είδος δωρητή και η άμεση μεταφορά του σε μια άλλη κυτταρική σειρά ή σε ένα άλλο είδος λήπτη. Η διαδικασία διαιρείται ως εξής : 1. Απομόνωση του υλικού από το δωρητή. 2. Εισαγωγή του υλικού στον λήπτη . 3. Ενσωμάτωση αυτού του υλικού στο γωνίωμα του λήπτη. 4. Έκφραση των χαρακτηριστικών του εισαχθέντος υλικού. Απαραίτητα για την απομόνωση του γενετικού υλικού του δωρητή είναι τα περιοριστικά ένζυμα, τα οποία ταξινομούνται σε 4 κυρίως ομάδες. Όταν βρεθούν σε συγκεκριμένες συνθήκες π.χ. υψηλό ποσοστό γλυκερόλης χάνουν την εξειδίκευση τους και κόβουν το DNA σε παρόμοιες θέσεις αλληλουχίας. Δείχνουν δηλαδή προτίμηση σε μια θέση αναγνώρισης έναντι άλλων και επομένως υπάρχουν θέσεις που κόβονται και αναγνωρίζονται πιο γρήγορα από άλλες. Υπεύθυνη για αυτό είναι η τοπική δόμηση του DNA. Τα τμήματα που δημιουργούνται στα άκρα έχουν συγκεκριμένες όμοιες αλληλουχίες(Χατζόπουλος Π. ,2001).

Τα κατατμήματα αυτά μπορούν να συνδεθούν και να δημιουργήσουν ένα ενιαίο τμήμα με απαραίτητη την ύπαρξη ενός άλλου ενζύμου που συνήθως είναι η Τ4 DNA λιγάση. Η συνένωση αυτή μπορεί να γίνει όταν έχουν ομόλογα ή συμπληρωματικά άκρα. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα είναι ότι μπορούν να συνδεθούν διαφορετικά ως προς το μέγεθος και την προέλευση τμήματα του DNA. Τα άκρα αυτά που ονομάζονται και κολλώδη δεν συνδέονται μόνο μεταξύ τους αλλά μπορούν να συνδεθούν και με συμπληρωματικές αλληλουχίες βάσεων οποιουδήποτε άλλου DNA που έχει κοπεί με το ίδιο περιοριστικό ένζυμο. Οι γενετιστές χρησιμοποιούν τόσο τα περιοριστικά ένζυμα όσο και

τις λιγάσες για να ενώνουν τα

μόρια DNA και έτσι είναι σε θέση να

παρασκευάσουν οποιοδήποτε συνδυασμό μορίων DNA. Η διαδικασία αυτή είναι και η βάση της γενετικής μηχανικής.(Χατζόπουλος Π.,2001). Το DNA

που προέρχεται από δύο ή περισσότερες διαφορετικές πηγές ονομάζεται

ανασυνδυασμένο DNA. Ένα ανασυνδυασμένο DNA που περιέχει αλληλουχίες βάσεων από περισσότερους από έναν οργανισμούς ονομάζεται χιμαιρικό DNA(Μολφέτας Σ. et al.,1994).Το χιμαιρικό αυτό DNA

έχει όλες τις ιδιότητες των τμημάτων του. Αυτό είναι που μπορεί να

χρησιμοποιηθεί και ως φορέας. Φορέας είναι ένα μόριο DNA στο οποίο ενσωματώνονται τμήματα από αλλά μόρια και το τελικό προϊόν μεταφέρεται σε ένα κύτταρο ξενιστή. Οι φορείς είναι απαραίτητοι για την εισαγωγή και την ενσωμάτωση του γενετικού υλικού στο λήπτη, προέρχονται από πλασμίδια ή βακτηριοφάγους και έχουν τις πιο κάτω χαρακτηριστικές ιδιότητες: 1.Είναι μικρά μόρια με γνωστή δομή. 2.Εχουν το δικό τους σημείο έναρξης της αντιγραφής, πράγμα που επιτρέπει τόσο την αντιγραφή του φορέα , όσο και του ξένου τμήματος DNA που περιέχει μέσα στο κύτταρο λήπτη. 3.Περιέχουν συνήθως ένα ή περισσότερα γονίδια σήμανσης όπως π.χ. αντίστασης σε κάποια αντιβιοτικά, που χρησιμοποιούνται για να απομονωθούν στη συνέχεια τα κύτταρα λήπτες που περιέχουν το φορέα.( Μολφέτας Σ. et al.,1994). Στα φυτά ο ποιο συχνά χρησιμοποιούμενος φορέας είναι το πλασμίδιο Τι του βακτηρίου Agrobacterium tumefaciens. O φορέας λοιπόν εξασφαλίζει την είσοδο στο γωνίωμα του λήπτη ενώ την επιτυχή έκφραση του εισαχθέντος γενετικού υλικού την εξασφαλίζει η χρήση του υποκινητή CaMV 35S που προέρχεται από τμήμα του γονιώματος του ιού του μωσαϊκού του κουνουπιδιού. Έχουν γίνει προσπάθειες να

εφαρμοστούν και άλλοι υποκινητές όμως η εισαγωγή στο φορέα του υποκινητή CaMV 35S έχει τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Στη συνέχεια τα μόρια-φορείς αφού απομονωθούν δεν μπορούν να αντιγραφούν σε δοκιμαστικούς σωλήνες. Πρέπει να εισαχθούν σε κύτταρα και να αντιγραφούν μέσα στο κυτταρόπλασμά τους .Ο οργανισμός που χρησιμοποιείται συνήθως για την αναπαραγωγή τους είναι το βακτήριο Eschericia coli. Χρησιμοποιούνται και ζύμες καθώς και κύτταρα θηλαστικών σε ιστοκαλλιέργειες κυρίως όμως για την παραγωγή εμβολίων (Μολφέτας Σ. et al, 1994). Η ενσωμάτωση του ανασυνδυασμένου DNA είτε στο βακτήριο Eschericia coli για την αναπαραγωγή του, είτε κατά την εισαγωγή του στα φυτικά κύτταρα που θέλουμε να αποκτήσουν τα επιθυμητά χαρακτηριστικά, έχει πολύ περιορισμένο βαθμό επιτυχίας. Η επιλογή των κυττάρων και στις δύο περιπτώσεις, που έχει γίνει με επιτυχία η ενσωμάτωση, γίνεται με τη βοήθεια των γονιδίων σήμανσης που προαναφέρθηκαν. Γονίδια δηλαδή που προσδίδουν ανθεκτικότητα σε μία ουσία (αντιβιοτικά, ζιζανιοκτόνα κ.α.) που έχουν ενσωματωθεί και αυτά στον φορέα. Χάρη στα γονίδια σήμανσης επιβιώνουν μόνο τα κύτταρα που έχει επιτύχει η εισαγωγή. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για να πραγματοποιηθούν τα παραπάνω είναι η μέθοδος του Αγροβακτηρίου

(Agrobacterium-mediated

transformation),

η

μέθοδος

του

εκτοξευτήρα

μικροσωματιδίων ή «βιο-βαλλιστική» μέθοδος, η ηλεκτροπόρωση και η μηχανική και χημική μεταφορά των γονιδίων. Στη συνέχεια θα αναπτυχθούν οι δύο πρώτες που είναι και οι πιο διαδεδομένες. 1.4.1 Η μέθοδος του Αγροβακτηρίου. Οι αλληλεπιδράσεις του αγροβακτηρίου με τα φυτικά κύτταρα είναι ένα παράδειγμα που γνωρίζουμε να πραγματοποιείται μεταφορά DNA μεταξύ δύο βασιλείων. Κατά τη μεταφορά αυτή ογκογενετικά γονίδια από το αγροβακτήριο μεταφέρονται στο φυτό, προκαλώντας την ασθένεια της νεοπλασίας που ονομάζεται κορονωτός κάλλος. Τα τοξικά στελέχη του αγροβακτηρίου περιέχουν ένα μεγάλο εξωχρωμοσωμικό πλασμίδιο , στο οποίο εδράζουν τα γονίδια που εμπλέκονται στη δημιουργία του κάλλου (Χατζόπουλος Π., 2001). Στα καρκινικά κύτταρα του κάλλου παράγονται κάποιες ουσίες που ονομάζονται οπίνες τις οποίες το αγροβακτήριο απαιτεί για την ανάπτυξή του, αλλά δεν είναι σε θέση να συνθέσει. Από το εξωχρωμοσωμικό πλασμίδιο Τι ένα συγκεκριμένο μικροτμήμα, το Τ-DNA, εισέρχεται μέσα στο γονίωμα του φυτού. Από το Τ-DNA ένα τμήμα έχει ογκογενετικές ιδιότητες, ενώ ένα άλλο κωδικοποιεί για ένζυμα της βιοσύνθεσης των οπινών.

Στόχος των βιοτεχνολόγων ήταν να διατηρηθεί η ιδιότητα του Τ-DNA χώρις όμως τα ογκογενετικά χαρακτηριστικά. Αυτό πραγματοποιήθηκε με την διατήρηση μόνο του δεξιού και του αριστερού συνοριακού του Τ-DNA και την εισαγωγή κάθε φορά των επιθυμητών γόνων ανάμεσα τους. Σαν γονίδιο σήμανσης στη μέθοδο του αγροβακτηρίου χρησιμοποιείται πιο συχνά το ΝΡΤΙΙ που προσδίδει ανθεκτικότητα στο αντιβιοτικό καναμυκίνη. Η καναμυκίνη είναι το πιο γνωστό μέλος της ομάδας των αμινογλυκοσιδίων. Έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στα δικότυλα φυτά. Αλλά αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται είναι η γκενταμυκίνη, το G4 18, η νεομυκίνη, η πουρομικκίνη, η υγρομυκίνη. Τα αντιβιοτικά αυτά προκαλούν χλώρωση και αποχρωματισμό των φύλλων στα φυτά που δεν έχουν το γονίδιο ανθεκτικότητας . Πέρα από τα αντιβιοτικά και γονίδια ανθεκτικά στα ζιζανιοκτόνα χρησιμοποιούνται συχνά σαν γονίδια σήμανσης στα γενετικά τροποποιημένα φυτά. Ζιζανιοκτόνα που χρησιμοποιούνται είναι το glyphosate, η φωσφινοθρισίνη, η ατραζίνη, το βρωμοξυνίλιο κ.α. Επίσης χρησιμοποιείται και η αυξίνη 2,4-D (Χατζόπουλος Π., 2001).

1.4.2

Η «βιο-βαλλιστική» μέθοδος (gene gun).

Η βιο-βαλιστική μέθοδο που συχνά ονομάζεται και βομβαρδισμός σωματιδίων, έχει σαν βασική αρχή για τη μεταφορά γονιδίων, τη χρήση επιταχυνόμενων με μεγάλες ταχύτητες σωματιδίων με μικροπροεξοχές, ώστε να περάσουν τις κυτταρικές στοιβάδες ή τα κυτταρικά τοιχώματα και να εισχωρήσουν στο κύτταρο. Τα κύτταρα αυτά βέβαια πρέπει να επιζήσουν ώστε να εκφράσουν την γενετική πληροφορία, και κάποιες φορές να διαιωνιστούν. Τα μικροσωματίδια είναι από υλικά ανενεργά όπως το βολφράμιο και ο χρυσός που καλύπτονται από DNA, RNA ή πρωτείνες. Το DNA συνδέεται πάνω στα σωματίδια χρυσού με την παρουσία αιθανόλης, ενώ στα σωματίδια βολφραμίου παρουσία ανθρακικού ασβεστίου και σπερδιμίνης. Ο τρόπος καθίζησης θα πρέπει είναι τέτοιος ώστε να αποφεύγεται η οξείδωση, η συσσωμάτωση ή καθίζηση των σωματιδίων πριν την καθίζηση του DNA. Επιπλέον ιδιαίτερη σημασία έχει ο λόγος της ποσότητας των σωματιδίων με τον λόγο της ποσότητας του DNA. Η μεταφορά γονιδίων με αυτή τη μέθοδο είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί είναι αποτελεσματική στον σταθερό μετασχηματισμό οργανισμών που διαφορετικές προσεγγίσεις έχουν αποτύχει. Εφαρμόζεται εύκολα, έχει ευρύτερο φάσμα από τη μέθοδο του αγροβακτηρίου και όχι ιδιαίτερα υψηλό κόστος.

Οι κυριότεροι παράγοντες που επηρεάζουν τη συχνότητα επιτυχούς μεταφοράς του ανασυνδυασμένου DNA είναι : Α. Ο βαθμός των κυττάρων που έχουν νεκρωθεί εξαιτίας του βομβαρδισμού. Β. Η σύσταση το μέγεθος και η επιτάχυνση των σωματιδίων. Γ. Ο τρόπος που συνδέέται το ανασυνδυασμένο DNA με τα σωματίδια. Σαν παράδειγμα μπορεί να αναφερθεί ότι αυξηση της ποσότητας του DNA ανά βομβαρδισμό κατά 1000 φορές, μπορεί απλά να διπλασιάσει το ποσοστό επιτυχίας (Χατζόπουλος Π., 2001). 1.5 Η γενετική τροποποίηση ως συνέχεια της συμβατικής βελτίωσης. Ένα ζήτημα που μπαίνει είναι αν οι τεχνικές της γενετικής μηχανικής απλά συνεχίζουνε τις τεχνικές που χρησιμοποιούσε η συμβατική βελτίωση φυτών. Αυτό είναι και ένα από τα βασικά επιχειρήματα των υποστηρικτών αυτών των τεχνικών και για αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εξεταστεί. Σαν γενικό κανόνα η κλασσική βελτιωτική μεθοδολογία αναπτύσσει καινούριες ποικιλίες φυτών με τη διαδικασία της επιλογής και ψάχνει να επιτύχει την έκφραση γενετικού υλικού που ήδη υπάρχει μέσα στα είδη. Υπάρχουν εξαιρέσεις σε αυτό που περιλαμβάνουν τον υβριδισμό των ειδών και τις μακρινές διασταυρώσεις αλλά είναι περιορισμένες. Η συμβατική βελτίωση χρησιμοποιεί διαδικασίες που υπάρχουν στη φύση όπως η φυλετική και η αφυλετική αναπαραγωγή. Τα προϊόντα της κλασσικής βελτίωσης τονίζουν ορισμένα χαρακτηριστικά τα οποία όμως δεν είναι νέα, υπάρχουν για χιλιετηρίδες μέσα στο γενετικό δυναμικό των ειδών. Η γενετική τροποποίηση βασίζεται στην εισαγωγή νέου γενετικού υλικού με διαδικασίες σαν και αυτές που περιγράφηκαν παραπάνω. Διαδικασίες όπως ο βομβαρδισμός σωματιδίων και η χρήση του φορέα εισαγωγής δε συμβαίνουν στη φύση, διαφέρουν αισθητά από τις τεχνικές της συμβατικής βελτίωσης , και ακόμα και αν χρησιμοποιούνταν για να μεταφέρουν γενετικό υλικό μεσα στο ίδιο είδος θα ήταν κάτι νέο (Hansen M. ,2001). Πέρα από τις ίδιες τις τεχνικές που είναι κάτι εντελώς καινούργιο μπορούν να προσδιοριστούν τρεις σημαντικές διαφορές ανάμεσα στη συμβατική βελτίωση και τη γενετική μηχανική. Μέσα από αυτές τις διαφορές θα φανεί και το επίπεδο ασφάλειας που έχουν αυτές οι τεχνικές. Μια άποψη είναι ότι αυτές είναι πιο ακριβής και για αυτό πιο ασφαλής. Αυτό είναι ένα κομμάτι της αλήθειας,

ένα άλλο κομμάτι όμως είναι ότι σε κάποιες περιπτώσεις τα αποτελέσματα μπορεί να είναι αρκετά πιο απρόσμενα. Οι τρεις αυτές διαφορές θα γίνει προσπάθεια να περιγραφούν παρακάτω: Α. Πεδίο μεταφοράς γονιδίων Η γενετική μηχανική επιτρέπει τη μεταφορά γενετικού υλικού από οποιονδήποτε οργανισμό σε οποιονδήποτε άλλον οργανισμό. Προσφέρει επίσης τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε καινούριο γενετικό υλικό που δεν προϋπήρχε στη φύση καθώς και προϊόντα έκφρασης αυτού του υλικού που δεν υπήρχαν πριν. Αυτό διαφέρει ριζικά από την κλασσική βελτίωση η οποία απλά επιτρέπει η μεταφορά γενετικού υλικού ανάμεσα σε διαφορετικές ποικιλίες του ίδιου είδους, μεταξύ συγγενών ειδών ή μεταξύ συγγενών ειδών. Ακόμα και ο υβριδισμός και οι μακρινές διασταυρώσεις δεν μπορούν να ξεπεράσουν αυτό το όρια. Ο υβριδισμός βασίζεται στη δημιουργία δύο καθαρών σειρών που είναι ομοζυγωτές για όλους τους αλληλόμορφους από τις οποίες δημιουργείται η σειρά που είναι ετερωζυγωτή (Καλτσίκης Π.,1989,σ.219). Έτσι τα υβρίδια καλαμποκιού είναι η ένωση δύο καθαρών σειρών καλαμποκιού που παράγουν μία μικτή σειρά καλαμποκιού. Επίσης οι συμβατικοί βελτιωτές φυτών μπορούν να χρησιμοποιήσουν τον υβριδισμό και ανάμεσα σε ένα άγριο είδος ενός φυτού και ένα ήμερο, για να μεταφερθούν κάποια χαρακτηριστικά του αγρίου όπως η αντοχή σε κάποιες ασθένειες. Υδριδισμός υπάρχει και στη φύση και μπορεί να γίνει το πολύ μεταξύ δύο διαφορετικών ειδών που έχουν το ίδιο γένος . Οι μακρινές διασταυρώσεις μπορούν να γίνουν μεταξύ δύο ειδών που όμως ανήκουν το πολύ στην ίδια οικογένεια, και επίσης συμβαίνουν στη φύση αν και είναι σπάνιες. Στις περιπτώσεις αυτές γύρη από ένα είδος μπορεί με επιτυχία να εισαχθεί σε φυτά ενός άλλου είδους όμως το έμβρυο που δημιουργείται δεν είναι ικανό να αναπτυχθεί φυσικά και να επιβιώσει. Στη περίπτωση αυτή οι συμβατικοί βελτιωτές απομακρύνουν το έμβρυο από τον αρχικό σπόρο και αφού το εναποθέσουν σε ένα περιβάλλον με τεχνικά θρεπτικά υποστρώματα(Καλτσίκης Π.,1989,σ.470). Η περίπτωση των μακρινών διασταυρώσεων μπορεί να θεωρηθεί τεχνητή από μια πλευρά, αλλά εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει ανάμιξη γονιωμάτων από φυτά που είναι συγγενή και στα οποία η γονιμοποίηση μπορεί να πραγματοποιηθεί (Hansen M. ,2001) . Λόγω του ότι η κλασσική βελτίωση επιτρέπει τη μεταφορά ενός πολύ μικρού μόνο κλάσματος όλου του γενετικού υλικού που βρίσκεται διαθέσιμο στη φύση, και επιτρέπει μίξη και ανασυνδυασμό γενετικού υλικού μόνο μεταξύ ειδών που έχουν μία παρόμοια εξελικτική ιστορία, τα

παραγόμενα φυτά είναι πιο σταθερά και προβλέψιμα από ότι με τη μοριακή βελτίωση. Αυτή η μη σταθερότητα των αποτελεσμάτων της μοριακής τεχνικής φαίνεται από το βαθμό επιτυχίας απογόνων με τα επιθυμητά χαρακτηριστικά που καταφέρουν να μεγαλώσουν. Είναι γεγονός ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των δημιουργούμενων γενετικά τροποποιημένων κυττάρων ή δεν είναι βιώσιμα, ή παραμορφώνονται ή αποτυγχάνουν να ενσωματώσουν το επιθυμητό χαρακτηριστικό. Η διαβεβαίωση ότι η γενετική μηχανική έχει υψηλής ακρίβειας αποτελέσματα ακούγεται σε αυτή την περίπτωση παραπλανητική(Hansen M. ,2001). Β. Θέση εισαγωγής γονιδίου Η μοριακή τεχνική μπορεί να ελέγξει σχεδόν ακριβώς το χαρακτηριστικό που εισάγεται σε ένα φυτό ξενιστή. Εντούτοις δεν μπορεί να ελέγξει τη θέση που αυτό το χαρακτηριστικό εισάγεται στο γωνίωμα με ακρίβεια, ούτε μπορεί να εγγυηθεί τη σταθερή έκφραση του. Η διαδικασία της εισαγωγής ξένου γενετικού υλικού με μοριακές μεθόδους σε ένα φυτό και η έκφραση αυτού πραγματοποιείται με μεθόδους με τις οποίες η θέση εισαγωγής του γονιδίου είναι σχετικά τυχαία. Επειδή το αποτέλεσμα ενός γονιδίου πάνω σε ένα οργανισμό ελέγχεται σημαντικά από τη θέση του, η έλλειψη ελέγχου της θέσης του μπορεί να έχει αποτελέσματα πολύ διαφορετικά κάθε φορά σε ΓΤ φυτά που έχουν ακολουθηθεί οι ίδιες ακριβώς διαδικασίες(Bergelson et al,1998) Στην κλασσική βελτίωση μιας και η μεταφορά του γενετικού υλικού συμβαίνει μεταξύ οργανισμών που έχουν παρόμοια εξέλιξη, η τοποθέτηση του γενετικού υλικού περιλαμβάνει το ανακάτεμα διάφορων αλληλόμορφων του ίδιου γονιδίου. Επιπλέον αυτά το γονίδια είναι τοποθετημένα στη θέση τους στο χρωμόσωμα με την εξέλιξη. Με τη μοριακή βελτίωση η γενετική εισαγωγή πραγματοποιείται σε απρόβλεπτες θέσεις που μπορούν να έχουν απρόβλεπτα αποτελέσματα. Γ. Χρήση φορέων σχεδιασμένων να μετακινούν και να εκφράζουν γονίδια μεταξύ των ειδών Στη γενετική μηχανική ιδιαίτερα σημαντική είναι η

χρησιμοποίηση των φορέων που

μεταφέρουν το γενετικό υλικό και προκαλούν την έκφραση του χαρακτηριστικού του, και που αποτελούνται από γενετικό υλικό από ικανά γενετικά παράσιτα (ιοί, πλασμίδια, κινητά στοιχεία κλπ) που είναι ειδικά σχεδιασμένα ώστε να παραβαίνουν τα εμπόδια μεταξύ των ειδών. Όπως έχει αναφερθεί παραπάνω για την εισαγωγή του γενετικού υλικού στο κύτταρο του φυτού ξενιστή και την ενσωμάτωση στο γωνίωμα του φυτού ξενιστή χρησιμοποιούνται συνήθως είτε το Τι πλασμίδιο

από το βακτήριο Agrobacterium tumefaciens είτε η βιο-βαλιστική μέθοδο ενώ για την επιτυχή έκφρασή του χρησιμοποιείται ο υποκινητής CaMV 35S που παίρνεται από τον ιό του μωσαϊκού του κουνουπιδιού. Ο υποκινητής αυτός χρησιμοποιείται επειδή είναι ο πιο ισχυρός από τους υποκινητές και οδηγεί σε μία υπερέκφραση των διαγονιδίων κάνοντάς τα να εκφράζονται 2 με 3 φορές περισσότερο από τα γονίδια του ίδιου του φυτού(Hansen M. ,2001). Η χρήση αυτή του υποκινητή είναι απαραίτητη γιατί πιθανώς τα φυτά να μην ήταν ικανά να αναγνωρίσουν και να εκφράσουν το εισαγόμενο γονίδιο. Η προσπάθεια να χρησιμοποιηθούν άλλοι υποκινητές δεν έφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα επιπέδου έκφρασης. Όμως η χρήση ενός τόσο ισχυρού υποκινητή πιθανώς να επηρεάζει και άλλους γόνους που βρίσκονται πάνω ή κάτω από το σημείο εισαγωγής στο συγκεκριμένο χρωμόσωμα και να οδηγήσει σε άνοιγμα η κλείσιμο υπαρχόντων μεταβολικών δρόμων. Στη συμβατική βελτίωση δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε ούτε φορέα για να εισάγει το ξένο γενετικό υλικό στο κύτταρο ούτε άλλο φορέα-υποκινητή που θα οδηγήσει στην επιτυχή έκφραση των γονιδίων. Άλλη μία σημαντική διαφορά μεταξύ της κλασσικής βελτίωσης και της γενετικής μηχανικής είναι η χρήση των γονιδίων σήμανσης που κωδικοποιούν την πληροφορία την αντίστασης στα αντιβιοτικά. Αυτά τα γονίδια σήμανσης που απαιτούνται για να διευκολύνουν την αναγνώριση των περιπτώσεων που η γενετική τροποποίηση ήταν επιτυχής δεν χρησιμοποιούνται στη κλασσική βελτίωση. Η ευρεία χρήση τους θέτει το θέμα αν τέτοια γονίδια μπορούν να μεταφερθούν οριζόντια σε βακτήρια και να τα καταστήσουν ανθεκτικά στη χρήση αντιβιοτικών(Hansen M., 2001). Από τα παραπάνω φαίνεται ότι

υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ της κλασσικής

βελτίωσης και της μεθόδου της γενετικής τροποποίησης που ακολουθείται στη γενετική μηχανική τόσο όσον αφορά τη διαδικασία παραγωγής όσο και τη γενετική σύσταση του προϊόντος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ. Σε αυτό το κεφάλαιο θα γίνει προσπάθεια να δοθεί μια εικόνα της μέχρι σήμερα διαμορφωμένης κατάστασης σχετικά με τη νομοθεσία , την ανάπτυξη και χρήση των γενετικά τροποποιημένων φυτών. Κρίνεται απαραίτητο για μία καλύτερη αρχική προσέγγιση να διακριθούν τα τρία στάδια από την παραγωγή ως την εμπορία των ΓΤ φυτών: 1.Το στάδιο της έρευνας κατά το οποίο χρησιμοποιούνται οι τεχνικές που περιγράφηκαν προηγούμενα, στο εργαστήριο και στο θερμοκήπιο, ώστε να παραχθεί ένα ΓΤ φυτό με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. 2.Το στάδιο της αξιολόγησης στον αγρό που εξετάζεται κατά πόσο υπάρχει ανταπόκριση σε πραγματικές συνθήκες στο σκοπό για τον οποίο παρήχθη το ΓΤ φυτό. 3.Η απελευθέρωση αυτού στην αγορά οπότε το ΓΤ φυτό γίνεται διαθέσιμο για χρήση από τον καλλιεργητή. Παγκόσμιο προβάδισμα και στα τρία στάδια έχουν οι ΗΠΑ, όπου ΓΤ φυτά καλλιεργούνται σε μεγάλες εκτάσεις. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ενώ πιθανότατα δεν υστερεί στο πρώτο και δεύτερο στάδιο, είναι πολύ συγκρατημένη στο να χορηγεί άδειες εμπορίας πολλαπλασιαστικού υλικού ΓΤ φυτών. Άλλες χώρες όπως ο Καναδάς, η Αργεντινή, η Αυστραλία κ.α. ακολουθούν κυρίως τα βήματα των ΗΠΑ (Γιαννοπολίτης Κ.,1999). 2.1 Σταθμοί στην ιστορία της γενετικής. 1694 : Ανακάλυψη της αναπαραγωγής των φυτών. 1719 : Πρώτη καταγραφή υβριδίου και πρώτη αναφορά υβριδίου σιτηρού. 1866 : Ο Mendel δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα των πειραμάτων του πάνω στο μπιζέλι, αποδεικνύοντας ότι τα κληρονομικά χαρακτηριστικά φέρονται από κάποιου είδους σωμάτια. 1900 : Αρχίζει η βελτίωση υβριδίων καλαμποκιού στις Η.Π.Α. 1927 :Οι ακτίνες Χ είναι σε θέση να μεταλλάσσουν τα γονίδια.. 1953 : Ανακάλυψη της δομής της διπλής έλικας του DNA, από τους Watson και Crick. 1970 : To DNA μεταφέρεται σε μη συγγενείς οργανισμούς. 1983 : Πρώτο γενετικά τροποποιημένο φυτό: ο καπνός. 1990 :Πρώτο γενετικά τροποποιημένο σιτηρό.

1994 : Διάθεση στο εμπόριο του πρώτου γενετικά τροποποιημένου φυτού, μιας αμερικάνικης ποικιλίας τομάτας, με μεγάλο χρόνο συντήρησης. 1996 : Αναπαραγωγή με τη μέθοδο της κλωνοποίησης (το πρόβατο Dolly). 2000 : Παρουσίαση της πρώτης χαρτογράφησης του ανθρώπινου γονιδιώματος καθώς και παρουσίαση της αλληλουχίας των βάσεων του DNA ορισμένων φυτών, όπως το φυτό Αrabidopsis που είναι ένα φυτό-πρότυπο. 2.2 Παραδείγματα γενετικής τροποποίησης φυτών. Γενετικά τροποποιημένα φυτά ήδη χρησιμοποιούνται ή προβλέπεται να χρησιμοποιούν για διάφορους σκοπούς. Εφαρμογές στην επιστημονική κοινότητα συνεχώς γίνονται όλο και πιο συχνά. Για παράδειγμα, πρόσφατα, η υπηρεσία National Science Foundation των ΗΠΑ ανακοίνωσε ένα δεκαετές ερευνητικό πρόγραμμα, το οποίο σκοπεύει να χρηματοδοτήσει με 25 εκ. δολάρια, με στόχο τον λειτουργικό χαρακτηρισμό των 25 περίπου χιλιάδων γονιδίων του φυτού Arabidopsis thaliana. Ωστόσο οι πιο σημαντικές χρήσεις των ΓΤΦ αποσκοπούν στην κατασκευή νέων γονοτύπων με βελτιωμένα αγρονομικά χαρακτηριστικά, στην διεύρυνση των δυνατοτήτων της κλασσικής γενετικής βελτίωσης για την παραγωγή νέων ποικιλιών με την αξιοποίηση «εξωτικού» γενετικού υλικού και στην επιτάχυνση διαδικασιών της συμβατικής γενετικής βελτίωσης. Παραδείγματα γενετικής τροποποίησης εντοπίζονται στους ακόλουθους τομείς : Ι. Στη βιομηχανία •

απορρυπαντικά, λιπαντικά, πλαστικά κ.λ.π. χρησιμοποιούν προϊόντα πετρελαίου. Επειδή τα αποθέματα εξαντλούνται οι έρευνες στράφηκαν στα βιοπολυμερή, που είναι εντελώς βιοδιασπώμενα.



Η υφαντουργία θα έχει σύντομα έγχρωμο βαμβάκι, ώστε να περιοριστεί η χρήση βαφών.

ΙΙ. Στα τρόφιμα •

Γενετικά τροποποιημένα φρούτα και λαχανικά μπορούν να διατηρηθούν καλύτερα και για μεγαλύτερο χρονικά διάστημα, διευκολύνοντας την αποθήκευση και τη μεταφορά τους μέχρι τον τόπο κατανάλωσης.



Μπορούμε να έχουμε βελτίωση της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων και της καταλληλότητάς τους για μεταποίηση, ώστε να αποφεύγεται η χημική παρέμβαση και να έχουμε υγιεινότερα προϊόντα.

ΙΙΙ. Στην ιατρική •

Μπορούμε πλέον να παράγουμε άφθονη ανθρώπινη ινσουλίνη από βακτήρια, ενώ μέχρι πρότινος χρησιμοποιούνταν ινσουλίνη από χοίρους, η οποία όμως διέφερε από την ανθρώπινη και δεν επαρκούσε.



Επίσης από βακτήρια παράγεται η ορμόνη ανάπτυξης του ανθρώπου για τη θεραπεία του νανισμού.

ΙV. Στο περιβάλλον



Βιοτεχνολογικές τεχνικές χρησιμοποιούνται ήδη για την προστασία του περιβάλλοντος, όπως

μικροοργανισμοί

για

απολύμανση

νερών

και

εδάφους,

εξουδετέρωση

πετρελαιοκηλίδων, επεξεργασία αποβλήτων, αζωτοδέσμευση, βιολογικό καθαρισμό κ.α. V. Στη γεωργία •

Έχουν παραχθεί με κατάλληλη γενετική τροποποίηση ποικιλίες καλαμποκιού, πατάτας, βαμβακιού, ρυζιού, καπνού και άλλων φυτών που εξασφαλίζουν αντοχή σε εντομολογικές προσβολές, ασθένειες και ζιζανιοκτόνα.



Επίσης, γίνονται έρευνες για την παραγωγή γενετικά τροποποιημένων φυτών, με στόχο τη μεγαλύτερη αντοχή τους στις περιβαλλοντικές καταπονήσεις όπως παγετός, ξηρασία, αλατότητα

VΙ. Στη ζωική παραγωγή



Στην κτηνοτροφία, η βιοτεχνολογία μπορεί να συμβάλλει σε αύξηση της παραγωγικότητας των εκτρεφόμενων ζώων. Για παράδειγμα, συμβάλλει στην παραγωγή της βοδινής σωματοτροπίνης (BST), η οποία είναι υπεύθυνη για την παραγωγή γάλακτος στις αγελάδες.



Άλλες σημαντικές εφαρμογές είναι η παραγωγή εμβολίων για την προστασία των ζώων από ασθένειες και η προστασία και διατήρηση ορισμένων σπάνιων και υπό εξαφάνιση ζωικών ειδών.

VΙ. Στη γεωργική οικονομία •

Τρόφιμα με υψηλότερο περιεχόμενο σε βιταμίνες, μέταλλα ή πρωτείνες και χαμηλότερο σε λίπη, διευκολύνοντας έτσι την επιλογή υγιεινής διατροφής.



Ποικιλίες φυτών για την ανάπλαση μολυσμένων εδαφών (ΕΘΙΑΓΕ,2001).

Στα πλαίσια της παρούσας εργασίας η εστίαση θα γίνει πάνω στους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς που χρησιμοποιούνται στη φυτική παραγωγή.

2.3. Νομοθετικό πλαίσιο. Για να γίνει όσο είναι δυνατόν καλύτερα η διασφάλιση έναντι των ποικίλων προβληματισμών για πιθανούς κινδύνους και να ληφθούν υπόψη οι παράμετροι εκείνοι που αφορούν το κάθε προϊόν ξεχωριστά, εξεταζόμενο κατά περίπτωση σε συνάρτηση και με το περιβάλλον και τις χρήσεις του, θεσπίστηκαν ρυθμιστικά πλαίσια για τη διαχείριση και την αξιοποίηση αυτών των προϊόντων. Οι διαδικασίες άρχισαν από τις Η.Π.Α. όπου υπήρχαν και τα πρώτα επιτεύγματα της γενετικής μηχανικής. Δεδομένου ότι η αλματώδης ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας συντελείται σε μια περίοδο που η κοινωνία είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη και επιφυλακτική με τα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα, οι σχετικές νομοθετικές διατάξεις θα έπρεπε να γίνονται αντικείμενο διαλόγου ανάμεσα στην ανάγκη των χωρών για οικονομική ανάπτυξη και την επιθυμία του κοινού για ασφάλεια και ηθική. Στην Ευρώπη έχει θεσπιστεί ένα αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο ισχύει και στην Ελλάδα. 2.3.1 Κοινοτική νομοθεσία . Η τοποθέτηση ΓΤΟ στην Ευρωπαϊκή αγορά ρυθμίζεται από οριζόντιες και κάθετες νομοθεσίες. Το ρυθμιστικό πλαίσιο στα κράτη-μέλη της Ε.Ε βασίζεται κυρίως : Α)

σε

δύο

κοινοτικές

οδηγίες

(Directives)

του

Ευρωπαϊκού

συμβουλίου

που

πρωτοδημοσιεύτηκαν το 1990 και ενσωματώθηκαν στην Ελληνική νομοθεσία το 1995, με τις κοινές υπουργικές αποφάσεις 88740/1883 (ΦΕΚ 1008/Β’/95) και 95267/1893/95

(ΦΕΚ

1030/Β’/95). Πρόκειται για τις ακόλουθες οδηγίες :

1. για την Οδηγία 90/220/EEC περί «καθορισμού μέτρων και όρων για την σκόπιμη απελευθέρωση γενετικά τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον». Η Οδηγία αυτή συνιστά το κύριο «οριζόντιο» ρυθμιστικό πλαίσιο για όλους τους ΓΤΟ (φυτά, ζώα, μικροοργανισμούς) που προορίζονται για απελευθέρωση στο περιβάλλον.

2. για την Οδηγία 90/219/EEC περί «καθορισμού μέτρων και όρων για την περιορισμένη χρήση γενετικά τροποποιημένων μικροοργανισμών».

Β) στον Κανονισμό (Regulation) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 258/97 που καλύπτει «τα νεοφανή τρόφιμα και τα συστατικά τροφίμων», εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό συμβούλιο τον Δεκέμβριο του 1996 και εφαρμόστηκε το ίδιο έτος. Ο Κανονισμός αυτός

επιβάλλει τον έλεγχο των τροφίμων που προέρχονται ή συνίστανται από ΓΤΟ (εξαίρεση αποτελούν τα ένζυμα, οι βιταμίνες και τα βοηθητικά επεξεργασίας που έχουν τέτοια προέλευση). Ο Κανονισμός αυτός συνιστά «κάθετη» νομοθεσία (Πανόπουλος Ν.,2003). Επίσης όσο αφορά την ιχνηλασιμότητα η πρόσφατη Οδηγία 18/2001 (τροποποίηση της Οδηγίας 90/220), «Για την σκόπιμη απελευθέρωση ΓΤΟ στο Περιβάλλον», υποχρεώνει τα κράτη μέλη να εξασφαλίζουν την ιχνηλασιμότητα σε όλα τα στάδια της διακίνησης ΓΤΟ στην αγορά και προβλέπει την επισήμανση των ΓΤΟ στο πλαίσιο της χορήγησης άδειας κυκλοφορίας. Με τον όρο «ιχνηλασιμότητα» εννοούμε «την δυνατότητα εντοπισμού των ΓΤΟ και των προϊόντων που παράγονται από ΓΤΟ σε όλα τα στάδια της διάθεσης αυτών στην αγορά μέσο των αλυσίδων παραγωγής και διανομής με αποτέλεσμα να διευκολύνεται ο ποιοτικός έλεγχος καθώς και οι δυνατότητες απόσυρσης προϊόντων». Φυσικά όπως φαίνεται και από τα προαναφερόμενα η ιχνηλασιμότητα δεν αποτελεί καθαυτό μέτρο ασφάλειας αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να διευκολύνει την εφαρμογή άλλων μέτρων (παρακολούθηση των προϊόντων και απόσυρση). Για την εφαρμογή του συστήματος της ιχνηλασιμότητας είναι απαραίτητη η συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων π.χ. φορείς διακίνησης, αρμόδιες αρχές και καταναλωτές (Κυριακίδης Σ., 2003). Στην περίπτωση της επισήμανσης των τροφίμων ισχύουν τα εξής για τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα: α) πρέπει να εγκριθούν με βάση τον κανονισμό «για τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα ή ζωοτροφές». β) αν διατίθενται στον τελικό καταναλωτή ή σε μονάδες μαζικής εστίασης πρέπει να είναι επισημασμένο

με

την

ένδειξη

«γενετικά

τροποποιημένο..»,

«παράγεται

από

γενετικά

τροποποιημένο…», «περιέχει γενετικά τροποποιημένο…..» ή «περιέχει…που παράγεται από γενετικά τροποποιημένο» ανάλογα με την περίπτωση. γ) αν πρόκειται για ΓΤ οργανισμούς που έχουν περάσει τη πλήρη διαδικασία έγκρισης της Ε.Ε. και ανιχνεύεται η παρουσία τους σε ποσοστό <1% επί ενός εκάστου συστατικού και είναι βάσει στοιχείων από τυχαία επιμόλυνση, τότε δεν χρειάζεται να επισημανθεί η παρουσία αυτή. δ) αν πρόκειται για ΓΤ οργανισμούς που δεν έχουν περάσει τη πλήρη διαδικασία έγκρισης της Ε.Ε. αλλά η γενετική τροποποίηση τους είναι ευνοϊκά αξιολογημένη από κοινοτικά επιστημονικά όργανα, αν ανιχνεύεται η παρουσία σε ποσοστό <0.5%, και εφόσον προέρχεται βάσει στοιχείων από τυχαία επιμόλυνση, δεν χρειάζεται να περάσουν τη διαδικασία έγκρισης (Στεφανίτση Δ.,2003).

2.3.2 Ισχύουσα ελληνική νομοθεσία για τους ΓΤΟ. Η χώρα μας έχει εναρμονισθεί με το ρυθμιστικό αυτό πλαίσιο της Ε.Ε. από τον Δεκέμβριο του 1995. Το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. είναι η Αρμόδια Αρχή της χώρας μας για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής, συνεργαζόμενο με 4 συναρμόδια υπουργεία: Γεωργίας, Υγείας και Πρόνοιας, Οικονομικών (Γενικό Χημείο του Κράτους), Ανάπτυξης (Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας, Γενική Γραμματεία Εμπορίου, Γενική Γραμματεία Προστασίας Καταναλωτή και Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων). Στην Ελλάδα δεν καλλιεργούνται γενετικά τροποποιημένα φυτά για εμπορία, επιτρέπεται όμως η κατανάλωση προϊόντων που προέρχονται από γενετικά τροποποιημένα φυτά σόγιας και καλαμποκιού. Γι’ αυτά τα προϊόντα επιβάλλεται η υποχρεωτική επισήμανση. Οι αιτήσεις για χορήγηση των σχετικών αδειών, είτε πρόκειται για πειραματισμούς μικρής κλίμακας, είτε για διάθεση στην αγορά προϊόντων που περιέχουν ή προέρχονται από ΓΤΟ, αξιολογούνται από επιτροπή εμπειρογνωμόνων που στελεχώνεται από δύο ειδικούς επιστήμονες, καθώς και από τους εκπροσώπους των πέντε συναρμοδίων υπουργείων. Οι τελευταίοι, προκειμένου να διαμορφώσουν τις απόψεις τους, συμβουλεύονται ειδικές, κατά περίπτωση επιστημονικές επιτροπές που έχουν συσταθεί στα υπουργεία τους. Μέχρι τώρα στην Ελλάδα έχουν δοθεί οι παρακάτω άδειες πειραματισμού: α) ντομάτα με βελτιωμένα χαρακτηριστικά βιομηχανοποίησης (1997), β) βαμβάκι με ανθεκτικότητα στο ρόδινο σκουλήκι (1998), γ) βαμβάκι με ανθεκτικότητα στο glyphosate(1998), δ) καλαμπόκι με ανθεκτικότητα στο glufosinate (1998), ε) καλαμπόκι με ανθεκτικότητα σε κάμπιες λεπιδοπτέρων(1998). Το 1999 δεν δόθηκε καμία άδεια ενώ το 2000 και το 2001 δεν έγινε καμία αίτηση. Το 2002 απορρίφθηκε αίτηση του ΕΘΙΑΓΕ για ΓΤ ρύζι(Γαλάνης Μ.,2003). Λόγω της αναμενόμενης αναθεώρησης της βασικής οδηγίας 90/220, που ρύθμιζε τη διαδικασία εγκρίσεων των προϊόντων αυτών, από το 1999 οι χώρες της Ε.Ε. επέβαλαν ένα de facto moratorium για αναστολή των διαδικασιών έγκρισης των προϊόντων αυτών. Η νέα βασική οδηγία 18/2001 έχει ισχύ από της 17-10-2002 και θεωρείται ένα από τα πιο πλήρη και εξελιγμένα νομοθετήματα παγκόσμια. Παρόλα αυτά 11 από τα 15 κράτη μέλη ανάμεσα τους και η Ελλάδα δεν έχουν ενσωματώσει την οδηγία στην εθνική τους νομοθεσία. Μια πιθανή ερμηνεία της συμπεριφοράς των 11 κρατών είναι και η υποχρεωτική πλέον άρση της αναστολής των εγκρίσεων των ΓΤΟ(Αγρότυπος,2003).

Σύμφωνα με την μέχρι τώρα Ελληνική Νομοθεσία ισχύει το ακόλουθο θεσμικό πλάισιο για τα ΓΤ προϊόντα: Κανονισμός

1139/98

«για

την

υποχρεωτική

αναγραφή

στοιχείων,

επιπλέον

των

προβλεπόμενων στην οδηγία 79/112/ΕΟΚ, στην επισήμανση ορισμένων τροφίμων

που

παράγονται από ΓΤΟ» Προβλέπει τους ειδικούς κανόνες επισήμανσης των τροφίμων και συστατικών που παράγονται από την Roundup Ready σόγια και τον Bt-176 Maximizer αραβόσιτο, που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με τις αποφάσεις 96/281/ΕΚ, στο πλαίσιο της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ. Η ειδική επισήμανση επιβάλλεται στα τρόφιμα και συστατικά τροφίμων που: •

παράγονται εξ’ ολοκλήρου ή εν μέρει από τις προαναφερόμενες ποικιλίες



απευθύνονται στον τελικό καταναλωτή



ανιχνεύεται DNA ή πρωτεΐνη από γενετική τροποποίηση

Εκτός πεδίου εφαρμογής του κανονισμού βρίσκονται τα πρόσθετα τροφίμων, οι αρτυματικές ύλες και οι διαλύτες εκχύλισης.

Κανονισμός 49/2000 «περί τροποποιήσεως του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1139/98..»Τροποποιεί τον Κανονισμό 1139/98 προκειμένου να θεσμοθετηθεί όριο ανοχής τυχαίας επιμόλυνσης σε συμβατικά προϊόντα σόγιας και αραβόσιτου σε μέγιστο ποσοστό 1% επί ενός εκάστου συστατικού. Η ειδική επισήμανση επιβάλλεται σε τρόφιμα και συστατικά τροφίμων που απευθύνονται σε μονάδες μαζικής εστίασης.

Κανονισμός 50/2000 «για την επισήμανση των τροφίμων και των συστατικών τους που περιέχουν πρόσθετες και αρτυματικές ύλες οι οποίες έχουν τροποποιηθεί γενετικώς ή έχουν παραχθεί από ΓΤΟ.» Προβλέπει επισήμανση των τροφίμων που περιέχουν πρόσθετες και αρτυματικές ύλες οι οποίες έχουν τροποποιηθεί γενετικά ή έχουν παραχθεί από ΓΤΟ και τα οποία έχουν εξαιρεθεί τόσο από το 258/97, όσο και από τον 1139/98. 2.3.3 Η έννοια της «κατ’ ουσιαν ισοδυναμίας» (substantial equivalence). Εισήχθηκε από τους FAO/WHO θεωρώντας τη σύγκριση ενός προϊόντος με κάποιο αποδεκτό πρότυπο ασφαλείας ως σημαντικό στοιχείο για την αξιολόγηση της ασφάλειας. Αν ένα νέο τρόφιμο

ή συστατικό βρεθεί «κατ’ ουσίαν» ισοδύναμο με κάποιο προϋπάρχον, τότε μπορεί να αντιμετωπιστεί με τον ίδιο τρόπο, όσον αφορά την ασφάλεια. Για την περαιτέρω κατανόηση των όρων παραθέτουμε τους ακόλουθους ορισμούς της «ισοδυναμίας» και «κατ’ ουσίαν ισοδυναμία» σύμφωνα την οδηγία 79/112/ΕΟΚ: Α. «Ισοδυναμία»: αποτελεί νομικό όρο που σχετίζεται με την μετά από ανάλυση διαφορά που προκύπτει στη σύνθεση των προϊόντων και υποστηρίζει την απαίτηση του καταναλωτή να γνωρίζει την προέλευση και τη σύνθεση του νέου τροφίμου. Β. «Κατ’ ουσίαν ισοδυναμία»: αποτελεί επιστημονική έννοια που αφορά την αξιολόγηση του τροφίμου για το αν είναι επαρκώς ασφαλές(Κυριακίδης Σ.,2003). 2.3.4 Οι αρχές της πρόληψης και της προφύλαξης στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η πολιτική της κοινότητας στηρίζεται στην αρχή της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης. Η αρχή της προφύλαξης προβλέπει συνοπτικά ότι είναι καλύτερα να προνοούμε παρά να θεραπεύουμε. Πρόκειται για μια πάρα πολύ σημαντική αρχή που διατυπώθηκε για πρώτη φορά στη διάσκεψη του Ρίο. Η «precautionary principle» ή «principe de precaution» επιβάλλει σε περιπτώσεις όπου υπάρχει υπόνοια ότι μια συγκεκριμένη δραστηριότητα μπορεί να εγκυμονεί δυνάμει κινδύνους για το περιβάλλον, να λαμβάνονται τα πρόσθετα μέτρα, ώστε να αποτραπούν ή να ελεγχθούν οι δυσμενείς επιπτώσεις που μπορεί να έχει η συγκεκριμένη δραστηριότητα στο περιβάλλον. Αρκεί δηλαδή να πιθανολογείται με βάση τα επιστημονικά δεδομένα της εποχής (έστω κι αν αυτά δεν έχουν επιβεβαιωθεί) ο κίνδυνος δυσμενούς επίπτωσης ή εξέλιξης στο περιβάλλον, ώστε να ενεργοποιηθεί αυτή η αρχή. Και τούτο σε αντίθεση με την αρχή της πρόληψης (preventive principle), η οποία προβλέπει ότι πρέπει να λαμβάνονται προληπτικά μέτρα, εάν με βάση τα επιστημονικά δεδομένα είναι αποδεδειγμένο ότι συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι επιβλαβής για τι περιβάλλον. Στη μια δηλαδή περίπτωση (προφύλαξη) υπάρχουν ενδείξεις, ενώ στην άλλη (πρόληψη) υπάρχουν αποδείξεις. Στη μια περίπτωση πιθανολογείται ο κίνδυνος, ενώ στην άλλη υπάρχει επιστημονική βεβαιότητα ότι η άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον. Πρόκειται επομένως για δυο εξαιρετικά σημαντικές αρχές, που δεσμεύουν τον κοινοτικό νομοθέτη, ο οποίος οφείλει να τις λαμβάνει υπόψη του κατά τη θέσπιση κανόνων παραγώγου δικαίου, υποχρέωση που υπόκειται καταρχήν στον ακυρωτικό έλεγχο του άρθρου 173 ΣυνθΕΚ. Δεν είναι όμως κατά τα λοιπά καταναγκαστικές (enforceable) ούτε παράγουν άμεσα αποτελέσματα. Δεν μπορούν δηλαδή, καταρχήν να τις επικαλεσθούν οι ιδιώτες εναντίον των εθνικών τους δικαστηρίων

- εκτός βέβαια, αν έχουν συγκεκριμενοποιηθεί σε ρητές υποχρεώσεις στην εθνική νομοθεσία μεταφοράς τους-, μπορούν όμως τα εθνικά δικαστήρια, ερμηνεύοντας την κοινοτική ή την εθνική νομοθεσία, να λάβουν υπόψη τους τις δύο αυτές αρχές και να τις ενσωματώσουν στη νομολογία τους. 2.3.5 Αμερικανικη νομοθεσία Στις ΗΠΑ από το 1986 θεσπίστηκε το CFRB: Συντονισμένο Πλαίσιο Ρυθμίσεων για τη Βιοτεχνολογία που βρίσκεται σε ισχύ έως σήμερα. Βασική Αρχή του CFRB είναι ότι «Εξετάζεται κυρίως το προϊόν (ως προς τα χαρακτηριστικά του), παρά ο τρόπος με τον οποίο παράχθηκε το προϊόν». Στο πλαίσιο της Αμερικάνικης Νομοθεσίας εμπλέκονται τρεις Ομοσπονδιακές υπηρεσίες στην έγκριση για ελευθέρωση ΓΤΟ στο περιβάλλον: οι APHIS, FDA και EPA. Σε αντίθεση με την Ε.Ε όπου το κανονιστικό πλαίσιο καλύπτει οργανισμούς /προϊόντα που κατασκευάστηκαν με μεθόδους γενετικής μηχανικής, οι Αμερικανικές υπηρεσίες εφαρμόζουν νομοθεσίες που αξιολογούν τον «οργανισμό /προϊόν» και όχι την μέθοδο με την οποία παρήχθη. Η προσέγγιση αυτή δεν κατηγοριοποιεί τους ΓΤΟ με βάση τις μεθόδους γενετικής μηχανικής, αλλά με βάση τα ίδια τους τα χαρακτηριστικά(Πανοπουλος Ν.,2003). Η Αμερικάνικη νομοθεσία αποδέχεται επίσης τη χρήση των ΓΤΟ στη βιολογική γεωργία.

1.APHIS (Animal and Plant Health Inspection Service, Υπηρεσία Υγεϊινού Ελέγχου ζώων και φυτών) Η Υπηρεσία αυτή του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ (United States Department of Agriculture-USDA), αξιολογεί αιτήσεις για πειράματα μικρής έκτασης με ΓΤΟ, ελέγχοντας τους πιθανούς κινδύνους για το περιβάλλον από τις εν λόγω καλλιέργειες. Από το 1993 η υπηρεσία αυτή εφαρμόζει απλοποιημένες διαδικασίες (Notifications), που ισχύουν υπό ορισμένες συνθήκες για την απελευθέρωση ΓΤΟ στο περιβάλλον. 2.FDA (Food and Drug Administration, Διεύθυνση Τροφίμων και Φαρμάκων) Η υπηρεσία αυτή έχει ρυθμιστικό πεδίο την ασφάλεια και διατροφική αρτιότητα των περισσότερων τροφίμων και ζωοτροφών που προέρχονται από ΓΤΟ (εκτός από το κρέας και τα πουλερικά που ελέγχονται από το USDA και τα φυτοφάρμακα που είναι υπό την δικαιοδοσία της Ομοσπονδιακής υπηρεσίας Προστασίας του Περιβάλλοντος). Η FDA δεν απαιτεί σήμανση για τα

τρόφιμα που προέρχονται από ΓΤΟ, εκτός αν η σύσταση του ΓΤ προϊόντος διαφέρει σημαντικά από το αντίστοιχο συμβατικό του.

3.EPA (Environmental Protection Agency, Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος). Έγκριση από αυτήν την υπηρεσία χρειάζονται μόνο ορισμένοι ΓΤΟ που περιέχουν γονίδια με εντομοκτόνες ιδιότητες (π.χ γονίδια της ενδοτοξίνης από το βακτήριο Bacillus thurigiensis). Επίσης η EPA εγκρίνει την άδεια χρήσης ζιζανιοκτόνων για ΓΤ φυτά στα οποία έχουν ενσωματωθεί γονίδια αντοχής σε αυτά, χωρία όμως να ασχολείται με θέματα φυτοτοξικότητας των φαρμάκων αυτών ή τις πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις τέτοιων καλλιεργειών(Πανοπουλος Ν.,2003). Στην Αμερικάνικη Νομοθεσία εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές : 1. Αρχή της «Οικειότητας» (Familiarity=Substantial Equlvalence) Σύμφωνα με την οποία εξετάζεται το κατά πόσον το Γ.Τ φυτό είναι «συγκρίσιμο» με το συμβατικό ανάλογο του ως προς την ασφάλεια του περιβάλλοντος δηλαδή «σε σύγκριση, συνήθως με το μητρικό, μη-ΓΤ φυτό, εξετάζεται αν η Γ.Τ προσθέτει νέους ή αυξάνει το μέγεθος των υπαρχόντων κινδύνων».

2. Αρχή του «Προγόνου Οργανισμού» (Antecedent Organism) Σύμφωνα με αυτήν την αρχή, εφόσον ένας οργανισμός έχει ήδη αξιολογηθεί (πχ. ως προς την οικειότητα), οι μελλοντικές αξιολογήσεις του μπορεί να είναι λιγότερο αυστηρές. Οι βασικές διαφορές μεταξύ Ευρωπαϊκής και Αμερικάνικης νομοθεσίας για τους ΓΤΟ, μπορούν να συνοψιστούν στα ακόλουθα σημεία : 1. Η αμερικάνικη νομοθεσία εξετάζει κυρίως το προϊόν ως προς τα χαρακτηριστικά του και όχι ως προς τον τρόπο με τον οποίο παράχθηκε (δηλαδή ελέγχονται τα προϊόντα και όχι οι διαδικασίες).Οι ΓΤΟ, τουλάχιστον κατ΄ αρχήν, δεν θεωρούνται ουσιαστικά διαφορετικοί από τους μη ΓΤΟ στην αμερικάνικη νομοθεσία. 2. Στην αμερικάνικη νομοθεσία δεν απαιτείται ειδικό ρυθμιστικό καθεστώς για τα προϊόντα της Βιοτεχνολογίας. Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο μπορεί να καλύψει και τα προϊόντα της Βιοτεχνολογίας, ενώ η επιβλέπουσα αρχή μπορεί να επιλαμβάνεται μόνο όταν υπάρχει ένδειξη ότι ο κίνδυνος από την εισαγωγή του προϊόντος είναι πολύ μεγάλος.

3. Στο ζήτημα της επισήμανσης διακρίνουμε δύο πολιτικές σε διεθνές επίπεδο. Από τη μια πλευρά τίθενται οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Αργεντινή που δεν απαιτούν επισήμανση για τους ΓΤΟ, ενώ από την άλλη πλευρά η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Άπω Ανατολή, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία υποστηρίζουν την υποχρεωτική σήμανση (Κυριακίδης Σ., 2003). Μια βασική ομοιότητα τους είναι ότι υιοθετούν κατ’αρχήν τις βασικές αρχές της «οικειότητας» και της «κατ’ουσίαν ισοδυναμίας». 2.3.6 Διεθνής νομοθεσία. ΚΑΝΑΔΑΣ Εμφανίζονται ομοιότητες με το καθεστώς που επικρατεί στις ΗΠΑ. Σε αρκετές περιπτώσεις υπάρχει εναρμόνιση των σχετικών κανονισμών και των απαιτήσεων από τις δυο χώρες. Οι αρμόδιες υπηρεσίες των δύο χωρών δουλεύουν σταθερά προς αυτή την κατεύθυνση. Βασική Προσέγγιση: Εξετάζεται το προϊόν, όχι η διαδικασία. Αρχές της Οικειότητας και της Κατ’ ουσίαν Ισοδυναμίας. ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ Εμφανίζονται ομοιότητες με το καθεστώς των ΗΠΑ. Βασική Προσέγγιση: Εξετάζει το προϊόν, όχι την διαδικασία. Νομοθεσία: Συνδυασμός προϋπάρχουσας και νέας. ΚΙΝΑ Εξετάζεται το προϊόν, όχι η διαδικασία. Αρχές της οικειότητας και της κατ’ ουσίαν ισοδυναμίας. 1993: «Κανονισμός για τον έλεγχο της Γενετικής Μηχανικής ως προς τη Βιοασφάλεια». Κατάταξη

των ΓΤΟ σε τέσσερις κατηγορίες ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο

περιβάλλον και τον άνθρωπο. Δίνεται έμφαση στο οικονομικό ενδιαφέρον. Έλλειψη, μέχρι πρόσφατα, ειδικής νομοθεσίας για τα τρόφιμα (Κυριακίδης Σ. ,2003). 2.4 Προοπτικές ως προς την καλλιέργεια και εμπορία ΓΤΟ.

Η ανάγνωση των στοιχείων με μια πρώτη ματιά μας δείχνει όσων αφορά τις τάσεις αύξησης των καλλιεργειών ΓΤ φυτών , ότι η αποδοχή των φυτών αυτών από τους παραγωγούς ήταν έντονη και ότι φαίνεται να κερδίζουν έδαφος.

 Η καλλιέργεια των ΓΤ φυτών ,στις ΗΠΑ και σε ορισμένες άλλες χώρες αρχίζει ουσιαστικά το 1996 με συνολική έκταση 28 εκατ. στρέμματα .Τα ΓΤΦ με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα την χρονιά αυτή είχαν ποσοστό 23%.

 Το 1997 η συνολική έκταση που καλλιεργήθηκε με ΓΤΦ έφτασε στα 127 εκατ. στρέμματα (ΗΠΑ 81, Κίνα 18, Αργεντινή 14, Καναδάς 13, Αυστραλία 0,5) και τα ΓΤΦ με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα έφταναν σε ποσοστό το 54%.

 Το 1998, η συνολική έκταση που καλλιεργήθηκε μόνο στις ΗΠΑ άγγιξε τα 300 εκατ. στρέμματα και το ποσοστό των ΓΤΦ με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα ήταν περίπου 60% της έκτασης αυτής. Περισσότερο από το 80% της έκτασης αυτής καλλιεργήθηκε από αραβόσιτο , σόγια και βαμβάκι, (Γιαννοπολίτης Κ,1999).

 Το 1999 , η συνολική έκταση έφτασε τα 4 05 εκατ. στρέμματα με τις ΗΠΑ και τον Καναδά μαζί να φτάνουν τα 328 εκατ. στρέμματα, την Αργεντινή τα 64 εκατ. στρέμματα ενώ η Κίνα και η Αυστραλία καλλιέργησαν από 4 εκατ. στρέμματα(ΒΙΟ,1999).

 Το 2000, η συνολική έκταση που καλλιεργήθηκε ήταν 442 εκατ. στρέμματα, με τις καλλιέργειες στις ΗΠΑ να φτάνουν τα 303 εκατ.στρέμματα,στην Αργεντινή τα 100 εκατ.στρέμματα, στον Καναδά τα 30 και στην Κίνα τα 15 εκατ. στρέματα(ISAAA,2003).

 Το 2001, η συνολική έκταση που καλλιεργήθηκε μόνο στις ΗΠΑ έφτασε τα 357 εκατ. στρέμματα ενώ παγκόσμια έφτασε τα 518 εκατ. στρέμματα. Οι επόμενες χώρες με σημαντικές εκτάσεις καλλιέργειας ήταν η Αργεντινή με 118, ο Καναδάς με 32 και η Κίνα με 15 εκατ. στρέμματα (Holder P.,2002).



To 2002 , η συνολική έκταση έφτασες τα 587 εκατ. στρέμματα παγκόσμια ενώ στις ΗΠΑ καλλιεργήθηκαν 382 εκατ. στρέμματα, στην Αργεντινή 135, στον Καναδά 34, στη Κίνα 21, στην Αυστραλία 2 και στη Ν. Αφρική 2 εκατ στρέμματα. Άλλες χώρες που καλλιέργησαν πολύ μικρότερες εκτάσεις ΓΤ φυτά είναι η Ινδονησία, η Ινδία, η Ουρουγουάη, η Κολομβία, οι Ονδούρας, το Μεξικό και η Ισπανία(ISAAA,2003).

Κάποια επιπλέον στοιχεία για την καλλιέργεια του 2002 είναι πως τα 365 εκατ. στρέμματα (62% της παγκόσμιας έκτασης των ΓΤ καλλιεργειών) καλλιεργήθηκαν με ΓΤ σόγια, τα 124 εκατ. στρέμματα με ΓΤ καλαμπόκι (21%), με ΓΤ βαμβάκι τα 68 εκατ. στρέμματα (12%) και με ΓΤ

ελαιοκράμβη τα 30 εκατ. στρέμματα(4%). Αν συμπεριλάβουμε τα ΓΤ φυτά στις συμβατικές και βιολογικές καλλιέργειες, η ΓΤ σόγια στη συνολική παγκοσμίως καλλιέργεια σόγιας καταλαμβάνει το 51% των εκτάσεων, το ΓΤ βαμβάκι το 20%, η ΓΤ ελαιοκράμβη το 12% και το ΓΤ καλαμπόκι το 7%. Σε σχέση με τις ιδιότητες των ΓΤ φυτών για το 2002, αυτά με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα καλλιεργήθηκαν σε 442 εκατ. στρέμματα (75% της παγκόσμιας έκτασης των ΓΤ καλλιεργειών), τα 101 εκατ. στρέμματα (17%) με

ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα στα έντομα ενώ τα 44 εκατ.

στρέμματα(8%) με μικτή ανθεκτικότητα στα έντομα(ISAAA,2003). Άλλα στοιχεία όμως μας δείχνουν ότι στο μέλλον πιθανόν να περιοριστεί αυτή η αυξητική τάση, με κύριο μοχλό τις αντιδράσεις των καταναλωτών. Μια χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή της Βραζιλίας, της δεύτερης μεγαλύτερης μετά τις ΗΠΑ παραγωγού χώρας στο κόσμο σε σόγια, που ακριβώς επειδή έχει απαγορεύσει τα ΓΤΦ πετυχαίνει αύξηση των πωλήσεων και καλύτερες τιμές από τις Ευρωπαϊκές αγορές (Paarlberg R., 2002). Πέρα όμως από το επίπεδο των κρατών και κάποιες εταιρείες έχουν επιλέξει διαφορετικές στρατηγικές ,ακόμα και στις ΗΠΑ. Οι δύο μεγαλύτερες βιομηχανίες παιδικών τροφών στις ΗΠΑ ,η Gerber και η Heinz δήλωσαν πως θα σταματήσουν να χρησιμοποιούν στα προϊόντα τους ΓΤ σόγια και ΓΤ καλαμπόκι καθώς και η μεγαλύτερη βορειοαμερικανική εταιρεία κατεργασίας δημητριακών, η Archer Danielw Mindland, έστειλε εντολή στους αγρότες που συνεργάζεται, να διαχωρίζουν αυστηρά τη ΓΤ από τη μη ΓΤ συγκομιδή τους. Αντίστοιχα πολυάριθμα τέτοια παραδείγματα έχουμε για τον υπόλοιπο κόσμο. Τέτοια παραδείγματα είναι οι δύο μεγαλύτερες ζυθοποιίες στην Ιαπωνία η Sapporo και η Kirin, μεγάλες εταιρείες τροφίμων όπως η Nestle, η Uniliver και η Kraft και πολυάριθμες αλυσίδες σούπερ μάρκετ που έχουν δηλώσει ότι δεν θα χρησιμοποιούν ΓΤ προϊόντα, τουλάχιστον στην Ευρώπη. Σχετικά με τις ακολουθούμενες πολιτικές είναι γνωστή η σύγκρουση ΗΠΑ και Ε.Ε. για αυτό το θέμα. Μετά τη σειρά των διατροφικών σκανδάλων στη καρδία της Ενωμένης Ευρώπης τα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα δεν φαίνεται να είναι τόσο ανθεκτικά στις βορειοαμερικανικές πιέσεις και οι ισορροπίες μοιάζουν να άλλαξαν στον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ—Ε.Ε (η Ε.Ε. χρόνια αρνείται τα βορειοαμερικανικά κρέατα ενώ οι ΗΠΑ μποϋκοτάρουν τα ευρωπαϊκά προϊόντα φυτικής παραγωγής). Η αμερικάνικη υπερδύναμη ωφελήθηκε διττώς από τις διατροφικές κρίσεις : α) το ακαταμάχητο ευρωπαϊκό «χαρτί» για την ανωτερότητα της ποιότητας των ευρωπαϊκών τροφίμων καταρρίφθηκε. Αυτό ήταν και το βασικό «χαρτί» με το οποίο η Ευρώπη απαντούσε στις πιέσεις για την αγορά ορμονούχων βοδινών κρεατών .

β) με το βορειοαμερικανικό εμπάργκο μετά από αυτές τις κρίσεις σε ομάδα ευρωπαϊκών προϊόντων συνεπλεύσανε όλες οι μεγάλες χώρες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, που στη συνέχεια κάλυψαν τις ανάγκες τους με εντατικές εισαγωγές βορειοαμερικανικών προϊόντων. Επιπλέον τα διατροφικά σκάνδαλα ήρθαν σε μία περίοδο που η Ε.Ε. είχε υποστεί άλλη μία σημαντική ήττα. Μετά από μία πολυετή μάχη στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το ορμονούχο Βορειοαμερικανικό κρέας δεν κρίθηκε επικίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, αίροντας τα ευρωπαϊκά επιχειρήματα( Nelson G. et al.,1999). Η Ε.Ε. συνέχισε να αρνείται τις εισαγωγές αλλά όχι πλέον σθεναρά. Η τελευταία φάση αυτής της σύγκρουσης σχετίζεται με την ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού νομοθετικού πλαισίου με την οδηγία 18/2001/ΕΚ και επανακυκλοφορία των ΓΤΟ στην Ευρώπη με άρση του moratorium. Παρόλα αυτά οι ΗΠΑ επικεφαλής δώδεκα χωρών κατέφυγαν στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου καταγγέλλοντας την στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ίσως θέλοντας να ασκήσουν περαιτέρω πίεση λόγω του πολύ αυστηρού της Ευρωπαικής νομοθεσίας ειδικότερα στο θέμα της σήμανσης(Αγρότυπος,2003). Κάποια από τα θέματα της τελευταίας ενότητας θα αναπτυχθούν εκτενέστερα και στο κεφάλαιο για τις επιπτώσεις των ΓΤΟ στη κοινωνία. ΠΙΝΑΚΑΣ 2.1 Εισαγωγές σόγιας στην Ε.Ε (σε τόννους) Προέλευση 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001 2002

ΗΠΑ 9.811.570 8.571.884 7.843.877 6.691.269 6.471.928 6.908.205 6.474.057 5.518.096

Πηγή:Μπιστη Μ.,ΠΑΣΕΓΕΣ

Βραζιλία 3.073.057 3.121.094 4.637.269 5.439.613 6.105.756 6.372.400 9.729.136 8.933.295

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΥΓΕΙΑ. Στην υπάρχουσα κατάσταση δεν υπάρχουν προϊόντα

από γενετικές τροποποιήσεις που να

χρησιμοποιούνται στη γεωργία και να έχουν άμεσα θετικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία. Η γενετικά μηχανική μελλοντικά πάντως υπόσχεται προϊόντα με αυξημένες ποσότητες βιταμινών όπως Α,Β και Ε, έλαια με λιγότερα κορεσμένα λιπαρά καθώς και απομάκρυνση βλαβερών ουσιών όπως τοξίνες και αλλεργιογόνα (Uzogara S.,2000). Προσπαθώντας να κατηγοριοποιήσουμε τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις που επιφέρουν οι ΓΤΟ στην ανθρώπινη υγειά μπορεί να ειπωθεί ότι οι

σημαντικότερες είναι η εισαγωγή

αλλεργιογόνων και η δημιουργία τοξινών καθώς και η πιθανή αύξηση της ανθεκτικότητας των μικροοργανισμών σε αντιβιοτικά. Η χρήση των ΓΤ φυτών για φαρμακευτικούς σκοπούς είναι πέρα από τα όρια της γεωργίας και γι’αυτό θα αναφερθούν περιορισμένα. . 3.1 Επικινδυνότητα ως προς την εισαγωγή και δημιουργία αλλεργειογόνων ή τοξινών. Όσον αφορά τις αλλεργιογόνες αντιδράσεις και την ύπαρξη τοξινών μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει μία ενιαία αντιμετώπιση με βάση την «αρχή της ισοδυναμίας». Η χρήση της έννοιας της «κατ’ουσίαν» ισοδυναμίας δεν αποτελεί αξιολόγηση της ασφάλειας από μόνη της. Η αποτίμηση της εκτίμησης από την εξέταση για την «κατ’ουσίαν» ισοδυναμία μπορεί να οδηγήσει σε τρία πιθανά αποτελέσματα. Η πρώτη περίπτωση είναι το νέο τρόφιμο ή συστατικό να βρεθεί «κατ’ουσίαν» ισοδύναμο και τότε μπορεί να αντιμετωπιστεί με τον ίδιο τρόπο, όσον αφορά στην ασφάλεια. H δεύτερη περίπτωση είναι το προϊόν να θεωρηθεί «κατ’ ουσίαν» ισοδύναμο εκτός από ορισμένες διαφορές με κάποιο προϋπάρχον. Σε αυτές τις περιπτώσεις επιπλέον έρευνες ασφάλειας θα πρέπει να επικεντρωθούν στις συγκεκριμένες διαφορές. Η τρίτη περίπτωση είναι το προϊόν να μην θεωρηθεί «κατ’ ουσίαν » ισοδύναμο με το προϊόν από το οποίο προέρχεται κύρια ,και έτσι η ιστορία της ασφαλούς χρήσης του προϋπάρχοντος προϊόντος να μην μπορέι να χρησιμοποιηθεί για το νέο προϊόν. Η τρίτη περίπτωση δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το προϊόν είναι εξ ορισμού ανασφαλές αλλά ότι θα πρέπει να περάσει όλές τις διαδικασίες που περνάει ένα νέο προϊόν (Atherton K,2002). Σε πολλές περιπτώσεις ο ΓΤΟ είναι «κατ’ ουσίαν» ισοδύναμος με τον οργανισμό από τον οποίο κύρια προέρχεται εκτός από ένα ή περιορισμένα σε αριθμό αναγνωρίσιμα γνωρίσματα, που είναι τα

αποτελέσματα της γενετικής τροποποίησης, όπως η παρουσία πρωτεϊνών που προκαλούν την ανθεκτικότητα στα έντομα ή στα ζιζανιοκτόνα. Αλλεργίες: Όλα τα αλλεργιογόνα είναι πρωτεΐνες. Όσων αφορά τις αλλεργίες αυτές συμβαίνουν στο 1-2% του ενήλικου πληθυσμού και στο 6%-8% του ανήλικου πληθυσμού ενώ κατά 90% προέρχεται από αράπικο φιστίκι, σόγια, καρύδια, γάλα, αυγά, ψάρι, σιτάρι και οστρακόδερμα(Κaeppler H.,2000).Οι πρωτείνες που έχουν αλλεργιογόνο δράση μοιράζονται συχνά κοινά χαρακτηριστικά όπως συγγενή αμινοξική αλληλουχία, κοντινά μοριακά βάρη, αντίσταση στη θερμότητα, κοντινό ισοηλεκτρικό σημείο, αντιδράσεις κατά τη χώνεψη κ.α. Παρόλα αυτά υπάρχουν και εξαιρέσεις χωρίς κοινά χαρακτηριστικά. Ο έλεγχος της ύπαρξης αλλεργιογόνων πέρα από τη σύγκριση της σύστασης των θρεπτικών στοιχείων του ΓΤ τροφίμου με εκείνη του αντιστοίχου παραδοσιακού τροφίμου γίνεται κυρίως με τους ακόλουθους τρόπους: Α) Με τον έλεγχο της προέλευσης των γονιδίων που μεταφέρονται και τον πρωτεινών που παράγουν . Β) Με τον έλεγχο της αμινοξικής αλληλουχίας των ΓΤ πρωτεϊνών και τη σύγκριση τους με γνωστές αλληλουχίες αλλεργιογόνων πρωτεινών . Γ) Με τον έλεγχο της σταθερότητάς της πρωτείνης σε προσομοίωση γαστρικών υγρών που περιέχουν πρωτεολυτικά ένζυμα, με το σκεπτικό ότι οι πρωτείνες που θα διαλυθούν γρήγορα δεν θα προκαλέσουν αντιδράσεις μιας και τα δεδομένα που έχουμε λενε ότι πολλά αλλεργιογόνα φαγητά αντιδρούν στη διάσπαση από τα γαστρικά υγρά. Δ) Με τη χρήση πειραμάτων σε ζώα ακολουθώντας τα διάφορα μοντέλα που υπάρχούν και που έχουν ελάχιστη χρονική διάρκεια τις 90 ημέρες(Atherton Κ.,2002). Η ποιο γνωστή περίπτωση αλλεργιογόνου ΓΤ τροφίμου είναι αυτή της μεταφοράς ενός γονιδίου στη σόγια από το Βραζιλιάνικο φιστίκι (Bertholletia excelsa).

Στη ΓΤ σόγια βρέθηκε η 2S

πρωτείνη που έχει αλλεργιογόνο δράση και στην οποία οφείλονται οι αλλεργίες από το Βραζιλιάνικο φιστικί. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό αποκαλύφθηκε μετά εκχυλίσματος ΓΤ σόγιας σε ορό αίματος αλλεργικών ατόμων.

την εισαγωγή

Η συγκεκριμένη ΓΤ σόγια

αποσύρθηκε από την εταιρία Pionner Hi Bread International που την είχε παράγει χωρίς ποτέ να βγει στο εμπόριο. Η δεύτερη ποιο γνωστή περίπτωση ΓΤ τροφίμου με αλλεργιογόνο δράση είναι αυτή του ΓΤ καλαμποκιού «Starlink» της εταιρείας Avensis, που καλλιεργούνταν στις ΗΠΑ από το 1998 μόνο για ζωοτροφές και για βιομηχανικούς σκοπούς. Το «Starlink» κρίθηκε αλλεργιογόνο επειδή

βρέθηκε σταθερό στη θερμότητα και μη διαλυτό στη προσομείωση γαστρικών υγρών. Το 2000 ένας απλός πολίτης, μέλος της οργάνωσης «Φίλοι της γής» πήγε συσκευασμένα τάκος για εργαστηριακό έλεγχο, στα οποία βρέθηκε ότι περιείχαν ποσότητες

από το «Starlink». Το Σεπτέμβριο του 2000

βρέθηκε μέσα σε 300 προϊόντα διατροφής που περιείχαν αραβόσιτο ,και μάλιστα ακόμα και σε χώρες όπως η Ιαπωνία και η Κορέα. Ποτέ δεν ανακαλύφθηκε αν αυτό οφειλόταν σε τυχαία ανάμιξη σπόρων μετά τη συγκομιδή, σε συνειδητή επιλογή γεωργών να το πουλήσουν ως τρόφιμο ή σε μεταφορά γύρης. Τοξίνες: Ένα άλλο θέμα που μπαίνει είναι η ύπαρξη τοξινών στα ΓΤ προιόντα. Τοξίνες υπάρχουν στα περισσότερα από τα καλλιεργούμενα φυτά σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα ώστε να μην δημιουργούν προβλήματα υγείας , ενώ σε κάποια άλλα όπως η πατάτα μπορεί να υπάρχουν σε υψηλά. Υπάρχει ο κίνδυνος με τη μεταφορά γενετικού υλικού από φυτά με υψηλές συγκεντρώσεις τοξινών να αυξηθεί το επίπεδο των τοξινών(Κaeppler H.,2000) . Για τις τοξίνες ακολουθούνται οι ιδιες μεθοδοι όπως και γιά τα αλλεργιογόνα με τη διάφορά οτι σε αυτή τη περίπτωση δεν έχουμε μόνο μία κατηγόρία ενώσεων όπως είναι οι πρωτείνες αλλά περισσότερες. Ενα πρώτο ερωτηματικό μπαίνει ως προς την «αρχή της ισοδυναμίας» η οποία δέχεται έντονη κριτική. Ακόμα και όταν θεωρείται

επαρκές εργαλείο ελέγχου, αναγνωρίζεται ότι χρειάζεται

βελτιώσεις όπως το να ορίζεται ο αριθμός των περιοχών και τα γεωγραφικά πλάτη που θα χρησιμοποιηθούν τα ΓΤ φυτά, ώστε να ελέγχεται και ο φαινότυπος (Kuiper et al., 2002). Η χρήση της χημικής ανάλυσης και όχι τοξικολογικών, βιολογικών και ανοσολογικών τεστ ως κριτήριο ασφάλειας δέχεται επίσης έντονη κριτική, γιατί θεωρείται ότι οι γνώσεις μας είναι πολύ περιορισμένες ώστε από τη χημική σύσταση να βγάζουμε συμπεράσματα για τις βιοχημικές και τις τοξικολογικές επιπτώσεις μιας τροφής. Ακόμα όμως και η ίδια η χημική σύσταση μπαίνουν ερωτηματικά για το πώς εξετάζεται. Γνωστότερο παράδειγμα είναι αυτό της ΓΤ σόγιας με ανθεκτικότητα στο glyphosate, που ενώ είναι γνωστό ότι μετά την εφαρμογή του ζιζανιοκτόνου αλλάζει η χημική της σύσταση

σε συστατικά όπως οι ισοφλαβόνες, παρόλα αυτά κρίθηκε

«ισοδύναμη» με τη συμβατική σόγια χωρίς να γίνει εφαρμογή του ζιζανιοκτόνου στα αντίστοιχα φυτά. Το παράδοξο τα ΓΤ προϊόντα να θεωρούνται

τόσο «νέα» ώστε να γίνονται δεκτά ως

«εφευρέσεις» με πνευματικά δικαιώματα πάνω σε αυτά των εταιρειών, αλλά τα κριτήρια για την ασφάλεια τους να γίνονται με βάση τα παραδοσιακά προϊόντα είναι έκδηλο. Η επιλογή αυτή έγινε πιθανότατα για δύο κυρίως λόγους. Για να προσπεραστούν τα μακροχρόνια, τουλάχιστον πενταετούς διάρκειας καθώς και πολυέξοδα τεστ αν θεωρούνταν νέα προιόντα καθώς και να μην

απαιτηθεί σήμανση τους. Ακριβώς γι’αυτό η «αρχή της ισοδυναμίας» χαρακτηρίζεται μάλλον σαν πολιτική επιλογή παρότι παρουσιάζεται σαν επιστημονική. Ακριβώς γιατί περιορίζει από το να γίνουν τα τοξικολογικά και βιοχημικά τεστ καθώς και γιατί δεν είναι αρκετά ξεκάθαρά ορισμένη, χαρακτηρίζεται ανεπαρκή(Millstone E.,1999). Ένα δεύτερο ερωτηματικό σχετίζεται με το τι είδους προστασία έχουμε έναντι νέων γονιδίων που προέρχονται από οργανισμούς που ποτέ δεν αποτέλεσαν μέρος της ανθρώπινης διατροφής και οι οποίοι πιθανώς να είναι αλλεργιογόνοι ή τοξικοί (Rifkin J ,1998,σ.214) .Ουσιαστικά δηλαδή τι δυνατότητες έχουμε να βρούμε μη προβλεπόμενες αλλεργιογόνες ή τοξικές επιδράσεις σε αντίθεση με τη περίπτωση του Βραζιλιάνικου φυστικιού που γνωρίζαμε ότι προκαλεί αλλεργίες. Σύμφωνα με τον Βρετανικό Ιατρικό Σύλλογο: «η παρούσα εκτίμηση των κινδύνων εντοπίζει επιλεκτικά ορισμένους μόνον κινδύνους οι οποίοι πρέπει να ληφθούν υπ’ όψη και ως εκ τούτου η συγκεκριμένη διαδικασία δεν μπορεί να θεωρηθεί πλήρης»(BMA,1999). Ιδιαίτερη σημασία επίσης παρουσιάζει το θέμα της επανενεργοποίησης σιωπηλών μεταβολικών δρόμων. Τα φυτά, όπως και όλοι οι άλλοι οργανισμοί, έχουν δρόμους μεταβολικής έκφρασης οι οποίοι δεν είναι πλέον ενεργοί, εξαιτίας των μεταλλάξεων που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της εξέλιξης .Κάποια από τα ενδιάμεσα ή τα τελικά προϊόντα αυτών των οδών μπορεί να είναι τοξικά. Η μόνη απάντηση που δίνεται σε αυτό είναι πως βασιζόμαστε στη μακριά διατροφική ιστορία ασφάλειας, που έχουν τα φυτά που χρησιμοποιούνται π.χ. καλαμπόκι, σόγια κ.α. (Κaeppler H.,2000) . Αυτή όμως είναι μία απάντηση που δεν έχει καμία επιστημονική τεκμηρίωση και που δεν εμπεριέχει καμία αποδειξιμότητα στο εσωτερικό της. Ένα τρίτο ερώτημα σχετίζεται με το αν όλοι οι έλεγχοι που γίνονται διασφαλίζουν για τη μη ύπαρξη βλαβερών επιπτώσεων στον ανθρώπινο οργανισμό, μετά από μακροχρόνια διατροφή με ΓΤ προϊόντα. Ενώ για τις βραχυχρόνιες επιπτώσεις, ένα μεγάλο κομμάτι των διεθνών οργανισμών και των επιστημόνων θεωρούν ότι οι υπάρχουσες διαδικασίες ελέγχου είναι αρκετές, είναι κοινά αποδεκτό ότι δεν έχουν ακόμα πραγματοποιηθεί εκτεταμένες επιδημιολογικές μελέτες σε μεγάλη κλίμακα και βάθος χρόνου που είναι απαραίτητες για την διεξαγωγή οριστικών συμπερασμάτων για μακροχρόνιες επιπτώσεις (Σακελλάρης Γ. ,2003). Τα έξι χρόνια χρήσης τους πάντως θεωρείται πολύ μικρό διάστημα ακόμα και αν είχαν ξεκινήσει τέτοιου είδούς μελέτες. Αξίζει να γίνει αναφορά στη περίπτωση της συσχέτισης του καπνίσματος με τον καρκίνο του πνεύμονα, που η πρώτη μελέτη δημοσιεύτηκε το 1952 , τέσσερις αιώνες δηλαδή μετά την «ανακάλυψη» της Αμερικής και την παγκόσμια εξάπλωση του καπνίσματος , και μετά από πολλές πιέσεις των εταιριών καπνού ,αποκρύψεις στοιχείων κλπ.

Ένα τελευταίο θέμα που πρέπει να αναφερθεί είναι ότι ποτέ μέχρι τώρα δεν έχει γίνει δημόσια γνωστό, πολίτες να διαμαρτύρονται για βλαβερές επιπτώσεις μετά από κατανάλωση ΓΤ προϊόντων. Γνωρίζοντας όμως ότι στις μεγαλύτερες χώρες παραγωγής (Η.Π.Α., Καναδάς, Αργεντινή) δεν υπάρχει σήμανση αυτών των προϊόντων, αναζητάτε αν θα ήταν πραγματοποιήσιμη οποιαδήποτε συσχέτιση υπαρκτών παρενεργειών με τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς από τη μεριά των πολιτών. 3.2 Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά. Σε πολλούς από τους ΓΤΟ που καλλιεργούνται σε εμπορική κλίμακα, περιέχονται γονίδια ανθεκτικότητας σε αντιβιοτικά τα οποία χρησιμοποιούντα για τη θεραπεία ασθενειών που προσβάλουν τόσο τον άνθρωπο όσο και τα ζώα. Αυτά τα γονίδια που ας σημειωθεί δεν είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη των ίδιων των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών, ενδέχεται να μειώσουν την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ασθενειών στη περίπτωση που η ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά μεταφερθεί σε βλαβερά για την υγεία βακτήρια ενώ βρίσκονται στο εσωτερικό του ανθρώπινου οργανισμού ή άλλων ζωικών οργανισμών. Παραδείγματα είναι το ΓΤ καλαμπόκι της εταιρείας Novartis που περιέχει γονίδια ανθεκτικά στην αμπικιλίνη και η ΓΤ ελαιοκράμβη της εταιρείας Plant Genetic Systems που περιέχει γονίδια ανθεκτικότητας στην καναμυκίνη και στη νεομυκίνη. Τα γονίδια αυτά τις ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά χρησιμοποιούνται γιατί οι τεχνικές της γενετικής μηχανικής εισαγωγής ενός ξένου γονιδίου σε ένα οργανισμό χαρακτηρίζονται από μικρό βαθμό επιτυχίας .Έτσι οι επιστήμονες θα πρέπει να ελέγχουν κάθε φορά αν οι αντίστοιχες τεχνικές είναι πράγματι επιτυχημένες .Αυτό συνήθως πραγματοποιείται με τη μεταφορά γονιδίων που είναι ανθεκτικά σε αντιβιοτικά μαζί με γονίδια που εκφράζουν το επιθυμητό χαρακτηριστικό (π.χ. ανθεκτικότητα σε ζιζανιοκτόνο).Σε αυτή τη περίπτωση τα γενετικά τροποποιημένα κύτταρα αναπτύσσονται σε μέσο που περιέχει τα συγκεκριμένα αντιβιοτικά. Τα κύτταρα που θα καταφέρουν να επιβιώσουν είναι αυτά που περιέχουν το αντίστοιχο ανθεκτικό γονίδιο. Τα γονίδια αυτά ονομάζονται και γονίδια σήμανσης(Κaeppler H.,2000). Έχουμε δύο τέτοιες κατηγορίες γονιδίων ανθεκτικότητας. Αυτά που χρησιμοποιούνται στα φυτά και αυτά που χρησιμοποιούνται στα βακτηρία. Τα γονίδια ανθεκτικότητας που χρησιμοποιούνται συνήθως στα φυτά είναι τα ΝΡΤΙΙ ή ΑΡΗ(3)ΙΙ, γονίδια που προσδίδουν αντίσταση στα αντιβιοτικά καναμυκίνη και νεομυκίνη τα οποία και απενεργοποιούν.

Προσπαθώντας να στηριχθεί η άποψη ότι το ρίσκο ανάπτυξης ανθεκτικότητας, για παράδειγμα στο γονίδιο ΝΡΤΙΙ ανθεκτικότητας στην καναμυκίνη, είναι ουσιαστικά ανύπαρκτο, αναφέρονται τα εξής: -Πως το γονίδιο ανθεκτικότητας είναι τόσο κοινό στη φύση που ο μέσος άνθρωπος καταναλώνει 1.2 εκατομμύρια βακτηρία, που περιέχουν το ΝΡΤΙΙ κάθε μία ημέρα. -Πως η πρωτείνη που παράγει ο συγκεκριμένος γόνος διασπάται πολύ γρήγορα στο στομάχι καθώς και ότι ο συγκεκριμένος γόνος χρειάζεται ΑΤΡ για να δράση, το οποίο βρίσκεται σε πολύ μικρές συγκεντρώσεις στο εντερικό μας σύστημα. -Πως η μεταφορά του γονιδίου από τα φυτά στα παθογόνα βακτήρια δεν θεωρείται πιθανή αλλά ακόμα και αν συμβεί, θα αυξήσει σε πολύ χαμηλό ποσοστό τον αριθμό των βακτηρίων που έχουν ανθεκτικότητα. Σε κάθε ανθρώπινο στομάχι υπολογίζεται πως υπάρχουν 10^12βακτήρια με ανθεκτικότητα στη καναμυκίνη ενώ θα αυξηθούν το πολύ κατά 0.000001%.(Calgene, 1990). Η δεύτερη κατηγορία γόνων ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά είναι αυτή που εκφράζεται στα βακτήρια. Το DNA που χρησιμοποιείται στη γενετική μηχανική παράγεται μέσα σε βακτήρια και οι γόνοι ανθεκτικότητας χρησιμοποιούνται για να ξεχωρίσουν τα βακτήρια που περιέχουν το τροποποιημένο DNA.Ο γόνος που συνήθως χρησιμοποιείται είναι ο bla ή amp, που δίνει ανθεκτικότητα στη αμπικιλίνη. Στη συνέχεια αφαιρείται το τροποποιημένο DNA από τα βακτήρια και γίνεται εισαγωγή του στο φυτό. Στα γενετικά τροποποιημένα φυτά λοιπόν έχουμε και εισαγωγή του γονιδίου ανθεκτικότητας στην αμπικιλίνη. Η αμπικιλίνη ανήκει στην ομάδα των αντιβιοτικών της πενικιλίνης που χρησιμοποιούνται σήμερα ευρέως για την αντιμετώπιση πολλών ασθενειών. Η ίδια χρησιμοποιείται για να αντιμετωπίσει τις ουρολοιμώξεις, τη χρόνια βρογχίτιδα, τις λοιμώξεις από εντερόκοκο, τη πρόληψη ενδοκαρδίτιδας κ.α.(Ε.Ο.Φ.,2000,σ.254). Αν ξεκαθαριστεί ότι τα γονίδια σήμανσης για αντιβιοτικά είναι ανθεκτικά σε αντιβιότικα με ευρεία χρήση στην ιατρική, καθώς και ότι αυτά δεν είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη των ίδιων των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών, η τοποθέτηση πως αύξηση της ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά σε παθογόνα βακτήρια είναι πιθανή αλλά θα είναι πολύ μικρή, ακούγεται περιορισμένα σημαντική. Έχουμε δηλαδή εισαγωγή κάποιων εντελώς μη χρήσιμων γόνων, που δεν έχουν καμία βελτιωτική χρησιμότητα στα γενετικά τροποποιημένα φυτά και που επιλέγονται σαν ο πιο εύκολος τρόπος σήμανσης.

Σύμφωνα με τον Βρετανικό Ιατρικό Σύλλογο: «Θα πρέπει να απαγορευθεί η χρήση γονιδίων σήμανσης με αντοχή στα αντιβιοτικά , σε ΓΤ τρόφιμα, καθώς ο κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία από την ανάπτυξη αντοχής στα αντιβιοτικά σε μικροοργανισμούς αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την ανθρώπινη υγεία, που θα αντιμετωπίσουμε στον 21ο αιώνα»(MBA,1999). Τα παραπάνω κάνουν ξεκάθαρο ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα σοβαρό ζήτημα και ότι ο μέχρι τώρα τρόπος προσέγγισης θα πρέπει να επανεξεταστεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι εναλλακτικοί τρόποι σήμανσης των γονιδίων έχουν βρεθεί και μπορούν να χρησιμοποιηθούν (Conway G.,2000). Είναι πλέον δυνατό να απομακρυνθεί το γονίδιο σήμανσης μετά το αρχικό βήμα πολλαπλασιασμού στα βακτήρια αλλά πριν το μητρικό DNA εισαχθεί στο μητρικό φυτό(Donaldson L. and May R.,1999). Επίσης είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν άλλες μέθοδοι για να εξεταστεί το αν υπάρχει παρουσία του ανασυνδιασμένου DNA οι οποίες όμως είναι πιο χρονοβόρες, όπως η μέθοδο PCR (Χατζόπουλος Π.,2001).Τέτοιες επιλογές δεν έχουν γίνει μέχρι τώρα από τις εταιρείες παραγωγής των ΓΤ φυτών. 3.3 Χρήση ΓΤ φυτών για φαρμακευτικούς σκοπούς. Η χρήση αυτών των φυτών είναι πέρα από τα όρια της γεωργίας και γι’αυτό δεν θα γίνει εκτενή αναφορά, απλά μπορεί να ειπωθεί ότι ένας από τους σκοπούς είναι να χρησιμοποιηθούν σαν εμβόλια. Επίσης η χρήση των ΓΤ οργανισμών για την φαρμακευτική υπόκειται σε διαφορετικούς νόμους και ελέγχους. Όμως αξίζει να αναφερθεί ότι για τέτοιου είδους σκοπούς χρησιμοποιούνται φυτά όπως το ρύζι και το καλαμπόκι που συμπεριλαμβάνονται και στην ανθρώπινη διατροφή. Αυτό δημιουργεί τον κίνδυνο επιμόλυνσης και μάλιστα έχει αναφερθεί περιστατικό που αυτό συνέβη σε μεγάλη ποσότητα σόγιας το 2002 στο Τέξας. Ένας πιο υπεύθυνος δρόμος θα ήταν για φαρμακευτικούς σκοπούς να χρησιμοποιούνταν μη βρωσιμα φυτά ώστε να μειώνονταν οι κίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία (Ecologist,2003).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Οι

στόχοι της γενετικής τροποποίησης όσο αφορά τη γεωργία είναι η βελτίωση κυρίως

αγρονομικών αλλά και ποιοτικών χαρακτηριστικών των φυτών. Τέτοια αγρονομικά χαρακτηριστικά είναι η ανάπτυξη ανθεκτικότητας σε ζιζανιοκτόνα, η ανθεκτικότητα σε έντομα, ιούς, μύκητες και βακτήρια, η ανθεκτικότητα στη ξηρασία και στην αλμυρότητα του εδάφους, η συμπεριφορά ως προς τα μέταλλα(Engel Κ. et al,2002). Στη συνέχεια θα αναφερθούμε διεξοδικότερα στην ανάπτυξη ανθεκτικότητας στα ζιζανιοκτόνα και στα έντομα μιας και τα γενετικά τροποποιημένα φυτά με αυτά τα χαρακτηριστικά χρησιμοποιούνται κυρίως, φτάνοντας μαζί στη χρήση των ΓΤ φυτών σχεδόν το 100 τις εκατό για το 2002 (ISAAA.,2003). 4.1 Πως δημιουργούνται ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα σε κάποιο ζιζανιοκτόνο. Ένα ζιζανιοκτόνο προκαλεί το θάνατο στα ευαίσθητα φυτά, ενεργώντας σε κάποια συγκεκριμένη θέση, που λέγεται «θέση δράσης», στο κυτταρικό και βιοχημικό επίπεδο. Η θέση δράσης είναι συνήθως κάποιο ένζυμο που συμμετέχει στη πραγματοποίηση μίας ζωτικής σημασίας λειτουργίας για το φυτό. Η εξουδετέρωση του συγκεκριμένου ενζύμου συνεπάγεται το σταμάτημα της λειτουργίας αυτής και το θάνατο του φυτού. Ανθεκτικά στο ζιζανιοκτόνο είδη φυτών ή άλλων οργανισμών, συνήθως οφείλουν την ανθεκτικότητα τους σε έναν από τους παρακάτω δύο λόγους: ●Είτε έχουν τη θέση δράσης του ζιζανιοκτόνου διαφοροποιημένη κατά τρόπο που ενώ αυτή επιτελεί τον βιολογικό της ρόλο δεν επηρεάζεται από το ζιζανιοκτόνο. Στη περίπτωση αυτή λέμε ότι η ανθεκτικότητα οφείλεται σε ανθεκτική θέση δράσης, συνήθως στη δράση κάποιου ενζύμου. ●Είτε έχουν κάποιο μηχανισμό που αδρανοποιεί γρήγορα το ζιζανιοκτόνο πριν φτάσει στη θέση δράσης αυτή. Υπεύθυνο για το μηχανισμό αδρανοποιήσεις είναι κάποιο άλλο ένζυμο που καταλύει αντιδράσεις διασπάσεις του ζιζανιοκτόνου. Στη περίπτωση αυτή μιλάμε για ανθεκτικότητα λόγω «αδρανοποίησης» του ζιζανιοκτόνου(Γιαννοπολίτης Κ., 1999). Ο μετασχηματισμός των φυτών από ευαίσθητα σε ανθεκτικά στα ζιζανιοκτόνα επιτεύχθηκε με τη μεταφορά γονιδίων ανθεκτικότητας από άλλους οργανισμούς, αξιοποιώντας τον έναν ή τον άλλο μηχανισμό ανάλογα με το ζιζανιοκτόνο. Τα κύρια ζιζανιοκτόνα στα οποία δίνεται ανθεκτικότητα με τη τροποποίηση είναι το glyphosate (Roundup), το glufosinate (Basta), το bromoxynil (Buctril) και οι σουλφονυλουρίες. Η ανθεκτικότητα στο glufosinate και στο bromoxyni επιτεύχθηκε με την ενσωμάτωση

γονιδίων

αδρανοποίησης

του

ζιζανιοκτόνου,

ενώ

η

ανθεκτικότητα

στις

σουλφονυλουρίες επιτεύχθηκε με την ενσωμάτωση γονιδίων ανθεκτικής θέσης δράσης. Η ανθεκτικότητα στο glyphosate

επιτεύχθηκε σε ορισμένα φυτά με την ενσωμάτωση γονιδίων

ανθεκτικής θέσης δράσης και σε άλλα με την ενσωμάτωση τόσο γονιδίων ανθεκτικής θέσης δράσης όσο και γονιδίων αδρανοποίησης. Τα ένζυμα που εμπλέκονται στους μηχανισμούς δράσης ή αδρανοποίησης καθώς και η προέλευση των γονιδίων ανθεκτικότητας που χρησιμοποιήθηκαν στα φυτά αυτά συνοψίζονται στον πίνακα 4.1. Περισσότερες πληροφορίες για κάθε ένα ζιζανιοκτόνο δίνονται στη συνέχεια. Glyphosate. Αυτό είναι ένα μη εκλεκτικό, ευρέως φάσματος, μεταφυτρωτικό ζιζανιοκτόνο, μεγαλή αποτελεσματικότητα και σε πολυετή ζιζάνια. Το Glyphosate οφείλει τη ζιζανιοκτόνο δράση του στην ικανότητα που έχει να σταματάει τη σύνθεση ορισμένων απαραίτητων για τα φυτικά κύτταρα αρωματικών αμινοξέων, παρεμποδίζοντας τη δράση του ενζύμου EPSP synthase το οποίο είναι το ένζυμο κλειδί στη σχετική αλληλουχία των αντιδράσεων βιοσύνθεσης αρωματικών αμινοξέων (Μπαλαγιάννης Π.,1994,σ.82). Τα ΓΤ φυτά ανθεκτικά σε αυτό αναφέρονται ως Roundup Ready. Glufosinate. Αυτό είναι χημική ουσία ανάλογη μίας φυσικής τοξίνης που παράγεται στη φύση από το μύκητα Streptomyces hydroscopicus. Πρόκειται επίσης για ένα ευρέως φάσματος μεταφυτρωτικό ζιζανιοκτόνο, που διαφέρει απέναντι στο glyphosate διασυστηματική δράση. Το ζιζανιοκτόνο αυτό δρα στο ένζυμο

μόνο ως προς τη

glutamine synthetase

και

παρεμποδίζει τη σύνθεση γλουταμίνης. Ο θάνατος του φυτού προκαλείται από τη συσσώρευση στα κύτταρα αμμωνίας και όχι από έλλειψη γλουταμίνης που είναι μη απαραίτητο αμινοξύ (Μπαλαγιάννης Π.,1994,σ.81).Τα ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα στο glufosinate αναφέρονται ως Liberty Link. Bromoxynil. Αυτό είναι ένα εκλεκτικό μεταφυτρωτικό ζιζανιοκτόνο που χρησιμοποιείται για τη καταπολέμηση των πλατύφυλλων ζιζανίων στα χειμερινά σιτηρά και τον αραβόσιτο(Μπαλαγιάννης Π.,1994,σ.87). Οι πλατύφυλλες καλλιέργειες είναι ευαίσθητες στο bromoxynil και γι’αυτό οι προσπάθειες ανάπτυξης ανθεκτικότητας στράφηκαν σε πλατύφυλλα φυτά όπως το βαμβάκι και ο καπνός για τα οποία δεν υπάρχουν εκλεκτικά μεταφυτρωτικά ζιζανιοκτόνα. Σουλφονυλουρίες. Οι Σουλφονυλουρίες είναι μια νέα σχετικά ομάδα ζιζανιοκτόνων, με εκλεκτική προφυτρωτική και μεταφυτρωτική δράση. Έχουν καλή αποτελεσματικότητα σε ευρύ φάσμα ζιζάνιων. Οφείλουν τη ζιζανιοκτόνο δράση τους στην ικανότητα τους να σταματούν τη σύνθεση

τριών

για

τα

φυτικά

κύτταρα

απαραίτητων

αμινοξέων(Μπαλαγιάννης

Π.,1994,σ.141).Έχουμε όμως γρήγορη ανάπτυξη ανθεκτικότητας σε πολλά ζιζάνια μετά τη χρήση τους για ορισμένα χρόνια και για αυτό υπάρχει προβληματισμός για τη χρήση τους στα ΓΤ φυτά.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.1 Μηχανισμός και προέλευση ανθεκτικότητας στα ΓΤ φυτά. Ζιζανιοκτόνο Glyphosate

Ανθεκτική

θέση

Αδρανοποιήση ζιζανιοκτόνου

δράσης EPSP-synthase(από

Glyphosate oxidoreductase

φυτά πετούνιας).

(από μικροοργανισμούς).

glufosinate

-

Phospinothricin

acetyl

transferase Από το μυκητα Strertomyces bromoxynil

-

hygroscopicus. Bromoxynil-srecific-nitrilase Από το βακτήριο Klebsiella ozaenae.

sulfonylureas

Acetolactate synthase

-

(απο φυτικά κύτταρα).

(πηγή:Γιαννοπολίτης Κ.,1999) 4.2 Επιπτώσεις από τη χρήση ΓΤ φυτών με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα. Τα ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα είναι τα πλέον διαδεδομένα .Το ποσοστό τους ανέρχεται σε αυτό του 75% επί του συνόλου των ΓΤ φυτών παγκόσμια για το 2002(ISAAA,2003). Η αποδοχή τους αυτή οφείλεται σε δύο κυρίως λόγους: • Ο πρώτος είναι η δυνατότητα αντιμετώπισης του συνόλου των ζιζανίων με ένα απλούστερο πρόγραμμα ζιζανιοκτονίας. Δεν υπάρχει συνήθως ανάγκη χρήσης προφυτρωτικών ζιζανιοκτόνων ούτε συνδυασμών ζιζανιοκτόνων ανάλογα με τη χλωρίδα των ζιζανίων. • Ο δεύτερος λόγος είναι η μεγαλύτερη ευελιξία στο χρόνο εφαρμογής μιας και η ανθεκτικότητα της καλλιέργειας στο ζιζανιοκτόνο, είναι σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητη από το στάδιο ανάπτυξης της . Έτσι ο καλλιεργητής έχει την ευχέρεια να επιλέξει την χρονική περίοδο που εκείνος θα κρίνει για να εφαρμόσει ζιζανιοκτονία. Επομένως ο καλλιεργητής έχει τη την ευχέρεια να περιμένει και να κάνει την εφαρμογή. Μάλιστα αφού η εφαρμογή γίνεται σε φυτρωμένα ήδη ζιζάνια, μπορεί να προσαρμόσει τη δόση του ζιζανιοκτόνου ανάλογα με τη πυκνότητα, το μέγεθος και το είδος των ζιζανίων(Γιαννοπολίτης Κ., 1999).

Τα παραπάνω είναι και τα δύο ιδιαίτερα σημαντικά, αν χρησιμοποιείται χημική ζιζανιοκτονία, γιατί ο καλλιεργητής γλιτώνει σίγουρα σε εργατοώρες καθώς και μπορεί να έχει κέρδη αν το νέο σύστημα καταπολέμησης είναι οικονομικότερο. Η χρήση γενικά των γενετικά τροποποιημένων φυτών και ειδικότερα αυτών με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα σχετίζετε με αυτή την αντίληψη πάνω στη γεωργία που λεει ότι έχουμε «ένα πρόβλημα» κάθε φόρα και πρέπει να βρούμε «μία» λύση. Η συγκεκριμένη οπτική δεν αντιμετωπίζει τις καλλιέργειες ως ένα συνολικό αγροοικοσύστημα, με πλήθος αλληλεπιδράσεων και συσχετίσεων. Από αυτή ακριβώς τη στάση γεννιούνται κάποιοι από τους κινδύνους που ακολουθούν. Ως προς τα ΓΤ φυτά που έχει γίνει τροποποίηση για ανθεκτικότητα σε ζιζανιοκτόνα σημαντικότεροι κίνδυνοι μπορούν να θεωρηθούν οι παρακάτω: 1) Με τα ΓΤ φυτά αυτά, δεν αποφεύγουμε τη χρήση ζιζανιοκτόνων και τους κινδύνους υπολειμμάτων και ρύπανσης του περιβάλλοντος που αυτή συνεπάγεται. Ίσως μάλιστα να υπάρχει και αύξηση της κατανάλωσης ζιζανιοκτόνων όπως δείχνει το παράδειγμα των ποικιλιών με ανθεκτικότητα στο Glyphosate. H χρήση αυτών των ΓΤ φυτών είναι ευρύτατα διαδεδομένη. Κατά το 2001 υπολογίζεται ότι καταλάμβαναν το 60% τις συνολικής καλλιέργειας σόγιας στις ΗΠΑ. Συγκρίσεις που έγιναν για το βάρος της δραστικής ουσίας των ζιζανιοκτόνων που χρησιμοποιήθηκαν το 1998 στις ΗΠΑ, έδειξαν ανάμεσα στις γενετικά τροποποιημένες ποικιλίες και στις συμβατικές πως στις ΓΤ είχαμε μεγαλύτερη κατανάλωση ζιζανιοκτόνων(Benbrook M.,2001). 2) Με τα ΓΤ φυτά οδηγούμαστε στην επαναλαμβανόμενη χρήση λίγων ζιζανιοκτόνων (της ενσωματωμένης ανθεκτικότητας), σε μεγάλες εκτάσεις, γεγονός που θα οξύνει πολύ το πρόβλημα της ανθεκτικότητας των ζιζανίων. Λόγω της αυξημένης πίεσης επιλογής, μετά την επέκταση των ΓΤ φυτών σε μεγάλες εκτάσεις, πρέπει να θεωρείται αναμενόμενη η επικράτηση στις περιοχές καλλιέργειας τόσο ορισμένων ανθεκτικών ειδών ζιζανίων όσο και ορισμένων πληθυσμών ανάμεσα στα ευαίσθητα ζιζάνια (Γιαννοπολίτης Κ.,1999).Αξίζει να σημειωθεί ότι η χρήση ενός μόνο ζιζανιοκτόνου είναι ενάντια στην μέχρι τώρα κοινά αποδεκτή γεωργική πρακτική, που ακριβώς λόγω του κινδύνου ανάπτυξης ανθεκτικότητας ,προτείνει τη χρήση συνδυασμού ζιζανιοκτόνων. 3)Μπορεί να έχουμε επίδραση σε οργανισμούς μη-στόχους ή και ωφέλιμους για τη καλλιέργεια. Σε κάποια από τα χρησιμοποιούμενα ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα στο Glyphosate έχει αποδειχτεί ότι επιρεάζεται η δεσμευση αζώτου από το φυτο, γιατί το αζωτοβακτήριο της σόγιας Bradyrhizobium japonicum είναι ευαίσθητό στο ζιζανιοκτόνο. Το βακτήριο αυτό συμβιώνει με τη

σόγια και δεσμεύει άζωτο από την ατμόσφαιρα που προσδίδει στο φυτό. Η ευαισθησία του βακτηρίου γίνεται ποιο έντονη σε συνθήκες ξηρασίας και σε άγονα εδάφη(Benbrook M.,2001). 4) Η εισαγωγή των γονιδίων από άλλους οργανισμούς μπορεί να έχει επίδραση στις άλλες φυσιολογικές λειτουργίες του φυτού (Benbrook M.,2001).Μία από αυτές της επιδράσεις μπορεί να είναι και η μείωση της παραγωγικότητας του φυτού. Σε έρευνα του πανεπιστημίου της Νεμπράσκα τα έτη 1998,1999 έγινε αρχικά σύγκριση ανάμεσα σε 13 ποικιλίες ΓΤ σόγιας με ανθεκτικότητα στο glyphosate .Στη πρώτη περίπτωση εφαρμόστηκε ζιζανιοκτονία με glyphosate ενώ στη δεύτερη περίπτωση χρησιμοποιήθηκα άλλα ζιζανιοκτόνα. Τα αποτελέσματα στις αποδόσεις ήταν περίπου τα ίδια. Στη συνέχεια έγινε σύγκριση των πέντε από τις ποιο παραγωγικές από αυτές, με τις πέντε πιο κοντινές τους συμβατικές ποικιλίες σόγιας από τις οποίες και προήλθαν. Τα αποτελέσματα έδειξαν την παραγωγή των συμβατικών ποικιλιών αυξημένη κατά 6 τις εκατό(IANR,2000). 5)Η χρήση των ΓΤ φυτών μπορεί να οδηγήσει σε μεταφορά των γονιδίων ανθεκτικότητας σε συγγενικά είδη, καλλιεργούμενα ή άγρια, που υπάρχουν στη περιοχή. Είναι πιθανό για παράδειγμα, γονίδια ανθεκτικότητας σε κάποιο ζιζανιοκτόνο να μεταφερθούν με τη γύρη (Γιαννοπολίτης Κ.,1999). Η μεταφορά γονιδίων θα αναπτυχθεί αναλυτικότερα παρακάτω, ενώ για το θέμα της συνύπαρξης συμβατικών και οργανικών καλλιεργειών, με ΓΤ καλλιέργειες θα υπάρχει χωριστό κεφάλαιο. Ένα επιπλέον πρόβλημα από την ανάπτυξη των ΓΤ φυτών είναι ο περαιτέρω παραγκωνισμός και εξαφάνιση των παραδοσιακών ποικιλιών με επιπτώσεις στο σύνολο της γενετικής ποικιλότητας του πλανήτη. 4.3 Πως δημιουργούνται ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα σε έντομα. Τα γενετικά τροποποιημένα φυτά με ανθεκτικότητα σε έντομα έχουν δημιουργηθεί με την ενσωμάτωση γονιδίων του

βακτηρίου Βάκιλος της Θουριγγίας(Bacillus thurigiensis). Με την

ενσωμάτωση τα φυτά έχουν αποκτήσει την ικανότητα να παράγουν τα ίδια κάποιες από τις ενδοτοξίνες του βακτηρίου που είναι γνωστές για την εντομοκτόνο δράση τους. Ο Βάκιλος της Θουριγγίας είναι ένα πολύ γνωστό στη φύση βακτήριο που το συναντάμε κυρίως στο έδαφος, αλλά και σε έντομα, στη σκόνη κλπ. Για πάνω από τρεις δεκαετίες έχει διατελέσει τη βάση για διάφορα σκευάσματα βιολογικών εντομοκτόνων που χρησιμοποιούνται για τη καταπολέμηση προνυμφών λεπιδοπτέρων σε δασικά και καλλιεργούμενα φυτά. Πιο πρόσφατα έχει αποτελέσει τη βάση άλλων σκευασμάτων για τη καταπολέμηση προνυμφών κολεοπτέρων και τελευταία προνυμφών κουνουπιών και άλλων δίπτερων. Τα σκευάσματα αυτά παρασκευάζονται από καλλιέργειες του βακτηρίου και οφείλουν την εντομοκτόνο δράση τους σε τοξικές πρωτείνες

τις λεγόμενες δ- ενδοτοξίνες, που παράγει ο βάκιλος στα σποριά του . Ο ρόλος των δ-ενδοτοξινών για το βάκιλο είναι να θανατώνουν τα έντομα ώστε να δημιουργείται ευνοϊκό υπόστρωμα για τη βλάστηση των σπορίων και τον πολλαπλασιασμό του(Γιαμβριάς Χ.,1993,σ.44) Στη φύση έχουμε

μεγάλη ποικιλία τόσο στο βακτήριο (υποείδη, φυλές) όσο και στις

ενδοτοξίνες του. Συνήθως χρησιμοποιούνται συγκεκριμένα υποείδη και φυλές του βακτηρίου που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά για τη καταπολέμηση συγκεκριμένων εντομών. Για τις προνύμφες λεπιδοπτέρων χρησιμοποιείται το υποείδος B.t. kustaki,για τις προνύμφες κολεοπτέρων το υποείδος B.t. tenebrionis και για τις προνύμφες κουνουπιών το B.t. israelensis. Οι ενδοτοξίνες αυτές δρουν κατά ένα εντελώς ειδικό και εκλεκτικό τρόπο. Κατ’ αρχήν για να δράσουν πρέπει να καταποθούν από το έντομο. Στη συνέχεια μέσα στο πεπτικό σωλήνα του εντόμου, με την επίδραση των αλκαλικών υγρών, υφίστανται υδρόλυση σε μικρότερα μόρια. Τα μικρότερα αυτά ενεργοποιημένα μόρια προσροφούνται εκλεκτικά από ειδικούς «δέκτες» του πεπτικού σωλήνα προκαλώντας θανατηφόρες βλάβες. Κάθε ενδοτοξίνη έχει τους δικούς της «δέκτες» που υπάρχουν σε συγκεκριμένα είδη εντόμων. Έτσι έχουμε και εκλεκτική δράση. Γενικά, η τοξικότητα μιας φυλής του βακίλου σε ένα είδος εντόμου οφείλεται κυρίως σε μια ενδοτοξίνη αλλά αυτή μπορεί να επηρεάζεται συνεργιστικά ή αθροιστικά από άλλες ενδοτοξίνες ή από άλλους παράγοντες. Εξαιτίας αυτής της δράσης των ενδοτοξινών , τα σκευάσματα του Βάκιλου έχουν θεωρηθεί ως ασφαλή βιολογικά εντομοκτόνα χωρίς δυσμενής επιπτώσεις στον άνθρωπο και στα ωφέλιμα αρπακτικά έντομα και παράσιτα(Γιαννοπολίτης Κ.,1999). Το ενδεχόμενο ανάπτυξης ανθεκτικότητας από τα έντομα στα σπόρια του βακίλου της Θουριγγίας θεωρείτο απομακρυσμένο για πολλά χρόνια ακριβώς λόγω της συνέργιας στη δράση των δ-ενδοτοξινών, καθώς και γιατί οι θέσεις «δέκτες» των ενδοτοξίνων στο πεπτικό σωλήνα του εντόμου μπορούν να είναι περισσότερες από μία. Μικρή αλλαγή ή μετάλλαξη στο έντομο θεωρείτο ότι θα είχε μικρό αποτέλεσμα. Σύμφωνα όμως με νεότερα δεδομένα και παρότι πρόκειται για μία τόσο σύνθετη δράση , είτε αλλαγή στη συμπεριφορά είτε φυσιολογικές αλλαγές μπορούν να δώσουν προστασία στα έντομα. Πιθανοί φυσιολογικοί μηχανισμοί που να προσδώσουν προστασίας στις δ-ενδοτοξίνες θεωρούνται η αλλαγή στο ρΗ του πεπτικού συστήματος των εντομών ή αλλαγές σε ένζυμα που να προκαλέσουν αυτή την προστασία. Πειράματα στον αγρό έχουν δείξει ότι επαναλαμβανόμενη χρήση του Βακίλου της Θουριγγίας μπορεί να προσδώσει υψηλά επίπεδα ανθεκτικότητας στο Plytella xylostella. Σε τέσσερα άλλα έντομα έχουν διαφανεί υψηλά επίπεδα ανθεκτικότητας μετά από την επαναλαμβανόμενη χρήση του βακίλου, σε εργαστηριακές όμως μόνο συνθήκες (McGaughey W. and Whalon M.,1992).

Η παραγωγή της κάθε ενδοτοξίνης ελέγχεται από ένα αντίστοιχο γονίδιο που υπάρχει στο βακτήριο. Με την ενσωμάτωση των γονιδίων αυτών τα ΓΤ φυτά αποκτούν την ικανότητα να συνθέσουν τα ίδια την αντίστοιχη ενδοτοξίνη, σε όλα τα φυτικά μέρη και σε όλη τη διάρκεια της ανάπτυξης τους. Τα ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα στα έντόμα παράγουν μόνο μία συγκεκριμένη ενδοτοξίνη από τις δ-ενδοτοξίνες. ΠΙΝΑΚΑΣ 4.2 ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα σε έντομα στις ΗΠΑ. Είδος φυτού

Ανθεκτικότητα

Εταιρείες

Αραβόσιτος

Λεπιδόπτερα

Novartis,Monsanto,Pioneer

Αραβόσιτος

Λεπιδόπτερα

Monsanto

Αραβόσιτος

glyphosate Λεπιδόπτερα

ArgEvo

Βαμβάκι

glufosinate Λεπιδόπτερα

Monsanto

Βαμβάκι

Λεπιδόπτερα

Calgene

Τομάτα

bromoxynil Λεπιδόπτερα

Monsanto

Πατάτα

Δορυφόρος

Monsanto

Πατάτα

Δορυφόρος και

Monsanto

Ίωση PLRV ( Πηγή: FDA,1999.) 4.4 Επιπτώσεις από τη χρήση ΓΤ φυτών με ανθεκτικότητα σε έντομα. Τα ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα στα έντομα είναι τα πιο διαδεδομένα, μετά τα ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα. Το ποσοστό τους ανέρχεται σε αυτό του 17% επί του συνόλου των ΓΤ φυτών παγκόσμια για το 2002, ενώ μαζί με αυτά που έχουν ενσωματωμένη ανθεκτικότητα και στα έντομα και στα ζιζανιοκτόνα φτάνουν σχεδόν το 25% (ISAAA,2003). Η αποδοχή τους αυτή οφείλεται στο ότι καταργούν την ανάγκη διενέργειας ψεκασμών απέναντι στο συγκεκριμένο έντομο. Αυτό οδηγεί σε κέρδος σε εργατοώρες για τον καλλιεργητή καθώς και σε πιθανά οικονομικά οφέλη. Σημαντικότερη είναι η χρήση τους σε περιοχές που προσβάλλονται κάθε χρόνο από ένα συγκεκριμένο έντομό και χρειάζεται μεγάλος αριθμός ψεκασμών για τη προστασία των καλλιεργειών. Ακόμα και στη περίπτωση πάντως αποδοχής τους πρέπει να ειπωθεί ότι ακριβώς επειδή τα υπάρχοντα τουλάχιστον ΓΤ φυτά, προσφέρουν προστασία σε ένα

συγκεκριμένο

μόνο

έντομο,

μικρές

αλλαγές

θα

επιφέρουν

στο

συμβατικό

σύστημα

φυτοπροστασίας. Μελλοντικοί πάντως στόχοι της γενετικής μηχανικής είναι να δημιουργηθούν ΓΤ φυτά που θα παράγουν 2-3 δ ενδοτοξίνες καθώς και η χρήση γονιδίων από οργανισμούς άλλους εκτός από το Βάκιλο της Θουριγγίας όπως το ενδοπαράσιτο Microplitis croceipes (Maiti I. Et al,2003). Ως προς τα ΓΤ φυτά που έχει γίνει τροποποίηση για ανθεκτικότητα σε έντομα σημαντικότεροι κίνδυνοι μπορούν να θεωρηθούν οι παρακάτω : 1)Σίγουρα ο σημαντικότερος για τη γεωργία κίνδυνος είναι η ανάπτυξη ανθεκτικότητας των εντομών. Ο κίνδυνος δηλαδή με τη χρησιμοποίηση των ΓΤ φυτών αυτών σε μια περιοχή μετά από ορισμένο χρόνο να επικρατήσουν στη περιοχή ανθεκτικοί πληθυσμοί των εντόμων και έτσι τα ΓΤ φυτά να χάσουν την αποτελεσματικότητα τους. Κάποια από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ΓΤ φυτών αυτών αυξάνουν τις πιθανότητες να πραγματοποιηθεί αυτό: Α) Τα ΓΤ φυτά με ενσωματωμένο γονίδιο απο τον βάκιλο της Θουριγγίας παράγουν συνέχεια την δ-ενδοτοξίνη που προέρχεται από το γονίδιο αυτό με αποτέλεσμα να ασκούν στα έντομα πολύ μεγαλύτερη πίεση επιλογής. Δηλαδή

από την αρχή της ζωής των φυτών επιβιώνουν τα πίο

ανθεκτικά από τα έντομα. Οι απόγονοι αυτών των εντομών έχουν αυξημένες πιθανότητες να είναι και αυτοί ανθεκτικοί με αποτέλεσμα σε συντομότερα χρονικά διαστήματα μεγάλα τμήματα του πληθυσμού των εντομών να είναι και αυτά ανθεκτικά. Σε αντίθεση οι ψεκασμοί με τα βιολογικά σκευάσματα του βακίλου της Θουριγγίας αποφασίζεται αν θα πραγματοποιηθούν ή όχι κάθε φορά και όταν αυτό συμβαίνει γίνονται σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα και για πεπερασμένο χρόνο. Β) Τα ΓΤ φυτά με ενσωματωμένο γονίδιο από τον βάκιλο της Θουριγγίας ασκούν την εντομοκτόνο δράση τους με μία μόνο ενδοτοξίνη, σε αντίθεση με τα σκευάσματα του Β.Θ. που ασκούν αυτή τη δράση με ένα μίγμα διάφορων ενδοτοξίνων. Αυτό κάνει πολύ πιο εύκολη για τα έντομα την ανάπτυξη ανθεκτικότητάς(McGaughey W. and Whalon M.,1992). Γ) Έχει επίσης παρατηρηθεί ότι με την έναρξη γήρανσης των φυτών κατά την ωρίμανση των καρπών, μειώνεται η ικανότητα των ΓΤ φυτών να παράγουν την ενδοτοξίνη. Περισσότερα έντομα επιζούν επομένως κατά την περίοδο αυτή και εφόσον δεν καταπολεμηθούν με άλλο τρόπο θα οδηγήσουν σταδιακά στη δημιουργία ανθεκτικού πληθυσμού (Γιαννοπολίτης Κ., 1999). Το πρόβλημα της ανάπτυξης ανθεκτικότητας των εντόμων είναι τόσο κοινά αποδεκτό ώστε οι καλλιεργητές δεσμεύονται να ακολουθήσουν συγκεκριμένες οδηγίες όταν χρησιμοποιούν ΓΤ φυτά. Συγκεκριμένα στις βαμβακοκαλλιέργειες για κάθε 1000 στρέμματα χρήσης ΓΤ σπόρου με ανθεκτικότητα στα έντομα, θα πρέπει να υπάρχουν δίπλα 250 στρέμματα με συμβατικές

καλλιέργειες βαμβακιού που θα εφαρμόζονται κανονικά εντομοκτόνα ή 40 στρέμματα που δεν θα γίνονται καθόλου εφαρμογές εντομοκτόνων. Θεωρείται ότι αν σε όλη τη ζώνη του βαμβακιού χρησιμοποιηθούν ΓΤ φυτά με γονίδια από το βάκιλο της Θουριγγίας σε 5-6 θα αναπτυχθεί στα έντομα ανθεκτικότητα στις ενδοτοξίνες του βακίλου(Ξανθόπουλος Φ.,2003 ). Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι αν τα έντομα αναπτύξουν ανθεκτικότητα, τότε χάνεται και η αποτελεσματικότητα των βιολογικών εντομοκτόνων που παρασκευάζονται από το Β.Θ. και χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα (Γιαννοπολίτης

Κ., 1999). Κάτι τέτοιο θα είχε ιδιαίτερες

επιπτώσεις στους βιοκαλλιεργητές που βασίζονταί κυρίως σε τέτοια σκευάσματα για την αντιμετώπιση των εντομολογικών προσβολών. Το γεγονός ότι έχουν διαγνωστεί πιθανότητες ανάπτυξης ανθεκτικότητας και στα ίδια τα βιολογικά σκευάσματα του βακίλου της Θουριγγίας μας κάνει να σκεφτούμε ότι πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στο ποιες φυτοπροστατευτικές στρατηγικές διαχείρισης θα επιλέξουμε. 2) Ένας δεύτερος κίνδυνος σχετίζεται με τα οικονομικά οφέλη από τη χρήση αυτών των φυτών. Σύμφωνα με τις σύγχρονες γεωργικές πρακτικές, εφαρμογή των φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων δικαιολογείται όταν η αναμενόμενη μείωση της χρηματικής αξίας των προϊόντων μιας καλλιέργειας από τη δράση των εντόμων θα είναι κάτω από ένα όριο που λέγεται οικονομικό όριο και που έχει τιμή ίση προς το 10%-20% της αξίας του ακαθάριστου προϊόντος. Η χρήση δηλαδή είτε χημικών είτε βιολογικών σκευασμάτων θα πρέπει να γίνεται αφού διαγνωστεί η προσβολή και μάλιστα στο σημείο εκείνο που περαιτέρω αύξηση του πληθυσμού του εντόμου θα οδηγήσει σε ζημιά στη καλλιέργεια μεγαλύτερη από το κόστος της εφαρμογής του ψεκασμού. Η επιλογή της χρήσης γενετικά τροποποιημένων σπόρων εξ αρχής καταργεί αυτή την αρχή(Μπαλαγιάννης Π.,1985,σ.129) 3) Όπως και στη περίπτωση των ΓΤ φυτών με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα μπορεί να έχουμε επίδραση σε οργανισμούς μη-στόχους. Το πιο γνωστό παράδειγμα τέτοιας περίπτωσης είναι αυτό της πεταλούδας Μονάρχης, Danaus plexippus, της Βoρείου Αμερικής . Δύο περιπτώσεις πειραμάτων έχουν

δείξει επίδραση της γύρης από γενετικά τροποποιημένο καλαμπόκι σε

προνύμφες της πεταλούδας Μονάρχης. Στη πρώτη περίπτωση φυτά απ΄το Asclerias Syriaca ,τα οποία είναι τα φυτά από τα οποία τρέφονται οι προνύμφες , φυτεμένα σε γλάστρες τοποθετήθηκαν στο εσωτερικό και σε διαφορετικές αποστάσεις έξω από καλλιέργειες ΓΤ καλαμποκιού. Τα φύλλα των φυτών μετρήθηκαν ως προς την ποσότητα γύρης που περιείχαν και τοποθετήθηκαν προνύμφες για να διατραφούν. Για τις προνύμφες που βρισκόντουσαν σε φυτά στο εσωτερικό των ΓΤ καλλιεργειών μετρήθηκε θνησιμότητα 16% (Hansen L. And Obrycki J.,1999).

Στο δεύτερο και πολύ γνωστότερο πείραμα, αφού συλλέχθηκε γύρη από ΓΤ και μη φυτά καλαμποκιού απλώθηκε σε φύλλα του Asclerias Syriaca σε εργαστηριακές συνθήκες. Υπήρχαν φυτά με γύρη από ΓΤ καλαμπόκι ,από συμβατικό καλαμπόκι και φυτά χωρίς καθόλου γύρη. Μετά από τέσσερις μέρες από τη τοποθέτηση των προνυμφών στα φύλλα διαπιστώθηκε θνησιμότητα 46% στα φύλλα που είχαν γύρη από ΓΤ καλαμπόκι ενώ στις άλλες δύο περιπτώσεις ή αντίστοιχη θνησιμότητα ήταν 0 % (Losey et al,1999). Στο πείραμα αυτό ασκήθηκε

κριτική για της

μεθοδολογικές μεθόδους που ακολούθησε, για τη ποσότητα της γύρης που χρησιμοποιήθηκε καθώς και για το ότι ήταν σε εργαστηριακές συνθήκες, τόσο από κομμάτια της επιστημονικής κοινότητας όσο και από τις εταιρείες της βιοτεχνολογίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι αντιπρόσωποι των εταιρειών συναντήθηκαν με τους συγγραφείς και τους ζήτησαν τη μη δημοσίευση του, λόγω των παραπάνω ελλείψεων( Shelton A. And Sears M.,2001) .H εντονότατη δημοσιότητα που πήρε το παραπάνω πείραμα επηρεάζοντας σημαντικά ακόμα και τις πωλήσεις των ΓΤ σπόρων , οφείλεται στο ότι δημοσιεύτηκε σε ένα γνωστό επιστημονικό περιοδικό όπως το Nature, ότι οι συγγραφείς προέρχονται από το πανεπιστήμιο του Cornell πρωτοπόρο στο τομέα της βιοτεχνολογίας, αλλά κυρίως στο ότι η πεταλούδα Μονάρχης είναι πολύ δημοφιλής στη Βόρειο Αμερική. Ένας άλλος κίνδυνος για τους οργανισμούς μη στόχους είναι η έκκριση των ενδοτοξινών από τις ρίζες των ΓΤ φυτών με ανθεκτικότητα στα έντομα. Αυτό έχει αποδειχθεί για τη περίπτωση του ΓΤ καλαμποκιού που έχει γονίδιο ανθεκτικότητας από το υποείδος Β.t. kurstaki. H δ-ενδοτοξίνη απομακρύνεται από τη ρίζα του φυτού προς τη ριζόσφαιρα του εδάφους, στην οποία παραμένει ενεργή αφού απορροφηθεί από τα χουμικά οξέα και τα σωματίδια του εδάφους τουλάχιστον για 234 ημέρες.Oι επιπτώσεις τους στα έντομα, τους μικροοργανισμούς και τις εδαφικές λειτουργίες παραμένουν άγνωστα (Saxena D. Et al., 1999). 4 )Όπως και στη περίπτωση των ΓΤ φυτών με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα, η ενσωμάτωση των γονιδίων από άλλους οργανισμούς στο DNA του φυτού, μπορεί σε ορισμένες συνθήκες να οδηγήσει στη μη έκφραση του γονιδίου ανθεκτικότητας. Μια σημαντική τέτοια περίπτωση ήταν όταν το 1996 η καλλιέργεια του ΓΤ βαμβακιού απέτυχε να ελέγξει τους πληθυσμούς του ρόδινου σκουληκιού σε 80.000 στρ. περίπου στο Τέξας. Πιθανές αιτίες μπορεί να ήταν η ανεπαρκής έκφραση του γονιδίου λόγω των περιβαλλοντικών συνθηκών ,τα υψηλά επίπεδα ανθεκτικότητας του τοπικού πληθυσμού των εντομών, οι ιδιαίτερα υψηλοί πληθυσμοί των εντομών( Hilder V. and Boulter D., 1999). Aντίστοιχες αποτυχίες ελέγχου έχουν εκφραστεί στο ΓΤ βαμβάκι και στην Ινδία.

5)Ένας επιπλέον σημαντικός κίνδυνος είναι η μεταφορά των γονιδίων ανθεκτικότητας σε συγγενικά είδη που υπάρχουν στη περιοχή. Συγγενικά είδη που μπορεί να είναι είτε καλλιεργούμενα είτε άγρια. 4. 5 Χρήση της ΓΤ για αλλά αγρονομικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά. Α) Ανθεκτικότητα στους ιούς .Επιτυγχάνεται με την εισαγωγή τμημάτων του γενετικού υλικού από τους ίδιους τους ιούς. Η αντοχή σε ιούς κάνει τα φυτά λιγότερο ευπαθή σε ιώσεις, με αποτέλεσμα την αυξημένη παραγωγή. Υπάρχουν διαθέσιμα ΓΤ φυτά πατάτας και κολοκυθιάς με ανθεκτικότητα σε ορισμένες ιώσεις . Όσο αφορά φυτά που έχουν τροποποιηθεί για ανθεκτικότητα σε ιούς υπάρχει ο κίνδυνος: α) της διαφυγής του γονιδίου ανθεκτικότητας στους ιούς (παράγουν πρωτεϊνικό καψίδιο), σε ζιζάνια καθιστώντας τα πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμα καθώς και β) η δημιουργία νέων ιών. Ο κίνδυνος της ετεροκαπσιδίωσης των εισερχόμενων ιών με το πρωτεϊνικό κάλυμμα που παράγεται από το ΓΤ φυτό είναι αιτία ανησυχίας μιας και υπάρχει η πιθανότητα ανασυνδυασμού των γονιδίων ανθεκτικότητας με το εισερχόμενο νουκλεικό οξύ των ιών. Αυτό πιθανώς θα επέτρεπε σε μη μολυσματικούς ιούς να γίνουν μολυσματικού, είτε θα δημιουργούσε καινούριους ιούς(Barton J. And Dracup M.,2000). Β) Χρήση της ΓΤ για άλλα αγρονομικά χαρακτηριστικά. Τέτοια αγρονομικά χαρακτηριστικά είναι: α) η ανθεκτικότητα στους μύκητες που γίνεται μεσώ της προσπάθειας παραγωγής φυτοαλεξινών από τα φυτά, β) η ανθεκτικότητα σε βακτήρια που γίνεται μέσα από τη προσπάθεια έκφρασης αντιβακτηριακών ενζύμων, γ) η αντοχή στη ξηρασία με βιοσύνθεση μεταβολιτών όπως οι πολύαμίνες και οι προλίνες, δ) η ανθεκτικότητα στην αλατότητα με την έκφραση αντιοξειδωτικών ενζύμων ή με την εισαγωγή αντλιών αλάτων (Engel et al.,2002). Γ) Βελτίωση ποιοτικών, ποσοτικών χαρακτηριστικών και διατροφικής αξίας. Αυτή πραγματοποιείται με τροποποίηση ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών όπως π.χ η σύσταση των πρωτεϊνών, του αμύλου, των ελαίων, των βιταμινών ή άλλων μικροστοιχείων που αποσκοπούν στην βελτίωση της θρεπτικής αξίας των τροφίμων και μπορούν να συνεισφέρουν στην ποιοτική βελτίωση της διατροφής καθώς και στη διατηρησιμότητα της.

Τα παραπάνω γενετικά τροποποιημένα φυτά, με εξαίρεση τα ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα στους ιούς που έχουν επίσης πολύ περιορισμένη χρήση , δεν έχουν χρησιμοποιηθεί παρά ελάχιστα μέχρι τώρα στη γεωργική πρακτική . Πιθανοί κίνδυνοι όπως και στις άλλες περιπτώσεις μπορούν να είναι η μη έκφραση του επιθυμητού γονιδίου, η μεταφορά του μέσο της γύρης σε συγγενικά είδη, η επίδραση σε οργανισμούς μη στόχους, ο περιορισμός της χρήσης ντόπιων ποικιλιών. 4.6 Το μη αναστρεπτό της χρήσης των ΓΤΟ. Το σημαντικότερο ζήτημα κατά την επιλογή της απελευθέρωσης της χρήσης των ΓΤΟ στην γεωργία, είναι ότι ίσως πρόκειται για μία επιλογή που δεν έχει τη δυνατότητα εκ των υστέρων να επαναξιολογηθεί και να αναιρεθεί. Σε σχέση με άλλες τεχνολογίες, που συχνά γίνεται σύνδεση της μη ύπαρξης αντιδράσεων για τα ρίσκα από αυτές όπως αυτή των κινητών τηλεφώνων, η ειδοποιός διαφορά είναι ότι εδώ πρόκειται για ζωντανούς οργανισμούς. Οι μεταφερόμενοι γόνοι μπορούν με τη μετατροπή των ΓΤ φυτών σε ανθεκτικά ζιζάνια στις καλλιέργειές ή με τη μετατροπή τους σε «εισβολείς» σε φυσικά οικοσυστήματα να παραμείνουν στο περιβάλλον. Επίσης με τη κάθετη και οριζόντια γονιδιακή ροή μπορεί να μεταφερθούν σε άλλους οργανισμούς και να εξαπλωθούν. Η παραμονή και εξάπλωση αυτή δύσκολα μπορεί να ειπωθεί ότι θα ελεγχθεί και να διαχειριστεί από τις ανθρώπινες κοινωνίες σε περίπτωση που εκ των υστέρων αποδειχθεί ότι κάποιος από τους ΓΤΟ έχει έντονα αρνητικές επιπτώσεις είτε για την ανθρώπινη υγεία είτε για τη βιοποικιλότητα και τη γεωργία. Οι κίνδυνοι αυτοί που έχουν προαναφερθεί είναι ιδιαίτερα σύνθετοι και δύσκολά μπορούν να αναλυθούν σε ένα μόνο επίπεδο. 4.7 Τα ΓΤ φυτά ως «ζιζάνια» και «εισβολείς». Για καλύτερη κατανόηση ο όρος ζιζάνιο θα χρησιμοποιηθεί όπως χρησιμοποιείται στην ασκούμενη γεωργία, δηλαδή οποιοδήποτε φυτό σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή δεν είναι ωφέλιμο για τον καλλιεργητή. Για τη περιγραφή της μεταφοράς των ΓΤ φυτών σε παράπλευρα ή μακρινότερα φυσικά οικοσυστήματα, μιας και πρόκειται για καινούργιους οργανισμούς που δεν υπήρχαν μέχρι τώρα σε κανένα οικοσύστημα θα προτιμηθεί ο όρος «εισβολείς». Κάποια χαρακτηριστικά που συνδέονται με την ικανότητα ενός φυτού να βρεθεί και να παραμείνει σε ένα οικοσύστημα είναι τα παρακάτω: 1.Η βλαστική ικανότητα των σπόρων σε ποικιλία οικοσυστημάτων. 2. Η για μεγάλο χρονικό διάστημα ικανότητα βλαστικότητας των σπόρων. 3. Το γρήγορο φτάσιμό στη περίοδο της άνθησης.

4. Η συνεχή παραγωγή σπόρων όσο το επιτρέπουν οι υπάρχουσες συνθήκες. 5. Η αυτεπικονίαση να είναι δυνατή αλλά όχι υποχρεωτική. 6. Η γύρη για την σταυρογονιμοποιήση να μεταφέρεται από μη ειδικευμένους φορείς ή απ΄τον άνεμο. 7. Τα φυτά να παράγουν μεγάλο αριθμό σπόρων. 8. Τα φυτά να παράγουν σπόρους σε μεγάλο εύρος περιβαλλοντικών συνθηκών. 9. Τα φυτά να έχουν τη δυνατότητα διασποράς σπόρων και σε μικρές και σε μεγάλες αποστάσεις. 10. Τα πολυετή να έχουν ικανότητα αναβλάστησης από τμήματα του φυτού ή ζωηρή αφυλετική αναπαραγωγή. 11. Τα πολυετή να είναι εύθραυστα κοντά στο έδαφος ώστε να κάνει πιο δύσκολο το ξερίζωμα. 12. Να έχουν τα φυτά ειδικούς μηχανισμούς ανταγωνισμού όπως ροζέτες, έντονο φύλλωμα, παραγωγή τοξικών ουσιών(Baker H.,1967,1975) . Η επίδραση εισβολέων σε οικοσυστήματα μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντική. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ένα είδος μελαλεύκης που εισήχθη από την Αυστραλία στη Φλόριντα στις αρχές του εικοστού αιώνα. Μέσα σε 30 χρόνια από τη δεκαετία του ’70 εξαπλώθηκε σε πάνω από 1800000 στρέμματα. Είναι είδος που έχει ανθεκτικότητα στη ξηρασία, τις πλημμύρες, την φωτιά και την υψηλή αλατότητα καθώς και αναπαράγεται γρήγορα, τόσο με σπόρους όσο και βλαστικά(Rissler J. And Mellon M.,1996).Έχει λοιπόν έντονα κάποια από τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Στη πατρίδα μας το πιο γνωστό ίσως τέτοιο είδος είναι η φραγγοσυκιά. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά δεν λειτουργούν αθροιστικά. Δηλαδή κάποιο είδος που έχει λίγα ή και κανένα από αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να λειτουργήσει σε ορισμένες συνθήκες πολύ καλά σαν «εισβολέας» ενώ κάποιο που έχει περισσότερα χαρακτηριστικά όχι. Σε σχέση με τα ΓΤ φυτά μπορούμε να πούμε ότι αυτά που χρησιμοποιούνται σήμερα έχουν χαλαρή συσχέτιση με τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα η ανθεκτικότητα σε κάποια λεπιδόπτερα μπορεί να οδηγήσει σε παραγωγή σπόρων σε μεγαλύτερο εύρος περιβαλλοντικών συνθηκών. Τα μελλοντικά όμως αγρονομικά χαρακτηριστικά όπως η ανθεκτικότητα στην αλατότητα και στην ξηρασία θα οδηγήσουν σε πολύ καλύτερους «εισβολείς». Ένα επιχείρημα σε σχέση με το ότι τα ΓΤ φυτά δεν θα είναι πιο «καλοί» εισβολείς από τα υπάρχοντα καλλιεργούμενα είδη είναι ότι διαφέρουν σε ένα μικρό αριθμό μόνο γονιδίων. Στη φύση όμως είναι συνηθισμένο το φαινόμενο τα καλλιεργούμενα φυτά να διαφέρουν από τους άγριους συγγενής τους κατά ένα ή λίγα γονίδια. Η καλλιεργούμενη βρώμη (Avena sativa) διαφέρει από το άγριο συγγενικό της είδος Avena fatua

κατά ένα μόνο γονίδιο που του προσδίδει το

χαρακτηριστικό των αγάνων στη βάση του σπόρου και της διατήρησης των σπόρων πάνω στο φυτό και μετά την ωρίμανσή τους(Rissler J. And Mellon M.,1996). Ιδιαίτερα μεγάλη προσοχή θα πρέπει να δίνεται όταν τα ΓΤ φυτά καλλιεργούνται κοντά στα κέντρα καταγωγής των φυτών από τα οποία προέρχονται. Ακόμα μεγαλύτερη προσοχή θα πρέπει να δίνεται στους πειραματικούς αγρούς που έχουν και πολύ μεγαλύτερη διασπορά στον παγκόσμιο χάρτη από ότι η καλλιέργειες ΓΤ φυτών. Μέχρι τώρα πάντως δεν έχει αναφερθεί «απώλεια» φυτών από πειραματικούς αγρούς. Η ικανότητα των γενετικά τροποποιημένων φυτών να λειτουργήσουν ως ζιζάνια στους καλλιεργούμενους αγρούς είναι εύκολο να διαγνωστεί ειδικότερα όταν μιλάμε για αυτά με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα. Τα ΓΤ φυτά μπορούν να λειτουργήσουν ως ζιζάνια είτε με την παραμονή τους στον αγρό σε επόμενη καλλιεργητική περίοδο είτε με τη μεταφορά μέσο σπόρων σε γειτονικούς αγρούς. Και στις δύο περιπτώσεις η χρήση των πολύ διαδεδομένων χημικών ζιζανιοκτόνων στα όποιά έχουν ανθεκτικότητα, δεν θα είχε καμία αποτελεσματικότητα για τους καλλιεργητές.

4.8 Κάθετη και οριζόντια ροή γονιδίων. Η κάθετη γονιδιακή ροή των διαγονιδίων π.χ. μέσο της γύρης , από τις γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες στους άγριους συγγενείς τους, είναι ένα θέμα ιδιαίτερα ανησυχητικό για το περιβαλλοντικό ρίσκο της χρήσης των ΓΤ φυτών. Η κάθετη γονιδιακή ροή είναι ένα γνωστό φαινόμενο ανάμεσα στους πληθυσμούς και δεν σχετίζεται μόνο με τα ΓΤ φυτά. Διασταύρωση ανάμεσα σε διαφορετικά φυτά μπορεί να πραγματοποιηθεί ακόμα και αν διαφέρουν σε ένα ή σε μεγαλύτερο αριθμό γόνων. Τα φυτά αυτά μπορεί να ανήκουν, σε διαφορετικούς πληθυσμούς ή ποικιλίες μέσα στο ίδιο είδος ή και σε διαφορετικά είδη. Οι διασταυρώσεις αυτές, που ονομάζονται υδριδισμός, είναι πολύ σημαντικές για τη δημιουργία νέων ποικιλιών και οι περισσότερες από τις υπάρχουσες ποικιλίες έχουν προκύψει από τη διασταύρωση ανάμεσα σε υπάρχουσες ποικιλίες ή από υβριδισμό με άγριους συγγενείς. Ο απαραίτητος κανόνας για να πραγματοποιηθεί υδριδισμός ανάμεσα σε δύο φυτά είναι να υπάρχει σεξουαλική συμβατότητα. Ακόμα όμως και αν υπάρχει αυτή, δεν σημαίνει ότι οποιαδήποτε διασπορά γύρης οδηγεί υποχρεωτικά σε επιτυχημένη διασταύρωση. Υπάρχουν παράγοντες που επηρεάζουν το επίπεδο επιτυχίας στις διασταυρώσεις όπως το επίπεδο παραγωγής γύρης των ΓΤ φυτών, η ακτίνα διασποράς της, το ποσοστό αυτο- και σταυρογονιμοποιήσης των αποδεκτών

φυτών, η ύπαρξη ειδικών μηχανισμών στα άνθη, η απόσταση ανάμεσα στα ΓΤ φυτά και τους άγριους πληθυσμούς, η πυκνότητα των άγριων πληθυσμών καθώς και η ταύτιση της ανθικής περιόδου(Ammann K. et al, 2001) . Στην ιστορία των διασταυρώσεων υβριδισμός έχει αναφερθεί στις 31 από τις 39 οικογένειες φυτών στον πλανήτη καθώς και στις 12 από τις 13 θεωρούμενες πιο σημαντικές καλλιέργειες του πλανήτη (Ellstrant et al,1999).Πολύ γνωστά είδη που έχουν στην Ευρώπη άγριους συγγενείς που μπορούν να διασταυρωθούν μαζί τους είναι το καρότο, το κριθάρι, τα τεύτλα, το λάχανο, το σιτάρι. Άλλα είδη όπως το καλαμπόκι, το ρύζι, η σόγια, η πατάτα, η ντομάτα δεν έχούν στην Ευρώπη τέτοιους άγριούς συγγενής καθώς τα κέντρα καταγωγής τους είναι μακριά από αυτή την ήπείρο. Η πιθανότητα υδριδισμού ανάμεσα σε καλλιέργειες και άγριούς συγγενείς δεν είναι ένα στατικό φαινόμενο. Τα διαχωριστικά όρια

μπορούν να σπάσουν ή να δημιουργηθούν. Υπάρχούν

παραδείγματα που οι διαδικασίες της συμβατικής βελτίωσης έχει οδηγήσει σε σπάσιμο των διαχωριστικών ορίων ειδικότερα σε οικογένειες όπως η graminae και τα compositae. Υπάρχουν πιθανότητες και η γενετική μηχανική επεμβαίνοντας στο γονιδίωμα του φυτού να επιφέρει τέτοιές αλλαγές που να επηρεάσουν την επιτυχία των διασταυρώσεων(Ammann K. et al, 2001). Η πιο γνωστή περίπτωση ΓΤ φυτού που έχει μελετηθεί για τη κάθετη γονιδιακή ροή είναι αυτή της ΓΤ ελαιοκράμβης. Οι προτεινόμενες αποστάσεις ασφάλειας ανάμεσα σε ΓΤ καλλιέργειες και μη διαφέρουν από 70 έως 400 μέτρα. Για τις εντομόφιλες ποικιλίες υπάρχει η περίπτωση μεταφοράς τους σε αποστάσεις αρκετών χιλιομέτρων, σε μικρές όμως ποσότητες γύρης. Τα πολύ γνωστά πειράματα των Mikkelsen et al (1996) και Timmons et al.(1996), έδειξαν ότι έχουμε πολύ έντονη διασπορά γύρης στον αγρό και παραμονή του διαγονιδίου και μετά από δύο γενιές στους πληθυσμούς. Σε αγρούς με απόσταση 360 μέτρα βρέθηκε πυκνότητα γύρης 10-12%. Αλλά φυτά που έχουν μελετηθεί είναι τα τεύτλα (Desplanque B. Et al ,2002) και η Arabidopsis thaliana (Bergelson J. et al, 1998). Και στις δύο περιπτώσεις είχαμε μεταφορά του διαγόνιδίου στους άγριους πληθυσμούς και έκφραση του. Πέρα από τα πειραματικά δεδομένα, έχει διαγνωστεί ύπαρξη διαγονιδίων και σε κέντρό καταγωγής φυτών. Το 2000 στην Οαχάκα του Μεξικού έγινε συλλογή καλαμποκιού που βρέθηκέ ότι υπήρχαν γόνοι που χρησιμοποιούνται σε ΓΤ φυτά. Η Οαχάκα αποτελεί τμήμα του μεσοαμερικάνικού κέντρου καταγωγής για το καλαμπόκι. Ακολουθήθηκε η μέθοδο ΡCR και ανιχνευθεί ο υποκινητή CaMV 35S που χρησιμοποιείται ευρέως στα ΓΤ φυτά. Η παρουσία του μπορεί να οφείλεται είτε στο ότι επιτρεπόταν η καλλιέργεια ΓΤ καλαμποκιού στο Μεξικό πριν το 1998, είτε στο ότι επιτρέπεται και σήμερα η εισαγωγή από τις ΗΠΑ ΓΤ σπόρων για βρώση όχι όμως και η καλλιέργεια τους (Quist D. And Chapela I.,2001). Η δημοσίευση αυτή είχε πολύ

μεγάλο αντίκτυπο και της ασκήθηκέ έντονη κριτική, πάνω κυρίως στη μέθοδο PCR που ακολουθήθηκε. Θεωρήθηκε ότι είναι πολύ ευαίσθητη και η παραμικρή επιμόλυνση μπορεί να αλλάξει τα αποτελέσματα και γι΄ αυτό πρέπει να επαναλαμβάνεται. Το 2001 το αυτόνομο πανεπιστήμιο και το Εθνικό Πολυτεχνικό Ινστιτούτο του Μεξικού πήραν ξανά δείγματα από πολύ περισσότερες περιοχές της Οαχάκα και της Πουέμπλα και ακολούθησαν πάλι τη μέθοδο PCR. Τα αποτελέσματα έδειξαν ξανά παρουσία του CaMV 35S στο 12% των φυτών (Mann C.,2002). Εκτός από την κάθετη γονιδιακή ροή, τη μεταφορά δηλαδή των διαγονιδίων από γονέα σε απόγονο, υπάρχει και η πιθανότητα «οριζόντιας» γονιδιακής ροής. Μεταφοράς δηλαδή κατευθείαν των διαγονιδίων από τους ΓΤΟ σε άλλους οργανισμούς. Αυτό μέχρι τώρα έχει αποδειχθεί ότι συμβαίνει ανάμεσα σε μικροοργανισμούς, ανάμεσα σε βακτήρια και φυτά , καθώς και ανάμεσα σε ιούς και ζώα (Βeringer J.,2000). Αρκετά δεδομένα μας λένε ότι η οριζόντια μεταφορά DNA είναι συχνότερη στη φύση από ότι πιστευόταν αλλά ότι αυτή περιορίζεται από την αποσιώπηση των μεταβολικών δρόμων που το εισερχόμενο DNA ορίζει. Η οριζόντια μεταφορά είναι ιδιαίτερα σημαντική στη περίπτωση ανάπτυξης ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά, των βακτηρίων στον ανθρώπινου οργανισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. 5.1 Θέματα βιοηθικής. Πέρα από τα θέματα που μπαίνουν για τους κινδύνους και τα οφέλη από τη γενετική μηχανική για την ανθρώπινη υγεία, την γεωργία, το περιβάλλον και την κοινωνία, που αναφέρονται στα αποτελέσματα της βιοτεχνολογίας μπαίνει και ένα πρόβλημα βιοηθικής που αναφέρεται στον ίδιο τον τρόπο που χρησιμοποιείται για να φτάσουμε σε αυτά τα αποτελέσματα. Προσπαθώντας να ορίσουμε την ηθική μπορούμε να πούμε ότι είναι ο κλάδος της φιλοσοφίας που ασχολείται με τις αξίες που σχετίζονται με την ανθρώπινη συμπεριφορά όσον αφορά την ορθότητα των πράξεων και την αγαθότητα ή μη κινήτρων και σκοπών. Ενώ η βιοηθική μπορεί να περιγραφεί σαν η μελέτη των προβλημάτων που ανακύπτουν από την εφαρμογή της σύγχρονης τεχνολογίας και κυρίως από την ανθρώπινη παρέμβαση στις βιολογικές διαδικασίες σε σχέση με τις ηθικές αξίες που επικρατούν σε μία κοινωνία (Ρουπακιάς Δ.,2002). Η προσέγγιση της βιοηθικής στο συγκεκριμένο πρόβλημα εστιάζεται σε δύο σημεία : I. στην ασφάλεια των προϊόντων της τεχνολογίας της ΓΤ και II. στην διαταραχή της φυσικής τάξης. Το πρώτο αναφέρεται αναλυτικά σε άλλα κεφάλαια, ενώ το δεύτερο σημείο βάζει ουσιαστικά το ερώτημα πάνω στο

ότι

παράγονται νέα έμβια όντα με αλλοιωμένες ιδιότητες και γίνονται

αντικείμενα χειρισμού, γενετικοί και αναπτυξιακοί μηχανισμοί της ζωής, που φυσιολογικά θα χρειαζόντουσαν εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια ή δεν θα πραγματοποιούνταν ποτέ, και που σήμερα πραγματοποιούνται μέσα σε μία νύχτα(Jeremy R.,1998,σ.300). Αν δηλαδή έχει το δικαίωμα ο άνθρωπος να προκαλεί την μαζική ανάμιξη γονιδίων που ανήκουν σε οργανισμούς διαφορετικών επιπέδων ζωής. Οι απαντήσεις πάνω σε αυτό το θέμα έχουν πολύ μεγάλο εύρος. Ξεκινάνε από την ηθική της φυσικής τάξης, που λεει ότι η φύση είναι η αναγκαία και επαρκή συνθήκη για τη λειτουργία του κόσμου και ο μόνος ρόλος παραπάνω που έχουμε εμείς ως άνθρωποι είναι ότι αντιλαμβανόμαστε αυτή τη φυσική τάξη. Στην άλλη μεριά υπάρχει η άποψη που υποστηρίζει ότι είμαστε όχι μόνο υποκείμενα αλλά και διαμορφωτές της φυσικής τάξης και πρέπει να αναλάβουμε τις ευθύνες μας για να διαμορφώσουμε μια καινούργια τέτοια ηθική, που θα λαμβάνει υπόψη τον άνθρωπο ως διαμορφωτή της καινούργιας αυτής τάξης(Μανιάτης Γ.,2002). Όποια και αν είναι πάντως η απάντηση που δίνεται, το σίγουρο είναι ότι τα θέματα βιοηθικής δεν πρέπει να απαντηθούν από

επιστήμονες ή ειδικούς. Η ηθική δεν συσχετίζεται με εξειδίκευση και συγκεκριμένη γνώση. Ίσως μάλιστα ο αυτοπεριορισμός αλλά και η πιθανή εξάρτηση που οδηγεί αυτή η εξειδίκευση, να οδηγεί σε διαφορετικές προσεγγίσεις από τις κοινά αποδεκτές περί ηθικής. Οι προβληματισμοί αυτοί μπαίνουν ιδιαίτερα έντονοι σε ολόκληρο το κόσμο αλλά και στις ΗΠΑ. Στην χώρα μας «αρμόδια» επιτροπή είναι η Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής, η οποία ύστερα από μελέτη των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων κατέληξε στο ακόλουθο πόρισμα : 1. Η χώρα μας έχει πολύ μικρό γεωργικό κλήρο, εξάγει πρωτογενή γεωργικά προϊόντα και μεταποιημένα τρόφιμα. Είναι προφανές ότι συμφέρει η καθυστέρηση τόσο της καλλιέργειας ΓΤΦ όσο και της αποδοχής δοκιμών ΓΤΦ στον αγρό. Επιπρόσθετα θα πρέπει να στραφούμε προς μια ολοκληρωμένη και αειφορική γεωργία. Η προσπάθεια συγκράτησης της ελληνικής επικράτειας μακριά από την καλλιέργεια ΓΤΦ θα πρέπει να γίνει στο πλαίσιο της κοινοτικής νομοθεσίας. 2. Να ενθαρρυνθεί η επιστημονική έρευνα για την παραγωγή φυτών με ταυτόχρονη μελέτη των βραχυπρόθεσμων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επιπτώσεων τους στην υγεία και το περιβάλλον.

3. Να επιβληθεί υποχρεωτική σήμανση των τυχών κυκλοφορούμενων πρωτογενών γεωργικών προϊόντων ή μεταποιημένων τροφίμων που προέρχονται ολικά ή μερικά από ΓΤ φυτά (Ε.Ε.Β.,2001). Σίγουρα πάντως μη ηθικό παράδειγμα πρακτικής είναι η περίπτωση της «Βιοπειρατείας». Σαν τέτοια περιγράφεται η εξερεύνηση ,εξαγωγή, αποτίμηση και για εμπορικούς βιοτεχνολογικούς λόγους χρήση της βιοποικιλότητας. Οι Αμερικάνικες και Ευρωπαϊκές εταιρίες βιοτεχνολογίας είναι γνωστό ότι συλλέγουν ενδεχομένως χρήσιμους σπόρους και φυτά από την Ασία, την Αφρική και την Λατινική Αμερική χωρίς αποζημίωση για της χώρες αυτές(Hulse J,.2002).

5.2 Η ύπαρξη της πατέντας για της βιολογικές λειτουργίες. Η περιγραφή της υπάρχουσας κατάστασης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν μια κούρσα για το πατεντάρισμα του γονιδιακού αποθέματος του πλανήτη. Γίνεται με μεγάλη ένταση απο τις εταιρείες τις βιοτεχνολογίας η προσπάθεια να περάσει το παγκόσμιο γονιδιακό απόθεμα στην αποκλειστικά ιδιωτική χρήση. Η ιδιωτικοποίηση των γενετικών κοινών αγαθών του πλανήτη άρχισε το 1971, όταν υπάλληλος της Τζενεραλ Ελέκτρικ , έκανε αίτηση στην υπηρεσία διπλωμάτων ευρασιτεχνίας (ΡΤΟ) των ΗΠΑ

για την καταχώρηση της πατέντας ενός ΓΤ μικροοργανισμού που σχεδιάσθηκε για να καταναλώνει το πετρέλαιο που χύνεται στη θάλασσα. Η αίτηση απορρίφθηκε αλλά με προσφυγή στα δικαστήρια έγινε δεκτή με το σκεπτικό ότι ο συγκεκριμένος μικροοργανισμός είναι πιο συγγενικός με άψυχες χημικές συνθέσεις παρά με τους ανώτερους έμβιους οργανισμούς(Jeremy R.,1998,σ.101). Το επόμενο σημαντικό σημείο ήταν όταν η αρμόδια επιτροπή των ΗΠΑ το 1987 άλλαξε άρδην την προηγούμενη θέση της και εξέδωσε έναν κανονισμό που όριζε ότι μπορούσαν να αποκτήσουν δικαιώματα

ευρασιτεχνίας

όλοι

οι

γενετικά

τροποποιημένοι

πολυκύτταροι

οργανισμοί

συμπεριλαμβανομένων και των ζώων. Στον πυρήνα του ζητήματος βρίσκεται το ερώτημα εάν τα κατασκευασμένα γονίδια , κύτταρα, ιστοί, όργανα αλλά και ολόκληροι οργανισμοί όπως τα φυτά είναι πραγματικά ανθρώπινες εφευρέσεις ή ανακαλύψεις τις φύσεις που έχουν τροποποιηθεί επιδέξια από τους ανθρώπους. Για να πιστοποιηθεί κάτι ως εφεύρεση που έχει δικαίωμα αποκλειστικής εκμετάλλευσης, ο εφευρέτης πρέπει να αποδείξει ότι το αντικείμενο είναι καινούργιο, μη προφανές και χρήσιμο. Ακόμα και εάν κάτι είναι καινούργιο, μη προφανές και χρήσιμο, εάν αποτελεί μια ανακάλυψη της φύσης δεν είναι εφεύρεση και δεν μπορεί να πατενταριστεί διαφορετικά θα έπρεπε να πατενταριστούν για παράδειγμα και τα στοιχεία του περιοδικού πίνακα. Παρόλα αυτά στην υπάρχουσα κατάσταση απλά η απομόνωση και η ταξινόμηση των ιδιοτήτων ενός γονιδίου είναι επαρκής λόγος για να χαρακτηριστεί αυτό εφεύρεση, παρότι αυτό ούτε συναρμολογήθηκε ούτε κατασκευάστηκε. Το ζήτημα μπαίνει ακόμα πιο έντονα όταν πρόκειται για μία κυτταρική σειρά ή ένα ΓΤ φυτό. Μπορεί ένα φυτό να θεωρηθεί εφεύρεση επειδή υπέστη μία γενετική τροποποίηση; Αξίζει να αναφερθεί ότι το 1995 η υπηρεσία εκχώρησης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας των ΗΠΑ καταχώρισε ως πατέντα τον ανθρώπινο μεταδιδόμενο λεμφοτρόπο ιό των Παπούα προχωρώντας για πρώτη φορά στην κατοχύρωση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας σε μία ανθρώπινη κυτταρική σειρά από γηγενή πληθυσμό(Jeremy R.,1998,σ.131). Τα παραπάνω έχουν επιφέρει παγκόσμια αντιδράσεις με χαρακτηριστικό παράδειγμα

τη

περίπτωση συνασπισμού περισσοτέρων από 200 θρησκευτικών ηγετών το 1995, που υπήρξε η μεγαλύτερη συσπείρωση θρησκευτικών ηγετών των ΗΠΑ στον 20ο αιώνα και εξέφρασε την αντίθεση στην εκχώρηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (πατέντων) για ανθρώπινα γονίδια, ζώα, όργανα, ιστούς και για άλλους οργανισμούς(Jeremy R.,1998,σ.144). Χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου όπως η Βραζιλία, το Μεξικό και η Ινδία έχουν απαγορεύσει τις πατέντες για οτιδήποτε μπορεί να βρεθεί στη φύση θεωρώντας την απομόνωση ενός γονιδίου ανακάλυψη και όχι εφεύρεση. Η στάση τους αυτή πιθανώς πηγάζει μέσα από τη διάθεση για

προστασία του γενετικού υλικού της χώρας τους ώστε να περιορίσουν και την οικονομική τους εξάρτηση από τις πολυεθνικές εταιρίες. Πέρα από το ηθικό ζήτημα της πατέντας ένα επιπλέόν θέμα είναι η πολυπλοκότητα για να πραγματοποιηθεί αυτή. Για να πατενταριστεί ένα γονίδιο θα πρέπει να ζητηθεί άδεια από διάφορες εταιρείες που με τη σειρά τους έχουν την πατέντα της μεθοδολογίας μετασχηματισμού, την πατέντα του πλασμιδίου φορέα, την πατέντα επιλογή ΓΤ φυτών, την πατέντα για τον ειδικό υποκινητή, καθώς και την άδεια από τον δικαιούχο της προστασίας των ποικιλιών των φυτών, για να μπορέσει να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή κάποιου προϊόντος. Είναι φανερό ότι οι μεγαλύτερες εταιρείες θα είναι σε θέση να εξαγοράσουν αυτές τις πατέντες από άλλες εταιρείες .Ο συγκεντρωτισμός αυτός πιθανότατα οδηγεί σε πρότυπα μονοπωλιακής κατεύθυνσης. Ο πολύ περιορισμένος αριθμός μεγάλων εταιρειών που ελέγχουν το σύνολο της αγοράς των προίοντων της βιοτεχνολογίας μας το αποδεικνύει. Η πολυπλοκότητα του ζητηματος έχει πολλές φορές οδηγήσει και σε δικαστικές διενέξεις ανάμεσα στις εταιρείες(Χατζόπουλος Π.,2003). Ένα άλλο ζήτημα είναι πως το καθεστώς των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας με τις πατέντες πάνω στο σπόρο αλλά και στη διαδικασία, θα οδηγήσει στη δημιουργία «ορφανών ποικιλιών». Ποικιλιών δηλαδή που δεν βελτιώνονται ούτε από τον ιδιωτικό τομέα λόγω έλλειψης άμεσου οικονομικού ενδιαφέροντος ούτε από το δημόσιο τομέα λόγω μη δυνατότητας χρησιμοποίησης των τεχνικών λόγω πατέντας. Αυτό είναι ιδιαίτερο πρόβλημα σε μία τεχνολογία τόσο νέα σαν τις τεχνικές της γενετικής μηχανικής(Jordan M.,2000) . 5.3 Η κοινωνική αποδοχή των ΓΤΟ . Μία επιπρόσθετη διαφορά ανάμεσα στη παραδοσιακή βελτίωση και στη γενετική μηχανική είναι ότι οι ερευνητικές προσπάθειες βελτίωσης φυτών γίνονταν από το δημόσιο τομέα και η διανομή των βελτιωμένων σπόρων γίνονταν συχνά μέσο του δημοσίου. Η βελτιωμένη ιδιότητα θεωρείτο ως ένα βαθμό ένα δημόσιο αγαθό. Αντίθετα οι εφαρμογές τις βιοτεχνολογίας έχουν κατευθυνθεί από τον ιδιωτικό τομέα. Η ανάμιξη αυτή και ειδικότερα μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών σε πεδία της επιστήμης που ασχολούνται με τη ζωή, σίγουρα μετράει για ένα κομμάτι της αντίθεσης και της ανησυχίας στη κοινωνία(Nelson G. et al,1999) . Η κοινωνική διάσταση ειδικότερα της εμφάνισης των ΓΤΟ αποτέλεσε από την αρχή ένα πεδίο έρευνας και αντιπαράθεσης για την επιστημονική κοινότητα και την κοινωνία εν γένει, εξαιτίας των περίπλοκων και συχνά μη προβλέψιμων προβλημάτων που εγκυμονούσαν. Κριτική απέναντι στους

γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς ασκούν ομάδες καταναλωτών, βιοκαλλιεργητές, μη κυβερνητικοί οργανισμοί για το περιβάλλον, ευαισθητοποιημένοι επιστήμονες, περιβαλλοντιστές, πολιτικοί, οπαδοί του προστατευτισμού στην οικονομία, εισαγωγείς σπόρων από την Ευρώπη, ομάδες υπεράσπισης των ανθρωπίνων και θρησκευτικών δικαιωμάτων καθώς και δικαιωμάτων των ζώων ενώ επιπλέον αντιρρήσεις υπάρχουν από μάγειρους και παραγωγούς τροφίμων. Οι κριτικές, ειδικότερα αυτές από τις ευρωπαϊκές χώρες , βλέπουν τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα σαν μία ύποπτη νέα τεχνολογία που απειλεί παγκόσμια τη γεωργία, την υγεία και το περιβάλλον. Κάποιες φορές μάλιστα φτάνουν στο σημείο να τα χαρακτηρίζουν σαν «τρόφιμα του Φρανκενσάιν». Στην Ευρώπη η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας είναι αντίθετη σε αυτά. Χαρακτηριστικά νούμερα είναι πως στην Ε.Ε. το 94,6% θέλουν να έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν ένα τρόφιμο που είναι ΓΤ ή όχι, το 85,8% αποδέχεται την αρχή της προφύλαξης για τους ΓΤΟ, ενώ το 70,9% δεν θέλει να υπάρχουν τέτοια τρόφιμα (Ευρωβαρόμετρο , 2001). Οι ανησυχίες για τη ασφάλεια των ΓΤΟ έχουν προκαλέσει έντονες αντιπαραθέσεις, οδηγώντας σε μποϋκοτάζ, απαγορεύσεις και διαμαρτυρίες όπως αυτές στις διασκέψεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στο Σηάτλ και στην Ουάσιγκτον συνδέοντας τα και με το κίνημα ενάντια στη «παγκοσμιοποίηση» (Uzogara S.,2000). Οι υποστηρικτές των ΓΤΟ περιλαμβάνουν μέλη της βιομηχανίας της βιοτεχνολογίας, τεχνολόγους τροφίμων, τυποποιητές και διανομείς τροφίμων, επιστήμονες της βιοτεχνολογίας, διαιτολόγους, κάποιους καταναλωτές, αγρότες των ΗΠΑ, και διεθνείς οργανισμούς. Αυτοί υποστηρίζουν ότι οι ΓΤΟ μπορεί να οδηγήσουν σε πιο γρήγορη ανάπτυξη των φυτών, προστασία από εχθρούς, καιρικές συνθήκες και ασθένειες καθώς και σε πιο θρεπτικά, γευστικά, ασφαλέστερα, εύκολα στη μεταχείριση, μακρύτερης διατηρησιμότητας τρόφιμα (ΒΙΟ,1998). Αυτοί υποστηρίζουν ότι η αντίθεση στα ΓΤ τρόφιμα πηγάζει από εντελώς αδικαιολόγητους φόβους και από προστατευτισμό στο εμπόριο. Η αντίθεση της κοινής γνώμης σε αυτά θεωρούν ότι είναι επικοινωνιακό πρόβλημα και όχι ουσίας, καθώς η εμπλεκόμενη βιομηχανία και οι επιστήμόνες της βιοτεχνολογίας έχουν επικοινωνιακό έλλειμμα σε σχέση με τις οργανώσεις καταναλωτών και τις περιβαλλοντικές ομάδες(Σακελλάρης Γ.,2003).Η αποδοχή αυτή μπορεί να βελτιωθεί απλά με μεταφορά σωστών πληροφοριών μέσα από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας(Nishiura H. Et al,2002). Πολύ συχνά μάλιστα προσάπτουν στα μέσα μαζικής επικοινωνίας τερατολογία και μεταφορά ειδήσεων που δεν βασίζονται σε επιστημονικά δεδομένα (Shouse B.,2002).Ποιο συγκρατημένες απόψεις είναι αυτές που υποστηρίζουν ότι η γενετική μηχανική στο μέλλον θα ακολουθήσει πιο «πράσινο» δρόμο χρησιμοποιώντας γονίδια από συγγενής οργανισμούς ή θα επεμβαίνει στο γονίωμα του ίδιού οργανισμού (Simon A.,2002). Θεωρούν επίσης ότι μπορεί να υπάρχει σήμανση

στα προϊόντα της γενετικής μηχανικής χρησιμοποιώντας όμως θετικούς όρους όπως «παραγόμενα από τη σύγχρονη βιοτεχνολογία». Κοιτάζοντας την ελληνική πραγματικότητα βλέπουμε ότι υπάρχει και εδώ μία ξεκάθαρη αντίθεση. Από τη μία μεριά η άποψη της επιστημονικής κοινότητας που ασχολείται με τη παραγωγή (ΕΘΙΑΓΕ, Γενικό Χημείο, κ.α.) και οι εταιρείες της βιοτεχνολογίας που θεωρεί ότι θα πρέπει να προχωρήσουμε με τα ΓΤ προϊόντα αλλά με προσεκτικά βήματα, ενώ η άλλη οπτική που υποστηρίζεται από σημαντικά κομμάτια της κοινωνίας (Ιατρικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης, Μ.Κ.Ο, Μελισσοκομικοί Σύλλογοι κ.α.) υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για την ασφάλεια τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι Έλληνες πολίτες φαίνεται να έχουν την πιο αρνητική στάση ανάμεσα σε όλους τους Ευρωπαίους(Ευρωβαρόμετρο,2000). Οι παραπάνω θέσεις ως ένα βαθμό είναι αναμενόμενες. Δεν θα περίμενε κάποιος από τις μεγάλες εταιρείες να μην στηρίζουν τα προϊόντα τους, όπως και επιστήμονες που έχουν αφιέρώση ολόκληρη τη ζωή τους σε έρευνες πάνω στο συγκεκριμένο κλάδο να μην τον στηρίξουν. Πέρα όμως από τις επιμέρους τοποθετήσεις ιδιαίτερη σημασία έχει ποιο τελικά είναι το όφελος από την εφαρμογή και την χρήση των ΓΤΟ. 5.4 Τα επιμέρους οφέλη από τη χρήση των ΓΤΟ. Ένα κυρίαρχο ζήτημα όσον αφορά στην κοινωνία είναι ότι τα προϊόντα γενετικών τροποποιήσεων ελέγχονται από ένα πολύ περιορισμένο αριθμό πολυεθνικών εταιρειών. Πιο συγκεκριμένα η βιομηχανία της αγρο-βιοτεχνολογίας έχει κυριαρχηθεί από τέσσερις γνωστές πολυεθνικές εταιρείες, τις Syngenta, Bayer-Aventis, Monsanto και DuPont. Για το 2001 αυτές οι εταιρείες είχαν συνολικό τζίρο από τα ΓΤ προϊόντα τους 3.75 δισεκατομμύρια δολάρια ένώ ο συνολικός τζίρος τους από τις πωλήσεις αγροχημικών προϊόντων ήταν 21.6 δισεκατομμύρια δολάρια. Κατά τη δεκαετία του ’90 ο μεγάλος αριθμός συγχωνεύσεων οδήγησε στο να ελέγχουν την παγκόσμια αγορά σπόρων και αγροχημικών πολύ περιορισμένος αριθμός εταιρειών. Στη περίπτωση των ΓΤΟ πιθανώς η ύπαρξη της πατέντας ,και η ανάγκη ανάπτυξης νέων τεχνολογιών έκανε ακόμα πιο έντονο το φαινόμενο. Κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι πώς: • Έξι εταιρείες που έχουν κυρίως τη βάση τους στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη ελέγχούν το 98 τις εκατό της αγοράς των ΓΤ σπόρων και 70 τις εκατό της αγοράς των φυτοπροστατευτικών προϊόντων. • Έξι φίρμες κατέχουν το 54 τις εκατό στις ΗΠΑ των πατέντων πάνω στα ΓΤ φυτά.

• Δέκα εταιρείες ελέγχουν το 33 τις εκατό της παγκόσμιας αγοράς του συνόλου των σπόρων ενώ πριν δύο δεκαετίες υπήρχαν εκατοντάδες τέτοιες εταιρείες. • Στη νότιο Αφρική την μόνη αφρικανική χώρα που έχει αποδεκτή τους ΓΤΟ η αγορά των ΓΤ σπόρων ελέγχεται πλήρως από τη Μονσάντο. • Στο σύνολο της Αφρικανικής ηπείρου η αγορά των συμβατικών σπόρων ελέγχεται από 3 εταιρείες(Ecologist,2003). Η κατάσταση αυτή δίνει λιγότερες επιλογές στους αγρότες και έλεγχο πάνω στα εφόδια και τους σπόρους τους. Οι παραγωγοί συνήθως υπογράφουν συμβόλαιο με την εταιρεία βάση του όποιου πέρα από τη καταβολή των χρημάτων για την αγορά του σπόρου είναι υποχρεωμένοι να πληρώνουν κάποιο ποσό και ανά στρέμμα για τη νέα τεχνολογία, να μη δώσουν σπόρο σε άλλο παραγωγό, να μην χρησιμοποιήσουν ότι περίσσεψε τον επόμενο χρόνο και να μην πάρουν από την καλλιέργεια τους για να σπείρουν ξανά (Ξανθόπουλος Φ.,2003). Οι πολίτες . Οι αντιδράσεις των πολιτών πηγάζουν από τα πολύ σημαντικά ηθικά ζητήματα που προκύπτουν και τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και στο περιβάλλον, θέματα που αντιμετωπίζονται στις δυτικές κοινωνίες με ιδιαίτερη ευαισθησία τα τελευταία χρόνια. Επιπλέον ένα θέμα είναι ότι οι πολίτες δεν πρόκειται να έχουν οποιοδήποτε οικονομικό όφελος. Συμφώνα με γνώστη μελέτη του πανεπιστημίου του Ιλλινόις των ΗΠΑ το 1999, σχετικά με τους καταναλωτές δεν προκύπτει καθαρό όφελος. Η συγκεκριμένη μελέτη ασχολήθηκε με τις δύο πιο διαδεδομένες καλλιέργειες ΓΤ φυτών, το ΓΤ καλαμπόκι και την ΓΤ σόγια με ανθεκτικότητα στο ζιζανιοκτόνο Roundap. Επειδή τα ΓΤ φυτά συμβάλλουν ελάχιστα στη διαμόρφωση του τελικά κόστους του προϊόντος κατάληξε στο συμπέρασμα ότι ακόμα και αν τα ΓΤ φυτά υιοθετηθούν πλήρως, οι καταναλωτές δεν θα δουν αλλαγές στις τιμές(Nelson G. et al.,1999). Οι πολίτες μάλλον αγνοήθηκαν κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων και προώθησης των ΓΤ προϊόντων. Από κάποιους θεωρήθηκε και λάθος πολιτική των εταιρειών που απευθύνθηκαν μόνο στους παραγωγούς αρχικά, για να διαφημίσουν τα οφέλη των ΓΤΟ (Μανιάτης Γ.,2002). Η στάση των πολιτών σε περιοχές του κόσμου όπως η Ευρώπη είναι γνωστό ότι είναι έντονα αρνητική απέναντι στα ΓΤ προϊόντα ενώ σε περιοχές όπως η Ιαπωνία που στο ξεκίνημα της χρήσης τους φαινόταν ότι υπήρχε μία στάση αποδοχής τώρα οι ανησυχίες πάνω στα πιθανά ρίσκα έχουν γίνει πολύ έντονες(Nishiura H. Et al,2002). Η στάση των πολιτών έχει παίξει μέχρι τώρα σπουδαίο ρόλο για την εξάπλωση των ΓΤΟ και ίσως στο μέλλον παίξει ακόμα σημαντικότερο. Οι αγρότες. Για τους καλλιεργητές το μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε στην μελέτη του πανεπιστημίου του Ιλλινόις έδειξε ότι οικονομικό όφελος προκύπτει μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις και όχι πάντοτε. Οι καλλιεργητές καλαμποκιού έχουν όφελος μόνο όταν ο βαθμός

προσβολής από τα έντομα και η τιμή του προϊόντος είναι αρκετά υψηλά, έτσι ώστε η αύξηση των εσόδων από την πρόληψη της προσβολής να ξεπερνά το αυξημένο κόστος που προκύπτει από την αγορά του σπόρου. Όσον αφορά τους καλλιεργητές ΓΤ σόγιας αυτοί φαίνεται ότι στην υπάρχουσα κατάσταση είχαν όφελος όλοι και αυτοί που καλλιεργούσαν συμβατικές ποικιλίες και αυτοί που καλλιεργούσαν ΓΤ φυτά. Αυτό συνέβη γιατί λόγω του ανταγωνισμού των εταιρειών είχαμε μείωση της τιμής όλων των ζιζανιοκτόνων. Σε κάθε περίπτωση οι μελλοντικές επιδράσεις θα είναι μικρές. Ακόμα και με πλήρη αποδοχή τους από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις χώρες του τρίτου κόσμου και με τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις σε σχέση με τις αποδόσεις, η χρήση ΓΤ καλαμποκιού θα αυξήσει τα εισοδήματα των αγροτών κατά 4.9 τις εκατό, ενώ η χρήση ΓΤ σόγιας κατά 1.7 τις εκατό. Στην παγκόσμια παραγωγή καλαμποκιού προβλέπει αύξηση περίπου 2% ενώ σόγιας 0.5% σε περίπτωση που χρησιμοποιηθούν τα ΓΤ φυτά. Άλλες μελέτες όπως αυτή από ομάδα ερευνητών από το πανεπιστήμιο του Κάνσας έδειξε συγκρίνοντας συμβατική με ΓΤ σόγια ότι δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στις αποδόσεις(Hofer J. et al,1999), ενώ μελέτη του πανεπιστημίου της Νεμπράσκας συγκρίνοντας 6 συμβατικές ποικιλίες σόγιας με τις αντίστοιχες γενετικά τροποποιημένες για ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά έδειξε μείωση των αποδόσεων των ΓΤ καλλιεργειών κατά 6 τις εκατό(IANR, 2000). Ένα πρώτο ερωτηματικό όμως για τους καλλιεργητές είναι αν κυριαρχήσουν οι ΓΤΟ τελικά, πως θα διασφαλιστούν από το ότι η αυξημένη εξάρτηση τους

από την αγορά σπόρων αλλά και

ζιζανιοκτόνων δεν θα οδηγήσει σε συγκεκριμένες συνθήκες, σε μεγάλη αύξηση της τιμής αυτών. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα του πόσο σημαντική είναι για την κοινωνία αυτή η εξάρτηση αποτελούν οι «στείροι σπόροι» της εταιρείας Μονσάντο. Η μέχρι τώρα πρακτική των γεωργών είναι είτε να σώζουν από το δικό τους σπόρο κάθε χρόνο και να επαναχρησιμοποιούν είτε όταν πρόκειται συνήθως για υδρίδια να αγοράζουν συνήθως κάθε χρόνο καινούργιο σπόρο. Όμως και στη περίπτωση των υβριδίων οι ίδιοι αποφασίζουν αν θα τα επαναχρησιμοποιήσουν ή όχι. Οι «σιωπηλοί σπόροι» με τη κατάλληλη γενετική τροποποίηση δεν μπορούν να δώσουν νέα φυτά. Διασφάλιζαν έτσι στην εταιρεία τον απόλυτο έλεγχο της παραγωγής. Ταυτόχρονα όμως έδιναν και πολύ σημαντικά περιβαλλοντικά οφέλη καθώς περιόριζαν το φαινόμενο της επιμόλυνσης των άλλων καλλιεργειών όπως και τη διασταύρωση με άγριους συγγενείς που υπάρχουν στη περιοχή (Jordan M.,2000). Παρά τα σημαντικά όμως περιβαλλοντικά οφέλη η εξάρτηση κρίθηκε σημαντικότερη και oι αντιδράσεις από αγροτικές και επιστημονικές ενώσεις, ενώσεις πολιτών και πολιτικές οργανώσεις οδήγησαν την εταιρεία να τους αποσύρει από το εμπόριο, διατηρώντας όμως το δικαίωμα να τους επαναφέρει όταν το κρίνει σκόπιμο.

Ένα δεύτερο ερώτημα είναι πόσο συμφέρον έχεις να παράγεις ένα προϊόν που ένα μεγάλο μέρος των καταναλωτών το αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό. Γεγονότα όπως ο εκμηδενισμός των εξαγωγών του καλαμποκιού των ΗΠΑ και της ελαιοκράμβης του Καναδά αξίας 300 εκατομμυρίων δολαρίων το χρόνο στην Ευρώπη, καθώς και σε χώρες όπως η Ιαπωνία και η Β. Κορέα που ήταν οι μεγαλύτεροι εισαγωγείς παγκόσμια για το καλαμπόκι των ΗΠΑ, έχει οδηγήσει ενώσεις αγροτών όπως η Αμερικάνικη ένωση καλλιεργητών καλαμποκιού να προτείνει στους αγρότες να μην καλλιεργούν ΓΤ φυτά από το 2002. Επιπλέον η στάση πολλών εταιρειών τροφίμων που έχει προαναφερθεί έχει οδηγήσει ενώσεις όπως η εθνική ένωση αγροτών του Καναδά να αναρωτιούνται για

τη

χρησιμότητα

του

να

παράγεις

κάτι

που

σε

βγάζει

από

κάποιές

διεθνείς

αγορές(Ecologist,2003). Ένα τρίτο ερωτηματικό σχετίζεται με τη συνύπαρξη συμβατικών και οικολογικών καλλιεργειών με τις ΓΤ καλλιέργειες. Αυτό το θέμα θα αναπτυχθεί σε χωριστό κεφάλαιο αξίζει όμως να αναφερθεί ότι 550 αγρότες στη Βόρεια Αμερική έχουν μηνυθεί από τις εταιρείες τις βιοτεχνολογίας γιατί βρέθηκαν στις καλλιέργειες τους ΓΤ φυτά. Επίσης υπάρχουν περιπτώσεις που το γονίδιο ανθεκτικότητας τελικά δεν εκφράστηκε και οι εταιρείες αναγκάστηκαν μετά από δικαστική προσφυγή να αποζημιώσουν τους συγκεκριμένους αγρότες. 5.5 Είναι απαραίτητοι οι ΓΤΟ για να θρέψουν το κόσμο ; -Η στάση των χωρών του αναπτυσσόμενου κόσμου. Το θέμα της διατροφής των ανθρώπων στο τρίτο κόσμο είναι ένα από τα βασικά ζητήματα που μπαίνουν σε σχέση με τους ΓΤΟ. Το παραπάνω ερώτημα είναι πιο σύνθετο απ’ ότι συχνά υποδηλώνεται. Θα πρέπει να οριστεί τη σημασία δίνουμε στη λέξη «κόσμο», αν δηλαδή επιδιώκουμε το ίδιο διατροφικό επίπεδο για τον καθένα στον πλανήτη, ίδιο και για τους ανθρώπους του δυτικού κόσμου και για τους ανθρώπους του τρίτου κόσμου. Ένα δεύτερο που πρέπει να ξεκαθαριστεί είναι για πια διατροφή μιλάμε. Για μία διατροφή πλούσια σε «υψηλές» πρωτείνες, κατάλληλη για τον τρόπο ζωής του αναπτυγμένου κόσμου ή για μία διατροφή με μεγαλύτερη ποικιλία και περισσότερα προϊόντα φυτικής προέλευσης όπως τα λαχανικά, τα όσπρια, τα φρούτα και τα δημητριακά. Το πρόβλημα της πείνας κύρια έχει να κάνει με τα συστήματα διανομής της τροφής, τις αγορές, τις οικονομικές και πολιτικές δομές και λιγότερο μα την ίδια την τεχνική ικανότητα της γεωργίας να παράγει μεγάλη ποσότητα τροφής, πρωτεϊνών και υδατανθράκων. Αυτό είναι αποδεκτό ακόμα και από ανθρώπους που υποστηρίζουν την ανάγκη της εισαγωγής της βιοτεχνολογίας στον

αναπτυσσόμενο κόσμο. Επίσης αποδεκτό είναι ότι στην υπάρχουσα κατάσταση η παραγόμενη τροφή είναι αρκετή για να ικανοποίηση επαρκώς τις ανάγκες του παγκόσμιου πληθυσμού (McGlouglin M.,1999). Το πραγματικό θέμα πάνω στη πεινά είναι η ανισότητα και η έλλειψη πρόσβασης σε φαγητό και καλλιεργήσιμη γη. Υπερβολικά πολλοί άνθρωποι είναι πολύ φτωχοί για να αγοράσουν το φαγητό που είναι διαθέσιμο ή δεν έχουν πρόσβαση σε καλλιεργήσιμη γη και πηγές ώστε να το μεγαλώσουν μόνοι τους (Altieri M. και Rosset P.,1999). Συζητώντας για τη διατροφή των αναπτυσσόμενων χώρών σημαντικό είναι να δούμε τα δομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν αυτές οι χώρες. Το σημαντικότερο είναι το εξωτερικό τους χρέος που δεσμεύει και παραμορφώνει όλη την οικονομική τους δραστηριότητα. Προκείμενου να εξυπηρετηθεί το χρέος, έχουν αναπτύξει μονοκαλλιέργειες που παράγουν προϊόντα για εξαγωγή, σε βάρος της παραγωγής τροφής για την ίδια τη χώρα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η εξαγωγή από τη Αιθιοπία αγροτικών προϊόντων κατά τη διάρκειά του λιμού στη χώρα(Wooodward L.,1997). Γυρίζοντας στο τεχνικό ζήτημα το ερώτημα είναι αν ο τρόπος για να τραφεί ο κόσμος είναι απλά η αύξηση της παραγωγής των δημητριακών όπως συχνά μπαίνει, γνωρίζοντας μάλιστα ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των δημητριακών πηγαίνει για τροφή των ζώων και για παραγωγή αλκοόλ. Το παράδειγμα της Νότιας Ασίας μας λεει ότι από το 1970 η παραγωγή των δημητριακών έχει τετραπλασιαστεί ενώ ο πληθυσμός μόνο έχει διπλασιαστεί. Ξεχνιούνται έτσι παράγοντες όπως το ότι τα ψάρια και τα θαλασσινά εξασφαλίζουν το 40% των ετήσιων πρωτεϊνών για το 60 % των κατοίκων της γης, καθώς και ότι τα έντομα είναι κύρια πηγή πρωτεϊνών για ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού του πλανήτη(Kirschenmann F.,1997). Η απάντηση είναι σίγουρα αρκετά σύνθετη αλλά πρέπει πάντα πρώτα να μπαίνει η ικανοποίηση των αναγκών του κάθε πληθυσμού. Η πρόταση του να υπάρχουν τοπικά παραγόμενα προϊόντα από τους ίδιους τους ανθρώπους της περιοχής με τοπικό έλεγχο , φαίνεται πως κερδίζει συνεχώς έδαφος όχι μόνο σε κάποιες μικρές ομάδες πολιτών αλλά και σε διεθνείς οργανισμούς και πανεπιστήμια που εκπονούν προγράμματα σε αυτή την κατεύθυνση (Kirschenmann F.,1997). Σημαντικότερο για την εισαγωγή των ΓΤΟ πάντως είναι η στάση των ίδιων των χωρών του τρίτου κόσμου απέναντι σε αυτούς. Σε ολόκληρη την Αφρική η μόνη χώρα που έχει δώσει μέχρι τώρα άδεια για εμπορικά χρήση ΓΤ φυτών είναι η Νότιος Αφρική, ενώ μέχρι πρόσφατα σε ολόκληρη την Ασία δεν είχε δοθεί καμία άδεια παρά μόνο για χρήση ΓΤ βαμβακιού, ενός βιομηχανικού σπόρου δηλαδή σε τρεις χώρες την Κινά, την Ινδονησία και την Ινδία. Μέσα στο 2002 δόθηκε για πρώτη φορά σε Ασιατική χώρα δόθηκε άδεια να πουληθεί ΓΤ σπόρος για διατροφή, το ΓΤ καλαμπόκι με ανθεκτικότητα σε έντομα της εταιρείας Μονσάντο (Science,2002).

Είναι αξιοσημείωτο ότι ακόμα και χώρες της Αφρικής που αντιμετωπίζουν σοβαρά επισιτιστικά προβλήματα όπως η Ζάμπια, που υπολογίζεται ότι πάνω από 14 εκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν από ασιτία, αρνούνται κάθε είδους ανθρωπιστικής βοήθειας υπό τη μορφή ΓΤ αραβόσιτου προερχόμενου από τις ΗΠΑ (Αγρότυπος,2002). Η προσφορά αυτή έφτανε το ύψος των 50 εκατομμυρίων δολαρίων από τη κυβέρνηση των ΗΠΑ αν η κυβέρνηση της Ζάμπια αποδεχόταν να αγοράσει ΓΤ σπόρους(Ecologist,2003). Άλλες κυβερνήσεις όπως της Ζιμπάμπουε και της Μοζαμβίκης

δέχτηκαν ΓΤ καλαμπόκι μόνο αλεσμένο ως επισιτιστική βοήθεια ώστε να είναι

ακίνδυνο για το περιβάλλον. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ αρνήθηκε να πληρώσει τα έξοδα άλεσης ενώ ταυτόχρονα για το 2003 έχει εκπονήσει πρόγραμμα για να φέρει πιο κοντά τη βιοτεχνολογία στις αναπτυσσόμενες χώρες αξίας 100 εκατ. δολαρίων. Οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. σε μία εντελώς διαφορετική προσέγγιση επέλεξαν να προσφέρουν 277.000 τόνους καλαμποκιού ως ανθρωπιστική βοήθεια για το 2003

αγορασμένο από άλλες χώρες της Αφρικανικής ηπείρου που είχαν

περίσσευμα όπως η Ν. Αφρική, η Τανζανία και το Μαλάουι(Μπίστη Μ, 2003). Η άρνηση των χωρών του τρίτου κόσμου αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί συνεχίζεται παρότι σε αρκετές περιπτώσεις οι πολυεθνικές εταιρείες έχουν προτείνει να χορηγήσουν τα δικαιώματα χρήσης στις χώρες αυτές, χωρίς να ενεργοποιήσουν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που έχουν πάνω στους σπόρους. Ένα άλλο παράδειγμα της προσπάθειας των εταιρειών της βιοτεχνολογίας να εισχωρήσουν στις αγορές του τρίτου κόσμου, είναι ότι σε περιπτώσεις στη Κίνα που ενώ υπήρχε «παράνομη» χρήση σπόρων από αγρότες η εταιρεία Μονσάντο, δεν προέβη σε μηνύσεις όπως είχε κάνει στη Βόρειο Αμερική. Σε όλες τις χώρες τις Ασίας και σε σχεδόν όλες τις Αφρικής υπάρχει τεχνικά η δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν οι ΓΤΟ. Έχουν οριστεί νομοθεσίες και έχουν καθοριστεί οι διαδικασίες ώστε να γίνει αυτό. Οι περιπτώσεις των ΓΤ σπόρων αντιμετωπίζονται μία προς μία αλλά απορρίπτονται από τα εθνικά συστήματα βιοασφάλειας. Έχουμε λοιπόν άρνηση της αποδοχής των ΓΤΟ λόγω των πιθανών περιβαλλοντικών προβλημάτων που αυτοί θα προκαλέσουν. Ένα παράδειγμα είναι η Βραζιλία που ενώ αρχικά είχε αποδεχτεί τη χρήση της ΓΤ σόγιας στη συνεχεία και μετά από έντονες αντιδράσεις στο εσωτερικό της, την απέρριψε(Paarlberg R.,2002). Χαρακτηριστικό της στάσης των χωρών του τρίτου κόσμου είναι αναφορά που κατατέθηκε το 1998 σε διάσκεψη του Ο.Η.Ε. για την έρευνα στη γενετική, από όλες τις αφρικανικές χώρες εκτός της Ν. Αφρικής, που αναφέρει: «Πιστεύουμε σθεναρά ότι η εικόνα της φτώχιας και της πείνας από τις χώρες μας χρησιμοποιείται από τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες για να προωθήσουν μία τεχνολογία που ούτε ασφαλής, ούτε φιλοπεριβαλλοντική, ούτε οικονομικά συμφέρουσα είναι για εμάς. Δεν πιστεύουμε ότι αυτές οι εταιρείες καθώς και η τεχνολογία της γενετικής μηχανικής θα

βοηθήσει τους αγρότες μας να παράγουν τη τροφή που χρειάζεται για τον εικοστό πρώτο αιώνα. Αντίθετα θεωρούμε ότι θα καταστραφεί η βιοποικιλότητα, η τοπική γνώση και τα βιώσιμα συστήματα γεωργίας που οι αγρότες μας έχουν αναπτύξει για αιώνες και θα υπονομεύσει την δυνατότητα μας να θρέψουμε τους εαυτούς μας»(Hickey E.and Mittal A.,2003). Ένας επιπλέον λόγος λοιπόν που πιθανώς οι αναπτυσσόμενες χώρες επιλέγουν να παραμένουν ελεύθερες από ΓΤΟ είναι οικονομικός. Το παράδειγμα της Βραζιλιάνικης σόγιας που πουλήθηκε κατά 6-7 δολάρια ακριβότερη από αυτή των ΗΠΑ ίσως έχει επηρεάσει αρκετές από αυτές. Σαν παράδειγμα μπορεί να αναφερθεί η Κίνα που ενώ είχε επενδύσει στην έρευνα για τους ΓΤΟ και μάλιστα από τις αρχές του ’90 χρησιμοποίησε ΓΤ καπνό στην επικράτειά της , τον Απρίλιο του 2001 ανακοίνωσε ότι παγώνει οποιαδήποτε νέα απελευθέρωση ΓΤ φυτών, ειδικότερα όταν πρόκειται για ευώδιμους σπόρους, αναφέροντας σαν έναν από τους λόγους την παγκόσμια αντίσταση των πολιτών στους ΓΤΟ. Η επιλογή της αυτή δικαιώθηκε όταν στο τέλος του 2001 η Β. Κορέα θορυβημένη και από την υπόθεση του starlink επέλεξε να εισάγει από αυτή 300.000 τόνους σόγιας και όχι από τις ΗΠΑ και την Αργεντινή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. Η ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ ΓΕΝΕΤΙΚΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΜΕΝΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ ΜΕ ΣΥΜΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ. Η συνύπαρξη γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών με συμβατικές και βιολογικές είναι δυνατό να έχει επιπτώσεις στο σύνολο της οργάνωσης της γεωργικής παραγωγής. Η πιθανότητα συμπτωματικής παρουσίας των γενετικά τροποποποιημένων οργανισμών σε άλλου είδους καλλιέργειες και αντιστρόφως θέτει το ερώτημα της διασφάλισης της ελεύθερης επιλογής των καλλιεργητών ως προς το ποια καλλιέργεια θέλουν να ακολουθήσουν. Οι καλλιεργητές θα πρέπει να είναι σε θέση να επιλέξουν ποιο τύπο γεωργικής παραγωγής επιθυμούν αλλά το ζητούμενο είναι αν είναι αυτό τεχνικά εφικτό και πoιο θα είναι το τίμημα για να μπορέσει να πραγματοποιηθεί. Το θέμα συνδέεται επίσης άμεσα με τη δυνατότητα επιλογής των πολιτών. Η δυνατότητα μιας πραγματικής επιλογής για τους πολίτες μεταξύ τροφίμων με ΓΤΟ και τροφίμων χωρίς ΓΤΟ συνδέεται άμεσα, πέρα από την αποτελεσματικότητα του συστήματος ανίχνευσης και επισήμανσης, με την ίδια την ικανότητα του πρωτογενούς γεωργικού τομέα να προσφέρει τέτοια προϊόντα. 6.1 Τρόποι αναπαραγωγής και κατανομή των καλλιεργούμενων φυτών. Η αναπαραγωγή των πολυκύτταρων φυτών γίνεται είτε αγενώς είτε εγγενώς. Ο αγενής πολλαπλασιασμός είναι ο τρόπος αναπαραγωγής στον οποίο δεν γίνεται ένωση γαμετών. Γνωστά τέτοια παραδείγματα είναι μέσο των κονδύλων στο φυτό της πατάτας και των βολβιδίων στο φυτό του σκόρδου. Ο αγενής τρόπος βοηθάει την γρήγορη αύξηση ενός πληθυσμού μέσα σε σταθερό περιβάλλον. Ο εγγενής τρόπος χρησίμευσε στην εξάπλωση των πολυκύτταρων φυτών για την προσαρμογή τους σε μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Ο εγγενής πολλαπλασιασμός αποτελεί και τον πιο συνηθισμένο τρόπο πολλαπλασιασμού στα ανώτερα φυτά(Καλτίκης,1989,σ.56). Τα διάφορα είδη και ποικιλίες μπορούν να ταξινομηθούν σε αυτογονιμοποιούμενα και σταυρογονιμοποιούμενα. Μια επιπλέον ομαδοποίηση μπορεί να είναι στα σταυρογονιμοποιούμενα φυτά οι δίφυλες ποικιλίες. Οι ποικιλίες αυτές δηλαδή που έχουν τα αρσενικά και θηλυκά τους άνθη σε διαφορετικά φυτά. Στα περισσότερα από τα φυτά που είναι κατά κύριο λόγο αυτογονιμοποιούμενα γίνεται και σταυρογονιμοποίηση σε ποσοστό γύρω στο 5%. Μερικά από αυτά μπορεί να έχουν και ένα σταθερό ποσοστό φυσικής σταυρογονιμοποιήσης μεγαλύτερο του 5% το οποίο όμως κανονικά είναι μικρότερο από το ποσοστό της αυτογονιμοποιήσης(Καλτίκης,1989,σ.64). Αυτό το χαρακτηριστικό των αυτογονιμοποιούμενων φυτών κάνει εύκολα κατανοητό πως το πρόβλημα που μπορεί να

δημιουργήσει η διασπορά της γύρης στη συνύπαρξη των ΓΤ καλλιεργειών με τις βιολογικές και τις συμβατικές καλλιέργειές ενυπάρχει και στη περίπτωση των αυτογονιμοποιούμενων φυτών. Η συνύπαρξη διαφορετικών τύπων παραγωγής είναι ένα θέμα που έχει ξαναμπεί στη γεωργία, για τον καθορισμό των αποστάσεων απομόνωσης των αγρών σποροπαραγωγής. Και σε αυτή τη περίπτωση η γνώση του ποσοστού σταυρογονιμοποιήσης ήταν απαραίτητο κάθε φορά μιας και επιζητείται διατήρηση γενετικής καθαρότητας

για τη σποροπαραγωγή .Οι αποστάσεις που

επιβάλλονται από τις διάφορες κρατικές υπηρεσίες για την περιπτωση της σποροπαραγωγής, τα ποσοστά σταυρογονιμοποιήσης και οι φορείς της γύρης δίνονται στους παρακάτω πίνακες για διάφορα αυτογονιμοποιούμενα και σταυρογονιμοποιούμενα φυτά. ΠΙΝΑΚΑΣ 6.1 Καλλιεργούμενα φυτά που συνήθως αυτογονιμοποιούνται. Ποσοστό Όνομα

Απόσταση

σταυρογονιμοποιήσης-Φορέας γύρης.

απομόνωσης Σε μέτρα

Αντίδι Κριθάρι

10%, δίπτερα 10%, άνεμος

600 200

Μαρούλι

1-6%, δίπτερα

100

Τριτικάλε

0-10%, άνεμος

0

Σιτάρι

10%, άνεμος

200

Μπιζέλι

30%, μέλισσες

1000

Σόργο

-

Σουσάμι

5-65%,μέλισσες

Πιπεριά

5-10%, μέλισσες

Τομάτα

2%, θρίπες και μεμονωμένες

Καπνός

μέλισσες. 2-3%, κολλύριο

0 180-360 30 30-50 50

Μελιτζάνα

7%, έντομα

1000

Λινάρι

3%, μέλισσες

0

Βαμβάκι

5-20%, έντομα

400

ΠΙΝΑΚΑΣ 6.2 Σταυρογονιμοποιούμενα καλλιεργούμενα φυτά.

Ποσοστό όνομα Ζαχαρότευτλα Ηλίανθος Σίκαλη Αραβόσιτος Μηδική Τριφύλλι Κρεμμύδι Καρώτο

Απόσταση

σταυρογονιμοποιήσηςΦορέας γύρης. άνεμος μέλισσες, 20-75% άνεμος άνεμος μέλισσες, >80% Μέλισσες, >90% μέλισσες, 93% μέλισσες

απομόνωσης. ( Σε μέτρα) 2000 800 200 200 90 90 800 1000

(πηγή: Καλτίκης Π.) 6.2 Κατευθυντήριες γραμμές στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το θέμα της συνύπαρξης ΓΤΟ με συμβατικές και βιολογικές καλλιέργειες έχει μπει μόλις πρόσφατα και στην επιστημονική έρευνα αλλά και

στην νομοθεσία. Αυτό που υπάρχει στη

Ευρωπαϊκή νομοθεσία είναι κατευθυντήριες γραμμές με τη μορφή σύστασης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ,για την ανάπτυξη εθνικών στρατηγικών προς τα κράτη μέλη(2003\556\ΕΚ). Συνοπτικά οι οδηγίες αυτές απευθύνονται από τη παράγωγή στη γεωργική εκμετάλλευση έως το πρώτο σημείο πώλησης. Συνιστούν πως θα πρέπει να λαμβάνονται υπό όψη οι υφιστάμενες τεχνικές διαχωρισμού και δεν θα πρέπει να υπάρχει δυσανάλογη επιβάρυνση για τους γεωργούς. Οι πρακτικές για τη συνύπαρξη θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές μεταξύ φυτικών ειδών, φυτικών ποικιλιών και τύπου προϊόντος. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διευκρινίζουν τις διαδικασίες και τους κανόνες που θα εφαρμόζονται σε περίπτωση ασυμφωνίας μεταξύ γεωργών. Κατά γενικό κανόνα, κατά τη διάρκεια της φάσης εισαγωγής ενός νέου τύπου παραγωγής σε μία περιοχή, οι επιχειρηματίες-γεωργοί στους οποίους οφείλεται η εισαγωγή του νέου τύπου αυτού παραγωγής πρέπει να φέρουν και την ευθύνη εφαρμογής των γεωργικών μέτρων διαχείρισης που είναι απαραίτητα για το περιορισμό της γονιδιακής ροής. Οι γεωργοί που σχεδιάζουν την εισαγωγή γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών στις εκμεταλλεύσεις τους θα πρέπει να ενημερώνουν τους κατόχους των γειτονικών εκμεταλλεύσεων για τις προθέσεις τους. Θα πρέπει να δίνεται προτεραιότητα στα μέτρα διαχειρίσεις που αφορούν μια συγκεκριμένη γεωργική εκμετάλλευση και στα μέτρα που αποσκοπούν στο συντονισμό μεταξύ

γειτονικών εκμεταλλεύσεων. Τα μέτρα σε περιφερειακή κλίμακα θα πρέπει να ληφθούν υπόψη μόνο όταν τα επαρκή επίπεδα καθαρότητας δεν μπορούν να διασφαλιστούν με άλλο τρόπο, ενώ θα πρέπει να δικαιολογούνται για κάθε καλλιέργεια και κάθε είδος προϊόντος χωριστά. Δεν υπάρχει κανένα μέσο άσκησης της πολιτικής που a priori να μπορεί να προταθεί για τον τομέα της συνύπαρξης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να δοκιμάσουν διάφορα μέσα όπως εθελούσιες συμφωνίες, μη δεσμευτικές από νομική άποψη λύσεις και νομοθετικά μέτρα και να επιλέξουν τον συνδυασμό μέτρων και το επίπεδο των ρυθμίσεων που θα κρίνουν σαν τα πλέον ενδεδειγμένα για τη διασφάλιση της εφαρμογής, της παρακολούθησης, της αξιολόγησης και του ελέγχου. Κάποια από τα πιθανά επίπεδα που ενδέχεται να προκύψουν προβλήματα από τη συνύπαρξη γενετικά τροποποιημένων και μη καλλιεργειών είναι τα παρακάτω: α) Να έχουμε στην ίδια γεωργικά εκμετάλλευση, ταυτόχρονα ή στη διάρκεια διαδοχικών ετών, παραγωγή γενετικά τροποποιημένων και συμβατικών ή βιολογικών καλλιεργειών. β) Να έχουμε γειτονικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις που κατά το ίδιο έτος παράγουν γενετικά τροποποιημένες και μη γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες. γ) Να υπάρχουν κλάδοι παραγωγής με και χωρίς ΓΤΟ στην ίδια περιοχή, αλλά σε απομακρυσμένες μεταξύ τους γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Σύμφωνα με τη σύσταση 2003/556/ΕΚ τα μέτρα όσον αφορά την συνύπαρξη θα πρέπει να αφορούν αποκλειστικά το συγκεκριμένο προς επίτευξη επίπεδο συνύπαρξης. Αξίζει να αναφερθεί πως σύμφωνα με τον κανονισμό 49/2000/ΕΚ το όριο επισημάνσεις για τα τρόφιμα είναι στο 1%. Για τους σπόρους το αντίστοιχο ποσοστό κυμαίνεται από 0.3%-0.5% ενώ ο κανονισμός για τη βιολογική γεωργία επιτρέπει τον καθορισμό συγκεκριμένου ορίου για την τεχνικά αναπόφευκτη παρουσία ΓΤΟ, χωρίς όμως να καθορίζει το όριο αυτό. 6.3 Επιπτώσεις από τη συνύπαρξη γενετικά τροποποιημένων και μη ΓΤ καλλιεργειών. Το θέμα της συνύπαρξης συμβατικών ,βιολογικών και γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών έχει μπει τελευταία

στην επιστημονική κοινότητα και στη νομοθεσία. Σαν κυριότερες πήγές

επιμολύνσεις ανάμεσα στις διάφορες καλλιέργειές θεωρούνται : Α) Η μεταφορά γύρης ανάμεσα σε γειτονικούς αγρούς είτε πρόκειται για μικρές είτε πρόκειται για μεγάλες αποστάσεις. Β) Η σύμμειξη στο στάδιο της συγκομιδής καθώς και στο μετά τη συγκομιδή στάδιο. Γ) Η διασπορά σπόρων για σπορά ή άλλου πολλαπλασιαστικού υλικού κατά τη διάρκεια της συγκομιδής, της μεταφοράς και αποθήκευσης.

Δ) Η παραμονή σπόρων στο έδαφος και παραγωγή νέων φυτών κατά τα επόμενα έτη. Ε) Η ύπαρξη ξένων προσμίξεων στους σπόρους πριν από τη σπορά(2003/556/ΕΚ). Κάποια από τα μέτρα που προτείνονται για επιτόπια εφαρμογή τους στον αγρό ώστε να περιοριστούν τυχών επιμολύνσεις είναι οι αποστάσεις απομόνωσης ανάμεσα σε γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες και μη, οι ζώνες παρεμβολής με προσωρινή παύση της καλλιέργειας ή με απόσυρση γεωργικής γης, οι παγίδες γύρης με διαχωριστικούς φράκτες, ο προγραμματισμός του βιολογικού κύκλου της καλλιέργειας ώστε να έχουμε διαφορετικές περιόδους άνθησης και συγκομιδής, ο προσεκτικός χειρισμός των σπόρων για σπορά κ.α. Αυτή τη στιγμή αποτελέσματα πειραμάτων σε σχέση με τη «συνύπαρξη» έχουμε πολύ περιορισμένα σε αριθμό. Για το καλαμπόκι πάντως έχει δειχτεί επιμόλυνση της τάξης του 2% για ΓΤ καλλιέργεια με ανθεκτικότητα στο ζιζανιοκτόνο glyphosate, που βρισκόταν σε αποστάσεις 30 και 350 μέτρων από συμβατικές καλλιέργειες καλαμποκιού (Jemison et al.,2001). Αυτή τη στιγμή εκτεταμένα πειράματα πραγματοποιούνται, από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας καθώς και αυτή της Μεγάλης Βρετανίας ύψους 8 εκατ. ευρώ, σχετικά με τη γονιδιακή ροή που θα δώσουν ενδιαφέροντα αποτελέσματα και για τη «συνύπαρξη» ανάμεσα στις καλλιέργειες. Επιμέρους πειράματα γίνονται και στην Ελβετία, στη Τσεχία, στη Δανία και στην Ιταλία(Sweet J.,2003). Η πιο γνωστή από τις μελέτες πάνω στο θέμα έγινε με μοντελοποίηση για την Ευρωπαϊκή Ένωση(JRC,2002). Οι περιπτώσεις που εξετάσθηκαν ήταν η καλλιέργεια ελαιοκράμβης για σποροπαραγωγή, η καλλιέργεια καλαμποκιού για ζωοτροφή και η καλλιέργεια πατάτας για ανθρώπινη κατανάλωση. Το μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε ήταν το Genesys. Τα αποτελέσματα για την ελαιοκράμβη έδειξαν ότι το όριο του 0.3% επιμόλυνσης που βάζει η Ε.Ε. για τη παραγωγή του σπόρου μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με αλλαγές στις υπάρχουσες γεωργικές πρακτικές στα κέντρα σποροπαραγωγής. Η παραδοσιακή διατήρηση σπόρου από ένα τμήμα της παραγωγής και επαναχρησιμοποίηση του την επόμενη χρονιά γίνεται ασύμφορη οικονομικά αν θέλουμε να διατηρηθεί το όριο του 0.3% .Για τους παραγωγούς ελαιοκράμβης η λύση θα είναι να αγοράζουν κάθε χρονιά εξ αρχής το σπόρο. Σε σχέση με τη καλλιέργεια καλαμποκιού και το όριο του 1% για τη παραγωγή ζωοτροφής φάνηκε ότι επίσης χρειάζονται σημαντικές αλλαγές στις καλλιεργητικές πρακτικές για να πραγματοποιηθεί αυτό. Σε κάποιές περιπτώσεις μάλιστα η οποιαδήποτε ενέργεια στο επίπεδο μεμονωμένων γεωργικών εκμεταλλεύσεων δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα και χρειαζόταν συνεργασία μεταξύ γειτονικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Στην καλλιέργεια της πατάτας

αντίθετα φάνηκε ότι το όριο ανεκτικότητα του 1% σε επιμόλυνση μπορεί να πραγματοποιηθεί με τις υπάρχουσες γεωργικές πρακτικές. Σε όλες τις περιπτώσεις εξετάστηκε το σενάριο της πολύ χαμηλής επιμόλυνσης στο επίπεδο του 0.1%. Αυτό είναι το όριο που χωρίς να έχει αποφασιστεί συζητιέται για τη βιολογική γεωργία που η χρήση των ΓΤΟ απαγορεύεται. Το συμπέρασμα της μελέτης ήταν ότι το όριο του 0.1% είναι πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθεί σε οποιοδήποτε σενάριο ακόμα και αν πολύ σημαντικές αλλαγές γίνουν στη γεωργική πρακτική. Σε σχέση με το κόστος και με όριο ανεκτικότητας το 1% φάνηκε ότι θα υπάρχει αύξηση στη τιμή του προϊόντος από 1% έως 10% που θα οφείλεται στη «συνύπαρξη». Αυτό διαμοιράζεται τόσο στο κόστός των μέτρων προστασίας που θα ληφθούν όσο και στο κόστος για τα μέτρα παρακολούθησης και σήμανσης. Ένα τελευταίο συμπέρασμα της μελέτης είναι πως σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούν να συνυπάρχουν ΓΤ καλλιέργειες και μη, μέσα στο ίδιο αγρόκτημα όσο μεγάλο και αν είναι αυτό. Οι αρνητικές επιπτώσεις της συνύπαρξης των καλλιεργειών πέρα από τα προβλήματα στον αγρό, μπορεί να διαφανούν και στη κατεργασία και διακίνηση του προϊόντος. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι τα ζαχαρότευτλα που το τεχνικό πρόβλήμα του χρονικού διαχωρισμού της επεξεργασίας μέσα στην ίδια βιομηχανική μονάδα είναι δυσεπίλυτο(Σκαρακής Γ.,2003). Δύο κυρίαρχα ζητήματα που μπαίνουν όταν προσεγγίζεται το θέμα της συνύπαρξης γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών με συμβατικές και βιολογικές καλλιέργειες είναι αν τελικά ο διαχωρισμός στην πράξη θα είναι τεχνικά εφικτός και ποιος θα πληρώσει το κόστος για τη «συνύπαρξη» αυτή. Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αρχικά ήταν οι αγρότες που θα θέλουν να προστατευθούν, δηλαδή οι συμβατικοί και βιολογικοί καλλιεργητές και στη συνέχεια μετά από έντονες αντιδράσεις, οι αγρότες που θα εισάγούν τον νέο τύπο παραγωγής ,δηλαδή αυτοί που θα θέλούν να καλλιεργήσουν ΓΤΟ στη περίπτωση μας. Η απάντηση των Ευρωπαϊκών Αγροτικών Ενώσεων των οποίων είναι μέλος και η ελληνική ΠΑΣΕΓΕΣ είναι πως είναι αντιτίθενται στην οποιαδήποτε μετάθεση της ηθικής, περιβαλλοντικής και οικονομικής ευθύνης για τη παρουσία των ΓΤΟ στους παραγωγούς αλλά και στους κρατικούς προϋπολογισμούς και θεωρούν ότι την ευθύνη πρέπει να πάρουν οι συγκεκριμένες εταιρείες που τους παράγουν(Μπίστη Μ.,2003). Υπάρχουν και περιπτώσεις που αμερικάνοι αγρότες έχουν αρνηθεί να κάνουν τον διαχωρισμό ανάμεσα στα ΓΤ και μη προϊόντα θεωρώντας ότι αυτό δεν είναι εφικτό (ΒΜΑ,1999). Στο ζήτημα αν είναι τεχνικά εφικτός ο διαχωρισμός ανάμεσα στα ΓΤ και μη προϊόντα η περίπτωση της διασποράς του ΓΤ καλαμποκιού «Starlink» μας κάνει σίγουρα να μην απαντάμε εύκολα καταφατικά. Τα όρια στις αποστάσεις που επιλέχθηκαν να παρουσιαστούν στη παρούσα

εργασία είναι αυτά που έχουν καθοριστεί για τα κέντρα σποροπαραγωγής στις ελληνικές συνθήκες. Το αν θα επιλεγούν αυτές οι αποστάσεις για τη συνύπαρξη ΓΤ καλλιεργειών με συμβατικές ή βιολογικές είναι κάτι που θα διαφανεί στο μέλλον. Το να κρατηθούν όμως τόσο μεγάλες αποστάσεις ανάμεσα σε καλλιέργειες παραγωγής είναι εξαιρετικά δύσκολο. Ακόμα και αυτές οι αποστάσεις όμως δεν μπορούν να εξασφαλίσουν πλήρη καθαρότητα για τις καλλιέργειες αφού για παράδειγμα στα εντομόφιλα φυτά ο κύριος φορέας της γύρης που είναι οι μέλισσες έχουν ακτίνα δράσης τα 3 χιλιόμετρα ενώ μπορεί να βρεθούν σε βοσκές ακόμα και σε απόσταση 6.5 χιλιομέτρων (Σαντάς Λ.,1992,σ.114). Το δικαίωμα λοιπόν κάποιων καλλιεργητών και κάποιον πολιτών, ειδικότερα κάποιων βιοκαλλιέργητών πού θα ήθελαν να επιλέξουν μηδενική παρουσία ΓΤΟ στις καλλιέργειες τους και στα προϊόντα τους είναι σίγουρό ότι δεν διασφαλίζεται μετά από τη ευρεία απελευθέρωση ΓΤΟ στο περιβάλλον . Μια τεχνικά εφικτή λύση για την αποφυγή των προβλημάτων που δημιουργούνται από την «συνύπαρξη» είναι αυτή της δημιουργίας γεωγραφικά απομακρυσμένων ζωνών ελεύθερων από ΓΤΟ και με πλήρη χρήση ΓΤΟ. Στο παράδειγμα της τευτλοκαλλιέργειας στη πατρίδα μας αυτό θα μπορούσε να γίνει με βάση τα πέντε ζαχαρουργεία που υπάρχουν στις πόλεις: Λάρισα, Πλατύ, Σέρρες, Ξάνθη και Ορεστιάδα. Η λύση αυτή όμως δεν είναι πραγματοποιήσιμη γιατί ξεχνάει τα πολυάριθμα γνωρίσματα των καλλιεργειών που αξιοποιούνται κατά τις ανάγκες και επιλέκτικά, ακόμα και για αγρούς με την ίδια καλλιέργεια στο ίδιο χωριό. Στο παράδειγμα των τεύτλων έχουμε διάφορες ασθένειες όπως η ριζομανία, το ωίδιο και η κερκόσπορα και κάποιος γεωργός να δεχτεί να πληρώσει σε μία περιοχή για μία ασθένεια που ο ίδιος δεν έχει πρόβλημα ακούγεται πολύ μακρινό (Σκαράκης Γ.,2003). Κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό και γιατί το σύνολο των βιοκαλλιεργητών και ίσως αρκετοί από τους συμβατικούς καλλιεργητές έχουν ηθικά προβλήματα με τη χρήση των ΓΤΟ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Από τα προαναφερόμενα ένα πρώτο συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι η γενετική τροποποίηση είναι μια εντελώς καινούργια τεχνική. Στη ποιο συνηθισμένη περίπτωση της που είναι η εισαγωγή γονιδίων, έχουμε την εισαγωγή πολλών γονιδίων από διαφορετικούς οργανισμούς όπως του υποκινητή CaMV 35S που προέρχεται από τμήμα του γονιώματος του ιού του μωσαϊκού του κουνουπιδιού, του φορέα που συχνά είναι το πλασμίδιο Τι του βακτηρίου Agrobacterium tumefaciens, των γονιδίων σήμανσης που προσδίδουν ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά, του γονιδίου που θέλουμε η ιδιότητα να εκφραστεί στον καινούργιο οργανισμόκαι στο μέλλον μπορεί να έχουμε ακόμα περισσότερα γονίδια όπως αυτό που δημιουργεί τους «σιωπηλούς σπόρους». Πέρα από τις ίδιες τις τεχνικές της γενετικής τροποποίησης που είναι κάτι εντελώς καινούργιο η γενετική μηχανική διαφέρει σημαντικά από τη συμβατική βελτίωση και σε άλλα επίπεδα. Μια διαφορά είναι στο πεδίο μεταφοράς γονιδίων, καθώς η γενετική μηχανική επιτρέπει τη μεταφορά γενετικού υλικού από οποιονδήποτε οργανισμό σε οποιονδήποτε άλλον οργανισμό. Προσφέρει επίσης τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε καινούριο γενετικό υλικό που δεν προϋπήρχε στη φύση. Άλλο επίπεδο που διαφέρουν είναι η θέση εισαγωγής του γονιδίου. Η γενετική μηχανική μπορεί να ελέγξει σχεδόν ακριβώς το χαρακτηριστικό που εισάγεται σε ένα φυτό ξενιστή όμως δεν ελέγχει τη θέση που το γονίδιο εισάγεται στο γονίωμα με ακρίβεια, ούτε μπορεί να εγγυηθεί τη σταθερή έκφραση του. Στο πεδίο του θεσμικού πλαισίου υπάρχούν έντονες διαφορές ανάμεσα στην Αμερικάνικη και στη Ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η αμερικάνικη νομοθεσία εξετάζει κυρίως το προϊόν ως προς τα χαρακτηριστικά του και όχι ως προς τον τρόπο με τον οποίο παράχθηκε, ελέγχοντας τα προϊόντα και όχι τις διαδικασίες. Επιπρόσθετα δεν απαιτεί ειδικό ρυθμιστικό καθεστώς για τα προϊόντα της βιοτεχνολογίας θεωρώντας ότι καλύπτονται από το ισχύον και αναγνωρίζει ότι δεν υπάρχει ανάγκη σήμανσης για τους ΓΤΟ. Επιπλέον αποδέχεται τη χρήση των ΓΤΟ στη Βιολογική Γεωργία. Οι σημαντικές αυτές διαφορές στη νομοθεσία

αντικατοπτρίζουν τη σημαντικά διαφορετική

προσέγγιση που υπάρχει πάνω στο ζήτημα. Σχετικά με την παγκόσμια εξάπλωση των ΓΤΟ, τo 2002 η συνολική καλλιέργεια τους έφτασες τα 587 εκατ. στρέμματα. Τα 382 εκατ. στρέμματα από αυτά καλλιεργήθηκαν στις ΗΠΑ, στην Αργεντινή τα 135, στον Καναδά τα 35, και στη Κίνα τα 21 εκατ. στρέμματα. Από τη πρώτη ουσιαστικά εκτεταμένη χρήση τους το 1996 έχουν μια σταθερή αύξηση. Κυρίαρχα σε χρήση είναι τα ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα τα οποία μαζί με αυτά με ανθεκτικότητα στα

έντομα καλύπτούν σχεδόν το σύνολο της χρήσης των γενετικά τροποποιημένων φυτών για το 2002. Λόγοι που οδήγησαν σε αυτή τη κυριαρχία είναι ότι: α) τα συγκεκριμένα ΓΤ φυτά έχουν ίσως μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και δίνουν τα περισσότερα οφέλη, β)οι εταιρείες απευθύνθηκαν αρχικά στους παραγωγούς που κάνουν και την επιλογή και που σίγουρα από τα συγκεκριμένα ΓΤ φυτά κερδίζουν σε εργατοώρες, γ) οι εταιρείες πιθανώς τα προώθησαν περισσότερο αφού έχουν διπλά κέρδη από τη πώληση των ζιζανιοκτόνων. Σε σχέση με την ανθρώπινη υγεία σημαντικά ερωτηματικά έχουν μπει από τη χρήση των ΓΤΟ. Οι τομείς που γίνονται κύρια οι αναφορές είναι η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά, η δημιουργία και εισαγωγή αλλεργιογόνων καθώς και η δημιουργία και εισαγωγή τοξικών ουσιών. Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά για τα βακτήρια του ανθρώπινου οργανισμού είναι πιθανή και η χρήση των αντίστοιχων γονιδίων στους ΓΤΟ εξακολουθεί, παρότι υπάρχουν εναλλακτικές αλλά πιο χρονοβόρες τεχνικές για τη σήμανση. Η ύπαρξη αλλεργιογόνων ή τοξικών ουσιών μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε από την εισαγωγή των νέων γονιδίων είτε με τη διάνοιξη «σιωπηλών» μέχρι τώρα μεταβολικών δρόμων των φυτών. Σοβαρές αμφιβολίες εγείρονται και για την τελική αποτελεσματικότητα της χρήσης των ΓΤΟ στην γεωργία. Σίγουρα ένας σημαντικός για τη γεωργία κίνδυνος είναι η ανάπτυξη ανθεκτικότητας των εντομών. Ο κίνδυνος αυτός είναι κοινά αποδεκτός και για αυτό οι χρήστες των ΓΤ φυτών με ανθεκτικότητα στα έντομα πρέπει να ακολουθούν συγκεκριμένους κανόνες. Σε σχέση με τα ΓΤ φυτά με ανθεκτικότητα στα ζιζανιοκτόνα έχει δειχθεί σε ορισμένες περιπτώσεις να υπάρχει αύξηση της κατανάλωσης ζιζανιοκτόνων, αρνητικές επιπτώσεις σε οργανισμούς μη στόχους, καθώς και μείωση της παραγωγικότητας. Ο σημαντικότερος φόβος για το περιβάλλον από την απελευθέρωση ΓΤΟ είναι οι πιθανές μη αντιστρεπτές συνέπειες καθώς πρόκειται για ζωντανούς οργανισμούς, των οποίων η παρουσία μπορεί να οδηγήσει στην διαταραχή οικοσυστημάτων και στη μείωση της βιοποικιλότητας. Τα διαγονίδια μπορούν να μεταφερθούν κυρίως με κάθετη αλλά και οριζόντια γονιδιακή ροή σε άλλους οργανισμούς, είτε να μετατρέψουν σε εισβολείς τα ίδια τα καλλιεργούμενα φυτά. Αξίζει να αναφερθεί ότι το σύνολο σχεδόν από τις πιο διαδεδομένες καλλιέργειες στον πλανήτη μπορούν να διασταυρωθούν με άγριους συγγενείς τους. Κάποιες πολύ σημαντικές ανησυχίες μπαίνουν και για την ηθική διάσταση του θέματος της ανθρώπινης παρέμβασης στις φυσικές διαδικασίες μέσο της γενετικής τροποποίησης καθώς και για το δικαίωμα απόκτησης πνευματικών δικαιωμάτων πάνω σε βιολογικές λειτουργίες από τις πολυεθνικές εταιρείες. Επιπλέον στο ζήτημα του οφέλούς οι πολίτες-καταναλωτές δεν φαίνεται να έχουν κάποια κέρδη ούτε στην υπάρχουσα ούτε σε μελλοντική κατάσταση ενώ αμφισβητούμενα

είναι και τα μελλοντικά οφέλη για τους γεωργούς καθώς μέσα από τη χρήση των ΓΤΟ θα βρεθούν σε καταστάσεις αυξημένης εξάρτησης. Χαρακτηριστική είναι η στάση των χωρών τις Αφρικανικής ηπείρου που εκτός της Ν. Αφρικής μέχρι τώρα αρνούνται την εφαρμογή στη γεωργία τους των ΓΤΟ. Η στάση των καταναλωτών πιθανώς θα επηρεάσει την εξάπλωση των ΓΤΟ στο μέλλον. Το τελευταίο και πιο σύγχρονο θέμα που μπαίνει είναι αυτό της συνύπαρξης συμβατικών και βιολογικών καλλιεργειών με γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς. Η μηδενική επιμόλυνση είναι μη εφικτή ενώ με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, τα όρια ανεκτικότητας του 1% για τα προϊόντα και του 0.3%-0,5% για τους σπόρους που μπαίνουν για τη ΕΕ, σε κάποιές καλλιέργειες είναι πραγματοποιήσιμα χωρίς αλλαγές στις μέχρι τώρα εφαρμοζόμενες γεωργικές πρακτικές ενώ σε άλλες πρέπει να γίνουν σημαντικές αλλαγές στις πρακτικές αυτές. Μια από τις σημαντικότερες αλλαγές είναι πως η διατήρηση μέρους του παραγόμενου σπόρου και επαναχρησιμοποίηση του την επόμενη χρονιά θα γίνει οικονομικά ασύμφορη για κάποιές καλλιέργειες, με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να πρέπει να αγοράζουν τον σπόρο κάθε νέα χρονιά. Επιπλέον η συνύπαρξη βιολογικών και συμβατικών προϊόντων με ΓΤΟ θα οδηγήσει σε αύξηση του κόστους λόγω των μέτρων προστασίας καθώς και λόγω της παρακολούθησης και της σήμανσης των προϊόντων. Για να προσπεραστούν τα προβλήματα της «συνύπαρξης» υπάρχει η πρόταση για δημιουργία ζωνών ελευθέρων από ΓΤΟ και ζωνών με αποκλειστική χρήση ΓΤΟ. Αυτό όμως είναι μη εφικτό μιας και ούτε οι βιοκαλλιεργητές ούτε οι παραγωγοί που δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα που επιλύονται με τους ΓΤΟ θα αποδεχόντουσαν κάτι τέτοιο. Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι σημαντικά ερωτηματικά και αμφισβητήσεις εγείρονται από τη χρήση των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών στη γεωργία. Οι αμφισβητήσεις ενυπάρχουν τόσο πάνω στην ανθρώπινη υγεία όσο και στις επιδράσεις σε οικοσυστήματα και στη βιοποικιλότητα, στα οφέλη στην ίδια την γεωργική πρακτική καθώς και στα οφέλη για το σύνολο των ανθρώπινων κοινωνιών. Παραδείγματα τεχνολογιών που εφαρμόσθηκαν και εκ των υστέρων αποκαλύφθηκέ η βλαπτικότητα της χρήσης τους και αποσύρθηκαν, υπάρχουν και στη γεωργία με γνωστότερο τη χρήση συγκεκριμένων χημικών φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων. Στη περίπτωση όμως των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών η ιδιαιτερότητα βρίσκεται στο ότι πρόκειται για ζωντανούς οργανισμούς που είτε η διασπορά η δικιά τους είτε των νέων γονιδίων μέσο της γονιδιακής ροής, οδηγεί στη μη δυνατότητα επανεξέτασης της χρήσης τους σε περίπτωση που εκ των υστέρων οδηγηθούμε στο συμπέρασμα της αναγκαιότητας απόσυρσης τους. Η μέχρι τώρα περιορισμένη επιστημονική έρευνα καθώς και η μη ύπαρξη επιδημιολογικών μελετών για την ανθρώπινη υγεία δύσκολα μπορεί να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα για το

δεδομένο στην ασφάλεια της χρήσης τους. Αυτό σε συνδυασμό με την αποδεκτή και πολυχρησιμοποιούμενη «αρχή της αειφορίας» που αναφέρει ότι θα πρέπει να παραδώσουμε τον πλανήτη στις επόμενες γενιές στο ίδιο περιβαλλοντικό επίπεδο που τον παραλάβαμε και εμείς, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα μέχρι τώρα βήματα που οδήγησαν στην εύκολη απελευθέρωση και χρήση των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών στη γεωργία θα πρέπει να επανεξεταστούν. Σε κάθε περίπτωση στόχος θα πρέπει να είναι το όφελος των μεγαλυτέρων κομματιών του πλανήτη και οι αποφάσεις να παίρνονται από το σύνολο των πολιτών μετά από ευρείες συζητήσεις και ολόπλευρη ενημέρωση πάνω στο θέμα των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ  Γαλάνης Μ.(2003). Γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί και ΓΤ προϊόντα. Ε.Κ.Δ.Δ., 11/4/2003. Αθήνα.  Γιαμβριάς Χ.(1993). Γεωργική εντομολογία, μέσα αντιμετώπισης των εντομολογικών εχθρών. Εκδ. Γεωργικό Πανεπιστήμιο Αθήνας, Αθήνα.  Γιαννοπολίτης Κ.(1999).Γενετικά τροποποιημένα φυτά. Ανάπτυξη και χρήση φυτών με ανθεκτικότητα σε ζιζανιοκτόνα. Γεωργία και Κτηνοτροφία. 2/1999, σ.12-17.  Γιαννοπολίτης Κ.(1999).Γενετικά τροποποιημένα φυτά. Ανάπτυξη και χρήση φυτών με ανθεκτικότητα στα έντομα. Γεωργία και Κτηνοτροφία. 3/1999, σ.20-24.  Γιαννοπολίτης Κ.(1999).Γενετικά τροποποιημένα φυτά. Μια πρώτη εικόνα της σημερινής κατάστασης. Γεωργία και Κτηνοτροφία. 1/1999, σ.18-20.

 Ε.Ε.Β. (2001). Απόφαση για τα γενετικά τροποποιημένα φυτά. Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής.  ΕΘΙΑΓΕ.(2001).Γεωργική βιοτεχνολογία. Εθνικό Ιδρυμα Αγροτικών Ερευνών.Αθήνα.

 Ε.Ο.Φ.(2000). Εθνικό συνταγολόγιο 2000. Εκδ. Ελληνικός Οργανισμός Φαρμάκων, Αθήνα.  Ευρωβαρόμετρο 52.1 ,Οι Ευρωπαίοι και η βιοτεχνολογία ,15-3-2000.  Ευρωβαρόμετρο 55.2, Ευρωπαίοι, Επιστήμη και Τεχνολογία, Δεκέμβριος 2001.  Εφημερίδα Ευρωπαϊκής Ένωσης. (2003/556/ΕΚ). Σχετικά με τη θέσπιση κατευθυντήριων γραμμών για την ανάπτυξη εθνικών στρατηγικών και βέλτιστων πρακτικών προκειμένου να διασφαλιστεί η συνύπαρξη γενετικώς τροποποιημένων, συμβατικών και βιολογικών καλλιεργειών. Σύσταση Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

 Καλτικής Π. (1989). Βελτίωση φυτών, αρχές και μέθοδοι. Εκδ. Α.Σταμούλης. Πειραιάς.  Κυριακίδης

Σ. (2003) . Ιχνηλασιμότητα και επισήμανση ΓΤΟ. Ε.Κ.Δ.Δ.,

11/4/2003.

Αθήνα.

 Μανιάτης Γ.(2002). Βιοηθική. Ενημερωτική συνάντηση ΕΘΙΑΓΕ 19/11/2002. Αίγλη Ζαππείου.

 Μολφέτας et al. (1994). Βιολογία ένα ταξίδι στη ζωή. Εκδ. Καστανιώτης. Αθήνα.  Μπαλαγιάννης

Π.(1985).Μαθήματα

Πανεπιστήμιο Αθήνας, Αθήνα.

γεωργικής

φαρμακολογίας.

Εκδ.

Γεωργικό

 Μπαλαγιάννης Π.(1994).Εγχειρίδιο γεωργικών φαρμάκων. Εκδ.Σταμούλη. Πειραιάς.

 Μπίστη Μ.(2003). Συνύπαρξη Γ.Τ.Ο. με συμβατικές και βιολογικές καλλιέργειες.. ΠΑΣΕΓΕΣ. Διημερίδα Υπουργείου Γεωργίας-ΕΘΙΑΓΕ 15-16/7/2003 , Αθήνα.  Ξανθόπουλος Φ. (2003). Διαγονιδιακό βαμβάκι-Συνύπαρξη με το κανονικό προβλήματα και αντιμετώπιση. Διημερίδα Υπουργείου Γεωργίας-ΕΘΙΑΓΕ 15-16/7/2003 , Αθήνα.

 Πανόπουλος Ν. (2003). Βιοτεχνολογία στη Γεωργική παραγωγή. Ε.Κ.Δ.Δ., 11/4/2003. Αθήνα  Ρουπακιάς Δ. (2002). Γενετικώς τροποποιημένοι οργανισμοί και βιοηθική. Πειραματική Έρευνα στη Βιοιατρική. Τόμος 1,Τευχος 1,σ.30.  Σακελάρης Γ.(2003). Ευθύνη από τυχόν πρόκληση βλαβών από χρήση γενετικά τροποποιημένων οργανισμών και γενετικά τροποποιημένων προϊόντων. Ε.Κ.Δ.Δ., 11/4/2003. Αθήνα.  Σαντάς Λ.(1992). Μαθήματα μελισσοκομίας. Εκδ. Γεωργικό Πανεπιστήμιο Αθήνας, Αθήνα.  Σκαράκης Γ. (2003).Η καλλιέργεια των ζαχαρότευτλων στην Ελλάδα με έμφαση στη συνύπαρξη της με καλλιέργειες γενετικά τροποποιημένων ποικιλιών. Διημερίδα Υπουργείου Γεωργίας-ΕΘΙΑΓΕ 15-16/7/2003 , Αθήνα.  Στεφανίτση Δ.(2003). ΓΤ τρόφιμα και ζωοτροφές. Ε.Κ.Δ.Δ., 11/4/2003. Αθήνα.

 Τσαυταρής Α.(1997), ΓΤΟ-Νομικά, Ηθικά και Κοινωνικά ζητήματα. Ημερίδα ΕΘΙΑΓΕ 20/12/1997. Αθήνα.  Χατζόπουλος Π.(2001). Βιοτεχνολογία φυτών. Εκδ. Έμβρυο. Αθήνα.

 Rifkin J. (1998) Ο αιώνας της βιοτεχνολογίας, Εκδ. Νεα Συνορα.Αθήνα.

ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 Altieri M. and Rosset P. (1999). Ten reasons why biotechnology will not ensure food security, protect the environment and reduce poverty in the developing world. AgBioForum .Vol.2.Num.3&4:155-162.  Ammann K. et al.(2001).Safety of genetically engineered crops. Flandes Interuniversity Institute for Biotechnology. –www.vib.be.

 Atherton K.(2002). Safety assessment of genetically modified crops. Toxicology 181182(2002)421-426.  Bacer H.(1967). Characteristics and modes of origin of weeds.Academic Press.New York and London,147-172.

 Baker H. (1974). The evolution of weeds.Ann.Rev. of Ecology and Systematics.5:1-24.  Benbrook C.(2001). Troubled times amid commercial success for Roundup Ready soybeans. AgBioInfoNet Technical Paper Num.4.  Bergelson J. et al. (1998). Promiscuity in transgenic plants. Nature. Vol. 395, 25.  Beringer J.(2000).Releasing genetically modified organisms: will any harm outweigh any advantage?.Journal of Applied Ecology.37,207-214.  BMA .1999. The impact of genetic modification on agriculture ,food and health,an interim statement, British Medical Association. London.  Calgene.(1990). Request for advisory opinion-kan gene: Safety and use in the production of genetically engineerd plants.FDA Docket 90A-0416.FDA.

 ConwayG.(2000) . Genetically modified crops: risks and promise. Conservation Ecology 4(1):2., Rockfeller Foundation.  Desplanque B.et al. (2002). Transgenic weed beets : possible, probable, avoidable? Journal of Applied Ecology.39,561-571.  Donaldson L. and May R.(1999). Health implications of genetically modified foods. Department of Health, U.K. -www.doh.gov.uk  Ecologist.(2003). GM Food Aid, US on warpath over GM food. March 2003,p.46.  Ecologist.(2003). Special report, genetically modified crops. July/Aug. 2003.p.27-38.

 Ellstrand N. et al.(1999). Gene flow by pollen: implications for plant conservation genetica. Oikos. 63:77-86.  Engel K. et al.(2002).Current and future benefits from the use of GM technology in food production. Toxicology Letters 127(2002)329-336.  Hansen L. and Obrycki J.(1999).Non target effects of Bt corn pollen on the Monarch butterfly. –www.ent.iastate.edu  Hansen M. (2001). Genetic engineering is non an extension of conventional plant breeding .Consumer Union (911). –www.consumersunion.org./food/widecpi200.htm

 Hilder V. and Boulter D.(1999). Genetic engineering of crop plans for insect resistance –a critical review. Crop Protection. 18(1999) 177-191.  Hofer J. et al.(1999).Yield potential and response of Roundup Ready soybean varieties to raptor or pursuit herbicides.Kansas State University Research and Extension publication. – www.ksu.edu/kscpt  Holden P..(2002). Seeds of doubt North American farmers’ experiences of GM crops, American Soil Association .  Hulse J.(2002). Ethical issues in biotechnologies and international trade. Journal of Chemical Technology and Biotechnology. 77:607-615.  IANR.(2000).Reasearch shows Royndup Ready soybeans yield less. University of Nebraska, Institute of Agriculture and Natural Reasources. –www.biotech-info.net/ roundup soybeans yield less.htmn

 Jemison, J. & Vayda, M. (2001). Cross pollination from genetically engineered corn: Wind transport and seed source. AgBioForum, 4(2), 87-92.  Jordan M.(2000).The privatization of food:corporate control of biotechnology. Agronomy Journal . 92:803-806

 JRC. (2002). Argumentaire on co-existence of GM crops with conventional and organic crops. General Joint Research Center. European Commission.

 Kaeppler H.(2000) .Food safety assessment of genetically modified Crops. Agronomy Journal . 92:793-797

 Kirschenmann F.(1997). Can organic farming feed the world and is this the right question? Elm Farm Research Centre. -www.EFRC.org.  Kuiper H. et al (2002 ). Substantial equivalence –an appropriate paradigm for the safety assessment of genetically modified food? Toxicology 181-182(2002)427-431.  Losey E. et al.(1999).Trangenic pollen harms monarch larvae. Nature. Vol.399, 214.

 Μann C.(2002). Has GM corn “Invaded “ Mexico?. Science. Vol.295,1617-1618.  McGaughey W. and Whalon M. (1992).Managing

insect resistance to Bacillus

thuringiensis toxins. Science. Vol.258,1455-1455.  McGloughlin M.(1999). Ten reasons why biotechnology will be important to the developing world. AgBioForum .Vol.2.Num.3&4:162-174

 Mikkelsen T. et al.(1996).The risk of crop transgene spread. Nature. Vol. 380,31.

 Millstone E. et al (1999). Beyond “substantial equivalence”. Nature. Vol.401,525-526.  Nelson G. et al. (1999).The economics and politics of genetically modified organism in agriculture.Univ. of Illinois ,Implications for WTO 2000.Bulletin 809,1999.

 Nishiura H.(2002). Genetically modified crops: consumer attitudes and trends in plant research in Japan. Food Service Technology,2:183-189.  Paarlberg R. (2002). The real threat to GM crops in poor countries :consumer and policy resistance to GM food in rich countries. Food Policy 27(2002) 247-250.  Quist D. and Chapela I.(2001).Transgenic DNA introgressed into traditional maize landracesin Oaxaca,Mexico. Nature. Vol.414,541-543.  Saxena D. et al.,(1999).Insecticidal toxin in root exudates from Bt corn. Nature. Vol.402,480.  Science.(2002). Genetically modified corn OK. Science scope.Vol.298,2109.  Shelton A. and Sears M.(2001). The monarch butterfly controversy:scientific interpretation of a phenomenon. The Plant Journal.27(6),483-488.

 Shouse B.(2002). TV drama sparks scientific backlash. Science. Vol.296,1441 Science news.  Simon A. (2000).Can genetically modified crops go ”greener”? Science. News focus. Vol. 290,253-254.

 Sweet J. (2003). Gene flow and coexistence. NIAB, Cambridge, UK. Διημερίδα Υπουργείου Γεωργίας-ΕΘΙΑΓΕ 15-16/7/2003 , Αθήνα.  Timmons A. et al.(1996). Risks from transgenic crops. Nature. Vol.380,487.

 Uzogara S., (2000). The impact of genetic modification of human foods in the 21st century. Biotechnology Advances, 18:179-206.

 Woodward L.(1997). Can organic farming feed the world ? Elm Farm Research Centre. -www.EFRC.org.

ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ 1. -www. ISAAA.org. International Serve for the Acquisition of Agri-biotech Applications. 2. -www.BIO.org. Biotechnology Industry Organιzation.

3. -www.fda.gov. U.S. Food and Drug Administration, 4. -www.agrotypos.gr. Αγρότυπος. Το site του περιοδικού Γεωργία και Κτηνοτροφία.

Related Documents

Gmo Skotidakis
November 2019 14
Gmo
November 2019 20
Gmo
June 2020 8
Gmo
June 2020 12
Poradnik Gmo
December 2019 12
Gmo Presentation.pdf
December 2019 19