Καταρχάς θέλω να τονίσω πως διαφωνώ με την τάση να επικεντρώνεται η ιστορική σκέψη σε αυτά που ονομάζουμε γεγονότα. Τα γεγονότα, ό,τι και αν μπορεί να σημαίνει αυτός ο όρος, πάντοτε απαιτούν, για να ερμηνευτούν, ένα θεωρητικό πλαίσιο και ακόμη, αν θέλετε, ένα ιδεολογικό πλαίσιο. Η ιστορία σήμερα δεν ασχολείται μόνο με γεγονότα, αλλά επίσης με φαινόμενα, έννοιες, ιδέες, ιδεολογίες, και ακόμη με κείνα τα αναρίθμητα
κύτταρα της
καθημερινότητας που το καθένα τους είναι πολύ μικρό για να χωρέσει στα βιβλία αλλά όλα μαζί, στο σύνολό τους φτιάχνουν αυτό που λέμε ιστορία – δηλαδή τις πράξεις, αντιλήψεις, συγκρούσεις, επιλογές του καθενός από τα δισεκατομμύρια ανθρώπους, που ο καθένας τους είναι σ’ ένα βαθμό ιστορικό υποκείμενο, δρων υποκείμενο. Οι πολιτικές ιδεολογίες, για παράδειγμα, μπορεί να μην έχουν υλική υπόσταση, αλλά σίγουρα αποτελούν ιστορικές δυνάμεις, αλλάζουν την ιστορία μας όσο και την αντίληψη που έχουμε γι’ αυτήν. Η σημαντικότερη ιστορική εξέλιξη του εικοστού αιώνα ίσως ήταν η αλλαγή των σχέσεων εξουσίας ανάμεσα στους άντρες και τις γυναίκες, το άνοιγμα του δρόμου προς τη γυναικεία απελευθέρωση, αλλά λέγεται αυτό γεγονός; Θα έπρεπε εδώ μάλλον να μιλήσουμε για φαινόμενο. Η αποαποικιοποίηση, άλλη μια κεντρικής σημασίας αλλαγή του περασμένου αιώνα, ήταν γεγονός, ή μήπως φαινόμενο; Η άνοδος των επαναστατικών κινημάτων, που αποτυπώθηκε στη ρωσική, την κινεζική και τόσες άλλες επαναστάσεις, αλλά και στα σοσιαλιστικά κινήματα των Δυτικών χωρών, τι ήταν; Ας αναφερθώ λοιπόν συντομογραφικά σε λίγα γεγονότα ή φαινόμενα τα οποία, μολονότι βέβαια δεν είναι άγνωστα μεταξύ των ειδικών, περιθωριοποιούνται στο δημόσιο λόγο. Ο εικοστός αιώνας μας άφησε πολλούς γρίφους, αλλά εδώ ας σταθούμε σε κάποιους που επηρεάζουν άμεσα το σήμερα. Ένα φαινόμενο που μας αφορά όλους και όλες άμεσα αλλά ελάχιστα συζητιέται, είναι οι πολιτικές διαστάσεις της υγείας. Για παράδειγμα, ο καρκίνος είναι μια αρώστια που χτυπά πρακτικά όλες τις οικογένειες οι οποίες μετέχουν στον σύγχρονο τρόπο ζωής, αλλά ελάχιστα συζητούνται τα αίτιά του και οι ενδεχόμενοι τρόποι αντιμετώπισής του, μολονότι συνιστούν πολιτικά ζητήματα με την πληρέστερη σημασία του όρου. Αυτό βεβαίως αποτυπώνει επιλογές και συμφέροντα των πανίσχυρων φορέων που υποτίθεται ότι τον αντιμετωπίζουν –
ιδίως των φαρμακευτικών εταιρειών και του ιατρικού συστήματος – όσο και των εταιρειών που τόν παράγουν με την κάθε λογής ρύπανση που προκαλούν – αυτοκίνητα, χημικά, ψευτοτρόφιμα κλπ. Συχνά μάλιστα πρόκειται για τις ίδιες εταιρείες, λόγου χάρη τα χημικά, φαρμακευτικά και αγροβιομηχανικά συμπλέγματα, που τόν παράγουν και ταυτόχρονα τον ‘αντιμετωπίζουν’. Δεύτερο, ένα πλέγμα φαινομένων που συνδέονται με το πρόσφατο καταλυτικό γεγονός, την 11η Σεπτεμβρίου 2001. Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι δεν γνωρίζουμε ακριβώς τι συνέβη εκείνη την ημέρα στις ΗΠΑ – δεν έχουμε καμιά εμπεριστατωμένη και τεκμηριωμένη έκθεση, ενώ οι ημιεπίσημες εκδοχές βρίθουν από προκλητικά κενά και αντιφάσεις, με αποτέλεσμα ν’ ανθούν οι σχετικές θεωρίες συνομωσίας. Το ίδιο γεγονός έβαλε σε κίνηση αλληλένδετες πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις, δυσοίωνες, τις οποίες αξίζει να· στοχαστούμε επίμονα. Πρώτα πρώτα τη συστηματική προσπάθεια κατάλυσης του Δυτικού νομικού πολιτισμού των τελευταίων διακόσιων χρόνων, που σηματοδοτείται από την επίσημη πλέον άρση των φιλελεύθερων δικαιικών εγγυήσεων στις ΗΠΑ – του habeas corpus και άλλων – και την ομολογημένη, έστω κι ευφημιστικά, επαναφορά των βασανιστηρίων στο ποινικό τους σύστημα, με τη συναίνεση μεγάλου μέρους του πολιτικού σώματος. Έπειτα, την υπονόμευση της εκλογικής δημοκρατίας στην ίδια χώρα, όπου οι δυο τελευταίες προεδρικές εκλογές ελέγχονται για ικανής κλίμακας νοθεία από το κυβερνών κόμμα. Αυτές οι εξελίξεις επάγονται επίσης την ανάπτυξη ενός ανεξέλεγκτου παγκόσμιου παρακράτους, μια άλλη εξέλιξη που συζητιέται αλλά όχι αρκετά, ούτε με γόνιμους όρους. Συνολικά έχουμε μια διάβρωση της δημοκρατίας στη Δύση και παγκόσμια, για την οποία θα έπρεπε να σκεφτόμαστε περισσότερο και να μιλάμε πιο φωναχτά. Όσον αφορά τώρα την ελληνική ιστορία, ας απαριθμήσω ορισμένα ταμπού, τα οποία επηρεάζουν άμμεσα ή έμμεσα την αυτοαντίληψή μας, βοηθώντας ν’ ανακυκλώνουμε το μύθο του ‘καλού’ και ‘αντιστασιακού’ έθνους, ο οποίος βολεύει τις συντηρητικές δυνάμεις. Πέντε απλά ερωτήματα, στα οποία αξίζει ν’ αναρωτηθούμε αν ξέρουμε τις απαντήσεις, και αν όχι, γιατί; Πώς και γιατί φλέρταρε με το φασισμό ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής και διανοητικής ελίτ του εικοστού αιώνα, από τον Ίωνα Δραγούμη και τον Δημήτριο Γούναρη ως την
Πηνελόπη Δέλτα, κάποιους λογοτέχνες της Γενιάς του 30 και τον ιδρυτή της Χ και της ΕΟΚΑ Γεώργιο Γρίβα; Τι απέγιναν οι περιουσίες των εβραίων της Θεσσαλονίκης, και πώς συνδέονται αυτοί που τις άρπαξαν με τη σημερινή ελίτ της πόλης και με την κυριαρχία της πολιτικής και κοινωνικής συντήρησης σ’ αυτήν; Γενικότερα, σε ποιό βαθμό η σημερινή άρχουσα τάξη ‘φτιάχτηκε’ μέσα από τη συνεργασία με τις δυνάμεις κατοχής τη δεκαετία του 1940, και πώς αυτή η γενεαλογία επηρεάζει τις πολιτικές της επιλογές και τις ιδεολογικές της προτιμήσεις; Ποιά ήταν η πολιτική του ελληνικού στρατού και της διοίκησης στη Μικρά Ασία από το 1919 ως το 1922, ιδίως απέναντι στις υπόλοιπες εθνότητες, και πώς συνέβαλε στην Καταστροφή; Τέλος, ποιό ρόλο έπαιξε η εκκλησία στη δεξίωση και τη διάδοση των φασιστικών ιδεών τις δεκαετίες του 1920 και του 1930;