ΣΠYPOΣ MAPKETOΣ
O A Λ E Ξ A N Δ P O Σ Π A Π A N A Σ TA Σ I OY K A I H E Π O X H T O Y. ANTINOMIEΣ T OY M E TA P P Y Θ M I Σ T I KOY ΣOΣIAΛIΣMOY
AΘHNA 1998
στον Aλέκο, την Kαίτη, την Mαρίνα και την Mαρίνα.
Tο έργο αυτό κατατέθηκε ως διδακτορική διατριβή στο Tμήμα Iστορίας και Aρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Aθηνών την άνοιξη του 1998. Tην τριμελή επιτροπή που επόπτευσε τη συγγραφή του αποτελούσαν οι Aντώνης Λιάκος, Γιώργος Λεονταρίτης και Γιώργος Πάσχος, ενώ στην επταμελή επιτροπή που το έκρινε μετείχαν επίσης οι καθηγητές Γιώργος Mαυρογορδάτος, Mιχάλης Ψαλιδόπουλος, Kωνσταντίνος Σβολόπουλος και Σπύρος Mπρέκης.
Σπύρος Mαρκέτος Παράσχου 1, 26442 Πάτρα. 061.436698.
Περιεχόμενα
EIΣAΓΩΓH ΣYNTETAΓMENEΣ TOY METAPPYΘMIΣTIKOY ΣOΣIAΛIΣMOY, EΛΛAΔA 1906-1936 1 Πρόσληψη.............................................................................................4 Xρόνος.................................................................................................7 Mάζες.................................................................................................12 Πόλεμος.............................................................................................17 Σύνοψη...............................................................................................19
γ. Γνωσιολογία και οικονομική...........................................................55 Tο γνωσιολογικό ζήτημα.........................................................56 H οικονομολογική παιδεία του Παπαναστασίου......................61 Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής.........................65
vi
KEΦAΛAIO ΔEYTEPO EMΦANIZONTAI OI KOINΩNIOΛOΓOI 81 α. H Eλλάδα του 1906-1908...............................................................81 Aναπτυξιακά και πολιτικά αδιέξοδα.......................................82 H εισαγωγή της κοινωνιολογικής αντίληψης και η προϊστορία του σοσιαλιστικού κινήματος.................................................86
vii
KEΦAΛAIO TETAPTO OI KOINΩNIOΛOΓOI KAI H KYBEPNHΣH BENIZEΛOY 191 α. H Διπλή Aναθεωρητική Bουλή......................................................193 Oι θερινές εκλογές του 1910................................................194 Kριτική υποστήριξη των Φιλελευθέρων................................202 α. Aναδιοργανώνουν την τοπική αυτοδιοίκηση........................................206 β. H σύγκρουση με τον N. Δημητρακόπουλο............................... ..............207 γ. Δημοσιονομική πολιτική και κρατική παρέμβαση στην οικονομία........210 δ. H ενίσχυση της κρατικής εξουσίας...................................................... .212
viii
KEΦAΛAIO EKTO APIΣTEPA TOY ΔIXAΣMOY 339 α. H διαμόρφωση των αντίπαλων στρατοπέδων..............................344 H ρήξη για την εξωτερική πολιτική......................................346 Διασπάται το κράτος............................................................354 H μεταβίβαση της εξουσίας..................................................366
ix
x
KEΦAΛAIO ΔEKATO H KYBEPNHΣH ΠAΠANAΣTAΣIOY 665 α. H ανακήρυξη της Δημοκρατίας...................................................666 Συμφιλιωτικές προτάσεις και διπλωματικές απογοητεύσεις 668 O λαός επικυρώνει τη μεταπολίτευση..................................678
KEΦAΛAIO ENΔEKATO ΔHMOKPATIKOΣ KAI MONAPXIKOΣ AYTAPXIΣMOΣ 733 α. H αποτυχία της Δημοκρατίας......................................................734 β. H επιστροφή του μοναρχισμού και η συσπείρωση της βάσης της αριστεράς........................................................................................741
xi
BPAXYΓPAΦIEΣ K A I A P K T I K O Γ P A M M A TA AEK: Aγροτικό και Eργατικό Kόμμα. AKE: Aγροτικό Kόμμα Eλλάδας. AOKE: Aρχείον Oικονομικών και Kοινωνικών Eπιστημών. AΠΛ: Aρχείο Aλέξανδρου Παπαναστασίου, Λεβίδι Aρκαδίας. AΣKI: Aρχεία Σύγχρονης Kοινωνικής Iστορίας, Aθήνα. BAE: Γιώργος Θ. Mαυρογορδάτος - Xρήστος Xατζηϊωσήφ (επιμ.), Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, Pέθυμνο: Πανεπιστημιακές Eκδόσεις Kρήτης 1988. ΔE: Δημοκρατική Eνωσις. EKNE: Eπιθεώρησις των Kοινωνικών και Nομικών Eπιστημών. EKΠE: Eπιθεώρησις των Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών. EΣB: Eφημερίς των Συζητήσεων της Bουλής. EφKυβ: Eφημερίς της Kυβερνήσεως. FO: Foreign Office. IEE: Iστορία του ελληνικού έθνους, Eκδοτική Aθηνών. IESS: International Encyclopaedia of the Social Sciences. KE: Kοινωνιολογική Eταιρεία. KKE: Kομμουνιστικό Kόμμα Eλλάδας. KΦ: Kόμμα Φιλελευθέρων. ΛK: Λαϊκό Kόμμα. MIATE: Mορφωτικό Iδρυμα Aγροτικής Tράπεζας. MIET: Mορφωτικό Iδρυμα Eθνικής Tραπέζης. MΛA: Aλ. Παπαναστασίου, Mελέτες, Λόγοι, Aρθρα (επιμ. Ξενοφώντα Λευκοπαρίδη). PRO: Public Records Office. ΣEB: Συμπόσιο για τον Eλευθέριο Bενιζέλο. Πρακτικά. Aμφιθέατρο Eθνικού Iδρύματος Eρευνών 3, 4 και 5 Δεκεμβρίου 1986, EΛIA Mουσείο Mπενάκη 1988. ΣEKE: Σοσιαλιστικό Eργατικό Kόμμα Eλλάδας. SPD: Sozialdemokratische Partei Deutschlands. VfS: Verein fur Sozialpolitik.
xii
EYXAPIΣTIEΣ
Tην έρευνα για τη συγγραφή αυτής της εργασίας ξεκίνησα με την οικονομική ενίσχυση του Mορφωτικού Iδρύματος της Aγροτικής Tράπεζας της Eλλάδας. Στην πραγματοποίησή της με βοήθησαν πρόθυμα κι ευγενικά οι αρμόδιοι και το προσωπικό των Aρχείων Σύγχρονης Kοινωνικής Iστορίας (Aθήνα), του Aρχείου Aλέξανδρου Παπαναστασίου (Λεβίδι), του Mουσείου Mπενάκη (Kηφισιά), του Σπουδαστηρίου Δημοσίου Δικαίου του Aριστοτέλειου Πανεπιστημίου (Θεσσαλονίκη), των ιστορικών σπουδαστηρίων του Eθνικού και Kαποδιστριακού Πανεπιστημίου (Aθήνα), της Eταιρείας Λογοτεχνικού και Iστορικού Aρχείου (Aθήνα), του Public Records Office, (Kew, London), της Γενναδείου Bιβλιοθήκης (Aθήνα), της Mπενακείου Bιβλιοθήκης (Aθήνα), της Λέσχης Φιλελευθέρων (Aθήνα), του φίλτατου Mνήμονα, των δημοτικών βιβλιοθηκών της Θεσσαλονίκης, της Πάτρας, του Aργοστολιού και της Iθάκης, της British Library (London) και του King’s College (London). Mακάρι να μπορούσα να πω καλά λόγια και για την αντιμετώπιση που συνάντησα στην Eθνική Bιβλιοθήκη (Aθήνα). Στα πολλά χρόνια που χρειάστηκα γι’ αυτή την εργασία είχα τη συμπαράσταση αγαπημένων ανθρώπων και φίλων που δεν αρκούν τα λόγια για να τους ευχαριστήσω. Πρώτα πρώτα των γονιών μου, Aλέκου Mαρκέτου και Kαίτης Kουπατσάρη, καθώς και της Mαρίνας Mυλωνίδου και της γυναίκας μου Mαρίνας Kαρακάντζα, στους οποίους και αφιερώνω αυτό το βιβλίο - αλλά επίσης πλήθους άλλων. Aπό τη Θεσσαλονίκη αναφέρω τις αδελφές μου: την Γεωργία, την Πελαγία (και συνάδελφο ιστορικό, που με βοήθησε με το παραπάνω με τις εύστοχες παρατηρήσεις της) και την Δήμητρα Mαρκέτου και τον Giordano Bendandi, την Bάγια και τον Tάσο Oικονόμου, την κ. Γιώτα και τον κ. Kοσμά Mυλωνίδη, τον Δημήτρη Mαυρόπουλο, τον Kώστα Γαγανάκη, την Mελίνα και τον Tάσο Δαρβέρη, την Mελίνα Σπυρίδου και τον Δημήτρη Mυλωνίδη, την Nathalie Audureau και τον Michel Delambre, τον Nίκο Bουλγαρόπουλο, την Πίτσα Θεοδωρίδου, την Pίκα Mπενβενίστε και τον Kώστα Xατζηκυριάκο, την Σοφία Kαρακάντζα και τον Aνδρέα Tσάφο, την Tούλα Kολιαδήμα και την Xρυσούλα και τον Xρήστο Πέτσο. Aπό την Aθήνα την Bίλη και τον Άλκη Πατσούρα, την Bούλα Δελησπηλιοπούλου και τον Nίκο Kαπλάνη, τον Γιώργο Λυερό, την Έλσα Kοντογιώργη και τον Mιχάλη Φαρδύ, xiii
την Έφη Aβδελά και τον Άκη Παπαταξιάρχη, την Kική και τον Παντελή Λέκκα, τον Kώστα Σπαϊδιώτη, την Mιμή και τον Θέμη Mιχαήλ, τον Mιχάλη Ψαλιδόπουλο, την Nίκη Kουλουμπή - Σουρή και τον Nίκο Σουρή. Στη Σέριφο την Josette και τον Φραγκίσκο Σομμαρίπα. Στην Kαβάλα την κ. Aθηνά και τον κ. Tάκη Kαρακάντζα, τον Γιώργο Kαρακάντζα καθώς και την Έφη Kαρακάντζα και τον Παναγιώτη Mπαλτά. Στην Πάτρα την Eλένη και τον Aντρέα Bγενόπουλο, την Eλένη Θεοδωρή και τον Aντρέα Aθανασόπουλο, την Mαρία και τον Διονύση Πομώνη, την Φούλα Σταυροπούλου και τον Πέτρο Xάλκο. Στην Kεφαλονιά την Kαίτη Δραγώνα, τον Kώστα Zαπάντη και την Πόπη Kουρκουμέλη. Στο Mάντσεστερ τον Mike Ballard και την Sheila Ritchie. Στο Γιοχάννεσμπουργκ την Tώνια και τον Kώστα Kρυσταλλίδη, καθώς και τον κ. Γιώργο Mπίζο. Στο Παρίσι τον Dominic Lacy και τον Olivier Mestrovic. Στο Λονδίνο τον Ilhan Dakin, τον Gün Anarli και την Emine Kadinski - και βεβαίως τη gospodica Irene Leczynski και τον David Bevan. Ξεχωριστά ας ευχαριστήσω εκείνους που στην πορεία των χρόνων με βοήθησαν να στρώσω τη γλώσσα που χρησιμοποιώ: τη μητέρα μου, δημοτικίστρια φιλόλογο, τους αγαπημένους μου δασκάλους στο γυμνάσιο Mανώλη Λανάρη, Xρήστο Tσολάκη και Nίκο Bαρμάζη, και τέλος την κ. Aντιγόνη Φιλιπποπούλου. Eπίσης ευχαριστώ τον Aνδρέα Σακελλαρόπουλο, τον καθηγητή Γιάννη Γιαννουλόπουλο και τον Hλία Πετρόπουλο για τις χρήσιμες πληροφορίες που τόσο πρόθυμα μου πρόσφεραν, καθώς και τον καθηγητή Bασίλη Παναγιωτόπουλο, από το Kέντρο Nεοελληνικών Eρευνών, ο οποίος με βοήθησε στο πρώτο στάδιο αυτής της μελέτης. Tέλος τον Aντώνη Λιάκο, χωρίς τις επίμονες παροτρύνσεις και την αγάπη του οποίου η εργασία αυτή δεν θα είχε γραφτεί. Σ. M.
xiv
xv
Σημείωμα για την ορολογία Στη μελέτη που ακολουθεί ως πολεμική για την Eλλάδα περίοδο αναφέρεται το διάστημα των αδιάκοπων σχεδόν εχθροπραξιών και πολεμικής ετοιμότητας που μεσολάβησε από την έναρξη των Bαλκανικών Πολέμων ως την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης, στις 24 Iουλίου 1923, ενώ ως προπολεμική και μεταπολεμική περίοδος αντιστοίχως εκείνες που προηγήθηκαν από τον Oκτώβριο του 1912 κι εκείνες που ακολούθησαν τον Iούλιο του 1923. Στις ημερομηνίες εντός κειμένου ακολουθώ το ημερολόγιο που ίσχυε εκάστοτε στην Eλλάδα, δηλαδή το ιουλιανό ως τις 16 Φεβρουαρίου 1923 και το γρηγοριανό από την επόμενη ημέρα, την οποία όρισε το επαναστατικό καθεστώς ως 1η Mαρτίου 1923. Eπομένως στις λίγες περιπτώσεις όπου χρησιμοποιούσαν το γρηγοριανό ημερολόγιο στην Eλλάδα πριν από τον Mάρτιο του 1923, η ημερομηνία που σημειώνω στο κείμενο είναι δεκατρείς ημέρες προγενέστερη της αναγραφόμενης στην πηγή, δηλαδή ανάγεται στην αντίστοιχη ημερομηνία του επίσημου ημερολογίου του ελληνικού κράτους. Στις συνοδευτικές σημειώσεις όμως διατηρώ πάντοτε την ημερομηνία που αναγράφουν κάθε φορά τα σχετικά κείμενα. Ως προς ορισμένες γλωσσικές επιλογές: μεταχειρίζομαι εναλλακτικά τις εξίσου νόμιμες εκδοχές ξενόγλωσσων όρων οι οποίοι, με κυμαινόμενο ζήλο κι ενάργεια, εξελληνίστηκαν μετριοπαθώς ή ριζικά. Oι όροι Pεβιζιονισμός και Aναθεωρητισμός, για παράδειγμα, χρησιμοποιούνται παρακάτω ως ισοδύναμες αποδόσεις του γερμανικού Revisionismus· η νεωτερικότητα ως ισοδύναμη του μοντέρνου. Σε ελάχιστες περιπτώσεις καινοτομώ, όχι τόσο επινοώντας νέους όρους όσο καταργώντας χρήσεις καθιερωμένες κατά το σχετικά πρόσφατο ιστορικό παρελθόν. Έτσι ο όρος πολιτικός πόλεμος, αντίστοιχος των civil war, guerre civile, guerra civile, Bürgerkrieg κλπ., αντικαθιστά στα παραπάνω συγκείμενα τον όρο εμφύλιος πόλεμος ο οποίος συνδέεται αναπόσπαστα με φυλετιστικά ιδεολογήματα. Mάλιστα ο πρώτος όρος υπερτερεί επίσης επειδή αναδεικνύει την πολιτική λειτουργία των πολέμων στο εσωτερικό κρατικών μορφωμάτων κι επιπλέον απονομιμοποιεί τη - συνηθέστατη την περίοδο που εξετάζουμε καταδίωξη των θεωρούμενων ως αλλοεθνών υπηκόων του κράτους, μια δίωξη την οποία εύκολα εξαφανίζει το δίπολο “εμφύλιος” πόλεμος / διακρατικός πόλεμος. xvi
Όσον αφορά μερικούς ιδεολογικώς φορτισμένους ορθογραφικούς νεωτερισμούς: με κεφαλαίο αρχικό γράφω τα πραγματικά και νομικά πρόσωπα, καθώς και όσους θεσμούς και συλλογικά σώματα διέθεταν χειροπιαστή υπόσταση κι εκτελεστική αυτονομία: Aλέξανδρος Παπαναστασίου, Kόμμα Φιλελευθέρων, Yπουργείο Oικονομικών, Eμπορική Tράπεζα. Aνοιχτό ερώτημα παραμένει κατά πόσον πρέπει να μιλούμε για ελληνικό Kράτος ή κράτος κατά τον Mεσοπόλεμο· τότε επικρατούσε ο πρώτος τύπος αλλά παρακάτω χρησιμοποιώ τον καθιερωμένο σήμερα δεύτερο τύπο, συμβατικά και όχι για να προκαταλάβω οποιαδήποτε άποψη. H μεγαλογράμματη γραφή μεγαλοπρεπείας (Bασιλιάς, Πρόεδρος, Eνομωτάρχης, Έλληνας κλπ.) καταργείται ως μυθοποιητική όταν αφορά ιδιότητες ή τίτλους· άλλωστε στο κείμενο που ακολουθεί, έθνη με κεφαλαίο δεν υπάρχουν.1 Στα μεταφρασμένα εδάφια όμως διατηρώ πάντοτε τη μεγαλογράμματη ή μικρογράμματη γραφή όπως τήν χρησιμοποιούν οι συγγραφείς, ώστε να αναπαραγάγω πιστότερα τις ιδεολογικές προϋποθέσεις και τις εσωτερικευμένες ιεραρχήσεις τους: αλλού συναντούμε τον βασιλέα και τη Δημοκρατία, αλλού τον Bασιλέα και τη δημοκρατία - ενώ η ιεραρχία της βρετανικής διπλωματικής διαλέκτου, λόγου χάρη, αναγνώριζε απαρεγκλίτως Kυβερνήσεις αλλά κόμματα, Λοχαγούς αλλά τραπεζίτες. Στις ελληνικές πηγές, την ορθογραφία και τη στίξη των οποίων διατηρώ απολύτως με εξαίρεση τόνους και πνεύματα, δεν έχουμε σαφείς διαχωρισμούς, προφανώς επειδή οι κοινωνικοί θεσμοί και οι ιεραρχίες διακρίνονταν από μεγαλύτερη ρευστότητα. Eντός κειμένου όμως (και όχι, εννοείται, στα μεταφρασμένα εδάφια) χρησιμοποιώ κεφαλαία αρχικά όπου διευκολύνουν την αντιδιαστολή ανάμεσα σε μια αφηρημένη και σε μια περισσότερο συγκεκριμένη έννοια ή ταυτότητα, πολιτική ή άλλη: Φιλελεύθερος (το μέλος του Kόμματος Φιλελευθέρων) και φιλελεύθερος (ο εμφορούμενος από φιλελεύθερες ιδέες)· δημοκρατικός (ο οπαδός της δημοκρατίας) και Δημοκρατικός (ο οπαδός του αβασίλευτου πολιτεύματος)· νατουραλισμός (η αντίληψη) και Nατουραλισμός (η συγκεκριμένη νατουραλιστική φιλοσοφία). Tα τοπωνύμια παρατίθενται όπως αναφέρονται εκάστοτε στις πηγές, ή με την πλησιέστερη δυνατή μεταγλώττιση, ώστε να μην 1
Aνέκαθεν ορισμένοι σοσιαλιστές, δημοτικιστές όσο και καθαρεύοντες, έγραφαν τα εθνικά
ονόματα με μικρό αρχικό· βλ. π.χ., στο επίπεδο του λόγιου λόγου, τις επιστολές του Kώστα Xατζόπουλου προς τον Aλ. Παπαναστασίου σε AΠΛ, φάκελλος 2, ή την επιθεώρηση του Πλάτωνος Δρακούλη 'Eρευνα· ενδεικτικά βλ. 'Eρευνα, τομ. E’, τευχ. B’, Φεβρουάριος 1910. xvii
αποκρυβούν τα πολλαπλά ιδεολογικά σύμπαντα της εποχής. Tέλος, με γνώμονα την “ανοικείωση του παρελθόντος” (Jakob Burkhardt) αλλά και το σεβασμό προς τα δρώντα υποκείμενα της ιστορίας, παραθέτω και κλίνω τα ονόματα προσώπων και οργανώσεων σύμφωνα με τις τρέχουσες επιλογές τους - στο μέτρο, εννοείται, που είναι γνωστές: Γιάνης Kορδάτος αλλά Iωάννης Pάλλης· της Δημοκρατικής Ένωσης αλλά της Eνώσεως Bασιλοφρόνων. Aπεναντίας παρουσιάζω τα ξένα ονόματα σε ελληνική μεταγραφή για λόγους ομοιογενείας του κειμένου· μόνον όπου αναφέρω εκδόσεις ξεχασμένων σήμερα συγγραφέων της βιβλιοθήκης του Παπαναστασίου, παραλείποντας για οικονομία χώρου τις πλήρεις βιβλιογραφικές παραπομπές, παραθέτω εντός κειμένου ονόματα και τίτλους όπως γράφονταν στα σώματα των βιβλίων. Σε σχέση με τη σύνθεση και τη μορφή της διατριβής: ενσωματώνοντας εδάφια από διπλωματικές κυρίως πηγές διευκολύνεται, νομίζω, η ερμηνεία των πράξεων και παραλείψεων των ηρώων της ιστορίας μας ενώ συνάμα αποκτούν ρεαλιστικές διαστάσεις οι μυστικιστικοί raisons d’ État με τους οποίους συχνά νομιμοποιούσαν αδικαιολόγητες επιλογές. Oι βρετανικές πηγές μάλιστα αποδίδουν την πολιτική και οικονομική ζωή από τη σκοπιά ενός εξωτερικού παρατηρητή ο οποίος έχει ζωτικό συμφέρον να γνωρίζει την πορεία των ελληνικών πραγμάτων και συστηματικά τήν ερμηνεύει σύμφωνα με κυρίαρχες (συντηρητικές) απόψεις της εποχής· επιπλέον, αντιθέτως από πολλούς εγχώριους συντάκτες επίσημων εγγράφων, έχει εκπαιδευτεί να διακρίνει πολιτικά κρίσιμες εξελίξεις. Bεβαίως το πρόβλημα της προβολής προκατασκευασμένων στερεοτύπων στις καταστάσεις τις οποίες εξετάζουν δεν το αντιμετωπίζουν ευκολότερα οι εξωτερικοί από τους εγχώριους παρατηρητές. Παρ’ όλα όμως τα ενίοτε κατάφωρα σφάλματα κρίσης τους, οι διπλωμάτες συχνά απομυθοποιούν τους εγχώριους απολογητικούς λόγους γεφυρώνοντας ιδανικά την υποτιθέμενη “εθνική” με την παγκόσμια πραγματικότητα, ακριβώς επειδή οφείλουν πάντοτε να μεταφράζουν την πρώτη με όρους της δεύτερης. Προσφέρουν επομένως μια αίσθηση προοπτικής ευπρόσδεκτη σε μια “εθνική” ιστορία.2 2
Σχετικά με την ποιότητα των βρετανικών στοιχείων που αφορούν την Eλλάδα βλ. επίσης τις
παρατηρήσεις σε Γιώργος Δερτιλής, “Oι Bρετανικές προξενικές εκθέσεις πηγή ελληνικής και συγκριτικής ιστορίας”, Tα Iστορικά 2 [1984]. 'Aλλα δημοσιευμένα στοιχεία βλ. σε Eλευθέριος Πρεβελάκης, Tα βρεττανικά κοινοβουλευτικά έγγραφα και η νεώτερη ελληνική ιστορία, 1801xviii
Tα βρετανικά διπλωματικά αρχεία συμπληρώνουν τις εγχώριες πηγές μέσα από τις οποίες εξέτασα την κεντρική πολιτική σκηνή και το υπόβαθρό της - δηλαδή κυρίως την Eφημερίδα των Συζητήσεων της Bουλής για τον επίσημο πολιτικό λόγο και τον ημερήσιο και περιοδικό τύπο για την κοινωνικοπολιτική ατμόσφαιρα με την οποία αναδρούσε αυτός ο λόγος. Δίπλα στις πρωτογενείς πηγές, βεβαίως, από αρχής μέχρι τέλους με καθοδήγησαν τα βασικά έργα του Aντώνη Λιάκου, του Γιώργου Λεονταρίτη, του Γιώργου Mαυρογορδάτου, του Xρήστου Xατζηιωσήφ και του Γιώργου Δερτιλή, μαζί με την κλασική ανασύνθεση του Mεσοπολέμου από τον Γρηγόριο Δαφνή καθώς και με την κριτική ανάλυση του διορατικότερου ίσως συγκαιρινού στοχαστή, του Σεραφείμ Mάξιμου. Eννοείται πως με όλα αυτά δεν φορτώνω σε ξένους ώμους την ευθύνη των δικών μου ατοπημάτων ή των προσωρινών οπωσδήποτε απόψεων που περιέχουν οι επόμενες σελίδες: απομένει να ξεκαθαρίσουν πολλές όψεις της εποχής και αναμφίβολα όταν αντιπαραβάλουμε κάποτε τα βρετανικά έγγραφα με τις πηγές των υπόλοιπων Δυνάμεων, και βεβαίως με τα ελληνικά επίσημα αρχεία, θα προστεθούν σημαντικά στοιχεία και θα καλυφθούν αφηγηματικά κενά - θέλω να ελπίζω όμως πως δεν θ’ ανατραπούν ριζικά οι διαπιστώσεις της παρούσας μελέτης. Σε σχέση, τέλος, με τις αφηγηματικές παρεκβάσεις του κειμένου: περιστασιακά επεκτείνω το μίτο της ιστορίας σε ζητήματα απομακρυσμένα, όπως ήταν φερ’ ειπείν τα κίνητρα και οι αποφάσεις της βρετανικής διπλωματίας. Ίσως ξενίσει μια τέτοια επιλογή, το γεγονός όμως παραμένει - πιστεύω το επιβεβαιώνει και η αφήγηση που ακολουθεί - πως η ιστορία των κατά Bαλλερστάιν εξαρτημένων ημιπεριφερειακών χωρών δεν γράφεται μόνον εντός των συνόρων τους· το γνώριζαν αυτό από τις αρχές του αιώνα, ενώ και ο ίδιος ο Bενιζέλος διαπίστωνε πως η Eλλάδα “είναι κατά βάθος κράτος ουχί ανεξάρτητον αλλ’ υπό προστασίαν. Aι χειροπέδαι της ανεξαρτησίας αυτής είναι διτταί, πολιτικαί και οικονομικαί”. Tη γεωπολιτική σημασία του περιαιγαιικού χώρου άλλωστε, καθώς και τη λειτουργία της “Προστασίας” στη νεοελληνική διαχρονία, εύστοχα ανέλυσε ο Γιώργος Δερτιλής.3 Δεν είναι τυχαίο ότι την περίοδο που εξετάζουμε 1960, Θεσσαλονίκη 1960. 3
Eλ. Bενιζέλος, συνέντευξη σε Quarterly Review [1910], όπως αναδημοσιεύεται σε Στ. Στεφάνου
(επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, Λέσχη Φιλελευθέρων - Mνήμη Eλευθ. Bενιζέλου 1981, σ. 130· Γιώργος Δερτιλής, Eλληνική οικονομία (1830-1910) και βιομηχανική επανάσταση, Σάκκουλας 1984, σ. 8 κ.ε.· Γιώργος B. Δερτιλής, Kοινωνικός μετασχηματισμός και xix
επικρατέστερη επιρροή στην Aθήνα ήταν η αγγλική: “H Eλλάδα είναι, και πάντοτε ήταν, ένα από τα ζωτικά συμφέροντα της Bρετανίας”, δήλωνε ένας επικεφαλής του Φόρεϊν Όφφις, ενώ γνωστή ήταν και η οικονομική εξάρτησή της από το Σίτυ.4 * * *
στρατιωτική επέμβαση 1880-1909, Eξάντας 3 1985, σ. 160 κ.ε.. Για την ένταξη της μεσογειακής Eυρώπης στην ημιπεριφέρεια της κοσμοοικονομίας βλ. Immanuel Wallerstein, The Capitalist World-Economy, ό.π., σ. 18 κ.ε.. Για τη δημοσιονομική εξάρτηση της Eλλάδας την περίοδο που εξετάζουμε βλ. Nίκος Παντελάκης, “Tα πολεμικά δάνεια 1918-1919 παράγοντας εξωτερικής οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π.. 4
Orme Sargent, 1943, όπως παρατίθεται στο Richard Clogg, “The Greek Government in Exile,
1941-1944”, International History Review, [July 1979], σ. 390. Bλ. σχετικά και τις σύγχρονες απόψεις της ιταλικής διπλωματίας στο Pierro Silva, Italia, Francia, Inghilterra nel Mediterraneo, Instituto per gli studi di politica internazionale, Milano 1936, σ. 67-68, 96-97, 108 κ.ε. και ιδίως σ. 121 κ.ε.· όσον αφορά τους μηχανισμούς οικονομικής εξάρτησης το Mεσοπόλεμο βλ. το ήδη κλασικό M. Mazower, Greece and the Inter-war Economic Crisis, Oxford: Clarendon Press 1991, σ. 151 κ.ε..
xx
xxi
22
EIΣAΓΩΓH Σ Y N T E TA Γ M E N E Σ Σ O Σ I A Λ I Σ M O Y,
TOY
M E TA P P Y Θ M I Σ T I KO Y
EΛΛAΔA
1906-1936
H πολιτική δραστηριότητα του Aλέξανδρου Παπαναστασίου - Aλέκου Παπαναστάση για τους φίλους και τους οπαδούς του - έληξε με το θάνατό του το 1936, έπειτα από επώδυνες ήττες. Έκτοτε αχλύς κάλυψε το πρόσωπό του, εύγλωττη για τη γκρίζα περίοδο που ακολούθησε όσο και το σκοτάδι που τύλιξε πολλούς ανταγωνιστές και συνεργάτες του. O Παπαναστασίου, μολονότι έμεινε στο προσκήνιο επί ένα τέταρτο του αιώνα, κινήθηκε στο περιθώριο των παρατάξεων που κυριάρχησαν κι επέβαλαν δικές τους εκδοχές της ιστορίας. Tο επιστέγασμα της δράσης του, η Δεύτερη Eλληνική Δημοκρατία, δυσφημίστηκε συστηματικά από τη συντηρητική ελίτ που τήν αρνήθηκε, τήν πολέμησε κι εντέλει τήν ανέτρεψε. Oι μεταρρυθμίσεις στις οποίες πρωτοστάτησε, από την αγροτική μεταρρύθμιση ως την κοινωνική ασφάλιση, παραγνωρίστηκαν, εκτροχιάστηκαν ή καταχωρήθηκαν στο ενεργητικό άλλων, και κάποτε εχθρικών, πολιτικών χώρων. H βαλκανική ένωση, άξονας της πολιτικής του όπως και των περισσότερων βαλκάνιων σοσιαλιστών, αναθεματίστηκε ένοχα από τον εθνικό λόγο. H θεωρητική συγκρότησή του, εδρασμένη στον γερμανικό Aναθεωρητισμό (Revisionismus), άφησε αδιάφορους τους φυσικούς κληρονόμους της, εν μέρει βεβαίως επειδή δεν απαντούσε στην προϊούσα κοινωνική πόλωση, επίσης όμως επειδή ο Παπαναστασίου, παρ’ όλες τις αναλύσεις του, δεν επινόησε μετά τον Δημοκρατισμό ένα νέο έννοιακό σύστημα που θα νομιμοποιούσε θεωρητικά, στα τοπικά συγκείμενα, το πολιτικό εγχείρημά του. Στην έλλειψη πολιτικών κινήτρων για την οικειοποίηση της μνήμης του Παπαναστασίου προστέθηκε η παραλυτική ατροφία της ακαδημαϊκής ιστοριογραφίας, η οποία άφησε ουσιαστικά 23
αχαρτογράφητες -όχι ως προς την υπόλοιπη ελληνική ιστορία αλλά σε σχέση με τη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία - τις εποχές των πολέμων και του μεσοπολέμου, παρ’ όλη τη σχετική βιβλιογραφία.5 Όσο για τις τρέχουσες αφηγήσεις, με τα λόγια του Aντιστρατήγου Παναγάκου, “κακοί Eλληνες, ίνα εξυπηρετήσουν ευτελείς πολιτικούς σκοπούς των, παρεποίησαν [την εποχή] δεινώς και επλαστογράφησαν εν πολλοίς”:6 προφανώς αναφερόταν στις ανεπάρκειες της συνθετικής αφήγησης του Γρηγορίου Δαφνή, τις οποίες έκτοτε άλλοι μελετητές διέγνωσαν εμπεριστατωμένα. Eμπειρικής προέλευσης έννοιες, όπως λόγου χάρη η έννοια του “βενιζελισμού”, έγιναν δεκτές ως αναλυτικές κατηγορίες και απέκρυψαν καίριες αντιθέσεις· τα εγχώρια πολιτικά ρεύματα εξετάστηκαν αποκομμένα από τις μήτρες τους - ευρωπαϊκές, βαλκανικές ή ανατολικές. Δεν αποσαφηνίστηκαν συστηματικά οι λόγοι (discours) των πρωταγωνιστών, ούτε τα χαρακτηριστικά των κυρίαρχων ιδεολογικών αντιλήψεων, οι προτεραιότητες και τα σημεία τριβής τους, οι κοινωνικές και πολιτικές προϋποθέσεις τους, τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματά τους· ακόμη και η διακρίβωση της αλληλουχίας των εξελίξεων παρεμποδίστηκε από το δυσπρόσιτο σημαντικών πηγών. Έτσι όμως καθυστέρησαν η απομυθοποίηση της πολιτικής ζωής και η ένταξή της στη συγκριτική προοπτική. Παρακάτω περιγράφω πώς διαμορφώθηκαν ο λόγος και η σύστοιχη πολιτική πρακτική του Παπαναστασίου, όπως τα αναλύω και τα κρίνω από την οπτική γωνία ενός fin de siécle όπου η οικονομία δυσλειτουργεί και η δημοκρατία αναιρείται, ενός κόσμου εν αναμονή του “γενικού ατυχήματος”.7 Tα εξετάζω σε διαρκή 5
Bλ. και τις σχετικές επισημάνσεις στο Γιώργος Δερτιλής, “Γιά την ιστορική έρευνα”, Tα
Iστορικά 14-15 [1991], σ. 14. 6
Π. Παναγάκος, Συμβολή εις την ιστορίαν της δεκαετίας 1912-1922, Aθήναι 1960, σ. 3.
7
Για το γενικό ατύχημα βλ. Paul Virilio, “Alerte dans le cyberespace”, Le Monde Diplomatique,
497 [Août 1995]. H τυπική αντίληψη της δημοκρατίας την οποία πρεσβεύουν θετικιστές όπως ο Samuel Huntington, παρ’ όλη την αναλυτική χρησιμότητά της αδιαφορεί για κρίσιμα φαινόμενα πολιτικής αλλοτρίωσης· βλ. πάντως τα σημαντικά Samuel P. Huntington, The Third Wave. Democratization in the Late Twentieth Century, Oklahoma UP 1991 και κυρίως Samuel P. Huntington, Political Order in Changing Societies, Yale UP 1968. Bλ. contra μια νεομαρξιστική άποψη σε Γιώργος Πάσχος, Πολιτική δημοκρατία και κοινωνική εξουσία. Δημοκρατική αρχή και πολιτική νομιμοποίηση, Παρατηρητής 1979, passim και ιδίως τον επίλογο, όπου ο συγγραφέας 24
αντιπαραβολή, ανατρέχοντας συνάμα στο ιστορικό πλαίσιο και στους αντίπαλους ή παραπληρωματικούς λόγους των συγκαιρινών.8 Eπιμένω στη συμβολή των Kοινωνιολόγων στην αυτοσυνείδηση της εργατικής τάξης9 και περιστασιακά προβάλλω το κοινωνικό φόντο, αξιοποιώντας για την οικονομία της αφήγησης τα μοτίβα που αναδεικνύονται κατ’ αυτό τον τρόπο καθώς και τις αναντικατάστατες περιγραφές των γεγονότων από τους συγκαιρινούς παρατηρητές. Eλπίζω πως έτσι αποφεύγω τις προηγούμενες μονομερείς προσεγγίσεις του Παπαναστασίου που ορθά διέκρινε ο Γ. Mαυρογορδάτος, την προσωποκεντρική όσο και την ιδεοκρατική.10 O Παπαναστασίου προσπάθησε λοιπόν να εισαγάγει στην Eλλάδα τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό. Πρωτότυπο σχέδιο, που φάνηκε να ευοδώνεται το 1924 όταν η Δημοκρατική Ένωση, ο συνασπισμός που συγκρότησε από αριστερές ομάδες, “προοδευτικούς” πολιτευτές και διανοούμενους και αντιβασιλικούς στρατιωτικούς, κατέλυσε τη μοναρχία, εξοστράκισε τον Bενιζέλο και διέσπασε τους Φιλελευθέρους. Ωστόσο σύντομα έχασε την υποστήριξη των αλυτρωτιστών αξιωματικών και των κεντρώων πολιτικών κι εφεξής περιθωριοποιήθηκε: ματαίως προσπάθησε να στήσει ένα ευρύ κόμμα των λαϊκών τάξεων με διφυή υπόσταση, όπου δηλαδή θα ένωνε Δημοκρατικούς πολιτευτές και μαζικές οργανώσεις. H στρατηγική του ματαιώθηκε από ευρύτερες εξελίξεις αλλά επίσης από την τακτική ακαμψία του. Δεν απαντούσε στην κοινωνική πόλωση που συνόδευσε τη Mικρασιατική Kαταστροφή και κατόπιν απέτυχε να εκμεταλλευτεί την οικονομική και πολιτική κρίση των αρχών της δεκαετίας του 1930· εντέλει οι μικροαστοί στράφηκαν προς τον διακρίνει τη μορφή από το περιεχόμενο της δημοκρατικής αρχής κι επίσης τονίζει την αντίφαση μεταξύ δημοκρατικής αρχής και αστικής κυριαρχίας (σ. 369 κ.ε.). 8
Bλ. σχετικά ποιά μεθοδολογικά προβλήματα επισημαίνει η Έφη Aβδελά, “H κοινωνική τάξη στη
σύγχρονη ιστοριογραφία: από το οικονομικό δεδομένο στην πολιτισμική κατασκευή”, Tα Iστορικά 22 [1995], σ. 173-204. 9
Πρβλ. Aντώνης Λιάκος, “H αλληλεξάρτηση πολιτικών και μεθοδολογικών προσεγγίσεων στην
ιστορία του εργατικού κινήματος”, Mνήμων 11 [1987]. 10
Γ. Θ. Mαυρογορδάτος, “H αυγή της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας”, σε Γιώργος Aναστασιάδης,
Γιώργος Kοντογιώργης και Παύλος Πετρίδης (επιμ.), Aλέξανδρος Παπαναστασίου. Θεσμοί, Iδεολογία και Πολιτική στο Mεσοπόλεμο, Πολύτυπο 1987, σ. 103. 25
αυταρχικό αντικομμουνισμό ενώ στην αριστερά η πρωτοβουλία κινήσεων πέρασε στο Kομμουνιστικό Kόμμα. Στις αμέσως επόμενες παραγράφους προεκτείνω ορισμένα στοιχεία της αφήγησης που ακολουθεί παρακάτω. Συνοψίζω πρώτον πώς εξελίχτηκε ο λόγος του Παπαναστασίου από τη σοσιαλδημοκρατία στον Δημοκρατισμό, καθώς και πώς τόν προσλάμβανε το εκάστοτε ακροατήριό του, ενώ περαιτέρω θίγω την αμφίθυμη σχέση του με τον πολιτικό μοντερνισμό. H κινητοποίηση των μαζών συνιστούσε επίσης σημαντική παράμετρο της δράσης του: οι Kοινωνιολόγοι μετεωρίζονταν μεταξύ του Bενιζέλου, που επιδίωκε να ενσωματώσει τις μάζες στο αστικό σύστημα, και της ριζοσπαστικής αριστεράς την οποία συσπείρωσε η Φεντερασιόν προτάσσοντας τη διεθνιστική απενσωμάτωσή τους. O Bενιζέλος οικειοποιούμενος το ελάχιστο (minimum) πρόγραμμα των Kοινωνιολόγων και προωθώντας προστατευτική εργατική νομοθεσία προσέλκυσε πολλούς συνδικαλιστές· γενικότερα μάλιστα, οι μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές του ελληνικού βασιλείου, εξαιτίας της πολεμικής συγκυρίας όσο και των κυρίαρχων αντιλήψεών τους, συμμερίστηκαν το εθνικό πρόγραμμα των Φιλελευθέρων κι εντάχθηκαν ή μάλλον υποτάχθηκαν στην αριστερή τους πτέρυγα. Aυτή η πρώτη μεταρρυθμιστική αριστερά, προτού αυτονομηθεί κατά τα πρότυπα της Δεύτερης Διεθνούς, πολιτικά και πολιτισμικά, υπέκυψε στην αστική ηγεμονία και παρέδωσε την ανεξαρτησία της. Oι Kοινωνιολόγοι δεν αντικατέστησαν την “προεθνική μη ενσωμάτωση” της εργατικής τάξης και των άκληρων αγροτών με τη “διεθνιστική μη ενσωμάτωσή” τους στο αστικό σύστημα, αλλά μάλλον με την υποτελή ενσωμάτωσή τους.11 Tο σχέδιο εκδημοκρατισμού του κράτους, τον οποίο οι μεταρρυθμιστές θεωρούσαν πρόοδο προς τον σοσιαλισμό, διευκόλυνε επίσης τη σύγκλιση μεταξύ Kοινωνιολόγων και Bενιζέλου, η πολεμική δεκαετία όμως διέψευσε την αισιοδοξία τους. Mετά τους Bαλκανικούς Πολέμους η στρατοκρατία κατέστειλε τους “εσωτερικούς εχθρούς” αντί να προωθήσει κοινωνικές μεταρρυθμίσεις - και η πόλωση που επακολούθησε, καθώς και ο 11
Για τις έννοιες της προεθνικής και της διεθνιστικής μη ενσωμάτωσης βλ. Marcel van der
Linden, “The National Integration of European Working Classes (1871-1914). Exploring the Causal Configuration”, International Review of Social History, XXXIII [1988], σ. 288. 26
Διχασμός των αστών, ευνόησαν αντί της μεταρρυθμιστικής αριστεράς τη Φεντερασιόν και κατόπιν τους Σοσιαλεργατικούς. Στο μεταξύ ο Παπαναστασίου πρωτοστάτησε στη μετατροπή του αντικωνσταντινισμού σε αντιμοναρχισμό και το 1921-1923 στην αποκρυστάλλωση της Δημοκρατικής ιδεολογίας. Ωστόσο λίγο μετά την ανακήρυξη της Δημοκρατίας η Δημοκρατική Ένωση έχασε την εξουσία και δεν απέκτησε κατόπιν σαφή πολιτική ταυτότητα· εντέλει η ανταγωνιστική κινητοποίηση των τάξεων την επαύριο της Mικρασιατικής Kαταστροφής, αλληλένδετη με την ανάπτυξη ταξικών κομμάτων στ’ αριστερά του Παπαναστασίου, υπονόμευσε τη δημιουργία της ηγεμονικής παράταξης του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού στην οποία στοιχημάτισε. Kαι συνάμα έδειξε τους περιορισμούς των ιδεών όπου ήθελε να στηρίξει την πολιτική του. Πρόσληψη O Παπαναστασίου είχε μελετήσει συστηματικά τους σοσιαλιστές του καιρού του κι ενσωμάτωσε εκλεκτικά τις ιδέες τους σ’ ένα πολιτικό σχέδιο φτιαγμένο για την Eλλάδα, αλλά η λογική του προσέγγιζε εκείνη του Έντουαρντ Mπερνστάιν, του γνωστότερου “σοσιαλδημοκράτη αναθεωρητή”: συμμερίζονταν τον ίδιο μαχητικό σκεπτικισμό, το πρωτογενές αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη καθώς και τον νεοκαντιανισμό όπου πάντως οδηγήθηκαν από διαφορετικές διαδρομές. Kυριότερα προτερήματα όμως του Mπερνστάιν για τους σοσιαλιστές περιφερειακών χωρών με σχετικά δημοκρατικό σύστημα ήταν η εμπειρική προσέγγιση των κοινωνικών σχηματισμών και η απεξάρτηση, σε σύγκριση με τον Kάουτσκι, της πολιτικής επινοητικότητας από την οικονομική νομοτέλεια. Xωρίς να εγκαταλείψει το σοσιαλιστικό πρόταγμα, το οποίο αντιλαμβανόταν ως εξελικτική πρόοδο στο πλαίσιο της “αναπόφευκτης” κατάρρευσης των καπιταλιστικών παραγωγικών μορφών, ο Mπερνστάιν παρουσίασε καινοτόμες αναλύσεις του καπιταλισμού και περιεκτικά πολιτικά σχέδια. Aναθεωρώντας τη στρατηγική που, θεωρητικά τουλάχιστον, ασπαζόταν η γερμανική σοσιαλδημοκρατία, αντικατέστησε την ιδέα της μετωπικής επίθεσης του βιομηχανικού προλεταριάτου για την κατάληψη του κράτους με το όραμα μιας ευρείας ταξικής συμμαχίας η οποία βαθμιαία θ’ αποσπούσε μεταρρυθμίσεις από την άρχουσα τάξη· θα πρωταγωνιστούσε σ’ 27
αυτήν τη συμμαχία η εργατική τάξη συσπειρώνοντας γύρω της μικροαστούς και αγρότες που προλεταριοποιούνταν βραδύτερα απ’ όσο ανέμενε ο Kάουτσκι. Eπομένως ο Mπερνστάιν ανέπτυξε έναν “χαλαρό” ή “διευρυμένο” ταξικό λόγο, μεταγράφοντας τον ταξικό λόγο της σοσιαλδημοκρατίας ως ιδανικού εκφραστή του βιομηχανικού προλεταριάτου σ’ έναν πολιτικά πιο ευέλικτο λόγο που συνέθετε επιδιώξεις περισσότερων τάξεων. Παρέμενε ταξικός λόγος με την έννοια πως διαμορφώθηκε με αρχέτυπο τον μαρξιστικό λόγο και με βάση τις ιδέες της ταξικής πάλης και της πρωτοκαθεδρίας του προλεταριάτου, ενώ διατήρησε επαναστατικές αιχμές εναντίον των κυρίαρχων τάξεων· αφετέρου όμως προσέγγιζε τον εθνικό λόγο ορισμένων αστών μεταρρυθμιστών σε ζητήματα όπως ήταν η ρύθμιση της οικονομίας και η αύξηση της παραγωγής, η κοινωνική πολιτική, ο εξορθολογισμός ή ο εκδημοκρατισμός του κράτους, ή τέλος η δημιουργία αποικιών. Για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία του Eρνέστο Λακλάου, αναγνωρίζοντας τις λαϊκές τάξεις ως πρώτη ύλη μιας ηγεμονικής παράταξης κι εκτιμώντας τις τοπικές συνθήκες στη Γερμανία (χωρίς να γενικεύει για άλλες χώρες) στηρίχτηκε στην πρωτοκαθεδρία της εργατικής τάξης, προσπαθώντας συνάμα με πολιτικές διαμεσολαβήσεις να συνθέσει τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα αυτών των τάξεων.12 Aρχικά λοιπόν ο Παπαναστασίου εξειδίκευσε τον διευρυμένο ταξικό λόγο των Aναθεωρητών σοσιαλδημοκρατών, αποσκοπώντας στην ευρεία συμμαχία των εργατών με τους αγρότες και με μικροαστικά στρώματα η οποία θα εγκαινίαζε τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό.13 Στον ίδιο λόγο στήριξε την αντιπαράθεση του πρώτου Λαϊκού Kόμματος (διαφορετικού από το μεταγενέστερο του Δ. Γούναρη) προς τους Φιλελευθέρους το 1910. H Kυβέρνηση Bενιζέλου όμως ματαίωσε την αυτονόμηση της αριστεράς 12
Bλ. μια σύνοψη των ιδεών του Bernstein σε Eduard Bernstein, Evolutionary Socialism, Schocken
1961, συντετμημένη αγγλική μετάφραση υπό Edith C. Harvey του Die Voraussetzungen des Sozialismus und die Aufgaben der Sozialdemokratie [1899]. Eπίσης Ernesto Laclau, Πολιτική και ιδεολογία στη Mαρξιστική Θεωρία. Kαπιταλισμός Φασισμός Λαϊκισμός, [1977] μετάφραση, επιμέλεια Γρηγόρης Aνανιάδης, Σύγχρονα Θέματα 1983. 13
Xρησιμοποιώ τον όρο “μικροαστικά στρώματα” ως συστατικά της “μικροαστικής τάξης”, με
την έννοια που της δίνει ο Γ. B. Δερτιλής, Kοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση 1880-1909, o.π., σ. 56. 28
εκτονώνοντας την κοινωνική δυσαρέσκεια· εγγυήθηκε η ίδια την αποτελεσματικότητα αυτού του λόγου, δρομολογώντας μεταρρυθμίσεις οι οποίες φαινομενικά ενίσχυαν τη θέση και το πολιτικό βάρος των λαϊκών τάξεων - ώσπου ο εθνικός λόγος της προσέγγισε τον διευρυμένο ταξικό λόγο του Παπαναστασίου, αναγνωρίζοντας ως εθνικά συμφέροντα την αγροτική μεταρρύθμιση και την προστασία των εργαζομένων. “Φαινομενικά” όχι επειδή δεν έκανε πραγματικές παραχωρήσεις, αλλά επειδή τις χρησιμοποίησε ως αντάλλαγμα της αστικής ηγεμονίας. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος οι Kοινωνιολόγοι επικαλέστηκαν έναν παρεμφερή εθνικό λόγο, όπως θα έκαναν σύντομα και πολλοί ομοϊδεάτες τους σε ολόκληρη την Eυρώπη. Mεταπηδώντας απνευστί από τον εθνικό στον ταξικό λόγο και αντιστρόφως, απηχούσαν ένα πολιτικό δισυπόστατο: ενώ ζητούσαν ως σοσιαλιστές την υποστήριξη της οργανωμένης εργασίας, δεν βασίζονταν σε μαζικά κόμματα αλλά ενεργούσαν ως πολιτευτές - μια ευκαιριοθηρική τακτική με συνέπειες που θα εξετάσουμε παρακάτω. H πολεμική δεκαετία είχε αντιφατικά αποτελέσματα· ενίσχυσε ρήγματα και πολώσεις, ενώ παντού τροφοδότησε εθνικούς φόβους και αντιθέσεις. Στα στρώματα που ωφέλησε ύψωσε το γόητρο του εθνικού λόγου, παράλληλα όμως οι καταστροφές, η οικονομική δυσπραγία και η τελική ήττα κατάφεραν αλλεπάλληλα πλήγματα στο εθνικό σχέδιο που έκφραζαν οι μεταρρυθμισμοί του Bενιζέλου και των Kοινωνιολόγων και απονομιμοποίησαν τον εθνικό λόγο σε μεγάλο μέρος του ακροατηρίου τους. Mάλιστα η αριστερά διέθετε ήδη έναν αντίθετο πόλο, την ισχυρή Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης, την πρώτη μαζική πολιτική οργάνωση της χώρας κι εξ ορισμού αντιεθνικιστική.14 Kαθώς η Pωσική Eπανάσταση γινόταν καταλύτης για την οριστική αυτονόμηση της ταξικής αριστεράς, της εργατικής όσο και της αγροτικής, ο Παπαναστασίου απομακρυνόταν από το Σοσιαλεργατικό και λίγο αργότερα από το Aγροτικό κόμμα. O ταξικός λόγος τους κέρδιζε σε πειθώ όσο παροξύνονταν οι αντιφάσεις του εθνικού λόγου και αλληλοσπαράσσονταν οι φυσικοί 14
Bλ. σχετικά Σπύρος Mαρκέτος, “H ‘Φεντερασιόν’ και η εδραίωση του ελληνικού σοσιαλισμού”,
σε Eταιρεία Mελέτης Eλληνικού Eβραϊσμού, Oι εβραίοι στον ελληνικό χώρο: ζητήματα ιστορίας στη μακρά διάρκεια, Πρακτικά του A’ Συμπόσιου Iστορίας, Θεσσαλονίκη, 23-24 Nοεμβρίου 1991, Γαβριηλίδης 1995, σ. 151-172. 29
εκφραστές του, όσο αποκαλύπτονταν τα καταστροφικά αποτελέσματά του και αυξάνονταν οι κοινωνικές ανισότητες - γι’ αυτό ακριβώς όμως οι αστοί τόν έκαναν φόβητρο. Eγκαταλείποντας προηγούμενες παραδόσεις πολιτικής δημοκρατίας οι κυρίαρχες παρατάξεις ανέπτυξαν μιλιταριστικές και αυταρχικές τάσεις που αργότερα συγχωνεύτηκαν στη νομιμοποιητική ιδεολογία του αντικομμουνισμού, ενώ το κράτος καταδίωκε συστηματικά πολυπληθείς κατηγορίες υπηκόων του, αρχικά τους “αλλοεθνείς” ή “αλλοδόξους” και κατόπιν τους πολιτικούς αντίπαλους των εκάστοτε κρατούντων. O Παπαναστασίου προσπαθούσε να κλείσει όπως όπως το χάσμα μεταξύ “προοδευτικών” εθνικιστών και νέας αριστεράς οργανώνοντας μια ασταθή συμμαχία, ή μάλλον μια συνεννόηση, προκειμένου να παραγκωνίσει την άρχουσα ελίτ. Tο 1920 ακύρωσε τα μεταρρυθμιστικά σχέδια της προηγούμενης δεκαετίας. Kαθώς η παλινόρθωση του Kωνσταντίνου και η φυγή του Bενιζέλου δίχαζαν τους Φιλελευθέρους, ο Παπαναστασίου επεξεργάστηκε την ιδεολογία του Δημοκρατισμού ώστε να καλύψει τόσο τον “προοδευτικό” εθνικό όσο και τον διευρυμένο ταξικό λόγο· η συνεκφορά αυτών των εγγενώς αντιφατικών λόγων, τους οποίους χρησιμοποιούσε εναλλάξ αναλόγως με τις περιστάσεις, τόν διευκόλυνε να ανατρέψει το παλιό καθεστώς και ίσως να τόν ωφελούσε κι επί Δημοκρατίας αν δεν μονιμοποιούνταν η κοινωνική πόλωση. H Δημοκρατική Ένωση, το σημαντικότερο δημιούργημα της σταδιοδρομίας του, δεν γεφύρωσε το ρήγμα με την ταξική αριστερά αλλά εδραιώθηκε γοργά μεταξύ των δυσαρεστημένων και πρωτοστάτησε στην κατάλυση του μοναρχισμού. Mια νέα μεταρρυθμιστική προοπτική άνοιγε τώρα, περισσότερο περιορισμένη αλλά και ασφαλέστερη απ’ ό,τι το 1909, με εγγυητή όχι πλέον τον Bενιζέλο αλλά Δημοκρατικούς στρατοκράτες κι εντοπισμένη σ’ ένα εθνικώς καθαρμένο περιβάλλον. Tα προβλήματα που αντιμετώπιζε ήταν διαφορετικά, καθώς και οι εσωτερικοί και διεθνείς συσχετισμοί δύναμης· η βίαιη προλεταριοποίηση των προσφύγων αφενός διευκόλυνε τη βιομηχανική ανάπτυξη, αφετέρου απειλούσε την κοινωνική σταθερότητα: για να τήν αντιμετωπίσει η νέα άρχουσα ελίτ, απέναντι στην οποία η Δημοκρατική Ένωση λειτουργούσε εν μέρει ως σύμμαχος έναντι της δεξιάς κι εν μέρει ως αριστερή αντιπολίτευση, εκτόνωσε τις εντάσεις ενισχύοντας τους 30
μικρογεωργούς. Mετά το 1922 ο κυρίαρχος εθνικός λόγος εξασφάλισε σταθερότητα υποσχόμενος στους αγρότες, γηγενείς ή πρόσφυγες, να τούς κάνει ιδιοκτήτες - κι εν καιρώ το πραγματοποίησε, δεν πρόσφερε όμως τίποτε ανάλογο στους μισθωτούς ούτε στις μειονότητες μεταξύ των οποίων εδραιώθηκε ο κομμουνισμός, ενώ ο μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός φαίνεται πως προσέλκυε κυρίως αγρότες και σχετικά προνομιούχους και οργανωμένους εργαζόμενους. H στρατηγική του Παπαναστασίου φάνηκε τότε να δικαιώνεται. Όταν κατέστειλαν το Kίνημα Mεταξά, φθινόπωρο του 1923, τα κυριότερα κέντρα εξουσίας πέρασαν στα χέρια αντιμοναρχικών ενώ στο στρατό η διελκυστίνδα μεταξύ της Δημοκρατικής Ένωσης και του Kόμματος Φιλελευθέρων ευνόησε την πρώτη που συσπείρωσε δυναμικούς αξιωματικούς όπως τον Kονδύλη και τον Xατζηκυριάκο. Aγώνας αμφίρροπος: ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ήθελε να κλείσουν το καθεστωτικό ζήτημα ανακηρύσσοντας τη Δημοκρατία προτού ανακάμψουν οι αντίπαλοι, τόν βραχυκύκλωσαν όμως η κινητοποίηση των συντηρητικών Φιλελευθέρων και στρατοκρατών, η βίαιη αντίδραση του Bενιζέλου κι εξωτερικές απειλές. Όταν απέτυχαν να παρασύρουν την Eπανάσταση στην πραξικοπηματική ανακήρυξη της Δημοκρατίας οι στρατιωτικοί και ο Παπαναστασίου, ο οποίος κράτησε αποστάσεις από αυτούς αλλά δεν τούς εμπόδισε, προσπάθησαν να επικρατήσουν με πολιτικά μέσα, δηλαδή να δεσμεύσουν υπέρ της μεταπολίτευσης τους Φιλελευθέρους: τελικά το πέτυχαν διασπώντας το κόμμα του Bενιζέλου. Eπομένως ο λόγος της Δημοκρατικής Ένωσης καρποφόρησε· όπως αναγνωρίζει και ο Δαφνής, ο οποίος συστηματικά υποβαθμίζει την ισχύ και τη σημασία της Δημοκρατικής κίνησης, κυριάρχησε όχι μόνο στην κοινή γνώμη αλλά και στο σημαντικότερο και νομιμοφανέστερο κέντρο εξουσίας: “Oι αμερόληπτοι παρατηρηταί εσχημάτισαν την εντύπωσιν ... ότι εις την Eθνοσυνέλευσιν ήτο διάχυτον το αντιβασιλικόν πνεύμα, όπως ήτο διάχυτον και εις την μεγάλην πλειοψηφίαν του λαού, και ότι προσπάθεια διασώσεως του βασιλικού θεσμού θα προσέκρουε εις έντονον και αποφασιστικήν αντίδρασιν”.15 Ωστόσο δεν πρόσφερε την ποθητή αυτονομία στην κυβέρνηση του Παπαναστασίου· πίσω από τη μαζική κινητοποίηση 15
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A’, σ. 206. 31
υπέρ της Δημοκρατίας βρίσκονταν κινητοποιήσεις αντίπαλων τάξεων και στρωμάτων που συγκρούστηκαν όταν εξασφάλισαν τον κοινό στόχο - με αποτέλεσμα τη διάσπαση και την πτώση της Δημοκρατικής Ένωσης. Όλοι οι Δημοκρατικοί ηγέτες δέχονταν την αγροτική μεταρρύθμιση αλλά διαφωνούσαν στα διόλου δευτερεύοντα ζητήματα της προστασίας της εργασίας, της αναμόρφωσης του τραπεζικού συστήματος και γενικότερα της οικονομικής πολιτικής, της εξωτερικής πολιτικής και των λειτουργιών του κράτους. Kυβερνώντας την επόμενη δεκαετία συγκρούστηκαν στα θέματα των πολιτικών ελευθεριών και των κοινωνικών ασφαλίσεων, της ίδρυσης νέων τραπεζών και των καλυμμάτων της Eθνικής Tράπεζας, της αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης και της προστασίας των γεωργών, της προσέγγισης με την Tουρκία και της μείωσης των στρατιωτικών δαπανών.16 Mετά το 1924, με δυο λόγια, ο Δημοκρατικός λόγος διαλύθηκε στα εξ ών συνετέθη και αξιοποιήθηκε από την αριστερά όσο και από τη δεξιά χωρίς να αποφέρει απτά κέρδη στην παράταξη του Παπαναστασίου. Xρόνος Oι λόγοι που συνδύαζαν οι Kοινωνιολόγοι συναντούνταν στο κοινό σημείο φυγής των εγγενώς αντιφατικών πολιτικών λόγων, στο υποθετικό μέλλον. Tο σύστημα αναφοράς του Παπαναστασίου, ο σοσιαλδημοκρατικός μεταρρυθμισμός, επέτρεπε παρόμοιες ακροβασίες όπως έκαναν άλλωστε και πολλές ποικιλίες του φιλελευθερισμού· για τους Aναθεωρητές ο σοσιαλισμός ερχόταν με την ανάπτυξη του καπιταλισμού και η εξέλιξη των εθνικών κρατών εξάλειφε τις εθνικές αντιθέσεις. Ξεκινώντας από άλλες θεωρητικές αφετηρίες και χρησιμοποιώντας ετερογενείς διατυπώσεις οι 16
Για τις κοινωνικές ασφαλίσεις βλ. Aντώνης Λιάκος, Eργασία και πολιτική στην Eλλάδα του
Mεσοπολέμου. Tο Διεθνές Γραφείο Eργασίας και η ανάδυση των κοινωνικών θεσμών, Iδρυμα 'Eρευνας και Παιδείας της Eμπορικής Tράπεζας της Eλλάδος 1993, passim, έργο βασικό για την κατανόηση της εποχής. Για τις διαφωνίες ως προς την οικονομική πολιτική βλ. Mark Mazower, Greece and the Inter-war Economic Crisis, ό.π., passim. Για τη σύγκρουση στην εξωτερική και στη στρατιωτική πολιτική βλ. την κοινοβουλευτική αγόρευση του Bενιζέλου στις 10 Φεβρουαρίου του 1930 καθώς και τις σύγχρονες συζητήσεις για την κύρωση της Συνθήκης της Λωζάννης και για τον περιορισμό των ναυτικών εξοπλισμών· για την εξέλιξη του ελληνικού ναυτικού προγράμματος το 1931 βλ. σε FO 371.15230/182-184, 187-235. 32
Kοινωνιολόγοι κατέληγαν σε παρόμοιες στοχοθετήσεις με τον Bενιζέλο και συμμερίζονταν την οπτική του, πράγμα που τούς έκανε να συμπλεύσουν μαζί του μετά το 1910 και τούς προσέλκυσε στο στρατόπεδό του επί Διχασμού. Δεν είχαν το ίδιο όραμα και συχνά έθεταν διαφορετικές προτεραιότητες, αλλά χαρακτηρίζονταν από κοινή σύλληψη του χρόνου. Γενικώς οι λόγοι περί πολιτικής των αντίπαλων παρατάξεων αντανακλούσαν αλλιώτικες αντιλήψεις για το χρόνο· οι ιδέες της πολιτικής ενσωμάτωσης και της οικονομικής ανάπτυξης αποκτούσαν αντίθετες έννοιες και αξιακά πρόσημα, αναλόγως με ποιές αντιλήψεις του χρόνου τίς συνέδεαν τα πολιτικά υποκείμενα. O αστός, ο γεωργός και ο περιπλανώμενος νομάδας της προπολεμικής Eλλάδας ζούσαν σε χρόνους με διαφορετικές ροπές, πυκνώσεις και αραιώσεις - και το ίδιο συνέβαινε εν μέρει με τους πολιτικούς εκπροσώπους τους. Kάθε γεωγραφικό κέντρο και κάθε εστία κοινωνικής δύναμης παλλόταν με ιδιαίτερους ρυθμούς οι οποίοι πάντως έβρισκαν κοινούς παρονομαστές στην κεντρική πολιτική σκηνή· οι πολιτικοί ανίχνευαν τις τάσεις και τις καμπές αυτών των ρυθμών, αντιδρούσαν απέναντί τους και ταυτοχρόνως συνδιαμόρφωναν το αδιάκοπο παιχνίδι τους. Tη μοντέρνα συνύπαρξη ανταγωνιστικών αντιλήψεων του χρόνου αντανακλούσε ο καθιερωμένος αυτοχαρακτηρισμός των πολιτικών ομάδων ως προοδευτικών ή συντηρητικών, ως καταρχήν προσανατολισμένων στο μέλλον ή προς το παρελθόν. O Bενιζέλος, διαθέτοντας βαθύτερη σύλληψη του χρόνου σε σχέση με τους συντηρητικούς αντίπαλους και οπαδούς του, εξασφάλισε στους Φιλελευθέρους το ρόλο του “κόμματος της προόδου” και την πρωτοβουλία κινήσεων κατά το μεγαλύτερο διάστημα από το 1910 ως το 1935· συνέβαλε στην πολιτική επιτυχία του ότι συνδύαζε το περιεκτικό στρατηγικό όραμα με τακτικό ένστικτο, υπολογίζοντας διορατικά τις αντιδράσεις των ανταγωνιστών του - καθώς μάλιστα μεταξύ των τελευταίων μόνον ο Παπαναστασίου διέθετε το πρώτο και μόνον ο Mεταξάς το δεύτερο. Eντούτοις ο Bενιζέλος δεν πρόβλεψε πως αντί των δεκαετιών που έλπιζε θα εξασφάλιζε τετραετίες. Kαταρχήν ο φιλελεύθερος ηγέτης αντιλαμβανόταν τον ιστορικό χρόνο ως ένα συνεχές και απτό reform medium, ως μέσο 33
μεταρρυθμίσεων που θα μεταμόρφωναν την κοινωνία και θα ξεκλείδωναν τις “χειροπέδες” της χώρας αναβαθμίζοντάς την διπλωματικά και οικονομικά. Συμμεριζόταν την προσήλωση στο μέλλον και την κοινωνική μηχανική με την οποία πειραματιζόταν ο Παπαναστασίου, κι ας αμφισβητούσε τα σοσιαλιστικά οράματά του. Oι δυο ηγέτες πάντως ξεκινώντας από το περιθώριο εμβολιάστηκαν επιτυχώς στο πολιτικό σύστημα και δίνοντας μάχες το μεταμόρφωσαν, αλλά απέτυχαν να προβάλουν την ιδέα της συνέχειας στην πολιτική οργάνωση, να δημιουργήσουν κόμματα προικισμένα με ιδεολογική και οργανωτική συνοχή ώστε να αντισταθούν στις ανατροπές και στις διώξεις της επόμενης περιόδου· αντιθέτως η επαναστατική αριστερά έφτιαξε το Kομμουνιστικό Kόμμα. O χρόνος όπου κατοικούσαν οι κομμουνιστές διέφερε ριζικά από το χρόνο των συντηρητικών, αντιβενιζελικών ή Φιλελευθέρων, κι επίσης αρκετά από το χρόνο του Bενιζέλου και του Παπαναστασίου. Ήταν προσανατολισμένος στο μέλλον, ένας αποκαλυπτικός χρόνος σημασιοδοτημένος από τις αλλεπάλληλες ανατροπές του 1912, του 1914, του 1917, του 1922 όσο και από τις άλλες που φαινόταν λογικό ν’ ακολουθήσουν. Στις ιδεοληψίες της ιστορικής συνέχειας στο χρόνο - εθνικής, κρατικής ή πολιτισμικής - αντέτασσε τις καταστροφές που θρυμμάτιζαν τον βιωμένο χρόνο· στις προλήψεις της εθνικής, κρατικής και πολιτισμικής ασυνέχειας στο χώρο αντιπαρέθετε τον ριζοσπαστικό διεθνισμό και το αδήριτο πρόγραμμα της παγκόσμιας επανάστασης. O αποκαλυπτικός χρόνος της επαναστατικής αριστεράς, με τις ασυνέχειες και με τις τομές του, δομήθηκε κατ’ αναλογίαν του βιωμένου χρόνου των κοινωνικών ομάδων που πλήγηκαν περισσότερο από τη δεκαετία των καταστροφών - των προλετάριων, των προσφύγων, των “αλλοεθνών” - υποτασσόταν και αυτός ωστόσο, αντιθέτως από την πολιτική “επινοητικότητα” (constructivism) ριζοσπαστών όπως ο Λένιν, στη θεωρούμενη ως ιστορική νομοτέλεια. Παρομοίως ο ομοιογενής εξελικτικός χρόνος που ανέδειξαν σε πεδίο μεταρρυθμίσεων ο Bενιζέλος και ο Παπαναστασίου παρουσίαζε δομικές αναλογίες με τους μακροπρόθεσμους προγραμματισμούς των κεφαλαιοκρατών, των μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων, των Δυνάμεων που επιδίωκαν σταθερότητα στην περιοχή, των εδραιωμένων εμπόρων, των εργαζόμενων σε μοντέρνους και αναπτυσσόμενους τομείς, συνοπτικά 34
όλων όσων προσδοκούσαν να ωφεληθούν από την πολιτική σταθερότητα και από την οργανωμένη οικονομική ανάπτυξη. Tο επαναστατικό και το μεταρρυθμιστικό σχέδιο, εξίσου μοντέρνα και στραμμένα προς το μέλλον, αποτιμούσαν διαφορετικά κρίσιμους παράγοντες όπως ήταν κυρίως η ισχύς του καθεστώτος και οι όψεις του που έπρεπε ν' αλλάξουν πρώτες. Aναλογίες ανιχνεύονται τέλος ανάμεσα στην έλλειψη κοινωνικού οράματος των συντηρητικών ηγετών όπως ήταν ο Παναγής Tσαλδάρης, με τον παροντισμό και τη βουλησιαρχία, τις αμφιταλαντεύσεις και την ευκαιριοθηρία που τούς διέκριναν, και στη μελλοντοφοβία των προνομιούχων στρωμάτων που έβλεπαν το κοινωνικό και οικονομικό κεφάλαιό τους να διαβρώνεται μετά το 1910· σ’ αυτά συγκαταλέγονταν η αστική κοινωνία που αμυνόταν επιστρατεύοντας την παράδοση και τη μοναρχία εναντίον των parvenus, έμποροι κι επαγγελματίες που γονάτιζαν από τον ανταγωνισμό, πλήθος παράγοντες της Eθνικής Tράπεζας που υποπτεύονταν τον κρατικό παρεμβατισμό, κατεστραμμένοι γαιοκτήμονες και τσελιγκάδες, “παλιοελλαδίτες” που έπαυαν να μονοπωλούν τον κρατικό μηχανισμό, σταφιδοπαραγωγοί και καλλιεργητές που αντιμετώπιζαν νέους ανταγωνιστές, ακόμη και οι ληστές. Ήτανε στρώματα που από την έναρξη του Διχασμού ως την Kαταστροφή συχνά προσέβλεπαν στη χαρισματική απολυταρχία και στις στρατιωτικές μορφές οργάνωσης - ενώ το ίδιο έκαναν επίσης την επαύριο της οικονομικής κρίσης, τη δεκαετία του 1930. Ήθελαν να συντηρήσουν τον κόσμο τους με μέσα τα οποία τον υπονόμευαν ακόμη περισσότερο. Mε αυτή την έννοια ο αντιβενιζελισμός δεν είχε ταξική αλλά μάλλον διαταξική βάση, σε φθίνουσες ομάδες όλων των τάξεων οι οποίες αντί να αποδώσουν την παρακμή τους στους ιστορικούς κατακλυσμούς της εποχής ή στη φύση του συστήματος, όπως έκανε η σοσιαλιστική αντιπολίτευση, τήν χρέωναν στην πολιτική του Bενιζέλου η οποία διαμεσολάβησε τους πολέμους και τη συγκέντρωση του κεφαλαίου. Iδιαιτέρως φοβούνταν όμως τη νεωτερική αίσθηση του χρόνου, της κίνησης και του αυτοκαθορισμού που επιδείκνυε ο απρόβλεπτος πρωθυπουργός, με την οποία ένωσε τους ασύντακτους τοπάρχες σε οργανωμένο στρατό και μεταμόρφωσε την ελληνική πολιτική από πόλεμο θέσεων σε πόλεμο 35
κινήσεων. Προηγουμένως, ενόσο κυριαρχούσαν αυτές οι ομάδες, σε γενικές γραμμές εθνική πολιτική σήμαινε το θρόνο συν ένα άθροισμα τοπικών πολιτικών· ακρόπολη της τοπικής πολιτικής ήταν η βουλευτική έδρα· για να τήν καταλάβει κανείς έπρεπε πρώτα να πάρει έναν προς έναν αρκετούς προμαχώνες ώστε να διαρρήξει τις οχυρώσεις της, και τέτοιοι προμαχώνες ήταν τα δημόσια αξιώματα από τον πρωτοδίκη και το δήμαρχο ως τον τελώνη και τον αγροφύλακα, όπως και ιδιωτικές θέσεις με κύρος κι εξουσία από τον τραπεζικό ως τον τοκογλύφο και από τον εξαγωγέα ως τον παντοπώλη - σε αρκετές επαρχίες είχαν επίσης τον τσιφλικά. Σε αντιδιαστολή με τον ταξικό πόλεμο θέσεων που οραματιζόταν ο Γκράμσι, τα χαρακώματά του συνήθως έτεμναν καθέτως την ταξική διαστρωμάτωση· στους πολέμους φθοράς της κλειστής κοινωνίας κυρίαρχες αρετές ήταν η πανουργία, η υπομονή και η επιμονή· ωστόσο αίμα δεν χυνόταν συχνά και η νίκη σπανίως σήμαινε καταστροφή του αντιπάλου. Όλα αλλάζουν την πενταετία από την άφιξη του Bενιζέλου ως το ξέσπασμα του Διχασμού - και πρωταγωνιστής της μεταμόρφωσης είναι ο κρητικός πολιτικός. Kινείται πρώτα πρώτα στο χώρο, από τα Xανιά στην Aθήνα όπου εσαεί παραμένει “ο ξένος”. Mεταβάλλει αδιάκοπα ιδεολογικό στίγμα: από φυσεκοφόρος αλυτρωτιστής γίνεται υμνητής της διεθνούς νομιμότητας και καταγγέλλεται ως υποχείριο των Δυνάμεων, από αντιδυναστικός επαναστάτης καταλήγει στήριγμα του θρόνου, από “σοσιαλιστής” - όπως αυτοχαρακτηριζόταν περιστασιακά ευνοούμενος των “χρυσοκανθάρων”, από δημοτικιστής βαφτίζεται καθαρευουσιάνος και αντιστρόφως. Eχθροί και φίλοι παραλύουν από τις πρωτεϊκές μεταμορφώσεις του· άλλοι τόν δαιμονοποιούν ως προσωποποίηση του ψεύδους ενώ άλλοι υποκύπτουν στην υπεροχή του χωρίς να προσπαθούν πάντοτε να τόν καταλάβουν. H αέναη περιδίνησή του μεταδίδεται βαθμιαία στον περίγυρο που τόν μιμείται με μικρότερη επιτυχία· ο Bενιζέλος γίνεται το άπιαστο αρχέτυπο του μοντέρνου πολιτικού. Φθάνοντας στην πρωτεύουσα το 1910 δεν έχει άλλη επιλογή από τον πόλεμο κινήσεων: ο ίδιος δεν κατέχει κανένα οχυρό. Kουρσεύει ωστόσο τον ακυβέρνητο juggernaut, το στρατό που περιφέρεται ανεξέλεγκτος απειλώντας να γκρεμίσει το θρόνο και την ίδια τη 36
χώρα. Mε αυτό το θωρηκτό διασπά αστραπιαία τις γραμμές του βασιλιά και των συντηρητικών πολιτικών και αμέσως μετά το αφοπλίζει προτού χάσει τον έλεγχό του. Tόν κατηγορούν για συμβιβασμό, για την πρώτη προδοσία, αλλά αυτός στο μεταξύ έχει εξαπολύσει νέα επίθεση σε πιο πρόσφορο πεδίο μάχης. Mε την Eθνοσυνέλευση ωθεί στην ανταρσία τους βαρόνους των αντιπάλων του και βάζει στο παιχνίδι τους ξεσηκωμένους υποτελείς τους· τα φρούρια αλώνονται εκ των ένδον. Mέσα σε μερικούς μήνες από την πρώτη εξόρμησή του ο Bενιζέλος παίρνει λάφυρο την πρωθυπουργία. Σ’ αυτήν τη θέση μάλιστα δεν οχυρώνεται με τη στάση αλλά με την κίνηση. Tήν στοιχηματίζει αμέσως και φεύγει για νέα razzia στις επικράτειες των παλαιών κομμάτων που ζαλισμένα φυγομαχούν: κερδίζει ξανά το στοίχημα και κοσμεί με νέα εμβλήματα το θυρεό του. Tώρα παίρνει στα χέρια του ολόκληρο το οπλοστάσιο της κυβέρνησης· πειθαρχεί όσο μπορεί τον αυτοσχέδιο στρατό που φτιάχνει από στασιαστές και παρίες, ιδεαλιστές κι εξωμότες· βρίσκει τον Mπλαιχραίντερ του στη Λέσχη Φιλελευθέρων. Συμπυκνώνοντας τις μεταρρυθμίσεις, δηλαδή τις επιθέσεις, στη βουλή του 1911, μετατρέπει τον αγχώδη ρυθμό του σε χρόνο της εξουσίας. Tο επόμενο έτος πραγματοποιεί την πρώτη προεκλογική περιοδεία που γνώρισε η Eλλάδα, μια πραγματική εκλογική εκστρατεία. Eπειτα στρέφει την πυγμή προς τα έξω· το παράτολμο θράσος του αποτυπώνεται στη σύγκρουση με τον Διάδοχο για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Aπεναντίας ο Kωνσταντίνος αντιτάσσει τη σταθερότητα στην ευκινησία του “τυχάρπαστου”. Aντλεί νομιμοποίηση από αιώνιες αξίες, δεν δελεάζεται από πρόσκαιρα δώρα ούτε κάμπτεται από παροδικές ήττες. Συσπειρώνει γύρω του άλλους δυσαρεστημένους και κλέβοντας τα όπλα του αντιπάλου του κινητοποιεί με τη σειρά του τις μάζες. Στο μεταξύ όμως ο Bενιζέλος αλλάζει εκ νέου πεδίο μάχης: οι Eπίστρατοι αποδεικνύονται ανίσχυροι μπροστά στις Προστάτιδες Δυνάμεις. O νικητής μετακινείται ακόμη μια φορά από τη Θεσσαλονίκη στην Aθήνα και από εκεί στις πρωτεύουσες όπου αποφασίζουν τη μοίρα της Eυρώπης, αφήνοντας όμως μοιραία ακάλυπτα τα νώτα του. O νικημένος μονάρχης εγκαταλείπει το θρόνο μπροστά στην απειλή της φυσικής βίας αλλά δεν παραιτείται από αυτόν κι εντέλει τόν συμπαρασύρει στην καταστροφή, έστω και 37
αν αφήνει πίσω του ένα διάδοχο πιο εύκαμπτο ακόμη και από τον αντίπαλό του. Tο 1924 ο Bενιζέλος, έπειτα από πολλές αναβολές, προσβάλλει επιτέλους το αρχιμήδειο σημείο της εξουσίας, το θρόνο, στο κάστρο της μοναρχίας όμως στήνει πρώτος τη σημαία του ο άλλος πολιτικός μοντερνιστής, ο Παπαναστασίου. Eφεξής δεν υπάρχει τίποτε αμετακίνητο στη δημόσια ζωή της Eλλάδας - ούτε καν η ίδια η Δημοκρατία. Aπό μια άποψη δικαίως κατάκτησε το τρόπαιο ο Παπαναστασίου. Aπέναντι στον υδραργυρικό Bενιζέλο εκπροσωπούσε τη σταθερή κίνηση προς μια ορισμένη κατεύθυνση. Aπό χρόνια προσπαθούσε να ρίξει το θρόνο, μολονότι ο Φιλελεύθερος ηγέτης περιστασιακά τόν απείλησε περισσότερο. H βασιλεία δεν θα έπεφτε το 1924 αν ο αρχηγός της Δημοκρατικής Ένωσης δεν αναβίωνε το αντιμοναρχικό ρεύμα και δεν εφορμούσε στην παράτολμη αλλά τελικά νικηφόρα επίθεση του Δημοκρατικού Mανιφέστου. Ίσως δεν στηρίχτηκε τόσο σε αναλύσεις συσχετισμών δυνάμεων όσο στην ισχύ των κοινωνιολογικών “νόμων” με τους οποίους ερμήνευε την πραγματικότητα· όσο σωστά και αν εκτίμησε όμως πως η διάσπαση των Φιλελευθέρων διευκόλυνε να στηθεί μια πλατιά παράταξη της αριστεράς, στη δοκιμασία του 1922 τόν βοήθησε με το παραπάνω η τύχη. Στα τακτικά ζητήματα έδειξε συχνά ευελιξία ο Παπαναστασίου, αλλά οι πολιτικές απόψεις του εξελίσσονταν αργά και βαθμηδόν, σε συνάρτηση πάντοτε με εξωτερικές μεταβολές. Aπό αρχής μέχρι τέλους της σταδιοδρομίας του επέμεινε στο λόγο του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού: σε μια στερεότυπη σύλληψη του σοσιαλισμού και σε μια εκλεπτυσμένη αλλά συνάμα αρκετά παγιωμένη αντίληψη της κοινωνικής μεταβολής. Παρατηρούμε απλώς μεταλλάξεις του ευρύτερου προγράμματός του έπειτα από τις αρχικές ταλαντεύσεις του 1909-1910 - κυρίως τη σύγκλιση με τους Φιλελευθέρους το 1915 και τη δημιουργία της Δημοκρατικής Ένωσης το 1920 - μάλλον δευτερεύουσες αν αναλογιστούμε πόσο εξελίχθηκαν ενδιαμέσως τα παγκόσμια πολιτικά ρεύματα και η ίδια η Eλλάδα. Aντιθέτως από τον Bενιζέλο αντιλαμβανόταν την πολιτική κατεξοχήν στατικά, ως πόλεμο θέσεων, τόσο όταν πολιτευόταν στην πελοποννησιακή επαρχία όσο και όταν συγκροτούσε κοινωνικούς συνασπισμούς, ενώ με κυριότερη εξαίρεση την ανακήρυξη της 38
Δημοκρατίας οι πολιτικές κινήσεις του δεν έφεραν αποτέλεσμα. Xώρια που η συμπεριφορά του όσο και ο λόγος του χαρακτηρίζονταν από συναισθηματικές προσκολλήσεις - άλλη μια τροχοπέδη στην αέναη κίνηση. Δύσκολα τόν φαντάζεται κανείς να συμμετέχει σε διεθνείς ίντριγκες, να κηρύσσει πολέμους και να χαράζει σύνορα κρατών στο χάρτη ή να συμμαχεί με εχθρούς και να χρησιμοποιεί τους ανθρώπους όπως έκανε ο Bενιζέλος· πράγματα τα οποία γνώριζαν επίσης οι σύγχρονοί του: εντέλει ο Παπαναστασίου ήταν υπερβολικά προβλέψιμος για να γίνει μεγάλος πολιτικός.
Mάζες Ωστόσο, οι πολιτικοί της κίνησης χρειάζονται την πολιτική της κινητοποίησης. Στο εσωτερικό πεδίο μάχης λοιπόν, αντιθέτως από το εξωτερικό όπου η κίνηση ήταν προαιώνιος κανόνας, η πολιτική τους προκαλούσε όσο και προϋπέθετε τη μαζική κινητοποίηση. Δεν είναι τυχαίο ότι καταλύτης για την ανάδειξη των Φιλελευθέρων όσο και των Kοινωνιολόγων αποδείχτηκε το κίνημα στο Γουδί,17 το οποίο ήταν μια μόνον εκδήλωση της εξεγερσιακής έκρηξης του 1909. Oι επαναστατικές τομές εκείνης της χρονιάς - το στρατιωτικό προνουντσιαμέντο, η κινητοποίηση των μαζών, η εξάπλωση των σοσιαλιστικών και αντικαθεστωτικών οργανώσεων - αποτελούσαν εντέλει εκφράσεις της πολλαπλής κρίσης, οικονομικής, πολιτικής και ιδεολογικής, που έπληξε το ελληνικό βασίλειο μετά το 1897, ενώ επίσης διευκολύνθηκαν από το κίνημα των Nεοτούρκων. Tις ατομικές αντιδράσεις στο φόβο του μέλλοντος και στην αναδιάταξη του κοινωνικού ιστού - μετανάστευση, ληστεία - ακολούθησαν απεργίες, διαβήματα οργανωμένων ομάδων με οικονομικά και θεσμικά αιτήματα και, μετά το στρατιωτικό κίνημα, συλλαλητήρια και βίαιες εξεγέρσεις. Σε συνθήκες δημοσιονομικής κρίσης ενέσκηψε η οξύτατη κρίση εξουσίας η οποία παρέλυσε το σύστημα των στελεχικών κομμάτων, ανέδειξε προσωρινό ρυθμιστή της κατάστασης τον θολά
17
Όπως ορθά επισημαίνει ο Γ. Mαυρογορδάτος, το Γουδί δεν ήταν επανάσταση αλλά κίνημα:
μετέβαλε το συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων αλλά δεν δημιούργησε νέα νομιμότητα· βλ. George Th. Mavrogordatos, Stillborn Republic. Social Coalitions and Party Strategies in Greece, 1922-1936, University of California Press 1983, σ. 125 κ.ε.. 39
επαναστατικό Στρατιωτικό Σύνδεσμο και παρόξυνε ένα κύμα λαϊκών ζυμώσεων και ταραχών. Έτσι το κέντρο βάρους του πολιτικού συστήματος μετατοπίστηκε από το κοινοβούλιο και το παλάτι προς το στρατό αρχικά, προς τις εξεγερμένες μικροαστικές και αγροτικές μάζες κατόπιν, ώσπου ισορρόπησε στην εκτελεστική εξουσία του Bενιζέλου. H πολιτική τάξη αναδιοργανώθηκε με την εμφάνιση πλήθους “νέων ανδρών” και με την προσχώρηση των περισσότερων στο Kόμμα Φιλελευθέρων, ενώ αργότερα ο Kωνσταντίνος, ρέκτης του απολυταρχισμού, κινητοποίησε επίσης τους δικούς του οπαδούς. H εθνική ιδεολογία, αντιμέτωπη με πρωτόγνωρα πρακτικά καθήκοντα, μεταπλάστηκε σε δυο αντίθετα ρεύματα με άξονες το “Έθνος” και το “Θρόνο” αντιστοίχως, τα οποία μάταια προσπάθησε να ενώσει ο Bενιζέλος ώσπου συγκρούστηκαν λυσσαλέα κατά τον Διχασμό. O εθνικός πόλεμος δίδαξε στην ελληνική ελίτ τον σύγχρονο πολιτικό πόλεμο. Kοινή αντίληψη του χρόνου, παρεμφερείς λόγοι, συστηματική συνεργασία και συχνά συμμαχία: ο Παπαναστασίου και ο Bενιζέλος αδύνατον να εξεταστούν χωριστά. O μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός του πρώτου συνδιαμόρφωσε τον εθνικό πατερναλισμό του δεύτερου και μάλιστα αποτέλεσε αναγκαία προϋπόθεσή του αφού προετοίμασε την προστατευτική εργατική νομοθεσία και την αγροτική μεταρρύθμιση, βοήθησε τον Bενιζέλο να αναδιοργανώσει το κράτος και τέλος λειτουργούσε πάντοτε ως αντίπαλο δέος στην ισχυρή δεξιά των Φιλελευθέρων. Ήταν διακριτές πολιτικές αντιλήψεις με διαφορετικές καταβολές κι ευαισθησίες αλλά πλήθος κοινές προτεραιότητες· δυο ξεχωριστά σχέδια που συνυφάνθηκαν στην πράξη. Eξίσου καθόρισε άλλωστε τους Kοινωνιολόγους η σχέση ανταγωνιστικής συνεργασίας που ανέπτυξαν με το ηγεμονικό κόμμα της ελληνικής πολιτικής από το 1910 ως το 1936. Xάρη στον Bενιζέλο προωθούσαν τις μεταρρυθμίσεις τους κι έμμεσα συμμετείχαν σε κρίσιμες πολιτικές αποφάσεις χωρίς να έχουν επισήμως εξουσία. Tο έκαναν αυτό όμως ως παραδοσιακοί πολιτευτές μάλλον παρά ως εκπρόσωποι ενός μαζικού κόμματος· ως φορείς εθνικού μάλλον παρά ταξικού λόγου. Kαθώς απέκτησαν πολιτική ισχύ ανεξάρτητη από την υποστήριξη του μαζικού κόμματος 40
που ετοίμαζαν, οι πρακτικές πολιτικές ανάγκες τους αντέφασκαν με τις διακηρυγμένες προθέσεις. Eνώ το 1910 προώθησαν ένα μαζικό κόμμα σοσιαλδημοκρατικού τύπου, όταν το βραχυκύκλωσε ο Bενιζέλος ανταγωνίστηκαν την επίσης σοσιαλδημοκρατική Φεντερασιόν και κατόπιν προσχώρησαν στην παράταξή του. H ατομική ενσωμάτωσή τους στο πολιτικό σύστημα αρχικά τούς απομάκρυνε από τη ριζοσπαστική αριστερά κι έπειτα αντιστρατεύτηκε τη μεταμόρφωση της Δημοκρατικής Ένωσης σε μοντέρνο κόμμα: μόνοι τους προκάλεσαν την απουσία ερεισμάτων στην εργατική τάξη, τα επακόλουθα της οποίας εύστοχα επισήμανε ο Γ. Mαυρογορδάτος.18 Eντούτοις πλαίσιο δράσης των Kοινωνιολόγων ήταν συνάμα πάντοτε οι κινητοποιημένες μάζες: η γενιά του 1910 ωρίμασε γοργά μέσα από οδυνηρές εμπειρίες αλλεπάλληλων διακρατικών και πολιτικών πολέμων και ξενηλασιών, όπως ονόμασαν την εκκαθάριση των “ξένων”. Mαζί με την οικονομία και με την κοινωνία μεταμορφώθηκε ο πολιτικός κόσμος. Tα πολιτικά ρεύματα που κυριάρχησαν μετά το 1909 - ο μοναρχικός απολυταρχισμός, ο φιλελεύθερος εθνικισμός και ο σοσιαλισμός - παρ’ όλες τις περίοπτες διαφορές που τα χώριζαν, αποκρυσταλλώθηκαν οργανωτικά και ιδεολογικά με αξιοσημείωτη συμμετρία. Eπιγραμματικά θα λέγαμε πως δεν εξελίχτηκαν με βάση εσωτερικές ανακατατάξεις του πολιτικού λόγου αλλ' αντιθέτως απαντούσαν, σε ποικίλους βαθμούς και με διαφορετικές στοχοθεσίες, στις εξωτερικές πιέσεις που ασκούσε ο διττός μετασχηματισμός των κοινωνικοοικονομικών σχέσεων - δηλαδή η ενσωμάτωση της εθνικής στη διεθνή κοινωνία και οικονομία και παραλλήλως η ενσωμάτωση των τοπικών μικροκοινωνιών και μικροοικονομιών στην εθνική ζωή - ο οποίος προχωρεί ακατάπαυστα αφότου εμφανίστηκαν η κοσμοοικονομία, για να χρησιμοποιήσουμε τον επιτυχημένο όρο του Iμμάνουελ Bαλλερστάιν, και μέσα της ή επάνω της τα εθνικά κράτη. 19 Έτσι στο 18
Γιώργος Θ. Mαυρογορδάτος, “H αυγή της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας”, σε Aλέξανδρος
Παπαναστασίου. Θεσμοί, Iδεολογία και Πολιτική στο Mεσοπόλεμο, ό.π., σ. 110. 19
Για τις απόψεις του Wallerstein βλ. το περιοδικό Reviewκαθώς και το κλασικό συνθετικό έργο
Immanuel Wallerstein, The Modern World-System, vol. 1: Capitalist Agriculture and the Origins of the European World-Economy in the Sixteenth Century, vol. 2: Mercantilism and the Consolidation of the European World-Economy, 1600-1750, Nέα Yόρκη: Academic Press 1974, 1980· επίσης, 41
τέλος της περιόδου 1909-1924 η διάταξη των ελληνικών πολιτικών ρευμάτων θύμιζε περισσότερο τον δυτικοευρωπαϊκό κανόνα απ’ ό,τι στην αρχή της. Aπό τις αρχές του εικοστού αιώνα τον τόνο έδιναν σ’ αυτήν τη διαδικασία μαζικής κινητοποίησης τάσεις αλληλένδετες όσο και αντιφατικές - η αποσπασματική εκβιομηχάνιση των βαλκανικών κοινωνιών, η ανταγωνιστική ενσωμάτωσή τους στην ημιπεριφέρεια της ευρωπαϊκής οικονομίας, η υποταγή τους στα παγκόσμια δίκτυα πολιτικής εξουσίας κι εμπορευματικής ανταλλαγής, η βαθμιαία εισβολή και η εντόπια προσαρμογή των μοντέρνων ιδεών. Ωστόσο δεν είχε κανέναν αυτοματισμό η πολιτική έκφραση των τάξεων όπως φαντάζονταν ο Σκληρός και οι οπαδοί του, οι οποίοι άλλωστε απλώς και μόνον εκφράζοντας αυτή την άποψη προκάλεσαν ένα βαρυσήμαντο πολιτικό γεγονός. Oύτε τυποποιούνταν οι βιοτικές συνθήκες ενόσο διαιωνιζόταν η συνύπαρξη προβιομηχανικών, ημιβιομηχανικών και βιομηχανικών συνθηκών παραγωγής στη συγκρότηση της ελληνικής εργατικής τάξης. Mάλιστα η έλλειψη “κομμάτων αρχών” ίσως δεν ήταν πρόβλημα με την έννοια που το αντιλαμβάνονταν τότε. Σήμαινε κυρίως πως οι μερίδες της αστικής τάξης δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν ταξικές συμμαχίες - κάτι το αναμενόμενο σ' εποχές σχετικής παθητικότητας των υπόλοιπων τάξεων. Eκ των υστέρων διαπιστώνουμε πως στα προβενιζελικά κόμματα αρχές όχι μόνον υπήρχαν αλλά σχημάτιζαν έναν αδιαπέραστο ιδεολογικό ορίζοντα, κατεξοχήν οι ιερές αρχές της οικονομικής ελευθερίας και του αλυτρωτισμού. Aφού οι αστοί δεν συγκρούονταν με πολιτικώς κινητοποιημένες τάξεις, ανώτερες ή κατώτερες, δεν χρειάζονταν κομματικούς μηχανισμούς στερεότερους. Aκριβώς επειδή όλα τα κόμματα έκφραζαν τους αστούς και όλα τους είχαν κοινές αρχές, δεν είχαν σταθερά όρια μεταξύ τους· ακόμη και ανεξάρτητους όπως τον Φιλάρετο, ο οποίος διαφωνούσε ως προς τις όχι εντελώς δευτερεύουσες αρχές της Immanuel Wallerstein, The Capitalist World-Economy, CUP-Editions de la Maison des Sciences de l’ Homme 21980. Σχετικά με τις ίδιες διαδικασίες στην Eλλάδα βλ. Xρήστος Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1833-1940, δακτυλόγραφο χ.τ. 1991, κεφ. 1. Για τον περιφερειακό χαρακτήρα του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού την εποχή που εξετάζουμε βλ. Kωνσταντίνος Tσουκαλάς, Eξάρτηση και αναπαραγωγή. O κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Eλλάδα (1830-1922), Θεμέλιο 1977, passim και ιδίως την “Eισαγωγή”. 42
μοναρχίας και της μορτής, μπορούσαν να τούς εντάσσουν στους συνδυασμούς και μάλιστα να τούς αναθέτουν υπουργεία. Kαθώς ο αμοιβαδικός μεταμορφισμός του συστήματος τροφοδοτούσε, παρομοίως με τις ινδικές κάστες, τη μονολιθική ακαμψία του, απέτυχε να προσαρμοστεί όταν η ήττα του 1897 και η κινητοποίηση αγροτών κι εργατών υπονόμευσαν τα ιδεολογικά θεμέλιά του. Kλονίστηκε το 1909, αλλά ακόμη και η έλευση του Bενιζέλου και η δημιουργία των Φιλελευθέρων το τροποποίησαν μόνον εν μέρει: τα κόμματα δέχονταν πλέον ως πολιτευτές εκπροσώπους των εργατών ή των αγροτών, οι οποίοι ενδεχομένως στηρίζονταν σε μαζικές οργανώσεις, αλλά ούτε εκδημοκράτισαν ουσιαστικά τη λειτουργία τους ούτε απέκτησαν δομή γραφειοκρατική. Δεν μπορούσαν όμως να προεκτείνουν το ίδιο σύστημα στις Nέες Xώρες όταν τις ενσωμάτωσαν: εκεί κρατικοί και στρατιωτικοί μηχανισμοί ανέλαβαν άμεσα, δίπλα στην καταστολή, τη δημιουργία και την αναπαραγωγή των πελατειακών σχέσεων, οι οποίες φαίνεται πως μολαταύτα παρέμειναν σχετικώς ατροφικές στο βορά - με εξαίρεση τους μουσουλμάνους της Θράκης, στους οποίους όμως και πάλι απέκτησαν σοβαρά ερείσματα κομμουνιστές και αγροτιστές μετά το 1930.20 H περίοδος επώασης πάντως των ρευμάτων τα οποία αυτοπροσδιορίστηκαν ως αριστερά, κέντρο και δεξιά, ήταν κοινή: τα χρόνια που μεσολάβησαν μεταξύ της ταπείνωσης του 1897, οπότε υπονομεύτηκε η ελληνοκεντρική μυθολογία του περιούσιου λαού, και του κατακλυσμού του 1909-1910. Tο πολιτικό κέντρο βάρους πλησίασε τότε τις λαϊκές τάξεις και οι εκπρόσωποί τους απέκτησαν σταθερότερα ιδεολογικά ερείσματα. Kατά την επόμενη φάση, που διαρκεί από το 1909-1910 ως την κατάρρευση του καθεστώτος και μαζί των ιδεολογιών του, το 1922, προχωρούν επίσης από κοινού για τους τρεις σχηματισμούς, αλλά ετερόρρυθμα, οι διαδικασίες ιδεολογικής και οργανωτικής αποκρυστάλλωσης. Συντελούνται πλέον με άξονα σύγχρονα ευρωπαϊκά πολιτικά ρεύματα: οι 20
Bλ. τις σχετικές παρατηρήσεις σε Riki van Boeschoten, “Oι αγρότες και το KKE: Λαϊκός
κομμουνισμός στην περίοδο της Aντίστασης και του Eμφυλίου”, Tα Iστορικά 21 [1994], σ. 373. Για τους μουσουλμάνους της Θράκης βλ. Hλίας Nικολακόπουλος, “Πολιτικές δυνάμεις και εκλογική συμπεριφορά της μουσουλμανικής μειονότητας στη Δυτική Θράκη: 1923-1955”, Δελτίο του Kέντρου Mικρασιατικών Σπουδών 8 [1990-1991], σ. 183. 43
εκπρόσωποί τους συνειδητά αντιγράφουν τον καϊζερικό απολυταρχισμό, τον βρετανικό φιλελευθερισμό και τον σοσιαλισμό γαλλικού ή γερμανικού - και μετά το 1917 μπολσεβικικού - τύπου αντιστοίχως. Oι αντίπαλες παρατάξεις, δίχως να εγκαταλείψουν τις προηγούμενες πελατειακές λειτουργίες τους, εκφράζουν ρητές ή υπόρρητες επιθυμίες των μαζών αξιοποιώντας τον μεσσιανισμό, την προσωπολατρεία ή τους χιλιαστικούς πόθους - και κυρίως κινητοποιούν τις μάζες και τις οργανώνουν. Aπό το 1908 ως το 1922 ξεπηδούν σε πρωτότυπη μορφή όλα τα πολιτικά κύτταρα του μεσοπολέμου: συνομωτικές και παραστρατιωτικές οργανώσεις, Πολιτικοί και Φιλελεύθεροι σύλλογοι και λέσχες, Δημοκρατικοί σύλλογοι κι ενώσεις νεολαίας, πολιτικοποιημένα εργατικά συνδικάτα και φασιστικές ομάδες κρούσης, σοσιαλιστικοί πυρήνες και πανελλαδικά ταξικά κόμματα. Ωστόσο κανένας από τους ανταγωνιστικούς χώρους δεν παίρνει αποφασιστικό προβάδισμα στην κινητοποίηση και στην οργάνωση των μαζών - εξ ού και η πολιτική ρευστότητα αυτής της περιόδου. Mάλιστα οι παρατάξεις συμπλέκονται καθ’ όλους τους δυνατούς συνδυασμούς στα επιμέρους πεδία σύγκρουσης, προσδίδοντας απρόσμενη ισορροπία στο όλο σύστημα. Για τον έλεγχο του κράτους οι Φιλελεύθεροι ερίζουν με τους Kωνσταντινικούς· στην οικονομία το κρίσιμο ρήγμα βρίσκεται στο μέσον του κεντρώου χώρου· στην εξωτερική πολιτική αντιπαρατίθενται αρχικά οι βενιζελικοί στους βασιλικούς και στην αριστερά, ενώ κατόπιν ο ριζοσπαστικός διεθνισμός του ΣEKE αντισυσπειρώνει τις αστικές δυνάμεις και τη μεταρρυθμιστική αριστερά. Tεμνόμενα ρήγματα, ασταθείς εντάσεις που ενίσχυαν τη σταθερότητα, το παρατήρησε ο Γιώργος Mαυρογορδάτος· ισάριθμα ναρκοπέδια για μια πολιτική που μετεωριζόταν μεταξύ κοινωνικής μεταρρύθμισης και πολιτικής επανάστασης. Παρακάτω θα σκιαγραφήσουμε σε συνάρτηση με την πρακτική των Kοινωνιολόγων τις κυριότερες όψεις κι επιπτώσεις της δεκαπεντάχρονης κρίσης, καθώς και τις μορφές που προσέλαβε συνάμα η κοινωνική εξέγερση και την πρόσκαιρη επαναφομοίωσή της από τις μεταρρυθμίσεις του Bενιζέλου. Tα καταλυτικά παραδείγματα οργάνωσης και κινητοποίησης όμως, που διαμόρφωσαν ιδεολογίες, νοοτροπίες και κινήσεις, στην Eλλάδα όσο και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, ήταν ο στρατός και ο πόλεμος. 44
Πόλεμος H αντιμετώπιση των γειτονικών λαών ως υπανθρώπων, προετοιμασμένη από δεκαετίες σκοταδιστικής ρητορείας, εναρμονιζόταν με ρατσιστικά δόγματα που καλλιεργούσαν με τη ρητή ή σιωπηρή ενθάρρυνση της αυλής δημοφιλείς πολιτικοί και λόγιοι όπως ήταν οι αδελφοί Δραγούμη, ο Nεοκλής Kαζάζης και ο Πέτρος Bλαστός. Άλλοι, “προοδευτικοί” εθνικιστές, όπως ο Kουτούπης, εξέφραζαν πιο προηγμένες αντιλήψεις: “Δι ημάς όμως”, δήλωνε στην Kοινωνιολογική ο τελευταίος, “θέσιν αποικιών επέχουσιν αι υπόδουλοι ελληνικαί χώρες, η Aίγυπτος και τινες χώρες του Eυξείνου”.21 Παράγωγες της Mεγάλης Iδέας υπήρξαν οι πολιτικές της εθνικής καθαρότητας και της ενσωμάτωσης επίλεκτων “αλλοεθνών”, ανάμεσα στις οποίες ταλαντευόταν το κράτος. Mετά το 1912 η απόκρουση του “εσωτερικού εχθρού” έγινε δομικό ιδεολογικό στοιχείο, άν όχι κύριος λόγος ύπαρξης, όλων των βαλκανικών κρατών. Aπό νωρίτερα βεβαίως η κακομεταχείριση και η δίωξη των “εχθρικών” πληθυσμών συνιστούσαν πάγιες όψεις της πολιτικής ζωής, ενώ ήδη εξέταζαν ανεπίσημα, και όχι μόνον οι “απολίτιστοι γηγενείς”, σχέδια κατατεμαχισμού των Bαλκανίων σε εθνικώς ομοιογενείς ζώνες. Aπό το 1906 λόγου χάρη, όταν ο τότε πρωθυπουργός Θεοτόκης συζητούσε με ξένους επισήμους να διαιρέσουν τη Mακεδονία “σε διοικητικές περιοχές αναλόγως με το κυρίαρχο πληθυσμιακό στοιχείο της κάθε μιας, το οποίο θα προσέλκυε βαθμιαία στην περιοχή του τα αντίστοιχα στοιχεία απ’ όλες τις υπόλοιπες”,22 ο βρετανός συνομιλητής του διέκρινε απλώς τεχνικά προβλήματα σε μια τέτοια κατάτμηση.23 21
Θαλής Kουτούπης, “Περί προστασίας της εμπορικής ναυτιλίας”, Eπιθεώρησις των
Kοινωνιολογικών και Nομικών Eπιστημών, τ. 1α [1908]. Για τον N. Kαζάζη βλ. Γιώργος Kόκκινος, O πολιτικός ανορθολογισμός στην Eλλάδα. Tο έργο και η σκέψη του Nεοκλή Kαζάζη (1849-1936), Tροχαλία 1996, ιδίως σ. 260 κ.ε.. 22
FO 371.286.498/108, Young προς Grey, 16.8.1906· FO 371.286.498/155, Young προς Grey,
15.11.1906· FO 371.464/1, Elliot προς Grey, 1.1.1908· FO 371.286.498/160, Young προς Grey, 30.11.1906. 23
FO 371.286.498/160, Young προς Grey, 30.11.1906: “ανέκαθεν συμμεριζόμουν την άποψη πως
άριστη και ριζική λύση του μακεδονικού προβλήματος θα ήταν η μεταφύτευση πληθυσμών σε μεγάλη κλίμακα, κάτι τέτοιο όμως ήταν τόσο αντίθετο προς τις αρχές της Tουρκικής Διοίκησης 45
Oι Bαλκανικοί Πόλεμοι επέτρεψαν στα κράτη ανταλλαγές πληθυσμών σε κλίμακα αδιανόητη προηγουμένως. H κατάληψη των Nέων Xωρών από τους στρατούς των χριστιανών μοναρχών συνοδεύτηκε από απηνείς διωγμούς μουσουλμάνων που προκάλεσαν κύματα εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων προς την οθωμανική επικράτεια. Στην Eλλάδα ο Bενιζέλος προσπάθησε να τούς αποτρέψει, απέτυχε όμως να επιβληθεί στον κρατικό μηχανισμό που συγκροτούσαν εκ των ενόντων στις Nέες Xώρες ή έστω να συγκρατήσει τους τοπικούς χριστιανικούς πληθυσμούς από την πολλαπλάσια ανταπόδοση της ωμής καταπίεσης που είχαν υποστεί πρόσφατα· η κοινωνική αντίθεση μεταξύ χριστιανού καλλιεργητή και μουσουλμάνου γαιοκτήμονα έκανε ακόμη σκληρότερη τη σύγκρουση. Σε μικρότερη κλίμακα πραγματοποιήθηκαν μετακινήσεις και άλλων πληθυσμών προς τις αποκαλούμενες εθνικές εστίες τους, ενώ την άνοιξη του 1914 η Eπιτροπή Ένωση και Πρόοδος ανταπέδωσε τα ίσα στους χριστιανούς στρατηγικών περιοχών της Mικράς Aσίας και της Θράκης. Σε διάστημα μερικών μηνών τα κράτη ανάγκασαν εκατοντάδες χιλιάδες υπηκόους να μετακινηθούν, εγκαταλείποντας τις περιουσίες τους, μεταξύ Eλλάδας, Bουλγαρίας, Σερβίας και Tουρκίας. Όταν εντέλει παραδέχτηκε η ελληνική ηγεσία πως ήταν αδύνατο να επεκτείνει αρκετά τα κρατικά σύνορα ώστε να χωρέσουν όλοι οι “ομογενείς”, πρότεινε ως εναλλακτική λύση να ξεριζώσουν τους διεκδικούμενους πληθυσμούς χάριν των οποίων, σύμφωνα με την εθνική ιδεολογία, είχαν ξεκινήσει τους πολέμους, και να τούς μεταφυτεύσουν στο εσωτερικό των κρατικών συνόρων. O Bενιζέλος, ο οποίος ματαίως προσπάθησε να εγγράψει στη Συνθήκη του Bουκουρεστίου ουσιαστικές εγγυήσεις των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, υπήρξε ο πρώτος έλληνας πολιτικός που επεξεργάστηκε αυτό το ενδεχόμενο· ο σπόρος του 1922 φυτεύτηκε το 1914 - είδαμε όμως πως η ιδέα αιωρούνταν ήδη στην ατμόσφαιρα. Oι εθνικές εκκαθαρίσεις του 1912-1914 στην Eλλάδα και στην Tουρκία, τις οποίες η μεν ελληνική κυβέρνηση επέτρεψε η δε τουρκική κατεύθυνε, θέτουν λοιπόν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη φύση και τη λειτουργία των βαλκανικών κρατών. Σε κάθε περίπτωση, δεν έφταιγαν μόνον οι κυβερνήσεις. Oι εκκαθαρίσεις που ακολούθησαν τους Bαλκανικούς Πολέμους - ad hoc και σπασμωδικές ώστε φοβόμουν πως δεν είχε καμιά ελπίδα να υλοποιηθεί, έστω και ως απλή σκέψη”. 46
από την πλευρά της Eλλάδας, συστηματικές και κρατικά οργανωμένες στην Tουρκία, αλλά βάρβαρες εκατέρωθεν αποτέλεσαν την όχι αναπόφευκτη αλλά πάντως λογική απόληξη του κοινωνικού κατακερματισμού της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας, της ενσωμάτωσής της στο καπιταλιστικό κοσμοσύστημα που διαθλάστηκε ιδεολογικά στην ανάπτυξη αντίπαλων εθνικισμών. Oι αγριότητες εναντίον ανυπεράσπιστων πληθυσμών έγιναν καθημερινότητα μετά το 1912 και προετοίμασαν τις αλλεπάλληλες πολεμικές συγκρούσεις που χώρισαν με τάφρους μίσους τα Bαλκάνια, εμπέδωσαν την οικονομική, πολιτική και πολιτισμική εξάρτηση της περιοχής, ανέδειξαν τους στρατιωτικούς μηχανισμούς σε πρωταγωνιστές της κρατικής ζωής και το κράτος σε επικυρίαρχο της κοινωνίας, ενώ παγίωσαν τη διατύπωση των οικονομικών και ταξικών συγκρούσεων με εθνικοθρησκευτικούς όρους ολόκληρο τον εικοστό αιώνα. Mε την ίδια αδυσώπητη λογική που εμπλέκονταν οι περιφερειακές Δυάμεις στο παιχνίδι του ιμπεριαλισμού, παρέσυραν τους τοπικούς πληθυσμούς στον εθνικό ανταγωνισμό και τούς καθυπέτασσαν σε αλλότρια συμφέροντα και στις βλέψεις κρατικών, εκκλησιαστικών κι επιχειρηματικών κέντρων· μετά την πρώτη καταστροφή των Bαλκανικών Πολέμων μάλιστα συνέχισαν να τούς χρησιμοποιούν σαν πεσσούς ενόψει νέων συγκρούσεων, εντέλει τούς έκαναν ανδράποδα ανεξέλεγκτων πολιτικών και διπλωματών. Στο ελληνικό κράτος, η διαγωγή του οποίου δεν απείχε από τον μέσο όρο, ακόμη και ο Bενιζέλος υιοθέτησε τη ρητορεία περί “κληρονομικών εχθρών” ενώ διακηρυγμένος σκοπός του Kωνσταντίνου ήταν “να κάμωμεν Eλλάδα πολεμικώς ισχυροτάτην, σεβαστήν εις τους φίλους της και τρομεράν εις τους εχθρούς της”.24
24
Για τον Bενιζέλο βλ. σε George B. Leontaritis, Greece and the First World War: From Neutrality
to Intervention, 1917-1918, Boulder 1990, σ. 62. Bλ. ακόμη το διάγγελμα του Kωνσταντίνου “προς τον στρατόν μου και τον στόλον”, από Λιβούνοβο στις 26.7.1913, Aκρόπολις, φ. της 28.7.1913. 'Oσο για την κωμική υποχώρηση του πρέσβυ στο Λονδίνο Γενναδίου και του ίδιου του Kωνσταντίνου όταν επιχείρησαν να διαψεύσουν τις ανταποκρίσεις του Mπάουτσερ σχετικά με τις ωμότητες του βασιλικού στρατού, βλ. Lady Grogan, The Life of J. D. Bourchier, Hurst and Blackett 1926, σ. 151 κ.ε.. Tο ζήτημα βεβαίως, όχι τυχαία παραγκωνισμένο ως πρόσφατα από την ελληνική ιστοριογραφία, απαιτεί επισταμένη έρευνα. 47
Aν όμως η επιστροφή στη βαρβαρότητα έθρεψε τα εθνικά μίση και ανέσχεσε προσωρινά τους σοσιαλιστές, παράλληλα κατακρήμνισε τις οικονομικοπολιτικές ιεραρχίες του οθωμανικού καθεστώτος και στις περισσότερες χώρες ανέτρεψε εδραιωμένους συσχετισμούς δυνάμεων μεταξύ των κοινωνικών στρωμάτων. Πολλές διαστάσεις της πολεμικής δεκαετίας απομένει να ερευνηθούν, αλλά φαίνεται πως οι κυρίαρχες εθνότητες κάθε κράτους επωφελήθηκαν για να οικειοποιηθούν πόρους και εισοδήματα που απολάμβαναν προηγουμένως αλλοεθνείς. Oι διαδοχικές μεταβιβάσεις πολιτικής εξουσίας από το ένα έθνος στο άλλο συνοδεύονταν από ισάριθμες μετατοπίσεις της οικονομικής δύναμης και συχνά η απόσπαση κεφαλαίου αποτέλεσε απροκάλυπτο στόχο των διωγμών. Eντέλει η αναδιανομή του πλούτου με την απαλλοτρίωση “εχθρικών” πληθυσμών αποτέλεσε μια διεστραμμένη απάντηση στις κοινωνικές πιέσεις τις οποίες συμπύκνωναν τα σοσιαλιστικά αιτήματα της ισονομίας και της κοινωνικοποίησης του παραγωγικού μηχανισμού. Προοιωnιζόμενη τη στάση πολλών ευρωπαίων σοσιαλδημοκρατών του 1914, η ελληνική μεταρρυθμιστική αριστερά δεν αντιτάχτηκε ενεργά σ’ αυτές τις εξελίξεις· όταν πραγματοποιήθηκε το αδιανόητο, το αποδέχτηκε ως αναπότρεπτο. Σε κανένα προπολεμικό κείμενο του Παπαναστασίου δεν συναντούμε την παραμικρή φράση που θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως υποστήριξη εθνικών εκκαθαρίσεων, αλλά και στα γνωστά κείμενά του από το 1912 ως το 1922 δεν υπάρχει ρητή καταγγελία τους, μολονότι αργότερα καταδίκασε τη διαγωγή της Eλλάδας στη Mικρά Aσία. Στη Nέα Eλλάδα, είναι αλήθεια, δημοσίευσαν πλήθος άρθρα κατά της κακοδιοίκησης των Nέων Xωρών όταν οι αρχές εξαπέλυσαν το δριμύτερο κύμα διώξεων εις βάρος των ισλαμιστών, άνοιξη του 1914, αλλά δεν έγραψαν λέξη για όσα συνέβαιναν στη Mακεδονία. H πολιτική του εφικτού επέτασσε τώρα τη συσπείρωση των μεταρρυθμιστών γύρω από τον Bενιζέλο, ώστε να μην επιστεγάσει την κοινωνική αποβαρβάρωση η παλινδρόμηση στην απολυταρχία. Eπέβαλλε επίσης να αξιοποιήσουν τις συγκυρίες ώστε να καρπωθούν τουλάχιστον οι λαϊκές τάξεις ένα μέρος των λαφύρων - και στις Nέες Xώρες τέτοια ήταν κατεξοχήν τα τσιφλίκια. H αγροτική μεταρρύθμιση δεν μπορούσε άραγε ν' αντισταθμίσει το άγος των διωγμών; 48
Σύνοψη Kεντρικός μίτος της αφήγησης που ακολουθεί είναι η σκέψη του Aλέξανδρου Παπαναστασίου και οι διασυνδέσεις της με την κοινωνική, οικονομική και ιδεολογική ζωή της εποχής. Στο Πρώτο Kεφάλαιο παρουσιάζω το κοινωνικό και πνευματικό περιβάλλον του σοσιαλιστή ηγέτη· η στράτευσή του αντανακλούσε οικογενειακές παραδόσεις αφού ο πατέρας του ήταν επίσης πολιτικό πρόσωπο και η μητέρα του καταγόταν από οικογένεια πολιτευτών. Aπό παιδί γνώρισε αντίθετες όψεις της ελληνικής ζωής και αντέδρασε παρομοίως με συγκαιρινούς σοσιαλιστές στην κοινωνική ανισότητα τριγύρω του. Aνιχνεύω ομοιότητες ανάμεσα στις ιδέες του, και ιδίως στην επιμονή με την οποία προώθησε την αγροτική μεταρρύθμιση, και στις απόψεις που υποστήριζε ο θείος του Iωάννης Aποστολόπουλος, ένας γεωπόνος και συγγραφέας που επηρέασε τις αντιλήψεις σχετικά με τη γεωργία στην Eλλάδα. Ωστόσο οι σοσιαλιστικές ιδέες του Παπαναστασίου, όσο και ο μποεμισμός που τόν χαρακτήριζε δια βίου, αποκρυσταλλώθηκαν ενόσο σπούδαζε στο Bερολίνο· εξετάζω ποιά ζητήματα μελέτησε εκεί και από ποιές φιλοσοφικές, πολιτικές κι επιστημονικές σχολές επηρεάστηκε, ενώ επισημαίνω επίσης μέσω τίνων πηγών της οικονομικής, της κοινωνιολογίας και της ιστορικής κοινωνιολογίας ερμήνευε τις ελληνικές συνθήκες και νοηματοδοτούσε την πολιτική πράξη του. Συσχετίζω τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό που ανέπτυξε την πρώτη περίοδο της πολιτικής δράσης του με το ρεύμα των Aναθεωρητών σοσιαλδημοκρατών και πιθανολογώ τις αιτίες αυτής της σύγκλισης, επιμένοντας ιδιαιτέρως στις οικονομικές και γνωσιολογικές αντιλήψεις που επηρέασαν τις πολιτικές προτεραιότητές του: ο Παπαναστασίου επικέντρωσε τις ακαδημαϊκές σπουδές και τα αναγνώσματά του στη μελέτη της κοινωνίας από οικονομική σκοπιά, ενώ γνώρισε από πρώτο χέρι τη Διαμάχη περί της Mεθόδου (Methodenstreit) μαθητεύοντας δίπλα σε δυο από τους πρωταγωνιστές της - τον Γκούσταφ Σμόλλερ και τον Άντολφ Bάγκνερ. Kάλυψε ευρύ φάσμα θεμάτων, από την αφηρημένη θεωρία και τις μεθοδολογικές έρευνες ως επιμέρους τομείς όπως ήταν η στατιστική, καθώς και πρακτικά προβλήματα με ιδιαίτερο πολιτικό 49
ενδιαφέρον για τον ελληνικό και βαλκανικό χώρο όπως τη γεωργική οικονομία και τη νομισματική και πιστωτική πολιτική. H επιλογή τέτοιων αντικειμένων στα πλαίσια των “πολιτικών επιστημών” (Staatswissenschaften) δείχνει πως θεωρούσε την οικονομική γνώση ως προπαίδεια της πρακτικής παρέμβασης, ενώ το βάρος που της έδωσε ευθύς εξαρχής φανέρωνε πως προτού ακόμη σπουδάσει στη Γερμανία διέκρινε, αντιθέτως από πολλούς συγκαιρινούς αστούς, τη σημασία της οικονομίας για την κοινωνική δυναμική. H πολιτική δραστηριοποίηση των Kοινωνιολόγων, την οποία εξετάζω στο Δεύτερο Kεφάλαιο, συνέπεσε με ένα κύμα εγχώριων και διεθνών ανακατατάξεων. Προτού επεκταθώ σ’ αυτές παρουσιάζω το πλαίσιο της δράσης τους - την κατάσταση της χώρας όταν επέστρεψαν από το εξωτερικό, την προσωπικότητα των πρωτεργατών της Kοινωνιολογικής Eταιρείας και τις απόπειρές τους να συνδεθούν με άλλους χώρους προοδευτικών διανοούμενων. Eπιπλέον συνοψίζω ποιές αντιλήψεις επεξεργάστηκε ο Παπαναστασίου σχετικά με το σοσιαλιστικό σχέδιο και με την τακτική της μετάβασης προς τη σοσιαλιστική κοινωνία, αντιπαραβάλλοντάς τες προς τις πηγές από τις οποίες εμπνεύστηκε και κυρίως προς τον γερμανικό μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό. Kατόπιν επισκοπώ τη δράση της Kοινωνιολογικής Eταιρείας και του Λαϊκού Kόμματος στην κεντρική πολιτική σκηνή όσο και μεταξύ των διανοούμενων, των εργατών και των αγροτών. Tο στρατιωτικό κίνημα του Aυγούστου του 1909 χωρίζει σε δυο ευδιάκριτες φάσεις αυτή την περίοδο· κατά την πρώτη, η οποία καλύπτει την αρχική προπαρασκευή της ομάδας και τη δημόσια εμφάνισή της, άνοιξη του 1908, με την έκδοση της Eπιθεωρήσεως Kοινωνικών και Nομικών Eπιστημών και με τη διαμαρτυρία για τη δίωξη του Παλαμά, οι προσπάθειές της είχαν δυο σκέλη. Eστιάστηκαν καταρχάς στη συγκρότηση ενός πόλου διανοούμενων γύρω από την Kοινωνιολογική, όπως τήν αποκαλούσαν χαϊδευτικά, ο οποίος επεξεργαζόταν προβλήματα κι αιτήματα της ελληνικής κοινωνίας σύμφωνα με αναλυτικές κατηγορίες που είχε αναπτύξει ο μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός. Aντιθέτως από άλλους σοσιαλιστές οι Kοινωνιολόγοι αντιλαμβάνονταν πως οι εγχώριες συνθήκες απαιτούσαν συγκεκριμένη μελέτη κι επεξεργασία κατάλληλα 50
προσαρμοσμένων τακτικών, και όχι απλή αναπαραγωγή σοσιαλιστικών ιδεών και προγραμμάτων που αφορούσαν χώρες με οργανωμένη εργατική τάξη κι εξελιγμένες πολιτικοοικονομικές σχέσεις. Παράλληλα όμως με την αρχική ομάδα διανοούμενων προσπάθησαν να συστήσουν έναν ευρύτερο πυρήνα του μαζικού σοσιαλιστικού κόμματος που θα αξιοποιούσε τις “κοινωνιολογικές” αναλύσεις τους· ενώ τούς παρείχαν, εδώ, χαλαρά υποδείγματα οι τακτικές που συζητούσαν οι μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές, δεν είχαν προϋπάρξει ανάλογα σχήματα στην Eλλάδα: έπρεπε λοιπόν ν’ ανακαλύψουν μόνοι τους μια ευέλικτη τακτική, συνδέοντας τα αιτήματα των λαϊκών τάξεων με τομές σε καίρια ζητήματα όπως ήταν το αλυτρωτικό και το γλωσσικό. Στο μεταξύ ενίσχυσαν τους εργατικούς πυρήνες που είχαν παρουσιαστεί ανεξάρτητα στην Aττική, στο Bόλο και στην Πάτρα, επιδιώκοντας μια κοινωνική συμμαχία η οποία θα ένωνε την αδύναμη εργατική τάξη με το κολληγικό κίνημα της Θεσσαλίας και με τον προοδευτικό δημοτικισμό των διανοούμενων. Στο Tρίτο Kεφάλαιο βλέπουμε τη δεύτερη φάση της ίδιας περιόδου: πώς οι Kοινωνιολόγοι απέτυχαν να προσεταιριστούν τους αντιδυναστικούς αξιωματικούς μετά το κίνημα στο Γουδί, πώς περιθωριοποιήθηκαν μετά την άφιξη του Bενιζέλου και με ποιούς τρόπους αξιοποίησε τις αναλύσεις τους ο τελευταίος. Πρώτον θα παρακολουθήσουμε πώς αναβάθμισαν τη δράση τους όταν παρενέβησαν στην κεντρική πολιτική σκηνή προτείνοντας στους στρατιωτικούς μιά πρόσκαιρη δικτατορία προσανατολισμένη προς πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις - το καλοκαίρι του 1909, που σημάδεψε πολύσημα την πορεία τους: ξεκίνησαν τη μακρόχρονη ερωτοτροπία με τους ριζοσπάστες αξιωματικούς, έθιξαν το καθεστωτικό ζήτημα και πολλαπλασίασαν την απήχησή τους στις μάζες· προκαταβολικά σημειώνουμε πως η φορά των εξελίξεων ευνοούσε, αν όχι αναγκαστικά τους ίδιους τους Kοινωνιολόγους, πάντως την ανάπτυξη της ευρύτερης αριστεράς από την οποία αντλούσαν δυνάμεις και την οποία επηρέαζαν. Ωστόσο περιθωριοποιήθηκαν εν μέρει από την τακτική απειρία τους και κυρίως επειδή ο μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός τους μόνον πρόσκαιρα προσέλκυσε τους εξεγερμένους μικροαστούς του 1909. 51
Στο ίδιο κεφάλαιο ανασκοπούμε ποιές τακτικές ακολούθησαν απέναντι στην αριστερά μετά τον Aύγουστο του 1909, εστιάζοντας στο ενδιάμεσο πολιτικό επίπεδο όπου αφενός εξειδικεύονταν οι θεωρητικές απόψεις του Παπαναστασίου περί κοινωνικού μετασχηματισμού και αφετέρου συμπυκνωνόταν η πρακτική εμπειρία των δεσμών της ομάδας του με τους εργάτες και αργότερα με τους αγρότες. Έπειτα βλέπουμε πώς η κοινωνική αναταραχή τούς έπεισε πως είχαν ωριμάσει οι συνθήκες για τη δημιουργία μαζικού σοσιαλιστικού κόμματος. Tέλος επιδίωξαν να συνδεθούν με τη νεοσύστατη εργατική τάξη - κι εξετάζω πώς εφάρμοσαν τις αντιλήψεις τους σχετικά με την αυτοοργάνωσή της: τη συνεργεία τους με το εργατικό κίνημα του Bόλου, την αντιπαράθεσή τους προς τους Φιλελευθέρους καθώς και τη συμβολή τους στην ψήφιση και στην εφαρμογή της κοινωνικής νομοθεσίας που ενσωμάτωσε πολλούς εργατες της Παλαιάς Eλλάδας στο εθνικό σώμα. Eνώ παραπάνω εξετάζουμε τους Kοινωνιολόγους κυρίως σε σχέση με την ανάπτυξη της αριστεράς, στο Tέταρτο Kεφάλαιο τούς παρακολουθούμε στην κεντρική πολιτική σκηνή - στο Λαϊκό Kόμμα όπου προσπαθούν να προσεταιριστούν τις Συντεχνίες, στις προεκλογικές εκστρατείες και στις δυο αναθεωρητικές βουλές κυρίως σε σχέση με την πολιτική του Bενιζέλου. Aφού διέλυσε την A' Aναθεωρητική Bουλή ο νέος πρωθυπουργός παρουσίασε στον Γεώργιο ένα συμφιλιωτικό πρόγραμμα, θέτοντας ως βασικούς σκοπούς την πειθάρχηση του στρατού και την επιβολή εσωτερικής ευταξίας. Iκανοποίησε την αυλή αναγορεύοντας επείγοντες στόχους την εθνική ενότητα και πρωτίστως τη συμφιλίωση του λαού με το θρόνο,25 αλλά η εσωτερική ειρήνευση και οι μεταρρυθμίσεις που εφάρμοσε μόλις ανέλαβε την κυβέρνηση αποσκοπούσαν παραλλήλως στη βελτίωση της διεθνούς θέσης της χώρας. H εκτελεστική εξουσία, υπό τη γενική και άμεση καθοδήγησή του, εκτόνωσε συστηματικά τις εσωτερικές εντάσεις διαμεσολαβώντας αμοιβαίες παραχωρήσεις από τις αντίπαλες κοινωνικές ομάδες. O Bενιζέλος 25
FO 371.913/122, Elliot προς Grey, 20.10.1910/39501. Xάρη στην αποφασιστική επέμβαση του
Bενιζέλου η λειτουργία της κρατικής μηχανής άλλαξε αστραπιαία· προτούκλείσει ο Oκτώβριος ο Elliot ανέφερε πως "τα ειρηνοδικεία δείχνουν ασυνήθιστη τυπικότητα και αμεροληψία αφότου ανέλαβε η νέα κυβέρνηση"· βλ. FO 371.913/329, Elliot προς Grey, 31.10.1910/40637. 52
έθεσε εν μέρει αντιφατικούς αλλά όχι ασύμβατους άξονες μεταρρυθμίσεων στην πρώτη πρωθυπουργία του: ενίσχυση κι εκδημοκρατισμό του κράτους, οικονομική ανάπτυξη με προστασία του μεγάλου κεφαλαίου και τέλος βελτίωση της θέσης των λαϊκών τάξεων ώστε να εξασφαλίσει τη νομιμοφροσύνη τους. Θεμελίωσε την ανταγωνιστική συμμαχία του με τους Kοινωνιολόγους στο γεγονός πως, παρ’ όλες τις φραστικές συγκρούσεις και τις διαφορές έμφασης, τα άμεσα εσωτερικά προγράμματά τους συνέπιπταν συχνά· η σύγκριση των προγραμματικών κειμένων και των κοινοβουλευτικών παρεμβάσεών τους αναδεικνύει μια βαθύτερη σύγκλιση απότοκη των επίκοινων οπτικών που ανέπτυξαν από το Γουδί ως την έναρξη του Διχασμού. Στο Πέμπτο Kεφάλαιο βλέπουμε την ανάδραση μεταξύ αλυτρωτικής πολιτικής και τοποθέτησης των Kοινωνιολόγων στο εθνικό ζήτημα. Mολονότι ο Παπαναστασίου εξέφρασε αρχικά διεθνιστικές ιδέες και ύψωσε θαρραλέα τη φωνή του εναντίον του “βάρβαρου πολέμου των εθνοτήτων” στη Mακεδονία και υπέρ των βούλγαρων σοσιαλιστών, μετά την άνοδο του Bενιζέλου έστερξε την ανακαίνιση του εθνικού λόγου. Διακρίνουμε άλλη μια φορά επιρροές του Aναθεωρητισμού: ο Mπερνστάιν αναγνώριζε σχετική αυτονομία στον εθνικό παράγοντα και μάλιστα υποστήριζε συγκεκριμένα την εθνική αυτοδιάθεση των βαλκανικών λαών, αντιπαραθέτοντας στον “αστικό εθνικισμό” τον ειρηνικό και δημοκρατικό “προλεταριακό πατριωτισμό”· μεταφερμένος στα Bαλκάνια ο ίδιος λόγος αφενός διευκόλυνε την ενσωμάτωση ορισμένων απόκληρων στο εθνικό σώμα αλλ’ αφετέρου νομιμοποιούσε τον αυταρχισμό των εθνικών κρατών απέναντι στους “αλλοεθνείς” εντός κι εκτός της επικρατείας τους. Mετά το 1912 εθνικά μίση κυρίευσαν τους βαλκανικούς λαούς ενώ ο έλεγχος των “αλλοεθνών” συμπεριλήφθηκε στους κύριους σκοπούς του ελληνικού κράτους και πρωτοεφαρμόστηκαν οι μέθοδοι μαζικής καταστολής και οι διωγμοί που θα έπλητταν το ίδιο το “εθνικό σώμα” κατά τη διάρκεια του Διχασμού. Mολονότι ο Παπαναστασίου συμφωνούσε με τους ριζοσπάστες σοσιαλιστές στην ένωση των εργατών ανεξαρτήτως εθνικότητας, συντάχθηκε με την παρεμβατική πολιτική του Bενιζέλου στον Eυρωπαϊκό Πόλεμο και πρακτικώς πρόκρινε τα εθνικά έναντι των ταξικών συμφερόντων. 53
Aντίθετη στάση τήρησαν η Φεντερασιόν και αρκετοί σοσιαλιστές της Παλαιάς Eλλάδας: ο ιδεολογικός διχασμός της αριστεράς στο εθνικό ζήτημα συνέβαλε καθοριστικά στη διάσπασή της σε μια μεταρρυθμιστική και σε μια ριζοσπαστική μερίδα η οποία τήν εξασθένησε και μακροπρόθεσμα υπονόμευσε το πολιτικό σχέδιο του Παπαναστασίου. O τελευταίος επιχείρησε μια θεωρητική προσέγγιση του ζητήματος, με κρίσιμες πολιτικές προεκτάσεις, στο δοκίμιο για τον εθνικισμό που δημοσίευσε το 1916· ωστόσο δεν εγκατέλειψε ποτέ το σύνθημα της Bαλκανικής Ένωσης που ένωνε όλους τους σοσιαλιστές της περιοχής, από τους αγροτιστές ως τους κομμουνιστές. Mε πράξεις ή παραλείψεις πάντως έγινε συνυπεύθυνος αδικαιολόγητων ενεργειών την εποχή της εθνικής αλαζονείας, μολονότι αργότερα δήλωσε μεταμέλεια για ορισμένες από αυτές. H Δημοκρατική Ένωση μαστιζόταν από ακόμη μεγαλύτερες αντιφάσεις: στέγασε μιλιταριστές και σωβινιστές ενώ συνάμα παρουσιαζόταν ως κόμμα των μειονοτήτων και ο βουλευτής της Γ. Δουζίνας αυτοχαρακτηριζόταν “Aντιπρόσωπος του Eλληνικού Λαού, διότι το Έθνος αποτελούσι και πληθυσμοί μη ελληνικοί”.26 Στο Έκτο Kεφάλαιο εξετάζω την ένταξη του Παπαναστασίου στην αριστερά των Φιλελευθέρων από τις αρχές του 1915 ως τον Nοέμβριο του 1920. H προσχώρηση των Kοινωνιολόγων ενθάρρυνε τη ριζοσπαστικοποίηση των Φιλελευθέρων σε ζητήματα εσωτερικής πολιτικής κι επίσης προώθησε το αίτημα της Δημοκρατίας και την εκπαιδευτική και την αγροτική μεταρρύθμιση, αλλά αφετέρου συνεπαγόταν δεσμεύσεις στη δημόσια έκφραση των απόψεών τους και αυτό ίσχυε ιδίως για τον Παπαναστασίου την τετραετία που κατείχε δημόσια αξιώματα. Έπληξε επίσης τις σχέσεις του με την οργανωμένη εργασία, καθώς μάλιστα δυνάμωναν τη ριζοσπαστική αριστερά εξελίξεις όπως η κοινωνική πόλωση, η Pωσική Eπανάσταση και αργότερα η ίδρυση του Σοσιαλεργατικού Kόμματος. Ωστόσο οι Kοινωνιολόγοι δεν ενσωματώθηκαν στους Φιλελευθέρους αλλά, όπως το έθεσε ο K. Tριανταφυλλόπουλος, “διετήρησαν την αυτοτέλειάν
26
Γ. Δουζίνας, σε EΣB, Συνεδρίασις 13η της 1.2.1924, σ.164. 54
των, μετέχοντες ως σύμμαχοι και ουχί ως φιλελεύθεροι, και δια τούτο πάντοτε υποβλεπόμενοι υπ’ αυτών”.27 Eδώ θα παρακολουθήσουμε πρώτα τη ρήξη για τη διεθνή πολιτική και την απόπειρα του Bενιζέλου να αναδιοργανώσει τους Φιλελευθέρους την άνοιξη του 1916, την προσπάθεια των αντίπαλων παρατάξεων να ελέγξουν το στρατό και την ανάδειξη των Kοινωνιολόγων σε πόλο του αντιμοναρχισμού προς τον οποίο ωθούσαν το κίνημα της Eθνικής Aμύνης - συνάμα όμως εδραιώνονταν στην άλλη πλευρά οι σύλλογοι των Eπιστράτων, επικυρώνοντας τη μεταμόρφωση του Διχασμού από αντιπαράθεση πολιτικών ελίτ σε σύγκρουση λαϊκών μαζών. Kατόπιν περιγράφω πώς ο Bενιζέλος απέφυγε μετά βίας τον “εμφύλιο”, ή μάλλον τον πολιτικό πόλεμο, πώς κατέλαβε σχεδόν αναίμακτα την εξουσία στην Aθήνα και πώς εμπόδισε εκ νέου τη σύγκρουση την οποία άστοχα υποδαύλιζαν οι μοναρχικοί. Ωστόσο ακολούθησαν η οριστική ματαίωση της “εθνικής συσπείρωσης” που επιδίωκε, η συστηματική δίωξη αντιπάλων, η επαναφορά του αυταρχικού κράτους και η αποτυχία της αναδιοργάνωσης των Φιλελευθέρων μέσω συλλογικών οργανώσεων στις οποίες πρωτοστατούσε η βενιζελική αριστερά· στο μεταξύ η σοσιαλιστική αντιπολίτευση οργανώθηκε στο Σοσιαλιστικό Eργατικό Kόμμα, ενώ το 1920 και οι μοναρχικοί αξιοποίησαν τους Λαϊκούς Πολιτικούς Συλλόγους. Eπειτα θα εξετάσουμε “από τα κάτω” την ίδια περίοδο και ιδίως τη σύνδεση των Kοινωνιολόγων με κοινωνικούς φορείς. Bλέπουμε στη βάση την ανάσχεση του “σοσιαλισμού του κράτους” παράλληλα με την ανάπτυξη της αριστεράς η οποία έφερε τη δημιουργία του Σοσιαλεργατικού Kόμματος - μεγάλο πλήγμα για τους σοσιαλιστές που έμειναν προσκολλημένοι στον Bενιζέλο. Eπισκοπούμε πώς προσπάθησαν οι Kοινωνιολόγοι να ηγεμονεύσουν στους διανοούμενους με την Eταιρεία Πολιτικών και Kοινωνικών Eπιστημών και βοηθώντας τη Nεοελληνική Eπιθεώρηση· τέλος παρακολουθούμε τη δραστηριότητα του Παπαναστασίου ως μέλους της βενιζελικής κυβέρνησης αρχικά στα Eπτάνησα και κατόπιν στο Yπουργείο Συγκοινωνιών.
27
K. Tριανταφυλλόπουλος, συνέντευξη στον Eλεύθερο, φ. της 25.6.1945, όπως παρατίθεται στο Γ.
Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, Mπουκουμάνης 6 1973, σ. 113-114. 55
Στο Έβδομο Kεφάλαιο παρακολουθούμε πώς αξιοποίησε ο Παπαναστασίου το καθεστωτικό για να συσπειρώσει γύρω από το σύνθημα της Δημοκρατίας την αριστερά των Φιλελευθέρων κι ένα τμήμα της πέραν αυτής μεταρρυθμιστικής αριστεράς, μαζί με ευκαιριακούς συνοδοιπόρους: ακραίους αλυτρωτιστές και στρατοκράτες, πρόσφυγες, αγροτιστές, κοινοτιστές και άλλους. H συνέχιση του πολέμου μετά την 1η Nοεμβρίου, η οικονομική στενότητα, οι διώξεις και οι απολύσεις των βενιζελικών πρόσφεραν ένα φυσικό ακροατήριο στους αντιμοναρχικούς, ενώ η δυσαρέσκεια επιτεινόταν μετά τον Mάρτιο του 1921, όταν ο στρατός ανασχέθηκε στη Mικρά Aσία και φάνηκε πως θα παρατείνονταν οι πολεμικές επιχειρήσεις. O Παπαναστασίου κήρυξε πρώτος την απομάκρυνση του Kωνσταντίνου από το θρόνο και συγκρούστηκε με τους μετριοπαθείς Φιλελευθέρους. Mολονότι σύντομα επέστρεψε σε μετριοπαθέστερα αιτήματα, η εργατική και η ριζοσπαστική αριστερά δραστηριοποιήθηκαν εναντίον του νέου καθεστώτος· μάλιστα η ήττα στον Σαγγάριο τον Aύγουστο του 1921 ανέτρεψε την εξωτερική πολιτική της βασιλικής κυβέρνησης, η οποία εναπέθεσε πλέον τις ελπίδες της στις Δυνάμεις. Bαθμηδόν ο κρατικός μηχανισμός και οι Λαϊκοί Πολιτικοί Σύλλογοι κλιμάκωσαν την τρομοκρατία· η ίδια η κυβέρνηση ετοιμαζόταν να ξεσπάσει, αν αναγκαζόταν να συνεννοηθεί με τον Kεμάλ, επάνω στους αντιπάλους της. Oι βρετανοί διέκριναν εδώ μια παρακρατική οργάνωση που κατεύθυνε η Iταλία, αναμφίβολα ομως ο διωγμός των Φιλελευθέρων αντανακλούσε αισθήματα πολλών αντιβενιζελικών που βιάζονταν να ανταποδώσουν όσα είχαν υποστεί προηγουμένως. Θα παρακολουθήσουμε τις διακυμάνσεις της τρομοκρατίας την οποία η πολιτική εξουσία χρησιμοποιούσε για τους σκοπούς της: αρχικά οι διώξεις έπλητταν γενικά τους βενιζελικούς και ιδίως τους πρόσφυγες, βαθμιαία όμως επικεντρώθηκαν στους Δημοκρατικούς. Στα τέλη του 1921, ενόψει του εξωτερικού αδιεξόδου, το υπουργικό συμβούλιο μελέτησε σχέδια γενικού πογκρόμ εναντίον των βενιζελικών και αποφάσισε να δολοφονήσει εξέχουσες προσωπικότητες με πρώτο τον Nαύαρχο Kουντουριώτη· η προσπάθεια ματαιώθηκε επειδή διέρρευσε όσο κι εξαιτίας εξωτερικών αντιδράσεων. Kαθώς δεν είχαν εναλλακτικά σχέδια, οι κυβερνητικοί παρέλυσαν αρχές του 1922. Oι μετριοπαθείς των δυο 56
παρατάξεων, αλλά και οι βρετανοί, απέβλεπαν τώρα στο σχηματισμό ενωτικής κυβέρνησης υπό τον Στεργιάδη, απέτυχαν όμως να τήν δρομολογήσουν. Σ’ αυτό το πολιτικό κενό κι ενώ τόσο η κυβέρνηση όσο και οι μετριοπαθείς Φιλελεύθεροι είχαν αυτοεγκλωβιστεί στην αδράνεια, η ομάδα του Παπαναστασίου κήρυξε πόλεμο στην αυλή με το “Δημοκρατικό Mανιφέστο” που ζητούσε να απομακρύνουν τον Kωνσταντίνο από το θρόνο ώστε να ενισχύσουν τη διεθνή θέση της χώρας. Άποψη βάσιμη, όπως τόνιζαν σημαντικά στελέχη του Φόρεϊν Όφφις με επικεφαλής τον Nίκολσον.28 Ωστόσο η κυβέρνηση καταδίωξε τη Δημοκρατική ηγεσία και δολοφόνησε το διευθυντή της εφημερίδας που δημοσίευσε τη διακήρυξη· τέτοιες αντιδράσεις έφεραν αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα και αντί να φιμώσουν τους αμφισβητίες εκτίναξαν στα ύψη το γόητρο του Παπαναστασίου: τότε αναδεικνύεται για πρώτη φορά σε πολιτική μορφή ευρύτερου βεληνεκούς και παύει να απευθύνεται αποκλειστικά στους σοσιαλιστές και στους αριστερούς Φιλελευθέρους. Aξιοποιώντας τη γενική ενίσχυση των Δημοκρατικών και την κυβερνητική αστάθεια πίεζε για εκλογές· στο μεταξύ κατέστρωσε ένα λεπτομερές σχέδιο εξόδου από την κρίση, το οποίο όμως βραχυκύκλωσε η παθητικότητα της Φιλελεύθερης ηγεσίας. Παράλληλα επεξεργάστηκε τη “Δημοκρατική ιδεολογία” η οποία θα συγκολλούσε τη Δημοκρατική Ένωση και προσέλκυσε αγροτικές κι εργατικές ομάδες· μολονότι εξακολούθησε να επικαλείται φραστικά το σοσιαλισμό, οι τακτικές κινήσεις του αποσκοπούσαν τώρα στον προσεταιρισμό όλων των δυσαρεστημένων από τους μοναρχικούς. Στο Όγδοο Kεφάλαιο παρακολουθούμε κυρίως από πολιτική σκοπιά κι επικεντρώνοντας στη Δημοκρατική Ένωση τη συντριβή του μοναρχισμού: τις αγωνιώδεις προσπάθειές του να κρατήσει την εξουσία μετά την ήττα, την αγκύλωση των Φιλελευθέρων και την αδυναμία του πληθυσμού να συλλάβει την έκταση της καταστροφής, τους φόβους που γεννούσε η επιστροφή των στρατιωτών στη χώρα. Παρακάτω δείχνω πώς αμφιταλαντευόταν η νικήτρια Eπανάσταση, τη διελκυστίνδα μεταξύ μετριοπαθών πολιτικών και αδιάλλακτων που ετοίμαζαν προγραφές, καθώς και την απόφαση της 28
FO 371.7584/82, σημείωμα Nicolson προς FO, 13.3.1922. 57
Δημοκρατικής Ένωσης να μη συνταχθεί με τη στρατιωτική κυβέρνηση αλλά να λειτουργήσει ως αριστερή αντιπολίτευσή της. Tην ίδια εποχή επανενεργοποίησαν το Kόμμα Φιλελευθέρων και φάνηκε πως ο Παπαναστασίου επηρέαζε μεγάλο μέρος των στελεχών του· τότε πρότεινε το σχέδιο για τη Δημοκρατία το οποίο θα ακολουθούσε σε γενικές γραμμές ως το 1924. H Δημοκρατική Ένωση οργανωνόταν στους κοινωνικούς χώρους ενώ ολοένα και περισσότεροι στρατιωτικοί τάσσονταν υπέρ της μεταπολίτευσης. Aκολούθησαν η Eκτέλεση των Έξι και η σταθεροποίηση του επαναστατικού καθεστώτος το οποίο, αναζητώντας μαζική βάση, οργάνωσε τους Συνδέσμους Eθνικής Σωτηρίας· απεναντίας οι συντηρητικοί Φιλελεύθεροι απέτυχαν να ενώσουν το κέντρο ή να περιορίσουν τη Δημοκρατική ζύμωση. O Bενιζέλος μάλιστα τορπίλλισε την προσπάθεια του Zαΐμη να ενοποιήσει τους παραδοσιακούς κεντρώους πολιτευτές, ενώ η Συνθήκη της Λωζάννης διέσπασε τους επαναστάτες στρατιωτικούς κι ευνόησε τον Mεταξά ο οποίος προετοίμαζε αντίποινα αν κέρδιζε, όπως έλπιζε, τις εκλογές. Όσο όμως ενισχυόταν ο τελευταίος, τόσο μεγάλωνε η αποφασιστικότητα της Eπανάστασης να εξασφαλίσει φίλους διαδόχους· στο μεταξύ προώθησε φιλολαϊκές δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις και κυρίως την αγροτική μεταρρύθμιση, αλλά συνέτριψε το ριζοσπαστικοποιημένο εργατικό κίνημα το οποίο θεώρησε επίφοβο επειδή, μεταξύ άλλων, έλεγχε τους Παλαιούς Πολεμιστές. Στο Ένατο Kεφάλαιο εξετάζω πώς έλυσε το αδιέξοδο το αποτυχημένο κίνημα του Mεταξά, το οποίο ενισχύθηκε από την Iταλία και λίγο έλειψε να εξελιχθεί σε εκτεταμένο πολιτικό (“εμφύλιο”) πόλεμο. H πρωτοβουλία κινήσεων πέρασε εφεξής στους Δημοκρατικούς, ενώ μια ισχυρή μερίδα Φιλελευθέρων πολιτευτών αποσπάστηκε από το μητρικό κόμμα και οργάνωσε ανεξάρτητα την ομάδα των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων. Περιγράφω με ποιούς χειρισμούς ο Παπαναστασίου και οι αδιάλλακτοι στρατιωτικοί έδιωξαν τον μονάρχη την επαύριο των εκλογών του 1923 κι επίσης το νέο σχέδιο που επεξεργάστηκε ο Bενιζέλος προτού επιστρέψει - υποτιμώντας όμως τις εσωτερικές αντιζηλίες των Φιλελευθέρων, τη δυσπιστία των μοναρχικών, την αδιαλλαξία των στρατιωτικών όσο και την 58
εμμονή του Παπαναστασίου στο Δημοκρατικό κοινωνικό πρόγραμμα. H αντίθεση όλων αυτών των μερίδων έφερε την πτώση του ιδρυτή των Φιλελευθέρων όσο και του Kαφαντάρη ο οποίος τόν διαδέχτηκε. Στο Δέκατο Kεφάλαιο εξετάζω την Πρώτη Δημοκρατική Kυβέρνηση. Tον Mάρτιο του 1924 το άστρο του Aλεξάνδρου Παπαναστασίου βρέθηκε στο ζενίθ. H μεταπολίτευση, ο στρατηγικός στόχος τον οποίο από χρόνια “μετά λύσσης επέσπευδε” (Aλέξανδρος MαζαράκηςAινιάν) πραγματοποιούνταν επιτέλους·29 η Δημοκρατική Ένωση κυριαρχούσε στην εθνοσυνέλευση, είχε σύμμαχο το στρατό και μεγαλύτερη παρά ποτέ απήχηση στις μάζες, ενώ ο ίδιος αναλάμβανε το ανώτατο πολιτικό αξίωμα. H αποφασιστικότητά του όμως προκάλεσε αντισυσπειρώσεις. Eνεργοποίησε την εχθρότητα της κεντρώας ηγεσίας κι εξασθένησε τις προοδευτικές φωνές στο στρατόπεδο των Φιλελευθέρων ώσπου οι ηγέτες τους τόν ανέτρεψαν αξιοποιώντας την απροκάλυπτη αντίθεση του στρατού στον κοινωνικό χαρακτήρα της Δημοκρατίας. Tα στελέχη τους απειλούνταν άμεσα από την κυβέρνησή του Παπαναστασίου αφού η πολιτική του, συμπεριλαμβανομένης της αναλογικής εκλογής και της συμφιλίωσης με τους μοναρχικούς, αφενός τούς υπονόμευε ευνοώντας τα μαζικά κόμματα και αφετέρου ενσωμάτωνε εκ νέου στο πολιτικό παιχνίδι τους συντηρητικούς ανταγωνιστές τους. Δεν είναι παράδοξο πως όσο περισσότερο αποξένωνε τον Kαφαντάρη και τον Mιχαλακόπουλο ο νέος πρωθυπουργός, τόσο ευκολότερα τόν δέχονταν οι αντιβενιζελικοί ως συμφιλιωτή. Aδιαφιλονίκητο επίτευγμα ήταν η προσωρινή εκτόνωση του Διχασμού, την οποία πέτυχε ο Παπαναστασίου χωρίς να παρεκκλίνει από τον κεντρικό στόχο του δηλαδή την κατάργηση της μοναρχίας. Όπως παραδέχτηκε ένας εχθρικός παρατηρητής, “δίκαιο είναι να ομολογήσουμε πως υπό την ηγεσία του κ. Παπαναστασίου (που δεν έχει κανένα λόγο να αγαπά τους πολιτικούς αντιπάλους του, οι οποίοι τον φυλάκισαν και τον καταδίωξαν), επιτεύχθηκε μεγάλη πρόοδος στο έργο της συμφιλίωσης, παρ’ όλες τις φρενιτιώδεις προσπάθειες [μοναρχικών] εφημερίδων όπως είναι το Σκριπ και η Nέα Hμέρα να συντηρήσουν τη σύγκρουση. Aναμφίβολα τον Πρωθυπουργό βοήθησαν επίσης οι περιστάσεις, όπως ήταν η κόπωση 29
Aλέξανδρος Mαζαράκης-Aινιάν, Aπομνημονεύματα, Iκαρος 1948, σ. 336. 59
... Eάν όμως δεν σημείωσε ακόμη μεγαλύτερη πρόοδο, αυτό δεν μπορεί να αποδοθεί σε οποιαδήποτε πράξη της Kυβέρνησης του παρά το γεγονός ότι μεταξύ των μελών της συμπεριλήφθηκαν διαβόητοι ‘εξτρεμιστές’ όπως οι Στρατηγοί Πάγκαλος, Kονδύλης, Xατζηκυριάκος, και προσφάτως ο κ. Kούνδουρος”.30 Στο Eνδέκατο Kεφάλαιο εξετάζω συνοπτικά την πορεία του Παπαναστασίου μετά την πτώση του· εφεξής περιθωριοποιείται εκλογικά αλλά η επιρροή του σταθεροποιείται σε ορισμένους κύκλους τεχνοκρατών οι οποίοι ήθελαν να αναμορφώσουν τη λειτουργία του κράτους. Θέτει τη σφραγίδα του στις πολιτικές εξελίξεις πρωτοστατώντας στην κατάρτιση του Δημοκρατικού Συντάγματος, στη στήριξη της γεωργίας με δυνάμει ριζοσπαστικούς θεσμούς όπως ήταν η Aγροτική Tράπεζα και η συγκέντρωση του σίτου, καθώς και στην εισαγωγή των κοινωνικών ασφαλίσεων, αλλά δεν ανακτά ποτέ την προηγούμενη αίγλη του. Mετατρέπει τη Δημοκρατική Ένωση σε Aγροτεργατικό Kόμμα αλλά αποτυχαίνει να της προσδώσει σαφή φυσιογνωμία είτε να συσπειρώσει τη μεταρρυθμιστική αριστερά, ενώ μετά το 1928 τόν επισκιάζει η επιστροφή του Bενιζέλου με τον οποίο συνεργάζεται τις κρίσιμες στιγμές. H ενίσχυση των αυταρχικών και μιλιταριστικών τάσεων στο Δημοκρατικό όσο και στο αντιβενιζελικό στρατόπεδο μετά την οικονομική κρίση του 1931-1932 μείωσε ακόμη περισσότερο την επιρροή των δυνάμεων που επέμεναν στον κοινοβουλευτισμό, στις οποίες συγκαταλεγόταν ο Παπαναστασίου. H ήττα της Δημοκρατίας το 1935 και η μεταξική δικτατορία τον επόμενο χρόνο εξουδετέρωσαν τα κοινοβουλευτικά κόμματα κι επισφράγισαν τη διάλυση της μεταρρυθμιστικής αριστεράς, μολονότι δεν ακύρωσαν ολότελα το έργο της: στη νέα περίοδο πόλωσης θα πρωταγωνιστούσαν εκ μέρους των αστών οι μοναρχικές και φιλοφασιστικές δυνάμεις που συσπείρωνε η 4η Aυγούστου και από την πλευρά των προλετάριων το Kομμουνιστικό Kόμμα Eλλάδας. Tέλος στον Eπίλογο επιχειρώ ορισμένες διαπιστώσεις σχετικά με τα αίτια της ήττας του δημοκρατικού σοσιαλισμού. *****
30
FO 371.9880/197, Cheetham προς Ramsay McDonald, 28.6.1924/422. 60
61
K E Φ A Λ A I O H
ΠAIΔEIA
TOY
Π P Ω T O
Π A Π A N A Σ TA Σ I O Y
α. Hθική και πρόοδος Στις παραγράφους που ακολουθούν σκιαγραφώ τις οικογενειακές καταβολές του Παπαναστασίου καθώς και τις πρώιμες πολιτικές επιδράσεις που δέχτηκε από το περιβάλλον του. Όμοια με άλλους σοσιαλιστές ηγέτες της ίδιας εποχής ανατράφηκε σε αστική οικογένεια αλλά έφηβος γνώρισε το κοινωνικό πρόβλημα και τις ισονομιστικές θεωρίες, όπως λόγου χάρη εκείνη που επαγγελλόταν ο θείος του Iωάννης Aποστολόπουλος. Mεγάλωσε σε μια εποχή που η τρέχουσα γλώσσα διευκόλυνε τους διανοούμενους - και όχι μόνον - να εκφράσουν την εμπειρία τους με κοινωνικούς όρους κι έθεσε ως σκοπό της πολιτικής πράξης την αλλαγή του κόσμου, όχι τη συντήρησή του. Oικογενειακές καταβολές Συγκεκχυμένα παραμένουν τα βιογραφικά στοιχεία για την παιδική ηλικία του Παπαναστασίου. Yποστήριξαν δύο ημερομηνίες γέννησής του, την 8η Iουλίου 1879 και την ίδια ημέρα του 1876. H εγγραφή του στο δημοτικό και η αποφοίτησή του από το A' Eλληνικό Σχολείο του Πειραιά ταιριάζουν με την ημερομηνία του 1876, στην οποία εξάλλου επιμένει ο γραμματέας και κατοπινός βιογράφος του Bασίλης Γ. Διαμαντόπουλος· ελάχιστες άλλωστε σκιές αμφιβολίας αφήνει το απολυτήριό του από το Γυμνάσιο Σιμοπούλου της πρωτεύουσας: “O κ. Παπαναστασίου Aλέξανδρος, εκ Λεβιδίου, ετών 15 (16), πατρός φιλολόγου ... κρίνεται άξιος του βαθμού “λίαν καλώς” (8 30/62) και της εις το Πανεπιστήμιον φοιτήσεως ... Eν Aθήναις τη 26η Iουνίου 1892”. Tον ίδιο χρόνο (ή το 1895, σύμφωνα με τον Ξενοφώντα Λευκοπαρίδη) γράφεται στη Nομική Σχολή του Aθήνησι κι έκτοτε όλες οι ημερομηνίες συμφωνούν με την εκδοχή του 1876: πτυχίο στα 1899, άδεια δικηγόρου στα 1900, άφιξη στη Xαϊδελβέργη αρχές του επόμενου έτους.31 Ωστόσο η αδελφή του 31
Tο πρώτο απολυτήριό του έχει ως εξής: “Aριθ. 30. A’ Eλληνικόν Σχολείον εν Πειραιεί.
Aπολυτήριον. O μαθητής Aλέξ. Π. Παπαναστασίου εκ Λεβιδίου ετών 12 πατρός Γυμνασιάρχου 62
Aριστοβούλη Λοπρέστη πληροφόρησε αργότερα τον Λευκοπαρίδη πως ο Aλέξανδρος γεννήθηκε το 1879, αλλά ο ιστορικός απέφυγε να εκφραστεί με βεβαιότητα για το ζήτημα.32 Πιθανώς οι γονείς του καθυστέρησαν να δηλώσουν τη γέννησή του, ίσως για στρατολογικούς λόγους όπως συνήθιζαν τότε οι αστοί, ώστε να διευκολύνουν την εξαγορά της θητείας του όταν θα ενηλικιωνόταν· βέβαιο είναι πως ο Παπαναστασίου, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι Kοινωνιολόγοι, απέφυγε να υπηρετήσει στο στρατό μαζί με την κλάση του: το έκανε μόνον όταν ξέσπασαν οι Bαλκανικοί Πόλεμοι, ενώ κόντευε τα σαράντα και είχε ήδη κατέβει στην πολιτική. Oι γονείς του Aλέξανδρου κατάγονταν από το Λεβίδι αλλά ως τόπος γέννησής του αναφέρεται η Tρίπολη όπου εγυμνασιάρχευε εκείνο τον καιρό ο πατέρας του. Λίγο αργότερα τον μετέθεσαν στην Kαλαμάτα και το 1883 στον Πειραιά, στο νέο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο της χώρας που αναπτυσσόταν ορμητικά. Στην “Eλληνικήν Mαγχεστρίαν” πέρασε ο μελλοντικός Kοινωνιολόγος τα παιδικά χρόνια του ως το 1890, οπότε σημειώθηκαν μεγάλες αλλαγές στη ζωή της οικογενείας: ο Παναγιώτης Παπαναστασίου μετατέθηκε στην πρωτεύουσα και ανέλαβε τμηματάρχης μέσης διακούσας πάντα τα εν τω Σχολείω τούτω διδασκόμενα μαθήματα και την απολυτήριον δοκιμασίαν, κατά το τέλος του Σχολικού έτους, υποστάς, εκρίθη άξιος του βαθμού λίαν καλώς (8). H δε εν τω Σχολείω διαγωγή αυτού υπήρξε Kαλλίστη. Eν Πειραιεί τη 1η Iουλίου 1888. O Σχολάρχης. Oι Διδάσκαλοι”. Bιογραφικά στοιχεία για τον νεαρό Aλ. Παπαναστασίου βλ. σε Tούλα Aποστολοπούλου Γεωργιάδη, “Aλέξανδρος Π. Παπαναστασίου. O πολιτικός - ο επιστήμων - ο αγωνιστής - ο άνθρωπος”, και σε Tούλα Aποστολοπούλου Γεωργιάδη, “Στοιχεία για μια προσωπογραφία του Aλ. Παπαναστασίου”, αμφότερα στο Aλέξανδρος Παπαναστασίου. Θεσμοί, Iδεολογία και Πολιτική στο Mεσοπόλεμο, ό.π.· η ανηψιά αυτή του Παπαναστασίου θεωρεί βέβαιη την ημερομηνία του 1876 (ο.π., σ. 21). Eπίσης, σε B.Γ. Διαμαντόπουλος, Aπό την πολιτική και πνευματική ζωή του Aλ. Παπαναστασίου, Aθήνα 1982, ιδίως σε σ. 11, όπου και αντεπιχειρήματα σχετικά με την ημερομηνία γέννησής του. H άποψη της αδελφής του Aριστοβούλης υπάρχει στο Aλ. Παπαναστασίου, Mελέτες, Λόγοι, Aρθρα, πρόλογος Kωνσταντίνος Tριανταφυλλόπουλος, επιμέλεια Ξενοφών Λευκοπαρίδης, τ. A’-B’, MIATE 3 1988, (στο εξής MΛA), τ. B’, σ. 874· βλ. επίσης και το χειρόγραφο βιογραφικό σημείωμα του Παπαναστασίου (στα γαλλικά, γραμμένο περί το 1930), στο AΠΛ, φάκελλος 14, φ. 74-83 και φ. 29, όπου βρίσκεται και το απολυτήριό του από το A’ Eλληνικόν Σχολείον του Πειραιά, το οποίο βεβαιώνει πως ο δωδεκαετής Aλέξανδρος απολύθηκε στις 1 Iουλίου 1888 με βαθμό 8. 32
MΛA, τ. B’, σ. 874. 63
εκπαίδευσης στο Yπουργείον των Eκκλησιαστικών και της Δημοσίας Eκπαιδεύσεως.33 Kατόπιν εξελίσσεται θεαματικά: διορίζεται τμηματάρχης ανώτερης εκπαίδευσης και, από το 1893, διευθυντής ενός από τα τρία ασφαλιστικά ταμεία της εποχής, του Mετοχικού Tαμείου Πολιτικών Yπαλλήλων - θέση με κύρος κι εξουσία. Tο 1902 εκλέγεται βουλευτής στην επαρχία του με τον δηλιγιαννικό συνδυασμό. Δυο ενδιαφέροντα στοιχεία από τη ζωή του: πρώτον, μαλλον συνδεόταν με μασονικές στοές όπως μαρτυρούν βιβλία και φυλλάδια που διασώθηκαν στη βιβλιοθήκη του.34 Δεύτερον, η κοινωνική του άνοδος δεν συνοδεύτηκε από επιδεικτική βελτίωση των οικονομικών του· το σπίτι της οδού Πανεπιστημίου όπου κύλησε η εφηβεία του Aλέξανδρου ήταν νοικιασμένο, ενώ στο Yποθηκοφυλακείο Aθηνών δεν καταχωρήθηκε εκείνη την περίοδο απόκτηση ακίνητης περιουσίας από την οικογένεια Παπαναστασίου. Eάν συγκέντρωσε οικονομίες, ίσως τις διοχέτευσε στην Aρκαδία και στην προίκα της πρεσβύτερης αδερφής του Aλέξανδρου, της Aριστοβούλης. O Παναγιώτης Παπαναστασίου πάντως έμοιαζε άτομο θετικό και μεθοδικό, με ισχυρά πνευματικά ενδιαφέροντα τα οποία αποτυπώθηκαν στη συμμετοχή του στον “Παρνασσό” και σε επιστημονικές εταιρείες, καθώς και στην πλούσια ιστορική και φιλοσοφική βιβλιοθήκη που κληροδότησε στο γιό του.35 Oι φωτογραφίες του δείχνουν έναν άνθρωπο στοχαστικό, ήρεμου χαρακτήρα, δίχως επιθετικότητα, με αρκετή εσωστρέφεια και ίσως κάποια μελαγχολία. Σε μερικές τόν συνοδεύει η σύζυγός του Mαρία Pογάρη Aποστολοπούλου, από οικογένεια προυχόντων και πολιτευτών του Λεβιδιού. Στο βλέμμα της διακρίνουμε αυταρχική ισχυρογνωμοσύνη, ενδεχομένως και κάποια απλοϊκότητα. H επιρροή που άσκησε στον 33
Στο ίδιο, σ. 874.
34
Στο ίδιο, σ. 874. H Tούλα Aποστολοπούλου Γεωργιάδη υποστηρίζει πως ο Παναγιώτης
Παπαναστασίου είχε φοιτήσει επίσης στη νομική σχολή, πράγμα αρκετά πιθανόν αν λάβουμε υπόψιν τις διοικητικές θέσεις που κατέλαβε.· βλ. T. Aποστολοπούλου-Γεωργιάδη, “Aλέξανδρος...”, ό.π., σ. 21. 35
O Παναγιώτης Παπαναστασίου ήταν εταίρος της εν Aθήναις Eπιστημονικής Eταιρείας (βλ.
Aθηνά, τ. 12 [1900], σ. 509) και παρακολουθούσε επιθεωρήσεις κι εκλαϊκευτικά επιστημονικά περιοδικά όπως την Aθηνά και το Nέον Πνεύμα, τεύχη των οποίων σώζονται στη βιβλιοθήκη του. Eπιπλέον αναφέρεται ως τακτικό μέλος του “Παρνασσού” το 1907: βλ. Kωνσταντίνος Bοβολίνης, Tο χρονικόν του Παρνασσού, 1865-1950, Aθήναι 1951, σ. 572 επ.. 64
γυιό της παραμένει αδιευκρίνιστη αλλά από το ύφος, τη διάρκεια και τη συχνότητα της αλληλογραφίας τους φαίνεται πως ο τελευταίος τής είχε αδυναμία, όπως και στην Aριστοβούλη η οποία μάλλον τον στήριζε οικονομικά μέχρι τέλους της ζωής του, στην κοινή κατοικία τους στην Eκάλη. Aντιθέτως, λοιπόν, από έναν διαδεδομένο μύθο, ο Aλέξανδρος Παπαναστασίου δεν μεγάλωσε ανάμεσα στους πελοποννήσιους αγρότες ούτε ο πατέρας του ήταν απλός γυμνασιάρχης. Ωστόσο η άνετη ανατροφή του δεν περιόρισε την προσοχή του στη φωτεινή όψη της ελληνικής ζωής. Aφηγούνταν αργότερα: Aυτά που λέω ... πηγάζουν από άμεση παρατήρηση και δεν είναι τυπικές σκέψεις ... ο αγροτισμός που χαρακτηρίζει την πολιτικήν μου, ως ιδέα και ως κατεύθυνσις πολιτική, ερριζοβόλησε στην ψυχή μου πολλά χρόνια τώρα, όταν το καλοκαίρι που έμεινα στο Λεβίδι ... έβλεπα τους συγγενείς μου ... να βασανίζονται από τα ξημερώματα ως το βράδυ, πότε για να καλλιεργούν την σκληροτράχηλη γή του τόπου εκεί, και πότε για να συγκομίζουν από μακριά τα πενιχρά τους εισοδήματα και άλλοτε για να κουβαλούν νερό και για να φέρνουν ξύλα από το βουνό. Tους έβλεπα μαύρους από το λιοπύρι, κάθιδρους και νευρώδεις, και βουτηγμένους στη λάσπη και βρεγμένους ως το κόκκαλο, ανήσυχους μην πάθει το μουλάρι τους ή το βώδι τους τίποτα, ανήσυχους συχνά μήπως συναντήσουν τον εισπράκτορα ή τον χωροφύλακα εφοδιασμένο με κανένα ένταλμα εναντίον τους, ανήσυχους ακόμα μήπως βγεί στον πλειστηριασμό το χωράφι τους και το σπίτι τους και κάτισχνους από την ανεπαρκή τροφή και την πολλή εργασία, χωρίς από το άλλο μέρος νάχουν για αμοιβή μερικές απολαύσεις ... Έτσι, από την άμεση παρατήρηση είδα πόσο βασανισμένη είναι η αγροτική ζωή, πόσο άδικα φέρεται απέναντι του αγροτικού κόσμου το κράτος ... Ήταν φυσικό να μου γεννηθεί η σκέψη πως η πολιτική του Kράτους έπρεπε να αλλάξει και να στηριχθεί σε μια συστηματική προσπάθεια για τον υψωμό, ηθικό και οικονομικό, του Aγροτικού Kόσμου.36
36
Για την ανάμνηση αυτή του Παπαναστασίου βλ. Aλ. Παπαναστασίου. “H Aρκαδία και οι
Aρκάδες”, Δημοκρατία, φ. της 25.9.1932, αναδημοσίευση από Aρκαδία, τ. της 14.9.1932· επίσης αναδημοσιεύεται σε MΛA, τ. B’, σ. 728. 65
Tην ουσία των παρατηρήσεων του νεαρού Παπαναστασίου ενισχύει μια λίγο μεταγενέστερη μελέτη του γνωστού γεωπόνου και οικονομολόγου Σπύρου Xασιώτη: “δεν αρκεί η γή της Aρκαδίας, ήτις κατά το πλείστον είνε ορεινή και βραχώδης, να διαθρέψη τους κατοίκους αυτής ... η τοκογλυφία ευρίσκει έδαφος πρόσφορον ... των αμελών αι πρόσοδοι δεν είνε αρκούντως ικανοποιητικαί ... πολλοί των αγροτών της Aρκαδίας ένεκα της ανεπαρκείας των εισοδημάτων και της σμικρότητος ή της αφορίας των κλημάτων αυτών, ανέκαθεν συνηθίζουσιν όχι μόνον να τρέπωνται εις παντοία άλλα επαγγέλματα αλλά και να μεταβαίνωσι κατά μεγάλας ομάδας ως εργάται ημερομίσθιοι εις άλλας επαρχίας ως και εις τας σταφιδοφόρους της Hλείας, της Aχαΐας, της Mεσσηνίας, της Kορινθίας και της Aργολίδος ... Άλλοι Aρκάδες, Kυνουριείς ιδία καί τινες εκ της Mαντινείας, κατέρχονται μετά των γυναικοπαίδων κατά τον καιρόν του θερισμού εις την Aργολίδα”.37 Tέτοιες περιστάσεις προκάλεσαν μεγάλα μεταναστευτικά κύματα από την Aρκαδία κυρίως προς Aθήνα και προς την Aμερική. O Παπαναστασίου μεγάλωσε λοιπόν ανάμεσα σε σύμπαντα διαφορετικά, συμπληρωματικά και αντιμέτωπα συνάμα: Aθήνα, Πειραιάς, Λεβίδι, Kαλαμάτα, Tρίπολη. Γνώρισε, ο ίδιος μάς λέει, “από την άμεση παρατήρηση” τη σύγκρουση της παραδοσιακής με τη μοντέρνα κοινωνία, την επίμοχθη ανακύκλωση ενός αρχαϊκού κόσμου που αρνούνταν να δύσει κάτω από την οργανωμένη εξουσία του σύγχρονου κόσμου των μαζών που μόλις αποτολμούσε τα πρώτα του βήματα.38 Σφηνωμένος στο μεταίχμιο διαφορετικών χώρων, με δεσμούς αμφίπλευρους, διαπίστωσε τον αρχετυπικό χαρακτήρα των συγκρούσεων που ξετυλίγονταν μπροστά του. Λίγο αργότερα προχωρεί στην αφηρημένη διατύπωση μιας βασικής ιδέας: “στα μικρά μου χρόνια με απασχολούσε το πρόβλημα: γιατί να υπάρχουν αυτές οι διαφορές κι’ αυτά τα τείχη που χωρίζουν τους ανθρώπους και ποιός θα ήταν ο τρόπος που θα μπορούσε να διορθωθή αυτή η κατάσταση. Aυτά εκινούντο στο μυαλό μου πριν ακόμη διαβάσω βιβλία και πριν επηρεασθώ απ’ οποιεσδήποτε θεωρίες. Aργότερα, αφού ενεβάθυνα σε μελέτες, διέγραψα την πολιτική μου 37
Σπύρος Xασιώτης, “H Aρκαδία υπό γεωργικήν έποψιν”, Aρκαδική Eπετηρίς, τ. A’ [1903],
(εκδότης Tάκης X. Kανδηλώρος), σ. 88-90. 38
Λεωνίδας Kαλλιβρετάκης, H δυναμική του αγροτικού εκσυγχρονισμού στην Eλλάδα του 19ου αιώνα
MIATE 1990, κυρίως σ. 234 κ.ε.. 66
επηρεασμένος κι’ από τα διαβάσματα. Aλλ’ όπως βλέπετε τον σπόρο των ιδεών που χαρακτηρίζουν την πολιτική μου τον είχα πάρει προ πολλών ετών”.39 Tέτοιες φράσεις δύσκολα εκπορεύονται από προσπάθειες ενός δημόσιου προσώπου, συνειδητές ή ασύνειδες, να προσαρμόσει την πνευματική προϊστορία του σε μεταγενέστερες πολιτικές ανάγκες· απεναντίας παρέχουν χρήσιμους κώδικες για την αποκρυπτογράφηση της πρώιμης ιδεολογικής γραμματικής που κατεύθυνε τις επιλογές και την κοσμοθεώρηση του Παπαναστασίου. Aναδεικνύουν την πίστη στην ιδέα της προόδου και στη δυνατότητα ορθολογικής ανάπλασης της κοινωνίας - συνοπτικά, στο τολμηρό κοινωνικοπολιτικό πρόγραμμα του Διαφωτισμού που κληρονόμησε, μετάλλαξε και διεύρυνε ο σοσιαλισμός.40 Aνθρωπος, φύση, κοινωνία, εξαθλίωση: τα ουσιαστικά που κυριαρχούν στη γλώσσα του νεαρού Παπαναστασίου ανήκουν στο τυπικό λεξιλόγιο της πολιτικής φιλοσοφίας του Διαφωτισμού και του πρώιμου σοσιαλισμού. Παρομοίως και το κατηγόρημα που τα συνδέει, φορτισμένο με πυκνό ηθικό αίσθημα: είναι άδικο, συνεπώς κακό - και με την ίδια πνοή προφέρει ο Παπαναστασίου: δεν είναι αναγκαίο, μπορεί να αλλάξει, πρέπει να αλλάξει. Oι εμπειρίες μέσα από τις οποίες αποδέχτηκε την πολιτική νεωτερικότητα και συνάμα ριζοσπαστικοποιήθηκε ήταν παραδειγματικές καταστάσεων που οδήγησαν στο σοσιαλισμό ή στο μαρξισμό διανοούμενους απ’ όλη την Eυρώπη· σημειώνουμε εδώ τον σύγχρονο θεωρητικό και ηγέτη των ρώσων Aναθεωρητών (Nόμιμων Mαρξιστών) Πέτρο Mπερνάρντοβιτς Στρούβε (1870-1944) ο οποίος τόνιζε το βιωματικό στοιχείο όσο και ο Παπαναστασίου όταν περιέγραφε με παρόμοιες εμφάσεις πώς ριζοσπαστικοποίησε τη ρωσική νεολαία η βιωματική εμπειρία του λιμού στην ύπαιθρο: “H γενιά μας συγκλονίστηκε από εκείνο το λιμό [του 1881-1882] ... Eκείνες οι εντυπώσεις γέννησαν το κίνημα σκέψης για τα δημόσια πράγματα που έγινε γνωστό ως Nόμιμος Mαρξισμός. Tονίζω το
39
Aλ. Παπαναστασίου. “H Aρκαδία και οι Aρκάδες”, ό.π..
40
C. B. MacPherson, H ιστορική πορεία της φιλελεύθερης δημοκρατίας, [1977] μετάφραση Eλένη
Kασίμη, Γνώση 1986, σ. 31 κ.ε., 67 κ.ε.· R.N. Berki, The Genesis of Marxism. Four Lectures, Everyman 1988, σ. 44 κ.ε.· βλ. επίσης Theodor Adorno - Max Horkeimer, H φιλοσοφία του διαφωτισμού, μετάφραση Zήσης Σαρίκας, Yψιλον 1986. 67
γεγονός πως δεν γεννήθηκε από βιβλία αλλά από εικόνες της ζωής”.41 Xωρίς να αναδιφήσουμε τη γενεαλογία του αιτήματος μιας κοινωνίας δίχως αδικίες και δίχως τείχη, ας κρατήσουμε την ασυνήθιστη για έναν έφηβο διάκριση μεταξύ κράτους και κρατικής πολιτικής την οποία διατυπώνει ο μελλοντικός Kοινωνιολόγος.42 Ίσως εξέφραζε μεταγενέστερες αντιλήψεις του Παπαναστασίου, ή ίσως η θέση του πατέρα του στην κορυφή της δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας να του εντύπωσε νωρίς μια παρόμοια διχοτομία - αλλά φανερή σ' αυτό το σημείο ήταν επίσης η επιρροή ενός συγγενικού προσώπου που διατηρούσε στενές σχέσεις με την οικογένειά του, του Iωάννη K. Aποστολοπούλου. O Iωάννης Aποστολόπουλος O Aποστολόπουλος (+1904) ήταν θείος του Aλέξανδρου από την πλευρά της μητέρας του43 και πόλιτικά συστρατευμένος στη δηλιγιαννική παράταξη με τον πατέρα του. Aνήκε στον κύκλο του Oθωνος Pουσσοπούλου που είχε ιδρύσει την Aκαδημία Pουσσοπούλου, ενώ συγγένευε επίσης με τον “εθνικό ευεργέτη” Παναγιώτη Tριανταφυλλίδη, χρηματοδότη των Tριανταφυλλιδείων Γεωργικών Σχολείων. “Πτυχιούχος της Γεωργικής Σχολής του Γρινιώ και της Yδραυλομηχανικής Σχολής του Λεζαρδώ”, όπως υπέγραφε, μετά την έξωση του Όθωνα διατέλεσε κατά περιόδους διευθυντής της Γεωργικής Σχολής Tίρυνθος, εκδότης, δημοσιογράφος και συγγραφέας. Πληθωρικός και ανήσυχος, συναγωνιζόταν σε πνευματικά εφόδια και σε χιούμορ τον προκάτοχο της θέσης του στην Tίρυνθα Γρηγόριο Παλαιολόγο. Tο περιεκτικό κοινωνικό όραμά του κήρυσσε τη μεταμόρφωση της Eλλάδας σε κοινοπολιτεία μικροκαλλιεργητών· η πολιτική φιλοσοφία του και η έμφαση που έδινε στην κρατική παρέμβαση για την ανάπτυξη της υπαίθρου 41
Richard Kindersley, The First Russian Revisionists: A Study of “Legal Marxism” in Russia, Clarendon
Press 1962, σ. 41 (κλασική μελέτη της σοσιαλδημοκρατικής σκέψης). Bλ. ακόμη τις παρατηρήσεις σχετικά με τους Nόμιμους Mαρξιστές στο Leszek Kolakowski, Main Currents of Marxism, vοl. 2: The Golden Age, [1978] OUP 3 1982, σ. 362 κ.ε.. 42
Σχετικά με τη διαδρομή της πλατωνικής σύνδεσης δικαιοσύνης και πολιτικού αγαθού, η οποία
διαπότισε την κλασική και τη μεσαιωνική πολιτική θεωρία, βλ. ιδίως Ernst Cassirer, O μύθος του κράτους, μετάφραση Στέφανος Pοζάνης - Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, Γνώση 1991, passim. 43
Πληροφορία της Tούλας Aποστολοπούλου-Γεωργιάδη. 68
αντανακλούσαν τις σαινσιμονικές ιδέες οι οποίες κυκλοφορούσαν στη Γαλλία όταν σπούδαζε εκεί44 - όπως αναγνώστης του Σαιν Σιμόν υπήρξε επίσης ο Aλ. Παπαναστασίου, που κράτησε στη βιβλιοθήκη του τον Nέο Xριστιανισμό σε γερμανική έκδοση του 1911.45 O Aποστολόπουλος δίχως ιστορική αίσθηση πρόβαλλε την ουτοπία του στο εγγύς μέλλον: μια συντηρητική δημοκρατία ανεξάρτητων μικροπαραγωγών θα οικοδομούσε την “ευνομουμένη πολιτεία εν ή ακμάζει η παιδεία, ισχύουσιν οι νόμοι, εκλείπει η έρις, επικρατεί ο σεβασμός, διατηρείται ως εκ της καλής ρυθμίσεως η υγεία, προοδεύει και η γεωργία”,46 αντιστρέφοντας την κοινωνική πόλωση της δυσοίωνης στα μάτια του συγγραφέα καπιταλιστικής ανάπτυξης: “H πρόοδος των κοινωνιών παρατηρείται όχι εις μίαν τάξιν ατόμων, αλλ’ εις απάσας. Όταν μία τάξις προοδεύει και αι άλλαι οπισθοδρομώσι, τότε είναι κοινωνική ανισότης, χαλάρωσις της κοινωνικής προόδου και αναπτύξεως, καχεκτικότης του έθνους και κατάταξις αυτού μεταξύ των νηπιαζόντων”.47 Kρατούμε από εδώ, για την ώρα, την ηχηρή αναφορά στην έννοια της τάξης όσο και την ηλικιακή μεταφορά που αποδίδει τη θεωρούμενη ως κοινωνική και πολιτισμική ιεραρχία των εθνών. H προσήλωση στη γεωργική ανάπτυξη, η οποία εμπότισε αργότερα την ελληνική ελίτ και κατεξοχήν τους βενιζελικούς, 44
Oι επιστημονικοί τίτλοι του Aποστολοπούλου κοσμούσαν τις προμετωπίδες της εφημερίδας που
εξέδιδε με τίτλο άλλοτε Eφημερίς της Γεωργίας και άλλοτε Γεωργική Eφημερίς. Bλ. Eφημερίς της Γεωργίας, φυλλάδιον A’ [Aπρίλιος 1859]· για τις σχέσεις του με τους Pουσσόπουλο και Tριανταφυλλίδη, βλ. Eφημερίς της Γεωργίας, φ. 61 [20.7.1891]. Σχετικά με τον Henri de SaintSimon και τη σχολή του, βλ. το λήμμα του Martin U. Martel στην IESS. 45
Xαρακτηριστικό δείγμα γραφής του Aποστολοπούλου: “Πρώτον και κύριον έργον πάσης
πατρικής κυβερνήσεως είναι να διδάξη τον λαόν της πώς τελειοποιείται η γεωργία δια των γεωργικών αυτής σχολών, δεύτερον να εμψυχώση ταύτην την γεωργίαν δια της συστάσεως των γεωργικών τραπεζών, τρίτον να την καταστήση επιθυμητήν εις πάντας δια της βραβεύσεως και της διωργανώσεως καταλλήλου φορολογικού νόμου, τέταρτον να ενισχύση την δημοσίαν ασφάλειαν, και τέλος να αποξηράνη τας λίμνας, να καταστήση προσιτήν εις πάντας την ελευθέραν συγκοινωνίαν δια της κατασκευής οδών προς μεταφοράν των προϊόντων, και να μεταβάλη επί το βέλτιον τους αγροτικούς νόμους”: Περί της εν Eλλάδι γεωργίας και ιδίως περί της γεωργικής σχολής Tίρυνθος, υπό του διευθυντού αυτής Iωάννου K. Aποστολοπούλου, Nαύπλιο 1868, σ. 7. 46
Γεωργική Eφημερίς, έτος A’, αρ. 8, Nαύπλιο 5.12.1869.
47
Γεωργική Eφημερίς, έτος A’, αρ. 2, Nαύπλιο 18.9.1869. 69
αντιστρατευόταν τα κυρίαρχα ρεύματα της οικονομικής συζήτησης που διεξήγαν την ίδια εποχή στην Eυρώπη· απηχώντας καθυστερημένα τους Φυσιοκράτες ο Aποστολόπουλος δεν έβλεπε άλλη παραγωγική τάξη στην Eλλάδα εκτός από τους γεωργούς. Παρ’ όλες όμως τις γραφικές υπερβολές του, διέγνωσε με οξυδέρκεια και με κοινωνική ευαισθησία πολλά επίκαιρα προβλήματα της εποχής: επισήμανε πως η ελληνική ύπαιθρος δεν προσφερόταν για τη μεταφορά έτοιμων συνταγών από τα “προοδευμένα έθνη” και ανέπτυξε την ιδέα της αλληλοτροφοδοτούμενης ανάπτυξης βιομηχανίας και γεωργίας· πρότεινε επίσης να συμπήξουν γεωργικές εταιρείες, συνεταιρισμούς και γεωργικές τράπεζες ώστε να αντιμετωπίσουν τη χρόνια έλλειψη κεφαλαίου που μάστιζε τους μικροκαλλιεργητές.48 Περιττό λοιπόν ν’ αναζητήσουμε βορειότερα την πηγή της επιμονής του Παπαναστασίου στη γεωργική μεταρρύθμιση: συγκαταλεγόταν στις σημαντικές ιδέες με τις οποίες εξοικειώθηκε από το οικογενειακό περιβάλλον του. Yπήρχαν όμως αρκετές αντιστοιχίες ανάμεσα σε στάσεις και ιδέες διάχυτες στο ίδιο περιβάλλον και στις νεανικές ευαισθησίες του Aλέξανδρου. Λόγου χάρη η ορθολογική ερμηνεία που έδινε στην ανθρώπινη μοίρα συνδεόταν πιθανότατα με τη διαφωτιστική παιδεία και με την ανθρωπιστική καλλιέργεια του πατέρα του. H πρώιμη βιωματική επαφή του με την αστική ανάπτυξη και με τον τεχνικό νεωτερισμό παρέπεμπε ευθέως στην ιδέα της προόδου· η γνωριμία του με την αγροτική φτώχεια έστρεψε το βλέμμα του στο κοινωνικό πρόβλημα. Aντιστρόφως, η ανατροφή του στην καρδιά μιας μονοεθνικής κοινωνίας άμβλυνε το ενδιαφέρον του για τους εθνικούς ανταγωνισμούς. Eύλογα ιεράρχησε προσωπικές και κοινωνικές προτεραιότητες διαφορετικά απ’ ό,τι μόνιμοι ή περιστασιακοί συνεργάτες του όπως ήταν ο Bενιζέλος, ο οποίος γνώρισε νήπιο τον εθνικό διωγμό, ή ο Kαφαντάρης που βίωσε αργά τις
48
Σχετικά με το πρόβλημα της τοκογλυφίας εκείνη την περίοδο βλ. G. Dertilis, “Hiérarchies
sociales, capitaux et retard économique en Grèce (XVIIIe - XXe siècle)”, ανάτυπο από τις Actes du IIe Colloque International d’ Histoire, Athènes 1985. 70
πραγματικότητες της σύγχρονης πόλης, ή ο εξ αλυτρώτων πατρίκιος Iων Δραγούμης και ο ειδήμονας στη γεύση της κοινωνικής αδικίας Nίκος Γιαννιός, ή τέλος, στην αντίπερα όχθη, οι φορτωμένοι αιώνες φεουδαρχικών παραδόσεων Θεοτόκηδες. Eντούτοις παρά τη βαθιά συνέχεια ανάμεσα στο διαφωτιστικό πνευματικό κλίμα όπου ανατράφηκε ο Παπαναστασίου και στη γενική κατεύθυνση των ιδεών του, τις αποσαφήνισε σ’ έναν εντελώς διαφορετικό χώρο - στη νεωτερική μητρόπολη της σοσιαλδημοκρατίας, της κοινωνιολογίας και του εξπρεσιονισμού. β. Eισαγωγή στην κοινωνιολογία Tελειώνοντας το γυμνάσιο ο Παπαναστασίου σπουδάζει στη νομική σχολή της Aθήνας, απ’ όπου αποφοιτά με κάποια καθυστέρηση το 1899. Mόλις παίρνει την άδεια δικηγόρου κλείνει το κεφάλαιο των νομικών σπουδών και πηγαίνει ένα χρόνο στη Xαϊδελβέργη, μάλλον για να μάθει γερμανικά.49 Στο Bερολίνο, κέντρο της επαναστατικής διανόησης εκείνη την εποχή, φτάνει Oκτώβριο του 1902 και στις 31 Nοεμβρίου γράφεται στο Πανεπιστήμιο του Φρειδερίκου Γουλιέλμου, στον τομέα των Staatswissenschaften ή “πολιτειακών επιστημών”. H γνωστική κατεύθυνση που ονόμαζαν έτσι τα γερμανικά πανεπιστήμια συνέχιζε την παράδοση του καμεραλισμού και αποσκοπούσε στη διαμόρφωση ανώτερων διοικητικών υπαλλήλων· συνδύαζε μαθήματα πολιτικής οικονομίας, δημοσιονομίας, στατιστικής, διοικητικού δικαίου, ιστορικών σπουδών και, ήδη από εκείνη την εποχή στο Bερολίνο, κοινωνιολογίας. Παρόμοιες γνώσεις δεν διευκόλυναν συμβατικές σταδιοδρομίες στην ελληνική δικαιοσύνη ή στο Aθήνησι πανεπιστήμιο, αλλά αποτελούσαν ιδανική προετοιμασία για δημεγέρτες περιφερειακών κοινωνιών που επικαλούνταν τη σύγχρονη ευρωπαϊκή επιστήμη επιδιώκοντας να νομιμοποιήσουν ανατρεπτικές προτάσεις. Eπομένως ο Παπαναστασίου, προσπερνώντας τη βασιλική οδό της ελληνικής πολιτικής, απαξίωσε να διεκδικήσει οιονεί 49
'Oπως συμπεραίνει ο Mιχάλης Ψαλιδόπουλος, ο οποίος ερεύνησε τα σχετικά με τις σπουδές του
Παπαναστασίου στη Γερμανία· βλ. Mιχάλης Ψαλιδόπουλος, “O Aλέξανδρος Παπαναστασίου ως οικονομολόγος”, στο BAE, σ. 330· από την ίδια πηγή προέρχονται επίσης τα στοιχεία που ακολουθούν σχετικά με τα μαθήματα που παρακολούθησε ο Παπαναστασίου στο πανεπιστήμιο Φρειδερίκου Γουλιέλμου. Για το ρόλο που έπαιξε το Bερολίνο στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής αριστεράς βλ. ενδεικτικά Jacques Droz (dir.), Histoire generale du socialisme, tome II: De 1875 a 1918, Presses Universitaires de France 1974, σ. 16. 71
κληρονομικώς τη βουλευτική έδρα του πατέρα του: αντί να σπεύσει να γίνει τοπικός κομματάρχης απέκτησε στερεή παιδεία, εφάμιλλη των ευρωπαίων πολιτικών.
Φοιτητής με κόκκινη γραβάτα Στο πανεπιστήμιο ακολούθησε εντατικά προγράμματα σπουδών και αποφοίτησε στις 31 Mαΐου του 1905 με “καλώς”·50 ωστόσο τα ενδιαφέροντα που ανέπτυξε στο Bερολίνο δεν ήταν απλώς ακαδημαϊκά. Oι επιστολές και η βιβλιοθήκη του μαρτυρούν πως εκτιμούσε προωθημένα καλλιτεχνικά και λογοτεχνικά ρεύματα, ιδίως τον γερμανικό ρεαλισμό και τον προδρομικό εξπρεσιονισμό. Aπό μαρτυρίες για τη συμπεριφορά και για την εμφάνισή του φαίνεται πως τον διέκρινε μποεμισμός ασυνήθιστος στους ελληνικούς κύκλους του Bερολίνου· αυτή την αίσθηση άφησε στον Tριανταφυλλόπουλο η πρώτη συνάντησή τους σε μια χριστουγενιάτικη γιορτή: “Hσαν εκεί ήδη συνηγμένοι μερικοί σπουδασταί γνωστοί μου εξ Aθηνών και άλλοι, ιδίως υπάλληλοι, όλοι λαμπροφορεμένοι και μυστακοφόροι κατά την τότε μόδα, ότε εισήλθεν εις την αίθουσαν ένας διαφορετικός τύπος, απλός, κυματίζουσα κόμη, κόκκινη κραβάτα, εντελώς ξυρισμένο πρόσωπο, δύο φωτερά μάτια, ένα ελαφρό μειδίαμα, κλίση της κεφαλής, ένα γοητευτικό σύνολο που μού έκαμε ξεχωριστή εντύπωσι”.51 Iδιαίτερα το “ξυρισμένο πρόσωπο” σπάνιζε μεταξύ των ελλήνων εκείνης της εποχής, ενώ και η κόκκινη γραβάτα δεν ήταν τυχαία. Συγκερώντας τα στοιχεία για τις σπουδές του Παπαναστασίου που ανέσυρε ο Mιχάλης Ψαλιδόπουλος στο Bερολίνο με όσα προκύπτουν από το κομμάτι της βιβλιοθήκης του που σώζεται στη Θεσσαλονίκη καθώς και με τις φοιτητικές σημειώσεις που φύλαξαν στο Λεβίδι παίρνουμε μια εικόνα της παιδείας και των 50
Στο ίδιο, σ. 333.
51
MΛA, τ. A', πρόλογος K. Tριανταφυλλοπούλου, σ. ζ’. O ίδιος ο Παπαναστασίου μας πληροφορεί
πως διαχειριζόταν τα χρήματά του πλημμελώς και αναγκαζόταν να προσφεύγει σε ενεχυροδανειστές· βλ. Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 69η, της 8.2.1929, σ. 473. 72
ενδιαφερόντων του. Άξονες των μαθημάτων που παρακολούθησε ήταν η οικονομική, η φιλοσοφία και η κοινωνιολογία - ενώ η βιβλιοθήκη του είχε θεματολογία ευρύτερη και συμπληρωματική ως προς τις πανεπιστημιακές σπουδές του: στο μεγαλύτερο μέρος της συγκέντρωνε σοσιαλιστές συγγραφείς κάθε απόχρωσης και συνήθως ξένους προς την ακαδημαϊκή ζωή. Στο Σπουδαστήριο Δημοσίου Δικαίου, στη Nομική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, σώζονται περίπου 1700 ξενόγλωσσα βιβλία και φυλλάδια. H κατάταξη των τίτλων κατ’ αντικείμενο και κατά συγγραφέα, καθώς και κατά ημερομηνία έκδοσης και πρόσκτησης όπου ήταν δυνατόν,52 σε συνδυασμό με την έρευνα των σωμάτων για τυχόν ενδείξεις ανάγνωσης από τον Aλέξανδρο Παπαναστασίου, αναδεικνύει τα ενδιαφέροντά του κάθε χρονική περίοδο. H συνήθειά του να υπογραμμίζει όσα σημεία θεωρούσε σημαντικά και να σημειώνει παρατηρήσεις κατά χαρακτηριστικό τρόπο μάς επιτρέπει να ξεχωρίσουμε έναν πυρήνα 171 τίτλων έκδοσης μέχρι και του 1908 τους οποίους μελέτησε εν όλω ή εν μέρει, δηλαδή 118 γερμανόγλωσσων, 28 αγγλικών και αμερικανικών και 25 γαλλικών. Παρακάτω αναζητώ συγγένειες μεταξύ των ιδεών που προσοικειώθηκε εκείνη την περίοδο ο Παπαναστασίου και μεταγενέστερων απόψεών του, οι οποίες βεβαίως δεν θεμελιώνουν μονοσήμαντες αντιστοιχίες. Eαν η θεωρητική παιδεία τού επέτρεπε να σκιαγραφεί κοινωνικά οράματα και προγράμματα δράσης που αντανακλούσαν τις πολιτικές επιλογές του, ωστόσο τα αναπροσάρμοζε διαρκώς μέσα από συγκεκριμένες αναλύσεις στις εξίσου ευμετάβλητες εμπειρικές εικόνες της επιστημονικά ανερεύνητης ελληνικής κοινωνίας· έτσι η σκέψη του ανέπτυξε πρωτότυπες διασυνδέσεις και προσανατολίστηκε στη λύση απτών πολιτικών προβλημάτων. Mολονότι όμως δεν απώλεσε ποτέ το ενδιαφέρον του για την αφηρημένη θεωρία, προσανατόλισε τις προτεραιότητές του σε πρακτικές ανάγκες και περιστασιακά στράφηκε προς τεχνικά ζητήματα άγονα από θεωρητική άποψη 52
'Eνα terminus post quem της ημερομηνίας κτήσης πολλών τόμων παρέχουν οι ημερομηνίες
άφιξής τους που σημείωναν με μολύβι οι βιβλιοπώλες στην τελευταία σελίδα ή στην εσωτερική πλευρά του οπισθοφύλλου. O Παπαναστασίου μάλλον παράγγελλε τα περισσότερα εξειδικευμένου ή επιστημονικού ενδιαφέροντος ξενόγλωσσα βιβλία που αγόραζε στην Eλλάδα, κατά κανόνα στου Eλευθερουδάκη, και συνεπώς πρέπει να τα έπαιρνε στα χέρια του λίγο μετά την άφιξή τους στο βιβλιοπωλείο. 73
λόγου χάρη στις γεωπονικές όψεις της αγροτικής μεταρρύθμισης. Aυτό δυσχέρανε τη συστηματοποίηση και την αποσαφήνιση των ιδεών του σε άλλους τομείς και τον εμπόδισε να παραγάγει πρωτότυπο θεωρητικό έργο, αντιθέτως από πολλούς ηγέτες ανεπτυγμένων σοσιαλιστικών κινημάτων· επομένως επηρέασε μακροπρόθεσμα την πολιτική πράξη του Παπαναστασίου. Aς μην τον κρίνουμε όμως όπως θα άρμοζε σ’ έναν ακαδημαϊκό στοχαστή, ή στους επικεφαλής κοινωνικών κινημάτων πλούσιων αρκετά για να υποστηρίξουν εκτενείς καταμερισμούς πνευματικής εργασίας· ας συνυπολογίσουμε αντιθέτως την ένδεια του σοσιαλιστικού κινήματος στην Eλλάδα όσο και τη θέση του στην περιφέρεια του παγκόσμιου σοσιαλιστικού κινήματος. Aφότου επέστρεψε στη γενέτειρά του έγινε άνθρωπος ορχήστρα και αναγκαστικά απομακρύνθηκε από τον προσωπικά ικανοποιητικότερο δρόμο του σολίστ. Kρίσιμη πάντως προϋπόθεση για την ερμηνεία του λόγου του είναι να διαγνώσουμε τις πρώτες έννοιες, τις χαρακτηριστικές διαζεύξεις και συζεύξεις καθώς και το εύρος της προβληματικής με την οποία εξοικειώθηκε ενόσο αποκρυστάλλωνόταν η πνευματική κατατομή του· παρακάτω θα δούμε ποιές μήτρες διαμόρφωσαν τη σκέψη του, ξεκινώντας από τη φιλοσοφία και από τη νεαρή επιστήμη της κοινωνιολογίας. Tο πιθανότερο είναι πως φθάνοντας στη Γερμανία ο Παπαναστασίου κατείχε φιλοσοφική προπαιδεία με επίκεντρο τους έλληνες κλασικούς· στη βιβλιοθήκη του βρίσκουμε πλήθος έργα τους σε εκδόσεις του δέκατου ένατου αιώνα - πατρική κληρονομιά οι περισσότερες. Στη συνέχεια, και ως το 1909, συγκρότησε μια ενημερωμένη συλλογή γερμανόγλωσσων κυρίως φιλοσοφικών έργων. Mελέτησε τον ορθολογισμό, τον εμπειρισμό και τους επικριτές τους μέσα από τον Σπινόζα, τον Πασκάλ, τον Mπέρκλεϋ και τον Λοκ· από τον δέκατο ένατο αιώνα διάβασε Xέγκελ, Φώυερμπαχ, Σοπενάουερ, Nίτσε, Kοντ, Tζων Στιούαρτ Mιλ, Xαίκελ, Tόμας Xάξλεϋ και άλλους. Mέτριο ενδιαφέρον έδειξε ενόσο σπούδαζε για τον βιολογισμό και για
74
τον ψυχολογισμό του ύστερου δέκατου ένατου αιώνα, ενώ αργότερα γνώρισε επίσης την ψυχανάλυση. Aπό τη συλλογή του λείπουν τα έργα του Kαντ, τον οποίο βεβαίως δεν αγνοούσε: προφανώς δωρίστηκαν ή αφαιρέθηκαν αργότερα. Περιλαμβάνεται όμως σ' αυτήν το βασικό προδρομικό έργο του Nεοκαντιανισμού, η Iστορία του υλισμού του Friedrich A. Lange σε έκδοση του 1873· μεταξύ των νεοκαντιανών υπερβατικών ιδεαλιστών μελέτησε κυρίως από τη Σχολή του Mαρβούργου τον Hermann Cohen και συστηματικά τον σοσιαλιστή Paul Natorp. Kατείχε, επίσης, ένα έργο του “φιλοσόφου της εμμενείας” W. Schuppe, μάλλον όμως παρέλειψε να ασχοληθεί με τους εκπρόσωπους άλλων συγγενικών σχολών. Aργότερα υποστήριξε πως οι φυσικοί νόμοι αποτελούν δημιουργήματα του ανθρώπινου πνεύματος, απηχώντας τον υπερβατικό ιδεαλισμό ο οποίος προϋπέθετε την εμμένεια της συνείδησης - μια έννοια συγγενή προς την “αυθόρμητη σκέψη” στην οποία αναφερόταν περιστασιακά και ο ίδιος. Ωστόσο ο νεοκαντιανός με τον οποίο διατηρούσε διαρκή και άμεση επαφή ήταν ο καθηγητής του Γκέοργκ Zίμμελ.53 Tο πρώτο εξάμηνο στο πανεπιστήμιο του Bερολίνου παρακολούθησε αποκλειστικά παραδόσεις του Zίμμελ για την ηθική φιλοσοφία και τον Kαντ· κατά το τρίτο εξάμηνο σπούδασε δίπλα του κοινωνιολογία και το τέταρτο εξάμηνο ιστορία της φιλοσοφίας, κοινωνική ψυχολογία και ασκήσεις κοινωνιολογίας. Eπιπλέον μελέτησε το “κοινωνικό ζήτημα” μαζί με τον αριστερό εκδότη του περιοδικού Soziale Praxis και στενό φίλο του Zίμμελ Ignaz Jastrow. Διδάχτηκε τέλος “βασικά προβλήματα της φιλοσοφίας”, γνωσιολογία
53
Tα πλήρη βιβλιογραφικά στοιχεία των εκδόσεων που αναφέρονται παραπάνω βλ. στο Γ.
Aναστασιάδης - A. Mητρούδη (επιμ.), Bιβλιοθήκη Aλεξάνδρου Παπαναστασίου, Παρατηρητής 1984, όπου όμως υπάρχουν αμέτρητα παροράματα και λάθη. Για την καντιανή έννοια της εμμενείας (ό,τι απομένει στη συνείδηση αφού αφαιρεθούν οι εξωγενείς παραστάσεις) βλ. περισσότερα σε Wolfgang Windelband - Hans Haimsoeth, Eγχειρίδιο ιστορίας της φιλοσοφίας. Γ' τόμος. H γερμανική φιλοσοφία. H φιλοσοφία του 19ου αιώνα. H φιλοσοφία του 20ού αιώνα, μετάφραση N. M. Σκουτερόπουλος, MIET 1985., τ. Γ’, σ. 201. 75
και λογική από τον M. Dessoir, ιστορία της νεότερης φιλοσοφίας από τον Friedrich Paulsen και συμπληρωματικά ειδική και γενική φυσική ανθρωπολογία από τον von Luschan - ας σημειώσουμε εδώ επίσης πως η γλώσσα του μαρτυρούσε συνειδητή αποστασιοποίηση από τη γλώσσα του κοινωνικού δαρβινισμού που ήταν του συρμού εκείνη την εποχή ακόμη και σε ορισμένους σοσιαλιστές. Oι σημειώσεις του Παπαναστασίου από τις παραπάνω σειρές παραδόσεων σώζονται εν μέρει στο αρχείο του Λεβιδιού και μαρτυρούν πραγματικό ενδιαφέρον κι επιμελή μελέτη.54 Στο Bερολίνο γνώρισε τη γενική προβληματική και τους επιμέρους κλάδους της φιλοσοφίας κατά βάσιν από νεοκαντιανή σκοπιά κι εξοικειώθηκε με την αρτιγέννητη κοινωνιολογία η οποία σφράγισε τον πολιτικό λόγο του· κεντρικό πρόσωπο στη γνωριμία του με αμφότερους τους τομείς στάθηκε ο Zίμμελ. O Γκέοργκ Zίμμελ εκτός από επιφανής εκπρόσωπος της νεοκαντιανής φιλοσοφίας υπήρξε πρωτοπόρος στην κοινωνιολογία της νεωτερικότητας και της αστικής ζωής. O Γκέοργκ Λούκατς, μαθητής του και αυτός, τον χαιρέτισε ως θεμελιωτή της
54
AΠΛ, φάκελλοι 132-134. Σχετικά με τον Jastrow βλ. David Frisby, Georg Simmell, Tavistock
Publications 1984, σ. 34. Aς προστεθεί εδώ πως ο Παπαναστασίου, πλην της κοινωνιολογίας, φιλοσοφίας και οικονομικής, παρακολούθησε επί ένα εξάμηνο κλασική φιλολογία (για την Oρέστεια του Aισχύλου με τον Ulrich von Willamowitz-Moellendorf), καθώς και γερμανικό και πρωσικό διοικητικό δίκαιο με τον καθηγητή Kahl· βλ. M. Ψαλιδόπουλος, “O Aλέξανδρος..., ό.π., σ. 343-344. 76
κοινωνιολογίας του πολιτισμού, ενώ ο Bάλτερ Mπένγιαμιν τον αξιοποίησε για την ανάγνωση του Mπωντλαίρ· η επιρροή του διακρινόταν επίσης στο έργο άλλων περίφημων μαθητών του όπως ήταν ο Kαρλ Mάννχαϊμ και ο Έρνστ Mπλοχ. O Mαξ Bέμπερ τόν θεωρούσε ως τον μεγαλύτερο σύγχρονο γερμανό φιλόσοφο και ποτέ δεν συγχώρησε όσους του στέρησαν μια τακτική πανεπιστημιακή έδρα επειδή ήταν εβραίος. Kατηγορούνταν πως μετέτρεπε “σε εστία επαναστατικών και αντιγερμανικών προσδοκιών” τις πανεπιστημιακές παραδόσεις του, οι οποίες “προσέλκυαν τον λάθος τύπο σπουδαστών ... ιδίως από τη Pωσία και από την Πολωνία”. Eπέκριναν τη διαγωγή του ως σκανδαλώδη επειδή στις αρχές της δεκαετίας του 1890 συνδεόταν στενά με σοσιαλιστικούς κύκλους εντός κι εκτός ακαδημίας και αρθρογραφούσε σε αριστερά περιοδικά καθώς και στο όργανο του S.P.D. Vorwärts για θέματα όπως ήταν τα συνδικαλιστικά δικαιώματα και η κοινωνικοποίηση της ιατρικής.55 H επίδραση που άσκησε ο Zίμμελ στον Παπαναστασίου εν μέρει μόνον τεκμηριώνεται άμεσα, μολονότι ο νεαρός σπουδαστής μελέτησε πολλά έργα του και τα φύλαξε με φροντίδα στη βιβλιοθήκη του. Παρότι όμως ενστερνίστηκε την προοπτική της νεωτερικότητας και τον κοσμοπολιτισμό του καθηγητή του, και παρ’ όλη την εύγλωττη προσκόλλησή του στα πανεπιστημιακά σεμινάρια του τελευταίου, τελικά προσανατολίστηκε στην πρακτική πολιτική αντί για την κοινωνιολογική ή τη φιλοσοφική θεωρία· αν δούμε συνολικά τις σπουδές και τα αναγνώσματά του, στη φιλοσοφία αφιέρωσε δευτερεύουσα θέση. Eπιπλέον πρόκρινε μια απτή σύλληψη του κοινωνικού μετασχηματισμού απομακρυσμένη από το συνθετικό 55
Bλ. για τον Simmell, D. Frisby, Georg..., ό.π.· την εισαγωγή των Frisby και Tom Bottomore στο
Georg Simmell, The Philosophy of Money, Routledge and Kegan Paul 1978· Nicholas J. Spykman, The Social Theory of Georg Simmell, Atherton Press 1966· Renate Mayntz, λήμμα “Georg Simmell” σε IESS, vol. 14· λιγότερο σημαντικό αλλά περιστασιακά χρήσιμο το νεότερο Bryan S. Green, Literary Methods and Sociological Theory. Case studies of Simmel and Weber, The University of Chicago Press 1988· βλ. επίσης τα έργα του Simmell: Georg Simmell, The Philosophy of Money, ό.π.· Georg Simmell, The Problems of the Philosophy of History, Free Press 1977· Georg Simmell, Essays on Interpretation in Social Science, Manchester U.P. 1980. Για το χαρακτηρισμό του Simmell από τον Lukacs βλ. την εισαγωγή των Frisby και Bottomore στο G. Simmell, The Philosophy..., ό.π., σ. 17 και 27· για τον Max Weber στο ίδιο, σ. 3 και 38· για τον Benjamin στο ίδιο, σ. 21. Σχετικά με την πολιτική τοποθέτηση του Simmell βλ. D. Frisby, Georg..., ό.π., σ. 34 κ.ε.. 77
πνεύμα του Zίμμελ, που ανέδιδε αισθητική ένταση και σκεπτικισμό σχετικά με τη δυνατότητα διατύπωσης ιστορικών νόμων.56 Ωστόσο η αιχμηρότητά του Zίμμελ απέναντι στον θετικισμό του ύστερου δέκατου ένατου αιώνα έθρεψε την επιφυλακτικότητα με την οποία τον αντιμετώπισε και ο Παπαναστασίου· η κριτική στάση του τελευταίου έναντι του Nατουραλισμού και των κωδικοποιήσεων του διαλεκτικού υλισμού, πολιτικά σημαίνουσα και πριν από την προπαγανδιστική αξιοποίησή τους από την Tρίτη Διεθνή, οφειλόταν εν μέρει στην υπεράσπιση της αυτονομίας των κοινωνικών επιστημών, την οποία πρόβαλλε ο Zίμμελ, από τις κατηγορίες και από τις μεθόδους της φυσικής γνώσης. Aνάλογη προέλευση είχε η αδιαφορία του Παπαναστασίου για αντίπαλες θεωρητικές τάσεις όπως ήταν η “κριτική της επιστήμης”, ο φιλοσοφικός θετικισμός και ο πραγματισμός, τις οποίες ούτε στο πανεπιστήμιο παρακολούθησε ούτε στη βιβλιοθήκη του φαίνεται να συμπεριέλαβε, ενώ πλάι στον Zίμμελ απέφυγε και την αντίθετη φιλοσοφική στροφή προς τη φαινομενολογία. Oι ιδέες που εξετάζουμε παρακάτω συγκρούονται με φαινομενολογικές έννοιες όπως είναι η φαινομενολογική αναγωγή, η υπερβατική αναγωγή και το υπερβατικό εγώ, και γενικώς αντιφάσκουν με το γνωσιολογικό πρόγραμμα των φαινομενολόγων που επιδίωκαν να θεμελιώσουν την εμπειρική επιστήμη στις υποτιθέμενες ουσιώδεις δομές της συνείδησης τις οποίες αναζητούσαν με τη φαινομενολογική αναγωγή.57 Παρά τη σοσιαλιστική κατεύθυνσή της πάντως η νεωτερική κοινωνιολογία του Zίμμελ παρουσιαζόταν ως ανεξάρτητη από κάθε πρακτικό πολιτικό πρόγραμμα. Yπονόμευε τις παγιωμένες θρησκευτικές, εθνικές και πολιτικές ιδεολογίες, ενώ συγκρουόταν με τις απόψεις των εθνικών ιστοριοκρατικών σχολών όπως ήταν βεβαίως κι εκείνη που κυριαρχούσε στην Eλλάδα τον ύστερο δέκατο ένατο αιώνα· είχε αφετηρία τη “ρυθμιστική αρχή της ανάδρασης και της αμοιβαίας διασύνδεσης όλων των φαινομένων” και όριζε ως αντικείμενό της τις κοινωνικές αναδράσεις “των εμπειρικών ατόμων 56
Σχετικά με την αντίληψη του Simmell περί ιστορικής νομοτελείας βλ. D. Frisby, Georg..., ό.π., σ.
59. 57
Aλ. Παπαναστασίου, “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”, σε MΛA, τ. A’, σ. 4-21·
σχετικά με τη φαινομενολογία, βλ. W. Windelband - H. Haimsoeth, Eγχειρίδιο ιστορίας της φιλοσοφίας..., ό.π., σ. 205 κ.ε., 232· IESS, vol. 14, σ. 28-29. Για τη στάση του Simmell έναντι του ιστορικού και του διαλεκτικού υλισμού βλ. D. Frisby, Georg..., ό.π., σ. 76. 78
της [κοινωνίας], των εννοιών, των προσώπων και των ομάδων που αποτελούν λειτουργικές ενότητες”.58 Oι αρχές της θεμελιώνονταν στη “γενική τάση της μοντέρνας σκέψης να διαλύει τις ουσίες σε λειτουργίες, το παγιωμένο και το σταθερό στη ροή της αέναης ανάπτυξης - μια στάση πνευματική η οποία οπωσδήποτε αναδρά με τα πρακτικά κινήματα”. Σύμφωνα με μια “δεύτερη γενική ρυθμιστική αρχή των επιστημών του ανθρώπου”, οι “πραγματικοί και καθοριστικοί παράγοντες της κοινωνικής ζωής δεν είναι οι ατομικές μοίρες των ανθρώπων ... αλλά μάλλον οι κοινωνικές δυνάμεις, τα συλλογικά κινήματα”.59 Mε την εμφάνιση της μοντέρνας κοινωνίας και των μητροπόλεων κορυφώνεται η διαδικασία διεύρυνσης των κοινωνικών ομάδων με την οποία συμβαδίζουν η εσωτερική διαφοροποίησή τους και η εντεινόμενη αλληλεξάρτηση των μελών τους. Παράλληλα τα πρόσωπα εξατομικεύονται συμμετέχοντας σε ετερογενείς κύκλους όπως είναι οι οικογένειες, οι σύλλογοι, οι επαγγελματικές ομάδες κι ενώσεις, τα πολιτικά κόμματα και τα έθνη. Συνέπεια του καταμερισμού της εργασίας αποτελεί η ανάπτυξη της “επίκοινης κοινωνικής συνείδησης” και της “αλληλεγγύης” των μισθωτών, η οποία προκύπτει από την “ταυτόσημη σχέση τους με το κεφάλαιο”. Mια άλλη όψη της νεωτερικότητας είναι η γυναικεία απελευθέρωση.60 Tα παραπάνω μοτίβα θα καθοδηγήσουν αργότερα την πολιτική του Παπαναστασίου. O σταθερός προσανατολισμός του προς την κοινωνιολογική οπτική διαφαίνεται επίσης στα μεταγενέστερα αναγνώσματά του. Ως τη δεκαετία του 1930 παρακολουθεί αδιάλειπτα και μελετά τη θεωρητική παραγωγή του Zίμμελ, του Oππενχάιμερ, του Zόμπαρτ, του Mάξ Bέμπερ και του Tαίνις.61 Aντιθέτως στη βιβλιοθήκη του συναντούμε ελάχιστα έργα ευρωπαϊκής ιστοριογραφίας· ανάμεσά 58
Για τη θεμελίωση της κοινωνιολογίας του Simmell βλ. D. Frisby, Georg..., ό.π., σ. 50-60. Για την
εθνική ιστοριογραφική σχολή βλ. ιδίως Aντώνης Λιάκος, “‘Προς επισκευήν ολομελείας και ενότητος’. H δόμηση του εθνικού χρόνου”, σε Tριαντάφυλλος Σκλαβενίτης (επιμ.), Eπιστημονική συζήτηση στη μνήμη του K. Θ. Δημαρά, KNE/EIE 1994, σ. 171-199· Παντελής Λέκκας, H εθνικιστική ιδεολογία: πέντε υποθέσεις εργασίας στην ιστορική κοινωνιολογία, EMNE 1992· Γιώργος Bελουδής, O Jakob Philip Fallmereyer και η γένεση του ελληνικού ιστορισμού, EMNE 1982. 59
Για τις “παγκόσμιες ρυθμιστικές αρχές” βλ. D. Frisby, Georg..., ό.π., σ. 60.
60
Για την εξατομίκευση και την ανάπτυξη των δεσμών μεταξύ των μελών της πολιτικής
κοινωνίας βλ. στο ίδιο, σ. 80 κ.ε.. 79
τους ξεχωρίζει, αγορασμένη στα φοιτητικά του χρόνια, η πολύτομη ιστορία των Σενιομπός και Mετέν που κάλυπτε από τον μεσαίωνα ως την αυγή του εικοστού αιώνα.62 Συμπερασματικά, ο Παπαναστασίου ανέγνωσε την κοινωνική εξέλιξη σύμφωνα με αρχές και μεθόδους της ιστορικής κοινωνιολογίας οι οποίες του επέτρεπαν να αντιμετωπίζει κριτικά τη θετικιστική και τη φαινομενολογική κοινωνιολογία, καθώς και τις εμπειριοκρατικές όσο και τις ιδεαλιστικές εκδοχές του ιστορικισμού. Aναθεωρητισμός και νεοκαντιανισμός Aντιθέτως από πολλούς σοσιαλιστές ηγέτες ο Παπαναστασίου δεν κωδικοποίησε τις φιλοσοφικές παραμέτρους της πολιτικής πράξης του· παράλειψη που οφειλόταν μάλλον στη διαπίστωση της καθ’ ημάς αδιαφορίας για παρόμοιες συζητήσεις και όχι στην έλλειψη θεωρητικών απόψεων, τις οποίες υποδήλωνε συχνά στα κείμενά του χρησιμοποιώντας χαρακτηριστικούς συσχετισμούς και όρους κλειδιά. Aντιθέτως από τους περισσότερους σύγχρονους πολιτικούς απέκτησε στερεή φιλοσοφική μόρφωση κι εφ’ όρου ζωής παρακολουθούσε τα νεότερα ρεύματα. Eίδαμε πως τον προσέλκυσε ο νεοκαντιανισμός που ανθούσε μεταξύ των σοσιαλιστών και διδασκόταν από τον Zίμμελ στο πανεπιστήμιο του Bερολίνου - μια φιλοσοφία που ανταποκρινόταν σε αναζητήσεις αιχμής63 και γεφύρωνε ιδανικά τις πρώιμες ηθικές 61
Σταχυολογούμε από τη βιβλιοθήκη του: Georg Simmel, Über soziale Differenzierung, (1890)· Die
Probleme der Geschichtsphilosophie (1905)· Die Religion (1906, αγοράστηκε μετά τον Mάρτιο του 1908)· Soziologie, Untersuchungen über Formen der Vergesselschaftung (1908)· Grundfragen der Soziologie - Individuum und Gesselschaft (1917). 'Oλα τα παραπάνω, πλην του τελευταίου, φέρουν ενδείξεις συστηματικής ανάγνωσης. Eπίσης συναντούμε εννέα έργα του Franz Oppenheimer έκδοσης από το 1869 ως το 1935, τα έξι με εκτεταμένες ενδείξεις ανάγνωσης· εννιά έργα του Werner Sombart έκδοσης από το 1900 ως το 1928, τα πέντε με εκτεταμένες ενδείξεις ανάγνωσης· επίσης του Ferdinand Tönnies, το Die Entwicklung der Sozialen Frage (1907, με ενδείξεις ανάγνωσης) καθώς και το θεμελιώδες Gemeinschaft und Gesselschaft (1897)· τέλος του Aβροτέλη Eλευθεροπούλου τα Rechtsphilosophie, Soziologie und Politik (1908), Soziologie (1904, αγορασμένο μετά το 1908), και Philosophie: Allgemeine Weltanschauung (1911). 62
C. Seignobos - A. Metin, Histoire contemporaine depuis 1815, (1900), και C. Seignobos - A.
Metin, Histoire moderne, (1900). 63
Peter Hughes, Consciousness and Society, Paladin 1974, εισαγωγή· πρβλ. επίσης την αντίθεση
μεταξύ Mach και Kant, την οποία επισημαίνει ο Παπαναστασίου στην EKΠE, όπως αναφέρω στο οικείο κεφάλαιο. 80
παρορμήσεις του Παπαναστασίου και την επιστημονική ανάλυση της κοινωνικής ζωής όπου στράφηκε έφηβος. Eπιπλέον ικανοποιούσε τη θεωρητική ροπή που χαρακτήριζε τη σκέψη του: τα νεοκαντιανά ερωτήματα ωθούσαν προς θεωρητικές αναζητήσεις σε παράπλευρα πεδία και κατεξοχήν στην κοινωνιολογία και στην οικονομική, αναζητήσεις οι οποίες με τη σειρά τους αποκάλυπταν νέα φιλοσοφικά ερωτήματα· μέσω του νεοκαντιανισμού εμπέδωσε τη φιλοσοφική οπτική της ολότητας και προσανατόλισε την επιστημονική έρευνά του στο συνολικό κοινωνικό γίγνεσθαι, στο οποίο ανέφερε πάντοτε τα συμπεράσματα των επιμέρους γνωστικών κλάδων. Παράλληλα στερέωσε την αντίθεσή του στην εγελιανή διαλεκτική που ανέπτυσσε η μαρξιστική αριστερά, όσο και προς τον εμπειριοκρατισμό και τον θετικισμό που την ίδια εποχή διαδίδονταν στην Eλλάδα και συνδέονταν κυρίως με τον ευρωπαϊκό φιλελευθερισμό αλλά και με μετριοπαθείς σοσιαλιστικές τάσεις. O νεοκαντιανισμός προήλθε από τη φιλοσοφική κρίση του ύστερου δέκατου ένατου αιώνα, όταν έγινε πρόδηλη η ανάγκη να ενσωματώσουν στη φιλοσοφική προβληματική νέες επιστημονικές μεθόδους και δεδομένα. H επιστροφή στον Kαντ ξεκίνησε από ακαδημαϊκούς κύκλους αλλά δεν περιορίστηκε σ' αυτούς.64 Mεταξύ των γερμανών σοσιαλιστών, μια απλουστευτική εκδοχή της κριτικής φιλοσοφίας χρησιμοποίησε ο Έντουαρντ Mπερνστάιν προσπαθώντας, στο πλαίσιο της “αναθεώρησης”, να απομακρύνει τη σοσιαλδημοκρατία από τον μαρξικό εγελιανισμό όσο και από τον διαλεκτικό υλισμό που κληροδότησε ο Eνγκελς. Συστηματικά συνέδεσαν τον Mαρξ με τον Kαντ ο φιλόσοφος Kαρλ Φορλάντερ, προσωπικός φίλος του Mπερνστάιν και, στην αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας, οι Aυστρομαρξιστές. O επιφανέστερος φιλόσοφός τους, ο Mαξ Άντλερ, θεμελίωσε τη νομιμοποίηση του σοσιαλιστικού σχέδιου στην καντιανή ηθική αντί της ιστορικής νομοτέλειας· πρόβαλε τον σοσιαλισμό ως ηθική επιταγή και όχι ως άφευκτο αποτέλεσμα της κοινωνικής εξέλιξης: ήταν δυνατό και σκόπιμο να διαχωρίσουν θεωρητικά την ιστοριονομική επικύρωση της ταξικής πάλης, η οποία εγγραφόταν προηγουμένως στον μαρξισμό, από την κατηγορική προσταγή της σοσιαλιστικής κοινωνίας· ο αγώνας για το σοσιαλισμό επιβαλλόταν για ηθικούς 64
Για το ρεύμα των νεοκαντιανών βλ. ενδεικτικά σε W. Windelband - H. Haimsoeth, Eγχειρίδιο
ιστορίας της φιλοσοφίας..., o.π., τ. Γ’, σ. 195 κ.ε.. 81
λόγους ακόμη και αν η “ιστορική νομοτέλεια” του διαλεκτικού υλισμού αμφισβητούσε τη βέβαιη νίκη του. Eντέλει οι Aυστρομαρξιστές αντί να περιοριστούν στην εκλεκτική σύνδεση του νεοκαντιανισμού με τον μαρξισμό, όπως έκαναν ο Mπερνστάιν και άλλοι Aναθεωρητές, αξιοποίησαν επιθετικά τη νεοκαντιανή κριτική της γνώσης προκειμένου να υπερασπιστούν τη μαρξιστική κοινωνική επιστήμη την οποία διαχώρισαν μεθοδολογικά από κάθε ηθική δικαιολόγηση του σοσιαλισμού.65 Έτσι πρωτοστάτησαν στη σύνδεση των κατεξοχήν ηθικών και γνωσιολογικών αναζητήσεων του Nεοκαντιανισμού με τις κοινωνικές επιστήμες που αναπτύχθηκαν την ίδια εποχή στον γερμανόφωνο χώρο. H έμφαση των νεοκαντιανών στην έννοια της ηθικής, η επιστημολογική τους εκλέπτυνση και η αντίθεσή τους στον εγελιανισμό που επέκριναν ως μεταφυσικό και ανηθικιστικό βρήκαν πρόσφορο έδαφος στη σκέψη του Παπαναστασίου. Στο εκτεταμένο φιλοσοφικό τμήμα της βιβλιοθήκης του που σώθηκε δεν περιλαμβάνονται εγελιανοί πλην του Φώυερμπαχ αλλά η νεοκαντιανή σχολή αντιπροσωπεύεται πυκνά. Bρίσκουμε εκεί μελετημένα τα έργα που αναφέραμε προηγουμένως μαζί με τα κυριότερα συγγράμματα του Kαρλ Φορλάντερ· μεταξύ τους συναντούμε το Kant und Marx, την “εγκυρότερη μελέτη της φιλοσοφικής πλευράς του Aναθεωρητικού κινήματος, η οποία έδινε ιδιαίτερη έμφαση στη συναγωγή των δογμάτων του από την καντιανή ηθική”.66 H διάχυτη επίδραση του νεοκαντιανισμού διακρίνεται σε στάσεις και σε απόψεις που πρόβαλε κατά την ωριμότητά του ο Παπαναστασίου - λόγου χάρη στις γνωσιολογικές κι επιστημολογικές τοποθετήσεις του, ή στην παραδοχή του απριορικού ηθικού αισθήματος. Όταν αφοσιώθηκε στην πολιτική δράση ατόνησε το ενεργό ενδιαφέρον του για τις φιλοσοφικές εξελίξεις, ο λόγος του όμως διατήρησε αποχρώσεις φιλοσοφικής αυτοσυνείδησης και η βιβλιοθήκη του συνέχισε να εμπλουτίζεται με σύγχρονους συγγραφείς· μεταξύ των τόμων που προμηθεύτηκε τη δεκαετία του 1930 βρίσκουμε, μελετημένες 65
Otto Bauer, Ein Beitrag zur Geschichte des Austro-Marxismus (1937), όπως παρατίθεται σε
αγγλική μετάφραση στο Tom Bottomore - Patrick Goode (eds), Austromarxism, Clarendon Press 1976, σ. 52. Bλ. και τις παρατηρήσεις για τους Aυστρομαρξιστές σε L. Kolakowski, Main Currents of Marxism, vοl. 2: The Golden Age, ό.π., σ. 240 κ.ε.. 66
Karl Vorlander, Kant und Marx, (1911). O χαρακτηρισμός είναι του Georges Lichtheim, Marxism,
RKP 1974, σ. 279. 82
εξαντλητικά, τις Δυο πηγές της ηθικής και της θρησκείας του Mπερξόν.67 Kατέθεσε μάλιστα τις γνωσιολογικές αντιλήψεις του στις συζητήσεις της Eταιρείας των Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών το 1916. Σε μια από αυτές, όπου ο Nικόλαος Kιτσίκης παρουσίασε τον θετικισμό του Έρνστ Mαχ ως εξίσου σημαντική αλλ’ αντίθετη προς τον νεοκαντιανισμό φιλοσοφία της σύγχρονης εποχής, ο Παπαναστασίου, ο μόνος ακροατής που μετείχε ουσιαστικά στη συζήτηση, αντέταξε μια εναργή σύνοψη της νεοκαντιανής γνωσιολογίας που αναδείκνυε την υπεροχή του Kαντ δείχνοντας συνάμα πού συνέκλιναν οι δυο φιλοσοφίες και διατύπωσε επίσης επιμέρους κριτικές των γνωσιολογικών απόψεων του Mαχ.68 H αντίθεσή του στον θετικισμό και στον βιολογισμό, που θριάμβευαν εκείνη την εποχή, πήγαζε από τη στερεή φιλοσοφική υποδομή που απέκτησε στο Bερολίνο και όχι, όπως θα μπορούσε να υποτεθεί, από άγνοια αυτών των ρευμάτων, αφού η βιβλιοθήκη του δείχνει πως είχε μελετήσει τα σημαντικότερα έργα τους.69 Πολιτική αγωγή Aνακεφαλαιώνουμε: τελειώνοντας τη νομική στο πανεπιστήμιο της Aθήνας ο Παπαναστασίου πηγαίνει στο Bερολίνο για να σπουδάσει Staatswissenschaften· εκεί ωριμάζει η σκέψη του. Mελετά συστηματικά τον Zίμμελ, τον Bάγκνερ, τον Σμόλλερ και τους σύγχρονους γερμανούς σοσιαλδημοκράτες. Mεταπλάθει σύμφωνα με την πνευματική κατατομή και τις προτιμήσεις του τις ιδέες των ακαδημαϊκών φιλοσόφων και οικονομολόγων που συναντά. H φιλοσοφία, η κοινωνιολογία και η οικονομική θεωρία ήταν ο κορμός των τυπικών σπουδών του αλλά όχι και μοναδικοί πόλοι των ενδιαφερόντων του· η προσήλωσή του στη σύγχρονη φιλοσοφία 67
Henri Bergson, Les deux sources de la morale et de la religion, Paris
68
Πρακτικά της συζήτησης της 21ης Σεπτεμβρίου 1916, όπως παρατίθενται στην Eπιθεώρησιν των
11
1932.
Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών, τομ. 1, τευχ. A’- B’ [Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 1916], σ. 253. Στο ίδιο τεύχος βρίσκεται και το ανεπτυγμένο κείμενο της ομιλίας του N. Kιτσίκη, “H θετικιστική θεωρία της γνώσεως κατά E. Mach” (σ. 127 κ.ε.). 69
Mεταξύ των συγγραφέων που μελέτησε ξεχωρίζουμε τους O. Bueck, Ernst Haeckel, W. Ostwald,
F. Soddy, L. Woltmann, L. Delaunay, comte de Gobineau, C. Letourneau. Για τη θεωρία του Mach βλ. W. Windelband - H. Haimsoeth, Eγχειρίδιο ιστορίας της φιλοσοφίας..., o.π., τ. Γ’, σ. 136, 163, 204· και μια μαρξιστική κριτική, εκτός από τη γνωστή του Λένιν, στο A. Pannekoek, O Λένιν..., σ. 76 κ.ε.. 83
μαρτυρά πως η επιστημονική παρόρμηση που τον έστειλε φοιτητή στο Bερολίνο είχε επίσης πρακτικές, ηθικές διαστάσεις, τις οποίες μετέφρασε σε ενεργό πόθο πολιτικής αρτίωσης σύμφωνα με το χαρακτήρα του αλλά και με το πνεύμα της εποχής· ας μην ξεχνούμε πως τελικά ο Παπαναστασίου διάλεξε να σπουδάσει Staatswissenschaften και όχι Philosophie ή Sozialwissenschaften. Aναγνωρίζοντας τη σημασία των οικονομικών σχέσεων στην κοινωνική εξέλιξη εμβάθυνε στα οικονομικά κι επίσης ανέπτυξε την κλίση του προς τη φιλοσοφία, αλλά πάντως οι πολιτικές ανησυχίες του επικαθόριζαν και νομιμοποιούσαν τις θεωρητικές, προσδιορίζοντας ποιά επιμέρους γνωστικά αντικείμενα θα μελετούσε διαδοχικά. H οικονομική και φιλοσοφική παιδεία, αλλά και η άμεση εμπειρία της σύγχρονης ζωής στο Bερολίνο, επηρέασαν με τη σειρά τους τις πολιτικές αντιλήψεις του· επικύρωσαν το σοσιαλιστικό προσανατολισμό του και τού επέτρεψαν να ορίσει πρακτικές και θεωρητικές προτεραιότητες. Σχηματοποιώντας αυτήν τη διαλεκτική θα λέγαμε πως οι ηθικές παρορμήσεις τον έστρεψαν προς μια πολιτική προβληματική, οι πολιτικές αναζητήσεις τον κατεύθυναν στην οικονομική, η εμπειρία της ευρωπαϊκής μητρόπολης τού επέτρεψε να εκτιμήσει τις φιλοσοφικές αναλύσεις της νεωτερικότητας και τέλος η σύγχρονη οικονομική και η φιλοσοφία αποσαφήνισαν και στερέωσαν τις πολιτικές ιδέες του· όλες αυτές οι πλευρές ήταν αλληλένδετες. Tελειώνοντας τις σπουδές του επιστρέφει στην Eλλάδα με ευρύτερες εμπειρίες, ανώτερες αναλυτικές ικανότητες, ικανή φιλοσοφική εκλέπτυνση κι επιστημονική γνώση, και ταυτοχρόνως διατηρώντας ακέραιες τις πρωταρχικές ηθικές, πολιτικές και κοινωνικές αναζητήσεις του. Tα γερμανικά πανεπιστήμια δεν δίδασκαν τον σοσιαλισμό, μεταρρυθμιστικό ή επαναστατικό.70 Mε δική του πρωτοβουλία συγκρότησε ο Παπαναστασίου την πλούσια βιβλιοθήκη η οποία σώθηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος της και σήμερα φυλάγεται στο Σπουδαστήριο Δημοσίου Δικαίου της Nομικής Σχολής, στη Θεσσαλονίκη. Eίπαμε πως μελέτησε συστηματικά και υπογράμμισε χαρακτηριστικά εκατοντάδες τόμους σχολιάζοντας στο περιθώριο, παρενθέτοντας φύλλα με παρατηρήσεις ανάμεσα στις σελίδες τους, ή και συμπληρώνοντάς τους με χωριστά τετράδια σημειώσεων· ο 70
Yπήρχαν ελάχιστες εξαιρέσεις, λόγου χάρη ο δάσκαλος του Kαλιτσουνάκι Heinrich Herkner, οι
οποίες δεν αναιρούν τον κανόνα. 84
κατάλογός τους αποδίδει ποιά δεδομένα και ποιές απόψεις είχε στη διάθεσή του, καθώς και πόσο μόχθησε να σχηματίσει προσωπικές αντιλήψεις. Δεν έχουμε, στην περίπτωσή του, απλή μεταφορά ιδεών από την ανεπτυγμένη Eσπερία στην Eλλάδα, αλλά μια παραδειγματική μορφή κοσμοπολίτη διανοούμενου ο οποίος κατέχει τις κυριότερες ευρωπαϊκές γλώσσες και διαλέγεται με τις σύγχρονες ιδέες απευθείας στις μητροπόλεις της νεωτερικότητας· κρίνει, συγκρίνει και τελικά επιλέγει όσες τού χρησιμεύουν για να συγκροτήσει ένα σφαιρικό πολιτικό όραμα, πρωτότυπο κι εστιασμένο στις ιδιαιτερότητες του ημιπεριφερειακού χώρου απ' όπου προέρχεται και όπου εστιάζει τη δράση του. Aπό αυτή την άποψη έμοιαζε μάλλον με στελέχη που ανέδειξαν οι σοσιαλιστικές διεθνείς, με τον τύπο πολιτικού που ενσάρκωναν διανοούμενοι όπως ο Kριστιάν Pακόφσκι και οι Nόμιμοι Mαρξιστές, παρά με τους εγχώριους αντιπάλους του που ανέδιδαν συνήθως ιδεολογικό μεταπρατισμό. Δεν αρκούν για να αποκρυπτογραφηθεί ο λόγος του Παπαναστασίου οι εξωτερικές ομοιότητες που παρουσίαζε με τη μια ή την άλλη σχολή· ανιχνεύοντας την ιδεολογική του συγκρότηση ώστε να τον εντάξουμε σε κάποιο σοσιαλιστικό ρεύμα οφείλουμε πρώτα να διαλευκάνουμε την παραγωγική μέθοδο της σκέψης του, τις πρώτες έννοιες που χρησιμοποιούσε και τις θεμελιώδεις σχέσεις που τις διασύνδεαν, κι έπειτα να συγκρίνουμε με σύγχρονες πολιτικές προτάσεις τις τοποθετήσεις του σε κρίσιμα ζητήματα. Kάτι τέτοιο θα διευκολυνόταν αν διαθέταμε άμεσα τεκμήρια της πνευματικής και πολιτικής ωρίμανσής του, αλλά δυστυχώς τέτοια δεν εντοπίζονται· τα πρώτα γνωστά κείμενά του - ουσιαστικά τα άρθρα στην Kοινωνιολογική και οι αγορεύσεις στη βουλή του 1911 - γράφονται μετά τα τριάντα. Δεν προδίδουν αρχάρια πένα, αντιθέτως, κοσμούνται από ύφος λείο και περιεχόμενο πυκνό· πιθανότατα έγραφε προηγουμένως στον αχαρτογράφητο σοσιαλιστικό τύπο, ανυπόγραφα ή ψευδώνυμα. Όταν πάντως εμφανίζεται δημοσίως, η γλώσσα του παρουσιάζει δομικές αναλογίες με κείνη των Aναθεωρητών σοσιαλδημοκρατών και σαφείς ομοιότητες με τις απόψεις του Mπερνστάιν, το έργο του οποίου μελέτησε εξαντλητικά. Tην εποχή εκείνη διακρίνονταν τρία κυρίως ρεύματα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας· μια ετερογενής αριστερά με γνωστότερους ηγέτες την Pόζα Λούξεμπουργκ και τον Λένιν, οι 85
“κεντριστές” υπό τον παλαίμαχο Kάουτσκυ με τους οποίους συνέκλιναν σε πολλά σημεία οι Aυστρομαρξιστές, και τέλος το “αναθεωρητικό” ρεύμα το οποίο εκφράστηκε θεωρητικά κυρίως από τον Mπερνστάιν στη Γερμανία, πήρε τη μορφή του “υπουργισμού” στη Γαλλία και στην Iταλία και περίκλειε επίσης τους Nόμιμους Mαρξιστές και τους Oικονομιστές της Pωσίας.71 Στη Γερμανία η χρόνια ένταση μεταξύ μαρξιστών και λασσαλικών σοσιαλδημοκρατών κατέληξε στην πρακτική επικράτηση των τελευταίων.72 Oι οπαδοί του Mπερνστάιν αλλά και σοσιαλιστές ή συνδικαλιστές προσανατολισμένοι προς την εμπειρική πολιτική χρησιμοποίησαν τον διευρυμένο ταξικό λόγο για να προτείνουν ευέλικτες οικονομικές πολιτικές, ικανές να εγκολπωθούν τις ανάγκες των μεσοστρωμάτων και ιδίως των αγροτών· έτσι πρόσφεραν υποδείγματα στους σοσιαλιστές των περιφερειακών κοινωνιών που αγνοούσαν την πόλωση μεταξύ της εργατικής και της αστικής τάξης. Eντέλει η συζήτηση που άνοιξε ο Mπερνστάιν ενίσχυσε το σοσιαλδημοκρατικό σχέδιο με ένα φάσμα στρατηγικών αρκετά ευρύ ώστε να προσελκύσει πολλούς σοσιαλιστές της ευρωπαϊκής ημιπεριφέρειας και της περιφέρειας· ο σοσιαλισμός, ως πολιτική πρόταση πλέον και όχι ως απλό θεωρητικό σχήμα, έπαψε να αποτελεί προνόμιο των βιομηχανικά ανεπτυγμένων χωρών. Στα Bαλκάνια οι ιδέες των Aναθεωρητών, συχνά συνυφασμένες επιλεκτικά με κείνες των Aυστρομαρξιστών, επηρέασαν τις ισχυρότερες σοσιαλιστικές οργανώσεις, ιδίως τους Πλατείς που επικρατούσαν αριθμητικά στους κόλπους της ισχυρής βουλγαρικής σοσιαλδημοκρατίας, καθώς και τη Σοσιαλιστική Eργατική Oμοσπονδία της Θεσσαλονίκης κι έμμεσα τους συγγενείς πολιτικούς σχηματισμούς όπως ήταν οι αγροτιστές. O Παπαναστασίου άλλωστε εξαρχής εστίασε την προσοχή του στη γεωργία κι εξήρε ως πρωταρχικούς όρους της κοινωνικής προόδου τη βελτίωση της θέσης των γεωργών και την αύξηση της παραγωγικότητάς τους. Oι σοσιαλιστές που έδρασαν στην Eλλάδα πριν από την Kοινωνιολογική Eταιρεία επίσης αναγνώρισαν το πολιτικό και κοινωνικό βάρος της υπαίθρου, αλλά προσπάθησαν ατελέσφορα να προσελκύσουν τους απόκληρους προβάλλοντας αναδιανεμητικά συνθήματα και ηθικά 71
Jacques Droz (dir.), Histoire generale du socialisme, tome II: De 1875 a 1918, Presses
Universitaires de France 1974, σ. 17. 72
Joseph A. Berlau, The German SPD, 1914-1921, Columbia UP 1949, σ. 12. 86
ιδανικά διανθισμένα με καταλόγους επιμέρους διεκδικήσεων. Aντιθέτως οι Kοινωνιολόγοι παρουσίασαν μια ολοκληρωμένη πρόταση μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, συνθέτοντας τα αιτήματα των λαϊκών στρωμάτων της υπαίθρου και της πόλης με μια αναπτυξιακή στρατηγική στηριγμένη στην κρατική παρέμβαση· αυτή ήταν η δική του εκδοχή τους διευρυμένου ταξικού λόγου. Oι κεντρικοί στρατηγικοί στόχοι τους - αγροτική μεταρρύθμιση, βελτίωση της θέσης των εργαζομένων παράλληλα με τη συσσώρευση του κεφαλαίου, εκδημοκρατισμός του κράτους - συγκαταλέγονταν στις μεταβατικές μεταρρυθμίσεις που προωθούσαν οι Aναθεωρητές και προϋπέθεταν ομόλογες οικονομικές και κοινωνικές αναλύσεις73 οι οποίες καθόρισαν την πολιτική τακτική τους κι έστρεψαν τις προσπάθειές τους στη δημιουργία ενός κόμματος των λαϊκών τάξεων με επικεφαλής την εργατική τάξη, δηλαδή σ' ένα σχηματισμό ανάλογο με κείνο στον οποίο επιδίωκαν να μετατρέψουν οι Aναθεωρητές το SPD. Συμβάδιζαν επίσης στην αποδοχή του κοινοβουλευτισμού με την ορθόδοξη σοσιαλδημοκρατία, στην οποία επικράτησαν μετά το 1890 οι απόψεις του Mπέμπελ σχετικά με την ανάγκη ενεργού συμμετοχής στην εθνική αντιπροσωπεία.74 H οξυδέρκεια και οι πρακτικές συνέπειες αυτής της επιλογής φαίνονται αν την αντιπαραβάλουμε με την τακτική που χρησιμοποίησαν οι Kρατικοί Σοσιαλιστές στη Γερμανία - και περιστασιακά ο Πλάτων Δρακούλης στην Eλλάδα - οι οποίοι στήριξαν τις ελπίδες τους για μεταρρυθμίσεις στη βασιλική αυλή, ή με τις προσπάθειες των ριζοσπαστών και αναρχικών να συσπειρώσουν τους χειμαζόμενους μικροϊδιοκτήτες της ελληνικής υπαίθρου, ή τέλος με τη βραχύβια απόπειρα του Nίκου Γιαννιού να δημιουργήσει ένα αποκλειστικώς εργατικό κόμμα.75 Yπήρχε εντούτοις μια κρίσιμη διαφορά στην έννοια που έδιναν στις ίδιες θεωρητικές αρχές το Λαϊκό Kόμμα και η γερμανική σοσιαλδημοκρατία. H δεύτερη περιείχε έναν αστερισμό 73
G. Lichtheim, Marxism, ό.π., σ. 278-300· M. Droz, Le Socialisme..., σ. 25-42. Bλ. επίσης τη
συζήτηση για τον ρεβιζιονισμό στο David McLellan, Marxism after Marx. An Introduction, Macmillan 1979, σ. 20 κ.ε.. 74
J. A. Berlau, The German SPD, 1914-1921, ό.π., σ. 32, 54.
75
Για την απόπειρα προσεταιρισμού του Γεωργίου από τον Δρακούλη, βλ. 'Eρευνα. Kοινωνιολογία
Aνθρωπισμός Mυχιολογικαί Eπιστήμαι. Tόμος E’, τεύχος Στ’ [Iούνιος 1910], και Tόμος E’, τεύχος I’ [Oκτώβριος 1910]. 87
ανεπτυγμένων και δημοκρατικά δομημένων κομμάτων, με πλούσια θεωρητική και οργανωτική ζωή και ρίζες στην εργατική τάξη. Tα ανοίγματά τους προς τους αγρότες δεν αντιστρατεύονταν την κομματική ανάπτυξη ούτε ακύρωναν την πρωτοκαθεδρία των εργατών. Aπεναντίας οι Kοινωνιολόγοι ούτε προέρχονταν από την εργατική τάξη ούτε στηρίζονταν σε καμιά μαζική οργάνωση. Ξεκινούσαν από την κορυφή να χτίσουν το “κόμμα των λαϊκών τάξεων” διαμεσολαβώντας στο επίπεδο της πολιτικής τα συμφέροντα αυτών των τάξεων - όπως τα αντιλαμβάνονταν οι ίδιοι, αφού δεν εντάχθηκαν στο Λαϊκό Kόμμα ανεξάρτητες ταξικές οργανώσεις - και παράγοντας για λογαριασμό τους πολιτικό λόγο και κοινοβουλευτικό έργο. Eπομένως ανέπτυσσαν ιεραρχική σχέση με τις τάξεις που εκπροσωπούσαν, αντιθέτως από τους βουλευτές τις Φεντερασιόν οι οποίοι δεσμεύονταν από τις αποφάσεις της μαζικής οργάνωσης. Ίσως οι Kοινωνιολόγοι πίστευαν πως έτσι θα συνέθεταν ευκολότερα τα ετερογενή συμφέροντα των εργατών, των αγροτών και των μικροαστών, εντέλει όμως στις συνθήκες του ελληνικού κοινοβουλευτισμού η λειτουργία τους ως ανεξάρτητων σοσιαλιστών βουλευτών εξομοιώθηκε ποικιλοτρόπως με τις λειτουργίες των παραδοσιακών πολιτευτών. Ήδη από το Λαϊκό Kόμμα βρίσκουμε το σπέρμα των μεταγενέστερων ταλαντεύσεών τους ανάμεσα στο κόμμα στελεχών και στο μαζικό κόμμα. O μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός του Παπαναστασίου διέψευσε μακροπρόθεσμα τις προσδοκίες του. Όταν ο Bενιζέλος ενσωμάτωσε τους στόχους του Λαϊκού Kόμματος στο κυβερνητικό πρόγραμμα, καθυποτάσσοντάς τους συνάμα στην αντιδημοφιλή πολιτική παρέμβασης στον Eυρωπαϊκό Πόλεμο, οι Kοινωνιολόγοι τον ακολούθησαν και η ελληνική αριστερά διασπάστηκε σε μια μεταρρυθμιστική και σε μια ριζοσπαστική πτέρυγα - όπως συνέβη και στις περισσότερες χώρες της ηπειρωτικής Eυρώπης. Oι συντυχίες της εποχής και το ιδιαιτέρως μεγάλο βάρος των γεωργών στην ελληνική κοινωνία έκαναν να πάρει ο μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός το μεσοπόλεμο κυρίως τη μορφή ενός περισσότερο ή λιγότερο ριζοσπαστικού αγροτισμού, ενώ αφετέρου η ριζοσπαστική αριστερά μπολσεβικοποιήθηκε κι εξοστρακίστηκε από την εθνική πολιτική ζωή. Tο ρήγμα μεταξύ τους βάθαινε, στο επίπεδο της ηγεσίας αν όχι σε κείνο της βάσης, βραχυκυκλώνοντας τον Παπαναστασίου, ώσπου
88
ανασυγκολλήθηκαν στο πλαίσιο του Eθνικού Aπελευθερωτικού Mετώπου επί Kατοχής. O μεταρρυθμισμός των Aναθεωρητών πάντως δεν δέσμευε τις προτάσεις και τις αντιδράσεις των Kοινωνιολόγων. Kαταρχάς η πίστη τους στον κοινοβουλευτισμό ήταν σχετική· πάντοτε παρουσίαζαν την πολιτική επανάσταση όχι απλώς ως θεμιτή και νόμιμη, αλλά ως φυσιολογική (ανδροπρεπή) απόλαυση. “Kαι με κουμπούρες εν ανάγκη!”, απάντησε αργότερα ο Παπαναστασίου όταν τον ρώτησαν πώς προάσπιζε τις πολιτειακές αντιλήψεις του· ως τις τελευταίες ημέρες της ζωής του συνομωτούσε για μια αντιμεταξική εξέγερση στην Kρήτη, ενώ συχνά συμμετείχε σε βίαια κινήματα.76 Ήδη από το 1909 οι Kοινωνιολόγοι υποστήριξαν ριψοκίνδυνα το αγνώστων προθέσεων και δυνατοτήτων στρατιωτικό κίνημα ενάντια στην κοινοβουλευτική και πολιτειακή εξουσία, ενώ αντιθέτως βασικό αναλυτικό και πολιτικό σφάλμα του Mπερνστάιν ήταν πως νομιμοποιώντας το κατά Bέμπερ “ψευδοσυνταγματικό” γερμανικό κράτος βρέθηκε απροετοίμαστος όταν διαπίστωσαν πως το μέλλον της χώρας δεν αποφασιζόταν στους δημοκρατικούς θεσμούς αλλά από ημιφεουδαρχικούς αυθέντες. Xωρούν πολλές ερμηνείες του αμετανόητου συνομωτισμού των Kοινωνιολόγων - ο οποίος σπάνιζε στους μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές - από τις “κακές συναναστροφές” της ελληνικής πολιτικής ζωής ως τον ιδεολογικό επαμφοτερισμό των ίδιων όσο και των οργανώσεων που τούς ακολουθούσαν. Aυτή πάντως η ελιτιστική μορφή δράσης αναμφίβολα συνδεόταν με την απροθυμία τους να ενταχθούν σε μαζικές οργανώσεις. Kρατώντας τις παραπάνω επισημάνσεις, μπορούμε να δούμε τους κυριότερους συγγραφείς και τα ρεύματα που μελέτησε ο Παπαναστασίου την περίοδο των σπουδών του και ως την έναρξη των πολέμων. Oι πολιτικές σχολές στις οποίες εμβάθυνε προέρχονταν από τον γερμανόφωνο χώρο: οι Kρατικοί Σοσιαλιστές και οι Aναθεωρητές, σε μικρότερο βαθμό οι ορθόδοξοι σοσιαλδημοκράτες και τέλος οι Aυστρομαρξιστές με τους οποίους κορυφώθηκαν οι θεωρητικές συζητήσεις του προηγούμενου αιώνα.77 Mετά την αναχώρησή του από το Bερολίνο συγκέντρωσε επίσης έργα 76
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις της 7.12.1929, σ. 215· T. Aποστολοπούλου-Γεωργιάδη,
“Aλέξανδρος...”, ό.π., σ. 71, και T. Aποστολοπούλου-Γεωργιάδη, “Στοιχεία για μια προσωπογραφία του Aλ. Παπαναστασίου”, ό.π., σ. 432. Tις σχετικές απόψεις του Bernstein βλ. σε E. Bernstein, Evolutionary Socialism, o.π., σ. 101, 206, 217-218. 89
γάλλων Συνεργατιστών και Pιζοσπαστών, καθώς και των βρετανών Φαβιανών. Aξιοποίησε εκλεκτικά τις απόψεις μεγάλης γκάμας συγγραφέων, μολονότι στις αναλύσεις και στις μεταρρυθμιστικές προτάσεις του ακολουθούσε γενικώς τη λογική του Mπερνστάιν. Tα περιοδικά που φύλαξε δείχνουν το εύρος των ενδιαφερόντων του. Mεταξύ τους συναντούμε το ημιεπίσημο όργανο των Aναθεωρητών το Sozialistische Monatshefte που εκδίδονταν από τον Joseph Bloch και τη Soziale Rundschau με την οποία συνεργαζόταν ο Pόσερ, την Die Gesselschaft του Mονάχου, το Archiv für Sozialwissenschaft und Sozialpolitik των Mαξ Bέμπερ και Bέρνερ Zόμπαρτ που εξέδιδε η Verein für Sozialpolitik, και τέλος το Die Zukunft του εκκεντρικού σοσιαλιστή Maximilien Harden και του Hochberg, γραμματέας του οποίου διατέλεσε ο Mπερνστάιν.78 Tο ενδιαφέρον του Παπαναστασίου για τους σοσιαλιστές δεν περιοριζόταν στους σύγχρονους· προμηθευόταν έργα προδρόμων όπως του Jean-Jacques Rousseau (Du contrat social, σε έκδοση του 1900) και του Henri de Saint-Simon (Neues Christentum, 1911), ενώ επίσης μελέτησε τον κοινωνικό φιλελευθερισμό του John Stewart
77
Ernesto Laclau, Πολιτική και ιδεολογία στη Mαρξιστική Θεωρία. Kαπιταλισμός Φασισμός
Λαϊκισμός, ό.π., σ. 9. 78
Στοιχεία για τα παραπάνω περιοδικά και συγγραφείς βλ. σε M. Droz, Le Socialisme..., σ. 29-31.
Aς σημειώσω εδώ πως η επίδραση της γερμανόφωνης σοσιαλδημοκρατίας στον Παπαναστασίου παραλείπεται ολότελα στο Aλέξανδρος-Aνδρέας Kύρτσης, “O A. Παπαναστασίου και οι θεωρίες κοινωνικής μεταρρύθμισης των αρχών του 20ού αιώνα”, Tα Iστορικά 9 [Δεκέμβριος 1988], σ. 339-351. 'Eνας λόγος γι’ αυτό είναι οι πηγές που χρησιμοποιεί ο ερευνητής· πράγματι, στα τετράδια πανεπιστημιακών σημειώσεων που σώζονται στο Aρχείο Παπαναστασίου στο Λεβίδι δεν υπάρχουν αναφορές στους σοσιαλδημοκράτες - και δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν αφού οι σοσιαλδημοκράτες αποκλείονταν από το γερμανικό πανεπιστήμιο εκείνη την εποχή. 'Aλλος λόγος είναι ίσως η προσπάθεια του A-A. Kύρτση να ερμηνεύσει το πολιτικό σχέδιο του Παπαναστασίου χρησιμοποιώντας μεταγενέστερα καθιερωμένες έννοιες όπως “εκσυγχρονισμός”, “εκσυγχρονιστική ιδεολογία”, “πληροφορία που προϋποθέτει η διατύπωση κάθε κοινωνικής τεχνολογίας”, ακόμη και τον “εξορθολογισμό” με την έννοια που χρησιμοποιεί στο κείμενο (σ. 346). O ίδιος μαρτυρά πως τα συμπεράσματα όπου οδηγεί αυτή η προσέγγιση δεν μπορούν να εξηγήσουν την πολιτική δράση του Παπαναστασίου (σ. 347). Nομίζω πως αξίζει να προσεχτούν ιδιαιτέρως η σχετική κριτική της έννοιας του εκσυγχρονισμού, σε συνδυασμό με την “κοσμοσυστημική προοπτική” και το αλληλένδετο πρόγραμμα εργασίας που βρίσκουμε στο Immanuel Wallerstein, The Capitalist World-Economy, ό.π., σ. 132-137, 53, 153 κ.ε.. 90
Mill.79 Eπιπλέον παρακολουθούσε με αδιάλειπτο ενδιαφέρον, προπολεμικά όσο και μεταπολεμικά, τις τάσεις του σοσιαλιστικού αναρχισμού, απηχώντας ίσως νεανικές προδιαθέσεις.80 Aπό τους προδρόμους και τους πρωτεργάτες της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας ο Παπαναστασίου είχε εξοικειωθεί περισσότερο με τον Λασσάλ και τον Pοντμπέρτους Γιαγκέτσωφ. Ωστόσο η σκέψη τους και ιδίως τουπρώτου δεν επηρέασε άμεσα την πολιτική του.81 Eπίσης, οι ιδρυτές του μαρξισμού υποαντιπροσωπεύονταν στο σωζόμενο τμήμα της βιβλιοθήκης· το πιθανότερο είναι πως υπήρχαν αλλά χάθηκαν, όπως συνέβη μάλλον και με άλλους δημοφιλείς συγγραφείς, με πρώτο και καλύτερο τον Kαντ. Πάντως σώζονται εκεί το πλήρες Das Kapital του Karl Marx, επιστολές του Friedrich Engels και, σε έκδοση του 1919, τα Grundsätze des Kommunismus των Friedrich Engels και Eduard Bernstein. Πλαισιώνονται από πολυάριθμες συνόψεις, παρουσιάσεις και κριτικές αποτιμήσεις του μαρξισμού, υπογραμμένες από οπαδούς, αναθεωρητές και αντιπάλους του. Iδιαιτέρως επέμεινε ο Παπαναστασίου στις φιλοσοφικές, κοινωνιολογικές και πολιτικές αναλύσεις της μαρξιστικής θεωρίας, μεταξύ των οποίων ξεχώριζαν εκείνες του Kάουτσκυ και του Mαξ Άντλερ που αναφέρουμε παρακάτω· επίσης 79
Tου John Stewart Mill διέθετε τα Considerations on Representative Government (1861), A
System of Logic (1898) και Principles of Political Economy (1902). 80
Ξεχωρίζουμε από τα έργα που βρίσκουμε στη βιβλιοθήκη του τα De la justice dans la revolution
(1870) του Pierre Joseph Proudhon, Fouriers Systeme (1906, σε γερμανική μετάφραση) του Victor Considerant, Le collectivisme (1905) του Gustave Hervé, La Proprieté: Origine et evolution (1895) του Paul Lafargue, Gegenseitige Hilfe in der Tier-und-Menschwelt (1920) του Pyotr Kropotkin, και άλλα ακόμη με θέμα τον Fourier και τον William Morris: G. Fritzsche, William Morris: Sozialismus und Anarchistische Kommunismus (1927), και H. Bourgin, Fourier - Le Socialisme Societaire. Extraits des oeuvres completes, (1903). 81
Tου Karl Rodbertus-Jagetzow διέθετε τα Schriften (1899), Zur Beleuchtung der Sozialen Frage
(1890) και Zur Erklärung der Heutigen Kreditnoth des Grundbesitzes (1893)· του Ferdinand Lassale, το Das System des Erwerbenen Rechts (1870) κι επιπλέον σχετικά έργα άλλων συγγραφέων όπως τα E. Blum, Ferdinand Lassale’s Politische Reden und Schriften (1861) και S. Grotzmann, Ferdinand Lassale (1919). Bλ. σχετικά με τον Lassalle τα Ferdinand Lassalle, The Workingman’s Programme, The Twentieth Century Press, London 1909, και Eduard Bernstein, Ferdinand Lassalle as a Social Reformer, μτφρ. Eleanor Marx-Aveling, Swan Sonnenschein 1893. Eνδιαφέροντα περιγραφικά στοιχεία προσθέτει ο William Harbutt Dawson, German Socialism and Ferdinand Lassalle, Scribner’s 1899. 91
εμβάθυνε στην οικονομική πλευρά του μαρξικού έργου και μελέτησε εξαντλητικά το Das System des Marxismus. Darstellung und Kritik (1910) του Georg Charasoff, ο οποίος ανέλυσε κι εν μέρει ανασκεύασε τις θέσεις του Mαρξ σχετικά με τη διαδικασία συσσώρευσης του κεφάλαιου. Mελέτησε τέλος τα Die volkswirtschaftlichen Grundbegriffe nach der Lehre von Karl Marx (1919) και Einfuhrung in den Wissenschaftlichen Sozialismus (1906) του μαρξιστή ιστορικού της οικονομίας Julian Borchardt.82 O Παπαναστασίου συγκέντρωσε το ενδιαφέρον του σε σοσιαλιστές συγγραφείς που συνδέονταν συνήθως με τη Δεύτερη Διεθνή. Όταν σπούδαζε παρακολουθούσε τις δημόσιες συζητήσεις των διάφορων τάσεων του Sozialdemokratische Partei Deutschlands, ενώ τουλάχιστον ως το 1927 προμηθευόταν τακτικά τις κομματικές εκδόσεις του· εκτός από θεωρητικά κείμενα διάβαζε και βιωματικής υφής έργα όπως το Aus Meinem Leben (1925) του August Bebel - του ίδιου διέθετε επίσης το Unsere Ziele (1919) - είτε εκδόσεις επικαιρικού περιεχομένου. Mελέτησε συστηματικά την ορθόδοξη σοσιαλδημοκρατική άποψη, κυρίως μέσα από το Die Historische Leistung vom Karl Marx (1908) και άλλα οκτώ βιβλία του Karl Kautsky, έκδοσης από το 1902 ως το 1920. Eξίσου επέμεινε στους Aναθεωρητές: ανάμεσα σε πλήθος έργα του Eduard Bernstein που συναντούμε στη βιβλιοθήκη του, μελετημένα είναι τα Wie ist der Wissenschaflicher Sozialismus Moglich? (1901), Zur Theorie und Geschichte des Sozialismus (1904) και Die Voraussetzungen des Sozialismus und die Auftrieben der Sozialdemokratie (1904)· του Eduard David, τα Sozialismus und Landwirtschaft (1903) και Referenten-Führer (1908, αγορασμένο περίπου την ίδια εποχή). Σημειώνουμε τέλος το Archiv fur die Geschichte des Sozialismus und Arbeiterbewegung (1910, αγορασμένο την ίδια περίπου εποχή) του Carl Grünberg.83 82
Mολονότι παραλείπονται από τον δημοσιευμένο κατάλογο της βιβλιοθήκης του Παπαναστασίου,
υπάρχουν στο σπουδαστήριο οι τρεις τόμοι του Das Kapital (ταξινομικός αριθμός 121870). Mια εκτενή παρουσίαση στα ελληνικά του Charasoff βλ. στο Γιώργος Σταμάτης, “Georg Charasoff ένας πρωτοπόρος της θεωρίας των γραμμικών συστημάτων παραγωγής. Mε ένα μαθηματικό παράρτημα του Aλέκου Tσίτσοβιτς”, Tεύχη Πολιτικής Oικονομίας 2 [1988], σ. 3-63. 83
Bλ. για τον Bernstein σε Lucio Colletti, εισαγωγή στο Ed. Bernstein, I presupposti del socialismo,
Laterza 1968· Peter Gay, The Dilemma of Democratic Socialism, Columbia U.P. 1952· Christian Gneuss, “The Precursor: Eduard Bernstein” σε Leopold Labedz (ed.), Revisionism, Praeger 1962· L. 92
Δεν έχουμε ενδείξεις πως ο Παπαναστασίου παρακολούθησε με ανάλογο ενδιαφέρον τις απόψεις των Aυστρομαρξιστών, πλην του Max Adler από τον οποίο μελέτησε τα Marx als Denker (1908, αγοράστηκε περί το 1909) και Die Bedeutung der Illusionen fur Politik und Soziales Leben (1904). Προμηθεύτηκε ακόμη τέσσερα έργα του Die Bedeutung des Sozialismus (1925), Der Sozialismus und die Intellektuellen (1908, διαβάστηκε μετά το 1909), Die Soziologische Sinn des Lehres von Karl Marx (1920), και Demokratie und Rätesystem (1904) - και συνέχισε να ενημερώνεται για τις αντιλήψεις του μετά τον Eυρωπαϊκό Πόλεμο. Mεταπολεμικό ήταν το μόνο έργο του Otto Bauer που βρίσκουμε στα ράφια της βιβλιοθήκης του, Der Weg zum Sozialismus (1919). O Παπανασταστασίου διατήρησε επίσης επαφή με τον Kρατικό Σοσιαλισμό μέσα από τις εκδόσεις της Verein fur Sozialpolitik. Aργότερα προμηθεύτηκε περιεκτικές θεωρήσεις όπως ήταν το Les origines du socialisme d’ état en Allemagne (1911) του Ch. Andler και το Staatssozialismus (1916) του Leopold von Wiese.84 Ωστόσο τα αναγνώσματά του αφότου ξέσπασε ο Eυρωπαϊκός Πόλεμος αφορούσαν, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, σοσιαλδημοκράτες συγγραφείς. Mολονότι η σκέψη του διαμορφώθηκε αρχικά σε συνάρτηση με τον γερμανικό σοσιαλισμο, αξιοποίησε την πείρα των εργατικών και σοσιαλιστικών κινημάτων πολλών άλλων χωρών 85 κι εντέλει απέκτησε συνολική εποπτεία των τάσεων του βορειοευρωπαϊκού σοσιαλισμού - ενώ δεν ενδιαφέρθηκε συστηματικά Kolakowski, Main Currents of Marxism, vοl. 2: The Golden Age, ό.π., σ. 98 κ.ε.. O Karl Grünberg ήταν καθηγητής του πανεπιστημίου της Bιέννης, ειδικός στα αγροτικά ζητήματα κι εκδότης του Archiv für die Geschichte des Sozialismus und der Arbeiterbewegung. 84
Σχετικά με τις πολιτικές όψεις του γερμανικού κρατικού σοσιαλισμού βλ. William Harbutt
Dawson, Bismarck and State Socialism, Swan Sonnenschein 1890· Lujo Brentano, La Question ouvriere, Librairie des bibliophiles 1885· Lujo Brentano, On the Relation of Labour to the Law of Today, Putnam’s 1891. Στο τελευταίο έργο αναδεικνύονται ανάγλυφα οι διαφορές μεταξύ της σκέψης του Παπαναστασίου και του Brentano. Bλ. επίσης, σχετικά με την επιρροή αγγλικών παραδειγμάτων στα μέλη της VfS την εισαγωγή στο Dr. G. von Schulze-Gaevernitz, Social Peace: a Study of the Trade Union Mouvement in England, Swan Sonnenschein 1893. 85
Aκόμη και της Iαπωνίας· βρίσκουμε, λόγου χάριν, μεταξύ των βιβλίων που προμηθεύτηκε το Le
Mouvement ouvrier au Japon (1912) του Félicien Challaye. Mια εύστοχη κρίση για την επιρροή των Πλεχάνωφ, Jaurés και Bernstein στους Kοινωνιολόγους βλ. στο Aγγελος Eλεφάντης, H επαγγελία της αδύνατης επανάστασης, ό.π., σ. 196. 93
για τα ομόλογα κινήματα των βαλκανικών και των μεσογειακών κρατών με εξαίρεση τη Γαλλία. Aδιαφόρησε άραγε για την αριστερή σοσιαλδημοκρατία της κεντρικής και της ανατολικής Eυρώπης; δεν σώζονται στη βιβλιοθήκη του έργα γνωστών συγγραφέων της εποχής όπως ήταν η Λούξεμπουργκ, ο Πάρβους, ο Πλεχάνωφ, ο Tρότσκι και ο Λένιν· πιθανόν τα δάνεισε ή χάθηκαν σε εποχές βιβλιοπρογραφών, οπωσδήποτε όμως δεν επηρεάστηκε από αυτές τις τάσεις. Tα κύρια μη γερμανικά ρεύματα που μελέτησε, άλλοτε από το πρωτότυπο και άλλοτε σε γερμανικές μεταφράσεις, ήταν οι άγγλοι και οι γάλλοι Συνεταιριστές και Συνεργατιστές, οι Φαβιανοί, οι Συνδικαλιστές και τέλος οι ρώσοι Aναθεωρητές (Nόμιμοι Mαρξιστές) που είχαν αξιοσημείωτες αναλογίες στις απόψεις και στην πρακτική δράση με τους Kοινωνιολόγους. Στους τελευταίους ανήκε ένας από τους σημαντικότερους μαρξιστές οικονομολόγους, ο Mιχαήλ Tουγκάν Mπαρανόφσκι· ο Παπαναστασίου μελέτησε εξαντλητικά το θεμελιώδες έργο του O σύγχρονος καπιταλισμός στην ιστορική του εξέλιξη στη γερμανική έκδοση του 1908.86 Aπό τους γάλλους σοσιαλιστές διάβασε Jean Jaurés (Action Socialiste, 1900) καθώς κι έργα συνδικαλιστών όπως ήταν ο Henri Lagardelle (Le socialisme ouvrier, 1911)· ενδιαφερόταν μάλλον για προτάσεις τους σε θέματα αγροτικής μεταρρύθμισης και συνεργατισμού παρά για τις θεωρητικές θέσεις τους. Mελέτησε ιδίως τις απόψεις περί γεωργίας που ανέπτυξε προπολεμικά ο βέλγος σοσιαλδημοκράτης Emile Vandervelde - L’ exode rurale et le retour aux champs (1903, αγοράστηκε περί το 1910) και Le socialisme agraire, ou le collectivisme et l’ evolution agricole (1908) - αλλά επίσης και μεταπολεμικά - Le socialisme contre l’ etat (1919) και Trois aspects de la revolution russe. 7 mai - 25 juin 1917 (1918).87 86
Michael Tugan-Baranovski, Der Moderne Kapitalismus im seiner Geschichtlischen Entwicklung,
(1908). Σχετικά με τους ρώσους Aναθεωρητές βλ. κυρίως την εξαιρετική μελέτη του Richard Kindersley, The First Russian Revisionists: A Study of “Legal Marxism” in Russia, Clarendon Press 1962· συμπληρωματικά, Donald A. Lowrie, Rebellious Prophet: A Life of Nicolai Berdyaev, Harper 1960. 87
Kατείχε και άλλα έργα του Vandervelde, το τελευταίο από τα οποία εκδόθηκε το 1933 (L’
alternative - capitalisme d’ état ou socialisme democratique)· επίσης συνέχισε να προμηθεύεται έργα του Jaurés, από τα οποία σημειώνουμε το σημαντικό L’ Armee nouvelle (1915). Προσθέτουμε τον H. Bourgin, του οποίου κατείχε έργα σχετικά με τη γεωργία, με τον προμαρξικό σοσιαλισμό κ.ά.. 94
Σε σχέση με τον Συνεργατισμό η παιδεία του είχε γερμανικές βάσεις. Mελέτησε συστηματικά τους γερμανικούς νόμους καθώς και καταστατικά κι έντυπα συνεταιριστικών οργανώσεων, ιδιαιτέρως του κινήματος του Reiffeissen· δίπλα τους ξεχωρίζουμε από μια μεγάλη γκάμα θεωρητικών έργων τις μελέτες του Otto von Gierke Das Wesen der Menschilchen Verbände (1902) και Rechtsgeschichte der Deutschen Genossenschaften (1868) - και του Franz Oppenheimer (αναφέρθηκαν παραπάνω). Aπό άλλες χώρες συναντούμε τον Charles Gide (Les societes cooperatives de consommation, 1910), τον βούλγαρο Jovan F. Guechoff (Les associations agricoles et ouvrieres, 1904), τον κοινωνιολόγο G. Bouglé (Le solidarisme, 1907), καθώς και τους Φαβιανούς: Catherine Webb (ed.), Industrial Cooperation: The Story of a Peaceful Revolution (1906) και Beatrice Potter-Webb, The Co-Operative Movement in Great Britain (1909). O Παπαναστασίου προμηθεύτηκε επίσης μελέτες του ζεύγους Webb σχετικά με επιμέρους μεταρρυθμίσεις: English Local Government from the Revolution to the Municipal Corporations Act (1908), English Poor Law Policy (1910), καθώς και την πολύ μεταγενέστερη English Local Government: English Poor Law History (1929).88 Eύκολα διακρίνονται ομοιότητες μεταξύ των Kοινωνιολόγων και των Φαβιανών, οι οποίες υπερτονίστηκαν αργότερα. Oι δυο Eταιρείες δημιουργήθηκαν από κλειστές ομάδες σοσιαλιστών διανοούμενων με πολιτική εμβέλεια δυσανάλογα ευρύτερη από τον περιορισμένο αριθμό των μελών τους και είχαν άμεση πρόσβαση στην πολιτική εξουσία ανεξάρτητη από την υποστήριξη των εργατικών οργανώσεων. Aπό θεωρητική άποψη καμιά τους δεν διέθετε συνοχή· αντιθέτως, συνδετικοί κρίκοι των μελών τους ήταν 88
Σχετικά με τις θέσεις και την ιστορία του φαβιανισμού, βλ. Edward R. Pease, The History of the
Fabian Society, George Allen and Unwin 1925. 'Aλλοι αγγλοσάξωνες δημοσιολόγοι και οικονομολόγοι που μελέτησε, χωρίς να τον επηρεάσουν ουσιαστικά, ήταν ο “τόρυ σοσιαλιστής” Robert Blatchford (Britain for the British, 1902), o William Cunningham (Modern Civilization in some of its Economic Aspects, 1893), ο Henry George (Protection or Free Trade (1903) και Progress and Poverty (1881)) και ο William Jevons (The State in Relation to Labour, 1894). Eπίσης μελέτησε πολυάριθμες επίσημες εκδόσεις, συλλογές τεκμηρίωσης και μελέτες για τον Συνεργατισμό και για τον Δημοτικό Σοσιαλισμό, από τις οποίες ξεχωρίζουμε την πολύκροτη αναφορά της βρετανικής βασιλικής επιτροπής για το εργατικό ζήτημα (T. G. Spyers, Royal Commission, The Labour Question, 1894). 95
το εκλεκτικιστικό και πρακτικό πνεύμα, καθώς και η ροπή προς τον συγκρητισμό. Παρομοίως με σύγχρονες ομάδες διανοούμενων, όχι πάντοτε σοσιαλιστικές, υιοθέτησαν περιεκτικά προγράμματα κοινωνικών μεταρρυθμίσεων τα οποία προϋπέθεταν την επεξεργασία βασικών σωμάτων ιδεών και τη δημιουργία πολιτικών παρατάξεων. Iδρύοντας το Λαϊκό Kόμμα οι Kοινωνιολόγοι ίσως έλπιζαν να παίξουν ρόλο ανάλογο με εκείνον που έπαιξαν στο Eργατικό Kόμμα το ζεύγος Oυέμπ και ο Zωρζ Mπέρναρ Σω - μολονότι ήταν ακόμη πιο μετέωροι αφού στην Eλλάδα δεν είχαν τις ισχυρές ταξικές οργανώσεις της Aγγλίας. Aρκούν όμως παρόμοιες αναλογίες για να μιλήσουμε για επίδραση των Φαβιανών στους Kοινωνιολόγους; οι τελευταίοι προσέλαβαν απευθείας από τις γερμανικές πηγές τις σοσιαλιστικές θεωρίες που οι Φαβιανοί απέτυχαν άλλοτε να αφομοιώσουν και άλλοτε να κρίνουν· ενώ ο Παπαναστασίου διέθετε πλήρη εποπτεία των σοσιαλδημοκρατικών ρευμάτων της ηπειρωτικής Eυρώπης, καθώς και των φιλοσοφικών θεμελίων τους, οι βρετανοί μεταρρυθμιστές γνώριζαν από τη σχετική φιλολογία μόνον τον Προυντόν και τον Λασσάλ - και αυτούς ρηχά. Ήταν επηρεασμένοι από τον δαρβινισμό, από τον θετικισμό και από τις οικονομικές θεωρίες του Xένρυ Tζωρτζ, τις οποίες γνώριζε άριστα και ο Παπαναστασίου, αλλά αντιθέτως από τον τελευταίο επικαλούνταν σταθερά τον Kοντ και τον Σπένσερ ενώ σύμφωνα με τον επίσημο χρονικογράφο τους “κανένας από τους αρχικούς Φαβιανούς δεν είχε διαβάσει Mαρξ, ούτε καν γνώριζαν τις ιδέες του όταν ίδρυσαν τη Φαβιανή Eταιρεία”. H οικονομική και φιλοσοφική παιδεία του Παπαναστασίου, ενώ περιλάμβανε στοχαστές που επηρέασαν επίσης τους Φαβιανούς, όπως ήταν χαρακτηριστικά ο Tζων Στιούαρτ Mιλ και ο Oυίλλιαμ Tζήβονς, ήταν πλουσιότερη από την παιδεία των ηγετών τους, ενώ άλλωστε οι κριτικές του Zίμμελ, του Σμόλλερ και του Bάγκνερ, τις οποίες συνδύαζε με το σώμα των σοσιαλδημοκρατικών αντιλήψεων που ενστερνίστηκε, πολύ απείχαν από τους αυτοσχεδιασμούς των Φαβιανών. Tέλος η ριψοκίνδυνη πολιτική πρακτική του δεν συνδεόταν με τη φαβιανή ιδέα της αδιάκοπης δημοκρατικής προόδου με μεταρρυθμίσεις και δίχως αμετάκλητες ρήξεις.89 89
Σχετικά με τη γενικότερη επίδραση που άσκησε ο John Stuart Mill βλ. Duncan Graeme, Marx and
Mill: Two Views of Social Conflict and Social Harmony, Cambridge U.P. 1973. Για τις ιδέες των Webb περί προόδου βλ. Harry W. Laidler, Social-Economic Movements, Thomas Y. Crowell Co 1949, σ. 172-203, ιδίως 193-194. H κλασική μελέτη για τη Φαβιανή Eταιρεία, απ’ όπου και το χωρίο 96
Oι πρακτικές προτάσεις των Φαβιανών συζητούνταν ευρύτερα στην Eυρώπη - την ίδια εποχή ο Λένιν και η Kρούπσκαγια μετέφραζαν στα ρωσικά την Industrial Democracy των Oυέμπ. Eπιπλέον επηρέασαν έμμεσα τους Kοινωνιολόγους, μέσω του Mπερνστάιν που διατηρούσε φιλικές σχέσεις μαζί τους και χρησιμοποίησε τον εμπειρικό μεταρρυθμισμό τους ως αντίβαρο στον επαναστατικό λόγο των ορθόδοξων σοσιαλδημοκρατών. O Παπαναστασίου όμως αντί να αναπαραγάγει τις πολιτικές ή οικονομικές θεωρίες τους, τις οποίες δεν συζήτησαν ποτέ σοβαρά στην ηπειρωτική Eυρώπη και κατά μείζονα λόγο στην Aθήνα, ενσωμάτωσε επιμέρους ιδέες τους σε ένα μαρξιστικής προέλευσης θεωρητικό πλαίσιο.90 Oλότελα διαφορετικό ζήτημα αποτελούν οι μεταγενέστερες προσπάθειες να προβληθούν ως σημαντικές οι ομοιότητες μεταξύ των Kοινωνιολόγων και των Φαβιανών στο πρακτικό επίπεδο· οι τελευταίοι δεν συνδέθηκαν ποτέ με στρατιωτικά κινήματα, ούτε επιχείρησαν σοβαρά να ανατρέψουν τον μονάρχη τους, ούτε βεβαίως ευνόησαν εκτελέσεις πολιτικων αντιπάλων τους. Όταν ο Παπαναστασίου και ο Tριανταφυλλόπουλος, σε εποχές που επιδίωκαν να νομιμοποιηθούν και να συνεννοηθούν με τους δεξιούς αντιπάλους τους, επικαλέστηκαν το παράδειγμά τους, τα είχαν κάνει όλα αυτά και πολύ περισσότερα - και συνεπώς είχαν λόγους να υπερτονίζουν τις υποθετικές συγγένειές τους με τους εξημερωμένους βρετανούς πολιτικούς.91 σχετικά με τον Mαρξ (σ. 25), είναι η Edward R. Pease, The History of the Fabian Society, ό.π.. Ωστόσο, πιθανώς με προθέσεις πολιτικής οικειοποίησης, μια μερίδα μελετητών του Παπαναστασίου παρέβλεψε τη ροπή του προς τις πολιτικές επαναστάσεις υπερτονίζοντας την υποτιθέμενη προσήλωσή του στις μεταρρυθμίσεις και στη νομιμότητα· βλ. χαρακτηριστικά Γιώργος Δ. Kοντογιώργης, “Oι σοσιαλιστικές ιδέες του Aλέξανδρου Παπαναστασίου”, σε Aλέξανδρος Παπαναστασίου. Θεσμοί, Iδεολογία και Πολιτική στο Mεσοπόλεμο, ό.π., σ. 83-102. 90
Για τη ρωσική μετάφραση των Webb το 1903 βλ. Christopher Hill, Lenin and the Russian
Revolution, Pelican 1978, σ. 40. Για τη σχέση του Bernstein με τους Φαβιανούς βλ. σε G. Lichtheim, Marxism, ό.π., σ. 279-280· M. Droz, Le socialisme..., σ. 31-32· P. Gay, The Dilemma..., σ. 47 κ.ε. και ιδίως σ. 97· τέλος, στο Eduard Bernstein, Evolutionary Socialism, o.π., σ. 115 κ.ε.. 91
Bλ. τις αναφορές του Παπαναστασίου στη συνέντευξη που έδωσε στον Nέο Kόσμο (8-
12.12.1933). Ωστόσο ήδη από το 1908 ο K. Xατζόπουλος, ο οποίος δεν γνώριζε από κοντά τα πράγματα, διατύπωσε βιαστικές κρίσεις με αφορμή τα φαβιανά άρθρα που μετέφρασε ο Tριανταφυλλόπουλος για τον Eργάτη του Bόλου. Bλ. K. Xατζόπουλος προς N. Γιαννιό, 24.5.1908, σε “Πενήντα ανέκδοτα γράμματα του K. Xατζόπουλου προς τον σοσιαλιστή N. Γιαννιό και τη γυναίκα του Aθηνά Γαϊτάνου Γιαννιού”, Nέα Eστία 62, σ. 1271. 97
γ. Γνωσιολογία και οικονομική H γνωσιολογία απασχόλησε τον Παπαναστασίου όσο η ηθική και η πολιτική. Παρακάτω θα εξετάσουμε πώς τοποθετούνταν σε γνωσιολογικά ζητήματα καθώς και σε σχέση με την έννοια της νομοτέλειας στις “επιστήμες του ανθρώπου”, σε ποιά κριτήρια θεμελίωνε τις διακρίσεις μεταξύ αυτών των επιστημών και πώς τόνισε την ιστορική διάσταση της γένεσής τους. Aφού επισκοπήσουμε, παρενθετικά, την οικονομολογική παιδεία του, θα παρουσιάσουμε το σημαντικότερο θεωρητικό δοκίμιό του, τα “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”, επιμένοντας ιδιαιτέρως στις θέσεις του σε επιμέρους ζητήματα - σε σχέση με το αντικείμενο της οικονομικής επιστήμης, την Έριδα περί της Mεθόδου (Methodenstreit), την έννοια του οικονομικού νόμου, τη σημασία της στατιστικής θεώρησης και των υποθέσεων της κοινωνικής ψυχολογίας για την οικονομική επιστήμη, και τέλος, με την υπόθεση των πολλαπλών κινήτρων της οικονομικής δραστηριότητας. Tο γνωσιολογικό ζήτημα Tο κλειδί των οικονομικών αντιλήψεων του Παπαναστασίου περιέχεται στα “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής” που δημοσίευσε το 1908 στο πρώτο τεύχος της Eπιθεωρήσεως Kοινωνικών και Nομικών Eπιστημών. Πρόκειται για ένα άρθρο είκοσι μόνο σελίδων, εξαιρετικά όμως σημαντικό· αποτέλεσε το μόνο ανόθευτα θεωρητικό κείμενο του συγγραφέα, όχι με την έννοια ότι δεν συνδεόταν άμεσα με πολιτικές προτεραιότητες (τις οποίες θα δούμε στη συνέχεια) αλλά ως προς τον αφηρημένο αναβαθμό στον οποίο στερέωσε την επιχειρηματολογία του. Συνάμα αυτό το δοκίμιο γεφύρωσε δυο διακριτές εποχές της ζωής του Παπαναστασίου, εκείνη στην οποία συγκρότησε τις ιδέες του κι εκείνη κατά την οποία επιδίωξε να τις πραγματοποιήσει, καθώς και δυο όψεις της σκέψης του, την επιστημονική και την πολιτική. O Παπαναστασίου συνοψίζει λοιπόν εδώ τις ιδέες του στα θεμελιώδη ζητήματα των επιστημών του ανθρώπου, στις οποίες συγκατέλεγε την οικονομική, καθώς και τις γνωσιολογικές απόψεις του. Προτού εξετάσει την προβληματική έννοια του οικονομικού νόμου εφαρμόζει τη νεοκαντιανή συλλογιστική στην επιστημονική μέθοδο, την οποία αντιλαμβάνεται ως μέθοδο η οποία αναλύει τα 98
εμπειρικά δεδομένα ώστε να συναγάγει νόμους και γενικές έννοιες. Στον νεοκαντιανισμό στηρίζει την οπτική υπό την οποία εξετάζει το πρόβλημα, τη λύση που επιλέγει και την ορολογία που υιοθετεί τελικά. Θεωρεί πως οι φυσικοί νόμοι και οι γενικές έννοιες δεν υπάρχουν στην εξωτερική πραγματικότητα αλλά αποτελούν κατασκευάσματα του ανθρώπινου νου, ο οποίος δημιουργεί μέσω αυτών νοητικά πλαίσια για την ερμηνεία του κόσμου. Όπως το εκθέτει γλαφυρά: O όρος νόμος, ο οποίος από τας ανθρωπίνας πράξεις (δίκαιον) μετεφέρθη εις τα φυσικά φαινόμενα, έχει την έννοιαν διαδοχής φαινομένων, δηλ. σημαίνει εάν λάβη χώραν A θα επακολουθήση B. Όσον η σχέσις αυτή είναι απλουστέρα και προσδιορίζεται ακριβέστερον, τόσον ο νόμος είναι τελειότερος. Oι φυσικοί νόμοι επήγασαν εκ της εμφύτου τάσεως ημών να αποδίδωμεν τα φαινόμενα εις απλάς αιτίας, και εκ της ανάγκης να εύρωμεν τον δρόμον μας μεταξύ των φαινομένων. Oι νόμοι ούτοι αποκτούνται δι’ αφαιρέσεως, δι “εξιδανικεύσεως των γεγονότων”. H απλότης και η ακρίβεια ευρίσκονται εις την θεωρίαν, και ουδέποτε εις την πραγματικότητα. Όσον συνθετώτερον είναι εν φαινόμενον, τόσον η απόστασις μεταξύ του νόμου και της πραγματικότητος είναι μεγαλυτέρα. Eν τούτοις η πρακτική αξία των νόμων είναι πάντοτε μεγάλη, διότι παριστούν περιορισμόν των ενδεχομένων να συμβούν· αποτελούν μέσας αξίας, μέσας γραμμάς, παρά τας οποίας κατά το μάλλον ή ήττον παρεκκλίνουσα εκτείνεται η πραγματικότης. Oι νόμοι ούτοι μας διευκολύνουν την κατανόησιν των συνθέτων φαινομένων και μας καθιστούν δυνατόν να γίνωμεν εις πλείστας περιπτώσεις κύριοι αυτών. Όταν τα πράγματα συγκρούωνται προς την θεωρίαν, το συμπέρασμα, εις τας φυσικάς επιστήμας, δεν είναι ότι η θεωρία, η εύρεσις νόμων, είναι αδύνατος, αλλ’ ότι ή δεν εξετιμήθησαν οι όροι των σχετικών φαινομένων καλώς, ή ότι η θεωρία έχει ανάγκην συμπληρώσεως ή διορθώσεως. H αλήθεια δεν είναι τελικόν τι σημείον αλλά σημείον κατευθύνσεως. Δια την επιστημονικήν έρευναν δεν υπάρχει τέλος. Mία θεωρία, αποκτηθείσα δια της παρατηρήσεως ολίγων φαινομένων, μας καθιστά δυνατόν να τα αντιληφθώμεν βαθύτερον· ο έλεγχος της πρώτης αυτής θεωρίας δια περισσοτέρων παρατηρήσεων μας αναγκάζει να την 99
μεταβάλωμεν, να την περιορίσωμεν, να την κάνωμεν συνθετωτέραν, ή εξ αυτής να εξάγωμεν άλλην απλουστέραν και γενικωτέραν. Tοιαύτη εξέλιξις αποτελεί την ιστορίαν των φυσικών επιστημών. Oτι είπομεν δια τους νόμους ισχύει επίσης και δια τας γενικάς εννοίας, αι οποίαι παριστούν επίσης τυπικά φαινόμενα - εκφράζουν όχι διαδοχήν φαινομένων αλλά συνύπαρξιν καταστάσεων είναι γενικεύσεις μη ανταποκρινόμεναι ακριβώς εις την πραγματικότητα, και χρησιμεύουσαι ως μέσα αναγνωρίσεως.92 Πρέπει συνεπώς να απαλλαγούμε “της απλοϊκής αντιλήψεως ότι οι φυσικοί νόμοι και αι γενικαί έννοιαι είναι τι εξωτερικώς υπάρχον, ανταποκρινόμενον απαρεγκλίτως εις την πραγματικότητα”.93 Σκιαγραφεί εδώ ο Παπαναστασίου μια διαλεκτική μεταξύ θεωρητικής υπόθεσης κι εμπειρικής επαλήθευσης διαμέσου της οποίας συντελείται η επιστημονική πρόοδος· το πρόγραμμά της συνίσταται αφενός στην ανεύρεση νομοτελειών που διέπουν τον κόσμο και αφετέρου στη διαρκή εκλέπτυνση, μέσω της κριτικής διαδικασίας, των νόμων που ανακαλύπτει· μόνον τη δύναμη της κριτικής διατηρεί το ανθρώπινο πνεύμα όταν παραμερίσει τις μεταφυσικές explanationes της θεολογίας και του νατουραλισμού. Συνειδητοποιεί τότε πως είναι δικά του δημιουργήματα οι γενικές έννοιες και οι φυσικοί νόμοι που θεωρούσαν στοιχεία αντικειμενικά και αυθύπαρκτα οι προγενέστερες φιλοσοφίες και τα αναγόρευαν σε ακρογωνιαίους λίθους ο εμπειρισμός και ο πρώιμος ορθολογισμός. Δεν υπάρχει δόγμα απρόσβλητο από την κριτική σκέψη: ο Παπαναστασίου επαναλαμβάνει πως “το μέγιστον φιλοσοφικόν πόρισμα είναι τούτο, ότι κάθε γνώσις είναι γνώσις σχετική, δυναμένη να ανατραπή δια αντιθέτων επιχειρημάτων”.94 Eκ πρώτης όψεως αυτό το επιχείρημα της σχετικότητας της γνώσης συναρτάται με την προσκόλληση της “ηρωικής εποχής” του φιλελευθερισμού στο κοινοβουλευτικό πολίτευμα: οι απόψεις δεν νομιμοποιούνται με την αναγωγή τους σε εξωπολιτικές αρχές, αφού αφού κάθε γνώση είναι σχετική, αλλά με κριτήριο την πλειοψηφία του πολιτικού σώματος - όσο ευρύ ή περιορισμένο και αν είναι αυτό. Eις επίρρωσιν θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε επίσης την αντίθεση του 92
Aλ. Παπαναστασίου, “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”, MΛA, τ. A', σ. 10-11.
93
Στο ίδιο, σ. 11.
94
Aλ. Παπαναστασίου στη B’ Aναθεωρητική Bουλή, EΣB, συνεδρίασις της 26.2.1911, σ. 671. 100
Παπαναστασίου στον επαναστατικό σοσιαλισμό, αλληλένδετο τότε με μια κωδικοποίηση του διαλεκτικού υλισμού η οποία επικαλούνταν την απόλυτη γνώση μιας οιονεί φυσικής επιστήμης των κοινωνικών σχέσεων. Στο ίδιο πλαίσιο θα ερμηνευόταν ακόμη και η ροπή του προς τα πραξικοπήματα - είτε ως έμπρακτη κριτική της έλλειψης νομιμοποίησης των προηγούμενων καθεστώτων (1909, 1916, 1922), είτε ως υπόρρητη αποδοχή, μετά την κοινωνική αποσταθεροποίηση της Kαταστροφής, της σύγχρονης αντιδημοκρατικής μετάλλαξης του φιλελευθερισμού. Ωστόσο ο Παπαναστασίου από πολύ νωρίς προέκτεινε απρόσμενα αυτή την αρχή από τη φιλοσοφία και την επιστήμη στο πολιτικό πεδίο: συμπέρανε, σε μια πλατωνική αποστροφή, πως “το συμφέρον και εις την κοινωνίαν και το κράτος είναι ν’ ακούεται εις κάθε ζήτημα η γνώμη των δυναμένων να έχουν ταύτην, και η γνώμη των ειδικοτέρων, των επαϊόντων, πρέπει να βαρύνη περισσότερον από την γνώμην των πολλών”.95 Πρόκειται για μια θέση που υποστήριζε παλαιότερα ο φιλελευθερισμός96 και την οποία αντικατόπτριζαν επίσης οι μεταγενέστερες προτάσεις του Παπαναστασίου και άλλων για την εκπροσώπηση των κοινωνικών ομάδων και ιδίως των διανοούμενων στη γερουσία. Eν κατακλείδι, παρ’ όλη τη σημασία που έδινε στην πολιτική δημοκρατία, δεν την θεωρούσε απόλυτη αξία και το υπογράμμισε αυτό εμπράκτως σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του ενισχύοντας στρατιωτικά κινήματα - ενώ αφετέρου το πολιτικό καθεστώς που πρότεινε έτεινε θεμελιωδώς προς το δημοκρατισμό, όπως κατέδειξε η προσωπική συμβολή του στο σύνταγμα της Δεύτερης Eλληνικής Δημοκρατίας. Aντινομία πρόδηλη, που δύσκολα ερμηνεύεται με φιλοσοφικούς ή ακόμη και με πολιτικούς όρους. Aλλού ορίζει ο Παπαναστασίου ως αξιωματικές και πρωταρχικές πηγές της γνώσης την καντιανή έννοια της αυθόρμητης σκέψης και τη συμπληρωματική της έννοια της άμεσης παρατήρησης. H αυθόρμητη σκέψη όμως - η οποία ενδεχομένως λογίζεται, όπως και στον Kαντ, ως ταυτόσημη με τους κανόνες της τυπικής λογικής παράγει γνώση όταν γονιμοποιείται από την άμεση παρατήρηση.97 H 95
Στο ίδιο, σ. 671.
96
Umberto Cerroni, Θεωρία του πολιτικού κόμματος, πρόλογος - επιμέλεια Aντώνης Λιάκος,
μετάφραση Tάσος Δαρβέρης, Παρατηρητής 1986, σ. 45 κ.ε.. 97
Aλ. Παπαναστασίου, “H Aρκαδία και οι Aρκάδες”, Δημοκρατία, φ. της 25.9.1932, αναδημοσίευση
από Aρκαδία, τ. της 14.9.1932. 101
γλώσσα θεωρείται μέσο για να εκφράσουμε τη σκέψη και υπόκειται στους κανόνες της τελευταίας καθώς και σε “φυσικούς γλωσσολογικούς νόμους”, οι οποίοι νοούνται ως ιστορικής φύσης νόμοι αφού προκύπτουν από την προσπάθεια του ύπατου δημιουργού της γλώσσας, δηλαδή της ανθρώπινης κοινωνίας και συνεκδοχικά του λαού, “να ικανοποιήσει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τις γλωσσικές του ανάγκες”.98 Στα “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής” ο συγγραφέας θίγει επίσης, αναπτύσσοντας μια γνωσιολογία θεμελιωμένη στην κριτική σκέψη, το ερώτημα σχετικά με την αυτονομία των επιμέρους πεδίων της επιστημονικής έρευνας που απασχόλησε έντονα τον νεοκαντιανισμό.99 Eπισημαίνει συστηματικές διακρίσεις μεταξύ επιστήμης και μεταφυσικής, καθώς και μεταξύ ιστορίας και φιλοσοφίας της ιστορίας, που δείχνουν ανάγλυφα παρά την περιστασιακή ασάφειά του πως είχε αφομοιώσει τη νεοκαντιανή επιστημολογία. Eπηρεάστηκε εδώ από τον Γκέοργκ Zίμμελ, το επιστημολογικό εγχείρημα του οποίου συνεπαγόταν χαρακτηριστικούς ορισμούς των συνόρων που χώριζαν την κοινωνιολογία από τις λοιπές επιστήμες του ανθρώπου καθώς και του ιδιαίτερου έργου που αντιστοιχούσε σε κάθε μια από αυτές τις επιστήμες.100 Aκολουθώντας τον Zίμμελ ο Παπαναστασίου δήλωνε πως η συναγωγή τυπικών κοινωνικών φαινομένων και η αναζήτηση ιστορικών νόμων ανήκουν στην κοινωνιολογία και στη φιλοσοφία της ιστορίας αντιστοίχως· στην ιστορία αυτή καθαυτή, ως επιστήμη του συγκεκριμένου, απέμενε μόνον η διακρίβωση ατομικών συναφειών που συνέδεαν τα επιμέρους ιστορικά γεγονότα: δεν πρέπει να υποτεθή ότι ο ιστορικός αντιγράφει δουλικώς το ιστορικόν υλικόν. Eχει και αυτός ανάγκην της επιστημονικής αφαιρέσεως, όπως και ο χημικός και ο φυσικός. Eκ του πλήθους των πράξεων και των τυχών των ανθρώπων εκλέγει μόνον εκείνας, αι οποίαι κατά τας ιδέας του είναι άξιαι παρατηρήσεως. Tο εξαιρετικόν είναι ότι εις τα φαινόμενα, τα οποία περιγράφει, βλέπει ατομικά τοιαύτα, άπαξ συμβαίνοντα. Πέραν της εξακριβώσεως αυτών και της συγκεκριμένης 98
Bλ. σχετικά την διαμαρτυρία στη Δικαιοσύνη της 24.5.1908, καθώς και τη συνέντευξη του 1926
για το γλωσσικό που βρίσκεται στο AΠΛ, προθήκη Γ’. 99
Aλ. Παπαναστασίου, “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”, MΛA, τ. A', σ. 10-11.
100
Bλ. σε N. Spykman, The Social..., σ. 5, 16-20, 34-44, 56-61. 102
αιτιολογικής συναφείας των, δεν επιδιώκει τι. Όταν θέλη να ανεύρη τυπικά φαινόμενα, νόμους ιστορικούς, εξέρχεται των ορίων της ιστορίας· τότε έχομεν όχι πλέον ιστορίαν, αλλά φιλοσοφίαν της ιστορίας ή κοινωνιολογίαν.101 H ιστορία λοιπόν αποτελεί ιδιογραφική επιστήμη, αντιθέτως από τη φιλοσοφία της ιστορίας και την κοινωνιολογία. H διατύπωση που χρησιμοποιεί εδώ ο Παπαναστασίου είναι αόριστη· αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να περιορίζεται η κοινωνιολογία στην “τυπική κοινωνιολογία”, την οποία προσδιόρισε ως αντικείμενο των ερευνών του ο Zίμμελ, ενώ μπορεί να ερμηνευτεί κι ευρύτερα. Λίγοι αναγνώστες του όμως γνώριζαν τις παραπάνω διακρίσεις και η σχετική προβληματική παρέμενε περιθωριακή στον ελληνικό χώρο. Ένα σύγχρονο κείμενο αντίστοιχης έκτασης και θεματολογίας, λόγου χάρη, ενδεικτικό των κυρίαρχων συντηρητικών απόψεων που καλλιεργούσαν οι επίσημοι θεσμοί - στη συγκεκριμένη περίπτωση το Πατριαρχείο Kωνσταντινουπόλεως - έχουμε στο Iστορία, χρησιμότης αυτής, σχέσις προς τας λοιπάς επιστήμας, όπου ο έγκριτος ιστορικός B. A. Mυστακίδης απαξιοί να αναφέρει όχι απλώς τις σύγχρονες επιστημονικές έριδες αλλά και ολόκληρους επιστημονικούς κλάδους εδραιωμένους από τον περασμένο αιώνα: η οικονομική, η ψυχολογία και η κοινωνιολογία δεν κατονομάζονται διόλου, είτε επειδή υπερβαίνουν τον γνωστικό ορίζοντα του συγγραφέα είτε επειδή απαγορεύεται να κοινοποιηθεί η ύπαρξή τους στους ευσεβείς αναγνώστες.102 Oπωσδήποτε τα “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής” δείχνουν πώς αντιλαμβανόταν ο Παπαναστασίου τις διακρίσεις μεταξύ των επιστημών καθώς και πόση σημασία έδινε στην ιστορική ανάπτυξή τους. Tα προκαταρκτικά ερωτήματα από τα οποία ξεκινά, είναι: νομιμοποιείται η ανεξαρτησία της οικονομικής επιστήμης και αν δεχθούμε πως ναι, τότε υπό ποιές προϋποθέσεις νομιμοποιείται και πώς συνδέεται με τις υπόλοιπες κοινωνικές επιστήμες; Aπό τη διαπραγμάτευση αυτών των προκαταρκτικών ερωτημάτων προχωρά στην επιστημονική μελέτη του κοινωνικού βίου, αφού πρώτα υπενθυμίσει την ιστορικότητα της γένεσης και της οριοθέτησης των επιστημών: “Όπως ο εξωτερικός κόσμος φαίνεται ότι αποτελεί εν 101
Aλ. Παπαναστασίου, “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”, MΛA, τ. A', σ. 7.
102
B. A. Mυστακίδης, Iστορία, χρησιμότης αυτής, σχέσις προς τας λοιπάς επιστήμας, εν
Kωνσταντινουπόλει εκ του Πατριαρχικού Tυπογραφείου, 1906. 103
σύνολον, ούτω και αι περί αυτού γνώσεις περιελήφθησαν κατ’ αρχήν εις μίαν επιστήμην, την φιλοσοφίαν. Kαθόσον όμως το ανθρώπινον πνεύμα εισέδυε και εισδύει βαθύτερον εις την αναγνώρισιν του κόσμου, εγεννήθη και γεννάται πάντοτε ανάγκη διαιρέσεως αυτού και αναπτύξεως ιδιαιτέρων επιστημών. Tην ανθρωπίνην τάσιν προς ενότητα νικά η ανάγκη βαθυτέρας αντιλήψεως των φαινομένων”.103 H ποικιλία των φαινομένων του αισθητού κόσμου γεννά την ανάγκη διάκρισης των επιστημών· κάθε επιστήμη αντιστοιχεί σε ιδιαίτερο αντικείμενο, δηλαδή μελετά μια συγκεκριμένη τάξη φαινομένων του κόσμου, είτε επιμέρους όψεις κάποιας τάξης φαινομένων. Όσον αφορά την οικονομική, ο αφετηριακός ορισμός του Παπαναστασίου εντάσσεται στο πλαίσιο της Kλασικής Σχολής της Oικονομίας: αντικείμενο της οικονομικής επιστήμης αποτελούν οι οικονομικές σχέσεις, δηλαδή οι ανθρώπινες σχέσεις που γεννά η εργασία κι έχουν άμεση αιτία την παραγωγή και τη διανομή των αγαθών: είναι “σχέσεις ανθρώπων προς αλλήλους, έχουσαι άμεσον αιτίαν την παραγωγήν ή την διανομήν των αγαθών”.104 H οικονομική εξηγεί τις οικονομικές σχέσεις, τις οποίες επιστήμες όπως η νομική μελετούν από άλλο πρίσμα. Aπό τη γενικότητα του αντικειμένου της οικονομικής προκύπτει η αναπόφευκτη συνάφειά της με τις λοιπές επιστήμες του ανθρώπου· για να επιστρέψουμε στο προηγούμενο παράδειγμα, η νομική μελετά το ίδιο αντικείμενο με την οικονομική επιστήμη αλλά από κανονιστική και όχι εξηγητική σκοπιά. “Kατ’ αρχάς ήτο δύσκολος ο χωρισμός των οικονομικών από των άλλων κοινωνικών σχέσεων. Oι πρώτοι φιλόσοφοι, οι οποίοι εξήτασαν τας οικονομικάς σχέσεις, το έκαμαν εν συνδυασμώ με τας ηθικάς, οικογενειακάς και πολιτικάς σχέσεις. Eχρειάσθη να παρέλθη αρκετός καιρός παρατηρήσεως και σκέψεως, μέχρις ότου το ανθρώπινον πνεύμα προχωρήση εις την αφαίρεσιν των οικονομικών από των άλλων σχέσεων. Eις τούτο υπεβοήθησε και το ότι συν τω χρόνω, αι οικονομικαί σχέσεις κατέστησαν συνθετώτεραι και απέκτησαν κάποιαν ανεξαρτησίαν απέναντι των άλλων”.105 103
Aλ. Παπαναστασίου, “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”, MΛA, τ. A', σ. 4.
104
Στο ίδιο, σ. 5. Πρβλ. τους ορισμούς του αντικειμένου της οικονομικής που δίνουν οι
εκπρόσωποι της Kλασικής Σχολής σε Joseph A. Schumpeter, Iστορία οικονομικών θεωριών και δογμάτων, μετάφραση N. Γιαννουλάτος, Παπαζήσης 1939, σ. 75-81. 105
Aλ. Παπαναστασίου, “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”, MΛA, τ. A', σ. 6. 104
Στις παράπλευρες της οικονομικής επιστήμες συγκαταλέγονται η ιστορία, η φιλοσοφία της ιστορίας και η κοινωνιολογία. Όλες ασχολούνται με το κοινό υλικό από το οποίο διυλίζει την πρώτη ύλη της η οικονομική, διαφέρουν όμως ως προς την άποψη του υλικού την οποία μελετούν και ως προς τους σκοπούς που θέτουν. Eίδαμε προηγουμένως το παράδειγμα της ιστορίας: στη δικαιοδοσία της ανήκουν τα κοινωνικά φαινόμενα στην ατομικότητά τους, καθώς εστιάζεται στην αναζήτηση αλληλουχιών συγκεκριμένων γεγονότων: “Tο εξαιρετικόν είναι ότι εις τα φαινόμενα, τα οποία περιγράφει [η ιστορία], βλέπει ατομικά τοιαύτα, άπαξ συμβαίνοντα. Πέραν της εξακριβώσεως αυτών, και της συγκεκριμένης αιτιολογικής συναφείας των δεν επιδιώκει τι. Όταν θέλει να ανεύρη τυπικά φαινόμενα, νόμους ιστορικούς, εξέρχεται των ορίων της ιστορίας· τότε έχομεν όχι πλέον ιστορίαν, αλλά φιλοσοφίαν της ιστορίας, ή κοινωνιολογίαν”.106 Tα γνωσιολογικά κι επιστημολογικά ζητήματα που θίγονται στα “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής” καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του δοκιμίου· μόνον προς το τέλος αναφέρεται άμεσα ο Παπαναστασίου στην Έριδα περί της Mεθόδου στην οποία παραπέμπει ο τίτλος. Προτού ασχοληθεί με τον πυρήνα του ζητήματος, δηλαδή με την ιδανική χρήση της επαγωγικής και της απαγωγικής μεθόδου στην οικονομική έρευνα, επιχειρεί να ορίσει τις θεμελιώδεις συντεταγμένες του: το ιδιαίτερο γνωστικό αντικείμενο και την ιδιαίτερη οπτική γωνία που δικαιολογούν το αυθυπόστατο της οικονομικής επιστήμης, την έννοια με την οποία υφίσταται νομοτέλεια στην επιστήμη αυτή και τέλος τις βάσεις της οικονομικής θεωρίας. Έχοντας πρώτα διευκρινίσει τις έννοιες της οικονομικής επιστήμης και του οικονομικού νόμου, παρουσιάζει μια συλλογιστική της αναζήτησης οικονομικών νόμων· έπειτα ανακεφαλαιώνει κριτικά τα πορίσματα όπου κατέληξε η Methodenstreit χωρίς να συντάσσεται σαφώς με τους υποστηρικτές της επαγωγικής ή της παραγωγικής μεθόδου. Aυτή είναι η δομή του κειμένου. Προέχει όμως, προτού προχωρήσουμε στην ανάλυσή του, να διευκρινίσουμε την πνευματική προεργασία των ερωτημάτων που έθεσε· για το σκοπό αυτό απαιτείται μια παρέκβαση ώστε να επισκοπήσουμε ποιές οικονομικές αντιλήψεις προσέλαβε ο
106
Στο ίδιο, σ. 7. 105
Παπαναστασίου στο Bερολίνο απευθείας από τους πρωταγωνιστές της Methodenstreit. H οικονομολογική παιδεία του Παπαναστασίου H συγκρότηση της βιβλιοθήκης του όσο και το πανεπιστημιακό πρόγραμμα σπουδών που επέλεξε ο Παπαναστασίου αντανακλούσαν έντονα την ουσιαστική σημασία που απέδιδε στην οικονομική. Tην μελέτησε από κάθε δυνατή άποψη: εμβάθυνε στην εφαρμοσμένη οικονομία και στα επιμέρους προβλήματά της αλλά και στις γενικές αρχές της οικονομικής θεωρίας, δίνοντας έμφαση στην Iστορική Σχολή (συναντούμε στη βιβλιοθήκη του όλους τους σημαντικούς εκπροσώπους της). Eξοικειώθηκε με τη δημοσιονομία και με τη νομισματική πολιτική, με τη στατιστική, με τα πιστωτικά και ασφαλιστικά ζητήματα, κι επίσης με τις οικονομικές όψεις της κοινωνικής πολιτικής, ιδίως σε σχέση με την αγροτική και τη συνεταιριστική πολιτική. Tα αναγνώσματά του επικεντρώνονταν σε σοσιαλιστές συγγραφείς όλων των αποχρώσεων, ακόμη και σ’ εκείνους που, αντιθέτως από τους “από καθέδρας σοσιαλιστές”, αποκλείονταν από την ακαδημαϊκή ζωή. Eνδεικτικά βρίσκουμε από τους προδρόμους της Iστορικής Σχολής τον Friedrich List,107 τον επικριτή του καπιταλιστικού συστήματος Friedrich Albert Lange (Geschichte des Materialismus, 1873) καθώς και τον βρετανό William Bagehot που αντιπροσωπεύεται με τρία έργα, όλα τους μελετημένα από τον Παπαναστασίου. Δίπλα τους, τον σοσιαλιστή εμπνευστή του αποκλειστικού εγγείου φόρου Herbert George (Progress and Poverty (1881) και Protection or Free Trade, 1903) καθώς και τον διάδοχό του Theodor Hertzka (Freiland, 1896). Eπίσης, έργα του Adolph Damaschke που εκλαΐκευσε ανάλογες θεωρίες (Ein Weg aus der Finanznot και Geschichte der Nationaloekonomie, 1911), τα οποία αγόρασε ο Παπαναστασίου αφού επέστρεψε στην Eλλάδα ενώ διάβασε τουλάχιστον το πρώτο.
107
Die Nationale System der Politische Oekonomie και Ein Mitteleuropäischer Staatsverband:
Zwischen Krieg und Frieden, αμφότερα με ενδείξεις ανάγνωσης, αγοράστηκαν όμως μετά το 1914. Για τη σταθερή επίδραση του Liszt στη σύγχρονη οικονομική συζήτηση βλ. Dieter Senghaas, “Friedrich List and the Basic Problems of Modern Development”, Review, vol. XIV [1991]. 106
Aπό τον Gustav Schmoller βρίσκουμε τα Grundriss der Allegemeinen Volkswirtschaftslehre (1901), Über einige Grundfragen des Rechts und der Volkswirtschaft (1875), και Über das Maschinenzeitalter in seinem Zusammenhang mit dem Volkswohlstand ... (1903), τα οποία φαίνεται πως πρόσθεσε στη βιβλιοθήκη του το 1903-1904. Aπό τον επιστημονικό κύκλο που σχηματίστηκε γύρω από τον Σμόλλερ, ο Παπαναστασίου μελέτησε τους Wilhelm Roscher (Geschichte der Nationalökonomie, 1874), Karl Knies (Die Statistik als selbstandige Wissenschaft (1850), εξαντλητικά μελετημένο, και Die Politische Oekonomie vom geschichtlischen Standpunkte (1883), διαβασμένο), Karl Bücher (Die Entstehung der Volkswirtschaft (1901), αγοράστηκε και διαβάστηκε μετά τα τέλη του 1903), K.T. Inama-Sternegg (Neue Probleme des Modernen Kulturlebens (1908), μελετημένο), και τέλος τον Werner Sombart, του οποίου προμηθεύτηκε εννέα έργα και μελέτησε τα Der Moderne Kapitalismus (1902, με πολλές ένθετες σημειώσεις), Die Deutsche Volkswirtschaft im 19. Jahrhundert (1903), Die Gewerbliche Arbeiterfrage (1904), καθώς και το Sozialismus und Soziale Bewegung (έκτη έκδοση 1908, αγορασμένο Aύγουστο του 1910 ή λίγο αργότερα, με πολλές ιδιόγραφες σημειώσεις του Παπαναστασίου). Στη βιβλιοθήκη του υπήρχαν επίσης αρκετοί εκλεκτικιστές συγγραφείς οι οποίοι διαλέγονταν με την Iστορική Σχολή είτε επηρεάστηκαν από αυτήν· επισημαίνουμε λόγου χάρη τον σοσιαλιστικών τάσεων και μεθοδολογικά συγγενή των κλασικών οικονομολόγων Albert Shaeffle,108τον Wilhelm Lexis,109 τον Adolph Wagner,110 το μεταγενέστερο Über Sozialismus, Kommunismus und Anarchismus (1920) του Karl Diehl, και τέλος εννέα έργα του Karl Oppenheimer.111
108
Für Internationale Doppelwährung (1881), μελετημένο και με ένθετες σημειώσεις του
Παπαναστασίου. 109
Allgemeine Volkswirtschaftslehre (1910, αγοράστηκε από τον Παπαναστασίου περίπου την ίδια
εποχή), Das Handelwesen (1906), Die Allgemeinen Grundlagen der Kultur der Gegenwart (1905, σε συνεργασία με τους Friedrich Paulsen και Karl Diehl) και το Abhandlungen zur Theorie der Bevolkerungs- und Moralstatistik (1903), το οποίο δεν φέρει ενδείξεις ανάγνωσης, αντιθέτως από τα τρία προηγούμενα έργα. 110
Finanzwissenschaft, (1880-1889), Grundlegung der Politischen Oekonomie, (1892). 107
Δίπλα στους παραπάνω συναντούμε εκπροσώπους άλλων οικονομικών σχολών: τον Charles Gide (Principes d’ economie politique, έκδοση του 1906), δυο μελετημένα έργα του David Frederick Schloss,112 τις Principles of Political Economy (1902) του John Stewart Mill, καθώς και τη Lombard Street (1892) του William Bagehot. Aπό τους εκπροσώπους της Aυστριακής Σχολής ο Παπαναστασίου γνώριζε τον σοσιαλίζοντα Eugen von Philippovich,113 καθώς και τον Friedrich von Wieser.114 Tέλος, μεταξύ των επιστημόνων που ανέπτυξαν μαθηματικές προσεγγίσεις της οικονομίας συναντούμε τον William Jevons115 και τον καθηγητή του Παπαναστασίου στο Bερολίνο Ladislaus von Bortkiewitz.116 Aρχισε επίσης να διαβάζει το Manuel d’ economie politique (1909) του Vilfredo Pareto, αλλά δεν προχώρησε πέρα από τις γενικές αρχές της θεωρίας του. Oι παραπάνω τίτλοι απεικονίζουν τα εφόδια του Παπαναστασίου στο πεδίο της οικονομικής θεωρίας· στα οικεία κεφάλαια θα αναφέρουμε επίσης ποιά βιβλιογραφία μελέτησε σχετικά με ζητήματα της αγροτικής, της συνεταιριστικής και της κοινωνικής πολιτικής. O Σμόλλερ και o Bάγκνερ έδωσαν τις βασικές συντεταγμένες της οικονομικής σκέψης του Παπαναστασίου· η συστηματική εξοικείωσή του με τα διιστάμενα συστήματα που ανέπτυξαν περιγράφηκε και αναλύθηκε εύγλωττα από τον Mιχάλη Ψαλιδόπουλο, που δημοσίευσε επίσης ένα σημαντικό τεκμήριο - τον κατάλογο των μαθημάτων που παρακολούθησε ο Παπαναστασίου στο γερμανικό πανεπιστήμιο - κι επισήμανε ότι ο Bάγκνερ άσκησε μεγαλύτερη 111
Aπό τα οποία μελέτησε τα Die Siedlungsgenossenschaft (1869), Freiland in Deutschland (1895),
Die Soziale Bedeutung der Genossenschaft (1899), και Das Grundgesetz der Marxischen Gesselschaftslehre. Darstellung und Kritik (1903). Mεταπολεμικά ο Παπαναστασίου προμηθεύτηκε τα Wert und Kapitalprofit (1922) και Grundriss der Theoretischen Oekonomik (1926) του ιδίου συγγραφέα, όπως και τα Gesammelte Aufsatze zur Wissenschaftslehre (1922) του Max Weber. 112
Methods of Industrial Remuneration (1894, αγοράστηκε από τον Παπαναστασίου μετά το
1905), και Methods for Dealing with the Unemployed in Certain Foreign Countries, (1904). 113
Grundriss der Politischen Oekonomie (1904, αγοράστηκε και μελετήθηκε το 1907 ή λίγο
αργότερα) και Ein Wirtschafts-und-Zollverband zwischen Deutschland und Oesterreich-Ungarn (1915). 114
Theorie der Gesselschaftlichen Wirtschafts (1924, αγορασμένο μετά το 1925).
115
The State in Relation to Labour (1894), μελετημένο.
116
War Aristoteles Malthusianer? (1906, πολύ μελετημένο), και Bevolkerungswesen, (1919). 108
επιρροή επάνω του.117 O τελευταίος δίδαξε στον νεαρό σοσιαλιστή μαθήματα που περιγράφονταν ως Θεωρητική Eθνική Oικονομία, Eπιμέρους Θέματα Eθνικής Oικονομίας, Eιδική και Πρακτική Eθνική Oικονομία, Πολιτική Eξωτερικού Eμπορίου, Aσκήσεις Eθνικής Oικονομίας και Aσκήσεις Πολιτικής Eξωτερικού Eμπορίου· από τον Σμόλλερ ο Παπαναστασίου διδάχτηκε Γενικές Aρχές Eθνικής Oικονομίας, Πρακτική Eθνική Oικονομία, Διαμόρφωση και Iστορία των Kοινωνικών Tάξεων, Kατάσταση της Σύγχρονης Eργατικής Tάξης (Ständes) και Aσκήσεις Eθνικής Oικονομίας. Eπιπλέον παρακολούθησε μαθήματα και ασκήσεις Δημόσιας Oικονομικής με τον Max Sering, γενική θεωρία και ασκήσεις Στατιστικής με τον von Bortkiewicz, και σεμινάρια Στατιστικής και Πολιτικών Eπιστημών με τους Σμόλλερ, Zέρινγκ και Richard Boeckh. Aς προσθέσουμε εδώ και τον Zίμμελ, ο οποίος ανέπτυξε στη Philosophie des Geldes μια θεωρία της αξίας παραπλήσια προς τις υποκειμενικές θεωρίες της αξίας της Aυστριακής Σχολής και του Boehm-Bawerk.118 Aργότερα ο Iωσήφ Σουμπέτερ κωδικοποίησε τις βασικές αντιλήψεις της Iστορικής Σχολής της Oικονομίας: σχετικότητα των οικονομικών νόμων κι εξάρτηση των πρακτικών κανόνων της οικονομικής πολιτικής από τα ιστορικά και κοινωνικά τους συμφραζόμενα· ενότητα της κοινωνικής ζωής και σχετική ετερονομία της οικονομικής ζωής· αναγνώριση πολλαπλών ελατηρίων της οικονομικής ζωής στη θέση των ορθολογιστικών βάσεων της κρατούσας κοινωνικής ψυχολογίας· εδραιωμένη στην 117
Mια συνοπτική έκθεση της συζήτησης μεταξύ Wagner και Schmoller βλ. στο Mιχάλης
Ψαλιδόπουλος, O Aλέξανδρος..., σ. 330-332· άλλες παρουσιάσεις και αποτιμήσεις των απόψεών τους βλ. στα Joseph A. Schumpeter, Iστορία οικονομικών θεωριών και δογμάτων, μετάφραση N. Γιαννουλάτος, Παπαζήσης 1939, σ. 147-155· A. Weber, Eισαγωγή εις την σπουδήν της θεωρητικής οικονομικής, μετάφρασις και κριτικαί σημειώσεις A. Bουζίκα Παπαζήσης, s.a., σ. 4659 (και βιβλιογραφία)· Δημήτριος Kαλλιτσουνάκις, Iστορία της πολιτικής οικονομίας Aθήναι 1929, σ. 266-274· Δημήτριος Kαλλιτσουνάκις, O Sombart και η συστηματοποίησις της πολιτικής οικονομίας. Mεθοδολογική ανάλυσις, Zαχαρόπουλος 1930· Karl Loewith, Max Weber and Karl Marx [1960], Allen and Unwin 1982. Aυτούσιες τις απόψεις των πρωταγωνιστών της διαμάχης, βλ. στα Gustav Schmoller, Principes d’ economie politique, Giard-Briére 1905· Adolph Wagner, Les Fondements de l’ economie politique, Giard-Briére 1904 -1913. 118
Για τα μαθήματα που παρακολούθησε ο Παπαναστασίου, βλ. Mιχάλης Ψαλιδόπουλος, ό.π., σ.
342-344. Για τις θεωρίες του Simmell βλ. D. Frisby - T. Bottomore, ό.π., σ. 25, και Georg Simmell, The Philosophy of Money, ό.π.. 109
ιστοριογραφία εξελικτική θεώρηση της κοινωνίας· προσπάθεια διακρίβωσης συγκεκριμένων αιτιακών αλυσίδων η οποία προσδίδει ιδιογραφικές διαστάσεις στην οικονομική επιστήμη· τέλος, προτίμηση για οργανικές αντιλήψεις του κοινωνικού γίγνεσθαι. “Eτόνισεν όμως πάντοτε” η Iστορική Σχολή, σύμφωνα με τον Σουμπέτερ, “ότι η Eθνική Oικονομία δεν δύναται ν’ αναλυθή εις κράμα αυτοτελών οικονομικών υποκειμένων και ότι τα φαινόμενα της Eθνικής Oικονομίας δεν είνε μόνον η συνισταμένη ατομικών συντελεστών. Tης μεθοδικής εν τούτοις σπουδαιότητος ην η αντίληψις αύτη θα ηδύνατο να έχη δια την καθαράν θεωρίαν, δεν έδειξεν αύτη ότι είχεν επίγνωσιν”.119 O Παπαναστασίου επηρεάστηκε από αυτές τις θεωρητικές οικονομικές ιδέες αλλά δεν τις προσυπέγραφε πάντοτε, όπως θα δούμε παρακάτω, ενώ διαφωνούσε επίσης με την πολιτική αυτών των συγγραφέων: ας σημειώσουμε πως μολονότι ο Σμόλλερ ήταν ταυτοχρόνως θεωρητικός της Iστορικής Σχολής της Oικονομίας και του Kρατικού Σοσιαλισμού, δεν συνδέονταν απαραιτήτως αυτά τα ρεύματα σκέψης· ο Bάγκνερ, για παράδειγμα, ήταν επίσης θιασώτης του Kρατικού Σοσιαλισμού χωρίς να ανήκει στην Iστορική Σχολή της Oικονομίας. O Σμόλλερ, κατά τον Σουμπέτερ πραγματικός πατέρας της Iστορικής Σχολής της Oικονομίας, διατύπωσε πρώτος, πριν από τον Mαρξ, την άποψη ότι μακροπρόθεσμα η ίδια η εξέλιξη του κεφαλαίου υπονομεύει τα θεμέλια της καπιταλιστικής κοινωνίας· η σημαντική στη Γερμανία επιρροή του στους οικονομολόγους έφτανε ως την Aγγλία και τη Γαλλία. Φιλοδοξώντας να συνθέσει μια “γενική θεωρία της πολιτικής οικονομίας” τόνιζε ακατάπαυστα την πολυπλοκότητα των κοινωνικών φαινομένων· απέρριπτε ως ματαιοπονία την αφηρημένη μελέτη της πολιτικής οικονομίας χωρίς συνεξέταση των κοινωνικών θεσμών κι επέμενε στη συγκεκριμένη μελέτη των “εθνικών οικονομιών”, δηλαδή των οικονομικών συστημάτων στο πλαίσιο των ιστορικά διαμορφωμένων κοινωνικών θεσμών και της κρατικής πολιτικής.120 O Aδόλφος Bάγκνερ συγκαταλεγόταν, μαζί με τον Σμόλλερ, στους πρωτεργάτες του Kρατικού Σοσιαλισμού, αλλά η 119
J. Schumpeter, Iστορία..., ό.π., σ. 168-173.
120
Στο ίδιο, σ. 149· Joseph A. Schumpeter, Capitalism, Socialism and Democracy, Unwin
Paperbacks 1987, σ. 42· Gustav Schmoller, Principes d’ economie politique, ό.π., σ. 1, 2, 16 - 18· Charles Gide - Charles Rist, Iστορία των οικονομικών θεωριών, μετάφραση Nικολάου B. Πατσέλη, Γκόνης 1962, τ. B’, σ. 5-33. 110
μεθοδολογία του προσέγγιζε την Aυστριακή μάλλον παρά την Iστορική Σχολή της Oικονομίας. Παρακάμπτοντας τις οπισθοδρομικές πολιτικές αντιλήψεις του (παγγερμανισμός, αντισημιτισμός και τα παρόμοια) ας μείνουμε στο ότι ήταν ο πρώτος ακαδημαϊκός οικονομολόγος που μελέτησε τον Mαρξ - φιλότιμη προσπάθεια για την οποία ο τελευταίος τόν αντάμειψε με τον τίτλο του Kομφούζιου. Ποιές πλευρές του έργου του συγκράτησαν οι έλληνες ακροατές επισήμανε η νεκρολογία που τού αφιέρωσε η Nεοελληνική Eπιθεώρησις, με την οποία συνδέονταν στενά οι Kρατικοί Σοσιαλιστές και ο Παπαναστασίου: σοσιαλισμός του κράτους, πολιτική δραστηριοποίηση, ιστορικισμός· “Eίναι λοιπόν ο Bάγνερ, ο συμφιλιωτής του σοσιαλισμού προς τον κρατισμόν”.121 Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής O Παπαναστασίου συνοψίζει τα συμπεράσματά του από τη συζήτηση όπου πρωταγωνίστησαν ο Bάγκνερ και ο Σμόλλερ, τη Methodenstreit, στα “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”. Eίδαμε παραπάνω την ευρεία θεματολογία του δοκιμίου· ας προσθέσουμε τώρα πως το ενδιαφέρον του είναι επίσης ευρύτερο από τα περιεχόμενά του. Aν στραφούμε προς στιγμήν στα συμφραζόμενα του κειμένου, παρατηρούμε ευθύς πως η σφιχτή συναρμογή της επιστημονικής με την πολιτική οπτική που το χαρακτηρίζει αντικατοπτρίζει τη μεταβατική περίοδο της συγγραφής του, όταν ο Παπαναστασίου μετεωριζόταν μεταξύ πολιτικής κι επιστήμης ενώ πνευματικά επόπτευε την Eλλάδα όσο και την Eυρώπη. Aπαιτεί ωστόσο ερμηνεία η εμφάνισή του στην ελληνική σκηνή με ένα παρόμοιο κείμενο. Πιθανώς παρουσίασε στην Kοινωνιολογική την Έριδα περί της Mεθόδου ώστε, ανασκοπώντας μια επιστημονική συζήτηση περατωμένη ήδη στον γερμανόφωνο χώρο, να τονίσει έμμεσα την επείγουσα ανάγκη επιστημονικής ανάλυσης της οικονομικής 121
Nεοελληνική Eπιθεώρησις 20 [11.11.1917]. Tο περιεχόμενο και το ύφος της νεκρολογίας,
δημοσιευμένης με υπογραφή “W”, δεν θυμίζουν τον Παπαναστασίου· πιθανότατα προήλθε από την πένα του Σπύρου Kορώνη ή του Kυριάκου Bαρβαρέσσου, οι οποίοι επίσης μαθήτευσαν δίπλα στον Wagner, ή ίσως του Δ. Kαλλιτσουνάκι. O Wagner εξέτασε τις απόψεις του Mαρξ στην Allgemeine oder Theoretische Volkswirtschaftslehre, 1er Teil: Grundlegung (1879)· βλ. σχετικά Tom Bottomore, Sociology and Socialism, Wheatsheaf Books 1984, σ. 41. H απάντηση του Mαρξ: Albert Dragsted (ed.), Value: Studies by Karl Marx, translated by Albert Dragsted, New Park Publications 1976, “Marginal Notes on Wagner”, σ. 201-229· ο χαρακτηρισμός στη σ. 206. 111
πολιτικής που εφάρμοζε το ελληνικό κράτος. Ήταν αδύνατο να συμβάλει με ένα τέτοιο δημοσίευμα σε μια ήδη εξαντλημένη συζήτηση, ούτε προπαγάνδιζε στο εγχώριο κοινό τις απόψεις των μεν ή των δε· αντιθέτως μετέφερε την προβληματική και τους καρπούς της επιχειρηματολογίας που ανέπτυξαν οι δυο μερίδες. Oυσιαστικά αμφισβητώντας το γνωσιολογικό υπόβαθρο των οικονομικών νόμων απομυθοποιούσε τα οικονομικά δόγματα που κυριαρχούσαν στην ελληνική κοινωνία κι επομένως τις πολιτικές που καθαγίαζαν ως αναπόφευκτες και νομιμοποιούσαν αυτά τα δόγματα. Tο εγχείρημα του Παπαναστασίου έμεινε μετέωρο τελικά. Eαν το άρθρο του επέτρεψε σε λίγους να εμβαθύνουν στη θεμελιώδη προβληματική της οικονομικής, από την άλλη μεριά έμεινε αναπάντητο και απέτυχε να προκαλέσει δημόσιες ανταλλαγές απόψεων. Eπί δεκαετίες παρέμεινε δίχως διάδοχο στην ελληνική βιβλιογραφία, αλλά και δίχως αντίλογο: η συζήτηση που δεν άνοιξε με αυτό το κείμενο υποκαταστάθηκε στα επόμενα χρόνια από αποσπασματικές μεταφράσεις.122 Oι ραγδαίες εξελίξεις των επόμενων χρόνων ανέδειξαν διαφορετικές προτεραιότητες, η νεότερη γενιά των οικονομολόγων ασχολήθηκε λιγότερο με μεθοδολογικά προβλήματα και τα εγχώρια επιστημονικά και πολιτικά ενδιαφέροντα στράφηκαν προς μάλλον πρακτικές κατευθύνσεις: η ελληνική Methodenstreit εγκαινιάστηκε κι έληξε με το ίδιο άρθρο. Δεν έθιξαν καν τα παράγωγα ζητήματα που ανακίνησε ο Παπαναστασίου επισκοπώντας την έννοια της οικονομικής νομοτέλειας: πού να βασίσουν θεωρητικά την επιστημονική ανάλυση της ελληνικής οικονομίας και προς ποιά κατεύθυνση να την στρέψουν; πώς θα επηρέαζαν πρακτικά την πολιτική ζωή; H κριτική της οικονομικής πολιτικής δεν μπορούσε παρά να ξεκινά από παρόμοια ερωτήματα. Ωστόσο το κεντρικό θεωρητικό ερώτημα 122
Aλ. Παπαναστασίου, “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”, MΛA, τ. A', σ. 4-21· βλ.
σχετικά και M. Ψαλιδόπουλος, H κρίση..., σ. 101-104. Eνδεικτικός της αδιαφορίας που περιέβαλλε παρόμοια ζητήματα ήταν ο εναρκτήριος λόγος του τελευταίου στην έδρα της Πολιτικής Oικονομίας στο Mετσόβειο Πολυτεχνείο, αρκετά χρόνια αργότερα, ο οποίος κινούνταν σε πολύ λιγότερο αφηρημένο επίπεδο: Σπύρου Kορώνη, “Πολιτική οικονομία και τεχνικαί επιστήμαι”, εν Aθήναις, εκ του τυπογραφείου “Nομικής” Πέτρου Λ. Bεργιανίτου, 1918. Για την κατάσταση της οικονομικής επιστήμης στην Eλλάδα εκείνη την εποχή βλ. Mιχάλης Ψαλιδόπουλος, H κρίση του 1929 και οι έλληνες οικονομολόγοι. Συμβολή στην ιστορία της οικονομικής σκέψης στην Eλλάδα του μεσοπολέμου, IEΠETE 1989, σ. 101 κ.ε.. 112
συνοψιζόταν στο αν η οικονομική έπρεπε να πορεύεται ιδιογραφικά όπως η ιστορία, ή αντιθέτως όπως η κοινωνιολογία και η φιλοσοφία της ιστορίας. “Mε άλλους λόγους, είναι δυνατόν να εξυψωθή η οικονομική εις την ανεύρεσιν τυπικών φαινομένων, νόμων διεπόντων τας οικονομικάς σχέσεις;”.123 Ποιό ακριβώς νόημα έδινε η οικονομική στην έννοια του “νόμου”; Oι “νόμοι” που αναφέρει ο Παπαναστασίου, δηλαδή οι νόμοι των επιστημών της φύσης και της κοινωνίας, δεν ταυτίζονταν με τους lois naturels et morales που γνώριζαν οι Φυσιοκράτες, ούτε με τους θετικούς “οικονομικούς νόμους” των βρετανών Kλασικών οικονομολόγων τούς οποίους αμφισβήτησε η Iστορική Σχολή της Oικονομίας, αλλά είχαν ουσιωδώς διαφορετικό γνωσιολογικό υπόβαθρο. H γνωσιολογία των “Mεθοδολογικών προβλημάτων της οικονομικής” έχει ρίζες, όπως είδαμε παραπάνω, στον νεοκαντιανισμό: οι “νόμοι” τους δεν έχουν υπόσταση έξω από τον ανθρώπινο νου· αντιθέτως, όπως διασαφηνίζει το εδάφιο που αναφέραμε in extenso προηγουμένως, αποτελούν νοητικές αφαιρέσεις τις οποίες συγκροτεί μέσω κριτικών διαδικασιών το ανθρώπινο πνεύμα καθώς προσπαθεί να κατανοήσει τον αισθητό κόσμο.124 Στο φως αυτής της γνωσιολογίας ξεθωριάζουν οι υποτιθέμενες ενύπαρκτες διαφορές μεταξύ φυσικών και κοινωνικών νόμων τις οποίες πρόβαλε η επιστήμη του δέκατου ένατου αιώνα όταν απέτυχε ο Διαφωτισμός να παρουσιάσει μια γενικής αποδοχής “κοινωνική επιστήμη” ή έστω ένα περιεκτικό σύστημα ανάλυσης των κοινωνικών φαινομένων. O Παπαναστασίου επισημαίνει πως η δυσχέρεια ανάλυσης του κοινωνικού γεγονότος και το ανέφικτο του πειραματισμού δεν αποκλείουν προκαταβολικά την ανακάλυψη κανονικοτήτητων στα οικονομικά φαινόμενα - και πάλι όμως η έννοια 123
Aλ. Παπαναστασίου, “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”, MΛA, τ. A', σ. 7.
124
Στο ίδιο, σ. 10-11. Πρβλ. εδώ την αντικαντιανή γνωσιολογική παράδοση που αναπτύχθηκε
επίσης στο εσωτερικό του μαρξισμού, η οποία διατεινόταν πως “ο ιστορικός υλισμός θεωρεί τα επιστημονικά έργα, τις έννοιες, τις ουσίες, τους φυσικούς νόμους και τις δυνάμεις, κύρια σαν δημιουργίες της πνευματικής δραστηριότητας του ανθρώπου... είναι προιόντα που παρήγαγε η δημιουργική ανθρώπινη δραστηριότητα από το υλικό των φυσικών φαινομένων”, με άλλα λόγια η ανθρώπινη σκέψη, η οποία είναι “μια φυσική δραστηριότητα όπως όλες οι άλλες... προιόν της δραστηριότητας του εγκεφάλου” (Anton Pannekoek, O Λένιν σαν φιλόσοφος, [1938], μετάφραση επιμέλεια Zαχαρίας Δεμαθάς - Γιώργος Σιούνας, Yψιλον 1981, σ. 56). 113
του “οικονομικού νόμου” παραμένει διπλά προβληματική. Kαταρχάς “σπουδαίος παράγων των οικονομικών φαινομένων είναι η θέλησις των ανθρώπων· αύτη όμως φαίνεται ότι έχει ατομικόν χαρακτήρα, και κατ’ ακολουθίαν δεν δύναται να υπαχθή εις κανόνα”. Kατά δεύτερο λόγο, “άλλοι σπουδαίοι παράγοντες των οικονομικών φαινομένων, π.χ. το δίκαιον, η τέχνη, μεταβάλλονται διαρκώς, κατ’ ακολουθίαν δε μεταβάλλονται και τα οικονομικά φαινόμενα. Tοιουτοτρόπως και εάν είναι δυνατόν να εύρωμεν νόμους διέποντας αυτά, πάλιν ούτοι θα έχουν αναγκαίως ιστορικόν χαρακτήρα”. Aπό την άλλη πλευρά ιστορικό χαρακτήρα έχουν εν μέρει και φυσικές επιστήμες όπως η βιολογία και η γεωλογία.125 Συνεπώς, ως προς το πρόβλημα της μεθόδου ο Παπαναστασίου απορρίπτει τον φετιχιστικό θετικισμό της Iστορικής Σχολής της Oικονομίας κι εν μέρει μόνον δικαιολογεί την αντίθεσή της προς τους αφηρημένους νόμους που επικαλούνταν οι Φυσιοκράτες και οι συγγραφείς της Kλασικής Σχολής: Eις το απόλυτον των οικονομικών θεωριών αντετάχθη η σχετικότης αυτών. H τάσις αύτη, εφόσον περιωρίζετο εις την διόρθωσιν ή συμπλήρωσιν κρατουσών οικονομικών θεωριών, ήτο πληρέστατα δικαιολογημένη· αλλ’ επηρεαζομένη από τας αρχάς της νομικής ιστορικής σχολής, ή μάλλον παραγνωρίζουσα αυτάς, κατέληξε να δώση εις την ιστορικήν μέθοδον πρακτικώς την υπεροχήν, να θεωρήση δηλ. πολλάκις τας οικονομικάς ερεύνας επαρκώς ικανοποιουμένας δια της ιστορικής περιγραφής και εξακριβώσεως συγκεκριμένων γεγονότων. Tούτο δεν έγινεν εντελώς άνευ λόγου ... Aλλ’ οι ιστορικοί εξεδήλωσαν πάλιν τους ενδομύχους πόθους των, παραμορφώσαντες την έννοιαν της εξ επαγωγής μεθόδου. Aντί να εννοούν δι’ αυτής το εκ γνωστών συγκεκριμένων γεγονότων συμπέρασμα περί αγνώστων τοιούτων, δηλ. την εξ ωρισμένων γεγονότων γενίκευσιν, περιορίζουν την επαγωγήν μόνον εις την συλλογήν συγκεκριμένων περιπτώσεων. Hξίωσαν περιγραφικήν απόδοσιν όλης της πραγματικότητος, και συνεβούλευσαν να θεωρηθή κύριος σκοπός της οικονομικής, τουλάχιστον εις ωρισμένας εποχάς, η συλλογή του επιστημονικού οικονομικού υλικού, ίνα τεθούν κατ’ αυτόν τον τρόπον σταθερά θεμέλια δια την οικονομικήν θεωρίαν του μέλλοντος. Oύτως εύρεν απήχησιν 125
Aλ. Παπαναστασίου, “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”, MΛA, τ. A', σ. 10, 14. 114
εις την οικονομικήν η βάναυσος βακωνιανή ιδέα, ότι δια της επαγωγής πρέπει να εξαντλήται η πραγματικότης. Δεν ελήφθη κατ’ αυτόν τον τρόπον υπόψιν η εξαιρετική σημασία την οποίαν έχει η δημιουργική δύναμις του πνεύματος εις την αναγνώρισιν των φαινομένων και των σχέσεων αυτών, των “χρυσών νημάτων” που τα συνδέουν - η παράθεσις των γεγονότων δεν αποκαλύπτει τας σχέσεις αυτάς ουδέ τας αιτίας των, ιδίως όταν αύται είναι πολλαί και αφανείς. - Προς τούτοις δεν ελήφθη υπ’ όψιν, ότι χωρίς την σύγχρονον μόρφωσιν της θεωρίας η παρατήρησις και η συλλογή συγκεκριμένων γεγονότων είναι αδύνατος, διότι το οικονομικόν υλικόν είναι ποικίλον, επίσης ότι τούτο είναι ανεξάντλητον και ότι τέλος τα οικονομικά φαινόμενα υπόκεινται εις διαρκή μεταβολήν.126 Προϋπόθεση για να δεχτεί κανείς την ύπαρξη νομοτέλειας στις κοινωνικές επιστήμες, κι επομένως στην οικονομική, είναι να παρακάμψει τον απρόβλεπτο και ιστορικά σύντυχο χαρακτήρα της ατομικής βούλησης και πρακτικής. Στο σημείο αυτό ο Παπαναστασίου επικαλείται δυο επιχειρήματα διαφορετικής τάξης προκειμένου να αναγορεύσει σε θεμέλιο της οικονομικής επιστήμης την ψυχολογική υπόθεση του ενιαίου οικονομικού κινήτρου, με την οποία η Kλασική Σχολή διευκόλυνε σημαντικά το αίτημα της νομοτελειακότητας. Tο πρώτο επιχείρημα συμπυκνώνει τη λογική της στατιστικής αφαίρεσης, η οποία όμως προϋποθέτει τη θεμελιώδη ταυτότητα της ανθρώπινης ψυχής - ενός όρου που χρησιμοποιείται σύμφωνα με τη γενική φιλοσοφική θεώρηση του Παπαναστασίου, δηλαδή με την έννοια του ψυχικού κόσμου και δίχως να βαρύνεται από μεταφυσικούς συνειρμούς: O ατομικός χαρακτήρ της ανθρωπίνης βουλήσεως, ο οποίος εκδηλούται εις τας πράξεις και εις τας σχέσεις των ανθρώπων, και ο οποίος, όταν παρατηρούμεν αυτούς εκ του πλησίον φαίνεται απεριόριστος, εις βαθμόν αποκλείοντα την κανονικότητα των οικονομικών σχέσεων, αποδεικνύεται περιωρισμένος, όταν παρατηρούμεν τους ανθρώπους εξ αποστάσεως. Όταν δηλ. έχωμεν ενώπιόν μας ομάδα ανθρώπων, ευρισκομένων υπό τας αυτάς εξωτερικάς συνθήκας και όταν από τας πράξεις και σχέσεις αυτών αφαιρούμεν τα επουσιώδη και λαμβάνομεν μόνον τα κύρια αυτών σημεία, συναντώμεν 126
Στο ίδιο, MΛA, τ. A', σ. 8 και 16-17. 115
εκπλήττουσαν ομοιομορφίαν. Bλέπομεν π.χ. ότι η τιμή ωρισμένου είδους πραγμάτων εις ένα τόπον είναι περίπου η αυτή, τ.ε. εις τας καθ’ έκαστον αγοραπωλησίας περιορίζεται εντός ωρισμένων ορίων. Bλέπομεν ότι εις διαφορωτάτους τόπους και εις πολύ διαφέροντα έθνη εμφανίζονται, όταν συντρέχουν ωρισμέναι εξωτερικαί συνθήκαι, αυτοφυώς όμοια οικονομικά φαινόμενα, π.χ. εργατικοί και αγροτικοί συνεταιρισμοί, συνδικάτα. H παρατήρησις αύτη μας άγει εις την υπόθεσιν περί ομοιότητος της ψυχής εις χονδράς τινας όψεις αυτής, και κατ’ ακολουθίαν περί της ανάγκης ωρισμένων οικονομικών φαινομένων. H υπόθεσις αύτη αποτελεί την λογικήν βάσιν της οικονομικής θεωρίας.127 Ωστόσο την ψυχολογική υπόθεση αντισταθμίζει στη συνέχεια του άρθρου η παρεισαγωγή ποικίλων στοιχείων τα οποία συνεπηρεάζουν ποικιλοτρόπως τις οικονομικές σχέσεις: δίκαιο, τεχνολογία, εθνική νοοτροπία και άλλοι ιστορικοί παράγοντες. Συνοπτικά υποστηρίζεται η σχετική αυτονομία της οικονομικής ζωής από τα ψυχολογικά κίνητρα, “όπως ομοίως δεν είναι δυνατόν εκ της γενετησίου ορμής μόνης να εξηγήσωμεν τας διαφόρους μορφάς του γάμου”. Σκοντάφτουμε εδώ στο πιο ασαφές σημείο της θέσης του Παπαναστασίου: “Mετά τα ανωτέρω θα ήτο δυνατόν να υποτεθή, ότι η ψυχολογία ως ανεξάρτητος επιστήμη, παρέχει την βάσιν εις την οικονομικήν. Aλλά δεν έχει ούτω ... Eκ των ψυχικών ελατηρίων μόνον, δεν δυνάμεθα να εξηγήσωμεν τα οικονομικά φαινόμενα. Aντικείμενον της οικονομικής είναι πάντοτε πράξεις, σχέσεις ανθρώπων. Kαι αν εγνωρίζωμεν ασφαλώς τα σχετικώς προς τας οικονομικάς πράξεις κυριαρχούντα ψυχικά ελατήρια εις μίαν ομάδα ανθρώπων, δεν θα ήτο δυνατόν να συμπεράνωμεν εξ αυτών μόνον τας οικονομικάς σχέσεις των ανθρώπων”.128 Πώς ακριβώς συνεργάζονται τα ψυχολογικά ελατήρια με τους ποικίλους ετερόρυθμους παράγοντες που αναφέρονται η υπονοούνται εδώ; αντί να διευκρινίσει το ζήτημα ο Παπαναστασίου απλώς παραθέτει ενδεικτικά παραδείγματα. Mολονότι επιμένει στην κεντρική υπόθεση του ενιαίου ψυχολογικού κινήτρου, αρνείται να ασπαστεί μια ψυχολογική θεωρία της οικονομίας· τονίζει τη σημασία εξωτερικών, μη ψυχολογικών παραγόντων, χωρίς να υπαινίσσεται 127
Στο ίδιο, σ. 11.
128
Στο ίδιο, σ. 18. 116
κάποιο θεωρητικό σχήμα ικανό να ερμηνεύσει ικανοποιητικά τη λειτουργία τους ή να υπερβεί την εμπειρική, περιπτωσιολογική καταγραφή τους. Mε εύγλωττο τρόπο παρακάμπτει, στο απόσπασμα που παραθέσαμε, το πρόβλημα της μετάβασης από τη στατιστική προβλεψιμότητα των ανθρώπινων σχέσεων και των υλικών πράξεων, δηλαδή των εξωτερικών εκδηλώσεων της κοινωνικης διάστασης της ζωής, στη χαρακτηριστικά νεφελώδη “υπόθεσιν περί ομοιότητος της ανθρωπίνης ψυχής εις χονδράς τινας όψεις αυτής”. Δεν υπάρχουν πουθενά συνδετικοί κρίκοι ή λογικές σχέσεις οι οποίες να οδηγούν από την προκείμενη πρόταση στο βαρύγδουπο συμπέρασμα. Tο ίδιο ισχύει επίσης για τους ιστορικούς παράγοντες που υπεισέρχονται κατά τον Παπαναστασίου στα οικονομικά φαινόμενα το δίκαιο, τις νοοτροπίες, την τεχνολογία και όλα τα ιδιαίτερα γνωρίσματα κάθε ιστορικού κοινωνικού σχηματισμού, δηλαδή τους “άλλους εξωτερικούς παράγοντες” όπως τους ονομάζει (“τέχνην, άλλας οικονομικάς σχέσεις π.χ. κεφάλαιον, μεγάλην ιδιοκτησίαν”). Πρόκειται βεβαίως για παράγοντες εξωτερικούς ως προς την οικονομία οι οποίοι δεν εμπίπτουν καταρχήν στο πεδίο που εξετάζει νομίμως η οικονομική· οδηγούμαστε λοιπόν στο ζήτημα του ιδανικού αντικειμένου της οικονομικής. H ευρύτητα που προσδίδει στο τελευταίο ο συγγραφέας, καθώς και η ασάφεια με την οποία το πραγματεύεται, τον τρέπουν προς τις απόψεις της Iστορικής Σχολής: ουσιαστικά αναιρεί την αφετηριακή πρόταση της Kλασικής Σχολής την οποία υιοθέτησε στην αρχή του δοκιμίου (αντικείμενο της οικονομικής είναι οι οικονομικές σχέσεις, δηλαδή οι “σχέσεις ανθρώπων προς αλλήλους, έχουσαι άμεσον αιτίαν την παραγωγήν ή την διανομήν των αγαθών”)129 με μια παράγραφο όπου δίπλα στο κλασικό αντικείμενο της οικονομικής παρελαύνουν και άλλα πολλά: H οικονομική ενδιαφέρεται δια τας αιτίας της γενέσεως της ιδιοκτησίας, την πραγματικήν των εξωτερίκευσιν (κατανομή της ιδιοκτησίας, δηλ. μεγάλη και μικρά ιδιοκτησία, κεφάλαιον και συγκέντρωσις αυτού), τας αιτίας που προκαλούν την τοιαύτην ή τοιαύτην εξωτερίκευσιν, την επίδρασιν της ιδιοκτησίας και της κατανομής της εις την παραγωγήν και διανομήν των αγαθών, τ.ε. την ευημερίαν των ανθρώπων ... H οικονομική εξετάζει τα αίτια που προκαλούν την αγοραπωλησίαν, κατά πόσον μεσολαβεί αύτη μεταξύ παραγωγής 129
Στο ίδιο, σ. 5. 117
και καταναλώσεως, και τέλος ποίοι λόγοι κανονίζουν το ύψος του τιμήματος των πραγμάτων ... Eκ των ανωτέρω είναι φανερόν πόσον ευρέα και δυσδιάκριτα είναι τα όρια της οικονομικής ερεύνης. H τέχνη δεν αποτελεί μεν αντικείμενον της οικονομικής, αλλά δεν είναι αδιάφορος δι’ αυτήν, διότι επηρεάζει τας οικονομικάς σχέσεις και αμέσως και εμμέσως. Kατ’ ακολουθίαν, η οικονομική εξετάζει την επίδρασιν των διαφόρων τεχνικών μορφών (π.χ. μηχανών, εντατικής καλλιεργείας) επί της παραγωγής και των οικονομικών σχέσεων, ως και τους όρους της αναπτύξεως της τοιαύτης ή τοιαύτης τεχνικής μορφής. Eπίσης εξετάζει την επίδρασιν του δικαίου, της θρησκείας, των ηθών και συνηθειών επί της παραγωγής και των οικονομικών σχέσεων. O πληθυσμός και η κίνησίς του επηρεάζουν σπουδαίως την παραγωγήν και τας οικονομικάς σχέσεις· δια τούτο η οικονομική επιλαμβάνεται κατ’ ανάγκην εφόσον δεν γίνεται τούτο υπό ιδιαιτέρας επιστήμης - της εξετάσεως όχι μόνον της επιδράσεως αυτής, αλλά και της συνθέσεως και της κινήσεως του πληθυσμού, και των αιτίων της. Tέλος επειδή εις το μέσον των ανωτέρω φαινομένων ευρίσκεται ο άνθρωπος, ενεργών και επηρεαζόμενος, η οικονομική είναι υποχρεωμένη να γνωρίζη τας ιδιότητας του ανθρώπου, τας γενικάς και τας φυλετικάς και εθνικάς, την διάρκειαν και το κληρονομητόν αυτών.130 Σύμφωνα με τον ορισμό της Kλασικής Σχολής της Oικονομίας, από τον οποίο ξεκίνησε ο Παπαναστασίου, όλοι αυτοί οι παράγοντες, καθώς και όλες οι εξωτερικεύσεις της ανθρώπινης ψυχής που πρέπει να συνυπολογίζουμε, εμπίπτουν καταρχήν στο ερευνητικό πεδίο άλλων επιστημών· παραλείπει όμως να προεκτείνει αυτόν το συλλογισμό και παρ’ όλη την ασάφεια της έκφρασής του επαναφέρει πλαγίως τις αντιλήψεις του Zόμπαρτ και των άλλων εκπροσώπων της Iστορικής Σχολής οι οποίοι έβλεπαν στην ιστορική οικονομική επιστήμη το πρόπλασμα της καθολικής κοινωνικής επιστήμης του μέλλοντος. Tελικά η αμηχανία που χαρακτηρίζει τις αντιφατικές σκέψεις του Παπαναστασίου σ' αυτό το σημείο δείχνει πόσο δυσκολευόταν να απομακρυνθεί από τις ιδέες της Iστορικής Σχολής, παρ’ όλες τις επιθέσεις που εκτόξευε εναντίον της σε άλλα συναφή και καίρια σημεία. Aναφέραμε προηγουμένως το πρόβλημα της 130
Στο ίδιο, σ. 6. 118
ερευνητικής μεθόδου, όπου επέκρινε τον αδιέξοδο θετικισμό της, καθώς και το θέμα των ιδανικών σχέσεων της οικονομικής επιστήμης με την ηθική και την πολιτική. Eξίσου αυστηρός μαζί της ήταν στο ζήτημα του ενιαίου ή πολλαπλού οικονομικού κινήτρου: O λόγος ότι πολλά ψυχικά ελατήρια επηρεάζουν τας οικονομικάς πράξεις ήγαγεν γερμανούς οικονομολόγους να προτάξουν των συστηματικών εργασιών των λεπτομερή ψυχολογικήν ανάλυσιν, κατ’ αντίθεσιν προς τους κλασικούς οικονομολόγους, οι οποίοι εις τους συλλογισμούς των αναχωρούν, ως ελέχθη, εξ ενός ελατηρίου, του ατομικού συμφέροντος. H προεισαγωγική αύτη παράθεσις πολλών ψυχικών ελατηρίων απεδείχθη άκαρπος. Διότι αγνοούντες τον βαθμόν της επιδράσεως ενός εκάστου εκ των ελατηρίων, δεν δυνάμεθα εξ αυτών να συμπεράνωμεν δι’ απαγωγής τα οικονομικά φαινόμενα, και αν γνωρίζωμεν τους συντρέχοντας οικονομικούς παράγοντας. H υπόθεσις ενός ψυχικού ελατηρίου έχει ασυγκρίτως ανωτέραν μεθοδολογικήν αξίαν. Tην σχετικήν επίδρασιν των άλλων ψυχικών ελατηρίων ημπορούμεν να βεβαιώσωμεν εις την καθ’ έκαστον εξέτασιν εκ των υστέρων· εις τούτο όμως δεν μας βοηθεί ο εκ των προτέρων λαμβανόμενος κατάλογος ψυχικών ελατηρίων. H αναχώρησις εκ μόνου του ελατηρίου του ατομικού συμφέροντος δεν είναι αυθαίρετος, διότι τούτο είναι το κύριον, αναφορικώς προς την οικονομικήν ενέργειαν του ανθρώπου. Δια τούτο είναι εντελώς αδικαιολόγητος η απόδοσις ίσης και κατά μείζονα λόγον ανωτέρας σημασίας εις άλλα ψυχικά ελατήρια σχετικώς προς την αναγνώρισιν των οικονομικών φαινομένων, ως γίνεται π.χ. υπό του Knies, ο οποίος θέτει εις ίσην μοίραν προς το ελατήριον του ατομικού συμφέροντος ηθικά ελατήρια, ήτοι το αίσθημα της κοινωνικότητος και του δικαίου, και υπό του Schmoller, ο οποίος υποστηρίζει, ότι θα ήτο δυνατόν να εξαγάγη κανείς όλην την κοινωνικήν οικονομίαν ψυχολογικών μάλλον εκ των άλλων οικονομικών αρετών, κυρίως της εργατικότητος, παρά εκ του ελατηρίου του οικονομικού συμφέροντος. Kανείς δεν απέδειξεν εις την καθ’ έκαστον εξέτασιν των φαινομένων, πώς είναι δυνατόν εξ ηθικών ελατηρίων ή εκ της εργατικότητος να συμπεράνωμεν τας ιδιωτικοοικονομικάς σχέσεις, ως π.χ. τον σχηματισμόν της τιμής, ή να τας εξηγήσωμεν δι’ αυτών a posteriori. Tο ζήτημα δεν είναι πόσα και ποία ελατήρια 119
επηρεάζουν τα οικονομικά φαινόμενα, αλλά ποίον έχει την υπεροχήν, ποίον εμφανίζεται κανονικώς, ώστε να είναι δυνατόν να οικοδομήσωμεν επ’ αυτού την θεωρίαν.131 Kι εδώ λοιπόν ο Παπαναστασίου, ακολουθώντας την αναλυτική παράδοση που εγκαινίασαν οι Kλασικοί οικονομολόγοι και συνέχισαν ο μαρξισμός και η Σχολή της Oριακής Xρησιμότητας, αξίωσε η ανάλυση στο οικονομικό επίπεδο να θεμελιωθεί αποκλειστικά στο οικονομικό κίνητρο του συμφέροντος. Eν ολίγοις, στο κομβικό ζήτημα των προϋποθέσεων και των αξιώσεων της οικονομικής απομακρύνθηκε από την Iστορική Σχολή η οποία, ακολουθώντας τον Σμόλλερ, ευελπιστούσε να συγκεντρώσει απέραντους όγκους υλικού και να μεταμορφώσει την οικονομική σε καθολική υπερ-επιστήμη ώστε “εις το χάος των αλληλοσυγκρουομένων γνωμών ν’ αποβή αληθής όασις επιστημονικής αλήθειας”.132 Tο χρέος του Παπαναστασίου προς αυτήν τη σχολή εντοπίζεται λιγότερο στη θεωρητική προβληματική της και περισσότερο στην αναγνώριση του ρόλου των πολιτικών θεσμών στην οικονομική ανάπτυξη, εντέλει στην ενίσχυση της πολιτικής ευαισθησίας του. *****
131
Στο ίδιο, σ. 19 - 20.
132
A. Weber, Eισαγωγή εις την σπουδήν της θεωρητικής οικονομικής, μετάφρασις και κριτικαί
σημειώσεις A. Bουζίκα, ό.π., σ. 36 και 50 επ.. 120
121
K E Φ A Λ A I O
Δ E Y T E P O
E M Φ A N I Z O N T A I O I
K O I N Ω N I O Λ O Γ O I
Tο επίτευγμα του Mπερνστάιν ήταν πως διέκρινε πρώτος απ' όλους πως η Γερμανία δεν χρειαζόταν σοσιαλιστική αλλά δημοκρατική επανάσταση. GEORGE LICHTHEIM
133
Στο κεφάλαιο αυτό θα εξετάσουμε σε ποιό πλαίσιο δραστηριοποιήθηκαν οι Kοινωνιολόγοι, πώς διαμόρφωσαν αρχικά την Eταιρεία τους, ποιές απόψεις εξέφρασαν εκείνη την περίοδο - και κατεξοχήν πώς τις κωδικοποίησαν στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος. α. H Eλλάδα του 1906-1908 Eπιστρέφοντας από την Eυρώπη οι Kοινωνιολόγοι βρήκαν τη χώρα βυθισμένη σε, ούτε λίγο ούτε πολύ, κοινωνική, οικονομική, ιδεολογική και πολιτική κρίση. Oρισμένες αναφορές στις επιμέρους όψεις της ίσως δείξουν με ποιά προβλήματα είχαν να αναμετρηθούν οι φιλόδοξοι μεταρρυθμιστές. Όσο κυβερνούσε ο Θεοτόκης κι επόπτευε την οικονομική πολιτική ο Διεθνής Oικονομικός Έλεγχος, το κράτος αδιαφορούσε για τη βελτίωση της υποδομής και η “ορθόδοξη” οικονομική διαχείριση ερήμωνε την ύπαιθρο. Eνώ η εξωτερική πολιτική μετεωριζόταν στο κενό, οι ανταγωνιστικοί εθνικισμοί της περιοχής παροξύνονταν και η εθνική ιδεολογία οδηγούνταν σε αδιέξοδο. Tο ρήγμα μεταξύ κυβερνώντων και λαού υπονόμευε το πολιτικό σύστημα και η ρήξη με το παρελθόν τρόμαζε λιγότερο παρά 133
George Lichtheim, Marxism, RKP 1974, σ. 289. 122
ποτέ. Kαλοί οιωνοί ήταν ίσως η ανάπτυξη νέων τύπων πολιτικής οργάνωσης στηριγμένων στους “μικρούς ανθρώπους” και η διάδοση νέων ιδεών, καθώς μάλιστα η σοσιαλιστική προπαγάνδα είχε ήδη ιστορία πίσω της και η κινητοποίηση των θεσσαλών γεωργων απειλούσε το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Oι Kοινωνιολόγοι διέκριναν πως ένα κόμμα που θα ένωνε τους αγρότες με τους προλετάριους των πόλεων μπορούσε να γίνει υπολογίσιμος παράγοντας. Στις επόμενες παραγράφους θα περιγράψουμε λοιπόν ποιά κατάσταση συνάντησαν, καταρχάς από πολιτική και οικονομική άποψη και κατόπιν σε σχέση με το ιδεολογικό υπόστρωμα που προετοίμασαν οι προγενέστεροι σοσιαλιστές. Aναπτυξιακά και πολιτικά αδιέξοδα H κρατική αδιαφορία για την οικονομική ανάπτυξη, για την οποία πάντως κάθε άλλο παρά άμοιρος ευθυνών ήταν ο Διεθνής Oικονομικός Έλεγχος, καθώς και οι εντάσεις της ανοικονόμητης εθνικής ιδεολογίας, απομυθοποιούσαν τον κυρίαρχο λόγο δημιουργώντας πρόσφορο έδαφος για νέα πολιτικά σχήματα. Mε το θάνατο του Δηλιγιάννη η διάσπαση της ασταθούς κοινωνικής συμμαχίας που είχε συγκροτήσει ενίσχυσε αφενός τις σοσιαλιστικές κινήσεις και αφετέρου τη σύγκλιση μιας μερίδας αστών με τις “σύγχρονες” λαϊκές τάξεις την οποία οργάνωσε εντέλει ο Bενιζέλος· την ίδια ευνόησαν επίσης το φιλελεύθερο κοινοβουλευτικό καθεστώς, η έλλειψη αυτόνομων ιδεολογικών και οργανωτικών παραδόσεων των λαϊκών τάξεων καθώς και η απομόνωση της χώρας από τις κοιτίδες του σοσιαλιστικού κινήματος. H Eλλάδα ήταν πιο ενσωματωμένη απ’ όλες τις βαλκανικές χώρες στην παγκόσμια αγορά. Έπειτα από περιπέτειες κι εν μέρει εξαιτίας της μακρόχρονης αφαίμαξης υπέρογκων τμημάτων του εθνικού προϊόντος από το εξωτερικό χρέος,134 η οικονομική θέση της χώρας χαρακτηριζόταν το 1907 ως στάσιμη,135 μολονότι η ναυτιλία αναπτυσσόταν ταχύτατα. Ωστόσο αισθάνονταν ολοένα εντονότερα την ανάγκη να αλλάξουν οικονομική πολιτική. Tην κρατική ακηδία 134
Kostas Vergopoulos, “La ‘Grande Dépression’ européenne et la crise d’ Orient, 1875-1900”,
Review XI [Spring 1988], σ. 236, 244. 135
FO 371.464/19/14004, Young προς Grey, 23.4.1908. Mια γενική επισκόπηση της οικονομικής
θέσης της Eλλάδας εκείνη την εποχή βλ. σε M. Mazower, Greece and the Inter-war Economic Crisis, ό.π., σ. 41 κ.ε.. 123
στηλίτευε ο βρετανός εκπρόσωπος στην επιτροπή του Διεθνούς Oικονομικού Eλέγχου Άλμπαν Γιούνγκ επισημαίνοντας “την ανεπάρκεια των ποσών που διαθέτει ο ελληνικός προϋπολογισμός, παρά το διαρκώς αυξανόμενο μέγεθός του, για τους σκοπούς της βελτίωσης της γενικής οικονομικής κατάστασης της χώρας όσο και της ανάπτυξης της παραγωγικότητας”.136 Σύμφωνα με την εισήγηση που κατέθεσε ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης στην κοινοβουλευτική επιτροπή προϋπολογισμού του 1907 οι στρατιωτικές δαπάνες, τις οποίες ενθάρρυναν αστοί εγχώριοι και του εξωτερικού μαζί με τα αλυτρωτικά σχέδια, ανέρχονταν συνολικά σε 33,2 εκατομμύρια δραχμές περίπου. H εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους απορροφούσε άλλα 32,5 εκατομμύρια και η μισθοδοσία των δημόσιων υπαλλήλων 17,2 εκατομμύρια ακόμη· για όλες τις υπόλοιπες δαπάνες απέμεναν 42,8 εκατομμύρια. Aπό αυτά μόνον 3,5 εκατομμύρια διέθεταν για την κατασκευή δρόμων και άλλα 2,5 για τη συντήρησή τους· μόνον τριακόσιες χιλιάδες δραχμές διοχέτευαν σε αρδευτικά και αποξηραντικά έργα, μολονότι κάθε χρόνο σάρωναν οι πλημμύρες και η ελονοσία ήταν συχνότερη απ’ ό,τι στην Iνδία ή στην Aφρική. Άλλες τόσες δαπανούσαν για τη γεωπονική ανάπτυξη, ενώ για τη φροντίδα των δασών προβλέπονταν περίπου διακόσιες χιλιάδες δραχμές.137 136
FO 371.464/12, Young προς Grey, 6.1.1908. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο
Aνδρεάδης ( A. Andréadès, Les Effets économiques et sociaux ..., ό.π., σ. 105) μεταξύ 1873 και 1911-1912 το ελληνικό ναυτικό αναπτύχθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό στον κόσμο, υπερεκατονταπλασιάζοντας τη χωρητικότητά του. 137
FO 371.464/12, Young προς Grey, 6.1.1908. Στο Percy F. Martin, The Greece of the Twentieth
Century, London 1913, όπου ένα έμπειρο μάτι περιγράφει την Eλλάδα τις παραμονές των Bαλκανικών Πολέμων, υπολογίζεται πως οι μισοί κάτοικοι των πεδινών ελονοσούσαν (σ. 179). Eνδεικτικός για την κατάσταση της δημόσιας υγιεινής είναι ο κατάλογος με τα στατιστικά στοιχεία των ασθενών του νοσοκομείου “Σωτηρία” κατά φύλο, προέλευση, επάγγελμα και ηλικία που δημοσιεύεται στην Aστραπή της 8.6.1910. Bλ. τέλος τα δυο πρώτα κεφάλαια του κλασικού Donald C. Blaisdell, European Financial Control in the Ottoman Empire, A Study of the Establishment, Activities and Significance of the Administration of the Ottoman Public Debt, New York 1929, για μια εξαιρετική περιγραφή των αντίστοιχων περίπου, από αυτή την άποψη, συνθηκών που επικρατούσαν στη γειτονική αυτοκρατορία. Μέχρι το 1922 σχεδόν το ένα τέταρτο του συνολικού ελληνικού πληθυσμού νοσούσε κάθε χρόνο από την ίδια αρρώστια, για να μειωθεί στο 16% το 1925. Βλέπε το λήμμα “Ελονοσία” σε Εγκυκλοπαιδικ΄’ον Λεξικόν Ελευθερουδάκη 1929. 124
Eντούτοις όπως κατέθεσαν αργότερα στη βουλή, “ένεκα του Mακεδονικού ζητήματος ηύξησεν η γνωστή πίστωσις του κεφ. Δ' του Yπουργείου των Eξωτερικών εξ 710,000 τω 1905 εις 1,350,000 τω 1907, εις 3,400,000 τω 1908 και εις 2,650,000 δραχ. τω 1909”.138 Mάλιστα ετοιμάζονταν να φορτώσουν στον προϋπολογισμό νέους εξοπλισμούς, με πρωτοβουλία γαλλικών συμφερόντων τα οποία οι ειρηνόφιλοι ήθελαν να εξευμενίσουν παραχωρώντας τους 139 σιδηροδρομικά συμβόλαια. H εξάρτηση της Eλλάδας από τις “Eγγυήτριες Δυνάμεις” δικαιολογούσε απολύτως τον χαρακτηρισμό της ως “τυπικά μόνον ανεξάρτητης χώρας” (Γ. Λεονταρίτης).140 H αναπτυξιακή στασιμότητα επηρέαζε καίρια την κοινωνική ζωή της χώρας. H ενσωμάτωση της εσωτερικής αγοράς, προχωρώντας με άλματα τις τελευταίες δεκαετίες, αύξαινε τις κοινωνικές εντάσεις.141 H τοκογλυφία μάστιζε την ύπαιθρο ενώ από το 1906 πολλαπλασιάστηκαν οι εργατικοί αγώνες. H λεγόμενη σταθεροποιητική πολιτική που επέβαλε ο Διεθνής Oικονομικός Έλεγχος κόστιζε αλλεπάλληλα κύματα εσωτερικής κι εξωτερικής μετανάστευσης που ερήμωναν προοδευτικά τις επαρχίες.142 Eντούτοις τρομοκρατημένοι πρόσφυγες έφταναν δραπετεύοντας από αντίπαλους εθνικισμούς και κρατικούς διωγμούς· όχι ότι και η Eλλάδα δεν έδινε αφορμές - λόγου χάρη επαναδραστηριοποίησε τις ανταρτικές ομάδες στη Mακεδονία, οπότε οι οθωμανοί διπλωμάτες σκέφτηκαν αμέσως το πιο εύκολο αντίποινο, να πλήξουν τους υπηκόους της, τις περιουσίες και τα πλοία τους. Mέσα στο 1907 είκοσι έξι χιλιάδες φυγάδες ήρθαν από τη Bουλγαρία, αψηφώντας τη βουλγαρική κυβέρνηση που εμπόδιζε την έξοδο αλλά και την 138
Aθ. Eυταξίας σε EΣB, συνεδρίασις 20η της 4.3.1913, σ. 167.
139
FO 371.464/19/14004, Young προς Grey, 23.4.1908. Για τα σχέδια του Φουρνιέ και για την
αλυτρωτική πολιτική βλ. H. Gardikas Katsiadakis, Greece and the Balkan Imbroglio..., ό.π., σ. 55 κ.ε.. 140
George B. Leon, Greece and the Great Powers, 1914-1917, Institute for Balkan Studies 1974, σ.
2. 141
Xρήστος Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1833-1940, ό.π., κεφ. I.
142
X. Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1833-1940, ό.π., σ. 34. Στοιχεία σχετικά
με την τοκογλυφία βλ. σε Aντώνιος Aθ. Pοντήρης, H γεωργική πίστις εν Eλλάδι (Aπόσπασμα ανεκδότου έργου), Eν Aθήναις εκ του τυπογραφείου Π. Λεωνή 1911, σ. 9 κ.ε.· μια γενική θεώρηση σε Γ. Δερτιλής, Eλληνική οικονομία (1830-1910)..., ό.π., σ. 82 κ.ε.. Για το ρόλο της μετανάστευσης στη διαχρονία βλ. στο ίδιο, σ. 39 κ.ε., 47 κ.ε.. 125
ελληνική που δήλωνε πως δεν θα τούς υποστήριζε με δημόσιους πόρους. H οικονομική δυσπραγία και η ανικανότητα του κράτους να προστατεύσει τους αδύνατους έτρεφαν τη ληστεία που είχε γίνει ενδημική στις αγροτικές περιοχές και συχνά υποδαυλιζόταν από την Tουρκία.143 H πολιτική ζωή συντελούσε επίσης στην όξυνση των αντιθέσεων. Άτυποι θεσμοί όπως τα “τζάκια”, οι “κουμπαριές” και οι μπράβοι διαιώνιζαν την καθυπόταξη των μαζών προκαλώντας εντάσεις ανεπίλυτες στο πλαίσιο του κυρίαρχου συστήματος των τοπικών και στελεχικών κομμάτων. Άγχος προκαλούσε επίσης το αδιέξοδο της αλυτρωτικής πολιτικής μετά την ήττα του 1897· η Kρήτη και η Mακεδονία αποτελούσαν εστίες έντασης, αλλά οι χειρισμοί της Aθήνας κάθε άλλο παρά ικανοποιητικοί θεωρούνταν. Στην Kρήτη ο Θεοτόκης μηχανορραφούσε εναντίον του Bενιζέλου κι εξευμένιζε τις Δυνάμεις καταδίδοντας μυστικά τις αποστολές όπλων προς τους κρητικούς.144 Στη Mακεδονία έστελναν γόνους της καλής κοινωνίας περιστοιχισμένους από κοινούς κακοποιούς να ενισχύσουν το οθωμανικό καθεστώς εναντίον των αντίπαλων κοινωνικών κι εθνικών κινημάτων, υπερθεματίζοντας στον “βάρβαρον πόλεμον των εθνοτήτων” τον οποίο κατάγγελλε ο Παπαναστασίου. 145 H αμηχανία, 143
Για τα τουρκικά αντίποινα βλ. FO 286.498/108, Young προς Grey, 16.8.1906. Για τη
μετανάστευση από τη Bουλγαρία βλ. FO 371.464/1, Elliot προς Grey, 1.1.1908. Για την κοινωνική λειτουργία της ληστείας βλ. X. Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1833-1940, ό.π., κεφ. I. Oι κατά τόπους βρετανοί πρόξενοι συγκέντρωναν τακτικά στοιχεία γι' αυτήν· βλ. ενδεικτικά σε FO 371.464/13, Elliot προς Grey, 31.1.1908· FO 371.464/25, Elliot προς Grey, 2.3.1908· FO 371.464/44, Elliot προς Grey, 3.4.1908· FO 371.464/62, Elliot προς Grey, 1.5.1908· FO 371.464/98, Elliot προς Grey, 30.6.1908· FO 371.464/111, Elliot προς Grey, 24.7.1908. H μετανάστευση στις HΠA, από την άλλη μεριά, συνεπαγόταν κινδύνους όπως τα πογκρόμ ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσε το ανθελληνικό πογκρόμ της Oμάχα το 1908· βλ. P. F. Martin, Greece of the 20th Century, ό.π., σ. 168-170. 144
FO 286.498/81, αναφορά προς Elliot, 27.9.1906· FO 286.498/129, Elliot προς Grey, 27.9.1906.
Για άλλα διπλωματικά faux pas του Θεοτόκη βλ. FO 286.498/167, Young προς Grey, 10.12.1906. Για το πώς κατέγραψε η συλλογική μνήμη του μεσοπολέμου τους άτυπους πολιτικούς θεσμούς βλ. Aντώνιος N. Γαλάνης, O Eλευθέριος Bενιζέλος ως κοινωνικός επαναστάτης, Aθήναι χ.χ., σ. 12 και 31. 145
Tο 1907 δίκασαν στην Aθήνα μια συμμορία για ληστεία μετά φόνου, την οποία είχε διαπράξει
το 1905 στις Θερμοπύλες· απέφυγε τη θανατική ποινή επειδή είχε επικεφαλής κάποιον Tσαμάκο, υπαρχηγό παλαιότερα του Παύλου Mελά, ο οποίος είχε μάλιστα εκδικηθεί το θάνατό του 126
η δυσφορία και ο φόβος που προκαλούσαν τέτοιες πολιτικές, σε συνδυασμό με την απογύμνωση του εθνικού λόγου μετά το 1897, διευκόλυναν την έστω και περιορισμένη ανάπτυξη του σοσιαλιστικού διεθνισμού και συνάμα την εμφάνιση “νέων ανδρών”, μιας νέας γενιάς πολιτικών μεσοαστικής προέλευσης που φιλοδοξούσαν να μοιραστούν την πολιτική εξουσία με τους παραδοσιακούς κατόχους της.146 Σ’ αυτήν τη γενιά ανήκαν οι Kοινωνιολόγοι. Tα δεδομένα των νότιων Bαλκανίων ανέτρεψε η Eπανάσταση των Nεοτούρκων, μεταξύ των άλλων επειδή πρόβαλε το στρατό ως μοχλό για τη διεύρυνση της πολιτικής συμμετοχής. Στην Eλλάδα τήν αντιμετώπισαν αμήχανα· ιδίως φοβούνταν μήπως στερούσε τα προνόμια του Πατριαρχείου ή μήπως ενίσχυε τον αλβανικό εθνικισμό και τον ανθελληνισμό, συνάμα όμως έλπιζαν στην προσέγγιση με την Oθωμανική Aυτοκρατορία και μείωσαν τη χρηματοδότηση των συμμοριών στη Mακεδονία. Bοηθούντος του αντιβουλγαρισμού, ακόμη και στους αλυτρωτιστές είχε απήχηση η άποψη του Δρακούλη, πως συνέφερε την Eλλάδα η “δια παντός τρόπου υποβοήθησις των νεοτούρκων να πραγματοποιήσωσι γνήσιον Σύνταγμα και η στερρά απόφασις προς επίτευξιν εγκαρδιότητος προς όλα τα φύλα του Aίμου”.147 Aνάλογες απόψεις απηχούσαν κουρασμένοι ή κοινωνικά συντηρητικοί εθνικιστές ακόμη και στο Yπουργείο Eξωτερικών. Xωρίς σαφείς στόχους εξωτερικής πολιτικής όμως ήταν αδύνατον να συμφωνήσουν στις απαραίτητες συμμαχίες. H εθνική ιδεολογία άλλωστε, αναντίστοιχη προς τις περιορισμένες δυνατότητες του κράτους και την ανεπαρκή ηγεσία του, εμπεριείχε ανεπίλυτες εσωτερικές αντιφάσεις που μέσα από κρίσεις αναπροσδιόριζαν διαρκώς το πολιτικό σώμα προς το οποίο απευθυνόταν. Tα συστατικά στοιχεία του έθνους δεν είχαν αποκεφαλίζοντας τον προδότη του και μεταφέροντάς το κεφάλι στην Aθήνα· βλ. FO 371.264/58, Elliot προς Grey, 2.5.1907. Tο παράθεμα από τον Παπαναστασίου βλ. σε MΛA, τ. A', σ. 38. 146
G. Leon, Greece..., ό.π., σ. 1-2, 4.
147
FO 371.465/319, Young προς Grey, 29.8.1908/121/30582· FO 371.465/325 επ., Young προς
Grey, 7.9.1908/123· FO 371.677/288, Young προς Grey, 31.12.1908/1348. O φαβιανός σοσιαλιστής ζητούσε επίσης να ιδρύσουν αμέσως σύλλογο “εξ ελλήνων, αλβανών και τούρκων προς διάδοσιν της αληθείας ότι η ελληνοτουρκική σύμπραξις είνε ζωτικόν συμφέρον Tουρκίας και Eλλάδος [ώστε να] πραγματοποιήσωμεν τον μέγα σκοπόν της Eλληνοτουρκικής Συμμαχίας, ήτις έσται το πρώτον βήμα θεμελιώδους μεταβολής εν τη Xερσονήσω του Aίμου”: 'Eρευνα, τομ. E’, τευχ. B’, Φεβρουάριος 1910. 127
αποσαφηνιστεί· παρέμενε ανοιχτό ζήτημα αν ανήκαν στο ελληνικό έθνος και συμμερίζονταν τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματά του οι άκληροι, όπως ήταν οι κολλήγοι, ή οι ομάδες αμφισβητούμενης εθνικής ταυτότητας που κατοικούσαν ένθεν κι εκείθεν των συνόρων.148 H επίφαση της εθνικής συνοχής υπονομευόταν καθημερινά από την εντεινόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια, ενώ αφορμή για το στρατιωτικό κίνημα του 1909 ήταν μια διπλωματική ταπείνωση από την Tουρκία. Δύσκολα συναρμοζόταν ο επίσημος αλυτρωτικός λόγος με φαινόμενα όπως ήταν η υπερπόντια μετανάστευση ή οι οιονεί εθνικές συγκρούσεις μεταξύ κρητικών και μανιατών149 - και βεβαίως ένα από τα πρώτα συνθήματα που χρησιμοποίησαν εναντίον του Bενιζέλου ήταν το “Έξω ο ξένος!”.150 Aνάλογη εθνική αυταπάρνηση επιδείκνυαν οι ανώτερες τάξεις. O λαός αντιπαρέβαλλε τις πατριωτικές διακηρύξεις της δήθεν αριστοκρατίας με την εμμονή της σε προνόμια και σε προκλητικές απολαύσεις. Όταν λόγου χάρη έκλεισαν τα αθηναϊκά θέατρα σε ένδειξη πένθους για τα ανθελληνικά πογκρόμ της Aγχιάλου, η αυλή 148
Mια εύστοχη, παρά το επισφαλές (γκελλνεριανό) θεωρητικό υπόβαθρό της ερμηνεία των
βαλκανικών αντιλήψεων περί εθνικού κράτους βλ. σε Kemal H. Karpat, “Gli stati balcanici e il nazionalismo: l’ immagine e la realtà”, Quaderni Storici, 84 [1993], σ. 679-718. Xαρακτηριστικά στιγμιότυπα των ευαίσθητων ισορροπιών του ελληνικού εθνικού λόγου: όταν συζητούσαν την παραχώρηση γης στη Θεσσαλία για να εγκαταστήσουν πρόσφυγες από τη Pωμυλία, φοβήθηκαν μήπως κατ’ αυτό τον τρόπο ανακινούσαν το αγροτικό ζήτημα (FO 371.264/253, Young προς Grey, 27.4.1907). 'Oσον αφορά ομάδες όπως ήταν οι ορθόδοξοι αλβανοί, ανέκαθεν θεωρούνταν μετόχοι της ελληνικής ταυτότητας· απαντούμε συχνά φράσεις όπως την παρακάτω, η οποία περιέγραφε ένα σχέδιο επίθεσης στην Tουρκία: “δύναται η Eλλάς να διαβιβάση ολόκληρα τάγματα ατάκτων, υπό την αρχηγίαν αλβανών Eλλήνων αξιωματικών δημοτικοτάτων εν Aλβανία” (Γ. Xατζηγιαννάκογλου, O πολιτικός βίος του κ. Θ. Δηλιγιάννη, μέρη A’ και B’, Bεργιανίτης 1902, σ. 112). 'Aλλο ενδεικτικό άρθρο: Λυδός Ποδαβρός [Iωάννης Σταμνόπουλος], “Φίλους τους Aρβανίτες!”, Nουμάς, Kεριακή 15 του Nοέβρη 1909, αρ. 366. Mέχρι και τη δεκαετία του 1930 το ελληνικό Yπουργείο Eξωτερικών συγκατέλεγε στην “Eλληνική Mειονότητα της Aλβανίας” τις εκατό χιλιάδες ορθόδοξους της χώρας αυτής από τους οποίους οι περισσότεροι δεν γνώριζαν ελληνικά· βλ. το σημείωμα της 16ης Oκτωβρίου 1930 του B’ Πολιτικού Tμήματος του Yπουργείου Eξωτερικών, όπως αναδημοσιεύεται στο Aρετή Tούντα - Φεργάδη, Mειονότητες στα Bαλκάνια. Bαλκανικές διασκέψεις 1930 -1934, Παρατηρητής 1994, σ. 172. 149
FO 371.71/38, Elliot προς Grey, 5.3.1906. H πρώτη σύγκρουση που αναφέρουμε έγινε στις 12
Iανουαρίου 1906 (ιουλιανό ημερολόγιο). Bλ. ακόμη FO 371.464/145, Elliot προς Grey, 2.11.1908. 150
Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 362. 128
συνέχισε να διασκεδάζει με θεατρικές παραστάσεις προκαλώντας κατακραυγή· οργάνωσαν στην Πλατεία Συντάγματος συλλαλητήριο πενήντα χιλιάδων πολιτών, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του άγγλου πρέσβυ, όπου εκφώνησαν βιαιότατους λόγους εναντίον της ενώ εκείνη σε απάντηση πολλαπλασίασε τη στρατιωτική φρουρά της Aθήνας, όχι βεβαίως για να προστατεύσει την πόλη από τους βουλγάρους. “Aι ηθικαί παρεκβάσεις” της αυλής έγιναν τυπικό μοτίβο του Δημοκρατικού λόγου ως τα τελευταία χρόνια του μεσοπολέμου.151 Παρά τους κοινοβουλευτικούς και δημοκρατικούς τύπους του, το πολιτικό σύστημα λειτουργούσε ατελώς ως δικλείδα ασφαλείας. Oι πελατειακές σχέσεις με τις οποίες ενσωμάτωνε εν μέρει τα λαϊκά στρώματα δεν εκτόνωναν επαρκώς τις συσσωρευμένες εντάσεις. Oι παρατάξεις αδιαφορούσαν για τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και απέφευγαν κάθε λόγο περί κοινωνίας· ο διπολισμός των κυρίαρχων πολιτικών προτάσεων αντικατόπτριζε τον τυπικό δυϊσμό που παρατηρείται στην περιφέρεια του καπιταλιστικού συστήματος, όπου οι κυρίαρχοι προωθούν τη συσσώρευση του κεφαλαίου επικαλούμενοι “εκσυγχρονιστικούς” λόγους ενώ οι μάζες αναπτύσσουν αντιλήψεις διανθισμένες με σοσιαλιστικά στοιχεία αλλά ανίκανες να ερμηνεύσουν ορθολογικά το παρόν και συχνά οπισθοδρομικές από κοινωνική και πολιτισμική άποψη. H πολιτική παράδοση του Δηλιγιάννη, με την οποία συνδεόταν οικογενειακώς ο Παπαναστασίου όπως και οι περισσότεροι πολιτευόμενοι που πλαισίωσαν τους Kοινωνιολόγους και τις πρωτοσοσιαλιστικές κινήσεις, βρισκόταν σε αδιέξοδο.152 Στην 151
FO 286.498/111, Elliot προς Grey, 14.8.1906· FO 286.498/111, Elliot προς Grey, 15.8.1906· FO
286.498/111, Elliot προς Grey, 16.8.1906. O Elliot εκτιμούσε από τότε πως οι διωγμοί της Στενημάχου αφύπνισαν τη λανθάνουσα εχθρότητα εναντίον της βασιλικής οικογένειας και τον αντιδυναστισμό· βλ. FO 286.498/51, Elliot προς Grey, 18.8.1906 και FO 286.498/111, Elliot προς Grey, 22.8.1906. 'Oσον αφορά την αντικαθεστωτική ρητορεία της εποχής, βλ. N.Π. Aποστολόπουλος, O προ της Δημοκρατίας σταθμός, ανατύπωσις εκ του Eλευθέρου Bήματος, Aθήναι 1932, σ. 47-74. 152
Στο ίδιο, σ. 480. Για τον αντικεφαλαιοκρατισμό του Δηλιγιάννη και για την οικονομική πολιτική
η οποία τόν οδήγησε σε σύγκρουση με χρηματιστές όπως ήταν ο Bλαστός και ο Συγγρός, βλ. σε Γ. Xατζηγιαννάκογλου, ό.π., σ. 49 κ.ε., 56 κ.ε.. 'Oσον αφορά τις οικογενειακές διασυνδέσεις των Kοινωνιολόγων: όπως φαίνεται από την EΣB του 1902, με τους δηλιγιαννικούς συνδυασμούς εισήλθαν τότε στη βουλή, εκτός από τον πατέρα του Παπαναστασίου, ο οποίος μάλιστα 129
κοινωνική βάση του κυριαρχούσε μια επισφαλής συμμαχία μικροϊδιοκτητών, κυρίως πελοποννήσιων, με νέα εργατικά στρώματα και με ακτήμονες της Θεσσαλίας· το ιδεολογικό νεφέλωμά του χωρούσε, δίπλα στα κατάλοιπα ενός επαναστατικού εθνικισμού εκφυλισμένου σε στερεότυπα ρομαντικού αλυτρωτισμού, ιδέες με προοδευτικό κοινωνικό περιεχόμενο επηρεασμένες από τον Leon Duguit και από τους γερμανούς Aπό Kαθέδρας Σοσιαλιστές. Παρ’ όλες τις αναλογίες του με ευρωπαϊκά πατερναλιστικά σχήματα, κι ενώ ονόμαζαν το κόμμα του “Συντηρητικόν”, οι παρεμβατικές οικονομικές αντιλήψεις του δηλιγιαννισμού ήταν, όπως επισημαίνει ο X. Xατζηϊωσήφ, πιο σύγχρονες από εκείνες του Tρικούπη153 - και από αυτή την άποψη επίσης, παρά τα εγγενή όριά τους, συνδέονταν με στερεά νήματα με τις ιδέες των Kοινωνιολόγων. H ίδια παράταξη προσέλκυε επίσης τους αντιδυναστικούς προβάλλοντας το δόγμα των “ψυχρών μετά της βασιλείας σχέσεων”. Συσπειρώνοντας τον “μωραϊτισμό” ολόκληρης της Eλλάδας ο δηλιγιαννισμός αποτέλεσε, σύμφωνα με τον N. Π. Aποστολόπουλο ο οποίος υπερασπιζόταν σταθερά την κληρονομιά του, το πρώτο κόμμα με αρχηγό πανελλαδικής επιρροής· επιπλέον πρώτος ένωσε σε σταθερή παράταξη τους βουλευτές που έπαιρναν (μετεκλογικά πάντως) το αρχηγικό χρίσμα. Aπεναντίας ο Pάλλης και ο Θεοτόκης διέθεταν αποκλειστικώς τοπική βάση και λειτουργούσαν ως πρώτοι μεταξύ ίσων βουλευτών. O δηλιγιαννισμός, προσθέτει ο N. Oικονόμου, αντιθέτως απ’ όσα πρέσβευαν οι τρικουπικοί, θεωρούσε εκλέχτηκε στην Kοινοβουλευτική Eπιτροπή επί της Δημοσίας Eκπαιδεύσεως (βλ. EΣB, συνεδρίασις της 4.6.1903, σ. 4), ο κεφαλονίτης σοσιαλιστής Aνδρέας Mονοκρούσος, ο μετέπειτα συνεργάτης της Kοινωνιολογικής Eταιρείας Θεόδωρος Bελλιανίτης, ο Iωάννης Mπακόπουλος, πατέρας του κατοπινού βουλευτή της Δημοκρατικής 'Eνωσης Nικολάου Mπακοπούλου, και άλλοι. O σοσιαλιστής Nικόλαος Mαζαράκης εκλεγόταν επίσης ως δηλιγιαννικός στην Kεφαλονιά· βλ. ακόμη σε Γ. Xατζηγιαννάκογλου, ό.π., σ. 126. Aντιθέτως, από τους συγγενείς των Kοινωνιολόγων ήταν κομματάρχης και βουλευτής του Tρικούπη ο θείος και συνεπώνυμος του Aλ. Δελμούζου, Iωάννης· ο Θαλής Kουτούπης, τέλος, συντασσόταν σταθερά με την τρικουπική αντί της δηλιγιαννικής παράδοσης: βλ. ενδεικτικά τον έπαινο της οικονομικής πολιτικής του Tρικούπη στην EΣB, συζήτησις της 17.12.1911, σ. 1570. 153
X. Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1833-1940, ό.π., σ. 215. Mε την
ορολογία του Nίκου Oικονόμου αποτελούσε μια προσπάθεια προσαρμογής του εγχώριου λαϊκιστικού συντηρητισμού προς την ιδέα του κράτους προνοίας: N. Oικονόμου, “Tα ελληνικά πολιτικά κόμματα πριν από τον Eλ. Bενιζέλο”, σε MBE, σ. 479. 130
τη λαϊκή κυριαρχία ως μόνη νόμιμη πηγή εξουσίας, κατάγγελλε τον ανεξέλεγκτο κοινοβουλευτισμό και υπεράσπιζε την άμεση δημοψηφισματική δημοκρατία και την κομματική πειθαρχία των βουλευτών.154 O Bενιζέλος διεκδίκησε την ίδια παράδοση στις πρώτες κοινοβουλευτικές εμφανίσεις του - μολονότι ήδη επί Διχασμού ορισμένοι οπαδοί του τόνισαν τις ομοιότητές του με τον Tρικούπη, τις οποίες αναδείκνυε συνάμα ο εναγκαλισμός του με το μεγάλο κεφάλαιο αφότου πήρε την πρωθυπουργία.155 Aπό την άλλη πλευρά ενισχύονταν οι σοσιαλιστές που προέκτειναν τις ίδιες ιδέες προς διαφορετικές κατευθύνσεις, όπως δείχνει επίσης το ρεπερτόριο των Kοινωνιολόγων. H εισαγωγή της κοινωνιολογικής αντίληψης και η προϊστορία του σοσιαλιστικού κινήματος H φτωχή και πολυδιασπασμένη σε τοπικές κοινωνίες προβενιζελική Eλλάδα δεν ανέδειξε οργανωμένα σοσιαλιστικά κινήματα ικανά να παράγουν τάσεις και ρεύματα, να μετέχουν ενεργά στην πανευρωπαϊκή κίνηση των ιδεών και να αυτοκαθορίζονται· δεν παρουσίασε καν οργανώσεις σταθερά δραστήριες σε υπερτοπικό επίπεδο. Bλέπουμε πάντως τάσεις ζωηρής πολιτικοποίησης στο σύνολο σχεδόν του ανδρικού πληθυσμού, έντονες εξεγερσιακές διαθέσεις των απόκληρων καθώς και διανοούμενους που ψηλαφούν τα κοινωνικά προβλήματα, παράλληλα με μια χαρακτηριστική υστέρηση της κοινωνικής έρευνας. H Eλλάδα ήταν η μοναδική 154
Στο ίδιο, σ. 481, και N. Π. Aποστολόπουλος, O προ της Δημοκρατίας σταθμός, ό.π., σ. 80-81. Tο
πρόγραμμα της αναδιοργάνωσης των κομμάτων βλ. σε Γ. Xατζηγιαννάκογλου, ό.π., σ. 61 κ.ε..· την πολιτική θεωρία του Δηλιγιάννη στο ίδιο, σ. 143-159. Tη συντηρητική όψη του Δηλιγιάννη προβάλλει ο Γεώργιος Aσπρέας, Πολιτική ιστορία της νεωτέρας Eλλάδος, 1821-1928, τ. Γ’, εν Aθήναις 1930. Ίσως, όπως επισήμανε ο Mιχάλης Ψαλιδόπουλος, ν’ αξίζει να ερευνηθεί περισσότερο η σχέση αυτού του “συντηρητισμού” με τις αντιδράσεις στην προϊούσα κοινωνική πόλωση. 155
Eνόσο βρισκόταν στην Kρήτη ο Bενιζέλος θεωρούνταν πως υποστήριζε τον Δηλιγιάννη στον
Kήρυκα, ενώ ταυτοχρόνως και η αθηναϊκή Πρωΐα που ελεγχόταν από τον Δηλιγιάννη ευνοούσε την πολιτική του Bενιζέλου· βλ. N. Π. Aποστολόπουλος, O προ της Δημοκρατίας σταθμός, ό.π., σ. 64 και 66. Tην άποψη περί κυριαρχίας του κοινοβουλίου καταδίκασε απερίφραστα ο Bενιζέλος στην A’ Aναθεωρητική Bουλή: βλ. σε EΣB, συζήτησις της 9.10.1910, σ. 227. Bλ. επίσης σε Nέα Eλλάς, φ. της 28.7.1916, για τα επεισόδια που ξέσπασαν σε μια θεατρική παράσταση όπου παρουσίασαν τον Tρικούπη να πλέκει το εγκώμιο του Bενιζέλου (!). 131
ευρωπαϊκή χώρα που δεν παρουσίασε κανέναν σοσιαλιστή δημιουργό ιδεών ως το 1907, μολονότι δεν υστέρησε διόλου στην παραγωγή διανοούμενων: οι αναζητήσεις τους όμως στρέφονταν στη Mεγάλη Iδέα, στην εθνική μυθολογία της “ελληνικότητας” και στη συντήρηση της ορθόδοξης εκκλησίας. Oι σοσιαλιστικές ιδέες ευνουχίζονταν καθώς ενσωματώνονταν ως επιμέρους στοιχεία σε τέτοια ιδεολογήματα, ενώ η λειτουργία του κοινοβουλευτισμού επέτρεπε στα πρωτεϊκά στελεχικά κόμματα να οικειοποιούνται αρκετά λαϊκά αιτήματα. Στον φαύλο κύκλο συνέβαλλε επίσης η γεωγραφική και πολιτισμική - λόγω ορθοδοξίας και τουρκοκρατίας - απομόνωση του “Eλληνισμού”, η οποία επηρέαζε τις μάζες όσο και την ιντελλιγκέντσια.156 Πόσες δυσκολίες αντιμετώπισαν οι Kοινωνιολόγοι αναδεικνύει η τυπολογία του Zακ Nτρόζ για τους παράγοντες που επηρέασαν την ανάπτυξη του σοσιαλισμού στις διάφορες χώρες: απαριθμεί ως τέτοιους το επίπεδο της βιομηχανικής ανάπτυξης και την αρχαιότητά της, το φιλελεύθερο ή αυταρχικό πολιτικό καθεστώς, την ύπαρξη επαναστατικών παραδόσεων και τέλος την “εθνική νοοτροπία” και τις πνευματικές συνήθειες.157 Στην Eλλάδα συναντούμε έναν από τους χειρότερους δυνατούς συνδυασμούς: βιομηχανική ανάπτυξη περιορισμένη και πρόφατη, πολιτικό σύστημα που αποθάρρυνε την αυτόνομη εκπροσώπηση της εργατικής τάξης, επαναστατικές παραδόσεις ισχυρές αλλά στραμμένες μέσω της Mεγάλης Iδέας προς το εξωτερικό μάλλον παρά στο εσωτερικό, νοοτροπίες που υπονόμευαν κάθε αντίληψη συλλογικότητας. H διανομή των εθνικών γαιών είχε περιστείλει το πολιτικό βάρος των ακτημόνων τάξεων. Ένας άλλος παράγοντας συναρτούνταν από τους οικονομικούς ρυθμούς του καπιταλιστικού κοσμοσυστήματος: η διείσδυσή του στην Aίγυπτο και στη Mικρά Aσία και η ακόρεστη ανάγκη του για εργατικό δυναμικό στη Bόρεια Aμερική, σε 156
Bλ. Aντώνης Λιάκος, “H διάθλαση των επαναστατικών ιδεών στον ελληνικό χώρο, 1830-1850”,
Tα Iστορικά 1 [1983]· επίσης την αφετηρία μιας κοινωνιολογικής ερμηνείας της έλλειψης επαναστατών διανοουμένων στην Eλλάδα που παραθέτει η Pένα Σταυρίδου-Πατρικίου, O Γ. Σκληρός στην Aίγυπτο. Σοσιαλισμός, δημοτικισμός και μεταρρύθμιση, Θεμέλιο 1988, σ. 22. Mια θλιβερή εκτίμηση για το θεωρητικό επίπεδο του λαϊκού σοσιαλισμού μέχρι πολύ αργότερα βλ. στο Aριστοτέλης Δ. Σίδερις, O ιστορικός υλισμός, K.Σ. Παπαδογιάννης 1926, σ. ε’. 157
Jacques Droz (dir.), Histoire generale du socialisme, tome II: De 1875 a 1918, Presses
Universitaires de France 1974, σ. 10. 132
συνδυασμό με την τοπική παράδοση της εκτεταμένης μετανάστευσης στο εξωτερικό, άνοιγαν οδούς διαφυγής για τα ενεργητικότερα στοιχεία των λαϊκών τάξεων κι εκτόνωναν τις εσωτερικές εντάσεις. H κατάσταση του “Eλληνισμού” αναλύθηκε συστηματικά με σύγχρονους κοινωνιολογικούς όρους από τον απόδημο Σκληρό, ενώ μια περίπου ταυτόχρονη προσπάθεια ξεκίνησε ανεξάρτητα η Kοινωνιολογική Eταιρεία - με τη διαφορά ότι η τελευταία εστιαζόταν στο εσωτερικό του ελληνικού βασιλείου. Προηγουμένως οι διανοούμενοι αρκούνταν σε οικονομολογικές περιγραφές χωρίς συνθετικό βάθος, με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως ήταν ο Aνδρέας Aνδρεάδης ο οποίος ανέπτυξε με αξιώσεις τον κλάδο της οικονομικής ιστορίας κι εφάρμοσε τις ιδέες του σε συγκεκριμένες αναλύσεις. H εθνική ιδεολογία, προσηλωμένη στον ιστορισμό και στην ορθοδοξία, αντιστρατευόταν τις νέες αντιλήψεις· οι ισχυροί πολιτικοί νοσταλγούσαν βεβαιότητες του περασμένου αιώνα ενώ μεταρρυθμιστές όπως ο Δημήτριος Γούναρης, που κληροδότησε το μύθο του ψευδώνυμου “κρατικού σοσιαλισμού” του, δεν στηρίζονταν σε κοινωνικές αναλύσεις αλλά στην απλή αντιδιαστολή μεταξύ των ελληνικών και των εξιδανικευμένων ευρωπαϊκών συνθηκών, ή στη ρητορική καταγγελία κάποιων απροσδιόριστων εχθρών της προόδου. Oι αραιές ανταύγειες του νεότερου θετικισμού δύσκολα διαπερνούσαν τα ερέβη της αστικής ιδεολογίας· όσο για την πολιτική χρήση εννοιών όπως “κοινωνική τάξη” ή “καπιταλισμός”, αυτή παρέμενε σπάνια. Πριν από το Γουδί στους διανοούμενους κυριαρχούσαν διαμάχες για το εθνικό και για το γλωσσικό ζήτημα οι οποίες αγνοούσαν γενικώς τη λογική και τους όρους των κοινωνικών επιστημών ώσπου εμφανίστηκε ο Σκληρός, ο οποίος τάραξε τα νερά ακριβώς επειδή παρουσίασε παρόμοιες εξωτικές αντιλήψεις. Όταν οι Kοινωνιολόγοι παρουσίασαν το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμά τους στον ηγέτη του Στρατιωτικού Συνδέσμου εκείνος απλώς δεν κατάλαβε τι ήθελαν να πουν· όταν αργότερα, στις συζητήσεις της B' Aναθεωρητικής Bουλής, πρόβαλαν τον κοινωνιολογικό λόγο ως πολιτικό όπλο, οι αντίπαλοί τους αντέτειναν πως απλώς σφετερίζονταν τον όρο αφού η κοινωνιολογία, δηλαδή η γεννημένη στην Eυρώπη και συνεπώς όχι αυταπόδεικτα άκυρη επιστήμη της κοινωνιολογίας, δεν αποτελούσε ιδιοκτησία των κοινωνιστών.
133
Πόσο είχε προετοιμαστεί το έδαφος για την πολιτική αξιοποίηση του κοινωνικού λόγου και του ταξικού αναλυτικού παραδείγματος; Aν δεχτούμε ως κριτήριο ενηλικίωσης των σοσιαλιστικών κινημάτων τη δημιουργία κομμάτων με επαρκή ιδεολογική και οργανωτική συγκρότηση, καθώς και με απήχηση στην κοινωνία ικανή να εξασφαλίσει την επιβίωσή τους, τότε δεν μπορούμε παρά να ορίσουμε ως προϊστορία του ελληνικού σοσιαλισμού το διάστημα που μεσολάβησε από την εμφάνιση των νεότερων σοσιαλιστικών ιδεών ως το 1914, οπότε ενσωμάτωσε τη Σοσιαλιστική Eργατική Oμοσπονδία (Φεντερασιόν) της Θεσσαλονίκης.158 Bεβαίως στην Πελοπόννησο και στα Eπτάνησα, που διατηρούσαν επαφές με την Iταλία, άφησαν τη σφραγίδα τους αναρχικά ρεύματα φερμένα από τη γειτονική χώρα· από αυτά επηρεαζόταν ο Δημοκρατικός Σύλλογος που οργάνωσαν το 1876 στην Πάτρα.159 Aργότερα σημείωσε αξιόλογη εκλογική επιτυχία ο σοσιαλίζων Δημοκρατικός Συνδυασμός,160 δεν μπόρεσε όμως να εκφράσει μαζικές οργανώσεις. Tο 1885 ο Σταύρος Kαλλέργης ίδρυσε τον Σοσιαλιστικό Σύλλογο, με μέλη κυρίως φοιτητές και μαθητές, και το 1890 τη σημαντικότερη οργάνωση πριν από τους Kοινωνιολόγους, τον Kεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο.161 Kαι πάλι, η απήχησή του έμεινε περιορισμένη· ευρύτερη επιρροή είχαν οι ιδέες που ανέπτυσσε στις στήλες της Eρευνας ο Πλάτων Δρακούλης, οι οποίες πλησίαζαν τις
158
Για το αντίστοιχο φαινόμενο στην Eυρώπη βλ. Dick Geary, Tο ευρωπαϊκό εργατικό κίνημα
1848-1939, μετάφραση Tάσος Δαρβέρης, Παρατηρητής 1988, σ. 62-73. Bλ. επίσης τα κριτήρια που χρησιμοποιεί για την περιοδολόγηση της οργανωτικής εξέλιξης του εργατικού κινήματος σε τρεις φάσεις ο Umberto Cerroni, Θεωρία του πολιτικού κόμματος, ό.π., σ. 15· σύμφωνα με αυτά η Φεντερασιόν οδήγησε το εργατικό κίνημα της Eλλάδας στην “ενδομήτρια πολιτική φάση”. Προηγουμένως οι σοσιαλιστικές ιδέες συγκέντρωναν κάποιο ενδιαφέρον, ιδίως όταν εισάγονταν από την Eσπερία, δεν έστησαν όμως σταθερές και μαζικές οργανώσεις, πολιτικές ή έστω συνδικαλιστικές· ως πρόδρομοι απλώς των τελευταίων μπορούν να χαρακτηριστούν τα αλληλοβοηθητικά σωματεία και τα αδελφάτα που εμφανίστηκαν σε λίγες πόλεις γύρω στο 1880 αλλά ελέγχονταν από αστούς και δεν φαίνεται να είχαν ιδεολογικούς ή συνδικαλιστικούς στόχους. 159
Bλ. ενδεικτικά μια συνοπτική παρουσίαση στο Γ. B. Λεονταρίτης, Tο ελληνικό ..., ό.π., σ. 17-58.
160
Kωστής Mοσκώφ, Eισαγωγικά στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης, Θεσσαλονίκη
1979, σ. 153 κ.ε.. 161
Γ. B. Λεονταρίτης, Tο ελληνικό..., ό.π., σ. 20 κ.ε.. 134
αναζητήσεις των Φαβιανών.162 Άλλοι στρέφονταν προς δυναμικότερες αλλ’ αδιέξοδες μορφές πάλης. Mετά τη γελοιοποίηση του 1897 “[ε]ις τον κήπον του κλαυθμώνος εκατοντάδες άνθρωποι άκουον χάσκοντες και χειροκροτούσαν μιαν παρέα υπαιθρίων ρητόρων που συνιστούσε την επανάστασιν και την εγκαθίδρυσιν Kομμούνας”.163 O καλός Bασιλιάς Γεώργιος παρά τρίχα γλύτωσε από μια δολοφονική απόπειρα, ενώ λίγο πριν από το κίνημα στο Γουδί πήγαν να δυναμιτίσουν τη Bουλή.164 Aν όμως οι πρώτοι σοσιαλιστές δεν επηρέασαν άμεσα τις πολιτικές εξελίξεις, πάντως καλλιέργησαν στον πληθυσμό ένα υπόστρωμα πνευματικών τάσεων, αντιλήψεων και ιδεών που επέτρεψε να βρουν απήχηση οι προτάσεις των διαδόχων τους. Eίναι δύσκολο να αποκαταστήσουμε τα νήματα που ένωναν την ομάδα του Παπαναστασίου με τις προηγούμενες σοσιαλιστικές κινήσεις, αλλά πάντως στοιχειοθετούνται ενδείξεις της ύπαρξής τους.165 Γενικώς, άλλωστε, υπήρχε συνέχεια ανάμεσα στα αιτήματα του Σοσιαλιστικού Συλλόγου και σε κείνα που προώθησε το πρώτο Λαϊκό Kόμμα.166 Έκφραζαν τα ίδια περίπου κοινωνικά στρώματα, προέρχονταν από κοινή μήτρα - από το σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα της Eρφούρτης - και πιθανότατα βρέθηκαν στα χείλη των ίδιων λαϊκών ρητόρων. Σε ποιό βαθμό οι αναλογίες και οι ομοιότητες ανάμεσα στους σοσιαλιστές του 1910 και στους προηγούμενους αντανακλούσαν πραγματικές συνέχειες ατόμων και αντιλήψεων, και ως ποιο βαθμό οφείλονταν απλώς στο γεγονός πως όλοι τους αντλούσαν από κοινές πηγές; Eφόσον παραμένει αχαρτογράφητη η προϊστορία του 162
Bλ. ενδεικτικά 'Eρευνα. Kοινωνιολογία Aνθρωπισμός Mυχιολογικαί Eπιστήμαι. Tόμος E’, τεύχος
A’ [Iανουάριος 1910], σ. 5· στο ίδιο, Tόμος E’, τεύχος Δ’ [Aπρίλιος 1910], σ. 67 κ.ε.· στο ίδιο, Tόμος E’, τεύχος Στ’ [Iούνιος 1910], σ. 87 κ.ε.. 163
Θωμάς Aθ. Bαΐδης, Kωνσταντίνος (Mελέτη πολιτικής ιστορίας και κριτικής), [1934], Mπάυρον
2 1973, σ. 90. 164
Σκριπ, φ. της 10.1.1908.
165
Xαρακτηριστικά, οι εμπνευστές του Δημοκρατικού Συλλόγου συντάσσονταν με τους
μικρογεωργούς και, απηχώντας τον μη μαρξιστικό σοσιαλισμό των λατινικών χωρών, έκαναν σημαντικές προσπάθειες για τη δημιουργία συνεταιρισμών· αργότερα ο Παπαναστασίου μελέτησε με ζήλο τα ίδια ζητήματα και τα αναγόρευσε άξονες της πολιτικής του, ενώ επανέλαβε τα σημεία από το πρόγραμμα του Δημοκρατικού Συλλόγου που ζητούσαν ευρύτατη αποκέντρωση και πλήρη αυτονομία των κοινοτήτων: βλ. Γ. B. Λεονταρίτης, Tο ελληνικό ..., ό.π., σ. 45. 166
Bλ. παρακάτω και τα σχετικά με το πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος. 135
εργατικού κινήματος στην Eλλάδα θα είναι απλή εικασία κάθε απάντηση στο ερώτημα αυτό.167 Πρόκειται ουσιαστικά για το πρόβλημα των διανοητικών συνεχειών στις “ετερόφωτες” περιφερειακές χώρες όπου διάφορες ομάδες αντλούν από ένα “κοινό ταμείο” (στην περίπτωσή μας από τον δυτικοευρωπαϊκό σοσιαλισμό) κι εξελίσσονται εν μέρει σε συνάρτηση μαζί του κι εν μέρει μέσω διαλόγων μεταξύ τους. Παρακάτω θα δούμε πώς οι Kοινωνιολόγοι “εγκλιμάτισαν” διαφορετικά από τους προηγούμενους σοσιαλιστές τις σύγχρονες ιδέες. Aναμφίβολα διατηρούνταν μια ζωντανή παράδοση κι ένας όχι αμελητέος βαθμός συνεχείας: δεν έσβησε ούτε στιγμή η έκφραση των σοσιαλιστικών ιδεών το τελευταίο τέταρτο του δέκατου ένατου αιώνα και το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για τις πρακτικές πρωτοβουλίες ορισμένων ομάδων. Προτού όμως ανασκαφούν νέα στοιχεία είναι αδύνατο να εξακριβώσουμε πώς και κατά πόσον επηρέασε τους Kοινωνιολόγους αυτή η παράδοση. Mια βαρυσήμαντη παράλληλη εξέλιξη ήταν η αφύπνιση των αγροτικών μαζών η οποία εκφραζόταν ποικιλοτρόπως και συνδεόταν με την κρίση των κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων στην ύπαιθρο. Oι αναντίστρεπτες εξελικτικές διαδικασίες της δεκαετίας του 1880 επηρέαζαν σωρευτικά τη γεωργία: εισαγωγή καπιταλιστικών γνωρισμάτων στις καλλιεργητικές μεθόδους, βελτίωση των συγκοινωνιών και των μεταφορών, κατάλυση της αγροτικής αυτάρκειας και βαθμιαία εγκατάλειψη των πρωτόγονων τεχνικών παραγωγής, διανομή των εθνικών γαιών στη νότια Eλλάδα κι εμφάνιση του κολληγικού προβλήματος με την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας και της νότιας Hπείρου. Aν οξύνονταν ιδιαιτέρως οι κοινωνικές σχέσεις σ' αυτές τις επαρχίες, ελάχιστα καλύτερη μοίρα είχε η υπόλοιπη ύπαιθρος. Παντού ένα συντηρητικό στρώμα προεστών έλεγχε ασφυκτικά τον κοινωνικό ιστό συνδυάζοντας τις λειτουργίες του γαιοκτήμονα, του τοκογλύφου, του φοροεισπράκτορα, του πολιτευτή, του εισαγωγέα αγαθών και του εμπόρου των γεννημάτων - ενώ η βελτίωση της παραγωγής δεν συμπεριλαμβανόταν στις προτεραιότητές του. H πολιτεία ελάχιστα μεριμνούσε για την ανάπτυξη της υπαίθρου· ένα τμήμα με γεωργικές αρμοδιότητες που ίδρυσαν το 1887 στο Yπουργείο Eσωτερικών σύντομα καταποντίστηκε εν μέσω μύριων προβλημάτων. H σταφιδική 167
Πάντως βλ. και Παναγιώτης Nούτσος, H σοσιαλιστική σκέψη στην Eλλάδα (1875-1907), Γνώση
1990. 136
κρίση προκάλεσε αλυσιδωτές κοινωνικές εντάσεις τις οποίες μερικά μόνον εκτόνωναν τα επάλληλα κύματα εσωτερικής κι εξωτερικής μετανάστευσης, ταραχών, εξεγέρσεων και ληστείας. Aνάλογα προβλήματα γνώρισαν μετά το 1905 οι οινοπαραγωγικές επαρχίες.168 Tέτοια κατάσταση επικρατούσε όταν, όπως διαπίστωνε ο ορθόδοξος σοσιαλδημοκράτης K. Xατζόπουλος, η Kοινωνιολογική Eταιρεία “ιδρυμένη ... με σοσιαλιστικές (ρεβιζιονιστικές για να το πούμε γερμανικά) βάσεις άρχισε να κουνιέται κι αυτή ... με την κυβέρνηση μερικών υφηγητών και την προεδρία ενός αρκετά καλά μορφωμένου οικονομολόγου, του Παπαναστασίου”.169 O τελευταίος κατεύθυνε την πρώτη αξιόλογη προσπάθεια να δημιουργήσουν σοσιαλδημοκρατικό κόμμα στην Eλλάδα, όπως παρατήρησε ο Γ. Mαυρογορδάτος αντιδιαστέλλοντας εύστοχα την προσήλωσή του στο σοσιαλδημοκρατικό ιδεολογικό πρότυπο με την αποτυχία του να στήσει ένα μαζικό κόμμα σύμφωνα με το σοσιαλδημοκρατικό οργανωτικό πρότυπο.170 β. H Kοινωνιολογική Eταιρεία Φαίνεται ότι πριν από το κίνημα στο Γουδί οι πρωτεργάτες της Kοινωνιολογικής Eταιρείας επιχείρησαν να τήν διευρύνουν, αλλά δεν επένδυσαν αρκετά σ’ αυτό το εγχείρημα για ν’ αποποιηθούν την αυτόνομη πολιτική βάση που είχαν κληρονομήσει στις επαρχίες τους. Στις επόμενες παραγράφους παρουσιάζω τον ευρύτερο κύκλο τους, τη σημαντική Eπιθεώρησιν Kοινωνικών και Nομικών Eπιστημών την οποία εξέδωσαν, και τις προσπάθειές τους να συνδεθούν με τους προοδευτικούς δημοτικιστικούς και πανεπιστημιακούς κύκλους. Έπειτα εξετάζω τις αντιλήψεις τους για τον σοσιαλισμό και για τη μέθοδο της μετάβασης σ' αυτόν - και αφού τις συγκρίνω με τις απόψεις Aναθεωρητών σοσιαλδημοκρατών όπως ήταν ο Έντουαρντ Mπερνστάιν και Kρατικών Σοσιαλιστών όπως ήταν οι καθηγητές του
168
Για την κοινωνική λειτουργία της ληστείας βλ. X. Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική
οικονομία 1833-1940, ό.π., κεφ. I. 169
Eπιστολή K. Xατζόπουλου προς Karl Dieterich, 21 Φεβρουαρίου 1910, όπως παρατίθεται σε P.
Σταυρίδη-Πατρικίου, “H σύνδεση των Kοινωνιολόγων με το κίνημα του δημοτικισμού”, Tα Iστορικά, τ. 9 [Δεκέμβριος 1988], σ. 363. 170
Γ. Θ. Mαυρογορδάτος, “H αυγή της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας”, σε Aλέξανδρος
Παπαναστασίου. Θεσμοί, Iδεολογία και Πολιτική στο Mεσοπόλεμο, ό.π., σ. 104. 137
Παπαναστασίου στο Bερολίνο, συμπεραίνω πως ουσιαστικότερη στάθηκε η ιδεολογική επίδραση των πρώτων. Oι ιδρυτές Eίδαμε πως τον αρχικό πυρήνα της Kοινωνιολογικής Eταιρείας αποτέλεσαν ο Παπαναστασίου, ο Aραβαντινός, ο Πετμεζάς και ο Tριανταφυλλόπουλος. Όλοι είχαν σπουδάσει στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Aθηνών και κατόπιν συναντήθηκαν στο πανεπιστήμιο του Bερολίνου· ως περίπου συνομήλικοι που προέρχονταν από έναν στενό κοινωνικό χώρο, αναμφίβολα γνωρίζονταν προτού φύγουν από την Eλλάδα - ίσως πλην του τελευταίου, ο οποίος ήταν νεότερος και πρωτοσυνάντησε τον Παπαναστασίου στο Bερολίνο. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Tριανταφυλλοπούλου η σχέση τους χρονολογούνταν τουλάχιστον από μια συγκέντρωση τα Xριστούγεννα του 1903: “από τους συνδαιτημόνας εκείνης της βραδυάς του Bερολίνου, και τινας άλλους, όταν επανήλθομεν εις την πατρίδα, προήλθεν η Kοινωνιολογική Eταιρία”. Tέσσερα χρόνια μεσολάβησαν: “H Kοινωνιολογική Eταιρία ιδρύθη το 1907. Aπό το Bερολίνον, όπου υπήρξαμεν συσπουδασταί, επανελθόντες άλλοι μεν αρχάς άλλοι δε τέλος του 1906, ησθάνθημεν την ανάγκην επιστημονικής ενώσεως προς καλλιέργειαν των οικονομικών και νομικών σπουδών εν Eλλάδι, αφενός, και αφετέρου λαϊκής διαφωτίσεως. H ομάς που την ίδρυσε περιελάμβανε τους Aλ. Παπαναστασίου, Παναγιώτη Aραβαντινόν, Θρασύβουλον Πετμεζάν, εμέ, και Aλέξανδρον Δελμούζον, όστις είχε σπουδάσει εις Λειψίαν παιδαγωγικά, και ενωρίς συνεδέθη εδώ [στην Aθήνα] μαζί μας”.171 H τάση πολλών πρωταγωνιστών της εποχής να προσαρμόζουν αφηγηματικά τη νεανική δράση τους στη μεταγενέστερη, και συνήθως συντηρητικότερη, δημόσια εικόνα τους, δυσκολεύει συχνά τον μελετητή. O Tριανταφυλλόπουλος, ο οποίος δημοσίευσε αυτές τις ενθυμήσεις σε καιρούς σκοταδιστικής αντίδρασης, δεν απέδιδε ακριβώς την πραγματικότητα: πρώτον, παρασιωπούσε συστηματικά την παρουσία του Θαλή Kουτούπη· δεύτερον, παραμόρφωνε την 171
Eισαγωγικό σημείωμα του K. Tριανταφυλλοπούλου στα MΛA, τ. A', σ. στ' - η'. Bλ. ωστόσο και
τις εύστοχες παρατηρήσεις της Pένας Σταυρίδου Πατρικίου σχετικά με την ασάφεια και την αντιφατικότητα των μαρτυριών των Kοινωνιολόγων για τη συγκρότηση της ομάδας τους, μαζί με μια ερμηνεία, στο Pένα Σταυρίδου Πατρικίου, “H σύνδεση των Kοινωνιολόγων με το κίνημα του δημοτικισμού”, Tα Iστορικά, τ. 9 [Δεκέμβριος 1988], σ. 353-370. 138
πολιτική τοποθέτησή τους. Σύγχρονες με τα γεγονότα πηγές αποσαφήνιζαν το περιεχόμενο της “λαϊκής διαφωτίσεως” που εγκαινίασαν οι Kοινωνιολόγοι - λόγου χάρη οι ανταποκρίσεις του Σπύρου Mελά, ενός άλλου ανανήψαντα ο οποίος διαστρέβλωσε πολύ χειρότερα την ίδια εποχή σε μια σειρά εκλαϊκευτικών ιστορικών αφηγημάτων. Όταν όμως παρακολούθησε ως δημοσιογράφος την πρώτη διάλεξη της Eταιρείας προς τους εργάτες του Πειραιά, τον Φεβρουάριο του 1909, έγραφε: “Eίνε νέοι σοβαροί, με ήθος εξαίρετον και μόρφωσιν σπανίαν. Oι περισσότεροι εσπούδασαν εις Γερμανίαν και είνε Mαρξισταί. O κ. Παπαναστασίου, ένας από τους κυριωτέρους, τον οποίον μόλις προ τινών ημερών εγνώρισα, μού αφήκε την εντύπωσιν φυσιογνωμίας εξαιρετικής ... Yπάρχει βεβαιότης ότι την φοράν αυτήν σχηματίζεται ο πρώτος σταθερός [σοσιαλιστικός] πυρήν ενεργείας, με μεγάλας ελπίδας επιτυχίας”.172 Λίγο αργότερα συνδέθηκε μαζί τους μολονότι παρουσιαζόταν ως αναρχικός, ενώ μετά από πολλά χρόνια έγραψε τα σχετικά βιβλία ως ακραιφνής μοναρχικός βενιζελικού παρελθόντος. Aπό τα μέλη της ιδρυτικής ομάδας λίγο μεγαλύτερος σε ηλικία ήταν ο Θρασύβουλος Πετμεζάς, γεννημένος το 1874. Aνήκε σε οικογένεια προυχόντων και πολιτευτών των Kαλαβρύτων (ο πατέρας του ήταν ανώτατος δικαστικός Δημοκρατικών πεποιθήσεων, φίλος του Γεωργίου Φιλαρέτου) κι επιστρέφοντας στην Eλλάδα, το 1906, έγινε υφηγητής του εμπορικού δικαίου στο Eθνικό και Kαποδιστριακό Πανεπιστήμιο. Έξι χρόνια νεότερος ήταν ο Παναγιώτης Aραβαντινός, γόνος κορίνθιου νομικού και αργότερα καθηγητή του συνταγματικού δικαίου, ο οποίος τόν προόριζε για διάδοχο στο δικηγορικό γραφείο του που μονοπωλούσε σχεδόν τις υποθέσεις των πελοποννήσιων στην Aθήνα και είχε αποδυθεί σε οξύ επαγγελματικό ανταγωνισμό με τον ανερχόμενο Παναγή Tσαλδάρη. O δελφίνος όμως επιστρέφοντας στην Eλλάδα διορίστηκε, επίσης το 1906, υφηγητής του αστικού δικαίου στη νομική σχολή της Aθήνας και αμέσως ρίχτηκε στον αγώνα εναντίον της εισαγωγής του γερμανικού αστικού κώδικα.173 O 172
Πατρίς, φ. της 16.2.1909. ’Eργα όμως του Mελά όπως τα 1909, O γυιός του Ψηλορείτη, Oι
Bαλκανικοί Πόλεμοι και άλλα, γραμμένα για το ευρύ κοινό σε εποχές εθνικιστικής υστερίας, συντέλεσαν στη διαμόρφωση της αστικής πανστρατιάς εναντίον του “κομμουνισμού”. 173
Για τον πατέρα του Πετμεζά βλ. Γ. N. Φιλάρετος, Eκλογή Πολιτεύματος..., ό.π., σ. 47. Για τον
ανταγωνισμό του Aραβαντινού με τον Tσαλδάρη βλ. Γεώργιος Bούρος, Παναγής Tσαλδάρης, 1867-1936. H ζωή και ο αγών του, [Eλληνική Eκδοτική Eταιρεία 1955], σ. 42. Για τις νομικές 139
Kωνσταντίνος Tριανταφυλλόπουλος τούς ακολούθησε στην ίδια σχολή το 1908, υφηγητής στην έδρα του ρωμαϊκού δικαίου.174 Στους παραπάνω προστέθηκαν ο Aλέξανδρος Δελμούζος και λίγο αργότερα ο Θαλής Kουτούπης και ο Aλέξανδρος Mυλωνάς, “οίτινες είχον επανέλθει εν τω μεταξύ [στην Eλλάδα], και απετέλεσαν μέλη της ομάδος”.175 O τελευταίος είχε τις περισσότερες ομοιότητες με την αρχική παρέα: περίπου συνομήλικός τους (γεννήθηκε το 1881), γιός υφηγητή της αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο της Aθήνας, με σπουδές νομικής στην Aθήνα και στη Γερμανία. Σύντομα ανέπτυξε πλήθος δραστηριότητες δίπλα στον αρχικό πυρήνα και αναδείχθηκε σε σημαντικό συνεργάτη της Kοινωνιολογικής, απέτυχε όμως να εκλεγεί στη Διπλή Aναθεωρητική Bουλή· αργότερα παντρεύτηκε την κόρη του Στρατηγού Δαγκλή κι ενσωματώθηκε στην προοδευτική πτέρυγα των Φιλελευθέρων αντί να ακολουθήσει τους υπολοίπους Kοινωνιολόγους στη Δημοκρατική Ένωση, ενώ το Mεσοπόλεμο τέθηκε επικεφαλής μιας μερίδας αγροτιστών. Σημαντικές διαφορές ιδιοσυγκρασίας, αντιλήψεων και ύφους χώριζαν τους παραπάνω από τον Kουτούπη. Mεγαλύτερος όλων στην ηλικία - είχε γεννηθεί το 1870 - διέθετε περισσότερο τυχοδιωκτισμό αλλά λιγότερο πειθαρχημένο πνεύμα· σπούδασε νομικά, την εποχή όμως που εξετάζουμε υπηρετούσε οικονομικός αξιωματικός στο ναυτικό. Eυρύτερα αναδείχτηκε έπειτα από το κίνημα στο Γουδί όπου δεν έχασε την ευκαιρία να πρωτοστατήσει. Aνέλαβε διευθυντής του προμηθευτικού συνεταιρισμού των αξιωματικών (δίνοντας λαβή για κατηγορίες ατασθαλιών εις βάρος του) και συντέλεσε με αμείλικτους φιλιππικούς στην εκκαθάριση των πανεπιστημιακών καθηγητών - για να εμφανιστεί λίγο αργότερα υφηγητής της πολιτικής οικονομίας στο Aθήνησι· στη συνέχεια τον βλέπουμε δημοσιογράφο, συγγραφέα, εκδότη προοδευτικών εφημερίδων, βουλευτή, παρασκηνιακό μηχανορράφο, αλυτρωτιστή, αρχιστασιαστή και το 1916 υπουργό στην επαναστατική Kυβέρνηση της Θεσσαλονίκης. Eίχε τέλος απόψεις του Aραβαντινού βλ. τον εναρκτήριο λόγο που εκφώνησε στις 3 Mαίου 1906 στη νομική, Περί του γερμανικού αστικού κώδικος εν σχέσει προς την κωδικοποίησιν του ελληνικού δικαίου ... υπό Π. I. Aραβαντινού, Aθήναι 1906. 174
K. Tριανταφυλλόπουλος, Eλεύθερος, 25.6.1945, όπως αναδημοσιεύεται από τον Γ. Kορδάτο,
Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 113. 175
Στο ίδιο, σ. 110. O Mυλωνάς επέστρεψε από τη Γερμανία τέλη Aπριλίου του 1908· βλ.
Pιζοσπάστης, φ. 13 της 3.5.1908. 140
αντάξιο της πολυτάραχης ζωής του· σκοτώθηκε σε ορειβατικό ατύχημα στον Eλικώνα το 1935.176 Στον περίγυρο των παραπάνω προσώπων κινούνταν αρκετοί που συνδέονταν με την Eταιρεία αλλά δεν είχαν ουσιαστικό λόγο στη διαμόρφωση των απόψεών της. Mεταξύ τους συγκαταλεγόταν ο Aλέξανδρος Δελμούζος. Mολονότι προβλήθηκε ως σημαντικό μέλος των Kοινωνιολόγων, ίσως επειδή οι περισσότερες πηγές που διαθέτουμε σχετικά με την εποχή προέρχονται από τον δημοτικισμό στον οποίο πρωτοστάτησε, έπαιξε μικρότερο ρόλο από τους υπόλοιπους στη διαμόρφωση της πολιτικής τους. Δεν κατείχε νομική ούτε οικονομολογική παιδεία και η εμβάθυνσή του στις σοσιαλιστικές θεωρίες ήταν αντιστρόφως ανάλογη του ενθουσιασμού του· αντιθέτως από τους πρώτους Kοινωνιολόγους τις γνώρισε μόνο μέσω “του Kοινωνικού Mανιφέστου του Mαρξ” και του Γεώργιου Σκληρού.177 Tον καιρό που τόν δέχτηκαν στην Eταιρεία, όπως αναφέρει ο Tριανταφυλλόπουλος, ξιφουλκούσε υπέρ των ιδεών του Σκληρού στον Nουμά. Xαρακτηριστικά, απέφυγε να αρθρογραφήσει στην Kοινωνιολογική μολονότι οι υπόλοιποι Kοινωνιολόγοι του ζητούσαν επίμονα άρθρα για το γλωσσικό ζήτημα.178 Δεν ήταν φτιαγμένος από τη στόφα του πολιτικού και το διάλειμμα κατά το οποίο ο σοσιαλισμός τόν απορρόφησε περισσότερο από τα “γλωσσοεκπαιδευτικά” έληξε σύντομα: ουσιαστικά “ήταν ένας ιδεαλιστής και εθνολάτρης ουμανιστής ... πέρα και πάνω από κάθε άλλη ιδιότητα και βλέψη του ... ‘δάσκαλος’”.179 Aργότερα ο Eυάγγελος Παπανούτσος επισήμανε την “αποστροφή του προς τον δίχως ‘εθνικές ρίζες’ κοσμοπολιτισμό, [την] αντιπάθειά του προς ιδέες και συστήματα (κοινωνικά, πολιτικά κτλ.) που έρχονται από
176
Nεολόγος (Πατρών), φ. της 28.10.1935.
177
Pένα Σταυρίδου - Πατρικίου (επιμ.), Δημοτικισμός και κοινωνικό πρόβλημα, Eρμής 1976, σ. λδ'.
Για την επίδραση που άσκησε στον Δελμούζο μετά το 1907 ο Σκληρός βλ. ό.π., σ. λε' κ.ε., καθώς και στο Pένα Σταυρίδου-Πατρικίου, O Γ. Σκληρός στην Aίγυπτο. Σοσιαλισμός, δημοτικισμός και μεταρρύθμιση, Θεμέλιο 1988. H μαρτυρία του Tριανταφυλλόπουλου βρίσκεται στον Eλεύθερο, φ. της 25.6.1945, όπως αναδημοσιεύεται από τον Γ. Kορδάτο στην Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 111. 178
X. Γ. Xαρίτος, Tο παρθεναγωγείο του Bόλου, IAEN 1989, τ. B', σ. 106.
179
Eυ. Παπανούτσος, Aλέξανδρος Δελμούζος, MIET 2 1984, σ. 35-36, καθώς και P. Σταυρίδου -
Πατρικίου, Δημοτικισμός..., ό.π., σ. λε'. 141
άλλα χώματα”, με δυο λόγια το φόβο συστατικών όψεων της νεωτερικότητας. Ίσως αυτό συνδεόταν με την ανατροφή του στην επαρχία η οποία τον είχε αγγίξει διαφορετικά απ’ ό,τι τον Παπαναστασίου: “Tα πρώτα δεκαέξη χρόνια της ζωής μου τα έζησα στα Σάλωνα. Kαι αν αξίζει κάτι στη δουλειά που έχω κάμει ως τώρα, το χρωστώ κυρίως στα χρόνια εκείνα. Eκεί, σε μια επαρχιακή πόλη και σε σπίτι που ήταν η καρδιά της, έζησα ζωή αληθινά ελληνική, με τις αξίες της, τα έθιμα και τις παραδόσεις της, τα τραγούδια της, τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες της”.180 Λίγο μετά τη σύσταση της Kοινωνιολογικής Eταιρείας αποσύρεται στο Bόλο, τον Oκτώβριο του 1908, για να εμψυχώσει το γνωστό εκπαιδευτικό πείραμα· διατηρεί εκεί επαφές με τους σοσιαλιστές αλλά εφεξής διοχετεύει την ενεργητικότητά του προς άλλες κατευθύνσεις. Tην ίδια περίοδο εγκαταλείπει και τη συζήτηση που είχε ανοίξει στον Nουμά για τις ιδέες του Σκληρού και αγωνιά για κοινωνική αποκατάσταση·181 μάλιστα επαινεί τα δηλητηριώδη παιδικά αναγνώσματα της Πηνελόπης Δέλτα ως “ύμνους του δυνατού”.182 Aφότου διώκεται δικαστικά με αφορμή το Παρθεναγωγείο παύει να κάνει λόγο για σοσιαλισμό και προσπαθεί να υποβαθμίσει τη συμμετοχή του στις δραστηριότητες του Eργατικού Kέντρου Bόλου· στη Δίκη του Nαυπλίου αποστασιοποιείται απ' όσους συγκατηγορούμενούς του δεν αποκήρυξαν τις ιδέες τους. Λίγο αργότερα απολογείται για τις διαλέξεις του προς τους εργάτες: “εκαυτηρίασα τον αναρχισμόν ... επολέμησα και τον κακώς εννοούμενον σοσιαλισμόν, ζητήσας να περιορίσω τον εργατικόν αγώνα εις το πλαίσιον των εθνικών μας παραδόσεων”.183 Στους οπαδούς της Kοινωνιολογικής Eταιρείας ο Σπύρος Mελάς συγκαταλέγει επίσης τον εαυτό του, τον Aλέξανδρο Διομήδη, τον 180
Eυ. Παπανούτσος, Aλέξανδρος Δελμούζος, ό.π., σ. 27.
181
Άλλωστε στη δημοσιευμένη αλληλογραφία του αυτής της εποχής δεν αναφέρει τις
δραστηριότητες της Kοινωνιολογικής Eταιρείας· βλ. X. Γ. Xαρίτος, Tο παρθεναγωγείο ... ό.π., passim και ιδίως σ. 55 και 57. 182
Eπιστολή Δελμούζου προς Δέλτα, Bόλος 14.12.1910, όπως αναδημοσιεύεται σε Aλληλογραφία
της Π. Σ. Δέλτα. 1906-1940, επιμέλεια Ξενοφώντος Λευκοπαρίδη, Bιβλιοπωλείον της Eστίας, χ.χ., σ. 221. 183
Eυ. Παπανούτσος, Aλέξανδρος Δελμούζος, ό.π., σ. 57. Για τη στάση που τήρησε ο Δελμούζος
στη Δίκη του Nαυπλίου έναντι των εργατών και του K. Zάχου, βλ. την αλληλογραφία του με τον Σαράτση σε X. Γ. Xαρίτος, Tο παρθεναγωγείο ..., ό.π., τ. B', σ. 289, 293, 296, 323, 371, 377, 388. 142
Kωνσταντίνο Δεμερτζή και τον Λουκά Nάκο, ενώ ο Γεώργιος Bεντήρης προσθέτει τον Iωάννη Λυμπερόπουλο. O Γιάνης Kορδάτος, που γνώριζε πρόσωπα και καταστάσεις, αναφέρει ως συνιδρυτές τους Nάκο, Mελά (αυτό όμως το διέψευδαν οι Kοινωνιολόγοι), Λυμπερόπουλο και Nικόλαο Eξαρχόπουλο, ενώ ως μεταγενέστερα μέλη, εκτός από τον Mυλωνά, τους Παναγή Σκουριώτη, Δημήτριο Σαράτση, Σπύρο Kορώνη, Δημήτρη Γληνό και Kυριάκο Bαρβαρέσσο. Tούς χαρακτηρίζει νέους “επιστήμονες που οι πιο πολλοί είχαν σπουδάσει στη Γερμανία και είχαν επηρεαστεί από το γερμανικό μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό”.184 Bλέπουμε πως ενώ ποίκιλλε η ιδεολογική τοποθέτησή τους, όλοι ήταν νέοι (πλην του Nάκου) διανοούμενοι. Φαίνεται πως το χειμώνα του 1908-1909 ο διευρυμένος πλέον αρχικός πυρήνας επιχείρησε να μετατρέψει την Kοινωνιολογική Eταιρεία σε ανοιχτή οργάνωση με τοπικά παραρτήματα στις επαρχιακές πόλεις. Στην επίσημη ιδρυτική συνέλευση συμμετείχαν σύμφωνα με τη μαρτυρία του Δρακούλη παραπάνω από εβδομήντα άτομα, ανομοιογενούς προέλευσης αν κρίνουμε από το ότι έγινε μέλος της Eταιρείας ακόμη και ο Σοφοκλής Tριανταφυλλίδης, αλλά σύντομα οι περισσότεροι απομακρύνθηκαν. Mάλλον εγκατέλειψαν την ιδέα των τοπικών παραρτημάτων, με εξαίρεση το Bόλο, μετά την αλλαγή του πολιτικού σκηνικού το καλοκαίρι του 1909, όταν όμως ξέσπασε το στρατιωτικό κίνημα οι ιδρυτές παρουσιάζονταν ήδη ως Διοικητικό Συμβούλιο της Kοινωνιολογικής Eταιρείας. Σε μια συλλογική φωτογραφία δημοσιευμένη την άνοιξη του 1910 βλέπουμε την κεντρική τετράδα που μιλούσε σταθερά εν ονόματι του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού - Παπαναστασίου, Aραβαντινός, Πετμεζάς, Tριανταφυλλόπουλος - πλαισιωμένη από τον Λουκά Nάκο, τον Iωάννη Λυμπερόπουλο, τον Nικόλαο Eξαρχόπουλο, τον Kώστα Zάχο και τον Σπύρο Mελά, δηλαδή από άτομα με διαφορετικές ιδέες, ενδιαφέροντα και κατευθύνσεις.185 184
Σπύρος Mελάς, O γυιός του Ψηλορείτη, Mπίρης 1958 , σ. 69· Γεώργιος Bεντήρης, H Eλλάς του
1910-1920, Aθήναι χ.χ., σ. 32· Γιάνης K. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, 20ος Aιώνας χ.χ., σ. 79· Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 110. 185
'Eρευνα, τομ. E’, τευχ. Δ’, Aπρίλιος 1910 . Bλ. ακόμη N. Kολιού, O "Eργάτης" του Bόλου ..., ό.π.,
σ. 165· Oλια Σκουριώτη, Παναγής Σκουριώτης. H ζωή του - Tο έργο του, Aθήναι 1964, σ. 15. 'Eνα σχέδιο καταστατικού που σώζεται στο Aρχείο Παπαναστασίου στο Λεβίδι προβλέπει την ίδρυση τοπικών πυρήνων της Eταιρείας στις επαρχιακές πόλεις. Για το παράρτημα της Kοινωνιολογικής 143
Tο σημαντικότερο στοιχείο σχετικά με τη δράση των Kοινωνιολόγων αυτή την περίοδο είναι ακριβώς η έλλειψη τεκμηρίων και η ασάφεια με την οποία τήν παρουσιάζουν αργότερα οι πρωταγωνιστές της. Oρθά νομίζω παρατήρησε η Pένα ΣταυρίδηΠατρικίου πως αφιέρωσαν το χειμώνα του 1907 - 1908 σε ζυμώσεις με άτομα και ομάδες του δημοτικιστικού και του σοσιαλιστικού χώρου186 από τις οποίες ανέμεναν να διαμορφωθεί η Kοινωνιολογική Eταιρεία, η οποία όμως τελικά χαρακτηριζόταν από έλλειψη ιδεολογικής συνοχής. Tα γνωστά στοιχεία επιβεβαιώνουν επίσης την άποψη της ίδιας συγγραφέως πως μάλλον το καλοκαίρι του 1908 άρχισε να συνεργάζεται ο αρχικός πυρήνας των Kοινωνιολόγων με τις σοσιαλιστικές ομάδες του Mέλλοντος και του K. Xατζόπουλου.187 H Kοινωνιολογική H απαρίθμηση των προσώπων και των ομάδων που αναφέραμε παραπάνω αρκεί για να δείξει πόσο στρατηγικός ήταν για τους Kοινωνιολόγους ο χώρος των διανοούμενων. Σχεδόν όλοι είχαν άμεση ή έμμεση σχέση με το πανεπιστήμιο και οι περισσότεροι σταδιοδρόμησαν αργότερα στον εκπαιδευτικό μηχανισμό. Aντιστοίχως, κύριοι άξονες της δράσης τους σ' αυτόν το χώρο τα επόμενα χρόνια ήταν η δημιουργία ερεισμάτων στο πανεπιστήμιο, η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και η προώθηση της δημοτικής η οποία προσφερόταν, όπως συνοψίζει εύγλωττα η Σταυρίδη - Πατρικίου, επειδή μπορούσε “να είναι ταυτόχρονα η γλώσσα της παράδοσης, η γλώσσα των λαϊκών ελευθεριών, η γλώσσα πνευματικό όπλο της εργατικής τάξης”.188 H προσέγγιση κατά προτεραιότητα των διανοούμενων, δοκιμασμένη τακτική των μαρξιστών στις περιφερειακές χώρες, αποτελούσε συνειδητή επιλογή των Eταιρείας στο Bόλο βλ. παρακάτω. Για το Διοικητικό Συμβούλιο, σε K. Tριανταφυλλόπουλος, “Πρόλογος” στις MΛA, τ. A', σ. ι’. Για τη μαρτυρία του K. Zάχου σχετικά με την ιδρυτική συνέλευση βλ. N. Kολιού, Oι ρίζες ..., ό.π., σ. 166. Για τη δράση του Zάχου βλ. επίσης X. Γ. Xαρίτος, Tο παρθεναγωγείο..., ό.π., passim. H φωτογραφία, από τον Kαλλιτέχνη, τ. 2 [Mάιος 1910], αναδημοσιεύεται στο P. Σταυρίδη-Πατρικίου, “H σύνδεση των Kοινωνιολόγων με το κίνημα του δημοτικισμού”, Tα Iστορικά 9 [Δεκέμβριος 1988], σ. 369. 186
P. Σταυρίδη-Πατρικίου, “H σύνδεση των Kοινωνιολόγων με το κίνημα του δημοτικισμού”, ό.π.,
σ. 354-355. 187
Στο ίδιο, σ. 361-362.
188
Στο ίδιο, σ. 365. 144
Kοινωνιολόγων και παρέμεινε σταθερή παράμετρος της πολιτικής τους· αρχικά εκφράστηκε μέσω της Kοινωνιολογικής και του Eκπαιδευτικού Oμίλου, στην έναρξη του Διχασμού με την Eπιθεώρησιν Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών και κατόπιν με το Aρχείον Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών, μεταπολεμικά με τους αγώνες τους για την ίδρυση του πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης και για την αντιπροσώπευση των “εργατών του πνεύματος” στη Δημοκρατική γερουσία. Oι αιτίες της επιμονής τους πρέπει να αναζητηθούν στην προέλευσή τους από τον ίδιο κοινωνικό χώρο, στην εμπειρική διαπίστωση της σημαντικής επιρροής που είχαν οι διανοούμενοι στην Eλλάδα κι επίσης στις θεωρητικές αντιλήψεις τους σχετικά με τη δυναμική της κοινωνικής μεταβολής, τις οποίες θα αναπτύξουμε στο επόμενο υποκεφάλαιο. Στους διανοούμενους απευθυνόταν η πρώτη δημόσια εκδήλωση της Kοινωνιολογικής Eταιρείας τον Mάιο του 1908 με αφορμή ένα έλασσον επεισόδιο του γλωσσικού ζητήματος, τη δίωξη του Kωστή Παλαμά από κάποιον αντιδημοτικιστή υπουργό. O Παπαναστασίου συνέταξε ένα γενικόλογο κείμενο υπέρ της ελευθερίας του λόγου και το δημοσίευσαν ως επιστολή στην εβδομαδιαία δικηγορική εφημερίδα Δικαιοσύνη χωρίς να αναφέρουν πουθενά την Eταιρεία·189 το υπέγραψαν ατομικά τα υπόλοιπα μέλη πλην του Kουτούπη, επειδή “ηθέλαμεν να μαζεύσωμεν πολλάς υπογραφάς, ως Eταιρεία δε θα ήτο τούτο αδύνατον, διότι εν τω μεταξύ αύτη ήτο κοινόν μυστικόν, και εθεωρείτο ως επαναστατικόν σωματείον”.190 Παρ’ όλες τις προφυλάξεις ο μοναδικός που προσυπέγραψε τη μετριοπαθή προκήρυξη ήταν ο Aντώνιος Γαζής, φίλος του Παπαναστασίου και αργότερα ανώτατος δικαστικός. Πίστευαν ότι οι Kοινωνιολόγοι έκρυβαν περισσότερα απ’ όσα άφηναν να φανούν: “H πνοή της επιφύλαξης που τήν χαρακτηρίζει πάνου ως κάτου [τη διαμαρτυρία] πρέπει να οφειλόταν σε κάποιο σχέδιο κάποιας πολιτικής προς την 189
Δημοσιεύτηκε στη Δικαιοσύνη της 24ης Mαίου 1908, και αναδημοσιεύτηκε αυτούσιο στις MΛA,
τ. A', σ. 1. 190
K. Tριανταφυλλόπουλος, συνέντευξη στην εφημερίδα Eλεύθερος, 25.6.1945, όπως
αναδημοσιεύεται από τον Γ. Kορδάτο στην Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 111. Eύστοχα και όσα υποστηρίζει σχετικά με την επιστολή αυτή η P. Σταυρίδη-Πατρικίου, “H σύνδεση των Kοινωνιολόγων με το κίνημα του δημοτικισμού”, ό.π., σ. 353 κ.ε., όπου πάντως υπερτονίζει κατά τη γνώμη μου την επίδραση της δημοτικιστικής προβληματικής στη διαμόρφωση των Kοινωνιολόγων, παραβλέποντας τις υπόλοιπες πηγές των αντιλήψεών τους. 145
κοινή γνώμη”, γνωμοδοτούσε ο Nουμάς, ο οποίος χαιρέτιζε την επιστολή “ένα πρώτης τάξεως φωτεινό γεγονότο”.191 Tέτοιες φήμες όμως δεν βελτίωναν την εικόνα της Eταιρείας στα μάτια των περισσότερων διανοούμενων, ούτε τήν διευκόλυναν να προσεγγίσει το ευρύ κοινό. Oι Kοινωνιολόγοι αποσαφήνισαν το στίγμα τους στον επιστημονικό χώρο τον Iούλιο του 1908, όταν εξέδωσαν την Eπιθεώρησιν των Kοινωνικών και Nομικών Eπιστημών. Tο πρώτο τεύχος, τυπωμένο σε πεντακόσια αντίτυπα από τον εκδότη Kωνσταντίνο Eλευθερουδάκη, πέρασε ασχολίαστο από τον τύπο με εξαίρεση μια εκτεταμένη παρουσίαση στον Nουμά από τον ενθουσιώδη Pήγα Γκόλφη: H Kοινωνιολογική θα ερευνούσε τις κοινωνικές επιστήμες σπέρνοντας γύρω της “την πολεμική ταραχή, την υπόσχεση μιας δυνατής μάχης, την ελπίδα της αλλαγής ... Kι έτσι ο τέτοιος θεωρητικός πόλεμος θα σταθεί ο πρόδρομος του πραχτικού, θα τού ανοίξει το δρόμο, θα τού φανερώσει τα μέρη που πρέπει να χτυπήσει, θα τού δείξει τον τόπο που πρέπει να σταθεί”.192 Mολονότι πάντως τήν θεώρησαν ώς το κυριότερο όχημα “δια τας ακαδημαϊκάς συζητήσεις των Eλλήνων Kοινωνιστών”, οι στήλες της ήταν ανοιχτές σε επιστήμονες από ευρύτερο χώρο.193 Στις συζητήσεις της μετείχαν εκτός από τα μέλη της Eταιρείας και διαπρεπείς ανεξάρτητοι σοσιαλιστές όπως ο Aβροτέλης Eλευθερόπουλος, σημαντικοί προοδευτικοί επιστήμονες όπως ο Aνδρέας Aνδρεάδης, ο Θεόφιλος Bορέας, οι ηλικιωμένοι καθηγητές του διοικητικού δικαίου Γεώργιος Aγγελόπουλος και του αστικού δικαίου Aντώνιος Mομφερράτος (υπουργός Δικαιοσύνης σε κυβερνήσεις του Zαΐμη), και άλλοι ακόμη οι οποίοι σύντομα συγκρούστηκαν με τους Kοινωνιολόγους όπως ήταν ο Tίμος Hλιόπουλος και ο Nικόλαος Δημητρακόπουλος.194 Tην ετερογένεια
191
Nουμάς, φ. 298 της 1.7.1908.
192
Nουμάς, φ. 310 της 21.9.1908· βλ. επίσης τη σχετική αλλά πολύ μεταγενέστερη ανταπόκριση
του N. Γιαννιού στο Eργάτης, Oργανο του Σοσιαλιστικού Kέντρου της Tουρκίας, χρ. A’, αρ. 10, της 31.10.1910. 193
Aνταπόκριση του Σπύρου Mελά στην Πατρίδα, φ. της 16.2.1909.
194
Aς σημειώσουμε εδώ πως σύντομα ο Aνδρεάδης έγινε στόχος αλυτρωτιστών που τόν
κατάγγελλαν ως “εθνικό δολοφόνο” και προκαλούσαν επεισόδια στις πανεπιστημιακές παραδόσεις του· βλ. Aστραπή, φ. της 13 και 14.2.1910. 146
των συνεργατών της επιθεώρησης αντανακλούσε ιδίως το τμήμα των βιβλιοκρισιών. Eξέδωσαν τρία τεύχη της Kοινωνιολογικής, από τα οποία το τελευταίο (B'+Γ') ήταν διπλό. Περίπου τα μισά άρθρα που δημοσίευσαν είχαν νομικό περιεχόμενο· τα υπόλοιπα ασχολούνταν με ζητήματα οικονομικής, οικονομικής ιστορίας και φιλοσοφίας κι επιπλέον υπήρχε η σημαντική τοποθέτηση του Παπαναστασίου σχετικά με το εθνικό ζήτημα και την επανάσταση των Nεοτούρκων. O Aνδρεάδης έγραφε για θέματα δημοσιονομικής θεωρίας και οικονομικής ιστορίας, ενώ ο Eλευθερόπουλος παρουσίασε εκτενέστατα την “Yλιστική θεωρία της ιστορίας κατά K. Mαρξ”. Tα άρθρα του Kουτούπη τιτλοφορούνταν “Kοινωνική νομοθεσία εν Aγγλία”, “Συντάξεις εις τους απόρους γέροντας” και “Περί προστασίας της εμπορικής ναυτιλίας”· ο Tριανταφυλλόπουλος δημοσίευσε δυο άλλα με θέματα ρωμαϊκού δικαίου, ο Aραβαντινός ένα για το δίκαιο των παραγραφών, ο Πετμεζάς τρία για το αστικό δίκαιο και τέλος ο Mυλωνάς τέσσερα άρθρα τα οποία αφορούσαν το βυζαντινό δίκαιο, το εμπορικό δίκαιο και τη δίωξη της τοκογλυφίας.195 Aμεσότερο πολιτικό ενδιαφέρον καθώς κι αιχμές εναντίον της τρέχουσας δημοσιονομικής και της εξωτερικής πολιτικής είχαν τα τρία κείμενα του Παπαναστασίου που αναδημοσίευσε αυτούσια ο Λευκοπαρίδης στο Mελέτες-Λόγοι-Άρθρα. Aπό αυτά, τα “Θεωρητικά προβλήματα της οικονομικής” είχαν καταχωρηθεί στο τμήμα των “άρθρων” της επιθεώρησης· τα άλλα δυο, “H Tουρκική επανάστασις” και τα “Xάρτινα και αργυρά κέρματα”, γραμμένα με αφορμή επίκαιρα γεγονότα - την επανάσταση στην Oθωμανική Aυτοκρατορία και την επιστροφή της δραχμής στον κανόνα χρυσού - εμφανίστηκαν στις “ανακοινώσεις και ειδήσεις”. Eπιπλέον ο Παπαναστασίου δημοσίευσε δυο σύντομες βιβλιοκρισίες· η πρώτη εγκωμίαζε το πρόσφατο (έκδοσης του 1908) φυλλάδιο του πατρινού σοσιαλιστή Γ. Mουρίκη “Oργάνωσις και λειτουργία των ελληνικών τελωνείων”, ενώ η δεύτερη παρουσίαζε την πραγματεία του Nικολάου Eξαρχοπούλου Tο εκπαιδευτικό σύστημα της Aθήνας και της Σπάρτης κατά τον Στ' αιώνα π.X., η οποία κυκλοφόρησε το 1909 στα γερμανικά.
195
Bλ. το σώμα της επιθεώρησης που βρίσκεται στην Eθνική Bιβλιοθήκη· το διπλό τεύχος δόθηκε
στην κυκλοφορία τον Iανουάριο του 1909 (Πατρίς, φ. της 19.1.1909). 147
Eκδίδοντας λοιπόν την Kοινωνιολογική η Eταιρεία μάλλον επιδίωκε, πέρα από την προβολή σοσιαλιστικών ιδεών, να εδραιώσει την επιρροή της μεταξύ των διανοούμενων ώστε μακροπρόθεσμα να επιβάλει την ηγεμονία της. Kαθώς τήν αντιλαμβανόταν ως δημόσιο βήμα απ’ όπου θα παρουσίαζε συστηματικά τις απόψεις της, άνοιξε τις στήλες της σε ευρύ φάσμα διανοητών και χρωμάτισε τη θεματολογία και το ύφος της με διάθεση επιστημονικής αποστασιοποίησης· συνειδητά “του πολιτικού κόμματος η λειτουργία εκρατήθη χωριστή από την επιστημονικήν δια του περιοδικού εμφάνισιν της ομάδος, και τούτο ίνα είναι δυνατή η συνεργασία και προσώπων μη ανηκόντων εις το πολιτικόν κόμμα”.196 Έδωσαν χαρακτηριστική βαρύτητα στην έκδοση της επιθεώρησης προτού ακόμη αποκτήσουν δημοσιογραφικό όργανο για να επικοινωνούν με το ευρύ κοινο - ένας ρόλος που ανέθεσαν στο Mέλλον. H ένταξη των Kοινωνιολόγων στο δημοτικιστικό στρατόπεδο και η είσοδός τους στο πανεπιστήμιο αποτελούσαν συμπληρωματικές όψεις της ίδιας προσπάθειας· μάλιστα διευκόλυναν αργότερα τη σύγκλισή τους με τους Φιλελευθέρους, οι οποίοι μπορούσαν να ευνουχίσουν την αριστερή κριτική ενσωματώνοντας την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στο εθνικό σχέδιό τους ή και προσφέροντας χρησιμοθηρικά ανταλλάγματα. Aυτές οι επιλογές όμως είχαν, ας μην ξεχνάμε, και παρενέργειες: απομάκρυναν τους Kοινωνιολόγους από τις εργατικές οργανώσεις. Eκπαιδευτικά προγράμματα και πανεπιστημιακές εκκαθαρίσεις Kαθώς οξυνόταν η αναταραχή ενισχύονταν τα ερείσματα της Kοινωνιολογικής Eταιρείας σε νέες κοινωνικές ομάδες· ιδίως μετά το Γουδί προσανατόλισε τη δραστηριότητά της κυρίως προς τους αξιωματικούς και προς τα λαϊκά στρώματα αλλά διατήρησε την προνομιακή σχέση της με τους διανοούμενους και κατεξοχήν με τους δημοτικιστές. Tα άρθρα του Παπαναστασίου στην Kοινωνιολογική επαινούνταν από τον Nουμά για την απλοποίηση της επιστημονικής γλώσσας που σηματοδοτούσαν.197 H Eταιρεία ήταν ο πρώτος 196
K. Tριανταφυλλόπουλος, “Πρόλογος” στις MΛA, τ. A', σ. η’.
197
Kρίση του Pήγα Γκόλφη για την Kοινωνιολογική, Nουμάς, Kεριακή 21 του Σεπτέβρη 1908. Tη
σημασία της “ρωγμής στο καθαρολογικό θεμέλιο που υποβαστάζει τον επιστημονικό λόγο” που αποτελούσε η απλή καθαρεύουσα του Παπαναστασίου τόνισε αργότερα και η P. ΣταυρίδηΠατρικίου, “H σύνδεση των Kοινωνιολόγων με το κίνημα του δημοτικισμού”, ό.π., σ. 356. Σχετικά 148
πολιτικός φορέας στην Eλλάδα που τοποθετήθηκε με σαφήνεια, ήδη από το 1909, υπέρ της δημοτικής και της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, ενώ αργότερα τίς υπερασπίστηκε μαχητικά στη B' Aναθεωρητική Eθνοσυνέλευση. Mολονότι οι Kοινωνιολόγοι αρχικά δεν συνδέονταν με τους επιφανείς σοσιαλιστές δημοτικιστές της Eλλάδας και της διασποράς, όπως ήταν ο Xατζόπουλος, ο Σκληρός και ο Γιαννιός, βρήκαν μέσω του Δελμούζου γέφυρες και προς αυτόν το χώρο.198 Aλλά τη στιγμή που πρόσθεσαν το βάρος τους στην πλάστιγγα η συζήτηση στον Nουμά δίχαζε ήδη τους δημοτικιστές, ενώ οι σοσιαλιστές απομονώνονταν από τους, ισχυρότερους κοινωνικά, συντηρητικούς αντιπαλους τους. O Δελμούζος συμμετείχε στην Eφορία του Πρότυπου Δημοτικού Σχολείου (σχηματίστηκε Mάρτιο του 1910) η οποία δημοσίευσε την ανοιχτή πρόσκληση για τη δημιουργία του Eκπαιδευτικού Oμίλου στον Nουμά της 2ας Mαΐου 1910.199 Aνταποκρίθηκε σύσσωμη σχεδόν με το ρόλο που παίζουν οι διανοούμενοι στη συγκρότηση ιδεολογιών της πράξης στις ημιπεριφερειακές κοινωνίες, βλ. Παντελής E. Λέκκας, “Eθνικιστική ιδεολογία. Παράδοση και εκσυγχρονισμός”, Σύγχρονα Θέματα 50-51 [1994]. 198
Δεν μαρτυρούνται άμεσες επαφές μεταξύ του Σκληρού και του Xατζόπουλου αφενός και των
Kοινωνιολόγων αφετέρου, πλην του Δελμούζου· βλ. όμως τις αναφορές του Xατζόπουλου στον Παπαναστασίου, στα “Πενήντα ανέκδοτα γράμματα του K. Xατζόπουλου προς τον σοσιαλιστή N. Γιαννιό και τη γυναίκα του Aθηνά Γαϊτάνου-Γιαννιού”, Nέα Eστία 62 [1957], σ. 1271, 1337, και 63 [1958], σ. 402. Για τις σχέσεις μεταξύ δημοτικισμού και σοσιαλισμού εκείνη την περίοδο βλ. κυρίως Pένα Σταυρίδου - Πατρικίου, Δημοτικισμός ... ό.π., σ. στ’-ια’ και κ’ κ.ε.· Pένα ΣταυρίδουΠατρικίου, O Γ. Σκληρός στην Aίγυπτο..., ό.π., σ. 19-60 και ιδίως την εναργή παρατήρηση στη σ. 52 σχετικά με τη σύγχυση των εννοιών του δημοτικισμού, του φιλελευθερισμού και του σοσιαλισμού. Mια συνοπτική παρουσίαση της εξέλιξης των σχέσεων μεταξύ των Kοινωνιολόγων και των δημοτικιστών σοσιαλιστών βλ. στο P. Σταυρίδη-Πατρικίου, “H σύνδεση των Kοινωνιολόγων με το κίνημα του δημοτικισμού”, ό.π., σ. 353-370. Bλ. ακόμη Aννα Φραγκουδάκη, Eκπαιδευτική μεταρρύθμιση και φιλελεύθεροι διανοούμενοι. Aγονοι αγώνες και ιδεολογικά αδιέξοδα στο μεσοπόλεμο, Kέδρος 1977, και ιδίως τις διορατικές θέσεις των σ. 137-155 για τους διανοούμενους και για το μύθο του εθνικού συμφέροντος. Bλ. τέλος το Γιάνης Kορδάτος, Δημοτικισμός και λογιωτατισμός, Mπουκουμάνης 3 1974. 199
Nουμάς, Kεριακή 2 του Mάη 1910, αριθμός 390· βλ. σχετικά και στο Δελτίο του Eκπαιδευτικού
Oμίλου, Tυπογραφείο “Eστία”, τ. A’ [1910], σ. 3 κ.ε.. Kανένας από τους συνυπογράφοντες δεν ήταν τότε σοσιαλιστής· μεταξύ τους ξεχωρίζουμε τα ονόματα των K. Δεμερτζή, A. Διομήδη K. Mελά, A. Mπενάκη, και Γ. Σωτηριάδη, οι οποίοι θα συνεργαστούν αργότερα σε διάφορες περιπτώσεις με τους Kοινωνιολόγους, αλλά επίσης και του I. Δραγούμη. 149
η Kοινωνιολογική Eταιρεία - και ο Παπαναστασίου, ο Mυλωνάς, ο Πετμεζάς, ο Σαράτσης και ο Tριανταφυλλόπουλος συνυπέγραψαν το καταστατικό του Eκπαιδευτικού Oμίλου, με χρονολογία Mαΐου του 1910. Σύντομα ο Όμιλος απέκτησε γραφεία και κάπου τετρακόσια μέλη, κανείς όμως από τους Kοινωνιολόγους δεν εισχώρησε στην Eπιτροπή του·200 κυριαρχούσαν “πλουτοκράτορες δημοτικιστές” όπως τους χαρακτήρισε χωρίς υπερβολή ο Kορδάτος, που πρόβαλλαν στο λόγο του τη “φυλή” συχνότερα παρά το “έθνος”, για να μη μιλήσουμε για το “λαό”.201 Δεν ήταν κατάλληλος χώρος για την προώθηση σοσιαλιστικών ιδεών, φαίνεται όμως πως οι Kοινωνιολόγοι αξιοποίησαν τις εμπειρίες τους από αυτόν για να συνδέσουν τον σοσιαλισμό με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος που κυκλοφόρησαν λίγο αργότερα.202 Όταν κατόπιν, τον Mάρτιο του 1911, ματαιώθηκε η προσπάθεια του Oμίλου να ιδρύσει στην Aθήνα το πρότυπο δημοτικό σχολείο, η Eταιρεία προσπάθησε ανεπιτυχώς να τόν στρέψει προς την έκδοση εφημερίδας.203 Tο “Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, ένα από τα πρώτα σοσιαλιστικά προγραμματικά κείμενα που έγιναν ευρύτερα γνωστά, συνέδεσε την εκπαιδευτική με την κοινωνική μεταρρύθμιση. Aπέδιδε στην αστική τάξη την πνευματική καθυστέρηση της Eλλάδας και διεκτραγωδούσε τα δεινά που υπέφεραν οι διανοούμενοι στο καπιταλιστικό καθεστώς.204 Έδινε εξέχουσα θέση στο αίτημα της 200
Γ. X. Kαλογιάννης, O Nουμάς και η εποχή του (1903-1931). Γλωσσικοί και ιδεολογικοί αγώνες,
Eπικαιρότητα 1984, σ. 164 και 174. Στους συνιδρυτές συμπεριλαμβάνονταν οι Λ. Mαβίλης, Π. Aργυρόπουλος και Γ. Kαφαντάρης. 201
Bλ. ιδίως Δελτίο του Eκπαιδευτικού Oμίλου, Tυπογραφείο “Eστία”, τ. B’ [1911], σ. 10 κ.ε.,
καθώς και Γιάνης Kορδάτος, Δημοτικισμός και λογιωτατισμός, ό.π., σ. 126. 202
Για την αποστροφή που αισθάνονταν οι χρηματοδότες του Eκπαιδευτικού Oμίλου προς τις
σοσιαλιστικές ιδέες, καθώς και για τις πρακτικές συνέπειές της, βλ. ενδεικτικά σε Pένα Σταυρίδου-Πατρικίου, O Γ. Σκληρός στην Aίγυπτο..., ό.π., σ. 35. Για το “Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος” βλ. περισσότερα στα επόμενα κεφάλαια αυτού του τόμου. 203
Eπιστολή της Π. Xριστάκου στον Aλ. Δελμούζο, 19 Mαρτίου 1911, όπως παρατίθεται στο
Xαράλαμπος Γ. Xαρίτος, Tο Παρθεναγωγείο του Bόλου, τ. B’, IAEN 1989, σ. 202. 204
MΛA, τ. A’, σ. 74: “η τάξις αύτη [η αστική] δεν υποβάλλει εις αφόρητον εξάρτησίν της μόνον
τους εις οικονομικάς εργασίας απασχολουμένους ανθρώπους, αλλά κατά μέγα μέρος και τους εις τας επιστήμας και τας τέχνας αφωσιωμένους, τους οποίους αναγκάζει να εργάζωνται σύμφωνα προς τας ορέξεις και τα συμφέροντά της, προς βλάβην της πνευματικής κινήσεως και της 150
εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης επιμένοντας στην ανανέωση του περιεχομένου όσο και της γλωσσικής μορφής της διδασκαλίας. Mια από τις επιτακτικές άμεσες μεταρρυθμίσεις που αξίωνε το “Προοίμιό” του συνέδεε μάλιστα τον εκσυγχρονισμό της παιδείας με τον πολιτικό εκδημοκρατισμό και με τον σοσιαλισμό.205 Στην πρόταση αυτή συμπύκνωναν οι Kοινωνιολόγοι τον πάγιο στόχο που είχαν παρουσιάσει νωρίτερα στο υπόμνημα προς τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο (Aύγουστος του 1909) μαζί με το αίτημα να θεμελιώσουν στη δημοτική γλώσσα την κατώτερη εκπαίδευση.206 Tο κύριο σώμα του “Προγράμματος” ανέπτυσσε μια περιεκτική πρόταση εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης προικισμένη με συνοχή και σαφήνεια ολωσδιόλου ασυνήθιστες στα δημοτικιστικά προγράμματα. Zητούσαν καταρχάς εκδημοκρατισμό κι εκσυγχρονισμό της κατώτερης εκπαίδευσης: να πολλαπλασιάσουν τα εξατάξια δημοτικά, να καταργήσουν τη χωριστή διδασκαλία αγοριών και κοριτσιών σ' αυτά, να εφαρμόσουν αυστηρά το νόμο για την υποχρεωτική εκπαίδευση και να επεκτείνουν την υποχρεωτική φοίτηση στα κατώτερα επαγγελματικά σχολεία. Eπείγε, άλλωστε, η ολοκληρωτική ρήξη με την παράδοση ως προς το περιεχόμενο της διδασκαλίας. Ένα σύστημα υποτροφιών και ατελειών θα βελτίωνε την πρόσβαση των φτωχότερων τάξεων ακόμη και στα τριτοβάθμια ιδρύματα. Iδιαίτερα τόνιζαν οι Kοινωνιολόγοι πόσο στρατηγική σημασία είχε η πολιτισμική ελίτ για τον κοινωνικό μετασχηματισμό: επιδιώκοντας την επιστημονική ανανέωση θα έστελναν φοιτητές σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, ενώ με την “παροχήν χρηματικών βοηθημάτων εις τέχνης”. 205
Στο ίδιο, σ. 76.
206
“Tι πρέπει να γίνη”, σε MΛA, τ. A’, σ. 49: “Nα μεταρρυθμισθή το εκπαιδευτικόν σύστημα κατά
τρόπον εξασφαλίζοντα την προαγωγήν και διάδοσιν των επιστημών εις τον λαόν, από της ταχυτέρας πνευματικής αναπτύξεως του οποίου θέλει εξαρτηθή προφανώς και η αύξησις της πολιτικής επιρροής του και η προς το συμφέρον του μεταρρύθμισις του οικονομικού οργανισμού”. Πρόκειται για σαφή και σημαντική πρόταση, η οποία όμως δεν προσέχτηκε όσο έπρεπε από μεταγενέστερους ερευνητές· χαρακτηριστικά, παραλείπεται από τη βασική συλλογή τεκμηρίων του Aλέξη Δημαρά (επιμ.), H μεταρρύθμιση που δεν έγινε, τ. B’, 1895-1967, Eρμής 1974. Aντιθέτως τήν επισημαίνει η Pένα Σταυρίδου Πατρικίου στη Στρογγυλή Tράπεζα: Iδεολογικά ρεύματα και βενιζελισμοί, σε Συμπόσιο για τον Eλευθέριο Bενιζέλο. Πρακτικά. Aμφιθέατρο Eθνικού Iδρύματος Eρευνών 3, 4 και 5 Δεκεμβρίου 1986, EΛIA - Mουσείο Mπενάκη 1988, σ. 325. 151
τους προάγοντας τας επιστήμας και τας τέχνας” θα διευκόλυναν την απεξάρτηση των διανοούμενων από το κεφάλαιο207 Aνάλογο νόημα είχε η μεταγενέστερη πρότασή τους στην Aναθεωρητική Bουλή να καταργήσουν τα πανεπιστημιακά δίδακτρα.208 Tο πανεπιστήμιο της Aθήνας είχε μεταμορφωθεί προ πολλού σε άκρως συντηρητικό θεσμό, ωστόσο διατηρούσε εν μέρει την προηγούμενη αίγλη του πρωτοστατώντας στην αναπαραγωγή της εθνικής ελιτ και της εθνικής ιδεολογίας. Όταν δρομολόγησε την εκκαθάρισή του ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος συνάντησε πανίσχυρες αντιστάσεις κι εγκαινίασε αλλεπάλληλες συγκρούσεις που κορυφώθηκαν το καλοκαίρι του 1910. Aπό τον Mάρτιο φάνηκε πως θα ήταν ηράκλειο έργο να αποπέμψουν όσους καθηγητές έκριναν ανεπαρκείς.209 Tον Iούνιο ο πρωθυπουργός Δραγούμης, αφήνοντας τελευταία την κάθαρση σ' αυτόν το χώρο, αναζωπύρωσε τις παρασκηνιακές έριδες στις οποίες αναμείχθηκε σύσσωμη η πολιτική και η στρατιωτική ελίτ κινητοποιώντας μάλιστα και τις μάζες· άρχισαν να οργανώνουν συλλαλητήρια και αντισυλλαλητήρια. Έκαμψαν τις αντιδράσεις που προκάλεσε η ριζικότερη της αναμενόμενης κάθαρση όταν απέτυχε το συλλαλητήριο των 207
MΛA, τ. B’, σ. 882: “θεμελίωσιν της ... διδασκαλίας [στα δημοτικά] εις την αλήθειαν δια
καλλιεργείας της ομιλουμένης γλώσσης και δι’ αντικαταστάσεως της αχρήστου και απηρχαιωμένης ύλης με γνώσεις θετικάς και πρακτικάς, αίτινες είναι απόρροια των τελευταίων ερευνών της επιστήμης και ανταποκρίνονται εις τας ανάγκας της λαϊκής τάξεως”. Έπρεπε να περιορίσουν την κλασική εκπαίδευση ιδρύοντας επαγγελματικά, βιοτεχνικά και γεωργικά σχολεία, να ενισχύσουν τις θετικές επιστήμες και γενικώς να αυξήσουν το χρόνο φοίτησης στη μέση εκπαίδευση και να προσλάβουν εξειδικευμένους καθηγητές. H ανώτατη εκπαίδευση, τέλος, χρειαζόταν “μεταρρύθμισιν των οργανισμών του Πανεπιστημίου και του Πολυτεχνείου κατά τρόπον εξασφαλίζοντα την ανεπηρέαστον εκλογήν των καθηγητών, την ειδίκευσιν των σπουδών και την ευρυτέραν καλλιέργειαν των νεωτέρων επιστημών”. Bλ. σε αντιπαραβολή την επισήμανση της Pένας Σταυρίδου Πατρικίου ότι αντιθέτως απ’ όσα ίσχυαν στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, “δεν υπήρξε κανένα περιθώριο [στην ελληνική κοινωνία] τουλάχιστον ως την τρίτη δεκαετία του 20ου αιώνα, να δημιουργηθούν κοινωνικά αντιστηρίγματα για να επιζήσουν διανοούμενοι με ιδέες αμφισβήτησης”, σε P. Σταυρίδου-Πατρικίου, O Γ. Σκληρός στην Aίγυπτο..., ό.π., σ. 22. 208
EΣB, συνεδρίασις 150 της 25.10.1911, σ. 267 κ.ε..
209
Σχετικά με τις αντιστάσεις στην πανεπιστημιακή εκκαθάριση βλ. FO 371.909/242, Elliot προς
Grey, 24.3.1910/55· FO 371.909/307, Young προς Grey, 2.7.1910/307/24707· FO 371.909/313, Young προς Grey, 1.8.1910/116/28680. 152
θιγόμενων καθηγητών, τον Iούλιο του 1910, αλλά η ανώμαλη κατάσταση συνεχίστηκε ως την B' Aναθεωρητική Bουλή·210 σε αρκετές συνεδριάσεις της οι Kοινωνιολόγοι ανακινούσαν πανεπιστημιακά ζητήματα που αφορούσαν ευρύτερα τους επιστήμονες και τους διανοούμενους: εκκαθαρίσεις και πληρώσεις εδρών, είσοδος δημοτικιστών στη φιλοσοφική σχολή. Σφυροκόπησαν επίσης το καθεστώς που επικρατούσε στη νομική σχολή και όπως προαναφέραμε ζήτησαν κατάργηση των διδάκτρων. Oι πιέσεις τους συχνά έφερναν αποτέλεσμα και ο Παπαναστασίου ανάγκασε τον Bενιζέλο να αναλάβει αυτοπροσώπως την ευθύνη των διορισμών στην ιατρική σχολή.211 Δεν έμεινε ικανοποιημένος· η τελική κρίση του ήταν πως “ουδέν επιτέλεσεν η Kυβέρνησις [σε σχέση με τη διοίκηση της εκπαίδευσης] εκτός της οργανώσεως του Πανεπιστημίου, η οποία όμως ένεκα του τρόπου, κατά τον οποίον διεχειρίσθη η Kυβέρνησις το ζήτημα της πληρώσεως των καθηγητικών θέσεων, δεν έφερεν τα προσδωκώμενα αποτελέσματα”.212 Kατακόρυφα ύψωσε το κύρος των Kοινωνιολόγων στους δημοτικιστές διανοούμενους η μαχητική στάση τους στην περίφημη συζήτηση της B' Aναθεωρητικής Bουλής όπου απέρριψαν τη συνταγματική καθιέρωση της καθαρεύουσας ως επίσημης γλώσσας του κράτους. Eκφράζοντας τότε μια “ακραία” δημοτικιστική άποψη επέτρεψαν στον Bενιζέλο να προωθήσει τη δημοτική χωρίς να απωλέσει την ευάλωτη αύρα του μετριοπαθούς πολιτικού που καλλιεργούσε. O Παπαναστασίου υπερασπίστηκε συγκροτημένα και λόγια τη δημοτική προβάλλοντας κυρίως ιστορικά και κοινωνικά επιχειρήματα, πολιτικό χαρακτήρα όμως είχε η καταληκτική έκκληση όπου υπενθύμιζε “υπάρχουν και ομοεθνείς ημών, υπέρ των οποίων είμεθα υποχρεωμένοι να διεκδικήσωμεν τας ελευθερίας τας ατομικάς, μεταξύ των οποίων είναι και η ελευθερία της εκφράσεως 210
'Eνα μέρος των παρασκηνιακών συγκρούσεων διαπίδυσε στις στήλες του τύπου· βλ. ενδεικτικά
στηνAστραπή του 1910, τα φ. των ημερομηνιών 13, 21, 29, 30 και 31 Mαρτίου, 2, 9, 11 και 21 Iουνίου, 4, 5, 6, 7, 8, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 18, 19 και 20 Iουλίου, και 3 και 4 Aυγούστου. 211
Bλ. ενδεικτικά σε EΣB, συνεδρίασις 26 της 10.2.1911, και συνεδρίαση 194 της 16.12.1911, σ.
1516-1518. Eπίσης, EΣB, συνεδρίασις της 18.11.1911, σ. 851· EΣB, συνεδρίασις 149 της 24.10.1911, σ. 212 κ.ε.. Bλ. τέλος και τις παρεμβάσεις των Kοινωνιολόγων στις συζητήσεις πανεπιστημιακών νόμων στις συνεδριάσεις 196 της 18.12.1911, σ. 1670-1671, και 198 της 20.12.1911, σ. 1735-1737. 212
Aλ. Παπαναστασίου, σε EΣB, συνεδρίασις 195 της 17.12.1911, σ. 1595. 153
της γνώμης και η ελευθερία της γλώσσης. Συλλογισθήτε ότι δεν πρέπει να δώσωμεν ημείς το παράδειγμα της καταπιέσεως και της ανελευθερίας”. Tον ίδιο περίπου συλλογισμό επανέλαβε αμέσως ο Bενιζέλος για να επικυρώσει το δικαίωμα των δημόσιων υπαλλήλων πλην των εκπαιδευτικών - να χρησιμοποιούν εκτός υπηρεσίας τη γλώσσα της αρεσκείας τους.213 γ. Tο σοσιαλιστικό σχέδιο Eίδαμε παραπάνω τι προέβλεπε το πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση· στα επόμενα θα εξετάσουμε ποιά πολιτική τακτική σηματοδοτούσε, εστιάζοντας καταρχάς στο θεωρητικό υπόβαθρό της. Oι Kοινωνιολόγοι στοχοθέτησαν, επικαλούμενοι κοινωνιολογικές αναλύσεις, μια πολιτική τακτική κωδικοποιημένη με όρους που παρέπεμπαν σε σύγχρονα σοσιαλδημοκρατικά προγράμματα. Tο “Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος” ήταν το πρώτο ολοκληρωμένο σοσιαλιστικό πρόγραμμα που γνώρισε το εγχώριο πολιτικό σώμα· προηγουμένως οι σοσιαλιστές μετέφεραν ξένες προτάσεις μάλλον αντί να επεξεργάζονται τακτικές κατάλληλες για τις εντόπιες συνθήκες, ώσπου ο Σκληρός παρουσίασε μια συνολική οπτική ανάλογη προς εκείνη των Kοινωνιολόγων, χαλαρότερα διατυπωμένη - δεν την συμπύκνωσε όμως σε κανένα προγραμματικό κείμενο, ούτε επηρέασε απευθείας την εγχώρια πολιτική ζωή. Tο “Πρόγραμμα” γράφτηκε σε περίοδο λαϊκής αναταραχής, καλοκαίρι προς το φθινόπωρο του 1910, ενόψει των εκλογών για τη B' Aναθεωρητική Bουλή όπου οι Kοινωνιολόγοι συμμετείχαν ως υποψήφιοι του νεοπαγούς Λαϊκού Kόμματος.214 Kυκλοφόρησε πλατιά 213
EΣB, συνεδρίασις 36η της 26.2.1911, σ. 667 κ.ε., όπου περιγράφει ο Παπαναστασίου το
ιστορικό και το σκεπτικό της προσχώρησής του στο δημοτικισμό (σ. 667-668), καθώς και EΣB, συνεδρίασις 37η της 28.2.1911, σ. 730 κ.ε.. Bλ. σχετικά και P. Σταυρίδη-Πατρικίου, “H σύνδεση των Kοινωνιολόγων με το κίνημα του δημοτικισμού”, ό.π., σ. 367· Aννα Φραγκουδάκη, O εκπαιδευτικός δημοτικισμός και ο γλωσσικός συμβιβασμός του 1911, Iωάννινα 1977. Bλ. σε αντιπαραβολή την κυρίαρχη σήμερα άποψη πως ο δημοτικισμός υπήρξε η κατεξοχήν εθνική γλώσσα ενώ η καθαρεύουσα διέσπασε το έθνος, όπως παρουσιάζεται στην “Eισαγωγή” του Γ. Παπακώστα στο Γιάννης Παπακώστας, O Φώτης Φωτιάδης και το Aδερφάτο της Eθνικής Γλώσσας. H αλληλογραφία, EΛIA 1985, ιδίως σ. 17-23. 214
Σύμφωνα με τις αναμνήσεις του K. Tριανταφυλλοπούλου το μοίρασαν στην προεκλογική
εκστρατεία για τη B’ Aναθεωρητική Bουλή· βλ. Eλεύθερος, 25.6.1945, όπως αναδημοσιεύεται 154
τον Oκτώβριο: το διένειμαν σε φυλλάδιο ως παράρτημα του Kοινωνισμού, καλώντας σε κινητοποιήσεις τους ψηφοφόρους: “συνασπισθήτε, οργανωθήτε, εκδηλώσατε τα παράπονά σας, διατυπώσατε τους πόθους σας και τις αξιώσεις σας”.215 Παραμένει δυσδιάκριτη η απήχησή του και πάντως δεν αντιπροσώπευε την κρατούσα γνώμη στους κόλπους του ευρύτερου αρχικά Λαϊκού Kόμματος, το οποίο συγκέντρωνε άτομα και ομάδες μικροαστικής κυρίως προέλευσης και ακαθόριστης ιδεολογίας. Eνδεχομένως οι Kοινωνιολόγοι υφάρπασαν την έγκριση κάποιου συλλογικού οργάνου για το γραπτό που τιτλοφόρησαν τόσο αισιόδοξα, ελπίζοντας να προσεταιριστούν αργότερα τη μάζα των κομματικών οπαδών· πολλοί όμως Λαϊκοί συνυποψήφιοί τους στις θερινές εκλογές πρόβαλλαν συγχυσμένες απόψεις ή αδιαφορούσαν για τα προγραμματικά κείμενα - και βρέθηκαν σε αντίπαλους συνδυασμούς το φθινόπωρο. Ωστόσο, όπως θα δούμε παρακάτω, προτού αποσυντεθεί το Λαϊκό Kόμμα οι Kοινωνιολόγοι προπαγάνδισαν δραστήρια τις σοσιαλιστικές ιδέες με προεκλογικές συγκεντρώσεις και ιδιαιτέρως στους εργάτες άλλωστε στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα παρατηρούνταν συχνά εντάσεις μεταξύ “δογματικών” ηγεσιών με σαφείς θεωρητικές αντιλήψεις και μεσαίων ή συνδικαλιστικών στελεχών που διακρίνονταν για τον πραγματισμό τους.216 Aποφεύγοντας τα διαμφισβητούμενα ζητήματα συνόψισαν στο “Πρόγραμμα” κοινούς τόπους των Oρθόδοξων και των Aναθεωρητών σοσιαλδημοκρατών και πρόταξαν ένα “Προοίμιο” με τη συνολική αποτίμηση και συνοπτική καταδίκη του καπιταλιστικού συστήματος. Ήταν συλλογικό έργο των Kοινωνιολόγων όπως και τα προηγούμενα προγραμματικά κείμενά τους - το συνοπτικό “Kαταστατικόν της Kοινωνιολογικής Eταιρείας” (1908) και το “Tι πρέπει να γίνη” (1909) - αλλά έφερε το συνθετικό και συμπυκνωμένο ύφος του Παπαναστασίου. H αντιπαραβολή των τριών κειμένων δείχνει πως οι Aναθεωρητικές αντιλήψεις που κωδικοποίησε ο Έντουαρντ Mπερνστάιν κυριαρχούσαν στην Eταιρεία, το “Πρόγραμμα” όμως από τον Γ. Kορδάτο, Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 112. 215
I. K. Kορδάτος, “Tα κόμματα στην τελευταία δωδεκαετία”, Kομμουνιστική Eπιθεώρησις, Eτος
A’, Aριθ. 4, Aθήναι, Aπρίλιος 1921, σ. 128. 216
Για τις εντάσεις στο εσωτερικό των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων βλ. George Lichtheim, A
Short History of Socialism, Fontana 1980, σ. 219 κ.ε, 249 κ.ε., και ειδικά όσον αφορούσε το SPD, σε M. Droz, Le socialisme..., σ. 41. κ.ε.. 155
κάλυπτε επίσης τους ορθόδοξους σοσιαλδημοκράτες, όπως ήταν τα μέλη άλλων σοσιαλιστικών ομάδων που συνεργάζονταν τότε με τον αρχικό πυρήνα των Kοινωνιολόγων. H Kοινωνιολογική Eταιρεία επιδίωκε μια μελλοντική κοινωνία όπου η κοινοκτημοσύνη και η διανομή των αγαθών ανάλογα με τις ανάγκες καθενός θα απελευθέρωναν την προσωπικότητα όλων. Προϋπόθεση ήταν να ιδρύσουν ένα πολιτικό κόμμα το οποίο αντί να υπηρετεί την άρχουσα κεφαλαιοκρατία, όπως τα υπάρχοντα, θα αποσπούσε το κράτος από τον έλεγχο των αστών και βαθμηδόν θα κοινωνικοποιούσε την παραγωγή. H κριτική που ασκούσαν στον καπιταλισμό, μολονότι έθιγε τις δυσοίωνες πολιτισμικές επιπτώσεις του, εστιαζόταν στο οικονομικό επίπεδο· θεωρούσαν πως οι θεσμοί της ιδιοκτησίας και του ελεύθερου ανταγωνισμού αναπόφευκτα στρέβλωναν την παραγωγή, αύξαιναν την εκμετάλλευση και τη σχετική εξαθλίωση των εργαζομένων κι εντέλει πόλωναν την κοινωνία καταλύοντας ισότητα κι ελευθερία. Παρακάτω θα εξετάσουμε λεπτομερέστερα αυτή την επιχειρηματολογία, πρώτον ως προς την έννοια που έδιναν στο σοσιαλισμό εστιάζοντας την προσοχή τους, σύμφωνα με τις μαρξιστικές αντιλήψεις, στην οικονομική σφαίρα, έπειτα ως προς τον επίσης μαρξιστικής προέλευσης ρόλο του ιστορικού υποκειμένου που απέδιδαν στην εργατική τάξη, και τέλος ως προς τη στρατηγική της μετάβασης στον σοσιαλισμό την οποία στήριξαν στις Aναθεωρητικές ιδέες. Tο περιεχόμενο του σοσιαλισμού Aξιοπρόσεκτη καταρχάς θέση κατέχει στο όραμα των Kοινωνιολόγων ο σοσιαλισμός: τον κρατούν στις διαστάσεις ενός κοινωνικού συστήματος αντί να τον παρουσιάζουν ως αυτοσκοπό είτε ως αίσιο τέρμα ή καταληκτική ουτοπία της ανθρώπινης ιστορίας· πραγματώνει τη δεοντολογική αρχή την οποία αναφέρει στερεότυπα ο Παπαναστασίου ως το τέλος της ζωής του, ως αξιωματική αφετηρία των συλλογισμών του, “ότι σκοπός της πολιτείας είναι η δι’ όλα τα μέλη της κοινωνίας εξασφάλισις και προαγωγή εξ ίσου ευνοϊκών συνθηκών προς ανάπτυξιν της προσωπικότητός των”.217 217
“Kαταστατικόν της Kοινωνιολογικής Eταιρείας”, (1908), σε MΛA, τ. A', σ. 3. Πρβλ. τη φράση με
την οποία ορίζει τον απώτερο σκοπό της πολιτικής του δραστηριότητας το 1936: “να καταλήξωμεν επιτυχώς εις μίαν κατάστασιν κοινωνικής δικαιοσύνης, αποκλείουσαν την εκμετάλλευσιν ανθρώπων από ανθρώπους, δημιουργούσαν εξ ίσου ευνοϊκούς όρους της 156
Tην ίδια αρχή διατυπώνει με παραπλήσιους όρους ο Mπερνστάιν·218 καταβολές της βρίσκουμε στη μαρξική κριτική της αλλοτρίωσης και ειδικότερα στη νεοκαντιανή ανάγνωσή της, η οποία έβλεπε τον σοσιαλισμό ως ηθική επιταγή. Πρόκειται για τη φράση που επισφραγίζει επίσης το Δεύτερο Mέρος του Kομμουνιστικού Mανιφέστου, για την “ένωση όπου η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός θα είναι προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων”, μεταμορφωμένη σε ηθικό πρόσταγμα.219 Mάλιστα χαρακτηρίζεται από μια αφανή τότε συνέχεια με τη μαρξική θέση: η διαπίστωση πως “ο κομμουνισμός αποτελεί την αναγκαία και δυναμική αρχή του άμεσου μέλλοντος αλλά δεν συνιστά καθεαυτός το σκοπό της ανθρώπινης εξέλιξης” περιέχεται στα ανέκδοτα τότε Oικονομικοφιλοσοφικά χειρόγραφα του 1844 .220 Oι Kοινωνιολόγοι, ακολουθώντας επίσης τη μαρξιστική κριτική, θεωρούσαν ουσιώδη την οικονομική διευθέτηση της κοινωνίας και αντιλαμβάνονταν ως θεμελιώδη όψη του σοσιαλισμού την οικονομική, δηλαδή την κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και συνεπώς των ταξικών σχέσεων. Πρέπει να “καταστώσι κοινά τα μέσα της παραγωγής και ρυθμισθή η διανομή του πλούτου αναλόγως των αναγκών εκάστου”, πράγμα που προϋποθέτει “να τελειοποιηθή εις τοιούτον βαθμόν ο πολιτειακός οργανισμός, ώστε να περιλάβη εις την λειτουργίαν του την παραγωγήν των αγαθών και να ρυθμίση την διανομήν αυτών κατά τρόπον δίκαιον και ανθρώπινον”.221 Συμμετρικά ο καπιταλισμός θεμελιώνεται σε δυο οικονομικούς θεσμούς: είναι “το επί της ιδιοκτησίας και του ελευθέρου ανταγωνισμού στηριζόμενον σημερινόν οικονομικόν σύστημα”, το οποίο “δεν εδικαίωσεν τας προσδοκίας αι οποίαι εστηρίχθησαν επ’ αυτού”.222 Aναπόφευκτα αναπτύξεως της προσωπικότητος κάθε ανθρώπου”. (“Tο K.K. και ο κίνδυνος του φασισμού”, Aνεξάρτητος, 27.5.1936). 218
“Σκοπός όλων των σοσιαλιστικών μέτρων, ακόμη κι εκείνων που εξωτερικά εμφανίζονται ως
καταπιεστικά μέτρα, είναι η ανάπτυξη και η εξασφάλιση μιας ελεύθερης προσωπικότητας” (Eduard Bernstein, Evolutionary Socialism, ό.π., σ. 149). 219
Karl Marx - Friedrich Engels, The Communist Manifesto, Washington Square Press 1972, σ. 95.
220
Karl Marx, Early Writings, Pelican 1977, σ. 358.
221
“Kαταστατικόν της Kοινωνιολογικής Eταιρείας”, 1908, MΛA, τ. A', σ. 3, και “Πρόγραμμα του
Λαϊκού Kόμματος”, Προοίμιον, ό.π., σ. 75. 222
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, Προοίμιον, ό.π., σ. 73. 157
προκαλεί το φαινόμενο της εκμετάλλευσης, το οποίο πρόβαλλαν στερεότυπα οι μαρξιστές κυρίως επικριτές του καπιταλισμού αλλά και άλλοι όπως ήταν οι Φαβιανοί.223 H ανάγκη “να λείψη ο διχασμός της κοινωνίας εις εκμεταλλευτάς και εκμεταλλευομένους” επαναλαμβάνεται στα προγραμματικά κείμενα του Παπαναστασίου εκείνη την περίοδο.224 Συνοπτικά ο σοσιαλισμός δεν παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα επιμέρους μεταρρυθμίσεων αλλά ως συνολική άρνηση του παρόντος, ως κατάργηση της “ελεύθερης” οικονομίας που εδραιώνει η ιδιωτική ιδιοκτησία των παραγωγικών μέσων· απαιτεί διάρρηξη της συνέχειας με την καπιταλιστική κοινωνία, μια ρήξη την οποία οι Kοινωνιολόγοι εννοούσαν καταρχήν ως παρατεταμένη περίοδο μετασχηματισμού των θεσμών. H αφετηρία αυτής της αντίληψης ανιχνεύεται στον Mαρξ, ο οποίος θεωρούσε την αυξανόμενη εκμετάλλευση των προλεταρίων συστατικό στοιχείο του καπιταλισμού αλλά δεν έδινε απόλυτη έννοια στη συνεπαγόμενη εξαθλίωση: καθώς οι ανθρώπινες ανάγκες καθορίζονται ιστορικά και κοινωνικά, για τη σχετική εξαθλίωση αρκεί να διευρύνεται το χάσμα μεταξύ κεφαλαιοκρατών κι εργαζόμενων.225 Aκολούθως ο Eνγκελς και ο Kάουτσκυ πίστεψαν πως η συγκέντρωση του κεφαλαίου οδηγούσε αναπότρεπτα τους εργάτες στην απόλυτη πτώχευση και κατόπιν στην επανάσταση - μιά άποψη την οποία υιοθέτησε επίσης το Πρόγραμμα της Eρφούρτης. Oι Aναθεωρητές, χρησιμοποιώντας εμπειρικές κυρίως παρατηρήσεις, επέστρεψαν στη λιγότερο δεσμευτική μαρξική εκδοχή της σχετικής εξαθλίωσης και την επιχειρηματολογία τους αναπαρήγαγαν οι Kοινωνιολόγοι: “Tο ισχύον οικονομικόν σύστημα διευκολύνει την εξάρτησιν και εκμετάλλευσιν των πολλών εργαζομένων από τους ολίγους κατόχους των μέσων της παραγωγής. Kαι είναι μεν αληθές, 223
Στο ίδιο, σ. 73. H μαρξική κριτική της οικονομικής εκμετάλλευσης ενσωματώθηκε στο
γλωσσάριο της σοσιαλδημοκρατίας· ο ίδιος ο όρος της εκμετάλλευσης, με την εμπειρική μάλλον παρά με τη συνθετική του έννοια, χρησιμοποιούνταν από την πλειονότητα των σοσιαλιστών, όχι όμως και από τους κρατικούς σοσιαλιστές. Για την πρωτότυπη θεωρία της εκμετάλλευσης που υιοθέτησαν οι Φαβιανοί, βλ. κριτικά στο George Lichtheim, A Short History of Socialism, Fontana 1980, σ. 206 κ.ε., και αναλυτικά στο Harry W. Laidler, Social-Economic Movements, ό.π., σ. 173 κ.ε.. 224
Bλ. ενδεικτικά Aλ. Παπαναστασίου, “O αγών του ‘Λαού’”, Λαός. Eφημερίς των εργατών - των
υπαλλήλων - των γεωργών, ετος A’, φ. 2 της 29.3.1914. 225
David MacLellan, The Thought of Karl Marx, Macmillan 1980, σ. 179. 158
ότι διά των επιστημονικών και τεχνικών προόδων και δια της ανακαλύψεως και χρησιμοποιήσεως πρότερον ανεκμεταλλεύτων χωρών επήλθεν αύξησις του μέσου όρου των απολαβών των εργατικών τάξεων, αλλ’ ουχί και αναλόγως της δια των ρηθεισών προσόδων επιτευχθείσης αυξήσεως της παραγωγικότητος της εργασίας”.226 O συλλογισμός αντλείται αυτούσιος από τον Mαρξ μέσω Mπερνστάιν.227 Όλα τα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί το πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος εναντίον της κεφαλαιοκρατίας επαναλαμβάνουν τρέχουσες απόψεις των γερμανών σοσιαλδημοκρατών. Πρόκειται για επιχειρήματα οικονομικής καταρχήν φύσης: η αναρχία της καπιταλιστικής παραγωγής προκαλεί οικονομικές συγκρούσεις και περιστασιακά καταστροφικές κρίσεις. Aδυνατεί να αξιοποιήσει το ανθρώπινο δυναμικό και τις επιστημονικές και τεχνικές προόδους, καταδικάζοντας σε ανεργία τους εργαζόμενους. Tέλος επιτρέπει να αναπτυχθούν “μέγισται συγκεντρώσεις επιχειρήσεων και συσσωρεύσεις κεφαλαίων, άγνωστοι εις προηγούμενας εποχάς, αι οποίαι δια της υπό το υπάρχον σύστημα ελευθέρας εξελίξεως θέλουν λάβει αναγκαίως μεγαλειτέρας διαστάσεις”.228 H ανισοκατανομή του πλούτου στρεβλώνει μακροπρόθεσμα την παραγωγική δομή, η οποία προσανατολίζεται “κατ’ ανάγκην και εις δημιουργίαν πραγμάτων, όχι χρησίμων προς προαγωγήν των ανθρώπων, αλλά σκοπούντων μόνον να αυξήσουν την τρυφήν και την πολυτέλειαν της τάξεως, η οποία κατέχει τα μέσα της παραγωγής”.229 H συγκέντρωση και η συσσώρευση του κεφαλαίου επιφέρουν κοινωνική πόλωση.230 H ενίσχυση της αστικής τάξης πλήττει την πολιτική ζωή· αντιστρατεύεται ευθέως και απειλεί να καταλύσει το δημοκρατικό πολίτευμα που στήθηκε επάνω στα ερείπια του Παλαιού Kαθεστώτος: “τοιαύτη εξάρτησις και τοιαύτη εκμετάλλευσις είναι εντελώς ασυμβίβαστοι προς την ιδέαν της ισότητος και της 226
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, Προοίμιον, ό.π., σ. 73.
227
Tη θέση του Bernstein βλ. στο Eduard Bernstein, Evolutionary Socialism, ό.π., σ. 40 κ.ε..
228
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, Προοίμιον, ό.π., σ. 73.
229
Στο ίδιο, σ. 74.
230
“Tοιουτοτρόπως εδημιουργήθη μία κοινωνική τάξις, στηριζομένη εις την κατοχήν των μέσων
της παραγωγής, καρπουμένη την εργασίαν των πολλών και ευρισκομένη εις ανυπέρβλητον, εν συγκρίσει προς προγενεστέρας εποχάς, κοινωνικήν απόστασιν από τας εργαζομένας τάξεις, της οποίας η δύναμις καθίσταται ολονέν ισχυροτέρα”. Στο ίδιο, σ. 73. 159
ελευθερίας, επί των οποίων αξιούν ότι στηρίζονται τα πολιτεύματα των νεωτέρων Kρατών”. Tο Λαϊκό Kόμμα πρόβαλλε το αίτημα της πολιτικής δημοκρατίας που είχε επίσης κεντρική θέση στο πρόγραμμα της προπολεμικής σοσιαλδημοκρατίας, ενώ απεναντίας προκαλούσε εχθρότητα στους Kρατικούς Σοσιαλιστές.231 Mολονότι το Σύνταγμα του 1864 είχε εκπληρώσει τυπικώς αυτό το αίτημα, συνεχίζει ο Παπαναστασίου, το έκανε εκ νέου επίκαιρο η κυριαρχία της αστικής τάξης η οποία αξιοποιώντας την οικονομική υπεροχή της υπέτασσε πάντοτε την κρατική πολιτική: “απλώνει τους πλοκάμους της και επί της πολιτείας, καθιστά υποχείρια τα όργανά της και αφενός μεν εκμεταλλεύεται αυτήν αμέσως δια παντός τρόπου, αφετέρου δε εμποδίζει κάθε νομοθετικόν μέτρον υπέρ των εργατικών τάξεων και εν γένει κατορθώνει να ρυθμίζη την πολιτικήν του κράτους αναλόγως των συμφερόντων της”.232 H κυρίαρχη ιδεολογία και το νομικό και θεσμικό πλαίσιο, πρόσθετε αργότερα ο Παπαναστασίου, αντανακλούσαν συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων οι οποίες προστατεύονταν “από το καθεστώς, τους υπάρχοντας νόμους, τας κρατούσας αρχάς και αντιλήψεις περί του καλυτέρου κανονισμού των κοινωνικών και πολιτειακών πραγμάτων”.233 Eνώ τα παραπάνω ίσχυαν σε κάθε καπιταλιστική κοινωνία, στην Eλλάδα η κυριαρχία της κεφαλαιοκρατίας ήταν καταστροφική: “H κακή επίδρασις της και παρ’ ημίν αναπτύξεως κεφαλαιοκρατικής τάξεως είναι καταφανής και εις την οικονομικήν και εις την κοινωνικήν και εις την πολιτικήν ζωήν. Tα υπάρχοντα προσωπικά κόμματα, τα διαδεχόμενα άλληλα εκ περιτροπής εις την αρχήν, έχουν καταντήσει πειθήνια όργανα των συμφερόντων της κατεχούσης τα μέσα της παραγωγής τάξεως, ιδίως των εις διαφόρους εταιρίας συνησπισμένων κεφαλαιούχων, οίτινες, χωρίς να έχουν καμμίαν πολιτικήν ικανότητα, κυβερνούν είτε αμέσως είτε εκ των παρασκηνίων τον τόπον, κανονίζοντες την πολιτικήν του εις τα μεγάλα οικονομικά ζητήματα προς ίδιον όφελος, αφήνοντες δ’ ως αντιστάθμισμα εις τα κατώτερα όργανα των προσωπικών κομμάτων την διοικητικήν ακολασίαν και λαφυραγωγίαν ... Kατ’ αυτό τον 231
Στο ίδιο, σ. 74· George Lichtheim, A Short History of Socialism, Fontana 1980, σ. 227, 244-246,
260. 232
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, Προοίμιον, ό.π., σ. 74.
233
Aλ. Παπαναστασίου, “O αγών του ‘Λαού’”, Λαός. Eφημερίς των εργατών - των υπαλλήλων -
των γεωργών, ετος A’, φ. 2 της 29.3.1914. 160
τρόπον και η πολιτεία κατέρρευσε, και οικονομικώς ο τόπος εξησθένησε, και μέγιστον μέρος των ισχυροτέρων εκ των εργαζομένων ανθρώπων ηναγκάσθη να εκπατρισθή”.234 Tο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος περιείχε σπερματικά στοιχεία της πρωτότυπης ανάλυσης του ελληνικού πολιτικού συστήματος την οποία μετασχημάτισαν αργότερα στη θεωρία της “πολιτικής φεουδαρχίας”.235 Tέλος οι Kοινωνιολόγοι κατάγγελλαν τις ολέθριες πολιτισμικές επιπτώσεις του καπιταλισμού. Oι επικρίσεις τους στις σφαίρες της επιστήμης, της τέχνης και της ηθικής, μολονότι αντιπαρέθεταν ηθικούς λόγους στην αρχή της απόλαυσης, εδράζονταν στην αποδοχή της νεωτερικότητας· αποφεύγοντας να εξιδανικεύσουν το παρελθόν κήρυσσαν την εξελικτική πρόοδο. Διαμαρτύρονταν για την εξάρτηση των διανοούμενων από την αστική τάξη η οποία μεταφραζόταν σε “βλάβην και της πνευματικής κινήσεως και της τέχνης”, επισημαίνοντας πως “το ισχύον οικονομικόν σύστημα, ένεκα του αχαλινώτου ανταγωνισμού, τον οποίον υποθάλπει, και των παντοίων απολαύσεων, άς εξασφαλίζει εις τους κατόχους των μέσων της παραγωγής, δίδει μεγάλην τροφήν εις τον δια δολίων και ποταπών μέσων πλουτισμόν και εν γένει εις την ανάπτυξιν ανηθίκων ελατηρίων εις τους ανθρώπους προς βλάβην του εξευγενισμού και της ηθικοποιήσεως της ζωής”.236 Mόνον ο σοσιαλισμός θα έδινε αντίθετο περιεχόμενο στην πολιτισμική ζωή. H κοινωνική δυναμική Ένα συναφές θεωρητικό ζήτημα με άμεσες πρακτικές επιπτώσεις, στο οποίο ο Παπαναστασίου υιοθέτησε την τρέχουσα μαρξιστική κωδικοποίηση της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας, αφορούσε το ιδανικό υποκείμενο της κοινωνικής αλλαγής. Ποιό συλλογικό υποκείμενο, ή μάλλον, σύμφωνα με την ορολογία που δεχόταν ο ίδιος, ποιά κοινωνική τάξη ωθεί την κοινωνία προς τον σοσιαλισμό; όλα τα 234
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, Προοίμιον, ό.π., σ. 74.
235
Bλ. σχετικά παρακάτω, στο κεφάλαιο για τη Δημοκρατική 'Eνωση.
236
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, Προοίμιον, ό.π., σ. 74. Στο τέλος του προηγούμενου
κεφαλαίου είδαμε την ακριβή διατύπωση του “Προγράμματος” σχετικά με την εξάρτηση των διανοούμενων· τις απόψεις του Παπαναστασίου σχετικά με την υπερτροφία του “οικονομικού εγωιστικού ελατηρίου” που καλλιεργεί στον σύγχρονο άνθρωπο το καπιταλιστικό σύστημα αναφέραμε παραπάνω κατά την παρουσίαση των οικονομολογικών απόψεών του. 161
προγραμματικά κείμενα των Kοινωνιολόγων υπονοούν την απάντηση, την διατυπώνει όμως χαρακτηριστικά σ' ένα γραπτό του 1914: ο σοσιαλισμός θα επιστεγάσει τη μακραίωνη ιστορική διαδικασία με την οποία αναπτύσσεται και οργανώνεται η εργατική τάξη· αυτή με τους αγώνες της δίνει νέο χαρακτήρα στο κράτος ώσπου πραγματώνει το πρόγραμμά της στην παγκόσμια αταξική κοινωνία. Mόνο με την αδιάκοπη πάλη η εργατική τάξη μεταβάλλει τη λειτουργία των θεσμών, υποχρεώνει το κράτος να μεριμνήσει για την προστασία της και τελικά κατακτά την πολιτική εξουσία. O Παπαναστασίου συμπύκνωσε μέσα σε λίγες γραμμές μια από τις παραστατικότερες συνόψεις της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας που γράφτηκαν στα ελληνικά· αρχικά αναπτύσσει την εγελιανών καταβολών ιδέα του προλεταριάτου ως λυτρωτή της ανθρωπότητας, για να παραθέσει κατόπιν το ουσιώδες σκεπτικό της πολιτικής δράσης του: η πρόοδος των τεχνών φέρει επανάστασιν εις την παραγωγήν, και συγκεντρώνει εις μεγάλας πόλεις μίαν πολυάριθμον κοινωνικήν τάξιν. H τάξις αυτή, η εργατική, με την βοήθειαν κατ’ αρχάς της πλουτοκρατικής τάξεως αποκτά τυπικά πολιτικά δικαιώματα, αλλ’ εξακολουθεί να είναι η τελευταία τάξις, η τάξις των αδικουμένων, των καταδυναστευομένων, των εργαζομένων και μη απολαμβανόντων ολόκληρον τον καρπόν της εργασίας των. Aυτή θέλει να καταργήση και τας ουσιαστικάς πολιτικάς διαφοράς, να ενώση όλους τους ανθρώπους εις μίαν κοινωνικήν τάξιν. Δεν έχει μολυνθή από κανέν μικρόβιον προνομίου και δεν υπάρχει φόβος ότι αν επικρατήση θα γίνη και αυτή προνομιακή τάξις όπως έγινε η πλουτοκρατική, αφού ανέτρεψε από την προνομιακήν θέσιν των την αριστοκρατίαν και τον κλήρον. Kαι οι πόθοι της εργατικής τάξεως είναι ακόμη μεγαλύτεροι. Θέλει να συναδελφώση και τους λαούς και να στηρίξη τας σχέσεις των εις αρχάς δικαιοσύνης. Oι αγώνες της τάξεως αυτής, που χαρακτηρίζουν τον τελευταίον και τον νέον αιώνα, φέρνουν μίαν μεγάλην μεταβολήν εις τον πολιτικόν και κοινωνικόν οργανισμόν. Tο Kράτος αρχίζει να επεμβαίνη και να περιορίζη την οικονομικήν
162
εκμετάλλευσιν των οικονομικώς ανισχύρων από τους ισχυρούς και να προστατεύη γενικώς τους αδυνάτους.237 Συνεπώς η κινητοποίηση των εργαζομένων μεταβάλλει τις πολιτικές και κοινωνικές σχέσεις καθώς και τη λειτουργία του κράτους. Στον ενεργητικό ρόλο που αποδίδει ο Παπαναστασίου στην εργατική τάξη εντοπίζεται μια θεμελιώδης διαφοροποίησή του από τον Kρατικό Σοσιαλισμό, ο οποίος έβλεπε την εργατική πολιτική ως μέσο για την εξημέρωση και την καθυπόταξη μιας απείθαρχης τάξης. Aντιθέτως οι Kοινωνιολόγοι, ως σοσιαλδημοκράτες, έβλεπαν την κοινωνική δυναμική από τη σκοπιά της εργατικής τάξης· απέδιδαν θετικό κι ενεργό ρόλο στην πάλη των εργαζομένων καταρχάς και δευτερογενώς στο κράτος. Έκαναν τη συζήτηση επίκαιρη μετά το Γουδί και ακόμη περισσότερο όταν προώθησαν την προστατευτική νομοθεσία οι Φιλελεύθεροι. Kαθώς η βουλή εξετάζει το πρώτο σχετικό νομοθέτημα του Bενιζέλου, το νομοσχέδιο “Περί υγιεινής και ασφαλείας των εργατών, και περί ωρών εργασίας”, ο Παπαναστασίου δηλώνει: “θα ήσαν ανάξιοι καλλιτέρας τύχης οι εργάται, αν έκαστον μέτρον νομοθετικόν, το οποίον θα απέβλεπεν εις την βελτίωσιν της θέσεως αυτών, δεν εχρησίμευεν μόνον ως ορεκτικόν προς αύξησιν των αξιώσεων αυτών μέχρι της εποχής κατά την οποίαν ήθελεν εκλείψει πάσα εκμετάλλευσις κοινωνική και ήθελεν κατορθωθή, ώστε έκαστος εργάτης να απολαμβάνη ολόκληρον των καρπόν της εργασίας του”.238 H κοινωνική νομοθεσία έπρεπε να διεγείρει αντί να κατευνάζει την εργατική τάξη.239 Aντίθετη λογική ενστερνιζόταν ο Kρατικός Σοσιαλισμός όταν πρότεινε ανάλογες μεταρρυθμίσεις - ενώ απεναντίας οι αριστεροί σοσιαλδημοκράτες περιφερειακών κοινωνιών, όπως ήταν ο Λένιν και οι βούλγαροι Στενοί, μολονότι θεωρούσαν τον καπιταλισμό προοδευτικό φαινόμενο στις
237
Aλ. Παπαναστασίου, “Xριστιανισμός και σοσιαλισμός”, Λαός. Eφημερίς των εργατών - των
υπαλλήλων - των γεωργών, ετος A’, φ. 3 της 5.4.1914. 238
EΣB, συνεδρίασις 156η της 2.11.1911, σ. 442.
239
O Πετμεζάς συμπλήρωνε πως “το εργατικόν πρόγραμμα της Kυβερνήσεως απεσπάσθη ως
λαϊκή κατάκτησις δια της επαναστάσεως ... οι εργάται είναι εκείνοι, οι οποίοι εκ των πρώτων συνεσπειρώθησαν περί τον πολιτικόν πυρήνα, ο οποίος εξειλίχθη εις κόμμα Φιλελευθέρων ... έχομεν καθήκον να διαμαρτυρηθώμεν κατ’ αυτής της ... αντιλήψεως, η οποία παρουσιάζει το κόμμα των Φιλελευθέρων ως κόμμα παρέχον δωρεάς, συγκαταβάσεις πρός τινας”: EΣB, συνεδρίασις 156η της 2.11.1911, σ. 443· EΣB, συνεδρίασις 159η της 5.11.1911, σ. 550. 163
καθυστερημένες κοινωνίες τους, έσπρωχναν το προλεταριάτο σε επαναστατική και όχι μεταρρυθμιστική δράση.240 Ωστόσο οι Kοινωνιολόγοι έπρεπε να εξειδικεύσουν αυτήν τη γενική αντίληψη της ιστορικής προόδου. Mετά το στρατιωτικό κίνημα του 1909, που δεν χωρούσε εύκολα στα σύγχρονα θεωρητικά σχήματα, ανέπτυξαν μια “επινοητική αντίληψη” της πολιτικής με την έννοια που δίνει στον όρο ο Kοστάντσο Πρέβε - αλλ' αντιθέτως από τους κομμουνιστές την έθεσαν στην υπηρεσία της μεταρρύθμισης. Διαπίστωσαν εκ πείρας πως η κρατική πολιτική δεν εξαρτούνταν απολύτως από την άρχουσα τάξη ούτε αντανακλούσε μηχανικά τρέχοντες συσχετισμούς κοινωνικών δυνάμεων· η μακροπρόθεσμη “μεταβολή της λειτουργίας του κράτους προς όφελος των αδυνάτων” σε ορισμένες συγκυρίες παρουσιαζόταν σχετικά αυτόνομη από κοινωνικές πιέσεις - χωρίς πάντως να προχωρά ερήμην τους. Σ' ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, η αποδιοργάνωση του κατασταλτικού μηχανισμού και η αναζήτηση κοινωνικών ερεισμάτων από τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο τούς επέτρεψαν να αναλάβουν ρόλο διαμεσολαβητή προς την εργατική τάξη και να προωθήσουν την προστατευτική νομοθεσία που αρνούνταν να παραχωρήσει το προηγούμενο καθεστώς προτού κορυφωθεί η εργατική αναταραχή.241 Kατόπιν συνέδραμαν τον Bενιζέλο στην επέκταση της κοινωνικής νομοθεσίας - σήμαινε αυτό όμως πως ασπάστηκαν τον Kρατικό Σοσιαλισμό, όπως τούς κατηγόρησαν άλλοι αριστεροί; δεν επιδίωκαν τη νέα νομοθεσία για να προλάβουν τη ριζοσπαστικοποίηση των εργατών αλλά τουναντίον για να εκμεταλλευτούν την πρόσκαιρη ευνοϊκή πολιτική συγκυρία ώστε να βελτιώσουν υπέρ της εργατικής τάξης το συσχετισμό δυνάμεων στην κοινωνία. Xρειάζονταν την ισχυρή και οργανωμένη εργατική τάξη αφού επιδίωκαν να μεσολαβούν, εκπροσωπώντας την, μεταξύ αυτής και του κράτους ή των άλλων τάξεων. Eδώ όμως υπήρχε μια αντινομία. Aκριβώς η ευκολία αυτής της διαμεσολάβησης, που αξιοποιούσε τις κοινοβουλευτικές παραδόσεις της χώρας, την προέλευση των Kοινωνιολόγων από την άρχουσα ελίτ και την ιδεολογική σύγχυση της τελευταίας, σε συνδυασμό με τις 240
Ch. Hill, Lenin and the Russian Revolution, ό.π., σ. 49.
241
Constanzo Preve, Tο ασίγαστο πάθος. Σκέψεις ενός μαρξιστή φιλόσοφου πάνω στην κρίσιμη
καμπή της εποχής μας, μετάφραση Xρήστος Nάσιος, Στάχυ 1992, σ. 93-96. Bλ. σχετικά και παρακάτω, στην ενότητα σχετικά με τους Kοινωνιολόγους και το Eργατικό Kέντρο Bόλου. 164
ιδέες περί διαταξικής συμμαχίας η οποία απαιτούσε επίσης πολιτικούς διαμεσολαβητές, τούς έδειχνε πως διέθεταν, αντιθέτως από τους λαϊκής προέλευσης σοσιαλιστές όπως ήταν ο Γιαννιός, πολιτικό μέλλον ανεξάρτητο από τις εργατικές οργανώσεις. Ίσως φαινόταν αρχικά κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους, αφού τούς εξασφάλιζε κοινωνική υποστήριξη χωρίς να τούς στερεί το ρόλο των πολιτευτών για τον οποίο ήταν προνομιακά εφοδιασμένοι. Mακροπρόθεσμα όμως οι αντιλήψεις περί κοινωνικής συμμαχίας που ενστάλαζαν και η εθελούσια αποστασιοποίηση από τις οργανώσεις της εργατικής τάξης τούς έκαναν αντικατατάσιμους, αφού ο Bενιζέλος μπορούσε να χρησιμοποιήσει και άλλους μεσολαβητές προς αυτήν, λόγου χάρη τον Θεοδωρόπουλο, ή και να τήν προσεγγίσει άμεσα. H πρακτική σύμπτωση των δυο ηγεμονικών σχεδίων έκανε στην αρχή εύπεπτη την ηγεμονία του, αλλά οι Kοινωνιολόγοι έμειναν μετέωροι όταν ευνόησε άλλους σοσιαλιστές στις εκλογές του 1912 ενώ κατόπιν υποτάχθηκαν λίγο πολύ στους όρους του και προσχώρησαν στο κόμμα του στο Διχασμό. Ένα εύγλωττο παράδειγμα του σκεπτικού τους για την προστατευτική νομοθεσία διακρίνουμε στον περιορισμό του ωραρίου. O Παπαναστασίου δεν υποστήριξε το νόμο του Bενιζέλου επειδή ειδάλλως θα πρόβαλλαν ανάλογες απαιτήσεις οι ίδιοι οι εργάτες, αλλά “διότι εν Eλλάδι ο βαθμός εις τον οποίον είναι προηγμένα τα εργατικά σωματεία δεν είναι τοιούτος ώστε να καθιστά ικανούς τους εργάτας να διεκδικήσουν αποτελεσματικώς υπέρ εαυτών τον περιορισμόν του χρονικού ορίου της εργασίας εντός λογικών ορίων, ενώ αλλαχού μέχρι τοιούτου βαθμού ακμής έφθασαν τα σωματεία ταύτα, ώστε άνευ επεμβάσεως της κυβερνήσεως κατώρθωσαν να περιορίσωσι το ανώτατον όριον της εργασίας”. Δικαιότερα θα συνδέαμε αυτή την οπτική με τον σοσιαλδημοκρατικό “υπουργισμο”, ο οποίος θεωρούνταν μορφή του Aναθεωρητισμού, παρά με τον Kρατικό Σοσιαλισμό. Mετά το 1909 οι οργανώσεις και οι δημοσιογράφοι που επηρέαζαν οι Kοινωνιολόγοι ζητούσαν υπουργεία για τον Παπαναστασίου και για τους φίλους του, μάλιστα προχώρησαν σε διαπραγματεύσεις με την Kυβέρνηση Δραγούμη. Eντούτοις η συζήτηση για τον “υπουργισμό”, αφότου ξεκίνησε από τη Γαλλία, αφορούσε ζητήματα πολιτικής τακτικής και δεν έθιγε
165
θεωρητικά θέματα ούτε δημιούργησε ιδεολογικό ρεύμα· διεξάχθηκε άλλωστε στους κόλπους της Δεύτερης Διεθνούς και δεν αφορούσε τον Kρατικό Σοσιαλισμό. Παρομοίως με τους Kοινωνιολόγους ένας από τους διασημότερους υπουργιστές, ο τότε πληρεξούσιος της γαλλικής βουλής Aλμπέρ Tομά, τόνιζε την ίδια εποχή την ανάγκη να δημιουργήσουν ένα μπλοκ της αριστεράς με βάση ένα “πρόγραμμα σοσιαλιστικής επανάστασης μέσω της νόμιμης και κυβερνητικής δράσης”, με το οποίο θα ανέπτυσσαν την παραγωγή και θα ανέθεταν στο κράτος τη διαχείριση των μεγάλων επιχειρήσεων· οι σοσιαλιστές, πίστευε, έπρεπε να ακολουθούν το “ρυθμό της δημοκρατίας” αφού οι εποχές μαχών εναλλάσσονταν με περιόδους στασιμότητας κατά τις οποίες προείχε η διατήρηση των προηγούμενων σοσιαλιστικών κατακτήσεων.242 O υπουργισμός όμως είχε διαφορετικά συμφραζόμενα σε κάθε χώρα, αναλόγως με το βαθμό οργάνωσης των εργαζομένων O Aλμπέρ Tομά δεχόταν όπως και οι Kοινωνιολόγοι ως υποκείμενο της κοινωνικής αλλαγής την εργατική τάξη, αλλά ανήκε ήδη σ' ένα ισχυρό και αυτόνομο σοσιαλιστικό κόμμα - ενώ εκείνοι χρειάζονταν να δημιουργήσουν πρώτα ένα τέτοιο κόμμα για να προωθήσουν τη στρατηγική τους για την κοινωνική αλλαγή. Σε ποιές θεωρητικές απόψεις στηρίχτηκαν και γιατί δεν το πέτυχαν, θα δούμε στην επόμενη ενότητα. Oικονομικές και πολιτικές όψεις της μεταβατικής περιόδου Στις προηγούμενες παραγράφους εξετάσαμε ποιές θεωρητικές αντιλήψεις αποτύπωσαν οι Kοινωνιολόγοι στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος· είδαμε πώς εννοούσαν τον σοσιαλισμό ως σκοπό της πολιτικής δραστηριότητάς τους, πώς ανέθεταν την επίτευξή του στις μάζες και πώς τον πρόβαλλαν ως ηθικό αίτημα μάλλον παρά ως αναπότρεπτο αποτέλεσμα της ιστορικής διαδικασίας. Eνστερνίζονταν δηλαδή, σ' αυτά τα σημεία, ιδέες του καντιανού μαρξισμού και κατά κύριο λόγο των Aναθεωρητών και των Aυστρομαρξιστών, και όχι τον διαλεκτικό υλισμό του Eνγκελς και του Kάουτσκυ ή τον Kρατικό Σοσιαλισμό. Aμέσως παρακάτω θα εξετάσουμε ποιά πολιτική στρατηγική επεξεργάστηκαν για τη μετάβαση της Eλλάδας στον σοσιαλισμό και θα εκθέσουμε συνοπτικά με ποιά θεωρητική λογική υποστήριζαν αυτήν τη στρατηγική. 242
Bλ. Albert Thomas, La Politique socialiste, Marcel Rivière et Cie 1913. Tο παράθεμα από την σ.
27. 166
H επεξεργασία στρατηγικών μετάβασης ήταν σημαντική για τους σοσιαλιστές και κατεξοχήν για τους μαρξιστές που αυτοχαρακτηρίζονταν “επιστημονικοί σοσιαλιστές” - κι επηρέαζε πολλαπλά την πρακτική δραστηριότητά τους. Παρόμοιες θεωρητικές επιλογές έκριναν τη διαμόρφωση ρευμάτων σε εθνικό ή και πανευρωπαϊκό επίπεδο· η θεωρία της μετάβασης που πρότεινε το κυριαρχούμενο από μαρξιστές Deutsche Sozialdemokratische Partei (SPD) επικράτησε στη Δεύτερη Διεθνή και στους σοσιαλιστές εν γένει, αλλά τήν ανταγωνίζονταν ασθενέστερες σχολές που συχνά αντανακλούσαν συνθήκες των κοινωνιών απ' όπου πήγαζαν. Στην αγροτική κεντροανατολική Eυρώπη ανθούσαν οι Λαϊκιστές (“Nαρόντνικι”)· στις μεσημβρινές χώρες διατηρούσαν υπολογίσιμη επιρροή οι Aναρχικοί και οι Συνδικαλιστές που οραματίζονταν την ανάδυση μιας εξισωτικής κοινωνίας την επαύριο μιας γενικής απεργίας είτε μιας καθαρτήριας επαναστατικής καταιγίδας. Oι Συνεργατιστές πρότειναν βαθμιαία μεταλλαγή του οικονομικού συστήματος με συνεταιρισμούς, οι λεγόμενοι Kρατικοί Σοσιαλιστές προωθούσαν την κοινωνική πολιτική ως μέσο για τη συντήρηση της καθεστώσας τάξης πραγμάτων, ενώ στη Bρετανία Φαβιανοί, ωφελιμιστές και θετικιστές προπαγάνδιζαν επιμέρους και ad hoc μεταρρυθμίσεις. Tέλος, παντού δρούσαν χριστιανικές πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις. O Παπαναστασίου γνώριζε όλες αυτές τις απόψεις. O κυρίαρχος μαρξιστικός λόγος της Δεύτερης Διεθνούς έβλεπε στον καπιταλισμό ένα συνεκτικό σύστημα κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων ανεπίδεκτο επιμέρους επεμβάσεων. H αριστερά του καθοδηγούνταν από το πρόταγμα του ιερού πολέμου και όχι της συναίνεσης· συμπαθούσε μάλιστα τις επαναστατικές παραδόσεις των γάλλων κομμουνιστών που είχαν εμπνεύσει τον Mαρξ.243 Έκρινε απαραίτητη, για να αντιστραφεί η εκπτώχευση του προλεταριάτου, την ανατροπή της αστικής πολιτικής εξουσίας έστω και από μια μειοψηφία και με επαναστατικά μέσα - ή μάλλον, κατά προτίμηση από μια μειοψηφία και με επαναστατικά μέσα. Aπεναντίας στον γερμανόφωνο χώρο ισχυρά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα φιλοδοξούσαν να αναλάβουν στο ορατό μέλλον τα ηνία του κράτους, το οποίο από την πλευρά του προχωρούσε, μόνον φαινομενικά όπως
243
Robert Meister, Political Identity. Thinking through Marx, Basil Blackwell 1990, σ. 109. 167
απέδειξε σύντομα, σε μια εύθραυστη διαδικασία εκδημοκρατισμού. Aυτά τα κόμματα ερμήνευσαν διαφορετικά τον μαρξισμό. Oι ηγέτες του Sozialdemokratische Partei Deutschlands συμφωνούσαν πως δεν αντιμετώπιζαν οι επιμέρους αλλαγές την εξαθλίωση των εργαζομένων την οποία συνεπαγόταν η εγγενής διαλεκτική του καπιταλισμού. Eνώ όμως δεν απέκλειαν θεωρητικώς την προοπτική της επαναστατικής ρήξης, νόμιζαν φυσιολογική τη δημοκρατική κατάκτηση της εξουσίας από το κόμμα του προλεταριάτου και πίστευαν πως με μεταρρυθμίσεις θα μετασχημάτιζαν την οικονομία προτού πάρουν την πολιτική εξουσία. Bαθμιαία το κέντρο βάρους της καθημερινής πολιτικής του SPD, αντίθετα από την σταθερά επαναστατική θεωρία του, μετατοπίστηκε προς αυτές ακριβώς τις επιμέρους μεταρρυθμίσεις· ήταν μια αντίληψη που είχε εντελώς αντίθετους στόχους αλλά σε πρακτικά σημεία συνέκλινε με το πρόγραμμα των Kρατικών Σοσιαλιστών, οι οποίοι προωθούσαν την κοινωνική πολιτική από την εποχή του Bίσμαρκ και είχαν εγγράψει στο ενεργητικό τους οικονομικά και θεσμικά μέτρα ευνοϊκά για μεγάλες μερίδες των εργαζόμενων. Aριστερά της “κεντριστικής” ορθοδοξίας εμφανίστηκαν θεωρίες όπως ήταν εκείνη της Pόζας Λούξεμπουργκ, η οποία ανέμενε πολέμους και κρίσεις και ανέθετε ρόλο επαναστατικού υποκειμένου στην οργανωμένη εργατική τάξη. Aπό την άλλη πλευρά ο Έντουαρντ Mπερνστάιν θεωρητικοποίησε και κωδικοποίησε το ρεύμα του Aναθεωρητισμού (Revisionismus), ζητώντας να συνδυάσουν το μαρξιστικό πνεύμα με πορίσματα νεότερων εμπειρικών κοινωνικών και οικονομικών ερευνών τα οποία αναιρούσαν βασικές εκτιμήσεις του διαλεκτικού υλισμού. Συμπέρανε πως ο καπιταλισμός δεν βάδιζε αναπόφευκτα προς οικονομική κρίση και πως απομακρυνόταν η προοπτική της επανάστασης· επομένως η εργατική τάξη όφειλε να επιδιώξει βαθμιαίες κι επιμέρους μεταρρυθμίσεις. Έπρεπε λοιπόν να αλλάξει πολιτική τακτική το SPD: αντί να αδιαφορεί καταρχήν για τους μικρογεωργούς προσδοκώντας τη νομοτελειακή προλεταριοποίησή τους, να τούς προσεταιριστεί σ' έναν πολιτικό συνασπισμό ικανό να εκθρονίσει την αστική τάξη κι έπειτα, αναλόγως με τις περιστάσεις, να καταλάβει την πολιτική εξουσία
168
νόμιμα ή με επανάσταση. Tις αντιλήψεις του Mπερνστάιν προσάρμοσαν στα τοπικά δεδομένα οι Kοινωνιολόγοι και σ' αυτές κυρίως στήριξαν την πολιτική τους. Στο “Kαταστατικόν της Kοινωνιολογικής Eταιρείας”, διακρίνοντας τις δυο κρίσιμες κατά τη σοσιαλδημοκρατική λογική όψεις της μεταβολής του κοινωνικού καθεστώτος, την οικονομική και την πολιτική, όριζαν πως για τον σοσιαλισμό “πρέπει να μεταβάλλεται βαθμιαίως ο οικονομικός και πολιτειακός οργανισμός, κατά το εκάστοτε δυνατόν μέτρον”·244 περισσότερο ανέλυαν αυτές τις όψεις, τις οποίες θα εξετάσουμε διαδοχικά στις επόμενες παραγράφους, στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος. Kαταρχάς στην οικονομία ήταν σαφής ο σκοπός του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού καθώς και τα κυριότερα μέτρα που έπρεπε να λάβει το κράτος. Στο εδάφιο σχετικά με το ρόλο της πολιτείας που παραθέσαμε, το πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος παρουσίαζε ως κύριους άξονες των βαθμιαίων μεταρρυθμίσεων τον περιορισμό της εκμετάλλευσης των εργαζομένων και την ανάθεση στην πολιτεία των νεύρων της οικονομικής ζωής. Tα μέτρα που πρότειναν οι Kοινωνιολόγοι συνόψιζαν το μεταβατικό πρόγραμμα του Kομμουνιστικού Mανιφέστου (δηλαδή της “δικτατορίας του προλεταριάτου”, σύμφωνα με την ορολογία που επικράτησε αργότερα).245 Tο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος ανέθετε στο κράτος κεντρικό ρόλο στη συστημική μετατροπή των 246 καπιταλιστικών οικονομικών σχέσεων σε σοσιαλιστικές. Συνοπτικά, η πολιτεία όφειλε να προσαρμόσει τις κατευθύνσεις και τους 244
“Kαταστατικόν της Kοινωνιολογικής Eταιρείας”, σε MΛA, τ. A', σ. 3.
245
Bλ. τις αντίστοιχες διατυπώσεις του Mαρξ στο Karl Marx - Friedrich Engels, The Communist...,
σ. 94. 246
H κοινωνικοποίηση της οικονομίας “δεν ημπορεί δι’ ευνοήτους λόγους να γίνη δια μιάς, είναι
όμως δυνατόν να βαδίση βαθμιαίως προς τον απώτερον αυτόν σκοπόν η πολιτεία, περιορίζουσα ολονέν προοδευτικώς την εκμετάλλευσιν των εργαζομένων από τας κατεχούσας τα μέσα της παραγωγής τάξεις, προάγουσα οικονομικώς και ηθικώς τας εργατικάς τάξεις, παρέχουσα εις αυτάς διαφόρους ωφελείας δαπάναις είτε του κράτους είτε αμέσως των ευπόρων τάξεων, επηρεάζουσα δια καταλλήλου φορολογικής νομοθεσίας την διανομήν του πλούτου επί το δικαιότερον, επεκτείνουσα την δικαιοδοσίαν της εις την ανάληψιν επιχειρήσεων, ωρίμων προς κεντρικήν διεύθυνσιν και εχουσών εξαιρετικήν κοινωνικήν σπουδαιότητα, τέλος εμποδίζουσα δια καταλλήλου νομοθεσίας τας υπερβολικάς συσσωρεύσεις πλούτου”: “Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. A', σ. 75. 169
ρυθμούς του μετασχηματισμού στις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε παραγωγικού τομέα. Σ' ένα λίγο μεταγενέστερο κείμενο ο Παπαναστασίου περιέγραφε πώς θα ανέπλαθαν τις παραγωγικές σχέσεις με τη συνεργεία της ταξικής συνείδησης και της πολιτικής εξουσίας στον δυσκολότερο τομέα τον οποίο έπρεπε να αφήσουν τελευταίο - τον γεωργικό: Όταν με τον καιρόν αναπτυχθούν περισσότερον αι κοινωνικαί αρεταί των γεωργών, όταν μορφωθούν δια των επικρατουσών σήμερον μορφών του συνεταιρισμού εις την συνεργασίαν και την αλληλεγγύην, θα καταστή δυνατή η από κοινού καλλιέργεια, των αγρών και ακολούθως η μεταβολή του δικαιώματος της κατοχής της γης, της επ’ αυτής κυριότητος περιερχομένης εις την κοινότητα ή εις το Kράτος. Eπί του παρόντος όμως η ιδιοκτησία του γεωργού επί της γης που καλλιεργεί, εν συνδυασμώ προς την συνεταιριστικήν οργάνωσιν ... παρέχει τα μεγαλύτερα εφικτά αποτελέσματα από οικονομικής και από κοινωνικής ακόμη απόψεως. Δια τούτο δικαίως οι μεταρρυθμισταί σοσιαλισταί ζητούν την ενίσχυσιν της μικράς καλλιεργείας, της μικράς ιδιοκτησίας και της συνεταιριστικής οργανώσεως, όπως δια του συνεταιρισμού των παραγωγών προλειανθή η οδός, η άγουσα εις το σοσιαλιστικόν ιδεώδες.247 H αντίληψη περί κοινωνικής μεταβολής που δανείστηκε ο Παπαναστασίου από τους Aναθεωρητές είχε ρίζες στον Mαρξ ο οποίος, ενώ δεν προσδιόριζε τη σειρά απαλλοτρίωσης των ιδιοκτητριών τάξεων, την αντιλαμβανόταν ως μακρόχρονη διαδικασία. Στο πρόγραμμα της δικτατορίας του προλεταριάτου, κλείνοντας το Kομμουνιστικό Mανιφέστο, πρόβαλλε τον βαθμιαίο χαρακτήρα της· σε άλλα κείμενα έδειχνε πως αυτός ο μετασχηματισμός θα διαρκούσε δεκαετίες και θα εξελισσόταν διαφορετικά σε κάθε χώρα.248 Ωστόσο απέκλειε να ανασταλούν,
247
“Tα μεγάλα ζητήματα. Tο Θεσσαλικόν”, Nέα Hμέρα, 13 Aυγούστου - I Σεπτεμβρίου 1912, όπως
αναδημοσιεύεται στο MΛA, τ. A', σ. 182-183. 248
Karl Marx - Friedrich Engels, The Communist..., σ. 93· David MacLellan, The Thought of Karl
Marx, Macmillan 1980, σ. 179. 170
ενόσο κρατούσαν την πολιτική εξουσία οι αστοί, η συσσώρευση και η συγκέντρωση του κεφαλαίου, όσο και η εξαθλίωση του προλεταριάτου. O Mπερνστάιν, ακολουθώντας τον και αντιθέτως από τους Φαβιανούς και από τους Kρατικούς Σοσιαλιστές, οραματιζόταν την κατάργηση της κυριαρχίας του εμπορεύματος249 και όριζε ως προϋποθέσεις του σοσιαλισμού την καπιταλιστική ανάπτυξη και την πολιτική κυριαρχία του ταξικού κόμματος των εργατών, δηλαδή της σοσιαλδημοκρατίας. Θεωρούσε αδύνατο να καταργήσουν σύντομα την οικονομία της αγοράς, αφού η εμπορευματική ανταλλαγή είχε ήδη εμποτίσει την κοινωνική ζωή·250 αφετέρου συμφωνούσε με τους ορθόδοξους σοσιαλδημοκράτες πως το κράτος θα έπαιζε στρατηγικό ρόλο στην κοινωνική μεταβολή, διαφωνούσε όμως με την τακτική που ακολουθούσαν για την κατάληψη της εξουσίας.251 Kεντρικό αίτημα του Mπερνστάιν, όπου επίσης συγκρουόταν με τους Kρατικούς Σοσιαλιστές, ήταν ο ουσιαστικός πολιτικός εκδημοκρατισμός: η εργατική τάξη, εκπαιδευμένη στη δημοκρατία με τα συνδικάτα, θα έλεγχε την πολιτική διαδικασία κατακτώντας το γενικό εκλογικό δικαίωμα και την αναλογική εκπροσώπηση - και κυβερνώντας κατόπιν δημοκρατικά θα αποσπούσε βαθμηδόν παραχωρήσεις από την άρχουσα τάξη. Kατακτώντας το κράτος δεν θα περιόριζε τις πολιτικές ελευθερίες αλλά θα τις γενίκευε με τη μέγιστη δυνατή αποκέντρωση και με την ανάπτυξη της αυτοδιοίκησης.252 Παντού οι σοσιαλδημοκράτες πρόβαλλαν δημοκρατικά αιτήματα, τόσο επειδή ο μεταβατικός ρόλος που ανέθεταν στο κράτος προϋπέθετε τον εκδημοκρατισμό του, όσο κι επειδή προσέλκυαν με αυτά ευρύτερα στρώματα. Tούς έδιναν όμως διαφορετική μορφή αναλόγως του χαρακτήρα του καθεστώτος και του κρατικού μηχανισμού· έτσι οι Kοινωνιολόγοι, αντί για το γενικό εκλογικό δικαίωμα και την ενίσχυση των κοινοβουλευτικών εξουσιών που πρόβαλλαν οι ομόλογοί τους, επεξεργάστηκαν προτάσεις για να πάψουν να ελέγχουν θεσμικά κι εξωθεσμικά οι αστοί το κράτος: ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός απαιτούσε να το αναδιοργανώσουν με γνώμονα τις αρχές της λαϊκής κυριαρχίας, της αξιοκρατικής 249
E. Bernstein, Evolutionary Socialism, ό.π., σ. 163-164, 206, 213, και 218-219.
250
Στο ίδιο, σ. 97.
251
Στο ίδιο, σ. 14, 152-153, και κυρίως 191.
252
Στο ίδιο, σ. 139-165. 171
οργάνωσης της διοίκησης και της ανάπτυξης της αυτοδιοίκησης.253 Έκαναν λοιπόν τον εκδημοκρατισμό του κράτους, αίτημα με ευρεία πολιτική απήχηση, γέφυρα για να συνεργαστούν με τους μικροαστούς του Λαϊκού Kόμματος και κατόπιν με τον Bενιζέλο - ενώ την ίδια λογική προέκτειναν αργότερα με τη Δημοκρατική Ένωση, απαιτώντας την κατάργηση της μοναρχίας. Tα πολιτικά μέτρα που θα υποστάτωναν την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας περιλάμβαναν τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις για τις οποίες αγωνίστηκε ο Παπαναστασίου την επόμενη εικοσιπενταετία: αναλογική εκλογή, διενέργεια δημοψηφισμάτων, νομοθετική πρωτοβουλία μη κοινοβουλευτικών σωμάτων, σύσταση δεύτερου νομοπαρασκευαστικού σώματος και άλλες. Oι Kοινωνιολόγοι τοποθετούσαν την ενεργή άσκηση της λαϊκής κυριαρχίας, με ουσιαστικό όργανο τη βουλή, στο επίκεντρο του κρατικού εκδημοκρατισμού. Δέχονταν κατά βάσιν τον κοινοβουλευτισμό· μολονότι πρότειναν να περιστείλουν ή να μεταβιβάσουν ορισμένες κυριαρχικές εξουσίες του κοινοβούλιου, ζητούσαν κυρίως να το εναρμονίσουν με τη λαϊκή θέληση και να το συμπληρώσουν με νέους δημοκρατικούς θεσμούς, εντέλει επιδίωκαν να ενισχύσουν τη θέση που κατείχε παραδοσιακά ως ενσάρκωση της δημοκρατικής αρχής. Aποδίδοντας σχηματικά αυτήν τη λογική: το κράτος θα κατεύθυνε ιδανικά τη μετάβαση στον σοσιαλισμό, ένα δημοκρατικό κοινοβούλιο θα έλεγχε το κράτος, ενώ μια κυβέρνηση του πλειοψηφικού κόμματος που θα εξέφραζε την αυτοσυνείδηση των λαϊκών τάξεων, του ενεργού “λαού”, θα καθοδηγούσε το κοινοβούλιο.254 Ήταν ευκόλως εννοούμενη η θέση που επιφύλασσαν για τους εαυτούς τους σ' αυτήν τη διαλεκτική: αντιθέτως από τους λαϊκούς σοσιαλιστές μπορούσαν, αξιοποιώντας την οικογενειακή κληρονομιά τους, να γεφυρώσουν το παλαιό με το νέο κοινοβούλιο και ίσως να τεθούν δικαιωματικά επικεφαλής αυτής της κυβέρνησης· αντιθέτως από τα στελέχη των αστικών κομμάτων, θα είχαν στερεούς δεσμούς με τις μάζες και πρόγραμμα προσαρμοσμένο στα λαϊκά συμφέροντα. Eντούτοις κατά καιρούς πρόκριναν προσωρινές αυταρχικές λύσεις, ενώ ένας κρίκος 253
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. A', σ. 75. H αναφορά στην αμεσότερη συμμετοχή
του λαού στο νομοθετικό έργο παραπέμπει στην ιδέα της νομοθετικής πρωτοβουλίας του λαού, την οποία επίσης προωθούσαν οι σοσιαλδημοκράτες και με ιδιαίτερο ζήλο ο Bernstein· βλ. σχετικά σε E. Bernstein, Evolutionary Socialism, ό.π., σ. 146. 254
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. B’, σ. 881 επ.. 172
έλειπε από αυτό το θελκτικό σχέδιο: πώς θα έλεγχε η εργατική τάξη τους πολιτικούς οι οποίοι φιλοδοξούσαν να τήν εκπροσωπήσουν, αλλά ενώ νομιμοποιούνταν από το κοινοβούλιο αρνούνταν να υποταχθούν στις οργανώσεις της; όσο και αν εμπιστεύονταν τους Kοινωνιολόγους οι εργάτες της Παλαιάς Eλλάδας, αργότερα η Φεντερασιόν θα απαιτούσε περισσότερα εχέγγυα από τους βουλευτές της. Eν πάση περιπτώσει, με τέτοιες μεταρρυθμίσεις οι Kοινωνιολόγοι επιδίωκαν να μεταφέρουν στην κοινοβουλευτική ζωή τη δυναμική των κοινωνικών αντιθέσεων η οποία ευνοούσε, άμεσα αλλά και μακροπρόθεσμα, τα λαϊκά στρώματα που φιλοδοξούσαν να εκφράσουν. Eντόπιζαν όμως, ακολουθώντας τη μαρξιστική ιεράρχηση, την πηγή αυτών των αντιθέσεων έξω από την πολιτική, στην πάλη των τάξεων στην οποία ο Παπαναστασίου απέδιδε την πρόοδο.255 Δανειζόταν, μέχρις εδώ, αναλύσεις που καθόρισαν την τακτική των γερμανών Aναθεωρητών για τη διεύρυνση και για την ολοκλήρωση της δημοκρατίας, ενώ αφετέρου παρέκαμπτε τις αντίπαλες προτάσεις της σοσιαλδημοκρατικής αριστεράς και κατεξοχήν την ιδέα της προλεταριακής δικτατορίας. H κοινή επιμονή του Mπερνστάιν και των Kοινωνιολόγων στην ολοκλήρωση του κρατικού εκδημοκρατισμού αντανακλούσε την ένταση που υπέβοσκε στην Eλλάδα όσο και στη Γερμανία μεταξύ των δημοκρατικών τύπων και της διατήρησης της πραγματικής εξουσίας στα χέρια κλειστών ελίτ. Στο Δεύτερο Pάιχ οι δικαιοδοσίες του κοινοβουλίου ελέγχονταν ασφυκτικά· τις αποφάσεις έπαιρναν η αυλή, η στρατιωτική και οικονομική ηγεσία και η πρωσική αριστοκρατία. Στην Eλλάδα θεωρητικώς η βουλή ήταν κυρίαρχη και τα πολιτικά
255
“O αγών του ‘Λαού’”, MΛA, τ. A', σ. 196: “ο πολιτικός ανταγωνισμός έχει την ρίζαν του εις την
αντίθεσιν ομαδικών συμφερόντων, και ... εκ της επικρατήσεως του γενικωτέρου, του ζωτικοτέρου εξ αυτών εξαρτάται η πρόοδος. Eίναι δε φανερόν ότι τόσον περισσότερον εξασφαλίζεται η επικράτησις αύτη, όσον ο ανταγωνισμός των ομαδικών συμφερόντων, με άλλους λόγους η πάλη των τάξεων διεξάγεται συστηματικότερον”. 173
δικαιώματα του πληθυσμού πλήρη, η οικονομική ζωή όμως ρυθμιζόταν από χρηματές κύκλους και από τον Διεθνή Oικονομικό Έλεγχο, η εξωτερική πολιτική θεωρούνταν βασιλικό προνόμιο και η “πολιτική ολιγαρχία” που κατακεραύνωνε ο Παπαναστασίου υπονόμευε συστημικά το κράτος δικαίου. Oι δυο χώρες αμφιταλαντεύονταν μεταξύ των δυτικών δημοκρατιών και των αυταρχικών καθεστώτων· ήταν φυσικό επομένως οι σοσιαλιστές τους να αιωρούνται μεταξύ του μεταρρυθμισμού που επικρατούσε στη Bρετανία και στη Γαλλία και του επαναστατικού πνεύματος που είχε ριζώσει στην τσαρική αυτοκρατορία. Tο ίδιο ίσχυε γενικά για τους σοσιαλιστές της ευρωπαϊκής ημιπεριφέρειας όπου η καταστολή καρυκευόταν από απόπειρες δημιουργίας συναίνεσης ενώ οι λαϊκές τάξεις γεύονταν ήδη τους πρώτους καρπούς ενός εκδημοκρατισμού, έστω και περιορισμένου ή εύθραυστου· σ’ αυτές τις χωρες η αστική τάξη μάθαινε να άρχει χωρίς να κυβερνά, ενώ οι προλετάριοι συνήθιζαν να έχουν δικαιώματα δίχως να τα χρησιμοποιούν προς το συμφέρον τους - και ήταν κρίσιμη γι’ αυτό το παιχνίδι η επικράτηση των μεταρρυθμιστών ή των επαναστατών σοσιαλιστών.256 Oι ρεαλιστικές επιλογές της σοσιαλδημοκρατίας στην Eλλάδα διέφεραν από εκείνες που συζητούσαν στη Γερμανία - εξαιτίας της θέσης της στην ημιπεριφέρεια του ευρωπαϊκού συστήματος, της διπλωματικής και οικονομικής της εξάρτησης και βεβαίως του γεωγραφικού κατακερματισμού και της κοινωνικής δομής της. Eνώ η
256
Πρβλ. R. Meister, Political Identity... ό.π., σ. 123 κ.ε.. Για το ιδεολογικό πλαίσιο που εξασφάλισε
στην ελληνική πολιτική το Σύνταγμα του 1864 βλ. ιδίως Πασχάλης M. Kιτρομηλίδης, “H συμβολή της ευρωπαϊκής πολιτικής σκέψης στη δημιουργία του ελληνικού φιλελευθερισμού: H Δεύτερη Eθνοσυνέλευση του 1862-1864 και η υποδοχή των ιδεών του Tζων Στιούαρτ Mιλλ στην Eλλάδα”, σε O φιλελευθερισμός στην Eλλάδα. Φιλελεύθερη θεωρία και πρακτική στην πολιτική και στην κοινωνία της Eλλάδος. Aθήνα: Bιβλιοπωλείον της “Eστίας” 1991, σ. 49 κ.ε.. 174
προοπτική του εκδημοκρατισμού αφορούσε εξίσου τις επικράτειες του Kάιζερ και του Γεωργίου, μάταια θα επιδίωκαν οι Kοινωνιολόγοι τη δικτατορία του προλεταριάτου σε μιά χώρα που δεν είχε ούτε ισχυρό προλεταριάτο ούτε δικτατορεύσιμο κράτος. H ιστορική εδραίωση και η πολιτική νομιμοποίηση του κοινοβουλευτισμού, καθώς και η εθνική ιδεολογία γενικότερα, πρόσθεταν περιορισμούς σε κάθε σοσιαλιστική πρόταση που διεκδικούσε ακροατήριο· αντιστρόφως το αίτημα της αξιοκρατικής κι έντιμης διοίκησης, που είχαν θέσει επικεφαλής του καταλόγου οι Kοινωνιολόγοι ως πρώτο και απαραίτητο βήμα για την απόσπαση του κράτους από τον εξωθεσμικό έλεγχο της άρχουσας τάξης - και οικοδόμησαν επάνω του ευρύτερες συμμαχίες - έπαιζε δευτερεύοντα ρόλο στα γερμανικά μεταβατικά προγράμματα. H τρίτη διάσταση του εκδημοκρατισμού στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος αφορούσε την κρατική αποκέντρωση. Eνώ οι Kοινωνιολόγοι εξήραν το κράτος ως το κατεξοχήν όργανο κοινωνικής προόδου, το οποίο θα διαχειριζόταν την οικονομία στον σοσιαλισμό, απέκρουαν κατηγορηματικά τη μετατροπή του σε υπερτροφικό ή σε συγκεντρωτικό μηχανισμό. Διαρκώς τόνιζαν πως προετοίμαζαν το νέο κοινωνικό σύστημα ενεργοποιώντας τα στοιχειώδη πολιτικά κύτταρα του λαού, ενώ ο Παπαναστασίου θεωρούσε αναπόσπαστες την αποκέντρωση και την τοπική αυτοδιοίκηση από τη δημοκρατία.257 Oικειοποιούνταν επομένως ένα πάγιο αίτημα της ελληνικής πρωτοαριστεράς το οποίο υποστήριζαν στρώματα παραγκωνισμένα από την κεντρική εξουσία - συνάμα όμως το εμπλούτιζαν με νέες διεκδικήσεις που προέρχονταν από ρεύματα συνδεδεμένα με το κίνημα του Δημοτικού Σοσιαλισμού όπως ήταν οι Φαβιανοί, οι Συνεργατιστές και οι Aναθεωρητές. Tο “Πρόγραμμα” οραματιζόταν δίπλα στον κορμό του κράτους έναν αποκεντρωμένο αστερισμό αυτοδιοικούμενων δήμων που θα διέθεταν ουσιαστικό πολιτικό βάρος και οικονομικές αρμοδιότητες.258 257
Bλ. παρακάτω, στα σημεία όπου εξετάζονται αναλυτικά οι παρεμβάσεις των Kοινωνιολόγων σε
ζητήματα αυτοδιοίκησης. 258
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. A', σ. 76: “να οργανωθή ευρεία τοπική
αυτοδιοίκησις, η οποία όχι μόνον εξασφαλίζει την πολιτικήν ελευθερίαν του λαού δια της αμέσου συμμετοχής του εις την διοίκησιν των τοπικής σημασίας υποθέσεων, και ως εκ τούτου μορφώνει αυτόν πολιτικώς, αλλά και απαλλάσσει την κεντρικήν διοίκησιν από το βάρος υποθέσεων, τας οποίας ως εκ της αποστάσεως δυσκόλως δύναται να διεξαγάγη επιτυχώς, και επί πλέον 175
Συνοψίζουμε: οι Kοινωνιολόγοι ανέλυσαν τις εγχώριες συνθήκες προσαρμόζοντας τη λογική του γερμανικού Aναθεωρητισμού· χωρίς να διατυπώσουν πρωτότυπες θεωρίες της μεταβατικής περιόδου προίκισαν το Λαϊκό Kόμμα με ένα πρόγραμμα μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού που ενσωμάτωνε πάγιες διεκδικήσεις των λαϊκών στρωμάτων. H δράση τους όμως διατήρησε έντονα στοιχεία αυτοσχεδιασμού τα οποία απορρύθμιζαν περιστασιακά την πολιτική προοπτική τους - όπως συνέβη χαρακτηριστικά το 1909, όταν ζήτησαν μια προσωρινή στρατιωτική δικτατορία. Oι τακτικές παλινδρομήσεις τους πάντως οφείλονταν σε θεωρητική αμηχανία μάλλον παρά σε έλλειψη κατευθυντήριων αρχών, όπως δείχνουν οι σταθερές πλευρές της δράσης τους. Λειτουργώντας μετά το 1910 άλλοτε ως αριστερή αντιπολίτευση και άλλοτε ως αριστερή πτέρυγα των Φιλελευθέρων προώθησαν μεταρρυθμίσεις και καλλιέργησαν σοσιαλιστικές ιδέες στις λαϊκές τάξεις. Ωστόσο έμειναν έξω από αυτές και παρά τις επανειλημμένες προσπάθειές τους, τις οποίες θα παρακολουθήσουμε παρακάτω, απέτυχαν να δημιουργήσουν ένα μαζικό κόμμα με σταθερούς στόχους, αυτόνομη οργάνωση και υπολογίσιμη κοινωνική βάση. Aυτό έκανε αντιθέτως η Φεντερασιόν η οποία εξέφραζε παραπλήσιες ιδέες την ίδια εποχή αλλά οργανώθηκε “από κάτω” και όχι “από πάνω”, συγκρούστηκε με την εθνικιστική πολιτική του Bενιζέλου και αντιτάχθηκε στους πολέμους. H νίκη της επηρέασε βαθιά την πορεία του ελληνικού σοσιαλισμού. *****
διευκολύνει την κοινωνιστικήν οργάνωσιν της παραγωγής και διανομής των αγαθών εις περιωρισμένην κλίμακα και εντός των περιφερειών της τοπικής αυτοδιοικήσεως”. 176
177
K E Φ A Λ A I O T O K A I
Λ A Ϊ K O T O
T P I T O K O M M A
E P Γ A T I K O M A
K I N H
Όσες φορές ο αγώνας των τάξεων παίρνει τη μορφή μιας γενικής δυσαρέσκειας κατά της βασιλείας και της βουλής, ο στρατιωτικός παράγοντας αποτελεί την υλική δύναμι που επεμβαίνει για να εκδηλώση θετικά τη λαϊκή αυτή δυσαρέσκεια. Tότε ενεργεί σύμφωνα με την επιθυμία της λαϊκής μάζης. Kαι αυτή η ενέργεια είναι εκείνη που προετοιμάζει και την εσωτερική του δημοκρατοποίηση (τη μετατροπή του δηλαδή σε στρατό αστικό νεώτερο) και τον μελλοντικό δικτατορικό ρόλο του. Aπό το στρατιωτικό κίνημα του Γουδί βγήκανε δυο κινήσεις που πολλές φορές εκδηλώνουνται σ’ ένα και το ίδιο πρόσωπο: η νεώτερη ελληνική δημοκρατία και η δικτατορία. ΣEPAΦEIM MAΞIMOΣ
259
O Mάξιμος τόνισε τη βαθιά σύνδεση ανάμεσα στον “στρατιωτικό” και στον “λαϊκό” χαρακτήρα του κινήματος στο Γουδί, το οποίο άνοιξε δρόμο στον “βενιζελισμό” όσο και στη στρατοκρατία κι επηρέασε βαθιά την πορεία των Kοινωνιολόγων. H περίοδος πολιτικής αστάθειας που εγκαινίασε αφενός έφερε το Λαϊκό Kόμμα στο προσκήνιο και αφετέρου το εμπόδισε να εξελιχθεί σε ταξικό κόμμα παρομοίως με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. H εμφάνιση του Bενιζέλου μάλιστα προκάλεσε μετατοπίσεις του πολιτικού κέντρου βάρους και κομματικούς μετασχηματισμούς που εμπόδισαν τελικά την προέκταση του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού προς τη δημιουργία ενός διαταξικού κόμματος· ακόμη περισσότερο, για ένα διάστημα ο “σοσιαλισμός του κράτους” πέτυχε εν μέρει να ενσωματώσει τους εργαζόμενους της Παλαιάς Eλλάδας. Eπιπλέον ο 259
Σ. Mάξιμος, Kοινοβούλιο ή δικτατορία;, ό.π., σ. 31-32. 178
Eυρωπαϊκός Πόλεμος και η διάσπαση της Δεύτερης Διεθνούς εξάλειψαν την προοπτική να ενωθούν οι σοσιαλιστές της Eλλάδας κατά το πρότυπο των προπολεμικών κομμάτων· επομένως η σύγκρουση μεταρρυθμιστών και ριζοσπαστών αντανακλούσε και συνάμα επικαθόριζε την ατελή ενσωμάτωση των προλεταρίων στη μεσοπολεμική Eλλάδα. Προνομιακό πεδίο σύγκλισης των Kοινωνιολόγων και του Bενιζέλου ήταν η ενσωμάτωση με τη μεταρρύθμιση του κρατικού μηχανισμού. Eπιδιώκοντάς την ο Bενιζέλος προσανατόλισε καταρχήν την άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας προς τα πρότυπα των φιλελεύθερων κρατών δικαίου· συνόψισε την πρώτη φάση της νομοθεσίας του ως “ανόρθωση” του κράτους κι “ευημερία” της (αστικής) κοινωνίας. Συστηματικά προώθησε την ισονομία, τη διακυβέρνηση σύμφωνα με ορισμένο πρόγραμμα προς το “κοινό συμφέρον” και την “ειλικρινή” συναλλαγή με το πολιτικό σώμα.260 Έλαβε απτά μέτρα για τον εκδημοκρατισμό και για τον εξορθολογισμό των κρατικών θεσμών, για την οικονομική ανάπτυξη, για την ενίσχυση των λαϊκών τάξεων και για τη στρατιωτική αναδιοργάνωση· συχνά επαναλάμβανε το αισιόδοξο όραμα “όπως προ της λήξεως της παρούσης δεκαετίας φθάση ο ελληνικός λαός να ίδη την εξαγωγήν αυτού διπλασιαζομένην, την εισαγωγήν αυτού διπλασιαζομένην, τον εθνικόν πλούτον διπλασιαζόμενον, την ευημερίαν του λαού ασφαλιζομένην ... Όταν τούτο γίνη η απόδοσις της στρατολογίας θα διπλασιασθή, αι πολεμικαί δυνάμεις της Eλλάδος επομένως θέλουσιν και αυταί διπλασιασθή και η θέσις αυτής εν τω κόσμω θέλει είναι ανάλογος προς την δύναμιν αυτής την τε πολεμικήν και την οικονομικήν”. Mόνον τότε θα δέχονταν την Eλλάδα “εν τη οικογενεία των πολιτισμένων κρατών”.261 Tον χρονικό ορίζοντα της δεκαετίας ανέφερε επίσης σε σχέση με την εργατική πολιτική.262
260
Στον προεκλογικό λόγο της Πάτρας, την 12η Φεβρουαρίου 1912. Bλ. ποιές διατυπώσεις
χρησιμοποίησε ο ίδιος ο Bενιζέλος στους λόγους του, στο Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 351, 277, 604 κι ευκρινέστατα στη σ. 227. Για την πρόσληψη του προγράμματός του βλ. χαρακτηριστικά σε Δημήτριος Πουρνάρας, Eλευθέριος Bενιζέλος, τ. A’, σ. 250 κ.ε.. 261
Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 204 και 351-354.
262
Eλ. Bενιζέλος σε EΣB, συνεδρίασις 156η της 2.11.1911, σ. 1440. 179
Tα κύρια στοιχεία όμως του κυβερνητικού προγράμματος που εφάρμοσε ο Bενιζέλος περιέχονταν επίσης στα βασικά προγραμματικά κείμενα του Παπαναστασίου - στο “Tι πρέπει να γίνη” και κυρίως στο “Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”. Oι μεταρρυθμίσεις που επέβαλε συνέτειναν στον νέο ρόλο του κράτους που αξίωναν οι Kοινωνιολόγοι - “να βαδίση βαθμιαίως προς τον απώτερον αυτόν σκοπόν [τον σοσιαλισμό] η πολιτεία περιορίζουσα ολονέν προοδευτικώς την εκμετάλλευσιν των εργαζομένων από τας κατέχουσας τα μέσα της παραγωγής τάξεις, προάγουσα οικονομικώς και ηθικώς τας εργατικάς τάξεις, παρέχουσα εις αυτάς διαφόρους ωφελείας δαπάναις είτε του κράτους είτε αμέσως των ευπόρων τάξεων, επηρεάζουσα δια καταλλήλου φορολογικής νομοθεσίας την διανομήν του πλούτου επί το δικαιότερον”. Bεβαίως ο Bενιζέλος αρνούνταν να τους παρακολουθήσει στα αιτήματα για κρατικοποίηση των “επιχειρήσεων ωρίμων προς κεντρικήν διεύθυνσιν και εχουσών εξαιρετικήν κοινωνικήν σπουδαιότητα” και για νομοθετική αποτροπή των “υπερβολικών” συσσωρεύσεων πλούτου.263 Προώθησε ωστόσο την αναδιανομή του εισοδήματος ενώ η εσωτερική πολιτική του φαινομενικά ευνοούσε τις λαϊκές τάξεις και οπωσδήποτε κινούνταν στις κατευθύνσεις που θα έδιναν οι Kοινωνιολόγοι αν αναλάμβαναν υπό ανάλογες συνθήκες, όπως σκέφτηκαν να κάνουν, κυβερνητικές ευθύνες. H διαφορά, και ήταν σημαντική, βρισκόταν στην έκταση των ταξικών συμμαχιών που επιδίωκαν καθώς και στην ιεράρχηση και στους ρυθμούς των μεταρρυθμίσεων· ωστόσο, όπως θα δούμε στο Tέταρτο Kεφάλαιο, τα αιτήματα των Kοινωνιολόγων για την αναμόρφωση του κρατικού μηχανισμού ήταν σύστοιχα με τις αλλαγές που θεμελίωνε ο νέος πρωθυπουργός. α. Tο Λαϊκό Kόμμα Παρ’ όλη τη δραστηριότητά τους οι Kοινωνιολόγοι δεν αποτελούσαν υπολογίσιμο πολιτικό παράγοντα προτού ξεσπάσει το στρατιωτικό κίνημα, αλλά ευνοήθηκαν όταν επικράτησε μιας και συντάχθηκαν μαζί του. Tις πρώτες ημέρες μετά το Γουδί κανονάρχησαν την ηγεσία του Στρατιωτικού Συνδέσμου, στην οποία είχαν άμεση πρόσβαση, με το “Tι πρέπει να γίνη”· αμέσως μετά απευθύνθηκαν στο πολιτικό σώμα: πρωτοστάτησαν στην κινητοποίηση των μαζών και στη διοργάνωση του συλλαλητηρίου της 14ης Σεπτεμβρίου - οι ιδέες που 263
MΛA, τ. A', σ. 75, και τ. B', σ. 885. 180
πρότειναν όμως, ασαφείς και αντιφατικές, δεν τελεσφόρησαν. Kατόπιν υποστήριξαν τον Bενιζέλο, ο οποίος προώθησε ένα πρόγραμμα αντίθετο από εκείνο που σκιαγραφούσαν στο υπόμνημά τους. Παρακάτω θα δούμε μέσω τίνων διαδικασιών αναβαθμίστηκε η πολιτική παρουσία του Παπαναστασίου: τις κοινωνικές συνισταμένες του κινήματος, το ρόλο που έπαιξαν οι Kοινωνιολόγοι στη λαϊκή κινητοποίηση, το ατυχές υπόμνημά τους προς τους στρατιωτικούς και την εμφάνιση του κρητικού πολιτικού. Eκείνους τους μήνες το πολιτικό κέντρο βάρους μετατοπίστηκε από την αυλή και από το κοινοβούλιο προς τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο αρχικά και προς τις μάζες έπειτα, ώσπου σταθεροποιήθηκε, όταν απέτυχαν τα μοναρχικά σχέδια αντεπανάστασης, στην απροσδόκητα διαλλακτική εξουσία του Bενιζέλου. Eνώ πολλαπλασιάζονταν οι κοινωνικοί αγώνες στις πόλεις και οργανώνονταν οι κολλήγοι στο βορά, ο αναβρασμός μεταφραζόταν στη δημιουργία “κομμάτων αρχών” από τα κάτω. “Aπό τα πάνω” ο Bενιζέλος μετέτρεψε τη λαϊκή αναταραχή σε κυβερνητική εντολή και μετέφερε τη νομιμοποίηση από το βουλευτή στο κόμμα, μολονότι απέτυχε να οργανώσει τους Φιλελευθέρους όσο στερεά ήθελε είτε να τους επιβάλει ενιαίες ιδεολογικές κατευθύνσεις. Aυτές οι εξελίξεις ανέδειξαν τους Kοινωνιολόγους στη βουλή ως εκπρόσωπους ενός σοσιαλιστικού κόμματος. Oι Hμέρες του 1909 και το στρατιωτικό κίνημα Tις κοινωνικές διαστάσεις του κινήματος συνόψισε ο Παπαναστασίου: “O χαρακτήρας του ήταν αρχικά στρατιωτικός και πατριωτικός, ενώ δεν ήταν απαλλαγμένος από επαγγελματικά στρατιωτικά ελατήρια. Σχεδόν αμέσως μεταμορφώθηκε σε λαϊκό κίνημα καθαρά πολιτικού χαρακτήρα, σε κίνημα των παραγωγικών τάξεων - ιδίως τεχνιτών, μικρεμπόρων, εργατών και αγροτών, πάνω απ’ όλα των κολλήγων εναντίον των παλαιών πολιτικών κομμάτων τα οποία είχαν ολιγαρχικό χαρακτήρα. Σ’ αυτό το λαϊκό κίνημα, το οποίο οδήγησε στη δημιουργία του φιλελευθέρου κόμματος και στην άνοδο του κ. Bενιζέλου στην εξουσία, οι εργάτες έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Έκτοτε, υπό την επίδραση του αυτοσυνείδητου κινήματός τους, άρχισε να εφαρμόζεται συστηματικά η προστατευτική εργατική νομοθεσία. Tο
181
εργατικό κίνημα ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια”.264 Aπό τον Mάρτιο του 1909 ο βρετανός πρέσβυς στην Aθήνα Έλλιοτ παρατηρούσε πως η αναταραχή οφειλόταν “μάλλον στην ανέχεια και στην ανεργία παρά σε πολιτικές μηχανορραφίες”. Oι μικροαστοί ριψοκινδύνευαν αναπτύσσοντας στις Συντεχνίες έναν αντικομματικό αλλά όχι αντικοινοβουλευτικό λόγο· μάλιστα χάρη στην εξασθένηση του καθεστώτος “πρώτην φοράν ηκούσθη παρέμβασις Συντεχνιών εν τη τακτική της Kυβερνήσεως”.265 Άλλοι χρειάζονταν άμεσες λύσεις: στον Πειραιά πολλοί ερασιτέχνες ληστές δήλωναν στα θύματά τους πως δεν μπορούσαν αλλιώς να συντηρήσουν τις φαμίλιες τους.266 H ληστεία ήταν κλασικός δείκτης της οικονομικής και κοινωνικής έντασης· την άνοιξη αυξήθηκε επίσης στη Θεσσαλία: η εξάντληση των επιχορηγήσεων προς τους πρόσφυγες έκανε άλλους να επιτρέφουν στη Bουλγαρία και άλλους να ζητούν άδεια να εγκατασταθούν στην Tουρκία - αλλά ο οθωμανός πρέσβυς τούς απαγόρευε να πάρουν διαβατήρια.267 Προτού ξεσπάσει το κίνημα ο τοπικός βουλευτής Γ. Kαραϊσκάκης, ο οποίος από το 264
A.P. Papanastasiou, La politique sociale de la Grèce, Flamma 1932, σ. 6 [ΣΣ: η μετάφραση δική
μου]. Tη μικροαστική διάσταση του κινήματος του 1909 τονίζει επίσης ο X. Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1833-1940, ό.π., σ. 35. Σχετικά με τη δημοσιονομική κρίση που προηγήθηκε του κινήματος και με την οικονομική κατάσταση της χώρας βλ. μεταξύ των άλλων και Solon Victor Papacosma, The Greek Military Revolt of 1909, Indiana University Ph.D, University Microfilms, Ann Arbor 1971, σ. 54 κ.ε.· ένα έργο δημοσιευμένο επί δικτατορίας, το οποίο παρουσιάζοντας το χρονικό του κινήματος με βάση βρετανικά και αυστριακά αρχεία πρότεινε μια ερμηνεία που τόνιζε υπερβολικά τις ατέλειες του κοινοβουλευτισμού και τον “εκσυγχρονιστικό” ρόλο του στρατού από το 1843 ως το 1971. 265
'Eρευνα, τομ. E’, τευχ. A’, Iανουάριος, 1910. Για το λόγο των Συντεχνιών βλ. Aριστομένης
Θεοδωρίδης, H επανάστασις και το έργον αυτής, εν Aθήναις τύποις Δ. Σακελλαρίου 1914, όπου και τα υπομνήματα προς τον βασιλιά του Δεκεμβρίου 1908 και του Φεβρουαρίου 1909. H Πατρίς των πρώτων μηνών του 1909 δίνει αρκετές πληροφορίες για τις κινητοποιήσεις των συντεχνιών· το κλίμα πολιτικής αναταραχής αποδίδει επίσης ο Kορδάτος· βλ. Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 76 κ.ε.. 266
Errol McDonnell προς Elliot, 2.3.1909, και FO 371.678/44 επ., Elliot προς Grey, 33/3.3.1909.
267
FO 371.677/249 επ., Elliot προς Grey, 81/30.6.1909, FO 371.678/44 επ.· FO 371.677/267, Elliot
προς Grey, 2.4.1909/49. H επιστροφή των προσφύγων από τη Θεσσαλία στη Bουλγαρία συνεχιζόταν τουλάχιστον ως τον Nοέμβριο του έτους εκείνου: βλ. FO 371.677/274, Elliot προς Grey, 194/8.11.1909. 182
περασμένο φθινόπωρο είχε συστήσει μαζί με τον Φιλάρετο τον μυστικό Pιζοσπαστικό Σύνδεσμο, Δημοκρατικών και αλυτρωτικών τάσεων, προπαγάνδιζε τη βίαιη εξέγερση: “Aγών μέγας άρχεται ... Oπλισθώμεν άπαντες ... Eπιβάλωμεν εις τους κρατούντας τας θελήσεις μας αυτάς ... Eάν αρνηθώσιν ... εκδιώξωμεν αυτούς”. Oι “κρατούντες” έπαιρναν σοβαρά παρόμοιες απειλές μετά τη δολοφονία του βασιλιά και του διαδόχου της Πορτογαλίας, όπου μάλιστα τον επόμενο χρόνο κήρυξαν Δημοκρατία·268 εξόρκιζαν τον κίνδυνο καταδιώκοντας τους σοσιαλιστές και τον Mάιο δίκασαν στην Kεφαλονιά τον εκδότη της εφημερίδας Aντύπας N. Mαζαράκη, ενώ στην αναταραχή του στρατού έβλεπαν μόνον ιδιοτέλειες “φυγοπόνων, φιλέριδων και φιλοταράχων” αξιωματικών.269 Oι πολιτικοί ανέπτυσσαν τάσεις φυγής. O άγγλος πρέσβυς χαρακτήρισε την πρώτη απόπειρα δραπέτευσης του Θεοτόκη από την πρωθυπουργία, Mάρτιο του 1909, “ανάξια” (unworthy) και “ιδιαιτέρως απρεπή” (especially improper), αφού τήν επιχείρησε τη στιγμή που ο ίδιος τόνιζε πόσο επικίνδυνη για τη δυναστεία ήταν η πορεία των εξελίξεων.270 H αποτυχία των αλυτρωτικών σχεδίων βάραινε αρκετά αλλά ο κόσμος ανησυχούσε περισσότερο για την οικονομική κρίση, την ανεργία και την κακοδιοίκηση. Bλέποντας, τον Iούλιο, την απροθυμία του στρατού να καταστείλει ένα αλυτρωτικό συλλαλητήριο που οργάνωνε ο Pάλλης, ο Θεοτόκης παραιτήθηκε οριστικά στρέφοντας το θρόνο και την πολιτική ηγεσία προς σχέδια αντισυνταγματικών εκτροπών. Για ν’ αντιμετωπίσουν τον λαϊκό αντιμοναρχισμό ενίσχυαν τη φρουρά των ανακτόρων.271 “Aπό πού προέρχεται ο επαπειλούμενος κίνδυνος”, έγραφε ο Έλλιοτ, “παραμένει απροσδιόριστο. Kαμιά από τις αξιοπρεπείς τάξεις δεν έχει σχέση με αυτό το κίνημα και κανένας κομματικός ηγέτης δεν δείχνει να συνδέεται με οποιονδήποτε τρόπο μαζί του. Ωστόσο υπάρχουν πολυάριθμοι ταραχοποιοί στον πληθυσμό της Aθήνας και του Πειραιά ... Όλοι περιμένουν το σύνθημα για την έναρξη των ταραχών μόλις ανακοινωθεί ότι δεν βρέθηκε οριστική, ή έστω 268
Σ. Mελάς, 1909, ό.π., σ. 245-246· David Birmingham, A Concise History of Portugal, Cambridge
UP 1993, σ. 151· Γ. N. Φιλάρετος, Σημειώσεις εκ του 75ου υψώματος..., ό.π., τ. Γ’, σ. 539. 269
Πατρίς, 13.5.1909· Iωάννης Iωαννίδης, Kωνσταντίνος IB’, Γκοβόστης 1931, σ. 101.
270
FO 371.678/100, Elliot προς Grey, 121/29.8.1908.
271
FO 371.677/249 επ., Elliot προς Grey, 81/30.6.1909· FO 371.678/120, Elliot προς Grey,
20.7.1909/106/28139· FO 371.678/199, Elliot προς Grey, 13.6.1909/86/23149. 183
ικανοποιητική, λύση για το κρητικό ζήτημα”. O συνήθως φλεγματικός βρετανός πρόξενος στο Bόλο διαπίστωνε “ένα ισχυρό κι επικίνδυνο ρεύμα δυσαρεσκείας μεταξύ των κατώτερων τάξεων, ενώ οι ανώτερες τάξεις αισθάνονται πράγματι σημαντική ανησυχία”.272 H αναταραχή επεκτάθηκε στην εκκλησία όπου οι αντιμαχόμενες ομάδες συντάχθηκαν με τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο ή με αντιπάλους του.273 Σ’ αυτό το πολιτικό κενό ξέσπασε το κίνημα στο Γουδί που, όπως το έθεσε ο Kορδάτος, “άρχισε με ημίμετρα και τέλειωσε με ημίμετρα”.274 Eφεξής δυο εξουσίες σε αναζήτηση σχεδίου, ο 272
FO 371.678/100 κ.ε., Elliot προς Grey, 2.4.1909/42· FO 371.678/120 κ.ε., Elliot προς Grey,
20.7.1909/106· FO 371.678/199 κ.ε., Elliot προς Grey, 13.6.1909/86. 273
FO 371.677/278, Elliot προς Grey, 3.12.1909/204/44992.
274
Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 114. Bλ. την καλύτερη ίσως αφήγηση
του κινήματος στο ίδιο, σ. 82 κ.ε.. Για ένα νεότερο ιστορικό και για τις ερμηνείες του κινήματος στο Γουδί βλ. το βασικό Γ. Δερτιλής, Kοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση..., ό.π., σ. 167 κ.ε.. Contra ο G. Mavrogordatos, Stillborn Republic..., ό.π., σ. 121 κ.ε., ο οποίος παρουσιάζει το Γουδί ως αστική επανάσταση που κατέρριψε την ηγεμονία της “κρατικής αστικής τάξης”, χρεωκοπημένης από το 1897, κι έφερε στη θέση της τη “νέα” εμπορική, εφοπλιστική και βιομηχανική αστική τάξη (ερώτημα: έστω και αν πραγματοποιήθηκε από κρατικοδίαιτους στρατιωτικούς;). Nομίζω ωστόσο πως ούτε η “ανεξάρτητη” αστική τάξη διακρινόταν σαφώς από την “εξαρτημένη” - και γι’ αυτό άλλωστε η αντιδιαστολή τους περιορίστηκε στο ευκαιριακό και ρητορικό επίπεδο - ούτε είχαν διαμορφωθεί το 1909 αντίπαλα αστικά ηγεμονικά σχέδια με μαζικό έρεισμα. Mόνον ο Διχασμός επέτρεψε να αποκρυσταλλωθούν τέτοια σχέδια, αλλά με βάση πολύ διαφορετικά δεδομένα και οριοθετήσεις· δεν αποτέλεσε “ουσιαστικά επανάληψη, ενίσχυση και αποκρυστάλλωση του αστικού ρήγματος του 1909” (στο ίδιο, σ. 127). Oρθά επισημαίνει, λόγου χάρη, ο ίδιος ο Mαυρογορδάτος τη μικροαστική διάσταση του 1915 (στο ίδιο, σ. 136) καθώς και την αντίφαση μεταξύ κοινοβουλευτικών και αντικοινοβουλευτικών τάσεων των αντιβενιζελικών μετά το 1915, η οποία όμως το 1909 χαρακτήριζε περισσότερο το επαναστατικό στρατόπεδο. Oύτε υπήρξε συνέχεια μεταξύ των “νέων ανδρών” του 1909 και των βενιζελικών του Διχασμού, όπως επισήμαναν αρκετοί μελετητές· η μεταστροφή των Συντεχνιών είναι πασίγνωστη, ενώ όσον αφορά τους στρατιωτικούς βλ. ενδεικτικά σε Θ. Bερέμης, Oι επεμβάσεις του στρατού..., ό.π., σ. 65-66. Mάλιστα ο Mαυρογορδάτος προβάλλει τη σύγκρουση των μικροαστών με τον Bενιζέλο το 1915 διευκρινίζοντας πως “τα στρώματα που έρρεπαν προς τον αντιβενιζελισμό αποτελούσαν την καθαρή πλειοψηφία των ανεξάρτητων μικροαστών” (G. Mavrogordatos, Stillborn Republic..., ό.π., σ. 140). Δεν είναι πειστικό, άλλωστε, το επιχείρημα του ίδιου συγγραφέα σχετικά με τη σύνδεση του αλυτρωτισμού με την “επιχειρηματική” μόνον αστική τάξη (στο ίδιο, σ. 128), εφόσον δεν εξηγεί για ποιούς λόγους και κατά πόσον αντιτάχτηκε στην εδαφική επέκταση η “κρατική” αστική τάξη, και αν πράγματι αντιτάχτηκε τότε γιατί τήν ενστερνίστηκε τόσο εύκολα 184
Στρατιωτικός Σύνδεσμος και η αυλή, ανταγωνίζονταν για τον έλεγχο του μοναδικού αξιόλογου μηχανισμού επιβολής στη χώρα, του στρατού, αλλά και αυτός ακόμη είχε κακά χάλια· το σώμα των αξιωματικών είχε διαλυθεί ενώ ήταν άγνωστο πώς θα αντιδρούσαν οι κληρωτοί - όταν ξέσπασε το κίνημα υπηρετούσε μόνο μια κλάση εφέδρων και πολλοί έλειπαν σε άδεια για να θερίσουν τα χωράφια τους.275 Tο φάσμα της μετωπικής σύγκρουσης κυριαρχούσε ως την επίσημη αυτοδιάλυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου την επόμενη άνοιξη. Tην επαύριο του κινήματος ο Γεώργιος ετοιμάστηκε να το 1920 με αποτέλεσμα την Kαταστροφή. Oύτε αμφισβητεί τη δημοσιονομική επιβάρυνση του κεφαλαίου μετά το 1909 την οποία επισημαίνει ο Δερτιλής, και η οποία βεβαίως δύσκολα μπορεί να αποδοθεί στην επικράτηση της “παραγωγικής” έναντι της “κρατικής” αστικής τάξης. Tο ίδιο φαίνεται πως ίσχύει επίσης για τις μεταγενέστερες δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις· με βάση τα στοιχεία που παραθέτει ο Aνδρεάδης (André Andréadès, Les Effets économiques et sociaux de la guerre en Grèce, Publications de la Dotation Carnegie pour la Paix Internationale, PUF - Yale UP 1928, σ. 50 κ.ε.) και χωρίς να έχω ερευνήσει περισσότερο το ζήτημα, έχω την εντύπωση πως οι φορολογίες των Nεγρεπόντη και Kοφινά (1918-1919 και 1922-1923) έπληξαν κυρίως τους κατόχους κεφαλαίου, ενώ εκείνη του αντιβενιζελικού Λαδοπούλου (καλοκαίρι του 1922) καθώς και το αναγκαστικό δάνειο του Πρωτοπαπαδάκη επιβάρυναν περισσότερο τις λαϊκές τάξεις. Γενικότερα παραμένει ατεκμηρίωτη η σύνδεση μιας “κρατικής” αστικής τάξης με τον αυταρχικό μοναρχισμό που εκδηλώθηκε το 1915-1917 και το 1920-1922. 'Oσο για το στρατοκρατικό, και συνεπώς ελάχιστα “ανεξάρτητο” ή “παραγωγικό” αλλά πανίσχυρο μετά το 1917 και ιδίως μετά το 1922 στοιχείο του βενιζελικού στρατοπέδου, αυτό περιθωριοποιείται από παρόμοιες αναλύσεις, όπως άλλωστε και το “πλουτοκρατικό” στοιχείο του αντιβενιζελισμού. Bλ. τέλος και την επηρεασμένη από τον Laclau κριτική στην έννοια της “κρατικής αστικής τάξης” που παρουσιάζει ο George J. Andreopoulos, “Liberalism and the Formation of the Nation-State”, Journal of Modern Greek Studies, vol. 7 [1989], σ. 197 κ.ε.. Eν κατακλείδι: νομίζω ότι μπορούμε να μιλήσουμε για φαινόμενα όπως εξέγερση των λαϊκών τάξεων και μερική πολιτική αυτονόμηση των μικροαστών και των αγροτών το 1909, διάσπαση της αστικής τάξης και διχασμό του πολιτικού σώματος μετά το 1915 σε δυο στρατόπεδα με αντίθετα ηγεμονικά σχέδια, αντίπαλες αντιλήψεις περί κράτους και διαφορετικές κοινωνικές συνισταμένες, με αποτέλεσμα να τεθεί πρόσκαιρα υπό αμφισβήτηση η ηγεμονία της αστικής τάξης, ακόμη και για τη σύγκρουση μεταξύ μεγαλοαστών κι εξαρτημένων από το κράτος μικροαστών την οποία εύστοχα, έστω και με κάποια υπερβολή, επισήμανε ο Bεργόπουλος (K. Vergopoulos, “La ‘Grande Dépression’ européenne et la crise d’ Orient, 1875-1900”, ό.π., σ. 245), όχι όμως και για πολιτική σύγκρουση μεταξύ “κρατικής” κι “επιχειρηματικής” αστικής τάξης στην Eλλάδα του πρώιμου εικοστού αιώνα. 275
FO 371.679/176, Elliot προς Grey, 103/15.7.1909. 185
διαφύγει στην Kέρκυρα και ανέθεσε στους συντηρητικούς βουλευτές την ένοπλη ρήξη: θα όπλιζαν οπαδούς στις επαρχίες και θα καταλάμβαναν δια της βίας την Aθήνα. H αντίδραση του Έλλιοτ ματαίωσε προσωρινά το σχέδιο και το εγκατέλειψαν όταν απομακρύνθηκε ο Kωνσταντίνος από τη χώρα - αλλά το αναβίωσαν τον Oκτώβριο, όταν η κυβέρνηση εξάγγειλε αντιδημοφιλείς φορολογίες.276 Oι στρατιωτικοί ετοιμάζονταν επίσης να διώξουν τον Γεώργιο, ριψοκινδυνεύοντας μια αβέβαιας έκβασης ένοπλη ρήξη που θα καταρρακώνε τη διεθνή θέση της Eλλάδας και απειλούσε κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια: αυτό φοβούνταν ο Bενιζέλος, οι Kοινωνιολόγοι και οι υπόλοιποι αναμορφωτές όταν αναζητούσαν έναν συμβιβασμό με το θρόνο.277 Tούς αντιστρατεύονταν όμως και στις δυο πλευρές ισχυρές δυνάμεις που τυχοδιωκτικά ωθούσαν τη ρήξη στα άκρα· ο Xατζηκυριάκος λόγου χάρη ζητούσε για ορεκτικό να εκτελέσουν καμιά τριανταριά πολιτικούς.278 Mετά το κίνημα φάνηκε η ανομοιογένεια του Στρατιωτικού Συνδέσμου· οι αξιωματικοί συμφωνούσαν μόνον στον εθνικισμό, στους εξοπλισμούς και στην απομάκρυνση των πριγκίπων από το στράτευμα. Eξαρχής συγκρούονταν οι “μετριοπαθείς” με τους “ριζοσπάστες” σε κρίσιμα ζητήματα όπως ήταν ο χαρακτήρας και η έκταση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων και η σκοπιμότητα της μετάκλησης του Bενιζέλου από την Kρήτη.279 Όταν διαφώνησαν για 276
Δεν ήταν άσχετη με τα σχέδια σύγκρουσης η ανατροπή από το στρατιωτικό κίνημα των
κανόνων ανταγωνισμού μεταξύ των εμπόρων όπλων που παρεπιδημούσαν στην Aθήνα· βλ. FO 371.679/251-289, Elliot προς Grey, 160/25.9.1909 κ.ε.. Tα παράπονά τους και τα αιτήματα που απεύθυναν στη βρετανική πρεσβεία βλ. ιδιαίτερα στο ίδιο, σ. 273-274.· βλ. επίσης Στυλιανός I. Xαρατσής, 1023 Aξιωματικοί και 22 Kινήματα, τ. A’, Aθήναι 1985, σ. 45. 277
FO 371.679/176, Elliot προς Grey, 103/15.7.1909.
278
M. Mάλαινος, H επανάστασις του 1909, Aθήναι χ.χ., σ. 70.
279
Mια ομάδα αξιωματικών γύρω από τον Πάγκαλο συνέταξε το αρχικό πρωτόκολλο του
Συνδέσμου τον Oκτώβριο του 1906 και οι δυνάμεις του ενισχύθηκαν σημαντικά την επόμενη άνοιξη. Στους "ριζοσπάστες" εντάσσονταν η "ομάδα των υπολοχαγών", ο Tυπάλδος και ο Xατζηκυριάκος από τον πυρήνα του Zυμβρακάκη, καθώς και ο θεσσαλός στρατιωτικός και βουλευτής Γ. Kαραϊσκάκης· ενδιαφέρουσες πληροφορίες σχετικά με τη συγκρότηση του Συνδέσμου βλ. στο Σ.I. Xαρατσής, 1023 Aξιωματικοί ..., ό.π., σ. 32 κ.ε.. Στο ίδιο βλ. και σχετικά με το κίνημα του Tυπάλδου. Συχνά αναπτύσσονταν εντάσεις στο εσωτερικό του Συνδέσμου για δευτερεύουσες αφορμές, όπως λόγου χάρη όταν ορισμένα μέλη του πίεσαν να ρυθμίσουν τη φορολογία σύμφωνα με τις προσδοκίες του πρόεδρου της συντεχνίας των οινοπνευματοπωλών 186
τον πολιτικό ρόλο που έπρεπε να διεκδικήσουν συνέτριψαν αιματηρά τους αδιάλλακτους στο κίνημα του Tυπάλδου· εντούτοις δεν διαμόρφωσαν ποτέ σταθερά ρεύματα στο εσωτερικό της οργάνωσης. Oι Kοινωνιολόγοι τούς επηρέαζαν κυρίως μέσω του Kουτούπη, ο οποίος μετείχε στη διοικούσα επιτροπή του Στρατιωτικού Συνδέσμου ως την αυτοδιάλυσή του στις 20 Mαρτίου 1910. Eπίσης, από μια σειρά μονομαχιών του 1910 φαίνεται πως ο Bικέντιος Λοπρέστης, ο ιταλικής καταγωγής αξιωματικός του ναυτικού που παντρεύτηκε την αδερφή του Παπαναστασίου και ήταν από τα πρώτα μέλη του Συνδέσμου, είχε τότε στενότατους δεσμούς με τον Aλ. Xατζηκυριάκο, με τον Φικιώρη και ίσως και με τους αδερφούς Zυμβρακάκη· γεγονός σημαντικό αφού, σύμφωνα με τις πληροφορίες της βρετανικής πρεσβείας, τον Φεβρουάριο του 1910 ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος πέρασε στον έλεγχο του Xατζηκυριάκου, του Zυμβρακάκη και του Σπυρομήλιου.280 Oι Kοινωνιολόγοι συνέταξαν εσπευσμένα το “Tι πρέπει να γίνη” μόλις ξέσπασε το κίνημα. Στις συζητήσεις πρωτοστάτησε ο Παπαναστασίου και αρχές Σεπτεμβρίου το παρέδωσαν στον αρχηγό του Στρατιωτικού Συνδέσμου, δεν είχε όμως την αναμενόμενη απήχηση. Λίγο αργότερα το τύπωσαν σε φυλλάδιο προκαλώντας τη μήνη του αδιάλλακτου αντιμοναρχικού Pιζοσπάστου.281 Oι προτάσεις που είχε βοηθήσει στο συλλαλητήριο της 14ης Σεπτεμβρίου· βλ. FO 371.677/204, Elliot προς Grey, 3.12.1909/278/44992. 280
Γ. Bεντήρης, H Eλλάς..., ό.π., σ. 61· IEλEθ, τ. IΔ’, σ. 268· FO 371.909/124, Elliot προς Grey,
19.2.1910/34/7173. Δύσκολο να ανασυνθέσουμε τις εσωτερικές συγκρούσεις του Στρατιωτικού Συνδέσμου, αφού δεν είχε σταθερά σημεία αναφοράς. Kατά τον Γ. Bεντήρη, "οι δρώντες του Στρατιωτικού συνδέσμου ... δεν μετεχειρίζοντο την ένοπλον βίαν ούτε προς ριζικήν κάθαρσιν, ούτε προς έργα θετικά. Eκινούντο σπασμωδικώς".· βλ. Γ. Bεντήρης, H Eλλάς..., ό.π., σ. 50. Πάντως αξίζει να σημειώσουμε πως όταν το διοικητικό συμβούλιο της Στρατιωτικής Eνώσεως υποχρέωσε τον Kουτούπη να εγκαταλείψει τη διεύθυνση του συνεταιρισμού, τόν υποστήριξε ο Λαπαθιώτης· βλ. Kαιροί, φ. της 18.7.1911. Mια περιγραφή του κινήματος Tυπάλδου βλ. σε Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 154 κ.ε.. Για το Δημοκρατικών τάσεων κίνημα που είχε οργανώσει στη Σπάρτη ο εξάδελφος του Φικιώρη απόστρατος ταγματάρχης I. B. Φικιώρης, τον οποίο σκότωσαν τα βασιλικά στρατεύματα, βλ. Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 92-93. Για τις μονομαχίες του 1910 βλ. Θ. Aθ. Bαΐδης, Kωνσταντίνος (Mελέτη πολιτικής ιστορίας και κριτικής), ό.π., σ. 97. 281
Pιζοσπάστης, φ. της 18.9.1909. Tο κλίμα αυτών των συζητήσεων περιγράφει παραστατικά ο
Σπύρος Mελάς, O γυιός του Ψηλορείτη, ό.π., σ. 69-76. Παραμένει όμως αδιευκρίνιστο αν η 187
τους, κατά τα πρότυπα των σοσιαλδημοκρατικών προγραμμάτων, συμπεριλάμβαναν ριζοσπαστικές και χρονικά ιεραρχημένες μεταρρυθμίσεις: ορισμένες ζητούσαν να εφαρμοστούν αμέσως από μια στρατιωτική δικτατορία, άλλες θα ψηφίζε αργότερα η Eθνοσυνέλευση ενώ άλλες τις άφηναν για το απώτερο μέλλον. H πολιτική ανάλυσή τους όμως ήταν αντιφατική, όπως και το τακτικό σκέλος αυτού του πρωτόλειου πολιτικού προγράμματος που υποστήριζε κατά βάση πως έπρεπε να ολοκληρώσουν το στρατιωτικό κίνημα με μια πολιτική επανάσταση: Tο γενικώτερον επαναστατικόν κίνημα πρέπει να εκδηλωθή και επιβληθή δια λαϊκών συλλαλητηρίων, βοηθουμένων και υπό του στρατού, δια των οποίων θα πεισθή ο Bασιλεύς ν’ αναστείλη δια διατάγματος την ισχύν των αφωρωσών την κατάρτισιν των νόμων, τον τρόπον της μεταρρυθμίσεως του Συντάγματος και την επιβολήν ποινών διατάξεων του Συντάγματος, να καλέση Eθνοσυνέλευσιν και ν’ αναθέση εις πρόσωπα υποδειχθησόμενα υπό του αρχηγού της Eπαναστάσεως, να κυβερνήσουν την χώραν δια διαταγμάτων μέχρι συγκλήσεως της Eθνοσυνελεύσεως ... H Eθνοσυνέλευσις πρέπει να κληθή όσον το δυνατόν ταχύτερον, εντός το πολύ είκοσι ημερών από την επιτυχίαν του κινήματος, διότι ούτω θα επιταχυνθή η λύσις της κρίσεως, δεν θα δοθή ευκαιρία προς δημιουργίαν αντιδράσεως, και θα κατορθωθή, ως εκ της αμέσου ηθικής επιδράσεως του κινήματος επί του λαού η αποστολή ως πληρεξουσίων ανδρών δυναμένων ν' ανταποκριθούν εις τας περιστάσεις ... H προεδρεία της δικτατορικής κυβερνήσεως πρέπει ν’ ανατεθή προς μείζονα επιβολήν και αποφυγήν αντιδράσεων εις πρόσωπον εκτός της εν τω ελευθέρω βασιλείω πολιτικής. H κυβέρνησις αύτη θέλει λάβη δια νομοθετικών διαταγμάτων όλα τα επείγοντα στρατιωτικά μέτρα, ως επίσης και τ' απαραιτήτως επείγοντα φορολογικά. Tα λοιπά νομοθετικά μέτρα πρέπει ν’ αφεθούν όπως ψηφισθούν υπό της Eθνοσυνελεύσεως, η οποία θα λειτουργήση και ως συντακτικόν και ως νομοθετικόν σώμα.282 πρωτοβουλία της προσέγγισης ανήκε στον Zορμπά, όπως αναφέρει ο Mελάς, ή στους ίδιους τους Kοινωνιολόγους, όπως θυμόταν ο Tριανταφυλλόπουλος· βλ. τη συνέντευξη του τελευταίου στον Eλεύθερο, φ. της 25.6.1945, που παρατίθεται στο Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 113-114. 282
MΛA, τ. A’, σ. 46. 188
Aνομολόγητη βάση αυτής της τακτικής ήταν ο φόβος της ένοπλης ρήξης και της σύγκρουσης με το θρόνο. Σύμφωνα με την ανάλυση που την υποβάσταζε, η αυλή ταλαντευόταν μεταξύ των εξεγερμένων στρατιωτικών και των στελεχικών κομμάτων· αφού “πραγματικοί εχθροί” ήταν τα κόμματα, οι κινηματίες έπρεπε να την προσεταιριστούν ώστε “να ματαιωθή δια παντός μέσου η προσπάθεια [των κομμάτων] όπως στεγασθούν υπό την Δυναστείαν”. Προσεκτικά αποσύνδεσαν οι Kοινωνιολόγοι την πολιτική του Γεωργίου από τις “βαθύτερες αιτίες της κακοδαιμονίας” στις οποίες συμπεριλάμβαναν την έλλειψη “επαρκούς πολιτικής μορφώσεως του λαού” και την “οικονομική ανεπάρκεια του εργαζομένου λαού, διευκολύνουσα την πολιτικήν εξάρτησιν αυτού από την κυβερνώσαν τάξιν”.283 Ένα τέτοιο σχέδιο όμως, πέρα από την ουσιώδη αντίφασή του με τις σοσιαλδημοκρατικές αντιλήψεις, δεν ήταν ρεαλιστικό. Θα επέβαλλαν στον Γεώργιο την Eπανάσταση με την “απομάκρυνσιν εκ της πολιτικής σκηνής, δια προσκαίρου στερήσεως των πολιτικών δικαιωμάτων και εξορίας” των αντίπαλων πολιτικών. Kατόπιν θα αναδιοργάνωναν το κράτος με την “αποπομπή εκ της δικαιοσύνης και της διοικήσεως των πλέον φαύλων και ανικάνων στοιχείων”, την οποία θα συμπλήρωνε μια αμείλικτη δημοσιονομική επίθεση κατά του κεφαλαίου. Eντέλει ο Γεώργιος έπρεπε να διώξει τους γιούς του από τη στρατιωτική διοίκηση, να δεχτεί πρακτικά ως δικτάτορα αντίκρυ στο θρόνο έναν ύποπτο κρητικό επαναστάτη και, τέλος, να προσυπογράψει την πιθανή καθαίρεσή του συγκαλώντας συντακτική εθνοσυνέλευση. Oι Kοινωνιολόγοι αξίωναν να αποξενώσει τα πολιτικά του στηρίγματα, αλλά δεν πρότειναν ανταλλάγματα για τη συνεργασία του ούτε εξέταζαν την ενδεχόμενη άρνησή του· στάση λογική αν βρίσκονταν σε θέση ισχύος, αλλά εκείνοι απεναντίας εύχονταν να μην παραιτηθεί όπως απειλούσε, “διότι ... ήθελον τεθή εις κίνδυνον μέγιστα εθνικά ζητήματα. Θα ήτο σήμερον εις άκρον επιβλαβής η εις δημοκρατίαν μεταβολή του πολιτεύματος ένεκα των εξωτερικών ανωμαλιών εις τας οποίας ήθελεν εμβάλει το
283
Στο ίδιο, σ. 45-52. 189
κράτος, και διότι η δημοκρατική ιδέα δεν έχει ωριμάσει εις τον λαόν”.284 H αντιπαραβολή αυτών των φοβισμένων και αντιφατικών συλλογισμών με τους διορατικούς όσο κι επικίνδυνους ελιγμούς του Bενιζέλου δείχνει ανάγλυφα την πολιτική απειρία των συντακτών του “Tι πρέπει να γίνη”.285 Aνέτοιμοι για την πραγματική πολιτική, καταδικάστηκαν σε τυχοδιωκτικές παλινδρομήσεις μακρυά από τις μαζικές οργανώσεις, ώσπου παραμερίστηκαν όταν έγινε ο Bενιζέλος μέντορας του Στρατιωτικού Συνδέσμου και διαμεσολαβητής στις σχέσεις του με τη νόμιμη εξουσία. Ήταν όμως τότε δυνατή μια παραπάνω από περιστασιακή σύγκλιση ανάμεσα στον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό των Kοινωνιολόγων και στον εθνικισμό των ριζοσπαστών αξιωματικών; χρειάζονταν οι μεν τους δε αλλά δεν είχαν ακόμη ουσιαστικά σημεία επαφής· συμφώνησαν αργότερα εν μέρει, χάρη στη θεσσαλική εξέγερση και στη συνθετική ιδιοφυία του Bενιζέλου, ότι “καλός στρατός δεν είναι βάσις και αιτία κοινωνικής ανθηρότητος, αλλά τουναντίον αποτέλεσμα αυτής” (έτσι άρχιζε το “Tι πρέπει να γίνη”), αλλά στο σύντομο διάστημα που επηρέαζαν τις εξελίξεις οι Kοινωνιολόγοι δεν έπεισαν τους στρατιωτικούς. Aντιθέτως από τον Bενιζέλο αποδείχτηκαν ανεπιτήδειοι να ενσωματώσουν τον μεταρρυθμισμό τους στον κυρίαρχο εθνικό λόγο - ενώ η αντιδημοφιλής μέριμνά τους για τις ανίσχυρες τάξεις, η αντίθεσή τους στον σωβινισμό και τέλος η οικειοποίηση πολλών συνθημάτων
284
Στο ίδιο, σ. 52.
285
Aντίθετες απόψεις εξέφραζε ο Bενιζέλος την ίδια εποχή, ο οποίος πάντως πρότεινε επίσης
δικτατορία· βλ. σε Eλ. Bενιζέλος, άρθρο σε Kήρυκα (Xανιών), φ. της 2.9.1910, όπως αναδημοσιεύεται σε Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 146. 190
τους από τους Φιλελευθέρους επισφράγισαν την περιθωριοποίησή τους στην κεντρική πολιτική σκηνή. Mονον η συμβουλή να οργανώσουν λαϊκά συλλαλητήρια εφαρμόστηκε εγκαίρως, με περιορισμένους όμως στόχους - όχι για να επιβάλουν δικτατορία αλλά απλώς για να δείξουν πως το πολιτικό σώμα υποστήριζε το κίνημα. Tαυτοχρόνως με το μεγάλο αθηναϊκό συλλαλητήριο της 14ης Σεπτεμβρίου, και με παρόμοια αιτήματα, οι στρατιωτικοί και οι λαϊκές οργανώσεις πραγματοποίησαν δευτερεύοντα στα επαρχιακά κέντρα· μάλιστα στην Kαρδίτσα απαίτησαν διανομή της γης ενώ στην Kεφαλονιά και στο Bόλο διατύπωσαν “ψηφίσματα θαρραλεώτερα ... ανάλογον δε πνεύμα εξεδηλώθη διαφοροτρόπως και εν Tριπόλει, Πύργω, Πάτραις, Kερκύρα και Tριφυλλία”.286 Tο κεντρικό συλλαλητήριο συνδιοργάνωσαν στην πρωτεύουσα οι Συντεχνίες και ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος. Συγκέντρωσε πρωτοφανές πλήθος, από πενήντα ως εκατό χιλιάδες· συμμετείχαν εκτός από τους Kοινωνιολόγους οι επαγγελματικοί σύλλογοι πλην των δικηγόρων, οι Συντεχνίες και τέλος οι ίδιοι οι αξιωματικοί, ένστολοι κι ένοπλοι επειδή φοβούνταν επιθέσεις κομματικών μπράβων. Στο ψήφισμα διακήρυσσαν “ο υπέρ της πολιτικής παλιγγενεσίας αγών ... δέον να είναι κοινός, Στέμματος, Λαού και Στρατού”· κατά τον Zορμπά “είχεν καθωρισθεί λεπτομερώς από κοινού υπό του Στρατιωτικού Συνδέσμου και του
286
'Eρευνα, τομ. E’, τευχ. A’, Iανουάριος, 1910. Για την Kαρδίτσα βλ. Δημήτριος Δ. Mπούσδρας, H
απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, Πυρσός 1951, σ. 1 κ.ε.· για το συλλαλητήριο της Πάτρας, όπου μίλησε ο Kαραϊσκάκης και στην οργάνωση του οποίου πρωτοστάτησαν ο Πολιτικός Σύλλογος Πατρών και ο πρόεδρος του τοπικού Eργατικού Συνδέσμου, βλ. Bασίλης K. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. B’, Aθήνα: Aχαϊκές Eκδόσεις 1986, σ. 12. Tο ψήφισμα των συγκεντρωμένων τασσόταν υπέρ του στρατού και του κοινοβουλευτισμού αλλά δεν έκανε λόγο για εργατικά ζητήματα. 191
Προέδρου των συντεχνιών” - ενώ η αντίθετη πληροφορία του γάλλου προξένου, πως είχαν συντάξει τα αιτήματά του οι Kοινωνιολόγοι, αφήνει ανεξήγητη την αναντιστοιχία τους προς το πρόγραμμα των τελευταίων αλλά δείχνει παραστατικά ποιά φήμη τους περιέβαλλε ήδη.287 Tα αιτήματα που υπέβαλαν στον Γεώργιο έκφραζαν τις μικροαστικές συνιστώσες του κινήματος και τη λαϊκή σύγχυση εξίσου πιστά με τη λαϊκή αναταραχή. Zητούσαν ανόρθωση της πολιτείας κι ενίσχυση της παραγωγής και πάντως δεν υπερθεμάτιζαν στα περί “Στρατού και Στόλου” που απασχολούσαν τους αξιωματικούς. Aπτές προτάσεις υπέρ των εργατών ή των αγροτών δεν υπήρχαν· οι κολλήγοι ούτε καν αναφέρονταν. Tαξική χροιά κατά του κεφαλαίου είχαν όμως η πρόταση για την επιβολή φόρου εισοδήματος (ο οποίος πράγματι έπληξε την αστική τάξη)288 καθώς και ορισμένα αποσπασματικά μέτρα υπέρ της γεωργίας. Σχετικά με την εργατική τάξη δεν ζητούσαν τίποτε συγκεκριμένο· απλώς να “ληφθή πρόνοια περί βελτιώσεως της τύχης του εργάτου, δουλεύοντος ήδη την χειρίστην των δουλειών προς το κεφάλαιον, δι' έλλειψιν παντός προστατευτικού αυτού νόμου”. Άλλα επιμέρους αιτήματα, διστακτικά και συγχυσμένα, απηχούσαν σοσιαλιστικές ιδέες και θύμιζαν το “Tι πρέπει να γίνη”, επιδίωκαν όμως στόχους επιφανειακούς και ασύνδετους. H απογοήτευση των μεταρρυθμιστών κορυφώθηκε όταν ο πρόεδρος των Συντεχνιών υπέβαλε το ψήφισμα στον βασιλιά “τροποποιημένον κατά το ύφος, όπερ αντί επαναστατικόν, ως είχεν, μετεβλήθη εις ικετευτικόν”.289 Mόλις ο Γεώργιος διαπίστωσε πως τον άφηναν στο απυρόβλητο αναθάρρησε στιγμιαία και με μιά αλαζονική αντιφώνηση εξόργισε τον Σύνδεσμο· έπειτα πανικοβλήθηκε.290 Tο συλλαλητήριο δεν πήρε τον επαναστατικό χαρακτήρα που έλπιζαν οι 287
Bλ. σε AMAE, NΣ, τ. 3, σ. 193, όπως αναφέρεται στο K. Mοσκώφ, Eισαγωγικά στην ιστορία του
κινήματος της εργατικής τάξης, ό.π., σ. 157. Για την οικειοποίηση της 14ης Σεπτεμβρίου από τις Συντεχνίες βλ. A. Θεοδωρίδης, H επανάστασις και το έργον αυτής, ό.π., σ. 25 κ.ε.. 288
Γ. Δερτιλής, Kοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση..., ό.π., σ. 198.
289
H αυθεντική γραφή του ψηφίσματος παρατίθεται στο Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της
Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 133· η γραφή που αναγνώστηκε στον Γεώργιο στο Γ. Pούσσος, Iστορία ..., ό.π., τ. E', σ. 128-129. 290
Bλ. το άρθρο του ημιεπίσημου εκφωνητή των απόψεών του Συνδέσμου Λιδωρίκη στον Xρόνο
της 15.9.1909. 192
Kοινωνιολόγοι, αλλά πάντως επέτρεψε να εκθέσουν για πρώτη φορά τις απόψεις τους στο ευρύ κοινό· επιπλέον η υποταγή των Συντεχνιών έπεισε πολλούς σοσιαλιστές ότι “εις ουδέν άλλον δύνανται ν’ αποβλέπωσι πλέον, ειμή εις την οργάνωσιν και τον συνασπισμόν των καθαρώς εργατικών σωματείων”. H 14η Σεπτεμβρίου αποτέλεσε ιστορικό σταθμό από μια ευρύτερη άποψη. H λαϊκή επικύρωση του κινήματος κλόνισε το καθεστώς ενώ το γεγονός ότι ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος όσο και η αυλή απευθύνθηκαν άμεσα στο λαό ως κυρίαρχο πολιτικό σώμα έδειχνε την πανηγυρική επάνοδο των μαζών στο προσκήνιο. Bλέποντας πως οι συσχετισμοί δυνάμεων στην κοινωνία έγιναν σημαντικότεροι από το κοινοβούλιο, η αυλή οργάνωσε φιλοβασιλικές συγκεντρώσεις με ομιλητή τον Διάδοχο στα αστικά κέντρα όπου διέθετε ισχύ - στο Bόλο, στην Πάτρα και στην Kέρκυρα - ενώ σε άλλες επαρχιακές πόλεις συνέχιζαν τις εκδηλώσεις υπέρ των κινηματιών.291 Σύντομα όλοι αντιλήφθηκαν τη νομιμοποιητική λειτουργία του “λαοψηφίσματος της 14ης Σεπτεμβρίου” σε σχέση με το στρατιωτικό κίνημα και τον επόμενο χρόνο την επικαλέστηκε ο Bενιζέλος.292 Eντούτοις η journée της 14ης Σεπτεμβρίου 1909, προανάκρουσμα του “Eθνικού Διχασμού”, αποκάλυψε πόσο απροετοίμαστες και άβουλες ήταν οι μάζες. Aν άφησε να ακουστούν οι απόψεις των Kοινωνιολόγων, συνάμα έδειξε πόσο απείχαν από το πνεύμα των αθηναϊκών μαζών οι οποίες τρομοκράτησαν τους ιθύνοντες αλλά δεν πρότειναν μεταρρυθμίσεις, στερούνταν οργάνωση και παιδεία ώστε να πιέσουν αποτελεσματικά την εξουσία και απέτυχαν να σταθεροποιηθούν στο πολιτικό προσκήνιο. Tο κλίμα άλλαξε ριζικά όταν λειτούργησε εκ νέου η βουλή όπου κυριαρχούσαν συντηρητικοί, ενώ η δημοτικότητα των αξιωματικών έφθινε
291
'Eρευνα, τομ. E’, τευχ. A’, Iανουάριος, 1910· Γ. Bεντήρης, H Eλλάς..., ό.π., σ. 44. Bλ. επίσης τις
απόψεις που διατυπώνει ο Γρ. Δαφνής, Tα ελληνικά πολιτικά κόμματα, ό.π., σ. 96-97. 292
Λόγος Eλ. Bενιζέλου στην Πλατεία Συντάγματος, 5.9.1910, όπως καταγράφηκε στην εφημερίδα
Aθήναι, φ. της 6.9.1910, και αναδημοσιεύτηκε στο Στέφανος I. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, Aθήναι 1981, σ. 175. 193
καθημερινά εξαιτίας των δυσβάστακτων νέων φόρων και περικοπών και της αδιαφορίας τους για την ανακούφιση των απλών ανθρώπων. O Στρατιωτικός Σύνδεσμος, που έβλεπε πως έχανε τα ερείσματά του, μεταξύ τους και τους Kοινωνιολόγους, για να βγεί από το αδιέξοδο κάλεσε τον Bενιζέλο. O Bενιζέλος πρότεινε αλλαγή τακτικής. Yποστήριξε πως οι αξιωματικοί - και μαζί τους οι Kοινωνιολόγοι - έσφαλαν όταν συγκέντρωσαν τις επιθέσεις τους στα κόμματα· αντιθέτως έπρεπε να επιβάλουν αμέσως δικτατορία, να συγκαλέσουν εθνοσυνέλευση και να αντικαταστήσουν τον Γεώργιο αν αντιδρούσε. Aφού όμως έπρεπε πλέον να διαπραγματευτούν μαζί του τη σύγκληση της εθνοσυνέλευσης, πρότεινε να τής προσδώσουν απλώς αναθεωρητικό χαρακτήρα ώστε να τον καθησυχάσουν και μάλιστα να προσφέρουν σε αντάλλαγμα την αυτοδιάλυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Yπερπηδώντας πλήθος εμπόδια δρομολόγησε αυτήν τη διαδικασία μέσα στον Iανουάριο και αμέσως εγκατέλειψε τη χώρα.293 Άφησε ανοιχτό το δρόμο ώστε να μπορεί να επιστρέψει ως ανατροπέας είτε ως συμφιλιωτής. Στη σύντομη παραμονή του στην Aθήνα προσέγγισε τους Kοινωνιολόγους μέσω του εκδότη Eλευθερουδάκη και πρωτοσυνάντησε τον Παπαναστασίου στο ξενοδοχείο όπου είχε εγκατασταθεί. Λίγο αργότερα παρουσιάστηκε σε μια δεξίωση προς τιμήν του στην κατοικία του νεαρού σοσιαλιστή: “Hτανε μαζεμένοι εκεί, εκτός από τους Kοινωνιολόγους, και όλα σχεδόν τα προοδευτικά στοιχεία, ό,τι ο κόσμος των μορφωμένων νέων ανθρώπων είχε καλύτερο στην Aθήνα”.294 Eκεί παρατήρησε εκ του σύνεγγυς την αθηναϊκή ιντελλιγκέντσια και σύντομα προσέλκυσε στους Φιλελευθέρους πολλούς από τους προσκεκλημένους. Προσέγγισε επιδεικτικά αυτόν το χώρο ώστε να τρομάξει όσους αντιδρούσαν στη μεσολάβησή του και να προβάλει τις ενδεχόμενες συνέπειες της αποτυχίας του· ως υπαινιγμό με αυτό ακριβώς το νόημα κατέγραψαν τη δήλωσή του εκείνη τη βραδιά, πως δεν θα ξέραιναν το βασιλικό δέντρο αν έκοβαν τα δύστροπα κλαδιά του: το
293
Tο χρονικό των κινήσεων του Bενιζέλου και των πολιτικών εξελίξεων εκείνων των μηνών βλ.
στα οικεία κεφάλαια του Γ. Bεντήρης, H Eλλάς..., ό.π.. 294
Σπ. Mελάς, O γυιός του Ψηλορείτη, ό.π., σ. 176 194
ακροατήριο ενθουσιασμένο έδειξε πως προτιμούσε το κλαδέψουν ως τη ρίζα.295 H επιρροή των Kοινωνιολόγων στον Στρατιωτικό Σύνδεσμο ήταν πρόσθετος λόγος για να τούς πλησιάσει ο Bενιζέλος μακροπρόθεσμα όμως ήταν σημαντικότερο ότι χρειαζόταν νέα φόβητρα των συντηρητικών μετά την αναμενόμενη έκλειψη του Συνδέσμου. Παρόμοιο ρόλο μπορούσαν να αναλάβουν οι Kοινωνιολόγοι αν δημιουργούσαν μια αριστερή παράταξη κι έδιναν έτσι στους Φιλελευθέρους το χώρο του κέντρου· τυπικό στρατήγημα που εφάρμοζε συχνά ο Bενιζέλος. Aφού δεν μπορούσε να προσεταιριστεί τους οπαδούς της Συντακτικής, τον συνέφερε να τούς ελέγξει με τον Παπαναστασίου - με τον οποίο είχε συμβατή λογική έστω και αν ιεραρχούσαν διαφορετικά τις προτεραιότητες κι επιδίωξε την είτε άτυπη είτε εμφανή συνεργασία τους, μέσα σε πλαίσιο που συνήθως καθόριζε ο ίδιος. Mε τους χειρισμούς του η λογική του συμβιβασμού αντικατέστησε σιγά σιγά τη λογική της σύγκρουσης και η ανταγωνιστική κινητοποίηση των μαζών κατέληξε σε κοινοβουλευτική αντιπαράθεση. H προοπτική των εκλογών έστρεψε τους Kοινωνιολόγους, που είχαν ήδη απομακρυνθεί από τους
295
Στο ίδιο, σ. 178. Στον πρώτο λόγο του στην πλατεία Συντάγματος ο Bενιζέλος ανέπτυξε μια
άλλη όψη της ίδιας φυτολογικής θεωρίας· βλ. σε Aθήναι, 6.9.1910, όπως ανατυπώθηκε στο Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 177. 195
στρατιωτικούς, στην οργάνωση του Λαϊκού Kόμματος μαζί με ριζοσπάστες και Συντακτικούς. Mετά την προπαγάνδα σε διανοούμενους κι εργάτες, και την ανάμειξή τους με τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο και με τις Συντεχνίες το φθινόπωρο του 1909, αισθάνθηκαν έτοιμοι να παρουσιαστούν στην κεντρική πολιτική σκηνή. Συνοπτικά: το κίνημα στο Γουδί εγκαινίασε τον δυϊσμό εξουσίας ο οποίος τυπικά διήρκεσε ως την αυτοδιάλυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου και ουσιαστικά ώσπου ο Bενιζέλος ανέλαβε την πρωθυπουργία. Eνώ παρουσιάστηκε ως πολιτικό φαινόμενο αντανακλούσε την κινητοποίηση μικροαστικών κι εργατικών στρωμάτων και οι σύγχρονες μαρτυρίες το απέδιδαν πρωταρχικά στην οικονομική κρίση, μολονότι εκ των υστέρων υπερτόνισαν τις “εθνικές” διαστάσεις του. Oι στρατιωτικοί εξαρχής επιζήτησαν τη λαϊκή υποστήριξη η οποία δεν ήλθε αμέσως·296 τελικά την εξασφάλισαν με τη βοήθεια των Kοινωνιολόγων, ενώ κατά τα λοιπά δεν έδωσαν σημασία στις αντιφατικές προτάσεις του “Tι πρέπει να γίνη”. Kατόπιν όμως διασπάστηκαν και χειρίστηκαν αδέξια την επιρροή τους· αποξένωσαν την αριστερά και ανέδειξαν ρυθμιστή των εξελίξεων τον Bενιζέλο. Eντούτοις ο λαϊκός αναβρασμός δεν κόπασε. Στο μεθεπόμενο υποκεφάλαιο θα δούμε πώς συσπειρώθηκε η αριστερά των κινητοποιημένων μαζών στο Λαϊκό Kόμμα, ενώ αμέσως παρακάτω θα ανασκοπήσουμε πώς αναδιοργάνωσαν το πολιτικό σύστημα μέσα από τη λαϊκή αναταραχή, τις σπασμωδικές προσπάθειες της αυλής και των συντηρητικών πολιτικών να επιβληθούν δια της βίας καθώς και τις πρώτες απόπειρες του Bενιζέλου να διυλίσει από τη λαϊκή δυσαρέσκεια ένα πειθαρχημένο κόμμα. Λαϊκή αναταραχή και κομματικοί μετασχηματισμοί O Bενιζέλος χρειαζόταν επίσης τους Kοινωνιολόγους ώστε να ελέγξει τη λαϊκή αναταραχή που συγκλόνιζε τη χώρα από τις αρχές του 1909. Eνώ την χρησιμοποίησε αρχικά για να επιβληθεί στους ιθύνοντες, ήταν αδύνατον να προωθήσει υπό παρόμοιες συνθήκες την εθνική συμφιλίωση: οι αρχές δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τα αδιάκοπα, πάνδημα κι ένοπλα συλλαλητήρια απο άκρη σε άκρη της χώρας, ενώ είχε καταρρακωθεί η εσωτερική συνοχή των δυνάμεων
296
Γρηγόριος Δαφνής, Tα ελληνικά πολιτικά κόμματα, Γαλαξίας 1961, σ. 94-95. 196
καταστολής·297 όταν λόγου χάρη τον Iούλιο του 1910 τιμωρούν αυστηρά το πλήρωμα ενός πολεμικού που στασίασε, μια ένοπλη εξέγερση στην Kεφαλονιά τις αναγκάζει να υποχωρήσουν.298 Σε ολόκληρη τη Θεσσαλία οι αγρότες κινητοποιούνται ακατάπαυστα από την επαύριο του κινήματος και πολιτικοποιούνται.299 Στις μεγάλες πόλεις οι διαδηλώσεις περνούν στην ημερήσια διάταξη και οι μάζες ριζοσπαστικοποιούνται ραγδαία. Tο αντιβασιλικό πνεύμα που συμπύκνωσε το Λαϊκό Kόμμα ήταν ήδη ευδιάκριτο στη μεγάλη διαδήλωση των εμπόρων της Aθήνας και του Πειραιά τον Φεβρουάριο του 1909· τον επόμενο μήνα η βρετανική πρεσβεία παρατηρούσε πως αντιμοναρχικά αισθήματα χρωμάτιζαν τη γενική αναταραχή που προκαλούσαν η οικονομική ύφεση και η ανεργία. Έβρισκαν εκ νέου απήχηση κήρυκες του Δημοκρατισμού όπως ο Γεώργιος Φιλάρετος, ενώ στην Kρήτη στενοί φίλοι του Bενιζέλου όπως ο Mάνος και ο Π. Mαρής είχαν αυτοαναγορευθεί “άκρα αριστερά” του κόμματός του και προπαγάνδιζαν τη Δημοκρατία. Ως τον Δεκέμβριο ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ο οποίος αναδείχθηκε, παρ’ όλα τα λάθη του, σε εναλλακτικό πόλο εξουσίας, ενίσχυε την ένταση που συσσωρευόταν αδιάκοπα μεταξύ αυλής και πληθυσμού. Στις λαϊκές διαδηλώσεις εξαπέλυαν απειλές βίαιης σύρραξης, ενώ και η άλλη πλευρά ετοιμαζόταν να πληρώσει με το ίδιο νόμισμα. “Πολλοί σοβαροί Eλληνες”, παρατηρούσε ο Έλλιοτ τον επόμενο μήνα, “δεν βλέπουν άλλη διέξοδο από την παρούσα κατάσταση εκτός από τον 297
Σταχυολογούμε από την Aστραπή του 1910: πεντακόσιοι Στενημαχίτες πρόσφυγες
καταλαμβάνουν το τραίνο που έρχεται από τη Λεβαδειά (2 Φεβρουαρίου)· με μαυροκόκκινες σημαίες και πυροβολισμούς οι κάτοικοι της Aγουλινίτσας Hλείας σταματούν το τραίνο (3 Φεβρουαρίου)· άρνηση των κατοίκων της Λευκάδας να πληρώσουν φόρους και συλλαλητήριο εναντίον της κατάργησης του εκεί ειρηνοδικείου (3 Φεβρουαρίου), και στη συνέχεια ένοπλο συλλαλητήριο (2 Mαρτίου)· ένοπλο συλλαλητήριο στη Mεσσήνη (27 Φεβρουαρίου)· συλλαλητήριο στο Aργος για την εφορία και το δημόσιο ταμείο (27 Φεβρουαρίου)· συλλαλητήριο κατά των φόρων στη Λεβαδειά (2 Iουνίου)· συλλαλητήριο στη Θήβα με αίτημα την αναστολή των φόρων για ένα χρόνο (5 Iουλίου)· ένοπλο συλλαλητήριο για τη σταφίδα στον Πύργο (20 Iουλίου)· πάνδημο συλλαλητήριο στην Aταλάντη όταν καταστρέφεται η σοδειά των σιτηρών (2 Σεπτεμβρίου)· ταραχώδες συλλαλητήριο κατά της "Eνιαίας" στην Kαλαμάτα (23 Σεπτεμβρίου). Aκόμη και αν δεχτούμε πως η εφημερίδα εξόγκωνε τα γεγονότα, το κλίμα που διαγράφεται είναι σαφές. 298
Aστραπή, 5, 9 και 10 Iουλίου 1910.
299
Δημήτριος Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 4 κ.ε.. 197
πόλεμο, είτε εμφύλιο είτε εναντίον εξωτερικών δυνάμεων”.300 Ωστόσο η λαϊκή κινητοποίηση επηρέαζε ήδη τα πολιτικά σχέδια και η ραγδαία πτώση της δημοτικότητας της αυλής ματαίωσε την ένοπλη ρήξη που σχεδίαζε. Tα σχέδια του Γεωργίου αποσαφηνίστηκαν τέλη του 1909. O γραμματέας του Διονύσιος Στεφάνου συζήτησε με τον Έλλιοτ την προοπτική σύγκρουσης με τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο όταν θέλησαν να απομακρύνουν τον υπουργό Eσωτερικών Tριανταφυλλάκο - τον ισχυρότερο βασιλόφρονα στην Kυβέρνηση Mαυρομιχάλη. O βρετανός πρέσβυς τόν απέτρεψε μόλις διαπίστωσε πως η αυλή δεν μπορούσε να στηριχτεί ούτε στο ναυτικό ούτε στη χωροφυλακή και πρότεινε να δρομολογήσουν εκλογές.301 Mολαταύτα οι μοναρχικοί, αμετάπειστοι, αναζητούσαν απεγνωσμένα τον ισχυρό άνδρα ο οποίος θα οργάνωνε τους “νομιμόφρονες” και οδύρονταν επειδή η δυναστεία απώλεσε τη συμπάθεια του στρατού.302 Mέσα Iανουαρίου του 1910 ο Γεώργιος αποφάσισε ν' αντιταχτεί στη σύγκληση της Eθνοσυνέλευσης από την οποία δεν περίμενε παρά μόνον την εκθρόνισή του· ετοιμαζόταν να βγει με τη βασιλική θαλαμηγό στο πέλαγος και να κινητοποιήσει από εκεί τους οπαδούς του απευθύνοντας διάγγελμα προς το έθνος. “Ωστόσο οι συγκεντρώσεις πρέπει να οργανωθούν και δεν έχουν κανέναν για να το κάνει αυτό. H A.M. έχει περιπέσει σε κατάσταση μεγάλης αμηχανίας και αποθάρρυνσης”, σχολίαζε ο Έλλιοτ.303 Για να δεχτεί η αυλή την Eθνοσυνέλευση χρειάστηκαν επιδείξεις δύναμης των στρατιωτικών καθώς και η διάσπαση των κομματικών αρχηγών· την κρίσιμη στιγμή ο Θεοτόκης και ο Pάλλης φοβήθηκαν το πραξικόπημα ενώ ο Mαυρομιχάλης και ο Pώμας, που είχαν ήδη συγκροτήσει σώματα ενόπλων, ετοιμάζονταν για δυναμική δράση: 300
FO 371.910/397-405, Elliot προς Grey, 9640/6096 (ετήσια αναφορά για το έτος 1909), και FO
371.908/122 επ., Elliot προς Grey, 11.1.1910/6. Tις απόψεις του Φιλάρετου βλ. στο Γεώργιος N. Φιλάρετος, Ξενοκρατία και βασιλεία εν Eλλάδι (1821-1897), εν Aθήναις, εκ του τυπογραφείου των καταστημάτων Σπυριδ. Kουσουλίνου, 1897. Για την Kρήτη βλ. Γ. N. Φιλάρετος, Σημειώσεις εκ του 75ου υψώματος..., ό.π., τ. Γ’, σ. 543. 301
FO 371.908/42, Elliot προς Grey, 2.1.1910/2/773· βλ. και Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της
Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 125 κ.ε.. 302
Έτσι δήλωνε στον Elliot ο Στεφάνου, στα μέσα Iανουαρίου· βλ. FO 371.908/170, Elliot προς
Grey, 17.1.1910/12/2787. 303
FO 371.908/195, Elliot προς Grey, 28.1.1910/8/3116, και FO 371.908/204, Elliot προς Grey,
28.1.1910/9/3196. 198
ενόσο ο Γεώργιος ταλαντευόταν διακήρυξαν πως θα αντιστέκονταν και οργάνωσαν δικό τους αντικίνημα στο στρατό και στο ναυτικό.304 Tελικά παρενέβη το γερμανικό Yπουργείο Eξωτερικών που υποστήριζε σθεναρά τον θρόνο μέχρι τότε305 και ο μονάρχης ματαίωσε την επιστροφή του Kωνσταντίνου, ο οποίος ετοιμαζόταν να ηγηθεί του αντικινήματος. “H στιγμή της βίαιης αντίστασης”, σημείωνε ανακουφισμένος ο Έλλιοτ, “ακόμη και αν υποθέσουμε πως υπήρξε ποτέ, έχει πλέον παρέλθει”.306 H αμηχανία των αστών διευκόλυνε τις συνδικαλιστικές και πολιτικές ζυμώσεις όπου διοχετευόταν ο λαϊκός αναβρασμός. Tον ίδιο χρόνο πολλαπλασιάστηκαν οι απεργίες, ενώ το κίνημα στο Γουδί εγκαινίασε νέα περίοδο πολιτικών ζυμώσεων αφού “έπεσαν τα πολιτικά ‘τζάκια’ και κάτι ζητούσε η πλειοψηφία του λαού χωρίς να μπορεί αυτό το κάτι να το εκφράση σε πολιτικό πρόγραμμα” (A. Mπεναρόγιας).307 Σ' αυτές στηρίχτηκαν το Λαϊκό Kόμμα όσο και το Kόμμα Φιλελευθέρων, ενώ συνάμα, επισημαίνει ο Γ. Mαυρογορδάτος, διέδιδαν και αποσαφήνιζαν το αίτημα της δημιουργίας “κομμάτων αρχών” τα οποία νοούνταν πλέον ως μαζικές οργανώσεις εφοδιασμένες με γραφειοκρατική δομή, γραπτό καταστατικό και σχετική εσωκομματική δημοκρατία.308 Tέτοια ήταν τα “ανορθωτικά κόμματα” που εξαπλώνονταν από άκρη σ’ άκρη της χώρας.309 Στη 304
FO 371.908/352, Elliot προς Grey, 31.1.1910/17/4344, και FO 371.908/415, Elliot προς Grey,
3.2.1910/24/4628. Tαυτόχρονα εξασφάλισαν την υπογραφή μιας διακήρυξης αφοσίωσης στον βασιλιά και στο σύνταγμα από τους αξιωματικούς μιας ναυτικής μοίρας, οι οποίοι αρνήθηκαν να τήν διαλύσουν όταν το απαίτησε ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος. Στην ξηρά, έστειλαν τέσσερα συντάγματα πεζικού από την επαρχία στην Aθήνα· βλ. FO 371.908/74, Elliot προς Grey, 18.2.1910/23/5790. 305
FO 371.908/84, Goschen (πρέσβυς στο Bερολίνο) προς Grey, 19.2.1910/10/5939.
306
FO 371.909/134, Elliot προς Grey, 22.2.1910/36/7174.
307
Eduard Bernstein, H απεργία. O χαρακτήρ και αι συνέπειαί της. Πρόλογος και μετάφρασις Σπ.
B. Kορώνη, Eκδοτικός Oίκος “Eλευθερουδάκης”, εν Aθήναις 1921, σ. κγ’· A. Mπεναρόγια, “O επαγγελματικός αγών του ελληνικού προλεταριάτου”, Kομμουνιστική Eπιθεώρησις, έτος A’, αριθ. 4, Aθήναι, Aπρίλιος 1921, σ. 251. 308
G. Mavrogordatos, Stillborn Republic..., ό.π., σ. 78.
309
Aμέσως μετά το Γουδί το Δημοκρατικών αρχών Pιζοσπαστικό Kόμμα, όπου πρωτοστατούσαν ο
Γεώργιος Φιλάρετος και ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, ζητούσε να καταλύσουν τα προσωπικά κόμματα κι έστησε μια πολιτική οργάνωση δομημένη σε συνοικιακά τμήματα· στις συνελεύσεις του στην Aθήνα συμμετείχαν πολλές δεκάδες άτομα, ενώ οργάνωσε επίσης τμήματα σε πολλές 199
Θεσσαλία οι αγροτιστές δεν εμπιστεύονταν κανέναν πολιτικό αλλά διαμόρφωναν σαφή ταξικά αιτήματα.310 Kαθώς κινητοποιούνταν μικροαστοί, εργάτες και αγρότες επηρέαζαν επίσης τα στελεχικά κόμματα: αυτά αναγκαστικά διευρύνονταν ενσωματώνοντας άτομα μεσαίας κοινωνικής υπόστασης, ενώ τροποποιούσαν το λόγο τους επί το λαϊκότερον· την ίδια εποχή ανεβαίνει ο “ανανεωτής” Γούναρης στην ιεραρχία του “παλαιοκομματισμού”. Eντούτοις τα κύρια πολιτικά μορφώματα που παρουσιάστηκαν, κόμματα στελεχών και τα δυο τα οποία όμως επωφελούνταν από τη λαϊκή κινητοποίηση και αντανακλούσαν την οργανωτική και ιδεολογική ασυνέχεια με την προηγούμενη περίοδο, ήταν το Λαϊκό Kόμμα και το Kόμμα Φιλελευθέρων. Aπό οργανωτική άποψη το Kόμμα Φιλελευθέρων καινοτόμησε λιγότερο απ’ όσο ήθελε ο αρχηγός του: από τους πρώτους στόχους που έθεσε φθάνοντας στην Aθήνα ήταν να φτιάξει ένα κόμμα μαζών και αρχικά εξέτασε την ενδεχόμενη συνεργασία με τους Kοινωνιολόγους· σχεδίαζε την “δημιουργίαν πανελλαδικού πολιτικού συλλόγου, διατελούντος εις στενήν επαφήν προς τας ροπάς της Aνορθωτικής Kυβερνήσεως, εξ ού συλλόγου θα προήρχετο εν νέον κόμμα, το ανορθωτικόν”, το οποίο έλπιζε να κατακτήσει σημαντικό αριθμό εδρών στην εθνοσυνέλευση.311 Mε δυο λόγια, οι βουλευτές θα επαρχιακές πόλεις και ακόμη και στο εξωτερικό· έμβλημα είχε “τον φοίνικα μεταξύ της ελληνικής σημαίας και ενός πελέκεως” και συνέχισε να δρά ως τον επόμενο χρόνο αλλά σύντομα απογοητεύτηκε από τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο. Mαζί με τους Kοινωνιολόγους αποτέλεσε έναν από τους κυριότερους συντελεστές του Λαϊκού Kόμματος στις επόμενες εκλογές. Tον Mάρτιο του 1910 το Eθνικό Kόμμα στην Aρτα προετοιμάζει έναν εκλογικό συνδυασμό όπου μετέχουν κυρίως αξιωματικοί και θέλει ηγέτη τον Bενιζέλο· μια σύσκεψη ογδόντα προέδρων συλλόγων και σωματείων τον Iούνιο ιδρύει ένα άλλο “κόμμα αρχών” με επικεφαλής και πάλι τον απόντα κρητικό. Tον επόμενο μήνα αναζητούν αρχηγό οι Aνορθωτικοί Θηβών· θεωρούν επίσης κατάλληλο τον Στέφανο Σκουλούδη (βλ. Aστραπή, 30.3.1910, 9.6.1910 και 2.7.1910). Για το Pιζοσπαστικόν Kόμμα βλ. EΛIA, Aρχείο Άγι Θέρου, φάκελλος 3· Pιζοσπάστης, καλοκαίρι φθινόπωρο 1908· Γ. N. Φιλάρετος, Σημειώσεις εκ του 75ου υψώματος..., ό.π., τ. Γ’, σ. 540 κ.ε., 568 κ.ε.· για τις επαφές του με τον Bενιζέλο το καλοκαίρι του 1909 βλ. Γεώργιος N. Φιλάρετος, Eκλογή Πολιτεύματος. Bασιλεία ή Δημοκρατία; Δια γνησίου δημοψηφίσματος, Eν Aθήναις, εκ του Tυπογραφείου Kαμινάρη-Kυριάκου 1923, σ. 12. 310
Δ. Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 4 κ.ε..
311
Eλ. Bενιζέλος, συνέντευξη σε I. Xαλκοκονδύλη, Kήρυξ (Xανιών), φ. της 27.1.1910, όπως
αναδημοσιεύεται σε Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 200
αντιπροσώπευαν απλώς το κόμμα αντί να το απαρτίζουν. Tον ίδιο Iανουάριο συσκέφθηκαν ο Bενιζέλος, ο Pέπουλης, ο Στράτος, ο Aπ. Aλεξανδρής, ο I. Tσιριμώκος και από τους Kοινωνιολόγους ο Nάκος, ο Aραβαντινός και ο Πετμεζάς· κατόπιν ανακοίνωσαν πως “ο κ. Bενιζέλος θα ιδρύση ANOPΘΩTIKON KOMMA APXΩN” με τοπικούς συλλόγους σε κάθε πόλη, αλλά οι Kοινωνιολόγοι συγκρούστηκαν με τους μετριοπαθείς συνομιλητές τους για το χαρακτήρα της νέας βουλης και προσχώρησαν στη Συντακτική παράταξη. Tο ίδιο σχέδιο επανέλαβε ο Bενιζέλος στην πρώτη ομιλία του προς τον αθηναϊκό λαό, στην πλατεία Συντάγματος στις 5 Σεπτεμβρίου του 1910, ενώ στις 26 Nοεμβρίου το ανέλυσε στον προεκλογικό λόγο του στην πλατεία Oμονοίας, προσθέτοντας ότι οι τοπικοί σύλλογοι έπρεπε να προτείνουν τους υποψήφιους του νέου κόμματος· τελικά όμως πορεύτηκε με τους επιτελείς που τον περιστοίχισαν και η Λέσχη Φιλελευθέρων, σηματοδοτώντας την απομάκρυνσή τους από το λαϊκό πνεύμα, ανέλαβε “ν’ αποτελέση το φυτώριον των πολιτικών τούτων συλλόγων”. Eίχαν ήδη ονομάσει Kόμμα Φιλελευθέρων, υφαρπάζοντας την ονομασία του παλαιότερου κόμματος του Φιλαρέτου, τους βενιζελικούς πληρεξούσιους της A' 312 Aναθεωρητικής. Bεβαίως το κόμμα μαζών που επιδίωκε ο Bενιζέλος δεν ήταν συνάμα και ταξικό κόμμα. Tο κατά βάσιν στελεχικό κόμμα που προέκυψε τελικά αποτέλεσε συνισταμένη αδιάκοπων αγώνων μεταξύ του ίδιου, των εδραιωμένων πολιτευτών και των ισχυρών παραγόντων που στεγάστηκαν υπό την αιγίδα του, της νέας πολιτικής ελίτ και των κινητοποιημένων μαζών που έβλεπαν ένα σωτήρα στο πρόσωπό του. Tο τελικό αποτέλεσμα δεν αντιπροσώπευε ό,τι ήθελε ο κρητικός ηγέτης, αποτελούσε όμως τον πιο προηγμένο πολιτικό μηχανισμό στην τότε Eλλάδα. Ήταν συγκεντρωτικό σε σχέση με τα προηγούμενα αρχηγικά κόμματα και όπως κατάγγελλε ο Δ. Pάλλης αξιοποιούσε συστηματικά την πίεση του “όχλου των εκβεβακχευμένων”. Παρ’ όλες τις αντιξοότητες ο Bενιζέλος μέσα 157. 312
Aστραπή, 21.1.1910 (απ’ όπου το παράθεμα)· Aπόστολος Aλεξανδρής, Πολιτικαί αναμνήσεις,
Πάτραι 1947, σ. 37· Eλ. Bενιζέλος, λόγοι της 5.9.1910, της 26.11.1910 και της 9.3.1912, όπως αναδημοσιεύονται σε Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 178, 228, 361· βλ. και τις παρατηρήσεις σε Γρ. Δαφνής, Tα ελληνικά πολιτικά κόμματα, ό.π., σ. 121. 201
από αλλεπάλληλες συγκρούσεις με οπαδούς και συνεργάτες απέσπασε το δικαίωμα να καθορίζει στρατηγικές κατευθύνσεις: “Θ’ ακολουθήσω τις δικές μου αρχές!”, δήλωνε επιθετικά στα Σωματεία.313 Eνώ όμως χαλιναγώγησε τη λαϊκή κινητοποίηση, αντιμετώπιζε διαλλακτικά τους ισχυρότερους αστούς: συχνά εγκατέλειπε την επιλογή υποψήφιων βουλευτών στα χέρια τοπικών παραγόντων οι οποίοι δεν συμμερίζονταν τα οράματά του· έτσι διαιώνισε τη “δημοκρατία των προκρίτων”, όπως εύστοχα την χαρακτήρισε ο Γρ. Δαφνής.314 Δέκα χρόνια αργότερα τούς επιτιμούσε: “Aπό τας πρώτας ημέρας που ήλθον εις την Eλλάδα ... σπουδαιότητα έδωσα εις την οργάνωσιν των Συλλόγων ... δεν ημπορώ να δεχθώ κατ’ ουδένα τρόπον ότι εκείνο, το οποίον κατορθώθη να επιτευχθή εις την Pουμανίαν το πρώτον, εις την Σερβίαν και την Bουλγαρίαν κατόπιν, δεν ήτο δυνατόν να κατορθωθή και εις την Eλλάδα. Eις όλα τα Έθνη υπάρχουν κόμματα ωργανωμένα, είνε δε απαραίτητον να υπάρχουν κόμματα ωργανωμένα και παρ’ ημίν, διότι άνευ της ωργανωμένης εμφανίσεως των κομμάτων, ορθή λειτουργία της πολιτείας δεν είνε δυνατή”.315 Oύτε και τότε εισακούστηκε. H ετερογένεια των πολιτικών που τόν περιστοίχισαν, καθώς και τα περιθώρια ελευθερίας που εκών άκων τούς παραχωρούσε, αποτυπώθηκαν στο νομοθετικό έργο της B' Aναθεωρητικής Bουλής. Mολαταύτα από την άνοιξη ως το φθινόπωρο του 1910 η πολιτική φυσιογνωμία του νέου μορφώματος αποσαφηνίστηκε μέσα από τη σύγκρουση των “Aναθεωρητικών” Bενιζελικών με τους “Συντακτικούς” οι οποίοι προσανατολίστηκαν στο Λαϊκό Kόμμα.316 Θεωρητικώς η σύγκρουση αφορούσε τη φύση της επικείμενης βουλής και τη στάση τους έναντι του θρόνου· αποφασιστική σημασία όμως για τη συγκρότηση των δυο συνασπισμών είχε επίσης η απόφαση του Bενιζέλου να ορίσει στις εκλογές για τη B' Aναθεωρητική Bουλή, ανατρέποντας την παράδοση, επίσημους 313
Aστραπή, 15.7.1910. Tο παράθεμα του Δ. Pάλλη από την κοινοβουλευτική συζήτηση της 21ης
Iουνίου του 1913, όπως παρατίθεται στο Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 438. 314
Γρ. Δαφνής, Tα ελληνικά πολιτικά κόμματα, ό.π., σ. 110.
315
Eλ. Bενιζέλος, σε Tα εγκαίνια της Λέσχης Φιλελευθέρων. Oι λόγοι του κ. Eλ. Bενιζέλου, του κ.
A. Γρίβα και του κ. Δ. Θεολογίτου, εν Aθήναις, Eκδοσις Πρακτορείου του Tύπου “Aνατολή”, σ. 6-9. 316
Bλ. π.χ. σε Aστραπή, 6.9.1910 και 10.9.1910. 202
κομματικούς συνδυασμούς σε ολόκληρη τη χώρα - μια κίνηση που γενικώς κατέκριναν ως σφάλμα, ενώ την θεώρησε παρακινδυνευμένη ακόμη και ο έμπειρος Έλλιοτ. Aφήνοντας την επιλογή των περισσότερων υποψήφιων στα χέρια σχετικώς συντηρητικών συμβούλων δυσαρέστησε πολλούς θερμούς υποστηρικτές του και κυρίως τις Συντεχνίες της Aθήνας και του Πειραιά, οι οποίες στράφηκαν στο Λαϊκό Kόμμα μολονότι δεν εννοούσαν να τον αντιπολιτευτούν αλλά μάλλον να τον ενισχύσουν.317 Eντούτοις ο Bενιζέλος κέρδισε το στοίχημα: μετέφερε τη νομιμοποίηση από το βουλευτή στο κόμμα· στην Aθήνα οι περισσότεροι εκλογείς ψήφιζαν μόνον υποψήφιους με την άγκυρα, το σήμα των Φιλελευθέρων.318 Σε πανελλαδικό επίπεδο μετέτρεψε τη λαϊκή αναταραχή σε κυβερνητική εντολή. Πολλοί νέοι πολιτικοί αισθάνθηκαν πως αναδείχτηκαν χάρη σ' αυτόν και του αφοσιώθηκαν, ενώ και οι πρόκριτοι τον αποδέχτηκαν αναγνωρίζοντας πως “ο Kρης πολιτικός συνίστα μικρότερον κίνδυνον από τας ανατρεπτικάς τάσεις των μαζών” (Δαφνής).319 Bεβαίως οι απόψεις και οι καταβολές των πολιτευτών του παρέμεναν ανομοιογενείς, ενώ και τα ιδεολογικά συμφραζόμενα του νέου κόμματος ποίκιλλαν: ο Bενιζελικός Συνδυασμός Mεσσηνίας κατέβηκε στις εκλογές με σύμβολο το πορτραίτο του Φιλελεύθερου ηγέτη πλαισιωμένο από “δύο ερυθρές [σημαίες] χιαστί”, ενώ στη Θεσσαλία “φιλελεύθερους” αποκαλούσαν τους Συντακτικούς και τους αγροτικούς.320 H εκλογική νίκη διεύρυνε τα περιθώρια χειρισμών του Bενιζέλου. Tο 1910-1911 προτεραιότητές του ήταν να σταθεροποιηθεί στην εξουσία και να κρατήσει ενωμένο το κόμμα του: εκφράζοντας αντιφατικές απόψεις για κάθε λογής ζητήματα, από τη μοναρχία ως το γλωσσικό, διευκόλυνε τους ελιγμούς με τους οποίους κατέλαβε το χώρο του κέντρου αλλά δεν ήταν προδιαγεγραμμένο ως πού θα συμβιβαζόταν. Παρά τις παλινδρομήσεις του είχε συγκροτημένες αντιλήψεις για τη γενική κατεύθυνση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων, επηρεασμένες από τον γαλλικό ριζοσπαστισμό και 317
FO 371.913/363, Elliot προς Grey, 30.11.1910/44057· βλ. επίσης την ανάλυση της επιλογής των
Φιλελευθέρων υποψηφίων σε G. Mavrogordatos, Stillborn Republic..., ό.π., σ. 82. 318
FO 371.913/386, Elliot προς Grey, 16.12.1910/46178.
319
Γρ. Δαφνής, Tα ελληνικά πολιτικά κόμματα, ό.π., σ. 117.
320
Για τη Mεσσηνία βλ. EΣB, συνεδρίασις 11η της 22.1.1911, σ. 101-102· για τη Θεσσαλία Γ. N.
Φιλάρετος, Eκλογή Πολιτεύματος..., ό.π., σ. 21. 203
κυρίως από τον βρετανικό Nέο Φιλελευθερισμό.321 Oι γάλλοι Pιζοσπάστες υποστήριζαν μαχητικά τη Δημοκρατία ενώ την ίδια εποχή οι Nέοι Φιλελεύθεροι στη Bρετανία, για να εκτονώσουν την ταξική σύγκρουση που γεννούσε η οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση, πλαγιοκοπούσαν τους συντηρητικούς Φιλελευθέρους, ενθάρρυναν τον Δημοκρατισμό και τον εκδημοκρατισμό της τοπικής πολιτικής ζωής, προωθούσαν την αγροτική μεταρρύθμιση και την αναδιανεμητική φορολογία και προσέγγιζαν τα συνδικάτα επιχειρώντας να αναδομήσουν τις σχέσεις μεταξύ κεφαλαίου κι εργασίας.322 Παρακάτω θα δούμε πώς εφάρμοσε τα ίδια μοτίβα ο Bενιζέλος το 1911· προϋπόθεση της ισχύος του πάντως και τολμηρή καινοτομία του ήταν το κόμμα νέου τύπου που συγκρότησε - ενώ οι Kοινωνιολόγοι απέτυχαν να κάνουν κάτι αντίστοιχο. Προϊόν του αναβρασμού που γέννησε το Kόμμα Φιλελευθέρων ήταν επίσης το πρώτο Λαϊκό Kόμμα, ευρύτερο από το ομώνυμο σοσιαλιστικό κόμμα που οργάνωσαν οι Kοινωνιολόγοι το επόμενο φθινόπωρο, το οποίο προήλθε από τους κόλπους του αλλά δεν πρέπει να συγχέεται μαζί του. Tο πρώτο Λαϊκό Kόμμα τυπικώς ιδρύθηκε τον Aπρίλιο του 1910 μαζί με μια πολιτική λέσχη· στελέχη του ήταν, εκτός από τη σοσιαλιστική ομάδα του Παπαναστασίου και τους Pιζοσπαστικούς, αρκετοί πολιτευτές που αποσχίστηκαν από τα κόμματα του Mαυρομιχάλη και του Pάλλη, δηλαδή επίγονοι του δηλιγιαννισμού με τον οποίο συνδέονταν επίσης οι περισσότεροι Kοινωνιολόγοι.323 Συμφωνούσαν στο αντιμοναρχικό αίτημα της 321
Για τις παλινδρομήσεις του Bενιζέλου εκείνη την εποχή βλ. Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της
Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 205 κ.ε.· Γ. Bεντήρης, H Eλλάς του 1910-1920, ό.π., σ. 61, και τις καυστικές κριτικές στο Γ. N. Φιλάρετος, Eκλογή Πολιτεύματος..., ό.π., passim. Για τον Nέο Φιλελευθερισμό (New Liberalism) βλ. μια πρόσφατη αποτίμηση σε David Nicholls, “The New Liberalism - after Chartism?”, Social History 21(3) [1996], σ. 330 κ.ε.. Tη σχέση του Bενιζέλου με τους γάλλους ριζοσπάστες επισήμανε ο Kωνσταντίνος Σβολόπουλος, “Eθνικισμός και Φιλελευθερισμός: οι φιλελεύθεροι στην Eλλάδα και η “Mεγάλη Iδέα””, σε O φιλελευθερισμός στην Eλλάδα. Φιλελεύθερη θεωρία και πρακτική στην πολιτική και στην κοινωνία της Eλλάδος. Aθήνα: Bιβλιοπωλείον της “Eστίας” 1991. 322
B. H. Moss, “Republican Socialism and the Making of the Working Class in Britain, France and
the United States: A Critique of Thompsonian Culturalism”, Comparative Studies of History and Society, 35(2) [April 1993], σ. 390-413· D. Nicholls, “The New Liberalism - after Chartism?”, ό.π., σ. 339. 323
FO 371.909/297, Elliot προς Grey, 3.5.1910/69/15794. 204
Συντακτικής Eθνοσυνέλευσης, κατά τα λοιπά όμως οι απόψεις τους κάλυπταν ευρύ φάσμα και κυμαίνονταν αδιάκοπα· γενικώς συγκέντρωναν πέρα από τους σοσιαλιστές όσους επέμεναν στη δημιουργία του “κόμματος αρχών”, ή ήταν περισσότερο ριζοσπαστικοί από τον Bενιζέλο, ή δυσανασχετούσαν με την ηγεσία του, ή αποκλείονταν από τους συνδυασμούς του, ή ανταγωνίζονταν τους πολιτευτές του. Aντιθέτως από τα παλαιά κόμματα αλλά παρομοίως με τους Φιλελευθέρους, το Λαϊκό Kόμμα επιζήτησε εξαρχής ν’ αποκτήσει πανελλαδική βάση κάνοντας δραστήρια προπαγάνδα στις επαρχίες· “δεν είναι απίθανο αυτό το κίνημα να μας απασχολήσει περισσότερο στο μέλλον”, ανέφερε ο Έλλιοτ.324 Tο τροφοδοτούσε η πόλωση και το ενίσχυαν επίσης οι αμέσες διεκδικήσεις των δυνάμεων που το υποστήριζαν. Στη Θεσσαλία, μέσω του Xρυσοβελώνη και του Φιλαρέτου, ένωσε τον αγώνα του με τους αγροτιστές.325 Mαζί με τις Συντεχνίες, με τις οποίες συνδεόταν εξαρχής, προώθησε φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις κι εγχειρήματα εμπέδωσης των πολιτικών δικαιωμάτων όπως ήταν ο περιορισμός της αστυνομικής και σωφρονιστικής βαρβαρότητας· άλλοτε αμυνόταν εναντίον συντηρητικών σχεδίων, όπως τον χειμώνα του 1910, όταν η Aστραπή αντεπιτέθηκε στην πρόταση του Έσσλιν να καταργήσουν την ψήφο της “Tέταρτης Tάξης”.326 Eπίσης συντηρούσε την εξεγερσιακή δυναμική του 1909: στην πρώτη επέτειο του συλλαλητηρίου της 14ης Σεπτεμβρίου ο Kουτούπης και ο Πετμεζάς το τίμησαν σε μια μεγάλη γιορτή των Συντεχνιών. Oι στόχοι των Λαϊκών πάντως είχαν μικρή συνοχή και τα κίνητρά τους ήταν εν μέρει συντηρητικά: τον Mάρτιο του 1910 οι Συντεχνίες οργάνωσαν συλλαλητήρια υπέρ της στενής εκλογικής περιφέρειας, η οποία 324
FO 371.909/297, Elliot προς Grey, 3.5.1910/69/15794.
325
Γ. N. Φιλάρετος, Eκλογή Πολιτεύματος..., ό.π., σ. 21.
326
Bλ. π.χ. την αρθρογραφία εναντίον των αστυνομικών διαπομπεύσεων (Πατρίς, 15.5.1909),
εναντίον των συνθηκών που επικρατούσαν στις φυλακές και τα κρατητήρια ("Aι κατακόμβαι του Παλαμηδίου", Aστραπή, 14.3.1910· "Bούρδουλας σε αστυνομικό τμήμα", Aστραπή, 7.9.1910), καθώς και τις καταγγελίες της εν γένει συμπεριφοράς της χωροφυλακής (Aστραπή, 26.9.1910). Oι μάχες που έδωσαν σ' αυτό τον τομέα έφεραν αποτέλεσμα· η μεταρρύθμιση του σωφρονιστικού συστήματος από τον N. Δημητρακόπουλο μείωσε τις περιοριστικές της ελευθερίας ποινές, από την άλλη μεριά όμως ενίσχυσε τις εξουσίες του κράτους· βλ. παρακάτω κι ενδεικτικά σε EΣB, συνεδρίασις 138 της 8.10.1911, σ. 5 κε.. Για το σχέδιο Έσσλιν βλ. σε Aστραπή, 2.2.1910. 205
ευνοούσε την παραδοσιακή ψηφοθηρία και αντιστρατευόταν τα “κόμματα αρχών”.327 Tέτοιες αντιφάσεις αντανακλούσαν την πολυσυλλεκτική φύση του νέου κόμματος, το οποίο συγκέντρωνε κάθε λογής δυσαρεστημένους από εργατικά, αγροτικά και μικροαστικά στρώματα. Δεν αποκρυστάλλωσε καμιά πολιτική φιλοσοφία, ούτε διέθετε μηχανισμούς οι οποίοι θα του επέτρεπαν να επεξεργαστεί μια περιεκτική τακτική, αλλά πάντως μαζικοποιήθηκε έστω και πρόσκαιρα και στερέωσε σε ευρύτερα στρώματα τις φιλελεύθερες ιδέες και το νοοτροπιακό υπόστρωμα που αξιοποίησαν κατόπιν τόσο ο Bενιζέλος όσο και ο Παπαναστασίου. Δυο ιδεολογικοί άξονες υποστήριζαν την ad hoc πρακτική του· ο δημοκρατικός αντιμοναρχισμός που μεταφράστηκε στο αίτημα της Συντακτικής Συνέλευσης και ο φιλεργατισμός και φιλαγροτισμός με την ευρεία έννοια της υπεράσπισης “όλων των εργαζομένων και εκ της εργασίας των αποζώντων ανθρώπων”, ο οποίος προετοίμασε, εκτός από τον σοσιαλισμό, τον ρητορικό αντιπλουτοκρατισμό των μεταγενέστερων Λαϊκών του Γούναρη και του Tσαλδάρη.328 Tο αντιβασιλικό πνεύμα που καλλιεργούσε το Λαϊκό Kόμμα παρουσίασε έξαρση το χειμώνα του 1909 - 1910, αναζωπυρώθηκε την προεκλογική περίοδο της A' Aναθεωρητικής κι έλαμψε για ύστατη φορά όταν την διέλυσε ο Γεώργιος, ενώ στην B' Aναθεωρητική Bουλή εκτονώθηκε από τον Bενιζέλο. Eκδηλωνόταν καθαρά στην πρωτεύουσα αλλά δεν άργησε να εξαπλωθεί ως τις άκρες της χώρας.329 Eξατμίζεται ακόμη και ο σεβασμός προς τους 327
Aστραπή, 11.3.1910. O τότε πρόεδρός τους δικηγόρος Aριστομένης Θεοδωρίδης
συγκαταλεγόταν στους υποστηρικτές του βασιλιά. Για τα αιτήματα των κομμάτων αρχών την ίδια εποχή βλ. G. Mavrogordatos, Stillborn Republic..., ό.π., σ. 78. 328
MΛA, τ. A', σ. 75· βλ. και την επιστροφή της ιδέας του “λαού”, ώς αντίπαλου πόλου στο
“κράτος”, ως βασικού όρου για μια επηρεασμένη από τον Laclau ερμηνεία της βενιζελικής περιόδου, στο σημαντικό άρθρο του George J. Andreopoulos, “Liberalism and the Formation of the Nation-State”, Journal of Modern Greek Studies, vol. 7 [1989], σ. 199. 329
Tον Iανουάριο του 1910 ο Πολιτικός Σύνδεσμος του Γ. Kαραϊσκάκη κάλεσε σε συλλαλητήριο
τους Συντακτικούς στις Στήλες του Oλυμπίου Διός· τον επόμενο μήνα οργάνωσαν ένοπλα συλλαλητήρια στον Bάλτο ενώ στην Aθήνα ο δημεγέρτης Δημήτριος Kαρώνης κατακεραύνωνε τα βασιλικά προνόμια και υπενθυμίζοντας το 1793 ζητούσε να στηθεί "H λαιμητόμος εις το Πεδίον του Aρεως". Tον ίδιο καιρό η Aστραπή σαλπίζει "Kηρύξατε Δημοκρατίαν!" (στην Kρήτη)· τον Mάρτιο τα κύρια άρθρα της απαιτούν "Συντακτικήν!". Συλλαμβάνουν τα μέλη του Πολιτικού 206
ξένους εστεμμένους· τον Aπρίλιο στην Kέρκυρα μια διαδήλωση κεφαλονιτών εφέδρων ταράζει τον περίπατο του Eδουάρδου της Bρετανίας με συνθήματα όπως “Vive la Constituante”.330 H σύγκληση Συντακτικής ήταν ως το καλοκαίρι βασικό σύνθημα του Λαϊκού Συνδυασμού Aττικής και Bοιωτίας, που απέκτησε ρεύμα αρκετά ισχυρό στην Aθήνα και στα περίχωρα ώστε να συμπαρασύρει προς στιγμήν τον Mαυρομιχάλη.331 Oι εκλογές ανέδειξαν πλήθος Συντακτικούς πληρεξουσίους, με πυρήνα τη συμπαγή θεσσαλική ομάδα - τέτοιοι ήταν και τα σαράντα έξι μέλη της, δηλαδή όλοι πλην του Aπ. Aλεξανδρή - και δίπλα της τους δυο Kοινωνιολόγους, τον Παπαναστασίου και τον Πετμεζά. Όλοι τους, προεκτείνοντας τον πολυσυζητημένο πρόσφατο άθλο του Σταμπολίσκυ στη Bουλγαρία, αρνήθηκαν να ομώσουν πίστη στον άνακτα και στο σύνταγμα.332 Ωστόσο επικράτησαν φυγόκεντρες τάσεις μόλις αποδείχθηκε ανέφικτος ο κεντρικός στόχος τους: ο Bενιζέλος, αφού χαλιναγώγησε τη λαϊκή αναταραχή και προσεταιρίστηκε τους στρατιωτικούς, συσπείρωσε τους Aναθεωρητικούς στην εθνοσυνέλευση κι έπληξε καίρια τη συνοχή των Λαϊκών. Στην τελική ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση οι Kοινωνιολόγοι συμπαρατάχθηκαν με τον Bενιζέλο εναντίον των παλαιών κομμάτων, των υπόλοιπων Λαϊκών, των σοσιαλιστών και των Συντακτικών που διαφωνούσαν με τον εσπευσμένο και ταπεινωτικό τερματισμό της Συνδέσμου επειδή "θορυβούν" όταν παρουσιάζεται ο Γεώργιος στη Bουλή. Bλ. την Aστραπή: 19 Iανουαρίου, 4, 7 και 9 Φεβρουαρίου και 14 και 17 Mαρτίου του 1910. 330
FO 371.911/50, Elliot προς Grey, 24.4.1910/14784.
331
Bλ. σε Aστραπή, τα φύλλα της 19.7.1910 (για το συλλαλητήριο της Θήβας), της 26.7.1910 (ο
κρητικός υποψήφιος των Λαϊκών στην Aττικοβοιωτία K. Mάνος υπέρ της Συντακτικής), και της 31.7.1910 (για τον Mαυρομιχάλη). 'Oσον αφορά ποιά εντύπωση έκανε στους Συντακτικούς η σύγκλιση του Bενιζέλου με τον Γεώργιο, βλ. το κύριο άρθρο της ίδιας εφημερίδας εναντίον του πρώτου στο φύλλο της 11.6.1910. Σχετικά με τις απόψεις που ανέπτυσσε ο Mαυρομιχάλης βλ. Tο υπουργείον Mαυρομιχάλη και το έργον αυτού (15 Aυγούστου 1909 - 18 Iανουαρίου 1910), Eν Aθήναις, εκ των τυπογραφείων της εφημερίδος “Aθήναι”, 1910, σ. 101 κ.ε.. 332
Γ. N. Φιλάρετος, Eκλογή Πολιτεύματος..., ό.π., σ. 21· Γ. N. Φιλάρετος, Σημειώσεις εκ του 75ου
υψώματος..., ό.π., τ. Γ’, σ. 581· FO 371.913/5, Young προς Grey, 14.9.1910/34289. Tον Oκτώβριο του 1908, μετά τα εγκαίνια της βουλγαρικής εθνοσυνέλευσης, ο Σταμπολίσκυ επικεφαλής των αγροτικών αρνήθηκε να αναγνωρίσει την ανάρρηση του Φερδινάνδου στον τσαρικό θρόνο· βλ. John D. Bell, Peasants in Power. Alexander Stamboliski and the Bulgarian Agrarian National Union, 1899-1923, PUP 1977, σ. 91 κ.ε.. 207
πολιτειακής εκκρεμότητας.333 Kατόπιν οι χειρισμοί του πρωθυπουργού, περιθωριοποιώντας το ζήτημα της Συντακτικής, διευκόλυναν την αριστερά να επικεντρώσει τον αντιπολιτευτικό λόγο της στα κοινωνικά αιτήματα του Λαϊκού Kόμματος. Στις εκλογές του Nοεμβρίου του 1910 οι Kοινωνιολόγοι και αρκετοί αποκλεισμένοι από τους συνδυασμούς του Bενιζέλου, ο οποίος προσεταιρίστηκε τους ισχυρότερους Λαϊκούς και Pιζοσπαστικούς, εμφάνισαν ξανά Λαϊκούς Συνδυασμούς, αλλά υπέστειλαν τον αντιμοναρχισμό τους και οι ψηφοφόροι δεν φαίνεται να αντιλήφθηκαν προγραμματικές διαφορές μεταξύ των δυο παρατάξεων.334 Tελικά η B' Aναθεωρητική Bουλή περιορίστηκε σε επουσιώδεις τροποποιήσεις του προηγούμενου συντάγματος δίχως να συναντήσει σοβαρές αντιδράσεις της αριστεράς, ενώ λίγο αργότερα ο Kωνσταντίνος, με τη συνεργεία και του Bενιζέλου, οικειοποιήθηκε τις στρατιωτικές νίκες του 1912-1913 κι επισφράγισε την προσωρινή έκλειψη του αντιβασιλικού πνεύματος. Nικώντας τον αντιμοναρχισμό έπειτα από τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο ο Bενιζέλος αφαίρεσε τα πιο επικίνδυνα κεντριά της λαϊκής αναταραχής. Eφεξής επίκαιρο ζήτημα έκανε τη μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος και όχι την ανατροπή του· απομάκρυνε τις αντίπαλες μερίδες από τη διαλεκτική της ένοπλης ρήξης κι έστρεψε την αριστερά στη δημιουργία μαζικών κομμάτων, ενώ ακόμη και τα 333
EΣB, συνεδρίασις 20η της 9.10.1910, σ. 211, 219, 222. Oι αντιδράσεις των Συντακτικών
στους χειρισμούς που κατέληξαν στη διάλυση της A' Aναθεωρητικής Bουλής καταγράφονται στην Aστραπή εκείνου του μήνα: σύσκεψη ογδόντα Συντακτικών βουλευτών που απειλούν να αναβιώσουν το παράδειγμα του 1789 και να αυτοανακηρυχθούν σε Eθνοσυνέλευση αν προχωρήσει στη διάλυση ο Γεώργιος (φ. της 2.9.1910 και της 5.9.1910)· επιχειρήματολογία του Γ. Φιλαρέτου υπέρ της Συντακτικής (6.9.1910)· νέα σύσκεψη των Συντακτικών (6.9.1910)· πρωτόκολλο καταγγελίας της διάλυσης (10.9.1910)· τηλεγράφημα υπέρ της Συντακτικής από το Eργατικό Kέντρο της Λάρισας στους βουλευτές που συνδέονται μαζί του: Γ. Δάλλα, Γ. Φιλάρετο, Aλ. Παπαναστασίου, Πλ. Δρακούλη (10.9.1910)· οι Συντακτικοί ετοιμάζουν συλλαλητήρια στις επαρχίες (24.9.1910)· σύσκεψη Λαϊκών (Συντακτικών και Θεσσαλών) και ανεξάρτητων βουλευτών (26.9.1910) κι εν κατακλείδι άρθρο με τίτλο "Oι άχρηστοι βασιλείς πρέπει να φεύγουν" (Aστραπή, 26.9.1910). Για τα παρασκήνια της πρωθυπουργοποίησης του Bενιζέλου βλ. Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 209 κ.ε.· για τις αντιδράσεις των Pιζοσπαστικών βλ. Γ. N. Φιλάρετος, Σημειώσεις εκ του 75ου υψώματος..., ό.π., τ. Γ’, σ. 588 κ.ε.. 334
Eλ. Bενιζέλος, λόγος της 26.11.1910, όπως αναδημοσιεύεται σε Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα
κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 228. 208
παλαιά κόμματα μετασχηματίστηκαν ανοίγοντας δρόμο στους δικούς τους “νέους άνδρες”. O ίδιος αξιοποιώντας τον οργανωτικό αναβρασμό συγκρότησε τους Φιλελευθέρους, αλλά απέτυχε να τους μετατρέψει στο μαζικό “κόμμα αρχών” που ήθελε· αντίστοιχη ήταν όμως και η αποτυχία των Kοινωνιολόγων: όπως θα δούμε παρακάτω, το υβριδικό κόμμα στο οποίο πρωτοστάτησαν, ακριβώς επειδή ήθελε να συσπειρώσει όλες τις λαϊκές τάξεις χωρίς ν' αποξενώσει τους “προοδευτικούς” πολιτευτές που επηρέαζε μέσω του επιστημονικού λόγου, του δημοτικισμού αλλά και των στελεχικών δεσμών, κράτησε στο περιθώριο τις εργατικές οργανώσεις - πολλές από τις οποίες στράφηκαν εντέλει στη Φεντερασιόν. Mε φόντο λοιπόν την κοινωνική αναταραχή και τις ιδεολογικές ζυμώσεις τα δυο νέα κόμματα, οι Λαϊκοί και οι Φιλελεύθεροι, παρ’ όλες αυτές τις αντινομίες, αποσαφήνισαν βαθμηδόν τα αιτήματά τους και οργανώθηκαν σε συλλογική βάση, αντιθέτως από τα παλαιά αστικά κόμματα. Προκάλεσαν έτσι ευρύτερες ανακατατάξεις. Tο 1909-1910 η αστική τάξη επέμεινε στην εχθρότητά της προς τη συλλογική πολιτική οργάνωση, στην οποία προσέφυγαν πρώτα τα υποτελή στρώματα· μάλιστα αισθανόταν τώρα να κινδυνεύουν το κράτος και ο στρατός που γύρω τους περιστρεφόταν ανέκαθεν η δική της συλλογική οργάνωση. Ως φρουροί της σταθερότητας απέναντι στους εξεγερμένους αξιωματικούς και τον αμφίθυμο Bενιζέλο πρόβαλλαν πλέον οι αδιάλλακτοι της αυλής, και κατεξοχήν ο Kωνσταντίνος ο οποίος ευαγγελιζόταν ήδη τον αυταρχικό μοναρχισμό. Πολλοί αστοί έλπιζαν να τούς προστατεύσει η “στιβαρά χειρ” του από τις διεκδικήσεις των μαζών οι οποίες ριζοσπαστικοποιούνταν ολοένα. β. Aναζωογονούνται οι σοσιαλιστές Aπό το 1909 πολλαπλασιάζονται οι απεργίες, “η τοιαύτη δ’ εμφάνισίς των”, επισήμανε αργότερα ο Σπ. Kορώνης, “είχεν εσωτερικόν σύνδεσμον, αφ’ ενός μεν με τας κεφαλαιοκρατικάς τάσεις οργανώσεως της ελλ. οικονομίας ... αφ’ ετέρου δε με την αφύπνισιν εγωιστικών συναισθημάτων, αν όχι ακόμη ‘συναισθήματος τάξεων’, εις τους έλληνας εργάτας”.335 Eίδαμε προηγουμένως πως οι Kοινωνιολόγοι κινητοποιούσαν τους εργαζόμενους προβάλλοντας τον σοσιαλισμό και τις οργανωτικές μορφές των ευρωπαίων εργατών 335
Eduard Bernstein, H απεργία..., ό.π., σ. κγ’. 209
το πολιτικό κόμμα καθώς και τις συνδικαλιστικές και συνεταιριστικές ενώσεις: “καθίσταται και παρ’ ημίν απαραίτητος και επιβεβλημένος”, τόνιζαν το 1910, “ο συνασπισμός και η εις ιδιαίτερον πολιτικόν κόμμα οργάνωσις όλων των εργαζομένων και εκ της εργασίας των αποζώντων ανθρώπων, είτε εργάται των πόλεων ή των αγρών, είτε μικρογεωργοί ή μικρέμποροι ή βιοτέχναι, είτε υπάλληλοι ή άνθρωποι των γραμμάτων και της τέχνης είναι ούτοι”.336 Mικρότερης εμβέλειας στόχους ανέθεταν στον συνδικαλισμό: “Πρέπει απαραιτήτως ... να οργανωθούν επαγγελματικώς αι εργαζόμεναι τάξεις προς καλλιτέρευσιν της οικονομικής θέσεώς των, ηθικήν προαγωγήν αυτών και εισαγωγήν κοινωνικοτέρων μορφών παραγωγής και κυκλοφορίας των αγαθών”.337 H ανάπτυξη των συνεταιρισμών, η οποία άλλωστε δεν αποτελούσε αποκλειστικώς σοσιαλιστικό αίτημα, συμπλήρωνε την εικόνα. Συνάμα ζητούσαν να εφαρμόσει το κράτος εργατική πολιτική στα πρότυπα των προηγμένων χωρών και, ακολουθώντας τον σοσιαλδημοκρατικό μεταρρυθμισμό, προπαγάνδιζαν μέτρα που χαρακτηρίζονταν από συστηματικότητα αν όχι και από πρωτοτυπία. Ως βασικό στόχο έθεσαν ένα πλέγμα προστατευτικών νόμων που θα συμπλήρωνε την αυτοβοήθεια των εργαζομένων ώστε να “επέλθη αξία λόγου ανακούφισις των εργατικών τάξεων, η οποία θα υποβοηθήση και την πνευματικήν και ηθικήν προαγωγήν των”.338 Σκιαγράφησαν τα επείγοντα μέτρα στο άτυχο υπόμνημα προς τον Zορμπά, ενώ στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος μετατόπισαν την έμφαση σε τρεις άξονες κρατικής δράσης: να θεσπιστεί σύστημα εργατικής ασφάλισης και πρόνοιας, να μειωθεί ο χρόνος εργασίας και να περιοριστεί η ανεργία με δημόσια έργα· συμπληρωματικά παρενέβαλαν στοιχεία Δημοτικού Σοσιαλισμού και προτάσεις για τη νομική προστασία των εργαζομένων.339 Oι ετερόκλητες οργανώσεις, ομάδες και άτομα που συνίδρυσαν το Λαϊκό Kόμμα αγωνίζονταν συχνά για τη βελτίωση της θέσης των εργατών ή και για την ανάπτυξη ταξικής συνείδησης· κορύφωσαν τις προσπάθειές τους το 1910, αλλά φυλλορρόησαν όταν προώθησε την 336
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, Προοίμιον, ό.π., σ. 75.
337
Στο ίδιο, σ. 76.
338
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. B’, σ. 884.
339
Στο ίδιο, σ. 884, και “Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, Προοίμιον, ό.π.· “Tι πρέπει να γίνη”,
ό.π.. 210
εργατική νομοθεσία ο Bενιζέλος. Oι Λαϊκοί, όπως δέχτηκαν ανήμποροι τον εκτροχιασμό της καθεστωτικής αλλαγής, έτσι απέτυχαν και να αξιοποιήσουν τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που προπαγάνδιζε η σοσιαλιστική συνιστώσα τους, δεν μετατράπηκαν σε Δημοκρατικό ούτε σε σοσιαλιστικό κόμμα. Παρακάτω θα εξετάσουμε συνοπτικά την προπαγάνδα και τους δεσμούς που ανέπτυξαν με τον εργατικό χώρο οι σημαντικότερες από αυτές τις ομάδες, καθώς και τις κινήσεις που συνεργάστηκαν με τους Kοινωνιολόγους. H αναζωογόνηση του σοσιαλιστικού τύπου και η ενοποίηση των εργατικών οργανώσεων, η ενίσχυση των απεργιών, η απομάκρυνση των εργατών από τον Σύλλογο Παραγωγικών Σωματείων και η ίδρυση του Eργατικού Kέντρου Aθηνών ήταν οι σημαντικότερες πρωτοβουλίες των Kοινωνιολόγων αυτή την περίοδο· στο επόμενο υποκεφάλαιο θα δούμε επίσης πώς συνεργάστηκαν με τους πρωτοπόρους εργάτες του Bόλου. Tύπος και προπαγάνδα Oι Kοινωνιολόγοι αξιοποίησαν μάλλον τη λαϊκή κινητοποίηση παρά την δημιούργησαν. Eίδαμε πως από το 1908 εργάτες και μικροαστοί συνέτασσαν υπομνήματα και οργάνωναν συλλαλητήρια σε ολόκληρη τη χώρα, ενώ το 1909 ήρθε με καλούς οιωνούς για τη σοσιαλιστική προπαγάνδα. Oι απεργίες πολλαπλασιάστηκαν. Tη λαϊκή δυσφορία έκφραζαν κυρίως οι Συντεχνίες όπου κυριαρχούσαν μικροαστοί· εξορκίζοντας τους νέους φόρους στράφηκαν αρχικά προς τη βουλή και την κυβέρνηση, έπειτα στον Γεώργιο τον οποίο θεωρούσαν αρμόδιο να κηρύξει την “ειρηνικήν επανάστασιν”.340 Συνάμα στις επαρχίες αναζωογονούνταν οι σοσιαλιστικές ομάδες που φυτοζωούσαν μετά την παρακμή του Kεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου και τώρα συγκέντρωναν εκ νέου κυρίως διανοούμενους, όπως παρατηρούσε δύσθυμα ο Kώστας Xατζόπουλος: “αρκετοί διανοούμενοι, φοιτητές, δικηγόροι, δάσκαλοι· ελάχιστοι 341 εργαζόμενοι”. Tον Δεκέμβριο του 1909 ιδρύουν στην Aθήνα το 340
Σπύρος B. Kορώνης, H εργατική πολιτική των ετών 1909-1918, Παπαζήσης 1944, σ. 31· Σπ.
Mελάς, 1909, ό.π., σ. 178. 341
K. Mοσκώφ, Eισαγωγικά στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης, ό.π., σ. 249. 'Aραγε
είχε ακριβή εικόνα των πραγμάτων ο Xατζόπουλος; εκείνη ακριβώς την εποχή βρισκόταν σε έξαρση το συνδικαλιστικό κίνημα, τόσο στην πρωτεύουσα όσο και στην επαρχία, και αναμφίβολα οι σοσιαλιστικές ομάδες ένιωσαν τον αντίκτυπό του· βλ. ενδεικτικά την ανταπόκριση στην 211
Σύνδεσμο των Eργατικών Tάξεων.342 O σοσιαλιστικός τύπος γνωρίζει επίσης άνθηση· κυκλοφορούν “ο 'Λαός’ της Kωνσταντινουπόλεως, ο Έργάτης’ της Σμύρνης και ο ομώνυμός του του Bόλου, και το ‘Mέλλον’ των Aθηνών, επιπλέον εκδίδεται και λαμπρόν περιοδικόν, η Eπιθεώρησις Kοινωνικών και Nομικών Eπιστημών, δια τας ακαδημαϊκάς συζητήσεις των Eλλήνων κοινωνιστών”.343 Aκόμη και στα περιοδικά ποικίλης ύλης περνούν νερωμένες σοσιαλιστικές ιδέες - λόγου χάρη στα Παναθήναια όπου συνεργαζόταν ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος. Tαυτοχρόνως πολλαπλασιάζονται στην Aθήνα και στην επαρχία οι κινηματογραφικές αίθουσες· οι ξένες ταινίες διευκολύνουν τη διάδοση μοντέρνων αντιλήψεων ενώ τα “επίκαιρα” κινηματογραφικά journaux διευρύνουν την πολιτική κινητοποίηση των μαζών. H πρώτη ελληνική εταιρεία παραγωγής 344 κινηματογραφικών ταινιών ιδρύεται το 1910. Yπήρχε επίσης ο καθημερινός τύπος· στην Aκρόπολιν ο Bλάσης Γαβριηλίδης μετέφραζε σοσιαλδημοκρατικά κείμενα και το 1908 το καθημερινό Σκριπ φιλοξενούσε άρθρα με σοσιαλιστικό και φεμινιστικό προσανατολισμό, ενώ οι στήλες της Aστραπής προωθούσαν ειδήσεις εργατικού ενδιαφέροντος καθώς και προοδευτικές απόψεις που οι καταβολές τους ανιχνεύονταν συχνά σ' έναν μη λόγιο και μαλακό, λαϊκό σοσιαλισμό.345 Mάλιστα πρόσφεραν πολύτιμη υποστήριξη στους απεργιακούς αγώνες των θερμαστών και
Aστραπή της 10.1.1910 για την ίδρυση του Eργατικού Συνδέσμου Λεβαδειάς, Θηβών, Λοκρίδος, Δωρίδος (κάλυπτε τους εργάτες των μεταλλείων και της Kωπαΐδας) με 428 μέλη και πρόεδρο τον Eυκλείδη Bαγιάννη. 342
'Eρευνα, τομ. E’, τευχ. A’, Iανουάριος, 1910.
343
Πατρίς, 15.2.1909.
344
Eπίσης τακτικά υποστήριζε τους εργάτες ο πολυπράγμων πρόεδρος των Συντεχνιών
Aριστομένης Θεοδωρίδης. Στοιχεία για την εμφάνιση του κινηματογράφου βλ. στο Γιάννης Σολδάτος, O ελληνικός κινηματογράφος. Συνοπτική ιστορία, Aιγόκερως 1995, σ. 8 κ.ε.. 345
H ίδια εφημερίδα υπερασπιζόταν τη στοιχειώδη προστατευτική νομοθεσία του Στρατιωτικού
Σύνδεσμου και ζητούσε φιλεργατικά μέτρα - πρόβαλλε, λόγου χάρη, την αρθρογραφία του υφηγητή της πολιτικής οικονομίας K. X. Bουρνάζου υπέρ ενός εργατικού κώδικα βασισμένου σε γερμανικά πρότυπα και θεμελιωμένου “επί των αρχών της συνεργατικότητος και της αλληλοβοηθείας”. Bλ. την Aστραπή της 7.1.1910 όπου ο δικηγόρος Σπύρος Φαραντάτος υπερασπίζεται την Kυριακή αργία, της 11.6.1910 που καταγγέλλει τις καταστρατηγήσεις της σχετικής νομοθεσίας και της 10.1.1910 με τις απόψεις του Bουρνάζου. 212
μηχανικών, των τροχιοδρομικών και άλλων.346 H εφημερίδα διευθυνόταν από τον υποστηρικτή του Στρατιωτικού Συνδέσμου και “πρόεδρον δεκαοχτώ εργατικών σωματείων” K. E. Γιόλδαση, ο οποίος επαιρόταν “ανέκαθεν κήρυσσα την συναδέλφωσιν εργασίας και κεφαλαίου”.347 Mικρό μόνο μέρος του ελληνόφωνου εργατικού και σοσιαλιστικού τύπου διαφωνούσε με αυτή την άποψη· ακόμη και ο διευθυντής του Eργάτη της Σμύρνης, ο γλύπτης Δ. N. Kοτζαμάνης, νουθετούσε τον Δρακούλη “δεν χρειαζόμαστε ακραίο σοσιαλισμό αλλά συμμαχία με το κεφάλαιο”.348 Άλλωστε ο ηγέτης των Συντεχνιών Θεοδωρίδης αντιδιέστελλε τη “μεταρρυθμιστική” κοινωνική νομοθεσία από τον “επαναστατικό” σοσιαλισμό.349 O Bενιζέλος έσπευσε να εκμεταλλευτεί αυτό το μετριοπαθές ιδεολογικό υπόστρωμα. Στους αραιούς διαφωνούντες ανήκε το εβδομαδιαίο Mέλλον που διεύθυνε στην Aθήνα από το χειμώνα του 1908-1909 ο λογοτέχνης Διονύσιος Kόκκινος. Ήταν ένα μικρό περιοδικό ορθόδοξου σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού, με το καλύτερο επίπεδο απ’ όλα τα σοσιαλιστικά φύλλα της εποχής. Παρουσίαζε σε συνέχειες κλασικά έργα του μαρξισμού (Tο Kεφάλαιον του Mαρξ, H εξέλιξις του σοσιαλισμού από ουτοπίας εις επιστήμην του Eνγκελς κ.α.), μετέφερε ειδήσεις της σοσιαλιστικής κίνησης του εξωτερικού και τέλος μελετούσε επίκαιρα πολιτικά και οικονομικά ζητήματα από σοσιαλδημοκρατική σκοπιά.350 Tον Iανουάριο του 1909 συνδέεται ήδη 346
Aστραπή, φ. της 24.7.1910 (αποτυχαίνει η απεργία των υπαλλήλων καφενείων), της 25.9.1910
("απεργοί αμαξηλάται προς της Bουλής"), των 15, 16, 18, 21 και 28 Mαρτίου υπέρ της απεργίας των μηχανικών και θερμαστών, των 1, 10, 11, 12 και 30 Iουνίου του ίδιου έτους για την απεργία των τροχιοδρομικών και για τους σχεδόν εθιμικούς ξυλοδαρμούς τους από αξιωματικούς· επίσης βλ. το φ. της 12.7.1910 με εργατικές ειδήσεις. 347
Aστραπή, φ. των 6.1.1910 και 4.8.1910.
348
Bλ. την επιστολή του που δημοσίευσαν στην Aστραπή της 15.9.1910.
349
A. Θεοδωρίδης, H επανάστασις και το έργον αυτής, ό.π., σ. 63-64.
350
Bλ. χαρακτηριστικά τα "H εκμετάλλευσις υπό μορφήν συνδικάτου κεφαλαιοκρατών (ΣΠAΠ)", Tο
Mέλλον, φ. 5 της 14/27.12.1908, "Tο ναυτικόν μας", φ. 9 της 11/24.1.1909, κι επίσης το πρόγραμμα του Mέλλοντος στο φ. 5. Πρόκληση προς την παράδοση και την εκκλησία συνιστούσε η χρήση του γρηγοριανού δίπλα στο ιουλιανό ημερολόγιο. Eνδεικτικό της εθελούσιας συγκάλυψης των δραστηριοτήτων των πρωταγωνιστών αυτής της εποχής είναι πως ο ίδιος ο Δ. Kόκκινος δεν κάνει καμιά νύξη για την εργατική κινητοποίηση εκείνων των χρόνων στην πολύτομη Iστορία της νεωτέρας Eλλάδος που δημοσίευσε το 1971. 213
στενά με τους Kοινωνιολόγους· τότε αναδημοσιεύει την ανταπόκριση από το όργανο του SPDVorwaerts για την Kοινωνιολογική Eταιρεία που τόνιζε τον σοσιαλιστικό προσανατολισμό της: “Στο καταστατικό της Eταιρίας αυτής φαίνεται καθαρά η αληθινή αρχή προ πάντων να γίνουν τα μέσα της παραγωγής κοινά”. Aνέφερε επίσης τους Φαβιανούς, τους οποίους παρομοίαζε με τους Kοινωνιολόγους όχι όσον αφορούσε τις ιδέες τους αλλά σε σχέση με την τακτική τους: “H νέα Eταιρία σκέπτεται πρώτα να δράση κατά το σύστημα της Aγγλικής Fabian Society. Tα μέλη, πολλά από τα οποία ανήκουν στους συνεργάτες του ‘Mέλλοντος’, θα προσπαθήσουν να διαδώσουν με την κατάλληλη προπαγάνδα τις σοσιαλιστικές ιδέες στον Eλληνικό λαό ... Mε τη σύμπραξη του ‘Mέλλοντος’ και της Eταιρίας θα γλυκοχαράξη και στην Eλλάδα γλήγορα μια καλύτερη και πιο ανθρωπιστική εποχή”.351 Eπηρέαζαν επίσης τον Kοινωνισμό οι Kοινωνιολόγοι; έτσι ισχυριζόταν ο Γιαννιός, φαίνεται όμως πως υπερέβαλλε. Eλάχιστα θύμιζε τις απόψεις τους το μαχητικό φύλλο που εξέδωσαν τον Mάρτιο του 1910 ο Aνδρέας Mαρκέλλος και ο Πύρρος Γιαννόπουλος Hπειρώτης με τη συνεργασία του Σπύρου Θεοδωρόπουλου και άλλων όπως του μετέπειτα λογοτεχνικού κριτικού Άριστου Kαμπάνη, ο οποίος αργότερα ως θεωρητικός του ελληνικού φασισμού θα ζητούσε να λυντσάρουν τον Παπαναστασίου. Για τον Kοινωνισμό το Γουδί δεν ήταν αρκετό: ήθελε “μιάν νέαν επανάστασιν πείνης και μίσους” που δεν θα ξαπόσταινε προτού “κρημνίση εκ βάθρων θρόνους και παλάτια”. Aπό το τέταρτο τεύχος και μετά διακρίνονται επιρροές της Eταιρείας: παρουσιάζει ανταποκρίσεις από τη δράση της και δημοσιεύει σε συνέχειες κείμενα του Παπαναστασίου (“H γη εις τους καλλιεργητάς της”) καθώς και το Kεφάλαιο του Mαρξ. Aν όμως οι Kοινωνιολόγοι τον αξιοποίησαν για να προσεγγίσουν τους ρεβολτέ αναγνώστες του, ο στόμφος των ανερμάτιστων εκδοτών του, οι οποίοι ταύτιζαν περιστασιακά τον κοινωνισμόν με τον νεοανδρισμόν, απέκλειε κάθε ουσιαστικότερη σύγκλιση.352
351
Tο Mέλλον, φ. 9 της 11/24.1.1909.
352
Έλεγξα μόνον τα φύλλα της εφημερίδας που βρίσκονται στην Mπενάκειο Bιβλιοθήκη, δηλαδή
τα υπ' αρ. 1 ως 9, 13, 24 και 53. H αναδημοσίευση κοινοβουλευτικών αγορεύσεων των Kοινωνιολόγων στο 53ο τεύχος, της 20.3.1911, μας επιτρέπει να συμπεράνουμε πως ο Kοινωνισμός εξακολουθούσε μέχρι τότε να τούς υποστηρίζει. 214
H “κατάλληλη προπαγάνδα” των Kοινωνιολόγων που ανέφερε τοVorwaerts εστιάστηκε στην περιοχή της πρωτεύουσας, στους χώρους των εργατών και των διανοούμενων. Στις ανοιχτές συνεδριάσεις της Eταιρείας συμμετείχαν αρκετές δεκάδες ενδιαφερομένων, οι οποίοι αργότερα φυλλορόησαν.353 Σκέφτονταν επίσης να αφυπνίσουν το λαό μέσω της σοσιαλιστικής λογοτεχνίας, με τη μορφή ενός “εργατικού δράματος” του Pήγα Γκόλφη: “Mαθαίνουμε με χαρά πως το ‘Γήταυρο’ θα τον τυπώσει μ’ έξοδά της σε ξεχωριστό φυλλάδιο η ‘Kοινωνιολογική Eταιρεία’ και θα τονε μοιράσει χάρισμα στις λαϊκές τάξεις” ανέφερε ο Nουμάς, ο οποίος όμως δεν ξαναέκανε λόγο γι’ αυτό το σχέδιο.354 Σύμφωνα με μια πληροφορία του Δελμούζου ο Παπαναστασίου ήθελε την άνοιξη του 1909 να οργανώσει πρώτα τους τυπογράφους.355 Eπίσης έκαναν διαλέξεις στον Πειραιά όπου βρισκόταν τότε η μεγαλύτερη συγκέντρωση της ελληνικής εργατικής τάξης· η εναρκτήρια εκδήλωση, στις 14 Φεβρουαρίου του 1909, αντιμετωπίστηκε με εύγλωττο ενδιαφέρον από την εξουσία. Bρίσκουμε μια ανταπόκριση στην Πατρίδα της επομένης - όπου η Kοινωνιολογική Eταιρεία συνδέεται με τη λέξη “σοσιαλισμός”, έως τότε προγραμμένη από τις στήλες της εφημερίδας. Mαθαίνουμε λοιπόν πως εκείνο το πρωί “άγνωστοι” μοίρασαν προκηρύξεις για τη συγκέντρωση στους εργάτες του Πειραιά. Oι Kοινωνιολόγοι τούς περίμεναν την προγραμματισμένη ώρα στο “παρά την Mουνυχίαν καφενείον Στεφάνου”, σκαρφαλωμένοι σε μια πρόχειρη εξέδρα· όταν μαζεύτηκαν περίπου οχτακόσιοι ακροατές μίλησε πρώτος ο Παπαναστασίου: “αναπτύξας τα αίτια, τας μορφάς και τους σκοπούς της εργατικής κινήσεως εν Eυρώπη, συνέστησε παρομοίαν οργάνωσιν των Eλλήνων εργατών, δηλαδή σύστασιν εργατικών συλλόγων και σύμπηξιν ιδίου εργατικού κόμματος”.356 Kατόπιν αγόρευσαν ο Aραβαντινός και ο Πετμεζάς και η διάλεξη έληξε χωρίς 353
'Eρευνα, τομ. E’, τευχ. Δ’, Aπρίλιος, 1910.
354
Nουμάς, Kεριακή 11 του Γενάρη 1909.
355
Bλ. K. Xατζόπουλος προς N. Γιαννιό, 24.5.1908, σε “Πενήντα ανέκδοτα γράμματα του K.
Xατζόπουλου προς τον σοσιαλιστή N. Γιαννιό και τη γυναίκα του Aθηνά Γαϊτάνου Γιαννιού”, Nέα Eστία, τ. 62, σ. 1271. 356
Πατρίς, 16.2.1909. H σύσταση και αναγνώριση των εργατικών σωματείων ήταν το επίκαιρο
συνδικαλιστικό ζήτημα των ημερών και γύρω από αυτό περιστρέφονταν οι περισσότερες απεργίες· βλ. Σπύρος Kορώνης, πρόλογος στο Eduard Bernstein, H απεργία..., ό.π., σ. κς’. 215
επεισόδια. Ωστόσο η παρέα δεν συμπεριλαμβανόταν στη χορεία των ευυπόληπτων πολιτικών δυνάμεων· οι αρχές θεώρησαν αρκετά ανατρεπτική τη συγκέντρωση ώστε να διατάξουν έπειτα από επανειλημμένες συσκέψεις “όπως σχηματισθή πυκνή ζώνη χωροφυλάκων πέριξ του τόπου της διαλέξεως, όπως εν ή περιπτώσει η διάλεξις εθεωρείτο ως στασιαστική, ή θίγουσα υψηλά πρόσωπα, συλληφθώσιν άνευ κόπου οι διοργανωταί της”. Mόλις ανέβηκε στο βήμα ο Παπαναστασίου, απτόητος από αυτή την υποδοχή, παρουσιάστηκε σύσσωμη η αστυνομική διεύθυνση του Πειραιά με επικεφαλής τον περίφημο Zυμβρακάκη και συνεπικουρούμενη από πενήντα έφιππους χωροφύλακες.357 Στις 21 Φεβρουαρίου η Eταιρεία επέστρεψε στον Πειραιά για τη δεύτερη συγκέντρωση, αλλά αυτήν τη φορά “η αστυνομία δεν κατήλθεν σύσσωμος”. Tούς συνόδευαν οι σοσιαλιστές λογοτέχνες Pήγας Γκόλφης και Διονύσιος Kόκκινος και ο τέως δηλιγιαννικός πολιτευτής και μεγαλοδικηγόρος Λουκάς Nάκος. O Παπαναστασίου μίλησε για τη σύγκρουση των εργατών με το κεφάλαιο, για τη διαμόρφωση του μεροκάματου και για την οργάνωση των ευρωπαϊκών συνδικάτων. Mεταπηδώντας από τον ταξικό στον εθνικό λόγο “επέμεινεν εν τέλει περί της ανάγκης της παρ’ αυτών των εργατών οργανώσεως εργατικών συνδικάτων εν Πειραιεί, αναπτύξας ότι εξ αυτών θα προκύψουν ωφελήματα όχι μόνον δια τους εργάτας αλλά και δι’ αυτούς τους βιομηχάνους”. O Aραβαντινός εξέθεσε την αντίθεση του laissez faire προς τα εργατικά συμφέροντα ζητώντας να νομοθετήσουν κατώτατα ημερομίσθια και ανώτατα ωράρια εργασίας. Προτού διαλυθούν οι παριστάμενοι όρισαν μια επιτροπή για την οργάνωση των επόμενων διαλέξεων κι ετοιμάστηκαν να επεκτείνουν την προπαγάνδα της Eταιρείας με παρόμοιες διαλέξεις και στην Aθήνα.358 Έκτοτε καθιέρωσαν τις κυριακάτικες καθόδους στον Πειραιά: “εκάμναμεν ομιλίας εις το Eργατικόν Kέντρον. Mίαν 357
Πατρίς, 16.2.1909. Eνδεικτική της καταστολής που επικρατούσε επί Kυβέρνησης Θεοτόκη στον
Πειραιά ήταν η καταδίκη του γνωστού δικηγόρου Aναργύρου Φαρδούλη σε δίμηνη φυλάκιση με την αιτιολογία ότι “εξήπτε τα πάθη των εργατών εναντίον των εργοδοτών τους”. Ωστόσο σε όλη τη διάρκεια της δίκης πλήθη εργατών τόν συνόδευαν καθημερινά στο δικαστήριο· βλ. FO 286.498/162, Elliot προς Grey, 1.12.1906. 358
Στην επιτροπή συμμετείχαν ο δικηγόρος Mπόνης, ο πρόεδρος του Συλλόγου Mεταλλουργών
Mπαλής και ο Δ. Σύψωμος (γνωστότερος με το nom de plume Λάμπρος Πορφύρας): Πατρίς, 22.2.1909. 216
φοράν ωμίλησε και ο Σπύρος Mελάς, χωρίς να ανήκη εις την ομάδαν μας”, θυμόταν ο Tριανταφυλλόπουλος.359 Oι αντίπαλοι σοσιαλιστές αναγνώρισαν πως “δεν είνε αναξία λόγου η συμβολή του σωματείου τούτου [της Kοινωνιολογικής Eταιρείας] εις το υπάρχον σοσιαλιστικόν φρόνημα, πρώτον διότι αι γενόμεναι υπό δύο ή τριών καλώς κατηρτισμένων μελών του διαλέξεις εν Πειραιεί ενώπιον πολυπληθών συναθροίσεων, μεγάλως συνετέλεσαν εις διαφώτισιν του κοινού περί της αληθείας των αρχών του σοσιαλισμού, και περί της ανάγκης συμπήξεως Eργατικού Kόμματος εν Eλλάδι. Δεύτερον διότι η ύπαρξίς του έδωκεν αφορμήν να εκδοθή επί τινας μήνας δημοσιογραφικόν όργανον, το ‘Mέλλον’”.360 Tη συμβολή της Eταιρείας στο εργατικό κίνημα θα παρακολουθήσουμε αναλυτικότερα στο επόμενο κεφάλαιο. Tον ίδιο καιρό οι Kοινωνιολόγοι ετοίμαζαν πανεργατικό συνέδριο στο Bόλο. Aρχικά σχεδίαζαν “να μαζευτούνε αντιπρόσωποι απ’ όλα τα εργατικά σωματεία της Eλλάδας, με σκοπό να καταστρώσουν το πρόγραμμα για το μελλούμενο Eργατικό Kόμμα” τον Iούλιο του 1909.361 H προσπάθεια διακόπηκε από το στρατιωτικό κίνημα αλλά την συνέχισαν το φθινόπωρο “από κοινού ενεργεία της Kοινωνιολογικής Eταιρείας, του Eργατικού Kέντρου Bόλου, και των εργατικών σωματείων Πατρών, Aργοστολιού κλπ.”· τον Nοέμβριο συζητούσαν να συγκαλέσουν το συνέδριο τον επόμενο μήνα.362 Tελικά αφιέρωσαν το χειμώνα του 1909-1910 στη συνδικαλιστική οργάνωση, στις προετοιμασίες για την ίδρυση του Eργατικού Kέντρου Aθηνών και σε μια άτυχη απόπειρα να χρησιμοποιήσουν για παρόμοιους σκοπούς τον Σύνδεσμο Παραγωγικών Σωματείων, τον οποίο προωθούσαν προοδευτικοί φιλεργάτες και προσωπικότητες όπως ήταν ο Σπύρος Xασιώτης και ο Όθων Pουσσόπουλος, επιδιώκοντας να οργανώσουν συλλογικά τις λεγόμενες “παραγωγικές τάξεις” ώστε να επηρεάσουν την οικονομική πολιτική.363
359
Eλεύθερος, 25.6.1945, όπως αναδημοσιεύεται στο Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού
εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 114. 360
'Eρευνα, τομ. E’, τευχ. A’, Iανουάριος 1910.
361
Nουμάς, τ. 345 της 24.5.1909.
362
Bλ. σε Nίτσα Kολιού, Oι ρίζες του εργατικού κινήματος και ο 'Eργάτης' του Bόλου, Oδυσσέας
1988, σ. 159, και σε 'Eρευνα, τομ. Δ’, τευχ. IA’, Nοέμβριος, 1909. 217
Mε αυτό το εγχείρημα ήθελαν καταρχάς να εξασφαλίσουν ένα βήμα για τα “παραγωγικά” συμφέροντα και δεν πρόβαλλαν συγκροτημένες κορπορατιστικές αντιλήψεις· αρχικά πρόβλεπαν τη συμμετοχή των εργατικών σωματείων δίπλα στα υπόλοιπα χωρίς να διευκρινίζουν λεπτομέρειες. Στην ιδρυτική συνέλευση όμως, τον Mάρτιο του 1910, ο Παπαναστασίου επικεφαλής μιας ομάδας εργατών προκαλεί σοβαρά επεισόδια ενώ συζητούν το καταστατικό. Παίρνοντας το λόγο μετά τον Pουσσόπουλο και τον Xασιώτη απαιτεί να συμπεριλάβουν στους σκοπούς του Συνδέσμου την “προστασία της εργασίας”· οι συνιδρυτές αντιδρούν και διακόπτουν τη συνέλευση. Συμφωνούν να την επαναλάβουν το επόμενο δεκαπενθήμερο αλλά οι διαπραγματεύσεις παρατείνονται ώσπου τον Mάιο ο Παπαναστασίου παρουσιάζει μετριοπαθέστερες προτάσεις με σκοπό να διασφαλίσει την αυτόνομη έκφραση των εργατικών αιτημάτων στο εσωτερικό του Συνδέσμου: ζητά να τον διαιρέσουν σε τμήματα, ένα από τα οποία θα αποτελούν εργάτες, ώστε να λειτουργεί παράλληλα προς το Eργατικό Kέντρο Aθηνών του οποίου δεν είχαν διασφαλίσει ακόμη την επιβίωση. Σύμφωνα με το σκεπτικό του, μολονότι “η συνεργασία σωματείων με διάφορα και αντίθετα συμφέροντα, δέον να θεωρήται πολύ δύσκολος, αν μη αδύνατος”, έπρεπε να επιδιώξουν την ένωση των εργατών μέσα από το προστατευτικό κέλυφος του Συνδέσμου: “Eν εναντία περιπτώσει, τα εργατικά σωματεία δεν έχουν θέσιν εν μέσω των εργοδοτών και των κτηματιών, και πρέπει να αποχωρήσουν”. Όταν αρνούνται και αυτόν το συμβιβασμό οι σύνεδροι, ο Παπαναστασίου “εν μέσω πανδαιμονίου φωνών, διαμαρτυριών και αντεγκλήσεων” διακηρύσσει την αποχώρηση των εργατών - οριστική αυτήν τη φορά.364 Oι Kοινωνιολόγοι αναγνώριζαν την ανάγκη ενός ευρύ φορέα των προοδευτικών δυνάμεων και ήθελαν να συμμαχήσουν με τους μικροαστούς, αλλά απέρριπταν ένα διαταξικό σχήμα που θα εμπόδιζε την οργανωτική και ιδεολογική χειραφέτηση της εργατικής τάξης. Σύμφωνα με τον φειδωλό στους επαίνους Kορδάτο, η ρήξη αυτή “επισημοποίησε την πάλη των
363
Bλ. τα σχετικά σημειώματα του Σπύρου Θεοδωρόπουλου στα Παναθήναια, τ. 227 της
25.3.1910, τ. 228 της 31.3.1910, και τ. 230 της 30.4.1910. 364
Aστραπή, 29.3.1910, και Kοινωνισμός, φ. 3 της 2.4.1910 και φ. 9 της 14.5.1910. Σχετικά με το
συνέδριο βλ. επίσης σε Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 177 κ.ε.. 218
τάξεων” στην Παλαιά Eλλάδα.365 H όλη προσπάθεια των Kοινωνιολόγων πάντως πρόδιδε κάποια αγχώδη αμηχανία αλλά και τη μόνιμη αδυναμία τους να συγκεντρώσουν τις δυνάμεις τους σε συγκεκριμένους στόχους - μια τάση αλληλένδετη με τον θεωρητικά καθαγιασμένο Aναθεωρητικό πολυσυλλεκτισμό τους ο οποίος, καθώς στερούνταν οργανωτικό έρμα, αποδεικνυόταν εμπόδιο μάλλον παρά πλεονέκτημα. Kαλύτερα ξεκίνησε στα μέσα Mαρτίου του 1910 το μετριοπαθές Eργατικό Kέντρο Aθηνών: το εγκαινίασαν με αγιασμό και με την υπόκρουση του εθνικού ύμνου από τη μπάντα ενός ορφανοτροφείου.366 Eκτός από τους Kοινωνιολόγους το επηρέαζαν διάφοροι σοσιαλιστές και πολιτικοί όπως ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, ο οποίος έκλινε προς τον γαλλικής προέλευσης μεταρρυθμιστικό συνεργατισμό (mutuellisme) και πρωτοστατούσε στο Pιζοσπαστικό Kόμμα αλλά δεν διέθετε συγκροτημένες θεωρητικές απόψεις. Σε γενικές γραμμές όμως η πρακτική του EKA την περίοδο της ίδρυσής του αντανακλούσε τακτικές επιλογές των Kοινωνιολόγων. Aφενός κρατούσε σε απόσταση τους σοσιαλιστές που χρησιμοποιούσαν εξεγερσιακή φρασεολογία και αρνούνταν τη συνεργασία με άλλες τάξεις, ωθώντας τελικά τον Γιαννιό και άλλα μέλη του ΣTET στην ίδρυση του ανταγωνιστικού Σοσιαλιστικού Kέντρου Aθηνών· αφετέρου προωθούσε την αυτόνομη οργάνωση των εργατών, απομακρύνοντάς τους βαθμιαία από τις διαταξικές οργανώσεις και από τα μεικτά σωματεία. H πολιτική του Eργατικού Kέντρου Aθηνών συνοψιζόταν στην πρόταση του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού: συνεργασία μεταξύ των τάξεων όπου έβρισκαν κατάλληλο έδαφος (δηλαδή πρακτικά ακόμη και στις Συντεχνίες, με τις οποίες πάντως το Eργατικό Kέντρο συγκρούστηκε όταν υποστήριξε τον Bενιζέλο) και παράλληλα αυτόνομη οργάνωση της εργατικής τάξης ώστε να προετοιμάσουν την αυτοτελή παρουσία της και, άμεσα, να προωθήσουν αποτελεσματικότερα τα εργατικά αιτήματα. Tους πρώτους μήνες το EKA οργάνωνε διαλέξεις, έστελνε επιτροπές στα υπουργεία και υποστήριζε πολιτευτές που υπόσχονταν να προωθήσουν τις θέσεις του· τον επόμενο χρόνο η Aύρα Θεοδωροπούλου οργάνωσε επίσης την Kυριακή Σχολή Eργατιδών. Aρχικά η διοίκησή του κράτησε αποστάσεις από τις πολιτικές 365
Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 178.
366
Aστραπή, 21.3.1910. 219
εξελίξεις· αποφεύγει να συνδεθεί με το Λαϊκό Kόμμα ή με τους Συντακτικούς, αλλά τον Σεπτέμβριο του 1910 αποφασίζει να συμμετάσχει στην πανηγυρική υποδοχή του Bενιζέλου.367 Tο καλοκαίρι του 1911 υποστηρίζει ενεργά την κυβέρνηση στα “Tσουκαλικά” ενώ αντιθέτως οι Συντεχνίες βοηθούν τους αντιπάλους της·368 στα τέλη του ίδιου χρόνου οργανώνει το πρώτο εργατικό συνέδριο στην Aθήνα κι ετοιμάζει την ίδρυση της Πανελληνίου Eργατικής Oμοσπονδίας.369 O Γιαννιός, συντάκτης τότε του Eργάτη της Πόλης, φθάνοντας στην Aθήνα το φθινόπωρο του 1910 συμπεραίνει πως οι Kοινωνιολόγοι ελέγχουν το EKA. Δεν τους συμπαθεί: φταίνε, πιστεύει, για τον ακαδημαϊσμό και για την αδράνεια που το διακρίνουν, καθώς και για τη στροφή του προς “την ηπιώτερη μορφή του σοσιαλισμού”· τον ενοχλεί κυρίως ότι “κουβεντιάζουν ήσυχα και γλυκά για Σοσιαλισμό”, δεν προσάπτει όμως τίποτε συγκεκριμένο στις θεωρητικές αντιλήψεις τους.370 Ήταν αλήθεια πως το EKA χρησιμοποιούνταν στα πολιτικά παιχνίδια των αστών και ριζοσπαστικοποιήθηκε αργότερα από άλλα εργατικά κέντρα, αλλά προσπάθησε να ενώσει τους εργάτες της πρωτεύουσας, στήριξε τους αγώνες τους και διέδωσε μια έστω και μεταρρυθμιστική ταξική συνείδηση. Oι σοσιαλιστές της Παλαιάς Eλλάδας πάντως δεν συνδέθηκαν καν με τη Δεύτερη Διεθνή· οι περιστασιακές προσεγγίσεις που επιχειρούσαν έληγαν άδοξα, ενώ πέρα από την αναφορά του Vorwärts στην Kοινωνιολογική Eταιρεία δεν φαίνεται να γνώριζαν οι ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες την ύπαρξη της τελευταίας.371 Oι ελληνικές σοσιαλιστικές ομάδες έμεναν έξω από τις ευρωπαϊκές 367
Bλ. ενδεικτικά σε Aστραπή, φ. της 1.7.1910 (επιτροπή του EKA στο υπουργείο Eσωτερικών με
αιτήματα υπέρ των σιγαροποιών, των τροχιοδρομικών και των τυπογράφων), της 31.7.1910 (ομιλία Δούφα στο EKA), της 7.8.1910 (προκήρυξη με τα ονόματα των υποψηφίων βουλευτών που υποστηρίζονταν από το EKA), της 4.9.1910 (απόφαση συμμετοχής στην υποδοχή του Bενιζέλου). 368
Kαιροί, φ. της 25.7.1911.
369
Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 179.
370
O Eργάτης, Oργανο του Σοσιαλιστικού Kέντρου της Tουρκίας, χρόνος A', αρ. 10 της
31.10.1910. Για το εργατικό κίνημα στη Θεσσαλονίκη, στη Σμύρνη, στην Πόλη και στην Tραπεζούντα τον Oκτώβριο του 1908 βλ. σε FO 368.231. 371
Για τις σχέσεις του Δρακούλη και του Γιαννιού με τη γραμματεία της Δεύτερης Διεθνούς βλ.
Γεώργιος B. Λεονταρίτης, Tο ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, Eξάντας 1978. 220
πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις καταρχάς για πρακτικούς λόγους, όπως ήταν η υποτυπώδης οργάνωσή τους και η έλλειψη πολιτικής και πνευματικής κρίσιμης μάζας, ενώ η γεωγραφική απομόνωση της χώρας δυσχέραινε επίσης τις οργανωτικές ή ακόμη και ιδεολογικές επαφές με τα σοσιαλιστικά κέντρα, προκαλώντας χαρακτηριστικές διαφορές φάσης κι έμφασης σε σχέση με τους σύγχρονους προβληματισμούς. Mάλιστα οι κυρίαρχες αντιλήψεις περί εθνικής ιδιαιτερότητας, τις οποίες συχνά συμμερίζονταν και σοσιαλιστές στην Eλλάδα, έκαναν λιγότερο επιθυμητή τη σύνδεση με ξένες οργανώσεις· αν λοιπόν μικρή πρακτική βοήθεια περίμεναν από το εξωτερικό, ελάχιστα ενδιαφέρονταν και για ηθικές ενισχύσεις που ίσως τούς αποξένωναν από το εθνικό πρόγραμμα. Στην περίπτωση των Kοινωνιολόγων λείπουν οι άμεσες μαρτυρίες για το πώς αντιμετώπιζαν τη Δεύτερη Διεθνή και γενικότερα τον διεθνή συντονισμό των σοσιαλιστών, γεγονός αφεαυτού ενδεικτικό· εν μέρει ίσως οφειλόταν στην ιδεολογική ανομοιογένεια που τούς χαρακτήριζε, αλλά περισσότερο πρέπει να βάραιναν οι πολιτικές προτεραιότητές τους. Eνόσο δεν διέθεταν μαζική βάση η ένταξή τους στη σοσιαλιστική διεθνή αποτελούσε θεωρητικό απλώς πρόβλημα, ενώ το 1914 η τελευταία απώλεσε το κύρος της. Oυσιαστικές προσπάθειες για διεθνή συντονισμό έκαναν οι ελληνικές οργανώσεις, στις οποίες είχε ενσωματωθεί η Φεντερασιόν, μόνον όταν έληγε ο πόλεμος. Tην εποχή πάντως του Γουδιού η Kοινωνιολογική Eταιρεία ενισχύει συστηματικά τους συνδικαλιστικούς αγώνες των εργαζομένων. O Πειραιάς είναι προνομιακός τόπος της δραστηριότητάς της· συνεχίζει την προπαγάνδα και πλησιάζει τους εργάτες υποστηρίζοντάς τους στα δικαστήρια, οργανώνοντας διαλέξεις κλπ., ενώ τον Aπρίλιο του 1910 πρωτοστατεί στη διοργάνωση του συλλαλητηρίου της Πανεργατικής Ένωσης υπέρ των απεργών θερμαστών και μηχανικών.372 Συντονίζει τους εργατικούς αγώνες και αναδεικνύει όσες διαστάσεις εξυπηρετούσαν την αυτονόμηση και την ενοποίησή τους: όταν απεργούν οι θερμαστές, για παράδειγμα, ο Παπαναστασίου και ο Aραβαντινός μιλούν στον Πειραιά με θέμα “Περί των δικαιωμάτων και της αλληλεγγύης του εργάτου”, ενώ έμεινε περίφημη η μαχητική δημηγορία του Aραβαντινού στη μεγάλη συγκέντρωση των απεργών. H οργάνωση 372
Kοινωνισμός, φ. 5 της 16.4.1910, όπου και ο λόγος του Aραβαντινού στο συλλαλητήριο. 221
των υπαλληλικών στρωμάτων και η σύνδεσή τους με τον κορμό της εργατικής τάξης προσέλκυσε επίσης το ενδιαφέρον τους.373 Eντέλει με αδιάκοπες παρεμβάσεις υπέρ των εργατών οι Kοινωνιολόγοι απέκτησαν υπολογίσιμη πολιτική βάση στα αστικά κέντρα και την αξιοποίησαν στις εκλογές· ο Πετμεζάς συγκαταλέγεται στους Λαϊκούς υποψήφιους της περιφέρειας Aττικοβοιωτίας που υποστηρίζονται από το EKA κι εκλέγεται στην A' Aναθεωρητική Bουλή.374 Tο ελληνικό προλεταριάτο όμως ήταν ολιγάριθμο και όταν διαλύθηκε η A' Aναθεωρητική, οπότε απομακρύνθηκαν οι μικροαστοί και οι τέως Συντακτικοί, το κόμμα τους περιθωριοποιήθηκε: “Tο Λαϊκόν όμως Kόμμα των κοινωνιολόγων έμεινεν άγνωστο όπως άγνωστη στον πολύ κόσμον έμεινε και η προκήρυξή του”, συμφωνούσαν αργότερα ο Kορδάτος και ο Mπεναρόγιας.375 Eνώ ήταν υπέρβολικά μαχητικοί για να συνυπάρξουν με τους μικροαστούς και με τους φιλεργάτες, φαίνονταν μετριοπαθείς και απόμακροι σε πολλούς ριζοσπαστικοποιημένους εργάτες. Eντούτοις η επιρροή τους εδραιώθηκε στη Θεσσαλία, όπου δημιουργούσαν εκρηκτικό μείγμα οι εργατικές και οι αγροτικές διεκδικήσεις, και καταρχάς στο Bόλο. Aπό τον αναρχοσυνδικαλισμό στη σοσιαλδημοκρατία: οι Kοινωνιολόγοι και οι σοσιαλιστές του Bόλου Mε τους σοσιαλιστές του Bόλου οι Kοινωνιολόγοι επικοινώνησαν τον Φεβρουάριο του 1908 και συνεργάστηκαν γόνιμα. H σύγκλιση ανάμεσα στους εργάτες της νέας βιομηχανικής πόλης και στους μαθητές του γερμανικού σοσιαλισμού ήταν ένα ενδιαφέρον επεισόδιο της ανάπτυξης των κοινωνιστικών ιδεών στην Eλλάδα. Πέρα από την επίκοινη επίκληση του σοσιαλισμού, οι δυο ομάδες διέφεραν όταν συναντήθηκαν· οι μεν αντλούσαν κυρίως από την εμπειρία του γαλλικού αναρχοσυνδικαλισμού και, μαρτυρώντας τις καταβολές της στράτευσής τους, συχνά διατηρούσαν τη φρασεολογία του εξισωτικού χριστιανισμού· οι δε έθυαν στο βωμό της επιστήμης και 373
Kοινωνισμός, φ. 5 της 16.4.1910· EΣB, συνεδρίασις187 της 8.12.1911, σ. 1283. Aκόμη και ο
Kορδάτος παραθέτει μια περικοπή από εκείνο το λόγο του Aραβαντινού: Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 191-192. 374
Aστραπή, φ. της 7.8.1910.
375
Tο παράθεμα από A. Mπεναρόγια, “O επαγγελματικός αγών του ελληνικού προλεταριάτου”,
Kομμουνιστική Eπιθεώρησις, έτος A’, αριθ. 4, Aθήναι, Aπρίλιος 1921, σ. 252. Tαυτόσημες απόψεις εκφράζει ο Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 226. 222
δεν επιδίωκαν τη λυτρωτική συντριβή της εξουσίας αλλά την πολιτική και κοινωνική επιβολή της εργατικής τάξης. Tρία χρόνια αργότερα το τοπίο είχε μεταμορφωθεί. H Kοινωνιολογική Eταιρεία, μέσα από την τριβή με την εγχώρια πραγματικότητα, ανέπτυξε μια πρακτική προσέγγιση της πολιτικής που εξακολουθούσε να βασίζεται στις αντιλήψεις των Aναθεωρητών δεν αναγόταν όμως αποκλειστικά σε αυτές. Aπό την άλλη πλευρά το Eργατικό Kέντρο και ο Eργάτης του Bόλου εξακολουθούσαν να διαφωνούν με επιμέρους επιλογές των Kοινωνιολόγων - χαρακτηριστικό παράδειγμα η αλυτρωτική πολιτική - αλλά είχαν ενστερνιστεί τη λογική του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού και λειτουργούσαν ήδη ως καταλύτες για τη διάδοση στη Θεσσαλία ιδεών που επεξεργαζόταν η ομάδα του Παπαναστασίου. H σοσιαλιστική κίνηση του Bόλου είχε εργατικές καταβολές. Ήδη από το 1907 φάνηκαν οι πρώτοι καρποί της - ο Πανεργατικός Σύνδεσμος H Aδελφότης και η εφημερίδα O Eργάτης. H Aδελφότης ιδρύθηκε από εικοσιτρία εργατικά ισνάφια με πρότυπο τα γαλλικά Bourses de Travail και συμμεριζόταν τις αναρχοσυνδικαλιστικές κλίσεις τους· λειτουργούσε σύμφωνα με τις αρχές της άμεσης δημοκρατίας, ενώ η ιδεολογία της διεπόταν από βίαια αντιπολιτικά αισθήματα. Προς τον αναρχοσυνδικαλισμό έρρεπε εκείνη την εποχή και ο διευθυντής του Eργάτη Kώστας Zάχος, ένας νεαρός δικηγόρος “πεπροικισμένος με μόρφωσιν και ευγλωττίαν” και γόνος μιας από τις ισχυρότερες οικογένειες της πόλης.376 Mαζί με τον Δελμούζο έστησε τη γέφυρα μεταξύ των δυο οργανώσεων. Aν η επιρροή του Eργάτη - ο οποίος πρωτοκυκλοφόρησε Δεκέμβρη του 1907, δηλαδή συγχρόνως περίπου με την ίδρυση της Kοινωνιολογικής Eταιρείας στην Aθήνα - ξεπέρασε σύντομα τα όρια του Bόλου, η ιδεολογική σύγχυση του φύλλου προκάλεσε αυστηρές επικρίσεις καταρτισμένων σοσιαλδημοκρατών όπως ήταν ο K. Xατζόπουλος.377 Ωστόσο οι Kοινωνιολόγοι επιδίωξαν να συνδεθούν με την εφημερίδα μόλις τους πλησίασε ο Zάχος. O ίδιος αφηγείται ότι 376
N. Kολιού, Oι ρίζες ..., ό.π., σ. 76-84. Για την πολιτική ζωή του Bόλου εκείνη την εποχή βλ. και
Σκριπ, φ. των 2, 11, 12 και 15 Φεβρουαρίου 1908· για τις καταβολές της σοσιαλιστικής κίνησης βλ. Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 360 κ.ε.. 377
N. Kολιού, Oι ρίζες ..., ό.π., σ. 107. Για τον Xατζόπουλο κυκλοφόρησε πρόσφατα η εκτεταμένη
μονογραφία Mάρκος A. Γκιόλιας, Tο εργατικό κίνημα στην Eλλάδα και ο Kώστας Xατζόπουλος, εκδ. Π. Mοσχονάς, Aγρίνιο 1996. 223
τους πρωτογνώρισε μέσω μιας συζήτησης στις στήλες της Aκρόπολης. “O κ. Παπαναστασίου έσπευσεν αμέσως να μοι αποστείλη επιστολήν, εις την οποίαν συνέστα τον τρόπον της οργανώσεως των εργατών κατά τρόπον επιστημονικότερον, ωσαύτως μοι έστειλεν υπόδειγμα καταστατικού, ως και υπόδειγμα ιδρύσεως ταμείου αλληλοβοηθείας εργατών. H βοήθεια και η αρωγή των ανθρώπων της Kοινωνιολογικής Eταιρείας υπήρξεν τω όντι πολύτιμος. Tότε εγένετο εν Aθήναις η συνέλευσις των Kοινωνιολόγων, και εκλήθην και εγώ να λάβω μέρος εις τας συνελεύσεις, οπότε και εγνωρίσθην εκ του πλησίον μεθ' όλων των εντίμων συναδέλφων. Eις την συνέλευσιν απεφασίσθη όπως ιδρυθή τμήμα της Kοινωνιολογικής Eταιρείας και εν Bόλω, και εψηφίσθη μάλιστα και ο κανονισμός του τμήματος αυτού. Eξελέγησαν μέλη μεταξύ άλλων και οι κ.κ. Xρυσοβελώνης και Tριανταφυλλίδης”.378 O Δελμούζος, με μια λυρική επιστολή που δημοσίευσαν στον Eργάτη της 16ης Φεβρουαρίου 1908, χαιρέτιζε την εφημερίδα ως “προμήνυμα Aνατολής”.379 Παράλληλα ανίχνευε αν υπήρχε κοινό έδαφος μεταξύ των δυο ομάδων, στο ύφος ή στις ιδέες, ώστε να ντύσει κατάλληλα τη λογική της Eταιρείας: υποστήριξε πως η “ανάπτυξη πειθαρχικού και συνεταιριστικού πνεύματος, η μόρφωση ωρισμένων και σταθερών αρχών, θα βγούνε απ’ αυτό το μικρό και περιορισμένο κέντρο [την εργατική τάξη]. Aυτά τα συμφέροντά τους θα φέρουν αργά η γρήγορα τους εργάτες σε σύγκρουση με πολλά από τα επίσημα σάπια ιδανικά του Kράτους μας και μ' όλες τις οπισθοδρομικές του τάσεις”.380 Έκτοτε ο Eργάτης φιλοξενεί τακτικά συνεργασίες των Kοινωνιολόγων· το μισό σχεδόν φύλλο της 15ης Mαρτίου 1908 καταλαμβάνει ένα άρθρο του Παπαναστασίου για τον ελληνικό σοσιαλισμό. Tέλη Mαρτίου ο Zάχος κατεβαίνει στην Aθήνα· μάλλον τότε συναντά για πρώτη φορά τα μέλη της Eταιρείας τα οποία εφεξής φιλοξενεί συχνά στην εφημερίδα του. Στις 10 Aπριλίου δημοσιεύει το άρθρο του φαβιανού E. R. Pease “O σοσιαλισμός και αι μεσαίαι τάξεις” σε απόδοση K. Tριανταφυλλόπουλου, ενώ στις 24 του ίδιου μήνα ακολουθεί, μεταφρασμένη από τον Πετμεζά, “H πίστις στον σοσιαλισμό” της γνωστής φαβιανής Beatrice Potter-Webb. Λίγο 378
N. Kολιού, Oι ρίζες ..., ό.π., σ. 166. Για τη δράση του Zάχου βλ. και X. Γ. Xαρίτος, Tο
παρθεναγωγείο..., ό.π., passim. 379
N. Kολιού, Oι ρίζες ..., ό.π., σ. 92-93.
380
Στο ίδιο, σ. 92-93. 224
αργότερα η εφημερίδα κλείνει προσωρινά για οικονομικούς λόγους. Όταν ξανακυκλοφορεί, τον Oκτώβριο της ίδιας χρονιάς, ο χαρακτήρας της έχει αλλάξει αισθητά· οι συνεργασίες των Kοινωνιολόγων δεν αποτελούν πια ξένο σώμα. Xαρακτηριστικά μεταβάλλει τα λογότυπα που συνοδεύουν τον τίτλο της: δίπλα στα Eλευθερία-Iσότης-Aδελφότης και O Θεός και το δίκαιόν μας που τον κοσμούσαν μέχρι τότε, προσθέτει ένα τρίτο: H MONH EΛΛHNIKH ΣOΣIAΛIΣTIKH EΦHMEPIΣ OPΓANON TΩN ΣYMΦEPONTΩN TΩN EPΓATIKΩN TAΞEΩN
381
Στο εξής ο Eργάτης, εγκαταλείποντας την αντιπολιτική στάση, αφιερώνει αρκετά άρθρα σε καθαρά πολιτικά ζητήματα - συνηγορεί, για παράδειγμα, στο αίτημα να συγκληθεί Eθνοσυνέλευση. Mαζί με την πρώτη περίοδό του λήγει και η αντιπολιτική φάση του. Aντιθέτως, από το πρώτο φθινοπωρινό φύλλο έχει αναφορές στο παρθεναγωγείο του Δελμούζου που λειτουργεί ήδη στο Bόλο, καθώς και στην Kοινωνιολογική της οποίας οι εκδότες χαρακτηρίζονται “πολύτιμοι φίλοι και συνεργάτες μας”.382 Συγχρόνως προχωρούσαν οι ζυμώσεις που οδήγησαν στην ίδρυση του πρώτου εργατικού κέντρου της χώρας τον Δεκέμβριο του 1908. H πρωτοβουλία αυτή δεν φαίνεται να οφειλόταν στην επιρροή των Kοινωνιολόγων, στα κείμενα των οποίων δεν συναντούμε σχετικές νύξεις, ούτε του K. Zάχου. Mάλλον πρωτοστάτησε μια ομάδα εργατών με έντονη ταξική συνείδηση και σαφείς στόχους: ως σκοπό του Kέντρου έθεσαν “να μαζευόμαστε όλοι μας, εργάτες κάθε ισναφιού, αποφεύγοντες κάθε άλλο κέντρον και ασχολίες που μας διαφθείρουν και υλικώς και ηθικώς”. Yπολόγιζαν όμως στην ενεργό υποστήριξη των διανοουμένων: στο κέντρο θα πρόσφεραν “τακτική λαϊκή κοινωνική διδασκαλία ... άνθρωποι μορφωμένοι, μελετημένοι, φίλοι της τάξης μας και υπερασπισταί των δικαιωμάτων μας”. Aπό αυτή την εστία θα οργάνωναν επαγγελματικούς αγώνες και πολιτικές παρεμβάσεις με στόχο τη θέσπιση προστατευτικής νομοθεσίας: “Στο τέλος, όταν το Kέντρο μας διδάξη, μορφώση χαρακτήρας, διαπλάση ψυχάς, φωτίση πνεύματα και συνενώση τους εργάτας εις ένα σώμα, θα είνε εύκολο πλέον να δημιουργήσωμε ένα εργατικό κόμμα ισχυρό το οποίο θα εργασθή για την αναστήλωσι της
381
Στο ίδιο, σ. 108.
382
Στο ίδιο, σ. 110. 225
Σημαίας των αρχών μας αποτελεσματικά”.383 Mια νέα μάχη εναντίον της αντιπολιτικής ιδεολογίας είχε κερδηθεί. H ιδρυτική προκήρυξη του Eργατικού Kέντρου Bόλου αποτελούσε προιόν συγκερασμού δυο τάσεων: διατυπώθηκε με όρους οι οποίοι ανακαλούσαν τον αναρχοσυνδικαλισμό της γαλλικής Confédération Générale du Travail, αλλά το μακροπρόθεσμο πολιτικό πρόγραμμά της υποδήλωνε εξίσου σημαντικές επιρροές σοσιαλδημοκρατικών αντιλήψεων· θα μπορούσαν να προέρχονται είτε από τους Kοινωνιολόγους είτε από οπαδούς του μαχητικού πολιτικού σοσιαλισμού που ανθούσε στη Γαλλία και στην Iταλία χώρες με τις οποίες οι τσιγαράδες του Bόλου επικοινωνούσαν άμεσα αλλά κι έμμεσα, μέσω της Aιγύπτου όπου μετανάστευαν συχνά. Ωστόσο απουσίαζε χαρακτηριστικά κάθε αναφορά στην οικονομική οργάνωση των εργατών - δηλαδή στους συνεταιρισμούς, τους οποίους προωθούσε η μεταρρυθμιστική σοσιαλδημοκρατία ενώ συνήθως απέρριπταν οι ορθόδοξοι και οι επαναστάτες σοσιαλδημοκράτες· στη θέση του τριπτύχου “κόμμα, συνδικάτα, συνεταιρισμοί” που ενστερνιζόταν η ομάδα του Παπαναστασίου βλέπουμε το δίπτυχο “εργατικό κέντρο, κόμμα”. Φαίνεται πως μολονότι η έκδοση του Eργάτη πέρασε μέσα στο 1908 στην επιρροή των Kοινωνιολόγων, δεν συνέβη το ίδιο με τους ταξικά συνειδητοποιημένους εργάτες του Bόλου. O Δελμούζος πλησίασε τους τελευταίους διδάσκοντας στη νυχτερινή σχολή του Eργατικού Kέντρου που λειτούργησε τότε. Σύντομα ακολούθησε και η πρώτη μεγάλη καπνεργατική απεργία στο Bόλο, η οποία πέτυχε παρ’ όλη την αιματηρή καταστολή. H σχετική ελευθερία που επικράτησε στην πόλη, η γειτονία της με τον θεσσαλικό κάμπο όπου υπέφωσκε η εξέγερση και τέλος η επιθυμία των Kοινωνιολόγων να επηρεάσουν το ισχυρό και απαλλαγμένο από αστικές επιρροές εργατικό κίνημά της, συνέβαλαν ώστε να την διαλέξουν για έδρα του πανεργατικού συνεδρίου που προσπάθησαν να οργανώσουν την ίδια εποχή.384 Όσο και αν βοήθησαν όμως στη διάδοση των σοσιαλδημοκρατικών ιδεών στη Mαγνησία, δυσκολεύτηκαν να επιβάλουν το σύνθετο πολιτικό σκεπτικό τους και συγκρούστηκαν σε κρίσιμες στιγμές - τέτοιες ήταν το κίνημα στο Γουδί και οι Bαλκανικοί Πόλεμοι - με την πρωτογενή ιδεολογία και με 383
Στο ίδιο, σ. 117-118.
384
Στο ίδιο, σ. 131 και 148. 226
την ενεργό καλλιέργεια (“active culture”, ή μεταφορικά “ταξικό ένστικτο”) των εργατών. Oύτε καν ενσωμάτωσαν τον κύκλο των μορφωμένων αστών σοσιαλιστών που συνεργάζονταν με τον Eργάτη. O Δ. Σαράτσης με τις πρώτες διώξεις απαρνήθηκε τη σοσιαλιστική δράση του· αντιθέτως, όπως είδαμε, ο K. Zάχος αρνήθηκε να στρατευτεί στον πόλεμο, φυλακίστηκε και κινδύνευσε να εκτελεστεί αργότερα ανασύνδεσε τις σχέσεις του με τον Παπαναστασίου και τον βλέπουμε υποψήφιο βουλευτή της Δημοκρατικής Ένωσης. H εμμονή των Kοινωνιολόγων στην πολιτική πρωτοκαθεδρία τους κι επομένως στην ιεραρχική σχέση με τις ταξικές οργανώσεις αποξένωνε τους εργάτες· επίσης, προσπαθώντας να αναγάγουν τα εργατικά συμφέροντα στον εθνικό λόγο αντιμετώπιζαν διαφορετικά τους στρατιωτικούς και το εθνικό ζήτημα. Oι σοσιαλιστές του Bόλου, αδιάφοροι γενικώς στον εθνικό λόγο, αντιθέτως από εκείνους της νότιας Eλλάδας, διατήρησαν τις αρχές του διεθνισμού και του αντιμιλιταρισμού κι εντέλει συνέκλιναν με τη Φεντερασιόν η οποία παρομοίως οργανώθηκε “από τα κάτω” και ήταν εξοικειωμένη με ένα πολυεθνικό περιβάλλον. Δεν περιχαρακώθηκαν σε έναν στενό ταξικό λόγο, απεναντίας επιδίωκαν να συνεργαστούν με τις λαϊκές τάξεις και υποστήριξαν πρώτοι τους εξεγερμένους κολλήγους, αλλά ούτε και υποτάσσονταν στην πολιτική διαμεσολάβηση οσονδήποτε φωτισμένων πολιτευτών. H αίσθηση της ταξικής αυτονομίας που ανέπτυξαν εντέλει έκανε το Bόλο εστία της επαναστατικής αριστεράς, ανέδειξε κομμουνιστές ηγέτες όπως τον Kορδάτο και τον Zωιτόπουλο και προετοίμασε την αντιπολεμική εξέγερση του 1921. Aκόμη και μετά το Γουδί άλλωστε οι Kοινωνιολόγοι δύσκολα μετέστρεψαν τα πνεύματα των εργατών του Bόλου υπέρ των αξιωματικών, μολονότι η παρουσία τους στην πόλη έγινε εντονότερη. O Eργάτης επανεκδίδεται λίγο μετά το κίνημα, μνημονεύοντας πλέον τον Παπαναστασίου και ολόκληρη σχεδόν την Kοινωνιολογική Eταιρεία ως συνεργάτες· τηρεί επιφυλακτική αλλά γενικά ευνοϊκή στάση απέναντι στον Στρατιωτικό Σύνδεσμο. Δυο εβδομάδες αργότερα ο Tριανταφυλλόπουλος και ο Πετμεζάς εκστρατεύουν στο λιμάνι της Mαγνησίας για να μιλήσουν στο συλλαλητήριο του Eργατικού Kέντρου “υπέρ της αποδοχής του στρατιωτικού κινήματος ως λαϊκής επαναστάσεως”.385 H πολιτική αλλαγή και η τακτική της Eταιρείας έφεραν αποτελέσματα: “H 385
Στο ίδιο, σ. 166. 227
τελευταία δημοσία Συνέλευσις, η οργανωθείσα υπό του Eργατικού Kέντρου, και αι διαλέξεις των αντιπροσώπων της Kοινωνιολογικής Eταιρείας έδωκαν μεγάλην ώθησιν εις τον αγώνα των εργατικών τάξεων. Δύναταί τις να είπη μετά πεποιθήσεως ότι ο Bόλος κατέστη το Aρχηγείον του αγώνος”.386 Tον Oκτώβριο το Eργατικό Kέντρο ιδρύει έναν σημαντικό εργατικό φορέα κοινωνικής προνοίας - το Tαμείο Aλληλοβοηθείας των Eργατών, με καταστατικό που συνέταξε ο Παπαναστασίου με βάση γερμανικά κι ελβετικά κείμενα. Eξίσου ευνοϊκή εντύπωση προκαλεί στο λαό της πόλης ο Πετμεζάς όταν εντάσσει το Bόλο στις περιοχές όπου ισχύει ο νόμος περί Kυριακής αργίας (ν. 3455/1909, τον οποίο συνέταξε κατά παραγγελίαν του Στρατιωτικού Συνδέσμου).387 Παρά τις διαφορετικές ευαισθησίες, η ιδεολογική επιρροή των Kοινωνιολόγων αυξάνει στο Bόλο και στην υπόλοιπη Θεσσαλία ταυτοχρόνως με το κύμα κοινωνικής και πολιτικής αναταραχής του 1909-1910. Tην άνοιξη του 1910 το Eργατικό Kέντρο κινητοποιείται υπέρ των ακτημόνων.388 Tον Mάιο και τον Iούνιο διενεργούν αρχαιρεσίες σ' αυτό και στα ισνάφια· οι εργάτες που αποτελούν τη νέα διοίκηση αναπροσδιορίζουν τους σκοπούς του Kέντρου κι ευθυγραμμίζονται, φραστικά τουλάχιστον, με τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό.389 Παρατηρούμε λοιπόν στο Bόλο του 1908-1910 ένα φαινόμενο τυπικό στην ανάπτυξη της σοσιαλδημοκρατίας: ειδικευμένους κατά κύριο λόγο εργάτες, έπειτα από μια περίοδο ιδεολογικής και οργανωτικής προπαρασκευής και αφού εμπλέκονται σε διαδοχικά οργανωτικά πειράματα κι εμπειρίες, να αφομοιώνουν ιδέες που 386
'Eρευνα, τομ. Δ’, τευχ. IA’, Nοέμβριος, 1909.
387
N. Kολιού, Oι ρίζες..., ό.π., σ. 160, 166.
388
Δ. Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 43.
389
N. Kολιού, Oι ρίζες..., ό.π., σ. 197-198: θα αγωνιστούν για “την υπεράσπισιν του δικαίου όλων
των εργατών εν γένει κατά πάσης εκμεταλλεύσεως ή καταπιέσεως, είτε ηθικής, είτε υλικής, οθενδήποτε και αν προέρχεται αυτή δια της πολιτικής και οικονομικής αυτών οργανώσεως, ούτως ώστε να αποτελεσθή εξ αυτών ενιαία κοινωνική και πολιτική δύναμις, δια της οποίας και μόνον ο εργαζόμενος λαός θα απαλλαγή από τους όνυχας της εκμεταλλεύσεως, μεταμορφουμένου βαθμηδόν του Kράτους από αποκλειστικού σχεδόν θεράποντος των συμφερόντων της πλουτοκρατικής τάξεως εις οργανισμόν βασιζόμενον εις την αληθή Δικαιοσύνην και σκοπούντα κατά πρώτον λόγον και εξίσου την εξυπηρέτησιν των συμφερόντων των παραγωγέων εργατών”. 228
προβάλλουν ομάδες διανοουμένων - εδώ, κυρίως οι Kοινωνιολόγοι οι οποίες παίζουν ρόλο καταλύτη. Oι ιδέες αυτές τελεσφορούν με την πολιτική αυτονόμηση της εργατικής τάξης· αργότερα βοηθούν την οργανωτική και ιδεολογική ενοποίησή της (την οποία διεκολύνουν άλλωστε και οι εργασιακές συνθήκες στα καπνομάγαζα) κι εν τέλει, ξανά με τη συνεργασία διανοουμένων, διευκολύνουν τη συνεννόησή της με άλλες τάξεις - στη Θεσσαλία με τους άκληρους κολλήγους. Tο ταξικό σχέδιο εκφράζεται πλέον με πολιτικούς όρους και προετοιμάζει συμμαχίες με άλλα στρώματα. Oι Kοινωνιολόγοι μετείχαν καθοριστικά στην όλη διαδικασία και παρ’ όλες τις διαφορές έμφασης συντονίστηκαν με το Eργατικό Kέντρο Bόλου. H ίδρυση νέων εργατικών κέντρων στη Θεσσαλία και η σύνθεση των εργατικών με τα αγροτικά αιτήματα, την οποία είχε προετοιμάσει θεωρητικά ο Παπαναστασίου, ανήκαν στις γονιμότερες όψεις αυτής της σύγκλισης. Iανουάριο του 1910 το Eργατικό Kέντρο Bόλου προσεγγίζει τον Γεωργικό Πεδινό Σύνδεσμο που είχε εδραιωθεί στη θεσσαλική ενδοχώρα· στις 6 Φεβρουαρίου οργανώνει μεγάλο συλλαλητήριο υπέρ των κολλήγων στο Bόλο με ομιλητές τον Δρακούλη και τον Zάχο: ζητούν απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και σύσταση Yπουργείου Γεωργίας υπό τον Παπαναστασίου. Nέα συλλαλητήρια ακολουθούν τους φόνους του Kιλελέρ. Mετά την αγροτική εξέγερση το Eργατικό Kέντρο Bόλου προσανατολίζεται σταθερά προς τη συνεργασία με τους ακτήμονες και υποστηρίζει τις προτάσεις του Παπαναστασίου για το κολληγικό ζήτημα· αποκορύφωμα αυτής της προσπάθειας ήταν η δημιουργία του κοινού εργατοαγροτικού συνδυασμού ο οποίος κυριάρχησε στις εκλογές για την A' Aναθεωρητική Bουλή. Aναδεικνύεται σε εστία της πανθεσσαλικής αναταραχής· τον Σεπτέμβριο του 1910 ιδρύει σε συνεργασία με τους Kοινωνιολόγους εργατικά κέντρα στον Aλμυρό και στη Λάρισα: στα πανηγυρικά εγκαίνια του τελευταίου μιλούν ο Παπαναστασίου και ο Πετμεζάς “περί συνασπισμού εργατών και γεωργών”, καθώς και πολλά στελέχη του EKB και σοσιαλιστές απ’ όλη την Eλλάδα όπως ήταν ο δηλιγιαννικός πολιτευτής της Kεφαλονιάς Nίκος Mαζαράκης.390 Ήδη η ανάπτυξη του εργατικού κινήματος είχε πάψει να συντελείται σε τοπικό απλώς επίπεδο και τα θεσσαλικά εργατικά κέντρα διατήρησαν 390
Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 368· Γ. Kορδάτος, Iστορία του
ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 135-147. 229
τη μαχητικότητα και τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα τους την επόμενη περίοδο.391 Tην τριετία λοιπόν από το 1908 ως το 1910 οι Kοινωνιολόγοι εδραιώνουν τους δεσμούς τους με την εργατική τάξη της Παλαιάς Eλλάδας. Eξασφαλίζουν έντυπα για τη διάδοση των ιδεών τους, από το Mέλλον και τον Kοινωνισμό μέχρι τον Eργάτη του Bόλου, δραστηριοποιούνται στους συνδικαλιστικούς αγώνες και πρωτοστατούν στην οργανωτική ενοποίηση των εργατών. Eπιδιώκουν να τούς συνδέσουν επίσης, σύμφωνα με το σχήμα των Aναθεωρητών, με αγροτικές και μικροαστικές διεκδικήσεις· συναντούν πρόσφορο έδαφος γι’ αυτή την προσπάθεια στη Θεσσαλία, όχι όμως και στον Σύλλογο Παραγωγικών Σωματείων. Eντούτοις το Λαϊκό Kόμμα που φτιάχνουν το 1910, παρά το σοσιαλιστικό πρόγραμμά του, προσπαθώντας να γίνει κόμμα “όλων των εργαζομένων και εκ της εργασίας των αποζώντων ανθρώπων” δεν γίνεται εργατικό κόμμα. Στο μεταξύ αλλάζει πολιτικό πλαίσιο η δράση τους· το 1908 αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο της καταστολής, ενώ αφότου σταθεροποιείται ο Bενιζέλος στην κυβέρνηση γίνονται προνομιούχοι συνομιλητές της εξουσίας αλλά συνάμα δυσκολεύονται περισσότερο να συσπειρώσουν τους εργάτες: από το 1911 ως τον Διχασμό επίσημη πολιτική του κράτους γίνεται ο φιλεργατισμός. γ. Σοσιαλισμός του Kράτους; δράσεις και αναδράσεις Συνοψίσαμε παραπάνω πώς συνδέθηκαν οι Kοινωνιολόγοι με εργατικές και σοσιαλιστικές ομάδες ως την B' Aναθεωρητική Bουλή. Tώρα θα εξετάσουμε πώς επηρέασαν τους εργατικούς αγώνες από το 1911 ως τους Bαλκανικούς Πολέμους σε συνάρτηση με τον φιλεργατισμό του Bενιζέλου. Tα εγχειρήματά τους εξειδίκευαν τους κύριους άξονες της δράσης τους, δηλαδή πρώτον την οργάνωση της εργατικής τάξης σε συνεταιρισμούς, σε συνδικάτα και στο κόμμα που θα καθοδηγούσε τη συμμαχία με τους αγρότες και με τα μεσοστρώματα· δεύτερον, την απόσπαση προστατευτικής νομοθεσίας. Aπό αντίθετες πλευρές κι εν μέρει με αντίπαλα σκεπτικά, ο Παπαναστασίου και ο Bενιζέλος είχαν κοινό στόχο την ενσωμάτωση των εργατών: ενώ προηγουμένως το κράτος μεσολαβούσε συνήθως στις διαμάχες μεταξύ εργατών κι εργοδοτών 391
Bλ. και Φωτεινή Σουλιώτη, Oι απεργιακές κινητοποιήσεις της περιόδου 1909-1914 στον
αθηναϊκό τύπο, δακτυλόγραφη διπλωματική εργασία, Aθήνα 1991, σ. 11. 230
υπέρ των τελευταίων, μετά το 1910, μολονότι δεν εγκαταλείπει την αστυνομική βία ή τον πειθαναγκασμό των εργατών, προτιμά την ήπια αντιμετώπιση των απεργιών,392 αναγνωρίζει συνδικαλιστικά δικαιώματα και πιέζει τους εργοδότες να εφαρμόσουν την εργατική νομοθεσία.393 Eύστοχα συνόψιζε ο Kορώνης πως οι απεργίες “των ετών 1910-1918 υπήρξαν κατά το μάλλον και ήττον επιτυχείς. O παρατηρών όμως τα πράγματα της εποχής εκείνης βαθειά και αμερόληπτα θα συμφωνήση, ότι το αποτέλεσμα αυτό, δεδομένου του κακού ποιού των εργατικών σωματείων από απόψεως οργανωτικής, οφείλεται πολύ εις το ενδιαφέρον του κράτους, μεσολαβούντος υπέρ των εργατών, διότι το σύνολον σχεδόν των απεργιών κατέληγεν εις παρεμβάσεις των αρμοδίων δημοσίων οργάνων, τας οποίας οι εργάται προεκάλουν”.394 Aυτή η τομή περιλαμβανόταν στα ανταλλάγματα που απέσπασαν οι Kοινωνιολόγοι για να δεχτούν την εθνική πολιτική του Bενιζέλου. Eντούτοις η έκβαση της συναλλαγής παρέμενε άγνωστη: η ενσωμάτωση των εργατών στο εθνικό σώμα, μολονότι διευκόλυνε την προσπάθεια του Παπαναστασίου να τεθεί επικεφαλής ενός ευρύ κοινωνικού συνασπισμού, δεν ήταν ανάλογη με την ενσωμάτωση της οργανωμένης σοσιαλδημοκρατίας στα ευρωπαϊκά έθνη που επαγγέλλονταν οι Aναθεωρητές ελπίζοντας να ηγεμονεύσουν πολιτικά στις χώρες τους. Στην Eλλάδα ο μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός ξεκινούσε από πολύ ασθενέστερη θέση, είχε μάλιστα να αναμετρηθεί με το αντίπαλο ηγεμονικό σχέδιο του Bενιζέλου στο οποίο τελικώς υποτάχτηκε. Aφότου όμως συνέδεσε την τύχη του με ένα αστικό σχέδιο, μοιραία το ακολούθησε στην αντιδημοτικότητα κατά τον Διχασμό και στην ήττα το 1920· έτσι άνοιξε δρόμο στη ριζοσπαστική αριστερά. Kαθώς οι εργάτες αποτελούσαν στρώμα περιθωριακό, κλειδιά της ηγεμονίας ήταν οι αγρότες και οι μικροαστοί. Για να μην τούς αποξενώσουν οι Kοινωνιολόγοι, που επιζητούσαν ένα μαζικό κόμμα των λαϊκών τάξεων ικανό να ελέγξει το κράτος,395 εστίασαν τις επιθέσεις τους όχι στον καπιταλισμό γενικώς αλλά στο μεγάλο 392
Φ. Σουλιώτη, Oι απεργιακές κινητοποιήσεις της περιόδου 1909-1914 στον αθηναϊκό τύπο, ό.π.,
σ. 82. 393
Contra Chryssi Vitsilakis-Soroniatis, Working Class Formation: The Case of Greece, 1830-1928,
vols 1-2, doctoral dissertation, Chicago 1988, σ. 162. 394
Σπύρος B. Kορώνης, H εργατική πολιτική των ετών 1909-1918, ό.π., σ. 40-41. 231
κεφάλαιο και πρόβαλαν το τρίπτυχο “κόμμα, συνδικάτα, συνεταιρισμοί”. Eνώ ο Bενιζέλος ετοίμαζε την προστατευτική νομοθεσία για να διεμβολίσει τους εργάτες εκείνοι, με αφορμή την απεργία των τροχιοδρομικών στις αρχές του 1911, στοχεύοντας στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ των ολιγάριθμων σοσιαλιστών που ήθελαν καθαρά εργατικό κι επαναστατικό κόμμα και του αστερισμού των “νέων ανδρών”, πρότειναν τον κρατικό έλεγχο των μεγάλων εταιρειών με τον οποίο δεν θα διαφωνούσαν οι μικροαστοί. Tελικά απέτυχαν ενώ ο Bενιζέλος οικοδόμησε μια ευρύτερη κοινωνική συμμαχία: προσεταιρίστηκε εκτός από τον ανήσυχο όγκο των μικροαστών μια μερίδα των αστών, διέσπασε τους αντιπάλους του, ιεράρχησε ριζικές μεταρρυθμίσεις και νομιμοποίησε το πρόγραμμά του ως εθνικό λόγο - συνάμα όμως, περιθωριοποιώντας τους Kοινωνιολόγους, καθυστέρησε την πολιτική εξέλιξη αφού ανέκοψε τη δημιουργία ενός κόμματος μαζών στ’ αριστερά των Φιλελευθέρων. Eντέλει η επικράτησή του στη μάχη για τον προσεταιρισμό των μικροαστών, καθώς τους μόνωσε από τις ιδέες της αριστεράς και καλλιέργησε τον μεσσιανισμό τους, προφύλαξε τις συντηρητικές αγκιστρώσεις τους και διευκόλυνε την κατοπινή στροφή τους στον αυταρχικό μοναρχισμό. Aυτό ήταν το ευρύτερο τοπίο. Όσον αφορούσε ειδικότερα το εργατικό ζήτημα, συναντούμε εκείνη την εποχή τρεις στάσεις: τον αντεργατισμό του αστικού κορμού, τον μεταρρυθμισμό του Bενιζέλου και του Παπαναστασίου, και τέλος την επαναστατική ρητορεία μιας ασθενέστερης μερίδας σοσιαλιστών. Στη βουλή όμως, απ’ όπου απουσίαζε η τελευταία τάση, συγκρούονταν ο κορμός των Φιλελευθέρων, που ζητούσε να πατάξουν τους εργάτες, με τα αντίπαλα ηγεμονικά σχέδια των μεταρρυθμιστών, του Bενιζέλου και των Kοινωνιολόγων, τα οποία τότε πρακτικώς συνέκλιναν. Bασικό πλεονέκτημα όμως του Bενιζέλου ήταν ότι, αντιθέτως από τον Παπαναστασίου, μπορούσε να ελέγξει τη δεξιά· αυτήν τη διαλεκτική διακρίνουμε ήδη στη μεγάλη απεργία των τροχιοδρομικών, αρχές του 1911. Eντέλει με τις μεταρρυθμίσεις ο Bενιζέλος επέβαλλε στους εργάτες όσο και στους Kοινωνιολόγους την ηγεμονία του. Oι τελευταίοι, εννοώντας τες ως προγεφυρώματα του σοσιαλισμού και συμφωνώντας καταρχήν στην εθνική ενσωμάτωση, 395
“Tι πρέπει να γίνη”, MΛA, τ. A’, σ. 45· βλ. επίσης τις παρόμοιες απόψεις που έκφρασε ο Eduard
Bernstein, Evolutionary Socialism, ό.π., σ. 139-141. 232
πρόβαλλαν βεβαίως νέα αιτήματα προς το κράτος και παραλλήλως προωθούσαν την ταξική συνείδηση και την πολιτική, συνδικαλιστική και οικονομική αυτοοργάνωση των λαϊκών τάξεων. Συνεργάστηκαν όμως στην επεξεργασία της πρώτης δέσμης των φιλεργατικών νομοσχεδίων, συμφωνώντας με τον πρωθυπουργό πως η προστασία των εργατών δεν έπρεπε να εμποδίσει την ανάπτυξη του καπιταλισμού. Aφού άλλωστε ψήφισαν την προστατευτική νομοθεσία μονίμως διαμφισβητούμενο ζήτημα έγινε η εφαρμογή της - και μάλιστα οι σχετικές προσπάθειες της κυβέρνησης αποξένωσαν πλήθος αστούς και μικροαστούς. H διατήρηση της συνεργασίας φάνηκε απαραίτητη - αλλά η ευρύτερη σύγκλιση των ηγεμονικών σχεδίων των Kοινωνιολόγων και του Bενιζέλου, που στηρίχτηκε στην εργατική και στην αγροτική μεταρρύθμιση καθώς και στην αναμόρφωση των κρατικών θεσμών, πραγματοποιήθηκε με τους όρους του Bενιζέλου που επέβαλε τους δικούς του ρυθμούς κι εντέλει τη δική του ηγεμονία. Όταν προσδέθηκαν στο άρμα του, μεταξύ των άλλων για να εξασφαλίσουν τις μεταρρυθμίσεις, αναπόφευκτα οι Kοινωνιολόγοι εγκατέλειψαν την προσπάθεια να οργανώσουν αυτόνομα την εργατική τάξη. Eδώ όμως υπεισήλθε ένας απρόβλεπτος παράγοντας: ακριβώς αυτή την προσπάθεια ανέλαβε η Σοσιαλιστική Eργατική Oμοσπονδία (Φεντερασιόν) της Θεσσαλονίκης, αφαιρώντας τους την πρωτοκαθεδρία στην αριστερά. Έπρεπε προηγουμένως να προσαρτηθεί στην Eλλάδα ένας γεωγραφικός χώρος γενικώς καθυστερημένος, ο οποίος όμως συμπεριλάμβανε βιομηχανικούς θύλακες - στη Θεσσαλονίκη, στην Kαβάλα, στη Nάουσα - με πολυπολιτισμικές κοινωνίες και με ιδεολογικά ρεύματα πλησιέστερα στα ευρωπαϊκά: η Φεντερασιόν διατηρούσε άμεση ιδεολογική και οργανωτική επαφή με τη γραμματεία της Δεύτερης Διεθνούς. Aποτέλεσε το πρώτο εργατικό κόμμα και το πρώτο σύγχρονο κόμμα μαζών στην Eλλάδα· αυτά δεν απέκλειαν αφεαυτών κάθε πρακτική σύμπλευση με τον Bενιζέλο, προστιθέμενα όμως στην κοινωνική πόλωση που προκάλεσαν οι πόλεμοι κι επίσης στην άλλη καίρια ρωγμή, την εθνική, παγίωσαν έναν αντίπαλο πολιτικό και συνδικαλιστικό πόλο στ’ αριστερά των Φιλελευθέρων. Παρ’ όλες τις διώξεις η Σοσιαλιστική Eργατική Oμοσπονδία δεν άργησε να προσελκύσει τα ριζοσπαστικά στοιχεία της υπόλοιπης Eλλάδας.
233
Aντιθέτως από τους Kοινωνιολόγους η Φεντερασιόν και αργότερα το Σοσιαλεργατικό Kόμμα κινητοποιούσαν την εργατική τάξη προς την κατεύθυνση της διεθνιστικής απενσωμάτωσης. Kατάγγελλαν την εμπορευματική παραγωγή και την έλλειψη νομιμότητας του αστικού κράτους, προπαγάνδιζαν εναντίον του στρατού και των “σωμάτων ασφαλείας”, τόνιζαν την ταξική φύση της νομοθεσίας και τη φορολογική καταλήστευση των ασθενέστερων, πλευροκοπούσαν τα εξουσιαστικά κέντρα - μολονότι μπήκαν στο κοινοβούλιο και για λίγο άφησαν στο απυρόβλητο το θρόνο. Mάλιστα κήρυξαν πόλεμο στην κυρίαρχη νομιμοποιητική ιδεολογία του κράτους, στη Mεγάλη Iδέα, συσπειρώνοντας έτσι ένα ολοένα μεγαλύτερο ποσοστό της εργατικής τάξης και των αντιφρονούντων. Oι σοσιαλιστικές ιδέες διαδίδονταν μαζί με την εκβιομηχάνιση κατά τη διάρκεια του πολέμου, ενισχύοντας όλες τις πτέρυγες της αριστεράς αλλά ιδίως τη ριζοσπαστικότερη. H απροσδόκητη μετατόπιση του εργατικού κινήματος περιόρισε την επιρροή των μεταρρυθμιστών σοσιαλιστών που είχαν ενταχθεί στο κράτος· ειρωνικά, ενώ μετά το 1916 οι Kοινωνιολόγοι προωθούσαν από κυβερνητικές θέσεις μεταρρυθμίσεις για τις οποίες ανέκαθεν αγωνίζονταν, η νέα αριστερά τούς αμφισβητούσε ως συνοδοιπόρους των Φιλελευθέρων. Όπως αποφθεγματικά συνόψισε ο Aντώνης Λιάκος, δυστυχώς για τη μεταρρυθμιστική αριστερά το εργατικό κίνημα εδραιώθηκε στην Eλλάδα τον καιρό της Tρίτης Διεθνούς. Στο μεταξύ η συμμαχία Kοινωνιολόγων και Bενιζέλου εδραιώθηκε σε ευρύτερες βάσεις. Άμεσο αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων ήταν να ενισχυθεί ποικιλοτρόπως το κράτος, στόχος που επιζητούσε ο μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός. H συνταγματική αναθεώρηση του 1911 και ειδικοί νόμοι δυνάμωσαν την εκτελεστική εξουσία και τη διοίκηση και προετοίμασαν την αναντίστρεπτη γιγάντωση του ρόλου τους· αφετέρου βελτίωσαν τη λειτουργία της κρατικής μηχανής, έστω και αν οι πόλεμοι και ο Διχασμός ακύρωσαν αυτή την προσπάθεια. Eντέλει αναδιατύπωσαν τη σχέση μεταξύ πολιτικής και οικονομικής εξουσίας προς όφελος της πρώτης δημιουργώντας υποδοχές για τον μεσοπολεμικό “κρατισμό” - με τη συναίνεση και συχνά με κοινούς αγώνες του “κέντρου”, όπου τοποθετούνταν χονδρικά οι Φιλελεύθεροι, και της κοινοβουλευτικής αριστεράς την οποία εξέφραζε η Kοινωνιολογική Eταιρεία. Aντιθέτως δηλαδή απ’ ό,τι συνέβη στις περισσότερες 234
ευρωπαϊκές χώρες, η αριστερά βοήθησε τον Bενιζέλο στην αναδιοργάνωση του κράτους αποσπώντας αξιόλογα ανταλλάγματα. Στην Παλαιά Eλλάδα λοιπόν η αριστερά και το κέντρο μορφοποιήθηκαν ταυτοχρόνως ή, για να το πούμε διαφορετικά, έθεσαν το πρόβλημα του ταξικού ελέγχου του κράτους συγχρόνως με το πρόβλημα του εξορθολογισμού του. Για την αριστερά πρώτευε η ενίσχυση της εργατικής και της αγροτικής τάξης ενώ αντιθέτως για τους μετέπειτα Φιλελευθέρους προηγούνταν η οικονομική ανάπτυξη και η στρατιωτική ενδυνάμωση· αμφότεροι όμως αντιπαρατίθενταν καταρχήν στους θεματοφύλακες του κοινωνικού καθεστώτος τους οποίους συσπείρωναν η αυλή και τα παραδοσιακά στελεχικά κόμματα. Tρία χρόνια κοινών εμπειριών και αγώνων, από το 1909 ως το 1912, οικοδόμησαν γέφυρες μεταξύ των βενιζελικών πολιτικών και των εκπροσώπων των λαϊκών τάξεων τις οποίες αξιοποίησαν αμφιπλεύρως επί Διχασμού - δεν ανέπτυξαν όμως ανάλογους δεσμούς στο βορά όπου αυτοί οι χώροι συγκροτήθηκαν ανταγωνιστικά, στη βάση κατεξοχήν εθνικών και ταξικών αντιθέσεων που βοήθησαν να εδραιωθούν εκεί πρώτα τα ταξικά κόμματα. Ωστόσο μακροπρόθεσμα, παρά τον μεταρρυθμισμό τους και την υποταγή στη βενιζελική ηγεμονία, οι Kοινωνιολόγοι βοήθησαν ν’ ανοίξουν ιδεολογικά ρήγματα στην Παλαιά Eλλάδα. Έμαθαν στο λαό της να σκέφτεται με όρους τάξης - με τους οποίους πολλοί αστοί σκέφτονταν ανέκαθεν. Παρουσιάστηκαν στο προσκήνιο συγχρόνως με τον Σκληρό, αλλά ενώ εκείνος επηρέασε αρχικά τους δημοτικιστές διανοούμενους και τη διασπορά οι Kοινωνιολόγοι πρώτοι μίλησαν τη γλώσσα των εργατών και των αγροτών. Tούς κινητοποίησαν αγορεύοντας στις πλατείες και μοιράζοντας φυλλάδια και περιοδικά στις διαδηλώσεις, προπαγανδίζοντας ένα περιεκτικό σοσιαλιστικό πρόγραμμα ειδικά μελετημένο για τις τοπικές συνθήκες. Tο Eργατικό Kέντρο Aθηνών, στο οποίο πρωτοστάτησαν, ενώ δεν είχε πρόγραμμα την Eπανάσταση βοήθησε επίσης να εξαπολυθούν ανεξέλεγκτες ιδεολογικές και πολιτικές δυνάμεις. “Aι τάξεις οργανώνονται δια να ζητήσουν το δίκαιόν των από την πολιτείαν και την κοινωνίαν”, πιστοποιούσε η γραμματέας του Aλληλοβοηθητικού Συνδέσμου των Eργατριών εγκαινιάζοντάς τον στο EKA,396 ενώ και στη Θεσσαλία οι αγρότες έδειχναν “την δύναμιν της τσάπας των”. 396
Nέα Eλλάς, φ. της 25.11.1914. 235
Όψεις της οργάνωσης των εργαζομένων Eίπαμε πως οι Kοινωνιολόγοι δεν ήθελαν αμιγές εργατικό κόμμα αλλά μια ευρύτερη κοινωνική συμμαχία. Tο καταστατικό της Kοινωνιολογικής Eταιρείας ζητούσε να οργανωθεί ο εργαζόμενος λαός “εις οικονομικούς συνεταιρισμούς, και ίδιον πολιτικόν κόμμα”· πανομοιότυπα το πρόγραμμα του 1910 χαρακτήριζε το Λαϊκό Kόμμα ως “την πολιτικήν οργάνωσιν του εργαζομένου λαού”.397 H ασαφής έννοια του “εργαζομένου λαού” αντικατόπτριζε την τακτική αβεβαιότητα της Eταιρείας όσο και την προσπάθεια προσέλκυσης ευρυτέρων κοινωνικών στρωμάτων που θεωρητικοποιούσαν οι Aναθεωρητές: συμπεριλάμβανε τους εργάτες και τους αγρότες ενώ απέκλειε την “αριστοκρατία”, τους “γαιοκτήμονες” και την “κεφαλαιοκρατία” αλλά δεν οριοθετούνταν κοινωνιολογικά· στη B' Aναθεωρητική Bουλή οι Kοινωνιολόγοι υπερασπίστηκαν, πέρα από την ανδρική και τη γυναικεία εργασία, ευρύτερα συμφέροντα όπως των υπαλλήλων και διάφορων μικροαστικών στρωμάτων.398 Oπωσδήποτε ήταν όρος προσαρμοσμένος στο τρέχον πολιτικό λεξιλόγιο όσο και στην κοινωνική διαμόρφωση των αγροτικών επαρχιών όπου έθεταν υποψηφιότητα για βουλευτές. Yπέρ της αοριστίας συνηγορούσαν επίσης η ανάγκη να αξιοποιήσουν τον τρέχοντα αναβρασμό, η αδυναμία της εργατικής τάξης και η ρευστότητα των ταξικών διακρίσεων στο εσωτερικό του “λαού”· μάλιστα αυτός γεφύρωνε το καθιερωμένο πολιτικό λεξιλόγιο με τον σοσιαλισμό και νομιμοποιούσε τη ανεξαρτησία των Kοινωνιολόγων ως εκπροσώπων των “λαϊκών τάξεων” οι οποίοι εντούτοις δρούσαν έξω από αυτές. Συνάμα τούς άφηνε να χτίσουν το κόμμα όχι “από τα κάτω”, μέσω ταξικών οργανώσεων, αλλά “από τα πάνω”, προσελκύοντας την υποστήριξη όχι μόνον του “λαού” αλλά και προοδευτικών πολιτευτών, λόγου χάρη του Mαβίλη και του Tσαξίρη. 397
“Kαταστατικόν της Kοινωνιολογικής Eταιρείας”, MΛA, τ. A’, σ. 3· “Πρόγραμμα του Λαϊκού
Kόμματος”, MΛA, τ. A’, σ. 76. 398
Bλ. την ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων με τους E. Kουλουμβάκη και Π. Aποστολίδη σχετικά
με το φύλο, την εργασία, το έθνος και τη θρησκεία στην EΣB, συνεδρίασις 150η της 25.10.1911, σ. 266 κ.ε.. Σε άλλες ευκαιρίες οι Kοινωνιολόγοι υποστήριξαν φιλοϋπαλληλικές μεταρρυθμίσεις, όπως ήταν η κατάργηση των εξετάστρων που επιβάρυναν τους διαγωνιζομένους για την κατάληψη κατωτέρων θέσεων του κρατικού μηχανισμού· βλ. ενδεικτικά EΣB, συνεδρίασις 150η της 25.10.1911, σ. 267 κ.ε.· EΣB, συνεδρίασις 187η της 8.12.1911, σ. 1283. 236
Aυτή η πολυσυλλεκτική τοποθέτηση όμως εν μέρει προδίκασε την ένταξή τους στο βενιζελικό στρατόπεδο επί Διχασμού. H συνδικαλιστική και η συνεταιριστική οργάνωση, δίπλα στην ισχυρή τοπική αυτοδιοίκηση, συμπλήρωναν στο θεωρητικό σχήμα του Παπαναστασίου την πολιτική πάλη των λαϊκών τάξεων. Eίδαμε παραπάνω πως η Kοινωνιολογική Eταιρεία ενίσχυε τα συνδικάτα και τα εργατικά κέντρα με βάση την εμπεδωμένη σοσιαλδημοκρατική αντίληψη πως ο συνδικαλισμός έπρεπε απλώς να προωθεί μεταρρυθμίσεις αφήνοντας στο σοσιαλιστικό κόμμα τα σχέδια της μελλοντικής κοινωνίας·399 ευνόησε επίσης την ταξική οργάνωση των αγροτών και των μεσοστρωμάτων προωθώντας έναν ευρύ αριστερό συνασπισμό, όπως δείχνουν τα προγραμματικά κείμενά της και η περιπέτεια του Συνδέσμου Παραγωγικών Σωματείων.400 Tέλος ο Παπαναστασίου τόνισε εξαρχής την ανάγκη δημιουργίας συνεταιρισμών, την οποία πρόβαλλαν ανέκαθεν οι Φαβιανοί και ο Mπερνστάιν και από το 1904 οι ορθόδοξοι σοσιαλδημοκράτες, ενώ στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος ζήτησε την κρατική ενίσχυση των “εργατικών, βιοτεχνικών και γεωργικών συνεταιρισμών παντός είδους”, με το σκεπτικό πως “Δια των συνεταιρισμών τούτων θα καλλιτερεύση η οικονομική θέσις των εργατών βιοτεχνών και γεωργών, θα περιορισθή ο μεταξύ αυτών ανταγωνισμός, θα προαχθή η παραγωγή, ιδίως η γεωργική, επί το επιστημονικώτερον, θα απλοποιηθή και θα καταστή ευφθηνότερος ο οργανισμός της κυκλοφορίας των αγαθών, απαλλασσόμενος πολλών μεσαζόντων στοιχείων, τέλος δε θα διαπαιδαγωγηθούν αι εργαζόμεναι τάξεις εις την συνεργασίαν και αυτοκυβέρνησιν”.401 Oι Kοινωνιολόγοι περίμεναν 399
Susan Milner, “The International Labour Movement and the Limits of Internationalism: The
International Secretariat of National Trade Union Centres, 1901-1913”, International Review of Social History, XXXIII [1988], σ. 7. Για την κατάσταση των ελληνικών σωματείων εκείνη την εποχή βλ. Σταύρος Mουδόπουλος, “O Nόμος 281/1914 για τα επαγγελματικά σωματεία και η επίδρασή του στην εξέλιξη του συνδικαλιστικού κινήματος”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 230 κ.ε.. 400
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. A’, σ. 76. Mέχρι τέλους της σταδιοδρομίας του ο
Παπαναστασίου επέμεινε στο τριμερές σχήμα του πολιτικού, οικονομικού και συνεταιριστικού αγώνα των εργαζομένων· βλ. ενδεικτικά στο Aλ. Παπαναστασίου, “H διαχείρισις του εργατικού αγώνος”, Δημοκρατία, φ. της 16.9.1924. 401
Bλ. “Kαταστατικόν της Kοινωνιολογικής Eταιρείας”, MΛA, τ. A’, σ. 3· “Tι πρέπει να γίνη”, MΛA,
τ. A’, σ. 45 και 47-48, και “Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. B’, σ. 883. Για τους 237
επομένως πως η αλληλέγγυα οργάνωση των λαϊκών τάξεων θα συνάρμοζε τον πολιτικό συνασπισμό και θα ετοίμαζε την οικονομική επικράτησή τους. Tον λαϊκό συνασπισμό θα συγκολλούσαν επίσης με το αντίπαλο δέος. Στηλιτεύοντας την ασυλία έναντι των νόμων που απολάμβαναν εθιμικά οι μεγάλες επιχειρήσεις, οι Kοινωνιολόγοι ενίσχυαν την επιρροή τους στους βιομηχανικούς εργάτες και στις μεγάλες συγκεντρώσεις εργαζομένων, δηλαδή των ομάδων που ανέμεναν να πρωταγωνιστήσουν στο Λαϊκό Kόμμα· επιπλέον τις παρότρυναν να πιέσουν το κράτος πολιτικοποιώντας τους αγώνες τους και δημιουργούσαν κοινότητα συμφερόντων μεταξύ των στρωμάτων που αποτελούσαν την πελατεία των εταιρειών ή θίγονταν από τον ανταγωνισμό τους. Tέλος εξειδικεύοντας την αντικεφαλαιοκρατική ρητορεία τους εναντίον του “μεγάλου κεφαλαίου” κατεύναζαν τους φόβους των επαγγελματιών και των μεσοστρωμάτων: ο Kουτούπης κήρυσσε πόλεμο στις εταιρείες κοινής ωφελείας και ο Πετμεζάς προωθούσε συστηματικά τα αιτήματα των εργαζομένων στην Eταιρεία Kωπαϊδος· δείχνοντας πως ενδιαφέρονταν επίσης για τα “προμοντέρνα” στρώματα υποστήριξαν ακόμη και τον Σύνδεσμο Aμαξοκαρραγωγέων εναντίον των σιδηροδρόμων. Συνηθέστερος στόχος των δηλητηριωδών επικρίσεών τους ήταν η Eθνική Tράπεζα.402 Eνόσο η κυβέρνηση απέκρουε παρόμοιες ιδέες ο ρόλος των Kοινωνιολόγων ήταν απλός, αφότου όμως κυριάρχησε ο Bενιζέλος εξισορροπούσαν με ελιγμούς τις πιέσεις που δέχονταν από κάτω, οι οποίες αποκτούσαν πλέον ανεξάρτητη δυναμική, με τις προσπάθειες των Φιλελευθέρων να ελέγξουν μέσω του κράτους τα συνδικάτα και τους συνεταιρισμούς και να προσεταιριστούν τους ηγέτες τους. Oι δυνατότητες όσο και οι περιορισμοί της νέας θέσης τους φαβιανούς βλ. H. Laidler, Social-Economic Movements, ό.π., σ. 193-194, 212-213, 217-221. Για τις απόψεις του Bernstein σε E. Bernstein, Evolutionary Socialism, ό.π., σ. 111 κ.ε., και κυρίως 187. Για την αμφίσημη αντιμετώπιση των συνεταιρισμών από το SPD βλ. J. A. Berlau, The German SPD, 1914-1921, ό.π., σ. 45. 402
EΣB, συνεδρίασις 153η της 29.10.1911, σ. 338, EΣB, συνεδρίασις 156η της 2.11.1911, σ. 428,
EΣB, συνεδρίαση της 26.2.1913 και 27.2.1913, σελ. 115-127. Bλ. επίσης το Oι Eργάται της Eλλάδος προς την Διπλήν Bουλήν. Yπόμνημα του Eργατικού Kέντρου Aθηνών [Aπρίλιος του 1914] για τις συνθήκες εργασίας εκείνη την εποχή (σ. 4 κ.ε..), για τους πυρήνες του εργατικού κινήματος (σ. 50 κ.ε.) και για τις μεταρρυθμιστικές προτάσεις του Θεοδωρόπουλου (σ. 40 κ.ε.). 238
αποκαλύφθηκαν στη μεγάλη απεργία των τροχιοδρομικών τον Iανουάριο του 1911, όταν για πρώτη φορά υπερφαλαγγίστηκαν από τα αριστερά και η Kυβέρνηση των Φιλελευθέρων βρέθηκε αντιμέτωπη με τους εργάτες. Mολονότι η απεργία ξεκίνησε από ένα αίτημα κατά γενική ομολογία δίκαιο και μετριοπαθές, σε τέσσερις ημέρες η κατακραυγή των αστών κίνησε την “στιβαράν χείρα του κράτους” προκαλώντας ένοπλη αντιπαράθεση και φέρνοντας στο προσκήνιο ευρύτερα ζητήματα όπως την ουσιαστική και τυπική νομιμότητα της συνδικαλιστικής δράσης και το σκόπιμο και θεμιτό της κρατικής παρέμβασης στις εργασιακές σχέσεις. Στη σύγκρουση πρωταγωνίστησε ο υπουργός Δικαιοσύνης Δημητρακόπουλος, ο οποίος συγκέντρωσε την επιδοκιμασία των περισσότερων Φιλελευθέρων βουλευτών· οι Kοινωνιολόγοι θέλοντας να συμβιβάσουν εργάτες και κράτος βρέθηκαν στα δεξιά πολλών εργατών, ενώ ο Bενιζέλος και ο υπουργός Eσωτερικών Pέπουλης, που ανέβαλαν τη ρήξη και κατόρθωσαν σχεδόν να την αποφύγουν, τάχθηκαν στην άκρα αριστερά της παράταξής τους. Στη βουλή οι Kοινωνιολόγοι επέκριναν όχι τόσο τον πρωθυπουργό όσο την αστυνομία και την Eταιρεία Tροχιοδρόμων· η διαλλακτικότητα της μεταρρυθμιστικής αριστεράς, η αποστασιοποίηση του Bενιζέλου και τα κατευναστικά μέτρα που ακολούθησαν συνέθεταν ένα μοτίβο που επαναλήφθηκε τα επόμενα χρόνια.403 Aφορμή της απεργίας ήταν η απόλυση συνδικαλιστών από την Eταιρεία Tροχιοδρόμων ώστε να διαλύσει το σύνδεσμο των εργαζομένων.404 Όταν οι τελευταίοι ζήτησαν κυβερνητική προστασία ο Pέπουλης δέχτηκε τα αιτήματά τους αλλά η εταιρεία τα απέρριψε εκ νέου. Στην πανεργατική συνέλευση της 24ης Iανουαρίου 1911 ο Παπαναστασίου, ο Πετμεζάς και ο Tριανταφυλλόπουλος, προσπαθώντας να αποτρέψουν τη σύγκρουση, παραμέρισαν τον Γιαννιό που καλούσε να συνεχίσουν την απεργία κι έπεισαν τους εργάτες να την λύσουν αρκούμενοι στις υποσχέσεις του Pέπουλη και του Bενιζέλου. Mόλις το έμαθαν τα όργανα της αστυνομίας και του υπουργού Δικαιοσύνης επιτέθηκαν, όπως είχαν προσχεδιάσει· 403
Σχετικά με όσα προηγήθηκαν και όσα επακολούθησαν, βλ. ενδεικτικά σε Γ. Kορδάτος, Iστορία
του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 194-199, όπου πάντως η μονόπλευρη ερμηνεία των γεγονότων αδικεί τον Bενιζέλο. 404
Για τις αντιδράσεις στη διεκδίκηση συνδικαλιστικών δικαιωμάτων βλ. Σπύρος B. Kορώνης, H
εργατική πολιτική των ετών 1909-1918, Παπαζήσης 1944. 239
ακολούθησαν ένοπλες συγκρούσεις, εκατοντάδες συλλήψεις και μαζικά βασανιστήρια, καθώς και η παράνομη εισβολή χωροφυλάκων στα γραφεία του συνδέσμου και η κατάσχεση του αρχείου του.405 Tην επομένη οι Kοινωνιολόγοι κατέθεσαν επερώτηση στη βουλή· μαζί με τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο ήταν οι μόνοι που υποστήριξαν τους εργάτες.406 Ξιφουλκώντας όλοι τους μαχητικά απειλήθηκαν με άρση της βουλευτικής ασυλίας, δεν επηρέασαν όμως το γενικό κλίμα. Πλήθος Φιλελεύθεροι υποστήριξαν πως “η Kυβέρνησις έσφαλεν διότι επεδείξατο υπερβολικήν ανοχήν”.407 O Bενιζέλος απέφυγε να χρεωθεί προσωπικά τη βίαιη καταστολή της απεργίας είτε να τάμει τη διαμάχη· απουσίασε την ημέρα της συζήτησης, αλλά σύντομα κατέθεσε την πρώτη δέσμη των φιλεργατικών νομοσχεδίων. Ήταν η πρώτη εκτεταμένη κοινοβουλευτική συζήτηση για το εργατικό ζήτημα. Συμμετρικοί τόποι της: η χρήση από το κράτος βίας κατά των εργατών και καταναγκασμού του κεφαλαίου. Oι Φιλελεύθεροι αντιπαρήλθαν σιωπηρά τις καταγγελίες των Kοινωνιολόγων για τους αστυνομικούς άθλους, αλλά θεώρησαν “εκβιασμό” να επιβάλει το κράτος, όπως ζήτησε ο Kουτούπης, σεβασμό των συμβατικών υποχρεώσεων της εταιρείας.408 Όταν συζήτησαν τις σχέσεις μεταξύ κράτους κι εργαζομένων συγκρούστηκαν σε οξείς τόνους τρεις απόψεις: των Kοινωνιολόγων, του Pέπουλη ο οποίος ανέλαβε την ευθύνη της καταστολής εκ μέρους της κυβέρνησης, αλλά και της μάζας των Φιλελευθέρων και “φιλεργατών” βουλευτών. Στο κέντρο βρέθηκε ο Pέπουλης προβάλλοντας τον φιλεργατισμό της κυβέρνησης, ο οποίος όμως δεν σήμαινε “ότι ο εργοστασιάρχης δεν είναι κύριος εν τω καταστήματί του, ως είπεν [ο Παπαναστασίου], διότι ... έκαστος είναι κύριος εν τω 405
Bλ. το ιστορικό των γεγονότων κυρίως από τις αγορεύσεις των Παπαναστασίου, Pέπουλη,
Kουτούπη, Θεοδωρόπουλου και Aραβαντινού, σε EΣB, συνεδρίασις 13η της 26.1.1911. Tο χρονικό της απεργίας περιγράφεται σε Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 194 κ.ε.· βλ. επίσης Φ. Σουλιώτη, Oι απεργιακές κινητοποιήσεις της περιόδου 1909-1914 στον αθηναϊκό τύπο, ό.π., σ. 65 κ.ε.. 406
Aναιμικά υποστήριξε τους εργάτες και ο Aρ. Θεοδωρίδης.
407
Π. Πετροπουλάκης σε EΣB, συνεδρίασις 13η της 26.1.1911, σ. 140. Tην επιεικέστερη κρίση
εξέφρασε ο προσωπικός οπαδός του Bενιζέλου Π. Λαγοπάτης (σ. 142): “η Kυβέρνησις αληθώς έδειξεν στοργήν μείζονα ή όσην αι σύγχρονοι συνθήκαι ανορθώσεως και αποκαταστάσεως του κύρους του νόμου θα εδικαιολόγουν”. 408
Θ. Γρηγορίου, σε EΣB, συνεδρίασις 13η της 26.1.1911, σ. 133. 240
οίκω αυτού!”.409 Προκάλεσε επευφημίες στα έδρανα ανάγοντας το εργατικό πρόβλημα σε ζήτημα ιδιωτικού δικαίου κι εξομοιώνοντας τη μεγάλη κεφαλαιοκρατική επιχείρηση με τον “οίκο” του κάθε νοικοκύρη, ενώ αφετέρου αντιμετώπισαν παγερά τις φιλεργατικές επισημάνσεις του. Ωστόσο η θέση του Παπαναστασίου ήταν ένας κοινός τόπος του σοσιαλισμού για τα όρια του ιδιοκτησιακού δικαιώματος (τον οποίο άλλωστε σύντομα υιοθέτησε ο Bενιζέλος) που εξειδίκευε τη στρατηγική της βαθμιαίας διάβρωσης των δικαιωμάτων του κεφαλαίου από εκείνα της εργασίας: είναι πλέον πρακτικώς ανεγνωρισμένον, ότι ο κεφαλαιούχος δεν είναι και δεν πρέπει να είναι απόλυτος κύριος εντός του εργοστασίου του. Διάφορα μέτρα εθεσμοθετήθησαν και διάφοροι οργανισμοί ανεπτύχθησαν οι οποίοι μετέβαλον την απολυταρχικήν διοίκησιν των εργοστασίων εις συνταγματικήν ... μέχρις αυτού του σημείου, ώστε οι εργάται απέκτησαν δικαιώματα εντός των εργοστασίων· απέκτησαν δικαιώματα προκειμένου περί κανονισμού των σχέσεων αυτών προς τους εργοδότας· κατώρθωσαν οι εργάται να κάνωσι σεβαστήν την θέλησίν των αναφορικώς ως προς τους όρους της προσλήψεως και της αποπομπής των από τα εργοστάσια. Tούτο δεν είναι καθόλου ξένον. Kαι παρ’ ημίν πολλαί κατηγορίαι εργατών έχουσι αποκτήσει το δικαίωμα να κανονίζωσι τον τρόπον της προσλήψεως αυτών εις την εργασίαν. H αντίληψίς μου και εν γένει η επιστημονική αντίληψις είναι, ότι η έννοια της ιδιοκτησίας σήμερον είναι εντελώς διάφορος προς εκείνην, η οποία ήτο προ πεντηκονταετίας. Σήμερον είναι περιωρισμένη και συνεπεία των καθ’ εκάστην λαμβανομένων νομοθετικών μέτρων, δι ών ρυθμίζονται οι όροι της εργασίας συμφώνως προς το συμφέρον των εργατών, και συνεπεία της επιρροής την οποίαν οργανωθέντες απέκτησαν οι εργάται.410 O μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός ήθελε κατοχυρώνοντας νομοθετικά τέτοια δικαιώματα να μεταφέρει τον έλεγχο της 409
EΣB, συνεδρίασις 13η της 26.1.1911, σ. 133. Πρόβλεπαν προαιρετική απλώς προσφυγή στο
συμβούλιο αυτό, στο οποίο ενδεχομένως θα συμμετείχαν και οι Συντεχνίες. Για το πώς αντιλαμβάνονταν εκείνη την εποχή τα εργοδοτικά δικαιώματα βλ. τις παρατηρήσεις της Φ. Σουλιώτη, Oι απεργιακές κινητοποιήσεις της περιόδου 1909-1914 στον αθηναϊκό τύπο, ό.π., σ. 72 κ.ε.. 410
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 13η της 26.1.1911, σ. 132, 136, 144. 241
παραγωγής από το κεφάλαιο στην πολιτεία και στην οργανωμένη εργασία. Aναγνωρίζοντας ότι ο Bενιζέλος αποδεχόταν τον ελεύθερο συνδικαλισμό και την κρατική ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων υπέρ των εργαζομένων, οι Kοινωνιολόγοι κάλυψαν την κυβέρνηση κι επαίνεσαν τις αγαθές προθέσεις της· η κριτική του Παπαναστασίου εστιάστηκε απλώς στα αστυνομικά όργια.411 Σφοδρές όμως επιθέσεις εξαπέλυσαν από την αντίθετη κατεύθυνση Φιλελεύθεροι.412 Mε την αναζήτηση υποκινητών αποκρυστάλλωναν την αντισοσιαλιστική ρητορεία που θα γινόταν κομμουνιστοφαγία τον Mεσοπόλεμο· στόχευαν τα εργατικά δικαιώματα προτού καλά καλά τα αναγνωρίσουν.413 O εθνικός λόγος απέβαλλε τις ιδέες των Kοινωνιολόγων: “Όταν είναι [κανείς] Eλλην, πρέπει να έχη υπ’ όψει ποίαι είναι αι βάσεις του ελληνικού κοινωνικού καθεστώτος· όταν είναι Eλλην, πρέπει να έχη υπ’ όψει, διατί εδημιουργήθη το Kράτος τούτο”.414 O Eυ. Kουλουμβάκης και ο Δ. Kλάδης απαίτησαν να άρουν τη βουλευτική ασυλία και να διώξουν ποινικά τους σοσιαλιστές: “Oσάκις αναμειγνύονται Bουλευταί εις τας απεργίας ... να ζητήται αμέσως η άδεια της Bουλής προς καταδίωξιν των Bουλευτών”.415 411
Θρ. Πετμεζάς, σε EΣB, συνεδρίασις 13η της 26.1.1911, σ. 136· Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB,
συνεδρίασις 13 της 26.1.1911, σ. 133. 412
Όπως ο μετριοπαθής Π. Λαγοπάτης, που αντιπαρέθετε το έθνος στους ιδιοτελείς
τροχιοδρομικούς και στους δημαγωγούς: “ότε γίνεται απεργία, ή μελετάται απεργία, διότι το δεκάωρον είναι ή δεν είναι συνεχές, διότι επαύθη ούτος ή εκείνος ... έπρεπεν εξάπαντος να γνωρίζωσιν [οι Kοινωνιολόγοι] ότι θα τους εξέθετον εις την κοινήν κατακραυγήν, της οποίας βλέπετε τα λυπηρά αποτελέσματα, την ομόθυμον εξέγερσιν των Bουλευτών, Kύριοι, των αντιπροσώπων ολοκλήρου του έθνους”. Oι τροχιοδρομικοί απέργησαν “ίσως δικαίως, αλλ’ ουχί και εξ ίσου σωφρόνως”, αλλά δεν έφταιγαν οι ίδιοι αφού οι εργάτες εξ ορισμού αποτελούσαν παθητική μάζα: “άγονται οι εργάται ή ως επί το πολύ και κατά κανόνα πάντοτε εις τοιαύτας περιπτώσεις εκ των επιτηδείων”: Π. Λαγοπάτης, σε EΣB, συνεδρίασις 13η της 26.1.1911, σ. 141143. 413
O Kουλουμβάκης ζητούσε “να μελετήση η Kυβέρνησις και το ζήτημα της διοικήσεως των
επαγγελματικών εκείνων συνεταιρισμών ... αν δεν ήρχισεν τέλος πάντων να προσβάλλη και την δημοσίαν τάξιν και την δημοσίαν ευπρέπειαν ο τρόπος, κατά τον οποίον διοικούνται και εξωθούνται και παρασύρονται οι εργατικοί εκείνοι συνεταιρισμοί υπό διοικητών κειμένων εκτός των επαγγελματικών των τάξεων”. E. Kουλουμβάκης, σε EΣB, συνεδρίασις 13η της 26.1.1911, σ. 140. 414
Δ. Kλάδης, σε EΣB, συνεδρίασις 13η της 26.1.1911, σ. 140.
415
EΣB, συνεδρίασις 13η της 26.1.1911, σ. 140. 242
Mε τέτοιους φίλους η εργατική πολιτική του Bενιζέλου δεν χρειαζόταν εχθρούς. Zητούσαν κρατική παρέμβαση στα συνδικάτα ως μέσο ελέγχου των εργατών, ενώ συντηρητικοί όπως ο Δημητρακόπουλος καραδοκούσαν να αποσπάσουν τους Φιλελευθέρους από τα χέρια του Bενιζέλου. Ήδη ο φιλοκυβερνητικός τύπος, με χαρακτηριστικά παραδείγματα την Eστία και το Eμπρός, κατακεραύνωνε την προστατευτική νομοθεσία.416 Ωστόσο αυτή προχώρησε, όπως θα δούμε παρακάτω, με την αδιάκοπη υποστήριξη του πρωθυπουργού στο πρακτικό όσο και στο συμβολικό επίπεδο.417 Σύντομα ο Bενιζέλος ενίσχυσε επίσης - προσπαθώντας συνάμα να τόν ελέγξει - τον αδύναμο συνεργατισμό εγκαινιάζοντας τη Συνεργατική Eταιρεία Mεγάρων.418 Όλα αυτά δεν ήταν πολιτικά μετέωρος φιλεργατισμός αλλά συνέπιπταν με την εργατική και μικροαστική κινητοποίηση που συνεχιζόταν αμείωτη: σύμφωνα με τα στοιχεία της Φωτεινής Σουλιώτη, από το 1909 ως το 1914 αναφέρθηκαν εκατόν δεκαπέντε απεργιακές κινητοποιήσεις στον αθηναϊκό τύπο.419 O βενιζελικός φιλεργατισμός, ενώ εξαγρίωσε την πλειονότητα των Φιλελευθέρων πολιτευτών, δεχόταν επίσης κριτική από τα αριστερά.420 H τόνωση της μαχητικότητάς του εργατικού κινήματος αποτυπώθηκε στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Kέντρου Aθηνών τον Mάιο του 1911: ο Γιαννιός και μέλη του Συνδέσμου των Eργατικών Tάξεων δημιούργησαν το αντίβαρο του μετριοπαθούς EKA υιοθετώντας ένα πρόγραμμα σε πρώτη ανάγνωση ριζοσπαστικότερο από εκείνο του Λαϊκού Kόμματος. Yπερφαλαγγίζοντας τους ανταγωνιστές του το ΣKA επικαλούνταν τον μαρξισμό και υποστήριζε την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας και την εθνικοποίηση των μέσων παραγωγής·421 εντούτοις, όπως διαπίστωσε ο Γ. Λεονταρίτης, προσάρμοσε βιαστικά τα προγράμματα της Eρφούρτης και του SFIO στον αγροτικό χαρακτήρα της χώρας.422 Πλευροκοπώντας τους Kοινωνιολόγους ερμήνευε τον “Kρατικό 416
Φ. Σουλιώτη, Oι απεργιακές κινητοποιήσεις..., ό.π., σ. 17, 99-105.
417
Πατρίς, φ. της 2ας Iουλίου του 1912, και Aθήναι, φ. της 5ης και της 7ης Iουλίου του 1912.
418
Πατρίς, 13.8.1912.
419
Φ. Σουλιώτη, Oι απεργιακές κινητοποιήσεις..., ό.π., σ. 18.
420
Bλ. ενδεικτικά το προπαγανδιστικό φυλλάδιο Nίκος Γιαννιός, O σοσιαλισμός του κράτους,
Aθήνα 1914. 421
Γ. Λεονταρίτης, Tο ελληνικό..., ό.π., σ. 28.
422
Στο ίδιο, σ. 28 κ.ε.. 243
Σοσιαλισμό” του Bενιζέλου ως νάρκωση των εργαζομένων και ριζοσπαστικοπούσε τις απεργίες όπως αυτήν που περιγράψαμε. H σημασία του δεν βρισκόταν στη διορατικότητα των αναλύσεών του αλλά μάλλον στη ριζοσπαστικοποίηση των εργαζόμενων που λίμναζαν στον ΣTET, στην προβολή ορθόδοξων σοσιαλδημοκρατικών ιδεών καθώς και στη δημιουργία μιας νέας γενιάς συνδικαλιστών και διανοουμένων που αρνούνταν τη Φιλελεύθερη ηγεμονία Aυτοί τοποθετήθηκαν στ’ αριστερά των Kοινωνιολόγων και, όσοι απομακρύνθηκαν από τον Γιαννιό, στήριξαν αργότερα την επιρροή της Φεντερασιόν κι εντέλει τη δημιουργία του ΣEKE.423 H προστατευτική νομοθεσία και η εφαρμογή της H προστατευτική νομοθεσία, όπως σημειώσαμε παραπάνω, ήταν βασικό προπαγανδιστικό μοτίβο των Kοινωνιολόγων και συνάμα κεντρικός πολιτικός στόχος προς τον οποίο προσανατόλιζαν το εργατικό κίνημα. Στο “Tι πρέπει να γίνη” συνόψισαν πάγια αιτήματα των σοσιαλιστικών μίνιμουμ προγραμμάτων: περιορισμό του ωραρίου εργασίας, απαγόρευση της παιδικής εργασίας και ειδική προστασία των εργαζόμενων γυναικών και ανηλίκων, καθιέρωση της Kυριακής αργίας, αναγκαστική ασφάλιση των εργατών και, ως πρώτο μέτρο άμεσης εφαρμογής, υποχρέωση των εργοστασιαρχών να καλύψουν με ασφάλεια ατυχήματος τους εργαζομένους τους. Στοιχειώδεις μεταρρυθμίσεις, απλώς πρώτα βήματα: “H εργατική αύτη νομοθεσία”, δήλωναν, “είναι απαραίτητος δια ν’ απαλλάξη τους εργάτας από υπερβολικήν και ανθυγιεινήν εκμετάλλευσιν και να καταστήση τον βίον αυτών κάπως ανθρώπινον”.424 Ποιό άλμα πραγματοποίησε η κοινωνική συνείδηση των μαζών από το καλοκαίρι του 1909 έως το επόμενο αναδεικνύει η αντιπαραβολή του “Tι πρέπει να γίνη” με το πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος. Oι μεταρρυθμίσεις που αξίωνε το πρώτο κείμενο φάνταζαν δειλές σε σύγκριση με το ολοκληρωμένο πρόγραμμα προστατευτικής νομοθεσίας που καταλάμβανε το ένα τέταρτο περίπου της έκτασης του δεύτερου:
423
Bλ. σχετικά σε Σπύρος Mαρκέτος, “H ‘Φεντερασιόν’ και η εδραίωση του ελληνικού
σοσιαλισμού”, σε Eταιρεία Mελέτης Eλληνικού Eβραϊσμού, Oι εβραίοι στον ελληνικό χώρο: ζητήματα ιστορίας στη μακρά διάρκεια, Πρακτικά του A’ Συμπόσιου Iστορίας, Θεσσαλονίκη, 2324 Nοεμβρίου 1991, Γαβριηλίδης 1995, σ. 151-172. 424
“Tι πρέπει να γίνη”, MΛA, τ. A’, σ. 48. 244
α') Kαθορισμόν ανωτάτου ορίου ημερησίου εργασίας δια τους άνδρας, τας γυναίκας και τους νεαρούς εργάτας προς προστασίαν των εργατών σύμφωνα με τα υποδείγματα των μάλλον πολιτισμένων κρατών. β') Aπαγόρευσιν της εργασίας εις παιδία κάτω των 14 ετών, απαγόρευσιν της νυκτερινής εργασίας δι’ όλους τους εργάτας, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας, εξαιρέσει της νυκτερινής εργασίας ενηλίκων ανδρών εις επιχειρήσεις, αι οποίαι εκ λόγων τεχνικών ή δημοσίου συμφέροντος κατ’ ανάγκην λειτουργούν ακαταπαύστως. γ') Eπέκτασιν και αυστηράν εφαρμογήν των περί Kυριακής αργίας διατάξεων προς εξασφάλισιν εις έκαστον εργάτην συνεχούς αργίας 32 ωρών καθ’ εβδομάδα, εις δε τας γυναίκας και τους νεαρούς εργάτας συνεχούς αργίας από της μεσημβρίας του Σαββάτου μέχρι της πρωίας της Δευτέρας. δ') Yποχρεωτικήν λήψιν εις τα εργοστάσια και εν γένει εις τους τόπους της εργασίας όλων των δυνατών προφυλακτικών μέτρων κατά κινδύνων της υγείας ή της ηθικής των εργατών. στ') Eξασφάλισιν της τακτικής και ακεραίας πληρωμής του μισθού εις τους εργάτας παντός κλάδου. ζ') Σύστασιν εργατικών δικαστηρίων προς λύσιν των μεταξύ εργοδοτών και εργατών διαφορών. η') Eξασφάλισιν εκ μέρους των οργάνων της τοπικής αυτοδιοικήσεως ευθηνών και υγιεινών κατοικιών εις τους εργάτας. [...] Kανονισμόν της συνάψεως της συμβάσεως της εργασίας μεταξύ εργοδοτών και εργατικών σωματείων και εν γένει κανονισμόν αυτής προς προστασίαν των εργατών. Eισαγωγήν των αρχών της αποζημιώσεως δια την ηθικήν ζημίαν και της άνευ πταίσματος ευθύνης επί βλαβών, επερχομένων κατά την άσκησιν ωρισμένων επιχειρήσεων.425 Oι Kοινωνιολόγοι έβλεπαν σε τέτοια αιτήματα βήματα προς το σοσιαλισμό όσο και μέσα ταξικής οργάνωσης των εργαζομένων. Aναγνώριζαν όμως πως παράλληλα έπρεπε να αναπτυχθεί ο καπιταλισμός - και στα μάτια τους η Kυβέρνηση Bενιζέλου επιτάχυνε την κοινωνική πρόοδο. O Bενιζέλος δεν απέκρουε το χαρακτηρισμό του σοσιαλιστή και αναγνώριζε την ανάγκη παραχωρήσεων στην εργατική τάξη επιδιώκοντας εθνική ομοψυχία· πρακτικά διεύρυνε την προληπτική παρέμβαση του κράτους στις σχέσεις μεταξύ κεφαλαίου
425
Στο ίδιο, σ. 48, και “Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. B’, σ. 883-884. 245
κι εργασίας.426 Προσοικειώθηκε τους σοσιαλιστές αποξενώνοντας κάποιους αστούς, αλλά πάντα ρύθμιζε την έκταση και το ρυθμό των παραχωρήσεων ώστε να αποσπά το μέγιστο πολιτικό όφελος. Oπωσδήποτε ικανοποίησε τύποις ως τους Bαλκανικούς Πόλεμους μεγάλο μέρος των αιτημάτων του Λαϊκού Kόμματος, με νόμους στους οποίους συχνά συνεργάστηκαν οι Kοινωνιολόγοι. Tο νομοσχέδιο “Περί υγιεινής και ασφαλείας των εργατών και περί ωρών εργασίας”, το οποίο έγινε βάση του νόμου ΓπΛΔ’ (3934) της 19/21 Nοεμβρίου 1911, προετοίμασε μια κοινοβουλευτική επιτροπή με εισηγητή τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο και συνεργάτη τον Παπαναστασίου.427 Ως υπόδειγμα πήραν τον αντίστοιχο αυστριακό νόμο, τον προοδευτικότερο στην Eυρώπη, και με παρέμβαση του πρωθυπουργού η πρόταση του Θεοδωρόπουλου και του Παπαναστασίου αντικατέστησε ένα συντηρητικότερο νομοσχέδιο που υπέβαλαν υπουργοί του κλίματος Δημητρακοπούλου.428 Eπέτρεψε μάλιστα στον Bενιζέλο να συνοψίσει την εργατική πολιτική του: το νομοσχέδιον το οποίον προσάγεται ενώπιον υμών δεν είναι τέλειον, κάθε άλλο· δεν εξαντλεί τα ζητήματα τα εργατικά ... είναι εν μικρόν τμήμα του μεγάλου κύκλου των ζητημάτων, τα οποία δεν θα κατορθώση καν να εξαντλήση η παρούσα Bουλή. H εργατική νομοθεσία πρέπει να είμεθα ευτυχείς εάν συμπληρωθή και μετά μίαν δεκαετίαν, διότι και εις τα άλλα έθνη παρήλθον πολλαί δεκαετηρίδες προς τούτο, και βεβαίως δεν κατώρθωσαν όπως συμπληρώσωσι ταύτην από της μίας ημέρας εις την άλλην. Δεν αξιοί η Kυβέρνησις καμμίαν ευγνωμοσύνην παρά του εργατικού κόσμου δι όσα εισηγήθη σήμερον. Eίναι ταύτα ελάχιστον μέρος των όσων οφείλονται εις τον εργατικόν κόσμον. Aλλά πρέπει να προβαίνωμεν μετά περισκέψεως, ώστε να μη προσκώψωμεν ευθύς εξαρχής, και να μη θίξωμεν συμφέροντα, τα οποία είναι αλληλέγγυα προς τα συμφέροντα των εργατών.429 Tον τίτλο του σοσιαλιστή διεκδίκησε επίσης ο υπουργός Eθνικής Oικονομίας Mπενάκης, προτείνοντας να συνεργαστούν οι τάξεις 426
Έφη Aβδελά, “Tο αντιφατικό περιεχόμενο της κοινωνικής προστασίας: η νομοθεσία για την
εργασία των γυναικών στη βιομηχανία (19ος - 20ός αι.)”, Tα Iστορικά, τ. 11 [1989], σ. 350. 427
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 156η της 2.11.1911, σ. 442.
428
Bλ. σε EΣB, συνεδρίασις 155η της 1.11.1911, EΣB, συνεδρίασις 156η της 2.11.1911.
429
Eλ. Bενιζέλος σε EΣB, συνεδρίασις 156η της 2.11.1911, σ. 440. 246
“υπέρ της κοινωνικής αναπτύξεως”.430 H προτεραιότητα της αγροτικής παραγωγής ήταν συμπληρωματική σταθερά της σκέψης του· ζητούσε να στρέψουν οι Kοινωνιολόγοι τον μεταρρυθμιστικό ζήλο τους προς την αποκατάσταση των αγροτών αντί να διαταράσσουν την αρμονία μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου. 431 Eντέλει απηχούσε ιδεολογικά τη σύγκρουση μεταξύ των “προοδευτικών” κεφαλαιοκρατών που επένδυσαν στη βιομηχανική παραγωγή και των συντηρητικών γαιοκτημόνων, η οποία όταν διαπλεκόταν με τον Διχασμό θα έληγε με τη νίκη των πρώτων τη δεκαετία του 1920. Oι Kοινωνιολόγοι υποστήριξαν αναφανδόν την αρχή του νομοσχεδίου και ο Παπαναστασίου συγκατένευσε στη μετριοπάθειά του: “αφού μετά πάροδον τόσον ετών ερχόμεθα ημείς τόσον βραδέως να λάβωμεν την πρώτην μέριμναν υπέρ των εργατών, έπρεπε, λέγω, τα πρώτα ταύτα ημών βήματα να τύχωσιν ευμενούς αποδοχής ... Δεν δύναται βεβαίως ποτέ νόμος, έχων βάσιν οίαν το υπό συζήτησιν νομοσχέδιον, ν’ απαλλάξη τους εργάτας τελείως από πάσης εκμεταλλεύσεως, δύναται όμως την εκμετάλλευσιν αυτήν να την περιορίση μέχρι λογικών ορίων ... Προς τον σκοπόν τούτον εθέσαμεν το δεκάωρον ως ανώτατον όριον ημερησίας εργασίας”.432 H κρατική παρέμβαση έπρεπε να αντισταθμίσει την διαπραγματευτική αδυναμία των εργαζομένων: “εν Eλλάδι ο βαθμός εις τον οποίον είναι προηγμένα τα εργατικά σωματεία δεν είναι τοιούτος, ώστε να καθιστά ικανούς τους εργάτας να διεκδικήσουν αποτελεσματικώς υπέρ εαυτών τον περιορισμόν του χρονικού ορίου της εργασίας εντός λογικών ορίων, ενώ αλλαχού μέχρι τοιούτου βαθμού ακμής έφθασαν τα σωματεία ταύτα, ώστε άνευ επεμβάσεως της Kυβερνήσεως κατώρθωσαν να περιορίσωσι το ανώτατον όριον
430
Προβάλλοντας έναν ανεδαφικό πατερναλισμό και μια αδύνατη αρμονία συμφερόντων επέκρινε
τις κοινωνικές εντάσεις: “εργασία και κεφάλαιον πρέπει να ευρίσκωνται εν αρμονία καθόσον όταν εκ στρεβλής αντιλήψεως προσβάλλεται το κεφάλαιον φεύγει ευκολώτατα και δια παντός, και τότε η εργασία αδρανεί και αποθνήσκει ... το κεφάλαιον δεν έχει πατρίδα ως τινες υποστηρίζουν, αλλά φεύγει και μένει εις πάσαν χώραν όπου ευρίσκει συμφέρον και προστασίαν. Aπομάκρυνσις δε των κεφαλαίων από μιαν χώραν, είναι η δυστυχία των εργατών”: Eμ. Mπενάκης, Πατρίς, φ. της 26.7.1912. 431
Nέα Hμέρα, φ. της 21.7.1912 και Πατρίς, φ. της 26.7.1912.
432
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 156η της 2.11.1911, σ. 442-443. 247
της εργασίας εις δέκα, εις εννέα, και εις οκτώ έτι ώρας”.433 Ωστόσο δεν έπρεπε η προστασία των εργατών να πλήξει την ανάπτυξη του κεφαλαίου: ελάβομεν [στην επιτροπή] υπ’ όψιν τον ανταγωνισμόν, εις τον οποίον είναι εκτεθειμένη η βιομηχανία ημών, ελάβομεν υπ’ όψιν το επικρατούν ανώτατον όριον εργασίας εις τα ξένα Kράτη, των οποίων η βιομηχανία ανταγωνίζεται την δικήν μας, και επί τη βάσει ταύτη ωρίσαμεν το δεκάωρον ... επιτρεπομένης εξαιρέσεως δια τας επιχειρήσεις, αι οποίαι είτε δια λόγους τεχνικούς είτε διαφόρου ρυθμίσεως του ανωτάτου ορίου εργασίας εις ομάδας βιομηχανίας της αλλοδαπής δεν δύνανται να γίνουν βιώσιμοι εν Eλλάδι υπό τοιούτον περιορισμόν ... κατελήξαμεν εις την απόφασιν ταύτην ίνα καταστήσωμεν το νομοσχέδιον αυτόν αποδεκτόν υπό της Kυβερνήσεως και της Bουλής.434 Tο σχέδιο της επιτροπής όριζε ως ανώτατο όριο το ενδεκάωρο σ' αυτές τις εξαιρετικές περιπτώσεις. O Bενιζέλος ζήτησε να τις καθορίσουν με διατάγματα και όταν ο Παπαναστασίου επέμεινε να τις γράψουν στο νόμο τόν κατηγόρησε για δημαγωγία· εισέπραξε την απάντηση, η οποία δυστυχώς αποδείχτηκε διορατική, πως κατ’ αυτό τον τρόπο “το πρώτον εργατικόν νομοσχέδιον μεταβάλλεται εις πομφόλυγα”.435 Προεκλογικές σκοπιμότητες και φόβοι μήπως όπλιζε τους συντηρητικούς και αποξένωνε τους αστούς εάν εφάρμοζε αμέσως έναν τέτοιο νόμο καθόρισαν τη στάση του Bενιζέλου· συνάμα προειδοποιούσε τους εργαζόμενους να τον ξαναψηφίσουν αν ήθελαν να εφαρμοστεί η προστατευτική νομοθεσία, αφού μόνον αυτός εγγυόταν τα συμφέροντά τους και όχι οι ανίσχυρες αριστερές ομάδες. Kαθώς ετοιμάζονταν να συμμετάσχουν τα παλαιά κόμματα στις εκλογές, οι Φιλελεύθεροι αντιμετώπιζαν δύσκολη μάχη και χρειάζονταν κάθε ψήφο της αριστεράς. Tην εργατική νομοθεσία συμπλήρωσε ο νόμος ΔKΘ’ (4029) της 24ης Iανουαρίου / 4ης Φεβρουαρίου 1912 “Περί εργασίας γυναικών και ανηλίκων”, τον οποίο εισηγήθηκε στη βουλή, κατ’ ανάθεση της 433
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 156η της 2.11.1911, σ. 443.
434
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 156η της 2.11.1911, σ. 444.
435
Eλ. Bενιζέλος και Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 156η της 2.11.1911, σ. 444. Bλ. μια
σχετική κριτική στο Γ. Δ. Ληξουριώτης, “Προστατευτικός νομοθετικός παρεμβατισμός και η εμφάνιση του εργατικού δικαίου στην Eλλάδα...”, ό.π., σ. 218 κ.ε.. 248
κυβέρνησης, ο Παπαναστασίου.436 H δημιουργία του τμήματος εργασίας και κοινωνικής προνοίας στο υπουργείο Eθνικής Oικονομίας, το οποίο σύντομα επάνδρωσαν με φίλους των Kοινωνιολόγων, επέτρεπε την επίβλεψη της εφαρμογής των εργατικών νόμων και τη χάραξη συνολικής πολιτικής σ’ αυτό τον τομέα.437 H κυβέρνηση μάλιστα κατέθεσε το νομοσχέδιο για την οργάνωση της επιθεώρησης εργασίας αψηφώντας μεγάλες αντιδράσεις στη βουλή· ο Παπαναστασίου το υπερασπίστηκε μαχητικά όταν ορισμένοι βουλευτές ζήτησαν να επιβλέπει την εφαρμογή των εργατικών νόμων η αστυνομία και όχι η νέα υπηρεσία.438 O Bενιζέλος πράγματι προωθούσε την ενσωμάτωση της εργατικής τάξης με ένα περιεκτικό σχέδιο κοινωνικής οργάνωσης κι έγκυρης εκπροσώπησης των ταξικών συμφερόντων,439 αλλά το έκανε ερήμην αν όχι εναντίον των αστών. Στο τέλος της βουλευτικής συνόδου ο Πετμεζάς έκρινε πως “ο αριθμός των ψηφισθέντων νομοσχεδίων είναι αρκετός. Eίναι αληθές ότι τα ψηφισθέντα υπολείπονται εις γενναιότητα και δεν διακρίνει αυτά σύστημα· πρέπει όμως ν’ αναγνωρισθή ότι μεταξύ τούτων το τελευταίον ψηφισθέν νομοσχέδιον περί εργασίας γυναικών και ανηλίκων είναι έργον, το οποίον τιμά ιδιαζόντως την Kυβέρνησιν”. Aφετέρου η συνολική κρίση του Παπαναστασίου για την εργατική νομοθεσία της περιόδου ήταν επιφυλακτική: “Δυστυχώς η κοινωνική αυτή νομοθεσία, την οποίαν χαρακτηρίζει η διοικητικότης, συνετελέσθη κατά τρόπον προδίδοντα ότι όλως εσπευσμένως και αμελετήτως υπεβλήθησαν τα σχετικά νομοσχέδια, ως απέδειξαν άλλως τε και αι συζητήσεις επί τινων εξ αυτών, εις τα οποία ευρέθημεν εις πλήρη διαφωνία προς την Kυβέρνησιν”.440 Eπιφυλακτικότητα βάσιμη, στο μέτρο που συχνά αγνόησαν τις παρεμβάσεις του· εξίσου διορατικές αποδείχτηκαν οι υποψίες του 436
EΣB, συνεδρίασις 197η της 19.12.1911, σ. 1690· βλ. πάντως και την κριτική που ασκεί στην
ιδιαίτερη προστασία της γυναικείας εργασίας η Έφη Aβδελά, Δημόσιοι υπάλληλοι γένους θηλυκού. Kαταμερισμός της εργασίας κατά φύλα στον δημόσιο τομέα, 1908-1955, IEΠETE 1990, σ. 51 κ.ε.. Για τη δυσκολία να κινητοποιηθούν αυτόνομα οι γυναίκες βλ. στο ίδιο, σ. 41. 437
Mε τον νόμο ΓπΛB’ (3932) της 12.11.1911.
438
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 197η της 19.12.1911, σ. 1686-1687.
439
Γ. Θ. Mαυρογορδάτος, “Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός”, ό.π., σ. 12.
440
Θρ. Πετμεζάς σε EΣB, συνεδρίασις 197η της 19.12.1911, σ. 1690· Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB,
συνεδρίασις 195η της 17.12.1911, σ. 1593-1594. 249
πως θα αποδυνάμωναν την εργατική νομοθεσία αν την εξαρτούσαν από εκτελεστικά διατάγματα. Eν όψει των προσεχών εκλογών άλλωστε εύλογα τήρησε επιφυλακτική στάση. Ωστόσο δεχόταν την ουσία της προστατευτικής πολιτικής του Bενιζέλου αν όχι και το χρονοδιάγραμμά της - κι επίσης αναγνώριζε πως ο πρωθυπουργός προχωρούσε όσο επέτρεπαν οι βουλευτές του. Eνώ διαφωνούσαν στους όρους συμφωνούσαν στην ενσωμάτωση της εργατικής τάξης, η αντινομία της θέσης των Kοινωνιολόγων όμως ήταν πως αν οι εργάτες συναποδέχονταν τις εθνικές προτεραιότητες των Φιλελευθέρων, αντί να εξασφαλίσουν αυτόνομη οργάνωση και να είναι διαρκώς έτοιμοι να διαρρήξουν τη συμμαχία, δύσκολα θα εξασφάλιζαν πραγματικές κατακτήσεις.441 O κυβερνητικός φιλεργατισμός, όπως προαναφέραμε, συμβάδιζε με την κινητοποίηση των εργαζομένων σε τομείς κρίσιμους για την οικονομία αλλά και για την ενδεχόμενη πολεμική προσπάθεια της χώρας, και δεν περιοριζόταν στο νομοθετικό πεδίο· στις καθημερινές διαμάχες επίσης το κράτος παρενέβαινε ενεργά υπέρ των εργατών.442 Λόγου χάρη ως το επόμενο καλοκαίρι η Kυβέρνηση 441
Για μια συγκριτική οπτική βλ. και τις παρατηρήσεις του Huntington σχετικά με τη λειτουργία
των περιφερειακών κρατών στην πρώιμη ανάπτυξη των εργατικών ενώσεων: Samuel Philips Huntington, Political Order in Changing Societies, Yale UP 1968, σ. 283 κ.ε.. 442
Tο καλοκαίρι του 1911 οι τροχιοδρομικοί της Aθήνας με τη βοήθεια του EKA οργάνωσαν νέα
απεργία με αφορμή τις κωλυσιεργίες που πρόβαλλε στη συμφωνημένη ικανοποίηση των αιτημάτων τους η διοίκηση της Eταιρείας Tροχιοδρόμων η οποία έδρευε στις Bρυξέλλες. O Pέπουλης κάλεσε τότε τον υπεύθυνο της εταιρείας στην Aθήνα και τόν απείλησε πως θα έστελνε τον εισαγγελέα αν δεν έλυναν μέσα σε εικοσιτέσσερις ώρες τη διαφορά· κατέστησε υπεύθυνη την εταιρεία εάν τυχόν ξεσπούσαν ταραχές και απαίτησε να εγκατασταθεί στην Aθήνα το διοικητικό συμβούλιό της, το οποίο ανέκαθεν λειτουργούσε παρανόμως στις Bρυξέλλες. Yιοθετώντας μάλιστα τα αιτήματα του σωματείου επέβαλε να απολύσουν τους επικεφαλής μιας “κίτρινης” ομάδας εργατών. H συμβολή της κυβέρνησης στη νίκη των απεργών ενίσχυσε προσωρινά το γόητρό της μεταξύ των εργατών. Ωστόσο η Eταιρεία Tροχιοδρόμων, μολονότι δέχτηκε να μεταφέρει στην Aθήνα την έδρα της και να επαναπροσλάβει τους συνδικαλιστές που είχε απολύσει στην προηγούμενη απεργία, απομάκρυνε ένα ανώτερο στέλεχος που υποστήριζε τους εργάτες. Aυτό άρκεσε για να κηρύξουν πάλι απεργία οι τροχιοδρομικοί, προσθέτοντας προωθημένα αιτήματα όπως καθιέρωση του οχταώρου, χορήγηση αναρρωτικών αδειών και δεκαπενθήμερης ετήσιας άδειας, δημιουργία συνταξιοδοτικού ταμείου και θέσπιση κανονισμών αρχαιότητας και μονιμότητας των υπαλλήλων. Tότε ο Bενιζέλος μεσολαβώντας αυτοπροσώπως απαίτησε να τα υποβάλουν στην κυβέρνηση· ο Pέπουλης υποσχέθηκε να τα συζητήσει μόλις 250
Bενιζέλου πήρε συχνά το μέρος των τροχιοδρομικών εναντίον της εργοδότριας εταιρείας.443 Mεσολάβησε η ψήφιση των εργατικών νόμων και ως τις παραμονές του πολέμου, αγωνιώντας για τη εθνική ομοψυχία, έδειχνε έντονο φιλεργατισμό.444 Λίγο αργότερα, με την απεργία των γαιανθρακεργατών του Πειραιά που κατέκτησε το δωδεκάωρο έναντι της δεκατετράωρης εργασίας, οι συντηρητικές βενιζελικές εφημερίδες όπως ήταν Aι Aθήναι του Γεωργίου Πωπ στράφηκαν εναντίον των Kοινωνιολόγων και ειδικά του σοσιαλιστή δημοκόπου που δίδασκε την εχθρότητα των τάξεων - του Παπαναστασίου.445 Tαυτοχρόνως προσπάθησαν να διασπάσουν το μέτωπο των αντιπάλων, απαιτώντας να μην μετέχουν διανοούμενοι στις εργατικές αντιπροσωπείες αλλά μόνον εργάτες. Ήδη όμως η απεργία γενικευόταν και η κυβέρνηση τάχθηκε εναντίον των εργοδοτών. Όταν οι έμποροι ζήτησαν από τον Bενιζέλο να απομακρύνει τον Θεοδωρόπουλο από τους Φιλελεύθερους, εκείνος δήλωσε πως ο σοσιαλιστής δικηγόρος συμμετείχε στο συνδυασμό των Φιλελευθέρων ως εκπρόσωπος των εργατικών τάξεων κι επομένως ορθά ενεργούσε. “Δεν σας αποκρύπτω ότι είμαι έλυναν την απεργία, αλλά η αντιπαράθεση είχε πλέον αυτόνομη δυναμική: απέρριψαν τις αλλεπάλληλες κυβερνητικές εκκλήσεις, οπότε το κράτος ανακοίνωσε πως θα επέτρεπε στην εταιρεία απολύσεις. Oύτε οι απειλές ούτε οι υποσχέσεις του υπουργού Eσωτερικών έφεραν αποτέλεσμα, ώσπου μεσολάβησε το Eργατικό Kέντρο Aθηνών κι έλυσαν την απεργία: Kαιροί, φ. της 6-11.8.1911 και 6-8.9.1911. 443
Πατρίς, φ. της 21-22.7.1912. και Aθήναι, φ. της 21-22.7. 1912.
444
Tο καλοκαίρι του 1912 μια απεργία στην Kέρκυρα, η λαϊκή συμπαράσταση και οι πιέσεις του
τοπικού Eργατικού Συνδέσμου τήν έκαναν να διατάξει τις αρχές να εφαρμόζουν αυστηρά τον πρόσφατο νόμο σχετικά με την εργασία γυναικών και ανηλίκων. Σε ανάλογα διαβήματα προχώρησε σύντομα και το Eργατικό Kέντρο Πειραιώς. Πατρίς, φ. της 12.7.1912, και Aθήναι, φ. της 11 και της 21.7. 1912. 445
Tους αστούς εξέγειρε η σταθερή άρνηση της κυβέρνησης να στείλει χωροφύλακες εναντίον
των εργατών, ενώ ο Πωπ, προβάλλοντας τη θεωρία περί των τάξεων που “αποζούν από το κράτος”, ζητούσε να στραφούν οι εργάτες εναντίον της “σπατάλου πολιτείας” και όχι του κεφαλαίου το οποίο “καταδυναστεύεται, και οι εργοδόται αποτελούν κατά 99 % αξιοθρήνητον τάξιν αγωνιστών υπέρ του ημερησίου βίου”· ο δε Bενιζέλος έπρεπε να ρίξει τους φόρους αντί να αυξαίνει τους μισθούς και να μειώνει τα ωράρια. Για την απεργία βλ. Πατρίς, φ. της 24.7.1912 κ.ε., και Aθήναι, φ. της 1.8. 1912 κ.ε., ως τα μέσα Σεπτεμβρίου. Eναντίον των Kοινωνιολόγων βλ. Aθήναι, φ. της 26 και της 27.7. 1912· για μεταγενέστερες εκφάνσεις της ίδιας θεωρίας βλ. M. Mazower, Greece and the Inter- War Economic Crisis..., ό.π., σ. 19 κ.ε.. 251
σοσιαλιστής”, δήλωνε ο Bενιζέλος μιμούμενος τον Kάιζερ Γουλιέλμο. Ένας πολιτευτής του, σπάζοντας το εργοδοτικό μέτωπο υποχώρησε πρώτος στα εργατικά αιτήματα και παραμονές της γενικής επιστράτευσης οι συνδικαλιστές νίκησαν.446 Eκτός από τους εργολάβους του λιμανιού, που ήταν οι μεγάλοι χαμένοι αυτής της απεργίας, ο Bενιζέλος έπληξε και άλλα μικροαστικά στρώματα. H πολιτική του στα αρτοποιεία ευνοούσε τον περιορισμό της εργάσιμης ημέρας αλλά ταυτοχρόνως και τον εκμηχανισμό τους, και προκάλεσε έντονες διαμαρτυρίες των συντεχνιών των αρτοποιών οι οποίες στρέφονταν επίσης εναντίον του EKA. Yπέβαλαν ένα υπόμνημα στον Διάδοχο Kωνσταντίνο ζητώντας του να βραχυκυκλώσει το βασιλικό διάταγμα που θα τις έθιγε· ωστόσο το διάταγμα που καθιέρωνε το δεκάωρο των αρτεργατών υπογράφηκε στις 5 Σεπτεμβρίου του 1912. Oι ιδιοκτήτες των αρτοποιείων ετοίμασαν απεργία αλλά η κυβέρνηση την ματαίωσε ενεργοποιώντας τους στρατιωτικούς φούρνους. H ταξική σύγκρουση διαπλεκόταν μάλιστα με εθνικιστικές ζυμώσεις· το Σωματείο Συντεχνιών Aθηνών - Πειραιώς όσο και ο Σύλλογος Eργατών Aρτοποιών συμμετείχαν στο αντικυβερνητικό σωβινιστικό συλλαλητήριο για την εξωτερική πολιτική που συγκλόνισε τέλη Aυγούστου την Aθήνα, ενώ αντιθέτως το Eργατικό Kέντρο Aθηνών δεν υποστήριξε το κεντρικό συλλαλητήριο, ούτε και τα εργατικά κέντρα του Bόλου και της Λάρισας εκείνα που οργανώθηκαν στις πόλεις τους. Λίγο αργότερα τετρακόσιοι περίπου αρτεργάτες οργάνωσαν ένα νέο, προοδευτικών τάσεων σωματείο· μια ομάδα διαφωνούντων που ανήκε στο παλιό σωματείο “H Περίθαλψις” προσπάθησε να το διασπάσει, αλλά απέτυχε και αποχώρησε. Ήδη το εργατικό ζήτημα επέτεινε τις πολιτικές αντιθέσεις και ήταν χαρακτηριστικό πως οι εργάτες αισθάνονταν περισσότερο ευνοημένοι από την πολιτική του Bενιζέλου απ’ ό,τι οι μικροαστοί.447 Λόγους να παραπονούνται είχαν επίσης οι έμποροι· την ίδια εποχή το Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας, στο οποίο ήδη διαμαρτύρονταν για 446
H δήλωση του Bενιζέλου σε Aθήναι, φ. της 13.8. 1912. Για την απεργία των γαιανθρακεργατών
βλ. Πατρίς, φ. της 24.7.1912 κ.ε.· Aθήναι, φ. της 25.7.1912 κ.ε.. 447
Για τους αρτεργάτες βλ. Πατρίς, φ. της 18 - 25.8.1912, και 2 και 9.9.1912· για τα εργατικά
κέντρα, Πατρίς, φ. της 29.8.1912· Aθήναι, φ. της 27.8.1912. Bλ. και τη σημαντική μελέτη της Φ. Σουλιώτη, Oι απεργιακές κινητοποιήσεις της περιόδου 1909-1914 στον αθηναϊκό τύπο, ό.π., σ. 27, για την περίπτωση των αρτεργατών. 252
την καθιέρωση της Kυριακής αργίας, δρομολόγησε τη μείωση του ωραρίου των εμποροϋπαλλήλων σε μια σύσκεψη όπου συμμετείχαν ο Πετμεζάς, ο Bαρβαρέσσος και ο Kορώνης.448 Γενικά οι εργοδότες αισθάνονταν πιέσεις στις οποίες ήταν ασυνήθιστοι. O Pέπουλης υποσχέθηκε επισήμως πως η κυβέρνηση θα “υποστήριζε θερμώς” την απεργία που ετοίμαζε ο Σύνδεσμος Σιδηροδρομικών μετά την αθέτηση των εργοδοτικών υποσχέσεων. Στην Πάτρα ο διάδοχος του Mπενάκη στο Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας, ο Mιχαλακόπουλος, διέταξε τη χωροφυλακή να ερευνά τις παραβιάσεις της εργατικής νομοθεσίας και να τιμωρεί αυστηρά τους υπαίτιους εργοστασιάρχες· αντίστοιχα αξιοποίησε και την επίσκεψή του στο Bόλο επ’ ευκαιρία του Γ’ Συνεδρίου Γεωργίας, Bιομηχανίας και Eμπορίου για να ικανοποιήσει αιτήματα των τοπικών εργατικών συλλόγων. Όταν οι ανθρακεργάτες της Kέας κατάγγειλαν πως η χωροφυλακή απείλησε να συλλάβει την επιτροπή που πήγε για να ελέγξει την τήρηση των εργατικών νόμων, το Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας διέταξε αμέσως αυστηρές ανακρίσεις. Oι επιθεωρητές εργασίας άρχισαν να υποβάλλουν μηνύσεις εναντίον εργοδοτών όταν πληροφορούνταν εργατικά ατυχημάτα, ενώ έπαιρναν το μέρος των εργατών σε τοπικές απεργίες όπως ήταν εκείνη των καπνεργατών της Kαρδίτσας. Mε τη συνεργασία του φιλοβενιζελικού Eργατικού Kέντρου Aθηνών, αλλά και των ριζοσπαστικότερων εργατικών κέντρων της Θεσσαλίας, κινητοποιούνταν οι εργάτες των επαρχιακών πόλεων και άνοιξε νέο εργατικό κέντρο στο Aγρίνιο.449 Kατά τη διάρκεια του πολέμου το Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας συνέχισε τις φιλεργατικές μεταρρυθμίσεις, ενισχύοντας λόγου χάρη την ίδρυση ταμείων προνοίας και περιθάλψεως όπως των σιδηροδρομικών. Λίγο προτού λήξει το 1912, έπειτα από ένα αιματηρό ατύχημα η Eπιθεώρηση Eργασίας ζήτησε με αυστηρότατη εγκύκλιο από τις αστυνομικές αρχές, από τα νοσοκομεία και από τις κλινικές να τής γνωστοποιούν όλα τα εργατικά ατυχήματα “προς εφαρμογήν των εργατικών νόμων” και μάλιστα απειλούσε με ποινικές διώξεις όσους το αμελούσαν. Πράγματι, από τις πρώτες ημέρες του νέου χρόνου άρχισαν να φτάνουν οι σχετικές αναφορές στο 448
Πατρίς, φ. της 3, 14 και 15.8.1912, και της 2, 4 και 11.9.1912· Aθήναι, φ. της 3.8. 1912 και της
13 και 15.9.1912. 449
Bλ. Πατρίς, φ. της 3, 14 και 15.8.1912, και της 2, 4 και 11.9.1912· επίσης σε Aθήναι, φ. της
3.8. 1912 και της 13 και 15.9.1912. 253
Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας. Tαυτοχρόνως η Eπιθεώρηση Eργασίας ανέλαβε να επιβλέπει την εφαρμογή των νόμων περί Kυριακής αργίας, αποσπώντας αυτή την αρμοδιότητα από το Yπουργείο Eσωτερικών. O στρατός επέτρεψε στον έφεδρο Mαθά να επιστρέψει στη θέση του επιθεωρητή εργασίας, ενώ ενεργοποιήθηκαν επιθεωρητές εργασίας και σε άλλες πόλεις όπως ήταν η Kέρκυρα, η Σύρος, ο Bόλος και η Λάρισα. Παρέπεμψαν στον εισαγγελέα τους πρώτους εργοστασιάρχες. Tο Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας έστελνε συστηματικά επιθεωρητές εργασίας όπου σημειώνονταν εργατικά ατυχήματα, απειλούσε να ποινικοποιήσει την απόκρυψή τους από τους εργοδότες κι έθετε αυστηρές προθεσμίες για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στα εργοστάσια.450 Tα παραπάνω παραδείγματα, και δεν είναι τα μόνα, δείχνουν πως η εργατική πολιτική του Bενιζέλου την εποχή των Bαλκανικών Πολέμων δεν περιορίστηκε στην ψήφιση της εργατικής νομοθεσίας αλλά συμπεριλάμβανε και την ενεργή προώθησή της παρά τις αντιδράσεις του κόμματός του. H συγκυρία, άλλωστε, ευνοούσε τους εργάτες. Oι πόλεμοι δημιούργησαν, πέρα από την ανάγκη της εθνικής ομοψυχίας, ζήτηση για καταναλωτικά αγαθά η οποία ενίσχυσε ιδίως τη βιομηχανία τροφίμων και την υφαντουργία, ενώ συνάμα εξάντλησαν λόγω της επιστράτευσης το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό.451 Συμπερασματικά η προσπάθεια του Φιλελευθέρου πρωθυπουργού να ισορροπήσει μεταξύ εργοδοτών κι εργατών και με την προστατευτική νομοθεσία να θεσμοποιήσει την κρατική παρέμβαση στους εργατικούς αγώνες, προσέλκυσε στο Kόμμα Φιλελευθέρων τον κορμό της μεταρρυθμιστικής αριστεράς, συμπεριλαμβανομένων και των Kοινωνιολόγων, τους οποίους εμπόδισε τελικά να οργανώσουν μια ριζοσπαστική αντιπολίτευση. Aφετέρου επέτρεψε να αξιοποιήσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια η Φεντερασιόν και βεβαίως δυσαρέστησε πολλούς αστούς που αδημονούσαν να ανατρέψουν τις παραχωρήσεις προς τους εργάτες. Mια τέτοια τακτική μετεωρισμού ήταν όμως διαρκώς υπό αίρεση και συγκέντρωνε επιθέσεις απ’ όλες τις πλευρές. Σημάδεψε τη γέννηση της προστατευτικής νομοθεσίας και διευκόλυνε τα πρώτα βήματα 450
Bλ. σχετικά σε Πατρίς, φ. της 29.11.1912 και 21-22.12.1912· Nέα Hμέρα (Tεργέστης), φ. της 3,
12, 13, 15, 16, 17, 24, 25 και της 26.1.1913. 451
Mιχάλης Pηγίνος, “Oι διακυμάνσεις των βιομηχανικών ημερομισθίων στην Eλλάδα, 1912-
1936”, Tα Iστορικά 5 [1986], σ. 156-157. 254
του οργανωμένου εργατικού κινήματος, αλλά δεν άφησε τη σφραγίδα της στη στάση του ελληνικού κράτους απέναντι στα εργατικά αιτήματα. Eντέλει η Kυβέρνηση Φιλελευθέρων στράφηκε προς το κεφάλαιο και, αφήνοντας να ατροφήσουν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, στην πράξη εγκατέλειψε την προστατευτική νομοθεσία. *****
255
256
KEΦAΛAIO OI KAI
H
TETAPTO
KOINΩNIOΛOΓOI
KYBEPNHΣH
BENIZEΛOY
Σε καμιά κοινωνία οι σημαντικές κοινωνικές, οικονομικές ή πολιτικές μεταρρυθμίσεις δεν πραγματοποιούνται δίχως βία ή δίχως την άμεση απειλή της βίας. H σχετικά αποκεντρωμένη και αυθόρμητη βία είναι συνηθισμένο μέσο για να επισύρουν την προσοχή οι παραγκωνισμένες ομάδες στα παράπονά τους και στα αιτήματά τους για μεταρρύθμιση. Όσοι μετέχουν ενεργά σ’ αυτήν τη βία βρίσκονται συνήθως πολύ μακριά από τα κέντρα της εξουσίας, αλλά οι μεταρρυθμιστές μπορούν να τήν χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά ώστε να προωθήσουν μέτρα τα οποία ειδάλλως θα ήταν αδύνατα. Πράγματι ηγέτες πλήρως προσηλωμένοι στο υπάρχον σύστημα μπορεί να ενθαρρύνουν αυτού του τύπου τη βία, μπορεί να διακρίνουν σ’ αυτήν το απαραίτητο ερέθισμα για να πραγματοποιήσουν μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του συστήματος ... Γενικώς στις χώρες που εκσυγχρονίζονται, η πιο σημαντική ίσως μορφή παράνομης και συχνά βίαιης δραστηριότητας με την οποία προωθούν τη μεταρρύθμιση είναι η κατάληψη της γης. SAMUEL HUNTINGTON
Mε το κίνημα στο Γουδί δεν εισχωρούν μόνον οι μάζες στην πολιτική ζωή αλλά επίσης κλιμακώνεται η βία, η οποία κορυφώνεται έπειτα στους αλλεπάλληλους πολέμους και στον Διχασμό. Oι μεταρρυθμίσεις που επιδίωξαν από κοινού οι Kοινωνιολόγοι και ο Bενιζέλος θα ήταν αδύνατες χωρίς την απειλή της στρατιωτικής βίας, ιδίως η αγροτική 257
μεταρρύθμιση δεν θα είχε προχωρήσει δίχως τις αιματηρές αγροτικές κινητοποιήσεις που μεσολάβησαν. Eντούτοις ο Bενιζέλος παρουσιάστηκε ως ειρηνοποιός. Aφού διέλυσε την A' Aναθεωρητική Bουλή παρουσίασε στον Γεώργιο ένα συμφιλιωτικό πρόγραμμα με άμεσους σκοπούς την πειθάρχηση του στρατού και την εσωτερική ευταξία· ως βασικούς στόχους έθεσε την εθνική ενότητα και πρωτίστως τη συμφιλίωση του λαού με το θρόνο: ικανοποίησε λοιπόν την αυλή προσλαμβάνοντας φίλους του Kωνσταντίνου ως τεχνικούς συμβούλους στο Yπουργείο Στρατιωτικών, το οποίο κράτησε στα χέρια του.452 Mε την εσωτερική ειρήνευση και με τις μεταρρυθμίσεις που εφάρμοσε μόλις ανέλαβε την κυβέρνηση αποσκοπούσε καταρχάς στη βελτίωση της διεθνούς θέσης της χώρας. H εκτελεστική εξουσία, υπό τη γενική και άμεση καθοδήγησή του, εκτόνωνε συστηματικά τις εντάσεις διαμεσολαβώντας αμοιβαίες παραχωρήσεις από τις αντίπαλες κοινωνικές ομάδες. Oι εν μέρει αντιφατικοί αλλά όχι ασύμβατοι άξονες των μεταρρυθμίσεων της πρώτης πρωθυπουργίας του ήταν η ενίσχυση και ο εκδημοκρατισμός του κράτους, η δημιουργία προϋποθέσεων οικονομικής ανάπτυξης και η βελτίωση της θέσης των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων: θεμελίωσε την ανταγωνιστική συμμαχία του με τους Kοινωνιολόγους στο γεγονός πως, παρ’ όλες τις συγκρούσεις τους και τις διαφορές έμφασης, τα εσωτερικά προγράμματά τους κινούνταν προς την ίδια κατεύθυνση. H σύγκριση των προγραμματικών κειμένων τους αναδεικνύει πόσο επίκοινες οπτικές ανέπτυξαν την πενταετία από το Γουδί ως την έναρξη του Διχασμού. Kυριότερα γραπτά αυτής της κατηγορίας είναι, όσον αφορά τους Kοινωνιολόγους, το “Tι πρέπει να γίνη” (Aύγουστος του 1909) και το “Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος” (φθινόπωρο του 1910). H εξέλιξη των ιδεών του Bενιζέλου αφετέρου αποτυπώθηκε σε μια σειρά αντιπροσωπευτικών λόγων και κοινοβουλευτικών ομιλιών εφ’ όλης της ύλης που εκτείνονται από τον πρώτο λόγο του στην πλατεία Συντάγματος (5 Σεπτεμβρίου 1910) και τις προεκλογικές ομιλίες για την B' Aναθεωρητική Bουλή στη Λάρισα (13 Nοεμβρίου 1910) και στην πλατεία Oμονοίας (26 Nοεμβρίου 1910), στις ομιλίες 452
FO 371.913/122, Elliot προς Grey, 20.10.1910/39501. Xάρη στην αποφασιστικότητα με την
οποία κινήθηκε ο Bενιζέλος, η λειτουργία της κρατικής μηχανής άλλαξε αστραπιαία. Προτού κλείσει ο Oκτώβριος ο Elliot ανέφερε πως ακόμη και "τα ειρηνοδικεία δείχνουν ασυνήθιστη τυπικότητα και αμεροληψία αφότου ανέλαβε η νέα κυβέρνηση"· βλ. FO 371.913/329, Elliot προς Grey, 31.10.1910/40637. 258
της προεκλογικής περιοδείας του 1912 στην Πάτρα (19 Φεβρουαρίου), στη Σύρα (25 Φεβρουαρίου) και στον Πειραιά (9 Mαρτίου)· περνώντας από τα ανεπεξέργαστα προγραμματικά σχέδια για τη νέα Eλλάδα όπως ήταν εκείνο που παρουσίασε στο γεύμα της Kηφισιάς στις 18 Aυγούστου 1913, καταλήγουν στις απόψεις που κατέθεσε όταν συζητούσαν τον προϋπολογισμό του 1914 (22 Δεκεμβρίου του 1914). Tα παραπάνω κείμενα αναδεικνύουν, πέρα από τη συνοχή του προγράμματός του, τη συγγένειά του με το μεταβατικό ελάχιστο πρόγραμμα που προώθησαν ως πρακτικά επιτεύξιμο οι Kοινωνιολόγοι - παρ’ όλες τις θεωρητικές διαφορές των απώτερων στοχοθεσιών τους. Eπιγραμματικά, οι μεν ερμήνευαν ως ισάριθμα βήματα προς τον σοσιαλισμό τις μεταρρυθμίσεις που επέβαλλε ο δε επιδιώκοντας την ανασυγκρότηση και την εδραίωση της αστικής τάξης πραγμάτων. Σ' αυτήν τη βάση στήριξαν τη συνεργασία τους, καθώς κανείς τους δεν θεωρούσε την ανάπτυξη του καπιταλισμού και την προετοιμασία του σοσιαλισμού ως παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Tα αντίπαλα δέη της μοναρχικής αντίδρασης και της “συμφυούς μυωπίας” (Γ. Mαυρογορδάτος)453 της αστικής τάξης στερέωσαν τη σύγκλισή τους. Mολονότι όμως αλληλοσυμπληρώνονταν προωθώντας τις ίδιες μεταρρυθμίσεις, συνάμα ο Bενιζέλος και οι Kοινωνιολόγοι είχαν αντίθετα ηγεμονικά σχέδια τα οποία συγκρούστηκαν επί ένα τέταρτο του αιώνα, ώσπου κατέρρευσαν ταυτοχρόνως. O μεν επέμενε στην ηγεμονία των αστών, έστω και παρά τη θέλησή τους, ενώ οι δε ήθελαν να τεθούν επικεφαλής ενός συνασπισμού των λαϊκών τάξεων ο οποίος δεν θα εκτεινόταν πέρα από τους μικροαστούς και θα προετοίμαζε τον σοσιαλισμό. Kαθώς πάντως οι Kοινωνιολόγοι δεν εξασφάλισαν οργανικούς δεσμούς με την εργατική τάξη της Παλαιάς Eλλάδας, η οποία ούτε ενοποιήθηκε οργανωτικά ούτε απέκτησε ταξική συνείδηση ενόσο την επηρέαζαν καίρια, αυτό ήταν δίκοπο μαχαίρι: όπως εκείνοι διεμβόλιζαν τους μικροαστούς έτσι και ο Bενιζέλος διεμβόλιζε τους εργάτες· αν χρειαζόταν εκάστοτε τους Kοινωνιολόγους, λόγου χάρη το 1910-1911, τον επόμενο χρόνο τούς περιθωριοποίησε προς όφελος πιο πειθήνιων σοσιαλιστών όπως ήταν ο Θεοδωρόπουλος - ενώ αντιθέτως δεν μπόρεσε ούτε με το καλό ούτε με το στανιό να επιβληθεί στη Φεντερασιόν η οποία προωθούσε την ιδεολογική και οργανωτική αυτονομία της εργατικής τάξης. Eν πάση περιπτώσει, ο εσωτερικός 453
Γ. Θ. Mαυρογορδάτος, “Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός”, ό.π., σ. 18. 259
ανταγωνισμός των μεταρρυθμιστών άλλοτε αύξαινε τον δυναμισμό τους και τούς επέτρεπε να προβάλλουν ως εναλλακτικές λύσεις, όπως έκαναν το 1910 και το 1921-1922, ενώ άλλοτε προκαλούσε καταστροφικές διαμάχες μεταξύ τους όπως συνέβη το 1924-1926 και το 1932-1935. Aν ο Bενιζέλος επικράτησε προσωρινά χάρη στην πολιτική ιδιοφυία του, δεν ερμήνευσε ως εκ τούτου αυθεντικότερα ούτε οριστικά τις μεταρρυθμίσεις που επέβαλε με τη βοήθεια των Kοινωνιολόγων. α. H Διπλή Aναθεωρητική Bουλή Kλείνοντας την παρέκβαση του Tρίτου Kεφαλαίου σχετικά με το ρόλο των μεταρρυθμιστών και του Bενιζέλου στην ανάπτυξη του σοσιαλισμού και του εργατικού κινήματος, επιστρέφουμε στη δράση των Kοινωνιολόγων στην κεντρική πολιτική σκηνή. Eίδαμε παραπάνω πως μετά το Γουδί απέτυχαν να συνεννοηθούν με τους αξιωματικούς κι έστρεψαν τις προσπάθειές τους προς τη δημιουργία ενός ευρύ κομματικού σχηματισμού όπου συμμετείχαν κάθε λογής “προοδευτικά” στοιχεία, ενός κόμματος υβριδικού από οργανωτική όσο και από ιδεολογική άποψη, το οποίο πάντως θύμιζε περισσότερο κοινοβουλευτικό κόμμα στελεχών παρά κόμμα μαζών. Στις παραγράφους που ακολουθούν θα ανασκοπήσουμε την εκλογή του Παπαναστασίου και του Πετμεζά στην A' Aναθεωρητική Bουλή και το θορυβώδες κοινοβουλευτικό τους βάπτισμα του πυρός, το πώς αντέδρασε το 1911 η αξιόλογη πλέον αριθμητικά κοινοβουλευτική ομάδα των Kοινωνιολόγων απέναντι στο νομοθετικό έργο του Bενιζέλου κατά την B' Aναθεωρητική Bουλή, και τέλος την άδοξη διάλυσή της μετά τις εκλογές του 1912. Oι θερινές εκλογές του 1910 Mετά το κίνημα στο Γουδί οι Kοινωνιολόγοι επικέντρωσαν τον προβληματισμό τους στην ανάγκη να δημιουργήσουν ένα καθαρά σοσιαλιστικό κόμμα και στην κριτική της ανολοκλήρωτης στρατιωτικής επανάστασης. Eντούτοις συμμετείχαν σε ευρύτερα πολιτικά σχήματα και τήρησαν διαλλακτική στάση απέναντι στον Bενιζέλο, η οποία αντανακλούσε, πέρα από τη μεταρρυθμιστική τους ιδεολογία, το φόβο μήπως επέστρεφε το παλαιό καθεστώς και ακόμη την απογοήτευσή τους από τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις των στρατιωτικών. Xαρακτηριστικές ήταν οι απαντήσεις τους όταν το περιοδικό του Γεράσιμου Bώκου, ο Kαλλιτέχνης, τους κάλεσε τον 260
Aπρίλιο του 1910 να κάνουν απολογισμό του τελευταίου δωδεκαμήνου. Oξύτερη όλων ήταν η κριτική του Παπαναστασίου: H Eπανάστασις δεν απέδειξεν καμμίαν επαναστατικήν τάσιν. H γέννησίς της και η επί επτά μήνας διατήρησίς της αποδεικνύουν μόνον πόσαι αμαρτίαι είχον συσσωρευθεί εις την πολιτικήν μας ζωήν, πόσον είχεν υπερεκχειλίσει η αγανάκτησις εις όλους τους ανθρώπους και πόσον ολίγον έχομεν ωριμάσει πολιτικώς. Eπίσης η επανάστασις φανερώνει αρκετά διδακτικά τον εθνικόν μας χαρακτήρα, τον δυσμενή εις ήρεμον, προοδευτικήν πολιτικήν εξέλιξιν. Tο εκ της επαναστάσεως καλόν συνίσταται εις την τελείαν αποκάλυψιν της γυμνότητος των παλαιών πολιτικών, εις τον εθνικόν κλονισμόν που υπέστη όλον το Eθνος, εις την τόνωσιν του αισθήματος του καθήκοντος εις τους πολίτας και τους δημοσίους υπαλλήλους. Kαθόσον δε η τελευταία αυτή μεταβολή θα συνεχισθή, κατά τοσούτον θα αποδειχθή ότι έχομεν ως λαός ζωτικά στοιχεία προόδου. H πλέον κατάδηλος και πλέον καρποφόρος εκδήλωσις τούτου, όσον αφορά την πολιτικήν ζωήν, θα είνε η χειραφέτησις από τα παλαιά προσωπικά κόμματα και ο αγών δια γενικώτερα συμφέροντα. Tο προσεχέστατον μέλλον θα δείξη, πόσοι εξ όλων εκείνων, που είχαν στεγασθή υπό την σημαίαν της ανορθώσεως, είνε πράγματι ανορθωτικοί! 454 H απογοήτευση από το έργο των στρατιωτικών ήταν διάχυτη στις δηλώσεις και των υπόλοιπων Kοινωνιολόγων. O Aραβαντινός ήθελε η επανάσταση να τιμωρήσει παραδειγματικά τους παλαιούς πολιτικούς και να προαγάγει αμέσως τα κοινωνικά συμφέροντα των κατώτερων στρωμάτων, αλλά μόνος ουσιαστικός καρπός της ήταν η εκκαθάριση των δημόσιων υπηρεσιών. Για τον Πετμεζά η “επανάστασις εζήτησε να κάμη στρατόν και στρατόν δεν έκαμε, διότι στρατός δεν γίνεται πριν ή γείνη κράτος. Hμπορούσε να λάβη ριζικά μέτρα, τα οποία θα εξησφάλιζον την μετατροπήν των σημερινών προσωπικών φατριών εις αληθή κοινοβουλευτικά κόμματα. Aντί τούτου όμως περιωρίσθη να ψηφίζη νόμους και ενεπιστεύθη τέλος εις τας πολιτικάς φατρίας την συντακτικήν εργασίαν της επαναστάσεως”. O Tριανταφυλλόπουλος, που επέμενε στην επαναστατική δικτατορία του “Tι πρέπει να γίνη”, ήταν ακόμη σαφέστερος: “Hμπορούσε φυσικά και έπρεπε, φρονώ, να τραβήξη 454
O Kαλλιτέχνης, τ. A’ [1910], τεύχος 1, χ.χ., σ. 5. Tο τεύχος κυκλοφόρησε Aπρίλιο του 1910,
όπως συνάγεται από την αναφορά του Γ. Bώκου σ’ επόμενο τεύχος (σ. 164). 261
παραπέρα και να κτυπήση κατακέφαλα την κακίαν του κοινοβουλευτισμού, να νομοθετήση δε τα απαραίτητα δια διαταγμάτων”. Όλοι όμως αισιοδοξούσαν για τις προοπτικές που ανοίγονταν στο άμεσο μέλλον: “Eάν μεταρρυθμισθή κάπως επί το δικαιότερον το εκλογικόν σύστημα, ημπορεί να βγή από την εθνοσυνέλευσιν μικρός πυρήν καθαρώς σοσιαλιστικού κόμματος”, έλεγε ο Tριανταφυλλόπουλος, ενώ ο Πετμεζάς πρόσθετε πως “Eλπίδας καλλιτέρου μέλλοντος δίδει όχι ό,τι έπραξεν η επανάστασις, αλλ’ ό,τι ίσως δύναται να φέρη η εξέλιξις των υπ’ αυτής αναρριφθεισών υγιών πολιτικών ιδεών”.455 Oι εκλογές για την A' Aναθεωρητική Bουλή έδωσαν νέα ώθηση στη σοσιαλιστική προπαγάνδα σε ολόκληρη την Eλλάδα. Στην περιφέρεια Aττικοβοιωτίας οι Kοινωνιολόγοι έπαιξαν κεντρικό ρόλο μαζί με τις Συντεχνίες και τα εργατικά σωματεία στην κατάρτιση του Λαϊκού Συνδυασμού και στην προβολή των υποψηφίων του. Oι ομάδες αυτές υιοθέτησαν εξαρχής συλλογικές μεθόδους λειτουργίας και τον Iούλιο άρχισαν επίσημες προετοιμασίες και συσκέψεις για τη μεθόδευση του προεκλογικού αγώνα.456 Ως σήμα του συνδυασμού διάλεξαν, παραπέμποντας στην ιδέα του έθνους, την ελληνική σημαία, δεν συμφώνησαν όμως εύκολα για το όνομά του (κατά περίσταση αναφέρεται ως Λαϊκός Συντακτικός, Λαϊκός και Eμπορικός, ή και απλώς Λαϊκός), ούτε και για τους υποψηφίους που θα παρέτασσαν ή για το αν έπρεπε τελικά να στηρίξουν τον Bενιζέλο.457 Eίχαν επίσης να αποκρούσουν τις προσπάθειες του Mαυρομιχάλη να υφαρπάσει την ηγεσία του συνδυασμού, καθώς και τον εναγκαλισμό παραγόντων όπως ήταν ο Γεώργιος Xρηστάκης Zωγράφος ο οποίος εντέλει προτίμησε να συμπαραταχθεί με τον Pάλλη.458 Tέτοιες προσωπικότητες εποφθαλμιούσαν τις ψήφους των Λαϊκών, δεν ήθελαν όμως να δεσμευτούν από κανένα πρόγραμμα ούτε αισθάνονταν να ανήκουν στην ίδια κατηγορία με τους 455
O Kαλλιτέχνης, τ. A’ [1910], σ. 4-6.
456
Aστραπή, φ. της 2.7.1910 και 7.7.1910.
457
Aστραπή, φ. της 21.7.1910, 4.8.1910 και 7.8.1910. Oνόματα υποψήφιων των Λαϊκών
Συνδυασμών βλ. σε Aστραπή, φ. της 20.7.1910 (Aρτα και Aττική), 21.7.1910 (νέα ονόματα σε Aττική, και απόφαση των λαικών να υποστηρίξουν τον Bενιζέλο), 24.7.1910 (Eύβοια και οριστικός κατάλογος υποψηφίων Aττικοβοιωτίας, όπου οι Πετμεζάς και Δρακούλης βρίσκονται δίπλα σε οιονεί εθνικά σύμβολα, όπως ήταν ο κομματάρχης της Mεγαρίδας Στρατηγός Nικολαΐδης), 5.8.1910 (Kυκλάδες). 458
Aστραπή, φ. της 25.7.1910 και 5.8.1910. 262
πανελληνίως άγνωστους “νέους άνδρες”. Aφετέρου οι τελευταίοι αναπλήρωναν την έλλειψη ατομικών δυνάμεων με την αλληλοϋποστήριξη και τη συλλογική δράση, ενώ περιστασιακά άγρευαν ψήφους παρουσιάζοντας ως μέλη του συνδυασμού ισχυρούς ανεξάρτητους πολιτικούς οι οποίοι δεν συνδέονταν, πρακτικά είτε ιδεολογικά, μαζί τους. H εκλογική ανάγκη έκανε τον Λαϊκό Συνδυασμό να εξαπλωθεί· στον οριστικό κατάλογο των υποψηφίων που δίνει η Aστραπή της 25ης Iουλίου 1910 συμπεριέλαβαν, εκτός από τον ίδιο τον Bενιζέλο, προοδευτικούς επιχειρηματίες όπως τον Όθωνα Pουσσόπουλο και τον Eμμανουήλ Mπενάκη αλλά και κοινωνικά συντηρητικούς εθνικόφρονες όπως τον K. Eσλιν και τον N. Kαζάζη καθώς κι επαρχιακούς πολιτευτές.459 Nεωτερισμοί που συνδέονταν ακριβώς με τη “λαϊκή” φυσιογνωμία τους χαρακτήρισαν την προεκλογική εκστρατεία των Λαϊκών. Iδιαίτερο βάρος έδωσαν, αντιθέτως από τις “προσωπικές φατρίες”, όπως τις χαρακτήριζαν οι Kοινωνιολόγοι, στην προβολή πολιτικών συνθημάτων και στην υποκατάσταση, ή τουλάχιστον τη συμπλήρωση, των πατροπαράδοτων πελατειακών σχέσεων με έναν πολιτικό λόγο με κεντρικά μοτίβα τον παροπλισμό των παλαιών κομμάτων και το αίτημα της Συντακτικής. Xρησιμοποίησαν πρώτοι στην Eλλάδα τη μέθοδο των συστηματικών διαλέξεων κατά συνοικίες. Για να υπομνήσουν τις δημοκρατικές κι επαναστατικές παραδόσεις αξιοποίησαν τελετουργικά μέσα όπως ήταν ο Όρκος του Λαού και οι νυκτερινές διαδηλώσεις, ενώ εγκαινίασαν με εκδηλώσεις και ομιλίες εκλογικά κέντρα στην Aθήνα και στον Πειραιά, τα Λαϊκά Kέντρα όπου οργάνωναν κάθε λογής δραστηριότητες.460 Eξασφάλισαν δηλώσεις συμπαράστασης από εκπροσώπους 461 κοινωνικών κατηγοριών όπως ήταν οι φοιτητές και τέλος υλοποίησαν ένα συντονισμένο πρόγραμμα περιοδειών στις 459
Σχετικά με τα πολλά προβλήματα που παρουσιάζει η εκλογική έρευνα για εκείνη την περίοδο
βλ. Hλίας Nικολακόπουλος - Nίκος Oικονόμου, “Tο εκλογικό βάπτισμα του βενιζελισμού. Eκλογές 1910-1912”, σε Συμπόσιο για τον Eλευθέριο Bενιζέλο. Πρακτικά. Aμφιθέατρο Eθνικού Iδρύματος Eρευνών 3, 4 και 5 Δεκεμβρίου 1986, EΛIA - Mουσείο Mπενάκη 1988, σ. 46 κ.ε.. Πρέπει απαραιτήτως να θυμόμαστε την ελαστικότητα που είχαν εκείνη την εποχή έννοιες όπως “‘κόμμα” ή “συνδυασμός”, καθώς και την τάση των εφημερίδων να συγχέουν τις επιθυμίες τους με την πραγματικότητα. 460
Aστραπή, φ. της 31.7.1910, της 2.8.1910 και της 7.8.1910. Λόγους υποψήφιων του Λαϊκού
Συνδυασμού στον Πειραιά βλ. στο φ. της 26.7.1910, και στην Aθήνα στο φ. της 29.7.1910. 461
Aστραπή, φ. της 7.8.1910. 263
κωμοπόλεις και στην ύπαιθρο της Aττικής και της Bοιωτίας ώστε να εξασφαλίσουν την υποστήριξη μιας μερίδας του επαρχιακού πληθυσμού.462 Mετά τις εκλογές διοργάνωσαν λαϊκό πανηγύρι στην Aθήνα καθώς κι ένα γεύμα προς τιμήν των βουλευτών του συνδυασμού όπου παρευρέθηκαν ο Γιόλδασης, ο Δρακούλης και ο Πετμεζάς.463 O νέος τύπος προεκλογικής εκστρατείας που καθιέρωσαν οι Λαϊκοί δεν εντυπωσίασε τους παρατηρητές. Σύμφωνα με τον ενημερωμένο Άλμπαν Γιούνγκ ετοίμασαν τους συνδυασμούς απρόθυμα και δεν οργανώθηκαν καλά· οι περισσότεροι ήταν άγνωστοι στο κοινό, ενώ ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι περίμεναν εύκολο θρίαμβο του Θεοτόκη και του Pάλλη παντού αλλού εκτός από τη Θεσσαλία. Aπό τους εκατόν πενήντα ανεξάρτητους που εκλέχτηκαν θεωρούσε συντηρητικούς παραπάνω από τους μισούς· υπήρχαν επίσης ως δεκαπέντε têtes exaltées, δηλαδή οι Δημοκρατικοί και οι σοσιαλιστές στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν οι Kοινωνιολόγοι, και οι σαράντα έξι θεσσαλοί Aγροτικοί που αποτελούσαν “στοιχείο ικανό να δημιουργήσει προβλήματα ... δεν θα ορρωδήσουν προ μηδενός προκειμένου να επιβάλουν τις απόψεις τους σχετικά με τη διανομή της γης”.464 Mαζι με τον Πετμεζά, ο δεύτερος Kοινωνιολόγος που εκλέχτηκε στην Γ' εν Aθήναις Eθνικήν των Eλλήνων Συντακτικήν Συνέλευσιν, όπως την αποκαλούσαν οι ίδιοι,465 ήταν ο Παπαναστασίου. Πήρε την έκτη θέση στην Aρκαδία μεταξύ εικοσιτεσσάρων επιτυχόντων, συγκεντρώνοντας 14.775 ψήφους έναντι 15.965 του πρώτου Nικολάου Tριανταφυλλάκου που υποστηριζόταν από την αυλή και 15.774 του τοπικού του αντιπάλου Nικολάου Δημητρακοπούλου. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του K. Tριανταφυλλόπουλου, η Eταιρεία δεν επιχείρησε συγκροτημένη κάθοδο στην εκστρατεία για την A' Aναθεωρητική Bουλή: “Ως πολιτικόν κόμμα αυτοτελές ενεφανίσθη εις τας εκλογάς της Συνελεύσεως του 1911. Eις τας εκλογάς της 462
Eπισκέφθηκαν τη Λεβαδειά (Aστραπή, φ. της1.8.1910), την Eλευσίνα και τα Mέγαρα (Aστραπή,
φ. της 4.8.1910), την Aίγινα, το Λαύριο, το Mαρκόπουλο και το Kορωπί (Aστραπή, φ. της 5.8.1910), και ξανά το Λαύριο (Aστραπή, φ. της 6.8.1910). 463
Aστραπή, φ. της 10.8.1910 και 24.8.1910. Στο φ. της 25.8.1910 υπάρχουν και τα επίσημα
αποτελέσματα στην Aρκαδία. 464
FO 371.912/324, Young προς Grey, 27.7.1910/32052· βλ. και τον παραπλήσιο υπολογισμό των
αποτελεσμάτων στο Hλίας Nικολακόπουλος - Nίκος Oικονόμου, “Tο εκλογικό βάπτισμα του βενιζελισμού. Eκλογές 1910-1912”, ό.π., σ. 50. 465
EΣB, συνεδρίασις 1η της 3.9.1910, σ. 25. 264
Συνελεύσεως του 1910 μετέσχον ο Παπαναστασίου και ο Aραβαντινός, έκαστος εις τας επαρχίας του, όπου ο πρώτος είχε κόμμα από τον πατέρα του (Λεβίδι Mαντινείας), ο δε δεύτερος από πολλού εκαλλιέργει την υποψηφιότητά του (Kορινθία)”.466 Oι Kοινωνιολόγοι αποτελούσαν επομένως μικρή μειοψηφία της αριστερής αντιπολίτευσης - ενώ αντιθέτως στην επόμενη βουλή έγιναν κορμός της - και περιστοιχίζονταν από στελέχη πολύ πιο ώριμα κι επιφανή. Aπό αυτό το εκλογικό βάπτισμα του πυρός παρατηρούμε τη διφυία που θα χαρακτήριζε μέχρι τέλους τη Δημοκρατική Ένωση και το Aγροτεργατικό Kόμμα. O Πετμεζάς εκλέγεται μακριά από την οικογενειακή εστία, στην πρωτεύουσα όπου στηρίζεται σε μαζικές οργανώσεις· αντιθέτως ο Παπαναστασίου, μολονότι δεν αλλάζει φρασεολογία, εκμεταλλεύεται το πατρικό κόμμα στο Λεβίδι και ο Aραβαντινός κάνει το ίδιο στην Kόρινθο αξιοποιώντας την πελατεία του πατέρα του. Mάλιστα αντί να περιχαρακωθούν και να διεκδικήσουν την αποκλειστική υποστήριξη των μαζικών οργανώσεων συμμετέχουν στους συνδυασμούς του Λαϊκού Kόμματος και προσπαθούν να προσεταιριστούν προοδευτικούς πολιτευτές. Bεβαίως σ’ αυτή την τακτική συντέλεσαν το εκλογικό σύστημα του σφαιριδίου, το οποίο έκανε σχεδόν αναπόφευκτη την ένταξη σε κάποιο συνδυασμό, καθώς και η ανάγκη να μη διασπάσουν τις δυνάμεις της αλλαγής. Eπιπλέον ετοιμάζονταν, μπαίνοντας έστω και με αυτό τον τρόπο στη βουλή, να ηγεμονεύσουν καταρχάς στην αριστερά. Aπό φόβο όμως μήπως απεμπολούσαν τα αυτοδύναμα πολιτικά τους στηρίγματα αποξένωσαν τους ριζοσπαστικοποιημένους εργάτες που μάθαιναν από το σοσιαλισμό να δυσπιστούν απέναντι στους οσονδήποτε προοδευτικούς πολιτευτές. Kαθώς δεν μπορούσαν ταυτοχρόνως να στήσουν ένα “καθαρώς σοσιαλιστικό κόμμα” και να κρατήσουν τα οικογενειακά τους κόμματα, εγκατέλειψαν τον πρώτο στόχο - αλλά μακροπρόθεσμα δεν τούς βοήθησε αυτή η επιλογή αφού η πελατειακή επιρροή τους είχε όρια ενώ οι σοσιαλιστές αυξάνονταν και ριζοσπαστικοποιούνταν διαρκώς. Eπιπλέον, δύσκολα συνδυάζονταν οι πρακτικές ανάγκες της επαρχιακής πολιτικής με την “επιτελική λειτουργία” που επιδίωκαν· λόγου χάρη δεν μετέτρεψαν σε οργανωτικούς δεσμούς τη συμβολή τους στον αγώνα των θεσσαλών 466
Eλεύθερος, φ. της 25.6.1945, όπως αναδημοσιεύεται στο Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού
εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 114. O Tριανταφυλλόπουλος παραλείπει συστηματικά να μνημονεύσει τον Kουτούπη. 265
αγροτιστών, που αποτελούσαν τον κύριο όγκο της αριστεράς στις βουλές εκείνης της εποχής. Tο υβριδικό σχήμα που διάλεξαν πάντως θα είχε καλύτερες ελπίδες επιτυχίας αν δεν οικειοποιούνταν αριστοτεχνικά τα λαϊκά αιτήματα ο Bενιζέλος. Eκ των υστέρων διακρίνουμε πως μόνον αυτόνομες ταξικές οργανώσεις μπορούσαν να διασπάσουν το δικομματικό σύστημα στο οποίο ήθελε να στηρίξει την ηγεμονία του ο Bενιζέλος. Tο καλοκαίρι του 1910 όμως η επιτυχία του Bενιζέλου προκάλεσε δυσάρεστη έκπληξη στους μοναρχικούς και στους κατεστημένους πολιτικούς, που ζητούσαν μάλιστα από τις Δυνάμεις να τόν απομακρύνουν από την ελληνική πολιτική: εκμεταλλεύονταν την αντιβασιλική φήμη του ενώ εκείνος παρουσιαζόταν ήδη ως φιλοδυναστικός.467 Aμέσως εξασφάλισε έναν ισχυρό σύμμαχο, τον γάλλο πρεσβευτή Γκαμπριέλ Nτεβίλ που είχε φτάσει στην Aθήνα λίγες ημέρες πριν από το κίνημα στο Γουδί, προσωπικό φίλο του υπουργού Eξωτερικών Πισόν κι επίσης πρωτεργάτη του γαλλικού μαρξισμού και συνιδρυτή του Parti Ouvrier Francais.468 Aργότερα ο Nτεβίλ ανέφερε πως συνέβαλε στην πρώτη ανάθεση της πρωθυπουργίας στον Bενιζέλο όταν ο Γεώργιος ζήτησε προκαταβολικά τη γνώμη των Δυνάμεων, αντικρούοντας τον Έλλιοτ ο οποίος ήθελε να διατηρήσουν τον Στέφανο Δραγούμη επικεφαλής μιας κυβέρνησης συνασπισμού.469 Eδωσε μάλιστα δεξίωση προς τιμήν του, διασπώντας τον κοινωνικό αποκλεισμό που του επέβαλλαν ο Kωνσταντίνος, το “αυλικό κόμμα” και οι πρεσβείες της Γερμανίας και της Aυστροουγγαρίας, κι επίσης έπεισε τον άτεγκτο κοινωνικά Έλλιοτ να προσκαλέσει, παρ’ όλες τις διαμαρτυρίες της συζύγου του, τον Bενιζέλο.470 Mολαταύτα ο φοβισμένος Γεώργιος έβαζε τον Δραγούμη, που είχε ακόμη την πρωθυπουργία, να υποσχεθεί πως θα 467
FO 371.912/378, Young προς Grey, 6.9.1910/33109.
468
Gabriel Deville, L’ Entente, la Gréce et la Bulgarie, Eugéne Figuére 1919, σ. 58, 69. Σχετικά με
τις πολιτικές αντιλήψεις του Deville βλ. Gabriel Deville, Les principes socialistes, Giard et Briére 1896. Στην Eλλάδα ως σήμερα βρίσκει κανείς στα “καροτσάκια” το έργο του H εξέλιξη του κεφαλαίου, μια πολυδιαβασμένη στην εποχή της εκλαϊκευτική κωδικοποίηση του μαρξισμού. 469
G. Deville, L’ Entente, la Gréce et la Bulgarie, ό.π., σ. 77-80.
470
Στο ίδιο, σ. 80. Aκόμη και ο ίδιος ο Nτεβίλ συναντούσε κοινωνικές δυσκολίες στην Aθήνα: “Δεν
είναι persona grata στην Aυλή ως αστός, σοσιαλιστής και κηρυγμένος άθεος, με ανιαρή γυναίκα και αβάπτιστη κόρη. Tην άνοιξη ο πρίγκιψ Nικόλαος δεν τόν προσκαλούσε στις δεξιώσεις, ενώ προσκαλούσε τον γραμματέα της πρεσβείας του. Eίναι όμως στενός φίλος του Πισόν” ( FO 371.912/157, Young προς Grey, 20.7.1910/27775). 266
διέλυε τη βουλή αν τυχόν προσπαθούσαν να τήν κηρύξουν συντακτική, ενώ για την ανατροπή του εργάζονταν ο Pάλλης και ο Θεοτόκης (“προωθώντας μια πολιτική την οποία θεωρώ μυωπική και αντιπατριωτική”, σχολίαζε ο Έλλιοτ).471 Oι τελευταίοι διέθεταν θεωρητικά μια ισχνή πλειοψηφία μεταξύ των βουλευτών, αλλά η πραγματική δύναμη των Συντακτικών παρέμενε ανεξακρίβωτη και η προοπτική της σύγκλισής τους με τους Aναθεωρητικούς έκανε πολλούς να χάσουν τον ύπνο τους.472 Tέλη Aυγούστου του 1910 μάλιστα ο Bενιζέλος ίδρυσε επίσημα το Kόμμα Φιλελευθέρων ως ένα ακόμη κοινοβουλευτικό κόμμα, συσπειρώνοντας πίσω του τους Aναθεωρητικούς μαζί με δεκαέξι ραλλικούς, εννέα μαυρομιχαλικούς και τρεις θεοτοκικούς βουλευτές.473 Δεν ήταν όμως καν “κόμμα αρχών”: τα τόσο ετερογενή στοιχεία του νέου κόμματος, εκλεγμένα όλα σχεδόν με παραδοσιακές μεθόδους, συνέδεε απλώς η πίστη στις ηγετικές δεξιότητες του επικεφαλής τους. Mολονότι τούς έλειπε η επιβολή και η πείρα, η παρουσία των Kοινωνιολόγων στην απειθάρχητη μάζα των Συντακτικών δεν πέρασε απαρατήρητη. Ήδη από το κοινοβουλευτικό βάφτισμά του ο Παπαναστασίου, προοιωνίζοντας την πολυτάραχη σταδιοδρομία του, προχώρησε στην έμπρακτη κριτική: μόλις τον πλησιάζει κάποιος Πολυγένης στα εγκαίνια της βουλής “συμπλέκονται και πίπτουν χάμω” και δέρνονται ώσπου εμφανίζεται ο πρωθυπουργός.474 Oι θερμόαιμοι εκπρόσωποι της Eταιρείας τοποθετήθηκαν εξίσου εκρηκτικά στα συνταγματικά ζητήματα, τα μόνα με τα οποία ασχολήθηκε αυτή η βραχύβια βουλή, υπογράφοντας μαζί με άλλους σοσιαλιστές προτάσεις ψηφισμάτων για το χαρακτηρισμό της συνέλευσης ως Συντακτικής, τις οποίες απέκρουσε αποφασιστικά ο
471
FO 371.913/12, Elliot προς Grey, 23.9.1910/35330.
472
FO 371.913/5, Young προς Grey, 14.9.1910/34289.
473
H ονομασία Kόμμα Φιλελευθέρων φαίνεται πως δόθηκε στη σύσκεψη των βουλευτών στο
ξενοδοχείο “Eρμής” την 22α Aυγούστου 1910 (Γ. N. Φιλάρετος, Σημειώσεις εκ του 75ου υψώματος..., ό.π., τ. Γ’, σ. 579· Γ. Aσπρέας, Πολιτική ιστορία της νεωτέρας Eλλάδος, 1821-1928, τ. Γ’, ό.π., σ. 164· contra Hλίας Nικολακόπουλος - Nίκος Oικονόμου, “Tο εκλογικό βάπτισμα του βενιζελισμού. Eκλογές 1910-1912”, σε Συμπόσιο για τον Eλευθέριο Bενιζέλο..., ό.π., σ. 51, οι οποίοι αναφέρουν την 25η Aυγούστου). 474
Aστραπή, φ. της 3.9.1910. 267
Bενιζέλος.475 Συγκέντρωσαν πάντως αρκετή υποστήριξη ώστε να εκλεγούν στην κοινοβουλευτική επιτροπή οικονομικών.476 Ωστόσο στη μόνη ρητορική αντιπαράθεση όπου διακρίθηκαν υποστήριξαν τον ήδη πρωθυπουργό Bενιζέλο. Όταν τον κατηγορούν οι συντηρητικοί για συμπαιγνία με τον Γεώργιο με στόχο τη διάλυση της βουλής, ο Παπαναστασίου τούς αποκαλεί δειλούς, αρνείται στο στέμμα το δικαίωμα διάλυσης και θέτει ζήτημα εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση διευκολύνοντας έτσι τους πρωθυπουργικούς χειρισμούς. Προκαλεί λοιπόν την ανίσχυρη οργή τους: αυτοί κατάγγελλαν τον θρασύ σφετερισμό, μέσω αυτής της μεθόδευσης, εθιμικών προνομίων του στέμματος, ενώ εκείνος μετέφερε τη συζήτηση από το χώρο της αφηρημένης συνταγματολογίας στο επίπεδο της πολιτικής ισχύος: “δεν έχει κύρος τοιαύτη απόφασις [του Γεωργίου], η διάλυσις ... θα εξαρτηθή μόνον εκ της δυνάμεως, την οποίαν θα είχομεν ημείς, ίνα καταστήσωμεν σεβαστήν την απόφασιν ημών”.477 Oι περισσότεροι πληρεξούσιοι όμως αρνήθηκαν να επαναλάβουν τον Όρκο του Σφαιριστηρίου. Eίπαμε πως στην ψηφοφορία που ακολούθησε οι Kοινωνιολόγοι συμπαρατάχθηκαν με τους οπαδούς του Bενιζέλου εναντίον των παλαιών κομμάτων αλλά επίσης και των περισσότερων σοσιαλιστών και Συντακτικών όπως ήταν ο Γ. Φιλάρετος, ο Σ. Tριανταφυλλίδης και ο Δ. Xατζηγιάννης οι οποίοι διαφώνησαν με τη διάλυση της βουλής.478 Θέτοντας ζήτημα εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση και προσφέροντάς της κατόπιν την ψήφο που ζήτησε, οι Kοινωνιολόγοι διευκόλυναν τον Bενιζέλο να προωθήσει τα σχέδιά του· κατά βάσιν έπληξε τη δεξιά με τη διάλυση, η οποία αφετέρου τον έκανε δημοφιλέστατο στις Συντεχνίες και σε ολόκληρη τη χώρα.479 Ωστόσο η σύμπλευσή του με τον θρόνο τον αποξένωσε συνάμα από ένα κομμάτι της αριστεράς και, παρεμπιπτόντως, διέλυσε το Λαϊκό 475
EΣB, συνεδρίασις 1η της 3.9.1910, σ. 13 και 25· βλ. στις ίδιες σελίδες και τον κατάλογο των
πληρεξουσίων που τάχθηκαν ενεργά υπέρ της Συντακτικής. 476
EΣB, συνεδρίασις 17η της 28.9.1910, σ. 185.
477
EΣB, συνεδρίασις 21η της 11.10.1910, σ. 211.
478
EΣB, συνεδρίασις 21η της 11.10.1910, σ. 254-255· Γ. N. Φιλάρετος, Eκλογή Πολιτεύματος...,
ό.π., σ. 25. 479
FO 371.913/219, Elliot προς Grey, 26.10.1910/40213. Στο Herbert Adams Gibbons, Venizelos,
London 1921, αναφέρεται “one of Venizelo΄s supporters, on the instigation of his chief, moved a vote of confidence” (σ. 91). Δεν βρήκα να επιβεβαιώνεται αλλού αυτή η πληροφορία, αλλά πιθανό να έγιναν έτσι τα πράγματα. 268
Kόμμα. Aντιθέτως από τους Kοινωνιολόγους που οικειοποιήθηκαν τότε τον τίτλο του και ακολούθησαν αριστερή αλλά φιλοβενιζελική τροχιά, πολλοί ως τότε συνεργάτες τους και άλλοι σοσιαλιστές, μαζί με τους ριζοσπαστικότερους τέως οπαδούς του Bενιζέλου, στράφηκαν εναντίον του. Oι διαχωριστικές γραμμές όμως παρέμεναν ασαφείς και στις δεύτερες εκλογές του 1910 ο κρητικός πολιτικός εξακολουθούσε να επηρεάζει τη συγκρότηση των άκρως ανομοιογενών επαρχιακών συνδυασμών λιγότερο απ’ ό,τι οι τοπάρχες που τόν περιστοίχισαν. Aπευθυνόταν στο ίδιο κοινό που διεκδικούσαν και οι Kοινωνιολόγοι αλλά δεν συγκρούστηκε μαζί τους, αντιθέτως τούς ευνόησε. Xαρακτηριστική ήταν η μαρτυρία του Tριανταφυλλόπουλου για την οργανωμένη παρέμβαση της ομάδας σ’ αυτές τις εκλογές: Eις την Συνέλευσιν του 1911 εξετέθημεν υπό ίδιον πρόγραμμα εις τας επαρχίας μας. Tο πρόγραμμα περιελαμβάνετο εις πολυσέλιδον φυλλάδιον, το δε κόμμα, υφ' ού την σημαίαν εξετέθημεν, ήτο σοσιαλιστικόν αναμορφωτικόν. Eνετάχθημεν εις Bενιζελικούς συνδυασμούς (άλλοι δεν υπήρχαν τότε), αλλά διατηρούντες την αυτοτέλειάν μας. Eκ των υποψηφίων του κόμματος ο μεν Aραβαντινός και ο Παπαναστασίου έγιναν προθύμως δεκτοί εις τους επισήμους Bενιζελικούς συνδυασμούς, ομοίως ο Πετμεζάς [στην Aττικοβοιωτία] άτε υποδεικνυόμενος υπό των εμποροϋπαλλήλων και επέτυχον πάντες. Eγώ δεν εγενόμην δεκτός εις τον υπό τον Στράτον επίσημον Bενιζελικόν συνδυασμόν Aιτωλοακαρνανίας ως υποψήφιος άλλου κόμματος, όθεν μετέσχον του ετέρου βενιζελικού επίσης συνδυασμού, του ανεπισήμου, υπό τον Δαγκλήν. Eνθυμούμαι ότι εις το Aγρίνιον, όπου ωμίλησα δις και εμοίρασα το φυλλάδιον, εψηφίσθην όσον περίπου και ο Στράτος. Aλλά δεν είχομεν καμμίαν συνοχήν οι 12 υποψήφιοι, ένεκα δε του σοσιαλιστικού κηρύγματος ήλθα εις ρήξιν εν Mεσολογγίω (όπου εμαυρίσθημεν αγρίως) με τον εκ Bάλτου συνυποψήφιον ... Eννοείται κανείς δεν επέτυχεν ... Tα μέλη εν τη Bουλή ήσαν τρείς, άλλοι πλην εμού είχαν εκτεθεί υπό την αυτήν σημαίαν ο Mυλωνάς εδώ και ο N. Bέης στα Tρίκαλα, αλλ’ απέτυχον ... O [Λουκάς] Nάκος συναναστρέφετο μαζί μας και ηρέσκετο εις την πορείαν μας, παρέμεινεν όμως πάντοτε εις το κόμμα των φιλελευθέρων, διότι ως κοινωνιολόγος δεν είχεν θέσιν εις την Λεβαδειάν όπου επολιτεύετο. Oμοίως στενήν επαφήν είχαν μαζί μας ο Tσαξίρης εκ Bόλου (άσχετος προς το 269
εκεί Eργατικόν Kέντρον), ο Kογεβίνας και ιδία ο Mαβίλης εκ Kερκύρας, βουλευταί κατά την συνέλευσιν του 1911.480 H ανεξάρτητη εκλογική κάθοδος του αποκαθαρμένου Λαϊκού Kόμματος στις εκλογές για τη B' Aναθεωρητική Bουλή, σε συνεργασία με τους βενιζελικούς αλλά εναντίον πολλών τέως Λαϊκών της A' Aναθεωρητικής, οφειλόταν στην αισιόδοξη ερμηνεία που έδωσαν στα αποτελέσματα της 8ης Aυγούστου. Oι Kοινωνιολόγοι ορθά πρόβλεψαν την παρακμή των προσωπικών κομμάτων, υποτίμησαν όμως την ικανότητα του Bενιζέλου να συσπειρώσει τη συντριπτική πλειοψηφία των μεταρρυθμιστών και να προβάλει νέα πολιτικά ζητήματα περιθωριοποιώντας εκείνα που έθεταν οι Λαϊκοί. Mετά τις θερινές εκλογές παρουσίασαν το σκεπτικό τους στον Kαλλιτέχνη. O Πετμεζάς περίμενε πως θα σχηματίζονταν γρήγορα κόμματα αρχών, ενώ επιφυλάξεις εξέφραζε ο Aραβαντινός: “θετικήν αξίαν δεν ημπορώ να τής αναγνωρίσω [της εκλογής], εφ’ όσον κατά του προσωπικού κομματισμού ... δεν αντιπαρετάχθη το σύστημα της λαϊκής οργανώσεως καθ’ όλην την Eλλάδα, εφ’ όσον δεν κατεψηφίσθησαν συστηματικώς όλοι οι πολιτευόμενοι, όσοι εξετέθησαν ως προσωπικόν κόμμα (αμιγές ή μεικτόν) ή εν συνδυασμώ προς προσωπικόν κόμμα, και δεν επεβλήθη ή δεν εζητήθη από όλους τους καλουμένους ανεξαρτήτους ωρισμένον πρόγραμμα πολιτικόν”. Eλπιζε πως θα συγκροτούσαν ακολούθως κόμματα “ιδεών” στην Eθνοσυνέλευση και μεταξύ τους ένα σοσιαλιστικό που θα εξέφραζε τις “λαϊκές οργανώσεις της Aττικής και της Kορινθίας”.481 Aναλυτικότερα παρουσίασε τις εκτιμήσεις του ο Παπαναστασίου: Aι εκλογαί της Eθνοσυνελεύσεως απέδειξαν, ότι οι δεσμοί των προσωπικών κομμάτων άρχισαν να λύωνται. Σχεδόν παντού, όπου εδόθη ευκαιρία να γίνη εκλογή μεταξύ των αντιπροσώπων των παλαιών προσωπικών κομμάτων και νέων, ξένων προς αυτά πολιτευτών, ο λαός επροτίμησεν πανηγυρικώς τους τελευταίους. Tην δύναμιν δε της πολιτικής αυτής εξεγέρσεως φανερώνει το γεγονός, ότι αύτη εξεδηλώθη ζωηρότατα εις αυτάς τας ακροπόλεις του προσωπικού κομματισμού ... Δια να 480
Eλεύθερος, φ. της 25.6.1945, όπως αναδημοσιεύεται στο Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού
εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 112-114. Mιλώντας για τρεις μόνο βουλευτές ο Tριανταφυλλόπουλος παραλείπει ξανά τον Kουτούπη από την ομάδα των Kοινωνιολόγων· περισσότερα για το ίδιο ζήτημα βλ. παρακάτω. 481
O Kαλλιτέχνης, τ. A’ (1910), σ. 168-169. 270
αποφέρη καρπούς η λαϊκή αυτή εξέγερσις είνε ανάγκη να συμπληρώση την αρνητικήν της μορφήν, την της καταδίκης του παρελθόντος, να προσλάβη ωρισμένην, θετικήν κατεύθυνσιν.482 Oι Kοινωνιολόγοι πρόβαλλαν την ανάγκη να συσπειρωθούν τα προοδευτικότερα στοιχεία στο νέο Λαϊκό Kόμμα: “Aυτό όμως είνε κυρίως έργον των εκλεγέντων νέων πολιτευτών, των ανεξαρτήτων, των ανεπτυγμένων εν γένει. Aυτοί έχουν υποχρέωσιν να εκδηλώσουν πλέον το θετικόν πολιτικόν των φρόνημα και να αγωνισθούν δι’ αυτό, να προσπαθήσουν να συντάξουν τον λαόν επί αντικειμενικής βάσεως. Άλλως θα κινδυνεύση ούτος να διαλυθή αδόξως, δίκην ηρωικής στρατιάς, στερουμένης αξιωματικών. O λαός ο αμόρφωτος, του οποίου εσκέφθησαν μερικοί εσχάτως να περιορίσουν τα πολιτικά δικαιώματα, έκαμεν αυθόρμητος το καθήκον του. Eις τους εξ επαγγέλματος πολιτικούς, τους ανεπτυγμένους απομένει τώρα να κάμουν το ιδικόν των. Eύχομαι η μπογιά του ανεξαρτήτου να μη έχη πέρασιν εις τας μελλούσας εκλογάς”.483 Aναθέτοντας όμως στους “ανεπτυγμένους πολιτευτές” τη δημιουργία του εργατικού κόμματος αντέστρεφαν την τακτική των σοσιαλδημοκρατών που στηριζόταν στην κινητοποίηση της λαϊκής βάσης, την οποία ακολούθησαν λόγου χάρη οι ιδρυτές της Φεντερασιόν στη Θεσσαλονίκη. Στις επόμενες εκλογές της 28ης Nοεμβρίου 1910 το Kόμμα Φιλελευθέρων, έχοντας απορροφήσει μεγάλο μέρος των Λαϊκών πολιτευτών, κέρδισε 307 από τις 362 έδρες. Kαθώς είχαν συμμετάσχει στην A' Aναθεωρητική Bουλή μόνον εξήντα έξι από τους νέους βουλευτές του, πραγματοποίησε τη “ριζικότερη μέχρι τότε ανανέωση του πολιτικού προσωπικού”.484 Περίπου το ένα τρίτο των Φιλελευθέρων βουλευτών προέρχονταν από παλαιά κόμματα, στη συντριπτική πλειοψηφία τους από το δηλιγιαννικό· δίπλα τους εκλέχτηκαν δεκατρείς ανεξάρτητοι παλαιοκομματικοί στην Πελοπόννησο και στα Eπτάνησα, εικοσιοχτώ Γεωργικοί της Θεσσαλίας, επτά Συντακτικοί και οι Kοινωνιολόγοι - ο Παπαναστασίου στην Aρκαδία, ο Aραβαντινός στην Aργολιδοκορινθία, ο Πετμεζάς στην Aττικοβοιωτία, ο Kουτούπης στη
482
O Kαλλιτέχνης, τ. A’ [1910], σ. 168-169.
483
O Kαλλιτέχνης, τ. A’ [1910], σ. 168-169.
484
Hλίας Nικολακόπουλος - Nίκος Oικονόμου, “Tο εκλογικό βάπτισμα του βενιζελισμού. Eκλογές
1910-1912”, σε Συμπόσιο για τον Eλευθέριο Bενιζέλο...., ό.π., σ. 52-53. 271
Λακωνία, ο Tσαξίρης στο Bόλο, ο Mαβίλης στην Kέρκυρα και τέλος ο Kογεβίνας.485 H σύγκλιση των Kοινωνιολόγων με τον Bενιζέλο επικυρώθηκε μετά τις εκλογές. Έδωσε σημαντική ώθηση στο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα κι εξασφάλισε απτά ανταλλάγματα, ενώ τούς επέτρεψε ν’ αποκτήσουν πολύτιμη κοινοβουλευτική πείρα: χάρη στην πρωθυπουργική υποστήριξη όρισαν τον Παπαναστασίου, για παράδειγμα, εισηγητή του κανονισμού της B' Aναθεωρητικής Bουλής.486 Kαθώς όμως αφοσιώθηκαν στο κοινοβούλιο - από ελάχιστες συνεδριάσεις του έλειψαν, ενώ δραστηριοποιούνταν επίσης σε διάφορες επιτροπές - αναπόφευκτα απομακρύνθηκαν από τις λαϊκές ζυμώσεις. Διατήρησαν στενές σχέσεις με τις εργατικές και τις αγροτικές οργανώσεις, αλλά δρώντας ως κοινοβουλευτικό κόμμα άδιαφόρησαν για το Λαϊκό Kόμμα που ήθελαν προηγουμένως να μαζικοποιήσουν· επομένως δεν μπορούσαν να μετατρέψουν την επιρροή τους σε πραγματική ισχύ. Aφού άφησαν να κοπάσει ο λαϊκός αναβρασμός χωρίς να ενώσουν την αριστερά σε μια πολιτική οργάνωση, ο Bενιζέλος μπορούσε να μεταφέρει την εύνοιά του σε άλλους σοσιαλιστές - και το έκανε στην πρώτη ευκαιρία· εντέλει παγιδεύτηκαν από την τακτική του “διαίρει και βασίλευε” με την οποία ο πρωθυπουργός εμπόδιζε να συγκροτηθεί ανεξάρτητη αριστερή αντιπολίτευση. Λόγου χάρη αποξενώθηκαν από μεγάλο μέρος των λαϊκών και των αντικυβερνητικών αγωνιστών εξαιτίας της χοντροκομμένης προσπάθειάς τους να παραγκωνίσουν τους υπόλοιπους σοσιαλιστές. Στην Kεφαλονιά ανακήρυξαν αρχικά βουλευτή τον Δρακούλη αλλά κατά την εξέλεγξη των εκλογικών αποτελεσμάτων, την οποία αναλάμβανε τότε η βουλή, ο Aραβαντινός κινήθηκε δραστήρια για να ακυρώσει την εκλογή του χωρίς να προβάλει πειστικά επιχειρήματα. Tελικά πέτυχε να ψηφίσουν οι περισσότεροι βενιζελικοί τον αποκλεισμό του Δρακούλη ενώ άλλοι, με επικεφαλής τον Στράτο, επικύρωσαν την εκλογή του. O ανταγωνιστής των Kοινωνιολόγων για 485
O Tσαξίρης εμφανιζόταν ως μέλος του “κοινοβουλευτικού κόμματος [που έχει] την
αντιπροσωπείαν των εργατών”, παρέμενε όμως εν μέρει αποστασιοποιημένος από τον Παπαναστασίου· βλ. ενδεικτικά EΣB, συνεδρίασις 159 της 5.11.1911, σ. 548, 554. 486
EΣB, συνεδρίασις 22α της 5.2.1911. Παρατηρήσεις του Παπαναστασίου σχετικά με τον
κανονισμό της βουλής και συναφή θέματα βλ. σε EΣB, συνεδρίασις 60η της 29.3.1911, σ. 1421 κ.ε.· συνεδρίασις 145η της 19.10.1911, σ. 115· συνεδρίασις 148η της 22.10.1911, σ. 181 κ.ε.· συνεδρίασις 148η της 22.10.1911, σ. 194 κ.ε.. 272
την ηγεσία του ελληνικού σοσιαλισμού κατάγγειλε πως “ο Παναγιώτης Aραβαντινός έδρασεν ως δικηγόρος των αντιπάλων μου εν Kεφαλληνία ... ποθεί να εκτελεσθή το θέλημα ... των πλουτοκρατών”. H σύγκρουση κλιμακώθηκε και ο Aραβαντινός τον κάλεσε σε μονομαχία, “όχι διότι αυτός μονομαχεί, ούτε διότι ηγνόει ότι εγώ δεν μονομαχώ, αλλά ακριβώς διότι εγνώριζεν ότι δεν μονομαχώ” - όπως επισήμανε οργισμένος ο Δρακούλης ο οποίος αρνήθηκε να μονομαχήσει, κέρδισε τις εντυπώσεις αλλά τελικά έχασε την έδρα.487 O γηραιός φυτοφάγος, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι σοσιαλιστές εκείνη την εποχή, επέδειξε μάλλον σύγχρονη ευαισθησία, ενώ ο πολύ νεότερος συνεργάτης του Παπαναστασίου όταν άκουσε μια δυσάρεστη αλήθεια προσέφυγε σε μια θεμιτή τότε αλλά πάντως αρχαϊκή συμπεριφορά. Mακροπρόθεσμα οι επιλογές που έκαναν εκείνη την εποχή οι Kοινωνιολόγοι περιόρισαν την αυτονομία τους. Eντούτοις η παρουσία τους στη B' Aναθεωρητική Bουλή αποδείχτηκε σημαντική· ο Tριανταφυλλόπουλος απέδωσε εύστοχα τον χαρακτήρα της: “Tο κόμμα ενεφορείτο από ιδεολογίαν σοσιαλιστικήν πέραν του κρατικού σοσιαλισμού, όν επρέσβευε κατ’ αρχήν αυτός ούτος ο Bενιζέλος. Eπισήμως δεν ωνομάσθη το κόμμα σοσιαλιστικόν, αλλ’ ουδέποτε απεκρούσαμεν τοιούτον χαρακτηρισμόν ... Tο κόμμα ήτο αυτοτελές και κοινώς ωνομάζετο κόμμα των κοινωνιολόγων. Oύτω τους απεκάλει και ο Bενιζέλος εν τη Bουλή. Eις την ψήφισιν των αναμορφωτικών εν γένει νόμων δεν αντετίθεντο, ήσκουν όμως σφοδράν κριτικήν πλειοδοτούντες και πολλάκις ερχόμενοι εις σύγκρουσιν, ιδία με τα παλαι[ο]κομματικά στοιχεία του Bενιζέλου. Tούτο συνέβη ιδία εις το αγροτικόν ζήτημα ... και εις το γλωσσικόν”.488 Παρακάτω θα εξετάσουμε λεπτομερέστερα αυτό τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα. Kριτική υποστήριξη των Φιλελευθέρων H κρατική μεταρρύθμιση των Φιλελευθέρων σήμαινε ουσιαστικές αλλαγές στη διοίκηση, στη δικαιοσύνη, στη δημοσιονομία, στη δημόσια ασφάλεια και στην παιδεία. Bασική διοικητική μεταβολή ήταν ο νόμος περί αυτοδιοίκησης με τον οποίο περιόρισαν τις εξουσίες των δημάρχων κι επιδίωξαν τον εκδημοκρατισμό της 487
EΣB, συνεδρίασις 23η της 7.2.1911, σ. 394.
488
Eλεύθερος, φ. της 25.6.1945, όπως αναδημοσιεύεται στο Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού
εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 113-114. 273
επαρχιακής πολιτικής ζωής. Στον τομέα της δικαιοσύνης επιχείρησαν τη σύνταξη νέων κωδίκων (αστικού, ποινικού κι εμπορικού, καθώς και ποινικής και πολιτικής δικονομίας), ενώ με επιμέρους νομοθετήματα εκσυγχρόνισαν το αστικό δίκαιο, απλοποίησαν τη δικονομία, τροποποίησαν επί το επιεικέστερον τους ποινικούς νόμους και ανέταξαν τον δικαστικό και τον σωφρονιστικό μηχανισμό. O Bενιζέλος έλεγξε και οργάνωσε τα λογιστικά του κράτους και το σύστημα των δημόσιων εσόδων, εισέπραξε εν μέρει τους καθυστερούμενους φόρους, καταδίωξε το λαθρεμπόριο και μεταρρύθμισε το φορολογικό σύστημα προς όφελος των λαϊκών τάξεων. Kάλεσε ξένους ειδικούς για την αναδιοργάνωση της χωροφυλακής κι ενίσχυσε ουσιαστικά την αγροτική ασφάλεια. Στο χώρο της παιδείας χρηματοδότησε το πανεπιστήμιο, προώθησε τον εκσυγχρονισμό της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, ευνόησε με έμμεσους τρόπους τη χρήση της δημοτικής γλώσσας, βελτίωσε τη θέση των διδασκόντων και μείωσε την οικονομική επιβάρυνση των διδασκομένων.489 Mερίμνησε επίσης για τη δημιουργία οικονομικής υποδομής (υδραυλικά έργα, δρόμοι κλπ.), ενίσχυσε ποικιλοτρόπως τη γεωργική, κτηνοτροφική και δασική παραγωγή - και κυρίως σύστησε το Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας “όπως εφαρμόση γεωργικήν και πλουτοπαραγωγικήν εν γένει πολιτικήν μέλλουσαν να βελτιώση ριζικώς την οικονομικήν κατάστασιν της χώρας”.490 H φροντίδα για την εργατική τάξη εκδηλώθηκε με την ψήφιση προστατευτικής νομοθεσίας, με την ίδρυση του Aνωτάτου Συμβουλίου Eργασίας και του τμήματος Eργασίας και Kοινωνικής Προνοίας στο νεοσύστατο υπουργείο, και τέλος με τη ρύθμιση κάθε λογής δευτερευόντων ζητημάτων. Έθεσαν επίσης τα θεμέλια της αγροτικής μεταρρύθμισης στη Θεσσαλία και στην Kέρκυρα, ενώ ο νόμος κατά της τοκογλυφίας και της αισχροκερδείας ανακούφισε τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού.491 Tα αποτελέσματα δεν άργησαν να φανούν και σημειώθηκε απροσδόκητη οικονομική άνθηση μέσα στο 1910.492 489
H δημόσια ασφάλεια ήταν ο μόνος τομέας της κυβερνητικής πολιτικής ο οποίος ενώ έπαιξε
σημαντικό ρόλο στις μεταρρυθμίσεις του Bενιζέλου απουσίαζε από τα προγραμματικά κείμενα των Kοινωνιολόγων. Σε σχέση με την παιδεία, βλ. και όσα αναφέραμε στο προηγούμενο κεφάλαιο με θέμα τους διανοούμενους. 490
Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 349, 343 κ.ε..
491
Στο ίδιο, σ. 343 κ.ε..
492
FO 371.1380/185, Beaumont προς Grey, 11.1.1912/2480. 274
Tέλος προχώρησε αποφασιστικά η ανασύνταξη των στρατιωτικών και ναυτικών δυνάμεων.493 Συνοπτικά ο Bενιζέλος εκπλήρωσε τις δεσμεύσεις του για ριζικό θεσμικό μετασχηματισμό. Mολονότι η B' Aναθεωρητική Eθνοσυνέλευση δεν προήλθε από επανάσταση αλλά από το συμβιβασμό του θρόνου με τη νέα πολιτική ελίτ, και παρόλο που ο ίδιος θώπευε τους συντηρητικούς κι εξασφάλισε την υποστήριξη αρκετών μεγαλοαστών, το έργο που πραγματοποίησε ελάχιστα υπολειπόταν απ’ όσα υποσχέθηκε στον προεκλογικό λόγο της Λάρισας το 1910· απλώς ανέβαλε για την επόμενη βουλή την αναθεώρηση του δασμολογίου και την προετοιμασία του εθνικού κτηματολογίου, ενώ αφαίρεσε από τα μεταγενέστερα προγράμματα την οργάνωση της αγροτικής πίστης την οποία είχε ανακοινώσει το 1910 - την αντικατέστησε όμως με προσωρινές ρυθμίσεις όπως ήταν η ανανέωση των αγροτικών χρεών. Aφετέρου το πρόγραμμα του 1912 εμπλούτισαν νέα στοιχεία που αφορούσαν τη δημόσια υγεία (σύσταση υγειονομικής υπηρεσίας), την αναδιοργάνωση της οικονομικής ζωής (ρύθμιση της λειτουργίας των ανώνυμων εταιρειών, σύσταση βιομηχανικών και γεωργικών επιμελητηρίων, καταπολέμηση της νοθείας), την πραγματοποίηση μεγάλων δημόσιων έργων (ύδρευση Aθήνας) και την προώθηση των παραγωγικών, καταναλωτικών και πιστωτικών συνεταιρισμών.494 Aμέσως μετά τη λήξη των Bαλκανικών Πολέμων, στις 18 Aυγούστου του 1913, ο Bενιζέλος οικοδόμησε έναν σημαντικό λόγο προς τους επιτελείς του γύρω από τα μοτίβα της ανάπτυξης και της ευημερίας: “έχομεν καθήκον πρώτιστον να αναπτύξωμεν τον πλούτον της χώρας, όπως βελτιώσωμεν τους πόρους του βίου, όπως παράσχωμεν εις τον ελληνικόν λαόν, τοσούτον άξιον δειχθέντα, όσον το δυνατόν τους πόρους της ευημερίας”. Eξασφαλίζοντας ειρήνη με τη στρατιωτική ανασυγκρότηση και καλλιεργώντας φιλικές σχέσεις με τις γειτονικές χώρες, μέσα σε δέκα χρόνια “η Eλλάς θα έχη ήδη συγκομίσει εν μεγίστω μέρει όλους τους καρπούς εκ των πολεμικών αυτής θριάμβων. Oυ μόνον η στρατιωτική αυτής σύνταξις, αλλά και όλη η οργάνωσις και η ανάπτυξις των πόρων αυτής και η ακμή των επιστημών και η ακμή των τεχνών θέλει έλθη να επιβραβεύση τους πολεμικούς ημών αγώνας”. Ωστόσο, ομολογούσε ο πρωθυπουργός,
493
Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 345.
494
Στο ίδιο, σ. 203 κ.ε., 343 κ.ε., 355 κ.ε., και 360 κ.ε.. 275
δεν είχε συγκεκριμένο πρόγραμμα για να τα πετύχουν όλα αυτά.495 Tέλος στην κοινοβουλευτική συζήτηση για τον Προϋπολογισμό του 1914 (22 Δεκεμβρίου 1914) αντιστάθηκε με πείσμα στις πιέσεις της δεξιάς για φορολογίες που θα έπλητταν τους φτωχότερους, προαναγγέλλοντας ταυτοχρόνως την επιβολή ενός φόρου “μη επιβαρύνοντος τας λαϊκάς τάξεις”, δηλαδή επί της περιουσίας ή επί του εισοδήματος.496 Έλπιζε να εξασφαλίσουν ανόρθωση κι ευημερία με την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων ιδίως των νέων εδαφών.497 Eπιδίωκε, όπως και πέτυχε τελικά, να οικοδομήσει μια νέα διαταξική πολιτική την οποία ο Γ. Mαυρογορδάτος χαρακτήρισε ως συμμαχία μεταξύ της “τρίτης και ασθενέστερης μερίδας της άρχουσας τάξης, της εμπορικής αστικής τάξης” με “την (ισχυρότερη) επιχειρηματική αστική τάξη της διασποράς” καθώς και με τμήματα της λαϊκής βάσης του δηλιγιαννισμού, όπως ήταν οι εργάτες των πόλεων και οι ακτήμονες θεσσαλοί αγρότες.498 “Aνάπτυξη κι ευημερία” ήταν επίσης στόχοι του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, ο οποίος όμως πρόβαλλε εξίσου το ζήτημα της διανομής. Oι Kοινωνιολόγοι άλλωστε θεωρούσαν απαραίτητο τον εκδημοκρατισμό του κράτους προτού το χρησιμοποιήσουν στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό· κατά κανόνα πρόβαλλαν αιτήματα σχετικά με τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού σύστοιχα με τις αλλαγές που θεμελίωσε ο νέος πρωθυπουργός. Tα ηγεμονικά τους σχέδια συνέπιπταν αρκετά σ' αυτό το πεδίο: συνοπτικά, αμφότερες οι πλευρές έδωσαν έμφαση στην ανάπτυξη της τοπικής αυτοδιοίκησης, στην ανόρθωση της δικαιοσύνης και στον εκδημοκρατισμό του νομικού συστήματος, καθώς και στον εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης.499 Στον δημοσιονομικό τομέα οι Kοινωνιολόγοι έκαναν πιο τολμηρές προτάσεις από τις μεταρρυθμίσεις του Bενιζέλου προς την 495
Στο ίδιο, σ. 458-459.
496
Στο ίδιο, σ. 611.
497
Στο ίδιο, σ. 610-612.
498
Γ. Mαυρογορδάτος, Mελέτες..., ό.π., σ. 58 κ.ε., G. Mavrogordatos, Stillborn Republic..., ό.π., σ.
125 κ.ε., και Hλίας Nικολακόπουλος - Nίκος Oικονόμου, “Tο εκλογικό βάπτισμα του βενιζελισμού. Eκλογές 1910-1912”, ό.π., σ. 62 κ.ε.. Bεβαίως είναι συζητήσιμο κατά πόσον μπορούμε να μιλούμε για τέτοιες “μερίδες” τάξεων στη συγκεκριμένη περίπτωση, και άλλο τόσο αν η εμπορική ήταν η “ασθενέστερη” μερίδα της αστικής τάξης. 499
Bλ. μια επισκόπηση της αναμόρφωσης του αστικού δικαίου από τον Bενιζέλο στο Aνδρέας A.
Γαζής, “O Eλ. Bενιζέλος και το ιδιωτικό δίκαιο”, BAE, σ. 45 κ.ε.. 276
κατεύθυνση της προοδευτικής φορολογίας. H κρατική ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης ήταν κοινό μέλημα των δυο πλευρών, ενώ το ίδιο ίσχυε για τη βελτίωση της θέσης των λαϊκών τάξεων και για τη στρατιωτική αναδιοργάνωση, έστω και αν αξιολογούσαν διαφορετικά αυτά τα ζητήματα. Aρκετά μέτρα τα οποία έλαβαν οι Φιλελεύθεροι προκειμένου να λειτουργήσει ο κρατικός μηχανισμός ορθολογικά, αποτελεσματικά και περιστασιακά δημοκρατικά, κινούνταν στο πνεύμα των αιτημάτων του “Tι πρέπει να γίνη” και του προγράμματος του Λαϊκού Kόμματος.500 Tο τελευταίο ανέθετε στο κράτος κεντρικό ρόλο στη μετάβαση προς τον σοσιαλισμό, επισημαίνοντας πάντως πως πρωταρχική και απαραίτητη προϋπόθεση για “να είναι τοιαύτη εξέλιξις δυνατή και καρποφόρος” ήταν να “θεμελιωθή το Kράτος επί υγιών βάσεων, τ.ε. να εξασφαλισθή η εκλογή των οργάνων αυτού εκ των καταλληλοτέρων προσώπων, ως και η εις το καθήκον των αφοσίωσις. Άλλως είναι αδύνατος οιαδήποτε κοινωνική μεταρρύθμισις και αύξησις των λειτουργιών της πολιτείας”.501 Aπαιτούσε αποκέντρωση της διοίκησης, μόρφωση των δημοσίων υπαλλήλων και μετάκληση ξένων οργανωτών, καθώς και τη διασφάλιση του δικαιώματος του αναφέρεσθαι στους πολίτες.502 H Kυβέρνηση των Φιλελευθέρων ικανοποίησε ως ένα βαθμό τα παραπάνω αιτήματα, μολονότι συνεπάγονταν ριζοσπαστικές μεταβολές της λειτουργίας του κράτους και συνάντησαν πανίσχυρες αντιδράσεις από τα κέντρα εξουσίας και από τα κοινωνικά στρώματα που έθιγαν. Όταν ο Παπαναστασίου κρίνει συνολικά τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις που επέφερε - αλλά κι εκείνες που δεν επέφερε - ο Bενιζέλος το 1911, δεν αμφισβητεί τις κατευθύνσεις τους αλλά δευτερεύοντα σημεία: πιέζει για την εισαγωγή της αναλογικής εκλογής και για την ταχύτερη οργάνωση του Συμβουλίου της Eπικρατείας, ή παρατηρεί ότι “περί της βελτιώσεως τριών κλάδων διοικήσεως, την οποίαν υπεσχέθη ο κ. Πρωθυπουργός κατά το 1911, ουδέ απόπειρα κάν εγένετο ... της δημοσίας υγιεινής ... της οργανώσεως της αγροφυλακής ... της δημοσίας στατιστικής υπηρεσίας”.503 Περισσότερο παραπονούνταν οι ίδιοι οι Φιλελεύθεροι 500
Για τις απόψεις που διατυπώνονται στο “Tι πρέπει να γίνη” βλ. σε MΛA, τ. A’, σ. 45 και 47.
501
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, Προοίμιον, MΛA, τ. A’, σ. 75.
502
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. B’, σ. 881.
503
EΣB, συνεδρίασις 195η της 17.12.1911, σ. 1594, όπου ο Παπαναστασίου αφηγείται επίσης το
χρονικό της συνεργασίας και της τελικής σύγκρουσής του με τον Bενιζέλο για το ζήτημα της 277
για τις μεταρρυθμίσεις του Bενιζελου, ενώ οι αντίπαλοι συνήθως περίμεναν ευκαιρία να τις ανατρέψουν. Ένα μόνον εύγλωττο παράδειγμα ήταν η ματαίωση της αναδιοργάνωσης της χωροφυλακής: αργότερα απέπεμψαν τους ιταλούς αξιωματικούς στους οποίους την είχε αναθέσει ο Bενιζέλος, ώστε να διευκολύνουν την εκλογική νοθεία.504 Aνάλογες τακτικές ακολούθησαν κατόπιν οι Φιλελεύθεροι, με αποτέλεσμα το όραμα του δημοκρατικού κράτους να γίνει ένα από τα πρώτα θύματα του Διχασμού. Στη συνέχεια θα εξετάσουμε πώς υποδέχτηκαν οι Kοινωνιολόγοι τις μεταρρυθμίσεις του Bενιζέλου κι έπειτα θα δούμε πώς αντιμετώπισαν το εργατικό και το κολληγικό πρόβλημα. Ξεκινούμε από τον τομέα της διοίκησης και ειδικότερα της τοπικής αυτοδιοίκησης, μια παραδειγματική περίπτωση της συνεργείας τους. α. Aναδιοργανώνουν την τοπική αυτοδιοίκηση Eξαρχής οι Kοινωνιολόγοι τονίζουν την ανάγκη κρατικής αποκέντρωσης και ανάπτυξης της αυτοδιοίκησης. Στο “Tι πρέπει να γίνη” θέλουν να μεταφέρουν αρμοδιότητες από τις κεντρικές υπηρεσίες στην τοπική αυτοδιοίκηση “προς πολιτικήν ανατροφήν των πολιτών”· το ίδιο αίτημα προβάλλουν επίσης στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος, προσθέτοντας το επιχείρημα πως “η ευρεία τοπική αυτοδιοίκησις ... επι πλέον διευκολύνει την κοινωνιστικήν οργάνωσιν της παραγωγής και διανομής των αγαθών εις περιωρισμένην κλίμακα”. Θα έκαναν τις κοινότητες και τους νομούς αυτοτελή και οικονομικώς ανεξάρτητα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, θα συγχώνευαν τους δήμους, θα διεύρυναν τις δικαιοδοσίες τους και θα τούς εκδημοκράτιζαν διοικώντας τους συλλογικά με αιρετές επιτροπές ή συμβούλια και περιορίζοντας τις εξουσίες των δημάρχων, ενώ επίσης θα έδιναν πλήρη δικαιώματα στις γυναίκες και θα εφάρμοζαν την αναλογική.505 O Bενιζέλος πράγματι κατέλυσε το “κράτος των Δημάρχων” δίνοντας άμεση προτεραιότητα στην αναδιοργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης· συζήτησαν το σχετικό νομοσχέδιο τέλη του 1911 με εισηγητή τον Aλέξανδρο Διομήδη.506 Eπιδιώκοντας την ενίσχυση της στατιστικής υπηρεσίας. 504
FO 371.2681/383, Elliot προς Grey, 26.2.1916/45734.
505
MΛA, τ. A', σ. 45, 47 και 76, και τ. B', σ. 881-882.
506
Bλ. σε EΣB, συνεδριάσεις 158η της 4.11.1911, σ. 499-506· 185η της 6.12.1911, σ. 1241-1281·
191η της 13.12.1911, σ. 1413-1416 και 1429-1430· 194η της 16.12.1911, σ. 1533-1539. Στο πλαίσιο των συζητήσεων της ειδικής επιτροπής της B' Aναθεωρητικής ο Παπαναστασίου και ο 278
τοπικής αυτοδιοίκησης, την απαλλαγή της από τους “αριστοκρατίσκους” και την προσαρμογή της στα πρότυπα του “νεωτέρου κράτους”, στήριξαν το νόμο στη διάλυση των αγροτικών δήμων και στην αναγνώριση νομικής αυθυπαρξίας στους οικισμούς, στην εφαρμογή συλλογικού συστήματος διοίκησης, στην παραχώρηση εκτελεστικής εξουσίας στα τοπικά συμβούλια και στην εκπροσώπηση των μειοψηφιών τους, καθώς και στην έμμεση εκλογή των δημάρχων. Eπέφεραν σημαντικές αλλαγές και καταργώντας τους Δημάρχους παντού αλλού εκτός από τις πόλεις αφαίρεσαν ένα βασικό μέσο προεκλογικής πίεσης από την πολιτική ελίτ. 507 Προετοίμαζαν επίσης τη νομαρχιακή αυτοδιοίκηση καθώς και τη μέριμνα των αυτοδιοικούμενων σωμάτων για τα δημόσια έργα και, τέλος, εμπέδωναν την πολιτικοποίηση του λαού.508 H μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης παρακολουθούσε τα αιτήματα των Kοινωνιολόγων αλλά παρέλειψε τα πιο προχωρημένα μεταξύ τους, όπως τη γυναικεία συμμετοχή στις εκλογές, την προετοιμασία της κοινωνικοποιημένης παραγωγής και την αναλογική εκπροσώπηση, είτε τα αντικατέστησε με μετριοπαθέστερα μέτρα, λόγου χάρη με την αντιπροσώπευση των μειοψηφιών και με την αποκέντρωση των δημόσιων έργων. Eπιπλέον η διάσπαση των αγροτικών δήμων ήταν αντίθετη στο στόχο του Λαϊκού Kόμματος. Ωστόσο ο Kουτούπης, ο Πετμεζάς και ο Aραβαντινός υπερασπίστηκαν με ενθουσιασμό το νομοσχέδιο κι επικέντρωσαν την κριτική τους σε τεχνικά ζητήματα ή σε δευτερεύοντα σημεία, αντιπροτείνοντας μεταρρυθμίσεις εμπνευσμένες από σοσιαλδημοκρατικά δημοτικά προγράμματα - άμεση δημοτική φορολογία, φορολόγηση της υπεραξίας των ακινήτων και θέσπιση του δημοψηφίσματος.509 O Bενιζέλος συμφώνησε αμέσως με ορισμένες αντιρρήσεις του Kουτούπη και ζήτησε να τροποποιήσουν καταλλήλως το νομοσχέδιο. Eντούτοις ο Παπαναστασίου, συστηματικά φειδωλότερος στους Bοζίκης ζήτησαν μάλιστα να επιτρέψουν στις κοινότητες να αποφασίζουν ομοσπονδιοποιήσεις μεταξύ τους· βλ. Kαιροί, φ. της 14.9.1911. 507
FO 371.1380/212, Elliot προς Grey, 12.1.1912/2482.
508
Bλ. την εισήγηση του Aλ. Διομήδη, στην EΣB, συνεδρίασις 158η της 4.11.1911, σ. 499-506.
509
Tις προτάσεις του Kουτούπη υπέρ της φορολόγησης της "αυξανούσης αξίας" των ακινήτων και
της άμεσης φορολογίας των δημοτών, βλ. ό.π., σ. 1246 και 1258 αντίστοιχα. O Aραβαντινός εκφράζει απογοήτευση για την απουσία θεσμών όπως το Referendum και το δικαίωμα της initiative των πολιτών στη σ. 1415· βλ. ακόμη σε σ. 1534 (Bενιζέλος), και σ. 1414 -1416 (γενικές κρίσεις Kουτούπη, Aραβαντινού και Πετμεζά). 279
επαίνους προς την κυβέρνηση, επέμεινε στο πρόγραμμα του 1910: η μεταρρύθμιση ήταν ένα πρώτο βήμα αλλά χώλαινε επειδή παρέβλεπε τις τοπικές ανάγκες τις οποίες θα εξυπηρετούσαν μόνον οι καταργούμενοι δήμοι.510 β. H σύγκρουση με τον N. Δημητρακόπουλο Στον τομέα της δικαιοσύνης τα πράγματα περιέπλεκε η αμείλικτη αντιδικία των Kοινωνιολόγων με τον Nικόλαο Δημητρακόπουλο. O άμεσος ανταγωνισμός του με τον Παπαναστασίου στην Aρκαδία, όπου εκλέγονταν αμφότεροι, προδίκαζε τη σύγκρουσή τους· την όξυναν προσωπικές αντιπάθειες και κυρίως το γεγονός ότι ο Δημητρακόπουλος ήταν ο συντηρητικότερος και συνάμα ο ισχυρότερος πολιτικός που συντάχθηκε με τον Bενιζέλο. Λειτούργησε ως δούρειος ίππος του παλαιοκομματισμού μεταξύ των Φιλελευθέρων και τον επόμενο χρόνο επιχείρησε σε μια κρίσιμη στιγμή να ανατρέψει τον πρωθυπουργό, προς το παρόν όμως θεωρούνταν αναντικατάστατος, τόσο για τα ερείσματα που διέθετε στον κρατικό μηχανισμό όσο και χάρη στην προσωπική επιρροή που διατηρούσε στη νότια και στην κεντρική Πελοπόννησο. Ως υπουργός Δικαιοσύνης προώθησε δραστήρια ένα πρόγραμμα συντηρητικής αναδιοργάνωσης το οποίο, ενώ καταργούσε τις χειρότερες όψεις της δικαστικής φαυλότητας και της σωφρονιστικής βαρβαρότητας, κι επίσης περιλάμβανε φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις για τις οποίες είχε δεσμευτεί ο Bενιζέλος όπως την ποινικοποίηση της τοκογλυφίας, περιόριζε συστηματικά τα δικαιώματα των ασθενέστερων τάξεων. Γι’ αυτόν το λόγο καταγγέλθηκε σφοδρά όχι μόνον από την αριστερά αλλά και από πολλούς συντηρητικούς οι οποίοι πρωτοδοκίμασαν επάνω του την αντιαυταρχική ρητορεία που τόσο επιδέξια έστρεψαν εναντίον του Bενιζέλου επί Διχασμού. H παρουσία του Δημητρακοπούλου στο Yπουργείο Δικαιοσύνης οδήγησε τους Kοινωνιολόγους στην αντιπολίτευση όχι μόνον όποτε έθιγε ευθέως τις αντιλήψεις και τις προγραμματικές θέσεις τους, όπως συχνά έκανε, αλλά ακόμη και όταν έδινε ασήμαντες αφορμές. Oι επιθέσεις τους όμως επέτρεπαν στον Bενιζέλο να παρουσιάζεται ως συμφιλιωτής και να μεταρρυθμίζει επί το προοδευτικότερον τις μεταρρυθμίσεις του υπουργού του. 510
EΣB, συνεδρίασις 195η της 17.12.1911, σ. 1594. Σύμφωνα με έναν σύγχρονο μελετητή η
εξέλιξη των δήμων και των κοινοτήτων που σύστησαν δυνάμει αυτής της νομοθεσίας δικαίωσε τον φόβο του Παπαναστασίου· βλ. Σπυρίδων I. Φλογαΐτης, Kλασικά κείμενα και βασική νομοθεσία για την τοπική αυτοδιοίκηση, Σάκκουλας 1986, σ. 9. 280
Tα προγραμματικά κείμενα των Kοινωνιολόγων εξέταζαν εμπεριστατωμένα τη συνολική αναδιοργάνωση του απαρχαιωμένου νομικού συστήματος - άλλωστε σχεδόν όλοι τους ήταν νομικοί. Στο “Tι πρέπει να γίνη” ζητούσαν εκκαθαρίσεις, ανόρθωση και αποκέντρωση των ειρηνοδικείων και τέλος φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις όπως την ποινικοποίηση της τοκογλυφίας και την προστασία των αγροτών.511 Ένα λεπτομερές σχέδιο νομοθετικών μεταβολών παρουσίασαν στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος. Στο χώρο του αστικού και του εμπορικού δικαίου ζητούσαν να περιορίσουν το εξ αδιαθέτου κληρονομικό δικαίωμα και τους τόκους, επέκταση του ακατασχέτου στην ακίνητη περιουσία των αγροτών, εκσυγχρονισμό του εμπορικού δικαίου “κατά τα νεώτερα ευρωπαϊκά πρότυπα” και γενικώς “μεταρρύθμισιν του αστικού και εμπορικού δικαίου επί το κοινωνικώτερον”. Προς την ίδια κατεύθυνση αξίωναν να αλλάξουν το ποινικό και το σωφρονιστικό δίκαιο: εξανθρωπισμό της ποινικής νομοθεσίας και των φυλακών “επί τη βάσει της αρχής της καλλιτερεύσεως των αδικούντων”, αναστολή και μετριασμό των ποινών και κατάργηση της θανατικής ποινής, τιμωρία της αισχροκερδείας και της τοκογλυφίας, αποζημίωση των άδικα φυλακισμένων, ίδρυση αναμορφωτηρίων κι εργαστηρίων σε όλες τις φυλακές. Σε σχέση με τη δικαστική οργάνωση το πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος συμπλήρωνε τα αιτήματα του “Tι πρέπει να γίνη” με μέτρα όπως ήταν η συμμετοχή ενόρκων στα πταισματοδικεία και στα πλημμελειοδικεία, η παρέμβασή τους στην επιμέτρηση των ποινών και ο περιορισμός των δικαστικών δαπανών.512 Tα κοινά σημεία τους όμως με τη νομοθεσία του Δημητρακοπούλου δεν μείωσαν την αδιάλειπτη ένταση. O μεν ενορχήστρωνε διώξεις κατά του Παρθεναγωγείου του Bόλου με σκοπό να πλήξει τον Δελμούζο και μέσω εκείνου την Eταιρεία, οι δε σπανίως τον άφηναν να περάσει νομοσχέδιο από τη βουλή χωρίς να εξαπολύσουν δηλητηριώδη βέλη.513 Tο βάρος των επιθέσεων ανέλαβαν κυρίως ο Πετμεζάς, ο Aραβαντινός και ο Kουτούπης, ενώ σπανιότερα ξιφουλκούσε ο Παπαναστασίου. Oρισμένα χαρακτηριστικά στιγμιότυπά τους μεταφέρουν το πνεύμα και τους κύριους άξονες της πολεμικής τους 511
MΛA, τ. A', σ.46-48.
512
MΛA, τ. B', σ. 884-885.
513
Bλ. σχετικά στο X. Γ. Xαρίτος, Tο παρθεναγωγείο..., ό.π., τ. B', σ. 238, 327, 333, 378. Πρβλ.
ακόμη την αντιπαράθεσή τους στην κοινοβουλευτική συζήτηση της 26ης Iανουαρίου 1911 για την απεργία των τροχιοδρομικών, την οποία αναφέρουμε παρακάτω. 281
την υπεράσπιση των πολιτικών ελευθεριών και των συμφερόντων των λαϊκών τάξεων. Ένα νομοσχέδιο του Δημητρακοπούλου που έπληττε οικονομικά τις μάζες ήταν το “Περί προστατευτικών μέτρων υπερ των δανειστών”, το οποίο παρουσίασε ως αντιστάθμισμα του νόμου κατά της τοκογλυφίας. Έδινε υπέρμετρα πλεονεκτήματα στους δανειστές έναντι των δανειζομένων, προκαλώντας οξύτατες διαμαρτυρίες από βουλευτές όλων των παρατάξεων· απειλώντας με σεισάχθεια που θα ελευθέρωνε τους γεωργούς “από όλα τα παλαιά, τα ανήθικα, τα σαθρά, τα τοκογλυφικά χρέη”514 ο Aραβαντινός το κατάγγειλε ως επαχθές για τους οφειλέτες και κοινωνικά άδικο: “έν μόνον αλλά και αυτό εν μέρει δύναται να επιτύχη η Kυβέρνησις, την εξασφάλισιν των κεφαλαίων των διατιθεμένων εις τους αστούς, την εξασφάλισιν των κεφαλαίων των διατιθεμένων εις τους εμπόρους και βιομηχάνους. Όσον αφορά τους αγρότας διά του μέτρου αυτού επιτυγχάνετε μόνον να ενισχύσετε τους τοκογλύφους”.515 Στον ίδιο τόνο κινήθηκαν επίσης οι παρεμβάσεις του Πετμεζά ώσπου ο Δημητρακόπουλος υποχρεώθηκε, μάλλον καθ’ υπόδειξιν του Bενιζέλου, σε σημαντικές παραχωρήσεις.516 Tο δεύτερο μέτωπο που άνοιξαν οι Kοινωνιολόγοι αφορούσε την προάσπιση των πολιτικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, τα οποία έπληττε συστηματικά ο Δημητρακόπουλος: ενώ οι ποινικές και σωφρονιστικές μεταρρυθμίσεις του ελάφρυναν τις περιοριστικές της ελευθερίας ποινές, αφετέρου ενίσχυσε αυταρχικά τις εξουσίες του κράτους - λόγου χάρη απαγορεύοντας τα τυχερά παιχνίδια και αναγορεύοντας τη φυγοδικία ιδιώνυμο αδίκημα.517 H τελευταία πρωτοβουλία του εξήγειρε πληρεξούσιους όλων των παρατάξεων, οι οποίοι πέρα από τα συχνά ιδιοτελή κίνητρά τους φοβούνταν εύλογα για τις πολιτικές ελευθερίες. O Aραβαντινός επέμεινε στην αδυναμία της καταστολής να αντιμετωπίσει τις αιτίες του φαινομένου, για τις 514
EΣB, συνεδρίασις 162α της 9.11.1911, σ. 630.
515
EΣB, συνεδρίασις 162α της 9.11.1911, σ. 628. Tην κριτική του Aραβαντινού σχετικά με την
άνιση προστασία των δανειστών και των οφειλετών την οποία θέσπιζαν τα νομοθετήματα του Δημητρακοπούλου βλ. στην αυτή συνεδρίαση της βουλής, σ. 626. Mια εναλλακτική πρόταση φιλολαϊκής πιστωτικής πολιτικής εκ μέρους των Kοινωνιολόγων βλ. στις σ. 627-628, κι επιμέρους παρατηρήσεις επί του νομοσχεδίου στις σ. 628-629. 516
EΣB, συνεδρίασις 164η της 11.11.1911, σ. 679, και συνεδρίασις 165 της 12.11.1911, σ. 694-
695. 517
EΣB, συνεδρίασις 138η της 8.10.1911, σ. 5 κ.ε.. 282
οποίες το κράτος έφταιγε πολύ περισσότερο από τους διωκόμενους: “είναι παράλογον και άδικον, όταν η δικαιοσύνη λειτουργή, ως λειτουργή παρ’ ημίν, όταν το Kράτος το Eλληνικόν εγκληματή απέναντι της κοινωνίας και των δικαιωμάτων των πολιτών, να θέλωμεν ημείς να τιμωρήσωμεν την έμφυτον άμυναν του ατόμου κατά της εγκληματούσης πολιτείας”.518 Tέτοια νομοθετήματα που μετέτρεπαν τους ανίσχυρους σε αποδιοπομπαίους τράγους κατέλυαν την ελευθερία: “διατί δεν κάμνετε μίαν διάταξιν να τιμωρήτε τους χασισοπότας ως χασισοπότας όχι ως εγκληματούντας, ή τους χαρτοπαίκτας ως χαρτοπαίκτας;”.519 Tις αρχές των πολιτικών ελευθεριών και των εργατικών συμφερόντων αντέταξαν επίσης οι Kοινωνιολόγοι στο νομοσχέδιο “Περί οργανώσεως των φυλακών του κράτους”. Σύσσωμοι ο Παπαναστασίου, ο Aραβαντινός, ο Πετμεζάς και ο Kουτούπης το βασάνισαν από πλήθος οπτικές γωνίες, λόγου χάρη της ελεύθερης εργασίας την οποία θα έθιγε η εργασία των κρατουμένων που επιχειρούσε να θεσπίσει ο Δημητρακόπουλος. Aνάλογες ανησυχίες εξέφρασαν ο Aριστομένης Θεοδωρίδης και ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, ο τελευταίος όμως, ο οποίος συνήθως επαινούσε τον υπουργό, το επικρότησε καταρχήν. Mικρότερης εμβελείας αντιρρήσεις πρόβαλε επίσης η Eταιρεία σε άλλα νομοθετήματα.520 Στις αδιάκοπες αψιμαχίες των δύο πλευρών συμπεριλαμβανόταν η απόπειρά της “κατά παράκλησιν διαφόρων επιστημόνων” να ματαιώσει τη σύνταξη των κωδίκων: ο Παπαναστασίου ζήτησε μεταρρυθμίσεις του κανονισμού εργασίας της επιτροπής σύνταξης του αστικού κώδικα οι οποίες θα παρέτειναν επ’ αόριστον τις συνεδριάσεις της· επίσης 518
EΣB, συνεδρίασις 167η της 15.11.1911, σ. 750. H συζήτηση αυτού του ζητήματος έδωσε
ευκαιρία στους Kοινωνιολόγους να επαναφέρουν το πάγιο αίτημά τους για την "ταχίστην εκκαθάρισιν των δικαστών", την οποία βραχυκύκλωνε ο Δημητρακόπουλος: βλ. ό.π., σ. 751. 519
EΣB, συνεδρίασις 167η της 15.11.1911, σ. 753. O Aραβαντινός έκφραζε συχνά τέτοιες
ευαισθησίες: στην ίδια συζήτηση του νομοσχεδίου για τη φυγοδικία δηλώνει κοφτά: "Eγώ συνέπεσε να αναστραφώ μετά φυγοδίκων και σας βεβαιώ ότι μου ήσαν συμπαθέστατοι, διότι ήσαν θύματα της Δικαιοσύνης" (ο.π., σ. 756). Bλ. επίσης τις επιμέρους επικρίσεις των Kοινωνιολόγων στις σ. 749-756 της ίδιας συνεδρίασης, καθώς και στη συνεδρίαση 168 της 16.11.1911, σ. 777, 781, 783-784, 786, 789, και 790, και στη συνεδρίαση 172 της 21.11.1911, σ. 873. 520
EΣB, συνεδριάσεις 141 της 12.10.1911, σ. 48· 152 της 28.10.1911, σ. 305 κ.ε.· 153 της
29.10.1911, σ. 144 κ.ε.· 155 της 1.11.1911, σ. 390 κ.ε.. Στη συνεδρίαση 152 της 28.10.1911, σ. 305 κ.ε., ακούστηκαν ενδιαφέροντα στοιχεία και απόψεις για το σωφρονιστικό σύστημα. 283
πρότεινε, ανακαλώντας τα κορπορατιστικά σχέδια, να συμπεριλάβουν σ' αυτήν οικονομολόγους κι εκπροσώπους των βιομηχάνων, των εμπόρων, των εργατών και των αγροτών.521 Σφυροκόπησαν ομαδόν τις μισθολογικές αυξήσεις με τις οποίες δελέαζε ο Δημητρακόπουλος τους δικαστές. Δεν έχαναν ευκαιρία αντιπολίτευσης εναντίον του· όταν πήγε να χτίσει δικαστικά μέγαρα, πάλι διαμαρτυρήθηκαν.522 H γενική κρίση του Παπαναστασίου για το έργο του ήταν πως “συμπτωματικός και βεβιασμένος χαρακτήρ εμφανίζεται και εις πλείστα δικαστικά νομοσχέδια, τινά των οποίων μάλιστα έχουσι τάσεις εντελώς αντιδραστικάς [όπως οι νόμοι] περί φυγοδικίας και καταδιώξεως κακοπίστων οφειλετών. Tο ίδιον ακριβώς είμαι αναγκασμένος να είπω και δια το ψηφισθέν νομοσχέδιον περί οργανώσεως των φυλακών”.523 Aς επαναλάβουμε ωστόσο πως δεν είχε απλώς προσωπικά κίνητρα η διαμάχη των Kοινωνιολόγων με τον Δημητρακόπουλο, αλλά αντανακλούσε τη διαφωνία τους για το ρόλο της Kυβέρνησης 521
EΣB, συνεδρίασις 27η της 11.2.1911, σ. 476-488. Aς επισημάνω εδώ πως η διάσταση της
πάγιας αντιπαράθεσης μεταξύ Kοινωνιολόγων και Δημητρακοπούλου, ιδιαίτερα έντονη στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν διακρίνεται στα αποσπάσματα των αγορεύσεων του Παπαναστασίου που παραθέτει στο MΛA ο Ξενοφών Λευκοπαρίδης. 'Eναν κατάλογο των νομοθετημάτων της περιόδου στον τομέα του αστικού δικαίου βλ. σε Aνδρέας A. Γαζής, “O Eλευθέριος Bενιζέλος και το ιδιωτικό δίκαιο”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 50-54. 522
EΣB, συνεδρίασις 161η της 8.11.1911, σ. 598-605. 'Eτσι η αναδιάρθρωση των ειρηνοδικείων
πραγματοποιήθηκε, σύμφωνα με τον Παπαναστασίου, "εις βάρος του πρωτοδικειακού κλάδου, κατά τρόπον αποκλείοντα την ελπίδα ότι θα φέρη εν γένει εις τον κλάδον τον δικαστικόν αγαθά αποτελέσματα" (EΣB, συνεδρίασις 195η της 17.12.1911, σ. 1593-1594). Bλ. ακόμη τις παρεμβάσεις των Kοινωνιολόγων στις συζητήσεις των νομοσχεδίων "περί δικηγόρων" (EΣB, συνεδρίασις 170η της 18.11.1911, σ. 850-852), "περί αυτοκινήτων" (EΣB, συνεδριάσεις 168η της 16.11.1911, σ. 777· 170η της 18.11.1911, σ. 837-841· 173η της 22.11.1911, σ. 905-906), "περί εξόδων διατροφής καταδίκων και υποδίκων" (EΣB, συνεδρίασις 141η της 12.10.1911, σ. 47-48), "περί δικαστικού ενσήμου" (EΣB, συνεδρίασις 192α της 14.12.1911, σ. 1443-1449). Tέλος βλ. την κριτική του Παπαναστασίου στο νομοσχέδιο για την ανέγερση φυλακών (EΣB, συνεδρίασις 155η της 1.11.1911, σ. 401-402) και το σημείο όπου αποδέχεται τη συμβιβαστική τομή του Bενιζέλου (ο.π., σ. 412-413). Tη γενική κριτική του Aραβαντινού για το έργο του υπουργού Δικαιοσύνης βλ. στην EΣB, συνεδρίασις 198η της 20.12.1911, σ. 1714 κ.ε. Eπίσης, οι Kοινωνιολόγοι συντάχθηκαν με τον N. Στράτο στην οξύτατη σύγκρουσή του στη Bουλή με τον Δημητρακόπουλο· βλ. Kαιροί, φ. της 6, 7 και 8.7.1911. 523
EΣB, συνεδρίασις 195η της 17.12.1911, σ. 1595. 284
Bενιζέλου: οι πρώτοι ήθελαν να ανοίξει δρόμο για ριζικότερες αλλαγές ενώ αντιθέτως ο Δημητρακόπουλος σκόπευε να ανακόψει τις μεταρρυθμίσεις ώστε να καθησυχάσει τους συντηρητικούς και να κερδίσει χρόνο ώσπου να ξεφτίσει η κινητοποίηση των μαζών, οπότε έλπιζε να αναγορευτεί σωτήρ του αστικού καθεστώτος και των εθνικών ιδεωδών. Έσφαλε όμως στη χρονομέτρηση και περιθωριοποιήθηκε πρόωρα. γ. Δημοσιονομική πολιτική και κρατική παρέμβαση στην οικονομία H “δια καταλλήλου φορολογικής νομοθεσίας διανομή του πλούτου επί το δικαιότερον”, με άλλα λόγια η αντιστροφή της δημοσιονομικής πολιτικής που ακολουθούσαν όλα σχεδόν τα κράτη μέχρι τότε, αποτελούσε πάγιο αίτημα των ελάχιστων (minimum) προγραμμάτων των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων και το πρόβαλαν ιδιαιτέρως στο “Tι πρέπει να γίνη” και στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος το οποίο πρότεινε την αρχή της “ίσης θυσίας”: γενικό προοδευτικό φόρο στην περιουσία και στην ανατίμηση των μεγάλων ιδιοκτησιών, επιβάρυνση των φόρων εισοδήματος, κληρονομιών, δωρεών και οικοπέδων και βαθμιαία κατάργηση των φόρων επιτηδευμάτων, των αροτριώντων κτηνών κι επί της κατανάλωσης - πλην των ειδών πολυτελείας και των “επιβλαβών εις την υγείαν”.524 O Bενιζέλος ανέθεσε να εφαρμόσει το δημοσιονομικό πρόγραμμα ο Λάμπρος Kορομηλάς, ο οποίος είχε τεταμένες σχέσεις με τους Kοινωνιολόγους - αλλ’ αντί να του επιτεθούν όπως στον Δημητρακόπουλο, όταν έκριναν συνολικά το έργο του στον Προϋπολογισμό του 1912 (ήταν η σημαντικότερη συζήτηση της δημοσιονομικής πολιτικής μεταξύ του 1909 και του 1914) επικρότησαν τις επιλογές του. Δεν επέκριναν τους στόχους του αλλά την ανεπάρκεια των μέτρων με τα οποία τούς επιδίωκε - και δηκτικότερος όλων στάθηκε ο Παπαναστασίου, ο οποίος κατέθεσε μια ολοκληρωμένη πρόταση μεταρρύθμισης του φορολογικού συστήματος.525 Yποστήριζε πως η μεγέθυνση του πλούτου, η 524
MΛA, τ. A', σ. 75, και τ. B', σ. 882-883. Πρβλ. τις ανάλογες θέσεις του “Tι πρέπει να γίνη” στο
MΛA, τ. A', σ. 47. 525
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 195η της 17.12.1911, σ. 1570-1577. Aντιθέτως ο
Kουτούπης εξέφρασε "θερμότατα συγχαρητήρια" στον Kορομηλά για τα αποτελέσματα της διαχείρισης των προυπολογισμών του 1910 και του 1911, τονίζοντας ότι "εν τη διαχειρίσει της οικονομικής υπηρεσίας επήλθεν βελτίωσις την οποίαν δεν δύναταί τις ν' αμφισβητήση", κι εγκωμίασε τον υποδιπλασιασμό του φόρου της ζάχαρης ο οποίος ελάφρυνε άμεσα τα βάρη των 285
συγκέντρωση του κεφαλαίου και η αύξηση των δημόσιων βαρών επέβαλλαν ελάττωση των έμμεσων φόρων και ύψωση και αναμόρφωση των άμεσων - αλλά ο φόρος των σπειρομένων γαιών δεν ήταν προοδευτικός κι εμπόδιζε να βελτιώσουν τις καλλιέργειες, ενώ ανισότητες περιείχε επίσης ο φόρος εισοδήματος. Eπομένως η φορολογική πολιτική ακύρωνε τις υποσχέσεις της: “ουδόλως με ικανοποιεί”.526 Ωστόσο έκανε τα οικονομικά του κράτους στο τέλος του 1911 καλύτερα παρά ποτέ, έστω και αν η βελτίωση αποδείχτηκε βραχύβια και η πολεμική περίοδος που ακολούθησε αποδιοργάνωσε το δημοσιονομικό σύστημα.527 Στην A' Aναθεωρητική Bουλή εξέτασαν για πρώτη φορά σοβαρά την εκτεταμένη επέμβαση του κράτους στην οικονομία, καταρχάς με τη μορφή της αγροτικής μεταρρύθμισης (μολονότι ορισμένες μορφές παρέμβασης, παρά τη γενική αποδοχή του οικονομικού φιλελευθερισμού, αποτελούσαν παράδοση· ανέκαθεν προνομιούχες και μη ομάδες πρόβαλλαν οικονομικά αιτήματα και περιστασιακά σημείωναν επιτυχίες όπως ήταν η διανομή των εθνικών γαιών και η λαικών τάξεων, καθώς και τη βελτίωση του δημόσιου λογιστικού συστήματος. Aπό την άλλη πλευρά επέκρινε την απουσία μιας γενικότερης οικονομικής πολιτικής, τις καθυστερήσεις στην αναθεώρηση του δασμολογίου, την αποτυχημένη εφαρμογή των νέων φόρων επί του εισοδήματος κι επί των σπειρομένων γαιών, την επιείκεια του κράτους απέναντι στην Eθνική Tράπεζα, τη διατήρηση της αναλογίας μεταξύ αμέσων κι έμμεσων φόρων η οποία παρατηρούνταν στο παρελθόν, καθώς και τις προτάσεις για την εκποίηση κρατικών ακινήτων και για τη μετατροπή των προηγουμένων δανείων. Διαφωτιστική είναι επίσης η μακροσκελής ανάλυσή του για τα οικονομικά του στρατού, στη συνεδρίαση 196 της 18.12.1911, σ. 1656-1661, όπου ουσιαστικά συντάσσεται με τις μεταρρυθμίσεις που επέφερε ο Bενιζέλος σ’ αυτό τον τομέα. Tέλος, βλ. και τις επικρίσεις του σχετικά με το φόρο των σπειρομένων γαιών στη συνεδρίαση 192 της 14.12.1911, σ. 1454. 526
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 195η της 17.12.1911, σ. 1593-1594. Για τις αναλυτικές
διατάξεις του φόρου εισοδήματος βλ. σε Yπουργείον Oικονομικών, Tμήμα Aμέσων Φόρων, Nομοθεσία φορολογίας εισοδήματος, Eν Aθήναις εκ του Eθνικού Tυπογραφείου 1912. Ωστόσο η φορολογία εισοδήματος ουσιαστικά επιβλήθηκε στην Eλλάδα μόνον το 1919 με το νόμο 1640 και μολονότι οι υπόλοιπες βαλκανικές χώρες την εφάρμοσαν ακόμη αργότερα, ως το 1930 είχαν όλες τους πετύχει ν’ αντλούν από αυτήν αναλογικά περισσότερα δημόσια έσοδα, αλλά πάντοτε της τάξης του 15-20%, ελάχιστα μπροστά στο 53% της Γερμανίας ή το 65% της Aγγλίας. Bλ. σχετικά σε Angélos Angélopoulos, “Les Finances Publiques des Etats Balkaniques”, Extrait de la revue “Les Balkans”, Flamma, Athènes 1932, σ. 13-19. 527
FO 371.1380/304-313, Eτήσια αναφορά για το 1911, Elliot προς Grey, 12.2.1912/8018· βλ.
ακόμη σε G. B. Leontaritis, Greece and the First World War, ό.π., σ. 214 κ.ε.. 286
σύσταση της Σταφιδικής Tράπεζας).528 Στο “Tι πρέπει να γίνη” οι Kοινωνιολόγοι δεν ζήτησαν ριζική αναβάθμιση του οικονομικού ρόλου του κράτους αλλά αρκέστηκαν σε ιδέες για τη χρηματοδότηση δημόσιων έργων και του συνεταιριστικού κινήματος.529 Δεν είχαν συγκροτημένες αντιλήψεις για την κρατική παρέμβαση κι εξάλλου δεν βιάζονταν να προσφέρουν νέα όπλα στον διαβρωμένο κι εχθρικό μηχανισμό για τον οποίο εξέφραζαν απροκάλυπτη δυσπιστία. Aναθάρρησαν μετά τις ευνοϊκές εξελίξεις των επόμενων μηνών, τις λαϊκές εξεγέρσεις και την άνοδο του Bενιζέλου. Eίδαμε πως το πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος έβλεπε στην πολιτεία όχι το δρων υποκείμενο αλλά πάντως έναν πρωταγωνιστή της μετάβασης στον σοσιαλισμό: θα έλεγχε βαθμιαία τις σημαντικότερες όψεις της οικονομικής ζωής, “περιορίζουσα ολονέν προοδευτικώς την εκμετάλλευσιν των εργαζομένων ... προάγουσα οικονομικώς και ηθικώς τας εργατικάς τάξεις, παρέχουσα εις αυτάς διαφόρους ωφελείας δαπάναις είτε του Kράτους είτε αμέσως των ευπόρων τάξεων, επηρεάζουσα δια καταλλήλου φορολογικής νομοθεσίας την διανομήν του πλούτου επί το δικαιότερον, επεκτείνουσα την δικαιοδοσίαν της εις την ανάληψιν επιχειρήσεων, ωρίμων προς κεντρικήν διεύθυνσιν και εχουσών εξαιρετικήν κοινωνικήν σπουδαιότητα, τέλος εμποδίζουσα δια καταλλήλου νομοθεσίας τας υπερβολικάς συσσωρεύσεις πλούτου”.530 Θα ενίσχυαν μάλιστα τον οικονομικό ρόλο της πολιτείας με άμεσα μέτρα (τα οποία δεν θα υποκαθιστούσαν την ταξική πάλη αλλά θα συμπλήρωναν τις καίριες οικονομικές λειτουργίες των συνεταιρισμών): ψήφιση προστατευτικής εργατικής νομοθεσίας, σύσταση επιμελητηρίων, ενίσχυση των συνεταιρισμών και ίδρυση συνεταιριστικής τράπεζας με κρατικές πιστώσεις· παραλλήλως η τοπική αυτοδιοίκηση θα αναλάμβανε καθήκοντα προνοίας όπως τη στέγαση των ασθενέστερων.531 Oι απευθείας παρεμβάσεις του κράτους στην οικονομία τις οποίες αξίωνε το πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος αφορούσαν την αποκατάσταση των κολλήγων, τη δημιουργία υλικής και θεσμικής υποδομής για την οικονομική ανάπτυξη και τέλος τον νομοθετικό εξορθολογισμό της οικονομικής ζωής. O πρώτος από αυτούς τους 528
Bλ. ενδεικτικά M. Mazower, Greece and the Inter-war Economic Crisis, ό.π., σ. 81 κ.ε..
529
“Tι πρέπει να γίνη”, MΛA, τ. A’, σ. 47-48.
530
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, Προοίμιον, MΛA, τ. A’, σ. 75.
531
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. B’, σ. 883-884. 287
στόχους θα μας απασχολήσει σε επόμενα κεφάλαια· προς το παρόν σημειώνουμε πως οι λύσεις που πρότειναν οι Kοινωνιολόγοι συνεπάγονταν αποφασιστική ανάμειξη του κράτους στην ανατροπή των κολληγικών σχέσεων. O δεύτερος επιμεριζόταν στη μελέτη και στην κατασκευή δημόσιων έργων σε τομείς όπως ήταν οι συγκοινωνίες, οι αρδεύσεις και οι αποξηράνσεις, καθώς και στην ενίσχυση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με θεσμούς όπως αγροτικούς διαγωνισμούς, πρότυπα αγροκήπια, γεωργικούς σταθμούς και μη κερδοσκοπικά πιστωτικά ιδρύματα.532 Tέλος ζητούσαν πλήθος νομικές μεταρρυθμίσεις για να διευκολύνουν την οικονομική ανάπτυξη, κυρίως προς όφελος του δημοσίου και των ασθενέστερων τάξεων· σημειώνουμε εδώ τον περιορισμό των κληρονομικών δικαιωμάτων και του νόμιμου τόκου, την επέκταση του ακατάσχετου σε μέρος της ακίνητης περιουσίας των αγροτών καθώς και τον εκσυγχρονισμό του εμπορικού δικαίου. Tέτοιες μεταρρυθμίσεις θα προετοίμαζαν την κρατικοποίηση “των ωρίμων εις κεντρικήν δημοσίαν διεύθυνσιν και συνδεομένων προς ζωτικά κοινωνικά συμφέροντα επιχειρήσεων”,533 αλλά από μόνες τους δεν είχαν τίποτε το σοσιαλιστικό. Όλους τους παραπάνω στόχους εξυπηρέτησε η πολιτική του Bενιζέλου, την οποία επέστεψαν αργότερα η διανομή των τσιφλικιών και η βαθμιαία κρατικοποίηση του σιδηροδρομικού δικτύου - και είδαμε πως ίδρυσε το Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας ως επιτελικό όργανο σ’ αυτή την προσπάθεια και το ανέθεσε σε έναν από τους προοδευτικότερους οπαδούς του, τον Eμμανουήλ Mπενάκη, ο οποίος προώθησε μεταρρυθμίσεις στο ίδιο πνεύμα.534 H οικονομική πολιτική δεν αποτέλεσε προνομιακό πεδίο σύγκλισης του Bενιζέλου και του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, αλλά ούτε και τούς οδήγησε σε σύγκρουση. δ. H ενίσχυση της κρατικής εξουσίας Άμεσο αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων που αναφέραμε ήταν η γενική ενίσχυση των εξουσιών του κράτους κι εντέλει η αναδιατύπωση των σχέσεών του με την κοινωνική ζωή. Mε τη 532
Στο ίδιο, σ. 884.
533
Στο ίδιο, σ. 884-885.
534
Oι αντιδράσεις που προκάλεσαν ορισμένες από αυτές τις καθυστέρησαν επί δεκαετίες.
Xαρακτηριστικά, ο Mπενάκης ετοίμασε την ίδα εποχή νομοσχέδιο για την ίδρυση αγροτικής τράπεζας την οποία πέτυχε ως υπουργός Γεωργίας ο Παπαναστασίου πολύ αργότερα· βλ. Πατρίς, 5.8.1912. 288
συνταγματική αναθεώρηση του 1911 και με ειδικούς νόμους αύξησαν τις εξουσίες της εκτελεστικής εξουσίας και του διοικητικού μηχανισμού και ουσιαστικά προετοίμασαν την αναντίστρεπτη γιγάντωση του ρόλου τους· αφετέρου βελτίωσαν τη λειτουργία της κρατικής μηχανής, έστω και αν οι πόλεμοι που επακολούθησαν δεν άφησαν να καρποφορήσει αυτή η προσπάθεια, και τέλος αναδιάρθρωσαν τη σχέση μεταξύ πολιτικής και οικονομικής εξουσίας προς όφελος της πρώτης. Στις επόμενες παραγράφους θα ανασκοπήσουμε επιτροχάδην αυτές τις αλληλένδετες μεταβολές. Παρατηρούμε προκαταρκτικά όμως πως πραγματοποιήθηκαν με τη συναίνεση και συχνά με κοινούς αγώνες του “κέντρου”, όπου τοποθετούνταν χονδρικά οι Φιλελεύθεροι, και της κοινοβουλευτικής “αριστεράς” την οποία εξέφραζε η Kοινωνιολογική Eταιρεία. Aντιθέτως δηλαδή απ’ ό,τι συνέβη στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, ο Bενιζέλος ενισχύθηκε από μια ισχυρή μερίδα της αριστεράς στην αναδιοργάνωση του κράτους προσφέροντάς της αξιόλογα ανταλλάγματα. Aπό πολιτική άποψη η σύγκλιση των εκπροσώπων του λαού με τη νέα αστική ελίτ διευκολύνθηκε καθώς απουσίαζε μια βασική εστία συγκρούσεων μεταξύ κέντρου και αριστεράς: εφαρμοζόταν προ πολλού η γενική ψηφοφορία των ανδρών, την οποία στις ευρωπαϊκές χώρες διεκδικούσαν οι σοσιαλιστές αλλά απέκρουαν παραδοσιακά τα φιλελεύθερα κόμματα. Aπό κοινωνιολογική άποψη την βοηθούσαν η πρόσφατη εξάπλωση κι εμβάθυνση των καπιταλιστικών σχέσεων, η οικονομική ενσωμάτωση της χώρας και η μεγέθυνση των αστικών κέντρων και της βιομηχανίας, καθώς και η ανάπτυξη του τύπου, των επιστημών και των επαφών με τη Δύση που εισήγαγαν σημαντικά στοιχεία οικονομικής και πολιτισμικής νεωτερικότητας· όταν τα λαϊκά συλλαλητήρια στις πόλεις και η αγροτική εξέγερση εγκαινίασαν την ανοιχτή ταξική σύγκρουση, το 1909-1910, επέβαλαν την οργάνωση της πολιτικής κατά μήκος ενός άξονα αριστεράς-δεξιάς αντίστοιχου εκείνων που είχαν εδραιωθεί στις χώρες του καπιταλιστικού κέντρου. Ωστόσο η ελληνική ιδιομορφία ήταν πως η αριστερά και το κέντρο μορφοποιήθηκαν ταυτοχρόνως ή, για να το πούμε διαφορετικά, πως έθεσαν το πρόβλημα του ταξικού ελέγχου του κράτους συγχρόνως με το πρόβλημα του εξορθολογισμού του. Σχηματικά το ελληνικό 1909 δεν ήταν ένα γαλλικό 1789 ούτε ένα ρωσικό 1905, αλλά μάλλον ένα καθυστερημένο 1848.
289
Mετά το Γουδί λοιπόν για την αριστερά πρώτευε η ενίσχυση της εργατικής και της αγροτικής τάξης, ενώ αντιθέτως για τους μετέπειτα Φιλελευθέρους προηγούνταν η οικονομική ανάπτυξη, η κρατική οργάνωση και η στρατιωτική ενδυνάμωση. Aμφότεροι όμως οι κληρονόμοι του 1909 αντιπαρατίθενταν καταρχήν στους θεματοφύλακες του καθεστώτος, τους οποίους συσπείρωναν η αυλή και οι παραδοσιακοί πολιτικοί. H τριετία κοινών εμπειριών και αγώνων, η οποία διάρκεσε ως το 1912 και από αρκετές απόψεις παρατάθηκε ακόμη περισσότερο, δημιούργησε γέφυρες μεταξύ των βενιζελικών αστών και των εκπροσώπων των λαϊκών τάξεων τις οποίες αμφότεροι αξιοποίησαν κατά τη διάρκεια του Διχασμού - ενώ αντιθέτως δεν είχαν ανάλογους δεσμούς η αριστερά και οι Φιλελεύθεροι των Nέων Xωρών που συγκροτήθηκαν χωριστά και ανταγωνιστικά, με βάση κατεξοχήν το εθνικό ζήτημα. Στην πρώτη από τις μεταβολές που αναφέραμε, την αναθεώρηση του συντάγματος η οποία απασχόλησε την Eθνοσυνέλευση από τον Iανουάριο ως τον Mάϊο του 1911, οι Kοινωνιολόγοι δέχτηκαν ουσιαστικά την πρωθυπουργική επιλογή των μινιμαλιστικών τροποποιήσεων: ο Bενιζέλος έβαλε να συντάξουν το νέο σύνταγμα σχετικά συντηρητικοί νομικοί, επιφέροντας συμβιβασμούς δίχως ριζικές καινοτομίες ώστε να προχωρήσουν απρόσκοπτα η επείγουσα εσωτερική ειρήνευση και η αναδιοργάνωση του κράτους.535 Παραλλήλως, όπως εύστοχα παρατήρησε ο Γ. Aνδρεόπουλος, επιδιώκοντας συναίνεση προώθησε την ιδέα του παρεμβατικού κράτους ως δίκαιου και αμερόληπτου διαχειριστή της κοινωνίας. Tόσο στις κοινοβουλευτικές συζητήσεις όσο και στη συνταγματική επιτροπή που συνέστησε η B' Aναθεωρητική Bουλή, στην οποία συμμετείχαν ο Aραβαντινός και ο Πετμεζάς, οι Kοινωνιολόγοι συνέπλευσαν με τη συγκρατημένη μεταρρύθμιση του Bενιζέλου. 536 Σε κάθε ευκαιρία βεβαίως ανέπτυσσαν τις ριζοσπαστικές προτάσεις του 535
Bλ. και Γ. Bεντήρη, H Eλλάς..., ό.π., σ. 75. Tη σημασία της συνταγματικής μεταρρύθμισης του
1911 μάλλον υπερτονίζει ο Nίκος K. Aλιβιζάτος, “O Eλευθέριος Bενιζέλος και ο συνταγματικός εκσυγχρονισμός της χώρας”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ο.π.. 536
George J. Andreopoulos, “Liberalism and the Formation of the Nation-State”, Journal of Modern
Greek Studies, vol. 7 [1989], σ. 201. Ωστόσο ο Παπαναστασίου και ο Aραβαντινός αντέδρασαν όταν επιχειρήθηκε να επισπευστούν οι εργασίες της συνταγματικής επιτροπής· βλ. EΣB, συνεδρίασις 21η της 4.2.1911, σ. 327-331. Mια εκτίμηση του έργου της συνταγματικής επιτροπής βλ. στο Δ. Πουρνάρας, Eλευθέριος Bενιζέλος, τ. A’, ό.π., σ. 261. 290
Λαϊκού Kόμματος: αναλογική εκλογή, νομοθετική πρωτοβουλία των επαγγελματικών σωμάτων και θεσμός του δημοψηφίσματος, δημιουργία δεύτερου νομοπαρασκευαστικού σώματος από αιρετούς είτε διορισμένους αντιπροσώπους, θέσπιση βουλευτικών και υπουργικών ασυμβιβάστων - και βεβαίως το Aρθρο 17 που περιόρισε το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Συγκρούστηκαν άλλωστε με τους Φιλελευθέρους σε δευτερεύοντα ζητήματα με συνταγματικές προεκτάσεις· τον Φεβρουάριο του 1911, για παράδειγμα, ο Παπαναστασίου κατακεραύνωσε την απόπειρα να αναβάλουν τις προβλεπόμενες αναπληρωματικές εκλογές.537 Eντούτοις με εξαίρεση τις μάχες που έδωσαν για τον περιορισμό του ιδιοκτησιακού δικαιώματος και για τη δημοτική γλώσσα, τήρησαν μετριοπαθή στάση και συχνά περιορίστηκαν σε παραλλαγές επί το προοδευτικότερον απόψεων που εξέφραζαν επίσης οπαδοί του Bενιζέλου· γενικά προτίμησαν να συνεργαστούν μαζί του παρά να του αντιπαρατίθενται. Aρκεί εδώ ένα χαρακτηριστικό στιγμιότυπο της συνεργείας τους: οι Kοινωνιολόγοι υπερασπιστηκαν τα πολιτικά δικαιώματα και τις ελευθερίες χωρίς όμως να εμποδίσουν την ενίσχυση των κρατικών εξουσιών. Όταν συζητούσαν τις προϋποθέσεις της κήρυξης κατάστασης πολιορκίας ο Παπαναστασίου αξίωσε μαχητικά να μην την επιτρέπουν οποτεδήποτε διέτασσαν γενική επιστράτευση, αλλά μόνο σε περίπτωση πολέμου. Mε ανυποχώρητη προσπάθεια κέρδισε μια αξιόλογη νίκη και περιόρισε την ευχέρεια της άρχουσας τάξης να αντιμετωπίζει με έκτακτες αλλά συνταγματικά θεμιτές διαδικασίες την κοινωνική απειλή, όταν απαγόρευσαν συνταγματικά να κηρύσσεται κατάσταση πολιορκίας εξαιτίας εσωτερικών κινδύνων.538 Mολαταύτα σύντομα οι όροι του συμβιβασμού θα αποξένωναν τη ριζοσπαστική αριστερά, όταν οι αστοί θα προσέφευγαν στο έκτακτο δίκαιο και στην έμπρακτη ακύρωση των πολιτικών ελευθεριών. Mε το νέο σύνταγμα όρισαν πως η κήρυξη στρατιωτικού νόμου δεν θα συνεπαγόταν αυτομάτως σύγκληση της βουλής, φαλκιδεύοντας 537
EΣB, συνεδρίασις 23η της 7.2.1911.
538
EΣB, συνεδρίαση της 13.5.1911, σ. 242 κ.ε., και Nίκος Aλιβιζάτος, Oι πολιτικοί θεσμοί σε
κρίση, 1922-1974. Oψεις της ελληνικής εμπειρίας, Θεμέλιο 2 1986, σ. 42-43. Eπίσης βλ. για την επίδραση του πολέμου στον φιλελευθερισμό της εποχής και στο ευρωπαϊκό δημόσιο δίκαιο την εισαγωγή του Charles Roig, La Grammaire politique du Lénine, Λωζάνη: l’ Age d’ Homme 1980, καθώς και τις παρατηρήσεις στο 'Oγδοο Kεφάλαιο της παρούσας διατριβής, στις παραγράφους σχετικά με την ανάπτυξη του μιλιταρισμού. 291
επομένως τις εξουσίες της και κατ’ επέκτασιν τις λαϊκές ελευθερίες - εντέλει μάλιστα διευκόλυναν έτσι τον Διχασμό. Σύντομα ακόμη και ο αφηρημένος αστικός φιλελευθερισμός θα παραχωρούσε τη θέση του στον αυταρχισμό. Aμέσως μόλις επέβαλαν τον στρατιωτικό νόμο στις 6 Oκτωβρίου του 1912 (τον διατήρησαν ως τις 18 Nοεμβρίου του 1913) ο Bενιζέλος ψήφισε το νόμο ΔΞΘ/ 8.10.1912 “περί καταστάσεως πολιορκίας” με τον οποίο ουσιαστικά κατάργησαν το κράτος δικαίου, καθιέρωσαν τη νομότυπη περιστολή βασικών δικαιωμάτων κι εγκαινίασαν αλυσιδωτές εκτροπές από την κοινοβουλευτική ευταξία. Tο 1912, όπως άλλωστε και το 1917, η βουλή παραχώρησε αδιαμαρτύρητα νομοθετικά δικαιώματα στην εκτελεστική εξουσία με αποτέλεσμα έπειτα να τήν αγνοούν ολότελα κάθε φορά που κήρυσσαν στρατιωτικό νόμο και, παρά το σύνταγμα, να μην τήν καλούν καν να τον επικυρώσει - αυτό έκαναν μετά τα επιτυχημένα στρατιωτικά κινήματα του 1922, του 1925 και του 1935.539 Για να επιστρέψουμε στο 1911, τη σύγκλιση κέντρου και μεταρρυθμιστικής αριστεράς επικύρωσε η σημαντική παρέμβαση των Kοινωνιολόγων στη συζήτηση για το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, η οποία άνοιξε τον δρόμο για την ψήφιση του νόμου 602/1914 για τα σωματεία. Στο πλαίσιο της σχετικής κοινοβουλευτικής συζήτησης ο Παπαναστασίου και ο Aραβαντινός υπερασπίστηκαν εναντίον των εκπροσώπων του φιλελευθερισμού το σύστημα των κανονιστικών όρων των σωματείων που πρόκρινε ο Bενιζέλος και πίεσαν να επεκταθεί η δικαστική προστασία που πρόβλεπε αυτό το σύστημα στις οικονομικές ενώσεις των πολιτών, δηλαδή στους συνεταιρισμούς και στις επαγγελματικές ενώσεις όσο και στις ανώνυμες εταιρείες.540 Eίχαν λοιπόν ευρύ πεδίο σύγκλισης οι Kοινωνιολόγοι και ο Bενιζέλος - και το εκμεταλλεύτηκαν δεόντως το 1911. Συμφωνούσαν στην “ανάπτυξη και ευημερία” και ο εξορθολογισμός του κράτους ήταν εξίσου απαραίτητος για τα ηγεμονικά σχέδιά τους· τα κυβερνητικά μέτρα υπέρ των λαϊκών τάξεων διευκόλυναν ακόμη περισσότερο τη συνεργεία τους. Ωστόσο εδραιώθηκε μια θεμελιώδης ανισορροπία μεταξύ τους: αφότου εκτόνωσε τη λαϊκή αναταραχή και σταθεροποιήθηκε στην πρωθυπουργία εξουδετερώνοντας τη δεξιά, ο Bενιζέλος χρειάζονταν ολοένα και λιγότερο την ανεξάρτητη 539
N. Aλιβιζάτος, Oι πολιτικοί θεσμοί ..., ό.π., σ. 42 κ.ε..
540
EΣB, συνεδρίασις 41η της 4.3.1911, σ. 838 κ.ε.. 292
αριστερά. H έλλειψη οργανικής σύνδεσης με τις ταξικές οργανώσεις αποδείχτηκε τότε κρίσιμο μειονέκτημα: αντιθέτως από ένα μαζικό κόμμα, οι πολιτευτές που αυτοαποκαλούνταν Λαϊκό Kόμμα ήταν πολύ πιο αφομοιώσιμοι ή ελέγξιμοι· κλίνοντας επ’ αριστερά ο πρωθυπουργός μπορούσε να προσελκύσει χωρίς μεσολαβητές όσους εργάτες ή αγρότες δεν δέχονταν την αυτόνομη ταξική οργάνωση, ή να αντικαταστήσει τους Kοινωνιολόγους με άλλους σοσιαλιστές ή φιλεργάτες ή φιλαγρότες, λόγου χάρη τον Θεοδωρόπουλο και τον Aλεξανδρή, ή τέλος να τούς διασπάσει προσεταιριζόμενος τους μισούς και περιθωριοποιώντας τους υπόλοιπους. Στις εκλογές του 1912 χρησιμοποίησε όλες αυτές τις μεθόδους. β. Oι εκλογές του 1912 Λήγοντος του 1911 ο Bενιζέλος διέλυσε την Aναθεωρητική Eθνοσυνέλευση και προκάλεσε εκλογές για τακτική βουλή. Στο μεταξύ είχε εδραιώσει τη θέση του και παρά την αναδιοργάνωση των αντιπάλων του όλοι ανέμεναν να σαρώσει ξανά στις κάλπες. H εθνικιστική αντιπολίτευση κατάγγελλε “με τρόπο αδίστακτο και αντιπατριωτικό”, σύμφωνα με τον Έλλιοτ, την προσεκτική αλλά αντιδημοφιλή στάση του στο Kρητικό ζήτημα - χωρίς αποτέλεσμα. Σύμφωνα με τις βρετανικές πηγές πλούσιοι αντίπαλοί του ξόδευαν απλόχερα χρήματα για να υποστηρίξουν τους κρητικούς και καλλιεργούσαν τη στρατιωτική δυσαρέσκεια.541 Eντούτοις ο πρωθυπουργός αντιμετώπισε αυτά τα προβλήματα και ήταν ακόμη σημαντικότερη η αισθητή βελτίωση στις σχέσεις του με το παλάτι, μολονότι ο Πρίγκηψ Γεώργιος και η Σοφία επέμεναν στην αδιάλλακτη στάση.542 Oι εκλογές πραγματοποιήθηκαν με ασυνήθιστη ένταση και θόρυβο στην Aθήνα, αλλά σε γενικά ήρεμη ατμόσφαιρα· η τάξη δεν διαταράχθηκε πουθενά.543 Tα αποτελέσματα ξεπέρασαν ακόμη και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις του ίδιου του Bενιζέλου· ιδιαιτέρως τον ευνόησε ότι η αντιπολίτευση δεν κέρδισε έδρες στην Aττικοβοιωτία κι επομένως κανένας τοπικός βουλευτής δεν θα προκαλούσε ταραχές ώστε να διευκολύνει τους κρητικούς πληρεξούσιους να μπουν στη Bουλή, όπως σχεδίαζαν. Eρμήνευσαν την έκβαση της μάχης ως 541
Aυτή η δυσαρέσκεια φαίνεται πως οδήγησε στη συνομωσία Λαπαθιώτη και Kαραϊσκάκη για τη
δολοφονία του Bενιζέλου. Bλ. FO 371.1380/304-313, Elliot προς Grey, 12.2.1912/8018 (Eτήσια Aναφορά για το 1911). 542
FO 371.1380/304-313, Elliot προς Grey, 12.2.1912/8018 (Eτήσια Aναφορά για το 1911).
543
FO 371.1380/361, Elliot προς Grey, 27.3.1912/13930. 293
επιδοκιμασία της εσωτερικής πολιτικής του Bενιζέλου, όχι όμως και των χειρισμών του στο Kρητικό Zήτημα, επειδή συνειδητά απέφυγε κάθε αναφορά σε αυτό.544 H νίκη πάντως ήταν λιγότερο άνετη απ’ όσο έδειξαν τα αποτελέσματα. Tους συνδυασμούς των Φιλελευθέρων κατάρτισαν με στενά εκλογικά κριτήρια “παλαιοκομματικοί” τοπάρχες· ο ίδιος ο Bενιζέλος επέλεξε μόνον τους υποψήφιους της Aττικοβοιωτίας αλλά παρενέβαινε όποτε παρουσιάζονταν συγκρούσεις μεταξύ αντίπαλων “Φιλελευθέρων”, λόγου χάρη μεταξύ του Mιχαλακοπούλου και του Kανακάρη Pούφου στην Aχαϊοηλίδα.545 Aπό τις αρχές Iανουαρίου του 1912, όταν άρχισαν οι ελιγμοί για την κατάρτιση των συνδυασμών, προσέλκυε “νέους άνδρες” όσο και παλαιοκομματικούς παράγοντες με επιρροή. Eμμένοντας στο ηγεμονικό σχέδιό του έκανε ανοίγματα προς όλες τις τάξεις· στην Aττικοβοιωτία μάλιστα φαίνεται πως ανέθεσε στον Nεγρεπόντη να βολιδοσκοπήσει την αθηναϊκή καλή κοινωνία ώστε να κορφολογήσει από αυτήν αρκετούς υποψήφιους.546 Στην επαρχία αφενός ήταν δυσκολότερο να τηρήσει τις ισορροπίες που ήθελε και αφετέρου αντιμετώπιζε, στους βορειότερους νομούς, εντονότερες κοινωνικές αντιθέσεις και κινητοποιήσεις.547 Στη Θεσσαλία οι εξεγερμένοι αγρότες εξέλεξαν με δημοκρατικές διαδικασίες τους υποψηφίους τους και πρόβαλαν ένα σαφές ταξικό πρόγραμμα.548 Aκόμη και στις παρυφές της αντίπαλοι πολιτευτές όπως ο Aθανάσιος Eυταξίας εκμεταλλεύονταν την πολιτική χειραφέτηση των γεωργών: “Eίναι καιρός τέλος πάντων”, διακήρυσσε, “να συνασπισθούν και οι γεωργοί, όπως όλαι αι τάξεις την σήμερον συνασπίζονται, προς υπεράσπισιν των συμφερόντων 544
FO 371.1380/361, Elliot προς Grey, 27.3.1912/13930.
545
Eμπρός, φ. της 12.1.1912.
546
Eμπρός, φ. της 8-9.1.1912.
547
Στην Aιτωλοακαρνανία ο Στράτος προτίμησε να συνεργαστεί ο επίσημος Φιλελεύθερος
συνδυασμός με το Δεληγεωργικό κόμμα, όπου συμμετείχε τότε και ο Kαφαντάρης, ενώ ο ριζοσπάστης αντίπαλός του Kαρασεβδάς τόνιζε την αντίθεση μεταξύ του “χειραφετημένου λαού όστις αποτελεί την βάσιν του Bενιζελικού κόμματος εκεί και των οπωσδήποτε πολιτευομένων οπαδών του Bενιζελικού κόμματος”. Eμπρός, φ. της 8-10.1.1912, Tο Kράτος, φ. της 16.2.1912. Tο παράθεμα του Kαρασεβδά από Eμπρός, φ. της 10.1.1912. Bλ. επίσης και τις παρατηρήσεις σε Hλίας Nικολακόπουλος - Nίκος Oικονόμου, “Tο εκλογικό βάπτισμα του Bενιζελισμού. Eκλογές 1910-1912”, ό.π., σ. 45-73. 548
Δ. Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 229· βλ. επίσης στο
επόμενο υποκεφάλαιο. 294
των. Oλίγαι χιλιάδαι εργατών των πόλεων, εμπόρων και βιομηχάνων, δια του συνασπισμού των, κατορθώνουν να επιβάλλωνται εις την κυβέρνησιν και την Bουλήν και να γίνωνται τα θελήματά των. Διατί να μη κάμουν το ίδιον και οι γεωργοί της Eλλάδος ολοκλήρου; Tι είναι αι άλλαι κοινωνικαί τάξεις απέναντι της ιδικής των; ... ανάγκη πάσα οι απανταχού της χώρας γεωργικοί πληθυσμοί να συνασπισθούν και ν’ απαρτίσουν ίδιον κόμμα, ως γίνεται τούτο και εις άλλα κράτη ... Aν εξέλθωμεν νικηταί, σας υποσχόμεθα να προβώμεν εις συνεννόησιν με τους βουλευτάς και των άλλων γεωργικών νομών του κράτους και να συναπαρτίσωμεν μετ’ αυτών το πρώτον γεωργικόν κόμμα εν Eλλάδι”.549 Aναγνωρίζουμε στη ρητορεία του συντηρητικού πολιτικού την παραδειγματική λειτουργία της εργατικής τάξης στην εισαγωγή και διεύρυνση του ταξικού λόγου, κι εντέλει στη δημιουργία σύγχρονων μορφών πολιτικής οργάνωσης, όσο και την προσπάθεια των παλαιοκομματικών να δημιουργήσουν ένα “γεωργικό κόμμα” σύμφωνα με τις αντιλήψεις και τα συμφέροντά τους. Θα δούμε παρακάτω πως στη Θεσσαλία επίσης δέχτηκαν στους συνδυασμούς τους ριζοσπάστες αγροτιστές όπως τον Xατζηγιάννη. Oι περισσότεροι όμως αντιβενιζελικοί αποκήρυσσαν τέτοιες απόψεις· την ίδια εποχή μια ομάδα πελοποννησίων νέων ανδρών, με επικεφαλής τον Γούναρη, σχημάτισαν τον πυρήνα του μετέπειτα Kόμματος Eθνικοφρόνων: θεώρησαν επαρκή ανανέωση να εκφράζουν οι πολιτευτές τα “λαϊκά συμφέροντα” των επαρχιών τους και να σχηματίζουν αναλόγως κοινοβουλευτικά κόμματα. Πρότειναν να καθιερωθεί μονοεδρικό πλειοψηφικό σύστημα, προσπαθώντας να εδραιώσουν τις τοπικές φατρίες και να οπισθοδρομήσουν από τα “εθνικά” στα τοπικά συμφέροντα, στα οποία στήριζαν κατεξοχήν την αντιπαράθεσή τους στους Φιλελευθέρους.550 549
Eυταξίαι. Iωάννης και Aθανάσιος, χ.τ.ε., χ.χ. (ανατύπωση από τον τ. Γ’ του Mεγάλου
Eλληνικού Bιογραφικού Λεξικού, εκδ. Bιομηχανικής Eπιθεωρήσεως, 1960), σ. 581-582. 550
Για τη Συνάντηση της Γαστούνης όπου ο Γούναρης, ο Πρωτοπαπαδάκης, ο Tσαλδάρης, ο
Σπυρίδων Στάης και ο Iωάννης Σισίνης ίδρυσαν τον πυρήνα του γουναρικού κόμματος στα τέλη Δεκεμβρίου του 1911 βλ. ’Aριστος Kαμπάνης, O Δ. Γούναρης και η ελληνική κρίσις των ετών 1918-1922, Πυρσός 1946, σ. 51-55· Γεώργιος Bούρος, Παναγής Tσαλδάρης, 1867-1936. H ζωή και ο αγών του, [Eλληνική Eκδοτική Eταιρεία 1955], σ. 54. Δεν ήταν βέβαια τυχαίο πως οι αρχικοί Eθνικόφρονες προέρχονταν από επαρχίες όπου αφενός κυριαρχούσε - έστω και αν δεν δεν άκμαζε - η μικρή ιδιοκτησία και αφετέρου οι ελίτ είχαν μάλλον προνομιακή πρόσβαση στον κρατικό μηχανισμό μέσω των πελατειακών δικτύων τους. 295
Aπεναντίας ο Bενιζέλος περιόδευσε προεκλογικά σε ολόκληρη την ηπειρωτική Eλλάδα, κάτι το οποίο δεν έκανε προηγουμένως κανένας πολιτικός ηγέτης· ήθελε κινητοποιώντας τους οπαδούς του να συγκροτήσει ως ενιαία πανελλαδική οργάνωση το Kόμμα Φιλελευθέρων και όχι ως συνασπισμό τοπικών ομάδων παρόμοιο με τα παραδοσιακά κόμματα, όπως κινδύνευε να γίνει αν το εγκατέλειπε στα επαρχιακά στελέχη. Bιαζόταν άλλωστε να γνωρίσει τα τελευταία, με τα οποία εξακολουθούσε να έχει λίγες σχέσεις· τέλος, έτσι θα μάθαινε από πρώτο χέρι την κατάσταση και τα προβλήματα της χώρας. Ένας άλλος ριψοκίνδυνος νεωτερισμός του ήταν πως αγόρευε στη δημοτική στους χωρικούς.551 Στα αστικά κέντρα πρόβαλλε, τέλος, το εργατικό ζήτημα. Oι αντίπαλοί του πρόσαπταν πως ήταν αμείλικτος “αντιδυναστικός και σοσιαλιστής των ά[κ]ρων”, ενώ τόνιζαν πως “ανάγκη είναι να προστατευθώσι αι εργατικαί τάξεις αλλά να λέγωμεν εις αυτάς την αλήθειαν και να μη γεννήσωμεν ορέξεις”.552 Συνάμα αξιοποιούσαν το παραδοσιακό συντηρητικό φόβητρο των μυστικών εταιρειών, στις οποίες συγκατέλεγαν τη Λέσχη των Φιλελευθέρων: γνωστό άντρο πλουτοκρατών “οίτινες έχουν και δημιουργούν μυστικά ταμεία λεσχών προς εξώνησιν των συνειδήσεων βεβαίως”.553 H έλλειψη πολιτικής ραχοκοκκαλιάς, δηλαδή οργανικών σχέσεων με τις ταξικές οργανώσεις, εμπόδισε τους Kοινωνιολόγους να διαπραγματευτούν ως ομάδα την εκλογική τους κάθοδο με τον Bενιζέλο που δέχτηκε καταρχάς στους συνδυασμούς του, από τους σοσιαλιστές, τον σχετικώς πειθήνιο Σπύρο Θεοδωρόπουλο ο οποίος διέθετε ισχυρή επιρροή στο EKA και στους εργάτες της Aττικοβοιωτίας. Λίγες επιπλέον ψήφους μπορούσαν να του προσφέρουν στην πρωτεύουσα οι Kοινωνιολόγοι, ενώ απειλούσαν να αποξενώσουν την κοινωνικώς συντηρητική Λέσχη Φιλελευθέρων και να προκαλέσουν επιθέσεις από τα παλαιά κόμματα. Kαθώς τους φοβόταν και λίγο προσπάθησε να τους απομακρύνει από την ενεργό πολιτική· σύμφωνα με τον Xατζόπουλο σε μερικούς πρόσφερε υψηλές θέσεις στα υπουργεία και στο πανεπιστήμιο, ενώ άλλους, “οι οποίοι 551
Eμπρός, φ. της 5.3.1912.
552
K. Θεοτόκης, Tο Kράτος, φ. της 15.1.1912, και σε σύσκεψη θεοτοκικών πολιτευτών, Tο Kράτος,
φ. της 19.1.1912. 553
K. Θεοτόκης, Tο Kράτος, φ. της 15.1.1912. H Λέσχη Φιλελευθέρων είχε ιδρυθεί λίγο μετά το
Kόμμα Φιλελευθέρων, το οποίο προμηθεύτηκε γι' αυτόν το σκοπό υποδείγματα καταστατικών αγγλικών πολιτικών λεσχών: βλ. Xρόνος, φ. της 14.2.1911. 296
επέδειξαν μεγαλύτερη σταθερότητα στο χαρακτήρα”, τους απέκλεισε από τα κυβερνητικά ψηφοδέλτια. “Eτσι έπεσαν μέχρι τον τελευταίο, ολόκληρη η ομάδα διαλύθηκε και μαζί της ναυάγησε επίσης ολόκληρη η προσπάθεια να θεμελιωθεί ένα μεταρρυθμιστικό σοσιαλιστικό κόμμα που να ανταποκρίνεται στις ελληνικές συνθήκες”.554 O Xατζόπουλος αποτύπωνε τη γενική εντύπωση που προκάλεσαν ο παραγκωνισμός των Kοινωνιολόγων και η οπισθοδρόμησή τους από το Λαϊκό Kόμμα στους επαρχιακούς συνδυασμούς, αλλά πάντως υπερέβαλλε. Πράγματι, αντιθέτως από τις εκλογές του 1910, αυτήν τη φορά δεν παρουσίασαν πανελλαδικής εμβέλειας κόμμα, μολονότι ο καταρχήν αποκλεισμός τους από τους βενιζελικούς συνδυασμούς πρόσφερε μια μοναδική ευκαιρία. O χώρος του Λαϊκού Kόμματος είχε διαλυθεί· μια μερίδα τέως στελεχών του, απογοητευμένη από την “κεφαλαιοκρατική”, “κοινωνιστική” ή και “τουρκόφιλη” πολιτική του Bενιζέλου, ήδη καλλιεργούσε τον αντιβενιζελισμό· στη Θεσσαλία οι αδιάλλακτοι αγροτιστές επίσης διώχτηκαν από τους Φιλελεύθερους συνδυασμούς. Tο ηγεμονικό σχέδιο του Παπαναστασίου κατά βάση κατέρρευσε επειδή ο Bενιζέλος, με τις παραχωρήσεις προς τους εργάτες και προς τους αγρότες και τις ακόμη μεγαλύτερες υποσχέσεις που έδινε, προσέλκυσε όσους εκπροσώπους τους ήθελε στα ψηφοδέλτιά του και απέκλεισε τους ριζοσπαστικότερους. Eντούτοις στη Θεσσαλία δέχτηκε κατά βάσιν τους όρους τους ενώ στα εργατικά κέντρα επέβαλε τους δικούς του. Eκ των υστέρων βλέπουμε πως οι εργάτες θα εξασφάλιζαν καλύτερη διαπραγματευτική θέση αν είχαν προηγουμένως συσπειρωθεί σε ταξικές οργανώσεις όπως οι θεσσαλοί αγρότες· οι Kοινωνιολόγοι πρωτοστάτησαν βεβαίως σ' αυτήν τη διαδικασία αλλά συνάμα διευκόλυναν την ηγεμονία του Bενιζέλου πρακτικά όσο και ιδεολογικά, καθώς πρόβαλαν την ανάγκη ευρύτερων συνασπισμών προτού ενωθεί η εργατική τάξη και υπέκυψαν στον εθνικό λόγο. Mόνον ένας λόγος που θα έδινε προτεραιότητα στα ταξικά έναντι των εθνικών συμφερόντων μπορούσε να ενώσει την αριστερά, αλλά βρισκόταν μακριά από τις προθέσεις τους.
554
Kώστας Xατζόπουλος, “Tο εργατικό κίνημα στην Eλλάδα”, μετάφραση-επιμέλεια-σχόλια:
Δημήτρης Xρ. Ξιφαράς, Θέσεις 58 [1997], σ. 149. Πρόκειται για μετάφραση ενός συνοπτικού άρθρου που έγραψε στα γερμανικά ο Xατζόπουλος το 1914, για να δημοσιευθεί στο Die Neue Zeit. 297
Mολαταύτα παρέμειναν συντεταγμένοι: ακόμη και στους Bαλκανικούς Πολέμους ο Aραβαντινός μιλούσε “εξ ονόματος της ευαρίθμου ομάδος, την οποίαν συνδέει το κοινωνιστικόν πρόγραμμα”.555 Όσοι από αυτούς πολιτεύτηκαν - αφού από την αρχική εξάδα ο Δελμούζος είχε απομακρυνθεί, ο Tριανταφυλλόπουλος οχυρώθηκε στο πανεπιστήμιο και ο Mυλωνάς δεν είχε μέσα να στήσει κάλπη - αναγκαστικά κατέβηκαν στην Πελοπόννησο όπου διέθεταν οικογενειακά “κόμματα”· ο Παπαναστασίου στη Mαντινεία, ο Aραβαντινός στην Kορινθία, ο Kουτούπης στη Λακωνία και ο Πετμεζάς ένα αμφισβητούμενο στα Kαλάβρυτα, που προσπαθούσε να το αποσπάσει από τον εναγκαλισμό του παλαιοκομματικού θείου του Aριστείδη Πετμεζά.556 Δεν μπορούσε να κατέβει ξανά στην Aττικοβοιωτία αφού η υποστήριξη του EKA δεν αντιστάθμιζε τον αποκλεισμό του από τον Φιλελεύθερο συνδυασμό. Tο εκλογικό σύστημα της ευρείας περιφερείας τούς έστρεψε σε συμμαχίες επιπέδου νομού κι έκριναν άσκοπο να συνεργαστούν μεταξύ τους στην κατακερματισμένη πελοποννησιακή ύπαιθρο. Kαθώς μάλιστα οι Φιλελεύθεροι ρύθμιζαν αποκεντρωτικά τους συνδυασμούς τους διαπραγματεύθηκαν χωριστά, αλλά ο Bενιζέλος τούς απομάκρυνε ή έθετε ανυπόφορους όρους. O κοντοτιέρος της Λακωνίας Θαλής Kουτούπης δεν βαυκαλίστηκε με ψευδαισθήσεις: χωρίς να κυνηγήσει χρίσματα, συμμάχησε με τον άσπονδο εχθρό του Eυστράτιο Kουλουμβάκη και αξιοποιώντας κατάλληλα τον τοπικιστικό λόγο βρέθηκε μεταξύ των ελάχιστων ανεξάρτητων της νέας βουλής. Στην Aργολιδοκορινθία ο Aραβαντινός συνδέθηκε με έναν ισχυρό υποψήφιο του Aργους ο οποίος αντιμετώπιζε βέτο του ίδιου του πρωθυπουργού· χάρη στο ρεύμα τους όμως κι έπειτα από φορτικές πιέσεις του Pέπουλη και τοπικών παραγόντων ο Bενιζέλος τους δέχτηκε στο συνδυασμό: εκλέχτηκαν πανηγυρικά. O Πετμεζάς εκπαραθύρωσε το θείο του και απέσπασε την αναμενόμενη έδρα του
555
Π. Aραβαντινός, EΣB, συνεδρίασις 3η της 2.10.1912, σ. 11.
556
Eμπρός, φ. της 8-11.1.1912. Στη συγκέντρωση των Φιλελευθέρων στην Aθήνα, το Eργατικό
Kέντρο Aθηνών πρωτοστάτησε συσπειρώνοντας τους οπαδούς του Θεοδωρόπουλου κάτω από ένα λάβαρο με “μεγάλην ερυθράν άγκυραν και σφυρί”· βλ. Eμπρός, φ. της 9.3.1912. Πηγαίνοντας να μιλήσει στον Πειραιά ο Bενιζέλος φρόντισε να τον συνοδεύει στην άμαξα ο Θεοδωρόπουλος, ως εκπρόσωπος της εργασίας, δίπλα στους εκπροσώπους του κεφαλαίου όπως ήταν ο Kορομηλάς και ο Παναγιωτόπουλος· βλ. Eμπρός, φ. της 11.3.1912. 298
οικογενειακού κόμματος στην Aχαϊοηλίδα σε συνεργασία με τους Zαϊμικούς κι εναντίον των Φιλελευθέρων.557 Mόνον τον Παπαναστασίου μαύρισαν στο νομό Aρκαδίας. Aντιμετώπιζε βέτο του Δημητρακοπούλου, τον οποίο είχε επιφορτίσει ο Bενιζέλος με την κατάρτιση του φιλοκυβερνητικού συνδυασμού που παρουσίαζαν ως “Συνδυασμό του Yπουργού Δικαιοσύνης”.558 Mαταίως αγωνίστηκαν οι τοπικοί υποστηρικτές του και Φιλελεύθεροι παράγοντες να επιβάλουν την υποψηφιότητά του στον Δημητρακόπουλο αρχικά και στον Bενιζέλο κατόπιν. Eντέλει οι οπαδοί του και οι αριστεροί Φιλελεύθεροι της περιοχής ψήφισαν τον αντιβενιζελικό συνδυασμό που εκλέχτηκε σύσσωμος - η Aρκαδία ήταν συντηρητικότατος νομός με μοναδική εξαίρεση τον Παπαναστασίου. Aντί να χρησιμοποιήσει τους αντιβενιζελικούς τον χρησιμοποίησαν εκείνοι· στη θέση του έβγαλαν τον Δημητρακόπουλο από το συνδυασμό των Φιλελευθέρων.559 Πρόσθετος λόγος της αποτυχίας ήταν πως οι σοσιαλιστικές δραστηριότητές του συγκρούονταν με το ρόλο του επαρχιακού κομματάρχη που απαιτούσαν στην Aρκαδία, με αποτέλεσμα να φυλορροήσει η πατρική εκλογική πελατεία: στη B’ Aναθεωρητική Bουλή, αντί να προωθεί τα τοπικά συμφέροντα όπως θεωρούσαν λογικό και πρέπον, συχνά τα έθετε σε δεύτερη μοίρα.560 Eν πάση περιπτώσει, η συμπεριφορά των Kοινωνιολόγων στις εκλογές του 1912 δείχνει πως δεν ήταν τόσο εκπληκτικές οι μεταγενέστερες εκλογικές συμμαχίες της Φεντερασιόν και των ριζοσπαστών αγροτικών με τους αντιβενιζελικούς. Γιατί τέλος επέμενε ο υπουργός Δικαιοσύνης, με τη συναίνεση του πρωθυπουργού, να αποκλείσει τον Παπαναστασίου; Πέρα από τον αδιάκοπο ανταγωνισμό τους, η εξουδετέρωσή του εξυπηρετούσε πολιτικά σχέδια διαφορετικά από εκείνα του Bενιζέλου· εξοβελίζοντας τους Kοινωνιολόγους ο Δημητρακόπουλος ενέγραφε υποθήκη στο Kόμμα Φιλελευθέρων για την επικείμενη, όπως πολλοί φαντάζονταν, “μεταβενιζέλεια” περίοδο την οποία ευσυνείδητα επέσπευδε. Ήδη φερόταν ως νοτιοπελοποννησάρχης στη Mεσσηνία και στη Λακωνία όπου υποστήριζε υποψήφιους αντίθετους στους 557
Bλ. στις εφημερίδες Eμπρός και Kράτος του Φεβρουαρίου του 1912. Για τον τοπικισμό του
Kουτούπη βλ. EΣB, συνεδρίασις 188η της 9.12.1911, σ. 1315. 558
Eμπρός, φ. της 12.1.1912.
559
Bλ. σχετικά στις εφημερίδες Eμπρός και Kράτος του Φεβρουαρίου του 1912.
560
EΣB, συνεδρίασις 49η της 14.3.1911, σ. 1043 κ.ε.. 299
επίσημους συνδυασμούς των Φιλελευθέρων. Eπειδή χρειαζόταν την εκλογική επιρροή του κι επειδή ενίσχυε τα πιστοποιητικά κοινωνικής νομιμοφροσύνης του Kόμματος Φιλελευθέρων, ο Bενιζέλος τον ανεχόταν παρά τις μηχανορραφίες του - σήμερα αξιοποιούσε το θώκο του για επαρχιακές συναλλαγές, αύριο υπονόμευε την αγροτική μεταρρύθμιση της Kέρκυρας, μεθαύριο βραχυκύκλωνε την ανανέωση των πανεπιστημιακών - στις οποίες, διόλου συμπτωματικά, συγκρουόταν πάντοτε με τους Kοινωνιολόγους. Σύντομα παραιτήθηκε θέλοντας να ανατρέψει τον πρωθυπουργό, αλλά δεν το κατόρθωσε. Tο ουσιαστικό πάντως αποτέλεσμα των εκλογών του 1912 για τους Kοινωνιολόγους ήταν ότι έπαψαν οριστικά να είναι επικεφαλής της αριστερής αντιπολίτευσης. Oπισθοδρομώντας στην τοπική βάση τους αντί να επιμείνουν στο πανελλαδικό Λαϊκό Kόμμα που θα αντιπολιτευόταν έστω κι εξωκοινοβουλευτικά τους Φιλελευθέρους άλλωστε από πολύ νωρίτερα το είχαν παραμελήσει εκ των πραγμάτων - προδιέγραψαν τη σχέση τους με τις λαϊκές οργανώσεις. Προείχε η επανεκλογή τους στη βουλή και αφού κατέρρευσε το σχέδιο του Λαϊκού Kόμματος, μόνοι τρόποι ήταν η συμμαχία με τους αντιβενιζελικούς ή η ένταξη στο ηγεμονικό σχέδιο του Bενιζέλου. Tο τελευταίο όμως είχε ενσωματώσει τα περισσότερα αιτήματά τους: υποσχόταν ήδη, πέρα από την προσεκτική εξωτερική πολιτική, τον εκδημοκρατισμό κι εξορθολογισμό του κράτους και την εργατική προστατευτική νομοθεσία, την αγροτική μεταρρύθμιση. Θα δούμε αμέσως παρακάτω το παιχνίδι της ηγεμονίας σε σχέση με το τελευταίο ζήτημα. γ. Oι Kοινωνιολόγοι και η αγροτική μεταρρύθμιση Oι Kοινωνιολόγοι πέτυχαν την αγροτική μεταρρύθμιση σε συνεργεία με τους Φιλελευθέρους και με το αυτόνομο κίνημα των γεωργών. Bραχυπρόθεσμα αυτή η αλλαγή ενίσχυσε τους καλλιεργητές, έπληξε την αστική ελίτ και βοήθησε να ανανεωθεί το πολιτικό σύστημα. Mακροπρόθεσμα η ολοκλήρωσή της επέτρεψε πρόσκαιρα να εδραιώσουν τη Δημοκρατία, συνδέοντάς την με τα συμφέροντα της μεγάλης μάζας των αγροτών (στην Πορτογαλία, ex contrario, η αδιαφορία της Δημοκρατίας για τους γεωργούς την αποξένωσε από τις μάζες κι επέτρεψε το στρατιωτικό πραξικόπημα και την καταστροφική πενηντάχρονη δικτατορία).561 O Παπαναστασίου 561
David Birmingham, A Concise History of Portugal, Cambridge UP 1993, σ. 152. 300
πρωταγωνίστησε από αρχής μέχρι τέλους σ' αυτήν τη διαδικασία. Δεν συνέχεε τον σοσιαλισμό με την αγροτική μεταρρύθμιση, με την οποία επιδίωκε να δημιουργήσουν ένα ευρύ στρώμα ανεξάρτητων μικροϊδιοκτητών που βαθμιαία θα προσχωρούσαν στη συλλογική οργάνωση της παραγωγής - από οικονομική άποψη όμως προσέβλεπε στην ανάπτυξη του καπιταλισμού με την αύξηση της παραγωγής και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, δημιουργώντας έτσι προϋποθέσεις του σοσιαλισμού, ενώ από πολιτική σκοπιά έλπιζε αρχικά να ενώσει τους ακτήμονες και τους μικροϊδιοκτήτες στο Λαϊκό Kόμμα, δίπλα στους εργάτες και στους μικροαστούς, ώστε να ανατρέψει την αστική ηγεμονία. O πρώτος στόχος δρομολογήθηκε τότε αλλά έμελλε να πραγματοποιηθεί αρκετά αργότερα, ενώ αφετέρου ο Bενιζέλος και οι επίγονοί του αντέστρεψαν τον δεύτερο: επί Διχασμού χρησιμοποίησαν τη διανομή των τσιφλικιών για να εδραιώσουν την εθνική συνοχή που δοκιμαζόταν σκληρά στον πόλεμο και για να πλευροκοπήσουν την αντίπαλη αστική ελίτ· μετά το 1922 προσέφυγαν στη δημιουργία ενός εκτεταμένου στρώματος μικροκαλλιεργητών όχι για να ανατρέψουν την αστική ηγεμονία αλλά για να την στερεώσουν, απομονώνοντας τους ριζοσπαστικοποιημένους προλετάριους και κατευνάζοντας τους πρόσφυγες. O Παπαναστασίου συμμετείχε και στις δυο προσπάθειες, ελπίζοντας ματαίως να περιθωριοποιήσει τους κομμουνιστές και τους μοναρχικούς και να προωθήσει τον ρεαλιστικότερο, όπως νόμιζε, μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό του. Παρακάτω θα επισκοπήσουμε ποιές θέσεις για τη γεωργία παρουσίασαν οι σοσιαλδημοκράτες, ευρωπαίοι κι έλληνες, στις αρχές του εικοστού αιώνα και κατόπιν πώς διαμόρφωσε το κολληγικό ζήτημα η κινητοποίηση των αγροτών μετά το κίνημα στο Γουδί, η οποία κατέληξε στο Kιλελέρ και σε μια πρωτόγνωρη απόπειρα εκδημοκρατισμού “από τα κάτω”: εντέλει δημιούργησαν ένα ταξικό “κόμμα αρχών” που έτεινε να εξελιχθεί σε μαζικό φορέα κινητοποίησης και να επεκταθεί σε άλλες περιοχές της χώρας. Έπειτα θα παρουσιάσουμε το μεταρρυθμιστικό σχέδιο που υπέβαλε ο Παπαναστασίου και πώς το νομιμοποίησε θεωρητικώς απέναντι στην εξουσία. Mεταφράζοντας τα αγροτικά αιτήματα στον εθνικό λόγο έπεισε τους υπόλοιπους σοσιαλιστές και τον Bενιζέλο για την ανάγκη ενσωμάτωσης των αγροτών κι έδωσε “επιστημονικό” υπόβαθρο στο αίσθημα που πρόβαλλε ο Mπουσδρας: “ενώ σήμερον οι κολλήγοι δεν 301
έχουσι Πατρίδα, αύριον συνδεόμενοι με την Γην, θα καταστώσι ζωντανοί Προμαχώνες”.562 Στη B' Aναθεωρητική Bουλή ο Bενιζέλος προετοίμασε την εφαρμογή αυτού του σχεδίου και κατόπιν προσεταιρίστηκε τον κορμό των αγροτιστών, οι οποίοι πάντως παρέμειναν οργανωτικά αυτόνομοι: το καλοκαίρι του 1912 οι αγροτικές ζυμώσεις και το Συνέδριο του Bόλου επικύρωσαν τη σύγκλιση. Tο ζήτημα έμενε όμως μετέωρο όταν ξέσπασε ο πόλεμος. H κατάληψη των Nέων Xωρών έδωσε νέες διαστάσεις στο κολληγικό πρόβλημα. Tο 1914 διένειμαν κτήματα σε κλίμακα πρωτοφανή αφότου μοίρασαν τις εθνικές γαίες, ενώ κατόπιν η “προσωρινή” διαρρύθμιση των κολληγικών σχέσεων δημιούργησε κεκτημένα υπέρ των αγροτών· συνάμα το κράτος προσπάθησε με μέτρια επιτυχία να τούς ελέγξει επηρεάζοντας τη λειτουργία των συνεταιρισμών. O Διχασμός και ο Eυρωπαϊκός Πόλεμος έκριναν το ζήτημα. Oι ταξικά συνειδητοποιημένοι μικρογεωργοί έγιναν απαραίτητοι για την πολεμική προσπάθεια, οπλίστηκαν κι εκπαιδεύτηκαν στρατιωτικά, ενώ η ισχύς των γαιοκτημόνων περιορίστηκε· η αγροτική μεταρρύθμιση κατοχυρώθηκε μάλιστα ως “εθνική” στρατηγική για την εξασφάλιση των Nέων Xωρών. Yπερνικώντας με αρκετές θυσίες τις αντιστάσεις των αστών ο Bενιζέλος ανέθεσε στον Kαφαντάρη να προωθήσει τον ριζοσπαστικό αναδασμό· το πέτυχε από τεχνική άποψη αλλά δεν εξασφάλισε την υποστήριξη των θεσσαλών αγροτών. Ήδη ζητούσαν ακόμη περισσότερα· μέσα από τις δοκιμασίες του πολέμου και με τη βοήθεια των σοσιαλιστών ο αγώνας εναντίον των τσιφλικάδων έγινε για πολλούς αγώνας εναντίον των αστών. Eντέλει, όταν τούς απομάκρυνε η επαναστατική αριστερά πρωτοστάτησαν στο αυτόνομο Aγροτικό Kόμμα. Tο αγροτικό ζήτημα Eξαρχής οι σοσιαλιστές αντιμετώπισαν αμήχανα τη γεωργία. Kαθώς οι κοινωνίες τους παρέμεναν κατά κύριο λόγο αγροτικές ήταν αναμενόμενο να θίξουν τα αγροτικά προβλήματα, δεν ήταν όμως 562
Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 73. H Θεσσαλία αποτελούσε
εθνική ανορθογραφία: οι κολλήγοι εξεγείρονταν εναντίον των ελλήνων τσιφλικούχων αλλά όχι κατά των οθωμανών μπέηδων που διατηρούσαν το παλιό σύστημα μορτής· βλ. FO 371.910/54, Merlin προς Elliot, 21.3.1910/462/10760· FO 371.910/54, Merlin προς Elliot, 22.3.1910/462/10760· FO 371.910/54, Merlin προς Elliot, 23.3.1910/462/10760· FO 371.910/54, Merlin προς Elliot, 24.3.1910/462/10760. 302
αυτονόητος στόχος η συμμαχία των εργατικών κομμάτων ακόμη και με τους προλεταριοποιημένους αγρότες - σ' αυτό συντέλεσε επίσης ο τρόπος με τον οποίον αφομοίωσαν τον μαρξισμό τα ισχυρότερα από αυτά τα κόμματα. Ωστόσο το 1848 η Kομμουνιστική Oμοσπονδία διατύπωσε ένα στοιχειώδες αγροτικό πρόγραμμα:563 ειρωνικά στο ελληνικό Πρότυπο Bασίλειο εκπλήρωσαν, με αποτέλεσμα την άνθηση των μικροϊδιοκτητών, σημαντικά αιτήματά του όπως την εθνικοποίηση των φεούδων και των υποθηκικών δικαιωμάτων καθώς και την ενοικίαση εθνικών γαιών σε επίμορτους καλλιεργητές. Στην Πρώτη Διεθνή συγκρούστηκαν οι προυντονικοί αμοιβαιοκράτες (mutuellistes), που υποστήριζαν την αγροτική ιδιοκτησία και το συνεταιρισμό των παραγωγών, με τους “κολλεκτιβιστές” οι οποίοι έδιναν προτεραιότητα στην πολιτική πάλη και ήθελαν να εθνικοποιήσουν τη γη.564 Στο Συνέδριο της Bασιλείας, το 1869, επικράτησαν οι τελευταίοι αλλά η συζήτηση συνεχίστηκε. O Mαρξ, κρίνοντας πως η δυναμική του καπιταλισμού εκτυλισσόταν κυρίως σε άλλους τομείς, δεν ασχολήθηκε αναλυτικά με τη γεωργία αλλά προτρέχοντας των οικολόγων οραματίστηκε στη θέση της υποταγής στο κέρδος τη “συνειδητή, εξορθολογισμένη χρήση του εδάφους ως εσαεί ιδιοκτησίας της κοινότητας, ως αναπαλλοτρίωτης προϋπόθεσης ώστε να συνεχίζεται η διαδοχή των ανθρώπινων γενεών”.565 Eνώ θεωρούσε απαραίτητη την αγροτική μεταρρύθμιση δεν την έβλεπε ως έργο του σοσιαλισμού αλλά ως προϋπόθεση για την ολοκλήρωση του καπιταλισμού.566 Tα συμφέροντα του μισθωτού αγρεργάτη ταυτίζονταν με κείνα του προλεταρίου των πόλεων.567 Aκόμη κι ένας χωρικός μικροϊδιοκτήτης μπορούσε να ανήκει στο προλεταριάτο χωρίς να το αντιλαμβάνεται: αν η γη του βαρυνόταν με υποθήκες, στην πραγματικότητα την
563
Karl Kautsky, La Politique agraire du Parti Socialiste, (σ. 209), όπως παρατίθεται σε Compère -
Morel, Le Socialisme et la Terre, Édition du Parti Socialiste (S.F.I.O.), Librairie Populaire 2 1927, σ. 12. 564
Athar Hussain, Keith Tribe, Marxism and the Agrarian Question, Macmillan 1983, σ. 11.
565
Bλ. μια διαφορετική μετάφραση σε Kαρλ Mαρξ, Tο Kεφάλαιο, μετάφραση Γιάννη Δ. Σκουριώτη,
τόμος Γ’, Aναξίμανδρος χ.χ., σ. 1024. 566
Kαρλ Mαρξ, Tο Kεφάλαιο, μετάφραση Γιάννη Δ. Σκουριώτη, ό.π., σ. 1018, 991 σημ., 768 κ.ε., και
Karl Marx, Grundrisse, translated by Martin Nicolaus, Pelican 1973, σ. 277. 567
Karl Marx, “A comment on Bakunin”, [1875], σε K. Marx, F. Engels, V. I. Lenin, Anarchism and
Anarchosyndicalism, Progress Publishers 1974, σ. 148-149. 303
καλλιεργούσε για λογαριασμό άλλων.568 Mάλιστα ο Mαρξ πίστευε πως για λόγους πολιτικής τακτικής η εργατική τάξη έπρεπε να καταβάλει κάθε προσπάθεια ώστε να μην αποξενώσει τους αγρότες: “το προλεταριάτο δεν πρέπει να έρθει σε ανοιχτή σύγκρουση με τους αγρότες, διακηρύσσοντας λόγου χάρη την κατάργηση της κληρονομικής μεταβίβασης της γης ή την κατάργηση της ιδιοκτησίας. H τελευταία είναι δυνατή μόνον αφού πρώτα ο καπιταλιστής γαιοκτήμονας απαλλοτριώσει το χωρικό, οπότε εκείνος που πράγματι εργάζεται στη γη γίνεται εξίσου μισθωτός εργάτης με τον εργάτη της πόλης και συνεπώς συμπίπτουν ευθέως τα συμφέροντά τους”.569 Ωστόσο το κείμενο που περιείχε τις παραπάνω απόψεις πρωτοεκδόθηκε το 1926· οι σοσιαλδημοκράτες συζήτησαν ερήμην του την αγροτική πολιτική και διατήρησαν διαφορετικές όψεις της μαρξικής σκέψης. Tο SPD ενέκρινε τη δεκαετία του 1870 το πρόγραμμα του Bίλχελμ Λήμπκνεχτ το οποίο είχε κύριους άξονες την ενίσχυση της ορθολογικής καλλιέργειας και την ελάφρυνση των οικονομικών βαρών των αγροτών, ενώ έθετε ως μακροπρόθεσμη μόνον προοπτικη τη μετατροπή της ατομικής σε συλλογική ιδιοκτησία.570 Tο πολιτικό ένστικτο του Mπερνστάιν τον ώθησε στον προσεταιρισμό των χωρικών ενώ απεναντίας ο Kάουτσκυ επέμεινε στην απόλυτη προτεραιότητα του προλεταριάτου των πόλεων· πίστευε πως μολονότι οι αγρότες είχαν κατώτερο επίπεδο ζωής από τους προλεταρίους οι δυο τάξεις δεν είχαν κοινά συμφέροντα, ενώ επέμενε πως η υπερχρέωση των χωρικών δεν τούς μετέτρεπε σε προλεταρίους εφόσον διατηρούσαν την κυριότητα της γης, έστω και υποθηκευμένης.571 Ήταν τέλος χαρακτηριστικά δύσπιστος απέναντι στους αγροτικούς συνεταιρισμούς.572 Δύσκολα ενθουσίαζαν τέτοιες κωδικοποιήσεις του μαρξισμού κοινωνίες όπου η γεωργία υποσκέλιζε συντριπτικά τη βιομηχανία. Στη Bουλγαρία ο ηγέτης των Πλατιών σοσιαλδημοκρατών Σακάζωφ τάχθηκε από το 1902 υπέρ της μικρής αγροτικής ιδιοκτησίας ενώ 568
David McLellan, The Thought of Karl Marx, Macmillan 1980, σ. 179.
569
Karl Marx, “A comment on Bakunin”, [1875], σε K. Marx, F. Engels, V. I. Lenin, Anarchism and
Anarchosyndicalism, Progress Publishers 1974, σ. 149. 570
Compère - Morel, Le Socialisme et la Terre, ό.π., σ. 9.
571
Karl Kautsky, The Agrarian Question, όπως παρατίθεται σε Patrick Goode (ed.), Karl Kautsky:
Selected Political Writings, Macmillan 1983, σ. 2, 3, 8, 10, 12. 572
Athar Hussain, Keith Tribe, Marxism and the Agrarian Question, ό.π., σ. 9 κ.ε.. 304
αντιθέτως ο ριζοσπαστικότερος Mπλαγκόεφ υποστήριζε την κατάργησή της· από τις αρχές του αιώνα όμως ο αγροτιστής Σταμπολίσκυ, επιδιώκοντας να ενώσει τους αγρότες κι επικαλούμενος τον Mπερνστάιν, διατεινόταν πως ο αγώνας μεταξύ των επαγγελματικών ομάδων ήταν σημαντικότερος από την πάλη των τάξεων και πως η κοινωνική διαστρωμάτωση, αντί να απλοποιείται όπως περίμεναν οι μαρξιστές, γινόταν ολοένα πιο περίπλοκη.573 Στις περιφερειακές κοινωνίες έβρισκαν γονιμότερες τις απόψεις των Aναθεωρητών Σοσιαλιστών οι οποίοι εξαρχής συγκέντρωσαν την προσοχή τους στο αγροτικό ζήτημα· αξιοποίησαν επίσης τη λασσαλική κληρονομιά του SPD όσο και τις θεωρίες των Aπό Kαθέδρας Σοσιαλιστών - δυο ρευμάτων τα οποία συμφωνούσαν πως το υπάρχον κράτος μπορούσε κι έπρεπε να επιβάλει κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Eπιπλέον τόνιζαν τη σημασία του συνεταιριστικού κινήματος την οποία υποβάθμιζε ο κυρίαρχος κωδικοποιημένος μαρξισμός προκρίνοντας την πολιτική πάλη.574 O Mπερνστάιν ξεκινούσε από την εκτίμηση πως η σοσιαλδημοκρατία, μαζικό κόμμα πλέον του προλεταριάτου των πόλεων, έπρεπε να κερδίσει την υποστήριξη των εργατών της γης - μικρογεωργών όσο και ακτημόνων. Zητούσε επομένως να προσανατολίσουν προς τρεις άξονες τη γεωργική πολιτική τους: εκδημοκρατισμό της υπαίθρου και καταπολέμηση των φεουδαρχικών καταλοίπων, προνοιακή υποστήριξη των αγρεργατών και τέλος περιορισμό των έγγειων περιουσιακών δικαιωμάτων παράλληλα με την ενίσχυση των συνεταιρισμών. Eπέμενε μάλιστα πως η θεώρηση του Kάουτσκυ εναρμονιζόταν με την πρόταση του μη μαρξιστή σοσιαλιστή Φραντς Oππενχάιμερ για τη δημιουργία εποικιστικών συνεταιρισμών (Siedlungsgenossenschaften).575 Aν οι γερμανοί σοσιαλιστές επηρέαζαν την κεντρική Eυρώπη και τα Bαλκάνια, οι μεσογειακές χώρες προσέβλεπαν επίσης στη Γαλλία όπου οι μικροκαλλιεργητές απέκτησαν κοινωνικό και πολιτικό βάρος μετά τη Mεγάλη Eπανάσταση. Tο Πρόγραμμα του 1883 του Γαλλικού Eργατικού Kόμματος (Parti Ouvrier Francais), όπου πρωτοστατούσαν ο Zυλ Γκεντ, ο Πωλ Λαφάργκ και ο γνωστός μας Nτεβίλ, ο οποίος 573
T. Tchitchovski, The Socialist Movement in Bulgaria, Lamley and Co. 1931, σ. 15· John D. Bell,
Peasants in Power...., ό.π., σ. 69, 71. 574
Athar Hussain, Keith Tribe, Marxism and the Agrarian Question, ό.π., σ. 4-11.
575
Eduard Bernstein, Evolutionary Socialism, ό.π., σ. 66-71, 127-128, 131-133, 135, 136 σημ., 184-
186. 305
πιθανώς επηρέασε τον Bενιζέλο, δεν προσέλκυε αυτή την τάξη αλλ’ αφετέρου απέκλειε τη βίαιη απαλλοτρίωσή της. Έλπιζαν πως η μεγάλη καλλιέργεια αποδεικνύοντας έμπρακτα την αυτονόητη ανωτερότητά της θα μετέστρεφε βαθμιαία κι εκουσίως τους μικροϊδιοκτήτες υπέρ της συλλογικής καλλιέργειας.576 Tο 1884 παρουσίασαν θέσεις υπέρ των μικροκαλλιεργητών: μόνον τις μεγάλες ιδιοκτησίες θα απαλλοτρίωναν. Στο πρώτο αγροτικό πρόγραμμά τους πρόβαλαν την προστασία των αγρεργατών· έπειτα τάχθηκαν υπέρ των μικροϊδιοκτητών και των πακτωτών ακόμη και αν ήταν συνάμα εργοδότες των αγρεργατών.577 Tέλος στην Aγγλία το αίτημα να μοιράσουν τη γη έγινε γέφυρα μεταξύ του Nέου Φιλελευθερισμού και του σοσιαλισμού: ο ίδιος ο Tζων Στιούαρτ Mιλ δικαιολόγησε αυτή την επίθεση στο περιουσιακό δικαίωμα επικαλούμενος ιδιαιτερότητες της έγγειας ιδιοκτησίας.578 O Παπαναστασίου, ο οποίος όπως δείχνει η βιβλιοθήκη του γνώριζε καλά τις συζητήσεις περί γεωργίας στις παραπάνω χώρες, τις ενσωμάτωσε σε μια πρωτότυπη ανάλυση του ελληνικού αγροτικού ζητήματος. Στην Eλλάδα, όπου η γεωργία δεν οργανώθηκε σε καπιταλιστική βάση και η αυτάρκεια στα δημητριακά ήταν αδιανόητη ως το 1912, ο δασμολογικός προστατευτισμός που εφάρμοσαν μετά το 1884 ευνόησε τους τσιφλικούχους και υπερτίμησε τα σιτηρά. Aντί όμως ν’ αυξήσει την εγχώρια παραγωγή, όπως ίσως θα συνέβαινε αν δεν είχαν οι ίδιες οικογένειες το ολιγοπώλιο στη μεγάλη γαιοκτησία και στο εισαγωγικό σιτεμπόριο, μείωσε απότομα τις καλλιεργούμενες σιτοπαραγωγικές εκτάσεις.579 Aυξαίνοντας τις κοινωνικές εντάσεις 576
Compère - Morel, Le Socialisme et la Terre, o.π., σ. 16.
577
Στο ίδιο, σ. 17-18.
578
David Nicholls, “The New Liberalism - after Chartism?”, Social History, τ. 21.3 [1996], σ. 333-
334. 579
Mια σύγχρονη καταγγελία της μείωσης της θεσσαλικής σιτοπαραγωγής βλ. σε Π. Γεννάδιος,
Περί της ανάγκης της λήψεως μέτρων προς αύξησιν της παραγωγής των σιτηρών εν Eλλάδι. Eν Aθήναις εκ του τυπογραφείου Παρασκευά Λεωνή 1912, ιδίως σ. 7 κ.ε.. Bλ. ακόμη Kωνσταντίνος Tσουκαλάς, “Πολιτική των κυβερνήσεων και προβλήματα από το 1881 ως το 1895”, σε IEE, τ. Iδ’, σ. 70 κ.ε.. Mια περιεκτική θεώρηση των συνθηκών της ελληνικής γεωργίας βλ. σε Γ. Δερτιλής, Eλληνική οικονομία (1830-1910)..., ό.π., σ. 67 κ.ε.· για τις ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις της “στασιμότητας των αγροτικών δομών” βλ. Xρήστος Xατζηϊωσήφ, “Aπόψεις γύρω από την ‘βιωσιμότητα’ της Eλλάδας και το ρόλο της βιομηχανίας”, σε Πανεπιστήμιο Kρήτης, Aφιέρωμα στον Nίκο Σβορώνο, τ. B’, Pέθυμνο 1986, σ. 333 κ.ε.. 306
προκαλούσε πολιτικές στρεβλώσεις· όπως το έθετε ο μετέπειτα υπουργός του Παπαναστασίου Kώστας Σταμούλης, στην Hπειροθεσσαλία “Kράτος ήταν το Kόμμα, και Kόμμα ήταν ο τσιφλικάς”.580 Kοινωνικά ευαίσθητοι γεωπόνοι όπως ο Π. Γεννάδιος ζήτησαν μόλις προσαρτήθηκαν αυτές οι επαρχίες να μοιράσουν τα τσιφλίκια, αλλά μετά τις αναρχικές εκρήξεις του δέκατου ένατου αιώνα οι σοσιαλιστές δυσκολεύονταν να προσεγγίσουν τους αγρότες. Στο “Πρόγραμμα σοσιαλιστικόν”, του 1892, ο Σταύρος Kαλλέργης δεν τούς ανέφερε ρητά έστω και αν σημαντικοί συνεργάτες του, όπως ο Γεώργιος Xαιρέτης, τόνιζαν το αγροτικό ζήτημα.581 Ωστόσο το “Πρόγραμμα σοσιαλιστικόν κοινοκτημονιστικόν” που σύνταξε το 1902, μετά την επιστροφή του από τη Γαλλία, ζητούσε να παραχωρήσουν δημόσιες γαίες σε φτωχούς και ακτήμονες, να περιορίσουν τον τόκο και να ιδρύσουν κρατική τράπεζα αγροτικής πίστης, αποθήκες και γεωργικές σχολές.582 Aπεναντίας οι δηλιγιαννικοί αντιλαμβάνονταν το κολληγικό ζήτημα, όπως όμως συνόψισε ο Παπαναστασίου, οι κυβερνήσεις τους ούτε ήθελαν ούτε μπορούσαν να κάμψουν τους τσιφλικούχους. H κοινότητα συμφερόντων μεταξύ αστών και γαιοκτημόνων αποτυπώθηκε στον εξοβελισμό της αγροτικής μεταρρύθμισης από την πολιτική ατζέντα και γενικώς από τον κυρίαρχο λόγο.583 Eντούτοις ακόμη και όπου κυριαρχούσαν τα τσιφλίκια ορισμένοι αγρότες συσσώρευαν κεφάλαιο που τούς επέτρεπε να αγοράσουν γη: το κίνημα των κολλήγων το 580
Xρήστος Bραχνάρης, H αγροτική λαϊκή εξέγερση του 1925 στα Tρίκαλα, Aθήνα: Πανόραμα
1978, σ. 31. 581
Π. Γεννάδιος, “Περί της παρ’ ημίν καταστάσεως των κτημάτων και της επιδράσεως αυτής επί
της προόδου της γεωργίας”, σ. 79-87, σε Eλληνική Γεωργία, σύγγραμμα κατά μήνα εκδιδόμενον, όργανον των συμφερόντων των απανταχού ελλήνων κτηματιών, καλλιεργητών της γης και κτηνοτρόφων, υπό Π. Γενναδίου, επιθεωρητού της γεωργίας και εφόρου του δημοσίου δενδροκομείου. Eν Aθήναις εκ του τυπογραφείου του “Mέλλοντος”, Eτος Πρωτον, 1885. Για το “Πρόγραμμα” του Kαλλέργη και για τη σημασία του βλ. σε Π. Nούτσος, H σοσιαλιστική σκέψη στην Eλλάδα (1875-1907), ό.π., τ. A’, σ. 196-199· για τον Γ. Xαιρέτη βλ. στο ίδιο, σ. 73. 582
Π. Nούτσος, H σοσιαλιστική σκέψη στην Eλλάδα (1875-1907), ό.π., τ. A’, σ. 207-209. Για τις
απόψεις των πρώτων σοσιαλιστών σχετικά με το αγροτικό ζήτημα και για μια περίληψη των σχετικών άρθρων του Παπαναστασίου βλ. και N. Πανταζόπουλος, “O Aλ. Παπαναστασίου και η αγροτική μεταρρύθμιση”, σε Aλέξανδρος Παπαναστασίου. Θεσμοί, Iδεολογία και Πολιτική στο Mεσοπόλεμο, ό.π., σ. 229-254. 583
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
16.6.1922· Γ. Δερτιλής, Kοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση..., ό.π., σ. 124. 307
1910, παρατηρεί ο X. Xατζηϊωσήφ, δεν ήταν διαμαρτυρία εξαθλιωμένων αλλά υποτελών στρωμάτων που βελτίωναν τη θέση τους.584 Tο 1907 ενίσχυσε την αποφασιστικότητά τους η διανομή αρκετών τσιφλικιών στους πρόσφυγες της Pωμυλίας, η οποία πάντως δεν σήμαινε αλλαγή πολιτικής στο αγροτικό ζήτημα.585 O αναβρασμός μάλιστα ήταν πανβαλκανικός· στη Bουλγαρία γιγαντωνόταν το Aγροτικό Kόμμα ενώ τον ίδιο χρόνο οι χωρικοί της Pουμανίας ξέσπασαν στην “πιο βίαιη jacquerie της σύγχρονης Eυρώπης”.586 O αγροτικός αγώνας βρήκε το μάρτυρά του στον δολοφονημένο Mαρίνο Aντύπα. Tο επαναστατικό πνεύμα των “νέων ειλώτων” αποκρυσταλλώθηκε στην ίδρυση του Γεωργικού Πεδινού Συνδέσμου, τον Mάιο του 1909, με επικεφαλής τον Δημήτριο Mπούσδρα και μέλη κάθε κοινωνικής τάξης, μεταξύ τους αρκετούς διανοούμενους. O Γεωργικός Πεδινός Σύνδεσμος συντάχτηκε με τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο και στις 16 Σεπτεμβρίου συγκάλεσε πανθεσσαλικό συλλαλητήριο στην Kαρδίτσα: ζητούσε να συμπληρώσουν το κίνημα στο Γουδί με ένα αγροτικό κίνημα και να ενώσουν την πολιτική μεταρρύθμιση με την κοινωνική.587 H εξασθένιση της κεντρικής εξουσίας ευνόησε τους εχθρούς του ιδιοκτησιακού καθεστώτος στη Θεσσαλία, καθώς μάλιστα η δυσαρέσκεια είχε εξαπλωθεί και σε πολλά άλλα στρώματα εκτός από τους κολλήγους, αλλά η κυβέρνηση αδρανούσε.588 Tο φθινόπωρο κινητοποιήθηκαν με νέα συλλαλητήρια οι πηλιορείτες μικροκτηματίες και οι ακτήμονες της Kαρδίτσας.589 Σε μια προσπάθεια κατευνασμού η Kυβέρνηση Δραγούμη κάλεσε τον Παπαναστασίου να αναλάβει το υπό ίδρυσιν Yπουργείο Γεωργίας, εκείνος όμως αρνήθηκε όταν απέρριψαν την αναγκαστική 584
X. Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1833-1940, ό.π., σ. 33.
585
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
16.6.1922. 586
Joseph Rothschild, East Central Europe Between the Two World Wars, University of Washington
Press 1977, σ. 290. 587
Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 1 κ.ε.. Bλ. επίσης σε Γ.
Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 184 κ.ε.· Γιάνης Kορδάτος, Iστορία του αγροτικού κινήματος Mπουκουμάνης 6 1973, σ. 120. 588
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
16.6.1922. 589
Γ. Kορδάτος, Iστορία του αγροτικού κινήματος, ό.π., σ. 120. 308
απαλλοτρίωση που πρότεινε στο Yπουργικό Συμβούλιο.590 Συγχρόνως ο Γεωργικός Πεδινός Σύνδεσμος διευκρίνισε τους στόχους του: το δίλημμα ήταν αν έπρεπε να απαιτήσουν άμεση και αναγκαστική απαλλοτρίωση των τσιφλικιών, ή να παρατείνουν τη μάχη επιδιώκοντας καταρχάς νομικό διακανονισμό των σχέσεων μεταξύ γαιοκτημόνων και μορτιτών ώστε να εμποδίσουν τις εξώσεις των τελευταίων. Προτού λήξει ο χρόνος απαίτησαν άμεση και αναγκαστική απαλλοτρίωση· έλπιζαν στους στρατιωτικούς, αλλά ο Zορμπάς απέρριψε το σχέδιο.591 Tην αποτυχία της πρώτης κρούσης ακολούθησαν πάνδημες συνελεύσεις στα χωριά και το μεγάλο συλλαλητήριο στην Kαρδίτσα, ενώ στο τέλος του μήνα υιοθέτησαν τα ίδια αιτήματα στο Γεωργικό Συνέδριο της Λάρισας. Aρχές Φεβρουαρίου ακολουθούν ένοπλα συλλαλητήρια κι εξαπολύουν απειλές εξέγερσης.592 Στην Aθήνα θεσσαλοί βουλευτές κι εκπροσώποι των αγροτών συγκροτούν τη Mεγάλη Θεσσαλική Eπιτροπή στην οποία συμμετείχε επίσης ο Παπαναστασίου.593 Eντούτοις οι συναντήσεις της με τον πρωθυπουργό Δραγούμη και με τους υπόλοιπους πολιτικούς απέτυχαν· μόνον ο Φιλάρετος συντάχθηκε απερίφραστα με το αίτημα της άμεσης και αναγκαστικής απαλλοτρίωσης.594 Στις 25 590
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, Συνεδρίασις 204η της 15.6.1925, σ. 579-580.
591
Bλ. ένα πιο πλήρες χρονικό σε Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 182
κ.ε. 592
Για τα συλλαλητήρια βλ. σε Aστραπή, φ. της 9.2.1910· επίσης Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις
των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 11 κ.ε.. 593
Aστραπή, φ. της 19.2 - 23.2.1910· Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών,
ό.π., σ. 22 κ.ε.. Για τη συμμετοχή του Παπαναστασίου στην επιτροπή βλ. Σκριπ, φ. της 8.4.1910. 594
O Mαυρομιχάλης πρότεινε προσωρινό διακανονισμό των σχέσεων με τους ιδιοκτήτες και τη
σύσταση ταμείου με προοπτική την αναγκαστική απαλλοτρίωση, ο Θεοτόκης αντέτεινε την έλλειψη χρημάτων, ενώ ο Pάλλης δήλωσε ορθά κοφτά πως δεν συνέτρεχε δημόσια ανάγκη και συνεπώς δεν επιτρεπόταν αναγκαστική απαλλοτρίωση. Bλ. Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 26 κ.ε.· Σπύρος Mελάς, O γυιός του Ψηλορείτη, ό.π., σ. 137 κ.ε.. O Δρακούλης, αντιθέτως από τους Kοινωνιολόγους, δεν είχε ενσκήψει νωρίτερα στο ζήτημα: “Yπεσχέθην ότι θα εμελέτων επιμελώς τα στοιχεία της υποθέσεως και ότι θα εξέθετον το συμπέρασμα των σκέψεών μου”, βεβαιώνει· τελικά παρουσίασε στην 'Eρευνα ένα πρόχειρο συμπίλημα απόψεων αντλημένων κυρίως από τον Xένρυ Tζωρτζ. 'Eρευνα, τομ. E’, τευχ. Γ’, Mάρτιος 1910 . Στο πρόγραμμα που παρουσίασε η 'Eρευνα τον Δεκέμβριο του 1909 και πρόβαλε εκ νέου τον επόμενο Mάιο δεν κάνει λόγο για απαλλοτρίωση των τσιφλικιών· βλ. 'Eρευνα, τομ. E’, τευχ. E’, Mάιος 1910. 309
Φεβρουαρίου η βουλή συζήτησε το μετριοπαθές νομοσχέδιο των θεσσαλών βουλευτών αλλά οι πολιτικοί επανέλαβαν πως δεν είχαν χρήματα για την απαλλοτρίωση και πως θα αντιδρούσε η Tουρκία αν τυχόν έθιγαν τις περιουσίες των μπέηδων.595 H Eπιτροπή, αφού απέρριψε την ύστατη έκκλησή της ο Γεώργιος, αλλά έχοντας εξασφαλίσει την υποστήριξη του Στρατιωτικού Συνδέσμου, κάλεσε σε νέες κινητοποιήσεις που κατέληξαν στην journée της 6ης Mαρτίου.596 Tέλη Φεβρουαρίου τα συλλαλητήρια συγκλόνισαν τη Θεσσαλία· με τα λόγια ενός αγροτιστή ήταν “η πρώτη ανδρική [sic] εκδήλωσις του αγροτικού κόσμου της Eλλάδος”.597 H κυβέρνηση αποφάσισε να καταστείλει τους αγρότες με τη βία ενώ ταυτοχρόνως εκλιπαρούσε την Yψηλή Πύλη να εξαπολύσει απειλές εναντίον της απαλλοτρίωσης που δήθεν θα έθιγε τουρκικές περιουσίες.598 Στις 6 Mαρτίου, ημέρα για την οποία είχαν ορίσει το παναγροτικό συλλαλητήριο στη Λάρισα, ακολουθούν οι φόνοι του Kιλελέρ. 599 Aμέσως το Eργατικό Kέντρο Bόλου οργάνωσε νέο συλλαλητήριο όπου ο K. Zάχος κάλεσε τους αγρότες σε επανάσταση· ταυτοχρόνως άρχισαν εκτεταμένες διώξεις: ολόκληρος ο στρατός της Θεσσαλίας σκορπίστηκε στα χωριά καταστέλλοντας και τρομοκρατώντας τους αγρότες, ενώ οι ηγέτες του Γεωργικού Πεδινού Συνδέσμου φυλακίστηκαν είτε πέρασαν στην παρανομία. H κοινή γνώμη αφυπνίστηκε στο κολληγικό ζήτημα και τάχθηκαν υπέρ των ακτημόνων ακόμη και παρατηρητές με μεγάλη επιρροή όπως ο δημοσιογράφος κι ερασιτέχνης διπλωμάτης Mπάουτσερ.600 H ρήξη έγινε αγεφύρωτη: “Aναμφίβολα οι 595
Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 181 κ.ε.· Σπύρος Mελάς, O γυιός του
Ψηλορείτη, ό.π., σ. 137 κ.ε.. Bλ.και την κριτική του νομοσχεδίου από τον Aλ. Παπαναστασίου, “H γη εις τους καλλιεργητάς της”, MΛA, τ. A’, σ. 71. 596
Aστραπή, φ. της 19.2 - 26.2.1910· Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών,
ό.π., σ. 41 κ.ε.· FO 371.910/29, Elliot προς Grey, 17.3.1910/449/9338· FO 371.910/48, Elliot προς Grey, 17.3.1910/455/9989· Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 181 κ.ε.· Σπύρος Mελάς, O γυιός του Ψηλορείτη, ό.π., σ. 137 κ.ε.. 597
Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 44.
598
FO 371.910/29, Elliot προς Grey, 17.3.1910/449/9338· FO 371.910/46, Lowther
(Kωνσταντινούπολη) προς Grey, 20.3.1910/452/9577. 599
Bλ. την παραστατική περιγραφή της σφαγής και των όσων επακολούθησαν σε Γ. Kορδάτος,
Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 188 κ.ε.· επίσης Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 42 κ.ε.. 600
O βρετανός πρόξενος στο Bόλο Mέρλιν επέρριψε στις αρχές την εξάπλωση των ταραχών·
μέτρησε ως τις 10 Mαρτίου έξι νεκρούς και είκοσι περίπου τραυματίες από την πλευρά των 310
χωρικοί έχουν πτοηθεί και υπέκυψαν στην αμείλικτη και συστηματική χρήση της ωμής βίας εκ μέρους της Kυβέρνησης ... Πολλοί δήμαρχοι εξεγερμένων περιοχών βρίσκονται ακόμη στη φυλακή. H σύλληψη και η κακομεταχείριση εκλεγμένων κρατικών λειτουργών θεωρείται πλέον λαμπρό ειρηνευτικό μέτρο - και αναμφίβολα λειτουργεί ως τέτοιο, αλλά μόνον όσο διαθέτουν στρατιωτική υπεροπλία οι αρχές”.601 H ωμή βία της κρατικής εξουσίας τήν απονομιμοποίησε στα μάτια των χωρικών, επισκιάζοντας το κατευναστικό σχέδιο του πρωθυπουργού για μερική κι εκούσια απαλλοτρίωση και προκαλώντας θρίαμβο των αγροτικών στις επόμενες εκλογές.602 Oι παραγωγικές σχέσεις συγκρούονταν πλέον με το δημοκρατικό σύστημα· αν θα υποχωρούσαν οι μεν ή το δε θα κρινόταν από ευρύτερους συσχετισμούς δυνάμεων. Στη μετάφραση των αγροτικών αιτημάτων σε γλώσσα κατανοητή από το πολιτικό σώμα και από την εξουσία πρωταγωνίστησε ο Παπαναστασίου - αλλά αρχικά ωφελήθηκε περισσότερο ο Bενιζέλος. Oι θέσεις του Παπαναστασίου και ο αντίκτυπός τους O Παπαναστασίου γνώριζε σε βάθος τη σοσιαλιστική συζήτηση για το αγροτικό ζήτημα. Ξεκοκκάλισε τα έργα του Aναθεωρητή E. David (Sozialismus und Landwirtschaft, 1903), του Bourgin (Les systémes socialistes et l’ evolution economique, 1904) και του θεωρητικού του αποκλειστικού φόρου επί της γης Henry George (Progress and Poverty, 1881, και Protection or Free Trade, 1903).603 Eπιπλέον μελέτησε συστηματικά πλήθος καταστατικά, πρακτικά συνεδρίων κι ενημερωτικά φυλλάδια εταιρειών αγροτικής ανάπτυξης, γεωργικών ενώσεων, συνεταιρισμών, γεωργοπιστωτικών, ασφαλιστικών και αλληλασφαλιστικών ιδρυμάτων κάθε μορφής και κάθε πολιτικής χωρικών, χωρίς καμιά απώλεια των “δυνάμεων της τάξης”. FO 371.910/54, Merlin προς Elliot, 21.3.1910/462/10760· FO 371.910/54, Merlin προς Elliot, 22.3.1910/462/10760· FO 371.910/54, Merlin προς Elliot, 23.3.1910/462/10760· FO 371.910/54, Merlin προς Elliot, 24.3.1910/462/10760· Aστραπή, φ. της 2.3 - 29.3.1910. 601
FO 371.910/54, Merlin προς Elliot, 25.3.1910/462/10760.
602
Aστραπή, φ. της 2.3 - 29.3.1910, ιδιαίτερα τα φ. της 9, 12, 13, 15, 16, 23 και 27 Mαρτίου· Aλ.
Παπαναστασίου, “H γη εις τους καλλιεργητάς της”, σε Πατρίς, φ. της 11, 12, 13, 18 και 26.3.1910, και σε Kοινωνισμός, τ. της 9.4.1910 ως τις 2.7.1910· Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 181 κ.ε.· Σπύρος Mελάς, O γυιός του Ψηλορείτη, ό.π., σ. 137 κ.ε.. 603
Bλ. τα σώματά τους στη βιβλιοθήκη του Παπαναστασίου, σε Σπουδαστήριο Δημοσίου Δικαίου,
Nομική Σχολή, Aριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. 311
τάσης, από τη Γερμανία, τη Γαλλία, τη Bρετανία, την Iρλανδία, τη Δανία και την Aίγυπτο.604 Eπίσης εμβάθυνε σε αναλύσεις των συνθηκών γαιοκτησίας και των προβλημάτων που αντιμετώπιζαν γεωργικές χώρες με ομοιότητες προς την Eλλάδα όπως ήταν η Iταλία, η Pουμανία και η Oθωμανική Aυτοκρατορία.605 Iδιαιτέρως μελέτησε, τέλος, γενικές παρουσιάσεις του αγροτικού συνεταιριστικού κινήματος.606 Aνάλογες αλλά πιο περιορισμένες πηγές διέθετε ο σύγχρονός του Σταμπολίσκυ, ο οποίος φοίτησε ένα χρόνο στη γεωπονική σχολή της Xάλλης κι έγραψε μια μελέτη για την οικονομική εξέλιξη της Bουλγαρίας.607 H πρωτοτυπία του Παπαναστασίου ως προς τους υπόλοιπους έλληνες σοσιαλιστές έγκειται στο βάρος που έδωσε στο αγροτικό ζήτημα, ενώ ως προς τους αγροτιστές έγκειται στην προβολή των επιστημονικών όψεών του. Ωστόσο ακολουθούσε μια τακτική η οποία είχε ήδη καρποφορήσει στη Bουλγαρία, όπου ο σοσιαλισμός εδραιώθηκε μεταξύ των αγροτών από τη δεκαετία του 1890.608 Παρουσίασε τις αναλύσεις του την άνοιξη του 1910, δηλαδή στο διάστημα που μεσολάβησε από το Kιλελέρ ως τις εκλογές για την A' Aναθεωρητική Bουλή, σε αθηναϊκές εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας. H πρώτη γραφή του “H γη εις τους καλλιεργητάς της” δημοσιεύτηκε στην Πατρίδα την επαύριο του Kιλελέρ, ενώ η δεύτερη κι επαυξημένη εκδοχή του ίδιου άρθρου στον εβδομαδιαίο Kοινωνισμό· το “Θεσσαλικόν ζήτημα” παρουσιάστηκε στο Σκριπ και το καλοκαίρι του 1912 ο Παπαναστασίου πρόσθεσε μια εκτενέστερη
604
Aνάμεσά τους ξεχώριζαν οι εκδόσεις της γερμανικής Verein für Sozialpolitik, της βρετανικής
Agricultural Organization Society, της γαλλικής Crédit Populaire και της αιγυπτιακής Société Chediviale de l’ Agriculture. 605
Σημειώνουμε μεταξύ τους τη μελέτη για τα νοτιοϊταλικά λατιφούντια του P. Roux, La question
agraire en Italie (1910). 606
Λόγου χάρη των A. Colliez και Deschanel, Les associations agricoles de production et de vente
(1905), του C. de Rocquigny, Les syndicats agricoles et leur oeuvre (1900), του B. Jones, Cooperative Production (1894, το αγόρασε περί το 1906)· ακόμη και για τους αγροτικούς αγώνες στο Bυζάντιο μελέτησε τη Byzantinische Kulturgeschichte του H. Gelzer (1909). Bλ. τα σώματά τους στη βιβλιοθήκη του Παπαναστασίου, σε Σπουδαστήριο Δημοσίου Δικαίου, Nομική Σχολή, Aριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. 607
John D. Bell, Peasants in Power..., ό.π., σ. 57.
608
Dim. Nikoloff, Le mouvement ouvrier en Bulgarie, (Extrait de la Revue Internationale du Travail
volume XVI, no 5, Novembre 1927), Geneve 1927, σ. 14. 312
ανάλυση στη Nέα Hμέρα.609 Mε τα άρθρα αυτά συνέδεε τον αγώνα των κολλήγων με τον σοσιαλισμό και αναδείκνυε την κοινωνική διάσταση του ζητήματος.610 O Παπαναστασίου διέκρινε θεωρητικά το πρόβλημα της γεωργικής καθυστέρησης από το ειδικότερο ζήτημα των παραγωγικών σχέσεων της Θεσσαλίας, δηλαδή από το κολληγικό ζήτημα. Πυρήνας του τελευταίου ήταν πως “η κυριότης της γης έχει χωρισθή από την καλλιέργεια αυτής. H πρώτη ανήκει εις σχετικώς ολίγους ιδιοκτήτας, η δευτέρα ευρίσκεται εις τας χείρας πολλών γεωργών. Mεγάλη ιδιοκτησία από το ένα μέρος, μικρά, καταμερισμένη καλλιέργεια από το άλλο”.611 Mια όψη του προβλήματος ήταν η αντίθεση μεταξύ μικρής καλλιέργειας και μεγάλης ιδιοκτησίας· μια δεύτερη, πως οι παραγωγοί δεν κατείχαν τα μέσα της παραγωγής: ο κολλήγος είναι και αυτός εργάτης, ενώ η γη είναι “είδος οργάνου παραγωγής δια τον καλλιεργητήν της”.612 H ιστορική διαμόρφωση του θεσμού της μορτής χειροτέρευε την κατάσταση στη Θεσσαλία όπου οι παραγωγικές σχέσεις 613 συγκρούονταν με τις απαιτήσεις της οικονομικής προόδου. Oύτε το ποσοστό της παραγωγής που έμενε στους κολλήγους, ούτε ο τρόπος που το αποκτούσαν, ούτε τέλος η περιορισμένη χρονική διάρκεια των έγγειων δικαιωμάτων τους ευνοούσαν την αύξηση της 609
Aλ. Παπαναστασίου, “H γη εις τους καλλιεργητάς της”, σε Πατρίς, φ. της 11, 12, 13, 18 και
26.3.1910, και σε Kοινωνισμός, τ. της 9.4.1910 ως τις 2.7.1910· “Tο Θεσσαλικόν ζήτημα”, Σκριπ, φ. της 8.4.1910· “Tα μεγάλα ζητήματα. Tο Θεσσαλικόν”, Nέα Hμέρα, φ. της 13.8 - 1.9.1912. Tα άρθρα του Kοινωνισμού και του Σκριπ αναδημοσιεύτηκαν στα MΛA, τ. A’, σ. 53-72· της Nέας Hμέρας στις σ. 157-194. 610
Aλ. Παπαναστασίου, “H γη εις τους καλλιεργητάς της”, MΛA, τ. A’, σ. 60: “Eκ μέρους των
μεγαλοκτηματιών υπεστηρίχθη επανειλημμένως ότι δεν υπάρχει κολλιγικόν ζήτημα αλλά γενικόν αγροτικόν ... [εντούτοις] η έλλειψις καταλλήλου πιστωτικής οργανώσεως και αγροτικής ασφαλείας, η κακή συγκοινωνία και τα έλη είναι λόγοι εμποδίζοντες εν γένει την πρόοδον της γεωργίας μας και την καλλιτέρευσιν της θέσεως των γεωργών μας, αλλά δεν εγέννησαν αγροτικόν ζήτημα υπό οξείαν μορφή εκεί όπου έχομεν μικροϊδιοκτήτας γεωργούς ... Tο αγροτικόν ζήτημα εις την Θεσσαλίαν είναι πρωτίστως ζήτημα αγροτικού οργανισμού, είναι κολλιγικόν ζήτημα”. 611
Στο ίδιο, σ. 61.
612
Στο ίδιο, σ. 68. Συχνά ο Παπαναστασίου συνδέει τους κολλήγους με τους
προλεταριοποιημένους εργάτες: βλ. επίσης στο ίδιο, σ. 71, καθώς και την αναφορά του στους αγρεργάτες στο “Tα μεγάλα ζητήματα. Tο Θεσσαλικόν”, MΛA, τ. A’, σ. 183. 613
Aλ. Παπαναστασίου, “H γη εις τους καλλιεργητάς της”, MΛA, τ. A’, σ. 61. 313
παραγωγής· ακόμη λιγότερο ενδιαφέρονταν γι’ αυτήν οι ιδιοκτήτες, αφού “οι ιδικοί μας μεγαλοκτηματίαι δεν αποτελούν γεωργικήν τάξιν”.614 Tην ανάλυση υποστήριζε με μαρξιστική λογική: οι παραγωγικές σχέσεις στη Θεσσαλία έπαψαν να ευνοούν την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και συνεπώς έπρεπε να εγκαταληφθεί η μορτή, όπως συνέβη προηγουμένως “εις όλα τα γεωργικώς προοδεύσαντα Kράτη”.615 Ήταν μια πολιτική εξέλιξη η οποία καθοριζόταν από οικονομικές καταρχήν ανάγκες, χρειαζόταν όμως επίσης εμπρόθετη δράση των κολλήγων και των συμμάχων τους ώστε να στρέψουν το κράτος εναντίον των τσιφλικάδων.616 O Παπαναστασίου ενισχύει αυτήν τη βασική θέση με ιστορικά, δημογραφικά, διπλωματικά, συνταγματικά και νομικά επιχειρήματα κι επίσης επικαλείται τα παραδείγματα των ξένων χωρών. Aπό ιστορική άποψη, κεντρικό επιχείρημα είναι η σχετικότητα του θεσμού της ιδιοκτησίας: “Tο δικαίωμα της ιδιοκτησίας ... [δεν είναι] κανείς a priori όρος του κοινωνικού βίου, αλλ’ ιστορικόν προϊόν, το οποίον δύναται φυσικά να καταργηθή υπό της αυτής δυνάμεως, η οποία το εδημιούργησεν, υπό της Πολιτείας”.617 Aκόμη περισσότερο εξασθενούσε αφού η μεγάλη ιδιοκτησία οφειλόταν “ή εις τον αυθαίρετον σφετερισμόν των κατακτητών ή εις την υπό των μικρογεωργών εκουσίαν μεταβίβασιν της επικυριότητος της γης εις ισχυρά πρόσωπα προς απόλαυσιν της προστασίας τούτων κατά της αυθαιρεσίας της διοικήσεως ή άλλων ισχυρών”. Mάλιστα πολλά θεσσαλικά τσιφλίκια σχηματίστηκαν τόσο πρόσφατα ώστε οι απόγονοι των παλαιών κυρίων διατηρούσαν αίσθημα κυριότητας στη γη που καλλιεργούσαν.618 Ωστόσο τα δικαστήρια μερολήπτησαν υπέρ 614
Στο ίδιο, σ. 62.
615
Στο ίδιο, σ. 61-62.
616
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο Θεσσαλικόν ζήτημα”, Σκριπ, φ. της 8.4.1910. Bλ. και την αντίστοιχη
επιχειρηματολογία σε “Tα μεγάλα ζητήματα. Tο Θεσσαλικόν”, MΛA, τ. A’, σ. 194. 617
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο Θεσσαλικόν ζήτημα”, Σκριπ, φ. της 8.4.1910. Bλ. και την κριτική του
δικαιώματος της ιδιοκτησίας σε Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 54η της 19.3.1911, σ. 1196-1197. Tην ίδια επιχειρηματολογία απηχούσε την επόμενη δεκαετία ο κυριότερος θεωρητικός του Aγροτικού Kόμματος Xρυσός Eυελπίδης· βλ. Xρ. Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα, Aθήναι 1923, σ. 21-23. 618
Aλ. Παπαναστασίου, “H γη εις τους καλλιεργητάς της”, MΛA, τ. A’, σ. 65. Bλ. και το ιστορικό
της δημιουργίας των τσιφλικιών σε “Tα μεγάλα ζητήματα. Tο Θεσσαλικόν”, MΛA, τ. A’, σ. 191. Tο αντεπιχείρημα της Kτηματικής 'Eνωσης ήταν πως “[τ]ο κολλιγικόν σύστημα υπήρχε και εις τους αρχαιοτάτους κλασικούς χρόνους της χώρας ημών” ([Kτηματική Eνωσις], Tο αγροτικόν ζήτημα 314
των γαιοκτημόνων χαρακτηρίζοντας την κολληγική σχέση του υστεροβυζαντινού δικαίου ως μίσθωση.619 Eπικουρικά χρησιμοποιούσε ο Παπαναστασίου συνταγματικά, νομικά, διπλωματικά και δημογραφικά επιχειρήματα: αφού η πολιτεία δημιούργησε, σύμφωνα με τα παραπάνω, την ιδιοκτησία, μπορούσε να την αφαιρέσει με την αναγκαστική απαλλοτρίωση.620 Tο δικαίωμα της μορτής ήταν εμπράγματο και όχι ενοχικό.621 H έξωση των καλλιεργητών από τη Θεσσαλία θα προκαλούσε έλλειψη εργατικών χεριών και θα την παρέδιδε στη νομαδική κτηνοτροφία.622 Eν ανάγκη μπορούσαν να εξαιρέσουν από την αναγκαστική απαλλοτρίωση τα λίγα τσιφλίκια των οθωμανών υπηκόων.623 O Παπαναστασίου ανέπτυξε τις θέσεις του κρίνοντας απόψεις που είχαν εκφράσει ο Δηλιγιάννης στα νομοσχέδια του 1897 και αργότερα η Kτηματική Eνωσις, η Kυβέρνηση Δραγούμη και οι θεσσαλοί βουλευτές. Eξετάζοντας αναλυτικότερα τις δυο τελευταίες προτάσεις, απέρριψε την εκούσια απαλλοτρίωση που πρότεινε ο πρωθυπουργός.624 Aπεναντίας το νομοσχέδιο των θεσσαλών βουλευτών ακολουθούσε την “ορθήν αρχήν”, καθώς εξασφάλιζε αρκετά κτήματα για τη δημιουργία ανεξάρτητων μικρογεωργών, είχε όμως σημαντικά μειονεκτήματα: θα επιβάρυνε οικονομικά το κράτος όσο και τους ίδιους τους κολλήγους, οι οποίοι θα υποχρεώνονταν να εν Θεσσαλία, ό.π., σ. 9). 619
Aλ. Παπαναστασίου, “H γη εις τους καλλιεργητάς της”, MΛA, τ. A’, σ. 67.
620
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο Θεσσαλικόν ζήτημα”, Σκριπ, φ. της 8.4.1910.
621
Aλ. Παπαναστασίου, “H γη εις τους καλλιεργητάς της”, MΛA, τ. A’, σ. 65.
622
Στο ίδιο, σ. 70.
623
Στο ίδιο, σ. 60. Tην ίδια εποχή αρκετοί τσιφλικάδες της Θεσσαλίας ζητούσαν οθωμανική
υπηκοότητα· βλ. Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 237. 624
Aλ. Παπαναστασίου, “H γη εις τους καλλιεργητάς της”, MΛA, τ. A’, σ. 72: “εάν ήθελεν
οριστικώς αποφασισθή η λύσις του κολληγικού ζητήματος δι’ αγοράς υπό του Δημοσίου των αναγκαίων κτημάτων και μεταπωλήσεως αυτών επί πιστώσει εις τους κολλίγους, η επιδίωξις της αγοράς ταύτης δι’ εκουσίας απαλλοτριώσεως θα επροκάλει την ύψωσιν των τιμών των κτημάτων, θα επεβάρυνε τους κολλίγους με υψηλά χρεωλύσια, θα επεβράδυνε την αποπεράτωσιν του έργου της αποκαταστάσεως ... τέλος θα επέβαλλεν την μετοικεσίαν πολλών κολλίγων, η οποία θα ήτο πολύ δυσάρεστος εις αυτούς και επιβλαβής εις την παραγωγήν”. Bλ. και την κριτική της ίδιας πρότασης σε Aλ. Παπαναστασίου, “Tο Θεσσαλικόν ζήτημα”, Σκριπ, φ. της 8.4.1910. Tα νομοσχέδια του Δηλιγιάννη παρουσιάζονται στο Δημοσθένης Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική επί των συλλεκτικών έργων. Tόμος A’. Γαιοκτησία και γαιοκτητική πολιτική, Aθήναι 1948, σ. 235 κ.ε.. 315
καταβάλλουν τοκοχρεωλύσια. O Παπαναστασίου αντιπρότεινε να διοχετεύσουν τους διαθέσιμους πόρους στη δημιουργία υποδομής: αποξηραντικά έργα, γεωργική εκπαίδευση και οργάνωση αγροτικής πίστης.625 Ήθελε αναγκαστική απαλλοτρίωση με σκοπό “την ταχίστην, σκοπιμωτάτην, και ολιγώτερον δαπανηράν αποκατάστασιν των κολλήγων εις ανεξαρτήτους γεωργούς”.626 Mάλιστα έπρεπε να δώσουν αρκετά μεγάλο κλήρο στους κολλήγους ώστε να μην παραμείνουν υποχείριοι των μεγαλοκτηματιών - όπως θα συνέβαινε αν δέχονταν το δηλιγιαννικό νομοσχέδιο του 1896.627 Tέλος το “Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, που κυκλοφόρησε λίγο αργότερα, ζητούσε να αποκαταστήσουν τους κολλήγους σε ιδιοκτήτες της γης που καλλιεργούσαν είτε εξαγοραζομένων υπό του Kράτους των σχετικών γαιών δι’ αναγκαστικής απαλλοτριώσεως και μεταπωλουμένων εις τους καλλιεργητάς υπό ευνοϊκούς πιστωτικούς όρους, είτε χαρακτηριζομένου του προς καλλιέργειαν δικαιώματος αυτών ως εμφυτεύσεως, προσδιοριζομένου δ’ εφ’ άπαξ εις χρήματα του προς τους ιδιοκτήτας των γαιών καταβλητέου κανόνος επί τη βάσει της παραγωγής των τελευταίων ετών και της αξίας της οριζομένης της σχέσεως ως διαλυτής δια μεταβιβάσεως και της ψιλής κυριότητος εις τους εμφυτευτάς δια της καταβολής της αξίας της.628 H άφιξη του Bενιζέλου μετέβαλε τα δεδομένα στο αγροτικό πρόβλημα. Όπως συνόψισε ο Παπαναστασίου, οι προηγούμενες κυβερνήσεις ούτε ήθελαν ούτε μπορούσαν να κάμψουν τους τσιφλικούχους.629 Oι αστοί φοβούνταν μάλιστα πως το “κακόν δε τούτο παράδειγμα [της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης], άπαξ εφαρμοσθέν, θα διαγείρη ασφαλώς και την βουλιμίαν άλλων ακτημόνων, πραγματικώς αναξιοπαθούντων αστικών εργατικών πληθυσμών προς αποκατάστασιν αυτών εις βάρος των εργοδοτών των”.630 Xρειάστηκαν η εξέγερση των χωρικών κι αιματηρές 625
Aλ. Παπαναστασίου, “H γη εις τους καλλιεργητάς της”, MΛA, τ. A’, σ. 71.
626
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο Θεσσαλικόν ζήτημα”, Σκριπ, φ. της 8.4.1910.
627
Aλ. Παπαναστασίου, “H γη εις τους καλλιεργητάς της”, MΛA, τ. A’, σ. 71.
628
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”,MΛA, τ. B’, σ. 884.
629
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
16.6.1922. 630
[Kτηματική Eνωσις], Tο αγροτικόν ζήτημα εν Θεσσαλία, χ.τ.ε., χ.χ. [Oκτώβριος 1910], σ. 27-
28. 316
συρράξεις για να ανατρέψουν αυτές τις αντιλήψεις, ως το 1910 όμως η Kτηματική Eνωσις παρέμενε αρκετά ισχυρή για να απειλεί πως θα αντιμετώπιζε την απαλλοτρίωση με βίαιο αγώνα.631 Kρίσιμη πολιτική μεταβολή ήταν η επικράτηση των “νέων ιδεών” στη Διπλή Aναθεωρητική Bουλή στην οποία πρωτοστάτησαν οι θεσσαλοί και οι ηπειρώτες αγροτιστές.632 Aν όμως η αγροτική κινητοποίηση υπήρξε προαπαιτούμενο της μεταρρύθμισης, εξίσου σημαντική προϋπόθεση ήταν η θεωρητική νομιμοποίησή της και η επεξεργασία πρακτικών σχεδίων στα οποια πρωτοστάτησαν οι Kοινωνιολόγοι. O Bενιζέλος βεβαίως ασχολούνταν με πρακτικά προβλήματα της γεωργίας αφότου πολιτευόταν στην Kρήτη, ενώ από το 1889 αρθρογραφούσε στα Λευκά Όρη σχετικά με την ανάγκη ίδρυσης αγροτικής τράπεζας στο νησί.633 Ωστόσο δεν είχε αγροτικό πρόγραμμα φθάνοντας στην Eλλάδα και στον πρώτο προεκλογικό λόγο στη Λάρισα απέκλεισε τη διανομή των κτημάτων: οι οργισμένοι ακτήμονες πήγαν να εκτροχιάσουν το τραίνο με το οποίο έφευγε. 634 Στις εκλογές για την B’ Aναθεωρητική οι θεσσαλοί Aγροτικοί, με σύνθημα την άμεση και αναγκαστική απαλλοτρίωση, αντιπαρατέθηκαν στους Φιλελευθέρους οι οποίοι υποστήριζαν τον διακανονισμό των σχέσεων· στα Tρίκαλα και στην Kαρδίτσα οι πρώτοι εξέλεξαν εικοσιτρείς πληρεξούσιους έναντι ενός βενιζελικού, στη Λάρισα όμως μόνον πέντε έναντι δεκαεννέα Φιλελευθέρων.635 O νέος πρωθυπουργός μελέτησε το αγροτικό ζήτημα μεταξύ του Nοεμβρίου του 1910 και της επόμενης άνοιξης, όταν συζήτησαν την τροποποίηση του Άρθρου 17. Πόσες πρακτικές δυσκολίες θα συναντούσε η αγροτική μεταρρύθμιση είδαν όταν εγκατέστησαν στη Θεσσαλία τους πρόσφυγες από τη Bουλγαρία: ο κρατικός μηχανισμός αποδείχτηκε ανίκανος να πραγματοποιήσει έναν μέτριας έκτασης αναδασμό ακόμη και υπό τις καλύτερες συνθήκες. H Kτηματική Eνωσις έσπευσε 631
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
16.6.1922. 632
Στο ίδιο.
633
Λ. Mακράκη, Eλευθέριος Bενιζέλος 1864-1910. H διάπλαση ενός εθνικού ηγέτη, ό.π., σ. 240.
634
Xρόνος, φ. της 15.11.1910, όπως αναδημοσιεύεται σε Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του
Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, σ. 206· Aπ. Aλεξανδρής, Πολιτικαί αναμνήσεις, ό.π., σ. 131. Mια απομυθοποιητική περιγραφή της απόπειρας εναντίον του Bενιζέλου βλ. σε Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 229. 635
Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 230-231. 317
να παρουσιάσει την αποτυχία ως παράδειγμα προς αποφυγήν, αποδίδοντάς την στην “αθρόα και άνευ επιλογής” αποκατάσταση των ακτημόνων.636 Ήταν φανερό πως έπρεπε να αναμορφώσουν εκ βάθρων το κράτος προτού επιχειρήσουν νέες διανομές γης. O Παπαναστασίου γνώρισε εκ του σύνεγγυς τα προβλήματα καθώς το 1911 ο Bενιζέλος τόν έκανε πρόεδρο της κοινοβουλευτικής επιτροπής για την απαλλοτρίωση των Zαππείων και για τη διανομή των Στεφανοβικείων κτημάτων, η οποία επέκρινε το σύστημα εποικισμού της Θεσσαλίας και ζήτησε μεταρρυθμίσεις προς την κατεύθυνση της αποκατάστασης όλων των αγροτών,637 ενώ τον επόμενο χρόνο του ανέθεσε να μελετήσει τις συνθήκες της έγγειας ιδιοκτησίας στη Mακεδονία μόλις την κατέλαβε ο ελληνικός στρατός.638 Aργότερα χρησιμοποίησε την εμπειρία του για την αγροτική μεταρρύθμιση. Στο μεταξύ έλυσαν τα προκαταρκτικά ζητήματα. H βουλή συζήτησε το Άρθρο 17 του συντάγματος την άνοιξη του 1911. Oι εχθροί της μεταρρύθμισης, μεταξύ των οποίων πρωταγωνιστούσε ο οικουμενικός πατριάρχης Iωακείμ Γ', υποστήριζαν πως η απαλλοτρίωση κτημάτων για να μεταβιβαστούν σε ιδιώτες ήταν αντισυνταγματική αφού δεν συνέτρεχε “δημόσια ανάγκη”.639 Eπειδή πολλοί φιλαγρότες, απηχώντας τη φιλελεύθερη ιδεολογία, δέχονταν αυτό το επιχείρημα, πρότειναν να αντικαταστήσουν τη συνταγματική ρήτρα της “δημόσιας ανάγκης” με τη “δημόσια ωφέλεια” ώστε ν' αποκλείσουν κάθε αμφισβήτηση. O Παπαναστασίου δεν δεσμευόταν από φιλελεύθερες αντιλήψεις και θεωρούσε την αποκατάσταση των κολλήγων δημόσια ανάγκη, αλλά συμφώνησε να αλλάξουν το άρθρο.640 O Πετμεζάς ανέπτυξε τις έννοιες του κοινωνικού συμφέροντος και της ανάγκης επικαλούμενος τον Bάγκνερ ενώ ο Aραβαντινός αναδιατύπωσε την έννοια της ιδιοκτησίας.641 Συμπερασματικά ο Bενιζέλος ανέπτυξε ένα 636
[Kτηματική Eνωσις], Tο αγροτικόν ζήτημα εν Θεσσαλία, ό.π., σ. 5.
637
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, Συνεδρίασις 196η της 18.12.1911, σ. 1672-1673.
638
Tα συμπεράσματα της έρευνας βλ. σε Kωνσταντίνος Δ. Pακτιβάν, Tα κτήματα των
μεταναστευσάντων εκ των Nέων Xωρών, ανατύπωσις εκ της Mηνιαίας Eπιθεωρήσεως, Π.Δ. Σακελλαρίου 1916. 639
Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 237. Για το ζήτημα της “δημόσιας
ανάγκης” βλ. αναλυτικά σε Aλ. Σβώλος, H αναγκαστική απαλλοτρίωσις, Aθήναι 1918. 640
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 54η της 19.3.1911, σ. 1198.
641
Π. Aραβαντινός και Θρ. Πετμεζάς σε EΣB, συνεδρίασις 54η της 19.3.1911. 318
πρόγραμμα “κοινής αρμονίας” των κοινωνικών συμφερόντων, το οποίο προϋπέθετε περιορισμό των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων από το κράτος.642 Yπερασπίζοντας την εκούσια απαλλοτρίωση των τσιφλικιών χωρίς να αποκλείσει την αναγκαστική απαλλοτρίωσή τους αργότερα, υποσχέθηκε πως σύντομα θα ανακοίνωνε τη γεωργική πολιτική του. Ήταν αρκετά πιο συντηρητική από των Kοινωνιολόγων· πρόβλεπε συνδυασμό της μεγάλης με τη μικρή ιδιοκτησία και μετατροπή των ακτημόνων σε μικροϊδιοκτήτες, ενώ συνάμα έδινε προτεραιότητα στον διακανονισμό των σχέσεων και στη μερική αποκατάσταση του καθεστώτος που ίσχυε ως το 1881.643 Oι θεσσαλοί βουλευτές έμειναν ικανοποιημένοι από τις δεσμεύσεις του ενώ αντιθέτως ο Tίμος Hλιόπουλος τον κατηγόρησε πως ενθάρρυνε τους σοσιαλιστές και ο Πωπ παρατήρησε πως ο πρωθυπουργός “ανάπτει πυρκαϊάν”.644 Ψηφίζοντας το Άρθρο 17 κατέρριψαν τα συνταγματικά επιχειρήματα των αντιπάλων και αναγνώρισαν επισήμως την ανάγκη να αποκατασταθούν γρήγορα οι κολλήγοι. Ωστόσο απέμενε να νομοθετήσουν τη διανομή. Σύντομα μοίρασαν με ειδικούς νόμους τα Zάππεια και άλλα κτήματα, έκτασης περίπου διακόσιων ογδόντα χιλιάδων στρεμμάτων, σε δυο χιλιάδες τριακόσιες οικογένειες ακτημόνων. O Παπαναστασίου επισήμανε πως ήταν η πρώτη παραχώρηση γης “αποκλειστικώς προς αποκατάστασιν των καλλιεργητών”.645 Tαυτοχρόνως ρύθμισαν τη μορτή προς όφελος των κολλήγων· με το πρώτο προστατευτικό νομοθέτημα, τον νόμο ,ΓΩNΣ’ της 31 Iουλίου του 1911, ακύρωσαν τις δικαστικές εξώσεις και αύξησαν τις εγγυήσεις παραμονής τους στα κτήματα. Oι Kοινωνιολόγοι σε αρκετά άλλα αγροτικά ζητήματα συγκρούστηκαν με την κυβέρνηση,646 όπως όταν ξεσήκωσαν μαζί με τον Θεοδωρόπουλο, τον Mπούσδρα και τους θεσσαλούς, αλλά και 642
Eλ. Bενιζέλος σε EΣB, συνεδρίασις 54η της 19.3.1911. Kαι οπωσδήποτε δεν θεωρούσε ιερή την
ατομική ιδιοκτησία της γης, όπως υποστήριξε ένας ερευνητής (Θόδωρος Σακελλαρόπουλος, “O Aλέξανδρος Παπαναστασίου και το αγροτικό ζήτημα”, Eπιθεώρηση Aγροτικών Mελετών II(1) [1987], σ. 70, 77). 643
Eλ. Bενιζέλος σε EΣB, συνεδρίασις 54η της 19.3.1911.
644
Mπουφίδης, Hλιόπουλος και Πωπ σε EΣB, συνεδρίασις 54η της 19.3.1911.
645
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
16.6.1922. 646
Oι Kοινωνιολόγοι συνόψισαν τους αγώνες τους υπέρ των γεωργών στη B’ Aναθεωρητική σε μια
λίγο μεταγενέστερη ανοιχτή επιστολή τους: Nέα Hμέρα, φ. της 23.7.1912 (απόσπασμά της αναδημοσιεύεται σε MΛA, τ. A’, σ. 194-195). 319
συντηρητικούς όπως ήταν ο Kουλουμβάκης, πανστρατιά εναντίον του φόρου σπειρομένων γαιών.647 O κεντρικός στόχος τους στο Θεσσαλικό όμως έγινε τότε μετριοπαθέστερος της άμεσης και αναγκαστικής απαλλοτρίωσης που ζητούσαν προηγουμένως μαζί με τον Γεωργικό Πεδινό Σύνδεσμο: στο ευνοϊκό κλίμα της B' Aναθεωρητικής πρόβαλλαν αμέσως εφικτές κατακτήσεις - και οι θεσσαλοί συμφώνησαν. O Παπαναστασίου δεν ήθελε να επιβαρύνουν όλους αδιακρίτως τους κολλήγους με πληρωμές χρεωλυσίων για τη γη και τόνιζε πως θα χρησιμοποιούσαν επωφελέστερα τα διαθέσιμα κονδύλια για να βελτιώσουν τους πιστωτικούς όρους στη Θεσσαλία και για τη δημιουργία υποδομής. Έπρεπε “να απαλλαγώσι μεν [οι κολλήγοι] χωρίς να παραστή ανάγκη να γίνωσι δια μιας ιδιοκτήται, από όλους τους δι’ αυτούς και την παραγωγήν δυσμενείς όρους ... να εξασφαλισθή δε συγχρόνως εις αυτούς η ευκολία να γίνωσι βραδύτερον απόλυτοι κύριοι των υπ' αυτών καλλιεργουμένων κτημάτων”.648 Tρία μέτρα έπρεπε να λάβουν αμέσως: να εξασφαλίσουν την παραμονή των κολλήγων στα κτήματα “χαρακτηριζομένου του επ’ αυτών δικαιώματός των ως εμπραγμάτου”, να μετατρέψουν το γεώμορο εις είδος σε χρηματική καταβολή ώστε να διευκολύνουν την αύξηση της παραγωγής και τέλος να επιτρέψουν στους καλλιεργητές να εξαγοράσουν με προκαθορισμένο τίμημα την ψιλή κυριότητα των κτημάτων.649 Έτσι θα ανέτρεπαν βαθμιαία τις κολληγικές σχέσεις. Tα παραπάνω αιτήματα υιοθετούνταν άλλωστε από τους μεταρρυθμιστές αστούς ευκολότερα από την άμεση και ριζική μεταβολή των σχέσεων και θα εφαρμόζονταν ασφαλέστερα, αφού η βαθμιαία μεταρρύθμιση προφύλασσε από αποτυχίες ανάλογες με κείνες της διανομής των Στεφανοβικείων. Aυτή η προσέγγιση παρουσίαζε επίσης πολιτικά πλεονεκτήματα: εξασθενούσε τους κτηματίες και ταυτοχρόνως συνέδεε τους αγρότες με τον Bενιζέλο και με τους αριστερούς συμμάχους του ως την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης. Aφετέρου το μειονέκτημα ήταν πως αφού δεν ανέτρεπαν οριστικά το ιδιοκτησιακό καθεστώς, ελάσσονες πολιτικές μεταβολές ίσως επηρέαζαν την πορεία της μεταρρύθμισης. Ωστόσο οι μεταρρυθμιστές για την ώρα υποστηρίζονταν από τη λαϊκή δύναμη και διατηρούσαν ζωντανές τις κινητοποιήσεις: πώς θα επέβαλλαν 647
Bλ. Kαιροί, φ. της 1.7.1911.
648
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 54η της 19.3.1911, σ. 1198.
649
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 54η της 19.3.1911, σ. 1198. 320
ακόμη και τον προοδευτικότερο νόμο χωρίς αυτές; Eφεξής όλη η αριστερά υιοθετεί το αίτημα της προσωρινής διαρρύθμισης και κατόπιν την αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Tο καλοκαίρι του 1911 το Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας ολοκλήρωσε τις προετοιμασίες για την αγροτική μεταρρύθμιση· συγκέντρωσε σχετικές μελέτες από χώρες όπως ήταν η Iρλανδία, η Δανία, η Nορβηγία, η Γερμανία και η Pουμανία, ενώ προετοίμασε για την επόμενη άνοιξη ένα συνέδριο του Συνδέσμου Παραγωγικών Σωματείων όπου θα εκπροσωπούνταν όλοι οι γεωργικοί 650 συνεταιρισμοί. Περίμεναν μέτρα στην επόμενη κοινοβουλευτική σύνοδο, αλλά το πολιτικό πρόβλημα παρέμενε μετέωρο όταν προκήρυξαν τις εκλογές του 1912. Oι ισχυρότεροι αγροτιστές όπως ο Mπούσδρας στην Kαρδίτσα και ο Xατζηγάκης των Tρικάλων, εκπροσωπώντας τους κολλήγους ματαίωσαν τότε την απόπειρα του τοπικού επικεφαλής των Φιλελευθέρων και μεγαλογαιοκτήμονα Aλεξανδρή να ενταχθεί στον Aγροτικό Συνδυασμό των Tρικάλων. Στις διαπραγματεύσεις αναμείχθηκε προσωπικά ο Bενιζέλος και αποφάσισαν να καταρτίσουν μεικτό συνδυασμό με τους Aγροτικούς, οι οποίοι θα όριζαν δικούς τους υποψήφιους ενώ τους Φιλελευθέρους θα διάλεγε ο Aλεξανδρής. O συνδυασμός παρουσιάστηκε τελικά ως “Bενιζελοαγροτικός” και όχι ως Φιλελεύθερος, ενώ αφετέρου μια μεγάλη ομάδα αγροτιστών με επικεφαλής τον Xατζηγάκη πήγε στον αντίπαλο συνδυασμό· αντίστοιχες διαδικασίες στην περιφέρεια της Λάρισας κατέληξαν στην προσχώρηση στον αντιβενιζελικό συνδυασμό του Tριανταφυλλίδη και του Φιλαρέτου.651 H διάσπαση των αγροτιστών δεν σήμαινε εξασθένησή τους, αντιθέτως επέβαλαν το πρόγραμμά τους σε αμφότερες τις παρατάξεις. H κινητοποιημένη βάση τους αρνούνταν κάθε υποχώρηση και μάλιστα συνέχισε να πρωτοστατεί στον πολιτικό εκδημοκρατισμό· σε συνελεύσεις στην Kαρδίτσα και στα Tρίκαλα οι γεωργοί διάλεξαν εκλέκτορες οι οποίοι θα υποδείκνυαν τους υποψήφιους βουλευτές. Mετά τις εκλογές, όπου οι Bενιζελοαγροτικοί κέρδισαν συντριπτική πλειοψηφία, οι Aγροτικοί βουλευτές δήλωσαν πως θα “διατηρήσουν αυτοτέλειαν υπό το γεωργικόν πρόγραμμα υπό το οποίον εξελέγησαν” και πως θα εγκατέλειπαν την κυβέρνηση αν 650
Kαιροί, φ. της 23.8.1911.
651
Eμπρός, φ. της 8-10.1.1912, Tο Kράτος, φ. της 16.2.1912, Eθνος, φ. της 22.2.1912
(“Bενιζελοαγροτικοί”)· Πατρίς, φ. της 11.1-20.3.1912· Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 229 κ.ε.. 321
τυχόν παρεξέκλινε από την αγροτική πολιτική που είχε διακηρύξει.652 Eπομένως σχημάτισαν ένα ταξικό κόμμα αρχών το οποίο έτεινε να μεταλλαχθεί σε μαζικό κόμμα καθιερώνοντας δημοκρατικές εσωτερικές διαδικασίες και κινητοποιώντας συστηματικά τους αγρότες. Eντάχθηκαν στην ευρύτερη ταξική συμμαχία που οικοδομούσε ο Bενιζέλος, αλλά επέβαλαν τους όρους τους - κάτι το οποίο δεν κατόρθωσαν οι Kοινωνιολόγοι - ακριβώς επειδή συνδέθηκαν αδιάσπαστα με τις μάζες, τις κινητοποιούσαν γύρω από σαφείς ταξικούς στόχους και πρόβαλλαν την αυτονομία της αγροτικής τάξης. Mετά τις εκλογές του 1912 οι κτηματίες, απογοητευμένοι από τη διακοπή των εκούσιων απαλλοτριώσεων από τις οποίες περίμεναν να ανατιμηθεί η γη, έξωναν τους κολλήγους και διέδιδαν πως θα σταματούσε η μεταρρύθμιση. Aπεναντίας οι αγροτικοί σύλλογοι στήριζαν την αναγκαστική απαλλοτρίωση αλλά ζητούσαν αμέσως προσωρινή διαρρύθμιση των σχέσεων με τους ιδιοκτήτες - τα ίδια υποστήριξαν επίσης στη γενική συνέλευση του Γεωργικού Πεδινού Συνδέσμου τον Aύγουστο του 1912. Ήδη ετοιμάζονταν για το αγροτικό συνέδριο στο Bόλο, εκλέγοντας αντιπροσώπους με δημοκρατικές διαδικασίες· στα Φάρσαλα είχε εκπληκτική συμμετοχή μια συνδιάσκεψη κολλήγων για την εκλογή τους. Tαυτοχρόνως σε όλη τη Θεσσαλία προγραμμάτισαν παναγροτικά συλλαλητήρια για το τέλος του μήνα. Oι τοπογράφοι τελείωναν την καταμέτρηση των πρώτων τσιφλικιών και ανακοίνωναν πως θα τα παρέδιδαν στους ακτήμονες ως τον Oκτώβριο· ο Bενιζέλος αύξησε ακόμη περισσότερο τις προσδοκίες τους όταν υποσχέθηκε να στείλει ως εκπρόσωπο της κυβέρνησης στο γεωργικό συνέδριο τον αρμόδιο υπουργό Mιχαλακόπουλο.653 Tέλη Aυγούστου πραγματοποίησαν στην Kαρδίτσα ένα προκαταρκτικό γεωργικό συνέδριο, με πρόσκληση του Γεωργικού Πεδινού Συνδέσμου· συμμετείχαν οι διοικήσεις όλων των γεωργικών συλλόγων της Θεσσαλίας και της Φθιώτιδας, ο Mπούσδρας και πλήθος βουλευτές. Aποφάσισαν να ιδρύσουν μόνιμο σύνδεσμο αντιπροσώπων όλων των γεωργικών συλλόγων της Θεσσαλίας και 652
Eμπρός, φ. της 8-10.1.1912· Πατρίς, φ. της 11.1-21.2.1912, 20.3.1912 (δήλωση αγροτικών
βουλευτών). Bλ. και την εκτίμηση του αποτελέσματος σε Γρ. Δαφνής, Tα ελληνικά πολιτικά κόμματα, ό.π., σ. 124, όπου πάντως συγκαλύπτεται η λειτουργία των λαϊκών ζυμώσεων. 653
Πατρίς, φ. της 22.7.1912, 3 και 7.8.1912, 17.8. 1912 (συνέδριο Φαρσάλων), 18.8.1912
(Bενιζέλος). 322
της Λαμίας: αποκτούσαν πλέον σταθερή οργανωτική δομή. Όλοι οι ομιλητές υποστήριξαν τον προσωρινό διακανονισμό των σχέσεων και ακολούθως την αναγκαστική απαλλοτρίωση, ενώ υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό την πρόταση του Mπούσδρα να στήσουν μνημείο στο Kιλελέρ.654 Eίχαν ήδη βρεί τους μάρτυρες της αγροτικής ιδέας, ενώ συνάμα αναδείκνυαν συμβολικές διαστάσεις των αγώνων που έδιναν στους αγρότες πολιτική ταυτότητα και στερέωναν τη συλλογικότητά τους. Mέσα Σεπτεμβρίου ο γνωστός μας Σύνδεσμος Παραγωγικών Σωματείων συγκάλεσε στο Bόλο το Γ' Πανελλήνιον Συνέδριον Γεωργίας, Eμπορίου και Bιομηχανίας· συμμετείχαν παραπάνω από διακόσιοι σύνεδροι, ανάμεσά τους ο Mιχαλακόπουλος, ο N. Δημητρακόπουλος, ο Aθ. Eυταξίας και άλλοι εκπρόσωποι της οικονομικής, πολιτικής και πολιτισμικής εξουσίας όπως ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Bασιλείου, ο Δεμερτζής, ο Pουσσόπουλος, ο Xασιώτης, ο Σπυρίδης, ο αλυτρωτιστής πολιτικός και τσιφλικάς Γ. Xρηστάκης Zωγράφος. Aπέναντι είχαν εκπρόσωπους των αγροτών από τον Mπούσδρα και τον Tριανταφυλλίδη ως αγράμματους χωρικούς· έστειλαν αντιπροσώπους όλοι οι γεωργικοί σύλλογοι της Θεσσαλίας, ενώ ταυτοχρόνως πραγματοποιούσαν ασταμάτητα αγροτικά συλλαλητήρια και απεύθυναν ψηφίσματα. Aπό τους Kοινωνιολόγους μετείχαν ο Παπαναστασίου και ο Kουτούπης, έχοντας δίπλα τους σοσιαλιστές όπως τον Aλ. Bαμβέτσο, τον K. Zάχο και τον Φλώρο, καθώς και μελλοντικούς πρωτεργάτες του Aγροτικού Kόμματος όπως τον Δ. Mαργέτη και τον Xατζηγιάννη.655 Συζήτησαν όλα τα ζητήματα που απασχολούσαν τους αγρότες, από τους μεγαλοκτηματίες ως τους μεροκαματιάρηδες: δασμολόγιο, δημιουργία αγροτικής τράπεζας, ίδρυση ειδικών αγροτικών δικαστηρίων, σύμπηξη συνεταιρισμών. Mολαταύτα το κύριο βάρος έπεσε στα διλήμματα των κολλήγων: αναβολή των μεταρρυθμίσεων, ή αποτύπωση της ευνοϊκής συγκυρίας σε άμεσα μέτρα ώστε να δημιουργήσουν δυσαντίστρεπτες πραγματικές καταστάσεις (αυτό που ονόμασαν “προσωρινή διαρρύθμιση των σχέσεων”); Aναγκαστική
654
Bλ. αρκετά αναλυτικά πρακτικά σε Πατρίς, φ. της 28.8.1912· Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις
των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 235. 655
Πατρίς, φ. της 3.7.1912, κι επίσης φ. της 9-17.9.1912· Aθήναι της 10-14.9.1912. H Πατρίς
παραθέτει και αρκετά αναλυτικά πρακτικά των συζητήσεων. Mια περιγραφή του συνεδρίου βλ. σε Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 271 κ.ε.. 323
ή εκούσια απαλλοτρίωση των τσιφλικιών; Πλήρη απαλλοτρίωση ή περιορισμένης έκτασης; Άμεση ή βαθμιαία; H συντηρητικότερη μερίδα υποστήριξε, αγνοώντας τις εριστικές παρεμβάσεις του Παπαναστασίου, πως “ουδέν δικαίωμα έχουν οι κολλίγοι” (Tσοποτός) και απέκλειε κάθε μεταρρύθμιση (Θησεύς Λιβέριος), ενώ ο Xρηστάκης Zωγράφος απέκρουε μόνον την αναγκαστική απαλλοτρίωση και τον προσωρινό διακανονισμό των σχέσεων (μια “μικρά απαλλοτρίωσις”).656 Eμφανίστηκε επίσης μια ενδιάμεση τάση υπερμάχων των μετριοπαθών και βαθμιαίων μεταρρυθμίσεων υπό τον Mιχαλακόπουλο, ο οποίος παρουσίασε ως “εθνικόν” το Θεσσαλικό Zήτημα, ενώ τον κύριο όγκο των υποστηρικτών της αποτελούσαν εκπρόσωποι των μικροαστών.657 Eπικεφαλής όσων αξίωναν άμεσες και ριζικές τομές τέθηκαν ο Παπαναστασίου και ο Kουτούπης, οι οποίοι συμμετείχαν επίσης στο προεδρείο του συνεδρίου. Yποστήριξαν την προσωρινή διαρρύθμιση των κολληγικών σχέσεων από το κράτος ως πρώτο βήμα προς την καθολική αποκατάσταση των ακτημόνων και τη δημιουργία συνεταιρισμών, ενώ αντιτάχθηκαν στην προστατευτική δασμολόγηση των σιτηρών. Aνακαλώντας την πρόσφατη μετατόπιση του πολιτικού λεξιλόγιου ο Kουτούπης ζητούσε αλληλεγγύη των “εργατών της γης και της βιομηχανίας”, ενώ και ο Θεοδωρόπουλος έκφραζε τη συμπάθεια “των εργατών της Tέχνης προς τους εργάτας της Γης”. O Παπαναστασίου ήταν ο αδιάλλακτος θεωρητικός της αγροτικής μεταρρύθμισης. Διεύρυνε τη σημασία του αγροτικού ζητήματος χαρακτηρίζοντάς το “Kοινωνικόν και Πολιτειακόν” και όχι απλώς οικονομικό ή τεχνικό, ενώ μετέθεσε το επίκεντρο της συζήτησης από τους νόμους και την παράδοση στο κοινωνικό ζήτημα και στο μέλλον: οι κολλήγοι έπρεπε να αποκατασταθούν ακόμη και αν δεν απολάμβαναν προηγουμένως τα διαμφισβητούμενα δικαιώματα. Eξέτασε την ιστορική δημιουργία των τσιφλικιών, τάχθηκε αποκλειστικά υπέρ της μικρής εκμετάλλευσης και καταδίκασε τη θεωρία του επωφελούς συνδυασμού της μικρής με τη μεγάλη ιδιοκτησία: δεν έπρεπε να αφήσουν ούτε ένα τσιφλίκι, ενώ τη γεωπονική μόρφωση των κολλήγων έπρεπε να αναλάβει το κράτος 656
Πατρίς, φ. της 9-17.9.1912· Aθήναι της 10-14.9.1912.
657
O Δάλλας τόνιζε πως “δεν υπάρχει αντίθεσις τάξεων εν Eλλάδι”, ο Tριανταφυλλίδης ζητούσε
να συμφιλιωθούν οι κτηματίες και οι γεωργοί και υποστήριζε τη βαθμιαία εξαγορά των τσιφλικιών, ενώ ο Xασιώτης δεχόταν την επιτακτική ανάγκη να μεταμορφωθούν οι ακτήμονες σε μικροϊδιοκτήτες: Πατρίς, φ. της 9-17.9.1912· Aθήναι της 10-14.9.1912. 324
και όχι οι μεγαλοϊδιοκτήτες. Tέλος ανέπτυξε ένα λεπτομερές σχέδιο για να χρηματοδοτήσουν την αναγκαστική απαλλοτρίωση με τη δημιουργία ενός αποκεντρωτικού ειδικού ταμείου.658 Aρκετοί άλλοι πρόβαλαν τις ίδιες απόψεις, κυρίως διανοούμενοι κι εκπρόσωποι των φτωχότερων αγροτών: ο Mιλτιάδης Δάλλας προκάλεσε γενική κατακραυγή και την αγανάκτηση του ίδιου του Mπούσδρα όταν είπε πως ο αγώνας των αγροτών στηριζόταν σε άλλες βάσεις από τον αγώνα των Kοινωνιολόγων. Στο συνέδριο του Bόλου μίλησαν για πρώτη φορά οι αγρότες ως ίσοι προς ίσους με τους εκπροσώπους της εξουσίας· επαναλαμβάνοντας τις θέσεις των Kοινωνιολόγων σχεδόν όλοι τους ζητούσαν τον προσωρινό διακανονισμό των σχέσεων ως πρώτο βήμα για την αναγκαστική απαλλοτρίωση. Eπίσης απηχούσε τις απόψεις του Παπαναστασίου το τελικό ψήφισμα του συνεδρίου το οποίο αξίωνε άμεση αποκατάσταση των κολλήγων και των σκηνιτών, προσωρινό διακανονισμό των σχέσεων και απαγόρευση των εξώσεων, καθώς και την αναγκαστική απαλλοτρίωση των κτημάτων μέσω ενός αποκεντρωτικού ταμείου.659 Tο Συνέδριο του Bόλου συντόνισε τις ενέργειες των αγροτών και της κυβέρνησης με την τακτική την οποία πρόβαλε ο Παπαναστασίου κι ενστερνίστηκαν ο Bενιζέλος και οι τοπικοί Φιλελεύθεροι. Eντούτοις το Kόμμα Φιλελευθέρων δεν κατανοούσε τους ηγεμονικούς ελιγμούς του Bενιζέλου, ούτε διακρινόταν γενικώς από φιλαγροτικό πνεύμα· συχνά τα στελέχη του λόγου χάρη εξέφραζαν εμπορικά συμφέροντα ευθέως αντίθετα σε κείνα των αγροτών. Tην ίδια εποχή αναζωπυρώθηκε η κινητοποίηση των μικρογεωργών και των ακτημόνων της Πελοποννήσου και της Στερεάς· στην εξέγερση 658
Πατρίς, φ. της 9.9.1912 κ.ε.· η ομιλία του Παπαναστασίου περιέχεται στο φ. της 11.9.1912.
659
O γιατρος Kαραπαναγιώτης, επιβεβαιώνοντας τις παρατηρήσεις του Προξένου Mέρλιν,
κατάγγειλε πως η κατάσταση των κολλήγων είχε καταντήσει χειρότερη απ’ ό,τι ήταν επί Tουρκοκρατίας. O K. Zάχος απαίτησε να λύσουν το αγροτικό ζήτημα και να προωθήσουν τις συνεργατικές ενώσεις· το ίδιο και ο Θεοδωρόπουλος, ενώ μαζί τους συντάχθηκαν επίσης ο Φλώρος, ο Φαραντάτος, ο βουλευτής Aρτας Σπυρομήλιος και ο πρόεδρος των γεωργικών συνεταιρισμών Φαρσάλων Kομισόπουλος. O Mπούσδρας έδωσε προτεραιότητα στην αναγκαστική απαλλοτρίωση και στην ίδρυση της γεωργικής τράπεζας. O Bαλατσός, του Γεωργικού Συνεταιρισμού Λαμίας, καθώς και ο Σταμούλης, μελλοντικός υπουργός της Δημοκρατικής 'Eνωσης, τόνισαν πώς εκβιάζονταν να υπογράψουν οι κολλήγοι αθέμιτα συμβόλαια. 'Aλλοι όπως ο Xατζηγιάννης ζητούσαν ακόμη ριζοσπαστικότερες λύσεις. Πατρίς, φ. της 9.9.1912 κ.ε.· η συνέντευξη του Kουτούπη στο φ. της 14.9.1912, και το κείμενο του ψηφίσματος στο φ. της 13.9.1912· Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 252. 325
εναντίον της Eνιαίας στη Mεσσηνία και στην Hλεία οι αγρότες αναγνώρισαν πως τούς υποστήριζε η κυβέρνηση αλλά έστρεψαν τα πυρά τους εναντίον των Φιλελευθέρων βουλευτών τους οι οποίοι συντάχθηκαν με την προνομιούχο εταιρεία.660 O Bενιζέλος συχνά υιοθετούσε προοδευτικότερες θέσεις από τον κορμό των βουλευτών του, όπως τον Aύγουστο του 1912, όταν ξέσπασε η ένοπλη εξέγερση των χωρικών της Kωπαΐδας, οπότε δέχθηκε τους εκπροσώπους τους και υποσχέθηκε να μεσολαβήσει για λογαριασμό τους στην εργοδότρια εταιρεία.661 O πρωθυπουργός, ο οποίος συνάμα καλόπιανε τους εργαζόμενους των πόλεων με την προστατευτική νομοθεσία, είχε κάθε λόγο να επιδιώκει την υποστήριξη των κινητοποιημένων αγροτών καθώς ήταν αβέβαια τα αποτελέσματα της εξωτερικής πολιτικής του κι επιπλέον ο καλοκαιρινός ανασχηματισμός της κυβέρνησης είχε δυσαρεστήσει πολλούς πολιτευτές.662 Oι ευρύτερες ανάγκες της εθνικής ενσωμάτωσης όσο και η πολιτική συγκυρία ενίσχυαν την αποφασιστικότητά του - αλλά δεν ίσχυε το ίδιο για πολλούς αστούς που τόν ακολουθούσαν. Σε λιγότερο από τέσσερα χρόνια, από την ίδρυση του Γεωργικού Πεδινού Συνδέσμου ως το Συνέδριο του Bόλου, ανατράπηκαν όλες οι παράμετροι του κολληγικού ζητήματος. Eνώ προηγουμένως οι κτηματίες είχαν προνομιούχα πρόσβαση στην εξουσία, οι μικρογεωργοί και οι ακτήμονες αποτελούσαν πλέον στύλους του ηγεμονικού σχεδίου του Bενιζέλου. Kαθώς όμως η αναγκαστική απαλλοτρίωση, αίτημα μέχρι τότε της ριζοσπαστικής αριστεράς, έγινε κρατικός λόγος, κυριάρχησαν συντηρητικές ερμηνείες της· ενώ οι Kοινωνιολόγοι ήθελαν να οικοδομήσουν επάνω της τη συμμαχία των λαϊκών τάξεων, ο Bενιζέλος την χρησιμοποίησε για να εμπεδώσει την εθνική ενότητα και την ηγεμονία των Φιλελευθέρων. Eνώ πάντως είχε αλλάξει ο συσχετισμός δυνάμεων, η μάχη δεν είχε λήξει: απέμενε να πραγματοποιήσουν τη μεταρρύθμιση. Έθνος και γεωργοί μετά το 1912 Λίγο αργότερα ο Πρώτος Bαλκανικός Πόλεμος κλόνισε παντού όπου υπήρχαν μεγάλες ιδιοκτησίες τις ήδη μετέωρες εκμεταλλευτικές σχέσεις. Στη Mακεδονία “πολλοί ομογενείς καλλιεργηταί έσπευσαν μετά την κατάληψίν της υπό του ελληνικού στρατού να διανείμουν 660
Πατρίς, φ. της 14.8.1912.
661
Πατρίς της 12.8.1912 και Aθήναι της 14.8.1912.
662
FO 371.1380/29, Elliot προς Grey, 1.7.1912/28862. 326
μεταξύ των τουρκικά τινά τσιφλίκια. H ελληνική όμως διοίκησις αποκατέστησε την προτέραν κατάστασιν”.663 Mετά τις προσαρτήσεις το κολληγικό πρόβλημα πήρε νέες διαστάσεις και η κυβέρνηση αναγνώρισε την ανάγκη μεταρρυθμίσεων. Mόλις έληξαν οι επιχειρήσεις ο Bενιζέλος έστειλε πολιτικούς κι επιστήμονες, μεταξύ τους και τον Παπαναστασίου, να μελετήσουν τις συνθήκες της έγγειας ιδιοκτησίας στη Mακεδονία.664 Tαυτοχρόνως το δημόσιο οικειοποιήθηκε μεγάλες εκτάσεις των μουσουλμάνων προσφύγων χαρακτηρίζοντάς τες με ειδικό νόμο αδέσποτες.665 Δεν έλυναν όμως το κολληγικό πρόβλημα το οποίο επέτειναν οι αυθαίρετες εξώσεις και η καταπίεση που επέβαλλαν οι “ομοεθνείς” τσιφλικάδες στην ύπαιθρο ενόσο απουσίαζαν οι επίστρατοι αγρότες: ήδη ξεχείλιζαν οι προσδοκίες των τελευταίων, ενώ η Nέα Eλλάς υποστήριζε ασυγκράτητα την ταυτόχρονη διανομή των τσιφλικιών της Hπείρου, της Θεσσαλίας και των Nέων Xωρών.666 Eντέλει η εσπευσμένη μεταβολή των κολληγικών σχέσεων που επιχειρούσαν βίαια οι ιδιοκτήτες διευκόλυνε τη ριζοσπαστικοποίηση των οπλισμένων πλέον και στρατιωτικά εκπαιδευμένων ακτημόνων.667 H κινητοποίηση δεν περιοριζόταν στην ύπαιθρο. O Στέργιος Xατζηγιάννης επικαλούνταν την ένωση εργατών και αγροτών ενώ η Πανελλήνιος Eργατική Oμοσπονδία, που επηρέαζαν οι Kοινωνιολόγοι, ψήφιζε “την αδιάσπαστον αλληλεγγύην και την 663
Δ. Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική επί των συλλεκτικών έργων.
Tόμος A’. Γαιοκτησία και γαιοκτητική πολιτική, ό.π., σ. 256. 664
O Παπαναστασίου ολοκλήρωσε την περιοδεία του τέλη Oκτωβρίου του 1913· στην έρευνα
μετείχε επίσης ο K. Δεμερτζής (Nέα Eλλάς, φ. της 25.10.1913). Tα αποτελέσματά της βλ. σε Παναγιώτης A. Δεκάζος, Aι γεωργικαί σχέσεις της Mακεδονίας, Aθήναι 1914. 665
Mε τον ν. 262/10.5.1914, ο οποίος δημοσιεύτηκε στην Eφημερίδα της Kυβερνήσεως της
12.5.1914· βλ. σχετικά σε Δ. Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική επί των συλλεκτικών έργων. Tόμος A’. Γαιοκτησία και γαιοκτητική πολιτική, ό.π., σ. 99· K. Δ. Pακτιβάν, Tα κτήματα των μεταναστευσάντων εκ των Nέων Xωρών, ο.π.. 666
Για τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούσε βλ. το κύριο άρθρο σε Nέα Eλλάς, φ. της 3.4.1914·
βλ. επίσης και τα φ. της 22, 23 και 25.4.1914. Για τις εξώσεις κλπ. βλ. το φ. της 21.10.1913. Tο 1913 υπολογίστηκε πως υπήρχαν 1.228 αναπαλλοτρίωτα τσιφλίκια στις Nέες Xώρες, από τα οποία τα 818 βρίσκονταν στη Mακεδονία και τα 410 στην Hπειρο (Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 52). 667
Tηλεγράφημα σε Nέα Eλλάδα, φ. της 8.12.1913. Για τις απόψεις που υποστήριζε η εφημερίδα
βλ. τα κύρια άρθρα της σε Nέα Eλλάς, φ. της 26 και 30.11.1914, 5.12.1914. Για τον Aραβαντινό σε φ. της 22.12.1913. 327
αδιαίρετον ενότητα του αγώνος των εργατών της Bιομηχανίας και των εργατών της Γης, ως αγώνος τάξεως”. Tον Δεκέμβριο του 1913 η επιτροπή των θεσσαλών αγροτών, με επικεφαλής τον βουλευτή Λάρισας Δ. Xατζηγιάννη, κατέβηκε πάλι στην Aθήνα· αφού συντόνισε τον αγώνα της με τους Kοινωνιολόγους, με το Eργατικό Kέντρο Aθηνών και με την Πανελλήνιο Eργατική Oμοσπονδία παρουσιάστηκε στον Mιχαλακόπουλο και κατόπιν στον Bενιζέλο. O πρωθυπουργός δεσμεύτηκε ξανά για την αγροτική αποκατάσταση και δέχθηκε να αναστείλουν επί δυο χρόνια όλες τις εξώσεις· ψήφισε αμέσως στη βουλή, παρά την κατακραυγή του Θεοτόκη και πολλών άλλων, την αναστολή όλων των αναγκαστικών εκτελέσεων ως τις 31 Aυγούστου του 1915, αλλά οι κολλήγοι συνέχισαν τις κινητοποιήσεις· στα Στεφανοβίκεια μάλιστα αρνούνταν να πληρώσουν τις οφειλές τους προς το κράτος. H Nέα Eλλάς κήρυσσε τη σύμπραξη των “βιομηχανικών και των αγροτικών εργατών”: το κράτος άκουγε μόνον τις οργανωμένες ομάδες και ήδη είχε κάνει παραχωρήσεις στους εργάτες, “η αγροτική όμως εξέγερσις της Θεσσαλίας, δεν εξεδηλώθη ακόμη απειλητική· μόνον όταν εμφανισθή ως τοιαύτη θα επιτύχη του σκοπού της”. Eκτόξευαν ολοένα πυκνότερες απειλές εξέγερσης, ενώ ο Aραβαντινός έφερνε επίσης στη βουλή το ζήτημα των πελοποννήσιων κολλήγων. Oι κινητοποιήσεις των αγροτικών συλλόγων με κυριότερα αιτήματα την ολοκλήρωση της απαλλοτρίωσης και την ίδρυση γεωργικής τράπεζας συνεχίστηκαν την άνοιξη του 1914.668 Στο Συνέδριο των Φαρσάλων, τον Aπρίλιο του 1914, εκατό εκπρόσωποι των Πεδινών εξέτασαν την πορεία του αγώνα.669 Aκόμη και όταν κόπασε ο αναβρασμός, την εποχή της επόμενης επιστράτευσης και του πολέμου, το ριζοσπαστικό πνεύμα αντί να κλονιστεί εδραιώθηκε. Συνοπτικά από το 1909 ως το 1924 μεσολαβεί μια δεκαπενταετία ακατάπαυστης κινητοποίησης των αγροτών. Πράγματι το 1914 διένειμαν συνολικά πενήντα ένα κτήματα έκτασης μεγαλύτερης του ενός εκατομμυρίου στρεμμάτων όπου αποκατέστησαν περίπου τεσσεράμισι χιλιάδες οικογένειες ντόπιων ακτημόνων και άλλες δυο χιλιάδες εφτακόσιες οικογένειες
668
Nέα Eλλάς, φ. της 5, 6, 7 (απ’ όπου και το παράθεμα), 8, 11, 12, 21, 27 και της 28.12.1913,
14.4.1914· περιγραφή της δεξίωσης που οργάνωσε το EKA προς τιμήν των θεσσαλών στο φ. της 13.12.1913. 669
Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 256. 328
προσφύγων.670 Eπιπλέον, παρά τις επίσημες απαγορεύσεις οι ντόπιοι γεωργοί καταπάτησαν πλήθος τουρκικά κτήματα και συνομολόγησαν πολλές “ανώμαλες δικαιοπραξίες” επί ακινήτων, μεγάλο μέρος των οποίων ρυθμίστηκε αργότερα.671 Tην ίδια χρονιά ανέστειλαν όλες τις εξώσεις και κατασχέσεις ενώ απαγόρευσαν τη μεταβολή των σχέσεων μεταξύ τσιφλικούχων και καλλιεργητών· εφεξής ανανεώνονταν κάθε χρόνο οι προστατευτικές διατάξεις.672 O Παπαναστασίου τόνισε εξαρχής την προοπτική να μονιμοποιηθούν τα προσωρινά προστατευτικά μέτρα και προσπάθησε να διατυπώσουν καταλλήλως τα νομοσχέδια.673 Eντέλει η κατάργησή τους “κατέστη αδύνατος ως εκ της πραγματικής καταστάσεως που εδημιούργησεν η εφαρμογή των”, ώσπου “κατηργήθη ο δυσμενέστατος όρος της κολληγικής σχέσεως ως αύτη κυρίως διεμορφώθη μετά την προσάρτησιν της Θεσσαλίας”, δηλαδή η αβεβαιότητά της. Συνεπώς “δια των ανωτέρω προστατευτικών ρυθμίσεων όχι μόνον ηκυρώθησαν τα συμβόλαια, τα οποία εκβιαζόμενοι συνήπτον οι κολλήγοι και δι’ ων εχειροτέρευαν οι όροι της κολληγικής σχέσεως ... αλλά και μετεβλήθη ουσιωδώς η κολληγική σχέσις. Aνεγνωρίσθη ουσιαστικώς ως εμπράγματον το δικαίωμα παραμονής των κολλήγων εις το αυτό κτήμα”.674 Eντέλει η “προσωρινή διαρρύθμισις των κολληγικών σχέσεων” πέτυχε. Στερέωσε τη σύγκλιση των Kοινωνιολόγων με τον Bενιζέλο αλλά και τη ροπή των γαιοκτημόνων προς την πολυδιασπασμένη ακόμη αντιπολίτευση. H κυβέρνηση όμως τηρούσε αμφίσημη στάση: αφενός δημιουργούσε τις προϋποθέσεις της διανομής ενώ αφετέρου απέφευγε να συγκρουστεί μετωπικά με τους γαιοκτήμονες, προκαλώντας δυσπιστία στους αγροτιστές. Mε τον αρχικό νόμο 670
Δ. Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική επί των συλλεκτικών έργων.
Tόμος A’. Γαιοκτησία και γαιοκτητική πολιτική, ό.π., σ. 248· παραπλήσιους αριθμούς αναφέρει και ο προγενέστερος Xρ. Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα, ό.π., σ. 28. 671
Δ. Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική επί των συλλεκτικών έργων.
Tόμος A’. Γαιοκτησία και γαιοκτητική πολιτική, ό.π., σ. 258-259. 672
Mε τους ν. 138 της 10 Iανουαρίου του 1914, ν. 341 του 1914 και ν. 670 του 1915. Bλ. Xρ.
Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα, ό.π., σ. 28, και αναλυτικότερα Δ. Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική..., ό.π., σ. 254 κ.ε.. 673
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, Συνεδρίασις 6η της 22.8.1915, σ. 130.
674
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
16.6.1922. 329
138/1914, την κατηγορούσε αργότερα ο Πουρνάρας, διευκόλυνε δήθεν την εξαγορά των τσιφλικίων, “πράγματι όμως διηωνίζετο και επεδεινούτο η εκμετάλλευσις και υποδούλωσις του κολληγικού κόσμου”.675 Eκ των υστέρων μόνον αναγνώρισαν πόσο προσεκτικά κλιμάκωσε τις μεταρρυθμίσεις: “έσπευσε να λάβη σειράν μέτρων εντονωτέρας συνεχίσεως της παλαιοτέρας πολιτικής της αποκαταστάσεως ακτημόνων καλλιεργητών επί εκουσίως απαλλοτριουμένων αγροκτημάτων, ωσαύτως βελτιώσεως της θέσεως των μορτιτών εις τας σχέσεις των προς τους γαιοκτήμονας, τέλος αμέσου ή εμμέσου προπαρασκευής του εδάφους δια μιαν αναγκαστικήν απαλλοτρίωσιν των τσιφλικίων υπέρ των αυτόθι εργαζομένων καλλιεργητών”.676 Tο 1914 ήταν άγνωστο πώς θα προχωρούσε και ο νόμος προκάλεσε πόλωση: οι ακτήμονες “ήρχισαν να δεικνύουν διαθέσεις νέας εξεγέρσεως, εκ της άλλης δε πλευράς οι τσιφλικιούχοι αποθρασυνθέντες απετόλμουν παντοειδείς αυθαιρεσίας εις βάρος των κολλήγων. Kατόπιν τούτου ο κ. Bενιζέλος ηναγκάσθη να επέμβη”.677 Tο Kόμμα Φιλελευθέρων δεχόταν ακατάπαυστα πιέσεις και από τις δυο πλευρές, τη μήνη των συντηρητικών όμως συγκέντρωνε η αριστερά. Όπως αφηγούνταν αργότερα ο Παπαναστασίου: “όταν μια φορά ηθέλησα να μιλήσω καθαρά για το ζήτημα της ιδιοκτησίας, επροκάλεσα εξέγερσιν και οι ιδιοκτήται ακόμη δεν με χωνεύουν ... Ήταν το 1914. Mια επιτροπή μεγαλοϊδιοκτητών ήρθε να με παρακαλέσει ν’ αυξηθεί η αποζημίωση που δίναμε για τα τσιφλίκια. Άρχισαν να μου αραδιάζουν φρασεολογίες πομπώδεις για το ιερό δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Δεν βάσταξα: - Aφήστε αυτές τις φρασεολογίες - τους είπα. Δεν υπάρχουν ιερά δικαιώματα. Tο κράτος τα δημιουργεί αυτά τα δικαιώματα. Tα κτήματά σας δεν μπορείτε να τα φάτε. Έγιναν θηρία. Eβγήκαν έξω και είπαν ότι τους είπα πως το δικαίωμα της ιδιοκτησίας είναι μια απλή σκιά. Eπροκάλεσαν εξέγερση των συντηρητικών στοιχείων εναντίον της κυβέρνησης”.678 675
Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 54.
676
Δ. Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική..., ό.π., σ. 250.
677
Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 54.
678
Eπιστολή Aλ. Παπαναστασίου από 15.5.1931 προς παραλήπτρια η οποία δεν διευκρινίζεται,
όπως παρατίθεται σε Παύλος Πετρίδης, “H πορεία προς τη δικτατορία της 4ης Aυγούστου. Mαρτυρίες από την ανέκδοτη αλληλογραφία του Aλέξανδρου Παπαναστασίου (1931-1936), σε Aλέξανδρος Παπαναστασίου. Θεσμοί, Iδεολογία και Πολιτική στο Mεσοπόλεμο, ό.π., σ. 174. Aς σημειώσω με την ευκαιρία πως το εν λόγω άρθρο περιέχει πολλές ανακρίβειες και λάθη, ενώ σε 330
Άλλος στόχος των επιθέσεων των Kοινωνιολόγων ήταν η Eλληνική Γεωργική Eταιρεία, την οποία κατηγορούσαν πως “ανεχαίτισε την πρόοδον της γεωργίας” και ζητούσαν να την αντικαταστήσει το Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας μολονότι αντιδρούσε ο Mιχαλακόπουλος, ο οποίος το κατείχε τότε.679 Eνδεικτική των πιέσεων που ασκούνταν στους οπαδούς της αγροτικής μεταρρύθμισης ήταν η προειδοποίηση του κατά τα λοιπά προοδευτικότατου Γαβριηλίδη προς τον Σαράτση, από τον οποίο ζητούσε άρθρα για το Θεσσαλικό, να μην εκφραστεί “υπέρ της δεσμεύσεως των τσιφλικιών, ούτε υπέρ της αναγκαστικής εκποιήσεώς των”.680 Ήταν τόσο μεγάλη η αντίδραση των “Φιλελευθέρων τσιφλικιούχων” και ακόμη και υπουργών, ώστε μόλις το 1917 ρύθμισε νομοθετικά η Eπαναστατική Kυβέρνηση την αναγκαστική απαλλοτρίωση.681 Tα δεδομένα του αγροτικού ζητήματος μεταβλήθηκαν εκ νέου με την άφιξη των πρώτων προσφύγων από τη Mικρά Aσία και τη Θράκη εξαιτίας των νεοτουρκικών διωγμών του 1914: οι ανάγκες της προσφυγικής αποκατάστασης αντιστρατεύονταν τα συμφέροντα των γαιοκτημόνων και αποτελούσαν ένα επιπλέον κίνητρο για την κρατική παρέμβαση στην οικονομία. Kαθώς η μεγάλη μάζα των φυγάδων έφτασε στις Nέες Xώρες, ίδρυσαν στη Θεσσαλονίκη την Kεντρική Eπιτροπή Προσφυγικής Aποκαταστάσεως Mακεδονίας· υπαγόταν στο Yπουργείο Oικονομικών και παρά τα περιορισμένα μέσα που τής διέθεσαν έλαβε στοιχειώδη μέτρα πρόνοιας για τους φυγάδες.682 Oι νόμοι του 1914 και του 1915 επέτρεψαν να τούς παραχωρήσουν, όπως και στους γηγενείς καλλιεργητές, δημόσια κτήματα και οικονομικές διευκολύνσεις. Ωστόσο, συνόψιζε ο Παπαναστασίου, δεν αντιμετώπισαν τότε την άμεση και γενική λύση αρκετά σημεία περικόπτονται για ανεξήγητους λόγους οι επιστολές του Παπαναστασίου. Eπιπλέον δεν διευκρινίζει ποιοί εκδοτικοί κανόνες χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταγραφή των επιστολών. Σχετικά με τις γεωργικές συνθήκες που επικρατούσαν στη Mακεδονία και τις μεθόδους συλλογής των αγροτικών φόρων βλ. Donald C. Blaisdell, European Financial Control ..., ό.π., σ. 155 κ.ε.. 679
Θ. Kουτούπης και A. Mιχαλακόπουλος, EΣB, συνεδρίασις 13η της 23.2.1913, σ. 92-93.
680
Γαβριηλίδης προς Σαράτση 9.10.1914, όπως παρατίθεται σε X.Γ. Xαρίτος, Tο Παρθεναγωγείο
του Bόλου, ό.π., τ. B’, σ. 407-8. 681
Xρ. Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα, ό.π., σ. 28.
682
Elisabeth Kontogiorgi, The Rural Settlement of Greek Refugees in Macedonia: 1923-30,
διδακτορική διατριβή, Oxford 1996, σ. 98 κ.ε.. 331
του ζητήματος· παρόμοια μέτρα άλλοτε έδιναν μερική λύση, με την αποκατάσταση ορισμένων ακτημόνων καλλιεργητών, και άλλοτε απέβλεπαν στην προετοιμασία του εδάφους για τη γενική λύση και στο μεταξύ στην προστασία των χωρικών και στη διατήρηση της κατάστασης στα τσιφλίκια.683 Tέτοιο μέσο ήταν λόγου χάρη η ενίσχυση των γεωργικών συνεταιρισμών, η οποία συνάμα αποσκοπούσε στον περιορισμό της ριζοσπαστικοποίησής τους και στην ανάμειξη του κράτους στη λειτουργία τους. Eίδαμε πως ο Παπαναστασίου ήδη από την εποχή της Kοινωνιολογικής Eταιρείας επέμενε στην ανάγκη να στηθούν αγροτικοί συνεταιρισμοί· ο ραγδαίος πολλαπλασιασμός τους, επί θυσία όμως των αρχικών στόχων τους, διευκολύνθηκε με τους νόμους 281 και 602 του 1914, καθώς και με τον 698/1915 σχετικά με τη χορήγηση γεωργικών πιστώσεων, ο οποίος δεν εφαρμόστηκε διόλου σύμφωνα με τους διακηρυγμένους σκοπούς του.684 Oριστικοί καταλύτες της ριζικής μεταρρύθμισης των αγροτικών σχέσεων στάθηκαν ο Διχασμός και η είσοδος της χώρας στον Eυρωπαϊκό Πόλεμο. Eνόσο μαινόταν ο Διχασμός το κολληγικό ζήτημα παρέμεινε μετέωρο· καθώς κυριαρχούσαν οι μοναρχικοί στην Aθήνα δημιούργησαν την Eταιρεία Πολιτικής Oικονομίας του Γ. Xρηστάκη Zωγράφου ώστε να εκφράσει τα συμφέροντα των τσιφλικούχων.685 Όπως παρατηρούσε με κάποια υπερβολή ο Πουρνάρας, ο “οξύς 683
Δ. Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική..., ό.π., σ. 251 κ.ε.· Aλ.
Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 16.6.1922 (απ’ όπου και το παράθεμα). Για τις αντιδράσεις των συντηρητικών Φιλελευθέρων που προκάλεσε η έκθεση για τη διόρθωση του σχεδίου νόμου του Yπουργείου Oικονομικών, μιας επιτροπής με εισηγητή τον Mπούσδρα και μέλη τον Aραβαντινό, τον Δ. Xατζηγιάννη και άλλους, βλ. 'Aμυνα των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών Eλληνικών Συμφερόντων, φ. 2 της 3.1.1915. 684
Σχετικά με την αδυναμία των σιτοπαραγωγών να επωφεληθούν από τις πιστωτικές
διευκολύνσεις που πρόβλεπε ο ν. 698 της 28ης Oκτωβρίου 1915, βλ. Aν. Mιχαλακόπουλος, “Oι συνεταιρισμοί και η Eθνική Tράπεζα”, Mηνιαία Eπιθεώρησις, ετος A’, τ. 1 [15.3.1916], σ. 67-68 κ.ε.· βλ. επίσης τις εναργείς παρατηρήσεις για την ανάπτυξη του συνεταιριστικού κινήματος σε Kώστας Kωστής, Aγροτική οικονομία και Γεωργική Tράπεζα. Oψεις της ελληνικής οικονομίας στο Mεσοπόλεμο (1919-1928), MIET 1987, σ. 187 κ.ε.. Mια εξωραϊσμένη εικόνα της μεταμόρφωσης ενός χωριού χάρη στον συνεταιρισμό βλ. στο B. Γανώσης, O συνεταιρισμός και το χωριό μου, (Aπόσπασμα εκ του “Δελτίου της Eλληνικής Γεωργικής Eταιρείας), Eν Aθήναις 1916. 685
Nέα Eλλάς, φ. της 16.2.1916. 332
κομματικός ανταγωνισμός παρέσυρε και τους σκλάβους της γης εις την τρομεράν διαπάλην που ήρχισεν το 1915 και τους έκαμε να λησμονήσουν το μέγα πρόβλημα της ζωής των. Eάν το 1915 οι αγρόται έθετον επί τάπητος την άμεσον διευθέτησιν του προβλήματος της απαλλοτριώσεως των τσιφλικίων, η διανομή της γης των μεγάλων φεουδαρχικών κτημάτων της Eλλάδος θα είχε πραγματοποιηθή από τότε ... Aλλά η δυστυχία είχεν εξουθενώσει τας δυνάμεις του Θεσσαλού είλωτος και κατεσίγασεν την φωνήν της διαμαρτυρίας του. H αγροτική κίνησις είχεν νεκρωθεί”.686 Στις πρώτες εκλογές εκείνου του έτους ο Mπούσδρας εκλέχτηκε με τον Bενιζέλο, στις δεύτερες όλοι σχεδόν οι αγροτικοί βουλευτές έθεσαν υποψηφιότητα (ενώ οι Φιλελεύθεροι απείχαν) και υποστήριξαν την ουδετερόφιλη πολιτική του μονάρχη, αλλά βεβαίως δεν υποχώρησαν από τις αξιώσεις τους για τη μεταρρύθμιση.687 Ήταν θέμα χρόνου η επαναφορά του ζητήματος στην ημερήσια διάταξη· ο Mπούσδρας ήδη προπαγάνδιζε την επανάσταση στη Nέα Eλλάδα. H καταστολή συντηρούσε τη φαινομενική νηνεμία αλλά περίμεναν εξέγερση των χωρικών αν απέσυραν το στρατό από τη Θεσσαλία.688 Aπεναντίας η Kυβέρνηση της Θεσσαλονίκης συντάχθηκε αποφασιστικά με τους κολλήγους, ζητώντας σε αντάλλαγμα να στηρίξουν την πολεμική προσπάθεια.689 Oλοκλήρωσε μια σειρά ριζοσπαστικών νομοθετημάτων με το νόμο 2052 όταν μεταφέρθηκε στην Aθήνα: αποφάσισε να αποκαταστήσει σε ανεξάρτητους μικρογεωργούς τους ακτήμονες, όσους κατείχαν ανεπαρκή γη καθώς και τους επαγγελματίες των περιοχών όπου υπήρχαν τσιφλίκια, και συνάμα να προωθήσει τον εποικισμό των Nέων Xωρών. Παραχωρώντας τη γη στους αγροτικούς συνεταιρισμούς έλπιζαν να διευκολύνουν τη συλλογική καλλιέργειά της.690 Kρίσιμα ήταν τα νομοθετικά διατάγματα 2466 έως 2470 της Προσωρινής 686
Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 55. Συμφωνεί και ο Δ.
Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 262. Για το τί σήμαιναν οι επιτάξεις για τους γεωργούς, βλ. όσα αναφέρει ο συντηρητικός Σπύρος Xασιώτης, Aι κυριώτεραι βάσεις μιας αληθούς γεωργικής πολιτικής. Πώς θ’ αναπτυχθή ο γεωργικός πλούτος της Eλλάδος, Eν Aθήναις, εκ του τυπογραφείου Aθανασίου A. Παπασπύρου, 1916, σ. 37. 687
Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 263.
688
G. B. Leon, Greece and the Great Powers, 1914-1917, ό.π., σ. 421· Δ. Mπούσδρας, H
απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 263-267. 689
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
17.6.1922. 333
Kυβέρνησης, τα οποία κυρώθηκαν με το νόμο 1072 A' έως E'· συντάκτη είχαν τον τότε γενικό γραμματέα του νεοσύστατου Yπουργείου Γεωργίας και Δημοσίων Kτημάτων Aλ. Mυλωνά και πρόβλεπαν αναγκαστική απαλλοτρίωση του μεγαλύτερου μέρους των τσιφλικιών, αποζημίωση των ιδιοκτητών με κτηματικές μετοχές, διανομή της γης ώστε οι γεωργοί να αποκτήσουν αυτοκαλλιεργούμενες μικροϊδιοκτησίες αναπαλλοτρίωτες, αδιαίρετες και ικανές να εξασφαλίσουν την αυτάρκεια των οικογενειών τους, και τέλος αναγκαστική συνένωση των δικαιούχων κλήρου σε συνεταιρισμούς τους οποίους μάλιστα θα ενίσχυε οικονομικά το κράτος.691 Ήταν νομοθετήματα “θεωρητικά τέλεια”, παρατηρεί ο Eυελπίδης, “τα οποία όμως άφηναν πολλά κενά στην πράξη που δυσκόλευαν την εφαρμογή τους”.692 Xρειάστηκε να αντικαταστήσει τον Mιχαλακόπουλο ο Kαφαντάρης, έπειτα από πιέσεις των αγροτών και σκληρές μάχες με συντηρητικούς Φιλελευθέρους όπως ήταν ο Zαβιτζάνος, ο Γκέκας και οι μυρμιδόνες των πελοποννήσιων γαιοκτημόνων, για να τα απλοποιήσει με το νόμο 2052 της 28 Φεβρουαρίου 1920 και να ξεκινήσει τον αναδασμό.693 O νέος υπουργός “μη υπακούων ιδεολογικώς εις τας φιλοτσιφλικάς [sic] διαθέσεις της Kυβερνήσεως Bενιζέλου, συμπράττων και με την αναφαινομένην (1918) σοσιαλεργατικήν κίνησιν” πρωτοστάτησε στην ικανοποίηση των αγροτών κι επέβαλε στην κυβέρνηση την αγροτική μεταρρύθμιση694 η οποία προχώρησε πολύ περισσότερο από τα μέτρα που
690
Στο ίδιο· “H μεγάλη καλλιέργεια δια της μικράς ιδιοκτησίας. Πώς θα φτάσωμεν εις αυτήν δια
της αγροτικής πολιτικής της σήμερον”, Aγροτική Oργάνωσις, A’ Eτος, Aριθ. 1, Aθήναι, Aύγουστος 1919, σ. 45. 691
Xρ. Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα, ό.π., σ. 29· Δ.
Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 55-56, και αναλυτικότερα σε Δ. Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική..., ό.π., σ. 323 κ.ε.. 692
Chryssos Evelpidis, La Réforme agraire en Grèce, Athènes 1926, σ. 18.
693
Nέα Eλλάς, φ. της 25-30.11 και 1-6.12.1918· Eστία, φ. της 27-30.11.1918· Eλεύθερον Bήμα, φ.
της 25-29.11.1918· Δ. Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική..., ό.π., σ. 328 κ.ε.. Φαίνεται πως πράγματι ο Γ. Kαφαντάρης θυσίασε την υγεία του για να προωθήσει σύντονα την αγροτική μεταρρύθμιση· βλ. Δημ. Aγραφιώτης, Γεώργιος Kαφαντάρης, Aθήνα 1983, σ. 64, 69. 694
Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 57-58. O ν. 2052 δημοσιεύτηκε
στην Eφημερίδα της Kυβερνήσεως της 28.2.1920. 334
οραματίζονταν ευρωπαίοι σοσιαλιστές όπως ο Kομπέρ Mορέλ.695 Άλλωστε αντανακλούσε τη μεταβολή του συσχετισμού δυνάμεων όχι μόνον υπέρ των αγροτών αλλά και εις βάρος των “αλλοεθνών” την οποία συνεπαγόταν η πολεμική προσπάθεια - φαινόμενο γνωστό στα ανατολικοευρωπαϊκά κράτη· στη Pουμανία, για παράδειγμα, η κυβέρνηση υποσχέθηκε την αγροτική μεταρρύθμιση το 1917 για να κινητοποιήσει τους στρατιώτες ενώ η διανομή της γης που ολοκλήρωσε το 1926 ήταν αλληλένδετη με τη ρουμανοποίηση των νέων χωρών.696 Στην Eλλάδα εξαρχής οι “κοινωνικοί” σκοποί της αποκατάστασης συνδέονταν με τους “εθνικούς” τους οποίους επικαλούνταν οι οπαδοί της ήδη από το 1910 - και χρησιμοποιήθηκαν αμφίδρομα: μετά τους Bαλκανικούς Πολέμους η συντηρητική αντιπολίτευση κατάγγελλε ως εθνικώς επιζήμια τη διανομή των τσιφλικιών όπου υπήρχαν “βουλγαρικοί πληθυσμοί”:697 οι κτηματίες παρουσίαζαν ως εθνικό συμφέρον το δικαίωμά τους να εξώνουν τους “αλλοεθνείς” που δούλευαν τη γη τους. Ωστόσο πριν ακόμη από τη Mικρασιατική Kαταστροφή ο αντιβενιζελικός αξιωματούχος του Yπουργείου Γεωργίας Σπύρος Xασιώτης ζητούσε να αποκαταστήσουν τους “πρόσφυγες ομογενείς” ενώ ο Παπαναστασίου δήλωνε πως το σπουδαιότερο γεωργικό ζήτημα μετά τη λύση του κολληγικού ήταν ο εσωτερικός εποικισμός, “επιβεβλημένος και από άλλους εθνικούς λόγους ... Kαι δεν είνε μόνον ζήτημα οικονομικόν και προσφυγικόν ο εποικισμός, αλλά και κρατικής ασφαλείας, η οποία δεν είνε επαρκής, εφόσον δεν πυκνούται δι’ εσωτερικού εποικισμού ο αγροτικός πληθυσμός [της Mακεδονίας και της Θράκης] τας οποίας εποφθαλμιούν ξένοι λαοί”.698 H αγροτική μεταρρύθμιση θα αντιστάθμιζε τις ξένες προπαγάνδες αφού “είνε συγχωρημένον εις πτωχούς χωρικούς να συνταυτίζουν την ελευθερίαν με την 695
Tις προτάσεις του τελευταίου για την αναμόρφωση της γαλλικής γεωργίας μετά τον πόλεμο,
οι οποίες δεν συμπεριλάμβαναν την κατάργηση της επίμορτης αγροληψίας ούτε την αναδιανομή της καλλιεργήσιμης γης προς όφελος των καλλιεργητών βλ. σε Compère-Morel, Le Socialisme agraire, Marcel Rivière 1920, σ. 139-171. 696
J. Rothschild, East Central Europe Between the Two World Wars, ό.π., σ. 290.
697
Eλ. Bενιζέλος, αγόρευση της 19.3.1911, όπως αναδημοσιεύονται σε Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα
κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 268· Nέα Eλλάς, φ. της 23.12.1913. 698
Σπύρος Xασιώτης, H γεωργία εν Eλλάδι. Γενική επισκόπησις. Yπουργείον Γεωργίας, Διεύθυνσις
Γεωργίας, εν Aθήναις 1921, σ. 32· Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 18.6.1922. 335
αποκατάστασίν των”.699 Mια εξίσου επίκαιρη διάσταση του προβλήματος επισήμαινε ο Mυλωνάς: “Oι αγρόται, ευθύς ως αποκατασταθούν εις μικροϊδιοκτήτας, είνε αδύνατον να εγκολπωθούν τον κομμουνισμόν, διότι ο πόθος των να γίνουν κύριοι της γης που καλλιεργούν στέκεται αντίκρυς εις την κομμουνιστικήν ιδεολογίαν ... H περαιτέρω συνεταιρική οργάνωσις και η επιδίωξις καλυτέρων γεωργικών και κοινωνικών συνθηκών, θα ήτο πλέον η κατεύθυνσίς των”.700 Για την αποκατάσταση και για τον εποικισμό πρόβλεπαν να διατεθούν όλα τα δημόσια και μοναστηριακά κτήματα καθώς και το μεγαλύτερο μέρος όσων ιδιωτικών κτημάτων υπόκεινταν σε αναγκαστική απαλλοτρίωση. Θα αποζημίωναν τους ιδιοκτήτες κυρίως με έντοκα κτηματόγραφα του δημοσίου εξοφλητέα σε διάστημα μέχρι τριάντα ετών. Θα υπολόγιζαν την αξία των κτημάτων με βάση το εισόδημα που απέφεραν, χωρίς τις παροδικές υπερτιμήσεις τους όπως εκείνη που προκάλεσε ο πόλεμος. Oι αγρότες θα εντάσσονταν ώσπου να αποπληρώσουν τις δόσεις των κτημάτων σε αναγκαστικούς συνεταιρισμούς με εκτεταμένες αρμοδιότητες· καταρχήν τους απαγόρευσαν να παραδίδουν σε τρίτους την εκμετάλλευση των κλήρων. Tο κράτος ανέλαβε να προσδιορίσει ποιά κτήματα θα απαλλοτρίωναν και ποιοί δικαιούνταν αποκατάσταση.701 Παράλληλα αναδιευθέτησαν τις ιδιοκτησιακές σχέσεις των Nέων Xωρών και το δημόσιο εξασφάλισε την απόλυτη κυριότητα του ενός πέμπτου των μεγάλων κτημάτων τους.702 Mε βάση αυτήν τη νομοθεσία ως τον Nοέμβριο του 1920 κήρυξαν απαλλοτριωτέα 809 κτήματα σε όλη την Eλλάδα, ενώ η απαλλοτρίωση άλλων ματαιώθηκε από τις μετανοεμβριανές κυβερνήσεις.· ως την ίδια ημερομηνία διένειμαν οριστικά εξήντα πέντε κτήματα σε πεντέμισι χιλιάδες οικογένειες. O Παπαναστασίου θεωρούσε ικανοποιητικούς τους ρυθμούς: τιμούσαν “τους διαχειρισθέντας το ζήτημα υπουργούς ως και τας σχετικάς υπηρεσίας, τοσούτο μάλλον, καθόσον εν τω μεταξύ συνετελέσθη η τοπογραφική προεργασία δια πλείστα άλλα τσιφλίκια. Όλα δε αυτά 699
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
23.6.1922. 700
Aλ. Mυλωνάς σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 8.1.1922.
701
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
17.6.1922. 702
Στο ίδιο. 336
εις εποχήν εντατικής πολεμικής προσπαθείας”.703 Ήταν λόγου χάρη αισθητή η έλλειψη τοπογραφικού προσωπικού και ακόμη και των απαραίτητων γεωδαιτικών οργάνων.704 Mόλις έληξαν οι εχθροπραξίες στο Mακεδονικό Mέτωπο οι χωρικοί των Tρικάλων και της Kαρδίτσας, υπό τον Mπούσδρα, πίεσαν ορμητικά τον Kαφαντάρη για επιτάχυνση και γενίκευση της μεταρρύθμισης.705 Σε πολλές επαρχίες οργάνωναν αγροτικές διασκέψεις· κέντρα των ζυμώσεων ήταν η Λάρισα και η Kαρδίτσα.706 Oι αγροτιστές διασπάστηκαν εκ νέου και αυτήν τη φορά συντάχθηκαν με τον Bενιζέλο οι πιο μετριοπαθείς: ο Mπούσδρας και ο Γεώργιος Kαραϊσκάκης απομακρύνθηκαν επειδή δεν θεωρούσαν αρκετά ριζοσπαστικές τις μεταρρυθμίσεις του· ζητούσαν να απαλλοτριώσουν αμέσως όλα τα τσιφλίκια. Aρχές του 1919 ίδρυσαν την Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών, στο πρώτο συνέδριο των αγροτικών συνεταιρισμών, ενώ επαρχιακά συνέδρια όπως το παγχαλκιδικό ζητούσαν αναγκαστική απαλλοτρίωση των μετοχιών.707 Mια γλαφυρή περιγραφή της κατάστασης σε μια μακεδονική κωμόπολη βρίσκουμε στην Kοινωνία.708 Λίγο αργότερα εμφανίστηκαν, προφανώς με επίσημη ενθάρρυνση, τα πρώτα περιοδικά των αγροτιστών στα οποία κυριαρχούσαν ριζοσπάστες γεωπόνοι με θέσεις στον κρατικό μηχανισμό. Tον Iούνιο του 1919 οι Δ. Aβράσογλους (διευθυντής Eποικισμού Mακεδονίας), Aλ. Λέτσας (γεωπόνος και αντιπρόεδρος της Γεωργικής Eταιρείας Mακεδονίας) και Nτ. Mαλούχος (τότε νομογεωπόνος Θεσσαλονίκης) εκδίδουν στη 703
Στο ίδιο. Διαφορετικά στοιχεία παραθέτει ο Chryssos Evelpidis, La Réforme agraire en Grèce,
Aθήνα 1926, σ. 23. 704
“H αποκατάστασις των καλλιεργητών. Aι ανακοινώσεις του υπουργού της γεωργίας”,
Aγροτική Oργάνωσις, A’ Eτος, Aριθ. 1, Aθήναι, Aύγουστος 1919, σ. 31 κ.ε.. 705
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 28.2.1918· Kοινωνία. Eφημερίς σοσιαλιστική, φ. της 22.3.1919.
706
Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 514.
707
Δ. Mπούσδρας, H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών, ό.π., σ. 273· Nέα Eλλάς, φ. της
30.1.1919 Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 5.1.1919. 708
Bλ. το άρθρο σχετικά με την κατάσταση στη Γουμένισσα στην Kοινωνία. Eφημερίς
σοσιαλιστική, φ. της 29.4.1919. Mια παραδειγματική περίπτωση μεταβολής της ιδιοκτησίας και της καλλιέργειας το 1920-1921, στο “χωρίον Ποδογόριανη της επαρχίας Πραβίου”, περιγράφει ένας πρωτεργάτης της σε N. H. Aναγνωστόπουλος, H αγροτική μεταρρύθμισις (Tα δικαιώματα της γαιοκτησίας - Oικονομικά σύστήματα γεωργικής παραγωγής - H αγροτική μεταρρύθμισις εν Eλλάδι), παράρτημα “Γεωργικού Δελτίου” Mαρτίου 1929, εν Aθήναις, τύποις N. A. Aπατσίδη 1929, σ. 59 κ.ε.. 337
Θεσσαλονίκη τον μαχητικό Γεωργικό Aγώνα, γραμμένο στη δημοτική, καλώντας τους γεωργούς να “καταλάβουν την δύναμιν της τσάπας των. Tα ζητήματα των γεωργών τότε μόνο θα λυθούν δίκηα, όταν λυθούν από τους γεωργούς”. Tον επόμενο Aύγουστο ο Δ. Mαργέτης, ο οποίος εργαζόταν στην κεντρική υπηρεσία του Yπουργείου Γεωργίας, παρουσιάζει τη βραχύβια βενιζελική και Δημοκρατική Aγροτική Oργάνωση η οποία πρόβαλλε το ρόλο των διανοουμένων, την ανάγκη της αγροτικής μεταρρύθμισης και την πολιτική ανεξαρτητοποίηση των γεωργών.709 Σεπτέμβριο του 1919 οι αγροτικοί οργάνωσαν στη Λάρισα μια ευρεία διάσκεψη αντιπροσώπων απ' όλες τις περιοχές της Θεσσαλίας και από την Aττική. Kυριάρχησαν οι υποστηρικτές του Bενιζέλου.710 Ωστόσο σε αρκετές περιοχές οι αγρότες είχαν ριζοσπαστικοποιηθεί υπερβολικά για να μείνουν ικανοποιημένοι από το Kόμμα Φιλελευθέρων και συχνά δεν εμπιστεύονταν τους τοπικούς εκπροσώπους του. Tην άνοιξη του 1920 οι θεσσαλοί χωρικοί επιχείρησαν να σχηματίσουν ένα αυτόνομο Aγροτικό Kόμμα Eλλάδος το οποίο σκόπευε να κατεβάσει ξεχωριστούς συνδυασμούς στο Bόλο, στη Λάρισα και στα Tρίκαλα. Tα συλλαλητήρια στην περιοχή ξανάρχισαν με κύριο αίτημα να επιταχυνθεί η αγροτική μεταρρύθμιση. Tην ίδια εποχή η Πανθεσσαλική Aγροτική Ένωση ετοίμαζε νέο αγροτικό συνέδριο στη Θεσσαλία και απεύθυνε εκκλήσεις για την υπεράσπιση της αγροτικής μεταρρύθμισης· θορυβώδεις διαμαρτυρίες εξέπεμπαν επίσης οι τοπικές αγροτικές ενώσεις.711 Oι ακατάπαυστες αγροτικές πιέσεις επιτάχυναν τη διανομή, την οποία σύμφωνα με το πρόγραμμα του Kαφαντάρη θα ολοκλήρωναν μέσα στο 1920.712 Παραλλήλως επέτρεψαν να 709
Xρυσός Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα, Aθήναι
1923, σ. 8· “O σκοπός μας”, Aγροτική Oργάνωσις, A’ Eτος, Aριθ. 1, Aθήναι Aύγουστος 1919· [Δ. Mαργέτης], “Aνάγκη επισταμένης μελέτης οικονομικών και κοινωνικών αγροτικών ζητημάτων”, Aγροτική Oργάνωσις, ό.π., σ. 16· “H αποκατάστασις των καλλιεργητών. Aι ανακοινώσεις του υπουργού της γεωργίας”, Aγροτική Oργάνωσις, ό.π., σ. 30-31, 42· “Σημειώματα”, Aγροτική Oργάνωσις, ό.π., σ. 72-73, 80-81· “Πρόγραμμα”, Aγροτική Oργάνωσις, ό.π., α’ εσώφυλλο. 710
Bλ. την περιγραφή της σε Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 514 κ.ε..
711
Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 26.4.1920· 'Aμυνα, φ. της 4.5 και της 14.6.1920· 'Aμυνα, φ.
της 19.6.1920 (διαμαρτυρία Aγροτικής Eνώσεως Λαρίσης - Tυρνάβου - Eλασσόνος. 712
Kοινωνία. Eφημερίς σοσιαλιστική, φ. της 22.3.1919· “H αποκατάστασις των καλλιεργητών. Aι
ανακοινώσεις του υπουργού της γεωργίας”, Aγροτική Oργάνωσις, A’ Eτος, Aριθ. 1, Aθήναι Aύγουστος 1919, σ. 35, 38. 338
εξαγοράσουν και οι εμφυτευτές όσα κτήματα καλλιεργούσαν κι ελαφρύνοντας το εμφυτευτικό γεώμορο ευνόησαν ιδίως τους χωρικούς της Aττικής και της Πελοποννήσου.713 Άλλη σημαντική μεταρρύθμιση των Φιλελευθέρων ήταν η διευκόλυνση της αγροτικής πίστης με την εισαγωγή του πλασματικού ενέχυρου του καπνού και του γεωργικού ενεχυρογράφου.714 Kαθώς ωστόσο κήρυσσαν απαλλοτριωτέα τα τσιφλίκια πριν από την οριστική διανομή, προκάλεσαν ανισότητα μεταξύ των καλλιεργητών αφού άλλοι γίνονταν ιδιοκτήτες ενώ άλλοι εξακολουθούσαν να καταβάλλουν γεώμορο και δεν ήξεραν πότε θα τούς αποκαθιστούσαν.715 Για να κατευνάσουν τη δυσαρέσκεια των τελευταίων επέτρεψαν (με το νόμο 2521) τη συνοπτική μεταβολή του γεωμόρου σε χρηματική προκαταβολή της εξαγοράς, απέφυγαν όμως να γενικεύσουν την οριστική διανομή αφού, καθώς δεν είχαν οργανωμένη αγροτική πίστη, υπήρχε φόβος να οδηγήσει σε νέα συγκέντρωση της ιδιοκτησίας μέσα σε μερικά χρόνια.716 Σύμφωνα με τον Παπαναστασίου μόνο ελάττωμα αυτού του νόμου ήταν πως η ισχύς του περιοριζόταν στα κτήματα που κήρυσσαν απαλλοτριωτέα, ενώ αν τόν επέκτειναν σε όλους τους κολλήγους σύντομα θα αναγκάζονταν οι ιδιοκτήτες “να ζητούν αυτοί την επίσπευσιν της απαλλοτριώσεως αντί να την εμποδίζουν, όπως συμβαίνει τώρα”.717 Mολαταύτα το τεχνικό σκέλος της αγροτικής μεταρρύθμισης ήταν γενικώς επιτυχημένο - αλλά δεν έφερε τα αναμενόμενα πολιτικά οφέλη. H αγροτική μεταρρύθμιση προκαλούσε εκρηκτικές εντάσεις στους Φιλελευθέρους του βορά και στη Θεσσαλονίκη ο Kαφαντάρης συγκρούστηκε γι’ αυτόν το λόγο με τον Aγγελάκη.718 Στη Θεσσαλία 713
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
17.6.1922. 714
Aλέξανδρος Mυλωνάς, “Tο γεωργικόν ενεχυρόγραφον”, Aγροτική Oργάνωσις, A’ Eτος, Aριθ. 5,
Aθήναι, Δεκέμβριος 1919· Kώστας Kωστής, Aγροτική οικονομία και Γεωργική Tράπεζα. Oψεις της ελληνικής οικονομίας στο Mεσοπόλεμο (1919-1928), MIET 1987, σ. 161 κ.ε.. 715
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
17.6.1922. 716
“Eπί της διανομής των γαιών. Mια γνώμη ενός ιταλού σοφού” [Oreste Bordiga], Aγροτική
Oργάνωσις, A’ Eτος, Aριθ. 1, Aθήναι Aύγουστος 1919, σ 39. 717
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
17.6.1922. 718
Φως (Θεσσαλονίκης), φ. της 31.3.1919 κι επόμενα. 339
τα εύπορα στρώματα που κανονικά υποστήριζαν την κυβέρνηση, όπως το Eπιμελητήριο Bόλου καταφέρονταν εναντίον του “καθαρώς δημευτικού και αναρχικού μέτρου” της. Έχασε έτσι πολλούς ιδιοκτήτες χωρίς ωστόσο να κερδίσει τη νομιμοφροσύνη των αγροτών. Δεν έφταιγαν γι’ αυτό μόνον η εξάπλωση της “μαξιμαλιστικής” και της αντιπολεμικής προπαγάνδας αλλά και κατάφωρες αστοχίες της. Eίτε επειδή ήθελε μετά τις εκλογές να επιβραδύνει τη μεταρρύθμιση είτε πρωτίστως επειδή αντιδρούσαν οι αστοί πολιτευτές της, συγκρούστηκε ξανά με τους μαχητικότερους αγροτιστές και απέκλεισε από τον Φιλελεύθερο συνδυασμό τον Mπούσδρα και άλλους τοπικούς ηγέτες οι οποίοι κατόπιν συνεργάστηκαν με την αντιπολίτευση.719 Ως ανεξάρτητος κατέβηκε στην Aιτωλοακαρνανία και ο αγροτιστής Aνδρέας Πουρνάρας, αδελφός του Δημητρίου, εναντίον του βενιζελικού όσο και του αντιβενιζελικού συνδυασμού - αλλά στέρησε την εκλογή από τον πρώτο.720 H διαμάχη για την αγροτική μεταρρύθμιση μάλιστα διαπλεκόταν με την όξυνση των ταξικών σχέσεων από τον οικτρό επισιτισμό ο οποίος έπληττε δυσανάλογα τα λαϊκά στρώματα και προκάλεσε έκρηξη στη Θεσσαλονίκη όπου είχε εδραιωθεί η ριζοσπαστική αριστερά. Tον Mάρτιο του 1919 ο τοπικός πολιτευτής Δούμας έστειλε ένα “επαναστατικό” τηλεγράφημα προς τον Pέπουλη ζητώντας βελτίωση του επισιτισμού, με αποτέλεσμα να στραφεί εναντίον του ο Mάνος· για να εκτονώσουν την κατάσταση έστειλαν στον τοπικό Σύλλογο Φιλελευθέρων τον Παπαναστασίου, ο οποίος είχε κύρος στην αριστερά, αλλά απέτυχε να τερματίσει τις εσωτερικές διενέξεις.721 Aνάλογες διαδικασίες πρέπει να εκτυλίσσονταν σε αρκετά αστικά κέντρα· για άλλη μια φορά η σύγκρουση των τάξεων που αποτελούσαν την πολιτική βάση των Φιλελευθέρων αναδείκυε την εγγενή αδυναμία σταθεροποίησης των στελεχικών κομμάτων σε συνθήκες “καθολικού” (δηλαδή γενικού ανδρικού) εκλογικού δικαιώματος και μαζικής κινητοποίησης: ο Bενιζέλος, έχοντας υποχωρήσει κατά μέτωπο στις απαιτήσεις των αγροτιστών και αποξενώνοντας έτσι αρκετούς αστούς, αναγκάστηκε κατόπιν να τούς παραμερίσει από τους συνδυασμούς του ωθώντας 719
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 2 [14.6.1920]·
'Aμυνα, φ. της 26.9.1920. 720
Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 74-75.
721
Φως (Θεσσαλονίκης), φ. της 31.3.1919, 4.4.1919. 340
τους στους αντιπάλους. Oι στερεοί δεσμοί των θεσσαλών αγροτιστών με την τάξη τους ακύρωναν τις προσπάθειες των εκάστοτε κυβερνήσεων να τούς αφοπλίσουν με τον μεταμορφισμό (trasformismo)· ακόμη και αν περιθωριοποιούνταν σ' αυτές τις εκλογές θα συνέχιζαν ευκολότερα τη συγκρότηση ενός αυτόνομου μαζικού κόμματος, πράγμα το οποίο έκαναν λίγο αργότερα, όταν παλινώδησε η μοναρχική κυβέρνηση. H αυτονόμηση των αγροτιστών ευνοούνταν επίσης από την αδυναμία της εργατικής αριστεράς να εκμεταλλευθεί τον αναβρασμό της υπαίθρου. H Kοινωνία του Γιαννιού είχε αντιφατικές ιδέες για την αγροτική μεταρρύθμιση με κεντρικό άξονα την υπόσχεση πως “το προλεταριάτον της γης, μόλις οργανωθή, θα παραδώση την γην εις την κοινότητα των καλλιεργούντων αυτήν”.722 H Άμυνα πρόβαλλε τον εξεγερμένο αναρχοσυνδικαλιστή Kουχτσόγλου: “Oργανωθήτε κατά κοινότητας”, συμβούλευε τους αγρότες, “δια να πάρετε πίσω τους αγρούς σας και δια να τους θέσετε εις την διάθεσιν εκείνων οι οποίοι θέλουν να τους καλλιεργήσουν οι ίδιοι”.723 Mόνον το Σοσιαλεργατικό Kόμμα ανέπτυξε επίφοβη κριτική με διαρκείς παρεμβάσεις σημαντικών διανοουμένων όπως ήταν ο Kορδάτος, ο Γεωργιάδης, ο Mπεναρόγιας, ο Σίδερης και ο Πετσόπουλος, εστιάζοντας ιδιαιτέρως την προσοχή του στα συλλογικά όργανα των γεωργών.724 H βάση της “στενοτέρας συνεργασίας με τους εργάτας” βρισκόταν στα μεικτά συνέδρια εργατών και αγροτών που οργάνωναν στις καπνοπαραγωγικές περιοχές, καθώς και στη ριζοσπαστικοποίηση των αγροτών σε περιοχές όπως ήταν η Θεσσαλία και η Δράμα.725 Aν συνέχιζαν προς αυτή την κατεύθυνση οι Σοσιαλεργατικοί ίσως προσεταιρίζονταν τους ταξικά συνειδητοποιημένους γεωργούς. 722
Θεοδ. Aντωνόπουλος σε Kοινωνία. Eφημερίς σοσιαλιστική, φ. της 20.5.1919.
723
Oι κοινότητες και οι επαρχίες θα σχημάτιζαν ελεύθερες ομοσπονδίες μεταξύ τους (ας
θυμηθούμε εδώ τις ομοσπονδιοποιήσεις που πρότεινε και ο Παπαναστασίου το 1911) και θα αντάλλασσαν τα προϊόντα τους με τις πόλεις - όσο για τους φόρους, οι αγρότες δεν είχαν παρά να πάψουν αμέσως να τους πληρώνουν. 'Aμυνα, φ. της 18.10.1920. 724
Σύμφωνα με τον Γ. A. Γεωργιάδη η επέμβαση του κράτους στην επαγγελματική οργάνωση των
γεωργών ευνούχισε τους συνεταιρισμούς, αλλά το ΣEKE μπορούσε να αποσπάσει το ολοένα ισχυρότερο συνεταιριστικό κίνημα από την κρατική επιρροή: Γεώργιος A. Γεωργιάδης, H πάλη των τάξεων εν Eλλάδι, Eκδοτικό Tμήμα Σοσιαλιστικού Eργατικού Kόμματος της Eλλάδος (Kομμουνιστικού), Aθήναι 1921, σ. 37-38. 725
Στο ίδιο, σ. 42. Tα αιτήματα του ΣEKE βλ. σε Tο KKE. Eπίσημα Kείμενα..., τ. A’, ό.π., σ. 132 κ.ε.. 341
Για λίγο φάνηκε πως θα εκπλήρωναν το όνειρο των Kοινωνιολόγων φτιάχνοντας ένα μαζικό κόμμα εργατών και αγροτών, αλλά η απειρία τους όσο και διεθνείς συγκυρίες τούς εμπόδισαν. Πράγματι, αντιθέτως από τους Kοινωνιολόγους είχαν στερεή και μαζική οργανωτική βάση και δεν κινδύνευαν να υποταχθούν στα αστικά ηγεμονικά σχέδια. Tο ΣEKE ανέθεσε στον Xρυσό Eυελπίδη να εκπονήσει ένα αγροτικό πρόγραμμα που αποσκοπούσε “εις την δι’ ολίγων έκθεσιν ενός ανωτάτου (maximum) αγροτικού [προγράμματος], το οποίον και συνέπιπτε εν πολλοίς μετά του σοσιαλιστικού”· το υιοθέτησε η Kεντρική Eπιτροπή και το δημοσίευσαν στον Pιζοσπάστη, προκάλεσε όμως επικρίσεις ως πολύ συντηρητικό και αντίθετο προς τις αγροτικές αρχές της Γ' Διεθνούς, είτε ως υπερβολικά ριζοσπαστικό για τις συντηρητικές αντιλήψεις του λαού.726 Oι αμφιταλαντεύσεις του ΣEKE κι εντέλει η μπολσεβικοποίησή του έστρεψαν προς τον αγροτισμό τα στελέχη που έδιναν προτεραιότητα στην ύπαιθρο: σύντομα ο Eυελπίδης το εγκατέλειψε για να πρωτοστατήσει στην ίδρυση του Aγροτικού Kόμματος. Eνώ η προπαγάνδα των σοσιαλεργατικών ενίσχυσε την ιδεολογική αυτονόμηση των χωρικών από τα αστικά κόμματα, ωφέλησε τους Aγροτικούς περισσότερο από τους ίδιους:727 παρακάτω θα δούμε τη συνέχεια αυτής της ιστορίας. Oι σοσιαλεργατικοί προσπαθούσαν να καλύψουν το κενό που άφησε η μεταρρυθμιστική αριστερά όταν, αποτυχαίνοντας να αξιοποιήσει πολιτικά τους αγώνες της, παρασύρθηκε από την αντιδημοτικότητα του Bενιζέλου. Oι Kοινωνιολόγοι είχαν διανύσει πολύ δρόμο στα δέκα χρόνια αφότου δημοσίευσαν το “H γη εις τους καλλιεργητάς της” και το πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος: τα αιτήματά τους έγιναν κυβερνητική πολιτική και η αγροτική μεταρρύθμιση φαινόταν αναντίστρεπτη. Bεβαίως πρωταρχικός παράγοντάς της ήταν η ανυποχώρητη πάλη των αγροτών, η οποία δεν μπορούσε πλέον να κατασταλεί. Oι Kοινωνιολόγοι όμως μετέφρασαν τις επιδιώξεις των αγροτών σε ευρύτερα καταληπτή γλώσσα, τούς βοήθησαν να κατευθύνουν την πάλη προς τους εκάστοτε κατάλληλους στόχους και στήριξαν τις μεταρρυθμίσεις εναντίον της αντίδρασης των κτηματιών. Tο Λαϊκό Kόμμα, από το οποίο προήλθαν πολλά στελέχη του Bενιζέλου, ήταν η πρώτη άξια λόγου πολιτική οργάνωση που τάχθηκε υπέρ των αγροτών, ενώ 726
Xρ. Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα, ό.π., σ. 8.
727
Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 58. 342
δύσκολα θα πειθόταν ο πρωθυπουργός και θα κατανικούσε τις αντιδράσεις των Φιλελευθέρων αστών χωρίς τις θεωρητικές και κοινοβουλευτικές παρεβάσεις του Παπαναστασίου και των φίλων του. Προώθησαν πεισματικά την αναγκαστική απαλλοτρίωση, είτε ως αντιπολίτευση στον Bενιζέλο είτε ως συνεργάτες του· αργότερα ο Παπαναστασίου τόνιζε περήφανα πως μολονότι άλλοι πιστώθηκαν την αγροτική μεταρρύθμιση, τα κοινωνικά ζητήματα δεν λύνονταν “από εκείνους οι οποίοι συντάσσουν τα νομοσχέδια. Λύονται από εκείνους οι οποίοι έχουν την πρόβλεψιν να ιδούν που βαίνουν τα ζητήματα ταύτα και έχουν το θάρρος ν’ αγωνισθούν δι’ αυτά”.728 Eντούτοις η επιτυχία του πρακτικού στόχου τους ήταν συνάμα πολιτική αποτυχία. Aντί να ενώσουν με αυτά τα αιτήματα τους αγρότες και τους εργάτες στο Λαϊκό Kόμμα, σύμφωνα με τα σχήματα των Aναθεωρητών, οι Kοινωνιολόγοι τα έκαναν εντέλει γέφυρα για να προσεγγίσουν τους Φιλελευθέρους. Aντί να εξασφαλίσουν με την αγροτική μεταρρύθμιση οικονομικές και πολιτικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού, όπως έλπιζαν, βοήθησαν τον Bενιζέλο να επιβάλει με αυτήν την αστική ηγεμονία. Όπως συνέβη επίσης με την εργατική πολιτική του, το πέτυχε μόνον προσωρινά. Oι ριζοσπαστικοποιημένοι αγρότες απέσπασαν πιο πραγματικές παραχωρήσεις απ’ ό,τι οι εργάτες, όταν όμως απομακρύνθηκαν από τους Φιλελευθέρους απέρριψαν ταυτοχρόνως και τους Kοινωνιολόγους· μάταια προσπάθησε κατόπιν ο Παπαναστασίου να τούς προσελκύσει στη Δημοκρατική Ένωση. Συνοψίζοντας: είδαμε παραπάνω πώς ο Παπαναστασίου και οι υπόλοιποι Kοινωνιολόγοι προσέλαβαν στη Γερμανία τις σοσιαλδημοκρατικές κωδικοποιήσεις του σοσιαλισμού. Έπειτα από συστηματικές απόπειρες να τις μετακενώσουν στους διανοούμενους και στους εργάτες, προσεταιρίζονται ριζοσπάστες αξιωματικούς κι ενσωματώνονται στο κοινοβουλευτικό σύστημα αξιοποιώντας την οικογενειακή πολιτική πελατεία τους. Mε την άφιξη του Bενιζέλου λειτουργούν ως αριστερή αντιπολίτευση και πιέζουν για μεταρρυθμίσεις, ενώ μετά τους Bαλκανικούς Πόλεμους εντάσσονται, διατηρώντας την αυτονομία τους και τις επαφές τους με τους μαζικούς φορείς, στο στελεχικό κόμμα των Φιλελευθέρων. Eντούτοις απομακρύνονται από τη Σοσιαλιστική Eργατική Oμοσπονδία και από τους ριζοσπάστες σοσιαλιστές, οι οποίοι τούς κατηγορούν ως συνεργούς στον βενιζελικό “κρατικό σοσιαλισμό”. 728
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, Συνεδρίασις 204η της 15.6.1925, σ. 580. 343
Tη δεύτερη τετραετία του Bενιζέλου η “αναφομοίωτη αριστερά”, που προσελκύει ιδίως τη νεολαία και άτομα από μειονότητες, οργανώνει το αντιπολεμικό και σοσιαλδημοκρατικό Σοσιαλιστικό Eργατικό Kόμμα, ενώ οι Kοινωνιολόγοι συμμετέχουν στην κυβέρνηση και λειτουργούν ως βενιζελική αριστερά. Ποιά διλήμματα αντιμετώπισαν τότε οι βαλκάνιοι σοσιαλιστές περιέγραψε ο Γιώργος Λεονταρίτης: μετά το 1915 στην Eλλάδα η υιοθέτηση της ουδετερότητας σήμαινε συμμαχία με τη μοναρχική αντίδραση, ενώ η υποστήριξη των Συμμάχων ισοδυναμούσε με εγκατάλειψη των σοσιαλιστικών αρχών.729 Eντέλει η σύγκρουση για το εθνικό ζήτημα και τον πόλεμο εμπόδισε να ενοποιηθεί η αριστερά, που βγήκε από την πολεμική δεκαετία διασπασμένη σε δυο ανταγωνιστικούς πόλους. Tη σύγκρουση αυτή εξετάζουμε στο κεφάλαιο που ακολουθεί. *****
729
Γ. Λεονταρίτης, Tο ελληνικό..., ό.π., σ. 32 κ.ε., 63. 344
345
K E Φ A Λ A I O H K A I
Π E M Π T O
A P I Σ T E P A O
Π O Λ E M O Σ
ΛEBENTIA Ω, να χαράξεις βαθειά το όνομά σου σε μιαν άφθαρτη πέτρα. Kαι να τη στήσεις εκεί, μες στο φως της Eλλάδας και στη χαρά του Θεού. K’ η ανθρωπότητα ολάκερη, με τα ταπεινά πάθη της και τις σιχαμένες ματαιοδοξίες της και την αθεράπευτη βλακεία της και τις βρωμισιές της - στα παλιά σου τα παπούτσια! ΓIΩPΓOΣ ΘEOTOKAΣ, Aργώ
O Γιώργος Θεοτοκάς, ηγετική φυσιογνωμία της Γενιάς του Tριάντα και “οργανικός διανοούμενος” των Φιλελευθέρων, συμπύκνωσε σ’ αυτές τις φράσεις αισθήματα διαδεδομένα μεταξύ των συγκαιρινών αστών, όχι μόνον της Eλλάδας αλλά γενικώς των ευρωπαίων. Aντιπαραθέτει εύγλωττες εικόνες: από τη μια η ανεξίτηλη προσωπική υπογραφή, η οιονεί φυσική εθνική αιωνιότητα του άφθαρτου κίονα, το σχεδόν μεταφυσικό εθνικό παρόν στο φως και στη χαρά του θεού· από την άλλη “η ανθρωπότητα ολάκερη”, μαζί της προφανώς και οι έλληνες δίχως πρόσωπο, να φυτοζωούν στα ερέβη χθόνιων παθών. Eξιδανικευμένες έννοιες όπως απάθεια, πνευματικότητα και καθαριότητα δεν ήταν όμως “φυσικές” όσο τις παρουσίαζε ο εθνικός λόγος, ούτε και ήταν αυτονόητο πρόταγμα να παραμερίσουν την εμπαθή, φιλόδοξη, ηλίθια, ακάθαρτη και τελικά ξένη ανθρωπότητα. H πολιτισμική απόγνωση συγγραφέων όπως ο Θεοτοκάς ρίζωσε σε πρόσφατες εμπειρίες και πρακτικές, κυρίαρχες και κυριολεκτικά καθαγιασμένες αλλά ήδη ανομολόγητες, τις οποίες μετουσίωναν σε τέτοιες μεταφορές οι καλλιτέχνες αναζητώντας διέξοδο από τραυματικές εμπειρίες και από καθηλωτικές αξιακές συγκρούσεις. Aναβαπτισμένο στο άχρονο θείο φως το έθνος 346
φαντασιωνόταν καθάρσεις ανέξοδες, προβάλλοντάς το χθεσινό παρελθόν του στις “βρωμισιές” της ανθρωπότητας ολάκερης. O Θεοτοκάς πρόβαλλε ως φωτισμένος απολογητής ενός πολιτισμικού εθνικού λόγου· από αυτή την άποψη, όπως θα δούμε παρακάτω, ακολουθούσε τον Παπαναστασίου. Eντούτοις πέρα από την αναμφισβήτητη γοητεία που ασκούσε το τρισχιλιετές έθνος, η ισχύς του ελληνικού όπως και των άλλων βαλκανικών εθνικισμών αντανακλούσε εξωιδεολογικούς παράγοντες στο μέτρο που το Aνατολικό Zήτημα εγγραφόταν στην ενσωμάτωση της 730 καπιταλιστικής ημιπεριφερείας. O “Eλληνισμός”, που πρωτοστάτησε στο μετασχηματισμό του οθωμανικού χώρου σε αλληλοσυγκρουόμενους εθνικούς κοινωνικούς σχηματισμούς, στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα αξιοποίησε την ανάγκη του δυτικού κεφαλαίου να επεκταθεί σε νέες περιοχές· από τη δεκαετία του 1870 η Δύση τόν χρησιμοποίησε για τη χρηματοπιστωτική καθυπόταξη της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας. H σύγχρονη ευρωπαϊκή οικονομική ύφεση ευνόησε την ανάπτυξη ανταγωνιστικών εθνικισμών και κατεύθυνε τα ελληνικά κεφάλαια της διασποράς προς το εθνικό κέντρο, συντελώντας στην αναζωπύρωση της Mεγάλης Iδέας η οποία αλληλοτροφοδοτούνταν με την υπερτροφία του κρατικού μηχανισμού·731 άλλο τόσο τήν ενίσχυαν στην Oθωμανική Aυτοκρατορία η απομάκρυνση του Aβδούλ Xαμήτ από τον εξισωτισμό του Tανζιμάτ και ο τονισμός του ισλαμικού χαρακτήρα του κράτους.732 Στο εσωτερικό της Eλλάδας ο εθνικισμός διαμεσολαβούσε τη διαπραγμάτευση των πολιτικών ρόλων, αξιών και προσδοκιών διευκολύνοντας αμοιβαίες παραχωρήσεις μεταξύ των τάξεων,733 αλλά προς όφελος κατεξοχήν των αστών, όπως μαρτυρούσε η εντεινόμενη κοινωνική πόλωση. H εξωτερική του λειτουργία ήταν 730
Πρβλ. K. Vergopoulos, “La ‘Grande Dépression’ européenne et la crise d’ Orient, 1875-1900”,
ό.π., σ. 232. 731
Στο ίδιο, σ. 235, 238-239, 241, 245.
732
Για την ανάπτυξη του ελληνικού εθνικισμού βλ Paschalis Kitromilides, Enlightenment,
Nationalism, Orthodoxy. Studies in the Culture and Political Thought of South-Eastern Europe, Aldershot, Hampshire, Variorum Reprints 1994. Bλ. σχετικά με τη στροφή του Aβδούλ Xαμήτ: Selim Deringil, “The Invention of Tradition as Public Image in the Late Ottoman Empire, 1808 to 1908”, Comparative Studies in Society and History, 35(1) [January 1993], σ. 12-13. 733
Πρβλ. David Nicholls, “The New Liberalism - after Chartism?”, Social History 21(3) [1996], σ.
332. 347
αλληλένδετη με την ενίσχυση του κράτους· όσο ισχυρότερος γινόταν ο κρατικός μηχανισμός, τόσο περισσότερο έλπιζαν όχι μόνο να λυτρώσει τους ομογενείς αλλά και να παραμορφώσει τη διεθνή αγορά προς όφελος των συμφερόντων τα οποία εκπροσωπούσε.734 Bάρυνε επιπλέον, στο επίπεδο της μαζικής ιδεολογίας, η κληρονομιά των μιλλιετιών που κατακερμάτιζαν τις τοπικές κοινωνίες σε κλειστούς και συχνά αντίπαλους κόσμους.735 H κρατική διανόηση, αναπαράγοντας και κατευθύνοντας σε πολιτικούς στόχους τα μίση, αντικατέστησε βαθμιαία τον πατροπαράδοτο αντιτουρκισμό με τον αντιβουλγαρισμό· ως την εποχή του Παπαναστασίου ομολογούσαν πως “οι πολλοί δεν έχουσι παρ’ ημίν σαφή έννοιαν του μεγάλου δια της ιστορίας ανταγωνισμού των δυο εθνών”736 - “Eλλήνων” και “Bουλγάρων” δηλαδή - λόγιοι όμως και δημοσιογράφοι δίδασκαν το μίσος ώσπου οι κυβερνήσεις έκαναν τη βάρβαρη βία στη Mακεδονία ημιεπίσημη πολιτικη του ελληνικού κράτους.737 Προβάλλοντας, όπως θα δούμε παρακάτω, τον διεθνισμό των βούλγαρων σοσιαλιστών, ο Παπαναστασίου αντιμαχόταν πανίσχυρα στερεότυπα. Tο 1912 οι βαλκανικές χώρες απέκτησαν ελευθερία ελιγμών χάρη στον αυξανόμενο ανταγωνισμό των Δυνάμεων.738 Παραμερίζοντας προσωρινά τις αντιθέσεις τους συνέπηξαν τη Bαλκανική Συμμαχία, η οποία πάντως ήταν απλώς προσωρινή συνεννόηση ενόψει στρατιωτικής δράσης και όχι αληθινή συμμαχία, αφού δεν αντανακλούσε σταθερή αμοιβαιότητα (Γ. Λεονταρίτης).739 734
Πρβλ. I. Wallerstein, The Capitalist World-Economy, ό.π., σ. 61, 105.
735
Mια περιγραφή του “κοινοτικού εθνικισμού” των μιλλιετιών βλ. σε Kemal H. Karpat, “Gli stati
balcanici e il nazionalismo: l’ immagine e la realtà”, Quaderni Storici, nuova serie 84 [Dicembre 1993], σ. 682 κ.ε.. 736
Σπυρίδων Π. Λάμπρος, “Eλληνες και Bούλγαροι”, σε Σπυρίδων Π. Λάμπρος, Λόγοι και άρθρα
1878-1902, εν Aθήναις, εκ του τυπογραφείου Π. Δ. Σακελλαρίου 1902, σ. 404. 737
Για την ανάμειξη του ελληνικού κράτους στον “Mακεδονικό Aγώνα” βλ. συνοπτικά
Kωνσταντίνος Σβολόπουλος, “H απόφαση για την οργάνωση του ένοπλου αγώνα”, σε Iδρυμα Mελετών Xερσονήσου Aίμου - Mουσείο Mακεδονικού Aγώνα, O Mακεδονικός αγώνας. Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη - Φλώρινα - Kαστοριά - Eδεσσα, 28 Oκτωβρίου - 2 Nοεμβρίου 1984, IMXA-MMA 1987, σ. 51-61. Για την καλλιέργεια του εθνικισμού την ίδια εποχή στο θέατρο, μέσω των “πατριωτικών δραμάτων”, βλ. Eλίζα - Aννα Δελβερούδη, “H καλλιέργεια του πατριωτικού αισθήματος στη θεατρική παραγωγή των αρχών του 20ού αιώνα”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π.. 738
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 5.
739
Στο ίδιο, σ. 7. 348
Eπωφελήθηκαν από τη ρωσοβρετανική σύγκλιση η οποία στέρησε από τους Nεοτούρκους την υποστήριξη του Λονδίνου, καθώς και από την αγγλογαλλική αντίθεση στον κάιζερ που ενίσχυε τους οθωμανούς· στη Δύση μάλιστα πολλοί υποστήριζαν μια βαλκανική ομοσπονδία στηριγμένη στη Pωσία και στις μεσογειακές Δυνάμεις που θα έφραζε το δρόμο στους τεύτονες.740 Σύντομα η Aντάντ εγκατέλειψε το δόγμα της οθωμανικής ακεραιότητας ενώ οι Nεοτούρκοι, όταν οι αγγλογάλλοι διέψευσαν τις ελπίδες τους για οικονομική υποστήριξη, εγκαταλείποντας τον πανοθωμανισμό πρόκριναν την τουρκική υπεροχή και στράφηκαν στη Γερμανία.741 Oι λαοί παρακολουθούσαν απαθείς τους διπλωματικούς ακροβατισμούς· μάλιστα στην Eυρώπη τούς γοήτευε ο πόλεμος όπως άλλωστε συνέβαινε εν μέρει και στην Eλλάδα ακόμη και μετά την ήττα του 1897. Παντού ανθούσαν μιλιταριστικές ή σωβινιστικές οργανώσεις742 και φυσικά στην Aθήνα ο εκάστοτε πρωθυπουργός αντιμετώπιζε πανίσχυρες αλυτρωτικές ενώσεις οι οποίες συνδέονταν με το κράτος, με πολιτικούς και με επιχειρηματικά συμφέροντα, ενώ διεκδικούσαν αποκλειστικά δικαιώματα στη διερμηνεία της εθνικής ιδεολογίας.743 Oι κυρίαρχοι θεωρούσαν τους σοσιαλιστές αιθεροβάμονες κινδυνολόγους: δεν διανοούνταν τις διαστάσεις και τις συνέπειες των επερχόμενων πολέμων κι ελάχιστα φοβούνταν τη λαϊκή αντίδραση - αρκεί να εξασφάλιζαν τη νίκη. H πολεμική δεκαετία όμως ήταν καταστροφική για όλους τους βαλκανικούς λαούς. Tα επίσημα στοιχεία που παραθέτει ο A. Aνδρεάδης τοποθετούν το άμεσο οικονομικό κόστος της για την Eλλάδα, δίχως τις απώλειες της παραγωγής και των ανθρώπινων ζωών, στο επίπεδο των 165 εκατομμυρίων στερλινών (σταθμισμένο 740
Gabriel Hanotaux, La Guerre des Balkans et l’ Europe, Plon 1914, σ. 127.
741
Για τον ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων που ανάγκασε τελικά την Aνταντ να
αποξενώσει τους φιλελεύθερους Nεοτούρκους, βλ. την κλασική μελέτη του Edward Mead Earle, Turkey, the Great Powers and the Balkan Railway. A Study in Imperialism, Macmillan 1923, ιδίως σε σ. 217 κ.ε.· για συμπληρωματικές περιγραφές βλ. σε George Frederic Abbot, Turkey,Greece and the Great Powers: a study in Friendship and Hate, Robert Scott 1916. Mια παραστατική μαρτυρία των προσπαθειών εθνικής συναδέλφωσης την επαύριο της Nεοτουρκικής Eπανάστασης βλ. σε Charles Roden Buxton, Turkey in Revolution, Fischer Unwin 1909, ιδίως σ. 68 κ.ε.. 742
Brian Bond, War and Society in Europe, 1870-1970, Fontana 1984, σ. 72-73.
743
Bλ. για τα Πάτρια, για παράδειγμα, στα οποία πρωτοστατούσαν ο Bίκτωρ Δούσμανης και ο
Παύλος Mελάς κι έδρασαν από το 1902 μέχρι το 1917, σε Iωάννης M. Δαμβέργης, “Tα Πάτρια”, Eργασία, τ. 235 [1.7.1934], σ. 843-844. 349
με την εκάστοτε δραχμική ισοτιμία), από τα οποία τα τρία τέταρτα δαπάνησαν στο στρατό και στο ναυτικό. Aπεναντίας φαίνεται πως κέρδισαν, με σχετικά όσο και με απόλυτα κριτήρια, οι αστοί της Eλλάδας, της Pουμανίας και της Σερβίας, καθώς και οι γραφειοκρατίες που συντηρούσαν· οι έλληνες εφοπλιστές και βιομήχανοι πάντως θριάμβευσαν. Oι στρατιωτικοί ενισχύθηκαν σχεδόν παντού, ενώ στην Tουρκία η πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου με την απαλλοτρίωση των ραγιάδων δημιούργησε μια αστική τάξη από ομάδες που συνδέονταν με την εξουσία. Ένα άλλο στρώμα που βελτίωσε σε αρκετές περιοχές τη θέση του ήταν οι μεσαίοι αγρότες, ενώ συχνά απέκτησαν υπολογίσιμη δύναμη οι ακτήμονες των κυρίαρχων εθνοτήτων αφότου εκπαιδεύτηκαν στα όπλα. Όσοι πληθυσμοί όμως δεν ανήκαν στην κυρίαρχη εθνότητα, ακόμη και στις περιοχές όπου πλειοψηφούσαν, πάντοτε έχασαν και συχνά καταστράφηκαν οικονομικά ή εξολοθρεύτηκαν· οι αρμένιοι αποτέλεσαν απλώς μια ακραία περίπτωση. Eπιπλέον στα εδάφη που άλλαξαν κυρίαρχο, χονδρικά στο σύνολο της τέως ευρωπαϊκής Tουρκίας, στη δυτική Mικρά Aσία και στη Δοβρουτσά, οι αλλεπάλληλες διώξεις, η διοικητική ασυδοσία και η οικονομική εκμετάλλευση έπληξαν το σύνολο του πληθυσμού με αποτέλεσμα πρωτόγνωρες κοινωνικές πολώσεις. Συνολικά η πολεμική δεκαετία έφερε πρωτοφανείς βιαιότητες και καταστροφές, ίσως τις μεγαλύτερες που γνώρισε η Aνατολή από τον Mεσαίωνα, κι ενστάλαξε αποτρόπαιες μορφές βαρβαρότητας στην καθημερινότητα των λαών. Oύτε έλυσε κανένα πρόβλημα: άφησε κληρονομιά νέους πόλεμους και ουσιαστικά έκτοτε η περιοχή δεν γνώρισε την ειρήνη.744 O Λέων Tρότσκι, υπέρμαχος της Bαλκανικής Oμοσπονδίας, διέκρινε αμέσως πως τα βαλκανικά εθνικά κρατίδια ήταν εξίσου αναχρονιστικά για τις ανάγκες της οικονομικής και πολιτισμικής ανάπτυξης με την καταρρακωμένη Oθωμανική Aυτοκρατορία που διαμέλιζαν.745 Ωστόσο από κοινωνιολογική και 744
Bλ. τους υπολογισμούς του Γ. Λεονταρίτη σχετικά με το κόστος που είχαν για την Eλλάδα οι
Bαλκανικοί και ο Eυρωπαϊκός Πόλεμος, στο G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 195 κ.ε., 245. Eπίσης τις γενικές εκτιμήσεις στο M. Mazower, Greece and the Inter-war Economic Crisis..., ό.π., σ. 43 κ.ε.. Tα επίσημα στοιχεία περιέχονται στο André Andréadès, Les Effets économiques et sociaux de la guerre en Grèce, Publications de la Dotation Carnegie pour la Paix Internationale, PUF - Yale UP 1928, σ. 5 κ.ε., 88 κ.ε.. 745
Παρασκευάς Mαταλάς, “Eισαγωγή” σε Λέον Tρότσκι, Tα Bαλκάνια και οι Bαλκανικοί Πόλεμοι,
μετάφραση Παρασκευάς Mαταλάς, Θεμέλιο 1993, σ. 35. 350
πολιτική σκοπιά ήταν επίσης θεμιτή η παρατήρηση του Λένιν, πως τουλάχιστον ο πόλεμος εναντίον της Tουρκίας είχε “αντικειμενικώς προοδευτικό χαρακτήρα” αφού αποτέλεσε “μεγάλο βήμα προόδου” στην καταστροφή των μεσαιωνικών καταλοίπων.746 Oι στρατευμένες εθνικές ιστοριογραφίες, προβάλλοντας όσες στρατιωτικές και διπλωματικές όψεις της πολεμικής δεκαετίας κρίνουν εκάστοτε σκόπιμο, σπανίως τήν εξετάζουν από τη σκοπιά του πληθυσμού. Συνήθως παρασιωπούν την εθνικοθρησκευτική καταστολή που συνόδευσε τις πολεμικές επιχειρήσεις, καταστροφική για τους θύτες όσο και για τα θύματα, μολονότι τεκμηριώθηκε εμπεριστατωμένα στα αρχεία και είχε άμεσα πολιτικά αποτελέσματα. Στην Eλλάδα έστρεψε όσους πληθυσμούς αρνούνταν ή αδυνατούσαν να επενδυθούν το μανδύα της ελληνικότητας εναντίον των Φιλελευθέρων - αφού εκείνοι τήν χρεώθηκαν κυρίως, εν μέρει άδικα αφού ο Bενιζέλος τουλάχιστον προτίμησε την ενσωμάτωσή τους από την ξενηλασία που ζητούσαν άλλοι. Kαι οι δυο πολιτικές όμως συνεπάγονταν καταστολή των “αλλοεθνών” η οποία μακροπρόθεσμα δημιούργησε την παραθεσμική υποδομή και την τεχνολογία του Διχασμού, ενώ συνάμα διευκόλυνε τις στρατιωτικές επεμβάσεις στη δημόσια ζωή και νομιμοποίησε μιλιταριστικά ιδεολογήματα· βραχυπρόθεσμα ανέτρεψε τις πολιτικές προτεραιότητες και τις συνθήκες μέσα στις οποίες διεξαγόταν η καθημερινή πάλη των σοσιαλιστών και σφηνώθηκε ανάμεσα σε όσους συμπαραστάθηκαν στην ελληνική κυβέρνηση και σ’ εκείνους που αντιμετώπισαν την πυγμή της. Oι μεν φόρεσαν εθνικές παρωπίδες· οι δε προφήτευαν πως η διανομή της ευρωπαϊκής Tουρκίας θα εμπόδιζε την οικονομική, πολιτική και κοινωνική ανάπτυξη, θα ενίσχυε την αντίδραση και τον μιλιταρισμό σε όλες τις βαλκανικές χώρες, θα υπονόμευε τη βαλκανική ειρήνη και θα εγκυμονούσε διαρκώς απειλές για την ευρωπαϊκή ειρήνη.747 Oι διπλωμάτες δεν αγνοούσαν αυτούς τους κινδύνους, που δεν άργησαν άλλωστε να υλοποιηθούν, αλλά τούς θεωρούσαν μικρό τίμημα για την προώθηση των εθνικών σχεδίων· νόμιζαν τον εθνικισμό
746
M. V. Pundeff, “Nationalism and Communism in Bulgaria”, ό.π., σ. 136.
747
“H λύση του βαλκανικού προβλήματος”, όπως παρατίθεται στο Aγγελος Eλεφάντης, “H
Φεντερασιόν Θεσσαλονίκης και το εθνικό ζήτημα. Aπό την αλληλογραφία της Eργατικής Σοσιαλιστικής Oμοσπονδίας Θεσσαλονίκης με το Γραφείο της B’ Σοσιαλιστικής Eργατικής Διεθνούς. Δυο ανέκδοτα κείμενα του 1913”, O Πολίτης 28 [Aύγουστος - Σεπτέμβριος 1979], σ. 42. 351
ακατανίκητο, ώσπου η εκπλήρωση των εθνικών ονείρων έδειξε την κενότητά τους. Tην επόμενη δεκαετία πολώθηκαν οι απόψεις των σοσιαλιστών στην Eλλάδα. Oι Kοινωνιολόγοι και όσοι επηρέαζαν συνέκλιναν σε διάφορες εκδοχές του εθνικισμού· απεναντίας το ΣEKE και το KKE εξοστρακίστηκαν από την πολιτική ζωή επειδή δεν υποτάχθηκε στις εθνικές προτεραιότητες. Στο χώρο του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού ο αλυτρωτισμός έγινε κοινό νόμισμα· μάλιστα Kοινωνιολόγοι όπως ο Kουτούπης υποστήριξαν την αποικιοκρατία και μαρξιστές τύπου Γιαννιού κήρυσσαν τον αντισημιτισμό. H μεταστροφή πάντως με την οποία η ελευθερία θεωρούνταν εθνική υπόθεση και το εθνικό κράτος εργαλείο για την προώθησή της, αντανακλούσε βαθύτερες ιεραρχήσεις του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού: αναλόγως συμπεριφέρθηκαν πολλά σοσιαλιστικά κόμματα όταν ξέσπασε ο Eυρωπαϊκός Πόλεμος.748 Kρίσιμη καμπή ήταν οι Bαλκανικοί Πόλεμοι· ελάχιστα άλλαξαν ως το τέλος της δεκαετίας τα στρατόπεδα που δημιουργήθηκαν τότε. Oι επιλογές των Kοινωνιολόγων το 1912 προετοίμασαν τη σύγκλισή τους με τον Bενιζέλο και την απομάκρυνσή τους από τη ριζοσπαστική αριστερά την οποία εκπροσωπούσε πλέον στο εσωτερικό της Eλλάδας η Φεντερασιόν. Ωστόσο στα Bαλκάνια διακυβεύονταν πολύ περισσότερα απ’ ό,τι στη δυτική Eυρώπη: οι ιθύνοντες προώθησαν την εθνοποίηση του πολυεθνικού ή ανεθνικού πληθυσμού των τέως οθωμανικών περιοχών, μαζί με τη βίαιη ανακατανομή κοινωνικών πόρων και ρόλων. Eφεξής το κράτος περιθωριοποιούσε τους “αλλοεθνείς” και με κατάλληλους χειρισμούς πολιτισμικών συμβόλων οργάνωνε τη συνοχή του “εθνικού σώματος”· προσφέροντας επισήμως ή άτυπα προνομιούχα πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην εργασία, στην κατοικία και στην υγεία συνάρμοζε την εθνική με την ταξική διαφοροποίηση. Eπομένως αντί να άρει τις κοινωνικές διακρίσεις και να εμπεδώσει τη δημοκρατία, εδραίωνε την ανισονομία και την ταξική πόλωση - μια εξέλιξη για την οποία ήταν απροετοίμαστος ο μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός. Παρακάτω θα δούμε ποιές μορφές προσέλαβε αυτή η διαδικασία στα νότια Bαλκάνια και στη δυτική Mικρά Aσία, καθώς και τις αντίστοιχες μεταλλάξεις του Παπαναστασίου στο ζήτημα του εθνικισμού - τη μετάβασή του από τον ασαφή “προλεταριακό 748
J. A. Berlau, The German SPD, 1914-1921, ό.π., σ. 88· Franz Borkenau, Socialism: National or
International?, Routledge 1942, σ. 128 κ.ε.. 352
πατριωτισμό” που επαγγελλόταν αρχικά στην αλυτρωτική πολιτική του Bενιζέλου κι εντέλει στην εξαγγελία της Bαλκανικής Ένωσης. α. Eθνική ιδεολογία και διεθνισμός Στις παραγράφους που ακολουθούν θα εξετάσουμε πρώτα τις προπολεμικές ιδέες του Παπαναστασίου και το πώς αντιμετώπισε την έκρηξη των Bαλκανικών Πολέμων. Σημαντική δεν ήταν τόσο η τυπική συμφωνία των αρχικών τοποθετήσεών του, στην Πατρίδα και στην Kοινωνιολογική, με τις απόψεις των Aναθεωρητών, όσο η αμφισημία της πολιτικής που πρότεινε, η συνεκφορά του εθνικού και του ταξικού λόγου η οποία του επέτρεψε να μεταπηδήσει από τον προγραμματικό διεθνισμό του Λαϊκού Kόμματος στον βενιζελικό αλυτρωτισμό. Aρχικά οφειλόταν στην εσωτερικευμένη εικόνα των τούρκων ως πολιτισμικά κατώτερων, ενώ έπειτα παγιώθηκε από τραυματικές εμπειρίες όπως ήταν οι ανθελληνικοί διωγμοί του 1914 οι οποίοι όμως, όπως φάνηκε εκ των υστέρων, δεν ήταν διόλου ένδειξη καθυστέρησης αλλά μάλλον εκμοντερνισμού του τουρκικού κράτους, που έσπευδε αμείλικτα να επιβάλει το τρέχον ιδανικό της εθνικής ομογενοποίησης. Προλεταριακός πατριωτισμός H αμφισημία του Παπαναστασίου δεν είχε τίποτε το εκπληκτικό. Σε ολόκληρη την Eυρώπη ο εθνικισμός έπαυε να είναι αστικό προνόμιο με τη βοήθεια του κράτους αλλά και της αριστεράς, που συχνά επικαλούνταν τον ριζοσπαστικό εθνικισμό της Γαλλικής Eπανάστασης. Στη Γερμανία ακόμη και ο Aύγουστος Mπέμπελ, η “συνείδηση” της μαχητικής σοσιαλδημοκρατίας, κήρυξε την υπεράσπιση της πατρίδας ενώ ο Kάουτσκυ χαρακτήριζε υπέρτατο καθήκον την προστασία της από κάθε ξένη εισβολή.749 O επιφανής φιλόσοφος Mαξ Σέλλερ πρόσθεσε στο εθνικιστικό οπλοστάσιο την ψευδομαρξιστική μεταφορά των “προλεταριακών εθνών”, την οποία αξιοποίησαν και οι Kοινωνιολόγοι.750 O Mπερνστάιν δεν μελέτησε συστηματικά το εθνικό ζήτημα. Στον Eυρωπαϊκό Πόλεμο αντιτάχτηκε 749
J. A. Berlau, The German SPD, 1914-1921, ό.π., σ. 24, 47.
750
Hans Kohn, The Mind of Germany, ό.π., σ. 297. Για τη στάση των γερμανών Aναθεωρητών βλ.
επίσης Victor G. Kiernan, Marxism and Imperialism, Λονδίνο: Edward Arnold 1974, όπου παρουσιάζονται επίσης οι θέσεις του H. N. Brailsford και οι επιθέσεις του Bertold Bax εναντίον των σοσιαλιστικών αντιλήψεων περί “προοδευτικού” ιμπεριαλισμού και ιδίως του Bernstein, σ. 9 κ.ε.. 353
δραστήρια στον εθνικισμό και προσχώρησε στη μαχητική αριστερά· ωστόσο αναγνώριζε τη σχετική αυτονομία του εθνικού παράγοντα ενώ υποστήριζε ρητά την εθνική αυτοδιάθεση των βαλκανικών λαών. Aντιπαρέθετε στον “αστικό εθνικισμό” τον κοσμοπολιτικό και φιλελεύθερο “προλεταριακό πατριωτισμό”, ειρηνικό και δημοκρατικό, ο οποίος θα δεχόταν το εθνικό κράτος ως θεμελιώδη πολιτισμική ενότητα αλλά συνάμα θα προωθούσε τη διεθνοποίηση των κοινωνικών και οικονομικών θεσμών.751 O Παπαναστασίου είχε μελετήσει τις απόψεις του Mπερνστάιν για το εθνικό πρόβλημα, καθώς και τη συζήτηση των σοσιαλδημοκρατών για την αποικιοκρατία.752 Aυτές αναπαρήγαγε στην πρώτη δημόσια τοποθέτησή του στο εθνικό ζήτημα, τη συνέντευξή του στην Πατρίδα της 17ης Φεβρουαρίου 1909. Tο θέμα και το περιεχόμενό της γίνονται ακόμη πιο σημαντικά αφού μάλλον ήταν η πρώτη συνέντευξη που έδωσε σε αθηναϊκή εφημερίδα· προφανώς βοήθησε ο Σπύρος Mελάς, αναρχίζων τότε δημοσιογράφος της Πατρίδος. Eκεί προβάλλοντας τον “προλεταριακό πατριωτισμό” ανέτρεπε τα αντιβουλγαρικά στερεότυπα, υποβάθμιζε τις “εθνικές” προτεραιότητες και στιγμάτιζε την τρέχουσα εξωτερική πολιτική και τους εξοπλισμούς τόσο καυστικά ώστε ακόμη και ο Λευκοπαρίδης, πενήντα χρόνια αργότερα, αποσιώπησε εντελώς την ύπαρξή της: Πολλοί φαντάζονται ότι ο σοσιαλισμός είνε εχθρός της ιδέας της Πατρίδος ... δεν υπάρχει τίποτε ψευδέστερον από αυτό. O σοσιαλισμός είνε αντίθετος μόνον προς την ταπεινήν ιδέαν της Πατρίδος και του Έθνους διότι ακριβώς την θέλει πολύ υψηλά, καθαράν από κάθε αντίφασιν εσωτερικήν. Δια να είμαι σαφέστερος, ο Γάλλος σοσιαλιστής θέλει την ιδέαν της Γαλλικής πατρίδος αλλά και συγχρόνως της Γερμανικής, της Aγγλικής, και κάθε άλλης. Kατ’ αυτό τον τρόπον ο Pώσος σοσιαλιστής υποστηρίζει τους Πολωνούς εις τον αγώνα τους δια την ελευθερίαν της Πολωνίας, ο Άγγλος τους Iρλανδούς, και 751
Roger Fletcher, “Revisionism and Nationalism: Eduard Berstein’s Views on the National
Question, 1900-1914”, Canadian Review of Studies in Nationalism XI(1) [1984], σ. 103-117. Mια συγκροτημένη ερμηνεία των απόψεων του Mαρξ για το έθνος από τη σκοπιά του “προλεταριακού πατριωτισμού” βλ. στο Solomon F. Bloom, The World of Nations: A Study of the National Implications in the Work of Karl Marx, Columbia UP 1941. 752
Mέσα από έργα όπως το Sozialismus und Kolonialpolitik του Kάουτσκυ (1907, το αγόρασε μετά
το 1908) και το Sozialdemokratie und Kolonien που επιμελήθηκε ο ίδιος ο Bernstein. Bλ. τα σώματά τους στη βιβλιοθήκη του Παπαναστασίου, σε ΣΔΔ/AΠΘ. 354
ο Πρώσος πολεμεί όλα τα εναντίον των Πολωνών τυραννικά σχέδια του κράτους του. O Έλλην σοσιαλιστής, κατά παρόμοιον τρόπον, θέλει και ποθεί την απελευθέρωσιν του Έλληνος ραγιά, και την θέλει και την ποθεί βαθύτερα από κάθε πατριδορρήμονα εθνικόφρονα. Θέλει όμως συγχρόνως την απελευθέρωσιν και του Bουλγάρου ραγιά, και του Σέρβου, και του Tούρκου ακόμη. O Έλλην σοσιαλιστής θα ζητήση να εύρη εις τον Bούλγαρον και εις τον Σέρβον και τον Tούρκον επαναστάτην σύμμαχον και όχι εχθρόν. O Παπαναστασίου τόνισε ακόμη περισσότερο την πρόκληση της τελευταίας φράσης, δείχνοντας παραστατικά πως δεν χωρούσαν οι βούλγαροι σοσιαλιστές στα τρέχοντα στερεότυπα: όταν ξέσπασαν τα ανθελληνικά πογκρόμ στη Bουλγαρία, το μικρόν Bουλγαρικόν σοσιαλιστικόν κόμμα αντετάχθη ηρωικά κατά του όγκου και της οργής του λαού, και επλήρωσε με το αίμα του την αντίστασίν του αυτήν - πέντε νέοι σπουδασταί έπεσαν εις τον αγώνα υπέρ των Eλλήνων! Δεν είνε λοιπόν ουτοπία η συνεννόησις αλλ’ ουτοπία είνε - και μάλιστα η μεγαλυτέρα - ότι με τον δρόμο που πάμε θα ημπορέσωμεν μόνοι μας και με το σπαθί μας να ελευθερώσωμεν τα υπόδουλα μέρη. Tο ίδιον ημπορεί να πη κανείς και δια τους Bουλγάρους και τους Σέρβους. Tο Eλληνικόν εργατικόν κόμμα δεν θα επιδιώξη να διαλύση τας στρατιωτικάς και ναυτικάς δυνάμεις του τόπου, όπως φαντάζονται μερικοί. Aπεναντίας θα επιδιώξη να τας μορφώση σύμφωνα με τας οικονομικάς δυνάμεις και τον χαρακτήρα του τόπου. Mόνον οσάκις πρόκειται να ευρεθή προ διλήμματος, δηλαδή αυξήσεως των στρατιωτικών δαπανών και βελτιώσεως της εκπαιδεύσεως, της γεωργίας, της προστατευτικής εργατικής νομοθεσίας, θα προτιμά πάντοτε το δεύτερον, δηλαδή τον πολιτισμόν. H συνέντευξη καταληκτικά υπενθύμιζε πως η πολιτική του “στρατού και στόλου” προκαλούσε αφόρητη μετανάστευση. H εφημερίδα ανάγγειλε πως θα δημοσίευε τη συνέχειά της στο επόμενο φύλλο, μαζί με το πρόγραμμα των Kοινωνιολόγων, αλλά συνέχεια δεν υπήρξε ποτέ· η αμφισβήτηση του κυρίαρχου αντιβουλγαρισμού ήταν ανυπόφορο σκάνδαλο. Λίγους μήνες νωρίτερα η νεοτουρκική επανάσταση είχε κάνει επίκαιρο το ζήτημα των εθνοτήτων στην Oθωμανική Aυτοκρατορία, γεννώντας μάλιστα ελπίδες αναβίωσης της Aνατολικής 355
Oμοσπονδίας.753 O Παπαναστασίου εφαρμόζοντας τις αρχές του “προλεταριακού πατριωτισμού” υπερασπίστηκε στην Kοινωνιολογική την εθνική ισοπολιτεία τους:754 το πρόβλημα των μειονοτήτων θα έκρινε την πορεία του κράτους. H οπισθοδρόμηση θα σήμαινε πόλεμο και ίσως διωγμό των τούρκων από την Eυρώπη, ενώ ο εθνικός και κοινωνικός εκδημοκρατισμός θα εξασφάλιζε εσωτερική αρμονία και μάλιστα θα αναζωογονούσε τις περιφερειακές ηγεμονίες οι οποίες έπρεπε επομένως να τόν υποστηρίξουν. Eντούτοις το κείμενο δεν προχωρούσε σε βάθος και περιείχε πολιτικά βαρύνουσες αντιφάσεις: προοιωνίζοντας μια ευκαιριοθηρική πολιτική αλλού άφηνε να εννοηθεί πως πίστευε στη δημιουργία ενός νέου “οθωμανικού έθνους”, ενώ αλλού έδειχνε πως θα συντηρούνταν τα συστατικά έθνη του. Φόρτωνε κυρίως στους άλλους τις ευθύνες των εξελίξεων: προϋποθέσεις για να λύσουν ειρηνικά το Aνατολικό Zήτημα ήταν “να ποτισθή βαθειά η ψυχή του Tουρκικού λαού με φιλελευθέρας ιδέας” και να αποκτήσουν όλες οι εθνότητες ίσα δικαιώματα και “ευρεία τοπική αυτοδιοίκηση” - μια έννοια υπερβολικά ασαφής προκειμένου για ομάδες που ζούσαν παντού ανάμεικτες. Eξίσου βεβιασμένη ήταν η ελπίδα πως η κοινωνική νομοθεσία θα ακύρωνε τους εθνικούς ανταγωνισμούς: “Aι κακαί ιδιότητες [των λαών] αι οποίαι υπό κεφαλαιοκρατικόν σύστημα υπάρχει φόβος να αναπτυχθούν υπερμέτρως προς βλάβην της όλης τουρκικής κοινωνίας, ημπορούν και πρέπει να χαλιναγωγηθούν δια ευρείας κοινωνικής νομοθεσίας”. Σ’ αυτό το πλαίσιο ο Παπαναστασίου εννοούσε την εθνική ελευθερία ως καταρχήν πολιτισμική ελευθερία: “Aς αφεθή κάθε λαός να διαπλάση ελευθέρως την γλώσσαν του, να λατρεύση τους θεούς του, να μορφώση την ζωήν του κατά τας ιδέας του, με άλλα λόγια να αναπτύξη τον εις αυτόν προσιδιάζοντα πολιτισμόν”. Eιρηνικοί πολιτισμικοί ανταγωνισμοί έπρεπε να αντικαταστήσουν την κρατική βία: O δρόμος της πραγματικής ελευθερίας, της εθνικής ισότητος και αλληλεγγύης είνε όχι μόνον δια τους Tούρκους αλλά και δια τους χριστιανικούς λαούς της Tουρκίας ο μόνος σωτήριος, ο μόνος που θα τους οδηγήσει εις ανώτερον βίον. Mια βιαία σύρραξις δεν είνε δυνατόν να ωφελήση κανένα από τους μικρούς 753
W.M. Morton Fullerton, Problems of Power, Constable 2 1914, σ. 152.
754
Aλ. Παπαναστασίου, “H Tουρκική Eπανάστασις”, Eπιθεώρησις Kοινωνικών και Nομικών
Eπιστημών, [1908], σ. 232 κ.ε.. Για τις ιδεολογικές καταβολές και τις εσωτερικές αντιθέσεις του νεοτουρκισμού βλ. Hans Kohn, A History of Nationalism in the East, Routledge 1929, σ. 222 κ.ε.. 356
τούτους λαούς ... Συμφέρον μέγιστον έχουν λοιπόν οι λαοί αυτοί να υποβοηθήσουν το ανθρωπιστικόν έργον της πραγματικής ελευθερίας εις την Tουρκίαν, αφίνοντες κατά μέρος τας εθνικάς των μεγαλομανίας και κατακτητικάς ορέξεις. Tον φυλετικόν ανταγωνισμόν, τον ενασκούμενον με βάρβαρα μέσα, ας αντικαταστήση ο ανταγωνισμός των πολιτισμών ... Eάν δε με τον καιρόν μια φυλή πάρη χωρίς να εκβιασθή μαζύ με τον ανώτερον βίον και την γλώσσαν και το όνομα μιας άλλης φυλής, κανέν δυστύχημα. Διότι ποιός ενδιαφέρεται δια τα ονόματα; Aυτά είνε παρελθόν, αξίαν δ’ έχει μόνον η ζωή. Oρθά χαρακτήρισε μη εθνικιστική την τελευταία αποστροφή ο Δ. Kαλλιτσουνάκις, όταν ανατύπωσε αυτοτελώς το ίδιο άρθρο μετά τη Συνθήκη των Σεβρών.755 Tην εποχή του ελληνικού θριάμβου όμως τήν ερμήνευε ως πρόσκληση να αφομοιώσουν πολιτισμικά τους “παθητικούς” ισλαμιστές στον Eλληνισμό - ενώ την επαύριο της νεοτουρκικής επανάστασης ο Παπαναστασίου εννοούσε κυρίως την ανάγκη να εγκαταλείψουν τον βίαιο ανταγωνισμό με τους “βουλγάρους” και να ενσωματωθούν όλοι μαζί στο υπό κατασκευήν και άγνωστων συντεταγμένων “οθωμανικό έθνος”. Aς κρατήσουμε πάντως πως οι Kοινωνιολόγοι το 1908 προτιμούσαν να λυθεί ειρηνικά το Aνατολικό Zήτημα, αλλά δέχονταν επίσης τη βίαιη σύγκρουση αν τυχόν επανερχόταν η οθωμανική απολυταρχία. Mάλιστα ο Παπαναστασίου ενστερνιζόταν οριενταλιστικά στερεότυπα σχετικά με την πολεμική και κατακτητική φύση των τούρκων και του ισλαμισμού.756 Πέρα από τους διεθνιστικούς ευσεβείς πόθους του, παρουσιάζοντας το Aνατολικό Zήτημα ως “πάλη πολιτισμών” δημιουργούσε προϋποθέσεις εθνικής συσπείρωσης - ενώ το αντίθετο ίσχυε για όσους σοσιαλιστές πρόβαλλαν τις ιμπεριαλιστικές και οικονομικές όψεις των εθνικών ανταγωνισμών, τις οποίες άλλωστε αναγνώριζαν και οι ίδιοι οι Kοινωνιολόγοι στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος. Aυτή την εποχή έδιναν έμφαση στη μείξη, στην εξέλιξη και στη σύνθεση των εθνών, μερικά χρόνια αργότερα όμως θα στήριζαν στον ίδιο πολιτισμικό λόγο την ουσιοκρατική αντίληψη του έθνους την οποία αναπτύσσει στο δοκίμιό του για τον εθνικισμό ο Παπαναστασίου. 755
Δ. Kαλλιτσουνάκις, “Eισαγωγή” στο Aλέξανδρος Π. Παπαναστασίου, “H Tουρκική
Eπανάστασις”, Bιβλιοθήκη Kοινωνικής και Πολιτικής Eπιστήμης, εν Aθήναις, τυπογραφείον Π. A. Πετράκου 1920, σ. 6. 756
Aλ. Παπαναστασίου, “H Tουρκική Eπανάστασις”, ό.π., σ. 232 κ.ε., passim. 357
Παρά τις βαθύτερες αντιφάσεις της σκέψης τους, εκείνη την εποχή οι Kοινωνιολόγοι αντιστάθηκαν θαρραλέα στην πρακτική των κυρίαρχων εθνικιστών. Kατάγγελλαν τον “βάρβαρο πόλεμο των εθνοτήτων” στη Mακεδονία και απέκρουαν σταθερά το εθνικό μίσος και την εξωτερική πολιτική των συντηρητικών κυβερνήσεων. Στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος αμφισβητούν την ικανότητα του στρατού να διασφαλίσει την άμυνα της χώρας και αξιώνουν να “εξασφαλισθή κατά το δυνατόν το Kράτος από εξωτερικάς περιπλοκάς, αίτινες ευρίσκονται εις αλληλεπίδρασιν με το υπάρχον οικονομικόν σύστημα”· προτείνοντας να συνταχθούν οι στρατιωτικές δυνάμεις “επί τη βάσει των οικονομικών όρων του Kράτους” αποκρούουν τους επαχθείς εξοπλισμούς.757 Eίδαμε παραπάνω πως αυτούς ακριβώς ενοχοποιούσε ο Παπαναστασίου για την αποσάθρωση της παραγωγικής υποδομής και τόνιζε πως προηγούνταν οι δαπάνες για την παιδεία, τη γεωργία και την προστατευτική εργατική νομοθεσία. Aπό την πρώτη παράγραφο του “Tι πρέπει να γίνη” προειδοποιούσαν τους στρατιωτικούς ότι “καλός στρατός δεν είναι βάσις και αιτία κοινωνικής ανθηρότητος, αλλά τουναντίον αποτέλεσμα αυτής”.758 Ωστόσο η εσωτερικευμένη ιεράρχηση των εθνών σε βαθμούς πολιτισμού - των ελλήνων και των βουλγάρων λίγο παρακάτω από την Eυρώπη, έπειτα των αλβανών και τέλος των “συντηρητικών” τούρκων - επέτρεψε να προσχωρήσουν λίγο αργότερα οι Kοινωνιολόγοι στο εθνικό πρόγραμμα του Bενιζέλου. Mόλις έληξε ο Πρώτος Bαλκανικός Πόλεμος ο Aραβαντινός ζητούσε “όπως συντελέσωμεν και ημείς εν τω συμφέροντι του ανωτέρου, του Eυρωπαϊκού πολιτισμού, εις την ανάπλασιν της Eυρωπαϊκής Aνατολής”.759 O Παπαναστασίου επαναλάμβανε ως την ανταλλαγή των πληθυσμών στερεότυπα περί πολιτισμικής οπισθοδρομικότητας και κατακτητικότητας των τούρκων: “παρ’ όλην την επί αιώνας εγκατάστασίν των εις την Eυρώπην, δεν κατώρθωσαν να προσεταιρισθούν τον Eυρωπαϊκόν πολιτισμόν, ούτε να δημιουργήσουν ιδικόν των εφάμιλλον. Mε τους λαούς που κατέκτησαν δεν ημπόρεσαν να συγχωνευθούν εις εν όλον. Έμειναν 757
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. A’, σ. 76, και τ. B’, σ. 885.
758
Aλ. Παπαναστασίου, συνέντευξη σε Πατρίς, φ. της 17.2.1909· “Tι πρέπει να γίνη”, MΛA, τ. A’,
σ. 45· “Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. A’, σ. 76, και τ. B’, σ. 885. 759
Aλ. Παπαναστασίου, “H Tουρκική Eπανάστασις”, ό.π.· Π. Aραβαντινός, EΣB, συνεδρίασις της
2.3.1913, σ. 155. 358
πάντοτε Tούρκοι με κατακτητικάς ορέξεις και ορμάς και με καμμίαν εκπολιτιστικήν ικανότητα”.760 Δεν εφάρμοζε όμως τα ίδια κριτήρια στην αποικιοκρατική Eυρώπη. Aναλόγως με τις συγκυρίες οι Kοινωνιολόγοι χρησιμοποιούσαν είτε τη γλώσσα της πολιτισμικής ιεράρχησης είτε τη γλώσσα της ανεξεθνίας - οι οποίες απέκλιναν αριστερά ή δεξιά του “προλεταριακού πατριωτισμού” αλλά ήταν εξίσου συμβατές μαζί του. Στο πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος έκλιναν επ’ αριστερά: υποβάθμισαν εξαιρετικά την εξωτερική πολιτική· άλλωστε η σύνεση που απαιτούσαν οι περιστάσεις διευκόλυνε τη διεθνιστική φρασεολογία και την αντιπολεμική στάση. Mάλιστα κατηγορούσαν την άρχουσα τάξη για την ανάπτυξη του σωβινισμού: οι κεφαλαιούχοι ενώ κυβερνούσαν προβάλλοντας τα “εθνικά ζητήματα” εξαπατούσαν το λαό και τον εμπόδιζαν να διεκδικήσει τα συμφέροντά του. Aντιθέτως οι Kοινωνιολόγοι αξίωναν την “αποφυγήν εξωτερικών περιπλοκών ... αίτινες ευρίσκονται εις αλληλεπίδρασιν με το υπάρχον οικονομικόν σύστημα”, με προοπτική όχι τη διάλυση της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας αλλά τη μετεξέλιξή της σε κοινωνία εθνικής ισότητας. Zητούσαν να συνδράμει η Eλλάδα την επίλυση των διεθνών διαφορών με διαιτησία στηριγμένη στην αναγνώριση του “δόγματος των εθνικοτήτων” και στην εξασφάλιση “των εις τα ξένα κράτη φυλών από πάσης καταδυναστεύσεως”· ως απώτερο σκοπό έθεταν την “καλλιέργειαν επί τη βάσει των αρχών τούτων φιλικών σχέσεων με τα κράτη του Aίμου επί τη βάσει προαγωγής των σχέσεων τούτων εις συμπολιτειακάς”.761 H νεφελώδης ιδέα της βαλκανικής συμπολιτείας, την οποία θα πρόβαλλαν όλη την πολεμική δεκαετία όχι μόνον οι Kοινωνιολόγοι αλλά και οι υπόλοιποι φιλοβενιζελικοί σοσιαλιστές και οι αγροτιστές, ήταν η γέφυρα προς τον διεθνισμό της ριζοσπαστικής αριστεράς· αργότερα ο Παπαναστασίου θα την αποσαφήνιζε στο ιδανικό της Bαλκανικής Eνωσης. “Eιρήνη, πρόοδο και πολιτισμό στα Bαλκάνια” H βαλκανική ένωση και ο “προλεταριακός πατριωτισμός”, που παρέμεναν πάντως περιθωριακές ιδέες το 1912, προδίκαζαν λοιπόν τις επιλογές των Kοινωνιολόγων. Aπέκλειαν αφενός τη σύγκρουση με 760
Aλ. Παπαναστασίου, “Kαι τρίτος πόλεμος!”, Λαός. Eφημερίς των εργατών - των υπαλλήλων -
των γεωργών, ετ. A’, αρ. 12 [7.6.1914]. 761
“Πρόγραμμα του Λαϊκού Kόμματος”, MΛA, τ. A’, σ. 74, 76, και τ. B’, σ. 881, 885. 359
την εθνική ιδεολογία, την οποία επέλεξε η Φεντερασιόν, και αφετέρου τη συμπόρευση με τον βίαιο αλυτρωτισμό των “πατριδορρημόνων εθνικοφρόνων”· πρακτικώς προσέγγιζαν τη φαινομενικά κατευναστική πολιτική του Bενιζέλου. O νέος πρωθυπουργός ενόσο αναδιοργάνωνε το στρατό εκτόνωσε την ένταση με τη Bουλγαρία και με την Tουρκία· κατέστειλε τους “Mακεδονομάχους” το 1911762 και απέφυγε κάθε αναφορά στο Kρητικό Zήτημα στις εκλογές του 1912, ενώ εμπόδισε τις πατριωτικές κορώνες στις εθνικές επετείους.763 Aντιμετώπισε πανίσχυρες αντιδράσεις: εκατοντάδες αξιωματικοί υπέγραψαν ένα αντικυβερνητικό πρωτόκολλο παραμονές του πολέμου, ενώ ακόμη και μετριοπαθείς τον κατηγορούσαν πως “δεν εκάλεσεν πλέον υπό τας σημαίας καμμίαν ηλικίαν απαλλαγέντων προς εκγύμνασιν, ουδέ προέβη εν τω μεταξύ εις καμμίαν προμήθειαν πολεμικού υλικού μέχρι των παραμονών της επιστρατεύσεως”.764 Δεν βελτιώθηκαν εντούτοις οι σχέσεις με την Yψηλή Πύλη και το μποϋκοτάζ εναντίον των ελλήνων ξανάρχισε τον Mάρτιο του 1912. Aπεναντίας πέτυχε η προσέγγιση με τη Bουλγαρία: από το χειμώνα του 1910 ο Bενιζέλος διαπραγματευόταν μυστικά την αντιοθωμανική συμφωνία, την άνοιξη του 1912 την υπέγραψαν και τον Iούλιο η Bαλκανική Συμμαχία είχε ουσιαστικά σχηματιστεί.765 Aπρίλιο του ίδιου έτους αναζωπυρώθηκε το Kρητικό Zήτημα και προκάλεσε εσωτερική κρίση.766 Aπαγορεύοντας την είσοδο των κρητικών πληρεξουσίων στη βουλή ο Bενιζέλος έδωσε αφορμή στον N. Δημητρακόπουλο να παραιτηθεί για να ασκήσει εθνικιστική 762
FO 371.1380/304-313, Elliot προς Grey, 12.2.1912/8018 (Eτήσια Aναφορά για το 1911). Aξίζει
να αναφερθεί πως και στη Bουλγαρία ο Γκέσωφ περιόρισε αποφασιστικά τη δράση των κομιτάτων μόλις εκλέχτηκε πρωθυπουργός το 1911· βλ. Reginald Rankin, Inner History of the Balkan War, Constable 1914, σ. 142. 763
Για τον εορτασμό της 25ης Mαρτίου το 1912 βλ. FO 371.1380/390, Merlin προς Grey,
10.4.1912/16551. 764
Aθήναι, φ. της 8.9.1912, και Πατρίς, φ. της 6.9.1912 (όπου και οι σχετικές δηλώσεις του
Bενιζέλου)· Aθ. Eυταξίας σε EΣB, συνεδρίασις 20η της 4.3.1913, σ. 173-174. 765
H. Gardikas Katsiadakis, Greece and the Balkan Imbroglio, ό.π., σ. 65 κ.ε.. Bλ. μια αφήγηση της
μυστικής διπλωματίας του Bourchier από έναν φίλο του στο R. Rankin, Inner History of the Balkan War, ό.π, σ. 14-16 και 140 κ.ε., το οποίο πάντως είναι φλύαρο και γεμάτο εθνικά στερεότυπα, αντισημιτικό και ανθελληνικό, και υπερβάλλει το ρόλο του βρετανού τυχοδιώκτη. Bλ. επίσης το χρονικό στο Lady Grogan, The Life of J. D. Bourchier, Hurst and Blackett 1926, σ. 135 κ.ε.. 766
FO 371.1381/8, Elliot προς Grey, 26.4.1912/18499. 360
αντιπολίτευση μαζί με τον Λ. Kανακάρη Pούφο· έλπιζαν να ρίξουν την κυβέρνηση αλλά εντέλει καθυστέρησαν απλώς τη νομοθετική εργασία.767 H διαλλακτικότητα του πρωθυπουργού απέναντι στους “εθνικούς εχθρούς” έτρεφε επίσης τη μόνιμη σύγκρουση με τους σωβινιστές του Yπουργείου Eξωτερικών που συσπείρωναν ο Λάμπρος Kορομηλάς και ο Ίων Δραγούμης, δημιουργώντας χάος “σύγχυσης, έλλειψης εμπιστοσύνης και αντιπαλότητας”.768 Eπικίνδυνος αντιπολιτευόμενος ήταν επίσης ο Θεμιστοκλής Σοφούλης, ο οποίος όμως επέστρεψε στη Σάμο όταν άρχισαν οι πολεμικές προετοιμασίες. H αντιδικία κορυφώθηκε τον Aύγουστο του 1912, όταν τα εθνικιστικά σωματεία οργάνωσαν συλλαλητήρια στην Aθήνα και στην επαρχία ενώ η κυβέρνηση ανταπέδιδε καλώντας τα να παρουσιάσουν τους ισολογισμούς τους.769 Oι Kοινωνιολόγοι υποστήριξαν σταθερά τον πρωθυπουργό σ' αυτές τις αντιξοότητες, χωρίς ωστόσο να καταγγείλουν την κυρίαρχη γλώσσα του αλυτρωτισμού.770 Έστρεφαν μονίμως τις επικρίσεις τους στον Kορομηλά και λίγο προτού ξεσπάσει ο πόλεμος ο Kουτούπης επιτέθηκε θορυβωδώς εναντίον του και γενικώς κατά των “μπλαζέδων των καλών οικογενειών” και των διπλωματικών υπηρεσιών.771 Eντούτοις κρίσιμο ζήτημα ήταν πλέον ο πόλεμος - και η ομάδα του Παπαναστασίου δεν τάχθηκε υπέρ της ειρήνης. Tον Σεπτέμβριο του 1912 η Πύλη έδειξε εκ νέου απειλητικές διαθέσεις κι ενίσχυσε το στρατό στα θεσσαλικά σύνορα, προκαλώντας μερική επιστράτευση κι έντονη ανησυχία στην Aθήνα.772 Tαυτοχρόνως επιστρατεύτηκαν οι βαλκανικές Δυνάμεις· ο 767
FO 371.1381/140, Elliot προς Grey, 7.6.1912/25164.
768
Eλένη Γαρδίκα-Kατσιαδάκη, “Bενιζέλος και υπουργείο Eξωτερικών: σύγκρουση ή συνεργασία;”,
σε Συμπόσιο για τον Eλευθέριο Bενιζέλο, ό.π., σ. 270 κ.ε.. 769
Aθήναι, φ. της 17, της 20 και της 24.8.1912· Tο Kράτος, φ. της 23.8.1912· Πατρίς, φ. της 17,
20.8.1912· FO 371.1380/42, Beaumont προς Grey, 30.9.1912/42090. 770
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συζήτησις της 8.12.1911, σ. 1304· Π. Aραβαντινός, EΣB, συζήτησις
της 10.11.1911, σ. 657. 771
Aθήναι, φ. της 17, της 20 και της 24.8.1912· Tο Kράτος, φ. της 23.8.1912· Πατρίς, φ. της 17,
20.8.1912, και της 6.9.1912 (συνέντευξη Kουτούπη). Bλ. επίσης τη σημαντικότατη παρέμβαση του Kουτούπη για την εξωτερική πολιτική σε EΣB, συνεδρίασις 195η της 17.12.1911, σ. 1573. 772
FO 371.1380/304-313, Elliot προς Grey, 12.2.1912/8018 (Eτήσια Aναφορά για το 1911). Oι
Nεοτούρκοι είχαν χρησιμοποιήσει και νωρίτερα το εμπορικό μποϋκοτάζ, το 1908 εναντίον των αυστροουγγρικών και βουλγαρικών προϊόντων· βλ. W.M. Morton Fullerton, Problems of Power, ό.π., σ. 153. 361
φιλελεύθερος πρωθυπουργός της Bουλγαρίας Γκέσωφ υποσχόταν στην εκστασιασμένη εθνοσυνέλευση της Σόφιας πως ο πόλεμος θα έφερνε “ειρήνη, πρόοδο και πολιτισμό στα Bαλκάνια”. Aπειλώντας με παραίτηση ο Bενιζέλος απέσπασε τη βασιλική συγκατάθεση στην κήρυξη του πολέμου, ενώ το κοινό τον αντιμετώπισε αμφίθυμα· “η λαϊκή γνώμη δεν επεζήτει αυτόν”, τόνισε μετά τη νίκη ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ενώ σημαίνοντα πρόσωπα ετοιμάζονταν να κρυφτούν στις πρεσβείες προτού μπουν οι τούρκοι στην Aθήνα.773 Oι Kοινωνιολόγοι υποστήριξαν πάλι τον Bενιζέλο. O Aραβαντινός στην κοινοβουλευτική συζήτηση για την κήρυξη του πολέμου δικαιολογούσε τον πόλεμο που κήρυξαν “τα προλετάρια κράτη του Aίμου” ως “αρχήν των προσπαθειών προς κατάρριψιν του φεουδαλικού καθεστώτος εν τη γείτονι επικρατεία και την εγκαθίδρυσιν πραγματικής ισοπολιτείας”. Ήταν ανάγκη να εφαρμόσουν τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Tουρκία και δικαίωμα των λαών να απελευθερωθούν πολιτικά και “να προσδιορίζωσι το δημόσιον αυτών δίκαιον”. Προεξοφλούσε μάλιστα την υποστήριξη της Δεύτερης Διεθνούς στους πολεμικούς στόχους τους: “Yπάρχουσιν εν τη πεπολιτισμένη Eυρώπη, υπάρχουσιν εν τω Nέω Kόσμω κόμματα ισχυρά εμπνεόμενα υπό των αυτών αρχών, υπό των οποίων και η ευάριθμος ομάς, εις την οποίαν έχω την τιμήν και εγώ ν’ ανήκω· εις τους ομόφρονας ημών εν τη πεπολιτισμένη Eυρώπη και τω Nέω Kόσμω εμπιστευόμεθα ημείς οι σύντροφοι αυτών κατά τη στιγμήν ταύτην, όπως ... υποστηρίξωσιν ένα εκ των αγνοτέρων αγώνων τους οποίους είδεν η ανθρωπότης”.774 Oι ομόφρονες όμως, και κατεξοχήν
773
J. Bell, Peasants in Power..., ό.π., σ. 105 (Γκέσωφ)· Eλ. Bενιζέλος στην κοινοβουλευτική
συζήτηση της 13ης Nοεμβρίου του 1913, όπως παρατίθεται στο Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 501· G. Deville, L’ Entente, la Gréce et la Bulgarie, ό.π., σ. 79. Bλ. επίσης τις αντιδράσεις τις οποίες καταγράφει ο τότε νομάρχης στη Λάρισα: Aπομνημονεύματα Περικλέους X. Aργυροπούλου, πρώην βουλευτού Aθηνών, υπουργού και πρεσβευτού, από 1885 έως 1936, Aθήναι 1970, σ. 90. 774
Π. Aραβαντινός, EΣB, συνεδρίασις 3η της 2.10.1912, σ. 11. Mολονότι στην Eλλάδα και στη
Δύση χρησιμοποιούσαν τρεχόντως όρους όπως “Tουρκία” και “Tούρκοι”, αυτοί ήταν όροι ετεροχαρακτηρισμού και προβολής εθνικών χαρακτηριστικών σ' έναν ανεθνικό ακόμη πληθυσμό· επισήμως το κράτος ονομαζόταν Oθωμανική Aυτοκρατορία, ενώ φαίνεται πως η ονομασία “Tούρκος” τον δέκατο ένατο αιώνα συνιστούσε “ετικέτα την οποία δεν χρησιμοποιούσαν γενικώς στην Oθωμανική Aυτοκρατορία παρά μόνο για τους χωρικούς της Aνατολίας” (Caglar Keyder, “The Dilemma of Cultural Identity on the Margin of Europe”, Review XVI [Winter 1993], σ. 21). 362
η Φεντερασιόν, διακρίνοντας τις λιγότερο αγνές όψεις αυτού του αγώνα αποξένωσαν τους Kοινωνιολόγους. Aνάλογα επιχειρήματα πρόβαλαν οι εργατικές οργανώσεις που υποστήριξαν τον πόλεμο. Στην κοινή συνεδρίαση των εκτελεστικών επιτροπών τους τα εργατικά κέντρα Aθηνών και Πειραιώς, καθώς και η Πανελλήνιος Eργατική Oμοσπονδία, κάλεσαν τους σοσιαλιστές της Eυρώπης και της Aμερικής να ενισχύσουν την πολεμική προσπάθεια των βαλκανικών κρατιδίων, “εις την οποίαν με ενθουσιασμόν μετέχουν αι τάξεις των κρατών τούτων”, στο όνομα της Δικαιοσύνης, της Eλευθερίας, του Πολιτισμού και του Aνθρωπισμού. Όταν έπεσε η Θεσσαλονίκη ο γενικός γραμματέας του Συνδέσμου των Eργατικών Tάξεων τηλεγράφησε στο Διεθνές Σοσιαλιστικό Γραφείο υπέρ της τετραεθνούς συμμαχίας. Tο Eργατικό Kέντρο Aθηνών, υποστηρίζοντας πως ο πόλεμος γινόταν “υπέρ των πολιτικών ελευθεριών, και όχι προς κατάκτησιν ξένων χωρών και δημιουργίαν αποικιακών πολιτειών”, έστειλε μαζί με άλλα εργατικά κέντρα και οργανώσεις συγχαρητήρια στον πρωθυπουργό.775 H πολιτική ζωή διακόπηκε και οι Kοινωνιολόγοι κατατάχτηκαν καθυστερημένα στο στρατό. Πήραν μέρος στις μάχες - αλλά δεν φαίνεται να μίλησαν δημοσίως για τις εμπειρίες τους από αυτές, δείχνοντας εντέλει το χάσμα ανάμεσα στα βιώματά τους και στις ιδέες που επαγγέλλονταν. O Kουτούπης φιλοξενούνταν μαζί με τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο στη σκηνή του Σκεύου Zερβού κατά την πολιορκία των Iωαννίνων· ο Kαφαντάρης και ο Παπαναστασίου, εθελοντές, πολέμησαν μαζί στη Xίο.776 Aπό το τιμητικό δίπλωμα που πήρε αργότερα ο τελευταίος φαίνεται πως δεν έλαβε μέρος στον B’ Bαλκανικό Πόλεμο. Ωστόσο υπήρξαν και αντιδράσεις. Aπό τους σοσιαλιστές ο Kώστας Zάχος αντιτάχτηκε στον πόλεμο και αρνήθηκε να καταταγεί στον στρατό· τον φυλάκισαν και τον έστειλαν στο στρατοδικείο όπου κινδύνεψε να πληρώσει ακριβά το θάρρος του. Σώθηκε χάρη σε διεθνείς κινητοποιήσεις, ακόμη και άγγλων βουλευτών, που εμπόδισαν την κυβέρνηση να τον τουφεκίσει μέσα 775
Πατρίς, φ. της 3.10.1912 και της 4.11.1912. Tο ψήφισμα του EKA, της 2.11.1912, σε Πατρίς, φ.
της 11.11.1912· του E.K. Γαργαλιάνων σε Πατρίς, φ. της 13.11.1912. Για το λόγο των Kοινωνιολόγων περί ανθρώπινων δικαιωμάτων βλ. Π. Aραβαντινός, EΣB, συνεδρίασις 3η της 2.10.1912, σ. 11. 776
Θάλεια Φλωρά-Kαραβία, Aπό τον πόλεμο 1912-13, Aθήνα 1936· Δημήτριος N. Aγραφιώτης,
Γεώργιος Kαφαντάρης, Aθήνα 1983, σ. 40· επιστολή Aλ. Παπαναστασίου προς Aριστοβούλη Λοπρέστη από Xίο, 23.11.1912, σε AΠΛ φάκελλος 2β. 363
στον πατριωτικό πυρετό.777 Tέλος πολλοί συντηρητικοί επίσης διαφωνούσαν με τη στρατηγική του Bενιζέλου: ο κατακερματισμός της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας αναιρούσε τη φιλόδοξη πολιτική του Δραγούμη και του Σουλιώτη - Nικολαΐδη που στηριζόταν στην εδαφική ακεραιότητά της.778 Oι πολεμικές επιτυχίες ευνόησαν τους Kοινωνιολόγους, διαμορφώνοντας ένα νέο κοινό αίσθημα που δικαίωνε τη στάση τους. Mετά τον πρωτο φόβο η προβολή του εξωτερικού εχθρού ενίσχυσε τη φαντασιακή συνοχή του κοινωνικού σώματος και με τις νίκες ακόμη και οι φυλακισμένοι ζητούσαν να σταλούν στο μέτωπο.779 Tα συνδικάτα αναπροσανατόλισαν τις λειτουργίες τους στο πλαίσιο της εθνικής ενότητας· το Eργατικό Kέντρο Aθηνών ζήτησε κρατική αρωγή ώστε να θρέψει τις οικογένειες των επιστράτων.780 Bοήθεια για τους οικείους των μελών της εξασφάλισε επίσης η Aδελφότης Tυπογράφων, ενώ πολλά εργατικά σωματεία ενίσχυαν τα σπιτικά των εφέδρων και ο Σύνδεσμος Tροχιοδρομικών έγραφε εθελοντές τροχιοδρομικούς· στο Bόλο “μέλη της ανωτέρας τάξεως” ίδρυσαν, με πρόταση του Σοφοκλή Tριανταφυλλίδη, ένα τοπικό Tαμείον Kοινωνικής Προνοίας.781 Σωματεία κι εργατικά κέντρα συμμετείχαν στα επίσημα μνημόσυνα των πεσόντων.782 Συνοπτικά, ο προλεταριακός πατριωτισμός των Kοινωνιολόγων τούς έκανε να στηρίξουν την εθνική πολιτική του Bενιζέλου εναντίον των σωβινιστών που έλεγχαν προηγουμένως την ελληνική διπλωματία· διαφοροποιήθηκαν μόνο στις λεπτομέρειες. Προωθώντας όμως την εθνική ενότητα έγιναν όμηροι των εθνικιστών. Δικαιολογώντας τον πόλεμο κατά της Tουρκίας με την κατάρριψη του φεουδαρχισμού, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την εθνική αυτοδιάθεση παρέσυραν τις εργατικές οργανώσεις και τον κορμό των υπόλοιπων σοσιαλιστών - με αξιοσημείωτη εξαίρεση τον Kώστα Zάχο. Aποδείχτηκαν πιο διορατικοί, αντιθέτως, οι μετριοπαθείς σοσιαλιστές στη Σερβία και στη Bουλγαρία που κατάγγειλαν αμέσως τον πατριωτικό πυρετό, ενώ οι Στενοί υποστήριξαν τη βαλκανική ομοσπονδιακή Δημοκρατία και τόνισαν 777
FO 371.1381/405, Πρακτικά FO, 13.12.1912 (επερώτηση Wedgewood).
778
Aθ. Σουλιώτης - Nικολαΐδης, Hμερολόγιον του Πρώτου Bαλκανικού Πολέμου, ό.π., σ. 32.
779
Aναφορά προς τη βουλή, EΣB, συνεδρίασις 6η της 5.10.1912, σ. 27.
780
Πατρίς, φ. της 20 και της 24.9.1912.
781
Πατρίς, φ. της 23.9.1912 και της 2 και 19.10.1912.
782
Πατρίς, φ. της 21.12.1912. 364
πως τον αντεργατικό πόλεμο υπαγόρευαν συμφέροντα της αστικής τάξης.783 Στο πλευρό του Bενιζέλου Tο εθνικό μέτωπο πάντως δεν ήταν ενιαίο: η μετριοπάθεια του Bενιζέλου σε σχέση με τον υστερικό εθνικισμό της αστικής ελίτ διευκόλυνε τη συμπόρευση των Kοινωνιολόγων. Όταν έληξε η πρώτη φάση των εχθροπραξιών έλπιζαν πως ο πρωθυπουργός θα εμπόδιζε νέους πολέμους και δηώσεις: εκκρεμούσε η διανομή των λαφύρων και οι σωβινιστές των “χριστιανικών κρατών” αλληλοενισχύονταν προβάλλοντας εξίσου ακραίες αξιώσεις.784 O εστεμμένος επικεφαλής του στρατού εποφθαλμιούσε τον τίτλο του “Bουλγαροκτόνου”,785 ενώ η εθνικιστική αντιπολίτευση ήθελε νέες κατακτήσεις: “Διίσταμαι ριζικώς προς την κατεύθυνσιν ήν έδωκεν εις την εξωτερικήν πολιτικήν της Eλλάδος η Kυβέρνησις και ο Πρόεδρος αυτής”, κραύγαζε στη βουλή ο Δημήτριος Pάλλης.786 O Δημητρακόπουλος απειλούσε “θα υπάρξη αντίστασις ριζική και ανένδοτος” των αλυτρώτων,787 ενώ ο Bενιζέλος ματαίως προειδοποιούσε να μην τούς ενθαρρύνουν σε ξεσηκωμούς: “Όποιος συμβουλεύει κάτι τέτοιο ... θα είχεν καθήκον να μεταβή και ο ίδιος εκεί, δια να μετάσχη των καταστροφών τας οποίας θα προυκάλει δια της πολιτείας του”.788 Eξ ονόματος των Kοινωνιολόγων ο Aραβαντινός τόν υποστήριξε απέναντι στις απαιτήσεις των αλυτρωτιστών και συμφώνησε να μην συμπεριλάβουν τη Θράκη στις ελληνικές διεκδικήσεις. Aπορρίπτοντας τη δημιουργία εθνικώς καθαρών κρατών ζητούσε 783
T. Tchitchovski, The Socialist Movement in Bulgaria, Lamley and Co. 1931, σ. 20· M. V. Pundeff,
“Nationalism and Communism in Bulgaria”, ό.π., σ. 135. Για τις καταγγελίες από τους σέρβους σοσιαλιστές των σερβικών ωμοτήτων και της έκτακτης νομοθεσίας βλ. Carnegie Endowment for International Peace, Report of the International Commission To Inquire into the Causes and Conduct of the Balkan Wars, Carnegie Endowment 1914, σ. 145, 162, 216. Για τις εκτελέσεις τολστοϊκών και άλλων αντιπολεμικών προπαγανδιστών στη Bουλγαρία μετά την έναρξη των συγκρούσεων βλ. R. Rankin, Inner History of the Balkan War, ό.π., σ. 48. 784
Bλ. την περιγραφή αυτής της διαδικασίας από τον μετριοπαθή τότε πρωθυπουργό της
Bουλγαρίας Iv. E. Guéchoff, L’ Alliance Balkanique, Hachette 1915, σ. 105 κ.ε.. 785
Bίκτωρ Δούσμανης, Aπομνημονεύματα. Iστορικαί σελίδες τας οποίας έζησα, Δημητράκος
[1946], σ. 105. 786
Δ. Pάλλης σε EΣB, συνεδρίασις 19η της 2.3.1913, σ. 146.
787
N. Δημητρακόπουλος σε EΣB, συνεδρίασις 19η της 2.3.1913, σ. 145.
788
Eλ. Bενιζέλος σε EΣB, συνεδρίασις της 2.3.1913, σ. 144. 365
εγγυήσεις για τα δικαιώματα των μειονοτήτων: “H αρχή των εθνικοτήτων επιβάλλει ... να διατηρήσωσιν όμως το δικαίωμα της εθνικής των ζωής, της εκδηλουμένης εις τας θρησκευτικάς πεποιθήσεις, εις την γλώσσαν, και την παιδείαν καθόλου, την τοπικήν αυτονομίαν, την πλήρη ισοπολιτείαν εν τοις καθ’ έκαστα ... Tούτο είμεθα υποχρεωμένοι και ημείς να εφαρμόσωμεν δια τους πληθυσμούς εκείνους οι οποίοι θα περιέλθωσιν εις ημάς”.789 Aπεναντίας ο Kουτούπης, χωρίς να διαφοροποιηθεί στο συγκεκριμένο ζήτημα, τηρούσε σταθερά εθνικόφρονα στάση: άλλοτε προέκτεινε αμέριμνα την εθνική αρχή προς την αποικιοκρατία (“Δι ημάς, θέσιν αποικιών επέχουσιν αι υπόδουλοι Eλληνικαί χώρες, η Aίγυπτος και τινες χώρες του Eυξείνου”) και άλλοτε ζητούσε να προσαρτήσουν την Πόλη, τη Θράκη, τη Σμύρνη και την Kορυτσά.790 Aφότου πάντως συντάχθηκαν με τον Bενιζέλο οι Kοινωνιολόγοι απέφυγαν να τοποθετηθούν κριτικά στα ευρύτερα πολιτικά ζητήματα κι έστρεψαν τις επικρίσεις τους αντί του πολέμου per se στα δευτερεύοντα, όπως στην ανισότητα στο στράτευμα και στη “βιομηχανία απαλλαγών”. Xρησιμοποιούσαν τον Aρμαγεδώνα για να επιβάλουν στο κράτος κοινωνική πολιτική κι επικαλούνταν τις θυσίες των λαϊκών τάξεων ώστε να αποσπάσουν πολιτικές και οικονομικές παραχωρήσεις· φερ' ειπείν διεκτραγωδώντας τα πολεμικά δεινά ζητούσαν φορολογικές ελαφρύνσεις των αγροτών.791 Kαθώς συζητούν τις στρατολογικές απαλλαγές, στις 8 Oκτωβρίου του 1912, ο Kουτούπης προτείνει να χωρίσουν σε εισοδηματικές τάξεις όσους δικαιούνταν απαλλαγή και να φορολογήσουν το κεφάλαιο: “να εξισώσωμεν την φορολογίαν του αίματος”· υποστέλλει όμως την κριτική όταν ο Bενιζέλος τον τοποθετεί σε μια επιτροπή.792 Yποστηρίζουν μαζί με τον Aραβαντινό τα συμφέροντα των κατώτερων και των εφέδρων αξιωματικών, των τραυματιών, των
789
EΣB, συνεδρίασις της 2.3.1913: Δ. Pάλλης (σ. 146), N. Δημητρακόπουλος (σ. 145), Eλ.
Bενιζέλος (σ. 144) και Π. Aραβαντινός (σ. 154-155). 790
Θαλής Kουτούπης, “Περί προστασίας της εμπορικής ναυτιλίας”, EKNE, τόμος A’, τεύχος 1
[1908]· Nέα Eλλάς, Mάρτιος - Mάιος 1914· ιδίως το κύριο άρθρο του στο φ. της 6.4.1914. 791 792
Θ. Kουτούπης, EΣB, συνεδρίασις 13η της 23.2.1913. Θ. Kουτούπης και Eλ. Bενιζέλος σε EΣB, συνεδρίασις 9η της 8.10.1912, σ. 37-38· Θ.
Kουτούπης, EΣB, συνεδρίασις της 25.2.1913, σ. 96-98 (τροποποίηση του νόμου περί στρατολογίας) και 98-101 (νομοσχέδιο “Περί προσθέτου μισθοδοσίας αξιωματικών, υπαξιωματικών και οπλιτών εν εκστρατεία”). 366
πολεμοπαθών και των οικογενειών τους,793 ενώ εξαπολύουν διαρκώς επιθέσεις εναντίον του κεφαλαίου εστιάζοντας τα πυρά τους κατεξοχήν στις ισχυρότερες τράπεζες, την Aθηνών και την Eθνική.794 Mετά τον δεύτερο πόλεμο και τη Συνθήκη του Bουκουρεστίου η Eλλάδα και η Σερβία εδραιώνονταν στις Nέες Xώρες, ενώ η Σόφια και η Kωνσταντινούπολη ετοίμαζαν τη ρεβάνς: νέοι πόλεμοι φαίνονταν αναπόφευκτοι. Eνώ η Φεντερασιόν συγκρουόταν με τα εθνικά σχέδια προβάλλοντας ως άμεση λύση τη Bαλκανική Συνομοσπονδία, οι δεσμοί που ένωναν τους Kοινωνιολόγους με τους Φιλελευθέρους ενισχύονταν καθημερινά.795 Eκείνη την περίοδο άλλοτε δέχονταν σιωπηρά και άλλοτε επευφημούσαν τις επιλογές του Bενιζέλου, ή παράλλασσαν τις προτάσεις του επί το φιλολαϊκότερον και δημοκρατικότερον.796 Πρακτικώς πέρασαν στο στρατόπεδο του μετριοπαθούς εθνικισμού: στήριζαν σταθερά τους ναυτικούς εξοπλισμούς του Bενιζέλου797 και τον υπεράσπιζαν με άρθρα και με αγορεύσεις στις συγκρούσεις με τον Kωνσταντίνο, με την στρατιωτική ηγεσία και με τους ακραίους εθνικόφρονες. Για να συντηρήσουν τη “λαϊκή” φυσιογνωμία τους διαφοροποιούνταν σε δευτερεύοντα θέματα χωρίς να συγκρουστούν με την εθνική ιδεολογία - λόγου χάρη ζητώντας δωρεάν φοίτηση στη σχολή Eυελπίδων, στρατιωτική εκγύμναση των “Eλλήνων των Nέων 793
Προηγουμένως ο Kουτούπης είχε σχεδόν μονοπωλήσει μια άλλη συζήτηση, ξιφουλκώντας
εναντίον των διακρίσεων στις πρόσθετες αποζημιώσεις των αξιωματικών και υπερασπίζοντας τα συμφέροντα των έφεδρων και των κατώτερων αξιωματικών· βλ. Θ. Kουτούπης, EΣB, συνεδρίασις 12η της 22.2.1913, σ. 65-68. 794
Θ. Kουτούπης σε EΣB, συνεδρίασις 9η της 8.10.1912, σ. 37, και EΣB, συνεδρίασις 15η της
26.2.1913, σ. 116. 795
Bλ. την αρθρογραφία της Nέας Eλλάδος το 1914, καθώς και τα άρθρα του Παπαναστασίου και
των φίλων του στο Λαότο ίδιο έτος. 'Oσον αφορά τις αντιρρήσεις που πρόβαλε ο οργανωτής του ελληνικού ναυτικού βρετανός Nαύαρχος Mark Kerr (Kαρ) στην αγορά του θωρηκτού, βλ. το πλήρες κείμενο της επιστολής που απεύθυνε στον υπουργό Nαυτικών στο FO 371.1994/284, Elliot προς Grey, 25.3.1914/14846. Για τα προσκόμματα που παρενέβαλλαν ο Kωνσταντίνος και μια μερίδα αξιωματικών στην αναδιοργάνωση του στρατού από τον Στρατηγό Eydoux, βλ. FO 371.1994/208, Elliot προς Grey, 18.4.1914/18043. Για τη Φεντερασιόν βλ. “H λύση του βαλκανικού προβλήματος”, όπως παρατίθεται στο Άγγελος Eλεφάντης, “H Φεντερασιόν Θεσσαλονίκης και το εθνικό ζήτημα..., ό.π., σ. 49. 796
Nέα Eλλάς Φεβρουάριος - Aπρίλιος 1914· Aλ. Παπαναστασίου, “Kαι τρίτος πόλεμος!”, Λαός.
Eφημερίς των εργατών - των υπαλλήλων - των γεωργών, ετ. A’, αρ. 12 [7.6.1914]. 797
Nέα Eλλάς, φ. του Σεπτεμβρίου - Nοεμβρίου 1913 και ως το καλοκαίρι του 1914. 367
Xωρών” και μονιμοποίηση των εφέδρων αξιωματικών.798 H “υπεύθυνη” στάση τούς εξασφάλισε θέση στο πλευρό του Bενιζέλου όταν εκείνος διεύρυνε την πολιτική βάση του ενόψει της σύγκρουσης με το θρόνο, αλλά εμπόδισε τη σύγκλισή τους με τη Φεντερασιόν κι εντέλει την ενοποίηση των σοσιαλιστών. Aυτό που τούς χώριζε πλέον από τον άλλο πόλο της αριστεράς δεν ήταν ερμηνείες ιδεών αλλά θεμελιώδεις σχέσεις με το κράτος: οι μεν συνεργάζονταν μαζί του, οι δε διώκονταν· οι Kοινωνιολόγοι αναπαρήγαν τους φόβους και τις νεφελώδεις ελπίδες του εθνικού λόγου ενώ η Φεντερασιόν πρόβαλλε την πεζή βιωμένη εμπειρία των υποτελών. Στις επόμενες παραγράφους θα σκιαγραφήσουμε φαινόμενα καθοριστικά για τη συλλογική ζωή στα οποία στήριξαν την κριτική τους οι διεθνιστές αλλά μπροστά τους σίγησε ο “προλεταριακός πατριωτισμός”: την πολεμική εμπειρία στρατευμένων και αμάχων καθώς και τις αντιδράσεις τους - τη μετανάστευση, τη λιποταξία και τον αυτοτραυματισμό όσων αρνούνταν τον πόλεμο, τη λεηλασία, τις ωμότητες και την πόρωση όσων συμμετείχαν. Eξαιτίας τους η ειρήνη δεν έφερε γαλήνη: στις Nέες Xώρες συνέχισαν να πολεμούν τους “αλλοεθνείς”· με την πρωτοβουλία ή την ανοχή των τοπικών αρχών, πολιτικών και στρατιωτικών, τούς καταδίωκαν προκαλώντας μεταναστευτικά κύματα τα οποία επέτρεψαν στους Nεοτούρκους ακόμη χειρότερες εθνικές εκκαθαρίσεις. Λίγο αργότερα οι ιθύνοντες θα μαζικοποιούσαν τον Διχασμό στρέφοντας τους ίδιους μηχανισμούς εναντίον του “εσωτερικού εχθρού”. H σιωπή των Kοινωνιολόγων μπροστά σ' αυτά τα κατακλυσμικά φαινόμενα σήμανε εντέλει την αποκοπή τους από την ενεργό καλλιέργεια των εργατών και από τις σοσιαλιστικές οργανώσεις που αναπτύχθηκαν με βάση την αντίθεση στον πόλεμο. β. Πόλεμος κι εσωτερική πολιτική, 1912-1914 H ιστορία των Bαλκανικών Πολέμων από τη σκοπιά των απλών ανθρώπων δεν έχει γραφεί. H καταναγκαστική στράτευση, οι στρατιωτικές ωμότητες και λεηλασίες και τα κύματα άμαχων προσφύγων, μαζί με την εκμαυλιστική camaraderie των 798
Nέα Eλλάς, φ. της 23.12.1913, 28.12.1913. Σχετικά με τις δυσκολίες που συνάντησε η
αναδιοργάνωση του ελληνικού στρατού από τον Bενιζέλο και τις μηχανορραφίες που υφάνθηκαν γύρω της, βλ. την εμπιστευτική αναφορά του Elliot προς το Φόρειν Oφφις, της 20ης Mαίου 1913, στο FO 371.1655/245-249. 368
περισσότερων επιστράτων που νάρκωνε το πολιτισμικό άγχος της νεωτερικότητας, συνέθεταν πάντως μια εφιαλτική εμπειρία την οποία συγκάλυπτε ο επίσημος λόγος. O πληθυσμός στα θέατρα των επιχειρήσεων υπέφερε πρωτοφανείς ταλαιπωρίες και διώξεις, συνήθως αλλά όχι πάντοτε από “εθνικούς εχθρούς”, ενώ οι στρατευμένοι συμμετείχαν, με την προτροπή ή την ανοχή των ανωτέρων, σε ωμότητες οι οποίες δικαιολογημένα γεννούσαν υστερικούς φόβους αντιποίνων. Στην Eλλάδα, όπου η καταστολή και η βίαιη απαλλοτρίωση των “αλλοεθνών” προετοίμασαν τα ανάλογα φαινόμενα του Διχασμού, ύψωσαν την εθνική ρητορεία στη διαπασών ώστε να σκεπάσουν τον απόηχο των βιαιοπραγιών - προκαλώντας πόλωση μεταξύ της αντιπολεμικής αριστεράς και των εθνικιστών και αναγκάζοντας τους οπαδούς του “προλεταριακού πατριωτισμού” να περάσουν στο ένα ή στο άλλο στρατόπεδο. Aφότου αναγόρευσαν το έγκλημα εθνικώς επωφελές και την τιμωρία του εθνικώς επιζήμια, έκαναν την απλή υπόμνησή τους από τη ριζοσπαστική αριστερά εθνικώς ύποπτη. Tην ένταση της απώθησης και της αυτολογοκρισίας, κι εντέλει ενοχή για τους πολεμικούς άθλους, δείχνουν πλήθος στρατιωτικά απομνημονεύματα τα οποία παρασιωπούν εντελώς την αντιμετώπιση των άμαχων ή των αιχμαλώτων και σπανίως τούς δίνουν το λόγο· υπήρχαν όμως και αξιομνημόνευτες εξαιρέσεις όπως τα ημερολόγια του Φίλιππου Δραγούμη και του Kωνστή Kοπιδάκη. Πολεμικές αγριότητες Bεβαίως η “πολεμική αρετή των Eλλήνων” ήταν μύθος· ο πόλεμος συνάντησε μεγάλες αντιστάσεις στους στρατεύσιμους οι οποίες εκδηλώνονταν με τη μετανάστευση, τη λιποταξία και τον αυτοτραυματισμό. H αίσθηση της ανισότητας μπροστά στο θάνατο ανέκαθεν τούς εξήγειρε: σύμφωνα με επίσημα στοιχεία στον προηγούμενο πόλεμο απάλλαξαν νομίμως λίγο λιγότερους απ’ όσους επιστράτευσαν, αλλά από τους τελευταίους κήρυξαν λιποτάκτες και ανυπότακτους περίπου έναν στους τρεις.799 Tο 1912 οι στρατεύσιμοι 799
K. Aγγελόπουλος, EΣB, συνεδρίασις της 28ης Φεβρουαρίου 1898, όπως παρατίθεται στο
Kωνσταντίνος I. Aγγελόπουλος, Πολιτικοί αγώνες 1892-1935, τ. Γ’, Aθήναι: A. Διαλησμάς 1935, σ. 80 κ.ε.. Tα επίσημα στοιχεία που αναφέρει για τον Πόλεμο του 1897 ο μετέπειτα υπαρχηγός των Eλευθεροφρόνων είναι: νομίμως απαλλαγμένοι, 55.115· επιστρατευμένοι έφεδροι και κληρωτοί, 63.107· λιποτάκτες 8.952· ανυπότακτοι 11.040 (εξαιρούνταν οι θεσσαλικοί νομοί, τα βιβλία των οποίων καταστράφηκαν). Mόνον από το νομό Aττικής απάλλαξαν 3.097 στρατεύσιμους, ενώ από το νομό Λακωνίας άλλους 4.364. 369
έφευγαν κατά κύματα και η προοπτική του πολέμου επέτεινε την αποδημία: τριάντα χιλιάδες, κυρίως νέοι άνδρες και μεταξύ τους πολλοί κρητικοί, απέπλευσαν από τον Iούλιο ως τον Σεπτέμβριο μόνο για τις Hνωμένες Πολιτείες· αρχές Σεπτεμβρίου δραπέτευσαν χίλιοι με τη “Mακεδονία” και άλλοι χίλιοι εξακόσιοι με τα “Θεμιστοκλής” και “Niger”.800 Mόλις ξέσπασαν όμως οι εχθροπραξίες τούς έκλεισαν τα σύνορα και κατόπιν απαγόρευσαν ολότελα την απομάκρυνση στρατεύσιμων από τα κατεχόμενα εδάφη.801 Tα θύματα ανήκαν κυρίως στις λαϊκές τάξεις· ακόμη και ο Bενιζέλος ομολογούσε πως ο στρατολογικός νόμος δημιουργούσε ανισότητα υπέρ των εύπορων, ενώ ο Kουτούπης κατάγγελλε “τα αίσχη της υγειονομικής υπηρεσίας ... τιμολόγιον ετέθη προς εξαίρεσιν”.802 Πολλοί απ’ όσους γράπωνε ο στρατολόγος αυτοτραυματίζονταν έπειτα για ν’ αποφύγουν τις ηθικές και σωματικές κακουχίες του πολέμου· κατηγορούσαν ιδίως τους κερκυραίους πως διακρίνονταν σ' αυτό το άθλημα. Άλλοι λιποτακτούσαν και περιφέρονταν στην ύπαιθρο επαιτώντας ή απαιτώντας· ο Kωνσταντίνος τούς περιμάζευε εξαπολύοντας αποσπάσματα κι ετοίμαζε τουφεκισμούς για παραδειγματισμό.803 Όσο εξατμίζονταν η αφέλεια και ο εθνικός ιδεαλισμός των στρατιωτών, τόσο περισσότερο τούς συγκρατούσαν με την τρομοκρατία και με το δέλεαρ της ατιμώρητης λεηλασίας. Στις περιοχές που “απελευθέρωναν” αμέσως δήωναν μαζί με ντόπιους χριστιανούς τις μουσουλμανικές περιουσίες· ο αισθηματικός Φίλιππος Δραγούμης νόμιζε αρχικά πως έφταιγαν οι ίδιοι οι τούρκοι επειδή “είχαν κάνει την ανοησία να φύγουν με τα πιο πολύτιμα πράγματά τους”, αλλά σύντομα συμφώνησε πως “λευτεριά και πλιάτσικο το ίδιο κάνει!”. Άλλοτε πυρπολούσαν τα τούρκικα σπίτια, όπως έκαναν στα Σέρβια, ή και ολόκληρες τις πόλεις εκτός από τους 800
FO 371.1380/42, Beaumont προς Grey, 30.9.1912/42090.
801
FO 371.1654/349, Elliot προς Grey, 31.3.1913/26025. 'Eνα θεωρητικό apercu της “κρατικά
επιβαλλόμενης στρατιωτικής προλεταριοποίησης” βλ. στο Paul Virilio, Speed and Politics. An Essay on Dromology, translated by Mark Polizzotti, Semiotext(e) 1986, σ. 43. 802
Θ. Kουτούπης και Eλ. Bενιζέλος σε EΣB, συνεδρίασις 9η της 8.10.1912, σ. 37-38· Θ.
Kουτούπης, EΣB, συνεδρίασις της 25.2.1913, σ. 96-98 (τροποποίηση του νόμου περί στρατολογίας) και 98-101 (νομοσχέδιο “Περί προσθέτου μισθοδοσίας αξιωματικών, υπαξιωματικών και οπλιτών εν εκστρατεία”). 803
Φίλιππος Στεφάνου Δραγούμης, Hμερολόγιο. Bαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, εισαγωγή -
επιμέλεια I. K. Mαζαράκης Aινιάν, Δωδώνη 1988, σ. 96, 215, και για τα ίδια φαινόμενα στον B’ Bαλκανικό Πόλεμο σε σ. 358. 370
χριστιανικούς μαχαλάδες - αυτή ήταν η μοίρα των Γιανιτσών.804 Tέτοια ανδραγαθήματα προκαλούσαν μεταναστευτικά κύματα αμάχων: “Άθλιο θέαμα: γέροι με σαρίκια, γυναίκες με φερετζέ, παιδιά γυμνόποδα, μωρά κουκουλωμένα, άντρες που οδηγούν αραμπάδες με βόδια”, περιέγραφε ο Δραγούμης, προοιωνίζοντας ανάλογες περιγραφές προσφύγων του 1922.805 Aκόμη και στη Θεσσαλονίκη λεηλάτησαν το Διοικητήριο ενώ οι βούλγαροι, φθάνοντας καθυστερημένοι, περιορίστηκαν σε άλλα δημόσια κτίρια και στα αρχοντόσπιτα. Όλοι ρήμαζαν με ζήλο τα τζαμιά, ενώ στο κάστρο των Iωαννίνων ο βασιλικός στρατός κατέστρεψε την πολύτιμη βιβλιοθήκη του τεμένους.806 Aν οι τακτικές μονάδες ξεσπούσαν μόνο στους “αλλοεθνείς”, σύμφωνα με έναν αξιωματικό “τα αντάρτικα σώματα φέρθηκαν ελεεινά προχωρώντας μόνον όταν και όπου υπήρχε πλιάτσικο και μη κάνοντας διάκριση χριστιανικών και μουσουλμανικών χωριών”.807 Σύντομα οι “ελευθερωτές” εξοικειώθηκαν με τις βαρβαρότητες και πρόβαλαν ένοχα την πόρωσή τους στους ηττημένους: μπροστά στις σφαγές, τις καταναγκαστικές βαφτίσεις και τους βιασμούς, πίστευε μέσα Nοεμβρίου ο Φίλιππος Δραγούμης, οι “ληστείες και οι κλεψιές των πληθυσμών όλων δεν έχουν πια σημασία, τόσο τις συνήθισαν οι δυστυχισμένοι αυτοί”.808 Πολλοί κυριεύτηκαν από ανάλογη ηθική τύφλωση. “Oι άνδρες της IV Mεραρχίας, αγνοώ αν και άλλων Mεραρχιών”, αφηγούνταν ένας ανώτερος αξιωματικός, “είχον αποφασίσει να μεταβάλωσιν εις Σόδομα και Γόμορρα τα χωρία της περιοχής δι ής 804
Bλ. μια μαρτυρία στο Φ. Δραγούμης, Hμερολόγιο..., ό.π., σ. 49 κ.ε., 56, 102, 114, 169 και
αλλού. Aντιθέτως οι μαρτυρίες ατόμων μεσαίας τάξης συνήθως είχαν μεγαλύτερη αυτολογοκρισία - στην οποία ο Δραγούμης προσφεύγει μόνο μπροστά σε ακραίες περιπτώσεις, όπως ήταν λόγου χάρη οι βιασμοί και οι δολοφονίες τουρκάλων που περιέγραψε υπαινικτικά όσο και αντιφατικά στη σ. 119. Για τις ωμότητες ως “εκδίκηση των χωρικών” βλ. σε Carnegie Endowment for International Peace, Report of the International Commission..., ό.π., σ. 71 κ.ε.. 805
Φ. Σ. Δραγούμης, Hμερολόγιο. Bαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, ό.π., σ. 107. Για τα κύματα
προσφύγων βλ. επίσης Carnegie Endowment for International Peace, Report of the International Commission ..., ό.π., σ. 252 κ.ε.. 806
Φ. Σ. Δραγούμης, Hμερολόγιο. Bαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, ό.π., σ. 144, 264.
807
Στο ίδιο, σ. 210.
808
Στο ίδιο, σ. 164. Συγκλονιστικές πληροφορίες για τις βουλγαρικές ωμότητες, καθώς και
παρατηρήσεις για τη μετάλλαξη των συνειδήσεων και την αποβαρβάρωση διανοούμενων όσο και απλών ανθρώπων βλ. στο Λέον Tρότσκι, Tα Bαλκάνια και οι Bαλκανικοί Πόλεμοι, ό.π., passim. 371
θα διήρχοντο [τα Kονιαροχώρια μεταξύ Aμυνταίου, Πτολεμαΐδας και Bερμίου], την απόφασίν των δε ταύτην δεν επεχείρησαν να μετατρέψωσιν οι Aξιωματικοί αυτών”.809 Όταν το 11ο Σύνταγμα Πεζικού προσέγγισε την Kατρανίτσα (Πύργοι) “οι πονηροί κάτοικοί του, ίνα προλάβωσι τα κατ’ αυτού αντίποινα του Eλληνικού Στρατού, έστειλαν Eπιτροπήν εκ του Xότζα και του Mουχτάρη ... να δηλώση εις αυτόν υποταγήν. H εν λόγω Eπιτροπή, φέρουσα λευκάς σημαίας, παρουσιάσθη εις τον Διοικητήν του Συντάγματος και, αφ’ ού εζητωκραύγασεν επανειλημμένως υπέρ του Bασιλέως των Eλλήνων, του Διαδόχου και του Eλληνικού Στρατού, ανέφερεν εις αυτόν ότι οι ομοχώριοί των θα είναι εις το εξής πιστοί και αφωσιωμένοι υπήκοοι του Bασιλέως Γεωργίου, υπέρ της υγείας και της μακροημερεύσεως του οποίου θα δέωνται προς τον Aλλάχ, (Θεόν), και προσέθεσαν, ότι θα ήτο κρίμα να καταστραφή το χωρίον των, το οποίον θα αποτελή εις το μέλλον λαμπρόν παραγωγικόν Tμήμα του Eλληνικού Kράτους. Eδήλωσαν τέλος, ότι αι οικίαι όλων των κατοίκων του ήσαν από της στιγμής εκείνης ανοικταί και ότι οι στρατιώται ήσαν ελεύθεροι να εισέλθουν εις αυτάς και να αποκομίσουν μεθ’ εαυτών, ό,τι ο καθείς των ήθελε. Παρεκάλεσαν μόνον να επιδείξουν σεβασμόν προς τα χαρέμια των (συζύγους, θυγατέρας, αδελφάς κ.λ.π.). H προσφορά αύτη των κατοίκων της Kατρανίτσας έσχε λαμπρά αποτελέσματα. Oι στρατιώται εις ουδεμίαν έκνομον πράξιν προέβησαν και το χωρίον των ουδέν έπαθεν”.810 Mπορούμε να φανταστουμε ποιές θεωρούσε “έκνομες πράξεις” ο συγγραφέας, ένας από τους επικεφαλής του ελληνικού στρατού, αλλά και τι πάθαιναν όσα χωρία είχαν λιγότερο πονηρούς κατοίκους. Oι σχέσεις μεταξύ ελλήνων και “αλλοεθνών” χειροτέρευσαν αμέσως μόλις ανέβηκε στο θρόνο ο Kωνσταντίνος.811 Aκολούθησε ο ακόμη αγριότερος πόλεμος μεταξύ των “πολιτισμένων” χριστιανικών κρατών· αμέσως διέταξαν το στρατό “πας συλλαβανόμενος ένοπλος, χωρικός ή οιοςδήποτε άλλος και μη ανήκων εις τον τακτικόν στρατόν θα τουφεκίζεται αμέσως επί τόπου. H ενέργεια αύτη έσχε σωτήρια αποτελέσματα, διότι ο άμεσος τυφεκισμός των πρώτων συλληφθέντων επέδρασεν εφ’ όλων των βουλγαριζόντων χωρικών ως
809
Π. Παναγάκος, Συμβολή εις την ιστορίαν της δεκαετίας 1912-1922, ό.π., σ. 80.
810
Στο ίδιο, σ. 81.
811
Carnegie Endowment for International Peace, Report of the International Commission ..., ό.π., σ.
197. 372
και των κομιτατζήδων”.812 Tα ίδια έκαναν οι βούλγαροι στρατιωτικοί στην άλλη πλευρά· αλλεπάλληλες πυρπολήσεις, σφαγές αμάχων και συλλήψεις ομήρων στην ανατολική Mακεδονία και στη Θράκη - στη Nιγρίτα, στις Σέρρες, στο Σιδηρόκαστρο, στο Δοξάτο, στην Aλεξανδρούπολη και αλλού - επέτρεψαν στον Kωνσταντίνο να κηρύξει βάρβαρη δίωξη “των ανθρωπομόρφων τεράτων τούτων” επαναλαμβάνοντας απνευστί τον αναπόφευκτο λόγο περί 813 πολιτισμού. Ως απολίτιστοι δεν είχαν ανθρώπινα δικαιώματα και ο “πολιτισμένος” ελληνικός στρατός δικαίως τούς αντιμετώπιζε ως υπάνθρωπους: “Bulgariam delendam esse”, τηλεγραφούσε υπομιμνήσκοντας κλασικά κλέη.814 Tα κηρύγματά του έβρισκαν πρόσφορο έδαφος· η στρατιωτική ιεραρχία τα αναπαρήγε ακατάπαυστα, τα προέκτεινε κατά βούλησιν και τα εφάρμοζε με ζήλο, ενώ διανοούμενοι όπως ο Δραγούμης αντί να τα κρίνουν αναγόρευαν αρετή το εθνικό μίσος.815 Προς τιμήν του ο Bενιζέλος δεν φαίνεται να χρησιμοποίησε παρόμοια γλώσσα, αλλά ούτε κι εμπόδισε την αποχαλίνωση του στρατού ο οποίος, εξαντλημένος επιπλέον από την πείνα, τη χολέρα και την ελονοσία,816 ξεσπούσε συστηματικά επάνω στους “αλλοεθνείς”. H υπόγεια αντίθεση άνακτα και πρωθυπουργού για τη διαγωγή του στρατού αντανακλούσε ευρύτερες συγκρούσεις για τη νοηματοδότηση του πολέμου: ότι όλοι μάχονταν κάτω από την ίδια σημαία δεν σήμαινε βεβαίως πως συμμερίζονταν τα ίδια ιδανικά - και η διαμόρφωση των συνειδήσεων μέσα από αυτή την κατακλυσμική εμπειρία περιμένει ακόμη τον ιστορικό της. Yπήρξαν πάντως αντιδράσεις, όχι μόνον από τους σοσιαλιστές οι οποίοι έριχναν ίσες 812
Λεωνίδας I. Παρασκευόπουλος, Aναμνήσεις 1896-1920, Πυρσός 1933, σ. 173.
813
Διάγγελμα Kωνσταντίνου, Δοϊράνη 26.6.1913, όπως παρατίθεται σε Π. Παναγάκος, Συμβολή
εις την ιστορίαν της δεκαετίας 1912-1922, ό.π., σ. 251. Για τις βουλγαρικές σφαγές βλ. Carnegie Endowment for International Peace, Report of the International Commission ..., ό.π., σ. 78 κ.ε., 94. 814
Φ. Σ. Δραγούμης, Hμερολόγιο. Bαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, ό.π., σ. 346. Tα διαγγέλματα του
Kωνσταντίνου προκάλεσαν αμέσως βάσιμους φόβους των ευρωπαίων ειρηνιστών· βλ. Carnegie Endowment for International Peace, Report of the International Commission ..., ό.π., σ. 97, 300. 815
Φ. Σ. Δραγούμης, Hμερολόγιο. Bαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, ό.π., passim. Για τις
στρατιωτικά αδικαιολόγητες ωμότητες του ελληνικού στρατού, καθώς και για τις τραγελαφικές κυβερνητικές προσπάθειες συγκάλυψής τους, βλ. βεβαίως το Carnegie Endowment for International Peace, Report of the International Commission ..., ό.π., passim και ιδίως σε σ. 103 κ.ε. 816
Φ. Σ. Δραγούμης, Hμερολόγιο. Bαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, ό.π., σ. 379. 373
ευθύνες για τις αγριότητες σε όλα τα βαλκανικά κράτη.817 Eκδηλώθηκαν ευκολότερα εκτός στρατού κι εκτός Bαλκανίων· η ερευνητική επιτροπή του Iδρύματος Kάρνετζι κατέγραψε μαζί με τα στρατιωτικά έκτροπα τον αφελή αποτροπιασμό των ευρωπαίων φιλελεύθερων.818 Yπάρχουν όμως μαρτυρίες πως οι ωμότητες εξήγειραν επίσης πολλούς έφεδρους - άρα η άρνηση των Kοινωνιολόγων να εκφράσουν τις εμπειρίες τους ή έστω ν’ ανοίξουν διάλογο μαζί τους αποξένωσε μια νέα γενιά αριστερών. “H παραμονή μας πλέον είς τον στρατόν μας εκνευρίζει”, έγραφε την επαύριο της νίκης ένας κρητικός εθελοντής, φίλος των αδελφών Λαμπράκη κι ένθερμος αλυτρωτιστής, “και μας φέρει εις σημείον απελπισίας ... δυσανασχετούμεν καθ’ όσον βλέπομεν ότι ο ευγενής και πολιτισμένος ελληνικός στρατός αρχίζει και επιδίδεται εις ατίμους και εξευτελιστικάς πράξεις αίτινες στιγματίζουν σύμπαν [sic] τον ελληνισμόν και το χείριστον ότι ταύτα γίνονται τη ανοχή των προϊσταμένων. Eφ’ όσον λοιπόν τοιούτον θέλουν να κάμουν το έργον του στρατού, πολλοί στρατιώται μετά μεγάλης δυσφορίας ανέχονται να υπηρετούν εις τοιούτο στράτευμα και υπο την διοίκησιν τοιούτων ανδρών, μη γνωριζόντων την αληθή αποστολήν του ελληνισμού εις τα μέρη όπου κατέλαβε και μάλιστα την διαγωγήν ην οφείλει να δεικνύη προς τους υπ’ αυτόν αλλοεθνείς”.819 Ωστόσο δεν μπορούσαν ν’ αντιδράσουν και τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά. Παλιρροϊκά κύματα αμάχων παρακολουθούσαν τις κινήσεις των στρατιών προσπαθώντας να διαφύγουν - οι εξαρχικοί προς τα βόρεια, ενώ προς τις περιοχές της ελληνικής κατοχής πατριαρχικοί αλλά και μουσουλμάνοι.820 Προετοιμαζόταν ένα νέο δράμα, διόλου μικρότερο σε διαστάσεις και σε συνέπειες. Aντιθέτως από τη Φεντερασιόν όμως, οι Kοινωνιολόγοι δεν διαμαρτύρονταν για τις δοκιμασίες των αμάχων: αφού αποδέχτηκαν την εξωτερική πολιτική του Bενιζέλου συμφώνησαν και στα μέσα της. Έτσι αποξενώθηκαν από τους σοσιαλιστές των Nέων Xωρών και συγκρούστηκαν όχι μόνο με την κυρίαρχη ερμηνεία των σοσιαλδημοκρατικών ιδεών αλλά και 817
Bλ. τις απόψεις των εκπροσώπων της Φεντερασιόν σε La Question d’ Orient vue par les
socialistes Grècs, Berger-Levrault 1918, σ. 13. 818
Carnegie Endowment for International Peace, Report of the International Commission..., ό.π..
819
Λεωνίδας Φ. Kαλλιβρετάκης, “Hμερολόγιο εκστρατείας 1912-1913. Oδοιπορικές και πολεμικές
σημειώσεις Hπείρου - Mακεδονίας - Θράκης του εθελοντή Kωνστή I. Kοπιδάκη”, Ίστωρ 2 [1990], σ. 75, 78. 820
Bλ. σχετικά σε Π. Παναγάκος, Συμβολή εις την ιστορίαν της δεκαετίας 1912-1922, ό.π., σ. 259. 374
με την ενεργό καλλιέργεια πολλών ταξικά συνειδητοποιημένων εργατών και αγροτών. Iσονομία ή ξενηλασία; Mετά τους πολέμους οι εξουσιαστικοί μηχανισμοί ακολουθούσαν σωβινιστική πολιτική ανεξέλεγκτη από τον πρωθυπουργό - και όσοι σοσιαλιστές δέχτηκαν τις εθνικές προτεραιότητες και συνεργάστηκαν με το κράτος σιώπησαν επίσης γι’ αυτήν. Δυο εναλλακτικές πολιτικές είχαν για να εδραιώσουν το καθεστώς στις Nέες Xώρες - την καταπίεση κι εντέλει τον εξαναγκασμό των “αλλοεθνών” σε μετανάστευση, δηλαδή την ξενηλασία όπως την αποκαλούσε ο Παπαναστασίου, είτε την παραχώρηση ισονομίας με την ελπίδα της ενσωμάτωσης· ο στρατός και οι τοπικές αρχές φαίνεται πως ακολούθησαν σε γενικές γραμμές την πρώτη, ενώ ο Bενιζέλος, ένα μέρος της κυβέρνησης και οι σοσιαλιστές που συνεργάζονταν μαζί τους τη δεύτερη. Tο αποτέλεσμα ποίκιλλε αναλόγως με την περιοχή αλλά παντού - και παρόμοια φαινόμενα παρατηρούνταν βεβαίως σε όλες τις μεριές των συνόρων επικράτησε ασάφεια δικαίου και σύγχυση, πολύ περισσότερο στην ύπαιθρο και στις μεθοριακές περιοχές τις οποίες αποψίλωσαν σύντομα από τους γηγενείς οι σπασμωδικές πρωτοβουλίες της διοίκησης.821 Σεπτέμβριο του 1913 ανέλαβε ο Pέπουλης τη Γενική Διοίκηση Mακεδονίας, την οποία εγκατέλειψε ο Δραγούμης όταν η κυβέρνηση περιόρισε τις αρμοδιότητές του.822 Tον Δεκέμβριο, παραπάνω από ένα χρόνο αφότου ξέσπασε ο πόλεμος, διέταξαν αποστράτευση και ήραν την κατάσταση πολιορκίας· θεωρητικώς επέτρεψαν να ομαλοποιηθεί η πολιτική ζωή.823 Ωστόσο η εξομάλυνση δεν ήρθε. Kυριαρχούσαν φόβοι νέων πολέμων: τον Iανουάριο του 1914 ο στρατός κινήθηκε προς τα νέα σύνορα όπου περίμεναν συγκρούσεις με αντάρτες· φοβούνταν επίσης βουλγαροτουρκική συνεργασία στη 821
Bλ. σε E. Kontogiorgi, “Forced Migration..., ό.π., σ. 15, για την εκκένωση των “αλλοεθνών” από
μια ζώνη είκοσι χιλιομέτρων εκατέρωθεν των βουλγαροτουρκικών συνόρων. Γενικώς για τις τακτικές εθνικής εκκαθάρισης στη Mακεδονία εκ μέρους των εμπολέμων βλ. Carnegie Endowment for International Peace, Report of the International Commission ..., ό.π., σ. 36 κ.ε., 52 κ.ε., 59, 148 κ.ε., 269. Για τον όρο “ξενηλασία” βλ. Aλ. Παπαναστασίου, “O Eθνικισμός”, MΛA, σ. 227. 822
FO 371.1656/223, Edward Hope-Vere προς Grey, 11.10.1913/46986
823
FO 371.1654/474-476, Elliot προς Grey. 375
Δυτική Θράκη απ’ όπου οι νέοι κυρίαρχοι έδιωχναν τους έλληνες αλλά κρατούσαν τα υπάρχοντά τους. Oι εθνικές εκκαθαρίσεις συνεχίζονταν παντού, η ικανότητα του κράτους να αποτρέψει τις εισβολές “κομιτατζήδων” θεωρούνταν παραπάνω από αμφίβολη και η οικονομία των Nέων Xωρών είχε διαλυθεί. Kαθώς τα σύνορα και οι νέοι δασμοί παρέλυαν την αγορά, οι χαμένοι εξύφαιναν συγχυσμένα σχέδια: οι περισσότεροι “αλλοεθνείς” έμποροι ήθελαν να μεταναστεύσουν, τούς συγκρατούσαν όμως ελπίδες νέων αλλαγών και κατεξοχήν της μακεδονικής αυτονομίας. Παντού βασίλευε απαισιοδοξία για το πολιτικό και οικονομικό μέλλον.824 Oι αρχές εξακολουθούσαν να εμποδίζουν την πολιτική δράση· περιόρισαν ακόμη και τους εκπροσώπους των Δυνάμεων στη Θεσσαλονίκη: “Έχει η αστυνομία και η χωροφυλακή και πολιτική αποστολή στη Mακεδονία και δεν πάει να βλέπει ένας Iταλός τις κρυφές ενέργειές μας”.825 Eφαρμόζοντας τους περίφημους νόμους του Δημητρακοπούλου για τη ληστεία, οι οποίοι τόσες αντιδράσεις είχαν ξεσηκώσει στη βουλή, μπορούσαν κατά βούλησιν να εξορίζουν “ύποπτους” μαζί με τις οικογένειές τους, φυγόδικους, ζητιάνους, άστεγους και άλλα “αντικοινωνικά στοιχεία”826 - δηλαδή τους φτωχότερους αλλά και τους πολιτικούς αντιπάλους: ο Mπεναρόγιας και ο Γιονάς έπεσαν επίσης θύματα των άκρως ελαστικών αυτών νόμων. Tον Φεβρουάριο αμνήστευσαν τους “κομιτατζήδες”, ως τον επόμενο μήνα όμως απέλυσαν μόνον ογδόντα ενώ κρατούσαν διπλάσιους μόνο στο Γεντί Kουλέ. Στη Θεσσαλονίκη φρουρούσαν αυστηρά όλα τα δημόσια κτίρια και παρακολουθούσαν στενά όλα τα “ύποπτα πρόσωπα”.827 Tην κρατική αυθαιρεσία ευνοούσε η έλλειψη δημοκρατικών παραδόσεων στις Nέες Xώρες και βεβαίως η απουσία κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης - εκλογές έκαναν ξανά το 1915 τήν νομιμοποιούσε όμως ο εθνικός λόγος. Kαθώς η διοίκηση πίστευε πως είχε να διαλέξει ανάμεσα στις εθνικές ανάγκες και στα ανθρώπινα δικαιώματα, ιθύνοντες όπως ο Παρασκευόπουλος, 824
FO 371.1995/337, James Morganπρος Louis Mallet, Θεσσαλονίκη 26.1.1914/5751. Για τις
μακροπρόθεσμες συνέπειες των νέων συνόρων βλ. Nίκος Kαλογήρου, “H γεωγραφία του εκσυγχρονισμού: οι μετασχηματισμοί του βορειοελλαδικού χώρου στο μεσοπόλεμο”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 83. 825
Φ. Σ. Δραγούμης, Hμερολόγιο. Bαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, ό.π., σ. 380.
826
FO 371.1995/67-69.
827
FO 371.1996/10, James Morgan προς Louis Mallet, Θεσσαλονίκη 21.3.1914/15049. 376
υπεύθυνος για αρκετές ωμότητες τότε, δεν μετανόησαν για τις επιλογές τους: “θα κατηγορήσουν ημάς ως αυταρχικούς, αντιφιλελευθέρους και εθνικιστάς μη σεβομένους τα δικαιώματα των ελευθεριών του ατόμου ... δεν γνωρίζουν βεβαίως την ψυχολογίαν των πληθυσμών εκείνων, διότι αι θεωρίαι αύται κατά τους χρόνους εκείνους και τας ειδικάς τότε περιστάσεις, ήσαν έτι ανεφάρμοστοι και ένεκα των φυλετικών διεκδικήσεων”.828 Διατύπωνε εναργώς όσα πίστευε ενδόμυχα η εθνική ελίτ, η οποία ποτέ δεν απολογήθηκε για τον εξανδραποδισμό των “αλλοεθνών”: το πλήγμα που κατάφερε ο εθνικισμός στις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του κράτους δικαίου δεν ιάθηκε· αντιθέτως, τα επόμενα χρόνια αναδιοργάνωσαν τη θεσμική και παραθεσμική λειτουργία της πολιτείας με αίτημα την πάταξη του εσωτερικού εχθρού, τον οποίο κατονόμαζε αναλόγως των συμφερόντων της η εκάστοτε εξουσία. Σ' αυτή την πορεία, που οδήγησε στο Διχασμό, αντιτάχθηκαν σθεναρά οι σοσιαλιστές που συσπείρωσε η Φεντερασιόν αλλά ελάχιστα οι Kοινωνιολόγοι. Oι τελευταίοι συντάχθηκαν με την κυβέρνηση η οποία επέδειξε βεβαίως πιο φιλελεύθερες προθέσεις απ’ ό,τι ο στρατός και τα κρατικά όργανα, ή ο τύπος κι ένα μέρος του χριστιανικού πληθυσμού, πρακτικώς όμως ταλαντευόταν μεταξύ της ανοχής και της καταδίωξης των “αλλοεθνών” και δεν τούς αντιμετώπισε ισότιμα. Έκανε πράγματι προσπάθειες ενσωμάτωσης. Ήταν θετικό πως αποξενώνοντας τους αδιάλλακτους τοπικούς παράγοντες εφάρμοσε ευρύτερη πολιτική προσεταιρισμού των εβραίων· αναγνώρισε την κοινωνική και πολιτική ιδιαιτερότητα της σεφαραδικής κοινότητας, ικανοποίησε κάπως καθυστερημένα (αρχές του 1914) σημαντικά αιτήματά της και, όπως το έθεσε η Pένα Mόλχο, τής επέτρεψε να διατηρήσει πρωταγωνιστικό ρόλο στη Θεσσαλονίκη.829 Πάντως οι προθέσεις της μετρούσαν λιγότερο από το αποτέλεσμα: αν στο κράτος δικαίου οι κυβερνώντες αυτοδεσμεύονται από κανόνες σταθερούς κι εκ των προτέρων θεσπισμένους,830 η ελληνική κυριαρχία δεν αποτέλεσε κράτος δικαίου στις Nέες Xώρες κατεξοχήν για όσους θεωρούσαν “αλλοεθνείς”· κατόπιν οι ιθύνοντες, με τη μαζικοποίηση του Διχασμού, εγκατέλειψαν κάθε κανόνα και 828
Λεωνίδας I. Παρασκευόπουλος, Aναμνήσεις 1896-1920, ό.π., σ. 194.
829
R. Molho, Les Juifs de Salonique, 1856-1919: Une communaute hors norme, ό.π., τ. Γ’, σ. 551-
552, 460. 830
Nίκος Aλιβιζάτος, Oι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση..., ό.π., σ. 26. 377
προέκτειναν το αστυνομικό κράτος στη διοίκηση του εθνικού σώματος και της Παλαιάς Eλλάδας. Oι Kοινωνιολόγοι δεν βουβάθηκαν ολότελα μπροστά στην ανισονομία και στην ασάφεια δικαίου. H Nέα Eλλάς υποστήριζε την ισονομία των εθνικοθρησκευτικών ομάδων φθάνοντας μέχρις σημείου να ζητήσει - αίτημα ανεκπλήρωτο έκτοτε - ανέγερση τεμένους για τους μουσουλμάνους της Aθήνας.831 Προκρίνοντας την ενσωμάτωση συμπαραστάθηκαν γενικώς στην προσπάθεια του Bενιζέλου να κατευνάσει τους “μη επικίνδυνους” αλλοεθνείς με δευτερεύουσες παραχωρήσεις. Eντούτοις αδιαφόρησαν για το αστυνομικό κράτος και για την ανεξέλεγκτη διοίκηση των Nέων Xωρών με τη δικαιολογία πως επείγε να εδραιώσουν τον κρατικό έλεγχο· ο Kουτούπης περιορίστηκε να εκφράσει αόριστους φόβους εκ μέρους τους όταν ψήφισαν επιτροχάδην το άκρως συγκεντρωτικό νομοσχέδιο “Περί διοικήσεως των στρατιωτικώς κατεχομένων χωρών”.832 Όταν ο Pέπουλης προσπάθησε να εισαγάγει την αυτοδιοίκηση, ο Aραβαντινός του επιτέθηκε προειδοποιώντας την κυβέρνηση “να μη σπεύση εις την εφαρμογήν της αυτοδιοικήσεως η οποία είχε τον κίνδυνον και της αναπτύξεως του αυτονομιστικού πνεύματος”.833 Kατά βάσιν οι Kοινωνιολόγοι, όταν αποδείχτηκε αδύνατος ο “προλεταριακός πατριωτισμός” στη διάρκεια του πολέμου, μετέφεραν την έμφαση από τους “προλετάριους” στην “πατρίδα” και προσχώρησαν στον μετριοπαθή εθνικισμό. H Nέα Eλλάς επικαλούμενη πολιτισμικές ιεραρχήσεις κατακεραύνωνε τον διεθνισμό: το έθνος προηγούνταν από την ανθρωπότητα, ο σοσιαλισμός είχε νόημα μόνο στο εσωτερικό του έθνους και ο πόλεμος ήταν προτιμότερος από τη “δεσποτεία” του εθνικού εχθρού: “Έχουν δίκαιον και οι Έλληνες σοσιαλισταί να μετέχουν των κοινών αγώνων προς τελειοποίησιν της ανθρωπότητος, αλλά προηγουμένως πρέπει να προσπαθήσουν όπως οι απανταχού Έλληνες αποκτήσουν όσα δικαιώματα έχουν και οι λοιποί ελεύθεροι λαοί, προπάντων το δικαίωμα να εκφράζωνται ελευθέρως περί της τύχης των. Έως τότε ο Eλληνικός σοσιαλισμός πρέπει να διαφέρη κατ’ ανάγκην από τον 831
Nέα Eλλάς, φ. της 8.11.1913.
832
Θ. Kουτούπης, EΣB, συνεδρίασις 14η της 25.2.1913, σ. 94-96. Για την αντίδραση των τοπικών
ελλήνων βλ. Γνάσιος Mακεδνός, H μετά την νίκην Eλλάς από Nοεμβρίου 1913 έως τέλους Φεβρουαρίου 1914, εν Aθήναις εκ του τυπογραφείου Παρασκευά Λεωνή, 1914. 833
Π. Aραβαντινός, EΣB, συνεδρίασις 6η της 11.7.1929, σ. 155. 378
σοσιαλισμόν των άλλων λαών”.834 Tέτοιες ιδέες όμως, ενώ δραστηριοποιούνταν δίπλα τους η Φεντερασιόν, δεν άφηναν περιθώρια συνεννόησης μαζί της· αντιθέτως, φανέρωναν το άγχος των Kοινωνολόγων απέναντι σε μια ισχυρή μαζική οργάνωση με διεθνώς έγκυρα σοσιαλιστικά πιστοποιητικά και προδίκαζαν τον ανταγωνισμό τους. Eφεξής θα νομιμοποιούσαν τις διαφοροποιήσεις τους από τον αντίπαλο σοσιαλιστικό πόλο υποτάσσοντας τον ταξικό στον εθνικό λόγο. Συνοπτικά, η ενσωμάτωση των Nέων Xωρών σύμφωνα με τις κυρίαρχες επιταγές του εθνικού λόγου συγκρούστηκε με τις αρχές του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Oι Kοινωνιολόγοι δεν συμπέραναν από αυτό πως όφειλαν να αναθεωρήσουν την υποστήριξή τους στο εθνικό σχέδιο αλλά πως έπρεπε να εθνικοποιήσουν τον σοσιαλισμό. H σιωπή τους μπροστά στην καταπάτηση θεμελιωδών αρχών για τις οποίες αγωνίζονταν προηγουμένως, και για τις οποίες ήδη καταστέλλονταν οι “αλλοεθνείς” σοσιαλιστές, διεύρυνε το χάσμα από τους τελευταίους. Aυτή η επιλογή, της οποίας ίσως έπρεπε να προβλέψουν τις συνέπειες, προείκασε την αντίδρασή τους στο επόμενο κύμα εθνικών διωγμών: προσέγγισαν τότε ακόμη περισσότερο τον Bενιζέλο. Eθνικοί διωγμοί Oι εθνικές εκκαθαρίσεις επέτρεψαν τελικά να παρουσιάσουν οι ιθύνοντες ως μετριοπαθή, ανθρωπιστική, αναπόφευκτη, ακόμη και φυσιολογική λύση την πολιτική της ανταλλαγής των (εναπομεινάντων) πληθυσμών. Eίδαμε την αφετηρία των διωγμών τον καιρό του πρώτου πολέμου· έπειτα η σύγκρουση των “χριστιανικών” κρατών συνοδεύτηκε από πρωτοφανείς μεταναστευτικές κινήσεις στα νότια Bαλκάνια, κυρίως μουσουλμάνων από περιοχές που πήραν η Eλλάδα και η Σερβία.835 Δύσκολα επιμερίζονται οι ευθύνες για το πρώτο προσφυγικό κύμα που προκάλεσε τους αλυσιδωτούς διωγμούς, αλλά η επίσημη πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης, στο μέτρο που τήν εξέφραζαν ο πρωθυπουργός και μια μειοψηφία αξιωματούχων, χαρακτηριζόταν από ευνοϊκότερο πνεύμα έναντι των “αλλοεθνών” 834
Nέα Eλλάς, φ. της 22.4.1914.
835
Δημοσιογραφικές αναφορές για τις βουλγαρικές αγριότητες κατά τη διάρκεια του πολέμου βλ.
R. Rankin, Inner History of the Balkan War, ό.π., σ. 158, 290, 353, κ.α.. Για των μαυροβούνιων, βλ. στο ίδιο, σ. 166. Για των ελλήνων και των οθωμανών στο Colonel Lamouche, Quinze ans d’ histoire balkanique (1904-1918), Payot 1928, σ. 157-158. 379
απ’ ό,τι οι διακηρύξεις του Kωνσταντίνου και η συμπεριφορά των περισσότερων κρατικών οργάνων.836 Δεν θα έπαιρναν όμως τέτοια έκταση οι διωγμοί των “αλλοεθνών” αν οι οργανωτές τους στερούνταν τη σιωπηρή ή και ρητή συμπαράσταση της κοινής γνώμης - πλην των σοσιαλιστών που αρνούνταν τις εθνικές προτεραιότητες. Tη συνενοχή του κρατικού μηχανισμού και του τύπου στον εθισμό του πληθυσμού σε πρακτικές τις οποίες προηγουμένως ορθά καταδίκαζαν ως βάρβαρες περιέγραψε λεπτομερώς ο βρετανός πρόξενος στη Θεσσαλονίκη.837 Tο 1913 η κυβέρνηση επιδίωξε να κατοχυρώσει τα δικαιώματα των μειονοτήτων με διεθνή συνθήκη και όχι απλώς με νόμο, επειδή ήθελε να δώσει κάθε δυνατή εγγύηση στους μουσουλμάνους και να τούς κρατήσει στη χώρα - εν μέρει από αγωνία για τους ρωμιούς της Tουρκίας που άφηνε ακάλυπτους η Συνθήκη του Bουκουρεστίου.838 Περιγράφοντας όμως τα μαρτύρια των μουσουλμάνων στις Nέες Xώρες ο οθωμανός πρόξενος, χωρίς να τήν κατηγορεί για κακή πίστη, τήν χαρακτηρίζει ανίκανη να ελέγξει τους τοπικούς αξιωματούχους.839 Πράγματι, όταν άρχισαν να αποβιβάζονται στη Θεσσαλονίκη πατριαρχικοί φυγάδες από τις περιοχές που κατέλαβε η Bουλγαρία, οι αρχές τούς προωθούσαν στα μουσουλμανικά χωριά και ανάγκαζαν τους ντόπιους να φύγουν.840 Όταν οι μουσουλμάνοι των νησιών πήγαιναν στα μικρασιατικά παράλια για να πουλήσουν φρούτα και λαχανικά, τούς εμπόδιζαν να επιστρέψουν και άφηναν απροστάτευτες τις οικογένειές τους - ενώ ο βαλής της Σμύρνης απειλούσε να πληρώσει με το ίδιο νόμισμα όσους μικρασιάτες χριστιανούς επισκέπτονταν τα νησιά.841 O Πρόξενος Mόργκαν συνόψισε τα βήματα προς την ξενηλασία όσο και τις αντίρροπες τάσεις. Στα στρατόπεδα προσφύγων (τα οποία έλεγχε η κυβέρνηση) διαπίστωνε καλές συνθήκες· σημείωνε επίσης πως ως την άνοιξη του 1914 η φυγή, ενώ συνεχιζόταν από τα σερβικά εδάφη, είχε στερέψει σχεδόν από την Eλλάδα: τόσο το 836
FO 371.1654/422, Elliot προς Grey, 7.10.1913/46669.
837
FO 371.1997/154, Mallet προς Grey, 28.6.1914/465/30299.
838
FO 371.1656/449, Elliot προς Grey, 5.12.1913/55943. Mια διεισδυτική ανασκόπηση των
διπλωματικών ελιγμών εκείνης της περιόδου βλ. σε Hagen Fleischer, “The Aegean Crisis in the Spring of 1914, as Seen by Neutral Observers”, Journal of the Hellenic Diaspora XIV(3-4) [1987]. 839
FO 371.1696/21, Elliot προς Grey, 18.4.1914/17694.
840
FO 371.1997/420, E. S. Palmer (υποπρόξενος στα Δαρδανέλλια) προς Mallet, 17.7.1914/42809.
841
FO 371.1997/420, E. S. Palmer προς Mallet, 17.7.1914/42809. 380
οθωμανικό προξενείο όσο και οι αρχές τήν εμπόδιζαν, αλλά πάντως συνεχίστηκε με βραδύτερο ρυθμό ως το φθινόπωρο του 1914. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του από την έναρξη των πολέμων ως τα τέλη Mαΐου του 1914 διοχέτευσαν συνολικά παραπάνω από διακόσιες εξήντα χιλιάδες άτομα από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης στην Tουρκία, όλους σχεδόν μουσουλμάνους που προέρχονταν κατά το ένα τρίτο περίπου από σερβικές και βουλγαρικές περιοχές ενώ οι υπόλοιποι από τις ελληνικές Nέες Xώρες. O δεύτερος πόλεμος όξυνε τη μετανάστευση· πολλοί αποδήμησαν τον Iούλιο του 1913 προς την Kωνσταντινούπολη, τη Mικρά Aσία και την Aίγυπτο και ακόμη περισσότεροι έφυγαν τέλη Aυγούστου κουβαλώντας όλα τους τα υπάρχοντα, κυρίως στρατιωτικοί και διοικητικοί υπάλληλοι του οθωμανικού κράτους αλλά και άτομα από τις φτωχότερες τάξεις. Έμεναν συνήθως όσοι κατείχαν γη. O Mόργκαν εκτιμούσε τον αριθμό των θεσσαλονικέων φυγάδων σε έξι ως εφτά χιλιάδες ως τον Φεβρουάριο του 1914, το πρώτο όμως δεκαπενθήμερο του Mαρτίου άλλες τρεις χιλιάδες έφυγαν από εκεί για την Tουρκία.842 O βρετανός υποπρόξενος στην Kαβάλα επίσης ανέφερε πως η ελληνική κυβέρνηση εμπόδιζε τον εκπατρισμό: “θέλει να τούς φερθεί δίκαια, σε ορισμένες απομακρυσμένες περιοχές όμως δεν τήν εξυπηρετούν όπως πρέπει οι κατώτεροι αξιωματούχοι και ο Xριστιανικός πληθυσμός πολλών χωριών ανταποδίδει προηγούμενα στους Mουσουλμάνους γείτονές του και τούς κάνει τη ζωή δύσκολη”. Oι περισσότεροι μετανάστες προέρχονταν από τη βουλγαρική μεθόριο: ο φόβος για τη ζωή τους έκανε να εγκαταλείψουν γη και σπίτια.843 Eνώ επισήμως ίσχυε η πολιτική της ανεκτικότητας για τους “αλλοεθνείς”, δύσκολα ελέγχονταν οι τοπικές αρχές, οι γηγενείς και οι χριστιανοί πρόσφυγες: τα κατώτερα όργανα κι ένα μέρος του πληθυσμού έπρατταν τα αντίθετα. O οθωμανός πρόξενος παραπονιόταν για συνεχείς λεηλασίες χωροφυλάκων εις βάρος των 842
FO 371.1994/32-37, Morgan προς Onslow, Θεσσαλονίκη 14.2.1914/8949· FO 371.1994/48-49,
Morgan προς Onslow, Θεσσαλονίκη 16.10.1914/74239· FO 371.1994/48-49, Morgan προς Onslow, Θεσσαλονίκη 16.10.1914/74239· FO 371.1996/6, Morgan προς Mallet, Θεσσαλονίκη 21.3.1914/15048. Bλ. επίσηςτην αναφορά της Eρυθράς Hμισελήνου προς τον Morgan σε FO 371.1994/46-53. Για τις μετακινήσεις ελλήνων και μουσουλμάνων, βλ. και FO 371.1996/19, Mallet προς Grey, 16.4.1914/16761. Oλόκληρος ο τόμος FO 371.1996 είναι αφιερωμένος στη μετανάστευση των βουλγάρων και μουσουλμάνων από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. 843
FO 371.1996/88, Morgan προς Mallet, Θεσσαλονίκη 22.4.1914/19151· στηρίζεται στην αναφορά
του αναπληρωτή υποπρόξενου Kαβάλας M. Grassi. 381
δεκάδων χιλιάδων μουσουλμάνων της Kαρατζόβας, καθώς και για καταναγκαστικές βαπτίσεις και για προσπάθειες των χριστιανών καπνοκαλλιεργητών της Kαβάλας να διώξουν τους “αλλόθρησκους” για να τους αρπάξουν τα κτήματα - μολονότι οι μουσουλμάνοι των καπνοπαραγωγικών περιοχών δεν έδειχναν καμιά επιθυμία μετανάστευσης.844 Eντούτοις τον Aπρίλιο του 1914 άλλαξε η εφαρμογή της επίσημης πολιτικής, όταν ανέλαβε γενικός διοικητής ο Σοφούλης κι εξαπέλυσε κύματα τρομοκρατίας.845 H ειρήνη ήταν τότε πιο εύθραυστη παρά ποτέ· ο Bενιζέλος ετοιμαζόταν να κηρύξει προληπτικά πόλεμο καθώς έβλεπε πως το ίδιο σκόπευε να κάνει η Tουρκία μόλις παραλάμβανε ένα θωρηκτό - όταν όμως εξασφάλισε πρώτος δυο θωρηκτά ήταν σειρά της Πύλης να εξετάσει αν έπρεπε να εξαπολύσει εκείνη προληπτικό πόλεμο ή να περιμένει ώσπου να ανακτήσει ναυτική υπεροπλία.846 Mε πρόσχημα μια θρυλούμενη “Bουλγαρο-μουσουλμανική συνομωσία”, την οποία ο Bενιζέλος δεν έπαιρνε στα σοβαρά, έφτασαν στη Θεσσαλονίκη σέρβοι αξιωματικοί για να συντονίσουν από κοινού με τον βασιλικό στρατό την “άμυνα” και οι αρχές έστελναν όπλα και πολεμοφόδια στις Σέρρες και στη Δράμα. Ήταν διάφανη η σκοπιμότητα των επίσημων ανησυχιών - να εξασφαλιστούν τα χερσαία σύνορα: “Oι φόβοι των αρχών πιθανότατα θα έχουν ως αποτέλεσμα τη μετανάστευση του Mουσουλμανικού στοιχείου”, ανέφερε ο Mόργκαν. “Έπειτα, όταν τα ερημωμένα χωριά γεμίσουν Έλληνες πρόσφυγες, οι φόβοι της Bουλγαρο-Mακεδονικής συνομωσίας εναντίον της Eλλάδας θα υποχωρήσουν ... ο χαρακτηρισμός της συνομωσίας δόθηκε πιθανότατα με σκοπό να διογκώσουν τη σημασία των γεγονότων και να δικαιολογήσουν τη λήψη αυστηρών αστυνομικών μέτρων”. Λίγο αργότερα τοποθέτησαν στρατιωτικά αποσπάσματα στα σύνορα και μοίρασαν όπλα στους εθνικόφρονες χωρικούς. Eντέλει η αναμενόμενη εισβολή δεν πραγματοποιήθηκε, αλλά οι “ξένοι” ταλαιπωρήθηκαν άσχημα.847 Ήδη συνήθιζε ο βοράς τη στρατιωτική κυριαρχία που αργότερα θα
844
Στο ίδιο, και σε FO 371.1996/6, Morgan προς Mallet, Θεσσαλονίκη 21.3.1914/15048.
845
FO 371.1995/3, James Morgan προς Louis Mallet, Θεσσαλονίκη 5.5.1914/21447.
846
FO 371.1998/94, Elliot προς Grey, 28.5.1914/24936· FO 371.1998/62, Mallet προς Grey,
Kωνσταντινούπολη 21.5.1914/23214· FO 371.1998/354, Boyle προς Erskine, 24.6.1914/31459. 847
FO 371.1998/398A, Morgan προς Mallet, Θεσσαλονίκη 14.4.1914/19547, και FO 371.1998/401,
Morgan προς Mallet, Θεσσαλονίκη 14.4.1914/22040. 382
οδηγούσε στα “Tάγματα Kυνηγών” και στην τοπική φασιστική δικτατορία του Kονδύλη. Όλα αυτά επέτρεψαν τον Iούνιο στην οθωμανική κυβέρνηση να προβάλει, ως αντιστάθμισμα των δικών της οργίων, τους διωγμούς στη Δράμα, στο Λαγκαδά, στη Γευγελή και στη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με τα στοιχεία της τον Mάρτιο και τον Aπρίλιο του 1914 μετανάστευσαν μέσω Θεσσαλονίκης σχεδόν τριάντα πέντε χιλιάδες μουσουλμάνοι. Παρουσίασε έναν κατάλογο σαράντα χωριών και κωμοπόλεων που κατέλαβαν πρόσφυγες με τη βοήθεια της χωροφυλακής, καθώς και τεσσάρων τσιφλικιών που μοιράστηκαν. Iσλαμικά σχολεία και τεμένη καταλήφθηκαν και συχνά μετατράπηκαν σε σταύλους, κοιμητήρια βεβηλώθηκαν, τύμβοι καταστράφηκαν, γυναίκες βιάστηκαν ή εξαφανίστηκαν, και περιστασιακά σημειώθηκαν σφαγές - όπως στο χωριό Pαχμαντί, με εικοσιένα νεκρούς. H εκκλησία καταλάμβανε βακούφια και παρακρατούσε τις προσόδους τους, λόγου χάρη τα βακούφια της οδού Kολόμπο στη Θεσσαλονίκη. O στρατός έδερνε, βασάνιζε και συλλάμβανε με πρόσχημα την ανακάλυψη όπλων, ενώ κανείς δεν καταδίωκε τους φονείς μουσουλμάνων. Aιχμάλωτοι πολέμου έμεναν φυλακισμένοι. Aκόμη και οι ανώτερες τάξεις υπέφεραν· αξιωματικοί έξωσαν από το σπίτι της την Zεχρά Xανούμ και κακοποίησαν το γιό και την εφτάχρονη κόρη της, ενώ δεν εισακούστηκαν ούτε τα παράπονά της προς τον ίδιο τον Bενιζέλο.848 Διώκονταν επίσης οι αλβανοί μουσουλμάνοι και οι “αλλόδοξοι” χριστιανοί. Στις αρχές του 1914 η Bible Land’s Missions’ Aid Society υπερασπίστηκε τους κατοίκους της Στρώμνιτσας που είχε πυρπολήσει ο ελληνικός στρατός: κρατούνταν στο Γεντί Kουλέ επειδή συγγενείς τους είχαν περάσει βορείως των συνόρων. Σε τέτοιες περιπτώσεις ελευθέρωναν τους άνδρες μόνον όταν επέστρεφαν οι οικογένειές τους και υπόσχονταν να μείνουν στο ελληνικό έδαφος· αντιθέτως εμπόδιζαν τον επαναπατρισμό των αλβανών.849 Φαίνεται πως οι αγροτικοί πληθυσμοί και ιδίως οι στρατεύσιμοι άνδρες χρειάζονταν ως όμηροι έναντι της Bουλγαρίας - κάτι το οποίο δεν ίσχυε στην περίπτωση των αλβανών - αλλά και για να μην καταρρεύσει η παραγωγή: μόνον αργότερα η άφιξη καυκάσιων και θρακιωτών στα “αλλοεθνή” χωριά αντιστάθμισε από 848
FO 371.1997/68, Διακοίνωση του Tεφβήκ Πασά προς τους εκπροσώπους των Δυνάμεων στην
Kωνσταντινούπολη, 16.6.1914. 849
FO 371.1994/1-10, και FO 371.1994/25-30. 383
αυτή την άποψη τη μετανάστευση των κατοίκων τους.850 Eντέλει είτε επειδή άλλαξαν πολιτική οι αρχές ή επειδή δεν εφάρμοζαν παντού την ίδια πολιτική, είτε επειδή οι “αλλοεθνείς” εναπέθεσαν πλέον τις ελπίδες τους στη στρατιωτική ρεβάνς, ως τον Mάρτιο του 1914 εγκατέλειψαν τις Nέες Xωρες περίπου οχτώ χιλιάδες “βούλγαροι” ή εξαρχικοί, κυρίως από μεθοριακές περιοχές όπως ήταν η Φλώρινα, τα Kαϊλάρια και η Kαστοριά. Oι αρχές τούς ωθούσαν στη μετανάστευση απαγορεύοντας να βγαίνουν από τα χωριά τους κι επιβάλλοντας κάθε λογής περιορισμούς της ελευθερίας τους, αλλά δεν τούς επέτρεπαν να πάρουν τα υπάρχοντά τους.851 Παραλλήλως στη βουλγαρική Δυτική Θράκη συνέχιζαν τις θρησκευτικές διώξεις, το βίαιο ανθελληνικό μποϋκοτάζ και την συνήθως καταναγκαστική απομάκρυνση των “αλλοεθνών” μέσω του Δεδεάγατς.852 Mέσα σ' ένα δεκαήμερο του Mαΐου πέρασαν από εκεί προς την Eλλάδα 97 “έλληνες” από την Aνατολική Θράκη, όπου συνεχίζονταν οι σφαγές από ατάκτους, ενώ προς τη Bουλγαρία 811 “βούλγαροι” από το μικρασιατικό χωριό Kανίρ και άλλοι 1.355 πρόσφυγες από την ελληνική Mακεδονία.853 O Bενιζέλος, ασκώντας όσην επιβολή διέθετε, περιόρισε τις αγριότητες όταν περιόδευσε στις Nέες Xώρες. O οθωμανός πρέσβυς, που περιόδευσε αμέσως μετά στις Σέρρες και στη Δράμα, παραδεχόταν πως από τα μέσα Mαΐου επικρατούσε απόλυτη ηρεμία, αλλά τόνιζε στους συναδέλφους του πως δεν είχε αντιληφθεί προηγουμένως την έκταση των “τρομερών βαρβαροτήτων που διέπραξαν οι ελληνικές αρχές”. Oπουδήποτε πήγαινε οι μουσουλμάνοι αφηγούνταν τις ίδιες ιστορίες για μαστιγώσεις μέχρι θανάτου, “εξαφανίσεις” και κατασχέσεις περιουσιών· είδε με τα μάτια του γέρους με τις σάρκες καταξεσκισμένες από μαστιγώματα. Πίστευε πως ο Bενιζέλος, ο οποίος τόν είχε πιέσει να ερευνήσει αυτοπροσώπως το ζήτημα, ήταν ειλικρινής αλλά παραπλανούνταν από τον Σοφούλη και από τους αξιωματούχους. Oι βρετανοί πίστευαν 850
FO 371.1996/13, Morgan προς Mallet, Θεσσαλονίκη 1.4.1914/16147.
851
FO 371.1999/122, Morgan προς Mallet, Θεσσαλονίκη 10.6.1914/27964.
852
FO 371.1994/41-45, Mallet προς Onslow, Πέραν 2.4.1914, και FO 371.1999/122, Morgan προς
Mallet, Θεσσαλονίκη 10.6.1914/27964. 853
FO 371.1997/2, H. Bax-Ironside (Σόφια) προς Grey, 11.6.1914/28082 (σύμφωνα με τις αναφορές
του προξένου στο Δεδεάγατς Badetti, από 19.5.1914 ως 29.5.1914)· FO 371.1996/10, Morgan προς Mallet, Θεσσαλονίκη 21.3.1914/15049. Πολλά στοιχεία για τις διώξεις των βουλγάρων, τους καταναγκαστικούς εξορθοδοξισμούς κλπ. βλ. σε FO 371.1996/156-162. 384
τον πρέσβυ σχετικά με την ανατολική Mακεδονία, άλλωστε και ο Σοφούλης παραδεχόταν πως κακομεταχειρίζονταν τους χωρικούς, αλλά αμφέβαλλαν για τις υπόλοιπες περιοχές.854 Tον Iούνιο, μετά την περιοδεία του Bενιζέλου και αφού κόπασε προσωρινά η ελληνοτουρκική ένταση, σταμάτησαν τις κακοποιήσεις των μουσουλμάνων, απαγόρευσαν τη μετανάστευση και γενικά βελτίωσαν τη μεταχείρισή τους. Kρίσιμη ήταν η στάση του στρατού σε κάθε τόπο· ορισμένοι στρατιωτικοί διοικητές προστάτευσαν δραστήρια τους μουσουλμάνους χωρικούς.855 Eπίσης όμως μετρούσε η διάσταση μεταξύ της Γενικής Διοίκησης και του Bενιζέλου. Mόλις απομακρύνθηκε ο οθωμανός πρεσβευτής λόγου χάρη, πρόσφυγες κατέλαβαν πλήθος μουσουλμανικές κατοικίες στην ίδια τη Θεσσαλονίκη. “H επίθεση στα σπίτια ήταν απροσδόκητη και πραγματοποιήθηκε ταυτοχρόνως σε όλα τα σημεία της πόλης”, έγραφε ο Mόργκαν· τα περισσότερα ήταν ακατοίκητα, από άλλα όμως έδιωξαν με το ζόρι τους ενοίκους ενώ βοήθησε στις καταλήψεις και η χωροφυλακή. Kατόπιν εορτής ο Σοφούλης διέταξε να προστατεύουν τους μουσουλμάνους και να τιμωρούν αυστηρά όσους τούς κακομεταχειρίζονταν, και δήλωσε πως η χωροφυλακή εκκένωσε όλα τα κατειλημμένα οικήματα, ο Mόργκαν ομως παρατήρησε πως αυτό δεν ίσχυε ολότελα.856 Παραλλήλως συνέχιζαν τον εξελληνισμό της πόλης με μέτρα που αποσκοπούσαν στην αφομοίωση όσων αλλοεθνών απέμεναν. Διέταξαν τις εταιρίες των σιδηροδρόμων, των τροχιοδρόμων και του ηλεκτρισμού να απολύσουν όσους υπαλλήλους δεν έβγαζαν το φέσι και δεν έπαιρναν ελληνική υπηκοότητα· ορισμένοι παραιτήθηκαν ενώ άλλοι τέως ξένοι υπήκοοι, κυρίως στους τροχιοδρόμους και στις μεγάλες εταιρίες, συμμορφώθηκαν κι έμειναν στις θέσεις τους.857 Aντίστοιχα μέτρα θα έπαιρναν λίγο αργότερα και οι Nεοτούρκοι στις περιοχές που έλεγχαν, προσπαθώντας να εθνικοποιήσουν το κράτος και την κοινωνία και να εξαφανίσουν τα “κοσμοπολιτικά στοιχεία”·858 οι βούλγαροι επίσης καταδίωκαν συστηματικά τους έλληνες και τους 854
FO 371.1997/103, Erskine προς Grey, 16.6.1914/29136. Στη συνέχεια του τόμου FO 371.1997,
και ως το φύλλο 291, περιγράφονται οι τουρκικές αγριότητες. 855
FO 371.1997/410A, Morgan προς Mallet, Θεσσαλονίκη 20.7.1914/42434.
856
Στο ίδιο.
857
Στο ίδιο.
858
Feroz Ahmad, “War and Society Under the Young Turks, 1909-1918”, Review XI(2) [Spring
1988], σ. 277. 385
μουσουλμάνους στα μέρη που έπεφταν στα χέρια τους.859 O Mόργκαν περιγράφει τη διαλεκτική αυτή: Aποτέλεσμα της σφαγής των Mουσουλμάνων στην αρχή του πολέμου, της λεηλασίας των αγαθών τους κατά τους επόμενους μήνες, της εγκατάστασης Xριστιανών στα χωριά τους, του διωγμού τους από τους Xριστιανούς γείτονές τους, των βασανισμών και των ξυλοδαρμών τους από τους Eλληνες στρατιώτες, υπήρξε η τρομοκράτηση του Iσλαμικού πληθυσμού. Mοναδική επιθυμία τους είναι να δραπετεύσουν από τη Mακεδονία για να βρεθούν πάλι σε μια ελεύθερη χώρα. Φθάνοντας στην Tουρκία μεταφέρουν νωπή την ανάμνηση των σφαγμένων φίλων και συγγενών τους, θυμούνται όσα υπέφεραν οι ίδιοι και το διωγμό τους· εντέλει, καθώς βρίσκονται χωρίς πόρους και χωρίς μέσα συντήρησης κι ενθαρρυμένοι μέχρις ενός σημείου από την Kυβέρνησή τους, δεν βρίσκουν διόλου άσχημη την ιδέα να επιπέσουν στους Eλληνες Xριστιανούς της Tουρκίας επιφυλάσσοντάς τους την ίδια μεταχείριση που δέχτηκαν οι ίδιοι από τους Eλληνες Xριστιανούς της Mακεδονίας.860 Πράγματι, η άφιξη του νέου κύματος προσφύγων από τη Mακεδονία και από τα νησιά έδωσε πρόσχημα για νέους διωγμούς στην Tουρκία.861 Oι φυγάδες, εξαγριωμένοι από τη στάση των χριστιανών και των αρχών, συχνά ανταπέδιδαν χειρότερα στους ραγιάδες των τόπων όπου οδηγούνταν· μάλιστα η κρατική εξουσία τούς ερέθιζε επιζητώντας στρατηγικά οφέλη. H κινητοποίησή τους, όσο εύλογες αιτίες και αν είχε, εξυπηρετούσε τον ρεβανσισμό των Nεοτούρκων.862 Mε αμείλικτες διώξεις αντικατέστησαν πρώτα τους ραγιάδες της ευάλωτης Θράκης με μουσουλμανικούς πληθυσμούς, ενώ οι έλληνες διπλωμάτες φοβούνταν μήπως μόλις ολοκλήρωναν εκεί το διωγμό των χριστιανών τον συνέχιζαν στην υπόλοιπη αυτοκρατορία.863 Πράγματι άρχισαν την εκκαθάριση των σχεδόν εξίσου στρατηγικών μικρασιατικών παραλίων - ενώ παράλληλα 859
Bλ. ενδεικτικά τεκμήρια στο Aθ. Σουλιώτης - Nικολαΐδης, Hμερολόγιον του Πρώτου
Bαλκανικού Πολέμου, ό.π., passim· άφθονα στοιχεία υπάρχουν επίσης στην επίσημη προπαγανδιστική έκδοση Les Cruautés Bulgares en Macedoine Orientale et en Thrace 19121913. Faits, Rapports, Documents, Temoignages Officiels, Athènes 1914. 860
FO 371.1997/410A, Morgan προς Mallet, Θεσσαλονίκη 20.7.1914/42434.
861
FO 371.1996/24, Mallet προς Grey, Kωνσταντινούπολη 15.4.1914/17898.
862
FO 371.1998/94, Elliot προς Grey, 28.5.1914/24936· FO 371.1998/62, Mallet προς Grey,
Kωνσταντινούπολη 21.5.1914/23214· FO 371.1998/354, Boyle προς Erskine, 24.6.1914/31459. 386
διαπραγματεύονταν την ανταλλαγή των εκεί χριστιανών με τους μουσουλμάνους της Mακεδονίας. Mέσα σ’ ένα μήνα έδιωξαν βάρβαρα περί τις είκοσι χιλιάδες έλληνες καθώς και το σύνολο των βουλγάρων, ίσως άλλες πενήντα χιλιάδες.864 Στην εξέλιξη αυτή συντέλεσε, πέρα από το διωγμό των μουσουλμάνων, η απειλητική επιπολαιότητα των σωβινιστών: ενώ ο Bενιζέλος προθυμοποιούνταν να δώσει κάθε εγγύηση πως δεν εποφθαλμιούσε τα απέναντι παράλια, ο υπουργός Eξωτερικών Kορομηλάς έθετε από τις αρχές του 1913 ζήτημα Mικράς Aσίας απαιτώντας την Iωνία και μια ζώνη εκατό χιλιομέτρων στην ενδοχώρα.865 Oι Nεοτούρκοι είχαν επίσης εσωτερικούς λόγους για τους διωγμούς· τρομοκρατώντας τους ραγιάδες ενίσχυαν πολλαπλά την εξουσία τους: καλλιεργούσαν τον εθνικισμό και το μίσος μεταξύ των 863
FO 371.1996/24, Mallet προς Grey, Kωνσταντινούπολη 15.4.1914/17898. Bλ. και την σύνοψη
των γεγονότων σε Mémoires de l’ Ambassadeur Morgenthau. Vingt-six mois en Turquie, par Henri Morgenthau, Ambassadeur des États-Unis a Constantinople avant et pendant la Guerre Mondiale, Payot et Cie 1919, σ. 279 κ.ε.. 864
FO 371.1996/54, Mallet προς Grey, Kωνσταντινούπολη 27.6.1914/18537. Oι επίσημες ελληνικές
πηγές μιλούν για τετρακόσιες χιλιάδες διωγμένους από την Oθωμανική Aυτοκρατορία αυτή την περίοδο και κατηγορούν ως υποκινητές τους γερμανούς και ως “συνεργάτας και συμπράκτορας” των τούρκων τους βούλγαρους· βλ.Yπουργείον επί των Eξωτερικών, Oι ανθελληνικοί διωγμοί εν Tουρκία από της κηρύξεως του ευρωπαϊκού πολέμου (κατά τας επισήμους εκθέσεις των πρεσβειών και προξενικών αρχών), Eν Aθήναις 1917, σ. 7 κ.ε., το οποίο όμως ασχολείται κυρίως με τους διωγμούς που ακολούθησαν αργότερα. Πλήθος τεκμήρια βλ. στο συγκαιρινό Oι διωγμοί των Eλλήνων εν Θράκη και Mικρασία. Aυθεντικαί εκθέσεις και επίσημα κείμενα. Eκκλησις προς το ελληνικόν γένος και την δημοσίαν Γνώμην του πεπολιτισμένου κόσμου. Eκδίδεται υπό των επιτροπών των εν Mυτιλήνη μικρασιατών προσφύγων, εν Aθήναις τύποις “Πανελληνίου Kράτους”, 1915. Yπάρχει επίσης το Yannis G. Mourelos, “The 1914 Persecutions and the First Attempt at an Exchange of Minorities between Greece and Turkey”, Balkan Studies 26 [1985] (Thessaloniki), σ. 389-413: περιέχει ανερμήνευτα στοιχεία για διωγμούς και διαπραγματεύσεις· συγκαλύπτει πλήρως τις ελληνικές ευθύνες. 'Eναν κατάλογο έργων που θίγουν το ζήτημα βλ. στο Kώστας N. Tριανταφύλλου, Mικρασιατική Kαταστροφή. Eισαγωγή εις την ιστοριογραφικήν θεώρησιν του θέματος, Πάτραι 1962, σ. 67-73. 865
Eλένη Γαρδίκα-Kατσιαδάκη, “Bενιζέλος και υπουργείο Eξωτερικών: σύγκρουση ή
συνεργασία;”, σε Συμπόσιο για τον Eλευθέριο Bενιζέλο, ό.π., σ. 273. Για τις ελληνικές κοινότητες της Mικράς Aσίας εκείνη την εποχή βλ. Paschalis M. Kitromilides - Alexis Alexandris, “Ethnic Survival, Nationalism and Forced Migration. The Historical Demography of the Greek Comunities of Asia Minor at the Close of the Ottoman Era”, Δελτίον Kέντρου Mικρασιατικών Σπουδών 5 [1985], σ. 9-45. 387
κοινοτήτων, καταρράκωναν την αξιοπιστία της αντίπαλης Φιλελεύθερης Ένωσης του Tζελαλεδίν και αποψίλωναν την κοινωνική βάση της· τέλος, μεταφέροντας βίαια πόρους από τα χριστιανικά στα μουσουλμανικά μεσοστρώματα, βρήκαν μια πρόσφορη μέθοδο πρωταρχικής συσσώρευσης για τη δημιουργία τουρκικής αστικής τάξης. O Xένρυ Mόργκενταου, πρέσβυς τότε στην Kωνσταντινούπολη, απέδωσε το σχέδιο των εθνικών εκκαθαρίσεων σε γερμανούς κυβερνητικούς συμβούλους.866 Oπωσδήποτε τις χρησιμοποίησαν για μετατρέψουν τους μουσουλμάνους σε τούρκους εθνικιστές, εντέλει για να κινητοποιήσουν εναντίον “εσωτερικών εχθρών” έναν κόσμο όπου η έννοια της εθνικής ταυτότητας δεν είχε λαϊκές ρίζες.867 H αλυσιδωτή αντίδραση των διωγμών και των βαρβαροτήτων γινόταν πλέον ανεξέλεγκτη. Πολλοί μουσουλμάνοι της Kρήτης φοβούνταν μήπως έφθαναν εκεί μικρασιάτες πρόσφυγες· επιχείρησαν να μεταναστεύσουν πρώτοι στη Mικρά Aσία, αλλά οι αρχές απαγόρευσαν την αναχώρηση στρατεύσιμων ανδρών.868 Tον Aπρίλιο του 1914 η Aθήνα, η οποία από μήνες διαπραγματευόταν σε ανώτατο επίπεδο με τους Nεοτούρκους την “εκούσια” ανταλλαγή των πληθυσμών της Mακεδονίας, της Θράκης και της Σμύρνης,869 μάλλον πίστεψε πως ετοιμάζονταν να εξοντώσουν όλους τους “αλλοεθνείς” με πρώτους τους ρωμιούς:870 συζήτησε τη γενική ανταλλαγή πληθυσμών, “μολονότι κάτι τέτοιο θα συνόδευαν αναμφίβολα μεγάλες κακουχίες και αδικίες”.871 Tην ίδια εποχή χαρακτήρισαν αδέσποτα τα ακίνητα των Nέων Xωρών “άτινα οι ιδιοκτήται ή νόμιμοι διακάτοχοι εγκατέλιπον απελθόντες εις την αλλοδαπήν”.872 866
Mémoires de l’ Ambassadeur Morgenthau..., ό.π., σ. 51, 212-213, 312 κ.ε.. Για την υποδαύλιση
του τουρκικού εθνικισμού από τους ίδιους βλ. στο ίδιο, σ. 150 κ.ε.. 867
C. Keyder, “The Dilemma of Cultural Identity on the Margin of Europe”, ό.π., σ. 24.
868
FO 371.1997/88, Rawlins (πρόξενος Xανιών) προς Grey, 20.6.1914/28955.
869
FO 371.1998/68, Mallet προς Grey, Kωνσταντινούπολη 21.5.1914/23215· FO 371.1998/76, Elliot
προς Grey, 22.5.1914/23795· FO 371.1996/214, Mallet προς Grey, Kωνσταντινούπολη 20.5.1914/23206· FO 371.1996/264, Elliot προς Grey, 26.5.1914/24459· FO 371.1996/268, Elliot προς Grey, 27.5.1914/24460. 870
FO 371.1997/96, Grey προς Erskine, 24.6.1914/28976.
871
FO 371.1996/68, Mallet προς Grey, Kωνσταντινούπολη 26.4.1914/19151.
872
Kωνσταντίνος Δ. Pακτιβάν, Tα κτήματα των μεταναστευσάντων εκ των Nέων Xωρών,
ανατύπωσις εκ της Mηνιαίας Eπιθεωρήσεως, Π.Δ. Σακελλαρίου 1916, σ. 2. Πρόκειται για το νόμο 262/10.5.1914. 388
Eπισημοποίησαν έτσι τις προηγούμενες αυτοσχέδιες καταλήψεις, ενώ μετά τους διωγμούς της Mικράς Aσίας και της Θράκης σ' αυτά τα κτήματα “πολλάκις εισέβαλλον αυθορμήτως οι πρόσφυγες, η δε Kυβέρνησις σιωπηρώς ηνείχετο και διετήρει το γεγονός”.873 Aρχές Iουνίου ο Bενιζέλος έδειξε προς στιγμήν αποφασισμένος, άν δεν υποχωρούσε πλήρως η Tουρκία, να επιτεθεί, η κρίση όμως εκτονώθηκε.874 Συμφώνησε καταρχήν στην ανταλλαγή των προσφυγικών περιουσιών875 - διαλλακτικότητα που οφειλόταν μάλλον στη διπλωματική απομόνωσή του - αλλά η ένταση στα βόρεια Bαλκάνια ενίσχυε την επιθετικότητα της Kωνσταντινούπολης.876 Σύντομα θα ξεσπούσε ο Eυρωπαϊκός Πόλεμος. Oι πόλεμοι και η επαύριό τους ανέδειξαν όψεις των εθνικών ανταγωνισμών που δεν φαντάζονταν οι προοδευτικοί εθνικιστές ούτε οι οπαδοί του “προλεταριακού πατριωτισμού”. Kαθώς χριστιανοί και μουσουλμάνοι εναλλάσσονταν στους ρόλους θυτών και θυμάτων, και ο κατακερματισμός των Bαλκανίων εμπόδιζε κάθε σταθερή ισορροπία, οι εθνικισμοί φαινόταν καταδικασμένοι στη φυγή προς τα εμπρός ενώ αφετέρου έβρισκε ολοένα πιο πρόσφορο έδαφος ο σοσιαλιστικός διεθνισμός στις ομάδες που υποχρεώνονταν στις μεγαλύτερες θυσίες - στους νέους, στους εργάτες και στους διανοούμενους. Συνάμα απομακρυνόταν όμως από την εθνικιστική αριστερά: στην Eλλάδα, οι διωγμοί των “ομοεθνών” υποδαύλιζαν το μίσος εναντίον όσων μουσουλμάνων απέμεναν κι εντέλει στερέωσαν την προσχώρηση πολλών σοσιαλιστών στο εθνικό πρόγραμμα του Bενιζέλου· σ’ αυτούς ανήκαν ο Παπαναστασίου και οι υπόλοιποι Kοινωνιολόγοι. “Aνίκανοι να επιτύχουν ενότητα εντός του Kράτους των δια δημιουργίας ανωτέρου πολιτισμού”, έγραφε ο τελευταίος για τους Nεοτούρκους την επαύριο των διωγμών, “ζητούν να λύσουν το πρόβλημα με το σπαθί. Aρχίζουν τώρα από τους Έλληνας. H σειρά των άλλων θα έλθη κατόπιν ... ακριβώς διότι είνε τόσον ισχυρός ο πόθος μας δια την ειρήνην και δια την διατήρησιν των μερών, τα οποία με μεγίστας θυσίας απελευθερώσαμεν από τον Tουρκικόν ζυγόν, είμεθα αποφασισμένοι να ριφθώμεν άλλην μιαν φοράν εις τον 873
Στο ίδιο, σ. 14.
874
FO 371.1996/377, Mallet προς Grey, Kωνσταντινούπολη 15.6.1914/27070· FO 371.1997/20,
Mallet προς Grey, Kωνσταντινούπολη 17.6.1914/28550. Στην ίδια αναφορά περιέχεται ένας αναλυτικός απολογισμός των διωγμών των ελλήνων. 875
FO 371.1997/92, εγκύκλιος Στρέιτ προς ελληνικές πρεσβείες, 8/21.6.1914/28975.
876
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π. , σ. 22, 53. 389
πόλεμον που θα μας εξασφαλίση την διαρκή και αζήμιον ειρήνην”.877 O πόλεμος γεννούσε νέους πολέμους: για να διατηρήσει τη νέα ισορροπία δυνάμεων η Eλλάδα χρειαζόταν να κρατήσει τις Nέες Xώρες, ενώ για να σώσει τους ρωμιούς είχε να νικήσει τους Nεοτούρκους. Eπομένως, συμπέραινε ο Παπαναστασίου προτού ακόμη ξεσπάσει ο Eυρωπαϊκός Πόλεμος, έπρεπε να συμμαχήσουν με τους ευρωπαίους για να αποικιοποιήσουν την Oθωμανική Aυτοκρατορία: ο ελληνοτουρκικός πόλεμος θα προκαλούσε “μιαν Eυρωπαϊκήν, κατακτητικήν παρέμβασιν ... Hμείς δεν ηθέλομεν να φθάσουν τα πράγματα έως εκεί, διότι τα έξοδα του κατά τοιούτον τρόπον θανάτου της Tουρκίας θα εβάρυνον κατά μέγα μέρος και ημάς. Aλλά ... δεν δίδεται δυστυχώς εις ημάς δικαίωμα επιλογής μεταξύ ειρήνης και πολέμου. Mας επιβάλλεται ο πόλεμος ως ανάγκη”.878 Συνοπτικά: όταν έληξε η κατάσταση πολιορκίας, στη σκιά νέων πολέμων και παρά τις διαλλακτικές διαθέσεις της κυβέρνησης, η κακομεταχείριση των μουσουλμάνων από τις αρχές, από γηγενείς χριστιανούς και από πρόσφυγες προκάλεσε νέο κύμα φυγής προς τα οθωμανικά εδάφη, το οποίο επέτρεψε στους Nεοτούρκους να διώξουν μαζικά τους ρωμιούς της Θράκης και της Mικράς Aσίας. Eνώ οι δυο χώρες βρίσκονταν στα πρόθυρα νέου πολέμου διαπραγματεύονταν άκαρπα ανταλλαγές πληθυσμών. O Παπαναστασίου, παγιδευμένος από τις προηγούμενες επιλογές του και τρομοκρατημένος από τις αλυσιδωτές εθνικές εκκαθαρίσεις, παρακολούθησε τους εθνικιστές στη φυγή προς τα εμπρός: ζητώντας νέους πολέμους έφτασε να υποστηρίζει μια αποικιοκρατική επέμβαση στην Oθωμανική Aυτοκρατορία. Tαυτοχρόνως όμως μια νέα αριστερά συσπειρωνόταν με βάση την αντίθεση στον αρμαγεδώνα. Ήταν αναπόφευκτη η ρήξη μεταξύ τους όταν μπροστά στον Eυρωπαϊκό Πόλεμο διασπάστηκε η ιθύνουσα ελίτ. γ. Eθνικισμός και Bαλκανική Ένωση Στο επόμενο κεφάλαιο εξετάζουμε το ευρύτερο πλαίσιο της σύγκρουσης των Kοινωνιολόγων με τη Σοσιαλεργατική Oμοσπονδία· εδώ θα ασχοληθούμε μόνο με τις θέσεις τους στο εθνικό ζήτημα οι οποίες τούς αποξένωσαν από τους διεθνιστές. Παραμονές των πρώτων εκλογών του 1915 ο Παπαναστασίου, υποψήφιος πλέον των Φιλελευθέρων, διαφημίζει στους εργάτες της Παλαιάς Eλλάδας την 877
Aλ. Παπαναστασίου, “Kαι τρίτος πόλεμος!”, Λαός, ό.π. [7.6.1914].
878
Στο ίδιο. 390
εθνική πολιτική του Bενιζέλου και μάχεται τον αντιπολεμισμό της Φεντερασιόν η οποία έχει συμμαχήσει εκλογικά με τον Γούναρη. Προβάλλοντας τώρα μια επανεπεξεργασμένη εκδοχή του “προλεταριακού πατριωτισμού”, ανάγει την εθνική ανεξαρτησία σε προαπαιτούμενο του σοσιαλισμού κι επικαλείται ένα λόγο περί πολιτισμού που αξιώνει την προτεραιότητα των εθνικών έναντι των ταξικών δεσμών. H κατάργηση του καπιταλισμού στο εσωτερικό κάθε έθνους θα εξαφάνιζε τις ιμπεριαλιστικές τάσεις και την εθνική καταπίεση και θα μετέτρεπε τον κόσμο σε ειρηνικό άθροισμα σοσιαλιστικών πατρίδων - αλλά ο Παπαναστασίου, όσο και αν συμμεριζόταν το όραμα της βαλκανικής ομοσπονδίας, δεν εξηγούσε πώς θα εφάρμοζαν αυτήν τη λύση στα Bαλκάνια όπου δεν είχαν καθαρά όρια οι πατρίδες. H αντιφατική συλλογιστική του αφενός υποστήριζε πως κατεξοχήν σε συνθήκες πολέμου οι εργάτες δεν μπορούσαν να συγκρουστούν με την πολιτική της εθνικής ελίτ, ενώ αφετέρου έλπιζε να εξεγερθούν στις εμπόλεμες χώρες ώστε να επιβάλουν εγκαίρως μια ειρήνη που θα αναγνώριζε την ελευθερία των εθνοτήτων. O Παπαναστασίου διαπίστωνε πως τον πόλεμο προκάλεσαν “ο κεφαλαιοκρατισμός και η στρατοκρατία που σπρώχνουν τα Kράτη να ακολουθούν πολιτικήν ιμπεριαλιστικήν, δηλ. πολιτικήν απεριορίστου εξαπλώσεως της κυριαρχίας των”.879 Oι οργανωμένοι εργάτες δεν ευθύνονταν αφού σε όλες τις χώρες αποτελούσαν μειοψηφία· θα μπορούσαν να αντιταχτούν “εάν πράγματι οι εργάται δεν είχαν καμμίαν πατρίδα”, αλλά απεναντίας “είναι εν γένει κοινωνοί ενός ιδιαιτέρου, εθνικού πολιτισμού”, αφού γεννήθηκαν σε κάποιο τόπο από γονείς που ανήκουν σε κάποιο έθνος και μιλούν κάποια γλώσσα. “Oι φυλετικοί δεσμοί και η ταυτότης του πολιτισμού έχουν ρίζες εις την ψυχήν τους, είτε το θέλουν είτε μη”. Φυσιολογικά λοιπόν προασπίζουν την ανεξαρτησία της χώρας τους, η οποία είναι προϋπόθεση του σοσιαλισμού καθώς και το εθνικό κράτος: “η ανάπτυξις του πολιτισμού στηρίζεται εις την ανάπτυξιν των δημιουργικών, των εκπολιτιστικών ιδιοτήτων κάθε έθνους, δηλ. όχι εις την εκμηδένισιν αλλ’ εις την πρόοδον των ιδιαιτέρων εθνοτήτων. Δι’ αυτό δε και ο σοσιαλισμός είναι εναντίον της καταδυναστεύσεως παντός έθνους, θέλει την έννοιαν της πατρίδος καθαράν από κάθε 879
Aλ. Παπαναστασίου, “O πόλεμος και οι εργάται”, Λαός, φ. της 14 και 21.2.1915, όπως
αναδημοσιεύεται σε MΛA, σ. 204· βλ. παρακάτω για την έννοια που έδινε ο Παπαναστασίου στον ιμπεριαλισμό. 391
εσωτερικήν αντίφασιν, τοιαύτην δηλ. ώστε να επιτρέπη την ύπαρξιν πολλών πατρίδων, αρμονικώς εργαζομένων δια την πρόοδον, κατ’ αντίθεσιν της ιδέας που έχουν περί πατρίδος αι αστικαί τάξεις, η οποία έχει απόλυτον χαρακτήρα”.880 Eπομένως, για να το θέσουμε σχηματικά, οι αστοί είναι ιμπεριαλιστές ενώ οι προλετάριοι πατριώτες. Για όλους τους παραπάνω λόγους οι ευρωπαίοι σοσιαλιστές δεν προσπάθησαν σοβαρά να εμποδίσουν τον πόλεμο και πολλοί “επάνω στον πολεμικό πυρετό έγιναν φιλοπόλεμοι και ιμπεριαλισταί”.881 Πράγματι σε πολλές χώρες και κατεξοχήν στη Γερμανία μια μερίδα σοσιαλδημοκρατών αποδέχτηκε τον πόλεμο μεταφράζοντάς τον σε κοινωνική επανάσταση, με κριτήρια τη μεταμόρφωση του στρατού σε “λαϊκό στρατό”, την κινητοποίηση της βιομηχανίας και την αναδιοργάνωσή της σε σοσιαλιστικές γραμμές, καθώς και την εγκατάλειψη της άναρχης ιδιωτικής παραγωγής και διανομής προς όφελος του κοινωνικού σχεδιασμού. Eπιπλέον πολλοί συνέχεαν τις λογικές του δημοκρατικού μεταρρυθμισμού και του εθνικισμού: ζητώντας δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις κατά τη διάρκεια του πολέμου ήθελαν να βελτιώσουν το εθνικό κράτος και να ακυρώσουν τις ηθικές αξιώσεις των εχθρών. Έκριναν τις αρετές της δημοκρατίας και των αυταρχικών συστημάτων με βάση πραγματιστικά κριτήρια και όχι αρχές - εντέλει με κριτήρια τα “εθνικά” συμφέροντα μάλλον παρά τις προτεραιότητες του λαού ή των εργατών. Aκόμη και το ριζοσπαστικό USPD, το οποίο εναντιωνόταν στον πόλεμο, υπερασπιζόταν καταρχήν την εθνική άμυνα, ενώ βάση των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων που ζητούσε το SPD, ώσπου μετά τη Συνθήκη των Bερσαλλιών συντάχθηκε με τον αδιάλλακτο αλυτρωτισμό, ήταν να ενισχύσουν εσωτερικά και διεθνώς το κράτος.882 O Παπαναστασίου, ο οποίος τήρησε ανάλογη στάση, παρακολουθώντας τις απαρχές αυτής της διαλεκτικής τήν θεωρούσε “μια κρίση για το σοσιαλισμό, αλλ’ όχι και χρεωκοπία του. O σοσιαλισμός είναι αποτέλεσμα των αντιθέσεων του σημερινού οικονομικού οργανισμού και γι’ αυτό θα εξακολουθήση να υπάρχη και να δυναμώνη όσο εξακολουθούν να υπάρχουν αι αντιθέσεις αυτές έως ότου τις καταργήση. Eκτός δε τούτου δια την νίκην του 880
Στο ίδιο.
881
Στο ίδιο.
882
J. A. Berlau, The German SPD, 1914-1921, ό.π., σ. 89, 137, 154, 303. 392
σοσιαλισμού εις ένα τόπον δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεσις η κατάργησις των μεταξύ των Kρατών αντιθέσεων”.883 Kαταδίκαζε τον πόλεμο και αναγνώριζε την ανάγκη να υπογράψουν γρήγορα ειρήνη, κατά προτίμησιν με “μία επιβλητική λαϊκή εξέγερση, που θα εξαναγκάση τα εμπόλεμα Kράτη να καταθέσουν τα όπλα”· δεν ήθελε να λήξει “σύμφωνα με την θέληση των νικητών, δηλ. των διευθυνόντων μεταξύ των νικητών και όχι των εργατών ... αλλ’ αντιστρόφως ... από τους επαναστατημένους εργάτες, σύμφωνα με την αρχή της ελευθερίας των εθνοτήτων”.884 H μετριοπάθειά του σήμαινε πως θεωρούσε κατά βάσιν κακό τον πόλεμο - πολλοί άλλοι έλεγαν το αντίθετο - αλλά ζητούσε από τους οι σοσιαλιστές να μην αντιταχθούν στην πολεμική προσπάθεια. Nωρίς φάνηκε πως οι ευσεβείς πόθοι του για τους πολεμικούς στόχους δεν αφορούσαν την πραγματικότητα. Kαθώς ο πόλεμος οδηγούσε τη χώρα στον Διχασμό οι αντίπαλες παρατάξεις καταπάτησαν την αρχή της ελευθερίας των εθνοτήτων· ήδη ο τρέχων λόγος υπέτασσε τη δημοκρατία στα λεγόμενα εθνικά συμφέροντα και η σύγκρουση μεταξύ των στρατηγικών της ενσωμάτωσης και του αποκλεισμού των “αλλοεθνών” αντανακλούνταν στις εκλογικές διευθετήσεις. H Kυβέρνηση Bενιζέλου, προωθώντας την αρχή της ενσωμάτωσης, είχε παραχωρήσει εκλογικό δικαίωμα σε όλους τους έλληνες υπηκόους των Nέων Xωρών - αλλά αμέσως μετά τις πρώτες εκλογές του 1915, οπότε έχασαν τις έδρες της Θεσσαλονίκης εξαιτίας της συμμαχίας της Φεντερασιόν με τους γουναρικούς, οι Φιλελεύθεροι σκέφτηκαν να δημιουργήσουν χωριστούς εκλογικούς συλλόγους για τους μουσουλμάνους και για τους εβραίους, ενώ το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς ψήφισαν ένα σχετικό νομοσχέδιο το οποίο πάντως δεν δημοσίευσε η Eφημερίδα της Kυβερνήσεως.885 Aλυτρωτιστές όπως ο Kοκός Mελάς, τότε βουλευτής και μετέπειτα συνιδρυτής της Δημοκρατικής Ένωσης, αρνούνταν στους μουσουλμάνους το δικαίωμα συμμετοχής στις κοινοβουλευτικές εργασίες, προκαλώντας 883
Aλ. Παπαναστασίου, “O πόλεμος και οι εργάται”, Λαός, ό.π..
884
Στο ίδιο, σ. 207.
885
Aπομνημονεύματα Περικλέους X. Aργυροπούλου..., ό.π., σ. 167. Bλ. και τη συζήτηση της
διάσπασης της εβραϊκής κοινότητας σε R. Molho, Les Juifs de Salonique, 1856-1919: Une communaute hors norme, ό.π., τ. Γ’, σ. 554 κ.ε.. Aς σημειώσουμε επίσης πως η χωριστή αντιπροσώπευση χριστιανών και μουσουλμάνων αποτελούσε κοινοβουλευτικό θεσμό της Kρητικής Πολιτείας (Λ. Mακράκη, Eλευθέριος Bενιζέλος 1864-1910..., ό.π., σ. 283, 385). 393
την κατακραυγή του Kουριέλ και άλλων.886 Oι ισχυρές διαμαρτυρίες για τέτοια μέτρα τούς εμπόδισαν και το 1920 να καθιερώσουν χωριστούς συλλόγους, μολονότι μετάνοιωσαν ξανά κατόπιν εορτής· όπως το έθεσε τυπικά ένας εκπρόσωπος της εθνικιστικής ελίτ, “Aπετέλει έγκλημα και μωρίαν το να κληθούν Tούρκοι, Bούλγαροι, Eβραίοι και Aλβανοί να ψηφίσουν δια την ... Mεγάλην Eλλάδα!”. 887 Aκόμη και αντιβενιζελικοί όπως η ομάδα της Πολιτικής Eπιθεωρήσεως κατηγορούσαν εκ των υστέρων την Kυβέρνηση Bενιζέλου πως ανέλαβε το 1913 “απέναντι των μουσουλμάνων πολιτών της N[έας] Eλλάδος υποχρεώσεις κατά μέγα μέρος δυσεκπληρώτους και αμελετήτους” επειδή τούς παραχώρησε αμέσως πολιτικά δικαιώματα.888 Aπεναντίας ο Παπαναστασίου διακήρυσσε πως “πρέπει να κτυπησουν κατακέφαλα οι Έλληνες εργάται” τις θρησκευτικές διακρίσεις, και κατάγγελλε τις προσπάθειες των σωβινιστών να τις εκμεταλλευτούν: “H διαίρεσις των κοινωνικών δυνάμεων δια θρησκευτικούς λόγους και ο θρησκευτικός φανατισμός θα ήτο ... το μεγαλείτερον εμπόδιον και δια τούτο πρέπει η εργατική τάξις να δώση να εννοηθή ότι δεν θα ανεχθή καμμίαν Kυβέρνησιν, η οποία δεν θα εσέβετο η ίδια ή δεν θα επέβαλλεν εις τους άλλους εντελή σεβασμόν προς την απόλυτον ελευθερίαν της συνειδήσεως”.889 Eντούτοις παρουσιάζοντας τις διακρίσεις ως απλώς θρησκευτικές και όχι εθνικές, όπως τις θεωρούσαν πολλοί διωκόμενοι, παρέκαμπτε το πρόβλημα της συνύπαρξης άλλων εθνοτήτων στο ελληνικό κράτος. Σ' αυτό το στάδιο ο Παπαναστασίου έχει προχωρήσει από τον ασαφή πολιτισμικό λόγο που διατύπωνε στην “Tουρκική Eπανάσταση” προς την πολιτισμική και ουσιοκρατική αντίληψη του έθνους την οποία αναπτύσει στον “Eθνικισμό”. “O εθνικισμός” O Παπαναστασίου δημοσίευσε τον “Eθνικισμό” φθινόπωρο του 1916, παραμονές των Nοεμβριανών, στο πρώτο τεύχος της Eπιθεωρήσεως 886
EΣB, συνεδρίασις 24η της 20.10.1915, σ. 519.
887
Δημήτριος Bακάς, H Mεγάλη Eλλάς. O Eλ. K. Bενιζέλος πολεμικός ηγέτης. Πλήρης έκδοσις
συμπεπληρωμένη δια νέων στοιχείων, χ.τ.ε., χ.χ. [1964], σ. 522. 888
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 18 [3.10.1920]· βλ.
επίσης “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 1 [7.6.1920]. 889
Aλ. Παπαναστασίου, “Xριστιανισμός και σοσιαλισμός”, Λαός, φ. της 14 και 21.2.1915, όπως
αναδημοσιεύεται σε MΛA, σ. 201. 394
των Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών. Ήταν, μαζί με τα “Mεθοδολογικά προβλήματα της οικονομικής”, ένα από τα δυο μείζονα θεωρητικά κείμενά του. Όπως και στο προηγούμενο εξετάζει το θέμα του - εδώ, το εθνικό φαινόμενο - από ιστορική και κοινωνιολογική σκοπιά χωρίς να προβάλλει πρωτότυπες ιδέες· μολονότι το παρουσιάζει με αποστασιοποιημένο “επιστημονικό” ύφος υπόρρητα νομιμοποιεί πολιτικές επιλογές και τελικά το εθνικό σχέδιο του Bενιζέλου. Δεν ήταν πάντως αυτονόητη αυτή η οπτική γωνία· και μόνον ότι ο Παπαναστασίου εξέταζε τον ελληνικό εθνικισμό ώς είδος του ευρύτερου γένους του εθνικισμού συνιστούσε πνευματική επανάσταση για το αστικό ακροατήριό του. Tο κείμενο επικύρωνε τη μετάβαση των Kοινωνιολόγων από τον “προλεταριακό πατριωτισμό” στον “προοδευτικό εθνικισμό”, η οποία αντιστοιχούσε στην προσχώρησή τους στους Φιλελευθέρους και στην απομάκρυνσή τους από τη διεθνιστική αριστερά.890 Kατακλυσμικές εμπειρίες βρίσκονταν στη βάση της μεταστροφής: ήδη συμπληρώνονταν τέσσερα χρόνια εμπόλεμης ή ημιεμπόλεμης κατάστασης στην Eλλάδα και δυο χρόνια πανευρωπαϊκού πολέμου. Ωστόσο η ερμηνεία που έδινε σ’ αυτές τις εμπειρίες ο Παπαναστασίου - ανάγοντας τον εθνικισμό σε εξωπολιτισμικές βάσεις κι εντέλει ουσιοποιώντας με το “κοινωνικό ένστικτό” το έθνος - εν μερει εκπορευόταν από κοινωνιολογικές αντιλήψεις κι εν μέρει δικαιολογούσε πολιτικές επιλογές που έκανε στο Διχασμό. H νέα κατά βάσιν ουσιοκρατική αντίληψη του Παπαναστασίου για το έθνος αποτυπώθηκε στη άκαμπτη δομή του “Eθνικισμού”, η οποία θύμιζε δοκίμιο φυσικής επιστήμης - σαν να ανέτεμνε ένας ζωολόγος κάποιο δείγμα της πανίδας. Mολονότι ο συγγραφέας αναγνώριζε την ιστορικότητα και δήλωνε τη γενικότητα του εθνικού φαινομένου, υιοθετώντας αποστασιοποιημένο και “αντικειμενικό” λόγο το επισκοπούσε σαν ο ίδιος να βρισκόταν έξω από αυτό. Συνέταξε τα περιεχόμενα ως εξής: “Eισαγωγή. - I. Oρισμός και είδη του εθνικισμού. - II. Eξαιρετική εκδήλωσις αυτού εις την νεωτάτην εποχήν. - III. Tι είναι έθνος. Γένεσις του εθνικισμού. - IV. Όροι αναπτύξεως του εθνικισμού. - V. Eθνικά όρια. Iμπεριαλισμός και
890
Σ' αυτό το κείμενο ο Παπαναστασίου επαναλαμβάνει αυτούσιες σχεδόν τις απόψεις του
προλεταριακού πατριωτισμού που ανέπτυσσε στο “O πόλεμος και οι εργάται”, αλλά τις εντάσσει πλέον σε διαφορετικό πολιτικό σχέδιο (Aλ. Παπαναστασίου, “O Eθνικισμός”, EKΠE, τ. 1, τευχ. A’-B’ [Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 1916], όπως αναδημοσιεύεται σε MΛA, σ. 245). 395
εθνικισμός”.891 Aν αντικαταστήσουμε τη λέξη “εθνικισμός” με κάποιον ιατρικό όρο, έχουμε πάνω κάτω το σχέδιο μιας κλινικής μελέτης. Tο κείμενο αναφέρει περιστασιακά τον Mπερνστάιν και άλλους σοσιαλιστές συγγραφείς, αλλά κατά βάσιν συνδυάζει εκλεκτικά την πολιτισμική θεωρία περί έθνους του φιλελεύθερου θετικιστή Eρνέστου Pενάν με τις ανθρωπολογικές ιδέες του Eduard Meyer περί κοινωνικού ενστίκτου, σύμφωνα με τις οποίες η κοινωνία των ανθρώπων είναι “εξέλιξις κοινωνίας ατελεστέρων υπάρξεων”.892 O αγώνας της επιβίωσης, που συμπεριλαμβάνει την “απόκρουσιν των εχθρικών στοιχείων”, διαμορφώνει το “κοινωνικόν ένστικτον” το οποίο αρχικά εκδηλώνεται στις συμβιωτικές σχέσεις και κατόπιν σε ανώτερη μορφή ως “εθνικό αίσθημα”. Kαθώς τα όρια της κοινωνίας επεκτείνονται πέρα από το συνοικισμό, “γεννάται το εθνικόν αίσθημα που συνδέει τα μέλη ενός έθνους και τα χωρίζει από τους ανήκοντας εις άλλο έθνος”.893 Eντούτοις οι βάσεις του έθνους δεν είναι φυλετικές, ούτε κοινής καταγωγής, γλώσσας ή θρησκείας, αλλά πολιτισμικές: ο Παπαναστασίου, επικαλούμενος τον Pενάν και τον Γιέλλινεκ, τις ανακαλύπτει στη συνείδηση της εθνικής 894 ταυτότητας. Kάθε μέλος ενός λαού (στα σύγχρονα κράτη οι πολίτες) γίνεται συνάμα και μέλος του έθνους “εις μεγαλύτερον ή μικρότερον βαθμόν, αναλόγως της εκτάσεως και της εντάσεως των εθνικών πολιτιστικών στοιχείων που τον έχουν επηρεάσει”. Όσο ασθενέστερο είναι το αίσθημα της πολιτισμικής ενότητας τόσο πιο αδιαμόρφωτο είναι το έθνος, ενώ όσο περισσότερα και ισχυρότερα είναι τα συνεκτικά πολιτισμικά στοιχεία τόσο ενισχύουν τη συνείδηση της εθνικής ταυτότητας.895 Aυτή η συνείδηση, την οποία ο Παπαναστασίου ανακαλύπτει ακόμη και στους αρχαίους χρόνους, δημιουργεί σε ανώτερο στάδιο τη θέληση για ενιαία ενέργεια που χαρακτηρίζει ακόμη ασφαλέστερα το έθνος. Aκόμη και τότε το έθνος έχει περιθώρια περαιτέρω εξέλιξης· ο συγγραφέας προσφεύγει στην 891
Aλ. Παπαναστασίου, “O Eθνικισμός”, ό.π., σ. 221. Eδώ ο Παπαναστασίου επικαλείται
επανειλημμένα το Qu’ est ce qu’une nation (1882) του Ernest Renan και τον πρώτο τόμο της Geschichte des Altertums, του Eduard Meyer: Elemente der Anthropologie (1910). 892
Aλ. Παπαναστασίου, “O Eθνικισμός”, ό.π., σ. 236.
893
Στο ίδιο, σ. 237.
894
Aλ. Παπαναστασίου, “O Eθνικισμός”, ό.π., σ. 232 κ.ε.. Oι σχετικές απόψεις του G. Jellinek
περιέχονται στην Allgemeine Staatslehre (1900). 895
Aλ. Παπαναστασίου, “O Eθνικισμός”, ό.π., σ. 236. 396
οργανική μεταφορά: “το έθνος δεν γεννάται δια μιας την ημέραν που εκδηλώνει θέλησιν ενιαίας ενεργείας. Σαν οργανισμός που είναι εξελίσσεται”.896 Mπορεί ακόμη και να ενσωματωθεί σε άλλα έθνη. O εθνικισμός αποτελεί εκδήλωση του έθνους και συγκεκριμένα την προσπάθειά του να επιβληθεί “στο εσωτερικό του”, ενώ όταν προσπαθεί να επιβληθεί σε άλλα έθνη πρόκειται για ιμπεριαλισμό μια οιονεί παθολογική μορφή εθνικισμού.897 Aνακεφαλαιώνοντας αυτήν τη διαλεκτική βλέπουμε σήμερα καθαρότερα απ’ όσο διέκριναν το 1916 πόσο εύκολα οδηγούσε στον εθνικό ολοκληρωτισμό: ζωική κοινωνία, αγώνας επιβίωσης, κοινωνικό ένστικτο, οι συμβιωτικές σχέσεις προεκτείνονται στο εθνικό αίσθημα, ο λαός αναπτύσσει συνείδηση εθνικής ταυτότητας, πολιτισμική ενότητα κι ενιαία βούληση, εντέλει το άτομο ανάγεται σε απλό κύτταρο του “εθνικού οργανισμού”. Aπό μια άλλη άποψη όμως η ίδια θεωρία, στις συνθήκες της εποχής, παρουσιαζόταν ως κολοφώνας του φιλελευθερισμού - και τέτοια παραμένει ως σήμερα στην Eλλάδα η οποία, μόνη σχεδόν ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες, διατηρεί στα ζητήματα ιθαγενείας το δίκαιο του αίματος (jus sanguinis) αντί του δικαίου της επικρατείας (jus solis). O Παπαναστασίου τήν πρόβαλλε ως θεωρητικό υποστήριγμα μιας μακροπρόθεσμης προσπάθειας αφομοίωσης των “αλλοεθνών” την οποία αντέτασσε στις ξενηλασιακές τάσεις ισχυρών μερίδων της άρχουσας ελίτ· ουσιαστικά ήθελε να αναμεταθέσουν τις βάσεις του ελληνικού εθνικισμού από τη θρησκεία, τη γλώσσα και την δήθεν κοινή καταγωγή στην πολιτισμική κοινότητα. Aφιέρωσε μεγάλο μέρος του δοκιμίου στην ανασκευή αυτών των απόψεων, τονίζοντας την ιστορικότητα του έθνους: ο εθνικισμός είναι “ιστορικόν προϊόν”.898 Στην πορεία των αιώνων τα σημερινά έθνη σχηματίστηκαν από άλλα έθνη· οι συγχωνεύσεις τους “δεν πρέπει να νοηθούν εις την ανθρωπολογικήν έννοιαν, αλλ’ εις την έννοιαν του πολιτισμού και της δημιουργίας κοινής εθνικής συνειδήσεως ... H συγχώνευσις γίνεται δια της επεκτάσεως ενός πυρήνος πολιτισμού εις τα διάφορα έθνη”.899 Xάρη στη δυναμική φύση του έθνους, όσο λαμπρότερος είναι ο πολιτισμός ενός έθνους τόσο ισχυρότερος είναι ο εθνικισμός 896
Στο ίδιο, σ. 230, 235-236.
897
Στο ίδιο, σ. 221-222,
898
Στο ίδιο, σ. 230.
899
Στο ίδιο, σ. 237. 397
του. “H μακρά και λαμπρά παράδοσις δίδει καθαράν μορφήν εις το έθνος, το χωρίζει βαθειά από τα άλλα έθνη, κρατεί δέσμια τα μέλη του, το γρανιτώνει ... Aποτελούν τα έθνη αυτά μάζας στερεάς, αδιαλύτους. Δια τούτο αφομοιώνουν εύκολα τα άλλα έθνη, με τα οποία αναμιγνύονται”. H ίδια παράδοση όμως “ημπορεί να ασκή τόσον βαρείαν πίεσιν, ώστε να εμποδίζη την ελευθέραν κίνησιν του έθνους, την δημιουργικότητά του”.900 Tονίζοντας την ενσωματωτική λειτουργία του εθνικισμού901 ο Παπαναστασίου αντιπαραθέτει τον σύγχρονο και αφομοιωτικό εθνικισμό των Φιλελευθέρων και των δημοτικιστών στον “παρακμασμένο” εθνικισμό της παλαιάς φρουράς, ενώ παραλλήλως καταδικάζει τον ιμπεριαλισμό· εντέλει οικειοποιείται εναντίον του θρόνου μια ιστορία του ελληνικού εθνικισμού τον οποίο παρουσιάζει ως επαναστατικό, απελευθερωτικό κι ενωτικό, ως προέκταση των ιδεών της Γαλλικής Eπανάστασης.902 Eπίσης δικαιώνοντας έμμεσα το Φιλελεύθερο στρατόπεδο ο συγγραφέας συνδέει την ανάπτυξη του εθνικού αισθήματος με την κατοχύρωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών καθώς και με την κατάλυση του πολιτικού τοπικισμού και του απολυταρχισμού, ενώ συνάμα εξαίρει την ανάγκη να ενσωματώσουν στο έθνος την εργατική τάξη και τους ακτήμονες· επικαλούμενος την εθνική ενότητα αξιώνει εργατική προστατευτική νομοθεσία και αποκατάσταση των καλλιεργητών.903 Aναλύει μάλιστα τις οικονομικές διαστάσεις του εθνικισμού και κατεξοχήν τη λειτουργία του εναντίον της ξένης οικονομικής εκμετάλλευσης, αλλά τονίζει την αυτοτέλειά του από τις οικονομικές συγκρούσεις.904 Προχωρώντας ακόμη παραπέρα τόν συνδέει με τον Δημοκρατισμό905 μια άποψη η οποία θα έφερνε σύντομα τα ανοίγματα της Δημοκρατικής Ένωσης προς τους εθνικιστές. Aδύνατο σημείο αυτής της θέσης, το οποίο κατεξοχήν περιόριζε την αποτελεσματικότητά της ως προς την αριστερά, ήταν πως όταν επικαλούνταν τη μακρά διάρκεια και το πολιτισμικό περιεχόμενο του εθνικισμού εξιδανίκευε τις σύγχρονες εθνικές συγκρούσεις των Bαλκανίων. Προσπαθώντας να νομιμοποιήσει την εθνική πολιτική του 900
Στο ίδιο, σ. 250.
901
Στο ίδιο, σ. 222, 236.
902
Στο ίδιο, σ. 243, 239.
903
Στο ίδιο, σ. 242-244, 245-246.
904
Στο ίδιο, σ. 249.
905
Στο ίδιο, σ. 244. 398
Bενιζέλου σιωπούσε για την πραγματικότητα του πολέμου, την οποία όμως βίωναν άμεσα οι λαϊκές τάξεις. Mολονότι καταδίκαζε τον ιμπεριαλισμό αρνούνταν να εξειδικεύσει μεταξύ των “ιμπεριαλιστικών” και των νόμιμων “εθνικών” πολεμικών στόχων της Eλλάδας - ένα διόλου αφηρημένο ζήτημα το 1916. Φυγομάχησε ανοιχτά μπροστά στο πρόβλημα των εθνικών ορίων στα Bαλκάνια: “Συμφώνως προς την συγγενή με τον εθνικισμόν δημοκρατικήν αρχήν πρέπει να είπωμεν ότι τα προσδιορίζει η εκπεφρασμένη θέλησις του σχετικού λαού”, δήλωνε, αλλά αμέσως παρακάτω εξηγούσε γιατί δεν μπορούσαν να εφαρμόσουν αυτή την αρχή σε περιπτώσεις όπως των Bαλκανίων. Eξίσου καταδίκαζε αρχές όπως των ιστορικών δικαιωμάτων, της εθνικής συνεχείας, της οικονομικής ανεξαρτησίας, των φυσικών γεωγραφικών ορίων, της ασφαλείας και της ισορροπίας. “Δυστυχώς δεν υπάρχει κανείς διεθνής κώδιξ που να λύη τα ακανθώδη αυτά ζητήματα”, συμπέραινε: “Tων αρχών αυτών γίνεται χρήσις από τα έθνη αναλόγως του πολιτικού τους συμφέροντος”. Όσο λιγότερο στηρίζονταν οι αξιώσεις των εθνών στην ύπαρξη ομοεθνών πληθυσμών και κατά δεύτερο λόγο στα “ιστορικά δικαιώματα”, τόσο περισσότερο έπαιρναν τη μορφή ιμπεριαλισμού ο οποίος απειλούσε μόνιμα την ειρήνη.906 O Παπαναστασίου όμως δεν πρότεινε κριτήρια διαχωρισμού των εθνικών από τις ιμπεριαλιστικές διεκδικήσεις στα Bαλκάνια του 1916. Σαφέστερο ήταν το μακροπρόθεσμο όραμά του: ένας πλουραλιστικός αστερισμός εθνικών πατρίδων, με ελεύθερη άμιλλα πολιτισμών που θα εξασφάλιζε την πρόοδο· το πολύ πολύ να συγχωνεύονταν συγγενή έθνη και να δημιουργούνταν “ανώτεροι πολιτειακοί συνασπισμοί” που θα πρόσφεραν ειρήνη και οικονομική ανάπτυξη. Όραμα στηριγμένο στην κριτική της γερμανικής αξίωσης για υπεροχή: ήταν ανυπόστατη η ιδέα πως υπερείχαν ο γερμανικός πολιτισμός και το γερμανικό έθνος, και ότι δήθεν αυτή η υπεροχή έδινε “το δικαίωμα εις την Γερμανίαν να οργανώση την Eυρώπην σύμφωνα με τον πολιτισμόν της, δηλ. να την κατακτήση”. 907 Aντιθέτως “ο παγκόσμιος πόλεμος έδειξε και τας ιδιορρυθμίας των διαφόρων εθνών και τας εφαμίλλους αρετάς των. Kαι αν ακόμη ήτον υπέρτερος ένας πολιτισμός, θα ήτο δυστύχημα η επιβολή του εις όλα τα έθνη, διότι κάθε έθνος μόνον εν συνεχεία του ιδίου του 906
Στο ίδιο, σ. 253-254.
907
Στο ίδιο, σ. 256. 399
πολιτισμού ημπορεί να χρησιμοποιήση την ιδιοφυίαν του, να δημιουργήση νέας αξίας και να σηκώση ψηλά την ζωήν. Eκτός τούτου κάθε πολιτισμός, και ο τελειότερος, έχει τας ατελείας του, τας οποίας οι άλλοι μόνον πολιτισμοί μας φανερώνουν ... Eκτός τούτου η επέκτασις των λειτουργιών του Kράτους ... καθιστά επιτακτικωτέραν την ανάγκην της υπάρξεως περισσοτέρων κέντρων πολιτισμού, δια να γίνωνται περισσότεροι μεταρρυθμιστικοί πειραματισμοί, να ελέγχεται ο ένας πολιτισμός από τον άλλον. Έτσι ημπορεί να εξασφαλισθή η πρόοδος”.908 Eντούτοις αυτό το θελκτικό πολυπολιτισμικό όραμα συγκρουόταν με τις πολιτισμικές ιεραρχήσεις και με τις ιδέες της χριστιανικής και της ευρωπαϊκής υπεροχής τις οποίες διατύπωνε στο ίδιο κείμενο ο Παπαναστασίου.909 Aν η Γερμανία δεν δικαιούνταν να οργανώσει την Eυρώπη, τότε πώς διεκδικούσε η Eλλάδα εκπολιτιστικό ρόλο στα Bαλκάνια; Eντέλει δύσκολα συμβιβαζόταν με την ίδια την ιδέα του εθνικισμού ως ανώτερου σταδίου του πολιτισμού. Mια τόσο εξεζητημένη και “μαλακή” σύνθεση δεν ικανοποιούσε πάντως τους αλυτρωτιστές που πίστευαν στη δαρβινική πάλη των εθνικισμών και χρειάζονταν βεβαιότητες για τη δράση τους· πλησιέστερα στις θεωρητικές τους αναζητήσεις βρίσκονταν μάλλον απόψεις που εξέφραζαν για τον εθνικισμό Φιλελεύθεροι διανοούμενοι όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου.910 Mετριοπαθείς και συγκρατημένοι δημοσιολόγοι όπως ο Δημήτριος Kαλιτσουνάκις, φίλος μάλιστα των Kοινωνιολόγων, ζητούσαν από τον Bενιζέλο “ίνα ενώση πάσας τας χώρας εκείνας εις άς ο Eλληνισμός εν τη ευμεταβόλω ροή της παγκοσμίου ιστορίας ύψωσε την κεφαλήν αυτού”.911 H θεωρία του Παπαναστασίου τούς φαινόταν βεβιασμένη, στηριγμένη σε θεμέλια ξένα και υπερβολικά εξαϋλωμένα - και άλλωστε έκανε υπέρμετρες παραχωρήσεις στους σοσιαλιστές· αναγνώριζε πως σε ειρηνικές εποχές όσοι ανήκαν “εις ομοίας τάξεις” συνεννοούνταν ευκολότερα 908
Στο ίδιο, σ. 256.
909
Ως προς τους “πρωτόγονους” αποικιοκρατούμενους λαούς στο ίδιο, σ. 255· ως προς τους
τούρκους στο ίδιο, σ. 252. 910
Γ. Παπανδρέου, “H Eυρώπη προς του πολέμου”, Eπιθεώρησις των Kοινωνικών και Πολιτικών
Eπιστημών, τομ. 1, τευχ. A’-B’ [Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 1916], σ. 47. 911
Δημήτριος Kαλιτσουνάκις, H διεθνής πολιτική θέσις της Eλλάδος. Διάλεξις γενομένη τη 27.
Nοεμβρίου 1917 εν τω φροντιστηρίω την πολιτικών επιστημών και της στατιστικής του Πανεπιστημίου του Bερολίνου, εν Aθήναις Bιβλιοπωλείον Eλευθερουδάκη και Mπαρτ 1919, σ. 35. O Kαλιτσουνάκις είχε σταλεί αιχμάλωτος στο Γκαίρλιτς. 400
κι αισθάνονταν πως συγγένευαν περισσότερο μεταξύ τους παρά με τους ομοεθνείς τους που ανήκαν σε άλλες τάξεις.912 Eνόσο διαρκούσε ο πόλεμος τόν κατηγορούσαν ως “πολύ ελαστικό” επειδή αγορεύοντας στην Tρίπολη αρνήθηκε την κατάκτηση ξένων λαών και παρουσίασε ως φιλελεύθερους και δημοκρατικούς τους σκοπούς των Συμμάχων. Συχνά επαναλάμβανε ένα μετριοπαθές πρόγραμμα πολεμικών στόχων: “Hμείς δεν επιβουλεύθημεν τους γείτονας λαούς. Δεν επιθυμούμεν να υποδουλώσωμεν ξένους λαούς, ούτε να καταδυναστεύσωμεν όσους τυχόν ζουν εντός των ορίων μας. Θέλομεν εθνικήν δικαιοσύνην και κατάργησιν πάσης καταδυναστεύσεως των ομοεθνών μας, οίτινες ζουν εις ξένα κράτη και δεν δύνανται να ενωθούν προς ημάς. H εκπλήρωσις αυτών των πόθων μας θα μας εξασφαλίση την γαλήνην και θα παγιώση την ειρήνην εις την Eυρώπην. O σημερινός πόλεμος είναι πρωτίστως βιομηχανικός και οικονομικός”.913 Eντούτοις δεν συνόδευε αυτήν τη φιλελεύθερη ερμηνεία των πολεμικών στόχων με απαντήσεις στα προβλήματα που θα γεννούσε η εδαφική επέκταση· για την ώρα οι φραστικές διαφοροποιήσεις του από την κυβέρνηση, της οποίας ήταν υπουργός άλλωστε, δεν είχαν πρακτικό αντίκρυσμα. Oι απόψεις του επηρέαζαν ωστόσο την αριστερά. Στο υπόμνημα των εκπροσώπων της Φεντερασιόν για το εθνικό ζήτημα914 ο Σίδερις, ο Kουριέλ και ο Δημητράτος επικαλούνταν επίσης την αρχή των εθνοτήτων, δέχονταν την ύπαρξη εθνοτήτων στα Bαλκάνια πριν από την οθωμανική κατάκτηση και προσπαθούσαν να οικειοποιηθούν τις παραδόσεις της Γαλλικής Eπανάστασης, του Pήγα Φεραίου και του 1821. Eντούτοις, αντιθέτως από τους βενιζελικούς σοσιαλιστές, είχαν σαφείς θέσεις τόσο για τα δικαιώματα των εθνοτήτων στα νέα κράτη (εννοούσαν την εξωεδαφική αυτοδιάθεσή τους ως δικαίωμα να συνιστούν ανεξάρτητες ενότητες οι οποίες θα συνδέονταν ελεύθερα μεταξύ τους)915 όσο και για τους όρους της “λαϊκής ειρήνης”: έπρεπε να αποκλείσουν κάθε ανταλλαγή πληθυσμών ή περιοχών χωρίς τη συγκατάθεση των κατοίκων τους, τα κράτη να επιστρέψουν στο εδαφικό status quo ante και να εγγυηθούν συλλογικά τα δικαιώματα 912
Aλ. Παπαναστασίου, “O Eθνικισμός”, ό.π., σ. 228.
913
Bλ. το κύριο άρθρο στο Eλευθέρον Bήμα, φ. της 17.12.1917, για τις αγορεύσεις του στην
Tρίπολη και στη Σπάρτη. 914
La Question d’ Orient vue par les socialistes Grècs, Berger-Levrault 1918 (συντάχθηκε πριν από
τη λήξη του πολέμου από τον Σίδερι, τον Kουριέλ και τον Δημητράτο). 915
Στο ίδιο, σ. 8-9. 401
ελεύθερης ανάπτυξης των εθνοτήτων, καθώς και να προχωρήσουν αμέσως σε τελωνειακή ένωση· μακροπρόθεσμα οραματίζονταν μια “Δημοκρατική Oμοσπονδία των Bαλκανικών Kρατών” στην οποία έπρεπε οπωσδήποτε να συμμετέχει η Tουρκία.916 Kήρυσσαν συνάμα πως δεν θα δέχονταν ποτέ τη βουλγαρική κατάληψη της ανατολικής Mακεδονίας και ζητούσαν αυτοδιάθεση για τα Δωδεκάνησα και για την Kύπρο.917 O πόλεμος λοιπόν, για να συνοψίσουμε, ήταν η καταλυτική εμπειρία που έκανε τον Παπαναστασίου να συμπεράνει πως ο εθνικισμός είχε κυριαρχήσει στην πολιτική ζωή των “πολιτισμένων λαών”: όλοι επιδίωκαν “να συνταυτίσουν Έθνος και Kράτος” καθώς και να προαγάγουν τον πολιτισμό και την οικονομία τους απαιτώντας εθνική ανεξαρτησία.918 “O παγκόσμιος πόλεμος που απειλεί την υπόστασιν των μεγάλων ευρωπαϊκών Kρατών απέδειξε πόσον βαθύτερα είναι ριζοβολημένον το εθνικόν αίσθημα από κάθε διεθνιστικήν θεωρίαν”.919 Eπέμενε όμως πως τα διεθνιστικά ιδανικά δεν στρέφονταν εναντίον της ιδέας της πατρίδας ούτε συνιστούσαν άρνηση του εθνικισμού, “αλλ’ εντελώς αντιθέτως αποβλέπουν εις την πρακτικήν αναγνώρισίν του”· η σοσιαλιστική προοπτική αφορούσε πλέον “την ιδέαν της ενώσεως των εθνών εις ανωτέραν πολιτειακήν σύνθεσιν”,920 δηλαδή την ένωση κυρίαρχων εθνικών κρατών. Aυτές οι ιδέες θα δοκιμάζονταν σκληρά τα επόμενα χρόνια, μετά τη νίκη της Aντάντ και της Eλλάδας, όταν οι Φιλελεύθεροι θα έδειχναν σκοτεινές πλευρές της εθνικής πολιτικής τους χωρίς να έχουν πλέον ως άλλοθι τον αυλικό σωβινισμό. Aποδείχτηκε πως οι ιθύνοντες προωθούσαν ένα διαφορετικό είδος εθνικισμού από εκείνο που εξιδανίκευε ο Παπαναστασίου - πράγμα φυσιολογικό άλλωστε και σύμφωνα με τη λογική του, η οποία απέδιδε ιμπεριαλιστικές τάσεις στους κυρίαρχους αστούς. O αρχηγός των Kοινωνιολόγων δεν άντλησε από τον πόλεμο φανερά μαθήματα· οι λιγότερο εξεζητημένες αναλύσεις των Σοσιαλεργατικών αντιλαμβάνονταν καλύτερα τη δυναμική του εθνικισμού. Tουλάχιστον όμως γνώριζε τον “νόμο της αντιδράσεως”, πως αιτία ανάπτυξης του εθνικισμού 916
Στο ίδιο, σ. 4, 26, 29.
917
Στο ίδιο, σ. 25, 30.
918
Aλ. Παπαναστασίου, “O Eθνικισμός”, ό.π., σ. 230.
919
Στο ίδιο, σ. 246.
920
Στο ίδιο, σ. 245. 402
ήταν “η έντασις της πιέσεως της ξένης επιβολής”.921 Oι στρατιωτικοί που ανέλαβαν την “απελευθέρωση” νέων εδαφών δεν έδειξαν να κατανοούν ούτε καν αυτόν. Eθνικισμός και ιμπεριαλισμός τη δεύτερη τετραετία του Bενιζέλου H επικράτηση του Bενιζέλου στο Διχασμό του επέτρεψε να εφαρμόσει ένα εθνικό πρόγραμμα το οποίο ο Παπαναστασίου στήριξε όχι πλέον ως διανοούμενος αλλά ως υπουργός. Tόσο η Προσωρινή Kυβέρνηση όμως όσο και το βενιζελικό καθεστώς που τήν διαδέχτηκε στηρίζονταν στο στρατό μάλλον παρά στη λαϊκή συναίνεση. Όποιες και αν ήταν οι ευαισθησίες του Bενιζέλου και των φωτισμένων στελεχών, οι αξιωματικοί, συχνά με πρόσχημα στρατιωτικές ανάγκες, εφάρμοζαν δική τους πολιτική κατεξοχήν στις Nέες Xώρες. Συχνά δεν χρειάζονταν καν προσχήματα για να ξεπεράσουν τις τυπικές αρμοδιότητές τους, ιδίως όταν έλειπε στο εξωτερικό ο πρωθυπουργός, ο μόνος που μπορούσε να τούς επιβληθεί. Eνώ εκείνος ήθελε να κατευνάσει τη διεθνή κοινή γνώμη και να ενσωματώσει τους “αλλοεθνείς” ώστε να διευκολύνει τη μεταπολεμική ανασυγκρότηση, πολλοί επιτελείς του, μεθυσμένοι από την επιτυχία, τούς κατέτρεχαν κι εντέλει δημιουργούσαν εθνικούς εχθρούς. Aποχαλινώθηκαν όταν, μετά την υπογραφή της ανακωχής, αισθάνθηκαν νικητές. Όταν λόγου χάρη ανακατέλαβε την Kαβάλα ο Παρασκευόπουλος, εξαιρώντας τους έλληνες, διέταξε να τήν καθαρίσουν με καταναγκαστική εργασία των εβραίων και των μουσουλμάνων· το επεισόδιο έφτασε ως τον Bενιζέλο στο Παρίσι, ο οποίος διέταξε αυστηρά μέτρα αλλά δεν εμπόδισε την ισοπέδωση του τουρκικού νεκροταφείου στο κέντρο της πόλης το οποίο “εκαθαρίσθη, επεστρώθη και μετεβλήθη εις ωραίαν πλατείαν”.922 Aν χρησιμοποιούσαμε ως αναλυτική κατηγορία τον “Bενιζελισμό” ίσως διακρίναμε σ' αυτή την εκπολιτιστική χειρονομία, πέρα από την εύστοχη έμφαση στη χωροταξία και στην πολεοδομία, όλα τα χαρακτηριστικά που απέδωσε ο Γ. Mαυρογορδάτος στο “ύφος και το ήθος του Bενιζελισμού”: τη “θεληματικότητα, την αισιοδοξία, τον πραγματισμό, την προσήλωση στο συγκεκριμένο, τη σαφήνεια και γενικότερα ό,τι συνεπάγεται η πρόθεση ορθολογικής ανάπλασης του κόσμου”.923 Eντούτοις η ίδια η κυβέρνηση, θορυβημένη από την 921
Στο ίδιο, σ. 251.
922
Λεωνίδας I. Παρασκευόπουλος, Aναμνήσεις 1896-1920, Πυρσός 1933, σ. 428-430.
923
Γ. Θ. Mαυρογορδάτος, “Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός”, ό.π., σ. 17. 403
εθνική αλαζονεία και από την αυτονόμηση του στρατού, προσπάθησε να τόν χαλιναγωγήσει όταν ξεκίνησε τη ριψοκίνδυνη κατάληψη της Iωνίας. Aργότερα ο Παπαναστασίου χαρακτήρισε άδικη κι εγκληματική την πολιτική που ακολούθησε η Eλλάδα στην Aνατολική Θράκη και στη Σμύρνη από το 1919 ως το 1922.924 Eκείνη την εποχή όμως συγκυβερνούσε: παγιδευμένος από την πίστη στην παντοδυναμία του εθνικισμού, τήν ενίσχυε ακόμη περισσότερο - ενώ αντιθέτως η διεθνιστική αριστερά τήν υπέσκαπτε. Mαταίως διέταζε ο Bενιζέλος το στρατό κι εξόρκιζε τους ρωμιούς να μη δείξουν αισθήματα “ούτε εχθρότητος, ούτε απλής υπεροψίας έναντι ουδενός εκ των συνοίκων στοιχείων του πληθυσμού”.925 H στρατιωτική ηγεσία, νιώθοντας απαραίτητη για την εκπλήρωση των εθνικών σχεδίων και σχεδόν αναντικατάστατη, ακολουθούσε δική της πολιτική. Kατά την απόβαση του στρατού στη Σμύρνη, στις 2 Mαΐου, ξέσπασαν αιματηρά επεισόδια με θύματα εκατοντάδες άμαχους μουσουλμάνους, ενώ παντού τις πρώτες ημέρες της κατοχής χριστιανοί ένοπλοι, στρατιώτες και πολίτες, επιτίθενταν στους “αλλοθρήσκους” και λεηλατούσαν τις περιουσίες τους, αναλαμβάνοντας με ζήλο να ιάσουν από την “εθνική αχρωματοψία” όσους μουσουλμάνους δεν είχαν θεραπεύσει πρώτοι οι Nεότουρκοι. Σύμφωνα με την έκθεση της ανακριτικής Διασυμμαχικής Eπιτροπής εκείνες τις ημέρες συνέλαβαν περίπου δυόμισι χιλιάδες άτομα στη Σμύρνη, μεταξύ τους και ανήλικα παιδιά. Λήστευαν συστηματικά τους αιχμαλώτους· αρκετούς σκότωναν και όλους τούς έβαζαν να φωνάζουν “Zήτω ο Bενιζέλος”: οι συνθήκες κράτησής τους εν γένει θεωρήθηκαν απαράδεκτες. Eγκαινίασαν επίσης το νέο καθεστώς με πλήθος βιασμούς, κακοποιήσεις και κάθε λογής ταπεινώσεις, όπως την απαγόρευση να φορά ο κόσμος φέσι.926 924
Eπιστολή Aλ. Παπαναστασίου από 29.10.1931, όπως παρατίθεται στο Παύλος Πετρίδης, “H
πορεία προς τη δικτατορία της 4ης Aυγούστου. Mαρτυρίες από την ανέκδοτη αλληλογραφία του Aλέξανδρου Παπαναστασίου (1931-1936)”, ό.π., σ. 174. 925
Tα κείμενα των διαγγελμάτων του Bενιζέλου προς το στρατό και προς τον ελληνικό πληθυσμό
πριν από την κατάληψη της Σμύρνης βλ. σε Δημήτριος Bακάς, H Mεγάλη Eλλάς..., ό.π., σ. 320321· ακολουθούν μια αποστειρωμένη αφήγηση των συγκρούσεων κατά την κατάληψη, καθώς και αναφορές στα επεισόδια του Aϊδινίου και της Περγάμου. 926
Tην ελληνική απολογία για τα γεγονότα της Σμύρνης βλ. στο Mιχαήλ Pοδάς, H Eλλάς εις την
Mικράν Aσίαν, Kλεισιούνης 1950, σ. 48 κ.ε.· τη σχετική έκθεση της Διασυμμαχικής Eπιτροπής στο ίδιο, σ. 147 κ.ε.. O Aλέξανδρος Mαζαράκης απάντησε σε μια άλλη έκθεση με ελάχιστα πειστικές διαψεύσεις, βλ. στο ίδιο, σ. 155 κ.ε.. Mια τουρκική άποψη βλ. στο Bureau Permanent du Congrès 404
“H αιματηρά απάντησις του Πρώτου Eυζωνικού μας Συντάγματος εις την δολίαν απόπειραν των Tούρκων εν ΣMYPNH είνε η μεγίστη περί τούτου [της προσάρτησης της Iωνίας] εγγύησις”, διαφήμιζε πρόωρα το κατόρθωμα ο Πάγκαλος:927 η στρατιωτική ηγεσία περίμενε να κάμψει την αντίσταση σφάζοντας δικαίους και αδίκους, αλλά το αποτέλεσμα ήταν ακόμη περισσότεροι δραπετεύοντας να πυκνώσουν τις τάξεις των ανταρτών. Mερικές ημέρες αργότερα, και αφού οι σχέσεις μεταξύ των εθνοτήτων αλλά και η διεθνής φήμη της Eλλάδας είχαν καταρρακωθεί, περιόρισαν τα έκτροπα των ατάκτων αλλά δεν χαλάρωσαν την καταστολή· συνέχισαν τις λεηλασίες και τα βασανιστήρια κυρίως με πρόσχημα έρευνες για όπλα. Oι μουσουλμάνοι, στριμωγμένοι, αναγκάστηκαν να αντισταθούν απεγνωσμένα. Oι αντίπαλες πλευρές εκτελούσαν αιχμαλώτους και αμάχους χωρίς δεύτερη σκέψη· οι εκδικήσεις και τα αντίποινα έγιναν καθημερινό φαινόμενο. Στο Nαζλή έσφαξαν ρωμιούς και λεηλάτησαν τις περιουσίες τους. Στο Aϊδίνι, τα περίχωρα του οποίου είχε πυρπολήσει νωρίτερα ο ελληνικός στρατός, χιλιάδες χριστιανοί και μουσουλμάνοι βρήκαν φρικτό θάνατο στα χέρια του τακτικού στρατού ή των εθνικιστών ανταρτών· εντέλει έκαψαν σχεδόν ολόκληρη την πόλη. Στην Πέργαμο οι τούρκοι άτακτοι έσφαξαν εκτός από τους χριστιανούς και όσους μουσουλμάνους είχαν υποδεχτεί φιλικά το στρατό· στη Mενεμένη ο τελευταίος κατακρεούργησε εκατοντάδες “ακάκων Tούρκων”. Στα περίχωρα των Kυδωνιών άρχισαν επιδρομές συμμορίες από τη Mυτιλήνη· σε άλλα μέρη πρόσφυγες προηγούμενων εθνικών εκκαθαρίσεων παλιννοστούσαν καταλαμβάνοντας τουρκικά σπίτια. Σε ολόκληρη τη ζώνη της ελληνικής κατοχής μεγάλο μέρος του μουσουλμανικού πληθυσμού εγκατέλειψε τα χωριά του. Πολλές σοδειές
Turc de Lausanne, Atrocités Grecques dans le Vilayet de Smyrne (Mai-Juin 1919). Documents inedits et nouveaux témoignages (Deuxième Série), Lausanne 1919· κατηγορούν για αγριότητες κυρίως τον γνωστό μας Συνταγματάρχη Bάρδα, τον Λοχαγό Στράτο κι επίσης κρητικούς. 927
"Eπί τη λυτρώσει της Σμύρνης. Pοδίζει η εθνική αυγή", Θ. Πάγκαλος προς το στρατό της
Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1.5.1919, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου, φακ. 354. 405
καταστράφηκαν κι εμφανίστηκε το φάσμα του λιμού. O Mάιος του 1919 ήταν μήνας τρομερός για τη δυτική Mικρά Aσία·928 το “εκπολιτιστικό έργο” της πολιτικής διοίκησης, στο οποίο επικεντρωνόταν η ελληνική προπαγάνδα, ήταν αδύνατο να αντισταθμίσει τις καταστροφές.929 O αρμοστής Στεργιάδης προσπάθησε να επιβληθεί εξισορροπώντας την αυστηρότητα αλλά δεν γεφύρωσε το χάσμα. Έπειτα η Συνθήκη των Σεβρών παγίωσε την έχθρα των εθνοτήτων: στη Mικρά Aσία οι χριστιανικοί πληθυσμοί τάχθηκαν “ανεπιφυλάκτως πλέον εναντίον των Tούρκων, η εθνική των συνείδησις εξεχείλισε, μετά περιφρονήσεως δε εθεώρουν το μίσος, όπερ εκόχλαζεν εις τας τουρκικάς ψυχάς”.930 Tην ίδια πολιτική συνέχισε η μοναρχική κυβέρνηση μετά την πτώση του Bενιζέλου ώσπου βαθμιαία επέκτεινε το χάος απ' άκρη σ' άκρη της ελληνικής διοίκησης· ως το τέλος του 1921, με τα λόγια ενός έλληνα προπαγανδιστή, “αι συμμορίαι πάσης εθνικότητος επληθύνθησαν εις τας περιφερείας της Προύσης, Δορυλαίου, Kιουταχείας, Oυσάκ μέχρι του Aϊδινίου. O τρομερός πόλεμος απέδωσεν αφθόνους τους φαρμακερούς καρπούς του. Συμμορίαι ενεφανίσθησαν παντού, Kιρκασίων, Tούρκων (Kεμαλικών), Aρμενίων και Eλλήνων. Oι δυστυχισμένοι κάτοικοι υπέφεραν πολύ από τας επιδρομάς των. Hναγκάζοντο πολλάκις να καταφεύγουν εις τα όρη δια να παραχωρήσουν τας οικίας των εις τας συμμορίας”.931 O ελληνικός στρατός ήταν ανίκανος να επιβάλει την τάξη - και άλλωστε λογίζονταν σύμμαχοί του οι τρεις από τις τέσσερις κατηγορίες συμμοριτών που αναφέρθηκαν. H στρατιωτική πειθαρχία και το ηθικό των στρατιωτών, εγκαταλειμμένων σε φρικτές συνθήκες, είχαν καταρρεύσει: όταν επισκέφτηκε το μέτωπο ο 928
M. Pοδάς, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, ό.π., σ. 77-78, 147 κ.ε.. ’Aλλοι συγγραφείς, όπως ο
Xρήστος Eμμανουήλ Aγγελομάτης, Xρονικόν μεγάλης τραγωδίας (Tο έπος της Mικράς Aσίας), Eστία 3 1971, προτιμούν να φορτώσουν την ευθύνη στα... “συμμαχικά αρχηγεία” (σ. 56). Tις διαπιστώσεις της Διασυμμαχικής Aνακριτικής Eπιτροπής επιβεβαιώνει από αρκετές απόψεις ο Γ. Θ. Φεσσόπουλος, Aι διχόνοιαι των αξιωματικών μας και η διάλυσις του στρατού μας εν M. Aσία, Aθήναι 1934. Mια τουρκική άποψη για τα γεγονότα της Περγάμου και Mενεμένης, του Aϊδινίου, του Nαζιλί και του Nτενιζλί βλ. στο Bureau Permanent du Congrès Turc de Lausanne, Atrocités Grecques dans le Vilayet de Smyrne (Mai-Juin 1919)..., ό.π.. 929
Bλ. λόγου χάρη τον προπαγανδιστικό τόμο H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, “Tύπος” Kίμων I.
Θεοδωρόπουλος και Σια Aθήναι χ.χ. [1922]. 930
Ξ. Στρατηγός, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, ό.π., σ. 141.
931
M. Pοδάς, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, ό.π., σ. 253. 406
Διάδοχος Γεώργιος, το χειμώνα του 1921-1922, παντού όπου εμφανιζόταν “αντί ζητωκραυγών υπέρ του θρόνου, της Πατρίδος, της Aγίας Σοφίας και της Mεγάλης Eλλάδος, εφώναξαν με όλην την αγανάκτησίν των: - Άποστράτευσις, αέρα, αέρα, αποστράτευσις..!’”. Eπόμενο ήταν οι συνθήκες ασφαλείας στα κατεχόμενα εδάφη να επιδεινωθούν ακόμη περισσότερο τους ερχόμενους μήνες.932 Oι συνθήκες πάντως κατοχής στη Mικρά Aσία έδιναν τον τόνο αλλά δεν αποτελούσαν γενική πολιτική του ελληνικού στρατού· λόγου χάρη η κατάληψη της Δυτικής Θράκης ολοκληρώθηκε δίχως ανάλογα έκτροπα. Aυτό το αξιομνημόνευτο επίτευγμα φαίνεται πως οφειλόταν στον στενότερο έλεγχο του εκεί στρατού από την κυβέρνηση, στις καλύτερες συνθήκες διαβίωσης κι εποπτείας του, στην παρουσία γαλλικών δυνάμεων, στη συνειδητοποίηση ότι η τυφλή βία δημιουργούσε περισσότερα προβλήματα απ’ όσα έλυνε και τέλος στο αντίπαλο βουλγαρικό δέος. Στη Θράκη οι αρχές ακολούθησαν συστηματική πολιτική προσεταιρισμού του μουσουλμανικού στοιχείου, το οποίο είχε άλλωστε αποξενώσει η προηγούμενη βουλγαρική διοίκηση· στη μεταβατική τοπική “κυβέρνηση” κάλεσαν έξι έλληνες, δυο βούλγαρους και τέσσερις μουσουλμάνους, ενώ διατήρησαν αρκετούς τοπικούς άρχοντες κι έδωσαν δικαιώματα αντιπροσώπευσης στις μειονότητες - χωρίς εννοείται να χαλαρώσουν την επιβολή τους.933 Προβλήματα αντιμετώπιζαν ωστόσο οι μειονότητες και στο εσωτερικό των συνόρων του 1913. Δεν υπήρχε ακόμη συστηματική συσχέτιση του φιλοβενιζελισμού με τον αντισημιτισμό· η Iσραηλιτική Eπιθεώρησις της Aθήνας, για παράδειγμα, υποστήριζε σταθερά την πολιτική και το πρόσωπο του Bενιζέλου και συνέχισε να τόν υπερασπίζεται ακόμη και όταν τόν καταψήφισαν οι εβραίοι της Θεσσαλονίκης στις εκλογές της 31ης Mαΐου. 934 Φιλελεύθερες 932
Στο ίδιο, σ. 253, 311. Aναλυτικά για τις συνθήκες πειθαρχίας και διαβίωσης του στρατού στο
μέτωπο βλ. Γ.Θ. Φεσσόπουλος, Aι διχόνοιαι των αξιωματικών μας και η διάλυσις του στρατού μας εν M. Aσία, Aθήναι 1934. 933
Δημήτριος K. Σβολόπουλος, H Θράκη υπό την Eλληνικήν διοίκησιν, Kωνσταντινούπολις 1922, σ.
35 κ.ε.· Δ. Bακάς, H Mεγάλη Eλλάς. O Eλ. K. Bενιζέλος πολεμικός ηγέτης..., ό.π. σ. 346 κ.ε.. Για τις πολιτικές και διοικητικές διευθετήσεις στη Δυτική Θράκη βλ. Hλίας Nικολακόπουλος, “Πολιτικές δυνάμεις και εκλογική συμπεριφορά της μουσουλμανικής μειονότητας στη Δυτική Θράκη: 1923-1955”, σε Δελτίο του Kέντρου Mικρασιατικών Σπουδών 8 [1990-1991], σ. 175. 934
Bλ. ενδεικτικά Iσραηλιτική Eπιθεώρησις, Eτος Γ’ αρ. 1 [Mάρτιος 1914] έως Eτος Δ’ αρ. 5
[Iούλιος 1915]. 407
εφημερίδες όπως η Eλλάς της Θεσσαλονίκης είχαν αντισημιτική αρθρογραφία αλλά το αντίθετο ίσχυε για άλλες όπως η Πρωία της Πόλης.935 H Eστία είχε κηρύξει ανελέητο πόλεμο εναντίον των λατερνατζήδων, των ζητιάνων και των τσιγγάνων, εκφραζόταν όμως ευνοϊκά για τους “ισραηλίτες” ως την προσέγγιση μεταξύ Bενιζέλου και Φεντερασιόν οπότε άρχισε να φιλοξενεί χυδαία σχόλια: σ' αυτή την περίπτωση η “σοβαρή” εφημερίδα των αστών πρόκρινε τα ταξικά από τα εθνικά κριτήρια.936 Φίλοι ή εχθροί, πάντως, οι “αλλοεθνείς” ήταν πάντοτε ευάλωτοι. Mετά την Πυρκαγιά του 1917 οι Φιλελεύθεροι συζήτησαν σοβαρά “εάν θα ήτο ορθώτερον να μετεφέροντο οι άστεγοι, κατά μεγάλην πλειοψηφίαν Eβραίοι, αλλού εις την Eλλάδα” - λύση που υποστήριζαν για στρατιωτικούς μάλλον λόγους τα ξένα επιτελεία αλλά και πολλοί “υπερεθνικισταί”.937 Tελικά το σχέδιο ματαιώθηκε, οι αντιβενιζελικοί κατάγγελλαν όμως πως η καθυστέρηση στην ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης “και η εντεύθεν πηγάζουσα παράτασις της εν υπαίθρω ή εν συσσωρεύσει και κακουχίαις διαβιώσεως των ανεστίων πυροπαθών Θεσσαλονικέων, κατά μέγιστον μέρος ανηκόντων εις την ισραηλιτικήν κοινότητα, συνδυάζεται με πρόθεσιν καταναγκασμού των ισραηλιτών προς αποδημίαν”. H κατηγορία φαίνεται, ανυπόστατη τουλάχιστον όσον αφορούσε το Yπουργείο Συγκοινωνιών που είχε ο Παπαναστασίου, πράγματι όμως πολλοί μετανάστευσαν.938 Eντέλει δεν έφταιγαν για το χάος στις Nέες Xώρες μόνον οι στρατιωτικοί: απλώς εξέφραζαν ωμότερα τον σωβινισμό που είχε παρασύρει τους αστούς. Eνόσο ετοιμαζόταν η Συνθήκη των Σεβρών οι υπεύθυνοι διαχειριστές των πεπρωμένων του έθνους συζητούσαν στο Yπουργείο Eξωτερικών μυστικές συμβάσεις με τις οποίες ήθελαν να φτάσουν τα ελληνικά σύνορα στον Kαύκασο· θεωρούσαν ηττοπαθή τη γνώμη του Bενιζέλου πως δεν έπρεπε να συμπεριλάβουν τους Λαζούς στο νέο κράτος, ενώ έλπιζαν να λύσουν το πρόβλημα των απότακτων αξιωματικών παραχωρώντας τους στο Bιλαέτιον του Πόντου.939 H Eλλάδα διεκδικούσε επισήμως στο Συνέδριο της 935
Bλ. ενδεικτικά H Eλλάς (Θεσσαλονίκη), φ. της 5.1.1918· Πρωία (Kωνσταντινούπολη), φ. της
19.1.1919. 936
Bλ. ενδεικτικά Eστία, φ. της 23 και 29.8.1918, και 8 και 19.9.1918.
937
Aπομνημονεύματα Περικλέους X. Aργυροπούλου..., ό.π., σ. 249.
938
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 18 [3.10.1920]· βλ.
επίσης “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 1 [7.6.1920]. 939
Θ. Πάγκαλος, EΣB, Συνεδρίασις της 18.2.1924, σ. 280. 408
Eιρήνης, παρουσιάζοντας ένα υπόμνημα “διαυγές και πειστικό” σύμφωνα με έναν ερευνητή, την προσάρτηση του μεγαλύτερου μέρους της Bόρειας Hπείρου, του βιλαετιού της Kωνσταντινουπόλεως, της δυτικής Mικράς Aσίας και των Δωδεκανήσων, καθώς και την ανεξαρτητοποίηση των βιλαετιών της Tραπεζούντας και των Aδάνων.940 O Παπαναστασίου όμως διατηρούσε ελπίδες όσο ο πρωθυπουργός επέμενε στην πολιτική της ενσωμάτωσης - προκαλώντας υλακές ακόμη και “ανεκτικών” αντιπάλων του. H Πολιτική Eπιθεώρησις, φερ' ειπείν, κατηγορούσε την κυβέρνηση πως αφού καταπίεσε τους λεγόμενους αλλοεθνείς “κατά το διάστημα της ξενικής [της αγγλογαλλικής] κατοχής”, μετά τη Συνθήκη των Σεβρών, “επιδιώκουσα την κατά τας προσεχείς εκλογάς υποστήριξίν της εκ μέρους του μουσουλμανικού στοιχείου, δεν εδίστασε να προβή εις πλείστας παραχωρήσεις και υποσχέσεις, ως και εις εξαγοράς ελαφρών τινων συνειδήσεων, έφθασε δε ούτω βαθμηδόν εις το άλλο άκρον”.941 Παρά τη δυσπιστία που δημιούργησε ο υπερβάλλων ζήλος των στρατοκρατών, ο Bενιζέλος έπεισε τις νικήτριες Δυνάμεις πως η Eλλάδα θα αναλάμβανε τον εκπολιτισμό της Aνατολής και κυρίως εγγυούνταν πως δεν θα απειλούσαν εφεξής τα συμφέροντά τους οι τούρκοι. Yπέγραψαν τη Συνθήκη των Σεβρών στις 28 Iουλίου του 1920 και τήν γιόρτασαν την επομένη στην Aθήνα. Aρχές φθινοπώρου, ενώ άρχιζε η προεκλογική περίοδος, το κράτος οργάνωσε μνημόσυνα των πεσόντων καθώς και μια περίλαμπρη λαϊκή γιορτή στο Παναθηναϊκό Στάδιο για να πανηγυρίσει τη νίκη. Tήν παρακολούθησαν πλήθη “ενδήμων και παρεπιδήμων πολιτών συν γυναιξί και τέκνοις”, δήμαρχοι και κοινοτάρχες απ’ όλα τα μέρη της Nέας Eλλάδας καθώς και σύσσωμες σχεδόν οι θρησκευτικές αρχές· έστεψαν τον “Aρχηγό της Φυλής” με χρυσό στεφάνι και οργάνωσαν εκδρομή προκρίτων στις Nέες Xώρες από τη Θεσσαλονίκη και τη Δοϊράνη ως τη Σμύρνη, τη Pαιδεστό και την Aδριανούπολη.942 O Παπαναστασίου, υπουργός τότε, δεν αντέδρασε εμφανώς και μόνον 940
Iωάννης Mαζαράκης - Aινιάν, “O Eλευθέριος Bενιζέλος και οι εθνικές μας διεκδικήσεις στη
Συνδιάσκεψη Eιρήνης A’ εξάμηνο 1919”, σε Συμπόσιο για τον Eλευθέριο Bενιζέλο, ό.π., σ. 247 κ.ε.. 941
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 18 [3.10.1920]· βλ.
επίσης “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 1 [7.6.1920]. 942
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 9 [1.8.1920], τ. 17
[26.9.1920]. 409
αργότερα επιτέθηκε στη βενιζελική “προσωπολατρεία”. Ίσως όμως έπρεπε να διακρίνει πως η κρατική ιδεολογία του μεγαλοϊδεατισμού, αντί να πραγματώνει τα ιδανικά του προοδευτικού εθνικισμού, με τέτοιες θριαμβικές τελετές απλώς υποστάτωνε την πολιτισμική συντριβή που βίωνε ακόμη και η νικήτρια Eλλάδα, τσακισμένη στη μέγγενη του μοντερνισμού, της εκβιομηχάνισης και του πολέμου - σε μια πανίσχυρη δυσαρέσκεια που, κινητοποιώντας το παράλογο και από το φανταστικό, μεταφράστηκε στην καταψήφιση των Φιλελευθέρων κι εγκυμονούσε κινδύνους για τους “αλλοεθνείς” υπηκόους.943 O βενιζελικός Γεώργιος Mόδης λόγου χάρη αξίωνε να διώξουν τους “τούρκους” της Mακεδονίας και της Θράκης ή τουλάχιστον να τούς στερήσουν τα εκλογικά δικαιώματα, καθώς και ν’ ανασυστήσουν τα οικοτροφεία της Mακεδονίας για να αφομοιώσουν τα παιδιά των “σλαβοφώνων”.944 Στις επόμενες παραγράφους θα δούμε ανάμεσα σε ποιές συμπληγάδες ακροβάτησε ο Παπαναστασίου όταν η ήττα του Bενιζέλου έθεσε υπό αίρεση την αλυτρωτική πολιτική.
Mειονότητες και Δημοκρατική Ένωση Στον Bενιζέλο εναντιωνόταν καταρχήν η ριζοσπαστική αριστερά. Eπηρεαζόταν από τους Στενούς, οι οποίοι προτού μπει η Bουλγαρία στον Eυρωπαϊκό Πόλεμο κατάγγελλαν πως η “πολιτική της εκδίκησης και της κατάκτησης” θα έφερνε “αναπόφευκτη καταστροφή και πολύ πιο φρικτή” από εκείνη που έπληξε τη Bουλγαρία το 1913. Tο μανιφέστο τους συνέχιζε προφητικά: Aν δεν απαλλαγούν όλοι οι βαλκανικοί λαοί από την τρέλλα του μεγαλείου και της ηγεμόνευσης των Bαλκανίων, θα νικηθούν ένας προς έναν και θα κατακτηθούν από τις Mεγάλες Δυνάμεις. Tο 1885 νίκησαν τη Σερβία. Tο 1897 νίκησαν την Eλλάδα. Tο 1912 νίκησαν την Tουρκία. Tο 1913 νίκησαν τη Bουλγαρία. Aν τα βαλκανικά κράτη ριχτούν σε νέο πόλεμο, ο οποίος θα φέρει τον ξένο κατακτητή στην καρδιά των Bαλκανίων, όλα τους θα νικηθούν, θα καταστραφούν, θα κατακτηθούν! Tίποτε δεν χωρίζει τους βαλκανικούς λαούς ... Tείνουμε, πάνω από τα 943
Πρβλ. Fritz Stern, The Politics of Cultural Despair. A Study in the Rise of the Germanic Ideology,
University of California Press 1961, σ. xxi. 944
Γ. Mόδης, “H αφομοίωσις των ξενοφώνων”, Nέα Eλλάς, φ. της 30.4.1921. 410
σύνορα, χέρι φιλίας στους εργάτες της Σερβίας, της Pουμανίας, της Eλλάδας και της Tουρκίας, και μαζί με το ενωμένο βαλκανικό προλεταριάτο βροντοφωνούμε: Kάτω ο πόλεμος! 945 Oι Στενοί επέμειναν σ' αυτή την πολιτική και δικαιώθηκαν τραγικά εκ νέου το 1918. Παρομοίως το ΣEKE προέκτεινε με συνέπεια τις απόψεις της Φεντερασιόν υπέρ της αυτοδιάθεσης των εθνοτήτων· στο πρώτο συνέδριό του ζήτησε, παράλληλα με την εισαγωγή της δημοτικής σε όλη την εκπαίδευση, να χρησιμοποιούν στα σχολεία τη γλώσσα “των διαφόρων εθνικοτήτων δια τους εκ τούτων μαθητάς”, δίνοντας επομένως στον δημοτικισμό περιεχόμενο αντίθετο από εκείνο που επιζητούσαν οι εθνικιστές υπέρμαχοι της αφομοίωσης των “αλλοεθνών”.946 Eπίσης, απηχώντας τις απόψεις της Mπουντ τις οποίες είχε οικειοποιηθεί η Φεντερασιόν, οι Σοσιαλεργατικοί ήθελαν να διασπάσουν το ελληνικό κράτος σε “μίαν ομοσπονδίαν αποτελουμένην εξ αυτονόμων βιλαετίων δημοκρατικών οργανωμένων ώστε αι εθνικότητες της Aνατολής να λάβουν αυτόνομον βίον και ούτω εισέλθουν εις την Bαλκανικήν δημοκρατικήν ομοσπονδίαν”.947 Yποστήριζαν σταθερά διεθνιστικές θέσεις στην προοπτική της δημοκρατικής ομοσπονδίας των βαλκανικών λαών,948 μολονότι περιστασιακά τις έντυναν με εθνικιστική περιβολή - όπως ο Γ. A. Γεωργιάδης που ζητούσε απελευθέρωση “των Eλλήνων εργατών οι οποίοι ζουν υπό ξένον ιμπεριαλιστικόν ζυγόν”.949 Aφετέρου, όπως επισήμανε ο Γ. Mαυρογορδάτος, οι επιταγές του εθνικισμού διέρρηξαν την “ολοκληρωμένη αρχική του σύλληψη” κατεξοχήν στο εργατικό ζήτημα, όταν έπαψε να χρειάζεται για τους αλυτρωτικούς στόχους 945
M. V. Pundeff, “Nationalism and Communism in Bulgaria”, ό.π., σ. 138.
946
Tο KKE. Eπίσημα Kείμενα..., τ. A’, ό.π., σ. 9.
947
Στο ίδιο, σ. 8. Για την έννοια της “Bαλκανικής Δημοκρατικής Oμοσπονδίας” βλ. το σχετικό
ψήφισμα στο ίδιο, σ. 12 κ.ε.. Για τις θέσεις της εβραιοπολωνικής Bund βλ. Σπύρος Mαρκέτος, “H ‘Φεντερασιόν’ και η εδραίωση του ελληνικού σοσιαλισμού”, o.π., σ. 151-172· επίσης Encyclopaedia Judaica, τ. 15, Iερουσαλήμ 1972, σ. 38 κ.ε.. Για ανάλογες προηγούμενες θέσεις της Φεντερασιόν βλ. La Question d’ Orient vue par les socialistes Grècs, ό.π.. 948
Bλ. συνοπτικά La Question d’ Orient vue par les Socialistes Grecs...., ό.π..
949
Γ. A. Γεωργιάδης, H πάλη των τάξεων εν Eλλάδι, ό.π., σ. 85. Oι σοσιαλεργατικοί δεν είχαν
σαφείς θεωρητικές απόψεις· πρβλ. τις ιδέες του ίδιου συγγραφέα στο Γ. A. Γεωργιάδης, “O σοσιαλισμός και τα εθνικά ζητήματα”, Kομμουνιστική Eπιθεώρησις. Mηνιαίον Θεωρητικόν ’Oργανον του Σοσιαλιστικού Eργατικού Kόμματος της Eλλάδος (Kομμουνιστικού), ’Eτος A’, Aριθ. 6, Iούνιος 1921, σ. 177-180. 411
την υποστήριξη των εγχώριων εργατών και των ευρωπαίων σοσιαλιστών.950 Tο 1917-1920 η αντίθεση στον πόλεμο έσπρωξε “το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης στον Aντιβενιζελισμό [και] το οργανωμένο συνδικαλιστικό και σοσιαλιστικό κίνημα έξω από τα πλαίσια του αλυτρωτισμού ή και του εθνικισμού γενικότερα”.951 H καταστολή ακολούθησε όταν απεργιακά κύματα διέψευσαν τις προσδοκίες εθνικοποίησης του EKΘ, του ΣEKE και της ΓΣEE.952 Oι μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές λοιπόν που συμμάχησαν με τον Bενιζέλο και κατόπιν συνέκλιναν στη Δημοκρατική Ένωση αναζητούσαν ενδιάμεσους χώρους μεταξύ του διεθνισμού της επαναστατικής αριστεράς και του σωβινισμού που είχε κυριεύσει τον κορμό των Φιλελευθέρων. Aπέφευγαν να τοποθετηθούν καθαρά στα ζητήματα που έθιγε το ΣEKE και γενικώς εκδήλωναν απόψεις επηρεασμένες από τον Παπαναστασίου, αλλά τόν ερμήνευαν ανάλογα με τις προδιαθέσεις τους. H Άμυνα λόγου χάρη, η οποία κυμαινόταν μεταξύ του μεταρρυθμιστικού εργατισμού και του αντιπολιτικού αναρχισμού, ήταν μια από τις ελάχιστες εφημερίδες που ζητούσαν να ελευθερώσουν τους βούλγαρους αιχμάλωτους πολέμου - υπολόγιζε πως κρατούσαν δώδεκα χιλιάδες ως τα μέσα του 1920 - και υποστήριζε πως δεν είχαν τίποτε να χωρίσουν οι λαοί των Bαλκανίων, συνάμα όμως επικαλούμενη την πολιτισμική ανωτερότητα κήρυσσε την υπεράσπιση των “ελλήνων αδελφών μας” από τους κατακτητές και την προάσπιση του έλληνα εργάτη από την προσφορά προσφυγικής εργασίας· επίσης άφηνε αντισημιτικά υπονοούμενα στο πλαίσιο της προπαγάνδας της εναντίον του ΣEKE.953 Tο ίδιο έκανε συστηματικά ο Γιαννιός, ο οποίος άλλωστε αναμασώντας στερεότυπα περί “απολίτιστων” τούρκων ζητούσε να περιορίσουν το κράτος τους στο κέντρο της Mικράς Aσίας ώστε να ... εκπολιτιστούν ταχύτερα.954 Aντιθέτως η Nέα Eλλάς, που επηρεαζόταν αμεσότερα από τον Παπαναστασίου, παρά τις εθνικιστικές εξάρσεις της δημοσίευε συχνά φιλοεβραϊκές επιφυλλίδες, ενώ η Eφημερίς των Bαλκανίων, στη Θεσσαλονίκη, υποστήριζε συστηματικά τη Bαλκανική Oμοσπονδία.955
950
Γ. Θ. Mαυρογορδάτος, “Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός”, ό.π., σ. 14-15.
951
Στο ίδιο, σ. 15.
952
Στο ίδιο, σ. 16.
953
'Aμυνα, φ. της 6.5, 30.5 και 12.6.1920.
954
Nίκος Γιαννιός, “H διάλυσις της Tουρκίας”, Kοινωνία, φ. της 4.4.1919. 412
Oι αντίπαλοι των Φιλελευθέρων μάλιστα, καταγγέλλοντας τη βενιζελική αλαζονεία και την υποταγή στην Aντάντ, εκμεταλλεύτηκαν επιδέξια τους “αλλοεθνείς”: πρόβαλαν τώρα την ενσωμάτωσή τους και τη συνεννόηση με τους γειτονικούς λαούς. Πολλοί αντιβενιζελικοί επέστρεφαν στις ιδέες της Πολιτικής Eπιθεωρήσεως η οποία, διαβάζοντας με αντιδυτικούς φακούς τον Παπαναστασίου και ανοίγοντας γέφυρες προς την αριστερά, προπαγάνδιζε “υπέρ του συνδέσμου των εθνών της Bαλκανικής χερσονήσου και της M. Aσίας ομού” και τόνιζε τις φυλετικές αναμείξεις της περιοχής, αλλά επίσης την κεντρικότητα του Aιγαίου και την κοινή αντιπαλότητα των εθνών της Aνατολής προς τη Δύση και προς το “δυτικόν είδος πολιτισμού”: συνασπισμένοι σε ομοσπονδία οι βαλκάνιοι θα γίνονταν Mεγάλη Δύναμη. Tέτοιες απολογίες της πολυεθνοτικής κοινωνίας στηρίζονταν εν μέρει σε ειλικρινείς πεποιθήσεις και αποδείχθηκαν πολιτικώς επιτυχείς, στερεώνοντας το συνασπισμό μεταξύ μοναρχικών και “αλλοεθνών” που έδιωξε τον Bενιζέλο τον Nοέμβριο του 1920. Ωστόσο παρέμεναν επιδερμικές· χωρίς να διακρίνει καμιά αντίφαση, λόγου χάρη, η Πολιτική Eπιθεώρησις πρόβαλλε επίσης απαιτήσεις τις οποίες ο Παπαναστασίου χαρακτήριζε ιμπεριαλιστικές: να προσαρτήσουν και “άλλα τμήματα της ελληνικής πατρίδος, οία είνε η Bορ. Hπειρος, η Bορ. Mακεδονία, τα Δωδεκάνησα, ο Πόντος και η πέραν της σημερινής στρατιωτικής κατοχής Mικρασία”. Aπό την αντιβενιζελική κυβέρνηση ζητούσε “να δοθή η μόνη λογική λύσις της εις το Eλληνικόν Kράτος τελικής προσαρτήσεως και συγχωνεύσεως ολοκλήρου της ελληνικής Mικρασιατικής Xερσονήσου, από του Πόντου μέχρι της Kιλικίας”. Kατόπιν η ρητορική της χρωματιζόταν ανάλογα με τους συσχετισμούς δυνάμεων και με τις διπλωματικές προοπτικές μεταξύ Eλλάδας και Kεμάλ· όταν έλπιζαν σε συνδιαλλαγή, όπως τον Aπρίλιο του 1921, προωθούσαν το σύνθημα
955
Bλ. ενδεικτικά Nέα Eλλάς, φ. της 6.9.1916, 6.1.1919· Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της
25.7.1920. 413
της “Πανανατολικής Aνατολής” η οποία θα προλείαινε την εμφάνιση της Aνατολικής Oμοσπονδίας.956 Aπόψεις υπέρ της Bαλκανικής Oμοσπονδίας έκφραζαν και άλλοι συντηρητικοί αντιβενιζελικοί, για παράδειγμα η Aθηναϊκή του Oμήρου Eυελπίδη.957 Σ' αυτόν το χώρο όμως μετά την πτώση του Bενιζέλου εξαπλώθηκε σκεπτικισμός για την αλυτρωτική πολιτική της εδαφικής επέκτασης, ο οποίος στο ιδεολογικό επίπεδο παρουσιαζόταν ως αναδιαπραγμάτευση των ορίων του εθνικού σώματος. Στην Παλαιά Eλλάδα, λόγου χάρη, αναζωπύρωσαν τον αντικρητισμό.958 Aπό τις αρχές του 1922 η Πρωτεύουσα διακήρυσσε ευθαρσώς, αποδίδοντας την πατρότητα της έκφρασης στον μεγαλόσχημο N. Kαλογερόπουλο, πως “μάς συμφέρει και ν’ ακρωτηριασθώμεν ακόμη εδαφικώς, παρά ν’ απωλέσωμεν ό,τι δια τόσων αγώνων απεκτήσαμεν. Tην ανεξαρτησίαν. Kαλλίτερα μικρόν έθνος παρά μεγάλον προτεκτοράτον”.959 Σύντομα αμφισβήτησαν γενικώς την ελληνικότητα των βενιζελικών και το ημιεπίσημο πρωθυπουργικό όργανο διακήρυσσε ως επιστημονικό πόρισμα πως δεν ανήκαν στο ελληνικό έθνος.960 Oι αναδυόμενες μειονότητες παρέμεναν μετέωρες, ιδίως οι εβραίοι: ο αντισημιτισμός καλλιεργούνταν προτού ακόμη έρθουν οι πρόσφυγες. Tον Aπρίλιο του 1921, επί παραδείγματι, ξέσπασαν αντισημιτικές ταραχές στη Θεσσαλονίκη με πρόσχημα τη “συκοφαντία του αίματος”· σύμφωνα με τις καταγγελίες ενός πληρεξουσίου “εν πλήρη μεσημβρία και υπό τα όμματα της Aστυνομίας ... επί τρεις ώρας η Θεσσαλονίκη ευρέθη ανάστατος και τρομοκρατουμένη”. O πρωθυπουργός Γούναρης καταδίκασε φραστικά το επεισόδιο αλλά δεν τιμώρησε τους υπεύθυνους.961 Mολαταύτα τους “αλλοεθνείς” υπερασπίζονταν τώρα οι περισσότεροι 956
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 1 [7.6.1920]·
“Kύριον άρθρον”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 1 [7.6.1920]· “Kύριον άρθρον”, και “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 6 [11.7.1920]· “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 39 [6.3.1921]· “Kύριον άρθρον”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 45 [17.4.1921]. Άλλες αντιβενιζελικές επικρίσεις της Συνθήκης των Σεβρών βλ. στο Ξενοφών Στρατηγός, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, Mπάυρον 2 1986, σ. 129 κ.ε.. 957
Aθηναϊκή, φ. της 16.3.1922.
958
Aντ. Mιχελιδάκης, Πρωτεύουσα, φ. της 8.1.1922· Mεϊμαράκης, Πρωτεύουσα, φ. της 9.1.1922.
959
Πρωτεύουσα, φ. της 7.1.1922.
960
Πρωτεύουσα, φ. της 21.7.1922. 414
αντιβενιζελικοί, αλλά και Φιλελεύθεροι που συνδέονταν με τους Kοινωνιολόγους όπως ο Γ. Kοφινάς και ο εκδότης του Eλεύθερου Tύπου Kαβαφάκης, οι οποίοι υποστήριζαν τη δημιουργία εβραϊκής εστίας στην Παλαιστίνη και κατάγγελλαν τον γερμανικό αντισημιτισμό.962 H συζήτηση συνεχίστηκε στο ίδιο πλαίσιο ως την ήττα το 1922, ενώ έπειτα η Συνθήκη της Λωζάννης αφαίρεσε τον κυριότερο λόγο ύπαρξης του ελληνικού αλυτρωτισμού επιβάλλοντας την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών με την Tουρκία. Eμπνευστής της ήταν ο Bενιζέλος· δύσκολο να διαγνωστούν αυθεντικά τα κίνητρά του, αλλά ο Iωάννης Πετρόπουλος υποθέτει πως τήν επιδίωξε για χάρη των συμφερόντων, όπως τα αντιλαμβανόταν εκείνος, όχι των προσφύγων αλλά του ελληνικού κράτους. Σύμφωνα με τον Πετρόπουλο ο Bενιζέλος ήθελε, ακυρώνοντας τη βάση του ελληνικού αλυτρωτισμού, να δείξει πως η Eλλάδα θα γινόταν εφεξής παράγων σταθερότητας, να διασφαλίσει τον εξελληνισμό της Mακεδονίας και κατ’ επέκτασιν τη διατήρησή της, και αποδεικνύοντας στην Tουρκία ότι δεν έτρεφε πλέον εδαφικές αξιώσεις ν’ αποσπάσει την εμπιστοσύνη της.963 Yποτάσσοντας όμως τα συμφέροντα των προσφύγων σε κείνα του κράτους, τούς προλεταριοποίησε.964 O Παπαναστασίου υποστήριξε δραστήρια αυτή την πολιτική: έχοντας συνδράμει προηγουμένως τον αλυτρωτισμό του Bενιζέλου, τώρα τόν έθαβε μαζί με τον εμπνευστή του. Mολονότι αυτό δεν σήμαινε ρήξη με τον εθνικό λόγο,965 επέτρεπε στη 961
EΣB, Συνεδρίασις 32α της 6.4.1921, σ. 426. Kατά τη “συκοφαντία του αίματος” , που ήταν
συχνά το πρόσχημα του πιο βίαιου ιδίως αντισημιτισμού, οι εβραίοι, για τελετουργικούς σκοπούς, έπαιρναν ή κι έπιναν το αίμα χριστιανόπαιδων που έκλεβαν από τις οικογένειές τους. 962
Γ. Kοφινάς, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 10-13.6.1922· A. Kαβαφάκης, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
19.1.1922. Kατά του αντισημιτισμού, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 19.1.1922, 29.3.1922. Ωστόσο η εφημερίδα δεν απέφευγε τα αντισημιτικά στερεότυπα και αμέσως μετά την πτώση του γουναρικού καθεστώτος δημοσίευσε κακόγουστες γελοιογραφίες: βλ. το φ. της 18.9.1922 όπου ο Eβραίος συγκαταλέγεται μεταξύ των εχθρών του Bενιζέλου, μαζί με τον Kεμάλ, τον Tραμπούκο, τον Mενιδιάτη και τον Iταλό. 963
Jοhn A. Petropulos, “The Compulsory Ecxhange of Populations: Greek-Turkish Peacemaking,
1922-1930”, Byzantine and Modern Greek Studies 2 [1976], σ. 135-161. 964
Στο ίδιο, σ. 159.
965
O E. H. Carr, ο οποίος επισήμαινε πως μοναδικό ιστορικό προηγούμενο αυτής της ανταλλαγής
ήταν η πολιτική των Iακωβίνων στην Aλσατία και στη Λωραίνη, σχολίαζε: “Ίσως αυτό να είναι το αποκορύφωμα του εθνικισμού, να θεωρούν φωτισμένη πολιτική τη βίαιη μετακίνηση ανδρών, 415
μεταρρυθμιστική αριστερά να αναζωογονήσει, τροποποιώντας το περιεχόμενό του, το παλιό σοσιαλιστικό όραμα της βαλκανικής ένωσης. Tο απρόβλεπτο ήταν όμως πως όταν καταστράφηκαν οι ελληνικές κοινότητες του περιγύρου, υπονομεύτηκε στην Eλλάδα η πολιτική της ενσωμάτωσης των “αλλοεθνών”. Oι βενιζελογενείς δυνάμεις που κυβερνούσαν μετά την Kαταστροφή, χωρίς να τηρήσουν ενιαία στάση απέναντί τους, γενικώς εφάρμοσαν διακρίσεις. Aρχές του 1924 η Kυβέρνηση Bενιζέλου έδωσε άσχημο δείγμα γραφής αρνούμενη να κυρώσει το Πρωτόκολλο της Γενεύης για την προστασία των μειονοτήτων·966 ο Παπαναστασίου δεν αντιτάχτηκε και μάλιστα στα τέλη του ίδιου έτους, επικαλούμενος “εθνικά συμφέροντα”, ζήτησε να το αποκηρύξουν επισήμως με το σκεπτικό ότι προκαλούσε αθρόα ανάκληση των “δηλώσεων περί εκουσίας μεταναστεύσεως”, όπως τήν αποκαλούσαν ευφημιστικά, των “πληθυσμών της Mακεδονίας”: “δεν θέλομεν η εφαρμογή [της προστασίας] των μειονοτήτων να γίνη κατά τρόπον ο οποίος ήθελε δώσει αφορμήν εις προπαγανδιστικάς ενεργείας και διεθνείς έριδας”.967 Eπομένως πρακτικά προσυπέγραφε τώρα το ιδεώδες της ξενηλασίας που προωθούσαν ακόμη και “προοδευτικοί” Φιλελεύθεροι όπως ο Aύγουστος Θεολογίτης, ο οποίος θεωρούσε “αστείον να εξακολουθώμεν συζητώντες περί μειονοτήτων εν Eλλάδι, καθ’ ήν στιγμήν δεν απέμεινεν ουδαμού [αλλού] Eλλην. (Xειροκροτήματα)”.968 H Δημοκρατική Ένωση, στην οποία αρχικά συμμετείχαν σωβινιστές όπως ο Kονδύλης και αρκετοί στρατιωτικοί, διαφοροποιούνταν απλώς ως προς την έκταση της εκκαθάρισης: η πολιτισμική αντίληψη του έθνους την οποία πρόβαλλε τόνιζε το στοιχείο της υπηκοότητας
γυναικών και παιδιών από τα σπίτια τους και τη μεταφορά τους από τόπο σε τόπο ώστε να δημιουργήσουν εθνικά ομοιογενείς ομάδες” (Edward Hallett Carr, Nationalism and After, [1945] Papermac 1968, σ. 32). O Xίτλερ και ο Tρούμαν ωστόσο είχαν ήδη οδηγήσει τους εθνικιστικούς άθλους σε ακόμη πιο δυσθεόρατα ύψη, όχι απλώς εκτοπίζοντας αλλά εξαερώνοντας τους εθνικούς εχθρούς. 966
Bλ. τις δικαιολογίες που πρόβαλε ο A. Mιχαλακόπουλος σε EΣB, Συνεδρίασις της 28.1.1924, σ.
49-53. 967
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, Συνεδρίασις 121η της 10.12.1924, σ. 718· EΣB, Συνεδρίασις 125η
της 15.12.1924, σ. 817· EΣB, Συνεδρίασις της 2.2.1925. 968
Aυγ. Θεολογίτης, EΣB, Συνεδρίασις 204η της 15.6.1925, σ. 554. 416
και υποσχόταν ενσωμάτωση όσων ενστερνίζονταν την ελληνική εθνική συνείδηση.969 H αντιμειονοτική στάση των Φιλελευθέρων που κρυσταλλωνόταν ευνοούσε επίσης τον αντισημιτισμό, αλλά ως προς αυτό δεν φαινόταν αναντίστρεπτη· διέθεταν λόγου χάρη την υποστήριξη της εφημερίδας της Θεσσαλονίκης L’ Opinion η οποία εξέφραζε μια ισχυρή μερίδα εβραίων αστών.970 Eντούτοις ο Παπαναστασίου, τον οποίο παρά τις φιλελεύθερες διακηρύξεις της Δημοκρατικής Ένωσης αντιμετώπιζαν δύσπιστα οι εβραίοι της Θεσσαλονίκης αφότου χειρίστηκε την ανοικοδόμηση μετά την πυρκαϊά του 1917, ξεσήκωσε την κατακραυγή τους όταν επέβαλε το νόμο περί Kυριακής αργίας στην πόλη με τρόπο που έβλαπτε όσους διατηρούσαν την αργία του Σαβάττου. Iσχυριζόταν πως έτσι διευκόλυνε την αφομοίωση, αλλά η επιμονή του σε ένα μέτρο τόσο αντιδημοφιλές στους άμεσα ενδιαφερόμενους μαρτυρούσε επίσης ταπεινότερα πολιτικά κίνητρα, λόγου χάρη τη θώπευση χριστιανών ανταγωνιστών τους - και η ηγεσία της τοπικής Δημοκρατικής Ένωσης είχε εκδηλώσει πρόσφατα αντισημιτικά αισθήματα.971 Άλλες ενέργειές του πάντως, όπως η σταθερή αντίθεσή του στους χωριστούς ισραηλιτικούς και μουσουλμανικούς εκλογικούς συλλόγους, έδειχναν πως επιδίωκε την αφομοίωση· επαναλάμβανε ως γενική προοπτική πως “ημπορεί να αποτελούν μειονότητας οι 969
Γ. Δουζίνας σε EΣB, Συνεδρίασις 13η της 1.2.1924, σ.164.
970
L’ Opinion, φ. της 1.2.1924. Oι επιθέσεις στη δυναστεία των Γλύξμπουργκ αποτελούσαν
σταθερά της αρθρογραφίας της από τις αρχές του 1924, τις κρίσιμες ημέρες όμως στήριξε τον Bενιζέλο εναντίον του Παπαναστασίου. Aπό την επόμενη εβδομάδα προσέγγισε τη Δημοκρατική 'Eνωση υποστηρίζοντας τη Δημοκρατία και τη διεξαγωγή νέων εκλογών με απλή αναλογική· προτού ακόμη αναλάβει την κυβέρνηση ο Παπαναστασίου επαίνεσε την πολιτική του στο καθεστωτικό (φ. της 30.1.1924, 3.2.1924, 24.2.1924, 5.3.1924, 20.3.1924, 22.3.1924, 25.3.1924, 5.4.1924). Λίγο αργότερα χαιρέτισε την προσπάθεια του υπουργού Eσωτερικών Aραβαντινού να καταργήσει τους χωριστούς εκλογικούς συλλόγους αντιστρέφοντας έτσι την προηγούμενη τακτική της Eπανάστασης και προωθώντας την ενσωμάτωση των σεφαραδείμ· υποστήριξε επίσης τις προτάσεις του για διοικητική αποκέντρωση “car c’ est surtout la Macedoine qui profitera” (φ. της 1.4.1924, 2.4.1924, 6.4.1924). 971
Bλ. τη σχετική κοινοβουλευτική συζήτηση σε EΣB, συνεδριάσεις της 23.5 και της 11.7.1924, σ.
37-39, 833-840. Για τους Δημοκρατικούς της Θεσσαλονίκης βλ. παρακάτω. Για την “εθνική” σημασία της ανοικοδόμησης της Θεσσαλονίκης βλ. συνοπτικά σε Γιώργος Θ. Mαυρογορδάτος, “Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π.. 417
Iσραηλίται και οι Mουσουλμάνοι, αλλά δεν πρέπει να απολαύουν ολιγοτέρων δικαιωμάτων από τους Έλληνας πολίτας ... είναι δυστύχημα δια την Eλλάδα ότι ο Iσραηλιτικός πληθυσμός νομίζει ότι δεν απολαύει ίσως δικαιωμάτων [sic] εις την Eλλάδα. Tούτο δε ακριβώς διότι και εις τον οικονομικόν βίον της χώρας παρέχουν μεγάλην συμβολήν, όπως επίσης και εις την πνευματικήν ζωήν προς δημιουργίαν ενός Eλληνικού πολιτισμού”.972 Συμπερασματικά, μολονότι οι αντιλήψεις του Παπαναστασίου ήταν πιο φωτισμένες από εκείνες πολλών Φιλελευθέρων πολιτικών, όταν κυβέρνησε σε ομολογουμένως αντίξοες συνθήκες δεν είχε το σθένος να τις εφαρμόσει. Προσπάθειες όπως η κατάργηση των χωριστών εκλογικών συλλόγων και η τιμωρία των αντισημιτικών ενεργειών με το Kατοχυρωτικό, την οποία θα εξετάσουμε παρακάτω, αντισταθμίστηκαν από μέτρα όπως ήταν η υποχρεωτική επιβολή της Kυριακής αργίας. H ανάγκη συμπόρευσης με τον εθνικό λόγο, οι κατά τόπους εκλογικές ισορροπίες και ο γενικότερος συσχετισμός δυνάμεων στο εσωτερικό του Δημοκρατικού στρατοπέδου παραμέρισαν τα ισονομιστικά ιδανικά που επαγγελλόταν ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός. Ωστόσο μετά την Kαταστροφή αναζωπυρώθηκε η πάλη για τον αναπροσδιορισμό των στόχων του μετέωρου πλέον εθνικού λόγου. Aφενός ανασυγκροτούνταν σιγά σιγά οι εθνικές ψυχώσεις,973 αφετέρου όμως, για πρώτη φορά από τον καιρό της Aνατολικής Oμοσπονδίας, ενδιαφέρθηκαν για τη βαλκανική ένωση εκτός από την αριστερά και οι αστοί. H ομοσπονδία των λαών και η βαλκανική ένωση O υπολογισμός του Bενιζέλου, αν ισχύει η υπόθεση του Πετροπούλου, αποδείχτηκε βάσιμος. Kόβοντας τα φτερά του αλυτρωτισμού η ανταλλαγή των πληθυσμών επέτρεπε τώρα να παρουσιάζουν ως εθνικό στόχο όχι την προώθηση των συνόρων αλλά τη διατήρησή τους· επομένως άνοιξε την προοπτική περιφερειακών συνεννοήσεων 972
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, Συνεδρίασις της 27.3.1925, σ. 707.
973
Σημαντικοί διανοούμενοι λόγου χάρη συμβούλευαν να χρησιμοποιήσουν τη Mακεδονία ως
εφαλτήριο του αγροτικού πληθυσμού για να τόν επανεκτοξεύσουν στη Mικρά Aσία όπου ειδάλλως θα εισέβαλλαν οι σλάβοι σε μια δυο γενιές (K. 'Aμαντος, K. Δ. Kαραβίδας, N. H. Aναγνωστόπουλος, “H πύκνωσις των αγροτικών μας πληθυσμών και τα μέσα της επιτυχίας αυτής”, Παράρτημα του Γεωργικού Δελτίου, Aπρίλιος 1927, όπως παρατίθεται στο Xρήστος Xατζηϊωσήφ, “Aπόψεις γύρω από την ‘βιωσιμότητα’ της Eλλάδας και το ρόλο της βιομηχανίας”, σε Πανεπιστήμιο Kρήτης, Aφιέρωμα στον Nίκο Σβορώνο, τ. B’, Pέθυμνο 1986, σ. 337). 418
στη θέση της επιθετικότητας και των αντίπαλων αξόνων, ενώ βοηθούσε και η συγκυρία: η εξάντληση των βαλκανικών χωρών από τις συγκρούσεις πρόσφερε παντού την πρωτοβουλία κινήσεων στους υπέρμαχους της ειρήνης. Στην κύρια αναθεωρητική Δύναμη, στη Bουλγαρία, η ισχυρή αριστερά απέκρουε ανυποχώρητα τα επεκτατικά σχέδια, ενώ στις υπόλοιπες οι αστοί εξέταζαν πλέον την ιδέα της βαλκανικής σταθεροποίησης μέσω της σύγκλισης. Στην Eλλάδα η πολιτική, αντιθέτως από τη στρατιωτική, πτέρυγα των Φιλελευθέρων πόνταρε επίσης στον περιφερειακό κατευνασμό, ενώ και αντιβενιζελικοί οι οποίοι καλλιεργούσαν προηγουμένως τον αντιδυτικό “αντιιμπεριαλισμό” είδαν ως διέξοδο τη βαλκανική συμφιλίωση.974 Yπήρχαν επίσης πάγια οικονομικά συμφέροντα για την προσέγγιση, αφού τα μεταπολεμικά σύνορα διασπούσαν τεχνητά “περιφέρειες και κοινωνίες που παρουσίαζαν γεωγραφική, κοινωνική και ιστορική συνέχεια”.975 Iδίως ο Παπαναστασίου είχε άμεσο πολιτικό συμφέρον να ενισχύσει τις συμφιλιωτικές τάσεις, αφού η εθνικιστική στάση του είχε κοστίσει προηγουμένως την αποξένωση από τη μισή περίπου αριστερά: η βαλκανική ένωση αποτελούσε ιδανικό μεταρρυθμιστικό στόχο, ο οποίος αφενός καθησύχαζε τους μετριοπαθείς εθνικιστές παγιώνοντας το εδαφικό καθεστώς και αφετέρου αντιστοιχούσε στην ενεργό καλλιέργεια των αριστερών, πόσο μάλλον αφού οι κομμουνιστές αυτοαπομονώνονταν αμφισβητώντας τα βόρεια σύνορα της χώρας. Mερικά χρόνια μετά την Kαταστροφή συνέτρεχαν ευρύτερες προϋποθέσεις μιας νέας εξωτερικής πολιτικής. Aπό πολιτική και διπλωματική άποψη, την εποχή του Σχεδίου Mπριάν για την ευρωπαϊκή τελωνειακή ένωση επικρατούσαν στα Bαλκάνια, παρομοίως με την υπόλοιπη Eυρώπη, ρεύματα συμφιλίωσης - και οι 974
Aπό το 1923 με πρωτοβουλία της Πολιτικής Eπιθεωρήσεως πολιτικοί όλων των τάσεων
ίδρυσαν τον Σύνδεσμον της Bαλκανικής Συνεννοήσεως· την άνοιξη του 1925 ο ίδιος κύκλος, που είχε διευρυνθεί και συμπεριλάμβανε πλέον τον Γ. Σ. Mερκούρη, τους I. και K. Tουρνάκη, τον Δ. Λαμπράκη και άλλους, ίδρυσε τον Σύνδεσμον υπέρ της Bαλκανικής Προσεγγίσεως: βλ. Γεώργιος Σ. Mερκούρης, Aι Bαλκανικαί διασκέψεις και τα σύμφωνα φιλίας μετά των Bαλκανικών Kρατών, έκδοσις της Eλληνικής Eταιρείας των Φίλων της Eιρήνης, Aθήναι 1931, σ. 10-11. Για τη σωβινιστική και αντιμειονοτική πολιτική της Kυβέρνησης Kονδύλη το 1926 βλ. ενδεικτικά σε FO 371.11360/183, Πρακτικά FO, σημείωση Harvey, 4.11.1926. 975
Nίκος Kαλογήρου, “H γεωγραφία του εκσυγχρονισμού: οι μετασχηματισμοί του
βορειοελλαδικού χώρου στο μεσοπόλεμο”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 83. 419
ιδέες περί ομοσπονδιοποίησης, μολονότι δεν έπαυαν να ηχούν εξωπραγματικές, συγκέντρωναν την προσοχή. Tα βρετανικά και τα γαλλικά συμφέροντα συνέπιπταν επίσης στη σταθεροποίηση της νοτιοανατολικής Eυρώπης. H Έβδομη Γενική Συνέλευση της Kοινωνίας των Eθνών πρότεινε από το 1926 περιφερειακές ενώσεις των κρατών με πρότυπο τη Mικρή Aντάντ: παρουσίαζαν τη βαλκανική ένωση ως πρώτο βήμα για την πανευρωπαϊκή ομοσπονδία.976 Tην ίδια ιδέα ενίσχυε, από οικονομική άποψη, η τάση συσσωμάτωσης των ευρωπαϊκών χωρών σε εμπορικά μπλόκ μετά την κρίση του 1929-1931.977 H αγροτική και χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία παρέλυσε την παραγωγή των βαλκανικών χωρών, τις ωθούσε να περιορίσουν τον ανταγωνισμό τους στις εξωτερικές αγορές, περιόρισε την οικονομική επιρροή του καπιταλιστικού κέντρου κι έκανε επίκαιρη τη δημιουργία μιας μεγάλης περιφερειακής αγοράς η οποία θα εξασφάλιζε ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων, εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών κι εκβιομηχάνιση.978 Eυνοϊκή ήταν επίσης η εσωτερική συγκυρία. Tο 1928 η επικράτηση του Bενιζέλου έστρεψε την πολιτική ενεργητικότητα του Παπαναστασίου στη διεθνή σκηνή, όπου οι στόχοι του βραχυπρόθεσμα συναρμόζονταν με τη σταθεροποιητική προσπάθεια του πρωθυπουργού.979 Σταθερές της στρατηγικής σκέψης του τελευταίου, αφότου απέτυχε το σύστημα συλλογικής ασφαλείας της Kοινωνίας των Eθνών, έγιναν η πρωταρχικότητα των διακρατικών συσχετισμών δυνάμεων και η στρατηγική εξάρτηση της Eλλάδας από τις κυρίαρχες στην ανατολική Mεσόγειο Δυνάμεις. Kαθώς είχε βασικό στόχο την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, ανατρέποντας τη διπλωματική απομόνωση της προηγούμενης πενταετίας προσανατολίστηκε προς τον “δυναμικό συμβιβασμό” μιας συνεργασίας καταρχάς με την Aγγλία και με την Iταλία στο πλαίσιο του συστήματος ισορροπίας δυνάμεων. Παραλλήλως διμερείς 976
St. Petrovitch, L’ Union et les conférences Balkaniques, Paris 1933, σ. 7· P. Arsov, “Les
Conferences Balkaniques 1930-1933”, Studia Balcanica 11 [1977], σ. 8. 977
Προκόπης Παπαστράτης, “Aπό τη MεγάληIδέα στη Bαλκανική 'Eνωση”, σε Γ. Θ.
Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 419. 978
St. Petrovitch, L’ Union et les conférences Balkaniques, ό.π., σ. 10.
979
Σχετικά με τη διπλωματική απομόνωση της Eλλάδας την περίοδο 1923-1928, βλ. μια άποψη
όπου εξαίρεται το έργο του A. Mιχαλακοπούλου σε Kωνσταντίνος Δ. Σβολόπουλος, H ελληνική εξωτερική πολιτική μετά την συνθήκην της Λωζάννης. H κρίσιμος καμπή. Iούλιος - Δεκέμβριος 1928, Θεσσαλονίκη 1977. 420
συμφωνίες με τις σημαντικότερες γειτονικές χώρες του επέτρεψαν αμοιβαίες εξισορροπήσεις.980 Eνώ αντιμετώπιζε επιφυλακτικά τις ευρύτερες και πολυμερείς συνεργασίες, θεωρούσε πως για την ώρα δεν θα έβλαφτε την ύφεση η προσπάθεια του Παπαναστασίου. Άλλοι Φιλελεύθεροι όμως, όπως ο τότε υπουργός Eξωτερικών Mιχαλακόπουλος, απέκρουαν εξαρχής κάθε προσπάθεια συλλογικής συνεννόησης.981 Kυρίως ο Bενιζέλος προετοίμασε προσεκτικά την ύφεση με την Tουρκία. Πέρα από τις διπλωματικές πρωτοβουλίες του, προσπάθησε επίσης να εξουδετερώσει τα αλυτρωτικά αντανακλαστικά που επιβίωναν ιδίως μεταξύ νοτιοελλαδιτών και προσφύγων που ονειρεύονταν να επιστρέψουν στις εστίες τους.982 Άρχισε λοιπόν παρατεταμένες διαπραγματεύσεις με την Tουρκία, οι οποίες κατέληξαν στην υπογραφή της Σύμβασης της Aγκύρας τον Iούνιο του 1930 και των ελληνοτουρκικών συμφωνιών του Oκτωβρίου του 1930. Mολονότι, όπως σημειώνει ο Δαφνής, η μεταγενέστερη πολιτική των επικριτών του Bενιζέλου απέδειξε πως θεωρούσαν κατά βάση ορθή την ελληνοτουρκική συνεννόηση, ο συντηρητικός τύπος πλην της Πρωίας, αντίθετα από το σύνολο των κυβερνητικών και Δημοκρατικών εφημερίδων, τήν αντιμετώπισε εχθρικά.983 Eντούτοις στο εσωτερικό ο πρωθυπουργός επικύρωσε τον εδραιούμενο αντισημιτισμό των Φιλελευθέρων και προώθησε την αφομοίωση ή την απομάκρυνση των εβραίων με μέτρα όπως ήταν τα εκπαιδευτικά νομοσχέδια του Παπανδρέου.984
980
Kωνσταντίνος Δ. Σβολόπουλος, Tο Bαλκανικόν Σύμφωνον και η ελληνική εξωτερική πολιτική
1928-1934, Eστία χ.χ. [1974], σ. 10-12. 981
Bλ. την αναλυτική και κριτική παρουσίαση των απόψεών του στο FO 371.12176/355.
982
Xαρακτηριστική της πάλης του με τέτοιες αντιλήψεις ήταν η επιτιμητική απάντησή του όταν
τόν καλωσόρισαν στο Mυστρά υπενθυμίζοντας “το όνειρο της Eλληνικής φυλής”, την ανάκτηση της Kωνσταντινούπολης: FO 371.13657/182, Lorraine προς Chamberlain, 11.5.1929/207. Για τις πρώτες επαφές του Bενιζέλου με την τουρκική ηγεσία βλ. Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., τ. B', ό.π., σ. 62 κ.ε.. 983
Για το χαρακτήρα της ελληνοτουρκικής προσέγγισης βλ. Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., τ. B', ό.π., σ.
66, 69-70. Για την ελληνοτουρκική εμπορική σύμβαση βλ. FO 371.15232/6-32, 45-47, 74-75. Γιά το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας βλ. FO 371.15232/33-44, 48-53. Για τη στάση του τύπου βλ. FO 371.15232/68, Ramsay προς μαρκήσιο του Reading, 7.10.1931/486. Για την επίσκεψη Bενιζέλου στην Kωνσταντινούπολη βλ. FO 371.15232/54-58. Για την επίσκεψη των Iσμέτ Iνονού και Tεφήκ Pουσδή στην Aθήνα βλ. FO 371.15232/59-73. 421
Tον Nοέμβριο του 1929 συνήλθε στην Aθήνα, υπό την προεδρία του Παπαναστασίου, το 27ο Συνέδριο του Διεθνούς Γραφείου Eιρήνης που συγκέντρωσε εκπροσώπους όλων των ευρωπαϊκών και βαλκανικών χωρών. O τελευταίος διέκρινε εκεί περιθώρια ευκαιρίας να προωθήσει τη βαλκανική προσέγγιση. H τακτική του ήταν να προωθήσουν καταρχάς κοινά πρακτικά συμφέροντα, όπως ήταν το εμπόριο και οι συγκοινωνίες, και βαθμιαία να προχωρήσουν στα ακανθώδη ζητήματα των διπλωματικών συνασπισμών και των μειονοτήτων.985 Mε συντονισμένες πρωτοβουλίες μέσα σ’ ένα χρόνο συγκρότησε τον πυρήνα των βαλκανικών διασκέψεων, προετοίμασε με τη βοήθεια της κυβέρνησης το έδαφος και συγκάλεσε το πρώτο βαλκανικό συνέδριο στην Aθήνα, τον Oκτώβριο του 1930.986 Σ’ αυτό το ιδιωτικό αλλά ημιεπίσημου χαρακτήρα συνέδριο, όπου προέδρευσε ο ίδιος, δημιούργησαν τον μόνιμο οργανισμό που ονόμασαν Bαλκανική Διάσκεψη: αποσκοπώντας στην οικονομική, πολιτική και πνευματική προσέγγιση των βαλκανικών χωρών, όρισε γενικές αρχές της συνεννόησής τους κι έθεσε ως μακροπρόθεσμο στόχο τη δημιουργία της Bαλκανικής Ένωσης.987 Aποτελούσε επομένως μια προσπάθεια κινητοποίησης των βαλκανικών λαών και καταρχάς των κυρίαρχων ελίτ χωρίς να αποξενωθούν οι κυβερνήσεις τους. H Δεύτερη Bαλκανική Διάσκεψη, τον επόμενο χρόνο στην Kωνσταντινούπολη, έλαβε αποφάσεις πρακτικού χαρακτήρα αλλά συνάμα αποκάλυψε τις διπλωματικές διαφοροποιήσεις των βαλκανικών χωρών: η ελληνοτουρκική σύγκλιση αποξένωσε τη Γιουγκοσλαβία. H Tρίτη Bαλκανική Διάσκεψη ψήφισε τον Oκτώβριο 984
FO 371.14381/133-139, αναφορά του βρετανού γενικού προξένου από Θεσσαλονίκη,
30.11.1930. Σχετικά με την απαγόρευση φοίτησης ελληνοπαίδων στα ξένα σχολεία βλ. και FO 371.14391/138-140. 985
Bλ. FO 371.15233/8, Ramsay προς Henderson, 11.5.1931/211 FO 371.15237/3, Eτήσια
αναφορά για την Eλλάδα (1930), 27.1.1931. Tο θεωρητικό πλαίσιο της τακτικής του Παπαναστασίου βλ. στο Al. Papanastasiou, Rapport sur la question de la fédération des peuples..., ό.π., σ. 12. 986
Γ. Σ. Mερκούρης, Aι Bαλκανικαί διασκέψεις και τα σύμφωνα φιλίας μετά των Bαλκανικών
Kρατών, ό.π., σ. 7-8· Petar Arsov, “Les Conferences Balkaniques 1930-1933”, Studia Balcanica 11 [1977], σ. 6. Για τις αντιρρήσεις του Bενιζέλου και των υπόλοιπων πολιτικών δυνάμεων στη βαλκανική πολιτική του Παπαναστασίου βλ. Προκόπης Παπαστράτης, “Aπό τη Mεγάλη Iδέα στη Bαλκανική 'Eνωση”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 421 κ.ε.. 987
Stévan Petrovitch, L’ Union et les conférences Balkaniques, Paris 1933, σ. 11. 422
του 1932 στο Bουκουρέστι ένα προσχέδιο του Bαλκανικού Συμφώνου που είχε επεξεργαστεί η ελληνική αντιπροσωπεία,988 καθώς κι ένα σχέδιο σύμβασης για την ελεύθερη μετακίνηση κι εγκατάσταση των προσώπων στις βαλκανικές χώρες που πρόβλεπε ίση αντιμετώπισή τους σε εργασιακά, δημοσιονομικά και νομικά ζητήματα, κι ένα άλλο για τη δημιουργία Bαλκανικού Γραφείου Eργασίας και για την από κοινού εφαρμογή κοινωνικής πολιτικής.989 Eντέλει όμως αυτή η προσπάθεια δεν επηρέασε ουσιαστικά τις εθνικές ιδεολογίες ούτε πέτυχε να μεταφράσει το βαλκανικό ιδεώδες σε όρους συμβατούς με τα συμφέροντα των κυρίαρχων ελίτ: οι καλές προθέσεις τους εξατμίστηκαν μόλις άλλαξε η συγκυρία. Eυρύτερες μεταβολές των διπλωματικών όρων τόνισαν τις περιφερειακές αντιθέσεις ήδη από τη Δεύτερη Bαλκανική Διάσκεψη· η αναζωπύρωση του γαλλοβρετανικού ανταγωνισμού και η ενεργοποίηση της ιταλικής επιρροής επέδρασαν επίσης διαλυτικά. Oι βούλγαροι απείχαν από την Tρίτη Bαλκανική Διάσκεψη, ενώ οι γιουγκοσλάβοι αρνήθηκαν να οργανώσουν την τέταρτη η οποία ως εκ τούτου πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Nοέμβριο του 1933, με πρόεδρο πάλι τον Παπαναστασίου. Όταν κατόπιν υπέγραψαν το Bαλκανικό Σύμφωνο οι κυβερνήσεις έπαψαν να ενδιαφέρονται για τις διασκέψεις· ανέβαλαν προσχηματικά την επόμενη και δεν έκαναν ξανά λόγο γι’ αυτές.990 Πρακτικό αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας σύγκλισης, το οποίο πιστώνεται εν μέρει στον Παπαναστασίου, ήταν το Bαλκανικό Σύμφωνο το οποίο υπέγραψαν τον Φεβρουάριο του 1934 στην Aθήνα οι ηγέτες της Eλλάδας, της Tουρκίας, της Γιουγκοσλαβίας και της Pουμανίας, θέλοντας κατά βάση να εγκαταλείψουν την κηδεμονία των Δυνάμεων και να προστατεύσουν το εδαφικό καθεστώς το οποίο απειλούσαν οι ευρωπαϊκές εξελίξεις. Tο σύμφωνο συμπορευόταν με τις σύγχρονες κατευθύνσεις της γαλλικής πολιτικής, αλλά συνάντησε αντιδράσεις από χλιαρές έως αρνητικές στη Bρετανία και στην Iταλία· στη Γερμανία σαφώς εχθρικές. Eγχώριος αντίπαλός του ήταν ο Bενιζέλος, ο οποίος πίστευε πως αν έμενε έξω από αυτό η Eλλάδα θα μπορούσε ευκολότερα να αποφύγει την επερχόμενη
988
Στο ίδιο, σ. 13-16· P. Arsov, “Les Conferences Balkaniques 1930-1933”, Studia Balcanica 11
[1977], σ. 20. 989
St. Petrovitch, L’ Union et les conférences Balkaniques, Paris 1933, σ. 19.
990
P. Arsov, “Les Conferences Balkaniques 1930-1933”, ό.π., σ. 24-30. 423
ευρωπαϊκή σύρραξη.991 H ειρωνική αντιμετάθεση των θέσεων του Bενιζέλου και του Mεταξά εκείνη την περίοδο, από τον παρεμβατισμό στην ουδετεροφιλία και αντιστρόφως, εν μέρει αντανακλούσε μεταβολές των διπλωματικών δεδομένων στο διάστημα που μεσολάβησε από τον Eυρωπαϊκό Πόλεμο, εξέφραζε όμως επίσης υπόρρητη αυτοκριτική για τις προηγούμενες επιλογές τους κι εντέλει καταδείκνυε πόση αστάθεια προκαλούσε στα Bαλκάνια ο εθνικός κατακερματισμός. H προσπάθεια της βαλκανικής συνεννόησης συνοδεύτηκε από μια εύγλωττη θεωρητική μετατόπιση του Παπαναστασίου. Tο 1929 μεταγράφει θεωρητικά την εμπειρία του από την αποτυχία του εθνικού σχεδίου στην Eισήγηση περί της ομοσπονδίας των λαών, την οποία δημοσιεύει στα γαλλικά με ευκαιρία το 27ο Συνέδριο του Διεθνούς Γραφείου Eιρήνης.992 Σ’ αυτό το κείμενο, όπου εν μέρει αναπτύσσει παλαιότερες θέσεις του “Eθνικισμού” κι εν μέρει τις εγκαταλείπει, αναζητά ηθικές και φιλοσοφικές βάσεις των σχέσεων μεταξύ των λαών, ιστορικοποιεί τη διαδικασία της εθνογένεσης και προτείνει τη βαλκανική και την ευρωπαϊκή προσέγγιση· πέντε χρόνια αργότερα άλλωστε, ενώ εξαντλούνταν πλέον η δυναμική της διεθνούς πρωτοβουλίας του, θα το συμπλήρωνε με μια σειρά δοκιμίων όπου θα εξέθετε τις διαστάσεις της πολιτικής του σε σχέση με το μακροπρόθεσμο όραμα της βαλκανικής ένωσης όσο και με τα άμεσα ελληνικά συμφέροντα.993 Tα κείμενα αυτής της τρίτης περιόδου του Παπαναστασίου κινούνται λοιπόν σε κλίμακες πολύ διαφορετικές από τον “Eθνικισμό”. Mολονότι επικαλούνται τα κοινά στοιχεία του “ευρωπαϊκού πολιτισμού”,994 δεν διαπνέονται από την πολιτισμική αποκλειστικότητα ούτε από την ευρωπαιοκεντρική αλαζονεία των προηγούμενων γραπτών του: η επιζητούμενη προσέγγιση και βεβαίως η προηγούμενη ήττα από την Tουρκία διευκόλυναν αυτήν τη στάση, αλλά οι καταβολές της ανάγονται κυρίως στην πολιτική και φιλοσοφική μαθητεία του. Aφήνοντας πίσω του την πολεμική περίοδο 991
K. Δ. Σβολόπουλος, Tο Bαλκανικόν Σύμφωνον και η ελληνική εξωτερική πολιτική 1928-1934,
ό.π., σ. 18 κ.ε.. 992
Alexandre Papanastasiou, Rapport sur la question de la fédération des peuples. Soumis au
XXVIIe Congrès Universel de la Paix, Edition de la Société Hellénique des Amis de la Paix, Athénes 1929. 993
Alexandre Papanastasiou, Vers l’ Union Balkanique. Les conférences Balkaniques, Paris 1934.
994
Al. Papanastasiou, Rapport sur la question de la fédération des peuples..., ό.π., σ. 12. 424
ο Παπαναστασίου επιστρέφει στην καντιανή φιλοσοφία την οποία επικαλείται ρητά στην Eισήγηση· τήν αντανακλούν καταρχάς η σαφής διάκριση μεταξύ δέοντος και όντος στο κείμενο αυτό αλλά και η ίδια η δομή του: εξετάζοντας το αίτημα της “ομοσπονδίας των λαών” ο συγγραφέας ξεκινά από την “ηθική και φιλοσοφική” άποψη και προχωρά στην κοινωνιολογική και στην πολιτική. O Kαντ, μας θυμίζει από την πρώτη κιόλας πρόταση, χαρακτήρισε βάρβαρη την ύπαρξη κρατών που δεν υποτάσσονται σε καθολικούς νόμους· αντιθέτως οφείλουν, υιοθετώντας κοινούς κανόνες, να διαμορφώσουν συλλογική βούληση κι εντέλει να ενωθούν. 995 Yπέρτατη αξία είναι ο άνθρωπος, άρα τα κράτη δεν δικαιούνται να καταστρέφουν ζωές με τους πολέμους τους. H συνεργασία και η αλληλεγγύη για τη βελτίωση της ανθρωπότητας αποτελούν κατηγορικές προσταγές, ενώ η αλληλεγγύη των λαών δεν είναι τίποτε λιγότερο από ηθικοφιλοσοφικό αξίωμα.996 Eπομένως ο Παπαναστασίου - λίγο καθυστερημένα, την εποχή που θριάμβευαν ο Xίτλερ και κάθε λογής σωβινισμοί - απονομιμοποιεί την ίδια τη βάση του σύγχρονου εθνικισμού, ξεκινώντας από πανανθρώπινες ηθικές αξίες και παίρνοντας ως πλαίσιο αναφοράς την ανθρωπότητα και όχι τα καθέκαστα έθνη. Aν αυτή η ηθικοφιλοσοφική ανάλυση αντιπροσωπεύει το “δέον”, ακολουθεί η κοινωνιολογική ανάλυση, το “ον”. H ομοσπονδία των λαών είναι ο στόχος, πρέπει να βρουν όμως ποιούς κοινωνικούς νόμους θα χρησιμοποιήσουν και ποιές συνθήκες θα εκμεταλλευτούν για να τήν πετύχουν. H ιστορία, λέει ο Παπαναστασίου, δείχνει πως τα κράτη ως “κοινωνικοί οργανισμοί” έχουν έμφυτες αυξητικές τάσεις οι οποίες, μέσα από συγκρούσεις, δια της βίας ή με την πολιτισμική σύγκλιση, επιφέρουν τη δημιουργία μεγαλύτερων οργανισμών.997 Στη σύγχρονη εποχή όμως ο πόλεμος είναι “εγκληματική τρέλα, βάρβαρη κατάλυση των αξιών”,998 ενώ αφετέρου τα νέα μέσα επικοινωνίας επιτρέπουν την πολιτισμική όσμωση. Tα κράτη αποτελούν οργανικά σύνολα, αλλά η κοινωνιοβιολογία και ο κοινωνικός δαρβινισμός αβάσιμα δοξάζουν τον πόλεμο: οι βιολογικοί νόμοι δεν εφαρμόζονται στις κοινωνίες, αφού η εκπολιτιστική διαδικασία τις ανανεώνει τουλάχιστον όσο και 995
Στο ίδιο, σ. 3.
996
Στο ίδιο, σ. 3-4.
997
Στο ίδιο, σ. 4-5.
998
Στο ίδιο, σ. 5. 425
ο πόλεμος: πολύ ανώτερες αρετές γεννούν η πάλη ενάντια στην αδικία και στις στερήσεις, ή η επιστημονική έρευνα και η τεχνική.999 H ίδια η εθνική συνείδηση των λαών - ο Παπαναστασίου επαναλαμβάνει εδώ τις απόψεις περί εθνογένεσης που είχε αναπτύξει στον “Eθνικισμό” - αντιστρατεύεται πλέον τις ιμπεριαλιστικές τάσεις των κρατών: τους επόμενους αιώνες θα δημιουργηθούν νέες “εθνικότητες”, η αμερικανική, η ευρωπαϊκή και ακόμη και η παγκόσμια, αλλά μέσω πολιτισμικής αλληλεπίδρασης, όχι κατάκτησης.1000 Oι λαοί όμως μπορούν και πρέπει να ομοσπονδιοποιηθούν στο μεταξύ: διαθέτουν ήδη τα θεμέλια της διακρατικής οργάνωσής τους, η οποία εντέλει αποτελεί την πολιτική όψη του προβλήματος. Σ’ αυτό το τρίτο σκέλος της Eισήγησης ο Παπαναστασίου εκθέτει τις ελλείψεις της Kοινωνίας των Eθνών, εκδηλώνοντας απαισιοδοξία για τις προοπτικές της ειρήνης.1001 Έπρεπε βεβαίως να επηρεάσουν καταλλήλως την ιδεολογία των λαών, για να εξαλείψουν όμως τις βαθύτερες αιτίες του πολέμου χρειαζόταν “να ενώσουν άμεσα με κοινά συμφέροντα όλα τα έθνη, ούτως ώστε οι υπήκοοι όλων των Kρατών να έχουν ελεύθερη πρόσβαση και δικαίωμα εργασίας στα άλλα Kράτη, οι στενότεροι δεσμοί των εθνών να δείχνουν πως αυτά δεν είναι πλέον ξένα μεταξύ τους και, τέλος, η ρύθμιση των διακρατικών διαφορών να υπόκειται σε κανόνες δικαίου ισόδικους για όλους”.1002 Mόνο διακρατικοί οργανισμοί πιο προηγμένοι από την Kοινωνία των Eθνών θα εξασφάλιζαν μακροπρόθεσμα την ειρήνη και θα έλυναν προβλήματα όπως των μειονοτήτων ή της οικονομίας. Aυτό το ιδανικό θα προωθούσε η βαλκανική ένωση, προετοιμάζοντας συνάμα την πανευρωπαϊκή εφαρμογή του.1003 H επιμονή πάντως του Παπαναστασίου στην ιστορικοκοινωνιολογική ανάλυση του “Eθνικισμού” συνοδευόταν από νέες εμφάσεις. Aφενός, παρά την επιμονή του στην ομοσπονδία των λαών και στη βαλκανική συνεργασία, διαφοροποιούνταν από τον διεθνισμό της κομμουνιστικής αριστεράς συνεπικουρώντας τον 999
Στο ίδιο, σ. 6.
1000
Στο ίδιο, σ. 8.
1001
Θεωρεί ανεπαρκείς τις μεταγενέστερες προσπάθειες συνεννόησης, όπως ήταν τα σύμφωνα
του Λοκάρνο και του Παρισιού: στο ίδιο, σ. 8-10. 1002
Στο ίδιο, σ. 11.
1003
Στο ίδιο, σ. 11-12. 426
μοντερνιστικό πολιτισμικό εθνικισμό που καλλιεργούσε η λεγόμενη Γενιά του Tριάντα με τις αναζητήσεις της “Eλληνικότητας”· δικαιολογούσε λόγου χάρη την αντίδραση κατά της αντιγραφής “ξένων” μορφών και ζητούσε “να γίνη εκμετάλλευσις των ελληνικών μορφών τέχνης, και ιδίως της λαϊκής τέχνης, η οποία είναι ζωντανή ελληνική τέχνη”.1004 Aφετέρου όμως, και αυτό θα μπορούσε να έχει καίρια σημασία για την εξέλιξη της εθνικής ιδεολογίας, αφού ο Παπαναστασίου επηρέαζε κατεξοχήν τους διανοούμενους, κατακεραύνωνε τη ρητορεία της εθνικής αποκλειστικότητας προβάλλοντας τα κοινά σημεία των βαλκανικών λαών και απορρίπτοντας τα πατροπαράδοτα επιχειρήματα περί φυλετικών ή πολιτισμικών διαφοροποιήσεων μεταξύ τους. Ως προς τα πρώτα υποστήριζε, σ' ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα: H ανθρωπολογική συγγένεια των λαών των Bαλκανίων, αρχαίων και νέων, οφείλεται στην ανάμειξή τους ... Kανένα από τα βαλκανικά έθνη δεν είναι, από ανθρωπολογική άποψη, καθαρό, κανένα τους δεν έμεινε έξω από αυτή την ανάμειξη των φυλών, ιδίως με τους υπόλοιπους λαούς της χερσονήσου. Στην Eλλάδα λόγου χάρη, μετά την κλασική εποχή έχουμε, πέρα από την ανάμειξη με τους λαούς της δυτικής Eυρώπης, Φράγκους, Bενετούς κλπ., του ιστορικού ελληνικού λαού, ο οποίος επίσης εξαρχής είχε αναμειχθεί με τους αρχαίους κατοίκους της χώρας και αργότερα με άλλους λαούς που εισέβαλαν στην Eλλάδα όπως ήταν οι Pωμαίοι - και ο οποίος δεν φαίνεται να αποτελούσε καθαρό ανθρωπολογικό τύπο - καθώς κι έντονες αναμείξεις με τις σλαβικές φυλές, με Aλβανούς, Tούρκους, Pουμάνους.1005 Mολονότι δεν αρνούνταν, επομένως, την ιδεολογία της ιστορικής συνέχειας του ελληνικού έθνους, τόνιζε συνάμα τη συγχρονική συνέχειά του με τα γειτονικά. Aνάλογη έμφαση στο στοιχείο της μείξης συναντούμε στο επιχείρημά του για την πολιτισμική ομοιότητα των βαλκανίων: όλοι οι γειτονικοί λαοί έχουν αφομοιωθεί ως προς τις “εσωτερικές και ψυχικές ιδιότητές τους”, έχουν κοινά έθιμα και τρόπους σκέψης και δράσης:1006 Eίμαστε πολύ πιο όμοιοι απ’ όσο μπορούμε να φανταστούμε. Zήσαμε, εμείς, οι βαλκανικοί λαοί, χιλιάδες χρόνια δίπλα δίπλα, 1004
“Eίναι σήμερον δυνατή η δημιουργία Nέου Eλληνικού ρυθμού;”, Eργασία, τ. 107, 16.1.1932, σ.
69. 1005
Al. Papanastasiou, Vers l’ Union Balkanique, ό.π., σ. 26.
1006
Στο ίδιο, σ. 27. 427
σχεδόν υπό τις αυτές οικονομικές συνθήκες και τον περισσότερο καιρό στον ίδιο κρατικό οργανισμό. Yποστήκαμε τις ίδιες δοκιμασίες. Aναμειχθήκαμε μεταξύ μας. Tα νεότερα έθνη στα οποία ανήκουμε, ανεξαρτήτως της αρχαιότητας ή του αρχαίου μεγαλείου τους, επηρεάστηκαν αρκετά στη σημερινή διαμόρφωσή τους από αυτή την ανάμειξη ... H λαϊκή ποίηση και γενικώς το φολκλόρ παρουσιάζουν μεγάλη συγγένεια.1007 Mε βάση τα παραπάνω επιχειρήματα, τα οποία ηχούσαν τότε πολύ λιγότερο βεβιασμένα απ’ όσο σήμερα, ο Παπαναστασίου συμπέραινε πως οι βαλκανικοί λαοί είχαν “κοινότητα συμφερόντων και πολιτισμού”.1008 Eντούτοις ακόμη και αυτές οι μετριοπαθείς θέσεις αποδείχθηκαν δύσπεπτες. Tην πνευματική και ιδεολογική ζωή του Mεσοπολέμου δεν καθόρισε τελικά ο Δημοκρατικός βαλκανισμός αλλά ο Tρίτος Eλληνικός Πολιτισμός. Όσο θετικά και αν υποδέχτηκαν τέτοιες θέσεις οι διεθνιστές και γενικώς οι αριστεροί διανοούμενοι, η πνευματική ελίτ, ακόμη και η Γενιά του Tριάντα στην οποία έλπιζε ο Παπαναστασίου, προσπαθώντας να μην απομακρυνθεί από την αστική ιδεολογία βρέθηκε πλησιέστερα στον Mεταξά. *****
1007
Στο ίδιο, σ. 10.
1008
Στο ίδιο, σ. 10. 428
429
K E Φ A Λ A I O A P I Σ T E PA
E K T O
TOY ΔIXAΣMOY
Aπό πολιτική άποψι, ο εμφύλιος πόλεμος έφερε αντιμέτωπους το νέο φιλελεύθερο κόμμα με τη δυναστεία και τα παλιά πολιτικά συγκροτήματα. H σύγκρουσι αυτή, αν και έγινε σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, ήτανε σύγκρουσι εσωτερική. H εσωτερική πλευρά του ζητήματος, ο αγώνας για την εσωτερική κυριαρχία, έδωσε την αποφασιστική ώθησι. Όταν αργότερα οι μεγάλες μάζες πλαισιωθήκανε στα παλιά κόμματα με τη δυναστεία επί κεφαλής κατά των φιλελευθέρων, η πολιτική αντίθεσι έγινε αντίθεσι τάξεων. H σύγκρουσι δυο αστικών μερίδων εξελίχθηκε σε σύγκρουση τάξεων, κατά την οποία τα κοινωνικώς καταπιεζόμενα στρώματα σηκώσανε την αντιβενιζελική σημαία ως σύμβολο αγώνος κατά του κεφαλαίου. Aυτό εξηγεί γιατί ο αντιβενιζελισμός εμφανίσθηκε πολλές φορές με αντικαπιταλιστικά αισθήματα, ενώ, από πολιτική καταγωγή και κοινωνική προέλευσι των στελεχών του, ήτανε και παρέμεινε συντηρητικός, αντιδραστικός, στείρος, αντιμέτωπος σε κάθε πρόοδο και σε κάθε μεταβολή. ΣEPAΦEIM MAΞIMOΣ1009
H διορατική παρατήρηση του Mάξιμου αναδεικνύει την “κοινωνικοποίηση” της πολιτικής σύγκρουσης και συνάμα εξηγεί, πέρα από την αναβίωση του αντιβενιζελισμού το 1920, την περιθωριοποίηση των μεταρρυθμιστών σοσιαλιστών από την αυτόνομη αριστερά που διαμορφωνόταν συγχρόνως. Πλαίσιο ήταν ο 1009
Σ. Mάξιμος, Kοινοβούλιο ή δικτατορία; ό.π., σ. 14. 430
Διχασμός τον οποίο προκάλεσε η αντεπανάσταση των συντηρητικών, κίνηση συνειδητή εναντίον των κοινωνικοπολιτικών αλλαγών που συνεπαγόταν η πολιτική της αναδυόμενης βενιζελικής ελίτ (Γ. Λεονταρίτης). H σύγκρουση οξύνθηκε από τις προσωπικότητες των πρωταγωνιστών, ουσιαστικά όμως αποτελούσε μια απόπειρα να ανακτήσει πολιτική ισχύ η “ολιγαρχία” που κατείχε προηγουμένως την εξουσία και παραγκωνίστηκε μετά τις επιτυχίες του Bενιζέλου.1010 Kαθώς ξέσπασε με αφορμή την πόλωση για το ζήτημα των διεθνών συμμαχιών της χώρας, αποκάλυψε την οργανική διαπλοκή της εσωτερικής και της εξωτερικής πολιτικής κι εντέλει παρέσυρε την Eλλάδα στο παιχνίδι των Δυνάμεων του ιμπεριαλιστικού κοσμοσυστήματος.1011 H εξάρτηση της Eλλάδας θεωρούνταν ανέκαθεν δεδομένη: ήταν “χώρα εξαιρετικά φτωχή, η ανεξαρτησία της οποίας ήταν πάντοτε απλώς τυπική ενώ όλες οι δυνατότητες κατίσχυσής της θεμελιώνονταν αποκλειστικά στην πολιτική, δηλαδή στο γεγονός ότι η πολιτική της ήταν καταδικασμένη να υπηρετεί ως όργανο άλλες πολιτικές, των εθνών τα οποία πράγματι διατάζουν στην Eυρώπη”.1012 H αδυναμία της Aθήνας να συντελέσει αυτόνομα στην αναδιάταξη του περιφερειακού υποσυστήματος που εγκαινίασαν οι Bαλκανικοί Πόλεμοι δημιουργούσε ανυπέρβλητες εσωτερικές αντιφάσεις όχι μόνο στην τακτική των υπόλοιπων ηγετών αλλά και στη στρατηγική σκέψη του Bενιζέλου, τις οποίες παρουσίασε εύγλωττα ο Λεονταρίτης· η “σύλληψη της επέκτασης με πλαίσιο το κενό” που καταλογίζει στον κρητικό πολιτικό ήταν άμεσο ιδεολογικό παράγωγο της Mεγάλης Iδέας η οποία ενέπνεε το πολιτικό σώμα.1013 Eντέλει η δοκιμασία της πράξης κατέδειξε, εκτός από τις εγγενείς στρατηγικές αντιφάσεις της Mεγάλης Iδέας, και τα κοινωνικοπολιτικά όρια αντοχής της. Έπειτα από μισό και πλέον αιώνα γαλούχησης με αυτήν οι έλληνες είχαν αναπτύξει ανοσία απέναντι στις διεθνιστικές και σοσιαλιστικές ιδέες και ανέτρεπαν κυβερνήσεις ανάλογα με τις διακυμάνσεις του Kρητικού, αλλά την κρίσιμη στιγμή αρνήθηκαν να αναλάβουν το κόστος των επιλογών
1010
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. x, xν, 3.
1011
Στο ίδιο, σ. 5.
1012
Umberto Fracchia, Venizelos contro lo stato di Atene, Roma 1917, σ. 6.
1013
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. xι-xιι. 431
τους: ένα gran rifiuto που καλλιέργησε, οργάνωσε και αξιοποίησε καταρχάς ο απολυταρχικός μοναρχισμός. O Διχασμός επιβεβαίωσε πως η εξωτερική πολιτική αντανακλούσε επιλογές και συμφέροντα συγκεκριμένων κοινωνικών και πολιτικών ελίτ. O Kωνσταντίνος διέσπασε τον πρωθυπουργικό συνασπισμό προωθώντας τον απολυταρχισμό και τέμνοντας τα ζητήματα του πολέμου, της ενσωμάτωσης των Nέων Xωρών και των ταξικών κι εθνικοθρησκευτικών συμφερόντων που θα πρόκρινε το κράτος. Kαθοριστικό ήταν ωστόσο πως όταν η σύγκρουση έγινε υπόθεση των μαζών, διαθλάστηκαν οι αρχικές αιτίες της: καθώς στην Eλλάδα του 1915 - 1935 οι περισσότεροι δεν καταλάβαιναν τις σύνθετες αποχρώσεις της κομματικής πάλης, χωρίστηκαν σε δυο αντίπαλα στρατόπεδα με απόψεις συνοπτικές και περιχαρακωμένες, ενώ συνάμα η αντίθεση αποκρυσταλλωνόταν σε οικογενειακές και τοπικές παραδόσεις, στην εκπαίδευση και στις προσωπικές σχέσεις.1014 O Kωνσταντίνος και το επιτελείο του ενίσχυσαν την εξουσία τους στους Bαλκανικούς Πολέμους παρασύροντας το ένστολο έθνος στα συλλογικά εγκλήματα που χαρακτήρισαν γενικώς την εδραίωση των “χριστιανικών Δυνάμεων” στις Nέες Xώρες. Eκτόνωσαν έτσι την κοινωνική ένταση χωρίς επώδυνες μεταρρυθμίσεις, αναστηλώνοντας την απειλούμενη εξουσία τους στον κρατικό μηχανισμό και κατεξοχήν στο στρατό. Προτάσσοντας όμως την ουδετερότητα στον Eυρωπαϊκό Πόλεμο και προσεγγίζοντας επιλεκτικά τους “αλλοεθνείς” υπονόμευσαν την εθνική ιδεολογία κι εξάρθρωσαν τον μεγαλοϊδεατισμό, ευνοώντας τελικά την ανάπτυξη της ριζοσπαστικής αριστεράς. Όπως η παρεμβατική πολιτική του Bενιζέλου αποξένωσε τους διεθνιστές σοσιαλιστές αλλά και πολλούς αστούς της Παλαιάς Eλλάδας που ζητούσαν σταθερότητα, παρομοίως η δική τους “εθνική σύνεση” έριξε στην αγκαλιά του πρωθυπουργού ακραίους σωβινιστές και μιλιταριστές που προσέβλεπαν προτύτερα στον Kωνσταντίνο IB'. Σύντομα η πολιτική διχοστασία εμπλουτίστηκε με ιδεολογικές συνιστώσες. Nέοι χώροι και νέες μορφές αντιπαράθεσης εμφανίστηκαν, πιστοποιώντας πόσο καταλυτικός ήταν ο πόλεμος στην εισβολή της νεωτερικότητας: “στους κινηματογράφους, που αποτελούν κέντρα της σύγχρονης αθηναϊκής πνευματικότητας ... 1014
Πρβλ. Georges Lefebvre, La Révolution Francaise, PUF 7 1989, σ. 604. 432
γαλλικά πολεμικά films προκαλούσαν αλληλοσυγκρουόμενες επευφημίες και σφυρίγματα και γι’ αυτό χρειάστηκε να τα καταργήσουν από το πρόγραμμα”.1015 Oι αντιβενιζελικοί κάλυπταν άλλους πολιτισμικούς χώρους με αμέτρητες λιθογραφίες που παρουσίαζαν τον Kωνσταντίνο ως Aγιο Γεώργιο να κόβει τα κεφάλια του Δράκου της Tριανδρίας, ή τον Bενιζέλο σε άσεμνες στάσεις, ανασκολοπισμένο, τεταρτισμένο κλπ. Όσο για την Eκκλησία, αυτή από τον Oκτώβριο ετοίμαζε αφορισμούς όσων προσχωρούσαν στο κίνημα, ενώ και οι βενιζελικοί χρησιμοποιούσαν συχνά θρησκευτικούς συμβολισμούς.1016 Eύστοχα ανέλυσε την κωνσταντινική ιδεολογία ο Γ. Mαυρογορδάτος, δείχνοντας πως αξιοποιώντας το προσωπικό χάρισμα του νικηφόρου στρατηλάτη ενεργοποίησαν το λανθάνον χαρισματικό δυναμικό της μοναρχίας. Kαθώς έλειπαν τα αυτόχθονα προηγούμενα ο Kωνσταντίνος και οι σύμβουλοί του, εξορμώντας για να κατακτήσουν τη λαϊκή φαντασία, μετέφρασαν με όρους της εγχώριας θρησκευτικής κι εθνικιστικής μυθολογίας τον σύγχρονο βασιλικό απολυταρχισμό πρωσικού τύπου από τον οποίο εμπνέονταν· έτσι οι αντιβενιζελικοί πολιτικοί παρ’ όλες τις κοινοβουλευτικές και συχνά σύγχρονες αντιλήψεις τους αιχμαλωτίστηκαν σ' ένα κίνημα σκοταδιστικό, αντικοινοβουλευτικό, αντιδραστικό κι εν μέρει πρωτοφασιστικό.1017 Σημαντικό είναι πάντως πως εκείνη την εποχή διαφοροποιούνται ριζικά οι αντιλήψεις των δυο παρατάξεων για τη δημοκρατία - κι ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί ο τρόπος με τον οποίο διεξήγαν τις εκλογές. Aν πάρουμε ως αφετηρία την άφιξη του Bενιζέλου βρίσκουμε πως η παράταξή του επέλεγε συνήθως το ευνοϊκότερο εκλογικό σύστημα αλλά οργάνωνε υποδειγματικά την ψηφοφορία όταν βρισκόταν στην κυβέρνηση. Aυτό ισχύει ολότελα για τις εκλογές της Δεύτερης Aναθεωρητικής Bουλής το 1910 καθώς και για εκείνες του 1912, και κατά το μέγιστο μέρος για εκείνες του 1920· πολύ λιγότερο για τις εκλογές που οργάνωσε η Eπανάσταση του 1923 1015
Umberto Fracchia, Venizelos contro lo stato di Atene, o.π., σ. 101. Σημειωτέον πως η Iερά
Σύνοδος είχε απαγορεύσει στους κληρικούς να πηγαίνουν στο θέατρο και στον κινηματογράφο· βλ. σχετικά Nέα Eλλάς, φ. της 31.1.1916. 1016
Umberto Fracchia, Venizelos contro lo stato di Atene, ό.π., σ. 101, 127, 158-159· FO
371.7588/40, W.C.L. Knight προς Lindley, 14.11.1922/62 (παράθεμα). Για τον αφορισμό των κινηματιών βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 30.10.1916. 1017
G. Mavrogordatos, Stillborn Republic..., ό.π., σ. 60-61. 433
αλλά απολύτως για το δημοψήφισμα του 1924 και για τις εκλογές του 1926, του 1928, του 1932 και του 1933. Mε άλλα λόγια στις εννέα αναμετρήσεις το Φιλελεύθερο στρατόπεδο οργάνωσε περίπου άψογα τις επτά και σεβάστηκε πάντοτε τα αποτελέσματά τους. Mε την πάροδο του χρόνου το αντίθετο ίσχυε ολοένα περισσότερο για τις εκλογές και τα δημοψηφίσματα που πραγματοποιούσαν οι μοναρχικοί: οι ελλείψεις των θερινών εκλογών του 1910 και τα ελαττώματα των δυο αναμετρήσεων του 1915 αποτελούσαν απλά πταίσματα σε αντιπαραβολή με τα δημοψηφίσματα του 1920 και του 1935, ή με τις εκλογές του 1935. Oι μοναδικές ελεύθερες εκλογές που οργάνωσαν ήταν το 1936, υπό την ασφυκτική πίεση του Γεωργίου ο οποίος όμως ετοίμαζε παρασκηνιακά τη δικτατορία του. Eπιπλέον, οι μοναρχικοί ποτέ μετά την έναρξη του Διχασμού δεν προκήρυξαν εκλογές οι οποίες θα μπορούσαν να τούς απομακρύνουν από την κυβέρνηση. Eκτός από το 1915, οπότε καθυστέρησαν επί μήνες την παράδοση της εξουσίας στον εκλεγμένο πρωθυπουργό και οριοθέτησαν ασφυκτικά τη δράση του, ποτέ άλλοτε δεν εγκατέλειψαν την αρχή όταν το απαίτησαν οι κανόνες του δημοκρατικού παιχνιδιού - όπως έκαναν ο Bενιζέλος το 1920, το 1932 και το 1933, ο Παπαναστασίου και ο Σοφούλης το 1924 και ο Kαφαντάρης το 1928. Eπέτρεψαν έτσι να προβάλουν οι Φιλελεύθεροι ως θεματοφύλακες του κοινοβουλευτισμού και στερέωσαν μακροπρόθεσμα τη σύγκλιση των δημοκρατικών σοσιαλιστών, μεταξύ τους και του Παπαναστασίου, με τον Bενιζέλο. H στροφή των “παλαιοκομματικών” αστών προς τον αυταρχισμό δικαιολογούσε τη σύγκλιση της μεταρρυθμιστικής αριστεράς και του Φιλελεύθερου κέντρου ως το 1920, ενώ κατόπιν νομιμοποίησε και τη διάσπαση του βενιζελικού συνασπισμού από τον Παπαναστασίου. Άλλωστε η εμβέλεια του μοναρχισμού ήταν περιορισμένη: το χάρισμα του Bενιζέλου κυριαρχούσε μεταξύ των προσφύγων και στις Nέες Xώρες όπου δεν πρόλαβαν να αναπτυχθούν ισχυρά αισθήματα νομιμοφροσύνης είτε αντιπαλότητας απέναντι στο θρόνο. O Δημοκρατισμός διυλιζόταν βαθμιαία από τον εθνικιστικής προέλευσης αντικωνσταντινισμό όσο και από την αντιθεσμική κριτική της αριστεράς - και βρήκε νέα ερείσματα σε ολόκληρη τη χώρα μετά την εκτροπή του 1915 και τα Nοεμβριανά, ως αντίδραση στον αναπτυσσόμενο βασιλικό απολυταρχισμό. Xαλιναγωγούνταν όμως από τον Bενιζέλο ο οποίος διαχώρισε τις ευθύνες του 434
Kωνσταντίνου από το κύρος της βασιλείας κι επιστρέφοντας στην εξουσία, το 1917, προσεταιρίστηκε από θέση ισχύος τον Bασιλιά Aλέξανδρο. Tότε τέθηκαν τα θεμέλια για τη διάσπαση των Φιλελευθέρων. H αριστερά τους αντιτάχθηκε αμέσως στο συμβιβασμό,1018 ενώ οι συντηρητικοί θεώρησαν την ηγεσία του Bενιζέλου ως μοναδική εγγύηση πως δεν θα παρέσυρε την Eλλάδα η αντιμοναρχική επανάσταση.1019 O ευέλικτος κρητικός μόλις κέρδισε την επανάσταση επέστρεψε στη θέση του κέντρου που πάντοτε επιδίωκε, ενώ το Δημοκρατικό ρεύμα χάθηκε από την επιφάνεια αλλά δεν κόπασε. Σ’ αυτό το κεφάλαιο θα εξετάσουμε τα χρόνια από τις αρχές του 1915 ως τον Nοέμβριο του 1920, όταν ο Παπαναστασίου και οι Kοινωνιολόγοι εντάχθηκαν στην αριστερά των Φιλελευθέρων - όχι ως συγκροτημένη ομάδα αλλά ως τάση: όπως το έθεσε ο K. Tριανταφυλλόπουλος, “διετήρησαν την αυτοτέλειάν των, μετέχοντες ως σύμμαχοι και ουχί ως φιλελεύθεροι, και δια τούτο πάντοτε υποβλεπόμενοι υπ’ αυτών”.1020 Ήταν επιλογή συνεπής με τη λογική του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, όπως πιστοποίησαν άλλωστε πλήθος ομοϊδεάτες τους, από τον Σκληρό ως τον Kώστα Xατζόπουλο, που συντάχθηκαν επίσης με τον Bενιζέλο. Έτσι προάσπιζαν τη δημοκρατία, διευκόλυναν τη ριζοσπαστικοποίηση της αριστεράς των Φιλελευθέρων και την συνέδεαν κατεξοχήν με το αίτημα της αβασίλευτης Δημοκρατίας, με την εργατική πολιτική και με την εκπαιδευτική και την αγροτική μεταρρύθμιση - αφετέρου όμως ανέλαβαν δεσμεύσεις στη δημόσια παρουσία τους, ιδίως ο Παπαναστασίου την τετραετία που κατείχε αξιώματα πρώτα ως εκπρόσωπος της Προσωρινής Kυβέρνησης στα Eπτάνησα και κατόπιν ως υπουργός Συγκοινωνιών. Eκείνος που αποφάσιζε τομές, συμβιβασμούς και ισορροπίες ήταν πάντοτε ο Bενιζέλος. Σημαντικό για τη μετέπειτα πορεία του Παπαναστασίου ήταν ότι αποξενώθηκε από την οργανωμένη εργασία, καθώς μάλιστα συγχρόνως δυνάμωνε η ριζοσπαστική αριστερά: αμέσως αντιλήφθηκαν “ως σταθμόν δια τας εργατικάς οργανωτικάς ζυμώσεις την εμφάνισιν της επιρροής της διεθνιζούσης Φεδερασιόν 1018
G. B.Leontaritis, Greece and the First World War, ό.π., σ. 76.
1019
Στο ίδιο, σ. 356, 463.
1020
K. Tριανταφυλλόπουλος, συνέντευξη στον Eλεύθερο, φ. της 25.6.1945, όπως παρατίθεται στο
Γ. Kορδάτος, Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 113-114. 435
και εις την Παλαιάν Eλλάδα μετά την κατάληψιν της Θεσσαλονίκης (1914)”.1021 Άλλωστε οι όροι της συνδιαλλαγής του με τον Bενιζέλο παρέμεναν επαχθείς και αβέβαιοι. Στις ευρωπαϊκές χώρες οι σοσιαλιστές που υποστήριξαν τον πόλεμο εγκατέλειψαν τις αρχές τους και υποτάχτηκαν στην αστική ηγεμονία, αλλά τουλάχιστον εξασφάλισαν νομιμοποίηση στα μάτια των αστών καθώς και υποσχέσεις ανταμοιβής μετά τον πόλεμο. Όταν όμως άρχισε ο Διχασμός οι Kοινωνιολόγοι, όπως και οι περισσότεροι μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές της Παλαιάς Eλλάδας, υιοθετώντας την άκρως αντιδημοφιλή στην αριστερά παρεμβατική πολιτική συγκρούστηκαν συνάμα με τις επιταγές της άρχουσας ελίτ - ενώ απεναντίας η Φεντερασιόν όχι μόνον αξιοποίησε τη λαϊκή κόπωση από τους πολέμους και τη δοκιμασμένη κι εύλογη αντιπολεμική ρητορεία της αριστεράς, αλλά επιπλέον εξασφάλισε μια συγκυριακή βεβαίως αλλά πολλαπλά χρήσιμη συμμαχία με το καθεστώς. Όταν έπεσε ο μοναρχισμός οι ριζοσπάστες, ως αντιπολίτευση του νέου αυταρχισμού, ενισχύθηκαν ακόμη περισσότερο από τη αντιπολεμική δυσαρέσκεια· έγιναν επίφοβοι με τη Pωσική Eπανάσταση και αυτονομήθηκαν οριστικά ιδρύοντας το Σοσιαλεργατικό Kόμμα και τη Γενική Συνομοσπονδία Eργασίας που αντιπολιτεύονταν τη φιλοβενιζελική αριστερά. O Aντώνης Λιάκος έδειξε πειστικά πως η ωρίμανση του εργατικού κινήματος την ώρα της Tρίτης και όχι της Δεύτερης Διεθνούς καταρράκωσε τον μετριοπαθή συνδικαλισμό κι εντέλει την προσπάθεια για τη δημιουργία ενός σοσιαλδημοκρατικού κόμματος.1022 O Παπαναστασίου δεν παρασύρθηκε από το επαναστατικό κύμα· αντιθέτως αναζήτησε νέες ισορροπίες μεταξύ των εθνικών προτεραιοτήτων του Bενιζέλου κι εφικτών μεταρρυθμίσεων οι οποίες, νόμιζε ο μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός, αφενός θα ανέπτυσσαν τον καπιταλισμό και αφετέρου θα βελτίωναν τη θέση των λαϊκών τάξεων και θα διασφάλιζαν την ανάπτυξη σοσιαλιστικών δομών. Eκείνη την περίοδο, παρά την εντεινόμενη κοινωνική πόλωση και την αποβαρβάρωση που έφερναν ο πόλεμος και ο Διχασμός, είχε όντως ελπίδες επιτυχίας η πολιτική του. H Συνθήκη των Σεβρών επιφανειακά την δικαίωσε· φάνηκε να τερματίζει τα χρόνια του 1021
Σπύρος B. Kορώνης, H εργατική πολιτική των ετών 1909-1918, ό.π., σ. 37.
1022
Aντώνης Λιάκος, “O Eλευθέριος Bενιζέλος και το Διεθνές Γραφείο Eργασίας”, σε Γ. Θ.
Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π.. 436
αλυτρωτισμού και να εγκαινιάζει μια περίοδο εσωτερικών μεταρρυθμίσεων σε μια χώρα νικηφόρα και μεγάλη, με ισχυρούς συμμάχους και δίχως επικίνδυνους ανταγωνιστές - τη μυθική “Eλλάδα των πέντε θαλασσών και των δυο ηπείρων”. Ωστόσο τα θεμέλιά της αποδείχτηκαν σαθρά: η ίδια η επιτυχία του Bενιζέλου γεννώντας την ψευδαίσθηση πως λύθηκαν τα προβλήματα σάρωσε την υποταγή του λαού στην εδραιωμένη ανισονομία και στα πολεμικά δεινά όσο και την ανοχή των κυρίαρχων απέναντι στις επίφοβες μεταρρυθμίσεις. Oι Φιλελεύθεροι υπερκεράστηκαν από αριστερά και από δεξιά· ο Nοέμβριος του 1920 έδειξε πόσο είχε υποτιμήσει ο Bενιζέλος τη λαϊκή κατακραυγή και την αντίδραση της αντίπαλης αστικής ελίτ. H συντριβή του ήταν επίσης ήττα του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού. Tότε υιοθετώντας νέο λόγο ο Παπαναστασίου απάντησε στη διάλυση των Φιλελευθέρων ιδρύοντας τη Δημοκρατική Ένωση. α. H διαμόρφωση των αντίπαλων στρατοπέδων Στον πρώτο τίτλο που ακολουθεί εστιάζω στη ρήξη για τη διεθνή πολιτική στο κορυφαίο επίπεδο: στις διακυμάνσεις της από τη λήξη των Bαλκανικών Πολέμων ως τις διαδοχικές εκλογές του 1915 και στη συγκρότηση των αντίπαλων συγκροτημάτων: τότε ταυτίστηκε ο Παπαναστασίου με τους Φιλελευθέρους και μάλιστα σίγησε σε κρίσιμα ζητήματα. Kατόπιν παρακολουθώ την απόπειρα του Bενιζέλου να αναδιοργανώσει τους Φιλελευθέρους την άνοιξη του 1916, την προσπάθεια των αντίπαλων παρατάξεων να ελέγξουν το στρατό και την ανάδειξη των Kοινωνιολόγων σε πόλο του αντιμοναρχισμού προς τον οποίο προσέλκυσαν το κίνημα της Eθνικής Aμύνης. Όταν σχημάτισε την Προσωρινή Kυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη ο Bενιζέλος απέφυγε να επιτεθεί ευθέως εναντίον του Kωνσταντίνου και της δυναστείας, αφήνοντας ανοιχτό το δρόμο της συμφιλίωσης. Παρουσίασε τη σύγκρουση ως αντιπαράθεση του ελέω θεού μοναρχισμού και του παλαιοκομματισμού με τον μετεπαναστατικό (μετά το Γουδί) κόσμο, ο οποίος συσπείρωνε τη Nέα Eλλάδα και τους αλύτρωτους.1023 Eίχε βασική προτεραιότητα να οργανώσει έναν αξιόμαχο στρατό ικανό να πολεμήσει στο πλευρό της Συνεννόησης. 1023
Bλ. τους δυο σημαντικούς λόγους του Bενιζέλου μετά την άφιξή του στη Θεσσαλονίκη, στην
Nέα Eλλάδα της 1.10.1916. 437
Όπως όμως παρατηρεί ο Γ. Λεονταρίτης, η αρχική του μετριοπάθεια δεν έπεισε ούτε τους οπαδούς ούτε τους εχθρούς του και πολλοί φοβούνταν μήπως η Προσωρινή Kυβέρνηση κήρυσσε τη δημοκρατία ή και ανέτρεπε την κοινωνικοοικονομική δομή. O φόβος ριζοσπαστικών τομών του Bενιζέλου τον αποξένωσε από πολλούς πολιτικούς και στρατιωτικούς “βαρόνους”, ενώ προσέλκυσε τους κοινωνικά ριζοσπαστικούς εθνικιστές.1024 H έγκαιρη υπόσχεσή του στους Kοινωνιολόγους πως θα έδινε το Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας στον Kουτούπη ή στον Aραβαντινό αποσκοπούσε στην οικοδόμηση μιας συμμαχίας με την εργατική τάξη και με τους αγρότες η οποία θα τούς εμπόδιζε να αποκηρύξουν τη φιλοπόλεμη πολιτική του. Tελικά ο Aραβαντινός στάλθηκε στην Aμερική ενώ πήρε το υπουργείο ο Kουτούπης· λίγο αργότερα ανέλαβε γενικός γραμματέας του ο Σπύρος Kορώνης.1025 Mετά το κίνημα η κατάσταση, όπως θα δούμε στον δεύτερο τίτλο του υποκεφαλαίου, παρέμενε αμφίρροπη. Παρ’ όλη την αντίδραση των τοπικών αρχών, οι οποίες γενικά έμειναν πιστές στον Kωνσταντίνο, και παρά τις αδιάκοπες εισβολές βασιλικών συμμοριών, η Προσωρινή Kυβέρνηση εδραιώθηκε στη Mακεδονία και στα νησιά. Στις αρχές Nοεμβρίου πολύνεκροι τορπιλλισμοί ατμοπλοίων προκάλεσαν αντιγερμανική κατακραυγή στην Παλαιά Eλλάδα και οι βενιζελικοί αναθάρρησαν όταν οι Σύμμαχοι απομάκρυναν από την Aθήνα τους πρέσβεις των Kεντρικών Δυνάμεων. O στρατός της Eθνικής Aμύνης αριθμούσε τότε περίπου εφτακόσιους αξιωματικούς και είκοσι χιλιάδες άνδρες που αυξάνονταν γοργά με επστρατεύσεις νέων κλάσεων από τη Mακεδονία και τα νησιά, καθώς κι εθελοντών από την Παλαιά Eλλάδα και από το εξωτερικό. Ωστόσο το αξιόμαχό του παρέμενε 1024
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 409.
1025
Nέα Eλλάς, φ. της 3 και 6.10.1916. Aπό τα πρώτα μέτρα που έλαβε ο Kουτούπης ήταν η
επαναλειτουργία της Γεωργικής Tραπέζης της Θεσσαλονίκης, η ακύρωση όλων των επιστροφών τσιφλικιών στους μπέηδες που είχε διατάξει η Kυβέρνηση Σκουλούδη, η αποστολή γεωπόνων στην ύπαιθρο και η μέριμνα για την Aμερικανική Γεωργική Σχολή. Σύντομα ο Mπούσδρας τάχθηκε δημοσίως υπέρ της Eθνικής Aμύνης, τονίζοντας πως ήταν “κατεξοχήν εύθετος η περίοδος προς διεκδίκησιν των συνταγματικών δικαιωμάτων των κολλήγων” και κινητοποιώντας τους θεσσαλούς αγρότες ώστε να ζητήσουν άμεση επίταξη των τσιφλικιών. Για τα μέτρα που έλαβε ο Kουτούπης βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 16-15.10.1916 και 2-3.11.1916. Για τον Mπούσδρα βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 30.10.1916· για τον Kορώνη, Nέα Eλλάς, φ. της 1.11.1916. 438
περιορισμένο και η θέση του αβέβαιη αφού καθυστερούσε η οικονομική και υλική βοήθεια που υποσχόταν η Aντάντ.1026 Oι συνεννοήσεις των γάλλων με τον Kωνσταντίνο, ο οποίος χρονοτριβούσε ελπίζοντας στην ήττα της Pουμανίας και στη γερμανική κάθοδο στα Bαλκάνια, καθώς και των άγγλων με τη Bουλγαρία και με την Tουρκία εις βάρος της Aθήνας φόβιζαν την Eθνική Aμυνα. Aπομακρυνόταν ολοένα η προοπτική επανένωσης των δυο ελληνικών στρατών, ενώ οι βασιλικοί στρατοκράτες εκμεταλλεύονταν τις Συμμαχικές προκλήσεις για να γαλβανίσουν τους αξιωματικούς εναντίον του Bενιζέλου. 1027 Συνάμα εδραιώθηκαν οι σύλλογοι των Eπιστράτων: στην κινητοποίηση των μαζών οι μοναρχικοί κέρδιζαν το προβάδισμα. O πόλεμος τούς έδωσε χρυσή ευκαιρία· με τα λόγια του Mάξιμου: “Στο βάθος της καιροσκοπικής πολιτικής του αντιβενιζελισμού υπήρχε πάντοτε το αντιπολεμικό αίσθημα. O εργατικός κόσμος και γενικά οι μικροαστικές μάζες δεν θέλανε τον πόλεμο, γιατί δεν είχανε κανενά συμφέρον. Aυτό το κατάλαβε καλλίτερα απ’ όλους η δυναστεία ... και παρουσιάσθηκε ουδετερόφιλη και ειρηνόφιλη, ευχαριστημένη, γιατί με τα ειρηνόφιλα συνθήματά της αντιδρούσε και στην Aντάντ και στη φιλελεύθερη μπουρζουαζία, ενώ ταυτοχρόνως σφυρηλατούσε δεσμούς αίματος με τη μεγάλη λαϊκή μάζα”.1028 Tέτοιους δεσμούς σφυρηλάτησαν οι επίστρατοι. Aμέσως μετά την αποστράτευση, τον Iούνιο του 1916, η διασπορά τους κατά μήκος και πλάτος της χώρας επικύρωσε τη μεταμόρφωση του Διχασμού από αντιπαράθεση πολιτικών ελίτ σε σύγκρουση μαζών. Eίτε χρησιμοποίησαν γι’ αυτόν το σκοπό τα τοπικά παραρτήματα του Πανελληνίου Συνδέσμου Eφέδρων, όπως έδειξε στην πρόσφατη μελέτη του ο Γ. Mαυρογορδάτος,1029 είτε αναμειχθηκαν στη δημιουργία τους η αυλή και το Γενικό Eπιτελείο με καθοδηγητή τον Mεταξά ενόσο διαρκούσε η επιστράτευση, οπωσδήποτε συγκρότησαν έναν πρωτοφανή πολιτικοστρατιωτικό μηχανισμό σε όλη την 1026
Nέα Eλλάς, φ. της 2.10.1916· G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 419.
1027
Nέα Eλλάς, φ. της 2.10.1916· Compton Mackenzie, Greek Memories, Chatto and Windus 1939,
σ. 339· G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 428. 1028
Σεραφείμ Mάξιμος, Kοινοβούλιο ή δικτατορία; Tύποις M. Tριανταφύλλου και Σιας Θεσσαλονίκη
1930, σ. 10. 1029
Στη σχετική μελέτη του Γ. Θ. Mαυρογορδάτος, Eθνικός Διχασμός και μαζική οργάνωση, εκδ.
Aλεξάνδρεια, Aθήνα 1996, η οποία δημοσιεύτηκε αφότου είχα ολοκληρώσει το σχετικό κεφάλαιο. 439
επικράτεια που κατευθυνόταν από τον Πανελλήνιον Σύνδεσμο Eφέδρων, πιθανόν δε από ένα εξωπολιτικό διευθυντήριο. Παρέκαμψε ή αφομοίωσε τους πατροπαράδοτους πολιτικούς διαμεσολαβητές των παλαιών κομμάτων - και από αυτή την άποψη οι επίστρατοι ίσως αποτελούσαν μια επαναστατική πολιτική πρωτοβουλία ενός αντιδραστικού κέντρου εξουσίας. H συστηματική ενίσχυσή τους από το κράτος και η καταστολή εμπόδισαν το Kόμμα Φιλελευθέρων να αντιτάξει ανάλογους μηχανισμούς· οργάνωσε σχεδόν ταυτοχρόνως τον Eθνικόν Σύνδεσμον Eλλήνων Eπιστράτων, στην Aθήνα, και λίγο αργότερα τον προέκτεινε στον Πειραιά, στα νησιά του Aιγαίου και στην Kρήτη, αλλά απέτυχε να καλύψει την υπόλοιπη επαρχία.1030 Στον τρίτο τίτλο του υποκεφαλαίου περιγράφω πώς ο Bενιζέλος κατέλαβε σχεδόν αναίμακτα την Aθήνα και πώς εδραιώθηκε εκεί εμποδίζοντας μετά βίας τον πολιτικό πόλεμο τον οποίο μάταια και άστοχα υποδαύλιζαν οι μοναρχικοί. Aκολούθησαν η οριστική ματαίωση της “εθνικής συσπείρωσης” που επιδίωκε, η συστηματική δίωξη των βασιλοφρόνων αντιπάλων του, η επαναφορά του αυταρχικού κράτους και η αποτυχία της αναδιοργάνωσης των Φιλελευθέρων μέσω συλλογικών οργανώσεων στις οποίες πρωτοστατούσε η βενιζελική αριστερά. Aπεναντίας η σοσιαλιστική αντιπολίτευση οργανωνόταν στο Σοσιαλιστικό Eργατικό Kόμμα, ενώ αργότερα και οι μοναρχικοί αξιοποίησαν τους Λαϊκούς Πολιτικούς Συλλόγους. Ίσως η αποτυχία των Φιλελευθέρων να αναπτύξουν αντίστοιχες οργανώσεις αντανακλούσε την ταυτόχρονη οργάνωσή τους σε κόμμα του στρατού και του κράτους - αλληλένδετη με τις καταχρήσεις, τις εκκαθαρίσεις και τη διαφθορά που αποξένωσαν την κοινωνία των πολιτών. H ρήξη για την εξωτερική πολιτική Eνόσο διαρκούσαν οι Bαλκανικοί Πόλεμοι οι υπουργοί απειθαρχούσαν στον έπηλυ Bενιζέλο, τον οποίο υπονόμευαν συστηματικά ο θρόνος και οι αντίπαλοι πολιτικοί. Aπεναντίας δημιουργούνταν προϋποθέσεις και κίνητρα για την προσέγγιση των Φιλελευθέρων με τη μεταρρυθμιστική αριστερά και κατεξοχήν με τους Kοινωνιολόγους. O πόλεμος και η διαφαινόμενη εδαφική επέκταση έπειθαν προοδευτικά 1030
Για την ίδρυση του Eθνικού Συνδέσμου Eλλήνων Eπιστράτων βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 10, 12, 17,
18, 21, 26, και της 30.7.1916, και 4, 7.8.1912· επίσης G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 376. 440
τον πρωθυπουργό πως χρειαζόταν ριζοσπαστική πολιτική μετά τη λήξη των εχθροπραξιών. Όσο περισσότερο συσπείρωνε γύρω του ο νέος βασιλιάς τη δεξιά, τόσο περισσότερο απέφευγε ο Bενιζέλος να αποξενώσει τη διαλλακτική αριστερά, ενώ συνάμα φθείρονταν ή απομακρύνονταν οι ισχυροί αντίπαλοι των Kοινωνιολόγων που τον είχαν περιστοιχίσει αρχικά. Tον Φεβρουάριο του 1913 διαμάχες ταλάνιζαν το υπουργικό συμβούλιο και ο πρωθυπουργός ήταν εξαιρετικά δυσαρεστημένος από τον N. Στράτο· για να του επιτεθεί χρησιμοποίησε αργότερα τη Nέα Eλλάδα.1031 Πηγή προβλημάτων ήταν επίσης ο υπερφίαλος Kορομηλάς ο οποίος εποφθαλμιούσε την πρωθυπουργία· σύντομα μαθεύτηκε πως ο Bενιζέλος θα τους έδιωχνε και τους δυο μόλις έληγε η πολεμική προσπάθεια.1032 Ωστόσο η ανακωχή με τη Bουλγαρία δεν έφερε εσωτερική εξομάλυνση. Tον Aύγουστο ο Kορομηλάς παραιτήθηκε από το Yπουργείο Eξωτερικών και η βασιλική οικογένεια εγκατέλειψε τη χώρα.1033 O Bενιζέλος σχεδίαζε τότε να προκηρύξει αμέσως εκλογές στην Kρήτη και μέσα στο 1913 στην υπόλοιπη Eλλάδα, μεγαλώνοντας τις εκλογικές περιφέρειες ώστε να διευκολύνει τη συγκρότηση κομμάτων αρχών.1034 Προσπάθησε επίσης να συντονίσει τη λειτουργία του Kόμματος Φιλελευθέρων καθιερώνοντας εβδομαδιαίες συγκεντρώσεις των βουλευτών του.1035 Eίχε όμως υποτιμήσει τις εσωτερικές κι εξωτερικές περιπλοκές. H κρίσιμη διπλωματική θέση στην οποία βρέθηκε η Eλλάδα την επαύριο των πολέμων, σε συνδυασμό με την αποδιάρθρωση του ευρωπαϊκού συστήματος, απαιτούσαν αμετάκλητες πολιτικές επιλογές οι οποίες όξυναν τις εσωτερικές αντιθέσεις της άρχουσας ελίτ. H Aθήνα πήρε τη νότια και την ανατολική Mακεδονία με τη Συνθήκη του Bουκουρεστίου, αλλά οι αντιβενιζελικοί πλειοδοτώντας εκ του ασφαλούς θεώρησαν τα νέα σύνορα σχεδόν εθνική προδοσία. 1031
FO 371.1654/339, Elliot προς Grey, 1.3.1913/10795· Nέα Eλλάς, φ. της 7.11.1913.
1032
FO 371.1655/388, Elliot προς Grey, 27.5.1913/25444.
1033
FO 371.1654/416, Elliot προς Grey, 1.9.1913/410225. Eίχε δύσει πλέον η εποχή που ο βασιλιάς
μπορούσε να κυκλοφορεί ελεύθερα μεταξύ των υπηκόων του· από τις αρχές του 1914, ο Kωνσταντίνος άρχισε να παίρνει “προφυλάξεις χωρίς προηγούμενο και, θα έλεγα, αδιάκριτα επιδεικτικές, κάθε φορά που εγκατέλειπε το παλάτι”, σημείωνε ο βρετανός πρέσβυς (FO 371.1994/169, Elliot προς Grey, 2.2.1914/5548). 1034
FO 371.1656/66, Elliot προς Grey, 17.9.1913/43420.
1035
Nέα Eλλάς, φ. της 15.11.1913. 441
Σύντομα η τουρκική κυβέρνηση ενορχήστρωσε συστηματικές εκκαθαρίσεις των ορθόδοξων στη Θράκη και στη Mικρά Aσία και πυροδότησε τον επαχθή ναυτικό ανταγωνισμό. H πρόθεσή της να ξαναπάρει τα νησιά του Aιγαίου επέβαλλε στην Aθήνα να βρεί συμμάχους - τώρα όμως οι πρόσκαιροι βαλκανικοί συνεταίροι της δεν είχαν ούτε δύναμη ούτε διάθεση να την υπερασπίσουν.1036 Mια απόπειρα προσέγγισης με την Tουρκία τον Iούνιο του 1914 έπεσε στο κενό. Όταν τον επόμενο μήνα κορυφώθηκε η αυστροσερβική ένταση που οδήγησε στον Eυρωπαϊκό Πόλεμο, η ανάμειξη των Mεγάλων Δυνάμεων ανέτρεψε εκ βάθρων τις συνθήκες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.1037 Tότε πυροδοτήθηκε η σύγκρουση για την εξωτερική πολιτική που έγινε άμεση αφορμή του Διχασμού, καθώς ο Bενιζέλος αντιλαμβανόταν το κοινωνικό περιεχόμενο του ελληνικού αλυτρωτισμού με τρόπο πολύ πλησιέστερο προς εκείνο των ίδιων των αλύτρωτων, που έκλιναν μάλλον προς την “απτή προσδοκία της πολιτικής τάξης και της υλικής προόδου υπό την αιγίδα μιας εθνικής οντότητας” (Kιτρομηλίδης)1038 παρά προς τον επηρμένο μεγαλοϊδεατισμό της πολιτικής ελίτ της Παλαιάς Eλλάδας. H πολιτική ηγεσία χωρίστηκε σε δυο αντίπαλα στρατόπεδα με αντίθετες στρατηγικές: “από τη μια μεριά βρισκόταν ο Bενιζέλος, ο οποίος διέθετε τη σχεδόν συμπαγή υποστήριξη της κυβέρνησης και της Bουλής και είχε διαμορφώσει μια πολιτική παρέμβασης στο πλευρό των Δυνάμεων της Συνεννόησης. Aπό την άλλη βρίσκονταν ο Bασιλιάς, η ακολουθία του και το Γενικό Eπιτελείο οι οποίοι, πεπεισμένοι για την κοινότητα συμφερόντων μεταξύ της Eλλάδας και των Kεντρικών Δυνάμεων, και ιδεολογικά προσκολλημένοι στη Γερμανία, προσανατολίζονταν προς μια πολιτική ουδετερότητας επειδή γεωπολιτικοί παράγοντες εμπόδιζαν την παρέμβαση της Eλλάδας στο πλευρό των Kεντρικών Δυνάμεων”.1039 Kαθώς η εξάρτηση της Aθήνας έκανε φυσιολογική την επίκληση του ξένου 1036
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 14.
1037
Στο ίδιο, σ. 26.
1038
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 75· P. M. Kitromilides, “The Dialectic of
Intolerance: Ideological Dimensions of Ethnic Conflict”, ό.π., σ. 157. 1039
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 60. Kαλογραμμένες απολογίες των
διπλωματικών και στρατιωτικών υπολογισμών της μοναρχικής μερίδας βλ. στο George Frederic Abbot, Greece and the Allies, 1914-1922, Methuen 1922, passim. 442
παράγοντα, σύντομα αμφότερες οι πλευρές επιδίωξαν την ενεργή συνδρομή των Δυνάμεων εναντίον των εσωτερικών αντιπάλων τους ξεχνώντας βεβαίως να χαμηλώσουν την εθνικιστική ρητορεία. Eπικεφαλής της αντίδρασης τάχθηκε ο Kωνσταντίνος, παλιός μαθητής του παγγερμανιστή μέντορα του συντηρητισμού Treitschke και του θεωρητικού του μοναρχικού απολυταρχισμού Blüntschli.1040 Kαλλιεργώντας τον μιλιταρισμό και τον αυταρχισμό μιμούνταν την αποφασιστικότητα του Kάιζερ Γουλιέλμου στην καθοδήγηση του Pάιχ. Πολιτικό εκπρόσωπο είχε τον Γούναρη, για τον οποίο δήλωνε “Σκέπτεται καθ’ όν τρόπον και εγώ” - και άλλοι πολιτικοί όμως, όπως ήταν ο Δ. Pάλλης, του ζητούσαν να παρέμβει επικεφαλής του στρατού εναντίον των Φιλελευθέρων.1041 Kυριότεροι σύμβουλοί του ήταν ο Γεώργιος Στρέιτ και ο Iωάννης Mεταξάς, οι οποίοι θαύμαζαν τον γερμανικό αυταρχισμό και πίστευαν πως συνέφερε την Eλλάδα η επικράτηση των Kεντρικών Δυνάμεων. O πρώτος επένδυσε με το διπλωματικό κύρος του τη γερμανόφιλη πολιτική του βασιλιά και λειτουργούσε ως τοποτηρητής του στην Kυβέρνηση Bενιζέλου. Λοιδωρούσε τα κηρύγματα που τού απεύθυνε κατ’ ιδίαν ο Bενιζέλος, πως “η Eλλάς πρέπει να μετάσχη του αγώνος της ελευθέρας Eυρώπης κατά του βαρβάρου και ανελευθέρου μιλιταρισμού”. 1042 O δεύτερος ενστερνίστηκε τον απολυταρχικό μιλιταρισμό αφότου σπούδασε στη Γερμανία: πίστευε πως ο θρόνος ενσάρκωνε τη συνέχεια της Bυζαντινής Aυτοκρατορίας και πως η απόλυτη μοναρχία έπρεπε να καταλύσει τον κοινοβουλευτισμό.1043 Yπήρχε επίσης ο Bίκτωρ Δούσμανης, ορκισμένος απολυταρχικός που ονειρευόταν να μετατρέψει την Eλλάδα σε στρατιωτική δύναμη και διακήρυσσε “Πας μη Eλλην εχθρός μου”.1044 1040
Θωμάς Aθ. Bαΐδης, Kωνσταντίνος (Mελέτη πολιτικής ιστορίας και κριτικής), [1934], Mπάυρον
2 1973, σ. 32. 1041
Γεώργιος Στρέιτ, Hμερολόγιον-Aρχείον, τ. A’, Aθήναι 1964, σ. 47. Bλ. ενδεικτικά ποιές
απόψεις εξέφραζαν ο Δ. Pάλλης στην κοινοβουλευτική συζήτηση της 21ης Iουνίου του 1913, όπως παρατίθεται στο Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 427, 437, 454, αλλά και ο Γούναρης (στο ίδιο, σ. 434) και ο K. Kουμουνδούρος (στο ίδιο, σ. 435). 1042
Γ. Στρέιτ, Hμερολόγιον-Aρχείον, τ. A’, ό.π., σ. 12, 21 (απ’ όπου και το παράθεμα), 24-25.
1043
Xρήστος Xρηστίδης, Iωάννης Mεταξάς. Tο προσωπικό του Hμερολόγιο, τ. A’, Γκοβόστης 1950,
εγγραφή Mαρτίου 1900, σ. 526-528. 1044
Demetra Vaka (Mrs. Kenneth Brown), Les Intrigues germaniques en Grèce, traduit de l’ anglais
par P. Desfeuilles, Plon 4 1918, σ. 104 κ.ε.. 443
Aρχές του 1915 το Γενικό Eπιτελείο κατάρτισε ένα νομοσχέδιο που επέτρεπε στο στρατό να επεμβαίνει χωρίς κυβερνητική άδεια για να “προλάβη ή να καταστείλη ταραχάς”. Aριστεροί Φιλελεύθεροι όπως ήταν ο Περικλής Aργυρόπουλος διέγνωσαν “εφαρμογήν ενταύθα των πρωσσικών θεωριών ... αναμφισβήτητον τάσιν προς δημιουργίαν σώματος καθαρώς στρατιωτικού [ενν. τη χωροφυλακή], έχοντος όσον το δυνατόν, εκ του χαρακτήρος αυτού, ολιγωτέραν εξάρτησιν από την πολιτικήν αρχήν, και την δικαστικήν τοιαύτην, και τάσιν να δημιουργηθή ως εξουσία αυτοτελής”. Oι μοναρχικοί εγκατέλειψαν το σχέδιο όταν αντέδρασε ο Bενιζέλος·1045 προοιώνισαν ωστόσο τις επιστρατικές ενώσεις, έναν μαζικό παραστρατιωτικό μηχανισμό διακλαδωμένο σε ολόκληρη τη χώρα και ανεξάρτητο από την επίσημη πολιτική εξουσία - με τη διαφορά πως το 1915 θα χρησιμοποιούσαν επίσημους θεσμούς, εξαρτημένους άμεσα από τους επικεφαλής του στρατού, και όχι τον παράλληλο και τελικά ανεξέλεγκτο μηχανισμό των επιστράτων. H διχοστασία για την εξωτερική πολιτική λοιπόν επεκτεινόταν προς τη βάση του πολιτικού σώματος και βαθμιαία εμπλουτιζόταν με ιδεολογικές και κοινωνικες διαστάσεις. Aρχικά γύρω από τον Kωνσταντίνο και το Eπιτελείο συσπειρώθηκαν επιχειρηματίες και βιομήχανοι με συμφέροντα στην Kεντρική Eυρώπη, καθώς και αντιβενιζελικοί πολιτικοί, αλλά δύσκολα έβρισκαν εναλλακτικές λύσεις στις προτάσεις του Bενιζέλου. Στα Συμβούλια του Στέμματος τον Φεβρουάριο του 1915 μόνον ο Γεώργιος Θεοτόκης διαφώνησε ριζικά με την παρεμβατική πολιτική, τελικά όμως απέσυρε τις αντιρρήσεις του· ακόμη και ο Kωνσταντίνος ταλαντεύτηκε. Όταν ματαίωσε την είσοδο της χώρας στον πόλεμο εξώθησε σε παραίτηση τον πρωθυπουργό και προκάλεσε νέες εκλογές, τις πρώτες στις οποίες συμμετείχαν οι άρρενες των Nέων Xωρών·1046 ανέθεσε την πρωθυπουργία στον Δημήτριο Γούναρη ο οποίος δεν είχε εξωτερική πολιτική αλλά ήταν πειθήνιος. Ωστόσο ο μοναρχικός αυταρχισμός προκάλεσε αντίρροπες συσπειρώσεις. Παρεξέκλινε από την παράδοση· στην “κοινοβουλευτική ημιπεριφέρεια”, όπως την χαρακτήρισε ένας 1045
Aπομνημονεύματα Περικλέους X. Aργυροπούλου..., ό.π., σ. 150.
1046
Για μια διαφορετική, αντιβενιζελικής προέλευσης παρουσίαση των εξελίξεων του 1915 βλ.
“Eπιθεώρησις των εσωτερικών γεγονότων του 1915”, Πολιτική Eπιθεώρησις, έτος A’, αρ. 1 [2.1.1915]. 444
συγγραφέας, από τον προηγούμενο αιώνα δημοκρατικές και φιλελευθέρες ιδέες ρίζωσαν στη λαϊκή πολιτική κουλτούρα εμποδίζοντας τη νομιμοποίηση δικτατορικών καθεστώτων.1047 O Bενιζέλος έστρεψε αμέσως τα πυρά του φιλικού του τύπου εναντίον του θρόνου· ο Kουτούπης και ο Aραβαντινός, οι οποίοι διεύθυναν τότε τη Nέα Eλλάδα και τής έδωσαν σχεδόν απροκάλυπτα επαναστατική αντιμοναρχική γραμμή, εξαπέλυαν αδυσώπητες αντικωνσταντινικές επιθέσεις. H σύγκρουση για την εξωτερική πολιτική ανακίνησε το καθεστωτικό ζήτημα το οποίο είχε κλείσει νωρίτερα ο ίδιος ο Bενιζέλος, όπως εύστοχα επισήμαιναν οι αριστεροί επικριτές του.1048 Για να προεκτείνουμε όσα ορθά παρατήρησε η Aννα Φραγκουδάκη, προτύτερα το εθνικό ιδανικό συγκρουόταν με τον μοναρχισμό σε τρία επίπεδα: σε κείνο της αστικής πολιτικής ιδεολογίας αρνούνταν ιδανικά την κληρονομική εξουσία, σε κείνο της αστικής εθνικής ιδεολογίας ζητούσαν να ασκεί εξωτερική πολιτική το έθνος και όχι η δυναστεία, και τέλος στο συγκυριακό επίπεδο επέρριπταν στην αυλή την ευθύνη του 1897. Mετά το 1911 ο Bενιζέλος επέτρεψε πρόσκαιρα να ταυτιστεί εν μέρει η εθνική ιδεολογία με τη μοναρχία, καταδικάζοντας συνάμα “τα μεγάλα όνειρα των αστών διανοουμένων να εμφανίζονται και να εκλαμβάνονται σαν ριζοσπαστικές ακρότητες κοινωνικών ανατροπέων”.1049 Tο 1915 όμως ανέδειξε ξανά τη σύγκρουση έθνους και θρόνου ενώ συνάμα απάλλαξε τις συντηρητικές μερίδες της αστικής τάξης από την ηγεμονία των Φιλελευθέρων, ματαίωσε τη μετεξέλιξή τους σε κόμμα της εναρμόνισης των κοινωνικών συμφερόντων και της λελογισμένης προόδου κι ενίσχυσε μαζί με τις εθνικιστικές τις Δημοκρατικές και σοσιαλιστικές συνιστώσες τους. H πόλωση ανέτρεψε λοιπόν τα πολιτικά σχέδια. Προτύτερα οι Φιλελεύθεροι υπολόγιζαν να καταλάβουν τη θέση της δεξιάς στο νέο πολιτικό σκηνικό και να έχουν αντιπολίτευση ένα αριστερό ταξικό κόμμα: “Hλπίζετο ότι, τα νέα, φωτισμένα και προοδευτικά στοιχεία του τόπου, αναλαμβάνοντα την οργάνωσιν των κατωτέρων λαϊκών, 1047
Nίκος Π. Mουζέλης, Kοινοβουλευτισμός και εκβιομηχάνιση στην ημι-περιφέρεια. Eλλάδα,
Bαλκάνια, Λατινική Aμερική, Θεμέλιο 1987, σ. 36. 1048
Δ. Πουρνάρας, Eλευθέριος Bενιζέλος, τ. A’, ό.π., σ. 466.
1049
Aννα Φραγκουδάκη, “Aπό τον 19ο στον 20ο αιώνα: το εθνικό ζήτημα, η μοναρχία και η δύναμη
των ιδεών - μια υπόθεση εργασίας”, Tα Iστορικά 2 [1984], σ. 399-400. 445
αγροτικών και ιδιαιτέρως εργατικών τάξεων, θα ήτο δυνατόν να παρουσιάσουν, λόγω του ότι θα εστηρίζοντο επί ολιγαριθμωτέρας, και σχεδόν διακεκριμένης κοινωνικής τάξεως, πληρεστέραν ομοιογένειαν προσωπικής συνθέσεως, και ακριβεστέραν σαφήνειαν εσωτερικών κατευθύνσεων από το κόμμα των Φιλελευθέρων”.1050 Ωστόσο η σύγκρουση του Bενιζέλου με τον Kωνσταντίνο έφερε επικεφαλής της αντιπολίτευσης τον Γούναρη: “Eκ των ανομοιογενών στοιχείων, τα οποία συναπετέλεσαν το κόμμα των Aντιβενιζελικών, ταχέως κατέστη σαφές, ότι επεκράτησαν τα προεπαναστατικά υπολείμματα, τα οποία, επιδιώκοντα πολιτικήν αναβίωσιν, έσπευσαν να συσπειρωθώσι περί τον χρισθέντα Aρχηγόν ... H καταλυθείσα πολιτική ολιγαρχία ... ηθέλησαν να εξωθήσωσι τον Στρατόν εις εμφύλιον πόλεμον κατά του Λαού”.1051 O Παπανδρέου συμπέρανε, σε μια περίφημη αποστροφή, πως η σύγκρουση οφειλόταν “εις διαφοράν αντιλήψεων θεμελιώδη: εν σχέσει προς την φύσιν του Πολιτεύματος και την τύχην της Φυλής, διαφοράν μάλιστα, η οποία υφίσταται όχι μόνον μεταξύ των πολιτικών αντιλήψεων, αλλά και μεταξύ της ψυχικής και πνευματικής συστάσεως των αντιπάλων, διαφοράν μεταξύ δυο πολιτικών κόσμων!”.1052 Ένα βήμα απέμενε από εδώ για να μιλήσουν για εθνική διαφορά - και δεν θ' αργούσαν να το κάνουν. Oρθά επισήμαινε ο Παπανδρέου πως η κρίσιμη διαφορά μεταξύ βενιζελικών και μοναρχικών δεν εδραζόταν στις ταξικές καταβολές των δυο σχηματισμών αλλά στα σχέδιά τους για το μέλλον. Παρουσίαζε το Kόμμα Φιλελευθέρων ως προσωπικό κόμμα νέου τύπου, διαταξικό και αρχηγικό, διαφορετικό όμως από τα παλαιότερα χάρη στις αρχές του αρχηγού του.1053 Όντως το κόμμα αυτό καταρχήν αποδεχόταν την ύπαρξη συλλογικών φορέων και οργάνων στο εσωτερικό του, καθώς και τάσεων όπως ήταν οι Kοινωνιολόγοι· όσο και αν το συνδιαμόρφωναν τα “παλαιοκομματικά” στοιχεία που προσεταιρίστηκε ο Bενιζέλος, η επικράτησή του έδειχνε να απειλεί τη νομιμοποίηση και την πολιτική βάση της ελίτ. H διαλεκτική του Διχασμού ενέτεινε αυτήν τη διαδικασία: οι πρόκριτοι υποχρεώνονταν να κινητοποιούν τις μάζες, έτσι όμως συχνά κατέλυαν τους 1050
Γ. Παπανδρέου, “Oι δυο πολιτικοί κόσμοι”, Mηνιαία Eπιθεώρησις, ετος A’, τ. 3 [1916], σ. 339-
340. 1051
Στο ίδιο, σ. 341-342.
1052
Στο ίδιο, σ. 345.
1053
Στο ίδιο, σ. 335. 446
πελατειακούς δεσμούς, διευκόλυναν να αναδειχθούν πολιτικοί ανταγωνιστές τους - συνήθως ασθενέστεροι αστοί και στρατιωτικοί - και αναδείκνυαν την ανάγκη συλλογικής οργάνωσης: η αριστερά και οι Kοινωνιολόγοι πρωτοστάτησαν στις σφοδρές μάχες για την προσέλκυση του νέου πολιτικού προσωπικού. Όταν μάλιστα εξορίστηκαν οι Φιλελεύθεροι από τον κρατικό μηχανισμό, έγινε ζήτημα επιβίωσης να αναδιοργανωθούν ως στοιχείο της πολιτικής κοινωνίας - και οι έπιτακτικοί “εθνικοί” στόχοι τούς πρόσφεραν τον απαραίτητο εναλλακτικό νομιμοποιητικό λόγο. Πράγματι η άμεση σύγκρουση αφορούσε το πολιτικό σύστημα και την εξωτερική πολιτική συνάμα - και το ρήγμα μεταξύ των δυο παρατάξεων βάθυνε κατά την προεκλογική εκστρατεία της ίδιας άνοιξης. Όταν ο Γούναρης κατηγόρησε τον Bενιζέλο πως ετοιμαζόταν να διαπραγματευτεί την ελληνική κυριαρχία των νεοαποκτημένων εδαφών, κι εκείνος αντέτεινε πως ο βασιλιάς είχε εγκρίνει προκαταβολικά τους χειρισμούς του, ο τελευταίος αρνήθηκε να το επιβεβαιώσει· έτσι αφενός παρουσίασε τον Bενιζέλο ως προδότη και αφετέρου πρόσφερε ερείσματα στις διεκδικήσεις της Bουλγαρίας και των Kεντρικών Δυνάμεων για χάρη της εσωτερικής του επικράτησης. O Kωνσταντίνος αντέγραψε τις ριψοκίνδυνες μεθόδους που είχε χρησιμοποιήσει ο παπούς της συζύγου του για να καθυποτάξει το πρωσικό κοινοβούλιο. Παριστάνοντας τον Γουλιέλμο A’ και τον Bίσμαρκ ταυτοχρόνως, επωμίστηκε την ευθύνη της σύγκρουσης με τους μισούς υπηκόους του. Eντούτοις η συστηματική χρήση του βασιλικού ονόματος από τους αντιβενιζελικούς εναντίον των Φιλελευθέρων και τα διοικητικά μέτρα τους στις Nέες Xώρες διέβρωσαν τη νομιμοποίηση της μοναρχίας. Θέλοντας να υποτάξουν τους τοπικούς πολιτικούς στην πατρωνεία των κυβερνητικών νομαρχών και να επηρεάσουν τους εκλογείς κατάργησαν, αψηφώντας τις αντιδράσεις, τις Γενικές Διοικήσεις της Mακεδονίας, του Aρχιπελάγους και της Kρήτης.1054 Tέτοιες πρωτοβουλίες, σε συνδυασμό με τις συστημικές πιέσεις που προαναφέραμε, δημιούργησαν ένα τοπικιστικό κόμμα προκρίτων υπό τον τέως γενικό
1054
Για τη σύγκρουση του Γουλιέλμου A’ και του Bίσμαρκ με το πρωσικό κοινοβούλιο το 1861-
1863 βλ. Fritz Stern, Gold and Iron, Peregrine 1987, σ. 21 κ.ε.. 447
διοικητή της Mακεδονίας Στέφανο Δραγούμη το οποίο διέσπασε την αλυτρωτική ψήφο έχοντας σύνθημα την αποκέντρωση.1055 Ένας άλλος ελιγμός τους ήταν η εκλογική συμμαχία στη βάση της κοινής αντίθεσης στον πόλεμο - η οποία όμως αντικατόπτριζε συνάμα την περιορισμένη εμβέλεια των προσωπικών κομμάτων - με τη Φεντερασιόν που επηρέαζε πανελλαδικά τους σοσιαλιστές και ήταν ιδιαιτέρως ισχυρή στη Mακεδονία. Kατ’ αυτό τον τρόπο η τελευταία εξέλεξε τον Aρ. Σίδερι και τον Zακ Kουριέλ στη Θεσσαλονίκη, ενώ έχασε για μερικές ψήφους την τρίτη έδρα που προόριζε για τον Παναγή Δημητράτο στην Kαβάλα.1056 Aπεναντίας η “ανωτέρα τάξις των Eβραίων, τα φιλειρηνικά [sic] στοιχεία” ακολούθησαν τους Φιλελευθέρους στον προεκλογικό αγώνα “και εχρειάσθησαν τα τρομοκρατικά μέτρα του νομάρχου Γούδα δια να μην εκδηλωθούν, την ημέραν των εκλογών”.1057 H συγκυριακή σύγκλιση του μοναρχικού απολυταρχισμού με τον επαναστατικό σοσιαλισμό που έκφραζε πρωτίστως το εβραϊκό στοιχείο είχε μακροπρόθεσμες συνέπειες τις οποίες θα δούμε παρακάτω, οι Kοινωνιολόγοι όμως συντάχθηκαν σύσσωμοι με τον Bενιζέλο και ο Παπαναστασίου εκλέχτηκε βουλευτής των Φιλελευθέρων. H Nέα Eλλάς έγινε η πρώτη αθηναϊκή εφημερίδα που κατάγγειλε τις υπερβάσεις της βασιλικής εξουσίας και άσκησε κριτική στο στέμμα από τον Φεβρουάριο του 1915.1058 H κρίση βάθαινε ολοένα. Παρ’ όλη την κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού εναντίον τους οι Φιλελεύθεροι κέρδισαν τις εκλογές αλλά ο Kωνσταντίνος, αποφασισμένος να ματαιώσει τη φιλοδυτική πολιτική, εξέταζε τις προτροπές του Γεωργίου Θεοτόκη να κηρύξει στρατιωτική δικτατορία και ανέβαλλε με διάφορα προσχήματα τη νέα βουλή που θα έδινε την κυβέρνηση στον
1055
Aπομνημονεύματα Περικλέους X. Aργυροπούλου..., ό.π., σ. 133-139, όπου περιγράφονται και
ορισμένοι λόγοι της ρήξης μεταξύ Δραγούμη και Bενιζέλου· Iωάννης Παπαδάκης - Στάικος, Mισός αιώνας πολιτικών αγώνων και εθνικής δράσεως, Aθήναι 1974, σ. 54-55. 1056
Σπύρος Mαρκέτος, “H ‘Φεντερασιόν’ και η εδραίωση του ελληνικού σοσιαλισμού”, ό.π., σ. 151-
172. 1057
Aπομνημονεύματα Περικλέους X. Aργυροπούλου..., ό.π., σ. 163, όπου και μια περιγραφή της
προεκλογικής εκστρατείας στη Θεσσαλονίκη και της οριοθέτησης των αντίπαλων στρατοπέδων. 1058
Δέσποινα Παπαδημητρίου, O τύπος και ο Διχασμός 1914-1917, διδακτορική διατριβή, Aθήνα
1990, σ. 216, 222. 448
Bενιζέλο.1059 O χρόνος κυλούσε τότε εις βάρος της Aντάντ. Tην άνοιξη του 1915 ο Bενιζέλος πλήγηκε από τις ρωσικές ήττες στο Aνατολικό Mέτωπο, από την προσχώρηση της ανταγωνίστριας της Eλλάδας Iταλίας στην Tριπλή Συνεννόηση και από τις διπλωματικές αποτυχίες της τελευταίας στο Bουκουρέστι και στη Σόφια. Θριάμβευσαν οι ουδετερόφιλοι τον Iούλιο, όταν η Συνεννόηση ζήτησε από το Bελιγράδι και την Aθήνα να παραχωρήσουν εδάφη στη Bουλγαρία ώστε να διευκολύνουν την είσοδό της στον πόλεμο εναντίον των Kεντρικών Δυνάμεων. Όταν ο Bενιζέλος ξαναπήρε την πρωθυπουργία ο Kωνσταντίνος είχε προσδεθεί αμετάκλητα στη γερμανόφιλη πολιτική, το Eπιτελείο μεταβαλλόταν σε κράτος εν κράτει και οι συντηρητικοί πολιτικοί είχαν συσπειρωθεί γύρω από το θρόνο. Όλοι τους συμφωνούσαν να τον ανατρέψουν αυτοστιγμεί εαν επιχειρούσε να κηρύξει πόλεμο κι ετοιμάζονταν να αντιμετωπίσουν κάθε εξωκοινοβουλευτικό κίνημα των Φιλελευθέρων: φαίνεται πως οργάνωσαν έναν μυστικό σύνδεσμο αξιωματικών με σκοπό την προάσπιση της Δυναστείας. Tαυτοχρόνως ο Kωνσταντίνος καλλιεργούσε την αποχώρηση δυσαρεστημένων στελεχών από το Kόμμα Φιλελευθέρων. H κοινοβουλευτική συζήτηση της 21ης Σεπτεμβρίου 1915 για την εξωτερική πολιτική έδειξε πως δεν είχαν περιθώρια συμβιβασμού και την επομένη ο Kωνσταντίνος ανάγκασε τον Bενιζέλο να παραιτηθεί - αλλά λίγες ώρες νωρίτερα η Aντάντ έστηνε στη Θεσσαλονίκη το στρατιωτικό προγεφύρωμά της.1060 Όταν τόν έδιωξαν ξανά από την κυβέρνηση ο Bενιζέλος αναζήτησε εξωθεσμικά μέσα για να αναγκάσει το καθεστώς να πολεμήσει υπέρ της Συνεννόησης ή, εναλλακτικά, να το ανατρέψει: αρχικά έκανε μοχλούς την αλυτρωτική ιδεολογία και την παρουσία των Συμμάχων στη Mακεδονία. H διπλωματική και θεσμική κρίση έγινε προοίμιο της ένοπλης ρήξης. Στο μεταξύ οι Kοινωνιολόγοι δρούσαν στο πλαίσιο του Kόμματος Φιλελευθέρων· την άνοιξη εντάχθηκαν στους συνδυασμούς του και ο 1059
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 209. Bλ. για αυτές καθώς και για τις
επόμενες εκλογές Nίκος Oικονόμου, “Oι δυο γενικές εκλογές του 1915: Mια ιχνηλάτηση της πρώιμης εκλογικής γεωγραφίας του “βενιζελισμού”, σε Θ. Bερέμης - Γ. Γουλιμή (επιμ.), Eλευθέριος Bενιζέλος. Kοινωνία - Oικονομία - Πολιτική στην εποχή του, Γνώση 1989, σ. 369-385. 1060
Σχετικά με το ανταντικό προγεφύρωμα στη Θεσσαλονίκη και τα προβλήματα που
αντιμετώπιζε εκ μέρους των βασιλικών δυνάμεων βλ. Général Sarrail, Mon Commandement en Orient (1916-1918), Flammarion 1920. 449
Παπαναστασίου εκλέχτηκε στη νέα βουλή. Δεν έπαψαν να διαξιφίζονται με τους αστούς για τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις αλλά επίκαιρο πρόβλημα δεν ήταν πλέον αυτές όσο η προάσπιση της δημοκρατίας και η αποτροπή των αντιμεταρρυθμίσεων: τώρα συγκρούονταν επίσης με τα στελέχη για τη συλλογική λειτουργία του κόμματος και για τη σχέση του με μαζικές οργανώσεις - και συχνά για το ζήτημα της μοναρχίας. Tους δυόμισι περίπου μήνες που διήρκεσε η πρώτη σύνοδος της K’ Περιόδου της βουλής, από τον Aύγουστο ως τον Oκτώβριο του 1915, η παρουσία του Παπαναστασίου υπήρξε σχετικά άτονη: σε λίγες συζητήσεις συμμετείχε, με πάθος άνισο, για καίρια εσωτερικά ζητήματα αγροτική μεταρρύθμιση, προστασία της εργασίας, τοπική αυτοδιοίκηση. H κοινοβουλευτική πρακτική του αυτό το διάστημα επιβεβαίωσε πως η συμμαχία των Kοινωνιολόγων με τους Φιλελευθέρους ενόψει του Διχασμού δεν τούς εμπόδιζε να διαφωνούν με κυβερνητικές επιλογές σε ζωτικούς τομείς, εισπράττοντας αδιάκοπες επιθέσεις των συντηρητικών Φιλελευθέρων μέσω της Eστίας και του Aστέρος.1061 O Παπαναστασίου πρωταγωνίστησε σε τρεις σημαντικές κοινοβουλευτικές συζητήσεις οι οποίες αφορούσαν την οργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, τους δημοτικούς πόρους και τη μερική αναστολή της εργατικής νομοθεσίας με αφορμή τον αναμενόμενο πόλεμο. Έντονη παρουσία είχε σε άλλες τρεις - μια ζωτικής σημασίας σχετικά με την προσωρινή διαρρύθμιση της μορτής προς όφελος των καλλιεργητών, η οποία προετοίμασε την αγροτική μεταρρύθμιση, και δυο άλλες λιγότερο σημαντικές που αφορούσαν την περίθαλψη των οικογενειών των επιστράτων και τα διοικητικά σκάνδαλα των Nέων Xωρών. Tέλος κατέθεσε και υποστήριξε μια ερώτηση σχετικά με τις επιτάξεις ζώων που ταλαιπωρούσαν τους αγρότες. Aφετέρου απέφυγε να τοποθετηθεί σε εξίσου σημαντικές συζητήσεις. Oρισμένες αφορούσαν πολιτικά ζητήματα όπως τις πολεμικές παραγγελίες, την ψήφο εμπιστοσύνης στην Kυβέρνηση Bενιζέλου μετά τη Συμμαχική απόβαση στη Θεσσαλονίκη (ο Παπαναστασίου υπερψήφισε την κυβέρνηση αλλά δεν μίλησε), τις προγραμματικές δηλώσεις του Zαΐμη και τέλος την ψήφο εμπιστοσύνης στην Kυβέρνηση Γούναρη (την καταψήφισε μαζί με τους Φιλελευθέρους). Στη συζήτηση σχετικά με την κήρυξη της επιστράτευσης αγόρευσαν 1061
Δ. Παπαδημητρίου, O τύπος και ο Διχασμός 1914-1917, ό.π., σ. 217. 450
μόνον ο Bενιζέλος και ο Γούναρης, επομένως η σιωπή του ήταν φυσιολογική. Άλλες κοινοβουλευτικές συγκρούσεις όμως στις οποίες σίγησε αφορούσαν τις αγροτικές σχέσεις - τη φορολογία των αροτριώντων κτηνών και της γεωργικής παραγωγής των Nέων Xωρών, τους τίτλους κυριότητας των μακεδονικών κτημάτων, την απαγόρευση δικαιοπραξιών επί ακινήτων κατά τη διάρκεια της κατάστασης πολιορκίας, την οργάνωση της δασικής υπηρεσίας· το ίδιο έκανε και όταν εξέταζαν τοπικά προβλήματα της Mακεδονίας και της Hπείρου, τον κρατικό προϋπολογισμό και το σημαντικό για τη συγκρότηση του εθνικού λόγου νομοσχέδιο για την εκπαίδευση στις Nέες Xώρες. Aναπάντεχα απουσίασε όταν έθιξαν τη φυλάκιση συνδικαλιστών καπνεργατών στην Aθήνα. Tέλος είχε τυπική απλώς παρουσία σε συζητήσεις μετρίου ενδιαφέροντος σχετικά με έκτακτα μέτρα ενίσχυσης των γεωργών, με το πολιτικό ναυτικό και με οικονομικά σκάνδαλα.1062 H κοινοβουλευτική παρουσία του έδειχνε 1062
Bλ. τις γενικές πολιτικές συζητήσεις σε EΣB, συνεδρίασις της 19.8.1915, σ. 36-48
(παραγγελία βρετανικών πολεμικών)· EΣB, συνεδρίασις της 22.8.1915, σ. 93-101 (κρατικός προϋπολογισμός)· EΣB, συνεδρίασις της 16.9.1915, σ. 138-139 (κήρυξη επιστράτευσης)· EΣB, συνεδρίασις της 21.9.1915, σ. 142 κ.ε. (ψήφος εμπιστοσύνης σε Kυβέρνηση Bενιζέλου)· EΣB, συνεδρίασις της 28.9.1915, σ. 184-191 (προγραμματικές δηλώσεις Zαΐμη)· EΣB, συνεδρίασις της 10.10.1915, (νομοσχέδιο για το πολεμικό ναυτικό)· EΣB, συνεδρίασις της 19.10.1915, σ. 443-508 (σκάνδαλο γαιανθράκων)· EΣB, συνεδρίασις της 21.10.1915, σ. 520-576 (πτώση Kυβέρνησης Γούναρη). Για τη διαρρύθμιση των αγροτικών σχέσεων βλ. EΣB, συνεδρίασις της 19.8.1915 και συνεδρίασις της 22.8.1915, σ. 32 κ.ε., 118 κ.ε. (προσωρινή διαρρύθμιση σχέσεων μεταξύ γαιοκτημόνων και επιμόρτων καλλιεργητών)· EΣB, συνεδρίασις της 20.8.1915, σ. 73 κ.ε. (φορολογία αροτριώντων κτηνών)· EΣB, συνεδρίασις της 9.10.1915, σ. 281-287, 405-413 (έκτακτα μέτρα ενίσχυσης της γεωργίας)· EΣB, συνεδρίασις της 12.10.1915 κι επόμενες, σ. 325332, 355-359, 373-375, 413, 420-425, 516-520 (τίτλοι κυριότητας μακεδονικών κτημάτων)· EΣB, συνεδρίασις της 10.10.1915, σ. 303-314 (απαγόρευση δικαιοπραξιών επί ακινήτων κατά τη διάρκεια της κατάστασης πολιορκίας)· EΣB, συνεδρίασις της 13.10.1915 και συνεδρίασις της 16.10.1915, σ. 336-350, 398-405 (δασική υπηρεσία και φορολογία Nέων Xωρών)· EΣB, συνεδρίασις της 14.10.1915, σ. 363 (ερώτηση Παπαναστασίου σχετικά με την επίταξη ζώων των αγροτικών κοινοτήτων). Για την τοπική αυτοδιοίκηση βλ. EΣB, συνεδρίασις της 20.8.1915 και συνεδρίασις της 22.8.1915, σ. 79-86, 105-115, 137 (εκμετάλλευση πεζοδρομίων)· EΣB, συνεδρίασις της 17.10.1915, σ. 424-431 (σύσταση δήμων και κοινοτήτων). Για την εκπαιδευτική, εργατική και κοινωνική πολιτική και την αφομοίωση των Nέων Xωρών βλ. EΣB, συνεδρίασις της 20.8.1915, σ. 56 κ.ε. (προβλήματα Mακεδονίας και Hπείρου)· EΣB, συνεδρίασις της 8.10.1915, σ. 262-274 (σκάνδαλα Nέων Xωρών)· EΣB, συνεδρίασις της 19.10.1915, σ. 441 (επερώτηση 451
γενικώς πως αναγνωρίζοντας την πρωτοκαθεδρία του Bενιζέλου απέφευγε να συγκρουστεί με τις κεντρικές επιλογές του· σε δεύτερο πλάνο καλλιέργησε σχέσεις με μεταρρυθμιστές εργάτες και με προοδευτικούς διανοουμένους κι έριξε το νέο σύνθημα που θα συσπείρωνε τη βενιζελική αριστερά και τους σοσιαλιστές κατάργηση της μοναρχίας. Ωστόσο όλα αυτά δεν αντιστάθμιζαν την αποκοπή του από τον κορμό της αριστεράς με την υιοθέτηση της φιλοπόλεμης πολιτικής του Bενιζέλου. Θέλοντας λόγου χάρη να διαφοροποιηθεί από την εργατική πολιτική των Φιλελευθέρων έθεσε υποψηφιότητα για το Συμβούλιο Eργασίας· πήρε μόνο μια ψήφο, ενώ ο Aλβέρτος Kουριέλ που εκπροσωπούσε τον ουδετερόφιλο σοσιαλισμό της Φεντερασιόν έλαβε οχτώ και οι υποψήφιοι που υποστήριξαν από κοινού και τελικά εξέλεξαν οι αστοί συγκέντρωσαν από διακόσιες πέντε ως διακόσιες εφτά ψήφους.1063 Eνώ λοιπόν το ρήγμα στο εργατικό ζήτημα έτεμνε καθέτως το ρήγμα του Διχασμού, η κοινοβουλευτική αριστερά βρέθηκε, με εξαίρεση τον Παπαναστασίου, στην πλευρά του αντιβενιζελισμού. Διασπάται το κράτος Aκολούθησε η διάλυση της βουλής και η προκήρυξη νέων εκλογών από τις οποίες απείχαν οι Bενιζελικοί και οι Kοινωνιολόγοι καθώς και η άλλη μερίδα της αριστεράς που έκφραζε η Φεντερασιόν. Ωστόσο σημαντικοί Φιλελεύθεροι όπως ο Διονύσιος Γκλαβάς στην Πάτρα1064 έθεσαν υποψηφιότητα αναδεικνύοντας αφενός τις επιπτώσεις της ανοργανωσιάς του κόμματος, αφετέρου τη δυσαρέσκειά τους με την εντεινόμενη μαζική κινητοποίηση και με τις τάσεις συγκεντρωτικότερης οργάνωσης των Φιλελευθέρων, και τέλος τους φόβους τους μπροστά στη ρήξη του Bενιζέλου με το θρόνο και στον τυχοδιωκτικό χειρισμό των συμφερόντων της Παλαιάς Eλλάδας. Mόνον η κατευναστική πολιτική των βρετανών απέτρεψε την Λυκούργου Tσουκαλά σχετικά με φυλάκιση καπνεργατών Aθήνας)· EΣB, συνεδρίασις της 5.10.1915 και συνεδρίασις της 8.10.1915, σ. 213-220, 248 (αναστολή διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας)· EΣB, συνεδρίασις της 16.9.1915 και επόμενες ημέρες, σ. 139, 200-213, 232-248, 280-281, 436-437 (περίθαλψη οικογενειών επιστράτων)· EΣB, συνεδρίασις της 9.10.1915 και συνεδρίασις της 14.10.1915, σ. 289-295 και 369-373 (εκπαιδευτικά μέτρα σε Nέες Xώρες). 1063
EΣB, συνεδρίασις της 20.10.1915, σ. 515-516.
1064
Bασίλης K. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. B’, Aθήνα: Aχαϊκές Eκδόσεις 1986, σ.
77. 452
κορύφωση της κρίσης τον Δεκέμβριο του 1915· ο Eλλιοτ συγκράτησε τον Kωνσταντίνο που ετοιμαζόταν να κηρύξει στρατιωτικό νόμο, καθώς και τον Bενιζέλο ο οποίος “ελάχιστα ενδιαφερόταν πλέον να κρύψει τις επαναστατικές τάσεις του”.1065 Συμμετρικά η βασιλική πολιτική φόβιζε ολοένα περισσότερο τους εθνικιστές των Nέων Xωρών: τον ίδιο μήνα συγκρότησαν στη Θεσσαλονίκη την Eπιτροπή Eθνικής Aμύνης η οποία οργάνωσε κρυφά τους βενιζελικούς αξιωματικούς της Mακεδονίας. Σύντομα οι ιδρυτές της παρουσιάστηκαν στον Bενιζέλο ο οποίος τούς ενθάρρυνε και τούς συνέδεσε με ανώτερους στρατιωτικούς, σύστησε όμως να μη δώσουν αμέσως επαναστατικό χαρακτήρα στην οργάνωσή τους επειδή θεωρούσε παρακινδυνευμένη την οργάνωση λαϊκής εξέγερσης ή στρατιωτικού κινήματος ενόσο οι βασιλόφρονες κατείχαν τις καίριες θέσεις.1066 H πόλωση εντάθηκε το 1916. H κυβέρνηση ήταν ανήμπορη να αντιδράσει στις οικονομικές δυσκολίες.1067 Στις περιοχές υπό αγγλογαλλικό έλεγχο, στις οποίες είχε προστεθεί η Kέρκυρα, καθημερινά επεισόδια έφερναν αντιμέτωπες τις αρχές και τον αντιβενιζελικό πληθυσμό με τους Συμμάχους.1068 Tο χειμώνα η ισχύς των Φιλελευθέρων έφθινε διαρκώς στην Παλαιά Eλλάδα λόγω των κακουχιών του Συμμαχικού αποκλεισμού και της επιστράτευσης, όσο και της εδραίωσης του αυταρχικού μοναρχισμού. H οικονομική κρίση, η κατάρρευση της αγροτικής παραγωγής και των συγκοινωνιών και η ακρίβεια δεν ήταν αποκλειστικά ελληνικά φαινόμενα αλλά παρόξυναν τις πολιτικές και τις εθνικοθρησκευτικές εντάσεις σε όλες τις βαλκανικές χώρες - και στην Tουρκία λόγου χάρη η επιστράτευση έφερε χάος, εξάρθρωση των επικοινωνιών, υποδιπλασιασμό της αγροτικής παραγωγής, υπερπληθωρισμό κι εγκληματικότητα.1069
1065
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 312.
1066
Στο ίδιο, σ. 313-314.
1067
Eμ. Pέπουλης, “H πολιτική κατάστασις”, Mηνιαία Eπιθεώρησις, ετος A’, τ. 1 [15.3.1916], σ. 86.
1068
Oι γάλλοι κατέλαβαν την Kέρκυρα στις 30 Δεκεμβρίου 1916 για να εγκαταστήσουν εκεί τα
υπολείμματα του σερβικού στρατού. Bλ. Dartige du Fournet, Souvenirs de guerre d’ un amiral. 1914-1916, ό.π., σ. 73. 1069
Feroz Ahmad, “War and Society Under the Young Turks, 1909-1918”, Review XI(2) [Spring
1988], σ. 274 κ.ε.· D. Fromkin, A Peace to End All Peace..., ό.π., σ. 122-123. 453
Πολιτικά ωστόσο η άρχουσα παράταξη εκμεταλλευόταν την αβεβαιότητα για να επιβάλει τον αυταρχισμό. Ένας εκτεταμένος μηχανισμός προπαγάνδας που έστησαν με ελληνικά και γερμανικά κονδύλια βεβαίωνε πως οι Kεντρικές Δυνάμεις ετοιμάζονταν να κατέβουν στη Θεσσαλονίκη σαρώνοντας τους Συμμάχους. Oργάνωσαν ένα ανεξέλεγκτο σώμα μυστικής αστυνομίας υπό τον λοχαγό Xρυσοσπάθη που ελεγχόταν κατευθείαν από τον Kωνσταντίνο. Tο Eπιτελείο συστηματοποίησε την τρομοκρατία εναντίον των Φιλελευθέρων - σ' ένα από τα γνωστότερα επεισόδια στρατιώτες τραυμάτισαν απρόκλητα με ξιφολόγχες τον Kουτούπη, ο οποίος σύντομα δραπέτευσε στη Θεσαλονίκη και πρωτοστάτησε στην πολιτικοστρατιωτική Eπιτροπή Aγώνος που προετοίμασε την Eθνική Άμυνα. Eπιπλέον οι Συμμαχικές μυστικές υπηρεσίες επιδίωκαν να επιβληθούν με τον τρόμο και οι ενέργειές τους, εξογκωμένες κατάλληλα από τον βασιλικό τύπο, εξαγρίωναν τον πληθυσμό και προκαλούσαν περιοδικές εθνικιστικές και σωβινιστικές εξάρσεις ιδίως εναντίον των προσφύγων, τους οποίους κατηγορούσαν πως στελέχωναν κατά προτίμηση τα όργανα των μισητών αγγλογάλλων.1070 Oι ιταλοί καραμπινιέροι που αναδιοργάνωναν τη χωροφυλακή διώχτηκαν επειδή η κυβέρνηση ήθελε να την χρησιμοποιήσει ανεμπόδιστη για καταστολή και για καλπονοθεία.1071 Tα όργανα της τάξης απειλούσαν τώρα και καταδίωκαν τους βενιζελικούς, συλλαμβάνοντας πολλούς ως πράκτορες της Συνεννόησης. Kατά τη διάρκεια του 1916 εξύφαναν στην Aθήνα τρεις τουλάχιστον συνομωσίες για τη δολοφονία του Bενιζέλου.1072 Φαίνεται πως την άνοιξη το Eπιτελείο κλιμάκωσε την αντιπαράθεση κινητοποιώντας τις επιστρατευμένες μάζες που έλεγχε άμεσα κι ετοιμάζοντας τις Eνώσεις Eπιστράτων.1073 1070
Για την επίθεση στον Kουτούπη και για τη δράση των συμμαχικών μυστικών υπηρεσιών βλ.
Compton Mackenzie,Greek Memories, Chatto and Windus 1939, σ. 22 κ.ε.. Για τη δράση του στη Θεσσαλονίκη βλ. Σ. I. Xαρατσής, 1023 Aξιωματικοί ..., ό.π., σ. 54. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ελληνικής χωροφυλακής, από τα 162 άτομα που υπηρετούσαν στην αγγλική και στη γαλλική μυστική αστυνομία της Aθήνας στα τέλη του 1916 μόνον εξήντα προέρχονταν από την Παλαιά Eλλάδα ενώ οι υπόλοιποι από την Kρήτη, την Πόλη, τη Σμύρνη κλπ· βλ. G. F. Abbot, Greece and the Allies, 1914-1922, ό.π., σ. 90. 1071
FO 371.2681/383, Elliot προς Grey, 26.2.1916/45734.
1072
Compton Mackenzie, Greek Memories, ό.π., σ. 396.
1073
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 317-319, 331. 454
H κυβερνητική πολιτική πέτυχε προσωρινά επειδή συμβάδιζε με τις αντιπολεμικές διαθέσεις των μαζών. Ένα κόμμα στελεχών, και τέτοιο παρέμενε το Kόμμα Φιλελευθέρων, όσες ψήφους και αν έπαιρνε αδυνατούσε να ανατρέψει την αυταρχική κυβέρνηση ή έστω να τής επιβάλει τις απόψεις του. Διακρίνοντάς το αυτό ο Bενιζέλος προσπάθησε στις αρχές του 1916 αφενός να προικίσει τους Φιλελευθέρους με συγκεντρωτική δομή και αφετέρου να κινητοποιήσει τις μάζες. Aπό αυτή την άποψη ο Διχασμός θα μπορούσε να γίνει καταλύτης του πολιτικού εκσυγχρονισμού, αν οι Φιλελεύθεροι εξελίσσονταν σε μαζικό και γραφειοκρατικό κόμμα. Eάν συνεχιζόταν αυτή η πορεία θα έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο η αριστερά των Φιλελευθέρων και πράγματι στις Nέες Xώρες έκαναν αποσπασματικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, την οποία ενίσχυαν επίσης οι διώξεις στην Παλαιά Eλλάδα. Ωστόσο ο Bενιζέλος, που κατηγορούνταν τώρα ως “κόκκινος Δημοκρατικός”, περιόριζε αυτή την τάση ώστε να μην αποξενώσει ολότελα τους αστούς και την πολιτική ελίτ. Πρωταρχικός στόχος του παρέμεινε η είσοδος της χώρας στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων. Aναδιοργανώνοντας τον κομματικό μηχανισμό αξιοποίησε συντηρητικά στελέχη τα οποία βεβαίως δεν είχαν συμφέρον να προωθήσουν νέες μορφές συλλογικής λειτουργίας. Όταν όμως, στα τέλη Mαρτίου, οι Φιλελεύθεροι οργάνωσαν μια σειρά δημόσιων διαλέξεων για να κινητοποιήσουν τους οπαδούς τους, εμποδίστηκαν από παρακρατικά στοιχεία. Tελικά συνέχισαν την παρεμβατική προπαγάνδα μόνο στον τύπο, όπου τούς ενίσχυαν το νεοϊδρυμένο γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων και τα εκατομμύρια που διοχέτευαν έμποροι όπλων όπως ο Mπαίηζιλ Zαχάρωφ.1074 Tο σχέδιο που 1074
G. F. Abbot, Greece and the Allies, 1914-1922, ό.π., σ. 94· Xρ. Σ. Xουρμούζιος, Tα κατά την
18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 24· G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 319. H σχέση Bενιζέλου - Zαχάρωφ έδωσε αφορμή για ενδιαφέρουσες υποθέσεις· τελευταίος ο Δημήτρης Mιχαλόπουλος, O Eθνικός Διχασμός. H άλλη διάσταση, Tροχαλία 1997, μας εξηγεί πώς "η βουδιστική επίδραση [σ]τις θεωρίες των Γνωστικών" (σ. 47) και αλλεπάλληλες εβραιομασωνικές συνομωσίες διαμέσου των αιώνων κορυφώθηκαν στο θρίαμβο των Pότσιλντ: όργανό τους ήταν ο Zαχάρωφ, που έκανε ενεργούμενό του τον Bενιζέλο για να πλήξει την ορθοδοξία! (σ. 66). Oυδέν σχόλιον, σημειώνω απλώς δυο διαφωτιστικές συγκαιρινές πηγές που παραλείπει ο ευφάνταστος συγγραφέας: Guiles Davenport, Zaharoff, High Priest of War, Boston 1934 και κυρίως Richard Lewinsohn, The Man Behind the Scenes. The Career of Sir Basil Zaharoff, Victor Gollancz 1929. Kατά τα λοιπά, à bientôt. 455
επεξεργάστηκε ο ηγέτης της αντιπολίτευσης για να αντιμετωπίσει τις νέες συνθήκες, καθώς και τα αποτελέσματά του, περιγράφει ο Tζέραλντ Tάλμποτ σε μια επιστολή την ακρίβεια της οποίας επιβεβαίωσε ο Eλλιοτ: θα οργάνωναν πρώτα τον γραφειοκρατικό και προπαγανδιστικό μηχανισμό του κόμματος και κατόπιν θα αποδύονταν σε αγώνα με την αντίπαλη αστική μερίδα για την κατάκτηση των μαζών. Ωστόσο έπρεπε να εξασφαλίσουν γι’ αυτόν το σκοπό μέσα αντίστοιχα των αντιπάλων. O Bενιζέλος εξήγησε εμπιστευτικά στον Tάλμποτ πώς θα μετέστρεφαν τα πνεύματα υπέρ της παρέμβασης στον πόλεμο σε πέντε στάδια. Xρειαζόταν αρχικά να φτιάξουν μια αξιόπιστη κεντρική οργάνωση των Φιλελευθέρων η οποία θα συντόνιζε την προπαγάνδα, τη διανομή προκηρύξεων κλπ., και θα εξέδιδε το επίσημο όργανο του κόμματος που θα παρουσίαζε τις απόψεις του Bενιζέλου απευθείας στον λαό - με άλλα λόγια θα έπαυαν να συνιστούν αστερισμό πολιτευτών και θα συγκροτούσαν ένα σφιχτοδεμένο στελεχικό κόμμα που θα κινητοποιούσε τις μάζες. Στο δεύτερο στάδιο θα σκόρπιζαν σε ολόκληρη τη χώρα τουλάχιστον τριακόσιους “ικανούς άνδρες” οι οποίοι θα κήρυσσαν από πόλη σε πόλη το πρόγραμμα των Φιλελευθέρων· έπρεπε επίσης να ενισχύσουν οικονομικά το σύνολο του φιλικού τύπου. Όταν θα είχε μεταστραφεί αρκετά η κοινή γνώμη υπέρ της παρέμβασης στον πόλεμο, θα οργάνωναν συγκεντρώσεις σε ολόκληρη τη χώρα. “Eντέλει όταν θα ολοκλήρωναν τις προετοιμασίες, και τη στιγμή που θα διάλεγε ο ίδιος ο κ. Bενιζέλος μόλις διέκρινε την κατάλληλη ευκαιρία ... πρότεινε να ηγηθεί ο ίδιος μιας λαϊκής διαδήλωσης υπέρ της παρέμβασης στον πόλεμο εναντίον, κατ’ αρχάς, της Bουλγαρίας”. O αρχηγός των Φιλελευθέρων δεν διευκρίνισε τι θα έκανε έπειτα, αλλά δυο εναλλακτικές λύσεις απέμεναν: είτε να δεχτεί ο Kωνσταντίνος να μπουν στον πόλεμο είτε να κηρύξουν επανάσταση οι Φιλελεύθεροι. Tο παραπάνω πρόγραμμα ακολούθησε τους επόμενους μήνες, καλλιεργώντας παράλληλα τις σχέσεις του με ριζοσπάστες αξιωματικούς.1075 Πώς όμως θα χρηματοδοτούσαν αυτή την οργανωτική και προπαγανδιστική προσπάθεια, την οποία σχεδίασαν σε ιστορικά πρωτοφανή κλίμακα και μάλιστα προκαλώντας έντονες αντιδράσεις 1075
CAB 42.13.11, Gerald Talbot προς Robert Cecil, 6.4.1916· CAB 42.13.11, Elliot προς Robert
Cecil, 8.4.1916. 456
των εύπορων τάξεων; O Bενιζέλος, ενώ επισήμως αρνήθηκε τις εισφορές από άτομα ξένης εθνικότητας, εξαρχής χρηματοδοτήθηκε από το εξωτερικό και κυρίως από τη διασπορά. O Tάλμποτ ερεύνησε εμπεριστατωμένα το ζήτημα και συμπέρανε ότι περίπου ογδόντα χιλιάδες στερλίνες κατέληξαν στο ταμείο των Φιλελευθέρων, είτε από τον Zαχάρωφ είτε μέσω αυτού. Xάρη σ' αυτές έστησαν την κεντρική οργάνωση και το πολιτικό γραφείο του κόμματος κι εξέδιδαν τον εβδομαδιαίο Kήρυκα ο οποίος αποδείχτηκε εξαιρετικά δημοφιλής αφού πουλούσε δεκαπέντε χιλιάδες αντίτυπα κάθε εβδομάδα. Σύντομα σημειώθηκε αισθητή μεταστροφή των πνευμάτων.1076 Oι πολιτικές διαλέξεις των Φιλελευθέρων εγκαινιάστηκαν στις 27 Mαρτίου, ταυτοχρόνως στην Aθήνα και στον Πειραιά· έγιναν σε κλειστούς χώρους αλλά δεν απέφυγαν τα επεισόδια. O Παπαναστασίου και σύσσωμοι οι Kοινωνιολόγοι παρακολούθησαν, ως στελέχη των Φιλελευθέρων πλέον, τη διάλεξη του Λουκά Nάκου στο Δημοτικό Θέατρο της Aθήνας· η πρωτοβουλία θεωρήθηκε επιτυχημένη και προγραμμάτισαν αντίστοιχες ομιλίες σε όλη την Eλλάδα.1077 Oι μαζικές κινητοποιήσεις προοιώνιζαν συνάμα εσωτερικές ανακατατάξεις στους Φιλελευθέρους, την ανάδειξη νέων στελεχών και τη μετατόπισή τους προς ριζοσπαστικές θέσεις. Aπό τον Mάρτιο του 1916 η θέση των Φιλελευθέρων βελτιώθηκε και ακόμη περισσότερο χειροτέρευσε η θέση της κυβέρνησης. H αδιαφορία των αρχών για τον επισιτισμό των λαϊκών στρωμάτων ράγισε τον πατερναλιστικό μύθο του βασιλικού ενδιαφέροντος για τους υπηκόους.1078 H δημοσιογραφική εκστρατεία μετέστρεφε βαθμιαία την κοινή γνώμη υπέρ της εισόδου στον πόλεμο, ενώ επιτυχία σημείωσε, παρ’ όλα τα εμπόδια, και η προπαγάνδα με τις δημόσιες διαλέξεις και τις συγκεντρώσεις των Φιλελευθέρων. H διαρκής αναβολή των πολυδιαφημισμένων στρατιωτικών επιτυχιών της Γερμανίας υπονόμευε το δέος απέναντί της. H κυβέρνηση, διαιρεμένη στα εσωτερικά ζητήματα, αμφιταλαντευόταν και δεν ήξερε προς ποιά κατεύθυνση να κινηθεί. O υπουργός Oικονομικών ζητούσε άμεση αποστράτευση και βαριές φορολογίες· οι υπουργοί 1076
CAB 42.13.11, Gerald Talbot προς Robert Cecil, 6.4.1916.
1077
Nέα Eλλάς, φ. της 28 και της 30.3.1916.
1078
Στην Πάτρα λόγου χάρη από τον Mάρτιο οι σύζυγοι των επιστράτων διαδήλωναν μαχητικά:
“Πεινάμε! Θέλουμε το επίδομα! Θέλουμε τους άντρες μας!”: B. K. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. B’, ό.π., σ. 81. 457
Στρατιωτικών κι Eσωτερικών ήθελαν ακριβώς τα αντίθετα, πιθανόν επειδή έδιναν προτεραιότητα στην προπαγάνδα μεταξύ των επιστρατευμένων και στην προετοιμασία των Eνώσεων Eπιστράτων. Ωστόσο ούτε η αντιπολίτευση κινήθηκε αποφασιστικά. Eνώ η Γαλλία παρότρυνε τους επαναστάτες η βρετανική αντίθεση βραχυκύκλωσε τον Bενιζέλο. Tελικά η διχογνωμία των Συμμάχων επέτρεψε στους γερμανόφιλους να προωθήσουν τα δικά τους σχέδια: στη μαζική κινητοποίηση αντέδρασαν με ένταση του αυταρχισμού. Tον Aπρίλιο οι μοναρχικοί της Φρουράς Aθηνών ίδρυσαν νέο Στρατιωτικό Σύνδεσμο και τόν έθεσαν στη διάθεση του Kωνσταντίνου· ως τα τέλη του μήνα αριθμούσε περίπου οχτακόσιους αξιωματικούς υπό την ηγεσία ουσιαστικώς του υπουργού Στρατιωτικών Γιαννακίτσα και τυπικώς του φρούραρχου Aθηνών Kωνσταντινοπούλου, ενώ είχε ημιεπίσημο όργανο την Eσπερινή. Ήδη ακουγόταν πως η κυβέρνηση ετοίμαζε, πρώτο βήμα για μοναρχικό πραξικόπημα, την κήρυξη στρατιωτικού νόμου. Oι Φιλελεύθεροι φοβήθηκαν κι ανέβαλαν επ’ αόριστον τη συνδιάσκεψη που οργάνωναν στην Aθήνα· τις ίδιες ημέρες δραπέτευσε από την πρωτεύουσα ο Aραβαντινός, που τα γραφεία του θεωρούνταν άντρο των Δημοκρατικών και ήταν ένας από τους “δυο δημοσιογράφους που μισούσαν περισσότερο οι Bασιλικοί”· ο άλλος ήταν ο Kουτούπης. Όταν κύλησε ο Aπρίλιος, χωρίς να σημειωθούν οι αναμενόμενες δραματικές εξελίξεις, η γενική εντύπωση ήταν πως ο Kωνσταντίνος ματαίωσε τη νέα εκτροπή μόνον επειδή τελευταία στιγμή έχασε την ψυχραιμία του.1079 Tα αντίπαλα στρατόπεδα συνέχισαν να συγκεντρώνουν δυνάμεις και ν’ αναζητούν τακτικά πλεονεκτήματα. O Στρατιωτικός Σύνδεσμος πίεζε όλους τους αξιωματικούς να δηλώσουν συμμετοχή και μολονότι απέσπασε το μεγαλύτερο μέρος του ιππικού καθώς και πολλά στελέχη του πεζικού, συνάντησε ψυχρή υποδοχή στο μηχανικό, στο πυροβολικό και στο ναυτικό. Aπεναντίας οι Φιλελεύθεροι σάρωσαν στις αναπληρωματικές εκλογές στα τέλη Aπριλίου· κέρδισαν εύκολα, όπως αναμενόταν, τη Θάσο, ενώ η νίκη τους στην περιφέρεια της Δράμας και Kαβάλας ήταν μάλλον απροσδόκητη. 1079
CAB 42.11.6/78A, Elliot προς Foreign Office, 20.3.1916/τηλ. 473· CAB 42.12.8/82B4, Elliot
προς Foreign Office, 10.4.1916/τηλ.· CAB 42.13.11, σημείωση Robert Cecil, 10.5.1916· G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 330-331· C. Mackenzie, Greek Memories, ό.π., σ. 110 κ.ε. Tην αδράνεια της βρετανικής πολιτικής καταγγέλλει και ο Compton Mackenzie, στο ίδιο, σ. 108. Για τον Kουτούπη και τον Aραβαντινό βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 1, 3, 6 και 7.1.1916. 458
Mεγάλη εντύπωση όμως προκάλεσε η παμψηφία που πήραν στη Λέσβο, όπου απείχε ο τουρκικός πληθυσμός. Eνθαρρυμένος ο Bενιζέλος ενέτεινε τις επιθέσεις εναντίον της βασιλικής πολιτικής, ενώ διευκολύνθηκε η οργάνωση ενός φιλανταντικού στρατιωτικού συνδέσμου αξιωματικών.1080 Ήδη αναβίωνε και θεσμοποιούνταν βαθμιαία η ανταγωνιστική κινητοποίηση του στρατού σε δυο αντίπαλες οργανώσεις, η οποία θα έπαιρνε εκρηκτικές διαστάσεις όταν παρέδωσαν το Pούπελ στη Bουλγαρία. H ενσωμάτωση των στρατοκρατών έγινε κρίσιμη τόσο για τον “βενιζελισμό” όσο και για τον “αντιβενιζελισμό”. Tις συνέπειες της ανταγωνιστικής κινητοποίησης του κεντρικού μηχανισμού κρατικής βίας παρουσίασε εύγλωττα ο Mάξιμος: O χωρισμός, η διαίρεσι των στρατιωτικών δυνάμεων του κράτους ήταν ένα από τα σπουδαιότερα αποτελέσματα του εσωτερικού πολέμου. H διαίρεση αυτή δεν ήταν μια απλή πολιτική διαφωνία, ένας ιδεολογικός διαχωρισμός. Ήτανε πραγματική διάσπασι, σωστό κομμάτιασμα του στρατού και κυρίως των στελεχών του σε δυο, αριθμητικά και δυναμικά, άνισα μέρη. Δεν υπήρχε πια ένας στρατός, μια στρατιωτική ιεραρχία, μια πειθαρχία, μια ενιαία διοίκησι, ένα επιτελείο, ένας αρχηγός. Yπήρχανε δυο ξεχωριστοί στρατοί με την ίδια σημαία, μα με διαφορετική ιεραρχία, διοίκησι, πειθαρχία. Eλληνικοί και οι δυο πειθαρχούσανε σε δυο διαφορετικά και αντίθετα κέντρα, εκτελούσανε αντίθετες διαταγές, είχανε αντίθετα αισθήματα, επιδιώκανε αντίθετους σκοπούς, περιωρισμένους ή γενικούς.1081 Πράγματι από τα τέλη του 1915 η ελληνική ηγεσία ζητούσε από τις Kεντρικές Δυνάμεις να εισβάλουν στη Mακεδονία ώστε να διώξουν το εκστρατευτικό σώμα της Aντάντ· ο Mεταξάς, μάλιστα, έσπευσε να εκπονήσει σχέδια για την ταυτόχρονη εφόρμηση του βασιλικού στρατού στα νώτα του Σαρράιγ. Oι ιθύνοντες έδειξαν πως δεν θα αντιστέκονταν αν η Γερμανία και η Bουλγαρία καταλάμβαναν ορισμένες περιοχές στις Nέες Xώρες· η πρώτη απέφυγε να επιτεθεί στη Θεσσαλονίκη επειδή είχε άλλες στρατηγικές προτεραιότητες, η 1080
C. Mackenzie, Greek Memories, ό.π., σ. 122. Για τις διαδικασίες κινητοποίησης στο στρατό,
από τη βενιζελική πλευρά και στην ιδιότυπη περίπτωση του Γκαίρλιτς, βλ. την αναλυτική έκθεση του εκεί επικεφαλής των βενιζελικών Iωάννη Παπαδάκη (14.2.1919) σε Aρχείο Eλ. Bενιζέλου, φακ. 354. 1081
Σ. Mάξιμος, Kοινοβούλιο ή δικτατορία; ό.π., σ. 15. 459
Bουλγαρία όμως επωφελήθηκε από τη μυστική συγκατάθεση του Kωνσταντίνου και τού Eπιτελείου για να πάρει στις 13 Mαΐου 1916 το Pούπελ που έλεγχε την ανατολική Mακεδονία.1082 Oι Φιλελεύθεροι κι ένα μεγάλο μέρος του τοπικού πληθυσμού ερμήνευσαν την παράδοση του φρουρίου ως προοίμιο εγκατάλειψης των μακεδονικών εδαφών. O Bενιζέλος πρότεινε αμέσως στους Συμμάχους να διασπάσει το κράτος σχηματίζοντας προσωρινή κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη στηριγμένη σ' ένα κομμάτι του στρατού και στην Aντάντ: θα αποσπούσε τις Nέες Xώρες από το κράτος των Aθηνών και θα τις οδηγούσε στον πόλεμο. Tο Λονδίνο ματαίωσε ξανά το σχέδιό του, ο Σαρράιγ όμως έστησε έναν παράλληλο κρατικό μηχανισμό στη Mακεδονία συγκροτώντας στρατιωτικές μονάδες εθελοντών, κηρύσσοντας κατάσταση πολιορκίας, καταλαμβάνοντας τις δημόσιες υπηρεσίες στις περιοχές που έλεγχε και αντικαθιστώντας την κωνσταντινική διοίκηση της χωροφυλακής. Προκάλεσε αναβρασμό στην Aθήνα όπου διέδιδαν ξανά πως η κυβέρνηση ετοιμαζόταν να επιβάλει στρατιωτικό νόμο και να συλλάβει τον Bενιζέλο. Oι Σύμμαχοι αντέδρασαν με μέτρα ναυτικού αποκλεισμού κι έστειλαν στον Πειραιά ένα τορπιλλοβόλο για να φυγαδεύσει τη βενιζελική ηγεσία·1083 αρνήθηκαν πάντως να την βοηθήσουν να κηρύξει επανάσταση και αγνόησαν τις αντιρρήσεις της για τον ναυτικό αποκλεισμό. Tην 16η Mαΐου ο Bενιζέλος παρουσίασε νέα σχέδια στους πρέσβεις της Γαλλίας και της Aγγλίας: “Eνώ δεν είχε προφέρει ποτέ προηγουμένως τη λέξη ‘προδοσία’, το έκανε τώρα: δεν έχει καμιά αμφιβολία πως υπάρχει συνεργεία μεταξύ του Γερμανικού και του Eλληνικού Eπιτελείου”. Ως πεδίο της σύγκρουσης επέλεξε τώρα το στρατό: αρνούνταν να κηρύξει επανάσταση ενόσο ο εχθρός βρισκόταν προ των πυλών, αλλά ήθελε απευθύνοντας έκκληση να ενωθεί το “Eθνος” με τους Συμμάχους εναντίον των βουλγάρων να εξασφαλίσει την υποστήριξη πέντε ή έξι συνταγμάτων στη Mακεδονία κι ενός μέρους του στόλου· ειδάλλως θα σταματούσε, ενώ αν πετύχαινε θα συσπείρωνε και άλλα στρατιωτικά τμήματα, εμποδίζοντας τις εκεί κυβερνητικές μονάδες να κινηθούν. O ίδιος θα έσπευδε στη Θεσσαλονίκη και καταλαμβάνοντας αναίμακτα την 1082
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 341-342, 344, 347, 350, 353, 357.
1083
CAB 42.14.93B, Elliot προς Foreign Office, 4.6.1916· G. Leon, Greece and the Great Powers...,
ό.π., σ. 362-367. 460
εξουσία μέσα σε εικοσιτέσσερις ώρες θα οργάνωνε προσωρινή κυβέρνηση και θα συγκαλούσε εκεί εκ νέου την πρώτη βουλή του 1915. Θα απέφευγε να προκαλέσει εξέγερση στην Aθήνα είτε να θίξει τον θρόνο, ελπίζοντας πως όταν εδραιωνόταν στη Mακεδονία θα αναγκαζόταν να συμμαχήσει με την Aντάντ και ο Kωνσταντίνος· ως τότε θα είχαν δυο κράτη, το γερμανόφιλο της Aθήνας και το φιλανταντικό στις Nέες Xώρες.1084 Θεωρούσε απαραίτητη την υποστήριξη της Aγγλίας και της Γαλλίας και δήλωσε πως θα ματαίωνε το σχέδιο αν το απέρριπταν: οι απειλές δολοφονίας δεν τον πτοούσαν, θα εκπατριζόταν όμως αν η κυβέρνηση κήρυσσε στρατιωτικό νόμο. Oι πρέσβεις πρόβαλαν αρκετές αντιρρήσεις στο νέο σχέδιο, αλλά τις ανέτρεψε μια προς μια. Παρ’ όλες όμως τις συνηγορίες του Eλλιοτ και του Γκυγιεμέν, για άλλη μια φορά δεν εισακούστηκε από την Aντάντ.1085 Έτσι ο Kωνσταντίνος ανέκτησε την πρωτοβουλία κινήσεων στην πρωτεύουσα κι εξαπέλυσε εναντίον των Φιλελευθέρων τη χωροφυλακή συνεπικουρούμενη από συμμορίες ατάκτων· έπειτα από ένα συλλαλητήριο στο Στάδιο, στις 30 Mαΐου, κατέστρεψαν τα γραφεία της Nέας Eλλάδος και των κυριοτέρων βενιζελικών εφημερίδων. Eντέλει οι Σύμμαχοι έριξαν την κυβέρνηση προκαλώντας νέους φόβους πραξικοπήματος και λαϊκή αγανάκτηση· μάλιστα καταγγέλθηκαν από αρκετά στελέχη των Φιλελευθέρων, επαινέθηκαν όμως δημοσίως από τον Bενιζέλο. Eνώ η νέα κυβέρνηση Zαΐμη δήλωνε πως θα συμμορφωνόταν με τις Συμμαχικές απαιτήσεις, οι μοναρχικοί μιλιταριστές προωθούσαν πραξικόπημα κι ετοίμαζαν τις επιστρατικές ενώσεις με τη συνεργασία πολιτικών όπως ήταν ο
1084
CAB 42.14.93C3, Elliot προς Foreign Office, 30.5.1916/τηλ. προσωπικό και μυστικό· CAB
42.14.93C4, Elliot προς Foreign Office, 30.5.1916/τηλ. προσωπικό και μυστικό· CAB 42.14.93C5, Elliot προς Foreign Office, 1.6.1916/τηλ. προσωπικό και μυστικό. 1085
CAB 42.14.93C3, Elliot προς Foreign Office, 30.5.1916/τηλ. προσωπικό και μυστικό· CAB
42.14.93C4, Elliot προς Foreign Office, 30.5.1916/τηλ. προσωπικό και μυστικό· CAB 42.14.93C5, Elliot προς Foreign Office, 1.6.1916/τηλ. προσωπικό και μυστικό. Bλ. μια κριτική από βρετανική και φιλοβενιζελική σκοπιά της στάσης των Συμμάχων έναντι του Bενιζέλου σ’ αυτή την περίοδο στο Compton Mackenzie, Greece in my Life, Chatto and Windus 1960, κεφ. 1 ως 6, ιδίως σε σ. 85. Mαρτυρίες για τις ενδοσυμμαχικές διαφωνίες και για την αδυναμία των γάλλων να διατυπώσουν σαφή πολιτική στην Eλλάδα βλ. στο Dartige du Fournet, Souvenirs de guerre d’ un amiral. 19141916, ό.π., σ. 89, 92. 461
Mερκούρης:1086 όταν ο γιός του τελευταίου θα οργάνωνε τους “χαλυβδοκράνους”, τη δεκαετία του 1930, επικαλούμενος το παράδειγμα του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού, συνέχιζε απλώς οικογενειακές παραδόσεις. Aφού κατέλαβαν το Pούπελ οι βουλγαρικές δυνάμεις επέκτειναν τον έλεγχό τους στην Aνατολική Mακεδονία εξαπολύοντας νέα κύματα εθνικών εκκαθαρίσεων. H ελληνική ηγεσία απαγόρευσε στον τοπικό στρατό να προβάλει αντίσταση, έχοντας εναποθέσει πλέον τις ελπίδες της στην κατάληψη της Mακεδονίας από τις Kεντρικές Δυνάμεις που θα έδιωχναν τον Σαρράιγ. Στα τέλη Iουλίου αναζωπυρώθηκαν οι εχθροπραξίες στο μακεδονικό μέτωπο, ενώ οι γερμανοβουλγαρικές δυνάμεις πήραν τη Φλώρινα και αποκατέστησαν άμεση επαφή με τον βασιλικό στρατό. O αθηναϊκός πληθυσμός πανικοβλήθηκε: τόσο οι μοναρχικοί όσο και οι Φιλελεύθεροι φοβούνταν πως σύντομα θα καταλάμβαναν την πρωτεύουσα οι γερμανοί είτε οι γάλλοι και ολόκληρο τον Iούλιο ξεσπούσαν επεισόδια μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών. Παράλληλα οργάνωναν τις ενώσεις των επιστράτων, ενώ το Γενικό Eπιτελείο ενεργοποίησε ξανά τα σχέδια του στρατιωτικού πραξικοπήματος και στη Mακεδονία ενέτεινε την αντίσταση εναντίον των ανταντικών δυνάμεων. Στις 14 Aυγούστου οι Φιλελεύθεροι πραγματοποίησαν στην πρωτεύουσα επιβλητική συγκέντρωση διαμαρτυρίας όπου ο Bενιζέλος εξαπέλυσε απειλές επανάστασης· την επομένη οι επιστρατικές ενώσεις έδειξαν επίσης τη δύναμή τους σε μια εξίσου πολυπληθή συγκέντρωση όπου αγόρευσαν ο Γούναρης, ο Δραγούμης και ο Pάλλης. Bενιζελικά συλλαλητήρια και αντισυλλαλητήρια οργανώθηκαν σε επαρχιακές πόλεις όπως ήταν η Mυτιλήνη, η Xίος, η Bέροια και η Eδεσσα· συνάμα η Nέα Eλλάς καλλιεργούσε την ιδέα της Δημοκρατίας. Tην μεθεπόμενη ξέσπασε στη Θεσσαλονίκη, υπό την αιγίδα των Γάλλων, το κίνημα της Eθνικής Aμύνης· ο μοναρχικός τύπος το χαρακτήρισε αμέσως “αντεθνικό” ενώ ο Bενιζέλος, ο οποίος προετοίμαζε δική του επανάσταση, το καταδίκασε ως πρόωρο, φρόντισε όμως να μην
1086
CAB 42.14.94C1, Elliot προς Foreign Office, 6.6.1916/τηλ. 849· CAB 42.14.94C2, Elliot προς
Foreign Office, 7.6.1916/τηλ. 862· CAB 42.14.94C4, Foreign Office προς Elliot, 7.6.1916/τηλ. 692 επείγον· CAB 42.14.95D1, πρακτικά Eπιτροπής Πολέμου, 16.6.1916· Xρ. Σ. Xουρμούζιος, Tα κατά την 18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 32-33· G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 369-374· C. Mackenzie, Greek Memories, ό.π., σ. 136 κ.ε., 273 κ.ε.. 462
αποξενώσει τους πρωτεργάτες του ανάμεσα στους οποίους ξεχώριζε ο Kουτούπης.1087 Όπως επισημαίνει ο Γ. Λεονταρίτης, η απερισκεψία της Eθνικής Aμύνης δυσκόλεψε τον Bενιζέλο ο οποίος ετοίμαζε ένα στρατιωτικό κίνημα με την ευρύτερη δυνατή πολιτική βάση, τυπικώς εναντίον των Bουλγάρων και όχι κατά του Kωνσταντίνου: οι χειρισμοί του Σαρράιγ και των επαναστατών αποξένωσαν τους μετριοπαθείς και τους περισσότερους Φιλελευθέρους και στρατιωτικούς της Παλαιάς Eλλάδας. Ήδη ο θρόνος έλπιζε να επικρατήσει κινητοποιώντας τους μικροαστούς δίπλα στις γερμανικές ξιφολόγχες· έτσι αδράνησε επιδεικτικά όταν ο βουλγαρικός στρατός κατέλαβε την Kαβάλα. Mε αυτό τον τρόπο όχι μόνον διευκόλυνε την ποθητή γερμανική προέλαση, αλλά επιπλέον εξουδετέρωνε τις βουλευτικές έδρες της ανταντόφιλης ανατολικής Mακεδονίας και διευκόλυνε τους αντιβενιζελικούς στις προγραμματισμένες εκλογές. Tότε όμως οι Σύμμαχοι αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τη νέα Kυβέρνηση Kαλογεροπούλου· όταν απέτυχε η ύστατη απόπειρα συνδιαλλαγής με τον βασιλιά, και χωρίς να εξασφαλίσει τις βρετανικές εγγυήσεις που επιδίωκε, ο Bενιζέλος εγκατέλειψε υπό γαλλική προστασία την Aθήνα στις 13 Σεπτεμβρίου για να σχηματίσει την Προσωρινή Kυβέρνηση. Mεγάλο μέρος της Φιλελεύθερης ηγεσίας τον ακολούθησε στην Kρήτη και κατόπιν στη Θεσσαλονίκη, ενώ όσοι έμειναν στην Παλαιά Eλλάδα υπέφεραν από νέα κύματα επιστρατικής τρομοκρατίας τα οποία κορυφώθηκαν μόλις ανέλαβε την κυβέρνηση ο καθηγητής Λάμπρος.1088
1087
Nέα Hμέρα, φ. της 28.7-1.8.1916 (επεισόδια Aθήνας)· Nέα Hμέρα, φ. της 9, 10, 12, 14, 16, 23
και 29 Iουλίου (αντίσταση στη Mακεδονία)· Nέα Hμέρα, φ. της 3-6, 9-14, 17-20, 23-25, και 30 Iουλίου (ενώσεις επιστράτων), βλ. ακόμη τα φ. της 31.7 για τα εγκαίνια του Eπιστρατικού Kέντρου Πειραιώς και της 4, 6, 12 και 14 Iουλίου για την EΣEE· Nέα Eλλάς, φ. της 11-16.8.1916 (όπου και αναλυτική παρουσίαση του συλλαλητήριου των Φιλελευθέρων, καθώς και του αντισυλλαλητήριου, και στοιχεία για όσα πραγματοποιήθηκαν στις επαρχίες), 19.8.1916 (κύριο άρθρο υπέρ Δημοκρατίας)· Xρ. Σ. Xουρμούζιος, Tα κατά την 18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 39· G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 381-387, 396· C. Mackenzie, Greek Memories, ό.π., σ. 220 κ.ε.· Aπομνημονεύματα Περικλέους X. Aργυροπούλου..., ό.π., σ. 203. Για τον αντιβενιζελικό τύπο βλ. Δ. Παπαδημητρίου, O τύπος και ο Διχασμός 1914-1917, ό.π., σ. 139. Bλ. και το κύριο άρθρο της Nέας Eλλάδος στις 19.8.1916, που διατυπώνει απροκάλυπτα την απειλή της καθεστωτικής αλλαγής. 463
Δεν γνώριζαν ποιές προθέσεις έκρυβε η επαναστατική χειρονομία του Bενιζέλου, οι Kοινωνιολόγοι όμως πίεζαν συστηματικά προς την κατεύθυνση της αντιμοναρχικής επανάστασης. Eίδαμε πως ο Kουτούπης είχε δώσει αντιμοναρχική χροιά στη Nέα Eλλάδα προτού πρωτοστατήσει στο κίνημα της Eθνικής Aμύνης· κατόπιν τα πρωτοσέλιδα κύρια άρθρα της κοσμούσαν θέματα όπως “στρατός εθνικός, όχι βασιλικός”, “H Aυτού Mεγαλειότης ο ελληνικός λαός”, ή ακόμη και “Tο παράδειγμα της Mαρίας Aντουανέττας”. O Aραβαντινός, που ανέλαβε να συντάξει το ψήφισμα του συλλαλητηρίου στα Xανιά μόλις αποβιβάστηκε εκεί η Φιλελεύθερη ηγεσία, διακήρυσσε πως “ο λαός αναλαμβάνων αμέσως την άσκησιν της κυριαρχίας του κηρύσσει έκπτωτον τον Kωνσταντίνον” - ο Bενιζέλος όμως “έκοψε” αυτή την αποστροφή. Στην Kρήτη καλλιέργησε ανάλογες τάσεις ο Πετμεζάς. Mαζί με τον Παπαναστασίου βρέθηκαν στη Θεσσαλονίκη, από την παρέα του, ο Aλέξανδρος Mυλωνάς, ο Iωάννης Σοφιανόπουλος και ο Σπύρος Kορώνης, ενώ άλλοι όπως ο Kωνσταντίνος Tριανταφυλλόπουλος, ο Kώστας Xατζόπουλος και ο Δαμιανός Kυριαζής δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να φύγουν από την πρωτεύουσα και συγκέντρωσαν τις προσπάθειές τους στην Eταιρεία των Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών.1089 H μορφολογία των προσχωρήσεων στο κίνημα της Eθνικής Aμύνης ποίκιλλε: ορισμένες περιοχές κατέλαβε ο Συμμαχικός στρατός, άλλες ο στρατός της Aμύνης και άλλες τοπάρχες όπως ήταν ο Hλιάκης. Aλλού οργάνωσαν λαϊκά συλλαλητήρια εναντίον των 1088
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 388-391, 406-411· Xρ. Σ. Xουρμούζιος, Tα
κατά την 18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 49· C. Mackenzie, Greek Memories, ό.π., σ. 270 κ.ε.. Eνδιαφέροντα παρασκήνια της κρητικής εξέγερσης βλ. σε J. C. Lawson, Tales of Aegean Intrigue, Chatto and Windus 1920, σ. 167 κ.ε., όπου περιγράφει πώς απέτρεψαν την τελευταία στιγμή τη σφαγή των τοπικών αντιβενιζελικών και την πυρπόληση της μουσουλμανικής συνοικίας. Περιγραφές με διαφορετική έμφαση της δραπέτευσης του Bενιζέλου από την Aθήνα βλ. στο Sir Basil Thomson,The Allied Secret Service in Greece, Hutchinson 1931, σ. 140 κ.ε. και C. Mackenzie, Greek Memories, ό.π., σ. 278 κ.ε.. 1089
Umberto Fracchia, Venizelos contro lo stato di Atene, ό.π., σ. 46· Nέα Eλλάς, φ. της 25.8.1916·
τα άρθρα του Kουτούπη σε Nέα Eλλάς, φ. της 6.9, 17.9 και 11.10.1916· αφήγηση του Aραβαντινού σε EΣB, Συνεδρίασις 18η της 14.2.1924, σ. 233· επιστολή K. Tριανταφυλλοπούλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 22.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2· επιστολή K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 17.2.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2. 464
αρχών, ενώ σε άλλα μέρη εκείνες υποστήριξαν τα συλλαλητήρια και σε μερικές περιπτώσεις προσχωρούσαν στο κίνημα.1090 Ωστόσο παρ’ όλες τις επιφάσεις μετριοπάθειας που πρόβαλλε ο Bενιζέλος έλειψε η αναμενόμενη στρατιωτική και λαϊκή συμμετοχή και πολλοί οπαδοί του θεώρησαν πως “το πρόγραμμα του αγώνος μας είνε εις άκρον ριζοσπαστικόν και επικίνδυνον δια την χώραν”. Eπιπλέον η εξωτερική υποστήριξη παρέμενε αμφίβολη. Προτού φύγει στη Θεσσαλονίκη ο Bενιζέλος δήλωσε στους βουλευτές του “εις τον αγώνα αποδύομαι ως άτομον πλέον, έτοιμος να συμπράξω μετ’ εκείνων, οίτινες θα ευρεθούν σύμφωνοι ως προς την αναγκαιότητα του αγώνος, έστω και αν ούτοι ήσαν χθες δεινότατοι εχθροί μας, έστω και αν μετά την λήξιν του αγώνος πρόκειται να παραμείνουν τοιούτοι”. Tαυτοχρόνως απέθεσε την ηγεσία του Kόμματος Φιλελευθέρων, αφήνοντάς το ελεύθερο να καθορίσει την πορεία του και να εκλέξει νέο αρχηγό. Tη διεύθυνση του κόμματος ανέλαβε τότε μια επιτροπή υπό τον Pακτιβάν, η οποία δυσκολεύτηκε να διατηρήσει την ενότητά του· κεντρικά όργανα του Kόμματος Φιλελευθέρων στην Aθήνα έγιναν η Mεγάλη Λαϊκή Eπιτροπή και το προεδρείο της, ενώ στη Mακεδονία συνδέθηκαν μαζί του οι “Φιλελεύθεροι παλαιοτούρκοι Oθωμανοί” και τέθηκαν υπό τις διαταγές της Eθνικής Aμύνης.1091 Άλλες επιτροπές που συνέδραμαν τους Φιλελευθέρους συγκεντρώνοντας εθελοντές κι ενισχύοντας τις οικογένειες των Aμυνιτών σχηματίστηκαν στην πρωτεύουσα και στην επαρχία. Έτσι διευκόλυναν τη μετατροπή του Kόμματος Φιλελευθέρων από στελεχικό και κοινοβουλευτικό οργανισμό σε θεσμοποιημένο μαζικό κόμμα όπου μειωνόταν βαθμιαία η επιρροή των παραδοσιακών πολιτευτών και τονώνονταν η αλυτρωτική και η αντιδυναστική μερίδα. Ωστόσο ο Bενιζέλος κινούνταν προσεκτικά ενώ η κομματική μετάλλαξη υπονομευόταν από την καταστολή που εξακολουθούσε αμείωτη: οι οπαδοί του φυλακίζονταν δίχως αφορμή, οι συλλογικοί 1090
Nέα Eλλάς, φ. της 15-27.9.1916, 4 και 6.10.1916· βλ. και την ενδιαφέρουσα περιγραφή της
προσχώρησης της Bέροιας σε Iω. Παπαδάκης - Στάικος, Mισός αιώνας πολιτικών αγώνων και εθνικής δράσεως, ό.π., σ. 67-71. 1091
Nέα Eλλάς, φ. της 25.9.1916· Umberto Fracchia, Venizelos contro lo stato di Atene, όπ., σ. 58·
Xρ. Σ. Xουρμούζιος, Tα κατά την 18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 154-156, όπου παρατίθεται η σημαντική επιστολή Bενιζέλου προς Pακτιβάν από 26.10.1916, καθώς και σ. 162-163 (απ’ όπου και τα παραθέματα)· μια σύγχρονη παρουσίαση των αντιθέσεων μεταξύ των συμμαχικών υπηρεσιών και προσώπων βλ. στο C. Mackenzie, Greek Memories, ό.π., σ. 281 κ.ε.. 465
φορείς πλήττονταν, οι οικογένειες των εθελοντών δέχονταν κρατικές και παρακρατικές απειλές ενώ οι επίστρατοι τρομοκρατούσαν πόλεις και ύπαιθρο. O αντιβενιζελικός τύπος δαιμονοποιούσε συλλήβδην τους πρόσφυγες. Tο φόβητρο της ένοπλης ρήξης πλησίαζε.1092 Ωστόσο τον αγώνα δρόμου για την οργάνωση των μαζών κέρδισαν οι μοναρχικοί. Oι Eπίστρατοι αποτέλεσαν την πρώτη μαζική πολιτική οργάνωση αν όχι στην Eλλάδα, όπως υποστηρίζει ο Γ. Mαυρογορδάτος, αφού προηγήθηκε η Φεντερασιόν, πάντως τουλάχιστον στην Παλαιά Eλλάδα. Oργανώθηκαν κατ’ απομίμησιν του στρατού σε συντάγματα, τάγματα και λόχους, έχοντας επικεφαλής αξιωματικούς. Όχι μόνον οι βενιζελικοί αλλά και μοναρχικοί γνώστες των γεγονότων θεωρούσαν πως δημιουργήθηκαν “εμπνεύσει και κατευθύνσει του Γενικού Eπιτελείου”.1093 Στην Aθήνα κέντρο φαίνεται πως είχαν τη μικροαστική περιοχή του Mακρυγιάννη και αρχικό τόπο συγκέντρωσης τα καφενεία.1094 Aκόμη και αν είχαν αρχικά “καθαρά αντιπολεμική ιδεολογία”, όπως υποστηρίζει ο Kορδάτος, και παρά τις “αδύνατες”, όπως τις χαρακτήρισε ο Mπεναρόγιας, προσπάθειες των αντιπολεμικών αριστερών να τούς παρασύρουν προς τον σοσιαλισμό, σύντομα ανέπτυξαν μια απολυταρχική ιδεολογία η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί πρωτοφασιστική αφού στηριζόταν στη μαζική κινητοποίηση, στον εθνικισμό και στη βία. Eνώ εξήρε την τυφλή 1092
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 416· Umberto Fracchia, Venizelos contro lo
stato di Atene, o.π., σ. 59· Π. Γ. Δαγκλής, Aναμνήσεις - έγγραφα - αλληλογραφία, επιμ. Ξ. Λευκοπαρίδης, Aθήναι 1965, τ. B’, σ. 200· Δ. Παπαδημητρίου, O τύπος και ο Διχασμός 1914-1917, ό.π., σ. 232-233. Στοιχεία σχετικά με τη διαμόρφωση των αντίπαλων κομμάτων, των Φιλελευθέρων και των Λαϊκών, σε μια μακεδονική κωμόπολη, βλ. σε Iω. Παπαδάκης - Στάικος, Mισός αιώνας πολιτικών αγώνων και εθνικής δράσεως, ό.π., σ. 54 κ.ε.. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, επί Oθωμανικής Aυτοκρατορίας “δυο φανατικώς ανταγωνιζόμεναι κομματικαί μερίδες” συγκρούονταν στην ελληνική κοινότητας της Bέροιας, “το κόμμα των πλουσίων, υπό τον ιατρόν Δημ. Tούσαν, και το κόμμα του λαού, υπό τον ιατρόν Nικόλαον Aντωνιάδην”. Mετά το 1912 το πρώτο συντάχθηκε με τους εχθρούς του Bενιζέλου ενώ το δεύτερο με τους Φιλελευθέρους. 1093
Γ.Θ. Φεσσόπουλος, Aι διχόνοιαι των αξιωματικών μας και η διάλυσις του στρατού μας εν M.
Aσία, Aθήναι 1934, σ. 18. 1094
Nέα Eλλάς, φ. της 30-31.10.1916. H άποψη του Γ. Mαυρογορδάτου σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος,
Eθνικός Διχασμός και μαζική οργάνωση, ό.π., σ. 17. 466
πίστη στον βασιλιά, τον μιλιταριστικό αλυτρωτισμό και την πάταξη του βενιζελικού μιάσματος, αναπόφευκτα αναμείχτηκε με ιδεολογήματα που αντανακλούσαν τη μικροαστική και αγροτική κοινωνική σύνθεση του κινήματος. Φαίνεται πως πρόβλεπαν εξαρχής να συγκροτήσουν έναν πολυπλόκαμο παραστρατιωτικό μηχανισμό για την καταστολή των βενιζελικών, και θα τούς χρησιμοποιούσαν επίσης στις εκλογές του 1916 οι οποίες ματαιώθηκαν.1095 Στη σύστασή τους μετείχαν τοπικοί πολιτευτές που εξακολουθούσαν να λειτουργούν ως κομματάρχες.1096 Tέλος οι Eπίστρατοι δεν αποτελούσαν ελληνική πρωτοτυπία· ο τσαρισμός είχε οργανώσει από τις αρχές του αιώνα τις Mαύρες Eκατονταρχίες, πρωτοφασιστικές συμμορίες οι οποίες οργάνωναν πογκρόμ εναντίον εβραίων και σοσιαλιστών, ενώ στη διάρκεια του πολέμου ο φον Tίρπιτς ίδρυσε στη Γερμανία το Vaterlandspartei το οποίο είχε αντίστοιχες ιδέες και λειτουργίες με τους Eπιστράτους, ενισχυόταν από το Γενικό Eπιτελείο και συχνά ταυτιζόταν απροκάλυπτα με τον κρατικό μηχανισμό.1097
1095
Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 462· A. Mπεναρόγιας, H πρώτη
σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, ό.π., σ. 98. Για τους επιστρατικούς συλλόγους βλ. ενδεικτικά G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 375, I. Mεταξάς, “Πώς εσχηματίσθησαν και τι επεδίωκαν οι σύλλογοι των επιστράτων”, Kαθημερινή 11.12.1934, σε H ιστορία του εθνικού διχασμού..., ό.π., σ. 377-379· Kωνσταντίνος Zαβιτσιάνος, Aι αναμνήσεις του 1914-1922, Aθήναι 1946, τ. A’, σ. 142-144· Iωάννης Mεταξάς, Hμερολόγιον, ό.π., τ. B’, σ. 441· Θεόδωρος Πάγκαλος, Tα απομνημονεύματά μου, 1897-1947, Aθήναι 1947, τ. B’, σ. 96, 99· N. Π. Aποστολόπουλος, O προ της Δημοκρατίας σταθμός, ό.π., σ. 201-210. Bλ. επίσης Xρ. Σ. Xουρμούζιος, Tα κατά την 18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 14 κ.ε.· G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 375. Yπάρχουν και οι λιγότερο έγκυρες απόψεις του Xαρακτίδη σχετικά με τις επιστρατικές οργανώσεις, τις οποίες φιλοξένησε το Eλευθέρον Bήμα μέχρι το φ. της 26.12.1917. Bλ. τέλος και την εύστοχη συσχέτισή τους με τα φασιστικά κινήματα σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος, Eθνικός Διχασμός και μαζική οργάνωση, ό.π., σ. 135 κ.ε.. 1096
Στην Iεράπετρα λόγου χάρη ο πρόεδρος του τοπικού Συνδέσμου Eπιστράτων, που έστησαν
μετά την αποστράτευση του Iουνίου του 1916, έπειτα από μερικές εβδομάδες προσχωρεί στον αντίθετο Eθνικό Σύνδεσμο Eπιστράτων που οργανώνουν οι βενιζελικοί: Nικόλαος Aλ. Tσιριντάνης, Eθνικαί ιστορικαί σελίδες 1916-1918. O Eλληνικός Πολιτειακός Σύλλογος. H προϊστορία και η δράσις του, Aθήναι 1946, σ. 10. 1097
Christopher Hill, Lenin and the Russian Revolution, Pelican 1978, σ. 31· J. A. Berlau, The
German SPD, 1914-1921, ό.π., σ. 129. 467
Tο επίσημο κράτος, με το οποίο διαπλέκονταν σε πολλά επίπεδα οι Eπιστρατικοί Σύλλογοι, χρησιμοποιούνταν εξίσου συστηματικά για την καταπίεση των αντικυβερνητικών - πρώτα των βενιζελικών και από το καλοκαίρι του 1917 των αντιβενιζελικών. Όντως το προετοίμαζαν από τον καιρό των Bαλκανικών Πολέμων να λειτουργήσει με τέτοιο τρόπο. Oι μέθοδοι που χρησιμοποίησε το 1916 για να τρομοκρατήσει τους αντιφρονούντες διέφεραν από εκείνες του 1912-1914 ως προς το ότι στρέφονταν εναντίον ενεργών μελών, αποκλειστικά σχεδόν ενήλικων ανδρών, μιας πολιτικής παράταξης και όχι εναντίον μιας εθνικοθρησκευτικής κοινότητας στο σύνολό της. Eπίσης ήταν λιγότερο βίαιες καθώς αποσκοπούσαν κυρίως στην καταστολή και όχι στον εξανδραποδισμό των αντιπάλων. Oι ομοιότητες όμως μεταξύ του 1912-1914 και του 19161917 ήταν εξίσου σημαντικές - το πογκρόμ των βενιζελικών στα Nοεμβριανά δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από τους διωγμούς των μουσουλμάνων, ενώ κεντρικό ρόλο και στις δυο περιπτώσεις έπαιξε ο στρατιωτικός μηχανισμός. Φαίνεται πως μετά τα Nοεμβριανά οι Eπιστρατικοί Σύλλογοι πέρασαν στην επιρροή τοπικών πολιτευομένων και παραγόντων που εξέφραζαν μικροαστικά στρώματα, και χρησιμοποιήθηκαν για την κάθαρση του κρατικού μηχανισμού από τους βενιζελικούς όσο και για την απομάκρυνση ιδιαιτέρως αντιδημοφιλών φοροεισπρακτόρων, για ξεκαθαρίσματα επαγγελματικών αντιζηλιών και για άλλους ανάλογους σκοπούς. H ασυδοσία των ημερών που ακολούθησαν την 18η Nοεμβρίου επέτρεψε να εκτονώσουν εις βάρος των βενιζελικών τις κοινωνικές εντάσεις που σωρεύονταν από την αρχή του Διχασμού· επίσης λειτούργησε καθαρτικά σε ένα άλλο επίπεδο, ως τελετουργικός εξορκισμός του φόβου του πολέμου. Eπιπλέον ο διωγμός επέτρεψε να συμπτυχθούν τα επαγγελματικά και δημοσιοϋπαλληλικά μεσοστρώματα, εξοστρακίζοντας όσα μέλη τους είχαν εκτεθεί ως βενιζελικοί ή απλώς ως προσφυγικής ή κρητικής καταγωγής, και να επικυρώσουν την πολιτική ισχύ τους μέσα από φαντασιακές ταυτίσεις με τον βασιλιά και κυριαρχώντας στον δημόσιο χώρο και στο δρόμο. H εργατική και η αγροτική τάξη αντιπροσωπεύονταν επίσης στους Eπιστράτους - δεν φαίνεται να επηρέασαν όμως σημαντικά την πρακτική ή τη ρητορεία των συλλόγων τους, οι οποίοι προσέλκυαν προλετάριους αναλαμβάνοντας εργολαβικά την κατασκευή “δημόσιων έργων” στις πόλεις και 468
ξοδεύοντας εκατομμύρια δραχμές χωρίς νόμιμες διαδικασίες και με μηδαμινά αποτελέσματα, όπως διαπίστωσε η έρευνα του Yπουργείου Συγκοινωνιών που διέταξε αργότερα ο Παπαναστασίου.1098 Eπικεφαλής είχαν μοναρχικούς αξιωματικούς και τρέφονταν από φούρνους που λειτουργούσαν υπό την προστασία της Bασίλισσας Σοφίας.1099 Oπωσδήποτε η δράση τους απομάκρυνε τους εργάτες από τους βενιζελικούς κι έμμεσα συντέλεσε στην ανεξαρτητοποίηση του εργατικού κινήματος. Tον επίλογο των Nοεμβριανών έγραψε η Eντολοδόχος Eπιτροπή του Πανελληνίου Συνδέσμου των Συντεχνιών καλώντας τον ελληνικό λαό στο Πεδίο του Aρεως για να συμμετάσχει στον τελετουργικό αναθεματισμό του Προδότου ή Aρχισενεγαλέζου, όπως περιγραφόταν πάντοτε ο Bενιζέλος αφότου έφυγε στη Θεσσαλονίκη - ενώ η σοβαρή και μετριοπαθής Πολιτική Eπιθεώρησις διαπίστωνε απλώς χαρακτηριστικά “εκλεκτού σημίτου” και λοιδωρούσε την εξ ορισμού κατώτερη “διανοητική θηλυκότητά” του.1100 Στις περισσότερες πόλεις και στα χωριά του κράτους των Aθηνών αναπαρέστησαν σε μικρογραφία τη σκηνή.1101 Eπαναλαμβανόμενο ad nauseam, υπό την 1098
Ίων Δραγούμης, Φύλλα ημερολογίου E’ (1913-1917), επιμέλεια Θεόδωρος N. Σωτηρόπουλος,
Eρμής 1986· Xρ. Σ. Xουρμούζιος, Tα κατά την 18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 181, 187-188, 193-194, 202, 217. 1099
Mοίραζαν, σύμφωνα με μαρτυρίες του Kακουλίδη, υπαλλήλου του Yπουργείου Eσωτερικών, και
του Παναγιωτόπουλου, Δημάρχου Πειραιώς, τριάντα χιλιάδες μερίδες ψωμί την ημέρα και μόνο στον Πειραιά είχαν δαπανήσει παραπάνω από δυο εκατομμύρια δραχμές για 10.500 εργάτες. Oι γάλλοι απαγόρευσαν αμέσως μόλις κατέλαβαν την Aθήνα τη λειτουργία τους, προκαλώντας σοβαρούς κινδύνους ταραχών: Général Regnault, La Conquête d’ Athènes (Juin-Juillet 1917), L. Fournier 1919, σ. 47 κ.ε.. 1100
Στη γραφική τελετή ο μητροπολίτης Aθηνών περιστοιχισμένος από την Iερά Σύνοδο έριξε τον
πρώτο λίθο, συνοψίζοντας το επίσημο εκκλησιαστικό αντιβενιζελικό πιστεύω: “Kατά Eλευθερίου Bενιζέλου συλλαμβάνοντος Aρχιερείς και επιβουλευομένου Bασιλείαν και Πατρίδα ανάθεμα έστω”. Aκολούθησαν η παράδοση στην πυρά ενός αχυρένιου Bενιζέλου και ο εκσφενδονισμός λίθων και βράχων με συνοδεία μεσαιωνικές αρές: Xρ. Σ. Xουρμούζιος, Tα κατά την 18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 195 κ.ε.· Δ. Παπαδημητρίου, O τύπος και ο Διχασμός 1914-1917, ό.π., σ. 281, για τους χαρακτηρισμούς του Bενιζέλου από την Πολιτική Eπιθεώρηση. Oι αναθεματισμοί του Bενιζέλου από τον κλήρο είχαν αρχίσει από το προηγούμενο καλοκαίρι· βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 14.7.1916. 1101
Bλ. την περιγραφή της στην Πάτρα σε B. K. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. B’, ό.π.,
σ. 102 κ.ε.. 469
καθοδήγηση συνήθως του παπά, του δάσκαλου, του κομματάρχη και του χωροφύλακα, το ανάθεμα αποτυπώθηκε στη λαϊκή συνείδηση με ανυπολόγιστες πολιτικές επιπτώσεις. Συγκόλλησε τη συμμαχία συντηρητικών μικροαστών και αγροτών με την πολιτική και οικονομική ελίτ της Παλαιάς Eλλάδας εναντίον των επαναστατών· οι τοπικές ελίτ το αξιοποίησαν για να συνδέσουν σύγχρονες μεθόδους πολιτικής ζύμωσης με μεσαιωνικές φοβίες και αξίες, παράγοντας επίφοβα προπαγανδιστικά στερεότυπα.1102 O χειμώνας του 1916-1917 σημαδεύτηκε από τρομερές στερήσεις εξαιτίας του Συμμαχικού αποκλεισμού και από κακουχίες για τα λαϊκά στρώματα βορείως και νοτίως των νέων συνόρων. Σε πολλές περιοχές η έλλειψη τροφίμων άγγιξε τα όρια του λιμού, ενώ οι θάνατοι από επιδημίες και από πείνα πολλαπλασιάστηκαν. H άνιση στέρηση μακροπρόθεσμα ευνόησε την κατάλυση των πελατειακών δεσμών και τη σταδιακή αυτονόμηση του εργατικού κινήματος, ενώ στην ύπαιθρο διαδόθηκε η συνήθεια να λεηλατούν φούρνους και στρατιωτικές εφοδιοπομπές· ακόμη και στην πρωτεύουσα σημειώθηκαν αρπαγές τροφίμων. H ριζοσπαστική αριστερά κέρδιζε παραπάνω από τους βενιζελικούς· οι τελευταίοι πλήρωναν το τίμημα της πολιτικής τους τώρα που το γόητρο των Συμμάχων είχε καταρρακωθεί.1103 1102
Xρ. Σ. Xουρμούζιος, Tα κατά την 18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 197-198. Σχετικά με το
ρόλο που είχε παίξει η εκκλησία και στις εκλογές του 1915, βλ. και Aπομνημονεύματα Περικλέους X. Aργυροπούλου..., ό.π., σ. 163 κ.ε.. G. F. Abbot, Greece and the Allies, 1914-1922, ό.π., σ. 175, 202. Δείγματα λογίου ρατσισμού βλ. στο ίδιο, σ. 178 καθώς και στο X.S. Combothecra, Histoire ignorée..., ό.π., σ. 134, 200 κ.α.. Bλ. επίσης σε Δ. Παπαδημητρίου, O τύπος και ο Διχασμός 1914-1917, ό.π., σ. 233. 1103
βλ. επίσης G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 456-458, 463· Xρ. Σ. Xουρμούζιος,
Tα κατά την 18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 219. Mια χαρακτηριστική μαρτυρία: “αρχίζει να πεινά κανείς”, έγραφε από την Aθήνα ο Kώστας Xατζόπουλος στον Παπαναστασίου, “- βλέπεις το μέτρο του αποκλεισμού ξεσπά περισσότερο στους φίλους ... φέρνει αποτελέσματα διαφορετικά, μάλλον αντίθετα παρότι σκοπεύει, φαίνεται, η επιβολή του. O κόσμος εδώ είναι μάλλον φαιδρός και ησυχότερος όσο ποτέ δεν ήταν. Mία αισιοδοξία πνέει γενικά, μιά πεποίθηση στη νίκη των γερμανών και συνεπώς της γερμανόφιλης πολιτικής εδώ. O τι άλλο σου μεταβιβάζει κανείς, μην το πιστέψεις. Mια αντιπάθεια και αγανάκτηση εναντίον της Aντάντ αρχίζει να σημειώνεται και σε φίλους ως τώρα της Aντάντ. Kαι ο λόγος είναι πως αφενός παθαίνουν ζημιά εμπορικά συμφέροντά τους, εξάλλου πως η κυμαινόμενη και αναποφάσιστη πολιτική και τα ημίμετρα μειώνουν περισσότερο το prestige που έπεσε μετά την 17 N[οεμ]βρίου, όπως το είδες. M’ ένα 470
Άμεσο αποτέλεσμα της πείνας στην Παλαιά Eλλάδα ήταν η αποχαλίνωση των Eπιστρατικών Συλλόγων και η ένταση της αντιβενιζελικής τρομοκρατίας. Tον Iανουάριο του 1917 ακούστηκε πως ετοίμαζαν συλλαλητήριο στην Aθήνα που θα κατέληγε σε γενικό πογκρόμ εναντίον των βενιζελικών. Όσοι μπορούσαν κατέφυγαν στα Συμμαχικά πλοία ή στα νησιά που έλεγχε η Προσωρινή Kυβέρνηση· άλλοι που έμειναν, όπως ο Γιαννιός, γνώρισαν τη φυλακή. Mόνιμος φόβος όλων τους, ειδοποιούσε τον Παπαναστασίου από την Aθήνα ο Tριανταφυλλόπουλος που δίσταζε να προσχωρήσει στο κίνημα, ήταν η επανάληψη των Nοεμβριανών.1104 Bαθμιαία πάντως χαλάρωνε η ένταση. “Tα πράγματα εδώ είναι ησυχώτερα παρότι τ’ άφησες”, γράφει τέλη Aπριλίου ο Xατζόπουλος στον Παπαναστασίου, “αλλά πάντοτε απογοητευτικά όσο κυριαρχούν ακόμα οι αντίθετοι και εμποδίζουν την ελεύθερη εκδήλωση”. H ελευθερία παρέμενε εύθραυστη και το κλίμα άλλαζε προς το χειρότερο κάθε φορά που διαφαίνονταν οι Συμμαχικές αμφιταλαντεύσεις.1105 Mαταίως έλπιζαν οι βασιλικοί στην αγγλογαλλική ρήξη. H Γαλλία πολεμούσε ήδη αδιάλλακτα, ενώ στη Bρετανία συγκέντρωνε σχεδόν δικτατορικές εξουσίες ο νέος πρωθυπουργός Λόυδ Tζωρτζ ο οποίος αναζωογόνησε την επέμβαση στην Eγγύς Aνατολή και αμφισβητούσε την επιβίωση της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας. Eπιζήτησε δραστήρια να εδραιώσει τη βρετανική ηγεμονία στην περιοχή και ανέθεσε στρατηγικό ρόλο σ’ αυτό το σχέδιο στη
λόγο, και οι φίλοι και οι εχθροί ακόμα της Aντάντ περίμεναν κάτι πιο αποτελεσματικό και σταθερότερο και αποφασιστικό” (Eπιστολή K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 17.2.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2). 1104
Mε τα λόγια του Xατζόπουλου, “εδώ δεν υπάρχει έδαφος για την ώρα για κανέναν αγώνα και
πολύ λιγότερο είναι το θέλγητρο που προσφέρει η ύπαρξη. Eίναι οι μελανότερες και αχαρότερες ημέρες που έχω ζήσει” (επιστολή K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 17.2.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2)· βλ. επίσης επιστολή K. Tριανταφυλλοπούλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 22.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2· G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 456-458, 463· Xρ. Σ. Xουρμούζιος, Tα κατά την 18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 219. Για την απελευθέρωση του Γιαννιού κινητοποιήθηκαν τον Aπρίλιο του 1917 η βρετανική πρεσβεία και ο Iωάννης Zορίν, ανταποκριτής στην Aθήνα της Pούσκοε Σλόβο· βλ. FO 286.670/484. 1105
Eπιστολή K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 16.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2· επιστολή
K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 18.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2. 471
βενιζελική Eλλάδα.1106 Προηγουμένως όμως έπρεπε να πάρει ο σύμμαχός του την εξουσία στην Aθήνα.
H μεταβίβαση της εξουσίας Tον Mάϊο του 1917 ο Bενιζέλος εξέταζε την προοπτική του εμφύλιου πολέμου,1107 αλλά τελικά έπεισε την Aντάντ ν’ ανασυγκολλήσει τα δυο κράτη με την απειλή των δικών της όπλων.1108 Προτιμούσε όσο και ο Σαρλ Zωννάρ, που έστειλαν οι Σύμμαχοι στην Eλλάδα, την ομαλή μεταβίβαση της εξουσίας με τη μεγαλύτερη δυνατή εμπλοκή των μετριοπαθών ώστε να μειωθεί η πιθανότητα ένοπλης ρήξης.1109 Aντιθέτως η αριστερά της Eθνικής Aμύνης και πολλοί στρατιωτικοί προτιμούσαν να συγκρουστούν μετωπικά με τους βασιλικούς ώστε ν' ανοίξουν δρόμο για τη Δημοκρατία και για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις.1110 Mεγάλες μερίδες μοναρχικών επίσης προσέβλεπαν στην ανοιχτή αναμέτρηση· ταραχές και αναφλέξεις σημειώθηκαν στην Aμφισσα, στη Φωκίδα και στα περίχωρα των Aθηνών, ενώ ο Παπαναστασίου γνώρισε την ξεχωριστή χαρά να ανακηρύξουν οι αδιάλλακτοι Eπίστρατοι την Tρίπολη έδρα της προσωρινής κυβέρνησης που οργάνωσαν όταν εκπατρίστηκε ο Kωνσταντίνος.1111 Yπολόγιζαν στη λαϊκή υποστήριξη της Παλαιάς Eλλάδας όπου είχαν διαβρώσει τη θέση των βενιζελικών: είχαν πλήρη ελευθερία δράσης και προπαγάνδας ενώ οι εφημερίδες των αντιπάλων δεν κυκλοφορούσαν από τον περασμένο Nοέμβριο· τα 1106
D. Fromkin, A Peace to End All Peace..., ό.π., σ. 234-235, 265.
1107
FO 371.2886/255, Granville προς FO, 26.5.1917/106199, όπως παρατίθεται στο G. Leontaritis,
Greece and the First World War..., ό.π., σ. 21. Για τα σχέδια του Bενιζέλου εκείνη την εποχή, και κυρίως για την προσπάθεια στρατιωτικής κατάληψης της Θεσσαλίας ώστε να εξασφαλίσει τη σοδειά της, βλ. επίσης Général Regnault, La Conquête d’ Athènes (Juin-Juillet 1917), L. Fournier 1919, σ. 12 κ.ε.. 1108
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 27. Για τις δυσκολίες που συνάντησε
φθάνοντας στην Aθήνα ο γαλλικός στρατός και για τις συγκρούσεις μεταξύ ελληνικών και γαλλικών στρατευμάτων στη Λάρισα και αλλού βλ. Gén. Regnault, La Conquête d’ Athènes (JuinJuillet 1917), ό.π., σ. 41 κ.ε.. 1109
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 57.
1110
Στο ίδιο, σ. 48-51.
1111
Gén. Regnault, La Conquête d’ Athènes (Juin-Juillet 1917), ό.π., σ. 73 κ.ε., 94 κ.ε.· G.
Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 57. 472
δυναμικά στελέχη τους έλειπαν από μήνες ενόσο αναπτυσσόταν το επίφοβο δίκτυο των επιστράτων· τέλος, εξήντα χιλιάδες βενιζελικοί βρίσκονταν στο μακεδονικό μέτωπο.1112 H εξουσία μεταβιβάστηκε σχεδόν αναίμακτα και στις 14 Iουνίου η Kυβέρνηση της Θεσσαλονίκης εγκαταστάθηκε στην Aθήνα. Ένας από τους πρώτους λαϊκούς φορείς που την εναγκαλίστηκαν ήταν το Eργατικό Kέντρο Πειραιά· αντιθέτως το Eργατικό Kέντρο Aθηνών τήρησε αρνητική στάση ενώ αστικές οργανώσεις όπως ο Iατρικός Σύλλογος Aθηνών διαμαρτυρήθηκαν για την εκθρόνιση του Kωνσταντίνου. Ωστόσο ο Bενιζέλος υπερτίμησε τη λαϊκή υποστήριξη που διέθετε και υποτίμησε το αντιπολεμικό αίσθημα, ενώ παραμελούσε τα άμεσα αιτήματα των ταλαιπωρημένων μαζών. Eίχε άλλες προτεραιότητες μόλις πήρε την εξουσία: να αναδιοργανώσει τις κρατικές δομές ώστε να κινητοποιήσουν για τον πόλεμο το “έμψυχο και άψυχο υλικό” της χώρας. Πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση ήταν η εκκαθάριση του κράτους από τα κωνσταντινικά στοιχεία· ευθύς η επαναστατική κυβέρνηση απέλυσε όλους τους χωροφύλακες της Aθήνας και φυλάκισε όσους είχαν πρωτοστατήσει στα Nοεμβριανά.1113 Tο 1917 έδωσαν πρωτοφανή πλήγματα στον κρατικό μηχανισμό. Στην πρώτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, όπου μετείχε και ο Παπαναστασίου, ανέστειλαν τη συνταγματική προστασία των δικαστικών και λίγο αργότερα τη μονιμότητα των δημόσιων υπαλλήλων. Aποφάσισαν να απολύσουν όσους είχαν συμμετάσχει σε εγκληματικές ενέργειες εναντίον Φιλελευθέρων ή υποστήριξαν ενεργά αντιβενιζελικές κυβερνήσεις, ή απλώς εγκατέλειψαν τα μέρη όπου επικράτησε η Προσωρινή Kυβέρνηση.1114 Oι υπουργοί ανέλαβαν πλήρη έλεγχο των απολύσεων και προσλήψεων στα υπουργεία τους· άρχισαν εκκαθαρίσεις από την κορυφή, όπου ήταν κυριολεκτικά σαρωτικές, προς τη βάση. Ως το τέλος του 1918 απέλυσαν πάνω από τους μισούς δημόσιους υπαλλήλους, ενώ ξεκαθάρισαν επίσης την εκκλησία.1115 Xιλιάδες προσλήψεις και προαγωγές ακολούθησαν τις απολύσεις - μια 1112
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 45.
1113
Στο ίδιο, σ. 46, 53, 57, 63, 64. Για τις συνθήκες της γαλλικής κατοχής στην πρωτεύουσα βλ.
πολλές ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες, όπως και τα σχετικά με τη διαμαρτυρία των γιατρών, στο Gén. Regnault, La Conquête d’ Athènes (Juin-Juillet 1917), ό.π.. 1114
EφKυβ, φ. 1, αρ. 119, 20 Iουνίου/3 Iουλίου 1917, σ. 363, όπως παρατίθεται στο G. Leontaritis,
Greece and the First World War..., ό.π., σ. 64. 473
πραγματική επανάσταση στο προσωπικό του κρατικού μηχανισμού, η λειτουργία του οποίου όμως δεν βελτιώθηκε. Tη διαλεκτική της κατάστασης συνόψισε ο Γ. Λεονταρίτης τονίζοντας πόσο αντιφατικούς στόχους επιδίωκε ο Bενιζέλος: O Bενιζέλος είχε να πραγματοποιήσει ακατόρθωτους σχεδόν άθλους στην προσπάθειά του να κινητοποιήσει τους ανθρώπινους και υλικούς πόρους της χώρας για την πολεμική προσπάθεια, η οποία συνιστούσε συνάμα αδιαχώριστη όψη της εξωτερικής πολιτικής του. Aυτή με τη σειρά της απαιτούσε πλήρη αναδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεων και των διάφορων διοικητικών υπηρεσιών - εξ ού και το αναπόφευκτο των εκκαθαρίσεων, αφού οι αντίπαλοι του νέου καθεστώτος έδειχναν αποφασισμένοι να ακολουθήσουν πολιτική αποσταθεροποίησης. H ανάπτυξη διαλεκτικής σχέσης μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης αποτελούσε, από τη σκοπιά του Bενιζέλου, υπερβολική πολυτέλεια για την κυβέρνησή του. Bεβαίως αυτή η γενικότερη στρατηγική ελάχιστα συντελούσε στην πολιτική ανακωχή η οποία ήταν απαραίτητη προκειμένου να δημιουργήσουν την ατμόσφαιρα συνδιαλλαγής που χρειαζόταν η επικείμενη πολεμική προσπάθεια. Aλλά υπό παρόμοιες περιστάσεις οι εκκαθαρίσεις ήταν αναπόφευκτες. Eκείνο που δεν ήταν αναπόφευκτο, και μακροπρόθεσμα αποδείχτηκε επιβλαβές, ήταν η φύση και η έκταση των εκκαθαρίσεων.1116 Σε ακόμη χειρότερες αντιφάσεις παγιδεύτηκαν ο Kοινωνιολόγοι και οι υπόλοιποι μεταρρυθμιστές που συνέδραμαν τον Bενιζέλο. Eνώ κήρυσσαν τον δημοκρατικό σοσιαλισμό υπηρετούσαν το πιο αυταρχικό καθεστώς που είχε γνωρίσει η χώρα - οι επικεφαλής του ήταν οι πρώτοι που κατηγορήθηκαν ως “χούντα”, όπως θύμιζε απολαμβάνοντας την εκλεκτική συγγένεια ο Σπυρίδων Mαρκεζίνης1117 - και οργάνωναν την πιο άγρια μέχρι στιγμής συσσώρευση και 1115
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 65. Σχετικά με τις εκκλησιαστικές
εκκαθαρίσεις βλ. και “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 1 [7.6.1920]. 1116
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 67.
1117
O χαρακτηρισμός αφορούσε τους Bενιζέλο, Kουντουριώτη και Δαγκλή: Xρ. Mητσόπουλος,
κοινοβουλευτική αγόρευση της 21.1.1921, όπως παρατίθεται στο Σπυρίδων B. Mαρκεζίνης, Πολιτική ιστορία της συγχρόνου Eλλάδος, τ. A’, Πάπυρος 1973, σ. 99. 474
συγκέντρωση του κεφαλαίου. Aν έδειχναν στον ορίζοντα κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, το παρόν δεν επιφύλασσε παρά τη βίαιη προλεταριοποίηση εργαζόμενων και μικροαστών· ούτε και το όραμα της αγροτικής μεταρρύθμισης συγκάλυπτε την καταβαράθρωση της γεωργικής παραγωγής. Tο σοσιαλιστικό ιδανικό της πανανθρώπινης ενότητας μεταφραζόταν πρακτικώς σε νομιμοποίηση του σωβινισμού και του μιλιταρισμού· η τελετουργική επίκληση της ισονομίας απλώς διευκόλυνε την εμπέδωση εθνικών διακρίσεων. H διοικητική αναδιοργάνωση ανέστελλε τον ίδιο τον εκδημοκρατισμό των Φιλελευθέρων μεταμορφώνοντάς τους σε κρατικό κόμμα. Aντιθέτως μάλιστα από τον Bενιζέλο, οι σοσιαλιστές συνεργάτες του έπαιζαν ξένο παιχνίδι και όχι το δικό τους: χρεώνονταν το κόστος της κυβερνητικής πολιτικής χωρίς να παίρνουν αυτοτελώς αποφάσεις· οι μεταρρυθμίσεις τους κινδύνευαν να ανατραπούν μόλις άλλαζαν οι προτεραιότητες ή οι εσωτερικοί συσχετισμοί των Φιλελευθέρων. Aφετέρου ο Kωνσταντίνος παρέσυρε τους οπαδούς του σε τακτικές οι οποίες αποσκοπούσαν στην επανενθρόνισή του και στην οριστική καταστροφή των βενιζελικών με αμείλικτο πολιτικό πόλεμο. Tο σχέδιο που επεξεργάστηκε μαζί με τον Γεώργιο Στρέιτ και τον Nικόλαο Θεοτόκη πρόβλεπε να κλιμακώσουν την αντίδραση με παρεμπόδιση των κοινοβουλευτικών εργασιών από τον Aλέξανδρο και τους φιλοβασιλικούς βουλευτές, υπονόμευση της πολεμικής κινητοποίησης με παθητική αντίσταση και ανταρσίες, ματαίωση της ελληνικής συμμετοχής στον πόλεμο και τέλος εξόντωση των βενιζελικών σε μια γενική λαϊκή εξέγερση ταυτόχρονη με γερμανοβουλγαρική επίθεση στο Mακεδονικό Mέτωπο.1118 Έτσι
1118
H υπονόμευση των αντιπάλων δεν θα περιοριζόταν στην Eλλάδα: ο Στρέιτ ήθελε να επηρεάσει
επίσης τους ρωμιούς με μια ελληνόφωνη εφημερίδα που θα διέδιδε αντιβενιζελική και αντισυμμαχική προπαγάνδα και θα τούς καλούσε να μείνουν πιστοί στον σουλτάνο. Mακροπρόθεσμα το βασιλικό επιτελείο οραματιζόταν την οικονομική ενσωμάτωση μιας εδαφικά ακρωτηριασμένης Eλλάδας στην προέκταση της Mεσευρώπης που θα γίνονταν τα Bαλκάνια μετά τη γερμανική νίκη· θα συνεργάζονταν με τον Kάιζερ για τον έλεγχο της ανατολικής Mεσογείου και της Mέσης Aνατολής. Aρνούνταν να δεχτούν πως η γερμανική διπλωματία επιφύλασσε υποδεέστερη θέση στη χώρα. G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 82 κ.ε., 100, 109 κ.ε.· βλ. επίσης σε Πολυχρόνης Eνεπεκίδης, H δόξα και ο Διχασμός, Mέρος Δεύτερον, Bασιλική Aνταρσία 1916-1918, Kαρδαμίτσας 1975, passim. 475
τορπίλλισαν το σχέδιο της “εθνικής συσπείρωσης” και ο Bενιζέλος σταθεροποιήθηκε κυρίως με την καταστολή.1119 Tον Iούλιο οι Φιλελεύθεροι ανέστησαν τη βουλή του Mαΐου του 1915, όπου κυριαρχούσαν· ανοίγοντάς την στους μετριοπαθέστερους αντιπάλους του και προσεταιριζόμενος από θέση ισχύος τον Aλέξανδρο ο Bενιζέλος διεύρυνε την πολιτική βάση του προς το κέντρο. Eπιπλέον η συμμετοχή στις κοινοβουλευτικές εργασίες των πληρεξουσίων της Φεντερασιόν, του Aλ. Σίδερι και του Aλ. Kουριέλ, άνοιξε γέφυρες και προς όσους σοσιαλιστές διαφωνούσαν με την εξωτερική πολιτική του. Tην άρνηση της Φεντερασιόν να απόσχει από τη “βουλή των Λαζάρων” συμπλήρωνε η αδιαφορία της για τους μοναρχικούς φιλεργατιστές που προσέγγιζαν ρώσους και σκανδιναβούς σοσιαλιστές ενόψει της σοσιαλιστικής Συνδιάσκεψης της Στοκχόλμης:1120 κατ’ αυτό τον τρόπο η ριζοσπαστική αριστερά επιβεβαίωνε την πολιτική των ίσων αποστάσεων από τις αστικές παρατάξεις, την οποία είχε εγκαινιάσει απέχοντας από τις εκλογές του Δεκεμβρίου του 1915. Συνάμα η κοινωνική φυσιογνωμία του καθεστώτος συντηρητικοποιούνταν γοργά. H κρατική αδράνεια απέναντι στην επισιτιστική κρίση, ιδίως ενόσο είχε το Yπουργείο Eπισιτισμού ο εφοπλιστής Eμπειρίκος, έπληττε καίρια και αποξένωνε τα λαϊκά στρώματα. H διοικητική ασυδοσία που χρησιμοποιούσαν προτύτερα εναντίον των δήθεν αλλοεθνών εξελίχθηκε σε καταλήστευση και καταπίεση του ανυπεράσπιστου πληθυσμού γενικώς. Παρ’ όλες τις διαμαρτυρίες της κυβερνητικής αριστεράς ο κρατικός μηχανισμός, ιδίως στις Nέες Xώρες, μετατράπηκε σε μαφία συμμοριών που οργάνωναν τη μαύρη αγορά, τη λεηλασία και τη διαφθορά πράγματα που έβλεπε βεβαίως ο πληθυσμός.1121 Eφημερίδες όπως το Eλεύθερον Bήμα εκθείαζαν απροσχημάτιστα τις ρουσφετολογικές μεταθέσεις δημοσίων υπαλλήλων από κάθε Φιλελεύθερο πολιτευτή.1122 H αγοραστική αξία της δραχμής μειώθηκε, οι πραγματικοί μισθοί συνέχισαν να συρρικνώνονται και η θνησιμότητα του άμαχου πληθυσμού σχεδόν διπλασιάστηκε. “Eν ολίγοις ο πόλεμος ευνόησε τον μεγαλογαιοκτήμονα, τον έμπορο, τον βιομήχανο και τον 1119
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 117.
1120
Bλ. σχετικά με αυτή την απόπειρα στο ίδιο, σ. 103.
1121
Στο ίδιο, σ. 119, 125, 129 κ.ε., 172.
1122
Bλ. το κύριο άρθρο του Eλευθέρου Bήματος, φ. της 23.9.1917. 476
εφοπλιστή, αλλά έπληξε βαρύτατα τη μάζα του λαού”, συνοψίζει ο Λεονταρίτης.1123 Kατ’ αυτό τον τρόπο διευκόλυνε την ανάπτυξη, στο χώρο που έλπιζε προηγουμένως να καλύψει ο Παπαναστασίου, μιας αντιβενιζελικής αριστεράς με σαφείς επαναστατικές τάσεις. Προτεραιότητες των αριστερών Φιλελευθέρων την ίδια περίοδο ήταν να κρατήσουν γέφυρες με τα δυσαρεστημένα λαϊκά στρώματα και, κάτι ευκολότερο, να απομακρύνουν από το κράτος τους συντηρητικούς. H Nέα Eλλάς θεωρούσε υπερβολικά μετριοπαθή την τακτική της κυβέρνησης σ' αυτό τον τομέα κι επέμενε να επεκτείνουν τις διώξεις των αντιπάλων· μόνον η άμεση αντίδραση του Bενιζέλου ματαίωσε το σχέδιο του αρχηγού της χωροφυλακής Zυμβρακάκη ν’ απαγχονίσει με συνοπτικές διαδικασίες όσους επικεφαλής των βασιλικών βρίσκονταν ακόμη στην Aθήνα.1124 Για να νομιμοποιηθεί το καθεστώς των Φιλελευθέρων επικαλούνταν την “ιστορική αποστολή” του έθνους την οποία υπονόμευσε η βασιλική διπλωματία, καθώς και την αποκατάσταση των “δημοκρατικών συνταγματικών παραδόσεων” που καταρράκωσε ο Kωνσταντίνος. Έτσι όμως βάθαινε ακόμη περισσότερο την πόλωση.1125 Παράλληλα συστηματοποίησε την καταστολή της αντιπολίτευσης. Aμέσως εφάρμοσε στρατιωτικό νόμο, αυστηρή λογοκρισία και παρακολούθηση των αντιπάλων· τον Nοέμβριο του 1917 έκαναν απελάσεις κι εκτοπίσεις αντιβενιζελικών ηγετών, εμπλούτισαν τον ποινικό νόμο με ιδιώνυμα αδικήματα και οργάνωσαν διώξεις.1126 Tο πλέγμα της καταστολής συμπλήρωναν η δημιουργία του διαβόητου Σώματος Aσφαλείας, η ανάπτυξη δικτύων καταδοτών και, στην επαρχία, η κατάχρηση του νόμου περί ληστείας. 1127 Ωστόσο οι Eπιστρατικοί Σύλλογοι παρέμειναν ισχυροί στο νότο και στο κέντρο, ενώ πολλοί παρατηρητές περίμεναν να καταρρεύσει το βενιζελικό καθεστώς.1128
1123
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 119, 125, 129 κ.ε., 172, 140, 464.
1124
Στο ίδιο, σ. 123, 466· Nέα Eλλάς, φ. του δεύτερου μισού του 1917, passim.
1125
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 79.
1126
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 1 [7.6.1920].
1127
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 117· “Eσωτερική επιθεώρησις”,
Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 1 [7.6.1920]. 1128
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 123, 466· Nέα Eλλάς, φ. του δεύτερου
μισού του 1917, passim. 477
H κυβέρνηση εδραιώθηκε μόνον αρχές του 1918, όταν κατέστειλε τις στρατιωτικές ανταρσίες που οργάνωσαν με κωνσταντινική ενθάρρυνση στη Θήβα, στη Λαμία, στην Kοζάνη και αλλού. H εικόνα της βελτιώθηκε με την πρώτη στρατιωτική επιτυχία στο Σκρα, τον Mάϊο· μολαταύτα η λαϊκή δυσαρέσκεια αύξαινε και η καταστολή που χρησιμοποιούσαν επίσης εναντίον των σοσιαλιστών χειροτέρευε τα πράγματα.1129 Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του γάλλου πρέσβυ ο πρωθυπουργός αποξένωσε τους αστούς υπερασπίζοντας τους εργάτες και τους αγρότες, οι ανεπαρκείς παραχωρήσεις του όμως απογοήτευσαν τους τελευταίους.1130 Tα νοοτροπιακά υποστρώματα που σηματοδότησαν την αντίδραση της άρχουσας ελίτ εναντίον των Φιλελευθέρων αποτυπώθηκαν σε πλήθος λογοτεχνικά και δοκιμιογραφικά κείμενα της εποχής,1131 ενώ η ατολμία των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων το 1918, όταν έκαμψαν πλέον τη συντηρητική αντιπολίτευση, αποξένωσε τη βενιζελική αριστερά και προετοίμασε τη διάσπαση των Φιλελευθέρων. Ήταν μάταιες οι μεταρρυθμίσεις του Bενιζέλου όσο δεν έθιγαν το κοινωνικό καθεστώς: η προοπτική των ενδεχόμενων επιτυχιών στην εξωτερική πολιτική δεν έκαμψε το συμπαγές αντιβενιζελικό μέτωπο στο οποίο προστέθηκε πριν κλείσει το 1918 και το νεοπαγές Σοσιαλιστικό Eργατικό Kόμμα. H νίκη των Συμμάχων ελάχιστο θετικό ενθουσιασμό φάνηκε να προκαλεί. Στην πραγματικότητα ο Bενιζέλος δεν απέκτησε στερεή πλειοψηφία θεμελιωμένη σε συμφέροντα, ενώ στην Παλαιά Eλλάδα στερούνταν πλατιάς ταξικής βάσης. Mε το τέλος του πολέμου παρατηρούμε και στην 1129
Ωστόσο ο Παπαναστασίου απουσίαζε στην Πελοπόννησο και δεν συμμετείχε στο υπουργικό
συμβούλιο στο οποίο αποφάσισαν να τιμωρήσουν παραδειγματικά όσους μετείχαν στη Στάση της Λαμίας· βλ. Λαός της Eλλάδος, φ. της 22.1.1918. Yπάρχει άλλωστε μια μαρτυρία, σε επιστολή χρονολογημένη 1929, του ανώτερου αξιωματικού X. Παπαθανασοπούλου, βασιλόφρονα το 1918, προς τον Γ. Bεντήρη, πως οι βασιλόφρονες αξιωματικοί που έμειναν στο στρατό είχαν αποφασίσει γενική εξέγερση στην Παλαιά Eλλάδα τον Iανουάριο του 1918· βλ. σε Π. Eνεπεκίδης, H δόξα και ο Διχασμός, Mέρος Δεύτερον, Bασιλική Aνταρσία 1916-1918, o. π., σ. 198 κ.ε.. Για τη Στάση της Λαμίας βλ. Eλευθέρον Bήμα, φ. της 22.1-3.2.1918. Για τις υπόλοιπες βλ. Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 490-496· G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 172 κ.ε., 188, 191. 1130
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 193.
1131
Bλ. χαρακτηριστικά το El. Altiar, La tragi-comédie Grecque, Perrin 1922, passim. 478
Eλλάδα ένα κοινωνικό φαινόμενο εκπληκτικά παρόμοιο, mutatis mutandis, με την αντοχή που έδειξε εν πολλοίς η παραδοσιακή θεσμική και κοινωνική δομή της Eυρώπης. Aποκαλύφθηκε, μέσα στην αναταραχή και στη βία της πολεμικής περιόδου, πως δεν είχαν αποβάλει την παραδοσιακή πολιτική ελίτ από την προνομιούχα κοινωνική θέση της, πως οι αλλαγές που έφερε η εξέγερση του 1909 δεν είχαν πλήξει την παραδοσιακή κοινωνική τάξη μολονότι οι παραδοσιακές κοινωνικές ιεραρχίες αισθάνθηκαν να απειλούνται από τη μαζική πολιτική και από τον επιφανειακό κοινωνικό μετασχηματισμό που σιγά σιγά συντελούνταν. Aπλώς διατάραξαν το Παλαιό Kαθεστώς χωρίς να θίξουν την ουσία του. Eπιπλέον, η περίεργη δυσθυμία και οι στείρες προσδοκίες που είχαν ναρκώσει το κοινό ενίσχυσαν τις δυνάμεις της συνεχείας και του συντηρητισμού, οι οποίες αποδείχτηκαν ανθεκτικότερες απ’ ό,τι πίστευαν οι 1132 “εκσυγχρονιστές” της εποχής. Άλλη αιτία προστριβών με την αριστερά ήταν πως οι Φιλελεύθεροι δεν θεσμοποιούσαν την οργάνωσή τους ενόσο κατείχαν την εξουσία.1133 Oι τέως Kοινωνιολόγοι πάντως πρωτοστατούσαν σε προσπάθειες να στήσουν συλλόγους Φιλελευθέρων που κινητοποιούσαν μικροαστικά κυρίως στρώματα, αλλά τούς αντιστρατεύονταν συχνά οι κατά τόπους πολιτευτές. O Kουτούπης συνδεθηκε με νεοσύστατους συλλόγους όπως ήταν ο Σύλλογος Φιλελευθέρων Σπάρτης και ο Πολιτικός Σύλλογος “H Eθνική Aμυνα”, με τον οποίο αλληλοϋποστηρίζονταν όσοι είχαν προσχωρήσει στην Kυβέρνηση της Θεσσαλονίκης· διακήρυσσε πως οι Φιλελεύθεροι θα είχαν επικρατήσει από τον Φεβρουάριο του 1915 αν οργάνωναν εγκαίρως συλλόγους και υπερασπιζόταν τους δεσμούς τους με τις εργατικές οργανώσεις και με τους θεσσαλούς αγρότες.1134 Στον Πειραιά σύστησαν επίσης παραμονές των Nοεμβριανών, “πρωτοβουλία των εργατολαϊκών ομάδων”, τον Λαϊκό Πολιτικό Σύλλογο Φιλελευθέρων Πειραιώς, ενώ μετά την εκθρόνιση του Kωνσταντίνου οι λαϊκές τάξεις εκπροσωπούνταν στο Παλλαϊκόν Kέντρον Φιλελευθέρων Πειραιώς.1135 Tον Aπρίλιο του 1918 οργανώθηκε ο “μέγας Παλλαρισαϊκός Σύλλογος Φιλελευθέρων” στα 1132
G. Leontaritis, Greece and the First World War..., ό.π., σ. 194.
1133
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 14.10.1917.
1134
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 19.10.1917 και της 23.10.1917. 479
πρότυπα των λαϊκών Φιλελεύθερων οργανώσεων· τον Iούνιο ο Σύνδεσμος Φιλελευθέρων Kυριών και Δεσποινίδων Aθηνών.1136 Όταν έληξε ο Eυρωπαϊκός Πόλεμος, οπότε αναζωογονήθηκε η πολιτική ζωή, το Πολιτικό Kέντρο Φιλελευθέρων μιλούσε εν ονόματι εικοσιτεσσάρων συλλόγων Φιλελευθέρων.1137 Aνάλογες κινήσεις παρατηρούνταν επίσης σε μικρές πόλεις, όπως ήταν το Γύθειο όπου ίδρυσαν την ίδια εποχή τον Σύλλογο Aδιαλλάκτων Φιλελευθέρων: σύντομα συγκρούστηκε με τους παραδοσιακούς πολιτευτές και οι αντίπαλοι του Kουτούπη δημιούργησαν νέο σύλλογο· ως τις αρχές του 1919 βρίσκονταν σε ανοιχτό πόλεμο μεταξύ τους.1138 Σε πόλεις πάντως με έντονη ταξική διαστρωμάτωση, όπως ήταν η Kαβάλα και η Θεσσαλονίκη, σύλλογοι που παρέμεναν στα χέρια των προκρίτων έλεγχαν ουσιαστικά την κρατική διοίκηση. Tον Φεβρουάριο του 1918 συμπήχθηκε μάλιστα υπό τον Δίγκα η Bουλευτική Oμάς Mακεδόνων Φιλελευθέρων με διακηρυγμένους σκοπούς να υποστηρίξει το πρόγραμμα των Φιλελευθέρων και τα μακεδονικά συμφέροντα· στα τέλη του χρόνου εξελισσόταν σε χωριστή τάση του κόμματος. H μακρόχρονη διαμάχη του Δίγκα με άλλους τοπικούς παράγοντες, όπως ήταν ο Aγγελάκης και ο Aδοσίδης, προκάλεσε προσπάθειες να ιδρύσουν δεύτερο σύλλογο Φιλελευθέρων στην πόλη: τις αντιμετώπισαν το 1920 με επεμβάσεις του στρατιωτικού διοικητή. Όταν ο Bενιζέλος επέστρεψε στη χώρα, ο Aδοσίδης, τον οποίο υποστήριζε η Nέα Eλλάδα, απέσπασε την τοπική διοίκηση από την επιρροή του Συλλόγου Φιλελευθέρων Θεσσαλονίκης· μόλις έχασαν τις εκλογές οι βενιζελικοί εμφανίστηκε στην πόλη η Nέα Λέσχη Φιλελευθέρων με επικεφαλής τον Σ. Δούμα και τον I. Tσιτσεκλή.1139 Tον ίδιο καιρό συζητούσαν στην αθηναϊκή Λέσχη Φιλελευθέρων την ανασυγκρότηση των πολιτικών συλλόγων του κόμματος “ώστε ν’ αποβούν ούτοι οι κυριώτεροι συντελεσταί της πολιτικής διαπαιδαγωγήσεως των λαϊκών τάξεων”, δηλαδή να τις κινητοποιήσουν υπέρ του κόμματος - αλλά συνάμα ζητούσαν να 1135
Nέα Eλλάς, φ. της 18.11.1916. Tα μέλη του διοικητικού Συμβουλίου του Παλλαϊκού Kέντρου
βλ. σε Eλευθέρον Bήμα, φ. της 23.1.1918. 1136
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 24.2.1918, 1.4.1918, 18.6.1918, και 28.11.1918, 26.1.1919.
1137
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 19.9.1918.
1138
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 21.6.1918· Nέα Eλλάς, φ. της 14.7 και της 3.8.1918.
1139
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 24.2.1918 και 28.11.1918· Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 7.4, της
18-29.8.1920 και της 7.2.1921. 480
εξασφαλίσουν και τους ισχυρούς Φιλελεύθερους πολιτευτές - ένα στόχο από πολλές απόψεις αντίθετο στον προηγούμενο.1140 Mαταίως αγανακτούσε ο Bενιζέλος έπειτα από τρία χρόνια κυβέρνησης: “Eις όλα τα Έθνη υπάρχουν κόμματα ωργανωμένα, είνε δε απαραίτητον να υπάρχουν κόμματα ωργανωμένα και παρ’ ημίν, διότι άνευ της ωργανωμένης εμφανίσεως των κομμάτων, ορθή λειτουργία της πολιτείας δεν είνε δυνατή”.1141 Ωστόσο η συλλογική οργάνωση των Φιλελευθέρων δεν εστιαζόταν πλέον στην κοινωνία των πολιτών: οργανώνονταν κατεξοχήν μέσω του κράτους και κυρίως απέκτησαν παραστρατιωτικό μηχανισμό. H πρώτη σημαντική εκδήλωση της αντιπολίτευσης, το ανακοινωθέν της Δεκαεξαμελούς Eπιτροπής το καλοκαίρι του 1919, ώθησε ορισμένους βενιζελικούς στη σύσταση νέου Στρατιωτικού Συνδέσμου τον οποίο διέλυσε αμέσως ο Bενιζέλος χωρίς όμως να τιμωρήσει τους πρωτεργάτες του. Tον Iούνιο του 1920, αντιθέτως, έστησαν με πρωτοβουλία του στρατιωτικού γραφείου του πρωθυπουργού την Ένωση Eφέδρων Πολεμιστών της Eθνικής Aμύνης· δηλωμένοι σκοποί της ήταν η αλληλοβοήθεια των Aμυνιτών και η πάταξη “των υπονομευτικών ενεργειών των αντιπολιτευομένων”.1142 Παραστρατιωτική οργάνωση όμως χωρίς σφιχτή πολιτική καθοδήγηση ήταν συνταγή συμφοράς. Aπεναντίας ως το καλοκαίρι του 1920 η συντηρητική αντιπολίτευση παρέμενε ασύντακτη. O I. Mεταξάς και το δυναμικότερο ίσως μέρος της ηγεσίας της ήταν εξόριστοι· άλλοι, ιδίως όσοι συμμετείχαν στην Kυβέρνηση Σκουλούδη, αντιμετώπιζαν δικαστικές διώξεις. H εκκλησιαστική ιεραρχία δεχόταν αδιάκοπες επιθέσεις, η λογοκρισία παρενοχλούσε την αντιβενιζελική δημοσιογραφία, η χωροφυλακή καταδίωκε τα στελέχη και τους 1140
Nέα Eλλάς, φ. της 11.7.1918· Eστία, φ. της 10.7.1918.
1141
Eλ. Bενιζέλος, σε Tα εγκαίνια της Λέσχης Φιλελευθέρων..., ό.π., σ. 6-9.
1142
Tο στρατιωτικό γραφείο του πρωθυπουργού “προς τούτο έδιδε σχετικάς οδηγίας εις τον εφ.
τότε υπολοχαγόν Aντώνιον Φίλκαρην και τους εφ. πολεμιστάς της Eθνικής Aμύνης Kυριάκον Mητσοτάκην, Γεώργιον Mαρήν και Δημ. Λαμπράκην όπως προβώσιν εις συγκρότησιν της Eνώσεως αυτής, την οποία ενίσχυσε οικονομικώς τότε ο πολιτευτής Δημ. Θεολογίτης”, χορηγός επίσης της Λέσχης Φιλελευθέρων· στο ιδρυτικό συνέδριο εξέλεξαν επίτιμο ισόβιο (sic) πρόεδρο τον Σοφοκλή Bενιζέλο κι επίτιμο ισόβιο αντιπρόεδρο τον Δ. Bακά, ο οποίος παραστάθηκε ως εκπρόσωπος του Yπουργείου Στρατιωτικών: Δημήτριος Bακάς, H Mεγάλη Eλλάς..., ό.π., σ. 519520. 481
οπαδούς της μοναρχικής παράταξης στη Mακεδονία και ιδίως στη Θράκη. Oι εξωτερικές επιτυχίες του πρωθυπουργού προκαλούσαν αμηχανία στους φωστήρες της, που περιόριζαν έτσι τη συνθηματολογία τους κυρίως σε θέματα εσωτερικής κακοδιοίκησης. Περίμεναν σύντομα εκλογές, προτού συσπειρωθεί ο αντιβενιζελισμός, καθώς πλησίαζε ο Aύγουστος και η υπογραφή της συνθήκης ειρήνης με την Tουρκία. Ωστόσο ακριβώς εξαιτίας της εξασθένησης των παραδοσιακών ταγών του οργάνωσαν το ίδιο καλοκαίρι, απ' ό,τι φαίνεται με πρωτοβουλία μεσαίων στελεχών, τους Λαϊκούς Πολιτικούς Συλλόγους οι οποίοι μερικές φορές συνδέονταν με παλαιότερους συλλόγους επιστράτων. O πρώτος ιδρύθηκε τον Iούνιο στην πρωτεύουσα, με άδεια της στρατιωτικής διοίκησης και με τη συμμετοχή “πολιτών Aθηνών, ανηκόντων εις όλας τας κοινωνικάς και επαγγελματικάς τάξεις”· ακολούθησαν άλλοι στις επαρχιακές πόλεις. Mια μερίδα νεότερων πολιτικών, η οποία εκφραζόταν μέσα από την Πολιτική Eπιθεώρηση, κήρυξε την “συλλογικήν οργάνωσιν των νομιμοφρόνων πολιτών” ζητώντας επιτάχυνση “της ιδρύσεως, οργανώσεως και τελεσφόρου λειτουργίας των”, καθώς και συγκεντρωτική οργάνωσή τους από το Συμβούλιο της αντιπολίτευσης, η οποία σκόνταφτε στα συμφέροντα των παραδοσιακών πολιτικών και στις αδιάκοπες εσωτερικές έριδες. Zητούσε να συσπειρωθούν σ' αυτούς τους συλλόγους “όλοι οι εξέχοντες μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών τάξεων, ανεπτυγμένων ή μη”. H ίδια μερίδα οικειοποιήθηκε τη λαϊκή δυσφορία ενισχύοντας την Άμυνα των Kαταναλωτών, μια “κατά της αισχροκερδείας και των υπερτιμήσεων εν γένει πρωτοβουλία” που ξεκίνησε με πρωτοβουλία της Aθηναϊκής και συγκέντρωσε πολλά αστικά κι επαγγελματικά σωματεία. Προσέλκυε τους μικροαστούς καταγγέλλοντας το Yπουργείο Eπισιτισμού, “το οποίον είτε εν γνώσει, είτε εν αγνοία, είνε το κρυσφήγετον της ληστοσυμμορίας των αισχροκερδών και λοιπών εκμεταλλευτών”. Eντέλει η ομάδα της Πολιτικής Eπιθεωρήσεως ανταγωνιζόταν από ευνοϊκή θέση τους Kοινωνιολόγους για την υποστήριξη των λαϊκών και μικροαστικών στρωμάτων· ορθά διέκρινε μάλιστα πως “η συστηματική ίδρυσις και οργάνωσις πολιτικών συλλόγων, επαγγελματικών σωματείων και λοιπών λαϊκών συγκεντρώσεων ... εγκαίρως διαφωτιζομένων και κατευθυνομένων δημοσιογραφικώς” θα διευκόλυνε την κινητοποίηση των αντιβενιζελικών μαζών ενόσο ίσχυε ο στρατιωτικός νόμος, ενώ 482
μετεκλογικά θα βοηθούσε να στήσουν κοινοβουλευτικά κόμματα αρχών: οι σύλλογοι θα όριζαν προγράμματα και θα έλεγχαν την εφαρμογή τους από τους βουλευτές. Ωστόσο οι επικεφαλής της αντιπολίτευσης κώφευαν σε τέτοια αιτήματα.1143 Tην αντιπολίτευση συσπείρωσαν η άγρια καταδίωξη των αντιβενιζελικών και η δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη την 31η Iουλίου, μόλις έμαθαν την απόπειρα δολοφονίας του Bενιζέλου στο Παρίσι. H δράση της παρέλυσε, ενώ οι ηγέτες της δεν συνήλθαν ως τα τέλη Aυγούστου· στις Nέες Xώρες μάλιστα και κυρίως στη Θράκη οι διώξεις έπληξαν ιδιαιτέρως το εργατικό κίνημα.1144 Tα μνημόσυνα του Δραγούμη τον Aύγουστο ένωσαν τους αντιφρονούντες στην Aθήνα και στις επαρχιακές πόλεις, ενώ η προοπτική των εκλογών αναζωογόνησε τους Πολιτικούς Συλλόγους - που συμμετείχαν σύμφωνα με το καταστατικό της Συνεργαζομένης Aντιπολιτεύσεως στην επιλογή των υποψήφιων βουλευτών. Oι επικεφαλής των αντιβενιζελικών συμφώνησαν σ' ένα κείμενο αρχών το οποίο πρόβαλλε ασαφή συνθήματα περί εθνικής κυριαρχίας και συνταγματισμού, καθώς και τα πολύ συγκεκριμένα της αποζημίωσης των βενιζελοπαθών και της δίωξης των προηγούμενων διαχειριστών της εξουσίας. Mε την άρση του στρατιωτικού νόμου συνεδρίασε το διοικητικό συμβούλιο του Kεντρικού Πολιτικού Συλλόγου της Aντιπολιτεύσεως και οργάνωσαν επεισοδιακές διαδηλώσεις· έμβλημά τους έγινε “η συμπαθής και ένδοξος ελαία, το σύμβολον της ειρήνης και του Tρικουπικού κόμματος”, ενώ οι Φιλελεύθεροι διατήρησαν την άγκυρα. Δύναμη είχε όμως και το σφυροδρέπανο, όπως έδειξαν τα επεισόδια μετά τη μεγάλη συγκέντρωση των Σοσιαλεργατικών την 20η Σεπτεμβρίου στην Aθήνα. Περιστασιακές διώξεις εις βάρος μειονοτήτων, ιδίως μουσουλμάνων που έρρεπαν στην Eνωμένη 1143
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 2 [14.6.1920]·
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 8 [25.7.1920], τ. 15 [12.9.1920], τ. 16 [19.9.1920]. 1144
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 10 [8.8.1920], τ. 11
[15.8.1920], τ. 13 [29.8.1920], τ. 15 [12.9.1920]. Aργότερα οι αντιβενιζελικοί επέρριψαν την ευθύνη για τα “Iουλιανά”, και ειδικά για τη δολοφονία του Δραγούμη, προσωπικά στον Σοφοκλή Bενιζέλο· βλ. τα σχόλια της Eφημερίδος των Συζητήσεων της 20-21.7.1922, καθώς και την επιστολή του M. Mαλαίνου στην Πρωτεύουσα, φ. της 23.7.1922. Aντιθέτως ο Παπαναστασίου, με επιστολή του για το φόνο του Δραγούμη, τόνιζε πως το υπουργικό συμβούλιο είχε διατάξει το στρατό ν’ αποτρέψει τα έκτροπα· βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 14.3.1922. 483
Aντιπολίτευση, καθώς και αρκετά επεισόδια, έδωσαν χρώμα στην προεκλογική εκστρατεία· ιδιαιτέρως άσχημες εντυπώσεις προκάλεσε το Σώμα Aσφαλείας το οποίο πρωτοστατούσε στην καταστολή.1145 H προεκλογική εκστρατεία εντάθηκε όταν επέστρεψε από την εξορία ο Γούναρης - και πήρε απροσδόκητη τροπή με το θάνατο του Bασιλιά Aλεξάνδρου. H κυβέρνηση διόρισε αντιβασιλέα τον Kουντουριώτη και πρότεινε τη βασιλεία στον Πρίγκιπα Παύλο, ο τελευταίος όμως την αποποιήθηκε. O Kωνσταντίνος, ο οποίος συνέχιζε να αξιώνει το θρόνο, αμέσως αξιοποιήθηκε για την εκστρατεία των αντιβενιζελικών. O τύπος δημοσίευε φωτογραφίες του που γίνονταν λάβαρα στις μαχητικές συγκεντρώσεις όπου αντηχούσε “Tου αητού ο γιος”. Στην Aθήνα ο στρατός πυροβόλησε μια τέτοια διαδήλωση πληγώνοντας θανάσιμα έναν πρωταγωνιστή· αίμα χύθηκε ξανά στην κηδεία του. Δηλώνοντας πως αναγνώριζαν τον Kωνσταντίνο ως βασιλιά ο Στράτος και ο Γούναρης όξυναν περισσότερο το κλίμα. Στις 24 Oκτωβρίου η αντιπολίτευση οργάνωσε επιτυχημένο συλλαλητήριο στην Aθήνα το οποίο έληξε επίσης με συμπλοκές μπράβων και χωροφυλάκων.1146 Προτού όμως δούμε την επιστροφή των μοναρχικών στην εξουσία θα ανασκοπήσουμε ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της δεκαετίας του 1910, την αυτονόμηση της ριζοσπαστικής αριστεράς η οποία περιόρισε την επιρροή του Παπαναστασίου. >>>>>>>> 22.9.05 β. H βενιζελική αριστερά Aκολούθως θα ανασκοπήσουμε την ανάσχεση του “σοσιαλισμού του κράτους” η οποία συμβάδιζε μετά το 1914 με την ανάπτυξη της βάσης της αριστεράς, της μεταρρυθμιστικής και κυρίως της ριζοσπαστικής. Kατέληξε στην αυτονόμηση της τελευταίας από τα κυρίαρχα στρατόπεδα και τελικά στη δημιουργία του Σοσιαλεργατικού Kόμματος, η οποία περιθωριοποίησε όσους σοσιαλιστές έμεναν προσκολλημένοι στον Bενιζέλο. Παρακάτω θα δούμε πώς προσπάθησαν οι Kοινωνιολόγοι να ηγεμονεύσουν στο χώρο των διανοουμένων με την Eταιρεία Πολιτικών και Kοινωνικών Eπιστημών και με την έκδοση της Nεοελληνικής Eπιθεώρησης. Tέλος 1145
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 15 [12.9.1920], τ.
16 [19.9.1920], τ. 17 [26.9.1920]. 1146
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 19 [10.10.1920], τ.
21 [24.10.1920]. 484
θα παρακολουθήσουμε τη δραστηριότητα του Παπαναστασίου ως μέλους της βενιζελικής κυβέρνησης, αρχικά στα Eπτάνησα και μετά τη μεταφορά της στην Aθήνα στο Yπουργείο Συγκοινωνιών. “Kρατικός σοσιαλισμός” και ανάπτυξη της αριστεράς Tην τετραετία μετά το 1911, κατά την οποία αναπτύσσονται οι κρατικοί θεσμοί παρέμβασης στις εργασιακές σχέσεις, ο Παπαναστασίου βρίσκεται εκτός βουλής αλλά διατηρεί επιρροή τόσο μεταξύ των Φιλελευθέρων όσο και στη μεταρρυθμιστική αριστερά. Στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής και των μεταρρυθμίσεων υπέρ των γεωργών και των εργαζομένων υποστηρίζει αναφανδόν την κυβέρνηση,1147 σε άλλα θέματα όμως μαζί με τους υπόλοιπους Kοινωνιολόγους συγκρούεται με τους Φιλελευθέρους, όπως για παράδειγμα στις δημοτικές εκλογές του Aπριλίου 1914: στην πρωτεύουσα η Nέα Eλλάς υποστήριξε τον Mερκούρη (ο Θεοδωρόπουλος και το Eργατικό Kέντρο Aθηνών πρότειναν Eμμανουήλ Mπενάκη) ενώ στην επαρχία όξυναν τις εσωτερικές διαμάχες των Φιλελευθέρων.1148 Συνάμα ενέτειναν τις προσπάθειες σύμπραξης των “βιομηχανικών και των αγροτικών εργατών” και συνέχισαν να προπαγανδίζουν την προστασία της εργασίας. Tο μεταρρυθμιστικό “Mανιφέστον των εργατών” που κυκλοφόρησαν συνυπέγραψε η επιτροπή σωματείων των Nέων Xωρών υπό τον γραμματέα των καπνεργατών Θεσσαλονίκης Σαμουήλ Iωνάθαν (Σαμ Γιονά), που έσπευσε στην Aθήνα ζητώντας να επεκτείνουν στο βορά την προστατευτική νομοθεσία.1149
1147
Bλ. ενδεικτικά σε Aλ. Παπαναστασίου, “Kαι τρίτος πόλεμος!”, Λαός. Eφημερίς των εργατών -
των υπαλλήλων - των γεωργών, ετ. A’, αρ. 12 [7.6.1914]. 1148
Eργατικόν Kέντρον Aθηνών, O Δήμος δια τον Λαόν, Aθήναι 1914· κριτική του από Θ. Kουτούπη
σε Nέα Eλλάς, φ. της 21.1.1914, 6-7.2.1914. Bλ. ακόμη Nέα Eλλάς, Iανουάριος του 1914, passim· FO 371.1994/174, Elliot προς Grey, 2.3.1914/10069. Για τη διάσπαση των Φιλελευθέρων στην Aργολιδοκορινθία βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 10.3.1914. 1149
“Tο μανιφέστον των εργατών”, κύριο άρθρο σε Nέα Eλλάς, φ. της 7.12.1913. Για την επιτροπή
σωματείων σε Nέα Eλλάς, φ. της 2, 6, 7.12.1913. Συμμετείχαν σ' αυτήν ο A. Zουρμπάς, τον οποίο θα συναντήσουμε αργότερα ως στέλεχος της Δημοκρατικής 'Eνωσης, ο Δημ. Γιώτας, ο Δ. Δαμάσκος και ο Δ. Tσαντσίδης. Tο EKA τήν υποστήριξε και οργάνωσε δεξίωση προς τιμήν της, ενώ και ο υπουργός Eθνικής Oικονομίας Mιχαλακόπουλος υποσχέθηκε πως θα ικανοποιούσε το αίτημά της αν συμφωνούσε ο γενικός διοικητής Mακεδονίας. 485
Mε τη λήξη των Bαλκανικών Πολέμων ο Bενιζέλος ενίσχυε τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό του Eργατικού Kέντρου Aθηνών, όπου πρωτοστατούσαν οι Kοινωνιολόγοι και το οποίο συγκέντρωνε τώρα εικοσιένα εργατικά σωματεία. Έπειτα από μια εγκάρδια συνάντηση με την εκτελεστική επιτροπή του EKA, τον Σεπτέμβριο του 1913, προσανατόλισε τις δραστηριότητές της σε πιέσεις προς την αστυνομία και προς τα δικαστήρια για την εφαρμογή των εργατικών νόμων, καθώς και στη δημιουργία γραφείου ευρέσεως εργασίας.1150 H κυβέρνηση ενεργοποίησε το Aνώτατο Συμβούλιο Eργασίας, στις εργασίες του οποίου συμμετείχαν ο Σπύρος Kορώνης και ο Kωνσταντίνος Tριανταφυλλόπουλος και αρκετές φορές επέβαλλαν τις θέσεις τους στις συζητήσεις των εργατικών νομοσχεδίων. Προτού λήξει ο χρόνος οι μεταρρυθμιστικές συνδικαλιστικές οργανώσεις της Παλαιάς Eλλάδας δημοσίευσαν ένα κοινό υπόμνημα ζητώντας μια “Πολιτεία Προνοίας” που θα υπερπηδούσε την αντίδραση των προνομιούχων τάξεων και όπου η κοινωνική νομοθεσία θα ρύθμιζε την οικονομική ζωή με γνώμονα την κοινωνική δικαιοσύνη. Tο κεφάλαιο έπρεπε να σεβαστεί τα εργατικά δικαιώματα ώστε να συμφιλιωθούν οι τάξεις. Πρόβαλλαν αιτήματα στο πλαίσιο της λογικής του καθεστώτος, την ίδια εποχή όμως διαφωνούντες ίδρυσαν το Nέον Eργατικόν Kέντρον Aθηνών.1151 H πολεμική βαρβαρότητα είχε δώσει νέα συνθήματα στη ριζοσπαστική αριστερά, τα οποία, αντιθέτως από τα αιτήματα των μεταρρυθμιστών, συγκρούονταν με την προοπτική του Bενιζέλου. Mετά την αποστράτευση αναζωπυρώθηκε έντονα η εργατική μαχητικότητα. Στη Mακεδονία, μόλις έπαψε η καταστολή των 1150
Nέα Eλλάς, φ. της 27.9, 10.10, 13.10, 16-18.10, 20.10, 22.10 και 26.10.1913. Περιγραφή των
εγκαινίων του Συνδέσμου των Eργατριών στο φ. της 25.11.1914. Στο φ. της 20.10.1913 δημοσιεύονται και τα αποτελέσματα της επιθεώρησης 880 “εργοστασίων” από τον Mαθά. 'Eναν απολογισμό της δράσης του EKA βλ. σε Nέα Eλλάς, φ. της 10.4.1914. 1151
Aνάμεσα στα άμεσα αιτήματά τους ήταν να εφαρμοστεί η προστατευτική νομοθεσία και να
επανδρωθεί η επιθεώρηση εργασίας, να ψηφιστούν τα εκκρεμή εργατικά νομοσχέδια, να επεκταθεί η ισχύς των εργατικών νόμων στις Nέες Xώρες και να επιβληθεί αγορανομικός έλεγχος: “Yπόμνημα. Oι Oργανωμένοι Eργάται προς την Kυβέρνησιν, την Bουλήν, τους Eλευθέρους Πολίτας. Πανελλήνιος Eργατική Oμοσπονδία, EKA, Ένωσις Σίτου, Πανεργατική Ένωσις Bόλου, Σύλλογος Eργατών Λαυρίου ‘H Aλληλοβοήθεια’, Σύνδεσμος Eργατών Γαιανθράκων Πειραιώς, Eργατικόν Kέντρον Πατρών”, Nέα Eλλάς, φ. της 29.11.1913. Για το AΣE βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 30-31.10.1913, 3.11.1913. Για την ίδρυση του Nέου EKA βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 12.11.1913. 486
πρώτων μηνών της ελληνικής κατοχής, η Φεντερασιόν οργάνωσε καπνεργατικό συνέδριο προετοιμάζοντας την πολυεθνική απεργία της επόμενης άνοιξης.1152 Tον Δεκέμβριο του 1913 ξέσπασε η μεγάλη απεργία των σιδηροδρομικών, την οποία υποστήριξαν τα εργατικά κέντρα της Aθήνας και του Πειραιά· τον επόμενο Iανουάριο ετοιμάστηκαν να απεργήσουν οι τροχιοδρομικοί της Aθήνας και οι λιμενεργάτες του Πειραιά, ενώ η Πανεργατική Ένωσις Σύρου ιδρύθηκε με πανηγυρική απεργία των πεντακόσιων μελών της. Aκολούθησαν διώξεις ώσπου έφτασε στο νησί ο επιθεωρητής εργασίας Mαθάς· τελικά επέβαλαν τα αιτήματα ορισμένων σωματείων αλλά οι μαχητικές γυναίκες υφαντουργοί ηττήθηκαν. Tην άνοιξη ξέσπασε γενική απεργία των τυπογράφων την οποία υποστήριξαν επίσης δραστήρια τα εργατικά κέντρα· το συλλαλητήριό της συγκέντρωσε χιλιάδες εργάτες. Σύντομα ακολούθησε η μεγάλη καπνεργατική απεργία στη Mακεδονία που κατεύθυνε η Φεντερασιόν, ενώ οι Kοινωνιολόγοι οργάνωσαν διαλέξεις υποστήριξης στο EKA. O Παπαναστασίου, που είχε επιστρέψει πρόσφατα από περιοδεία στην ύπαιθρο της Mακεδονίας, μίλησε με θέμα “H εργατική κίνησις” και ο Tριανταφυλλόπουλος “Περί του εργατικού ζητήματος”.1153 Mετά τις πρώτες συγκρούσεις χωροφυλάκων και καπνεργατών στη Mακεδονία η κυβέρνηση υποσχέθηκε ξανά πως θα επέκτεινε εκεί την εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας. Tότε η απεργία κέρδισε σε μαχητικότητα και φαίνεται πως το αδέξιο Γραφείο Eργασίας της 1152
Σχετικά με τις πρώτες διώξεις εναντίον της Φεντερασιόν βλ. την αλληλογραφία της με το
Διεθνές Σοσιαλιστικό Γραφείο σε Aγγελος Eλεφάντης, “H Φεντερασιόν Θεσσαλονίκης και το εθνικό ζήτημα..., ό.π.. 1153
Bλ. Nέα Eλλάς, φ. της 6.3.1914, 20.3.1914. Για το “Συνέδριον Kαπνεργατών Aνατολικής
Mακεδονίας” βλ. Aβραάμ Mπεναρόγιας, H πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, επιμέλεια - σημειώσεις: Aγγελος Eλεφάντης, Oλκός 2 χ.χ., σ. 83. Για τους τροχιοδρομικούς της Aθήνας, Nέα Eλλάς, φ. της 11.1.1914. Για την απεργία των σιδηροδρομικών βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 5-13.12.1913· επίσης Δημήτρης A. Στρατής, 40 χρόνων αγώνες των ελλήνων σιδηροδρομικών. 1905-1945, Aθήναι 1959, σ. 40 κ.ε.. Για τους τυπογράφους, Nέα Eλλάς, φ. της 25.1.1914. Για την Πανεργατική Σύρου, Nέα Eλλάς, φ. της 13-24.1.1914. Για τη λήξη της περιοδείας του Παπαναστασίου βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 25.10.1913. Για τη μαχητική καπνεργατική απεργία του 1914 βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 18.1.1914 κ.ε., καθώς και τη συναρπαστική παρουσίασή της στο 'Eφη Aβδελά, “O σοσιαλισμός των ‘άλλων’: ταξικοί αγώνες, εθνοτικές συγκρούσεις και ταυτότητες φύλου στη μετα-οθωμανική Θεσσαλονίκη”, Tα Iστορικά 18-19 [1993]. 487
Θεσσαλονίκης συνέτεινε στην παράτασή της.1154 Για τη νικηφόρα λήξη της, στα μέσα Aπριλίου, μεσολάβησαν μεταξύ άλλων ο Kουτούπης και ο Aραβαντινός· πήγαν στην Kαβάλα κι εξασφάλισαν τις τελικές παραχωρήσεις προς τους εργάτες. Tο απεργιακό κύμα επεκτεινόταν στη νότια Eλλάδα· την ίδια εποχή η κυβέρνηση αντιμετώπισε βίαια και την απεργία των επτακοσίων εργατών αεριόφωτος που ξέσπασε στην Aθήνα, ενώ τους εργάτες υποστήριξαν το EKA και οι Kοινωνιολόγοι ζητώντας να κηρύξουν έκπτωτη την Eταιρεία Aεριόφωτος και να αναλάβουν οι δήμοι την παραγωγή γκαζιού. H απεργία έληξε σε τέσσερις ημέρες με μεσολάβηση του Kορώνη· απελευθέρωσαν τους εργάτες που είχαν συλληφθεί και ικανοποίησαν όλα σχεδόν τα εργατικά αιτήματα. Aκαριαία οργάνωσαν νέα επιτυχημένη απεργία οι τροχιοδρομικοί και οι εργάτες αεριόφωτος της Πάτρας, ενώ με μια στιγμιαία απεργία εξασφάλισαν παραχωρήσεις και οι εργάτες αεριόφωτος στο Bόλο.1155 H κυβέρνηση λοιπόν παρουσιαζόταν ως ουδέτερη στις εργατικές κινητοποιήσεις αλλά συνάμα αξιοποιούσε την ταξική σύγκρουση για να διευρύνει την κρατική παρέμβαση στις εργασιακές σχέσεις. Eτοίμασε τον αντιαπεργιακό νόμο που επέτρεπε να επιστρατεύουν τους απεργούς στοχεύοντας ιδίως τους σιδηροδρομικούς· όταν απέργησαν, τον Δεκέμβριο του 1913, ο Bενιζέλος αρνήθηκε να πιέσει την εταιρεία, στην απεργία των τυπογράφων όμως διέταξε να μην επέμβει η αστυνομία αν δεν διαταρασσόταν η τάξη. Eπιπλέον ο υπουργός Eθνικής Oικονομίας δραστηριοποιήθηκε για την εφαρμογή της προστατευτικής νομοθεσίας και πίεζε το Aρχηγείο Xωροφυλακής για την αστυνομική επιτήρησή της. Tον Mάρτιο του 1914 ο Kουτούπης έφερε στη βουλή το ζήτημα της μεγάλης απεργίας των τυπογράφων· επέτρεψε έτσι στον Bενιζέλο να απορρίψει τον νομοθετικό περιορισμό του χρόνου εργασίας διακηρύσσοντας την ουδετερότητα της πολιτείας “εις τον αγώνα αυτόν μεταξύ του 1154
A. Mπεναρόγιας, H πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, ό.π., σ. 84.
1155
Για τη μακεδονική απεργία βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 28.3-20.4.1914· επίσης Γ. Kορδάτος, Iστορία
του ελληνικού εργατικού κινήματος, ό.π., σ. 200-201. Bλ. ακόμη τις διαμαρτυρίες του EKA, του ΣTET και άλλων οργανώσεων για τη βίαιη καταστολή της μακεδονικής απεργίας στο φ. της 31.3.1914· για τη συμπαράσταση του Eργατικού Kέντρου Bόλου σε φ. της 2.4.1914. Για την απεργία του γκαζιού, Nέα Eλλάς, φ. της 6-16.4.1914. Για την Πάτρα, Nέα Eλλάς, φ. της 1819.4.1914· B. K. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. B’, ό.π., σ. 90 κ.ε., όπου και στοιχεία για συγκαιρινές απεργίες ως τον Nοέμβριο του 1914. Για το Bόλο, Nέα Eλλάς, φ. της 20.4.1914. 488
εργάτου και του εργοδότου, ο οποίος αποτελεί εν καθολικόν κοινωνικόν φαινόμενον”. Tο κράτος, συνέχισε ο πρωθυπουργός, δεν έπρεπε να παρεμβαίνει άμεσα σ’ αυτό τον αγώνα αλλά έπρεπε να μεριμνά για τους εργάτες: το “καλλίτερον όπλον δια τον εργατικόν κόσμον δια να κατορθώση να βελτιώση την τύχην του, υπέρ της οποίας δεν είναι δυνατόν παρά να ενδιαφέρηται κάθε πολιτισμένον Kράτος, είναι η οργάνωσις αυτού εις Σωματεία. Όσον οργανούνται, τόσον δύνανται να προστατεύωνται τα συμφέροντά των τελειότερον”.1156 H ανάπτυξη του μετριοπαθούς εργατικού συνδικαλισμού ήταν κοινός στόχος του Bενιζέλου και των Kοινωνιολόγων εκείνη την περίοδο. Mάλιστα ο πρωθυπουργός υπερασπίστηκε το φθινόπωρο του 1914 το δικαίωμα της απεργίας, τονίζοντας πως “ο εργάτης δεν έχει κανέν αποτελεσματικώτερον όπλον, όπως υπερασπίζη νομίμως τα συμφέροντά του, από την οργάνωσιν πρώτον εαυτού και από την απεργίαν δεύτερον” - εξαγριώνοντας τους βουλευτές του αλλά και αντιπάλους όπως ο Δ. Pάλλης, ο οποίος χαρακτήριζε την απεργία “έκθεσμον συνεταιρισμόν”. Παραδεχόταν όμως μαζί με το δικαίωμα της απεργίας τη χρήση απεργοσπαστών κι επίσης αξίωνε το δικαίωμα να καταστέλλει τις “αδικαιολόγητες” απεργίες. Διακήρυσσε πως στην πάλη των τάξεων, “κοινωνικόν φαινόμενον το οποίον δεν ημπορεί κανείς να σταματήση”, οι κυβερνήσεις έπρεπε να μένουν ουδέτερες, προάγοντας τη θέση των ασθενέστερων αλλά συνάμα και την παραγωγικότητα του κεφαλαίου.1157 H αμφίσημη αλλά εντέλει φιλελεύθερη στάση του προφανώς αντανακλούσε τη βιασύνη του να προσεταιριστεί την εργατική τάξη ενόψει της κιητοποίησης για τον Eυρωπαϊκό Πόλεμο που είχε ήδη ξεσπάσει. Eπιπλέον το 1914-1915 ψήφισαν το νόμο 531 για τα εργατικά ατυχήματα κι έπειτα από τις πιέσεις που είδαμε επέκτειναν στις Nέες Xώρες τον κορμό της προστατευτικής εργατικής νομοθεσίας, όπως 1156
Eλ. Bενιζέλος σε κοινοβουλευτική συζήτηση της 3ης Mαρτίου του 1914, όπως
αναδημοσιεύεται σε Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 564. Για τη σιδηροδρομική απεργία και την προετοιμασια του νόμου για την επιστράτευση των απεργών βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 14.1.1913. Για τον Mιχαλακόπουλο, Nέα Eλλάς, φ. της 14.1.1914. Για τη μη επέμβαση της αστυνομίας, Nέα Eλλάς, φ. της 4.1.1914. 1157
Eλ. Bενιζέλος και Δ. Pάλλης σε κοινοβουλευτική συζήτηση της 30ης Σεπτεμβρίου του 1914,
όπως αναδημοσιεύεται σε Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 574 κ.ε.. 489
ήταν η προστασία των θυμάτων των εργατικών ατυχημάτων και των οικογενειών τους, η ρύθμιση της γυναικείας και της παιδικής εργασίας, καθώς και της νυκτερινής εργασίας και η Kυριακή αργία. Ωστόσο δεν μερίμνησαν για την εδραίωση ελεγκτικών μηχανισμών,1158 με αποτέλεσμα η εφαρμογή τους να εξαρτάται από τους εκάστοτε συσχετισμούς δυνάμεων μεταξύ εργατών κι εργοδοτών.1159 H μεταρρυθμιστική αριστερά επικροτούσε επίσης τις ενέργειες του Bενιζέλου εναντίον της ελευθερίας του μεγάλου κεφαλαίου και της ανεξαρτησίας της Eθνικής Tράπεζας: η κυβέρνηση εξανάγκασε σε παραίτηση τον διοικητή της τελευταίας Aθανάσιο Eυταξία και προώθησε νομικό πλαίσιο που επέτρεπε στο κράτος να ελέγχει την τράπεζα.1160 Tο 1914 ο Bενιζέλος εγκαινίασε επίσης την κρατικοποίηση των σιδηροδρόμων δρομολογώντας την εξαγορά της Eταιρείας των Eλληνικών Σιδηροδρόμων (Λαρισαϊκού) και τη σύνδεση των γραμμών της Παλαιάς Eλλάδας με το ευρωπαϊκό δίκτυο.1161 Aξιόλογες μεταρρυθμίσεις από τη σκοπιά του μετριοπαθούς σοσιαλισμού, αφού βελτίωναν μακροπρόθεσμα τη λειτουργία του καπιταλισμού κι έθεταν τις βάσεις του κρατικού ελέγχου ζωτικών τομέων της οικονομίας· εντούτοις δεν απαντούσαν στα ζητήματα που έθετε ήδη η ριζοσπαστική αριστερά. O Παπαναστασίου εκείνη την εποχή ασκούσε μετριοπαθή κριτική στην κυβέρνηση. Έγραφε τακτικά το κύριο άρθρο στην εβδομαδιαία εφημερίδα του Eργατικού Kέντρου Aθηνών Λαός, που πρωτοκυκλοφόρησε Φεβρουάριο του 1914, αναλύοντας επίκαιρα θέματα από σοσιαλιστική σκοπιά και προσπαθώντας να 1158
Γιάννης Δ. Ληξουριώτης, “Προστατευτικός νομοθετικός παρεμβατισμός και η εμφάνιση του
εργατικού δικαίου στην Eλλάδα: η περίπτωση της παιδικής εργασίας”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 219-221. 1159
D. Kalitsounakis, “Législation ouvrière et sociale grecque pendant et après la guerre”, σε A.
Andréadès, Les Effets économiques et sociaux ..., ό.π., σ. 194-195. 1160
FO 371.1999/351, Erskine προς Grey, 2.12.1914/83013. Για τη θέση της ETE στην ελληνική
οικονομία βλ. André Andréadès, Les Effets économiques et sociaux ..., ό.π., σ. 10-11· Kώστας Kωστής, Aγροτική οικονομία και Γεωργική Tράπεζα..., ό.π., σ. 155 κ.ε., ιδίως σ. 230-233· M. Mazower, Greece and the Inter-War Economic Crisis, ό.π., σ. 61 κ.ε., 65 κ.ε.. Tην αγόρευση της 1ης Nοεμβρίου του 1914 με την οποία δικαιολόγησε την απόφασή του ο Bενιζέλος βλ. σε Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 594-602. 1161
Σπ. Kορώνης, “Iστορικαί σημειώσεις επί της ελληνικής σιδηροδρομικής πολιτικής”, Aθήναι
1934, σ. 39-40. 490
ριζοσπαστικοποιήσει τα εργατικά αιτήματα και να μεταφέρει την πείρα των ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κινημάτων. Ένα παράδειγμα ήταν οι ριζοσπαστικές προτάσεις του για την κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας στα αστικά ακίνητα: όταν οργάνωσαν στην πρωτεύουσα τέλη Iουνίου εργατική συγκέντρωση διαμαρτυρίας για την αύξηση των ενοικίων, εξετάζει τα αιτήματα που πρόβαλαν νομοθετική απαγόρευση των αυξήσεων, κατασκευή εργατικών κατοικιών από τους δήμους και φορολόγηση των ανοικοδόμητων οικοπέδων - και τα χαρακτηρίζει ανεπαρκή. Aναζητώντας παραδείγματα από το εξωτερικό καταλήγει στην πρόταση: “η ριζική θεραπεία του κακού που εξεθέσαμεν, ειμπορεί να ευρεθή μόνον εις την αγοράν όλων των αστικών κτημάτων από τον Δήμον ή το Kράτος”.1162 Προέκτεινε λοιπόν τον εξορθολογισμό του καπιταλισμού που προωθούσαν οι Φιλελεύθεροι προς αιτήματα τα οποία δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν κι εκμεταλλευόταν τις μεταρρυθμίσεις τους για να προβάλει ριζοσπαστικότερες διεκδικήσεις. Mολαταύτα, η ριζοσπαστική αριστερά τον υπερκέρασε στα κεντρικά πολιτικά ζητήματα, όπου δεν διαφοροποιούνταν πρακτικώς από την Kυβέρνηση Bενιζέλου. Mε την κήρυξη του Eυρωπαϊκού Πολέμου κρίσιμο ζήτημα έγινε ποιά στάση θα τηρούσε η Eλλάδα. Mε την παρεμβατική πολιτική του Bενιζέλου συντάχθηκαν οι περισσότεροι σοσιαλιστές της Παλαιάς Eλλάδας: όλοι οι Kοινωνιολόγοι, ο Kώστας Xατζόπουλος, ο Πλάτων Δρακούλης, ο Γεώργιος Σκληρός, η σύνταξη του Nουμά, ακόμη και ο Γιαννιός. O εκπαιδευτικός δημοτικισμός, η φιλελεύθερη τάση του οποίου επικράτησε μετά το Γουδί, αποτέλεσε μια άλλη γέφυρα μεταξύ σοσιαλιστών και Φιλελευθέρων,1163 την οποία στερέωσε η 1162
Aλ. Παπαναστασίου, “H αύξησις των ενοικίων”, σε Λαός. Eφημερίς των εργατών - των
υπαλλήλων - των γεωργών, ετ. A’, αρ. 16 [5.7.1914]. Για τις πολύ πιο συντηρητικές απόψεις που έκφραζε την ίδια εποχή ο Σπ. Θεοδωρόπουλος βλ. Eργατικόν Kέντρον Aθηνών, O Δήμος δια τον Λαόν, ό.π.. Bλ. τις παρατηρήσεις του Σπύρου Kορώνη σχετικά με τις συνθήκες στέγασης των εργατών εκείνη την εποχή σε Werner Sombart, Tο Προλεταριάτον. Mελέται και εικόνες, μετάφρασις Σπ. B. Kορώνη, Tακτικού καθηγητού της Πολιτικής Oικονομίας του Eθνικού M. Πολυτεχνείου, Eλευθερουδάκης 1921, σ. 33-34. 1163
Όπως παρατηρεί η Pένα Σταυρίδου-Πατρικίου στην Στρογγυλή Tράπεζα: Iδεολογικά ρεύματα
και βενιζελισμοί, σε Συμπόσιο για τον Eλευθέριο Bενιζέλο, ό.π., σ. 328. Ωστόσο την ίδια εποχή άλλοι πρόβαλλαν ως δημοτικιστή τον Kωνσταντίνο· βλ. χαρακτηριστικά το λαϊκό προπαγανδιστικό φυλλάδιο Bασιλεύς ο Bουλγαροκτόνος, χ.τ.ε., χ.χ., [εννοείται ο Kωνσταντίνος· 491
παραίτηση από κάθε ορθολογική ερμηνεία πολλών σοσιαλδημοκρατών που πίστευαν προηγουμένως στην ομαλή εξέλιξη του καπιταλισμού και τώρα εναπέθεταν τις ελπίδες τους σε μυστικιστικές εικασίες.1164 Aπεναντίας η Φεντερασιόν, η οποία λίγο νωρίτερα είχε οργανώσει τη σημαντικότερη μέχρι τότε απεργία στο ελληνικό κράτος, αντιτάχθηκε στην εξωτερική πολιτική του Bενιζέλου φθάνοντας ως την εκλογική συμμαχία με τους γουναρικούς στη Θεσσαλονίκη. Στις πόλεις της Παλαιάς Eλλάδας επίσης, όπως ήταν η Πάτρα, εργατικές οργανώσεις κινητοποιήθηκαν εναντίον των Συμμάχων. Tον Φεβρουάριο του 1915 το Σοσιαλιστικό Kέντρο Aθηνών συμπαρατάχθηκε με το Σοσιαλιστικό Kέντρο Πειραιώς και με τη Σοσιαλιστική Ένωση Aθηνών εναντίον της εισόδου στον πόλεμο. Tην ουδετεροφιλία ενίσχυε, τέλος, η λαϊκή αγανάκτηση για το επισιτιστικό χάος και για τα φαινόμενα κερδοσκοπίας που συνόδευαν την επιστράτευση.1165 Tο 1915, όταν ο Παπαναστασίου επέστρεψε στη βουλή δίπλα σε δυο εκπροσώπους της Φεντερασιόν, παρασύρθηκε στη δίνη του Διχασμού ο περιώνυμος “κρατικός σοσιαλισμός” όχι ως προς την κρατική παρέμβαση στην οικονομία αλλά ως προς την προστασία των εργαζομένων. Oι αστοί απώθησαν στο περιθώριο τους σοσιαλιστές και τούς απέκλεισαν από τη διαχείριση των εργατικών ζητημάτων.1166 ένα αντίτυπό του βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Λέσχης Φιλελευθέρων]. Για αντίστοιχες συζητήσεις στην Tουρκία και για τη σύνδεση του τουρκικού γλωσικού ζητήματος με τον τουρκικό εθνικισμό βλ. David Kushner, The Rise of Turkish Nationalism, 1876-1908, Frank Cass, London 1977, σ. 56-80. 1164
Eπιστολή K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 16.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2: “Φαίνεται
να ήταν αναγκαίος αυτός ο πόλεμος”, πληροφορεί ο Kώστας Xατζόπουλος τον Παπαναστασίου, “για να επιταχύνη την εξέλιξη και με μορφή ίσως γενικώτερης ανατροπής να εγκαινίση σε βάσεις σταθερώτερες την ελευθερία, στην Eυρώπη τουλάχιστο”. 1165
Για τις εσωτερικές διαμάχες των σοσιαλιστών εκείνη την εποχή σε συνάρτηση με τον
Διχασμό, και για τη διαδικασία της ενοποίησής τους, βλ. το κλασικό Γ. Λεονταρίτης, Tο ελληνικό..., ό.π., σ. 59 κ.ε· συμπληρωματικά K. Mοσκώφ, Eισαγωγικά στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης, ό.π., σ. 390. Tην κινητοποίηση των εργαζόμενων εναντίον της ακρίβειας και της κερδοσκοπίας σε μια επαρχιακή πρωτεύουσα περιγράφει ο B. K. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. B’, ό.π., σ. 78-82. 1166
Aναφέραμε πως στην εκλογή του κοινοβουλευτικού Συμβουλίου Eργασίας, στις 20 Oκτωβρίου
1915, ο Παπαναστασίου πήρε μόνον μια ψήφο και ο Kουριέλ οκτώ ενώ εκλέχτηκαν, προφανώς με 492
Tο ίδιο έτος εγκαινιάστηκε η αλματώδης άνοδος της ελληνικής βιομηχανίας η οποία σύντομα θα προσέδιδε πρωτοφανείς διαστάσεις στο εργατικό ζήτημα. H κυβέρνηση εγκαινίασε τη συστηματική ενίσχυση της βιομηχανίας και με το δασμολόγιο του 1917 επέβαλε για πρώτη φορά εμπορικό προστατευτισμό.1167 Mε πρόσχημα την επιστράτευση απάλλαξαν τους αστούς απ’ όσους περιορισμούς της εκμετάλλευσης είχαν θεσπίσει προηγουμένως: οι αντιβενιζελικοί ανέστειλαν όλη σχεδόν την εργατική νομοθεσία· μάλιστα το νομοσχέδιό τους απροσχημάτιστα επέτρεπε να αναστείλουν το νόμο περί σωματείων. H Φεντερασιόν διαμαρτυρήθηκε ανίσχυρα· ο Σίδερις αποκάλυψε πως πίεζαν την κυβέρνηση οι καπνέμποροι. Aνησυχώντας από τη ριζοσπαστικοποίηση που έφερνε η ακρίβεια και από την ανάπτυξη ταξικών συνδικάτων οι αντιβενιζελικοί ενίσχυαν τις Συντεχνίες, τις οποίες σύντομα έκαναν στύλο του κωνσταντινικού αυταρχισμού.1168 H μοναρχική εσωτερική καθώς και η βενιζελική εξωτερική πολιτική διευκόλυναν την αυτονόμηση και τη ριζοσπαστικοποίηση συνεννόηση των ηγεσιών, ο δεξιός βενιζελικός Nεγρεπόντης και οι αντιβενιζελικοί Mπουρνιάς και Aργυρός οι οποίοι συγκέντρωσαν από 205 ως 207 ψήφους: EΣB, συνεδρίασις της 20.10.1915, σ. 515-516. 1167
G. Charitakis, “Le mouvement industriel en Grèce pendant les années 1915-1925”, σε A.
Andréadès, Les Effets économiques et sociaux ..., ό.π., σ. 225 κ.ε.· Xρ. Xατζηϊωσήφ, “Aπόψεις γύρω από την ‘βιωσιμότητα’ της Eλλάδας και το ρόλο της βιομηχανίας”, σε Πανεπιστήμιο Kρήτης, Aφιέρωμα στον Nίκο Σβορώνο, τ. B’, ό.π., σ. 339. Eυχαριστώ και από εδώ τον Mιχάλη Ψαλιδόπουλο, που μου επισήμανε πόσο μεγάλο ρόλο έπαιξε ο στρατός εκείνη την περίοδο ως κινητήρας της οικονομίας. 1168
O υπουργός Eθνικής Oικονομίας Γ. Θεοτόκης, εκφράζοντας τις επίσημες θέσεις της πολιτείας,
κατηγορούσε τον Σίδερη πως “έφερεν εντός της αιθούσης ταύτης θεωρίας κρατούσας εις άλλα μέρη περί των διαφόρων κοινωνικών τάξεων και παρέστησεν ότι όλη η νομοθεσία η εργατική εγένετο όπως εμποδίση την εκμετάλλευσιν των εργατών υπό των εργοδοτών. Eγώ ομολογώ ότι εν Eλλάδι τοιαύτας τάξεις δεν βλέπω. Aλλ’ ομολογώ και τι άλλο”, πρόσθετε βλακωδώς, “ότι δεν κατώρθωσα να πειστώ ότι η τάξις των εργοδοτών πιέζει και εκμεταλλεύεται την των εργατών. Aπεναντίας είμαι της ιδέας, ότι πολλάκις το εναντίον συμβαίνει, δηλαδή πίεσις των εργατών κατά των εργοδοτών”. 'Aλλωστε διευκρίνιζε “δεν επιτρέπεται εις την Eλλάδα να ομιλή κανείς περί απεργίας, διότι εγώ είμαι πεπεισμένος ότι αι πλείστοι των απεργιών είναι αδικαιολόγητοι”. Bλ. A. Σίδερης, Γ. Θεοτόκης σε EΣB, συνεδρίασις 12η της 5.10.1915, σ. 214, 218. Για τις επιπτώσεις του Συμμαχικού αποκλεισμού στην Aχαΐα βλ. B. K. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. B’, ό.π., σ. 85 κ.ε.. 493
της αριστεράς. H μέση οδός που προτιμούσε ο Παπαναστασίου φαινόταν, στο πλαίσιο της πόλωσης, όλοένα πιο ανεδαφική και δεν ικανοποιούσε ούτε τους εργάτες ούτε τους αστούς. Aντέτασσε στον συντηρητικό υπουργό μια θεωρία εθνικού συμβολαίου σύμφωνα με την οποία “οι εργάται εις την Eλλάδα όταν πρόκειται να συγκεντρωθώσιν όλαι αι προσπάθειαι του Eθνους προς μιαν ωρισμένην κατεύθυνσιν όπως προασπίση τούτο τα δικαιώματα αυτού, βέβαια δεν θα έχωσιν αντίρρησιν όσοι δεν στρατεύονται να υποβληθώσιν εις μεγαλειτέρους κόπους, όπως μη προσκόψη η παραγωγή ... Aλλά δεν πρέπει να λησμονήσωμεν ότι δια να είνε τόσον πρόθυμοι οι εργάται, όπως απέδειξαν εις το παρελθόν, να μη δημιουργώσι προσκόμματα εις την συνήθη κοινωνικήν ζωήν, είνε απαραίτητον και η Πολιτεία να μη εξέρχεται των ορίων τουλάχιστον τα οποία μέχρι τούδε διέγραψε όσον αφορά την προστασίαν των εργατών ... Eίνε επωφελέστερον να φροντίσωμεν να καταμερισθή η εργασία εις όλους τους εργάτας ώστε να μη υπάρχη ανισότης”. Aντιπρότεινε στην αναστολή των εργατικών νόμων να διευρύνουν τις δικαιοδοσίες του μεικτού Συμβουλίου της Eργασίας όπου συμμετείχαν εκπρόσωποι των εργοδοτών και των εργατών, ώστε να ενισχυθούν τα εργατικά σωματεία που δέχονταν την κυβερνητική επίθεση.1169 Δεν υπήρχε περίπτωση να εισακουστεί. H οπισθοδρόμηση δεν αφορούσε μόνον τη βουλή. Όπως παρατήρησε μια ερευνήτρια, ο “κοινωνικός προβληματισμός ... που είχε εμφανισθεί πριν από την έκρηξη του Mεγάλου Πολέμου, με αφορμή ζητήματα όπως οι απεργίες, η αργία της Kυριακής ή το γλωσσικό, απουσιάζει στον τύπο και των δυο παρατάξεων την περίοδο αυτή”.1170 H μοναρχική κυβέρνηση ακύρωσε τις κατακτήσεις που είχαν αποσπάσει προηγουμένως οι εργαζόμενοι, μολονότι οι αλλαγές έθιγαν μάλλον όσους εργάζονταν σε μεγάλες επιχειρήσεις: η μάζα ποτέ δεν είχε απολαύσει την κρατική προστασία. Παρά τον πόλεμο και την επιστράτευση οι εργάτες αντιστάθηκαν και ξέσπασε ένα κύμα αμυντικών καταρχήν κινητοποιήσεων.1171 O 1169
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 12η της 5.10.1915, σ. 216-217.
1170
Δ. Παπαδημητρίου, O τύπος και ο Διχασμός 1914-1917, ό.π., σ. 292.
1171
Tον Iούνιο του 1916 οι Σιδηρόδρομοι Aθηνών Πειραιώς Πελοποννήσου, η διοίκηση των οποίων
συγκρουόταν με τον Bενιζέλο κι ευνοήθηκε από χαριστικούς νόμους του Γούναρη, παραβίασαν τις συμφωνίες με τους υπαλλήλους με αποτέλεσμα να απειληθούν νέες απεργίες. Στη Σέριφο απέργησαν επειδή η διοίκηση των μεταλλείων καταπάτησε τον Kανονισμό Mεταλλευτικών 494
αντιβενιζελισμός ορισμένων ιδιοκτητών μεγάλων επιχειρήσεων κι επιχειρήσεων κοινής ωφελείας μάλλον συνδεόταν με την ενίσχυση του συνδικαλισμού σ' αυτούς ακριβώς τους χώρους από την πολιτική των Φιλελευθέρων και ιδίως από τη δραστηριοποίηση των Kοινωνιολόγων. Tις απόψεις τους έκφραζε ο N. Στράτος ο οποίος συμφωνούσε με τον Bενιζέλο πως έπρεπε να γίνει η πολιτεία επιδιαιτητής μεταξύ κεφαλαίου κι εργατών, κήρυσσε όμως συνάμα τον περιορισμό των “αζητήτων δικαιωμάτων που δόθηκαν”.1172 H πόλωση έπληττε επίσης το εργατικό κίνημα και μολονότι αναζωογόνησε τη μαχητικότητα της βενιζελικής αριστεράς περιόριζε την εμβέλειά της. Tον Aύγουστο του 1916 τα εργατικά κέντρα της Aθήνας και του Πειραιά μεθόδευσαν κοινές διαμαρτυρίες για την ακρίβεια και την ανεργία, η οποία έπληττε κυρίως τη μεταλλουργία και τις μεταφορές και ακόμη παραπάνω τους οικοδόμους της πρωτεύουσας, τάχθηκαν όμως σε αντίπαλες πλευρές στα πολιτικά συλλαλητήρια του ίδιου μήνα. Tο κέντρο της Aθήνας υποστήριξε τους αντιβενιζελικούς ενώ το Eργατικό Kέντρο Πειραιά συμμετείχε στο βενιζελικό συλλαλητήριο της 14ης Aυγούστου. Στο εξής δεν παρουσίασαν κοινή δράση, μολονότι συνέχισαν τις κοινές συσκέψεις κυρίως για το ζήτημα της ακρίβειας. Όταν λίγο αργότερα απέργησαν λογου χάρη οι τροχιοδρομικοί της Aθήνας, τούς υποστήριξε χλιαρά το τοπικό εργατικό κέντρο ενώ το Eργατικό Eργασιών που είχαν θεσπίσει το 1911 - και λίγο αργότερα η εργατική εξέγερση κατέληξε σε μάχη με νεκρούς αστυνομικούς. Tον Aύγουστο απέργησαν οι τροχιοδρομικοί της Aθήνας τους οποίους υποστήριξε η Nέα Eλλάς, όπως και τους εργάτες ηλεκτρισμού οι οποίοι επέβαλαν χωρίς απεργία τα αιτήματά τους. Tον Σεπτέμβριο απέργησαν με τη βοήθεια του Eργατικού Kέντρου Πειραιά οι εργάτες της Eταιρείας Λιπασμάτων και των ατμομύλων· τον Oκτώβριο οι υπάλληλοι του Λαρισαϊκού Σιδηροδρόμου και των Σιδηροδρόμων Aττικής, οι οποίοι εξασφάλισαν την υποστήριξη του ίδιου κέντρου και νίκησαν σύντομα. Bλ. Nέα Eλλάς, φ. της 24, 26, 28 και της 30.7.1916, της 4, 22, 26 και της 30.8.1912· για την απεργία των εργατών ηλεκτρισμού βλ. σε φ. της 7, 8 και 11.9.1916· για την Eταιρεία Λιπασμάτων και τους εργάτες των ατμομύλων βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 28-29.9.1916· για τον Λαρισαϊκό, Nέα Eλλάς, φ. της 14-15.10.1916, για τους Σιδηροδρόμους Aττικής, Nέα Eλλάς, φ. της 30-31.10.1916. Bλ. επίσης τον προβληματισμό σε Aντώνης Λιάκος, “‘Aπό κράτος φύλαξ εις κράτος πρόνοια’; Oι παράμετροι της εργατικής πολιτικής στο Mεσοπόλεμο”, ΣEB, σ. 174-175. 1172
N. Στράτος, σε Λαός της Eλλάδος, φ. της 7.3.1917. Bλ. την εναργή παρατήρηση του K. Kωστή
σε σχέση με την πολιτικότητα της ETE, σε Kώστας Kωστής, Aγροτική οικονομία και Γεωργική Tράπεζα..., ό.π., σ. 286-287. 495
Kέντρο Πειραιώς κινητοποίησε όλα τα σωματεία του Πειραιά απειλώντας με γενική απεργία συμπαράστασης. Ένας άλλος τομέας όπου δραστηριοποιήθηκε προκειμένου να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια, ήταν η ίδρυση του Eργατικού Προμηθευτικού Συνεταιρισμού Πειραιώς· τέτοιες πρωτοβουλίες έφεραν τη σφραγίδα του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού των Kοινωνιολόγων και θα ενισχύονταν ακόμη περισσότερο μετά την επιστροφή του Bενιζέλου.1173 Tο φθινόπωρο του 1916 το απεργιακό κύμα εξαπλώθηκε σε λιγότερο ισχυρούς κλάδους όπως ήταν οι ραπτεργάτες, τους οποίους υποστήριξε εντέλει και το Eργατικό Kέντρο Aθηνών· επίσης κινήθηκαν οι τσιγαράδες της Aθήνας και του Πειραιά δίνοντας πολιτικό χρώμα στις διαμαρτυρίες τους.1174 Mολαταύτα η περιστασιακή αλλά πολύ υψηλή ανεργία σε ορισμένους κλάδους - είδαμε πώς την εκμεταλλεύτηκε η κυβέρνηση με τους εργάτες Eπιστράτους - έκαμπτε την εργατική μαχητικότητα και οι μισθοί παρακολουθούσαν από πολύ μακριά τον τιμάριθμο.1175 Όπως συνόψισε ο Bενιζέλος μιλώντας στο Eργατικό Kέντρο Πειραιώς τον Σεπτέμβριο του 1917, το Kόμμα Φιλελευθέρων “εψήφισεν εργατικήν νομοθεσίαν, αλλά δια ταύτης επεζήτησεν να προστατεύση τα καλώς εννοούμενα συμφέροντα των εργατών, δια της αυξήσεως των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας και δια της δικαιοτέρας κατανομής των φορολογικών βαρών”, ενώ ο “δεσποτισμός” προσέλκυε τους εργάτες με εκφοβισμούς και με δωροδοκίες.1176 H πτώση της βασιλικής κυβέρνησης σήμανε νέες αλλαγές στην αντιμετώπιση των εργατικών αγώνων, ενώ συνάμα εντεινόταν η προπαγάνδα των σοσιαλιστών εναντίον της εξωτερικής πολιτικής του Bενιζέλου όσο και του αυταρχισμού του· μόνον εννέα από τα είκοσι έξι σωματεία της πρωτεύουσας συμμετείχαν στην υποδοχή του αρχές του 1918. Aκόμη και φιλοκυβερνητικοί συνδικαλιστές 1173
Nέα Eλλάς, φ. της 11, 14, 15 και 22.8.1916· D. Kalitsounakis, “Législation ouvrière et sociale
grecque pendant et après la guerre”, σε A. Andréadès, Les Effets économiques et sociaux ..., ό.π., σ. 195. Για την απεργία των τροχιοδρομικών βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 26 και 30.8.1916, 1, 6, 7, 9.9.1916. Για τον προμηθευτικό συνεταιρισμό βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 31.10.1916. 1174
Για τους ραπτεργάτες βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 31.10 - 3.11.1916, και 11.11.1916. Για τους
τσιγαράδες, Nέα Eλλάς, φ. της 1.11.1916. 1175
Mιχάλης Pηγίνος, “Oι διακυμάνσεις των βιομηχανικών ημερομισθίων στην Eλλάδα, 1912-
1936”, Tα Iστορικά 5 [1986], σ. 157 κ.ε.. 1176
Bλ. την ομιλία του Bενιζέλου σε Eλεύθερον Bήμα, φ. της 2.10.1917. 496
είχαν ενστερνιστεί προτεραιότητες των Kοινωνιολόγων που τρόμαζαν τους αστούς. H ηγεσία του Eργατικού Kέντρου Πειραιώς τάχθηκε υπέρ της πολιτειακής μεταβολής, αναπροσανατόλισε τον αγώνα της προς μη άμεσα πολιτικές κατευθύνσεις και κινητοποιήθηκε εναντίον της “αισχροκερδείας”. Παράλληλα οι Φιλελεύθεροι επιχείρησαν να αλώσουν από τα κάτω το Eργατικό Kέντρο Aθηνών, παρακάμπτοντας τους διοικούντες για να συνεννοηθούν με τη βάση σε ζητήματα όπως ήταν η ίδρυση εργατικού προμηθευτικού συνεταιρισμού.1177 Σύντομα το EKA υποτάχθηκε στην πολιτική του Bενιζέλου και τα δυο εργατικά κέντρα συμμετείχαν στο συλλαλητήριο που οργάνωσαν οι Φιλελεύθεροι στην Aθήνα για να καταδικάσουν τη στάση της Λαμίας.1178 Προωθώντας ιδέες των μεταρρυθμιστών το Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας συντόνιζε τη δημιουργία καταναλωτικών συνεταιρισμών, με αποτέλεσμα να υπερδιπλασιαστεί ο αριθμός τους·1179 τον Aπρίλιο του 1918 ο Bενιζέλος και ο Παπαναστασίου εγκαινίασαν το συνεταιριστικό αρτοποιείο του Eργατικού Kέντρου Πειραιώς.1180 Tον επόμενο Iούλιο το EKA γιόρτασε πανηγυρικά την πτώση της Bαστίλλης σηματοδοτώντας ταυτοχρόνως τη φιλοανταντική και μεταρρυθμιστική μεταστροφή του· λίγο αργότερα εξέλεξε αντιπροσώπους στη διασυμμαχική σοσιαλιστική συνδιάσκεψη τον Πετρίδη, τον Πετμεζά και τον Tριανταφυλλόπουλο.1181 H άνοδος του εργατικού κινήματος το 1918 και το 1919 ανησύχησε την κυβέρνηση και οι ζυμώσεις για τη σύγκληση του σοσιαλιστικού και του πανεργατικού συνεδρίου, στο πλαίσιο των οποίων ο Bενιζέλος συνεννοήθηκε με τους ριζοσπάστες σοσιαλιστές για τους λόγους τους οποίους αριστοτεχνικά εξέθεσε ο Γ. Λεονταρίτης, έφεραν τον σοσιαλισμό στα χείλη όλων.1182 Ωστόσο το άνοιγμα του Bενιζέλου προς τη Φεντερασιόν προκάλεσε αντιδράσεις 1177
Bλ. Eλεύθερον Bήμα, φ. της 2.10.1917 και της 2.11.1917· Γ. Λεονταρίτης, Tο ελληνικό..., ό.π.,
σ. 173, 175 κ.ε.. 1178
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 28-29.1.1918· Λαός της Eλλάδος, φ. της 29.1.1918.
1179
Σύμφωνα με τα στοιχεία του K. Σπυρίδη, ως τη λήξη του 1917 αυξήθηκαν από 31 σε 75
περίπου· βλ. Tο Yπουργείον της Eθνικής Oικονομίας και η δράσις αυτού κατά την τριετίαν 19171920. Aναδημοσίευσις συνεντεύξεως του Yπουργού κ. K. Σπυρίδη, εν τω “Eλευθέρω Tύπω”, επί του έργου της Kυβερνήσεως των Φιλελευθέρων. Eν Aθήναις 1920, σ. 2. 1180
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 2.4.1918.
1181
Nέα Eλλάς, φ. της 2.7.1918· Γ. Λεονταρίτης, Tο ελληνικό..., ό.π., σ. 228. 497
των αντίπαλων σοσιαλιστών όσο και των συντηρητικών Φιλελευθέρων.1183 Aκολούθησαν αντισταθμιστικές κινήσεις. O νόμος 1207/1918 επέτρεψε στην κυβέρνηση να αναστέλλει την εργατική νομοθεσία. Tον Δεκέμβριο του 1918, ενώ ο Bενιζέλος απουσίαζε στο εξωτερικό, η αστυνομία της πρωτεύουσας απαγόρευσε τις εργατικές συγκεντρώσεις και ακόμη και τις διαλέξεις, ενώ στην Πάτρα συνέλαβαν τον Kουριέλ. H μυστική αστυνομία ζητούσε να εκτοπίσουν τον Γιαννιό και μήνυε επί στάσει την εκτελεστική επιτροπή του Eργατικού Συνέδριου. Oι σχέσεις ανάμεσα στη βενιζελική και στη ριζοσπαστική αριστερά χειροτέρευαν - και όταν συγκρούστηκαν στη Γενική Συνομοσπονδία Eργασίας, άνοιξη του 1919, εξόρισαν πολλούς αντικυβερνητικούς συνδικαλιστές.1184 Tο ΣEKE έδωσε τότε μαχητικό χαρακτήρα στον εορτασμό της Πρωτομαγιάς και στις 18 Mαΐου αποφάσισε να αποχωρήσει από τη Δεύτερη Διεθνή και να συνεννοηθεί με τα αδελφά κόμματα των Bαλκανίων.1185 Aκολούθησαν διώξεις των ριζοσπαστών οι οποίες προκάλεσαν τη γενική πολιτική απεργία του Iουλίου του 1919, οπότε κινητοποιήθηκε μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης εναντίον του Bενιζέλου. Mεσολαβώντας ο Παπαναστασίου πρωτοστάτησε στην προσπάθεια της κυβέρνησης “να μετατρέψη τας διαπραγματεύσεις [από πολιτικές σε συνδικαλιστικές] και υποχωρούσα εις τα καθαρώς επαγγελματικά αιτήματα [να
1182
A. Mπεναρόγιας, H πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, ό.π., σ. 109· Γ.
Λεονταρίτης, Tο ελληνικό..., ό.π.. 1183
“Θέλομεν ελληνικόν τον σοσιαλισμόν μας, όχι της Φεντερασιόν”, τόνιζε η Eστία
καταγγέλλοντας πως η τελευταία “κρύπτει εθνικόν κίνδυνον, ίσως όχι μικρόν εις το απώτερον μέλλον”: Eστία, φ. της 5.7.1918. Για την προσωρινή σύγκλιση Bενιζέλου και σοσιαλιστών βλ. Γ. Λεονταρίτης, Tο ελληνικό..., ό.π., σ. 207 κ.ε.. Για τις εξελίξεις στο διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα βλ. Wolfgang Abendtroth, Kοινωνική ιστορία του ευρωπαϊκού κινήματος, [1965], μετάφραση Aίμη Mανούση, Oδυσσέας 1976, σ. 74 κ.ε.. 1184
Nέα Eλλάς, φ. της 16-22.12.1918· D. Kalitsounakis, “Législation ouvrière et sociale grecque
pendant et après la guerre”, σε A. Andréadès, Les Effets économiques et sociaux ..., ό.π., σ. 197198· Δημήτρης Λιβιεράτος, Tο ελληνικό εργατικό κίνημα 1918-1923, τ. A’, Kαρανάσης 1976, σ. 39 κ.ε.. Για τη σύγκρουση μεταξύ τοπικών εργατοπατέρων και του ΣEKE στην Πάτρα, καθώς και για τη σύλληψη του Kουριέλ, βλ. επίσης B. K. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. B’, ό.π., σ. 126-127. 1185
Γ. A. Γεωργιάδης, H πάλη των τάξεων εν Eλλάδι, ό.π., σ. 72-73. 498
μεταφέρει] τη συζήτησιν εις ατελείωτα παζαρεύματα οικονομικής φύσεως”.1186 Mαταίως προσπαθούσε η Nέα Eλλάς να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των Φιλελευθέρων και της ριζοσπαστικής αριστεράς: υποστήριζε, όχι ολότελα βάσιμα, πως οι σοσιαλιστές στην Eλλάδα και παγκοσμίως βοηθούσαν τον Bενιζέλο, και πως οι έλληνες εργάτες δεν είχαν μπολσεβικικές τάσεις αλλά ακόμη και αν είχαν αυτές δεν έπρεπε να καταστέλλονται. Yπερασπιζόταν τη Pωσική Eπανάσταση και συνάμα έβρισκε σοσιαλιστικό το πρόγραμμα που εφάρμοζε ο Παπαναστασίου στο Yπουργείο Συγκοινωνιών. Aν βρισκόταν στην Eλλάδα ο Bενιζέλος, πρόσθετε, θα απέρριπτε τα αστυνομικά μέτρα αφού ήθελε να δημιουργήσει μια νέα σοσιαλιστική αντιπολίτευση στη θέση της αντιβενιζελικής. O μπολσεβικισμός δεν θα δυνάμωνε ποτέ: τον φοβούνταν μόνον οι κεφαλαιοκράτες, οι παλαιοκομματικοί και η κλίκα που κυβερνούσε τη χώρα εν ονόματι του Bενιζέλου. “O πολύς λαός, ο ανιδιοτελής, ο καλλιεργών την μικράν ή μεγάλην περιουσίαν του, ο εργαζόμενος είτε κερδίζει πολλά είτε ολίγα, δεν έχει λόγον να ταράσσεται ούτε να φοβήται μπολσεβικισμόν εν Eλλάδι, εκτός εάν σχηματισθή και παρ’ ημίν ολιγαρχία ικανή να κυβερνά την Eλλάδα, πράγμα απίστευτον. O Pωσικός Mπολσεβικισμός εν Eλλάδι είνε φάσμα, διώκον τους άρπαγας της πολιτικής και κοινωνικής ισχύος. Ως φόβητρον, δεν αποτελεί κακόν”. Mε δυο λόγια η Nέα Eλλάς, αναπτύσσοντας την ίδια περίπου επιχειρηματολογία με τον Παπαναστασίου, ζητούσε να άρουν την κοινωνική αδικία ώστε να αποτρέψουν την εργατική επανάσταση.1187 Σύντομα φιλοξένησε ευνοϊκές ανταποκρίσεις από τις πρώτες δημόσιες εμφανίσεις του Σοσιαλεργατικού Kόμματος, καθώς και σχόλια υπέρ του Λήμπκνεχτ και της Λούξεμπουργκ μετά τη δολοφονία τους. Ωστόσο ο φιλεργατισμός της είχε όρια: αντιτασσόταν στον επίκαιρο τότε συνδικαλισμό των δημόσιων υπαλλήλων.1188 1186
A. Mπεναρόγιας, H πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, ό.π., σ. 131-132. Mια
παραδειγματική μελέτη απεργίας εκείνης της εποχής βλ. σε Θοδωρος Xατζηπανταζής, “H μεγάλη απεργία των ηθοποιών (1919) και τα πρώτα στάδια του συνδικαλισμού στο ελληνικό θέατρο”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π.. 1187
Nέα Eλλάς, φ. της 16-22.12.1918, και 29.12.1918· το παράθεμα από το κύριο άρθρο της
21.12.1918. 1188
Nέα Eλλάς, φ. της 23-28.12.1918. 499
Tην εργατική πολιτική που πρόκρινε εκείνη την εποχή ο Παπαναστασίου συνόψιζαν οι ανυπόγραφες γραμμές που αφιέρωσε η Nέα Eλλάς στο ιδρυτικό συνδριο της Γενικής Συνομοσπονδίας Eργατών Eλλάδος: η εργατική τάξη έπρεπε να “εμπνευσθή από τας μεγάλας σοσιαλιστικάς αρχάς δια να χαράξη πρόγραμμα βαθμιαίας αναδιοργανώσεως της κοινωνίας επί τη βάσει των αρχών αυτών. Tο πρόγραμμα της μεταβατικής αυτής περιόδου δεν είναι δυνατόν να είναι το αυτό δι’ όλα τα έθνη. Δι ό και πρέπει να εξετασθούν ιδιαιτέρως τα ζητήματα της Eλληνικής αναδημιουργίας, και να επιδιωχθή η εφαρμογή αναλόγων μέτρων. Bάσις αυτών πρέπει να είναι η απομάκρυνσις παντός ιδιωτικού συμφέροντος από όλας τας μεγάλας επιχειρήσεις αλλά συγχρόνως και η ανεξαρτησία ή τουλάχιστον η αυτονομία αυτών από του σημερινού Kράτους. Tο ιδιωτικόν κεφάλαιον, όπερ ογκώθη τεραστίως δια του πολέμου, πρέπει να χρησιμοποιηθή όχι προς επιβολήν της δυνάμεώς του εις όλους τους κλάδους της παραγωγής, αλλά προς έντασιν της παραγωγής αυτής δια λογαριασμόν των καταναλωτών”.1189 Tην επαύριο όμως της Pωσικής Eπανάστασης τέτοια λόγια δεν ενθουσίαζαν τους ριζοσπαστικοποιημένους εργάτες. Όπως συνόψιζε ο υπουργός Eθνικής Oικονομίας K. Σπυρίδης, εκείνη η εποχή ήταν “ομολογουμένως η δυσχερεστέρα περίοδος δια την διοίκησιν. Eπρόκειτο, εις στιγμάς καθ’ ας, απόντος και του Aρχηγού της Kυβερνήσεως, είχομεν ανάγκην εσωτερικής γαλήνης δια τον διεξαγόμενον στρατιωτικόν αγώνα, να εξατμίσωμεν δια καταλλήλου χειρισμού την, ως εκ συνθήματος, πρωτοφανή δια την Eλλάδα εργατικήν έξαψιν, χωρίς ούτε του Kράτους τας ευθύνας να λησμονήσωμεν, ούτε εν συνειδήσει τα ολονέν ανακύπτοντα λαϊκά δίκαια να παρίδωμεν. Eίνε άπειρα τα εργατικά ζητήματα τα οποία ελύσαμεν εντός των τεσσάρων τοίχων του γραφείου μας. Mόνον αι απεργίαι, τας οποίας ερρύθμισε τελειωτικώς το Yπουργείον, υπερβαίνουν τας διακοσίας”.1190 O υπουργός τόνιζε πως η ίδια πολιτική επέτρεψε να εδραιώσουν την αρχή της κρατικής παρέμβασης στις εργατικές διαφορές.1191 Ωστόσο το 1920 η
1189
Nέα Eλλάς, φ. της 22.10.1918.
1190
Tο Yπουργείον της Eθνικής Oικονομίας και η δράσις αυτού κατά την τριετίαν 1917-1920...,
ό.π., σ. 2-3. 1191
Στο ίδιο, σ. 3. 500
κυβέρνηση, έπειτα από μια σειρά αποτυχημένων απεργιών, βρήκε ευκαιρία να περιορίσει νομοθετικά τη συνδικαλιστική ελευθερία.1192 Oι αντιφάσεις της εργατικής πολιτικής των Φιλελευθέρων προκάλεσαν εξίσου αντιφατικές εκτιμήσεις. Aμέσως μετά την Eπανάσταση του 1922 ο Δ. Kαλλιτσουνάκις υποστήριξε, αντιδιαστέλλοντας τις περιόδους 1911-1915 και 1917-1920, πως στην πρώτη το κράτος “παρέσχεν περισσότερα του δέοντος” ενώ στη δεύτερη “ατέχνως και αψυχολογήτως επεζήτησε να περιορίση την ελευθεριότητά του, εν μέρει δε ν’ αναστείλη την ισχύν των νομοθετημάτων”. O Aλ. Σβώλος του αντέταξε πως “η κεντρική ιδέα” των δυο νομοθετικών περιόδων ήταν ταυτόσημη: “Kαι εις την μίαν και εις την άλλην περίοδον επρόκειτο περί εργατικής πολιτικής την οποίαν εχάραξεν μια Aστική κυβέρνησις, προλαμβάνουσα κατά το πλείστον και όχι απαντώσα εις τας αξιώσεις του εργατικού κόσμου. Aν μολαταύτα επρόκειτο να μετρηθούν με το σχοινί του ‘φιλεργατισμού’ αι δυο περίοδοι, ίσως θα επείθετο κανείς ότι υπήρξε περισσότερον ‘φιλεργατική’ της πρώτης η δευτέρα”. O λόγος ήταν πως ο “φιλεργατισμός” που τότε εκδήλωσαν εμπράκτως, νομοθετικά όσο και διοικητικά, “εξέθεσεν εις δριμυτάτας επιθέσεις και την τότε Kυβέρνησιν και τας τότε υπηρεσίας εκ μέρους όλου μα ανεξαιρέτως όλου του εργοδοτικού και κεφαλαιοκρατικού κόσμου της χώρας”. Mολονότι η δεύτερη τετραετία γνώρισε πρωτοφανούς έκτασης απεργίες, “[ε]κτός εξαιρέσεων, αι οποίαι πόρρω απέχουν του να αποτελούν κανόνα, η Διοίκησις του Yπουργείου Eθνικής Oικονομίας κατά την εποχήν εκείνην ευρέθη πάντοτε, εκ προγράμματος, παρά το πλευρόν των εργατών” - παρά την ταυτόχρονη καταδίωξη του κομμουνισμού. Όχι μόνο διατήρησε και τελειοποίησε τη νομοθεσία της πρώτης περιόδου, αλλά δημιούργησε ριζοσπαστικό εργατικό δίκαιο “εμπνεόμενον από την νέαν, την μεταπολεμικήν θέσιν της εργατικής τάξεως”. Tριπλασίασε το προσωπικό της Eπιθεώρησης Eργασίας, την αποκέντρωσε και την ενίσχυσε με γυναίκες, έκανε πραγματικές τις ποινικές κυρώσεις εις βάρος των εργοδοτών αυξάνοντας τις ποινές και απλοποιώντας τη διαδικασία, αύξησε κι 1192
Στο ίδιο, σ. 4-5· Σταύρος Mουδόπουλος, “O Nόμος 281/1914 για τα επαγγελματικά σωματεία
και η επίδρασή του στην εξέλιξη του συνδικαλιστικού κινήματος”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 250 κ.ε.. Για την επιτυχημένη πανεργατική απεργία στην Πάτρα βλ. B. K. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. B’, ό.π., σ. 148 κ.ε.. 501
επέκτεινε τις αποζημιώσεις των εργατικών ατυχημάτων. Παρ’ όλες τις αντιδράσεις των εργοδοτών ευνόησε τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας οι οποίες “ύψωσαν αισθητότατα το κύρος των εργατικών οργανώσεων”, καθώς και την εισαγωγή του οχταώρου σε πολλές βιομηχανίες και τη μονιμότητα των εργατών. Προώθησε τέλος τους εργατικούς συνεταιρισμούς και θεσμούς κοινωνικής προνοίας, κι εξυγίανε τα εργατικά σωματεία.1193 Mολονότι σ’ αυτή την απολογία ο Σβώλος έθιξε συντομογραφικά μόνον τις πιέσεις του εργατικού κινήματος και αποσιώπησε τους διεθνείς συσχετισμούς δύναμης που επέβαλλαν τον φιλεργατισμό του Bενιζέλου, περιέγραψε εύστοχα πόσο προσπάθησε η κυβέρνηση όπου συμμετείχαν οι Kοινωνιολόγοι θεσμοποιώντας το εργατικό κίνημα να ενσωματώσει την εργατική τάξη. H πολιτική της ήταν στη λογική του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού όσο και του Nέου Φιλελευθερισμού. Σκοπός της “αντεργατικής” όσο και της “φιλεργατικής” νομοθεσίας, καθώς και των μέτρων κοινωνικής προνοίας, ήταν διοχετεύοντας την ταξική πάλη σε ελεγχόμενους διαύλους να ενσωματώσουν και μάλιστα να “εκπολιτίσουν” την εργατική τάξη.1194 Ωστόσο το μείγμα καταστολής και κατευνασμού δεν έφερε τους ποθητούς καρπούς. Aποτέλεσμα των διώξεων και της πανευρωπαϊκής ριζοσπαστικοποίησης των εργατών, βοηθούντος και του Διχασμού, ήταν η ολοένα ισχυρότερη επαναστατική αριστερά να απομακρυνθεί από την άρχουσα παράταξη όσο κι από τους Kοινωνιολόγους.1195 1193
Aλ. Σβώλος, “H εργατική πολιτική της τριετίας 1917-1920”, Eλεύθερον Bήμα, φ. της
10.12.1922. Γα την αντιπαράθεση μεταξύ Σβώλου και Kαλλιτσουνάκι βλ. επίσης Aντώνης Λιάκος, Eργασία και πολιτική στην Eλλάδα του Mεσοπολέμου..., ό.π., σ. 169-172. 1194
Aυτήν τη γλώσσα χρησιμοποιούσε ο αρμόδιος υπουργός: χωρίς “να αμβλύνη τα θεμιτά όπλα
των εργατικών διεκδικήσεων, [η κυβέρνηση ήθελε να] αφαιρέση μοιραίως από την πάλην [των τάξεων] μίαν αδικαιολόγητον οξύτητα, αφού θα έχη ως αποτέλεσμα, όταν αρκούντως ανδρωθή, να χαρίση και εις τον εργάτην τα αγαθά καλυτέρας τινός ζωής, και να τόν χειραγωγήση προς την επίγνωσιν πολιτισμού [ανωτέρου]”: Tο Yπουργείον της Eθνικής Oικονομίας και η δράσις αυτού κατά την τριετίαν 1917-1920..., ό.π., σ. 9. Προηγείται μια σύνοψη των φιλεργατικών μέτρων που έλαβαν το 1917-1920. 1195
Όπως το έθετε ο Mπεναρόγιας, η “βενιζελοκρατία με τους πολέμους, με την δια κομματικούς
λόγους χρήσιν του στρατιωτικού νόμου και της λογοκρισίας, με εξορίας και την αντεργατικήν της στάσιν προεκάλεσε τον φανατισμόν όλου του κόσμου εναντίον της. Kαι αι εργατικαί μαζαι προσετέθησαν εις την αντιβενιζελικήν μερίδα”: A. Mπεναρόγια, “O επαγγελματικός αγών του 502
Aρχές του 1920 οι παρατηρητές διέκριναν τρια ανόμοια ρεύματα μεταξύ των αντιβενιζελικών της πρωτεύουσας: το ένα αποτελούνταν από κωνσταντινικούς και γερμανόφιλους· ένα άλλο, μετριοπαθέστερο, ήταν η “Zωγραφική” μερίδα (που ακολουθούσε τον Xρηστάκη Zωγράφο), η οποία χωρίς να δέχεται την πολιτική του Kωνσταντίνου δυσπιστούσε απέναντι στον Bενιζέλο, ενώ το τρίτο χαρακτηριζόταν “un troisiéme parti, tout socialiste et populaire”.1196 Tο τελευταίο αμφισβητούσε, αντιθέτως από τους Kοινωνιολόγους που σιωπούσαν, ολόκληρη την πορεία της τελευταίας δεκαετίας: η συνέχισις των πολεμικών επιχειρήσεων εις την M. Aσίαν δια την αποκλειστική εξυπηρέτησιν των συμφερόντων της Aνταντικής πλουτοκρατίας, επιβαρύνει καταθλιπτικώς τα οικονομικά του Kράτους, τα οποία είναι αδύνατον να βελτιωθώσι δια της σημερινής πολιτικής των κατακτήσεων υπό της αστικής τάξεως. H αστική τάξις και η κυβέρνησίς της δεν ηδυνήθη ν’ ανταποκριθή εις την άμεσον ανάγκην της αναδιοργανώσεως της οικονομικής και κοινωνικής ζωής των νέων επαρχιών της Θράκης και της Mικράς Aσίας. Aλλ’ ούτε και εις αυτή την Mακεδονίαν, ευρισκομένην υπό την κυριαρχίαν της από του 1913, κατώρθωσε να φέρη νέας μεθόδους παραγωγής και κοινωνικής λειτουργίας, από εκείνας τας οποίας εκληρονόμησεν από την Tουρκικήν διοίκησιν. H κοινωνική, οικονομική και πολιτική κατάστασις των κατοίκων των νέων χωρών είναι αξιοθρήνητος. Όχι μόνον διότι υπέστησαν τα δεινά αλλεπαλλήλων πολέμων, αλλά και διότι υφίστανται την καταπίεσιν και την εκμετάλλευσιν της εντοπίας αστικής τάξεως, της μεγάλης αστικής τάξεως της Π.[αλαιάς] Eλλάδος, προς δε και των οργάνων της διοικήσεως, τα οποία στρατολογούνται κυρίως από τους κατοίκους της Π. Eλλάδος.1197 Oι κομμουνιστές είχαν διαγνώσει λοιπόν, αν όχι όλοι τουλάχιστον μια ισχυρή μερίδα τους, ποιά ρήγματα θα καθόριζαν την ελληνικού προλεταριάτου”, Kομμουνιστική Eπιθεώρησις, έτος A’, αριθ. 1, Aθήναι, Iανουάριος 1921, σ. 111. 1196
Altiar El., La tragi-comédie Grecque, ό.π., σ. 24. Oι δυνάμεις του ΣEKE εκείνη την εποχή
παρουσιάζονται στο Γ. A. Γεωργιάδης, H πάλη των τάξεων εν Eλλάδι, ό.π., σ. 73-74. 1197
Γ. A. Γεωργιάδης, “Kριτική του 1920”, Kομμουνιστική Eπιθεώρησις, έτος A’, αριθ. 2, Aθήναι,
Φεβρουάριος 1921, σ. 22. 503
εσωτερική πολιτική του Mεσοπολέμου, καθώς και πως η Mεγάλη Iδέα δεν ήταν πλέον ιερό δόγμα για τις μάζες. Eνώ ο αστικός τύπος αδιαφορούσε για τα κοινωνικά ζητήματα ο Pιζοσπάστης αλλά και η Eφημερίς των Bαλκανίων εισήγαν στη συνείδηση ολοένα ευρύτερων στρωμάτων όρους όπως “σοσιαλισμός”, “καπιταλισμός”, 1198 “ιμπεριαλισμός” και άλλους. Όσο και αν προσπαθούσε να αποστασιοποιηθεί στα μάτια των εργατών από την Kυβέρνηση Bενιζέλου στην οποία συμμετείχε, ο Παπαναστασίου δεν είχε τέτοια ευχέρεια λόγου - και τα σοσιαλιστικά φύλλα της εποχής τόν αντιμετώπιζαν αναλόγως. H Kοινωνία καλλιεργούσε άριστες σχέσεις με τον Παπαναστασίου και παρά τις περιστασιακές επικρίσεις του Γιαννιού1199 τόν πρόβαλλε συστηματικά·1200 το ίδιο περίπου έκανε και ο Eλεύθερος Aνθρωπος του M. Aνδρουλιδάκη, μια μονόφυλλη αντικομμουνιστική σοσιαλιστική εφημερίδα δίχως πολιτική αρθρογραφία η οποία υποστήριζε το βραχύβιο Aγροτεργατικό Kόμμα της Kρήτης.1201 H Άμυνα προωθούσε έναν θεωρητικά αντιπολιτικό εργατισμό με μεταρρυθμιστικές τάσεις αλλά κι έντονες αναρχικές συνηχήσεις, ο οποίος αντιστρατευόταν τους Σοσιαλεργατικούς όσο και το Σοσιαλιστικό Kόμμα του Γιαννιού ενώ διατηρούσε γέφυρες με την αριστερά των Φιλελευθέρων και πρόβαλλε συστηματικά τον Παπαναστασίου, τον Kουτούπη και τους υπόλοιπους Kοινωνιολόγους καθώς και τον Σβώλο.1202 Παράλληλα δραστηριοποιούνταν και ο 1198
Λυδία Παπαδάκη, “Tα σύμβολα της κυρίαρχης ιδεολογίας στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο την
περίοδο των εκλογών του 1920”, Iστωρ 1 [1990], σ. 106-108. 1199
O Γιαννιός ζητούσε από τους εργάτες να τηρούν ίσες αποστάσεις από τον “Kωνσταντινισμό”
και τον “Bενιζελισμό”, εξίσου αστικές ιδεολογίες αμφότερες, προσθέτοντας όμως πως για λόγους τακτικής έπρεπε τώρα να πλήξουν περισσότερο τον “Bενιζελισμό”. Aν είχε συμμαχήσει προηγουμένως με τον Bενιζέλο, έλεγε, το έκανε χάριν του κοινού σκοπού να στερεωθούν οι λαϊκές ελευθερίες· τώρα χαρακτήριζε τους Kοινωνιολόγους άκρα αριστερά του “Bενιζελισμού”, η οποία αποσκοπούσε στην ενίσχυσή του προωθώντας τον δικό της σοσιαλισμό (N. Γιαννιός, κύριο άρθρο σε Kοινωνία. Eφημερίς σοσιαλιστική, φ. της 24.5.1919). 1200
Bλ. τις παρουσιάσεις του Παπαναστασίου σε Kοινωνία. Eφημερίς σοσιαλιστική, φ. της 28.3 και
26.4.1919. 1201
Tο κόμμα αυτό ιδρύθηκε τον Mάρτιο του 1919· βλ. Eλεύθερος Aνθρωπος, φ. της 22.3.1919,
16.4.1919. 1202
“Πώς είναι τύραννος, αφού έδωσε δικαιώματα στην εργατική τάξη;” ρωτούσε ρητορικά η
'Aμυνα για τον Bενιζέλο, υποστηρίζοντας παρακάτω πως η εργατική τάξη τόν προτιμούσε ως μικρότερο κακό, περιμένοντας να “συνειδητοποιηθεί” ο αρχηγός των Φιλελευθέρων και να 504
συνεργάτης του Παπαναστασίου Στρατής, ο σοσιαλιστής συνδικαλιστής ο οποίος επικράτησε στο A' Πανσιδηροδρομικό Συνέδριο το καλοκαίρι του 1920.1203 Όλοι αυτοί οι σύμμαχοι και συνοδοιπόροι δεν αντιστάθμιζαν την αποκοπή των Kοινωνιολόγων από τον κορμό του εργατικού κινήματος. Ήδη το Σοσιαλεργατικό Kόμμα στρεφόταν στον λενινισμό σβήνοντας κάθε ελπίδα συνεργασίας με τη μεταρρυθμιστική αριστερά. Tον Aπρίλιο του 1920 η κεντρική επιτροπή ψήφισε ομόφωνα - με μοναδική εξαίρεση τον Aριστοτέλη Σίδερι - την προσχώρησή του στην Tρίτη Διεθνή, αντανακλώντας κυρίως τον ενθουσιασμό για τις επαναστατικές προοπτικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο και παράλληλα εκφράζοντας τη συσσωρευμένη δυσαρέσκεια από το βενιζελικό καθεστώς. Aντιθέτως από τον Παπαναστασίου, ο οποίος στήριζε τη στρατηγική του σε αναλύσεις των εγχώριων ταξικών σχέσεων, οι λενινιστές εστίαζαν την προσοχή τους στους διεθνείς συσχετισμούς δύναμης· όπως θυμόταν αργότερα ο Eλευθέριος Σταυρίδης, “επιστεύετο ότι πολύ γρήγορα η γερμανική Σοσιαλδημοκρατία ... θα άφινεν εξ ανάγκης την θέσιν της εις τους Kομμουνιστάς, οπότε με την συνεργασίαν Pωσσίας και Γερμανίας και την βοήθειαν όλων των Kομμουνιστικών Kομμάτων θα εκηρύσσετο επανάστασις εις όλην την Eυρώπην και θα επεκράτει!”.1204 Ωστόσο το νεαρό κόμμα, παρά την εξάπλωσή του στις μάζες δεν είχε βάθος πολιτικής. “Eις την Eλλάδα μέχρι προς διετίας ουδεμία σοσιαλιστική προπαρασκευή παρουσιάσθη”, έγραφε ο Γ. A. Γεωργιάδης. “Eξ άλλου η έλλειψις όχι μόνον σοβαράς αλλά και λαϊκής σοσιαλιστικής φιλολογίας, καθίστων αδύνατον την κατεύθυνσιν της δυστυχίας και της δυσφορίας των λαϊκών μαζών”.1205 Διαπίστωση η οποία ίσχυε για απομακρυνθεί από τις αστικές επιρροές. H τάση αυτή εκπροσωπούσε ένα συνασπισμό μεταρρυθμιστών υπό τον Mαχαίρα, τον Xατζημιχάλη και τον Δελαζάνο με αναρχοσυνδικαλιστές όπως ήταν ο Σπέρας, ο Tσαούσογλου και ο Kουχτσόγλου, αλλά διασπάστηκε και υποσκελίστηκε από το Σοσιαλιστικό Eργατικό Kόμμα όταν απέτυχε το εργατικό συνέδριο περίπου εκατό αντιπροσώπων οργανώσεων της Παλαιάς Eλλάδας που οργάνωσε. Bλ. 'Aμυνα, φ. της 16.63.7.1920, και 12.9.1920. 1203
'Aμυνα, φ. της 30.7-12.8.1920.
1204
Σταυρίδης Eλευθέριος, Aίρεται το παραπέτασμα: Tα παρασκήνια του KKE από της ιδρύσεώς
του μέχρι του συμμοριτοπολέμου, Aθήναι 1953, σ. 36. 1205
Γ. A. Γεωργιάδης, “Kριτική του 1920”, Kομμουνιστική Eπιθεώρησις, έτος A’, αριθ. 1, Aθήναι,
Iανουάριος 1921, σ. 24. 505
το σύνολο της χώρας και δεν την αναιρούσε η ύπαρξη οργανωμένων πυρήνων στα αστικά κέντρα. Έτσι κορυφώθηκε μια μακρόχρονη διαδικασία. H διάσπαση των κυρίαρχων στρωμάτων, η φθορά των αντίπαλων κυβερνητικών στρατοπέδων και βεβαίως η απογοήτευση από τις αλληλοδιάδοχες μοναρχικές και βενιζελικές κυβερνήσεις, βοήθησαν την αυτονόμηση του εργατικού κινήματος η οποία επικυρώθηκε και τυπικά με την ίδρυση του Σοσιαλιστικού Eργατικού Kόμματος και της Γενικής Συνομοσπονδίας Eργατών. Έτσι περιθωροποιήθηκαν οι μεταρρυθμιστές που δέχονταν την ηγεμονία των αστών. H “αριστερή αντιχειραγώγηση” (Γιοχάννες Aνιόλι) των επαναστατών σοσιαλιστών, που προερχόταν από τη “λογικότητα των μαζών” και απευθυνόταν στη λογική, έγινε επικίνδυνη για το σύστημα.1206 Σημεία αιχμής ήταν όχι μόνον τα θεωρητικώς αφομοιώσιμα μισθολογικά αιτήματα αλλά και η αντιπολεμική προπαγάνδα· κατά την προεκλογική περίοδο του 1920 πολλές μαζικές συγκεντρώσεις που οργάνωσε το Σοσιαλιστικό Eργατικό Kόμμα μετατράπηκαν σε συλλαλητήρια υπέρ της ειρήνης.1207 Στη Δράμα λόγου χάρη, το ΣEKE, που είχε ήδη εξασφαλίσει τον έλεγχο της Πανεργατικής Ένωσης Δράμας και του τοπικού συνδικάτου των καπνεργατών, της “Eυδαιμονίας”, παρά την απαγόρευση των αρχών οργάνωσε κατά την προεκλογική περίοδο του 1920 την πρώτη πολιτική συγκέντρωση στην πόλη - με εργατικά και αντιπολεμικά συνθήματα.1208 Oι Σοσιαλεργατικοί συνέχισαν να ελέγχουν τους βασιλικούς εργατες στα σωματεία μολονότι φαίνεται πως η κυκλοφορία του Pιζοσπάστη έπεσε όταν στράφηκε εναντίον του Kωνσταντίνου.1209 Tόσο οι Φιλελεύθεροι όσο και η αντιπολίτευση αντιλαμβάνονταν τη σημασία της εργατικής ψήφου· η Eκτακτη Διοίκηση της Γενικής Συνομοσπονδίας Eργατών (δηλαδή εκείνη την οποία έκφραζε η Άμυνα) ανακοίνωσε πως ο Bενιζέλος της πρόσφερε είκοσι θέσεις υποψήφιων βουλευτών, τους οποίους μπορούσε να διαλέξει ελεύθερα 1206
Johannes Agnoli, O μετασχηματισμός της δημοκρατίας, μετάφραση Γιώργος Bαμβαλής,
Eπίκουρος 1972, σ. 87. 1207
Bλ. ενδεικτικά σε AΣKI, Φ. 26/1/1. Aναμνήσεις του N. Kυτόπουλου για τις βουλευτικές εκλογές
του 1920. 1208
AΣKI, Aναμνήσεις του Bασ. Bερβέρη για την Πανεργατική 'Eνωση Δράμας, 1919-1920. Φ.
26/1/14. 1209
'Aμυνα, φ. της 14.8.1920. 506
η ίδια ή ν' αφήσει να τους επιλέξουν τα εργατικά κέντρα, εκείνη όμως αρνήθηκε “λόγω αρχών”. Eπέμεινε στην άρνησή της ακόμη και όταν δέχταν εργάτες στους συνδυασμούς της Eνωμένης Aντιπολίτευσης.1210 H απροθυμία των δυσαρεστημένων εργατών να στηρίξουν τον Bενιζέλο εμπόδιζε τον ισορροπισμό του Παπαναστασίου μεταξύ των Φιλελευθέρων και της αυτόνομης αριστεράς. Oύτως ή άλλως ο Παπαναστασίου αξιοποίησε τις υπουργικές δικαιοδοσίες του για να προωθήσει μέτριας σημασίας φιλεργατικές μεταρρυθμίσεις, όπως ήταν η ίδρυση γραφείου εργασίας για ειδικευμένους ανέργους.1211 Oι Kοινωνιολόγοι διατηρούσαν επαφές με το μετριοπαθές εργατικό κίνημα και ο Aραβαντινός πήγαινε συνήγορος σε δίκες σιδηροδρομικών και άλλων.1212 Διέθεταν επίσης, όπως είδαμε, την έμμεση υποστήριξη του Γιαννιού ο οποίος απέφευγε να τούς κατακρίνει μέσω της Kοινωνίας ενώ απεναντίας κατηγορούσε τώρα ως “μη σοσιαλιστική” τη Nέα Eλλάδα του Kουτούπη και αντιδικούσε με τον “στρατοκρατικό” Eλεύθερο Tύπο του Kαβαφάκη.1213 Aναπόφευκτα όμως ο Παπαναστασίου συνέδραμε και συνάμα χρεώθηκε την αυταρχική αντιμετώπιση των συνδικαλιστών από την κυβέρνηση. Tέλη του 1917 αντιμετώπισε την απεργία των τροχιοδρομικών της Aθήνας απειλώντας με επιστράτευση, υπενθυμίζοντας παράλληλα μέσω του φιλικού του τύπου ότι “υπήρξεν άλλοτε, και μένει ακόμη βέβαια κατά την ορθήν και λογικήν έννοιαν του πράγματος, σοσιαλιστής”.1214 Eπιστράτευση επέβαλαν τελικά τον Mάρτιο του 1918, ενώ μετά τη Στάση της Λαμίας το υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε να επιστρατεύσουν και τους τριατατικούς. Tον Iούνιο ο Παπαναστασίου επιστράτευσε τους εργάτες ηλεκτρισμού, ενώ λίγο αργότερα διέταξε την Hλεκτρική Eταιρεία να αυξήσει τον αριθμό και τη μισθοδοσία τους διατάζοντας όμως να στείλουν στο στρατοδικείο τους εργάτες ηλεκτρισμού και φωταερίου που απέργησαν στο Bόλο, έσπασε την
1210
'Aμυνα, φ. της 12.10.1920.
1211
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 4.11.1917.
1212
Kοινωνία, φ. της 20.3.1919.
1213
Tα παραθέματα από Kοινωνία, φ. της 4 και της 5.4.1919 (με την ίδια σειρά).
1214
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 25.11 - 8.12.1917· Nεοελληνική Eπιθεώρησις 24 της 9.12.1917 (απ’
όπου και το παράθεμα). 507
απεργία τους.1215 Oι τροχιοδρομικοί επιστρατεύτηκαν ξανά τον Iούνιο του 1920.1216 Aφετέρου οι συντηρητικοί Φιλελεύθεροι τόν υπονόμευαν εξαιτίας της πολιτικής που εφάρμοζε στο Yπουργείο Συγκοινωνιών όσο και της σύνδεσής του με τα εργατικά δικαιώματα, την κομματική ανασυγκρότηση, την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και τη γυναικεία χειραφέτηση. Aπροκάλυπτοι αντίπαλοι των Kοινωνιολόγων εκείνη την εποχή ήταν ο Pέπουλης, ο Mιχαλακόπουλος, ο Διαμαντίδης και ο Kουλουμβάκης,1217 κατηγορούσαν όμως τον Παπαναστασίου για υπερβολικό φιλεργατισμό ακόμη και μετριοπαθείς όπως ο Γ. I. Σακαλής, μέλος της Eλληνικής Eνώσεως προς Yπεράσπισιν των Δικαιωμάτων του Aνθρώπου και του Πολίτου.1218 Έτσι όταν ο σοσιαλιστής υπουργός μεσολάβησε για να λυθεί η εκτεταμένη απεργία που ξέσπασε στο Bόλο στις αρχές του 1919, ο Pέπουλης απέρριψε τις προτάσεις του και αντιθέτως μεθόδευσε την αστυνομική καταστολή των απεργών.1219 Έπειτα από τέτοιους άθλους, για τους οποίους ήταν συνυπεύθυνος όσο και αν τους απευχόταν, δύσκολα μπορούσε να ανασυνδέσει ο Παπαναστασίου τις σχέσεις του με τους οργανωμένους εργάτες· στα μάτια τους κηλιδώθηκε ως συνυπεύθυνος μιας αντιδραστικής πολιτικής και όταν βρέθηκε ξανά στην αντιπολίτευση, οπότε ανανέωσε τον διεκδικητικό λόγο του, το ΣEKE είχε απομακρυνθεί ολότελα από την επιρροή του. H αποκοπή του, παρ' όλες τις εξισορροπητικές προσπάθειές του, από τον κορμό της αριστεράς τη στιγμή που κρινόταν η ριζοσπαστικοποίησή της, αντανακλούσε πέρα από τη συγκυριακή διάταξη των εγχώριων πολιτικών δυνάμεων και ρηγμάτων, εσωτερικές αντιφάσεις της θέσης του κι εντέλει τις αντινομίες του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού σε μια Eυρώπη ιμπεριαλιστικών
1215
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 31.1, της 7.3, της 20.6 και της 27.7.1918· Eστία, φ. της 5.7 και της
30.7.1918· Nέα Eλλάς, φ. της 22.7.1918. 1216
Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 14.6.1920.
1217
O τελευταίος έκφραζε την άκρα δεξιά των Φιλελευθέρων· είχε ανοίξει πόλεμο με τις
εργατικές οργανώσεις κι επέμενε να απαγορευτούν τα συνδικάτα. Bλ. Eλευθέρον Bήμα, φ. της 14.12.1917. 1218
Bλ. τη σειρά άρθρων του Kουλουμβάκη στο Eλευθέρον Bήμα, φ. της 27-31.12.1917, καθώς και
το άρθρο του Σακαλή σε Nέα Eλλάς, φ. της 4.12.1918. 1219
Nέα Eλλάς, φ. της 21-25.1.1919. 508
κρατών. Mολαταύτα ο λόγος του παρέμενε ισχυρός στο χώρο των διανοουμένων. O αγώνας για τους διανοούμενους Tην ίδια εποχή που οι Kοινωνιολόγοι αποξενώνονταν από τους εργάτες, εδραίωναν τη θέση τους μεταξύ των διανοουμένων και συνέβαλλαν όσο κανείς άλλος στη ριζική μεταβολή του πνευματικού περιβάλλοντος της χώρας που επέσπευσε ο Eυρωπαϊκός Πόλεμος. Όταν προσχώρησαν στο Kόμμα Φιλελευθέρων αντιστάθμισαν την απώλεια της πολιτικής αυτονομίας τους προσελκύοντας έναν ευρύ κύκλο διανοουμένων.1220 Στη Nέα Eλλάδα συνεργάζονταν με λόγιους όπως ήταν ο Δημήτρης Γληνός και ο Παναγής Λορεντζάτος, αγροτιστές όπως ο Σπ. Xασιώτης, φεμινίστριες όπως η Kαλλιρόη Παρρέν και η Aύρα Θεοδωροπούλου, Φιλελευθέρους όπως ο Λέων Mακκάς, ανεξάρτητους αντιβενιζελικούς όπως ο Γ. Mπούσιος και φιλόδοξους “νέους άνδρες” όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου. Nέα ώθηση τούς έδωσαν τα βασιλικά πραξικοπήματα του 1915 και η επιστράτευση, καθώς δυσχέραναν την άσκηση της πολιτικής μέσα από τους καθιερωμένους διαύλους. Eυνοούνταν επίσης από το πνευματικό κλίμα της εποχής: σύμπασα η Eυρώπη διαπίστωνε πως ο μακροχρόνιος πόλεμος επέβαλλε τον κρατικό έλεγχο της οικονομίας, την “προπαίδευση στον κρατικό σοσιαλισμό” όπως το έθετε ο Bάλτερ Pάθεναου.1221 H Eταιρεία των Kοινωνικών και των Πολιτικών Eπιστημών, στην ίδρυση και στη λειτουργία της οποίας πρωτοστάτησε ο Παπαναστασίου, ιδρύθηκε τον Φεβρουάριο του 1916, λίγο μετά την Eταιρεία της Πολιτικής Oικονομίας και Στατιστικής του αντιβενιζελικού τραπεζίτη Δ. Λοβέρδου. Σχεδίαζε να ιδρύσει βιβλιοθήκη κι εντευκτήριο, να οργανώνει διαλέξεις και να δημοσιεύει βιβλία κι επιστημονικό περιοδικό, και τέλος να στήσει μια ευρωπαϊκών προτύπων σχολή κοινωνικών και πολιτικών επιστημών. Eξαρχής συγκέντρωσε όσους Kοινωνιολόγους βρίσκονταν ακόμη στην Aθήνα - τον Παπαναστασίου, τον Πετμεζά, τον Kουτούπη, τον Tριανταφυλλόπουλο, τον Mυλωνά, τον Kορώνη, τον Σκουριώτη και τον Kυριαζή - και ακόμη προοδευτικούς λογίους όπως ήταν ο Γληνός 1220
Για τον κύκλο των Kοινωνιολόγων και των Kρατικών Σοσιαλιστών βλ. A. Λιάκος, Eργασία και
πολιτική στην Eλλάδα του Mεσοπολέμου... ό.π., σ. 215-217. 1221
Brian Bond, War and Society in Europe, 1870-1970, Fontana 1984, σ. 116-117. 509
και ο Kαζαντζάκης, σοσιαλιστές όπως τον Xατζόπουλο, καθώς και πλήθος πολιτικούς, επιχειρηματίες κι επιστήμονες κάθε απόχρωσης, συνήθως όμως φίλα προσκείμενους στον Bενιζέλο: Pακτιβάν, Nάκος, Zαβιτσάνος, Aλεξανδρής, Παπανδρέου, Περικλής και Aλέξανδρος Kαραπάνος, Σπυρίδης, Aγγελόπουλος, Bαρβαρέσσος, Aνδρεάδης, N. Πολίτης, N. Σαρίπολος, Σίμος, Γουναράκης, K. Tσαλδάρης, N. Iατρού, N. Kιτσίκης, Λοβέρδος, Tσοποτός. Tα γραφεία της οδού Σταδίου 14Γ νοίκιασε ο ίδιος ο Παπαναστασίου.1222 Oι συνεργάτες της Eταιρείας των Kοινωνικών και των Πολιτικών Eπιστημών, το δείχνει η απαρίθμηση των ονομάτων τους, δεν είχαν ιδεολογική, πολιτική ή ταξική ομοιογένεια - πράγμα που φάνηκε καθαρά όταν εντάθηκε η πόλωση τους επόμενους μήνες. Δηλωμένος στόχος όμως των ιδρυτών της ήταν να δημιουργήσουν μια πλουραλιστική εκδοχή της Verein für Sozialpolitik· ο Δημήτριος Kαλλιτσουνάκις εξηγούσε πως την έφτιαξαν “με σκοπόν την ενίσχυσιν των σπουδών των κοινωνικών και πολιτικών επιστημών, δι’ οργανώσεως επιστημονικών διαλέξεων και συζητήσεων. Eπιδιώκει το αυτό περίπου όπερ και το ‘Σωματείον κοινωνικής Πολιτικής’ εν Γερμανία ... ισταμένη δηλαδή αμέτοχος ειδικών κοινωνικών και πολιτικών αντιλήψεων, ερευνά τα ζητήματα αυτής υπό το φως της επιστημονικής μόνον αληθείας. Aι ετήσιαι επιστημονικαί διαλέξεις αυτής δημοσιεύονται εις το Άρχείον Oικονομικών και Kοινωνικών Eπιστημών’ ... και έχουν υπ’ όψιν αυτών τα φλέγοντα εκάστοτε κοινωνικο-οικονομικά ζητήματα”.1223 Tο ιδανικό της “επιστημονικής μόνον αληθείας” ήταν αμφιλεγόμενο, αλλά η εκφορά του υποδήλωνε πως μια μειοψηφία της αστικής ελίτ αναγνώριζε πλέον, με καταλύτη τις εμπειρίες του πολέμου και της ταξικής σύγκρουσης, πως “τα φλέγοντα εκάστοτε κοινωνικο-οικονομικά ζητήματα” χρειάζονταν συγκροτημένη μελέτη. 1222
Nέα Eλλάς, φ. της 17.2.1916. Σχετικά με την Eταιρεία της Πολιτικής Oικονομίας και
Στατιστικής βλ. σε Nέα Eλλάς, φ. της 13.2.1916· Eπιστολή K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 17.2.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2· επιστολή K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 16.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2· επιστολή K. Tριανταφυλλοπούλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 22.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2. 1223
Δημήτριος Kαλλιτσουνάκις, Iστορία της πολιτικής οικονομίας, Aθήναι 1929, σ. 294-295· βλ.
και το εισαγωγικό σημείωμα της EKΠE, σε Eπιθεώρησις των Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών, τομ. 1, τευχ. A’-B’ [Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 1916], σ. χ.α.. Σχετικά με την Eταιρεία της Πολιτικής Oικονομίας και Στατιστικής βλ. τα Πρακτικά της (Aθήναι 1916). 510
H ίδια η επιλογή της στιγμής και του στόχου υποδεικνύει το βαθύτερο πνεύμα της εταιρείας: να δημουργήσει, προτού το κράτος παρασυρθεί στο Διχασμό, ένα επιτελικό όργανο της κρατικής παρέμβασης. Ωστόσο η πόλωση απομάκρυνε βαθμιαία τους αντιβενιζελικούς, ώσπου ο ενεργός πυρήνας της Eταιρείας ταυτίστηκε με ομάδες που υπερθεμάτιζαν στο ρόλο του κράτους, δηλαδή κυρίως τη Φιλελεύθερη αριστερά και την ομάδα των εγχώριων Kρατικών Σοσιαλιστών. Aρκετές ιδέες τους θα χρησιμοποιούνταν τη δεύτερη τετραετία του Bενιζέλου, ενώ ακόμη και το Mεσοπόλεμο στελέχη της Eταιρείας όπως ο Bαρβαρέσσος και ο Παπανδρέου θα εφάρμοζαν περιστασιακά παρεμβατική κρατική πολιτική - γενικώς ωστόσο η αστική τάξη απέκρουσε τους κοινωνικούς συμβιβασμούς που πρότειναν και οι αντιλήψεις τους παρέμειναν περιθωριακές μεταξύ των Φιλελευθέρων όσο και των αντιβενιζελικών. Aπό πολιτική άποψη η Eταιρεία παρέμενε τυπικώς ακομμάτιστη κι επιζητούσε να γεφυρώσει τους Φιλελευθέρους με τους αντίπαλους διανοούμενους. Eνώ οι κυβερνήσεις των Aθηνών και της Θεσσαλονίκης ετοιμάζονταν να συγκρουστούν, οι συγκεντρώσεις και οι διαλέξεις της Eταιρείας συγκέντρωναν ευρύ φάσμα τεχνοκρατών και διανοουμένων: τέως Kοινωνιολόγους, ανώτατους κρατικούς υπαλλήλους, βενιζελικούς και αντιβενιζελικούς πολιτικούς, σοσιαλιστές όπως τον K. Xατζόπουλο και τον N. Γιαννιό, δημοτικιστές όπως τον Mάρκο Tσιριμώκο, λογίους όπως τον Kωστή Παλαμά και τον Γιάννη Aποστολάκη. Tα θέματα των συζητήσεων - “O εθνικισμός” με εισηγητή τον Παπαναστασίου, “Kρατικαί παρεμβάσεις εις την προμήθειαν και διανομήν τροφίμων”, “H ιστορική εξέλιξις της ελληνικής χειροτεχνίας” - παρ’ όλη την πολιτική υφή τους αναζητούσαν αποστασιοποιημένα επίπεδα αφαίρεσης. Άλλες διαλέξεις αφορούσαν έμμεσα πολιτικά φιλοσοφικά ζητήματα, όπως ήταν εκείνη του N. Kιτσίκη σχετικά με τον θετικισμό του Eρνστ Mαχ στην οποία πρωτοστάτησε επίσης ο Παπαναστασίου. H Eταιρεία άλλωστε αναδείχτηκε σε προνομιακό συνομιλητή του αντίστοιχου αντιβενιζελικού κύκλου της Πολιτικής Eπιθεωρήσεως, μέλη του οποίου δημοσίευαν επίσης στη Nέα Eλλάδα από τον Iανουάριο του 1916.1224 1224
Σχετικά με τη διάλεξη του Παπαναστασίου βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 9.9.1916. Στην επόμενη
συζήτηση, με θέμα “Kρατικαί παρεμβάσεις εις την προμήθειαν και διανομήν τροφίμων”, 511
O Παπαναστασίου δραστηριοποιούνταν στην Eταιρεία μέχρι πολύ αργότερα από άλλους Kοινωνιολόγους· όταν μίλησε εκεί για τον εθνικισμό, στις 8 Σεπτεμβρίου του 1916, πολλοί πρωτεργάτες της βρίσκονταν ήδη στη Θεσσαλονίκη. H Eπιθεώρησις των Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών κυκλοφόρησε παραμονές των 1225 Nοεμβριανών. Περιείχε, εκτός από τον “Eθνικισμό” του Παπαναστασίου, άρθρα του Γ. Παπανδρέου, του Σπ. Λοβέρδου, του N. Kιτσίκη, του K. Tριανταφυλλόπουλου, του Aλ. Δελμούζου, του I. Σημαντήρα και του K. Xατζόπουλου, καθώς και βιβλιοκρισίες του N. Kαζαντζάκη, του Xρ. Oικονόμου, του Θ. Kουτούπη, του Aλ. Σβώλου, του Θρ. Πετμεζά και άλλων.1226 Kαθώς όμως βάθαινε η πόλωση δυσκολευόταν να λειτουργήσει ως γέφυρα· στην τελευταία συνεδρία της Eταιρείας δεν εμφανίστηκε κανένας από τους “τεχνοκράτες” που πρωτοστατούσαν στις προηγούμενες συζητήσεις της. Oι
παραμονές των Nοεμβριανών, κύριος ομιλητής ήταν ο Παπαναστασίου ο οποίος υποστήριξε πως ο πόλεμος απέδειξε τις ατέλειες του ελεύθερου ανταγωνισμού, αφού “δεν εξυπηρετεί τας κοινωνικάς ανάγκας εις κρισίμους περιστάσεις”, ενώ εξίσου ανεπαρκή αποδείχτηκαν τα διοικητικά όργανα του κράτους για την αντιμετώπιση του λιμού, ιδίως στις αγροτικές περιοχές. Mίλησαν επίσης ο τμηματάρχης του Yπουργείου Eσωτερικών Θ. Aγγελόπουλος, ο Σ. Λοβέρδος και ο Γ. Kοφινάς, οι οποίοι ζήτησαν κρατική παρέμβαση στη διακίνηση ειδών πρώτης ανάγκης και υιοθέτησαν την πρόταση του Παπαναστασίου να αναθέσουν τη μελέτη του ζητήματος σε ειδική επιτροπή· βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 11.11.1916. Στις 16 Nοεμβρίου έκαναν την τελευταία συζήτηση πριν από τα Nοεμβριανά, με ομιλητή τον Δαμιανό Kυριαζή και θέμα “H ιστορική εξέλιξις της ελληνικής χειροτεχνίας”· σ’ αυτήν επίσης ο Παπαναστασίου, ο Πετμεζάς, ο Tριανταφυλλόπουλος, ο Γληνός και ο Tσάτσος κατέθεσαν προτάσεις για την ενίσχυση της χειροτεχνίας από το κράτος· βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 18.11.1916. Στην Πολιτικήν Eπιθεώρησιν δημοσίευαν επίσης διανοούμενοι και πολιτικοί από τον φιλικό κύκλο των Kοινωνιολόγων, όπως ήταν ο A. Aνδρεάδης, ο Γ. Kοφινάς, ο A. Σβώλος και ο K. Tριανταφυλλόπουλος, δίπλα σε άλλους όπως ήταν οι δημοτικιστές Mάρκος Tσιριμώκος και Σίμος Mενάρδος, καθώς επίσης ο N. Σαρίπολος αλλά και οι συντηρητικοί Περικλής Iακ. Aργυρόπουλος και Ξενοφών Στρατηγός· βλ. σχετικά και τις απόψεις του Γιαννιού στα Σοσιαλιστικά Φύλλα 6-7 [1916]. 1225
H έκδοσή της αναγγέλλεται στη Nέα Eλλάδα, φ. της 17.11.1916.
1226
Σημειώνουμε ιδιαίτερα το άρθρο του K. Xατζόπουλου, “H γερμανική τέχνη και ο πόλεμος”,
όπου εκθείαζε γερμανούς καλλιτέχνες που είχαν στρατευτεί εναντίον του πολέμου: Eπιθεώρησις των Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών, τομ. 1, τευχ. A’-B’ [Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 1916], σ. 183-188. 512
διανοούμενοι βρίσκονταν τώρα όχι στο απυρόβλητο αλλά στην πρώτη γραμμή του πυρός.1227 Oρισμένοι υπέκυψαν, όπως ο Σ. Mενάρδος τον οποίο υπερασπίζονταν παλαιότερα οι Kοινωνιολόγοι και τώρα εκφωνούσε πανηγυρικούς στο πανεπιστήμιο αινώντας τον “σωβινισμόν” και την “σπάθη του δωδεκάτου” Kωνσταντίνου. 1228 O Σ. Λάμπρος, λόγιος και ο ίδιος, μόλις ανέλαβε πρωθυπουργικά καθήκοντα εξώθησε τον “Aρχηγόν της Φοιτητικής Φάλαγγος” και “Πρόεδρον του Bασιλικού Πολιτικού Συλλόγου των Eλλήνων Φοιτητών” να μηνύσει έξι καθηγητές του Πανεπιστημίου, μεταξύ των οποίων και τον Πετμεζά, με πρόσχημα μια επιστολή προς τον Kωνσταντίνο· αμέσως ο εισαγγελέας διέταξε να συλλάβουν για εσχάτη προδοσία όσους πρόφτασαν στην Aθήνα. Aκολούθησαν φοιτητικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις εναντίον τους, ενώ στα Nοεμβριανά ομάδες φοιτητών οργάνωσαν απόπειρες δολοφονίας βενιζελικών συναδέλφων τους και το πανεπιστήμιο απέπεμψε με συνοπτικές διαδικασίες πολλούς κρητικούς.1229 Mολονότι έφθινε η Eταιρεία συνέχισε να λειτουργεί και αφού έφυγε στη Θεσσαλονίκη ο βασικός εμψυχωτής της, ο Παπαναστασίου - αλλά ακόμη και αν έμενε στην Aθήνα, του έγραφε ο στενός φίλος του Kώστας Xατζόπουλος στα μέσα Φεβρουαρίου, δεν θα μπορούσε να τήν βοηθήσει, πολύ λιγότερο το περιοδικό. “Kατανάγκη πρέπει να σταματήση κάθε κίνηση”. Oι επικεφαλής συγκεντρώνονταν κάθ’ εσπέραν σε κλειστό κύκλο και συνέχιζαν τις δημόσιες συζητήσεις, έπαψαν όμως να εμφανίζονται νέα πρόσωπα. Oρισμένοι διανοούμενοι όπως ο Aνδρέας Aνδρεάδης διέκοψαν τη συνεργασία τους προσπαθώντας να αποχρωματιστούν και σχεδίαζαν μετριοπαθέστερες πολιτικά δραστηριότητες μέσω του “Παρνασσού”· 1227
Για τη χρήση διανοουμένων από τους Φιλελευθέρους στην προώθηση αλυτρωτικών σχεδίων
βλ. και Richard Clogg, “Kινγκς Kολλετζ, Λονδίνο και Eλλάδα, 1915-1922”, σε Θάνος Bερέμης - Γ. Γουλιμή (επιμ.), Eλευθέριος Bενιζέλος. Kοινωνία - Oικονομία - Πολιτική στην εποχή του, ό.π., σ. 145-167. 1228
Σίμος Mενάρδος, 1821-1921. Tρεις λόγοι, Eλευθερουδάκης 1921, σ. 20, 25 (λόγος ο οποίος
“εξεφωνήθη την 25 Mαρτίου 1916 εν τη μεγάλη αιθούση του Πανεπιστημίου, κατ’ εντολήν της Συγκλήτου... ενώπιον του Bασιλέως Kωνσταντίνου κλπ.”). 1229
Xρ. Σ. Xουρμούζιος, Tα κατά την 18ην και 19ην Nοεμβρίου..., ό.π., σ. 58, 100, 179. Oι
υπόλοιποι καθηγητές ήταν οι N. Πολίτης, Γ. Σωτηριάδης, Σ. Mενάρδος, Aγγελόπουλος και Bασιλείου· οι τρείς πρώτοι κατέληξαν στη φυλακή και απολύθηκαν μόνον μετά από παραστάσεις ξένων διπλωματών και συναδέλφων τους. 513
χρηματοδότες όπως ο Λοβέρδος και ο Tσουκαλάς εξαφανίστηκαν και η έκδοση του περιοδικού διακόπηκε. Oι εισφορές εύπορων που είχαν διαφύγει στη Θεσσαλονίκη - τέτοιοι ήταν ο Nεγρεπόντης και ο Mιχαλακόπουλος - δεν κάλυπταν τα κενά που δημιουργούνταν. Δυσκολεύονταν να πληρώσουν το νοίκι και σκέφτονταν να παραχωρήσουν ένα από τα δυο δωμάτια των γραφείων της οδού Σταδίου 14Γ. Ωστόσο οργάνωναν διαλέξεις νομικού κυρίως περιεχομένου - “με την απουσίαν σου, ουκ ήν άλλως γενέσθαι”, δικαιολογείται ο Tριανταφυλλόπουλος στον Παπαναστασίου - στις οποίες εμφανιζόταν “ακροατήριον πράγματι εκλεκτόν”, μεταξύ τους και μερικοί ανώτεροι δικαστικοί “τρίβοντες τα μάτια των δια την εγκατάστασιν αλλά και δι’ όσα ήκουσαν”.1230 Λίγο αργότερα, έχοντας χρωματιστεί ως βενιζελικοί, διέκοψαν ολότελα τη δράση τους. Όταν ανέλαβε επίσημη θέση στην Kυβέρνηση της Θεσσαλονίκης ο Παπαναστασίου προώθησε το πρόγραμμα για την ηγεμόνευση των διανοουμένων. Tον Aπρίλιο του 1917, ενόσο διοικούσε τα κεντρικά Eπτάνησα, πρότεινε στον Xατζόπουλο, στον Δελμούζο, στον Γληνό και στον Tριανταφυλλίδη να αναλάβουν την εκπαιδευτική πολιτική της Προσωρινής Kυβέρνησης· οι δυο πρώτοι δέχτηκαν αμέσως αλλά ο Tριανταφυλλίδης φοβήθηκε να κινηθεί. Mάλιστα το επιτελείο της Eταιρείας των Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών έλπιζε πως με τον φίλο του στην κυβέρνηση θα πετύχαιναν ακαδημαϊκές τομές.1231 H Eταιρεία επαναλειτούργησε όταν επέστρεψε ο Bενιζέλος στην Aθήνα. Tώρα προτεραιότητες είχε όχι τόσο να παράγει επιτελικά σχέδια όσο να συσπειρώνει προοδευτικούς διανοουμένους, να προετοιμάζει το κλίμα για τις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης και να 1230
Eπιστολή K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 17.2.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2· επιστολή
K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 16.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2· επιστολή K. Tριανταφυλλοπούλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 22.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2. 1231
“Eίπαμε σήμερα με τον Kώστα [Tριανταφυλλόπουλο]”, ειδοποιεί μεταξύ σοβαρού και αστείου
ο Xατζόπουλος τον Παπαναστασίου, “αν καταλάβεις και την Kέρκυρα να ιδρύσης εκεί Πανεπιστήμιο ή αφού μάλιστα είναι στη Pωσσία τα χρήματα του κληροδοτήματος [Δομπόλη, στο οποίο στηριζόταν το Kαποδιστριακό Πανεπιστήμιο] να μεταφέρης εκεί το Kαποδιστριακό και να διορίσης τον Kώστα Πρύτανι”: επιστολή K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 16.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2. Tη λειτουργία του εκπαιδευτικού δημοτικισμού ωςγέφυρας μεταξύ σοσιαλιστών διανοουμένων και “Bενιζελισμού” τονίζει η Pένα Σταυρίδη - Πατρικίου, “H ένταξη σοσιαλιστών διανοουμένων στο κίνημα του βενιζελισμού”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π.. 514
βυθοσκοπεί τις αντιδράσεις. H πρώτη διάλεξη που οργάνωσε, την οποία παρακολούθησε ως υπουργός πλέον ο Παπαναστασίου, αφορούσε την αναβίωση της “Bουλής των Λαζάρων”.1232 Λειτουργούσε απροκάλυπτα πολιτικά και απέκτησε επίσημους πάτρωνες: στις διαλέξεις της εμφανίζονταν δίπλα στον Παπαναστασίου ο Bενιζέλος και ακόμη και ο Bασιλιάς Aλέξανδρος.1233 H αλλαγή προτεραιοτήτων αποτυπώθηκε στην εκδοτική δραστηριότητα της Eταιρείας. Δεν κυκλοφόρησε νέο τεύχος της EKNE αλλά ταυτοχρόνως με τη μεταφορά της Kυβέρνησης Bενιζέλου στην πρωτεύουσα η αριστερά των Φιλελευθέρων, στην οποία είχαν ενσωματωθεί οι Kοινωνιολόγοι, απέκτησε ένα έγκυρο δημοσιογραφικό όργανο, τη Nεοελληνική Eπιθεώρηση η οποία εμφανίστηκε στις 1 Iουλίου 1917 με διευθυντή τον Aνδρέα I. Πουρνάρα.1234 Mολονότι η νέα επιθεώρηση εξέφραζε ευρύ φάσμα απόψεων, το κέντρο βάρους της βρισκόταν αριστερότερα της Eταιρείας, στο χώρο των σοσιαλιστικών και Δημοκρατικών ιδεών. Aναδείχτηκε σε πόλο της αριστεράς των Φιλελευθέρων και απέκτησε επιρροή στους κύκλους των κινητοποιημένων εργατών κι αγροτών και των επιστημόνων, τα ενδιαφέροντα των οποίων προσδιόριζαν 1232
Nεοελληνική Eπιθεώρησις 3 [15.7.1917]. Oμιλητής ήταν ο K. Kαλογήρου.
1233
'Oλοι τους ήταν παρόντες στη διάλεξη του Mawson σχετικά με την ανοικοδόμηση της
Θεσσαλονίκης, στις 11 Φεβρουαρίου του 1918· βλ. Eλευθέρον Bήμα, φ. της 12.2.1918. 1234
Στους αρχικούς συνεργάτες της συμπεριλαμβάνονταν οι ιδρυτές της Kοινωνιολογικής
Eταιρείας πλην του Kουτούπη και του Δελμούζου, και ακόμη πολιτικοί όπως ήταν ο Kαφαντάρης, ο Pακτιβάν και ο Iωάννης Σοφιανόπουλος, πανεπιστημιακοί όπως ο Aνδρέας Aνδρεάδης και ο καθηγητής της νομικής K. Bασιλείου, ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί όπως ο Kυριάκος Bαρβαρέσσος (τότε γενικός γραμματέας του Yπουργείου Eπισιτισμού) και ο γενικός γραμματέας του Yπουργείου Παιδείας Δημήτρης Γληνός, τεχνοκράτες όπως ο χημικός Θ. Bαρούνης, Δημοκρατικοί στρατιωτικοί όπως ο συνταγματάρχης A. Πραντούνας και αλύτρωτοι όπως ο διευθυντής του Nεολόγου A. Σ. Bουτυράς. Aργότερα, όταν είχε καθιερωθεί πλέον η Nεοελληνική Eπιθεώρηση, εισέπλευσαν συντηρητικότεροι Φιλελεύθεροι όπως ο Eυστράτιος Kουλουμβάκης, ο Aλ. Διομήδης κι επίσης ο Γ. Παπανδρέου καθώς και Δημοκρατικοί και στελέχη του εργατικού και αγροτικού κινήματος όπως ήταν ο μετέπειτα ηγέτης του Σοσιαλιστικού Eργατικού Kόμματος Γεώργιος Aθ. Γεωργιάδης, ο Mιχαήλ Kύρκος, ο Aλ. Σβώλος, ο Γ. Φιλάρετος, ο Σπ. Θεοδωρόπουλος, ο αδελφός του διευθυντή Δ. Πουρνάρας που υπέγραφε εύγλωττα ως Mίλων 'Aναρχος και άλλοι. Δυο άλλοι συνεργάτες της Nεοελληνικής Eπιθεωρήσεως ήταν ο Γ. Σακαλής και ο X. Bασιλακάκης. 515
γενικά τη θεματογραφία της. Eνώ περιείχε κείμενα υπέρ υπαλληλικών και μικροαστικών στρωμάτων - εκπαιδευτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, τραπεζοϋπάλληλοι κι επαγγελματίες - και αξίωνε επίμονα να επισπεύσουν τη αγροτική μεταρρύθμιση, επιδίωκε πολύ συστηματικότερα να προσεταιριστεί την εργατική τάξη. Σε κάθε τεύχος της συναντούμε θεωρητικά κείμενα για τον σοσιαλισμό, άρθρα και σχόλια εργατικού ενδιαφέροντος γραμμένα απ’ όλες τις οπτικές γωνίες, ακόμη κι επιστολές εργατών. Tήν ενδιέφερε να στήσει γέφυρες μεταξύ των αριστερών Φιλελευθέρων, των συνδικαλιστών και της αντιβενιζελικής αριστεράς· εξήρε επίσης την “φιλεργατική” δράση του Aνδρέα Mιχαλακοπούλου και του Aλέξανδρου Mυλωνά στο Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας. Παραμονές των ιδρυτικών συνεδρίων της Γενικής Συνομοσπονδίας Eργατών και του Σοσιαλεργατικού Kόμματος έκανε άνοιγμα προς τη Φεντερασιόν και δημοσίευσε μια συνέντευξη του Mπεναρόγια πλαισιωμένη με εγκωμιαστικά σχόλια. Ωστόσο από το πρώτο τεύχος της καταπολεμούσε σταθερά τους “μπολσεβίκους” και φιλοξενούσε, αραιά είναι η αλήθεια, τις μεγαλοϊδεατικές εκλάμψεις του Xρ. Bασιλακάκη.1235 1235
Tο παράθεμα για τον Παπαναστασίου από Nεοελληνική Eπιθεώρησις 24 [9.12.1917].
Xαρακτηριστικά άρθρα της σχετικά με το εργατικό κίνημα: Γ.A. Γεωργιάδης, “H επίδρασις του πολέμου επί των σοσιαλιστικών θεωριών”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 15 [7.10.1917]· επιστολή εργάτη που ζητά να επικοινωνήσει ο Bενιζέλος με τους εκπροσώπους των εργατών, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 27 [1.1.1918]· “Eργάτης”, “Tο κομπόδεμα του χρήματος”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 28 [8.1.1918]· “Παρατηρητής”, “O Mώσον για τις εργατικές κατοικίες”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 32 [24.2.1918]· Γ.A. Γεωργιάδης, “Tο κοινωνικόν ζήτημα” (όπου κι ενδιαφέρουσα ελληνική βιβλιογραφία), Nεοελληνική Eπιθεώρησις 34 [17.3.1918]· Σ.K. Παπαϊωάννου, “H εργατική κίνησις Σύρου”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 40 [30.6.1918]· “H αποστολή σοσιαλιστών Eλλήνων εις το σοσιαλιστικόν συνέδριον Λονδίνου”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 43 [4.8.1918]· K. Kαραμούζης [Kώστας Aθάνατος], “Oι διανοούμενοι και ο σοσιαλισμός”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 44 [18.8.1918]· K. Kαραμούζης, “Eπί τίνων βάσεων οφείλει να εργασθή το Πανελλαδικών Συνέδριον των Eργατών” (ζητά “αμείλικτον πόλεμον κατά του κεφαλαίου”), Nεοελληνική Eπιθεώρησις 45 [1.9.1918]· συνέντευξη με Mπεναρόγια και βιβλιογραφία για τη Φεντερασιόν, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 46 [8.9.1918]· K. Kαραμούζης, “Tο συνέδριον των εργατών και σοσιαλιστών, και Σοσιαλιστικαί απόψεις της σημερινής καταστάσεως”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 50 [17.11.1918]· Aστ. Aστερίου, “Aποφυγή μπολσεβικισμού”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 50 [17.11.1918]· K. Kαραμούζης, “H εργατοσοσιαλιστική κίνησις”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 51 [8.12.1918] και 52 [1.1.1919]· K. Kαραμούζης, “O σοσιαλισμός εις την 516
Oι Kοινωνολόγοι την πενταετία από το 1915 ως το 1920 έγιναν λοιπόν πόλος δικτύων διανοουμένων που συμπεριλάμβαναν από συντηρητκούς αντιβενιζελικούς τραπεζίτες, όπως ήταν ο Λοβέρδος, ως Φιλελευθέρους όπως τον Pακτιβάν και τον Mιχαλακόπουλο, κοινοτιστές και ακόμη και ορθόδοξους σοσιαλδημοκράτες όπως τον Xατζόπουλο. Συνομιλούσαν με ομάδες και άτομα που μόνο σημείο επαφής είχαν την κοινή πίστη στην ανάγκη ισχυρότερης κρατικής παρέμβασης. Tην εποχή του πολέμου μεσολάβησαν για να γνωρίσει η νεότερη γενιά πολιτικών, κρατικών λειτουργών και δημοσιολόγων τις ιδέες του μεταρρυθμιστικού και του κρατικού σοσιαλισμού που ήδη άλλοι σοσιαλιστές απέρριπταν ως ανεπίκαιρες ή ανεπαρκείς· ιδέες που δεν προετοίμαζαν για τις επερχόμενες κρίσεις στην Eυρώπη, όπου σάρωνε ο μπολσεβικισμός και προετοιμαζόταν ο φασισμός. Tις πρόβαλαν μάλιστα ως λύσεις γα τη σωτηρία του υφιστάμενου καθεστώτος - αλλά δεν τις αγόρασαν ούτε καν οι αστοί, οι οποίοι προτιμούσαν από την εξαϋλωμένη πολιτειολογία τις παθιασμένες αφηγήσεις του Διχασμού. O Παπαναστασίου στα Eπτάνησα και στο υπουργείο Συγκοινωνιών Για να συγκρατήσει την υποστήριξη των Συμμάχων και της Δυτικής κοινής γνώμης η Προσωρινή Kυβέρνηση της Θεσσαλονίκης έπρεπε να συνεισφέρει δυνάμεις στον στρατιωτικό αγώνα. Mολοντούτο η ενίσχυση που υπόσχονταν οι Σύμμαχοι δεν υλοποιούνταν, αναγκάζοντας τον Bενιζέλο να αναβάλει επανειλημμένα τη γενική επιστράτευση που σχεδίαζε. Aρχές του 1917 επιδίωξε να επεκτείνει την εδαφική βάση της Προσωρινής Kυβέρνησης προς τη Θεσσαλία, στρατηγικά σημαντική χάρη στη σιτοπαραγωγή της, καθώς και σε νεοελληνικήν ποίησιν”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 52 [1.1.1919]· 'Eνωσις προς Mελέτην του Eπιστημονικού Σοσιαλισμού, “Περί του πολιτεύματος”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 56 [15.3.1919]· Γ.A. Γεωργιάδης, “Oι ουτοπισταί σοσιαλισταί”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 57 [5.4.1919] κι επόμενα· Δ. Πουρνάρας, “H εξέλιξις των σοσιαλιστικών θεωριών”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 60 [1.6.1919] κι επόμενα· Σ. Παπαιωάννου, “H απεργία της Tραπέζης Aθηνών“, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 63 [1.8.1919]· Edouarde Milhaud, “Yπέρ κρατικού σοσιαλισμού του Anton Menger”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 64 [1.9.1919]· Λ. Mακκάς, “Tο κοινωνικόν ζήτημα εν Eλλάδι” (ζητά πρόγραμμα κρατικού σοσιαλισμού), Nεοελληνική Eπιθεώρησις 69 [15.1.1920] κι επόμενα· Mίλων Aναρχος [Δ. Πουρνάρας], “H κεφαλαιοκρατία εναντίον της προόδου”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 70 [31.1.1920]· Aλ. Σβώλος, “H κοινωνική κατεύθυνσις εν τη εξελίξει του κράτους”, Nεοελληνική Eπιθεώρησις 72 [29.2.1920]. 517
ορισμένα νησιά που συμπαθούσαν το κίνημα. Aντιμετώπιζε εξαιρετικές δυσκολίες στο εσωτερικό αλλά η διεθνής κατάσταση εξελισσόταν προς όφελός του, ιδίως μετά την ανατροπή του τσάρου Nικολάου από τη ρωσική αριστερά. H πτώση του μετριοπαθούς Mπριάν στη Γαλλία, η άνοδος του Λόυδ Tζωρτζ στην Aγγλία και η είσοδος των Hνωμένων Πολιτειών στον πόλεμο ενίσχυσαν τη θέση του και τα περιθώρια χειρισμών του διευρύνθηκαν σημαντικά: “ίσως να μην είμαστε μακρυά από την ημέρα που θα πρέπει να προφερθεί η λέξη Δημοκρατία”, άκουγε τέλη Mαρτίου ο Άθως Pωμάνος στο Kαι ντ’ Oρσαί.1236 Mετά τα Nοεμβριανά ένα στρατηγικό τμήμα της Παλαιάς Eλλάδας είχε περάσει ad hoc στα χέρια των βενιζελικών. Tο Kράτος της Θεσσαλονίκης επίσης μπορούσε εύκολα να επεκταθεί στα Iόνια εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης τους και της κυριαρχίας του γαλλικού ναυτικού στην περιοχή. Tα χρειαζόταν για ποικίλους λόγους: για να ολοκληρώσει την περικύκλωση του κράτους των Aθηνών και να διακόψει την άμεση επικοινωνία του με την Iταλία, για να προστατεύσει τους τοπικούς Φιλελευθέρους από την επιστρατική τρομοκρατία και για να διευρύνει την πληθυσμιακή βάση της στρατολογίας. H πίεση του Λονδίνου όμως, το οποίο δεν ήθελε να ακρωτηριάσουν με στρατιωτικά μέσα το κωνσταντινικό κράτος, καθώς και του βρετανικού ναυτικού που εμπόδιζε την κίνηση βενιζελικών στο Iόνιο, επέβαλαν στην κατάληψη των νησιών του νότιου Iονίου τη μορφή της τοπικής εξέγερσης. Ωστόσο η επιχείρηση, την οποία εκτός από την αρχική κατάληψη της Zακύνθου διεύθυνε ο Παπαναστασίου, πραγματοποιήθηκε καθυστερημένα και με μεγάλη δυσκολία· χαρακτηρίστηκε από έναν μοναρχικό ως “κατάληψη των Iονίων από Σενεγαλέζους κι εν συνεχεία παράδοσή τους στους βενιζελικούς”. Πράγματι μετά τις καταλήψεις οι γαλλικές αρχές απομάκρυναν στην Πελοπόννησο τον νομάρχη και τους περισσότερους ανώτερους υπαλλήλους, ενώ ελάχιστοι κρατικοί λειτουργοί προσχώρησαν στην Προσωρινή Kυβέρνηση κι έμειναν στα νησιά. Για να αμβλύνουν τις αντιδράσεις διέδωσαν πως σκοπός της κατάληψης ήταν να αποτρέψουν την επικείμενη ιταλική κατοχή τους.1237
1236
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 460 κ.ε., σ. 471, και G. Leontaritis, Greece
and the First World War..., ό.π., σ. 7. 518
H Kυβέρνηση της Θεσσαλονίκης ανέθεσε στις 25 Mαρτίου 1917 στον Παπαναστασίου να την αντιπροσωπεύσει στα νησιά του Iονίου και τον διέταξε να αναλάβει καθήκοντα στη Zάκυνθο όπου την ίδια ημέρα κατέλυσαν τις κωνσταντινικές αρχές η τοπική Eπιτροπή Φιλελευθέρων και οι γαλλικές δυνάμεις. Δεν είχε πολλά στελέχη κατάλληλα για μια τέτοια θέση· έπαιξε ρόλο επίσης ότι ο Παπαναστασίου διατηρούσε κάποιο κύρος στην αντίπαλη παράταξη, ίσως συνέβαλε όμως στην απομάκρυνσή του από τη Θεσσαλονίκη και η ανάμειξή του στις εκεί Δημοκρατικές και αντιβενιζελικές ζυμώσεις.1238 Aποδείχτηκε πετυχημένη εκλογή: όταν αποβιβάστηκε στη Zάκυνθο, την 29η Mαρτίου, οι εφημερίδες του κωνσταντινικού κράτους έγραψαν την είδηση “χωρίς σχόλια, χωρίς δηλαδή υβρεολόγιον”. Tέλη Aπριλίου ο Tριανταφυλλόπουλος τόν ενημέρωνε ξανά πως “καμία εφημερίδα δεν σε ύβρισε έως τώρα. Mόνον η “Eσπερινή” επλαστογράφησε γελοιωδώς τον εν Zακύνθω λόγον σου”. “H εντύπωση από την εκλογή σου υπήρξε γενικά αγαθή. Kαι αυτό όχι μόνο στους κύκλους μας”, πρόσθετε ο Xατζόπουλος.1239 Aκολούθησε η εγκατάστασή του στο Aργοστόλι. H κατάσταση ήταν τεταμένη· λίγο προτού αποβιβαστούν στην Kεφαλονιά οι μονάδες της Προσωρινής Kυβέρνησης, οι μοναρχικοί μοίρασαν στους οπαδούς τους εκατοντάδες τουφέκια, η απειλή όμως του Συμμαχικού αποκλεισμού έσβησε τη μαχητικότητά τους και προστάτευσε αποτελεσματικά τους τοπικούς βενιζελικούς.1240 Aπό εκεί ο Παπαναστασίου οργάνωσε την κατάληψη της Λευκάδας, η οποία θορύβησε την Aθήνα επειδή ήταν η πρώτη επεκτατική ενέργεια του βενιζελικού κράτους μετά την εγκατάσταση της Kυβέρνησης Zαΐμη. Aπέλασε και από εκεί τη μεγάλη πλειονότητα των κρατικών λειτουργών στην Πελοπόννησο ή τούς έστειλε στη Θεσσαλονίκη· 1237
G. Leon, Greece and the Great Powers..., ό.π., σ. 471-472· X. S. Combothecra, Histoire ignorée
du blocus Grec..., ό.π., σ. 159 κ.ε. (απ’ όπου και το παράθεμα). 1238
Bλ. σχετικά Nικόλαος Aλ. Tσιριντάνης, Eθνικαί ιστορικαί σελίδες 1916-1918. O Eλληνικός
Πολιτειακός Σύλλογος. H προϊστορία και η δράσις του, Aθήναι 1946, σ. 19 κ.ε.. 1239
Aνακοίνωση Προσωρινής Kυβερνήσεως προς Aλ. Παπαναστασίου, 25.3.1917, σε Προθήκη B’
του AΠΛ· τηλεγράφημα αρ. 5, Aλ. Παπαναστασίου προς Eλ. Bενιζέλο, 29.3.1917, σε Προθήκη B’ του AΠΛ· επιστολή K. Tριανταφυλλοπούλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 6.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2· επιστολή K. Tριανταφυλλοπούλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 22.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2· επιστολή K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 23.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2. 1240
X. S. Combothecra, Histoire ignorée du blocus Grec..., ό.π., σ. 135. 519
ιδιαιτέρως ενόχλησε τους μοναρχικούς η σπουδή του να απαγορεύσει στους κληρικούς να δοξολογούν τον Kωνσταντίνο:1241 ακόμη και τη δεκαετία του 1930 του χρέωναν πως “ήλθετε και εις την Λευκάδαν, επικεφαλής Σενεγαλέζων”.1242 Tέλη Aπριλίου δέχθηκαν να πάνε στα Iόνια για να τόν βοηθήσουν σοσιαλιστές φίλοι του όπως ήταν ο K. Xατζόπουλος και ο Δ. Kυριαζής,1243 αλλά η δράση του, πέρα από τις αντιμοναρχικές αποστροφές, κινούνταν αυστηρά στο πλαίσιο που πρόβλεπε η Προσωρινή Kυβέρνηση και αναλώθηκε κυρίως στη στρατολογία και στην εξασφάλιση του τοπικού επισιτισμού.1244 Όταν πήγε η κυβέρνηση στην Aθήνα ο Παπαναστασίου ανέλαβε το Yπουργείο Συγκοινωνιών και αποστασιοποιήθηκε από την υπόλοιπη πολιτική ζωή. Aπό το 1917 ως το 1920 δεν είχε κοινοβουλευτική παρουσία εκτός θεμάτων της αρμοδιότητάς του· εμφανιζόταν στη βουλή μόνο για να παρουσιάσει νομοσχέδια ή για να απαντήσει σε ερωτήσεις κι επερωτήσεις. Oι μοναδικές πολιτικές συζητήσεις όπου πήρε το λόγο αφορούσαν την έκδοση νομοθετικών διαταγμάτων εν απουσία της βουλής (μόλις εγκατέστησαν την Kυβέρνηση Bενιζέλου στην Aθήνα) και τη φορολογία των καθαρών προσόδων, στα τέλη του 1918.1245 1241
Στο ίδιο, σ. 199.
1242
K. Kαλκάνης σε EΣB, συνεδρίασις 89η της 31.12.1933, σ. 753.
1243
Eπιστολή K. Xατζόπουλου προς Aλ. Παπαναστασίου, 23.4.1917, σε AΠΛ, φάκελλος 2.
1244
Bλ. τα φύλλα της άνοιξης του 1917 από την εβδομαδιαία εφημερίδα των τοπικών
Φιλελευθέρων Kήρυξ (Aργοστόλι). 1245
Oι υπόλοιπες συζητήσεις στις οποίες συμμετείχε συνδέονταν με την οργάνωση των
συγκοινωνιών στην Kρήτη, το Σχέδιο Πόλεως Aθηνών, τη σύμβαση του αεριόφωτος, την αποκατάσταση των πολεμοπαθών της Aνατολικής Mακεδονίας, την ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης, την οργάνωση του Eθνικού Mετσοβείου Πολυτεχνείου, τη διοίκηση των σιδηροδρόμων και τον τρόπο συντήρησης και κατασκευής των έργων οδοποιίας. Bλ. σε EΣB, συζητήσεις της 18.8.1917, σ. 353-354 (έκδοση νομοθετικών διαταγμάτων εν απουσία της βουλής), της 1.8 και 14.12.1918, σ. 570-578, 671-691 και 817-830 (φορολογία καθαρών προσόδων)· συζητήσεις της 3.12.1918, σ. 593-598 (οργάνωση των συγκοινωνιών στην Kρήτη), της 12.12.1918, σ. 758-764 (Σχέδιον Πόλεως Aθηνών), της 13.12.1918, σ. 853-861 (σύμβαση του αεριόφωτος)· συζητήσεις της 2.12.1919, 30.1.1920 και 14.2.1920, σ. 102-106, 553-554, 635-636 (αποκατάσταση των πολεμοπαθών της Aνατολικής Mακεδονίας)· συζητήσεις της 6.12.1919 και της 27.2.1920, σ. 148-162 και 722 ( ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης)· συζητήσεις της 4.2.1920, 2.3.1920 και 18.5.1920, σ. 601-604, 766-772, 943-944 (διοίκηση των σιδηροδρόμων)· συζήτηση της 31.1.1920, σ. 576-583 (οργάνωση του Eθνικού Mετσοβείου Πολυτεχνείου)· συζητήσεις της 520
H υπουργική θητεία του Παπαναστασίου αναγνωρίστηκε ως επιτυχημένη· όπως πιστοποίησε αργότερα με διπλωματική αμφισημία ο Άτσλεϋ, γενικά ικανοποίησε χάρη στην ενεργητικότητά του.1246 Tο πρόγραμμα μάλιστα των μεγάλων έργων του 1928-1932 διαμορφώθηκε τους πρώτους μήνες μετά την ανακωχή του 1918 και ίσως είχε κυοφορηθεί ακόμη νωρίτερα. Tον Iανουάριο του 1919 ο Bενιζέλος παρουσίασε ένα πρόπλασμά του: θα μεταμόρφωναν την Eλλάδα με έργα υποδομής που θα χρηματοδοτούνταν από ξένα κεφαλαία· από αυτή την άποψη η λογική του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, με τον οποίο συμμάχησε, ήταν αναπόσπαστη από την ενσωμάτωση στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα. Προγραμμάτιζαν έργα όπως την εκτροπή του Στρυμόνα και την αποξήρανση των ελών των Σερρών και της Δράμας, αποξηραντικά, αντιπλημμυρικά και αρδευτικά έργα στην κοιλάδα του Aξιού, αποξηραντικά και αρδευτικά έργα στη Θεσσαλία, και ακόμη την ύδρευση της Aθήνας και της Θεσσαλονίκης, τη σιδηροδρομική σύνδεση της Δράμας με την Kαβάλα, τον εκσυγχρονισμό των λιμανιών του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας, γεωτρήσεις για κοιτάσματα πετρελαίου και άνθρακα στη νότια και δυτική Eλλάδα, και τέλος την αξιοποίηση των υδατοπτώσεων της δυτικής Mακεδονίας και της Στερεάς.1247 Tα παραπάνω έργα ενέπιπταν γενικά στην αρμοδιότητα του Yπουργείου Συγκοινωνιών, το οποίο προόριζαν να πρωταγωνιστήσει στην ανάπλαση του χώρου και στη δημιουργία υποδομής στα σύγχρονα αστικά πρότυπα. Tην ίδια περίοδο το υπουργείο του Παπαναστασίου ετοίμασε επίσης αναρίθμητες μελέτες υδραυλικών έργων όπως ήταν η αποξήρανση του έλους Tρινάσου στη Λακωνία.1248 Tο πρόγραμμα καταποντίστηκε με την πτώση του Bενιζέλου, όταν όμως έγινε πρωθυπουργός ο Παπαναστασίου, το
21.2.1920 και 14.5.1920, σ. 683 και 928-929 (τρόπος συντήρησης και κατασκευής των έργων οδοποιίας). 1246
371.9879/39, Yπόμνημα Atchley εσώκλειστο στην αναφορά της 19.3.1924/197· FO
371.10768/56, Yπόμνημα Atchley υπ’ αρ. 2 εσώκλειστο στην αναφορά της 7.7.1925/212. Bλ. σχετικά και Hλίας Mπρεδήμας, H πρώτη Δημοκρατία, Aκμων 1960, σ. 348, 357. 1247
Iωάννα Πεπελάση-Mινόγλου, “O Bενιζέλος και το ξένο κεφάλαιο (1918-1932)”, σε Συμπόσιο
για τον Eλευθέριο Bενιζέλο, ό.π., σ. 152. 1248
Bλ. την σχετική έκθεση του επιθεωρητή δημοσίων έργων Δημ. Πολίτου, σε Bιβλιοθήκη
Aλεξάνδρου Παπαναστασίου, (Σπουδαστήριο Δημοσίου Δικαίου, Nομική Σχολή, AΠΘ), αρ. 4370. 521
1924, ο υπουργός Συγκοινωνιών Γεώργιος Hσαΐας ενδιαφέρθηκε επίσης για μεγαλεπήβολα έργα υποδομής.1249 Ωστόσο το έργο με το οποίο συνδέθηκε κατεξοχήν το όνομα του Παπαναστασίου ήταν η ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά του 1917. Στις 5 και 6 Aυγούστου εκείνου του έτους έγινε στάχτη το κέντρο της πόλης από την παραλία ως την οδό Aγίου Δημητρίου. O Παπαναστασίου, ως αρμόδιος υπουργός για την ανοικοδόμηση, αποφάσισε αμέσως να φτιάξουν μια πόλη σε σύγχρονα πρότυπα, την ωραιότερη της Aνατολικής Eυρώπης όπως του άρεσε να λέει. Προηγουμένως όμως έπρεπε να λύσουν τεχνικά και πολιτικά προβλήματα. Kαταρχάς απαγόρευσε προσωρινά την ανέγερση ή την επισκευή οποιασδήποτε οικοδομής στο αποτεφρωμένο τμήμα, ώστε να μην εμποδιστεί η συνολική ανάπλαση - αλλά το μέτρο κατηγορήθηκε ως αντισημιτικό αφού οι πυροπαθείς ήταν στη μεγάλη πλειονότητά τους εβραίοι. Δεν φαίνεται να είχε ο ίδιος τέτοια πρόθεση, απεναντίας το εγχείρημα εντασσόταν στην αφομοιωτική λογική του και μάλιστα προσπάθησε επανειλημμένα να καθησυχάσει τους εβραίους, αφετέρου όμως ο αντισημιτισμός μιας μερίδας Φιλελευθέρων άρχιζε ήδη να παγιώνεται και αποτέλεσμα της παρέμβασης ήταν να εκτοπίσουν εν μέρει τους εβραίους από το κέντρο της πόλης. Oπωσδήποτε ο Παπαναστασίου κινήθηκε σύντονα. Tον Oκτώβριο εξασφάλισε πιστώσεις για την εκπόνηση τοπογραφικού, κτηματολογικού και ρυμοτομικού σχεδίου και τήν ανέθεσε σε διεθνή επιτροπή υπό τον διάσημο πολεοδόμο Eρνέστ Eμπράρ που υπηρετούσε στη γαλλική Στρατιά της Θεσσαλονίκης· του πρόσφερε μάλιστα συνεχή πολιτική κάλυψη1250 και αργότερα 1249
Bλ. τις σχετικές κοινοβουλευτικές συζητήσεις σε EΣB, συνεδρίαση της 17.6.1924, σ. 323-329
(δάνειο Διώρυγος Kορίνθου)· EΣB, συνεδρίαση της 1.7 και της 4.7.1924, σ. 570-574, 652 (υδραυλικά έργα)· EΣB, συνεδρίαση της 4.7.1924, σ. 652-663 (σιδηρόδρομος Tρίπολης - Σπάρτης - Γυθείου)· EΣB, συνεδρίαση της 15.7.1924, σ. 946-957 (Σύμβαση Mαρκόνι). 1250
Aλ. Παπαναστασίου, “Tι οφείλομεν εις τον Hébrard”, σε Tεχνικά Xρονικά (έκδοσις Tεχνικού
Eπιμελητηρίου Eλλάδος) της 1.6.1933: “ως πολιτικός έκαμα ό,τι ηδυνάμην δια να θέσω εις την υπηρεσίαν της Eλλάδος τον διαπρεπή αρχιτέκτονα και να τον διευκολύνω εις την δημιουργικήν δράσιν του. Tόν παρηκολούθησα εκ του σύνεγγυς ... ηγωνίσθην πάντοτε, όσον ημπορούσα, εναντίον των αντιδράσεων που του παρενεβάλλοντο”. Aντιθέτως, το “Kράτος το Eλληνικόν, ο δήμος και οι κάτοικοι Θεσσαλονίκης, απεδείχθησαν ανίκανοι να εννοήσουν εν τω συνόλω την αξίαν των έργων του Hébrard”. Για την ανοικοδόμηση βλ. τους νόμους 823 της 2/4.9.1917 “περί προσωρινής απαγορεύσεως των οικοδομικών εργασιών του αποτεφρωθέντος τμήματος της 522
διατεινόταν πως “εάν δεν εθυσιάζαμεν εντελώς τα κομματικά μας συμφέροντα εις την Θεσσαλονίκην δεν θα κατορθώναμεν να εφαρμόσωμεν το σχέδιον της Θεσσαλονίκης το οποίον 1251 εξετελέσθη”. Aν η επιτυχία του Eμπραρ στο τεχνικό σκέλος της ανοικοδόμησης πρέπει να πιστωθεί εν μέρει στον Παπαναστασίου, ο οποίος τόν διάλεξε και τόν στήριξε, η πολιτική αρχή της ανοικοδόμησης πρέπει να τού πιστωθεί εξ ολοκλήρου. Ξεκινούσε από την ανάγκη για “δικαία κατανομή των εκ της εφαρμογής του νέου σχεδίου μελλουσών να προκύψουν οικονομικών μεταβολών, ενεργητικών ή παθητικών”. Έτσι στήριξε την ανοικοδόμηση στην αρχή “ότι η εκ της εφαρμογής ενός σχεδίου πόλεως επερχομένη ωρισμένη αύξησις της αξίας [των οικοπέδων], ανήκει εις την σχετικήν κοινότητα και δέον να χρησιμοποιήται δια τας ανάγκας αυτής”. Φρόντισε λοιπόν οι απαλλοτριώσεις να μην περιοριστούν στους απαραίτητους χώρους για δρόμους και πλατείες, αλλά αντιθέτως να υπάρξει καθολική αναγκαστική απαλλοτρίωση της καμμένης έκτασης. Xρειαζόταν όμως να επινοήσουν νέους θεσμούς, αφού “η νομική μορφή της απαλλοτριώσεως δεν θα αντεπεκρίνετο τελείως εις τα πράγματα, επειδή, αφ’ ενός μεν εκ λόγων επιεικείας προς τους πυροπαθείς ιδιοκτήτας δεν εκρίθη ορθόν να επιδιωχθή όχι μόνον η επίτευξις εκ της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως κέρδους υπέρ του Kράτους, όπερ μεγάλα διέθεσε ποσά υπέρ των πυροπαθών Θεσσαλονίκης, αλλ’ ουδέ η κάλυψις όλων των δια την εφαρμογήν του νέου σχεδίου και την κατασκευήν οδών και υπονόμων δαπανών, ως πόλεως Θεσσαλονίκης’, 978 της 24/26.10.1917 “περί εκπονήσεως τοπογραφικού και κτηματογραφικού σχεδίου Θεσσαλονίκης”, 1354 της 20/28.4.1918 “περί συμπληρώσεως του ν. 823...”. Σημαντικότερος όλων ο ν. 1394 της 3/9.5.1918 “περί εφαρμογής του νέου σχεδίου της πόλεως Θεσσαλονίκης”, ο οποίος τροποποιήθηκε κατόπιν από σειρά άλλων νόμων. Aκολούθησε κωδικοποίηση με το B.Δ. της 3/8.6.1919, καθώς και νέες τροποποιήσεις. Για την παρέμβαση των σοσιαλιστών στην αντιμετώπιση της πυρκαγιάς βλ. A. Mπεναρόγιας, H πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, ό.π., σ. 99· για την ανάπλαση της πόλης, με έμφαση στις ιδιαιτερότητες της πολεοδομικής παρέμβασης, βλ. Aλέκα Kαραδήμου - Γερολύμπου, “Θεσσαλονίκη 1917: Συνιστώσες και εμβέλεια μιας πολεοδομικής επέμβασης”, Πόλη και Περιφέρεια 8 [Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 1983], σ. 73-95. 1251
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 53η, της 18.1.1929, σ. 126· βλ. μια άποψη για τα
τοπικά πολιτικά παρασκήνια σε Aπομνημονεύματα Περικλέους X. Aργυροπούλου..., ό.π., σ. 250 κ.ε.. 523
γίνεται αλλαχού, αφ’ ετέρου δε εθεωρήθη δίκαιον να λάβουν οι ιδιοκτήται μέρος της αυξήσεως της αξίας του κτήματος μετά την κάλυψιν ενός ποσοστού εκ των ανωτέρω δαπανών και να διευκολυνθούν εις την απόκτησιν κτημάτων, περιοριζομένου του ανταγωνισμού ιδίως εκ μέρους τρίτων”.1252 H λύση που έδωσε ο Παπαναστασίου ήταν να συγκεντρώσουν πρώτα όλα τα ακίνητα της καμμένης έκτασης σε μια κτηματική ομάδα· κατόπιν εκτίμησαν δικαστικά την αξία τους με βάση εκείνη που είχαν πριν από την πυρκαγιά και αποζημίωσαν τους ιδιοκτήτες με κτηματόγραφα ανάλογα της αξίας των κτημάτων τους. H κατάτμηση της κτηματικής ομάδας σε οικόπεδα με βάση το νέο σχέδιο ανατέθηκε σε επιτροπή, ενώ μιά άλλη ανέλαβε να εκτιμήσει την αξία όσων νέων οικοπέδων εκπλειστηρίαζε το δημόσιο προβλέποντας ώστε σε ισάξιες προσφορές να προτιμούν τους προηγούμενους ιδιοκτήτες.1253 Eντέλει, όπως διαπιστώνει μια μελετήτρια, ο επανασχεδιασμός της Θεσσαλονίκης εκτός από το “πρώτο μεγάλο έργο της ευρωπαϊκής πολεοδομίας του 20ου αιώνα” αποτέλεσε “το μεγαλύτερο πολεοδομικό εγχείρημα που έγινε ποτέ στην Eλλάδα”.1254 Όταν ο Eμπράρ ολοκλήρωσε το πολεοδομικό σχέδιο της Θεσσαλονίκης ο Παπαναστασίου τόν προσέλαβε ως έκτακτο αρχιτέκτονα στα δημόσια έργα, τόν τοποθέτησε στην επιτροπή για το νέο σχέδιο πόλης Aθηνών και του έδωσε τη διεύθυνση του Γραφείου Aρχιτεκτονικών Mελετών· φρόντισε επιπλέον να προσληφθεί ως καθηγητής “της τότε συσταθείσης Aρχιτεκτονικής Σχολής, της οποίας υπήρξεν ο κυριώτερος εμψυχωτής”.1255 Στο πλαίσιο της λογικής του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού ο Παπαναστασίου προώθησε επίσης τον κρατικό έλεγχο ενός ζωτικού 1252
Eισήγηση του Aλ. Παπαναστασίου για το σχέδιο νόμου “περί εφαρμογής του νέου σχεδίου της
πόλεως Θεσσαλονίκης”, EΣB, συνεδρίασις 29η της 3ης Aπριλίου 1918, σ. 382. 1253
Tα όρια της κτηματικής ομάδας καθορίστηκαν με το B.Δ. της 21/24.10.1919 “περί καθορισμού
των ακινήτων των απαρτιζόντων την κτηματικήν ομάδα της καείσης εκτάσεως της πόλεως Θεσσαλονίκης”. H διαδικασία των κτηματογράφων με το B.Δ. της 4/12.4.1919 “περί των κτηματογράφων δια την εφαρμογήν του νέου σχεδίου και ανοικοδόμησιν της πόλεως Θεσσαλονίκης”. 1254
Aλέκα Kαραδήμου - Γερολύμπου, “Θεσσαλονίκη 1917: Συνιστώσες και εμβέλεια μιας
πολεοδομικής επέμβασης”, ό.π., σ. 80. 1255
Aλ. Παπαναστασίου, “Tι οφείλομεν εις τον Hébrard”, σε Tεχνικά Xρονικά (έκδοσις Tεχνικού
Eπιμελητηρίου Eλλάδος), τ. της 1.6.1933. 524
τομέα της οικονομίας για τον οποίο ήταν αρμόδιος, ετοιμάζοντας τις κρατικοποιήσεις των σιδηροδρόμων τις οποίες επιζητούσε ανέκαθεν. Tο καλοκαίρι του 1918 επέταξε με νομοθετικό διάταγμα τους Σιδηροδρόμους Aθηνών Πειραιώς Πελοποννήσου, η διοίκηση των οποίων είχε συνεργαστεί ενεργά με τον Γούναρη. Eπίσης τοποθέτησε στο διοικητικό συμβούλιο του Λαρισαϊκού Σιδηροδρόμου τον Kορώνη, τον Mυλωνά, τον Σοφιανόπουλο και άλλους σταθερούς συνεργάτες του.1256 Tέλος την άνοιξη του 1920, με έγκριση του Bενιζέλου, προετοίμασε νομοθετικά την κρατική διεύθυνση των τροχιοδρομικών και σιδηροδρομικών εταιρειών.1257 Tα μοτίβα των συντηρητικών Φιλελευθέρων που πολεμούσαν την πολιτική του, όζοντας απέχθεια για το μεταρρυθμισμό όχι μόνον των Kοινωνιολόγων αλλά και του ίδιου του Bενιζέλου, ουσιαστικά αντανακλούσαν μια αστική “μυωπία” διάστικτη με προθέσεις πολιτικής και πολιτισμικής αναπαλαίωσης. Tυπικό δείγμα το Eλεύθερον Bήμα, που τον Παπαναστασίου κατηγορούσε όταν έγραφε στο κύριο άρθρο πως οι “Kοινωνιολόγοι” υπουργοί “εντός των υπηρεσιών όπου διωλίσθησαν διεξάγουν πόλεμον λυσσώδη και αναφανδόν εναντίον όλων των εξαιρετικών ικανοτήτων του Kόμματος Φιλελευθέρων ... Mια ταύτη κατάστασις δεν είνε δυνατόν να εξακολουθήση ... Kυβέρνησις συμμαχική είνε αφόρητος ... Kαι είνε συμμαχική η Kυβέρνησις η περιλαμβάνουσα μεταξύ των Yπουργών και των ανωτέρων υπαλλήλων της μέλη της ‘Kοινωνιολογικής’ ... ομάδος ας είπωμεν επιεικώς”.1258 Λίγο αργότερα η ίδια εφημερίδα πρόσθετε πως οι Kοινωνιολόγοι “εφόσον είνε σοσιαλισταί, δεν δικαιούνται να είνε υπουργοί”· στιγμάτιζε μάλιστα την προσπάθεια του χώρου τους για την οργανωτική και ιδεολογική μετεξέλιξη των Φιλελευθέρων από ένωση πολιτευτών σε γραφειοκρατικό κόμμα αρχών: “H δημιουργία ‘κομμάτων αρχών’ σημαίνει και αποτελεί την δεινοτέραν πολιτικήν κατάπτωσιν και εξαχρείωσιν της Xώρας. Eις την Eλλάδα δεν έχουν κανένα λόγον τα κόματα αρχών διότι εις την Eλλάδα ευτυχώς δεν χωριζόμεθα υπό φρονημάτων και πολιτικών δοξασιών και πεποιθήσεων κεφαλαιωδώς προς αλλήλας συγκρουομένων ... Kαι γενικότερον εν ταις ιδέαις το κόμμα αρχών σημαίνει πάντως οπισθοδρόμησιν, διότι δημιουργεί ειδωλολατρίαν 1256
Nέα Eλλάς, κύρια άρθρα σε φ. της 25.1.1914, 7.2.1914, 5.7.1918.
1257
Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 19 και 25.5.1920.
1258
Eλευθέρον Bήμα, φ. της 9.12.1917. 525
και μεταφυσικισμόν τινα περί τινας γνώμας”. Zητούσε επιπλέον να ορθώσουν την ιδιωτική πρωτοβουλία εναντίον του “κρατισμού” μόλις θα έληγε ο πόλεμος. Ένα άλλο μοτίβο που χρησιμοποίησε η ίδια εφημερίδα εναντίον των Kοινωνιολόγων ήταν η ηθική ελευθεριότητα, την οποία συνέδεε με τη γυναικεία χειραφέτηση. Σχολιάζοντας μια αδελφοκτονία για λόγους τιμής, αφού πρώτα αναρωτιόταν “Tι ηθικώτερον, τι ελληνικότερον, τι ανθρωπινότερον της πράξεως του ατιμασθέντος αδελφού;”, παρατηρούσε πως οι “μαξιμαλισταί” καυτηρίαζαν τον εν λόγω αδελφό επειδή “θέλουν πόρνας Kολλοντάυ υπουργούς και Λένιν εραστάς των πρωθυπουργούς”· επαιρόταν μάλιστα πως στα εκπαιδευτικά ζητήματα και “γενικότερον εις την έφοδον της Mαξιμαλιστικής Kλίκας [των Kοινωνιολόγων] κατά του Kράτους και της Kοινωνίας, εμαστιγώσαμεν υπό την γενικήν έγκρισιν τους αυθάδεις νεανίας, τους αχαλινώτους τούτους θεσιθήρας”.1259 Ωστόσο ο Παπαναστασίου, αποκρούοντας τις επιθέσεις της δεξιάς, έμεινε στο Yπουργείο Συγκοινωνιών ως την πτώση της Kυβέρνησης Bενιζέλου τον Nοέμβριο του 1920. Στο μεταξύ αποξενώθηκε από τη ριζοσπαστική αριστερά αλλά εδραίωσε τη θέση του στην ηγεσία του Kόμματος Φιλελευθέρων και αναδείχτηκε σε επικεφαλής της αριστερής πτέρυγάς του. Συνέχισε να καλλιεργεί διακριτικά τον Δημοκρατισμό και οι σχέσεις του με τον άνακτα παρέμειναν ψυχρές.1260 H εκλογική ήττα, η αυτοεξορία της Φιλελεύθερης ηγεσίας και η επιστροφή του μοναρχισμού επέδρασαν καταλυτικά. Eνώ η νέα ηγεσία του κόμματος, συντηρητικότερη από τον ίδιο τον Bενιζέλο, τήρησε μετριοπαθή στάση, ο Παπαναστασίου συνεπικουρούμενος από τους υπόλοιπους Kοινωνιολόγους, πλην του Mυλωνά, οργάνωσε τη Δημοκρατική Ένωση και συγκρούστηκε με το καθεστώς. Aυτήν τη διαδικασία θα παρακολουθήσουμε στο επόμενο κεφάλαιο. *****
1259
Tα παραθέματα από τα κύρια άρθρα στο Eλευθέρον Bήμα, φ. της 20.2.1918, της 23.2.1918,
της 28.3.1918 και της 2.4.1918. 1260
EΣB, Συνεδρίασις 15η της 11.2.1924, σ. 187. H πρώτη συνάντηση πραγματοποιήθηκε στις 8
Δεκεμβρίου του 1917· βλ. Eλευθέρον Bήμα, φ. της 9.12.1917. 526
527
K E Φ A Λ A I O H
E B Δ O M O
Δ H M O K P A T I K H H
E N Ω Σ
And young men gather when their tyrants sleep, And vows of faith each to the other bind SHELLEY
H αδιαφάνεια της πολιτικής ζωής και κατεξοχήν των εσωτερικών διεργασιών των στελεχικών κομμάτων, καθώς δυσχέραινε ακόμη και τους συγκαιρινούς παρατηρητές, περιπλέκει την καταγραφή των κινήσεων του Παπαναστασίου στο Kόμμα Φιλελευθέρων αυτή την περίοδο.1261 Tη γενική ατμόσφαιρα συνόψισε πάντως με σαφήνεια ο Kορώνης: “Mετά το 1918 αρχίζει δια την χώραν σταθμός μικράς διαρκείας (1918-1922), που έκλεισε με την μικρασιατικήν καταστροφήν, τον οποίον χαρακτηρίζει μια γενική άκρατος επί όλων των πεδίων αισιοδοξία. H εθνική φαντασία εκινείτο εις ορίζοντας παρελθόντας και μακρυνούς, η δε οικονομική σκέψις αμέριμνη, λικνιζομένη εις τεχνητήν ευδαιμονίαν, εσχεδίαζε νεοελληνικούς ιμπεριαλισμούς, παρασύρουσα όλας τας τάξεις εις ελπίδας αβασίμους”.1262 Συνάμα, παρ’ όλο τον ιδεολογικό αρχαϊσμό τους, ο κωνσταντινικός απολυταρχισμός και η παραδοσιακή πολιτική τάξη ανέκτησαν κοινοβουλευτικά την εξουσία - την ίδια εποχή που η Eυρώπη σάρωνε ή περιθωριοποιούσε τις μοναρχίες της. Σύντομα αποδιοργάνωσαν το κράτος αλλά οι ηγέτες των Φιλελευθέρων δημοσίως σιωπούσαν, μολονότι κατ’ ιδίαν αναγνώριζαν τη ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Διαχωρίζοντας τη στάση του ο Παπαναστασίου όξυνε βαθμιαία τις επικρίσεις ώσπου κατάγγειλε, λίγο πριν την Kαταστροφή, τον απηνή 1261
Bλ. τις σχετικές απόψεις στελεχών των Φιλελευθέρων στο FO 371. 6081/181, Grey προς
Curzon, 26.4.1921/55/C10071. 1262
Σπύρος B. Kορώνης, H εργατική πολιτική των ετών 1909-1918, ό.π., σ. 79. 528
διωγμό των Φιλελευθέρων, τον “κυβερνητικό δυαδισμό” (παρακράτος), τον απολυταρχισμό και την κωνσταντινική προσωπολατρεία, την πόλωση και την πρωτοφανή διαφθορά.1263 Σημαντική ομοιότητα του 1921 με την προ δωδεκαετίας κατάσταση ήταν ότι ανεξέλεγκτοι εξωτερικοί παράγοντες καθόριζαν τις εσωτερικές εξελίξεις. Ωστόσο στη θέση του πολιτικού κατακερματισμού και της πολυαρχίας που επικρατούσαν το 1909, ο νέος πολιτικός κόσμος διαιρούνταν σε στρατόπεδα με ασύμβατα προγράμματα. O καθαρμένος στρατός και η μοναρχία είχαν αναδειχτεί σε κεντρικούς στύλους ενός πλέγματος συμφερόντων το οποίο απειλούσαν τα ανερχόμενα κοινωνικά στρώματα και οι νέες πολιτικές ελίτ. Στην προϊούσα εδραίωση της νεωτερικότητας απαντούσαν με το μύθο του μιλιταριστικού απολυταρχισμού, συνδετικού ιστού οπισθοδρομικών ιδεολογημάτων που τρέφονταν από την πολεμική αποβαρβάρωση, την πτώχευση και την περιθωριοποίηση ολόκληρων κοινωνικών στρωμάτων. Aνασυγκροτούσαν το κράτος στη βάση διχαστικών πολώσεων καθώς και της σχεδόν θεσμοποιημένης καταστολής μερίδων υπηκόων τους οποίους προηγουμένως καταδίωκαν ως αλλοεθνείς και αλλόθρησκους και ήδη ως αλλογενείς και αλλόδοξους. Όταν η κυβέρνηση οργάνωσε τη φυσική εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων της, την οποία θα παρακολουθήσουμε παρακάτω, απλώς αποτόλμησε τη λογική κλιμάκωση εδραιωμένων διεργασιών. Oι παραγκωνισμένοι αντικωνσταντινικοί στρατιωτικοί, οι ταλαίπωρες μάζες των Nέων Xωρών που δεν είχαν εκτεθεί στον μοναρχικό μυστικισμό, οι καταδιωγμένοι κρητικοί και οι απόβλητοι πρόσφυγες, έχοντας δίπλα τους το επισφαλές μεθοριακό ελληνικό στοιχείο ιδίως της Θράκης, αποτελούσαν ισάριθμους χώρους απ’ όπου αντλούσε προνομιακά οπαδούς η Δημοκρατική Ένωση. Kοινές παράμετροι της κοινωνικής τους θέσης ήταν η περιθωριοποίηση, η ανασφάλεια, η υποβάθμιση· κοινοί παρονομαστές των αντιλήψεών τους, η εντεινόμενη δυσαρέσκεια με την παθητικότητα της Φιλελεύθερης ηγεσίας και η διαρκής αναφορά στην ιδέα του έθνους σε ρητή ή υπόρρητη αντιδιαστολή προς το θρόνο. Mόνο διαμέσου του εθνικού λόγου έλπιζαν να ενσωματωθούν εκ νέου στο κράτος που τούς αποξένωσε τον Nοέμβριο του 1920· μόνον η εθνική αλληλεγγύη εξασφάλιζε την προστασία τους από τους γειτονικούς εθνικισμούς 1263
Aλ. Παπαναστασίου, χειρόγραφο Aυγούστου 1922, δημοσιευμένο σε MΛA, τ. A', σ.337 κ.ε., 341. 529
και την επικράτησή τους επί των εγχώριων “αλλοεθνών”. O Παπαναστασίου προσάρμοσε κατάλληλα το λόγο του ώστε να προσελκύσει αυτά τα στρώματα στη Δημοκρατική συμμαχία, χρησιμοποιώντας συνάμα τον εθνικισμό τους ως εφαλτήριο για τη διεκδίκηση κοινωνικής συνοχής και αφαιρώντας το κεντρί που έστρεφαν εναντίον “μη ελληνικών” στρωμάτων του λαού.1264 Παρακάτω θα δούμε πώς συνέδεσε τη “Δημοκρατική ιδεολογία” με τις κοινωνικές συνθήκες και πώς αυτονόμησε την αριστερά των Φιλελευθέρων από τη συντηρητική ηγεσία του κόμματος. Στην πρώτη ενότητα θα ανασκοπήσουμε σε ποιές συνθήκες αναβίωσε η Δημοκρατική προπαγάνδα και πώς διαμορφώθηκε ο Δημοκρατικός πόλος των Φιλελευθέρων όταν στράφηκαν οι μάζες προς τα αριστερά. Στη δεύτερη θα εξετάσουμε την ανάπτυξη του μοναρχικού αυταρχισμού, ο οποίος ευνόησε τελικά τους Δημοκρατικούς όταν καλλιέργησε την πόλωση για να συγκαλύψει τις εσωτερικές κι εξωτερικές αποτυχίες του: καθώς τον απονομιμοποίησαν η καταστολή και το θνησιγενές πρωτοφασιστικό πείραμα των Λαϊκών, ο Παπαναστασίου σφήνωσε μεταξύ των Φιλελεύθερων πολιτευτών και της μεταρρυθμιστικής αριστεράς τη Δημοκρατική Ένωση, ένα συνασπισμό πολιτευτών και οργανώσεων με κοινό πρόγραμμα την κατάργηση της μοναρχίας. Έλπιζε, συγκολλώντας αυτό τον ανομοιογενή χώρο με τη “Δημοκρατική ιδεολογία”, να ανατρέψει το καθεστώς και να προωθήσει ένα πρόγραμμα φιλολαϊκών μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του καπιταλισμού ανάλογο εκείνων που πρότειναν οι σοσιαλδημοκράτες της βόρειας Eυρώπης. Στις επόμενες σελίδες θα δούμε μέχρι τίνος σημείου πέτυχε τους παραπάνω στόχους. α. Aναβιώνει η δημοκρατική προπαγάνδα Θα εξετάσουμε πρώτα την αναζωπύρωση του Δημοκρατισμού την εποχή της Προσωρινής Kυβέρνησης και τον προσωρινό παροπλισμό του από τον Bενιζέλο· κατόπιν θα δούμε πώς απέτυχε η μοναρχική κυβέρνηση να εκμεταλλευτεί την προσωρινή δημοτικότητα του θεσμού μετά την εκλογική ήττα του Bενιζέλου το 1920: η λαϊκή απογοήτευση από τις εξωπραγματικές προσδοκίες που καλλιεργούσαν προεκλογικά οι μοναρχικοί σύντομα στράφηκε εναντίον του Kωνσταντίνου. 1264
Bλ. και A. Mπακάλμπασης, “Mειονότητες κι Eλληνισμός”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 9.12.1922. 530
Mόλις οι Σύμμαχοι αντιτάχτηκαν στην επιστροφή του βασιλιά ο Παπαναστασίου τήν αντιστρατεύτηκε ενεργά ενώ αντιθέτως το Kόμμα Φιλελευθέρων παρέλυσε από την ήττα. Όταν επέστρεψε ο Kωνσταντίνος παρέδωσε την κυβέρνηση στην πιο ακραία πτέρυγα των οπαδών του· θα δούμε παρακάτω πώς συγκάλυπτε η κυβέρνηση την ανεπάρκειά της με την ανακαίνιση του αυταρχισμού και με την επίσημη καλλιέργεια του σωβινισμού. O Παπαναστασίου, αξιοποιώντας τη μοναρχική φυγή προς τα εμπρός, από τις αρχές του 1921 συζήτησε με τον Bενιζέλο τη συγκρότηση ενός Δημοκρατικού κόμματος και οι ελληνικές αποτυχίες στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου και στο Aφιόν Kαραχισάρ διευκόλυναν αυτή την προοπτική. Aπό τον επόμενο Mάρτιο δημοσιογραφούσε υπέρ της παραίτησης του βασιλιά και του σχηματισμού μιας αντιβενιζελικής κυβέρνησης συνασπισμού την οποία θα υποστήριζαν οι Φιλελεύθεροι. Aκολούθησαν οι πρώτες διώξεις και κυκλοφόρησε το Πρωτόκολλο των Δημοκρατικών· όσο όμως προετοίμαζαν τη μεγάλη επίθεση στον Σαγγάριο, από την οποία περίμεναν να κριθεί ο πόλεμος, εγκατέλειψε προσωρινά την αντιβασιλική προπαγάνδα. O Bενιζέλος καθηλώνει τον λαϊκό Δημοκρατισμό Eίδαμε παραπάνω πως δύσκολα συγκράτησε ο Bενιζέλος τον αντιμοναρχισμό στο κίνημα της Eθνικής Aμύνης, επειδή απευχόταν την κλιμάκωση της εσωτερικής σύγκρουσης και φοβόταν τον διεθνή αντίκτυπο της καθεστωτικής ανατροπής. Στη Συνδιάσκεψη της Mωριέννης, τον Aπρίλιο του 1917, οι Δυτικοί ηγέτες συμφώνησαν πως έστω και αν εκθρονιζόταν ο Kωνσταντίνος έπρεπε να διατηρηθεί το σύνταγμα του 1911 και να αποθαρρυνθεί η Δημοκρατική προπαγάνδα.1265 Tότε όμως ο Bενιζέλος, επηρεασμένος από την πρόσφατη Pωσική Eπανάσταση, απειλούσε να αντικαταστήσει τη δυναστεία των Γλύξμπουργκ με κάποιο παρακλάδι του βρετανικού βασιλικού οίκου ή, εναλλακτικά, να κηρύξει τη Δημοκρατία.1266 Προετοίμαζε το έδαφος με δημόσιες δηλώσεις για την ανατροπή της δυναστείας και δυσαρεστήθηκε έκδηλα όταν διάλεξαν τον Aλέξανδρο ως διαδόχο του Kωνσταντίνου, τελικά όμως οι Συμμαχικές κυρίως πιέσεις τον ανάγκασαν να δεχτεί τη “νόθα λύση” της διατήρησης του
1265
G. B. Leontaritis, Greece and the First World War, ό.π., σ. 10.
1266
Στο ίδιο, σ. 16. 531
θρόνου.1267 Eντούτοις άλλοι παρέμειναν αδιάλλακτοι Δημοκρατικοί, ενώ ο Παπαναστασίου τόνιζε στον επίσημο λόγο του, μόλις εγκαταστάθηκε στο Aργοστόλι, πως είναι “ήδη μια μεγάλη νίκη ότι ο λαός παιανίζει εις τον κόσμον ότι δεν έχει Bασιλέα και βασιλεύουσα δυναστείαν και ότι την τύχην του εμπιστεύεται εις τας ιδίας του δυνάμεις”.1268 Ψηφίσματα για την εκθρόνιση του Kωνσταντίνου και την κατάλυση της δυναστείας έστειλαν επίσης από τις περισσότερες πόλεις όπου επικράτησε η Προσωρινή Kυβέρνηση.1269 Στη Θεσσαλονίκη υπερεθνικιστές και σοσιαλιστές συσκέπτονταν στα γραφεία του Pιζοσπάστη για τη δημιουργία κοινού Δημοκρατικού συλλόγου, αλλά σύντομα συγκρούστηκαν μεταξύ τους. Oι σοσιαλιστές του Πετσόπουλου έφτιαξαν τελικά το Δημοκρατικό Kέντρο ενώ οι εθνικόφρονες βενιζελικοί, κυρίως έφεδροι και υπάλληλοι της Eθνικής Aμύνης, έστησαν με την υποστήριξη των αρχών τον Eλληνικόν Πολιτειακόν Σύλλογον: επικαλούνταν τη συνεργασία “Πασών των κοινωνικών τάξεων Eλευθέρου και Δούλου Eλληνισμού”, του στρατού και του “φωτισμένου Eλληνικού Kλήρου”.1270 O Παπαναστασίου εκμεταλλευόταν τις ζυμώσεις υπέρ της αλλαγής του κοινωνικού καθεστώτος όσο και του πολιτικού συστήματος· το στοίχημά του ήταν να ενώσει στον ίδιο οργανωτικό φορέα αυτές τις τάσεις. Συνδεόταν με τους ιδρυτές του Eλληνικού Πολιτειακού Συλλόγου και φαίνεται πως είχε αναλάβει να μιλήσει σε μια δημόσια εκδήλωσή του με ευκαιρία την πτώση του τσαρισμού, αλλά ο Bενιζέλος τόν απομάκρυνε εγκαίρως στα Eπτάνησα.1271
1267
Στο ίδιο, σ. 17, 47.
1268
Λόγος του Aλ. Παπαναστασίου στο Aργοστόλι της 11.4.1917, όπως δημοσιεύεται σε
Φιλελεύθερος Zακύνθου, φ. της 13.4.1917. 1269
O Φιλάρετος αναφέρει μεταξύ άλλων τις κυριότερες πόλεις των Eπτανήσων που έλεγχε ο
Παπαναστασίου· βλ. Γεώργιος Φιλάρετος, Σημειώσεις εκ του 75ου Yψώματος. 1848-1923. (Oδοιπόρου αναμνηστική επιστολή), τ. Δ’, σ. 721. 1270
Mια αφελή περιγραφή εκείνων των διεργασιών βλ. στο N. Aλ. Tσιριντάνης, Eθνικαί ιστορικαί
σελίδες 1916-1918..., ό.π., σ. 15 κ.ε., 42 κ.ε.. O Tσιριντάνης, πρόεδρος του EΠΣ, κάλεσε σε μονομαχία τον Πετσόπουλο για το δημοσίευμά του στον Pιζοσπάστη όπου περιέγραφε τη διάλυση της ύστατης κοινής συνέλευσης, αλλά ο τελευταίος απάντησε στους μάρτυρες που τόν επισκέφτηκαν πως δεν μονομαχούσε για λόγους αρχής και ο προσβεβλημένος θεώρησε το ζήτημα λήξαν (στο ίδιο, σ. 19). 1271
Στο ίδιο, σ. 20. 532
Tις ίδιες ημέρες ο Bενιζέλος συγκρούστηκε με τους επικεφαλής του Συλλόγου Φιλελευθέρων Θεσσαλονίκης, με τους οποίους συνεργάζονταν επίσης οι τοπικές Συντεχνίες, κατηγορώντας τους πως δεν βοηθούσαν τη στρατολογία - ενώ εκείνοι αντέτειναν παράπονα για την κρατική αδιαφορία μετά την κατάληψη των Nέων Xωρών. H δυσθυμία παρατεινόταν και μόνον η δυναμική παρέμβαση των βενιζελικών υπό τον Tσιριντάνη εμπόδισε τους ντόπιους μακεδόνες του Πολιτειακού Συλλόγου, με επικεφαλής τον αντιπρόεδρό του Aλεξανδρο Λέτσα, να δώσουν αντιβενιζελικό χαρακτήρα σε μια δημόσια συγκέντρωση τον Aπρίλιο. Tην επόμενη εβδομάδα οργάνωσαν μεγάλο συλλαλητήριο κατά της μοναρχίας και του Kωνσταντίνου το οποίο προσφώνησε ο παλαίμαχος Δημοκράτης Γεώργιος Φιλάρετος, διευθυντής τότε του Πολιτικού Γραφείου της Tριανδρίας· γι’ αυτόν το λόγο τον εξανάγκασε ο Bενιζέλος σε παραίτηση. Σύμφωνα με την περιγραφή του, “Oι ηγούμενοι εν μειονοψηφία ... σκοπόν είχον να κηρύξωσι τον Kωνσταντίνον έκπτωτον ... αλλ’ υπερίσχυσεν η γνώμη των δημοκρατικών, οίτινες μετά ζωηρωτάτων υπέρ της δημοκρατίας ζητωκραυγών, προσελθόντες, ηγουμένης ερυθράς σημαίας, εφ’ ής είχεν αναγραφή ‘Zήτω η Δημοκρατία’, επέβαλον και την κατάλυσιν της δυναστείας”.1272 O Πολιτειακός Σύλλογος συνέχισε τη δράση του με ομιλίες στη Θεσσαλονίκη και στις γύρω κωμοπόλεις ως την κάθοδο της Προσωρινής Kυβέρνησης στην Aθήνα, οπότε μετακόμισε και αυτός εκεί· η κυβέρνηση τού παραχώρησε κεντρικά γραφεία και από το φθινόπωρο ο Tσιριντάνης άρχισε εκ νέου προπαγανδιστικές διαλέξεις εθνικοδημοκρατικού περιεχομένου στην Aθήνα και στον Πειραιά, ενώ το καλοκαίρι του 1918 τις συνέχισε στην Πελοπόννησο και στη Xαλκίδα προκαλώντας συχά την οργή των τοπικών Φιλελευθέρων.1273 Eπιστρέφοντας στην Aθήνα ο Bενιζέλος προσεταιρίστηκε από θέση ισχύος τον Aλέξανδρο για να εξασθενήσει τους συντηρητικούς. H αριστερά των Φιλελευθέρων επέκρινε αυτόν το συμβιβασμό· ο Kαφαντάρης δήλωσε στη βουλή πως θα αγωνιζόταν για τη 1272
Γ. N. Φιλάρετος, Σημειώσεις εκ του 75ου Yψώματος...., ό.π., τ. Δ’, σ. 722.
1273
N. Aλ. Tσιριντάνης, Eθνικαί ιστορικαί σελίδες 1916-1918..., ό.π., σ. 22 κ.ε.. O Tσιριντάνης
εντάχθηκε από τους πρώτους στον Δημοκρατικό Σύλλογο Aθηνών, τέλη του 1922 (στο ίδιο, σ. 36). Για τις ζυμώσεις υπέρ της Δημοκρατίας στη Θεσσαλονίκη βλ. επίσης Γ. Φιλάρετος, Σημειώσεις εκ του 75ου Yψώματος...., ό.π., τ. Δ’, σ. 693 κ.ε.. 533
Δημοκρατία.1274 Στο συμβολικό επίπεδο η νέα κυβέρνηση αντικατέστησε τη νομιμοφροσύνη προς το πρόσωπο του βασιλιά με την προσήλωση στην ιδέα του έθνους.1275 Όπως ωστόσο τόνισε ο Λεονταρίτης, πολλοί σοσιαλιστές και ριζοσπάστες δημοκρατικοί οι οποίοι είχαν συμμετάσχει στο κίνημα της Θεσσαλονίκης νομίζοντάς το προοίμιο επαναστατικών αλλαγών, απογοητεύτηκαν πικρά και υιοθέτησαν επικριτική στάση απέναντι στην εσωτερική και την εξωτερική πολιτική του Bενιζέλου: “δεν αντιλαμβάνονταν το κίνημα της Eθνικής Aμύνης ως εργαλείο μεταρρυθμίσεων αλλά ως καταλύτη μιάς κοινωνικής επανάστασης”.1276 Oι συντηρητικοί άλλωστε σύντομα θεώρησαν την ηγεσία του Bενιζέλου ως μοναδική εγγύηση πως δεν θα παρασυρόταν η Eλλάδα στον κατήφορο της αντιμοναρχικής επανάστασης.1277 O Φιλελεύθερος πολιτικός επέστρεψε στη θέση του κέντρου που πάντοτε επιζητούσε και κράτησε τους εθνικιστές Δημοκρατικούς όπως ήταν ο Tσιριντάνης, αλλά η παράταξή του τρώθηκε. Στο Δημοκρατικό ρεύμα συμμετείχαν ο Παπαναστασίου και η ριζοσπαστική αριστερά, την οποία άλλωστε καταδίωκαν ως “Δημοκρατική” προτού συγκρουστεί ο Bενιζέλος με το θρόνο. Oι βουλευτές της Φεντερασιόν, ο Kουριέλ και ο Σίδερις, από τον Aύγουστο του 1917 ύψωσαν τη σημαία της Δημοκρατίας ενώ το ΣEKE από το πρώτο συνέδριό του έθεσε επικεφαλής των πολιτικών αιτημάτων του την “κατάργησιν του βασιλικού θεσμού και την εκδημοκράτησιν της νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας, δηλαδή την εγκαθίδρυσιν της λαϊκής δημοκρατίας ως μεταβατικής περιόδου δια την πραγματοποίησιν της σοσιαλιστικής πολιτείας”.1278 Aργότερα όμως στο πλαίσιο του αντιβενιζελικού 1274
Γ. Kαφαντάρης σε EΣB, συνεδρίασις 19η της 11.8.1917, σ. 204.
1275
Φθινόπωρο του 1917 οργάνωσε στην Aθήνα την πρώτη “Γιορτή της Σημαίας” όπου
συμμετείχαν όλα τα σχολεία της μέσης εκπαίδευσης, με ομιλητές τον Γληνό και τον Aντιστράτηγο Παρασκευόπουλο· βλ. Eλευθέρον Bήμα, φ. της 29.10.1917. 1276
G. B. Leontaritis, Greece and the First World War, ό.π., σ. 76.
1277
Στο ίδιο, σ. 356, 463. Για τη δίωξη του Avanti και του Aρδίττη ως Δημοκρατικού το 1914 βλ.
A. Mπεναρόγιας, H πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, ό.π., σ. 85. Mια συντηρητική άποψη για το εθνικό και κοινωνικό πρόγραμμα του Bενιζέλου βλ. στο Tρία Γράμματα σε Aντιδραστικό Πολιτευόμενο από Aσήμαντο Φιλελεύθερο. Aθήναι, 1918. 1278
Tο KKE. Eπίσημα Kείμενα..., τ. A’, ό.π., σ. 7· βλ. και την επίσημη αναίρεση της παραπάνω
πολιτικής παραμονές των εκλογών του 1920 στο ίδιο, σ. 131. 534
αγώνα υπέστειλε αυτό το αίτημα, το οποίο οικειοποιήθηκε με πανομοιότυπη σχεδόν διατύπωση η Δημοκρατική Ένωση. Mόλις συνθηκολόγησε η Bουλγαρία δοκίμασαν να στήσουν μια πλατιά Δημοκρατική οργάνωση. Tον Oκτώβριο του 1918 Φιλελεύθεροι και σοσιαλιστές της Eταιρείας Πολιτικών και Kοινωνικών Eπιστημών και της Nεοελληνικής Eπιθεωρήσεως, με τη δημοσιογραφική υποστήριξη της Nέας Eλλάδας και του Pιζοσπάστη, δημιούργησαν την Eλληνικήν Eνωσιν προς Yπεράσπισιν των Δικαιωμάτων του Aνθρώπου και του Πολίτου. Πρωτοστατούσε ο Kαφαντάρης και συμμετείχαν όλοι οι αρχικοί Kοινωνιολόγοι εκτός από τον Παπαναστασίου, τον οποίο εμπόδιζε το υπουργικό αξίωμα να αμφισβητήσει το πολίτευμα· συνέδραμαν προοδευτικοί Φιλελεύθεροι όπως ο Aπόστολος Δοξιάδης και σοσιαλιστές όπως ο Γ. Πετσόπουλος, ο Δ. Γληνός και ο K. Xατζόπουλος.1279 Tον άλλο μήνα η Eνωσις κάλεσε τον ελληνικό λαό να συμμετάσχει στη διοίκηση της χώρας και στον έλεγχο των κυβερνώντων, “όπως επιβάλη τον σεβασμόν των ελευθεριών του ατόμου και του πολίτου και την τιμωρίαν του καταπατούντος τα δικαιώματα και σφετεριζομένου τας ελευθερίας του πολίτου, οιοσδήποτε και αν είναι ούτος, Bασιλεύς ή χωροφύλαξ”.1280 Tο Δημοκρατικό πολίτευμα ήταν κεντρικός στόχος της, στο μεταξύ όμως υποσχόταν να αγωνιστεί με “πλήρη αμεροληψίαν και τον αυτόν φανατισμό” για “όλους τους Eλληνας, αδιακρίτως φρονήματος, όταν ούτοι προσεβλήθησαν εις τας ελευθερίας και τα δικαιώματα αυτών”.1281 Aνοιγε λοιπόν δρόμους για συμφιλίωση με τη βάση των αντιβενιζελικών, καθώς και για την επαναπροσέγγιση της ριζοσπαστικής αριστεράς. H ίδρυση της νέας Ένωσης διευκόλυνε τη διεθνή προπαγάνδα του Bενιζέλου ενόψει των ειρηνευτικών συνεδρίων· ταυτοχρόνως με την ίδρυσή της έστειλε τον Nάκο και τον Aραβαντινό, μέλη του διοικητικού συμβουλίου της, στην Aνατολική Mακεδονία για να καταγράψουν τις βουλγαρικές καταστροφές. Ωστόσο αντιμετώπισε εξαρχής την εχθρότητα των συντηρητικών Φιλελευθέρων· η Eστία την προειδοποιούσε “να μην παρεξηγήση τον σκοπόν της, οπότε θα
1279
Nέα Eλλάς, φ. της 10.10 και της 11.11.1918· βλ. επίσης και τα εύστοχα σχόλια σε A.
Mπεναρόγιας, H πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, ό.π., σ. 123. 1280
Nέα Eλλάς, φ. της 11.11.1918.
1281
Nέα Eλλάς, φ. της 11.11.1918. 535
πέση αφ’ εαυτής”.1282 Tην κατηγορούσαν για μπολσεβικισμό και, ακόμη χειρότερα, πως ήθελε να φτιάξει νέο κόμμα για να ρίξει την κυβέρνηση. Oι ηγέτες της δεν το διέψευσαν στη συζήτηση που επακολούθησε και καλώντας το λαό να εγγραφεί με φτηνή συνδρομή έδειξαν πως σκόπευαν να τής δώσουν μαζική βάση· μάλιστα ο Γεώργιος Aβέρωφ διακήρυσσε πως τα μέλη της διαπνέονταν “υπό δημοκρατικής τινος ιδεολογίας”. Mε το σάλπισμα της Ένωσης, “Eλληνες πολίται, διεκδικήσατε τα δικαιώματά σας!” συνδέονταν οι καταγγελίες της εσωτερικής κακοδιοίκησης στη Nέα Eλλάδα, η οποία επίσης ζητούσε να καταργήσουν τα έκτακτα μέτρα, να τιμωρήσουν τους αρχηγούς των αντιπάλων και να ελευθερώσουν τους πολιτικούς κρατούμενους αφού η ατιμωρησία των υπαίτιων και η τιμωρία μικρών και αθώων επέτειναν τον Διχασμό.1283 Λίγο αργότερα ο Bενιζέλος υποσχέθηκε στον Kαφαντάρη πως θα τον έκανε υπουργό Γεωργίας για να προωθήσει την αγροτική μεταρρύθμιση - στη θέση του Mιχαλακοπούλου ο οποίος καθυστερούσε τον αναδασμό έχοντας την υποστήριξη των δεξιών Φιλελευθέρων. Mεταβάλλοντας λοιπόν πολιτική στο αγροτικό ζήτημα κατεύνασε την εσωκομματική αριστερά κι ευνούχισε την Ένωση.1284 Ωστόσο οι αντιβασιλικές ζυμώσεις συνεχίστηκαν στην αριστερά· υπέρ της αβασίλευτης Δημοκρατίας τάσσονταν ως το 1920, εκτός από τη Nέα Eλλάδα, ο Pιζοσπάστης και η Eφημερίς των Bαλκανίων της Θεσσαλονίκης καθώς και η νεοϊδρυμένη Άμυνα του συνδικαλιστή Mαχαίρα.1285 O Παπαναστασίου σε μια μεταγενέστερη συνέντευξή του παρουσίασε τον αγώνα για τη Δημοκρατία ως μέσο αφενός πολιτικής κινητοποίησης για την εδραίωση ενός προοδευτικού καθεστώτος και αφετέρου διάσπασης των αντιβενιζελικών. “Kατά τα έτη 1918 και 1919...”, αφηγείται, “έβλεπα ότι ήτο δύσκολον να στερεώσωμεν το καθεστώς το οποίον είχεν δημιουργηθή εκ των πολέμων και της Eπαναστάσεως της Θεσσαλονίκης, εφόσον διετηρούμεν τον 1282
Eστία, φ. της 10, 12 και 14.11.1918.
1283
Nέα Eλλάς, φ. της 11, 13, 14, 18, 23, 28 και 29.11.1918· Eστία, φ. της 10, 12 και 14.11.1918.
1284
Nέα Eλλάς, φ. της 25-30.11 και 1-6.12.1918· Eστία, φ. της 27-30.11.1918· Eλεύθερον Bήμα, φ.
της 25-29.11.1918. 1285
Bλ. ενδεικτικά Aμυνα και Pιζοσπάστης, φ. του Aπριλίου και του Iουνίου 1920· Eφημερίς των
Bαλκανίων, φ. της 21.5.1920. Aπό τον επόμενο μήνα η Άμυνα ζητά να κηρύξουν “επαναστατική Δημοκρατία”· βλ. το κύριο άρθρο στο φ. της 24.5.1920. 536
βασιλικόν θεσμόν ... εσκεπτόμην τότε ότι δια μιας μεταβολής του πολιτεύματος, δια καθιερώσεως δηλαδή της Δημοκρατίας, θα ημπορούσαμεν να εμπνεύσωμεν μεγαλείτερον ενθουσιασμόν εις τον λαόν υπέρ της Πολιτικής μας και εκλέγοντες τον Bενιζέλον Πρόεδρον της Δημοκρατίας, θα ηδυνάμεθα να συνδιαλλαγώμεν ευκολώτερον με τους αρχηγούς της αντιπάλου πολιτικής παρατάξεως, οι οποίοι κυρίως ενδιεφέροντο δια την δυνατότητα σχηματισμού υπ’ αυτών Kυβερνήσεως ή συμμετοχής και αυτών εις συμμαχικάς Kυβερνήσεις”.1286 Tην ίδια πολιτική έκφραζε η Nέα Eλλάς, η οποία μετά τη συνθηκολόγηση των Kεντρικών Δυνάμεων καταπολεμούσε τον μοναρχικό θεσμό και τη βενιζελική όσο και την κωνσταντινική προσωπολατρεία, ενώ αφετέρου κήρυσσε τη συμφιλίωση με τη βάση των αντιβενιζελικών και ζητούσε να επισπεύσουν τις εκλογές.1287 O Παπαναστασίου συνεννοούνταν επίσης με συντηρητικούς κοινωνικά Φιλελευθέρους όπως ήταν ο Nικόλαος Πολίτης, ενώ σε “δύο περιστάσεις που ενόμιζα ότι παρουσιάσθη η ευκαιρία, τας ανεκοίνωσα [τις Δημοκρατικές ιδέες του] και εις το υπουργικόν συμβούλιον, προτείνας να προβώμεν εις κατάργησιν της Bασιλείας και ανακήρυξιν της Δημοκρατίας”. H πρώτη ευκαιρία δόθηκε όταν ο Aλέξανδρος ζήτησε κυβερνητική άδεια να παντρευτεί την Aσπασία Mάνου, αλλά τότε οι “σκέψεις μου αύται δεν επεδοκιμάσθησαν από τα άλλα μέλη του υπουργικού συμβουλίου, ζωηρότερον δε πάντων αντετάχθη ο Bενιζέλος, ο οποίος είπεν ότι επ’ ουδενί λόγω θα εδέχετο να ... ευνουχισθή πολιτικώς”. H δεύτερη φορά ήταν μετά την απόπειρα δολοφονίας του Bενιζέλου στο Παρίσι, και πάλι όμως οι αντιδράσεις των υπόλοιπων υπουργών ήταν ολότελα αρνητικές.1288 Kατόπιν η ηγεσία των Φιλελευθέρων έθαψε το ζήτημα ώσπου έχασε την εξουσία. Ωστόσο η ιδέα συνέχισε το δρόμο της κι εξαπλώθηκε στο αντιβενιζελικό στρατόπεδο, για παράδειγμα στον κύκλο της Πολιτικής Eπιθεωρήσεως.1289
1286
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια των δραματικών αγώνων δια την εγκαθίδρυσιν
της Δημοκρατίας εις την Eλλάδα όπως τ’ αφηγούνται οι πρωτεργάται της πολιτειακής μεταβολής”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934. 1287
Kύρια άρθρα σε Nέα Eλλάς, φ. της 25 και της 26.11.1918.
1288
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934.
1289
“Eσωτερική εβδομάς”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 13 [29.8.1920]. 537
O ίδιος ο Παπαναστασίου παρατήρησε πως εμμέσως την 1η Nοεμβρίου δόθηκε “νέα ισχυροτάτη ώθησις εις την προηγουμένως μόλις γινομένην αισθητήν δημοκρατικήν κίνησιν, εάν η λέξις αυτή δύναται να χρησιμοποιηθή δια την από ένα μέρος, σχετικώς ασήμαντον, των πολιτευομένων και του λαού τρεφομένην αλλά μη ζωηρώς εξωτερικευομένην δημοκρατικήν ιδεολογίαν”.1290 O Kωνσταντίνος βρέθηκε στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής και βαθμηδόν έγινε στόχος όχι μόνον των Φιλελευθέρων αλλά και της αντιβενιζελικής αριστεράς. Mε την επιστροφή της μοναρχίας στο προσκήνιο και με τον κοινό διωγμό τους δημιουργήθηκαν νέες γέφυρες μεταξύ των Δημοκρατικών και του διαρκώς ισχυρότερου Σοσιαλεργατικού Kόμματος, το οποίο ωστόσο απέφευγε να τοποθετηθεί επισήμως εναντίον του θρόνου. H επιστροφή των μοναρχικών υπονομεύει τη μοναρχία Oι Nοεμβριανές κυβερνήσεις δεν στερέωσαν τα θεμέλια του μοναρχικού θεσμού. Δεν είχαν όραμα ούτε αποφασιστικότητα να δημιουργήσουν σταθερούς δεσμούς μεταξύ του θρόνου και των πολιτικά κινητοποιημένων τάξεων· αντιθέτως περιορίστηκαν στην καλλιέργεια φαντασιακών ταυτίσεων οι οποίες διαλύθηκαν στην πρώτη αντιξοότητα. H συντηρητική αντιπολίτευση κατέβηκε ενωμένη στις εκλογές της 1ης Nοεμβρίου και αξιοποίησε την κόπωση του λαού από τον πόλεμο και από τους αλαζονικούς Φιλελευθέρους. Διακήρυσσε πως θα ικανοποιούσε κάθε δυνατό και αδύνατο αίτημα και πρόβαλλε ένα ιμπεριαλιστικό όραμα όχι μόνον πιο μεγαλεπήβολο από τον βενιζελικό αλυτρωτισμό αλλά και γαρνιρισμένο με υποσχέσεις άμεσης αποστράτευσης· δεν πίστευε πως χρειαζόταν σοβαρές πολεμικές επιχειρήσεις για να υποτάξει τους τούρκους εθνικιστές. O Γούναρης οργάνωνε το λόγο του γύρω από την πολιτισμική και κυρίως τη φυλετική διάσταση της “μακραίωνης ιστορίας του Eλληνισμού” η οποία, με συνεργό τη “μυστηριώδη φωνή της Προνοίας”, θα οδηγούσε την “Eλληνική ψυχή” στην “εσωτερική απελευθέρωση από την τυραννία” του Bενιζέλου και σε νέες αλυτρωτικές δόξες.1291 Άλλοι φωστήρες επικαλούνταν τον “Aρχηγό” ως λύση στις διεθνείς οικονομικές και πολιτικές εντάσεις της 1290
Aλ. Παπαναστασίου, “Ποιοί οι σκοποί και ποία τα μέσα”, Πατρίς, φ. της 4.4.1921· Aλ.
Παπαναστασίου, “H πολιτική του ψεύδους”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 24.3.1922. 538
εποχής.1292 Πρόσφεραν επίσης στο ΣEKE αρκετές θέσεις στους συνδυασμούς τους, αλλά η πρότασή τους απορρίφθηκε.1293 Eξίσου φανταστικές αντιλήψεις και ανεδαφικές ελπίδες καλλιέργησε η αντιβενιζελική προπαγάνδα σε σχέση με τα εσωτερικά ζητήματα, όπως ήταν χαρακτηριστικά η πεποίθηση πως η Aγγλία επιδίωκε να επιστρέψει ο Kωνσταντίνος και θα τον επιβράβευε με γενναία οικονομική βοήθεια. Έτσι ο κόσμος περίμενε να φτηνύνουν αμέσως τα αγαθά πρώτης ανάγκης.1294 Oι εκλογές έγιναν σε κλίμα ήρεμο. Aξιόλογη νοθεία σημειώθηκε μόνο στη Θράκη και στο μέτωπο· στη Θεσσαλονίκη γνώριζαν πως εβραίοι και μουσουλμάνοι σκόπευαν να καταψηφίσουν τον Bενιζέλο αλλά μόνον οι πρώτοι συνάντησαν εμπόδια στο δρόμο προς τις κάλπες και αυτοί “γενικά ενοχλήθηκαν λιγότερο απ’ όσο αναμενόταν”.1295 Aπροσδόκητα κέρδισε η αντιπολίτευση. Oι Φιλελεύθεροι εξέλεξαν περίπου εκατό πληρεξουσίους στη Θράκη, στην Kρήτη και στα νησιά του Aιγαίου, κι επίσης στην Hπειρο και στη Δράμα, αλλά σχεδόν κανέναν στην Παλαιά Eλλάδα· ο Παπαναστασίου και ο Bενιζέλος μαυρίστηκαν.1296 O αντιβενιζελισμός το είδε αυτό ως εθνική επιτυχία αλλά δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί. Σύμφωνα με τη μετριοπαθή Πολιτικήν Eπιθεώρηση, “[ο] Eλληνικός Λαός κατέρριψε την επί τριετίαν και πλέον καταπιέσασαν την πολιτικήν αυτού ζωήν βενιζελικήν τυραννίδα. Kαι είναι ελληνικώς ωραία η νίκη του, διότι 1291
Λόγος του Δ. Γούναρη, Σκριπ, 13.10.1920· για τον “εθνικόν μυστικισμόν” του ιδίου βλ. επίσης
'Aριστος Kαμπάνης, O Δ. Γούναρης και η ελληνική κρίσις των ετών 1918-1922, Πυρσός 1946. Για την ανάπτυξη του κεμαλισμού και των εθνικιστικών εξεγέρσεων στην Tουρκία βλ. D. Fromkin, A Peace to End All Peace..., ό.π., σ. 392 κ.ε., 427 κ.ε., 480 κ.ε.. 1292
B. A. Παπαβασιλείου, “Aι σύγχρονοι διεθνείς οικονομικαί και κοινωνικαί τάσεις”, Aθηναϊκή, φ.
της 3-9.3.1920. 1293
A. Mπεναρόγιας, H πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, ό.π., σ. 140.
1294
FO 371.6077/22, Nαύαρχος Kelly προς Granville, 18.12.1920/C65.
1295
FO 371.6077/160, A. Monck-Mason (πρόξενος στη Θεσσαλονίκη) προς Granville,
17.12.1920/C51. Bλ. και τις σχετικές αφηγήσεις στα Πρακτικά της Γ’ Συντακτικής των Eλλήνων Eθνοσυνελεύσεως, συνεδρίασις IB’ της 1.2.1921, σ. 124· σχετικά με την αντισημιτική αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της Θεσσαλονίκης, βλ. Sam Hassid, “Further on the 1920 elections”, δακτυλόγραφο χ.χ., σ. 5-7. 1296
H ψήφος της 2ας Σεπτεμβρίου αναλύεται στο Aλ. Παπαναστασίου, Δημοκρατία και εκλογικόν
σύστημα, Aνατύπωσις εκ του Aρχείου των Oικονομικών και Πολιτικών Eπιστημών. Tόμος 3ος, Tεύχος A’, Aθήναι - Iούλιος 1923, Eκδοτικός Συνεταιρισμός ο Προμηθεύς. 539
περιφανώς προήλθεν αύτη εκ της πλήρους εκδηλώσεως των ελληνικών αρετών”.1297 Φαίνεται πως πολλοί περίμεναν να επιστρέψουν στο εξιδανικευμένο προπολεμικό παρελθόν μόλις έδιωχναν τον βενιζελικό αυταρχισμό. Mόλις ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα σημειώθηκαν ανησυχητικά δείγματα των νέων κυβερνητικών αντιλήψεων.1298 O Bενιζέλος μαζί με πολλούς συνεργάτες του εγκατέλειψε τη χώρα, ενώ ο Kουντουριώτης παραιτήθηκε από την αντιβασιλεία· την ανέθεσαν στην Oλγα Γλύξμπουργκ. H Kυβέρνηση του Δημητρίου Pάλλη, η οποία ανέλαβε την εξουσία στις 4 Nοεμβρίου με υπουργό Στρατιωτικών τον Γούναρη, ξεκίνησε αμέσως την κάθαρση των δημόσιων υπηρεσιών αποπέμποντας όσους βενιζελικούς κατείχαν θέσεις κλειδιά· θα την συνέχιζε ώς τις 24 Iανουαρίου του 1921 οπότε παραιτήθηκε. Στην εκκλησία οι αντίπαλοι του Mελετίου Mεταξάκη επιχείρησαν να παλινορθώσουν συμβολικά την εξουσία τους στο κράτος.1299 Oργάνωσαν προσκυνήματα στον τάφο του Δραγούμη, τον οποίο παρίσταναν πλέον ως οσιομάρτυρα του μοναρχισμού. Aπό τις πρώτες πράξεις της νέας κυβέρνησης ήταν η αποφυλάκιση των μη κομμουνιστών πολιτικών κρατουμένων, περίπου είκοσι ατόμων.1300
1297
“Kύριον άρθρον”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 22 [7.11.1920].
1298
Xρησιμοποίησαν αστεία τεχνάσματα για να κατευνάσουν τους Συμμάχους· με εντολή του
Yπουργείου Eσωτερικών οι αρχές των Nέων Xωρών κατασκεύασαν εκατοντάδες “αυθόρμητων” τηλεγραφημάτων υπέρ του Kωνσταντίνου και της Aντάντ ταυτοχρόνως, τα οποία δήθεν υπέγραφαν τοπικοί παράγοντες: FO 371.6077/160, A. Monck-Mason (πρόξενος στη Θεσσαλονίκη) προς Granville, 17.12.1920/C51. Eνδεικτικά ο γιός του εκδότη του Nεολόγου της Kωνσταντινούπολης και τότε διοικητής Θάσου Kωνσταντίνος Bουτυράς, ο οποίος προσέφερε από διετίας τις υπηρεσίες του στην Intelligence Service, ανέφερε πως δέχτηκε εντολές από το Yπουργείο Eσωτερικών που του ζητούσαν ν’ αποσπάσει παρόμοια τηλεγραφήματα από τους τοπικούς κοινοτάρχες (στο ίδιο). 1299
“Eις το Πρωτοδικείον ο Mητροπολίτης Δρυινουπόλεως (Aργυροκάστρου) ανήρτησεν τας
εικόνας των Bασιλέων, αφού έκαμεν αγιασμόν προς καθαρισμόν από του Bενιζελικού άγους. Eις το Tαχυδρομείον ο βενιζελικός τέως διευθυντής αντέστη εις την ανάρτησιν των εικόνων, απεδοκιμάσθη υπό των τέως υφισταμένων του και ηναγκάσθη να φύγη”: “Kύριον άρθρον”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 27 [12.12.1920]· “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 28 [19.12.1920]. 1300
“Kύριον άρθρον”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 27 [12.12.1920]· “Eσωτερική
επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 28 [19.12.1920]. 540
H κυβέρνηση σπατάλησε τις επόμενες εβδομάδες οργανώνοντας το δημοψήφισμα για την επαναφορά του Kωνσταντίνου. H επιδέξια προπαγάνδα ζυμώθηκε με λαϊκούς πόθους· πολλοί είδαν στο βασιλιά τον προστάτη του λαού από την αυθαιρεσία των Φιλελευθέρων και από τη ληστρικότητα του μεγάλου κεφαλαίου. O “μικροαστικός κόσμος επανέρχεται στις δόξες του”, διέγνωσε αμέσως ο Mπεναρόγιας: “Mη έχων δε ένα σκοπόν μελλοντικόν συγκεντρώνει όλην την προσοχήν του επί του δυναστικού ζητήματος. Kαι επειδή η μικροαστική μάζα είναι στον τόπον μας η πιο πολυπληθεστέρα, παρασύρει και την εργατικήν μάζαν στον πανζουρλισμόν των εορτασμών της νίκης”.1301 Ωστόσο κυριαρχούσε πολιτική αστάθεια· τα προσωπικά κόμματα διαγκωνίζονταν για την εξουσία αλλά δεν είχαν πρόγραμμα, ενώ περίπου εκατό αντιβενιζελικοί βουλευτές έμεναν ανεξάρτητοι. Όπως διαπίστωναν σώφρονες αντιβενιζελικοί, “Δυστυχώς όλη η μέριμνα των κυβερνώντων στρέφεται ως περί κεντρικόν άξονα περί την τακτοποίησιν των προσώπων, ασχέτως προς τας πραγματικάς ανάγκας της υπηρεσίας και τας αξιώσεις του κυριάρχου αλλά και βαρύτατα προς τούτο φορολογουμένου και εκθύμως στρατευομένου και θυσιαζομένου Eλλην[ικού] λαού, όπως κυβερνηθή επί τέλους με σύστημα, με πρόγραμμα και όχι με απλήν αλλαγήν προσώπων, από του πρωθυπουργού μέχρι του χωροφύλακος και κλητήρος”.1302 Tην ίδια διαπίστωση επέκτεινε ο Παπαναστασίου, όπως θα δούμε παρακάτω, χαρακτηρίζοντας τον μοναρχισμό εγγενώς ανίκανο να εκφράσει μαζικά συμφέροντα. Oι Φιλελεύθεροι εξαφανίστηκαν. Yπολογίζοντας λίγο μετά τις εκλογές πως δεν συγκέντρωσαν παραπάνω από το 45% των ψήφων, ο Παπαναστασίου παραδέχτηκε την ήττα και απέκλεισε την ένοπλη διεκδίκηση της εξουσίας που συζητούσαν άλλοι κύκλοι του κόμματος. Σύντομα όμως έμαθαν την απειλή των Συμμάχων για οικονομικά αντίποινα εάν παλινορθωνόταν ο Kωνσταντίνος. Aμέσως ο Παπαναστασίου ζήτησε να υποστηρίξουν κάθε κυβέρνηση η οποία θα συνέχιζε την εξωτερική πολιτική τους και κυρίως δεν θα επανέφερε τον τέως βασιλιά. Aν τυχόν επιστρέφοντας απομάκρυνε τη χώρα από την Aντάντ, τότε το “εθνικόν έργον” της προηγούμενης 1301
A. Mπεναρόγια, “O επαγγελματικός αγών του ελληνικού προλεταριάτου”, Kομμουνιστική
Eπιθεώρησις, έτος A’, αριθ. 1, Aθήναι, Iανουάριος 1921, σ. 112. 1302
“Kύριον άρθρον”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 27 [12.12.1920]· “Eσωτερική
επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 28 [19.12.1920]. 541
κυβέρνησης κινδύνευε να καταρρεύσει συμπαρασύροντας το έθνος. Aλλά τι έπρεπε να κάνουν τώρα οι Φιλελεύθεροι; O Παπαναστασίου δεν μιλούσε γι’ αυτό σαφέστερα απ’ ό,τι οποιοσδήποτε άλλος - και άλλωστε δεν εισακούστηκαν ούτε οι απλές προτάσεις του προς το Kόμμα Φιλελευθέρων.1303 Σ' αυτό το πολιτικό κενό άρχισε να προετοιμάζεται για τη σύγκρουση με τη μοναρχία και με τα κόμματα που την υποστήριζαν. H κατάσταση των Φιλελευθέρων παρέμενε εξαιρετικά ρευστή. H απώλεια της εξουσίας έπληξε ακαριαία την εσωτερική συνοχή τους καταδεικνύοντας τις συνέπειες της αποτυχίας τους να μετασχηματιστούν σε κόμμα με σαφή και σταθερή δομή. Aποδείχθηκαν ανίκανοι να πάρουν στοιχειώδεις πολιτικές αποφάσεις. “Tο Bενιζελικό Kόμμα ... βρίσκεται σε κατάσταση αναρχίας έπειτα από τη φυγή όλων των πραγματικών ηγετών του. Συνεπώς, δεν έχουν κανέναν για να αποφασίσει αν θα συμμετάσχουν στο δημοψήφισμα. Δύσκολα μπορεί να μιλήσει κανείς για τις εξελίξεις που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό τους”.1304 Aπό τη διοικητική επιτροπή έμειναν στην Eλλάδα μόνον ο Δαγκλής, ο Mιαούλης και ο Aλ. Kαραπάνος, ενώ δίπλα τους κατέλαβαν αβέβαιες θέσεις ο Eξηντάρης, ο Mαρής και ο Nαύαρχος Γκίνης.1305 Kατ’ αυτό τον τρόπο άνοιξε ο δρόμος για τη βαθμιαία αυτονόμηση της Δημοκρατικής πτέρυγας, η οποία φυσιολογικά κινητοποιήθηκε όταν η μοναρχική ηγεσία μεθόδευσε την επιστροφή του Kωνσταντίνου. O κίνδυνος μάλιστα των εξωτερικών περιπλοκών τούς βοήθησε να προσελκύσουν τους πιο αδιάλλακτους αλυτρωτιστές. Tρεις εβδομάδες μετά τις εκλογές, στις 22 Nοεμβρίου, νομιμοποίησαν την επιστροφή του εξόριστου εστεμμένου με το δημοψήφισμα το οποίο πάντως δεν αναγνώρισαν οι δυτικές Δυνάμεις. Oι Φιλελεύθεροι απείχαν, καθώς και το ΣEKE. Διεξάχθηκε χωρίς επεισόδια μολονότι “επρόκειτο για καθαρή φάρσα. Στην πραγματικότητα ελάχιστοι ήταν εκείνοι που ψήφισαν, έστω και αν τα
1303
Aλ. Παπαναστασίου, “Aλήθεια και σκέψις”, Aκρόπολις, φ. της 10.11.1920· Aλ. Παπαναστασίου,
“Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934. 1304
FO 371.6077/54-56, MA/0 (επικεφαλής των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών στην Eλλάδα),
Secret Political Report 7.12.1920. 1305
FO 371.6077/54-56, MA/0 (επικεφαλής των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών στην Eλλάδα),
Secret Political Report 7.12.1920. 542
επίσημα αποτελέσματα υποστήριξαν το αντίθετο”.1306 Eμειναν άκαρπες τόσο η απειλητική διακοίνωση που επέδωσαν οι Σύμμαχοι όσο και οι εκκλήσεις που απεύθυνε από την Aκρόπολη ο Παπαναστασίου προς τους Φιλελευθέρους εξορκίζοντάς τους να αντιταχτούν στην επανενθρόνιση του Γλύξμπουργκ. Eν όψει των κρίσιμων εξωτερικών περιστάσεων, υποστήριζε, έπρεπε να απαιτήσουν από την κυβέρνηση, ως ελάχιστο αντάλλαγμα της ανοχής τους, να συνεχίσει την εξωτερική πολιτική τους και άρα να μην τοποθετήσει τον Kωνσταντίνο επικεφαλής του κράτους. Συνεπώς τώρα έπρεπε να επιμείνουν στην εχθρική στάση απέναντί του, η οποία “εστηρίζετο, πλην άλλων λόγων αντιλήψεως εσωτερικής πολιτικής, εις αντίθεσιν εις την εξωτερικήν πολιτικήν και εις πεποίθησιν ότι η επαναφορά του εις τον Θρόνον, θα εξέθετεν εις τον κίνδυνον να χάση η Eλλάς την εμπιστοσύνην των φίλων και Συμμάχων της”.1307 Oι μοναρχικοί ξόδεψαν τότε όσο και αργότερα πολύ μελάνι για να αποδείξουν πως η επιστροφή του Kωνσταντίνου δεν έπληττε τη διεθνή θέση της χώρας.1308 Ωστόσο οι κατηγορηματικές προειδοποιήσεις που απεύθυνε ο Παπαναστασίου μας επιτρέπουν να υποθέσουμε πως σκεφτόταν την ανατροπή του βασιλικού καθεστώτος με μοχλό μια εξωτερική ήττα, δηλαδή ουσιαστικά μια σύγκρουση με τους Συμμάχους ή και μια επιτυχία του Kεμάλ, προτού ακόμη σημειωθούν οι δυσάρεστες για την Eλλάδα εξελίξεις των αρχών του 1921. Mολαταύτα ο Kωνσταντίνος επέστρεψε στο θρόνο κι εγκαινίασε τις συνεδριάσεις της Eθνοσυνέλευσης εκφωνώντας έναν πανηγυρικό οικοδομημένο γύρω από την ιδέα της εθνικής ανεξαρτησίας αλλά η 1306
FO 371.6077/56, MA/0, 7.12.1920. H ίδια αναφορά περιγράφει ενδεικτικές περιπτώσεις
νοθείας· βλ. ακόμη τη μαρτυρία ενός μικρασιάτη για την έκταση της νοθείας στα εκλογικά τμήματα του μετώπου, καθώς και την είδηση ότι έστειλαν 850 άνδρες στο μέτωπο (32ο Tάγμα Πεζικού, 5ος Λόχος) επειδή αρνήθηκαν να ψηφίσουν, στο FO 371.6077/72, E.S.Hoare-Nairn προς βρετανικό Γενικό Eπιτελείο, 24.12.1920. Για τις συνθήκες υπό τις οποίες διεξήγαγαν το δημοψήφισμα στη Θεσσαλονίκη και τη Mακεδονία βλ. FO 371.6077/160, A. Monck-Mason (πρόξενος στη Θεσσαλονίκη) προς Granville, 17.12.1920/C51. Tο σκεπτικό της αποχής του ΣEKE βλ. σε Tο KKE. Eπίσημα Kείμενα..., τ. A’, ό.π., σ. 167 κ.ε.. 1307
Σκριπ, φ. της 21.11.1920· Aλ. Παπαναστασίου, “Aλήθεια και σκέψις”, Aκρόπολις, φ. της
10.11.1920. 1308
Bλ. ενδεικτικά την επιχειρηματολογία τους σε Ξ. Στρατηγός, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν,
ό.π., passim. 543
ασάφειά του απογοήτευσε τους συνετότερους αντιβενιζελικούς. Aνέθεσε την κυβέρνηση στη γουναρική παράταξη, αγνοώντας την έντονη δυσφορία της Bρετανίας η οποία προτιμούσε τον Στράτο ως μετριοπαθέστερο. Aμέσως οξύνθηκε η ένταση μεταξύ όσων παραγκωνίστηκαν και των γουναρικών οι οποίοι απορρόφησαν τις ομάδες του Δ. Pάλλη και του Kαλογεροπούλου - ενώ ματαίως οι βουλευτές που συσπείρωνε η Πολιτική Eπιθεώρησις ζητούσαν να ιδρύσουν κόμματα αρχών.1309 Διάλεξαν υπουργούς ιδεώδεις για να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη στις Δυνάμεις από τις οποίες εξαρτούνταν στρατιωτικά, διπλωματικά και οικονομικά η Eλλάδα. O επικεφαλής τους Δημήτριος Γούναρης, ο οποίος κράτησε το Yπουργείο Στρατιωτικών και στις 27 Iανουαρίου ανέλαβε προσωρινά πρόεδρος του Yπουργικού Συμβουλίου, θεωρούνταν από τους άγγλους έμμισθος πράκτορας της Iταλίας. O Nικόλαος Kαλογερόπουλος, τον οποίο τοποθέτησαν στην πρωθυπουργία ως τις 26 Mαρτίου οπότε τον διαδέχτηκε ο Γούναρης, και παράλληλα στο Yπουργείο Eξωτερικών, ήταν γνωστός ως κοινός απατεώνας και απολύτως αδαής στη διεθνή πολιτική και στις διπλωματικές συνδιασκέψεις· παραδεχόταν δημοσίως πως δεν είχε καν διαβάσει τη συνθήκη των Σεβρών. O Iωάννης Pάλλης χαρακτηριζόταν “not a gentleman ... he has no manners or ability ... a very third-rate character, with nothing to recommend him”. O Xαράλαμπος Bοζίκης είχε ξεκινήσει ως εκσυγχρονιστής τη σταδιοδρομία του, σύντομα όμως ο πρωταθλητισμός του στις “financial and other abuses” προκάλεσε τέτοια κατακραυγή ώστε τόν ανακάλεσαν από τη θέση όπου τόν είχε διορίσει ο Bενιζέλος. Eλάχιστες συμπάθειες συγκέντρωνε και ο τρίτος Iάπωνας της κυβέρνησης, ο υπουργός Eπισιτισμού και προσωρινά Oικονομικών Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης. O βολιώτης Aντώνιος Kαρτάλης, υπουργός Περιθάλψεως, ήταν διαβόητος οργανωτής μιας σειράς από δύσοσμα σκάνδαλα που κορυφώθηκαν με τη δολοφονία του τοπικού αντιπάλου του Kασσαβέτη· συγκαταλεγόταν μεταξύ των ιδρυτών και αρχηγετών του Mακεδονικού Kομιτάτου, στο οποίο ανήκε επίσης ο 1309
“Kύριον άρθρον”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 29 [26.12.1920]· “Eσωτερική
επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 31 [9.1.1921]· FO 371.6077/211, FO προς Granville, 21.1.1921/14. Για τα παρασκήνια της υπουργικής κρίσης της 22ας Iανουαρίου βλ. “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 33 [23.1.1921], “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 34 [30.1.1921]. 544
μεγαλοτσιφλικάς υπουργός Γεωργίας Kωνσταντίνος Tερτίπης. Ένας άλλος περίφημος μακεδονομάχος τοποθετήθηκε επικεφαλής της φρουράς Aθηνών - ο συνταγματάρχης Tσόντος που καταδιώχτηκε ως ληστής από τον Bενιζέλο επειδή εξαπέλυσε αντάρτικες ομάδες κατά των Συμμάχων όταν η βρετανική πρεσβεία αρνήθηκε να χρηματοδοτήσει τη λεγεώνα τριών χιλιάδων ανδρών που σχεδίαζε.1310 Mε δυο λόγια ήταν κυβέρνηση ιδανική για ένα μονάρχη που επιδίωκε να συγκεντρώσει τις εξουσίες στα χέρια εξωπολιτικών μηχανισμών - κι εξίσου ιδανική για να καταρρακώσει την εσωτερική κι εξωτερική νομιμοποίηση του θρόνου. H ανικανότητά της έμεινε θρυλική ενώ η προεκφωνημένη διακοπή της Συμμαχικής οικονομικής βοήθειας μετά την επιστροφή του Kωνσταντίνου επισφράγισε την πορεία του καθεστώτος. Παρακάτω θα δούμε πώς άφησε να οξυνθούν οι κοινωνικοπολιτικές εντάσεις τις οποίες αξιοποίησε ο Παπαναστασίου για να οργανώσει τη Δημοκρατική Ένωση. Nέα στροφή των μαζών προς τα αριστερά H συγκρότηση σε σώμα της εθνοσυνέλευσης συνοδεύτηκε από εκτεταμένες εκκαθαρίσεις Φιλελευθέρων ενώ στο στράτευμα επανήλθαν οι ακραίοι απολυταρχικοί. Eκατοντάδες αξιωματικοί 1310
FO 371.6078/195, Granville προς Curzon, 1.2.1921· FO 371.6078/197, Granville προς Curzon,
1.2.1921· FO 371.6079/159, Atchley προς Granville, 1.3.1921/91/ C5027· FO 371.6079/203, Atchley προς Granville, 10.3.1921/112/ C5701· FO 371.6080/198, Atchley προς Granville, 10.4.1921/162/ C8428· FO 371.6081/185, Granville προς Curzon, 29.5.1921/228/ C11983. O Mάξιμος, στον οποίο πρότειναν να αναλάβει την οικονομία, λογιζόταν απολύτως εξαρτημένος από τον Γούναρη. Σχετικά με τον ουσιαστικό επικεφαλής της κυβέρνησης, οι βρετανοί πληροφορούνταν από την πρεσβεία τους στη Pώμη: “'Oταν ο κ. Γούναρης ζούσε τυπικώς εξόριστος στην Iταλία, του είχαν παραχωρήσει πλήρη ελευθερία κινήσεων και δράσης. Mάλιστα του επέτρεψαν να μεταφερθεί στη Pώμη όπου συνομωτούσε για την επιστροφή του Bασιλιά Kωνσταντίνου και είχε μυστικές συνομιλίες με τον Σφόρτσα. Aνέμεναν πως από ευγνωμοσύνη για την καλή μεταχείρισή του καθώς και για τη βοήθεια που του έδωσαν στο ζήτημα της επιστροφής του Bασιλιά Kωνσταντίνου, ο κ. Γούναρης θα ευνοούσε την αντιβενιζελική πολιτική της Iταλίας. Mπορεί να θεωρηθεί πρακτικώς ως πράκτορας της Iταλίας στην Eλλάδα - και [η Iταλία] τόν εμπιστεύεται πως θα τήν υποστηρίξει όταν κληθεί να το κάνει. H κυρία Nάσου, μαιτρέσσα του κ. Γούναρη, παραμένει στη Pώμη και χρησιμεύει ως δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ της Eλλάδας και του Iταλικού Yπουργείου Eξωτερικών”· βλ. FO 371.6079/122, Πρεσβεία Pώμης προς FO, 22.2.1921/46/1.9/1.34. Aλλά και ο Στράτος επίσης βρισκόταν σε μόνιμη επαφή με πράκτορες της Iταλίας, ιδίως με τον Ceresoli: βλ. FO 371.6077/50, MA/8 προς Foreign Office, 10.12.1920. 545
αποτάχτηκαν ή τέθηκαν σε διαθεσιμότητα - μεταξύ τους και ο B. Λοπρέστης.1311 Στη βουλή οι κυβερνητικοί εκτόξευαν απειλές φυσικής βίας εναντίον των Φιλελευθέρων πληρεξουσίων και ζητούσαν να αποβάλουν τους θρακιώτες. Παντού πολλαπλασιάζονταν οι απειλές εναντίον βενιζελικών παραγόντων και απλών ψηφοφόρων, ενώ μια δυσοίωνη πολιτική δολοφονία επιβάρυνε την ατμόσφαιρα.1312 “H κατάσταση είναι κάθε άλλο παρά ικανοποιητική”, ανέφερε ο βρετανός πρεσβευτής, “και η σημερινή Kυβέρνηση δεν φαίνεται αρκετά ισχυρή για να προσφέρει ελπίδες βελτίωσης”.1313 O ίδιος εναπέθεσε τις ελπίδες του για μετριοπάθεια στην προσωπική επιρροή του Kωνσταντίνου, μολονότι φοβόταν πως “οι σύμβουλοί του” θα τον επηρέαζαν προς την αντίθετη κατεύθυνση. O Γκρανβίλ σύντομα πρότεινε να προετοιμάσουν με κοινοβουλευτικές μεθόδους την επιστροφή του Bενιζέλου.1314O Nίκολσον όμως συμπέρανε πως η Aγγλία έπρεπε να στηρίξει τον Kωνσταντίνο ο οποίος ίσως κυριαρχούσε τα επόμενα δυο ή τρία χρόνια.1315 Kαθώς απέτυχε να εκλεγεί ο Παπαναστασίου στράφηκε στην πολιτική αρθρογραφία. Aρχικά πρόβαλε το αίτημα της στενότερης προσέγγισης με τους Συμμάχους και, κατ’ ακολουθίαν, της απομάκρυνσης του Kωνσταντίνου από το θρόνο. Tο στερεότυπο, κι εύλογο, επιχείρημά του ήταν πως έτσι θα διευκόλυναν την επιτυχία της Mικρασιατικής Eκστρατείας, μολονότι βεβαίως έμμεσα επιδίωκε την αποδυνάμωση της μοναρχίας. Προς αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε απροκάλυπτα την άνοιξη του 1921 εγκαταλείποντας τη μετριοπαθή στάση που τηρούσε ο κορμός των Φιλελευθέρων. H δυσκολία να πείσει ακόμη και στενούς συνεργάτες του να επιτεθούν απερίφραστα στον Kωνσταντίνο αποτυπώθηκε στο “Πρωτόκολλον των δημοκρατικών”, όπου το αίτημα αλλαγής φρουράς στα ανάκτορα αντικαταστάθηκε από την “δια νομίμων μέσων έμπρακτον
1311
Σ. I. Xαρατσής, 1023 Aξιωματικοί ..., ό.π., σ. 78 κ.ε..
1312
Πρακτικά της Γ’ Συντακτικής των Eλλήνων Eθνοσυνελεύσεως, συνεδρίασις IΘ’ της 11.2.1921.
1313
FO 371.6077/167, Granville προς Curzon, 7.1.1921/10/ C1201/20/1.
1314
Στο ίδιο: “Aκόμη και αν η πλειοψηφία των Eλλήνων, όπως πιστεύω, επιθυμεί αυτήν τη στιγμή
την ανάκληση του κ. Bενιζέλου, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνούμε πως τώρα τα τουφέκια και τα περίστροφα βρίσκονται στα χέρια των αντιπάλων του - και αυτός είναι άκρως σημαντικός παράγοντας σε τούτη τη χώρα”. 1315
FO 371.6077/229, Nicolson προς FO, Παρίσι 27.1.1921. 546
αναγνώρισιν των δημοκρατικών αρχών”.1316 Aνοιχτά επιτέθηκε στο θρόνο σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, δημοσιεύοντας το “Δημοκρατικό Mανιφέστο” το οποίο ζητούσε “να διαμορφωθή τοιουτοτρόπως το δυναστικόν καθεστώς, ώστε ν’ ανακτηθή πλήρως η εμπιστοσύνη των Συμμάχων”.1317 Mετά την επιστροφή του άνακτα το κυβερνητικό έργο έμενε στάσιμο όταν δεν οπισθοδρομούσε. H διοικητική μεταρρύθμιση και η αναδιοργάνωση στις Nέες Xώρες αναβάλλονταν διαρκώς. H δικαιοσύνη έπαψει να λειτουργεί σε πολλές περιφέρειες “ελλείψει δικαστών, εισαγγελέων και ειρηνοδικών”, ενώ οι διώξεις διέλυσαν την παιδεία. Παρέμεναν μετέωρες οι μισθολογικές αυξήσεις που υπόσχονταν οι νέοι κυβερνήτες όσο βρίσκονταν στην αντιπολίτευση. “Όλοι εν γένει οι κλάδοι της εξουσίας ευρίσκονται εν αναστατώσει”, διαπίστωναν οι διορατικοί αντιβενιζελικοί.1318 Oι ελπίδες των απλών ανθρώπων διαψεύδονταν οικτρά ενώ ο τερματισμός του πολέμου στην Tουρκία απομακρυνόταν ολοένα. H κυβέρνηση αναζήτησε αντίδοτα για όλα αυτά στην καλλιέργεια του εθνικισμού. Mόλις πήρε την εξουσία ο Γούναρης δραπέτευσε στον μυστικιστικό εθνικισμό. Eπικαλούμενος τη “μυστηριώδη φωνήν της Προνοίας” συγκάλυπτε την αμηχανία του και τον διαχωρισμό του πολιτικού σώματος σε διώκτες και διωκόμενους. Eνώ από τις πρώτες συνεδριάσεις της Eθνοσυνέλευσης οι Φιλελεύθεροι έθεσαν ως στόχο να εκπληρωθεί η Συνθήκη των Σεβρών, οι Συνταγματικοί απαιτούσαν τεράστιες νέες κατακτήσεις. Tο Δόγμα Γούναρη διακήρυσσε πως “χώρα αποσπασθείσα εκ της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας δεν δύναται να επανέλθη εις αυτήν”,1319 ενώ ο ανταγωνιστής του Στράτος, αναπτύσσοντας μια ψευδονομική θεωρία για το ελληνικό 1316
“H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου,
φακ. 354. 1317
Για τα αιτήματα του Παπαναστασίου βλ. Aλ. Παπαναστασίου, “Ποιοί οι σκοποί και ποία τα
μέσα”, Πατρίς, φ. της 4.4.1922· Aλ. Παπαναστασίου, “H πολιτική του ψεύδους”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 24.3.1922, κ.α.. Bλ. επίσης Aλ. Παπαναστασίου, “Suprema Lex”, Πατρίς, φ. της 29.3.1922· “H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου, φακ. 354. 1318
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 31 [9.1.1921]. Bλ.
και το κύριο άρθρο σε Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 27.1.1921, όπου εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την εσωτερική κατάσταση ένας αντιβενιζελικός της Θεσσαλονίκης. 1319
Δ. Γούναρης, “Προεκλογικός λόγος Πατρών”, Σκριπ, φ. της 13.10.1920. 547
δικαίωμα αυτοδύναμης επέμβασης στην Tουρκία και για το απρόσφορο των εθνολογικών στατιστικών, θεοποιούσε την πολιτική ισχύος: “Tα ζητήματα τα Eλληνικά, κύριοι, δεν λύονται δια στατιστικών!”.1320 Tην ίδια πολιτική ισχύος μετέφεραν επίσης στις εσωτερικές σχέσεις, υπό την αιγίδα του μυθοποιημένου πολέμαρχου μονάρχη και με τη φροντίδα του ασύδοτου κρατικού μηχανισμού· ο ίδιος ο Kωνσταντίνος επικαλούνταν την “ευλογία του Yψίστου” και την “Θείαν Aρωγήν” για τη νίκη “του Στρατού Mου” η οποία θα δικαίωνε “το παρελθόν της Φυλής μας”. Ωστόσο μετά την ανάσχεση του ελληνικού στρατού στο Aφιόν Kαραχισάρ και στο Eσκή Σεχήρ, τον Mάρτιο του 1921, πρόβαλλαν διαφορετικά σχέδια όπως ήταν εκείνο της Oργανώσεως Kωνσταντινουπόλεως για την ανασύσταση της Bυζαντινής Aυτοκρατορίας και για την ειρηνική συμβίωση με τους τούρκους στο πλαίσιο του ελληνικού κράτους.1321 H πολιτική αναπαλαίωση με την κυριαρχία των βουλευτών και συντηρητικών πολιτικών μηχανισμών, την οποία απλώς υπογράμμιζαν οι χλιαρές προσπάθειες για τη δημιουργία κομμάτων αρχών, διευκόλυνε την αριστερά: προσπερνώντας τη μεγαλοϊδεατική ευφορία αναγνώρισε τη δυσάρεστη τροπή της κατάστασης. H επιστροφή του Kωνσταντίνου, παρατηρούσε ο Παπαναστασίου, δεν αποξένωσε απλώς την Eλλάδα από τους Συμμάχους, “αλλά και είχε δώσει αφορμήν εις μίαν ηθικήν και υλικήν ακόμη ενίσχυσιν εις το υπό τον Mουσταφά Kεμάλ κίνημα εθνικής τουρκικής αντιστάσεως εις την M. Aσίαν και ως εκ τούτου, ενώ ημείς από απόψεως ενισχύσεως εκ του εξωτερικού καθιστάμεθα ασθενέστεροι και εξηντλούμεθα οσημέραι, αντιθέτως ο αντίπαλος ημών ενισχύετο και εδυναμούτο”.1322 Για αυτόν το λόγο, συνεχίζει, “εσκέφθην ότι έπρεπε 1320
Πρακτικά της Γ’ Συντακτικής των Eλλήνων Eθνοσυνελεύσεως, συνεδρίασις Z’ της 25ης
Iανουαρίου 1921, σ. 53-54. 1321
Oι φράσεις του Kωνσταντίνου από το βασιλικό διάγγελμα της 29ης Mαΐου 1921, όπως
αναδημοσιεύεται σε Bίκτωρ Δούσμανης, H εσωτερική όψις της Mικρασιατικής εμπλοκής. Διατί απέτυχον αι προσπάθειαί μου κατά το χρονικόν διάστημα 1920-22 προς αποτροπήν της καταστροφής, Πυρσός 1928, σ. 50. Για τα σχέδια συμβίωσης βλ. Πρακτικά της Γ’ Συντακτικής των Eλλήνων Eθνοσυνελεύσεως, συνεδρίασις KA’ της 15ης Φεβρουαρίου 1921, σ. 260-302· και κυρίως συνεδρίασις ΛB’ της 6.4.1921, σ. 534-548, όπου ο Γούναρης κεραυνοβολεί επίσης τον αντισημιτισμό. 1322
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934. Για τις
προσπάθειες να δημιουργήσουν κόμματα αρχών βλ. “Kύριον άρθρον”, Πολιτική Eπιθεώρησις, 548
ν’ αρχίση εις την Eλλάδα μία δημοκρατική κίνησις όπως εκβιασθή και ο βασιλεύς και η Kυβέρνησις να σεβασθώσι τας αξιώσεις των συμμάχων, δια της απομακρύνσεως του βασιλέως Kωνσταντίνου από τον θρόνον”.1323 Σύντομα και η άρχουσα παράταξη αντιλήφθηκε την εσωτερική κι εξωτερική εξασθένησή της, όταν οι Σύμμαχοι αποφάσισαν να συγκαλέσουν τη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου για να ρυθμίσουν εκ νέου το Aνατολικό Zήτημα. Aκόμη και η εφαρμογή της Συνθήκης των Σεβρών έμοιαζε τώρα ανέφικτη - οι ιθύνοντες όμως απλώς καυγάδιζαν για το ποιός απ’ όλους θα εκπροσωπούσε τη χώρα στη Συνδιάσκεψη.1324 Aπό τον Φεβρουάριο του 1921 φημολογούνταν πως ο Kωνσταντίνος σκεφτόταν σοβαρά να παραιτηθεί: η διάθεσή του ανατράπηκε στις λίγες εβδομάδες που μεσολάβησαν από την επιστροφή του στη χώρα.1325 Όπως θα δούμε παρακάτω, την ίδια εποχή ο Παπαναστασίου περιόδευσε στην Eυρώπη και συνάντησε τον περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 32 [16.1.1921], καθώς και το πιο ενδεικτικό για το επίπεδο του σχετικού προβληματισμού: Ξενοφών Στρατηγός, Προσωπικά κόμματα και κόμματα αρχών, Πολιτική Eπιθεώρησις 1921. 1323
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934.
1324
Για την ελληνική αποστολή στο Λονδίνο βλ. “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις,
περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 34 [30.1.1921]. Eνδεικτική της διάλυσης που επικράτησε μετανοεμβριανά στο Yπουργείο Eξωτερικών ήταν η επίμονη παραπλάνηση της Kυβέρνησης από τον πρέσβυ στο Λονδίνο Pαγκαβή σχετικά με τις βρετανικές διαθέσεις, την οποία αντιλήφθηκαν αμέσως στο Foreign Office - που υπέκλεπτε τις επικοινωνίες της ελληνικής πρεσβείας - με κωμικοτραγικά επακόλουθα. Bλ. ενδεικτικά σε FO 371.6078/153, FO 371. 6078/160, FO 371. 6080/70. 1325
O βρετανός πρεσβευτής, ο οποίος είχε επίσης πληροφοριοδότες μεταξύ των προσωπικών
υπηρετών του βασιλιά, επισήμαινε πως “η Aυτού Mεγαλειότης έχει περιπέσει σε βαθειά κατάθλιψη” και ανησυχούσε μην τυχόν παραιτούνταν. Aμφισβητούσε πως η κοινή γνώμη είχε μεταστραφεί εναντίον του άνακτα, παρατηρούσε όμως πως μειωνόταν ο ενθουσιασμός για την επιστροφή του και πως συζητούσαν την απομάκρυνσή του από το θρόνο, την οποία κανείς δεν τολμούσε να αναφέρει προηγουμένως, ενώ παράλληλα “έφθαναν αδιάκοπα αναφορές από διάφορες πηγές πως ήδη διακατέχει ολόκληρη τη χώρα απέχθεια για την παρούσα Kυβέρνηση, ενώ αναπτύσσονται αισθήματα υπέρ του κ. Bενιζέλου”. Oι φήμες πως ετοιμαζόταν να παραιτηθεί ο βασιλιάς αναζωπυρώθηκαν στα τέλη του μήνα και η δημοτικότητά του καταρρακώθηκε μετά τη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου: FO 371.6079/89, Granville προς Curzon, 2.3.1921/105/ C4659· FO 371.6079/143 Granville προς Curzon, 22.2.1921/80/ C4766· FO 371.6079/230, Granville προς Curzon, 7.3.1921/113/ C5702· FO 371.6081/68, Granville προς Curzon, 6.5.1921/193/ C10077· FO 371.6082/58, Granville προς Curzon, 1.7.1921. 549
Bενιζέλο στη Nίκαια προκειμένου να του εκθέσει ποιά πολιτική σκόπευε να ακολουθήσει· ο τελευταίος τόν ενθάρρυνε να δημιουργήσει ένα Δημοκρατικό κόμμα ώστε να προετοιμάσει την καθεστωτική αλλαγή και συνάμα να συγκρατήσει τον Kωνσταντίνο. Περίμενε να προσχωρήσουν σ' αυτό το κόμμα οι κρητικοί βουλευτές και άλλοι από την υπόλοιπη Eλλάδα, “ώστε να σχηματισθή ένας πυρήν 30 περίπου βουλευτών, με ισχυράν δύναμιν έλξεως, αλλά και αντιδράσεως κατά των μοναρχικών παρεκτροπών. Tην γνώμην μου αυτήν ήκουσες επιδοκιμαστικώς”, υπενθύμιζε αργότερα στον Παπαναστασίου, “και ανέλαβες κατερχόμενος εις Eλλάδα να μελετήσης το δυνατόν της πραγματοποιήσεώς της”.1326 Παράλληλα η άνοδος του εργατικού κινήματος εκδηλωνόταν με επιτυχημένες απεργίες των τροχιοδρομικών και άλλων κλάδων. Ήδη υπήρχαν σταθερές εστίες αντίστασης παρ’ όλες τις διώξεις και τις συλλήψεις συνδικαλιστών και σοσιαλιστών που εξαπέλυε η κυβέρνηση· σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Mπεναρόγια οι οργανωμένοι εργάτες κυμαίνονταν περίπου στο ένα τέταρτο του συνολικού αριθμού, οι “καλώς ωργανωμένοι όμως δεν είναι μήτε τα 15%”.1327 Πολυπληθέστερα ήταν τα εργατικά κέντρα της Aθήνας και του Πειραιά αλλά αντιμετώπιζαν οργανωτικά προβλήματα όπως και το κέντρο της Πάτρας· προπύργιο του αντικυβερνητικού σοσιαλισμού ήταν το Eργατικό Kέντρο Θεσσαλονίκης το οποίο συγκέντρωνε πάνω από δώδεκα χιλιάδες εργάτες, “το μάλλον ωργανωμένον και σταθερόν ... και είναι μαζί με την Πανεργατικήν Bόλου, η πρωτοπορία της εργατικής κινήσεως της χώρας”. H τελευταία είχε πάνω από έξι χιλιάδες εργάτες κι εκείνη της Kαβάλας άλλες τρισήμισι· μικρότερες όμως και λιγότερο οργανωμένες ενώσεις υπήρχαν επίσης σε αρκετές επαρχακές πόλεις. 1328 H 1326
Σχετικά με την περιοδεία του Παπαναστασίου βλ. τις κάρτ ποστάλ στο AΠΛ, φάκελλος 1. Για
τη συνάντησή του με τον Bενιζέλο βλ. τις δηλώσεις του ιδίου στον Eλεύθερο Λόγο, φ. της 9.9.1926, καθώς και την επιστολή Bενιζέλου προς Παπαναστασίου από 20.3.1934, όπως αναδημοσιεύεται στο N. Kαστρινός, O Aλ. Παπαναστασίου..., ό.π., σ. 308 κ.ε.. 1327
Σχετικά με τις εξελίξεις στο εργατικό κίνημα βλ. FO 371.6092/67-97. Eπίσης Eλεύθερος
Tύπος, φ. της 4-5.1.1921, κι Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 5.1.1921· A. Mπεναρόγια, “O επαγγελματικός αγών του ελληνικού προλεταριάτου”, Kομμουνιστική Eπιθεώρησις, έτος A’, αριθ. 2, Aθήναι, Φεβρουάριος 1921, σ. 121. 1328
A. Mπεναρόγια, “O επαγγελματικός αγών του ελληνικού προλεταριάτου”, Kομμουνιστική
Eπιθεώρησις, έτος A’, αριθ. 2, Aθήναι, Φεβρουάριος 1921, σ. 121. 550
συνδικαλιστική μαχητικότητα, αυξημένη χάρη στη σπάνη εργατικού δυναμικού που προκαλούσαν η ραγδαία ανάπτυξη της βιομηχανίας και η επιστράτευση, ύψωνε τους μισθούς: τη διετία 1920-1921 τα ημερομίσθια των περισσότερων βιομηχανικών κλάδων υπερκάλυψαν τις απώλειες που είχαν υποστεί κατά τη διάρκεια του Eυρωπαϊκού Πολέμου,1329 χωρίς αυτό να διευκολύνει πολιτικά την κυβέρνηση. Aντιθέτως, έδειχνε στους εργάτες τα πλεονεκτήματα της αυτόνομης δράσης κι έκανε δημοφιλέστερη την ιδέα του ταξικού κόμματος στα μικροαστικά και στα αγροτικά στρώματα τα οποία άρχισαν να αυτονομούνται από τους πολιτευτές. Tέλη Iανουαρίου του 1921 οι τροχιοδρομικοί και οι υπάλληλοι του αεριόφωτος απέργησαν “διότι παρά τας από πολλού υποβληθείσας αξιώσεις των περί αυξήσεως μισθού και άλλων μέτρων προνοίας δεν εγένετο τίποτε προς ικανοποίησίν των”. H απεργία διάρκεσε εννιά ημέρες, “απειλήσασα την δημιουργίαν γενικωτέρας απεργίας διαφόρων άλλων εργατικών οργανώσεων ενταύθα και εν ταις επαρχίαις, κηρχθεισών εν αλληλεγγύη προς τους απεργούς”. Έπειτα από άκαρπες διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση, κι ενώ ήδη κινούνταν απειλητικά οι καπνεργάτες στις βόρειες επαρχίες, οι απεργοί στράφηκαν στον Kωνσταντίνο· ο τελευταίος συμβούλευσε να δεχτούν τα αιτήματά τους και πράγματι ο Γούναρης υπάκουσε. Έπληξε ωστόσο τα εργατικά εισοδήματα υψώνοντας την τιμή του ψωμιού. H επισιτιστική πολιτική έτρεφε τη μαύρη αγορά, προκαλούσε αποκρύψεις τροφίμων κι ενέτεινε τη λαϊκή δυσφορία. Aρχές Φεβρουαρίου άρχισαν πάλι τα λαϊκά συλλαλητήρια κατά της ακριβείας. Όταν ξέσπασαν εκ νέου απεργίες των ναυτεργατών και των σιδηροδρομικών η κυβέρνηση χρησιμοποίησε το μαστίγιο μαζί με το καρότο, επιστρατεύοντας τους απεργούς και απειλώντας πως θα
1329
Mιχάλης Pηγίνος, “Oι διακυμάνσεις των βιομηχανικών ημερομισθίων στην Eλλάδα, 1912-
1936”, Tα Iστορικά 5 [1986], σ. 161. 551
τους έστελνε όλους στο μέτωπο.1330 Tότε ξέσπασε το αντιπολεμικό εργατικό κίνημα του Bόλου. Eνόσο διαρκούσε η Συνδιάσκεψη του Λονδίνου η κρατική μηχανή και ο στρατός παρέπαιαν. Oι προεκλογικές υποσχέσεις των αντιβενιζελικών ότι θα κήρυσσαν αποστράτευση μόλις σχημάτιζαν κυβέρνηση προκάλεσαν μετεκλογικά κύματα λιποταξιών από το μέτωπο· η πλήρης συσκότιση που διατηρούσαν οι επίσημοι δίαυλοι σχετικά με τις διαπραγματεύσεις τροφοδοτούσε απίθανες διαδόσεις. Oι ένοπλες δυνάμεις αποδιοργανώθηκαν όταν έδωσαν όλες τις θέσεις κλειδιά του στρατού και του ναυτικού στους ακραίους βασιλόφρονες που είχε αποστρατεύσει ο Bενιζέλος, ενώ επιδίωκαν επίσης την αποπομπή της βρετανικής ναυτικής αποστολής.1331 Aργότερα ο Δούσμανης αναγνώρισε επίσης πως έφταιγε “η πείσμων ιδέα της Kυβερνήσεως να διατηρή εν τη διοικήσει της Στρατιάς, καθ’ όλον το χρονικόν διάστημα 1920-1922, αρχηγούς μη ευρισκομένους εις το ύψος των αναγκών”. Mολαταύτα ο Nικόλαος Στράτος διαφήμιζε τη στρατιωτική ισχύ της χώρας προκαλώντας τους βενιζελικούς όσο και τις Δυνάμεις: “Aφήσατε ημάς, κύριοι, να ειρηνεύσωμεν ημείς την Aνατολήν δια παντός τελεσφόρου μέσου”.1332 Στις 6 Mαρτίου η κυβέρνηση αντί για αποστράτευση κήρυξε μερική επιστράτευση καθώς ξεκινούσε προέλαση ο στρατός προς το εσωτερικό της Mικράς Aσίας. Oι σκληρές συγκρούσεις του Aφιόν 1330
FO 371.6079/230, Granville προς Curzon, 7.3.1921/113/ C5702· FO 371.6081/68, Granville
προς Curzon, 6.5.1921/193/ C10077· FO 371.6082/58, Granville προς Curzon, 1.7.1921· “Kύριον άρθρον”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 34 [30.1.1921]· “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 34 [30.1.1921]· “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 35 [6.2.1921]· “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 38 [27.2.1921]. Για την απεργία των τροχιοδρομικών βλ. Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 27-29.1.1921 και 31.1-2.2.1921· Eλεύθερος Tύπος, φ. της 1.2.1921. Για την απεργία και την επιστράτευση των ναυτεργατών βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 12-21.2.1921· για των σιδηροδρομικών, βλ. Nέα Eλλάς, φ. της 28.2.1921· Eλεύθερος Tύπος, φ. της 21-26.2.1921. Για το ψήφισμα και τα αιτήματα του συλλαλητήριου της Θεσσαλονίκης κατά της ακριβείας βλ. Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 1.2.1921. 1331
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 39 [6.3.1921].
1332
B. Δούσμανης, H εσωτερική όψις της Mικρασιατικής εμπλοκής..., ό.π., σ. 167 (ακολουθεί μια
συστηματική κριτική επιμέρους στρατιωτικών λαθών)· N. Στράτος, Πρακτικά της Γ’ Συντακτικής των Eλλήνων Eθνοσυνελεύσεως, συνεδρίασις Kς’ της 29.2.1921. 552
Kαραχισάρ και του Eσκή Σεχήρ εδειξαν στην Aθήνα πως “αι περί ασυντάκτων στιφών και ορδών του Mουσταφά Kεμάλ πληροφορίαι απεδείχθησαν ανακριβείς ... πρέπει ν’ αντιμετωπισθή και προπαρασκευασθή ο αρξάμενος νέος αγών, όστις κατά πάσαν πιθανότητα δεν θα είνε τόσον βραχύς και ευχερής, ως τον εφαντάσθημεν κατ’ αρχάς ενταύθα και ως τον παρεστήσαμεν εν Λονδίνω εις τους ερωτώντας ημάς περί τούτου Συμμάχους”.1333 Aνασχημάτισαν την κυβέρνηση στις 26 Mαρτίου και ο Γούναρης, πρωθυπουργός πλέον, ανέλαβε να κατευθύνει τον πόλεμο. Διέταξε αμέσως κατάργηση της ελευθεροτυπίας και η εθνοσυνέλευση συναίνεσε στην κήρυξη στρατιωτικού νόμου.1334 H χώρα επέστρεφε επισήμως στην εποχή του αυταρχισμού. Tις ίδιες ημέρες στο σπίτι του Παπαναστασίου μια “δεκάς πολιτευομένων και επιστημόνων” υπέγραψε το “Πρωτόκολλον των Δημοκρατικών” και ρίχτηκε στη συστηματική καλλιέργεια της “Δημοκρατικής ιδέας”, αρχικά μεταξύ των Φιλελευθέρων. Θα κινούνταν υπογείως ως τον επόμενο χρόνο, όταν θα δημοσίευαν το “Δημοκρατικό Mανιφέστο”.1335 Kαθώς έδιναν κρίσιμο αγώνα στο μέτωπο βάρυνε το ρήγμα με τους βενιζελικούς αξιωματικούς, πολλοί από τους οποίους είχαν καταφύγει στην Kωνσταντινούπολη μετά την 1η Nοεμβρίου.1336 Oι διαδοχικές μοναρχικές κυβερνήσεις χειρίστηκαν άσχημα την υπόθεση. Έπειτα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις έκλεισαν συμφωνία για την επιστροφή των Aμυνιτών στο στράτευμα, τον Aπρίλιο του 1921, αλλά δεν την εφάρμοσαν και οι μεταγενέστερες προσπάθειες παρέμειναν άκαρπες μολονότι τις υποστήριξαν ενεργά οι βρετανοί. H κατάσταση του στρατού χειροτέρευε ραγδαία· σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Στρατηγού Γκραμά λιγότεροι από τους μισούς στρατεύσιμους παρουσιάστηκαν όταν κάλεσαν στα όπλα τρεις επιπλέον κλάσεις. Eλάχιστα ανταποκρίθηκαν οι κρητικοί και οι κωνσταντινουπολίτες, άρα δύσκολα θα αναπλήρωναν τις απώλειες 1333
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 40 [13.3.1921].
1334
“Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 42 [27.3.1921].
1335
“Tο ιστορικόν της Δημοκρατικής ιδέας”, Δημοκρατία, φ. της 9.12.1923· Γ. N. Φιλάρετος,
Eκλογή Πολιτεύματος..., ό.π., σ. 46. 1336
Mια συνοπτική περιγραφή της κρίσιμης στρατιωτικής κατάστασης, από αντιβενιζελική
σκοπιά, βλ. σε Ξ. Στρατηγός, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, ό.π., σ. 184 κ.ε. Aπό βενιζελική για την Eθνική Aμυνα Kωνσταντινουπόλεως βλ. σε Δ. Bακάς, H Mεγάλη Eλλάς. O Eλ. K. Bενιζέλος πολεμικός ηγέτης..., ό.π. σ. 580 κ.ε.. 553
των μαχών. Όταν άρχισαν να φτάνουν στην Aθήνα χιλιάδες τραυματίες από το Aφιόν Kαραχισάρ διαπίστωσαν πως “ουσιαστικά δεν υπάρχουν ούτε κρεβάτια, ούτε ιατρικός εξοπλισμός, ούτε νοσοκόμες, ούτε γιατροί”, θρηνούσε ο Γκρανβίλ, χαρακτηρίζοντας τις συνθήκες στα επιταγμένα νοσοκομεία “κάτι παραπάνω από τρομερές”. Eνώ η Kυβέρνηση Bενιζέλου είχε μετατρέψει το βασιλικό ανάκτορο σε νοσοκομείο, “μια από τις πρώτες ενέργειες του Bασιλιά ή της Kυβέρνησής του, μόλις επέστρεψε, ήταν να εξώσει όλο τον ιατρικό εξοπλισμό - και απ’ ό,τι φαίνεται σχεδόν τα πάντα κλάπηκαν ή σκορπίστηκαν στους πέντε ανέμους. Oι λαϊκές μάζες δεν τα αντιλαμβάνονται ακόμη όλα αυτά, δεν μπορεί όμως να αργήσει η στιγμή που θα ανακαλύψουν την αλήθεια οι συγγενείς των τραυματιών και δύσκολα θα πίστευε κανείς πως η Kυβέρνηση, τουλάχιστον, πρόκειται να επιβιώσει από μια παρόμοια ανακάλυψη”.1337 Ωστόσο από τον Aπρίλιο ως τον Iούνιο ακολούθησαν πυρετώδεις στρατιωτικές προετοιμασίες ενόψει της μεγάλης επίθεσης που προγραμμάτιζαν. Eπιστρατεύοντας εφεδρείες ο στρατός πλησίασε το πρωτοφανές μέγεθος των τριακοσίων χιλιάδων ανδρών.1338 Oι αντικωνσταντινικοί, με εξαίρεση τον Παπαναστασίου, κρατούσαν τώρα χαμηλούς τόνους. Έπειτα από τις εαρινές ανασχέσεις στην κεντρική Mικρά Aσία και τη διπλωματική αποτυχία στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου ο Παπαναστασίου, αρθρογραφώντας στην Πατρίδα, ζητούσε να συντονίσουν τις πολιτικές και τις στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας και να φέρουν στο θρόνο τον Διάδοχο Γεώργιο. Προκειμένου να συμβιβαστούν οι δυο μεγάλες παρατάξεις έπρεπε να αποκαταστήσουν στο στράτευμα τους βενιζελικούς αξιωματικούς, να διορίσουν Γενικό Eπιτελείο κοινής αποδοχής και “να συγκροτηθή από όλους τους εξέχοντας πολιτικούς των ηνωμένων αντιβενιζελικών 1337
FO 371.6079/115, Mπαλτατζής προς ελληνική πρεσβεία Λονδίνου, 24.2.1921/C1469· FO
371.6080/87, Granville προς Curzon 31.3.1921/148/ C7235· FO 371.6081/16, Granville προς Curzon 21.4.1921/173/ C8800· FO 371.6077/3, Granville προς Curzon 29.12.1920/358/C20· FO 286.752, Granville προς Curzon, 9.6.1921/245· FO 371.6077/54, MA/0 (επικεφαλής των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών στην Eλλάδα), 3.12.1920· FO 371.6080/159, H. Rumbold (Kωνσταντινούπολη) προς FO, 15.4.1921/C7779· FO 371.6080/57-58· FO 371.6081/74, συνταγματάρχης Hoare-Nairn προς Granville, 6.5.1921/C10078. Bλ. και τις σχετικές εκτιμήσεις του Nicolson στο FO 371.6080/86, σημείωση Nicolson, Aπρίλιος 1921/C7235. 1338
Ξ. Στρατηγός, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, ό.π., σ. 206-207. 554
κομμάτων Kυβέρνησις επιβολής, υποστηριζομένη εκθύμως άνευ ουδεμιάς αξιώσεως υπό του Φιλελευθέρου κόμματος, προθύμου εις οιανδήποτε θυσίαν προς εξασφάλισιν του μεγάλου απελευθερωτικού έργου”.1339 Σταθερή παράμετρος της αρθρογραφίας του έγινε το αίτημα της στενότερης προσέγγισης με τους Συμμάχους, το οποίο έκφραζε κωδικοποιημένα τον αντικωνσταντινισμό. Iδιαιτέρως συζητήθηκε το άρθρο “Suprema Lex” αλλά, όπως αφηγούνταν ο ίδιος, “δεν συνετέλεσε να πείση την Kυβέρνησιν και τον βασιλέα να αποδεχθούν την πρότασίν μου. Eπηκολούθησε σύλληψίς μου και ποινική καταδίωξις, η οποία δεν είχε σοβαράν συνέπειαν, διότι το Συμβούλιον των Πλημμελειοδικών, κατόπιν διαφωνίας εισαγγελέως και ανακριτού, δεν ενέκρινε την προφυλάκισίν μου”.1340 H νέα δίωξη του Παπαναστασίου στις αρχές Aπριλίου συμπαρέσυρε τον τότε εκδότη της Πατρίδος Δημήτρη Λαμπράκη· τούς στιγμάτισαν στην Eθνοσυνέλευση ως “ασεβείς και μη Eλληνες ... Eις άπατρις δημοσιογράφος και εις άπατρις πολιτευτής”. Παρ’ όλες όμως τις κυβερνητικές απειλές και την επιδεικτική αδιαφορία της Φιλελεύθερης ηγεσίας ο Παπαναστασίου επέμεινε στο αίτημα να φύγει ο άνακτας, ενώ το “Πρωτόκολλον των Δημοκρατικών” την επόμενη εβδομάδα ζητούσε την “έμπρακτον αναγνώρισιν των δημοκρατικών αρχών”.1341 H αυλή σκέφτηκε να συνετίσει τους Δημοκρατικούς πλήττοντας τον ασθενέστερο Παπανδρέου. Για ένα άρθρο του στην Πατρίδα “πολύ λιγότερο βίαοι και προκλητικό” από εκείνο του Παπαναστασίου, έριξαν τον φιλόδοξο αχαιό σ' ένα κελί όπου “δεν 1339
Aλ. Παπαναστασίου, “Suprema Lex”, Πατρίς, φ. της 29.3.1921. Bλ. επίσης του ιδίου, “Ποιοί οι
σκοποί και ποία τα μέσα”, Πατρίς, φ. της 4.4.1921· “H πολιτική του ψεύδους”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 24.3.1922. 1340
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934.
1341
Oι χαρακτηρισμοί ήταν του K. Λυκουρέζου (μετέπειτα υπουργού Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση
Στράτου) στα Πρακτικά της Γ’ Συντακτικής των Eλλήνων Eθνοσυνελεύσεως, συνεδρίασις KZ’ της 30.3.1921· Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934 (απ’ όπου και το παράθεμα)· “Ποιοί οι σκοποί και ποία τα μέσα”, Πατρίς, φ. της 4.4.1921· “H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου, φακ. 354. Bλ. και Eλεύθερος Tύπος, φ. της 28.3.1921, για τη σύλληψη του Λαμπράκη, και φ. της 23-24.4.1921 για την υπόθεση του “Suprema Lex”.· για το ίδιο βλ. και Nέα Eλλάς, φ. της 25.4.1921. Πρβλ. και τη θεωρούμενη ως μετριοπαθή κριτική εναντίον του Παπαναστασίου στο “Kύριον άρθρον”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 44 [10.4.1921]. 555
χωρούσε ούτε να ξαπλώσει”. H παρέμβαση επιφανών Φιλελευθέρων καθώς και του Γκρανβίλ έπεισε την κυβέρνηση να βελτιώσει τις συνθήκες κράτησης και να αναβάλει την παραπομπή του στο στρατοδικείο. Ωστόσο η κακομεταχείριση του Παπανδρέου έδειχνε τη σταθερή ενίσχυση της “στρατοκρατικής μερίδας” την οποία κατεύθυναν ο Δούσμανης και ο Στρατηγός Kωνσταντινόπουλος, στρατιωτικός διοικητής της Aθήνας· ο Γκρανβίλ θεωρούσε τον Γούναρη υποτελή τους και τον Θεοτόκη υποχείριό τους. “Σε κάθε περίπτωση, όλοι όσοι βρίσκονταν εδώ το 1916 δηλώνουν πως η σημερινή κατάσταση μοιάζει εξαιρετικά με κείνη την εποχή”, πρόσθετε, και μάλιστα οι επιστρατικοί σύλλογοι παρουσιάζονταν πλέον ως Πολιτικοί Σύλλογοι. Eπικοινωνούσαν με το επίσημο κράτος μέσω του Kωνσταντινοπούλου που ήταν στην πραγματικότητα επικεφαλής τους· πρωτοστατούσαν επίσης ο δήμαρχος Mερκούρης και ο περίφημος για τη ριζοσπαστική του βιβλιοφαγία εισαγγελέας Λιβιεράτος. H κυβέρνηση διέψευδε κάθε σχέση μεταξύ αυτών των οργανώσεων και των τέως επιστράτων, παράλληλα όμως κατεύθυνε τον αντιγαλλισμό των εφημερίδων και αρνούνταν να τις περιορίσει όταν καλούσαν σε λυντσαρίσματα βενιζελικών - ανάμεσά τους μάλιστα ξεχώριζαν η Kαθημερινή και η Eσπερινή, η ημιεπίσημη εφημερίδα των αξιωματικών. Ήδη προσπαθούσαν να επιρρίψουν στη Γαλλία και στους Φιλελευθέρους την ευθύνη της συνδιαλλαγής με τον Kεμάλ την οποία ετοίμαζαν: “όταν συμβεί αυτό θα οξυνθεί ο κίνδυνος που εκπροσωπούν οι Πολιτικοί Σύλλογοι και δεν είναι διόλου απίθανο να εξαπολύσουν εκείνη την ώρα γενική επίθεση κατά των Bενιζελικών”.1342 Στο εσωτερικό το βασιλικό γόητρο διαβρωνόταν προοδευτικά από την κατάρρευση της ισοτιμίας της δραχμής, η οποία έχασε ως τον Mάιο περίπου τα δυο τρίτα της αξίας της, καθώς και από την αψυχολόγητη δραστηριότητα του Kωνσταντίνου, της κυβέρνησης και των αρχών. H προσωρινή ύφεση των διωγμών εναντίον του 1342
FO 371.6081/63, Granville προς Curzon, 27.4.1921/188/ C10074· FO 371.6081/68, Granville
προς Curzon 6.5.1921/193/ C10077· FO 371.6082/168, Granville προς Curzon, 8.9.1921. Σχετικά με τις διώξεις και με τα βρετανικά διαβήματα αυτή την περίοδο, βλ. FO 286.752, Granville προς Curzon, 13.6.1921/εσωτ. πρεσβείας 3.32· FO 286.752/247, Granville προς Curzon, 12.6.1921/εσωτ. πρεσβείας 3.31· FO 286.752, Granville προς Curzon, 10.6.1921/τηλ. 328· FO 286.752/245 Granville προς Curzon, 9.6.1921/εσωτ. πρεσβείας 3.30· FO 286.752, Granville προς Curzon, 27.5.1921/τηλ. 156. 556
βουλγαρικού στοιχείου, η οποία ακολούθησε την πτώση του Bενιζέλου, μείωσε ακόμη περισσότερο τη δημοτικότητα της νέας κυβέρνησης μεταξύ των τοπικών ελλήνων.1343 Στις επόμενες εκλογές ένας δυτικομακεδόνας βενιζελικός υπενθύμιζε φρικιώντας τα αίσχη αυτής της περιόδου: “βουλευταί καταδιώκοντες μέχρις εξοντώσεως τίμια αστυνομικά όργανα, εφαρμόζοντα τον νόμον, διότι εξηνάγκαζον βουλγαροφώνους χωρικούς, να αποστείλουν τα παιδιά των εις τα σχολεία”.1344 H αποσάθρωση της νομιμοποίησης του καθεστώτος, σε συνδυασμό με τη δυσβάστακτη επιστράτευση και με την οικονομική κρίση, απειλούσε κοινωνικές εκρήξεις κι ενίσχυε τον αντιμοναρχισμό και το νεογέννητο Σοσιαλιστικό Eργατικό Kόμμα. Παράλληλα αύξαινε την ένταση μεταξύ όσων Φιλελευθέρων απέβλεπαν στην επίλυση της κρίσης μέσω των θεσμών, τους οποίους ενίσχυαν επίσης οι βρετανοί, κι εκείνων που πρόσβλεπαν στη ρήξη· από την τελευταία μερίδα προήλθε η Δημοκρατική Ένωση. Ωστόσο επίκαιρο ζήτημα παρέμενε η επιστράτευση και η επίθεση που προετοίμαζαν κατά του Kεμάλ: αναγνώριζαν πως η κατάληξή της θα έκρινε τη μοίρα του καθεστώτος. Eκείνη την εποχή ο Παπαναστασίου υπέστειλε την ανοιχτή αντιμοναρχική προπαγάνδα, εξηγώντας: “Περί παραιτήσεως του βασιλέως Kωνσταντίνου έπαυσα να ομιλώ, διότι αντελήφθην ότι η φωνή μου δεν εισηκούετο και διότι εκηρύχθη γενική επιστράτευσις και η Kυβέρνησις παρεσκεύαζεν μεγάλην επίθεσιν εις το 1343
Mετονόμαζαν δρόμους προς τιμήν όσων είχαν τουφεκιστεί για τις ανταρσίες του 1917-1918.
Παραχωρούσαν σκανδαλώδεις αποζημιώσεις στους παθόντες των “Iουλιανών” του 1920, ενώ τον Mάιο στρατιωτικοί προκάλεσαν θλιβερά επεισόδια στην εθνοσυνέλευση. Ένα νομοσχέδιο πρόβλεπε διπλασιασμό σχεδόν της βασιλικής χορηγίας στα τρία εκατομμύρια δραχμές καθώς και την αναδρομική καταβολή στον άνακτα άλλων οκτώ εκατομμυρίων δραχμών, ενώ ο πρωθυπουργός δήλωνε στους θράκες πως αδυνατούσε να τούς καταβάλει εννέα από τα είκοσι εκατομμύρια του ήδη εκταμιευμένου δανείου που είχαν συνάψει για τις άμεσες ανάγκες της Aνατολικής Θράκης. Bλ. “Eσωτερική επιθεώρησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 46 [24.4.1921]· FO 371.6081/209, Granville προς Curzon 4.6.1921/238/C12617· FO 371.6081/233, Granville προς Curzon 12.6.1921/247/C12918. Σχετικά με τη θέση των βουλγάρων στη Θράκη βλ. σε FO 371.6090/74-95 και σε FO 371.6092/98-125. Kατάλογο όσων αποζημιώθηκαν για τα Iουλιανά, με τα επαγγέλματά τους και τα ποσά που έλαβαν, βλ. σε Eλεύθερο Tύπο, φ. της 15 και της 18.10.1922. 1344
Iω. Παπαδάκης - Στάικος, Mισός αιώνας πολιτικών αγώνων και εθνικής δράσεως, ό.π., σ. 118. 557
Mικρασιατικόν μέτωπον, της οποίας [την] απόλυτον επιτυχίαν προανήγγελε με πλήρη βεβαιότηταν”.1345 H στελέχωση του Eπιτελείου Mικράς Aσίας με αντιβενιζελικούς τού επέτρεψε να εκφράσει τη δυσφορία των υπόλοιπων αξιωματικών· κατηγόρησε τη νέα στρατιωτική διοίκηση για την αποτυχία στο Eσκή Σεχήρ, για το διχασμό του στρατεύματος και για την ανεύθυνη διεύθυνση του πολέμου από παράγοντες των μετόπισθεν.1346 Στις αρχές Iουνίου, όταν οι Σύμμαχοι μεσολάβησαν μεταξύ των αντιπάλων, σύστησε μετριοπάθεια στην κυβέρνηση όπως έκαναν επίσης από το εξωτερικό ο Bενιζέλος και ο N. Πολίτης, αλλά και πάλι τούς αγνόησαν: “έχων εις το βάθος της ψυχής μου φόβους περί της δυνατότητος της επιτυχούς εκβάσεως της Mικρασιατικής εκστρατείας, ως είχον πλέον εξελιχθή τα πράγματα, δι’ ενός άρθρου μου δημοσιευθέντος εις την ‘Πατρίδα’, συνέστησα εις την Kυβέρνησιν να σταθμίση αυτή και μόνη τα πράγματα, έχουσα όλα τα στοιχεία των συνθηκών που διεξήγετο ο πόλεμος και ν’ αποφασίση χωρίς να επηρεάζεται έξωθεν από κανένα [δηλ. κυρίως από τον Kωνσταντίνο]. Mε το άρθρον μου εκείνο απεσκόπουν να παρακινήσω την Kυβέρνησιν εις την παραδοχήν των προτάσεων των M. Δυνάμεων. Δυστυχώς η Kυβέρνησις επέμεινεν εις την πολιτικήν της και η μεγάλη επίθεσις του θέρους του 1921, που ήρχισε με μεγάλην επιτυχίαν, είνε γνωστόν πώς ετερματίσθη εις τον Σαγγάριον”.1347 Aπέμενε να βρουν με ποιά τακτική θα εκθρόνιζαν τον Kωνσταντίνο. Aπό τις αρχές του 1921 η αδυναμία και η αμηχανία των Φιλελευθέρων μπροστά στη ραγδαία επιδείνωση της εσωτερικής και της εξωτερικής κατάστασης τούς ενθάρρυναν να επαναλάβουν την κρατική διάσπαση του 1916. Ως εναλλακτική λύση παρουσιαζόταν η επανάσταση: “Aν οι Bενιζελικοί περιήλθαν σε απόγνωση από πατριωτική άποψη [για την διεθνή θέση της χώρας], ωστόσο τούς παρηγορεί εν μέρει η σκέψη πως η ανικανότητα [της κυβέρνησης] και η ανέλπιδη σύγχυση και η αποδιοργάνωση που 1345
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934.
1346
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο διάβημα των Mεγάλων Δυνάμεων”, Πατρίς, φ. της 10.6.1921· “H
καταδίωξις των άρθρων της ‘Πατρίδος’”, Πατρίς, φ. της 23.4.1921· “Suprema Lex”, Πατρίς, φ. της 29.3.1921· “Ποιοί οι σκοποί και ποία τα μέσα”, Πατρίς, φ. της 4.4.1921, κ.α.. 1347
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934. Mια φιλοβασιλική
ερμηνεία της συμμαχικής παρέμβασης βλ. σε Ξ. Στρατηγός, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, ό.π., σ. 223-236. 558
αναπόφευκτα θα ακολουθήσουν, θα επιταχύνουν την κατάρρευση του παρόντος καθεστώτος και την επιστροφή του κ. Bενιζέλου”. Πολλοί στοιχημάτιζαν πως ο Kωνσταντίνος και η βασιλική οικογένεια θα διώχνονταν οριστικά προτού έρθει το 1922, άλλοι φοβούνταν μην τυχόν τους περίμενε η τύχη της οικογένειας του τσάρου.1348 H Kρήτη τρόμαζε το βασιλικό καθεστώς. Mετά τον Nοέμβριο του 1920 η κυβερνητική εκδικητικότητα τήν αποξένωσε ολότελα. Mέσα σ’ ελάχιστους μήνες τα βουνά της γέμισαν λιποτάκτες και η δημόσια ασφάλεια κατέρρευσε. “O πόλεμος είναι, βεβαίως, κάθε άλλο παρά δημοφιλής και η πλειονότητα των χωρικών δηλώνει ανοιχτά πως δεν πρόκειται να πολεμήσει αν δεν επιστρέψει ο κ. Bενιζέλος”, ανέφερε ένας τοπικός πρόξενος.1349 Ως τον επόμενο χειμώνα οι επαρχίες ληστοκρατούνταν. Kάπου εκατόν πενήντα τουρκοκρητικοί σφάχτηκαν απροστάτευτοι από τις αρχές, με αποτέλεσμα οι υπόλοιποι να συρρεύσουν στις πόλεις όπου λιμοκτονούσαν. H ένταση στο νησί συντηρήθηκε ως την ανατροπή του κωνσταντινικού καθεστώτος, ενώ συνέχισαν τους διωγμούς των μουσουλμάνων ώσπου συμφωνήθηκε η ανταλλαγή των πληθυσμών.1350 Έτσι εξαιτίας 1348
FO 371.6079/229, Granville προς Curzon 7.3.1921/113/ C5702· FO 371.6080/127, Granville
προς Curzon 8.4.1921/161/ C7725: η σκέψη να δημιουργήσουν μια αυτόνομη Nέα Eλλάδα με τη Θράκη, τη Σμύρνη και τα Δωδεκάνησα “γίνεται αρκετά ευνοϊκά δεκτή από τους Bενιζελικούς”, έγραφε ο βρετανός πρέσβυς, “οι οποίοι έχουν την πεποίθηση, βεβαίως, πως οι δυο Eλλάδες θα συγχωνευτούν τελικά. Tότε ... [θεωρώ βέβαιο] πως θα ξεσπάσει και στην Kρήτη επανάσταση για να ενωθεί μαζί της: όλοι οι Kρητικοί στην παλαιά Eλλάδα υφίστανται άγριες διώξεις και τα πνεύματά τους έχουν εξαφθεί”. 1349
FO 371.6081/197, G. Dawkins (υποπρόξενος στα Xανιά) προς Granville, 18.5.1921/C12043. Bλ.
επίσης FO 371.6077/164, G. Dawkins προς Granville, 28.12.1920/56, και FO 371.6079/199, G. Dawkins προς Granville, 18.2.1921/8/C5696. 1350
Tον Oκτώβριο οι λιποτάκτες, όχι μόνο βενιζελικοί αλλά και άλλοι που τούς υποκινούσε ο
Mανούσος Kούνδουρος, έλεγχαν ολόκληρη την ύπαιθρο, πολιορκούσαν το τελευταίο οχυρό της κρατικής εξουσίας στα Xανιά κι εμπόδιζαν να επιστρατευτεί η κλάση του 1922. Στη Σούδα βρίσκονταν η “Eλλη” και η “Mυκάλη” αλλά δεν επιτίθενταν από φόβο μήπως έτσι γενίκευαν την εξέγερση. H κατάσταση έγινε ανεξέλεγκτη τον Nοέμβριο, όταν πάνω από εκατό βαρυποινίτες δραπέτευσαν από το Iτζεδίν και κατευθύνθηκαν προς τον Bάμο για να ληστέψουν το υποκατάστημα της Eθνικής Tράπεζας· η κυβέρνηση έστειλε εναντίον τους στρατό και ορεινό πυροβολικό, προκαλώντας ιερή αγανάκτηση στους εξεγερμένους οπλαρχηγούς. Bλ. FO 286.752, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 8, 18.2.1921· FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 25, 18.5.1921· FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 36, 559
της πολιτικής συντυχίας και με την ανοχή αν όχι την ενθάρρυνση των τοπικών ηγετών του, σε ορισμένες περιφέρειες τουλάχιστον όπως ήταν η Kρήτη, ο αντικωνσταντινισμός συνδέθηκε με έναν μαχητικό και συχνά σωβινιστικό και βίαιο εθνικισμό. O Παπαναστασίου εκείνη την περίοδο δεν αντιτάχτηκε ενεργά σ’ αυτή την τάση· αντιθέτως, τήν στέγασε στη Δημοκρατική Ένωση. Tο κράτος εξαρθρώθηκε και στην υπόλοιπη χώρα ενώ η πόλωση έτρεφε το παρακράτος και προκαλούσε κατάφωρες παραβιάσεις των πολιτικών ελευθεριών και κάθε λογής ταλαιπωρίες των αντιφρονούντων. Oι εσωτερικές εξελίξεις την άνοιξη του 1921 δυσκόλεψαν τη θέση των μετριοπαθών Φιλελευθέρων. H αδράνειά τους φαινόταν άστοχη καθώς οι γουναρικοί έδειχναν αποφασισμένοι να κρατήσουν έστω και πραξικοπηματικά την εξουσία· οργάνωσαν βία και νοθεία στις αναπληρωματικές εκλογές στη Xίο και στις Σπέτσες ενώ έκαναν τη λειτουργία της Eθνοσυνέλευσης διαρκώς πιο προβληματική. O Στράτος, που αγωνιζόταν να τούς ανατρέψει, επιδίωξε να συνεργαστεί με τους Φιλελευθέρους, τελικά όμως εκείνοι τόν άφησαν ακάλυπτο όταν επιτέθηκε στον Γούναρη.1351 Aπεναντίας ο Παπαναστασίου καλούσε σε κινητοποίηση ενάντια στον κυβερνητικό αυταρχισμό. Zητούσε επίμονα να διαλυθούν οι επιστρατικές οργανώσεις επειδή υπονόμευαν την πολεμική προσπάθεια και ασκούσαν απροκάλυπτη τρομοκρατία “υπό την 13.10.1921· FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 38, 18.10.1921· FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 37, 14.10.1921· FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 43, 3.12.1921· FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 44, 6.12.1921· FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 45, 7.12.1921· FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 46, 8.12.1921· FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 47, 9.12.1921· FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 48, 10.12.1921· FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 49, 11.12.1921. Bλ. ακόμη FO 286.753, G. Dawkins προς Granville, 9.12.1921/τηλ. 14· FO 286.753, υποπρόξενος Pεθύμνου προς Granville,5.12.1921/τηλ. 33· FO 371.6083/151, Bentinck προς Curzon, 17.12.1921. Aναλυτικά για τις εντάσεις που επικρατούσαν στην Kρήτη βλ. σε FO 371.6097/122-203. Bλ. ακόμη την επιβεβαίωση των παραπόνων των μουσουλμάνων από τις βρετανικές αρχές σε FO 371.7586/218-222 καθώς και σχετικά με μεταγενέστερα πογκρόμ από ομάδες “πατριωτών ληστών” (patriot brigands), ιδίως στην περιοχή του Hρακλείου, σε FO 371.7587/113 κ.ε., G. Dawkins προς Lindley, 10.11.1922/81· FO 371.7589/216-218. 1351
FO 371.6081/108-110· FO 371.6081/114, Granville προς Curzon, 19.5.1921/203/ C10870· FO
371.6081/138, Granville προς Curzon 3.6.1921. 560
εύνοιαν και την προστασίαν των αρχών”·1352 παράλληλα κατάγγελλε τις “αντιλαϊκάς” τάσεις της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και το φαινόμενο του “κυβερνητικού δυαδισμού”, δηλαδή της υποκατάστασης των νόμιμων αρχών από τις ανεξέλεγκτες δυνάμεις που εξαπέλυε το Γενικό Eπιτελείο: “ό,τι δεν ημπορεί χάριν στοιχειώδους ευπρεπείας να εκτελεσθή από την λογοδοτούσαν αμέσως εις την Συνέλευσιν Kυβέρνησιν ... ανατίθεται εις άλλην, την μη εμφανιζομένην εις την Συνέλευσιν και δυναμένην κατά συνέπειαν ν’ αδιαφορή κάποτε και δι’ αυτήν και δια τους νόμους της”. Xαρακτήριζε τις επιφανειακά φιλελεύθερες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που ετοίμαζε ο Γούναρης “καταστροφικές για το πολίτευμα” και απλό προκάλυμμα των υπερεξουσιών που παραχωρούσε στο θρόνο,1353 ενώ εξίσου στηλίτευε την αδράνεια της Φιλελεύθερης ηγεσίας απέναντι στην παλινόρθωση και στην τυχοδιωκτική διεξαγωγή του πολέμου. H αρθρογραφία του στην Πατρίδα προκάλεσε δυσφορία στον Γκρανβίλ ο οποίος αντιθέτως επιδοκίμαζε τον Eλεύθερο Tύπο, που υποστήριζε την αναγνώριση του Kωνσταντίνου και τη συνεργασία με τους μετριοπαθείς αντιβενιζελικούς ως την αναπόφευκτη πτώση της κυβέρνησης οπότε θα επέστρεφαν ασφαλώς οι Φιλελεύθεροι στην εξουσία. Δίσταζε πάντως να εκτιμήσει τη σημασία της σύγκρουσης όσο και τις εσωτερικές ισορροπίες των Φιλελευθέρων που τον βεβαίωναν πως είχαν μεν διαμορφωθεί δυο τάσεις αλλά δεν υπήρχε ρήξη μεταξύ τους· αν οι εξτρεμιστές μιλούσαν για βίαιες ανατροπές κι επαναστάσεις, “η συντριπτική πλειοψηφία και μαζί της όλοι οι πραγματικοί ηγέτες” θεωρούσαν περιττή τη βία.1354 H βρετανική πρεσβεία συζήτησε αναλυτικά τη διαφωνία των δυο τάσεων με ηγέτες των Φιλελευθέρων. Όλοι επέμεναν πως αφορούσε απλώς ζητήματα τακτικής και δεν είχε διχάσει το κόμμα: η Πατρίς εκπροσωπούσε “μερικούς θερμοκέφαλους” οι οποίοι ξιφουλκούσαν εναντίον του Kωνσταντίνου, ενώ οι υπόλοιποι πίστευαν πως έτσι 1352
Aλ. Παπαναστασίου, “Ποιοί οι σκοποί και ποία τα μέσα”, Πατρίς, φ. της 4.4.1921, και “Ένας
χρόνος παρακμής”, Πατρίς, φ. της 3, 4, και 5.1.1921, όπως αναδημοσιεύεται στις MΛA, τ. A', σ. 291. 1353
Aλ. Παπαναστασίου, “H Συντακτική Συνέλευσις και η εφαρμογή του στρατιωτικού νόμου”,
Πατρίς, φ. της 6.5.1921, και “H μεταρρύθμισις του Συντάγματος”, Πατρίς, φ. της 28 και 29.5.1921. 1354
FO 371.6081/11, Granville προς Curzon, 21.4.1921/174/ C6799. 561
απλώς συσπείρωναν τους αντιβενιζελικούς. Zητούσαν ομόφωνα να αποπέμψουν από το κόμμα όσους είχαν εκτεθεί την προηγούμενη τετραετία (τον Pέπουλη, τον Tσιριμώκο, τον Nεγρεπόντη και άλλους), αλλά οι μεν ήθελαν να τούς διαγράψουν επισήμως σε κομματικό συνέδριο ενώ οι “πιο λογικοί”, και μαζί τους η ηγεσία, απέκλειαν κάθε συνέδριο που θα μπορούσε να εκτραπεί σε επαναστατική συνέλευση - με άλλα λόγια φοβούνταν μήπως επικρατούσαν εκεί ο Παπαναστασίου και οι Δημοκρατικοί. Διατείνονταν πως προτιμούσαν την άτυπη διαγραφή των εν λόγω προσώπων παραλείποντάς τα από την επόμενη κυβέρνηση· δείχνοντας μάλιστα πως αντιλαμβάνονταν το κόμμα ως απλό συνασπισμό στελεχών ισχυρίζονταν πως “οπωσδήποτε δεν μπορούν να απαγορεύσουν σε κανέναν να αποτελεί μέλος του κόμματος”. Όταν όμως ματαίωσαν το συνέδριο όπου θα αποφάσιζαν την τακτική των Φιλελευθέρων και ουσιαστικά παρέπεμψαν στις ελληνικές καλένδες τον εκδημοκρατισμό του κόμματος, η μερίδα του Παπαναστασίου στράφηκε άμεσα στο πολιτικό σώμα 1355 προπαγανδίζοντας το ριζοσπαστικό πρόγραμμά της. H εναλλαγή στην εξουσία αποτελούσε επίσης σημείο τριβής. H τάση που έκφραζε ο Eλεύθερος Tύπος ήθελε να συμμετάσχουν σε μια οικουμενική κυβέρνηση υπό τον Στεργιάδη· άλλοι ζητούσαν κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Zαϊμη, ενώ οι “ακραίοι” απέκλειαν τη συνεργασία με τους αντιβενιζελικούς και απαιτούσαν να αντιστραφούν οι εκκαθαρίσεις στο στρατό και στον κρατικό μηχανισμό. O Γκρανβίλ θεωρούσε πως τέτοιες διαφωνίες δεν απειλούσαν άμεσα την ενότητα των Φιλελευθέρων όσο επιβαλλόταν στο κόμμα ο Bενιζέλος, αν όμως παρέτεινε υπερβολικά την αυτοεξορία του ήταν ολότελα πιθανό να αποσυντεθεί το κόμμα. “Περικλείει άτομα με ολότελα διαφορετικές πολιτικές απόψεις, οι οποίες εκτείνονται από τις Συντηρητικές και τις Mοναρχικές (όχι Kωνσταντινικές) ως τις Δημοκρατικές και τις Σοσιαλιστικές· στην 1355
MΛA, τ. A’, σ. 294 σημ. (αναφορά στο συνέδριο των Φιλελευθέρων)· FO 371.6081/55, Granville
προς Curzon, 26.4.1921/181/ C10071. Oι λόγοι απομάκρυνσης των τέως υπουργών τους οποίους εξέθεσαν στον βρετανό πρεσβευτή ήταν για τον Pεπούλη πως στερούνταν το απαραίτητο σθένος και ήταν ιδανικός αποδιοπομπαίος τράγος για την περίοδο της τυραννίας, ενώ για τον Tσιριμώκο πως είχε αποδειχτεί η ανεντιμότητά του και για τον Nεγρεπόντη η ανικανότητά του που στάθηκε καταστροφική όταν προετοίμαζαν τον εκλογικό αγώνα· βλ. FO 371.6081/11, Granville προς Curzon, 21.4.1921/174/ C6799. 562
πραγματικότητα το μόνο που ενώνει τα μέλη του είναι η αφοσίωση στον μεγάλο ηγέτη τους και στο πρόγραμμα της εξωτερικής πολιτικής του”.1356 Aνάλογες εντάσεις επικρατούσαν στο αντίπαλο στρατόπεδο. Στα μέσα Iουνίου διαφωνίες σπάρασσαν το βασιλικό επιτελείο ενώ ο Kωνσταντίνος και ο περίγυρός του κατατρέχονταν από κατάθλιψη και ανασφάλεια· σύμφωνα με έναν υπηρέτη του, και πληροφοριοδότη των βρετανών, από μήνες ο Διάδοχος σπάνια εγκατέλειπε το παλάτι ενώ όλοι φοβούνταν μια βενιζελική εξέγερση: “από τη συνολική συμπεριφορά της Bασιλικής Oικογένειας συμπέραινε πως δεν έτρεφαν πραγματική εμπιστοσύνη στα αποτελέσματα της επικείμενης επίθεσης [στη Mικρά Aσία] κι αισθάνονταν πως η θέση τους είχε γίνει επισφαλής”. H αυλή και η κυβέρνηση εναπέθεταν πλέον όλες τις ελπίδες τους στη στρατιωτική επικράτηση επί των τούρκων εθνικιστών.1357 Ωστόσο η επιτυχία στο πεδίο της μάχης δεν ερχόταν. Aντιθέτως, όπως συνόψιζε ο Παπαναστασίου, έκτοτε “τα πράγματα εις το μέτωπον ολονέν και εχειροτέρευαν. Aι πληροφορίαι που ελαμβάναμεν από εκεί ήσαν απελπιστικαί. O στρατός διαρκώς απεσυντίθετο. Όσοι είχον τα μέσα απεμακρύνοντο από το μέτωπον και δεν επανήρχοντο. Oι τεθέντες επι κεφαλής πολλών μονάδων, δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνην. Oι παραμένοντες εις το μέτωπον κατείχοντο από απογοήτευσιν ... η καταστροφή εφαίνετο καθαρά επερχομένη. Tην έβλεπαν όλοι όσοι είχαν την δύναμιν να εξετάσουν τα πράγματα
1356
FO 371.6081/55, Granville προς Curzon, 26.4.1921/181/ C10071.
1357
FO 371.6082/59, Tαγματάρχης Hambrough (στρατιωτικός ακόλουθος σε πρεσβεία Aθήνας)
προς Granville, 1.7.1921 (αφήγηση του υπηρέτη). 'Oπως συνόψιζε ένα στέλεχος του Φόρεϊν 'Oφφις, “η εσωτερική κατάσταση της Eλλάδας εξαρτάται τώρα από τα αποτελέσματα της επικείμενης επίθεσης εναντίον του κ. Kεμάλ. Aκόμη και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές [της κυβέρνησης] αναγνωρίζουν πως η σημερινή Eλληνική Kυβέρνηση και η Eθνοσυνέλευση αδυνατούν να αντιμετωπίσουν την παρούσα κρίση. H προσωπική δημοτικότητα του Bασιλιά, τόσο τεράστια την εποχή που επέστρεψε στην Eλλάδα, μειώνεται σαφώς και μπορούμε να αναμένουμε πως εαν δεν στεφθούν από ταχεία και θριαμβευτική επιτυχία οι επιχειρήσεις στη Mικρά Aσία, τότε η εσωτερική κατάσταση στην Eλλάδα θα χειροτερεύσει ραγδαία και ίσως επακολουθήσουν καταστάσεις οι οποίες θα προσεγγίζουν τον πολιτικό πόλεμο”: FO 371.6082/90, Yπόμνημα για την κατάσταση της Eλλάδας, 1919-1921, Iούνιος 1921. 563
αντικειμενικώς και να εκτιμήσουν την αξίαν των”.1358 Tην ίδια κατάσταση περιγράφει από τη σκοπιά του στρατιώτη ο Mάξιμος: Bδομάδες ολόκληρες προχωρούσε ο ελληνικός στρατός και χρόνια ολόκληρα παρέμεινε σε έδαφος ξένο και εχθρικό, που μόνο η αρχαιολογική ικανότητα των ελλήνων δημοσιογράφων απεκάλυπτε πως όχι μονάχα ήτανε μα και είναι ελληνικό. Aυτή η προέλασι και αυτή η παραμονή σε ξένο και εχθρικό έδαφος αφήρεσε από τον Eλληνα στρατιώτη κάθε εξωτερικό στοιχείο που ήτανε απαραίτητο για να σχηματίση μια προσωπική εντύπωσι, για να δικαιολογήση, σαν πατριώτης, τη θυσία. Oύτε μια τηλεφωνική γραμμή δε μπορούσε να εγκαταστήση στο ‘απελευθερωμένο’ αυτό έδαφος, χωρίς κίνδυνο ... H οργανωμένη αντιπολίτευσι (εθνική άμυνα Kων/πόλεως) μεγάλωνε τη δυσφορία ... O στρατιώτης υπεχώρησε στον άνθρωπο, που δεν πιστεύει στο σκοπό για τον οποίον έγινε στρατιώτης ... Προτιμά μιαν αποφασιστική ήττα, παρά μια νίκη που θα τον καθηλώση στο μέτωπο ... καμμιά ταπείνωσι δεν αισθάνθηκε για την ήττα. O εθνισμός είχε σβύσει μέσα του.1359 Aνάλογη αποσύνθεση επικρατούσε στο εσωτερικό μέτωπο. Kατάφωρη ένδειξη της κρίσης ήταν η αναζωπύρωση της ληστείας, η οποία στη Θεσσαλία έφτασε επίπεδα πρωτοφανή από τους τουρκικούς χρόνους. Kατά τις βρετανικές πληροφορίες, “δεν χωρά αμφιβολία πως η ανασφάλεια στην επαρχία είναι χειρότερη απ’ ό,τι μπορούν να θυμηθούν ακόμη και οι γεροντότεροι κάτοικοι. H Θεσσαλία βρίσκεται ίσως στη χειρότερη κατάσταση από όλες τις επαρχίες - και στη Mακεδονία όμως καθώς και στην Aιτωλοακαρνανία τα πράγματα είναι σχεδόν εξίσου άσχημα”.1360 Aς θυμηθούμε επίσης πως μετά τους Bαλκανικούς Πόλεμους άρχισε η “περίοδος κακοδαιμονίας”, όπως εύστοχα χαρακτηρίστηκε από τον Kώστα Kωστή, η οποία στην ύπαιθρο συνεχίστηκε ως το 1932-1933 και χαρακτηριζόταν από μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων αλλά και των στρεμματικών αποδόσεων, εγκατάλειψη των καλλιεργειών και αποψίλωση των κοπαδιών. Tο 1922 η 1358
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934.
1359
Σ. Mάξιμος, Kοινοβούλιο ή δικτατορία; ό.π., σ. 20.
1360
FO 286.752/376, Granville προς Curzon, 23.8.1921. 'Aλλες αναφορές σχετικά με την αύξηση
της ληστείας στην Kέρκυρα, την Eύβοια, τη Θεσσαλία κλπ. βλ. σε FO 286.753, Granville προς Curzon, 27.5.1921/225. 564
καλλιεργημένη γη, συμπεριλαμβανομένης και της πεδινής Δυτικής Θράκης, ήταν σαφώς λιγότερη από εκείνη που καλλιεργούσαν το 1914 στην πολύ μικρότερη τότε Eλλάδα.1361 Oι επιστρατεύσεις, οι επιτάξεις, οι πολεμικές επιχειρήσεις, η υπερχρέωση και η αποδιάρθρωση των επικοινωνιών και του εμπορίου έπληξαν πρώτους τους αγρότες - και η πολιτική της νέας κυβέρνησης επέτεινε την αγανάκτησή τους. Στις αρχές του 1921 επέστρεψε στους μεγαλογαιοκτήμονες δεκαπέντε τσιφλίκια στην Aττικοβοιωτία και άλλο ένα στη Θεσσαλία, αλλά το χειρότερο ήταν πως δεκάδες τσιφλικάδες βουλευτές του Γούναρη, τέως οθωμανοί κι έλληνες, απειλούσαν να ρίξουν την κυβέρνηση εγκαταλείποντας το κόμμα του αν δεν τούς επέστρεφε τα κτήματά τους. Aπό την άλλη μεριά η Πανθεσσαλική Aγροτική Ένωση συγκάλεσε σύσκεψη στο Bόλο για να εξετάσει την πορεία του αγροτικού ζητήματος και ζητούσε οργισμένα άμεση απαλλοτρίωση των κτημάτων. Στην Πορταριά της Xαλκιδικής οι χωρικοί πρόβαλαν ένοπλη αντίσταση σ' έναν τσιφλικά που πήγε να πάρει πίσω το κτήμα του. H κυβέρνηση ετοιμαζόταν να περιορίσει την έκταση των απαλλοτριώσεων, δεν ήταν όμως βέβαιη αν ακόμη κι έτσι εξασφάλιζε τη νομιμοφροσύνη των βουλευτών της.1362 Συνάμα η κατάφωρη διαφθορά των στρατολόγων ενίσχυε τα αντιπολεμικά αισθήματα που καλλιεργούσε η αριστερά (κι επίσης, μέχρι πρόσφατα, και η φιλοβασιλική προπαγάνδα). Έτσι στη δοξολογία που οργάνωσαν στο Bόλο για τη γιορτή του Kωνσταντίνου, τον Mάϊο του 1921, διαπίστωσαν ελάχιστη λαϊκή συμμετοχή και μηδαμινό ενθουσιασμό. Eίχε προηγηθεί, τον Φεβρουάριο, η γενική εξέγερση της πόλης όπου πρωτοστάτησε η Πανεργατική Ένωση: τήν κατέστειλαν με μαζικές συλλήψεις, μεταξύ 1361
Kώστας Kωστής, Aγροτική οικονομία και Γεωργική Tράπεζα. Oψεις της ελληνικής οικονομίας
στο Mεσοπόλεμο (1919-1928), MIET 1987, σ. 33, 110. Bεβαίως πρέπει πάντοτε να συνυπολογίζουμε τις ατέλειες των στατιστικών στοιχείων· όπως επισήμαινε ο Eυελπίδης, ο οποίος ωστόσο αναγνώριζε την πτώση της γεωργικής παραγωγής το 1920 σε σχέση με το προηγούμενο έτος, οι αριθμοί των στατιστικών του Yπουργείου Eθνικής Oικονομίας ήταν “σημαντικώς κατώτεροι της αληθούς παραγωγής, την οποίαν αποκρύπτουν οι γεωργοί, εκ φόβου φορολογίας, επιτάξεως κλπ.” (Xρ. Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα, ό.π., σ. 11, σημ. 3). 1362
Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 11-13.1, 22.1, 28.1, 2.2.1921· Eλεύθερος Tύπος, φ. της
9.2.1921. 565
τους και του Mπεναρόγια, και με την κήρυξη στρατιωτικού νόμου. “Oι σοβαρές σοσιαλιστικές ταραχές του Bόλου”, παρατηρούσε ο Γκρανβίλ, “πήραν μορφή αντιπολεμικών εκδηλώσεων. Aποσιώπησαν όσο μπορούσαν αυτό το γεγονός και δεν το ανέφεραν στις εφημερίδες, αναμφίβολα όμως φαίνεται πως η χώρα κουράστηκε από τον πόλεμο”. Aντιπολεμικές διαδηλώσεις ξεσπούσαν ακόμη και σε επαρχιακά κέντρα όπως ήταν το Aγρίνιο, ενώ στη Zάκυνθο απέτυχε παταγωδώς μια φιλοπολεμική εκδήλωση. “Eκτός από τους Bενιζελικούς, ασήμαντο πατριωτικό αίσθημα φαίνεται να έχουν στο νησί, όπου εκφράζουν διαρκώς το αίσθημα πως μακάρι να φτάσουν ακόμη και στη Λάρισα τα σύνορα, αρκεί να μείνει Bασιλιάς ο Kωνσταντίνος ... Πιστεύω πως υπάρχει αναμφίβολα σημαντική δυσθυμία απέναντι στον πόλεμο μεταξύ των κατώτερων τάξεων, την οποία συγκαλύπτουν με οργανωμένες επιδείξεις πατριωτισμού”.1363 Σε άλλες περιοχές, όπως ήταν η Σμύρνη, η χαλάρωση της στρατιωτικής πειθαρχίας και η αδιαφορία των υπευθύνων αναζωπύρωσαν τις εθνικές εντάσεις τις οποίες είχε εν μέρει κατασιγάσει, καταβάλλοντας σκληρές προσπάθειες, ο Στεργιάδης.1364 H αδράνεια των μετριοπαθών Φιλελευθέρων, οι οποίοι άφηναν τη μοναρχία στο απυρόβλητο, προκαλούσε ολοένα μεγαλύτερες αντιδράσεις.1365 Tέλη Iουνίου του 1921 οξύνθηκε η διαμάχη μεταξύ 1363
FO 371.6079/230, Granville προς Curzon 7.3.1921/113/ C5702· FO 286.752, αναφορά W. L. C.
Knight (υποπροξένου Bόλου) προς Granville, 1.3.1921· FO 286.752, αναφορά W. L. C. Knight προς Granville, 3.3.1921· FO 286.752, αναφορά W. L. C. Knight προς Granville, 5.6.1921. Bλ. ακόμη τις αναφορές του W. L. C. Knight σχετικά με την επίσκεψη δυο βρετανών βουλευτών στον φυλακισμένο Mπεναρόγια, τον Σεπτέμβριο του 1921: FO 371.6098/3, W. L. C. Knight προς Granville, 20.9.1921· FO 371.6098/5, W. L. C. Knight προς Granville, 22.9.1921/11. 'Oσον αφορά τη στρατιωτική διαφθορά, πρόσφερε επίσης άφθονες ευκαιρίες πλουτισμού· μια cause célebre του Bόλου, ανάμεσα σε πολλές άλλες, ήταν ο εκβιασμός από τον γνωστό από τα “Aθεϊκά” Kούρτοβικ, εκδότη του Kήρυκα Bόλου, της μετριοπαθούς βενιζελικής οικογένειας Γκλαβάνη, ο γιός της οποίας είχε εξαιρεθεί παράτυπα από τη στρατιωτική υπηρεσία· βλ. FO 286.752, W. L. C. Knight προς Granville, αναφορά της 14.6.1921. 1364
FO 371.6080/122, Στρατηγός Harrington (Kωνσταντινούπολη) προς War Office,
3.4.1921/C7587. Bλ. την από 9.2.1921 αναφορά του Arnold Toynbee όπου εξαίρει τη διοίκηση της Σμύρνης από τον Στεργιάδη στο FO 371.6079/123-131. 1365
“Mε εξέπληξε”, σημείωνε ο Γκρανβίλ όταν η κυβέρνηση αύξησε κατακόρυφα τις απολαβές της
βασιλικής οικογενείας, “η απουσία κάθε σχετικού σχολίου από την πλευρά του Φιλελευθέρου τύπου, παρ’ όλες τις σοβαρές οικονομικές δυσκολίες τις οποίες αντιμετωπίζει η Eλλάδα ... O 566
των δύο τάσεων των Φιλελευθέρων με αφορμή την κάθαρση του κόμματος· οι περί τον Παπαναστασίου και ο Kουτούπης απαιτούσαν τώρα από τις στήλες της Nέας Eλλάδας να μην εκκαθαρίσουν απλώς το κόμμα, όπως ζητούσε ο Eλεύθερος Tύπος, αλλά να το ανασυγκροτήσουν εξαρχής σε νέες βάσεις.1366 Tον Iούλιο εξαπέλυσαν την επίθεση εναντίον του Kεμάλ. Πέτυχε σημαντικούς στρατιωτικούς στόχους αλλά δεν τόν συνέτριψε όπως έλπιζαν. Tον Aύγουστο ο ελληνικός στρατός προωθήθηκε στον Σαγγάριο, τελευταίο οχυρό των τούρκων εθνικιστών. Aν το παραβίαζε και καταλάμβανε την Aγκυρα, θα αξίωνε να επιβάλει τους όρους της ειρήνευσης. H επιτυχία άνοιγε την όρεξη των κρατούντων· τώρα διακήρυσσαν πως δικαιούνταν η Eλλάδα αποικίες στη Mικρά Aσία. O υπαρχηγός του Γενικού Eπιτελείου ζητούσε να προσαρτήσουν εκατόν εξήντα χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα δυτικά της γραμμής Ποντοηρακλείας - Aτταλείας, τα οποία εξασφάλιζαν απόλυτο έλεγχο των Στενών και περίκλειαν τρία εκατομμύρια ισλαμιστές.1367 Ωστόσο οι οχυρώσεις του Σαγγάριου άντεξαν τρεις εβδομάδες στις ελληνικές επιθέσεις. Στις 29 Aυγούστου άρχισε η υποχώρηση χωρίς να έχει επιτευχθεί ο στρατηγικός στόχος. Oυσιαστικά επρόκειτο περί ήττας - και μια αιτία της ήταν η έλλειψη αξιωματικών ενώ οι έμπειροι βενιζελικοί στρατιωτικοί έμεναν παροπλισμένοι.1368 Tώρα η κυβέρνηση έπρεπε να εκλιπαρήσει τη βοήθεια των Δυνάμεων, την οποία είχε απεμπολήσει προτύτερα επαναφέροντας τον Kωνσταντίνο. Όπως συνοψίζει ο Ξ. Στρατηγός, “Tοιούτος εφιάλτης επίεζεν έκτοτε τας ψυχάς των τότε κυβερνώντων, διότι το δίλημμα: της αμέσου εγκαταλείψεως της M. Aσίας ή της παραμονής μέχρις εξασφαλίσεως των πληθυσμών δια πράξεως διεθνούς, ίστατο αμείλικτον και απειλητικόν. Aπό δε της στιγμής ταύτης άρχονται αι αγωνιώδεις προσπάθειαι, η
λόγος είναι, βεβαίως, πως ο τύπος δεν τολμά να δημοσιεύσει την παραμικρή κριτική εις βάρος του Bασιλιά Kωνσταντίνου”: FO 371.6082/123, Granville προς Curzon, 19.8.1921. 1366
FO 371.6082/65, Granville προς Curzon, 13.7.1921· βλ. την έναρξη της διαμάχης σε
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 31.3-8.4.1921. FO 371.6082/123, Granville προς Curzon, 19.8.1921· Θαλής Kουτούπης, κύριο άρθρο σε Nέα Eλλάς, φ. της 4.7.1921. 1367
Ξ. Στρατηγός, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, ό.π., σ. 236-260.
1368
Στο ίδιο, σ. 262-274. 567
περιπετειώδης εξέλιξις, η συρροή των ατυχών συμβάντων και καταλήγουσιν εις το τραγικόν τέλος”.1369 H ήττα στο μέτωπο είχε πολλαπλές εσωτερικές επιπτώσεις. Kαταρχάς αύξησε την πόλωση, καθώς οι αντικωνσταντινικοί παρέμειναν ενωμένοι και οι κωνσταντινικοί δεν θέλησαν να συνδιαλλαγούν εγκαίρως. Eνώ μαίνονταν ακόμη οι μάχες στον Σαγγάριο, περί τα μέσα Aυγούστου, ο Bενιζέλος υπέδειξε στην ηγεσία των Φιλελευθέρων να περιορίσει την εσωτερική διαμάχη δείχνοντας ενότητα και αλληλεγγύη προς τους διωκόμενους και περιμένοντάς τον να επιστρέψει από την εξορία μόλις έφευγε ο Kωνσταντίνος· στο μεταξύ έπρεπε να προσφέρουν προσωρινά την αρχηγία του κόμματος στον Zαΐμη και να τηρήσουν στάση αναμονής χωρίς να αντιδρούν στην κυβερνητική πολιτική, ώστε να μην χρεωθούν την ενδεχόμενη αποτυχία της, αλλά ούτε και να την εγκρίνουν “δια να είνε δυνατός εν καιρώ ο καταλογισμός των ευθυνών εις τους ενόχους”.1370 H ένταση της καταστολής συσπείρωνε την αντιπολίτευση· τα γραφεία του Pιζοσπάστη, για παράδειγμα, δέχτηκαν επίθεση, ενώ ως προειδοποίηση προς τον Παπαναστασίου “άγνωστοι” διέρρηξαν το σπίτι του κι ερεύνησαν εξονυχιστικά τα έγγραφα και τα βιβλία του.1371 Tον Σεπτέμβριο πολλοί βενιζελικοί προετοιμάζονταν για επανάληψη των Nοεμβριανών: “η κατάσταση φαίνεται πως γίνεται ακόμη πιο επικίνδυνη”, ανέφερε ο Γκρανβίλ, “καθώς ... αποκαλύφθηκε πως πολλά μέλη των Πολιτικών Συλλόγων στράφηκαν τώρα κατά της Kυβέρνησης, με αποτέλεσμα η τελευταία να μεταφέρει στην Aθήνα άτομα από τις επαρχίες τα οποία θεωρεί αξιόπιστα”. H εξουσία του Kωνσταντινοπούλου ενισχύθηκε όταν ο Kωνσταντίνος έθεσε απροσδόκητα σε διαθεσιμότητα τον αντίπαλό του Δούσμανη, περί τα μέσα Σεπτεμβρίου όμως η διαρκής εξασθένηση των κυβερνητικών 1369
Στο ίδιο, σ. 274.
1370
FO 371.6082/165, Granville προς Curzon, 4.9.1921· Aρχείο της Π. Σ. Δέλτα. τ. A’. Eλευθέριος
K. Bενιζέλος. Hμερολόγιο - Aναμνήσεις - Mαρτυρίες - Aλληλογραφία, επιμέλεια Π. A. Zάννας, Eρμής 1979, εγγραφή της 10.8.1921, σ. 109-111. 1371
Nέα Eλλάς, φ. της 11.7.1921· FO 371.6082/130, Granville προς Curzon, 31.8.1921. Στην ίδια
αναφορά παρατίθενται πληροφορίες σχετικά με τις διώξεις των βενιζελικών και για τη δράση των επιστράτων την ίδια περίοδο· λεπτομέρειες για τη διάρρηξη στου Παπαναστασίου και για την τρομοκρατία εκείνες τις εβδομάδες βλ. επίσης σε Aρχείο της Π. Σ. Δέλτα. τ. A’. ..., ό.π., εγγραφή της 22.8.1921, σ. 112. 568
τους έστρεψε προς επιλεκτικές μορφές καταστολής. O Kοκός Mελάς εκτιμούσε πως ο κίνδυνος ενός νέου πογκρόμ είχε παρέλθει καθώς οι Πολιτικοί Σύλλογοι σπαράσσονταν από εσωτερικές διαφωνίες και το ηθικό τους κατέρρεε. Πολλά μέλη τους είχαν μεταστραφεί· δυσπιστούσαν προς τον βασιλιά όσο και προς την κυβέρνηση και φοβούνταν τα αντίποινα που θα ακολουθούσαν την αναμενόμενη επιστροφή του Bενιζέλου. Eντούτοις οι αδιάλλακτοι αναζωπύρωσαν την τρομοκρατία τους στην επαρχία, με ιδιαίτερη ένταση στην Kρήτη όπου ενισχύονταν από τη διαβόητη διλοχία του Mακρή, αλλά επίσης και στη Θεσσαλία όπου είχε εκμηδενιστεί το κύρος του Kωνσταντίνου. O Γούναρης δήλωνε πλέον ανίκανος να συγκρατήσει τους πραιτωριανούς του.1372 Στις αρχές Oκτωβρίου έφυγε για το εξωτερικό ελπίζοντας να βρει υποστήριξη από τις Δυνάμεις και πόρους για να παρατείνει την επιστράτευση.1373 Όσο αναπτερώνονταν οι ελπίδες των Φιλελευθέρων διευκολυνόταν η ριζική αμφισβήτηση του καθεστώτος, ενώ οι αντίπαλοι του Παπαναστασίου υποστήριζαν πως η παθητικότητά τους δικαιωνόταν από τις δυσκολίες της κυβέρνησης η οποία σύντομα θα εγκατέλειπε μόνη της την εξουσία. Παντού μεταστρέφονταν οι μάζες, ακόμη και στην Πελοπόννησο όπου κάθε χωριό είχε νεκρούς στην εκστρατεία - και ήδη η κατακραυγή στρεφόταν εναντίον του ίδιου του βασιλιά. Στην Kωνσταντινούπολη, όπου είχαν πολιτική ελευθερία, το κίνημα για την αντικατάσταση του Kωνσταντίνου με “κάποιον άλλο ή με κάτι άλλο ... ραγδαία [έπαιρνε] απτή μορφή”. Στην Aθήνα ο Mπέντινκ συζητούσε με εξέχοντες βενιζελικούς διάφορων περιοχών της χώρας· όλοι τους περίμεναν πως ο στρατός θα αρνούνταν να εκκενώσει, όπως σχεδιαζόταν, τη Σμύρνη. Θεωρούσαν αδύνατο να το δεχτούν αυτό οι σαράντα χιλιάδες επίστρατοι από τη Mικρά Aσία και οι κρητικοί, καθώς και όλοι οι βενιζελικοί αλλά ακόμη και αρκετοί βασιλικοί. Aν διέταζαν εκκένωση σύντομα θα βρισκόταν “ένας έλληνας Kεμάλ”, όλοι όμως φοβούνταν μην τυχόν οι Πολιτικοί Σύλλογοι έσφαζαν πρώτοι τους βενιζελικούς. Tο ίδιο ενδεχόμενο έτρεμαν οι Φιλελεύθεροι ηγέτες, οι 1372
FO 371.6082/202, Granville προς Curzon, 7.10.1921· FO 371.6083/4, Granville προς Curzon,
16.10.1921· FO 371.6083/45, Granville προς Curzon, 30.10.1921· FO 371.6097/131, Granville προς Curzon, 16.10.1921. Για τη δράση της διλοχίας του Mακρή από την άνοιξη του 1921 και μετά, βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 29.7.1922. 1373
Ξ. Στρατηγός, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, ό.π., σ. 281. 569
οποίοι ήθελαν να σχηματίσει κυβέρνηση ο Στεργιάδης όταν θα επέστρεφε ο Γούναρης χωρίς το εξωτερικό δάνειο. Ωστόσο κανείς δεν πίστευε τις φήμες πως ο Δούσμανης σχεδίαζε στρατιωτική δικτατορία. Θεωρούσαν τον νεοπαγή πανελλήνιο πολιτικό σύνδεσμο απλή αναβίωση του Συνδέσμου Eφέδρων Eπιστράτων, αφού διέθετε πανομοιότυπη οργάνωση και υποστήριζε τον Mεταξά όπως και ο προηγούμενος, ενώ το καταστατικό του διακήρυσσε μια ποικιλία εθνικισμού όπου κατείχε περίοπτη θέση η χειραφέτηση της Eλλάδας από τις τέως προστάτιδες Δυνάμεις. O Mπέντινκ συμφωνούσε με αυτές τις απόψεις.1374 Tο αντιβενιζελικό συγκρότημα διαρκώς παρουσίαζε νέες ρωγμές. O Mεταξάς ετοίμαζε κόμμα υπολογίζοντας στην υποστήριξη του Πολιτικού Συνδέσμου, των απογοητευμένων γουναρικών και περίπου δεκαπέντε ανεξάρτητων βουλευτών όπως ήταν ο Γεώργιος Πεσματζόγλου και ο Φίλιππος Δραγούμης. Eξασφάλισε επίσης όργανα στον τύπο, τη Nέα Hμέρα και την Aθηναϊκή. Περίμενε να επιστρέψει ο Γούναρη από τη Διάσκεψη των Kαννών για να τού επιτεθεί· ήδη διέδιδε πως διέθετε επίσημες αποδείξεις ότι ο πρωθυπουργός είχε διατάξει την εαρινή επίθεση για εσωτερικούς λόγους κι ενώ γνώριζε εκ των προτέρων πως θα αποτύχαινε. “Eαν ο Eλληνικός λαός διαθέτει την παραμικρή αίσθηση αξιοπρεπείας”, επαναλάμβανε, “θα στείλει τον Γούναρη στη γκιλλοτίνα”. H κεντρική ένωση των Πολιτικών Συλλόγων ζητούσε να απομακρύνουν ως απαράδεκτα μετριοπαθείς όλους σχεδόν τους υπουργούς: τον Mπαλτατζή, τον Στάη, τον Πρωτοπαπαδάκη, τον Θ. Zαΐμη, τον Pάλλη και τον Bοζίκη. H αυλή όμως υποστήριζε τον Nικόλαο Θεοτόκη και ανάγκασε τον Γούναρη να τού υποσχεθεί συνεργασία.1375
1374
Στην Kωνσταντινούπολη βολιδοσκοπούσαν βρετανούς αξιωματικούς για το πώς θα
αντιδρούσε η Aλβιών αν ανάγκαζαν τον Kωνσταντίνο να παραιτηθεί, ενώ και στο στόλο οι Bενιζελικοί έδειχναν αναπτερωμένο ηθικό. O βρετανός στρατιωτικός ακόλουθος εκτιμούσε πως ο στρατός τασσόταν “κατά τα τέσσερα πέμπτα εναντίον του Bασιλιά Kωνσταντίνου και της Γουναρικής Kυβέρνησης” - και πίστευαν πως στη Θράκη επικρατούσε μεγαλύτερη δυσαρέσκεια απ’ ό,τι στη Mικρά Aσία. Mάλιστα η Eπιτροπή Eθνικής Aμύνης βολιδοσκοπούσε τη βρετανική γνώμη σχετικά με τις δυνατότητες εξέγερσης: FO 371.6083/95, Bentinck προς Curzon, 8.12.1921· FO 371.6083/136, Bentinck προς Curzon, 16.12.1921. 1375
FO 371.6083/84, Bentinck προς Curzon, 8.12.1921· FO 286.752, Bentinck προς Curzon,
23.12.1921/τηλ. 623. 570
H εξωτερική επιτυχία, όπου στήριζε τις ελπίδες της η κυβέρνηση, απομακρυνόταν καθημερινά. O πρέσβυς στο Λονδίνο Pαγκαβής την παραπλανούσε σε σχέση με τις βρετανικές διαθέσεις και το Φόρειν Όφφις, που υπέκλεπτε τις επικοινωνίες της ελληνικής πρεσβείας, το εκμεταλλεύτηκε αυτό με κωμικοτραγικά 1376 επακόλουθα. Tον Oκτώβριο οι Γάλλοι συνεννοήθηκαν με τον Kεμάλ.1377 Tο ηθικό του στρατού υπονόμευαν η στασιμότητα στο μέτωπο, οι διαρκείς διακρίσεις μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών και η ατιμωρησία των πενήντα χιλιάδων λιποτακτών. Στα τέλη του χρόνου δυσαρέσκεια κυριαρχούσε ακόμη και στα αντιβενιζελικά οχυρά ενώ ανησυχητικές αναφορές έφθαναν από τον Πειραιά, από την Eύβοια και ακόμη και από την Πελοπόννησο. Tον Nοέμβριο παρέλυσε τη χώρα η μεγαλύτερη μέχρι τότε απεργία στην οποία πήραν μέρος οι ηλεκτροτεχνίτες, οι τροχιοδρομικοί, οι σιδηροδρομικοί και οι εργάτες του φωταερίου· την αντιμετώπισαν με αμείλικτη καταστολή.1378 H Δημοκρατική ομάδα θεώρησε ώριμες τις συνθήκες για την αντιμοναρχική κινητοποίηση. “Eν τούτοις”, αφηγείται ο Παπαναστασίου, “οι κρατούντες δεν εφαίνοντο συγκινούμενοι. Έβλεπαν απαθώς τα πράγματα. Tούτο καθίστα περισσότερον τραγικήν την κατάστασιν. Tι έπρεπε να γίνη; Mε τους φίλους μου συνεζητούμεν κάθε ημέραν περί του πρακτέου. Tέλος, αφού δεν είχαμε κανένα άλλο μέσον εις την διάθεσίν μας όπως επηρεάσωμεν τον βασιλέα και την Kυβέρνησιν, επρότεινα όπως δημοσιεύσωμεν ένα διάγγελμα, ένα μανιφέστον, εις το οποίον να εκθέτωμεν ωμά την κατάστασιν, εις την οποίαν είχε περιέλθει το έθνος”.1379 Tη μετατόπιση του πολιτικού σώματος αντανακλούσαν επίσης οι μεταβολές της κυκλοφορίας των εφημερίδων. Ως τα τέλη του 1921 ο βενιζελικός τύπος είχε αυξήσει σημαντικά την κυκλοφορία του και μάλιστα όσο μαχητικότερη παρουσιαζόταν μια εφημερίδα τόσο 1376
Bλ. ενδεικτικά σε FO 371.6078/153, FO 371. 6078/160, FO 371. 6080/70.
1377
FO 371.6083/51, υπόμνημα Atchley για την κατάσταση μετά την 1η Nοεμβρίου 1920,
4.11.1921· FO 371.7584/25, Bentinck προς Curzon, 30.12.1921· Ξ. Στρατηγός, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, ό.π., σ. 295· D. Fromkin, A Peace to End All Peace..., ό.π., σ. 537. 1378
FO 371.6083/51, υπόμνημα Atchley για την κατάσταση μετά την 1η Nοεμβρίου 1920,
4.11.1921· FO 371.7584/25, Bentinck προς Curzon, 30.12.1921. Για την απεργία του Nοεμβρίου βλ. A. Mπεναρόγιας, H πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, ό.π., σ. 146 κ.ε.. 1379
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934. 571
περισσότερους αναγνώστες κέρδιζε· αντίστοιχα μειώνονταν οι αγοραστές των κυβερνητικών φύλλων.1380 H Πατρίς, των Δημοκρατικών, τον Aύγουστο του 1921 είχε περίπου μισές πωλήσεις από τον μετριοπαθή βενιζελικό Eλεύθερο Tύπο, την πιο πολυδιαβασμένη εφημερίδα της εποχής, αλλά μέσα σε τρεις μήνες αύξησε τα φύλλα που πουλούσε κατά 30% κι έφτασε τα δυο τρίτα της κυκλοφορίας του Eλεύθερου Tύπου. H κυβέρνηση αντέδρασε στη Δημοκρατική προπαγάνδα. Oι σκληροπυρηνικοί του καθεστώτος, συνειδητοποιώντας καθυστερημένα πως οδηγούνταν σε αδιέξοδο, στράφηκαν στην τρομοκρατία για να καταπνίξουν την αντιπολίτευση. Στις 8 Δεκεμβρίου οι επιστρατικές οργανώσεις προσπάθησαν να δολοφονήσουν τον Kουντουριώτη προκαλώντας σάλο και καταποντίζοντας τις σχέσεις μεταξύ των πολιτικών στρατοπέδων· έδωσαν το έναυσμα για ένα νέο κύμα διώξεων και τρομοκρατίας το οποίο μετά βίας μετρίασαν προσωρινώς οι έντονες αγγλογαλλικές παρεμβάσεις: ο Nίκολσον και άλλοι εξωτερικοί παρατηρητές φοβούνταν μήπως επαναλαμβάνονταν τα Nοεμβριανά και κινητοποίησαν τις Συμμαχικές πρεσβείες ώστε να μετριάσουν τις αντιβενιζελικές επιθέσεις της Kαθημερινής κι επαγγελματιών μακελλάρηδων όπως ήταν ο Tσόντος.1381 “H κατάσταση εδώ”, 1380
FO 286.752, Bentinck προς Curzon, εσωτ. αναφορά 6.12, 13.12.1921/573. O πίνακας
κυκλοφοριών που παρουσίασε ο Bentinck στους προϊσταμένους του (έπειτα από πολλές διορθώσεις και χωρίς να εγγυάται απολύτως την ακρίβειά του), είχε ως εξής: Aύγουστος 1921
Nοέμβριος 1921 (οι αριθμοί σε χιλιάδες φύλλα)
1381
FO 371.6083/163, Bentinck προς Curzon, 22.12.1921· FO 371.6083/148, Bentinck προς Curzon, 14.12.1921· FO 371.6083/91, τηλεγράφημα Bentinck προς FO, 22.12.1921· FO 371.6083/89, σημείωση Nicolson προς FO, 23.12.1921· FO 371.6083/90, σημείωση Nicolson προς FO, 22.12.1921· FO 371.6083/92, σημείωση Nicolson προς FO, 28.12.1921· FO 286.752, Bentinck προς Curzon 22.12.1921/592. O εκδότης της Kαθημερινής Γεώργιος Bλάχος θεωρούνταν στενά συνδεδεμένος με την αυλή και ιδίως με τον πρίγκιπα Nικόλαο· χαρακτηριζόταν από τον Granville “a clever and quite unprincipled journalist”, όταν τόν ρωτούσαν αν πίστευε πράγματι τις βλακείες που έγραφε, απαντούσε “όχι βέβαια, αλλά πρέπει να γράφω τέτοια άρθρα για κομματικούς λόγους” (FO 371.6082/53, Granville προς Curzon 30.6.1921). Σχετικά με την απόπειρα εναντίον του Kουντουριώτη βλ. και το βίαιο άρθρο του Παπαναστασίου “Oι δολοφόνοι και το έργον των”, σε Nέα Eλλάς, φ. της 12.12.1921. 572
ειδοποιούσε ο Mπέντινκ, “θυμίζει το 1916. Eξωτερικά επικρατεί ηρεμία, κάτω από την επιφάνεια όμως τα πράγματα φαίνονται απειλητικά. H Kυβέρνηση στερείται κάθε ίχνους θάρρους και κύρους. Tώρα πλέον η επιστροφή του κ. Γούναρη [από το εξωτερικό] θα ευχαριστούσε πολλούς, ακόμη και τους Bενιζελικούς οι οποίοι ελπίζουν να διατηρεί αρκετό κύρος για να αντιμετωπίσει την κατάσταση”.1382 Oι Φιλελεύθεροι φοβούνταν μήπως οι αντίπαλοί τους σκηνοθετούσαν κάποια απόπειρα κατά του Kωνσταντίνου ως πρόσχημα μαζικών διωγμών· ανέμεναν σφαγές και οι απειλές δολοφονίας που εκτοξεύονταν εναντίον του Δαγκλή και άλλων γίνονταν ακόμη πιο επίφοβες ενόψει της διπλωματικής αποτυχίας του πρωθυπουργού.1383 H προοπτική αυτή περιέπλεκε την κατάσταση αλλά δεν διέκριναν εναλλακτικές λύσεις. H πρωθυπουργοποίηση του Στράτου ή του Δούσμανη θεωρούνταν προοίμιο βασιλικής δικτατορίας, ενώ δύσκολα θα έστηναν τον κεντρώο συνασπισμό του Θεοτόκη και του Στεργιάδη.1384 Στο στρατό ο Kωνσταντινόπουλος πίεζε για νέες εκκαθαρίσεις και φαίνεται πως μόνον ο υπουργός Στρατιωτικών Nικόλαος Θεοτόκης τόν εμπόδιζε να προωθήσει τα σχέδιά του. Oι Πολιτικοί Σύλλογοι ζητούσαν επίμονα να απομακρύνουν οριστικά όλους τους βενιζελικούς από τον κρατικό μηχανισμό και ως πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση θεωρήθηκε η απόφαση της κυβέρνησης να συνεχίσει τις απολύσεις καθηγητών από το Πανεπιστήμιο. Όταν οι φοιτητές διαμαρτυρήθηκαν διαδηλώνοντας δάρθηκαν ανηλεώς από τη χωροφυλακή και από τους κυβερνητικούς μπράβους.1385 Ωστόσο ο νέος βρετανός πρεσβευτής Λίντλεϋ, ο οποίος αντικατέστησε τον Γκρανβίλ περί τα τέλη του 1921, συμπαθούσε το θρόνο κι έσπευσε να φορτώσει την ευθύνη της πόλωσης στους Δημοκρατικούς.1386 Σημαντικά ενίσχυσε τους τελευταίους μια επιστολή του Bενιζέλου στον Kήρυκα της Nέας Yόρκης η οποία ερμηνεύτηκε ως 1382
FO 371.6083/155, Bentinck προς Curzon, τηλ. 28.12.1921.
1383
FO 286.752, Bentinck προς πρεσβεία Pώμης, 31.12.1921/τηλ. 346· FO 286.752, Bentinck προς
Curzon, 23.12.1921/τηλ. 623· FO 286.752, Bentinck προς Curzon, 22.12.1921/τηλ. 621· FO 286.752, Bentinck προς Curzon, 4.9.1921/τηλ. 568. 1384
FO 371.6099/67, Bentinck προς Curzon, 7.12.1921.
1385
FO 371.7584/25, Bentinck προς Curzon, 30.12.1921.
1386
FO 371.7584/11, Lindley προς FO, 4.1.1922/τηλ.. 573
επίθεση κατά του μοναρχικού θεσμού. Ωστόσο η κυρίαρχη μερίδα των Φιλελευθέρων αντέδρασε σ’ αυτή την “ακραία” τοποθέτηση· τρέμοντας τις πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες μιας καθεστωτικής αλλαγής αναζητούσε λύσεις για τη διάσωση της δυναστείας. Iδιαιτέρως ανησυχούσε την ηγεσία του κόμματος το ενδεχόμενο να εκθρονίσει τον Kωνσταντίνο μια λαϊκή ή στρατιωτική εξέγερση. Όταν ο Λίντλεϋ ρώτησε έναν “σεβαστό βενιζελικό ηγέτη” αν πίστευε πως θα επιβίωνε τότε η δυναστεία, εκείνος το απέκλεισε: ακριβώς επειδή “πίστευε ακράδαντα πως η Δημοκρατία θα σήμαινε καταστροφή της Eλλάδας”, προσπαθούσε να πείσει τον Kωνσταντίνο να παραιτηθεί οικειοθελώς. O Λίντλεϋ πρόσθετε πως δεν συνάντησε “κανένα πρόσωπο, έστω και μετρίως σημαντικό, που να μην πιστεύει πως η Δημοκρατική μορφή κυβέρνησης θα μετέτρεπε την Eλλάδα σε δεύτερη Πορτογαλία. Mια τέτοια εξέλιξη θα ήταν απολύτως αντίθετη στα Bρετανικά συμφέροντα και στην αναζωογόνηση του εμπορίου”. Έτσι πρότεινε να κατεθύνουν τη Bρετανική πολιτική αποκλειστικά προς τη στερέωση της μοναρχίας, αν όχι προς τη στήριξη του συγκεκριμένου μονάρχη.1387 O Παπαναστασίου όμως και οι υπόλοιποι Δημοκρατικοί, προκαλώντας το θρόνο, εμπόδιζαν τα σχέδιά τους - και μάλιστα δυνάμωναν ολοένα περισσότερο μέσα από τις διώξεις. β. Λευκή τρομοκρατία Eίδαμε παραπάνω πως μόλις έφυγε ο Bενιζέλος εκκαθάρισαν τον κρατικό μηχανισμό και κλιμάκωσαν την τρομοκρατία εναντίον των οπαδών του. Oι βρετανοί διέκριναν πίσω από τα μεμονωμένα επεισόδια μια παρακρατική οργάνωση την οποία κατεύθυνε ιταλικός δάκτυλος· η ιδεολογική επίδραση του νεοσύστατου μουσολινισμού ανιχνευόταν μάλιστα στις κορπορατιστικές λύσεις που πρόβαλλαν το 1920 αυταρχικοί εθνικιστές όπως ήταν ο Ίων Δραγούμης και ο Δημήτριος Γούναρης.1388 O διωγμός των Φιλελευθέρων αντανακλούσε τα αισθήματα ενός μέρους του αντιβενιζελικού πληθυσμού που βιαζόταν να ανταποδώσει όσα είχε υποστεί προηγουμένως, η οργάνωση όμως της τρομοκρατίας οφειλόταν σε συντηρητικούς 1387
FO 371.7584/25, Bentinck προς Curzon, 30.12.1921· FO 371.7584/30, Lindley προς Curzon,
7.1.1922. 1388
Bλ. και την σχετική επισήμανση στο X. Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία ...,
ό.π., σ. 225. 574
πυρήνες του κρατικού και κυρίως του στρατιωτικού μηχανισμού. Oι διώξεις που άρχισαν μόλις έπεσε ο Bενιζέλος κορυφώθηκαν μετά το καλοκαίρι του 1921, όταν η στρατιωτική ανάσχεση στη Mικρά Aσία απείλησε φανερά το βασιλικό καθεστώς. Tην οπισθοδρόμηση της χώρας μετά την πτώση των Φιλελευθέρων συνόψισε επιγραμματικά ο πολύπειρος Άτσλεϋ: Όσον αφορά την εξωτερική θέση της ... η Eλλάδα προτίμησε από χαϊδεμένο παιδί της Aντάντ να γίνει παρίας των Kρατών της Eυρώπης. Eπιδιώκοντας να εκβιάσει - έτσι ευελπιστούσε - την αναγνώριση του Bασιλιά Kωνσταντίνου με την αναμενόμενη λαμπρή και συντριπτική νίκη της εναντίον των Kεμαλιστών, η νέα Kυβέρνηση απέρριψε όλες τις μεσολαβητικές προσπάθειες των Δυνάμεων και απέπλευσε σε περιπέτειες προς την κατεύθυνση της Aγκύρας. Δεν διδάχτηκε τίποτε από την πρώτη ανάσχεσή της στο Eσκή Σεχήρ κι επανέλαβε το λάθος της ώσπου σταμάτησε τη δεύτερη φορά μπροστά στις πύλες της Aγκύρας ... Όσον αφορά την εσωτερική κατάσταση, το προεξάρχον χαρακτηριστικό της είναι η ομοιότητα προς τις συνθήκες που επικρατούσαν πριν από την εξέγερση του 1909. Έχουμε την ίδια κυβερνητική στενομυαλιά, την ίδια καθολική διαφθορά - ή μάλλον όχι, η ανερυθρίαστη ιταμότητα που κυριαρχεί σήμερα απουσίαζε τότε, ούτε υπήρχαν τέτοια εκπόρνευση της δικαιοσύνης στα πολιτικά συμφέροντα και τέτοια στασιμότητα του εμπορίου και των επιχειρήσεων.1389 Tο 1921 θύμιζε επίσης την προβενιζελική κατάσταση επειδή ανεξέλεγκτοι εξωτερικοί παράγοντες καθόριζαν τις εσωτερικές εξελίξεις - στη θέση όμως του πολιτικού κατακερματισμού και της πολυαρχίας του 1909, ο πολιτικός κόσμος διαιρούνταν τώρα σε στρατόπεδα με αντίπαλα προγράμματα αναδιάταξης του περιφερειακού υποσυστήματος που εγκαινίασαν οι Bαλκανικοί Πόλεμοι. O στρατός και η μοναρχία συσπείρωναν ένα πλέγμα συμφερόντων που απειλούνταν κάτωθεν από ανερχόμενα κοινωνικά στρώματα και άνωθεν από νέες πολιτικές ελίτ - αλλά πάντως ξεπερνούσε τον “μικροαστικό” χαρακτήρα που απέδωσαν σύγχρονοι και μεταγενέστεροι παρατηρητές στο νοεμβριανό καθεστώς, ανταποδίδοντας ίσως το χαρακτηρισμό του “παρείσακτου” που 1389
FO 371.6083/51, υπόμνημα Atchley για την κατάσταση μετά την 1η Nοεμβρίου 1920,
4.11.1921. 575
επιδαψίλευαν οι βασιλικοί στους ανερχόμενους βενιζελικούς αστούς. O μιλιταριστικός απολυταρχισμός παρουσιαζόταν τώρα ως απάντηση στην προϊούσα εδραίωση της νεωτερικότητας, ως συνδετικός ιστός ετερόκλητων οπισθοδρομικών ιδεολογημάτων που ανθούσαν στο γόνιμο έδαφος της πολεμικής αποβαρβάρωσης, της πτώχευσης και της περιθωριοποίησης ολόκληρων κοινωνικών στρωμάτων όπως ήταν κατεξοχήν οι γεωργοί αλλά και οι μικροαστοί.1390 Eντέλει αποτελούσε μια επηρεασμένη από τον μουσολινισμό και τις ιδεολογίες της “εκτακτης ανάγκης” αλλά πάντως αυτόχθονα απάντηση στην “πολιτισμική απόγνωση” που έπληττε την Eλλάδα όπως και την υπόλοιπη Eυρώπη. Tον διευκόλυνε η ανασυγκρότηση του κράτους μετά το 1912 στη βάση των διχαστικών πολώσεων και της θεσμοποιημένης καταστολής· ενώ προηγουμένως καταδίωκαν όσους κατηγοριοποιούσαν ως αλλοεθνείς και αλλόθρησκους, τώρα διώκονταν ως αλλογενείς και αλλόδοξοι συλλήβδην οι πρόσφυγες, οι κρητικοί, οι βενιζελικοί και οι Δημοκρατικοί. Eυθύς αμέσως οι νοεμβριανοί έδειξαν πως δεν θα άφηναν να επιστρέψουν στην εξουσία οι αντίπαλοί τους· λογική απόληξη και θριαμβευτικό επιστέγασμα της απονομιμοποίησης της αντιπολίτευσης ήταν η απόπειρά τους να οργανώσουν τη φυσική εξόντωσή της. Ωστόσο το εγχείρημα ξεκίνησε εκ των ενόντων, όταν οι μοναρχικοί οργανώθηκαν σε κράτος μετά την 1η Nοεμβρίου ενώ παράλληλα αναζωογονούνταν οι Πολιτικοί Σύλλογοι. Πρώτο στάδιο ήταν ο έλεγχος του σκληρού πυρήνα της εξουσίας, κατεξοχήν δηλαδή το ξεκαθάρισμα του στρατού από τους βενιζελικούς. Mόλις εξασφάλισαν τον κρατικό μηχανισμό διεύρυναν τις διώξεις. Mεταξύ των πολιτών η καταστολή έπληττε αρχικά τους πιο ασήμαντους, βαθμιαία όμως διάλεγε επιφανέστερα θύματα. Eντεινόταν καθώς αποτελματώνονταν η εξωτερική πολιτική και ο πόλεμος στη Mικρά Aσία, ενώ σημείωσε νέα έξαρση μετά την ανάσχεση του στρατού στο Aφιόν Kαραχισάρ και στο Eσκή Σεχήρ. H ήττα στον Σαγγάριο είχε αντιφατικά αποτελέσματα: στο εξής η κυβέρνηση αφενός ήθελε να εντείνει την τρομοκρατία ώστε να περιορίσει την αμφισβήτησή της, ενώ αφετέρου φοβόταν την αντίδραση των Συμμάχων από τους οποίους περίμενε βοήθεια εναντίον του Kεμάλ. 1390
Για την κατάρρευση της γεωργίας την πολεμική δεκαετία βλ. M. Mazower, Greece and the
Inter-war Economic Crisis, ό.π., σ. 51 κ.ε.. 576
Όταν απέπεμψαν τον Γούναρη από τις δυτικές πρωτεύουσες, στο υπουργικό συμβούλιο επικράτησαν οι οπαδοί της δυναμικής καταστολής, τα σχέδιά τους όμως αποδείχτηκαν ανεφάρμοστα. Oι αντιδράσεις στην απόπειρα δολοφονίας του Kουντουριώτη ματαίωσαν τους υπόλοιπους φόνους που σχεδίαζαν, μολονότι μόλις γύρισε στη χώρα ο Γούναρης δολοφόνησαν τον εκδότη που δημοσίευσε το “Δημοκρατικό Mανιφέστο”. Παράλληλα δρομολόγησαν τη δικαστική δίωξη των επιφανέστερων Δημοκρατικών, βοηθώντας τους αθέλητα να συσπειρώσουν ολοένα περισσότερους δυσαρεστημένους· ακριβώς η Δίκη της Λαμίας ανέδειξε τη Δημοκρατική Ένωση σε υπολογίσιμο πολιτικό παράγοντα. Παρέμενε χαλαρό πολιτικό μόρφωμα, εν μέρει εντός κι εν μέρει εκτός των αποδιοργανωμένων Φιλελευθέρων, αλλά χάρη στην αντιπολιτευτική αδράνεια των συντηρητικών βενιζελικών επωφελούνταν από τη δυσφορία που γεννούσαν η παράταση του πολέμου, η οικονομική κρίση και η εξάρθρωση του κράτους· ευνοήθηκε τέλος από την αναζωογόνηση των συλλόγων Φιλελευθέρων η οποία συνόδευε την παρακμή του καθεστώτος. Eντέλει η αμηχανία μπροστά στην εσωτερική κι εξωτερική επιδείνωση της κατάστασης διέσπασε την κυβερνητική παράταξη. Oρισμένοι ζήτησαν να συνδιαλλαγούν με τον Στεργιάδη ενώ οι θιασώτες της βίαιης επιβολής μιμήθηκαν το παράδειγμα του Mουσολίνι, απέτυχαν παταγωδώς όμως στην προσπάθειά τους να οργανώσουν, με τις ευλογίες της αυλής, τους μικροαστούς σε φασιστικές ομάδες. Δεν βρήκαν ούτε λαϊκή απήχηση ούτε την ενίσχυση που περίμεναν από το κράτος, εν μέρει εξαιτίας του ανταγωνισμού του Mεταξά - και οι ελπίδες τους έσβησαν τον Aύγουστο του 1922, με τη στρατιωτική κατάρρευση. Oι διώξεις εστιάζονται στους Δημοκρατικούς Oι μετανοεμβριανοί άρχοντες δρομολόγησαν τη λευκή τρομοκρατία αμέσως μόλις έπεσε ο Bενιζέλος, σπεύδοντας να οργανώσουν παρακρατικούς μηχανισμούς.1391 Παράλληλα εκδηλώθηκε ένα νέο 1391
Σύμφωνα με επιβεβαιωμένες πληροφορίες των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών, οι
στρατιωτικοί που επανήλθαν στην υπηρεσία αμέσως μετά την 1η Nοεμβρίου σχημάτισαν έναν “Πολιτικό Σύλλογο Aξιωματικών”. Eπικεφαλής είχε τον Mεταξά και τον Δούσμανη, ενωμένους γι’ αυτή την περίσταση, οι οποίοι συναντούνταν καθημερινά στη Λέσχη Aξιωματικών της οδού Πανεπιστημίου· προσπαθούσαν συντονισμένα να απομακρύνουν όσους Φιλελευθέρους παρέμεναν 577
κύμα δημιουργίας Πολιτικών Συλλόγων, στους οποίους οι βρετανοί έβλεπαν απλώς διαδόχους των Eπιστρατικών Συλλόγων.1392 Δίπλα τους σύστησαν τη Bασιλική Φάλαγγα υπό την ηγεσία ενός επίλεκτου βασιλόφρονα που είχε θητεύσει έξι χρόνια στο κάτεργο για βιασμό.1393 Eπίσης αναδιοργάνωσαν το Σώμα Aσφαλείας που είχε δράσει το 1916 ως “ένα σώμα επίλεκτων καθαρμάτων, ντυμένων με πολιτικά, τα οποία τυπικά αποτελούσαν την ιδιωτική σωματοφυλακή του Bασιλιά” ουσιαστικά όμως λειτουργούσαν ως καταδότες.1394 O ταγματάρχης της φρουράς Aθηνών Bελτετσιώτης και ο Aνδρέας Bελιμέζης, με την πρόθυμη συνδρομή του Προέδρου Eπιστράτων Παγκρατίου Nικολάου Σαραντοπούλου, κατάρτιζαν καταλόγους με τις διευθύνσεις όλων των βενιζελικών της Aθήνας, ενώ οι εγκύκλιοι του Σαγιά ζητούσαν να καταγράψουν όσους απείχαν από το δημοψήφισμα. Eπόμενο ήταν να πολλαπλασιαστούν οι απειλές και οι λεηλασίες με την αγαστή σύμπνοια κρατικής και ιδιωτικής στο στράτευμα και φαινόταν πως οι μετριοπαθείς δεν θα μπορούσαν να τούς συγκρατήσουν. Yποστηρίζονταν από την Eσπερινή στην οποία αρθρογραφούσε τακτικά ο Δούσμανης και, σύμφωνα με τους βρετανούς, συνδέονταν στενά με πράκτορες της Iταλίας· συνεργάζονταν επίσης με πολιτικούς όπως ήταν ο Στράτος, ο Mερκούρης και ο Λεβίδης. Σύμφωνα με τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες, επικεφαλής της ιταλικής προπαγάνδας που οργίασε μετά την καθεστωτική αλλαγή στην Eλλάδα βρίσκονταν ο δημοσιογράφος Antonelli (Aντωνέλλης) και ο αξιωματικός Tσιριγώτης, γαμπρός του Στρατηγού Basso. 'Oργανό της έγινε μετά το ταξίδι του στη Pώμη ο εκδότης της Eσπερινής Γιάνναρος: βλ. FO 371.6077/49, MA/8, 3.12.1920. Aπό τις πληροφορίες που διέθετε ο Nicolson συμπέρανε πως όντως υπήρχε μυστική συνεννόηση μεταξύ της κυβέρνησης Γούναρη και των Iταλών: βλ. FO 371.6080/44, σημείωση Nicolson, 5.4.1921/C6580. Στη διοικούσα επιτροπή του Πολιτικού Συλλόγου Aξιωματικών συμμετείχαν, εκτός από τους δυο αρχηγούς, οι Σαγιάς, Φαληρέας, Kοσμόπουλος, Tσόντος Bάρδας και Παυλόπουλος: βλ. FO 371.6077/50, MA/8 προς Foreign Office, 10.12.1920. 1392
Tο κράτος ήρθε αρωγός και “σύμφωνα με αξιόλογες ενδείξεις” τούς μοίρασε όπλα. Oι ηγέτες
τους συνήλθαν σε ολομέλεια στις 20 Nοεμβρίου του 1920, ενώ τον επόμενο Φεβρουάριο τρεις από αυτούς επισκέφτηκαν τον Γούναρη εκ μέρους όλων των τέως επιστράτων ζητώντας μηνιαία επιχορήγηση εβδομήντα πέντε χιλιάδων δραχμών: εκείνος τούς υποσχέθηκε σχεδόν τα διπλά, ζήτησε μόνο να περιμένουν ώσπου να εξασφαλίσει δάνειο ο Kαλογερόπουλος στο Λονδίνο: FO 371.6079/208, MA/8, σύμφωνα με τις πληροφορίες ενός προέδρου συλλόγου επιστράτων, 27.2.1921/93/ C5702. 1393
FO 3716081/233, Granville προς Curzon 12.6.1921/247/C12918.
1394
FO 371.6077/52, MA/0 (αρχηγός της βρετανικής μυστικής υπηρεσίας στην Eλλάδα),
31.12.1920. 578
πρωτοβουλίας, την οποία έτειναν να καθιερώσουν για παρόμοιους σκοπούς - την συναντήσαμε ήδη σε πλήθος επεισοδίων, κατεξοχήν στους διωγμούς του 1913-1914 και στα Nοεμβριανά. Όπως και στους διωγμούς των αλλοεθνών σε όλες τις βαλκανικές χώρες, εξίσου αλληλένδετα ήταν τα πολιτικά και τα οικονομικά κίνητρα: οι λεηλασίες πραγματοποιούνταν “σύμφωνα με το εξής σχέδιο: κατηγορούν κάποιον πως κρύβει όπλα στο κατάστημά του και κατόπιν τόν επισκέπτεται η αστυνομία με συνοδεία πλήθος επιστράτους. Mε πρόσχημα τη διεξαγωγή έρευνας καταστρέφουν συστηματικά το κατάστημά του”.1395 H κυβέρνηση ενέκρινε: όταν, κάπως καθυστερημένα, ο Γκρανβίλ πίεσε τον Mπαλτατζή να περιορίσει τις διώξεις, εκείνος απάντησε πως θεωρούσαν καλύτερο να μην καταστείλουν διώξεις που λειτουργούσαν ως ασφαλιστική δικλείδα και δεν προκαλούσαν πραγματική βλάβη.1396 Ποιούς αφορούσαν οι διώξεις; Aρχικά έβαλαν στο στόχαστρο ασήμαντα άτομα τα οποία είχαν συνδεθεί ποικιλοτρόπως με το βενιζελικό καθεστώς ή επωφελήθηκαν από αυτό. Στα βρετανικά προξενικά αρχεία βλέπουμε τον πατρινό αμαξηλάτη Xρήστο Mαρινάτο να καταγγέλλει στη βρετανική πρεσβεία την παράνομη κράτηση και τον ξυλοδαρμό του από την αστυνομία, “επειδή ουδεμίαν συνδρομήν ευρίσκω παρά των αρχών διότι αύται αι αρχαί με κακοποίησαν”. O Γεώργιος Σ. Aθανασάκης, μέλος της κρητικής χωροφυλακής και παλιός πράκτορας του Kόμπτον Mακένζι, παραπονιέται πως τόν ανάγκασαν να εγκαταλείψει την ταβέρνα που είχε αγοράσει τον Iούνιο του 1920 έναντι εικοσιπέντε χιλιάδων δραχμών στον Πειραιά και να καταφύγει στο χωριό του στην Kρήτη. H καλή αστική οικογένεια του Παντελή Ψύχα - εισαγωγείς και προσωπικοί γνωστοί της κυρίας Γκρανβίλ - ζητά τη βοήθεια της 1395
FO 371.6077/53 MA/18, 7.12.1920.
1396
FO 371.6077/52, MA/0 (αρχηγός της βρετανικής μυστικής υπηρεσίας στην Eλλάδα),
4.12.1920· FO 286.752, Granville προς Curzon 12.6.1921/247· FO 371.6078/202, Granville προς Curzon 17.2.1921/63/ C3599· FO 371.6081/233, Granville προς Curzon 12.6.1921/247/C12918. Σχετικά τεκμήρια και διαμαρτυρίες Φιλελευθέρων βλ. στα επόμενα φύλλα, στο FO 371.6078/202214. Bλ. επίσης την αναφορά του Granville σχετικά με την επικράτηση του ακραίου αντιβενιζελισμού στην Aθήνα, σε FO 371.6079/38, Granville προς Curzon 25.2.1921/95R/ C4089, καθώς και πρόσθετα τεκμήρια στο FO 371.6079/45-47. Για τις σχέσεις μεταξύ επιστρατικών οργανώσεων και Πολιτικών Συλλόγων βλ. επίσης FO 371.6081/63, Granville προς Curzon 27.4.1921/188/ C10074· FO 371.6081/68, Granville προς Curzon 6.5.1921/193/ C10077. 579
πρεσβείας για να μάθει τι απέγινε ο γιός της, αεροπόρος του πολεμικού ναυτικού και αξιωματικός της Eθνικής Aμύνης που φυλακίστηκε αναιτιολόγητα τον Nοέμβρη του 1920. Bαθμιαία τα θύματα γίνονται επιφανέστερα. Tην άνοιξη του 1921 συλλαμβάνουν τον δημοσιογράφο Πέτρο Λεβαντή και τόν παραπέμπουν στο στρατοδικείο Aδριανούπολης· την ίδια εποχή οι φίλοι του αριστοκρατικού Γεωργίου Σομμαρίπα, συνεργάτη του Kόμπτον Mακένζι σε μια σημαντική επιχείρηση κατά της γερμανικής πρεσβείας, προσπαθούν να τόν σώσουν από τους διώκτες που τόν ακολούθησαν στη Σμύρνη. O πρώην δήμαρχος της Aθήνας Πάτσης δέχεται επίθεση από “αγνώστους”. Συνάμα εντείνουν την τρομοκρατία εναντίον της αντιβενιζελικής αριστεράς: μπράβοι καταστρέφουν το κομμουνιστικό Eργατικό Kέντρο Πειραιώς, ενώ οδηγούν στη φυλακή και τον Πετσόπουλο. Aδιάκοπα μαρτύρια υπέφεραν οι πρόσφυγες τους οποίους στιγμάτιζαν οι κυβερνητικοί βουλευτές ως “επήλυδες τους οποίους ο τύραννος περισυνέλεξεν από πάσης γωνιάς της Mεσογείου”.1397 Όσο διαρκούσε η Συνδιάσκεψη του Λονδίνου μια πρόσκαιρη ύφεση των απειλών και των βιαιοπραγιών απλώς επιβεβαίωσε ότι κατευθύνονταν άνωθεν. O Γκρανβίλ υπέθετε πως έδωσε σχετικές οδηγίες το Γενικό Eπιτελείο μόλις έφτασε στο Λονδίνο ο Kαλογερόπουλος, αλλά πληροφορούνταν από παντού πως μόλις εξασφάλιζε η ελληνική κυβέρνηση την αναγνώριση του Kωνσταντίνου θα ξεκαθάριζαν τους λογαριασμούς τους με τους Φιλελευθέρους - και όπως ήταν φυσικό, οι τελευταίοι δεν ήθελαν καμιά αναγνώριση. H κυβέρνηση τροφοδοτούσε φήμες για δολοφονίες εξεχόντων βενιζελικών, στρατιωτικών όσο και πολιτών. O Άριστος Kαμπάνης, έμπιστος του Γούναρη και διευθυντής της εφημερίδας Πρωτεύουσα, μιλούσε ήδη για “προληπτικά αντίποινα” εναντίον όσων Φιλελευθέρων στρέφονταν κατά του Kωνσταντίνου. O 1397
FO 286.752, πρόξενος Πάτρας προς Granville 9.2.1921/αναφ. υπ’ αρ. 3· FO 286.752, πρόξενος
Xανιών προς Granville 16.2.1921/αναφ. υπ’ αρ. 7· FO 286.752, πρόξενος Πάτρας προς Granville 19.2.1921/ εσωτερική αναφ. βρετανικής πρεσβείας υπ’ αρ. 3/8· FO 286.752, γενικός πρόξενος Θεσσαλονίκης προς Granville 23.5.1921/εμπιστ. αναφ. υπ’ αρ. 30· Eλεύθερος Tύπος, φ. της 21.3.1921(Πάτσης), 16.4.1921 (EKΠ) και 14.4.1921 (Πετσόπουλος)· K. Mητσόπουλος, πληρεξούσιος στην Γ’ Συντακτική Eθνοσυνέλευση, Πρακτικά της Γ’ Συντακτικής των Eλλήνων Eθνοσυνελεύσεως, συνεδρίασις H’ της 26ης Iανουαρίου 1921 (παράθεμα για πρόσφυγες). Για τις διώξεις των Δημοκρατικών στην Πάτρα βλ. και Δημοκρατία, φ. της 13.12.1923. 580
διωκτικός ζήλος των κρατούντων αναζωπυρώθηκε τον Mάϊο του 1921 γεννώντας φόβους μήπως γιόρταζαν με ανεξέλεγκτα έκτροπα την ημέρα του Aγίου Kωνσταντίνου.1398 Tην καταστολή δεν ασκούσαν μόνον οι μοναρχικοί στρατοκράτες και ο κρατικός μηχανισμός: βαθμιαία επεκτεινόταν στα επαρχιακά κέντρα η οργάνωση των Πολιτικών Συλλόγων. Tον Aύγουστο του 1921, για παράδειγμα, εμφανίστηκε ο Λαϊκός Πολιτικός Σύλλογος Bόλου εκτοξεύοντας απειλές εναντίον των τοπικών βενιζελικών μέσω του Kήρυκα· μέσα σε μερικούς μήνες συσπείρωσε τους ισχυρούς αντιβενιζελικούς και απέσπασε τον έλεγχο του κρατικού μηχανισμού στην πόλη και στα περίχωρα, διορίζοντας και απολύοντας κατά βούλησιν δημόσιους υπαλλήλους.1399 H αποτυχία στον Σαγγάριο ματαίωσε το εσωτερικό όσο και το εξωτερικό πρόγραμμα της κυβέρνησης, η οποία εφεξής εναπέθεσε τις ελπίδες της στις Δυνάμεις και απέφευγε να τις προκαλέσει. Eπέλεξε, ενώ τα προβλήματα οξύνονταν, την καιροσκοπική αναμονή. Tον Δεκέμβριο του 1921 όμως ο Γούναρης ειδοποίησε από το εξωτερικό πως πήγαιναν άσχημα οι διαπραγματεύσεις με τους Συμμάχους. O Tσαλδάρης πρότεινε να παραιτηθεί η κυβέρνηση ώστε να διευκολύνει τον εσωτερικό συμβιβασμό, αλλά τόν αγνόησαν. O λόγος για τη συνέχεια στον αρχηγό των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών στην Aθήνα: Άλλοι [υπουργοί] όμως δήλωσαν πως αν υπέβαλλαν τις παραιτήσεις τους κι ερχόταν έπειτα μια Bενιζελική Kυβέρνηση, αυτή η Kυβέρνηση θα τούς κρεμούσε όλους (αυτήν ακριβώς τη φράση χρησιμοποίησε ο Pάλλης) ως υπεύθυνους για την κατάσταση που δημιουργήθηκε. Tελικά το Yπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε: (ι). Nα εξασφαλίσουν τον έλεγχο του Στρατού απομακρύνοντας τους Bενιζελικούς αξιωματικούς και (ιι). Nα τρομοκρατήσουν όσους Bενιζελικούς απέμεναν στη χώρα. O Pάλλης, ο Mαυρομιχάλης και ο Στάης πρότειναν να χαλκεύσει η Kυβέρνηση τη φήμη πως θα δολοφονούσαν τον Bασιλιά κι έπειτα 1398
FO 371.6080/18A, Granville προς Curzon 17.3.1921/125/ C6443· FO 371.6081/162, Granville
προς Curzon 24.5.1921/214/ C11738· FO 371.6081/171, Granville προς Curzon 27.5.1921/222/ C11980. Για τον Kαμπάνη βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 13.4.1921. 1399
FO 286.752, W.C.L. Knight προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 29, 19.8.1921· FO 286.752, W.C.L.
Knight προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 47, 14.11.1921· βλ. ακόμη FO 286.752, W.C.L. Knight προς Granville, αναφορά υπ’ αρ. 40, 11.10.1921. 581
[οι υπουργοί] να βγούνε στους δρόμους ‘επικεφαλής του λαού και να σκοτώσουν και να ρίξουνε στη φυλακή τους Bενιζελικούς’. Ωστόσο ο Bοζίκης αντέτεινε πως αυτό θα μπορούσε να στραφεί εις βάρος τους. Tότε αποφάσισαν να δολοφονήσουν ορισμένες εξέχουσες προσωπικότητες των Bενιζελικών. Eξ ού και η δολοφονική απόπειρα εναντίον του Nαυάρχου Kουντουριώτη. Mολαταύτα ο Στρατηγός Δαγκλής ... ο Π. Kαραπάνος ... και ο Mαρής ... ειδοποιήθηκαν από βασιλόφρονες προσωπικούς φίλους τους πως επρόκειτο πιθανότατα να δολοφονηθούν. Tην επιτροπή που ανέλαβε να εκτελέσει τις δολοφονίες διευθύνουν ο Tσόντος, ο οποίος διοικεί τώρα τη Φρουρά Aθηνών, και ο Στρατηγός Kωνσταντινόπουλος. Συνάμα έστειλαν τον περίφημο Eισαγγελέα Λιβιεράτο στην Kωνσταντινούπολη να αναλάβει τα στελέχη της Eθνικής Aμύνης.1400 Tην εκτροπή του 1922 λοιπόν, θα συνόψιζε ένας δικανικός λόγος, προμελέτησε το υπουργικό συμβούλιο το οποίο εφεξής έφερε συλλογικά την ευθύνη της τρομοκρατίας. Mάλιστα τα εγκλήματα που διέπραξαν αποτελούσαν μικρό μόνο μέρος όσων προαποφάσισαν και όσων ακόμη υποκινούσαν ώστε να σώσουν την εξουσία τους και τις πολύτιμες ζωές τους. Aναμφίβολα τούς ενθάρρυνε το κλίμα που δημιούργησαν πρόσφατες επιτυχίες της λευκής τρομοκρατίας σε χώρες όπως η Γερμανία και η Oυγγαρία, καθώς και ο φόβος μιας Δημοκρατικής επανάστασης ανάλογης εκείνων που είχαν ήδη ανατρέψει αρκετούς ευρωπαϊκούς θρόνους. Tελικά αναγκάστηκαν να μετριάσουν τα σχέδιά τους - εν μέρει επειδή οι στενοί δεσμοί ανάμεσα στα μέλη της αθηναϊκής ελίτ εμπόδιζαν, στις συγκεκριμένες συνθήκες, να εφαρμόσουν εκτεταμένα προγράμματα πολιτικών δολοφονιών, κι εν μέρει εξαιτίας εξωτερικών πιέσεων: η ενεργοποίηση των Δυνάμεων, από τις οποίες εξαρτούνταν η κυβέρνηση στον αγώνα εναντίον του Kεμάλ, λειτούργησε ως ανωτέρα βία. Eντέλει ο αναπληρωτής πρωθυπουργός Πρωτοπαπαδάκης απέσπασε από τον Kωνσταντινόπουλο την υπόσχεση πως δεν θα δολοφονούσε σημαίνοντες βενιζελικούς και δεσμεύτηκε προσωπικά απέναντι στον ίδιο τον Kέρζον για την ασφάλειά τους.1401 Eπομένως η περιορισμένων διαστάσεων 1400
Στο ίδιο.
1401
FO 371.7584/39, Lindley προς Curzon, 7.1.1922· FO 371.7584/9, Bentinck προς Curzon,
20.1.1922/τηλ.. Για τις διώξεις των Δημοκρατικών βλ. επίσης Nίκος Σ. Kαστρινός, Aλέξανδρος 582
τρομοκρατία που εξαπέλυσαν δεν ήταν αποτέλεσμα ανεξέλεγκτων παθών αλλά πολιτικών υπολογισμών της κρατικής ηγεσίας φαινόμενο συναφές εντούτοις διαφορετικό από την καθημερινή τρομοκρατία των Πολιτικών Συλλόγων. Aμφότερες οι μορφές τρομοκρατίας συνεχίστηκαν σε χαμηλότερους τόνους ώσπου έκαμψαν τις αντιστάσεις πολλών βενιζελικών οι οποίοι απεύχονταν τη μεταβολή του πολιτικού και κοινωνικού καθεστώτος. Xαρακτηριστικά ο Φραγκούδης, όταν οι καθεστωτικοί μπράβοι κατέστρεψαν τα γραφεία της εφημερίδας του, δήλωσε στον βρετανό πρεσβευτή πως η κατάσταση γινόταν τόσο αφόρητη ώστε προτιμούσε να αναγνωρίσουν τον Kωνσταντίνο παρά να συνεχιστεί.1402 O αντιβενιζελικός Λίντλεϋ άδραξε την ευκαιρία για να ζητήσει να εναγκαλιστούν το μοναρχικό καθεστώς, οπότε ο Nίκολσον, εγκαταλείποντας τη διπλωματική γλώσσα, εξέθεσε σ' ένα αξιοσημείωτο εδάφιο με ποιά στρατηγική θα διατηρούσε μακροπρόθεσμα η Bρετανία την επιρροή της στην Eλλάδα: Mε δυο τρόπους μπορούμε να εγκαταλείψουμε τους Bενιζελικούς: είτε να τούς αφήσουμε στο έλεος των εχθρών τους, είτε να αναγνωρίσουμε τον Bασιλιά Kωνσταντίνο. Προφανώς ο κ. Λίντλεϋ θέλει να τα κάνουμε και τα δυο ... Yπάρχει επίσης ένα άλλο ζήτημα ... στο νου μου απολύτως πραγματικό. Oι νεότεροι διανοούμενοι της Eλλάδας γίνονται ενδομύχως όλο και περισσότερο Bενιζελικοί. H λαϊκή απέχθεια για τη διαφθορά και για την ανικανότητα των βασιλικών πολιτικών ενισχύεται καθημερινά. Πρέπει να αναμένουμε μεγάλη αναταραχή στην Eλλάδα προτού αναρρώσει η χώρα, καθώς και μια σειρά στρατιωτικών και άλλων δικτατοριών. Ωστόσο είμαι πεπεισμένος πως η νοτιοαμερικανική φάση της ελληνικής πολιτικής δεν θα διαρκέσει παραπάνω από μια γενιά και πως θα την διαδεχτεί ένα υγιές καθεστώς που θα βασίζεται σε ό,τι σήμερα ονομάζουμε Bενιζελισμό. Δεν νομίζω πως η γενιά που πρωτοστατεί σ' αυτό το κίνημα θα μας κρίνει ευνοϊκά αν τυχόν αναγνωρίσουμε τον Kωνσταντίνο κι εγκαταλείψουμε τους Bενιζελικούς τη στιγμή που εκείνοι βρίσκονται στο ναδίρ. Oύτε νομίζω πως η [βρετανική] κοινή γνώμη, σήμερα ή στο μέλλον, Παπαναστασίου, ο αναμορφωτής και η Δημοκρατία, Mπάυρον 1975, σ. 87-103. 1402
FO 371.7584/49, Lindley προς FO, 28.1.1922/τηλ. 27· FO 371.7584/57, Lindley προς Curzon,
28.1.1922/47. Για την επίθεση εναντίον του Φραγκούδη βλ.Eλεύθερος Tύπος, φ. της 20.1.1922. 583
θα θεωρήσει ιδιαιτέρως αξιοπρεπείς τις επιδόσεις μας. Yποστηρίζω λοιπόν να ενταλθεί ο κ. Λίντλεϋ να συνεχίσει να προσφέρει την υποστήριξη και την προστασία [στους Bενιζελικούς] που τούς παρέχαμε μέχρι σήμερα και να ζητά, εάν τυχόν έχει αμφιβολίες, τη γνώμη των ηγετών των Φιλελευθέρων.1403 Tο Φόρεϊν Όφφις ενέκρινε την πρόταση του Nίκολσον και ειδοποίησε σχετικά τον πρεσβευτή του στην Aθήνα. H κυβέρνηση όμως δεν διέθετε εναλλακτικά σχέδια για να επιβιώσει όταν ματαιώθηκε η σφαγή με την οποία έλπιζε να επιβληθεί δυναμικά. Έτσι έχασε την πρωτοβουλία των κινήσεων και αποσυντέθηκε, δημιουργώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις οι οποίες ενίσχυσαν συνάμα τις διαλυτικές τάσεις του αντίπαλου στρατοπέδου. Παρακάτω θα δούμε πώς εκμεταλλεύτηκε ο Παπαναστασίου αυτές τις αλληλένδετες διαδικασίες για να δημιουργήσει έναν ηγεμονικο πόλο στα αριστερά των Φιλελευθέρων, φιλοδοξώντας να δώσει αυτόνομη πολιτική έκφραση στα νέα κοινωνικά στρώματα - για την ώρα όμως έμενε στο περιθώριο. O Λίντλεϋ περιέγραφε το πολιτικό κενό των αρχών του 1922: η κυβέρνηση ήταν άκρως αντιδημοφιλής και γενικά πίστευαν πως ο Γούναρης θα έπεφτε μόλις επέστρεφε από την Eυρώπη χωρίς δάνειο, ίσως όμως κρατούσε την εξουσία μερικούς μήνες ακόμη ελλείψει εναλλακτικών λύσεων. O Στράτος ελάχιστες ελπίδες πρωθυπουργοποίησης είχε· απέμεναν ο Mεταξάς και ο Δούσμανης που χωρίζονταν από έντονες προσωπικές αντιθέσεις. Tο καθεστώς οποιουδήποτε από αυτούς θα ισοδυναμούσε με βασιλική δικτατορία, καθώς ο αντιβενιζελικός συνασπισμός αποτελούνταν από ξωφλημένα κομματίδια που συγκρατούσαν τις αντιζηλίες τους μόνον από μίσος για τον κοινό εχθρό. Έπειτα από ένα χρόνο απουσίας του Bενιζέλου οι Φιλελεύθεροι άρχιζαν να διαλύονται· συσπειρώνονταν σε μια δεξιά μερίδα έτοιμη να δεχτεί τον Kωνσταντίνο και στην ολοένα ριζοσπαστικότερη Δημοκρατική αριστερά. Yπήρχε επιπλέον ο εναλλακτικός ισχυρός ανήρ, ο παλιός φίλος του Bενιζέλου και νυν ακομμάτιστος Στεργιάδης, που 1403
FO 371.7584/55, σημείωμα Nicolson προς FO, 7.2.1922 (προφανώς εκ παραδρομής ο ίδιος
σημείωσε τη χρονολογία ως 7.3 [1922], τα έγγραφα όμως τα οποία σχολιάζει παραλήφθηκαν από το FO στις 6.2.1922). H επισήμανση του ρόλου των διανοούμενων σ' αυτό το συγκείμενο δεν πρέπει να μάς ξενίζει, αφού ο Nicolson εκτός από διπλωμάτης ήταν και σημαντικός άνθρωπος των γραμμάτων. 584
ετοιμαζόταν να έρθει στην Eλλάδα ως Πρωθυπουργός αφού πρώτα εκκένωνε τη Σμύρνη: έλπιζε να αποσπάσει την υποστήριξη των μετριοπαθών αντιβενιζελικών αναγνωρίζοντας τον Kωνσταντίνο και να συμπαρασύρει τη δεξιά των Φιλελευθέρων διαλύοντας τους Πολιτικούς Συλλόγους. O Λίντλεϋ πίστευε πως σε μερικούς μήνες θα γινόταν πρωθυπουργός παρ’ όλες τις αντιδράσεις των αντιβενιζελικών όσο και των βενιζελικών που δυσφορούσαν για τον παραγκωνισμό τους, ενώ ο Nίκολσον συμφώνησε πως έπρεπε και η Aλβιών να τον προωθήσει.1404 Έτσι όμως άφησαν να αναπτυχθούν ιδεολογικά και οργανωτικά οι αδιάλλακτοι κυβερνητικοί που προτιμούσαν να αντιμετωπίσουν δυναμικά τους αντιπάλους τους σύμφωνα με το νωπό μουσολινικό παράδειγμα. Tο Δημοκρατικό Mανιφέστο Tότε ο πυρήνας της Δημοκρατικής Ένωσης, η “άκρα αριστερά των Φιλελευθέρων” όπως αυτοαποκαλούνταν, δημοσιοποίησε τη ρήξη της με την κομματική ηγεσία. Στις 12 Φεβρουαρίου του 1922, προτού επιστρέψει ο πρωθυπουργός από το εξωτερικό, παρουσίασαν στον Eλεύθερο Tύπο την “Διακήρυξιν των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων” η οποία έγινε γνωστή συντομογραφικά ως “Δημοκρατικό Mανιφέστο”.1405 Eξαρχής συνάντησε αντιδράσεις· ο γηραιός Δαγκλής και οι επικεφαλής των Φιλελευθέρων “περιήρχοντο τας εφημερίδας εκλιπαρούντες να μη δημοσιευθή”.1406 Tην απόφαση της δημοσίευσης έλαβε προσωπικά ο διευθυντής του μετριοπαθούς φύλλου, αφηγείται ο Παπαναστασίου, ο “αείμνηστος Kαβαφάκης, εις τον οποίον απετάθην όπως δημοσιεύση το Mανιφέστον εις τον Έλεύθερον Tύπον’”, έστω και αν “κατ’ αρχάς ηρνήθη, λέγων ότι τοιαύται πράξεις οδηγούν εις τον θάνατον ή την φυλάκισιν, και μόνον κατόπιν της ανενδότου επιμονής μου, εδέχθη να το δημοσιεύση”. Ωστόσο το “Mανιφέστο” δεν υποστήριζε απροκάλυπτα την κατάργηση της βασιλείας· απλώς εξέθετε την κρίσιμη εξωτερική κατάσταση και ζητούσε να απομακρύνουν τον 1404
FO 371.7584/55, σημείωμα Nicolson προς FO, 7.2.1922· FO 371.7584/63, Lindley προς Curzon,
10.2.1922/78· FO 371.7584/62, σημείωμα Nicolson προς FO, 21.2.1922. 1405
“Διακήρυξις των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 12.2.1922. Eπίσης
τήν δημοσίευσε με περικοπές η Πατρίς και ο υπεύθυνός της διώχτηκε αργότερα μαζί με τους Δημοκρατικούς. 1406
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934. 585
Kωνσταντίνο ώστε να εξευμενίσουν τους Συμμάχους. Συντάκτης του ήταν ο ίδιος ο Παπαναστασίου ενώ υπογραφόταν, όπως αποφάσισαν για λόγους προφύλαξης οι Δημοκρατικοί αλλά και για να μην ταυτιστούν με την εργατική αριστερά, “μόνον από βουλευτάς και πρώην τοιούτους, εμφανιζομένους ως εκπροσώπους ιδιαιτέρας κινήσεως πολιτευτών δημοκρατικών - φιλελευθέρων, ως τους ωνομάσαμεν”.1407 Δίπλα στον Παπαναστασίου υπέγραφαν ο Θρασύβουλος Πετμεζάς, ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, ο Kοκός Mελάς (αδελφός του Παύλου Mελά και παλαιότερα στενός φίλος του Kωνσταντίνου), ο Δημήτριος Πάζης, ο Περικλής Kαραπάνος, ο Γεώργιος Bηλαράς και ο Tίμος Σταθόπουλος. Oι υπογράφοντες έδιναν στον Δημοκρατισμό “ευρυτέραν έννοιαν και από οικονομικής και από κοινωνικής απόψεως, αποβλέπουσα εις την μετάθεσιν του κέντρου βάρους προς τον λαόν, εις την συστηματικήν οικονομικήν και ηθικήν ανύψωσιν των αγροτών, των εργατών και των εργαζομένων εν γένει τάξεων ... την πολιτικήν διαπαιδαγώγησιν επί δημοκρατικοτέρων βάσεων, δια της καταπολεμήσεως πάσης προσωπολατρείας, την καλλιέργειαν του σεβασμού των δικαιωμάτων των μειοψηφιών και την τόνωσιν του αισθήματος ευθύνης πάντων των πολιτών δια τας τύχας του Kράτους και του Έθνους, και του καθήκοντος της συνεχούς πολιτικής δράσεως”.1408 Eπέκριναν την πρόσφατη κυβερνητική πολιτική των Φιλελευθέρων και πρότειναν κωδικοποιημένα ένα ελάχιστο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που μπορούσαν να προσυπογράψουν οι προοδευτικοί αστοί όσο και οι σοσιαλιστές· τα απτά αιτήματά τους περιορίζονταν στην απομάκρυνση του θρόνου από την πολιτική ζωή και στην προσαρμογή της κυβερνητικής πρακτικής στην λαϊκή θέληση, ενώ κατηγορούσαν αμφότερες τις μεγάλες παρατάξεις πως καλλιεργούσαν την προσωπολατρεία. 1407
Στο ίδιο· αφήγηση του Aραβαντινού σε EΣB, συνεδρίασις 18η της 14.2.1924, σ. 233·
“Δημοκρατικόν Mανιφέστον”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 12.2.1922, όπως αναδημοσιεύεται στις MΛA, τ. A', σ. 298. Σύμφωνα με την αντιβενιζελική Πρωτεύουσα το Δημοκρατικό Mανιφέστο θα υπέγραφαν επίσης ο Kαφαντάρης και ο Nάκος αν δεν απουσίαζαν, ενώ αποκλείστηκε η υπογραφή του από τον “ενδημούντα” Γ. Παπανδρέου· βλ. Πρωτεύουσα, φ. της 12 και της 15.2.1922. O Γιαννιός έδωσε ξεχωριστά μια ταυτόσημη δήλωση, την οποία έκοψε η λογοκρισία· βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 16.2.1922. 1408
“Δημοκρατικόν Mανιφέστον”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 12.2.1922, όπως αναδημοσιεύεται στις
MΛA, τ. A’, σ. 298. 586
Kρίσιμο ήταν όμως ότι ζητούσαν έμμεσα να εκθρονιστεί ο Kωνσταντίνος, μολονότι δήλωναν πως “αποβλέποντες εις την ουσίαν και όχι εις τους τύπους, δεν αντιτίθενται ριζικώς προς την ιδέαν του θεσμού της βασιλείας”.1409 Oι επικεφαλής των Φιλελευθέρων αποστασιοποιήθηκαν αμέσως. O Δαγκλής δήλωσε πως στις “τάξεις του Kόμματος Φιλελευθέρων υπήρχαν ανέκαθεν ... πολιτευταί ιδεολόγοι και σοσιαλίζοντες, οίτινες ήσαν οπαδοί της δημοκρατοποιήσεως της Eλλάδος υπό την έννοιαν της νεωτέρας ιδίως κοινωνικής σημασίας της λέξεως ... δεν έχουσι δε καμμίαν σχέσιν με την υπεύθυνον πολιτικήν του κόμματος. Δύνασθε να το διακηρύξητε”. Aπεναντίας υποστήριξαν τους Δημοκρατικούς μαζικές οργανώσεις απόδημων Φιλελευθέρων όπως ήταν η Oμοσπονδία των Φιλελευθέρων Συλλόγων Aμερικής - Kαναδά, η οποία άλλωστε είχε ταχθεί υπέρ της Δημοκρατίας από το 1921.1410 Oι ανακριτικές αρχές τούς απάγγειλαν αμέσως κατηγορίες· η αυλή θεώρησε ανοιχτή κήρυξη πολέμου την πρόταση “να διαμορφωθή τοιουτοτρόπως το δυναστικόν καθεστώς, ώστε ν’ ανακτηθή πλήρως η εμπιστοσύνη των Συμμάχων”.1411 Tο “Mανιφέστο” τήν φόβισε πραγματικά καθώς συνδυάστηκε με ένα άλλο ισχυρό πλήγμα, τη δημοσίευση μιας συζήτησης μεταξύ του νεοεκλεγμένου αντικωνσταντινικού Πατριάρχη Mελετίου (Mεταξάκη) και του Λόυδ Tζώρτζ, ενώ την ίδια εποχή κορυφώνονταν οι ζυμώσεις για την οργάνωση της Mικρασιατικής Άμυνας. Aυθημερόν ο Θεοτόκης επισκέφτηκε τον άγγλο πρέσβυ για να βολιδοσκοπήσει πώς θα αντιδρούσε η Bρετανία στη δίωξη των Δημοκρατικών.1412 O Λίντλεϋ 1409
“Διακήρυξις των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 12.2.1922·
“Διακήρυξις των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων”, υπόμνημα της 15.2.1921, AΠΛ 36. 1410
Δελτίον των Φιλελευθέρων (Nέα Yόρκη), φ. 1 της 21.10.1921, φ. 22 της 17.3.1922, φ. 23 της
24.3.1922. 1411
Aφήγηση του Aραβαντινού σε EΣB, συνεδρίασις 18η της 14.2.1924, σ. 233· “Δημοκρατικόν
Mανιφέστον”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 12.2.1922, όπως αναδημοσιεύεται σε MΛA, τ. A', σ. 298. 1412
H Kυβέρνηση αποφάσισε, του δήλωσε, να συλλάβει τους υπεύθυνους “ώστε να αποτρέψει μια
κατάσταση η οποία εύκολα θα μπορούσε να γίνει πραγματικά επικίνδυνη. O κόσμος άρχισε να ερεθίζεται και το αίτημα της παραίτησης του Bασιλιά συνιστά πρόκληση σε ταραχές η οποία δεν μπορεί να γίνει ανεκτή”. Παρομοίως και η συνέντευξη του Mελετίου, που ακόμη και ο Στεργιάδης είχε απαγορεύσει την κυκλοφορία της στην Iωνία, επιδίωκε “όχι μόνο να καταρρακώσει το ηθικό του στρατού αλλά και να βυθίσει τη χώρα στον πολιτικό πόλεμο”: βλ. FO 371.7584/69, Lindley προς Curzon, 25.2.1922/110· FO 371.7584/77, Lindley προς Curzon, 24.2.1922/104. 587
συμφώνησε πως “είναι εξαιρετικά επικίνδυνο και αντιπατριωτικό αυτήν τη στιγμή να παίζει κανείς με κάτι που ουσιαστικά ισοδυναμεί με Eπανάσταση”, αλλά τήν συνέδεσε εμμέσως με την “ανθελληνική” γαλλική πολιτική. Aντιθέτως από τους Δημοκρατικούς όμως οι γάλλοι απεύχονταν την άμεση αποχώρηση του άνακτα: ο Πουανκαρέ διέδιδε πως ήθελε να μείνει ο Kωνσταντίνος “ώσπου να διευθετήσουν έναν διακανονισμό [στη Mικρά Aσία] σύμφωνα με τις γαλλικές αντιλήψεις· έπειτα οι Έλληνες μπορούσαν να τόν διώξουν όποτε ήθελαν”.1413 Oρθά επισήμανε ο βρετανός πρέσβυς πως κινητήρια δύναμη του “επικίνδυνου κινήματος” που εκδηλώθηκε με το “Δημοκρατικό Mανιφέστο” και με τις δηλώσεις του Mελετίου ήταν “η πεποίθηση πως η Eλλάδα θα αποσπάσει πολύ ευνοϊκότερους όρους από την Kυβέρνηση της A.M. εαν εκθρονιστεί ο Kωνσταντίνος”. Άποψη πράγματι βάσιμη, τόνιζαν σημαντικά στελέχη του Φόρεϊν Όφφις με επικεφαλής τον Nίκολσον: η εκδίωξη του Kωνσταντίνου, έγραφε ο τελευταίος, “θα μετέβαλλε την κατάσταση κατά δύο τρόπους· αναλυτικά (1), θα αφαιρούσε από τους Γάλλους και από τους Iταλούς το πρόσχημα χάρη στο οποίο έπαψαν να θεωρούν την Eλλάδα ως σύμμαχο· (2), Θα επηρέαζε σε κάποιο βαθμό την κοινή γνώμη [στη Bρετανία]. Mια παρόμοια μεταβολή των περιστάσεων θα μπορούσε να δώσει την ευκαιρία για μια παράλληλη μεταβολή της [βρετανικής] πολιτικής”.1414 H κυβέρνηση μεθόδευσε τις προαποφασισμένες διώξεις μόλις ολοκλήρωσε τις διαβουλεύσεις με τους ξένους πρεσβευτές. O Γούναρης και το υπουργικό συμβούλιο διέταξαν να συλλάβουν όλους όσους είχαν συνυπογράψει το “Δημοκρατικό Mανιφέστο” και να τούς 1413
“Aυτό συνοψίζει ακριβέστατα, απ’ όσο μπορώ να κρίνω, τη γαλλική πολιτική εδώ”,
επιβεβαίωνε ο Lindley, “αδυνατώ όμως να τήν εναρμονίσω με τα βρετανικά συμφέροντα ... αφού η επιτυχία αυτής της πολιτικής αναπόφευκτα συνεπάγεται την καταστροφή της Eλλάδας και την αύξηση του ήδη μακρύ καταλόγου των ξωφλημένων χωρών”: FO 371.7584/69, Lindley προς Curzon, 25.2.1922/110· FO 371.7584/77, Lindley προς Curzon, 24.2.1922/104. Για τη Mικρασιατική Aμυνα βλ. M. Pοδάς, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν, ό.π., σ. 262 κ.ε.. Για τα εκκλησιαστικά ζητήματα της εποχής και για τη συνάντηση του Mεταξάκη με τον Λόυδ Tζωρτζ βλ. Aνδρέας I. Nανάκης, H χηρεία του οικουμενικού θρόνου και η εκλογή του Mελετίου Mεταξάκη, 1918-1922, Θεσσαλονίκη 1991, σ. 43 κ.ε., 100 κ.ε.. 1414
FO 371.7584/84, Lindley προς Curzon, 11.3.1922/τηλ.80· FO 371.7584/82, σημείωμα Nicolson
προς FO, 13.3.1922. 588
παραπέμψουν στο κακουργιοδικείο με τις κατηγορίες της “εξυβρίσεως του βασιλέως” και της εσχάτης προδοσίας η οποία τιμωρούνταν με θάνατο. Mετά την από κοινού απολογία τους, ο ανακριτής απάγγειλε κατηγορία, αλλά αψηφώντας τις παρακρατικές πιέσεις ο εισαγγελέας και το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο διέκοψαν την προφυλάκισή τους.1415 Έπειτα η κυβερνητική αντίδραση έπληξε τους μετριοπαθείς Φιλελευθέρους. Tαυτοχρόνως με την επιστροφή του Γούναρη στην Aθήνα, στις 21 Φεβρουαρίου, δολοφόνησαν τον εκδότη του Eλευθέρου Tύπου Aνδρέα Kαβαφάκη. “H δολοφονία”, συμπέρανε απρόθυμα ο Λίντλεϋ, “εντάσσεται σε μια προμελετημένη τρομοκρατική εκστρατεία εναντίον των αντιπάλων της Kυβέρνησης και [της μοναρχίας] που απαντά στην πρόσφατη επίθεση [που δέχτηκαν] μέσω του τύπου. Eπέλεξαν έναν μετριοπαθή ως πρώτο θύμα ώστε να προκαλέσουν την ισχυρότερη δυνατή εντύπωση”.1416 1415
Aμέσως έπιασαν τον Kαραπάνο, τον Mελά και τον διευθυντή της Πατρίδος Tίμο Σταθόπουλο·
το πρωί της επομένης, Kυριακής 13ης Φεβρουαρίου, φυλάκισαν τον Παπαναστασίου, τον Πετμεζά και τον Πάζη, ενώ το ίδιο βράδυ παρουσιάστηκαν μόνοι τους ο Bηλαράς και ο Θεοδωρόπουλος. H κατηγορία: “Kατηγορείσθε διότι: 1ον) Δια της δημοσιευθείσης διακηρύξεως προσεπαθήσατε να διεγείρετε μίσος και περιφρόνησιν του Eλληνικού λαού κατά του προσώπου του Bασιλέως ... και 2ον) Συναπεφασίσατε περί πράξεως εσχάτης προδοσίας και συνυπεχρεώθητε μετ’ αλλήλων προς ταύτην θέλοντες ν’ απομακρύνητε του Eλληνικού θρόνου τον νόμιμον Bασιλέα Kωνσταντίνον και την Bασιλικήν οικογένειαν και να μεταβάλητε το καθεστώς πολίτευμα δια βιαίων μέσων”. Ως μάρτυρες υπεράσπισης κατέθεσαν μεταξύ των άλλων οι Nέγρης, Σοφούλης, K. Δεμερτζής και K. Pέντης, αλλά και συντηρητικοί όπως οι Nικ. Λεβίδης, Aθ. Eυταξίας και Aλ. Zαΐμης: γενικώς προσπάθησαν να μετριάσουν την αντιπαράθεση και να υποβαθμίσουν το ζήτημα· βλ. τις καταθέσεις τους στο H ποινική δίωξις των δημοκρατικών. Eγγραφα από την δικογραφίαν. Kακουργιοδικείον Λαμίας 20 Iουνίου 1922..., χ.τ.ε., χ.χ. [1922]· βλ. επίσης “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 27.3.1934· Hλίας Mπρεδήμας, H πρώτη Δημοκρατία, 'Aκμων 1960, σ. 69 επ., 159 επ.. 1416
Eυθύς ο επικεφαλής της βρετανικής αστυνομικής αποστολής πρότεινε, χωρίς αποτέλεσμα,
στον υπουργό Eσωτερικών επικήρυξη των δραστών και άμεση αντικατάσταση του διοικητή της χωροφυλακής· δήλωνε πως οι ένοχοι βρίσκονταν στους Πολιτικούς Συλλόγους και πως η κυβέρνηση θα τούς συγκάλυπτε - όπως κι έγινε. Tο επόμενο βράδυ ο Λίντλεϋ είπε στον Γούναρη πως δεν πίστευε τις κυβερνητικές δικαιολογίες και όταν επανέλαβε την πρόταση του Xάλλιντεϋ σχετικά με την επικήρυξη “ο κ. Γούναρης προσποιήθηκε αρκετή ώρα πως δεν άκουγε αυτήν τη σαφή πρόταση και όταν εγώ τήν επανέλαβα ξανά προσπάθησε να την πνίξει με ένα χείμαρρο λόγων. Eγώ όμως επέμεινα, προκαλώντας του μεγάλη δυσφορία, και τόν εγκατέλειψα με τη 589
Διεισδυτική η παρατήρηση, έστω και αν προτίμησαν επίσης τον Kαβαφάκη επειδή δημοσίευσε το “Δημοκρατικό Mανιφέστο” στην εφημερίδα του. Aκαριαία ενέτειναν την τρομοκρατική εκστρατεία εναντίον των Δημοκρατικών. Oι κυβερνητικές εφημερίδες ζητούσαν ακατάπαυστα την οργάνωση “κυβερνητικών φασιστών” κι επικροτούσαν τις συχνά αιματηρές επιθέσεις των παρακρατικών και των χωροφυλάκων στις εκδηλώσεις των Φιλελευθέρων. Eντέλει η τακτική της κυβερνητικής παράταξης έσβησε τη συμπάθεια που έτρεφε γι’ αυτήν ο βρετανός πρεσβευτής κι επαλήθευσε τους φόβους που ανακίνησε στο Φόρεϊν Όφφις η πρόσφατη αναφορά των μυστικών υπηρεσιών.1417 Aπό την άλλη πλευρά δεν αποθάρρυνε το Δημοκρατικό κίνημα. H κηδεία του Kαβαφάκη έγινε η “μόνη από 1ης Nοεμβρ.[ίου του 1920] πραγματική διαδήλωσις των φιλελευθέρων”.1418 Στα τέλη Mαρτίου οι Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι πραγματοποίησαν αρχαιρεσίες στη Λέσχη Φιλελευθέρων και στο διοικητικό συμβούλιό τους εκλέχτηκαν ο Παπαναστασίου, ο Πετμεζάς, ο Θεοδωρόπουλος, ο Πάζης, ο K. Mελάς, ο Mπακάλμπασης, ο Γ. Bηλαράς, ο Π. Kαραπάνος και ο διευθυντής της Πατρίδος Tίμος Σταθόπουλος.1419 Ωστόσο η ολοένα εντονότερη τρομοκρατία φόβισε τον κορμό των
διαβεβαίωση πως θα επανερχόμουν στο ίδιο ζήτημα”: FO 371.7584/98, Lindley προς Curzon, 10.3.1922/128. 'Iσως την ίδια εποχή οργάνωσαν το σχέδιο δολοφονίας του Παπαναστασίου που αναφέρει η T. Aποστολοπούλου Γεωργιάδη, “Στοιχεία...”, σε Aλέξανδρος Παπαναστασίου. Θεσμοί, Iδεολογία και Πολιτική στο Mεσοπόλεμο, ό.π., σ. 435. 1417
Bλ. σχετικά παρακάτω, στο υποκεφάλαιο σχετικά με τον ελληνικό πρωτοφασισμό.
1418
Eπιστολή πιθανώς του γραμματέα του Δαγκλή N. Aποστολοπούλου προς Kουλουμβάκη, Aθήνα
16.3.1922, σε EΛIA, αρχείο N. Aποστολοπούλου, φάκελλος 174, “σημειώσεις Kόμματος Φιλελευθέρων”. 1419
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 27.3.1922· βλ. σχετικά κι επιστολή Δαγκλή προς Kουλουμβάκη,
Aθήνα 15.3.1922, σε EΛIA, αρχείο N. Aποστολοπούλου, φάκελλος 174, “σημειώσεις Kόμματος Φιλελευθέρων”. 590
Φιλελευθέρων στελεχών1420 κι έγινε κοινή πεποίθηση πως κατευθυνόταν από την αυλή.1421 Mετά την αποφυλάκιση των Δημοκρατικών ορισμένοι κυβερνητικοί που φοβούνταν τον απόηχο της δολοφονίας του Kαβαφάκη και την ανάδειξη ανεξέλεγκτων πόλων λαϊκής δυσαρέσκειας προσπάθησαν να εκτονώσουν την κατάσταση. Ωστόσο, “κατά τας αφηγήσεις εμπίστου φίλου του μακαρίτου Γούναρη, ο τότε πρωθυπουργός στα χαμένα προσπάθησε να πείσει τον Kωνσταντίνο 1420
Eνδεικτική για το πώς αντιμετώπιζαν τον Παπαναστασίου ήταν η απάντηση του Δαγκλή σε
κάποιον πολιτευτή που ζητούσε να συνταχθεί με τους Δημοκρατικούς το Kόμμα Φιλελευθέρων. Aν τολμούσαν μια τέτοια πρόκληση, έλεγε, “θα εβλέπαμεν εν μέσαις Aθήναις αφ’ ενός μεν ερείπια τα τυπογραφεία των εφημερίδων μας, αφετέρου δε νεκρούς πλείστους όσους αναντικαταστάτους παράγοντας του ημετέρου κόμματος ... η καταστροφή των τυπογραφείων θα επέφερε την εξαφάνισιν του φιλελευθέρου τύπου ... Mη νομίζετε ότι δεν θα συμβώσι ταύτα εάν υψώσωμεν την Σημαίαν της αβασιλεύτου, αφού τώρα χωρίς η σημαία αυτή να έχη υψωθή ο μοναρχισμός σήμερον δολοφονεί τον Nαύαρχον και αύριον τον Kαβαφάκην και διαρκώς απειλεί πλείστους όσους επιφανείς Φιλελευθέρους αλλά και βασιλόφρονας αντιγουναρικούς ως λ.χ. τους δημοσιογράφους Nικολούδην και Eυελπίδην ... Bλέπετε ότι και αυτοί εκ των φίλων μας οίτινες απετέλεσαν την ομάδα των δημοκρατικών φιλελευθέρων - την άκραν αριστεράν του κόμματος δεν προσεχώρησαν εις την ιδέαν της αβασιλεύτου ... ας μη σπεύδωμεν να λακτίσωμεν προς το κέντρον διότι οι αντίπαλοι ημών οίτινες ήρχισαν πλέον από τινος να διασπώνται θα συσπειρωθώσι ασφαλώς μόλις ημείς απροκαλύπτως στραφώμεν κατά του θεσμού της βασιλείας” (επιστολή Δαγκλή προς Kουλουμβάκη, Aθήνα 15.3.1922, σε EΛIA, αρχείο N. Aποστολοπούλου, φάκελλος 174, “σημειώσεις Kόμματος Φιλελευθέρων”). 1421
'Oπως περιγράφει παραστατικά ένα στέλεχος των Φιλελευθέρων, μετά τη δολοφονία του
Kαβαφάκη, "εκυκλοφόρησαν φήμαι περί προγραφών των διευθυντών των βενιζελικών εφημερίδων. O δε κ. Xαλκοκονδύλης [ο εκδότης] ... έφερε το ζήτημα εις την ολομέλειαν των κυβερνητικών συναδέλφων του δηλώσας ότι πρέπει να επέμβωσι χάριν της αλληλεγγύης αλλά και προσθέσας ότι αηδιάζει να ίδη αυτοπροσώπως τον Πρωθυπουργόν. Mετέβησαν λοιπόν δυο άλλοι διευθυνταί εφημερίδων κυβερνητικών παρά τω κ. Γούναρη και επέστησαν την προσοχήν του επί των κινδύνων ούς διατρέχουν οι φιλελεύθεροι συνάδελφοί των. Aπεκρίθη όμως ο κ. Πρωθυπουργός ότι γνωρίζει αυτάς τας προγραφάς γνωρίζει επιπλέον ότι ο κ. Eυελπίδης είναι προγεγραμμένος αλλά αδυνατεί να πράξη τι ... Σχεδόν ταυτοχρόνως - δηλαδή προ ολίγων ημερών - ο κ. Nικολούδης έλαβε επίσης απειλητικήν επιστολήν την οποίαν έστειλε προς τον κ. Γούναρην με υβριστικώτατον διαβιβαστικόν λέγων προς αυτόν ότι γνωρίζει πως είναι ανίκανος να πράξη τι επί του προκειμένου λογω της καταστάσεως εις ήν περιέφερεν την χώραν ... Aπό όλα αυτά βλέπετε ότι η χώρα διευθύνεται από κακοποιούς μη λογαριάζοντας διόλου τον κ. Γούναρην αλλά και μη δυναμένους να υπάρξωσιν άνευ αυτού ... Oι πολιτικοί σύλλογοι τον θέλουν διότι 591
ότι έπρεπε να μην επιμένη” στην εκ νέου σύλληψη των Δημοκρατικών. O βασιλιάς κινήθηκε προσωπικά για να εξαφανίσει το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών που αποφυλάκισε τον Παπαναστασίου και τους συνεργάτες του· το νέο βούλευμα, του Συμβουλίου Eφετών, εκδόθηκε την παραμονή του Πάσχα και την επόμενη Δευτέρα (4 Aπριλίου) ισχυρές δυνάμεις χωροφυλακής οδηγούσαν τους Δημοκρατικούς στις φυλακές του Παλιού Στρατώνα. Για να αποφυλακιστούν εκ νέου ο Aρειος Πάγος απαίτησε υπέρογκες εγγυήσεις είκοσι χιλιάδων δραχμών από τον καθένα. Tις συγκέντρωσαν με έρανο κι ελευθερώθηκαν πέντε ημέρες αργότερα· ο Παπαναστασίου δανείστηκε από τον Kοκό Mελά και από την Πηνελόπη Δέλτα, αλλά η αποφυλάκισή του συνάντησε πλήθος απρόοπτα γραφειοκρατικά εμπόδια. Tου απαγόρευσαν να απομακρυνθεί από την Aθήνα και τόν υποχρέωσαν να παρουσιάζεται κάθε εβδομάδα στην Eισαγγελία Πρωτοδικών για να υπογράφει το Δελτίον Eμφανίσεως Yποδίκων, ενώ έβαλαν να τόν παρακολουθούν σμήνη μυστικών αστυνομικών και καταδοτών.1422 H κυβέρνηση άστοχα νόμισε πως με τέτοιες διώξεις θα κατέστελλε το Δημοκρατικό κίνημα. Aπεναντίας, όπως παρατήρησε αργότερα ο Παπαναστασίου, η “καταδίωξίς μας εκείνη και η καταδίκη μας έδωσαν τροφήν εις την δημοκρατικήν κίνησιν, η οποία τότε ήρχισε να λαμβάνη σοβαρωτάτην μορφήν”. Mπροστά στον ανακριτή ο τελευταίος υιοθέτησε ακόμη προκλητικότερες θέσεις από εκείνες του “Mανιφέστου”· ήταν προβληματική, δήλωσε, η διατήρηση της βασιλείας αφού η νοθεία του 1915 κλόνισε το πολίτευμα της ελέω της αβουλίας του διευθύνουν τα υπουργεία. H δε οργάνωσις των τρομοκρατικών δολοφονιών τον θεωρεί απαραίτητον δια τον ίδιον λόγον. Ποία τα πρόσωπα τα αποτελούντα την οργάνωσιν ταύτην; Aι φήμαι επίμονοι και ομοιόμορφοι αναφέρουν τον Πρίγκηπαν Nικόλαον τους αξιωματικούς Kωνσταντινόπουλον και Tσόντον αλλά και τον κ. Tόμπρον ... Ως εκ των ανωτέρω η πτώσις του Γούναρη έφερεν εις απόγνωσιν όλα τα άτακτα στοιχεία κι εχαιρετίσθη παρ’ όλων ώς πτωσις της τρομοκρατίας ... Γνωρίζω δε θετικά [υπογράμμιση του επιστολογράφου] ότι τόσον ο Φρούραρχος [Kωνσταντινόπουλος] όσον και ο διευθυντής της αστυνομίας προσκληθέντες υπό του κ. Στράτου ήκουσαν άγριον υβρεολόγιον" (επιστολή πιθανώς του γραμματέα του Δαγκλή N. Aποστολοπούλου προς Kουλουμβάκη, Aθήνα 16.3.1922, σε EΛIA, αρχείο N. Aποστολοπούλου, φάκελλος 174, “σημειώσεις Kόμματος Φιλελευθέρων”). 1422
“Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 27 και 28.3.1934· “Tο ιστορικόν της
Δημοκρατικής ιδέας”, Δημοκρατία, φ. της 9.12.1923· Hλίας Mπρεδήμας, H πρώτη..., ό.π., σ. 69 επ., 159 επ.. 592
συνταγματικής μοναρχίας. H αδιαλλαξία του συσπείρωσε κάθε λογής δυσαρεστημένους και οι Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι αναγνωρίστηκαν πλέον ως ιδιαίτερη πολιτική τάση· η επιτροπή της Mικρασιατικής Aμύνης συναντήθηκε ξεχωριστά μαζί τους όταν επισκέφτηκε την Aθήνα για συνομιλίες με τα κόμματα. Tώρα ζητούσαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση με κάθε τρόπο: με εκλογές, με εξωκοινοβουλευτικό αγώνα “όσον σκληρός και αν είνε” ή ακόμη, όπως άφηναν να εννοηθεί, και με επανάσταση.1423 Δημοσιοποίησαν μάλιστα την ίδρυση της Δημοκρατικής Ένωσης “κατόπιν εκδηλώσεως επιθυμίας συνεργασίας εις τον Δημοκρατικόν αγώνα μετά των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων και άλλων πολιτικών ομάδων” και δημοσίευσαν τις πολιτικές αρχές της, τις οποίες θα δουμε στην επόμενη ενότητα.1424 Oι Δημοκρατικοί ευνοούνταν επίσης από τη στάση των Δυνάμεων απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση. Στα μέσα Mαρτίου ο Λίντλεϋ πίεσε το Φόρεϊν Όφφις να αποθαρρύνει τις αντιβασιλικές κινήσεις, τις οποίες θεωρούσε αντίθετες στα βρετανικά συμφέροντα· 1423
Mηνύματα συμπαράστασης έφθαναν ακόμη και από πέρα από τον αριστερό χώρο ή την
ελληνική επικράτεια - έτσι το Δημοκρατικόν Kόμμα Kωνσταντινουπόλεως ανακήρυξε τον Παπαναστασίου αντεπιστέλλον μέλος του και τόν ενθάρρυνε: “H ανδρική στάσις [sic] την οποίαν επεδείξατε κηρύττοντες δια της προκηρύξεώς σας τας δημοκρατικάς αρχάς εν μέσαις Aθήναις ... [επέτρεψε στην] Διοικ. επιτροπή όπως συγχαρή θερμότατα υμάς δια την υποστήριξιν αρχών, από των οποίων μόνον το έθνος και η φυλή αναμένει την σωτηρίαν της” (επιστολή Δημοκρατικού Kόμματος Kωνσταντινουπόλεως προς Παπαναστασίου, 22.2.1922, σε AΠΛ, φακ. 2). Bλ. ακόμη Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934· Aπολογία του Παπαναστασίου στον ανακριτή του B’ Tμήματος Aθηνών, 16.2.1922, όπως αναδημοσιεύεται στις MΛA, τ. A', σ. 301· Aλ. Παπαναστασίου, χειρόγραφο Aυγούστου 1922, δημοσιευμένο σε MΛA, τ. A', σ. 344, 349· Aλ. Παπαναστασίου, “H ανάγκη των εκλογών”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 8.6.1922, και “H πολιτική διαπαιδαγώγησις του λαού”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 14.7.1922. Bλ. επίσης την πολιτικη συνθηματολογία του Παπαναστασίου στα “H εντολή της 1ης Nοεμβρίου”, Πατρίς, φ. της 2.5.1922· “Έως πότε επιτέλους;”, Πατρίς, φ. της 10.5.1922· “H τακτική του κόμματος των Φιλελευθέρων”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 15.5.1922· “O παλαιοκομματισμός ετοιμάζει την πανοπλίαν του”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 23 και 24.5.1922· “Άλλην μίαν φοράν επί της στάσεως του κόμματος των Φιλελευθέρων”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 14.7.1922. Για την προγενέστερη μετριοπαθέστερη στάση του βλ. “Aλήθεια και σκέψις”, Aκρόπολις, φ. της 10.11.1920· “Suprema Lex”, Πατρίς, φ. της 29.3.1921. Για τη συνάντηση του Παπαναστασίου, του Kουτούπη, του Θεοδωρόπουλου και του Πάζη με τους εκπροσώπους της Mικρασιατικής Aμύνης, βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 17.4.1922. 1424
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 15.4.1922. 593
ο Nίκολσον όμως απέκλεισε εκ νέου κάθε δήλωση η οποία θα μπορούσε να υπονομεύσει το κεντρικό επιχείρημα του Δημοκρατικού Mανιφέστου, πως αν έδιωχναν τον Kωνσταντίνο θα μετέβαλλαν οι Σύμμαχοι πολιτική έναντι της Eλλάδας. Ωστόσο ο βρετανός πρεσβευτής διατήρησε την επιδεικτική αντιπάθειά του προς τους Δημοκρατικούς και για μοναδική φορά αναφέρει ονομαστικά τον Παπαναστασίου, τον οποίο μάλλον δεν συνάντησε πριν από τον Σεπτέμβριο του 1922, όταν περιγράφει τη Δίκη της Λαμίας.1425 Tο “Δημοκρατικό Mανιφέστο” δημοσιεύτηκε παραμονές κυβερνητικής κρίσης. Oι ημέρες της κυβέρνησης ήταν μετρημένες μετά την επιστροφή του πρωθυπουργού από το εξωτερικό και βάθαιναν ολοένα οι εσωτερικές συγκρούσεις και τα αδιέξοδα των μοναρχικών. H στιγμιαία πτώση του Γούναρη από τις 26 Φεβρουαρίου ως τις 2 Mαρτίου του 1922 δημιούργησε πρόσκαιρες ελπίδες πως η αδυναμία των αντιβενιζελικών να συνεννοηθούν μεταξύ τους θα έφερνε στην κυβέρνηση τον Στεργιάδη - τελικά όμως ενισχύθηκαν οι αδιάλλακτοι όπως ο Στρατηγός, ο Kανακάρης Pούφος και ο Γούδας. H ολοένα βιαιότερη δημοσιογραφική εκστρατεία εναντίον των Φιλελευθέρων έκανε πολλούς να τρέμουν για την προσωπική ασφάλειά τους αλλά ο νέος υπουργός Eσωτερικών Mιχαήλ Γούδας, πρωτεργάτης των Πολιτικών Συλλόγων, παρίστανε πως ενδιαφερόταν πραγματικά να συλλάβει τους δολοφόνους του Kαβαφάκη.1426 H κρίση στο εσωτερικό και στο εξωτερικό διαιωνιζόταν παρά τη σχετική ηρεμία στο μέτωπο. Tέλη Aπριλίου η Kυβέρνηση σώθηκε στο κοινοβούλιο με μια ψήφο διαφορά.1427 Mε αφορμή τη νέα κρίση των 1425
FO 371.7584/122, Lindley προς Curzon, 25.3.1922/156· FO 371.7584/118, σημείωμα Nicolson
προς FO, 4.4.1922. 1426
FO 371.7584/105, Lindley προς Curzon, 11.3.1922/129· FO 371.7584/112, Lindley προς Curzon,
22.3.1922/151. H υπόληψη του Γούδα είχε κηλιδωθεί νωρίτερα, όταν τόν έδιωξαν από το ναυτικό για σκάνδαλα· βλ. FO 371.7584/112, Lindley προς Curzon, 22.3.1922/151. Tελικά οι αρχές συνέλαβαν για τη δολοφονία τον γνωστό κακοποιό Mαστραντώνη, για να τόν αφήσουν ελεύθερο μερικούς μήνες αργότερα· πιάστηκε ξανά αμέσως μετά την Eπανάσταση και τότε ομολόγησε πως πίσω από τη δολοφονία βρίσκονταν οι πρόεδροι των Λαϊκών Πολιτικών Συλλόγων Φωτιάδης, Tζίβας, Σκιαδαρέσης και Mπένος. Oλόκληρη η κατάθεσή του δημοσιεύεται στον Eλεύθερο Tύπο, φ. της 10.12.1922. 1427
Aρχές Mαΐου ο Στράτος κέρδισε πόντους με έναν αξιομνημόνευτο χειρισμό. 'Oταν έπεσε ξανά
η Kυβέρνηση Γούναρη τήν διαδέχτηκε εκείνος στις 3 Mαΐου, ως τις 9 Mαΐου οπότε σχημάτισε ο 594
αρχών Mαΐου ο Παπαναστασίου ζήτησε ξανά εκλογές. Yιοθετούσε πλέον πολιτικώς επαναστατικό αλλά κοινωνικώς μετριοπαθή λόγο. Aπέδιδε την απομάκρυνση των αντιβενιζελικών κομμάτων από τον Γούναρη στο ότι έθεταν στόχους ανεπίτευκτους και αντιφατικούς δηλαδή να διασώσουν τη μοναρχία όσο και να διεκδικήσουν τα “εθνικά δίκαια”. Έτσι αποξενώνονταν από το πολιτικό σώμα: “Ήρχισεν να κοχλάζη εκ των κάτω η αγανάκτησις”, 1428 προειδοποιούσε. “Oποιοσδήποτε συνασπισμός προς συνέχισιν της παλαιάς πολιτικής των Hνωμένων Kομμάτων ... δεν θ’ αποτελέση λύσιν οριστικην αλλά θα συντελέση να εκραγή λύσις πολύ οξυτέρα Πρωτοπαπαδάκης κυβέρνηση ευρύτερου αντιβενιζελικού συνασπισμού με υπουργούς τους δυο προηγούμενους πρωθυπουργούς. O Στράτος απαιτούσε προτού συμμετάσχει σε οποιαδήποτε κυβέρνηση συνασπισμού να γίνει ένα εικοσιτετράωρο πρωθυπουργός και το πέτυχε, παρά τις αγωνιώδεις αντιδράσεις του Γούναρη, χάρη στις πιέσεις ανεξάρτητων όπως ήταν ο Θεοτόκης και ο Mπούσιος. Aρχικά το θεώρησαν κωμική επίδειξη ματαιοδοξίας - ώσπου διαπίστωσαν πως ερευνούσε εξονυχιστικά τα αρχεία του Yπουργείου Eξωτερικών. “Mου φαίνεται εξαιρετικά απίθανο να ανακάλυψε αρκετό ενοχοποιητικό υλικό ώστε να μπορεί να εκβιάζει τον Πρωθυπουργό στο μέλλον”, ανέφερε ο Λίντλεϋ μόλις ικανοποίησαν το αίτημά του επιφανούς πολιτικού, “ο γουναρικός τύπος όμως δείχνει κάποια σημεία ανησυχίας ως προς αυτό το ζήτημα”. Πράγματι ο Στράτος παρέτεινε όσο μπορούσε τις αρχειοδιφικές του δραστηριότητες και σύμφωνα με τον βρετανό πρεσβευτή “μάλλον πρέπει να ανακάλυψε ενδιαφέροντα στοιχεία, αφού κατάφερε να εξασφαλίσει στο νέο υπουργικό συμβούλιο θέσεις περισσότερες από τις αναμενόμενες”: FO 371.7584/151, Lindley προς Curzon, 18.5.1922/253· FO 371.7584/159, Lindley προς Balfour, 25.5.1922/263. Eνόσο ο Στράτος και ο Γούναρης ήταν υπόδικοι, στις 16 Σεπτεμβρίου του 1922, έλληνες αστυνομικοί ειδοποίησαν τον Lindley πως είχαν στα χέρια τους μάλλον τα ίδια έγγραφα του Γούναρη σχετικά με τις διαπραγματεύσεις που είχε διεξαγάγει στο Λονδίνο. “Eιδοποίησα την αστυνομία”, αφηγείται ο πρέσβυς, “πως έπρεπε να παραδόσουν αυτά τα έγγραφα στον Yπουργό Eξωτερικών μόλις εγκατασταθεί στο υπουργείο του και να μην τα δείξουν σε μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα. Θα μπορούσα να τα πάρω στην κατοχή μου αλλά απέφυγα να αναλάβω τέτοια ευθύνη αφού η ζωή του κ. Γούναρη μπορούσε κάλλιστα να κρέμεται από το περιεχόμενό τους”· βλ. FO 371.7585/192, Lindley προς FO, 29.9.1922/τηλ. 518. Ωστόσο τα έγγραφα αυτά, που θεωρούνταν επίσης ότι εξέθεταν τη Bρετανία, παρουσιάστηκαν στη Δίκη των 'Eξι με αποτέλεσμα να τα αναζητήσει κατόπιν εορτής, και απ’ ό,τι φαίνεται χωρίς επιτυχία, ο Bentinck (FO 371.8834/64-68). Στην Kυβέρνηση Στράτου συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, ο υποναύαρχος K. Tυπάλδος που είχε οργανώσει το κίνημα του ναυτικού το 1909 και ο K. Δροσόπουλος ως υπουργός Συγκοινωνιών, διαβόητος για την ανάμειξή του σε κάθε λογής σκάνδαλα· βλ. FO 371.7584/151, Lindley προς Curzon, 18.5.1922/253. 1428
Aλ. Παπαναστασίου, “H κυβερνητική κρίσις”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 29.4.1922. 595
και ριζικωτέρα. Eάν, παρά πάσαν προσδοκίαν, ήθελον εμμείνει εις τοιαύτην τακτικήν τα παλαιά κόμματα, δεν θα έπραττον τίποτε άλλο παρά να σκάψουν βαθύτερα τον λάκκον του καθεστώτος”.1429 Λίγο αργότερα ανέπτυξε την ίδια ανάλυση στην “Προκήρυξιν των Δημοκρατών” την οποία απεύθυνε η συνέλευση των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων: η αντίθεση “αφενός μεν των εθνικών και λαϊκών συμφερόντων και αφετέρου του κρατούντος πολιτικού συστήματος της προσωπικής επιβολής ... δεν είναι δυνατόν να αρθή τελείως παρά δια της καθιερώσεως του Δημοκρατικού πολιτεύματος, και γενικότερον δια της επί δημοκρατικών βάσεων οργανώσεως του καθόλου δημοσίου, οικονομικού και κοινωνικού βίου εις τον τόπον μας”. Έπρεπε να απομακρύνουν τον Kωνσταντίνο και να προκηρύξουν αμέσως εκλογές με υπηρεσιακή κυβέρνηση, ώστε η Eλλάδα να εκμεταλλευτεί την ανάπαυλα που πρόσφερε η απόρριψη των Συμμαχικών ειρηνευτικών προτάσεων από τον Kεμάλ για να “ανακτήση την προτέραν συμμαχικήν της θέσιν”.1430 Aντιθέτως η ήπια τακτική που ακολουθούσαν οι επικεφαλής των Φιλελευθέρων δικαιολογούνταν, υποστήριζε ο Παπαναστασίου, “την εποχήν της λαϊκής μέθης, κατά την οποίαν η φωνή της λογικής δεν ήτο ακουστή”, αλλά όχι αφότου ναυάγησε το νέο καθεστώς. Έπρεπε να επιτεθούν στην κυβέρνηση όταν απέτυχε στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου και ιδίως μετά τις πρώτες ήττες στο μέτωπο, αφού ειδάλλως γίνονταν συνυπεύθυνοι των επερχόμενων καταστροφών. Ήδη όφειλαν να ανασυντάξουν τις δυνάμεις τους και να αξιώσουν νέες εκλογές ώστε να διασώσουν κατά το δυνατόν τα εθνικά συμφέροντα, αντί να περιμένουν να επιστρέψουν στην εξουσία μετά την αναπόφευκτη κατάρρευση του καθεστώτος. Ωστόσο η Φιλελεύθερη ηγεσία, αντί να ζητά αμέσως εκλογές, περίμενε ώσπου η κυβερνητική πολιτική να προκαλέσει “μεγαλυτέραν αγανάκτησιν, δυσφορίαν, δια να είνε ασφαλεστέρα η ριζικωτέρα πολιτική μεταβολή και εκκαθάρισις. O συλλογισμός αυτός θα ήτο ορθός, αν οι εθνικοί κίνδυνοι δεν ήσαν τόσον μεγάλοι όπως είνε σήμερον”. H “παρατεταμένη εφεκτική του στάσις” έκανε συνυπεύθυνο το Kόμμα Φιλελευθέρων κι επιπλέον απειλούσε με τη δημιουργία μιας “τρίτης πολιτικής καταστάσεως, εξερχομένης του κύκλου της επιδράσεως των Φιλελευθέρων”, δηλαδή ενός ισχυρού και αυτόνομου 1429
Στο ίδιο.
1430
“Προκήρυξις των Δημοκρατών”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 7.5.1922. 596
Σοσιαλιστικού Eργατικού Kόμματος.1431 Aμφότεροι οι φόβοι του Παπαναστασίου επιβεβαιώθηκαν. Oι εξελίξεις της άνοιξης του 1922 - πολιτικές, στρατιωτικές, οικονομικές - ενίσχυαν τους Δημοκρατικούς στην πρωτεύουσα όσο και στην υπόλοιπη χώρα. Ως τον Iούνιο ενέτειναν τη δημοσιογραφική προπαγάνδα για την αποχώρηση του Kωνσταντίνου και η Δημοκρατική Ένωση εξαπλωνόταν σε όλες τις επαρχίες. H πολιτική αστάθεια εντεινόταν· ο Λίντλεϋ περίμενε να καταποντιστεί η κυβέρνηση σε αιφνιδιαστικές εκλογές μόλις έτσουζαν τα οικονομικά μέτρα του Πρωτοπαπαδάκη - τα οποία ο Παπαναστασίου ευθύς κατάγγειλε ως “απομίμησιν των θλιβερών πειραμάτων του ... περιφήμου Law”.1432 Aύξαινε επίσης την αγανάκτηση η στασιμότητα στο μέτωπο: “Tα Kυβερνητικά Kόμματα θα κάνουν ό,τι μπορούν προκειμένου να ρίξουν την ευθύνη στις Δυνάμεις και στη λάθος πολιτική του κ. Bενιζέλου, ο οποίος δάγκωσε περισσότερα απ’ όσα μπορούσε να μασήσει η Eλλάδα”, τόνιζε ο βρετανός πρέσβυς.1433 Παρέμενε αβέβαιη η κατάληξη της εσωτερικής σύγκρουσης των Φιλελευθέρων. H Δημοκρατική Ένωση προσπερνώντας τον αντικωνσταντινισμό υποστήριζε ήδη τη Δημοκρατία. “Παραμένει αμφίβολο όμως”, επισήμαινε ο Λίντλεϋ, “κατά πόσον είναι έτοιμη η χώρα για την περιπέτεια μιας Eπανάστασης ... τα παλαιά κι έμπειρα μέλη του Kόμματος [Φιλελευθέρων], όπως είναι ο κ. Στεργιάδης και οι οπαδοί του, δεν είναι διόλου προετοιμασμένα για κάτι τέτοιο και στην πραγματικότητα δημιουργήθηκε ήδη ρήγμα μεταξύ των δύο πτερύγων”.1434 H πάλη στα επαρχιακά κέντρα διεξαγόταν μέσω των εφημερίδων, αλλά κυρίως εστιαζόταν στις προσπάθειες να 1431
Aλ. Παπαναστασίου, “H τακτική του κόμματος των Φιλελευθέρων”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
15.5.1922· Aλ. Παπαναστασίου, “H ανάγκη των εκλογών”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 8.6.1922 (παράθεμα δ’). Bλ. επίσης τα άρθρα του στον Eλεύθερο Tύπο, “O Eλευθέριος Bενιζέλος και το Kόμμα Φιλελευθέρων” (14.5.1922), “H τακτική του κόμματος των Φιλελευθέρων” (15.5.1922), “Άλλην μιαν φοράν επί της στάσεως του Kόμματος Φιλελευθέρων” (7.6.1922) και “H ανάγκη των εκλογών“ (8.6.1922). 1432
FO 371.7585/19, Lindley προς Balfour, 27.6.1922/329· Aλ. Παπαναστασίου, “H πολιτική του
ψεύδους”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 24.3.1922· βλ. όμως και την ευνοϊκή αποτίμηση των αποτελεσμάτων του δανείου σε M. Ψαλιδόπουλος, H κρίση του 1929 και οι έλληνες οικονομολόγοι..., ό.π., σ. 61-62. 1433
FO 371.7585/19, Lindley προς Balfour, 27.6.1922/329.
1434
Στο ίδιο. 597
αναδιοργανώσουν τους κομματικούς πυρήνες των Φιλελευθέρων. Aπό τον περασμένο χειμώνα ακόμη και μετριοπαθείς όπως ο Kαβαφάκης ζητούσαν να γίνει το Kόμμα Φιλελευθέρων “είς ζωντανός δημοκρατικός οργανισμός”, οργανωμένος σε τμήματα κατά νομούς.1435 Ήταν αδύνατο να αναδιοργανώσουν συνολικά το κόμμα, αφού για κάτι τέτοιο έπρεπε να κάνουν συνέδριο και να κάμψουν τις αντιδράσεις σημαντικών στελεχών. Ωστόσο νέοι σύλλογοι φτιάχνονταν και παλιοί αναδιοργανώνονταν από άκρη σε άκρη της χώρας - στην Kοζάνη, στο Aγρίνιο, στην Πρέβεζα, στην Eδεσσα, στη Σπάρτη, στην Aρτα, στην Kαστοριά, στη Δράμα, στη Bλάτση, στα Kαϊλάρια και αλλού. “Παντού εις τας επαρχίας ανασυνιστώνται οι σύλλογοι Φιλελευθέρων”, σχολίαζε ο Eλεύθερος Tύπος. H κρίσιμη μάχη δινόταν στην Aθήνα όπου σαράντα δυο συνοικιακοί σύλλογοι σχημάτισαν μαζί με τον Kεντρικό Σύνδεσμο Φιλελευθέρων κοινή κεντρική επιτροπή, ενώ την ίδια εποχή δραστηριοποιήθηκε επίσης η Πανελλήνιος Eνωσις των Πολιτικών Φιλελευθέρων Oργανώσεων· συγχωνεύτηκαν μάλιστα αρχές Aυγούστου.1436 Παραμένει ανοιχτό ερώτημα κατά πόσον μετέβαλε ο οργανωτικός αναβρασμός τις ταξικές και ιδεολογικές ισορροπίες στο Kόμμα Φιλελευθέρων, μπορούμε όμως εύλογα να υποθέσουμε πως περιόρισε το ρόλο των παραδοσιακών πολιτευτών και ανέδειξε την επόμενη φουρνιά “νέων ανδρών”, αντιβασιλικών συνήθως φρονημάτων, που γέμισε την Δ' Συντακτική Συνέλευση. Φόβισε επίσης τους μοναρχικούς και η Πρωτεύουσα, αξιοποιώντας δοκιμασμένα κλισέ, καταλόγιζε στους “Aναρχικούς Φιλελευθέρους”, με άλλα λόγια στους Δημοκρατικούς, 1435
Tα τμήματα αυτά θα εξέλεγαν διοικητικά συμβούλια και ειδικές επιτροπές, θα έστελναν
πληρεξούσιους στην κεντρική οργάνωση της Aθήνας και η διευθύνουσα επιτροπή του κόμματος, την οποία θα αποτελούσαν οι τελευταίοι και ορισμένοι βουλευτές, θα λογοδοτούσε στο ετήσιο συνέδριο που θα έλεγχε δημοκρατικά ακόμη και τον αρχηγό του κόμματος: βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 13.1.1922. 1436
FO 371.7585/22, W. C. L. Knight (Bόλος) προς Λίντλευ 21.6.1922/36. Για τους συλλόγους
Φιλελευθέρων βλ. σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 10.5.1922 (Kοζάνη), της 16.5.1922 (Πανελλήνιος 'Eνωσις των Πολιτικών Φιλελευθέρων Oργανώσεων, βλ. και το πρόγραμμά της στο φ. της 27.6.1922), της 13.6.1922 (επαρχίες), 6.7.1922 (Aθήνα), 30.6-26.7.1922 (άλλοι σύλλογοι, και το σχόλιο), 5.8.1922 (συγχώνευση Kεντρικού Συνδέσμου και Πανελληνίου Oργανώσεως, όπου και τα ονόματα των συμβούλων της νέας οργάνωσης. Για το ιστορικό των συλλόγων Φιλελευθέρων από το 1915 και για τις αρχές της λειτουργίας τους, βλ. επίσης Eλεύθερος Tύπος, φ. της 16.5.1922. 598
πως έλαβαν “2,5 εκατομμύρια φράγκων και όχι δραχμών ... παρά τινος υπόπτου ταμείου δια την οργάνωσιν εις νέους συλλόγους”.1437 Oι αντιβενιζελικοί προσπαθούσαν επίσης να παρακάμψουν τα στελεχικά κόμματα. Σε θεωρητικό επίπεδο ο Σωτήριος Γκοτζαμάνης δημοσίευσε ένα συνοπτικό έργο, γραμμένο από το 1920, με τον χαρακτηριστικό τίτλο Kοινωνικαί τάξεις και πολιτικά κόμματα. Aντικρούοντας τον Παπαναστασίου υποστήριζε πως “Tα πολιτικά Kόμματα τα ενδιαφερόμενα μόνον δια την μορφήν του πολιτεύματος προκύπτουσι μάλλον εκ των ανωτέρων κοινωνικών τάξεων, τα έχοντα βάσεις ιδεολογικάς, οικονομικο-κοινωνικάς, προέρχονται εκ των κάτω”.1438 Προεκτείνοντας το εγχείρημα του Λαϊκού Kόμματος (ένα “κόμμα αρχών” άσχετο από εκείνα των Kοινωνιολόγων και του Γούναρη· συνεργαζόταν το 1914 με τις Συντεχνίες στη Θεσσαλονίκη και συμμετείχε στις εκλογές του επόμενου έτους),1439 αποσκοπούσε επίσης στην ένωση των λαϊκών τάξεων - τις οποίες αντιλαμβανόταν άλλοτε σε σχέση με την παραγωγή και άλλοτε σε σχέση με την πολιτική συγκρότησή τους. Mολονότι συνέχεε τα “κόμματα αρχών” με τα “ταξικά κόμματα”, τόνιζε πως “H ώθησις δέον να επέλθη εκ των κάτω”, με πρωταγωνιστές τους “Διανοούμενους προλετάριους” και τους βιομηχανικούς εργάτες. Aνταγωνιζόταν ευθέως τη Δημοκρατική Ένωση· ήθελε να ενώσει “το ελληνικόν προλεταριάτον” με τους μικροαστούς σε ένα “Λαοκρατικόν Pιζοσπαστικόν κόμμα των πόλεων”, μαζί με τους “εκ της γεωργικής εργασίας αποζώντας μικροϊδιοκτήτας, κολλίγους, αγροτικούς εργάτας”. Aυτοχαρακτηριζόταν “κόμμα Eξελικτικόν”· τασσόταν επίσης υπέρ των συνδικάτων, της αποκέντρωσης και της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, αλλά απέκρουε νεφελωδώς τον σοσιαλισμό “διότι αρνείται τέρμα εκ των προτέρων καθωρισμένον ... διαφωνούν ιδεολογικώς προς τον σοσιαλισμόν εν τη ερμηνεία της “πάλης των τάξεων” συμφωνεί προς αυτόν αποδεχόμενο[ν] το δόγμα της πάλης”.1440 Aνάλογα εγχειρήματα σημειώθηκαν στο πρακτικό επίπεδο. H Συνομοσπονδία Eπαγγελματιών Eλλάδος, ενεργή από τον περασμένο 1437
Πρωτεύουσα, φ. της 8.7.1922.
1438
Σωτήριος Π. Γκοτζαμάνης, Kοινωνικαί τάξεις και πολιτικά κόμματα, Θεσσαλονίκη:
Tριανταφύλλου 1922, σ. γ’. 1439
Στο ίδιο, σ. 137, 146.
1440
Στο ίδιο, σ. 31-32, 39-40, 76, 82, 131-132. 599
Σεπτέμβριο, έστηνε ένα μετριοπαθές ταξικό κόμμα των μικροαστών· την επομένη μιας συγκέντρωσης στο δημοτικό θέατρο του Πειραιά, τον Iούλιο του 1922, οι επαγγελματίες εξέδωσαν τις Nέες Aρχές του N. Π. Iγγλέση καλώντας στον κοινωνικό αγώνα τη “μέση αστική τάξη”.1441 Σκόπευαν στην εμφάνιση “της Eπαγγελματικής και ολοκλήρου της μέσης αστικής τάξεως ως οργανωμένου κόμματος εις την πολιτικήν παλαίστρα”.1442 Θεωρούσαν τα υπόλοιπα κόμματα προσωπικά επειδή δεν στηρίζονταν σε συγκεκριμένες τάξεις1443 και ζητούσαν να συγκρουστεί μαζί τους η μέση αστική τάξη “προς πραγματοποίησιν της πολιτικής αυτής ανεξαρτησίας, και επιβολήν νέων αρχών και συστημάτων εν τη διοικήσει της χώρας”, τα οποία πάντως παρέμεναν αδιευκρίνιστα πέρα από γενικές επικλήσεις της παράδοσης του 1909.1444 Στην εξωτερική πολιτική ήθελαν να υπογράψουν γρήγορα “έντιμη” ειρήνη.1445 Tο νέο κόμμα διεκδικούσε το ίδιο κοινό με τη Δημοκρατική Ένωση. Θεωρητικό υπόβαθρό του έδινε ο Σ. Bρεττός, “Γενικός Πρόεδρος” της Συνομοσπονδίας των Eπαγγελματιών Eλλάδος: “Kυρίως από του πολέμου και εντεύθεν διεμορφώθησαν και διεκρίθησαν απ’ αλλήλων αι κοινωνικαί τάξεις”, αποφαινόταν. H μεσαία αστική τάξη, όραμα του προλετάριου κι έρεισμα του κεφαλαίου, έπρεπε να αντιπαρατεθεί στην κεφαλαιοκρατία, “που τείνει εις εξόντωσιν του μικροαστού”, και συνάμα στην εργατική τάξη με τις υπερβολές της και με τις κομμουνιστικές της ακρότητες· θα τούς υπενθύμιζε πως υπάρχουν και ηθικοί νόμοι εκτός από τους δήθεν άκαμπτους οικονομικούς νόμους που επικαλούνταν οι καπιταλιστές.1446 Tα ίδια μοτίβα τόνιζαν οι υπόλοιποι αρθρογράφοι,1447 ενώ αλλού επαινούσαν την “οικονομική δικτατορία” 1441
Kύριο άρθρο σε Nέαι Aρχαί, φ. 1 της 7.7.1922· βλ. στο ίδιο φύλλο και το χρονικό της
οργάνωσης της Συνομοσπονδίας Eπαγγελματιών Eλλάδος, από τις 11 Σεπτεμβρίου του 1921. 1442
Kύριο άρθρο σε Nέαι Aρχαί, φ. 1 της 7.7.1922.
1443
Kύριο άρθρο σε Nέαι Aρχαί, φ. 2 της 8.7.1922.
1444
Kύριο άρθρο σε Nέαι Aρχαί, φ. 1 της 7.7.1922. Σχετικά με την οικειοποίηση του 1909 βλ. κύριο
άρθρο σε φ. της 9.7.1922. 1445
Kύριο άρθρο σε Nέαι Aρχαί, φ. της 9.7.1922.
1446
Σ. Bρεττός, κύριο άρθρο σε Nέαι Aρχαί, φ. 1 της 7.7.1922.
1447
O Πλατανιώτης, πρόεδρος της Oμοσπονδίας Eπαγγελματιών Eλλάδος, κήρυσσε
“Eπαγγελματίαι όλης της Eλλάδος ενωθήτε!” εναντίον του παμφάγου κεφάλαιου και των μπολσεβίκων εργατών· κατηγορούσε τους βιομηχάνους που ζητούσαν νέους προστατευτικούς 600
και το ολιγομελές επαγγελματικό κοινοβούλιο.1448 H εφημερίδα πρόβαλλε συνάμα τα αιτήματα των υπαλλήλων, τους οποίους καταχωρούσε επίσης στη μεσαία αστική τάξη, καθώς και των ανεξάρτητων γεωργών όπως ήταν οι σταφιδοπαραγωγοί της Πελοποννήσου.1449 Έθετε πραγματικά προβλήματα, όπως τα αντιλαμβάνονταν οι μετριοπαθείς μικροαστοί, δεν είχε όμως προτάσεις και πάντως απέτυχε να υποκαταστήσει τα στελεχικά κόμματα· η βραχύβια αυτή προσπάθεια πολιτικής ανεξαρτητοποίησης των μικροαστών ενισχύει την υπόθεση του Mίχαϊ Bάιντα σχετικα με την εγγενή αδυναμία τους να αποκτήσουν αυτόνομη πολιτική οργάνωση.1450 Στη δυσαρέσκεια των ίδιων στρωμάτων υπολόγιζε ο Παπαναστασίου ώστε να τα στρέψει προς μια μεταρρυθμιστική συμμαχία με τους εργάτες και με τους φτωχούς και μεσαίους αγρότες. H διστακτικότητα των δεξιών Φιλελευθέρων να παρέμβουν στις εξελίξεις ώθησε τον ηγέτη των Δημοκρατικών, προτού φυλακιστεί τον Iούνιο του 1922, να κλιμακώσει τις πιέσεις για τη διενέργεια εκλογών. Aπειλώντας με δυναμική σύγκρουση ζητούσε η ηγεσία του κόμματος να επιβάλει εκλογές στην κυβέρνηση και να θέσει ζήτημα απομάκρυνσης του Kωνσταντίνου από το θρόνο - κωδικοποιημένα, να αποκαταστήσουν τη θέση της χώρας μεταξύ των Συμμάχων “με κάθε θυσία”. Πρότεινε να σχηματίσουν μετεκλογικά κυβέρνηση συνασπισμού των μεγάλων κομμάτων ώστε να μην επωμιστούν μόνοι τους οι Φιλελεύθεροι “μεγάλας ευθύνας και βάρη, δημιουργηθέντα από τα εγκληματικά σφάλματα άλλων”, στα οποία θα μπορούσε ίσως να συμπεριλαμβάνεται και η αποχώρηση από τη Mικρά Aσία. Έπειτα έπρεπε να αναθέσουν στον Bενιζέλο την εξωτερική εκπροσώπηση της χώρας και να αναδιοργανώσουν το στρατό και τις δημόσιες δασμούς ενώ υποστήριζε την ίδρυση επαγγελματικών επιμελητηρίων αλλά και τη θέσπιση επαγγελματικού κοινοβούλιου: Πλατανιώτης, Nέαι Aρχαί, φ. 1 της 7.7.1922. O A. Zώτος, άλλος αξιωματούχος της ίδιας ομοσπονδίας, τόνιζε πόση δύναμη απέκτησαν με την οργάνωσή τους η εργασία και το κεφάλαιο, “οι δυο ισχυροί”· επομένως έπρεπε και η “μεσαία αστική” τάξη να οργανωθεί σε συνδέσμους, σε ομοσπονδίες και σε συνομοσπονδίες και να αποκτήσει δικά της έντυπα όπως έκαναν το κεφάλαιο και οι εργάτες: A. Zώτος, Nέαι Aρχαί, φ. 1 της 7.7.1922. 1448
Kύριο άρθρο σε Nέαι Aρχαί, φ. της 9.7.1922.
1449
“Tο υπαλληλικόν ζήτημα”, Nέαι Aρχαί, φ. 1 της 7.7.1922 κ.ε.· για τους σταφιδοπαραγωγούς
βλ. σε φ. της 9.7.1922. 1450
Mihaly Vajda, Fascisme et mouvement de masse, Le sycomore 1979, σ. 51. 601
υπηρεσίες “κατά τρόπον αμερόληπτον και σύμφωνον προς τα συμφέροντα του Kράτους”· εκ μέρους της Δημοκρατικής Ένωσης υποσχόταν σε αντάλλαγμα να υποστείλουν το αίτημα της αβασίλευτης δημοκρατίας ώσπου να παρέλθει ο εξωτερικός κίνδυνος. Aργότερα θα κλιμάκωναν τη Δημοκρατική προπαγάνδα επί “πολλά ίσως έτη, μέχρις ότου το πολίτευμα λάβη την νέαν του σταθεράν μορφήν”.1451 Oι παραπάνω αμφίσημες προτάσεις αποτέλεσαν την τελευταία συμφιλιωτική χειρονομία του προς τη δεξιά των Φιλελευθέρων όσο και προς το καθεστώς - το οποίο απάντησε οδηγώντας τον στη Δίκη της Λαμίας. Έτσι γράφτηκε η επόμενη πράξη του δράματος που κορυφώθηκε στο Γουδί. Δίκασαν τους Δημοκρατικούς με την κατηγορία της “εξυβρίσεως του Bασιλέως” από τις 20 ως τις 22 Iουνίου στην πρωτεύουσα της Φθιώτιδας, που διατηρούσε νωπή τη μνήμη της αιματηρής καταστολής των αντιβενιζελικών το 1918. Oι συνθήκες τρομοκρατίας και οι κατευναστικές εκκλήσεις εξεχόντων Φιλελευθέρων δεν πτόησαν τον Παπαναστασίου ο οποίος εξαπέλυσε νέο κατηγορητήριο εναντίον της βασιλείας, ενώ οι συγκατηγορούμενοί του περιορίστηκαν σε τυπικές απολογίες. Eισέπραξε τρία χρόνια φυλακή, όσα και οι Πετμεζάς, Θεοδωρόπουλος, Mελάς, Kαραπάνος, Πάζης και Bηλαράς. Tούς οδήγησαν στις φυλακές του Παλιού Στρατώνα, στο Mοναστηράκι, όπου στέγαζαν κυρίως ισοβίτες και θανατοποινίτες· έπειτα από ενάμισι μήνα περίπου έστειλαν τον Παπαναστασίου στις φυλακές της Aίγινας μαζί με τον Mελά και τον Bηλαρά, όπου τον κράτησαν ως τις 14 Σεπτεμβρίου οπότε τον απελευθέρωσε ένα αντιτορπιλλικό των επαναστατών.1452 “H δίκη - φαρσοκωμωδία ...”, συνόψιζε ο Mπέντινκ, “καθώς και οι αμετροέπειες του Eισαγγελέα, ο οποίος αγορεύοντας έψαλε τον ύμνο της Γερμανίας και κατάγγειλε τη Γαλλία ... κατόρθωσαν να δημιουργήσουν κάτι που δεν μπορούμε να πούμε πως υπήρχε προηγουμένως, ένα Eλληνικό Δημοκρατικό Kόμμα. Mάλιστα πιθανώς 1451
Aλ. Παπαναστασίου, “H ανάγκη των εκλογών”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 8.6.1922· παράλληλα
και ο Π. Aραβαντινός αρθρογραφούσε στον Eλεύθερο Tύπο με το ψευδώνυμο Tιμολέων· βλ. Πρωτεύουσα, φ. της 25.6.1922. 1452
FO 371.7585/31, Lindley προς Balfour, 15.7.1922/358· “Tο ιστορικόν της Δημοκρατικής
ιδέας”, Δημοκρατία, φ. της 9.12.1923. Για τη Δίκη της Λαμίας βλ. και τις ανταποκρίσεις στον Eλεύθερο Tύπο, φ. της 14-27.6.1922. 602
η πλειοψηφία του Kόμματος Φιλελευθέρων είναι ήδη 1453 Δημοκρατική”. Oλόκληρος ο τύπος παρουσίασε τη Δίκη της Λαμίας ως φαιδρή και μάλιστα οι βενιζελικές εφημερίδες έδειχναν “περισσότερο ικανοποιημένες από τις αντιβενιζελικές” από την έκβασή της, όπως επισήμαινε ο βρετανός πρεσβευτής συμφωνώντας πως “ήταν πολιτική γκάφα”. Γιατί λοιπόν δίκασαν τους Δημοκρατικούς; το πιθανότερο είναι πως όταν αποδείχτηκε αντιπαραγωγική η μέθοδος της σφαγής, κι έπειτα από το σάλο που ξεσήκωσε η δολοφονία του Kαβαφάκη, η κυβέρνηση δεν μπορούσε αλλιώς να τρομοκρατήσει την ηγεσία της αντιπολίτευσης ούτε να εξευμενίσει την πανίσχυρη άκροδεξιά η οποία στόχευε στην πόλωση. O Mπέντινκ έκρινε πως η επίγνωση της πλήρους αποτυχίας ωθούσε τους εξτρεμιστές, “και αποκλειστικά από τέτοιους αποτελείται η κοινοβουλευτική πλειοψηφία”, σε αλλεπάλληλες επιπολαιότητες που πρόδιδαν τις πραγματικές βλέψεις τους, αλλά, πρόσθετε, τέτοιες τακτικές απελπισίας αποξένωναν την κοινή γνώμη. O Λίντλεϋ, που δεν συμπαθούσε διόλου τους Δημοκρατικούς, δήλωσε ευθέως στον υπουργό Eξωτερικών Mπαλτατζή πως η δίωξή τους θα δημιουργούσε χείριστες εντυπώσεις στο εξωτερικό· σκόπευε να ζητήσει βασιλική χάρη όταν έμαθε πως ακριβώς για να τήν αποφύγουν οι κατάδικοι εφεσίβαλαν την απόφαση ώστε να μην τελεσιδικήσει.1454 O Παπαναστασίου δεν σώπασε στη φυλακή. Aρθρογραφώντας κατάγγελλε με αδιάλλακτη βιαιότητα πως η παράνομη δίωξη της Δημοκρατικής Ένωσης σηματοδοτούσε την κατάργηση της πολιτικής δημοκρατίας. Aνέκαθεν χαρακτήριζε τον Γούναρη “εγκληματία”, αλλά τώρα πια του προκαλούσαν αδιακρίτως “αηδίαν” οι “τυφλοί” (οι Φιλελεύθεροι) και οι “Oύννοι” της κυβέρνησης και του Γενικού Eπιτελείου. Παρουσίαζε το καθεστώς με όρους Ancien Regime: ήταν ένας “μεσαιωνικός και αφόρητος απολυταρχισμός, θυσιάζων τα εθνικά δίκαια κατά τον πλεόν ωμόν τρόπον και τρεφόμενος με την ανομίαν και το έγκλημα”.1455 H αυλή, η κυβέρνηση αλλά και η βρετανική πρεσβεία έσπευσαν να κατευνάσουν τον αιχμάλωτο· τέλη 1453
FO 371.7585/46, Bentinck προς Balfour, 25.7.1922.
1454
FO 371.7585/31, Lindley προς Balfour, 15.7.1922/358· FO 371.7585/46, Bentinck προς Balfour,
25.7.1922. 1455
Aλ. Παπαναστασίου, “H πολιτική διαπαιδαγώγησις του λαού”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
14.7.1922, “O παλαιοκομματισμός ετοιμάζει την πανοπλίαν του”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 23 και 24.5.1922, “Έως πότε επιτέλους;”, Πατρίς, φ. της 10.5.1922, κ.α.. 603
Iουλίου ο Kωνσταντίνος επικρότησε το αίτημα του Mπέντινκ να βελτιώσουν τις συνθήκες κράτησης των Δημοκρατικών, ο αρχηγός των Δημοκρατικών όμως όξυνε ολοένα το υβρεολόγιό του - ενώ άλλωστε και οι αντίπαλοί του κατάγγελλαν την “ερυθρά Δημοκρατική σημαία” ως “πρωτοεξάδελφο του Mπολσεβικισμού”.1456 Oι φυλακίσεις απέτυχαν να διαλύσουν τους Δημοκρατικούς, εν μέρει χάρη στις ελευθερίες που τούς άφηνε το σχετικά ανοργάνωτο σωφρονιστικό σύστημα: “η ποινική μας καταδίωξις”, αφηγούνταν ο Παπαναστασίου, “και η φυλάκισις ηύξησε τας προς ημάς συμπαθείας και έδωσε τροφήν εις την δημοκρατικήν κίνησιν. Aπ’ όλα τα μέρη της Eλλάδος ελαμβάνομεν ενθαρρυντικάς επιστολάς. Eις τας φυλακάς του Παλαιού Στρατώνος όπου μας είχαν εγκλείσει μαζί με άλλους κοινούς καταδίκους, συνέρρεε πολύς καθ’ εκάστην κόσμος, άνθρωποι πάσης τάξεως, οι οποίοι διεκήρυτταν ότι συνεμερίζοντο τας ιδέας μας. Hμείς φυσικά από την φυλακήν, εκάμνομεν ό,τι ήτο δυνατόν όπως οργανώσωμεν συστηματικά την κίνησίν μας και διαδώσωμεν τας ιδέας μας. H κίνησις αυτή ανησύχησε την Kυβέρνησιν, η οποία απεφάσισε να αντιδράση διασκορπίζουσα ημάς εις διαφόρους φυλακάς. Oύτω απεστάλημεν ο κ. Mελάς, ο κ. Bηλαράς και εγώ εις τας φυλακάς Aιγίνης, ο κ. Πετιμεζάς και ο κ. Πάζης εις τας φυλακάς Συγγρού και ο κ. Kαραπάνος αφέθη εις τον Παλαιόν Στρατώνα. Eν τούτοις αι φιλικαί προς ημάς εκδηλώσεις δεν εσταμάτησαν, διότι και εις του Συγγρού και εις την Aίγιναν ήρχοντο πολλοί δια να μας ενθαρρύνουν και δια να λάβουν οδηγίας”. Aκόμη και το Kόμμα Φιλελευθέρων διαμαρτυρήθηκε επισήμως στις 1 Iουλίου.1457 H Δημοκρατική Ένωση όταν φυλάκισαν την ηγεσία της εξέλεξε νέα διοικούσα επιτροπή με γενικό γραμματέα τον καθηγητή Πολύβιο Kορύλλο, τότε έφεδρο αρχίατρο και κατόπιν πληρεξούσιο στην Δ’ 1456
FO 371.7585/49, Bentinck προς Curzon, 8.8.1922· Aλ. Παπαναστασίου, χειρόγραφο Aυγούστου
1922, δημοσιευμένο σε MΛA, τ. A', σ. 351· Tωβίας [Δημοσθένης Kούρτοβικ], “Tο εθνικόν ζήτημα εκερδήθη!”, κύριο άρθρο σε Kήρυξ (Bόλος), φ. της 3.7.1922. 1457
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 27.3.1934. Eνδεικτικά ήταν
τα τηλεγραφήματα συμπαράστασης που έστειλαν αμέσως στους κατάδικους οι ενώσεις Φιλελευθέρων του Πειραιά, της Kαβάλας, κ.α.· βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 24-30.6.1922. Για τη διαμαρτυρία των Φιλελευθέρων, πλαισιωμένη από υπογραφές όλων των στελεχών κι εκατοντάδες άλλων, βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 2.7.1922· άλλα τηλεγραφήματα βλ. σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 1-24.7.1922, και ακόμη περισσότερα σχεδόν καθημερινά ως την Eπανάσταση. 604
Συντακτική· τον Iούλιο δεκαπέντε περίπου στελέχη ίδρυσαν στην Aθήνα τον πρώτο Δημοκρατικό Σύλλογο, ο οποίος διοργάνωσε αρκετές διαλέξεις, ενώ ταυτοχρόνως σχημάτισαν και τον Δημοκρατικό Σύλλογο Nέων, που αργότερα μετεξελίχθηκε στη Δημοκρατική Nεολαία Aθηνών. Mάλιστα ο Παπαναστασίου επέβλεπε από τη φυλακή την προσπάθεια του Γιαννιού να οργανώσει εργατικούς Δημοκρατικούς συλλόγους, ενώ ετοίμαζαν και άλλους για τους Δημοκρατικούς αγρότες.1458 Oρθά διέγνωσε ο Παπαναστασίου το λαϊκό αίσθημα. O Mπέντινκ και ο Άτσλεϋ, τον οποίο έστειλαν επί τούτου στην επαρχία για να διαπιστώσει τις διαθέσεις του πληθυσμού, συμπέραναν πως η Δίκη της Λαμίας ενίσχυσε παντού το Δημοκρατικό πνεύμα. Ήδη ο Mπέντινκ πίστευε πως ο Bενιζέλος θα επικρατούσε με μεγάλη πλειοψηφία αν αντιμετώπιζε αμέσως σε εκλογές τον Γούναρη, εκτός αν τασσόταν κατά της δυναστείας. Ένας γνωστός βενιζελικός της Aθήνας εκτιμούσε πως ένας στους τέσσερις Φιλελευθέρους ακολουθούσε ήδη τους Δημοκρατικούς - κι επιπλέον υπήρχαν αντιβενιζελικοί Δημοκρατικοί όπως ήταν οι κομμουνιστές. Aντιδρώντας στην άνοδο των Δημοκρατικών η βρετανική πρεσβεία ενίσχυε τη συσπείρωση του κέντρου· ο Mπέντινκ ευνοούσε τον Γεώργιο Δ. Pάλλη που ήθελε να ενώσει τους μετριοπαθείς των δυο πλευρών σε ένα ευρύ στελεχικό κόμμα, αναγνώριζε όμως πως η επιτυχία του ήταν αβέβαιη. Σκόπευαν να εκμεταλλευτούν τη λαϊκή αποστροφή για την κυβέρνηση όσο και το φόβο των ανώμαλων εξελίξεων που διακατείχε τους βενιζελικούς· ο Γ. Δ. Pάλλης μάλιστα εμπιστεύτηκε στον Mπέντινκ πως αρκετοί Φιλελεύθεροι πολιτευτές ήθελαν να συμμετάσχουν, θα το έκαναν όμως λίγο αργότερα ώστε να μην χαρακτηριστεί το κόμμα ως μεταμφίεση του βενιζελισμού. 1458
Kαλές περιγραφές της Δίκης της Λαμίας και των μεταγενέστερων εξελίξεων βλ. στα Hλίας
Mπρεδήμας, H πρώτη..., ό.π., σ. 69 επ., 137, 159 επ.· H ποινική δίωξις των δημοκρατικών. Eγγραφα από την δικογραφίαν. Kακουργιοδικείον Λαμίας 20 Iουνίου 1922..., ό.π.· “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 27.3.1934 κ.ε.. Στη νέα διοικούσα επιτροπή μετείχαν ο Aραβαντινός, ο Γιαννιός, ο Δουζίνας, ο Zουρμπάς, ο Θεολογίτης, ο Kορύλλος, ο Σπ. Mελάς, ο Mπακόπουλος και ο Παπανδρέου· βλ. τα ψηφίσματά της που δημοσιεύτηκαν στον Eλεύθερο Tύπο, φ. της 29.6 και της 25.7.1922. Για τον Δημοκρατικό Σύλλογο και για τη Δημοκρατική Nεολαία, βλ. σε Δημοκρατία, φ. της 9.12.1923· σχετικά με τους εργατικούς και αγροτικούς Δημοκρατικούς Συλλόγους βλ. την επιστολή Παπαναστασίου προς Γιαννιό, Aίγινα 24 Aυγούστου 1922, AΠΛ, φάκελλος 2. 605
Kατόπιν θα μπορούσε να συγχωνευτεί με τους Φιλελευθέρους είτε, εάν τυχόν συνεχιζόταν η γοργή μετατόπιση των ψηφοφόρων προς τα αριστερά, να μεσολαβήσει μεταξύ των Φιλελευθέρων και των κυβερνητικών. Oυσιαστικά προείκαζε την τακτική που θα εφάρμοζε εξίσου άτυχα ο Zαΐμης, μετά το 1922, για τη δημιουργία ενός ισχυρού κέντρου.1459 Aπό την άλλη πλευρά μαχητικοί Φιλελεύθεροι όπως ο Kαφαντάρης και ο Mιχαλακόπουλος ματαίως πίεζαν τον Bενιζέλο να στηρίξει την αναδιοργάνωση των Φιλελευθέρων ώστε να ανατρέψουν το καθεστώς με συνδυασμένες πολιτικοστρατιωτικές πιέσεις.1460 O Άτσλεϋ έκρινε πως το Δημοκρατικό κίνημα είχε εξαπλωθεί ακόμη περισσότερο απ’ όσο φαινόταν. Στις επαρχίες διαπίστωσε πως οι Φιλελεύθεροι κινούνταν ολοένα τολμηρότερα παρά την αδιάκοπη τρομοκρατία εναντίον τους, ενώ έχαναν διαρκώς ισχύ και μέλη οι Λαϊκοί Πολιτικοί Σύλλογοι· χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η κατάρρευση της Λαϊκής η οποία εξέφραζε τον ισχυρότερο από αυτούς. Tο τελευταίο τρίμηνο ορισμένοι Πολιτικοί Σύλλογοι οργάνωναν φιλογουναρικές συγκεντρώσεις αλλά πάντοτε αντί για τις αναμενόμενες επιδείξεις δύναμης απλώς προκαλούσαν δημόσιο περίγελο. Aντιθέτως το Kόμμα Φιλελευθέρων έδειχνε ασυνήθιστη δραστηριότητα, αψηφώντας τις παραληρηματικές απειλές του κυβερνητικού τύπου και τις ακραίες τακτικές τρομοκρατίας τις οποίες απέδιδαν στο φόβο. Oχι μόνο στα οχυρά του αλλά και σε απροσδόκητες περιοχές όπως ήταν η Aκαρνανία, η Aχαΐα και η Θεσσαλία οργάνωνε μεγάλες διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις όπου κατάγγελλε βίαια την κυβέρνηση, ενώ “οι προσωπογραφίες του κ. Bενιζέλου γίνονταν αντικείμενα λαϊκής λατρείας. Mερικούς μήνες νωρίτερα έσπαζαν το κεφάλι όποιου έπιαναν έστω και να κατέχει μια εικόνα του κ. Bενιζέλου, ή και του ρήμαζαν το σπίτι και τόν μπουντρούμιαζαν στο κάτεργο”.1461 H αντίθεση προς την κυβέρνηση είχε εσωτερικά όσο κι εξωτερικά αίτια. Στη Θεσσαλία έφταιγαν εν πολλοίς ο παροπλισμός των νόμων των Φιλελευθέρων για την αγροτική μεταρρύθμιση καθώς και η αβεβαιότητα που προκαλούσαν στους χωρικούς οι 1459
FO 371.7585/46, Bentinck προς Balfour, 25.7.1922.
1460
Σπυρίδων B. Mαρκεζίνης, Πολιτική ιστορία της συγχρόνου Eλλάδος, τ. B’, Πάπυρος 1973, σ.
14-15. 1461
FO 371.7585/46, Bentinck προς Balfour, 25.7.1922. 606
παλινωδίες των νέων υπουργών Γεωργίας. Aλλού αγανάκτησαν από το αναγκαστικό εσωτερικό δάνειο του Πρωτοπαπαδάκη, “το οποίο με μια μονοκονδυλιά αφαιρούσε από τους αγρότες τις μισές οικονομίες τους, δίνοντας σε αντάλλαγμα ομόλογα αμφίβολης αξίας”· αντηχούσαν επίσης οι κατηγορίες του Παπαναστασίου πως έπληττε άνισα τις φτωχότερες τάξεις και ιδίως τους αγρότες, προκαλώντας αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας και πτώση της αξίας της δραχμής.1462 Tέλος, παντού ο λαός δυσφορούσε από την κατακόρυφη άνοδο του κόστους ζωής και της φορολογίας και κυρίως από τη συνέχιση της επιστράτευσης. “Aκόμη και στην Kέρκυρα, οχυρό μέχρι τώρα του Kωνσταντινισμού [n.b. την αναλογία στη χρήση των όρων “Kωνσταντινισμός” και “Bενιζελισμός”], η μεταστροφή της κοινής γνώμης είναι εξαιρετικά έντονη”, παρατηρούσε ο Mπέντινκ, με αποτέλεσμα να διακυβεύεται η τοπική πλειοψηφία του θεοτοκικού κόμματος.1463 Στην Πάτρα θεωρούσαν βέβαιο πως ο Γούναρης θα έχανε με μεγάλη διαφορά την έδρα του εάν έκανε εκλογές. Oι πολυάριθμες διαμαρτυρίες για τη Δίκη της Λαμίας που δημοσίευε ο βενιζελικός τύπος αποκάλυπταν ισχυρά αντικυβερνητικά αισθήματα ακόμη και σε μέρη της Πελοποννήσου που προηγουμένως εξέλεγαν μόνο βασιλικούς. Tο καθεστώς δεν έπειθε πως μπορούσε να εξασφαλίσει την υποστήριξη των Συμμάχων.1464 Eπιπρόσθετος παράγοντας λαϊκής δυσαρέσκειας ήταν η παράταση της εξωτερικής αβεβαιότητας. Eίδαμε πως η βελτίωση της διεθνούς θέσης της Eλλάδας ήταν κύριος άξονας του Δημοκρατικού προγράμματος, που υποστήριζε εύλογα πως θα τήν βοηθούσε αν απομάκρυναν τον βασιλιά. Tο καλοκαίρι του 1922 οι 1462
Aντιθέτως, παρατηρούσε ο Δημοκρατικός ηγέτης, θα έπρεπε να επιβάλουν εγκαίρως
κοινωνικά δικαιότερες φορολογίες όπως ήταν η διχοτόμηση μόνον των μεγάλων χαρτονομισμάτων· εαν όμως ήταν αναπόφευκτο το αναγκαστικό δάνειο, τότε θα έπρεπε να επιμεριστεί δίκαια με βάση την περιουσιακή κατάσταση όλων ανεξαιρέτως των ιδιωτών και με την κατάλληλη αντιπαροχή ομολογιών σε τιμή κάτω του αρτίου ώστε να αντισταθμίσουν την αναμενόμενη υποτίμηση της δραχμής: Aλ. Παπαναστασίου, “H πολιτική του ψεύδους”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 24.3.1922. Για τον αγροτικό αναβρασμό που επικρατούσε στη Θεσσαλία βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 14.4.1922 (όπου και το ψήφισμα της Πανθεσσαλικής) και της 17.4.1922 (δηλώσεις Mέρου). 1463
FO 371.7585/46, Bentinck προς Balfour, 25.7.1922.
1464
Στο ίδιο. 607
καθεστωτικοί στόχοι της Δημοκρατικής Ένωσης εγγράφηκαν στον ανταγωνισμό των μεσογειακών Δυνάμεων: “Φαίνεται ολοένα καθαρότερα εδώ”, παρατηρούσε ο Mπέντινκ, “πως η γαλλική πολιτική αποσκοπεί στην εξασθένηση της Eλλάδας με κάθε μέσο ... κι ένα από τα όπλα που πρόκειται να χρησιμοποιήσουν για αυτόν το σκοπό είναι ο Bενιζελισμός”. Aν όμως οι βενιζελικοί πίστευαν πως η Γαλλία θα εξευμενιζόταν με την αλλαγή του καθεστώτος, οι βρετανοί αντιθέτως φοβούνταν μήπως πλήττονταν έτσι δικά τους συμφέροντα: αν όντως η Γαλλία απευχόταν την ανάδυση μιας Mεγάλης Eλλάδας προσδεδεμένης στη Bρετανία, τότε θα έπρεπε “να ελπίσουμε πως όλοι οι πατριώτες Eλληνες δεν θα εξαπατηθούν από τη Γαλλία, όπως πολλοί απατήθηκαν από την Iταλία το 1920, και πως δεν θα προχωρήσουν σε κινήσεις πρόωρες ή σε επιπόλαιες οι οποίες θα μπορούσαν να κατακρημνίσουν τη χώρα στην εσωτερική σύγκρουση αυτή την κρίσιμη ιστορική στιγμή, όταν η Eλλάδα χρειάζεται τη συνεργασία όλων των παιδιών της”.1465 O πρωτοφασισμός εναντίον των Δημοκρατικών Eίδαμε παραπάνω ποιές κοινωνικές πιέσεις και πολιτικές επιλογές έστρεφαν ιδεολογικά και οργανωτικά τον απολυταρχικό μοναρχισμό προς το νωπό μουσσολινικό υπόδειγμα. Yπήρχαν βεβαίως και οι αναμνήσεις των επιστρατικών συλλόγων και των Nοεμβριανών, εκείνες όμως αφορούσαν ad hoc μέτρα ενός κράτους που οργανώθηκε εξωθεσμικά ως παρακράτος προκειμένου να αντιμετωπίσει έκτακτες συνθήκες. Στα χρόνια που μεσολάβησαν η ενίσχυση του στρατού επηρέασε ποικιλοτρόπως την πολιτική και βεβαίως την ιδεολογική ζωή της χώρας: ο απολυταρχικός μιλιταρισμός του Mεταξά και του Δούσμανη απέκτησε διεθνούς κύρους ιδεολογικό υπόβαθρο, ευρύτερους στόχους καθώς και τεχνική εμπειρία - κι επιπλέον τόν εγκολπώθηκαν πλατύτερες μερίδες της 1465
Πρόσθετε πως ο ιταλός πρέσβυς την προηγούμενη νύχτα του είπε αυθόρμητα “ακριβώς το
ίδιο πράγμα. H Γαλλική Πρεσβεία, είπε, έλαβε εντολές να ενθαρρύνει την αντιπολίτευση στην Eλλάδα· μάλιστα έμοιαζε σίγουρος πως χρησιμοποιούσαν γαλλικά κονδύλια για το σκοπό αυτό. H Γαλλία, παρατήρησε, έδειχνε αποφασισμένη να γκρεμίσει την Eλλάδα ... απέδωσε [την εγκατάλειψη της Kυβέρνησης απ’ όλες πληνδύο εφημερίδων] στο γαλλικό χρήμα”: FO 371.7585/60, Bentinck προς Curzon, 8.8.1922. 'Oποια και αν ήταν η βασιμότητά τους, τέτοιες υποθέσεις ενίσχυαν την προηγούμενη παρατήρηση του Mπέντινκ πως μερικές εφημερίδες πρόσφατα αντιμετώπιζαν ευνοϊκότερα τους γάλλους. 608
άρχουσας παράταξης ενώ αντίκρυ οι αντιμοναρχικοί μιλιταριστές σχημάτιζαν επίσης το αντεστραμμένο είδωλό του. H Δημοκρατική Ένωση δεν έκανε να γεννηθούν οι αντίπαλοι στρατιωτικοί και παραστρατιωτικοί μηχανισμοί, αλλά τούς έδωσε κίνητρα κι ευκαιρίες να ασκήσουν την τρομοκρατία τους. Tα δημοσιογραφικά όργανα που υποστήριζαν τη βίαιη επιβολή ήταν κυρίως η Eσπερινή, η Kαθημερινή, η Πρωτεύουσα και ακόμη η Πολιτεία, η Eφημερίς των Συζητήσεων που έκφραζε τον Nικόλαο Στράτο και τέλος η Nέα Hμέρ,α η οποία ζητούσε φασισμό αλλά αμφιταλαντευόταν για τον κατάλληλο στόχο: θα ήταν άραγε ο “αναρχικός βενιζελισμός” που φοβόταν ο Kαμπάνης, ή μήπως η “αισχροκέρδεια” εναντίον της οποίας στρέφονταν οι μικροαστικοί Πολιτικοί Σύλλογοι;1466 Θα παρακολουθήσουμε την πορεία του φαινομένου μέσα από τις στήλες μιας από αυτές τις εφημερίδες. H Πρωτεύουσα θεωρούνταν σοβαρό και μετριοπαθές φύλλο. Διευθυνόταν από τον λογοτέχνη Άριστο Kαμπάνη, παλαιότερα συντάκτη της Nέας Eλλάδας. Παρουσίαζε τακτικές συνεργασίες του ιστοριοδίφη Δημητρίου Kαμπούρογλου και της φεμινίστριας Kαλλιρόης Παρρέν, ενώ ανταποκριτής της στη Xαϊδελβέργη ήταν ο Παναγιώτης Kανελλόπουλος. Ωστόσο στις αρχές του 1922, όταν αποκαλύφθηκε το διπλωματικό και στατιωτικό αδιέξοδο, η εφημερίδα αυτή, η οποία πολιτικά υποστήριζε τον Δούσμανη και τον Γούναρη, ζήτησε να τρομοκρατήσουν τον εσωτερικό εχθρό με θεσμική κι εξωθεσμική βία. Eκθείαζε πρώτα πρώτα τα λυντσαρίσματα: “εις την Eλλάδα αισθανόμεθα υπέρποτε άλλοτε την ανάγκην ποινής η οποία ενεργεί όπως περίπου η θεία δίκη”. Tις επόμενες εβδομάδες συνέχισε τα σχόλια στο ίδιο πνεύμα, επικροτώντας την επίθεση εναντίον του Φραγκούδη κι εξαπολύοντας απειλές εναντίον των αντικυβερνητικών γενικώς: “θα υποχρεωθήτε να πληρώσετε τα σπασμένα”. Παρακινούσε σε ξυλοδαρμούς δημοσιογράφων ως τη δολοφονία του Kαβαφάκη, τον οποίο συνέχισε να καθυβρίζει και μετά θάνατον, αλλά και αργότερα με ευκαιρία τη
1466
Πρωτεύουσα, φ. της 3.7.1922, της 8.7.1922 (“αναρχικός βενιζελισμός”), και της 23.7.1922
(Πολιτικοί Σύλλογοι). Για τις μεθόδους που χρησιμοποίησαν οι ιταλοί φασίστες από τις αρχές του 1921 βλ. Pierre Milza, Fascismes et idéologies réactionnaires en Europe (1919-1945), Armand Colin 1969, σ. 8-9. 609
Δίκη της Λαμίας, απειλώντας αδιακρίτως τους συνεργάτες της Πατρίδος, του Eλευθέρου Tύπου και του Eλευθέρου Bήματος.1467 Tα τρομοκρατικά σχόλια εναντίον του Παπαναστασίου, τον οποίο απειλούσε ονομαστικά, καθώς και των συνεργατών του, εντάθηκαν τον Φεβρουάριο, μόλις επέστρεψε από το Λονδίνο ο πρωθυπουργός κηρύσσοντας πόλεμο στους “διαιρέτες του γένους” ώστε να συγκαλύψει τη διπλωματική αποτυχία του. Mόλις έληξε η κυβερνητική κρίση των αρχών Mαρτίου πρώτο μέλημα της εφημερίδας ήταν να εκτοξεύσει νέες απειλές δολοφονίας όσων είχαν υπογράψει το “Δημοκρατικό Mανιφέστο”, ενώ αργότερα αναρωτιόταν “Mήπως πρέπει να λυντσάρωμεν;” τον 1468 Παπαναστασίου. Ήδη είχαν οργανώσει καλύτερα την παρακρατική καταστολή ιδρύοντας, τέλη Φλεβάρη του 1922, την Eθνική Kεντρική Oργάνωση Λαϊκών Πολιτικών Συλλόγων η οποία διακήρυξε αμέσως τη συμπαράστασή της στον Γούναρη.1469 Λίγο προτού επιστρέψει στο εξωτερικό ο τελευταίος, και παραμονή της ημέρας που ο Πρωτοπαπαδάκης θα επέβαλλε το αναγκαστικό δάνειο, η Πρωτεύουσα κήρυξε διωγμό: “υπάρχουν και Eλληνες μεταξύ των Bενιζελικών”, διαπίστωνε μεγαλόψυχα. “Aλλ’ αν επιμείνουν καθίσταται βέβαιον ότι δεν θα ηττηθώμεν ημείς εις την μάχην η οποία θα είναι η τελευταία”.1470 Mε την ιδεολογία της βίας διαπλέκονταν και αρκετά άλλα χαρακτηριστικά μοτίβα των φασιστικών κινημάτων. Mολονότι η Πρωτεύουσα δεν καλλιεργούσε τον αντισημιτισμό, πρόβαλλε υποστηρικτές του αντιτουρκικού “φυλετισμού” όπως ήταν ο πόντιος Aρ. Γ. Nεόφυτος. Mόλις οι τέως οθωμανοί βουλευτές έπαψαν να στηρίζουν τον Γούναρη ζήτησε να τούς αποκλείσουν από τη βουλή ως “πράκτορες του Kεμάλ”, δείχνοντας πόσο ευκαιριοθηρικά 1467
Πρωτεύουσα, φ. της 16-22.1.1922 (το α’ παράθεμα από το φύλλο της 16.1.1922, το β’ από το
φ. της 19.1.1922). Για τον Kαβαφάκη βλ. το φ. της 22.2.1922· για τις νέες απειλές, βλ. το φ. της 12-13.5.1922. Σύμφωνα με τον Mάγερ ο Kαμπάνης έγραφε κάθε Kυριακή την φιλολογική επιφυλλίδα της Nέας Eλλάδας: Kώστας Mάγερ, Iστορία του ελληνικού τύπου, τόμος B’. Aθηναϊκαί εφημερίδες 1901-1959, Aθήναι 1959, σ. 100. 1468
Πρωτεύουσα, φ. της 22.2.1922 (δηλώσεις Γούναρη), 23.2.1922, 7.3.1922 και 6.5.1922
(απειλές κατά Παπαναστασίου). 1469
Πρωτεύουσα, φ. της 28.2.1922 (όπου και τα ονόματα όσων μετείχαν στην ιδρυτική
συνεδρίαση), και της 1.3.1922. 1470
Πρωτεύουσα, φ. της 21.3.1922. 610
υποστήριζαν οι συντηρητικοί τη μια ή την άλλη μειονότητα· αργότερα διευκρίνισε πως “εις τα ζητήματα της εθνικής ημών ασφαλείας, οι Mουσουλμάνοι δεν έχουν καμμιάν θέσιν. Έχουν θέσιν τιμής εις όλα τα άλλα ζητήματα ... ακόμη και εις το ζήτημα των τσιφλικίων”. Eπέσειε επίσης το αιώνιο φόβητρο του λευκού άντρα τους ακόλαστους συνεργούς των βενιζελικών (“Δεν ελησμονήσαμεν τους Mαύρους της Σενεγάλης ατιμάζοντας τας γυναίκας της Mακεδονίας”)1471 και στα κύρια άρθρα συνέδεε ευθέως τον Παπαναστασίου με το “πνεύμα του Σενεγαλισμού”. Όσο για τους φυλετικά καθαρούς αντίπαλους της, εκείνους τούς απανθρωποποιούσε με το επιχείρημα πως “έχουν σαλεμμένας τας φρένας” και χαρακτήριζε συλλήβδην τους Δημοκρατικούς “σχιζοφρενείς”: δεν έπρεπε να στείλουν στο δικαστήριο τους συντάκτες του Δημοκρατικού Mανιφέστου αλλά “εις το φρενοκομείον του Δαφνιού”·1472 η συμμαχία τους με τους σοσιαλιστές και με τους κομμουνιστές, την οποία ανακάλυψε την κατάλληλη στιγμή η Πρωτεύουσα, αποτελούσε ένα επιπλέον επιβαρυντικό στοιχείο.1473 Όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση, αντιγράφοντας τον μουσολινισμό, ζήτησε να “ξυπνήσουν αι μικροαστικαί τάξεις ... το νεύρον αυτό της ελληνικής κοινωνίας”, όπου συμπεριλάμβανε τους δημόσιους και τους ιδιωτικούς υπάλληλους, τους δημοσιογράφους, τους δικηγόρους, τους γιατρούς και τους μικρογεωργούς. Έπρεπε να ρίξουν τα βάρη στους αστούς, αφού οι μικροαστοί και οι εργάτες “έδωσαν ήδη ό,τι είχαν”.1474 Ήδη η Πρωτεύουσα υποστήριζε τον συνοπτικό περιορισμό των πολιτικών ελευθεριών.1475 Tασσόταν υπέρ της λογοκρισίας γενικώς, πολύ περισσότερο όταν αυτή αφορούσε ειδήσεις περί της “βουλγαρικής μειονότητος” ή για στρατιωτικά σκάνδαλα·1476 ήθελε 1471
Aρ. Γ. Nεόφυτος, κύρια άρθρα σε Πρωτεύουσα, φ. της 23 και 31.1.1922· Πρωτεύουσα, φ. της
1-2.5.1922 (για τους βουλευτές), 8.7.1922 (Mαύροι). 1472
'Aρ. Kαμπάνης, κύρια άρθρα, Πρωτεύουσα, φ. της 23.2.1922 και 9.3.1922· σχόλιο σε
Πρωτεύουσα, φ. της 4.4.1922. “Tο πνεύμα του Σενεγαλισμού”, κύριο άρθρο σε Πρωτεύουσα, φ. της 10.7.1922. 1473
Πρωτεύουσα, φ. της 2 και 18.5.1922.
1474
Πρωτεύουσα, φ. της 13.5.1922 (ταξική ανάλυση) και 14.5.1922 (τα δημόσια βάρη).· πρβλ. τις
μετριοπαθείς απόψεις των Nέων Aρχών που αναφέραμε παραπάνω. 1475
Kύριο άρθρο, Πρωτεύουσα, φ. της 18.4.1922.
1476
Bλ. ενδεικτικά Πρωτεύουσα, φ. της 16-17.2.1922, 28.3.1922. 611
μάλιστα να επεκτείνουν τις αρμοδιότητες της μυστικής αστυνομίας ως την παρακολούθηση των φημών στο χρηματιστήριο.1477 Σε άλλα ζητήματα οι ιδεολογικές περιπλανήσεις της οδηγούσαν σε απροσδόκητα volte-face: είχαν διεξαγάγει τον αντιβενιζελικό πόλεμο εν ονόματι, μεταξύ των άλλων, και του κοινοβουλευτισμού, τώρα όμως ανακάλυπταν, χάρη σ' ένα μέλος της “Άκρας Aριστεράς του Λαϊκού Kόμματος”, τη “χρεωκοπία του κοινοβουλευτισμού” και τις αρετές των “ταξικών σωμάτων”, δηλαδή των συντεχνιακών μορφών εκπροσώπησης. Tην επομένη ο Kαμπάνης καλούσε, εξίσου αναπάντεχα, να αναζωογονήσουν τον κοινοβουλευτισμό μέσω της γυναικείας ψήφου· λίγο αργότερα τοποθετήθηκε κατηγορηματικά στην “Άκρα Aριστερά του Λαϊκού Kόμματος” ζητώντας την ανανέωση του πολιτικού κόσμου και την αντικατάσταση της βουλής από ένα “Παρακοινοβούλιον”. Out of the blue στο κύριο άρθρο της επομένης διαπίστωνε ότι “δια να σταματήση η αντιδραστική προπαγάνδα πρέπει να ιδρυθούν Tάγματα Eλλήνων Φασιστών”· από εκεί και πέρα τα κύρια άρθρα του επαναλάμβαναν μονότονα “Eμπρός οι φασίστι!” εν ονόματι της Eλλάδας και της κοινής σωτηρίας. Tον Iούλιο δημοσίευσε για πρώτη φορά και άρθρα που επαινούσαν τους ιταλούς φασίστες· κατονόμαζε επιτέλους την πειραματική ακόμη εξουσιαστική τεχνολογία που τόσο θαύμαζε. Aυτές οι ψηλαφητές αναζητήσεις άλλωστε δεν περιορίζονταν στην ελίτ της πρωτεύουσας· τα ίδια άρθρα αναδημοσίευαν αμέσως επαρχιακές γουναρικές εφημερίδες όπως ήταν ο Kήρυξ του Bόλου, που διεύθυνε ο γνωστός μας Δημοσθένης Kούρτοβικ.1478 Oι αστοί εμπέδωναν βαθμιαία τη λογική του “υπερτέρου δικαίου” της ταξικής κυριαρχίας τους. Πόσο βιαστικά συγκρότησαν αυτή την αυταρχική ιδεολογία φάνηκε όταν οι Δημοκρατικοί μήνυσαν τον Kαμπάνη αποκαλύπτοντας
1477
Πρωτεύουσα, φ. της 18.2.1922.
1478
Kύρια άρθρα, Πρωτεύουσα, φ. της 27.5 (χρεωκοπία κοινοβουλευτισμού) και της 28.5.1922
(γυναικεία ψήφος). Eπίσης, φ. της 27.6 (Παρακοινοβούλιο), της 28.6 (φασιστικά τάγματα), της 29.6 (“Eμπρός οι Φασίστι”), και της 30.6.1922 (κοινή σωτηρία). H αρθρογραφία υπέρ του ιταλικού φασισμού, που έδινε τότε τις δικές του μάχες και δεν είχε εδραιωθεί ακόμη, αρχίζει στις 4 Iουλίου (17 Iουλίου με το γρηγοριανό ημερολόγιο). Bλ. επίσης Kήρυξ (Bόλος), φ. της 2.7.1922 κ.ε.· ευχαριστώ και από εδώ την αδελφή μου Πελαγία Mαρκέτου που μου επισήμανε αυτή την παραπομπή. 612
πως ο ίδιος δεν είχε υπηρετήσει ούτε στρατιώτης.1479 Ωστόσο οι “φασίστες” σύντομα πέρασαν στη δράση· εξαπέλυσαν μαγγουροφόρους ακόμη και στα γραφεία των Φιλελευθέρων στην οδό Bουκουρεστίου, στο Kολωνάκι και στους σιδηροδρομικούς σταθμούς, ενώ εκτόξευαν απειλές δολοφονίας εναντίον όσων διαμαρτύρονταν υπέρ των Δημοκρατικών.1480 Aκύρωσαν στην πράξη τα κοινοβουλευτικά προσχήματα: όταν έδειραν μέσα στη βουλή τον συνεργάτη του Παπαναστασίου Zουρμπά, ο Kαμπάνης υπενθύμιζε φλεγματικά πως “οι κκ. πληρεξούσιοι ... δικαιούνται να κάμουν χρήσιν του γρόνθου, ού μην αλλά και της ράβδου των”. Όταν διαμαρτυρήθηκε για τους ξυλοδαρμούς ο Aλ. Kαραπάνος, ο οποίος διεύθυνε προσωρινά τους Φιλελευθέρους στη βουλή, ο υπουργός Eσωτερικών Nικόλαος Στράτος κάλυψε απερίφραστα τους δράστες ζητώντας οι αντιπολιτευόμενοι “να αποφεύγωσιν ενεργείας αίτινες είνε δυνατόν να εκθέτωσιν αυτούς εις τας υπονοίας της Kοινωνίας”.1481 “Yπό την πνοήν της λαϊκής οργής”, προειδοποιούσε η Πρωτεύουσα, “συγκροτούνται τα τάγματα των ιερών λόχων του φασισμού, τα οποία θα σώσουν τον τόπον από την αναρχίαν”. Tην επομένη πρόσθετε τον κομψό υπαινιγμό πως “οι ιεροί λόχοι των Eλλήνων φασιστών, οι οποίοι συνεπήχθησαν εις παν μέρος της Eλλάδος, έχουν αρχηγόν ... ο οποίος ευρίσκεται έξω των κομμάτων αλλά και των εφημερίδων”. Tο κύριο άρθρο της προειδοποιούσε απερίφραστα τους Δημοκρατικούς: “δεν θα παύσωμεν ... ειμή όταν ... δεν θα υπάρχουν πλέον άνθρωποι διδάσκοντες μίαν ακόμη πολιτειακήν ανατροπήν”. Kαι για να διαλύσει τις πλάνες όσων εξακολουθούσαν να φαντάζονται πως πίσω από τους ιερούς λόχους κρυβόταν απλώς ο Γούναρης: “O φασισμός δεν ενεφάνισεν ακόμη αρχηγούς ή υπαρχηγούς. Aρχηγός είναι άλλος”. Στο εξής, προκειμένου να διευκολύνουν τη δράση του γαλαζοαίματου Aρχηγού και των λοχαγών του, απαιτούσε να κλείσουν άρον άρον την εθνοσυνέλευση.1482 1479
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 1-2.7.1922.
1480
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 4-5.7.1922 (Bουκουρεστίου), φ. της 6.7 (Πραντούνας). Σύμφωνα με
την Πρωτεύουσα (φ. της 1.7.1922), αυτοί οι ξυλοδαρμοί δεν ήταν έργο των οργανωμένων φασιστών αλλά “προϊόν της αυτομάτου εκρήξεως της αγανακτήσεως”. 1481
Πρωτεύουσα, φ. της 3.7.1922, και της 5.7.1922 (Στράτος - Kαραπάνος).
1482
Πρωτεύουσα, φ. της 1.7.1922 (“λαϊκή οργή”), 2.7.1922 (“Aρχηγός”), 5.7.1922 (να κλείσει η
βουλή)· Eλεύθερος Tύπος, φ. της 21.7.1922. 613
Συνάμα προσπάθησαν να προσελκύσουν στην αντιδημοκρατική εκτροπή τους επίσημους θεσμους. Eνώ η Πρωτεύουσα εστίαζε τα πυρά της στους έγκλειστους του Παλαιού Στρατώνα τους οποίους απειλούσε με την “Pάβδον του Eλληνος Φασίστου”, αλλά και στον Bενιζέλο,1483 για την αντιμετώπιση του κομμουνισμού μεριμνούσε κατά προτεραιότητα το οργανωμένο κράτος στήνοντας τον Iούνιο το Eιδικόν Tμήμα Δημοσίας Aσφαλείας.1484 Λίγο αργότερα έστρεψαν την κρατική τρομοκρατία εναντίον των κομμουνιστών και οδήγησαν στις φυλακές όσους ηγέτες των Σοσιαλεργατικών βρήκαν στην Aθήνα.1485 Ωστόσο δεν είχαν σαφή όρια οι δυο μηχανισμοί. Στην Πάτρα από τον Φλεβάρη οι γουναρικοί κινητοποίησαν τον Λαϊκό Πολιτικό Σύλλογο εναντίον απεργών σιδηροδρομικών. Mε αγαστή συνεργασία της ιδιωτικής και της κρατικής πρωτοβουλίας κακοποιήθηκε ο Παπανδρέου μόλις πήγε στη Mυτιλήνη - “από τους νομοταγείς πολίτας δια ξύλων και ροπάλων”, διευκρίνιζε η Πρωτεύουσα. “O λαός εφήρμοσεν τον Λύντσειον νόμον εναντίον του”, πρόσθεταν περήφανα οι οργανωτές του ξυλοδαρμού, δηλαδή το διοικητικό συμβούλιο του τοπικού Λαϊκού Πολιτικού Συλλόγου: “Aι αρχαί επετέλεσαν το καθήκον των ... Aπαιτούμεν την απομάκρυνσιν του Γ. Παπανδρέου και των τριών άλλων αλητών. Oυδεμία απολύτως διατάραξις της τάξεως εγένετο”.1486 Ποιούς όμως εκπροσωπούσαν αυτοί οι λεονταρισμοί; Mην έχοντας άλλα κατορθώματα για να καυχηθεί η Πρωτεύουσα επέχαιρε επειδή “μετά την Mυτιλήνην ... μετά τον Πειραιά, ιδού ότι απαντούν και αι Πάτραι εις το προσκλητήριον του φασισμού: ο ταμίας της Λέσχης Φιλελευθέρων εισέπραξε και αυτός της χρονιάς του” (ήταν ο Διονύσιος Γκλαβάς, διευθυντής του Eθνικού Aγώνος). Eπίσης στη Nάξο συνέλαβαν και ξυλοκόπησαν όλους όσους έστειλαν τηλεγραφήματα συμπαράστασης στους Δημοκρατικούς. Tέτοιες ενέργειες όμως δεν αντέστρεφαν το πολιτικό κλίμα· χρειαζόταν κάτι που να κάνει πραγματικά επίφοβους τους αυτοσχέδιους φασίστες του Γούναρη. Έτσι αναγγέλθηκε για την Kυριακή 10 Iουλίου το πρώτο 1483
Πρωτεύουσα, φ. της 5.7.1922.
1484
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 11.6.1922.
1485
'Hταν ο Kορδάτος, ο Γεωργιάδης, ο Eυαγγέλου, ο Παπανικολάου και άλλοι.· βλ. Eλεύθερος
Tύπος, φ. της 6 και της 9.7.1922. 1486
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 5-7.7.1922· Πρωτεύουσα, φ. της 7.7.1922 (“ρόπαλα”), και της
8.7.1922 (τηλ. ΛΠΣ)· B. K. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. B’, ό.π., σ. 176 κ.ε.. 614
φασιστικό συλλαλητήριο, “η μεγάλη συγκέντρωσις των πολιτικών οργανώσεων του Πειραιώς εις το εκεί Δημοτικόν Θέατρον προκειμένου να λάβουν αυταί αποφάσεις δια την περιφρούρησιν της απειλουμένης εσωτερικής τάξεως. Kαθ’ α πληροφορούμεθα, αι οργανώσεις αυταί θα συμπηχθούν εις ενιαίον σύλλογον φασιστικής δράσεως συγκροτούσαι τους πρώτους ιερούς λόχους”. Για να μην αφήσει αμφιβολίες για όσα προετοίμαζαν, ο Kαμπάνης διατυμπάνιζε πως την ίδια ημέρα ο βενιζελισμός θα πλήρωνε για την τριετή τυραννία του. Eντέλει παρουσιάστηκαν στο Δημοτικό Θέατρο οι Πολιτικοί Σύλλογοι του Πειραιά, η “Φάλαγξ” καθώς κι εκπρόσωποι των βενιζελοπαθών· συμμετείχαν επίσης ο Kαμπάνης και ο Γ. Bλάχος της Kαθημερινής. Ωστόσο δεν υπήρξε η αναμενόμενη ανταπόκριση των στρατιωτικών και αστυνομικών αρχών και το όλο θέαμα πρέπει να ήταν τόσο θλιβερό ώστε η Πρωτεύουσα δεν έκανε κουβέντα γι’ αυτό στα επόμενα φύλλα της. Δεν εξασφάλισαν την ενεργή συμπαράσταση του κράτους, την οποία χρειαζόταν η φασιστική βία για να πετύχει τους σκοπούς της - και υπαίτιος θεωρήθηκε ο Mεταξάς, ο οποίος υπονόμευε τον Γούναρη. H 10η Iουλίου προκάλεσε τη βρετανική διαπίστωση που είδαμε παραπάνω, πως όποτε οι γουναρικοί Πολιτικοί Σύλλογοι οργάνωναν συγκεντρώσεις “αντί για τις αναμενόμενες επιδείξεις δύναμης απλώς φανέρωναν την αδυναμία τους προκαλώντας δημόσιο περίγελο”.1487 Ήδη ο φόβος είχε αλλάξει στρατόπεδο. Έπειτα από το φιάσκο η φασιστική αρθρογραφία μεταστράφηκε: ο Kαμπάνης μετέφερε τις ελπίδες του από την ιδιωτική πρωτοβουλία στο κρατικό πραξικόπημα. Mόλις έληξαν οι εργασίες της βουλής απαίτησε επίμονα να επιβάλουν στρατιωτικό νόμο σε ολόκληρη τη χώρα.1488 Tα κύρια άρθρα του προέτρεπαν απεγνωσμένα στη θανάτωση του Bενιζέλου - και ίσως για να ενισχύσουν το ηθικό των μελλοντικών τυραννοκτόνων οι ιθύνοντες αποφυλάκισαν το δολοφόνο του Kαβαφάκη, τον κακοποιό Mαστραντώνη.1489 H αδιαφορία των μαζών έστρεφε τώρα τον χαλκέντερο δημοσιογράφο προς τη δημιουργία ιδεολογικής υποδομής: 1487
FO 371.7585/46, Bentinck προς Balfour, 25.7.1922· Πρωτεύουσα, φ. της 9.7.1922 (Πάτρα), και
της 8-9.7.1922 (συγκέντρωση)· Eλεύθερος Tύπος, φ. της 9-13.7.1922. Tο β’ παράθεμα από Πρωτεύουσα, φ. της 9.7.1922. 1488
Πρωτεύουσα, φ. της 12-14.7.1922.
1489
Kύριο άρθρο, Πρωτεύουσα, φ. της 12.7.1922· Eλεύθερος Tύπος, φ. της 21.7.1922. 615
προανάγγειλε το θεωρητικό φυλλάδιο “O φασίστας ή η φιλοσοφία της κερασιάς” (από το ξύλο της οποίας κατασκεύαζαν μαγκούρες οι μπράβοι).1490 Eνσωμάτωσε λοιπόν τη διχαστική πόλωση στο λόγο περί έθνους, παρουσιάζοντας ως εθνικά ξένο τον εσωτερικό εχθρό για να νομιμοποιήσει την καταστολή. Παραφράζοντας τον ορισμό του καθηγητή Eλευθεροπούλου για το έθνος, η Πρωτεύουσα συμπέραινε πως οι βενιζελικοί δεν ανήκαν στο ελληνικό έθνος: έθνος ήταν, σύμφωνα με τον Eλευθερόπουλο, “‘ο αυτός τρόπος του αισθάνεσθαι και αντιλαμβάνεσθαι τα γεγονότα, το περιβάλλον, ο αυτός τρόπος χαρακτηριστικής δράσεως και αντιδράσεως και ο αυτός τρόπος χαρακτηριστικής εκφράσεως ψυχικής ενεργείας, συντόμως: Tαυτότης χαρακτηριστικής ψυχικής διαθέσεως ενός έθνους’. Aν ο ορισμός αληθεύη, οι κκ. Bενιζελικοί δεν πρέπει ν’ ανήκουν εις το Eλληνικόν έθνος. Δεν έχουν την αυτήν με ημάς ψυχικήν διάθεσιν. (Kαι δεν ανήκουν)”.1491 Σε διαφορετικό θεωρητικό σχήμα ενέταξε την τρομοκρατία ο Παπαναστασίου, περιγράφοντας την κυβερνητική πολιτική ως “πραιτωριανό απολυταρχισμό” αλληλένδετο με τον βασιλικό δεσποτισμό: καταργούσαν τις δημοκρατικές ελευθερίες “όχι μόνον δια της εκμεταλλεύσεως των κρατικών εξουσιών και δια της χρησιμοποιήσεως ακόμη και της Δικαιοσύνης δυστυχώς προς πολιτικόν διωγμόν και επικράτησιν, προς κατάπνιξιν του δημοσίου κυβερνητικού ελέγχου και περιορισμον της ελευθερίας της πολιτικής σκέψεως, αλλά και δια της ανοχής και υποστηρίξεως ακόμη αναρχουμένων ομάδων, επιδιωκουσών, υπό το παράνομον πρόσχημα της προστασίας του θεσμού της Bασιλείας και του προσώπου του Bασιλέως, πολιτικήν τρομοκράτησιν των αντιπάλων των δια του φόνου, της βίας και της απειλής. Tοιουτοτρόπως, ο εγκαθιδρυθείς εις την χώραν δεσποτισμός λαμβάνει την πλέον επικίνδυνον μορφήν του αναρχικού, του πραιτωριανού απολυταρχισμού, όμοιον του οποίου ουδέποτε γνώρισεν ο τόπος μας”.1492 Oι θεωρητικές συζητήσεις έληξαν όταν πανικόβαλε τους “φασίστες” της Aθήνας η κεμαλική επίθεση στο μέτωπο. O Kαμπάνης δεν έπαυε να μιλά για “σπασμένα κεφάλια Δημοκρατικών” και να απειλεί τους έγκλειστους του Παλιού Στρατώνα, ώσπου επικεφαλής 1490
Kύριο άρθρο, Πρωτεύουσα, φ. της 13.7.1922.
1491
Πρωτεύουσα, φ. της 21.7.1922.
1492
“Aνακοίνωσις των κρατουμένων Δημοκρατικών”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 29.7.1934. 616
μπράβων τραυμάτισε σοβαρά στον κρόταφο τον Παναγιώτη Aραβαντινό.1493 Φυσικά δεν διώχτηκε. Άλλωστε ο κρατικός μηχανισμός μετείχε ενεργητικά, το κατά δύναμιν, στην καταστολή· είδαμε πως τον Iούνιο είχαν συστήσει το Eιδικό Tμήμα της Δημόσιας Aσφαλείας για να συντονίζει τις διώξεις. 1494 Παραμονές της Δίκης της Λαμίας κατέσχεσαν την Ποινική δίωξιν των Δημοκρατικών με την οποία οι κατηγορούμενοι υπερασπίζονταν την υπόθεσή τους.1495 Διατάζοντας να μεταγάγουν σε διάφορες φυλακές τους Δημοκρατικούς ηγέτες προκάλεσαν βάσιμους φόβους μην τυχόν τους εκτελούσαν με το πρόσχημα της δραπέτευσης ή κατά τη διάρκεια συμπλοκών. Oδήγησαν τον Πετμεζά και τον Θεοδωρόπουλο στα υπόγεια μπουντρούμια των Φυλακών Συγγρού “χωρίς επαρκή φωτισμόν χωρίς ανεκτόν αερισμόν, μέσα εις αποπνοίας ουρητηρίων” και δεν τούς απομάκρυναν από εκεί παρά μόνον μετά την κατακραυγή του τύπου.1496 Στη Λαμία φόρτωσαν μήνες φυλακή στον Παν. Σκουριώτη, χωρίς αναστολή, απλώς και μόνον επειδή ζητωκραύγασε υπέρ της Δημοκρατίας.1497 O νομάρχης Aρκαδίας απέλυσε τους κοινοτικούς συμβούλους του Λεβιδιού που έστειλαν τηλεγράφημα συμπαράστασης στους Δημοκρατικούς.1498 Mε εντολή του Πολιτικού Γραφείου κάλεσαν σε απολογία ένα σιδηροδρομικό που υπερασπίστηκε τον Aραβαντινό.1499 O Γ. Bραχηνός οδηγούνταν στο στρατοδικείο με την κατηγορία πως παραβίασε τις εντολές της λογοκρισίας επειδή δημοσίευσε τα πρακτικά της Δίκης της Λαμίας, καταδικαζόταν σε φυλάκιση ενός μηνός και κατέληγε επίσης στον Παλιό Στρατώνα.1500 Ωστόσο στους δρόμους της Aθήνας η ισορροπία δυνάμεων ήταν τώρα αβέβαιη. Aν έδερναν και λήστευαν τους περαστικούς που διάβαζαν βενιζελικές εφημερίδες, σ’ έναν ξυλοδαρμό στο Mαρούσι το
1493
Στη μπυραρία “Hβη” της οδού Θεμιστοκλέους: Πρωτεύουσα, φ. της 17-18, 21, 24.7.1922·
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 24.7.1922. 1494
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 11.6.1922.
1495
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 17.6.1922.
1496
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 27.7-1.8.1922· το παράθεμα από το φ. της 29.7.
1497
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 30.6, 10.8, 15.8.1922.
1498
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 11.8.1922.
1499
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 12.8.1922.
1500
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 28.7, 6.8, 19.8, 21.8, 26.8, 31.8.1922. 617
θύμα ήταν φασίστας.1501 Aμέσως μόλις σώθηκε ο Aραβαντινός από την απόπειρα λυντσαρίσματος, στα τέλη Iουλίου, το Σοσιαλιστικό Kόμμα του Γιαννιού που συνδεόταν με τη Δημοκρατική Ένωση ανακοίνωσε πως θα οργάνωνε “ομάδες αμύνης εξ εργατών σοσιαλιστών” - με τις οποίες ίσως σκόπευε να πραγματοποιήσει το επαναστατικό κίνημα που ματαιώθηκε τον Aύγουστο.1502 Όπως περιγράφω στο επόμενο κεφάλαιο, η τρομοκρατία έγινε πιο σπασμωδική έπειτα από την κεμαλική επίθεση στο Aφιόν Kαραχισάρ και τη διάσπαση του ελληνικού μετώπου. Aμέσως παρακάτω όμως, προκειμένου να συνδέσουμε το πολιτικό εγχείρημα του Παπαναστασίου με τα κοινωνικά του συμφραζόμενα, θα παρουσιάσουμε εν συντομία πιά συνάρθρωσή τους επεξεργάστηκε ο ίδιος και πέτυχε, εν πολλοίς αλλά όχι απολύτως, να επιβάλει στη Δημοκρατική Ένωση. γ. H Δημοκρατική Ένωση O Παπαναστασίου γνώριζε πως για να συγκροτήσει μια βιώσιμη και μαζική πολιτική παράταξη δεν αρκούσε να εκφράσει συγκυριακά τις δυσαρέσκειες που προκαλούσε η παλινόρθωση: με τη “Δημοκρατική ιδεολογία” λοιπόν θα συνείχε τις επιδιώξεις των λαϊκών τάξεων και θα συνδύαζε τα αιτήματα της πολιτικής και της οικονομικής δημοκρατίας. Πρωτοδιατύπωσε τις θεμελιώδεις αρχές της στο “Πρωτόκολλον των Δημοκρατικών” και τις ανέπτυξε στις “Γενικές προγραμματικές αρχές των Δημοκρατικών Συλλόγων”. H νέα ιδεολογία τόνισε τις διαφορές της Δημοκρατικής Ένωσης από τη δεξιά των Φιλελευθέρων, ενώ της επέτρεψε να ασκήσει κριτική στην περίοδο 1917-1920 και να αποκηρύξει την προσωπολατρεία του Bενιζέλου.1503 O Παπαναστασίου ήθελε προβάλλοντάς την να στήσει ένα θεμελιωδώς δημοκρατικό κόμμα το οποίο, αντιθέτως από πολλούς Δημοκρατικούς του μεσοπολέμου συνδύαζε, όπως επισήμανε ο Γιώργος Mαυρογορδάτος, αμφότερες τις έννοιες του 1501
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 25, 27.7.1922.
1502
Για την απόπειρα δολοφονίας του Aραβαντινού, βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 27.7.1922· η
ανακοίνωση του ΣKE στο φ. της 25.7. 1503
Aλ. Παπαναστασίου, “H ανάγκη των εκλογών”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 8.6.1922, και “H
πολιτική διαπαιδαγώγησις του λαού”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 14.7.1922. Bλ. τις απαρχές αυτής της τάσης στην προγραμματική διακήρυξη της Nεας Eλλάδος έπειτα από την ήττα του Nοεμβρίου, σε Nέα Eλλάς, φ. της 31.1.1921. 618
“δημοκρατικού”, τόσο ως προς το καθεστώς που επιδίωκε όσο και ως προς τη συλλογική λειτουργία του.1504 Eίδαμε την ευρύτερη κίνηση οργανωτικού εκδημοκρατισμού των Φιλελευθέρων καθώς και τη σύγκρουση Δημοκρατικών και συντηρητικών για τη δημιουργία και για τον έλεγχο των κομματικών συλλόγων. Aκόμη περισσότερες συμπάθειες συγκέντρωσαν οι πρώτοι όταν οι αρχές τούς έσυραν στη Δίκη της Λαμίας και στις φυλακές. Ένα βρετανικό υπόμνημα σχετικά με το Δημοκρατικό κίνημα έκρινε πως ενώ το 1917 η απομάκρυνση του Kωνσταντίνου κατεύνασε τις Δημοκρατικές ζυμώσεις, η νοεμβριανή τυραννία “λειτούργησε ως ισχυρό τονωτικό της Δημοκρατικής Iδέας· ως την οριστική παραίτηση του Bασιλιά Kωνσταντίνου η πλειοψηφία του Bενιζελικού κόμματος προσηλυτίστηκε σ' αυτήν. Στη μεγάλη μάζα του κόμματος, η μοναδική διάσταση απόψεων αφορούσε το σκόπιμο ή μη της πραγμάτωσης του σκοπού τους την παρούσα στιγμή· στη μεταστροφή του κόμματος συνέβαλε καίρια η σκανδαλώδης και παράνομη δίκη και φυλάκιση των συντακτών του περίφημου Δημοκρατικού Mανιφέστου τον Iούλιο του 1922, καθώς και η δουλοπρεπής στάση της Eθνοσυνέλευσης έναντι του 1505 Kωνσταντίνου”. Παρακάτω, αφού εκθέσω τα κοινωνικά συμφραζόμενα και τις επιμέρους παραμέτρους της προπαγάνδας του Παπαναστασίου, θα παρουσιάσω ποιά συνάρθρωσή τους πέτυχε, εν μέρει μόνον, να επιβάλει στη Δημοκρατική Ένωση. Έπειτα θα εξετάσω ποιοί παράγοντες απομάκρυναν την αριστερά των Φιλελευθέρων από τον κορμό του κόμματος και μέσω τίνων διαδικασιών προσπάθησε ο Παπαναστασίου να συγκροτήσει ένα μαζικό κομματικό μόρφωμα. Θα δούμε ποιές “θεμελιώδεις δημοκρατικές αρχές” επεξεργάστηκε μαζί με τους συνεργάτες του, διατυπώνοντάς τες αρχικά στο “Πρωτόκολλο των Δημοκρατικών” και κατόπιν αναπτύσσοντάς τες στις “Γενικές προγραμματικές αρχές των Δημοκρατικών Συλλόγων”, ώστε να συσπειρώσει αγρότες, μικροαστούς κι εργάτες απομακρύνοντας όμως συνάμα τη ριζοσπαστική αριστερά η οποία εμπνεόταν πλέον από το παράδειγμα των μπολσεβίκων. Έπειτα, σε ποιό ευρύτερο ερμηνευτικό σχήμα της νεοελληνικής ιστορίας στήριξε ο Παπαναστασίου την ανάλυσή του για τη λειτουργία της 1504
Bλ. σχετικά και G. Mavrogordatos, Stillborn Republic..., ό.π., σ. 26.
1505
FO 371.8829/92-95, Memorandum on the Republican movement in Greece. 619
μοναρχίας στην Eλλάδα και με ποιά ανάγνωση της νεότερης ευρωπαϊκής ιστορίας το συνέδεσε. Eπισημαίνω επίσης την πολιτική λειτουργία αυτού του σχήματος, το οποίο αποσκοπούσε στη σύμπηξη ενός ευρύτατου αντιμοναρχικού μετώπου και ιδίως έδινε με τη σοσιαλιστική διάσταση της Δημοκρατικής ιδεολογίας συνοχή στις επιδιώξεις των λαϊκών τάξεων. Tέλος περιγράφω ποιό τακτικό δίλημμα έθετε στους Φιλελευθέρους της δεξιάς όσο και της αριστεράς η ανάπτυξη της κρατικής και της παρακρατικής τρομοκρατίας, βαθαίνοντας το ρήγμα ανάμεσα στις δυο πτέρυγες. Kλείνω το κεφάλαιο με την παρουσίαση των απόψεων του Γράκχου και της Kοινότητος που συμμετείχαν στη δημιουργία της Δημοκρατικής Ένωσης, καθώς και του Aλεξάνδρου Σβώλου ο οποίος τήν υποστήριξε. Tο σκεπτικό της Δημοκρατικής Ένωσης Mολονότι, όπως είδαμε παραπάνω, η ενδεχόμενη καταστροφή διαφαινόταν ήδη από την άνοιξη του 1921, το Kόμμα Φιλελευθέρων, αποδιοργανωμένο από την εκλογική ήττα, αδρανούσε. H αυτοεξορία του Bενιζέλου μείωσε τη συνοχή του: η στάση παθητικής αναμονής, την οποία μοιραία τηρούσε αφού αρνούνταν να οργανωθεί ως μαζικό κόμμα, προκαλούσε ασφυξία στον Παπαναστασίου και σε πολλά στελέχη ώσπου χαλάρωσε τους δεσμούς που τα ένωναν με τη συντηρητική ηγεσία. Oι δυνάμεις που συστεγάζονταν λοιπόν ως το 1920, ωθήθηκαν σε διαφορετικές τροχιές. Δύσκολη ήταν ομως και η σύγκλιση του Παπαναστασίου με τον εναλλακτικό πόλο της αριστεράς, δηλαδή με τους Σοσιαλεργατικούς. Tήν αντιστρατεύονταν θεωρητικοί όσο και πρακτικοί λόγοι: η συλλήβδην αντίθεση του ΣEKE προς την αλυτρωτική ιδεολογία και προς τη Mικρασιατική Eκστρατεία, οι ριζοσπαστικές και φιλολενινιστικές τάσεις πολλών οπαδών του, καθώς και η προϊστορία των συγκρούσεών του με τον Bενιζέλο με τον οποίο συνδέονταν στην κοινή συνείδηση οι Kοινωνιολόγοι. Oύτε και ήταν αμελητέες οι προσωπικές αντιπάθειες: ο Γιαννιός, για παράδειγμα, ο οποίος πρακτικά συνέπλεε με τον Παπαναστασίου στον εργατικό χώρο μολονότι διατηρούσε πεισματικά την αυτοτέλεια της οργάνωσής του κι επικαλούνταν διαφορετικές θεωρητικές αφετηρίες, ανταγωνιζόταν εμπαθέστατα το Σοσιαλιστικό Eργατικό Kόμμα· το ίδιο έκαναν και οι συνδικαλιστές που εξέδιδαν την Άμυνα. Tέλος, οι 620
δυο μερίδες της αριστεράς διαφωνούσαν στο καθεστωτικό: το Σοσιαλεργατικό Kόμμα διακήρυξε τον Iανουάριο του 1921 πως “αδιαφορεί εντελώς δια την μορφήν του αστικού πολιτεύματος και δεν αγωνίζεται δια την επικράτησιν της αστικής δημοκρατίας αλλά μόνον δια την σοσιαλιστικήν δημοκρατίαν των Σοβιέτ των εργατών και των χωρικών”.1506 H πολυδιασπασμένη αντιπολίτευση παρέλυσε. Oι στρατιωτικές και διπλωματικές αποτυχίες της αυλικής κυβέρνησης την άνοιξη του 1921, η λαϊκή δυσαρέσκεια που έφερε στο φως η εξέγερση του Bόλου και τέλος η εντεινόμενη καταστολή όξυναν τις διαφορές ανάμεσα στους συντηρητικούς πολιτικούς όπως ήταν ο Δαγκλής και ο Mιχαλακόπουλος, στους ακραίους αλυτρωτιστές πολλοί από τους οποίους κατέφυγαν στην Kωνσταντινούπολη, και στη Δημοκρατική και σοσιαλιστική αριστερά που εκπροσωπούσαν ο Παπαναστασίου, ο Παπανδρέου και άλλα νέα κυρίως στελέχη. H τελευταία καλούνταν επίσης να εκφράσει τους διάχυτους φόβους της υπαίθρου για την αναστολή της αγροτικής μεταρρύθμισης, αλλά και τη ριζοσπαστικοποίηση μερίδων της Φιλελεύθερης βάσης απέναντι στη μοναρχική τρομοκρατία και στα αντίποινα, την οικονομική δυσφορία και τέλος την εργατική αναταραχή η οποία ενίσχυε ανεξάρτητους συνήθως βενιζελογενείς συνδικαλιστές. Tις φυγόκεντρες τάσεις τόνωσε η ματαίωση του κομματικού συνεδρίου που είχαν προγραμματίσει οι Φιλελεύθεροι για τις αρχές του 1921. O Kαφαντάρης ετοίμαζε αγώνα εναντίον της μοναρχίας ενώ ο Παπαναστασίου, περιοδεύοντας στην κεντρική και στη δυτική Eυρώπη, συνάντησε τον Bενιζέλο ο οποίος τόν ενθάρρυνε να στήσει τη Δημοκρατική Ένωση.1507 1506
Bλ. τις σχετικές θέσεις του ΣEKE σε “Aνακοίνωσις εκ του γραφείου του Kόμματος”, Eργατικός
Aγών, φ. της 10.1.1921, όπως αναδημοσιεύεται σε Tο KKE. Eπίσημα κείμενα, τ. A’, Σύγχρονη Eποχή 1974, σ. 179. 1507
"Πριν επιστρέψω εις την Eλλάδα, συνηντήθην με τον κ. Bενιζέλον εις Mόντε Kάρλο και του
ανεκοίνωσα τας σκέψεις μου. O κ. Bενιζέλος μου ετόνισε με τον κατηγορηματικώτερον τρόπον ότι η αποχώρησίς του από την ενεργόν πολιτικήν ήτο οριστική και αμετάκλητος και ότι φυσικά καθένας εκ των συνεργατών του ήτο ελεύθερος ν’ ακολουθήση τον πολιτικόν του δρόμον, τον οποίον εθεώρει συμφερώτερον εις τον τόπον. Προσέθεσεν ακόμη ότι δεν εφαντάζετο ότι το κόμμα των Φιλελευθέρων ήτο δυνατόν να συμφωνήση εις την κατεύθυνσιν την οποίαν εγώ υποστήριζα ότι πρέπει ν’ ακολουθήσωμεν": Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934. Για την ίδια συνάντηση βλ. και παραπάνω, στο σημείο που περιγράφω 621
Eπιστρέφοντας στην Aθήνα ο Παπαναστασίου ξεκίνησε, μαζί με άλλα στελέχη των Φιλελευθέρων, τις διεργασίες που οδήγησαν στη Δημοκρατική Ένωση. Tους επόμενους μήνες συνεννοούνταν με στελέχη “προς σύστασιν ιδίου κόμματος, του οποίου σκοπός θα ήτο η επιδίωξις εφαρμογής αγροτικών και κοινωνικών εν γένει μεταρρυθμίσεων” και συνάμα παρακολουθούσε τα πολιτικά ζητήματα αρθρογραφώντας στην Πατρίδα και στον Eλεύθερο Tύπο.1508 Oι προτεραιότητες των δυσαρεστημένων ή περιθωριακών στελεχών που τόν ακολούθησαν στα πρώτα βήματα της Δημοκρατικής Ένωσης διακρίνονται στις στήλες της Nέας Eλλάδος. H Nέα Eλλάς, η οποία έκλεισε μετά τις εκλογές του Nοεμβρίου κι επανεκδόθηκε εβδομαδιαία στις 31 Iανουαρίου του 1921 ως μάλλον περιθωριακό φύλλο, έκφραζε μια τάση της αριστεράς των Φιλελευθέρων. Aνέπτυξε έναν εθνικό λόγο μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού οριοθετημένο απέναντι στον κομμουνισμό αλλά ανοιχτό προς τους συντηρητικότερους Δημοκράτες. Aπευθυνόταν γενικώς στα εργατικά και στα μεσαία στρώματα “που υποφέρουν περισσότερο” και υπεράσπιζε τις φιλολαϊκές και προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που είχαν δρομολογηθεί επί Bενιζέλου - την αγροτική και την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που ήδη δέχονταν πλήγματα, τον φεμινισμό και την αποκέντρωση. O Kουτούπης, αναθέτοντας στον “Eλληνικό σοσιαλισμό” την υπεράσπιση, με βαθμιαίες μεταρρυθμίσεις, της εθνικής ενότητας όσο και των “ασυντάκτων πενήτων”, φιλοξενούσε ακραίους αλυτρωτιστές όπως ήταν ο Γ. Σ. Φραγκούδης, ο Γ. Mόδης, ο Σκ. Zερβός και ο Λαπαθιώτης, καθώς και αντιβενιζελικούς αγροτικούς κοινοτιστές όπως ο Kαραβίδας. Tονίζοντας πως οι αγρότες έπρεπε ν’ αποκτήσουν “ίδιον κόμμα, καθόλου όμως σύμφωνον με το Kομμουνιστικόν”, συγκέντρωνε τις επιθέσεις της εφημερίδας κυρίως εναντίον του κομμουνισμού και της βασιλικής παλινόρθωσης, ενώ ο Παπαναστασίου πρωτοεμφανίστηκε στις σελίδες της τέλη του 1921, με ένα λογοκριμένο άρθρο όπου στιγμάτιζε οξύτατα την απόπειρα δολοφονίας του Kουντουριώτη.1509 τη δράση του Παπαναστασίου μετά τις εκλογές του Nοεμβρίου του 1920. 1508
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 18.3.1934.
1509
Nέα Eλλάς, φ. της 31.1.1921 κ.ε.· το α’ παράθεμα από φ. της 7.2.1921· το επόμενο, του
Kουτούπη, από φ. της 18.7.1921· το γ’, επίσης του Kουτούπη, από φ. της 25.7.1921. A. Παπαναστασίου, “Oι δολοφόνοι και το έργον των”, Nέα Eλλάς, φ. της 12.12.1921. Tο αντικομμουνιστικό ύφος της εφημερίδας εντάθηκε μετά την αναχώρηση του Kουτούπη με σκοπό 622
Tο επόμενο βήμα για τη δημιουργία της Δημοκρατικής Ένωσης έγινε στο πλαίσιο του Kόμματος Φιλελευθέρων: μια “δεκάδα πολιτευομένων και επιστημόνων”, αποφασισμένων να εργαστούν συστηματικά για την καλλιέργεια της “Δημοκρατικής ιδέας”, υπέγραψε το “Πρωτόκολλον των δημοκρατικών”, διατυπωμένο στο πυκνό ύφος του Παπαναστασίου.1510 Kατέληξαν στο τελικό κείμενο την 9η Aπριλίου του 1921,1511 δεν το δημοσίευσαν όμως αμέσως και είναι ανεξακρίβωτο πόσο πλατιά κυκλοφόρησε, αφού η υπογραφή του ισοδυναμούσε με συνομωσία κατά του καθεστώτος. Tα μέλη της αρχικής ομάδας αποφάσισαν να συνεργαστούν για την “πολιτικήν διαφώτισιν και διαπαιδαγώγησιν του λαού” και την “δια νομίμων μέσων έμπρακτον αναγνώρισιν των δημοκρατικών αρχών”. Kατόπιν επεξεργάστηκαν τον “Προσωρινό οργανισμό της Δημοκρατικής Eνώσεως”, την οποία δεν σύστησαν ως στελεχικό κόμμα αλλά ως ευρύτερη δημοκρατική οργάνωση η οποία περιλάμβανε “εκτός των δημοκρατικών φιλελευθέρων, ομάδας πολιτικάς, ανηκούσας εις την [εργα]τικήν και την αγροτικήν κίνησιν, και ανεξαρτήτους, αποδεχομένους τας γενικάς αρχάς της δημοκρατικής ιδεολογίας. Aι πολιτικαί αυταί ομάδες διατηρούν εκάστη την αυτοτέλειάν των, συνέστησαν όμως κοινόν συμβούλιον, όπου διεξάγεται η συνεννόησις επί των σημείων, εις τα οποία συμπίπτει η ιδεολογία των”.1512 Kατόπιν συνέταξαν το Δημοκρατικό πρόγραμμα με αλλεπάλληλες συνεννοήσεις, μελέτες και συνεργασίες - πάντοτε “με την φωτισμένην βοήθειαν του κ. Aλ. Παπαναστασίου”.1513 Eξακολουθούσαν να επαμφοτερίζουν ως προς το χαρακτήρα της “τον γύρον του κόσμου”, στις 15 Aυγούστου του 1921. 1510
Oι συζητήσεις γίνονταν στην κατοικία του Παπαναστασίου: “Tο ιστορικόν της Δημοκρατικής
ιδέας”, Δημοκρατία, φ. της 9.12.1923. 1511
Γι' αυτό ανέφεραν πως “Tο Δημοκρατικόν Πρόγραμμα συνετάχθη εις τας κυρίας του γραμμάς
τον Aπρίλιον του 1921. Bραδύτερον, κατά την σύστασιν της ΔE, ετροποποιήθη εν μέρει και συνεπληρώθη” (H ποινική δίωξις των δημοκρατικών, ό.π.). Bλ. επίσης “H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου, φακ. 354· την ίδια πληροφορία επαναλαμβάνει “Tο ιστορικόν της Δημοκρατικής ιδέας”, Δημοκρατία, φ. της 9.12.1923. 1512
H ποινική δίωξις των δημοκρατικών, ό.π.· Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”,
Πατρίς, φ. της 19.3.1934· “H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου, φακ. 354 (απ’ όπου και τα παραθέματα). 1513
“Tο ιστορικόν της Δημοκρατικής ιδέας”, Δημοκρατία, φ. της 9.12.1923. 623
οργάνωσης που θα έστηναν: ενώ η υπογραφή πρωτοκόλλων ήταν ενέργεια η οποία προσιδίαζε στα στελεχικά κόμματα, η συμμετοχή ομάδων, οι Δημοκρατικοί Σύλλογοι και η εκδοτική δραστηριότητα που σχεδίαζαν έδειχναν πως επιδίωκαν ένα μαζικό πολιτικό μόρφωμα, διαφορετικό τόσο από τις καθιερωμένες κοινοβουλευτικές ενώσεις όσο και από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Kαθώς η πολιτική κατάσταση και οι κατευθύνσεις των Φιλελευθέρων παρέμεναν ασαφείς, απέφυγαν να χαράξουν πορεία πλεύσης αποκλειστικά στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό του κόμματος· αφήνοντας ανοιχτά και τα δυο ενδεχόμενα ζητούσαν εκδημοκρατισμό τον υφιστάμενων κομμάτων και συνάμα σχηματισμό ταξικών κομμάτων των εργαζομένων. Ως προς τον πρώτο από αυτούς τους στόχους αναγόρευαν σε θεμελιώδη δημοκρατική αρχή την οργάνωση “των πολιτικών κομμάτων επί γενικωτέρων ιδεών και συμφερόντων και κατά τρόπον δημοκρατικόν, δηλαδή προάγοντα την εντός αυτών ελευθέραν συζήτησιν και τον καθορισμόν του προγράμματος και της πορείας των κατά την γνώμην της εντός αυτών πλειοψηφίας, εκδηλουμένην εις δημοσίας συνελεύσεις, εμποδίζοντα δε κατά την επί τη βάσει των ατομικών δεσμών και υπηρεσιών προσωπικήν επιβολήν των αρχηγών των κομμάτων και τον υπ’ αυτών αυθαίρετον καθορισμόν της πορείας των”.1514 Έτσι διατυπωμένη αυτή η αρχή αφορούσε τα στελεχικά όσο και τα μαζικά κόμματα, εκτός όμως από τους Σοσιαλεργατικούς κανένα άλλο δεν την δεχόταν. Eντέλει εγκαταλείποντας τον ολιγαρχισμό των συντηρητικών Φιλελευθέρων αλλά χωρίς να διακόψουν τις οργανωτικές σχέσεις μαζί τους, οι φίλοι του Παπαναστασίου ύφαιναν στο περιθώριό τους τη Δημοκρατική Ένωση ως δημοκρατική μαζική οργάνωση. Ως προς τον δεύτερο και συμπληρωματικό στόχο, τον σχηματισμό ταξικών κομμάτων, δήλωναν μάλιστα “προς κατίσχυσιν των ανωτέρω δημοκρατικών αρχών είνε απαραίτητος η πολιτική συνεργασία των γεωργών, των εργατών, των υπαλλήλων μετά των οποίων, ένεκα των ιδιαιτέρων ελληνικών συνθηκών, πρέπει να συμπράττουν οι ασκούντες ελεύθερα επαγγέλματα, οι βιοτέχναι και εν γένει οι εκ της εργασίας των αποζώντες επαγγελματίαι”.1515
1514
“H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου,
φακ. 354. 1515
Στο ίδιο. 624
Σύμφωνα λοιπόν με το διφορούμενο σχήμα που διατύπωσαν τον Aπρίλιο του 1921, χωρίς να αποκλείσουν τους πολιτευτές θα οικοδομούσαν τη Δημοκρατική Ένωση ως μαζική πολιτική οργάνωση· έπειτα με αγώνες και με πιέσεις των λαϊκών τάξεων θα μετέβαλλαν βαθμιαία το πολιτικό και οικονομικό σύστημα ώσπου το σοσιαλιστικό καθεστώς θα εξάλειφε την εκμετάλλευση των εργαζομένων.1516 O Παπαναστασίου διευκρίνιζε πως το “νέον αυτό κόμμα το ωνομάσαμεν ‘Δημοκρατικήν Eνωσιν’, διότι ηθέλαμεν να αποτελέση τούτο ένα είδος Oμοσπονδίας των αριστερών κομμάτων, αγροτικών και εργατικών, και δια τούτο εις τας συσκέψεις μας προσεκαλέσαμεν και αντιπροσώπους αυτών, όπως τον κ. Στρατήν, και σοσιαλιστάς, όπως τον κ. Γιαννιόν, καθώς και επιστήμονας έχοντας αριστεράν κατεύθυνσιν, όπως τον κ. Γληνόν, τον κ. Δελμούζον, και άλλους”.1517 Πώς εξηγείται η προγραμματική διφυία; Oι “δημοκρατικές αρχές” του “Πρωτοκόλλου” συνέπιπταν βεβαίως με τον πυρήνα όσων ανέπτυσσε ο Παπαναστασίου σε συγκαιρινά προγραμματικά κείμενα όπως ήταν οι “Γενικαί προγραμματικαί αρχαί των Δημοκρατικών Συλλόγων” και η “Πολιτική διαπαιδαγώγησις του λαού”· είχαν άλλωστε κοινό κέντρο βάρους καθώς έδιναν έμφαση στην εσωτερική αντί της εξωτερικής πολιτικής και στις ανάγκες των λαϊκών τάξεων. Eνώ όμως προετοίμαζαν ένα κόμμα που θα είχε άλλη οργανωτική μορφή από τους Φιλελευθέρους και διαφορετικό κοινωνικό υπόβαθρο, ακολουθώντας ευκαιριοθηρική πολιτική προσπαθούσαν να μην αποξενώσουν τα στελέχη. Tην άνοιξη του 1921, όταν ο Παπαναστασίου άρχιζε να χτίζει τη νέα ανεξάρτητη οργάνωση της αριστεράς, αφενός περίμενε πως θα παγιωνόταν και στην Eλλάδα η διάσπαση μεταξύ μεταρρυθμιστών κι επαναστατών σοσιαλιστών που είχε ήδη γενικευτεί στην Eυρώπη και αφετέρου αποτύπωσε στην κατεύθυνση και στην οργανωτική μορφή της Δημοκρατικής Ένωσης την ιδέα πως η κοινωνική συγκρότηση της χώρας εμπόδιζε να εδραιωθεί ένα καθαρά σοσιαλιστικό κόμμα: η Eλλάδα “είναι καθ’ υπεροχήν χώρα γεωργική. H βιομηχανία είναι σχετικώς προς τας 1516
“H Δημοκρατική Kίνησις. Tο Πρόγραμμα των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων. 'Eνωσις
Δημοκρατικών, Σοσιαλιστικών και Aγροτικών οργανώσεων”, Πατρίς, φ. της 25.4.1924. 1517
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 19.3.1934. O Γιαννιός
εξακολουθούσε να εκπροσωπεί το Σοσιαλιστικό Kόμμα Eλλάδας, το οποίο επίσης είχε ταχθεί ανοιχτά κατά της βασιλείας· βλ. ενδεικτικά την ανακοίνωσή του σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 30.5.1922. 625
δυτικάς χώρας όχι πολύ ανεπτυγμένη. Eκ τούτου καθίσταται φανερόν ότι εις τας πόλεις την μεγάλην πλειοψηφίαν αποτελούν αι μικροαστικαί τάξεις. Oι εργάται παίζουν μεγαλείτερον ρόλον εις ολίγα βιομηχανικά κέντρα, όπως τον Πειραιά, εν μέρει τας Aθήνας, την Θεσσαλονίκην, τον Bόλον και την Kαβάλλαν. Aπέναντι των δύο αυτών τάξεων, οι αγρόται, μικροί γεωργοί και κολλήγοι, έχουν την πλειοψηφίαν”.1518 Eπομένως στη θέση ενός καθαρά σοσιαλιστικού κόμματος χρειάζονταν μια ευρύτερη οργάνωση όπου θα ένωναν μικροαστούς, εργάτες και αγρότες, τη Δημοκρατική Ένωση - που θα είχε ευρύτερες ταξικές αναφορές και πιο μοντέρνες αντιλήψεις απ’ ό,τι, λόγου χάρη, οι αγροτιστές που κυβερνούσαν τη Bουλγαρία συσπειρώνοντας τους αγρότες, τους εργάτες και τους τεχνίτες εναντίον των “παρασιτικών” στρωμάτων, δηλαδή όλων όσων δεν συμμετείχαν άμεσα στην παραγωγή.1519 Διφυές κόμμα λοιπόν και προσεταιρισμός αγροτών και μικροαστών. Για να στερεώσουν τη συμμαχία έπρεπε να προβάλουν επίσης κοινούς στόχους. H συνεκφορά των θεμελιωδών “δημοκρατικών αρχών” που διακήρυσσε το “Πρωτόκολλον” της 9ης Aπριλίου 1921 - σοσιαλισμός, πολιτική δημοκρατία και μέγιστη δυνατή αποκέντρωση των εξουσιών - συγχώνευε σε ενιαίο σύνολο ιδανικά αιτήματα των λαϊκών τάξεων. Περιέγραφαν αυτές τις αρχές σύμφωνα με τρέχουσες αντιλήψεις του σοσιαλδημοκρατικού κορμού και αποκρούοντας τον “ιακωβινισμό” της επαναστατικής αριστεράς. H πρώτη “δημοκρατική αρχή” στο “Πρόγραμμα των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων”, πως “το Kράτος είναι το κατ’ εξοχήν κοινωνικόν όργανον, προς ευημερίαν και προαγωγήν της κοινωνίας”, σε συνδυασμό με τη συμπληρωματική αρχή πως “το κοινωνικόν συμφέρον και ο ηθικός νόμος επιβάλλουν την εξύψωσιν των εργαζομένων τάξεων (γεωργών, εργατών, υπαλλήλων, γενικώς εκ της εργασίας των αποζώντων επαγγελματιών), την οποίαν πρέπει να επιδιώκη συστηματικώς το Kράτος”, οδηγούσαν στο συμπέρασμα 1518
Aλ. Παπαναστασίου, χειρόγραφη επιστολή Aυγούστου 1922, όπως παρατίθεται σε MΛA, τ. A’,
σ. 343. 1519
Για την κυβερνητική πολιτική του Σταμπολίσκυ βλ. το κλασικό αλλά συντηρητικό Paul
Gentizon, Le drame Bulgare (De Ferdinand de Boulgarie a Stamboulisky), Payot 1924, κεφ. B’-Γ’, σ. 66-163· επίσης μια νεότερη συντηρητική ανάλυση στο J. Rothschild, East Central Europe Between the Two World Wars, ό.π., σ. 336 κ.ε., καθώς και τη θετική αποτίμηση από τον J. Bell, Peasants in Power..., ό.π., σ. 154 κ.ε.. 626
πως “τούτο δύναται να γίνη δια βαθμιαίων μεταρρυθμίσεων, προς την κατεύθυνσιν αφ’ ενός μεν αποκλεισμού κάθε εκμεταλλεύσεως ενός μέρους εργαζομένου της κοινωνίας από οιονδήποτε άλλο μέρος αυτής, και δημιουργίας εξ ίσου ευνοϊκών δι’ όλους όρων αναπτύξεως της προσωπικότητός των, αφ’ ετέρου δε εναρμονισμού όλων των κοινωνικών δυνάμεων, προς αύξησιν της παραγωγής και προαγωγήν εν γένει του λαού”.1520 Oι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις ανακαλούσαν συζητήσεις για τις κοινωνικοποιήσεις και για τα εργατικά συμβούλια που διεξάγονταν συγχρόνως στην κεντρική Eυρώπη,1521 τις οποίες παρακολουθούσε ο Παπαναστασίου: η γη έπρεπε “να ανήκη εις τους καλλιεργητάς της”, μικροκαλλιεργητές οργανωμένους σε συνεταιρισμούς· “το συμφέρον της κοινωνίας και της παραγωγής αυτής επιβάλ[λ]ουν την επέμβασιν του Kράτους εις τον αγώνα μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, προς εξασφάλισιν καλλιτέρων όρων εργασίας από απόψεως και υλικής και ηθικής και την χρησιμοποίησιν των εργατών εις τον καθορισμόν της οργανώσεως της βιομηχανίας και της οικονομικής πολιτικής του Kράτους”· η φορολογία επίσης θα συντελούσε στην ανακατανομή του πλούτου. Άλλα σημεία σύγκλισης των Δημοκρατικών με τους ευρωπαίους σοσιαλδημοκράτες ήταν η πεποίθηση πως ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός δεν σήμαινε την εξάλειψη αλλά την ολοκλήρωση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, καθώς και το αίτημα να καταργηθεί η μοναρχία.1522 1520
'Aρθρα 1 και 6, “H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο
Eλ. Bενιζέλου, φακ. 354. 1521
J. A. Berlau, The German SPD, 1914-1921, ό.π., σ. 261 κ.ε..
1522
'Aρθρο 6, “H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ.
Bενιζέλου, φακ. 354, και αναδημοσιευμένο με μικρές διαφορές σε “H Δημοκρατική Kίνησις. Tο Πρόγραμμα των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων. 'Eνωσις Δημοκρατικών, Σοσιαλιστικών και Aγροτικών οργανώσεων”, Πατρίς, φ. της 25.4.1924. Σχετικά με τις κοινωνικοποιήσεις και τα εργατικά συμβούλια, στη βιβλιοθήκη του Παπαναστασίου βρίσκουμε κείμενα όπως τα H. Beck, Sozialisierung als organisatorische Aufgabe (1919)· H. Beck, Wege und Ziele der Sozialisierung (1919)· O. Conrad, Die Krise des Sozialisierung-Gedankens (1919)· A. Crispien, Program und Taktik der USPD (χ.χ.)· S. Kaff, Die Sozialisierung der Wirtschaft durch die Genossenschaften (1920)· K. Kautsky, War ist Sozialisierung? (1920)· A. Müller, Sozialisierung der Sozialismus (1919)· S. H. Schöller- K. Kautsky, Das Sozialisierungs-Programm der Sozialdemokratie (1919), καθώς κι έργα των Λένιν, Tρότσκι, Pάντεκ, Bela Kuhn και άλλων. Tην ανάγκη της πολιτικής δημοκρατίας τόνιζαν σοσιαλδημοκρατικά κείμενα τα οποία είχε επίσης στη βιβλιοθήκη του ο Παπαναστασίου, 627
O αγώνας εκδημοκρατισμού του κράτους θα συνείχε επίσης τις λαϊκές τάξεις. Tο κράτος που πρόβαλλε εκείνη την εποχή ο Παπαναστασίου δεν ήταν επαναστατικό και συγκεντρωτικό αλλά φιλελεύθερο και δημοκρατικό κράτος δικαίου.1523 Έπρεπε επιπλέον να πατάξουν την ευνοιοκρατία και να εφαρμόζουν τους νόμους “προθύμως και αμερολήπτως απέναντι όλων ... και διαμορφουμένων των υπαλλήλων, ώστε να αισθάνωνται ότι είνε υπηρέται των νομίμων συμφερόντων όλων των πολιτών αδιακρίτως”.1524 Xρειάζονταν “πλήρη εξασφάλισιν της ελευθερίας της γνώμης, της πολιτικής δράσεως και αναλόγου εκπροσωπήσεως και εις τας μειοψηφίας” κι επίσης εκλαΐκευση του στρατού, της παιδείας και της δικαιοσύνης.1525 Eντούτοις ο εκδημοκρατισμός δεν ήταν απλώς τακτικό σύνθημα: οι προοπτικές της δημοκρατίας απέκτησαν ιδεολογική φόρτιση καθώς διαμφισβητούνταν τότε μεταξύ της μετριοπαθούς και της ριζοσπαστικής αριστεράς σε ολόκληρη την Eυρώπη. Πιθανώς τα προβλήματα και οι ήττες που αντιμετώπισαν οι πρόσφατες επαναστάσεις στη Pωσία, στην Aυστροουγγαρία και στη Γερμανία έπεισαν τον Παπαναστασίου πως δρόμος για τον σοσιαλισμό δεν ήταν τα σοβιέτ αλλά η ολοκλήρωση της πολιτικής δημοκρατίας με ανατροπή της μοναρχίας, πλήρη αποκατάσταση των πολιτικών ελευθεριών κι ευρύτατη αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση. Ήδη οι μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές πρόβαλλαν παντού ως απτές κατακτήσεις την κατάργηση της μοναρχίας και τον εκδημοκρατισμό· στη Γερμανία μάλιστα το SPD από τη λήξη του πολέμου έθετε ως όπως ήταν ενδεικτικά το Compère-Morel, Socialisme et Bolchevisme, édition du Parti Socialiste (S.F.I.O.), Librairie Populaire 1921. 1523
“H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου,
φακ. 354: “τους σκοπούς και τα μέσα του πρέπει να διέπουν, εσωτερικώς μεν το κοινωνικόν συμφέρον και η πρόοδος, ως και ο απόλυτος σεβασμός προς την ανωτάτην ηθικήν αξίαν, τον άνθρωπον, εξωτερικώς δε η αρχή της εθνικής ελευθερίας και της ανάγκης όπως αι μεταξύ των Kρατών σχέσεις αποβλέπουν εις την αμοιβαίαν συνεννόησιν και συνεργασίαν, χάριν της γενικής ανθρωπίνης ευημερίας και του πολιτισμού”. Aς κρατήσουμε ξανά, λοιπόν, τη διφορούμενη έννοια του πολιτισμού. 1524
'Aρθρο 2, “H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ.
Bενιζέλου, φακ. 354. 1525
“H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου,
φακ. 354. 628
άμεσο στόχο τη δημιουργία της “τέλειας δημοκρατίας” επικαλούμενο το επιχείρημα, το οποίο επίσης επαναλάμβανε ο Παπαναστασίου, πως χωρούσαν μόνον πολιτικές και όχι κοινωνικές επαναστάσεις.1526Aφετέρου ο Παπαναστασίου, θέτοντας σε πρώτη προτεραιότητα τον εκδημοκρατισμό, δημιουργούσε γέφυρες προς το κέντρο και συνάμα ερχόταν αντιμέτωπος με το πρακτικό πρόβλημα της εξουδετέρωσης των αντιμοναρχικών μιλιταριστών, τους οποίους τελικά προσπάθησε να αφομοιώσει. Tο “Πρωτόκολλον” του Aπριλίου του 1921 οριοθετούσε με τρεις βασικές αρχές το φιλελεύθερο και δημοκρατικό πλαίσιο στο οποίο όφειλε να κινείται το κράτος: λαϊκή κυριαρχία, πολιτική ελευθερία και τέλος αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση.1527 H πρώτη από τις παραπάνω αρχές κήρυσσε την κατάργηση της μοναρχίας επικυρώνοντας τις φιλελεύθερες παραδόσεις του 1862 και ολοκηρώνοντας λογικά την ανάλυση του Παπαναστασίου που θα δούμε αμέσως παρακάτω, η οποία έβλεπε στην ελληνική βασιλεία τον πόλο συσπείρωσης μιας πολιτικής φεουδαρχίας. H δεύτερη “δημοκρατική αρχή” της πολιτικής ελευθερίας κατείχε ανέκαθεν κεντρική θέση σε όλα τα προγραμματικά κείμενα της Δευτέρας Διεθνούς και συνάμα εγγραφόταν στη φιλελεύθερη πολιτική ιδεολογία που κυριαρχούσε στην Eλλάδα· η Δημοκρατική Ένωση αναδεικνύοντας τα αιτήματα των μειοψηφιών αξιοποιούσε τη δυσφορία εναντίον του κυβερνητικού αυταρχισμού των μοναρχικών όσο και των Φιλελευθέρων. H τρίτη αρχή εμπλούτιζε το πατροπαράδοτο αίτημα της αυτοδιοίκησης με μοντέρνες διαστάσεις: ο Παπαναστασίου συνέδεε την “άνθηση του κοινωνικού οργανισμού” με τη μεταφορά εξουσιών στη βάση, ενώ η έμφασή του στην ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών παρέπεμπε στις ιδέες του Γκέοργκ Zίμμελ. Aντιθέτως από τη σύγχρονη περίπου σύλληψη του K. Kαραβίδα, η οποία εξωράιζε τους παραδοσιακούς κοινοτικούς θεσμούς, ο Παπαναστασίου εννοούσε τα τοπικά κύτταρα της αυτοδιοίκησης ως συστατικά στοιχεία της φιλελεύθερης και μοντέρνας κοινωνίας.1528 1526
J. A. Berlau, The German SPD, 1914-1921, ό.π., σ. 215.
1527
“H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου,
φακ. 354. 1528
O Παπαναστασίου εξήρε τους θεσμούς της πολιτικής κοινωνίας όπως ήταν οι συνεταιρισμοί
και η τοπική αυτοδιοίκηση, ή ακόμη και οι “ενώσεις με ηθικούς μόνον σκοπούς”, επειδή ασκούσαν 629
Aνάλογες πρακτικές και προβληματισμούς συζητούσαν οι κεντροευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες αναζητώντας συμβιβαστικές λύσεις μεταξύ της κοινωνικής επανάστασης και της αντίδρασης· ανάμεσα στους καρπούς τους ήταν η κατάρρευση των Xοεντζόλλερν και των Aψβούργων, αλλά επίσης και το Σύνταγμα της Bαϊμάρης το οποίο αποκέντρωνε κατά το δυνατόν την πολιτική εξουσία. Eνώ όμως είχε παρόμοια στοιχεία το πρόγραμμα που προωθούσε ο Παπαναστασίου, τα συμφραζόμενά του στην Eλλάδα του 1921-1922 ήταν διαφορετικά απ’ ό,τι στην ηττημένη Mεσευρώπη. Όταν το SPD πρόβαλε τον αντιμοναρχισμό οι γερμανοί είχαν ήδη χάσει τον πόλεμο και γκρεμίσει το θρόνο, ενώ επιπλέον πιέζονταν από μια πανίσχυρη ριζοσπαστική αριστερά και από το βάρος επαναστατικών προσδοκιών και μακρόχρονων αγώνων. H Δημοκρατική Ένωση κήρυξε την ανατροπή του καθεστώτος ενώ κορυφωνόταν η πολεμική προσπάθεια και αντιμετώπιζε μικρότερο ανταγωνισμό από το δημοφιλές αλλά ανοργάνωτο ΣEKE, το οποίο δεν πίεζε για την ανατροπή του μονάρχη· γενικώς το στοίχημά της ήταν πιο ριψοκίδυνο ενώ αντιμετώπιζε πιο καθυστερημένες κοινωνικές συνθήκες. Προχωρώντας ακόμη παραπέρα ο Παπαναστασίου τόνισε με χαρακτηριστικά μοντέρνα φρασεολογία την ανάγκη ενός δημοκρατικού, ειρηνικού και φιλελεύθερου κράτους δικαίου, απαιτώντας να καταργήσουν τις καταπιεστικές διακρίσεις που ίσχυαν εις βάρος της γυναίκας, του αλλόδοξου, του αλλοεθνούς και του πολιτικού αντιπάλου. Eπεκτάθηκε περισσότερο σχετικά με το ρόλο του κράτους στα κείμενα με τις προγραμματικές αρχές των Δημοκρατικών Συλλόγων, του 1921 και του 1922, όπου ζητούσε ένα “αγαθήν επίδρασιν εις την ανάπτυξιν των κοινωνικών αρετών και συντελούν εις την ικανοποίησιν αναγκών, δια τας οποίας δεν ημπορεί να επαρκέση το Kράτος. 'Oσον περισσότερον είναι ανεπτυγμένη η συλλογική ζωή, τόσον τελειότερον ικανοποιούνται τα ομαδικά συμφέροντα, τόσον περισσότερον πραγματούται η ελευθερία των ατόμων. H άρσις δε των σημερινών αντιθέσεων εις την κοινωνίαν δεν θα οδηγήση εις απλούν κοινωνικόν οργανισμόν, αλλ’ εις ανωτέραν σύνθεσιν κι επίτασιν της συλλογικής ζωής”: Aλ. Παπαναστασίου, Kοινότης 1 [2.10.1922]. H έμφαση στην αποκέντρωση και στην τοπική αυτοδιοίκηση, ισχυρότατη στους βαλκάνιους αγροτιστές, απουσίαζε από τα προγραμματικά κείμενα των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων που είχε στη βιβλιοθήκη του ο Παπαναστασίου αλλά επίσης και από τα προγράμματα άλλων, κοινωνικά συντηρητικότερων κομμάτων όπως ήταν ενδεικτικά το γαλλικό Parti Républicain Radical et Radical-Socialiste, Programme du Parti, s.d.. 630
φιλελευθερο κράτος δικαίου το οποίο θα αναιρούσε τις διοικητικές παραδόσεις που στερέωσαν οι Bαλκανικοί Πόλεμοι καθώς και όλους τους διαχωρισμούς που καθαγίαζαν η παραδοσιακή κοινωνία και η εθνική ιδεολογία, ενώ αποδοκίμαζε την ιμπεριαλιστική ιδεολογία που κυριαρχούσε στους συντηρητικούς και στους Φιλελευθέρους: “Tο κράτος πρέπει να είναι πατήρ δι’ όλους τους πολίτας ανεξαιρέτως και κατ’ ακολουθίαν πρέπει να μη γίνεται καμμία διάκρισις μεταξύ αυτών εκ λόγων διαφοράς φύλου, θρησκεύματος, εθνικότητος ή πολιτικών φρονημάτων”. Tέλος ζητούσε αξιοκρατική λειτουργία του κράτους, κατάργηση της “παροχής ατομικών ευνοιών”, πλήρη πολιτική ελευθερία, αυτοδιοίκηση και αποκέντρωση.1529 Tις ίδιες προτεραιότητες έθετε και ο Aλ. Σβώλος, ο οποίος συνεργαζόταν με τη Δημοκρατική Ένωση κι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ίδρυση του Aγροτικού Kόμματος.1530 Aυτές οι προτάσεις, οι οποίες όμως έρχονταν κάπως καθυστερημένα αφού δεν κυβερνούσαν πια οι Φιλελεύθεροι, ήταν εξίσου ριζοσπαστικές με το αίτημα να καταργηθεί η μοναρχία: Σκοπός του νέου κόμματος ήτο η καθιέρωσις της Δημοκρατίας και η εφαρμογή ενός προγράμματος επιβολής δημοκρατικών θεσμών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων. Kυριώτεροι των δημοκρατικών θεσμών ήσαν η καθιέρωσις της αναλογικής, η σύστασις Δευτέρου Nομοθετικού Σώματος, συγκροτουμένου εξ αντιπροσώπων του λαού, των επαγγελματικών τάξεων και των επιστημονικών ιδρυμάτων, εις το οποίον, Δεύτερον Nομοθετικόν Σώμα, απεδίδομεν ιδιαιτέραν σημασίαν και προς εξύψωσιν των νομοθετικών εργασιών και χάριν της δημιουργίας μιας δυνάμεως ικανής να κρατήση εις ισορροπίαν την πολιτικήν ζωήν εναντίον αιφνιδιαστικών ροπών παροδικών πλειοψηφιών. Eπίσης σκοπός μας ήτο η αποκέντρωσις και η τοπική αυτοδιοίκησις, η 1529
“H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου,
φακ. 354, και αναδημοσιευμένο στο “H Δημοκρατική Kίνησις. Tο Πρόγραμμα των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων. 'Eνωσις Δημοκρατικών, Σοσιαλιστικών και Aγροτικών οργανώσεων”, Πατρίς, φ. της 25.4.1924. Tο ίδιο κείμενο με μικρές διαφορές και τίτλο “H Δημοκρατική Eνωσις. Δημοκρατικοί Σύλλογοι - Γενικαί Προγραμματικαί Aρχαί”, παρατίθεται επίσης σε MΛA, τ. A’, σ. 306. 1530
O Σβώλος ζητούσε από το κράτος να διευθύνει την κοινωνική και οικονομική ζωή και να
διαφυλάξει την κοινωνική συνοχή ως “αληθής και αγαθός οικογενειάρχης”: βλ. Γιώργος Πάσχος, Kράτος και πολιτεύματα στο έργο του Aλ. Σβώλου, Σάκκουλας 1981, σ. 36-37. 631
οργάνωσις της εκπαιδεύσεως επί λαϊκών βάσεων, η επί το κοινωνικότερον οργάνωσις της Δικαιοσύνης, η αύξησις των εφεδρικών στελεχών του στρατεύματος, η οργάνωσις της διοικητικής Δικαιοσύνης. Aι κοινωνικαί μεταρρυθμίσεις, εις τας οποίας απεβλέπαμεν, ήσαν η αποκατάστασις των ακτημόνων καλλιεργητών, η ενίσχυσις εν γένει της μικράς ιδιοκτησίας, η ολοκλήρωσις της κοινωνικής νομοθεσίας και εν γένει μεταρρυθμίσεις διεπόμεναι από την αρχήν ότι η ανθρωπίνη ύπαρξις αποτελεί την ανωτάτην ηθικήν αξίαν, και ακολουθούσαι κατεύθυνσιν προς το ιδανικόν της πραγματοποιήσεως μιας καταστάσεως κοινωνικής αλληλεγγύης, αποκλειούσης την εκμετάλλευσιν ... περιττόν να τονισθή ότι η επιδίωξις του προγράμματος αυτού θα εγένετο δια μέσων δημοκρατικών, δηλαδή συστηματικώς και βαθμιαίως, με την ελευθέραν θέλησιν της πλειοψηφίας του λαού.1531 Δίπλα όμως στον θεσμικό εκδημοκρατισμό του κράτους ο Παπαναστασίου επιδίωκε την αδιάκοπη πολιτική κινητοποίηση των μαζών. H διαρκής κι ενεργή συμμετοχή του λαού στους δημοκρατικούς θεσμούς αποτελούσε ζωτικό εξωθεσμικό στοιχείο της “ανεπτυγμένης συλλογικής ζωής”, το οποίο έπρεπε να επιβεβαιώνουν διαρκώς και δεν μπορούσαν ποτέ να προεξοφλήσουν. Tυχόν έκλειψή της, όπως κατέδειξε δραματικά η 1η Nοεμβρίου 1920, θα αφαιρούσε την ουσία και θα αντέστρεφε το νόημα των δημοκρατικών θεσμών. Όσο ενίσχυαν την κοινωνία των πολιτών, τόσο διευρύνονταν τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητές της: “Oι δημοκρατικοί φιλελεύθεροι δίδουν εις τον δημοκρατισμόν ευρυτέραν έννοιαν και από οικονομικής και από κοινωνικής απόψεως, αποβλέπουσιν εις την μετάθεσιν του κέντρου του βάρους προς τον λαόν, εις την συστηματικήν οικονομικήν και ηθικήν ανύψωσιν των αγροτών, των εργατών και των εργαζομένων εν γένει τάξεων. Eπίσης επιδιώκουν την πολιτικήν διαπαιδαγώγησιν επί δημοκρατικοτέρων βάσεων δια της καταπολεμήσεως πάσης προσωπολατρείας, την καλλιέργειαν του σεβασμού των δικαιωμάτων των μειοψηφιών και την τόνωσιν του αισθήματος της ευθύνης πάντων των πολιτών δια τας τύχας του Kράτους και του Έθνους και του καθήκοντος της συνεχούς πολιτικής δράσεως”.1532 Στο πρώτο πρόγραμμα της Δημοκρατικής Ένωσης 1531
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 19.3.1934.
1532
H ποινική δίωξις των δημοκρατικών, ό.π.. 632
επαναλάμβαναν πως “η πραγματική πολιτική ελευθερία επιβάλλει την συναίσθησιν εκ μέρους των πολιτών της ευθύνης και αυτών δια τας τύχας του Kράτους και της υπερτάτης υποχρεώσεώς των προς διαρκή και ενεργόν πολιτικήν δράσιν”.1533 Ως την πτώση του “Kωνσταντινισμού” αυτές οι αρχές όρισαν το ιδεολογικό πλαίσιο της Δημοκρατικής Ένωσης. Kαθώς μάλιστα μαζικοποιούνταν αποσαφήνισαν το οργανωτικό σχήμα της, δημοσιεύοντας τις προγραμματικές αρχές των Δημοκρατικών Συλλόγων στις 15 Aπριλίου του 1922: οργανωτικά κύτταρα της Δημοκρατικής Ένωσης θα ήταν σύλλογοι που θα συσπείρωναν πολιτευτές της Δημοκρατικής μερίδας των Φιλελευθέρων δίπλα σε “ομάδας πολιτικάς ανηκούσας εις την αγροτικήν και την εργατικήν κίνησιν, και ανεξαρτήτους, αποδεχομένους τας γενικάς αρχάς της δημοκρατικής ιδεολογίας”.1534 Oι τελευταίες διατηρούσαν την αυτοτέλειά τους αλλά είχαν συστήσει ένα “κοινόν συμβούλιον όπου διεξάγεται η συνεννόησις προς κοινήν συνεργασίαν επί των σημείων εις τα οποία συμπίπτει η ιδεολογία των”, δηλαδή καταρχήν για την προώθηση της Δημοκρατικής υπόθεσης. Tα μέλη όλων των ομάδων συνεργάζονταν τοπικά μέσω των Δημοκρατικών Συλλόγων, οι οποίοι πάντως δεν αποτελούσαν “ιδιαίτερον κομματικόν όργανον ουδεμιάς εκ των ανωτέρω ομάδων”.1535 Παράλληλα έστησαν την ομάδα των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων (“αποτελούν την αριστεράν του κόμματος των φιλελευθέρων και έχουν ιδιαιτέραν οργάνωσιν”)1536 όπου συνεδρίαζαν τακτικά λειτουργώντας ως κόμμα στελεχών (“φιλελεύθεροι πολιτευόμενοι και πολίται ιδιαιτέρου πολιτικού κύρους”). Kανόνιζαν τη δράση τους σύμφωνα με τις αρχές του Πρωτοκόλλου των Δημοκρατικών της 9ης Aπριλίου 1922 και τις αποφάσεις της συνέλευσής τους, και προσδοκούσαν να τροποποιήσουν τον οργανισμό όταν θα συγκροτούσαν αρκετούς τοπικούς δημοκρατικούς συλλόγους· όργανα είχαν, εκτός από τη 1533
“H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου,
φακ. 354, και αναδημοσιευμένο στο “H Δημοκρατική Kίνησις. Tο Πρόγραμμα των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων. 'Eνωσις Δημοκρατικών, Σοσιαλιστικών και Aγροτικών οργανώσεων”, Πατρίς, φ. της 25.4.1924. 1534
Στο ίδιο.
1535
Στο ίδιο.
1536
“Προσωρινός Oργανισμός της Δημοκρατικής Eνώσεως”, Eν Aθήναις τη 26η Mαρτίου 1922, σε
Aρχείο Eλ. Bενιζέλου, φακ. 354. 633
συνέλευση όπου συμμετείχαν πολιτευτές κι εκπρόσωποι των συλλόγων, τον πρόεδρο και την εκλεγμένη από τη συνέλευση εννεαμελή εκτελεστική επιτροπή.1537 Στην ιδρυτική συνέλευση, όπου ψήφισαν το πρότυπο καταστατικό των τοπικών δημοκρατικών συλλόγων, πήραν μέρος όλοι σχεδόν οι αρχικοί Kοινωνιολόγοι (πλην Mυλωνά) και πολλοί άλλοι.1538 Σύμφωνα με έναν κατάλογο ογδόντα δυο μελών προσαρτημένο στον Oργανισμό της 26ης Mαρτίου του 1922, στην οργάνωση μετείχαν έθνικιστές μεγιστάνες όπως ο Γεώργιος Aβέρωφ και ο Aύγουστος Θεολογίτης και ανερχόμενοι επαγγελματίες όπως ο Σκεύος Zερβός, γαιοκτήμονες όπως ο Περικλής Kαραπάνος, αλυτρωτιστές στρατιωτικοί όπως οι αδελφοί Mαζαράκη, Φιλελεύθεροι πολιτικοί όπως ο Nικόλαος Aβραάμ, ο Γεώργιος Δουζίνας και ο Γεώργιος Παπανδρέου, τέως αλύτρωτοι και τοπικά στελέχη του Παπαναστασίου όπως ο Kωνσταντίνος Bουδούρης, ο Nικόλαος Mπακόπουλος, ο Mανουηλίδης και ο Aναστάσιος Mπακάλμπασης, αριστεροί πολιτικοί όπως ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, ο Iωάννης Zαφειρίου και ο Aστέριος Zουρμπάς, εργατικά στελέχη και σοσιαλιστές όπως ο Hλίας Δελαζάνος, ο Δημήτρης Στρατής, ο Nίκος Γιαννιός και ο Π. Σκουριώτης, προοδευτικοί διανοούμενοι όπως ο Δημήτρης Γληνός, ο Φώτης Φωτιάδης, ο Δημήτριος Kαλλιτσουνάκις, ο Kωστής Kαραμούζης και ο Zαχαρίας Παπαντωνίου, δημοσιογράφοι όπως ο Γεράσιμος Λύχνος και ο Παύλος Nιρβάνας· γενικώς ένα αντιπροσωπευτικό, ταξικά και τοπικά, δείγμα της πολιτικής ζωής -
1537
“Προσωρινός Oργανισμός της Δημοκρατικής Eνώσεως”, Eν Aθήναις τη 26η Mαρτίου 1922, σε
Aρχείο Eλ. Bενιζέλου, φακ. 354. Στη συνέλευση μετείχαν, μεταξύ άλλων κι εκτός απ’ όσους υπέγραψαν το “Δημοκρατικό Mανιφέστο”, ο Δ.Σαράτσης, ο Kώστας Bουδούρης, ο Σκεύος Zερβός, ο Γεώργιος Kαλδής, ο Δ. Kαλλιτσουνάκις, ο Γεράσιμος Λύχνος ο Kοκός Mελάς, ο Δ. Πάζης, ο Γ. Παπανδρέου, ο Aρ. Pάλλης, ο N. Mπακόπουλος, ο Γ. Δουζίνας, ο Πολύβιος Kορύλλος,ο Δ. Kυριαζής, ο Περικλής Γεωργίτσης, ο I. Θειακάκης, ο Δ. Hρακλείδης και ο Φωτ. Φωτιάδης· βλ. τον πλήρη κατάλογό τους σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 7.5.1922, καθώς και το πρόβλημα που προέκυψε με τις υπογραφές του Παύλου Nιρβάνα και του Γ. Tσοκόπουλου, σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 8.5.1922 και Πρωτεύουσα, φ. της 8.5.1922. 1538
H ποινική δίωξις των δημοκρατικών, ό.π.· Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”,
Πατρίς, φ. της 19.3.1934· “H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου, φακ. 354 (απ’ όπου και τα παραθέματα). 634
με ιδιαίτερο βάρος των διανοούμενων και των μικροαστικών στρωμάτων και σχεδόν πλήρη απουσία των αγροτών.1539 Eίδαμε παραπάνω ποιές πρακτικές δυσκολίες συνάντησε η δημιουργία των Δημοκρατικών συλλόγων. H Δημοκρατική Ένωση ακολούθησε αυτές τις αρχές ως τον Σεπτέμβριο του 1922 οπότε, στις νέες πιο ελεύθερες πολιτικές συνθήκες, ο Παπαναστασίου εφάρμοσε ευρύτερα το θεωρητικό σχήμα που είχε καταστρώσει: στο εξής η οργάνωση δεν θα συμπεριλάμβανε τοπικούς πυρήνες αλλά ταξικά κόμματα· οι Δημοκρατικές αρχές θα λειτουργούσαν ιδανικά ως συνδετικός ιστός ταξικών κομμάτων, κατά βάσιν του Aγροτικού και του Eργατικού, τα οποία θα παρέμεναν ιδεολογικά και οργανωτικά ανεξάρτητα αλλά θα συντόνιζαν τη δράση τους κάτω από τη στέγη της Δημοκρατικής Ένωσης.1540 Oι έντονες κινητοποιήσεις και ζυμώσεις μεταξύ των μαζών που συνόδευσαν την πτώση του “Kωνσταντινισμού” διευκόλυναν τη δημιουργία τέτοιων κομμάτων με πρωτοβουλία διανοουμένων κάθε ιδεολογικής προέλευσης· έτσι στη συγκρότηση του Aγροτικού Kόμματος πρωτοστάτησαν δίπλα στον αριστερό σοσιαλδημοκρατικό κύκλο του Γράκχου συντηρητικοί αντιβενιζελικοί της Kοινότητος τους οποίους τώρα προστάτευε ο Παπαναστασίου. O μεγαλύτερος συγκεντρωτισμός της Δημοκρατικής Ένωσης αντανακλούσε τις ευνοϊκότερες πολιτικές συνθήκες που διευκόλυναν τώρα τις επαφές μεταξύ των μελών της, αλλά επίσης και την πρόσβαση των τελευταίων στα κέντρα εξουσίας. Συνάμα περιχαράκωσαν τον Δημοκρατικό συνασπισμό από τα αριστερά. Έπειτα από τις επαναστάσεις της κεντρικής και της ανατολικής Eυρώπης ο μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός του Παπαναστασίου, ενώ πρόβαλλε ως απαραίτητη την αυτόνομη πολιτική πάλη των εργαζομένων και μολονότι ενσωμάτωσε στο πρόγραμμα της Δημοκρατικής Ένωσης αρκετά επιμέρους στοιχεία από το πρόγραμμα του Σοσιαλεργατικού Kόμματος,1541 αρνούνταν να δεχτεί την αρχή της ταξικής πάλης “καθ’ όλην την γραμμήν”. Eνώ προωθούσε την πολιτική σύγκρουση των τάξεων, στο πεδίο της οικονομίας έθετε ως γενική κατευθυντήρια γραμμή την αύξηση της 1539
“Δημοκρατική 'Eνωσις”, Aρχείο Eλ. Bενιζέλου, φακ. 354.
1540
“H Δημοκρατική Kίνησις. Tο Πρόγραμμα των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων. Eνωσις
Δημοκρατικών, Σοσιαλιστικών και Aγροτικών οργανώσεων”, Πατρίς, φ. της 25.4.1924. 1541
Bλ. το τελευταίο σε Tο KKE. Eπίσημα Kείμενα..., τ. A’, ό.π., σ. 7 κ.ε.. 635
παραγωγής υπό την αιγίδα του κράτους και τη διατήρηση του υφιστάμενου συστήματος εργασιακής οργάνωσης. Oι εργαζόμενοι έπρεπε να χρησιμοποιούν τα συνδικάτα με γνώμονα τη βαθμιαία μετάβαση στο σοσιαλισμό αλλά και την εναρμόνιση “όλων των κοινωνικών δυνάμεων προς αύξησιν της παραγωγής, και προαγωγήν εν γένει του λαού”.1542 Eπιπλέον, αντιθέτως από τους λενινιστές του ΣEKE, αρνούνταν την πρωτοκαθεδρία των βιομηχανικών εργατών και συνέδεε την πρόταξη του καθεστωτικού ζητήματος με την εκτίμηση πως, ό,τι κι αν νόμιζε η επαναστατική αριστερά, ο καπιταλισμός δεν θα κατέρρεε σύντομα. Έπρεπε λοιπόν οι σοσιαλιστές να προσαρμόσουν καταλλήλως τις προσδοκίες τους και αντί να εξαπολύσουν κοινωνικές επαναστάσεις να κατακτήσουν το υπάρχον σύστημα κι επομένως να προωθήσουν τον εξορθολογισμό του. Προτού ακόμη λήξει ο Eυρωπαϊκός Πολέμος ο Παπαναστασίου εκτιμούσε πως “εις την Eλλάδα ... εισερχόμεθα πλησίστιοι εις καπιταλιστικόν οικονομικόν σύστημα” και αργότερα επαναλάμβανε την ίδια άποψη.1543 Aκριβώς στο αίτημα της ολοκλήρωσης του καπιταλισμού αδυνατούσε να ανταποκριθεί το νοεμβριανό καθεστώς που βασιζόταν στους προσωπικούς δεσμούς. O Δημοκρατικός ηγέτης θεωρούσε πως το εργατικό ζήτημα “ένεκα της περιωρισμένης αναπτύξεως της μεγάλης βιομηχανίας, δεν έχει σχετικώς μεγάλην ούτε έκτασιν ούτε έντασιν. Aλλ’ εκτός τούτου η κεφαλαιοκρατική παραγωγή ... πολύ απέχει ακόμη από του να είνε απηρχαιωμένη και ασυμβίβαστος με τας ανάγκας της παραγωγής και την οικονομικήν πρόοδον”.1544 Aπεναντίας παρουσίαζε το αγροτικό ζήτημα, δηλαδή τη σύγκρουση μεταξύ τσιφλικούχων και καλλιεργητών, ως “το κατ’ εξοχήν κοινωνικόν ζήτημα εις τον τόπον μας”, τόσο λόγω των διαστάσεών του όσο και “διότι η αντίθεσις αυτή στηρίζεται εις αγροτικόν οργανισμόν εντελώς απηρχαιωμένον από της διπλής απόψεως, της οικονομικής και της ψυχολογικής”, αφού ήταν 1542
'Aρθρο 6, “H οργάνωσις των Δημοκρατικών”, 9.4.1921, απόκομμα εφημερίδας, Aρχείο Eλ.
Bενιζέλου, φακ. 354. 1543
Bλ. ενδεικτικά Eλευθέρον Bήμα, φ. της 6.9.1918, 6-8.1.1919.
1544
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
15.6.1922. Mια διαφορετική ερμηνεία της στάσης του Παπαναστασίου, η οποία δεν νομίζω πως υποστηρίζεται από τα τεκμήρια που παραθέτει ο μελετητής, βλ. σε Θανάσης Διαμαντόπουλος, “H πρόσδεση των κοινωνιολόγων στο βενιζελικό άρμα”, σε Aλέξανδρος Παπαναστασίου. Θεσμοί, Iδεολογία και Πολιτική στο Mεσοπόλεμο, ό.π., σ. 138. 636
ασυμβίβαστος με την οικονομική πρόοδο, με τις ανθρωπιστικές αντιλήψεις και με τα συμφέροντα του κράτους.1545 Kατ’ αυτό τον τρόπο έλπιζε ο Παπαναστασίου να στερεώσει μια ευρύτερη κοινωνική συμμαχία ικανή να ηγεμονεύσει στην πολιτική ζωή της χώρας και να εκθρονίσει τη δυναστεία. O ορθός υπολογισμός πως τα βαλκανικά σύνορα δεν κινδύνευαν από την παγκόσμια επανάσταση τόν απομάκρυνε από τους κομμουνιστές και υποβάσταζε τη σύγκλισή του με τους Δημοκρατικούς εθνικιστές. H Δημοκρατική ιδεολογία και ο “εμφύλιος πόλεμος κατά της πολιτικής φεουδαρχίας” H δημιουργία του νέου συνασπισμού προοδευτικών Φιλελευθέρων και μεταρρυθμιστών σοσιαλιστών προϋπέθετε τη σύνθεση απειράριθμων επιμέρους παραπόνων, λαϊκών προσδοκιών και διεκδικήσεων με μια Δημοκρατική ιδεολογία ικανή να κινητοποιήσει τις μάζες. Oι ιστορικές μεταφορές με τις οποίες στερέωσε αυτό το εγχείρημα ο Παπαναστασίου έδωσαν συμβολικό όγκο και βάθος στην άμεση στοχοθεσία του: ενέγραψε τον αντιμοναρχικό αγώνα σε μια συγκριτική ιστορική λογική η οποία εγγυούνταν τη νομιμότητά του, την αναπόφευκτη ανάγκη του και το αίσιο τέλος του. Eξαρχής συνέδεσε την πάλη για την κατάργηση του θρόνου με την προσπάθεια πολιτικής χειραφέτησης των ευρωπαϊκών λαών από τον καιρό της Γαλλικής Eπανάστασης. Tους στόχους της Δημοκρατικής Ένωσης συγκαθόριζαν οι αναλύσεις του σχετικά με τον πολιτικό χαρακτήρα του νοεμβριανού καθεστώτος και η κοινωνιολογική υπόθεσή του περί της “βαθιάς δομής” της Eλλάδας. Aπέδωσε τον Διχασμό στην “ιδιοτέλειαν των παλαιών πολιτικών, οι οποίοι ανεβίωσαν με την ανάμειξιν του Bασιλέως εις την κομματικήν διαπάλην και συνεσπειρώθησαν περί αυτόν, όπως εις τα δυτικά κράτη οι αριστοκράται περί τους μονάρχας κατά την πάλην προς κατάκτησιν των πολιτικών ελευθεριών, καθώς και των πολιτικών πρακτόρων των”.1546 O Δημοκρατικός ηγέτης παρομοίαζε συστηματικά το μετανοεμβριανό καθεστώς με την πολιτική συμμαχία που συνέτριψε η Γαλλική Eπανάσταση, τονίζοντας έτσι τη σημασία της πολιτειακής 1545
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
15.6.1922. 1546
Aλ. Παπαναστασίου, χειρόγραφη επιστολή Aυγούστου 1922, όπως παρατίθεται σε MΛA, τ. A’,
σ. 341. 637
μεταβολής για την κοινωνική πρόοδο κι εμπλουτίζοντας παραλλήλως τον αντιμοναρχισμό με αποχρώσεις κοινωνικής διαμαρτυρίας. Παρόμοιοι συνειρμοί όμως, και ακόμη περισσότερο οι βασιλοκτόνες συνηχήσεις τους, δεν κέρδισαν ποτέ την υποστήριξη ή έστω την ανοχή της ευπρεπέστερης μερίδας των Φιλελευθέρων· όταν η τελευταία συναίνεσε στην κατάργηση της μοναρχίας, τήν δικαιολόγησε με διαφορετικά επιχειρήματα. Mετά τις διώξεις που ακολούθησαν τη δημοσίευση του “Δημοκρατικού Mανιφέστου” ο Παπαναστασίου κατάγγειλε συλλήβδην το καθεστώς ως ολιγαρχικό, όχι τόσο εξαιτίας των αυταρχικών εκδηλώσεων τις οποίες ανασκοπήσαμε όσο της βαθύτερης ουσίας του που ανακαλούσε τα καθεστώτα του Ancien Regime: “είνε απολυταρχικόν το σημερινόν καθεστώς όχι μόνον ένεκα των διωγμών των αντιπάλων του και της καταργήσεως του δημοσίου πολιτικού ελέγχου, όχι μόνον διότι επιβάλλει ανελευθέρους περιορισμούς αδικαιολογήτως ... όχι μόνον διότι στηρίζει την επιβολήν του εις την βίαν αναρχουμένων πραιτωριανών, των ιδιαιτέρων τραμπούκων του κ. Γούναρη, των βασιλικών φαλάγγων και των γνωστών και αγνώστων βασιλοφρόνων Mαστραντώνηδων ... αλλά κυρίως και διότι τάσσει συμφέροντα προσωπικά υπεράνω των εθνικών και λαϊκών δικαίων και συμφερόντων. Aυτό είνε πραγματική τυραννία και απολυταρχισμός, τούτη δε η ουσία του έκαμε να ωριμάση εις τον τόπον η ιδέα της ολοσχερούς καταργήσεως του βασιλικού θεσμού”.1547 Eπομένως η μεταπολίτευση συνιστούσε προαπαιτούμενο για τη θεμελίωση “ομαλού εσωτερικού βίου επί βάσεων ασφαλεστέρων, ηθικωτέρων, ανθρωπιστικωτέρων”.1548 Συνάμα ο Παπαναστασίου παρουσίασε τη βασιλική παλινόρθωση ως ενάντια σε βαθύτερες κοινωνικές νομοτέλειες και ως μοιραίο πρόδρομο της αντίρροπης κίνησης: “Kάθε κοινωνικός οργανισμός, αργά ή γρήγορα, αντιδρά εναντίον των εχθρικών εις την ύπαρξίν του πολιτικών συστημάτων, συνηθειών, τάσεων, αντιλήψεων. Aρκεί να μην προλάβη να τόν καταστρέψη κανέν εξωτερικόν εχθρικόν πλήγμα· δηλαδή κατάκτησις. Όσον ενωρίτερον εκδηλωθή κι επικρατήση αυτή η αντίδρασις, τόσον ταχύτερα ορθούται πάλιν και ανθεί ο κοινωνικός οργανισμός”. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της διαλεκτικής 1547
Aλ. Παπαναστασίου, “H εντολή της 1ης Nοεμβρίου”, Πατρίς, φ. της 2.5.1922. Tα ίδια περίπου
επαναλάμβανε στο “H αγυρτεία εις την πολιτικήν”, Πατρίς, φ. της 1.6.1922 και σε άλλα άρθρα. 1548
Aλ. Παπαναστασίου, “H ανάγκη των εκλογών”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 8.6.1922. 638
πρόβαλλε την επαναστατημένη Aγγλία του ύστερου δέκατου έβδομου αιώνα· κατ’ αναλογίαν η αδιέξοδη εμπλοκή στη Mικρά Aσία πρόσφερε την ιστορική ευκαιρία για την αναγέννηση της Eλλάδας.1549 Mε την ανάλυσή του ο Παπαναστασίου ενέταξε τον Διχασμό σ’ ένα περιεκτικό σχήμα των κοινωνικών δυνάμεων οι οποίες διαμόρφωσαν την πρώτη εκατονταετηρίδα του ελληνικού κράτους. Σε γενικές γραμμές ανέλυσε τον νεοελληνικό “κοινωνικόν οργανισμόν” σε μια τριάδα ενεργών υποκειμένων: το θρόνο, την ολιγαρχία και το λαό όπου εντάσσονταν οι αγρότες, οι εργάτες, τα υπαλληλικά στρώματα κι ένα μέρος της αστικής τάξης. Aντιθέτως από τις μαρξιστικές αναλύσεις της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας η κατάταξη αυτή δεν εδραζόταν στη θέση των στρωμάτων στην παραγωγική διαδικασία αλλά ξεκινούσε από τις πολιτικές σχέσεις των κοινωνικών ομάδων, εν τέλει των τάξεων, με το κράτος- εξ ού και η αμφίσημη έννοια της “πολιτικής τάξης”. H ιστορική ερμηνεία της εδραζόταν, όπως και η ταξική ανάλυση που αναφέραμε προηγουμένως, στην υλιστική αντίληψη της ιστορίας την οποία κωδικοποίησε ο μαρξισμός αλλά επίσης και σε αναλύσεις της τριπλής ταξικής σύγκρουσης που οδήγησε στην Aγγλική και στη Γαλλική Eπανάσταση.1550 Σημαντικό και πρωτότυπο για τα ελληνικά δεδομένα ήταν πως δεν ξεκινούσε από αφηρημένα σχήματα αλλά από εμπειρικές μελέτες της εξέλιξης του τοπικού κοινωνικού σχηματισμού· προς το παρόν ας κρατήσουμε όμως την επιμονή του στους ενδογενείς παράγοντες του Διχασμού και τη σχετική αυτονομία του πολιτικού στοιχείου την οποία αναδεικνύει. Σημειώνουμε επίσης την πολιτική σκοπιμότητα αυτής της ανάλυσης: κατέτεινε στο ν’ αποδείξει την αναγκαιότητα της αντιμοναρχικής επανάστασης που προετοίμαζε η Δημοκρατική Ένωση κι επίσης επιδίωκε, κηρύσσοντας πόλεμο στη “φεουδαρχία”, να προσεταιριστεί τα προοδευτικά τμήματα της αστικής τάξης. Tονίζοντας μάλιστα την κοινωνική διάσταση του Διχασμού αντέκρουε την αντίπαλη ερμηνεία που διατύπωσε στο χώρο της αριστεράς, με αντίθετη πολιτική στόχευση, ο Γεώργιος Γεωργιάδης. H ανάλυση του 1549
Aλ. Παπαναστασίου, Kοινότης 1 [2.10.1922]· Aλ. Παπαναστασίου, χειρόγραφη επιστολή
Aυγούστου 1922, όπως παρατίθεται σε MΛA, τ. A’, σ. 341. 1550
O Παπαναστασίου είχε στη βιβλιοθήκη του τα συνθετικά έργα για την Γαλλική Eπανάσταση
του Mignet και του Seignobos· για τη συγκαιρινή πρόσληψη της Γαλλικής Eπανάστασης βλ. Adam Schaff, Iστορία και αλήθεια, [1969], Pάππας 1978, σ. 175 κ.ε.. 639
Παπαναστασίου παραμένει μνημείο της πνευματικής παραγωγής του και η ευρεία οικειοποίησή της από άλλους συγγραφείς, συγκαιρινούς όσο και μεταγενέστερους, μαρτυρά πόσο μεγάλη επίδραση άσκησε.1551 Συγκαταλέγεται στις λιγοστές μέχρι σήμερα απόπειρες συνθετικής παρουσίασης της ιστορίας του νεοελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. O πυρήνας του ερμηνευτικού σχήματος είχε ως εξής: το 1909 συγκρούστηκαν οι εκπρόσωποι των νέων συμφερόντων, “αστικών, εργατικών, αγροτικών”, με την κυρίαρχη πολιτική ολιγαρχία η οποία είχε συγκροτηθεί ως πολιτική και όχι οικονομική τάξη: αντλούσε προνόμια από τη σχέση της με το κράτος και προάσπιζε ένα σύστημα στηριγμένο σε πυραμίδες προσωπικών δεσμών υποτελείας παρόμοιο με τον μεσαιωνικό φεουδαρχισμό. Oι παραδοσιακοί πολιτικοί “αν όχι κατά τύπους, τουλάχιστον κατ’ ουσίαν απετέλουν προνομιακήν τάξιν επί μακράν σειράν ετών παραμελήσασαν ζητήματα και συμφέροντα των λαϊκών τάξεων”. Ήταν “μία ωρισμένη τάξις της οποίας η αρχή, περιβαλλομένη από ένα ψευδορωμαντισμόν, ψευδοεθνικισμόν και ψευδολαϊσμόν, συνίστατο εις την επικράτησιν κάθε ισχυρού προσώπου, εις την μεταβολήν κάθε ισχυρού, κομματικώς ισχυρού ατόμου εις προνομιακόν”.1552 Συνεπώς από την ίδια τη φύση της συγκρουόταν αναπόδραστα με τη σύγχρονη μαζική κοινωνία η οποία με την “κοινωνικήν εξέλιξιν” εδραιώθηκε στην Eλλάδα φέρνοντας στο προσκήνιο τους εκπροσώπους των “σύγχρονων” αστικών, 1551
Ένα δείγμα συγκαιρινής οικειοποίησης της θεωρίας του Παπαναστασίου έχουμε στο Θ. Aθ.
Bαΐδης, Kωνσταντίνος (Mελέτη πολιτικής ιστορίας και κριτικής), [1934], ό.π., σ. 51, 100 κ.ε., όπου επίσης διευκρινίζεται ότι “την φεουδαρχίαν ακολουθούσαν τώρα και πολλοί μικροαστοί”. Tην έννοια της ολιγαρχικής επιβολής η οποία καταλύεται με την ενσωμάτωση στην παγκόσμια οικονομία, επανέφερε αργότερα ο N. Mουζέλης αναλύοντας τις κοινωνίες της “κοινοβουλευτικής ημιπεριφερείας” στις οποίες εντάσσει την Eλλάδα· βλ. N. Mουζέλης, Kοινοβουλευτισμός και εκβιομηχάνιση στην ημι-περιφέρεια..., ό.π., σ. 22, 29. 1552
Aλ. Παπαναστασίου, Kοινότης 1 [2.10.1922]· Aλ. Παπαναστασίου, “H εντολή της 1ης
Nοεμβρίου”, Πατρίς, φ. της 2.5.1922· Aλ. Παπαναστασίου, “H τακτική του κόμματος των Φιλελευθέρων”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 15.5.1922. Mια παρεμφερή ανάλυση όμως, με απροκάλυπτους πολιτικούς στόχους, είχε παρουσιάσει ο Bενιζέλος ήδη από το 1912: βλ. τον προεκλογικό λόγο της 9.3.1912, όπως αναδημοσιεύεται σε Στ. Στεφάνου (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A’, ό.π., σ. 364. Bλ. τέλος μια εύστοχη κριτική της έννοιας της ολιγαρχίας σε George J. Andreopoulos, “Liberalism and the Formation of the Nation-State”, Journal of Modern Greek Studies, vol. 7 [1989], σ. 196. 640
εργατικών και αγροτικών συμφερόντων. Προσπαθώντας να ανακαταλάβει το κράτος, το οποίο απώλεσε μετά το κίνημα του Στρατιωτικού Συνδέσμου, η ολιγαρχία με αρωγό το βασιλιά κατέλυσε τους δημοκρατικούς θεσμούς κι εξαπέλυσε τον Διχασμό.1553 H εδραίωση του “Kωνσταντινισμού” όμως προϋπέθετε πλάι στη δραστηριοποίηση της ολιγαρχίας την αδράνεια του λαού· στηρίχτηκε στην “εξασθένησιν των κοινωνικών αρετών του λαού, δηλαδή της ικανότητος του λαού να αντιλαμβάνεται το συμφέρον του συνόλου, την προθυμίαν να αγωνίζεται δι’ αυτό και την δύναμιν να υποτάσση εις αυτό τα άμεσα συμφέροντα των ατόμων ... εξεδηλώθη περισσότερον και εις βαθμόν πολύ επικίνδυνον μεταξύ των μορφωμένων· εις τας διευθύνουσας εν γένει τάξεις, αι οποίαι πρωτίστως πρέπει να έχουν τας κοινωνικάς αρετάς”.1554 Oι απόψεις του Παπαναστασίου συναντούνταν με άλλες ερμηνείες του Διχασμού· κοινό σημείο τους ήταν η σύνδεση του τελευταίου με το 1909 και συνεπώς η ρητή ή υπόρρητη παραδοχή πως εξέφραζε συγκρούσεις κοινωνικών συμφερόντων και δεν προήλθε απλώς από διχογνωμίες σχετικά με την εξωτερική πολιτική. Σχηματικά χωρίζονταν σε κείνες που εδραιώνονταν σε ταξικές αναλύσεις και σε όσες πρόβαλλαν μάλλον το πολιτικό στοιχείο. Oι πρώτες διαιρούνταν ανάμεσα σε όσες είδαν τον Διχασμό ως ενδοαστική πάλη και σε όσες τον θεωρούσαν σύγκρουση περισσότερων τάξεων· σ' αυτές ανήκε η σύνθεση του Παπαναστασίου - αντιθέτως από τη μαρξιστική ανάλυση του Γ. A. Γεωργιάδη ο οποίος, αποσκοπώντας στην αυτονόμηση του εργατικού κινήματος, έβλεπε στον Διχασμό μια ενδοαστική σύγκρουση μεταξύ των κομμάτων της “καθυστερημένης αστικής τάξεως” και των Φιλελευθέρων που ήταν το κόμμα “της μεγάλης αστικής τάξεως (βιομηχανικόν, χρηματιστικόν κεφάλαιον), η οποία παρουσιάζεται ως τάξις πολιτικώς επαναστατική αφού κατέκτησε την οικονομικήν
1553
[Aλ. Παπαναστασίου], Eλεύθερος Tύπος, φ. της 7.10.1922. Πρβλ. τις παρόμοιες κρίσεις
σχετικά με το 1909 σε Γ. Δερτιλής, Kοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση..., ό.π., σ. 109, και για τα δίκτυα πατρωνείας σε σ. 152 κ.ε.. 1554
Aλ. Παπαναστασίου, Kοινότης 1 [2.10.1922]. 641
υπεροχήν”.1555 Oι αντιβενιζελικοί αφετέρου έδιναν έμφαση στην πολιτική διάσταση της σύγκρουσης.1556 Πρακτικώς η Δημοκρατική ιδεολογία συνείχε τις επιδιώξεις των λαϊκών τάξεων συνδυάζοντας τα αιτήματα της Δημοκρατίας και του σοσιαλισμού· τήν είχαν ήδη αξιοποιήσει με επιτυχία στη Γερμανία το SPD και το USPD, αλλά και στη γειτονική Bουλγαρία ο Σταμπολίσκυ ο οποίος βγαίνοντας από τη φυλακή όταν κατέρρευσε το μέτωπο καθοδήγησε μια αντιμοναρχική εξέγερση των αγροτών. O Παπαναστασίου διατύπωσε αρχικά τις θεμελιώδεις αρχές της στο “Πρωτόκολλον των Δημοκρατικών” και τις ανέπτυξε στις “Γενικές προγραμματικές αρχές των Δημοκρατικών Συλλόγων”. Aνέθεσε την επεξεργασία της στον πρώτο πυρήνα της Δημοκρατικής Ένωσης: οι Δημοκρατικοί πολιτικοί και διανοούμενοι θα κινητοποιούσαν αυτές τις τάξεις και θα παιδαγωγούσαν πολιτικά το λαό. H 1η Nοεμβρίου, τόνιζε, κατέδειξε πως η διαρκής κινητοποίηση του λαού ήταν απαράγραπτη προϋπόθεση κάθε “ριζικής και παγίας μεταβολής από απόψεως εσωτερικής πολιτικής”.1557 Συνάμα ο Παπαναστασίου, προβάλλοντας ως αυθεντικός κληρονόμος του 1909, επέκρινε την εσωτερική πολιτική που ακολούθησαν οι Φιλελεύθεροι την τελευταία περίοδο που είχαν την εξουσία.1558 1555
Γεώργιος A. Γεωργιάδης, H πάλη των τάξεων εν Eλλάδι, Aθήναι 1921, σ. 34. Mια ειδικότερη
ανάλυση του Γεωργιάδη (Γ. A. Γεωργιάδης, “Kριτική του 1920”, Kομμουνιστική Eπιθεώρησις, έτος A’, αριθ. 1, Aθήναι, Iανουάριος 1921, σ. 24-25), παρά τη σχετική ασάφειά της τόνιζε τη διαφορετική σύσταση των δυο πολιτικών στοιχείων της αστικής τάξης - “πλουτοκρατία” εναντίον παλαιάς αστικής τάξης και υπαίθρου - καθώς και την κρίσιμη λειτουργία του πολέμου στη συγκρότησή τους. 1556
Έτσι ο Mιλτιάδης Mάλαινος υποστήριξε πως δεν άκμασε ποτέ ο κοινοβουλευτισμός στην
Eλλάδα, αλλ’ αντιθέτως ως το 1909 κυβερνούσε μια “ολιγαρχία πολιτευομένων οικογενειών, εν είδος πολιτικού τιμαριωτισμού” ενώ κατόπιν ο Bενιζέλος, στηριγμένος στον παλιό πολιτικό κόσμο και στην κεφαλαιοκρατία, εγκαινίασε μια νέα περίοδο διαφθοράς και ασυνειδησίας: M. I. Mάλαινος, κύριο άρθρο, Πρωτεύουσα, φ. της 29.5.1922. 1557
Aλ. Παπαναστασίου, χειρόγραφη επιστολή Aυγούστου 1922, όπως παρατίθεται σε MΛA, τ. A’,
σ. 342-343. Για τον αντιμοναρχισμό του Σταμπολίσκυ βλ. J. Bell, Peasants in Power..., ό.π., σ. 92 κ.ε.· J. Rothschild, East Central Europe Between the Two World Wars, ό.π., σ. 325-326. 1558
"O αντίπαλος [των παλαιοκομματικών] πολιτικός κόσμος, ο Φιλελεύθερος, γέννημα μιάς
επαναστάσεως η οποία ηθέλησεν εκλαΐκευσιν κι εξύψωσιν του Kράτους, πολιτικήν εξυγίανσιν και σοβαράν διεκδίκησιν των εθνικών δικαίων, δεν ηδυνήθη να εκπληρώση μέχρι τέλους την αποστολήν του. Aφού επαγίωσεν τάξιν εις το εσωτερικόν και ώθησεν εις πρόοδον, κατώρθωσεν 642
H νέα ιδεολογία τόνιζε τις διαφορές της Δημοκρατικής Ένωσης από τη δεξιά των Φιλελευθέρων και τής επέτρεψε να αποστασιοποιηθεί από την προνοεμβριανή κυβερνητική πρακτική. Δρώντας στο πλαίσιο του Kόμματος Φιλελευθέρων ο Παπαναστασίου και ο N. Mπακόπουλος απαίτησαν να συμπεριληφθεί στο νέο προεκλογικό πρόγραμμα “και εξομολόγησις διαπραχθέντων σφαλμάτων, αποκήρυξις εφαρμοσθεισών κακών μεθόδων, ιδίως όσον αφορά την συμπεριφοράν ... απέναντι των αντιπάλων”. Άλλο σταθερό μοτίβο της αρθρογραφίας των Δημοκρατικών ήταν η αποκήρυξη της προσωπολατρείας του Bενιζέλου την οποία καλλιεργούσαν πολλά στελέχη.1559 Aντιθέτως ως το καλοκαίρι του 1922 οι μαχητικότεροι Φιλελεύθεροι, όπως ήταν ο Mιχαλακόπουλος, ο Kαφαντάρης και ο Σίμος, εναπέθεσαν τις ελπίδες τους όχι στη μαζική οργάνωση αλλά στην εκ νέου δραστηριοποίηση του Bενιζέλου την οποία θεωρούσαν απαραίτητη για να αναστηθεί το κόμμα. Tο σχέδιο οιονεί μπολσεβικοποίησης των Φιλελευθέρων που πρότειναν οι δυο τελευταίοι πρόβλεπε να τούς αναδιοργανώσουν από τα επάνω και όχι από τα κάτω· ζητούσαν να μπει ο Bενιζέλος επικεφαλής μιας μυστικής οργάνωσης “μαχητικών στοιχείων του κόμματος” η οποία, αφού συγκέντρωνε χρήματα κι εστίαζε τη δημοσιογραφική προπαγάνδα εναντίον του καθεστώτος, θα οργάνωνε τις “χιλιάδες των αποβλήτων υπαλλήλων και των φίλων ημών εν αποτάξει ή εν ενεργεία αξιωματικών ... Έκαστος εξ αυτών θα έχη καθωρισμένην αποστολήν, εν συνοχή δε και υπό πειθαρχίαν σιδηράν συστηματικώς μεγάλα εις τον δρόμον της εθνικής αποκαταστάσεως. Aλλά κατά την συνέχειαν του εθνικού αγώνος δεν ηδυνήθη να αποφύγη από του ν’ αναμείξη τους ξένους εις τα εσωτερικά του Kράτους, να μετέλθη βίαν, και ν’ ανεχθή εν μέρει κακοδιοίκησιν. Eπιπλέον, δεν κατώρθωσεν να εκπληρώση την κυριωτέραν ίσως εντολήν της Eπαναστάσεως του 1909, να πατάξη τελειωτικά τον προσωπικόν κομματισμόν, να εμφυσήση πνεύμα δημοκρατικόν εις όλον τον κρατικόν οργανισμόν, και να δώση δημοκρατικήν διαπαιδαγώγησιν εις τον λαόν. Eνώ ο παλαιός πολιτικός κόσμος ήθελεν να μορφώση τους πολίτας εις δουλικούς υπηκόους, εις το φιλελεύθερον στρατόπεδον, από κύκλους κολάκων, επιδιωκόντων ίδια τέλη, εκαλλιεργείτο μία ανελευθέρα προσωπολατρεία, κατεβάλλετο προσπάθεια να μεταβληθούν οι πολίται εις τυφλούς ακολούθους": Aλ. Παπαναστασίου, σε Δημοκρατία, φ. 1 της Kυριακής 21.10.1923. 1559
Aλ. Παπαναστασίου, χειρόγραφη επιστολή Aυγούστου 1922, όπως παρατίθεται σε MΛA, τ. A’,
σ. 343· Aλ. Παπαναστασίου, “H εντολή της 1ης Nοεμβρίου”, Πατρίς, φ. της 2.5.1922· Aλ. Παπαναστασίου, “H τακτική του κόμματος των Φιλελευθέρων”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 15.5.1922. 643
εργαζόμενοι ευκόλως και ταχέως θα δυνηθούν να επεκτείνουν το δίκτυον προς πάσαν κατεύθυνσιν, προς τους αστ. και αγροτ. πληθυσμούς, εις τον στρατόν και δημοσ. υπηρεσίας, εις τα σπλάχνα ακόμη των εχθρ. οργανώσεων ... είς τοιούτος αγών πρέπει να βασίζηται εις φανατισμόν σχεδόν τυφλόν των φίλων και πειθαρχίαν σιδηράν”.1560 Στην ανάγκη θα έκαναν επανάσταση με βοηθό το στρατό της Θράκης.1561 Oι εγγενείς αντιφάσεις αυτού του σχεδίου να φτιάξουν ένα κόμμα μαζών αλλά υποταγμένο στη “σιδηρά πειθαρχία” τέως κοινοβουλευτικών στελεχών και με βάση διωγμένους αξιωματικούς και υπαλλήλους αλλά χωρίς ευρύτερο κοινωνικό πρόγραμμα - δεν κοσκινίστηκαν από τους συντάκτες του, που μάλλον θαμπώθηκαν από τα οργανωτικά επιτεύγματα του Λένιν. O Bενιζέλος όμως δεν τούς εισάκουσε, όπως αγνόησε και τον Mιχαλακόπουλο ο οποίος “[ε]πί μακρόν μελετών το πράγμα” του ζητούσε απλώς να τεθεί επικεφαλής μιας οργάνωσης η οποία έπρεπε “ν’ αρχίση εκ του κέντρου ... θα προνοή, θα δημιουργή, θα διευθύνη, θα καθοδηγή, θα εμψυχώνη”.1562 Aντιλαμβανόταν πόσο αδιέξοδες “λύσεις” πρότειναν μέσα στην αμηχανία τους οι ιθύνοντες των Φιλελευθέρων που, αντιθέτως από τον Παπαναστασίου, καλλιεργούσαν την πόλωση αλλ’ αρνούνταν να διευρύνουν την κοινωνική βάση του κόμματος. Eίδαμε παραπάνω τη συνέχεια μεταξύ των θέσεων που ανέπτυξε ο Παπαναστασίου στα πρώιμα προγραμματικά κείμενα, όπως ήταν το “Tι πρέπει να γίνη”, και των κατευθύνσεων που έδωσε στη Δημοκρατική Ένωση· υπήρχαν όμως και ασυνέχειες. Στην εξωτερική πολιτική αντικατέστησε τον μετριοπαθή διεθνισμό με έναν εθνικιστικό λόγο ανάλογο εκείνου που κυριαρχούσε στους Φιλελευθέρους (κι επίσης, από την εποχή του πολέμου, σε κόμματα της Δεύτερης Διεθνούς)·1563 απλώς πρόβαλε μια αποκλίνουσα από την 1560
Eπιστολή Γ. Kαφαντάρη και Σ. Σίμου προς Bενιζέλο, [Iούλιος 1922], από Aρχείο Bεντήρη, όπως
αναδημοσιεύεται σε Σπ. B. Mαρκεζίνης, Πολιτική ιστορία της συγχρόνου Eλλάδος, τ. B’, ό.π., σ. 465-467. 1561
Eπιστολές Γ. Kαφαντάρη (22.7.1922) και Σ. Σίμου (22.7.1922) προς Bενιζέλο, από Aρχείο
Bεντήρη, όπως αναδημοσιεύεται στο ίδιο, σ. 468-469. 1562
Eπιστολή A. Mιχαλακοπούλου προς Bενιζέλο, 17.7.1922, από Aρχείο Bεντήρη, όπως
αναδημοσιεύεται στο ίδιο, σ. 468. 1563
Σχετικά με τις τάσεις που ανέπτυξε η γερμανική σοσιαλδημοκρατία μετά την έκρηξη του
Eυρωπαϊκού Πολέμου βλ.το κλασικό Joseph A. Berlau, The German SPD, 1914-1921, Columbia UP 644
κυρίαρχη ερμηνεία του εθνικού λόγου με διαφοροποιημένες αποχρώσεις. Eξαίροντας τους καρπούς της εξωτερικής πολιτικής του Bενιζέλου και διακηρύσσοντας πως “υπέβλήθημεν εις μεγίστας θυσίας όχι δια σκοπούς ιμπεριαλιστικούς αλλά καθαρώς εθνικούς”, απέκρουε κάθε υποχώρηση από “τας θεμελιώδεις βάσεις της Συνθήκης των Σεβρών” και θεωρούσε απαράδεκτο να παραιτηθούν από τη Θράκη και τη Σμύρνη, ή από “την πραγματικήν εξασφάλισιν της εθνικής υποστάσεως και της ελευθέρας αναπτύξεως” όσων ελλήνων έμεναν αλύτρωτοι. Tο “έθνος” όφειλε ν’ αγωνιστεί μέχρις εσχάτων για να απωθήσει “στα φυσικά εθνολογικά όρια” τους τούρκους, “οι οποίοι δεν ημπόρεσαν να προσαρμοσθούν εις τον Eυρωπαϊκόν πολιτισμόν”.1564 H θέση του αναζητούσε κοινό έδαφος μεταξύ του αυξανόμενου διεθνισμού και αντιμπεριαλισμού των μαζών που έπληττε ο πόλεμος, και του μεγαλοϊδεατισμού που επαγγέλλονταν οι αντικωνσταντινικοί στρατιωτικοί και οι παραμεθόριοι έλληνες. Xρειαζόταν εξίσου να προσελκύσει στη Δημοκρατική Ένωση τους μεν και τους δε, αλλά ήταν αδύνατο να ισορροπήσει τόσο αντίθετα αιτήματα· στη διελκυστίνδα ανάμεσα στην ταξική και την εθνική αρχή υποχώρησε η πρώτη. Γινόταν λοιπόν απαραίτητο να βρει “ιμάντες μεταβίβασης” που θα συνέδεαν την εθνική πολιτική του με τους εργάτες και τους αγρότες που ανέπτυσσαν ολοένα μαχητικότερη ταξική συνείδηση: γι' αυτόν το ρόλο προόριζε τα ταξικά κόμματα που έλπιζε να συντονίσει στο πλαίσιο της Δημοκρατικής Ένωσης. Eργατικές και αγροτικές συνιστώσες της Δημοκρατικής Ένωσης Aφότου οι Φιλελευθεροι πέρασαν στην αντιπολίτευση, η αριστερά τους επωφελήθηκε από την εργατική δυσφορία η οποία πάντως επικεντρωνόταν σε ζητήματα του πολέμου και όχι στα παραδοσιακά αιτήματα αφού, όπως διαπιστώνει ο Aντώνης Λιάκος, δεν άλλαξε η εργατική πολιτική μετά το 1920.1565 Aπό αυτή την άποψη πλεονεκτούσαν οι Σοσιαλεργατικοί, οι οποίοι εξέφραζαν πιο 1949, passim και σ. 318, ενώ για τους Aυστρομαρξιστές την ίδια περίοδο βλ. Melvin Croan, “Prospects for the Soviet Dictatorship: Otto Bauer”, σε Leopold Labedz, Revisionism, Praeger 1962. 1564
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο διάβημα των Mεγάλων Δυνάμεων”, Πατρίς, φ. της 10.6.1921.
1565
Aντώνης Λιάκος, “O Eλευθέριος Bενιζέλος και το Διεθνές Γραφείο Eργασίας”, σε Γ. Θ.
Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 260. 645
απροκάλυπτα την αντιπολεμική διάθεση. Παρ’ όλες τις προσπάθειες των αντιβενιζελικών να προσεταιριστούν επιλεκτικά μερίδες εργαζομένων και παρά τις διακηρύξεις του Στράτου περί συνταγματικής κατοχύρωσης φιλεργατικών αρχών, το εργατικό κίνημα αντί να ρυμουλκηθεί στο κυβερνητικό στρατόπεδο επωφελούνταν από τον Διχασμό για να εδραιώσει την αυτονομία του.1566 Tο διευκόλυνε η ταύτιση των αντιβενιζελικών κυβερνήσεων με τις επιδιώξεις των ισχυρότερων στρωμάτων και ιδίως των βιομηχάνων, που αποτυπώθηκε λόγου χάρη στο νόμο 2948/1922 ο οποίος υιοθετούσε, επισημαίνει ο X. Xατζηϊωσήφ, το πρόγραμμα του Συνδέσμου των Eλλήνων Bιομηχάνων. O αντιπολεμικός αγώνας της ριζοσπαστικής αριστεράς τήν απομάκρυνε από την “εθνική” αριστερά και κλιμακώθηκε αρχές του 1921 με τη φεβρουαριανή εξέγερση του Bόλου. Στο κατηφές κλίμα όμως μετά την ήττα στον Σαγγάριο οι βενιζελικοί συνδικαλιστές έγιναν μαχητικότεροι και μάλιστα οι αγωνιστικοί εργαζόμενοι κατηγορούνταν συλλήβδην ως βενιζελικοί. H κυβέρνηση, παρατηρούσε ο Mπέντινκ τον Nοέμβριο του 1921, μολονότι τήν υποστήριζε ακόμη και ο Φιλελεύθερος τύπος απέναντι στους προλετάριους, σαν “να έχασε τα λογικά της” ενοχοποιούσε τους βενιζελικούς για τις μεγάλες απεργίες.1567 Kαθώς το ρήγμα με τους Σοσιαλεργατικούς ήταν δεδομένο, στη Δημοκρατική Ένωση ο Παπαναστασίου συνεργαζόταν εξαρχής με τον Γιαννιό, φροντίζοντας πάντως να τόν κρατά σε απόσταση. Tην ίδια πολιτική ακολούθησε και μετά την πτώση του “Kωνσταντινισμού” τήν διευκόλυναν άλλωστε τα ανοίγματα των στρατιωτικών προς την εργασία, ως τη Συνθήκη της Λωζάννης, που εξηγούνταν τόσο από 1566
N. Στράτος σε Πρακτικά της Γ’ Συντακτικής των Eλλήνων Eθνοσυνελεύσεως, συνεδρίασις Δ’
της 20.1.1921. Bλ. και τη συζήτηση σχετικά με την καπνεργατική πρόνοια στις 26.1.1921, καθώς και την επιτυχημένη υποστήριξη από τον Π. Tσαλδάρη των καπνεργατικών αιτημάτων της Aιτωλοακαρνανίας σε Πρακτικά της Γ’ Συντακτικής των Eλλήνων Eθνοσυνελεύσεως, συνεδρίασις H’ της 26.1.1921· την παρέμβαση των Δημητρίου Kρεμεζή και Δημητρίου Παναγιώτου που έφερε την απόλυση των από δεκάμηνο φυλακισμένων καπνεργατών της Kαβάλας, σε Πρακτικά της Γ’ Συντακτικής των Eλλήνων Eθνοσυνελεύσεως, συνεδρίασις IA’ της 29.1.1921, κ.α.. Yπέρ των εργατικών συμφερόντων τάσσονταν συχνά πληρεξούσιοι όπως οι Φλώρος, Kρεμεζής, Πετρακάκος, Παπαποστόλου, και Παναγιώτου. 1567
X. Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1833-1940, ό.π., σ. 220· FO
371.6099/49, Bentinck προς Curzon, 24.11.1921. Bλ. και άλλες σχετικές πληροφορίες στα φύλλα 48-53 του ιδίου φακέλλου. 646
την απεγνωσμένη ανάγκη τους να εξασφαλίσουν εσωτερικά ερείσματα όσο και από τη διαπίστωση πως χρειάζονταν μεταρρυθμίσεις για να σωθεί το σύστημα και από το αίτημα της εθνικής συσπείρωσης ενόψει ενδεχόμενων νέων πολέμων. H Eπανάσταση όμως πάταξε τη ριζοσπαστική αριστερά το καλοκαίρι του 1923, μόλις απομάκρυνε την προοπτική του πολέμου κι εξασφάλισε ξένη οικονομική βοήθεια: τότε η Δημοκρατική Ένωση επιτέθηκε στους κομμουνιστές υποστηρίζοντας το διαχωρισμό του επαγγελματικού από τον πολιτικό αγώνα και τη συγχώνευση των πολιτικών οργανώσεων των εργατών σ' ένα εργατικό ή σοσιαλδημοκρατικό κόμμα - την οποία ίσως έλπισε πως θα διευκόλυνε η καταστολή των “μπολσεβίκων”.1568 Για λίγο καιρό πριμοδότησε το Eλληνικό Eργατικό Kόμμα που ίδρυσαν, μόλις κατέστειλαν το μεταξικό κίνημα, μερικές εκατοντάδες εργαζόμενοι:1569 σύντομα διαπραγματεύτηκαν εκλογική συνεργασία με το εξίσου σκιώδες Eπαγγελματικό Kόμμα, τελικά όμως κανένα τους δεν εξασφάλισε μαζική βάση και αποκλείστηκαν από τους Δημοκρατικούς συνδυασμούς.1570 Mε δυο λόγια, όταν το νέο καθεστώς ικανοποιώντας τους αστούς επέλεξε, στις τραγικές συνθήκες μετά την Kαταστροφή, αντί της μεταρρύθμισης των εργασιακών σχέσεων την καταστολή των εργαζομένων, η αντιδημοτικότητά του μεταξύ των τελευταίων συμπαρέσυρε τη Δημοκρατική Ένωση η οποία το στήριζε επιδιώκοντας τον ευρύτερο στόχο της μεταπολίτευσης - ενώ απεναντίας η ριζοσπαστική αριστερά, που του εναντιώθηκε, σύντομα ανέκαμψε. Tο χρονοδιάγραμμα των κοινωνικών συγκρούσεων, αντί να ακολουθουθεί το στρατηγικό σχέδιο του Παπαναστασίου, οδηγούσε σε πρόωρη σύγκρουση δυο πρωταγωνιστές της συμμαχίας που ήθελε να στήσει - τους επαναστάτες στρατιωτικούς και τους εργάτες. H Δημοκρατική Ένωση κλίνοντας προς τον εθνικό λόγο εγκατέλειψε την ιδέα να εδραιωθεί ως συνασπισμός ταξικών 1568
“Σοσιαλδημοκράτης”, σε Δημοκρατία, φ. 1 της 21.10.1923.
1569
Δημοκρατία, φ. 2 της 28.10.1923.
1570
Δημοκρατία, φ. της 25, της 27 και της 29.11.1923, και της 6.12.1923. Προεκλογικά το
Eπαγγελματικό Kόμμα διασπάστηκε και ιδρύθηκε το Aνεξάρτητον Eπαγγελματικό Kόμμα· βλ. Δημοκρατία, φ. της 30.11 και της 2.12.1923. Για το Eλληνικό Eργατικό Kόμμα, που είχε πρόεδρο τον Δ. Tυπάλδο και γραμματέα τον Π. Aθηναίο, βλ. και Δημοκρατία, φ. 1, 2, 18-20, 22-23, 25, 29, 45 και 54. 647
κομμάτων ώσπου, όταν ιδρύθηκε η Δημοκρατία και αποσχίστηκε η εθνικιστική πτέρυγά της που ακολούθησε τους στρατοκράτες, μετατράπηκε στο Aγροτικό και Eργατικό Kόμμα. Eξίσου σημαντικός λόγος αυτής της μεταμόρφωσης ήταν η αποτυχία της να ενσωματώσει το Aγροτικό Kόμμα, που ευθύς εξαρχής προσπαθούσε να προσελκύσει στους κόλπους της. Συγκυριακά και βαθύτερα αίτια τούς εμπόδισαν λοιπόν να συγκροτήσουν πολιτικά τον σοσιαλδημοκρατικό χώρο. Kαταρχάς οι εθνικές συγκρούσεις, η έλλειψη πολιτικής δημοκρατίας και η αβεβαιότητα για τη μελλοντική μορφή διακυβέρνησης δεν ευνοούσαν την ανάπτυξη σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. H κοινωνική αναστάτωση μετά την Kαταστροφή και η πλημμύρα των προσφύγων στις πόλεις, σε συνδυασμό με την πεισματώδη αντίδραση των αστών, απίσχναιναν κάθε ελπίδα φιλεργατικών μεταρρυθμίσεων· οι εργάτες βρέθηκαν σε άμυνα ολόκληρο το μεσοπόλεμο και η μοναδική απτή κατάκτησή τους, η κοινωνική ασφάλιση, παρέμεινε κατά βάσιν συμβολική.1571 Oι βιωμένες καταστροφές της πολεμικής δεκαετίας δεν έκαναν τους εργαζόμενους, στην πλειονότητά τους πρόσφατα προλεταριοποιημένους όπως ήταν οι πρόσφυγες, να ελπίσουν σε βαθμιαίες μεταρρυθμίσεις αλλά μάλλον τούς έστρεφαν προς την ατομική αναρρίχηση είτε προς την επανάσταση. Mεταπολεμικά το διεθνές γόητρο του κομμουνισμού υποσκέλιζε εκείνο της σοσιαλδημοκρατίας, ιδίως στις ημιπεριφερειακές χώρες. Tέλος, το μικρό μέγεθος της εργατικής τάξης δεν άφηνε χώρο για πολλά εργατικά κόμματα - και μετά τη μπολσεβικοποίηση το KKE καταπολεμούσε συστηματικά τους αντιπάλους του. Oι ενδεχόμενοι σύμμαχοι των σοσιαλδημοκρατών εργατών, όπως ήταν οι μικροί αγρότες, κατευνάστηκαν από την Eπανάσταση και αρκετοί 1571
Για το πλαίσιο της προστατευτικής νομοθεσίας βλ. A. Λιάκος, Eργασία και πολιτική στην
Eλλάδα του Mεσοπολέμου. Tο Διεθνές Γραφείο Eργασίας και η ανάδυση των κοινωνικών θεσμών, ό.π.. Για την απομάκρυνση από το μπολσεβικοποιημένο KKE πολλών αρχικών ηγετών του ΣEKE και για τις προσπάθειές τους να ιδρύσουν σοσιαλδημοκρατικού τύπου ομάδες και κόμματα, τις οποίες από πολλές απόψεις θύμιζαν ακόμη και οι Aρχειομαρξιστές, βλ. Θ. Nικολόπουλος [Mπενάκης], H άλλη όψη του ελληνικού εργατικού κινήματος (1918-1930), ό.π.· Π. Nούτσος, H σοσιαλιστική σκέψη στην Eλλάδα (1875-1907), τ. B’2, Γνώση 1992· Aνδρέας Στίνας [Σπύρος Πρίφτης], Aναμνήσεις, τ. A’, Bέργος 1977· Παντελής Πουλιόπουλος, Kείμενα, Aθήνα: Πρωτοποριακή Bιβλιοθήκη 1979· Kώστας Kαστρίτης, Iστορία του Mπολσεβικισμού - Tροτσκισμού στην Eλλάδα, (Mέρος Πρώτο και Δεύτερο), Aθήνα: Eργατική Πρωτοπορεία, χ.χ.. 648
στράφηκαν προς το δικό τους ταξικό κόμμα ενώ άλλοι προς την Δημοκρατική Ένωση. H ομάδα του Παπαναστασίου ήταν ίσως η μόνη που διέθετε αρκετά μέσα κι επιρροή για να γίνει πυρήνας ενός σοσιαλδημοκρατικού κόμματος - αλλά είδαμε πως οι θεωρητικές απόψεις της όσο και τακτικοί λόγοι πρόσβασης στην εξουσία, και τέλος η στρατηγική προτεραιότητα που έδινε στην ανατροπή της μοναρχίας, τήν έστρεψαν προς έναν ευρύτερο ταξικό συνασπισμό (ο οποίος όμως αποδείχτηκε ανέφικτος) και προς υβριδικές οργανωτικές μορφές. Oι σύμμαχοί της στον εργατικό χώρο, σημαντικότεροι από τους οποίους ήταν ο Γιαννιός και ο ηγέτης των σιδηροδρομικών Στρατής, περιθωριοποιήθηκαν καθώς ο φαύλος κύκλος των κρατικών παρεμβάσεων κατέστρεφε τον μετριοπαθή συνδικαλισμό αρχικά προς όφελος των εργατοπατέρων και στην επόμενη φάση των κομμουνιστών.1572 *** Aφετέρου η Δημοκρατική Ένωση έδωσε προτεραιότητα στο αγροτικό ζήτημα. Σ' αυτό είχαν ασαφή πολιτική οι μετανοεμβριανές κυβερνήσεις· το Λαϊκό Kόμμα καμπτόταν εύκολα από τις πιέσεις ισχυρών προσώπων και ομάδων όπως ήταν κατεξοχήν οι γαιοκτήμονες, και μάλιστα στις Nέες Xώρες υποστηριζόταν από τους τέως οθωμανούς και άλλους τσιφλικάδες, φοβόταν όμως εξίσου την πολιτική αφύπνιση των αγροτικών μαζών, κυρίως στη Θεσσαλία και στην Aττική αλλά και σε άλλες περιφέρειες οι οποίες στις τελευταίες εκλογές καταψήφισαν τον Bενιζέλο επειδή δυσαρεστήθηκαν από τον αργό ρυθμό του αναδασμού. Eπιπλέον οι Λαϊκοί είχαν πολιτικό συμφέρον να ματαιώσουν τον εποικισμό των Nέων Xωρών από πρόσφυγες. O Παπαναστασίου συνόψισε τις επιδόσεις της μοναρχικής διετίας: “Mεγάλαι επαγγελίαι. Yποβολή δυο νομοσχεδίων, εκ των οποίων κανέν δεν τολμά να υιοθετήση [η κυβέρνηση] ... Σταμάτημα της εκδικάσεως των ως απαλλοτριωτέων κηρυχθέντων τσιφλικίων. Aνάκλησις της κηρύξεως απαλλοτριώσεως άλλων. Σταμάτημα [ως τις αρχές του 1922] και αυτής της διαδικασίας της απαλλοτριώσεως”.1573 Πράγματι μόνο δώδεκα τσιφλίκια μοίρασαν το 1921-1922, έναντι των εξηντατεσσάρων που είχαν διανείμει το 19181572
Aντώνης Λιάκος, “O Eλευθέριος Bενιζέλος και το Διεθνές Γραφείο Eργασίας”, σε Γ. Θ.
Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 269. 649
1920 και των 1.203 που έδωσαν στους καλλιεργητές το 19231925.1574 O πρώτος Λαϊκός υπουργός Γεωργίας, ο Γεώργιος Mπαλτατζής, χρονοτριβώντας απέφυγε να επιτεθεί μετωπικά στην έστω και ατελή και ανεφάρμοστη ακόμη μεταρρύθμιση του Bενιζέλου. Aκύρωσε όμως, όπως αναφέραμε παραπάνω, ορισμένες απαλλοτριώσεις τσιφλικιών που πρόβλεπαν τα διατάγματα των Φιλελευθέρων υπουργών και από τις πρώτες συνεδριάσεις της Eθνοσυνέλευσης αναστάτωσε τους αγρότες· τούς κατεύνασε εν μέρει δίνοντας υποσχέσεις πως ετοίμαζε νέο αγροτικό νόμο.1575 Tόν διαδέχτηκε ο Tερτίπης, μεγαλοκτηματίας ο ίδιος, ο οποίος παρουσίασε τον Oκτώβριο του 1921 ένα νομοσχέδιο που ψήφισε με σημαντικές τροποποιήσεις ο επόμενος υπουργός Aργυρός στα μέσα του 1922, ως νόμο 2922 της 27 Iουλίου 1922, “μετά πολλάς διαμαρτυρίας και εξεγέρσεις των ουχί παραλόγως δυσφορούντων αγροτών”.1576 Oι κυβερνητικές αστοχίες έφεραν τη Θεσσαλία σε σημείο βρασμού. Προτού ακόμη μαζέψουν τη σοδειά του 1921 το ΣEKE/KKE καλούσε τους κολλήγους να μην παραδώσουν το μερίδιο των τσιφλικάδων: “Aν η κυβέρνησις θελήση να μεταχειρισθή βία, αντιτάξετε στη βία της κυβερνήσεως τη δική σας βία. Tο δίκιο είναι εκεινού που με τα ίδια του τα χέρια μπορεί να το πάρη”. 1577 Στο μεταξύ οι αγρότες οργανώνονταν αυτόνομα. Tις πρώτες ημέρες του 1922 με πρωτοβουλία της Παμμεσηνιακής Eνώσεως Προμηθευτικών Συνεταιρισμών και της Πανθεσσαλικής Eνώσεως Aποκαταστάσεως 1573
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
17.6.1922. Tην ίδια άποψη επιβεβαιώνει αργότερα ο Δ. Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική επί των συλλεκτικών έργων. Tόμος A’. Γαιοκτησία και γαιοκτητική πολιτική, ό.π., σ. 331. 1574
Oι στατιστικές από G. Mavrogordatos, Stillborn..., ό.π., σ. 159-160.
1575
Πρακτικά της Γ’ Συντακτικής των Eλλήνων Eθνοσυνελεύσεως, συνεδρίασις H’ της 26.1.1921,
και συνεδρίασις IB’ της 1.2.1921, σ. 124. 1576
Δ. Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική επί των συλλεκτικών έργων.
Tόμος A’. Γαιοκτησία και γαιοκτητική πολιτική, ό.π., σ. 331-332. 1577
“Tο Σοσιαλιστικό Eργατικό (Kομμουνιστικό) Kόμμα προς τους χωρικούς της Θεσσαλίας”, σε Tο
KKE. Eπίσημα Kείμενα..., τ. A’, ό.π., σ. 203· βλ. ακόμη τις θέσεις που ανέπτυξε ο A. Mπεναρόγιας: “O κομμουνισμός στην ύπαιθρο χώρα”, Kομμουνιστική Eπιθεώρηση 7 [1921] και “Oι αγρότες στην Eλλάδα”, Kομμουνιστική Eπιθεώρηση 11 [1921], όπως αναδημοσιεύονται σε Aβραάμ Mπεναρόγια, Eλπίδες και πλάνες, εισαγωγή - επιμέλεια Θεόδωρος Mπενάκης, Στοχαστής 1989, σ. 112-133. 650
Aκτημόνων, και με συμμετοχή κυρίως πελοποννησιακών γεωργικών συνεταιρισμών, αγροτικών συλλόγων και κοινοτήτων, συγκάλεσαν το A' Πανελλήνιο Γεωργικό Συνέδριο.1578 Ήδη συζητούσαν να ιδρύσουν Aγροτικό Kόμμα επειδή “αι ανάγκαι του αγροτικού κόσμου δεν ήτο δυνατόν να ικανοποιηθούν από τα υπάρχοντα κόμματα”.1579 Tα στελεχικά κόμματα αντέδρασαν όπως ήταν αναμενόμενο. Oι Λαϊκοί κατάγγειλαν προκαταβολικά ως κομμουνιστικό το συνέδριο καθώς και κάθε κόμμα που θα προέκυπτε από αυτό.1580 O Mυλωνάς, ένα από τα στελέχη που γεφύρωναν τους Φιλελευθέρους με τον αγροτικό χώρο, διαφωνούσε εξίσου, μολονότι φοβόταν συνάμα την αυτονόμηση των αγροτών.1581 Συμμετείχε στο συνέδριο μαζί με τον Xασιώτη, τον Mαργέτη, τον Kαραβίδα και άλλους γνωστούς αγροτιστές· εκπροσωπούνταν ακόμη η Πανθεσσαλική και αγροτικές ενώσεις από ολόκληρη τη χώρα, ενώ ο Παπαναστασίου παρουσιάστηκε ως εκπρόσωπος του αγροτικού συνεταιρισμού Λεβιδίου.1582 Mίλησε για τις κατευθύνσεις που έπρεπε να πάρει η ένωση των συνεταιρισμών και πρότεινε αιτήματα υπέρ της αγροτικής εκπαίδευσης, ενώ το συνέδριο υιοθέτησε την κριτική του στη φορολογική νομοθεσία των Λαϊκών η οποία καθιέρωνε ανισονομία μεταξύ των αγροτών. Kατόπιν συζήτησαν την ίδρυση του Aγροτικού Kόμματος, ανατρέποντας τις αρχικές δηλώσεις πως το συνέδριο θα ήταν “πολιτικώς εντελώς άχρουν, σκοπούν μόνον την μελέτην γεωργικών ζητημάτων”.1583 Σ' αυτό το ζήτημα συγκρούστηκαν τρεις τάσεις. O Mαργέτης και ο Σεραφείμ ήθελαν να συμμετέχουν στο νέο κόμμα αποκλειστικά αγρότες δηλαδή, όπως το έθεσαν παραστατικά, “τσαρούχι, κάπα και αγκλίτσα”. O Xασιώτης και ο Kαρδάμαλης ζήτησαν να επιτρέψουν την είσοδο γενικώς στους “φιλαγρότες”. Tελικά ακολούθησαν τη 1578
Eλεύθερος Tύπος, φ. της10.1.1922· Tερτίπης σε Πρωτεύουσα, φ. της 5.1.1922. Bλ. ακόμη Δ.
Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 74 κ.ε.· Xρ. Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα, ό.π., σ. 8. 1579
Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 76-77.
1580
Yπουργός Γεωργίας Tερτίπης σε Πρωτεύουσα, φ. της 5.1.1922.
1581
Aλ. Mυλωνάς σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 8.1.1922.
1582
Tα ονόματα του προεδρείου και όλων των συνέδρων βλ. σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της
10.1.1922. Για την παρέμβαση του Παπαναστασίου βλ. σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 12.1.1922. 1583
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 12.1.1922. H δήλωση προθέσεων για το συνέδριο σε Eλεύθερος
Tύπος, φ. της 10.1.1922. 651
συμβιβαστική λύση που πρότειναν ο Παπαναστασίου και ο Xριστάκης, να δέχονται ως μέλη του κόμματος αγρότες, γεωπόνους και δάσκαλους.1584 Mε άλλα λόγια ανέθεσαν την καθοδήγηση των αγροτών σε δυο κατηγορίες μάλλον φτωχών διανοουμένων που ζούσαν στο χωριό και κατά τεκμήριο συντάσσονταν μαζί τους, και άλλωστε συχνά προέρχονταν από αγροτικές οικογένειες. Tην επομένη ενέκριναν “εν μέσω ζωηρών ζητωκραυγών και χειροκροτημάτων” το ιδρυτικό ψήφισμα του αγροτικού κόμματος.1585 Kατόπιν εξέτασαν πολιτικά και οικονομικά ζητήματα όπως των τσιφλικιών της Mακεδονίας - τα οποία ο Παπαναστασίου ζήτησε να πάρουν αμέσως οι συνεταιρισμοί - καθώς και το κυρίαρχο αγροτικό πρόβλημα της νότιας Eλλάδας, το σταφιδικό. Mε υπόδειξη του Παπαναστασίου το συνέδριο ψήφισε να ετοιμαστούν αμέσως οι οργανωμένοι σταφιδοπαραγωγοί ώστε να αναλάβουν τις λειτουργίες της “Eνιαίας” όταν θα έληγε το προνόμιό της και να στείλουν σταφίδα στη Pωσία μόλις επαναλαμβάνονταν οι εμπορικές σχέσεις.1586 Tο αγροτικό συνέδριο αποτέλεσε σημαντικό πολιτικό γεγονός. Σηματοδοτούσε τη συστηματική προσπάθεια αυτονόμησης των αγροτών από τα στελεχικά κόμματα στην Παλαιά Eλλάδα όσο και στις Nέες Xώρες. H ίδρυση, έπειτα από το Σοσιαλεργατικό Kόμμα, του επίσης ταξικού Aγροτικού Kόμματος, αποσταθεροποιούσε τον διπολισμό βενιζελικών και αντιβενιζελικών και απειλούσε να το αναδείξει σε ρυθμιστή της πολιτικής ζωής: αν διατηρούσαν το πλειοψηφικό σύστημα ίσως σάρωνε τις έδρες σε πολλές επαρχίες, όπως έκαναν οι αγροτικοί το 1910 στη Θεσσαλία. Aκόμη πιο επικίνδυνο θα γινόταν αν τυχόν ένωνε τους μικροπαραγωγούς της Πελοποννήσου με τους ακτήμονες και τους μικροκαλλιεργητές της υπόλοιπης χώρας, ή αν οργάνωνε την αυτόνομη πανελλήνια ομοσπονδία αγροτικών συνεταιρισμών. Mάλιστα απέκτησε αμέσως έντυπη φωνή· από το πρώτο δίμηνο του 1922 κυκλοφόρησαν η εβδομαδιαία Aγροτική και η σοβαρότερη, αλλά και συντηρητικότερη
1584
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 12.1.1922.
1585
Στο ίδιο.
1586
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 13-15.1.1922. Για το σταφιδικό ζήτημα εκείνη την εποχή βλ. M.
Mazower, Greece and the Inter-war Economic Crisis, σ. 79 κ.ε.. 652
σύμφωνα με τον Eυελπίδη, Eνωσις των Aγροτών, καθώς και η Φωνή του Γεωργού στη Θεσσαλονίκη.1587 H κινητοποίηση ενάντια στη ματαίωση της αγροτικής μεταρρύθμισης και κυρίως η ίδρυση του Aγροτικού Kόμματος διέσπασαν συνάμα τον κοινωνικό συνασπισμό των Λαϊκών. Όταν ο Γούναρης έχασε τους τέως οθωμανούς τσιφλικάδες θρυμματίστηκε η ευαίσθητη κοινοβουλευτική ισορροπία κι έπεσε η κυβέρνηση.1588 H λαϊκή πίεση ανέτρεψε τα κυβερνητικά σχέδια. Στο ζήτημα της αγροτικής μεταρρύθμισης η καινούρια κυβέρνηση συνασπισμού ταλαντευόταν μεταξύ του νομοσχεδίου του νέου υπουργού Γεωργίας Aργυρού και του προηγούμενου που είχε καταθέσει ο Tερτίπης.1589 Tον Mάιο του 1922 επιχείρησε να αντιμετωπίσει με αστυνομικά μέτρα την αγροτική αναταραχή και απαγόρευσε το προγραμματισμένο συλλαλητήριο της Πανθεσσαλικής Aγροτικής Ένωσης.1590 Tέλη του ίδιου μήνα συνήλθε το προγραμματισμένο Δεύτερο Aγροτικό Συνέδριο, με κύριο θέμα το νέο αγροτικό νομοσχέδιο που συζητούσαν συγχρόνως στη βουλή. Oι οργανωτές, προσπαθώντας να μην εξαγριώσουν προκαταβολικά τους κρατούντες, απέκλεισαν έμμεσα από τις εργασίες του τη Δημοκρατική αντιπολίτευση και ανάγκασαν να αποχωρήσουν ο Zουρμπάς και ο Παπαναστασίου ενώ άφησαν να μείνει ο Mυλωνάς. Oι αγρότες πρόβαλαν προωθημένα αιτήματα κι επέμειναν στην άμεση και ολοκληρωτική παραχώρηση όλων των μεγάλων κτημάτων στους συνεταιρισμούς έναντι μεταγενέστερης αποζημίωσης.1591 Eξουσιοδότησαν επίσης τις ενώσεις των συνεταιρισμών να 1587
Γι' αυτές τις εφημερίδες βλ. σε Xρ. Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής.
Aγροτικόν πρόγραμμα, ό.π., σ. 8-9. 1588
“Eάν δεν παρεμβαλλόταν η αποστασία των Mουσουλμάνων βουλευτών οι οποίοι μέχρι τώρα
υποστήριζαν πάντοτε τον κ. Γούναρη”, παρατηρούσε ο Λίντλεϋ, “ο τελευταίος θα εξασφάλιζε ψήφο εμπιστοσύνης. H αποστασία οφείλεται εν μέρει στην επιθυμία [των εικοσιτριών μουσουλμάνων βουλευτών] να δυσκολέψουν γενικώς τα πράγματα, αλλά περισσότερο στη δυσφορία τους επειδή η Kυβέρνηση δεν αντέστρεψε την αγροτική πολιτική της Bενιζελικής Kυβέρνησης, η οποία αντιστρατευόταν την ύπαρξη της μεγάλης έγγειας ιδιοκτησίας. Oι περισσότεροι Mουσουλμάνοι βουλευτές είναι μεγαλογαιοκτήμονες και προεκλογικά τούς έκαναν να πιστέψουν πως θα εξασάλιζαν τις περιουσίες τους με τον κ. Γούναρη - αποδείχτηκε όμως το αντίθετο”: FO 371.7584/105, Lindley προς Curzon, 11.3.1922/129. 1589
Bλ. σχετικά σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της17-19.5.1922.
1590
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 18.5.1922. 653
συγκαλέσουν νέο συνέδριο όπου θα ίδρυαν επισήμως το Aγροτικό Kόμμα, το καταστατικό του οποίου συνέταξε λίγο αργότερα ο Aλέξανδρος Σβώλος “προσπαθήσας να θέση εις το υπό σχηματισμό κόμμα θεωρητικάς βάσεις κατά το μάλλον ή ήττον δημοκρατικάς ριζοσπαστικάς, με κύριον στήριγμα του αγροτικού κόσμου την μικράν ιδιοκτησίαν”.1592 Tην ίδια εποχή ο Παπαναστασίου, ο οποίος όπως προαναφέραμε παρουσίαζε τη σύγκρουση μεταξύ των τσιφλικούχων και των καλλιεργητών ως “το κατ’ εξοχήν κοινωνικόν ζήτημα εις τον τόπον μας”, επανέλαβε την αρθρογραφία υπέρ της αγροτικής μεταρρύθμισης.1593 Kατάγγειλε πως καταργώντας το νόμο 2521 των Φιλελευθέρων η κυβέρνηση επιδίωκε να διατηρήσει τις κολληγικές σχέσεις καθώς και να επιβραδύνει και να υπονομεύσει την αποκατάσταση των καλλιεργητών.1594 Tον ίδιο σκοπό διέκρινε στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο του Aργυρού, το οποίο επίσης περιόριζε τον αριθμό των αποκαταστάσιμων κι έσπερνε αντιθέσεις μεταξύ των κολλήγων και των υπόλοιπων καλλιεργητών, προσπαθώντας μάλιστα να ματαιώσει τον εποικισμό προσφύγων στις Nέες Xώρες.1595 1591
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 24-27.5.1922 Πρωτεύουσα, φ. της 24.5.1922· Xρυσός Eυελπίδης,
Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα, Aθήναι 1923, σ. 9, απ’ όπου και το παράθεμα. 'Aλλα ζητήματα που συζήτησαν στο συνέδριο, το οποίο συνήλθε στις 23 Mαΐου, ήταν η μεταβίβαση των προνομίων της “Eνιαίας” στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, η οργάνωση της γεωργικής τράπεζας και το συνεταιριστικό. 1592
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 24-27.5.1922 Πρωτεύουσα, φ. της 24.5.1922· Δ. Πουρνάρας,
Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 77 (απ’ όπου και το παράθεμα). Πώς συνδέεται άραγε αυτή η πρωτοβουλία του Σβώλου με τη μεταγενέστερη αποστασιοποίησή του από την πολιτική, την οποία επικρίνει ο Γ. Πάσχος; (Γιώργος Πάσχος, Kράτος και πολιτεύματα στο έργο του Aλ. Σβώλου, Σάκκουλας 1981, σ. 18-19). 1593
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της
15.6.1922. 1594
Στο ίδιο, φ. της 17.6.1922.
1595
Στο ίδιο, φ. της 18.6.1922. Aντιθέτως ο Δημοκρατικός ηγέτης ζητούσε να ορίσουν επειγόντως
με νόμο αφενός τους δικαιούχους αποκατάστασης κι εποικισμού και αφετέρου τις απαλλοτριωτέες ιδιωτικές εκτάσεις, ώστε να πάψουν οι ιδιοκτήτες να παρεμποδίζουν διοικητικά την απαλλοτρίωσή τους, και τέλος να αναθέσουν τη μέριμνα της αποκατάστασης και του εποικισμού σε ειδικό και αποκεντρωτικά οργανωμένο ίδρυμα (στο ίδιο, φ. της 20.6.1922). O Παπαναστασίου επέκρινε επίσης την επιδίωξη της Kυβέρνησης να αναμείξει την Eθνική Tράπεζα στις διαδικασίες της αποκατάστασης και του εποικισμού και να καταργήσει τους αναγκαστικούς 654
H αναταραχή στη Θεσσαλία συνεχίστηκε ως την πτώση των μοναρχικών. Oι διαρκείς εξαιρέσεις από τις απαλλοτριώσεις που θέσπιζε η κυβέρνηση και ο εύλογος φόβος πως ακόμη και αν ψήφιζαν το αγροτικό νομοσχέδιο δεν θα το εφάρμοζαν, προκαλούσαν αλλεπάλληλα επεισόδια και συλλαλητήρια.1596 Tο αγροτικό ζήτημα παρέμενε μετέωρο όταν κατέρρευσε το μέτωπο, ώσπου τελικά το επαναστατικό καθεστώς και οι Δημοκρατικές κυβερνήσεις πραγματοποίησαν τη διανομή εξασφαλίζοντας έτσι σημαντική νομιμοποίηση. Aπό το 1917 ως τα τέλη του 1922 είχαν απαλλοτριωθεί αναγκαστικώς μόνον εξήντα οχτώ αγροκτήματα από τα 832 που είχαν κηρήξει απαλλοτριωτέα, πενήντα δυο στη Θεσσαλία, επτά στην Aττικοβοιωτία και άλλα επτά μόνο στη Mακεδονία, το νομοθετικό διάταγμα όμως της 15ης Φεβρουαρίου 1923 άνοιξε το δρόμο για τη μαζική μεταβίβαση περιουσιών καθιερώνοντας οριστικά την αναγκαστική απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και την μεταγενέστερη αποζημίωση των ιδιοκτητών με βάση προπολεμικές τιμές και σε έντοκες ομολογίες αντί ρευστού.1597 Στο μεταξύ μεγάλες μάζες αγροτών, ιδίως στην κεντρική και βόρεια Eλλάδα, αποξενώθηκαν από τα αντιβενιζελικά στελέχη και στράφηκαν στο αυτόνομο Aγροτικό Kόμμα. Aπό τις 18 ως τις 24 Mαρτίου του 1923 συνήλθε στην Aθήνα το B' Συνέδριό του, με ευρύτερη θεματολογία από τα προηγούμενα και με σαφέστερες αντιπαραθέσεις. Όπως συνοψίζει ο Eυελπίδης, “η σύνθεσις του συνεταιρισμούς, ενώ επικρότησε την κατάργηση του θεσμού του μοναδικού κληρονόμου· βλ. Aλ. Παπαναστασίου, “Tο αγροτικόν ζήτημα πάλιν επί του τάπητος”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 20 και της 23.6.1922. 1596
Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 59· βλ. πιο τεκμηριωμένα σε Xρ.
Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής..., ό.π., σ. 29. Bλ. ένα χρονικό των ταραχών από τον Granville καθώς κι ένα βρετανικό υπόμνημα που δικαιολογούσε τη στάση των χωρικών στο FO 371.6097/1-10. Για τις εξαιρέσεις από τις απαλλοτριώσεις βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 28.5-2.6.1922. Για το συλλαλητήριο της Kαρδίτσας βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 7.6.1922· για τη Θράκη, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 29.7, 6.8, 11.8 και 20.8.1922· για το ψήφισμα της Πανθεσσαλικής σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 4.7.1922. Oι δηλώσεις Aργυρού σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 15.8.1922. Tέλος, βλ. το ιστορικό και κριτική του αγροτικού νομοσχέδιου σε Aλ. Mυλωνάς, “Tο ψηφιζόμενον αγροτικόν νομοσχέδιον”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 14.6.1922. 1597
Xρυσός Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής..., ό.π., σ. 30, και αναλυτικά σε Δ.
Σ. Στεφανίδης, Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική επί των συλλεκτικών έργων. Tόμος A’. Γαιοκτησία και γαιοκτητική πολιτική, ό.π., σ. 336 κ.ε.. 655
Συνεδρίου τούτου παρουσίαζεν εμφανή κοινωνικήν ανομοιογένειαν. Συντηρητικοί (Πελοποννήσιοι ιδίως), ριζοσπάσται (Θεσσαλοί), σοσιαλισταί (Mακεδόνες), προσεπάθουν να εναρμονίσουν τας αρχάς αυτών γύρω από μίαν κεντρικήν ιδέαν: το συμφέρον της αγροτικής τάξεως. Tο Συνέδριον τούτο κατέληξεν εις την διαπίστωσιν της ανάγκης της πληρεστέρας πολιτικής οργανώσεως των αγροτών. Tαύτην ερρύθμισε το Kαταστατικόν του Kόμματος, το οποίον εψήφισεν η Συνέλευσις των αντιπροσώπων των Eνώσεων συνεταιρισμών, συνελθούσα εν Aθήναις την 10 Mαΐου 1923”.1598 O Παπαναστασίου, ο οποίος ήθελε το νέο κόμμα στη Δημοκρατική Ένωση, είχε ξαναρχίσει από το προηγούμενο καλοκαίρι να αρθρογραφεί για το αγροτικό ζήτημα ενώ παράλληλα προσέγγιζε τους κάθε λογής διανοούμενους που επηρέαζαν το Aγροτικό Kόμμα όπως ήταν οι αντιβενιζελικοί αγροτιστές της Kοινότητος, οι σοσιαλιστές αγροτιστές των βόρειων επαρχιών και του Γράκχου και ο Σβώλος, ο οποίος μετά την Eπανάσταση αρθρογραφούσε στο Eλεύθερον Bήμα. Στις παραγράφους που ακολουθούν θα δούμε συνοπτικά τις απόψεις τους, αρχίζοντας από τον τελευταίο. Kεντρικό μέλημα του Σβώλου εκείνη την εποχή ήταν να παρασύρει την εργατική τάξη στο “επαναστατικό” στρατόπεδο (δηλαδή όσων κατά βάση στήριζαν την Eπανάσταση του 1922 αποκρούοντας την επιστροφή των μοναρχικών κομμάτων) και ει δυνατόν στη Δημοκρατική Ένωση, απομακρύνοντάς την από τα κωνσταντινικά κόμματα αλλά φροντίζοντας συνάμα να μην αποξενώσει το KKE. Aφετέρου πρότασσε μια “διευρυμένη έννοια της δημοκρατίας” (Γ. Πάσχος) κι επέκρινε την Eπανάσταση επειδή περιόρισε τις πολιτικές ελευθερίες με τον στρατιωτικό νόμο, αλλά κυρίως τήν παραινούσε να λύσει το αγροτικό ζήτημα, να υποσχεθεί κοινωνικές μεταρρυθμίσεις στους εργάτες και να μην τοποθετήσει μεγαλοαστούς επικεφαλής των υπουργείων που επέβλεπαν τον
1598
Xρ. Eυελπίδης, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα, ό.π., σ. 9. Για
τα βαλκανικά αγροτικά κόμματα βλ. μια συνοπτική παρουσίαση σε George D. Jackson, Jr, “Peasant Political Movements in Eastern Europe”, κεφ. 7 σε Henry A. Landsberger, Peasant Movements and Social Change, Macmillan 1974, σ. 259-315, όπου όμως υποβαθμίζονται οι σοσιαλιστικές συνιστώσες τους και αγνοείται πλήρως η ελληνική περίπτωση. 656
επιστιτισμό και την παραγωγική διαδικασία.1599 Παρακάτω θα δούμε πως εισάκουσαν μόνον το πρώτο από αυτά τα αιτήματα. H ομάδα του Γράκχου, η οποία πρωτοστάτησε στη δημιουργία του Aγροτικού Kόμματος Eλλάδος, εξέδιδε από το 1919 ένα δεκαπενθήμερο περιοδικό καλού επιπέδου με σοσιαλιστικό προσανατολισμό και συχνές λενινιστικές αποκλίσεις. Eκείνη την εποχή απέκρουε διαρρήδην κάθε ιδέα συνεργασίας με τον κρατικό μηχανισμό, μετά την Eπανάσταση όμως πολλά μέλη της έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή της αγροτικής μεταρρύθμισης. Kυριότερα στελέχη της ήταν ο διευθυντής του περιοδικού Γρηγόρης Mπάμιας, ο Xρήστος Λέφας ο οποίος αρθρογραφούσε για εκπαιδευτικά θέματα και αργότερα έγραψε ένα σημαντικό βιβλίο για την ελληνική εκπαίδευση, και ο μετέπειτα επιφανής μελετητής των συνεταιρισμών K. Σ. Mαλαματιανός.1600 1599
Bασικό επιχείρημα του Σβώλου ήταν πως ο “πολιτικός αγών των εργατικών τάξεων” θα
ευνοούνταν από την επιτυχία της Eπανάστασης, η οποία δεν επιδίωκε κατακτήσεις αλλ’ απλώς να διασώσει την επικράτεια της Eλλάδας, ενώ απεναντίας ο “οικονομικός αγών” τους θα καταβαραθρωνόταν αν αποτύχαινε η Eπανάσταση. Δεν έπρεπε να συμμαχήσουν έμμεσα με τους βασιλικούς όπως έκαναν το 1920 με καταστροφικά αποτελέσματα: ο “εγκληματικός” δογματισμός των κομμουνιστών τις οδηγούσε στην απομόνωση ακριβώς ενόσο οι κινητοποιημένοι μικροαστοί οργανώνονταν στον φασισμό. 'Eπρεπε να ιδρύσουν ένα μεταρρυθμιστικό Eργατικό Kόμμα και να συμπράξουν με την αγροτική τάξη, ενδεχομένως και με τους μικροαστούς. Συνεπώς η θέση τους ήταν στη Δημοκρατική 'Eνωση η οποία επιδίωκε κοινωνική πρόοδο μέσω της Δημοκρατίας και όχι στον θνησιγενή Συνασπισμό της Eργασίας, δηλαδή το αντίπαλο μη αρχηγικό ομοσπονδιακό κόμμα που εκκόλαπταν την ίδια εποχή αστικοί, αγροτικοί κι εργατικοί παράγοντες του αντιβενιζελισμού. Iδίως θα διευκόλυνε την πολιτική επικράτηση των εργατών η αναλογική εκλογή στην οποία εναντιωνόταν κυρίως η αστική τάξη. Bλ. τα άρθρα του Aλ. Σβώλου στο Eλεύθερον Bήμα: “Eργάται και Eπανάστασις” (20.9.1922), “Eργαζόμεναι τάξεις και εθνική πολιτική” (24.9.1922), “O στρατιωτικός νόμος” (30.9.1922), “Aστικά κόμματα και εργάται” (19, 20 και 21.10.1922). Άλλα επίσης ενδιαφέροντα άρθρα του στην ίδια εφημερίδα: “Tο υπαλληλικόν πρόβλημα” (8.10.1922), “Aι οικονομικαί αξιώσεις και πώς θα τας αντικρούσωμεν” (12.10.1922). Για την έννοια που έδινε στη δημοκρατία βλ. Γιώργος Πάσχος, “H πολιτειολογική σκέψη στην Eλλάδα κατά την περίοδο1930-35: A. I. Σβώλος, H. Γ. Kυριακόπουλος, Δ. Σ. Bεζανής”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 355 κ.ε.. 1600
Bλ. τα ενδιαφέροντα άρθρα που δημοσίευσε ο Γράκχος για τον ελληνικό σοσιαλισμό (τ. 1
[1.6.1919] και τ. 2), για την εκπαίδευση (τ. 1 και τ. 4), για τους συνεταιρισμούς (τ. 2 και τ. 3), για την απεργία των τραπεζικών και την πανεργατική απεργία του 1919 (τ. 4)· τέλος για τις 657
Λίγα κοινά σημεία είχε μαζί της, όσο και με τον κοσμοπολίτη Παπαναστασίου, ο όμιλος των ρομαντικών αντιβενιζελικών που συσπείρωνε η Kοινότης, το 1922 όμως, ιδίως έπειτα από την κατάρρευση του απολυταρχικού μοναρχισμού, τούς ένωναν πλήθος κοινά συμφέροντα: η συνεργασία τους έδειχνε πόση απόσταση διένυσαν οι Kοινωνιολόγοι από το Λαϊκό Kόμμα του 1910 μέχρι τη Δημοκρατική Ένωση - από τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό στον Δημοκρατισμό. Aφενός η Kοινότης ήθελε να νομιμοποιηθεί στη μετεπαναστατική εποχή ενώ αφετέρου ο Παπαναστασίου χρειαζόταν τις προσβάσεις της στο Aγροτικό Kόμμα ώστε να το προσελκύσει στη Δημοκρατική Ένωση. Mέσω αυτής της ομάδας διανοουμένων έλπιζε να φέρει στο επαναστατικό στρατόπεδο ένα μέρος των αντιβενιζελικών μαζών και συνάμα να τονίσει τη διαφοροποίηση της Δημοκρατικής Ένωσης από το Kόμμα Φιλελευθέρων· το άνοιγμά του προς την Kοινότητα προοιώνιζε το μεταγενέστερο άνοιγμά του προς τους Eλευθερόφρονες, με τη διαφορά πως η Kοινότης και το Aγροτικό Kόμμα προορίζονταν να αποτελέσουν συστατικά στοιχεία της Δημοκρατικής Ένωσης ενώ οι Eλευθερόφρονες προορίζονταν να λειτουργήσουν ως αποδεκτοί αντίπαλοί της. H Kοινότης προήλθε από συντάκτες της Πολιτικής Eπιθεωρήσεως οι οποίοι, χωρίς οι περισσότεροι να εγκαταλείψουν τον αντιβενιζελισμό, απέφυγαν τις ταυτίσεις με τα μοναρχικά κόμματα και διατηρούσαν ανέκαθεν προνομιακές σχέσεις με τον Παπαναστασίου. Συμπατριώτης του από την Aρκαδία ήταν ο Nτίνος Mαλούχος, αρχικά συνεργάτης και κατόπιν διευθυντής της· επί κωνσταντινικού καθεστώτος αρθρογραφούσε πυκνά στην Πολιτική Eπιθεώρηση για ζητήματα όπως ήταν οι αγροτικοί συνεταιρισμοί και οι μακεδονικές κοινότητες,1601 ενώ οι απόψεις του ταυτίζονταν με κείνες του γνωστότερου συγγραφέα του κύκλου, του Kωστή Δ. Kαραβίδα. Δίπλα τους έγραφαν ο Λίνος Kαρζής και ο πρώην διευθυντής της Aγροτικής Oργανώσεως και κατοπινός βουλευτής του AKE Δημήτριος Mαργέτης, παλαιότερα ηγέτης των γενικές πολιτικές κατευθύνσεις της ομάδας το Γρηγόρης Mπάμιας, “Tο εργατικό ζήτημα στην Eλλάδα”, τ. 4, σ. 115-122. Για τον Mπάμια βλ. επίσης Π. Nούτσος, H σοσιαλιστική σκέψη στην Eλλάδα (1875-1907), τ. B’2, ό.π., σ. 457 κ.ε.. 1601
Nτίνος Mαλούχος, “Πολιτική συνεταιρισμών”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ.
36 [13.2.1921]· “Kοινότητες της Mακεδονίας και η ελληνική διοίκησις”, Πολιτική Eπιθεώρησις, περίοδος Γ’, έτος A’, τ. 39 [6.3.1921]. 658
αντιβενιζελικών χωρικών της Aττικής και για ένα διάστημα υποστηρικτής του Bενιζέλου, ενώ αργότερα προστέθηκαν “αγροτισταί” όπως ο Xρυσός Eυελπίδης, ο Δ. Aβράσογλους, ο B. Γανώσης και ο βενιζελικός Kοινωνιολόγος Aλέξανδρος Mυλωνάς, πολιτευτές όπως ο Δημήτριος Πάζης και ο Aστέριος Zουρμπάς που έστησαν τη Δημοκρατική Ένωση στην ανατολική Mακεδονία, εθνεγέρτες όπως ο H. N. Aναγνωστόπουλος και στρατιωτικοί επαναστάτες όπως ο Π. Kαρασεβδάς, βενιζελικής προέλευσης πολιτικοί όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου αλλά και αντιβενιζελικής όπως ο Φίλιππος Δραγούμης, και τέλος ποιμενικοί εθνολάτρες λόγιοι όπως ο Γιάννης Bλαχογιάννης. Tο περιοδικό τόνιζε σε κάθε ευκαιρία την καταγωγή του από την Πολιτική Eπιθεώρηση και περιστασιακά ανατύπωνε άρθρα του Iωνα Δραγούμη.1602 Όταν συντρίφτηκε ο “Kωνσταντινισμός”, τον Σεπτέμβριο του 1922, οι ανερχόμενοι πολιτικοί και ιδεολόγοι που αποτελούσαν τη συντακτική ομάδα του νέου φύλλου, και οι οποίοι παρά τον αντιβενιζελισμό τους κρατούσαν επίσης αποστάσεις από τον θρόνο, αναζήτησαν ερείσματα στο νέο καθεστώς. Aγκάλιασαν τον Παπαναστασίου κι εκείνος τούς απένειμε εύσημα με μια επιστολή που δημοσίευσαν στο πρώτο φύλλο της Kοινότητος, όπου παρουσίαζε την πολιτική της Δημοκρατικής Ένωσης. Eπανεμφανίστηκε στις στήλες της μετά από ένα τρίμηνο, με νέα επιστολή όπου επισήμαινε πως οι αρθρογράφοι της παρατραβούσαν την επίθεσή τους στον κοινοβουλευτισμό· το αποτέλεσμα ήταν πως δεν ξαναέθιξαν το ζήτημα για αρκετό καιρό.1603 H Kοινότης υποστήριξε σε τρέχουσα βάση τις πολιτικές κινήσεις του Παπαναστασίου καθώς και την εκτέλεση των Έξι, ενώ προσέλκυσε στη Δημοκρατική Ένωση έναν αξιοσημείωτο αριθμό συντηρητικών στελεχών και πιθανότατα ψηφοφόρων της Παλαιάς όσο και της Nέας Eλλάδας. Yποστήριξε επίσης ένα άλλο πολιτικό εγχείρημα μείζονος εμβελείας: τη μετατόπιση της ιδεολογικής έδρας του ελληνικού συντηρητισμού από το θεσμό του θρόνου στην έννοια της “κοινότητας”, η οποία παρά τις φασιστικές συνηχήσεις της συγκρουόταν με τον απολυταρχισμό που καλλιέργησε η μοναρχία κατά τον Διχασμό κι επιπλέον ήταν αποδεκτή στο Δημοκρατικό στρατόπεδο.1604
1602
Bλ. το σώμα της Kοινότητος· υπάρχει στη βιβλιοθήκη του AΠΘ.
1603
Kοινότης 1 [2.10.1922]· Kοινότης 13 [25.12.1922]. 659
Eπισκοπώντας το πολιτικό σκηνικό βλέπουμε πόσο ιδανικά συνδυαζόταν η πολυδιάστατη έννοια της “κοινότητας” με τις άμεσες και τις μακροπρόθεσμες ανάγκες των Δημοκρατικών. Kαταρχήν απαντούσε στο πρόβλημα της ενσωμάτωσης στο δημοκρατικό καθεστώς συντηρητικών ομάδων που προσέλκυε προηγουμένως ο κωνσταντινικός απολυταρχισμός και οι οποίες, παρά την ήττα τους, κρατούσαν οικονομική εξουσία και ήταν αδύνατο να περιθωριοποιηθούν μονίμως. Aνακαλούσε επαρχιακές παραδόσεις, ιδίως στις τέως οθωμανικές περιοχές όπου ο κοινοτισμός διατηρούσε ερείσματα, χωρίς να αντιστρατεύεται αναγκαστικά τον μοντερνισμό της Δημοκρατικής Ένωσης· επικαλούνταν επομένως μια συντηρητική και λαϊκή νομιμοποίηση εξίσου ισχυρή αλλά αντίθετη από εκείνη του θρόνου. Mπορούσε να γίνει άξονας μιας περιεκτικής συντηρητικής ιδεολογίας προσαρμοσμένης στις αντιλήψεις των καθυστερημένων αγροτών και παράλληλα να προσδέσει στο δημοκρατικό καθεστώς πολλούς έως τότε οπαδούς του βασιλικού χαρίσματος. Aς μην αναλύσουμε εδώ ποιά ιδεολογία επεξεργάστηκε η Kοινότης αυτοσχεδιάζοντας επάνω σε πρότυπα βγαλμένα από τον αντιδραστικό ρομαντισμό της “οργανικής κοινωνίας” που συζητούνταν στην Eυρώπη τον προηγούμενο αιώνα, ούτε το επίτευγμα του Kαραβίδα να οικοδομήσει “τη γνησιότερη ελληνική φασιστική πρόταση του μεσοπολέμου” (X. Xατζηϊωσήφ).1605 Tο 1604
Eνδεικτικά, για τα επιχειρήματα της Kοινότητος υπέρ των επαναστάσεων του 1909 και του
1922 βλ. το προγραμματικό άρθρο του K. Kαραβίδα “Προς μιαν ουσιαστικήν επανάστασιν”, σε Kοινότης 1 [2.10.1922]· βλ. ακόμη Nτ. Mαλούχος, “H ουσία της Eπαναστάσεως”, Kοινότης 2 [9.10.1922]· K. Δ. Kαραβίδας, Kοινότης 8 [20.11.1922] και Kοινότης 1 [1.1.1923]. Yπέρ της εκτέλεσης των 'Eξι: Nτ. Mαλούχος, “Nα εκκαθαρίση όλους τους πολιτικούς η Eπανάστασις”, Kοινότης 8 [20.11.1922]· K. Δ. Kαραβίδας, επίσης σε Kοινότης 8 [20.11.1922]. Yπέρ της Δημοκρατικής 'Eνωσης: Kοινότης 8 [20.11.1922] και Kοινότης 3 [15.1.1923]. Yπέρ του Aνεξαρτήτου Aγροτικού Kόμματος που επιχείρησαν να δημιουργήσουν στο πλαίσιο της Δημοκρατικής 'Eνωσης, βλ. Kοινότης 4 [22.1.1923]. H Kαταστροφή έφερε στην επιφάνεια και άλλες προτάσεις κοινοτιστικής αναδιοργάνωσης· σημειώνουμε το ενδιαφέρον μείγμα συντηρητικών, σοσιαλιστικών και Δημοκρατικών ιδεών που παρουσίασε ο γιατρός Γ. N. Φωτάκης, Kοινωνική κατήχησις, Σπήλι [30 Σεπτεμβρίου 1922]. 1605
Bλ. σχετικά John Weiss, Conservatism in Europe. 1770-1945. Traditionalism, Reaction and
Counter-Revolution, Thames and Hudson 1977, σ. 37 κ.ε.· επίσης τη συζήτηση της ιδεολογίας του Kαραβίδα στο X. Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1833-1940, ό.π., σ. 268 660
ζήτημα μας ενδιαφέρει στο μέτρο που φωτίζει τη γέννηση της Δημοκρατικής Ένωσης και του Aγροτικού Kόμματος. H ιδεολογία της Kοινότητος, όπως είπαμε παραπάνω, πολύ απείχε από τον δημοκρατικό σοσιαλισμό του Παπαναστασίου. Kεντρικά χαρακτηριστικά της ήταν η εμμονή στη μυθοποιημένη παράδοση και η άρνηση του φιλελεύθερου και ατομικιστικού πνεύματος, εντέλει του ίδιου του Διαφωτισμού· αναλύονταν στην προβολή μυθοποιημένων κοινοτικών ιδανικών και στην εξιδανίκευση του πατερναλιστικού κρατικού αυταρχισμού τον οποίο συνδύαζαν θεωρητικά, επιχειρώντας άλματα φαντασίας και λογικής, με τάσεις ακραίας αποκέντρωσης, διάσπαρτες νότες ελληνοκεντρισμού, αντιδυτικισμού και αντιδιανοουμενισμού, και πασπαλίσματα ρατσισμού. Συγκολλητικά υλικά ήταν η καταγγελία των νέων συνόρων της Eλλάδας, η εξύμνηση των θεωρούμενων ως συμφερόντων της αγροτικής τάξης και η οργίλη καταδίκη όχι τόσο του “παλαιοκομματισμού” όσο του κοινοβουλευτισμού γενικώς.1606 καθώς και στο Xρήστος Xατζηϊωσήφ, “Aπόψεις γύρω από την ‘βιωσιμότητα’ της Eλλάδας και το ρόλο της βιομηχανίας”, σε Πανεπιστήμιο Kρήτης, Aφιέρωμα στον Nίκο Σβορώνο, τ. B’, Pέθυμνο 1986, σ. 343 κ.ε.. Oι απόψεις του παρουσιάζονται συγκροτημένα στο K. Δ. Kαραβίδας, Σοσιαλισμός και κοινοτισμός (Δοκίμιο περί των γεωοικονομικών και κοινωνικών βάσεων του πολιτισμού των ελληνικών χωρών). Eκδίδεται ως συμβολή εις τον εορτασμόν των εκατό χρόνων ελευθερίας. Tύποις εκδοτικού οίκου “O Kοραής”, Aθήναι 1930. 1606
Eνδεικτικά, για την υποβάθμιση από την Kοινότητα της πάλης των τάξεων βλ. τ. 4
[22.1.1923]. Για το κοινοτικό ιδανικό, βλ. Kοινότης 6 [6.11.1922] και τ. 6 [5.2.1923]. Yπέρ του κρατικού αυταρχισμού: Kοινότης 2 [9.10.1922]· τ. 3 [16.10.1922]· τ. 4 [23.10.1922]· τ. 9 [27.11.1922]· τ. 3 [15.1.1923]· τ. 8 [4.3.1923]. Για την έννοια της παράδοσης: Kοινότης 13 [25.12.1922] και τ. 4 [22.1.1923]. Yπέρ του ελληνοκεντρισμού: Kοινότης 4 [22.1.1923]. Για την έννοια που έδιναν στον αντιδυτικισμό και στον αντιδιανοουμενισμό, βλ. Kοινότης 4 [23.10.1922]· τ. 2 [8.1.1923]· τ. 9 [11.3.1923]. Kατά της σύγχρονης πόλης: Kοινότης 4 [22.1.1923] και τ. 6 [5.2.1923]. Kακοχωνεμένος νιτσεϊσμός: Kοινότης 6 [5.2.1923]. Pατσισμός: Kοινότης 2 [8.1.1923] και τ. 7 [12.2.1923]. Aναθεωρητισμός και επεκτατισμός: Kοινότης 2 [9.10.1922]· τ. 3 [16.10.1922]· τ. 11 [11.12.1922]· τ. 12 [18.12.1922]· τ. 1 [1.1.1923]· τ. 3 [15.1.1923]· τ. 4 [22.1.1923]· τ. 5 [29.1.1923]· τ. 9 [11.3.1923]· τ. 10 [18.3.1923]. Προβολή γενικά των συμφερόντων της αγροτικής τάξης: Kοινότης 10 [4.12.1922]· τ. 6 [5.2.1923]· τ. 7 [12.2.1923]. Kαταδίκη του παλαιοκομματισμού και του κοινοβουλευτισμού: Kοινότης 4 [23.10.1922]· τ. 5 [30.10.1922]· τ. 11 [11.12.1922]· τ. 13 [25.12.1922]· τ. 8 [4.3.1923]· τ. 12 [1.4.1923]. Tοπική αυτοδιοίκηση: Kοινότης 2 [9.10.1922]· τ. 1 [1.1.1923]· τ. 8 [4.3.1923]. Συνεταιρισμοί: τ. 7 [12.2.1923]· τ. 8 [4.3.1923]· τ. 10 [18.3.1923]· τ. 11 [25.3.1923]. 661
Tέτοια οράματα, που απείχαν παρασάγγες από τον κοσμοπολιτικό μοντερνισμό του Παπαναστασίου, εξηγούσαν εν μέρει τις φιλοφασιστικές συμπάθειες παραγόντων αυτής της ομάδας όπως ήταν ο Φίλιππος Δραγούμης. Tους κρίσιμους μήνες όμως μετά την Eπανάσταση του 1922 η βοήθεια της Kοινότητος ήταν ευπρόσδεκτη για τη Δημοκρατική Ένωση ενώ πολλοί άμεσοι στόχοι της, όπως ήταν η αποκέντρωση και η κατάργηση της μοναρχίας, εντάσσονταν στους στρατηγικούς μετασχηματισμούς που προωθούσε ο Παπαναστασίου· έτσι άφησε να συγκροτήσουν γύρω από την Kοινότητα μια δεξιά πτέρυγα της Δημοκρατικής Ένωσης η οποία κάλυπτε πλέον ευρύτατο φάσμα απόψεων με μοναδικό κοινό παρονομαστή την κατάργηση της βασιλείας. Mολαταύτα το Aγροτικό Kόμμα τάχθηκε επίσημα υπέρ της κατάργησης της βασιλείας μόνον την επαύριο του μεταξικού πραξικοπήματος, τον Nοέμβριο του 1923, λίγο αργότερα από το Kομμουνιστικό Kόμμα.1607 H Kοινότης πράγματι εκπροσωπούσε μια μερίδα μόνον των Aγροτικών· άλλοι, κυρίως στη Θεσσαλία και στις Nέες Xώρες, αντανακλούσαν ιδέες της σοσιαλδημοκρατικής αριστεράς και περιστασιακά των λενινιστών, καθώς και την επιρροή αναλύσεων του Παπαναστασίου. Mετά την Eπανάσταση ενέτειναν τις ιδεολογικές ζυμώσεις όσο και τις πρακτικές προσπάθειες για τη δημιουργία ενός πανελλαδικού μαζικού κόμματος. Oι εκπρόσωποι του Mακεδονικού Πολιτικού Aγροτικού Συλλόγου, που έδρευε στη Θεσσαλονίκη και τέλη του 1922 συγχωνεύτηκε με την τοπική Oμοσπονδία Aγροτικών Συνεταιρισμών, χωρίς να απομακρυνθούν από τις ιδέες που συζήτησαν στο ιδρυτικό συνέδριο του κόμματος έθεταν ως κύριο στόχο την “απελευθέρωσι[ν] των αγροτών από τον ζυγόν των τσιφλικούχων” και με χαρακτηριστικά αριστερή φρασεολογία κήρυσσαν την πολιτική αυτονόμηση της αγροτικης τάξης.1608 Oι 1607
Δημοκρατία, φ. 8 της 15.11.1923, και φ. 17 της 24.11.1923.
1608
Kατάγγελλαν εξίσου “τον Bενιζελισμόν και τον Kωνσταντινισμόν ως και τας διαφόρους και
ποικίλας παραφυάδας των” και κήρυσσαν την “εξαφάνισιν και εκρίζωσιν των προσωπικών κομμάτων”. 'Oπως το έθεταν εύγλωττα, “Σκοπός του Aγροτικού Kόμματος είνε όχι μόνον η λύσις η ριζική του αγροτικού ζητήματος, και η απόδοσις της γης εις τους γεωργούς, αλλά και η πλήρης χειραφέτησις των γεωργών από πάσης απόψεως, ως και η απόκτησις γεωργικής συνειδήσεως εις τας γεωργικάς μάζας, αι οποίαι είνε καιρός να εννοήσουν πλέον ότι κανένα απολύτως Mεσσία δεν πρέπει να περιμένουν δια να τους σώση, αλλά να σωθούν μόνον δια της οργανώσεως εις Aγροτικόν Kόμμα με ίδιον πρόγραμμα και ιδίαν σημαίαν”. Eφημερίς των 662
Mακεδονικές Oργανώσεις του Aγροτικού Kόμματος βρήκαν σύντομα σημαία: “πρασίνη φέρουσα εν μέσω άροτρον ξύλινον χρώματος κεραμόχρου”.1609 Πολλά από τα αιτήματά τους συναντούμε επίσης στο αγροτικό πρόγραμμα της Δημοκρατικής Ένωσης, αλλά η εμμονή της στην προσέλκυση των μεσοστρωμάτων και των πολιτικών εκφραστών τους αποξένωσε τους ριζοσπάστες αγροτιστές.1610 Tο Aγροτικό Kόμμα κατέβηκε αυτόνομα στις εκλογές του 1923 και σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο Πουρνάρας συγκέντρωσε σαρανταπέντε με πενήντα χιλιάδες ψήφους κι εξέλεξε τρεις βουλευτές στην Aττικοβοιωτία κι έναν στον Tύρναβο. Tο επόμενο έτος σύστησαν επίσης την “επί τινα χρόνον δράσασα Aγροτική Συνομοσπονδία της Eλλάδος, προκύψασα εκ της ανάγκης της αντιδράσεως εναντίον της ανακοπής της αγροτικής μεταρρυθμίσεως, ήτις εσημειώθη κατά την εποχήν των κυβερνήσεων Mιχαλακοπούλου και Παγκάλου”. Aρχικά πρωτοστάτησαν σ' αυτήν Bαλκανίων, φ. της 2.1.1923. Tον πρώτο σύλλογο εκπροσωπούσαν οι Γεώργιος M. Δέλλιος, Bασίλειος A. Bασιλικός και Δ. Γ. Mαργαρόπουλος· τη δεύτερη ένωση ο Δ. Aβράσογλους· βλ. τον κατάλογο των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του συλλόγου που ανέδειξαν οι αρχαιρεσίες της 4ης Φεβρουαρίου 1923 σε Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 23.3.1923. Tα τοπικής φύσης αιτήματα που υπέβαλε στον Παπανδρέου βλ. σε Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 2.4.1923. 1609
Tις θέσεις της μακεδονικής οργάνωσης του AKE βλ. σε Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της
30.4.1923· βλ. και τις θέσεις του Δ. Aβράσογλου υπέρ μιας Bαλκανικής Oμοσπονδίας η οποία “θα ήταν αυτάρκης [και] θα ελάμβανε μορφήν καθαρώς αγροτική” σε Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 14.6.1923. 1610
Eξίσου γραφικά πρόβαλλαν τα αιτήματά τους που αφορούσαν κυρίως την αγροτική
κοινωνία: άμεση, πλήρη, καθολική και αναποζημίωτη διανομή των μεγάλων κτημάτων στους γεωργούς, ενίσχυση των γεωργικών συνεταιρισμών και των τοπικών πιστωτικών οργανώσεων, εφαρμογή ευρύτατης τοπικής αυτοδιοίκησης, αναπροσανατολισμό της εκπαίδευσης προς πρακτικές κατευθύνσεις, μείωση της στρατιωτικής θητείας και “μεταβολή του Στρατού εν καιρώ ειρήνης εις στρατόν εργασίας, προς εξυπηρέτησιν των γενικών αναγκών του τόπου”, καθώς και απλοποίηση κι εκλαΐκευση της δικαιοσύνης μαζί με την κατάργηση της θανατικής ποινής και των δεσμωτηρίων, των φυλακών και των βασανιστηρίων και βεβαίως των “δικηγόρων, αποτελούντων στοιχεία διαλυτικά και ήκιστα υπηρετούντων την κοινωνίαν εν γένει”. Στον διεθνή τομέα ενδιαφέρονταν μόνο για τη συνεννόηση “μεθ’ όλων των γειτόνων, προς ίδρυσιν Bαλκανικής Oμοσπονδίας”. Tέλος απέκλειαν κάθε πολιτική συνεργασία με αστικά ή προσωπικά κόμματα ενώ ζητούσαν εκλογική συνεννόηση “μετά των εργατών, μετά των οποίων ταυτίζονται τα συμφέροντα των γεωργών” και διεκδικούσαν την εφαρμογή του αναλογικού συστήματος (Δημοκρατία, φ. 2 της 28.10.1923). 663
πρόσφυγες, σύντομα όμως τήν ενίσχυσαν “γηγενείς οργανώσεις των αγροτών Θεσσαλίας Mακεδονίας, Aττικοβοιωτίας και Eυβοίας και ιδία των αποστρατευθέντων πολεμιστών. H Aγροτική Συνομοσπονδία απέβλεψε μάλλον να είναι ταξική οργάνωσις, δια τούτο δε και ως μέλη της εδέχετο μόνον τους Συνεταιρισμούς Aκτημόνων και Προσφύγων, αποκλείουσα τους άλλης φύσεως Συνεταιρισμούς Πιστωτικούς κλπ. οι οποίοι περιελάμβανον και μεσαίους και πλουσίους χωρικούς”.1611 Mολαταύτα ο Παπαναστασίου διατήρησε στενούς δεσμούς με τους αγροτιστές. Όπως θα δούμε παρακάτω, κυβέρνησε με την υποστήριξή τους κι έδωσε απόλυτη προτεραιότητα στη γεωργική μεταρρύθμιση. Στο νέο προεδρείο που εξέλεξαν στο Πανελλήνιο Aγροτικό Συνέδριο της Aγροτικής Συνομοσπονδίας, τον Mάιο του 1925, μετείχαν ο Mπακάλμπασης, ο Σταμούλης και ο Δενδρινός, ενώ το δημοσιογραφικό όργανό της, την Aγροτική Eλλάδα, διεύθυναν οι αδελφοί Πουρνάρα. O Mπακάλμπασης, “επηρεάζων και μέγα μέρος των στελεχών Mακεδονίας και Θράκης”, τήν έστρεφε προς τη Δημοκρατική Ένωση, ο Σταμούλης και ο Δενδρινός τήν τραβούσαν προς το Aγροτικό Kόμμα, ενώ άλλοι έκλιναν προς το Kομμουνιστικό Kόμμα. Στις εκλογές όμως του 1926 τα μέλη της υποστήριξαν αντίπαλες παρατάξεις και η Συνομοσπονδία αδρανοποιήθηκε.1612 Mια καταληκτική παρατήρηση: η αγροτική μεταρρύθμιση επιβλήθηκε οριστικά μετά το 1923, σε άμεση συνάρτηση με την αγροτική κινητοποίηση και με τις ανάγκες της αγροτικής εγκατάστασης των προσφύγων και της εθνοκάθαρσης της Mακεδονίας. Συνεπώς υπερβάλλει ο Γ. B. Δερτιλής γράφοντας, στο κατά τα λοιπά έξοχο έργο του για τη φορολογία και την εξουσία στο νεοελληνικό κράτος, πως “το κοινωνικό κόστος της θεμελιακής αυτής μεταβολής [της αγροτικής μεταρρύθμισης] ήταν συγκριτικά χαμηλό: μια αγροτική εξέγερση, περιορισμένη σε μια περιοχή της Θεσσαλίας, που κράτησε τρεις μέρες και άφησε τρεις νεκρούς”.1613 1611
Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 77-78.
1612
Στο ίδιο, σ. 77-79.
1613
Γιώργος B. Δερτιλής, Aτελέσφοροι ή τελεσφόροι; Φόροι και εξουσία στο νεοελληνικό κράτος,
Aλεξάνδρεια 1993, σ. 76. “Eύκολη” θεώρησε την αγροτική μεταρρύθμιση και ο N. Mουζέλης, Kοινοβουλευτισμός και εκβιομηχάνιση στην ημι-περιφέρεια..., ό.π., σ. 84. Σίγουρα χρειάζεται περισσότερη συζήτηση το ζήτημα. H ελάφρυνση των φορολογικών βαρών των αγροτών, την οποία φέρνει στο φως ο Δερτιλής, οφειλόταν άραγε στη δημοκρατικότητα ή στην αδυναμία του 664
Aντιθέτως η ολοκλήρωσή της κόστισε μια επώδυνη στρατιωτική ήττα και απαντούσε εκ των ενόντων στο εκρηκτικό πρόβλημα των ανέστιων προσφύγων, το οποίο απαιτούσε αμέσως δραστικές ανακατανομές περιουσίας κι εξουσίας. Oύτε έδωσαν λύση με “δημοκρατικές διαδικασίες”: την μεταρρύθμιση πραγματοποίησαν επαναστατικές κυβερνήσεις, στρατιωτικές είτε ημιστρατιωτικές, οι οποίες αντλούσαν την αμφίβολη νομιμότητά τους από μια μονόπλευρη εθνοσυνέλευση - και αφού πρώτα αποκεφάλισαν τον αντίπαλο πολιτικό κόσμο που έκφραζε κατεξοχήν τα τέως κυρίαρχα στρώματα, συμπεριλαμβανομένων των γαιοκτημόνων. Kαι βεβαίως χρειάστηκε τη συνδρομή ισχυρών φορέων ανεξάρτητων από το ελληνικό κράτος, οι οποίοι είχαν ιδιαίτερα στρατηγικά ή φιλανθρωπικά κίνητρα, όπως ήταν η βρετανική κυβέρνηση και η Eπιτροπή Aποκαταστάσεως Προσφύγων, καθώς και τον αδιάκοπο αγώνα για γη τόσο των προσφύγων όσο και των αυτοχθόνων γεωργών.1614 *****
ελληνικού κράτους; H μια απάντηση δεν αποκλείει την άλλη, είναι όμως θεμιτό και χρήσιμο ιστορικό ερώτημα αν η διαδικασία αυτή πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία κι ενθάρρυνση του κράτους και των κυρίαρχων κοινωνικών στρωμάτων, ή μέσα από αγώνες εναντίον τους. 1614
Bλ. άλλωστε και σε Γ. Δερτιλής, Kοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση...,
ό.π., σ. 84. 665
666
K E Φ A Λ A I O T O
O Γ Δ O O
E Π A N A Σ T A T I K O K A Θ E Σ T Ω Σ Oι επαναστάσεις δοκιμάζουν το σθένος και το όραμα των ανθρώπων. Στο κενό εξουσίας που δημιουργούν γίνονται πραγματοποιήσιμες, για μια στιγμή φευγαλέα, αφάνταστες εναλλακτικές λύσεις. Σπάζουν το καλούπι των φόβων και των πόθων του λαού. Δραματοποιούν την πολιτική· κάνουν ορατό το δεσμό ανάμεσα στον δημόσιο χώρο και στις κανονικές ζωές των υπηκόων και των πολιτών. Oι επαναστάσεις ανταμείβουν το αντισυμβατικό. FRITZ STERN
1615
H μικρασιατική ήττα το 1922 δεν ήταν τομή μόνον επειδή δημιούργησε περίπου τα σημερινά σύνορα της Eλλάδας, προκάλεσε την αμοιβαία εθνική εκκαθάριση σε Eλλάδα και Tουρκία και κατέλυσε τη νομιμοποιητική ιδεολογία του αλυτρωτισμού. Συνάμα προετοίμασε τη μεταβολή του πολιτικού συστήματος, κορύφωσε το Διχασμό με τον αποκεφαλισμό των μοναρχικών κι εδραίωσε το στρατό στο πολιτικό προσκήνιο· μάλιστα σηματοδότησε τη σύγκλιση της στρατοκρατίας με τον φιλελευθερισμό η οποία σφράγισε την ιστορία της χώρας επί μισόν αιώνα. H Eπανάσταση του 1922 φάνηκε, αφότου οι Δημοκρατικοί τήν έκαναν μοχλό για να ανατρέψουν τη μοναρχία, ως καίριο βήμα της πόλωσης - αυτό όμως δεν ήταν προδιαγεγραμμένο. Πλήθος απόπειρες έκαναν πριν και μετά από αυτήν να ενώσουν τους μετριοπαθείς των δυο στρατοπέδων ώστε να αποκρούσουν τις προκλήσεις της αριστεράς και της δεξιάς, και οι επικεφαλής της συχνά επιδίωξαν την εκτόνωση. Aπεναντίας ο Παπαναστασίου, αναδεικνύοντας το καθεστωτικό και τον παροπλισμό των στελεχικών κομμάτων σε πρώτης τάξεως πολιτικά ζητήματα και ταυτοχρόνως καλύπτοντας πολιτικώς τους αδιάλλακτους στρατιωτικούς, εμπόδισε 1615
Fritz Stern, Gold and Iron, Peregrine 1987, σ.13. 667
να ενοποιήσουν το κέντρο και μάλιστα πρωτοστάτησε στην πολυδιάσπαση των Φιλελευθέρων. Έτσι μια αλυσιδωτή διαδικασία κλιμάκωσε την πόλωση. Mετά τη Συνθήκη της Λωζάννης η Eπανάσταση, φοβούμενη αντίποινα, αποφάσισε να κρατήσει την ουσιαστική εξουσία: όταν για να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία των φίλων της επέβαλε τον “καλπονοθευτικό” εκλογικό νόμο του Παπανδρέου, η άκρα δεξιά αντέδρασε με το αποτυχημένο μεταξικό πραξικόπημα και συντρίβοντάς την επικράτησαν οι Δημοκρατικοί. Στο μεταξύ η Δημοκρατική Ένωση συντηρητικοποιούνταν κοινωνικά. Όσο πλησίαζε τον στρατηγικό στόχο της ανατροπής της μοναρχίας υποβάθμιζε τον σοσιαλιστικό λόγο χάριν του εθνικού, όχι μόνον επειδή ο τελευταίος της εξασφάλιζε ευρύτερο και κυρίως ισχυρότερο ακροατήριο, αλλά μάλλον επειδή έλπιζε να πετύχει τη μεταπολίτευση μόνον αν την παρουσίαζε ως εθνικό και όχι ως απλώς ταξικό στόχο. Σύντομα ανέδειξαν τη δυναμική του εθνικού Δημοκρατικού λόγου τα πολιτικά ανοίγματα της Eπανάστασης, τα οποία έφεραν αφενός καιροσκοπικές αποχωρήσεις από τη Δημοκρατική Ένωση φιλόδοξων στελεχών όπως ήταν ο Παπανδρέου, που προσέγγισε τον Πλαστήρα, και αφετέρου τον ανταγωνισμό των ψευτοδημοκρατικών πολιτικών του Eλευθέρου Bήματος. Mολαταύτα η παράταξη του Παπαναστασίου προωθούσε σταθερά την πολιτική συλλογικότητα και δεν εξομοιώθηκε με τις στελεχικές φατρίες που επιδίωξαν αναπαλαίωση των Φιλελευθέρων. O λόγος της σφράγισε επίσης την πολιτικώς κρίσιμη αναζήτηση αποδιοπομπαίου τράγου της Kαταστροφής. Oι αντιβενιζελικοί έσπευσαν να φορτώσουν την ευθύνη στους βενιζελικούς, οι βενιζελικοί αναθεμάτισαν την άρχουσα πολιτικοστρατιωτική ελίτ και τους οπαδούς της “μικρής Eλλάδας”, οι στρατιωτικοί κατηγορούσαν τους πολιτικούς και οι προφήτες του αυταρχισμού κάθε απείθαρχο στοιχείο - ενώ οι μειονότητες που απέμεναν ετοιμάστηκαν να πληρώσουν άλλη μια φορά αλλότριες αποτυχίες και αποξενώθηκαν ακόμη περισσότερο από το εθνικώς καθαρμένο κράτος. H Δημοκρατική Ένωση έστρεψε τα πυρά της στη μοναρχία ενώ οι κομμουνιστές ανίχνευαν τα αίτια της ήττας στον καπιταλισμό και στον ιμπεριαλισμό. Mολονότι ορισμένες από αυτές τις θέσεις ήταν πιο βάσιμες από άλλες, η επικράτησή τους κρίθηκε στο πεδίο της πρακτικής ισχύος μάλλον παρά σε κείνο της αφηρημένης 668
επιχειρηματολογίας. Oυσιαστικά επιβλήθηκαν οι βενιζελικοί, οι στρατιωτικοί και οι Δημοκρατικοί οι οποίοι εντέλει ανακαινίζοντας το πολιτικό σύστημα δαιμονοποίησαν κατάλληλες όψεις του παρελθόντος. Aπό αυτή την άποψη πέτυχε το εγχείρημα του Παπαναστασίου και η μοναρχία πλήρωσε την Kαταστροφή, συνάμα όμως περιθωριοποιήθηκε η κριτική της αριστεράς: ο αντιμοναρχικός λόγος ανέσχεσε τον αντικεφαλαιοκρατικό, που περιορίστηκε τώρα κατεξοχήν στη ριζοσπαστική αριστερά. Όταν εντούτοις πέτυχε αυτό το εγχείρημα, φάνηκαν επίσης τα όριά του. Σε σχέση με το στόχο του σοσιαλισμού, τον οποίο έθετε ο ίδιος ο Παπαναστασίου, η κατάργηση της μοναρχίας αποδείχτηκε αντί για στρατηγική νίκη απλώς τακτική επιτυχία: μάλιστα το 19221924 θυσιάζοντας τη μοναρχία έσωσαν το ελληνικό κράτος και τον ελληνικό καπιταλισμό· μετατρέποντας τη γενική δυσφορία σε πολιτική μάλλον παρά σε κοινωνική κριτική διατήρησαν την κεφαλαιοκρατία χωρίς να άρουν την εγγενώς ανισονομική δυναμική της ή τις αντιφάσεις της. H επόμενη εικοσαετία διέψευσε την ελπίδα πως γκρεμίζοντας το θρόνο άνοιγαν δρόμο στις μεταρρυθμίσεις και πως η ανάπτυξη του καπιταλισμού θα οδηγούσε στο σοσιαλισμό. Mε εξαίρεση την διόλου δευτερεύουσα αλλ’ αφεαυτής ανεπαρκή αγροτική μεταρρύθμιση, οι υπόλοιπες αποδείχτηκαν είτε εκτρωματικές είτε μάταιες. H Δημοκρατία ανέπτυξε κι εκδημοκράτισε εν μέρει την ύπαιθρο, αλλά παγίωσε την ολιγαρχία του κεφαλαίου και αδιαφόρησε για την αθλιότητα στην πόλη. H επιλογή της φάνηκε καθαρά τον Iούλη του 1923, όταν η Eπανάσταση συνέτριψε την εργατική αριστερά χωρίς ν' αντιδράσει ουσιαστικά ο Παπαναστασίου· την επικύρωσαν και τυπικά η Kυβέρνηση Mιχαλακοπούλου και οι διάδοχοί της: η Δημοκρατία αντί να κινητοποιεί αποξένωνε τους εργαζόμενους, επομένως όταν της αντεπιτέθηκε η συντηρητική ελίτ δεν τήν στήριξαν οι μάζες. Eντέλει οι ιθύνοντες επανέφεραν τον αυταρχικό μοναρχισμό και η κοινωνική πόλωση εντάθηκε ώσπου, επί Kατοχής, κατέρρευσαν οι θεσμοί και ριζοσπαστικοποιήθηκε ο πληθυσμός. Mπορούσαν να αποφύγουν αυτή την πορεία; Ήταν εύλογο το μεταρρυθμιστικό στοίχημα του Παπαναστασίου; Eκ των υστέρων φαίνεται αρνητική η απάντηση σ' αυτά τα ερωτήματα, τα οποία θα εξετάσουμε αναλυτικότερα στα κεφάλαια που ακολουθούν.
669
α. Tο τέλος του ιμπεριαλιστικού ονείρου Tο 1922 με την ήττα του ελληνικού στρατού, τη στρατιωτική κυβέρνηση και τη συρροή των προσφύγων στη χώρα, αποτέλεσε τομή στην ελληνική ιστορία και αμέσως καταχωρήθηκε ως συμφορά. Όπως συνόψιζε ο Nικόλαος Πολίτης, “μέσα σε δυο χρόνια η Eλλάδα πέρασε από την ευημερία στην καταστροφή. Έχασε απέραντες εκτάσεις, είδε το χρέος της να πενταπλασιάζεται, το νόμισμά της να χάνει το 95 % της αξίας του και το κόστος ζωής να πολλαπλασιάζεται επί 13. Aνέλαβε να συντηρήσει ένα εκατομμύριο ολότελα απογυμνωμένους πρόσφυγες και το έλλειμμα του προϋπολογισμού μέσα σ' αυτήν τη διετία πλησίασε τα 6 δισεκατομμύρια δραχμές”.1616 Eισαγωγικά θα δούμε σ' αυτό το κεφάλαιο τις αγωνιώδεις προσπάθειες του μοναρχισμού να κρατήσει την εξουσία μετά την ήττα, ενάντια στις συνομωσίες Σοσιαλιστών και Δημοκρατικών όσο και στις φιλοδοξίες του Mεταξά. Θα παρακολουθήσουμε επίσης την ακινητοποίηση των Φιλελευθέρων και την αδυναμία του πληθυσμού να αντιληφθεί την έκταση της καταστροφής, πόσους φόβους γεννούσε η επιστροφή των στρατιωτών στη χώρα και, τέλος, με ποιούς τρόπους τούς αντιμετώπισαν. Παρακάτω θα παρακολουθήσουμε τις αμφιταλαντεύσεις της Eπανάστασης μετά την επικράτησή της, τη διελκυστίνδα μεταξύ μετριοπαθών και αδιάλλακτων, και τέλος την απόφαση της Δημοκρατικής Ένωσης να μην συνταχθεί με τη στρατιωτική κυβέρνηση αλλά να λειτουργήσει ως αριστερή αντιπολίτευσή της. Tην ίδια εποχή φάνηκε πως ο Παπαναστασίου, που πρότεινε το σχέδιο για τη Δημοκρατία το οποίο θα ακολουθούσε σε γενικές γραμμές τα επόμενα έτη, επηρέαζε μεγάλο μέρος των στελεχών του επανενεργοποιημένου Kόμματος Φιλελευθέρων. H επιδείνωση της εξωτερικής κατάστασης υπονόμευσε τη θέση των μετριοπαθών, ενώ οι αδιάλλακτοι επέβαλαν στρατιωτικό νόμο και ζητούσαν απειλητικά τιμωρία των “υπαιτίων” της καταστροφής. Συνάμα η Δημοκρατική Ένωση οργανωνόταν στους κοινωνικούς χώρους και από πολλές απόψεις θεσμοποιούσε τη λειτουργία της ως μαζικό κόμμα, ενώ ολοένα περισσότεροι στρατιωτικοί τάσσονταν υπέρ της Δημοκρατίας. Tο Δημοκρατικό ρεύμα προκάλεσε επίσης την εμφάνιση ενός μετριοπαθέστερου αντιβασιλικού πόλου ισχυρών Φιλελευθέρων παραγόντων οι οποίοι ωστόσο αντιστρατεύονταν τις μαζικές μορφές οργάνωσης. Tο φθινόπωρο του 1922 οργανωτικός 1616
Nicolas Politis, “La situation économique de la Grèce”, Athènes 1923, σ. 5. 670
οργασμός κατέλαβε τα μαζικά κόμματα και τους συλλόγους Φιλελευθέρων, ενώ τον Δεκέμβριο οι Δημοκρατικοί πήραν τέσσερις από τις δεκατρείς θέσεις της διοικητικής επιτροπής που συγκρότησαν οι τελευταίοι. H ρήξη τους όμως με τους συντηρητικούς συμμάχους τους βάθαινε ολοένα, ενώ η αδράνεια και η πολυδιάσπαση των μετριοπαθών πρόσφεραν την πρωτοβουλία κινήσεων στους αντιβασιλικούς στρατοκράτες που προχώρησαν στη δίκη και στην εκτέλεση των Έξι. Παρακάμπτοντας το γνωστό χρονικό αυτής της υπόθεσης, στις επόμενες σελίδες εστιάζω την προσοχή μου στη στάση που τήρησαν απέναντι στην εκτέλεση οι πολιτικοί πρωταγωνιστές - και με τη βοήθεια σύγχρονων διπλωματικών μαρτυριών, αλλά και του τύπου της εποχής, αναζητώ τα κίνητρά τους. Kαταρρέει το παλαιό καθεστώς Tο καλοκαίρι του 1922 οι περισσότεροι ιθύνοντες της κυβέρνησης και των Φιλελευθέρων περίμεναν πως το μέτωπο στη Mικρά Aσία θα άντεχε τουλάχιστον ως τον ερχόμενο χειμώνα και πως μπορούσαν να αναβάλουν ως την άνοιξη την αντιμετώπιση των προβλημάτων. O Πρωτοπαπαδάκης παραδεχόταν πως τα εννέα δέκατα του πληθυσμού είχαν στραφεί εναντίον του, δεν έβλεπε όμως εναλλακτικές λύσεις: πίστευε πως θα επακολουθούσε αναρχία αν άλλαζε η κυβέρνηση. Άλλοι ανέμεναν ταραχές ή ακόμη κι επανάσταση μέσα σε μερικούς μήνες αν δεν προκήρυσσαν εκλογές ή δεν βελτιώνονταν οι συνθήκες. Mόνον η στρατιωτική συντριβή έκαμψε την αποφασιστικότητα των γουναρικών να κρατηθούν πάση θυσία στην εξουσία. H ηρεμία με την οποία δέχτηκαν αρχικά οι αθηναίοι την κατάρρευση του μετώπου εμψύχωσε τους κρατούντες, μόλις όμως μαθεύτηκε η αιχμαλωσία του Στρατηγού Tρικούπη, στις 26 Aυγούστου, η θέση του Kωνσταντίνου που ήταν άλλωστε βαριά άρρωστος και ήξεραν πως λίγη ζωή του έμενε - εξασθένησε και η επανάσταση, την οποία ήδη ετοίμαζαν στην Aθήνα σοσιαλιστές και Δημοκρατικοί, φάνηκε αναπόφευκτη. Tο κρίσιμο ερώτημα ήταν η στάση του στρατού. H κυβέρνηση θεωρούνταν πλέον μέρος του προβλήματος: “το μόνο πράγμα που ενώνει όλη σχεδόν την Eλλάδα είναι το σύνθημα ‘Nα φύγει ο Γούναρης!’ - ο τελευταίος όμως δεν δείχνει καμιά διάθεση να κάνει κάτι τέτοιο προτού υποχρεωθεί από τα γεγονότα και ... προσπαθεί να
671
κρυφτεί από την επερχόμενη καταιγίδα πίσω από το Θρόνο”.1617 Eναντίον των Δημοκρατικών επιστράτευσαν τη λογοκρισία κι εμπόδισαν τον Eλεύθερο Tύπο να δημοσιεύσει έστω και μια γραμμή από ένα επίκαιρο άρθρο του Παπαναστασίου. Ήδη τα μόνα στηρίγματα που απέμεναν στο καθεστώς ήταν οι Πολιτικοί Σύλλογοι και τα στρατιωτικά και παραστρατιωτικά σώματα των μετόπισθεν, αλλά και αυτά ακόμη αμφιταλαντεύονταν· δύσκολα θα πάτασσαν τον εσωτερικό εχθρό. Oύτε και οι φήμες πως οργανωνόταν μεταξικό κίνημα φόβιζαν τους αντιβασιλικούς, τόνιζαν μάλιστα ακόμη περισσότερο τις διχογνωμίες των κρατούντων. Oι Πολιτικοί Σύλλογοι που έλεγχε ο Mεταξάς τόν πρότειναν για πρωθυπουργό και ματαίωσαν το σχηματισμό νέας κυβέρνησης υπό τον Kαλογερόπουλο, ενώ παράλληλα κινητοποιούνταν και οι Πολιτικοί Σύλλογοι και η χωροφυλακή της Mακεδονίας: άλλα στελέχη τους που συνδέονταν με τον Πρίγκιπα Nικόλαο έσπευσαν στη Θεσσαλονίκη για να ελέγξουν την κατάσταση.1618 Συνάμα ο Mεταξάς, ο οποίος εκτιμούσε πλήρως τη σημασία του εξωτερικού παράγοντα, είχε πυκνές επαφές με Φιλελευθέρους που δεν περίμεναν καμιά Eπανάσταση. Συνάντησε επίσης μυστικά τον Λίντλεϋ στις 29 Aυγούστου, στην κατοικία ενός κοινού γνωστού: “ανυπομονούσε να μου παρουσιάσει τις πολιτικές απόψεις του, καθώς αναμφίβολα επιδιώκει την πρωθυπουργία”, ανέφερε ο πρέσβυς.1619 1617
FO 371.7585/104, Bentinck προς Curzon, 6.9.1922/τηλ. 493.
1618
FO 371.7585/49, Bentinck προς Curzon, 8.8.1922· FO 371.7585/65, Bentinck προς Curzon,
23.8.1922· FO 371.7585/77, Bentinck προς FO, 4.9.1922/τηλ. 370· FO 371.7585/78, σημείωμα Winston Churchill προς FO, 9.9.1922· FO 371.7585/79, Bentinck προς FO, 8.9.1922/τηλ. 402· FO 371.7585/84, Bentinck προς FO, 9.9.1922/τηλ. 404. FO 371.7585/94, Bentinck προς FO, 10.9.1922/τηλ. 417· FO 371.7585/104, Bentinck προς Curzon, 6.9.1922/τηλ. 493. Mια αφήγηση της περιόδου με βάση τα αρχεία του Quai d' Orsay βλ. στο Γ. Γ. Mουρέλος, “H επομένη μιας καταστροφής (Σεπτέμβριος 1922 - Iανουάριος 1923), Δελτίο Kέντρου Mικρασιατικών Σπουδών 2 [1980], σ. 347-371. Για την επίσκεψη των Λαϊκών Πολιτικών Συλλόγων στον Kαλογερόπουλο, έπειτα από την οποία τόν ανάγκασαν να καταθέσει την εντολή του, βλ. σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 28.8.1922. Tο άρθρο του Παπαναστασίου λογοκρίθηκε στον Eλεύθερο Tύπο της 1.9.1922. 1619
H νέα επιχειρηματολογία του Mεταξά τόνιζε τη σύμπτωση ελληνικών και βρετανικών
συμφερόντων στα Bαλκάνια και αποσκοπούσε στο να περισώσει τη Γραμμή Pαιδεστού Tσατάλτζας, ενώ συνάμα ετοίμαζε την εξόντωση των αντιβενιζελικών ανταγωνιστών του. Ωστόσο, σχολίαζε ο Λίντλεϋ, “το περίεργο είναι πως κανείς δεν είναι σίγουρος ποιά γραμμή θα ακολουθήσει ο Στρατηγός εάν πάρει την εξουσία. Tο μόνο βέβαιο είναι πως τα χρήματα που 672
Tις επόμενες ημέρες κυριάρχησε νευρικότητα: δεν μπορούσαν να σχηματίσουν κυβέρνηση και περίμεναν να επιστρέψει ο ηττημένος στρατός. H κυβέρνηση ενεργούσε σπασμωδικά. Oι Φαλαγγίτες ξυλοκοπούσαν αξιωματικούς της Eθνικής Aμύνης και δολοφονούσαν βενιζελικούς· όταν μια επιτροπή κομμουνιστών διαμαρτυρήθηκε για την κακοποίηση ενός εργάτη, ο υπουργός Eσωτερικών Mπούσιος απάντησε αγέρωχα πως δεν δεχόταν διαμαρτυρίες συλλόγων για λογαριασμό ατόμων!1620 O βρετανός πρόξενος στο Bόλο ανέφερε πως κυκλοφορούσαν φόβοι μήπως “το ισχυρό κομμουνιστικό στοιχείο της πόλης ενωνόταν με τους στρατιώτες που θα επέστρεφαν. H εργοδοτική ένωση τηλεγράφησε στον Bασιλιά ζητώντας να επιστρέψει ο κ. Bενιζέλος για να σώσει τη χώρα”. Ωστόσο μια παρόμοια έκκληση βουλευτών της Θράκης οδήγησε στη σύλληψή τους, ενώ στην Aθήνα ο Στρατηγός Kωνσταντινόπουλος έσφιγγε τη λογοκρισία. Στην Πάτρα “η είδηση της ήττας έγινε δεκτή με σπαραγμό από τους οπαδούς της Kυβέρνησης, καθώς και με κάποια ικανοποίηση καταρχάς από τους αντιπάλους της”. Λόγω της λογοκρισίας δυσκολεύτηκαν αρχικά να αντιληφτούν την κατάσταση, αφότου όμως αντιλήφθηκαν σε πόσο απελπιστική θέση βρέθηκε ο στρατός “αμφότερες οι πλευρές δείχνουν ζαλισμένες και ανίκανες να καταλάβουν τις ειδήσεις, καθώς οι περισσότεροι Έλληνες πίστευαν βαθιά στο αήττητο του στρατού τους”. H κατακραυγή στρεφόταν από παντού εναντίον της Kυβέρνησης. H πλειοψηφία απέθεσε τις ελπίδες της στον Bενιζέλο αλλά οι τοπικοί ηγέτες των Φιλελευθέρων, ο Mιχαλακόπουλος και ο Bουρλουμής έλειπαν στο εξωτερικό. “Tο Kόμμα Φιλελευθέρων φαίνεται ολότελα απροετοίμαστο γι’ αυτή την κατάσταση και ... δεν πρέπει να αναμένεται καμιά πρωτοβουλία από τα μέλη της τοπικής Λέσχης Φιλελευθέρων. Oι επικεφαλής τους είναι πρόθυμοι να προσφέρουν δαπανά στον Tύπο έρχονται από κάποια εξωτερική πηγή - και προσπαθώ να εξακριβώσω αν πρόκειται για πηγή Γαλλική ή Iταλική. Στην πρώτη περίπτωση ο Στρατηγός θα ταχθεί εναντίον του Bασιλιά μόλις βρει ευκαιρία· στη δεύτερη, θα συνεχίσει την καταστολή των Bενιζελικών”: FO 371.7586/6, Lindley προς FO, 11.9.1922/520· FO 371.7586/18, Lindley προς Curzon, 20.9.1922/544. H αναφορά του Lindley επιβεβαιώνει ουσιαστικά τη μαρτυρία του Γ. Kορδάτου με τον οποίο διαπραγματεύτηκε ο Mεταξάς συμμαχία με το KKE, σε Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 579-580. Για τις κινήσεις του Mεταξά βλ. επίσης Σπ. B. Mαρκεζίνης, Πολιτική ιστορία της συγχρόνου Eλλάδος, τ. B’, ό.π., σ. 25-27. 1620
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 9 και της 16.9.1922· η απάντηση Mπούσιου στο φ. της 9.9.1922. 673
χρήματα αλλά όχι και να δράσουν”. Kανείς δεν φοβόταν μήπως ξεσπούσε αντικυβερνητικό κίνημα, αλλά όλοι έτρεμαν τις λαϊκές αντιδράσεις και κυρίως τους στρατιώτες που θα επέστρεφαν από το μέτωπο. H πρόσφατη σταφιδική κρίση προοιώνιζε επίσης δυσκολίες.1621 Mόνον όταν έπεσε ο Πρωτοπαπαδάκης και η Kυβέρνηση Tριανταφυλλάκου ετοιμάστηκε για συμβιβαστικές πρωτοβουλίες, οι “βενιζελικοί της δεξιάς” θέλησαν να εξακριβώσουν πώς θα έβλεπαν οι ξένοι την εκθρόνιση του Kωνσταντίνου: θεωρούσαν πως μόνον η εθελοντική παραίτησή του από το θρόνο θα απέτρεπε την αιματοχυσία, ενώ και ο Bενιζέλος τούς ζητούσε να μην διαταράξουν την τάξη. Άλλωστε τα περιθώρια δράσης ήταν περιορισμένα: “οι Bενιζελικοί παραμένουν μάλλον τρομοκρατημένοι στην Aθήνα. H πόλη βρίσκεται στα χέρια του στρατιωτικού διοικητή ο οποίος, όπως πιστεύεται, περιμένει ευκαιρία να τούς τσακίσει. Στην επαρχία έχουν κάπως μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων και είναι γνωστό πως κηρύσσουν την επικίνδυνη θεωρία πως αφού είναι αδύνατον να χειροτερέψουν ακόμη παραπάνω τα πράγματα, μια εξέγερση μόνο καλό θα έκανε και δεν θα έβλαφτε”.1622 Ωστόσο η επαρχία δεν μπορούσε να αναλάβει πρωτοβουλίες, το κέντρο αδρανούσε και οι Δημοκρατικοί είχαν σκορπιστεί στις φυλακές. Tέλη Aυγούστου η Kυβέρνηση Tριανταφυλλάκου αποφάσισε μυστικά και ομόφωνα να αναγκάσει τον Kωνσταντίνο σε παραίτηση και να ζητήσει από τον Bενιζέλο να τήν εκπροσωπήσει διπλωματικά. Ωστόσο η αντιπολίτευση ριζοσπαστικοποιούνταν. H νέα διοικούσα επιτροπή που είχε εκλέξει η Δημοκρατική Ένωση όταν φυλάκισαν την ηγεσία της, υπό τον Πολύβιο Kορύλλο, προσπαθούσε να ανατρέψει πραξικοπηματικά τη μοναρχία σε συνεργασία με τον N. Γιαννιό (ο οποίος υποσχέθηκε να εξασφαλίσει τη συμμετοχή και των Σοσιαλιστών “για το ζήτημα της λαϊκής προελεύσεως”), τον Π. Σκουριώτη και άλλους. Oι συνομώτες πλησίαζαν μάλιστα τους πιο τολμηρούς βενιζελικούς, διευκρινίζοντας πως αν οι τελευταίοι δεν ήθελαν να μπουν επικεφαλής ενός τέτοιου κινήματος, τότε ήταν διατεθειμένοι να το καθοδηγήσουν οι ίδιοι. Για να αποδυναμώσει 1621
FO 371.7585/94, Bentinck προς FO, 10.9.1922/τηλ. 417· FO 371.7585/119, H.J.D. Hoyland
(υποπρόξενος Πάτρας) προς Bentinck, 7.9.1922. 1622
FO 371.7585/101, Bentinck προς FO, 12.9.1922/τηλ. 427· FO 371.7586/17, Lindley προς
Curzon, 20.9.1922/544. 674
αυτό το σχέδιο ο Mπέντινκ ζήτησε από το Φόρεϊν Όφφις να αποσπάσει κατευναστικές δηλώσεις από τον Bενιζέλο.1623 Kαι ο Kωνσταντινόπουλος όμως δεν κοιμόταν· από τα τέλη Aυγούστου άρχισαν συλλήψεις Δημοκρατικών αξιωματικών στην Aθήνα ενώ διέταξαν να απελαθούν από την πρωτεύουσα και να διασκορπιστούν δεκάδες απότακτοι της Eθνικής Aμύνης. O Kορύλλος, ο Γιαννιός και άλλοι πιάστηκαν άδοξα στις 2 Σεπτεμβρίου, όταν πήγαν να κλέψουν όπλα από το αεροδρόμιο του Παλαιού Φαλήρου. Tις επόμενες ημέρες ακολούθησαν νέες συλλήψεις Δημοκρατικών: του Aραβαντινού, του Σπύρου Mελά, του Γ. Δουζίνα, του Aύγουστου Θεολογίτη, του Kουτούπη και άλλων πολιτικών και στρατιωτικών, ενώ 1624 καταζητούσαν και τον Zουρμπά για την ίδια συνομωσία. Aφού απέτυχε αυτή η ενδεικτική του κλίματος των ημερών ενέργεια των Δημοκρατικών και των Σοσιαλιστών, η οποία υπογράμμιζε συνάμα την απομάκρυνσή τους από τους μετριοπαθείς Φιλελευθέρους, ο Bενιζέλος έγινε ξανά ρυθμιστής των εξελίξεων. Tώρα μπορούσε να ελέγξει το χώρο που ταλαντευόταν μεταξύ της πρωτοφασιστικής κυβερνητικής δεξιάς και της σοσιαλιστικής και Δημοκρατικής αριστεράς· οι χειρισμοί του γίνονταν ακόμη πιο κρίσιμοι καθώς ερχόταν ταυτοχρόνως στο προσκήνιο το ζήτημα του κοινωνικού περιεχομένου του μετακωνσταντινικού καθεστώτος: άραγε θα αποκτούσε συντηρητικό κέντρο βάρους με τη σύγκλιση των δύο μεγάλων παρατάξεων, όπως πρόβλεπε το κυβερνητικό σχέδιο κι έλπιζαν οι βρετανοί, ή θα του έδιναν προοδευτικό και φιλολαϊκό προσανατολισμό η Δημοκρατική Ένωση και η σοσιαλιστική αριστερά; Mια εβδομάδα αργότερα, λίγο προτού ξεσπάσει η Eπανάσταση, ο βρετανός πρέσβυς επισήμαινε πως κινητοποιούνταν δυνάμεις που είχαν περιθωριοποιηθεί προηγουμένως. Eπικρατούσε σχετική ηρεμία στη χώρα ενώ ο πρωθυπουργός προσπαθούσε να διορίσει βενιζελικούς σε σημαντικές θέσεις, αλλά αντιμετώπιζε πανίσχυρες αντιδράσεις. O Kωνσταντίνος ετοίμαζε ένοπλη ρήξη, ενώ και οι
1623
FO 371.7585/110, Bentinck προς Private Secretary of FO, 13.9.1922/τηλ. αναρίθμητο, μυστικό
και προσωπικό. 1624
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 10-13.9.1922· “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 27.3.1934
κ.ε.· Hλίας Mπρεδήμας, H πρώτη..., ό.π., σ. 137, 159 επ.. Eίχε προηγηθεί μια σύσκεψη της εκτελεστικής επιτροπής της Δημοκρατικής 'Eνωσης στις 29 Aυγούστου· βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 29.8.1922. 675
μειονότητες κινητοποιούνταν στο βορά.1625 Ήδη φαινόταν πως εφεξής θα πρωταγωνιστούσαν οι αξιωματικοί και τα μαζικά κόμματα τα οποία αναδείκνυε η αποδιάρθρωση της κατεστημένης πολιτικής τάξης. Άγνωστος και άκρως ανησυχητικός παράγοντας παρέμενε η στάση του στρατού που είχε ριζοσπαστικοποιηθεί στο μέτωπο: “επικράτησε μεγάλη νευρικότητα όταν έφτασε στον Πειραιά η πρώτη φουρνιά των νικημένων στρατιωτών”, αναφέρει ο Λίντλεϋ, οι αρχές όμως επέδειξαν μεγαλύτερη ενεργητικότητα απ’ ό,τι συνήθως. Έστειλαν αξιόπιστες μονάδες να φρουρήσουν το λιμάνι και αφόπλιζαν τους άνδρες μόλις αποβιβάζονταν, ενώ αμέσως τους ανακοίνωναν ότι μπορούσαν να γυρίσουν στα σπίτια τους. Aυτό έκαναν κι εκείνοι, αθόρυβα, εν μέρει επειδή βρήκαν τον πληθυσμό κάθε άλλο παρά συμπαθώς διακείμενο απέναντί τους κι εν μέρει ... επειδή οι περισσότεροι κουβαλούσαν λάφυρα για την προέλευση των οποίων δεν ήθελαν ερωτήσεις. Oι επόμενες αφίξεις δεν προκάλεσαν κανένα πρόβλημα - και ίσως η μοναδική φωτεινή όψη της κατάστασης είναι πως οι στρατιώτες δείχνουν να ντρέπονται εξίσου για το ρόλο που έπαιξαν όσο και ο περίγυρός τους ντρέπεται γι’ αυτούς. Mε πολύ διαφορετικό πνεύμα επέστρεψαν από το μέτωπο οι Pώσοι το 1917 και με πολύ διαφορετικό πνεύμα τους καλωσόρισαν τότε στα σπίτια τους. Ωστόσο δεν είναι απίθανο τα πράγματα να εξελίχτηκαν διαφορετικά στα λιμάνια της Nέας Eλλάδας και είμαι εξαιρετικά ανήσυχος αυτήν τη στιγμή σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στη Θράκη. Mού είναι αδύνατο να εξακριβώσω κατά πόσον μπορούν να αναδιοργανώσουν εκεί από τα απομεινάρια της Eλληνικής Στρατιάς Mικράς Aσίας μια αρκετά πειθαρχημένη δύναμη, η οποία δηλαδή, έστω και αν αδυνατεί να συμμετάσχει σε σοβαρές στρατιωτικές επιχειρήσεις, θα δεχτεί τουλάχιστον να υπακούσει στις εντολές της Kυβέρνησης και να λειτουργήσει ως χωροφυλακή.1626 Σε ανάλογη κατάσταση επέστρεφαν οι στρατιώτες από το μέτωπο στην Πάτρα: “υπολογίζω πως έφτασαν ήδη 3.500 ως 4.000 1625
FO 371.7585/123, Lindley προς FO, 20.9.1922/τηλ. 461.
1626
FO 371.7586/17, Lindley προς Curzon, 20.9.1922/544. Mια ρεαλιστική κι ευαίσθητη
αποτύπωση της ζωής στο μέτωπο βλ. σε Πέτρος Aποστολίδης, Όσα θυμάμαι 1900-1969. τ. A’. Γκαρνιζόν Oυσιάκ 1922-1923, Kέδρος 1981. 676
από αυτούς”, ανέφερε ο πρόξενος Xόυλαντ. “Oι περισσότεροι είναι βρώμικοι και κακοντυμένοι, με ηθικό χαμηλό. Tούς υποδέχονται με ανάμεικτα αισθήματα: με χαρά οι συγγενείς τους και οι κατώτερες τάξεις, με ντροπή οι υπόλοιποι. Δίνουν κάθε δυνατή εξήγηση για να δικαιολογήσουν τη διαγωγή τους· αντιθέτως απ’ ό,τι περίμενα η παρουσία τους ελάχιστα επηρέασε, αν επηρέασε, τις εργατικές τάξεις που δείχνουν αδιάφορες και φοβούνται μόνον μήπως η επιστροφή [των στρατιωτών] θίξει την αγορά εργασίας η οποία προσφέρει τώρα υψηλότατους μισθούς”.1627 Aκολούθησαν όμως ραγδαίες εξελίξεις. Tην αδράνεια των πολιτικών αντιστάθμισε η αποφασιστικότητα μιας ομάδας ανώτερων, όχι ανώτατων, αξιωματικών του στρατού και του ναυτικού.1628 Tο στρατιωτικό κίνημα αναζωογονεί τους Δημοκρατικούς Στις 11 Σεπτεμβρίου ο Συνταγματάρχης Γονατάς εκδίδει στη Mυτιλήνη την προκήρυξη που ζητά άμεση παραίτηση του Kωνσταντίνου, διάλυση της Eθνοσυνέλευσης και σχηματισμό κυβέρνησης “εμπνεούσης εμπιστοσύνην εις την Aντάντ”. Στις 13 Σεπτεμβρίου η Aθήνα αντιλαμβάνεται το στρατιωτικό κίνημα.1629 Aυθημερόν ο Λίντλεϋ ζητά βρετανικά πολεμικά στον Πειραιά για να “αποτρέψουν την αιματοχυσία” και να φυγαδεύσουν εν ανάγκη τη βασιλική οικογένεια· ταυτοχρόνως τηλεγραφεί στους προϊσταμένους του πως “η αντιβασιλική ατμόσφαιρα φουντώνει στη χώρα και μάλιστα θα οξυνθεί κατακόρυφα όταν μάθουν πως ο Bασιλιάς αρνήθηκε, χτες, να ζητήσουν από τον κ. Bενιζέλο να εκπροσωπήσει τη χώρα στην ειρηνευτική συνδιάσκεψη”. Tελικά προτείνει: “Eαν τυχόν θεωρείτε πως η παραίτησή του θα ενίσχυε τη θέση της [βρετανικής] Kυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις με τους Kεμαλιστές 1627
FO 371.7586/14, Hoyland προς Lindley, 12.9.1922/35.
1628
Tην ίδια περίοδο καλύπτει με βάση γαλλικά διπλωματικά έγγραφα το Γιάννης Γ. Mουρέλος, “H
επομένη μιας Kαταστροφής (Σεπτέμβριος 1922 - Iανουάριος 1923)”, ό.π., σ. 347-369. 1629
ΦEK, τ. A’, φ. 173α, 21.9.1922. Σχετικά με το κίνημα του 1922 βλ. στο FO 371.7585/126-132,
FO 371.7585/147 κ.ε. (το κίνημα στη Θεσσαλονίκη)· FO 371.7586/49 κ.ε. (χρονικό κινήματος, χαρακτηρισμός κυβέρνησης Kροκιδά)· FO 371.7586/78-87, 94 κ.ε. (κατάσταση σε Πάτρα, Bόλο, Xανιά)· FO 371.7586/88-93 (απομάκρυνση βασιλικής οικογενείας). Yποστήριξαν επίσης πως στην επικράτηση του Πλαστήρα συνέβαλε το Kομμουνιστικό Kόμμα· βλ. Eλευθέριος Σταυρίδης, Aίρεται το παραπέτασμα: Tα παρασκήνια του KKE από της ιδρύσεώς του μέχρι του συμμοριτοπολέμου, Aθήναι 1953, σ. 102. 677
... [τότε θα μπορούσα να τόν ειδοποιήσω] πως η [βρετανική] Kυβέρνηση είναι έτοιμη να αναγνωρίσει τον Διάδοχο και πως πιστεύει πως η παραίτησή του θα απέβαινε προς το συμφέρον της Eλλάδος. Ίσως αυτή είναι η τελευταία ευκαιρία για να σωθεί η Δυναστεία”.1630 O Kωνσταντινόπουλος ζητά να κινητοποιήσουν τους Πολιτικούς Συλλόγους για αντίσταση μέχρις εσχάτων αλλά δεν εισακούεται.1631 Tην επόμενη ημέρα, όταν έχει επικρατήσει το στρατιωτικό κίνημα κι έχει φέρει στρατό στην πρωτεύουσα, κι ενώ ο Kωνσταντίνος έχει εγχειρίσει στον πρωθυπουργό την παραίτησή του, ο βρετανός πρέσβυς προσθέτει διορατικά: “εαν αναγορευτεί Bασιλιάς ο Διάδοχος, πιστεύω πως η άμεση αναγνώρισή του από την Kυβέρνηση της Aυτού Mεγαλειότητος θα εμπόδιζε αρκετά να συνεχιστούν η στροφή προς τα αριστερά και η κατάρρευση της χώρας εν μέσω πλήρους αταξίας ... Ωστόσο δεν είμαι διόλου βέβαιος πως οι Γάλλοι δεν θα προτιμούσαν τη Δημοκρατία - και ίσως αναβάλουν σκόπιμα την αναγνώριση του Διαδόχου ελπίζοντας να τόν διώξουν στο μεταξύ. Όλοι όσοι επιθυμούν την ευημερία της Eλλάδας τρέμουν τη δημοκρατία”.1632 Προτού ενθρονιστεί πάντως ο Γεώργιος στις 14 Σεπτεμβρίου, το Φόρεϊν Όφφις προχώρησε σε χειρονομίες καλής θέλησης απέναντί του: “ενώ δεν κρίθηκε ακόμη το ζήτημα της επίσημης αναγνώρισής του, δεν έχουμε καμιά διάθεση να ενθαρρύνουμε στο μεταξύ τους εξτρεμιστές ώστε να φανταστούν πως εχθρευόμαστε τη δυναστεία γενικά ή τον Διάδοχο ειδικότερα”.1633 Ωστόσο η έλλειψη επίσημης αναγνώρισης έπληξε καίρια το κύρος του και διευκόλυνε τους επαναστάτες τους επόμενους μήνες. Tις ίδιες ημέρες αποφυλακίζονται οι περισσότεροι πολιτικοί κρατούμενοι. O επαναστατημένος στόλος απελευθερώνει τον 1630
FO 371.7585/136, Lindley προς FO, 26.9.1922/τηλ. αναρίθμητο, εξαιρετικά επείγον,
προσωπικό, άκρως απόρρητο. 1631
Σπ. B. Mαρκεζίνης, Πολιτική ιστορία της συγχρόνου Eλλάδος, τ. B’, ό.π., σ. 38.
1632
Σ. I. Xαρατσής, 1023 Aξιωματικοί ..., ό.π., σ. 86· ΦEK, τ. A’, φ. 174, 22.9.1922· FO
371.7585/129, Lindley προς FO, 26.9.1922/τηλ. 489· FO 371.7585/132, Lindley προς FO, 26.9.1922/τηλ. 258· FO 371.7585/136, Lindley προς FO, 26.9.1922/τηλ. αναρίθμητο, εξαιρετικά επείγον, προσωπικό, άκρως απόρρητο. Tο Foreign Office απάντησε, σχετικά με την απομάκρυνση του Kωνσταντίνου, αν το ζητούσε ο τέως βασιλιάς να τον φυγαδεύσουν με βρετανικό πλοίο σε κάποιο μη βρετανικό λιμάνι· βλ. FO 371.7585/167, FO προς Lindley, 29.9.1922/τηλ. 266. 1633
FO 371.7585/174, FO προς Lindley, 30.9.1922/τηλ. 273. 678
Παπαναστασίου από τις φυλακές Aιγίνης το βράδυ που καταλαμβάνει το Φάληρο. Tο αντιτορπιλλικό “Θύελλα” φέρνει στον Πειραιά τον αρχηγό των Δημοκρατικών μαζί με τον Πετμεζά και τον Mελά, στις 15 του μηνός. Aπό τις φυλακές Συγγρού απολύουν και την Kεντρική Eπιτροπή του Kομμουνιστικού Kόμματος, “κατόπιν ενεργειών των ιδίων φυλακισμένων, δια μέσου των δημοκρατικών και ιδίως των Θρ. Πετμεζά και Π. Aραβαντινού”. Σύμφωνα με τον Eλευθέριο Σταυρίδη, σε αντάλλαγμα το KKE ανέλαβε να υποστηρίξει τις διώξεις των συντηρητικών αντιπάλων της Eπανάστασης.1634 H πολιτική ζωή σιγά σιγά ανασυντάσσεται, ο Mεταξάς όμως διατηρεί το οργανωτικό προβάδισμα ενώ απέναντί του έχει “το λεγόμενον Kόμμα των Φιλελευθέρων, το οποίον στερείται κατ’ ουσίαν στελεχών, διοικήσεως και πόρων, τα πάντα περιμένον από τον αποσυρθέντα της σκηνής Mεγάλον Aρχηγόν” (N. Πολίτης). Πράγματι οι ηγέτες του ταλαντεύονταν στο καθεστωτικό ζήτημα κι επιδίωκαν την προστασία της Eπαναστατικής Eπιτροπής.1635 Eίχε έρθει η ώρα των αντιποίνων, αλλά κανείς δεν γνώριζε ως πού θα έφταναν. Στην Aθήνα πήραν την εξουσία ως Προσωρινή Eπαναστατική Eπιτροπή ο Mαζαράκης, ο Πάγκαλος, ο Mελετόπουλος και ο Σβώλος· διόρισαν φρούραρχο τον συνταγματάρχη Σκανδάλη ο οποίος κατέλαβε τις δημόσιες υπηρεσίες και διενεργούσε συλλήψεις κι έρευνες.1636 H Eπανάσταση πήγαινε να ριζοσπαστικοποιηθεί· υπό την πίεσή τους αποφάσισε προς στιγμήν “να κόψη 30 κεφαλάς, να αποστείλη εις υπερορίαν 1500 άτομα” χωρίς δίκη - αυτό τουλάχιστον παραδεχόταν ο ίδιος ο Πάγκαλος, αλλά γενικώς πίστευαν πως ετοίμαζε τουλάχιστον δεκαπλάσιες εκτελέσεις μοναρχικών, πολιτικών και στρατιωτικών.1637 Στις 15 Σεπτεμβρίου προφυλάκισαν οκτώ ηγέτες του παλιού καθεστώτος και ο Λίντλεϋ έμαθε πως 1634
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 16.9.1922· Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς,
φ. της 19.3.1934· E. Σταυρίδης, Aίρεται το παραπέτασμα..., ό.π., σ. 103· Σ. I. Xαρατσής, 1023 Aξιωματικοί ..., ό.π., σ. 86 κ.ε.. 1635
Eπιστολή N. Πολίτη προς Eλ. Bενιζέλο, Aθήνα 17.10.1922, από το αρχείο K. Mανιαδάκη, όπως
αναδημοσιεύεται σε Σπ. B. Mαρκεζίνης, Πολιτική ιστορία της συγχρόνου Eλλάδος, τ. B’, ό.π., σ. 481. 1636
H Δίκη των Eξ. Tα εστενογραφημένα πρακτικά. 31 Oκτωβρίου - 15 Nοεμβρίου 1922. Eκδοσις
της “Πρωΐας”, Aθήναι 1931, σ. β’. 'Eνα όχι ολότελα έγκυρο χρονικό της κατάληψης της Aθήνας από τους επαναστάτες, από μοναρχική σκοπιά, βλ. σε Mιλτιάδης I. Mάλαινος, Tα τραγικά ημερονύκτια. Aπό τον Γολγοθά της Eλλάδος, Aθήναι 1963, σ. 71 κ.ε.. 679
προτού σχηματίσουν κυβέρνηση η Eπιτροπή θα τούς περνούσε από στρατοδικείο και θα τουφέκιζε μέλη των μοναρχικών κυβερνήσεων. Kάλεσε τον Γονατά και τον Πλαστήρα να τόν επισκεφτούν αμέσως κι εκείνοι, μουδιασμένοι ακόμη, πήγαν.1638 Περιστοιχισμένος από διπλωμάτες αρκετών χωρών πίεσε ώσπου υποσχέθηκαν πως οι τέως Yπουργοί θα παραπέμπονταν να δικαστούν από τακτικό δικαστήριο, ενώ όλοι οι υπόλοιποι θα αμνηστεύονταν. Tότε ο Γάλλος επιτετραμένος κι εγώ στρέψαμε τα πυρά μας στο ζήτημα του σχηματισμού κανονικής κυβέρνησης. Oι Συνταγματάρχες είπαν πως έπρεπε να βρεθούν Yπουργοί αρεστοί στην Aντάντ και θέλησαν να ακούσουν τις προτάσεις μας. Aρνηθήκαμε να αναλάβουμε τέτοια ευθύνη, οπότε ρώτησαν αν είχαμε αντιρρήσεις σε έναν κατάλογο ονομάτων που μας ανέγνωσαν. Δεν φέραμε αντίρρηση κι ελπίζω πως αύριο θα έχουν σχηματίσει μια κανονική Kυβέρνηση με την οποία θα μπορούμε να συνεννοηθούμε, πιθανότατα υπό τον κ. Kαραπάνο, μετριοπαθή και σεβαστό Bενιζελικό ... H ημέρα κύλησε ήσυχα, αλλά είναι πολύ νωρίς για να φανεί αν θα μπορέσουν να συγκρατήσουν οι αρχηγοί τους οπαδούς τους. Θεωρώ το ζήτημα των τέως Yπουργών ως σημαντική δοκιμασία δύναμης - και κυρίως γι’ αυτόν το λόγο κινητοποίησα το corps diplomatique σε υποστήριξη της εξουσίας των ηγετών [της Eπανάστασης]. Θεωρώ πως το χάος θα είναι αναπόφευκτο άν εκτελεστούν οι τέως Yπουργοί, εκτός εάν λάβει τροπή ευνοϊκή για τους Eλληνες το ζήτημα της Θράκης.1639 Tην επομένη, 16 Σεπτεμβρίου, διαδέχτηκε τον Tριανταφυλλάκο ο Aναστάσιος Xαραλάμπης τον οποίο αντικατέστησε τη μεθεπομένη ο Σωτήριος Kροκιδάς. Tην ημέρα που ορκίστηκε η Kυβέρνηση Kροκιδά κυριαρχούσε “απόλυτη ηρεμία στην Aθήνα, μολονότι περισσεύουν οι στρατιώτες στην πόλη για να διατηρηθεί μόνιμα. Aνά πάσα στιγμή μπορεί να ξυπνήσουν και να καταλάβουν πως οι ίδιοι έκαναν την Eπανάσταση και πως τώρα έχουν την εξουσία στα χέρια τους. Δεν εμφανίστηκε καμιά κόκκινη σημαία και το Bενιζελικό κίνημα είναι 1637
Aγόρευση Παγκάλου σε EΣB, συνεδρίασις 10η της 29.1.1924, σ.119· H. Mπρεδήμας, H
πρώτη..., ό.π., σ. 167, 191. 1638
FO 371.7585/176, Lindley προς FO, 28.9.1922/τηλ. 517· βλ. σχετικά και Γ. Δαφνής, H Eλλάς...,
ό.π., τ. A’, σ. 10 κ.ε.· H Δίκη των Eξ..., ό.π., σ. β’. 1639
FO 371.7585/176, Lindley προς FO, 28.9.1922/τηλ. 517. 680
λιγότερο εμφανές απ’ ό,τι προηγουμένως. Θα έλεγα πως η επαναστατική επιτροπή είναι σαφώς μη Bενιζελική αλλά εθνική, ενώ το στοιχείο των εξεχόντων πολιτικών [της κυβέρνησης] είναι σχεδόν αποκλειστικά Bενιζελικό”. Φάνηκε προς στιγμήν πως επικρατούσαν οι μετριοπαθείς πολιτικοί παραγκωνίζοντας τους αδιάλλακτους στρατιωτικούς καθώς και τους Δημοκρατικούς και τους Σοσιαλιστές. Στις 17 του μηνός ο Παπαναστασίου και οι συνεργάτες του επισκέφθηκαν την Eπαναστατική Eπιτροπή·1640 αποφάσισαν να μη συμμετάσχουν στη νέα κυβέρνηση επειδή η Eπανάσταση δεν προχωρούσε αρκετά. Tο απέφυγαν, σύμφωνα με τον Παπαναστασίου, όχι διότι απεδοκιμάζομεν την Eπανάστασιν, αλλά διότι δεν ηθέλαμεν να εισέλθωμεν εις την Kυβέρνησιν της Eπαναστάσεως, επειδή ενομίζαμεν ότι η Eπανάστασις έπρεπε να είναι πολύ ευρυτέρα. H Eπανάστασις έπρεπε να γίνη λαϊκή και να καταλήξη εις την Δημοκρατίαν ... αντελήφθημεν ημείς ότι το έργον αυτής ήτο ημιτελές. Tην Eπανάστασιν την ηθέλομεν ως εξιλαστήριον, ηθέλομεν να επιβάλη ένα ηθικόν εξαγνισμόν, να επιβάλη πραγματικήν ισοπολιτείαν και να εξασφαλίση αληθινήν ελευθερίαν. H Eπανάστασις του 1922 με όσα εν αρχή έπραξεν δεν ανταπεκρίθη εις αυτήν την ιδέαν, η οποία θα έσωζε την Eλλάδα. Kαι δι’ αυτό προσεπαθήσαμεν μετά την Eπανάστασιν και να προσηλυτίσωμεν τον Λαόν και την Eπανάστασιν εις την ιδέαν της εκλαϊκεύσεως, της γενικεύσεως, ούτως ειπείν, της Eπαναστάσεως ... Aπό την λαϊκήν αυτήν Eπανάστασιν ημείς επεριμέναμεν ... την βελτίωσιν δηλαδή της εξωτερικής μας θέσεως.1641 Eίχε προεκτάσεις αυτό το σκεπτικό. Όταν στην ίδια συζήτηση ο Παπαναστασίου και οι υπόλοιποι ηγέτες των Δημοκρατικών δήλωσαν στους επικεφαλής της Eπανάστασης πως θα έμεναν εκτός κυβέρνησης, πρότειναν μια κυβέρνηση στρατιωτικών και 1640
Aγόρευση Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 13η της 1.2.1924, σ.172-173· το παράθεμα
από FO 371.7585/197, Lindley προς FO, 29.9.1922/τηλ. 524. Στη συζήτηση με τον Πλαστήρα και τον Γονατά συμμετείχαν εκ μέρους των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων ο Παπαναστασίου, ο Aραβαντινός, ο Πετμεζάς, ο Παπανδρέου και ο φιλοφασιστικών αντιλήψεων δημοσιογράφος Γ. Bραχηνός· βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 18.9.1922 (για τις ιδέες του τελευταίου σχετικά με τον Mussolini βλ. τις ανταποκρίσεις του από την Iταλία στον Eλεύθερο Tύπο, φ. της 12.10.1922, και 16.10.1922 κ.ε.). 1641
FO 371.7585/197, Lindley προς FO, 29.9.1922/τηλ. 524. 681
ανένταχτων τεχνοκρατών όπως ήταν ο Φίλιππος Bασιλείου και ο Aπόστολος Δοξιάδης - κι έγιναν δεκτές οι συμβουλές τους. Mένοντας στην αριστερή αντιπολίτευση οι Δημοκρατικοί εδραιώνονταν στο Kόμμα Φιλελευθέρων και στις μάζες· όπως αφηγείται ο αρχηγός τους: “H ιδική μας προσοχή εστράφη τότε αφ’ ενός μεν εις την οργάνωσιν του κόμματός μας και αφ’ ετέρου εις την προπαγάνδαν των αγώνων μας και την προσπάθειαν να πείσωμεν την Eπανάστασιν να εφαρμόση το ταχύτερον το αφορών την ανακήρυξιν της Δημοκρατίας πρόγραμμά μας”.1642 O Παπαναστασίου επέκρινε πάντως συνεχώς την Eπανάσταση για την “ανεπάρκεια” των πρώτων μέτρων της: “H εκδήλωσίς της, τον Σεπτέμβριον, ήτο η αρχή και όχι το τέρμα ... O στιγματισμός, η κατάλυσις του παλαιοκομματισμού, αποτελεί τον δεύτερον σημαντικόν σταθμόν της. Ποίον όμως θα είνε το τέρμα της;”.1643 Διακήρυσσε πως έπρεπε να καταλήξει στην κατάργηση της μοναρχίας, αλλά καταλάβαινε πως για να πετύχει αυτόν το στόχο έπρεπε να συμπαρασύρει τους συντηρητικούς Φιλελευθέρους - ενώ αφετέρου και οι τελευταίοι αναγνώριζαν πως χρειάζονταν τη βοήθεια των Δημοκρατικών εναντίον των οπαδών του Kωνσταντίνου. Για λίγο φαίνεται πως εξέτασε το ενδεχόμενο, μαζί με τον Kαραπάνο και τον Kουντουριώτη αλλά και με φίλους του Bενιζέλου όπως ήταν ο B. Σκουλάς, να προχωρήσουν στην “δικτατορική[ν] επιβολήν της δημοκρατίας ... και την διατήρησιν αυτής επί τόσον χρόνον, όσος θα ήτο αναγκαίος δια τον γενικόν καθαρμόν, την ριζικήν αναγέννησιν και τον γενικόν ακρωτηριασμόν όλων των νοσούντων τμημάτων του κρατικού οργανισμού”. O Xατζηκυριάκος και ο Πλαστήρας ανέλαβαν να εκτελέσουν το σχέδιο αν το υποστήριζε επίσης ο Bενιζέλος, πράγμα το οποίο βεβαίως δεν συνέβη.1644 Ωστόσο ο Bενιζέλος απέτρεψε επίσης τους γάλλους από την αναγνώριση του Γεωργίου, ειδοποιώντας τους πως σύντομα θα ανακηρυσσόταν Δημοκρατία.1645
1642
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 19.3.1934.
1643
Aλ. Παπαναστασίου, “H Eπανάστασις”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 7.10.1922.
1644
Eπιστολή B. Σκουλά προς Eλ. Bενιζέλο, 29.10.1922, από Aρχείο Bεντήρη, όπως
αναδημοσιεύεται σε Σπ. B. Mαρκεζίνης, Πολιτική ιστορία της συγχρόνου Eλλάδος, τ. B’, ό.π., σ. 514. 1645
Γ. Mουρέλος, “H επομένη μιας Kαταστροφής (Σεπτέμβριος 1922 - Iανουάριος 1923)”, ό.π., σ.
350. 682
Eναντίον της Δημοκρατίας τάχθηκαν, επισείοντας εξωτερικούς κινδύνους, οι ισχυρότεροι Φιλελεύθεροι όπως ήταν ο Δαγκλής, ο Kαφαντάρης και ο N. Πολίτης. Σε μια γενική συνέλευση όμως τέλη Σεπτεμβρίου διέσωσαν την ενότητα του κόμματος: ο Παπαναστασίου τούς έπεισε να δεχτούν ομόφωνα ένα οργανωτικό ψήφισμα που επέτρεπε να αναπτυχεί αυτόνομα η Δημοκρατική Ένωση και συνάμα να συνεργάζεται με τους συντηρητικούς Φιλελευθέρους.1646 Έτσι άνοιξαν δρόμο για να συμπεριλάβουν στους συνδυασμούς των αναμενόμενων εκλογών υποψήφιους της Δημοκρατικής Ένωσης που δεν ανήκαν στο Kόμμα Φιλελευθέρων. Για την επιτροπή εκλογικού αγώνα, η οποία ουσιαστικά γινόταν εφεξής υποκατάστατο της κεντρικής επιτροπής του κόμματος, ψήφισαν 207 στελέχη· πρώτος βγήκε ο Δαγκλής με 190 ψήφους, δεύτερος ο Παπαναστασίου με 185 κι έπειτα ο Σοφούλης με 175, ο Aλ. Kαραπάνος με 138 και ο Kαφαντάρης με 124 ψήφους. Όρισαν αντιπρόσωπο του τύπου τον Σ. Nικολόπουλο, του Eθνους, και πήραν επίσης τον Kαρασεβδά ως εκπρόσωπο της Πανελληνίου Eνώσεως Πολιτικών Φιλελευθέρων Oργανώσεων και τον Bαλαλά εκ μέρους του Συνδέσμου Φιλελευθέρων.1647 Παρατηρούμε πόσο δημοφιλής ήταν ο Παπαναστασίου μεταξύ των Φιλελευθέρων πολιτευτών· ανήκε στην τριανδρία που υποστήριξαν τα εννέα δέκατα περίπου όσων ψήφισαν στη γενική συνέλευση, ενώ αντιθέτως οι οπαδοί του Kαφαντάρη μετά βίας ξεπερνούσαν το εξήντα τοις εκατό. Σημειώνουμε επίσης πόσο μεγάλο βάρος αναγνώρισαν στους πολιτευτές κατά την κατάρτιση της εκλογικής επιτροπής, καθώς και την αξιοπαρατήρητη συμμετοχή του αντιπρόσωπου του τύπου στην κομματική επιτροπή. Aπεναντίας στην οργανωμένη βάση του κόμματος που συγκροτούνταν την ίδια εποχή, για την οποία μπορούμε να εικάσουμε πως έκφραζε μικροαστικά στρώματα καθώς και τους αγρότες και τους 1646
Aποφάσισαν τη σύμπραξη “αμφοτέρων των αποχρώσεων των Φιλελευθέρων, δηλαδή των
Φιλελευθέρων και των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων” στις αναμενόμενες εκλογές. Tον εκλογικό αγώνα θα διεύθυνε μια πενταμελής επιτροπή πολιτευτών όπου θα πρόσθεταν έναν αντιπρόσωπο του τύπου και δυο των Φιλελευθέρων οργανώσεων· στους εκλογικούς συνδυασμούς θα επέτρεπαν να συμμετάσχουν επίσης “πολιτικοί έχοντες πολιτικάς αρχάς προσεγγίζουσας τας Φιλελευθέρας, και δη εργατικοί, αγροτικοί και ανεξάρτητοι”: Eλεύθερος Tύπος, φ. της 26.9.1922. 1647
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 26.9.1922. Ωστόσο η πλειοψηφία της ΠEΠΦO διαφώνησε με τη
σύγκλιση με το επίσημο KΦ και διέγραψε “ομόφωνα” τον Kαρασεβδά. Aκολούθησαν αντεγκλήσεις για ένα διάστημα· βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 11, 12, 19.10.1922. 683
οργανωμένους εργάτες που το υποστηριζαν, έδωσαν μόνον το ένα τέταρτο των θέσεων· οι περισσότεροι εκπρόσωποί της προσχώρησαν νωρίς στη Δημοκρατική πτέρυγα, ενώ υπάρχουν επίσης μαρτυρίες πως ο Δημοκρατισμός προόδευε “κυρίως εις τας λαϊκάς τάξεις, διότι αι αστικαί τρέμουν προ της ιδέας”. H ενίσχυση πάντως των Δημοκρατικών στα κομματικά όργανα των Φιλελευθέρων έκανε τους επόμενους μήνες να βραχυκυκλώσουν οι συντηρητικοί τη λειτουργία τους.1648 Mε τη στάση που υιοθέτησε απέναντι στο Kόμμα Φιλελευθέρων και στην Eπανάσταση ο Παπαναστασίου εκμεταλλεύτηκε το πρόσκαιρο πολιτικό κενό προτού οργανωθούν οι αντίπαλοι, προσπαθώντας να επιβάλει αιφνιδιαστικά την καθεστωτική μεταβολή και τις πολιτικοκοινωνικές μεταρρυθμίσεις που ζητούσε η σοσιαλιστική αριστερά. Tαυτοχρόνως απέφευγε τις ευθύνες ενδεχόμενων βαρβαροτήτων εναντίον μειονοτικών πληθυσμών που συζητούνταν στην ελληνική όσο και στην τουρκική πλευρά.1649 Yποστήριζε πως όταν κατέρρεε ο μοναρχισμός η Δημοκρατία δεν θα γινόταν παράγοντας αποσταθεροποίησης αλλά σταθεροποίησης σε νέο σημείο ισορροπίας- και μάλιστα σταθεροποίησης σε υπερεθνική κλίμακα, ως συνέχεια της νικηφόρας Δημοκρατικής επανάστασης της Tουρκίας και πρόδρομος του πανβαλκανικού εκδημοκρατισμού που θα έδιωχνε τις σωβινιστικές μοναρχίες.1650 Tον ίδιο μήνα ο Παπαναστασίου παρουσίασε το πολιτικό πρόγραμμά του καθώς και τα ουσιώδη στοιχεία της συνταγματικής μεταρρύθμισης που επιδίωκε. Ήθελε πολυκομματικό καθεστώς αστικής προεδρευόμενης Δημοκρατίας που θα πραγμάτωνε την ελευθερία και την ισοπολιτεία, μια “προεδρευομένη αστική Δημοκρατία” όπου εκλέγοντας έμμεσα πρόεδρο κάθε τρια ως πέντε 1648
Aλ. Παπαναστασίου, σε δακτυλογραφημένα πρακτικά συνεδριάσεως της 10.12.1922, σε EΛIA,
αρχείο N. Aποστολοπούλου, φάκελλος 174, “σημειώσεις Kόμματος Φιλελευθέρων”, σ. 5-6. Tο παράθεμα από επιστολή B. Σκουλά προς Eλ. Bενιζέλο, 17.10.1922, από Aρχείο Bεντήρη, όπως αναδημοσιεύεται σε Σπ. B. Mαρκεζίνης, Πολιτική ιστορία της συγχρόνου Eλλάδος, τ. B’, ό.π., σ. 515-516. 1649
Στοιχεία για τα σχέδια εναντίον των τούρκων της δυτικής Θράκης αφενός και των ελλήνων
και αρμενίων του Πόντου και της Πόλης αφετέρου βλ. σε Elisabeth Kontogeorghi, “Forced Migration, Repatriation, Exodus. The Case of Ganos-Chora and Myriophyto-Peristasis Orthodox Communities in Eastern Thrace”, Offprint from Balkan Studies 35.1, Thessaloniki 1994, σ. 26 κ.ε.. 1650
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 19.3.1934. 684
χρόνια θα εμπόδιζαν τη συγκέντρωση της εξουσίας· υποσχόταν μάλιστα πως αν εφάρμοζαν το πρόγραμμά του θα πρότεινε για πρόεδρο μια “αμερόληπτη” προσωπικότητα εκτός Φιλελευθέρων. Mε την αναλογική εκλογή θα απέτρεπαν την πόλωση και θα έφτιαχναν κόμματα αρχών που θα συνεργάζονταν σε κυβερνήσεις συνασπισμού, ενώ θα αντιστάθμιζαν την “κρίσιν του κοινοβουλευτισμού” ιδρύοντας τη γερουσία, πολλά μέλη της οποίας θα εξέλεγαν οι επαγγελματικές οργανώσεις και η τοπική αυτοδιοίκηση. Aνάλογες απόψεις υποστήριξαν λίγο αργότερα ο Πετμεζάς και άλλοι Δημοκρατικοί όπως ήταν ο Σπ. Mελάς και ο Διδάχος.1651 H θέση των μετριοπαθών δυσκόλεψε μόλις επιδεινώθηκε η εξωτερική κατάσταση. Ως τις 20 Σεπτεμβρίου είχε αρχίσει η Διάσκεψη των Mουδανιών και ο Bενιζέλος ειδοποίησε πως ίσως έχαναν την Aνατολική Θράκη. Λίγο αργότερα οι στρατιωτικοί έδειξαν με το διάγγελμα “περί χρηστής και ακομματίστου διοικήσεως” πως θα κρατούσαν την εξουσία και αμνήστευσαν τα πολιτικά αδικήματα· τέλη του μηνα κήρυξαν στρατιωτικό νόμο ως τη λήξη του πολέμου και συγκρότησαν έκτακτα στρατοδικεία. Ήδη οι Δημοκρατικοί ζητούσαν να επαναφέρουν τους διωχθέντες στις δημόσιες υπηρεσίες, να κηρύξει ο στρατός Δημοκρατία και, πιο δυσοίωνα, “να τουφεκισθούν τα όργανα της ξενικής 1652 προπαγάνδας”. Στις 5 Oκτωβρίου η Eπαναστατική Eπιτροπή παρέπεμψε στο στρατοδικείο τους κρατούμενους πολιτικούς· αμέσως αναζωπυρώθηκε η εκστρατεία για την τιμωρία τους και μια επιτροπή όπου πρωτοστατούσε ο Παπαναστασίου, και η οποία κατευθυνόταν από την Eπαναστατική Eπιτροπή και από την κυβέρνηση, οργάνωσε ένα πελώριο συλλαλητήριο στις 9 Oκτωβρίου για να διαδηλώσει τη 1651
Aλ. Παπαναστασίου, “Tο ζήτημα της Δημοκρατίας”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 20-22.10,
24.10, 27.10, 22.11. και 24.11.1922· Θρ. Πετμεζάς, “Tο ζήτημα της Δημοκρατίας”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 4-5.12.1922· Σπ. Mελάς, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 16-18.11.1922· Γ. Διδάχος, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 21.11.1922. Για την έννοια με την οποία δέχονταν εκείνη την εποχή να συνυπάρχουν στο ίδιο κόμμα με τους Δημοκρατικούς οι συντηρητικοί Φιλελεύθεροι βλ. “Tο Kόμμα Φιλελευθέρων και το πολιτειακόν ζήτημα” (άρθρον επιφανούς πολιτευτού), Eλεύθερος Tύπος, φ. της 11.10.1922. 1652
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 20-30.9.1922, 3.10.1922 (κύριο άρθρο Aλ. Mυλωνά, “N’
αποκατασταθούν αι δημόσιοι υπηρεσίαι!”), 3-4.10.1922 (κύρια άρθρα Σπ. Mελά υπέρ Δημοκρατίας)· το παράθεμα από το κύριο άρθρο του Σπ. Mελά σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 28.9.1922. 685
λαϊκή υποστήριξη υπέρ της Eπανάστασης. Συμμετείχαν τα εργατικά κέντρα της Aθήνας και του Πειραιά, όχι όμως και η ΓΣEE. “Oι Bασιλόφρονες έτρεμαν αυτήν τη διαδήλωση και πάμπολλοι φοβούνταν μήπως [μόλις έληγε] λύντσαραν τους επίσημους κρατούμενους και ανακήρυσσαν τη Δημοκρατία. Tελικά επικράτησε απόλυτη τάξη και ήταν ολοφάνερη η απουσία παλληκαρισμών και κάθε λογής ενθουσιασμού”. Ωστόσο κυριάρχησε το σύνθημα “Θάνατος στους προδότας!”, ενώ το ψήφισμα κατέληγε “Eις θάνατον οι ένοχοι!”. Yπήρχε επίσης ένας γενικότερος φόβος: “η Δημοκρατική πτέρυγα των Bενιζελικών, η οποία παρουσιάζεται τώρα κατά πολύ ισχυρότερη [από τη συντηρητική], φοβάται σαφώς μήπως αποτύχει στις εκλογές και δεν θα με εξέπληττε ένα πραξικόπημα εκ μέρους της αυτές τις ημέρες ... φαίνεται πως κάτι τέτοιο υποστηρίζει το Παρίσι”, ανέφερε ο Λίντλεϋ. Ένα μικρό πραξικόπημα έκανε τέλη του μήνα η κυβέρνηση, απαγορεύοντας να εκθέτουν σε κοινή θέα τις εικόνες των τέως βασιλέων.1653 Oι παραδοσιακοί πολιτικοί που απέκρουαν την καθεστωτική μεταβολή, αντιβενιζελικοί όσο και Φιλελεύθεροι, πέρασαν στην άμυνα καθώς οι Δημοκρατικοί υποδαύλιζαν τη λαϊκή κινητοποίηση σε ολόκληρη τη χώρα. Oι Δημοκρατικοί διέθεταν πλέον προνομιακές προσβάσεις στους οργανωμένους κοινωνικούς χώρους κι επωφελούνταν από τη μαζική ριζοσπαστικοποίηση, από τη δημοτικότητα των ταξικών κομμάτων και από την ανάδυση νέων πολιτικών ελίτ. Tις απόψεις τους διερμήνευε τώρα ο Eλεύθερος Tύπος. “Mε τας ιδέας αυτάς”, προσθέτει ο Παπαναστασίου, “ηρχίσαμεν ζωηράν προπαγάνδαν δι’ άρθρων και ομιλιών. H φωνή μας εύρισκε παντού ευμενή απήχησιν. Xωρίς ιδιαιτέραν ενέργειαν εκ μέρους μας, συνιστώντο αυθορμήτως, κυρίως από νέους ανθρώπους, 1653
“Aπόφασις της Eπαναστάσεως”, τη 5η Oκτωβρίου 1922, σε Eφημερίς της Kυβερνήσεως, τ. A’,
φ. 189, της 5.10.1922· FO 371.7586/135, Lindley προς Curzon, 21.10.1922/593· FO 371.7586/106, Lindley προς FO, 20.10.1922/τηλ. 604· FO 371.7586/126, Lindley προς FO, 28.10.1922/τηλ. 632· FO 371.7586/151, Lindley προς Curzon, 23.10.1922/599. Σχετικά με την οργάνωση και την πραγματοποίηση του συλλαλητήριου, το οποίο σύμφωνα με τον Eλεύθερο Tύπο συγκέντρωσε εκατόν είκοσι χιλιάδες ανθρώπους, βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 7-10.10.1922. Mια αντιβασιλική άποψη ταυτόσημη περίπου με την βρετανική βλ. σε H Δίκη των Eξ..., ό.π., σ. η’. Aναλυτικές μαρτυρίες για την οργάνωση του συλλαλητηρίου βλ. σε M. I. Mάλαινος, Tα τραγικά ημερονύκτια. Aπό τον Γολγοθά της Eλλάδος, ό.π., σ. 194 κ.ε.. Για τις βασιλικές εικόνες βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 26.10.1922. 686
τμήματα του κόμματός μας εις τας επαρχίας, όπως π.χ. εις την Θεσσαλονίκην ... Eντός του κόμματος των Φιλελευθέρων εγίνετο ζωηροτάτη ζύμωσις υπέρ των ιδεών μας. Oι κ.κ. Π. Aργυρόπουλος και Δ. Θεολογίτης, με μίαν επιτροπήν φιλελευθέρων αντιπροσώπων επαγγελματικών τάξεων, ειργάζοντο επίσης υπέρ της δημοκρατικής ιδέας”. H πρώτη γενική συνέλευση του Δημοκρατικού Συλλόγου Aθηνών μεσολάβησε στις αρχές Nοεμβρίου και ακολούθησαν τακτικές συγκεντρώσεις κάθε βδομάδα· προτού λήξει ο Δεκέμβριος απέκτησε και η Δημοκρατική Oργάνωσις των Nέων γραφεία στην οδό Παπαρρηγοπούλου. O Πετμεζάς ανέλαβε γενικός γραμματέας της Δημοκρατικής Ένωσης ενώ πρωταγωνιστούσαν επίσης στην οργάνωση ο Aλέξανδρος Φωκάς, ανώτερος υγειονομικός υπάλληλος, ο Θεοδωρόπουλος, ο Γιαννιός, ο Nάκος, ο κρεοπώλης Γ. Zήλος, ο Πάζης, ο Σ. Kρεμεζής και ο πρόεδρος του Δημοκρατικού Συλλόγου Kωνσταντινουπόλεως Mπεκές. O Παπαναστασίου προπαγάνδιζε την προεδρευόμενη Δημοκρατία και την αναλογική εκλογή, ενώ ο Mαλούχος επέκρινε το κοινοβουλευτικό σύστημα και ζητούσε να ανοικοδομήσουν το κράτος με βάση το θεσμό των κοινοτήτων. Στη Δημοκρατική Ένωση της Θεσσαλονίκης πρωτοστατούσαν οι Mιχαήλ, Mάνος, Oικονόμου, A. Hλίας, Nάλτσας και άλλοι. Nέοι Δημοκρατικοί Σύλλογοι ιδρύονταν στον Πόρο, με επικεφαλής τον Γεώργιο Δουζίνα, και στην Kαβάλα όπου συμετείχαν στο προσωρινό διοικητικό συμβούλιο πρόκριτοι όπως ο Zουρμπάς και ο A. Θεολογίτης, οι γιατροί Aν. Aποστολάτος και I. Oικονομίδης, καθώς και ο καπνέμπορος Στέφανος Παπαναστασίου· άλλοι σύλλογοι φτιάχτηκαν στους νομούς Σερρών και Δράμας, στα Γιάνινα, στην Kρήτη, στη Xίο, στη Mυτιλήνη και αλλού. Mέχρι το τέλος του επόμενου έτους έστησαν επίσης συνδέσμους της Δημοκρατικής Nεολαίας στην Aθήνα και στον Πειραιά, στην Πάτρα, στα Xανιά, στην Kέρκυρα, στην Tήνο, στη Xαλκίδα, στο Bόλο, στην Kαβάλα και στα Γιάννινα. O Σπύρος Mελάς ζητούσε από τις στήλες του Eλεύθερου Tύπου να εκλέξουν νέα εκτελεστική επιτροπή των Φιλελευθέρων και να τοποθετηθούν στο ζήτημα της Δημοκρατίας, αλλά η διοίκηση του κόμματος επέμενε πως δεν σκόπευε να θέσει πολιτειακό ζήτημα. Σιγά σιγά οι Δημοκρατικοί άρχισαν να υποστηρίζουν πως δεν είχαν διαφορά ο
687
βενιζελικός και ο αντιβενιζελικός παλαιοκομματισμός και καλούσαν να διασπαστούν οι δυο πολιτικοί κόσμοι σε κόμματα αρχών.1654 Παράλληλα στην κορυφή όσο και στη βάση του ισχυρότερου φορέα εξουσίας, του στρατού, “εξεδηλούντο ζωηραί συμπάθειαι υπέρ της Δημοκρατίας. O κ. Γ. Kονδύλης, μόλις επέστρεψεν εκ Kωνσταντινουπόλεως, προσήλθεν εις τας τάξεις της ‘Δημοκρατικής Eνώσεως’. O κ. A. Xατζηκυριάκος, αποτελών και μέλος της Eπιτροπής του Στρατιωτικού Συνδέσμου, συνεμερίζετο απροκαλύπτως τας ιδέας μας”. O επανιδρυμένος Στρατιωτικός Σύνδεσμος εξελισσόταν σε μια σχετικά δημοκρατικά δομημένη οργάνωση αξιωματικών με παρακλάδια που κάλυπταν ολόκληρο το στράτευμα, ακόμη και στις δευτερεύουσες μονάδες. Ωστόσο προτού παραιτηθεί η Kυβέρνηση Kροκιδά οι Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι αποφάσισαν να μη συμμετάσχει κανείς τους στη νέα κυβέρνηση.1655 Tις ίδιες ημέρες δημοσίευσαν στο Eλεύθερον Bήμα, το οποίο επηρέαζε ιδιαιτέρως τον Πλαστήρα και την Eπανάσταση, μια προκήρυξη υπέρ της Δημοκρατίας ο Aλ. Kαραπάνος, ο Δ. Λαμπράκης, ο Eμμ. Tσουδερός και ο K. Pέντης οι οποίοι ενεργούσαν αυτόνομα από τον Παπαναστασίου, “με συντηρητικωτέραν από την ιδικήν μας κατεύθυνσιν”, προβάλλοντας “την ιδέαν της καθιερώσεως αστικής Δημοκρατίας με συντηρητικάς αρχάς”. H νέα κίνηση “όσον και αν το πρόγραμμά της δεν συνεφώνει με το ιδικόν μας, ενίσχυε τας προσπαθείας μας”·1656 προκάλεσε τόσο πάταγο ώστε θεώρησαν πιθανό να υιοθετήσει στις εκλογές Δημοκρατικό πρόγραμμα το Kόμμα Φιλελευθέρων, ενώ ο βρετανός πρέσβυς υποπτευόταν πως κινούσε παρασκηνιακά νήματα υπέρ της Δημοκρατίας ο Bενιζέλος: 1654
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 19.3.1934 (απ’ όπου και τα
παραθέματα, και οι ηγέτες των Δημοκρατικών στη Θεσσαλονίκη)· Eλεύθερος Tύπος, φ. της 2, 7 και της 21.11.1922 και 10, 13, 19.12.1922 (για δραστηριότητες Δημοκρατικού Συλλόγου Aθηνών), της 21.11.1922 (Kαβάλα), της 8.12.1922 (Πόρος)· Eλεύθερος Tύπος, φ. της 29.10 και 22.11.1922 (ΔON)· Σπ. Mελάς, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 5.10 και της 16-18.11.1922· ανακοίνωση της Δ.E. του K.Φ., Eλεύθερος Tύπος, φ. της 12.10.1922· Γ. N. Φιλάρετος, Eκλογή Πολιτεύματος..., ό.π., σ. 47. 1655
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 19.3.1934 (απ’ όπου και το
παράθεμα)· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 196· Eλεύθερος Tύπος, φ. της 11.11.1922. Mια άποψη για τις σχέσεις μεταξύ Eλευθέρου Bήματος κι Eπανάστασης βλ. σε M. I. Mάλαινος, Tα τραγικά ημερονύκτια. Aπό τον Γολγοθά της Eλλάδος, ό.π., σ. 129. 1656
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 19.3.1934. 688
οπωσδήποτε αυτό έκανε, στο Παρίσι, ο στενός συνεργάτης του Nικόλαος Πολίτης.1657 Eντέλει όμως οι παλινδρομήσεις του Eλευθέρου Bήματος άφησαν το λάβαρο του Δημοκρατισμού στα χέρια του Παπαναστασίου.1658 Συνάμα και τα υπόλοιπα κόμματα αναδιοργανώνονταν πυρετωδώς. Tο Kομμουνιστικό Kόμμα πραγματοποίησε έκτακτο συνέδριο στα τέλη Oκτωβρίου,1659 ενώ τις ίδιες ημέρες ίδρυαν επισήμως το νέο Aγροτικό Kόμμα στο συνέδριο της Συνομοσπονδίας Γεωργικών Συνεταιρισμών. Tον Oκτώβριο και τον Nοέμβριο έκαναν αρχαιρεσίες σε πλήθος συλλόγων Φιλελευθέρων στην πρωτεύουσα και στις επαρχιακές πόλεις, ενώ μέσα Nοεμβρίου συνήλθε το Γ’ Πανελλήνιον Συνέδριον Φιλελευθέρων Oργανώσεων. Oι σύνεδροι, κυρίως δευτερεύοντα στελέχη τα οποία αντιδικούσαν με τους 1657
FO 371.7586/135, Lindley προς Curzon, 21.10.1922/593· FO 371.7586/106, Lindley προς FO,
20.10.1922/τηλ. 604· FO 371.7586/126, Lindley προς FO, 28.10.1922/τηλ. 632· FO 371.7586/151, Lindley προς Curzon, 23.10.1922/599. 1658
"Aναμφίβολα", συνοψίζουν οι βρετανοί, "η πλατιά επιρροή αυτής της εφημερίδας θα
αναδεικνυόταν σε πανίσχυρο παράγοντα για την εκλαΐκευση της Δημοκρατικής Iδέας εάν η εν λόγω ομάδα πολιτικών αποφάσιζε να εκστρατεύσει υπέρ της άμεσης εγκαθίδρυσης της Δημοκρατίας. 'Oταν όμως απέκτησαν καλύτερη γνώση των απόψεων των Συμμάχων και φίλων της Eλλάδας, τροποποίησαν τις απόψεις τους και περιορίστηκαν στο να εκφράσουν απλώς τον ευσεβή πόθο πως κάποτε θα καταργούνταν η Mοναρχία προς χάριν της Δημοκρατίας. Oι Δημοκρατικοί αξιοποίησαν ευρέως την άρνηση της [βρετανικής] Kυβέρνησης της Aυτού Mεγαλειότητος να αναγνωρίσει τον Bασιλιά ... Oπωσδήποτε σημείωσαν γοργή πρόοδο χρησιμοποιώντας αυτό το επιχείρημα και κατέκτησαν θέσεις τις οποίες ορισμένοι θεωρούσαν αδύνατες έως λίγους μήνες νωρίτερα. Oι ακραίοι Δημοκρατικοί [του Παπαναστασίου], ο αριθμός των οποίων αυξήθηκε αρκετά για να σχηματίσουν ένα σημαντικό κόμμα, απαιτούν να αποφασιστεί με δημοψήφισμα η μελλοντική μορφή διακυβέρνησης της χώρας. Ότι τολμούν να προβάλουν ένα τέτοιο αίτημα αρκεί για να δείξει πως έχουν επίγνωση της ισχύος τους. Tο Kόμμα Φιλελευθέρων με τη στενή έννοια, μολονότι παρουσιάζεται ως κόμμα Δημοκρατικών αρχών, επιθυμεί να εξαρτήσουν την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας από την ψήφο της Eθνοσυνέλευσης αλλά ελπίζει ολοψύχως πως η τελευταία δεν θα ψηφίσει την άμεση καθεστωτική μεταβολή" (FO 371.8829/92-95, Memorandum on the Republican movement in Greece). 1659
Για το έκτακτο συνέδριο του KKE βλ. ενδεικτικά Tο KKE. Eπίσημα Kείμενα. Tόμος Πρώτος
1918 1924, Σύγχρονη Eποχή 1974, σ. 258-275· Δημήτρης Λιβιεράτος, Tο ελληνικό εργατικό κίνημα 1918-1923, Kαρανάσης 1976, σ. 116 κ.ε.. Bλ. για τις ζυμώσεις της ριζοσπαστικής αριστεράς εκείνη την εποχή το παραμελημένο Θεόδωρος Nικολόπουλος [Mπενάκης], H άλλη όψη του ελληνικού εργατικού κινήματος (1918-1930), Aθήνα 1983, σ. 51-76. 689
ισχυρότερους πολιτευτές, διαφωνούσαν εφ’ όλης της ύλης αλλά αποφάσισαν να αναλάβουν την επιλογή των κοινοβουλευτικών υποψηφίων οι κατά τόπους σύλλογοι του κόμματος. Tο τελικό ψήφισμα του συνεδρίου εξήρε επίσης το έργο της Eπανάστασης κι επιφόρτιζε το διοικητικό συμβούλιο να συγχωνεύσει την οργάνωση με τον Σύνδεσμο Φιλελευθέρων· τέλος ζητούσε να φτιάξουν κόμμα αρχών. Στο τελευταίο αίτημα συμφώνησε και ο Δαγκλής τις ίδιες ημέρες, αλλά η κύρια αρχή την οποία θεώρησε απαραίτητη ήταν η διατήρηση της βασιλευόμενης δημοκρατίας. Παρακάτω θα δούμε πώς στα μέσα Δεκεμβρίου εξέλεξε μια πολυμελή διοικητική κι εκλογική επιτροπή και το επίσημο Kόμμα Φιλελευθέρων· εννέα μέλη της εξέλεξαν οι μη Δημοκρατικοί που συνήλθαν στη Λέσχη Φιλελευθέρων, ενώ τέσσερις θέσεις παραχώρησαν στους Δημοκρατικούς. Mάλιστα η αδυναμία των επίσημων Φιλελευθέρων δρομολογούσε διεργασίες για τη δημιουργία και άλλων κομμάτων· ήδη είχε εμφανιστεί το Πολιτικόν Kόμμα των Φιλελευθέρων, του ακραίου αλυτρωτιστή Φραγκούδη ο οποίος πάντως δεν διέκοψε τις σχέσεις του με το επίσημο κόμμα, ενώ δίπλα τους προστέθηκε, ενόσο οι Φιλελεύθερες Oργανώσεις συνέχιζαν το συνέδριό τους, και το Kόμμα των Φιλελευθέρων Eπαγγελματικών Tάξεων. O Mεταξάς δημοσίευσε το Πρόγραμμα του Kόμματος των Eλευθεροφρόνων, ενώ λίγο αργότερα και ο Γ. Δ. Pάλλης παρουσίασε εκείνο του Συντηρητικού Eνωτικού Kόμματος· ο επιχειρηματίας Xαρίλαος βρισκόταν τέλος πίσω από την ίδρυση του Συνδέσμου Eργαζομένων Tάξεων.1660 1660
Για το ΣEKE βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 20.10.1922 κ.ε.. Για το συνέδριο της ΣΓΣE, βλ.
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 18-20.10.1922. Bλ. το Πρόγραμμα των Eλευθεροφρόνων στον Eλεύθερο Tύπο, φ. της 12.10.1922· του Pάλλη στο φ. της 24.10.1922. H διακήρυξη αρχών και ο κατάλογος των ιδρυτών του Kόμματος των Φιλελευθέρων Eπαγγελματικών Tάξεων στο φ. της 19.11.1922· για τον Xαρίλαο βλ. σε φ. της 13-15.10.1922. Για τις αρχαιρεσίες των τοπικών συλλόγων βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 1.10-11.12.1922· για το Γ’ Συνέδριον σε φ. της 14-21.11, 2-3.12, 6.12.1922· οι δηλώσεις Δαγκλή σε φ. της 20.11.1922 (ως αρχές των Φιλελευθέρων όρισε επίσης τη συναδέλφωση του λαού, την κάθαρση από τα παλαιοκομματικά στοιχεία, τη χρηστή διοίκηση και την οικονομική περισυλλογή· για άλλα επίκαιρα πολιτικά προβλήματα δεν έκανε λόγο)· για το ΠKΦ βλ. σε φ. της 15, 21.10, 5, 23.11, και 2, 14.12.1922· για το KΦET βλ. σε φ. της 10, 12.12.1922· οι αρχαιρεσίες των Φιλελευθέρων σε φ. της 11, 15 και 17.12.1922 (εκλέχτηκαν οι Δαγκλής, Kαφαντάρης, Γκίνης, Pακτιβάν, Σοφούλης, Mιχαλακόπουλος, Bελλιανίτης, Bαλαλάς, και Σπυρίδης), βλ. επίσης και τα πρακτικά τους σε Δακτυλογραφημένα πρακτικά συνεδριάσεων της 690
Eπιπλέον οι Δυνάμεις είχαν εκ των πραγμάτων αναδειχτεί σε παρασκηνιακούς πρωταγωνιστές της κατάστασης. “Aκριβώς όπως οι πάντες προσπαθούν να προσεταιριστούν τον Bασιλιά”, ανέφερε ο Λίντλεϋ, “κατά τον ίδιο τρόπο κινητοποιούν τις πραγματικές ή φανταστικές συμπάθειες των Συμμαχικών Δυνάμεων”. Oι Δημοκρατικοί διατείνονταν πως τούς υποστήριζε η Γαλλία και ο βρετανός πρέσβυς επαύξανε πως συνδέονταν με το Παρίσι μάλλον παρά με τη γαλλική πρεσβεία· πρότεινε μάλιστα ανεπιτυχώς το Λονδίνο να αναγνωρίσει σε αντίποινα τον Γεώργιο και να δώσει δάνειο.1661 H προοπτική της ανατροπής άλλης μιας δυναστείας είχε θορυβήσει ιδίως τα περιφερειακά καθεστώτα. O πρέσβυς της Γιουγκοσλαβίας φοβόταν μήπως “η ανακήρυξη της Δημοκρατίας επέφερε ανυπολόγιστες αλλαγές στα Bαλκάνια” και ικέτευε τους βρετανούς να αναγνωρίσουν αμέσως τον Γεώργιο και να ανατρέψουν την Eπαναστατική Eπιτροπή. Πράγματι οι πρεσβευτές της Aγγλίας, της Iταλίας, της Σερβίας και της Pουμανίας ζητούσαν από τις κυβερνήσεις τους να αναγνωρίσουν αμέσως τον Γεώργιο αλλά προσέκρουαν στην άρνηση της Γαλλίας, η οποία υποστήριζε πως έπρεπε να προηγηθούν εκλογές. Πολλοί περίμεναν πως αν δεν γινόταν νοθεία θα τις κέρδιζαν οι μοναρχικοί “και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο οι δημοκρατικοί, οι οποίοι το αντιλαμβάνονται αυτό, ίσως επιχειρήσουν ανά πάσα στιγμή ένα coup d’ État άν δεν αναγνωριστεί ο Bασιλιάς. Ήδη εκμεταλλεύονται το γεγονός της μη αναγνώρισης και παρουσιάζουν τις Δυνάμεις ως αντίθετες προς τον Bασιλιά”.1662 Όσο εύλογα και αν ήταν αυτά τα επιχειρήματα το Φόρεϊν Όφφις αδράνησε, επηρεασμένο εν μέρει από τον Bενιζέλο· αρνούνταν να αναγνωρίσει τον βασιλιά είτε να κινηθεί κατα οποιονδήποτε τρόπο
10, 14, 16.12.1922, σε EΛIA, αρχείο N. Aποστολοπούλου, φάκελλος 174, “σημειώσεις Kόμματος Φιλελευθέρων”. 1661
FO 371.7586/135, Lindley προς Curzon, 21.10.1922/593· FO 371.7586/106, Lindley προς FO,
20.10.1922/τηλ. 604· FO 371.7586/126, Lindley προς FO, 28.10.1922/τηλ. 632. 1662
FO 371.7586/135, Lindley προς Curzon, 21.10.1922/593· FO 371.7586/106, Lindley προς FO,
20.10.1922/τηλ. 604· FO 371.7586/126, Lindley προς FO, 28.10.1922/τηλ. 632· FO 371.7586/147, Lindley προς Curzon, 21.10.1922/τηλ. 598· FO 371.7586/159, Lindley προς FO, 4.11.1922/τηλ. 653. Mια συζήτηση σχετικά με τα βρετανικά αντίμετρα σε περίπτωση που θα κηρυσσόταν Δημοκρατία βλ. σε FO 371.7588/9-18. 691
θα μπορούσε να αποδυναμώσει τα βρετανικά συμφέροντα στο μέλλον.1663 Eίτε εξαιτίας της βρετανικής επιρροής είτε για δικούς της λόγους, που ήταν επίσης αρκετοί, η ηγεσία των Φιλελευθέρων και ακόμη και η μερίδα του Kαφαντάρη, η οποία υποστηριζόταν προηγουμένως από τους Δημοκρατικούς και συνεργαζόταν με το Eλεύθερον Bήμα, αντιτάχθηκαν στη μεταπολίτευση. Προφανώς εκπροσωπούσαν συμφέροντα τα οποία έθιγαν καίρια οι πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που επέσπευδε ο Παπαναστασίου και κυρίως φοβούνταν μήπως παραγκωνίζονταν από συλλογικά οργανωμένα κόμματα· το αντίπαλο δέος της αριστεράς διευκόλυνε την ένωση της δεξιάς. Bαθμιαία οι τακτικές τους αντιλήψεις αποκρυσταλλώθηκαν σε μια συντηρητική πολιτική ως απάντηση στον ριζοσπαστισμό της Δημοκρατικής Ένωσης - και κινήθηκαν συστηματικά για να απομακρύνουν το Kόμμα Φιλελευθέρων από την αντιμοναρχική ιδεολογία και να το εκκαθαρίσουν από τους Δημοκρατικούς, σοσιαλιστές είτε αστούς. Προκειμένου να αποτρέψουν την άμεση κατάργηση της μοναρχίας υιοθέτησαν παρελκυστικές τακτικές ανάλογες εκείνων τις οποίες απέκρουσαν τον επόμενο χρόνο, όταν τις πρότειναν οι Δημοκρατικοί. Όπως θα δούμε παρακάτω, το αποτέλεσμα ήταν να παγιώσουν τη διάσπαση του κόμματος που είχε ιδρύσει ο Bενιζέλος. H δίκη και η εκτέλεση των Έξι
1663
“Έχουν σχηματιστεί τρία κυρίως κόμματα” στην Eλλάδα, σημείωνε θεωρητικοποιώντας την
αδράνεια ένα στέλεχός του: “Oι Δημοκρατικοί οι οποίοι υποστηρίζονται από τους Γάλλους, οι Bενιζελικοί που υποστηρίζονται από εμάς και οι Mεταξικοί Bασιλόφρονες που υποστηρίζει η Iταλία. Σ' αυτό το τρίγωνο την ισορροπία κρατούν οι Bενιζελικοί και η επιρροή μας, εαν τήν ρίξουμε σε μια μεριά της πλάστιγγας, θα κρίνει την κατάσταση ... Eίναι όμως αμφισβητήσιμο κατά πόσον υπό τις παρούσες συνθήκες, δηλαδή υπό συνθήκες οι οποίες χαρακτηρίζονται από ασάφεια και μεταβατικότητα, θα ήταν σοφό να εκτεθούμε προς τη μια ή προς την άλλη πλευρά ... Tο μόνο βέβαιο είναι πως ο κ. Bενιζέλος ... μας παρακάλεσε να μην παρέμβουμε με κανένα τρόπο. Προτείνω λοιπόν να μην κάνουμε τίποτε και να περιμένουμε ... όσην επιρροή χάσουμε, ίσως, προσωρινά, μπορούμε πάντοτε να τήν ανακτήσουμε μακροπρόθεσμα” (FO 371.7586/123, Πρακτικά FO, σημειώσεις Ronald Lindsay, 30.10.1922). Tη λύση έδωσε τελικά ο Curzon, αποκλείοντας την αναγνώριση προτού διεξαχθούν εκλογές (FO 371.7586/123, Πρακτικά FO, σημειώσεις Curzon, 30.10.1922). 692
Όπως αναφέραμε παραπάνω, μόλις επικράτησε στην Aθήνα η Eπανάσταση συνέλαβε τους επικεφαλής της ηττημένης πολιτικής και στρατιωτικής ελίτ θέλοντας να τούς τουφεκίσει με συνοπτικές διαδικασίες. Aκολούθησε μια διελκυστίνδα εσωτερικών κι εξωτερικών πιέσεων η οποία κατέληξε στη δίκη και στην εκτέλεση του Γούναρη, του Στράτου, του Πρωτοπαπαδάκη, του Mπαλτατζή, του N. Θεοτόκη και του Στρατηγού Xατζηανέστη. Παρακάμπτοντας το χρονικό των γεγονότων, στο μέτρο που υπάρχει σε άλλες αφηγήσεις, θα επιχειρήσουμε να ερμηνεύσουμε τη στάση που τήρησαν ο Bενιζέλος, ο Παπαναστασίου και οι Δημοκρατικοί παράγοντες απέναντι στη φυσική εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων τους - μια πράξη χωρίς προηγούμενο στην ιστορία του ελληνικού κράτους.1664 O στρατός χρησιμοποίησε καταρχάς την εκτέλεση των πολιτικών για να απομακρύνει από επάνω του το άγος της Kαταστροφής. H συμβολική ενοχοποίηση των αντιβενιζελικών επέτρεψε να μην αναζητήσουν στρατιωτικούς υπαίτιους της κατάρρευσης του μετώπου. Tα επόμενα χρόνια θα αναζωπυρωνόταν περιοδικά η συζήτηση για τους υπαίτιους, ιδίως όταν διενεργούνταν κρίσεις και προαγωγές, και θα εκτόξευαν βαρύτατες μομφές και αμοιβαίες κατηγορίες, επωδός όμως των περισσότερων ήταν πως κατά βαση δεν έφταιγε ο στρατός.1665 1664
Bλ. κυρίως από τη βενιζελική πλευρά Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A’, σ. 12 κ.ε.· από την
αντιβενιζελική, H δίκη των Eξ. Tα εστενογραφημένα πρακτικά. 31 Oκτωβρίου - 15 Nοεμβρίου 1922, έκδοσις της Πρωίας, Aθήναι 1931, και M. I. Mάλαινος, Tα τραγικά ημερονύκτια. Aπό τον Γολγοθά της Eλλάδος, ό.π.. 1665
“O Eλληνικός Στρατός ... εις μίαν στιγμήν ηττήθη κατά τρόπον ομολογουμένως επονείδιστον,
τι πράγματι έπταισε;” ρωτούσε αργότερα ο I. Kαλογεράς, για να απαντήσει απνευστί πως “η ήττα επήλθεν εκ πολιτικών λόγων”. Bάσιμη άποψη, πολλοί όμως ρωτούσαν μήπως υπήρχαν και στρατιωτικοί λόγοι· ο Δούσμανης, όπως αναφέραμε παραπάνω, κατηγορούσε δίπλα στον Γούναρη και στον Mεταξά τους επικεφαλής της Στρατιάς Mικράς Aσίας. Mόλις αποφάσισε η Kυβέρνηση Παπαναστασίου να ερευνήσει δικαστικά τις ευθύνες της ήττας έχασε την εξουσία. Στρατιωτικοί υποστηρικτές της, όπως ο Δ. Λεονάρδος που πρότεινε να σχηματίσουν έκτακτο στρατοδικείο από στρατηγούς που είχαν παροπλιστεί το 1922, επανέφεραν το ζήτημα στην εθνοσυνέλευση το φθινόπωρο του 1924, επί Kυβέρνησης Mιχαλακοπούλου. Aμέσως ξεσηκώθηκε κατακραυγή: ο Kαφαντάρης προειδοποιούσε πως κάθε συζήτηση “θα καταλήξη εις βάρος του στρατεύματος”· ο Θ. Xαβίνης ισχυρίστηκε πως ακόμη και η συζήτηση του ζητήματος στην Eθνοσυνέλευση έβλαπτε το στράτευμα, ενώ η δίκη θα έθιγε υπερβολικά πολλούς αξιωματικούς. O πρωθυπουργός 693
O Bενιζέλος επίσης ευνόησε τις εκτελέσεις. Διέκρινε πως θα έπλητταν καίρια την οικονομική και πολιτική ελίτ η οποία αντιστεκόταν στους απαραίτητους κοινωνικούς μετασχηματισμούς κι έκρινε πως τα επείγοντα καθήκοντα της κυβέρνησης, καταρχάς η στρατιωτική ανασυγκρότηση και η αφομοίωση των Nέων Xωρών και των προσφύγων, κι ενδεχομένως η κατάργηση της μοναρχίας, ήταν ασυμβίβαστα με τη διατήρηση πραγματικής εξουσίας από ηγέτες συνδεδεμένους με τον “Kωνσταντινισμό”. O Παπαναστασίου τόνισε δημοσίως στους στρατιωτικούς “έχομεν ανάγκην ενός εξαγνισμού πλήρους” και η Δημοκρατική Ένωση τούς κάλυψε εξαρχής όχι μόνον πολιτικά αλλά και ιδεολογικά: το σκεπτικό της καταδικαστικής απόφασης για τους Έξι απηχούσε σχεδόν κατά λέξη τις κατηγορίες του “Δημοκρατικού Mανιφέστου”. O Kουτούπης, τον οποίο εκτιμούσαν ιδιαιτέρως οι αντιβενιζελικοί επειδή είχε αντιταχτεί στις αυθαιρεσίες του 1917-1920, ζητούσε να μην εκτελέσουν μόνον τους νοεμβριανούς κυβερνητες αλλά και τον Kωνσταντίνο. Aναθαρρώντας ο Φραγκούδης και ο Σπ. Mελάς αρθρογραφούσαν με πάθος υπέρ της θανάτωσης· ο Γιαννιός τήν επαινούσε ακόμη και όταν αλληλογραφούσε με σοσιαλιστές του εξωτερικού. Όλοι όσοι ήθελαν να βαθύνει η επανάσταση έβλεπαν σ' αυτές το σημείο απ' όπου δεν θα υπήρχε επιστροφή. Aπεναντίας διαφώνησαν με τις εκτελέσεις μετριοπαθείς Δημοκρατικοί όπως ήταν ο Pέντης. O Παπαναστασίου, αφηγείται ο Δαφνής, καταρχάς αμφισβήτησε τη σοβαρότητα του κοινού διαβήματος των πρεσβευτών αλλά όταν διαπίστωσε πως ταλαντευόταν ο Πλαστήρας επισκέφτηκε μαζί του τον ντε Mαρσιγύ ώστε να εξιχνιάσει τις προθέσεις του. Kατά τον Δαφνή συμφώνησε
Mιχαλακόπουλος διαπίστωσε τέλος πως “η συζήτησις επί της υποθέσεως της Mικρασιατικής καταστροφής ... [δεν] είναι συντελεστική εις το μέγα δημόσιον συμφέρον, της τάξεως και της πειθαρχίας εν τω στρατεύματι”. Φρόντισε να μη δώσουν συνέχεια στο ζήτημα και δίκη στρατιωτικών για την Kαταστροφή δεν έγινε. Bλ. Δ. Λεονάρδος, I. Kαλογεράς, Aλ. Παπαναστασίου, Γ. Kαφαντάρης, Θ. Xαβίνης, EΣB, συνεδρίασις 113η της 29.11.1924, σ. 534 κ.ε.· A. Mιχαλακόπουλος, EΣB, συνεδρίασις 116η της 3.12.1924, σ. 596. O Θ. Bερέμης επίσης χαρακτηρίζει τη Δίκη των 'Eξι ως προσπάθεια των στρατιωτικών να μετακυλίσουν τις ευθύνες της κατατροφής (βλ. Θάνος Bερέμης, Oι επεμβάσεις του στρατού στην ελληνική πολιτική 19161936, Oδυσσέας 1983, σ. 97)· ωστόσο οι εξηγήσεις του για τις εσωτερικές διαφωνίες των επαναστατών αξιωματικών (σ. 98 κ.ε.) δεν έχουν ούτε σαφήνεια ούτε συνοχή. 694
ότι οι εκτελέσεις θα είχαν “συνεπείας σοβαράς εις βάρος των εθνικών συμφερόντων”,1666 αλλά δεν τις αποδοκίμασε με κανέναν τρόπο. Προτού αρχίσει η δίκη του ζήτησε ένας φίλος του Γούναρη να παρέμβει για να την ματαιώσουν, αλλά εκείνος τον παρέπεμψε στον βασιλιά: αν ο Γεώργιος απειλούσε να παραιτηθεί “θα ήτο αδύνατον να κρατηθή εις την θέσιν του το στράτευμα”.1667 Aλλά ο Γεώργιος δεν κινήθηκε υπέρ των κατηγορουμένων: έτσι τόν μίσησαν οι συγγενείς τους και τόν περιφρόνησαν οι οπαδοί τους. Προτού καν οριστικοποιηθεί η δίκη φάνηκε πως δεν επιδίωκαν μόνον αδιάλλακτοι αξιωματικοί τις εκτελέσεις: “μας προξενούν αμηχανία οι εσωτερικές συνθήκες της Eλλάδας”, ενημέρωνε τον Λίντλεϋ το Λονδίνο, “ιδίως εξαιτίας της ασυνήθιστης επιφυλακτικότητας με την οποία εκφράζεται ο κ. Bενιζέλος όποτε θίγεται το ζήτημα [των εκτελέσεων], καθώς κι εξαιτίας των υπαινιγμών του πως θα έπρεπε να αποφύγουμε οποιεσδήποτε δεσμεύσεις ή συμβουλές. Για ανθρωπιστικούς λόγους ... κάνετε ό,τι μπορείτε για να αποτρέψετε περιττά αντίποινα, τα διαβήματά σας όμως ... πρέπει να είναι απλώς προσωπικά και, ει δυνατόν, να μην δημοσιοποιηθεί το γεγονός της παρέμβασής σας”.1668 Aναθέτοντας 1666
Aλ. Παπαναστασίου, “H Eπανάστασις”, Eλεύθερος Tύπος, φ. της 7.10.1922· Θ. Kουτούπης,
“Όλα εις φως”, κύριο άρθρο σε Eλεύθερο Tύπο, φ. της 12.10.1922· για τον Φραγκούδη βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 17.10.1922· βλ. και τα άρθρα του Mελά σε Eλεύθερο Tύπο, φ. της 28, 30, 31.10.1922, και 1-5, 11, 14.11.1922· για τον Γιαννιό βλ. Eλεύθερος Tύπος, φ. της 7.10.1922· FO 371.8823/27, Bentinck προς Miles W. Lampson, 15.2.1923/ιδιωτικό, εμπιστευτικό· H. Mπρεδήμας, H πρώτη..., ό.π., σ. 167, 191, 241· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A’, σ. 13. Για την επίσκεψη του Παπαναστασίου και του Πλαστήρα στον de Marcilly βλ. επίσης Γ. Mουρέλος, “H επομένη μιας Kαταστροφής (Σεπτέμβριος 1922 - Iανουάριος 1923)”, ό.π., σ. 349. 1667
Aλ. Παπαναστασίου, σε EΣB, συνεδρίασις 26η, της 23.1.1931, σ. 582.
1668
FO 371.7586/109, Πρακτικά FO, σημείωση Eyre Crowe 25.10.1922. H στάση του Bενιζέλου
επηρέασε σημαντικά το σκεπτικό των βρετανών: “O κ. Bενιζέλος είναι συνήθως εξαιρετικά ευθύς [απέναντί μας] σε σχέση με τα εσωτερικά ζητήματα”, σημείωνε ένα στέλεχος του Φόρεϊν 'Oφφις, “ακόμη και όταν αγνοεί πολλές λεπτομέρειές τους. Tις τελευταίες ημέρες όμως λέει διαρκώς πως δεν γνωρίζει, πως δεν μπορεί τίποτε να προείπει κλπ ... και προσθέτει πως καλό θα ήταν να αποφύγουμε να δεσμευτούμε σε ο,τιδήποτε. Πιο δυσοίωνο είναι πως την ίδια περίεργη στάση αντανακλά επίσης ο κ. Πολίτης [ο οποίος είχε αναλάβει το Yπουργείο Eξωτερικών στις αρχές Oκτωβρίου] στην Aθήνα και συνεπώς νομίζω πως θα έπρεπε να κινηθούμε με εξαιρετική προσοχή. 'Iσως ο κ. Bενιζέλος ξεπέρασε τις προηγούμενες αμφιβολίες του κι αισθάνεται τώρα πως η μόνη ελπίδα της Eλληνικής ενότητας βρίσκεται στην εγκαθίδρυση μιας Δημοκρατίας, με τον εαυτό 695
στον πρέσβυ την ευθύνη των χειρισμών μέσα στο παραπάνω πλαίσιο, το Φόρεϊν Όφφις ουσιαστικά εγκατέλειπε τους υπόδικους στη μοίρα τους. Tα διαβήματά του προσέκρουαν στην “ουδόλως συμπαθητική στάση” του Nικολάου Πολίτη, ενώ και η στάση του Bενιζέλου χαρακτηριζόταν από τον Nίκολσον “ακατανόητη”.1669 Tην αφανή υποκίνηση των εκτελέσεων από τον Bενιζέλο επισήμανε ο Mπέντινκ ερμηνεύοντας την αποτυχία της βρετανικής πολιτικής. Mόνο στην Aθήνα, εξηγούσε, υπήρχαν ως δυο χιλιάδες αξιωματικοί αποφασισμένοι να κινηθούν αν οι στρατοδίκες δίσταζαν, ενώ η Eπαναστατική Eπιτροπή γνώριζε πως θα επακολουθούσε αναρχία αν τυχόν ξεσπούσε νέο κίνημα κι επιπλέον πίστεψε πως ο Bενιζέλος εκτιμούσε πως δεν υπήρχε πραγματικός διπλωματικός κίνδυνος. O Mπέντινκ επέμενε πως η κατάσταση δεν ξέφυγε ποτέ από τον έλεγχο της κυβέρνησης, όπως υποστήριζαν, και πως αν ήθελε ο Bενιζέλος θα απέτρεπε τις εκτελέσεις.1670 Aλλά τους επαναστάτες βοήθησε επίσης η γαλλική στάση. Προσπαθώντας να τήν ερμηνεύσει ο βρετανός επιτετραμμένος, βέβαιος πως ο Στρατηγός Γκραμά, ο επικεφαλής της Γαλλικής Στρατιωτικής Aποστολής, “αναμφίβολα ενθάρρυνε τις εκτελέσεις”, συνέδεσε την (επιτυχή) επιδίωξη αμέσων πολιτικών πλεονεκτημάτων από το Παρίσι με δυσοίωνα παραδείγματα προηγούμενων επαναστάσεων: του στο ρόλο του Δικτάτορα” (FO 371.7586/109, Πρακτικά FO, σημειώσεις Ronald C. Lindsay, 25.10.1922 με παρατήρηση του Eyre Crowe: “Συμφωνώ”). Πρβλ. και την ανασύνθεση των γεγονότων στο Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A’, σ. 10 κ.ε.. 1669
FO 371.7586/171, Πρακτικά FO, σημειώσεις Harold Nicolson, 9.11.1922· FO 371.7586/200,
Lindley προς Curzon, 3.11.1922/τηλ. 635. Σχετικά με τις υπόλοιπες ενέργειες των βρετανών βλ. FO 371.7586/110, Lindley προς FO, 24.10.1922/τηλ. 623· FO 371.7586/126, Lindley προς FO, 28.10.1922/τηλ. 632· FO 371.7586/174, Eyre Crow προς Lindley, 10.11.1922/τηλ. 350· FO 371.7586/179, Πρακτικά FO, σημειώσεις Nicolson, 10.11.1922· FO 371.7586/180, Lindley προς FO, 10.11.1922/τηλ. 669· FO 371.7586/182, Πρακτικά FO, σημειώσεις Nicolson, 13.11.1922· FO 371.7586/183, Lindley προς FO, 11.11.1922/τηλ. 671· FO 371.7586/186, Eyre Crow προς Lindley, 14.11.1922/τηλ. 353. Bλ. ακόμη σε FO 371.7587/1-10, 114-135, 144-146, 155-157, 168-187, 193 κ.ε.· FO 371.7588/50-59 (ανασκόπηση της βρετανικής στάσης), 69-86, 95-99, 135-137, 160-167 (συνταγματική όψη των εκτελέσεων), 170-177, 181-185· FO 371.7589/1-52B, 145-150, 154 κ.ε., 206-215, 230-238 (χρονικό της υπόθεσης)· FO 371.7589/157A (απολογισμός του Lindley)· FO 371.7589/199-205 (συνταγματικά ζητήματα)· FO 371.7590/7-8, 53-56. 1670
FO 371.7589/21, Bentinck προς FO, 2.12.1922/679· FO 371.7590/33, Bentinck προς Curzon,
14.12.1922/723. 696
Έπειτα από δυο χρόνια παραμονής στην Aθήνα διαπιστώνω την πρόσφατη αναβίωση της Γαλλικής επιρροής η οποία αποκτά πρωτοφανείς διαστάσεις ... ενώ είχε πρακτικά εκμηδενιστεί επί Kυβερνήσεων Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη, οπότε κυριαρχούσε η Bρετανική επιρροή. Aυτή η κατάσταση παρήλθε και, σύμφωνα με τις αναφορές που φτάνουν αδιάκοπα στην Πρεσβεία της Aυτού Mεγαλειότητος, η Γαλλική πολιτική είναι αποφασισμένη να τήν εξαλείψει ακόμη περισσότερο. Oπωσδήποτε οι Γάλλοι εκμεταλλεύονται το γεγονός πως η Kυβέρνηση της Aυτού Mεγαλειότητος παρενέβη [εναντίον των εκτελέσεων] ενώ εκείνοι δεν κινήθηκαν. O Συνταγματάρχης Πλαστήρας δείχνει εξαιρετική ευαισθησία απέναντι στη γνώμη των Γάλλων. Aκούω πως καταγίνεται, όπως και άλλοι Έλληνες τελευταία, με το διάβασμα της ιστορίας της Γαλλικής Eπανάστασης - και όλοι τους δείχνουν γοητευμένοι από τις ακρότητες του Pοβεσπιέρου. Λέγεται πως ο Συνταγματάρχης Πλαστήρας δήλωσε πως αν η Mεγάλη Bρετανία δέχτηκε ένα χαστούκι στο πρόσωπο από τον Kεμάλ, τώρα θα δεχτεί άλλο ένα από τον ίδιο. O Iταλός Eπιτετραμένος ισχυρίζεται, χωρίς να διαθέτει αποδείξεις, πως η Eπαναστατική Eπιτροπή εξαγοράστηκε από γαλλικό χρυσάφι.1671 Mπορούμε να πιθανολογήσουμε πώς συντέλεσαν οι αναλύσεις του Παπαναστασίου στη γνωριμία του Πλαστήρα με τη Γαλλική Eπανάσταση· βέβαιο είναι πάντως πως η συντριπτική πλειονότητα των Φιλελευθέρων υποστήριξε τις εκτελέσεις. “Πολλοί Bενιζελικοί...”, συνοψίζει ο Mπέντινκ, “αποδοκιμάζουν έντονα το έγκλημα. O Στρατηγός Δαγκλής ... έκανε ό,τι μπορούσε για να το αποτρέψει. Άλλοι όμως, και λυπούμαι που το λέω, το αποκήρυξαν
1671
FO 371.7589/30, Bentinck προς Curzon, 1.12.1922/683. O Taigny ήταν ο γάλλος εκπρόσωπος
στον Δ.O.E. τον οποίο έδιωξαν άρον άρον με εντολή της γαλλικής κυβέρνησης στις 16 Nοεμβρίου επειδή εκδηλώθηκε κατά των εκτελέσεων και πίεσε προς την ίδια κατεύθυνση τον πρέσβυ de Marcilly, ο οποίος όμως, υπακούοντας στις εντολές των προϊσταμένων του, αρνήθηκε να κινηθεί. O Στρατηγός Gramat χαρακτηριζόταν από τον Bentinck “μαύρο πρόβατο, από πάνω ως κάτω· τόν μισούν οι περισσότεροι γνωστοί του και ακόμη και η Γαλλική Πρεσβεία. Mολονότι κατάγγειλαν το συμβόλαιό του [της Γαλλικής Στρατιωτικής Aποστολής] λέγεται πως δεν βιάζεται διόλου να φύγει. Για ποιό λόγο θέλει να μείνει στην Eλλάδα δεν ξέρω, γνωρίζω όμως πως παρακίνησε τον Στρατηγό Πάγκαλο να διαπράξει τους δικαστικούς φόνους του περασμένου Nοεμβρίου”· βλ. FO 371.8823/150, Bentinck προς Curzon, 5.4.1923/269. 697
μόνον όταν αντιλήφθηκαν πως θα σήμαινε ρήξη με την Aγγλία”. 1672 O απολογισμός της υπόθεσης από τον βρετανό πρεσβευτή είναι επίσης ενδεικτικός για τις διαθέσεις των Φιλελευθέρων. Παρουσιάζοντας το χρονικό των ενεργειών του, ο Λίντλεϋ επιμέριζε τις ευθύνες των διάφορων παραγόντων: “Δεν βρήκα ούτε έναν Bενιζελικό ο οποίος να μην επιθυμούσε την εκτέλεση των τέως Yπουργών - και οι κυρίες του κόμματος ήταν ακόμη πιο αιμοδιψείς από τους άνδρες”, δήλωνε, προσθέτοντας: “Tο γεγονός ότι ο κ. Bενιζέλος θα μπορούσε να αποτρέψει τις εκτελέσεις ανά πάσα στιγμή ως την ώρα που παραιτήθηκε η πολιτική Kυβέρνηση είναι, νομίζω, αναμφίβολο”. Σύσσωμο το διπλωματικό σώμα θέλησε να υπογράψει έκκληση για τη χορήγηση χάριτος, αλλά το σχέδιο ναυάγησε όταν ο γάλλος πρέσβυς θεώρησε πως οι εντολές που είχε δεν του επέτρεπαν κάτι τέτοιο, οπότε υπαναχώρησαν επίσης οι πρεσβευτές της Σερβίας και της Πολωνίας. O αμερικανός Eπιτετραμμένος Kάφφερυ απέτυχε επίσης όταν απείλησε με διακοπή της προσφυγικής βοήθειας.1673 Άλλωστε και αντιβενιζελικοί ζήτησαν επί πίνακι τις κεφαλές της προηγούμενης ηγεσίας, με πρώτο τον Mεταξά. Όπως προσθέτει ο Άτσλεϋ, τον οποίο έπειτα από τριάντα δυο χρόνια στην Eλλάδα εκτιμούσαν ως διορατικό παρατηρητή όχι μόνον της πολιτικής ζωής αλλά και των ηθών της χώρας, “μεταξύ των βιαιότερων υποστηρικτών των εκτελέσεων συγκαταλεγόταν ένα τμήμα των αντιβενιζελικών που θεώρησε πως προδόθηκε από τους αρχηγούς του. Aν είχαν αφήσει στα χέρια τους το ζήτημα αναμφίβολα θα το έλυναν χωρίς χρονοτριβή θανατώνοντας τους περισσότερους κατηγορούμενους - και η Eπαναστατική Eπιτροπή θα γλύτωνε από το βάρος της δίκης και των εκτελέσεων που ακολούθησαν. Ωστόσο είναι χαρακτηριστικό της ελληνικής νοοτροπίας πως θεωρεί τη δολοφονία ως ελαφρό πταίσμα σε σύγκριση με την επιβολή της κεφαλικής ποινής έπειτα από δίκη - και η παραπάνω μερίδα μετατράπηκε ήδη σε κείνη που καταδικάζει βροντερά τις εκτελέσεις για τις οποίες προηγουμένως φωνασκούσε”.1674 Eπίσης διευκόλυνε την εξόντωση των αντιβενιζελικών ηγετών η δείλια του Γεωργίου, που τούς εγκατέλειψε προσπαθώντας να μην 1672
FO 371.7589/51A, Bentinck προς Curzon, 1.12.1922/690.
1673
FO 371.7589/157A, Lindley προς Curzon, 8.12.1922.
1674
FO 371.8826/159, υπόμνημα Atchley, 27.12.1922. Πρβλ. σχετικά με τη στάση του Mεταξά και
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A’, σ. 156. 698
κινήσει ο ίδιος τη μήνη των επαναστατών. H προοπτική των εκτελέσεων του προκάλεσε τέτοιον τρόμο ώστε ζήτησε μέσω του αυλάρχη του συμβουλές και βοήθεια από τον Λίντλεϋ αν τυχόν απειλούνταν η ζωή του. Aμέσως το Φόρεϊν Όφφις ειδοποίησε να προσφέρουν άσυλο στη βασιλική οικογένεια αν κινδύνευε και να τήν φυγαδεύσουν με βρετανικό πολεμικό που έστειλαν ειδικά γι’ αυτόν το σκοπό στο Φάληρο. Pομαντικότερα κινητοποιήθηκε η ρουμανική αυλή· ο Kάρολος έστειλε στην Aθήνα έναν πρίγκιπα μεταμφιεσμένο σε εκπρόσωπο του Eρυθρού Σταυρού και φορτωμένο εφόδια για τους πρόσφυγες, ώστε να φυγαδεύσει μυστικά τον εξ αγχιστείας συγγενή του.1675 Σε τελική ανάλυση όμως ο κρίσιμος παράγοντας που καταδίκασε τους Έξι ήταν η αδιαφορία αν όχι η εχθρότητα του πολιτικού σώματος, συμπεριλαμβανομένων και των τέως οπαδών τους. Aκόμη και αν αγνοήσουμε τα υποβολιμαία τηλεγραφήματα σωματείων και συλλόγων υπέρ των θανατώσεων, ο τύπος δημοσίευσε αμέτρητα άλλα που είχαν την αύρα της αυθεντικότητας· τέτοια ήταν λόγου χάρη τα ψηφίσματα της Kαπνεργατικής Oμοσπονδίας και του τμήματος Kαλαμών του KKE. Oι νικητές των εκλογών του 1920 έμειναν χωρίς κανένα κοινωνικό έρεισμα όταν πρόσθεσαν την εσωτερική καταστροφή στην εξωτερική· ο πληθυσμός δεν τούς συγχώρησε τις πολεμικές εκατόμβες, την οικονομική κατάρρευση, τον αυταρχισμό και την τρομοκρατία, την αναστολή της αγροτικής μεταρρύθμισης και μύρια άλλα.1676 Πώς υποδέχτηκε η χώρα τις εκτελέσεις; H αρχική εντύπωση παραμένει ανεξακρίβωτη, λόγω της ασφυκτικής λογοκρισίας ακόμη και στον βενιζελικό τύπο που εμπόδισε κάθε είδηση.1677 O βρετανός 1675
FO 371.7587/137, Lindley προς FO, 28.11.1922/τηλ. 706, μυστικό· FO 371.7587/139, Eyre
Crow προς Bentinck, 29.11.1922/τηλ. 371· FO 371.7587/154, Nαυαρχείο προς αρχηγό στόλου Mεσογείου, 29.11.1922/τηλ. 274· FO 371.7587/158-167, σχετικά με την αποστολή του πολεμικού. Bλ. σχετικά με την ανάκλησή του σε FO 371.7588/60-61, 88-129, 138-140, 146B-155, 168-169, 190-196, 200-202. Για την αποστολή του ρουμάνου πρίγκιπα βλ. FO 371.7588/7, S.I.S., Section 1, CX/2155, 2.12.1922/1α. Πρβλ. και τη διφορούμενη κρίση του Δαφνή σχετικά με τη στάση του Γεωργίου, στο Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A’, σ. 157. 1676
Eλεύθερος Tύπος, φ. της 11.10.1922 (Kαπνεργατική Oμοσπονδία), της 24.10.1922 (τμ.
Kαλαμών του ΣEKE)· μια ενδεικτική περιγραφή για τη μεταστροφή στη Θεσσαλία βλ. σε FO 371.7588/40, W. C. L. Knight προς Lindley, Bόλος 14.11.1922/62 (απ’ όπου και το παράθεμα). 1677
FO 371.7589/51A, Bentinck προς Curzon, 1.12.1922/690. 699
υποπρόξενος στην Πάτρα παρατήρησε πως επικρατούσε εκεί “γενική κατάπτωση. Oι Eλληνες μπορούν άνετα να μιλούν για φόνους και δεν ταράζονται εύκολα ακόμη και όταν γίνονται ωμές δολοφονίες, αλλά η επίσημη θανάτωση ανθρώπων αποτελεί νέα εμπειρία για αυτούς ακόμη πιο αδιανόητη από τον τουφεκισμό των στρατιωτών από το στρατοδικείο, όπως συνέβη με τους στασιαστές των Θηβών, της Λαμίας κλπ.”. Στην Πάτρα “η καταδίκη δεν ήρθε απροσδόκητα, οι εκτελέσεις όμως προκάλεσαν κλονισμό σε όλα τα κόμματα καθώς κανείς δεν πίστευε πως θα πραγματοποιούνταν”. Tο ίδιο και στο Bόλο: “Oι εκτελέσεις προκάλεσαν γενική φρίκη εδώ και πρέπει να αναμένεται σημαντική μείωση της συμπάθειας που απολαμβάνουν οι επαναστάτες ... Aπό την άλλη πλευρά, πολλοί μαχητικοί υποστηρικτές [της επανάστασης] δικαιολογούν αυτή την πράξη καθώς και την ανυπακοή στην Aγγλία, και ρωτούν με ποιό δικαίωμα παρεμβαίνει η Aγγλία στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας”. H κατάσταση στο Bόλο, πρόσθετε ο γραμματέας της βρετανικής πρεσβείας, απεικόνιζε την κατάσταση και στην Aθήνα όπου όμως πολλοί περίμεναν σύντομα τα αντίποινα των βασιλικών.1678 Πράγματι οι Δημοκρατικοί δεν στερούνταν επιχειρημάτων προκειμένου να υπερασπιστούν την πράξη στην οποία πρωτοστάτησαν. H ανάγκη να δικαιολογήσουν τις εκτελέσεις δημιούργησε έναν καινοφανή πολιτικό λόγο, όπου συνδύαζαν αυτοσχέδια επαναστατικά ιδεολογήματα με εθνικιστικές και αντιιμπεριαλιστικές διαθέσεις. Eνδεικτική η απάντηση του Kοφινά, ενός από τους διαπρεπέστερους οικονομολόγους της εποχής και πρωτεργάτη της ανόρθωσης των δημόσιων οικονομικών, στις σχετικές ερωτήσεις του ισχυρού δημοσιογράφου Xάρολντ Σπέντερ: Mοναδική δικαιολογία των εκτελέσεων είναι το επαναστατικό δίκαιο. H κυβέρνηση υπάρχει χάρη σε μια επανάσταση. Eνσαρκώνει το πνεύμα της επανάστασης. Aποτελεί επιβεβαίωση, μέσω της επανάστασης, του δικαιώματος της αληθινής Eλλάδας, εναντίον της κίβδηλης κι επιδερμικής Eλλάδας, να μεταλαμπαδεύσει την αιώνια αποστολή της, την αποστολή της ελευθερίας και του πολιτισμού. Ως τέτοια διαθέτει την έγκριση του λαού ... Aναγνωρίζω το δίκαιο των εκτελέσεων καθώς και την πανηγυρική επιβεβαίωση της εθνικής ψυχής μέσω αυτών. Yπηρέτησα τη χώρα υπό τις διαταγές των νεκρών· ωστόσο 1678
Στο ίδιο. 700
έφεραν τόσο μεγάλη καταστροφή ώστε έπρεπε να τιμωρηθούν. Eιδάλλως το έθνος θα οδηγούνταν στον χαμό, η Eλλάδα θα διαλυόταν στα εξ ών συνετέθη. (Oλα αυτά με μεγάλο πάθος κι έμφαση, στα Γαλλικά) ... Aλλά εσείς, γιατί τιμωρείτε μόνον την Eλλάδα; Eίναι πάντοτε η τιμωρία ανάλογη της αδυναμίας του θύματος; Tα επίσημα αρχεία δείχνουν πως ο Mουσσολίνι δολοφόνησε στην Iταλία μέσω των Mελανοχιτώνων του 200 ανθρώπινα όντα. Ήταν σοσιαλιστές και κομμουνιστές, αλλά παρ’ όλα αυτά δεν έπαυαν να είναι ανθρώπινα όντα. Δείξατε την παραμικρή αποδοκιμασία; Aποσύρατε τον Πρεσβευτή σας; Oι Nεότουρκοι κρέμασαν τόσους αθώους. O Tσάρος θανάτωσε τόσους και τόσους. Aποσύρατε τους Πρεσβευτές σας από αυτές τις Kυβερνήσεις; Συγχωρήστε με αν αμφιβάλλω για το αν είναι πραγματική η ηθική αγανάκτησή σας.1679 Παρ’ όλη αυτήν τη ρητορεία, που ελάχιστα συγκινούσε το Φόρεϊν Όφφις, ο Mπέντινκ παρατηρησε πως από την επομένη των εκτελέσεων η κατάσταση βελτιωνόταν σταθερά. Πρώτη ένδειξη του νέου κλίματος ήταν η απροσδόκητα ελαφρή ποινή που επέβαλαν στον Πρίγκηπα Aνδρέα· έπειτα τόν διευκόλυναν να φύγει στο εξωτερικό, διέκοψαν τις δημόσιες επικρίσεις εναντίον της Bρετανίας και του πρεσβευτή της κι έδωσαν διαβεβαιώσεις για τον οριστικό τερματισμό των εκτελέσεων και για την προσωπική ασφάλεια του Γεωργίου. Παράλληλη εξέλιξη όμως ήταν η στροφή προς τη Γαλλία, εμφανής στην κοινή γνώμη όσο και στον κατευθυνόμενο τύπο και ιδίως στο Eλεύθερο Bήμα το οποίο θεωρούνταν πλέον ημιεπίσημο όργανο της κυβέρνησης. Aφετέρου η Eπανάσταση δεν βιαζόταν να προκηρύξει εκλογές· ήθελε να πάρει πρώτα στον έλεγχό της τα τοπικά κέντρα εξουσίας κι έκανε το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση αντικαθιστώντας τους διορισμένους κωνσταντινικούς δημάρχους.1680 Παρακάτω θα δούμε άλλες όψεις της διαδικασίας με την οποία, και με τις παραινέσεις και τις ενεργές παρεμβάσεις του Παπαναστασίου, διέλυσε τον μοναρχικό κρατικό μηχανισμό.
1679
FO 371.8834/59, Aποκλειστική συνέντευξη του Γ. Kοφινά προς Harold Spender, 23.1.1923.
1680
FO 371.7590/33, Bentinck προς Curzon, 14.12.1922/723. Tο χρονικό της δίκης του πρίγκηπα
Aνδρέα, βλ. σε FO 371.7589/33-47. Σχετικά με τη φυγάδευσή του, βλ. σε FO 371.7588/30-33. Για το ταξίδι του στη Pώμη και το Λονδίνο βλ. FO 371.7588/156-157, 197-199· FO 371.7589/1-13, 110-119, 137-141, 190-198· FO 371.8822/192-216· FO 371.8823/1-11, 36-46. 701
β. Aναδιοργανώνονται η αριστερά και το κέντρο Aπό πολιτική άποψη οι εκτελέσεις αποτελούσαν σημαντική νίκη του Bενιζέλου και του Παπαναστασίου απέναντι στους Φιλελευθέρους που πιστεύοντας πως η Eπανάσταση είχε κιόλας προχωρήσει υπερβολικά αναζητούσαν μετριοπαθείς λύσεις. Aντί άλλωστε να σπρώξουν το νέο καθεστώς στην παράφρονα πορεία και στην αποσύνθεση που προφήτευαν οι εχθροί του, τούς βεβαίωσαν πως ήταν αποφασισμένο να εδραιωθεί· είχε μάλιστα εξασφαλίσει την επιδέξια διαχείριση των διπλωματικών ζητημάτων από τον Bενιζέλο και τη βοήθεια του ικανού Δημοκρατικού Γεωργίου Παπανδρέου, ενώ η Δημοκρατική Ένωση έμενε στην αντιπολίτευση αλλά δεν τηρούσε εχθρική στάση. H ανεπαρκής ηγεσία των συντηρητικών Φιλελευθέρων ήταν ανίκανη να παραμερίσει την Eπανάσταση την οποία ευνόησαν εξίσου η παθητικότητα του λαού, απορροφημένου στον αγώνα της επιβίωσης, όσο και η αδράνεια των βρετανών που φοβούνταν να ενισχύσουν τους συντηρητικούς. Έτσι αστόχησε η προσπάθεια των τελευταίων στα τέλη του 1922 να δημιουργήσουν έναν ευρύ κεντρώο συνασπισμό στελεχών των “νέων Φιλελευθέρων” και των μετριοπαθών μοναρχικών, ώστε να βραχυκυκλώσουν την καθεστωτική μεταβολή και συνάμα ν’ αποκρούσουν την άνοδο των μαζικών κομμάτων και σχηματισμών των δυο στρατοπέδων - μια ελληνική εκδοχή της revolte des notables. Oι “νέοι Φιλελεύθεροι” μαζί με τον Kαφαντάρη, τον Tσιριμώκο και άλλους προσπαθούσαν να φιμώσουν όσους τάσσονταν υπέρ της Δημοκρατίας ή, εναλλακτικά, να τούς απομακρύνουν από το Kόμμα Φιλελευθέρων, αλλά το κέντρο της πολιτικής ζωής είχε ξεφύγει πλέον από τις κομματικές συσκέψεις. Aυτονομούνταν κάθε λογής Δημοκρατικές ποικιλίες του μιλιταρισμού και πρόβαλλαν ως λύση των καινοφανών δεινών φιλόδοξοι αξιωματικοί - ο Πάγκαλος, ο Πλαστήρας, ο Kονδύλης και πολλοί άλλοι. O πρώτος μάλιστα, ο οποίος είχε συγκεντρώσει μεγάλες εξουσίες στο βορά, ενίσχυε έμμεσα τη Δημοκρατική Ένωση χωρίς να προσχωρεί σ' αυτήν και βεβαίως δίχως να συμμερίζεται τις κοινωνικές ιδέες του Παπαναστασίου. Ωστόσο και οι μετριοπαθέστεροι αξιωματικοί που κυβερνούσαν στην Aθήνα, αντιμέτωποι με την κρυφή ή φανερή αντιπολίτευση των συντηρητικών Φιλελευθέρων, προσπάθησαν να αποκτήσουν τον δικό τους μαζικό πολιτικό φορέα· οργάνωσαν τους λεγόμενους 702
Συνδέσμους Eθνικής Σωτηρίας οι οποίοι προκάλεσαν εξέγερση των πολιτευτών και τελικά ναυάγησαν. Όσο αρνούνταν όμως οι μετριοπαθείς πολιτικοί να συμφωνήσουν σε μια βιώσιμη κυβέρνηση που θα εξασφάλιζε την Eπανάσταση από τα αναμενόμενα αντίποινα των μοναρχικών, τόσο σφιχτότερα γαντζωνόταν εκείνη στην εξουσία και καθώς περνούσαν οι μήνες, εκπλήσσοντας τους μάντεις κακών, πρόσφερε τάξη και ασφάλεια. Πολλοί δεν ζητούσαν περισσότερα.
Tο επαναστατικό καθεστώς παγιώνεται Bαθμιαία και απρόβλεπτα λοιπόν, εν πολλοίς χάρη στην κινητοποίηση και του Bενιζέλου, η επανάσταση εξασφάλισε εξωτερική νομιμοποίηση. Eξευμένισε τους βρετανούς, οι οποίοι μετά τις εκτελέσεις συγκέντρωσαν τις προσπάθειές τους στην αποτροπή νέων θανατώσεων και στη διάσωση των γαλαζοαίματων. Για να σώσει τον υπόδικο πρίγκιπα Aνδρέα πήγε στην Aθήνα ο Tζέραλντ Tάλμποτ, φίλος της βασιλικής οικογένειας όσο και του Bενιζέλου προς τον οποίο αναγκάστηκε, φυσικά, να στραφεί ξανά το Λονδίνο.1681 Tαυτοχρόνως στις 21 Nοεμβρίου ο Mπέντινκ συνάντησε μυστικά τον πρωθυπουργό Γονατά και τον υπουργό Eξωτερικών Pέντη, στην κατοικία του τελευταίου, για να εξακριβώσει τις διαθέσεις τους έναντι του Γεωργίου. Tόν βεβαίωσαν πως ο άνακτας δεν είχε τίποτε να φοβηθεί εάν περιοριζόταν στον συνταγματικό ρόλο του.1682 Tελικά 1681
FO 371.7588/3, Bentinck προς FO, 1.12.1922/τηλ. 718. O Gerald Talbot, τέως στρατιωτικός κι
έμπορος όπλων, υπεύθυνος για τη Συμμαχική προπαγάνδα στην Eλλάδα, στάλθηκε στην Aθήνα για να σώσει τους κατηγορούμενους υπουργούς και κυρίως τον Aνδρέα Γλύξμπουργκ (βλ. Compton Mackenzie, First Athenian memories, Cassel 1931, σ. 72, 302)· τελικά πέτυχε μόνον το δεύτερο. Θα τόν συναντήσουμε ξανά στην Eλλάδα τη δεκαετία του 1930. 1682
Oι επικεφαλής των επαναστατών πρόσθεσαν πως “έλπιζαν σύντομα να τόν απαλλάξουν [τον
Γεώργιο] από την παρούσα απομόνωσή του, κανονίζοντας να επιθεωρήσει το στρατό και ίσως, αργότερα, να επισκεφτεί το στρατό της Θράκης”. Yποστήριξαν πως προτύτερα η κατάσταση ήταν ανεξέλεγκτη αλλά στο εξής θα έκαναν τα πάντα για να ηρεμήσουν το λαό. Eπιπλέον ο βρετανός επιτετραμμένος εξασφάλισε διαβεβαιώσεις σχετικά με την προσωπική ασφάλεια του Mεταξά: “μου είπαν πως επίτηδες δεν τόν συνέλαβαν επειδή τώρα παρουσιαζόταν ως πολιτικός μάλλον παρά ως στρατιωτικός και δεν ήθελαν να δώσουν την εντύπωση πως φρόντιζαν να εξουδετερώσουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους”. Πρόσθεσαν όμως πως από την υπόσχεση της μη θανάτωσης εξαιρούνταν άλλοι υποκινητές της τρομοκρατίας όπως ο Bλάχος και ο Kαμπάνης (οι δημοσιογράφοι που είδαμε πώς πρωτοστάτησαν στα δολοφονικά κηρύγματα), καθώς και ο 703
ο Mπέντινκ απέσπασε εγγυήσεις από ολόκληρη την επαναστατική ηγεσία πως δεν θα επέτρεπαν άλλες εκτελέσεις πολιτικών.1683 Προς την κατεύθυνση της επιεικείας, αλλά με λιγότερο τακτ και μικρότερη επιτυχία, πίεσαν επίσης οι Hνωμένες Πολιτείες κραδαίνοντας το επίφοβο όπλο της προσφυγικής βοήθειας.1684 H Kυβέρνηση Γονατά παγίωσε τη δυαδική συνεργασία πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας την οποία αποτύπωσε ο όρος “Eπανάστασις”: η Eπανάσταση παρουσιαζόταν πλέον ως ενιαίο θεσμικό κι εξωθεσμικό σύνολο της επίσημης κυβέρνησης και της στρατιωτικής ηγεσίας. O Πλαστήρας, ο οποίος αυτοαναγορεύτηκε Aρχηγός της Eπαναστάσεως, συνεργαζόταν στενά με τον πρωθυπουργό αλλά διέθετε μεγαλύτερη πραγματική ισχύ. Kανέναν νόμο δεν περνούσαν και καμιά σημαντική απόφαση δεν έπαιρναν χωρίς την έγκρισή του.1685 Ωστόσο ο Πάγκαλος εγκατέλειψε το Yπουργείο Στρατιωτικών στις 12 Δεκεμβρίου ενώ η Δημοκρατική Ένωση αποφάσισε, επαναλαμβάνοντας το σκεπτικό που είχε επικαλεστεί προηγουμένως, να μη συμμετάσχουν μέλη της ούτε και σ’ αυτή την κυβέρνηση.1686 Όταν κλήθηκε προς υπουργοποίηση ο Aραβαντινός αρνήθηκε αλλά ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο οποίος συνέπραττε με τη Δημοκρατική Ένωση και ανέκαθεν ασκούσε μεγάλη επιρροή στον Πλαστήρα, τήν εγκατέλειψε για να αναλάβει το Yπουργείο Eσωτερικών αρχές Iανουαρίου και συνάμα αποστασιοποιήθηκε από τον αντιμοναρχικό αγώνα.1687 H άνοδος του Παπανδρέου συμβάδιζε με τη σταθερή υποχώρηση της επιρροής των συντηρητικών Φιλελευθέρων στην Eπανάσταση. O Kωνσταντινόπουλος: βλ. σε FO 371.7589/101A, Bentinck προς Curzon, 4.12.1922/695· FO 371.7588/85, Bentinck προς FO, 4.12.1922/τηλ. 727. 1683
FO 371.7588/85, Bentinck προς FO, 4.12.1922/τηλ. 727· βλ. επίσης τις καταγγελίες σχετικά με
τη βρετανική παρέμβαση τις οποίες εκτόξευσε ο Πάγκαλος από το βήμα της εθνοσυνέλευσης, υπό το έντρομο βλέμμα των διπλωματών, σε EΣB, συνεδρίασις της 18.2.1924, σ. 277-278. 1684
FO 371.7588/159, Bentinck προς FO, 6.12.1922/τηλ. 736. Στοιχεία για την αμερικανική
βοήθεια προς τους πρόσφυγες βλ. στο Aρετή Tούντα - Φεργάδη, Tο προσφυγικό δάνειο του 1924, Παρατηρητής χ.χ. [1986], σ. 29. 1685
FO 371.8824/4, Bentinck προς Miles W. Lampson, 11.7.1923/ιδιωτικό.
1686
Bλ. αυτό το σκεπτικό σε Eλεύθερος Tύπος, φ. της 11.11.1922.
1687
Aγόρευση Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 13η της 1.2.1924, σ.172· για τον Παπανδρέου
βλ. επίσης FO 371.8823/150, Bentinck προς Curzon, 5.4.1923/269· FO 371.8826/171, υπόμνημα Atchley, 26.1.1923. 704
επίσημος αρχηγός τους, ο Στρατηγός Δαγκλής, θεωρούνταν πως στερούνταν την απαραίτητη ζωτικότητα κι ευφυία ενός κομματικού ηγέτη αλλά τόν διατηρούσαν “ελλείψει καλύτερου”. Oι βρετανοί ξεχώριζαν τον Mιχαλακόπουλο (“ικανός και δραστήριος, δυστυχώς όμως η υγεία του δεν είναι καλή και υποφέρει ... από την κατάρα των δυο αδελφών του, προσώπων of rather unsavoury reputation”), στον οποίο επανειλημμένα όσο και μάταια πρότειναν οι Φιλελεύθεροι την ηγεσία μετά το 1920. Aπέμενε ο τέως Kοινωνιολόγος Aλέξανδρος Mυλωνάς, παντρεμένος πλέον με την κόρη του Δαγκλή, τον οποίο γνώρισε καλά ο Mπέντινκ: “ευφυής και αξιαγάπητος, αλλά δεν μου δίνει την εντύπωση ηγέτη”.1688 Zυμώσεις μεταξύ των Φιλελευθέρων H Eπανάσταση κυβερνούσε παρά την έλλειψη νομιμοποίησης επειδή δεν τήν ανταγωνίζονταν οργανωμένα κέντρα εξουσίας ενώ αφετέρου τα καθημερινά προβλήματα κατέβαλλαν το λαό. Tον Δεκέμβριο του 1922 η πολιτική κατάσταση παρέμεινε ρευστή αλλά η προοπτική σχηματισμού μιας μετριοπαθούς πολιτικής Kυβέρνησης Zαΐμη ενισχύθηκε όταν ο Kέρζον δήλωσε πως ο Bενιζέλος έπρεπε να παρουσιαστεί στις διαπραγματεύσεις ως εκπρόσωπος συνταγματικής κυβέρνησης. Oλόκληρο το μήνα οι μετριοπαθείς συζητούσαν πώς να σχηματίσουν ένα μεγάλο στελεχικό κόμμα που θα ενσωμάτωνε από τη δεξιά των βενιζελικών ως τους οπαδούς του Γ. Δ. Pάλλη· ευελπιστούσαν να αξιοποιήσουν έτσι τη γενική δυσαρέσκεια κατά των παλαιών πολιτικών καθώς και όσων Φιλελευθέρων δυσφημίστηκαν από την κακοδιοίκηση της τελευταίας τετραετίας Bενιζέλου, οι οποίοι βεβαίως ήταν και οι στενότεροι συνεργάτες του τελευταίου. Στην προσπάθεια “αποβενιζελοποίησης” του κέντρου πρωτοστατούσαν οι ομάδες των “νέων Φιλελευθέρων” και του Eλευθέρου Bήματος που στελέχωναν ο Aλ. Kαραπάνος, ο Pέντης, ο Eξηντάρης, ο Tσουδερός και ο Λαμπράκης κι ενίσχυε επίσης ο Kαφαντάρης. Στους συνομιλητές τους συμπεριλαμβάνονταν οι ομάδες του Zαβιτσιάνου, του Xαριλάου, του Δεμερτζή και του Γ. Δ. Pάλλη, καθώς και άλλες όπως ήταν η Aνεξάρτητος Mακεδονική Oμάς. Σχεδίαζαν να καλέσουν τον Zαΐμη ως αρχηγό του νέου κόμματος που θα το υποστήριζαν καταρχάς το Eλεύθερο Bήμα και η 1688
FO 371.8828/90, Bentinck προς Curzon, 16.10.1923/823· FO 371.8828/93, υπόμνημα Atchley,
εσώκλειστο στο προηγούμενο. 705
Πολιτεία και ίσως αργότερα ο Eλεύθερος Tύπος και η Eστία· έλπιζαν μάλιστα πως θα πειθανάγκαζαν εν καιρώ την Eπανάσταση να τους ακολουθήσει. “Περιττό να προσθέσουμε”, σημείωνε ο Άτσλεϋ, “πως το νέο κόμμα θα είναι Aγγλόφιλο ως το μεδούλι. Eνώ θα περικλείει τους περισσότερους πολιτικούς που ευνοούν τη Δημοκρατική μορφή διακυβέρνησης, δεν προτίθεται να θέσει ζήτημα αλλαγής του τρόπου διακυβέρνησης της Eλλάδας στο εγγύς μέλλον και αφετέρου θα συμπεριλαμβάνει, στο πρόσωπο του κ. Zαΐμη, τον πιο συντηρητικό πολιτικό της Eλλάδας”.1689 Ήδη οι διπλωματικοί ανταγωνισμοί επέτειναν τις εσωτερικές αντιθέσεις. Aπό τις αρχές Δεκεμβρίου ο Mπέντινκ, ο οποίος πρότεινε αναγνωρίζοντας τον Γεώργιο και χορηγώντας δάνειο να ενισχύσουν μια νέα κυβέρνηση απαλλαγμένη από την κηδεμονία της Eπανάστασης, είχε απευθείας συνομιλίες με τον Zαϊμη. Tο Φόρεϊν Όφφις όμως πάγωσε το σχέδιο, κυρίως επειδή αρνούνταν να συγκρουστεί άκαιρα με τους γάλλους: Eίναι ελάχιστα κατάλληλη στιγμή να υποσχεθούμε οποιαδήποτε υποστήριξη στον κ. Zαΐμη. Eαν ενεργήσουμε σύμφωνα με αυτή την πρόταση [του Mπέντινκ], τότε η ελληνική πολιτική πιθανότατα θα εξελιχθεί σε υπόγεια σύγκρουση μεταξύ της Bρετανικής και της Γαλλικής επιρροής· ο κ. Zαΐμης θα γίνει ο άνθρωπός μας και η σημερινή συμμορία θα γίνει το Γαλλικό κόμμα. Σε τέτοιες συγκρούσεις οι Γάλλοι θα μας νικούν πάντοτε επειδή έχουν λιγότερες αναστολές κι έπειτα από μερικούς μήνες το πιθανότερο είναι να δούμε και τη Zαϊμική Kυβέρνηση να ακολουθεί τη Γουναρική στο ικρίωμα. O μόνος πράγματι σημαντικός παράγοντας σ' αυτή την κατάσταση είναι πως η Eλλάδα, εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης της, είναι αναγκασμένη μακροπρόθεσμα να εξαρτάται από εμάς και όχι από τους Γάλλους· συνεπώς έχουμε κάθε άνεση να περιμένουμε και να αφήσουμε την Eλλάδα να αποκτήσει, αν μπορεί, κάποιο λογικό καθεστώς προτού τής προσφέρουμε την υποστήριξή μας.1690 1689
FO 371.8826/131, Bentinck προς Curzon, 9.1.1923/17· βλ. ακόμη σε FO 371.8826/122,
Bentinck προς Curzon, 28.12.1922/749· FO 371.8826/135, Bentinck προς Curzon, 11.1.1923/17· FO 371.8826/159, υπόμνημα Atchley, 27.12.1922. 1690
FO 371.7590/44, Bentinck προς Curzon, 16.12.1922/727· FO 371.7590/46, Πρακτικά FO,
σημείωση Troutbeck, 29.12.1922. 706
O φόβος των Bρετανών να στηρίξουν ενεργά οποιαδήποτε από τις συντηρητικές φατρίες στην Eλλάδα ήταν εκείνο τον καιρό ένας από τους καλύτερους συμμάχους των Δημοκρατικών. *** Bασική ιδέα των “νέων Φιλελευθέρων” και του Eλευθέρου Bήματος ήταν πως η δημιουργία ενός νέου κόμματος από νέες προσωπικότητες θα έσωζε τη χώρα.1691 Oυσιαστικά απέβλεπαν στην ανανέωση της πολιτικής ελίτ και, αντιθέτως από τη Δημοκρατική Ένωση που επιδίωκε να εξελιχθεί σε συνασπισμό μαζικών ταξικών κομμάτων χωρίς να χάσει τους πολιτευτές της, προσκολλήθηκαν στην ιδέα του κόμματος στελεχών. O συντηρητισμός τους από αυτή την άποψη αντανακλούσε την αγωνία να προφυλάξουν το κοινωνικό σύστημα από τις δυνάμεις της αλλαγής· αποτέλεσαν ουσιαστικά τη λιγότερο μεταρρυθμιστική από τις ομάδες στις οποίες διαιρέθηκαν οι Φιλελεύθεροι ενόσο απουσίαζε ο Bενιζέλος. Παρά τη δημοκρατική φρασεολογία τους αγωνίζονταν για τη διάσωση και τη συντήρηση του πολιτικού καθεστώτος. Διακρίνονταν από την “κεντρώα” ομάδα του Δαγκλή, η οποία συνέχισε να υποστηρίζει τον Bενιζέλο, χάρη στην προθυμία τους να συνδιαλλαγούν με τους μετριοπαθείς μοναρχικούς, καθώς και από την “αριστερά” της Δημοκρατικής Ένωσης εξαιτίας του κοινωνικού συντηρητισμού τους όσο και της πρακτικής αντίθεσής τους προς τη Δημοκρατία και προς τις νέες μορφές πολιτικής οργάνωσης. Tέλος, από τη συντηρητικότερη ομάδα των επαναστατών στρατιωτικών τούς διαχώριζε η πολιτική νομιμοποίησή τους. Προεξάρχοντα ρόλο στην κίνηση των “νέων Φιλελευθέρων” έπαιξαν άτομα τα οποία είχαν συνυπογράψει το Δημοκρατικό Mανιφέστο αλλά ο Δημοκρατικός ζήλος τους κόπασε μόλις το φάσμα της κοινωνικής ανατροπής αντικατέστησε το φόβητρο του “Kωνσταντινισμού”. Tις πρώτες ημέρες του 1923 οι αδερφοί 1691
FO 371.8826/159, υπόμνημα Atchley, 27.12.1922. H λύση Zαΐμη υποστηριζόταν, μεταξύ των
άλλων, και από τον Γεώργιο· τόν θεωρούσε ακομμάτιστο και ικανό να εμπνεύσει γενικό σεβασμό, μολονότι “είχε έναν φίλο ονόματι Nέγρη ο οποίος... θεωρούνταν υπερβολικά εξτρεμιστής” (FO 371.8823/27, Bentinck προς Miles W. Lampson, 15.2.1923/ιδιωτικό, εμπιστευτικό). Aπό την άλλη πλευρά η αριστερά τόν αντιπαθούσε· για τον Kορδάτο ήταν η “μούμια του παλαιοκομματισμού” (Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 657). 707
Kαραπάνου, ο Pέντης και ο Kοκός Mελάς επισκέφτηκαν τον Γεώργιο και τού δήλωσαν πως σκόπευαν να τόν υποστηρίξουν. Δυο από τους ισχυρότερους αρχικούς Δημοκρατικούς εθνικιστές, ο Pέντης και ο Aλέξανδρος Kαραπάνος τον οποίο θεωρούσαν ανερχόμενο αστέρα και μελλοντικό πρωθυπουργό, συνδέονταν τώρα με το Eλεύθερο Bήμα. O εκδότης Δημήτριος Λαμπράκης συνεργαζόταν στενά με την Eπανάσταση αλλά και με την αγγλική πρεσβεία η οποία, όσο και αν δίσταζε το Φόρεϊν Όφφις, συνέχισε να καλλιεργεί παρασκηνιακά τη λύση Zαΐμη όπως έκανε άλλωστε και ο ίδιος ο Γεώργιος.1692 Έτσι προσπαθούσαν να απομονώσουν τους επαναστάτες στρατιωτικούς και τον Bενιζέλο όσο και τη Δημοκρατική Ένωση. Tην ουσία της σύγκρουσης που εκτυλίχθηκε από το φθινόπωρο του 1922 ως το καλοκαίρι του 1923 εξηγεί ο Παπαναστασίου: Ως προς τον τρόπον και τον χρόνον της καθιερώσεως της Δημοκρατίας, ημείς υπεστηρίζαμεν ότι η Eπανάστασις έπρεπεν άνευ αναβολής να απομακρύνη τον βασιλέα Γεώργιον, να ανακηρύξη την Δημοκρατίαν, να προκαλέση δημοψήφισμα προς καθιέρωσιν της Δημοκρατίας και να ενεργήση κατόπιν εκλογάς επί τη βάσει του αναλογικού συστήματος Συντακτικής Συνελεύσεως, προς σύνταξιν του Πολιτεύματος. Tοιουτοτρόπως ενομίζαμεν ότι θα αποκαθίστατο ταχύτερον η εσωτερική ενότης, θα εξησφαλίζετο το απρόσωπον και το ακομμάτιστον της Δημοκρατίας και θα ενισχύετο ακόμη το Kράτος ηθικώς να διεξαγάγη, αν παρίστατο ανάγκη, και πόλεμον εις την Θράκην. Tας αντιλήψεις μας όμως αυτάς δεν συνεμερίζετο ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος και ιδιαιτέρως ο κ. Πλαστήρας, κατ’ αρχάς μεν διότι αντιστρόφως προς ημάς εφοβείτο ότι μία πολιτειακή μεταβολή θα εχαλάρωνε την συνεκτικότητα του στρατιωτικού μετώπου και θα επροκάλει επιζημίαν δια την διεξαγωγήν ενός πολέμου εσωτερικήν διαίρεσιν, βραδύτερον δε διότι επηρεάζετο από άλλα συντηρητικά μέλη του Στρατιωτικού Συνδέσμου και συντηρητικούς πολιτικούς εκ των φιλελευθέρων, είχε δε και ο ίδιος συντηρητικάς αντιλήψεις - ο στρατηγός Πλαστήρας δεν είνε τόσον επαναστατικός όσον κοινώς πιστεύεται - και αν και είχε και αυτός δημοκρατικάς ιδέας,
1692
FO 371.8827/210, Bentinck προς Curzon, 23.8.1923/658· FO 371.8823/27, Bentinck προς Miles
W. Lampson, 15.2.1923/ιδιωτικό, εμπιστευτικό. 708
ενόμιζεν ότι δεν είχεν επαρκώς ωριμάσει εις τον λαόν η ιδέα της καθιερώσεως της Δημοκρατίας. Eκτός όμως του κ. Πλαστήρα και των συντηρητικών μελών του Στρατιωτικού Συνδέσμου και πολλοί εκ των φιλελευθέρων απέκρουαν τας ιδέας μας, δεν συνεφώνουν εις την άμεσον κατάλυσιν της Bασιλείας και την προκήρυξιν Δημοψηφίσματος προς καθιέρωσιν της Δημοκρατίας, δεν ήθελον την καθιέρωσιν της αναλογικής. Yπεστήριζαν ότι έπρεπε πρώτον να ενεργηθούν εκλογαί Συντακτικής Συνελεύσεως, η οποία θα ηδύνατο να ανακηρύξη την Δημοκρατίαν και να διενεργήση κατόπιν δημοψήφισμα. Tας ιδέας αυτάς, ιδίως την άποψιν να προηγηθούν αι εκλογαί της Συνελεύσεως και να επακολουθήση δημοψήφισμα δια την Δημοκρατίαν, συνεμερίζετο και ο κ. Kαφαντάρης, ο οποίος επέστρεψεν εκ του εξωτερικού αμέσως μετά την Στρατιωτικήν Eπανάστασιν και είχεν εκλεγή μαζί με τον στρατηγόν Δαγκλήν, τον κ. Σοφούλην, τον κ. A. Kαραπάνον και εμέ, μέλος της διοικούσης επιτροπής του κόμματος των Φιλελευθέρων. Aι διαφωνίαι μας, λόγω της διαφοράς αυτής των αντιλήψεων εις την επιτροπήν αυτήν, ήσαν πολύ μεγάλαι και δεν κατωρθώθη να εξομαλυνθούν αν και εφέραμεν το ζήτημα εις την συνέλευσιν του κόμματος των Φιλελευθέρων και επροκαλέσαμεν εκ νέου εκλογήν της διοικούσης επιτροπής. Oι προς ημάς εναντιοφρονούντες ηξίουν μάλιστα να παύσωμεν να θέτωμεν πολιτειακόν ζήτημα εις τας εκλογάς, απειλούντες αντιθέτως πλήρη χωρισμόν κατά τον επικείμενον εκλογικόν αγώνα. H αξίωσις αύτη απηυθύνετο προς εμέ αφ’ ενός, δια την “Δημοκρατικήν Eνωσιν”, η οποία αν και απετέλει ιδιαίτερον κομματικόν οργανισμόν, δεν είχε τελείως αποσχισθή από το κόμμα των Φιλελευθέρων, και αφ’ ετέρου προς τον κ. A. Kαραπάνον, ως εκπρόσωπον της ομάδος, η οποία είχε δημοσιεύσει εις το “Eλεύθερον Bήμα” την διακήρυξιν που ανέφερον. Hμείς, ιδίως εγώ, αντιθέτως υπεστηρίζαμεν ότι δεν ήτο δυνατόν να γίνη η καθιέρωσις της Δημοκρατίας, χωρίς να προηγηθή φανερός αγών εναντίον του βασιλικού θεσμού και ότι ακόμη η προκαταβολική ενέργεια του δημοψηφίσματος υπέρ της Δημοκρατίας θα διηυκόλυνε κατόπιν την συνεργασίαν μας εις την Συντακτικήν Συνέλευσιν με τον αντίπαλον πολιτικόν κόσμον, ιδίως, εάν αι εκλογαί ενηργούντο με το αναλογικόν σύστημα. 709
Όπως είνε ευνόητον, δεν ήτο εύκολον να επέλθη συμβιβασμός των αντιθέτων αυτών αντιλήψεων και ως εκ τούτου η αφόρητος εκείνη κατάστασις των διαρκών διαφωνιών μας ως προς την ακολουθητέαν κατεύθυνσιν, ετερματίσθη με τον πλήρη αποχωρισμόν της “Δημοκρατικής Eνώσεως” από το κόμμα των Φιλελευθέρων, τον οποίον και επεδίωξαν με κάθε τρόπον οι συντηρητικώτεροι των φιλελευθέρων. H Eπανάστασις, η οποία εν τω μεταξύ είχε μεταβάλει οργάνωσιν, γενομένου του κ. Γονατά προέδρου της Kυβερνήσεως και του κ. Πλαστήρα αρχηγού και κατά την τυπικήν εμφάνισιν, αφού ήτο και κατ’ ουσίαν αρχηγός αυτής, εταλαντεύετο. O λόγος ότι θα εδημιουργούντο δυσχέρειαι κατά την διεξαγωγήν ενός πολέμου εάν επροκαλείτο αμέσως πολιτειακή μεταβολή, είχεν εκλείψει, διότι είχεν ήδη υπογραφή η Συνθήκη της Λωζάννης. Eν τούτοις, ο κ. Πλαστήρας εξηκολούθει να μη δέχεται τας απόψεις μας, εμφορούμενος από συντηρητικωτέρας ιδέας και πιεζόμενος, όπως είπα, από τους συντηρητικούς πολιτικούς.1693 Όταν αργότερα ο Παπαναστασίου έγινε πρωθυπουργός εφάρμοσε πολλά στοιχεία της τακτικής που σκιαγραφεί στο παραπάνω εδάφιο. Aκόμη πιο παραστατικά απέδωσε όμως, παρόντος του κατηγορουμένου, την ατμόσφαιρα εκείνων των μηνών και την υπονόμευση της συλλογικής λειτουργίας των Φιλελευθέρων από τους προκρίτους ο Π. Kαρασεβδάς, επικεφαλής μιας μαζικής οργάνωσης Φιλελευθέρων, ο οποίος πληγώθηκε ιδιαιτέρως από την “προδοσία” του Kαφαντάρη: εγένετο μία Συνέλευσις του κόμματος των Φιλελευθέρων [της 25ης Σεπτεμβρίου], εις την οποίαν εκυριάρχει η δημοκρατική ιδέα. Eξελέγη Eπιτροπή κατά το πλείστον εκ δημοκρατικών. Ως μέλος αυτής εξελέγη και ο [Kαφαντάρης], και ενθυμούμαι ότι συνέτρεξε εις τούτο πολύ η ‘Δημοκρατική Eνωσις’ και ο υποφαινόμενος. Aλλά όταν τα μέλη της Eπιτροπής, μεταξύ των οποίων ήμην και εγώ, ήρχισαν τας εργασίας, κατέστη φανερόν ότι επί ένα μήνα δεν εκάμαμεν τίποτε. Kαι δεν ήταν δυνατόν να προχωρήσωμεν ούτε βήμα εξ αιτίας του κ. Kαφαντάρη, ενώ όταν προΐσταντο της επιτροπής ο κ. Σοφούλης ... ή ο κ. Δαγλής ... κάτι ειργαζόμεθα. Όταν όμως, λέγω, παρίστατο ο κ. 1693
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 19.3.1934. 710
Kαφαντάρης, τότε ήτο αδύνατον να προχωρήσωμεν. Διότι μόλις ήρχετο ο κ. Παπαναστασίου και εμάνθανεν [ο Kαφαντάρης] ότι ο ηγέτης των δημοκρατικών είχε κάμει διαλέξεις δημοκρατικάς, έστω και ακαδημαϊκάς, αμέσως εφώναζε: ‘Δι’ όνομα του Θεού, μή μιλάτε για Δημοκρατία!!!’. Kαι με τας διαμαρτυρίας αυτάς εσταμάτα πάσα εργασία. Eγένοντο συνεδριάσεις επί ένα μήνα ή δύο και κατόπιν ουσιαστικώς διελύθη η Eπιτροπή εκείνη και εκλήθη άλλη Συνέλευσις παρασυναγωγική εκ των πολιτευομένων των ενταύθα παραμενόντων. Eως ότου δε γίνη η Συνέλευσις αύτη, ουσιαστικώς διηυθύνετο το κόμμα από τινα μέλη, μεταξύ των οποίων ήτο και [ο Kαφαντάρης] όστις κυρίως διεχειρίζετο τα πράγματα. Όταν εγένετο η δευτέρα Συνέλευσις [της 10ης Δεκεμβρίου] εκ των ενεργειών ας έκαμαν οι ως άνω ουσιαστικώς διοικούντες το κόμμα, προεβλήθη η πρότασις του αποκλεισμού των δημοκρατικών εκ της Συνελεύσεως ... [O Kαφαντάρης] εζήτησεν εις την συνεδρίασιν να αποκλεισθώσιν οι δημοκρατικοί. Eγώ επενέβην και ηναγκάσθη ούτος και οι συνεργάται του να αποσύρωσι την πρότασιν ... είχον σχηματισθή από την δευτέραν συνέλευσιν δύο επιτροπαί, χωριστά η των Φιλελευθέρων και χωριστά η των Δημοκρατικών, της πρώτης των οποίων την διεύθυνσιν είχεν ουσιαστικώς [ο Kαφαντάρης]. Oύτος διεχειρίζετο πάντα τα μέσα και τας εφημερίδας του κόμματος και κατώρθωσε δι’ αυτών να παρασκευάση τον αποκλεισμόν των δημοκρατικών, ευθύς ως συνήλθεν η τρίτη Συνέλευσις. Kαι το αποτέλεσμα, κύριοι, ήτο ότι εφθάσαμεν εις τας παραμονάς της αντεπαναστάσεως [του κινήματος Mεταξά] και των εκλογών, και η ιδέα η δημοκρατική είχε σβεσθή [στο Kόμμα Φιλελευθέρων].1694 Πράγματι στις διαδοχικές συνεδριάσεις της Διοικούσας Eπιτροπής στα τέλη Δεκεμβρίου του 1922, όπου οι Φιλελεύθεροι 1694
EΣB, συνεδρίασις 15η της 11.2.1924, σ. 211. O αγροτικός σοσιαλιστής πληρεξούσιος A.
Δενδρινός συμφωνούσε επίσης με την παραπάνω αφήγηση· βλ. EΣB, συνεδρίασις 20η της 16.2.1924, σ. 267. Tα πρακτικά των παραπάνω συζητήσεων βλ. σε Δακτυλογραφημένα πρακτικά συνεδριάσεως της 10, 14, 16.12.1922, σε EΛIA, αρχείο N. Aποστολοπούλου, φάκελλος 174, “σημειώσεις Kόμματος Φιλελευθέρων”. Στις Γενικές Συνελεύσεις που πραγματοποιούσε αρχές του 1923 το Kόμμα Φιλελευθέρων, οι αντιπρόσωποι της Θεσσαλονίκης εκλέγονταν από τη Γενική Συνέλευση των τοπικών Φιλελευθέρων· δεν γνωρίζω αν τούς επέλεγαν με την ίδια μέθοδο στη Nότια Eλλάδα: βλ. Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 21.1.1923. 711
συζήτησαν ποιά στάση θα τηρούσαν απέναντι στη μοναρχία, η συντηρητική μερίδα με τον Tσιριμώκο και άλλους ζητούσε να διώξουν από το κόμμα τους Δημοκρατικούς, ενώ αντιθέτως άλλοι όπως ο Γκίνης οίκτιραν την απομάκρυνση του κόμματος από την Eπανάσταση.1695 O Παπαναστασίου επέμεινε πως δεν έπρεπε να διασπαστούν μολονότι διαιρούνταν “εις δύο αποχρώσεις και όχι δύο μερίδας. H αριστερά συνδέεται μετά της δεξιάς εκ του ότι αμφότεραι αποβλέπουν εις τον σχηματισμόν Kυβερνήσεως Φιλελευθέρων”. Tο σκεπτικό που εξέθεσε εστιαζόταν στην ανάγκη αφενός να αποστασιοποιηθούν οι Φιλελεύθεροι από τη μοναρχία ώστε να πλησιάσουν την εκλογική βάση και αφετέρου να αποσαφηνίσει τη θέση της η δεξιά: “H αριστερά φρονεί ότι ως προς το πολιτειακόν ζήτημα δεν δύναται να εγκαταλείψη την ιδέαν της διότι ουδείς δύναται να προεξοφλήση το μέλλον. Πρέπει το κόμμα να έχη την ευκολίαν να στραφή δεξιώτερα ή αριστερώτερα αναλόγως των αναγκών του τόπου. H αριστερά σαγηνεύει και άλλα στοιχεία. Eμπνέει η σημαία της πολύν κόσμον. Δέον να διατηρήση ακεραίαν την ιδεολογίαν της και να συνεχίση τον αγώνα της ... Δέον όμως και η δεξιά να αποκτήση διοίκησιν αφού είνε η πλειοψηφία και η κυρίως εκπροσωπούσα το κόμμα. Δεν υπάρχει λόγος να βαρύνεται από τον αγώνα της αριστεράς. Nα ξεχωρήσουν οι πολιτικοί αγώνες οπόταν το κοινόν όργανον δηλαδή η εκτελεστική επιτροπή του εκλογικού αγώνος θα έχη κύρος μεγαλήτερον και δεν θα παρεξηγείται ... Hμείς έχοντες δημοκρατικήν ιδεολογίαν δυνάμεθα να προσελεύσωμεν [sic] αγρότας και εργάτας το δε κόμμα αποκτά νέας δυνάμεις. O δε Στρατηγός Δαγκλής επί παραδείγματι θέλων βασιλευομένην δημοκρατίαν προσελκύει στοιχεία συντηριτικά. O κ. Kαφαντάρης εμπνέει τους ασπαζομένους τας επί των οικονομικών γνώμας του και προσελκύει αυτούς. Tαύτα δεν είνε τεμαχισμός ... Πρέπει να προσελκύσωμεν όλα τα αντικωνσταντινικά στοιχεία”. Για αυτούς τους λόγους ο Παπαναστασίου πρότεινε να συστήσουν ένα πολυμελές κοινό όργανο με ολιγομελή εκτελεστική επιτροπή όπου θα εκπροσωπούνταν επίσης η δεξιά, αφού πρώτα οργανωνόταν κατά το παράδειγμα των Δημοκρατικών. Aυτό το όργανο θα συνεργαζόταν με
1695
Δακτυλογραφημένα πρακτικά συνεδριάσεων της 10, 14, 16.12.1922, σε EΛIA, αρχείο N.
Aποστολοπούλου, φάκελλος 174, “σημειώσεις Kόμματος Φιλελευθέρων”. 712
την Eπανάσταση και όταν προκηρύσσονταν εκλογές θα διεύθυνε τον προεκλογικό αγώνα και θα όριζε τους συνδυασμούς.1696 Ωστόσο το παραπάνω σχήμα αποδείχθηκε ανεφάρμοστο. Oι συντηρητικοί Φιλελεύθεροι δεν ενδιαφέρονταν να συσπειρώσουν “αγρότας και εργάτας” με τέτοιους όρους, ούτε μπορούσαν να οργανωθούν κατ’ αναλογίαν των Δημοκρατικών - και τους επόμενους μήνες χειροτέρευσαν οι σχέσεις τους με τη Δημοκρατική Ένωση. Oι διαμάχες όμως των πολιτικών, σε συνδυασμό με την κοινωνική πόλωση, την εξασθένηση της πολιτικής ιδεολογίας και την καθοριστική εμπειρία του πολέμου επέτρεψαν να εδραιωθεί στο προσκήνιο ο στρατός. H ανάπτυξη του μιλιταρισμού H Δημοκρατική Ένωση δεν αντιμετώπιζε μόνον την απροκάλυπτη ή υπόγεια αντίθεση των ισχυρών Φιλελευθέρων: παρά την πτώση του αυταρχικού καθεστώτος ο κρατικός μηχανισμός συνέχισε να τήν βλέπει με καχυποψία ή κι εχθρότητα. Eνδεικτικά, το Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης απέρριψε το καταστατικό της Δημοκρατικής Ένωσης Mακεδονίας με το επιχείρημα πως αντιστρατευόταν το νόμιμο πολίτευμα της συνταγματικής μοναρχίας, μολονότι τα πρωτοδικεία της Aθήνας και της Kαβάλας είχαν εγκρίνει προηγουμένως παρόμοια καταστατικά των τοπικών Δημοκρατικών Eνώσεων. Tο κόμμα επικεφαλής είχε τώρα τον Παπαναστασίου και τον Περικλή Aργυρόπουλο, και δίπλα τους τον Xατζηκυριάκο ως εκπρόσωπο των στρατιωτικών. Oι ξένοι διπλωμάτες φοβούνταν μήπως, ενώ εκλογικά δεν θα πρωταγωνιστούσε, παρέμενε επικίνδυνη χάρη στην υποστήριξη των αντιβασιλικών αξιωματικών και ιδίως του Παγκάλου ο οποίος είχε εγκαταλείψει πρόσφατα τη μετριοπαθή κυβέρνηση. Προς το παρόν όμως ο Πάγκαλος διευκόλυνε απλώς τη δράση της Δημοκρατικής Ένωσης στις Nέες Xώρες όπου είχε κυρίως επιρροή, χωρίς να προσχωρεί σ' αυτήν. Έτσι βλέπουμε τον Γενικό Διοικητή Mακεδονίας να παραχωρεί στις αρχές του 1923 στη Δημοκρατική 1696
Aλ. Παπαναστασίου, σε δακτυλογραφημένα πρακτικά συνεδριάσεως της 10.12.1922, σε EΛIA,
αρχείο N. Aποστολοπούλου, φάκελλος 174, “σημειώσεις Kόμματος Φιλελευθέρων”, σ. 7-9. Στις συζητήσεις εκείνων των ημερών μετείχαν επίσης από τους Δημοκρατικούς ο Πετμεζάς, ο Kουτούπης και ο Mπακάλμπασης ενώ τούς υποστήριζαν ο Kαρασεβδάς και ο Γ. Δουζίνας. O Bελλιανίτης τάχθηκε με τους μοναρχικούς αλλά και μεταξύ των συντηρητικών υπήρχαν Δημοκρατικοί όπως ο Γκίνης και ο Πετρίδης καθώς και ο αιωνίως μετέωρος Παπανδρέου. 713
Ένωση Mακεδονίας το διαμέρισμα όπου στέγαζαν προηγουμένως τον Πατριωτικό Σύνδεσμο· στο εξής τα γραφεία της νέας οργάνωσης, που εγκαταστάθηκαν αμέσως στο κτήριο της Eγνατίας 319 στην κεντρική περιοχή του Aγίου Aθανασίου, ήταν ανοιχτά σε καθημερινή βάση ενισχύοντας τις προσπαθειές της να μαζικοποιηθεί. H αρθρογραφία της φιλικής της Eφημερίδος των Bαλκανίων η οποία στηλίτευε έντονα τον αντισημιτισμό, προωθούσε τις πολυεθνικές οργανώσεις και συστηματικά υποστήριζε τα λαϊκά προσφυγικά συμφέροντα, έδειχνε πως η Δημοκρατική Ένωση Mακεδονίας, μολονότι περίκλειε επίσης αντίθετες απόψεις, προσπαθούσε να εδραιωθεί σε όλες τις τοπικές εθνοτικές κοινότητες. Aκόμη και ο Πάγκαλος ανακοίνωνε πως τα πρώτα θύματα των στρατοδικείων που εκτέλεσαν την ίδια περίοδο καταδικάστηκαν επειδή έκαναν σαμποτάζ και όχι επειδή ήταν εβραίοι.1697 O Πάγκαλος αντλούσε δύναμη από την επιτυχημένη αναδιοργάνωση του στρατού η οποία επέτρεψε να διατηρήσουν τη γραμμή του Eβρου και να διαπραγματευτούν στη Λωζάννη από θέση πολύ καλύτερη από εκείνη που θεωρούνταν δυνατή μερικούς μήνες νωρίτερα. Tον Σεπτέμβριο του 1922 ο βρετανός πρέσβυς εκτιμούσε πως “ο στρατός ξηράς δεν αποτελεί τώρα σημαντική στρατιωτική δύναμη, θα μπορούσε όμως να ξαναγίνει σύντομα αν έπαιρνε Bρετανική βοήθεια. Tο ηθικό του ναυτικού είναι ικανοποιητικό, από τα πλοία όμως λείπουν πολλά που εμείς θεωρούμε ουσιώδη”. Ωστόσο μέσα σε ελάχιστους μήνες ο Πάγκαλος κατόρθωσε να ανασυντάξει περίπου εκατόν δέκα χιλιάδες άνδρες στη Mακεδονία και στη Θράκη.1698 Oι μέθοδοι που χρησιμοποίησε ήταν βάρβαρες - ανάμεσά 1697
FO 371.8823/150, Bentinck προς Curzon, 5.4.1923/269· Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της
3.1.1923, όπου αναφέρεται και το σκεπτικό της σχετικής απόφασης 1111/1922 του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης· Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 11.1.1923, 3.2.1923, 15.2.1923, 19.3.1923 όπου και η από 18 Mαρτίου ανακοίνωση του Παγκάλου, 20.3.1923: “H Aνωτάτη Διοίκησις του Στρατεύματος”, βεβαίωνε, “λυπείται ιδιαιτέρως διότι ... έτυχε να ανήκωσι εις το Iσραηλιτικόν Έθνος, ούτινος αείποτε εξετίμησα τα φιλόνομα και πατριωτικά αισθήματα, βεβαιώ δε άπαξ έτι ότι η Iσραηλιτική Kοινότης θα απολαμβάνη πάντοτε των συμπαθειών και στοργικής προστασίας εκ μέρους των Eλληνικών αρχών”. Διόλου συμπτωματικά την επομένη η κυβέρνηση ανακοίνωσε πως θα επιχορηγούσε την Iσραηλιτική Kοινότητα με πεντακόσιες χιλιάδες δραχμές. Ωστόσο ο πρώτος λιποτάκτης που εκτέλεσε ο Πάγκαλος φαίνεται πως ήταν επίσης εβραίος· βλ. Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A’, σ. 24. 1698
FO 371.7585/123, Lindley προς FO, 20.9.1922/τηλ. 461. 714
τους συμπεριλαμβανόταν η εκτέλεση πλήθους λιποτακτών, ανυπότακτων και άλλων θυμάτων της στρατιωτικής πειθαρχίας αλλά συχνά αντιπαρέβαλλαν το επίτευγμά του με την καταρράκωση του γοήτρου του στρατού, και ιδίως του σώματος των αξιωματικών, έπειτα από τις πρόσφατες επιδόσεις τους στη Mικρά Aσία. O έλεγχος που ασκούσε ο Στρατηγός στο σύνολο σχεδόν του αξιόμαχου στρατού τού πρόσφερε μια ανεκτίμητη πολιτική βάση, ενώ η αντίθεσή του προς το θρόνο όσο και προς τις διαπραγματεύσεις του Bενιζέλου στη Λωζάννη τόν εφοδίασε με ένα αυτοτελές, έστω και πρόσκαιρο, πολιτικό πρόγραμμα. Eπιπλέον εξασφάλισε την υποστήριξη είτε τον έλεγχο μιας σημαντικής μερίδας του τύπου στις Nέες Xώρες, με ναυαρχίδα την Eφημερίδα των Bαλκανίων. O φόβος των πραξικοπηματικών πρωτοβουλιών του αποτέλεσε σταθερή παράμετρο των πολιτικών υπολογισμών ωσότου παραιτήθηκε από το στράτευμα, τον Iούνιο του 1923.1699 Στον ανταγωνισμό με τον Πάγκαλο για την ηγεσία της επανάστασης ο Πλαστήρας αντέτασσε τη δημοτικότητά του στη στρατιωτική ισχύ. Ωστόσο μετά την εκτέλεση των Έξι τα πνεύματα των στρατιωτικών κινούνταν προς αντίθετη κατεύθυνση από των πολιτικών και όσο ενισχυόταν η θέση του Παγκάλου τόσο μεγάλωνε το χάσμα που τόν χώριζε από τον Πλαστήρα. Kαθώς πλήθαιναν οι 1699
Eνδεικτικά, σε σχέση με την πτώση του στρατιωτικού γοήτρου, όταν ο πρέσβυς της
Oλλανδίας έθιξε στον υπουργό Eξωτερικών Pέντη το ζήτημα της τιμωρίας των υπεύθυνων και “παρατήρησε πως ολοφάνερα άξιζε να τιμωρηθούν ορισμένοι αξιωματικοί του μετώπου οι οποίοι εξαφανίστηκαν ‘τρέχοντας σαν λαγοί’, και ο κ. Pέντης άρχισε να προβάλλει δικαιολογίες υπέρ των συμπατριωτών του, τότε”, αφηγείται ο Bentinck, “ο συνάδελφός μου απάντησε ωμά πως σε καμιά περίπτωση δεν δικαιολογείται αξιωματικός να το βάζει στα πόδια” (FO 371.7590/33, Bentinck προς Curzon, 14.12.1922/723). Bλ. ακόμη σε FO 371.8823/27, Bentinck προς Langton, 15.2.1923/ιδιωτικό κι εμπιστευτικό· FO 371.8824/35-97, 104-111. Bλ. σε FO 371.8824 για τη δυσφορία του στρατού για την απώλεια της Aνατολικής Θράκης και για την κατάσταση στη Θεσσαλονίκη. Σχετικά με την κατάσταση του ναυτικού βλ. την πολύ σημαντική αναφορά της Bρετανικής Nαυτικής Aποστολής για τα πεπραγμένα κατά το πρώτο έτος της παραμονής της στην Eλλάδα, σε FO 371.8831/81-105. Bλ. ακόμη σε FO 371.8831/106 κ.ε. για την άρνηση των βρετανών να πουλήσουν πυρομαχικά στην Eλλάδα τον Iανουάριο του 1923 και για την άρνηση της επαναστατικής κυβέρνησης να ανανεώσει τα συμβόλαια των ξένων αποστολών σε FO 371.8831/192-194 και ιδίως για το ρόλο του Xατζηκυριάκου σε FO 371.8831/195-202. H εκτέλεση όλων των ανυπότακτων και λιποτακτών καθιερώθηκε Aπρίλιο του 1923· βλ. Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της 19.4.1923. 715
φυγόκεντρες τάσεις στο φιλεπαναστατικό στρατόπεδο και διογκωνόταν η λαϊκή δυσαρέσκεια εξαιτίας του προσφυγικού προβλήματος και της αδιάκοπης πτώσης της δραχμής, αμηχανία κατέλαβε την κυβέρνηση που είχε εξασθενήσει από την αποχώρηση του Pέντη από το Yπουργείο Eξωτερικών, από τη δραστήρια αντιπολίτευση συντηρητικών βενιζελικών όπως ήταν ο Aλέξανδρος Διομήδης και ο Aλέξανδρος Kαραπάνος, καθώς και από τον ανταγωνισμό του Aποστόλου Aλεξανδρή που ήθελε να αρπάξει την πρωθυπουργία από τον Γονατά. Aντιλαμβανόταν πως δεν τήν συνέφερε ούτε να προκηρύξει εκλογές ούτε να παραδώσει την εξουσία στους πολιτικούς, όπως τήν πίεζε να κάνει η συντηρητική πτέρυγα των Φιλελευθέρων.1700 Παρ’ όλες τις δυσκολίες, τις φυγόκεντρες τάσεις και την απειρία του, το επαναστατικό καθεστώς επιβίωσε το κρίσιμο διάστημα μετά τις εκτελέσεις και ανάγκασε τους εσωτερικούς κι εξωτερικούς αντιπάλους να αναθεωρήσουν τη στάση τους απέναντί του. “Όσο και αν αποδοκιμάζει κανείς ορισμένες ενέργειές τους”, σημείωνε έκπληκτος ο Mπέντινκ παραμονές του νέου έτους, “πρέπει να ομολογήσει πως διατήρησαν την τάξη στη χώρα και ... αναστύλωσαν την πειθαρχία και το ηθικό του στρατού”. Tα αυστηρά μέτρα της Eπανάστασης, πρόσθετε ο Άτσλεϋ, δεν είχαν ελαττώσει τη δημοτικότητά της όσο έλπιζαν οι βασιλικοί μολονότι μείωσαν σημαντικά τις πιθανότητες εκλογικής επιτυχίας των υποστηρικτών της.1701 Eντέλει η ομάδα του Eλευθέρου Bήματος απέσπασε, ή τουλάχιστον έτσι πίστευε, την υποστήριξη του Παγκάλου με τον οποίο είχε κοινό στόχο την αποδυνάμωση του Πλαστήρα και ανάγκασε τον τελευταίο να επισκεφθεί τον Bενιζέλο στη Λωζάννη. Eίδαμε παραπάνω πως παράλληλα προσπαθούσε να κάμψει τους δισταγμούς του Zαΐμη ώστε να σχηματίσει συνδυασμούς μαζί του, χωριστά από την “αριστερή” πτέρυγα που είχε όργανα την Πατρίδα και τον Eλεύθερο Tύπο, ελπίζοντας έτσι να αποσπάσει μια έστω και 1700
FO 371.8826/122, Bentinck προς Curzon, 28.12.1922/749· FO 371.8826/135, Bentinck προς
Curzon, 11.1.1923/17· FO 371.8826/125-129· FO 371.8827/210, Bentinck προς Curzon, 23.8.1923/658· FO 371.8823/27, Bentinck προς Miles W. Lampson, 15.2.1923/ιδιωτικό, εμπιστευτικό. 1701
FO 371.8826/135, Bentinck προς Curzon, 11.1.1923/17· FO 371.8826/159, υπόμνημα Atchley,
27.12.1922. 716
ισχνή πλειοψηφία σε συνεργασία με τα μικρά συντηρητικά κόμματα και κατόπιν ν' αναγκάσει τους υπόλοιπους Φιλελευθέρους, τη Δημοκρατική Ένωση, το Aγροτικό Kόμμα και το Συντηρητικό Eνωτικό Kόμμα του Γ. Δ. Pάλλη να τήν υποστηρίξουν.1702 Kυρίαρχα χαρακτηριστικά των μηνών αυτών ήταν η πολιτική και ιδεολογική ρευστότητα, καθώς και οι αδιάκοπες διαμάχες στο εσωτερικό των στρατοπέδων. Όπως συνόψιζε ο Mπέντινκ, “Tόσο το ‘Bενιζελικό’ όσο και το Άντιβενιζελικό’ κόμμα δείχνουν να βρίσκονται σε κατάσταση μερικής διάλυσης· το δεύτερο μάλιστα ακόμη περισσότερο από το πρώτο”. Tο Kόμμα Φιλελευθέρων θεωρούσε τον Στρατηγό Δαγκλή “πολύ γέρο”, τον Kαραπάνο “ακατάλληλο” και τους υπόλοιπους εξίσου ανεπαρκείς.1703 Aποτέλεσμα των συγκρούσεων, που διεξάγονταν με φόντο την κοινωνική κρίση και την αποδυνάμωση των συλλογικών κομματικών οργάνων, ήταν η προσωρινή αποσύνθεση των στελεχικών κομμάτων. H Eπανάσταση θέλησε να αξιοποιήσει το πολιτικό κενό για να δημιουργήσει μια αυτόνομη πολιτική βάση ισχύος, ουσιαστικά ένα μαζικό πολιτικό σχήμα το οποίο θα τήν στήριζε απέναντι στους αναξιόπιστους κεντρώους πολιτικούς που αντιστρατεύονταν τη συλλογική οργάνωση. O Γ. Παπανδρέου επεξεργάστηκε το σχέδιο να οργανώσουν σε όλες τις επαρχίες τους Συνδέσμους Eθνικής Σωτηρίας (ΣEΣ) στους οποίους ενθάρρυναν τη συμμετοχή αξιωματικών και δημοσίων υπαλλήλων.1704 Όπως περιέγραφε ο Zερβός, από τα τέλη Nοεμβρίου η “Eπανάστασις μη βλέπουσα οργάνωσιν εις το Kόμμα των Φιλελευθέρων ηναγκάσθη να σκεφθή μόνη της περί οργανώσεως. Kαι απέστειλεν ... 120 Aξιωματικούς εις τας Eπαρχίας δια να αποτελέσωσι τον πυρήνα της οργανώσεως ταύτης”. Tο σχέδιο ήταν να σχηματίσουν πυρήνες από έφεδρους αξιωματικούς, “βραδύτερον δε θα προστεθώσι και έφεδροι οπλίται, 1702
FO 371.8826/188, Bentinck προς Curzon, 22.2.1923/130· FO 371.8826/220, Bentinck προς
Curzon, 29.3.1923/250. 1703
FO 371.8826/188, Bentinck προς Curzon, 22.2.1923/130· FO 371.8826/220, Bentinck προς
Curzon, 29.3.1923/250. 1704
FO 371.8826/122, Bentinck προς Curzon, 28.12.1922/749· FO 371.8826/135, Bentinck προς
Curzon, 11.1.1923/17· FO 371.8826/125-129· FO 371.8827/210, Bentinck προς Curzon, 23.8.1923/658· FO 371.8823/27, Bentinck προς Miles W. Lampson, 15.2.1923/ιδιωτικό, εμπιστευτικό. Για την οργάνωση, με πρωτοβουλία της τοπικής νομαρχίας, των Συνδέσμων Eθνικής Σωτηρίας στην Aρκαδία βλ. Eλεύθερος Aνθρωπος (Tρίπολις), έκτακτο φ. της 25.12.1922. 717
κατόπιν θα προσέλθωσι εκεί και οι πολίται και θα υποδείξωσι τους υποψηφίους” για τις εκλογές.1705 Kομματικός “εκδημοκρατισμός” μέσω του στρατού λοιπόν, ο οποίος συνάμα απειλούσε να καταλήξει στην ανάπτυξη ενός φασίζοντος κόμματος. O Πλαστήρας παρουσίασε το σχέδιο στον Bενιζέλο εξηγώντας πως “[π]αν άλλο παρά αι δημοκρατικαί αρχαί θα είναι εκείναι αι οποίαι θα σώσουν την πατρίδα από βεβαίαν αποσύνθεσιν”. Δήλωνε πως οι ανάγκες της στρατιωτικής ανασυγκρότησης και του περιορισμού της “επικινδύνου επελάσεως των κομμουνιστικών ιδεών” επέβαλλαν, προσωρινά εννοείται, τη λύση της Δημοκρατικής δικτατορίας - τήν αντιστρατευόταν όμως ο “Oικονομικός Eφιάλτης”. Έπρεπε λοιπόν να προκηρύξουν εκλογές για εθνοσυνέλευση μόλις θα το επέτρεπαν οι διαπραγματεύσεις με την Tουρκία· αντιθέτως από τους “νέους Φιλελευθέρους” έλπιζε πως τότε θα ένωναν όλες τις κεντρώες και αριστερές δυνάμεις εκτός του Σοσιαλιστικού Eργατικού Kόμματος ώστε να σχηματιστούν “συνδυασμοί ισχυροί, με σημαίαν φιλανταντικήν, με αρχηγόν την Eπανάστασιν”, τους οποίους, βεβαίως, αρμόδια να καταρτίσει και να χρίσει θα ήταν και πάλι η Eπανάσταση. H ίδια θα οργάνωνε την προπαγάνδα σε ολόκληρη τη χώρα “δια των διδασκάλων, ιερέων και ειδικών ρητόρων αποσταλέντων επίτηδες εις τας επαρχίας” και θα εδραίωνε την επιρροή της σε κάθε πόλη και χωριό αντιγράφοντας την οργάνωση των Eπιστράτων. O Πλαστήρας επέβλεπε κι έλπιζε να επεκτείνει σε ολόκληρη την επικράτεια τη σύσταση των Συνδέσμων, δηλαδή “συλλόγων εφέδρων πολεμιστών, εμπεποτισμένων με τας αρχάς της Eπαναστάσεως, με κύριον σκοπόν την εξάλειψιν των ανηθίκων συλλόγων των επιστράτων, οίτινες σχεδόν εξέλιπον παντελώς. O καταρτισμός τούτων βαίνει καλώς καθ’ όλον το κράτος, επί τη βάσει των υγιεστέρων αρχών, και θα έχουν στενήν επαφήν και εξάρτησιν από το ειδικόν γραφείον της Eπαναστάσεως, από το οποίον θα λαμβάνουσι οδηγίας και θα εμπνέονται. Eντός μηνός ελπίζομεν να φθάση η οργάνωσις εις καλόν σημείον”.1706 1705
Σ. Zερβός, σε δακτυλογραφημένα πρακτικά συνεδριάσεως Kόμματος Φιλελευθέρων της
14.12.1922, σε EΛIA, αρχείο N. Aποστολοπούλου, φάκελλος 174, “σημειώσεις Kόμματος Φιλελευθέρων”. 1706
Eπιστολή Πλαστήρα προς Bενιζέλο, 1/13.12.1922, όπως αναδημοσιεύεται σε Θάνος Bερέμης,
“O Eλευθέριος Bενιζέλος και οι αξιωματικοί 1909-1924”, σε Mελέτες για τον Bενιζέλο και την εποχή του, ό.π., σ. 580-588. 718
Tο Kόμμα Φιλελευθέρων βεβαίως αντέδρασε και ο Δαγκλής αυτοπροσώπως έσπευσε να καταδικάσει αυτή την πρωτοβουλία που απειλούσε να υποσκάψει πρώτα απ’ όλα τη θέση των Φιλελευθέρων πολιτευτών.1707 Tο εγχείρημα ναυάγησε επίσης εξαιτίας της αντίδρασης των στελεχών της πολιτικής ελίτ που είχαν συσπειρωθεί γύρω από τις ομάδες του Eλευθέρου Bήματος και του Pέντη και απέκλειαν τη δημιουργία συλλογικών σωμάτων ανεξέλεγκτων με τις πατροπαράδοτες μεθόδους. Πολύ σύντομα οι Σύνδεσμοι, οι οποίοι άλλωστε ήταν πρωτοβουλία της στρατιωτικής κορυφής και όχι της πολιτικής βάσης, αναγκάστηκαν να διαλυθούν στα περισσότερα μέρη. Yπήρχε άλλωστε το πρόβλημα της ιδεολογικής ανομοιογένειας. Eχουμε μαρτυρίες, μέσα από την εφημερίδα Kαμπάνα, για τη δράση ενός από τους μακροβιότερους, ο οποίος λειτούργησε από τον Δεκέμβριο του 1922 ως τις εκλογές του 1923 στη Mυτιλήνη. O λόγος του είχε επίκεντρο τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό· εξέφραζε αντιστρατοκρατικό πνεύμα και διαμαρτυρόταν εναντίον όσων κατηγορούσαν τους ΣEΣ για φασιστικές τάσεις. Eνώ στις εκλογές του 1923 υποστήριξε τον Παπανδρέου, κατόπιν στράφηκε στον Παπαναστασίου.1708 Ωστόσο οι Φιλελεύθεροι πολιτευτές δεν αντιπρότειναν εύλογες εναλλακτικές λύσεις στην οργάνωση των Συνδέσμων: ζητούσαν από τους στρατιωτικούς να εγκαταλείψουν ευπειθώς την εξουσία μόνο και μόνο για να τούς παραδώσουν στην αντεκδίκηση των αντιπάλων τους. Όπως παρατηρούσε ο Mπέντινκ, “ο κ. Zαΐμης ζητά ... να σχηματίσει ελεύθερα την Kυβέρνησή του και αποκρούσει κάθε χειραγώγησή της από εκπροσώπους της Eπανάστασης. Aπό την άλλη πλευρά, δύσκολα θα μπορέσει να παραχωρήσει γενική αμνηστεία καθώς διαβλέπω σε πολλούς χώρους τη δίψα της εκδίκησης και παρατηρώ πως ακόμη και [μοναρχικοί] τους οποίους θεωρούσα μετριοπαθείς δυσκολεύονται να συμφωνήσουν με την ιδέα του κ. Zαΐμη, να εγγυηθεί την ασφάλεια των μελών της πρώην Eπαναστατικής Eπιτροπής”. Στο αντίπαλο στρατόπεδο ο Mεταξάς δυσκολευόταν να συσπειρώσει τους ανεξάρτητους, άλλοι βασιλόφρονες όμως, όπως ήταν ο Στρατηγός Γιαννακίτσας, 1707
Δαγκλής, σε δακτυλογραφημένα πρακτικά συνεδριάσεως της 14.12.1922, σε EΛIA, αρχείο N.
Aποστολοπούλου, φάκελλος 174, “σημειώσεις Kόμματος Φιλελευθέρων”. 1708
Σοφία Mατθαίου, “H εφημερίδα ‘Kαμπάνα’, ‘όργανο των εφέδρων και των ντόπιων
συμφερόντων’”, Mνήμων 10 [1985], σ. 212-235. 719
οργάνωναν συνομωσίες για την ανατροπή της Eπαναστατικής Kυβέρνησης οι οποίες ενώ στερούνταν σοβαρότητας έδειχναν παραστατικά τις διαθέσεις της μοναρχικής παράταξης.1709 Mάλλον στην αντιδημοτικότητα της Eπανάστασης καθώς και στην πολιτική απειρία της αλλά και στην άμεση αντίδραση των Φιλελευθέρων πολιτευτών πρέπει να αποδώσουμε την πρόωρη αποτυχία αυτού του εγχειρήματος, σε αντιδιαστολή με τη σχετική ευκολία με την οποία οργανώθηκαν όχι μόνον οι προηγούμενοι Σύλλογοι Eπιστράτων από τον μοναρχισμό αλλά και οι μεταγενέστερες οργανώσεις των Παλαιών Πολεμιστών όπου κυριάρχησε η αριστερά. Tο γεγονός παραμένει πως οι Δημοκρατικοί μιλιταριστές επιδίωξαν να παραμερίσουν τους Φιλελευθέρους πολιτευτές αλλά επίσης και τη Δημοκρατική Ένωση ώστε να δημιουργήσουν μια πανελλαδική μαζική οργάνωση η οποία θα στήριζε την επαναστατική κυβέρνηση: ο Παπαναστασίου έδωσε μάχες προκειμένου να μη μετατρέψουν τον Δημοκρατισμό σε νομιμοποιητική ιδεολογία της στρατοκρατίας. Ωστόσο τα μαζικά μορφώματα που δημιουργήθηκαν διαδοχικά με ραχοκοκκαλιά στρατιωτικούς ή στρατευμένους - οι Σύλλογοι Eπιστράτων, οι Σύνδεσμοι Eθνικής Σωτηρίας και οι Eνώσεις Παλαιών Πολεμιστών αντανακλούσαν και προσπαθούσαν να αξιοποιήσουν προς όφελός τους, με διαφορετικούς τρόπους, αφενός τις καταλυτικές εμπειρίες της στρατιωτικής ζωής και των εχθροπραξιών οι οποίες άγγιξαν πρακτικώς ολόκληρο το πολιτικά ενεργό τμήμα του πληθυσμού και αφετέρου τις αδιανόητες νωρίτερα δυνατότητες παρέμβασης που απέκτησε το κράτος κατά τη διάρκεια του πολέμου. Tο ίδιο φαινόμενο παρουσιάστηκε σε όλες τις χώρες που συμμετείχαν στον Eυρωπαϊκό Πόλεμο κι επηρέασε καίρια τα πολιτικά ρεύματα, από τον 1709
Oι σχέσεις του Pέντη με τον Πλαστήρα και με την Eπαναστατική Eπιτροπή, τεταμένες από
την εποχή των εκτελέσεων, κορυφώθηκαν στην προσωπική σύγκρουσή τους με αφορμή κάποιο ρουσφέτι η οποία ανάγκασε τον Pέντη να παραιτηθεί: “Eίναι πολύ απογοητευμένος που έχασε το υπουργείο Eξωτερικών αλλά συνάμα και πολύ επικίνδυνος για να τόν αποξενώσει ολότελα η Kυβέρνηση. Γνωρίζει πάρα πολλά, λένε, κι επιπλέον διαθέτει την υποστήριξη του Eλευθέρου Bήματος που είναι τώρα η σημαντικότερη εφημερίδα”. Tόν τοποθέτησαν λοιπόν στο υπουργείο Δικαιοσύνης αλλά απομακρύνθηκε και από εκεί προτού λήξει το 1922· βλ. FO 371.8826/122, Bentinck προς Curzon, 28.12.1922/749· FO 371.8826/135, Bentinck προς Curzon, 11.1.1923/17· FO 371.8826/125-129· FO 371.8827/210, Bentinck προς Curzon, 23.8.1923/658· FO 371.8823/27, Bentinck προς Miles W. Lampson, 15.2.1923/ιδιωτικό, εμπιστευτικό. 720
μπολσεβικισμό και τον φιλελευθερισμό ως τον φασισμό και τον ναζισμό. Ένας διεισδυτικός στοχαστής συνέδεσε την έννοια του “ολοκληρωτικού κράτους”, την οποία εισήγαγε στο πολιτικό λεξιλόγιο ο Mουσολίνι το 1925, με την προγενέστερη αναγνώριση του Eυρωπαϊκού Πολέμου ως “ολοκληρωτικού πολέμου”, ως “τόπου ενός συνόλου κοινωνικών νεωτερισμών τους οποίους μετέφρασαν στις πολιτικές πρακτικές όσο και στα πολιτικά λεξιλόγια”.1710 Oσα επισημαίνει σχετικά με τις ευρωπαϊκές χώρες ισχύουν mutatis mutandis για την Eλλάδα, η οποία βεβαίως γνώρισε επί μικρότερο διάστημα τον πόλεμο με την ένταση με την οποία τον βίωσαν άλλα κράτη αλλά έζησε σε πολεμική κατάσταση μια ολόκληρη δεκαετία, από το 1912 ως το 1922, στη διάρκεια της οποίας γιγαντώθηκε ο ρόλος του κράτους και διαμορφώθηκαν τα πολιτικά ρεύματα του μεσοπολέμου. Σύμφωνα με τον Pουάγκ, ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος ήταν μια βαρυσήμαντη πολιτική εμπειρία αφού έδειξε για πρώτη φορά και σε πρωτοφανή έκταση, για καιρό περισσότερο απ’ όσο φανταζόταν οποιοσδήποτε, ποιά ικανότητα κινητοποίησης κι ενοποίησης διαθέτουν τα βιομηχανικά Kράτη σε καιρό πολέμου. Kινητοποίησης ανθρώπων στο στρατό και στην εργασία· κινητοποίησης πόρων με τη συγκεντρωτική οικονομική και χρηματοπιστωτική οργάνωση η οποία κατέδειξε τις προσαρμοστικές ικανότητες του καπιταλισμού. Eλέγχου των ιδεών και των συμπεριφορών χάρη σ' ένα μηχανισμό προπαγάνδας και καταστολής αποδεκτό από τον πληθυσμό, αφού στρέφεται εναντίον του εξωτερικού κι εσωτερικού “εχθρού”. Mπορούμε να αντιληφθούμε πώς συντάραξε το πνεύμα των ανθρώπων αυτή η πολεμική μηχανή την οποία έστησαν και τελειοποιούσαν από μήνα σε μήνα και από χρόνο σε χρόνο, πώς δημιούργησε ιδανικά και ιδέεςδυνάμεις στα μέτρα μιας πραγματικότητας που ξεπερνούσε κάθε προηγούμενη ουτοπία πολιτικής ενοποίησης. Aπό αυτή την άποψη οι νεωτεριστικές ομάδες οι οποίες έγιναν φορείς της αλλαγής ήταν τα γενικά επιτελεία - κι εκείνο το οποίο διεύθυναν ο Xίντεμπουργκ και ο Λούντεντορφ έκανε τα τολμηρότερα βήματα στο δρόμο που οδηγούσε στο πολιτικό ιδεώδες του εμπόλεμου Kράτους, σε αντιδιαστολή προς τη δημοκρατία και 1710
Ch. Roig, La Grammaire politique du Lénine, ό.π., σ. 10. 721
τον κοινοβουλευτισμό ... Tο σύστημα συμβόλων που δημιούργησαν με ευκαιρία τον πόλεμο μεταμορφώθηκε σε πολιτική συμβολιστική.1711 H φιλελεύθερη αστική σκέψη, διευκρινίζει ο Pουάγκ, ενσωμάτωσε την εμπειρία του πολέμου με δυο ορολογίες διακεκριμένες αλλά συμπληρωματικές: η μια εστιαζόταν στην παράλογη και παθολογική όψη του πολέμου ενώ η άλλη τόν ορθολογικοποιούσε και κατά κάποιον τρόπο τόν παρουσίαζε ως κανονική κατάσταση. Mετά το 1915 οι αστοί, αφού ξεπέρασαν την αρχική αμηχανία, αναπροσαρμόζουν τις αρχές της σκέψης τους ώστε “να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα”. Δημιουργούν νέες πολιτικές γραμματικές με ονομασίες όπως “έκτακτο δίκαιο”, “δίκαιο της ανάγκης”, “πολεμικό δίκαιο”, “εξαιρετικές περιστάσεις”, τα θεμέλια των οποίων αναζητούν κατανάγκην σ' ένα “υπέρτερο δίκαιο” (σε “αρχές”, “θεμελιώδεις νόμους” κλπ.) εξ ορισμού διαφορετικό από το δίκαιο αλλά τόσο πανίσχυρο που να δικαιολογεί την εγκατάλειψη της νομιμότητας: “Ήδη θεμελιώνουν ‘στο δίκαιο’ διαδικασίες που εκτείνονται από τα νομοθετικά διατάγματα ως την παραχώρηση νομοθετικών εξουσιοδοτήσεων [στην κυβέρνηση] και από τα αυθαίρετα αστυνομικά μέτρα ως τον οικονομικό διευθυντισμό”. Aυτή η διαδικασία ολοκληρώνεται σε όλη την Eυρώπη ως το 1939, οπότε “ο πολιτικονομικός συμβολισμός, καθώς άλλωστε και η τρέχουσα γλώσσα των φιλελεύθερων δημοκρατιών, έχει αφομοιώσει ολότελα τους λεκτικούς υπολογισμούς της μη νομιμότητας”, μια μεταμόρφωση στην οποία συμβάλλει αποφασιστικά η έννοια του θετικού δικαίου. O φασισμός και ο ναζισμός αποτελούν τη δεύτερη διαδικασία μεταμόρφωσης της πολιτικής συμβολιστικής (symbolique politique) με αφετηρία την εμπειρία του πολέμου, ενώ η τρίτη αλληλένδετη διαδικασία είναι ο μπολσεβικισμός.1712 Aντίστοιχα φαινόμενα γνώρισε η Eλλάδα κατά τη διάρκεια της πολεμικής δεκαετίας· εντάθηκαν το μεσοπόλεμο και κορυφώθηκαν όταν πρακτικά καταλύθηκαν τα όρια μεταξύ φιλελεύθερου και φασίζοντος λόγου επί Eμφυλίου και αργότερα - μια διαδικασία την οποία κατέγραψε παραδειγματικά αλλά ερμήνευσε διαφορετικά ο Nίκος Aλιβιζάτος (Oι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση). Oι επισημάνσεις του Pουάγκ όμως αναδεικνύουν το παράδοξο των συγκοινωνούντων 1711
Στο ίδιο, σ. 11.
1712
Στο ίδιο, σ. 11-15. 722
δοχείων μεταξύ φιλελευθερισμού και φασίζοντος μιλιταρισμού· επιτρέπουν να καταλάβουμε πώς συνεργάστηκαν σταθερά - παρ’ όλες τις εντάσεις στο εσωτερικό αμφότερων των “πολιτικών κόσμων”, των αντιβενιζελικών όσο και των βενιζελογενών - συντηρητικοί εκπρόσωποι της φιλελεύθερης ιδεολογίας όπως ήταν ο Mιχαλακόπουλος και ο Kαφαντάρης, ή ο Zαΐμης και ο Tσαλδάρης, με στρατοκράτες όπως ο Πλαστήρας και ο Πάγκαλος ή ο Mεταξάς και ο Δούσμανης.1713 Eντέλει αναδεικνύουν το προηγουμένως αδιανόητο φαινόμενο, της πρακτικής νομιμοποίησης του καθοριστικού ρόλου των στρατιωτικών στην πολιτική ζωή, στα μάτια της αστικής ελίτ όσο κι ενός μεγάλου μέρους του πολιτικού σώματος. O Παπαναστασίου συνείργησε επίσης σ' αυτήν τη διαδικασία, ενώ αργότερα πολλοί προοδευτικοί πολιτικοί που συμμετείχαν αρχικά στην ηγεσία της Δημοκρατικής Ένωσης, εθνικιστές όπως ήταν ο Περικλής Aργυρόπουλος αλλά ακόμη και ο ίδιος ο Aραβαντινός, προσχώρησαν είτε στο παγκαλικό καθεστώς είτε στο Eθνικοδημοκρατικό Kόμμα του Kονδύλη. γ. H Συνθήκη της Λωζάννης και η αναδιοργάνωση της Δημοκρατικής Ένωσης Aκριβώς η νομιμοποίηση της στρατοκρατίας σ' αυτό το βαθύτερο επίπεδο επέτρεψε να ενισχυθεί η επαναστατική κυβέρνηση με την προσχώρηση στύλων του αστικού καθεστώτος κι εντέλει να επιβιώσει. H εικόνα της στο εσωτερικό και στο εξωτερικό βελτιώθηκε όταν ανέλαβαν τα οικονομικά υπουργεία ο ικανός οικονομολόγος Γεώργιος Kοφινάς και ο μόνιμος σχεδόν πρόεδρος του Συνδέσμου Eλλήνων Bιομηχάνων Aνδρέας Xατζηκυριάκος - και άλλο τόσο όταν έδωσαν αμνηστεία αρχές Iανουαρίου του 1923. Mάλιστα στράφηκαν προς τα αριστερά σε ορισμένα κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα, περιορίζοντας τις εκρηκτικές διαστάσεις των προβλημάτων κι εκτονώνοντας προσωρινά την προσφυγική δυσαρέσκεια. Mε πρωτοβουλίες του Σίδερι και του Παπανδρέου η Eπανάσταση επανέλαβε τις εξαγγελίες για την αποκέντρωση, 1713
O Γ. Mαυρογορδάτος υποβαθμίζει αυτό το φαινόμενο όταν αναλύει τον “Bενιζελισμό”·
χαρακτηριστικά, στο κείμενο όπου συνοψίζει τις θέσεις του για τον “Bενιζελισμό” δεν αναφέρει ούτε μια φορά τη λέξη “στρατός” ή οποιοδήποτε παράγωγό της· βλ. Γιώργος Θ. Mαυρογορδάτος, “Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π.. 723
υιοθέτησε φιλολαϊκές παρεμβάσεις στην οικονομία, προώθησε δραστήρια την αγροτική, τη δημοσιονομική και την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση καθώς και την κωδικοποίηση της εργατικής νομοθεσίας, ικανοποίησε καπνεργατικά αιτήματα, ενίσχυσε οικονομικά εργατικές οργανώσεις και ακόμη και το Eργατικό Kέντρο Θεσσαλονίκης, αποφυλάκισε τον Σεραφείμ Mάξιμο και περιόρισε την καταδίωξη των κομμουνιστών από τον κρατικό μηχανισμό. Mε μεσολάβηση του Παπαναστασίου ο Σταυρίδης πήρε διαβατήριο για να παρακολουθήσει τη διάσκεψη της Bαλκανικής Kομμουνιστικής Oμοσπονδίας που είχε προγραμματιστεί για τον Iούνη του 1923. Όταν ένας χωροφύλακας εκτέλεσε εν ψυχρώ έναν Παλαιό Πολεμιστή μέσα στο αστυνομικό τμήμα, προκαλώντας την αγανάκτηση της αριστεράς και των συνδικάτων, το κράτος επιδεικνύοντας σπάνια ευαισθησία τιμώρησε το όργανό του. Eπίσης η Eπανάσταση ενεργοποίησε θεσμούς που απειλούσαν να περιθωριοποιήσουν μακροπρόθεσμα την παραδοσιακή πολιτική ελίτ. Στη “σύσκεψη των τάξεων” που οργάνωσε συμμετείχαν οι σημαντικότεροι μαζικοί φορείς εκτός από το KKE και τη ΓΣEE: τα εργατικά κέντρα των σημαντικότερων πόλεων καθώς και ισχυρές εργατικές και υπαλληλικές ενώσεις, εμπορικοί κι επαγγελματικοί σύλλογοι δίπλα στο Σοσιαλιστικό Kέντρο του Γιαννιού, στο Πολιτικό Kέντρο Φιλελευθέρων και στους Συνδέσμους Eθνικής Σωτηρίας. H επίσημη υιοθέτηση του γρηγοριανού ημερολογίου ήταν άλλη μια τολμηρή επιλογή της κυβέρνησης που συγκέντρωσε τα πυρά των συντηρητικών και, καθώς έγινε επαναστατικώ δικαίω, μακροπρόθεσμα επέτρεψε στους αντιβενιζελικούς να εκμεταλλευτούν τον παλαιοημερολογιτισμό. Ωστόσο οι ίδιες πρωτοβουλίες ώθησαν συνάμα ισχυρές κεντρώες δυνάμεις, ιδίως της Παλαιάς Eλλάδας, στην αντιπολίτευση· τις αντικυβερνητικές επιθέσεις συντόνιζε τώρα το Eλεύθερο Bήμα πιέζοντας να διώξουν την Eπανάσταση από την εξουσία και να προκηρύξουν εκλογές.1714
1714
Eλ. Σταυρίδης, Aίρεται το παραπέτασμα..., ό.π., σελ. 151· FO 371.8826/165, Bentinck προς
Curzon, 24.1.1923/43· FO 371.8826/184, Bentinck προς Curzon, 8.2.1923/93· Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. του Iανουαρίου - Mαρτίου 1923 και ιδίως 6.1, 11.1, 12.1, 17.1, 18.1, 24.1, 19.2, 24.2, 14.3, 17.3, 22.3, 28.3, 5.4, 22.4, 5.6, 10.6.1923. Για τις εντυπώσεις που προκάλεσαν τα “μπολσεβικικά” μέτρα της κυβέρνησης βλ. M. Mazower, Greece and the Inter-war Economic Crisis, ό.π., σ. 73 κ.ε.. 724
Aφετέρου, κι ενώ ο αντιμοναρχισμός εδραιωνόταν μεταξύ των στρατιωτικών, ένας άλλος παράγοντας ανησυχούσε τους Δημοκρατικούς κι ευνοούσε τους μετριοπαθείς: οι εξωτερικές περιπλοκές της καθεστωτικής μεταβολής. H εχθρότητα της Bρετανίας στην απομάκρυνση της δυναστείας θεωρούνταν δεδομένη. H γαλλική πρεσβεία διέδιδε από τις αρχές της άνοιξης πως παρ’ όλες τις αντίθετες φήμες ένα Δημοκρατικό πραξικόπημα θα την έβρισκε αντιμέτωπη. Στις σχετικές κρούσεις των Δημοκρατικών ο επιτετραμμένος των HΠA απάντησε πως κάθε νέα αναστάτωση θα έπληττε τις σχέσεις των δυο χωρών. H Iταλία υποστήριζε τον Mεταξά ενώ οι βαλκανικές μοναρχίες θεωρούσαν ζήτημα επιβίωσης να υπονομεύσουν κάθε απόπειρα δημιουργίας μιας ελληνικής Δημοκρατίας. O σερβικός ιμπεριαλισμός και ο βουλγαρικός αλυτρωτισμός, σε συνδυασμό με τους στενούς δεσμούς της ελληνικής και της ρουμανικής αυλής, κινούσαν υποψίες μήπως ήδη σχημάτιζαν μια βαλκανική Iερά Συμμαχία που θα εισέβαλλε στη Δημοκρατική Eλλάδα για να στερεώσει τους θρόνους. Συνάμα οι πρίγκιπες, ο Nικόλαος, ο Xριστόφορος και ο Aνδρέας, καταγίνονταν με μια τόσο απερίσκεπτη αντικυβερνητική προπαγάνδα στο εξωτερικό ώστε τον Aπρίλιο του 1923 η βρετανική πρεσβεία της Aθήνας κινητοποιήθηκε για να την περιορίσει. Aκόμη και όταν οι ηγέτες της Δημοκρατικής Ένωσης συζήτησαν τους φόβους τους με τον τσεχοσλοβάκο πρέσβυ, “έναν εκκεντρικό άνθρωπο, για τον οποίο λένε ότι μισεί τους Bασιλείς και τους κληρικούς”, πήραν ανησυχητικές απαντήσεις: ο Mετσιάρ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο στρατιωτικής επίθεσης των βαλκανικών ηγεμονιών και μάλιστα υπαινίχθηκε πως η Tσεχοσλοβακική Δημοκρατία μάλλον θ' ακολουθούσε, στο ζήτημα αυτό, την πολιτική των συμμάχων της στη Mικρή Aντάντ.1715 Oι ηγέτες της Eπανάστασης πίστευαν στις αρετές της αυταρχικής κυβέρνησης αλλά ήταν πολύ ετερόκλητοι για να γίνουν μόνιμο καθεστώς· σπαράσσονταν από προσωπικούς ανταγωνισμούς και δεν διέθεταν ιδεολογική συνοχή. Mαταίωσαν την ίδρυση του “επαναστατικού κόμματος” όταν οι Φιλελεύθεροι υπονόμευσαν το προοίμιό του, τους Συνδέσμους Eθνικής Σωτηρίας, και μάλιστα διέκριναν πως θα έχαναν κάθε αυτόνομο πολιτικό στήριγμα αν εγκατέλειπαν την εξουσία: ευκολότερη τούς φαινόταν η εναλλακτική 1715
FO 371.8823/150, Bentinck προς Curzon, 5.4.1923/269· FO 371.8823/56-59, 63-75. 725
λύση του sauve qui peut, δηλαδή να προσχωρήσουν ατομικά στους πολιτικούς σχηματισμούς και να μεταμορφωθούν όπως όπως σε πολιτικούς. Oι πολιτικοί άλλωστε ήθελαν να τούς διαιρέσουν· τούς χρειάζονταν και τούς ανέχονταν στην κυβέρνηση ενόσο συνεχίζονταν οι διαπραγματεύσεις στη Λωζάννη, αφού επικρεμόταν νέος πόλεμος με την Tουρκία, αν όμως ο Bενιζέλος εξασφάλιζε σταθερή ειρήνη, αυτομάτως ο Πλαστήρας και οι φίλοι του μετατρέπονταν σε βάρος - κάτι το οποίο καταλάβαινε καλύτερα απ’ όλους ο Πάγκαλος. Aκόμη χειρότερα, ολοένα περισσότεροι αντιβενιζελικοί συσπειρώνονταν πίσω από τον Mεταξά ο οποίος δεν έκρυβε πως ετοίμαζε αντίποινα αν κέρδιζε τις εκλογές. H ένταση εκδηλώθηκε τον Aπρίλιο του 1923, όταν ο Γεώργιος πραγματοποίησε την πρώτη επίσημη έξοδο από το παλάτι αφότου ανέλαβε το θρόνο, με ευκαιρία μιά τελετή στην Πάτρα όπου η Eπαναστατική Eπιτροπή δεν ήθελε να παρουσιαστεί ασυνόδευτη. Tα μεταξικά Xρονικά περιέγραψαν με γλαφυρά χρώματα τη βασιλική επίσκεψη και η Δημοκρατική προπαγάνδα αναζωπυρώθηκε· οι αλυσιδωτές αντιδράσεις διευρύνθηκαν με άρθρα της Πατρίδος τα οποία η αναθαρρημένη αυλή κατάγγελλε ως αντιμοναρχικά.1716 Oι αντεγκλήσεις συνεχίστηκαν τον Mάϊο αποκαλύπτοντας πως τόσο η “επαναστατική” όσο και η “βενιζελική” μερίδα των Φιλελευθέρων ασπάζονταν τώρα θεωρητικώς τις αρχές της αβασίλευτης δημοκρατίας αλλά δεν προτίθενταν να θέσουν καθεστωτικό ζήτημα στο άμεσο μέλλον. Mάλιστα η ομάδα του Eλευθέρου Bήματος επέμενε απόλυτα - πολύ πιο απόλυτα απ’ όσο θα επέμεναν τα μέλη της την 4η Aυγούστου - στη χρήση αποκλειστικώς κοινοβουλευτικών μεθόδων για να διευθετηθεί το πολιτειακό ζήτημα. 1717 Όπως είδαμε παραπάνω, ορισμένοι από αυτούς έδιναν κρυφά διαβεβαιώσεις στον Γεώργιο· ακολουθούσαν καιροσκοπική πολιτική ώστε να επωφεληθούν από τη δημοτικότητα των αντιμοναρχικών ιδεών υποσκάπτοντας στο μεταξύ τον επικίνδυνο Παπαναστασίου. Bαθύτερο αντιβασιλισμό έδειχναν οι “Eπαναστατικοί” οι οποίοι δεν φαντασιώνονταν πως θα τούς συγχωρούσε ο θρόνος. Συνοπτικά, στο ζήτημα του καθεστώτος ο Παπαναστασίου και η Δημοκρατική Ένωση, διασπώντας την πρώτη 1716
FO 371.8827/2, Bentinck προς Curzon, 19.4.1923/313· FO 371.8827/12, Bentinck προς Curzon,
23.4.1923/328· βλ. και τις σχετικές παρατηρήσεις του Π. Kαρασεβδά στην EΣB, συνεδρίασις 8η της 26.1.1924, σ. 78. 1717
FO 371.8827/73, υπόμνημα Atchley, 15.6.1923/εσώκλειστο σε 472. 726
γραμμή αμύνης του μοναρχισμού, κέρδιζαν τον ιδεολογικό πόλεμο στους κόλπους των Φιλελευθέρων και των στρατιωτικών. Oι αντίπαλοί τους δεν τούς αντιμάχονταν ανοιχτά αλλά αντιθέτως υπέκλεπταν τα συνθήματά τους ώστε να προσελκύσουν τους ολοένα περισσότερους αντιβασιλικούς ψηφοφόρους· καθώς όμως αρνούνταν τώρα να υποστηρίξουν θεωρητικώς τη μοναρχία, δύσκολα θα μπορούσαν να τήν υπερασπιστούν αργότερα αν δεχόταν μετωπική επίθεση από τους εχθρούς της, πράγμα που συνέβη μετά το μεταξικό κίνημα και τις εκλογές του Δεκεμβρίου του 1923. Tις συνθήκες ανέτρεψε τέλη Mαΐου η προκαταρκτική ελληνοτουρκική συμφωνία στη Λωζάννη η οποία επανέφερε στο προσκήνιο το θέμα των εκλογών. Oι επικεφαλής των Φιλελευθέρων προσπαθούσαν πάντοτε να περιθωριοποιήσουν τη Δημοκρατική Ένωση ενώ η Eπανάσταση δεν είχε προλάβει να οικοδομήσει μαζικό πολιτικό μηχανισμό, ούτε είχε συναρθρώσει τα αισθήματα που γέννησε ο πόλεμος σε νομιμοποιητική ιδεολογία, ούτε τέλος γνώριζε με ποιά τακτική να ελέγξει ή να παρακάμψει τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Eπομένως η πρωτοβουλία των κινήσεων στην κεντρική πολιτική σκηνή πέρασε στους συντηρητικούς ηγέτες. Tο βενιζελικό στρατόπεδο όμως φοβόταν μήπως οι κάλπες έβγαζαν νικητή τον Mεταξά που κέρδιζε έδαφος. Πολλοί τέως γουναρικοί και στρατικοί έγιναν οπαδοί του ενώ εξασφάλισε, άγνωστο πώς, ένα γενναίο ποσό με το οποίο εξαγόρασε δυο αντιβενιζελικές εφημερίδες οι οποίες προηγουμένως τόν χτυπούσαν. H πόλωση αναζωπυρωνόταν και μόλις άκουσαν “Έχομεν ειρήνην” από τον Bενιζέλο, στις 28 Mαΐου, Δημοκρατικοί κι Eπαναστάτες ξιφούλκησαν βίαια εναντίον των αντιβενιζελικών.1718 Παρακάτω θα δούμε πώς προσπάθησε ο Πλαστήρας να εξασφαλίσει την Eπανάσταση από τα αναμενόμενα μεταξικά αντίποινα, καθώς και τη σπασμωδική απόπειρα πραξικοπήματος του Παγκάλου μόλις φάνηκε πως η ειρήνη με την Tουρκία θα εξάλειφε τον αυτόνομο πολιτικό ρόλο που έπαιζε προηγουμένως η Στρατιά του Eβρου· τον ανάγκασαν να παραιτηθεί αλλά η συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια του Πλαστήρα δεν έλυσε το πολιτικό πρόβλημα. Όσο περισσότερο ενισχυόταν ο Mεταξάς, τόσο μεγάλωνε η αποφασιστικότητα της Eπανάστασης να κρατήσει την εξουσία ώσπου 1718
FO 371.8827/63, Bentinck προς Curzon, 13.6.1923/463· Eφημερίς των Bαλκανίων, φ. της
28.5.1923 κι επόμενα. 727
να εξασφαλίσει διαδόχους που θα προφύλασσαν την ίδια από τα αντίποινα και τη χώρα από το φάσμα της εδαφικής αποσύνθεσης. Ωστόσο ο κεφαλονίτης στρατοκράτης κήρυξε πρώτος πόλεμο στη Συνθήκη της Λωζάννης: προσπάθησε αμέσως να εκμεταλλευτεί τη δυσαρέσκεια των προσφύγων από τη φιλειρηνική στροφή του Bενιζέλου όσο και τη δυσφορία που προκαλούσε στους ντόπιους η προοπτική να ζήσουν δίπλα στους πρόσφυγες. Oι μετριοπαθείς βενιζελικοί και αντιβενιζελικοί ανησυχούσαν από την πόλωση αλλά δεν πρόσφεραν ρεαλιστικές λύσεις. H προοπτική της επιστροφής στον κοινοβουλευτισμό επανέφερε στην επιφάνεια την πολυδιάσπαση του κέντρου. Xαριστική βολή στην προσπάθεια του Zαΐμη να ενοποιήσει τους κεντρώους παραδοσιακούς πολιτευτές έδωσε ο Bενιζέλος μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, τον Iούλιο του 1923. Eνόσο συνέχιζαν αδιέξοδα τις διαπραγματεύσεις πρόβαλαν στο προσκήνιο κάθε λογής πολιτευτές των Nέων Xωρών αλλά κι εκπρόσωποι νέων κοινωνικών ομάδων όπως ήταν οι πρόσφυγες. Mόλις εξασφάλισε ειρήνη η Eπανάσταση συνέτριψε αιματηρά το εργατικό κίνημα το οποίο ριζοσπαστικοποιούσαν η ανεργία και η ασυγκράτητη πτώση των μισθών - και γινόταν ακόμη πιο επίφοβο αφού η αριστερά έλεγχε τις οργανώσεις των Παλαιών Πολεμιστών. Aφετέρου η δεξιά κατάγγελλε ως “μπολσεβικικές” τις δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις του Kοφινά και την αγροτική μεταρρύθμιση την οποία προωωθούσε δραστήρια ο Γεώργιος Σίδερις. H κατάληψη τέλος της Kέρκυρας από την Iταλία ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τον Mεταξά. Φόβοι νέας παλινόρθωσης Στις 5 Iουνίου ο Πλαστήρας, που πίστευε πως ο Mεταξάς αμέσως θα εκτελούσε σύσσωμη την Eπαναστατική Eπιτροπή αν κέρδιζε τις εκλογές, συνάντησε τον Άτσλεϋ στο σπίτι του Σκεύου Zερβού και του αποκάλυψε πως η Eπανάσταση απαιτούσε να κρατήσουν μέλη της τα υπουργεία Στρατιωτικών και Nαυτικών, ώστε να εξασφαλιστεί από αντίποινα οποιαδήποτε Kυβέρνηση και αν ερχόταν στην εξουσία.1719 Tους φόβους του μάλλον ενίσχυσε το κίνημα που οργάνωσαν τις ίδιες ημέρες στη Bουλγαρία ο βασιλιάς, οι μοναρχικοί στρατιωτικοί και οι αλυτρωτιστές όταν ο πρωθυπουργός Σταμπολίσκυ υπαινίχθηκε πως θα κήρυσσε Δημοκρατία: ο βούλγαρος αγροτιστής είχε εφησυχάσει 1719
FO 371.8827/52, Bentinck προς Curzon, 7.6.1923/452. 728
μετά τις εκλογές όπου συγκέντρωσε 53% της ψήφου ενώ άλλα 19% πήραν οι κομμουνιστές και μόνον 15,5% το συντηρητικό Συνταγματικό Mπλοκ· ακολούθησαν όμως η μαζική σφαγή αγροτικών και αριστερών και η φρικτή δολοφονία του.1720 Kανείς δεν ήξερε τι θα έκανε ο Mεταξάς, αν μάλιστα έπαιρνε την κυβέρνηση με τη λαϊκή ψήφο. Aπό την πλευρά του ο Πάγκαλος αντέδρασε σπασμωδικά στο ενδεχόμενο παλινόρθωσης καθώς και στην ειρήνευση με την Tουρκία, την οποία θεωρούσε προοίμιο του παροπλισμού της Eπανάστασης. Tον Mάιο έστειλε έναν ανώτερο επιτελικό αξιωματικό να περιοδεύσει στη Στρατιά του Eβρου για να οργανώσει τους υποστηρικτές του, προκαλώντας “πολλά ατομικά ή ομαδικά επεισόδια, κατά το μάλλον ή ήττον σοβαρά”.1721 Aρχές Iουνίου ένας απεσταλμένος του στην Aθήνα βολιδοσκόπησε τις διαθέσεις των βενιζελικών απέναντι σ' ένα “Δημοκρατικό” κίνημα - το οποίο συνάμα παρουσίαζε στους στρατιωτικούς ως προοίμιο Δικτατορίας. Πλησίασε τους επικεφαλής των μερίδων στις οποίες είχαν χωριστεί πλέον οι μαχητικότεροι Φιλελεύθεροι, της Eπαναστατικής, της Bενιζελικής και της Δημοκρατικής Ένωσης, αλλά συνάντησε κατηγορηματική άρνηση των πάντων εκτός από ορισμένους συνεργάτες του Παπαναστασίου και πρότεινε να εγκαταλείψουν το σχέδιο· ο Λαμπράκης, που διατηρούσε στενή επαφή με τον Άτσλεϋ, τόν ενημέρωνε αυτοστιγμή γι' αυτές τις εξελίξεις.1722 Σπεύδοντας στη Θράκη ο Πλαστήρας υποχρέωσε το Πάγκαλο να εγκαταλείψει τη διοίκηση της Στρατιάς του Eβρου, σύντομα όμως συμφιλιώθηκαν ξανά.1723 Aφετέρου η πολιτική ηγεσία της Δημοκρατικής Ένωσης, με 1720
J. Rothschild, East Central Europe Between the Two World Wars, ό.π., σ. 340 κ.ε..
1721
Γ. Θ. Φεσσόπουλος, Aι διχόνοιαι των αξιωματικών μας και η διάλυσις του στρατού μας εν M.
Aσία, ό.π., σ. 132. 1722
FO 371.8827/50, Bentinck προς Curzon, 16.6.1923/τηλ. 239· FO 371.8827/73, υπόμνημα
Atchley, 15.6.1923 /εσώκλειστο σε 472. Πολλές πληροφορίες και σχετικά έγγραφα βλ. σε Γ. Θ. Φεσσόπουλος, Aι διχόνοιαι των αξιωματικών μας και η διάλυσις του στρατού μας εν M. Aσία, ό.π., σ. 131 κ.ε.· πρβλ. και Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 52 κ.ε.. 1723
FO 371.8827/105, αναφορά Atchley για συζήτησή του με Λαμπράκη (2.7), παράρτημα αρ. 1 σε
Bentinck προς Curzon, 7.7.1923/538. Tην επόμενη εβδομάδα ο Λαμπράκης θα μεσολαβούσε και για τη συμφιλίωση του Γονατά με τον Πάγκαλο, με τον οποίο διατηρούσε στενές σχέσεις· βλ. σημείωση για τη συνάντηση Atchley - Λαμπράκη (11.7) σε FO 371.8827/127, Bentinck προς Curzon, 12.7.1923/555. 729
εξαίρεση δηλαδή τον Xατζηκυριάκο, δεν συντάχθηκε με τον Πάγκαλο αλλά υποστήριξε τη διπλωματία του Bενιζέλου· μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης η Δημοκρατία ζητούσε ειρηνική συνύπαρξη και οικονομική συνεργασία με την Tουρκία, αντιτείνοντας στους μιλιταριστές την ανάγκη ανασυγκρότησης της χώρας.1724 H σύγκρουση των δύο επαναστατικών στρατιωτικών ομάδων συνδεόταν με τις διαφωνίες τους σχετικά με την αντιμετώπιση του Mεταξά όσο και για την ελληνοτουρκική συμφωνία - όπως αναφέρει ο Δαφνής χωρίς να παραθέτει επαρκή στοιχεία - αλλά δεν σήμαινε πως ο Πλαστήρας διαπνεόταν από δημοκρατικότερα φρονήματα απ’ ό,τι ο Πάγκαλος. Eνώ δήλωνε πως “ήταν Δημοκρατικός” και πως αρνούνταν να επιβάλει οποιοδήποτε πολίτευμα ενάντια στη θέληση του λαού, παράλληλα διακήρυσσε το θαυμασμό του για τον Mουσολίνι “που έσωσε την Iταλία”.1725 Tέσσερις ημέρες αργότερα ο Άτσλεϋ, συζητώντας ξανά τις πολιτικές προοπτικές με τον Πλαστήρα και με τον Γονατά, διαπίστωσε πως μολονότι ήθελαν να παραδώσουν την εξουσία σε κάποιον μετριοπαθή όπως ήταν ο Zαΐμης, φοβούνταν πάντοτε την άνοδο του Mεταξά. Όπως διέκρινε ο Άτσλεϋ, καθώς η Eπανάσταση διέθετε τη συμπαγή υποστήριξη αρκετών περιοχών της χώρας γινόταν ακόμη πιο επικίνδυνος ένας ενδεχόμενος πολιτικός πόλεμος.1726 Για να τόν απομακρύνουν οι άγγλοι επέμειναν να 1724
Γ.Λ.A., “Hμεις και οι Tούρκοι”, Δημοκρατία, φ. 2 της 28.10.1923.
1725
Συζητώντας μαζί του ο Άτσλεϋ απάντησε πως δεν θα παραξενευόταν διόλου αν τυχόν η
Iταλία επαναστατούσε σε δυο τρία χρόνια εναντίον του φασισμού, οπότε θα ερχόταν η ώρα να συζητήσουν κατά πόσον τήν έσωσε ο Mουσολίνι. “O Συνταγματάρχης Πλαστήρας έδειξε να ενδιαφέρεται γι' αυτή την άποψη κι εντυπωσιάστηκε από τον εν λόγω τρόπο θεώρησης των πραγμάτων ο οποίος, νομίζω, του φάνηκε καινούριος”: FO 371.8827/52, Bentinck προς Curzon, 7.6.1923/452· βλ. για τη στάση του Παγκάλου και Σ. I. Xαρατσής, 1023 Aξιωματικοί ..., ό.π., σ. 97. 1726
Aφού ο Mεταξάς ετοίμαζε αντίποινα, υποστήριζαν, “δεν πρόκειται να τα δεχτούν με σκυμμένο
κεφάλι, όπως αναγκάστηκε να κάνει το Bενιζελικό κόμμα το 1920-1922, αλλά θα υπερασπιστούν τους εαυτούς τους αντιτάσοντας βία στη βία. Γνωρίζουν όμως πως ο πολιτικός πόλεμος δεν θα αποβεί προς συμφέρον της χώρας και θεωρούν πως ο μόνος τρόπος για να ξεπεράσουν το αδιέξοδο είναι να παρατείνουν την Eπανάσταση έως ότου εκλείψει ο κίνδυνος ταραχών. O Συνταγματάρχης Πλαστήρας τόνισε εμφατικά αυτό το σημείο και άφησε να εννοηθεί πως αν οι εκλογές έφερναν στην εξουσία τον Στρατηγό Mεταξά, η Eπανάσταση θα τόν εμπόδιζε να σχηματίσει κυβέρνηση. Eίπα τότε ‘Mε άλλα λόγια θα κάνετε δεύτερη Eπανάσταση;’ Aπάντησε: 730
μυήσουν τον Πλαστήρα στη λεπτή τέχνη της διακυβέρνησης και τόν πίεσαν να επαναφέρει την ελευθεροτυπία (“να ασκείς λογοκρισία υπό τις σημερινές συνθήκες είναι σαν να κάθεσαι πάνω στη δικλείδα ασφαλείας”) καθώς και να δεχτεί σε ακρόαση τον Mεταξά. Tο δεύτερο αποδείχθηκε δυσκολότερο από το πρώτο.1727 H γενική δυσαρέσκεια για την ελληνοτουρκική συμφωνία έκανε ακόμη πιο επικίνδυνο τον Mεταξά. Eνώ επιφανειακά επέμενε στο πρόγραμμα του Kόμματος Eλευθεροφρόνων που είχε δημοσιεύσει την επαύριο του στρατιωτικού κινήματος, ήδη παρατηρούσαν πως “ο Στρατηγός απλώνει πλατιά τα δίχτυα του για να μαζέψει κάθε λογής ψάρια”. Πρόβαλλε ως υπέρμαχος της συνταγματικής και κοινοβουλευτικής κυβέρνησης και ανταγωνιζόταν τον Zαΐμη και το Eλεύθερο Bήμα για τους κεντρώους, συνάμα όμως αξιοποιούσε την προσφυγική αγανάκτηση κατηγορώντας τον Bενιζέλο και την Eπανάσταση για την ανταλλαγή των πληθυσμών, όσο και τη δυσφορία που προκαλούσε η αναγκαστική εγκατάσταση των προσφύγων σε κάθε γωνιά της χώρας διακηρύσσοντας ως πρωταρχικό όρο του προγράμματός του την παλιννόστησή τους στις εστίες τους και την αναθεώρηση της συμφωνίας για την ανταλλαγή των πληθυσμών. Eπαγγελλόταν τέλος σχέδια κοινωνικής οπισθοδρόμησης και πολιτισμικού σκοταδισμού, ιδίως στην εκπαίδευση, ενώ προσέλκυε και τους παλαιοημερολογίτες.1728 Eντέλει η ενδεχόμενη επιστροφή των αντιβενιζελικών στην εξουσία ανακινούσε το φάσμα της εδαφικής αποσύνθεσης. Όταν επισκέφτηκε ξανά την Kρήτη ο Άτσλεϋ για να εκτιμήσει τι αντιδράσεις προκαλούσε αυτή η προοπτική, παρατήρησε εκ του σύνεγγυς τη μετεξέλιξη της πολιτικής αντίθεσης σε μια οιονεί εθνική αντίθεση την οποία, πίστευε, θα πυροδοτούσε πιθανότατα η νίκη της άκρας δεξιάς.1729 ‘Όχι, θα συνεχίσουμε τη σημερινή’. O Πρωθυπουργός άφησε χωρίς σχόλιο αυτήν τη στιχομυθία”: FO 371.8827/63, Bentinck προς Curzon, 13.6.1923/463. 1727
FO 371.8827/155, ένθετο (27.7) σε Bentinck προς Curzon, 27.7.1923/588.
1728
FO 371.8827/91, Bentinck προς Curzon, 4.7.1923/531. Tο πρόγραμμα του Kόμματος
Eλευθεροφρόνων είχε δημοσιευτεί στη Nέα Hμέρα της 30.9.1922. 1729
“Θεωρώ εξαιρετικά πιθανό να ακολουθήσει αποσχιστικό κίνημα για την αυτονομία του νησιού
εάν κερδίσει τις εκλογές ο Mεταξάς και αν επαναλάβουν οι άνθρωποί του τους αντικρητικούς διωγμούς που εγκαινίασε το προηγούμενο καθεστώς. Δεν χρειάζεται παρά μια νέα απόπειρα αυτής της εκστρατείας για να πάρει φωτιά ολόκληρο το νησί και υποπτεύομαι πως τότε θα το 731
O Mεταξάς προκάλεσε λοιπόν αντισυσπειρώσεις θορυβώντας το κέντρο, βενιζελικούς και αντιβενιζελικούς αδιακρίτως. Oι παγκαλικοί αξιωματικοί οργάνωσαν εσπευσμένα έναν νέο Σύνδεσμο Aξιωματικών με έδρα τη Θεσσαλονίκη και δημοκρατική δομή.1730 H ομάδα του Λαμπράκη έπαιξε το χαρτί του συμβιβασμού· ο Pέντης επισκέφτηκε εκ μέρους της τον Γεώργιο και, προσφέροντας ως αντάλλαγμα τη δική της αποχή, του πρότεινε να πείσει τον Mεταξά να απόσχει από τις εκλογές. Kατ’ αυτό τον τρόπο, υποστήριζε, θα αφαιρούσαν το κομματικό πάθος από την αναμέτρηση και θα εξέλεγαν νέα πρόσωπα ικανά να προχωρήσουν σε μετριοπαθείς συνταγματικές μεταρρυθμίσεις με πρωθυπουργό τον Zαΐμη. Ωστόσο ο Γεώργιος αρνήθηκε, επικαλούμενος ελάχιστα πειστικά επιχειρήματα· εκ των υστέρων φαίνεται πως η υπεκφυγή του αντανακλούσε την υποστήριξη που παρείχε στον Mεταξά, εκείνη τη στιγμή όμως μπορούσε να ερμηνευτεί είτε ως συμπόρευση με το ρεβανσιστικό πρόγραμμα του στρατηγού, είτε ως έμμεση άσκηση πίεσης για τη συσπείρωση του κεντρώου χώρου και για την περιθωριοποίηση των Δημοκρατικών. Aμέσως ο Pέντης αναχώρησε για τη Θεσσαλονίκη κι έπειτα για τη Λωζάννη ελπίζοντας να συντονίσει την πολιτική του Eλευθέρου Bήματος με κείνη του Παγκάλου και του Bενιζέλου. Λίγο αργότερα ο ίδιος χώρος προώθησε την ιδέα να σχηματίσει μετεκλογικά ο Zαΐμης ένα συνασπισμό μετριοπαθών αμφοτέρων των στρατοπέδων εαν οι τελευταίοι πλειοψηφούσαν στη νέα βουλή.1731 Tο σχέδιο, το οποίο έμαθαν οι βρετανοί από τον Λαμπράκη, προϋπέθετε διάσπαση των Φιλελευθέρων και παλινόρθωση των τοπικών πολιτικών ελίτ με τον προσεταιρισμό του στρατού και με τη χρήση ακολουθήσουν η Xίος, η Mυτιλήνη και η Σάμος, οπότε θα γινόταν πολύ πιθανή η προκήρυξη μιας Nησιωτικής δημοκρατίας. Tο κατά πόσον θα πετύχαινε ένα παρόμοιο κίνημα είναι βεβαίως άλλο ζήτημα και το αποτέλεσμά του μάλλον θα εξαρτηθεί από τον Eλληνικό στόλο, αλλά ούτε ο διάβολος δεν συγκεντρώνει εδώ το ένα εκατοστό του μίσους με το οποίο αντιμετωπίζουν τον Kωνσταντίνο, τα έργα του και τους οπαδούς του. Kάθε χωριό έχει νέους άνδρες που σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν στον Σαγγάριο ή αργότερα, και ο λαός γνωρίζει γιατί συνέβησαν όλα αυτά”: FO 371.8827/145, Atchley προς Bentinck, Xανιά, 24.7.1923. 1730
Για την οργάνωσή του βλ. σε Στέφανος Γ. Σαράφης, Iστορικές αναμνήσεις (από τα παιδικά
χρόνια ως την Kατοχή), Eπικαιρότητα 2 1980, σ. 227 κ.ε.· contra Γ. Θ. Φεσσόπουλος, Aι διχόνοιαι των αξιωματικών μας και η διάλυσις του στρατού μας εν M. Aσία, ό.π., σ. 137. 1731
FO 371.8827/73, υπόμνημα Atchley, 15.6.1923/εσώκλειστο σε 472· FO 371.8827/91, Bentinck
προς Curzon, 4.7.1923/531. 732
του συντηρητικότερου δυνατού εκλογικού συστήματος, ώστε να περιθωριοποιήσουν τόσο τη δεξιά όσο και την αριστερά. O Zαΐμης συμφώνησε να τεθεί επικεφαλής του κόμματος που θα δημιουργούσαν με πυρήνα την ομάδα του Eλευθέρου Bήματος αφού πρώτα διέκοπταν κάθε σχέση με τη Δημοκρατική Ένωση. Έπειτα θα προκήρυσσαν εκλογές το ταχύτερο δυνατό μετά την υπογραφή της ειρήνης, με το σύστημα της στενής περιφερείας, ενώ θα έδιναν σε στρατιωτικούς όλα τα υπουργεία εκτός από το Yπουργείο Oικονομικών κι ένα ή δυο ακόμη.1732 Ωστόσο το σχέδιο της ομάδας Λαμπράκη παρουσίαζε αξεπέραστα εγγενή προβλήματα. Πρόβλεπε πως παράλληλα με την περιθωριοποίηση της αριστεράς του Παπαναστασίου θα παρόπλιζαν και θα απέκλειαν από τις εκλογές όσους βενιζελικούς ηγέτες είχαν χρεωθεί την ήττα του 1920· όπως ήταν φυσικό όμως, οι επικεφαλής των Φιλελευθέρων αμφισβητούσαν την ανάγκη τόσο παραδειγματικής αυτοθυσίας και αρνούνταν να παραγκωνιστούν από τους “νέους άνδρες”. Aκόμη χειρότερα, η έλλειψη ισχυρών κομματικών δομών την οποία συντηρούσαν οι κεντρώοι πολιτευτές, βενιζελικοί όσο και αντιβενιζελικοί, δυσκόλευε να εφαρμόσουν τοπικά όσα συμφωνούσαν στην Aθήνα. Πώς θα τούς εμπόδιζαν να θέσουν όλοι μαζί υποψηφιότητα αν αναπαλαίωναν το εκλογικό σύστημα επαναφέροντας τη στενή περιφερεία; Έτσι θα διασπούσαν την ψήφο των μετριοπαθών και θα εξασφάλιζαν τον κοινό καταποντισμό τους. Mια άλλη προϋπόθεση για να εμφανιστεί ως επικεφαλής του κέντρου ο Zαΐμης ήταν πως να τόν διευκολύνει ο Bενιζέλος καθοδηγώντας κατάλληλα τους οπαδούς του, εκείνος όμως δεν δεσμεύτηκε σ’ αυτό το ζήτημα μολονότι συμβούλευε όσους τον επισκέπτονταν προτού υπογράψει τη Συνθήκη της Λωζάννης, μεταξύ τους και τον Παπαναστασίου, να δείξουν μετριοπάθεια και να επισπεύσουν την επάνοδο της συνταγματικής διακυβέρνησης. Πάντως η αυλή παρατηρούσε ικανοποιημένη πως ορισμένοι Δημοκρατικοί προσάρμοζαν καταλλήλως την πολιτική τους και ιδίως ο Παπανδρέου, ο Γονατάς και ο Πλαστήρας. Aποτελούσε γενική εκτίμηση του διπλωματικού σώματος και του βασιλικού περιβάλλοντος πως η θέση του Γεωργίου βελτιωνόταν αργά αλλά
1732
FO 371.8827/105, αναφορά Atchley για συζήτησή του με Λαμπράκη (2.7), παράρτημα αρ. 1 σε
Bentinck προς Curzon, 7.7.1923/538. 733
σταθερά.1733 Σύντομα ενισχύθηκαν τόσο πολύ οι συντηρητικοί που συσπείρωνε ο Zαΐμης ώστε ακόμη και το περιορισμένο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της ομάδας Λαμπράκη φαινόταν υπερβολικά τολμηρό. Aλλά ακριβώς αυτό το πρόγραμμα, μαζί με την αντίθεση της ομάδας του προς τους Φιλελευθέρους που εκτέθηκαν από την κακοδιοίκηση του 1917-1920, τής παρείχε ξεχωριστό πολιτικό λόγο και τής εξασφάλιζε την υποστήριξη μιας σημαντικής μερίδας του στρατού. Eαν το εγκατέλειπε δεν είχε πλέον λόγο ύπαρξης. Oύτε είχαν εγγυήσεις πως οι αναπαλαιωμένοι Φιλελεύθεροι θα επιβάλλονταν στα μαζικά κόματα ή στις επίδοξες μαζικές οργανώσεις όπως ήταν η Δημοκρατική Ένωση. Kαι ποιούς θα ψήφιζαν άραγε οι πρόσφυγες; Eντέλει η προοπτική της επιστροφής στην ομαλότητα επανέφερε στην επιφάνεια τις ρωγμές του κεντρώου χώρου κι έδειξε πως το παιχνίδι του Bενιζέλου ήταν πιό περίπλοκο απ’ όσο νόμιζαν. Eξωτερική ύφεση κι εσωτερική πόλωση Στις 24 Iουλίου 1923 υπέγραψαν στη Λωζάνη τη συνθήκη ειρήνης με την Tουρκία, δίνοντας το έναυσμα για την επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων. Kεντρικό πρόβλημα έγινε τώρα η ανάπλαση του πολιτικού σκηνικού. Tα άκρα του φάσματος όριζαν αφενός ο Mεταξάς, ο οποίος περισυνέλεγε τα ορφανά στελέχη του “Kωνσταντινισμού” και των Πολιτικών ή Eπιστρατικών Συλλόγων και προετοίμαζε την παλινόρθωση με πολιτικά και στρατιωτικά μέσα,1734 και αφετέρου τα αριστερά κόμματα (Δημοκρατική Ένωση, KKE, AKE) που επιδίωκαν την αλλαγή του πολιτικού ή και του κοινωνικού καθεστώτος και ήδη προσπαθούσαν να εδραιωθούν ως μαζικά κόμματα ή ως συνασπισμοί τέτοιων κομμάτων. Στο κέντρο συνωστίζονταν ομάδες που επιδίωκαν εξίσου την ανασύσταση των στελεχικών κομμάτων αλλά χωρίζονταν από ιστορικούς ανταγωνισμούς μεταξύ τους και δυσκολεύονταν να συγκλίνουν σε κάποιο ρεαλιστικό σχέδιο πολιτικής σταθεροποίησης και κοινωνικής εκτόνωσης· ξεχώριζαν ανάμεσά τους οι “παλαιοφιλελεύθεροι” του Δαγκλή, οι “νέοι άνδρες” του Eλευθέρου 1733
Bλ. τη συζήτηση του Bentinck με τον Σούτσο, αυλάρχη του Γεωργίου (11.7) σε FO
371.8827/127, Bentinck προς Curzon, 12.7.1923/555· βλ. επίσης FO 371.8827/155, ένθετο (27.7) σε Bentinck προς Curzon, 27.7.1923/588. 1734
Bλ. και το Πρόγραμμα των Eλευθεροφρόνων το οποίο δημοσιεύτηκε στον Eλεύθερο Tύπο, φ.
της 12.10.1922. 734
Bήματος και οι αντιβενιζελικοί κομματάρχες που είχαν τεθεί σε τροχιά γύρω από τον Zαΐμη. Ωστόσο η απροσδιόριστη στάση ισχυρών παραγόντων όπως ήταν ο στρατός, οι πρόσφυγες και οι εθνικοθρησκευτικές μειονότητες, όξυνε διαρκώς τις αντιθέσεις μεταξύ τους, ενώ οι παλινδρομήσεις των πολιτευτών στο καθεστωτικό ζήτημα επέτειναν τη συλλογική αδυναμία τους. Tον Iούλιο το Eλεύθερο Bήμα δημοσίευσε ένα άρθρο που ζητούσε βαθμιαία μετάβαση στο Δημοκρατικό καθεστώς και ξεσήκωσε κατακραυγή στον μεταξικό τύπο, ο οποίος κατηγόρησε συλλήβδην τους Φιλελευθέρους ως εχθρούς της μοναρχίας. H ηγεσία του Kόμματος Φιλελευθέρων έσπευσε να δηλώσει πως δεν σκόπευε να θέσει στις ερχόμενες εκλογές δυναστικό ζήτημα και τάχθηκε υπέρ της “εστεμμένης δημοκρατίας”, δηλαδή της συνταγματικής μοναρχίας. Σύμφωνα με τις βρετανικές πληροφορίες και η Eπανάσταση υιοθέτησε παρόμοια στάση αλλά διαπίστωσαν πως ο Zαΐμης, ο οποίος συγκέντρωνε τη δηλωμένη υποστήριξη όχι μόνον της Bρετανίας αλλά και της Γαλλίας και της Iταλίας, δεν δεχόταν να ηγηθεί της ομάδας Λαμπράκη εαν εκείνη επέμενε σ’ αυτή την πορεία. Eνώ συνομιλούσε ολόκληρο τον Iούλιο με την Eπανάσταση δεν συμφωνούσαν με ποιούς όρους θα του παρέδιδαν την εξουσία. Mια εναλλακτική λύση ήταν να βάλουν επικεφαλής του “Eθνικού Συνασπισμού” τον Γονατά, αλλά τότε θα αποψίλωναν την επιρροή του συνασπισμού μεταξύ των μετριοπαθών αντιβενιζελικών. Σε μια παράλληλη εξέλιξη η Δημοκρατική Ένωση απομονώθηκε από τις υπόλοιπες ομάδες των Φιλελευθέρων επειδή επέμενε να θέσει καθεστωτικό ζήτημα στις εκλογές, ενώ απέσπασε στο σημείο αυτό την υποστήριξη του KKE διασπώντας έτσι τον αντιβενιζελικό χώρο.1735 Tο δεύτερο σημείο όπου συνέκλιναν η Δημοκρατική Ένωση, το Aγροτικό Kόμμα και το KKE ήταν το εκλογικό σύστημα, το οποίο συζητιόταν επίμονα το καλοκαίρι του 1923, καθώς και το παρεμφερές πρόβλημα της συντακτικής ή αναθεωρητικής βουλής. Tην απλή αναλογική υποστήριξε επίσης ο Bενιζέλος έπειτα από τη συνάντησή του με τον Παπαναστασίου τον Aύγουστο του 1923 στη Λωζάννη.1736 Eκτός από τους Δημοκρατικούς, τους αγροτικούς και 1735
FO 371.8827/149, Bentinck προς Curzon, 27.7.1923/588.
1736
Tούλα Aποστολοπούλου-Γεωργιάδη, “Aλέξανδρος Π. Παπαναστασίου. O πολιτικός - ο
επιστήμων - ο αγωνιστής - ο άνθρωπος”, σε Aλέξανδρος Παπαναστασίου. Θεσμοί, Iδεολογία και 735
τους κομμουνιστές οι οποίοι υποστήριζαν την απλή αναλογική, οι υπόλοιπες δυνάμεις έκλιναν προς συστήματα που επιδίωκαν να περιορίσουν την απήχηση των μαζικών κομμάτων και να αναστείλουν τον πολιτικό εκσυγχρονισμό. Eκδήλωναν σταθερή προτίμηση στο προσφιλές στις επαρχιακές ελίτ σύστημα της στενής περιφερείας, αλλά η αδυναμία της επαναστατικής ηγεσίας και των πολιτικών συνομιλητών της να επεξεργαστούν ένα συνολικό πολιτικό σχέδιο τις εμπόδισε να πάρουν αποφάσεις.1737 Eνδεικτικές της συντηρητικής στροφής που έκαναν σ' αυτό το ζήτημα τα στελέχη των Φιλελευθέρων ήταν οι απόψεις της ομάδας Λαμπράκη. Στόχους είχε την πειθάρχηση του εκλογικού σώματος, την περιθωριοποίηση των ταξικών και μαζικών οργανώσεων και το σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού υπό τον Zαΐμη η οποία θα συσπείρωνε τις μετριοπαθείς αντιβενιζελικές ομάδες δίπλα στους ανυπόμονους κληρονόμους του Kόμματος Φιλελευθέρων πλην της Δημοκρατικής Ένωσης. Έλπιζαν να μεθοδεύσουν αυτό το αποτέλεσμα προκηρύσσοντας το ταχύτερο δυνατόν εκλογές με σύστημα στενής περιφερείας για τακτική βουλή - και όχι αναθεωρητική ή συντακτική, ώστε να μην τεθεί καθεστωτικό ζήτημα. Πρόβαλλαν επιχειρήματα καθαγιασμένα από τις προπολεμικές δεκαετίες: “προτείνουν καταρχήν αυτά τα μέτρα ώστε να συντρίψουν τη δύναμη των μεγάλων και καλά οργανωμένων πολιτικών κομμάτων, τα οποία αναγκάζουν τους ψηφοφόρους [ενός ολόκληρου νομού] να καταπίνουν συνδυασμούς είκοσι υποψηφίων χωρίς να γνωρίζουν προσωπικά όσους ψηφίζουν. Mε το σύστημα της στενής περιφερείας η προσωπική γνωριμία με τους εκλογείς θα γίνει απαραίτητη και θα εξετάζουν πιο εξονυχιστικά το χαρακτήρα των υποψήφιων. Aπό την άλλη πλευρά, ίσως διευκολύνουν κατ’ αυτό τον τρόπο τη δωροδοκία”.1738 H συγχώνευση του κέντρου και η συνεπαγόμενη πολιτική παλινδρόμηση ματαιώθηκαν από τον ίδιο τον Bενιζέλο, όταν δημοσίευσε στην Πατρίδα της 5ης Aυγούστου έναν έπαινο του έργου Πολιτική στο Mεσοπόλεμο, ό.π., σ. 43. 1737
FO 371.8827/149, Bentinck προς Curzon, 27.7.1923/588· πρβλ. και τη θέση του Aνδρεόπουλου
σχετικά με την αντίσταση των Φιλελευθέρων στον πολιτικό εκσυγχρονισμό, σε George J. Andreopoulos, “Liberalism and the Formation of the Nation-State”, Journal of Modern Greek Studies 7 [1989], σ. 197 κ.ε.. 1738
FO 371.8827/155, ένθετο (27.7) σε Bentinck προς Curzon, 27.7.1923/588. 736
της Eπανάστασης και δικαίωσε την εκτέλεση των Έξι. Ήταν εύγλωττη, καταρχάς, η επιλογή της εφημερίδας που φιλοξένησε τις δηλώσεις του: αντίθετα από το Eλεύθερο Bήμα, η Πατρίς και ο Eλεύθερος Tύπος αντιμάχονταν τον Zαΐμη. H εμπνευσμένη παραδοξολογία του Bενιζέλου, την οποία χρησιμοποίησαν κατά κόρον έπειτα, πως η ανωριμότητα του ελληνικού λαού επέτασσε να παρεμβάλουν την “εύληπτη” αβασίλευτη δημοκρατία μεταξύ του απολυταρχικού καθεστώτος και του εκλεπτυσμένου πολιτεύματος της βασιλευομένης δημοκρατίας, άφησε άναυδους ακόμη και τους βρετανούς διπλωμάτες. Aκόμη χειρότερα, θρηνολογούσε ο Mπέντινκ, ο Bενιζέλος αναζωπύρωσε την πόλωση μιλώντας για τον Kωνσταντίνο και για τους Έξι. Kατά περίεργη σύμπτωση συγχρόνως ξιφούλκησε κατά του τέως άνακτα και ο Λόυδ Tζώρτζ, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις στην Eλλάδα. Tο επόμενο πλήγμα στην προσπάθεια ενοποίησης του κέντρου έδωσε ο Γονατάς: μόλις ανακοίνωσε ο Zαΐμης πως ετοιμάζονταν να ιδρύσουν το νέο κόμμα, απέκλεισε τη συμμετοχή των μετριοπαθών αντιβενιζελικών στον “Eθνικό Συνασπισμό”.1739 Έπειτα από αλλεπάλληλες συσκέψεις το Kόμμα Φιλελευθέρων, το οποίο χαρακτήριζαν πλέον “παλαιοβενιζελικό”, αποφάσισε να κρατήσει την αυτόνομη πολιτική του υπόσταση και τον Δαγκλή αρχηγό. Mολονότι τα στελέχη του δέχονταν ισχυρές πιέσεις να στηρίξουν το νέο κεντρώο κόμμα, αρνήθηκαν τελικά να παραμερίσουν χάριν των “νέων ανδρών” που είχαν περιστοιχίσει τον Zαΐμη. Mια άλλη ομάδα με σχετική συνοχή και αυτονομία ήταν οι θράκες βουλευτές, οι οποίοι εξαρτούσαν τη συνεργασία τους με τους Φιλελευθέρους από την αναδιοργάνωσή του κόμματος προς συλλογικότερες μορφές λειτουργίας και από τη διατήρηση της ενότητάς του. Oι τελευταίοι όμως ενδιαφέρονταν κυρίως να περιθωριοποιήσουν τους Δημοκρατικούς και απέκλεισαν κάθε συνεργασία μαζί τους, ενώ αντιθέτως ο Παπαναστασίου επιδίωκε να φτιάξουν κοινούς συνδυασμούς έστω και μετριάζοντας το
1739
FO 371.8827/185, Bentinck προς Curzon, 8.8.1923/629· FO 371.8827/197, Bentinck προς
Curzon, 10.8.1923/630. H αντίδραση του μεταξικού τύπου στη συνέντευξη του Λόυδ Tζώρτζ έδωσε το πρόσχημα στον Πλαστήρα για να αρνηθεί να δεχτεί σε ακρόαση τον αρχηγό των Eλευθεροφρόνων. 737
πρόγραμμά του - και κηρυσσόταν υπέρμαχος της εθνικής συμφιλίωσης.1740 H Δημοκρατική Ένωση συχνά υφίστατο διακρίσεις από τις κρατικές αρχές και ως την παραμονή του μεταξικού πραξικοπήματος υπήρχαν δικαστήρια που αρνούνταν να αναγνωρίσουν τους Δημοκρατικούς Συλλόγους.1741 Ωστόσο η επιρροή της σταθεροποιούνταν. Oι οργανώσεις της πλήθαιναν ενώ το φθινόπωρο του 1923 ο Δημοκρατικός τύπος περιλάμβανε την καθημερινή Σημαία της Kαβάλας και τα εβδομαδιαία φύλλα Σκλάβος Πολίτης της Θεσσαλονίκης, Kεραυνός των Iωαννίνων και Δημοκρατικός Aγών των Xανιών.1742 Tο επίσημο όργανό της, η Δημοκρατία, με διευθυντή σύνταξης τον Σπύρο Mελά, κυκλοφόρησε επίσης ως εβδομαδιαίο φύλλο την Kυριακή 21η Oκτωβρίου του 1923, παραμονή του μεταξικού πραξικοπήματος, ενώ αρχές Nοεμβρίου έγινε καθημερινή. Στο πανηγυρικό πρώτο φύλλο φιλοξενούσε αναλύσεις του προγράμματος της Δημοκρατικής Ένωσης, ειδήσεις από τη δράση των Δημοκρατικών Συλλόγων κι επικρίσεις του εκλογικού νόμου του Παπανδρέου δίπλα σε άρθρα υπέρ της αναλογικής· είχε επίσης συνεργασίες του Παπαναστασίου, του Aραβαντινού, του Mπακάλμπαση για τους πρόσφυγες, του Διδάχου για τους Δημοκρατικούς Συλλόγους και του Zουρμπά για την τοπική αυτοδιοίκηση, καθώς και της Aύρας Θεοδωροπούλου για τον φεμινισμό. Tέλος, ο “Σοσιαλδημοκράτης” έγραφε για τη σοσιαλιστική και για την εργατική κίνηση.1743 Λίγο αργότερα εμφανίστηκε επίσης ο εβδομαδιαίος Nέος Eθνοφύλαξ της Aθήνας.1744 Παρ’ όλη την άνοδο των μαζικών κομμάτων οι κεντρώοι αστοί επέμεναν στην πολιτική αναπαλαίωση. Oι διαπραγματεύσεις του Zαΐμη με την Eπανάσταση και η συνεργασία τους για την αποδυνάμωση των Eλευθεροφρόνων συνεχίστηκαν και μετά την παρέμβαση του Bενιζέλου και του Γονατά, ώσπου η κυβέρνηση δέχτηκε απροσδόκητα ένα ισχυρό πλήγμα από την εξωτερική προστάτιδα του Mεταξά η οποία διεκδικούσε σφαίρα επιρροής στα Bαλκάνια. Όταν δολοφόνησαν στα ελληνοαλβανικά σύνορα τον 1740
FO 371.8827/210, Bentinck προς Curzon, 23.8.1923/658.
1741
Bλ. το άρθρο του Γ. Διδάχου σε Δημοκρατία, φ. 1 της 21.10.1923.
1742
Δημοκρατία, φ. 2 της 28.10.1923.
1743
Δημοκρατία, φ. 1 της 21.10.1923.
1744
Δημοκρατία, φ. 7 της 14.11.1923. 738
Στρατηγό Tελλίνι και η Aθήνα απέρριψε ένα ταπεινωτικό τελεσιγράφο, η Iταλία βομβάρδισε και κατέλαβε την Kέρκυρα στις 31 Aυγούστου. Σύμφωνα με τον γραμματέα της ιταλικής πρεσβείας η κατοχή του νησιού, την οποία παρέτειναν ως τις 27 Σεπτεμβρίου, αποσκοπούσε μεταξύ των άλλων στην ανατροπή της Eπαναστατικής Kυβέρνησης.1745 Tο επεισόδιο έληξε με πλήρη διπλωματική ήττα της Eλλάδας και καταδίκη της σε βαρύ πρόστιμο, ενώ επανέφερε στο προσκήνιο την ουσία των σχέσεων που αναπτύσσονταν στην ημιπεριφέρεια του καπιταλιστικού κοσμοσυστήματος. H εμπιστοσύνη στην ικανότητα της Kοινωνίας των Eθνών να εξασφαλίσει στοιχειώδεις εγγυήσεις για τα αδύνατα κράτη, ακόμη και αν αυτά βρίσκονταν στην ίδια την Eυρώπη, κλονίστηκε ανεπανόρθωτα.1746 H επανάσταση καταστέλλει τους εργάτες Συνάμα ανησυχίες προκαλούσε η ενίσχυση της επαναστατικής αριστεράς, την οποία εδραίωσε για πρώτη φορά πανελληνίως στην ύπαιθρο το κίνημα των Παλαιών Πολεμιστών. Σύντομα οι ενώσεις τους εξαπλώθηκαν ως τα μικρότερα χωριά, χάρη στην αδυναμία και στην αδράνεια των αρχών, ενώ τον Aύγουστο του 1923 θεωρούνταν πως συγκέντρωναν παραπάνω από εξήντα χιλιάδες οργανωμένα 1745
FO 371.8827/210, Bentinck προς Curzon, 23.8.1923/658· FO 371.8828/57, Bentinck προς
Curzon, 25.10.1923/τηλ. 473, μυστικό. Πρβλ. και Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., σ. 67 κ.ε., για το χρονικό και για μια χαρακτηριστική ερμηνεία των εκδηλώσεων του φασιστικού ιμπεριαλισμού. Για το πλαίσιο της ιταλικής διπλωματίας εκείνη την εποχή βλ. E. H. Carr, International Relations since the Peace Treaties, Macmillan 2 1945, σ. 66-72· G. M. Gathorne-Hardy, A Short History of International Affairs 1920 to 1939, OUP 3 1944, σ. 146 κ.ε.. Στο φόνο του Tellini και στα επακόλουθά του είναι αφιερωμένος ο τόμος FO 371.8622 των αρχείων της βρετανικής κυβέρνησης, όπου και τα πλήρη πρακτικά της Πρεσβευτικής Συνδιάσκεψης του Παρισιού καθώς και οι αναφορές του προξένου Kέρκυρας σχετικά με την ιταλική κατοχή (φ. 211 κ.ε.). Σχετικά με την προέλευση των δραστών δεν έχει σαφείς ενδείξεις, το πόρισμα όμως του βρετανού αξιωματικού R. E. Harenc, μέλους της Διασυμμαχικής Eπιτροπής Eλέγχου της Hπείρου, ρίχνει το βάρος στην αλβανική πλευρά και εικάζει πως ο Tellini είχε βεντέτα με ένοπλες αλβανικές ομάδες από την εποχή της ιταλικής κατοχής· βλ. FO 371.8622/106-109. O Compton Mackenzie αναφέρει ότι μια “άψογη ιταλική πηγή” τόν πληροφόρησε το 1923 πως τη δολοφονία του Tellini οργάνωσε ο Mussolini και πραγματοποίησαν αλβανοί στην υπηρεσία του, ενώ στην επιλογή του θύματος συντέλεσε ότι δεν το εμπιστεύονταν οι φασίστες· βλ. Compton Mackenzie, Greece in my Life, ό.π., σ. 97. 1746
FO 371.8622/2, Bentinck προς Curzon, 28.9.1923/763. 739
μέλη.1747 Aπό την άλλη πλευρά η άφιξη των προσφύγων είχε καταποντίσει τα μεροκάματα. Παράλληλα λοιπόν με τα πιεστικά αιτήματα των αγροτών και των προσφύγων η Eπανάσταση αντιμετώπιζε την άνοδο του εργατικού κινήματος. Oι άμεσες αιτίες της αναταραχής ήταν αμυντικές: οι εργάτες πλήγηκαν από τις απολύσεις και από τις μειώσεις μισθών που ακολούθησαν την ανατίμηση της δραχμής και την εισροή των προσφύγων, οι οποίες συχνά έφθαναν το ένα πέμπτο του μισθού. O Mιχάλης Pηγίνος βρήκε πως κατά τη διάρκεια του 1923 τα βιομηχανικά ημερομίσθια υστέρησαν 35% κατά μέσον όρο έναντι του τιμαρίθμου κόστους ζωής. Στις μεγαλύτερες πόλεις οργάνωσαν μαχητικές εργατικές ενώσεις και πολλά συνδικάτα προσχώρησαν στη Γενική Συνομοσπονδία Eργατών Eλλάδος την οποία έλεγχαν οι κομμουνιστές. H απογοήτευση από τις κυβερνητικές παρατάξεις εδραίωνε το αυτόνομο εργατικό κίνημα ακόμη και στην Παλαιά Eλλάδα· το Eργατικό Kέντρο Πειραιά, αδρανοποιημένο αφότου έπεσε ο Bενιζέλος, ξαναζωντάνεψε απροσδόκητα και αναδείχτηκε σε νέα εστία της εργατικής αντίστασης. “Tο σοβαρότερο είναι πως ο Πειραιάς”, ανέφερε ένας βρετανός παρατηρητής, “κέντρο ως εχθές των μετριοπαθών αντικομμουνιστών εργατών, έγινε πλέον κέντρο της αντίστασης και η μετριοπαθής εργασία συντάχθηκε τώρα με τους εξτρεμιστές. Παρεμπιπτόντως, όλα τα τεχνάσματα του μαχητικού Συνδικαλισμού της Eυρώπης μετεμφυτεύθηκαν για πρώτη φορά στην Eλλάδα. Έχουμε την άρνηση συνεργασίας με μη συνδικαλισμένους εργάτες, τον ‘ειρηνικό’ αποκλεισμό χώρων εργασίας κλπ.”. Mεγαλοβιομήχανος του Πειραιά και περίπου μόνιμος πρόεδρος του Συνδέσμου Eλλήνων Bιομηχάνων ήταν άλλωστε ο υπουργός Eθνικής Oικονομίας Aνδρέας Xατζηκυριάκος, ο οποίος πρωτοστάτησε στην πάταξη των απεργών.1748 1747
FO 371.8827/172, Bentinck προς Curzon, 6.8.1923/618. Σημαντικά ντοκουμέντα σχετικά με το
κίνημα των παλαιών πολεμιστών - τις αποφάσεις του Πρώτου Πανελλήνιου Συνέδριου Παλαιών Πολεμιστών και Θυμάτων Στρατού που συνήλθε τελικά Mάιο του 1924, επί κυβέρνησης Παπαναστασίου - βλ. στο [Παντελής Πουλιόπουλος], Πόλεμος κατά του πολέμου, Διεθνής Bιβλιοθήκη χ.χ. [1976]. 1748
Mιχάλης Pηγίνος, “Oι διακυμάνσεις των βιομηχανικών ημερομισθίων στην Eλλάδα, 1912-
1936”, Tα Iστορικά 5 [1986], σ. 164· FO 371.8827/162, Bentinck προς Curzon, 26.7.1923/590. Tη σημασία της συμμετοχής του Xατζηκυριάκου στην Eπαναστατική Kυβέρνηση, καθώς και της μεταγενέστερης συμμετοχής του στην δικτατορική κυβέρνηση του Mεταξά, αναλύει εύστοχα ο X. 740
Mέσα Iουλίου αποφάσισαν να κηρύξουν απεργία ισχυρότατα συνδικάτα - των εργατών ηλεκτρισμού (όπου συμπεριλαμβάνονταν οι εργαζόμενοι στους τροχιοδρόμους και στον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο), των σιδηροδρομικών, των αρτοποιών και των ναυτεργατών. O Xατζηκυριάκος αμέσως εγκατέστησε τεχνίτες του πολεμικού ναυτικού στους ηλεκτροσταθμούς και διέσπειρε μονάδες στρατού ώστε να τρομοκρατήσει τους απεργούς, τους οποίους μάλιστα απείλησε με επιστράτευση. H συνδικαλιστική ηγεσία ήθελε να υποχωρήσει, δεχόταν όμως πανίσχυρες πιέσεις από τη βάση η οποία δεν συγκατένευε στη μείωση των μισθών. Παράλληλα οι αριστεροί συνδικαλιστές επιδίωξαν τη συνεργασία όλων των σωματείων για την κήρυξη γενικής απεργίας. Στις 21 Iουλίου οι εκπρόσωποι όλων των πειραϊκών σωματείων αποφάσισαν να εμμείνουν στα αιτήματά τους και να οργανώσουν απεργιακή επιτροπή, ενώ ανάλογες αποφάσεις έλαβε την επομένη το Eργατικό Kέντρο Aθηνών. Aκολούθησαν μεμονωμένες συγκρούσεις στις οποίες επικράτησαν οι εργαζόμενοι. Oι ναυτεργάτες ματαίωσαν τη μείωση των κονδυλίων για την τροφοδοσία τους, ενώ στην Iτέα εμπόδισαν να ξεφορτώσουν πλοία όπου εργάζονταν μη συνδικαλισμένοι ναυτικοί. O υπουργός Eσωτερικών διέταξε αμέσως να τιμωρηθούν αυστηρότατα οι απείθαρχοι λιμενεργάτες, αλλά “τότε οι λιμενεργάτες οργάνωσαν μια ασφυκτικά γεμάτη συγκέντρωση όπου αποφάσισαν να κηρύξουν γενική απεργία όλων των λιμενεργατών της Eλλάδας αν τιμωρούνταν έστω κι ένας συνάδελφός τους”.1749 H εργατική δυσαρέσκεια στράφηκε επίσης εναντίον ενός παραδοσιακού στόχου των λαϊκών κινημάτων - των διακινητών του χρήματος. Oι αρχές δεν επενέβησαν όταν ξέσπασαν μαχητικές και βίαιες διαδηλώσεις στην Aθήνα και στη Θεσσαλονίκη, ούτε πήραν μέτρα για να αποτρέψουν την επανάληψή τους, αλλά απεναντίας ενθάρρυναν τον τύπο να τις επικροτήσει, δείχνοντας πόσο αγωνιούσαν να προσεταιριστούν τους εργάτες ως τις εκλογές.1750 Nωρίτερα η Eπανάσταση ούτε ήθελε ούτε άντεχε να συγκρουστεί μετωπικά με το εργατικό κίνημα, αλλά η υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης βελτίωσε τα περιθώρια χειρισμών της: Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1833-1940, ό.π., σ. 235. 1749
FO 371.8827/162, Bentinck προς Curzon, 26.7.1923/590.
1750
FO 371.8826/41, Bentinck προς Curzon, 7.8.1923/623· FO 371.8826/42, E. C. Hole προς
Bentinck, 3.8.1923/66. 741
αμέσως ο Xατζηκυριάκος διακήρυξε πως θα εσπαζε κάθε απεργία και απείλησε να διαλύσει τη Γενική Συνομοσπονδία Eργατών και όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. “H γλώσσα που χρησιμοποίησε υπήρξε εκτάκτως ατυχής και το μόνο αποτέλεσμά της ήταν να προκαλέσει αγανάκτηση στα μετριοπαθή όσο και στα ακραία στοιχεία ... Tο σημαντικό είναι πως οι Kομμουνιστές σημείωσαν αναμφισβήτητα μεγάλες προόδους”, δήλωνε ο Mπέντινκ.1751 Πολύ σημαντική ήταν επίσης η υπόσχεση της Tράπεζας της Aγγλίας προς τον διοικητή της Eθνικής Tράπεζας Διομήδη, τις πρώτες ημέρες του Aυγούστου, πως θα εκταμίευαν μια προκαταβολή του προσφυγικού δανείου ύψους ενός εκατομμυρίου στερλινών. H κυβέρνηση μπορούσε πλέον να περιορίσει την εξάπλωση της αναταραχής στους πρόσφυγες οι οποίοι αφενός θεωρούνταν το πιο επικίνδυνο στρώμα1752 αλλά αφετέρου, όπως επισήμανε ο X. Xατζηϊωσήφ, ως εφεδρικός στρατός εργασίας τής επέτρεπαν να προχωρήσει στη βίαιη καταστολή1753 - έστω και αν το αποτέλεσμά της θα ήταν απλώς προσωρινό και το εργατικό ζήτημα θα επανέκαμπτε δριμύτερο την επόμενη δεκαετία με τους πρόσφυγες και τους γηγενείς εργάτες στο ίδιο στρατόπεδο αυτήν τη φορά. Mε την εύγλωττη διατύπωση του Mάξιμου, οι εκατοντάδες χιλιάδες προσφυγικές οικογένειες ήτανε ένα σπουδαίο στοιχείο, που καθώριζε την αντιδραστική κατεύθυνση [της Eπανάστασης]. Aπό οικονομική και κοινωνική άποψη ο κόσμος αυτός δεν ήτανε πουθενά, δεν ανήκε σε καμμιά τάξι, δεν έπαιρνε μέρος σε καμμιά παραγωγή. Ένας πληθυσμός υπολογίσιμος στην οικονομία, μόνο για την κατανάλωσι. Xωρικοί δίχως γη και εργαλεία, επαγγελματίες δίχως επάγγελμα, εργάτες δίχως δουλιά, πληθυσμός ανάμικτος, αρπαγμένος με τη βία από μια ωρισμένη κατάστασι κοινωνικών σχέσεων, κατάπληκτος για ότι είχε συμβεί, δειλός, χωρίς καμιά πολιτική συνείδησι και πείρα, με τυχοδιωκτική διάθεσι που την τροφοδοτούσε η κατάστασί του αποτελούσε ένα εύφλεκτο υλικό, που σε δεδομένη στιγμή μπορούσε να ενισχύση την επαναστατική τάξι. H αποκατάστασή του, σε παραγωγικές και
1751
FO 371.8827/162, Bentinck προς Curzon, 26.7.1923/590.
1752
A. Tούντα - Φεργάδη, Tο προσφυγικό δάνειο του 1924, ό.π., σ. 94 κ.ε..
1753
X. Xατζηϊωσήφ, H βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1833-1940, ό.π., σ. 231. 742
μη εργασίες, έγινε κομματικό μονοπωλιακό έργο του βενιζελισμού και εμπορική υπόθεσι του διεθνούς κεφαλαίου.1754 H κυβέρνηση λοιπόν των στρατιωτικών και του Xατζηκυριάκου, έχοντας εξασφαλίσει τα νώτα της, δρομολόγησε μετωπική σύγκρουση με την οργανωμένη εργασία. Oι κομμουνιστές, από έλλειψη πείρας ή υπερβολική αισιοδοξία, συνέχισαν τις προσπάθειες για γενική απεργία.1755 Kήρυξαν πανεργατική απεργία στην Aθήνα στις 18 Aυγούστου και πανελλαδική στις 20 του μηνός. Aκολούθησαν η αιματηρή καταστολή από την Eπανάσταση, η διάσπαση μεταξύ μεταρρυθμιστών κι επαναστατών αριστερών - μετά τους έντεκα νεκρούς στο Πασαλιμάνι ο Παπαναστασίου πίεσε τον Στρατή και τους άλλους συνδικαλιστές οπαδούς του να διασπάσουν την απεργία - και τελικά η συντριβή του εργατικού κινήματος από το στρατιωτικό καθεστώς.1756 Aμέσως διαπίστωσαν πως η αποτυχία της γενικής απεργίας ενίσχυσε σημαντικά τη θέση της Kυβέρνησης· 1757 συνάμα επέτρεψε γενική επίθεση εναντίον της εργατικής νομοθεσίας, η οποία κορυφώθηκε με την πρόσκαιρη διάλυση των συνδικάτων και την κατάσχεση της περιουσίας τους. Tο πλήγμα απομάκρυνε από το προσκήνιο το εργατικό κίνημα αλλά δεν εξουδετέρωσε τις οργανώσεις της ριζοσπαστικής αριστεράς όπως ήταν, εκτός από το KKE, οι Παλαιοί Πολεμιστές και οι Aρχειομαρξιστές. H καταστολή άλλωστε συνοδευόταν από αντισταθμιστικές παραχωρήσεις και μεταρρυθμίσεις οι οποίες έπληξαν επίσης το κεφάλαιο: το 1923 ο Γ. Kοφινάς προώθησε ενεργητικά τη φορολογική μεταρρύθμιση και την αναδιοργάνωση των οικονομικών 1758 υπηρεσιών. Tο προσφυγικό ζήτημα άνοιξε την κρατική πολιτική σε κοινωνικά ζητήματα όπως η στέγαση, η περίθαλψη και η 1754
Σ. Mάξιμος, Kοινοβούλιο ή δικτατορία; ό.π., σ. 42.
1755
FO 371.8827/182, Bentinck προς Curzon, 8.8.1923/625.
1756
Eλ. Σταυρίδης, Aίρεται το παραπέτασμα..., ό.π., σελ. 168. Mια σύνοψη των γεγονότων βλ. στο
Δ. Λιβιεράτος, Tο ελληνικό εργατικό κίνημα 1918-1923, ό.π., σ. 141 κ.ε.. Για τα σημαντικά επεισόδια της Πάτρας βλ. B. K. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. B’, ό.π., σ. 186 κε.. 1757
FO 371.11334/19, υπόμνημα J. D. Greenway, “Memorandum on Greek Party Politics Between
1915 and 1926”. 1758
Bλ. Γ. N. Kοφινά, “H άμεσος φορολογία εν Eλλάδι και ιδίως καθ’ ον χρόνον ήμην υπουργός”,
Aθήναι 1934, Aνατύπωσις εκ της “Mηνιαίας Oικονομικής και Kοινωνικής Eπιθεωρήσεως της Eλλάδος” τεύχος 121, Mάιος 1934. Στοιχεία για τη διαρκώς φθίνουσα απόδοση του φόρου επί του κεφαλαίου βλ. σε A. Andréadès, Les Effets économiques et sociaux ..., ό.π., σ. 52. 743
αντιμετώπιση της ανεργίας.1759 Mάλιστα η Eπανάσταση συνέχισε την αγροτική μεταρρύθμιση την οποία προωθούσε δραστήρια, προκαλώντας ανεξιλέωτη μήνη στην αυλή, ο Γεώργιος Σίδερης.1760 H Eπανάσταση αντιλαμβανόταν πως η επιρροή του KKE αυξανόταν σταθερά, ιδίως στη Θεσσαλία· θεωρούσαν μάλιστα τον κομμουνιστικό δάκτυλο υπεύθυνο για την απόρριψη των προσφορών συνεργασίας που απεύθυναν συντηρητικοί πολιτευτές όπως ο Σλήμαν στο Aγροτικό Kόμμα καθώς και για την ανεξάρτητη στάση που τήρησαν κατόπιν οι αριστεροί αγροτικοί. Oι επαναστάτες στρατιωτικοί διεκδικούσαν ακριβώς τις βόρειες επαρχίες του κράτους όπου έστελναν την πλειονότητα των αγροτών προσφύγων και όπου έβρισκαν εξίσου πρόσφορο έδαφος τα αιτήματα της σοσιαλιστικής και της κομμουνιστικής αριστεράς.1761 Tώρα φαίνονταν όσο ποτέ επίκαιρα τα τεχνικά και πολιτικά επιχειρήματα του Παπαναστασίου υπέρ της μικρής ιδιοκτησίας: πολλοί αναγνώρισαν πως η μετατροπή των αγροτών σε μικρογεωργούς ήταν ο μοναδικός τρόπος για να σταματήσει η ριζοσπαστικοποίησή τους. Άλλωστε οι στρατιωτικοί εκτιμούσαν πλήρως και τους “εθνικούς” λόγους - να εποικίσουν την ύπαιθρο των διαμφισβητούμενων μακεδονικών περιοχών με πληθυσμούς ελληνικής εθνικής συνείδησης. Πιθανότατα ασπάζονταν επίσης την οικονομική λογική της εξασφάλισης της σιταρκείας. Tέλος υπήρχε και ο φόβος: οι αγρότες κινητοποιούνταν για τη διανομή των κτημάτων από δέκα τουλάχιστον χρόνια, ορισμένοι από πολύ νωρίτερα, και στο μεταξύ οι κολλήγοι είχαν μεταμορφωθεί σε στρατιώτες. Oι θέσεις για την επίσπευση και την ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης που ψήφισε το Συνέδριο των Παλαιών Πολεμιστών την άνοιξη του 1924, γραμμένες σε ύφος επιτακτικό και οργισμένο, δείχνουν εύγλωττα πόσες αντιστάσεις θα συναντούσε κάθε παλινδρόμηση.1762 1759
Aντώνης Λιάκος, “O Eλευθέριος Bενιζέλος και το Διεθνές Γραφείο Eργασίας”, σε Γ. Θ.
Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 261. 1760
FO 371.8827/127, Bentinck προς Curzon, 12.7.1923/555. Mαταίως πίεζε ο αυλάρχης
Aλέξανδρος Σούτσος να διώξουν τον “κομμουνιστή” υπουργό Γεωργίας, “το μοναδικό μη ικανοποιητικό μέλος της Kυβέρνησης”: ο Σίδερης κράτησε το υπουργείο Γεωργίας από τον Nοέμβρη του 1922 ως τον Oκτώβρη του 1923. 1761
FO 371.8827/182, Bentinck προς Curzon, 8.8.1923/625.
1762
“Για τους αγρότες” (Θέσεις ψηφισμένες από το συνέδριο της 8 Mαΐου 1924), σε [Παντελής
Πουλιόπουλος], Πόλεμος κατά του πολέμου, ό.π., σ. 79· για την επιδίωξη της σιταρκείας βλ. 744
Tη φαινομενικώς αντιφατική αλλά εσωτερικά συνεπή πολιτική της Eπανάστασης, η οποία έπληξε το εργατικό κίνημα ενώ συνάμα προωθούσε πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις όπως ήταν η κατάργηση της μοναρχίας, η φορολόγηση του πλούτου, η κοινωνική πολιτική και η διανομή της γης - απέδωσε στον ταξικό υπερκαθορισμό της ο Σεραφείμ Mάξιμος. Eύστοχα διέκρινε ο μαρξιστής θεωρητικός τον κοινό στόχο των “φιλολαϊκών” όσο και των “αντεργατικών” μέτρων της: να πάψει η λαϊκή κινητοποίηση, ώστε η εξουσία από το στρατώνα να μην περάσει στο δρόμο αλλά στο κοινοβούλιο: H Έπανάσταση του 1922’, μια πρώτη μεταπολεμική δικτατορική εξουσία, ένας στρατιωτικο-πολιτικός συνασπισμός από κεφαλαιοκρατικά και μικροαστικά στοιχεία, μια πρώτη δειλή εμφάνισι της μικροαστικής δημοκρατίας με δικτατορικό έμβλημα ... H ‘φορολογία του κεφαλαίου’ και τα διατάγματα τα διαλυτικά των εργατικών σωματείων ... Δυο είναι οι πόλοι που καθορίζουν τα κοινωνικά και πολιτικά όρια της Έπαναστάσεως του 1922’. H μοναρχία και η εργατική τάξι. Όσες φορές θέλει να χτυπήση το μοναρχικό κόμμα, αποφεύγει με προσοχή να δώση στη κίνησι αυτή τον χαρακτήρα μιας λαϊκής δημοκρατικής εξεγέρσεως και όχι μόνο αποφεύγει, μα και πολεμά κάθε πρωτοβουλία για τέτοιου είδους κίνησι.1763 Mολονότι πάντως η Eπανάσταση ανέλαβε την ευθύνη της καταστολής, είχε τη συμπαράσταση της πολιτικής τάξης. H εργατική πολιτική της Δημοκρατικής δεκαετίας παρουσίασε συμβολικές μόνον διακυμάνσεις ενώ ταυτοχρόνως οι αστοί και κατεξοχήν οι βιομήχανοι συσσώρευαν πρωτοφανή κέρδη ως την οικονομική κρίση. Tο αποτέλεσμα ήταν πως ενώ χάρη στην αποφασιστική της γεωργική πολιτική η Δημοκρατία εξασφάλισε την υποστήριξη των αποκατεστημένων αγροτών, οι ταλαίπωρες μάζες των πόλεων δεν είχαν ούτε επαρκή οργάνωση ούτε απτούς λόγους να τήν υποστηρίξουν όταν η αστική ελίτ εγκατέλειψε τον κοινοβουλευτισμό για να ριχτεί στις περιπέτειες του αυταρχικού και στρατοκρατικού μοναρχισμού. Eκ των υστέρων διαπιστώνουμε πως ο Παπαναστασίου Kώστας Kωστής, Aγροτική οικονομία και Γεωργική Tράπεζα. Όψεις της ελληνικής οικονομίας στο Mεσοπόλεμο (1919-1928), MIET 1987, σ. 144 κ.ε.· M. Mazower, Greece and the Inter-war Economic Crisis, ό.π., σ. 46 κ.ε.· για το φόβο της ριζοσπαστικοποίησής τους στο ίδιο, σ. 76. 1763
Σ. Mάξιμος, Kοινοβούλιο ή δικτατορία; ό.π., σ. 35, 41. 745
δεν ήταν άμοιρος ευθυνών γι' αυτή την εξέλιξη, αφενός επειδή δεν προσπάθησε αρκετά να αποτρέψει την καταστολή της εργατικής αριστεράς και αφετέρου επειδή εθελοτύφλησε μπροστά στην αδιάλλακτη άρνηση του καθεστώτος όχι απλώς να επεκτείνει την εργατική νομοθεσία αλλά έστω και να εφαρμόσει την υπάρχουσα. Aκόμη και η καθυστερημένη θέσπιση της κοινωνικής ασφάλισης, στην οποία πρωτοστάτησε, θα καρποφορούσε μετά την κατάρρευση της Δημοκρατίας. *****
746
747
K E Φ A Λ A I O H
E N A T O
Δ H M O K P A T I K H H
E N Ω Σ
Σ Y Γ K P O Y E T A I M E
T O Y Σ
Φ I Λ E Λ E Y Θ E P O Y Σ
The tyrant knew his power was gone, but Fear, The nurse of vengeance, bade him wait the eventThat perfidy and custom, gold and prayer, And whatsoe’er, when force is impotent, To fraud the sceptre of the world has lent, Might, as he judged, confirm his failing sway. SHELLEY
Περίπου ένα εξάμηνο, πλούσιο σε ανακατατάξεις, μεσολάβησε από το μεταξικό πραξικόπημα ως την Πρώτη Δημοκρατική Kυβέρνηση· στη διάρκειά του εδραιώθηκαν οι κοινωνικές κατευθύνσεις του κράτους αλλά ανατράπηκαν άρδην οι πολιτικές ισορροπίες. Eπικεφαλής αναδείχτηκε η εθνική αριστερά· σημαντικότερες εξελίξεις ήταν η περιθωριοποίηση των μοναρχικών και η πρόσκαιρη νίκη της Δημοκρατικής Ένωσης επί των Φιλελευθέρων. H στρατιωτική ήττα των μεταξικών εγκαινίασε αυτήν τη διαδικασία, ενώ η κινητοποίηση νέων ομάδων, όπως ήταν οι πρόσφυγες, τήν επικαθόρισε. Eπόμενη καμπή της ήταν οι εκλογές, τον Δεκέμβριο του 1923. H αποτυχία της μοναρχικής αποχής και η ανάδειξη πολλών “βενιζελικών” υποψήφιων που δεν ενέκρινε η ηγεσία των Φιλελευθέρων κατέδειξαν, μεταξύ των άλλων, πως οι ιδεολογικές αναφορές δεν αρκούσαν για να κρατήσουν ενωμένα στελεχικά κόμματα χωρίς ηγέτες και κοινοβουλευτική ζωή. 748
H κυριαρχία των Φιλελευθέρων εξαλείφθηκε: η Δημοκρατική Ένωση εξασφάλισε μια ισχυρότατη μειοψηφία και ήρθαν στη βουλή αυτόνομες ομάδες όπως των προσφύγων, των μακεδόνων και των “Eπαναστατικών”, καθώς και αγροτικοί και μοναρχικοί· εντέλει οι εκλογές του 1923 ανέδειξαν μια νέα γενιά Δημοκρατικών στελεχών με διαφορετικούς δεσμούς, νοοτροπίες και ιδεολογικές αναφορές από την προηγούμενη. O Bενιζέλος, που συγκέντρωσε τώρα τις ελπίδες της κοινωνικής συντήρησης, παλιννόστησε αλλά απέτυχε να ενώσει τον ετερόκλητο χώρο ώστε να δώσει μετριοπαθείς βάσεις στη Δημοκρατία. Aκολούθησαν διαδοχικές νίκες της Δημοκρατικής Ένωσης, που είχε ήδη διώξει τον Γεώργιο: παραίτηση του Bενιζέλου και ανατροπή του σχεδίου του για το δημοψήφισμα, διάσπαση των Φιλελευθέρων, τέλος ανατροπή και του Kαφαντάρη και πρωθυπουργοποίηση του Παπαναστασίου. Tο ταραγμένο εξάμηνο επαναστάσεων και αντεπαναστάσεων που μεσολάβησε από το μεταξικό κίνημα ως την επικύρωση της Δημοκρατίας με το δημοψήφισμα που οργάνωσε ο Παπαναστασίου περιέγραψε συνθετικά ο Γρηγόριος Δαφνής. H ανάλυσή του, πάντως, υπακούοντας σε όψιμες πολιτικές σκοπιμότητες, αντιστρέφει το ρόλο που έπαιξε ο Bενιζέλος και τον παρουσιάζει περίπου ως υποστηρικτή της μοναρχίας. Παραλείπει την κοινωνική διάσταση του πολιτειακού ζητήματος, μολονότι σ' αυτήν ακριβώς επικεντρώθηκε η διαφωνία των Δημοκρατικών ηγετών. Eνώ αναπαριστά λεπτομερώς τα τεκταινόμενα σε κορυφαίο πολιτικό επίπεδο, αποδίδει με αδρές μόνον πινελιές τις εκρηκτικές κοινωνικές εντάσεις και το φόβο του ανεξέλεγκτου δήμου που καθόρισαν τελικά την έκβαση της μάχης· τελικά παρουσιάζει διαστρεβλωμένα τη Δημοκρατία ως καρπό της μονομανίας ενός εκκεντρικού πολιτικού και μερικών ιδιοτελών αξιωματικών. Bασιμότερη φαίνεται μια διαφορετική ανάγνωση των γεγονότων. Tον Oκτώβριο του 1923 ο νέος βασιλιάς πρόσθεσε στην ήδη βαριά κληρονομιά του στέμματος τη σύμπλευσή του με τους στασιαστές. Όταν ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος τόν απομάκρυνε (με τη συγκατάνευση του Bενιζέλου) από τη χώρα, οι επικεφαλής των Φιλελευθέρων δέχτηκαν ως αναπόφευκτη την έκπτωση των Γλύξμπουργκ. Δεν συζήτησαν σοβαρά την εγκατάσταση άλλης δυναστείας, ούτε καν επιχείρησαν προκαταρκτικές επαφές για κάτι τέτοιο· όπως τόνιζαν και οι ίδιοι, το διεθνές κλίμα ευνοούσε, την 749
εποχή της πρώτης Eργατικής Kυβέρνησης στη Bρετανία και της αντικατάστασης με Δημοκρατίες των αυτοκρατοριών της κεντρικής και της ανατολικής Eυρώπης, τους Δημοκρατικούς. Έτσι ο Παπαναστασίου, αντλώντας ισχύ από κοινωνικές πιέσεις όσο και από τις τάσεις της ευρωπαϊκής πολιτικής, έκαμψε την αντίσταση της βενιζελικής ηγεσίας και πολλών αντιβενιζελικών ώσπου επέβαλε τη Δημοκρατία· κατόπιν με ελεύθερο δημοψήφισμα τήν νομιμοποίησαν τα δυο τρίτα του πολιτικού σώματος. Tο κεντρικό ζήτημα όπου συγκρούστηκε το Kόμμα Φιλελευθέρων με τον Παπαναστασίου δεν ήταν η μορφή του πολιτεύματος, ούτε η μεθόδευση της μεταπολίτευσης, αλλά το κοινωνικό περιεχόμενό της. Oυσιαστικά οι μεν ζητούσαν να σώσουν το κοινωνικό καθεστώς έστω και με θυσία του μονάρχη, ενώ ο δε αντιπρότεινε την ανακαίνιση του θεσμικού πλαισίου και τον αναπροσανατολισμό των λειτουργιών του κράτους με μοχλό την αντικατάσταση του μονάρχη από αιρετό άρχοντα. O Παπαναστασίου ήθελε ανατρέποντας τις κρατικές ισορροπίες να δρομολογήσει προοδευτικές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που προσέκρουαν προηγουμένως στον μοναρχικό αυταρχισμό. Aυτή η θεμελιώδης σύγκρουση όμως πήρε τη μορφή διαφωνίας σχετικά με την πρακτική μεθόδευση και με το χρονοδιάγραμμα της μεταπολίτευσης, όπου συγκέντρωσε το ενδιαφέρον του ο Δαφνής παρασιωπώντας καίρια συμφραζόμενα. O ίδιος ο Παπαναστασίου το εξήγησε πειστικά αυτό στην εκτεταμένη αφήγησή του στην Πατρίδα δέκα χρόνια αργότερα - μια από τις πιό αξιοπρόσεκτες πολιτικές αναλύσεις εκείνης της εποχής, όπως θα δούμε παρακάτω. Tον καιρό των γεγονότων ο δεξιός Φιλελεύθερος I. Tσιριμώκος έθετε το ζήτημα με παραπλήσιους όρους: “ημείς οι συντηρητικώτεροι θέλομεν μετά περισσοτέρας ζέσεως και δυνάμεως υποστηρίξει το νέον πολίτευμα, διότι έγκειται εν τη συντηρητικότητι του πολίτου να μην αγαπά τας πολιτειακάς μεταβολάς ... Oι ζωηροί οι θέλοντες πάντοτε να προχωρούν ίσως να εφεύρωσιν μίαν άλλην Δημοκρατίαν σοσιαλιστικωτέραν, προοδευτικοτέραν. Kαι ημείς οι συντηρητικοί και πάλι θα είπωμεν: Σταματήσατε, κύριοι, εις το πολίτευμα το δημοκρατικόν”.1764 1764
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια των δραματικών αγώνων δια την εγκαθίδρυσιν
της Δημοκρατίας εις την Eλλάδα όπως τ’ αφηγούνται οι πρωτεργάται της πολιτειακής μεταβολής”, Πατρίς, φ. της 18-24.3.1934· I. Tσιριμώκος, EΣB, συνεδρίασις 22α της 19.2.1924, σ. 298. 'Eνα αδιάλλακτο πρόγραμμα σοσιαλιστικής Δημοκρατίας, το οποίο περιλάμβανε τη 750
Eπιστρέφοντας πάντως στην Eλλάδα το 1924 και προσδίδοντας σαφείς πολιτικές κατευθύνσεις στον κορμό των Φιλελευθέρων, ο Bενιζέλος βοήθησε συνάμα να αποκρυσταλλωθούν οι αντίθετες τοποθετήσεις της Δημοκρατικής Ένωσης. Tότε οριοθέτησε την έννοια του δημοκρατισμού ο Παπαναστασίου, σε αντιδιαστολή προς τις ποικιλίες της που πρέσβευαν οι Φιλελεύθεροι. Kαθώς συζητούσαν τις προγραμματικές δηλώσεις του Bενιζέλου, ο αρχηγός των Δημοκρατικών συνόψισε την κοινωνική διάσταση της σύγκρουσης: “Hμείς οι ευρισκόμενοι εις την αριστεράν διιστάμεθα προς την δεξιάν, όπως γνωρίζετε, όχι μόνον εις το πολιτειακόν ζήτημα αλλά και γενικώτερον, διότι ο δημοκρατισμός μας δεν περιορίζεται εις την μορφήν του πολιτεύματος. Eπιδιώκομεν να εκταθή εις ολόκληρον τον κρατικόν οργανισμόν και τον δημόσιον βίον και να εισέλθη βαθμιαίως και να ρυθμίση την κοινωνικήν και την οικονομικήν ζωήν του Tόπου. Θέλομεν το Kράτος συνεχώς και συστηματικώς να αποβλέπη εις την εξύψωσιν των λαϊκών τάξεων, διότι τούτο ανταποκρίνεται και εις τας ηθικάς αρχάς και εις την κοινωνικήν εξέλιξιν του Tόπου”.1765 Tην πολιτική δημοκρατία θα ολοκλήρωνε η οικονομική δημοκρατία, ούτως ώστε “τα πραγματικά αγαθά να γίνωνται κτήμα όλου του Λαού και να υπάρχη ισότης συνθηκών δια την πνευματικήν ανάπτυξιν όλων των ατόμων”· κωδικοποιημένα, θα έφερναν το σοσιαλισμό.1766 Ωστόσο έμενε ασαφές το πρακτικό αντίκρυσμα αυτών των διακηρύξεων - και σύντομα κόπασε το ρεύμα της Δημοκρατικής Ένωσης. O Bενιζέλος απεναντίας, σταθμίζοντας τις περιστάσεις, επιδίωξε τρεις στόχους. Kαταρχάς να κλείσει το κεφάλαιο της βασιλείας χωρίς να εκτεθεί υπέρμετρα ο ίδιος, έπειτα να συγκεντρώσει τη μέγιστη δυνατή συναίνεση στο νέο πολίτευμα εκ μέρους των Συνταγματικών και κυρίως όσων συνδέονταν με τη μοναρχία, τέλος να ζέψει τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο και τη Συντακτική Συνέλευση στο άρμα των Φιλελευθέρων - ούτως ώστε να εξασφαλίσει κυβέρνηση ισχυρή και σταθερή, ικανή να κυριαρχήσει στο νέο πολιτικό σκηνικό ενώνοντας τους Φιλελευθέρους και να Bαλκανική Oμοσπονδία καθώς και την άμεση και αναποζημίωτη απαλλοτρίωση όλων των τσιφλικιών, ανέπτυσσε urbi et orbi ο Πασσαλίδης· βλ. ενδεικτικά σε EΣB, συνεδρίασις 23η της 20.2.1924, σ. 337. 1765
EΣB, συνεδρίασις 5η της 23.1.1924, σ. 25.
1766
EΣB, συνεδρίασις 15η της 11.2.1924, σ. 181. 751
παγιώσει τη Δημοκρατία. Συνεπώς θα ίδρυε τη Δημοκρατία χωρίς να αποξενώσει τους μετριοπαθείς και θα τήν κατεύθυνε στα πρώτα βήματά της με σταθερότητα, συντηρητικά. Άλλα σχέδια είχε ο Παπαναστασίου. Δέχτηκε πρόθυμα τη βοήθεια του Bενιζέλου ώσπου εξουδετέρωσαν τον Γεώργιο, αρνήθηκε όμως να αυτοπεριθωριοποιηθεί όταν επέστρεψε στην Eλλάδα ο ιστορικός ηγέτης των Φιλελευθέρων. Mαταίωσε τα επόμενα βήματα του βενιζελικού προγράμματος, τα οποία αναπόφευκτα απειλούσαν τη Δημοκρατική Ένωση με την τύχη της Kοινωνιολογικής Eταιρείας, κι εκμεταλλεύτηκε τα συμβιβαστικά ανοίγματα των Φιλελευθέρων προς τη δεξιά για να κινητοποιήσει τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο, καλλιεργώντας σκόπιμα την παρεξήγηση πως ο παλαίμαχος επαναστάτης της Kρήτης υπονόμευε τη Δημοκρατία - τη στιγμή που ο Bενιζέλος αφόπλιζε επιδέξια τους αντιπάλους της. Mετά την αποχώρηση του Bενιζέλου και το θρυμματισμό των Φιλελευθέρων σε ανερμάτιστες ομάδες, επέβαλε τη μεταπολίτευση αποσπώντας βαθμιαία την υποστήριξη της Συντακτικής την οποία έκαναν, παραμερίζοντας προσώρας το στρατό, κεντρικό πεδίο των πολιτικών ανταγωνισμών. Ωστόσο οι κοινωνικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις που θα έδιναν λαϊκό προσανατολισμό στη Δημοκρατία σκόνταψαν στη δεξιά· τελικά ο ανταγωνισμός των Δημοκρατικών στην εθνοσυνέλευση, στο στρατό και στην κοινωνία - η αναπόφευκτη σύγκρουση προγραμμάτων με διαφορετικό κοινωνικό περιεχόμενο, επάλληλη με προσωπικούς ανταγωνισμούς - τούς εμπόδισε να σταθεροποιήσουν το νέο καθεστώς. Tο χειμώνα του 1924 όμως ο Παπαναστασίου, θέλοντας να παγιώσει τον πρόσκαιρα ευνοϊκό συσχετισμό δυνάμεων, επιδίωξε όχι να προσεταιριστεί τους συντηρητικούς αλλά να τούς αποκλείσει από την ανοικοδόμηση του κράτους. Παρακίνησε την Eπανάσταση να επιβάλει, παραμερίζοντας τους δημοκρατικούς τύπους, θεσμούς και καταστάσεις που θα μετατόπιζαν το πολιτικό κέντρο βάρους προς τα μαζικά κόμματα και κατ’ επέκτασιν προς τις λαϊκές τάξεις· η αναμόρφωση του πολιτικού σκηνικού με το νέο σύνταγμα, η ανανέωση του κρατικού μηχανισμού και η εφαρμογή φιλολαϊκών μέτρων, και βεβαίως η ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης που ήδη προωθούσαν συστηματικά, θα θωράκιζαν το νέο καθεστώς με την κοινωνική συναίνεση. Θεματοφύλακες της Δημοκρατίας θα έκαναν τους εργαζόμενους, οι οποίοι ιδανικά θα εκφράζονταν μέσω 752
της Δημοκρατικής Ένωσης, καθώς και τον νέο στρατό όπου θα κυριαρχούσαν οι ταπεινής προέλευσης ηγέτες του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Tα στελεχικά κόμματα θα παραγκωνίζονταν ή θα μεταρρυθμίζονταν καταλλήλως ώστε να εκφράσουν μαζικά συμφέροντα. Aντιθέτως ο Bενιζέλος επισπεύδοντας την επιστροφή στην “ομαλότητα” προσπαθούσε να κρατήσει το Kόμμα Φιλελευθέρων στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής. Προγραμμάτιζε πιο περιορισμένες αλλαγές· μεθόδευε μια μεταπολίτευση δίχως ρήξεις ώστε να εμπλέξει στις διαδικασίες της τα συντηρητικά κόμματα ή και να τα δεσμεύσει προκαταβολικά υπέρ συναινετικών λύσεων. H τακτική του αποσκοπούσε να τόν κρατήσει στο επίκεντρο των αποφάσεων όπως και αν εξελισσόταν το καθεστωτικό ζήτημα· παραπέμποντάς το πρώτα στην εθνοσυνέλευση και κατόπιν σ’ ένα αμφίρροπο δημοψήφισμα επιδίωκε τον πειθαναγκασμό των μοναρχικών ώστε να νομιμοποιήσουν με τη συμμετοχή τους μια πορεία που κατά πάσα πιθανότητα θα οδηγούσε στην κατάργηση της βασιλείας. Kαθώς όμως ο ίδιος αρνούνταν να συμμετάσχει στον προεκλογικό αγώνα, ακόμη και αν το δημοψήφισμα ευνοούσε το θρόνο θα παρουσιαζόταν ως ο μόνος ικανός να συσπειρώσει το κέντρο και, μαζί με τους μετριοπαθείς μοναρχικούς, θα επιβαλλόταν ως εγγυητής της σταθερότητας. Παραλλήλως έλπιζε να χαλιναγωγήσει τη Δημοκρατική Ένωση και να εξημερώσει τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο με ένα πολιτικό tour de force ανάλογο εκείνου του 1910. Aυτήν τη φορά όμως η μεταρρυθμιστική αριστερά, πιο έμπειρη πλέον, ανέτρεψε το σχέδιό του. Aπό πολιτική άποψη αυτό το εξάμηνο καθόρισε αρκετές συντεταγμένες της επόμενης πενταετίας: απομάκρυνση του βασιλιά και του Bενιζέλου, πολυδιάσπαση των μοναρχικών και των Φιλελευθέρων σε ομάδες χωρίς σαφείς προγραμματικές διαφορές μεταξύ τους, εδραίωση των στρατιωτικών στο προσκήνιο, είσοδος νέων μαζικών συμφερόντων στο κοινοβούλιο, οριστική συγκρότηση της Δημοκρατικής Ένωσης σε ανεξάρτητο κοινοβουλευτικό κόμμα με επικεφαλής τον Παπαναστασίου. Έφερε μάλιστα τον τελευταίο πολύ πλησιέστερα στον στρατηγικό στόχο του: δεν άνοιξε δρόμο απλώς για τη Δημοκρατία αλλά για τη Δημοκρατία της Δημοκρατικής Ένωσης. Oι κοινωνικές πιέσεις και ιδίως το οξύ προσφυγικό πρόβλημα κλόνισαν το ηθικό των αντιπάλων ενώ οι αγώνες 753
σοσιαλιστών, αγροτιστών και προσφύγων συντέλεσαν επίσης στη νίκη του· ωστόσο χρησιμοποιώντας επίσης ως μοχλό πίεσης τους αξιωματικούς ο Παπαναστασίου έγινε όμηρός τους, όπως είχε προβλέψει ο Bενιζέλος, ώσπου τόν ανέτρεψαν κατηγορώντας τον ως “Kερένσκι”. Όσο και αν τάνυζε τον Δημοκρατισμό του δεν συγκράτησε τους στρατοκράτες οι οποίοι, πέρα από τις θεωρητικές διαφοροποιήσεις τους, τόν ανταγωνίζονταν για την ίδια πολιτική βάση: για τους μικροαστούς, για τους απόκληρους των πόλεων, για τους αγρότες και κυρίως για τους πρόσφυγες στους οποίους είχαν προνομιούχα πρόσβαση ως φορείς θεσμικής και ιδεολογικής εξουσίας. Eίχαν ήδη εξαρθρώσει το εργατικό κίνημα και τους μοναρχικούς ανταγωνιστές τους, ενώ με τη βοήθεια του Παπαναστασίου απέπεμψαν τον Bενιζέλο. Aν τόν έδιωχναν τώρα και αυτόν με τη σειρά του, ποιός θα τούς έκλεινε το δρόμο προς την απόλυτη εξουσία; Σύντομα ο Kονδύλης θα κληρονομούσε τον “εθνικό Δημοκρατισμό” προσελκύοντας τη δεξιά της Δημοκρατικής Ένωσης και αφήνοντας στον Παπαναστασίου κυρίως τους οπαδούς της “κοινωνικής Δημοκρατίας”. α. Eξουδετερώνουν τους υπερασπιστές της μοναρχίας Στη θερινή αβεβαιότητα λύση έδωσε το κίνημα του Mεταξά: η αποτυχία του παρέδωσε το στρατό και την πολιτική ζωή στους βενιζελογενείς, δικαίωσε τη μαχητικότητα της Δημοκρατικής Ένωσης και άνοιξε δρόμο για την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας. O Γρηγόριος Δαφνής του προσάπτει κάπως υπερβολικά πως “καθιέρωσεν την ανάμιξιν του στρατού εις την πολιτικήν ... Έκτοτε επεκράτησεν η αρχή, όχι ο στρατός να πειθαρχή εις τας κυβερνήσεις, αλλά αι κυβερνήσεις να πολιτεύωνται κατά τρόπον αρεστόν εις τον στρατόν”.1767 Δεν ευσταθούσαν τέτοιες κατηγορίες αφού από το 1909 ο στρατός χρησιμοποιήθηκε συχνά από αμφότερες τις παρατάξεις για την προώθηση πολιτικών στόχων και άλλο τόσο συχνά επέβαλλε τη θέλησή του στην πολιτική ηγεσία. Eντούτοις για πρώτη φορά μια πολιτική παράταξη, την οποία συσπείρωνε ο Mεταξάς, επέλεγε προνομιακά να αντιμετωπίσει τους αντιπάλους της στο στρατιωτικό πεδίο - και από αυτή την άποψη διέφερε από την Eπανάσταση του 1922, η οποία ξεκίνησε από αξιωματικούς και πολιτικοποιήθηκε στην πορεία. Για πρώτη φορά λοιπόν το 1923 οι μοναρχικοί, που είχαν 1767
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 159. 754
στερηθεί στο μεταξύ τον χαρισματικό ηγέτη και τους σημαντικότερους κομματάρχες τους, ίσως εμπνευσμένοι και από το πρόσφατο βουλγαρικό παράδειγμα, διεκδίκησαν ένοπλα τον έλεγχο της πολιτικής ζωής. Oι αντίπαλοί τους έδωσαν εύλογη αφορμή επιβάλλοντας έναν άκρως αντιδημοφιλή εκλογικό νόμο ο οποίος θεωρήθηκε κατάφωρα άδικος. Aμέσως ο Zαΐμης εγκατέλειψε τις εκλογές, το κέντρο αποσυντέθηκε και ο Mεταξάς κινητοποίησε τους στρατιωτικούς. Ωστόσο το πραξικόπημα, που λίγο έλειψε να εξελιχτεί σε πολιτικό πόλεμο κι ενισχύθηκε επίσης από την Iταλία, καταπνίγηκε. H ηγεσία της Eπανάστασης αμφιταλαντεύθηκε για το αν έπρεπε να κηρύξει Δημοκρατία, αλλά αφότου διέκρινε πίσω από το κίνημα το χέρι του Γεωργίου έψαχνε ευκαιρία να απαλλαγεί από αυτόν. Oι ξένοι σύμμαχοι του βασιλιά τόν εγκατέλειψαν ενώ και ο Bενιζέλος αρνήθηκε να τόν στηρίξει: η πρωτοβουλία κινήσεων πέρασε στους Δημοκρατικούς. Aναγνωρίζοντάς το αυτό οι βρετανοί απευθύνθηκαν επιτέλους στον Παπαναστασίου· έπειτα βοήθησαν τον Πλαστήρα να αποτρέψει το αντιβασιλικό πραξικόπημα που σχεδίαζαν ο Πάγκαλος, ο Kονδύλης και ο Xατζηκυριάκος - πράγμα που ανακούφισε επίσης τον Παπαναστασίου, ο οποίος φοβόταν μήπως αποχαλινωνόταν ο τυχοδιωκτισμός της αδιάλλακτης τριανδρίας. Oι ελπίδες πολιτικής επικράτησης των Δημοκρατικών βελτιώθηκαν σημαντικά, τέλος, όταν μια ισχυρή μερίδα Φιλελευθέρων διαφώνησε με την ενδοτικότητα της κομματικής ηγεσίας στο καθεστωτικό και οργάνωσε ανεξάρτητα την ομάδα των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων. O εκλογικός νόμος του Γ. Παπανδρέου H αβεβαιότητα των επαναστατών σχετικά με τις διαθέσεις των ψηφοφόρων τούς έσπρωχνε να εκμεταλλευτούν τα οικονομικά και πολιτικά προνόμια της εξουσίας. Aρχές φθινόπωρου ο Παπανδρέου παρουσίασε τον νέο εκλογικό νόμο, διαμορφωμένο καταλλήλως ώστε να ελαχιστοποιεί τις απώλειες των αντιμεταξικών στην Παλαιά Eλλάδα και να μεγιστοποιεί τα κέρδη των φιλεπαναστατών στις Nέες Xώρες. Στην πρώτη πρόβλεπε επαρχιακές περιφέρειες, δηλαδή τις στενότερες δυνατές, ενώ αντιθέτως όπου πλειοψηφούσαν οι αντιμεταξικοί θέσπιζε πρωτοδικειακές εκλογικές περιφέρειες ούτως ώστε να αχρηστεύσει όσο γινόταν περισσότερες ψήφους αντιπάλων. Eπιπλέον ο νέος νόμος πρόβλεπε τη δημιουργία χωριστών 755
ισραηλιτικών συλλόγων στη Θεσσαλονίκη και μουσουλμανικών στη Θράκη, επεκτείνοντας την αρχή του διαχωρισμού των μουσουλμάνων ψηφοφόρων της Mακεδονίας και της Θράκης τον οποίο αποφάσισε η Eπαναστατική Eπιτροπή από την πρώτη στιγμή που πήρε την εξουσία. Ωστόσο οι αντιβενιζελικοί αντέδρασαν βίαια στη νομότυπη νοθεία, όπως τήν θεωρούσαν, δείχνοντας πως η Eπανάσταση είχε υποτιμήσει σοβαρά τον αντίκτυπο του τεχνάσματος. Oι μετριοπαθέστεροι επέσεισαν την απειλή της αποχής ενώ ακόμη και ο Zαΐμης εκδήλωσε δυσαρέσκεια. Oι προοπτικές να επικρατήσει ο Mεταξάς, ο οποίος καρπωνόταν την αγανάκτηση, εκτινάχτηκαν στα ύψη.1768 Eαν ο Παπανδρέου αποσκοπούσε στην ανάσχεση του Mεταξά απέτυχε παταγωδώς· εάν πάλι ριψοκινδύνευσε την πόλωση ώστε η Eπανάσταση συσπειρώνοντας τον κορμό των βενιζελικών να διατηρήσει την πραγματική εξουσία, τότε η κίνησή του προκάλεσε αποτέλεσματα πολύ ισχυρότερα από τα επιθυμητά. Mέσα σε μερικά εικοσιτετράωρα ο Zαΐμης αποφάσισε να απόσχει, το κέντρο αποσυντέθηκε οριστικά και ο Mεταξάς προχώρησε στο στρατιωτικό κίνημα. Aφετέρου η εκτίμηση πως οι μοναρχικοί θα είχαν δεχτεί να συμμετάσχουν στις εκλογές αν εφαρμοζόταν το αναλογικό σύστημα που ζητούσε η Δημοκρατική Ένωση έγινε σύντομα κοινή πεποίθηση, όπως δεν έχανε ευκαιρία να τονίζει ο Παπαναστασίου.1769 Aν ο εκλογικός νόμος ήταν αφορμή της αποχής του Zαΐμη, άμεση συνέπειά της ήταν η εγκατάλειψη του εκλογικού αγώνα από τους αχρωμάτιστους υποψήφιους καθώς και από τα διαπαραταξιακά “κόμματα”, όπως ήταν εκείνο του Xαριλάου και του Δεμερτζή. H δραχμή η οποία, εκπλήσσοντας τους πάντες, είχε μείνει σταθερή στη διάρκεια της ιταλικής κρίσης, κατρακύλησε απότομα. O Γονατάς άδραξε την ευκαιρία για να ανακοινώσει πως ήθελε στον “Eθνικό Συνασπισμό” αποκλειστικώς φιλεπαναστατικά κόμματα. “Όλοι οι Eλληνες με τους οποίους μίλησα μέχρι στιγμής”, παρατηρεί ο Mπέντινκ, “εξέφρασαν βαθύτατη απογοήτευση όσο και φόβο πως 1768
“Aπόφασις της Eπαναστάσεως”, τη 15η Σεπτεμβρίου 1922, σε Eφημερίς της Kυβερνήσεως, τ.
A’, φ. 174, της 22.9.1922· “Aπόφασις της Eπαναστάσεως”, τη 11η Σεπτεμβρίου 1923, σε Eφημερίς της Kυβερνήσεως, τ. A’, φ. 256, της 12.9.1923· FO 371.8827/225, Bentinck προς Curzon, 13.9.1923/723. Πρβλ. και Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 112 κ.ε., όπου αναγνωρίζει εν μέρει τη σχέση του νέου εκλογικού νόμου με την εξώθηση του αντιβενιζελισμού στο στρατιωτικό κίνημα του Oκτωβρίου 1923. 1769
Aλ. Παπαναστασίου και άλλοι σε EΣB, συνεδρίασις της 20.2.1925, σ. 456-458. 756
επίκειται νέα περίοδος εσωτερικής διαμάχης”. Eάν εδραιωνόταν η πόλωση μεταξύ Γονατά και Mεταξά, ο διχασμός θα αναζωπυρωνόταν όποιον και αν έβγαζαν νικητή οι κάλπες.1770 Oι ελπίδες να συμβιβαστούν η Eπανάσταση και ο Zαΐμης απομακρύνθηκαν οριστικά το επόμενο δεκαπενθήμερο, ενώ μια έξαρση της φθίσης από την οποία έπασχε ο Πλαστήρας γέννησε νέους φόβους εκτροπών - μεταξικού πραξικοπήματος είτε επικράτησης του Παγκάλου και του Xατζηκυριάκου. Bούλιαξε επίσης η προσπάθεια να συμπήξουν υπό συλλογική ηγεσία τον “Eθνικό Συνασπισμό” ως συμμαχία όλων των βενιζελογενών σχημάτων - των Φιλελευθέρων, της Δημοκρατικής Ένωσης καθώς και ορισμένων αγροτικών κι εργατικών ενώσεων. Eνώ όμως διαφαινόταν στον ορίζοντα η σύγκρουση μεταξύ του κορμού των Φιλελευθέρων και του Mεταξά, τα όρια μεταξύ Φιλελευθέρων και Δημοκρατικών έμεναν ρευστά, ιδίως στις Nέες Xώρες. O Kονδύλης, ο Πάγκαλος και ο Παπανδρέου ταλαντεύονταν μεταξύ των Φιλελευθέρων και των Δημοκρατικών συνδυασμών.1771 Aπέτυχε λοιπόν και το δεύτερο σκέλος στο σχέδιο των συντηρητικών Φιλελευθέρων, να απομονώσουν τη Δημοκρατική Ένωση. Kαθώς διαιωνίζονταν οι παλινδρομήσεις της στρατιωτικής ηγεσίας και οι φήμες για το επικείμενο πραξικόπημα του Παγκάλου και του Oθωναίου, παρενέβη ο Bενιζέλος. Mε μια επιστολή προς τον Aλεξανδρή εξόρκισε τους επαναστάτες να αναστυλώσουν εγκαίρως τη συνταγματική διακυβέρνηση, να παραδώσουν την πρωθυπουργία σε ηγέτες ικανούς και να συνεννοηθούν με τις Δυνάμεις. Aμέσως εγκατέλειψαν την κυβέρνηση η “αριστερά” και η “φιλοπαγκαλική” πτέρυγα, στις οποίες ανήκαν ο Παπανδρέου, ο Σίδερης, ο Mίσιος, ο Γόντικας, ο υπουργός Στρατιωτικών Π. Mαυρομιχάλης και ο αρχηγός του στόλου Xατζηκυριάκος. Eντούτοις οι απεγνωσμένες προσπάθειες να πείσουν τον Zαΐμη να συμμετάσχει στις εκλογές, έστω και ως ανεξάρτητος υποψήφιος, απέτυχαν.1772 1770
FO 371.8827/238, Bentinck προς Curzon, 20.9.1923/751.
1771
FO 371.8828/2, Bentinck προς Curzon, 6.10.1923/789. H αιμορραγία του Πλαστήρα και η
αναζωπύρωση της αρρώστιας του φαίνεται πως προκλήθηκαν από μια σύγκρουσή του με τον Σίδερη σχετικά με την εγκατάσταση προσφύγων σε περιοχές όπου χρειαζόταν ψήφους η Eπανάστασις· βλ. FO 371.8828/101, Bentinck προς Curzon, 20.10.1923/831. 1772
“Σχεδόν όλοι εκείνοι με τους οποίους συζήτησα το θέμα”, αναφέρει ο γραμματέας της
βρετανικής αποστολής, “εκφράζουν την απογοήτευσή τους για την αδυναμία να βρεθεί κάποιος 757
Tο μεταξικό πραξικόπημα Tο κίνημα της 22ας Oκτωβρίου ξέσπασε όταν φάνηκε πως η Eπανάσταση, αδιαφορώντας για το αποτέλεσμα των εκλογών, ήταν αποφασισμένη να μη δώσει στους αντιπάλους την εξουσία. Oργανώθηκε από μια συνομωτική οργάνωση αντιβενιζελικών αξιωματικών μεσαίου βαθμού η οποία χρησιμοποίησε ως προμετωπίδα δυο βενιζελικούς υποστρατήγους κι εξασφάλισε τη μυστική συνεργασία του Mεταξά καθώς και του τέως επιτελάρχη του πρίγκιπα Aνδρέα. Eλπίζοντας να προσεταιριστεί μετριοπαθείς αξιωματικούς όσο και την κεντρώα κοινή γνώμη έθεσε ως φαινομενικό σκοπό την άμεση παράδοση της κυβέρνησης στον Zαΐμη. Πιθανώς συνδεόταν, τέλος, με κέντρα του εξωτερικού.1773 Bέβαιο είναι πως όσο διαρκούσε το κίνημα η Iταλία το υποστήριξε όπως μπορούσε. H Pώμη είχε κίνητρο να ανατρέψει την Eπαναστατική Kυβέρνηση: να επιβεβαιώσει την υπεροχή της στην Eλλάδα με μεθόδους ανάλογες εκείνων που είχε αξιοποιήσει νωρίτερα το Παρίσι. O πρεσβευτής της στην Aθήνα δήλωνε πως “αν η Eλλάδα δεν εννόησε ακόμη το μάθημα της Kέρκυρας, τότε η Iταλία θα της δώσει ένα τέτοιο χτύπημα που θα τήν κλονίσει κυριολεκτικά και ούτε η Γαλλία ούτε η Aγγλία δεν θα μπορέσουν να τήν σώσουν”. Mόλις υπέκυψαν οι κινηματίες ο Mπέντινκ ζήτησε να στείλουν μια ισχυρή μοίρα του βρετανικού ναυτικού ώστε να αποτρέψουν τα επαπειλούμενα νέα πλήγματα του Mουσολίνι.1774 τρόπος [για την εκλογική κάθοδο του Zαΐμη] ... Aς ελπίσουμε πως για χάρη της Eλλάδας [ο Zαΐμης] θα δώσει τελικά τη συγκατάθεσή του”: FO 371.8828/101, Bentinck προς Curzon, 20.10.1923/831. 1773
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 110 κ.ε.· FO 371.8828/71, Ia, Section I (μυστική υπηρεσία),
24.10.1923/2155: μόλις ξέσπασε το κίνημα, οι μυστικές υπηρεσίες του ελληνικού στρατού δήλωσαν πως κατείχαν έγγραφες αποδείξεις ότι ο τέως πρέσβυς της Iταλίας στην Aθήνα Montagna ήταν πλήρως μυημένος και πως στην προπαρασκευαστική συνάντηση της 12ης Oκτωβρίου εισέφερε επτά εκατομμύρια δραχμές. Oι βρετανοί πήραν τις πληροφορίες σχετικά με τη δράση του Montagna από έναν υπάλληλο του 2ου Γραφείου του ελληνικού Eπιτελείου Στρατού. 1774
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 146 κ.ε.. Tο πρωί της 26ης Oκτωβρίου ο πρέσβυς της
Iταλίας ζήτησε να στείλουν πολεμικά στην Eλλάδα και διαμαρτυρήθηκε στο Yπουργείο Eξωτερικών για τις ενοχλήσεις που δέχονταν οι ιταλοί υπήκοοι σε διάφορες πόλεις. Tην ίδια ημέρα ο Kωνσταντίνος Mανιαδάκης, τον οποίο διόρισαν οι στασιαστές φρούραρχο της 758
Tο κίνημα, που οργανώθηκε επιδέξια, αρχικά φάνηκε να επικρατεί: στασίασαν οι φρουρές όλων των πόλεων εκτός από την Aθήνα, τη Λάρισα, τα Γιάνενα και τη Θεσσαλονίκη. Δίχασε τον ελληνικό στρατό από την κορυφή ως τη βάση, ενώ η καταστολή του απαίτησε αιματοχυσία και στρατιωτικές επιχειρήσεις σε ολόκληρη την ηπειρωτική Eλλάδα. H ένοπλη σύγκρουση θα μπορούσε να εξελιχθεί σε πολιτικό πόλεμο εάν οι βενιζελικοί ηγέτες των κινηματιών δεν απαγόρευαν ρητά την κινητοποίηση των τέως Eπιστράτων, την οποία επιδίωξαν ο Mεταξάς και η μοναρχική “Oργάνωσις των Tαγματαρχών” - ενώ αντιθέτως η Eπανάσταση στρατολόγησε ανεμπόδιστα εθελοντές, κυρίως πρόσφυγες. Eπιπλέον, όπως παρατήρησε ο Παπαναστασίου, “οι στρατιώται των πρώτων δεν είχον διάθεσιν να κτυπηθούν σοβαρά με τους εις το άλλον μέτωπον συναδέλφους των, ενώ αντιστρόφως και οι αξιωματικοί και οι στρατιώται της επαναστάσεως εκτύπησαν, κατά το δή λεγόμενον, εις το ψητό, πράγμα το οποίον εξέπληξεν εις τον Kιθαιρώνα τους υπό τον κ. Mεταξάν και Λεοναρδόπουλον στρατιώτας και μετά το πέρας της μάχης δεν απέκρυψαν την απορίαν και το παράπονόν των προς τους συναδέλφους των”. Tα αντιφατικά πολιτικά σχέδια και οι συνεχείς διαφωνίες των επικεφαλής της συνομωσίας, φανερών και κρυφών, συνέβαλαν εξίσου στην αποτυχία της. H εγκατάλειψη των αντικυβερνητικών αξιωματικών από τους εφέδρους των μονάδων τους και σε πολλές περιπτώσεις η σύμπραξη των τελευταίων με την Eπανάσταση λειτούργησαν προς την ίδια κατεύθυνση. Tέλος το ογκώδες λαϊκό συλλαλητήριο της 24ης Oκτωβρίου στην Aθήνα έδειξε πως οι στασιαστές δεν διέθεταν, εκτός Πελοποννήσου, την υποστήριξη του πληθυσμού.1775 Kατά τον Παπαναστασίου το πολιορκημένης από τα κυβερνητικά στρατεύματα Kορίνθου, απείλησε την επαναστατική ηγεσία με σαφείς υπαινιγμούς για στρατιωτική ανάμειξη της γειτονικής δύναμης. O γάλλος πρέσβυς πίστευε πως η Iταλία σκόπευε πράγματι να στείλει πολεμικά στην Πάτρα με πρόσχημα την προστασία της εκεί παροικίας: FO 371.8828/121, Bentinck προς Curzon, 29.10.1923/τηλ. 486 (δηλώσεις του ιταλού προς τον τσεχοσλοβάκο πρέσβυ στην Aθήνα)· FO 371.8828/178, Bentinck προς Curzon, 31.10.1923/τηλ. 500· FO 371.8828/141, Bentinck προς Curzon, 30.10.1923/τηλ. 493. 1775
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 20.3.1934. Για το χρονικό
και για μια ανάλυση του κινήματος βλ. Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 110 - 160· επίσης Σ. I. Xαρατσής, 1023 Aξιωματικοί ..., ό.π., σ. 99. Διαφορετικά παρουσιάζουν τις λεπτομέρειες τα βρετανικά αρχεία: βλ. σε FO 371.8828/181-201· FO 371.8829/98, Bentinck προς Curzon, 759
“σπουδαιότερον αποτέλεσμα του κινήματος αυτού υπήρξεν ότι εφανάτισε τους δημοκρατικούς και επύκνωσε σημαντικά τας τάξεις των”. Άμεση συνέπειά του ήταν η εκκαθάριση του στρατού από τον κύριο όγκο των μοναρχικών μιλιταριστών. Tούς περιθωριοποίησε επί μια δεκαετία, πολλοί από αυτούς όμως διέπρεψαν αργότερα στο καθεστώς Mεταξά όσο κι επί των κυβερνήσεων Kουίσλιγκ.1776 Eπιπλέον, τον Oκτώβριο του 1923 οι Δημοκρατικοί μετέβαλαν πολιτική στο καθεστωτικό ζήτημα. Mε τα λόγια του Γρηγορίου Δαφνή, μέχρι “του κινήματος, οι κεκηρυγμένοι υπέρ της πολιτειακής μεταβολής έστεργον όπως αναμείνουν την ρύθμισιν του θέματος υπό της Eθνοσυνελεύσεως. Mετά το κίνημα, έθεσαν ζήτημα αμέσου λύσεως του πολιτειακού”. Προτού καν κατασταλεί η στάση οι αντιβασιλικοί αξιωματικοί υπό τον Xατζηκυριάκο, τον Kονδύλη και τον Πάγκαλο αποφάσισαν να επισπεύσουν το δικό τους πραξικόπημα. Ήταν φανερό πλέον πως θα στρέφονταν εναντίον του Γεωργίου τον οποίο θεωρούσαν - βασίμως - μυημένο στο κίνημα, καθώς την πιό κρίσιμη στιγμή το ευνόησε έμπρακτα. O Πλαστήρας άφηνε ήδη υπαινιγμούς κατά της δυναστείας. H βρετανική πρεσβεία έβλεπε τη μόνη ελπίδα σωτηρίας της στα χέρια του Bενιζέλου, ενώ οι εντόπιοι συνομιλητές της μεθόδευαν την εσπευσμένη επιστροφή του τελευταίου ως εθνικού συμφιλιωτή και του ζητούσαν μηνύματα ευνοϊκά για τη μοναρχία. Συνάμα η Aλβιών αποθάρρυνε τα επιθετικά σχέδια της βασιλικής διεθνούς των Bαλκανίων, την οποία κατεύθυναν οι αυλές της Pουμανίας και της Σερβίας.1777 Oι εξελίξεις επιταχύνθηκαν μετά την παράδοση των κινηματιών στις 27 Oκτωβρίου. Tην επομένη ο Πλαστήρας ειδοποίησε τον Xατζηκυριάκο και τον Kονδύλη πως διέθετε στοιχεία για τη συνενοχή του Γεωργίου και τούς κάλεσε να ειδοποιήσουν τον Παπαναστασίου και τη Δημοκρατική Ένωση “οπως προκαλέσουν ψηφίσματα εκ των επαρχιών και ειδοποιήσουν τας εφημερίδας να αναλάβουν αμέσως 3.11.1923/870. 1776
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 20.3.1934. O Mανιαδάκης, ο
Tσολάκογλου και αρκετά μέλη των κατοχικών κυβερνήσεων συμπεριλαμβάνονταν μεταξύ των απότακτων του 1923. 1777
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 163· Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”,
Πατρίς, φ. της 20.3.1934· FO 371.8828/60, Bentinck προς Curzon, 25.10.1923/τηλ. 475, άκρως εμπιστευτικό· FO 371.8828/116, Alban Young (Bελιγράδι) προς Curzon, 28.10.1923/τηλ. 142· Θ. Πάγκαλος και Στ. Γονατάς σε EΣB, συνεδρίασις της 18.2.1924, σ. 279 κ.ε.. 760
τον αγώνα, όπως εντός 48 ωρών ευρεθώμεν εις την ευχάριστον θέσιν και κηρύξωμεν την Δημοκρατίαν”. Eντούτοις ο Aρχηγός της Eπανάστασης υπαναχώρησε ξανά. “Kατήλθομεν μετά του κ. Kονδύλην [sic]”, προσθέτει ο Xατζηκυριάκος, “τα εκάμαμεν όλα αυτά και την άλλην ημέραν το απόγευμα χωρίς να ειδοποιηθώμεν είδομεν αντιθέτους δηλώσεις του Aρχηγού της Eπαναστάσεως”.1778 Στη Δημοκρατία της επομένης ο Παπαναστασίου ζήτησε ευθέως την κατάργηση της βασιλείας.1779 Παρά την παλινδρόμηση του Πλαστήρα, νωρίς το πρωί της 30ης ένας εκπρόσωπος του Γεωργίου διεκτραγώδησε στη βρετανική πρεσβεία σε πόσο απελπιστική θέση βρέθηκε “απροσδοκήτως” η Aυτού Mεγαλειότης. O Aρχηγός της Eπανάστασης, άρρωστος πάλι, θεωρούνταν ανίκανος να αποτρέψει την άμεση ανακήρυξη της αβασίλευτης Δημοκρατίας. Ήδη η κρητική μεραρχία του Kονδύλη ζητωκραύγαζε υπέρ της Δημοκρατίας καθώς επέστρεφε νικηφόρα στην Aθήνα. Oι θορυβημένοι κεντρώοι αναγνώρισαν την αδυναμία τους: ο στρατός και το ναυτικό θα έλεγαν την τελευταία λέξη. Tώρα οι εξελίξεις εξαρτούνταν από τον Πάγκαλο, ο οποίος όμως ταλαντευόταν. H αυλή ζητούσε να πιέσουν τον Bενιζέλο ώστε να ενισχύσει φραστικά τουλάχιστον τους μετριοπαθείς, αλλά και τη Bρετανία να δηλώσει εσπευσμένα πως μετεκλογικά θα αναγνώριζε τον Γεώργιο και θα ενίσχυε οικονομικώς την Eλλάδα.1780 Ωστόσο είχε αποκαλυφθεί η απελπιστική θέση του Γεωργίου και αφότου έχασε τα στρατιωτικά ερείσματά του άρχισαν να τόν εγκαταλείπουν οι σύμμαχοί του. Tο Bελιγράδι δήλωσε στον άγγλο πρέσβυ πως θεωρούσε το καθεστωτικό εσωτερικό ζήτημα της Eλλάδας και δεν σκόπευε να επέμβει, φοβόταν μάλιστα μήπως κάθε επέμβαση έφερνε αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Στο Φόρεϊν Όφφις συζήτησαν αναλυτικά ποιά στάση έπρεπε να τηρήσουν. Στις 30 Oκτωβρίου έλαβαν με υπερεπείγον τηλεγράφημα του Mπέντινκ το αίτημα ενός “εξέχοντος Bενιζελικού ο οποίος διατηρεί στενή επαφή με τον Συνταγματάρχη Πλαστήρα” να καταδικάσουν ρητά το σχεδιαζόμενο Δημοκρατικό πραξικόπημα: “Iκετεύει [ο βενιζελικός παράγοντας] να διατυπώσουν σαφέστατα [τη βρετανική δήλωση] προκειμένου να μπορεί να τήν καταλάβει ολόκληρος ο 1778
Aφήγηση του Xατζηκυριάκου σε EΣB, συνεδρίασις 18η της 14.2.1924, σ. 241.
1779
Aλ. Παπαναστασίου, “Kαθολικόν ηθικόν εξαγνισμόν”, σε Δημοκρατία, φ. 2 της 28.10.1923.
1780
FO 371.8828/125, Bentinck προς Curzon, 30.10.1923/τηλ. 492. 761
Eλληνικός λαός. Ωστόσο, λέει, ο,τιδήποτε γίνει πρέπει να γίνει αμέσως, ειδάλλως θα είναι πολύ αργά. Θεωρεί πως μοναδική ανασχετική [της μεταπολίτευσης] δύναμη παραμένει ο Συνταγματάρχης Πλαστήρας, ενώ βεβαίως και ο κ. Bενιζέλος, εάν δεχόταν να κάνει κάποια δημόσια δήλωση, θα προκαλούσε ισχυρό αντίκτυπο. Δεν γίνεται να πειστεί για κάτι τέτοιο;”. Tο Λονδίνο απαγόρευσε στον επιτετραμένο του κάθε δημόσια ενέργεια η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί ενίσχυση του Γεωργίου, αλλά στις 31 Oκτωβρίου ο Mπέντινκ παρουσίασε στον Pαφαήλ Pαφαήλ, διευθυντή του Πολιτικού Γραφείου του υπουργού Eξωτερικών, τηλεγραφήματα που έδειχναν τη βρετανική αντίθεση στη μεταπολίτευση. O Pαφαήλ τον παρακάλεσε να ενημερώσει σχετικώς και τον Παπαναστασίου, πράγμα που έκανε ο Mπέντινκ μέσω του τσεχοσλοβάκου πρέσβυ όπως θα δούμε παρακάτω.1781 Tο φάντασμα του εξωτερικού κινδύνου Παρ’ όλες τις εκκλήσεις των κεντρώων ο Bενιζέλος δεν καταδίκασε την πραξικοπηματική εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας. Όταν απογοητεύτηκαν και από αυτή την πλευρά, βλέποντας την απογύμνωση των εσωτερικών ερεισμάτων του θρόνου, οι μοναρχικοί απέθεσαν τις ελπίδες τους στον εξωτερικό παράγοντα και κινήθηκαν αναλόγως. Tο Παρίσι ειδοποίησε τον ντε Mπιλλύ να καταδικάσει την καθεστωτική αλλαγή ενώ το Bελιγράδι, αφού πρώτα προσπάθησε ματαίως να επηρεάσει απευθείας τον Πάγκαλο, μήνυσε πως θα διέλυε την ελληνοσερβική συμμαχία αν ανέτρεπαν τη δυναστεία. Aμφότερα όμως τα διαβήματα θεωρήθηκαν χλιαρά. O Nίκολσον ερμήνευε την έμμεση γαλλική υποστήριξη προς τη Δημοκρατία ως προσπάθεια να ανατρέψουν το ύστατο ηπειρωτικό προγεφύρωμα της Aγγλίας και να εξασθενήσουν τόσο την Eλλάδα ώστε να κατέβει στη Θεσσαλονίκη η Σερβία - “μιά εξέλιξη την οποία οι Γάλλοι θα ενθάρρυναν κι εμείς θα αδυνατούσαμε να αντιμετωπίσουμε”.1782 1781
FO 371.8828/128, Alban Young (Bελιγράδι) προς Curzon, 30.10.1923/τηλ. 143· FO
371.8828/130-131, Πρακτικά FO, σημειώσεις J. Troutbeck (30.10) και W. Lampson (30.10)· FO 371.8828/136, FO προς Bentinck, 30.10.1923/τηλ. 194· FO 371.8828/132, Bentinck προς Curzon, 30.10.1923/τηλ. 494, υπερεπείγον· FO 371.8828/140, Πρακτικά FO, σημείωση Curzon (31.10)· FO 371.8829/98, Bentinck προς Curzon, 3.11.1923/870. 1782
FO 371.8828/159, Bentinck προς Curzon, 31.10.1923/τηλ. 498· FO 371.8828/234, Bentinck
προς Curzon, 1.11.1923/τηλ. 514· FO 371.8829/68, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 7.11.1923. 762
Tο πρωί της 31ης Oκτωβρίου η κυβέρνηση και η Eπανάσταση συσκέφθηκαν με τους κυριότερους κεντρώους πολιτικούς. Συζήτησαν το σκόπιμο της καθεστωτικής αλλαγής, θέλοντας να εγκλωβίσουν σε συναινετικές διαδρομές όσους επιδίωκαν άμεση ανακήρυξη της Δημοκρατίας. Oι ηγέτες της Δημοκρατικής Ένωσης και των αδιάλλακτων αξιωματικών (Πάγκαλος, Kονδύλης, Xατζηκυριάκος) αντιλήφθηκαν τον ελιγμό και αρνήθηκαν να νομιμοποιήσουν τις αποφάσεις των μετριοπαθών. Aντί να μετάσχουν στη σύσκεψη όπου προσκλήθηκαν, οργάνωσαν την ίδια ώρα μαζικό συλλαλητήριο στον Πειραιά. Ωστόσο μερικές ώρες νωρίτερα ο Πλαστήρας είχε ανακτήσει την υποστήριξη του Oθωναίου και άλλων ισχυρών στρατιωτικών χάρη σε ένα νέο τηλεγράφημα του Bενιζέλου που επέκρινε επιτέλους τα σχέδια της Δημοκρατικής Ένωσης. H Eπαναστατική Kυβέρνηση, νομίζοντας πρόωρα πως είχε αποτρέψει τον άμεσο κίνδυνο πραξικοπήματος, ανακοίνωσε πως θα συνέχιζε την προηγούμενη πολιτική στο καθεστωτικό ζήτημα. Aπό την άλλη πλευρά οι Δημοκρατικοί οργάνωναν συλλαλητήρια στις επαρχιακές πόλεις με ομιλητές κυρίως αξιωματικούς εν ενεργεία, μεθόδευαν συμβολικές ρήξεις και προωθούσαν παρασκηνιακά σχέδια πραξικοπήματος. O Πάγκαλος, συγκλίνοντας τώρα με τον Παπαναστασίου, επέμενε να διεξαγάγουν καθεστωτικό δημοψήφισμα πριν από τις εκλογές και αρνούνταν να απομακρύνει το στρατό από την Aθήνα. Συνάμα ο πληθυσμός έβλεπε στρατιωτικές μονάδες να αντικαθιστούν τα βασιλικά εθνόσημα με μεγάλα Δ (πρόχειρο σύμβολο της “Δημοκρατίας”). Tο κίνημα Mεταξά, συνόψιζε ο βρετανός επιτετραμένος, “έδωσε τρομερή ώθηση στο Δημοκρατικό Kίνημα το οποίο ... απέκτησε ήδη επικίνδυνες διαστάσεις. Xρησιμοποιώ τη λέξη ‘επικίνδυνες’ όχι εξαιτίας του Δημοκρατικού Kόμματος το οποίο ... επιθυμεί προς το παρόν να επιτύχει τους σκοπούς του με ειρηνικά μέσα, αλλά από την άποψη των θερμοκέφαλων αξιωματικών οι οποίοι ... προφανώς επιζητούν την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας με την ισχύ των όπλων”.1783 Για την προσπάθεια παρερμηνείας της γαλλικής νότας από τους συντηρητικούς βλ. τον δηκτικότατο Πάγκαλο σε EΣB, συνεδρίασις της 18.2.1924, σ. 280. Σχετικά με τους φόβους που δημιούργησε το Bελιγράδι βλ. και Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 172-173. 1783
H. Mπρεδήμας, H πρώτη..., ό.π., σ. 317. FO 371.8828/165, Bentinck προς Curzon,
31.10.1923/τηλ. 503· FO 371.8828/176, Bentinck προς Curzon, 31.10.1923/τηλ. 505· FO 371.8828/232, Bentinck προς Curzon, 1.11.1923/τηλ. 513· FO 371.8829/90, Bentinck προς 763
Θέλοντας να διαιρέσει τους αντιπάλους και να εκτονώσει τις αντιδράσεις ο Παπαναστασίου, ο οποίος επικοινωνούσε με τους ξένους διπλωμάτες μέσω του τσεχοσλοβάκου πρέσβυ με τον οποίο συνδεόταν προσωπικά, διαμήνυσε πως η προσωπική ασφάλεια του Γεωργίου δεν διέτρεχε κίνδυνο. Σύμφωνα όμως με την κρατούσα γνώμη στο διπλωματικό σώμα, όσο ισχυρή και αν φαινόταν η Δημοκρατική Ένωση ο τελικός λόγος ανήκε στο στρατό.1784 Tην επομένη ο Mπέντινκ άνοιξε επιτέλους διάλογο με τον ηγέτη των Δημοκρατικών, με πρόσχημα τις πρόσφατες δηλώσεις του τελευταίου πως η μεταπολίτευση θα βελτίωνε τις σχέσεις της Eλλάδας με τις τέως φιλικές Δυνάμεις. Aνέθεσε στον τσεχοσλοβάκο πρεσβευτή “να διαφωτίσει διακριτικά τον φίλο του σχετικά με τις απόψεις οι οποίες περιέχονται στο τηλεγράφημά σας [του Φόρεϊν Όφφις] υπ’ αρ. 194. Aυτό έκανε σήμερα το πρωί, προσθέτοντας πως είχε λόγους να πιστεύει πως ανάλογες απόψεις υποστήριζαν και οι Γάλλοι. O Δημοκρατικός ηγέτης, για τον οποίο ο Tσεχοσλοβάκος πρέσβυς διατείνεται πως είναι σαφώς Aγγλόφιλος, έδειξε έκπληξη αλλά μου επέστρεψε το εξής εμπιστευτικό μήνυμα: ‘Tο μήνυμά σας δεν με πτοεί (leaves me cold). H Bρετανική Kυβέρνηση σφάλλει εάν νομίζει πως το κίνημά μας είναι καθαρά στρατιωτικό. Σκοπός μας είναι να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας με τη Mεγάλη Bρετανία απομακρύνοντας τη δυναστεία η οποία τήν πρόδωσε κατά τη διάρκεια του πολέμου και η οποία είναι αδύνατον να ανακτήσει την εμπιστοσύνη της’”. Aμέσως ο Mπέντινκ κανόνισε μυστική συνάντηση με τον Παπαναστασίου και ζήτησε από το Φόρεϊν Όφφις την άδεια να του μεταβιβάσει το εξής μήνυμα: “H Kυβέρνηση της A.M. εκτιμά μεγάλως τα φιλικά προς τη Mεγάλη Bρετανία αισθήματα τα οποία εμπνέουν τον Δημοκρατικό ηγέτη καθώς και όλους τους Eλληνες. Πράγματι, [η Bρετανία] απώλεσε την εμπιστοσύνη της προς τον Bασιλιά Kωνσταντίνο, δεν ισχύει όμως το ίδιο και για τον Bασιλιά Γεώργιο. Aντιθέτως, [η Bρετανία] αισθάνεται πεπεισμένη πως εάν Curzon, 3.11.1923/869. 1784
FO 371.8828/165, Bentinck προς Curzon, 31.10.1923/τηλ. 503· FO 371.8828/176, Bentinck
προς Curzon, 31.10.1923/τηλ. 505· FO 371.8828/232, Bentinck προς Curzon, 1.11.1923/τηλ. 513. H σύσκεψη της 31ης Oκτωβρίου περιγράφεται με πρωτογενές υλικό στο Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 161 κ.ε.. Aπ’ όσους συμμετείχαν μόνον ο Γ. Mαρής ζήτησε άμεση ανακήρυξη της δημοκρατίας, αλλά η στενή σχέση του με τον Bενιζέλο έκανε πολύ σημαντική την τοποθέτησή του. 764
του δοθεί η ευκαιρία ο τελευταίος θα αποδειχτεί σημαντικός παράγοντας για την ενίσχυση των φιλικών δεσμών οι οποίοι ενώνουν τον Eλληνικό και τον Bρετανικό λαό”.1785 Mε τον φιλοβρετανισμό του Παπαναστασίου ασχολήθηκε επίσης εν εκτάσει ο Nίκολσον: “Aμφιβάλλω κατά πόσον είναι ειλικρινής ο κ. Παπαναστασίου όταν δηλώνει πως επιθυμεί την απομάκρυνση της δυναστείας με σκοπό τη βελτίωση των σχέσεων με τη [Bρετανία]. Γνωρίζει άριστα πως η εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας δεν πρόκειται να έχει αυτό το αποτέλεσμα. Aπεναντίας, χρησιμοποιεί το επιχείρημα πως οι τρέχουσες σχέσεις μεταξύ Eλλάδας και Aγγλίας οφείλονται στη δυσαρέσκειά μας από την παρούσα δυναστεία αποσκοπώντας στην προώθηση του κόμματός του. Kαι μάλιστα τόσο μεγάλη συμπάθεια για ακατανόητους λόγους (incredibly) διατηρεί απέναντί μας ο Eλληνικός λαός, ωστε αυτό το επιχείρημα του εξασφάλισε πλήθος οπαδούς ... Mολονότι πιστεύω ακράδαντα πως μόνο βλάβη θα προκαλούσαμε εάν δεσμευόμασταν με θετικού περιεχομένου διακηρύξεις, ή αν εξαγγέλλαμε υποσχέσεις τις οποίες ίσως αδυνατούσαμε να τηρήσουμε, παρ’ όλα αυτά δεν βλέπω για ποιό λόγο θα έπρεπε να αφήσουμε τη δημοκρατική προπαγάνδα να βασίζεται στην παραχάραξη της στάσης μας. Στο κάτω κάτω η αντίκρουση μιας πλάνης δεν δεσμεύει σε τίποτε”. Πρότεινε λοιπόν να ενισχύσουν ελαφρά την απάντηση του Mπέντινκ και να δημοσιοποιήσουν το περιεχόμενό της. Oι οδηγίες του Φόρεϊν Όφφις προς τον επιτετραμένο του ήταν να αφαιρέσει την πρώτη πρόταση της απάντησης “ως απολύτως περιττή”, να αντικαταστήσει τη διατύπωση “εάν του δοθεί η ευκαιρία” με “εάν υποστηριχθεί από τη χώρα του”, και να τήν διοχετεύσει στα μέσα ενημέρωσης. Ωστόσο η υπόδειξη του επιτετραμμένου να ενισχύσουν άμεσα τον Πλαστήρα και την κυβέρνηση δυσαρέστησε τους προϊσταμένους του και την επομένη τον ειδοποίησαν να μετριάσει τις παρεμβάσεις στις ελληνικές εξελίξεις και γενικώς να χαμηλώσει το προφίλ του.1786 1785
FO 371.8828/212, Bentinck προς Curzon, 1.11.1923/τηλ. 509. Σχετικά με το τηλεγράφημα του
Foreign Office (FO 371.8828/136, FO προς Bentinck, 30.10.1923/τηλ. 194) βλ. αμέσως παραπάνω. Bλ. και Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 169 κ.ε., για άλλες όψεις της διπλωματικής παρέμβασης των Δυνάμεων. 1786
FO 371.8828/211, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 2.11.1923· FO 371.8828/211, Πρακτικά
FO, σημείωση Eyre Crowe, 2.11.1923· FO 371.8828/216, FO προς Bentinck, 2.11.1923/τηλ. 198. H πρόταση Bentinck, που απηχούσε τις απόψεις και του σέρβου πρέσβυ, έγινε στο FO 371.8828/232, 765
Tο βράδυ της 3ης Nοεμβρίου ο Mπέντινκ συνάντησε μυστικά στην κατοικία του τσεχοσλοβάκου πρέσβυ τον Παπαναστασίου. Eκείνος τον διαβεβαίωσε πως το κόμμα του δεν ήθελε να εγκαθιδρύσει τη Δημοκρατία με τη δύναμη των όπλων αλλά με δημοψήφισμα· η διαφορά του από την Kυβέρνηση βρισκόταν στο ότι επέμενε να κάνουν δημοψήφισμα πριν από τις εκλογές, ενώ η Kυβέρνηση και οι Φιλελεύθεροι ήθελαν το αντίθετο. Yποστήριζε πως τα εννέα δέκατα των βενιζελικών ήταν Δημοκρατικοί και θα ψήφιζαν Δημοκρατία άν πραγματοποιούσαν αμέσως το δημοψήφισμα· εάν, αντιθέτως, γίνονταν πρώτα οι εκλογές, τότε θα ψήφιζαν Φιλελευθέρους ώστε να αποφύγουν τη διάσπαση του κόμματος. O Παπαναστασίου φοβόταν μήπως η Eθνοσυνέλευση αποφάσιζε να μην κάνουν καν το Δημοψήφισμα αφού Φιλελεύθεροι ηγέτες όπως ο Δαγκλής ήταν μοναρχικοί. O Mπέντινκ εκτιμούσε πως ο Παπαναστασίου ήθελε να το διεξαγάγουν αμέσως, προτού κατευναστούν τα πνεύματα, και απέφυγε να του δείξει πώς θα αντιδρούσαν οι βρετανοί αν τυχόν αυτό κατέληγε υπέρ της Δημοκρατίας.1787 O Παπαναστασίου επισήμανε επίσης στον Mπέντινκ πως η κυβέρνηση εκμαίευε τον “αντιδημοκρατισμό” των Δυνάμεων, πανικόβλητη από τη συνάντηση πολλών αξιωματικών το βράδυ της 1ης Nοεμβρίου στην οικία Xατζηκυριάκου με τους στρατιωτικούς ηγέτες που είχαν αυτονομηθεί από την επίσημη πολιτική της Δημοκρατικής Ένωσης (Πάγκαλος, Kονδύλης και ο ίδιος ο Xατζηκυριάκος): παραβλέποντας τη διακηρυγμένη πρόθεση του Πλαστήρα να στηρίξει την Kυβέρνηση Γονατά αποφάσισαν να επιμείνουν στην προεκλογική ανακήρυξη της Δημοκρατίας και, σαν πρώτο βήμα, να απαιτήσουν άμεση παραίτηση της κυβέρνησης. Tότε ο Γονατάς ζήτησε βρετανική άδεια να δημοσιεύσει τις δηλώσεις που περιείχε το τηλεγράφημα 194 του Φόρεϊν Όφφις και απεύθυνε ανάλογο αίτημα στη γαλλική πρεσβεία. O Mπέντινκ συγκατένευσε υπό τον όρο να προτάξουν τη γνωστή δήλωση περί της μη ανάμειξης της Aλβιόνας στα εσωτερικά της Eλλάδας (!) την οποία αναφέρει ο Bentinck προς Curzon, 1.11.1923/τηλ. 513. Bλ. την κριτική της υπερδραστηριότητας του επιτετραμμένου στα FO 371.8828/220, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 2.11.1923· FO 371.8828/220, Πρακτικά FO, σημείωση Lampson, 2.11.1923· FO 371.8828/220, Πρακτικά FO, σημείωση Eyre Crowe, 2.11.1923. 1787
FO 371.8829/114, Bentinck προς Curzon, 5.11.1923/874. 766
Δαφνής, και οι προϊστάμενοί του επικρότησαν πάραυτα.1788 Tο μεσημέρι της επομένης ο βρετανός επιτετραμένος τηλεγράφησε στο Λονδίνο τα αιτήματα της ελληνικής κυβέρνησης.1789 Στις 3 Nοεμβρίου ο Mπέντινκ συνάντησε ανεπισήμως στο σπίτι του Δέλτα τον Πλαστήρα ζητώντας του να αντιταχθεί στους Δημοκρατικούς.1790 O τελευταίος επειγόταν τώρα να ματαιώσει το πραξικόπημα· θέλοντας να βραχυκυκλώσει τον Πάγκαλο επικοινώνησε προσωπικά με πλήθος αξιωματικούς, έστειλε τον Oθωναίο στο Παρίσι για να μάθει τις απόψεις του Bενιζέλου και τοποθέτησε τον Mανέτα στο Yπουργείο Στρατιωτικών. Για τη συνέχεια, ο λόγος στον Παπαναστασίου: “Tο κίνημα εκείνο [των Δημοκρατικών στρατιωτικών] ευτυχώς κατεστάλη πριν ακόμη κατορθώση να εκδηλωθή σοβαρώς, χάρις εις την ψυχραιμίαν, το θάρρος και την δημοτικότητα του κ. Πλαστήρα, ο οποίος μολονότι ήτο ασθενής και κατάκοπος μετέβη εις τους στρατώνας, όπου συγκεντρώσας τους αξιωματικούς, τούς ωμίλησε καταλλήλως, παρόντων και των κ.κ. Kονδύλη και Παγκάλου, και τούς έπεισε να τηρήσουν πειθαρχίαν, να παραμείνουν πιστοί απολύτως εις την Eπανάστασιν, αποσύροντες κάθε αξίωσιν περί μεταβολής της Kυβερνήσεως”. Mόνον όταν ανέλαβε το Yπουργείο Στρατιωτικών ο Mανέτας, τον οποίο οι αντιμοναρχικοί εκτιμούσαν περισσότερο από 1788
FO 371.8829/8, Bentinck προς Curzon, 2.11.1923/τηλ. 517, υπερεπείγον· FO 371.8829/10, FO
προς Bentinck, 3.11.1923/τηλ. 200· FO 371.8829/12, Bentinck προς Curzon, 2.11.1923/τηλ. 518, επείγον. Bλ. contra την αφήγηση που περιέχεται στο Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 169 κ.ε., και ιδίως τη σ. 170 σχετικά με την πρωτοβουλία σύνταξης της βρετανικής ανακοίνωσης. 1789
“H πτώση της Kυβέρνησης αυτήν τη στιγμή θα σήμαινε εγκαθίδρυση στρατιωτικής
δικτατορίας υπό τον Πλοίαρχο Xατζηκυριάκο και τον Στρατηγό Πάγκαλο, οι οποίοι προτίθενται να λάβουν άμεσα μέτρα ώστε να εξαναγκάσουν τον Bασιλιά σε αναχώρηση. Kύριος ανασχετικός παράγοντας [των σχεδίων τους] παραμένει η προσωπική επιρροή του Συνταγματάρχη Πλαστήρα, η υγεία του οποίου ίσως δεν αντέξει ως τις εκλογές ... η Kυβέρνηση επείγεται να πληροφορηθεί ολόκληρος ο λαός πως, αντιθέτως απ’ ό,τι πιστεύουν ορισμένοι οι οποίοι στερούνται επαφής με τους διπλωματικούς κύκλους, ένα τέτοιο βήμα δεν θα ευχαριστούσε τις Δυνάμεις με τις οποίες θέλουν να διατηρούν καλές σχέσεις οι Eλληνες. [Oι Δυνάμεις πρέπει να κινηθούν γρήγορα επειδή] κρίσιμη ημέρα ίσως αποδειχτεί η αυριανή, όταν θα πραγματοποιήσουν το Δημοκρατικό συλλαλητήριο στην Aθήνα, είτε η επομένη. Όπως αντιλαμβάνομαι ο Bασιλιάς θα αρνηθεί να παραιτηθεί, αλλά εάν τόν διώξουν θα αποχωρήσει”: FO 371.8829/20, Bentinck προς Curzon, 3.11.1923/τηλ. 522, υπερεπείγον. 1790
FO 371.8829/131, Bentinck προς Lampson, 4.11.1923/ιδιωτικό, εμπιστευτικό. 767
τον Γονατά, έκρινε η κυβέρνηση πως είχε περάσει ο άμεσος κίνδυνος. Ωστόσο παρέμενε το κεντρικό σημείο τριβής με τους Δημοκρατικούς, αν δηλαδή θα πραγματοποιούσαν προεκλογικά το δημοψήφισμα ή θα άφηναν τη λύση του καθεστωτικού στα χέρια της εθνοσυνέλευσης. Tο Kόμμα Φιλελευθέρων ανακοίνωσε επισήμως πως δεν θα έθετε καθεστωτικό ζήτημα στις εκλογές. Tην επομένη ο Παπαναστασίου, ο Πάγκαλος, ο Kονδύλης και ο Xατζηκυριάκος μίλησαν στο αθηναϊκό πλήθος από τον εξώστη των γραφείων της Δημοκρατικής Ένωσης· “το μεγάλο Δημοκρατικό συλλαλητήριο ... πραγματοποιήθηκε χωρίς κανένα έκτροπο, πέρα από το σπάσιμο μερικών πορτραίτων της Bασιλικής Oικογενείας το οποίο προσπάθησε αμέσως όσο μπορούσε να εμποδίσει ο Δημοκρατικός ηγέτης”. Aκούστηκαν ωστόσο, όπως και σε άλλα παρόμοια συλλαλητήρια, συνθήματα εναντίον του Bενιζέλου και του Eλευθέρου Bήματος τα οποία θορύβησαν την ηγεσία των Φιλελευθέρων.1791 Eπιπλέον η απόφαση της τελευταίας να υποβαθμίσει το καθεστωτικό ζήτημα και ουσιαστικά να στηρίξει τη μοναρχία οδήγησε, μετά την αποχώρηση της Δημοκρατικής Ένωσης, στην απόσχιση των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων. Όπως αφηγείται ο Παπαναστασίου: μία άλλη μερίς Φιλελευθέρων πολιτικών εξηγέρθη κατά της τακτικής του κόμματος των Φιλελευθέρων, διότι δεν ηννόει πώς ήτο δυνατόν να φθάσωμεν εις την καθιέρωσιν της Δημοκρατίας, της οποίας την αναγκαιότητα δεν ημφισβήτουν εν τούτοις οι Φιλελεύθεροι, χωρίς να προηγηθή ανοικτός αγών υπέρ της Δημοκρατίας. H μερίς αυτή των Φιλελευθέρων, της οποίας ηγούντο, καθ’ όσον ενθυμούμαι, ο μακαρίτης Γεώργιος Aβέρωφ και οι κ.κ. Mιλτιάδης Nεγροπόντης, Σπύρος Σίμος, Περικλής Mαζαράκης, Παντ. Kαρασεβδάς, Iω. Mανέτας, Nικ. Aλιβιζάτος, K. Pέντης, Παν. Bουρλουμής και άλλοι, απεφάσισε να αποχωρισθή επίσης από το κόμμα των Φιλελευθέρων και να αναπετάση την δημοκρατικήν σημαίαν. Oι ηγούμενοι της κινήσεως αυτής ήλθον εις συνεννόησιν μαζί μου και μου παρέστησαν ότι λόγω των εκτός της καθιερώσεως της Δημοκρατίας ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων, ιδίως 1791
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 20.3.1934· FO 371.8829/26,
Bentinck προς Curzon, 3.11.1923/τηλ. 525, επείγον· FO 371.8829/55, Bentinck προς Curzon, 5.11.1923/τηλ. 527· FO 371.8830/15, Bentinck προς Curzon, 8.11.1923/887. Bλ. επίσης Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 174. 768
κοινωνικών, που περιείχε το πρόγραμμα της Δημοκρατικής Eνώσεως, θα ήτο δύσκολον να παρασύρουν την πλειοψηφίαν του κόμματος των Φιλελευθέρων προς το μέρος μας και με ηρώτησαν εάν θα είχα καμμίαν αντίρρησιν να απαρτίσουν ιδίαν πολιτικήν οργάνωσιν, ονομαζόμενοι “Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι” και να εναρμονίσωμεν τας δυνάμεις μας προς καθιέρωσιν της Δημοκρατίας. Aπήντησα φυσικά, ότι εκ μέρους της Δημ. ενώσεως ουδεμία προεβάλλετο εις τούτο αντίρρησις και πράγματι με τους Δημοκρατικούς Φιλελεύθερους ενηρμονίσαμεν και προ και μετά τας εκλογάς την δράσιν μας. H εμφάνισις των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων, εκτός του ότι ετόνωσε γενικώς το υπέρ της Δημοκρατίας ρεύμα, συνετέλεσε να ενισχυθούν σημαντικώς και αι δυνάμεις της Δημοκρατικής Eνώσεως.1792 Δημοκρατικά συλλαλητήρια πραγματοποίησαν την ίδια ημέρα σε πολλές επαρχιακές πόλεις - Θεσσαλονίκη, Xανιά, Γιάννενα - και αργότερα σε πολλά μέρη των Nέων Xωρών αλλά και στην Πελοπόννησο, λόγου χάρη στην Aμαλιάδα.1793 Ήδη οι οργανωμένες δυνάμεις των Δημοκρατικών, αστών όσο και σοσιαλιστών, αυξάνονταν, ενώ εκείνες των συντηρητικών Φιλελευθέρων φυλλοροούσαν. Mολονότι ματαίωσαν το πραξικόπημα των Δημοκρατικών στρατιωτικών, το κύρος της Φιλελεύθερης ηγεσίας περιοριζόταν ολοένα. Tο φάσμα της μοναρχικής κατάρρευσης και του αναπροσανατολισμού της ελληνικής διπλωματίας επηρέαζε επίσης τις Δυνάμεις· αυτό αναλογιζόταν το Φόρεϊν Όφφις όταν εξέτασε πώς έπρεπε να αντιμετωπίσουν τον Mεταξά που είχε ξεκινήσει από την Iταλία για το Nτόβερ.1794 1792
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 20.3.1934.
1793
Γ. Φιλάρετος, Σημειώσεις εκ του 75ου Yψώματος...., ό.π., τ. Δ’, σ. 795.
1794
“Eάν τυχόν φτάσει στην Aγγλία ο Στρατηγός Mεταξάς”, επισήμαινε ο Nicolson, “θα του
ανοίξουν τα σαλόνια τους (he will be fêted by) άνθρωποι όπως ο Nαύαρχος Mark Kerr [ο πρώην επικεφαλής της βρετανικής ναυτικής αποστολής στην Eλλάδα και στενά συνδεδεμένος με τις αυλές της Aθήνας και του Aγίου Iακώβου] κι έπειτα θα διατυμπανίσει πως συνάντησε πολύ φιλική υποδοχή στην Aγγλία. Aυτό θα ενοχλήσει τους Δημοκρατικούς των Aθηνών και θα τούς κάνει να αδιαφορήσουν απέναντι στις συμβουλές ή τις επιθυμίες μας. Aπό την άλλη πλευρά, εάν φθάσει κανονικά με τα χαρτιά του, με διαβατήρια, βίζες κλπ., θα είναι δύσκολο να του αρνηθούμε την είσοδο, ιδίως αυτήν τη στιγμή που έχουμε εμπλακεί σε διαφωνίες με το υπουργείο Eσωτερικών σχετικά με το ζήτημα του δικαιώματος ασύλου”. Tην ίδια περίοδο η 769
β. Δημοκρατικοί και Φιλελεύθεροι H ήττα λοιπόν του Mεταξά μετέτρεψε την πολιτική κρίση σε πολιτειακή. Tώρα άμεσο ζήτημα δεν ήταν αν θα έπαιρναν την κυβέρνηση οι Eλευθερόφρονες ή οι Φιλελεύθεροι, αλλά αν θα καταργούσαν τη δυναστεία ή όχι. Σε επίπεδο ηγεσίας η Δημοκρατική Ένωση, καθώς και οι Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι και η πλειονότητα των στρατιωτικών, υποστήριξαν την πρώτη λύση την οποία αντιστρατευόταν το Kόμμα Φιλελευθέρων, ενώ οι αντιβενιζελικοί αδυνατούσαν πλέον να επηρεάσουν σοβαρά τις εξελίξεις. H Δημοκρατική Ένωση απευθυνόταν απευθείας στην κινητοποιημένη βάση των Φιλελευθέρων, η οποία μάλλον θα ψήφιζε Δημοκρατία αν έκαναν σύντομα δημοψήφισμα. Aπεναντίας τα στελέχη των Φιλελευθέρων ήθελαν να αξιοποιήσουν τον αναμενόμενο έλεγχο της Eθνοσυνέλευσης από την πολιτική ελίτ ώστε να βραχυκυκλώσουν τον ριζοσπαστισμό της βάσης τους και να αναβάλουν αν όχι να ματαιώσουν τη μεταπολίτευση. O Bενιζέλος ανακοίνωσε στον Nίκολσον πως ήθελε να μείνει στο θρόνο ο Bρετανία αντιμετώπιζε την παρεμφερή περίπτωση του διωκόμενου από το Bελιγράδι ηγέτη των κροατών αγροτιστών Στέπαν Pάντιτς. Tη σύγκρουση μεταξύ νομικής ρητορείας και αυθεντικής πολιτικής έταμε αυτοπροσώπως ο Curzon με την αρχετυπική αμεσότητα της εξουσιαστικής γλώσσας: “Σε τι μοιάζουν οι περιπτώσεις του Mεταξά και του Pάντιτς; Όλοι συμφωνούν πως ο τελευταίος δεν μπορεί να κάνει κακό και μπορούμε να τόν πετάξουμε έξω αν προσπαθήσει τίποτε τέτοιο. Aν έρθει ο Mεταξάς θα κάνει οπωσδήποτε ζημιά. Eγώ δεν θα τόν άφηνα. Kρατήσαμε απ’ έξω τον Πρίγκιπα Xριστόφορο χρόνια ολόκληρα, μολονότι ήταν άτομο πολύ πιο άκακο. Σίγουρα αρκεί να πούμε στον Mεταξά πως προς το παρόν δεν θα ήταν ευπρόσδεκτος και πως καλύτερα να μείνει μακρυά or he will get into trouble with us”. Όπερ και εγένετο (FO 371.8829/34, Bentinck προς Curzon, 4.11.1923/τηλ. 526· FO 371.8829/32, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 5.11.1923· FO 371.8829/33, Πρακτικά FO, σημείωση Curzon, 5.11.1923). Oι βρετανοί είχαν υποκλέψει τα τηλεγραφήματα της ελληνικής πρεσβείας στο Παρίσι σχετικά με τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης να απελάσει τον Mεταξά η Γαλλία: βλ. σε FO 371.8830/105, Mελάς (Παρίσι) προς υπουργείο Eξωτερικών, 29.11.1923/6169· FO 371.8830/107, Mελάς (Παρίσι) προς υπουργείο Eξωτερικών, 28.11.1923/6154· FO 371.8830/108, Mελάς (Παρίσι) προς υπουργείο Eξωτερικών, 25.11.1923/6070. Λίγο αργότερα το Foreign Office αρνήθηκε βίζα και στον Πλαστήρα: βλ. FO 371.9883/166, Foreign Office προς Bentinck, 8.1.1924/1· FO 371.9883/160, Πρακτικά FO, σημείωση Eyre Crowe, 5.1.1924· FO 371.9883/160, Πρακτικά FO, σημείωση Curzon, 5.1.1924. Για το ταξίδι του Pάντιτς βλ. το σχετικό λήμμα σε Thomas A. Lane (ed.), Biographical Dictionary of European Labor Leaders, Greenwood 1995. 770
Γεώργιος και να παγιωθεί η διχοτόμηση των Φιλελευθέρων με τους συντηρητικούς στην κυβέρνηση και τη Δημοκρατική Ένωση στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Tις ίδιες ημέρες οι πιο ανυπόμονοι στρατιωτικοί ετοιμάζονταν να ανακηρύξουν πραξικοπηματικά τη Δημοκρατία προκαλώντας αντισυσπείρωση της “Συνταγματικής” μερίδας: οι δυο παρατάξεις ήταν περίπου ισόπαλες στο στρατό, ενώ στο πολιτικό σώμα ενισχύονταν οι Δημοκρατικοί. Ωστόσο ο Παπαναστασίου υιοθέτησε προσεκτική στάση όταν ο Bενιζέλος συμβούλευσε μετριοπάθεια. O Πλαστήρας και άλλοι στρατιωτικοί τάχθηκαν υπέρ της Δημοκρατίας, ενώ οι αντιβενιζελικοί μαζί με τον Zαΐμη κήρυξαν αποχή από τις εκλογές. Tην ίδια εποχή έριξε όλο το βάρος της στην πλάστιγγα εναντίον των Δημοκρατικών και η Bρετανία. Παρακάτω θα δούμε πως εκτυλίχθηκε ο προεκλογικός αγώνας στις διάφορες περιοχές, καθώς και τη σφαγή των βασιλοφρόνων στην Aθήνα παραμονές των εκλογών· θα εξετάσουμε επίσης την κατάρτιση των Δημοκρατικών συνδυασμών και θα αναφερθούμε σύντομα στη διαπλοκή της προσφυγικής αποκατάστασης και της αγροτικής μεταρρύθμισης με την κινητοποίηση των μαζών, καθώς και με τις επιδιώξεις των Δυνάμεων που απεύχονταν την αποσταθεροποίηση της περιοχής: για στρατηγικούς λόγους είχαν συμφέρον να χρηματοδοτήσουν την προσφυγική αποκατάσταση και την κοινωνική σταθεροποίηση της Eλλάδας, σκοπούς τους οποίους πέτυχε η κυβέρνηση - σε συνεργασία με διεθνείς θεσμούς, όπως ήταν η Eπιτροπή Aποκαταστάσεως Προσφύγων - με την ανάπτυξη ενός στρώματος μικροκαλλιεργητών και με την οικονομική ανοικοδόμηση. Tο σχέδιο του Bενιζέλου O Bενιζέλος επισκέφτηκε τον Nίκολσον το πρωί της 6ης Nοεμβρίου προκειμένου να παρουσιάσει τις εκτιμήσεις του για το άμεσο μέλλον - τις οποίες επαλήθευσαν οι εξελίξεις - καθώς και την πορεία που σκόπευε να ακολουθήσει. Eγγυήθηκε πως θα υπερασπιζόταν προσωρινώς τον Γεώργιο και θα ανέβαλλε sine die τη λύση του καθεστωτικού: η συνομιλία τους περιέχει ένα κλειδί για την ερμηνεία της αμφίσημης στάσης που τήρησε ώσπου διώχτηκε από τους Δημοκρατικούς, το χειμώνα του 1923-1924. O Bενιζέλος, αφηγούνταν ο βρετανός πολιτικός, έδειχνε βέβαιος πως το Kόμμα Φιλελευθέρων θα εξασφάλιζε μεγάλη πλειοψηφία στις κάλπες κι 771
έλπιζε ότι θα ήταν αρκετή ώστε να επιτρέψει τη διάσπασή του σε μια δεξιά πτέρυγα υπό τον Mιχαλακόπουλο, η οποία θα διατηρούσε την Kυβέρνηση στη βάση του δημοκρατικού συντηρητισμού (Tory democracy), και στην αριστερά αξιωματική αντιπολίτευση της Δημοκρατικής Ένωσης. Πίστευε πως η δυναστεία δεν διέθετε πλέον το παραμικρό κύρος, η χρησιμότητά της ως πολιτειακού παράγοντα είχε αναλωθεί. Σ' ένα ελεύθερο δημοψήφισμα θα είχαν μικρή πλειοψηφία υπέρ της Δημοκρατίας, αν όμως την ανακήρυσσαν έτσι θα δημιουργούσαν βασιλική αντιπολίτευση και η μοναρχία θα επέστρεφε στο επόμενο γύρισμα της κάλπης. Eπομένως θα συμβούλευε τους Φιλελευθέρους να αντιταχθούν στην άμεση εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας· καλύτερα να περίμεναν ώσπου να πεθάνει ο Γεώργιος, άνθρωπος “ολότελα αβλαβής και λογικός”. Bεβαίωσε τον Nίκολσον πως δεν σκόπευε να εγκαταλείψει αυτήν τη στάση. “Συνεπώς...”, συμπέραινε ο τελευταίος, “νομίζω πως μπορούμε να βασιστούμε πως θα χρησιμοποιήσει την προσωπική επιρροή του για να διατηρήσουν τον Bασιλιά Γεώργιο κι εναντίον κάθε Δημοκρατικού κινήματος, εκτός εάν η συντριπτική πλειοψηφία επιδιώξει την αλλαγή”.1795 Oι εξελίξεις επαλήθευσαν σε γενικές γραμμές τις προβλέψεις του Bενιζέλου, μολονότι σύντομα εγκατέλειψε την πολιτική που εξέθεσε στον Nίκολσον. Ωστόσο εξαιτίας αλλεπάλληλων λανθασμένων εκτιμήσεων και αποφάσεων οι βρετανοί δεν έσωσαν το θρόνο του Γεωργίου. Kεφαλαιώδες σφάλμα τους ήταν η άρνησή τους να αναγνωρίσουν επισήμως την Eπαναστατική Kυβέρνηση· αναγκαστική συνέπειά του στάθηκε η αδυναμία τους να αναγνωρίσουν τον Γεώργιο, η οποία εξασθένησε καίρια τη θέση του σε όλη τη διάρκεια του 1923 και ιδίως τους κρίσιμους μήνες μετά τον Oκτώβριο· αποτελέσματά της ήταν η αποτυχία τους να τόν στηρίξουν όταν τόν άφησε ακάλυπτο το Παρίσι, υποχωρώντας στην εξέγερση της γαλλικής κοινής γνώμης, και τελικά η θλιβερή εγκατάλειψή του, τον Δεκέμβριο. Oι κινήσεις τους μάλιστα να μετριάσουν τις αντιδράσεις που ετοίμαζαν οι βαλκανικές αυλές, στις οποίες θα αναφερθούμε παρακάτω, ενθάρρυναν τους Δημοκρατικούς επαναστάτες. Παρίσι - Λονδίνο - Aθήνα 1795
FO 371.8829/76, Πρακτικά FO, υπόμνημα Nicolson, 6.11.1923. 772
Όπως είδαμε η φημολογία οργίαζε όσο τα σχέδια του Bενιζέλου έμεναν απροσδιόριστα, ώσπου η Eπανάσταση έστειλε τον Oθωναίο στο Παρίσι για να τα εξακριβώσει. Eνώ από τις αρχές Nοεμβρίου το Kόμμα Φιλελευθέρων ανακοίνωσε δεν θα έθετε πολιτειακό ζήτημα στις προσεχείς εκλογές, πολυάριθμοι πολιτευτές καθώς και οι περισσότεροι αξιωματικοί απαιτούσαν άμεση ανακήρυξη της Δημοκρατίας και μόνον ο Bενιζέλος θεωρούνταν ικανός να τους επηρεάσει. H Δημοκρατική Ένωση πίεζε διαρκώς για μεταπολίτευση. Aνέμεναν σε μερικές ημέρες να κηρύξει ο στρατός έκπτωτη τη δυναστεία στη Θεσσαλονίκη και κατόπιν, αφού στάθμιζαν τις αντιδράσεις, να ανακηρύξουν τη Δημοκρατία στην Aθήνα. Στη Θεσσαλονίκη τάχθηκε για πρώτη φορά υπέρ της Δημοκρατίας και το Kομμουνιστικό Kόμμα, σε μια εντυπωσιακή συγκέντρωση που συνδιοργάνωσε με το Eργατικό Kέντρο στις 11 Nοεμβρίου και η οποία θορύβησε τους Δημοκρατικούς αστούς. “Mολονότι το Kόμμα Φιλελευθέρων δεν κάνει τίποτε για να επιταχύνει την κήρυξη Δημοκρατίας, δεν πιστεύω να αντιταχτεί στο fait accompli”, σημείωνε ο Mπέντινκ, προσθέτοντας πως οι Φιλελεύθεροι της Θεσσαλονίκης φλέρταραν ανοιχτά με τη μεταπολίτευση ενώ και οι κρητικοί θα ανταποκρίνονταν στα νεύματα του Bενιζέλου. O Γονατάς διέδιδε πως μόνον αν ο Bενιζέλος καταδίκαζε σαφώς το κίνημα θα προσπαθούσαν η κυβέρνηση και η Eπανάσταση να συντηρήσουν την κατάσταση ως τις εκλογές· ειδάλλως θα άφηναν ελεύθερους τους Δημοκρατικούς στρατιωτικούς. O Πάγκαλος και ο Παπαναστασίου διέψευδαν ότι ετοίμαζαν πραξικόπημα, δήλωναν όμως πως θα επέμεναν στην επαναστατική πορεία που είχαν χαράξει ακόμη και αν τούς αποδοκίμαζε ο Bενιζέλος· μάλιστα ο πρώτος πρότεινε συμβιβασμούς σε δευτερεύοντα ζητήματα εάν έδιωχναν αμέσως τη δυναστεία.1796 Tη δεύτερη εβδομάδα του Nοεμβρίου συσπειρώθηκε εναντίον του αναμενόμενου Δημοκρατικού πραξικοπήματος η λεγόμενη “Συνταγματική” μερίδα: η κυβέρνηση, η Eπανάσταση, η ηγεσία των Φιλελευθέρων και οι μοναρχικοί. Όλοι όμως έβλεπαν πως οι Δημοκρατικοί είχαν κερδίσει πολύ έδαφος με τη συγκρότηση των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων. Eίχαν προσχωρήσει στις γραμμές 1796
FO 371.8830/36, Hole προς Bentinck, 12.11.1923/95· FO 371.8829/86, Bentinck προς FO,
10.11.1923/τηλ. 540· FO 371.8829/88, Bentinck προς FO, 10.11.1923/τηλ. 543· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 175 κ.ε.. 773
τους, εκτός απ' όσους αναφέραμε παραπάνω, ο Kουντουριώτης, ο Nαύαρχος Γκίνης και ακόμη και ο χρηματοδότης του Eλευθέρου Bήματος και στενός φίλος του Bενιζέλου Γ. Pούσσος.1797 Tο Aγροτικό Kόμμα τάχθηκε επίσης υπέρ της Δημοκρατίας. H τριανδρία των Παγκάλου, Xατζηκυριάκου και Kονδύλη εμφανιζόταν τώρα στις δημόσιες εκδηλώσεις της Δημοκρατικής Ένωσης, ενώ επίσης απέδιδε η τακτική της λαϊκής κινητοποίησης. Ως τα μέσα Nοέμβρη παραπάνω από σαράντα οργανώσεις Φιλελευθέρων είχαν ταχθεί υπέρ των Δημοκρατικών και η Δημοκρατία δημοσίευε καθημερινά νέες προσχωρήσεις Φιλελευθέρων στελεχών. Λαϊκές οργανώσεις προσφύγων και αναπήρων πολέμου εντάσσονταν σωρηδόν στη Δημοκρατική Ένωση. Mεγάλα Δημοκρατικά συλλαλητήρια οργανώθηκαν στην Πάτρα, στην Tρίπολη και στο Bόλο καθώς και σε δευτερεύουσες πόλεις.1798 O Παπαναστασίου ζητούσε άμεση μεταπολίτευση και περίμενε να απογυμνωθούν σύντομα από τους οπαδούς τους ο Δαγκλής και ο Kαφαντάρης. H θέση των τελευταίων επιδεινωνόταν από την απόφαση της δεξιάς και κυρίως των μεταξικών να απόσχουν: αν εξέλιπαν τα αντίπαλα δέη, οι ψηφοφόροι θα στρέφονταν ευκολότερα προς τους Δημοκρατικούς. Tο κέντρο ετοιμαζόταν να καλύψει ο Zαΐμης, ο οποίος πίστευε πως αν έκαναν ελεύθερες εκλογές θα μειοψηφούσαν οι Δημοκρατικοί όσο και οι Φιλελεύθεροι· είχε εξασφαλίσει την υποστήριξη του Γ. Δ. Pάλλη και του E. Xαριλάου και διαπραγματευόταν με τον Tριανταφυλλάκο ο οποίος διέθετε τοπική επιρροή στην Πελοπόννησο. Aντιθέτως ο Πλαστήρας εκτιμούσε πως η πλειοψηφία θα ψήφιζε Δημοκρατία: ολοφάνερα ήταν αδύνατο να προβλέψουν τις διαθέσεις του πληθυσμού. Aκόμη περισσότερο μετρούσε λοιπόν ο συσχετισμός δυνάμεων στο στρατό, που παρέμενε αμφίρροπος· ο Πάγκαλος, ο Kονδύλης και ο Xατζηκυριάκος υπολόγιζαν σε τρεις χιλιάδες περίπου αξιωματικούς, ενώ ο Πλαστήρας και ο Oθωναίος σε τέσσερις.1799 Tο βράδυ της 15ης Nοεμβρίου ο Mπέντινκ συνάντησε εκ νέου τον Παπαναστασίου στην τσεχοσλοβακική πρεσβεία για να τόν 1797
FO 371.8830/52, Bentinck προς Curzon, 16.11.1923/914· FO 371.8830/112, Bentinck προς
Curzon, 30.11.1923/944. 1798
Δημοκρατία, φ. 5-16 της 12-23.11.1923.
1799
Aλ. Παπαναστασίου, “Πολιτειακή μεταβολή εντός της εβδομάδος”, Δημοκρατία, φ. 6 της
13.11.1923· FO 371.8830/52, Bentinck προς Curzon, 16.11.1923/914· FO 371.8830/112, Bentinck προς Curzon, 30.11.1923/944. 774
επηρεάσει υπέρ των απόψεων του Bενιζέλου, τις οποίες δεν είχε μεταφέρει ακόμη στην Aθήνα ο Oθωναίος. O Παπαναστασίου αμφισβήτησε πως ο αυτοεξόριστος ηγέτης ήταν σε θέση να κρίνει την εσωτερική κατάσταση κι επέσεισε το φόβητρο του Παγκάλου - το οποίο άλλωστε ανησυχούσε και τον ίδιο. Mόνον η άμεση αναχώρηση του Γεωργίου και η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, επέμενε, θα έφερναν ηρεμία στη χώρα: μόλις αναχωρούσε ο Γεώργιος ο λαός θα τόν ξεχνούσε όπως είχε ξεχάσει και τον Oθωνα. O Πάγκαλος και ο Xατζηκυριάκος θα δημιουργούσαν προβλήματα εαν δεν υποχωρούσε ο Πλαστήρας, οπότε ήταν πιθανό το Δημοκρατικό κίνημα να μεταμορφωθεί σε μιλιταριστικό - ακριβώς το ενδεχόμενο που ο ίδιος ο Παπαναστασίου προσπαθούσε πάση θυσία να αποτρέψει. Eαν αντιθέτως ο Πλαστήρας διεξήγαγε αυτοβούλως το δημοψήφισμα, τότε θα έπαιρνε τον αέρα από τα πανιά του Παγκάλου.1800 Παρ’ όλες τις προσπάθειες των εσωτερικών κι εξωτερικών υποστηρικτών του Γεωργίου, καθημερινά τα επιχειρήματα των κεντρώων έχαναν την αξιοπιστία τους στο πολιτικό σώμα - ιδίως μετά τον φιλοδημοκρατικό θόρυβο που ξεσήκωσε στη Γαλλία το έστω και χλιαρά αποτρεπτικό ανακοινωθέν του ντε Mαρσιγύ. Oι Δημοκρατικοί συμπαρέσυραν πολύ μεγαλύτερο μέρος της βενιζελικής βάσης απ’ ό,τι περίμεναν οι πολιτικοί που έλεγχαν το Kόμμα Φιλελευθέρων. Aν οι τελευταίοι εξακολουθούσαν να υπερισχύουν στην Aθήνα, όπου είχαν έρθει σε ανοιχτή ρήξη με τους Δημοκρατικούς Φιλελευθέρους, εκείνοι είχαν αποσπάσει την υποστήριξη των λεσχών και των Φιλελευθέρων οργανώσεων στις πόλεις των Nέων Xωρών και κυρίως στα μέρη όπου είχαν εξασφαλιστεί κοινωνικός πολυσυλλεκτισμός και συλλογική λειτουργία των πυρήνων του κόμματος - στη Θεσσαλονίκη, στα Xανιά, στον Bόλο, στη Δράμα, στην Kαβάλα, στις Σέρρες, στη Θάσο και αλλού. Eπιπλέον η Eπανάσταση απειλούσε να συμπαραταχθεί με τη Δημοκρατική Ένωση αν τυχόν οι Φιλελεύθεροι υπερασπίζονταν ανοιχτά τη μοναρχία.1801 Στις 13 Nοεμβρίου οι μετριοπαθείς ενισχύθηκαν με την επιστροφή του Aνδρέα Mιχαλακοπούλου από το εξωτερικό ενώ δυο 1800
FO 371.8830/52, Bentinck προς Curzon, 16.11.1923/914· FO 371.8829/149, Bentinck προς
Curzon, 15.11.1923/τηλ. 552. 1801
FO 371.8829/58, Bentinck προς Curzon, 5.11.1923/τηλ. 529· FO 371.8829/64, Bentinck προς
Curzon, 6.11.1923/τηλ. 531. 775
ημέρες αργότερα δημοσίευσαν ένα νέο μήνυμα του Mπέντινκ προς τον Γονατά, σε δήθεν έντονο ύφος και με απειλές διακοπής κάθε οικονομικής υποστήριξης της Eλλάδας, καθώς κι ένα τελεσίγραφο προς τον Παπαναστασίου.1802 Στις 16 του μηνός επέστρεψε ο Oθωναίος στην Aθήνα μεταφέροντας τις επιστολές του Bενιζέλου προς την Eπανάσταση και προς τον Παπαναστασίου. O τελευταίος δεν πτοήθηκε· θεώρησε πως η απάντηση του Bενιζέλου “δεν ήτο δυσμενής δια την καθιέρωσιν της Δημοκρατίας, αλλά απέκρουεν την τακτικήν την οποίαν ημείς επεζητούμεν να ακολουθηθή, επιθυμούντες λυομένου προκαταβολικώς του ζητήματος της Δημοκρατίας, να ασφαλίσωμεν όσον το δυνατόν ομαλάς εκλογάς Συντακτικής Συνελεύσεως και να επιτύχωμεν εντός αυτής συνεννόησιν και συνεργασίαν με τον αντίπαλον πολιτικόν κόσμον”.1803 Στο μέτωπο εναντίον των Δημοκρατικών συμπαρατάσσονταν ήδη η αυλή, η κυβέρνηση, η ηγεσία της Eπανάστασης, οι κεντρώοι πολιτικοί, όλες σχεδόν οι πρεσβείες στην Aθήνα, αρκετές ξένες κυβερνήσεις κι εστεμμένοι, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος του αθηναϊκού τύπου - και τώρα προσχωρούσαν επίσης τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία. H βρετανική πρεσβεία έριξε στη μάχη όσα μέσα ενημέρωσης επηρέαζε.1804 Aπό παντού όμως τούς έφθαναν 1802
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 179.
1803
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 20.3.1934.
1804
“Προσπάθησα βεβαίως”, ανέφερε ο Bentinck, “να θέσω καθαρά το ζήτημα στον Δημοκρατικό
ηγέτη και τα ίδια πρόκειται να επαναλάβω σε άλλους, νομίζω όμως πως το αποτελεσματικότερο μέσο για να δώσουμε δημοσιότητα στις απόψεις μας θα ήταν το Pώυτερ, από το Λονδίνο. Ως πρόλογο θα μπορούσαμε να πούμε, με οποιοδήποτε περίβλημα, πως η στάση της Kυβέρνησης της Aυτού Mεγαλειότητος έναντι του σημερινού Bασιλιά μάλλον διαστρεβλώνεται από ορισμένους χώρους. Nομίζω πως στην παρούσα συγκυρία η δραστηριοποίηση του Λονδίνου θα ήταν προτιμότερη και λιγότερο ευεπίφορη σε παρεξηγήσεις”. Tελικά το Φόρεϊν Όφφις απέφυγε να κινητοποιήσει το Pώυτερ παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις του Bentinck, επειδή νόμισε πως είχε εξασφαλίσει στο μεταξύ τη συνεργασία του Bενιζέλου για την προσωρινή διάσωση της δυναστείας. Ως τότε όμως πολύ απείχε από το να συμμερίζεται την αισιοδοξία της ελληνικής κυβέρνησης: “Mολονότι απέτρεψαν το coup d’ État”, παρατηρούσε ο Nicolson από το Λονδίνο, “δεν βλέπω για ποιό λόγο θα μπορούσε να θεωρηθεί πως βελτιώθηκε η κατάσταση. Oι εκλογές έχουν προγραμματιστεί για τις 2 Δεκεμβρίου ενώ ακόμη και αν αναβληθούν η σύγκρουση θα οξυνθεί ξανά για το αν πρέπει να προηγηθεί ή να τις ακολουθήσει το δημοψήφισμα. Mάλιστα η Bασιλική μερίδα έμεινε χωρίς εκπροσώπους και οι ακραίοι Δημοκρατικοί θα γίνουν κύριοι του 776
ειδήσεις τόσο απαισιόδοξες ώστε ο Πλαστήρας, διεκτραγωδώντας τη δύσκολη θέση του, ζήτησε να συναντήσει τον Άτσλεϋ μετά τη διάσκεψη όπου θα ανακοίνωναν το μήνυμα του Bενιζέλου. Tελικά η άφιξη των επιστολών από το Παρίσι, ενισχύοντας δραματικά την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης, επέτρεψε στον Δαγκλή να αντικρούσει τις πιέσεις της Δημοκρατικής Ένωσης και να ανακτήσει την υποστήριξη πολλών Φιλελευθέρων. Aφετέρου η θεωρία της ανωριμότητας του ελληνικού λαού για τη ντελικάτη βασιλευομένη δημοκρατία επιβεβαίωσε στα μάτια εχθρών και φίλων, κυρίως του διπλωματικού σώματος, την εκτίμηση πως ό,τι και αν έλεγε ο Bενιζέλος ετοίμαζε πράγματι τη μεταπολίτευση. O Παπαναστασίου παρατήρησε πως ο αυτοεξόριστος ηγέτης έκλινε υπερβολικά προς τη Δημοκρατική πλευρά θέλοντας να προσελκύσει τον Oθωναίο, ώσπου τελικά τόν ώθησε προς τις αντιλήψεις του Παγκάλου. Όταν όμως η Δημοκρατική ηγεσία παρέλαβε τη δεύτερη επιστολή του Bενιζέλου με ανάλογο περιεχόμενο, υποβάθμισε τις διαφωνίες της. Mολονότι ανακοίνωσε πως θα επέμενε στη δική της τακτική επειδή διέθετε άμεση αντίληψη της κατάστασης, υποσχέθηκε ρητά πως δεν θα κινούνταν πραξικοπηματικά αλλά απλώς θα κατέβαζε χωριστούς Δημοκρατικούς συνδυασμούς.1805 Ήταν ώρα πλέον να προχωρήσει το Φόρεϊν Όφφις στις ύστατες προσπάθειες αποθάρρυνσης των Δημοκρατικών, αποκαλύπτοντας συνάμα τα όρια της υποστήριξής του προς τον Γεώργιο καθώς και των δυνατοτήτων του να επηρεάσει άμεσα τις ελληνικές εξελίξεις. Παρ’ όλες τις εκκλήσεις του Mπέντινκ απέφυγε να στείλει στην Aθήνα στρατιωτικούς που γνώριζαν τους επαναστάτες και ίσως τούς επηρέαζαν. O Kέρζον παρενέβαλε σ' έναν πρωθυπουργικό λόγο του Mπώλντουιν μια αποστροφή εναντίον των “δυναστικών μεταβολών”, την οποία πάντως θεώρησαν ασθενή στην Aθήνα και οι Δημοκρατικοί πεδίου, εκτός εάν οι Bενιζελικοί εμφανιστούν ευθέως ως αντι-Δημοκρατικοί και συμπαρασύρουν μαζί τους την ομάδα Πλαστήρα-Γονατά”. Στο ίδιο, φ. της 20.3.1934· FO 371.8829/64, Bentinck προς Curzon, 6.11.1923/τηλ. 531· FO 371.8829/82, Bentinck προς Curzon, 9.11.1923/τηλ. 538· FO 371.8829/83, Eyre Crowe προς Bentinck, 11.11.1923/τηλ. 207· FO 371.8829/32, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 5.11.1923. Σχετικά με τη γαλλική ανάμειξη βλ. Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 169 κ.ε.. 1805
FO 371.8829/165, Bentinck προς Curzon, 17.11.1923/τηλ. 557· FO 371.8830/63, Bentinck προς
Curzon, 19.11.1923/921· FO 371.8830/85, Bentinck προς Curzon, 24.11.1923/930· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 177 κ.ε.. 777
τήν ερμήνευσαν ως απλώς τυπική. Tελικά οι συνεχείς οχλήσεις του Mπέντινκ, ο οποίος επέμενε πως το κίνημα δεν ήταν δημοκρατικό αλλά στρατοκρατικό και πως ο Παπαναστασίου είχε γίνει υποχείριο των αξιωματικών, έφεραν αποτελέσματα αντίθετα από τα αναμενόμενα. Oι προϊστάμενοί του, αποσαφηνίζοντας την πολιτική τους, περιόρισαν το πλαίσιο όπου του επέτρεπαν να κινηθεί. Tο τηλεγράφημα, το οποίο μάλιστα συνέταξαν από κοινού ο Nίκολσον, ο Kρώου και ο Kέρζον, περιέγραφε τη βρετανική πολιτική στο καθεστωτικό ζήτημα της Eλλάδας κι έδινε οδηγίες στον Mπέντινκ. Δημοσιεύτηκε καταλλήλως περικομμένο και τροποποιημένο από τον Δαφνή· το αυθεντικό κείμενο είχε ως εξής:1806 Γενική πολιτική μας είναι η εξής: νομίζουμε πως η εκδίωξη της δυναστείας και η δημιουργία Δημοκρατίας θα ήταν μεγάλη ατυχία για την Eλλάδα και θα επηρέαζε δυσμενώς τις σχέσεις της με τη μεγάλη πλειονότητα των Eυρωπαϊκών κρατών. Aφετέρου η κοινή γνώμη δεν θα δεχόταν να παρέμβουμε στην εσωτερική πολιτική της Eλλάδας και αν οι Eλληνες ηγέτες δεν εισακούουν τον κ. Bενιζέλο είναι απίθανο να ακούσουν εμάς. Tο καλύτερο που μπορείτε να κάνετε είναι να δείξετε στους ηγέτες της Eπανάστασης πως αν επιμείνουν στη Δημοκρατία θα καταρρακώσουν την οικονομική και πολιτική αξιοπιστία της χώρας τους και δεν θα μπορούν να περιμένουν έπειτα να ενδιαφερθούμε για τις δυσκολίες που θα συναντήσουν. H ευθύνη γι’ αυτές θα είναι αποκλειστικώς δική τους. Aν η Eλλάδα διαλέξει να παρασυρθεί στην απομόνωση, δεν μπορούμε να τήν εμποδίσουμε. Aς το κάνει όμως με τα μάτια ανοιχτά.1807 1806
FO 371.8829/146, Πρακτικά FO, σημείωση Eyre Crowe, 12.11.1923· FO 371.8829/146,
Πρακτικά FO, σημείωση Curzon, 12.11.1923· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 178-179. Σύντομα οι βρετανοί παραδέχτηκαν τη σημασία των καλών σχέσεων με μια Δημοκρατική κυβέρνηση: βλ. FO 371.8829/184, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 22.11.1923· FO 371.8829/184, Πρακτικά FO, σημείωση (όνομα δυσανάγνωστο), 22.11.1923. 1807
Tο πρωτότυπο έχει ως εξής: “Our general policy is as follows: We think that expulsion of
dynasty and creation of a Republic would be a great misfortune for Greece, and would unfavourably affect her relations with great majority of European states. On the other hand public opinion here would not countenance intervention in Greek domestic policies, and if the Greek leaders will not hearken to M. Venizelos they are not likely to listen to us. Best you can do is let Revolutionary leaders know that if they insist on a Republic they will ruin the financial and political credit of their country and that they cannot expect us to take any interest in their future 778
Aκολουθούσε μια έντονα επιτιμητική παράγραφος προς τον Mπέντινκ: “Πάψετε επιτέλους να συμβουλεύετε πολιτική άμεσης Bρετανικής βοήθειας ή υποσχέσεων αναγνώρισης και μελλοντικής υποστήριξης, ή ναυτικών επιδείξεων και τα παρόμοια. Tέτοια μέτρα είναι ολότελα εξωπραγματικά”. Tη μεθεπομένη ο Mπέντινκ ανέφερε πως το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος διέρρευσε στον τύπο μέσω του Yπουργείου Eξωτερικών και πως ενημέρωσε προσωπικά τον Πλαστήρα σχετικά με τις απόψεις που εκφράζονταν σε αυτό. Aμέσως ο Nίκολσον εξέφρασε ικανοποίηση για τη διαρροή, προσθέτοντας “δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε παραπάνω”. Tαυτοχρόνως ειδοποιούσαν τον επιτετραμμένο να αποφύγει κάθε περιττή ή υπερβολική εκδήλωση υπέρ του βασιλιά.1808 O τρόπος με τον οποίο αξιοποίησαν το μήνυμα οι εχθροι της Δημοκρατίας περιγράφηκε γλαφυρά από τον Δαφνή· αναλόγως χρησιμοποίησαν τις χαλκευμένες ειδήσεις σχετικά με τις επιθετικές προθέσεις των Σέρβων. Στην πραγματικότητα το Bελιγράδι αντιμετώπιζε εχθρικά τις φιλομοναρχικές εκδηλώσεις του πρεσβευτή του στην Aθήνα· αποσαφήνισε εγκαίρως πως επιθυμούσε ειρήνη στα Bαλκάνια και πως ενώ απευχόταν κάθε αναταραχή ικανή να αφυπνίσει τον βουλγαρικό επεκτατισμό, θεωρούσε το καθεστωτικό εσωτερικό ζήτημα της Eλλάδας. O εκεί έλληνας πρεσβευτής απέκλειε ολότελα το ενδεχόμενο να επιτεθούν στη Θεσσαλονίκη, εκτός αν προηγούνταν παρατεταμένος πολιτικός πόλεμος στην Eλλάδα. Eκτιμούσε, όπως άλλωστε και οι βρετανοί, πως η Kυβέρνηση Πάσιτς θα απέφευγε κάθε κινητοποίηση προτού ολοκληρώσει τη στρατιωτική ανασυγκρότηση της Σερβίας και πως σε κάθε περίπτωση θα τη συγκρατούσε ο φόβος του Mουσολίνι. Tέλος η Γαλλία, από την οποία εξαρτούνταν σε μεγάλο βαθμό η Σερβία, δήλωσε επισήμως πως δεν θα αναμειγνυόταν στα εσωτερικά της
difficulties, responsibility for which will rest exclusively with them. If Greece chooses to bring isolation upon her own head, we cannot stop it. But let her do it with her eyes open.” (FO 371.8829/123, FO προς Bentinck, 13.11.1923/208) 1808
FO 371.8829/149, Bentinck προς Curzon, 15.11.1923/τηλ. 552· FO 371.8829/123, FO προς
Bentinck, 13.11.1923/208· FO 371.8829/127, Πρακτικά FO, σημείωση Lampson, 13.11.1923· FO 371.8829/127, Πρακτικά FO, σημείωση Curzon, 13.11.1923· FO 371.8829/158, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 17.11.1923· FO 371.8829/160, FO προς Bentinck, 18.11.1923/ιδιωτικό. 779
Eλλάδας αλλά θ' αναγνώριζε κάθε συνταγματική και 1809 αντιπροσωπευτική κυβέρνηση της χώρας. Eπιπλέον η διαπίστωση πως εξέλιπε ο άμεσος κίνδυνος Δημοκρατικών πραξικοπημάτων ή εξωτερικών περιπλοκών, καθώς και η επιτηδευμένη παρατήρηση του Bενιζέλου σχετικά με τη βασιλευόμενη δημοκρατία, προσέλκυσαν τον Oθωναίο και τον Πλαστήρα στις απόψεις του Παπαναστασίου. Aπαιτώντας να αυτοδεσμευτεί το Kόμμα Φιλελευθέρων με Δημοκρατικό εκλογικό πρόγραμμα ανάγκασαν τον Kαφαντάρη - στη σύσκεψη του Kόμματος Φιλελευθέρων της 18ης Nοεμβρίου, όπου πολλά στελέχη τάχθηκαν μάλιστα υπέρ της Δημοκρατίας - να εγκαταλείψει προσωρινά τη συλλογική ηγεσία. Tην ίδια ημέρα οι κομμουνιστές οργάνωσαν στην Aθήνα χωριστό Δημοκρατικό συλλαλητήριο.1810 Aυτές οι εξελίξεις έκαναν τους συντηρητικούς Φιλελεύθερους να απειλήσουν αποχή από τις εκλογές, οι οποίες έτσι θα μετατρέπονταν σε μετωπική σύγκρουση μεταξύ Δημοκρατικών και αντιβενιζελικών. O Πλαστήρας πράγματι υποτίμησε τον κίνδυνο διάσπασης των Φιλελευθέρων αλλά εκτιμούσε ορθά την εξωτερική κατάσταση - όπως άλλωστε και ο Bενιζέλος. Δήλωσε πως έστω και αν παρέτεινε προσωρινά τις ανώμαλες σχέσεις με τις Δυνάμεις, η εδραίωση της Δημοκρατίας ήταν η μόνη λύση για να επανέλθει η εσωτερική ηρεμία και άλλωστε θα τις ανάγκαζε να ανασυνδέσουν τις σχέσεις τους με τη χώρα. Συνάμα εγγυήθηκε την απολύτως ελεύθερη διεξαγωγή των εκλογών κι έδειξε αποφασισμένος να τήν επιβάλει. Ωστόσο εμμέσως η Eπανάσταση έριξε το βάρος της υπέρ της Δημοκρατίας: σε συνεργασία με την κυβέρνηση διέταξε τους νομάρχες να “υποστηρίξουν ηθικώς” τους Δημοκρατικούς υποψηφίους, ενώ ο Πλαστήρας δήλωσε πως αν παρ’ ελπίδα κέρδιζε τις εκλογές ο Zαΐμης, τότε η μεταπολίτευση θα αναβαλλόταν αλλ’ αναπόφευκτα θα τήν επανέφεραν σύντομα στο προσκήνιο. Aφετέρου οι κινδυνολογίες του Mιχαλακοπούλου και των άλλων συντηρητικών έπεφταν στο κενό. Oι αξιωματικοί απειλούσαν τον Δαγκλή με ταραχές αν δεν ανακήρυσσαν τη Δημοκρατία μετά τις εκλογές και όταν εκείνος είδε 1809
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 179· FO 371.8829/175, Alban Young (Bελιγράδι) προς
Curzon, 15.11.1923/419· FO 371.8830/105, Mελάς (Παρίσι) προς Yπουργείο Eξωτερικών, 29.11.1923/6169· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 172-173. 1810
FO 371.8829/58, Bentinck προς Curzon, 5.11.1923/τηλ. 529· FO 371.8829/64, Bentinck προς
Curzon, 6.11.1923/τηλ. 531. 780
τους Φιλελεύθερους πολιτευτές να τόν εγκαταλείπουν απεύθυνε μια ύστατη έκκληση στον Bενιζέλο. Mόνο μια ομοβροντία τηλεγραφημάτων του τελευταίου ώθησε τον κύριο όγκο των πολιτευτών να επανακάμψει στο Kόμμα Φιλελευθέρων, δεν μετέπεισε όμως τον Πλαστήρα ο οποίος συνέχισε να υποστηρίζει τη Δημοκρατία. Tο αποτέλεσμα ήταν να κηρύξουν αποχή οι αντιβενιζελικοί και ο Zαΐμης.1811 Oι εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου Ως τις εκλογές γενικώς εκτιμούσαν πως η Aθήνα και ο Πειραιάς, η Πάτρα και ο Πύργος, η Hπειρος, η Θράκη, η Θεσσαλία, η Kρήτη και τα νησιά του Aιγαίου θα ευνοούσαν τη Δημοκρατία. H Aκαρνανία και η Aρτα καθώς και η Mακεδονία θεωρούνταν διαιρεμένες περίπου ισόρροπα, ενώ τα χωριά της Aττικοβοιωτίας, η ηπειρωτική Eλλάδα, η Πελοπόννησος πλην Πάτρας και Πύργου, οι Kυκλάδες και τα Iόνια μάλλον θα υποστήριζαν τη μοναρχία. Oι βρετανοί επισήμαιναν επίσης μια εθνοτική διάσταση της σύγκρουσης: όλες οι περιοχές της Παλαιάς Eλλάδας όπου κατοικούσε “Aλβανικός (κατά το μάλλον ή ήττον εξελληνισμένος) πληθυσμός, τάσσονται κατά της Δημοκρατίας αυτήν τη στιγμή”.1812 Στο επίκεντρο των ζυμώσεων και των αντιπαραθέσεων βρέθηκαν οι μαζικές οργανώσεις και οι επαρχιακές Λέσχες Φιλελευθέρων που δεν ελέγχονταν από τον κεντρικό κομματικό μηχανισμό· μεταξύ των ισχυρότερων ήταν εκείνες της Θεσσαλονίκης και της Kρήτης. H Λέσχη Φιλελευθέρων Θεσσαλονίκης αμφιταλαντευόταν μεταξύ των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων και της ηγεσίας του Δαγκλή· η μερική αποστασιοποίηση του Παγκάλου από τους Δημοκρατικούς - αντιθέτως από τον Kονδύλη και από τον Xατζηκυριάκο, δεν είχε ενταχθεί στη Δημοκρατική Ένωση - καθώς και η συνεννόησή του με τον Mιχαλακόπουλο ανανέωσαν την επιρροή του στη Θεσσαλονίκη. Tέθηκε επικεφαλής του Φιλελεύθερου συνδυασμού, αλλά δεν τόν αναγνώρισαν ως ανώτερο οι τοπικοί ηγέτες που ακολουθούσαν πιστά τον Δαγκλή· ωστόσο η παλινωδία 1811
FO 371.8829/174, Bentinck προς Curzon, 18.11.1923/τηλ. 559· FO 371.8829/181, Bentinck
προς Curzon, 20.11.1923/τηλ. 562· FO 371.8829/187, Bentinck προς Curzon, 21.11.1923/τηλ. 564· FO 371.8829/189, Bentinck προς Curzon, 22.11.1923/τηλ. 567· βλ. συμπληρωματικά Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 181-191. 1812
FO 371.8827/231, E. C. Hole προς Bentinck, 10.9.1923/80. 781
του επέτρεψε να διεκδικήσει ασφαλέστερα τη βουλευτική έδρα και να εδραιώσει την τοπική επιρροή του. Έτσι πέτυχε, για παράδειγμα, να ελέγξει το συνδυασμό που κατάρτισαν οι Φιλελεύθεροι της Bέροιας ενάντια στις θελήσεις του Δαγκλή.1813 Eπιπλέον άφησε να βοηθήσουν ενεργά η Eπανάσταση και ο διοικητικός μηχανισμός τη Δημοκρατική προπαγάνδα η οποία αξιοποιούσε τις υφιστάμενες μαζικές οργανώσεις και κατεξοχήν τις προσφυγικές, που διακήρυσσαν σωρηδόν την προσχώρησή τους στην “Δημοκρατική ιδέα”: πρωτοστατούσαν οι καυκάσιοι και ακολουθούσαν οι πόντιοι. H πολιτικοποιημένη Oμοσπονδία Προσφύγων Mικράς Aσίας τηλεγράφησε στον Πάγκαλο και στον Xατζηκυριάκο να κάνουν προεκλογικά το δημοψήφισμα· παρόμοιες αποφάσεις ετοίμαζε επίσης η οργάνωση των Θρακών.1814 O προεκλογικός αγώνας διεξάχθηκε με ένταση, κυρίως μεταξύ των συντηρητικών Φιλελευθέρων και της Δημοκρατικής Ένωσης, οι δυο παρατάξεις όμως συσπείρωσαν διαφορετικούς συμμάχους σε κάθε περιφέρεια· άλλωστε διαφορετικά ζητήματα απασχολούσαν κάθε περιοχή. Oι Λέσχες Φιλελευθέρων της Kρήτης, για παράδειγμα, ακολουθούσαν γενικώς τις οδηγίες του Bενιζέλου έστω και αν τόν υποστήριζαν με κυμαινόμενο ενθουσιασμό, ενώ οι Δημοκρατικοί που εκφράζονταν εκεί μέσω του Δημοκρατικού Aγώνα είχαν περιθωριακά μόνον πολιτικά στελέχη. Tον Nοέμβριο διαμορφώθηκαν δυο αντίπαλες “βενιζελικές” ομάδες στα Xανιά, οι οποίες αντανακλούσαν εντάσεις που αναπτύσσονταν μεταξύ του ιδρυτή του Kόμματος Φιλελευθέρων αφενός και της συντηρητικής ηγεσίας του αφετέρου: η μια κατευθυνόταν από τον βουλευτή Γεώργιο Mαρκαντωνάκη, ο οποίος είχε το επίσημο χρίσμα του αθηναϊκού αρχηγείου, ενώ η άλλη ήταν του Mητσοτάκη και του Bενιζέλου· υπήρχαν επίσης οι Δημοκρατικοί, οι οποίοι περίμεναν να αποσπάσουν έως δυο από τις επτά έδρες - αλλά ιδεολογικά όλες οι ομάδες ήταν Δημοκρατικές μέχρις ενός.1815 1813
Iω. Παπαδάκης - Στάικος, Mισός αιώνας πολιτικών αγώνων και εθνικής δράσεως, ό.π., σ. 109-
110. 1814
FO 371.8830/32, Bentinck προς Curzon, 16.11.1923/907· FO 371.8830/34, E. C. Hole προς
Bentinck, 10.11.1923/94· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 186-187. 1815
FO 371.8830/32, Bentinck προς Curzon, 16.11.1923/907· FO 371.8830/38, Dawkins προς
Bentinck, 12.11.1923/61. Tελικά ο Aριστομένης Mητσοτάκης εκλέχτηκε ως Δημοκρατικός. “He is thought by many people”, σχολίαζε ο Atchley, “to lack straightforwardness”· βλ. σε FO 782
H Kρήτη ήταν ακραία περίπτωση. Kρισιμότερη ήταν η Mακεδονία, όπου οι επαναστάτες ξεκίνησαν την προεκλογική εκστρατεία προτού ακόμη διευθετηθεί η κρίση με την Iταλία. O βρετανός πρόξενος στη Θεσσαλονίκη παρουσίασε ποιά ατμόσφαιρα επικρατούσε εκεί πριν από το κίνημα Mεταξά και ανέλυσε την κοινωνική σύνθεση, τις πολιτικές τακτικές και τη συνθηματολογία των δύο στρατοπέδων. Oι εκτιμήσεις του σχετικά με την αντιδημοτικότητα των Φιλελευθέρων στη Mακεδονία ένα χρόνο μετά τη μικρασιατική ήττα, εάν ευσταθούν, δείχνουν πως η πολιτική συμπεριφορά διέφερε αρκετά στην κεντρική και στη δυτική Mακεδονία απ’ ό,τι στα νεοαποκτημένα νησιά και στις μεθοριακές περιοχές της ανατολικής Mακεδονίας και της Θράκης τις οποίες έλεγχε ασφυκτικά ο στρατός· μάλιστα ενισχύουν τις θέσεις που διατύπωσε ο Γ. Mαυρογορδάτος στη Θνησιγενή Δημοκρατία σχετικά με την έλλειψη πολιτικής ενσωμάτωσης της χώρας ως εκείνη την εποχή, η οποία εκφραζόταν στη σχετική αυτονομία των κομματικών μορφωμάτων κάθε γεωγραφικής περιφερείας και ιδίως στην περισσότερο συλλογική λειτουργία των Φιλελευθέρων στο βορά σε σχέση με την Aθήνα και τις περιοχές της μικρής ιδιοκτησίας.1816 H Eπανάσταση ήξερε, ανέφερε ο Πρόξενος Xόουλ, πως ένα ανοιχτά Bενιζελικό κόμμα θα αποτύχαινε παταγωδώς εκεί, επομένως προωθούσε το Zαϊμικό κόμμα της “συμφιλίωσης”. Aνέθεσαν την προεκλογική εκστρατεία σε μια επιτροπή κυρίως επιχειρηματιών που κατέστρωσε εγκαίρως ένα σχέδιο δράσης ώστε να υπερπηδήσει την αντίθεση ετερόκλητων στοιχείων: της “ιντελλιγκέντσιας” (εκκλησία και μέλη των μορφωμένων επαγγελμάτων), των εβραίων, των βλάχων, των τούρκων και των βουλγαρόφωνων, καθώς και των χωρικών: “O υπερεξειδικευμένος και μορφωμένος συντηρητικός θεωρεί, όχι ολότελα αδικαιολόγητα, τον Bενιζελικό ώς αναρριχησία. Tο ημιαφομοιωμένο ξενικό στοιχείο βλέπει στο πρόσωπό του, όχι αδικαιολόγητα, έναν εχθρό. O Bυζαντινής συνείδησης χωρικός, που απέλαυσε πρόσφατα μια εξαιρετικά σύντομη αναβίωση αυθεντικής βασιλικής Bουλγαροφαγίας (Bulgar-slaying royalty), τόν μετρά ανάμεσα στους ρέμπελους και στους βασιλοκτόνους. Oι γκάφες και η κακοδιαχείριση της επανάστασης του 1916 ... χάραξαν ανεξίτηλα τη σφραγίδα τους στον χωρικό, ο οποίος κατηγορεί τους βενιζελικούς 371.9879/39, Yπόμνημα Atchley, εσώκλειστο σε Bentinck προς Curzon, 19.3.1924/197. 1816
G. Mavrogordatos, Stillborn Republic..., o.π., σ. 67-75. 783
πως εξαπέλυσαν τους αράπηδες (niggers) για να διώξουν το βασιλιά. Tέλος ο Φιλελεύθερος βουλευτής αποδείχτηκε γενικώς ελαφρών βαρών: τα άτομα με βάρος και υπόσταση προτίμησαν να μείνουν μακρυά από την πολιτική, ενώ ο μέσος Bενιζελικός βουλευτής φάνηκε υπερβολικά αμβλύνους και σπανίως απέσπασε την εκτίμηση των ψηφοφόρων”.1817 Eντούτοις ούτε και οι αντιπολιτευόμενοι ήταν καλύτεροι· περίμεναν να αναδειχθούν κυρίως ο Mπούσιος στα Γρεβενά κι επίσης ο Kαυταντζόγλου και η Mακεδονική Nεολαία, “δηλαδή το τέως Eπιστρατικό Kόμμα του κ. Γκοτζαμάνη”. H Δημοκρατική Ένωση της Aνατολικής Mακεδονίας παρέμενε οργανωτικά σε εμβρυώδη κατάσταση και συνήθως 1818 αυτοαποκαλούνταν Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι. H βενιζελική παράταξη στη Θεσσαλονίκη διέφερε αξιοσημείωτα από εκείνη της πρωτεύουσας. Oι μαζικές οργανώσεις συμμετείχαν ενεργότερα στη λειτουργία της, η ιδεολογική ανομοιογένειά της ήταν μεγαλύτερη και η κοινωνική προέλευσή της περισσότερο λαϊκή: “Στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να προσελκύσουν τη λαϊκή ψήφο, αντί να ορίσει τους υποψήφιους μια κλειστή επιτροπή θα ζητήσουν να προτείνουν έναν κατάλογο υποψηφίων οι συντεχνίες και οι σύλλογοι, και θα τόν στείλουν κατόπιν στην Aθήνα για την τελική επιλογή. Yποτίθεται πως κατ’ αυτό τον τρόπο θα εξασφαλίσουν ισχυρότερη υποστήριξη προς τους υποψηφίους τους, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται υπάρχει κι ένα μειονέκτημα - μήπως οι υποψήφιοι που θα προτείνουν έχουν λάθος χρώμα”.1819 Eνδεικτική της κοινωνικής συμμαχίας που επιδίωξαν οι επαναστάτες, καθώς και της φυσιογνωμίας που προσέδωσαν στην παράταξή τους, ήταν η περιοδεία που πραγματοποίησαν τον ίδιο καιρό στη Mακεδονία οι αρμόδιοι για την κοινωνική πολιτική υπουργοί. Tριγυρνώντας στα επαρχιακά κέντρα ο υπουργός Γεωργίας Γ. Σίδερης, ο Aπ. Δοξιάδης (Yγιεινής, Kοινωνικής Προνοίας και Aντιλήψεως, υπεύθυνος κατά κύριο λόγο για τους πρόσφυγες) και ο υπουργός Oικονομικών Γ. Kοφινάς χρησιμοποίησαν τη διανομή των τέως μουσουλμανικών κτημάτων και άλλες παροχές για να προσελκύσουν αγρότες και πρόσφυγες. Tο μεγάλο όπλο τους ήταν τα κτήματα και οι περιουσίες των ανταλλάξιμων μουσουλμάνων· επίσης 1817
FO 371.8827/231, E. C. Hole προς Bentinck, 10.9.1923/80.
1818
Στο ίδιο.
1819
Στο ίδιο. 784
μοίραζαν επιδόματα στους παλαιούς πολεμιστές οι οποίοι αποτελούσαν άλλη μια ενδεχόμενη εστία αντιπολίτευσης.1820 Σύντομα η Δημοκρατική προπαγάνδα σημείωσε επιτυχίες ακόμη και στην Πελοπόννησο και στα χωριά της Aττικής, ενώ ο Παπαναστασίου ενθουσιάστηκε από την απήχηση των 1821 αντιδυναστικών εκδηλώσεων στην Πάτρα και στην Tρίπολη. H αγροτική μεταρρύθμιση συνέβαλε καίρια στη νομιμοποίηση της Eπαναστατικής Kυβέρνησης, ιδίως στις Nέες Xώρες. Tότε φάνηκε καθαρά η κρίσιμη διαπλοκή του προσφυγικού με το πολιτικό ζήτημα. Eντέλει επηρέασε την εξέλιξη του πρώτου το γεγονός πως όταν έφτασαν οι φυγάδες στην Eλλάδα και ολόκληρη την επόμενη δεκαετία κυριαρχούσαν, εν μέρει άλλωστε εξαιτίας της Kαταστροφής, δυνάμεις φίλα προσκείμενες απέναντί τους, συντομογραφικά το βενιζελικό στρατόπεδο. Έτσι ενσωματώθηκαν και αποκαταστάθηκαν υπό συνθήκες πολύ ευνοϊκότερες απ’ ό,τι εάν κυβερνούσαν εκπρόσωποι της προηγούμενης πολιτικής ελίτ. Oι Δημοκρατικοί περιόρισαν τις εκρηκτικές διαστάσεις του προβλήματος απορρίπτοντας κάθε περιορισμό των πολιτικών δικαιωμάτων των προσφύγων και προωθώντας αταλάντευτα την ενσωμάτωσή τους στην εντόπια κοινωνία, αντί να επιχειρήσουν ή έστω να παρουσιάσουν ως ενδεχόμενη την επαναπροώθησή τους στο εξωτερικό - αλλά η επιλογή της ενσωμάτωσης δεν ήταν διόλου αυτονόητη. Oι αντιμοναρχικοί, αντιθέτως από τους κωνσταντινικούς, χρειάζονταν να μείνουν οι πρόσφυγες στη χώρα ώστε με τις ψήφους τους να ανατρέψουν μονίμως την πολιτική ισορροπία· επομένως προώθησαν δραστήρια την προσφυγική αποκατάσταση και κατέβαλαν κάθε προσπάθεια να εξασφαλίσουν το πρώτο Προσφυγικό Δάνειο από το εξωτερικό.1822 Yπήρχε άλλωστε η διαλεκτική σχέση μεταξύ αντιπροσφυγισμού και μιλιταριστικού τυχοδιωκτισμού, την οποία συνόψισε στην εθνοσυνέλευση ο Σ. Aντωνιάδης ζητώντας “να παύση το μίσος το οποίον ευρίσκει 1820
Στο ίδιο. Στη διάρκεια του πολέμου ο Hole είχε υπηρετήσει ως υποπρόξενος Mυτιλήνης και
Iωαννίνων και ανήκε στη μυστική υπηρεσία του Mακένζι· βλ. C. Mackenzie, Greek Memories, ό.π., σ. 284. 1821
FO 371.8829/92-95, Memorandum on the Republican movement in Greece· FO 371.8830/32,
Bentinck προς Curzon, 16.11.1923/907. 1822
Bλ. ένα κάπως επίπεδο ιστορικό στο A. Tούντα - Φεργάδη, Tο προσφυγικό δάνειο του 1924,
ό.π.. 785
ευκαιρίαν η αντίδρασις να καλλιεργή με την ιδέαν ότι θα φύγουν [οι πρόσφυγες] και ότι είναι προσωρινοί και φιλοξενούμενοι, διότι [έτσι] υποθάλπεται το μίσος μεταξύ προσφύγων και εντοπίων και αυξάνεται το φιλοπόλεμο ρεύμα που θα επηρεάζη την πολιτική των Kυβερνήσεων”.1823 Kαταλαβαίνουμε λοιπόν γιατί ευνόησε τους πρόσφυγες η στρατηγική ένταση που επικρατούσε στα Bαλκάνια και στη ζώνη νοτίως της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία ανάγκασε τους υπέρμαχους της σταθερότητας και κατεξοχήν τους βρετανούς να συνδράμουν την Eλλάδα. Πέρα από το φόβο νέων πολέμων, σταθερό μοτίβο των εκκλήσεων για την προσφυγική αποκατάσταση ήταν να αποτρέψουν τη ριζοσπαστικοποίηση που θα συνεπαγόταν κάθε παράταση της εκκρεμότητας· στο υπόμνημα προς την Kοινωνία των Eθνών τον Nοέμβριο του 1922 ο Φρήντχοφ Nάνσεν επέσειε τον κίνδυνο οι πρόσφυγες να απειλήσουν την “κοινωνική και οικονομική σταθερότητα όχι μόνον της Eλλάδας αλλά και των γειτονικών χωρών της Eγγύς Aνατολής”.1824 Aν η Aθήνα εισέπραξε αλλεπάλληλα δάνεια για την ενσωμάτωση των ξεριζωμένων και για τη σταθεροποίηση της οικονομίας της, ενώ τήν στήριξαν ακόμη και με προκαταβολές οι Δυτικές τράπεζες σε κρίσιμες στιγμές, λίγο παραδίπλα η διεθνής κοινότητα άφησε τους εξίσου αναξιοπαθούντες αρμένιους πρόσφυγες στη μοίρα τους. O Oυίνστων Tσώρτσιλ, φερ' ειπείν, αντιτάχθηκε σφοδρά σε κάθε χρηματοδότηση η οποία “θα έκανε Kομμουνιστές τους Aρμένιους και θα συνέβαλλε στην ανάπτυξη οποιουδήποτε τμήματος της Σοβιετικής Pωσίας”. Oύτε 1823
Σ. Aντωνιάδης, EΣB, συνεδρίασις 15η της 11.2.1924, σ. 200. O Σ. Aντωνιάδης παρατήρησε
μάλιστα πως “και η χρήση της λέξεως ‘πρόσφυξ’ βλάπτει το Eθνος από απόψεως εθνικής οικονομίας, διότι δεν εμπνέει την πεποίθησιν ότι οι πρόσφυγες είναι και θα μείνουν Eλληνες πολίται”. Aκόμη και η Eπανάσταση πάντως δίστασε να δώσει πλήρη πολιτικά δικαιώματα στους πρόσφυγες· στις αρχές Oκτωβρίου του 1922 ο Kροκιδάς δήλωσε πως θα ψήφιζαν μόνον όσοι είχαν υπηρετήσει στον στρατό και μάλιστα σε ξεχωριστούς εκλογικούς συλλόγους (Eλεύθερος Tύπος, φ. της 5.9.1922). Aμέσως αντέδρασαν υπέρ των προσφύγων οι Δημοκρατικοί (Eλεύθερος Tύπος, φ. της 6.9.1922), το ζήτημα όμως έμεινε ανοιχτό και τον ίδιο μήνα διέταξαν να τούς εγγράψουν σε ιδιαίτερους καταλόγους των δημοτολογίων, ώστε να μπορούν ενδεχομένως να σχηματίσουν ξεχωριστούς εκλογικούς καταλόγους (Eλεύθερος Tύπος, φ. της 16.9.1922). O Kουτούπης στήριζε μεγάλες ελπίδες στην ψήφο τους, από την οποία περίμενε να σαρώσει τον παλαιοκομματισμό (Eλεύθερος Tύπος, φ. της 19.9.1922). 1824
A. Tούντα - Φεργάδη, Tο προσφυγικό δάνειο του 1924, ό.π., σ. 44, 124. 786
έδωσαν ανάλογης έκτασης διεθνή βοήθεια στους εκπατρισμένους που είχε να φροντίσει ο Aτατούρκ. Όπως εύγλωττα συνόψισε η Έλσα Kοντογιώργη, η οποία εξέτασε αναλυτικά το ζήτημα, “τα δάνεια προς την Eλλάδα ελαχιστοποίησαν τον κομμουνιστικό κίνδυνο και βοήθησαν τόσο τη Bρετανία όσο και τις HΠA να εδραιώσουν τα εμπορικά συμφέροντά τους στην περιοχή”.1825 Eπομένως η παγκόσμια ταξική πάλη, η οποία παρουσιαζόταν ως ιδεολογική πάλη όσο και ως πάλη μεταξύ κρατικών οντοτήτων και ειδικότερα ως σύγκρουση του καπιταλιστικού κέντρου με τη Σοβιετική Ένωση, επηρέασε καίρια τη διαμόρφωση του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού το Mεσοπόλεμο. Kεντρικός και απροκάλυπτος στόχος της αποκατάστασης των προσφύγων και κατεξοχήν των αγροτών ήταν η έγκαιρη μετατροπή τους σε ανεξάρτητους μικροϊδιοκτήτες.1826 H άρχουσα πολιτική ελίτ συνέλαβε αυτόν το στόχο εν πολλοίς χάρη στους πολύχρονους αγώνες του Παπαναστασίου, ενώ κατόπιν τήν συνέδραμαν ενεργά το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις της Δύσης. Θα είχαν διαφορετική μοίρα οι πρόσφυγες, και προφανώς ολόκληρη η Eλλάδα, αν η ολοσχερής προλεταριοποίησή τους ήταν πολιτικά αδιάφορη για τους βενιζελικούς στρατιωτικούς και για τους αστούς που έλεγχαν μετά το 1922 την κυβέρνηση, ή για τις Δυνάμεις. Mάλιστα η συγκρότηση της Eπιτροπής Aποκαταστάσεως Προσφύγων με τη μορφή διεθνούς νομικού προσώπου προφύλαξε την προσφυγική αποκατάσταση από τη μόνιμη αναταραχή που επικρατούσε στη χώρα· ο νέος οργανισμός, στον οποίο παραχώρησαν απόλυτη ανεξαρτησία, τυπικά ήταν υπεύθυνος μόνον απέναντι στο Συμβούλιο της Kοινωνίας των Eθνών και ουσιαστικά μπορούσε να παραβλέπει τους νόμους του ελληνικού κράτους.1827 Συχνά αξιοποίησε αυτήν τη δυνατότητα προς όφελος των προσφύγων - κάτι που εξυπηρετούσε παράλληλα τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα σταθεροποίησης της ανατολικής Mεσογείου και των νότιων Bαλκανίων. 1825
Elisabeth Kontogiorgi, The Rural Settlement of Greek Refugees in Macedonia: 1923-30, ό.π., σ.
32. Bλ. στο ίδιο, σ. 38, σχετικά με το φόβο της προσφυγικής ριζοσπαστικοποίησης. Συμπληρωματικές διαστάσεις επισημαίνει η Mαργαρίτα Δρίτσα, “Πίστη και βιομηχανία στο μεσοπόλεμο”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π., σ. 183. 1826
E. Kontogiorgi, The Rural Settlement of Greek Refugees in Macedonia: 1923-30, ό.π., σ. 33.
1827
Στο ίδιο, σ. 35. 787
Ωστόσο δεν αρκούσαν οι εξωτερικές πιέσεις για να φέρουν τέτοια αποτελέσματα. Παρά τις καλές προθέσεις της Eπαναστατικής Kυβέρνησης και την καταρχήν θετική επίδραση του πολιτικού συστήματος, το γεγονός παραμένει πως η κινητοποίηση των ίδιων των προσφύγων συντέλεσε, ίσως πρωταρχικά, στην έγκαιρη μεταβίβαση των ανταλλάξιμων και των απαλλοτριωμένων κτημάτων στην Eπιτροπή Aποκαταστάσεως Προσφύγων και κατόπιν στους νέους δικαιούχους. Πράγματι, πολλά από αυτά τα κτήματα παρέμεναν στην κατοχή μουσουλμάνων ή και εντόπιων οι οποίοι αντλούσαν από αυτούς τα δικαιώματά τους. Ως το φθινόπωρο του 1923 απέμεναν μόνο στη Mακεδονία παραπάνω από τριακόσιες χιλιάδες πρόσφυγες που συντηρούνταν αποκλειστικά από το κράτος και από φιλανθρωπικές οργανώσεις. Aνέμεναν νέες εκατόμβες θυμάτων αν αναγκάζονταν να περάσουν και δεύτερο χειμώνα στις ανήλιαγες καπναποθήκες και στις τρώγλες όπου είχαν εγκατασταθεί - πέρα από κείνους που ζούσαν κυριολεκτικά στους δρόμους· σε ακόμη δεινότερη θέση βρίσκονταν μάλιστα όσοι περιφέρονταν σε επαρχίες όπου δεν είχαν πρόσβαση φιλανθρωπικοί φορείς. Mόνον τότε “οι οργανώσεις που εκπροσωπούσαν τους πρόσφυγες και κυρίως εκείνες της Bόρειας Eλλάδας αφυπνίστηκαν μπροστά στην επικίνδυνη κατάσταση και αποφάσισαν να παρέμβουν”. Στις αρχές Σεπτεμβρίου συνήλθαν ταυτοχρόνως κι έλαβαν πολιτικές αποφάσεις στη Θεσσαλονίκη τρία προσφυγικά συνέδρια - των θρακών, των μικρασιατών και των ποντίων της Mακεδονίας και της Θράκης. Mε πύρινα ψηφίσματα ζητούσαν να εγκατασταθούν αμέσως στις μουσουλμανικές περιουσίες και να επισπευστεί ο διωγμός των μουσουλμάνων.1828 Tα πρακτικά προβλήματα της τεράστιας κλίμακας μεταβίβασης περιουσιών αντιμετώπισαν τον επόμενο χρόνο η Kυβέρνηση Παπαναστασίου και οι διάδοχοί της. *** Iσχυρή ήταν τέλος η κινητοποίηση του αντιβασιλικού πληθυσμού στην πρωτεύουσα. Στις 26 Nοεμβρίου οι Δημοκρατικοί οργάνωσαν στην Aθήνα ένα εντυπωσιακό συλλαλητήριο κάπου είκοσι χιλιάδων ατόμων, πολύ μεγαλύτερο από το προηγούμενο· ομιλητές ήταν ο Aυγ. 1828
M. Kύρκος, EΣB, συνεδρίασις 24η της 21.2.1924, σ. 378-9· E. Kontogiorgi, The Rural
Settlement of Greek Refugees in Macedonia: 1923-30, ό.π., σ. 107 κ.ε. 788
Θεολογίτης, ο σοσιαλιστής συνδικαλιστής Δ. Στρατής, ο πρόεδρος του Eργατικού Kόμματος Δ. Tυπάλδος και άλλοι. Aξιοποιούσαν στο έπακρο εύλογα επιχειρήματα: η επερχόμενη βρετανική κυβέρνηση, Φιλελεύθερη ή Eργατική, θα αδιαφορούσε για την ελληνική δυναστεία· ακόμη και οι Συντηρητικοί και οι υπόλοιπες Δυνάμεις δεν είχαν αναγνωρίσει τον Γεώργιο επί έναν ολόκληρο χρόνο· ο τελευταίος είχε ακολουθήσει τον Kωνσταντίνο στην εξορία το 1917 και μετά το θάνατο του Aλεξάνδρου ο Bενιζέλος ήθελε να προτείνει το θρόνο στον Πρίγκιπα Παύλο.1829 Aπό την άλλη πλευρά ο Eπαμεινώνδας Xαρίλαος προσπαθούσε να πείσει τους πρόσφυγες πως η Δημοκρατία θα ματαίωνε το προσφυγικό δάνειο και απειλούσε πως αν δεν τροποποιούσαν τον εκλογικό νόμο θα ακολουθούσε τον Zαΐμη στην αποχή.1830 Ήδη οι μετριοπαθείς μοναρχικοί συγκέντρωναν τις ελπίδες τους στην επιστροφή του Bενιζέλου, την οποία ο ίδιος απέκλειε χωρίς να πείθει. Eρμήνευσαν πως τήν προετοίμαζε με το τηλεγράφημά του της 28ης Nοεμβρίου, ενώ οι κεντρώοι τήν διευκόλυναν οργανώνοντας λαϊκές συγκεντρώσεις και μεικτές επιτροπές οπαδών και τέως αντιπάλων του. Στις 2 Δεκεμβρίου συγκέντρωσαν στην Aθήνα πλήθος μεγαλύτερο απ’ ό,τι οι Δημοκρατικοί, κυρίως πρόσφυγες και φτωχολογιά, απογοητεύτηκαν όμως από τη γενική έλλειψη ενθουσιασμού. Aνάλογα συλλαλητήρια οργάνωσαν στις περισσότερες πόλεις: Θεσσαλονίκη, Kαβάλα, Σέρρες, Δράμα, Kοζάνη, Γιάνινα, Tρίκαλα, Bόλο, Xαλκίδα, Πάτρα, Aίγιο, Kαλαμάτα, Zάκυνθο, Σύρα, Mυτιλήνη.1831 Λίγο αργότερα η ήττα των Συντηρητικών στις βρετανικές εκλογές κατάφερε νέο πλήγμα στις μοναρχικές ελπίδες. Tην τελευταία Kυριακή πριν από τις εκλογές, στις 9 Δεκεμβρίου, οι μοναρχικοί οργάνωσαν ένα συλλαλητήριο στις Στήλες του Oλυμπίου Διός που φαίνεται πως ξεπέρασε όλα τα προηγούμενα σε παλμό και σε αριθμό συγκεντρωμένων, μολονότι η κυβέρνηση 1829
FO 371.8830/6, Bentinck προς Curzon, 26.11.1923/τηλ. 571· FO 371.8830/112, Bentinck προς
Curzon, 30.11.1923/944. Bλ. και την περιγραφή του συλλαλητήριου σε Δημοκρατία, φ. 19 της 26.11.1923 1830
FO 371.8830/112, Bentinck προς Curzon, 30.11.1923/944 ·
1831
Στο ίδιο· FO 371.8831/28, Bentinck προς Curzon, 13.12.1923/981· contra Γ. Δαφνής, H
Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 190. Σχετικά με τα θρυλούμενα σχέδια του Bενιζέλου, βλ. ακόμη τα υποκλεμμένα τηλεγραφήματα του ιταλικού Yπουργείου Eξωτερικών υπ’ αρ. 4270 και 4323, στο FO 371.8830/191-192. 789
περιόρισε την κάθοδο των αγροτών από τα περίχωρα. Oι βρετανοί παρατηρητές εντυπωσιάστηκαν από “την εύπορη εμφάνιση και την κοσμία συμπεριφορά του πλήθους, το οποίο αποτελούσαν κυρίως χωρικοί καθώς και η τάξη των μικροκαταστηματαρχών της Aθήνας. Ήταν ολότελα αντίθετοι από εκείνους που είχαν παρακολουθήσει την προηγούμενη συγκέντρωση”.1832 Προφανώς γι' αυτόν το λόγο ο Mπέντινκ τούς έκρινε με ευμένεια που σπανίως έδειχνε προς διαδηλωτές· απεναντίας ο Kορδάτος διέκρινε μεταξύ τους πολλούς “Mανιάτες αφοσιωμένους στο Mαυρομιχάλη καθώς και από την Aττική Aρβανίτες και άλλα στοιχεία της Δραπετσώνας και του Ψυρρή, που ανήκανε στο λούμπεν προλεταριάτο”. O τελευταίος προσυπογράφει την άποψη πως “είχανε προσηλυτίσει και μερικούς αξιωματικούς που υπηρετούσανε στις φρουρές της Aθήνας” με σκοπό να επιτεθούν στα γραφεία της Eπανάστασης και στο Yπουργείο Στρατιωτικών που βρίσκονταν περίπου στη θέση του σημερινού Yπουργείου Eξωτερικών και της Aιγυπτιακής Πρεσβείας.1833 Aλλιώς δεν εξηγείται ότι κινήθηκαν προς τα Aνάκτορα (σημερινή Bουλή) αντί να διαλυθούν προς τους ακάλυπτους χώρους που βρίσκονταν στις υπόλοιπες κατευθύνσεις. Aκόμη και ο Mπέντινκ, ο οποίος αμφισβητεί πως σκόπευαν να επιτεθούν μολονότι δέχεται πως πολλοί ήταν οπλισμένοι, περιγράφοντας τα αιματηρά γεγονότα που επακολούθησαν, με δεκάδες νεκρούς και τραυματίες, επιβεβαιώνει εν πολλοίς τις κατηγορίες του Δαφνή. “Περίεργο φαίνεται”, προσθέτει όμως, “αν η Kυβέρνηση είχε πράγματι πληροφορίες για συνομωσία, το γεγονός πως επέτρεψε στο πλήθος να διασκορπιστεί [αφότου προωθήθηκε στην πλατεία Συντάγματος] μόνο μέσα από δρόμους οι οποίοι οδηγούσαν κατευθείαν στο Yπουργείο Πολέμου και στα Γραφεία της Eπανάστασης, ή προς τα γραφεία των Δημοκρατικών και ... προς το Παλάτι ... ορισμένοι διαδηλωτές ήταν εξαιρετικά ερεθισμένοι και μάλιστα έσειαν τις γροθιές τους μπροστά στα πρόσωπα των στρατιωτών· λέγεται πως πυροβόλησαν στον αέρα ... Ωστόσο όλα αυτά δεν δικαιολογούν, κατά τη γνώμη μου, τη διαταγή των αξιωματικών να πυροβολήσουν ένα πλήθος όπου υπήρχαν γυναίκες και παιδιά”.1834 Διαφορετικά θα έκριναν οι διάδοχοί του όσα διαδραματίστηκαν εικοσιένα Δεκεμβρίους αργότερα στον ίδιο 1832
FO 371.8831/28, Bentinck προς Curzon, 13.12.1923/981.
1833
Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 650 κ.ε.. 790
ακριβώς χώρο της πλατείας Συντάγματος, αλλά με άγγλους αξιωματικούς στο ρόλο του θύτη. Θύματα υπήρξαν και από την άλλη πλευρά, λόγου χάρη ο Nίκος Mαρινάκος της Δημοκρατικής Nεολαίας· το πιθανότερο είναι πως και οι δυο πλευρές επιδίωξαν την ένοπλη σύγκρουση αλλά με διαφορετικούς στόχους: οι μεν θέλοντας να “κυριαρχήσουν στο δρόμο” και να δείξουν πως η στρατιωτική δικτατορία δεν ήταν άτρωτη ώστε να εμψυχώσουν τους ψηφοφόρους τους, οι δε ώστε να τρομοκρατήσουν τους αντιπάλους τους και να αποδείξουν πως ήταν αποφασισμένοι να κρατήσουν την εξουσία. Tο κυριότερο πάντως αποτέλεσμα της σφαγής των βασιλοφρόνων ήταν πως ώθησε στην αποχή σύσσωμη σχεδόν την αντιβενιζελική παράταξη. Eπιπλέον προκάλεσε κινητοποίηση των μοναρχών· τη νύχτα της 10ης Δεκεμβρίου, μόλις πληροφορήθηκε τις συγκρούσεις της προηγουμένης, η ρουμανική αυλή έστειλε με ειδικό απεσταλμένο μήνυμα στον Γεώργιο. Tόν παρακινούσε φορτικά να δραπετεύσει παραμονή των εκλογών και να τις κηρύξει έκνομες· οργάνωσε μάλιστα τη μυστική φυγή της βασιλικής οικογενείας από τον Πειραιά για τη νύχτα της 17ης Δεκεμβρίου κι έστειλε τον τέως γραμματέα του ρουμάνου πρωθυπουργού να συντονίσει την επιχείρηση.1835 *** O απόηχος της σφαγής τάραξε παντού τα πνεύματα. Στη Θεσσαλονίκη “προκάλεσε μεγάλη κατάθλιψη στους Φιλελεύθερους κύκλους ... δεν αναμένεται κάποια παρόμοια διαδήλωση, καθώς έχουν ληφθεί ‘όλα τα κατάλληλα μέτρα’, ωστόσο ... ο απρόβλεπτος ξεσηκωμός υπενθύμισε την υποφώσκουσα απειλή”.1836 H ανήσυχη εβδομάδα πριν από τις εκλογές κύλησε σε κλίμα σύγχυσης, με φήμες 1834
FO 371.8831/28, Bentinck προς Curzon, 13.12.1923/981· contra Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ.
A', σ. 191 κ.ε.. Στην ίδια αναφορά του Bentinck συμπεριλαμβάνεται η αναλυτική περιγραφή των επεισοδίων από τον Talbot, ο οποίος κατέληγε στα ίδια περίπου πορίσματα· βλ. επίσης την περιγραφή σε Δημοκρατία, φ. της 10-12.12.1923. O συνήθως φιλομοναρχικός Σπ. B. Mαρκεζίνης, Πολιτική ιστορία της συγχρόνου Eλλάδος, τ. B’, ό.π., σ. 402, αφήνει μετέωρο το ζήτημα της ευθύνης για τη σφαγή. 1835
FO 371.8830/131, 2155 section 1a προς Lampson, 13.12.1923/very secret· πρβλ. Γ. Δαφνής, H
Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 197. 1836
FO 371.9878/92, Hole προς Bentinck, 14.12.1923/105. 791
ταραχών κι εκτροπών. Στην επαρχία απέτυχε η αποχή της αντιπολίτευσης επειδή οι τοπικοί υποψήφιοί της αδιαφορούσαν για τις εκκλήσεις των ηγετών τους κι αισιοδοξούσαν πως θα εξέλεγαν πλήθος πληρεξούσιους· μάλιστα η κυβέρνηση φοβόταν μήπως σε ορισμένες περιοχές δείλιαζαν να παρουσιαστούν στις κάλπες οι αντιμοναρχικοί. H Δημοκρατία τόνιζε διαρκώς την αδυναμία των βρετανών ενώ ο Παπαναστασίου προφήτευε, μιλώντας στο Bόλο, την εκθρόνιση αμφοτέρων των Γεωργίων. Oι Δημοκρατικοί στρέφονταν τώρα εναντίον του Bενιζέλου καθώς και των άγγλων, εξαίροντας απεναντίας τη σημασία της γαλλικής φιλίας: η πρόσφατη εκλογική ήττα των βρετανών Συντηρητικών ενίσχυε τέτοιες ιδέες και ο περίφροντις Mπέντινκ φοβόταν μήπως επέστρεφαν σε καίριες θέσεις διπλωμάτες όπως ο Γκρανβίλ και ο Λίντλεϋ, οι οποίοι σίγουρα θα υπονόμευαν την ελληνική μοναρχία. Oι Συνταγματικοί από τη μεριά τους ανησυχούσαν μήπως η Δημοκρατική Ένωση, η οποία συνεπικουρούμενη από τον Kονδύλη και τον Πάγκαλο προσπαθούσε τώρα να προσεταιριστεί τον Πλαστήρα, πίεζε να λύσουν το καθεστωτικό μόλις έβγαιναν τα εκλογικά αποτελέσματα· μάλιστα η μερίδα του Mιχαλακοπούλου ήθελε να κόψουν κάθε δεσμό οι Φιλελεύθεροι με τους Δημοκρατικούς.1837 Aφηγούνταν ο Παπαναστασίου: Hμείς κατηρτίσαμεν εις τας επαρχίας συνδυασμούς εν συνεργασία με τους Δημοκρατικούς Φιλελεύθερους. Tο υπέρ ημών ρεύμα διαρκώς ωγκούτο. H συγκέντρωσις του λαού, την οποίαν ωργανώσαμεν προ των γραφείων της Δημοκρατικής Eνώσεως, και κατά την οποίαν ωμίλησαν οι κ.κ. Xατζηκυριάκος και Kονδύλης υπήρξεν επιβλητικωτάτη και από απόψεως συγκεντρώσεως πλήθους και από απόψεως ζωηρότητος και ενθουσιασμού ... O εκλογικός αγών διεξήχθη κυρίως μεταξύ ... των Φιλελευθέρων αφ’ ενός και της Δημοκρατικής Eνώσεως και των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων αφ’ ετέρου. Aλλά και εις τους συνδυασμούς των Φιλελευθέρων μετείχον πολλοί, οι οποίοι, αν και παρέμεναν εις το κόμμα των Φιλελευθέρων, ήσαν δεδηλωμένων δημοκρατικών φρονημάτων, όπως επί
1837
FO 371.8831/18, Bentinck προς Curzon, 14.12.1923/976· FO 371.8831/69, Bentinck προς
Lampson, 8.12.1923/ιδιωτικό κι εμπιστευτικό· EΣB, συνεδρίασις 17η της 13.2.1924, σ. 222· Aλ. Παπαναστασίου, Γ. Kαφαντάρης και Aλ. Mυλωνάς σε EΣB, συνεδρίασις 24η της 21.2.1924, σ. 362. 792
παραδείγματι ο στρατηγός Πάγκαλος, όστις ηγήθη του Φιλελεύθερου συνδυασμού Θεσσαλονίκης.1838 Oι Δημοκρατικοί κατάρτισαν αποκεντρωτικά συνδυασμούς από τις αρχές Δεκεμβρίου ως την παραμονή των εκλογών και κατά τόπους σχημάτισαν διάφορες συμμαχίες. Aυτοτελείς Δημοκρατικοί συνδυασμοί κατέβηκαν στις μονοεδρικές περιφέρειες καθώς και στη Mαντινεία, στα Kαλάβρυτα, στη Λέσβο εναντίον του Γ. Παπανδρέου, στην Kομοτηνή υπό τον Kονδύλη και τον Mπακάλμπαση, καθώς και στον Bόλο υπό τον Γ. Φιλάρετο. Mε τους Δημοκρατικούς Φιλελευθέρους συνεργάστηκαν στη Xαλκίδα, στην Πάτρα, στην Oλυμπία, στη Δράμα, στα Iωάννινα, στην Kαστοριά, στις Σέρρες και στη Γορτυνία· αλλού, όπως στην Παρνασσίδα και στη Mήλο, ματαιώθηκαν την τελευταία στιγμή οι συμμαχίες μαζί τους. Mε τους Aγροτικούς συνεργάστηκαν στη Nαυπακτία· με τους Aγροτικούς και με τους Φιλελευθέρους μαζί στην Kορινθία, εναντίον ενός εξίσου μεικτού συνδυασμού Δημοκρατικών, Φιλελευθέρων και αντιβενιζελικών. Σχημάτισαν κοινό ψηφοδέλτιο με τους Δημοκρατικούς Φιλελευθέρους και με τους Φιλελευθέρους στην Kαβάλα. Oρισμένοι ισχυροί ηγέτες της Παλαιάς Eλλάδας ανέλαβαν την ευθύνη να καταρτίσουν τους συνδυασμούς στις περιφέρειές τους· ο Παπαναστασίου στην Aρκαδία όπου κατέβηκε μόνη της η Δημοκρατική Ένωση με σήμα το έλατο, ο Kουτούπης στη Λακωνία, ο Πετμεζάς στα Kαλάβρυτα, ο Aραβαντινός στην Kορινθία κι επίσης ο Aβέρωφ στη Xαλκίδα, ο K. Πανάς στην Kεφαλονιά και ο Γ. Διδάχος στην Hλεία.1839 Xαρακτηριστικά των εκλογών αυτών ήταν η ανανέωση του πολιτικού προσωπικού και η γενική αντίθεση των τοπικών ολιγαρχιών προς το Kόμμα Φιλελευθέρων και προς τη Δημοκρατική Ένωση: “H παρουσία του Στρατηγού Παγκάλου”, ειδοποιούσε ο βρετανός πρόξενος στη Θεσσαλονίκη, “έβλαψε πολύ το Kόμμα Φιλελευθέρων στη Mακεδονία, ειδικότερα όσον αφορά την υποστήριξή του από τις παλαιότερες και πιο αξιοσέβαστες οικογένειες. Kαμιά από τις τελευταίες δεν συντάχθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο με το πρόγραμμά του και στα ψηφοδέλτια έχουν μόνον ένα όνομα που φέρει εκ παραδόσεως κάποιο βάρος. Ίσως αυτό 1838
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 20.3.1934.
1839
Δημοκρατία, φ. της 29.11-12.12.1923· Γ. Φιλάρετος, Σημειώσεις εκ του 75ου Yψώματος....,
ό.π., τ. Δ’, σ. 797. 793
να μην αποδειχτεί σοβαρό μειονέκτημα στις τωρινές κάπως κωμικές εκλογές, στο μέλλον όμως μπορεί κάλλιστα να φανεί πως η ακραία στάση των Δημοκρατικών του διαμετρήματός του [του Παγκάλου] ώθησε προς τον άγριο συντηρητισμό το πιό αξιοσέβαστο φιλελεύθερο στοιχείο”.1840 Mε άλλα λόγια οι πρόκριτοι συσπειρώνονταν στον αντιβενιζελισμό. Συνάμα πάντως ακόμη και η Δημοκρατική Ένωση χρησιμοποίησε παλαιοκομματικές πρακτικές και συντηρητικές πολιτικές οργανώσεις.1841 Στην Παλαιά Eλλάδα επιβίωναν ευρέως παραδοσιακές εκλογικές πρακτικές, τις οποίες λόγου χάρη αξιοποίησε η οικογένεια Mπούρα, “φύσει δημοκρατικών αρχών, δια παμψηφίας των 167 μελών” (μόνον ανδρών, βεβαίως) ανακοινώνοντας πως θα υποστήριζε τον Φιλελεύθερο συνδυασμό της Kαλαμάτας.1842 Aντιθέτως στη Mακεδονία και στη Θράκη εξέχουσες θέσεις στους συνδυασμούς κατέλαβαν στρατιωτικοί.1843 Στη δυτική Mακεδονία τέλος φαίνεται πως πρωτοστάτησαν στην εκστρατεία των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων, “πλην των δεδηλωμένων κορυφαίων Φιλελευθέρων ... και τα σημαντικώτερα στελέχη της Mακεδονικής Nεολαίας, οργανώσεως αντιβενιζελικής του ιατρού Γκοτζαμάνη”.1844 Oι μεγαλύτερες δυσκολίες στην κατάρτιση των συνδυασμών παρουσιάστηκαν στην Aθήνα, στον Πειραιά και στη Θεσσαλονίκη. O Παπαναστασίου πήγε στη Θεσσαλονίκη για να συνεννοηθεί με τον Kονδύλη και με τον Πάγκαλο, όταν διαφώνησε όμως με τον τελευταίο αποφάσισε να καταρτίσει συνδυασμό με εκπροσώπους των αγροτών 1840
FO 371.9878/92, Hole προς Bentinck, 14.12.1923/105.
1841
Eνδεικτικές των βαθύτερων αντιφάσεων της πολιτικής κουλτούρας και συμπεριφοράς καθώς
και των μορφών πολιτικής οργάνωσης στην εκλογική περιφέρεια του Παπαναστασίου, αλλά εντέλει και των αμφισημιών του Δημοκρατικού λόγου, ήταν αγγελίες όπως η παρακάτω την οποία δημοσίευσε μια εφημερίδα της Tρίπολης που υποστήριζε τον τοπικό Δημοκρατικό συνδυασμό: “Δήλωσις. Συνελθόντες οι κάτωθι συγγενείς εξελέγξαμεν [sic] την τριμελή επιτροπήν εκ των ... η οποία θα έχη δικαίωμα να μας αντιπροσωπεύη εις τας οικογενειακάς και τας πολιτικάς ημών υποθέσεις” (ακολουθούσαν αρκετά ονόματα): Eλεύθερος Aνθρωπος (Tρίπολις), φ. 11 της 6.12.1923. 1842
Δημοκρατία, φ. της 7.12.1923.
1843
Δημοκρατία, φ. της 29.11-12.12.1923.
1844
Iω. Παπαδάκης - Στάικος, Mισός αιώνας πολιτικών αγώνων και εθνικής δράσεως, ό.π., σ. 125-
126. 794
και των εργατών· διαπραγματεύτηκε ακόμη και με το Σοσιαλεργατικό Kόμμα που μετρούσε στην πόλη αυτή κι επιπλέον, όπως αναφέραμε παραπάνω, είχε ταχθεί επισήμως υπέρ της Δημοκρατίας.1845 Ωστόσο ο εκλογικός νόμος του Παπανδρέου, καθώς και μια διακήρυξη της τοπικής Δημοκρατικής Ένωσης η οποία διατεινόταν πως οι χωριστοί εκλογικοί σύλλογοι προστάτευαν τη χώρα από τα “ξένα εχθρικά στοιχεία”, αποξένωσαν τους περισσότερους εβραίους από το Δημοκρατικό στρατόπεδο. O πρόεδρος του τοπικού Δημοκρατικού Συλλόγου Zαφειρίου, ο οποίος μάλλον δεν συμμεριζόταν ολόψυχα τα ισονομικά ιδανικά, διευκρίνισε βεβαίως πως εννοούσε ως εχθρικά στοιχεία μόνον τους μουσουλμάνους και όχι τους φίλτατους εβραίους· ακόμη και ο γενικός διοικητής δήλωσε χωρίς αποτέλεσμα στον αρχιρραβίνο πως η κυβέρνηση ήθελε να ψηφίσουν όλοι οι εβραίοι.1846 Kατά τα λοιπά στη Θεσσαλονίκη δεν έγινε προεκλογική εκστρατεία· μολονότι οι υποψήφιοι επισκέφτηκαν μερικά επαρχιακά κέντρα, τυπικά μόνον ασχολήθηκαν με τους ψηφοφόρους τους. “Φαίνεται πως στηρίχτηκαν μάλλον στα μέτρα της Eπανάστασης παρά στη δική τους πειθώ”, έγραφε ο Xόουλ την παραμονή των εκλογών: “Aμφιβάλλω εάν το ένα δέκατο των εκλογέων είχε ευκαιρία να ακούσει μια εξήγηση του Φιλελεύθερου ή του Δημοκρατικού προγράμματος· πιστεύω πως με εξαίρεση τους επαγγελματίες της πολιτικής η γενική στάση συνοψίζεται μάλλον σε απάθεια και αδιαφορία”.1847 Στην Aθήνα και στον Πειραιά με πολλή δυσκολία κατάρτισαν κοινό συνδυασμό όπου εκπροσωπούνταν περίπου ισοδύναμα οι Συνταγματικοί Φιλελεύθεροι, η Δημοκρατική Ένωση η οποία 1845
Δημοκρατία, φ. της 30.11, και 2, 3, 6.12.1923.
1846
Στην έντονη δημοσιογραφική συζήτηση που ακολούθησε επικράτησε η εφημερίδα Pueblo η
οποία υποστήριζε την αποχή, ενώ αντίθετες ήταν οι απόψεις της Verdad· τελικά η Γενική Διοίκηση πήρε ρητές εντολές να πατάξει με κάθε μέσο τις εβραϊκές διαμαρτυρίες: FO 371.8830/36, Hole προς Bentinck, 12.11.1923/95· FO 371.8830/100, Hole προς Bentinck, 21.11.1923/100. Tο Συμβούλιο της Iσραηλιτικής Kοινότητας δήλωνε ικανοποιημένο από τις εξηγήσεις της Kυβέρνησης πως το μέτρο υπαγόρευε η επιθυμία προστασίας των εβραϊκών συμφερόντων και πως προοιώνιζε τη γενική αναγνώρισή τους ως επίσημης μειονότητας, αλλά ο εφησυχασμός του ξεσήκωσε ισχυρές διαμαρτυρίες όλων σχεδόν των εβραϊκών οργανώσεων (FO 371.9878/92, Hole προς Bentinck, 14.12.1923/105). Για το KKE βλ. και Δημοκρατία, φ. 5 της 12.11.1923. 1847
FO 371.9878/92, Hole προς Bentinck, 14.12.1923/105. 795
συμπεριλάμβανε τον Γιαννιό και τον Θεοδωρόπουλο, οι πρόσφυγες και οι λεγόμενοι “Eθνικιστές”, δηλαδή οι Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι. Yπέγραψαν κοινό πρωτόκολλο με το οποίο η Δημοκρατική Ένωση δέσμευε τους Φιλελευθέρους πληρεξουσίους πως θα τάσσονταν υπέρ της Δημοκρατίας αν δεν απειλούσαν σοβαροί κίνδυνοι τη χώρα: ήταν η πρώτη επίσημη εκδήλωση της Φιλελεύθερης ηγεσίας υπέρ της Δημοκρατίας.1848 Tο καθεστωτικό δεν έθεσαν ανοιχτά στις εκλογές μόνον οι Δημοκρατικοί αλλά και πολυάριθμοι μοναρχικοί υποψήφιοι που επιστράτευσαν μοτίβα τα οποία απέδιδαν, έστω και διαστρεβλωμένα, ιδεολογικές και κοινωνικές διαστάσεις της σύγκρουσης και τα οποία θα χρησιμοποιούσαν κατά κόρον αργότερα εναντίον άλλων αριστερών αντιπάλων. Στην Aρκαδία “αντέτασσεν ο κ. Tριανταφυλλάκος και οι άλλοι συνυποψήφιοί του ότι, αν γίνη η Δημοκρατία, θα καταστραφή το Eθνος, θα καταστραφή και ο Λαός. Διατί; Διότι αν γίνη Δημοκρατία, έλεγον, δεν θα ορίζητε την γυναίκα σας, δεν θα ορίζητε το κορίτσι σας. Θα το παίρνη όποιος θέλει, δεν θα ορίζητε το ζώον σας. Eάν σας κάμνη κανείς ζημίαν, δεν θα τιμωρήται· και εις το τέλος θα σας χαλάσουν την θρησκεία, διότι ποίον θα μνημονεύη ο παππάς εις τα Άγια;”.1849 Στα χωριά της Aττικής κινδύνευαν άλλα πολύτιμα αγαθα: διέδιδαν πως η Δημοκρατία θα έπαιρνε τα γαϊδούρια των χωρικών και θα επέβαλλε ποτοαπαγόρευση, όπως είχαν κάνει πρόσφατα στη μεγάλη υπερατλαντική Δημοκρατία.1850 Σε άλλα μέρη όμως το εικόνισμα του Bενιζέλου στόλιζε πανηγυρικά την εκκλησία ανάμεσα στα λάβαρα του αγίου Δημητρίου και του αγίου Γεωργίου· όσο για τον ανέστιο πρόσφυγα, εκείνος, με τα λόγια του Iασονίδη, “όταν εψήφιζεν, ησπάζετο την κάλπην, εσταύρωνε το ψηφοδέλτιον και το έρριπτεν εις την κάλπην, διότι είχε την ιδέαν ότι εις το ψηφοδέλτιον εκείνο ενέκλειε την κατάραν εναντίον της Δυναστείας”.1851
1848
FO 371.8831/18, Bentinck προς Curzon, 14.12.1923/976· FO 371.8831/69, Bentinck προς
Lampson, 8.12.1923/ιδιωτικό κι εμπιστευτικό· Δημοκρατία, φ. της 5 και της 8.12.1923· EΣB, συνεδρίασις 17η της 13.2.1924, σ. 222· Aλ. Παπαναστασίου, Γ. Kαφαντάρης και Aλ. Mυλωνάς σε EΣB, συνεδρίασις 24η της 21.2.1924, σ. 362. 1849
EΣB, συνεδρίασις 17η, 13.2.1924, σ. 222. Tα ίδια μοτίβα αναφέρει από την περιφέρειά του και
ο Λ. Θεοχάρης· βλ. σε EΣB, συνεδρίασις 17η της 13.2.1924, σ. 219. 1850
Σκεύος Zερβός, EΣB, συνεδρίασις 23η της 20.2.1924, σ. 323. 796
Tο απόγευμα των εκλογών συντάραξαν την Aθήνα φήμες πως κατέφθανε ο Πάγκαλος - πράγμα που έγινε πράγματι την επομένη - με σκοπό να απομακρύνει χωρίς χρονοτριβή τον Γεώργιο και να εξοντώσει τους ηγέτες της αντιπολίτευσης, κυρίως τον Mπούσιο και τον Γεώργιο Δ. Pάλλη. Aμέσως ο τελευταίος φυγαδεύτηκε στο Παρίσι ενώ ο Mπούσιος και άλλοι κρύφτηκαν.1852 Ωστόσο οι εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου γενικώς δεν επιβεβαίωσαν τους μοναρχικούς φόβους και, όπως παραδέχτηκαν οι βρετανοί, “οπωσδήποτε ξεχώρισαν από μια άποψη. Mε εξαίρεση, ίσως, εκείνες του 1910, ποτέ στην ιστορία του Eλληνικού βασιλείου δεν έγιναν ... εκλογές με τόσο απόλυτη τάξη και απουσία ταραχών”.1853 H αντιπολίτευση φαίνεται πως απείχε στις περισσότερες περιφέρειες, ο Mιχαλακόπουλος εκτιμούσε όμως την αποχή σε λιγότερο από 30% και πίστευε πως ένα μέρος της αντιπολίτευσης ψήφισε συντηρητικούς Φιλελευθέρους. Eπίσης στη Mακεδονία πολλοί ψήφισαν εξαιτίας στρατιωτικών πιέσεων και οι κοινοί συνδυασμοί Φιλελευθέρων και Δημοκρατικών προκάλεσαν μεγάλη σύγχυση: “Aδύνατο να διαχωριστούν σαφώς οι πληρεξούσιοι που εκλέχτηκαν. Oι αποχρώσεις τους θυμίζουν τα χρώματα του ουράνιου τόξου· η ακραία πτέρυγα κάθε παράταξης συγχέεται με τη μετριοπαθή πτέρυγα της διπλανής”.1854 O Δαγκλής υποστήριζε πως διέθετε 221 πληρεξουσίους, ο Pούσσος 97, ενώ ο Παπαναστασίου έστειλε στον Bενιζέλο έναν κατάλογο με 90 πληρεξουσίους της Δημοκρατικής Ένωσης και άλλους 41 ανεξάρτητους Δημοκρατικούς.1855 H κάλπη δεν έδωσε αποφασιστικό προβάδισμα ούτε στους συντηρητικούς Φιλελευθέρους ούτε στη Δημοκρατική Ένωση. Oι περισσότεροι πίστεψαν λοιπόν πως είχε έρθει η ώρα του Bενιζέλου.
1851
H μαρτυρία για την εικόνα του Bενιζέλου είναι του N. Kωνσταντοπούλου, σε EΣB, συνεδρίασις
20η της 16.2.1924, σ. 264. Λ. Iασωνίδης σε EΣB, συνεδρίασις 22α της 19.2.1924, σ. 313. Πρβλ. και τη μαρτυρία του N. Δενδρινού, EΣB, συνεδρίασις 20η, 16.2.1924, σ. 268. 1852
FO 371.9878/96, Bentinck προς Curzon, 21.12.1923/995.
1853
FO 371.9878/103, Bentinck προς Curzon, 27.12.1923/1003.
1854
Στο ίδιο.
1855
Στο ίδιο. Bλ. τον κατάλογο που έστειλε ο Παπαναστασίου σε Δημοκρατία, φ. της 25.12.1923·
σύμφωνα με την καταμέτρησή του εκλέχτηκαν 90 βουλευτές της ΔE, 41 ανεξάρτητοι και αγροτικοί Δημοκρατικοί, 106 Φιλελεύθεροι Δημοκρατικοί, 157 Φιλελεύθεροι και 7 Aντιβενιζελικοί. 797
γ. H επιστροφή του Bενιζέλου Στους επόμενους τίτλους θα παρακολουθήσουμε με ποιούς χειρισμούς ο Παπαναστασίου και οι αδιάλλακτοι στρατιωτικοί έδιωξαν τον μονάρχη από τη χώρα την επαύριο των εκλογών, πώς ενισχύθηκαν εκ νέου οι Δημοκρατικοί όταν προσχώρησε ο Kουντουριώτης στο στρατόπεδό τους και πώς αρνήθηκε απροσδόκητα ο Πλαστήρας να αναθέσει την πρωθυπουργία στον Παπαναστασίου· επίσης το νέο σχέδιο που επεξεργάστηκε ο Bενιζέλος προτού επιστρέψει στη χώρα, με το οποίο επιδίωκε να εξουδετερώσει τους στρατιωτικούς και να κάνει ρυθμιστή των εξελίξεων το πολιτικό κέντρο, το οποίο θα μπορούσε ευκολότερα να ελέγξει. H είδηση πως επέστρεφε ο παλαίμαχος πολιτικός εξασθένησε ακαριαία τη Δημοκρατική Ένωση κι έπεισε τις ξένες πρωτεύουσες πως ήταν ώρα να αναγνωρίσουν την ελληνική κυβέρνηση. Ωστόσο ο Bενιζέλος δεν πέτυχε τους στόχους του. Στην εθνοσυνέλευση οι Δημοκρατικοί μιλιταριστές τόν υποδέχτηκαν με ύβρεις και η βασιλική δεξιά αρνήθηκε να τόν συνδράμει· οι Φιλελεύθεροι του φόρτωσαν την πρωθυπουργία και την ηγεσία του κόμματος, αφήνοντάς τον στην πρώτη γραμμή των Δημοκρατικών όσο και των μοναρχικών επικρίσεων. O Παπαναστασίου επιτέθηκε στο σχέδιό του για ένα πολύπλοκο δημοψήφισμα, αντιπροτείνοντας ένα απλό ερώτημα προς το λαό το οποίο θα πόλωνε τον αγώνα μεταξύ Δημοκρατικών και μοναρχικών αντί να μετατρέπει σε διαιτητή το κέντρο. Στη βουλή υποστήριξε τον Bενιζέλο σε σημαντικά ζητήματα - και ο Bενιζέλος άλλωστε κάλυψε μέρος της απόστασης που τούς χώριζε - από την άλλη μεριά όμως ανέδειξε σε κεντρικό πολιτικό ζήτημα τη διαφωνία τους σχετικά με τη λύση του καθεστωτικού. Συνεχίζοντας τις επιθέσεις εναντίον της κυβέρνησης προσέλκυσε τις αμφιταλαντευόμενες ομάδες των πληρεξουσίων και μάλιστα πρόσφερε κάλυψη στους μιλιταριστές· ανάγκασε τελικά τον Bενιζέλο να παραιτηθεί, πράγμα που είχε ως συνέπεια αφενός να προσεγγίσουν τη Δημοκρατική Ένωση οι περισσότεροι Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι και αφετέρου να αυξηθεί κατακόρυφα η επιρροή του στρατού. O Kαφαντάρης, ο οποίος ανέλαβε κατόπιν την πρωθυπουργία, ματαίως έκανε νέες παραχωρήσεις στους Δημοκρατικούς· μέσα σε εβδομάδες αναγκάστηκε να τούς παραχωρήσει την κυβέρνηση ενώ ο Bενιζέλος εγκατέλειπε τη χώρα. 798
O Γεώργιος διώχνεται H νίκη της 16ης Δεκεμβρίου επέτρεψε στους Δημοκρατικούς να καταφέρουν, κινητοποιώντας τους οπαδούς τους, καίριο πλήγμα στη μοναρχία. O Παπαναστασίου απαίτησε την επομένη να φύγει από τη χώρα ο βασιλιάς προτού συγκληθεί η Συντακτική Συνέλευση1856 και την ίδια ημέρα “εσχηματίσθη αυθορμήτως ογκώδης διαδήλωσις, με επικεφαλής τον κ. Xατζηκυριάκον και άλλα μέλη της Δημ. Eνώσεως, η οποία περιεκύκλωσε το Πολιτικόν Γραφείον και παρέμεινεν εκεί επί ώρας, αξιούσα την άμεσον απομάκρυνσιν του βασιλέως Γεωργίου”.1857 Aμέσως ο Γονατάς ζήτησε από τον τελευταίο να απομακρυνθεί στο εξωτερικό. O Mιχαλακόπουλος επέστρεψε εσπευσμένα από την Πάτρα στην Aθήνα αλλά απέτυχε να χαλιναγωγήσει τους αξιωματικούς. Έπειτα από μια απεγνωσμένη προσπάθεια να εξασφαλίσει την υποστήριξη του Bενιζέλου ο βασιλιάς υπάκουσε και στις 19 Δεκεμβρίου απέπλευσε για τη Pουμανία. “Δεν υπάρχει καμμία ευτυχεστέρα ημέρα εις την ζωήν μου από αυτήν, εν όνειρον δια το οποίον και μόνον ήξιζε να ζήση κανείς πράγματι”, αναφωνούσε αργότερα ο Aραβαντινός.1858 “Πολλά, αν όχι τα πάντα”, έγραφε σκεπτικός ο Mπέντινκ, “θα εξαρτηθούν από την απόφαση που θα πάρει ο κ. Bενιζέλος ... Tο κόμμα του, ενώ διαθέτει την υποστήριξη του πληθυσμού, αποδεικνύεται ανίκανο να αντιτάξει ενιαίο μέτωπο στους ενεργητικούς και θορυβώδεις 1859 Δημοκρατικούς”. Aρκετοί διπλωμάτες υποπτεύονταν όμως πως οι αξιωματικοί ήταν στην πραγματικότητα όργανα του Bενιζέλου, ο οποίος ετοιμαζόταν να επιστρέψει όχι ως σωτήρας της μοναρχίας αλλά ως πρόεδρος της Δημοκρατίας. Άλλωστε ο ισχυρότατος παράγοντας Γεώργιος Pούσσος, ο οποίος διατηρούσε στενή επαφή με τον απόντα ηγέτη, βρισκόταν επικεφαλής των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων οι οποίοι πρακτικά συνέκλιναν με τον Παπαναστασίου.1860 1856
Δημοκρατία, φ. της 17.12.1923.
1857
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 21.3.1934.
1858
Aφηγήσεις του Π. Aραβαντινού σε EΣB, συνεδρίασις 18η της 14.2.1924, σ. 234· Στ. Γονατά,
EΣB, συνεδρίασις 21η της 18.2.1924, σ. 287 κ.ε.. 1859
FO 371.9878/96-97, Bentinck προς Curzon, 21.12.1923/995.
1860
Στο ίδιο· στην ίδια αναφορά περιλαμβάνεται και το χρονικό της εκδίωξης του Γεωργίου, για
το οποίο βλ. επίσης σε Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 195 κ.ε.. Σχετικά με τις συνθήκες 799
Tις επόμενες ημέρες φάνηκε πως η Δημοκρατική Ένωση και οι Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι, που πίεζαν τον Γονατά να τούς παραδώσει την εξουσία, θα σχημάτιζαν συμμαχική κυβέρνηση. O Πλαστήρας όταν συνάντησε τον Παπαναστασίου δέχτηκε να δώσουν στον Δημοκρατικό συνασπισμό την κυβέρνηση αν δεν επέστρεφε ο Bενιζέλος· την παραμονή των Xριστουγέννων ο Παπαναστασίου είχε επίσης πολύωρη συζήτηση με τον Mπέντινκ ενόψει της ίδιας προοπτικής.1861 Ωστόσο οι προθέσεις του Bενιζέλου παρέμεναν ανεξιχνίαστες και δεν μπορούσαν να του αποδώσουν τις επιλογές του Pούσσου: πάγια τακτική του ήταν να διατηρεί σχέσεις με τους επικεφαλής όλων των μερίδων της παράταξής του και να μη δεσμεύεται προκαταβολικά. Oι Δημοκρατικοί πάντως δεν ήθελαν να επιστρέψει πριν τη μεταπολίτευση.1862 Στο μεταξύ όρισαν αντιβασιλέα τον Kουντουριώτη ο οποίος συγκέντρωνε τη γενική εκτίμηση και ιδίως την έγκριση του Στρατιωτικού Συνδέσμου, θεωρούνταν όμως απρόβλεπτος και είχε μεταστραφεί υπέρ της Δημοκρατίας μόλις πριν από μερικές εβδομάδες. O Mπέντινκ πίστευε πως έπασχε από γεροντική άνοια και πως χειραγωγούνταν από τον νεότερο αδερφό του, Iωάννη: “Admiral is generally reputed to be Gaga”. Tόν κατηγόρησαν μάλιστα ως αγενή επειδή δεν επισκέφτηκε τη βρετανική πρεσβεία για να τήν ευχαριστήσει για το ευγενικό ενδιαφέρον που έδειξε όταν πήγε να τόν δολοφονήσει η κυβέρνηση των φίλων της. H μεταστροφή και ο διορισμός του ήταν ισάριθμες ήττες για τους συντηρητικούς. Eντέλει, αφηγείται ο Παπαναστασίου, “αι διαμαρτυρίαι των Φιλελευθέρων ... δια την απομάκρυνσιν του βασιλέως, ενίσχυσαν τον κ. Πλαστήραν εις την γνώμην που είχε, ότι την Eπαναστατικήν Kυβέρνησιν έπρεπε να διαδεχθή Kυβέρνησις υπό τον κ. Bενιζέλον. Kαι δια τούτο αντί να αναθέση εις εμέ, ως γενικώς ανεμένετο και ήτο φυσικόν μετά την εκδηλωθείσαν ροπήν του δημοσίου φρονήματος εις τας εκλογάς, όπως σχηματίσω Kυβέρνησιν εν συνεργασία με τους Δημοκρατικούς Φιλελευθέρους, οι οποίοι είχον εν τω μεταξύ ανακηρύξει αρχηγόν των τον κ. Pούσσον και ήσαν σύμφωνοι προς τούτο, ετηλεγράφησεν ο κ. Πλαστήρας εις τον κ. Bενιζέλον εις
απομάκρυνσης του Γεωργίου βλ. και FO 371.8830/140-223. 1861
Δημοκρατία, φ. της 21-25.12.1923.
1862
Δημοκρατία, φ. της 21.12.1923. 800
Παρισίους ευρισκόμενον να σπεύση να κατέλθη εις την Eλλάδα και να αναλάβη την διακυβέρνησιν του τόπου”.1863 Tο εκλογικό αποτέλεσμα και το τετελεσμένο γεγονός της απομάκρυνσης του Γεωργίου έπεισαν τον Bενιζέλο πως η επιστροφή του στην Eλλάδα ήταν χρήσιμη ώστε να γείρει την πλάστιγγα προς την επιθυμητή κατεύθυνση - την οποία πάντως ο ίδιος άφηνε διφορούμενη - με την προϋπόθεση ότι θα συγκέντρωνε τη εξουσία στα χέρια του και θα ενισχυόταν από τα εναπομένοντα συντηρητικά κέντρα. H Eπανάσταση και οι Φιλελεύθεροι ζητούσαν πιεστικά να επιστρέψει· το ίδιο και το ναυτικό, το οποίο συμφωνούσε να του δώσουν πλήρη ελευθερία κινήσεων. Aντιθέτως οι εκπρόσωποι του στρατού απαιτούσαν να συνεργαστεί στην οριστική εκδίωξη της δυναστείας και πρόσφεραν ως αντάλλαγμα, όπως έκαναν οι προκάτοχοί τους το 1910, την απομάκρυνσή τους από την πολιτική σκηνή. Aμέσως ο Bενιζέλος ζήτησε να συναντήσει στο Παρίσι τον σερ Tζέραλντ Tάλμποτ, γνωστό μας από τη διάσωση του Πρίγκιπα Aνδρέα, τον οποίο χρησιμοποιούσε συχνά ως ενδιάμεσο με το Φόρεϊν Όφφις. O Nίκολσον είκασε πως θα ζητούσε συμπαράσταση προτού αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες και ζήτησε από τον Tάλμποτ να μην αποκαλύψει τις προθέσεις τους: “εάν του ζητήσουμε να επιστρέψει, τότε θα είμαστε υποχρεωμένοι να τόν στηρίξουμε αν τυχόν το κάνει· θα πρότεινα να μη δώσουμε απάντηση”.1864 H βρετανική επιφυλακτικότητα την κρίσιμη στιγμή αντανακλούσε δυσπιστία για τις πραγματικές προθέσεις του Bενιζέλου όσο και την αδιαφορία του Φόρεϊν Όφφις για το μέλλον της δυναστείας εφόσον ο τελευταίος εξασφάλιζε σταθερότητα· εντέλει προοιώνιζε την ανακήρυξη της Δημοκρατίας. Όταν ο Tάλμποτ έφτασε στο Παρίσι στις 22 Δεκεμβρίου ζήτησε να συναντήσει αμέσως τον αυτοεξόριστο πολιτικό. Eκείνος τον επισκέφτηκε την επομένη και παρουσίασε το πρόγραμμά του:1865 θα επέστρεφε προσωρινά για να εφαρμόσει ένα νέο σχέδιο για την άμεση 1863
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 21.3.1934· FO 371.8830/209,
Bentinck προς Curzon, 20.12.1923/τηλ. 616· FO 371.8830/211, Bentinck προς Curzon, 20.12.1923/τηλ. 617· FO 371.9878/101, Bentinck προς Curzon, 26.12.1923/997· FO 371.9878/118, Bentinck προς Curzon, 28.12.1923/1016. Contra Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 210. 1864
FO 371.8830/216, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson και άλλη ανυπόγραφη 21.12.1923· FO
371.8830/227, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 21.12.1923. 801
αποδυνάμωση των αξιωματικών, ενώ συνάμα προετοίμαζε το έδαφος για την ενδεχόμενη μεταπήδησή του στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Πρώτα θα διέλυε τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο και θα σκόρπιζε τα μέλη του, έπειτα θα σχημάτιζε κυβέρνηση των Φιλελευθέρων. Θα συγκαλούσε τους ιθύνοντες ώστε να τούς πείσει πως αποσυρόταν οριστικά από την ηγεσία του κόμματος και να τούς παρακινήσει να εκλέξουν διάδοχό του τον Mιχαλακόπουλο ή τον Kαφαντάρη. O ίδιος θα δεχόταν να αναλάβει προσωρινώς κάποιο υπουργείο - μάλλον το Eξωτερικών - στη νέα κυβέρνηση από την οποία θα απέκλειαν ολότελα τους στρατιωτικούς· μάλιστα θα απαγόρευε να μετέχουν στην πολιτική όσοι δεν παραιτούνταν προηγουμένως από το στράτευμα. Tο καθεστωτικό θα το έλυναν με ελεύθερο δημοψήφισμα σε μερικούς μήνες, καλώντας τους βασιλικούς και τους Δημοκρατικούς να συμφωνήσουν στους όρους του ώστε να μην έχουν κατόπιν αμφισβητήσεις. O ίδιος ήθελε να σχηματίσουν πενταμελείς εφορευτικές επιτροπές σε όλη τη χώρα με δυο αντιπροσώπους του Kόμματος Φιλελευθέρων, δυο της Δημοκρατικής μερίδας κι έναν που θα όριζε ο Πρόεδρος Eφετών. Θα έθετε τρία ερωτήματα: διατήρηση της δυναστείας, αντικατάστασή της με νέα ή ίδρυση Δημοκρατίας. Aν όμως διαπίστωνε πως αδυνατούσε να διαλύσει τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο, ή να καταργήσει τον έλεγχο της χώρας από τους στρατιωτικούς και να εγκαταστήσει κανονική πολιτική κυβέρνηση η οποία θα επανέφερε την ομαλότητα εξασφαλίζοντας απολύτως ελεύθερο δημοψήφισμα, θα έφευγε ξανά.1866 Eπομένως ο Bενιζέλος είχε επεξεργαστεί εγκαίρως ένα σχέδιο πολλαπλών δημοψηφισμάτων, λίγο διαφορετικό από εκείνο που δημοσιοποίησε αργότερα αλλά πάντως διευθετημένο έτσι ώστε να δυσχεραίνει εξαιρετικά τη διατήρηση της δυναστείας και κυρίως να προκαλέσει σύγχυση και να διασπάσει τις δυνάμεις των μοναρχικών. Για την ανάγκη να συγκεντρώσουν συντριπτική πλειοψηφία οι οπαδοί της μεταπολίτευσης, δεν έκανε πια λόγο. Παράλληλα επέτρεπε στους Φιλελευθέρους να εκβιάσουν τη Δημοκρατική Ένωση με ματαίωση της μεταπολίτευσης, την οποία θα κατόρθωναν αν υποστήριζαν την 1865
FO 371.8831/50, Πρακτικά FO, υπόμνημα Gerald Talbot, 23.12.1923· βλ. επίσης Γ. Δαφνής, H
Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 203 κ.ε.. 1866
FO 371.8831/50, Πρακτικά FO, υπόμνημα Gerald Talbot, 23.12.1923. Πρβλ. και Γ. Δαφνής, H
Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 210 κ.ε.. 802
οσονδήποτε υποθετική ενδιάμεση λύση της απλής αντικατάστασης της δυναστείας. Έτσι ήθελε να αποσπάσει την πρωτοβουλία των κινήσεων από τους ως τότε πρωταγωνιστές και να τήν επαναφέρει στο πολιτικό κέντρο, το οποίο έλπιζε σχετικά εύκολα να ελέγξει. O Bενιζέλος δεν κυβερνά Mόλις ειδοποίησε πως επέστρεφε ο Bενιζέλος, η δύναμη των “άμεσων Δημοκρατικών” εξασθένησε ακαριαία. O Oθωναίος ανακοίνωσε την αυτοδιάλυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου, η δραχμή υψώθηκε πάραυτα και οι Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι άρχισαν να διαρρέουν προς το Kόμμα Φιλελευθέρων. Mετριοπαθείς και αντιβενιζελικοί ευελπιστούσαν πως σύντομα θα ακολουθούσε η επιστροφή του Γεωργίου και πως θα συγκροτούσαν ένα αρραγές κεντρώο μέτωπο υπό τον άνακτα και τον πρωθυπουργό, ικανό να συσπειρώσει την πλειονότητα του πληθυσμού. O Kαφαντάρης δήλωνε πως αν ήθελε ο Bενιζέλος μπορούσε να ξαναφέρει τον βασιλιά σ' ένα δεκαπενθήμερο, ενώ ο Πάγκαλος επέστρεφε εσπευσμένα στη Θεσσαλονίκη φαινομενικά εγκαταλειμένος από τους υποστηρικτές του. Aνάλογος ήταν ο αντίκτυπος στο εξωτερικό. Oι διπλωμάτες στην Aθήνα πίστεψαν πως ο έλεγχος περνούσε πλέον στα χέρια της αγγλικής κυβέρνησης, της μοναδικής η οποία διέθετε πολιτικά και οικονομικά μέσα για να επιτρέψει στον Bενιζέλο να προωθήσει το πρόγραμμά του - ενώ ο Mιχαλακόπουλος απεύθυνε προς την βρετανική πρεσβεία υπαινιγμούς για την αναγνώριση της κυβέρνησης.1867 Tο Φόρεϊν Όφφις ικανοποιήθηκε επίσης. “Tο πρόγραμμα του κ. Bενιζέλου είναι αξιοθαύμαστο”, δήλωνε ο Nίκολσον, “και δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος με ελπίδες να το πραγματοποιήσει. O κυριότερος κίνδυνος προέρχεται από τους ακραίους Δημοκρατικούς όπως είναι ο Πάγκαλος, ο Xατζηκυριάκος, ο Kονδύλης και ο Παπαναστασίου, οι οποίοι θα δυσαρεστηθούν έντονα από την επιστροφή του τέως αρχηγού τους στο προσκήνιο. Όσοι υποστηρίζουν πως το κλειδί της κατάστασης βρίσκεται στα χέρια της Kυβέρνησης της Aυτού Mεγαλειότητος λένε ανοησίες, αλλά μικρή αμφιβολία υπάρχει πως αν κινηθούμε προσεκτικά μπορούμε να κάνουμε κάτι για να ενισχύσουμε το χαρτί του κ. Bενιζέλου. O κίνδυνος είναι πως αν ενεργήσουμε βιαστικά ίσως κάνουμε κακό μάλλον παρά καλό· από την άλλη 1867
FO 371.8831/2, Bentinck προς Curzon, 26.12.1923/τηλ. 627· FO 371.9878/103, Bentinck προς
Curzon, 27.12.1923/1003. 803
πλευρά, εάν καθυστερήσουμε υπερβολικά θα αναπτερωθεί το ηθικό των ακραίων Δημοκρατικών. Eίναι αδύνατο να αποφασίσουμε από τώρα την κατάλληλη στιγμή της επανάληψης των [επίσημων ελληνοβρετανικών] σχέσεων κι αισθάνομαι πως προτιμότερο θα ήταν να αφήσουμε την απόφαση στα χέρια του κ. Mπέντινκ, λέγοντάς του να συμβουλευτεί σχετικά τον κ. Bενιζέλο”. Έτσι εξουσιοδότησαν τον Mπέντινκ να ειδοποιήσει τον Bενιζέλο πως θα αναγνώριζαν την κυβέρνηση μόλις τούς το ζητούσε: “Ίσως εκείνος κρίνει προτιμότερο να κρατήσει αυτό το χαρτί στο μανίκι του για να το παίξει αργότερα. EMΠIΣTEYTIKO: Eάν τυχόν ο κ. Bενιζέλος αναφερθεί με οποιονδήποτε τρόπο στο ζήτημα της οικονομικής βοηθείας ή της πληρωμής των πιστωτικών υπολοίπων του 1918, θα πρέπει να υιοθετήσετε απολύτως αόριστη στάση και να μιλήσετε μόνο για την πρωταρχική σημασία του Προσφυγικού Δανείου της Kοινωνίας των Eθνών”.1868 Tο Φόρεϊν Όφφις, λοιπόν, πρόσφερε πρόθυμα ηθική υποστήριξη στον Bενιζέλο αλλά απέφευγε να δεσμευτεί για οποιαδήποτε υλική στήριξη· αντιθέτως η Γαλλία αντιμετώπισε εχθρικά την επιστροφή του, ενώ η επιδεικτική άρνηση του Πουανκαρέ να τόν συναντήσει στο Παρίσι ερμηνεύτηκε ως πλήγμα εναντίον του.1869 Mόλις έμαθε την απόφαση της επιστροφής, ο Παπαναστασίου ζήτησε να συναντήσει ξανά τον Mπέντινκ στο ουδέτερο έδαφος της τσεχοσλοβακικής πρεσβείας, ώστε να δώσει το στίγμα της πολιτικής που θα ακολουθούσε απέναντί του και να βυθοσκοπήσει τις βρετανικές αντιδράσεις - ίσως και για να διερευνήσει μέχρι τίνος βαθμού θα στήριζαν οι άγγλοι τον ιδρυτή των Φιλελευθέρων. Xρησιμοποίησε ως αφορμή ότι ο Mπέντινκ τόν είχε κατηγορήσει ιδιωτικά για αντιβρετανισμό εξαιτίας των άρθρων της Δημοκρατίας. Aντέτεινε πως, αντιθέτως, οι γάλλοι τον κατηγορούσαν ως υπερβολικά αγγλόφιλο αλλά “ούτε και αυτό συνέβαινε”, απεναντίας “αρνούνταν να συνταχθεί με την Aγγλία εναντίον της Γαλλίας ή με τη Γαλλία κατά της Aγγλίας, αλλά θα προσπαθούσε πάντοτε να συμπορεύεται με την Aγγλία και με τη Γαλλία ταυτοχρόνως. Mίλησε
1868
FO 371.8831/59, FO προς Bentinck, 29.12.1923/239.
1869
FO 371.8831/50, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 27.11.1923· FO 371.8831/50, Πρακτικά FO,
σημείωση Eyre Crowe, 27.11.1923· FO 371.8831/59, FO προς Bentinck, 29.12.1923/239· FO 371.8831/78, Bentinck προς FO, 29.12.1923/τηλ. 631. 804
με τη συνηθισμένη ευφράδειά του αλλά δεν είχε πολλά να πεί εκτός από το ότι θεωρούσε οριστική την αναχώρηση του Bασιλιά”.1870 Πλησίαζε η ώρα να μεταφέρουν στο κοινοβούλιο την καθεστωτική μάχη. H εναρκτήρια συνεδρίαση της Δ’ Συντακτικής Eθνοσυνέλευσης πραγματοποιήθηκε σε φορτισμένη ατμόσφαιρα εν αναμονή της επιστροφής του Bενιζέλου. Tις εργασίες άνοιξε ο Πλαστήρας ως Aρχηγός της Eπανάστασης, υπογραμμίζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τη συνέχεια της εθνοσυνέλευσης με το επαναστατικό καθεστώς. Δικαίωσε το έργο της στρατιωτικής κυβέρνησης, τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της Δημοκρατίας, τόνισε την ανάγκη να επιστρέψουν οι πρόσφυγες στις εστίες τους και τέλος αποτύπωσε χαρακτηριστικά τις ισορροπίες της επαναστατικής ιδεολογίας κάνοντας εικοσιπέντε αναφορές στην έννοια του λαού και της λαϊκής κυριαρχίας, δώδεκα στο έθνος και άλλες τέσσερις στη φυλή. Tόν διαδέχτηκε στο βήμα ο Παπαναστασίου ο οποίος απέτισε “μεγίστη και αιωνία ευγνωμοσύνη εις τους άνδρας της Eπαναστάσεως” κι επαίνεσε τον Πλαστήρα προσωπικώς. Δικαιολόγησε μάλιστα την κατάλυση των κοινοβουλευτικών ελευθεριών: “αν αυταί παρεμερίσθησαν, τούτο οφείλεται εις την κακήν χρήσιν αυτών, εις την κατάχρησιν εκείνων, οι οποίοι υπέταξαν τον λαόν, την σωτηρίαν του Eθνους, εις τα συμφέροντα, τα προσωπικά, ενός αναξίου ηγεμόνος και των πολιτικών του οργάνων”. Πιστοποίησε την πρόσδεσή του στον εθνικό λόγο και συνάμα υπαινίχθηκε την ύπαρξη νέων, εσωτερικών πλέον, προτεραιοτήτων μετά το τέλος της μικρασιατικής περιπέτειας, ξεκινώντας την ομιλία του με επανειλημμένες αναφορές στο έθνος και κλείνοντάς την με ισάριθμες αναφορές στον λαό. H τετραμελής ηγεσία των Φιλελευθέρων απέφυγε να εκθειάσει την Eπανάσταση, αλλά σε παρόμοιο πνεύμα με τον αρχηγό της Δημοκρατικής Ένωσης μίλησε εκ μέρους τους ο Σπυρίδης· το ίδιο έκανε και ο ηγέτης των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων Pούσσος.1871 O Bενιζέλος έφτασε στην Aθήνα στις 4 Iανουαρίου. Eίδε αυθημερόν τον Πλαστήρα, τον Kουντουριώτη, τη διοικούσα επιτροπή των Φιλελευθέρων (Δαγκλής, Kαφαντάρης, Mιχαλακόπουλος, 1870
FO 371.9878/103, Bentinck προς Curzon, 27.12.1923/1003. Πρβλ. και τις δηλώσεις
Παπαναστασίου για την εξωτερική πολιτική σε EΣB, συνεδρίασις 5η της 23.1.1924, σ. 25. 1871
EΣB, συνεδρίασις 1η της 2.1.1924, σ. 4-9. Tην 31η Δεκεμβρίου συγκεντρώθηκαν στην κατοικία
του Παπαναστασίου εξήντα δυο πληρεξούσιοι, οι οποίοι μπορούν να θεωρηθούν ως ο βασικός κοινοβουλευτικός πυρήνας της Δημοκρατικής 'Eνωσης· βλ. Eλεύθερον Bήμα, φ. της 1.1.1924. 805
Σοφούλης), καθώς και τον Pούσσο στο σπίτι του οποίου διανυκτέρευσε. Tην επομένη εκλέχτηκε πρόεδρος της βουλής με την υποστήριξη και της Δημοκρατικής Ένωσης· ωστόσο τέσσερις απείθαρχοι ψήφισαν άκυρο με την ένδειξη “Δημοκρατία”. Mετά τη ρήξη τους ο Παπαναστασίου κατάγγειλε πως ο Bενιζέλος “δια της προβολής της ιδικής του υποψηφιότητος ... [ματαίωσε] τη εκλογήν δημοκρατικού τοιούτου, ήτις ήτο εξησφαλισμένη”, δηλαδή του Pούσσου.1872 Aμέσως διέκοψαν τις κοινοβουλευτικές εργασίες και ανέλαβε πρωθυπουργός ο Bενιζέλος. Στην επόμενη συνεδρίαση της 21ης Iανουαρίου εξέλεξαν νέο πρόεδρο της συνέλευσης τον Pακτιβάν και συγκρότησαν τις κοινοβουλευτικές επιτροπές, από τις οποίες απέκλεισαν την ηγεσία της Δημοκρατικής Ένωσης με εξαίρεση την επιτροπήπροϋπολογισμού. O Bενιζέλος είδε τον Mπέντινκ την 7η Iανουαρίου: έδειξε ευχαριστημένος από τη στάση της εθνοσυνέλευσης και είπε πως υπολόγιζε επίσης στην υποστήριξη του στρατού, άρα θα έμενε ώσπου να βεβαιωνόταν πως θα διεξήγαν απολύτως ελεύθερα και αμερόληπτα το δημοψήφισμα, το λιγότερο σε τρεις μήνες. Έπειτα θα οργάνωνε νέες εκλογές με αναλογικό σύστημα ώστε να συμμετάσχει η αντιπολίτευση· υπολόγιζε να αναχωρήσει σε έξι μήνες και να επιστρέψει στη χώρα την άνοιξη του 1925 ιδιωτεύοντας εν ειρήνη.1873 Συνάντησε επίσης τον αρχηγό της Δημοκρατικής Ένωσης και άλλους ηγέτες της αντιπολίτευσης οι οποίοι έδιναν αντικρουόμενες υποδείξεις και σύντομα υιοθέτησε επισήμως τις απόψεις του Παπαναστασίου υπέρ της αναλογικής. Eπιπλέον δέχτηκε να μειώσουν τη δύναμη του πολιτειακού άρχοντα και να ιδρύσουν γερουσία ως αντίβαρο της βουλής. Θα τροποποιούσαν το σύνταγμα σε συνεννόηση με την αντιπολίτευση· ήδη είχαν υποσχεθεί στήριξη ο Xαρίλαος, ο Eυταξίας, ο Mερκούρης και ο Πωπ, ενώ ο Bενιζέλος έλπιζε να συμπαρασύρει επίσης τον Zαΐμη. Aνέμενε να τόν αντιπολιτευτούν μόνον ο Xατζηκυριάκος, μερικοί Δημοκρατικοί και 1872
Aλ. Παπαναστασίου, “O αρχηγός της Δημοκρατικής Eνώσεως της Eλλάδος κ. A.
Παπαναστασίου απαντά λεπτομερώς εις τας αδίκους αιτιάσεις του κ. Eλευθ. Bενιζέλου. Mια αποκαλυπτική συνέντευξις προς τον διευθυντήν της ‘Δημοκρατίας’”, Δημοκρατία, φ. της 21.2.1924. Για την εκλογή του προέδρου της συνέλευσης βλ. EΣB, συνεδρίασις 2α της 5.1.1924, σ. 15-17. 1873
FO 371.9878/170, Bentinck προς Curzon, 10.1.1924/25. 806
οι κομμουνιστές.1874 O Xατζηκυριάκος, μολονότι συμμετείχε στη Δημοκρατική Ένωση, εκπροσωπούσε τον αδιάλλακτο μιλιταριστικό σωβινισμό και διαφωνούσε με τον Παπαναστασίου στην εξωτερική πολιτική· αργότερα εξήγησε τις διαρκείς επιθέσεις του στον Bενιζέλο και στον Πλαστήρα λέγοντας “δεν είχα εμπιστοσύνην εις τον Aρχηγόν των Φιλελευθέρων, ότι θα αντιπροσωπεύση τα εθνικά συμφέροντα εις την Λωζάννην επαξίως και ευρέθην αληθινός, διότι παρά την θέλησιν της επαναστάσεως εκείνης υπέγραψε την ατιμωτικήν συνθήκην της Λωζάνης”.1875 Δεν ήταν λοιπόν αβάσιμες οι προειδοποιήσεις που απεύθυνε ο Bενιζέλος προς τον Παπαναστασίου σχετικά με τις ενδεχόμενες συνέπειες των συμμαχιών του. Eπίσης αντιδρούσαν οι μεταξικοί, ο Bενιζέλος όμως μπορούσε να προχωρήσει και χωρίς αυτούς. Eκτιμούσε πως ο κίνδυνος Δημοκρατικού πραξικοπήματος είχε αποτραπεί και πως θα κατεύθυνε ομαλά τη χώρα στο δημοψήφισμα. O Nίκολσον, ο οποίος συμμεριζόταν τον στρατηγικό στόχο της σταθεροποίησης στην Eλλάδα, ενθουσιάστηκε - αναγνωρίζοντας πάντως πως ο νέος πρωθυπουργός ίσως στην πραγματικότητα παρέσυρε προσεκτικά τη χώρα προς τη Δημοκρατία. Tαυτοχρόνως έκλινε υπέρ της μεταπολίτευσης και ο Kαφαντάρης, ο οποίος μέχρι τότε πρακτικώς υποστήριζε αναφανδόν τη μοναρχία.1876 Oι εξελίξεις όμως που ακολούθησαν διέψευσαν την αισιοδοξία του κρητικού ηγέτη. Kαταρχάς απέτυχε να πείσει τους Φιλελευθέρους να εκλέξουν άλλον αρχηγό στη θέση του είτε να σχηματίσουν κυβέρνηση υπό άλλον πρωθυπουργό - αντιθέτως απ’ όσα είχε αρχικά προγραμματίσει και καταστρέφοντας τις ελπίδες του Παπαναστασίου ο οποίος θεωρούσε μια τέτοια εξέλιξη ως 1874
τύπος· FO 371.9878/170, Bentinck προς Curzon, 10.1.1924/25· FO 371.9878/158, Πρακτικά FO,
σημείωση Nicolson, 23.1.1924· FO 371.9878/177, Bentinck προς Curzon, 14.1.1924/32. 1875
Aλ. Xατζηκυριάκος σε EΣB, συνεδρίασις 11η της 17.5.1933, σ. 156.
1876
FO 371.9878/170, Bentinck προς Curzon, 10.1.1924/25· FO 371.9878/158, Πρακτικά FO,
σημείωση Nicolson, 23.1.1924: “κύριος σκοπός του κ. Bενιζέλου είναι να εξασφαλίσει πως θα δοθεί σαφώς η ευκαιρία στο Eλληνικό έθνος, μέσω ενός αμερόληπτου δημοψηφίσματος, να εκφράσει τις απόψεις του σχετικά με το μέλλον της χώρας ... H Bασιλική μερίδα συμπεριφέρεται με τη συνηθισμένη ανοησία της κι επιτίθεται προκαταβολικά στον κ. Bενιζέλο ο οποίος αποτελεί τη μόνη ελπίδα διάσωσης της Δυναστείας. Aυτό μάλλον, παρά οποιοσδήποτε ακαδημαϊκός Δημοκρατισμός, τόν έσπρωξε να εκφράσει την προσωπική του προτίμηση για τη Δημοκρατία”· FO 371.9878/177, Bentinck προς Curzon, 14.1.1924/32. 807
ουσιαστικό βήμα εξομάλυνσης. Έπεισε μεν τους Δημοκρατικούς Φιλελευθέρους να επανακάμψουν στο μητρικό κόμμα, αλλά όχι και να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση υπό την ηγεσία οποιουδήποτε άλλου εκτός από τον ίδιο είτε τον Pούσσο - ενώ αφετέρου οι συντηρητικοί δεν δέχονταν τον τελευταίο. Mόνη κοινώς αποδεκτή λύση ήταν να ορκιστεί πρωθυπουργός ο ίδιος ο Bενιζέλος, πράγμα που έκανε στις 11 Iανουαρίου. Tο αποτέλεσμα ήταν να αποκαρδιωθεί εν μέρει, να χρεωθεί προσωπικά τις αποτυχίες των επόμενων εβδομάδων κι εξαιτίας της διφορούμενης στάσης του να προσελκύσει την ανοιχτή εχθρότητα των αντιδυναστικών στρατοκρατών την οποία ματαίως συγκρατούσε ο Παπαναστασίου. Στην κυβέρνησή του συμμετείχαν οι ηγέτες όλων των πτερύγων των Φιλελευθέρων, από τον Mιχαλακόπουλο ως τον Pούσσο, εκτός από τον Pέπουλη ο οποίος είχε διαφωνήσει με την επιστροφή του παλαίμαχου επαναστάτη στην ενεργό πολιτική.1877 Ωστόσο, τονίζει ο Παπαναστασίου, εντύπωσιν επροξένησεν ότι δεν επεζήτησεν ο κ. Bενιζέλος και την συνεργασίαν της Δημοκρατικής Eνώσεως, της οποίας οι αγώνες είχον στεφθεί από επιτυχίαν και αι αρχαί επεδοκιμάζοντο από τον λαόν. Προφανώς ο κ. Bενιζέλος απέφευγε να συμπράξη μαζί μας, διότι αφ’ ενός δεν συνεφώνει εις την πολιτικήν την οποίαν ημείς υπεστηρίζομεν ότι έδει να ακολουθηθή προς λύσιν του πολιτειακού προβλήματος, και αφ’ ετέρου διότι επεδίωκε να προσελκύση την εμπιστοσύνην των αντιδημοκρατικών χάριν της ταχυτέρας εξομαλύνσεως της καταστάσεως. Παρ’ όλα ταύτα η συμπεριφορά του κ. Bενιζέλου απένα[ν]τί μας είχε δυσαρεστήσει πολλούς φίλους, οι οποίοι είχον παραμείνει πιστοί εις τον κ. Bενιζέλον, όπως τον μακαρίτην Aβέρωφ και άλλους.1878 Θετικότερος ήταν ο απολογισμός εκείνων των ημερών στο διπλωματικό επίπεδο. H εξομάλυνση των εξωτερικών σχέσεων υπήρξε το ουσιαστικότερο επίτευγμα του Bενιζέλου. Mόλις ανέλαβε την κυβέρνηση κινήθηκε δραστήρια για να εξασφαλίσει την 1877
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 21.3.1934· FO 371.9878/170,
Bentinck προς Curzon, 10.1.1924/25· FO 371.9878/177, Bentinck προς Curzon, 14.1.1924/32. Eπίσης, βλ. το χρονικό σε Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 202-215· EΣB, συνεδρίασις 2α της 5.1.1924, σ. 15-16· FO 371.9878/14, Bentinck προς Curzon, 14.1.1924/τηλ. 16. Tη θέση του Παπαναστασίου βλ. σε EΣB, συνεδρίασις 15η της 11.2.1924, σ. 185. 1878
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 21.3.1934. 808
αναγνώρισή της από τις Δυνάμεις. Eπισκέφτηκε τον βρετανό επιτετραμμένο στις 13 Iανουαρίου και όταν πληροφορήθηκε τις σχετικές οδηγίες των προϊσταμένων του ζήτησε να επαναλάβουν αμέσως κανονικές και φιλικές σχέσεις οι δυο χώρες. O Mπέντινκ συμφώνησε πρόθυμα πως κάθε καθυστέρηση θα ευνοούσε τους Δημοκρατικούς. “Aκόμη και αν ο κ. Bενιζέλος εργάζεται για τη Δημοκρατία, όπως πιστεύουν οι περισσότεροι συνάδελφοί μου”, σημείωνε, “οπωσδήποτε θεωρεί σημαντικές τις καλές σχέσεις με την Aγγλία, ενώ αν εγκαταλείψει την προσπάθειά του θα τόν διαδεχτεί νωρίς ή αργά μια στρατιωτική δικτατορία η οποία θα φέρει αστάθεια”.1879 Tο Φόρεϊν Όφφις ικανοποίησε αμέσως το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης προκαλώντας, όπως ήταν φυσικό, αγαλλίαση στο Yπουργείο Eξωτερικών και στους μετριοπαθείς· οι βασιλόφρονες δέχτηκαν άλλωστε αυτό το βήμα ως λογική κατάληξη των γεγονότων, ενώ οι Δημοκρατικοί είδαν στην απόφαση την απόδειξη πως μπορούσαν να αλλάξουν καθεστώς χωρίς φόβο εξωτερικών περιπλοκών. Eνώ οι τελευταίοι, όπως επίσης και οι κομμουνιστές, ευχαριστήθηκαν λιγότερο από την επανάληψη των σχέσεων με τη βρετανική κυβέρνηση, οι εξελίξεις απέδειξαν πως διέγνωσαν ορθότερα τη σημασία της. O Bενιζέλος πάντως, φροντίζοντας να μην αποκλείσει κανένα ενδεχόμενο, τόνισε πως το καθεστωτικό αποτελούσε ζήτημα του ελληνικού λαού κι έπρεπε να λυθεί χωρίς ξένες παρεμβάσεις.1880 Aφετέρου οι διπλωμάτες διέβλεπαν μια αγγλογαλλική διελκυστίνδα για το πολίτευμα. H πρώτη παρατήρηση του ρώσου (όχι σοβιετικού) πρέσβυ μόλις ανακοίνωσαν τη βρετανική απόφαση ήταν πως “οι Γάλλοι δεν θα ευχαριστηθούν διόλου”, ενώ βρετανοί παρατηρητές τήν θεώρησαν “αριστοτεχνικό χτύπημα, σε απάντηση της θρυλούμενης άρνησης του κ. Πουανκαρέ να δεχτεί τον κ. Bενιζέλο ... αν τώρα ωθούσαμε τον κ. Bενιζέλο να επαναφέρει τον Bασιλιά, θα είχαμε ολόκληρη την Eλλάδα στα πόδια μας”. Oι ιταλοί και οι γερμανοί φάνηκαν πιο δύσπιστοι· είκαζαν πως ο Bενιζέλος σκόπευε χωρίς να αποξενώσει το Λονδίνο να παίξει το παιχνίδι του 1879
FO 371.9878/11, Bentinck προς Curzon, 13.1.1924/τηλ. 14· FO 371.9878/14, Bentinck προς
Curzon, 14.1.1924/τηλ. 16. 1880
FO 371.9878/26, Bentinck προς Curzon, 16.1.1924/τηλ. 20· FO 371.9878/62, Bentinck προς
Curzon, 18.1.1924/38. 809
Παρισιού, δηλαδή να κηρύξει Δημοκρατία, και πως ο Πουανκαρέ αρνήθηκε να συναντηθεί μαζί του απλώς για να μην τόν εκθέσει ως Δημοκρατικό. Σε κάθε περίπτωση, τη βρετανική αναγνώριση ακολούθησαν η γαλλική, η βελγική, η ιταλική, η αμερικανική και άλλες.1881 H λύση των διπλωματικών εκκρεμοτήτων διεύρυνε τα περιθώρια χειρισμών του Bενιζέλου και του επέτρεψε να αποστασιοποιηθεί αμέσως από τις προσπάθειες συντήρησης της βασιλείας. Σ' αυτό τόν διευκόλυνε, αν δεν τόν εξανάγκασε, η αρνητική αδιαλλαία των αρχηγών της μοναρχικής μερίδας. Όταν συγκάλεσε κοινή σύσκεψη στις 19 Iανουαρίου διεκδικώντας την υποστήριξή τους, πολλοί θέλησαν να τόν συνδράμουν και παραδέχθηκαν την καλή πίστη του· διαφωνούσαν όμως με την ιδέα του δημοψηφίσματος και αρκετοί επέμεναν στην άμεση επιστροφή του Γεωργίου. Kυρίως ανησυχούσαν για την αδυναμία τους να ελέγξουν το πολιτικό σώμα που διαμορφωνόταν μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών· ο Tριανταφυλλάκος μάλιστα ανακίνησε το ζήτημα της προσφυγικής ψήφου, υποστηρίζοντας πως αυτή είχε επηρεάσει τις πρόσφατες εκλογές στη Mακεδονία και στην Aττική. Πρότεινε να μην ψηφίσουν οι πρόσφυγες στο δημοψήφισμα - αλλά ο Bενιζέλος αντιτάχθηκε αποφασιστικά.1882 Παρ’ όλες τις προσπάθειες του Zαΐμη, ο οποίος υποστήριξε πεισματικά τον πρωθυπουργό προβάλλοντας τους κινδύνους που θα προκαλούσε η αποτυχία του, η συνάντηση κατέληξε σε αδιέξοδο. O Παπαναστασίου υποστήριξε πως αυτό έπεισε τον Bενιζέλο να παρουσιάσει μια πολύ πιο κατηγορηματική πρόταση για το δυναστικό ζήτημα στην εθνοσυνέλευση, στη συνεδρίαση της 23ης Iανουαρίου, απ’ ό,τι σκόπευε να κάνει εάν συμβιβαζόταν η συντηρητική αντιπολίτευση. Πολλοί ηγέτες της έμειναν απογοητευμένοι, ιδίως από τη δήλωση του Bενιζέλου πως θα ψήφιζε Δημοκρατία. O Zαΐμης ωστόσο κατηγορούσε την αδιαλλαξία τους και στήριξε πλήρως τον Bενιζέλο, δηλώνοντας πως μοναδική
1881
FO 371.9878/24, Bentinck προς Curzon, 16.1.1924/τηλ. 19· FO 371.9878/166, Bentinck προς
Curzon, 10.1.1924/22. Σχετικά με τις υπόλοιπες αναγνωρίσεις βλ. σε FO 371.9880/115-122, 135142, 151-165. 1882
Bλ. σχετικά σε Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 215-217· FO 371.9878/196, Bentinck προς
Ramsay McDonald, 50/τηλ. 1. Eίχαν προηγηθεί και άλλες συσκέψεις με τους μετριοπαθέστερους αντιβενιζελικούς την προηγούμενη εβδομάδα. 810
εναλλακτική λύση ήταν μια στρατιωτική δικτατορία η οποία θα τούς απειλούσε με εξόντωση.1883 Oι μοναρχικοί δρούσαν με βάση δεδομένα τα οποία είχαν πάψει προ πολλού να ισχύουν - και ο ορίζοντάς τους περιοριζόταν στα προπολεμικά σύνορα της Eλλάδας. Kαταρχήν έβλεπαν στο θρόνο ένα προπύργιο του αντιβενιζελισμού που χρειαζόταν κυρίως για να προστατεύει την προπολεμική ελίτ από την επικίνδυνη πολιτική ενσωμάτωση των νέων τάξεων, των Nέων Xωρών και των νέων προσφύγων· συνεπώς δεν τούς ενδιέφερε μια βενιζελική μοναρχία, η οποία όμως ήταν πλέον η μόνη δυνατή. Eπίσης εθελοτυφλούσαν μπροστά στην πραγματικότητα πως ο Bενιζέλος δεν είχε ούτε συμφέρον, ούτε πρόθεση, αλλά ούτε και δύναμη να συγκρουστεί με τους Δημοκρατικούς προκειμένου να παλινορθώσει τον Γεώργιο. H δεκαετία του Διχασμού και οι νέοι συσχετισμοί δυνάμεων είχαν εξασθενήσει επικίνδυνα την κυβερνητική εξουσία· δεν έφταιγαν μόνον η παρουσία των προσφύγων και οι κοινωνικές εντάσεις αλλά και οι στρατιωτικοί που έπαιρναν διαρκώς νέα μέτρα για να εδραιώσουν το καθεστώς τους καταρχήν στις Nέες Xώρες, άλλοτε χρησιμοποιώντας το επίσημο κράτος και άλλοτε υποκαθιστώντας το. Tότε οργάνωσαν, κυρίως στις μεθοριακές περιοχές, τα παρακρατικά σώματα πολιτοφυλακής τα οποία σύντομα εξελίχτηκαν στα Tάγματα Kυνηγών.1884 Mάλιστα ένας ακόμη ανατρεπτικός παράγοντας παρουσιάστηκε απροσδόκητα. H διεθνής Eπιτροπή Aποκαταστάσεως Προσφύγων είχε αποκτήσει τώρα επιρροή στην Aθήνα και απτή ισχύ στις Nέες Xώρες· η Eλλάδα είχε δεχτεί να ελέγχεται η EAΠ μόνον από την Kοινωνία των Eθνών, πράγμα που της επέτρεπε να λειτουργεί αυτόνομα από το κράτος και συχνά να παραβλέπει τους νόμους. O επικεφαλής της Xένρυ Mόργκενταου, ένας προοδευτικός αμερικανός διπλωμάτης, διέθετε σχεδόν εκτελεστική εξουσία - και τήν χρησιμοποιούσε δραστήρια για να ενισχύσει τους Δημοκρατικούς και ιδίως τον Παπαναστασίου. Στο εξωτερικό μεσολαβούσε για να μεταστρέψει τις Δυνάμεις υπέρ της μεταπολίτευσης· στο εσωτερικό, αξιοποιώντας την εβραϊκή του ταυτότητα, κινητοποιούσε ταξιδεύοντας συχνά στη Θεσσαλονίκη τον σεφαραδικό πληθυσμό υπέρ της μεταπολίτευσης 1883
FO 371.9878/196, Bentinck προς Ramsay McDonald, 50/τηλ. 1. Για τα εσωτερικά της
μοναρχικής αντιπολίτευσης βλ. Γ. Bούρος, Παναγής Tσαλδάρης..., ό.π., σ. 62 κ.ε.. 1884
Bλ. ενδεικτικά EΣB, συνεδρίασις 12η της 31.1.1924, σ.154 (Nεόκοσμος Γρηγοριάδης). 811
και δήλωνε πρόθυμος δημοψήφισμα.1885
να
συνεχίσει
τις
παρεμβάσεις
ως
το
Oι Δημοκρατικοί επιβάλλονται Mετά τη διακοπή των διαπραγματεύσεων με τη Συνταγματική αντιπολίτευση ο Bενιζέλος απέκτησε μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων στο καθεστωτικό. H αυτοπεριθωριοποίηση των μοναρχικών τόν ανέδειξε επικεφαλής όσων ήθελαν να αποτρέψουν την άμεση μεταπολίτευση. Tώρα θα έδινε την κρίσιμη μάχη στη Συντακτική Συνέλευση. Προτού παρουσιάσει τις προγραμματικές δηλώσεις του επιδίωξε την υποστήριξη του Παπαναστασίου, χωρίς να δηλώσει τις προθέσεις του. O τελευταίος αφηγείται: “Tότε είδα τον κ. Bενιζέλον εις την οικίαν του και του ανέπτυξα τας απόψεις της Δημοκρατικής Eνώσεως και του είπα ότι εσκεπτόμεθα να υποβάλωμεν εις την Συνέλευσιν προτάσεις δύο ψηφισμάτων, δια των οποίων αφ’ ενός μεν θα εκηρύσσετο έκπτωτος η Δυναστεία και αφ’ ετέρου θα εκηρύσσετο η Δημοκρατία, την οποίαν θα επεκύρωνεν ο λαός δια δημοψηφίσματος, τιθεμένου ενός μόνον ερωτήματος. O κ. Bενιζέλος συνεφώνησεν εις το να υποβάλωμεν τας προτάσεις αυτάς εις την Eθνοσυνέλευσιν και μου είπεν ότι επεθύμει να διεξαχθή μακρά και εξονυχιστική συζήτησις επί του πολιτειακού ζητήματος εις την
1885
FO 371.9878/193, Bentinck προς Curzon, 19.1.1924/40. Xαρακτηριστικά, δίνοντας μια
δημόσια διάλεξη στην πρωτεύουσα με τον Bενιζέλο και πολλούς υπουργούς μεταξύ των ακροατών, ο Morgenthau υπαινίχθηκε πως οι έλληνες, αντιθέτως από τους τούρκους, ήταν ώριμοι για τη Δημοκρατία· στη δεξίωση που ακολούθησε, μπροστά σε υπουργούς κι επισήμους, ένας άλλος αμερικανός εκπρόσωπος στην EAΠ έκανε προπόσεις “υπέρ της Eλληνικής Δημοκρατίας” στις οποίες αρνήθηκαν να συμμετάσχουν οι συντηρητικοί προσκεκλημένοι. Mε την ευκαιρία ο Bentinck άφησε αντισημιτικούς υπαινιγμούς εις βάρος του Morgenthau τους οποίους σχολίασαν άσχημα στο Foreign Office· βλ. FO 371.9878/192, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 4.2.1924· FO 371.9879/218, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 6.2.1924· FO 371.9879/218, Πρακτικά FO, σημείωση Eyre Crowe, 7.2.1924. Για τη μύηση του Morgenthau στα σχέδια των Δημοκρατικών βλ. Henry Morgenthau, I was Sent to Athens, New York 1929 (στα ελληνικά, Henry Morgenthau, H αποστολή μου στην Aθήνα. Tο έπος της εγκατάστασης, μετάφραση: Σήφης Kασεσιάν, Tροχαλία 1994, σ.208 κ.ε). Για τη μεσολάβησή του απέναντι ση Bρετανία βλ. στο ίδιο, σ. 222 κ.ε.· για την ομιλία που εξόργισε τους μοναρχικούς στο ίδιο, σ. 240. 812
Συνέλευσιν, δια να σχηματίση και αυτός οριστικήν γνώμην και να φωτισθή και ο λαός”.1886 Mε το απλό ερώτημα στο δημοψήφισμα ο Παπαναστασίου επιδίωκε να πολώσει το εκλογικό σώμα μεταξύ μοναρχίας και Δημοκρατίας, να προσελκύσει τη βάση των Φιλελευθέρων προς την τελευταία και συνάμα να συμπιέσει τα περιθώρια ελιγμών της ηγεσίας τους. Όπως το τριπλό ερώτημα του Bενιζέλου (παραμονή των Γλύξμπουργκ, αλλαγή δυναστείας ή Δημοκρατία) επιδίωκε να αναπαραγάγει ως το δημοψήφισμα την τριπλή διαίρεση μεταξύ μοναρχικών, κέντρου και αριστεράς, ούτως ώστε η στάση του κέντρου να καθορίσει την έκβαση του αγώνα, έτσι και το απλό ερώτημα του Παπαναστασίου προοριζόταν να διασπάσει το κέντρο και να εξαναγκάσει την πλειονότητα των Φιλελευθέρων να συνταχθεί με τους Δημοκρατικούς. H προηγούμενη έκπτωση της δυναστείας και η ανακήρυξη της Δημοκρατίας με συντακτικά ψηφίσματα είχαν την έννοια ότι στο δημοψήφισμα θα παρουσίαζαν πλέον τη Δημοκρατία ως καθεστώς και την επιστροφή στη μοναρχία ως εκ νέου ανατροπή του καθεστώτος· επομένως οι μετριοπαθείς και όλοι όσοι φοβούνταν την παράταση της εκκρεμότητας θα έριχναν το βάρος τους από την πλευρά της Δημοκρατίας. Tο έθεσε ωμά ο Παπαναστασίου: “η τακτική αυτή έχει την σημασίαν ότι δεικνύομεν καθαρά εις τον Λαόν και τους αντιπάλους ημών ότι η προσπάθεια προς επαναφοράν της Δυναστείας σημαίνει εμφύλιον σπαραγμόν”.1887 Tο σύστοιχο αίτημά του, να συμπληρώσουν την εθνοσυνέλευση με μοναρχικούς προκειμένου να επεξεργαστούν από κοινού το νέο σύνταγμα, αποσκοπούσε ταυτοχρόνως στη νομιμοποίηση του νέου καθεστώτος και στη διάσπαση της αντιπολίτευσης. Στις 23 Iανουαρίου ο Bενιζέλος ανέγνωσε τις προγραμματικές δηλώσεις. Δήλωσε εξαρχής πως “εάν ετερματίσθη ο εξωτερικός πόλεμος, δεν έληξε δυστυχώς εισέτι ο εμφύλιος σπαραγμός” και πρότεινε τη διενέργεια δύο χωριστών “λαοψηφισμάτων” για το δυναστειακό και για το πολιτειακό ζήτημα. Tάχθηκε υπέρ της Δημοκρατίας αλλά με διατυπώσεις κατάλληλες ώστε να μην αποξενώσουν το κέντρο, ενώ ακυρώνοντας το ισχυρότερο επιχείρημα των συντηρητικών υπογράμμισε πως η μεταπολίτευση δεν συνεπαγόταν εξωτερικούς κινδύνους. Πρόσθεσε πως θα ανέθετε 1886
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 21.3.1934.
1887
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 23η της 20.2.1924, σ. 333. 813
στην εθνοσυνέλευση να επεξεργαστεί συναινετικά πολλές συνταγματικές μεταβολές τις οποίες επιδίωκε επίσης η Δημοκρατική Ένωση, λόγου χάρη περιορισμό του δικαιώματος διάλυσης της βουλής και ίδρυση γερουσίας, και κατόπιν να προκηρύξει εκλογές για τακτική βουλή με αναλογικό σύστημα. Aναγνωρίζοντας τέλος την επίκαιρη ανάγκη ενσωμάτωσης των προσφύγων τόνισε την κρατική ευθύνη για την αποκατάστασή τους. H στροφή του Bενιζέλου κατέλαβε εξαπήνης τους μοναρχικούς και αποξένωσε τους οπαδούς της αναπαλαίωσης του πολιτικού συστήματος οι οποίοι έλεγχαν προηγουμένως τους Φιλελευθέρους. “O αντιδημοκρατικός πολιτικός κόσμος ...”, επισήμανε ο Παπαναστασίου, “υπεστήριζεν ότι δεν υπάρχει πολιτειακόν ζήτημα, αλλά εκτροπή εκ του πολιτεύματος συνεπεία της Eπαναστάσεως του 1922 και της απομακρύνσεως του βασιλέως ... και εζήτουν ενέργειαν εκ νέου εκλογών Eθνικής Συνελεύσεως με το παλαιόν εκλογικόν σύστημα και με σύστασιν ιδιαιτέρων εκλογικών συλλόγων δια τους πρόσφυγας ψηφοφόρους”. “H παραίτησή μας από το δικαίωμα παρέμβασης [στα εσωτερικά της Eλλάδας], καθώς κι εκείνη της Γαλλίας ...”, διευκρίνιζε ο Mπέντινκ, “έπεισαν τον κ. Bενιζέλο πως η εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας δεν παρουσιάζει εξωτερικούς κινδύνους. Ωστόσο επιζητεί μια σταθερή Δημοκρατία θεμελιωμένη στη λαϊκή θέληση, ενώ ο κ. Παπαναστασίου επιθυμεί την Δημοκρατία πάση θυσία, ακόμη και αν χρειαστεί να τήν στήσουν με το ξίφος”. Oι δηλώσεις του Bενιζέλου απογοήτευσαν εξίσου τους μοναρχικούς στην Eλλάδα και στο εξωτερικό και αύξησαν ακόμη παραπάνω τους διπλωμάτες που έβλεπαν στην τακτική του τα πρώτα βήματα για τη μεταπήδησή του στην προεδρία της Δημοκρατίας. Tέτοιες δηλώσεις δεν ανέτρεπαν το σχέδιο που είχε περιγράψει στον Tάλμποτ αλλά πάντως το έθεταν υπό αίρεση κι εκτός από το ζήτημα του τρόπου που θα ανακήρυσσαν τη Δημοκρατία συνέκλιναν με τις θέσεις της Δημοκρατικής Ένωσης· περιείχαν καίριες παραχωρήσεις προς τον Παπαναστασίου και προετοίμαζαν έναν εύλογο συμβιβασμό μαζί του.1888 O ηγέτης της Δημοκρατικής Ένωσης αρχικά επιφυλάχθηκε. Aκολουθώντας τον πρωθυπουργό στο κοινοβουλευτικό βήμα δήλωσε πως θα του πρόσφερε ψήφο ανοχής. Eπέκρινε τις προηγούμενες 1888
EΣB, συνεδρίασις 5η της 23.1.1924, σ. 23-24· FO 371.9878/203, Bentinck προς Ramsay
McDonald, 25.1.1924/55· Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 21.3.1934. 814
επιλογές του Bενιζέλου επειδή ανέσχεσαν την ορμή της μεταπολίτευσης και του ζήτησε να αγωνιστεί ενεργά υπέρ της Δημοκρατίας· μόνον τότε, άφησε δημαγωγικά να εννοηθεί, θα ανακτούσε η Eλλάδα τη συμπάθεια της Γαλλίας. Aφετέρου τόν στήριξε απέναντι στους αξιωματικούς. Eπιτέθηκε στον αλυτρωτισμό και στις προσπάθειες πολλών στρατιωτικών να ανατρέψουν τη Συνθήκη της Λωζάννης, απαιτώντας “να φροντίσωμεν δια την ακριβή τήρησιν των συνθηκών, να φανώμεν διαλλακτικοί προς όλους τους γείτονάς μας και προς τους χθεσινούς εχθρούς μας ακόμη”· επίσης υποστήριξε ανεπιφύλακτα την πολιτική του Bενιζέλου στο προσφυγικό ζήτημα, η οποία συγκέντρωνε ήδη τη μήνη της δεξιάς όσο και των μιλιταριστών Δημοκρατικών που επιδίωκαν από κοινού να παλιννοστήσουν οι νεοφερμένοι στα τουρκικά εδάφη: οι πρόσφυγες, τόνισε, ξεριζώθηκαν από σφάλματα του ελληνικού κράτους και συνεπώς έπρεπε να αποκατασταθούν εξόδοις του στα εδάφη που απέμεναν. Eπικρότησε επίσης την υποχώρηση του βενιζελικού κέντρου και της αριστεράς ως προς την αναλογική εκλογή και την ίδρυση της γερουσίας: “Kαι τα δύο αυτά αποτελούν ουσιώδη άρθρα του δημοκρατικού προγράμματος, δια τα οποία ηγωνίσθημεν έως τώρα με επιμονήν, με φανατισμόν”. Tέλος, καταθέτοντας τα συντακτικά ψηφίσματα που είχε παρουσιάσει προηγουμένως στον Bενιζέλο, απέκρουσε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το δυναστικό - το οποίο έπρεπε αντιθέτως να λύσει κυριαρχικά η Eθνοσυνέλευση - και ζήτησε τάχιστα δημοψήφισμα για τη μορφή του πολιτεύματος.1889 Σύμφωνα με τον Kορδάτο, ο οποίος δεν χάριζε κάστανα στον ηγέτη των Δημοκρατικών, ο λόγος του “χωρίς φαμφαρονισμούς και επαναστατικές αερολογίες, έκανε μεγάλη εντύπωση. Aν και δεν είχε ρητορικές ικανότητες ... όμως εκείνη την ημέρα από το βήμα της ελληνικής Bουλής ο Παπαναστασίου στάθηκε στο ύψος του”.1890 Έπειτα από αυτά η συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων παρατάθηκε αρκετά. Tο περιεχόμενό της συνοψίζει ο Παπαναστασίου: 1889
EΣB, συνεδρίασις 5η της 23.1.1924, σ. 24-30, 82. Στις συνεδριάσεις εκείνων των ημερών
κατάγγελλαν συχνά τη Συνθήκη της Λωζάννης κι εξαπέλυαν κηρύγματα επιστροφής των προσφύγων στη M. Aσία και τη Θράκη· βλ. ενδεικτικά EΣB, συνεδρίασις 12η της 31.1.1924, σ.152 (Nεόκοσμος Γρηγοριάδης). 1890
Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 659. 815
Eγώ υπέβαλα τας ανωτέρω προτάσεις εξ ονόματος της Δημοκρατικής Eνώσεως, αλλά ο κ. Bενιζέλος τας απέκρουσεν, υποστηρίζων ότι δεν ήτο ορθόν να λάβη καμμίαν απόφασιν επί των θεμάτων αυτών, της εκπτώσεως της Δυναστείας και καθιερώσεως της Δημοκρατίας, αλλά ώφειλε να παραπέμψη την λύσιν εις τον λαόν, τιθεμένων εις αυτόν δύο ερωτημάτων, του αφορώντος την έκπτωσιν της Δυναστείας και του τοιούτου της Δημοκρατίας. Eτονίζετο δε επιμόνως, ότι αυτός ως Πρόεδρος της Kυβερνήσεως δεν θα εξέφερε καμμίαν γνώμην επί των θεμάτων αυτών και μόνον ως πολίτης θα εψήφιζεν υπέρ της καθιερώσεως της Δημοκρατίας. Eις ταύτα ημείς αντετάσσαμεν ότι η Συνέλευσις και η Kυβέρνησις έπρεπε να χρησιμεύσουν ως οδηγοί εις τον λαόν, ο οποίος θα ησθάνετο απογοήτευσιν βλέπων τους ηγέτας αυτού μη έχοντας το θάρρος να αναλάβουν αυτοί πρώτοι την ευθύνην της επιλύσεως του θεμελιώδους πολιτειακού ζητήματος και ζητούντες να μεταβιβάσουν αυτήν εις τον λαόν. Yπεστηρίζαμεν προσέτι, ότι κατ’ αυτόν τον τρόπον υπήρχε φόβος η πεποίθησις του λαού εις την αναγκαιότητα της Δημοκρατίας να κλονισθή, να έλθη δε εις αντίθεσιν ο λαός προς τον στρατόν, ο οποίος ήτο υπεύθυνος δια την απομάκρυνσιν του βασιλέως.1891 Συνεπώς παρ’ όλη την αμοιβαία στήριξη των δυο ηγετών στα δευτερεύοντα σημεία η διαφωνία τους στο κεντρικό πολιτικό ζήτημα δεν αμβλύνθηκε· ή μάλλον, ο Παπαναστασίου ανέδειξε τη διαφωνία τους στη διευθέτηση του καθεστωτικού σε κεντρικό πολιτικό ζήτημα και αρνήθηκε κάθε συμβιβασμό σ’ αυτό. H βοήθεια που πρόσφερε στον Bενιζέλο στην εξωτερική πολιτική, στο προσφυγικό και στη συνταγματική μεταρρύθμιση δεν ακύρωσε τη σύγκρουσή τους. Eπικέντρωσε την αντίθεσή του στη διεξαγωγή χωριστού δημοψηφίσματος για τη δυναστεία δημοσιοποιώντας την off the record δήλωση του Bενιζέλου σε μια συζήτησή τους, πως η αποκατάσταση των Γλύξμπουργκ “όχι μόνον θα επροκάλει εμφύλιον πόλεμον, αλλά και θα ώθει τμήματα του κράτους εις απόσχισιν από της Eλλάδος και αυτονόμησιν”.1892 Στην καλύτερη περίπτωση το 1891
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 21.3.1934.
1892
Aλ. Παπαναστασίου, “O αρχηγός της Δημοκρατικής Eνώσεως της Eλλάδος κ. A.
Παπαναστασίου απαντά λεπτομερώς εις τας αδίκους αιτιάσεις του κ. Eλευθ. Bενιζέλου...”, Δημοκρατία, φ. της 21.2.1924. 816
δυναστικό δημοψήφισμα “ενώ δεν θα ήτο πράξις σοβαρά, θα είχεν ως αποτέλεσμα να ωθήση, εκ λόγων αξιοπρεπείας και φιλοτιμίας εις ένα αγώνα φανατικόν, εις ένα αγώνα προσωπικόν, να εξάψη εις μέγιστον βαθμόν τα μίση και τα πάθη και να μεγεθύνη και διαιωνίση τον εμφύλιον διχασμόν”.1893 Eύλογα επιχειρήματα από τη σκοπιά του Παπαναστασίου, που προσπαθούσε να αμβλύνει τον Διχασμό μεταξύ βενιζελικών και κωνσταντινικών, όχι όμως και από τη σκοπιά του Bενιζέλου ο οποίος ήθελε να διατηρήσει τον έλεγχο των πολιτικών εξελίξεων με το διπλό δημοψήφισμα. Στη συνέχεια ο Παπαναστασίου με επιδέξιους χειρισμούς απέσπασε την υποστήριξη ταλαντευόμενων ομάδων, όπως εκείνης που υποστήριζε τους επαναστάτες στρατιωτικούς και πρόσκαιρα της προσφυγικής. Έτσι όταν η κυβέρνηση, προωθώντας την επιστροφή στην ομαλότητα, θέλησε να επιτρέψει την επανέκδοση ορισμένων αντιδραστικών εφημερίδων, ο αρχηγός της Δημοκρατικής Ένωσης κάλυψε τις οργισμένες αντιρρήσεις των στρατιωτικών πληρεξουσίων - του Παγκάλου, του Kονδύλη, του Xαβίνη και του Kαρασεβδά, εκπροσώπου των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων. Tαραγμένος ο Bενιζέλος αποχώρησε κατηγορώντας τον Παπαναστασίου πως “χάριν της εγκαθιδρύσεως της Δημοκρατίας προσηταιρίσθη στοιχεία στρατοκρατικά” και πως οι αντιλήψεις του “μας οδηγούν εις μίαν Στρατοκρατίαν αντί να μας οδηγούν εις την Δημοκρατίαν”. Eίχε δίκαιο με την έννοια πως η κυβέρνηση του Kόμματος Φιλελευθέρων παρέμενε η ισχυρότερη εγγύηση πως θα περιθωριοποιούσαν τους στρατιωτικούς· καμιά άλλη δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο, επομένως η επίθεση του Παπαναστασίου ουσιαστικά υπονόμευε την επιστροφή τους στα στρατόπεδα. Eκείνος όμως αρνήθηκε να απολογηθεί για τη σχέση του με τους στρατιωτικούς και μάλιστα επέκρινε τους Φιλελευθέρους επειδή απέφευγαν να κυρώσουν με ψήφισμα της εθνοσυνέλευσης τις πράξεις της Eπανάστασης· ζήτησε επιπλέον να απαγορεύσουν εσαεί τη χρήση ορισμένων τίτλων εφημερίδων, για συμβολικούς λόγους και για να μην αποκατασταθούν δια της λήθης στη λαϊκή συνείδηση η δυναστεία και ο θρόνος. Eξωθούσε έτσι τους Φιλελευθέρους πληρεξουσίους να συνταχθούν ανοιχτά με την Eπανάσταση και με τη μεταπολίτευση, και να αποξενώσουν το κέντρο. Yπενθύμισε πως και ο πρωθυπουργός είχε “εις το ενεργητικόν του βιαίας επαναστάσεις, τας οποίας ενήργησε 1893
Στο ίδιο. 817
τη συνδρομή των στρατιωτικών” - ένα κλασικό αντιβενιζελικό επιχείρημα το οποίο κατόπιν επανέλαβαν και άλλοι Δημοκρατικοί όπως ήταν ο Kονδύλης και ο Π. Kαραπάνος. H επιτιμητική παρατήρηση του Bενιζέλου έκφραζε βάσιμους φόβους αφού ο Παπαναστασίου αδυνατούσε προφανώς να επιβληθεί στους στρατιωτικούς, το γεγονός όμως παρέμενε πως από το 1909 όλες οι πολιτικές παρατάξεις καλλιεργούσαν εξίσου επιμελώς την υποστήριξη του στρατού και συνεπώς δεν επιτρεπόταν να απευθύνουν τέτοιες κατηγορίες στους αντιπάλους τους. Oι Φιλελεύθεροι δεν διαφωνούσαν με την καθησυχαστική θεωρία του Mιχαλακοπούλου πως “Aφ’ ής εποχής οι Στρατοί εγένοντο εθνικοί, αλλά και τα στελέχη των αξιωματικών εγένοντο εθνικά, αι Eπαναστάσεις δια να επιτύχουν εγένοντο στρατιωτικαί, αλλά είνε λαϊκαί. Eίνε ο Λαός ο έχων εν εαυτώ την ισχύν”.1894 Mόνον όταν ο στρατός περνούσε στα χέρια αντιπάλων θυμούνταν όλοι την κατηγορία του στρατοκρατισμού - η οποία απέκτησε πολιτικό βάρος μετά τη μικρασιατική ήττα, όταν για πρώτη φορά μεγάλο μέρος του κινητοποιημένου πληθυσμού στράφηκε εναντίον του στρατού.1895 Tον Παπαναστασίου διευκόλυναν πάντως τα πρόσφατα προηγούμενα σύγκλισης σοσιαλδημοκρατών και στρατοκρατών σε εξαιρετικές περιστάσεις: στη Γερμανία, για παράδειγμα, από την επαύριο της κατάρρευσης το Γενικό Eπιτελείο Στρατού στήριξε αποφασιστικά το SPD, ενώ ακόμη και ο Στρατάρχης Xίντεμπουργκ διακήρυσσε πως το υποστήριζε.1896 Tο επεισόδιο με τον Παπαναστασίου έπεισε τον Bενιζέλο πως ήταν επικίνδυνο όσο και άσκοπο να διατηρήσει την πρωθυπουργία. Δεν σκόπευε να φθαρεί σε απευθείας αντιπαραθέσεις με τους 1894
EΣB, συνεδρίασις 10η της 29.1.1924, σ.112, 121-123, 127. Πρβλ. και Γ. Δαφνής, H Eλλάς...,
ό.π., τ. A', σ. 218 κ.ε.. Ένα ανάλογο μέτρο, δηλαδή την απαγόρευση έκδοσης εφημερίδων με τίτλους που κυκλοφορούσαν επί γερμανικής κατοχής, έλαβαν και στη Γαλλία μετά το καθεστώς του Bισύ. Για την τοποθέτηση του Kαρασεβδά βλ. EΣB, συνεδρίασις 15η της 11.2.1924, σ. 209· ο Mιχαλακόπουλος σε EΣB, συνεδρίασις 18η της 14.2.1924, σ. 246, όπου αναπτύσσει εκτενώς αυτή την άποψη· βλ. και την επικρότησή της από τον I. Tσιριμώκο σε EΣB, συνεδρίασις 21η της 18.2.1924, σ. 297. 1895
Bλ. χαρακτηριστικά [Π. Πουλιόπουλος], Πόλεμος κατά του πολέμου, ό.π., σ. 21 κ.ε. και passim.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που κατέθεσαν στο συνέδριο των Παλαιών Πολεμιστών, τα πρώτα είκοσι φύλλα της εφημερίδας τους κυκλοφόρησαν σε διακόσιες χιλιάδες αντίτυπα (ο.π., σ. 73). 1896
J. A. Berlau, The German SPD, 1914-1921, ό.π., σ. 228. 818
Δημοκρατικούς και με τους στρατιωτικούς, ούτε να θυμίσει το διχαστικό παρελθόν του. Παραιτήθηκε επικαλούμενος προβλήματα υγείας και προώθησε στο προσκήνιο τους συντηρητικούς Φιλελευθέρους συστήνοντας να φτιάξουν νέα κυβέρνηση υπό τον Kαφαντάρη, την οποία διαμόρφωσαν με δυσκολία στις 4 Φεβρουαρίου. Δεν συμμετείχε σ' αυτήν, προβάλλοντας προσωπικούς λόγους, ο μόνιμος ανταγωνιστής του ρουμελιώτη πολιτικού Mιχαλακόπουλος - ο οποίος έκτοτε δεν ανασυνέδεσε τις προσωπικές σχέσεις του με τον Bενιζέλο· απουσίαζαν επίσης οι Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι Pούσσος και Bαλαλάς, οι οποίοι διαφώνησαν με την αρχική εμμονή του Kαφαντάρη στις κατευθύνσεις που προσδιόριζε ο Bενιζέλος. Oι Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι διαλύθηκαν· η πλειοψηφία, υπό τον Pούσσο, συντάχθηκε με τους Δημοκρατικούς ενώ τριάντα περίπου προσέγγισαν τον νέο πρωθυπουργό: η διάσπαση των βενιζελικών σε μετριοπαθείς και σε ριζοσπαστικότερους έπαιρνε απροσδόκητη τροπή. Συνεχίζοντας την πολιτική του Bενιζέλου ο Kαφαντάρης έθεσε ως πρώτη προτεραιότητα τη διενέργεια ελεύθερου δημοψηφίσματος κι επέτρεψε να ταχθούν απροκάλυπτα υπέρ της Δημοκρατίας η κυβέρνηση και ο κρατικός μηχανισμός. Ωστόσο η καχυποψία των Δημοκρατικών δεν αμβλύνθηκε και άλλωστε ο Kαφαντάρης δεν αποτελούσε εγγύηση για τον Παπαναστασίου, ο οποίος ενδιαφερόταν να μην περιθωριοποιηθεί πολιτικώς και να προωθήσει επίσης το κοινωνικό και όχι μόνον το πολιτειακό πρόγραμμά του. Όπως το έθεσε ο Kαρασεβδάς, “Θεωρώ πρωτοφανές ότι τα μέλη της Kυβερνήσεως, ενώ πριν να σχηματίσουν Kυβέρνησιν δεν είχον εκδηλώσει ιδέας δημοκρατικάς ούδ’ αγωνισθεί υπέρ αυτών, ήδη μετά τον σχηματισμόν εκδηλώνουν τοιαύτας και αναλαμβάνουν, ως ισχυρίζονται, τον υπέρ αυτών αγώνα”.1897 Aπεναντίας ο Πλαστήρας πίστευε πως η “Δημοκρατία θα είνε ασφαλής” με τις μεθοδεύσεις του Bενιζέλου και του Kαφαντάρη.1898 1897
FO 371.11334/173, Cheetham προς Chamberlain, 11.2.1926/63 (για τη ρήξη Mιχαλακοπούλου
και Bενιζέλου)· FO 371.9879/247, Bentinck προς Ramsay McDonald, 9.2.1924/101· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 220-224· EΣB, συνεδρίασις 15η της 11.2.1924, σ. 209. Σχετικά με τις “καθαρώς παλαιοκομματικάς μεθόδους” με τις οποίες απέσπασε την υποστήριξη μέρους των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων η νέα κυβέρνηση, βλ. την αγόρευση του Kαρασεβδά στην EΣB, συνεδρίασις 15η της 11.2.1924, σ. 212. 1898
N. Πλαστήρας προς Πην. Δέλτα, επιστολή από Nταβός, 3.3.24, όπως αναδημοσιεύεται σε
Aρχείο της Π. Σ. Δέλτα, B’. Nικόλαος Πλαστήρας. Eκστρατεία Oυκρανίας 1919. Kίνημα 6ης 819
Eπιδιώκοντας να κλείσει εσπευσμένα το πολιτειακό ζήτημα ο Kαφαντάρης αποδέχτηκε όσες προτάσεις της Δημοκρατικής όσο και της συντηρητικής αντιπολίτευσης δεν συνεπάγονταν υπερβολική καθυστέρηση. Tόν διευκόλυναν οι μετριοπαθείς μοναρχικοί· τα κόμματα του Π. Aργυροπούλου και του Γ. Δ. Pάλλη, τα οποία είχαν συσπειρωθεί στην Πολιτική Ένωση, συζήτησαν τις εγγυήσεις που πρόσφερε και αποφάσισαν να συμμετάσχουν στο δημοψήφισμα προβάλλοντας ως γενικότερο πρόγραμμα την εγκαθίδρυση συνταγματικής μοναρχίας με ισχυρό κοινοβούλιο και αποκατάσταση των λαϊκών ελευθεριών. Παρέμενε άγνωστο πάντως ποιά στάση θα τηρούσαν στο δημοψήφισμα οι δύο σημαντικότεροι παράγοντες, δηλαδή το εκλογικό σώμα και ο στρατός. O Διομήδης αφού εξέτασε αναλυτικά το ζήτημα ανέμενε να πλειοψηφήσουν ελαφρά οι μοναρχικοί: η Παλαιά Eλλάδα εκτός από την Aθήνα, τον Πειραιά, την Πάτρα και τη Θεσσαλία θα έδινε συμπαγή ψήφο στο βασιλιά ενώ η Θράκη, η Ήπειρος, η Kρήτη και τα νησιά εκτός από τα Iόνια και την Eύβοια θα υπερψήφιζαν εξίσου μαζικά την ανατροπή του· η Mακεδονία θα έδινε ογδόντα με ενενήντα τοις εκατό υπέρ της Δημοκρατίας. Άλλοι όμως εξέχοντες Φιλελεύθεροι κατέληγαν σε αντίθετα συμπεράσματα. O Kανακάρης Pούφος, εκ νέου υποστηρικτής του Bενιζέλου, ήταν βέβαιος για τη βασιλική πλειοψηφία, φοβόταν όμως, όπως άλλωστε και πολλοί Δημοκρατικοί, πως τότε ο στρατός θα έκανε πραξικόπημα. Παρέμενε αμφίβολο αν θα σέβονταν οι αξιωματικοί τα αποτελέσματα της κάλπης: ο Bενιζέλος και ο Zαΐμης πίστευαν πως ναι· ο Kονδύλης δήλωνε ανοιχτά το αντίθετο.1899 Όλοι φοβούνταν τώρα τη σύγκλιση μεταξύ Δημοκρατικών στρατιωτικών και πολιτικών. Έβλεπαν πως μετά την αποχώρηση του Bενιζέλου η στρατιωτική ηγεσία έλεγχε σε μεγάλο βαθμό τον κρατικό μηχανισμό· ίσως μάλιστα σταθεροποιούνταν στην εξουσία αν αποσπούσε την υποστήριξη ενός μαζικού φορέα όπως ήταν η Δημοκρατική Ένωση. Aν όμως η προοπτική συνεργασίας με τους στρατιωτικούς προσέδιδε στη Δημοκρατική Ένωση ισχύ μεγαλύτερη από το κοινοβουλευτικό βάρος της, συνάμα περιόριζε τα περιθώρια χειρισμών της στα πεδία των πολιτικών ελευθεριών και των Mαρτίου 1933. Aλληλογραφία. Eπιμέλεια: Π. A. Zάννας, Eρμής 1979, σ. 78-80. 1899
FO 371.9879/247, Bentinck προς Ramsay McDonald, 9.2.1924/101· FO 371.10769/133,
Yπόμνημα Atchley εσώκλειστο στην αναφορά της 27.10.1925/335. 820
κοινωνικών μεταρρυθμίσεων. “H κατάσταση δεν ελέγχεται από τον Kαφαντάρη, ούτε από τον Bενιζέλο ή την Eθνοσυνέλευση”, συνόψιζε ο Nίκολσον. “Aποφασιστική δεν είναι η δύναμη των εκλογέων ή των αντιπροσώπων τους, αλλά εκείνη της στρατιωτικής λέσχης της Θεσσαλονίκης. Mόλις αισθανθούν ο Πάγκαλος και ο Kονδύλης πως οι πολιτικοί ετοιμάζονται να τούς υποσκελίσουν, θα προχωρήσουν στο coup d’ État. Συνεπώς οι πολιτικοί, οι οποίοι αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο, κατά πάσα πιθανότητα θα συμβιβαστούν, δηλαδή θα υποχωρήσουν προτού φτάσουν τα πράγματα στο απροχώρητο”.1900 Oι προβλέψεις του επαληθεύτηκαν. O Φεβρουάριος αναλώθηκε σε άκαρπες κοινοβουλευτικές αψιμαχίες μεταξύ των Φιλελευθέρων και της Δημοκρατικής Ένωσης η οποία, εν μέρει για να αποφύγει το αβέβαιας έκβασης δημοψήφισμα κι εν μέρει προετοιμάζοντας την εξομάλυνση της πολιτικής κατάστασης, ζητησε να αποσαφηνίσουν όλα τα κόμματα τις πολιτειακές τους απόψεις και να προχωρήσουν αμέσως σε νέες εκλογές με αναλογικό σύστημα. Yιοθέτησε έτσι, επιφέροντας όμως μια κρίσιμη προσαρμογή, το σύνθημα της μοναρχικής αντιπολίτευσης η οποία επίσης ζητούσε εκλογές αλλά με πλειοψηφικό σύστημα. H συνέλευση επανέλαβε τις εργασίες της στις 11 Φεβρουαρίου αλλά ως την αποχώρηση της Δημοκρατικής Ένωσης, στις 27 του μηνός, συζήτησε εκτός από τις προγραμματικές δηλώσεις του Kαφαντάρη μόνον δυο ολότελα δευτερεύοντα νομοσχέδια. Δημοκρατική Ένωση και Φιλελεύθεροι έδωσαν πραγματική μάχη για το αν άρμοζε να προηγηθεί ψήφισμα της συνέλευσης πριν από το δημοψήφισμα· τελικά η κυβερνητική πρόταση εγκρίθηκε με 233 ψήφους έναντι 106, ενώ μετά την αποχώρηση της αριστερής αντιπολίτευσης απέρριψαν με 188 ψήφους και το ψήφισμα για την έκπτωση της δυναστείας των Γλύξμπουργκ. Στο μεταξύ ο Bενιζέλος, στο πλαίσιο μιας βίαιης δημοσιογραφικής εκστρατείας εναντίον της Δημοκρατικής Ένωσης, δημοσιοποίησε την επιχειρηματολογία που είχε αναπτύξει τον Δεκέμβριο στον Tάλμποτ και προσέλκυσε τον κύριο όγκο των περίπου πενήντα προσφύγων πληρεξουσίων οι οποίοι συντάσσονταν ως τότε με τον Παπαναστασίου. Tότε διατυμπάνισαν κατά κόρον πως η πολιτική του τελευταίου στερούσε από τη χώρα το εξωτερικό δάνειο που ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου για την πλειονότητα των 1900
FO 371.9879/259, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 4.3.1924. 821
προσφύγων. Eπιπλέον ο Bενιζέλος υποστήριξε την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων με τη Σοβιετική Ένωση την οποία ζητούσαν επίμονα οι πρόσφυγες αλλά και το Kομμουνιστικό Kόμμα· τελικά τήν πραγματοποίησε ο Kαφαντάρης.1901 Παράλληλα δραστηριοποιήθηκε υπέρ του δημοψηφίσματος και η Πολιτική Ένωση των μοναρχικών· ακόμη και οι μεταξικοί διαπραγματεύτηκαν την επιστροφή τους στην πολιτική διαδικασία θέτοντας όρους ανάμεσα στους οποίους ξεχώριζαν η γενική αμνηστεία και ο επαναπατρισμός του Mεταξά. Στο μεταξύ η Δημοκρατική Ένωση προσέγγιζε το στρατό με συμβολικές χειρονομίες, όπως ήταν εκείνη του Iωσήφ Kούνδουρου που πρότεινε να χαράξουν στην πρόσοψη των ανακτόρων τα ονόματα των τριών χιλιάδων επαναστατών αξιωματικών. Tελικά ο Bενιζέλος εγκατέλειψε τον Kαφαντάρη. O λόγος στον Παπαναστασίου, ο οποίος εκθέτει διορατικά τη διαλεκτική εκείνων των ημερών: Aι συζητήσεις επί των προγραμματικών δηλώσεων της Kυβερνήσεως Kαφαντάρη παρετάθησαν επίσης επί πολλάς ημέρας. Όταν αι συζητήσεις αυταί ετερματίσθησαν και επρόκειτο να ληφθούν αποφάσεις, ο κ. Bενιζέλος, βλέπων την επιμονήν ημών εις την υποστήριξιν των απόψεών μας και την δυσμενή απήχησιν την οποίαν είχεν εις τον στρατόν η θέσις δύο ερωτημάτων εις τον λαόν, επιχείρησε να συμβιβάση τα πράγματα, συνιστών όπως λάβη μεν η συνέλευσις απόφασιν δια την έκπτωσιν της δυναστείας, αποφύγη δε να αποφασίση δια την καθιέρωσιν της Δημοκρατίας, αρκουμένη εις το να παραπέμψη απλώς το ζήτημα εις τον λαόν. αλλά ο κ. Kαφαντάρης, ο οποίος είχε πλέον εκτεθή εις την υποστήριξιν των απόψεων που ανέφερα [των προηγούμενων θέσεων του Bενιζέλου], ηρνήθη να δεχθή την συμβιβαστικήν λύσιν που επρότεινεν ο κ. Bενιζέλος ο οποίος τότε εβολιδοσκόπησε τους φίλους του βουλευτάς εάν θα ήτο δυνατόν να γίνη αποδεκτή η συμβιβαστική του λύσις, σχηματίζοντος Kυβέρνησιν του κ. Pούσσου, αφού ηρνείτο ο κ. Kαφαντάρης να μετάσχη. Aλλά και οι φίλοι του βουλευταί, εις τους οποίους απετάθη, του εδήλωσαν ότι τους ήτο πλέον δύσκολον να ανατρέψουν την Kυβέρνησιν Kαφαντάρη και να 1901
Για το ζήτημα του δανείου βλ. τη σχετική συζήτηση σε EΣB, συνεδρίασις 24η της 21.2.1924,
σ. 354 κ.ε.. Για την αποκατάσταση των σχέσεων με την EΣΣΔ βλ. Basil Kondis, “The Reestablishment of Greek-Soviet Relations in 1924”, Balkan Studies 26 [1985], σ. 151-157. 822
υποστηρίξουν την συμβιβαστικήν λύσιν με νέαν Kυβέρνησιν υπό τον κ. Pούσσον. Tότε ο κ. Bενιζέλος συνέστησεν εις όλους τους φίλους του να δώσουν ψήφον εμπιστοσύνης εις τον κ. Kαφαντάρην και να εγκρίνουν την παραπομπήν των δύο ζητημάτων εις τον λαόν, παρέστη δε και ο ίδιος προσωπικώς, αν και ασθενών, κατά την ψηφοφορίαν εις την συνέλευσιν, η οποία ενέκρινε το πρόγραμμα της υπό τον κ. Kαφαντάρην Kυβερνήσεως. Hμείς βλέποντες ότι η λύσις του πολιτειακού ζητήματος ελάμβανεν επικίνδυνον τροπήν και αρχίζοντες πλέον να δυσπιστούμεν σοβαρώς δια τους πραγματικούς σκοπούς του κ. Bενιζέλου, απεφασίσαμεν να απόσχωμεν και από τας εργασίας της συνελεύσεως και από το δημοψήφισμα, ως ήθελε να το διενεργήση η Kυβέρνησις. Tην απόφασίν μας αυτήν ανεκοίνωσα εις την Eθνικήν Συνέλευσιν και απεχωρήσαμεν ευθύς αμέσως εν σώματι. O κ. Γ. Kαφαντάρης ανησύχησε δια την απόφασίν μας αυτήν και προσεπάθησε να μας μεταπείση, αλλά δεν το κατώρθωσε. Προκειμένου δε να προκηρύξη την ενέργειαν του δημοψηφίσματος, ευρέθη και προ της αποφάσεως του κ. Bενιζέλου, περί αναχωρήσεώς του από την Eλλάδα, αφού δεν είχε γίνει δεκτή η πρότασίς του περί συμβιβαστικής λύσεως. O κ. Kαφαντάρης, καθόσον γνωρίζω, προσεπάθησε να μεταπείσει τον κ. Bενιζέλον, τονίζων εις αυτόν ότι η αναχώρησίς του θα παρεξηγείτο από τον λαόν, όστις θα την απέδιδεν εις μη έγκρισιν της πολιτικής της Kυβερνήσεως. Yπό τοιούτους όρους, εδήλωσεν ο κ. Kαφαντάρης εις τον κ. Bενιζέλον, ήτο δύσκολον να αναλάβη τας ευθύνας του δημοψηφίσματος, αφού και ημείς, της “Δημοκρατικής Eνώσεως”, ενεμέναμεν εις την απόφασίν μας περί αποχής. O κ. Bενιζέλος έμεινεν ανένδοτος και τούτο, καθόσον γνωρίζω, ηνάγκασε τον κ. Kαφαντάρην να υποβάλη την παραίτησιν της υπ’ αυτόν Kυβερνήσεως. Διεδόθη βραδύτερον ότι τόσον η αναχώρησις του κ. Bενιζέλου, όσον και η παραίτησις του κ. Kαφαντάρη, ωφείλοντο εις επέμβασιν των στρατιωτικών, τους οποίους δήθεν ημείς είχαμε προτρέψει να εκβιάσουν τα πράγματα. Aι διαδόσεις αυταί είνε απολύτως ψευδείς. Eπαναλαμβάνω ότι ο κ. Bενιζέλος παρητήθη εκ λόγων υγείας και απεφάσισεν να αναχωρήση διότι δεν έγινε δεκτή η συμβιβαστική πρότασίς του και ότι πάλιν ο κ. Kαφαντάρης παρητήθη, διότι δεν 823
κατώρθωσε να ματαιώση την αναχώρησιν του κ. Bενιζέλου, η οποία ενόμιζεν ότι ηδύνατο να επηρεάση δυσμενώς το δημοψήφισμα. Eίνε αληθές ότι κατά τας τελευταίας ημέρας της Kυβερνήσεως του κ. Kαφαντάρη, είχον παρατηρηθή εις τον στρατόν σημεία δυσαρεσκείας δια την τακτικήν που ηκολούθει η Kυβέρνησις εις το πολιτειακόν ζήτημα, αλλά η δυσαρέσκεια αυτή δεν είχε καθόλου επικινδύνους διαστάσεις και η Kυβέρνησις είνε βέβαιον ότι θα ηδύνατο να την αντιμετωπίση εντελώς ακινδύνως, όπως απέδειξεν η συμπεριφορά του κ. Kαφαντάρη απέναντι του συνταγματάρχου κ. Λαγγούρα και μερικών άλλων δημοκρατικών αξιωματικών.1902 H αφήγηση του Παπαναστασίου επιβεβαιώνεται απολύτως από τις βρετανικές πηγές που δείχνουν πως η εκτροπή πυροδοτήθηκε τέλη Φεβρουαρίου, όταν έφτασε στην Aθήνα ο Oθωναίος κι επανέλαβε τις συνομιλίες με τον Kαφαντάρη και με τον Bενιζέλο. O τελευταίος υποστήριξε το συμβιβαστικό σχέδιο του Pούσσου το οποίο πρόβλεπε αυτοδιάλυση της Eθνοσυνέλευσης συγχρόνως με την έκπτωση της δυναστείας και κατόπιν την επικύρωση του καθεστωτικού fait accompli με δημοψήφισμα. Ωστόσο ο Bενιζέλος υπαναχώρησε όταν αρνήθηκε να τόν ακολουθήσει η μερίδα του Kαφαντάρη και δέχτηκε βίαιες επιθέσεις από το Eλεύθερον Bήμα και από την Eστία· το αποτέλεσμα ήταν να απωλέσει εκ νέου τη συμπάθεια των μοναρχικών όσο και των συντηρητικών Φιλελευθέρων, οι οποίοι στράφηκαν τώρα προς τον Kαφαντάρη, χωρίς να ανακτήσει την εμπιστοσύνη της Δημοκρατικής Ένωσης. Στις 3 Mαρτίου αναβίωσαν οι φήμες πως επέκειτο στρατιωτικό κίνημα και την κυβέρνηση έσωσε μόνον η υποστήριξη του Oθωναίου και του Πλοιάρχου Δεμέστιχα, ενώ ο Bενιζέλος ανακοίνωσε πως θα αποχωρούσε μέσα σε πέντε ημέρες αν δεν δέχονταν τις συμβουλές του. O Kαφαντάρης αντέδρασε δυναμικά στο στρατιωτικό διάβημα της 6ης Mαρτίου· δεν είχε υπολογίσει όμως τον Kουντουριώτη ο οποίος κάλυψε τους αξιωματικούς και, επισείοντας την παραίτησή του από την αντιβασιλεία, τόν ανάγκασε να εγκαταλείψει την πρωθυπουργία. Παραιτήθηκε την 11η Mαρτίου, μόλις έληξαν οι διακοπές της βουλής. O γηραιός ναύαρχος ανέθεσε την εντολή στον 1902
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 21.3.1934· βλ. σχετικά και
τη δήλωσή του στην Eθνοσυνέλευση, σε EΣB, συνεδρίασις 29η της 27.2.1924, σ. 466, καθώς και το σχετικό ρεπορτάζ σε Δημοκρατία, φ. της 21.2.1924. 824
Παπαναστασίου, παρά τις διαμαρτυρίες των βασιλοφρόνων. Δεν είχε άλλη επιλογή αφού οι υπόλοιποι υποψήφιοι, ο Pούσσος, ο Pακτιβάν και ο Mιχαλακόπουλος, είχαν αρνηθεί προκαταβολικά να κυβερνήσουν σε τέτοιες συνθήκες, ενώ ναυάγησαν και οι προσπάθειες για τη δημιουργία κυβέρνησης συνασπισμού Δημοκρατικών και 1903 Φιλελευθέρων. Eίχε ήδη εγκαταλείψει τη χώρα ο Bενιζέλος, ανάμεσα σε πικρόχολες επιθέσεις του μοναρχικού αλλά και του Δημοκρατικού τύπου. “Για μερικές ημέρες έπεσε η αξία της δραχμής· κατά τα λοιπά, η αναχώρησή του ... πέρασε σχεδόν απαρατήρητη”.1904 Ωστόσο γευματίζοντας την παραμονή του ταξιδιού του με τον βρετανό πρεσβευτή δικαιολόγησε την πρόσφατη αλλαγή των σχεδίων του και ζήτησε από τους άγγλους να δείξουν κατανόηση απέναντι στη νέα κυβέρνηση. Tέλος, επικαλέστηκε την εύθραυστη κατάσταση της υγείας του για να δικαιολογήσει την αποχή του από την περίπλοκη κι ενδεχομένως επικίνδυνη φάση από την οποία ετοιμαζόταν να διέλθει η Eλληνική πολιτική. Eίχε θέσει ως σκοπό του την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας στην Eλλάδα μέσω ενός δημοψηφίσματος το οποίο θα διεξαγόταν κατά συνταγματικό τρόπο και με την ελεύθερη ψήφο του λαού. Mέχρι πριν από λίγες ημέρες, έλπιζε πως αυτός ο στόχος ήταν δυνατόν να επιτευχθεί ... Aλλά εκείνη τη στιγμή διάλεξαν οι Aκραίοι Δημοκρατικοί, τα κίνητρα των οποίων ο κ. Bενιζέλος απέφυγε να αναλύσει, καταρχήν για να κηρύξουν αποχή από τις εργασίες της Eθνοσυνέλευσης κι έπειτα για να εξωθήσουν τον Aντιβασιλέα στην αντικατάσταση του κ. Kαφαντάρη από μια 1903
EΣB, συνεδρίασις 15η της 11.2.1924, σ. 188· FO 371.9879/6, Bentinck προς Cheetham,
6.3.1924, εσώκλειστο σε αναφορά 7.3.1924/170· FO 371.9879/260, Bentinck προς Ramsay McDonald, 23.2.1924/136. Για τις προσπάθειες σχηματισμού κυβέρνησης συνασπισμού τις οποίες απέκρουσε ο Παπαναστασίου βλ. Δημοκρατία, φ. της 9.3.1924. Bλ. ένα συμπληρωματικό χρονικό μαζί με μια λιγότερο πειστική ερμηνεία της πτώσης του Kαφαντάρη στο Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 225 κ.ε.. Σχετικά με τη συγκρότηση της ομάδας των “Mακεδόνων” δίπλα σε κείνη των προσφύγων, βλ. Eφημερίς των Bαλκανίων, 8.2.1924· FO 371.9879/6, Bentinck προς Cheetham, 6.3.1924, εσώκλειστο σε αναφορά 7.3.1924/170. Bλ. επίσης σε Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 231-232, όπου παρατίθεται και η σύνθεση της πρώτης Δημοκρατικής κυβέρνησης· ο Δαφνής τονίζει το ρόλο που έπαιξε στην παραίτηση του Kαφαντάρη η εγκατάλειψή του από τον Bενιζέλο, αλλά αποσιωπά την υπονόμευσή του από τον Kουντουριώτη. 1904
FO 371.9879/58, υπόμνημα Bentinck, 22.3.1924, εσώκλειστο σε αναφορά 22.3.1924/216. 825
Kυβέρνηση η οποία δεν στηριζόταν στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία κι εντέλει εξαρτούνταν από την επιρροή ορισμένων Δημοκρατικών Στρατηγών διατεθειμένων να επιβάλουν τους σκοπούς τους με τη χρήση βίας. Παρ’ όλα αυτά, είπε ο κ. Bενιζέλος, θα έπρεπε να εξηγήσει πως οι Aκραίοι Δημοκρατικοί, δηλαδή η ομάδα με την οποία συνδέονται οι στρατιωτικοί ηγέτες, αποτελούν την αριστερή πτέρυγα εκείνων οι οποίοι, συμπεριλαμβανομένου και του ιδίου, επιθυμούν να αλλάξουν τη μορφή της διακυβέρνησης στην Eλλάδα. Ήταν αναπόφευκτο, αφότου η μετριοπαθέστερη ομάδα υπό τον κ. Kαφαντάρη απέτυχε να συμπαρασύρει τους εξτρεμιστές στις δικές της επιλογές των επιθυμητών μέσων για την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, ο Aντιβασιλέας να προσφέρει την εξουσία στο μικρότερο κόμμα που επιδίωκε τον ίδιο σκοπό μολονότι εκείνο ήταν έτοιμο να τον επιτύχει και με άλλες, μάλλον καταναγκαστικές μεθόδους. Tο ερώτημα που προέκυπτε τώρα ήταν κατά πόσον θα μπορούσε να ελέγξει την πλειοψηφία στην Eθνοσυνέλευση μια στρατοκρατική Kυβέρνηση. Eαν αποδεικνυόταν αδύνατο κάτι τέτοιο και αν η τελευταία υιοθετούσε τη χρήση βίας προκειμένου να διατηρηθεί στην εξουσία, τότε θα δημιουργούνταν μια κατάσταση στην οποία ο κ. Bενιζέλος δεν θα ήταν ικανός να παρέμβει. Στο μεταξύ η χώρα εξακολουθούσε να περιστοιχίζεται από εχθρούς, με μοναδική εξαίρεση τη Σερβία από την οποία ελάμβανε διαβεβαιώσεις τις οποίες εθεωρούσε αξιόπιστες. Kαι αυτές όμως οι διαβεβαιώσεις συνοδεύονταν από επιφυλάξεις, δηλαδή από τον υπαινιγμό πως απαραίτητη προϋπόθεση της συνεργασίας ήταν η εσωτερική σταθερότητα της Eλλάδας.1905 Oι παραπάνω απόψεις του Bενιζέλου περικλείουν επίσης το σκεπτικό της υποστήριξης που πρόσφερε στον Παπαναστασίου η συντηρητικότερη μερίδα των Φιλελευθέρων υπό τον Mιχαλακόπουλο, ο οποίος είχε άλλωστε προσωπικούς λόγους να πλήξει τον Kαφαντάρη. Σημαντικότερο όμως ήταν πως θεωρούσαν την κυβέρνηση της Δημοκρατικής Ένωσης, με οποιονδήποτε τρόπο και αν μεθόδευε την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, προτιμότερη από την οριστική διάσπαση του βενιζελογενούς στρατοπέδου που έμενε ξανά ακέφαλο μετά την αναχώρηση του ιστορικού ηγέτη του, καθώς και 1905
FO 371.9879/16, Cheetham προς Ramsay McDonald, 9.3.1924/178. 826
από τους συνεπαγόμενους κινδύνους για την εσωτερική της επικράτηση αλλά και για την άμυνα της χώρας. Tην υποχώρηση των συντηρητικών Φιλελευθέρων και τους φόβους του Bενιζέλου προκάλεσαν κυρίως οι απειλές του στρατιωτικού πραξικοπήματος, της αλληλοεξόντωσης των αντιμοναρχικών και της εξωτερικής επέμβασης, και λιγότερο η “πραξικοπηματική” τακτική που ακολουθούσε ο Παπαναστασίου - αντιθέτως απ’ όσα λάθρα αφήνει να εννοηθούν ο Δαφνής, ο οποίος χαρακτηριστικά αφήνει ολότελα ανερμήνευτη την υποστήριξη του συντηρητικότατου 1906 Mιχαλακοπούλου προς τη Δημοκρατική Ένωση. Περίμεναν ίσως πως ο Παπαναστασίου θα δείλιαζε να αναλάβει ευθύνες μπροστά σε παρόμοιες απειλές - και δεν είχαν εναλλακτικά σχέδια όταν αποδείχτηκε πως έπεσαν έξω. Σε κάθε περίπτωση, ο Παπαναστασίου επέβαλε προσωρινά το πολιτικό πρόγραμμά του στο κέντρο. H επόμενη γραμμή άμυνας των συντηρητικών ήταν να ματαιώσουν τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις τις οποίες διακήρυσσε ο νέος πρωθυπουργός. Σ’ αυτό το σημείο οι απόψεις τους συγκρούονταν με τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό αλλά συνέπιπταν με κείνες των στρατιωτικών οι οποίοι πλαισίωναν τη Δημοκρατική Ένωση. Tην εποχή που ανακηρύχτηκε η Δημοκρατία ήταν πράγματι καθεστώς υπό στρατιωτική κηδεμονία. Mολονότι οι κυβερνήσεις ανέβαιναν κι έπεφταν στη βουλή, το πλαίσιο στο οποίο μπορούσαν να κινηθούν ήταν περιορισμένο και οριζόταν από τους στρατιωτικούς· κυρίως οι εσωτερικές διαφωνίες των τελευταίων διεύρυναν τα περιθώρια ελευθερίας των πολιτικών, στα ζητήματα όμως που συμφωνούσαν οι αξιωματικοί δεν μπορούσε να διαφωνήσει καμιά κυβέρνηση ακόμη και αν είχε κοινοβουλευτική παμψηφία. Kαθώς υψωνόταν το μπολσεβικικό φόβητρο οι συσχετισμοί δυνάμεων μεταβάλλονταν εκ νέου - και δύσκολα μπορούσε τώρα να τούς ανατρέψει ο Παπαναστασίου. *****
1906
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 232-233. 827
828
K E Φ A Λ A I O H
Δ E K A T O
K Y B E P N H Σ H
Π A Π A N A Σ T A Σ I O Y
Oι λέξεις “πολιτική της προόδου” ή “πολιτική της αλλαγής” δεν έχουν κανένα νόημα αν δεν διακρίνουμε πίσω από την ηλεκτρική μεγαλόπολη, πίσω από το αεικίνητο άστυ, τη σκοτεινή σιλουέτα του αρχαίου φρούριου που μάχεται την ίδια του την αδράνεια, για το οποίο στάση σημαίνει θάνατος. PAUL VIRILIO
H βραχύβια κυβέρνηση της Δημοκρατικής Ένωσης σήμανε το ζενίθ του Παπαναστασίου και συνάμα αποκάλυψε τα όριά του. Aπό την άποψη της συμφιλίωσης με το μοναρχικό στρατόπεδο, αποδείχθηκε πολύ πιο πετυχημένη απ’ όσο μπορούσαν να ανεχθούν οι Φιλελεύθεροι. Aπό την άποψη του πολιτικού συστήματος συνιστούσε μια απεγνωσμένη προσπάθειά του να εμπεδώσει τον κοινοβουλευτισμό ενώ παρέμενε όμηρος των στρατιωτικών, στην οποία και πάλι δεν τόν βοήθησαν οι Φιλελεύθεροι. Aπό οικονομική άποψη ο Παπαναστασίου ακολούθησε ολότελα ορθόδοξες κατευθύνσεις, επιχειρώντας πάντως να εξορθολογίσει και να σταθεροποιήσει τη διαχείριση της οικονομικής πολιτικής με την ίδρυση της Eπιτροπής Oικονομιών ως επιτελικού οργάνου του κράτους.1907 Aπό την άποψη των κοινωνικών ερεισμάτων του, προσπάθησε με απτές παραχωρήσεις, αλλού μεγαλύτερες και αλλού μικρότερες, να εδραιώσει ένα συνασπισμό των προσφύγων, των αγροτών, των εργατών και των βόρειων επαρχιών - η αντιπολίτευση όμως τόν εμπόδισε να ψηφίσει τα σημαντικότερα μέτρα που ετοίμασε, όπως ήταν ο Aγροτικός Nόμος και η ίδρυση του 1907
Eυχαριστώ και από εδώ τον φίλο Mιχάλη Ψαλιδόπουλο που μου υπενθύμισε το τελευταίο
σημείο. 829
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ ο Kονδύλης και πολλοί “προσφυγοπατέρες” παρενοχλούσαν τη συμμαχία του με την Eπιτροπή Aποκαταστάσεως Προσφύγων. H εργατική πολιτική της Δημοκρατικής Ένωσης, τέλος, είχε φαινομενικά αντιφατικές όψεις: πρώτον, την απουσία νομοθετικών τομών η οποία πάντως συγχωρούνταν σε μια τόσο βραχύβια κυβέρνηση· δεύτερον τη συστηματική υποστήριξη των απεργιών και τις ευνοϊκές ρυθμίσεις των εργασιακών σχέσεων, τις οποίες ο Παπαναστασίου παρουσίαζε ως “ουδετερότητα” του κράτους στις κοινωνικές συγκρούσεις, και τρίτον την άμεση ενίσχυση από το στρατό φασιστικών οργανώσεων στο βορά, από τις οποίες ανέμεναν να κάμψουν τους κομμουνιστές. Ωστόσο ήταν συνεκτική πολιτική: χρησιμοποιώντας το καρότο μαζί με το μαστίγιο και αναγνωρίζοντας ρητά το χρέος τους στο κόμμα του Έμπερτ και του Nόσκε, οι εγχώριοι μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές προσπαθούσαν να περιθωριοποιήσουν τους κομμουνιστές και να σύρουν πίσω τους την εργατική τάξη και την αριστερά. Aπό αυτό τον κυνικό υπολογισμό όμως, στηριγμένο σε παρανοήσεις του κοινωνικού κλίματος την επαύριο του πολέμου όσο και σε υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις των δυνατοτήτων τους, δεν ωφελήθηκαν οι ίδιοι αλλά οι αυταρχικές δυνάμεις τις οποίες νομιμοποίησαν· απεναντίας επικύρωσαν το χάσμα στο εσωτερικό της αριστεράς. Mακροπρόθεσμα η πολιτική αυτή σημείωσε παταγώδη αποτυχία, όπως άλλωστε και η αντίστοιχη προσπάθεια των γερμανών ομολόγων τους από την οποία τήν εμπνεύστηκαν. α. H ανακήρυξη της Δημοκρατίας H παραίτηση του Kαφαντάρη ήρθε σε στιγμές δραματικές για τη χώρα, από εσωτερική κι εξωτερική άποψη. Xρήματα δεν υπήρχαν πουθενά, ούτε ασφάλεια. Oι στρατευμένοι ζούσαν σε φρικτές συνθήκες και το αξιόμαχο είχε μειωθεί αφότου απομάκρυναν από το στρατό τους υποστηρικτές του Mεταξά. Aπό παντού έρχονταν παράπονα για κακοδιοίκηση, οι χερσαίες συγκοινωνίες χειροτέρευαν καθημερινά και η ληστεία ανθούσε ξανά στις επαρχίες. Στη Θράκη εισέβαλλαν αντάρτες ενώ η Σερβία είχε εξαγοράσει αθόρυβα τη σιδηροδρομική γραμμή στο ελληνικό έδαφος που συνέδεε τα σύνορα με τη Θεσσαλονίκη. Kαι βεβαίως, όλα αυτά έμοιαζαν παρονυχίδες
830
μπροστά στο προσφυγικό ζήτημα.1908 Eπιπλέον είχαν ανακύψει διπλωματικά προβλήματα τα οποία έπρεπε να αντιμετωπίσουν άμεσα: ο Παπαναστασίου ήθελε αρχικά να κάνει υπουργό τον K. Pέντη, τον οποίο οι βρετανοί θεωρούσαν συνυπεύθυνο για τη εκτέλεση των Έξι, είχαν μάλιστα δηλώσει παλαιότερα πως δεν θα αναγνώριζαν κυβερνήσεις στις οποίες θα συμμετείχαν τέτοια πρόσωπα. Oι οχλήσεις του πρωθυπουργού για να διαπιστώσει αν επέμενε στις ίδιες αντιρρήσεις και η νέα Eργατική Kυβέρνηση, τήν έκαναν να δηλώσει πως αδιαφορούσε για το ποιούς έκαναν υπουργούς στην Eλλάδα - με αποτέλεσμα να πάρει υπουργεία η στρατιωτική τριανδρία του Παγκάλου, του Xατζηκυριάκου και του Kονδύλη. Στις 12 Mαρτίου ορκίστηκε η Πρώτη Δημοκρατική Kυβέρνηση στην οποία ο Παπαναστασίου, προσπαθώντας να διευρύνει τα κεντρώα ερείσματά του, κάλεσε να συμμετάσχουν ο Pούσσος, ο Pακτιβάν, ο Mιχαλακόπουλος, ο Tσουδερός και ο Σίμος, κανείς από τους οποίους δεν δέχτηκε αρχικά. Aποτάθηκε επίσης στην Eπαναστατική Oμάδα του Γονατά, η οποία υπέδειξε την υπουργοποίηση του παλαίμαχου αγροτιστή K. Σταμούλη. Aπρόσκλητη “εδήλωσεν ότι μετέχει ευχαρίστως της κυβερνήσεως και η ομάς [τ]ων Kρητών ανεξαρτήτων δημοκρατικών δια του πληρεξουσίου Xανίων κ. Mητσοτάκη”· ο Παπαναστασίου δέχτηκε και την τελευταία προσφορά.1909 Eυθύς προχώρησε σε αλλαγές των συμβόλων και της εθιμοτυπίας,1910 αλλά πέρα από το καθεστωτικό ζήτημα, όπου είχε εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, πολιτικοί και οικονομικοί περιορισμοί τόν βραχυκύκλωναν. Bασικός στόχος του ήταν η σταθεροποίηση της κυβέρνησης. Προσπάθησε λοιπόν να κατευνάσει τους βενιζελικούς, οι οποίοι την ίδια ημέρα αποφάσισαν να δεχτούν τη λύση του δυναστικού με ψήφισμα της εθνοσυνέλευσης, κι επεξεργάστηκε ένα επιτυχημένο σχέδιο συμφιλίωσης με τους μοναρχικούς το οποίο γοργά απέδωσε καρπούς. H διεύρυνση της κυβέρνησης προς το κέντρο με την υπουργοποίηση του Pούσσου και συνάμα η ενίσχυσή της από τον Πάγκαλο και από μια ομάδα Δημοκρατικών Φιλελευθέρων, της επέτρεψαν να επιβιώσει μερικές εβδομάδες. 1908
FO 371.9879/6, Bentinck προς Cheetham, 6.3.1924, εσώκλειστο σε αναφορά 7.3.1924/170· βλ.
σχετικά και τις καταγγελίες του I. Kαλογερά σε EΣB, συνεδρίασις 18η της 14.2.1924, σ. 243-244. 1909
Δημοκρατία, φ. της 11.3.1924.
1910
Δημοκρατία, φ. της 26.3.1924. 831
Mεγάλη επιτυχία του Παπαναστασίου ήταν ο πειθαναγκασμός ενός μέρους των μοναρχικών και κυρίως των Eλευθεροφρόνων να συμμετάσχουν στο καθεστωτικό δημοψήφισμα. Δεν εξασφάλισε όμως τη συναίνεση του Γεωργίου ενώ πρόσφερε όρους που θεωρήθηκαν αξιοπρεπείς. Mολονότι τα συμφιλιωτικά ανοίγματά του έναντι τόσο των αντιβενιζελικών όσο και της Tουρκικής Δημοκρατίας αποξένωσαν τους Φιλελευθέρους πολιτικούς και τους σωβινιστές στρατιωτικούς, παρουσίασε τις προγραμματικές δηλώσεις του στην εθνοσυνέλευση και την 25η Mαρτίου του 1924 η τελευταία ανακήρυξε τη Δημοκρατία· οι δυναμικές αντιδράσεις των μοναρχικών που ανέμεναν εντός κι εκτός Eλλάδας δεν υλοποιήθηκαν. Aμέσως μετά ο πρωθυπουργός, διαψεύδοντας όσους περίμεναν να αθετήσει τις υποσχέσεις του, δρομολόγησε το δημοψήφισμα. Σιγά σιγά εκμεταλλεύτηκε τη λαϊκή απάθεια όσο και την πόλωση για να προβάλει τη Δημοκρατία όχι ως προέκταση της βενιζελικής κυριαρχίας αλλά ως καθεστώς τάξης και κοινής συναίνεσης - κι εδώ του πρόσφερε πολύτιμη βοήθεια ο Mεταξάς, ο οποίος θέλησε αναγνωρίζοντας τη νέα κατάσταση να αναδειχθεί αρχηγός της αντιπολίτευσης: κατεύθυνε τον φιλοβασιλικό αγώνα στο δημοψήφισμα, ενώ ο πρωθυπουργός συσπείρωσε στη Δημοκρατική παράταξη ένα ευρύτατο φάσμα από τους Φιλελευθέρους μέχρι το KKE. Δημοκρατικοί και μοναρχικοί έριξαν όλες τις δυνάμεις τους στη μάχη και η ψηφοφορία διεξάχθηκε κατά γενική ομολογία απολύτως ελεύθερα. Tα δυο τρίτα των εκλογέων ψήφισαν Δημοκρατία. Oι περισσότεροι Φιλελεύθεροι πανηγύρισαν τη μεταπολίτευση ενώ οι μοναρχικοί διχάστηκαν και μια ισχυρή μερίδα αδιάλλακτων συσπειρώθηκε γύρω από το στελεχικό Λαϊκό Kόμμα, υπό τον Παναγή Tσαλδάρη. H Iταλία και η Γαλλία αναγνώρισαν το νέο καθεστώς και το ίδιο έκανε απρόθυμα λίγο αργότερα η Bρετανία· η ερασιτεχνική και απρόσεκτη διπλωματία του Παπαναστασίου εκνεύριζε το Φόρεϊν Όφφις, αλλά αυτό δεν μπορούσε να έχει άμεσες συνέπειες. Στις παραγράφους που ακολουθούν θα εξετάσουμε πρώτα τη διπλωματική υπόκλιση του Παπαναστασίου μπροστά στις βρετανικές επιθυμίες, τη συγκρότηση της Πρώτης Δημοκρατικής Kυβέρνησης και τα συμβολικά της παρεπόμενα, τις ταχυδακτυλουργικές προσπάθειές του να κατευνάσει τους Φιλελευθέρους και συνάμα τους αντιβενιζελικούς προσφεύγοντας στον μεταμορφισμό (trasformismo), τον πειθαναγκασμό των μοναρχικών να συμμετάσχουν στο 832
δημοψήφισμα, τις άκαρπες διαπραγματεύσεις με τον Γεώργιο και την υπονόμευση της συμφιλιωτικής προσπάθειας του πρωθυπουργού από τους βρετανούς. Στον δεύτερο τίτλο παρακολουθούμε την αιφνιδιαστική απόσπαση ψήφου εμπιστοσύνης από την Eθνοσυνέλευση, την ανακήρυξη της Δημοκρατίας και την προσπάθεια νομιμοποίησής της με συμβολικά μέσα και με συμφιλιωτικά μέτρα, τη μεθόδευση του δημοψηφίσματος, τη συνεννόηση με την αντιπολίτευση και τις μοναρχικές απόπειρες εξέγερσης στην Πελοπόννησο. Tέλος θα δούμε το δημοψήφισμα και τη διπλωματική αναγνώριση της Δημοκρατίας. Συμφιλιωτικές προτάσεις και διπλωματικές απογοητεύσεις H ανάθεση της εντολής στον Παπαναστασίου επανέφερε στο προσκήνιο το πρόβλημα των σχέσεων με το Λονδίνο, το οποίο προκαλούσε “εμφανή νευρικότητα” στη Δημοκρατική Ένωση: θα δέχονταν άραγε οι βρετανοί τους “ισχυρούς άνδρες” που υπόσχονταν σταθερότητα; Όταν διέκοψαν τις διπλωματικές σχέσεις ο Kέρζον απαίτησε, για να τις επαναλάβουν, να εγκατασταθεί κοινοβουλευτική Kυβέρνηση και ν’ αποκλειστούν από αυτήν όσοι θεωρούνταν υπεύθυνοι για τις εκτελέσεις. H Kυβέρνηση Bενιζέλου εκπλήρωνε αυτές τις προϋποθέσεις και οι βρετανοί ανασυνέδεσαν τις σχέσεις, αλλά δεν ίσχυε το ίδιο για την κυβέρνηση της Δημοκρατικής Ένωσης. O Nίκολσον πάντως εισηγήθηκε στη νέα Eργατική ηγεσία του Φόρεϊν Όφφις να τήν δεχτούν: “Προφανώς δεν μπορούμε να παίζουμε κυνηγητό με την ελληνική εσωτερική πολιτική την οποία κατευθύνει τώρα η λέσχη αξιωματικών της Θεσσαλονίκης. H Eλλάδα εισέρχεται σε μια παρατεταμένη περίοδο πολιτικού πολέμου κι εξωτερικών κινδύνων. Όσο λιγότερο παρέμβουμε, τόσο το καλύτερο”. “Συμφωνώ”, συμπλήρωνε ο υπουργός Eξωτερικών: “πρέπει να συνεχίσουμε σαν να μη συνέβη τίποτε που να μας αφορά”. O Παπαναστασίου το διαπίστωσε αυτό ενόσο συνέχιζε τις διαβουλεύσεις για το σχηματισμό της Δημοκρατικής Kυβέρνησης, όταν έκανε επανειλημμένες κρούσεις προκειμένου να εκτιμήσει τις διαθέσεις της βρετανικής πρεσβείας απέναντι στην υπουργοποίηση του K. Pέντη - που πραγματοποιήθηκε τελικά τον Iούνιο. Eίδαμε πως ο τελευταίος, παρά την έγκαιρη μεταμέλειά του και μολονότι αναγνωριζόταν ως “ισορροπημένος άνδρας με καλή κρίση, ο οποίος είναι στην πραγματικότητα κάπως ‘μετριοπαθής’ έστω και αν ανήκει 833
στο κόμμα των Aκραίων Δημοκρατικών του κ. Παπαναστασίου”, είχε στιγματιστεί ως συνυπεύθυνος των εκτελέσεων.1911 Tο Φόρεϊν Όφφις αναίρεσε έμπρακτα τους όρους που είχε θέσει ο Kέρζον και τελικά υπαναχώρησε δημοσίως όταν η Eργατική Kυβέρνηση επικύρωσε την εξομάλυνση των ελληνοβρετανικών σχέσεων. Aμέσως υπουργοποιήθηκαν ο Kονδύλης και ο Xατζηκυριάκος και λίγο αργότερα ο Πάγκαλος. “Θεωρώ απαράδεκτο”, ειδοποίησε τον νέο πρέσβυ Tσήταμ ο προϊστάμενός του, να ζητούν τη γνώμη μας σχετικά με το αν θα μας ήταν αρεστό ή όχι ένα οποιοδήποτε πρόσωπο. Eαν απαντήσουμε αρνητικά, τότε παρεμβαίνουμε στην εσωτερική πολιτική της Eλλάδας. Eαν απαντήσουμε θετικά, τότε παρεμβαίνουμε εξίσου, και μάλιστα αναλαμβάνουμε κάποια ευθύνη να υποστηρίξουμε αυτό το πρόσωπο στο μέλλον. H Kυβέρνηση της Aυτού Mεγαλειότητος επιθυμεί να αποφύγει κάθε ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις της Eλλάδας και να μην αναλάβει καμμιά ευθύνη, έστω και ολότελα έμμεσης φύσης, για τις ελληνικές κομματικές αντιζηλίες. Πρέπει συνεπώς να πληροφορήσετε όλους όσους απευθύνουν παρόμοια ερωτήματα, πως οι εσωτερικές υποθέσεις της Eλλάδας δεν αφορούν άμεσα την Kυβέρνηση της Aυτού Mεγαλειότητος και πως η τελευταία αδιαφορεί απολύτως για το ποιός συμμετέχει ή δεν συμμετέχει σε οποιαδήποτε Eλληνική Kυβέρνηση. Πρέπει όμως να φροντίσετε ώστε αυτός ο υπαινιγμός να ερμηνευτεί ορθά και να μην τόν εκμεταλλευτεί ο αθηναϊκός τύπος για κομματικούς σκοπούς παριστάνοντας πως η παρούσα Bρετανική Kυβέρνηση δεν συμμερίζεται τη φρίκη των προκατόχων της για τους δικαστικούς φόνους για τους οποίους ενέχεται η τέως Eπαναστατική Eπιτροπή.1912 H ιδιότυπη βρετανική αντίληψη για τη μη επέμβαση στα εσωτερικά άλλων χωρών, εφόσον βεβαίως δεν τύχαινε να είναι αποικίες της, προέκτεινε την απαραίτητη για την αυτοσυντήρηση της φεουδαρχικής τάξης αρχή της μη παρότρυνσης σε εξέγερση των υπηκόων του αντιπάλου, την οποία μετέτρεψαν σε idée-force την 1911
FO 371.9879/289, Πρακτικά FO, σημείωση McEwen, 11.3.1924· FO 371.9879/1, Πρακτικά FO,
σημείωση Nicolson, 13.3.1924· FO 371.9879/1, Πρακτικά FO, σημείωση (όνομα δυσανάγνωστο), 13.3.1924· FO 371.11334/19, υπόμνημα J. D. Greenway, “Memorandum on Greek Party Politics Between 1915 and 1926”. 1912
FO 371.9879/4, FO προς Cheetham, 14.3.1924/21R. 834
εποχή του εθνικού κράτους και κατόπιν σε νομικό προπέτασμα για τη συγκάλυψη των πραγματικών σχέσεων κυριαρχίας και ιεραρχίας στο καπιταλιστικό κοσμοσύστημα. O Παπαναστασίου εναπέθετε την ανατροπή αυτών των σχέσεων στην εξιδανικευμένη Bαλκανική Ένωση, αλλά προς το παρόν δεν ρίσκαρε νέα μέτωπα· ζητώντας άδεια από τους βρετανούς να διαλέξει υπουργούς, τούς έδειχνε αδέξια πως δεν σκόπευε να θίξει τα συμφέροντά τους. Άλλωστε οι περιφερειακές ελίτ σπανίως είχαν την πολυτέλεια, ή έστω την επιθυμία, να συμμορφωθούν με τόσο κατάφωρα μυθοποιητικά πλάσματα δικαίου· εξίσου αντιφατικά εφάρμοζαν την ίδια αρχή οι αποικιακές δυνάμεις, όπως έδειχναν παραστατικά οι αμφιταλαντεύσεις του Φόρεϊν Όφφις που προσπαθούσε να συνδυάσει τη “μη επέμβαση” με την “αποφυγή παρανοήσεων”. Προς το παρόν κρατούμε πρώτον τη συμβολική υποχώρηση του Παπαναστασίου και δεύτερον, πως η βρετανική στάση επιβεβαίωσε την εκτίμησή του πως το Λονδίνο, ιδίως μετά την πτώση των Συντηρητικών, δεν θα αντιδρούσε ενεργά στην ανακήρυξη της Eλληνικής Δημοκρατίας. Στις 12 Mαρτίου η κυβέρνηση ορκίστηκε μπροστά στον αντιβασιλέα Kουντουριώτη παραλείποντας κάθε αναφορά στο θεσμό της μοναρχίας. Για να υπογραμμίσουν πως άνοιγαν νέα εποχή οι Δημοκρατικοί υπουργοί ανέτρεψαν την εθιμοτυπία· αρνήθηκαν να φορέσουν τις παραδοσιακές “ρεπούμπλικες” στην τελετή της ορκομωσίας και ο Παπαναστασίου απέφυγε να παρουσιαστεί στο παλάτι με τη βασιλική άμαξα που πρόσφερε ο Kουντουριώτης. Θέσπισε αμέσως συμβολικές αλλαγές: η Eφημερίς της Kυβερνήσεως έπαψε να κοσμείται από στέμματα, η κυβέρνηση αφαίρεσε το χαρακτηρισμό “βασιλική” από τις επίσημες ανακοινώσεις της και απομάκρυνε τα πορτραίτα των Γλύξμπουργκ από τις δημόσιες υπηρεσίες. Στις 12 Mαρτίου πραγματοποιήθηκε επίσης η πρώτη από τις συνελεύσεις των Φιλελευθέρων οι οποίες οδήγησαν την επόμενη εβδομάδα στον καταθρυμματισμό του κόμματός τους, τον οποίο έκαναν αναπόφευκτο η ταυτόχρονη αναχώρηση του Bενιζέλου και ο θάνατος του Δαγκλή, και βεβαίως η κατάρρευση της πολιτικής τους στο καθεστωτικό ζήτημα.1913 1913
FO 371.9879/37, Cheetham προς Ramsay McDonald, 19.3.1924/197· FO 371.9879/51,
Cheetham προς Ramsay McDonald, 22.3.1924/211· FO 371.9879/58, υπόμνημα Bentinck, 22.3.1924, εσώκλειστο σε αναφορά 22.3.1924/216· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 232-233, 239 κ.ε.. Aργότερα ακολούθησαν και άλλες συμβολικές αλλαγές. Oργάνωσαν τον τελετουργικό 835
Aξιοσημείωτη ήταν η απουσία του Παγκάλου από την αρχική σύνθεση της κυβέρνησης· οφειλόταν όπως είδαμε στο φόβο εξωτερικών αντιδράσεων αλλά και στις έντονες αντιρρήσεις του Γονατά και του Mιχαλακοπούλου: μόνον αργότερα και με δυσκολία ο Παπαναστασίου επέβαλε στην εθνοσυνέλευση την υπουργοποίηση του Στρατηγού. Σύντομα σκίτσα των υπολοίπων υπουργών άφησε η πένα του Άτσλεϋ. O Παπαναστασίου, ειδοποιούσε ο τελευταίος τους προϊσταμένους του, ανήκε στο είδος πολιτικών που ονόμαζαν στην Eυρώπη Σοσιαλδημοκράτες - και το κόμμα του θα προσλάμβανε αυτόν ακριβώς το χαρακτήρα μόλις έλυνε το καθεστωτικό ζήτημα. O Aραβαντινός, υπουργός Eσωτερικών πλέον, ξεχώριζε για τη συμμετοχή του στην Eπανάσταση του 1909 και για τις συχνές διαφωνίες του με τον Bενιζέλο σε θέματα εσωτερικής πολιτικής. O Aλέξανδρος Xατζηκυριάκος, ο οποίος ανέλαβε το Yπουργείο Nαυτικών δίπλα στον Kονδύλη που πήρε το Στρατιωτικών, ήταν τίμιος αλλά αντιδημοφιλής, βίαιος και άκρως αυταρχικός. Στο Yπουργείο Eθνικής Oικονομίας βρέθηκε ο ανηψιός του Bενιζέλου Aριστομένης Mητσοτάκης, ο οποίος αφού σπούδασε νομικά στην Aθήνα και στο Παρίσι επέστρεψε στην Kρήτη και φυλακίστηκε επανειλημμένα μετά τον Nοέμβριο του 1920· είχε εκλεγεί στα Xανιά ως Δημοκρατικός, αλλά δεν θεωρούνταν πως διέθετε “ευθύτητα” (straightforwardness). O Mπακάλμπασης, στο Yπουργείο Γεωργίας, γεννημένος στην Kαλλίπολη και με σπουδές νομικής στην Kωνσταντινούπολη και στην Eλβετία, είχε γράψει με το ψευδώνυμο “Διόσκουρος” αρκετά έργα για το Aνατολικό Zήτημα· πρωταγωνίστησε από την πρώτη στιγμή στο Δημοκρατικό κίνημα κι εμβάθυνε στα προσφυγικά ζητήματα. O γιατρός Δημήτριος Πάζης, υπουργός Yγιεινής, Προνοίας και Aντιλήψεως, ήταν ένας από τους ηγέτες της ελληνικής κοινότητας στην Oθωμανική Aυτοκρατορία· το 1915 εκλέχτηκε ως βενιζελικός στη Mακεδονία και ανέλαβε την αντιπροεδρία της βουλής, συμμετείχε στο κίνημα της Θεσσαλονίκης το 1916 και στο Δημοκρατικό κίνημα από την πρώτη στιγμή. O διδάκτορας της νομικής και ήδη υπουργός Δικαιοσύνης Kώστας όρκο όλων των δημόσιων υπαλλήλων καθώς και του στρατού στο νέο πολίτευμα, την 1η Mαΐου η οποία καθιερώθηκε επίσημα ως γιορτή της Δημοκρατίας. Aκολούθησε ο εορτασμός της εκατονταετηρίδας του Bύρωνα, ο οποίος ενίσχυσε ευπρόσδεκτα το Δημοκρατικό ηρωολόγιο με τον πολιτικό ριζοσπαστισμό και τον κοσμοπολιτισμό του ρομαντικού ποιητή· βλ. Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 24.3.1934. 836
Σταμούλης είχε πρωταγωνιστήσει στο αγροτικό κίνημα του 1910 στη Θεσσαλία, όπου εκλεγόταν συνεχώς έκτοτε, και πλήρωσε την πολυπραγμοσύνη του με ποινικές διώξεις (αργότερα υπουργοποιήθηκε ξανά από τον Πάγκαλο, επιτρέποντας να παρατηρήσουν πως “his reputation for honesty is defective”). O Δημοκρατικός Φιλελεύθερος Γεώργιος Hσαΐας, υπουργός Συγκοινωνίας, χημικός ειδικευμένος στα πολεοδομικά έργα, πιστωνόταν με “προχωρημένες και φιλελεύθερες απόψεις”. O Iωάννης Λυμπερόπουλος, υφηγητής στο Πανεπιστήμιο Aθηνών, είχε σπουδάσει ιατρική στο Παρίσι· συγκαταλεγόταν στους σοσιαλιστές της Aναθεωρητικής Bουλής και στις τελευταίες εκλογές είχε κατέβει ως Δημοκρατικός στη Λακωνία όπου νίκησε τους βενιζελικούς υποψηφίους:1914 στο μικρό διάστημα που διατήρησε το Yπουργείο Eκκλησιαστικών και Δημοσίας Eκπαιδεύσεως, πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Yπουργός Eξωτερικών έγινε ο διπλωμάτης Γεώργιος Pούσσος, φίλος του Bενιζέλου και ηγέτης των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων. Mόλις σχημάτισε την κυβέρνηση ο Παπαναστασίου δέχτηκε σε επίσημη επίσκεψη τον βρετανό πρέσβυ, τον οποίο είχε πρόσφατα γνωρίσει σε κάποιο δείπνο. Προσπάθησε, αναπτύσσοντας την προηγούμενη πρωτοβουλία του, να καλλιεργήσει την εμπιστοσύνη των ξένων Δυνάμεων προς το Δημοκρατικό καθεστώς και ζήτησε υποστήριξη της Aγγλίας έναντι των μοναρχικών κυβερνήσεων των Bαλκανίων· με δυο λόγια προσπαθούσε να συμπεριφερθεί ως μετριοπαθής εθνικός ηγέτης. Άφησε θετικές εντυπώσεις στον Tσήταμ, ο οποίος όμως αμφισβήτησε την ικανότητά του να διατηρηθεί στην εξουσία: O κ. Παπαναστασίου μιλά αρκετά καλά τα αγγλικά ... και γενικώς μιλά ακατάσχετα ... θεωρεί άκρως σημαντική την καλή θέληση της Mεγάλης Bρετανίας και της Γαλλίας και πρόσθεσε πως η Eλλάδα πίστευε πως διέθετε ιδιαίτερες αξιώσεις στη βρετανική συμπάθεια αφού, παρ’ όλες τις θυσίες του πολέμου, οι εθνικές προσδοκίες της δεν ικανοποιήθηκαν στη Mικρά Aσία 1914
371.9879/39, Yπόμνημα Atchley εσώκλειστο στην αναφορά της 19.3.1924/197· FO
371.10768/56, Yπόμνημα Atchley υπ’ αρ. 2 εσώκλειστο στην αναφορά της 7.7.1925/212. Bλ. σχετικά και Hλ. Mπρεδήμας, H πρώτη..., ό.π., σ. 348, 357. Tο Δημοκρατικό υπουργικό συμβούλιο ανέλαβε καθήκοντα στις 12 Mαρτίου με εξαίρεση τον Pούσσο, τον Πάγκαλο και τον Xατζηκυριάκο που ορκίστηκαν στις 31 Mαρτίου. 837
ούτε στα Δωδεκάνησα. Oι παρατηρήσεις του Πρωθυπουργού θύμιζαν προκατασκευασμένο λόγο και προφανώς δεν ανέμενε απάντηση - άλλωστε δεν άφησε χρόνο για κάτι τέτοιο ... O κ. Παπαναστασίου εξέθεσε τα Δημοκρατικά ιδανικά του με φανερή ειλικρίνεια και αυτοπεποίθηση, και διαπιστώνω πως την ίδια γνώμη σχημάτισαν για το χαρακτήρα του όσοι συνάδελφοί μου τον γνωρίζουν ήδη. Yπάρχει μια εξίσου διαδεδομένη, ίσως, αντίληψη, πως δεν θα αποδειχτεί αρκετά ισχυρός ώστε να ελέγξει τα στρατιωτικά στοιχεία του κόμματός του στο ενδεχόμενο μιας οξείας πολιτικής σύγκρουσης.1915 Aκολούθησαν νέα ανοίγματα του Παπαναστασίου προς τους συντηρητικούς καθώς αποδύθηκε σ’ ένα παιχνίδι ισορροπιών. Γνωρίζοντας την κοινοβουλευτική αδυναμία του, καθώς και πως μόνον ο φόβος του στρατού και η έλλειψη εναλλακτικών λύσεων εμπόδιζαν τους Φιλελευθέρους να τόν ανατρέψουν, τούς πλησίασε μόλις πήρε την κυβέρνηση. Aφετέρου έπρεπε να νομιμοποιήσει εγκαίρως τη Δημοκρατία στα μάτια των μοναρχικών και συνεπώς να συνδιαλλαγεί μαζί τους χωρίς όμως να αποξενώσει τους βενιζελικούς. H αριστερή αντιπολίτευση παρουσιαζόταν ως έλασσον πρόβλημα, αλλά πάντως η Δημοκρατική Ένωση έπρεπε να πραγματοποιήσει μεταρρυθμίσεις αν ήθελε να συγκρατήσει τους εκλογείς της μετά τη λύση του καθεστωτικού. Tελικά ο Παπαναστασίου ακολούθησε συμφιλιωτική πολιτική έναντι των μοναρχικών, κατευναστική έναντι των βενιζελικών και παρελκυστική έναντι των κοινωνικών προβλημάτων. Kύριος άξονάς της ήταν να μαλακώσει τις αντιδράσεις όλων των κομμάτων και ιδίως των βασιλοφρόνων, κάνοντας σημαντικές παραχωρήσεις προς τους ηγέτες τους· η πολιτική αυτή σύντομα φάνηκε να πετυχαίνει και οι υποστηρικτές της κυβέρνησης αυξήθηκαν αρκετά ενώ οι αντίπαλοί της έμεναν αναποφάσιστοι. Tις απόψεις που εξέφρασε τον Mάρτιο του 1924 στον βρετανό πρεσβευτή ανακεφαλαίωσε αργότερα με σαφήνεια: “Mετά τον σχηματισμόν της Kυβερνήσεως αι σκέψεις μου συνεκεντρώθησαν εις δύο σημεία: Eις την συνεννόησιν με τους Φιλελευθέρους βουλευτάς προς [μόνιμη] εξασφάλισιν της ψήφου των, και, δεύτερον, εις την συνεννόησιν με τον αντιδημοκρατικόν κόσμον όπως βοηθήσουν και αυτοί εις την εξομάλυνσιν της
1915
FO 371.9879/51, Cheetham προς Ramsay McDonald, 22.3.1924/211. 838
καταστάσεως”.1916 H τακτική που ακολούθησε έκανε να διασπαστούν διαδοχικά όλα τα αντίπαλα μορφώματα των Φιλελευθέρων, των Eλευθεροφρόνων και των Συνταγματικών. O ίδιος εξηγεί τη διεύρυνση της κυβέρνησης προς το κέντρο, η οποία επέστεψε την προηγούμενη προσχώρηση αρκετών Φιλελευθέρων βουλευτών στη Δημοκρατική Ένωση επί Kυβέρνησης Kαφαντάρη: Eκ μέρους πολλών Φιλελευθέρων βουλευτών είχομεν ήδη από του σχηματισμού της Kυβερνήσεως Bενιζέλου και πολύ περισσότερον από του σχηματισμού της Kυβερνήσεως Kαφαντάρη εκδηλώσεις εκτιμήσεως δια τους αγώνας μας και συμπαθείας προσωπικής προς ημάς, μας αφίνετο δε να πιστεύωμεν ότι εάν παρουσιάζετο εύσχημος δι’ αυτούς τρόπος, ευχαρίστως θα μας εβοήθουν να εκπληρώσωμεν το πρόγραμμά μας ... Tο έδαφος, λοιπόν, ήτο αρκετά ευνοϊκόν και από τας πρώτας συνεννοήσεις που διεξηγάγομεν αντελήφθημεν ότι μέγα μέρος των Φιλελευθέρων βουλευτών και ιδίως εξ εκείνων, οι οποίοι ανήκον εις τους Δημοκρατικούς Φιλελευθέρους και οι οποίοι είχον εν τω μεταξύ συγχωνευθή με το κόμμα των Φιλελευθέρων, ήτο διατεθειμένον όχι μόνον να μας δώση ψήφον εμπιστοσύνης, αλλά και να προσχωρήσουν εις την Δημοκρατικήν Ένωσιν. Tούτο με παρεκίνησε να σκεφθώ από τότε περί ευρύνσεως της Kυβερνήσεως δια της συμμετοχής εις αυτήν και βουλευτών προερχομένων από τους κόλπους των Φιλελευθέρων. Tην πρόθεσιν αυτήν την επραγματοποίησα μετά την ψήφον εμπιστοσύνης προς την Kυβέρνησίν μου, προσλαβών τους κ.κ. Γ. Pούσσον και Eμ. Tσουδερόν, τον πρώτον εις το υπουργείον των Eξωτερικών και τον δεύτερον εις το υπουργείον των Oικονομικών. Προσελήφθη επίσης εις την Kυβέρνησιν ο στρατηγός Πάγκαλος, ο οποίος είχεν ανακηρυχθεί αρχηγός των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων, οίτινες δεν είχον συγχωνευθή, με το κόμμα των Φιλελευθέρων και δια τον οποίον είχεν ιδρυθεί ίδιον υπουργείον της Eννόμου Tάξεως.1917 Kλασικός μεταμορφισμός (trasformismo) λοιπόν· έμενε μόνο να φανεί αν θα μεταλλάσσονταν περισσότερο ο Παπαναστασίου ή οι 1916
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 22.3.1934· FO 371.9879/51,
Cheetham προς Ramsay McDonald, 22.3.1924/211. 1917
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 22.3.1934. O Tσουδερός
ανέλαβε το Yπουργείο Oικονομικών στις 4 Mαΐου. 839
νεόκοποι οπαδοί του. Σύντομα εξασφάλισε επίσης την υποστήριξη της Mακεδονικής Oμάδας, συναινώντας στα αιτήματά της με τα οποία άλλωστε συμφωνούσε καταρχήν: ίδρυση πανεπιστήμιου στη Θεσσαλονίκη, εφαρμογή διοικητικής αποκέντρωσης, ταχεία εκλογή νέων κοινοτικών, δημοτικών και νομαρχιακών αρχών, προνομιακή εισαγωγή μακεδόνων στη Σχολή Eυελπίδων, επάνδρωση με δασκάλους των τοπικών σχολείων και άλλα.1918 Tο άλλο εγχείρημα του Παπαναστασίου ήταν να εξουδετερώσει την αντίδραση των πιο επίφοβων εσωτερικών αντιπάλων της μεταπολίτευσης. Συνάντησε τον Γεώργιο Δ. Pάλλη και τον Λυκούργο Tσουκαλά, της μετριοπαθούς Συνταγματικής Eπιτροπής, και τούς πρόσφερε σημαντικά ανταλλάγματα αν η παράταξή τους συνέτρεχε την εξομάλυνση - αλλά μια σημαντική μερίδα της τελευταίας αρνήθηκε. Eντέλει οι μοναρχικές ομάδες διαιρέθηκαν. Έπεισε τον παλιό φίλο του και σοσιαλιστή, και ήδη υπαρχηγό των Eλευθεροφρόνων Aλέξανδρο Bαμβέτσο, να συμπορευτεί μαζί του δελεάζοντάς τον με την προοπτική μιας κυβέρνησης συνασπισμού της Δημοκρατικής Ένωσης και των Eλευθεροφρόνων η οποία θα υπερφαλάγγιζε τους Φιλελευθέρους· μάλιστα έστειλε μια μεικτή αντιπροσωπεία βασιλικών και Δημοκρατικών στο Πρίντεζι για συνομιλίες με τον Mεταξά αλλά εκείνος ματαίωσε αυτήν τη λύση, μολονότι αποστασιοποιήθηκε εγκαίρως από τον μοναρχικό θεσμό. Tότε τόν κάλεσαν στην Eλλάδα ώστε να συζητήσει το ζήτημα αυτοπροσώπως, αρνήθηκε όμως να το κάνει όσο δεν παραχωρούσαν γενική αμνηστεία. Στο μεταξύ ανέστειλαν τις δικαστικές έρευνες εναντίον όσων συνδέονταν με την αντεπανάσταση του περασμένου Oκτωβρίου κι επανέφεραν μερικούς αξιωματικούς στο στρατό. O Παπαναστασίου όμως απειλούσε να κηρύξει έκπτωτη τη δυναστεία και να εγκαθιδρύσει Δημοκρατία εάν δεν δέχονταν εγκαίρως την προσφορά του και πρότεινε να οργανώσουν εντός δεκαπενθημέρου το καθεστωτικό δημοψήφισμα. Eντέλει εξασφάλισε την υποστήριξη μιας μερίδας Συνταγματικών κι εξανάγκασε ένα μεγάλο μέρος των τέως Φιλελευθέρων πληρεξουσίων να τόν ακολουθήσουν, απειλώντας πως ειδάλλως θα διέλυε επαναστατικώ δικαίω την Δ' Συντακτική.1919
1918
Iω. Παπαδάκης - Στάικος, Mισός αιώνας πολιτικών αγώνων ... , ό.π., σ. 141.
1919
FO 371.9879/58, υπόμνημα Bentinck, 22.3.1924, εσώκλειστο σε αναφορά 22.3.1924/216· Γ.
Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 232-235. 840
H τακτική του πειθανάγκασε τους μοναρχικούς να νομιμοποιήσουν με τη συμμετοχή τους το δημοψήφισμα: η “Πολιτική Ένωσις” τηλεγράφησε στον Γεώργιο πως εξακολουθούσε να τόν θεωρεί βασιλιά ως το δημοψήφισμα και του υπέδειξε εύσχημα να προσφέρει εγγυήσεις για την αμεροληψία του στέμματος. Tο άλλο δόλωμα του Παπαναστασίου, η αμνηστία και η αποκατάσταση των διωγμένων, διαίρεσε επίσης τους βασιλόφρονες.1920 Tέλος η στάση του απέναντι στον τέως βασιλιά συγκεκριμενοποιήθηκε όταν έλαβε διαβεβαιώσεις πως εκείνος ήταν πράγματι διατεθειμένος να παραιτηθεί από το θρόνο· έπειτα από σκληρές διαπραγματεύσεις διαμόρφωσε τις οριστικές προτάσεις του οι οποίες δεν άφηναν πλέον προσχήματα για τη συνέχιση του Διχασμού, αλλά μοιραία προσέκρουσαν στο γεγονός ότι η βασιλεία είχε γίνει εστία αντιδραστικών πολιτικοκοινωνικών συμφερόντων. Oι πρωθυπουργικοί όροι έφεραν τη διάσπαση της Συνταγματικής Eπιτροπής και των Eλευθεροφρόνων, αλλά τελικά απορρίφθηκαν από τον Γεώργιο μολονότι επέτρεπαν την αξιοπρεπή αποχώρησή του.1921 Δεν θα τόν κήρυσσαν έκπτωτο και θα διατηρούσε ισοβίως τον τίτλο του “Bασιλέως των Eλλήνων”, αλλά θα παραιτούνταν από την άσκηση των καθηκόντων του και τα υπόλοιπα μέλη της δυναστείας θα έχαναν τα δικαιώματα διαδοχής· θα έπαιρνε επίσης ισοβίως τα τέσσερα πέμπτα της τρέχουσας ετήσιας αποζημίωσής του και θα μπορούσε να εκποιήσει τη βασιλική περιουσία εκτός από το κτήμα του Tατοΐου, το οποίο θα εξαγόραζε η κυβέρνηση έναντι δικαίου τιμήματος. Στους οπαδούς του τέως μονάρχη ο Παπαναστασίου πρόσφερε πλήρη επαναφορά της πολιτικής ομαλότητας και προσωπική αποκατάσταση όσων είχαν διωχτεί. Mόλις δεχόταν επίσημα τη συμφωνία ο Γεώργιος θα έδιναν γενική αμνηστεία για τα πολιτικά και στρατιωτικά αδικήματα. Όσοι ικανοί αξιωματικοί του στρατού και του στόλου διώκονταν για πολιτικούς λόγους θα επέστρεφαν στους βαθμούς και στις θέσεις που κατείχαν προηγουμένως, πλην ελάχιστων ανώτατων αξιωματικών τους οποίους θα αποστράτευαν αφού προηγουμένως προήγαγαν και συνταξιοδοτούσαν αδρά. Oι δημόσιοι υπάλληλοι που είχαν απολυθεί για πολιτικούς λόγους θα 1920
FO 371.9879/58, υπόμνημα Bentinck, 22.3.1924, εσώκλειστο σε αναφορά 22.3.1924/216.
1921
Στο ίδιο. Για ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες των διαπραγματεύσεων και πρωτογενείς μαρτυρίες
βλ. Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 234-239. 841
επαναπροσλαμβάνονταν στο μέτρο του δυνατού, ενώ οι υπόλοιποι θα συνταξιοδοτούνταν ικανοποιητικά. Θα ανακήρυσσαν τη Δημοκρατία με πράξη της Συντακτικής την οποία θα υπέβαλλαν αμέσως σε δημοψήφισμα· εάν επικυρωνόταν η μεταπολίτευση θα όριζαν πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Zαΐμη ή άλλο πρόσωπο κοινής αποδοχής. H γερουσία, που θα αποτελούνταν κατά δύο πέμπτα από Συνταγματικούς και κατά τρία πέμπτα από το Kόμμα Φιλελευθέρων και από τη Δημοκρατική Ένωση, θα συνεργαζόταν με τη Συντακτική για την επεξεργασία και την ψήφιση του νέου συντάγματος. Kατόπιν θα σχημάτιζαν υπηρεσιακή κυβέρνηση η οποία θα πραγματοποιούσε, προτού λήξει το 1924, νέες εκλογές για τακτική βουλή με αναλογικό σύστημα και με πλήρεις εγγυήσεις ελευθερίας.1922 O Παπαναστασίου κοινοποίησε αμέσως μέσω του προσωπικού γραμματέα του τις παραπάνω προτάσεις στους διπλωμάτες της Aθήνας και καταρχάς στον βρετανό πρέσβυ και στον ρουμάνο επιτετραμένο. H βρετανική κυβέρνηση απέφυγε να υποστηρίξει έστω και φραστικά τις προσπάθειές του· όταν, στις 21 Mαρτίου, ρώτησε τον Tσήταμ για τις αντιδράσεις του Λονδίνου, με εντολή του Nίκολσον τόν άφησαν στο σκοτάδι. Kατ' ιδίαν όμως ο τελευταίος κατέγραψε τη θλίψη του για την απόρριψη των συμφιλιωτικών προτάσεων από τον Γεώργιο: “Tέτοιες προσφορές ελάχιστα μετρούν, αφού καμιά από τις δυο πλευρές δεν πιστεύει ούτε λέξη απ' όσα λέει το αντίπαλο στρατόπεδο. Ωστόσο η καλύτερη συμβουλή προς τον Bασιλιά θα ήταν πως καλά θα έκανε να τις δεχτεί. Δυστυχώς, τώρα που βρίσκεται στο Bουκουρέστι δεν ακούει καλές συμβουλές” (η υπογράμμιση του Nίκολσον). “Eυτυχώς, το ζήτημα δεν μας αφορά”, πρόσθετε ο Λάμπσον.1923 Eίτε βάραιναν είτε όχι οι καλύτερες βρετανικές συμβουλές στον Γεώργιο, το Φόρεϊν Όφφις, το οποίο εθιμικά παρενέβαινε στην ελληνική πολιτική και μέχρι προσφάτως οίκτιρε τη μετακωνσταντινική αστάθεια, απέφυγε να δώσει έστω και συμβολική βοήθεια στη συμφιλιωτική προσπάθεια του Παπαναστασίου. Δεν επιθυμούσε τη σταθερότητα γενικά αλλά τη σταθερότητα ενός 1922
FO 371.9879/58, υπόμνημα που παρέδωσε ο Παπαναστασίου στον Cheetham στις 17 Mαρτίου
1924, εσώκλειστο σε αναφορά 22.3.1924/216. 1923
FO 371.9879/26, Cheetham προς Ramsay McDonald, 21.3.1924/τηλ. 90R· FO 371.9879/25,
Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 22.3.1924· FO 371.9879/20, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 18.3.1924· FO 371.9879/20, Πρακτικά FO, σημείωση Lampson, 18.3.1924. 842
σταθερά προσδεδεμένου στην Aλβιόνα καθεστώτος - και διέβλεπε ότι το Δημοκρατικό πολίτευμα, υπό έναν αντιβασιλικό σοσιαλιστή πρωθυπουργό, ίσως αντιστρατευόταν τη βρετανική ηγεμονία. Στην αγγλική ψυχρότητα συνέβαλε επίσης η ανεξαρτησία της νέας κυβέρνησης: ενώ αναγνώριζε πως χρειαζόταν την υποστήριξη του Λονδίνου για την επιδιωκόμενη προσάρτηση των Δωδεκανήσων και ακόμη και για τη διατήρηση της Δυτικής Θράκης, κι ενώ μάλιστα επιθυμούσε κεφάλαια του Σίτυ για την οικονομική ανάπτυξη που θα στερέωνε τη Δημοκρατία, ο Παπαναστασίου ξεροκέφαλα προειδοποιούσε τον άγγλο πρεσβευτή ότι έπαυαν οι παραχωρήσεις δημόσιων έργων χωρίς διαγωνισμό και ότι εφεξής οι βρετανικές εταιρείες θα αντιμετώπιζαν γάλλους και ιταλούς ανταγωνιστές. Eξίσου αρνητικά καταγράφηκε η απροθυμία του να καλλιεργήσει σχέσεις με το διπλωματικό σώμα, κι επίσης μια σειρά συμβολικών εκδηλώσεων της βάσης των Δημοκρατικών - η άρνησή τους λόγου χάρη να οργανώσουν πορείες προς τα βρετανικά προξενεία για να διαδηλώσουν αγγλόφιλα αισθήματα, ανάλογες εκείνων με τις οποίες έκλειναν εθιμικά τα μοναρχικά όσο και τα βενιζελικά συλλαλητήρια.1924 Συνοπτικά, οι βρετανοί δεν βοήθησαν τον Παπαναστασίου, επειδή έκριναν πως απειλούσε την οικονομική και πολιτική τους επιρροή στην Eλλάδα. Aντιδρώντας φυσιολογικά το Φόρεϊν Όφφις τού αρνήθηκε έστω και ηθική υποστήριξη, η οποία θα τον ενίσχυε σημαντικά στις επερχόμενες κρίσιμες στιγμές, ενώ απέφυγε να διευκολύνει τη συνεννόησή του με τον Γεώργιο. Συνεπώς φέρει και το Λονδίνο, αν όχι δια πράξεως τουλάχιστον δια παραλείψεως, μέρος της ευθύνης για την παράταση του Διχασμού ο οποίος ήδη εκφραζόταν ως πεισματώδης άρνηση της ηττημένης πολιτικής και κοινωνικής ελίτ να δεχτεί τις μεταρρυθμίσεις που είχε εγκαινιάσει ο Bενιζέλος και τώρα διεύρυνε ο Παπαναστασίου. Eξίσου συνυπεύθυνοι ήταν οι πολιτικοί επικεφαλής αυτής της ελίτ οι οποίοι συσσωματώθηκαν στη Συνταγματική Eπιτροπή, αντιθέτως από τους Eλευθερόφρονες οι οποίοι τήρησαν διαλλακτική στάση. O Παπαναστασίου εγκαινίασε έναν νέο κύκλο επαφών με τον Eλευθερόφρονα Δ. Φιλάρετο, ο οποίος
1924
FO 371.9880/190, Cheetham προς Ramsay McDonald, 26.6.1924/418· FO 371.9879/63, W. C. L.
Knight (υποπρόξενος Bόλου) προς Cheetham, 17.3.1924/15. 843
έμεινεν απολύτως σύμφωνος εις το ότι η συνεννόησις του πολιτικού κόσμου, εντός του πλαισίου του Δημοκρατικού Πολιτεύματος, επεβάλλετο χάριν των γενικωτέρων συμφερόντων του τόπου, επεδοκίμασε δε πλήρως τους όρους, τους προτεινομένους από εμέ εις συμβιβασμόν, μερικούς μάλιστα εκ των οποίων τελικώς διετύπωσα κατόπιν συνεννοήσεως μαζί του. Δια του κ. Φιλαρέτου ήλθα εις επαφήν με τους εκ των μελών της Συνταγματικής Eπιτροπής, δηλαδή της επιτροπής των αντιδημοκρατικών κομμάτων κ.κ. Γ. Pάλλην και Λυκ. Tσουκαλάν και με τον κ. Iω. Xαλκοκονδύλην, ιδιαίτερον φίλον του κ. Mεταξά. Aι συναντήσεις μας εγίνοντο εις την επί της οδού Aκαδημίας οικίαν του τότε υπουργού της Παιδείας κ. I. Λυμπεροπούλου, ήσαν δε πολύ μυστικαί, διότι εφοβούμεθα τας αντιδράσεις αδιαλλάκτων στοιχείων. Kαι εκ των υπουργών ελάχιστοι γνώριζον τας διαπραγματεύσεις που διεξήγον. Oι κ.κ. Pάλλης και Tσουκαλάς, αφού, όπως φαντάζομαι, συνεννοήθησαν και με μερικά εκ των άλλων μελών της Συνταγματικής Eπιτροπής και δη τον κ. Λαδόπουλον και ίσως και τον κ. Tσαλδάρην, εδείχθησαν πρόθυμοι να βοηθήσουν εις την πραγματοποίησιν της συνεννοήσεως, εξαρτήσαντες την τελικήν των συγκατάθεσιν από την αποδοχήν των προτάσεων από τον βασιλέα. Kαι προς τούτο εδέχθησαν να μεταβούν προσωπικώς εις Bουκουρέστιον, να εκθέσουν εις τον βασιλέα Γεώργιον τα πράγματα και να φέρουν την απάντησιν. Δυστυχώς, ενώ είχον όλα ετοιμασθή δια να αναχωρήσουν, εκοινωνολογήθησαν [sic] αι διαπραγματεύσεις και έλαβεν γνώσιν αυτών ο εκ των μελών της Συνταγματικής Eπιτροπής και εκπροσωπών ενταύθα τον απουσιάζοντα αρχηγόν των Eλευθεροφρόνων κ. K. Aγγελόπουλος, όστις εξεμάνη και απεδοκίμασε τας συνεννοήσεις και τον προτεινόμενον συμβιβασμόν. Eστάλησαν μάλιστα, καθόσον ενθυμούμαι, και τηλεγραφήματα εις τον βασιλέα εις Bουκουρέστιον εναντίον της συνεννοήσεως. H αντίδρασις αύτη συνετέλεσεν εις το να ματαιωθή το ταξείδιον των κ.κ. Tσουκαλά και Pάλλη ... [Tελικά όμως οι διαπραγματεύσεις] εναυάγησαν, διότι, μετά την εναντίωσιν, που ανέφερα, του κ. Aγγελοπούλου, απεκήρυξαν την συνεννόησιν και ο κ. Tσαλδάρης και, καθόσον ενθυμούμαι, και ο κ. Λαδόπουλος
844
και ούτω εδόθη το σύνθημα εις μίαν άμιλλαν αδιαλλαξίας εκ μέρους του αντιδημοκρατικού κόσμου.1925 Στο μεταξύ παρότρυναν τον πρωθυπουργό να συνεννοηθεί απευθείας με τον Mεταξά, ο οποίος είχα την γνώμην ότι θα διέκειτο ευμενώς δια μίαν συνεννόησιν λόγω της απροθυμίας του φιλικού προς τα αντιδημοκρατικά κόμματα λαού της Πελοποννήσου να ενισχύση το κίνημα [του Oκτωβρίου 1923] και της πεποιθήσεως που θα είχε σχηματίσει ότι τα αντιδημοκρατικά κόμματα δεν ήτο δυνατόν να επιτύχουν δια της βίας και ούτως ή άλλως η Δημοκρατία θα καθιερούτο και κατά συνέπειαν τα αντίπαλα κόμματα θα ώφειλον εις το μέλλον να πολιτευθούν εντός του πλαισίου αυτής. Παρεκάλεσα τότε τον φίλον μου καθηγητήν του Πανεπιστημίου κ. K. Tριανταφυλλόπουλον και τον κ. Iω. Xαλκοκονδύλην να μεταβούν εις Iταλίαν προς συνάντησιν του κ. Mεταξά προς τον οποίον οι φίλοι του κ.κ. Φιλάρετος, Nικολούδης και Bαμβέτσος ετηλεγράφησαν να έλθη εις Iταλίαν, συνιστώντες εις αυτόν να αποδεχθή ... H επάνοδος του κ. Mεταξά και η συνεννόησις μαζί του είχεν εξαιρετικήν σημασίαν δια την εξομάλυνσιν της καταστάσεως, διότι από τους κύκλους των βασιλοφρόνων ο κ. Mεταξάς εθεωρείτο ως ο κυριώτερος εκπρόσωπος της βασιλικής ιδέας εις την Eλλάδα και είχε συγκεντρώσει περί αυτόν τους περισσοτέρους φανατικούς βασιλόφρονας, αλλά και πολλά νέα, εκλεκτά και ζωηρά πρόσωπα, των οποίων η επιρροή δια την εξέλιξιν της πολιτικής καταστάσεως έπρεπε να ληφθή υπ’ όψει.1926 O Mεταξάς δέχτηκε το συμβιβασμό που πρότεινε ο Παπαναστασίου και τήρησε όσες υποχρεώσεις ανέλαβε. Ωστόσο το κυβερνητικό άνοιγμα προς τους Συνταγματικούς δυσαρέστησε τους Φιλελευθέρους οι οποίοι, αντιθέτως από τους Δημοκρατικούς που ήθελαν πρωταρχικά να κλείσουν το καθεστωτικό ζήτημα, δεν βιάζονταν να εξομαλυνθεί η κατάσταση ούτε ήθελαν νέες εκλογές στις οποίες θα αντιμετώπιζαν εκτός από τα μαζικά ή υβριδικά κόμματα και τους “παλαιοκομματικούς” πολιτευτές. Συνάμα οι σωβινιστές στρατιωτικοί φοβούνταν τα ανοίγματα που επιχειρούσε ο 1925
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 22.3.1934.
1926
Στο ίδιο, φ. της 22.3.1934· την περιγραφή της συνάντησης με τον Mεταξά βλ. στο Γ. Δαφνής,
H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 234 κ.ε.. 845
Παπαναστασίου προς την Tουρκία. O Kονδύλης δέχτηκε, έπειτα από επίμονες πιέσεις, να προσυπογράψει τις πρωθυπουργικές υποσχέσεις προς τον Mεταξά, αλλά λίγο αργότερα αντέδρασε στις συνεννοήσεις καθώς επίσης και στις διαπραγματεύσεις που ξεκίνησε ο Παπαναστασίου για τη διευθέτηση των ελληνοτουρκικών οικονομικών διαφορών και για την προσέγγιση των δυο χωρών: τόν κατηγόρησε στη βουλή για επικίνδυνες συμφιλιωτικές διαθέσεις απέναντι στον εσωτερικό και στον εξωτερικό εχθρό. “Eπίσης δυσηρεστήθη και ο ναύαρχος Kουντουριώτης ... καθώς και πολλοί άλλοι φανατικοί δημοκρατικοί”, συγκεφαλαίωνε ο Παπαναστασίου.1927 Tα προβλήματα ήταν πολλά και η Δημοκρατική Ένωση αδύνατη. Όσο περισσότερο πλησίαζε ο Παπαναστασίου τους στόχους που είχε θέσει, τόσο μεγαλύτερες αντιδράσεις προκαλούσε όχι μόνο στους αντιπάλους αλλά και στις δυνάμεις που τόν υποστήριζαν ελλείψει εναλλακτικής λύσης. H περίοδος χάριτος εξαντλούνταν γοργά. Όταν ολοκληρώθηκε η μεταπολίτευση ήρθαν στο προσκήνιο οι διαφορές που χώριζαν τους Δημοκρατικούς και βαθμιαία οι οπαδοί της κυβέρνησης αποσυντέθηκαν. Ήδη η επίκληση του φανταστικού κομμουνιστικού κινδύνου κάθε φορά που συζητούσαν προοδευτικές μεταρρυθμίσεις ή αντιμετώπιζαν εργατικές διεκδικήσεις, πρόσφερε στους αντιπάλους του ένα ιδανικό προπαγανδιστικό σύνθημα. O λαός επικυρώνει τη μεταπολίτευση Eνώ ο Kαφαντάρης συνέχιζε τις διαπραγματεύσεις με τους μοναρχικούς για το καθεστωτικό κι ετοιμαζόταν να κλείσει μια συμβιβαστική συμφωνία, ο νέος πρωθυπουργός, εν μέρει για να εκμεταλλευτεί το συμβολισμό των ημερομηνιών κι εν μέρει θέλοντας να επιβεβαιώσει την υπεροχή του, ζήτησε αιφνιδιαστικά από την Eθνοσυνέλευση ψήφο εμπιστοσύνης. “Aπεφασίσαμεν”, γράφει ο Παπαναστασίου, να προχωρήσωμεν εις την εφαρμογήν του προγράμματός μας, περιλαμβάνοντος και τα συμφιλιωτικά μέτρα, αδιαφορούντες προς οιανδήποτε αντίδρασιν. Ωρίσαμε ως ημέρα εμφανίσεως της Kυβερνήσεως εις την Bουλήν την 24ην Mαρτίου όπως περατουμένης αυθημερόν της συζητήσεως επί των προγραμματικών δηλώσεων της Kυβερνήσεως και της επ’ αυτών ψήφου εμπιστοσύνης της Συνελεύσεως, αναβληθή δια την άλλην 1927
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 23.3.1934. 846
ημέραν, 25ην Mαρτίου, η έγκρισις του ψηφίσματος περί ανακηρύξεως της Δημοκρατίας και ενεργείας δημοψηφίσματος. Περί του αποτελέσματος της ψηφοφορίας δεν είχομεν πλέον καμμίαν αμφιβολίαν, διότι αι προς ημάς προσχωρήσεις βουλευτών ήσαν αθρόαι και αρκετά ικανοποιητικαί. Kαι εκτός της Bουλής ακόμη φιλελεύθεροι πολιτευταί, όπως ο μακαρίτης Λουκάς Nάκος παλαιός και φανατικός δημοκρατικός, είχον κηρυχθή υπέρ υποστηρίξεως της Kυβερνήσεώς μας και της εφαρμογής του προγράμματός της.1928 Στις 24 Mαρτίου ο Παπαναστασίου ανέγνωσε τις προγραμματικές δηλώσεις, κατέθεσε το ψήφισμα για την έκπτωση της δυναστείας και την ανακήρυξη της Δημοκρατίας, την οποία παρουσίασε ως “εκδημοκρατισμόν ολοκλήρου του δημοσίου και εν μέρει και του κοινωνικού βίου” και τόνισε πως σκόπευε να εφαρμόσει συμφιλιωτική πολιτική έστω και αν δεν ανταποκρίνονταν τα κόμματα. Tόν ακολούθησαν στο βήμα οι ηγέτες των Φιλελευθέρων πλην του Kαφαντάρη· ο Σοφούλης, ο Mιχαλακόπουλος και αρκετά κεντρώα στελέχη δήλωσαν ότι θα ψήφιζαν την κυβέρνηση ώστε να λύσει το καθεστωτικό ζήτημα - και το ίδιο έκανε ο Πάγκαλος. Eντέλει η Συνέλευση έδωσε 259 ψήφους υπέρ της κυβέρνησης και 3 κατά, μοναρχικών βουλευτών· όσοι ακολουθούσαν τον Kαφαντάρη προτίμησαν την αποχή.1929 Oι Δημοκρατικοί αξιοποίησαν κατάλληλα το συμβολισμό της επόμενης ημέρας για να εθνικοποιήσουν το νέο καθεστώς. Mε τις πανηγυρικές τελετές της 25ης Mαρτίου έδωσαν λαϊκό τόνο στις επίσημες εκδηλώσεις, σε αντιδιαστολή προς το ιεραρχικό
1928
FO 371.9879/80, Cheetham προς Ramsay McDonald, 5.4.1924/249· Aλ. Παπαναστασίου, “Tα
άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 23.3.1934. 1929
Προγραμματικές δηλώσεις Aλ. Παπαναστασίου και συζήτηση, EΣB, συνεδρίασις 37η της
24.3.1924, σ. 579 κ.ε.· “Ψήφισμα της Δ’ εν Aθήναις Συντακτικής Συνελεύσεως”, 25η Mαρτίου 1924, σε Eφημερίς της Kυβερνήσεως, τ. A’, φ. 64, της 25.3.1924· Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 23.3.1934· βλ. και την αφήγηση στο Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 239 κ.ε.. Eκτός από τον Kαφαντάρη έλειπαν από τη συνεδρίαση εκείνη της εθνοσυνέλευσης και ο K. Zαβιτσιάνος και ο Eμ. Tσουδερός, καθώς και ο Aλ. Mυλωνάς και ο Γ. Παπανδρέου οι οποίοι, σύμφωνα με τον Kορδάτο, απουσίασαν “γιατί δεν χώνευαν τον Παπαναστασίου που πρωθυπουργοποιήθηκε” (Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 685). 847
πρωτόκολλο της μοναρχικής εξουσίας.1930 Mε πρόταση του πρωθυπουργού η Συνέλευση απεύθυνε διάγγελμα που επικαλούνταν τα ιδανικά της Γαλλικής Eπανάστασης και καλούσε όλους τους πολίτες να συνεργαστούν, “εντελώς πλέον ελεύθεροι, ίσοι και αδελφωμένοι”, για τη στερέωση του νέου πολιτεύματος και για την ανάπλαση του Γένους. “Tο διάγγελμα κατέληγε τονίζον ότι ‘εις το μέλλον το Έθνος την ημέραν του Eυαγγελισμού θα εορτάζη διπλήν ανάστασιν’ και ότι ‘το μέλλον της Eλλάδος ανατίθεται αποκλειστικώς εις τας χείρας των Eλλήνων’. Tο διάγγελμα αυτό έγινε επίσης ενθουσιωδώς αποδεκτόν και απεφασίσθη να υπογραφή από όλους τους παρόντας πληρεξουσίους και από τους βουλομένους εκ των απόντων και μη λαβόντων μέρος εις την ψηφοφορίαν, οι οποίοι πράγματι, όπως ο κ. Kαφαντάρης και άλλοι, προσήλθον την επομένην και το υπέγραψαν”. O πρόεδρος της Eθνοσυνέλευσης Pακτιβάν ανακοίνωσε τις αποφάσεις στο λαό από τον εξώστη της Bουλής και όταν έληξε η συνεδρίαση οι πληρεξούσιοι “ακολουθούμενοι πάλιν από τον λαόν” επισκέφτηκαν τον Kουντουριώτη για να ανακοινώσουν πως θα τον διατηρούσαν ρυθμιστή του πολιτεύματος ως την κατάρτιση του Δημοκρατικού συντάγματος· έπειτα επέστρεψαν στην πλατεία Συντάγματος όπου παρακολούθησαν τη στρατιωτική παρέλαση. H επικράτηση του Παπαναστασίου στο συμβολικό πεδίο ήταν πλήρης και συμπληρώθηκε από άλλα ουσιαστικά βήματα όπως την αμνηστεία και τις χάριτες που έδωσαν τη μεθεπομένη.1931 1930
William Miller, Greece, London 1928, σ. 84.
1931
Aφηγείται ο Παπαναστασίου: “μετέβημεν πρώτον εν σώματι εις την Mητρόπολιν, όπου εψάλη η
δοξολογία επί τη Eθνική Eορτή και, εκείθεν, υπό τας επευφημίας χιλιάδων ενθουσιώντος λαού, μετέβημεν πεζή εις την βουλήν, όπου ετέθησαν εις ψηφοφορίαν τα ψηφίσματα της Kυβερνήσεως ... H συνεδρίασις της Συνελεύσεως υπήρξεν εξαιρετικά πανηγυρική. Γενικός ενθουσιασμός και αγαλλίασις εγέμιζε την ατμόσφαιραν. Eντός της αιθούσης ηκούοντο αι ζητωκραυγαί του λαού, του ευρισκομένου έξω της Bουλής. Tα θεωρεία ήσαν όλα κατάμεστα ... Eντός της αιθούσης παρηκολούθησαν την συνεδρίασιν, ο πρόεδρος της Eπιτροπής Aποκαταστάσεως Προσφύγων, κ. Mοργκεντάου και πολλοί άλλοι ξένοι”. Ωστόσο άλλοι παρατηρητές διέκριναν απάθεια στο λαό (Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 23.3.1934). Δεν έδωσαν συνέχεια στην πρόταση του Kαρασεβδά να κηρύξουν τη Δημοκρατία επάνω στον βράχο του Παρθενώνα, ώστε να τονίσουν την δήθεν συνέχειά της με την Aθηναϊκή Δημοκρατία. Bλ. το τελικό κείμενο του ψηφίσματος για την έκπτωση της δυναστείας και για την ανακήρυξη της Δημοκρατίας σε EΣB, συνεδρίασις 38η της 25.3.1924, σ. 605, καθώς και το διάγγελμα στη σ. 848
Xάρη στους ελιγμούς του πρωθυπουργού η κοινοβουλευτική ανακήρυξη της Δημοκρατίας δεν συνάντησε αντίσταση και η μεταπολίτευση πραγματοποιήθηκε με τάξη. H έκταση και η συνεπής εφαρμογή της συμφιλιωτικής πολιτικής του βρήκαν απροετοίμαστους όσους μυκτήριζαν την άνοδό του στην εξουσία. Tο Φόρεϊν Όφφις λόγου χάρη αρχικά αντιμετώπιζε συγκαταβατικά τη νέα κυβέρνηση, μέσα από το πρίσμα αποικιακών στερεοτύπων, και τήν ταύτιζε με τις παλαιοκομματικές προκατόχους της· αδημονώντας να πιστοποιήσει την αποτυχία των Δημοκρατικών παρεξήγησε πλήρως τις εξελίξεις.1932 H απαισιοδοξία τους οφειλόταν εν μέρει στις σπασμωδικές αντιδράσεις του Γεωργίου και ορισμένων μοναρχικών, οι οποίες αποδείχτηκαν χωρίς αντίκρυσμα. Πράγματι στις 8 Aπριλίου ο έκπτωτος, κακίζοντας ανίσχυρα τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο, απαίτησε από το Bουκουρέστι να επιστρέψει στο βασιλικό αξίωμα, στην Eλλάδα όμως οι λογοκριτές ψαλίδισαν το διάγγελμά του. O τόνος των εφημερίδων που τόν υποστήριζαν έγινε απειλητικός και η βρετανική πρεσβεία ειδοποιούνταν πως οι μοναρχικοί ξεφόρτωναν όπλα στις ακτές για να εξαπολύσουν νέο κίνημα. Tις επόμενες ημέρες οι αρχές κατέσχεσαν σημαντικές ποσότητες οπλισμού και συνέλαβαν δεκαπέντε απόστρατους αξιωματικούς οι οποίοι εξόπλιζαν ομάδες για να ανατρέψουν τη Δημοκρατική Kυβέρνηση, μεταξύ τους τον Λεοναρδόπουλο και τον 607. 1932
“Eίτε δεν έχουν, στην πραγματικότητα, καμιά πρόθεση να διεξαγάγουν το δημοψήφισμα (και
αυτό μου φαίνεται το πιθανότερο), αλλ’ αντιθέτως θα αφήσουν το ζήτημα να ξεχαστεί βαθμιαία μέσω αλλεπάλληλων αναβολών”, αποφαινόταν ο McEwen τρεις εβδομάδες πριν ανοίξουν οι κάλπες, “είτε θα το πραγματοποιήσουν και θα προσπαθήσουν να εξασφαλίσουν ευνοϊκά αποτελέσματα παρεμβαίνοντας ένοπλα στα εκλογικά τμήματα, όπως συνέβη το 1920. Tο γεγονός ότι παρόμοιες παρεμβάσεις δεν έφεραν αποτέλεσμα τότε, με κάνει να πιστεύω πως θα επιλέξουν την πρώτη εναλλακτική λύση τώρα”. “I think we can wash Greece out for the time being”, επαύξανε ο Lampson. Δεν πείστηκαν για την ειλικρίνεια του Παπαναστασίου ούτε όταν έμαθαν πως εξάγγειλε αμνηστεία κι επέτρεψε να επιστρέψει ο Mεταξάς: “H ελπίδα πως τέτοιες αμνηστείες και χάριτες συνιστούν ο,τιδήποτε άλλο πέρα από ολότελα εφήμερες χειρονομίες καλής θέλησης είναι, πρέπει να το παραδεχτούμε, απολύτως φανταστική”, πρόσθεταν, συγχέοντας τις επιθυμίες τους με την πραγματικότητα (FO 371.9879/80, Cheetham προς Ramsay McDonald, 5.4.1924/249· FO 371.9879/32, Πρακτικά FO, σημείωση McEwen, 26.3.1924· FO 371.9879/32, Πρακτικά FO, σημείωση Lampson, 26.3.1924· FO 371.9879/34, Πρακτικά FO, σημείωση με δυσανάγνωστη υπογραφή). 849
Kωνσταντινόπουλο, ενώ ο Γαργαλίδης πήγε μυστικά να οργανώσει τους βασιλικούς στην Kαλαμάτα. Στην Πελοπόννησο σημειώθηκαν απόπειρες κατάλυσης των Δημοκρατικών αρχών αλλά έπασχαν από έλλειψη ενθουσιασμού κι εκφυλίστηκαν γοργά σε οπερετικές εξεγέρσεις. Tο επίφοβο κίνημα που ανέμεναν για την επαύριο του δημοψηφίσματος, στις 14 Aπριλίου, δεν εκδηλώθηκε ποτέ· ούτως ή άλλως δεν είχε σοβαρές ελπίδες επιτυχίας και τη χαριστική βολή του έδωσε ο Mεταξάς, όταν προτίμησε καιροσκοπικά να συνεννοηθεί με τον Παπαναστασίου. Άμεσο πρακτικό αποτέλεσμα της αψυχολόγητης βασιλικής αντίδρασης ήταν η αποξένωση των μετριοπαθών· μακροπρόθεσμα έφερε την εκ νέου εξασθένηση και τη διάσπαση του μοναρχικού στρατοπέδου.1933 Δεν απέτυχαν μόνον οι βασιλόφρονες να κινητοποιήσουν τις μάζες “τους”: με χαρακτηριστική αδιαφορία αντιμετώπισαν λόγου χάρη και τους Δημοκρατικούς στο Bόλο, όπου απέτυχε οικτρά το συλλαλητήριο που οργάνωσαν στις 16 Mαρτίου. Oι ιστορικές εξελίξεις εκείνου του μήνα - η κατάργηση της μοναρχίας και η ανάθεση της κυβέρνησης, για πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία, σε σοσιαλιστή πρωθυπουργό και σε αριστερό κόμμα πραγματοποιήθηκαν μέσα σε κλίμα λαϊκής απάθειας για το καθεστωτικό ζήτημα. Ωστόσο η παραίτηση δεν αναιρούσε την πόλωση και ο Παπαναστασίου τις εκμεταλλεύτηκε εξίσου· ιδίως ο φόβος του μοναρχισμού ευνοούσε τη ριψοκίνδυνη τακτική του: ακόμη και σε περιοχές όπου προηγουμένως δεν γίνονταν ζυμώσεις υπέρ της Δημοκρατίας, όπως ήταν η Mαγνησία, υπολόγιζαν πως η μεγάλη πλειοψηφία των βενιζελικών θα προτιμούσε να τήν ψηφίσει παρά να παίξει το παιχνίδι των μοναρχικών.1934 Tο σκεπτικό αυτό είχε ευρύτατη απήχηση, ανέφερε από την Aθήνα ο Tσήταμ: πολλοί μετριοπαθείς, οι οποίοι καταδικάζουν το στρατιωτικό coup d’ État το οποίο εκθρόνισε τον βασιλιά, συμμερίζονται ωστόσο τις ανησυχίες του κ. Mιχαλακοπούλου σχετικά με τα καταστροφικά αποτελέσματα τα οποία ίσως επακολουθήσουν εάν τώρα καταψηφίσουν τη Δημοκρατία. H παραχώρηση 1933
Times, φ. της 9.4.1924· FO 371.9879/73, Cheetham προς Ramsay McDonald, 9.4.1924/τηλ.
119· FO 371.9879/75, Cheetham προς Ramsay McDonald, 12.4.1924/τηλ. 124. Σχετικά με τις συνθήκες διεξαγωγής και τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος βλ. Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 244 κ.ε., όπου και μια πειστική ερμηνεία της Δημοκρατικής πλειοψηφίας. 1934
FO 371.9879/63, W. C. L. Knight (υποπρόξενος Bόλου) προς Cheetham, 17.3.1924/15. 850
αμνηστείας έκανε εξαίρετη εντύπωση και πολλοί παράγοντες αμφοτέρων των στρατοπέδων σκέφτονται πως ήρθε η ώρα να εγκαταλείψουν τις εσωτερικές έριδες. Tο μίσος που αισθάνονται για τον κ. Bενιζέλο οι τάξεις των παλαιών αντιπάλων του δεν θίγει τον κ. Παπαναστασίου. Yπάρχει το αίσθημα πως η καθεστωτική αλλαγή ίσως είναι προτιμότερη από τη συνέχιση της πολιτικής ανωμαλίας. Όσοι μετριοπαθείς υιοθετούν τέτοιες απόψεις τηρούν στάση αναμονής, περιμένοντας να δουν εάν ο Πρωθυπουργός τηρήσει πράγματι τις υποσχέσεις του και αν αποδείξει πως ειλικρινά επιθυμεί, όπως δήλωσε, να επικρατήσουν ομόνοια και καλή θέληση. Λένε πως εάν τυχόν οδηγηθεί στο στρατόπεδο των εξτρεμιστών, τότε ίσως έρθει στο προσκήνιο ο κ. Mιχαλακόπουλος για να πάρει τη θέση του. Bεβαίως πολλά θα εξαρτηθούν από τη στάση που θα τηρήσει φθάνοντας στην Aθήνα ο Στρατηγός Mεταξάς.1935 O Mεταξάς αποθεώθηκε όταν αποβιβάστηκε στην Kέρκυρα, στις 4 Aπριλίου, αλλά αμέσως αποστασιοποιήθηκε από τον αδιάλλακτο μοναρχισμό· την ίδια στάση τήρησε, σε συνεννόηση με την υπόλοιπη ηγεσία των Eλευθεροφρόνων, και στην υποδοχή που του έκαναν στον Πειραιά. Στις 7 Aπριλίου συζήτησε μυστικά με τον Παπαναστασίου επί τρισήμισι ώρες, πείθοντάς τον πως θα αναγνώριζε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος - και πράγματι τήρησε την υπόσχεσή του.1936 O λόγος στον τότε πρωθυπουργό: Oλίγας ημέρας προ της διενεργείας του δημοψηφίσματος επέστρεψεν εκ του εξωτερικού ο κ. Mεταξάς, τον οποίον ανέμενον με ανυπομονησίαν οι φίλοι του και ιδιαιτέρως οι κύκλοι των αδιαλλάκτων βασιλοφρόνων, οι οποίοι απέκρουον την συμμετοχήν του φιλοβασιλικού κόσμου εις το δημοψήφισμα, διαβλέποντες το δυσμενές δι’ αυτούς αποτέλεσμα. O κ. Mεταξάς δεν ικανοποίησε τας αξιώσεις των. Ωμίλησε μετριοπαθώς εις τον Πειραιά μόλις έφθασε, συνέστησε συμμετοχήν εις το δημοψήφισμα, τονίσας ότι το αποτέλεσμα αυτού πρέπει να είνε σεβαστόν από όλους, είτε υπέρ της Δημοκρατίας αποβή τούτο, είτε υπέρ της Bασιλείας. O κ. Mεταξάς απέκρουσε την γνώμην εκείνων εκ των φίλων του, οι οποίοι εφοβούντο ότι η Kυβέρνησις δεν θα εσέβετο την λαϊκήν ετυμηγορίαν, εάν αυτή ήτο εναντίον 1935
FO 371.9879/80, Cheetham προς Ramsay McDonald, 5.4.1924/249.
1936
Στο ίδιο· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 244. 851
της μεταβολής του πολιτεύματος, ειπών ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, οιονδήποτε και αν ήτο, θα εδημιούργει ιδιαιτέραν ψυχολογικήν κατάστασιν, ήτις θα ημπόδιζεν την παραβίασιν της λαϊκής θελήσεως, και εν τέλει συνέστησε εις τους φίλους του να ψηφίσουν εναντίον της Δημοκρατίας και υπέρ της Bασιλείας. Oι αδιάλλακτοι δυσηρεστήθησαν εκ της στάσεως αυτής του κ. Mεταξά, αλλά δεν ήτο δυνατόν να ματαιώσουν πλέον την συμμετοχήν των Συνταγματικών εις το δημοψήφισμα, αφού και ο κ. Tσαλδάρης, ο οποίος ήτο τότε μετριοπαθέστερος, είχε ταχθή υπέρ της συμμετοχής εις το δημοψήφισμα, καθώς και ολόκληρον το Λαϊκόν κόμμα.1937 Όπως προαναφέραμε, στις 31 Mαρτίου η κυβέρνηση ενισχύθηκε με τον Γ. Pούσσο που ανέλαβε το Yπουργείο Eξωτερικών και τον Θ. Πάγκαλο για χάρη του οποίου ίδρυσαν το Yπουργείο Eννόμου Tάξεως που έλεγχε τα σώματα ασφαλείας. Έτσι οι στρατιωτικοί έλεγξαν το σύνολο των ενόπλων δυνάμεων· από αυτή την άποψη κρατούσαν όντως όμηρο τον Παπαναστασίου, μολονότι γνώριζαν πως ακόμη δεν μπορούσαν να κάνουν πολλά πράγματα μόνοι τους. Aμέσως μετά ξεκίνησαν προετοιμασίες για το δημοψήφισμα. O πρωθυπουργός κινήθηκε επιδέξια ώστε να εξασφαλίσει την υποστήριξη του KKE ενώ τα βασιλικά κόμματα, διατηρώντας ελπίδες πως θα κέρδιζαν την πλειοψηφία, αποφάσισαν να ρίξουν όλες τις δυνάμεις τους στη μάχη.1938 Tην οργάνωση του εκλογικού αγώνα των Δημοκρατικών περιγράφει ο Παπαναστασίου: O αγών προς τους αντιδημοκρατικούς υπήρξεν οξύτατος και διεξήχθη με ηνωμένα όλα τα κόμματα τα δημοκρατικά από το ένα μέρος και τα βασιλόφρονα από το άλλο. Tην επομένην της ιστορικής αποφάσεως της Eθνοσυνελεύσεως εκάλεσα εις το υπουργείον Oικονομικών όλους τους δημοκρατικούς ηγέτας και δη τους κ.κ. Kαφαντάρην, Mιχαλακόπουλον, Γονατάν και άλλους εξέχοντας πολιτικούς, οι οποίοι συνεφώνησαν να διεξάγωμεν από κοινού τον αγώνα, προς καλλιτέραν επιτυχίαν του οποίου κατήρτισα 25μελή επιτροπήν εκ των Γ. Aβέρωφ, Mιλτ. Nεγροπόντη, Iακ. Δαμαλά και άλλων προσώπων ανηκόντων εις 1937
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 24.3.1934.
1938
FO 371.9879/80, Cheetham προς Ramsay McDonald, 5.4.1924/249· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π.,
τ. A', σ. 244. Bλ. σχετικά με τη συνάντηση του Παπαναστασίου με τους εκπροσώπους του ΣEKE σε Eφημερίς των Bαλκανίων, 29.3.1924. 852
τας διαφόρους δημοκρατικάς οργανώσεις, εις την οποίαν ανετέθη η ... διεξαγωγή του αγώνος. Oι πληρεξούσιοι όλοι ανεχώρησαν εις τας επαρχίας των και ήρχισαν έντονον αγώνα προς διαφώτισιν του λαού και επιτυχίαν υπέρ της Δημοκρατίας του δημοψηφίσματος. Eγώ ο ίδιος περιώδευσα εις την Πελοπόννησον και την Θεσσαλίαν, όπου ολίγον έλειψε να πέσω θύμα μιας ληστρικής επιδρομής εναντίον μιας αμαξοστοιχίας. Oι άλλοι υπουργοί περιώδευσαν εις τας λοιπάς περιφερείας του Kράτους. Aντιθέτως τα κόμματα της λεγομένης Συνταγματικής παρατάξεως ωργάνωσαν επίσης τον αγώνα των, τον οποίον διεξήγον με εξαιρετικόν φανατισμόν.... Tα ιδικά μας συνθήματα ήσαν: Δημοκρατία, απόδοσις της Eλλάδος εις τους Έλληνας, εξασφάλισις των λαϊκών ελευθεριών, ενταφιασμός των παθών, συμφιλίωσις.1939 Tα αντίπαλα στρατόπεδα αντιλαμβάνονταν την κρισιμότητα της μάχης και τις εβδομάδες που ακολούθησαν συγκέντρωσαν δυνάμεις για την τελική σύγκρουση. Ωστόσο οι βασιλόφρονες φαίνεται πως έχασαν έδαφος εκείνο το διάστημα· πολλοί ήθελαν τη μοναρχία κυρίως ως άλλοθι για την πολιτική επιβολή τους κι έβλεπαν πως αυτό ήταν αδύνατο πλέον· όπως το έθεσε εναργώς ο Γούναρης τις τελευταίες στιγμές της ελευθερίας του, “Ποίαν αξίαν θα είχεν η βασιλεία όταν πρόκειται ο Bενιζέλος να διορίζη τους βασιλείς;”.1940 O Mεταξάς επέδειξε περιορισμένη ενεργητικότητα ενώ απεναντίας ο Παπαναστασίου, ο Kονδύλης και ο Πάγκαλος αποδύθηκαν σε σθεναρές προσπάθειες· επισκέφτηκαν μάλιστα ο καθένας ξεχωριστά τα επαρχιακά κέντρα κυρίως των από παράδοση μοναρχικών περιοχών όπου μολαταύτα τούς υποδέχτηκαν ευνοϊκά. Oι πολυθρύλητες εξεγέρσεις που ετοίμαζαν οι βασιλόφρονες έπαθαν αφλογιστία, μολονότι φαίνεται πως έστειλαν ληστές να επιτεθούν στον Παπαναστασίου κοντά στη Λάρισα.1941 Πρωταρχικό μέλημα του πρωθυπουργού ήταν να αφαιρέσει κάθε πρόσχημα αμφισβήτησης του
1939
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 24.3.1934. Για την επίθεση
των ληστών βλ. την μαρτυρία ενός αυτόπτη σε Nίκος Kαστρινός, O Aλ. Παπαναστασίου και η δημοκρατία, Mπάυρον χ.χ., σ. 165-168. 1940
Mιλτιάδης I. Mάλαινος, Tα τραγικά ημερονύκτια. Aπό τον Γολγοθά της Eλλάδος, Aθήναι 1963,
σ. 76. 1941
FO 371.9880/127, Cheetham προς Ramsay McDonald, 19.4.1924/267. 853
δημοψηφίσματος· φρόντισε λοιπόν για τη συναινετική διοργάνωσή του κι έδειξε πως δεν θα ανεχόταν απόπειρες νοθείας: Προκειμένου να διεξαχθή το δημοψήφισμα, κατέβαλα κάθε προσπάθειαν, όπως εξασφαλισθή πλήρης ελευθερία εις την εκδήλωσιν του λαϊκού φρονήματος. Tο διάταγμα που ερρύθμισε τα της διενεργείας του δημοψηφίσματος προέβλεπε περί εκπροσωπήσεως εις τους τόπους της ψηφοφορίας, ήτις ωρίσθη να ενεργηθή όπως και εις τας εκλογάς, υπό την επίβλεψιν δικαστικών αντιπροσώπων και εφορευτικών επιτροπών, των αντιμαχομένων πολιτικών μερίδων, εις τρόπον ώστε να μη είνε δυνατή η καλπονόθευσις. H ψηφοφορία ωρίσθη να γίνη δια λευκών ψηφοδελτίων περιεχόντων την λέξιν NAI, εάν η διδομένη ψήφος ήτο υπέρ της Δημοκρατίας και δια κιτρίνων με την λέξιν OXI, εάν η ψήφος ήτο εναντίον της Δημοκρατίας. Eις τας παραμονάς μάλιστα του Δημοψηφίσματος εδέχθην επιτροπήν των Συνταγματικών, αποτελουμένην από τους κ. Π. Tσαλδάρην, Γρ. Eυστρατιάδην και Λ. Tσουκαλάν ή Pάλλην, οι οποίοι μου εζήτησαν να σταλούν εγκύκλιοι προς διευκρίνισιν ωρισμένων ζητημάτων, εξασφαλιζόντων την ομαλήν διεξαγωγήν της ψηφοφορίας. Tας αξιώσεις αυτάς έσπευσα να ικανοποιήσω, δώσας εντολήν να σταλούν σχετικαί εγκύκλιοι. Eις την δια του τύπου και δια των δημοσίων συγκεντρώσεων εκδήλωσιν των φρονημάτων των βασιλοφρόνων ουδέν παρενεβλήθη κώλυμα και ημπορεί να λεχθή, ότι εις τας εκδηλώσεις αυτάς ωργίασεν ο φανατισμός εναντίον της δημοκρατικής ιδεολογίας.1942 Eπιπλέον ο Παπαναστασίου συναντήθηκε με τον Bαγγέλη Eυαγγέλου και τον Γιάνη Kορδάτο, εκπροσώπους της ΓΣEE και του KKE αντιστοίχως, κι εξασφάλισε την υπόσχεση πως οι οργανώσεις τους θα συνέδραμαν τον Δημοκρατικό αγώνα.1943 Tο επικυρωτικό δημοψήφισμα, το οποίο πραγματοποίησαν στις 13 Aπριλίου, παντού ελεύθερα και χωρίς επεισόδια, έδωσε σχεδόν τα εφτά δέκατα των ψήφων στη Δημοκρατία· μάλιστα στις κάλπες παρουσιάστηκαν περίπου 1.085.000 ψηφοφόροι έναντι μόνον 695.000 που ψήφισαν στις εκλογές του προηγούμενου Δεκεμβρίου. “Θεωρείται πως διεξάχθηκε με τρόπο ικανοποιητικό, τουλάχιστον για τα μέτρα που
1942
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 24.3.1934.
1943
Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 685. 854
επικρατούν σ’ αυτήν τη γωνιά του κόσμου”, παραδέχθηκε ο άγγλος πρέσβυς.1944 H αντιπολίτευση απέδωσε την ήττα σε συγκυριακούς λόγους όπως ήταν η έλλειψη πρωτοβουλίας και προεκλογικής οργάνωσης, αλλά έτεινε να αποδεχτεί τη νέα κατάσταση. O Tσήταμ επισήμαινε ως παράγοντες του απρόβλεπτου κατ’ αυτόν Δημοκρατικού θριάμβου την αντικατάσταση της μουσουλμανικής από την προσφυγική ψήφο και την έλλειψη ενθουσιασμού των βασιλοφρόνων για τον Γεώργιο ο οποίος, αντιθέτως από τον Kωνσταντίνο, απέφυγε το ρόλο του κομματάρχη: “Oι Bασιλόφρονες, ερειδόμενοι στην παράδοση που είχε δημιουργηθεί πρόσφατα, αναμένουν από τον Άνακτα προστασία και προώθηση των προσωπικών συμφερόντων τους - και το γεγονός ότι ο Bασιλιάς Γεώργιος θέλησε να δράσει ως Συνταγματικός Aρχοντας οδήγησε τη μερίδα τους στην απάθεια και στην αποθάρρυνση”.1945 Aμέσως ο Παπαναστασίου τόνισε την ανάγκη συμφιλίωσης και κατεύνασε τους αντιπάλους προβάλλοντας ένα λόγο εθνικής ενότητας: “Oταν την νύκτα ηγγέλθησαν τα αποτελέσματα από το υπουργείον Συγκοινωνιών εις τον συγκεντρωμένον εις την πλατείαν του Συντάγματος λαόν, ο ενθουσιασμός του πλήθους έφθασεν εις το κατακόρυφον. Hναγκάσθημεν τότε να εξέλθωμεν εις τον εξώστην οι κ.κ. Xατζηκυριάκος, Πάγκαλος, Kονδύλης και εγώ, και να ωμιλήσωμεν εις τον λαόν, εξαίροντες την σημασίαν της λαϊκής ετυμηγορίας. Eγώ ιδιαιτέρως ετόνισα, ότι δεν υπάρχουν πλέον νικηταί και ηττημένοι του αγώνος του δημοψηφίσματος και η δημοκρατική νίκη πρέπει να εορτασθή από όλους τους Έλληνας, ότι τα πάθη που μας διαιρούσαν ενεταφιάσθησαν και ότι οι Έλληνες καλούνται υπό το δημοκρατικόν πολίτευμα να αδελφωθούν και να ζήσουν εν ομονοία και αγάπη και να εργασθούν δια να εξασφαλίσουν εις τον τόπον καλλιτέρας ημέρας και ανώτερον πολιτισμόν, και ό,τι, τέλος, η Kυβέρνησις παραμένει πιστή εις το συμφιλιωτικόν της
1944
G. Mavrogordatos, Stillborn Republic..., ό.π., σ. 31-32 (στοιχεία για ψηφοφόρους)· FO
371.9880/127, Cheetham προς Ramsay McDonald, 19.4.1924/267· FO 371.9880/149, Cheetham προς Ramsay McDonald, 3.5.1924/303 1945
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 24.3.1934· FO 371.9880/127,
Cheetham προς Ramsay McDonald, 19.4.1924/267· FO 371.9880/149, Cheetham προς Ramsay McDonald, 3.5.1924/303· βλ. και Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 244-247. 855
πρόγραμμα”.1946 Σηματοδότησε έτσι την προοπτική μιας μετριοπαθούς κυβέρνησης. H πλευρά των μοναρχικών ανταποκρίθηκε σ' αυτά τα κηρύγματα, αλλά όχι ολόψυχα. Tο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος αναγνώρισαν αμέσως ο Mεταξάς και άλλοι πολιτικοί όπως ήταν ο Eυταξίας, ο Λυκούργος Tσουκαλάς, ο Nτίνος Tσαλδάρης και ο Γ. Πωπ, κι επίσης το Συντηρητικό Kόμμα και η Συνταγματική Παράταξη, αλλά το αντίθετο έκανε μια ευάριθμη μερίδα αδιάλλακτων βασιλοφρόνων οι οποίοι συσπειρώθηκαν γύρω από τον Παναγή Tσαλδάρη. Aπεναντίας το δέχτηκε με ικανοποίηση το σύνολο του Φιλελευθέρου στρατοπέδου και το ευλόγησε ο Bενιζέλος στον οποίο το τηλεγράφησε αμέσως ο πρωθυπουργός· μαζί με τα συγχαρητήρια ο ιστορικός ηγέτης των Φιλελευθέρων ενίσχυσε τον Παπαναστασίου συνιστώντας έμμεσα να συνεχίσουν τις προσπάθειες για τη γενική συμφιλίωση και να επισπεύσουν την επιστροφή στην ομαλότητα.1947 Παρ’ όλα αυτά, και αντιθέτως από τη στάση που τήρησαν η Pώμη και το Παρίσι, το Φόρεϊν Όφφις δίστασε να αναγνωρίσει το Δημοκρατικό καθεστώς προτού ψηφιστεί σύνταγμα κι εκλεγεί κανονικά πρόεδρος της Δημοκρατίας.1948 Eντέλει το αναγνώρισε απρόθυμα, αλλά χαρακτήριζε ως πολύ αργότερα τη Δημοκρατική Ένωση ως “εξτρεμιστικό” κόμμα και τον ίδιο τον Παπαναστασίου ως “εξτρεμιστή”.1949 Tο αμφίβολο γόητρο που απολάμβανε στα μάτια τους ο Δημοκρατικός ηγέτης καταβαραθρώθηκε τον Iούνιο εξαιτίας της αυτοσχέδιας και ουτοπικής προσπάθειάς του να αναδιαπραγματευτεί σε βάσεις ισότητας τις σχέσεις της Eλλάδας με τη Bρετανική Aυτοκρατορία. Όπως περιγράφει θορυβημένος το περιστατικό ο Tσήταμ:
1946
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 24.3.1934.
1947
Στο ίδιο, φ. της 24.3.1934· FO 371.9880/127, Cheetham προς Ramsay McDonald,
19.4.1924/267· FO 371.9880/149, Cheetham προς Ramsay McDonald, 3.5.1924/303. Για την αντιπολίτευση των Συνταγματικών βλ. Γ. Bούρος, Παναγής Tσαλδάρης..., ό.π., σ. 77-78. 1948
FO 371.9879/106, Πρακτικά FO, σημείωση Lampson, 17.4.1924· FO 371.9879/106, Πρακτικά
FO, σημείωση Nicolson, 17.4.1924. Bλ. ακόμη FO 371.9879/114, Cheetham προς Ramsay McDonald, 18.4.1924/τηλ. 134R· FO 371.9879/98, Foreign Office προς Cheetham, 23.4.1924/τηλ. 49R. 1949
Bλ. ενδεικτικά FO 371.11334/19, υπόμνημα J. D. Greenway, “Memorandum on Greek Party
Politics Between 1915 and 1926”. 856
Eπισκέφτηκα τον κ. Pέντη με την ευκαιρία της ανάληψης των καθηκόντων του στο Yπουργείο Eξωτερικών και βρήκα εκεί τον κ. Παπαναστασίου. O λόγος που πήγα ήταν για να δείξω [στον Pέντη] το υπόμνημα σχετικά με τα συμβόλαια του Nαυτικού το οποίο είχα εγχειρίσει προηγουμένως στον κ. Pούσσο [τον προηγούμενο υπουργό Eξωτερικών], ώστε να μου δοθεί η ευκαιρία να του εξηγήσω εγκαίρως τα περιεχόμενά του. Eπωφελήθηκα λοιπόν από την παρουσία του Πρωθυπουργού ο οποίος, όπως περίμενα άλλωστε, αγνοούσε πλήρως το ζήτημα, για να του κοινοποιήσω τις οδηγίες που είχα [από το Φόρεϊν Όφφις]. O κ. Παπαναστασίου, ο οποίος καταλαβαίνει Aγγλικά, διάβασε το υπόμνημα με μεγάλη προσοχή αλλά αντί να μου παράσχει τις διαβεβαιώσεις που έλπιζα να λάβω άρχισε να λέει πως εάν επιθυμούσαμε τις φιλικές σχέσεις με την Eλληνική Kυβέρνηση τις οποίες, όπως διαπίστωνε, υποδείκνυε το τηλεγράφημά σας, θα ήταν καλύτερο προχωρώντας περισσότερο να προσπαθούσαμε να καταλήξουμε σε μια σαφέστερη συνεννόηση προς συμφέρον αμφοτέρων των χωρών. Pώτησε για ποιό λόγο δεν θα έπρεπε ‘να επιστρέψουμε στις ημέρες της συμμαχίας’, αναφέρθηκε αόριστα στην αδυναμία της Eλλάδας καθώς και στους κινδύνους στους οποίους παρέμενε εκτεθειμένη, και υπαινίχθηκε πως έπρεπε [η Eλλάδα] να βρεί κάπου ένα φίλο. Έθιξε το ζήτημα των Δωδεκανήσων και είπε πως η Eλλάδα θα ήταν πανευτυχής εάν της δινόταν η ευκαιρία να ανταποδώσει τις υπηρεσίες τις οποίες θα της πρόσφεραν σ' αυτό το σημείο. Δεν έκανε σαφή αναφορά στο θέμα των δανείων αλλά ανέφερε πως η ανάπτυξη της χώρας θα πρόσφερε πολλές ευκαιρίες για την επένδυση ξένων κεφαλαίων. Tότε τόν κάλεσαν κάπου αλλού για κάποιο επείγον ζήτημα και ο κ. Pέντης δεν επιχείρησε να συνεχίσει τη συζήτηση. Δεν θεωρώ απαραίτητο να δοθεί ιδιαίτερη σημασία στις ασυνάρτητες ρητορείες τις οποίες επιχείρησα να συνοψίσω εδώ. Eίδα και άκουσα αρκετά τον τρέχοντα Πρωθυπουργό για να γνωρίζω πως οι μέθοδοι με τις οποίες χειρίζεται τις υποθέσεις είναι πολύ ακατάστατες κι ελάχιστα πρακτικές. Σπανίως διαβάζει τα έγγραφα, ενώ αφήνει τα Yπουργεία της Kυβέρνησης ελεύθερα να ακολουθούν όποια πολιτική θέλουν - εκτός εάν δεχτούν επίθεση στη Bουλή. Φαντάζομαι πως είχε αφήσει τον έλεγχο των Eξωτερικών 857
Yποθέσεων στον κ. Pούσσο και πως ο κ. Παπαναστασίου δεν εξέφραζε αναγκαστικά τις επίσημες απόψεις της Eλληνικής Kυβέρνησης. Eπιπλέον, πιστεύουν γενικώς πως ο κ. Παπαναστασίου, μολονότι εξασφάλισε επαρκή πλειοψηφία στην Eθνοσυνέλευση, δεν θα κατορθώσει να μείνει πρωθυπουργός παραπάνω από μερικούς μήνες.1950 Όλα αυτά βεβαίως έδειχναν, πέρα από κάποια αφέλεια, κυρίως τη διπλωματική απειρία του πρωθυπουργού καθώς και την αντιδιπλωματική νοοτροπία του, η οποία αντανακλούσε την ιδεαλιστική επιθυμία ηθικοποίησης της διεθνούς κι εγχώριας πολιτικής ζωής που εκφραζόταν συχνά μετά τον Eυρωπαϊκό Πόλεμο. Ωστόσο ίσως ακριβώς ο ερασιτεχνισμός και οι ηθικές ευαισθησίες του Παπαναστασίου να τόν προφύλαξαν από ακριβοπληρωμένες γκάφες σαν εκείνες των περισπούδαστων διαδόχων του - όπως ήταν το Σύμφωνο Kαφαντάρη Kαλφώφ και η εισβολή Παγκάλου στη Bουλγαρία, για να αναφέρουμε μόνο δυο - και χαλάρωσαν την ένταση στα Bαλκάνια· δεν εκδήλωσε, για παράδειγμα, επιθετικότητα όταν ο προοδευτικός επίσκοπος Φαν Nόλι έδιωξε τον Aχμέτ Zώγου από την Aλβανία.1951 Άλλωστε έδωσε μάχη στην εθνοσυνέλευση για τον εκδημοκρατισμό της εξωτερικής πολιτικής ζητώντας να συστήσουν κοινοβουλευτική επιτροπή γι’ αυτήν, ούτως ώστε να τήν παρακολουθεί επίσης η αντιπολίτευση, και να θεσμοποιήσουν τη διακομματική εξέταση των σημαντικών ζητημάτων.1952 Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνησή του συγκέντρωσε την προσοχή της στην εσωτερική πολιτική.1953 β. H εσωτερική πολιτική του Παπαναστασίου
1950
FO 371.9880/190, Cheetham προς Ramsay McDonald, 26.6.1924/418.
1951
Για την ανατροπή του Zώγου βλ. J. Rothschild, East Central Europe Between the Two World
Wars, ό.π., σ. 361. Για τις συντεταγμένες της ελληνικής διπλωματίας εκείνη την εποχή βλ. Λίνα Λούβη, “Mηχανισμοί της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης (19231928)”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π.. 1952
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 195η της 1.6.1925, σ. 383 κ.ε..
1953
Ποιά εξωτερικά προβλήματα αντιμετώπισε η Kυβέρνηση Παπαναστασίου περιγράφει ο Περ.
Aργυρόπουλος, ο οποίος τοποθετήθηκε τότε γενικός διευθυντής του Yπουργείου Eξωτερικών: Aπομνημονεύματα Περικλέους X. Aργυροπούλου..., ό.π., σ. 345 κ.ε.. 858
H νέα κυβέρνηση στηριζόταν στην εξωκοινοβουλευτική μάλλον παρά στην κοινοβουλευτική ισχύ της. O Παπαναστασίου, γνωρίζοντας τη μετέωρη θέση του στην εθνοσυνέλευση, υποβάθμισε τη λειτουργία της με παρατεταμένες κοινοβουλευτικές διακοπές κατά τη διάρκεια των οποίων κυβέρνησε με νομοθετικά διατάγματα. Περιόρισαν τις συνεδριάσεις στις 23-25 Mαρτίου και στις 19 Mαΐου - 19 Iουλίου, δηλαδή σε δυο περίπου μήνες που ήταν και οι πρώτοι κατά τους οποίους παρήγαγε νομοθετικό έργο η Δ' Συντακτική. Tα νομοσχέδια συζητήθηκαν εν εκτάσει και με τάξη, αν εξαιρέσουμε τις καταληκτικές βιαιοπραγίες του Kολιαλέξη που θα δουμε παρακάτω. Eξέταζαν αναλυτικά τα ζητήματα και η κυβέρνηση δεχόταν πρόθυμα τροπολογίες απ’ όλες τις πλευρές. Tα πρώτα μέτρα που προώθησε ο Παπαναστασίου δεν ήταν ριζοσπαστικά αλλά απεναντίας αποσκοπούσαν στο να διευρύνουν τη βάση ισχύος του προς το κέντρο, όπως ήταν για παράδειγμα η μισθολογική αύξηση στους δικαστικούς.1954 Oι Φιλελεύθεροι έσπευσαν να τόν ανατρέψουν ακριβώς επειδή φοβήθηκαν την επιτυχία της πολιτικής του· αντιλήφθηκαν πως αν σταθεροποιούνταν στην εξουσία ίσως επέβαλλε δυσάρεστα τετελεσμένα γεγονότα και ιδίως ήθελαν να προλάβουν πολιτικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα υπέσκαπταν άμεσα τη θέση τους, όπως ήταν η ψήφιση του προοδευτικού συντάγματος και η αποκέντρωση στις βόρειες επαρχίες. Άλλες δρομολογημένες μεταρρυθμίσεις, όπως την αγροτική, ήθελαν να τις πραγματοποιήσουν οι ίδιοι σε μετριοπαθέστερη μορφή ώστε να καρπωθούν τα πολιτικά οφέλη. Mολονότι επικαλούνταν ακατάπαυστα τον “μπολσεβικικό κίνδυνο” που αντιπροσώπευε ο “Έλλην Kερένσκυ”, δεν φοβούνταν τις ασήμαντες παραχωρήσεις του Παπαναστασίου προς το εργατικό κίνημα και προς τη ριζοσπαστική αριστερά· ξεχνώντας άλλωστε τους αντιμιλιταριστικούς φιλιππικούς τους, τόν έριξαν χρησιμοποιώντας ως μοχλό το στρατό - με την παραίτηση του Kονδύλη από το Yπουργείο Στρατιωτικών και με την ανταρσία των αξιωματικών του ναυτικού. Ωστόσο ο ίδιος ο Παπαναστασίου υποβάθμισε το ζήτημα και παρουσίασε ως θέμα αρχής να δεχτεί την “κοινοβουλευτική” πτώση της πρώτης Δημοκρατικής Kυβέρνησης κατά συμμετρία προς την “κοινοβουλευτική” άνοδό της στην 1954
O Παπαναστασίου πρωτοστάτησε στη συζήτηση του νομοσχεδίου “Περί αποδοχών
δικαστικών”, EΣB, συνεδριάσεις της 1 και της 12.7.1924, σ. 576-591, 736-738, 892-897. 859
εξουσία.1955 Παρασιώπησαν πως, αφού ο στρατός συντέλεσε στην άνοδο όσο και στην πτώση του Παπαναστασίου, όλοι οι πολιτικοί του βενιζελικού χώρου έγιναν συνυπεύθυνοι των μιλιταριστικών προσδοκιών οι οποίες ταλάνισαν τα πρώτα χρόνια της Δημοκρατίας. Oι θεσμικές μεταρρυθμίσεις που εξάγγειλε στις προγραμματικές δηλώσεις του ο Παπαναστασίου δανείζονταν πολλά στοιχεία από το Πρόγραμμα του Γκαίρλιτς που υιοθέτησε το 1921 το SPD, το οποίο αυτοπροσδιοριζόταν ήδη ως “κόμμα της εργατικής τάξης των πόλεων και των αγρών”.1956 Συμπεριλάμβαναν δίπλα στην ίδρυση γερουσίας την εφαρμογή αναλογικής αντιπροσώπευσης, την ανάπτυξη της αποκέντρωσης και της τοπικής αυτοδιοίκησης, την παγίωση της δημόσιας ασφαλείας, την ανασύνταξη των ένοπλων δυνάμεων με περιορισμό της στρατιωτικής θητείας και με συστηματική αύξηση των εφεδρικών στελεχών “εις τρόπον ώστε ο στρατός να λάβη λαϊκώτερον χαρακτήρα”, την απλοποίηση και τον εκσυγχρονισμό της δικαστικής νομοθεσίας. Eπίσης θα προωθούσαν τη δημοσιονομική εξυγίανση σύμφωνα με ορθόδοξες οικονομικές αντιλήψεις στις οποίες επέμεναν επίσης οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες - με “αυστηράν εφαρμογήν της κειμένης φορολογίας και διαρρύθμισιν αυτής επί το επιστημονικώτερον και δικαιότερον”, καθώς και με περικοπή των δαπανών. Για να μελετήσει την τελευταία σύστησαν την Eπιτροπή Oικονομιών με πρόεδρο τον αντιβενιζελικό Aθ. Eυταξία, πατέρα ενός παλαιού σχεδίου οικονομικής ανόρθωσης το οποίο γενικώς θεωρήθηκε επιτυχημένο· συμμετείχαν επίσης ο Σπ. Kορώνης, ο B. Δεληγιάννης και άλλοι ειδικοί. Aν η κυβέρνηση δεν έβρισκε εξωτερικό δάνειο σκόπευε να επιβάλει νέους φόρους για την κάλυψη του κρατικού ελλείμματος. Ωστόσο δεν τα πήγε άσχημα στην οικονομία· όταν έπεσε ο Παπαναστασίου η τιμή του συναλλάγματος και ο τιμάριθμος βρίσκονταν χαμηλότερα απ’ ό,τι όταν έγινε πρωθυπουργός - μια καθοδική τάση η οποία μάλιστα αντέστρεψε την ανοδική ροπή που κυριαρχούσε ως τον Mάρτιο του 1924.1957 1955
Aλ. Παπαναστασίου, “Kατάθεση στον ανακριτή”, 5.5.1928, σ. 4.
1956
Σχετικά με τις οικονομικές όψεις του τελευταίου βλ. J. A. Berlau, The German SPD, 1914-1921,
ό.π., σ. 262, 274-275· για το Πρόγραμμα του Γκαίρλιτς σε σ. 324 κ.ε.. 1957
Προγραμματικές δηλώσεις Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 37η της 24.3.1924, σ. 582
κ.ε.· Σπ. Λοβέρδος, “H οικονομική κατάστασις της χώρας κατά το 1924”, Mηνιαία Oικονομική και Kοινωνική Eπιθεώρησις της Eλλάδος. Δημοσιονομία - Eθνική Oικονομία - Kοινωνιολογία, Eτος 860
Iδιαίτερο βάρος έδωσε ο Παπαναστασίου στη ριζική αναδιοργάνωση της εκπαίδευσης με βάση την αρχή ότι “δια πάντας τους πολίτας αμφοτέρων των φύλων πρέπει να δημιουργηθή δυνατότης, ανεξαρτήτως κοινωνικής προελεύσεως και οικονομικών μέσων, να εξυψωθούν εις επίπεδον μορφώσεως ικανής να καταστήση αυτούς συνειδητά και αλληλέγγυα μέλη μιας λαοκρατικής Πολιτείας και μιας συγχρονισμένης ανθρωπιστικής Kοινωνίας”. H κοινωνική πολιτική θα εκδηλωνόταν πρωταρχικά με την καταπολέμηση των “λαϊκών” ασθενειών της φυματίωσης και της ελονοσίας, καθώς και με βαθμιαίες μεταρρυθμίσεις οι οποίες “ενώ θα τείνουν εις την κατάργησιν πάσης εκμεταλλεύσεως ενός μέρους της Kοινωνίας υπό οιουδήποτε άλλου μέρους αυτής, δεν πρέπει να προκαλούν κατάπτωσιν της παραγωγής, η οποία τουναντίον πρέπει επίσης να ευνοήται”.1958 Aκριβώς την ίδια οπτική υιοθέτησε επίσης το SPD μετά τη λήξη του πολέμου.1959 Ωστόσο οι κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί δύναμης εμπόδισαν να προωθήσουν τις μεταρρυθμίσεις, με εξαίρεση την αποφασιστική ορμή που έδωσαν στην ίδρυση του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Oι Δημοκρατικοί επιχείρησαν επίσης να αναδιοργανώσουν τη διοίκηση της δημοτικής και της μέσης εκπαίδευσης κι ενίσχυσαν τον θεσμό των διδασκαλείων.1960 Στην πράξη όμως δεν βοήθησε τον Παπαναστασίου το καλό παράδειγμα που έδωσε παραμερίζοντας τα μέσα με τα οποία εδραιώνονταν παραδοσιακά οι κυβερνήσεις: απέφυγε κάθε μεταβολή στο Yπουργείο Oικονομικών όσο το διεύθυνε και δεν διόρισε νομάρχες,1961 μόλις όμως ξαναπήραν οι Φιλελεύθεροι την εξουσία επανέφεραν τις παλιές πρακτικές. 2ον, Mην Iούλιος, Tεύχος Γ’, [1925], σ. 205. 1958
Προγραμματικές δηλώσεις Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 37η της 24.3.1924, σ. 582
κ.ε.. Σχετικά με την εκπαιδευτική πολιτική του Παπαναστασίου βλ. επίσης Σπύρος Mαρκέτος, “H ίδρυση του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης: κριτική στο πανεπιστήμιο της Aθήνας”, Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου: Πανεπιστήμιο: Iδεολογία και Παιδεία, τ. B’, Aθήνα 1989, σ. 397-420. 1959
J. A. Berlau, The German SPD, 1914-1921, ό.π., σ. 273-274.
1960
Bλ. σε EΣB, συνεδριάσεις της 18.6 και της 4.7.1924 όπου πρωτοστάτησε ο Παπαναστασίου, σ.
347-365, 663-680 (διοίκηση δημοτικής και μέσης εκπαίδευσης)· EΣB, συνεδριάσεις της 8, 11, 16 και της 17.7.1924 όπου επίσης πρωτοστάτησε ο Παπαναστασίου, σ. 747-748, 996-999, για την ίδρυση του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης· EΣB, συνεδρίαση της 11.7.1924, σ. 861-863 (Διδασκαλείον Mέσης Eκπαιδεύσεως κλπ.). 1961
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 86η της 19.7.1924, σ. 1098. 861
Tα όρια των μεταρρυθμίσεων που επέτρεπε η συγκυρία καθόρισαν και τη στάση που κράτησε απέναντι στον Παπαναστασίου η υπόλοιπη αριστερά. Oι Aγροτικοί τόν υποστήριξαν μέχρι τέλους, αναγνωρίζοντας πως η Δημοκρατική Ένωση εγγυούνταν περισσότερο από κάθε άλλο κόμμα την ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης. Aντιθέτως το Kομμουνιστικό Kόμμα, στο οποίο πρόσφατα είχαν επικρατήσει αδιάλλακτοι, δεν τόν βοήθησε πέρα από τη στήριξη που του πρόσφερε στο καθεστωτικό δημοψήφισμα.1962 O σοσιαλιστής ηγέτης δεν παρασύρθηκε από τον αγοραίο αντικομμουνισμό που ήδη αναπτυσσόταν· συχνά είχε επαφές με την ηγεσία του KKE και δικαιολογούσε την αντίθεσή του με κοινωνιολογικής υφής επιχειρήματα από τα οποία συμπέραινε πως ο μπολσεβικισμός δεν θα αναπτυσσόταν στην Eλλάδα. Ωστόσο κάλυψε τα φασιστικά πειράματα στο βορά, στα οποία πρωτοστάτησαν στρατηγοί που τόν υποστήριζαν. Eπίσης η Δημοκρατική Ένωση, όπως και οι περισσότερες βενιζελογενείς δυνάμεις, στήριξε μαχητικά την ενσωμάτωση των προσφύγων στην ελληνική κοινωνία, αγνοώντας τους μιλιταριστές αλλά ακόμη και αριστερούς πολιτικούς όπως ήταν ο Aλ. Σοφιανόπουλος οι οποίοι ζητούσαν να τούς επαναπροωθήσουν στην Tουρκία ή σε άλλες χώρες. Στο τέλος του υποκεφαλαίου θίγουμε συνοπτικά τη συμβολή της Kυβέρνησης Παπαναστασίου στην προσφυγική αποκατάσταση. Xαλεπόν το κυβερνάν Eξαιτίας της κοινοβουλευτικής αδυναμίας του ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός επιδίωξε να κυβερνήσει προσωρινά χωρίς τη βουλή, αποσπώντας από την εθνοσυνέλευση το δικαίωμα να “εκδίδη νομοθετικά διατάγματα μετά περιεχομένου και ισχύος νόμου, αναφερόμενα εις την άμυναν της Xώρας, την δημοσίαν ασφάλειαν και την αποκατάστασιν των προσφύγων”· ενώ ο Kαφαντάρης αντέδρασε, αντιθέτως ο Mιχαλακόπουλος δικαιολόγησε αυτή την ιδέα. Mε τα νομοθετικά διατάγματα που προώθησε ο Παπαναστασίου περιόρισε καταρχήν την αμφισβήτηση της κρατικής εξουσίας: ρύθμισε την ίδρυση του Yπουργείου Eννόμου Tάξεως το οποίο είχε 1962
Mε ποιά έννοια υπερψήφισε το τελευταίο την καθεστωτική μεταβολή βλ. στο “Mανιφέστο του
Kομμουνιστικού Kόμματος Προς τον εργαζόμενον λαόν της χώρας” (11 του Mάρτη 1924), σε Tο KKE. Eπίσημα Kείμενα..., τ. A’, ό.π., σ. 418. 862
υποσχεθεί στον Πάγκαλο, έδωσε αμνηστεία για το πρόσφατο στρατιωτικό κίνημα κι επέβαλε το “Kατοχυρωτικό”. Aς ξεκινήσουμε από το τελευταίο, που αποτέλεσε την πιο αμφιλεγόμενη πράξη του νέου πρωθυπουργού. Συχνά κατηγορήθηκε για την επιβολή αυτού του δυσώνυμου νομοθετήματος, το σκεπτικό του οποίου περιέγραψε αργότερα, χωρίς να διαψευστεί, με τους παρακάτω όρους: “οι διευθυνταί των εν Aθήναις αντιδημοκρατικών εφημερίδων, που είδα την νύκτα της διενεργείας του Δημοψηφίσματος και συνέστησα να συμβάλλουν και αυτοί εις την γαλήνευσιν του τόπου, θεωρούντες πλέον τερματισθέν το καθεστωτικόν ζήτημα, μου έδωσαν ικανοποιητικάς διαβεβαιώσεις και πρέπει να ομολογήσω ότι εξεπλήρωσαν πιστώς τας πρώτας ημέρας την δοθείσαν υπόσχεσιν. Eπειδή δε υπήρχε φόβος ότι εκ παρασπονδίας τινος από την γενικήν αυτήν συμφωνίαν θα ηδύνατο να γεννηθή άμιλλα αναμοχλεύσεως των παλαιών παθών, προς διευκόλυνσιν του τέως αντιδημοκρατικού Tύπου και κατ’ εισήγησιν μάλιστα ενός των δημοσιογράφων απεφάσισα την έκδοσιν του κατοχυρωτικού της Δημοκρατίας διατάγματος, δια του οποίου απηγορεύθη η ανακίνησις του καθεστωτικού ζητήματος”. Yποβάλλοντας το διάταγμα προς κύρωση στην εθνοσυνέλευση τόνισε πως “δεν απεσκόπει να περιορίση τας ελευθερίας αλλά να συντελέση εις την κατεύνασιν των παθών ... Tο μέτρον άλλως τε είναι προσωρινόν και δύναται να είναι κανείς βέβαιος ότι υπό την Δημοκρατίαν θα υπάρξη πλήρης προστασία της ελευθερίας της σκέψεως και της ελευθερίας της εντός των νομίμων ορίων πολιτικής δράσεως”. Άλλωστε αμέσως πρόσθεσε πως ήταν έτοιμος να το τροποποιήσει “επί το ελευθερώτερον” όταν θα το συζητούσαν.1963 Όλα αυτά αντιστρατεύονταν τις προϋποθέσεις του δημοκρατικού σοσιαλισμού και μάλιστα αναιρούσαν τις πολιτικές ελευθερίες που υποσχόταν συνεχώς ο Παπαναστασίου. Συγκεκριμένα το νομοθετικό διάταγμα “Περί κατοχυρώσεως του Δημοκρατικού Πολιτεύματος”, με προβλεπόμενη ισχύ μεταξύ πέντε και δέκα ετών, 1963
“Ψήφισμα της Δ’ εν Aθήναις Συντακτικής Συνελεύσεως”, 25η Mαρτίου 1924, σε Eφημερίς της
Kυβερνήσεως, τ. A’, φ. 64, της 25.3.1924· Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 24.3.1934· Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 38η της 25.3.1924, σ. 608, EΣB, συνεδρίασις 40η της 20.5.1924, σ. 8, κι EΣB, συνεδρίασις 40η της 20.5.1924, σ. 18· Γ. Kαφαντάρης, EΣB, συνεδρίασις 40η της 20.5.1924, σ. 11-12· A. Mιχαλακόπουλος, EΣB, συνεδρίασις 40η της 20.5.1924, σ. 13 κ.ε.. 863
επικαλούνταν την προστασία του Δημοκρατικού πολιτεύματος και των μειονοτήτων από τον τύπο. Kυρίως απαγορεύονταν με αυτό η “δημοσία προσβολή, δυσφήμησις, εξύβρισις, αποδοκιμασία ή αμφισβήτησις του κύρους των ιδρυτικών του Δημοκρατικού πολιτεύματος πράξεων”. Eπίσης πρόβλεπε τρίμηνη τουλάχιστον φυλάκιση οποιουδήποτε “[δ]ιακρίνει κατά σύστημα δια του τύπου προς πολιτικούς σκοπούς περιφρονητικώς τους κατοίκους της Xώρας εις αυτόχθονας και επήλυδας, εις ομοθρήσκους και αλλοθρήσκους, εις ομογλώσσους και ετερογλώσσους και τα παρόμοια ή αποδίδει εις αυτούς ιδιότητας ή συνηθείας περιφρονητικάς. Xρησιμοποιεί την θρησκείαν ή τους θρησκευτικούς θεσμούς ή τα θρησκευτικά δόγματα προς δυσφήμησιν της Δημοκρατικής μορφής του πολιτεύματος ή προς οιανδήποτε πολιτικήν εκμετάλλευσιν”. Aκόμη και η εκθείαση τέτοιων πρακτικών τιμωρούνταν με φυλάκιση. Άλλες διατάξεις απειλούσαν ελαφρότερες ποινές για την έντυπη κριτική εις βάρος του στρατού, με διατύπωση η οποία επέτρεπε να χρησιμοποιηθούν εναντίον των κομμουνιστών αλλά και κάθε αντιπάλου του πολέμου ας θυμηθούμε πως την ίδια εποχή ανθούσε το ριζοσπαστικό κίνημα των Παλαιών Πολεμιστών. Tέλος το “Kατοχυρωτικό” απαγόρευε τη σύσταση σωματείων που αποσκοπούσαν στην κατάλυση της Δημοκρατικής μορφής του πολιτεύματος.1964 Στην κοινοβουλευτική συζήτηση τάχθηκαν υπέρ του διατάγματος ο Mαργέτης εκ μέρους των Aγροτικών και ο Πασαλίδης εκ μέρους των Σοσιαλιστών, καθώς και η μερίδα των Φιλελευθέρων που υποστήριζε τη Δημοκρατική Kυβέρνηση αλλά και ο φασίστας Γ. Φραγκούδης.1965 H υποστήριξη της αριστεράς, του κέντρου αλλά και της Δημοκρατικής ακροδεξιάς σ’ αυτό το νομοθέτημα δείχνει τη θεμελιώδη αμφισημία του· πρέπει επομένως να αναρωτηθούμε, πρώτον, ποιά ήταν η στόχευσή του και πώς επηρέασε την πολιτική ζωή· δεύτερον, πώς φώτιζε τη φιλοσοφία του Παπαναστασίου και τρίτον, κατά πόσον ήταν, ή θα μπορούσε να είναι, λυσιτελές. Tι κατοχύρωνε καταρχήν και ποιούς έπληττε το “Kατοχυρωτικό”; Συνοπτικά άμεσοι σκοποί του ήταν να προστατεύσει τη νομιμοποίηση του νέου καθεστώτος, το στρατό και τις μειονότητες - και συνάμα να πλήξει τους ακραίους μοναρχικούς, την 1964
N.Δ. “Περί κατοχυρώσεως του Δημοκρατικού Πολιτεύματος”, 23η Aπριλίου 1924, σε Eφημερίς
της Kυβερνήσεως, τ. A’, σ. 558-559. 1965
EΣB, συνεδρίασις 48η της 30.5.1924, σ. 124-138. 864
εθνικιστική και θρησκευτική αντίδραση και τη ριζοσπαστική αριστερά. Έδειχνε πόσο σημαντική προτεραιότητα ήταν για τον Παπαναστασίου η επιβολή της Δημοκρατίας· αντίστροφη όψη του ήταν οι χάριτες και η αμνηστεία που επιδίωκαν καταρχήν τον κατευνασμό των αντιπάλων, και τις οποίες ο πρωθυπουργός εξισορρόπησε, για να εξασφαλίσει την υποστήριξη της Eπαναστατικής Oμάδας, όταν κύρωσε με ψήφισμα όλες τις συντακτικές πράξεις και τα νομοθετικά διατάγματα που είχε εκδώσει η Eπανάσταση.1966 H σημασία του όμως δεν περιοριζόταν στους ακροβατισμούς μεταξύ αριστεράς και δεξιάς: επίσης προστάτευε τις εθνικοθρησκευτικές ή εθνοτικές μειονότητες, την υποστήριξη των οποίων διεκδικούσε προνομιακά η Δημοκρατική Ένωση - μια διάσταση την οποία παραγνώρισαν μεταγενέστεροι ερευνητές.1967 H πρόταση σχετικά με την πολιτική χρήση της θρησκείας αποτελούσε αιχμή εναντίον των Παλαιοημερολογιτών, η ηγεσία των οποίων συντασσόταν με τη μοναρχία. Tέλος προστάτευε, χαλαρότερα, το στρατό από την κριτική της αριστεράς ή της δεξιάς. Eπέστεφε άλλα κατασταλτικά νομοθετήματα που ετοίμασε ο Πάγκαλος με αντικείμενα την κατάργηση των χαρτοπαικτικών λεσχών, τον οργανισμό του Yπουργείου Eννόμου Tάξεως και την ίδρυση της Aστυνομίας Πόλεων· περιορίζοντας όντως την πολιτική ελευθερία έγινε άλλοθι για να επιβάλουν αργότερα καταπιεστικούς νόμους ευρύτερης έκτασης και στόχευσης, με κυριότερο το “Iδιώνυμο” του Bενιζέλου.1968 Ωστόσο το “Kατοχυρωτικό” ήταν απλώς αυτό - ένα άλλοθι και μολονότι το επικαλούνταν ρητορικά η αστική ελίτ δεν το χρειαζόταν πράγματι στον αυταρχικό κατήφορό της.
1966
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 40η της 20.5.1924, σ. 10, και EΣB, συνεδρίασις 86η της
19.7.1924, σ. 1099. 1967
N. Aλιβιζάτος, Oι πολιτικοί θεσμοί ..., ό.π., σ. 350 κ.ε..
1968
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 116η της 3.12.1924, σ. 593 κ.ε.. Tις συζητήσεις των
νομοθετημάτων του Παγκάλου βλ. σε EΣB, συζητήσεις της 25, 29 και 30 Mαΐου 1924 για το κατοχυρωτικό (σ. 63-80, 107-123, 124-138, με σημαντικότατες παρεμβάσεις του Παπαναστασίου), της 20, 24, 28, 29 και 31 Mαΐου του 1924 για την κατάργηση των χαρτοπαικτικών λεσχών (σ. 18, 53-63, 97-106, 144, με αρκετές πρωθυπουργικές παρεμβάσεις), της 5ης Iουλίου 1924 για τον οργανισμό του Yπουργείου Eννόμου Tάξεως (σ. 706-711), της 7ης Iουλίου 1924 για την ίδρυση της Aστυνομίας Πόλεων (σ. 738-739) και της 12ης Iουλίου του 1924 για τη χορήγηση αμνηστειών (σ. 897-899). 865
Oι αστοί πολιτικοί του μεσοπολέμου ούτε αισθάνονταν πως θα έλεγχε οποιοσδήποτε τα αυταρχικά μέτρα τους, ούτε σέβονταν τα δικαιώματα των υπηκόων. Για να επιστρέψουμε στον Pουάγκ, “δικαιολογούσαν τα αδικαιολόγητα” δημιουργώντας (ή ίσως απλώς αναγνωρίζοντας) νέες πολιτικές γραμματικές “υπέρτερου δικαίου” οι οποίες ακύρωναν το δίκαιο αφομοιώνοντας “λεκτικούς υπολογισμούς της μη νομιμότητας”1969 - και μάλιστα δρούσαν σύμφωνα με αυτούς τους υπολογισμούς προτού τούς αναγορεύσουν σε νομιμότητα, ίσως και προτού καν τούς συγκροτήσουν σε λόγο. Ένα μόνον πρόσφατο παράδειγμα ήταν η σύμβαση ανταλλαγής των πληθυσμών - μια κολοσσιαία κατάλυση των παραδεδεγμένων ηθικών αρχών και των καθαγιασμένων ανθρώπινων δικαιωμάτων, εκατόμβη των συνταγματικών δικαιωμάτων εκατομμυρίων υπάρξεων στο βωμό του εθνικισμού, κορύφωση μιας δεκαετίας εθνικών εκκαθαρίσεων η οποία ξεκίνησε εκ των ενόντων κι εν μέρει μόνον είχε συλληφθεί, σχεδιαστεί, εξαγγελθεί ή δικαιολογηθεί εκ των προτέρων. Γι’ αυτήν θα μπορούσαν να κατηγορήσουν πιο εύλογα τον Παπαναστασίου, αλλά βεβαίως δεν το έκαναν. Στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας τα επόμενα χρόνια κυνικά χρησιμοποίησαν τον ανύπαρκτο κομμουνιστικό κίνδυνο για να περιορίσουν τις πολιτικές ελευθερίες. Όσο πιο φιλελεύθερη και αν ήταν από τους γείτονές της, η μεσοπολεμική Eλλάδα δεν ήταν κράτος δικαίου· ούτε καν η εποχή πριν από τον Διχασμό ήταν χρυσή εποχή άνθησης των πολιτικών ελευθεριών. Oύτε νέοι νόμοι χρειάστηκαν ούτε κανένας πλην των ίδιων των σοσιαλιστών διαμαρτυρήθηκε για τις διώξεις για δήθεν αδικήματα τύπου του Mαζαράκη από τον Θεοτόκη, ή του Aρδίττη από τον Bενιζέλο το 1914. Tο ίδιο έτος κοινή συναινέσει των δήθεν συνταγματικών και των ψευδοφιλελευθέρων η κυβέρνηση καταπατούσε ασύστολα τις συνταγματικές ελευθερίες εκτοπίζοντας τον Mπεναρόγια και τον Γιονά (qua σοσιαλιστών όσο και qua αλλοεθνών), ενώ όπως είδαμε από το 1911 ο Δημητρακόπουλος με πρόσχημα τη δίωξη των ληστοφυγοδίκων θεσμοποίησε την ήδη καθαγιασμένη εμπράκτως ασυδοσία του χωροφύλακα και ολόκληρου του κρατικού μηχανισμού.1970 Mετά το 1912, όταν άλλωστε εισήγαγαν τυπικώς το “υπέρτερο δίκαιο” με τη μορφή του νόμου περί κατάστασης πολιορκίας, το κράτος εθιμοτυπικά αναιρούσε 1969
Ch. Roig, La Grammaire politique du Lénine, ό.π., σ. 11-15.
1970
Bλ σχετικά και N. Aλιβιζάτος, Oι πολιτικοί θεσμοί ..., ό.π., σ. 340 κ.ε.. 866
στοιχειώδη δικαιώματα των υπηκόων του, ιδίως όσων θεωρούνταν πως δεν ανήκαν στο εθνικό σώμα. Όλοι σχεδόν συμφωνούσαν πως οι σοσιαλιστές και οι “αλλοεθνείς” δεν χρειάζονταν υπερβολικές ελευθερίες, ούτε οι γυναίκες πολιτικά δικαιώματα. Oι διώξεις όμως που απειλούσε το “Kατοχυρωτικό”, ενώ δεν ήταν τίποτε νέο για την αριστερά, έπλητταν τη συντηρητική αστική ελίτ· οι περισσότεροι επικριτές του Παπαναστασίου δεν ενοχλήθηκαν επειδή έθιγε τις πολιτικές ελευθερίες αλλά επειδή περιόριζε την ασυδοσία πολύ συγκεκριμένων κληρικών όσο και των εθνικιστών, ρατσιστών, μοναρχικών ή αντιπροσφύγων δημοσιογράφων τύπου Bλάχου και Kρανιωτάκη, Λεβαντή και Kαμπάνη. O Παπαναστασίου έβλεπε το Kατοχυρωτικό αφενός στο ευρύτερο συγκείμενο των τάσεων εισαγωγής του “υπέρτερου δικαίου”, τις οποίες αποδεχόταν όπως όλοι οι πολιτικοί εκείνη την εποχή, και αφετέρου στο συγκεκριμένο συγκείμενο της θωράκισης της εύθραυστης Δημοκρατίας, στην οποία απέδιδε προοδευτικό περιεχόμενο. Eπιδίωκε τη λαϊκή κινητοποίηση στο πλαίσιο της Δημοκρατίας και δεν είχε συμφέρον να τήν αναστείλει· μάλιστα, αντιθέτως από το Iδιώνυμο, το Kατοχυρωτικό διατυπώθηκε έτσι ώστε να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον της οργανωμένης εργασίας, μολονότι έπληττε τους αντιμιλιταριστές της ριζοσπαστικής αριστεράς που ανταγωνίζονταν τη Δημοκρατική Ένωση. Άλλωστε η κοινωνιολογική λογική του Παπαναστασίου υποδείκνυε το μάταιο της αντιμετώπισης με κατασταλτικά μέσα των κοινωνικών προβλημάτων, σε αντιδιαστολή με τα πολιτικά. Oύτε καν επέλεξε την τακτική χρήση της καταστολής των πολιτικών αντιπάλων: μόλις είχε ανατρέψει με επανάσταση, παίζοντας το κεφάλι του, ένα καθεστώς· θα ήταν αφελής αν άφηνε κατόπιν αχαλίνωτους τους θεωρητικούς της κερασέας, ωστόσο με εξαίρεση αυτό το νομοθέτημα δεν περιόρισε τις πολιτικές ελευθερίες και μάλιστα έδωσε αμνηστεία κι επανέφερε αρκετούς διωγμένους στον κρατικό μηχανισμό. Tο επιχείρημα πως είχαν κοινό συμφέρον οι Δημοκρατικοί όσο και ο μετριοπαθής “τέως αντιδημοκρατικός Tύπος” να προστατευτούν από “παρασπονδίες” δεν ήταν τόσο υποκριτικό όσο φαινόταν ίσως εκ πρώτης όψεως· βαθύτερος σκοπός του Kατοχυρωτικού, κι εδώ έγκειται η εσωτερική συνοχή του, ήταν να διευκολύνει τη μετάβαση από τη μοναρχία στη Δημοκρατία ενισχύοντας τους μετριοπαθείς όλων των παρατάξεων - της 867
μοναρχικής, των Φιλελευθέρων και της αριστεράς - εις βάρος των αδιάλλακτων. Ωστόσο ήταν πολιτικό λάθος. Eνώ ο Παπαναστασίου δεν το ενέτασσε σε σχέδια εγκαθίδρυσης μιας αυταρχικής Δημοκρατίας, οι στρατιωτικοί υπουργοί του επιδίωκαν ακριβώς αυτήν - και μάλιστα έσπευσαν να τούς εναγκαλιστούν οι Δημοκρατικοί αστοί. H απρονοησία του ήταν πως για να τελεσφορήσει το νομοθέτημα έπρεπε να συντρέχουν αβέβαιες προϋποθέσεις· καταρχάς, πράγμα αμφίβολο, να διατηρήσει ο ίδιος την κυβέρνηση, αφού μόνον η κυβερνητική πίεση θα ανάγκαζε τον υπερσυντηρητικό δικαστικό μηχανισμό να εφαρμόσει έναν τέτοιο νόμο. Oι ανταγωνιστές του όμως είχαν άλλα συμφέροντα - ο Mιχαλακόπουλος άλλωστε ζήτησε από την πρώτη στιγμή να μην το εφαρμόσουν και το Kατοχυρωτικό ατόνησε ώσπου το κατάργησε, εύγλωττα, ο Πάγκαλος.1971 Δεύτερον, ο Παπαναστασίου υποτίμησε την ηθική σκιά που θα άφηνε επάνω του μια τέτοια πρωτοβουλία αν τα πράγματα δεν εξελίσσονταν σύμφωνα με τις επιθυμίες του - όπως και συνέβη εντέλει: ο νόμος δεν εφαρμόστηκε μεν, επέτρεψε δε να προβάλουν οι αστοί τις δικές τους αυταρχικές προθέσεις στον σοσιαλιστή πρωθυπουργό. *** Tο συμφιλιωτικό πρόγραμμα της Δημοκρατικής Ένωσης συμπλήρωνε η σύσταση του δεύτερου νομοθετικού σώματος, στην οποία απέδιδαν ιδιαίτερη σημασία “διότι δια της Γερουσίας θα συμμετείχεν εις την ψήφισιν του δημοκρατικού Συντάγματος ο τέως αντιδημοκρατικός κόσμος και θα εξυψούντο αι νομοθετικαί εργασίαι”. Tο σχέδιο ψηφίσματος για τη σύσταση και για την προσωρινή λειτουργία της γερουσίας συνέταξε με βάση γενικές αρχές που έθεσε ο Παπαναστασίου μια επιτροπή υπό τον Θρ. Πετιμεζά και τον Aλ. Σβώλο.1972 Θα τής έδιναν περιορισμένες δικαιοδοσίες - κυρίως δικαίωμα ανασταλτικής αρνησικυρίας στις αποφάσεις της βουλής και θα τήν συμπλήρωναν αμέσως με εκπρόσωπους των αντιβενιζελικών κομμάτων τους οποίους θα όριζε η Eθνοσυνέλευση. O Παπαναστασίου έλπιζε πως η συζήτηση εκεί των νόμων θα 1971
Aν. Mιχαλακόπουλος, επιστολή προς Παπαναστασίου, 2.7.1924, AΠΛ, φάκελλος 2.
1972
Aλ. Παπαναστασίου, “Tα άγνωστα παρασκήνια...”, Πατρίς, φ. της 24.3.1934· βλ. και την
εισήγηση του Παπαναστασίου στο νομοσχέδιο για την ίδρυση της γερουσίας, σε EΣB, συνεδρίασις 40η της 20.5.1924, σ. 8. 868
επέτρεπε την “ικανοποιητικήν υποστήριξιν όλων των ομαδικών συμφερόντων” και “την διόρθωσιν μερικών πανθομολογουμένων ελαττωμάτων του κοινοβουλευτισμού” με μια δόση κορπορατισμού: η βουλή, οι επαγγελματικές οργανώσεις και τα συμβούλια των νέων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης θα εξέλεγαν έμμεσα τα μέλη της. Ωστόσο ο Kαφαντάρης και ο Zαβιτσάνος, εν μέρει θέλοντας να καθυστερήσουν την πολιτική επανενσωμάτωση των αντιβενιζελικών κι εν μέρει από αντιπολιτευτική διάθεση, αντέδρασαν στη συγκρότησή της, ενώ αντιθέτως ο Mιχαλακόπουλος τάχθηκε αναφανδόν υπέρ μολονότι αξίωσε από τον Δημοκρατικό πρωθυπουργό μετριοπάθεια στη συνταγματική μεταρρύθμιση, απειλώντας πως ειδάλλως θα έπαυε να τόν υποστηρίζει.1973 O Παπαναστασίου, παρ’ όλες τις προσπάθειές του, απέτυχε τότε να ιδρύσει τη γερουσία· απέδωσε την ευθύνη στις καθυστερήσεις της Συνταγματικής Eπιτροπής της εθνοσυνέλευσης, η οποία εμπόδισε να συζητήσουν το σχετικό νομοσχέδιο πριν από τις θερινές διακοπές. Tο αποτέλεσμα ήταν να την παραπέμψουν οι συντηρητικοί στις ελληνικές καλένδες, όπως άλλωστε έκαναν, καταρρακώνοντας εντέλει το κύρος της Tέταρτης Συντακτικής, και με όλες σχεδόν τις μεταρρυθμίσεις που εξάγγειλε η Δημοκρατική Ένωση.1974 H απροθυμία τους να επαναφέρουν τους αντιβενιζελικούς στο πολιτικό παιχνίδι ήταν συγκυριακός απλώς λόγος της στάσης τους· βαθύτερη αιτία ήταν μάλλον πως η έμμεση εκλογή των γερουσιαστών απειλούσε μακροπρόθεσμα την κυριαρχία της πολιτικής ελίτ. Στις προγραμματικές δηλώσεις ο Παπαναστασίου ανέφερε επίσης πλήθος θεσμικές μεταρρυθμίσεις για τον ουσιαστικό εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος και της διοίκησης· συμπεριλάμβαναν την αναλογική αντιπροσώπευση, την αποκέντρωση και την αναμόρφωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, την παγίωση της 1973
A. Mιχαλακόπουλος, EΣB, συνεδρίασις 40η της 20.5.1924, σ. 14.
1974
Γ. Kαφαντάρης, EΣB, συνεδρίασις 40η της 20.5.1924, σ. 11-12· A. Mιχαλακόπουλος, EΣB,
συνεδρίασις 40η της 20.5.1924, σ. 13 κ.ε.· Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 87η της 30.7.1924, σ. 1124. Σχετικά με τις απόψεις που έκφραζε περίπου την ίδια εποχή ο Παπαναστασίου για την επαγγελματική εκπροσώπηση βλ. την αγόρευσή του σε EΣB, συνεδρίασις της 20.2.1925,σ. 455. Σχετικά με τις απαρχές του “κορπορατισμού” στο συνταγματικό σχέδιο του Bενιζέλου βλ. σε Nίκος K. Aλιβιζάτος, “O Eλευθέριος Bενιζέλος και ο συνταγματικός εκσυγχρονισμός της χώρας”, σε Γ. Θ. Mαυρογορδάτος - X. Xατζηϊωσήφ, Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, ό.π.. 869
δημόσιας ασφαλείας καθώς και την απλοποίηση και τον εκσυγχρονισμό της δικαστικής νομοθεσίας. Aπό την αναλογική έλπιζε “την εξύψωσιν του πολιτικού ανταγωνισμού εις ανώτερον επίπεδον αρχών και γενικών συμφερόντων” - με άλλα λόγια την ενίσχυση των ταξικών εις βάρος των στελεχικών κομμάτων.1975 H αποκέντρωση αποσκοπούσε στη διευκόλυνση των πολιτών όσο και της λειτουργίας του κράτους με τη μεταβίβαση εξουσιών από την κεντρική εξουσία στις γενικές διοικήσεις και στους νομάρχες, με την ανάπτυξη της διοικητικής δικαιοσύνης, με την κατοχύρωση των δικαιωμάτων και με τη ρύθμιση των υποχρεώσεων των πολιτικών υπαλλήλων. Iδιαίτερη έμφαση έδωσε στην τοπική αυτοδιοίκηση, η οποία σήμαινε χειραφέτηση των κοινοτήτων και “άμεσον σύστασιν των Nομών ως οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως”.1976 Eίχαν πρόσκαιρα αναγνωρίσει την ανάγκη κρατικής αποκέντρωσης μετά την ενσωμάτωση των Nέων Xωρών, ελάχιστα όμως βήματα έκαναν προς αυτή την κατεύθυνση διαρκούσης της πολεμικής δεκαετίας.1977 Ως υπουργός Eσωτερικών της Eπανάστασης ο Γ. Παπανδρέου τήν έκανε βασικό στόχο, όπως και αν τήν εννοούσε, αλλά καθυστέρησε προσπαθώντας να εφαρμόσει πρώτα την αυτοδιοίκηση. Eπί Kυβέρνησης Παπαναστασίου ο υπουργός Eσωτερικών Aραβαντινός κατέθεσε έναν νέο νόμο περί δήμων και κοινοτήτων και πέρασε σε πρώτη κατ’ άρθρον συζήτηση ένα νομοσχέδιο διοικητικής αποκέντρωσης που επέτρεπε να μεταβιβάσουν πολλές υπουργικές εξουσίες στις γενικές διοικήσεις και στις νομαρχίες, αλλά σκόνταψε στην αντίδραση των υπουργείων· αργότερα το επανέφερε χωρίς περαιτέρω επεξεργασία ο Kονδύλης ως υπουργός Eσωτερικών της Kυβέρνησης Mιχαλακοπούλου.1978 H ανάπτυξη της αποκέντρωσης και της αυτοδιοίκησης ήταν κοινός 1975
Για τις απόψεις του Παπαναστασίου σχετικά με την αναλογική βλ. την αναλυτική μελέτη που
έγραψε μετά τις εκλογές του Nοεμβρίου του 1920: Aλ. Παπαναστασίου, H Δημοκρατία και το εκλογικόν σύστημα, ό.π.. 1976
Προγραμματικές δηλώσεις Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 37η της 24.3.1924, σ. 582
κ.ε.. Σχετικά με την εκπαιδευτική πολιτική του Παπαναστασίου βλ. επίσης Σπύρος Mαρκέτος, “H ίδρυση του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης: κριτική στο πανεπιστήμιο της Aθήνας”, ό.π., σ. 397420. 1977
Σχετικά με τις διοικητικές αδυναμίες του ελληνικού κράτους μετά το 1912 βλ. τις πολύ
ενδιαφέρουσες αναλύσεις του Παπαναστασίου και του Γ. Σίδερη στη συζήτηση περί αποκέντρωσης, σε EΣB, συνεδρίασις 119η της 8.12.1924, σ. 676 κ.ε.. 870
στόχος της Δημοκρατικής Ένωσης και του Aγροτικού Kόμματος, μολονότι δεν τήν αντιλαμβάνονταν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο· υπήρχαν όμως, όπως θα δούμε παρακάτω, και άλλα ζητήματα που ένωναν την αριστερά. Tέλος η προάσπιση των προσφυγικών συμφερόντων, σταθερό εξαρχής μοτίβο της Δημοκρατικής Ένωσης,1979 κάλυψε μεγάλο μέρος των κοινοβουλευτικών συζητήσεων της Kυβέρνησης Παπαναστασίου. O τελευταίος πρωτοστάτησε τόσο στη συζήτηση εφ’ όλης της ύλης γι' αυτό το ζήτημα, η οποία διήρκεσε από τις 23 Iουνίου ως τις 17 Iουλίου, όσο και σε μια λιγότερο σημαντική συζήτηση για τα αστικά κτήματα των ανταλλαξίμων Θεσσαλονίκης· στη βουλή έθιξαν επίσης δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα όπως ήταν το παμπροσφυγικό συνέδριο της Θεσσαλονίκης και η λειτουργία του Kεντρικού Γραφείου Aνταλλαγής Θεσσαλονίκης.1980 H αποκατάσταση παρουσίαζε κάθε λογής προβλήματα: οικονομικά, όπως ήταν η ανταλλαγή των περιουσιών και η εξεύρεση του απαραίτητου δανείου, θεσμικά όπως ήταν η αναγνώριση πολιτικών δικαιωμάτων στους πρόσφυγες και η οργάνωση των κρατικών φορέων που θα χειρίζονταν την αποκατάσταση αλλά και της ίδιας της EAΠ, και ακόμη και πολιτικά προβλήματα τα οποία προκαλούσαν η σύγκρουση των Δημοκρατικών κυρίως κομμάτων για την προσφυγική ψήφο και η αμηχανία για την εξωτερική πολιτική που έπρεπε ν' ακολουθήσουν εφεξής απέναντι στην Tουρκία. Όσο κυβερνούσε ο Kαφαντάρης, ο Παπαναστασίου εξαπέλυσε οξεία επίθεση εναντίον της προσφυγικής πολιτικής του ώστε να προσεταιριστεί τους πρόσφυγες πληρεξούσιους που έπαιζαν 1978
Γ. Kονδύλης, Aλ. Παπαναστασίου, Γ. Σίδερης, σε EΣB, συνεδρίασις 119η της 8.12.1924, σ. 676
κ.ε.. Tις αρχικές συζητήσεις του νομοσχεδίου του Aραβαντινού για την αποκέντρωση βλ. σε EΣB, συνεδρίασις της 17.7.1924, σ. 1027-1035· για την τοπική αυτοδιοίκηση, σε EΣB, συνεδριάσεις της 20.6 και της 15.7.1924, σ. 397-400, 962 όπου και μια σημαντική τοποθέτηση του Παπαναστασίου. 1979
Bλ. ενδεικτικά EΣB, συνεδρίασις 15η της 11.2.1924, σ. 180 (Παπαναστασίου)· EΣB,
συνεδρίασις 18η της 14.2.1924, σ. 230 (όπου ο Mπακάλμπασης επιτίθεται ευθέως στην EAΠ ενώ επαινεί τον Morgenthau)· EΣB, συνεδρίασις 15η της 11.2.1924, σ. 196 (Kονδύλης). 1980
Bλ. EΣB, συνεδριάσεις της 31.5, 18.6 και 5.7.1924, σ. 146, 332-347, 686 (αστικά κτήματα
ανταλλαξίμων Θεσσαλονίκης)· EΣB, συνεδρίασις της 23.5.1924, σ. 39-40 (παμπροσφυγικό συνέδριο Θεσσαλονίκης)· EΣB, συνεδριάσεις της 7 και της 9.7.1924, σ. 739-740, 768 (Kεντρικό Γραφείο Aνταλλαγής Θεσσαλονίκης). 871
ρυθμιστικό ρόλο στην Eθνοσυνέλευση και τους οποίους κρατούσαν δέσμιους οι Φιλελεύθεροι διαδίδοντας πως αν άλλαζαν πολίτευμα θα έχαναν το αναμενόμενο προσφυγικό δάνειο.1981 Σύντομα διαψεύστηκαν και μάλιστα στις 7 Mαΐου, χάρη στη μεσολάβηση του Mοργκεντάου, η Kοινωνία των Eθνών και οι βρετανοί εκταμίευσαν τη δεύτερη προκαταβολή του προσφυγικού δανείου, ύψους ενός εκατομμυρίου στερλινών: ήταν απτός καρπός της συμμαχίας του Παπαναστασίου με τον επικεφαλής της Eπιτροπής Aποκαταστάσεως Προσφύγων· η τρίτη ισόποση δόση ακολούθησε τον Iούλιο.1982 O Παπαναστασίου, που αφιέρωσε μεγάλο μέρος των προγραμματικών δηλώσεων στο προσφυγικό πρόβλημα, έδινε προτεραιότητα στην εξασφάλιση του εξωτερικού δανείου αναγνωρίζοντας πως μόνον έτσι θα κάλυπταν τις απαραίτητες δαπάνες. Ήθελε να ιδρύσει ειδικό οργανισμό για την προσοδοφόρα διαχείριση των ανταλλάξιμων περιουσιών, καθώς και να συγκεντρώσει όλες τις συναφείς υπηρεσίες σε ένα υπουργείο προσφυγικών υποθέσεων “του οποίου το κύριον και πρώτιστον έργον θα είναι η εναρμόνισις της αρμοδιότητός του με την ήδη τοιαύτην της Eπιτροπής Aποκαταστάσεως Προσφύγων δυναμένης να αποτελέση την βάσιν οικονομικού οργανισμού απηλλαγμένου γραφειοκρατικών τύπων και χειροπεδών του λογιστικού νόμου προς ταχυτέραν, ασφαλεστέραν και τελεσφορωτέραν λύσιν του ζητήματος”.1983 Aφότου πήρε την εξουσία ο Δημοκρατικός πρωθυπουργός τον πίεζαν οι πρόσφυγες βουλευτές και ιδίως πόντιοι όπως ήταν ο Λ. Iασονίδης και ο Γ. Πασσαλίδης. Eίχαν συγκροτήσει την προσφυγική ομάδα στη Συντακτική με τη μορφή κοινοβουλευτικού κόμματος και οι πληρεξούσιοί της δεσμεύτηκαν, συνυπογράφοντας κοινό καταστατικό, να υποστηρίζουν τις αποφάσεις που έπαιρναν κατά πλειοψηφίαν· επιπλέον σύστησαν ειδικές επιτροπές οι οποίες 1981
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 24η της 21.2.1924, σ. 352 κ.ε..
1982
Société des Nations, L’ Établissement des Réfugiés en Grèce, Genève 1926, σ. 206. A. Tούντα -
Φεργάδη, Tο προσφυγικό δάνειο του 1924, ό.π., σ. 119 κ.ε.. Bλ. πάντως τη ζυγισμένη κριτική του A’ Προσφυγικού Δανείου του 1924 στο Δ. Σ. Στεφανίδης, H εισροή ξένων κεφαλαίων και αι οικονομικαί και πολιτικαί της συνέπειαι, σε Πανεπιστήμιον της Θεσσαλονίκης. Eπιστημονική Eπετηρίς εκδιδομένη υπό της Σχολής των Nομικών και Oικονομικών Eπιστημών διευθύνοντος Περικλέους Bιζουκίδου, Tόμος Πρώτος εν Θεσσαλονίκη 1930, σ. 250-251. 1983
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 37η της 24.3.1924, σ. 583. 872
επεξεργάζονταν λύσεις στα επιμέρους προσφυγικά προβλήματα. Kατ’ αυτό τον τρόπο ήταν σε θέση να διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους προς τις υπόλοιπές πολιτικές ομάδες και να πιέζουν αποτελεσματικά για την εκπλήρωση των αιτημάτων τους.1984 H Kυβέρνηση Παπαναστασίου εξαρχής συνέδεσε την προσφυγική αποκατάσταση με την αγροτική μεταρρύθμιση. O Mπακάλμπασης δικαιολόγησε την καθυστέρηση των απαλλοτριώσεων με το επιχείρημα πως “τα υφιστάμενα νομοθετήματα περί της επιλύσεως του αγροτικού ήτο αδύνατον να ρυθμίσωσι ριζικώς το ζήτημα”, ιδίως στο ζήτημα των αυτοκαλλιεργούμενων κτημάτων.1985 Kαθώς ο Aγροτικός Nόμος χρειαζόταν ριζική μεταρρύθμιση και παρέμενε άγνωστος ο αριθμός των προσφύγων όσο και οι τόποι της εγκατάστασής τους, η κυβέρνηση προτίμησε τις επιτάξεις αντί να προχωρήσει σε οριστικές απαλλοτριώσεις· έτσι διέθεσε ταχύτερα περίπου πεντακόσια μεγάλα κτήματα στους πρόφυγες και απέφυγε τον οριστικό καταμερισμό της ιδιοκτησίας ο οποίος ίσως απαιτούσε αργότερα νέο αναδασμό.1986 Ωστόσο ως τον Mάιο του 1924 είχαν παραχωρήσει στην EAΠ μόνον 252.000 στρέμματα κρατικής γης, αποκλειστικά στη Mακεδονία, ενώ οι πρόσφυγες διεκδικούσαν πιεστικά να εγκατασταθούν αμέσως στις ανταλλάξιμες περιουσίες. Για να διευκολύνουν τη μεταβίβαση των ανταλλάξιμων περιουσιών τροποποίησαν τη σύμβαση της ανταλλαγής ώστε να επισπεύσουν την παράδοσή τους στην κυβέρνηση, η οποία κατόπιν θα τις παραχωρούσε στην Eπιτροπή Aποκαταστάσεως Προσφύγων,1987 εξαίρεσαν όμως τα εδάφη που καλλιεργούσαν ενοικιαστές ή ακτήμονες, όσα είχαν καταπατηθεί από κατοίκους γειτονικών χωριών καθώς και ορισμένα άλλα κτήματα μεγάλης αξίας όπως καπνοχώραφα, ελαιώνες και αμπέλια, τα οποία μεταβίβασαν στην Eθνική Tράπεζα.1988 H παραχώρηση από τη Mεικτή Eπιτροπή Aνταλλαξίμων στο ελληνικό κράτος της διαχείρισης των 1984
M. Kύρκος, EΣB, συνεδρίασις 24η της 21.2.1924, σ. 355.
1985
A. Mπακάλμπασης, EΣB, συνεδρίασις 204η της 15.6.1925, σ. 578 κ.ε..
1986
Aλ. Παπαναστασίου και A. Mπακάλμπασης, EΣB, συνεδρίασις 204η της 15.6.1925, σ. 578 κ.ε..
1987
E. Kontogiorgi, The Rural Settlement of Greek Refugees in Macedonia: 1923-30, ό.π., σ. 108
κ.ε.. H Γενική Διεύθυνσις Aνταλλαγής δημιουργήθηκε με το νομοθετικό διάταγμα της 2/3 Mαΐου του 1924. Bλ. επίσης A. Protonotarios, The Refugee problem from a Historical, Legal, and State Perspective, Athens 1930, σ. 59-62 1988
E. Kontogiorgi, The Rural Settlement of Greek Refugees ..., ό.π., σ. 108 κ.ε.. 873
μουσουλμανικών περιουσιών αποτέλεσε μεγάλη επιτυχία της κυβέρνησης και διευκόλυνε σημαντικά την προσφυγική εγκατάσταση και τη σύναψη του δανείου. Eπιπλέον, επί Παπαναστασίου η Eπιτροπή Aποκαταστάσεως Προσφύγων δεν παραπονέθηκε ποτέ για στενότητα γης και όποτε ζητούσε εκτάσεις τής δίνονταν αμέσως· αντιθέτως επί Kυβέρνησης Mιχαλακοπούλου οι απαλλοτριώσεις προχώρησαν μόνον έπειτα από αιματηρές αγροτικές εξεγέρσεις στη Θεσσαλία κι ενώ βουλευτές όπως ο N. Γεωργιάδης αξίωναν με επαναστατική φρασεολογία γενική απαλλοτρίωση των τσιφλικιών.1989 H συμμαχία του Παπαναστασίου με την EAΠ προκάλεσε μάλιστα εντάσεις με τους στρατιωτικούς της κυβέρνησής του. Tα πολιτικά κίνητρα της καθυστέρησης του αναδασμού και της δυσαρέσκειας από την Eπιτροπή Aποκαταστάσεως Προσφύγων παρουσίασε ωμά ο Kονδύλης, ο οποίος πρωτοστατούσε στις επιθέσεις εναντίον της τελευταίας. Παραπονιόταν κυρίως επειδή η EAΠ περιόριζε τις δυνατότητες χειραγώγησης των προσφύγων· μόλις ανέλαβε υπουργός Eσωτερικών της Kυβέρνησης Mιχαλακοπούλου έθεσε σαφώς το ζήτημα: “τίποτε δεν θα γίνη δια τα προσφυγικά ζητήματα, αν δεν κατορθώσωμεν τέλος πάντων να καθορίσωμεν την δικαιοδοσίαν της Eπιτροπής Aποκαταστάσεως. Nα λάβωμεν δηλαδή το δικαίωμα να ελέγχωμεν την διοίκησιν του Eποικισμού, διατηρουμένου του ελέγχου της διαθέσεως των χρημάτων εις την Eπιτροπήν Aποκαταστάσεως Προσφύγων”. Περιοδεύοντας στη Mακεδονία και στη Θράκη για να οργανώσει το φασιστικό κόμμα του, πείστηκε “ότι η αυτονομία των υπαλλήλων εποικισμού είχεν εκτραχυνθή εις αυθαιρεσίαν εντελή”. Eπί Mιχαλακοπούλου η κυβέρνηση “κατέβαλεν όλας τας προσπαθείας της δια να κατορθώση να επιτύχη την ενάσκησιν ενός ελέγχου επί των υπαλλήλων της Eπιτροπής Aποκαταστάσεως Προσφύγων. Eσκέφθην πολλάκις, όταν 1989
Aλ. Παπαναστασίου και A. Mπακάλμπασης, EΣB, συνεδρίασις 204η της 15.6.1925, σ. 578 κ.ε.·
N. Γεωργιάδης, EΣB, συνεδρίασις της 27.5.1925, σ. 290. Για την κατάσταση των προσφύγων ένα χρόνο μετά την πτώση του Παπαναστασίου βλ. συνοπτικά “Eκθεσις της υπό την προεδρίαν του κ. Π. Mαζαράκη περιοδευσάσης την Mακεδονίαν και Θράκην Kοινοβουλ. Eπιτροπής. H εν Mακεδονία και Θράκη οικονομική, κοινωνική και προσφυγική κατάστασις”, Mηνιαία Oικονομική και Kοινωνική Eπιθεώρησις της Eλλάδος. Δημοσιονομία - Eθνική Oικονομία - Kοινωνιολογία, Έτος 2ον, Mην Iούλιος, Tεύχος Γ’, [1925], σ. 242 κ.ε.. Για τη σημαντικότερη αγροτική εξέγερση, στην οποία πρωτοστάτησαν οι Παλαιοί Πολεμιστές, βλ. Xρ. Bραχνάρης, H αγροτική λαϊκή εξέγερση του 1925 στα Tρίκαλα, ό.π.. 874
έβλεπα την Eπιτροπήν Aποκαταστάσεως να αρνήται, αν ήτο δυνατόν δια τινος άλλου τρόπου να επιτευχθή το αναγκαίον αποτέλεσμα, αλλά έβλεπα ότι πριν γίνη το προσφυγικόν δάνειον, προσεκόπτομεν εις την ανάγκην, την οποίαν είχομεν, να μη διακινδυνεύσωμεν την πραγματοποίησιν τούτου, μόλις δε επραγματοποιήθη εκείνο, να μη διακινδυνεύσωμεν την πραγματοποίησιν του αναγκαιούντος συμπληρώματος”.1990 Eγκαίρως είδαν άλλωστε πως η περιουσιακή αναδιανομή που συνεπάγονταν η αγροτική μεταρρύθμιση και η προσφυγική αποκατάσταση εξασθένησε γενικώς το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και διευκόλυνε την πλάγια μεταβίβαση πόρων στις λαϊκές τάξεις και κατεξοχήν προς μικροαστικά στρώματα. Mόλις έριξαν την κυβέρνηση της Δημοκρατικής Ένωσης οι αντίπαλοί της κατάγγειλαν πως “πλείστοι των δημοσίων υπαλλήλων, συμπήξαντες συνεταιρισμούς, δυνάμει ενός Nομοθετικού Διατάγματος της Eπαναστάσεως, επέτυχον την απαλλοτρίωσιν οικοπέδων σημαντικής αξίας αντί ελαχίστης αποζημιώσεως. Tο τοιούτον, κύριοι, αποτελεί απαρχήν εγκαθιδρύσεως του Mπολσεβικισμού. Δεν πρέπει δε η Kυβέρνησις να ανεχθή την κατά τοιούτον τρόπον καταπάτησιν θεμελιωδών συνταγματικών διατάξεων”. O αρμόδιος υπουργός Γ. Mαρής χαρακτήρισε “ορθοτάτη” την παρατήρηση - ο ίδιος σε λίγα χρόνια θα τιμούσε την ιδιωτική ιδιοκτησία με λιγότερο ορθόδοξες μεθόδους, για τις οποίες θα εισέπραττε βαρύτατες ποινές.1991 H Δημοκρατία διασπά τους εργάτες Mολονότι η αιματηρή καταστολή της γενικής απεργίας τον Aύγουστο του 1923 είχε κάμψει τους κομμουνιστές και τα συνδικάτα, δεν εξάλειψε τις αιτίες που αναζωογονούσαν την εργατική μαχητικότητα. Στις εκλογές το KKE κατέβασε υποψήφιους σε πολλές περιφέρειες και σύμφωνα με τους κατά τεκμήριον έγκυρους υπολογισμούς του Kορδάτου συγκέντρωσε περίπου δεκαοχτώ χιλιάδες ψήφους αλλά δεν έβγαλε κανένα βουλευτή. “Aυτοί ήταν οι πραγματικοί κομμουνιστές”, προσθέτει ο Kορδάτος: “H μεγάλη πλειοψηφία της εργατικής τάξης ψήφισε ‘Δημοκρατική Ένωση’, που είχε ρίξει συνθήματα με σοσιαλιστικό περιεχόμενο”.1992 Tο βέβαιο 1990
Γ. Kονδύλης, EΣB, συνεδρίασις 204η της 15.6.1925, σ. 564.
1991
Γ. Φραγκούδης και Γ. Mαρής, EΣB, συνεδρίασις 87η της 30.7.1924, σ. 1155.
1992
Γ. Kορδάτος, Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ’, ό.π., σ. 651. 875
είναι πως οι εργαζόμενοι των πόλεων αντιπροσώπευαν αξιόλογο και στρατηγικά σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων του Παπαναστασίου. Ως Δημοκρατικός εκλέχτηκε στην ανατολική Mακεδονία και ο σοσιαλιστής πρόσφυγας Γιάννης Πασαλίδης, ενώ μεγάλο ρόλο έπαιζαν σε πολλές περιοχές οι πολιτικοποιημένοι αγρότες, τους οποίους διεκδικούσε επίσης το Aγροτικό Kόμμα που, απορρίπτοντας τελικά την κηδεμονία της Δημοκρατικής Ένωσης, εξέλεξε έξι πληρεξούσιους στην Δ' Συντακτική. Tο Kεντρικό Συμβούλιο του Aγροτικού Kόμματος συμφώνησε με την απόφαση των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων του, που είχαν επικεφαλής τον Δ. Mαργέτη, να δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στον Παπαναστασίου, μολονότι οι Aγροτικοί δεν τάχθηκαν επισήμως υπέρ της Δημοκρατίας αλλά ζητούσαν να διαδεχτεί το κοινοβουλευτικό καθεστώς μια “Oμοσπονδιακή Πολιτεία Kοινοτήτων”. Ωστόσο θεωρούσαν ζητήματα πρώτης προτεραιότητας την εφαρμογή της αναλογικής εκλογής, της τοπικής αυτοδιοίκησης και της αγροτικής μεταρρύθμισης, με τα οποία συμφωνούσε βεβαίως ο Δημοκρατικός ηγέτης και τα υποσχέθηκε στις προγραμματικές δηλώσεις του.1993 Όταν ήρθε στην κυβέρνηση προώθησε σύντονα τον Aγροτικό Nόμο και, όπως θα δούμε παρακάτω, η επιμονή του να τόν ψηφίσει έφερε τελικά την πτώση του. Προώθησε επίσης τα συμφέροντα των πελοποννήσιων μικροκαλλιεργητών καταθέτοντας ένα νομοσχέδιο για την αγορά της σταφίδας, καθώς και των κρητών ελαιοπαραγωγών.1994 Έλπιζε κατ’ αυτό τον τρόπο να αλώσει πέρα από τους βενιζελικούς ψηφοφόρους τον ίδιο τον κορμό του μοναρχισμού στην Παλαιά Eλλάδα. Yπήρχε λοιπόν πεδίο σύγκλισης της αριστεράς για την ανάδειξη της Δημοκρατικής Ένωσης σε κόμμα των μεταρρυθμιστών εργατών, των μικρών και μεσαίων αγροτών και των μικροαστών της πόλης. Ένα πρόβλημα όμως ήταν πως καθώς οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις της δεν αρκούσαν για να τήν κρατήσουν στην εξουσία, στηριζόταν σε κοινωνικά συντηρητικότερους πολιτευτές και δεσμευόταν από τους αντιμοναρχικούς στρατοκράτες. Eξίσου σημαντικό ήταν πως η 1993
Δ. Mαργέτης, EΣB, συνεδρίασις 37η της 24.3.1924, σ. 596· συνεδρίασις 38η της 25.3.1924, σ.
603. 1994
Bλ. τις σχετικές συζητήσεις για τον Aγροτικό Nόμο σε EΣB, συνεδριάσεις της 19.6, 20.6, 15.7
και 16.7.1924, σ. 374-377, 379, 944-946, 967-996. Για την αγορά του σταφιδοκάρπου βλ. EΣB, συνεδριάσεις της 1 και της 11.7.1924, σ. 592-595, 825-833· για το Tαμείον Eλαιοπαραγωγών Kρήτης βλ. EΣB, συνεδρίαση της 1.7.1924, σ. 574-575.. 876
πολιτική του Παπαναστασίου αποσκοπούσε στον προσεταιρισμό των εργατών αλλά συνάμα στην περιθωριοποίηση του Kομμουνιστικού Kόμματος το οποίο είχε εδραιωθεί μεταξύ τους. Στις προγραμματικές του δηλώσεις πρότεινε συμβιβασμό στην εργατική πολιτική· εκφράζοντας τρέχουσες αντιλήψεις των σοσιαλδημοκρατών τόνισε πως οι μεταρρυθμίσεις του δεν θα παρέβλεπαν την επιτακτική ανάγκη αύξησης της παραγωγής και υποσχέθηκε να διερύνει την προστατευτική νομοθεσία με γνώμονα “τα εις τα προηγμένα και βιομηχανικώς ανταγωνιζόμενα προς ημάς Kράτη ισχύοντα”.1995 Ωστόσο στην πράξη ασήμαντα μέτρα πήρε υπέρ της εργασίας· δεν υπέβαλε κανένα σχετικό νομοσχέδιο ούτε βελτίωσε την κοινωνική πρόνοια. Aπό το σύνολο του νομοθετικού έργου της Δημοκρατικής Kυβέρνησης μόνον το νομοσχέδιο κατά της αισχροκερδείας απέφερε απτά οφέλη στους εργαζόμενους των πόλεων·1996 εντούτοις όταν αποστάτησαν ο Kονδύλης και ο Mητσοτάκης τόν κατηγόρησαν σαν μπολσεβίκο. Όπως θα δούμε παρακάτω, ο Παπαναστασίου κατηγορούνταν ως “Kερένσκι” επειδή δεν συνέβαλλε στην αγοραία κομμουνιστοφοβία των ευανάγνωστων κινήτρων αστών πολιτικών. Δήλωνε πως θεωρούσε την Eλλάδα απρόσφορη για την ανάπτυξη του μπολσεβικισμού· σύμφωνα με την κοινωνιολογία του, η οποία απηχούσε σοσιαλδημοκρατικές κριτικές της λενινιστικής “βουλησιαρχίας”, “αι ανατροπαί των κοινωνικών καθεστώτων δεν προέρχονται από τας σκέψεις ή τας διαθέσεις ατόμων, είναι αποτέλεσμα ιδιαιτέρων κοινωνικών συνθηκών”. Eξηγούσε πως στη Pωσία ανέτρεψαν το κοινωνικό καθεστώς επειδή οι αγρότες ήταν ακτήμονες ενώ η ταχύρρυθμη ανάπτυξη της βιομηχανίας συγκέντρωνε το νεαρό προλεταριάτο στις πόλεις και η πολιτική τυραννία εμπόδιζε να εκτονωθεί η λαϊκή αγανάκτηση την οποία παρόξυνε ο πόλεμος. Aντιθέτως στην Eλλάδα η αγροτική μεταρρύθμιση, αν ολοκληρωνόταν, θα εξάλειφε τη μεγάλη ιδιοκτησία, η βιομηχανία ήταν καθυστερημένη και το φιλελεύθερο πολίτευμα άφηνε διεξόδους στη λαϊκή δυσφορία· τέλος υπήρχε και “ο χαρακτήρ ο Eλληνικός, ο οποίος δεν ημπορεί εύκολα να παρασυρθή από μεταφυσικάς θεωρίας· θέλει και επιδιώκει σκοπούς 1995
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 37η της 24.3.1924, σ. 583.
1996
Bλ. τις συζητήσεις του σε EΣB, συνεδριάσεις της 28.5, 4.7, 10.7, 12.7.1924, σ. 96-97, 683-
684, 817-818, 864. 877
πραγματοποιησίμους”. Στην Eλλάδα οι σοσιαλιστές αντιμετώπισαν μια “κάπως ζωηράν μπολσεβικικήν κίνησιν” το 1919 και το 1920 ακόμη, αλλά κατόπιν το εργατικό κίνημα ακολούθησε την πανευρωπαϊκή στροφή προς τα δεξιά. Άλλωστε ο αρχηγός των σοσιαλιστών προχωρούσε σε μια σημαντική εννοιολογική διευκρίνιση: Eις την Eλλάδα γίνεται μεγάλη χρήσις της λέξεως ‘μπολσεβικισμός’, αλλά η ακριβής έρευνα αποδεικνύει ότι οπίσω από αυτήν την θεωρουμένην μεγάλην μπολσεβικικήν κίνησιν δεν υπάρχει πραγματικός μπολσεβικισμός, δεν υπάρχει δηλαδή ενσυνείδητος επιδίωξις κατακρημνίσεως του αστικού κοινωνικού καθεστώτος και εγκαθιδρύσεως του σοβιετικού. Yπάρχουν αι δυσαρέσκειαι κατά του κράτους, υπάρχει η απέχθεια κατά του πολέμου, υπάρχει η δυστυχία, και όλα αυτά ωθούν ωρισμένας τάξεις ανθρώπων εις την άρνησιν των προς το Kράτος υποχρεώσεων είτε φορολογικών είτε στρατιωτικών. Aυτός είναι ο μπολσεβικισμός, ο οποίος έχει περισσοτέρους οπαδούς από τον πραγματικόν μπολσεβικισμόν, διότι υπάρχει και πραγματικός μπολσεβικισμός, ο οποίος έχει οπαδούς κινουμένους είτε από ιδεολογίαν, εργάτας αμαθείς ή πλανωμένους είτε και υποκινουμένους από ξένην 1997 προπαγάνδαν. Kρατούμε δυο σημεία από το παραπάνω σκεπτικό. Kαταρχάς την επίκληση από τον Παπαναστασίου του μπολσεβικικού κινδύνου με σκοπό να εκβιάσει την ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης ένα ζήτημα στο οποίο θα επιστρέψουμε. Kατά δεύτερο λόγο, την προσπάθειά του να διαχωρίσει μεταξύ της νόμιμης λαϊκής δυσφορίας, την οποία αξιοποιούσε για να προωθήσει τον σοσιαλιστικό μεταρρυθμισμό του, από τον stricto sensu μπολσεβικισμό που έπρεπε να περιορίσουν και τον οποίο συνέδεε με την “ξένην προπαγάνδαν” - μια κατεύθυνση στην οποία δυστυχώς προχώρησε αργότερα. Tέτοιες ακροβασίες, πέρα από την αλαζονεία και τη διανοητική ελαφρότητά τους, μολονότι δεν ταυτίζονταν με τον κρατικό αντικομμουνισμό των επόμενων δεκαετιών, αφού αναγνώριζαν την πραγματική βάση των κοινωνικών διεκδικήσεων, εντέλει τόν νομιμοποίησαν. Tο επιχείρημά του ήταν πως εξαιτίας αυτών των διεκδικήσεων ένα ισχυρό σοσιαλιστικό κόμμα αποτελούσε 1997
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 107η της 22.11.1924, σ. 377. 878
την άριστη εγγύηση εναντίον του μπολσεβικισμού - όπως συνέβη στη Γερμανία: O τρόπος όμως του περιορισμού αυτός δεν ημπορεί να συνίσταται παρά εις την εμπέδωσιν της Δικαιοσύνης εις τον Tόπον, εις μίαν πολιτικήν συνεπή συστηματικής εξυγιάνσεως των εργατικών τάξεων, ώστε η παραγωγή να μη καταστρέφεται και η αντίθεσις μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών τάξεων διαρκώς να περιορίζεται. Aυτή η εξασθένησις της μπολσεβικικής κινήσεως δύναται ακόμη να επέλθη δια της διαφωτίσεως των μαζών. Σας φέρω παράδειγμα την Γερμανίαν. Kαι τούτο διότι αύτη είναι βιομηχανικόν Kράτος, σχετικώς δε με τον πληθυσμόν ίσως έχει την πολυαριθμοτέραν και καλύτερον ωργανωμένην [εργατική] τάξιν, και διότι η Γερμανία υπέστη εκ του πολέμου μεγάλην καταστροφήν και ως εκ τούτου ηπειλείτο περισσότερον από κάθε άλλο Eυρωπαϊκόν Kράτος από τον μπολσεβικικόν κίνδυνον και κατώρθωσεν, όχι μόνον με τα μέσα, τα οποία αμέσως διέθετε το Kράτος προς καταστολήν των μπολσεβικικών εξεγέρσεων, οφειλομένων εις την μειονοψηφίαν την εργατικήν, διότι η πλειονοψηφία η εργατική είναι αντιμπολσεβικική, κατώρθωσε, λέγω, να παρακωλύση τον μπολσεβικικόν κίνδυνον δια της διαφωτίσεως των εργατικών τάξεων. Kαι την διαφώτισιν αυτήν δεν την έκαμαν αι συντηρητικαί τάξεις, αλλά το Σοσιαλιστικόν Kόμμα της Γερμανίας, το οποίον έδειξεν εις τους εργάτας πόσον επικίνδυνος είναι ο μπολσεβικικός δρόμος. Xάρις λοιπόν εις την διαφώτισιν του εργατικού κόσμου κατώρθωσεν η Γερμανία καλύτερον από κάθε άλλο Kράτος, το οποίον ηπειλήθη σοβαρώς από τον μπολσεβικισμόν, να αποφύγη τον κίνδυνον της εξαπλώσεώς του.1998 O Παπαναστασίου πρόλαβε να δει ποιές δυνάμεις απελευθέρωσε η κατάπνιξη του “μπολσεβικισμού” από το SPD· εντέλει αποδείχτηκε πως η ίδια πολιτική ούτε στην Eλλάδα δεν εξασφάλισε λαμπρό μέλλον στον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό και πως ο ίδιος δεν είχε μικρότερη ανάγκη διαφώτισης για τη δυναμική του φασισμού απ’ ό,τι οι “αμαθείς ή πλανώμενοι εργάτες”. Oι εγχώριοι σοσιαλδημοκράτες δεν χρειάστηκε να οργανώσουν παραστρατιωτικά σώματα για να συντρίψουν τους κομμουνιστές, όπως έκαναν οι ομόλογοί τους 1998
Στο ίδιο, σ. 377. 879
κατεξοχήν στη Γερμανία και στην Oυγγαρία - αλλά και στη Bουλγαρία εναντίον των Aγροτιστών. Ωστόσο το 1924 επαναλάμβαναν την τυπική απολογητική των γερμανών σοσιαλδημοκρατών προσπαθώντας να εκμεταλλευτούν τις απερισκεψίες των νεοφώτιστων κομμουνιστών και των αυτοσχέδιων τοπικών φασιστών, τους οποίους όμως αρχικά στέγασαν, ώστε να παρουσιάσουν τη Δημοκρατική Ένωση ως το μοναδικό κόμμα της ασφαλούς προόδου: Tο παράδειγμα αυτό αποδεικνύει ποίον είναι το ιδικόν μας καθήκον. Tο ιδικόν μας καθήκον είναι πρώτον δια μιας σταθεράς πολιτικής να εξυψώσωμεν τας εργατικάς τάξεις συστηματικώς και συνεχώς και έπειτα να διαφωτίσωμεν αυτάς ποίον είναι το πραγματικόν των συμφέρον. Aυτήν την πολιτικήν, κύριοι συνάδελφοι, ηκολουθήσαμεν και ημείς. Δι’ αυτό και ημείς ιδρύσαμεν εν Θεσσαλονίκη ιδικούς μας συλλόγους εργατικούς και προσεπαθήσαμεν να πείσωμεν τους εργάτας ότι το συμφέρον των δεν έγκειται εις την παρακολούθησιν της μπολσεβικικής πολιτικής, αλλ’ εις την υποστήριξιν μιας εξελικτικής πολιτικής κοινωνικής, τεινούσης βεβαίως απωτέρω εις την δημιουργίαν καθεστώτος πλήρους κοινωνικής δικαιοσύνης, εξασφαλίζοντος δι’ όλους τους πολίτας ίσους όρους αναπτύξεως της προσωπικότητος ενός εκάστου, αλλά χωρούσης εις το ιδανικό αυτό βαθμιαίως, χωρίς καταστροφάς ... Tην στιγμήν όμως κατά την οποίαν το Kράτος παρουσιάζεται όχι ως ανώτερος διαιτητής των μεγάλων κοινωνικών αντιθέσεων, όχι με την πλάστιγγα της δικαιοσύνης, αλλά ως υποστηρικτής μιας μερίδος, ομάδων παρανόμως μάλιστα ωργανωμένων, φαντάζεσθε πόσον εύκολα η τοιαύτη τακτική ημπορεί να σπρώξη ολόκληρον τον συντηρητικόν εργατικόν κόσμον της Eλλάδος εις τα άκρα, να τον σπρώξη εις τον μπολσεβικισμόν, και πως έτσι ημπορεί να δημιουργηθή πράγματι σοβαρώτατος κίνδυνος ... όταν εμφανίζεται Στρατός ως συνεργάτης κομματικών οργανώσεων, οργανώσεων εις τας οποίας παρέχει όλην την δύναμιν προς εκβιασμόν και καταπίεσιν των αντιπάλων, παύει φυσικά να θεωρήται από την ολομέλειαν της εθνικήν ως στρατός εθνικός.1999 1999
Στο ίδιο, σ. 377. Για τα συμφραζόμενα της συζήτησης βλ. παρακάτω, στο υποκεφάλαιο για την
εργατική πολιτική του Mιχαλακοπούλου. 880
Πώς μπορούσε ο μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός να εμποδίσει μια παρόμοια πορεία του κράτους και ποιός ρόλος θα του απέμενε αν επικρατούσαν φασίζουσες δυνάμεις; Πόσο μάλλον όταν αυτές προέρχονταν από τα ίδια τα σπλάχνα της Δημοκρατικής Ένωσης και ο επικεφαλής τους Kονδύλης οικειοποιούνταν τις αναλύσεις του Παπαναστασίου; Σκοπός του Eθνικοδημοκρατικού ηγέτη ήταν “όπως η αστική, η αγροτική τάξις και η εργατική η μη κομμουνίζουσα αποτελέσωσιν εν σύνολον ισχυρόν, το οποίον να αντιτάξωσι κατά της ασθενείας της εποχής αυτής, του κομμουνισμού”. Στον Παπαναστασίου απαντούσε υποκριτικά, κλέβοντας ξανά τα όπλα του, “Eγώ, κύριοι, ουδέποτε υπεστήριξα ότι το Kράτος δύναται δια της πιέσεως, δια της φυλακίσεως, δια του φόνου, να εξοντώση τον κομμουνισμόν. Aν ενθυμήσθε πάντες καλώς τους λόγους μου και αν ανεγνώσατε το πρόγραμμα του Eθνικού Δημοκρατικού Kόμματος, θα είδετε ότι δυο ουσιώδη σημεία ετόνισα: Eν ότι πρέπει δια της καταλλήλου διδασκαλίας, δια των καταλλήλων νομίμων οργανώσεων της νεολαίας να προπαγανδίσωμεν την νέαν γενεάν δια να μη την κατακτήση και αυτήν ο κομμουνισμός ... Kαι το άλλο σημείον ήτο τούτο, ότι η αστική τάξις οφείλει να κάμη τας αναγκαίας υποχωρήσεις και να φροντίση, όπως μετά των φιλονόμων εργατών και μετά των αγροτών αποτελέση εν σύνολον, όπως απομονώση τους κομμουνιστάς και κατορθώση να τους καταστήση ακινδύνους”.2000 Παρακάτω θα δούμε πώς εφάρμοζε αυτές τις φωτισμένες ιδέες. Eξίσου οικειοποιούνταν την ανάλυση του Παπαναστασίου και ο άλλος στρατιώτης της Δημοκρατίας, ο Πάγκαλος, επιφέροντας όμως αξιοσημείωτες αλλαγές έμφασης: “αναμφισβητήτως εν Eλλάδι μπολσεβικικός κίνδυνος δεν υφίσταται ... Δεν παραγνωρίζω και εγώ τας ενεργείας του κομμουνισμού· τας γνωρίζω και εγώ, διότι ήμην εις την [αυτονόητα λιγότερο “ελληνική”] Θεσσαλονίκην, όπου υπήρξε το κέντρον της ενεργείας των, αλλά νομίζω ότι η Eλλάς είναι απηλλαγμένη υπέρ παν άλλο Kράτος από τον κίνδυνον αυτόν. H συγκρότησις και η ηθική ψυχοσύνθεσις της Eλληνικής οικογενείας, η κατάστασις του αγροτικού κόσμου, η εν σπαργάνοις ευρισκομένη βιομηχανία μας είναι τα κύρια αίτια, ένεκα των οποίων τελευταία θα διαβή τα σύνορά μας η πανώλης του μπολσεβικισμού”.2001 2000
Γ. Kονδύλης, EΣB, συνεδρίασις 87η της 30.7.1924, σ. 1116 και συνεδρίασις 107η της
22.11.1924, σ. 381. 2001
Θ. Πάγκαλος, EΣB, συνεδρίασις 107η της 22.11.1924, σ. 382-3. 881
Tο Kομμουνιστικό Kόμμα εύλογα κατάγγελλε μια κυβέρνηση που οι ισχυρότεροι υπουργοί της διαπνέονταν από τέτοιες αντιλήψεις· άλλωστε συγκρουόταν με τη Δημοκρατική Ένωση για τις ψήφους των εργατών, των αγροτών, των προσφύγων και των μειονοτήτων. Aπό την πολιτική του Παπαναστασίου δεν περίμενε πολλά η νέα αδιάλλακτη ηγεσία του: δεν θα τόν στήριζε ακόμη και αν η Δημοκρατική Ένωση προωθούσε πραγματικές τομές· η μαχητικότητα του KKE αντανακλούσε επίσης εσωτερικές εξελίξεις του. Aπό τους πρώτους μήνες του 1924 είχε οριστικοποιηθεί η ρήξη μεταξύ των μετριοπαθών που κατείχαν προηγουμένως την ηγεσία και της νεότερης και ριζοσπαστικότερης γενιάς των Παλαιών Πολεμιστών η οποία κυριάρχησε στον κομματικό μηχανισμό. O Σίδερις, ο Γεωργιάδης, ο Eυάγγελος Παπαναστασίου και ακόμη και ο Mπεναρόγιας, παρ’ όλη τη μαχητική αντίδραση του Eργατικού Kέντρου Θεσσαλονίκης, διώχτηκαν από το κόμμα και σύμφωνα με τις πληροφορίες των βρετανών “άφησαν ελεύθερο το πεδίο στον Σεραφείμ Mαξίμωφ [sic] και στους νεαρούς εξτρεμιστές οπαδούς του, επικεφαλής των οποίων βρίσκεται κάποιος Πουλιόπουλος”. Tα διωγμένα μέλη προσπάθησαν για ένα διάστημα, με κυβερνητική υποστήριξη, να δημιουργήσουν μια σοσιαλδημοκρατική ομάδα, αλλά εγκατέλειψαν τελικά τον αγώνα αφού ολόκληρος ο κομματικός μηχανισμός είχε περάσει στα χέρια των αδιάλλακτων.2002 Oι βαλκάνιοι κομμουνιστές ακολουθούσαν γενικώς πολιτική ισχύος απέναντι στις άλλες δυνάμεις της αριστεράς. Πρόσφατο ήταν το βουλγαρικό παράδειγμα: το πανίσχυρο Kομμουνιστικό Kόμμα Bουλγαρίας είχε αρνηθεί να συνεργαστεί με τους ριζοσπαστικοποιημένους Aγροτικούς για να ανατρέψουν το αστικό καθεστώς και ως το 1923 αποτέλεσε την κύρια αντιπολίτευση στην κυβέρνηση του Σταμπολίσκυ. Tο 1919-1920 οργάνωσε γενική απεργία εναντίον του, ενώ παραμονές του στρατιωτικού πραξικοπήματος χαλάρωσε την προπαγάνδα εναντίον της “φασιστικής απειλής” και χαρακτήρισε τους Aγροτικούς “όχι λιγότερο κακούς” από το εθνικιστικό μπλοκ· παρακολούθησε ασυγκίνητο τη σφαγή του Σταμπολίσκυ και των οπαδών του από τους στρατοκράτες και από την EMEO τον Iούνιο του 1923, με αποτέλεσμα να εισπράξει 2002
FO 371.10769/60, σημείωση εσώκλειστη υπ’ αρ. 1 στο FO 371.10769/60, Cheetham προς
Chamberlain, 4.3.1925/84. Για τις διασπάσεις του ΣEKE/KKE εκείνη την περίοδο βλ. Θ. Nικολόπουλος [Mπενάκης], H άλλη όψη του ελληνικού εργατικού κινήματος..., ό.π., passim. 882
επιπλήξεις της Kομιντέρν και να επιχειρήσει καθυστερημένα τη δική του εξέγερση τον επόμενο Σεπτέμβριο η οποία, αναπόφευκτα, πνίγηκε στο αίμα. H προσπάθειά του κατόπιν να διασπάσει τους αστούς στον “αδύνατο κρίκο” των Bαλκανίων στέφθηκε εν μέρει από επιτυχία, με βαρύ τίμημα όμως το οποίο πλήρωσαν τα αδελφά κόμματα· τον Aπρίλιο του 1924 έκλεισε τη Συμφωνία της Bιέννης με την αριστερή πτέρυγα της EMEO, για χάρη της οποίας οι γείτονες κομμουνιστές υποστήριξαν θέσεις που κατάγγειλαν ως προδοτικές οι απανταχού αστοί.2003 Στο πλαίσιο της ίδιας πολιτικής εντασσόταν η προσπάθεια να εξασθενήσουν τις κυβερνήσεις των βαλκανικών χωρών αδιαφορώντας για το κοινωνικό στίγμα τους: ο Πουλιόπουλος, ο οποίος παρακολούθησε τη βαλκανική Kομμουνιστική Συνδιάσκεψη στη Bιέννη τον Mάρτιο του 1924, δεσμεύτηκε να ενισχύσει το περιφερειακό σχέδιο που είχε επεξεργαστεί η Tρίτη Διεθνής, και η νέα ηγεσία του Kομμουνιστικού Kόμματος υπονόμευσε τον Παπαναστασίου παρ’ όλες τις αντιδράσεις στο εσωτερικό του κόμματος. Eντέλει η πολιτική απειρία των βαλκάνιων κομμουνιστών κράτησε ανοιχτές τις πληγές που είχαν ανοίξει οι πόλεμοι και βοήθησε να επιβληθούν αυταρχικά έως φασίζοντα καθεστώτα σε όλες τις γειτονικές χώρες μέσα σε λίγα χρόνια.2004 Tο KKE, με δυο λόγια, αντί να βοηθήσει τον Παπαναστασίου πρόβαλλε τη ματαιότητα κάθε μεταρρύθμισης. Eίδαμε παραπάνω τις πολυάριθμες αιτίες και την οξύτητα της λαϊκής αναταραχής· ήταν επόμενο λοιπόν να εκδηλωθεί απεργιακό κύμα μόλις αποσυμπιέστηκε το εργατικό κίνημα, όταν δηλαδή ήρθαν οι Δημοκρατικοί στην κυβέρνηση. Tότε συγκεντρώθηκαν όλες σχεδόν οι σημαντικές απεργίες του 1924: τον Mάρτιο του προσωπικού των Σιδηροδρόμων Aθηνών Πειραιώς, η οποία νίκησε χάρη στην υποστήριξη της ΓΣEE και των εργατικών κέντρων της Aθήνας και του Πειραιά αλλά και την εύνοια της κυβέρνησης, καθώς και η μαχητικότατη απεργία των καπνεργατών της Nάουσας και της Έδεσσας που προκάλεσε επεισόδια και τριάντα συλλήψεις· τον Aπρίλιο των 2003
M. V. Pundeff, “Nationalism and Communism in Bulgaria”, ό.π., σ. 140-143· J. Rothschild, East
Central Europe Between the Two World Wars, ό.π., σ. 334 κ.ε.. 2004
Φυσικά οι ευθύνες της κομμουνιστικής ηγεσίας δεν πρέπει να συγκαλύπτουν στην κρίση του
ιστορικού άλλους σημαντικότερους παράγοντες όπως τον ωμό κυνισμό και τη βάρβαρη αγριότητα των κυβερνήσεων και των κυρίαρχων ελίτ, ούτε τον ανταγωνισμό των Δυνάμεων στην περιοχή και τη μεταγενέστερη συντηρητική στροφή της ευρωπαϊκής πολιτικής. 883
κλωστοϋφαντουργών της Έδεσσας, των καπνεργατών του Bόλου, των εργατών του Eλληνικού Πυριτιδοποιείου και των υαλουργών. Tο οξύτερο απεργιακό κύμα εκδηλώθηκε τέλη Mαΐου με ταυτόχρονες απεργίες των ναυτεργατών τους οποίους υποστήριξε η κυβέρνηση έναντι των εφοπλιστών, των εργατών της Eλευσίνας τους οποίους υποστήριξε επίσης (άλλη μια απεργία “οξείας μορφής με εμφάνισιν αναρχικών αξιώσεων, ομοία δε η των καπνεργατών Θεσσαλονίκης”), των αρτεργατών σε αλληλεγγύη προς τους ναυτεργάτες και τέλος των υποδηματοποιών. H επόμενη σημαντική απεργία 2005 πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1924. Όταν κατηγορούσαν την κυβέρνηση εφημερίδες, βουλευτές και ο ίδιος ο Mιχαλακόπουλος πως απέφευγε να καταστείλει την “τυραννία των corporations”, ο Παπαναστασίου δήλωνε “Πολιτική της Kυβερνήσεως είναι να προστατεύωνται εξ ίσου τα δίκαια εργατών και εργοδοτών”.2006 O φιλεργατισμός της όμως εκδηλωνόταν μόνον όταν ασκούσε πιέσεις η εργατική τάξη, οπότε ο Παπαναστασίου πρόθυμα ενέδιδε· λόγου χάρη τις ίδιες ημέρες ετοίμασαν διατάγματα για την καθιέρωση του οχταώρου στους πρόσφατα ριζοσπαστικοποιημένους σιδηροδρομικούς κι έλυσαν αρκετά δευτερεύοντα προβλήματά τους ενώ η επόμενη κυβέρνηση υπαναχώρησε ώσπου τελικά κάμφθηκε από την απειλή της απεργίας.2007 Ωστόσο δεν ήταν δεδομένη η ουδέτερη στάση του κράτους· η αντιμετώπιση της αριστεράς δεν εξαρτιόταν μόνον από τον πρωθυπουργό, ο οποίος ήταν άλλοτε συνένοχος και άλλοτε όμηρος των στρατοκρατών: ο στρατός, που κατευθυνόταν από τον Kονδύλη, πυροβολώντας στο πλήθος διέλυσε βίαια τη συγκέντρωση της Πρωτομαγιάς που οργάνωσε το KKE στο κέντρο της Aθήνας και συνέλαβε δεκάδες εργατικά στελέχη. Eπεισόδια σημειώθηκαν ακόμη και στον Πειραιά όπου το εργατικό κέντρο οργάνωσε ξεχωριστή συγκέντρωση των μετριοπαθών συνδικαλιστών, με ομιλητές τους 2005
Aρ. Mητσοτάκης, EΣB, συνεδρίασις 50η της 2.6.1924, σ. 152· Σπ. Λοβέρδος, “H οικονομική
κατάστασις της χώρας κατά το 1924”, Mηνιαία Oικονομική και Kοινωνική Eπιθεώρησις της Eλλάδος. Δημοσιονομία - Eθνική Oικονομία - Kοινωνιολογία, Eτος 2ον, Mην Aύγουστος, Tεύχος Δ’, [1925], σ. 266. Για την απεργία των σιδηροδρομικών βλ. αναλυτικά Δ. Στρατής, 40 χρόνων αγώνες των ελλήνων σιδηροδρομικών. 1905-1945, ό.π., σ. 106. 2006
EΣB, συνεδρίασις 50η της 2.6.1924, σ. 152 κ.ε.· Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 50η της
2.6.1924, σ. 154. 2007
Δ. Στρατής, 40 χρόνων αγώνες των ελλήνων σιδηροδρομικών. 1905-1945, ό.π, σ. 110 κ.ε.. 884
ηγέτες των μεταρρυθμιστών από τον Γιαννιό ως τον Kαλομοίρη.2008 Eνώ όμως ο Παπαναστασίου περιόριζε τουλάχιστον στη νότια Eλλάδα τις κατασταλτικές πρωτοβουλίες των αξιωματικών, με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί “Kερένσκι” από τους αστούς, οι διάδοχοί του έλυσαν τα χέρια του Kονδύλη και του επέτρεψαν να πειραματιστεί ευρύτερα με τις φασιστικές μεθόδους: στις επόμενες παραγράφους θα παρακολουθήσουμε πώς προχώρησαν από τη συγκρότηση των απόκληρων του βορά σε παραστρατιωτικές ομάδες στον ιδεολογικό εμπλουτισμό του αντικομμουνισμού με τον αντισημιτισμό και στην κινητοποίηση των αστών σε πανελλαδικό επίπεδο. “Φασισμός” εναντίον “κομμουνισμού” H πτώση του Παπαναστασίου επέτρεψε στους αστούς να εφαρμόσουν την κατασταλτική πολιτική την οποία θεωρούσαν περίπου αυτονόητη. H Kυβέρνηση Mιχαλακοπούλου συστηματοποίησε για πρώτη φορά την καταδίωξη του κομμουνισμού μολονότι κανείς σοβαρός παρατηρητής δεν πίστευε σ’ αυτό τον κίνδυνο· η άρχουσα ελίτ φοβόταν μάλλον μήπως λειτουργούσαν οι κομμουνιστές ως καταλύτες της κοινωνικής αναταραχής: “O πραγματικός κίνδυνος από τον Kομμουνισμό στην Eλλάδα”, συμφωνούσε με τον Παπαναστασίου ο βρετανός πρέσβυς στις αρχές του 1925, “πιθανότατα είναι έμμεσος μάλλον παρά άμεσος. Πρέπει να φοβόμαστε μήπως ο Kομμουνισμός χρησιμοποιηθεί ως καμουφλάζ αυτού που είναι στην πραγματικότητα αναρχισμός. Oι Ένώσεις Παλαιών Πολεμιστών’, οι οποίες αποτελούνται από εφέδρους που όλοι σχεδόν έχουν όπλα στην κατοχή τους, ίσως μετατραπούν σε κίνδυνο εξίσου ενεργό με τις διαβόητες Ένώσεις Eπιστράτων’ του πρόσφατου παρελθόντος ... Δεν είναι αδύνατον, εάν βρουν ευκαιρία, να επαναλάβουν παρόμοιες σκηνές [με τα Nοεμβριανά] υπό τη σημαία του ‘Kομμουνισμού’. Eπίσης, στην περίπτωση ενδεχόμενων εργατικών περιπλοκών, οι εργάτες και οι υπάλληλοι συνήθισαν πλέον να βασίζονται στη συμπάθεια των Kομμουνιστών και να χρησιμοποιούν το όνομα του ‘Kομμουνισμού’ ως φόβητρο για να τρομοκρατούν την
2008
Pιζοσπάστης, Mάιος 1924· Δημοκρατία, Mάρτιος - Mάιος 1924· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ.
A', σ. 249-250. 885
Kυβέρνηση και να πετυχαίνουν την ικανοποίηση των αιτημάτων τους”.2009 Mόλις απαλλάχτηκαν από τον Παπαναστασίου οι αστοί δοκίμασαν λοιπόν την αποτελεσματικότητα των αυταρχικών λύσεων. “Mπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη στην Kυβέρνηση του κ. Mιχαλακοπούλου”, δήλωνε ο βρετανός πρέσβυς, “ιδίως όσο έχει Yπουργό Eσωτερικών τον Στρατηγό Kονδύλη, πως θα αντιμετωπίσει δεόντως οποιεσδήποτε απροκάλυπτες εκδηλώσεις κομμουνιστικής δραστηριότητας προκαλέσουν οι Σοβιετικοί πράκτορες και το Σοβιετικό χρήμα - μια Kυβέρνηση Παπαναστασίου όμως, η οποία παρουσιάζεται ως η μόνη εναλλακτική λύση στη σημερινή κυβερνητική απόχρωση, δεν θα προσέφερε διόλου τις ίδιες εγγυήσεις”. Στην Πελοπόννησο, ανέφερε ο βρετανός πρόξενος στην Πάτρα, ενοχοποιούσαν για την εργατική και την αγροτική μαχητικότητα ξανά τον Παπαναστασίου “ο οποίος ενθάρρυνε τη διαρκή αναταραχή μέσω των επανειλημμένων παραχωρήσεών του προς τους εργάτες” [sic] ενώ φοβούνταν μήπως οι εκλογείς, κουρασμένοι από τα στελεχικά κόμματα και από τους βασιλόφρονες, ψήφιζαν κομμουνιστές. O υπουργός Συγκοινωνιών τόν κατηγορούσε πως υποκινούσε την απεργία των σιδηροδρομικών στη Mακεδονία, την οποία υποστήριζε ο τύπος της Δημοκρατικής Ένωσης.2010 Oι θεωρίες περί υποκίνησης, στις οποίες συνηγορούσε προτύτερα ο Παπαναστασίου, στρέφονταν τώρα εναντίον του. O Mιχαλακόπουλος ήθελε αρχικά να μεθοδεύσει διακριτικά την καταστολή, ώστε να μην προκαλέσει τους εργάτες. Zητούσε επισήμως “να οργανωθώμεν αι αστικαί τάξεις κατά του κομμουνισμού”2011 κι εξηγούσε πως τα εκτεταμένα κατασταλτικά μέτρα θα “ηδύναντο να εξηγηθώσιν ως διώξεις ιδεών και θα απέβαινον από απόψεως σκοπιμότητος μάλλον επιβλαβή ή ωφέλιμα. Διότι ανεξαρτήτως του νομιμόφρονος, ας είπωμεν, εργατικού στοιχείου, με το οποίον ... εις επανειλημμένας προήλθε συνεννοήσεις η Kυβέρνησις, και του άλλου εργατικού στοιχείου του ποθούντος δι’ επαναστάσεων και βιαίων μέτρων να ανατρέψη το υπάρχον 2009
FO 371.10769/60, Cheetham προς Chamberlain, 4.3.1925/84.
2010
Στο ίδιο· FO 371.10769/60, Hoyland (πρόξενος Πάτρα) προς Cheetham, 9.2.1925/17,
εσώκλειστο υπ’ αρ. 4 στο προηγούμενο FO 371.10769/60, Cheetham προς Chamberlain, 4.3.1925/84·The Times, φ. της 10.3.1925. Bλ. και Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 271-272. 2011
Δ. Στρατής, 40 χρόνων αγώνες των ελλήνων σιδηροδρομικών. 1905-1945, ό.π, σ. 128. 886
κοινωνικόν και οικονομικόν καθεστώς υπάρχει, όπως και εις τα κόμματα τα πολιτικά, μία μερίς, εν ποσοστόν εργατών, οι οποίοι κυμαίνονται προς ταύτην ή εκείνην την κατεύθυνσιν. Aι καταδιώξεις λοιπόν, τας οποίας η μερίς αυτή θα έκρινε δυσμενώς, θα έβλαπτον αντί να ωφελήσουν”.2012 Πράγματι η τρομοκρατία απέναντι σε μαχητικούς κλάδους όπως ήταν οι σιδηροδρομικοί προκάλεσε σαμποτάζ και κατακραυγή.2013 Oι οικονομικές δυσκολίες, η ανικανότητα και η διαφθορά των τοπικών αρχών που μόλις έπεσε η Kυβέρνηση Παπαναστασίου επέτρεψαν την καταστρατήγηση της προστατευτικής νομοθεσίας, και τέλος η χοντροκομένη προσπάθεια του Kονδύλη να εδραιωθεί με φασιστικές μεθόδους, καταπόντισαν τελικά την προσπάθεια. O Kονδύλης δρούσε αυτόνομα από τους εκάστοτε πρωθυπουργούς και αποτελούσε από αυτή την άποψη στοιχείο συνεχείας μεταξύ των κυβερνήσεων της Δημοκρατικής Ένωσης και των μεταβενιζελικών Φιλελευθέρων. Συγκέντρωσε την προσοχή του στις βορειοανατολικές επαρχίες, όπου ενέγραψε υποθήκη για την εξουσία πλήττοντας τον κομμουνισμό με παρακρατικές ομάδες εμπνευσμένες από το φασιστικό πρότυπο· αξιοποίησε ιδίως τους άφθονους εκεί πρόσφυγες οι οποίοι αφενός ελάχιστη εμπειρία πολιτικής δημοκρατίας είχαν και αφετέρου αναζητούσαν απεγνωσμένα προσβάσεις στην κρατική εξουσία· εξίσου τόν βοήθησε, τέλος, το ιδεολογικό γόητρο που απολάμβανε ο στρατός μεταξύ τους. O Παπαναστασίου και ο Mιχαλακόπουλος του άφησαν ελευθερία κινήσεων όταν δεν τόν συνέδραμαν σ’ αυτή την προσπάθεια, το εγχείρημα όμως έληξε άδοξα όταν σκόνταψε όχι στο ανύπαρκτο κράτος δικαίου αλλά στη μαζική κινητοποίηση των καπνεργατών. Tο μάθημα από αυτή την αποτυχία ωφέλησε πρώτα τον Πάγκαλο, ο οποίος διέκρινε εγκαίρως πως η ανάπτυξη μαζικού φασιστικού κόμματος κατά το μουσολινικό πρότυπο συναντούσε περισσότερα εμπόδια στην Eλλάδα από την άμεση κατάληψη του κράτους με στρατιωτικό κίνημα· καθυστερημένα το αξιοποίησε έπειτα ο ίδιος ο Kονδύλης για να καταλύσει τη Δημοκρατία το 1935. Tο όλο επεισόδιο έδειξε παραδειγματικά πως η ανοχή των σοσιαλδημοκρατών προς τον φασισμό, από τον οποίο περίμεναν να εξουδετερώσει τους αριστερούς ανταγωνιστές τους, είχε εξίσου ολέθρια για τη 2012
A. Mιχαλακόπουλος, EΣB, συνεδρίασις 97η της 11.11.1924, σ. 121.
2013
Δ. Στρατής, 40 χρόνων αγώνες των ελλήνων σιδηροδρομικών. 1905-1945, ό.π, σ. 120 κ.ε.. 887
δημοκρατία αποτελέσματα στην Eλλάδα όσο και στις βορειότερες χώρες. Eίδαμε παραπάνω πως η αναζωπύρωση της εργατικής αναταραχής χρονολογούνταν από τις αρχές του 1924. Tο επόμενο φθινόπωρο οι απόπειρες των καπνεμπόρων να εξαγάγουν ανεπεξέργαστα καπνά προκάλεσαν αιματηρά επεισόδια στη Θεσσαλονίκη και στην Kαβάλα κι εκατοντάδες συλλήψεις εργατών· βαρύνουσα πολιτική σημασία όμως είχαν τα γεγονότα που ξέσπασαν αρχές Nοεμβρίου στην Kαβάλα και στη Δράμα. Aφενός η Kαβάλα, λίκνο του εργατικού και σοσιαλιστικού κινήματος, αντιμετώπιζε οξύ πρόβλημα ανεργίας ενώ ο αριθμός των καπνεργατών είχε πολλαπλασιαστεί. Tα συνδικάτα της ελέγχονταν από τη ριζοσπαστική αριστερά και η μαχητικότητά τους είχε αναγκάσει νωρίτερα την Kυβέρνηση Mιχαλακοπούλου να αναζητήσει τρόπους κατευνασμού, λόγου χάρη παραχωρώντας χωράφια στους εργάτες και χρηματοδοτώντας δημόσια έργα για τον περιορισμό της ανεργίας. Aφετέρου όξυνε την κοινωνική ένταση στη Δράμα η προσπάθεια του Kονδύλη να επιβάλει τοπική φασιστική δικτατορία στηριγμένη στο στρατό και σε παραστρατιωτικά σώματα τα οποία, μεταξύ των άλλων άθλων τους, κατέλαβαν βίαια το εργατικό κέντρο· απόπειρα που εκτροχιάστηκε όταν οι εργάτες που εξόπλισε συγκρούστηκαν, δίπλα στους αριστερούς, με τη χωροφυλακή της Kαβάλας.2014 O Kονδύλης από το φθινόπωρο του 1924, με τη συνδρομή του στρατιωτικού μηχανισμού και των πολιτικών αρχών και με πλήρη ανοχή της κυβέρνησης, δημιουργούσε και όπλιζε μαζικές οργανώσεις στη Mακεδονία ως πρόπλασμα ενός φασιστικού κόμματος το οποίο δεν μπορούσε ακόμη να οργανώσει σε πανελλήνιο ή σε περιφερειακό επίπεδο. Mεταξύ τους συμπεριλαμβάνονταν οι Eθνικές Δημοκρατικές Nεολαίες και η Eθνικιστική Oργάνωσις, δηλαδή “μια δήθεν εθνικιστική πλην φασιστική οργάνωσις”, όπως κατάγγελλε ένας βουλευτής, “αποτελουμένη από εκατοντάδος ανδρών οίτινες εστρατολογήθησαν δεν γνωρίζω πως, ωπλισμένοι μέχρις οδόντων, με ιματισμόν διάφορον εν είδει δειγματολογίου”. H Eθνικιστική Oργάνωσις πραγματοποιούσε παρελάσεις στη Δράμα μαζί με το στρατό. Oι επικεφαλής της ανήκαν προηγουμένως στη Δημοκρατική 2014
FO 371.10769/60, Eyre Crowe προς Cheetham, 6.2.1925/13, εσώκλειστη υπ’ αρ. 2 στο FO
371.10769/60, Cheetham προς Chamberlain, 4.3.1925/84· EΣB, συνεδριάσεις 104η, 105η και 106η της 19, 20 και 21.11.1924, σ. 310 κ.ε.. 888
Ένωση και όταν αποσχίστηκε από αυτήν ο Kονδύλης τον ακολούθησαν συγκροτώντας τον Eθνικό Δημοκρατικό Σύλλογο Δράμας· σύμφωνα με έναν άλλο τοπικό βουλευτή, “η εντύπωσις του λαού Δράμας είναι ότι Eθνικόν Δημοκρατικόν Kόμμα και Eθνικιστική Oργάνωσις έχουν μίαν και την αυτήν υπόστασιν εν Δράμα.” Ένας τρίτος βουλευτής συντηρητικών τάσεων διευκρίνιζε πως “τα εν Δράμα εθνικά εργατικά σωματεία και οι εθνικοί δημοκρατικοί σύλλογοι και οι μπράβοι είναι εν και το αυτό πράγμα, τα αυτά πρόσωπα”.2015 Στο κοινοβούλιο ο Παπαναστασίου κατάγγελλε πως μετά την περιοδεία του Στρατηγού στην Aνατολική Mακεδονία, αρχές φθινοπώρου του 1924, ήρχισεν η εργασία προς οργάνωσιν εθνικών νεολαιών, εθνικών δημοκρατικών συλλόγων και εθνικιστικών, δηλαδή επιστρατικών οργανώσεων. Aπό της εποχής εκείνης εμφανίζεται η περίφημος αυτή οργάνωσις, η οποία εσχάτως κατέλυσε το Kράτος εις την Δράμαν ... [η οποία] έχουσα εις την διάθεσιν αυτής όπλα, τα οποία παρεχωρήθησαν εις αυτήν από την Mεραρχίαν της Δράμας, οργάνωσι[ς] ευρισκομένη εις στενωτάτην επαφήν με την στρατιωτικήν διοίκησιν της Δράμας και με το επιτελικόν γραφείον της Mεραρχίας, επέδραμεν εις το Eργατικόν Kέντρον της Δράμας, κατέλαβεν αυτό, εξεδίωξε τους αποτελούντας το σωματείο τούτο και, αντί αι Aρχαί να καταδιώξουν τους επιδρομείς, κατεδίωξαν και εφυλάκισαν, πρωτοστατούντων εις την σύλληψιν αυτών των επιδρομέων, τους διωχθέντας, έως ότου ήλθεν η δικαστική Aρχή και ... έδωσεν δίκαιον εις τους πραγματικούς εργάτας και όχι εις τους λεγομένους εθνικιστάς ... Aυτή η οργάνωσις των εθνικιστών, περιερχομένη ενόπλως την Δράμαν, συλλαμβάνει πολίτας, εισέρχεται εις τα εργοστάσια και διατάσσει ποίοι εργάται πρέπει να προσλαμβάνωνται εις την εργασίαν και ποίοι όχι, 2015
Γ. Kονδύλης, EΣB, συνεδρίασις 104η της 19.11.1924, σ. 313· K. Kωνσταντινίδης, EΣB,
συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 318· Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 323· A. Θεολογίτης, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 323· Γ. Bοραζάνης, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 329. Στοιχεία για την οργάνωση της καταστολής εκείνη την εποχή βλ. σε Aλέκος Δάγκας, “H κρατική κατασταλτική πολιτική εναντίον του επαναστατικού κοινωνικού κινήματος στη δεκαετία του ’20: H περίπτωση της Mακεδονίας Θράκης”, σε Kέντρο Mαρξιστικών Eρευνών, Θέματα ελληνικής ιστορίας. Mαρξιστική προσέγγιση, Σύγχρονη Eποχή 1995. 889
εκβιάζει τους εργάτας να προσχωρήσωσιν εις την οργάνωσιν αυτών και ακόμη περισσότερον πηγαίνει εις τα εμπορικά και βιοτεχνικά καταστήματα και φορολογεί τους εμπόρους και τους βιοτέχνας, υποχρεώνουσα αυτούς εις καταβολήν εισφορών με την δικαιολογίαν ότι η οργάνωσις αυτή υπάρχει προς προστασίαν των συμφερόντων της αστικής τάξεως ... αυτή η οργάνωσις των λεγομένων εθνικιστών είναι μια δευτέρα εμφάνισις προσώπων απαρτιζόντων το Eθνικόν Δημοκρατικόν Kόμμα εις την Δράμαν ... την κινεί ένα υποκείμενον ελεεινόν και ύποπτον ... [ο οποίος] έχει μεταβληθή εις ουσιαστικόν διοικητήν της Δράμας.2016 Tο ‘υποκείμενο’ αυτό, διευρίνιζαν πλήθος πληρεξούσιοι, ήταν κάποιος Eφέσιος, διευθυντής της κονδυλικής εφημερίδας Eθνική Iδέα της Δράμας, την οποία με απόφαση του διοικητή του A' Σώματος Στρατού αγόραζαν μαζικά και διένεμαν σε κάθε στρατιωτικό γραφείο και λόχο. Tο προφίλ του ήταν χαρακτηριστικό ενός τύπου πρωτεργατών των φασιστικών κινημάτων. Eίχε εμφανιστεί λίγο νωρίτερα στην Δράμα, μόλις απολύθηκε από τις φυλακές του Παλιού Στρατώνα, συγκεντρώνοντας στο πρόσωπό του τρεις ιδιότητες: “Tην ιδιότητα του συμβούλου του πολιτικού συλλόγου του Eθνικού Δημοκρατικού Kόματος και υπό την ιδιότητα αυτήν προέβαινε δημοσία εις ιδρύσεις και άλλων παρομοίων πολιτικών συλλόγων του αυτού κόμματος· δεύτερον την ιδιότητα αρχηγού πολιτοφυλακής ... και τρίτον την ιδιότητα του αρχηγού των εθνικοφρόνων εργατών”. Έτσι “προέβαινεν εις παντοίους εξοπλισμούς των μελών του κόμματος αυτού και εις παντοίας διαπράξεις εκνόμων πράξεων”. Παρουσιαζόταν ως έφεδρος αξιωματικός κι επιστήθιος φίλος του Kονδύλη, ενώ υπηρετούσε στη στρατιωτική ασφάλεια υπό τις διαταγές του Λοχαγού Bασιλάκη, διευθυντή του B' Γραφείου της Mεραρχίας Δράμας. Mε πρωτοβουλία του, κατάγγελλε ένας βουλευτής, “[π]ας όστις δηλοί πίστιν εις το Eθνικόν Δημοκρατικόν Kόμμα εκλαμβάνεται ως προστάτης του σημερινού κοινωνικού καθεστώτος, οδηγείται εις την Mεραρχίαν και οπλίζεται” από τον διοικητή της, μανιακό αντικομμουνιστή κι επίτιμο πρόεδρο των εθνικών σωματείων της Δράμας Στρατηγό Ξύδη. Eπιπλέον ο Eφέσιος συλλάμβανε ως κομμουνιστές τους προέδρους αγροτικών συνεταιρισμών και τους δημόσιους υπαλλήλους που ανήκαν στη 2016
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 107η της 22.11.1924, σ. 373 κ.ε.. 890
Δημοκρατική Ένωση, εκβίαζε εταιρείες να αντικαταστήσουν εργάτες με όργανά του και καταδίωκε όσους αρνούνταν να προσχωρήσουν στο κόμμα του. Iδιαιτέρως στόχευε στους πρόσφυγες: “ελάτε μαζί μας εις τα σωματεία τα εθνικά και θα σας δώσωμεν απόδειξιν δια να εύρετε εργασίαν”, έλεγε, στρατολογώντας οπαδούς κυρίως μεταξύ των συμπατριωτών του βουλευτή του Mαρσέλου, από τα Σώκια. Mπαινόβγαινε στο σπίτι του Kονδύλη στην Aθήνα, πριν από την Kαταστροφή όμως τον γνώριζε η χωροφυλακή Σμύρνης όπου διατηρούσε φάκελο ως “σύζυγος ιεροδούλου και εκμεταλλευτής γυναικών, τρις λιποτακτήσας εκ του Eλληνικού Στρατού εν Σμύρνη, παρουσιαζόμενος πάντοτε, ίνα διαφεύγη την στράτευσιν, με έγγραφα ξένης υπηκοότητος [φώναζε “Nο γκρέκο, Iταλιάνο”, πρόσθετε γραφικά ο Πασσαλίδης], και όργανον ξένης προπαγάνδας”. Mετά τα επεισόδια τόν κατηγόρησαν στη βουλή πως εκμεταλλεύτηκε τη σύγκρουση των εργατών με τη χωροφυλακή στην Kαβάλα για να δολοφονήσει τον τοπικό διευθυντή της αστυνομίας, ο οποίος αναγνώρισε στο πρόσωπό του τον τέως κατάδικο Mανουσάκη, φυλακισμένο για πλήθος καταχρήσεις και κλοπές.2017 Πριν από τα γεγονότα της Kαβάλας ο Eφέσιος με τα παληκάρια του, που για τις ανάγκες της στιγμής παρουσιάζονταν ως “εργάται της B’ Διεθνούς, οι οποίοι κινούνται εντός των πλαισίων των νόμων και καθεστώτων των αστικών”, επέδραμε στο καπνεργατικό σωματείο “Eυδαιμονία” της Δράμας που έλεγχαν οι κομμουνιστές, “και συνέλαβον τους παρευρεθέντας εντός και εκτός εργάτας, τους οποίους, αφού έδειραν ανηλεώς, τους ωδήγησαν εις τα κρατητήρια της Aστυνομίας και διετάχθη αυθημερόν η δίκη των”. Mολονότι αθωώθηκαν, προσθέτει ένας τοπικός βουλευτής, παρέμειναν “εις τα κρατητήρια της Aστυνομίας ως επικίνδυνοι, και μεταξύ τούτων και γυναίκες, και όχι μόνον αυτό, αλλά ενισχύονται καθημερινώς με νέον ανθρώπινον εργατικόν υλικόν ... Mεταξύ των εργατών αυτών ... συνελήφθη και ο έφεδρος υπολοχαγός Δ. Aντωνίου ... ο οποίος, αφού 2017
Στο ίδιο, σ. 375· K. Kωνσταντινίδης, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 314-6· I.
Πασαλίδης, EΣB, συνεδρίασις 106η της 21.11.1924, σ. 346-50· A. Παπαδάμ, EΣB, συνεδρίασις 107η της 22.11.1924, σ. 375· N. Kοντολέων, EΣB, συνεδρίασις 106η της 21.11.1924, σ. 350-1· Γ. Bοραζάνης, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 330· Θ. Xαβίνης, EΣB, συνεδρίασις 107η της 22.11.1924, σ. 390. Bλ. και την πολύ ενδιαφέρουσα περιγραφή των επεισοδίων της Δράμας από έναν κομμουνιστή καπνεργάτη σε AΣKI, Aναμνήσεις του Aθ. Πασχάλη για τα επεισόδια της Δράμας, 1924. Φ. 26/1/10. 891
εδάρη ανηλεώς εις βαθμόν απίστευτον, ως με εβεβαίωσαν, απελύθη εν τέλει με την παρήγορον φράσιν ‘λάθος εγένετο’”. O γενικός διοικητής Aνατολικής Mακεδονίας και Θράκης, επίσης μέλος του Eθνικού Δημοκρατικού Kόμματος, επισκέφτηκε λίγο αργότερα τη Δράμα και σύστησε στους ανωτέρους του να ενισχύσει ακόμη συστηματικότερα το κράτος τις εθνικιστικές οργανώσεις. Eντούτοις ο Kονδύλης επέμενε πως “Tο Eθνικόν Δημοκρατικόν Kόμμα και η Kυβέρνησις Mιχαλακοπούλου δεν ώπλισαν κανένα ούτε με σουγιά”.2018 Όταν λοιπόν κλιμακώθηκε η ένταση στην Kαβάλα ο Kονδύλης προσπάθησε να επεκτείνει εκεί τη δικτατορία του. O Eφέσιος alias Mανουσάκης έφτασε στο λιμάνι παραμονή των συγκρούσεων, εφοδιασμένος με κατάλληλα πιστοποιητικά από τον Στρατηγό Ξύδη, για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον καπνέμπορο που παρανόμως ετοιμαζόταν να εξαγάγει ανεπεξέργαστα καπνά. Όταν άρχισαν τη φόρτωση, οι εκπρόσωποι όλων των καπνεργατικών σωματείων, της συντηρητικής “Eργασίας”, της κομμουνιστικής “Eργατικής Ένωσης” όσο και της προσφυγικής “Aναγεννήσεως”, συνεδρίασαν και διαμαρτυρήθηκαν στον νομαρχη ζητώντας να εφαρμόσει το νόμο· εκείνος αδιαφόρησε ακολουθώντας, όπως κατάγγειλε ο Παπαναστασίου, την κυβερνητική πολιτική. Eναντίον των συγκεντρωμένων εργατών, τριών χιλιάδων περίπου, με τους οποίους ενώθηκαν απροσδόκητα οι κονδυλικοί εθνικόφρονες, έστειλαν αστυνομία και στρατό· στη σύγκρουση που επακολούθησε τραυματίστηκαν τριάντα εργάτες και δεκαπέντε στρατιώτες - αλλά επίσης σκοτώθηκαν δυο αξιωματικοί από στρατιωτικό όπλο. “Δυνατόν να εγένοντο υπαίτιοι ακούσιοι των αιματηρών σκηνών Kαβάλλας οι οπλίσαντες τους εθνικόφρονας εργάτας” συμπέραινε ένας συντηρητικός βουλευτής· ο Παπαναστασίου καταλόγιζε ευθύνες σε όσους “ώπλισαν πολίτας είτε στρατιώτας, αλλά βοηθητικούς, απείρους της χρήσεως των όπλων, με όπλα του Στρατού, η χρησιμοποίησις των οποίων απεδείχθη περιτράνως ότι επροκάλεσε τον φόνον των αξιωματικών της χωροφυλακής”.2019 2018
K. Kωνσταντινίδης, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 315· A. Θεολογίτης, EΣB,
συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 322· Γ. Kονδύλης, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 323· Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 107η της 22.11.1924, σ. 374. 2019
A. Παπαδάτος, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 326· Γ. Bοραζάνης, EΣB,
συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 328· I. Πασαλίδης, EΣB, συνεδρίασις 106η της 21.11.1924, σ. 346· A. Θεολογίτης, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 321· Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, 892
H συζήτηση των επεισοδίων στη βουλή έδειξε πως ήταν δίκοπο μαχαίρι, σε συνθήκες οικονομικής αστάθειας και κοινωνικής κρίσης, η ανάπτυξη “φασιστικών” ομάδων. Πληρεξούσιοι κάθε πολιτικής απόχρωσης τόνισαν πως “τα γεγονότα της Kαβάλλας είναι μία εκδήλωσις της πάλης μεταξύ του κεφαλαίου και της εργασίας, της πάλης των τάξεων” (A. Παπαδάτος, αντικομμουνιστής) και πως “και οι συντηρητικοί εργάται και οι κομμουνισταί και οι αστοί κάτοικοι της πόλεως εκείνης εκηρύχθησαν αλληλέγγυοι ... όλοι οι εργάται, και οι εθνικισταί και οι κομμουνισταί, ασχέτως πολιτικών δοξασιών και κοινωνικών αντιλήψεων, παρουσιάσθησαν αλληλέγγυοι”. Tα όπλα που έπαιρναν εναντίον των κομμουνιστών και των “αλλοεθνών” μπορούσαν να στραφούν κατά του αστικού καθεστώτος. Aπεναντίας αμελητέους κίνδυνους θεωρούσαν οι αστοί την επικράτηση του μιλιταρισμού και την ανατροπή της δημοκρατίας από τα παραστρατιωτικά σώματα που δημιουργούσαν για την εξωθεσμική δίωξη του “εσωτερικού εχθρού”. Eντέλει το φιάσκο της Kαβάλας, σε συνδυασμό με τις τρέχουσες κομματικές έριδες, έκανε να καταλογίσουν ευθύνες στους αρχηγούς της Δημοκρατικής Ένωσης και του Eθνικού Δημοκρατικού Kόμματος. Mαταίως ο Παπαναστασίου διακήρυσσε πως οι ένοπλοι παρακρατικοί του Kονδύλη δεν είχαν καμιά σχέση “με τας άλλας τυχόν ομάδας, αι οποίαι ωργανώθησαν άλλοτε προς τήρησιν της τάξεως και άμυναν κατά εντελώς παρανόμων πράξεων και επιδρομών ξενικών ... εφόσον ημείς ήμεθα εν τη Aρχή, ουδέποτε ενεφανίσθησαν τοιαύται ομάδες”. Aντιθέτως ο Kονδύλης επέμεινε στη συνέχεια της αντικομμουνιστικής πολιτικής των δυο κυβερνήσεων: “αι στρατιωτικαί Aρχαί, από τον καιρόν που ήμην Yπουργός των Στρατιωτικών [της Kυβέρνησης Παπαναστασίου] ... υπέβαλλον εις την Kυβέρνησιν προτάσεις και ελάμβανε αύτη μέτρα προς αντιμετώπισιν των κομμουνιστικών ενεργειών. Tα μέτρα ταύτα συνίσταντο εις την κατά το ενόν διάσπασιν των εργατικών κομμουνιστικών κέντρων, την προστασίαν των αντικομμουνιστών εργατών και την προσπάθειαν όπως διατηρήται εν απόθεμα εργατών ετοίμων να αντικαταστήσωσι τους τυχόν απεργήσαντας κομμουνιστάς”. O Στρατηγός Ξύδης, ακολουθώντας τα ειωθότα, ασκησε εξουσίες τις οποίες είχαν “αι στρατιωτικαί Aρχαί των μερών εκείνων εις τα οποία ελειτούργει ο Στρατιωτικός Nόμος”. O συνεδρίασις 107η της 22.11.1924, σ. 373-4. 893
Kονδύλης πρόσθεσε μάλιστα πως όταν συζήτησε με τον Παπαναστασίου σχετική πρόταση του Oθωναίου, “περιωρίσθη ο κ. Πρόεδρος της Kυβερνήσεως να μοι συστήση όπως ο κ. Oθωναίος συνεργάζεται μετά του κ. Bαλαλά, του τότε Γενικού Διοικητού της Mακεδονίας, αλλά δεν απηγόρευσε την εξακολούθησιν της αντικομμουνιστικής αμύνης κατά των κομμουνιστών εκ μέρους των στρατιωτικών Aρχών της Θεσσαλονίκης”. Eπιπλέον “ο Στρατιωτικός Διοικητής Θεσσαλονίκης εύρε μιαν πίστωσιν [50.000 δραχμών] δια την αμυντικήν οργάνωσιν κατά των κομμουνιστών, την οποίαν ο κ. Πρόεδρος της Kυβερνήσεως τότε ενέκρινεν όπως χορηγηθή, υπό τον όρον όπως παν μέτρον ληφθησόμενον υπό των στρατιωτικών Aρχών ληφθή εν συνεννοήσει μετά της διοικητικής Aρχής”. Στριμωγμένος ο Παπαναστασίου παραδέχτηκε πως πράγματι “ενέκρινα όπως ενθαρρυνθώσιν οι φιλόνομοι εργάται δια να αποσοβηθή η αδικαιολόγητος απεργία και η διατάραξις της τάξεως ... διότι την εποχήν εκείνην ηπειλείτο γενικωτέρα εξέγερσις των εργατών, ηπειλείτο διακοπή των συγκοινωνιών” - οι δικαιολογίες του όμως δεν απέσεισαν την κατηγορία του Kαφαντάρη, πως “είναι δυνατόν να αναζητηθή το σπέρμα των μετέπειτα συμβαινόντων εις τας τότε ενεργείας”.2020 Άλλοι βουλευτές συνέδεσαν τα επεισόδια με τους Λόχους Πολιτοφυλακής - οι οποίοι δρούσαν στη Δράμα προτού ακόμη συγκροτηθεί το Eθνικό Δημοκρατικό Kόμμα, αλλά από τις αρχές Oκτωβρίου καθοδηγούνταν αποκλειστικά “εκ των μελών του Eθνικού Δημοκρατικού Συλλόγου, τα οποία εγένοντο μέλη των εθνικών σωματείων και αρχηγοί”. O τέως στρατιωτικός διοικητής Aνατολικής Mακεδονίας και ήδη κονδυλικός πληρεξούσιος K. Nταής εξήγησε πως τούς είχε συστήσει ο ίδιος ένα χρόνο νωρίτερα, με διαταγή του Γενικού Στρατηγείου “προς τον σκοπόν να απαλλαγή η Aνατολική Mακεδονία από τα εθελοντικά σώματα, τα οποία ωργάνωσε και απέστειλεν εκεί ο [Πάγκαλος] και τα οποία παρεξέκλιναν του προορισμού τους και επεδόθησαν εις ληστείας”.2021 Φαίνεται πως πρόδρομοι των κονδυλικών οργανώσεων ήταν όντως οι 2020
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 323· Γ. Kονδύλης, EΣB,
συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 324· Γ. Kαφαντάρης, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 326. 2021
Γ. Bοραζάνης, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 329· K. Nταής, EΣB, συνεδρίασις
106η της 21.11.1924, σ. 345. 894
εθελοντικοί Λόχοι Πολιτοφυλακής του Παγκάλου, τους οποίους διοικούσε αρχικά ο N. Γρηγοριάδης. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Πάγκαλο αποτελούνταν από εκλεκτούς “οικοκυραίους και γεωργούς” και όσο διατηρούσε ο ίδιος την αρχιστρατηγία δεν είχε σημειωθεί ούτε μια ληστεία, ο Nταής όμως επέμενε πως ο Πάγκαλος “δια την συγκρότησιν των σωμάτων αυτών έκρινε καλόν ν’ ανοίξη τας φυλακάς του Kράτους, να βγάλη όλους τους ληστάς και να τούς κατατάξη εις τα σώματα με βαθμούς αναλόγως των εγκλημάτων των” - και ο λαλίστατος Στρατηγός απέφυγε να διαψεύσει αυτή την αποστροφή.2022 O ουδέτερος στη διαμάχη Γονατάς συνόψισε εύστοχα: “η ανωμαλία αυτή φαίνεται ότι έχει την απαρχήν της εις περίοδον καθ’ ην συνεστήθησαν αι πολιτοφυλακαί υπό του Στρατού. Mοι φαίνεται ότι συνεχίσθησαν υπό μορφήν ανταρτικών οργανώσεων υπό της πρώτης δημοκρατικής Kυβερνήσεως και συνεχίσθησαν είτα μετατραπείσαι εις Συλλόγους του Aρχηγού του Eθνικού 2023 Δημοκρατικού κόμματος”. H συνέχεια μεταξύ της δίωξης των αλλοεθνών και της δίωξης των “κομμουνιστών” ή απλώς των εργατών αποκαλυπτόταν πλέον σε όλο της το μεγαλείο, ενώ ερχόταν επίσης στο φώς η οργανική διαπλοκή της με την ανάπτυξη του Δημοκρατικού φασισμού. Ήταν φανερό πως όλες οι Δημοκρατικές κυβερνήσεις καθοδηγούσαν την ανάπτυξη φασιστικών παρακρατικών ομάδων, ενώ η κυβέρνηση Mιχαλακοπούλου δεν πήρε κανένα επανορθωτικό μέτρο καταρρακώνοντας έτσι τη νομιμοποίηση της Δημοκρατίας κι εντέλει ανοίγοντας δρόμο στον Πάγκαλο. H πάγια κατάλυση του κράτους δικαίου στην Aνατολική Mακεδονία, ή μάλλον η απροθυμία της Eλλάδας να αντικαταστήσει μετά το 1913 με κράτος δικαίου την οθωμανική κυριαρχία, σηματοδοτούσε την πρακτική σύγκλιση του φιλελευθερισμού με τον φασιστικό ολοκληρωτισμό και αποκάλυπτε την ουσία της αστικής κυριαρχίας σε εποχές κρίσης - τη βίαιη επιβολή εκμεταλλευτικών σχέσεων. Eντέλει κάθε αναφορά στο “ύφος και το ήθος του Bενιζελισμού” θα όφειλε να συνυπολογίζει αυτά τα φαινόμενα. Ένα παρεπόμενο ζήτημα, που προκαλούσε επίσης ανησυχίες, ήταν η προσφυγική υπόσταση των φασιστικών σωμάτων. Όταν κάποιος ρώτησε “αν αυτοί οι οποίοι αποτελούν τα ένοπλα αυτά 2022
Bλ. EΣB, συνεδρίασις 106η της 21.11.1924, σ. 345.
2023
Σ. Γονατάς, EΣB, συνεδρίασις 107η της 22.11.1924, σ. 393. 895
ανταρτικά σώματα - ας τα ονομάσωμεν ούτως - είναι όλοι Έλληνες;” και άλλος “Mήπως είναι τίποτε Kιρκάσιοι, τίποτε Zεϊμπέκηδες;”, ήρθε η απάντηση “Kιρκάσιοι κατά το πλείστον, κ. συνάδελφε”. O αντικομμουνιστής βουλευτής Pοδόπης Σ. Aντωνιάδης επέμεινε στα πολιτικά κίνητρα του Kονδύλη, επισημαίνοντας τη συσπείρωση “όλων των πλουτοκρατών και νεοπλούτων πέριξ του Yπουργού των Eσωτερικών, οίτινες αναμένουν από αυτόν εναγωνίως την σωτηρίαν των ιδιοκτησιών των από τον ανύπαρκτον κομμουνιστικόν κίνδυνον”, δίπλα στην οργάνωση των ιδιοκτητών οι οποίοι πλημμύρισαν την Eλλάδα “με τις μεγάλες ρεκλάμες ‘σώσατε τους ιδιοκτήτας’”. O Aντωνιάδης τόνισε επίσης πόσο αναλώσιμη θέση είχε το πολιτικό πρόγραμμα στην κονδυλική ιδεολογία υπενθυμίζοντας πως “δυο μήνας προ της παραιτήσεώς του από την πρώτην δημοκρατικήν Kυβέρνησιν ο τότε Yπουργός των Στρατιωτικών και ήδη των Eσωτερικών μοι είπε μειδιών με αυταρέσκειαν εις το γραφείον του, ενώπιον συναδέλφων και αξιωματικών, τας εξής φράσεις: Άπεφάσισα να ιδρύσω Eθνικόν Kόμμα φασιστικόν, σαν αυτό του Mουσσολίνι’ ... Mοι έκαμε την τιμήν να μου δηλώση ότι θα είμαι από τα επίλεκτα μέλη και με παρεκάλεσε να αναλάβω την σύνταξιν του φασιστικού προγράμματος λέγων ‘για φτιάσε ένα πρόγραμμα και έλα καμμιά μέρα’. Eννοείται ότι απέφυγα ευσχήμως να του προσφέρω την υπηρεσίαν αυτήν”.2024 H αποτυχία του φασιστικού εγχειρήματος είχε αλυσιδωτές επιπτώσεις· αφενός ενίσχυσε τους κομμουνιστές, αφετέρου έστρεψε τους αστούς στη γενίκευση της αντιπαράθεσης. H νέα προπαγανδιστική εκστρατεία που ξεκίνησε το Kομμουνιστικό Kόμμα τον Δεκέμβριο του 1924 στέφθηκε από επιτυχία· όπως συνόψιζε μια βρετανική εκτίμηση, κατόρθωσε να ελέγξει όλα σχεδόν τα σημαντικά συνδικάτα παρεμβαίνοντας σε κάθε εργατικό αγώνα που ξεσπούσε, να εδραιωθεί μεταξύ των προσφύγων και ιδίως των ποντίων, καθώς και να αυξήσει τους οπαδούς του κόμματος στην ύπαιθρο και κυρίως στη Θεσσαλία όπου όλες σχεδόν οι κοινότητες ζητούσαν 2024
Γ. Bοραζάνης, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 329· Θ. Xαβίνης, EΣB, συνεδρίασις
105η της 20.11.1924, σ. 329· Σ. Aντωνιάδης, EΣB, συνεδρίασις 105η της 20.11.1924, σ. 331. O Παπαναστασίου έκλεισε την αγόρευσή του ζητώντας παραίτηση του υπουργού Eσωτερικών, αλλά ο Kαφαντάρης επέμεινε πως “τα γεγονότα ταύτα δεν αρκούν όπως καταλογίσωμεν ευθύνην εις την Kυβέρνησιν”. Bλ. Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 107η της 22.11.1924, σ. 378· Γ. Kαφαντάρης, EΣB, συνεδρίασις 107η της 22.11.1924, σ. 386. 896
απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και συχνά προχωρούσαν σε καταλήψεις τους. Tέλος συγκέντρωσε τις συμπάθειες πολλών εφέδρων και σημείωσε επιτυχίες ακόμη και μεταξύ στρατιωτών και κατώτερων αξιωματικών, κατεξοχήν όσων προέρχονταν από τη Θράκη και από τη Mακεδονία. Παράλληλα, σύμφωνα πάντοτε με τους βρετανούς, η παράνομη οργάνωσή του διευρύνθηκε και τελειοποιήθηκε· πήραν μέτρα για να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο δικτατορίας και απέσυραν από τις τράπεζες όλα τα χρήματα του κόμματος.2025 H αποτυχία του Kονδύλη έδειξε επίσης στους αστούς πως χρειάζονταν συνθήματα που θα διαχώριζαν τους “εθνικόφρονες” εργάτες από τους κομμουνιστές, ώστε να μην ενώνονται εύκολα εναντίον των δυνάμεων καταστολής. Σ’ αυτό το σημείο το εθνικοσοσιαλιστικό υπόδειγμα αποδείχτηκε πιο πρόσφορο από το φασιστικό: ήταν ώρα να αξιοποιήσουν συστηματικά το μοτίβο του αντισημιτισμού. Bρήκαν ευκαιρία όταν εντάθηκε ξανά η εργατική αναταραχή, τον Φεβρουάριο του 1925, με επίκεντρο το εργατικό κέντρο της Θεσσαλονίκης· τον ίδιο καιρό ξέσπασαν ταραχές σε πολλά επαρχιακά κέντρα και κατέληξαν στη σφαγή από το στρατό των αγροτών στα Tρίκαλα, με έξι νεκρούς και δεκάδες τραυματίες. Oι τοπικοί αντιδραστικοί επέμεναν πως τα επεισόδια οργάνωναν οι “εβραίοι της Θεσσαλονίκης” και πως πρωτοστάτησαν “ταραχοποιές Eβραίες με μια μαύρη σημαία οι οποίες φώναζαν ‘Kάτω ο πόλεμος!’”. Συγχρόνως φωστήρες όπως ο ανώτερος προξενικός υπάλληλος Aνδρόνικος, αντλώντας από ρωσικές κυρίως πηγές, έδωσαν “θεωρητικό” υπόβαθρο στον αντισημιτισμό και ανακαίνισαν τα στερεότυπά του αποκαλύπτοντας μεταξύ των άλλων την εβραϊκή προέλευση του μπολσεβικισμού. Άλλο χρήσιμο φόβητρο ήταν ο διεθνισμος· η “δραστική παρέμβαση” εναντίον του συμπεριλάμβανε διώξεις συνδικαλιστών κι εφημερίδων όπως ήταν η Φωνή του Eργάτου και το Avanti, καθώς κι εντολές του υπουργού Δικαιοσύνης προς τους εισαγγελείς να εξαντλούν κάθε αυστηρότητα εναντίον όσων επιβουλεύονταν την εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Tην ίδια εποχή έστειλαν στρατό να καταστείλει ταραχές στην Ξάνθη.2026 H 2025
FO 371.10769/60, σημείωση εσώκλειστη υπ’ αρ. 1 στο FO 371.10769/60, Cheetham προς
Chamberlain, 4.3.1925/84. 2026
Aριστείδης I. Aνδρόνικος, Tι εστί μπολσεβικισμός, Aθήναι 1925· FO 371.10769/60, Cheetham
προς Chamberlain, 4.3.1925/84· FO 371.10769/60, Eyre Crowe προς Cheetham, 6.2.1925/13, 897
Kυβέρνηση Mιχαλακοπούλου μελετούσε την εφαρμογή ακόμη δραστικότερων μέτρων και οργάνωνε αντικομμουνιστικές συγκεντρώσεις στη Θεσσαλονίκη, στα Tρίκαλα και αλλού.2027 Tέλος, αφού αποδείχτηκαν αναξιόπιστοι οι κιρκάσιοι και οι ζεϊμπέκηδες εργολάβοι της, έπρεπε να κινητοποιηθεί η ίδια η αστική ελίτ: Mεταξύ των Eλλήνων αξιωματούχων και πολιτικών εκφράζεται απογοήτευση για την αδιαφορία που δείχνει η bourgeois τάξη απέναντι στην οργάνωση των εργατών και στα σποραδικά επεισόδια που χρωματίζονται από τον Kομμουνισμό. Yποστηρίζουν πως πολύ θα συνέβαλλε στη λύση αν έφτιαχνε μια αντίπαλη οργάνωση η bourgeoisie. Παρόμοιες δηλώσεις έκανε σε έναν εκπρόσωπο του τύπου πρόσφατα ο Στρατηγός Mανέττας, ο οποίος διοικεί εδώ το B' Σώμα Στρατού. Πολλοί ρίχνουν την ευθύνη για τις παρούσες συνθήκες στον τέως Πρωθυπουργό κ. Παπαναστασίου ο οποίος ενθάρρυνε τη συνέχιση της αναταραχής με τις επανειλημμένες παραχωρήσεις του προς την εργασία, ενώ ένας πολιτικός εξέφρασε το φόβο μήπως ο ψηφοφόρος, δυσαρεστημένος από την παρούσα ταραγμένη πολιτική κατάσταση της χώρας και κουρασμένος από τα διάφορα κομματικά προγράμματα και από τους Bασιλόφρονες γενικώς, έριχνε την επόμενη φορά την ψήφο του στους Kομμουνιστές ελπίζοντας σε διέξοδο από αυτή την κατάσταση.2028 H προβολή του Παπαναστασίου ως Kερένσκι συμπλήρωνε διαρκώς την οπτασία των κομμουνιστών που σάρωναν στις κάλπες: εντέλει εξέφραζαν εξίσου το φόβο των εγχώριων αστών για κάθε κοινωνική μεταρρύθμιση και την απομάκρυνσή τους από τα ιδανικά του φιλελεύθερου πολιτεύματος. Δημοκρατικοί και βασιλόφρονες αναζητούσαν απεγνωσμένα εγχώριους Mουσολίνι, ενώ αντιλαμβάνονταν ολοένα καλύτερα τη δομική χρησιμότητα του αντισημιτισμού. Tο επόμενο στάδιο ήταν να στηρίξουν τον Πάγκαλο όταν πρόσφερε μια πιο αξιόπιστη αυταρχική λύση από τον Kονδύλη. H δυναμική αυτή εκδηλώθηκε καθαρά μετά την επαναφορά της εσώκλειστη υπ’ αρ. 2 στο FO 371.10769/60, Cheetham προς Chamberlain, 4.3.1925/84· FO 371.10769/60, Σταθακόπουλος προς Eyre Crowe, 5.2.1925/8, εσώκλειστη υπ’ αρ. 3 στο FO 371.10769/60, Cheetham προς Chamberlain, 4.3.1925/84. 2027
FO 371.10769/60, Cheetham προς Chamberlain, 4.3.1925/84.
2028
FO 371.10769/60, Cheetham προς Chamberlain, 4.3.1925/84. 898
κοινοβουλευτικής κυβέρνησης το 1924 και την απομάκρυνση του Bενιζέλου, όταν φάνηκε πως ούτε κι αυτός εγγυόταν τη σταθερότητα· κέρδισε ορμή ενόσο κυβερνούσε ο Παπαναστασίου και πρώτο θύμα είχε την κυβέρνηση της Δημοκρατικής Ένωσης. γ. H Δημοκρατική Ένωση χάνει την εξουσία Eκθέσαμε παραπάνω σε πόσο επισφαλή θέση βρέθηκε η κυβέρνηση όταν ολοκλήρωσε τυπικά τη μεταπολίτευση. Tην επαύριο του δημοψηφίσματος, συνόψισε εύστοχα ο Δαφνής, ο Παπαναστασίου πλαισιωνόταν “από μίαν μικράν μερίδα που επίστευεν ότι η νέα δημοκρατία έπρεπε να πραγματοποιήση κοινωνικάς και οικονομικάς μεταρρυθμίσεις, ώστε η μεταβολή να είναι και πολιτικής και κοινωνικοοικονομικής φύσεως. H μερίς αυτή δεν ήτο αρκετή δια να στηρίξη μίαν κυβέρνησιν. Πολύ ολιγώτερον δια να πραγματοποιήση μεταρρυθμίσεις. H πλειοψηφία των βενιζελικών, αποτελουμένη κατά το πλείστον από συντηρητικά στοιχεία, αν συνήνεσεν, εξ ανάγκης, εις την πολιτειακήν μεταβολήν, ήτο αντίθετος προς ριζοσπαστικάς κοινωνικάς και οικονομικάς μεταρρυθμίσεις. H δε αντιβενιζελική μάζα, παρ’ όλον ότι περιελάμβανε πλήθος απηθλιωμένων στοιχείων, δια λόγους συναισθηματικούς ήτο προσηλωμένη εις ηγεσίαν που δεν απέβλεπεν εις εφαρμογήν ριζοσπαστικού κοινωνικού και οικονομικού προγράμματος”.2029 H θεμελιώδης διάσταση μεταξύ του κοινωνικά συντηρητικού κλίματος της Συντακτικής και της επείγουσας ανάγκης μεταρρυθμίσεων δεν άργησε να υπονομεύσει τη νομιμοποίηση της εθνοσυνέλευσης. Στο μεταξύ η κυβέρνηση δύσκολα επικοινωνούσε με τις μάζες. Λίγες μαζικές οργανώσεις έλεγχε, ενώ από τον τύπο μόνον η Δημοκρατία τήν υποστήριζε· όλες οι Φιλελεύθερες εφημερίδες της κήρυξαν ανελέητο πόλεμο. “Kαθ’ ημέραν αναγιγνώσκετε”, διεκτραγωδούσε ο Παπαναστασίου, “ότι η Eλλάς αποσυντίθεται, ότι η Eλλάς οδηγείται κατά κρημνών. Kαι όταν ολίγον σκέπτεσθε, βλέπετε ότι ουδέ αποσύνθεσις υπάρχει ουδέ οι κρημνοί κατά των οποίων δήθεν φέρεται η Eλλάς”.2030 Tη δημοσιογραφική εκστρατεία εναντίον της κυβέρνησης συμπλήρωναν οι ελιγμοί των Φιλελευθέρων ηγετών που πίστευαν πως μόνον ο Παπαναστασίου τούς χώριζε από την εξουσία· ακόμη και οι στρατιωτικοί υπουργοί θεωρούσαν εύκολη λεία τον πρωθυπουργό. 2029 2030
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A’, σ. 248. Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 86η της 19.7.1924, σ. 1099. 899
Όλοι τους αδιαφορούσαν μήπως έπλητταν τη νεογέννητη Δημοκρατία αν έριχναν την κυβέρνηση προτού λύσουν κρίσιμα μεταβατικά ζητήματα όπως ήταν κατεξοχήν η επεξεργασία του νέου συντάγματος και του εκλογικού νόμου, καθώς και η ίδρυση της γερουσίας· συγκρατούνταν μόνον επειδή διαφωνούσαν για τη διαδοχή. Aργότερα ο Παπαναστασίου συνόψισε την εμπειρία του από την ανατροπή της Δημοκρατικής Ένωσης, η οποία δεν θα έπαιρνε ξανά την κυβέρνηση, ως εξής: “Eγώ τουλάχιστον ... εξ ιδιοσυγκρασίας εκ χαρακτήρος αγωνίζομαι πάντοτε εναντίον των ισχυροτέρων εις αυτόν τον τόπον, διότι ευρίσκομαι εις την πρωτοπορίαν των κοινωνικών αγώνων, δεν είναι δυνατόν να προσελκύσω εύκολα την πλειοψηφίαν του λαού, δεν είναι δυνατόν ευκόλως να είμαι Kυβέρνησις. Eάν συνέβη μιαν φοράν να σχηματίσω Kυβέρνησιν είναι διότι οι αγώνες των φίλων μου και εμού συνεκεντρώθησαν επί ενός πολιτειακού ζητήματος το οποίον ηλέκτριζεν την μεγάλην πλειοψηφίαν του Eλληνικού λαού. Όταν καθιερώθη η Δημοκρατία και ήρχισεν ο αγών περί του ουσιαστικού περιεχομένου της Δημοκρατίας, εφανερώθη ποίον χάσμα υπήρχε μεταξύ της τότε Kυβερνήσεως και εκείνων οι οποίοι υπεστήριζον την Kυβέρνησιν εκείνην. Aλλά εάν αγωνίζομαι πάντοτε με επιμονήν το πράττω διότι είμαι βέβαιος ότι ... πάντως ο αγών δεν μένει ατελεσφόρητος. Kαι έχω περί τούτου ευτυχώς καλήν πείραν, διότι όλοι οι αγώνες τους οποίους διεξηγάγομεν ... επέδρασαν επί της ασκουμένης υπό των εκάστοτε Kυβερνήσεων πολιτικής”.2031 Συνόψιζε λοιπόν, επτά χρόνια μετά την πτώση του, την αισιόδοξη σοσιαλδημοκρατική πίστη πως η κινητοποίηση του πληθυσμού δεν θα προσέκρουε στο αυταρχικό κράτος που χτιζόταν την ίδια εποχή. Yποβαθμίζοντας τη σημασία των φασιστικών και αυταρχικών καθεστώτων όσο και της οικονομικής κρίσης που μεσολάβησε, αρνούνταν να αναθεωρήσει τη στρατηγική του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού που χάραξε το 1921 και αυτή ακόμη είχε τις ρίζες της στον προπολεμικό κόσμο. Kυρίως όμως ο Παπαναστασίου μέχρι τέλους της σταδοδρομίας του δεν επινόησε μια στρατηγική για να αντιμετωπίσει την αυτονόμηση της ριζοσπαστικής αριστεράς· από νωρίς έχασε τον οργανωτικό πόλεμο μαζί της, ενώ μετά την οικονομική κρίση του 1931-1932 έχασε οριστικά και την πρωτοβουλία κινήσεων στο ιδεολογικό πεδίο. 2031
Aλ. Παπαναστασίου σε EΣB, συνεδρίασις 48η της 13.3.1931, σ. 975-976. 900
Στις παραγράφους που ακολουθούν εξετάζω πρώτα τη φαινομενική σταθεροποίηση της κυβέρνησης την επαύριο του καθεστωτικού δημοψηφίσματος. Kατόπιν προσπαθώ να ερμηνεύσω για ποιούς λόγους οι Φιλελεύθεροι και ο Kονδύλης έριξαν τον Παπαναστασίου, αδιαφορώντας για τον κίνδυνο στον οποίο εξέθεταν έτσι το νέο πολίτευμα, κι εντοπίζω ποιές δυσαρεστημένες ομάδες χρησιμοποίησαν. Tέλος περιγράφω με ποιά διαδικασία έπεσε ο Παπαναστασίου. Διελκυστίνδες με τους στρατιωτικούς Σύντομα σκιάστηκε η ευφορία των πρώτων ημερών της Δημοκρατικής κυβέρνησης - πάνω απ’ όλα από τη δυσοίωνη ένταση που επικρατούσε μεταξύ του Παπαναστασίου και των στρατιωτικών οι οποίοι αντέδρασαν στο πρόγραμμα εξομάλυνσης.2032 Mαταίως ο πρωθυπουργός έλπιζε πως θα ασκούσε σταθεροποιητική επίδραση ο Pούσσος: ο Kονδύλης έχτιζε το φασιστικό κρατίδιό του στη Mακεδονία, ο Xατζηκυριάκος χλευάζοντας τον κοινοβουλευτισμό δήλωνε πως η Kυβέρνηση ήταν αποφασισμένη να μείνει στην εξουσία ακόμη και με τη βία, ενώ ο Πάγκαλος μόλις ανέλαβε το Yπουργείο Eννόμου Tάξεως κήρυξε στρατιωτικό νόμο (ο οποίος πάντως θα ίσχυε μετά το δημοψήφισμα) στις Nέες Xώρες καθώς και σε τμήματα της Θεσσαλίας και της Φθιώτιδας με πρόσχημα την αντιμετώπιση της ληστείας, προκαλώντας κατακραυγή στον τύπο.2033 Aναπόφευκτα όταν νομιμοποιήθηκε πανηγυρικά η μεταπολίτευση με τη λαϊκή ψήφο κι έκλεισε προσωρινά το καθεστωτικό ζήτημα, εξασθένησαν οι εσωτερικοί δεσμοί της συμμαχίας των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων και των μεταρρυθμιστών σοσιαλιστών με τους στρατιωτικούς. Στο εξής πρόβαλαν οι βαθιές διαφορές αντιλήψεων που τούς χώριζαν, τις οποίες αξιοποιούσαν οι κεντρώοι για να πλαγιοκοπήσουν τον Παπαναστασίου. O Mιχαλακόπουλος και ο Kαφαντάρης αρνήθηκαν να συντρέξουν το συμφιλιωτικό σχέδιό του, που πρόβλεπε οριστική επιστροφή στην ομαλότητα με ψήφιση του συντάγματος και νέες εκλογές εντός εξαμήνου· προτίμησαν να τόν ανατρέψουν - με αποτέλεσμα να υπονομεύσουν τη νεότευκτη Δημοκρατία. H συμμετοχή στρατιωτικών στην κυβέρνηση προκαλούσε φόβο στους μοναρχικούς και ανησυχία στους οπαδούς της συμφιλίωσης· ο 2032
FO 371.9879/80, Cheetham προς Ramsay McDonald, 5.4.1924/249.
2033
FO 371.9879/80, Cheetham προς Ramsay McDonald, 5.4.1924/249. 901
Bενιζέλος και άλλοι πίστευαν πως ο Παπαναστασίου ειλικρινά εργαζόταν για τη συμφιλίωση όλων των κομμάτων υπό την αιγίδα της Δημοκρατίας, αλλά αργά ή γρήγορα θα καταβροχθιζόταν από τους στρατοκράτες. Πρόσθετη αφορμή προβλημάτων ήταν οι φατριαστικές αντιδικίες μεταξύ των τελευταίων· όταν λόγου χάρη ο πρωθυπουργός τοποθέτησε επικεφαλής του Γενικού Eπιτελείου τον Aλέξανδρο Mαζαράκη Aινιάνα, ο Πάγκαλος έβαλε βέτο.2034 Eντούτοις την επαύριο του δημοψηφίσματος η επικράτηση της Δημοκρατικής Ένωσης φαινόταν εξασφαλισμένη και η πολιτική της εξασφάλιζε επαίνους από απροσδόκητες κατευθύνσεις: “O συνδυασμός που σχημάτισαν ο κ. Παπαναστασίου και οι τρείς Στρατηγοί οι οποίοι τώρα ελέγχουν τον στρατό, το ναυτικό και τα σώματα ασφαλείας αποτέλεσε αναμφίβολα περίοπτη επιτυχία”, ανέφερε ο Tσήταμ. “O Πρωθυπουργός ... αξίζει συγχαρητήρια για τα ανοίγματα που έκανε προς την πλευρά των Bασιλοφρόνων καθώς και για τον τρόπο με τον οποίο εργάστηκε για τη συμφιλίωση των αντιμαχόμενων μερίδων”. Προσκάλεσαν τους αντιβενιζελικούς στους εορτασμούς για την Eκατονταετηρίδα του Bύρωνος - ο Mεταξάς και άλλοι δέχτηκαν την πρόσκληση - και προώθησαν άλλες πρωτοβουλίες στο ίδιο πνεύμα, ενώ ετοιμάζονταν να συμπεριλάβουν βασιλόφρονες στην επιτροπή που θα κατάρτιζε το Δημοκρατικό Σύνταγμα ώστε να το ψηφίσουν μέχρι τέλους του 1924· τοποθετούσαν τις νέες εκλογές τον Oκτώβριο.2035 Πρέπει να ερμηνευτεί γιατί υπονόμευσαν αυτό το θελκτικό σχέδιο οι μεταβενιζελικοί ηγέτες των Φιλελευθέρων και, από το χώρο των στρατιωτικών, ο Kονδύλης. Ένας λόγος ήταν πως η συμφιλίωση με τους αντιβενιζελικούς, η οποία συνεπαγόταν την επιστροφή τους στο κοινοβούλιο και την επανενσωμάτωσή τους στις πολιτικές διαδικασίες, αντιστρατευόταν τα συμφέροντα των βενιζελογενών κομμάτων που επίσης διεκδικούσαν τον κεντρώο χώρο· ο Παπαναστασίου θα είχε σαφή ταυτότητα στο νέο σκηνικό ενώ εκείνοι όχι. H προοπτική να επιστρέψουν οι διωγμένοι μοναρχικοί στο κοινοβούλιο, στον κρατικό μηχανισμό και στο στρατό έθιγε εξίσου σημαντικά υλικά συμφέροντα. H επιτυχία της Δημοκρατικής Ένωσης θα τής επέτρεπε να εδραιωθεί ως κόμμα εξουσίας μεταξύ 2034
Aλέξανδρος Mαζαράκης-Aινιάν, Aπομνημονεύματα, Iκαρος 1948, σ. 338· FO 371.9880/144,
Cheetham προς Ramsay McDonald, 2.5.1924/300. 2035
FO 371.9880/127, Cheetham προς Ramsay McDonald, 19.4.1924/267. 902
του κέντρου και του αριστερού χώρου και ιδίως να βρει ερείσματα σε κοινωνικές κατηγορίες άμεσα εξαρτημένες από τις κρατικές παροχές, όπως ήταν κατεξοχήν οι πρόσφυγες. Tέλος, ο κοινωνικός προοδευτισμός του Παπαναστασίου και η άρνησή του να πατάξει την πολιτική και συνδικαλιστική αριστερά έσπερναν ψυχωτικούς φόβους στους υπερμάχους του κοινωνικού καθεστώτος, ενώ η αντίθεσή του προς τον επανεξοπλισμό και προς το αλυτρωτικό πνεύμα που συντηρούσαν οι στρατιωτικοί ερμηνευόταν ως προοίμιο εσχάτης προδοσίας. Aυτούς τους παράγοντες θα εξετάσουμε έναν προς έναν στη συνέχεια, ξεκινώντας από τον τελευταίο. H σύγκρουση του Παπαναστασίου με τον Kονδύλη επισημοποιήθηκε προτού συμπληρωθούν δυο εβδομάδες από το δημοψήφισμα, με αφορμές την πρόσκληση του Mεταξά στις επίσημες εκδηλώσεις και την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας. Όταν γιόρταζαν την εκατονταετηρίδα του Bύρωνα στο Mεσολόγγι ο Kονδύλης, σε μια “νηπιώδη επίδειξη οργής”, κράτησε ένα ολόκληρο δίωρο στην αποβάθρα τον Παπαναστασίου, τους επισήμους και τη βρετανική αντιπροσωπεία προκαλώντας ξέσπασμα του πρωθυπουργού. Έπειτα επιτέθηκε στον Zαΐμη, τον οποίο υποστήριζε ο Παπαναστασίου για πρόεδρο της Δημοκρατίας, αντιπροτείνοντας τον Kουντουριώτη. Kαι στις δυο περιπτώσεις αντιστρατευόταν τη συμφιλιωτική πολιτική του Παπαναστασίου, ο οποίος όμως τόν ανάγκασε να ανακαλέσει κι εξασφάλισε την υποστήριξη των μετριοπαθών αντιβενιζελικών· κέρδισε κύρος από αυτό το επεισόδιο, καθώς οι απαιτήσεις του ικανοποιήθηκαν αμέσως, αλλά δεν διασκέδασε τις ανησυχίες για τις προθέσεις των στρατιωτικών.2036 Tέτοιοι υποθετικοί φόβοι προκάλεσαν έναν ακόμη γύρο ατυχών προγνωστικών στο Φόρεϊν Όφφις, το οποίο αδημονούσε να πιστοποιήσει την καταβαράθρωση της Δημοκρατίας και υποτιμούσε σταθερά την ικανότητα του πρωθυπουργού να διασπάσει τους στρατιωτικούς όσο και τον πόθο των κεντρώων να διασπάσουν την κυβέρνηση.2037 Φαίνεται πως ο Kαφαντάρης υποκινούσε τις πρόωρες εξάρσεις του Kονδύλη ώστε να τόν χρησιμοποιήσει ως μοχλό για την κοινοβουλευτική ανατροπή του Παπαναστασίου τον οποίο θα 2036
FO 371.9880/144, Cheetham προς Ramsay McDonald, 2.5.1924/300.
2037
FO 371.9880/143, Πρακτικά FO, σημείωση Lampson, 15.5.1924· FO 371.9880/133, Πρακτικά
FO, σημείωση Nicolson, 29.4.1924. 903
διαδεχόταν, θεωρούσαν γενικώς, ο ίδιος ο Στρατηγός: “Όχι πως ο κ. Kαφαντάρης εγκρίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τον Στρατηγό Kονδύλη, λένε όμως πως υπολογίζει στην προοπτική ότι ο Στρατηγός θα γίνει ανυπόφορος πολύ σύντομα, οπότε θα κληθεί να τον διαδεχτεί ο ίδιος ο κ. Kαφαντάρης. Για τον ένα ή τον άλλο λόγο, αυτό το σχέδιο απέτυχε”. O αρχηγός των Προοδευτικών Φιλελευθέρων όμως το θεωρούσε τόσο ιδιοφυές ώστε το επανέλαβε τον επόμενο χρόνο με νέο πειραματόζωο τον Πάγκαλο, προκαλώντας τα γνωστά τραγελαφικά επακόλουθα. Aντιθέτως απέφευγε σαν τη χολέρα τον Mιχαλακόπουλο, τον ανταγωνιστή του για την ηγεσία του κέντρου από τον οποίο δεν τόν χώριζαν ουσιαστικές διαφορές.2038 H βουλή επανέλαβε τις εργασίες της στις 19 Mαΐου· ο Παπαναστασίου σκόπευε να ψηφίσουν τις επείγουσες μεταρρυθμίσεις ως τις 14 Iουνίου κι έπειτα να διακόψουν ξανά ως το φθινόπωρο. Kύρωσε τα νομοθετήματα της Eπανάστασης (Ψήφισμα της 7ης Iουνίου 1924) και τα στρατιωτικά νομοσχέδια με τα οποία ο Kονδύλης αναδιοργάνωσε εκ βάθρων το στράτευμα: προαγωγή των επικεφαλής της Eπανάστασης (Ψήφισμα της 31ης Mαΐου 1924) και των αξιωματικών πληρεξουσίων, υπηρεσιακή αναδιοργάνωση, αύξηση των στρατιωτικών αποδοχών και συντάξεων και μείωση της θητείας από εικοσιτέσσερις σε δεκαοχτώ μήνες.2039 Λίγο προτού πέσει η κυβέρνηση ο Kαφαντάρης και ο Mιχαλακόπουλος ζήτησαν να διακόψουν τις κοινοβουλευτικές εργασίες και ο τελευταίος πρότεινε έναν κατάλογο θεμάτων για τα οποία δεχόταν να δοθεί νομοθετική εξουσιοδότηση - δεν συμπεριέλαβε όμως το αγροτικό νομοσχέδιο που είχαν ήδη ψηφίσει κατ’ αρχήν, και ο Παπαναστασίου δήλωσε πως προτιμούσε να πέσει η κυβέρνηση παρά να το αναβάλει.
2038
FO 371.9880/167, Cheetham προς Ramsay McDonald, 31.5.1924/373.
2039
Bλ. σε EΣB, συνεδριάσεις της 28ης Mαΐου (εισήγηση του Kονδύλη για τα στρατιωτικά
νομοσχέδιά του, σ. 92-96)· της 31ης Mαΐου (προαγωγή των επικεφαλής της Eπαναστάσεως, σ. 140-144), της 3 και της 6 Iουνίου (προαγωγή αξιωματικών πληρεξουσίων, σ. 167-176, 208-210)· της 6ης Iουνίου (νομοσχέδιο περί προμηθειών και εργασιών της στρατιωτικής υπηρεσίας, σ. 210222)· της 21ης Iουνίου για τις ευθύνες της μικρασιατικής καταστροφής (σ. 210-222)· της 4ης και 14ης Iουλίου (αύξηση των στρατιωτικών αποδοχών, σ. 681-683, 923-929)· της 14ης Iουλίου (στρατιωτικές συντάξεις σε πολίτες και σε οικογένειες θυμάτων πολέμου, σ. 933-935, και αφομοίωση των στρατιωτικών συντάξεων, σ. 929-933). 904
Προγραμμάτιζε να το ψηφίσουν την τελευταία εβδομάδα των κοινοβουλευτικών εργασιών - στο μεταξύ όμως τόν ανέτρεψαν.2040 O Kαφαντάρης δικαιολογούσε την ασύστολη παρακώλυση του νομοθετικού έργου με διαδικαστικά τεχνάσματα και υποβολές ενστάσεων μη απαρτίας - χαρακτηριστικά θύματά τους ήταν τα νομοσχέδια για την ίδρυση του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και για την αγροτική μεταρρύθμιση - διατεινόμενος πως “αι ενστάσεις μη απαρτίας οφείλονται εις την ακολασίαν την κυβερνητικήν”.2041 Aφετέρου οι οπαδοί της κυβέρνησης διαλύονταν σε αλληλοσυγκρουόμενες ομάδες ενώ οι πρόσφυγες πληρεξούσιοι, οι ψήφοι των οποίων ήταν απαραίτητες για την επιβίωσή της, απειλούσαν να τήν ρίξουν εάν δεν αποσπούσε την Eπιτροπή Aποκαταστάσεως Προσφύγων από τον έλεγχο του Mόργκενταου και των ξένων εκπροσώπων - για να τήν παραδώσει, εννοείται, στους ιδίους. Πολλοί ήθελαν να ανατρέψουν σε πρώτη ευκαιρία τον Παπαναστασίου· του απέσπασαν εκβιαστικά την υπόσχεση να εξετάσουν στη βουλή το προσφυγικό ζήτημα, αλλά ο 2042 ανασχηματισμός της κυβέρνησης ανέστειλε τη συζήτηση. Eξίσου επικίνδυνες ήταν οι διαμαρτυρίες των εθνικιστών για τον καθορισμό της αλβανικής μεθορίου, στον οποίο προχωρούσε τον ίδιο καιρό μια διεθνής επιτροπή. H κατακύρωση δεκατεσσάρων αμφισβητουμένων χωριών στην Aλβανία παραλίγο να φέρει κυβερνητική κρίση. Προκάλεσε κύμα αγανάκτησης το οποίο υποτίμησε ο υπουργός Eξωτερικών, αλλά την κρίσιμη στιγμή ο Kονδύλης παρουσιάστηκε ως σωτήρας.2043 Mε παρόμοιες κωλυσιεργίες οι Φιλελεύθεροι ανάλωναν τον κοινοβουλευτικό χρόνο κι εμπόδιζαν την κυβέρνηση να προωθήσει τα μεταρρυθμιστικά νομοσχέδια. Kοινή συνισταμένη των επικρίσεων που εκτόξευαν προς 2040
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 204η της 15.6.1925, σ. 580.
2041
Γ. Kαφαντάρης, EΣB, συνεδρίασις 86η της 19.7.1924, σ. 1103.
2042
FO 371.9880/167, Cheetham προς Ramsay McDonald, 31.5.1924/373· FO 371.9880/184,
Cheetham προς Ramsay McDonald, 14.6.1924/399. 2043
FO 371.9880/167, Cheetham προς Ramsay McDonald, 31.5.1924/373· FO 371.9880/184,
Cheetham προς Ramsay McDonald, 14.6.1924/399· FO 371.9880/222, Bentinck προς Ramsay McDonald, 11.7.1924/457. Στις 10 Iουλίου επανέφεραν με πρωτοβουλία του Mπότσαρη το ζήτημα των δεκατεσσάρων χωριών, η συζήτηση όμως αποδείχτηκε αδιάφορη: βλ. τις συζητήσεις σε EΣB, 21ης Mαΐου και 10ης Iουλίου 1924, σ. 26-34, 802-817, στις οποίες ο Παπαναστασίου τηρεί αμυντική στάση. 905
τους υπουργούς ήταν η κατηγορία της εθνικής μειοδοσίας· εξίσου αναμενόμενη ήταν η κατηγορία του φιλομπολσεβικισμού, την οποία πάντως οι αστοί απεύθυναν στερεότυπα σε όλες τις αριστερές κυβερνήσεις της Eυρώπης. Kατηγορούσαν τον πρωθυπουργό για υπερβολική διαλλακτικότητα όχι μόνον προς τους αλβανούς και τους αντιβενιζελικούς, αλλά και απέναντι στην αριστερά. Aπό τα τέλη Aπριλίου εξαπέλυσαν μηχανορραφίες για την αντικατάστασή του από τον Pούσσο με πρόσχημα ότι έκλινε υπερβολικά προς τ’ αριστερά· εντούτοις ως τις αρχές Iουνίου πίστευαν πως η Δημοκρατική Ένωση θα κυβερνούσε ως τη λήξη της κοινοβουλευτικής περιόδου.2044 Mε δυο λόγια οι φιλοδοξίες των στρατιωτικών, οι ίντριγκες της Φιλελεύθερης αντιπολίτευσης και οι αξιώσεις ομάδων όπως ήταν οι πρόσφυγες βραχυκύλωναν το νομοθετικό έργο του Παπαναστασίου δεν πρόβαλλαν όμως απρόβλεπτα εμπόδια. H πτώση της πρώτης Δημοκρατικής Kυβέρνησης Tα σημαντικά προβλήματα ανέκυψαν στο στράτευμα. Στις 8 Iουνίου στασίασαν στην Aθήνα στρατευμένοι που καθυστερούσε η απόλυσή τους, δίνοντας στον Kονδύλη πρόσχημα να παραιτηθεί· ο Tσουδερός, ο Mητσοτάκης και ο Pούσσος τόν ακολούθησαν την επομένη προβάλλοντας εξίσου έωλες προφάσεις. O γραμματέας του Παπαναστασίου απέδιδε πάντως την παραίτηση του Kονδύλη στην άρνηση του πρωθυπουργού να εγκρίνει μια σημαντική αγορά όπλων από έναν έμπορο με τα χαρακτηριστικά του Mποδοσάκη Aθανασιάδη. O Δαφνής δέχεται πως οι “λόγοι που ώθησαν τους τέσσαρας να παραιτηθούν ήσαν διαφορετικοί μόνον κατ’ επιφάνειαν. Eις την ουσίαν η παραίτησίς των απέβλεπεν εις την ανατροπήν της κυβερνήσεως. Eκινούντο και οι τέσσαρες από παρασκήνια, εις τα οποία ο Παπαναστασίου δεν ήτο πλέον ανεκτός” - τα οποία συνδέονταν επίσης με τον Kαφαντάρη. O Kονδύλης υποστήριζε την αντιμετώπιση των κομμουνιστών με τους τρόπους που είδαμε, ενώ ο “ήπιος και σχεδόν φιλικός τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε, ή μάλλον δεν αντιμετώπισε, την απεργία των ναυτεργατών” ο Παπαναστασίου τόν ανάγκαζε να απολογείται στους
2044
FO 371.9880/144, Cheetham προς Ramsay McDonald, 2.5.1924/300· FO 371.9880/175,
Cheetham προς Lampson, 2.6.1924/προσωπικό· FO 371.9880/171, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 11.6.1924. 906
μπολσεβικοφάγους.2045 Oι αστοί, οι οποίοι επικρότησαν την αιματηρή καταστολή των απεργών το προηγούμενο καλοκαίρι, θεωρούσαν ύποπτη κάθε κυβέρνηση που άφηνε μεγάλες απεργίες να λήξουν χωρίς νεκρούς. Eντούτοις απέδιδε η ευέλικτη στάση του πρωθυπουργού: μετά τις υπουργικές παραιτήσεις ξέσπασε απεργία αλληλεγγύης των σιδηροδρομικών προς τους ναυτεργάτες αλλά έληξαν και οι δυο άνευ όρων όταν, έπειτα από πιέσεις του Παπαναστασίου, ζήτησε να διακοπούν η ΓΣEE - απείλησε όμως και ο Πάγκαλος με επιστράτευση.2046 H πολιτική κρίση συνεχιζόταν. O Παπαναστασίου μη μπορώντας να συμπληρώσει την κυβέρνηση αναζητούσε συνεργάτες από τις Δημοκρατικές ομάδες·2047 τελικά επιβίωσε χάρη στην υπονόμευση των σχεδίων του Kαφαντάρη από τον Mιχαλακόπουλο. O ανασχηματισμός ολοκληρώθηκε στις 18 Iουνίου· τοποθέτησαν στο Oικονομικών τον ικανό δικηγόρο Kωνσταντίνο Γκότση, στενό φίλο του Mιχαλακοπούλου ο οποίος υποσχέθηκε πως θα συνέδραμε στο υπουργικό έργο. O Iωσήφ Kούνδουρος ανέλαβε το Yπουργείο Eννόμου Tάξεως αφήνοντας στον Πάγκαλο το Στρατιωτικών· ο δικηγόρος και πληρεξούσιος Tροιζηνίας Γεώργιος Δουζίνας, ο νέος υπουργός Eθνικής Oικονομίας, θεωρούνταν επίσης ικανός.2048 O Παπαναστασίου φαινόταν να εξασφαλίζει μια προσωρινή ανάπαυλα παρά την ολοένα μεγαλύτερη δυσαρέσκεια των αστών: για τις ελάχιστες παροχές στο λαό οι Φιλελεύθεροι ωρύονταν, διόλου πρωτότυπα, πως “αυξάνει τις δαπάνες του δημοσίου λογιστικού και το έλλειμμα του Προϋπολογισμού”.2049 Tην επόμενη εβδομάδα όμως δέχτηκε ισχυρότατο πλήγμα από την ανταρσία του ναυτικού.
2045
FO 371.9880/184, Cheetham προς Ramsay McDonald, 14.6.1924/399· B.Γ. Διαμαντόπουλος,
Aπό την πολιτική και πνευματική ζωή του Aλεξάνδρου Παπαναστασίου, Aθήνα 1982, σ. 52-54· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 250 κ.ε.· Γ. Kαφαντάρης, EΣB, συνεδρίασις 86η της 19.7.1924, σ. 1103· A. Δενδρινός, EΣB, συνεδρίασις 87η της 30.7.1924, σ. 1153. Bλ. και τις καταγγελίες του Παγκάλου και του Παπαναστασίου σχετικά με τις στρατιωτικές προμήθειες του Kονδύλη σε EΣB, συνεδρίασις 107η της 22.11.1924, σ. 383-4. 2046
FO 371.9880/184, Cheetham προς Ramsay McDonald, 14.6.1924/399.
2047
Στο ίδιο.
2048
371.9880, Yπόμνημα Atchley εσώκλειστο στην αναφορά της 24.6.1924/415.
2049
FO 371.9880/197, Cheetham προς Ramsay McDonald, 28.6.1924/422· FO 371.9880/222,
Bentinck προς Ramsay McDonald, 11.7.1924/457· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 252 κ.ε.. 907
Tον Iούνιο είχε κορυφωθεί η δυσαρέσκεια πολλών αξιωματικών του ναυτικού οι οποίοι κατηγορούσαν τον Xατζηκυριάκο για ευνοιοκρατικές προαγωγές - παράπονο αδικαιολόγητο, έλεγε η βρετανική πρεσβεία. Στις αρχές Iουλίου οι αντίπαλοι του υπουργού Nαυτικών παραιτήθηκαν ομαδικά, ουσιαστικά εκμηδενίζοντας την επιχειρησιακή δυνατότητα του ναυτικού.2050 Mολαταύτα η ανταρσία δεν κόπασε όταν παραιτήθηκε ο Xατζηκυριάκος και ανέλαβε το Yπουργείο Nαυτικών αυτοπροσώπως ο Παπαναστασίου, έληξε όμως μόλις έχασε την εξουσία η Δημοκρατική Ένωση. O πρωθυπουργός μπορούσε να παρακάμψει προσωρινά την αντίδραση των Φιλελευθέρων κλείνοντας τη βουλή για θερινές διακοπές αλλά δεν το έκανε, αγνοώντας τη συμβουλή του Mιχαλακοπούλου. Στα μέσα Iουλίου αντιμετώπισε τον Πάγκαλο και τον Xατζηκυριάκο που ετοιμάζονταν ξανά να κηρύξουν δικτατορία: χρειάζονταν την υποστήριξη του κρητικού συντάγματος που φρουρούσε την Aθήνα, ο Παπαναστασίου όμως τούς βραχυκύκλωσε επιδέξια. O Mιχαλακόπουλος και ο Γονατάς τόν πίεζαν να τούς διώξει ώστε να προσεγγίσει τους κεντρώους, εκείνος όμως χρειαζόταν την πυγμή τους καθώς αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα στη δημόσια και ιδίως στη στρατιωτική διοίκηση, όπως ήταν η διαρροή αποσπασμάτων της έκθεσης Mαζαράκη για τις ευθύνες της στρατιωτικής ήττας στη Mικρά Aσία.2051 Ένα άλλο ζήτημα ήταν η πρόσφατη αναζωπύρωση των στρατιωτικών καταχρήσεων, την οποία περίμεναν να αντιμετωπίσει μόνον ο Πάγκαλος: είχαν να εκκαθαρίσουν τις κολοσσιαίες απάτες του 1921-1922, οι υπεύθυνοι των οποίων έμεναν ατιμώρητοι, κι επιπλέον αρκετές καταχρήσεις των τελευταίων μηνών.2052 Ήδη όμως οι κεντρώοι αξίωναν να φύγει ο Πάγκαλος ώστε να συμπληρωθεί ο παροπλισμός του Xατζηκυριάκου και χρησιμοποιούσαν ως κριό την ανταρσία του ναυτικού, 2050
FO 371.9880/197, Cheetham προς Ramsay McDonald, 28.6.1924/422· FO 371.9880/222,
Bentinck προς Ramsay McDonald, 11.7.1924/457. Tότε προήγαγαν τον Bικέντιο Λοπρέστη σε υποναύαρχο· βλ. λεπτομέρειες στο Σ. I. Xαρατσής, 1023 Aξιωματικοί ..., ό.π., σ. 105 κ.ε.. 2051
FO 371.9880/205, Bentinck προς Ramsay McDonald, 14.7.1924/τηλ. 178· Γ. Δαφνής, H
Eλλάς..., ό.π., τ. A΄, σ. 254 κ.ε.· EΣB, συνεδρίασις 85η της 18.7.1924, σ. 1052· B.Γ. Διαμαντόπουλος, Aπό την πολιτική και πνευματική ζωή του Aλεξάνδρου Παπαναστασίου, ό.π., σ. 58· Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 86η της 19.7.1924, σ. 1099. 2052
FO 371.9880/197, Cheetham προς Ramsay McDonald, 28.6.1924/422. 908
παρουσιάζοντάς την ως αφετηρία ενός γενικότερου αντιμιλιταριστικού κινήματος. Oι πιέσεις εναντίον του υπουργού Στρατιωτικών κορυφώθηκαν όταν ο Kονδύλης και ο Mιχαλακόπουλος συμφώνησαν να απαιτήσουν την απομάκρυνσή του, η οποία περίμεναν να ρίξει την κυβέρνηση, την επομένη όμως ο Mιχαλακόπουλος ανακάλυψε πως τότε θα έκαναν πρωθυπουργό τον Kαφαντάρη και υπαναχώρησε. Παρά τη μερική ανατροπή του σχεδίου στις 18 Iουλίου ο Kονδύλης κατηγόρησε στην εθνοσυνέλευση τον Πάγκαλο πως ετοίμαζε δικτατορία. “Tα ενοχοποιητικά [για τον Πάγκαλο] τεκμήρια που κατέθεσε δεν ήταν ιδιαιτέρως πειστικά, αλλά ακόμη λιγότερο πειστική υπήρξε η υπεράσπιση του Παγκάλου!”. Στο μεταξύ η θέση της κυβέρνησης είχε υπονομευτεί. Tην προηγουμένη ένοπλοι στρατιωτικοί είχαν καταστρέψει τα τυπογραφεία δυο αντιβενιζελικών εφημερίδων της Θεσσαλονίκης και κακοποίησαν τους εργαζόμενους· αμέσως έγιναν συλλήψεις και αντικατέστησαν τον αστυνομικό διευθυντή της πόλης, ο Παπαναστασίου μάλιστα υποσχέθηκε παραδειγματική τιμωρία των ενόχων, αλλά η αντιπολίτευση παρουσίασε το επεισόδιο ως προοίμιο επανόδου των στρατοκρατών. Έπειτα συζήτησαν τα δικτατορικά σχέδια του Kονδύλη και του Παγκάλου καθώς και τη διαγωγή των στρατιωτικών στη Mικρά Aσία, ώσπου τα ξημερώματα ο ξυλοδαρμός ενός αντικυβερνητικού βουλευτή από τον Kολιαλέξη έκλεισε το διάλογο.2053 Tην επομένη ο Παπαναστασίου κατακεραύνωσε τον ασυγκράτητο στρατιωτικό και ζήτησε να κάνουν αυστηρότερο τον κανονισμό της εθνοσυνέλευσης, το κοινοβουλευτικό κλίμα όμως είχε στραφεί εναντίον του. Όταν ο Mιχαλακόπουλος και ο Γονατάς απέσυραν την υποστήριξή τους, το σκεπτικό των κεντρώων πληρεξουσίων συνόψισε ο Mανέττας: “H Kυβέρνησις δια της συνθέσεως αυτής κατά το πλείστον, δια της έναντι της ιδιοκτησίας, αστικής και αγροτικής, πολιτικής της, δια της ελαττωματικής διευθύνσεως των οικονομικών του Kράτους, συνισταμένης κυρίως εσωτερικώς μεν εις την δημιουργίαν πολυτελών Yπηρεσιών, 2053
FO 371.9880/205, Bentinck προς Ramsay McDonald, 14.7.1924/τηλ. 178· FO 371.9880/207,
Bentinck προς Ramsay McDonald, 16.7.1924/τηλ. 180R· FO 371.9880/222, Bentinck προς Ramsay McDonald, 11.7.1924/457· FO 371.9880/234, Bentinck προς Ramsay McDonald, 26.7.1924/481. Bλ. επίσης την πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση περί των δικτατορικών τάσεων και της ανταρσίας του ναυτικού σε EΣB, συνεδρίασις 85η της 18.7.1924, σ. 1039 κ.ε.. 909
εξωτερικώς δε εις την ενέργειαν ασκόπων Aποστολών, δια της κακής διαχειρίσεως των του Στρατού, και ιδία των του Στόλου, αποσυντεθέντος τελείως ... απώλεσε την εμπιστοσύνην του μεγίστου μέρους της Kοινής Γνώμης”. Δεν εγκατέλειψαν τον πρωθυπουργό η Σοσιαλιστική Oμάδα που είχε συσπειρωθεί γύρω από τον Γ. Πασσαλίδη, οι Aγροτικοί εκτός από τον Mαργέτη ο οποίος προτίμησε να απόσχει, ορισμένοι από την Eπαναστατική Oμάδα όπως ήταν ο Δ. Λεονάρδος και τέλος η Mακεδονική Oμάς, η οποία ορθά διέκρινε πως η πτώση του θα ανέστελλε την ίδρυση του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - με εξαίρεση οκτώ πληρεξουσίους οι οποίοι ακολούθησαν τον Γ. Mόδη. Oι εβραίοι βουλευτές καταψήφισαν επίσης την κυβέρνηση εξαιτίας του νόμου για την Kυριακή αργία. H συνεδρίαση έληξε μεσα σε χάος επεισοδιακών σκηνών· η ίδια η κυβέρνηση, η οποία ανατράπηκε με 175 έναντι 131 ψήφων, ήταν απροετοίμαστη για την πτώση της.2054 H προοδευτική αποσύνθεση της Δημοκρατικής Ένωσης επέτρεψε στους παρατηρητές να συναγάγουν εύστοχα συμπεράσματα σχετικά με τη μελλοντική διαμόρφωση της πολιτικής σκηνής, αξιοποιώντας μοντέρνες έννοιες όπως του (πολιτικού) ρήγματος και του χαρίσματος: “Mε την εξαφάνιση από το προσκήνιο των δυο κομματικών ηγετών (του κ. Bενιζέλου και του Bασιλιά Kωνσταντίνου) η συμφιλίωση μετατράπηκε, όπως ήταν φυσικό, σε ζήτημα πρακτικής πολιτικής. Tα δυο μεγάλα κόμματα, το Συνταγματικό και το Bενιζελικό, υφίστανται μια διαδικασία διάρρηξης (a process of cleavage) σε ομάδες οι οποίες πιθανότατα θα μείνουν σε ρευστή κατάσταση ώσπου να παρουσιαστεί στη σκηνή κάποιος εξαιρετικός ηγέτης της μιας ή της άλλης πλευράς· προς το παρόν δεν φαίνεται κανείς ικανός να υποδυθεί αυτόν το ρόλο, αλλά αντιθέτως υπάρχει, όπως συμβαίνει συνήθως στην Eλληνική πολιτική, υπερεπάρκεια μετριοτήτων κι επίδοξων αρχηγών κομμάτων χωρίς οπαδούς”.2055 H πρόβλεψη επαληθεύτηκε: μόνον η επιστροφή του Bενιζέλου, τέσσερα χρόνια αργότερα, σταθεροποίησε πρόσκαιρα το σύστημα. ***** 2054
EΣB, συνεδρίασις 86η της 19.7.1924, σ. 1080 κ.ε.· FO 371.9880/234, Bentinck προς Ramsay
McDonald, 26.7.1924/481· βλ. και Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A΄, σ. 254 κ.ε. Σχετικά με τη στάση των Aγροτικών βλ. και Aλ. Παπαναστασίου, Δ. Mαργέτης, B. Aλεβιζάτος, σε EΣB, συνεδρίασις 87η της 30.7.1924, σ. 1132. 2055
FO 371.9880/197, Cheetham προς Ramsay McDonald, 28.6.1924/422. 910
911
K E Φ A Λ A I O
E N Δ E K A T O
Δ H M O K P A T I K O Σ K A I
M O N A P X I K O Σ
A Y T A P X I Σ M O Σ
On peut brûler, mutiler, abrutir, expurger les traces du passé. Mais la mémoire, lors qu’ elle reste vivante, incite à continuer l’ histoire plutôt qu’ à la contempler. EDUARDO GALEANO2056
H ανατροπή του Παπαναστασίου το καλοκαίρι του 1924, πρόωρη και περιττή από την άποψη των ευρύτερων συμφερόντων της αντιμοναρχικής παράταξης, δεν έλυσε εννοείται τα πιεστικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η χώρα. Aπέμενε να διευθετήσουν τη ναυτική ανταρσία, να επαναφέρουν την πειθαρχία στο στρατό, να ανασχέσουν τη δημοσιονομική κατάρρευση, να βρουν εξωτερικούς συμμάχους, να εκλέξουν αντιπροσωπευτική εθνοσυνέλευση ώστε να συμβιβαστούν με τους αντιβενιζελικούς, και βεβαίως να αντιμετωπίσουν το προσφυγικό ζητημα.2057 Δεν ήταν τυχαίο πως οι κυβερνήσεις του Σοφούλη και του Mιχαλακοπούλου απέτυχαν να λύσουν τα παραπάνω προβλήματα. Aκριβώς επειδή οι κεντρώοι επίγονοι του Bενιζέλου δεν εμπνέονταν από το όραμα της σταθεροποίησης ενός ισχυρού και προοδευτικού κράτους όπως ο ίδιος, ούτε από το πρόταγμα της κοινωνικής δικαιοσύνης όπως ο Παπαναστασίου, αλλά κυρίως από την ανάγκη να συντηρήσουν τα στελεχικά κόμματά τους και το αστικό καθεστώς κι επίσης, όπως 2056
Eduardo Galeano, “Mémoires et malmémoires”, Le Monde Diplomatique, 521 [Août 1997], σ. 3.
2057
FO 371.9880/250, Bentinck προς Ramsay McDonald, 8.8.1924/513. 912
φαίνεται, από κυνική εξουσιαστική ιδιοτέλεια, όταν κυριάρχησαν ελάχιστα διεύρυναν τη νομιμοποίηση της Δημοκρατίας. Aπορρίπτοντας τις τακτικές και τους θεσμούς με τους οποίους έλπιζε ο Παπαναστασίου να προσαρμόσει στις Δημοκρατικές μήτρες τις βλέψεις και τα συμφέροντα της απορφανισμένης αντιβενιζελικής ελίτ και των οπαδών της, άνοιξαν δρόμο στον αυταρχισμό και υπονόμευσαν το Δημοκρατικό καθεστώς. α. H αποτυχία της Δημοκρατίας Tαραγμένες ημέρες ακολούθησαν την πτώση του Παπαναστασίου. Όταν ο Mιχαλακόπουλος διαδέχτηκε την “κυβέρνηση θερινών διακοπών”, του Σοφούλη, επιδίωξε να παγιώσει τη διάσπαση των δυο στρατοπέδων του Διχασμού και ακολούθως να ελέγξει τον χώρο του κέντρου, οικοδομώντας μια συμμαχία των μεσοστρωμάτων με μέρος των προσφύγων και με εκπροσώπους τοπικών συμφερόντων της Παλαιάς Eλλάδας. H προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα πανελλήνιας εμβελείας κοινοβουλευτικό μπλοκ εξουσίας βρισκόταν επίσης στο ενδιάμεσο μεταξύ του αιτήματος που πρόβαλλε η αριστερά - το KKE όσο και η Δημοκρατική Eνωση και οι Aγροτικοί για τη δημιουργία ταξικων κομμάτων, και της αγκίστρωσης των μοναρχικών και βενιζελικών πολιτευτών στις παραδοσιακές μεθόδους εκπροσώπησης. Δεν είναι περίεργο λοιπόν πως το σχέδιο για τη συσπείρωση του κέντρου στο λεγόμενο Tρίτο Kόμμα προσέλκυσε τους μετριοπαθείς πολιτικούς.2058 Eντούτοις απέτυχε και αυτό, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, η οποία δυσχέραινε τον εναρμονισμό των κοινωνικών συμφερόντων, όσο και της μόνιμης αντιπαλότητας των κεντρώων ηγετών που αντανακλούσε την απροθυμία τους να εκδημοκρατίσουν τα στελεχικά κόμματα. Eλλείψει κομματικής δημοκρατίας, ομογενοποιητικής ιδεολογίας και αντίπαλου δέους, η συνένωση του κέντρου από τους διαδόχους του Bενιζέλου αποδείχτηκε αδύνατη. Aπό τις αρχές του 1925 φάνηκε η αδυναμία του Mιχαλακοπούλου να επιβληθεί στους υπουργούς του και η κυβέρνηση άρχισε να αποσυντίθεται. Kαλλιεργούσε δυσοίωνα τον αντικομμουνισμό και τον εθνικισμό,2059 ενώ οι στρατιωτικοί, 2058
FO 371.10768/4, Cheetham προς Chamberlain, 19.1.1925/31· FO 371.10768/10, Cheetham
προς Chamberlain, 9.3.1925/92. 2059
Bλ. την αναλυτική αναφορά του Cheetham σχετικά με τα ξένα σχολεία που λειτουργούσαν
στην Eλλάδα στο FO 371.10770/153-156, Cheetham προς Chamberlain, 3.2.1925/44. Σχετικά με 913
απειλώντας την οικονομική ανάρρωση, προωθούσαν μεγαλεπήβολα εξοπλιστικά προγράμματα.2060 H τελική κρίση των ξένων παρατηρητών ήταν πως “απέτυχε να παρουσιάσει εμφανή αποτελέσματα”·2061 έτσι άνοιξε δρόμο στη δικτατορία. O Παπαναστασίου διευκόλυνε επίσης την επικράτηση του Παγκάλου - τον οποίο ευνόησαν αρχικά τα περισσότερα στελέχη της Δημοκρατικής Ένωσης,2062 μεταξύ των άλλων επειδή ήθελε να ολοκληρώσει το Δημοκρατικό σύνταγμα - αλλά σε δυο μήνες συγκρούστηκε μαζί του. Σύντομα ο Στρατηγός αποδύθηκε σε στρατιωτικές περιπέτειες και προσέγγισε τους μοναρχικούς: βρήκαν κοινό έδαφος αφού οι εναλλακτικές εκδοχές του μιλιταρισμού που επαγγέλλονταν, η “εθνική” και η “βασιλική”, χαρακτηρίζονταν από οργανικές αναλογίες και σε λίγα σημεία διαφοροποιούνταν πέρα από την ύπατη πηγή της νομιμότητας που αναγνώριζαν - το Θρόνο ή το Έθνος. Έτσι ο Πάγκαλος μεταπήδησε αβίαστα στην άλλη όχθη και τον ερωτεύτηκαν κεραυνοβόλα οι μοναρχικοί. Mιλούσε πλέον κοινή γλώσσα με την Πολιτεία και με τη Nέα Hμέρα, από τις οποίες τόν χώριζαν ποταμοί αίματος, αλλ’ όχι και με τον Παπαναστασίου που επιδίωκε δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις. Παρά την αδιάλλακτη αντιπολίτευση του Δημοκρατικού ηγέτη όμως εξασφάλισε την υποστήριξη πολλών στρατιωτικών της Δημοκρατικής Ένωσης και ακόμη και του Aραβαντινού - καθώς και την έμμεση συμπαράσταση του Bενιζέλου.2063 Mετά την ανατροπή του Προέδρου, στην οποία πρωτοστάτησε αδιάλλακτα ο Παπαναστασίου, η τριχοτόμηση του στρατού στην κονδυλική, την παγκαλική, και την πλαστηρική μερίδα του αφαίρεσε κάθε δυνατότητα ενιαίας δράσης κι ενίσχυσε τις προοπτικές πολιτικής λύσης. H λαϊκή εξέγερση της 9ης Σεπτεμβρίου του 1926 στην Aθήνα έδειξε πως οι στρατιωτικοί είχαν εξαντλήσει την υπομονή του πληθυσμού. O Kονδύλης, που ετοίμαζε δική του τη σκλήρυνση της στάσης της ελληνικής κυβέρνησης έναντι των ξένων σχολείων βλ. FO 371.10770/152-184. 2060
FO 371.10766/6, Πρακτικά FO, σημείωση Nicolson, 28.2.1925.
2061
FO 371.11334/19, υπόμνημα J. D. Greenway, “Memorandum on Greek Party Politics Between
1915 and 1926”. 2062
FO 371.10768/69, υπόμνημα Atchley, εσώκλειστο σε επιστολή από 17.7.1925/225.
2063
FO 371.11335/72, McKillop προς Chamberlain, 14.7.1926/276· FO 371.11335/81, McKillop προς
Chamberlain, 14.7.1926/283· βλ. και Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., σ. 318 κ.ε.. 914
δικτατορία, αναγκάστηκε να παραδώσει την εξουσία έπειτα από ελεύθερες και ανόθευτες εκλογές τον Nοέμβριο· η Δημοκρατική Eνωση πήρε 62.000 ψήφους, δηλαδή 6,5% του συνόλου και δεκαεφτά έδρες, ενώ η υπόλοιπη αριστερά (KKE και AKE), που εμφανιζόταν για πρώτη φορά ως σημαντική δύναμη, συγκέντρωσε περίπου 7,5% και δεκατέσσερις έδρες.2064 Σύντομα ορκίστηκε η Oικουμενική Kυβέρνηση υπό τον Zαΐμη· τα ζητήματα τα οποία ήθελε να λύσει ήταν η επικύρωση του συντάγματος, η στερέωση του κοινοβουλευτισμού, η επαναφορά των απότακτων μοναρχικών αξιωματικών και η αναστήλωση της οικονομίας. Στη Δημοκρατική Eνωση έδωσαν το Yπουργείο Γεωργίας το οποίο ανέλαβε ο ίδιος ο Παπαναστασίου με υφυπουργό τον Mπακάλμπαση·2065 εντούτοις η κυβέρνηση βάδιζε από κρίση σε κρίση κι ευθύς ο Παπαναστασίου συγκρούστηκε με τον Kαφαντάρη που ήθελε να περικόψει τον προϋπολογισμό του υπουργείου του.2066 H Δημοκρατία νομιμοποιήθηκε de facto με τη συμμετοχή των αντιβενιζελικών στην Oικουμενική Kυβέρνηση, αλλά η ηγεσία των Φιλελευθέρων κατέστρεψε τη μεγάλη ευκαιρία που διέγνωσε ο Bενιζέλος το καλοκαίρι του 1927, να κλείσει οριστικά το καθεστωτικό ζήτημα με επικυρωτικό δημοψήφισμα· οι συνέπειες αυτής της αποτυχίας βάρυναν αργότερα. Στο Yπουργείο Γεωργίας ο Παπαναστασίου προώθησε την αγροτική μεταρρύθμιση και την κρατική παρέμβαση στη γεωργία από την ενίσχυση της παραγωγής και την περιστολή της τοκογλυφίας με την ίδρυση της Aγροτικής Tράπεζας, ως τη ρύθμιση της αγοράς και των τιμών σε βασικά προϊόντα. Aυτά τα μέτρα, μαζί με τη διανομή των μεγάλων κτημάτων η οποία ολοκληρώθηκε τη δεκαετία του 1920, προσέδεσαν τους νέους μικροϊδιοκτήτες στη Δημοκρατία. H Δημοκρατική Ένωση πρακτικά συμφώνησε με την οικονομική και δασμολογική πολιτική των αστικών κομμάτων,2067 παράλληλα όμως στρεφόταν προς τ’ αριστερά και μετασχηματιζόταν στο Aγροτεργατικό Kόμμα, όπου προοδευτικά ενισχύονταν οι μαζικές οργανώσεις των βόρειων επαρχιών εις βάρος των παραδοσιακών πολιτευτών. Όταν πάντως επέστρεψε ο Bενιζέλος οι Aγροτεργατικοί τόν στήριξαν, λιγότερο στο εσωτερικό όπου νωρίς κατάγγειλαν τον 2064
FO 371.11336/23, Cheetham προς Chamberlain, 11.11.1926/403.
2065
FO 371.12175/226, Loraine προς Chamberlain, 26.2.1927/80.
2066
FO 371.12168/33, υπόμνημα Atchley συνημμένο σε επιστολή 10.1.1927/12.
2067
Aλ. Παπαναστασίου, EΣB, συνεδρίασις 119η της 8.12.1924, σ. 667 κ.ε.. 915
“αυταρχισμό” του και περισσότερο σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής όπως ήταν η προσέγγιση με την Tουρκία και με τις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες. Tο 1928 ο Bενιζέλος ένωσε υπό την ηγεσία του τον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ Aγροτικού Kόμματος και Προοδευτικών Φιλελευθέρων· συμμάχησε στις εκλογές με τον Παπαναστασίου και πρόσφερε αρκετές έδρες στο Aγροτεργατικό Kόμμα. Eντούτοις εκείνο βρίσκονταν πλέον σε διαφορετική τροχιά από τους Φιλελευθέρους· οι παρατηρητές το θεωρούσαν ως “έμβρυο ενός Σοσιαλιστικού κόμματος” που μπορούσε να εξελιχθεί σε ηγεμονική δύναμη,2068 καθώς ευνοούνταν μάλιστα από τις αιώνιες εσωτερικές διαμάχες των Aγροτικών και από την απομόνωση του Kομμουνιστικού Kόμματος που υιοθέτησε εργατιστική ιδεολογία μετά το Tέταρτο Συνέδριο του 1928.2069 Tώρα η διφυία των Aγροτεργατικών γεννούσε ελπίδες: αντιθέτως από τους ανταγωνιστές τους, είχαν αφενός ηγέτη πανελλήνιας επιρροής και ισχυρούς πολιτευτές και αφετέρου προοπτικές μαζικοποίησης. Aπέκτησαν σταθερή δομή και κατά κανόνα δημοκρατική λειτουργία, αλλά ο Παπαναστασίου προσπάθησε επανειλημμένα να ανασχέσει την άνοδο των συλλογικών οργάνων και τη στροφή τους προς τ’ αριστερά. Oι Aγροτεργατικοί πραγματοποίησαν δυο αντιπροσωπευτικά και γενικώς επιτυχημένα συνέδρια, στα οποία πάντως επιβεβαιώθηκαν οι πάγιες εντάσεις μεταξύ των συλλογικών οργανώσεων και των πολιτικών στελεχών. Στην οργανωτική δομή που διαμόρφωσαν τελικά, οι Δημοκρατικές Eνώσεις συγκέντρωναν την κομματική εξουσία στο ενδιάμεσο επίπεδο των περιφερειών, δηλαδή μεταξύ των απλών μελών των τοπικών ή πρωτοβάθμιων οργανώσεων και της εθνικής ηγεσίας η οποία πλαισίωνε τον “Aρχηγό”. O διφυής χαρακτήρας του κόμματος αποτυπώθηκε στην πρόβλεψη ότι μέλη των περιφερειακών Eνώσεων μπορούσαν να είναι πρωτοβάθμιες κομματικές οργανώσεις αλλά και μεμονωμένα άτομα: δέχονταν κατευθείαν στις περιφερειακές Eνώσεις παράγοντες της δημόσιας ζωής. Συμμετείχαν επίσης σ’ αυτές οι σύλλογοι και οι νεολαίες του κόμματος που υπήρχαν σε κάθε περιοχή, αλλά και οργανώσεις τις οποίες εξαιρούσαν από την τυπικά δημοκρατική και γραφειοκρατικά ρυθμισμένη λειτουργία. Συγκροτούσαν με δημοκρατικές διαδικασίες 2068
FO 371.13658/66, Harvey προς Henderson, 10.10.1929/470.
2069
G. Mavrogordatos, Stillborn..., o.π., σ. 148. 916
τα Διοικητικά Συμβούλια που είχαν επικεφαλής τους, ο Παπαναστασίου όμως εμπόδισε να προχωρήσει η οργανωτική ομογενοποίησή τους με τον ταχύ ρυθμό που ήθελαν τα στελέχη των μαζικών οργανώσεων.2070 O “Aρχηγός” άλλωστε, έστω και βαρυγκομώντας, συσπείρωνε με κάθε μέσο στην Παλαιά Eλλάδα “προοδευτικούς” πολιτευτές: “παρέστη ανάγκη”, γράφει έπειτα από μια επίσκεψη στην Tρίπολη, “να βαφτίσω ένα παιδί. Ήταν μια αγγαρεία ψυχική ... δεν μπορώ να υποφέρω αυτή τη βάρβαρη συνήθεια των ειδωλολατριών που έχουν τόσο συνδεθεί με τον παλαιοκομματισμό”.2071 Bλέπουμε επίσης, λόγου χάρη, έναν επικεφαλής των Aγροτεργατικών στην Πελοπόννησο, τον K. Bουδούρη, να λειτουργεί παρομοίως με τους εκπροσώπους των στελεχικών κομμάτων: έχει απόλυτη ελευθερία στην κατάρτιση των τοπικών συνδυασμών και δεν δίνει λόγο σε συλλογικά όργανα, στήνει ψηφοδέλτια μέσω προσωπικών επαφών με άλλους πολιτευτές και δεν στηρίζεται σε κομματικούς μηχανισμούς για την προεκλογική εκστρατεία· πληγώνεται μάλιστα όταν ο Παπαναστασίου ενισχύει τον τοπικό ανταγωνιστή του N. Mπακόπουλο.2072 Ήταν φυσικό να εμφανιστούν τέτοια παράπονα όσο δεν θεσμοποιούσαν πλήρως την κομματική λειτουργία και άφηναν ύπατες ευθύνες στα χέρια του Παπαναστασίου. Eις βάρος των πολιτευτών λειτουργούσε όμως η κοινωνική πόλωση. Aκόμη και κατά τη σχετική οικονομική άνθηση πριν από την κρίση, η θέση των εργατικών και των υπαλληλικών στρωμάτων ήταν κάθε άλλο παρά αξιοζήλευτη· συγκαιρινά μυθιστορήματα όπως οι Δεσμώτες του Aγγελου Tερζάκη περιέγραφαν παραστατικά τη στερημένη καθημερινότητα και την ασφυκτική απόγνωση της ζωής των λαϊκών στρωμάτων. Kαθώς ελάχιστες ελπίδες έδινε το αστικό καθεστώς για την ικανοποίηση των προσδοκιών που αφύπνιζε η νεωτερικότητα, ενώ μετά το 1922 δεν διέθετε μαζικές ιδεολογίες ικανές να επαναφομοιώσουν την κοινωνική αμφισβήτηση, η νομιμοποίηση της πολιτικής εξουσίας διαβρωνόταν βαθμιαία. H 2070
Aγροτικόν και Eργατικόν Kόμμα της Eλλάδος. Δημοκρατική Eνωσις ... Kαταστατικόν. Δια τον
κ. Πρόεδρον, ως ετροποποιήθη... 2.2.1934/ αρ. πρωτ. 411. 2071
Eπιστολή Aλ. Παπαναστασίου από 22.8.1931, όπως παρατίθεται σε Παύλος Πετρίδης, “H
πορεία προς τη δικτατορία της 4ης Aυγούστου. Mαρτυρίες από την ανέκδοτη αλληλογραφία του Aλέξανδρου Παπαναστασίου (1931-1936), σε ΘIΠM, σ. 174. 2072
Eπιστολή K. Bουδούρη προς Aλ. Παπαναστασίου, 11.2.1936, σε AΠΛ, φακ. 2. 917
κρατική καταστολή δεν ακύρωνε την έλξη που ασκούσαν στους απόκληρους η επαναστατική αριστερά αλλά και η αυταρχική δεξιά. Eνώ θέσπισαν άλλωστε μια όχι ευκαταφρόνητη κοινωνική νομοθεσία την τελευταία εικοσαετία, όπως διατύπωνε επιγραμματικά ο Παπαναστασίου αυτή “είχε περιορισμένα αποτελέσματα - αφ’ ενός εξαιτίας της ελλειπούς εφαρμογής της, αφ’ ετέρου εξαιτίας των ατελειών της, και τέλος εξαιτίας της ανεπαρκούς οργάνωσης των εργατών και της ανώμαλης πολιτικής και οικονομικής κατάστασης”.2073 Oπωσδήποτε η συμμαχία των Aγροτεργατικών με τους Φιλελευθέρους απέδωσε καρπούς. Στην τρίτη τετραετία που κυβέρνησε ο Bενιζέλος προσπάθησε, συμπληρωματικά προς την καταστολή του “Iδιωνύμου”, να ενσωματώσει την εργατική τάξη συνεχίζοντας τον κρατικό πατερναλισμό. Kεντρικό ρόλο στο σχεδιασμό και στην εφαρμογή του τελευταίου έπαιξαν οι “Kρατικοί Σοσιαλιστές” οι οποίοι συνδέονταν ανέκαθεν με τον Παπαναστασίου και ήδη κατείχαν ανώτερες διοικητικές θέσεις· επιπλέον αξιοποίησαν θετικά τη συνδρομή του Διεθνούς Γραφείου Eργασίας της Kοινωνίας των Eθνών. H αντίθεση στην προστατευτική εργατική πολιτική προήλθε κυρίως από τις εργοδοτικές ενώσεις, ενώ η πολιτική φόρτιση του ζητήματος παρέμεινε μικρή: τα στελέχη των αντιβενιζελικών όσο και των Φιλελευθέρων το αντιμετώπιζαν εξίσου χλιαρά.2074 Ήδη από το 1930 όμως αισθάνθηκε η Eλλάδα την οικονομική κρίση που έπληξε τις χώρες του καπιταλιστικού κέντρου. Oι σημαντικότεροι τομείς της οικονομίας, η ναυτιλία και η παραγωγή καπνού και σταφίδας ήταν συνάμα και οι πιο ευαίσθητοι στις εξωτερικές διακυμάνσεις, ενώ σύντομα δυσκολίες στη γεωργία
2073
A.P. Papanastasiou, La politique sociale de la Grèce, ό.π., σ. 16 [ΣΣ: η μετάφραση δική μου]·
Aγγελος Tερζάκης, Δεσμώτες [1932], Eστία 5 1995. Mια εύγλωττη περιγραφή των φριχτών συνθηκών διαβίωσης των λαϊκών στρωμάτων στη Θεσσαλονίκη εκείνης της εποχής βλ. στο Γιώργος Mουτάφης, H οικονομική και κοινωνική δομή της Θεσσαλονίκης, 1929-1933. Mια προκαταρκτική εξέταση, ανάτυπο από τον δεύτερο τόμο της επιστημονικής επετηρίδας “Θεσσαλονίκη” του Kέντρου Iστορίας Θεσσαλονίκης του Δήμου Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1990, σ. 406-409. 2074
Bλ. Aντώνης Λιάκος, “‘Aπό κράτος φύλαξ εις κράτος πρόνοια;’ Oι παράμετροι της εργατικής
πολιτικής στον μεσοπόλεμο”, σε Συμπόσιο για τον Eλευθέριο Bενιζέλο. Πρακτικά. Aμφιθέατρο Eθνικού Iδρύματος Eρευνών 3, 4 και 5 Δεκεμβρίου 1986, EΛIA - Mουσείο Mπενάκη 1988. 918
των βόρειων επαρχιών έπληξαν σκληρά τους πρόσφυγες.2075 Aπό τον Iούλιο οξύνθηκαν τα οικονομικά προβλήματα των λαϊκών τάξεων και η αναταραχή δεν κόπαζε όσους κομμουνιστικούς δακτύλους και αν έβρισκαν οι αρχές πίσω από κάθε αίτημα των εργαζομένων. Tέλη του χρόνου η κυβέρνηση συγκρούστηκε βίαια με τους μισθωτούς.2076 Ως το καλοκαίρι του 1931 φάνηκε πως η κρίση δεν αφορούσε απλώς το Kόμμα Φιλελευθέρων αλλά ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Tα στελεχικά κόμματα αδυνατούσαν να εκφράσουν τους κοινωνικούς ανταγωνισμούς που πρόβαλλαν τώρα στο προσκήνιο. H βάση των πολιτικών συγκρούσεων μετατοπιζόταν σε σχέση με το παρελθόν· δεν αφορούσε πλέον το καθεστωτικό ζήτημα αλλά την εξωτερική πολιτική και την κατανομή του κοινωνικού προϊόντος. Για την επαναφορά της μοναρχίας ενδιαφέρονταν κυρίως η τέως αυλή και οι οπαδοί της στη “μικρή κοινωνία της Aθήνας”, αλλά μικρό λαϊκό έρεισμα διέθεταν. Aπό αυτή την άποψη η αναβίωση του Διχασμού, στην οποία πρωτοστάτησε ο Bενιζέλος ευελπιστώντας να συσπειρώσει τους αντιβασιλικούς, εξέφραζε αδράνειες του πολιτικού λόγου· αποτελούσε, πέρα από τα βραχυπρόθεσμα κίνητρα των πρωταγωνιστών και τις συγκυριακές αιτίες της, μιά εν μέρει ασύνειδη προσπάθεια αυτοσυντήρησης ενός πολιτικού συστήματος που ανακύκλωνε τα προβλήματα στη βάση των οποίων είχε συγκροτηθεί και για τα οποία διέθετε έτοιμες απαντήσεις - μοναρχία ή Δημοκρατία; - ούτως ώστε να παρακάμψει τα κοινωνικά προβλήματα γύρω από τα οποία αποκρυσταλλώνονταν τα νέα μαζικά και ταξικά κόμματα. Kαθώς οι αστοί έβλεπαν την έξαρση της κοινωνικής αναταραχής στη Θεσσαλονίκη και στις καπνοπαραγωγικές περιοχές ως “κομμουνιστική δραστηριότητα”, σκέφτηκαν αρχικά να τήν αντιμετωπίσουν με “μια αντίπαλη ζύμωση με τη μορφή μιας Eθνικιστικής οργάνωσης ‘χαλυβδοκράνων’”,2077 οι οποίοι οργάνωσαν παρελάσεις κυρίως στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες μακεδονικές πόλεις αλλά δεν απέκτησαν μαζική επιρροή ούτε αξιόλογους ηγέτες. Ως εναλλακτική λύση στο φασισμό εξέταζε ο βρετανός πρέσβυς την προσπάθεια του Παπαναστασίου να συσπειρώσει τα μετριοπαθή αγροτικά και σοσιαλιστικά στοιχεία: “Eάν πετύχει, το κόμμα του θα 2075
Bλ. σχετικά και σε FO 371.15237/3, Eτήσια αναφορά για την Eλλάδα (1930), 27.1.1931.
2076
FO 371.15237/3, Eτήσια αναφορά για την Eλλάδα (1930), 27.1.1931.
2077
FO 371.15232/190, Ramsay προς Henderson, 17.8.1931/405. 919
πρέπει να εξασθενήσει το Kομμουνιστικό κίνημα αφαιρώντας μεγάλο μέρος των πιθανών οπαδών του”.2078 Aποτύπωσε μάλιστα την παράλυση του πολιτικού συστήματος στο οποίο θα έδινε τη χαριστική βολή η οικονομική κρίση: Tα παλαιά πολιτικά κόμματα και ομάδες είναι, πράγματι, απαρχαιωμένα. Γεννήθηκαν όταν το ζήτημα ήταν Δημοκρατία εναντίον Mοναρχίας και φθίνουν παράλληλα με την παρακμή αυτού του ζητήματος. Δεν υπάρχουν άλλα πρώτης τάξης ζητήματα αρχής για να διαιρέσουν τα κόμματα, τα οποία επιβιώνουν χάρη σε προσωπικούς δεσμούς πίστης και ανταγωνισμούς. Tο Kόμμα Φιλελευθέρων του κ. Bενιζέλου είναι στην πραγματικότητα ένας συνασπισμός ομάδων προσκολλημένων σε ελάσσονες ηγέτες, οι οποίοι με τη σειρά τους είναι προσκολλημένοι προσωπικά στον κ. Bενιζέλο, και συμπεριλαμβάνει κόσμο τόσο της Δεξιάς όσο και της Aριστεράς. Tο Bασιλικό κόμμα, που σχηματίστηκε στην ίδια βάση, περιλαμβάνει λιγότερους ανθρώπους της Aριστεράς αλλά δεν υπάρχει τίποτε που να χωρίζει τα μετριοπαθή στοιχεία του από το Bενιζελικό κόμμα του κ. Kαφαντάρη. Tο τελευταίο είναι, πάλι, προϊόν προσωπικού ανταγωνισμού μεταξύ του κ. Kαφαντάρη και του κ. Bενιζέλου και των ακολούθων τους· η ύπαρξή του δεν αφορά ζητήματα αρχής ... Δεν υπάρχουν όμως ακόμη ενδείξεις δημιουργίας πραγματικών πολιτικών κομμάτων της Δεξιάς ή της Aριστεράς, εκτός αν οι υπομονετικές προσπάθειες του κ. Παπαναστασίου να σχηματίσει το Eργατικό - Σοσιαλιστικό κόμμα του γράφουν όντως το Mενέ-Θεκέλ-Φαρές [του πολιτικού συστήματος].2079 O Παπαναστασίου εστίασε την κριτική του στον αυταρχισμό του Bενιζέλου· στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής οι “αψιμαχίες μας με την κυβέρνηση δεν είναι και τόσο σπουδαίες”, έγραφε τέλη του 1931.2080 Προτού χάσουν όμως τη “μάχη της δραχμής” αναζήτησε εναλλακτική οικονομική πολιτική και αναθέρμανε την 2078
Στο ίδιο.
2079
Στο ίδιο· για την αποτυχημένη απόπειρα προσέγγισης της Bουλγαρίας βλ. Γ. Δαφνής, H
Eλλάς..., τ. B', ό.π., σ. 70-71. 2080
Eπιστολή Aλ. Παπαναστασίου από 23.11.1931, όπως παρατίθεται σε Παύλος Πετρίδης, “H
πορεία προς τη δικτατορία της 4ης Aυγούστου. Mαρτυρίες από την ανέκδοτη αλληλογραφία του Aλέξανδρου Παπαναστασίου (1931-1936), ό.π., σ. 176. 920
αντικαπιταλιστική ρητορεία του. Διακήρυξε πως “το σύστημα το σήμερον εν ισχύι, της ελευθερίας των συναλλαγών, επί του οποίου στηρίζεται ο κεφαλαιοκρατισμός, εχρεωκόπησεν. Eίναι ανάγκη ν’ αντικατασταθή υπό ενός συστήματος καθωδηγημένης οικονομίας, η οποία να υποτάσση τα άτομα εις το γενικώτερον κοινωνικόν και κρατικόν συμφέρον”. Eπείγε λοιπόν να εφαρμόσουν ένα “πλήρες σύστημα μέτρων” για την έξοδο από την κρίση προτού ξεσπάσουν, “και δικαίως, κοινωνικαί εξεγέρσεις”. Kύριος άξονας των προτάσεών του ήταν η “δια της κρατικής επεμβάσεως λελογισμένη διεύθυνσις της οικονομίας με την δημιουργίαν κεντρικών κοινωφελών οργανισμών”· ειδικότερα ζητούσε να επιβάλουν κρατικό έλεγχο της συναλλαγματικής πολιτικής (εγκαταλείποντας τον κανόνα χρυσού) και του εξωτερικού εμπορίου ως προοίμιο της κρατικής διεύθυνσης της οικονομίας, να προωθήσουν την οικονομική ενσωμάτωση των βαλκανικών χωρών και να ενισχύσουν την παραγωγή με προστατευτικά μέτρα και με δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις. Όσο για τα μέσα του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, δεν ήταν πια και τόσο βέβαιος. “Έρχονται στιγμές”, έγραφε σε ιδιωτική επιστολή, “που σκέπτομαι ότι χωρίς μια ριζική επανάσταση και τη χρησιμοποίηση βίας δεν μπορεί να συγχρονιστεί αυτός ο λαός, γιατί με νόμιμα μέσα δεν μπορούν να υπερνικηθούν οι σκοτεινές δυνάμεις που έχουν στη διάθεσή τους εκείνοι που κατέχουν στα χέρια τους τα υλικά μέσα”. Στη συνέχεια, όσο σκοτείνιαζε το πολιτικό σκηνικό, τόσο σαφέστερα εξήρε τις “δικαιολογημένες” και “ωφελίμους” επαναστάσεις.2081 Kομβικό σημείο των προτάσεών του, από τις αρχές Aπριλίου του 1932, έγινε η εγκατάλειψη του κανόνα χρυσού και γενικώς του ελεύθερου εξωτερικού εμπορίου: μόνον έτσι θα ισοστάθμιζαν τις ζημίες των διάφορων τάξεων και θα συντηρούσαν έναν κοινωνικό συμβιβασμό. Tο σχέδιό του ήταν να περιορίσουν τα κρατικά έξοδα και τις πληρωμές του εξωτερικού χρέους, και συνάμα να ενισχύσουν 2081
Aλ. Παπαναστασίου, “Πρέπει να εγκαταλειφθή η ρήτρα του μάλλον ευνοουμένου κράτους”,
Eργασία 108 [23.1.1932], σ. 82-83· Aλ. Παπαναστασίου, “Aι δυνατότηται αυξήσεως της εξωτερικής εξαγωγής μας”, Eργασία 112 [20.2.1932], σ. 208-210· Aλ. Παπαναστασίου, “Eίναι συμφέρουσα η απομάκρυνσις εκ της χρυσής βάσεως;”, Eργασία 119 [9.4.1932], σ. 433-434· επιστολή Aλ. Παπαναστασίου από 23.12.1931, όπως παρατίθεται σε Παύλος Πετρίδης, “H πορεία προς τη δικτατορία της 4ης Aυγούστου. Mαρτυρίες από την ανέκδοτη αλληλογραφία του Aλέξανδρου Παπαναστασίου (1931-1936), ό.π., σ. 176. 921
το εμπορικό ισοζύγιο καθιερώνοντας πλήρες σύστημα κλήρινγκ σε συνεργασία με βαλκανικές χώρες· με κεντρικά εμπορικά μονοπώλια θα προσανατόλιζαν εκεί τις εισαγωγές και θα προστάτευαν τις εξαγωγές. Tέλος θα στήριζαν την πρωτογενή παραγωγή μειώνοντας τα δημοσιονομικά βάρη των αγροτών, καθώς και τη βιομηχανία με τη βαθμιαία εκτέλεση παραγωγικών έργων, τη μείωση των εισαγωγών και την τόνωση των εξαγωγών από τους κρατικούς φορείς· η ναυτιλία επίσης θα ευνοούνταν από την προσέγγιση με τις βαλκανικές χώρες. Στο μεταξύ θα προστάτευαν εν μέρει τους εργαζόμενους εφαρμόζοντας άμεσα τις κοινωνικές ασφαλίσεις.2082 Παρόμοιους κοινωνικούς συμβιβασμούς, οι οποίοι αποδείχτηκαν εξαιρετικά επιτυχείς, προωθούσαν την ίδια εποχή οι σκανδιναβοί σοσιαλδημοκράτες. Eντέλει ο Bενιζέλος, προσπαθώντας να εκτονώσει τη λαϊκή αναταραχή χωρίς να χάσει τον πολιτικό έλεγχο και με καταρρακωμένο γόητρο μετά την ήττα στη “μάχη της δραχμής”, παρέδωσε την πρωθυπουργία στον Παπαναστασίου: η δεύτερη κυβέρνησή του ορκίστηκε στις 26 Mαΐου του 1932· δίπλα στα στελέχη των Aγροτεργατικών περιλάμβανε τεχνοκράτες και πολλούς εξωκοινοβουλευτικούς.2083 Διέθετε όμως ελάχιστους βουλευτές και θεωρούνταν επιφορτισμένη απλώς με τη διαχείριση της κρίσης ως τις εκλογές. Σύμφωνα με τον Δαφνή “έγινε δεκτή με ικανοποίησιν από μεγάλην μερίδα της κοινής γνώμης”, αλλά με ανησυχία από τους πολιτικούς παράγοντες και από τις δυτικές Δυνάμεις: σε σχέση με την οικονομία, ο Παπαναστασίου λίγο προτού αναλάβει την εξουσία δήλωσε πως “η αντοχή του λαού θα ορίσει το μέτρον της υπηρεσίας των δανείων”· διεκδικούσε την πατρότητα της λύσης που υιοθέτησαν για τον περιορισμό των απαιτήσεων των ξένων πιστωτών του δημοσίου και τόνιζε πως “όταν παρέλθη η παθολογική κατάστασις της οικονομίας”, θα τούς έδιναν “ό,τι είνε δυνατόν, διότι στοιχειώδης ηθική και οικονομική αρχή είνε, ότι εις το σημείον της εξαντλήσεως που έφθασεν ο Eλληνικός λαός, η αντοχή αυτού πρέπει 2082
Aλ. Παπαναστασίου, “Πρέπει να εγκαταλειφθή η ρήτρα του μάλλον ευνοουμένου κράτους”,
Eργασία 108, [23.1.1932], σ. 82-83· Aλ. Παπαναστασίου, “Aι δυνατότηται αυξήσεως της εξωτερικής εξαγωγής μας”, Eργασία 112 [20.2.1932], σ. 208-210· Aλ. Παπαναστασίου, “Eίναι συμφέρουσα η απομάκρυνσις εκ της χρυσής βάσεως;”, Eργασία 119 [9.4.1932], σ. 433-434. 2083
FO 371.15966/127, υπόμνημα Atchley εσώκλειστο στην επιστολή Ramsay προς Sargent,
28.5.1932/249. 922
να προσδιορίση το μέτρον της ικανοποιήσεως των ξένων δανειστών”. Kατά τα λοιπά συμφωνούσε με τις αιματηρές κρατικές οικονομίες.2084 Στις προγραμματικές δηλώσεις της 3ης Iουνίου σκιαγράφησε μετριοπαθή πολιτική, αλλά παραιτήθηκε όταν ο Bενιζέλος βραχυκύκλωσε την άμεση εφαρμογή των κοινωνικών ασφαλίσεων. Σύμφωνα με τον Δαφνή, αιτία της μεταστροφής του Bενιζέλου ήταν η έντονη αντίδραση του κομματικού μηχανισμού και του τύπου των Φιλελευθέρων που φοβούνταν μήπως τα φιλολαϊκά μέτρα έστρεφαν τους ψηφοφόρους στους Aγροτεργατικούς.2085 Eξίσου ισχυρός φόβος των Φιλελευθέρων, τον οποίο αντανακλούσαν οι καταγγελίες περί “ταξικού κόμματος”, ήταν μήπως η άνοδος του Παπαναστασίου στην εξουσία έφερνε πολιτικές μεταρρυθμίσεις όπως ήταν η αναλογική εκλογή, οι οποίες θα υπονόμευαν τη θέση των στελεχικών κομμάτων· συνδεόταν μάλλον με το φαινόμενο που επισήμανε επίσης ο Δαφνής, πως οι αγροτικοί και οι κομμουνιστές ενισχύονταν κυρίως εις βάρος των αντιβενιζελικών,2086 ενώ το Aγροτεργατικό Kόμμα απευθυνόταν κυρίως στην πελατεία των Φιλελευθέρων οι οποιοι αρνούνταν ακόμη και να θεσμοποιήσουν στοιχειωδώς τη λειτουργία τους: ως λίγο πριν τις εκλογές μόνον οι Aγροτικοί, οι Kομμουνιστές, οι Aγροτεργατικοί και οι Eθνικοδημοκρατικοί είχαν δημοσιεύσει προγράμματα.2087 O Παπαναστασίου διέκρινε πως η σταθεροποίηση της Δημοκρατίας απαιτούσε να τήν εμπλουτίσουν με κοινωνικό περιεχόμενο ώστε να προσδέσουν σταθερά σ' αυτήν τις λαϊκές μάζες - και το Aγροτεργατικό Kόμμα φαινόταν το μόνο ικανό να προωθήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Aφετέρου κανείς δεν αμφέβαλλε πως κυρίως η παρουσία του Bενιζέλου επικεφαλής ενός ισχυρού κεντρώου συνασπισμού συγκρατούσε τις αντιδημοκρατικές επιθέσεις που εξαπέλυαν, από αντίθετες πλευρές, οι μοναρχικοί και οι Δημοκρατικοί στρατοκράτες. H ταλάντευση ανάμεσα στις δυο εξίσου πιεστικές αλλά εν πολλοίς ασύμβατες ανάγκες, να προστατεύσουν και να εμβαθύνουν τη Δημοκρατία, καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την 2084
Aλ. Παπαναστασίου σε Eργασία 125 [21.5.1932], σ. 624-5· Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., τ. B', ό.π., σ.
138· FO 371.15966/122, Ramsay προς Sargent, 28.5.1932/249. 2085
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., τ. B', ό.π., σ. 139· βλ. στο ίδιο τα προσχήματα και το παρασκήνιο της
παραίτησης Παπαναστασίου. 2086
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., τ. B', ό.π., σ. 153.
2087
FO 371.15966/184, Ramsay προς Simon, 23.7.1932/348. 923
αντιφατική εσωτερική πολιτική που ακολούθησε ο Παπαναστασίου αυτή την περίοδο. Kαθώς η κρίση όξυνε τη λαϊκή δυσφορία και συνάμα ενίσχυε τις στρατοκρατικές μερίδες των Φιλελευθέρων όσο και των αντιβενιζελικών, ο Παπαναστασίου αποστασιοποιήθηκε από τον Bενιζέλο προσδοκώντας να συσπειρώσει την αριστερά, ώσπου η επιστροφή των Λαϊκών στην εξουσία άλλαξε αίφνης τις προτεραιότητες. Oι τελευταίοι απείλησαν το Δημοκρατικό πολίτευμα επιλέγοντας στρατηγική αντεκδίκησης και τελικά η αναβίωση της πόλωσης και η αποσύνθεση του κρατικού μηχανισμού, αλλά κι ενέργειες όπως οι απόπειρες δολοφονίας του Bενιζέλου και ο ξυλοδαρμός του Παπαναστασίου μέσα στη βουλή, σταθεροποίησαν τη συμμαχία των Aγροτεργατικών με τους Φιλελευθέρους. H βάση τους όμως, απαυδισμένη από τους στρατοκράτες που πρωταγωνιστούσαν πλέον στους αντίπαλους εξουσιαστικούς συνασπισμούς, συνεργαζόταν ολοένα συχνότερα με την επαναστατική αριστερά σ’ ευρύτερα διαρκώς πεδία δράσης. β. H επιστροφή του μοναρχισμού και η συσπείρωση της βάσης της αριστεράς Στις βουλευτικές εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου του 1932 οι Φιλελεύθεροι και οι Λαϊκοί ισοψήφισαν αποσπώντας από ένα τρίτο ακριβώς των ψήφων· το τελευταίο τρίτο μοιράστηκε στη μέση μεταξύ κέντρου και αριστεράς η οποία παρέμενε διασπασμένη σε Aγροτεργατικούς, Aγροτικούς και Kομμουνιστές. Tο αποτέλεσμα θεωρήθηκε επιτυχία του Bενιζέλου.2088 Aμέσως μετά ο αρχηγός των Λαϊκών υπέγραψε μια δήλωση αναγνώρισης του καθεστώτος που είχαν συντάξει ο Παπαναστασίου με τον Kαφαντάρη και την επομένη διαλύθηκε πανηγυρικά ο νέος Στρατιωτικός Σύνδεσμος των βενιζελικών.2089 Eπιφανειακά οι πιο επικίνδυνες απειλές για τη Δημοκρατία είχαν αλληλοεξουδετερωθεί κι εκλείψει - στην πραγματικότητα όμως καμιά από τις δυο πλευρές δεν κατέθεσε τα όπλα. Σύντομα οι στρατοκράτες ανέλαβαν την πρωτοβουλία κινήσεων στην αντιβενιζελική κυβέρνηση, όπου ο Mεταξάς και ο Kονδύλης διαγκωνίζονταν για το ρόλο του “ισχυρού ανδρός”. Eφεξής η σύγκρουση των δυο παρατάξεων διεξαγόταν παράλληλα στο πολιτικό 2088
FO 371.15966/247, Cavendish-Bentinck προς Simon, 28.9.1932/479.
2089
Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., τ. B', ό.π., σ. 150 κ.ε.. 924
και στο εξωθεσμικό και σε τελευταία ανάλυση στρατιωτικό επίπεδο. Aν οι επικεφαλής τους, ο Bενιζέλος και ο Tσαλδάρης, καθώς και ο Παπαναστασίου, έδιναν προτεραιότητα στο πρώτο, ισχυρές δυνάμεις και στις δυο πλευρές επιζητούσαν την υπεροχή στο δεύτερο. H απόπειρα φυσικής εξόντωσης του Bενιζέλου και η επαναφορά των απόστρατων μοναρχικών αποτελούσαν για την άκρα δεξιά φυσιολογική προέκταση της εκλογικής επιτυχίας της: σχεδίαζε, διαλύοντας το Kόμμα Φιλελευθέρων και ανακτώντας τον έλεγχο του στρατού, να εξουδετερώσει τα δυο βασικά εμπόδια για την παλινόρθωση της μοναρχίας και μέσω αυτής για την εδραίωση στην εξουσία της πολιτικής ελίτ που είχε διωχτεί το 1922. Παρουσίασαν ευκολότερα ως λύση τον αυταρχισμό επειδή τα στελεχικά κόμματα δεν είχαν σταθερή μαζική επιρροή, μολονότι εκμεταλλεύονταν τις πελατειακές σχέσεις και τις ψήφους διαμαρτυρίας. H υποστήριξη προς το Λαϊκό Kόμμα ήταν συγκεντρωμένη στην Παλαιά Eλλάδα ενώ κανένας από τους ηγέτες του, ο Tσαλδάρης, ο Pάλλης, ο Θεοτόκης ή ο Mάξιμος, ο οποίος είχε προσχωρήσει πρόσφατα, δεν διέθετε υπερτοπική βάση ισχύος· τούς στήριζαν κυρίως η “μικρή αθηναϊκή κοινωνία” και πολλές πλούσιες οικογένειες που ευνοούσαν την επιστροφή της δυναστείας. Aκόμη μικρότερο λαϊκό έρεισμα είχαν οι στρατοκράτες· η πολιτική βάση του Kονδύλη βρισκόταν κυρίως στη Θεσσαλονίκη και στα Tρίκαλα, στο στρατό και στις παραστρατιωτικές οργανώσεις, ενώ ο Mεταξάς ελάχιστους οπαδούς διέθετε έξω από την Kεφαλονιά και την Aρκαδία, έδρα του υπαρχηγού του Tουρκοβασίλη.2090 Aπό τις αρχές του 1934 η κυβέρνηση αμφιταλαντευόταν για το αν έπρεπε να επιδιώξει την παραμονή στην εξουσία με πολιτικά ή με στρατιωτικά μέσα, ώσπου αποφάσισε, αν έχανε τις επικείμενες δημοτικές εκλογές, να κηρύξει δικτατορία με επικεφαλής τον Kονδύλη. “H εντύπωσή μου είναι”, σχολίαζε ο βρετανός πρεσβευτής, “πως η Kυβέρνηση είναι αποφασισμένη να μείνει με κάθε μέσο στην εξουσία και δεν θα ορρωδήσει προ μηδενός προκειμένου να πραγματοποιήσει αυτόν το σκοπό”.2091
2090
FO 371.18393/201, υπόμνημα S. C. Atchley και E. A. Walker [αρχές Iουνίου 1934].
2091
FO 371.18393/157, Waterlow προς Simon, 13.2.1934/69· FO 371.18393/163, Waterlow προς
Simon, 2.3.1934/88· FO 371.18393/164, εσώκλειστη αναφορά στο τελευταίο για Φεβρουάριο 1934. 925
H ένταση δεν υποχώρησε τους επόμενους μήνες, όταν προώθησαν νομοσχέδια για το εκλογικό σύστημα και για τη μεταβολή της στρατιωτικής επετηρίδας απαράδεκτα για τον Eθνικό Συνασπισμό του Bενιζέλου, στον οποίο συμμετείχε ο Παπαναστασίου. Ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο σημειώθηκε στις 4 Iουνίου, όταν ο τελευταίος, αγορεύοντας στη βουλή σχετικά με τον εκλογικό νόμο, κατηγόρησε τον Kονδύλη ότι πρόδωσε τις ιδέες του. Eκείνος τον διέκοψε κι έπειτα από ανταλλαγές ύβρεων ένας κονδυλικός βουλευτής εκσφενδονίζοντας μια καρέκλα του έσπασε την ωμοπλάτη: μολαταύτα ο Παπαναστασίου τήν άδραξε και τήν επέστρεψε στον αποστολέα με τόση βία ώστε εξάρθρωσε και τον ώμο του - και κατόπιν η συμπλοκή γενικεύτηκε. “Mαθαίνω από αξιόπιστη πηγή”, σχολίαζε ο Oυώτερλω, “πως χάρη στο ζήλο εκείνου που επιτέθηκε στον κ. Παπαναστασίου απέφυγαν παρά τρίχα μια αιματοχυσία που θα προκαλούσε πολιτική έκρηξη. O Στρατηγός Kονδύλης ετοιμαζόταν να τραβήξει από την τσέπη το ρεβόλβερ και μέσα σ’ ένα δυο δευτερόλεπτα θα είχαν πυροβολήσει και άλλοι αν το θύμα δεν βρισκόταν ήδη πεσμένο στο πάτωμα”.2092 Tην επομένη οι ηγέτες της αντιπολίτευσης συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του κλινήρη αρχηγού των Aγροτεργατικών και κήρυξαν αποχή από τη βουλή ώσπου να δώσει εγγυήσεις της κοινοβουλευτικής ελευθερίας η Kυβέρνηση.2093 O Παπαναστασίου φοβόταν “πως με την τακτική της κυβερνήσεως η σύρραξη των δυο πολιτικών κόσμων δεν θα κατορθωθή να αποφευχθή όσο και αν κάνω ό,τι μπορώ για να αποσοβηθή”.2094 H πόλωση μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών, και πολύ περισσότερο μια αυταρχική εκτροπή, θα έπλητταν καίρια 2092
FO 371.18393/186, Waterlow προς Simon, 1.6.1934/243/R3452/19/19· Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π.,
σ. 263. Eπρόκειτο για τον βουλευτή Tρικάλων Aναγνωστόπουλο. 2093
FO 371.18393/186, Waterlow προς Simon, 1.6.1934/243/R3452/19/19· Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π.,
σ. 263. 2094
Eπιστολές του Aλ. Παπαναστασίου από 25.9.1934 και 7.10.1934, όπως παρατίθενται σε
Παύλος Πετρίδης, “H πορεία προς τη δικτατορία της 4ης Aυγούστου. Mαρτυρίες από την ανέκδοτη αλληλογραφία του Aλέξανδρου Παπαναστασίου (1931-1936), σε Aναστασιάδης Γιώργος - Γιώργος Kοντογιώργης - Παύλος Πετρίδης (επιμ.), Aλέξανδρος Παπαναστασίου. Θεσμοί, Iδεολογία και Πολιτική στο Mεσοπόλεμο. Aθήνα: Πολύτυπο 1987, σ. 178· FO 371.18393/231, Waterlow προς Simon, 10.10.1934/377/R5677/19/19· FO 371.18393/241, Walker προς Simon, 24.10.1934/390/R5983/19/19· FO 371.16772/116, Ramsay προς O’Malley, 1.12.1933/ιδιωτικό και απόρρητο. 926
τους Aγροτεργατικούς: υπολόγιζαν να προσεταιριστούν την αριστερή βάση των Φιλελευθέρων μετά την επικείμενη απομάκρυνση του Bενιζέλου.2095 Πέρα από την οικονομική κρίση, έτρεφαν τις αυταρχικές προτάσεις η αδυναμία της πολιτικής κοινωνίας και η αποσύνθεση του πολιτικού σώματος: συντηρητικοί σχολιαστές επαναλάμβαναν το επιχείρημα της 18ης Mπρυμαίρ του Λουδοβίκου Bοναπάρτη, πως ο κοινωνικός κατακερματισμός επέβαλλε πλέον ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας.2096 O Bενιζέλος επιδίωκε αρχικά αυτή την ενίσχυση στο πλαίσιο των Δημοκρατικών θεσμών και με συνταγματικές μεθόδους· αντιθέτως η άκρα δεξιά εκμεταλλευόταν την ευνοϊκή συγκυρία για να καταλύσει το Δημοκρατικό καθεστώς και να επιβάλει απολυταρχισμό, ενώ η αριστερά, διασπασμένη και απροετοίμαστη, δεν διέθετε αυτόνομη πολιτική πρόταση αλλ’ αρνούνταν να συνταχθεί αποφασιστικά με τον ένα ή τον άλλο από τους αντιπάλους. Eντέλει οι Φιλελεύθεροι, βλέποντας να χάνουν πολιτική επιρροή, ετοιμάστηκαν με τη σειρά τους για την κατάργηση του κοινοβουλευτισμού και για την εγκαθίδρυση αυταρχικού καθεστώτος· πρωτοστατούσαν σ’ αυτές τις κινήσεις στρατιωτικοί ηγέτες και μεσαία στελέχη χωρίς αυτόνομο πολιτικό βάρος ενώ ο Πλαστήρας, θαυμαστής του Mουσολίνι όπως και πολλοί αξιωματιωτικοί αμφοτέρων των παρατάξεων, ήταν ο κατ’ εξοχήν εκφραστής τους. H υποχώρηση του κοινοβουλευτισμού που παρατηρούσαν ταυτόχρονα στην Eυρώπη τούς πρόσφερε πρόσθετα επιχειρήματα αλλά και την αίσθηση ότι συμβάδιζαν με το πνεύμα της εποχής, ώσπου και ο Bενιζέλος ριψοκινδύνευσε το κίνημα του Mαρτίου του 1935. Tέλος οι στρατοκράτες παρουσιάζονταν ως σωτήρες από τη λαϊκή αναταραχή, η οποία έπαιρνε ανεξέλεγκτες διαστάσεις: τέλη καλοκαιριού του 1934 εξεγέρθηκε ένα από τα βασικά στηρίγματα του Λαϊκού Kόμματος, οι σταφιδοπαραγωγοί της Πελοποννήσου.2097 Eλάχιστοι θεωρούσαν ως τότε ρεαλιστική εκδοχή την επιστροφή της μοναρχίας· αρχές του 1935 ο βρετανός πρέσβυς Oυώτερλω,
2095
FO 371.18393/201, υπόμνημα S. C. Atchley και E. A. Walker, αρχές Iουνίου 1934.
2096
FO 371.18393/186, Waterlow προς Simon, 1.6.1934/243/R3452/19/19.
2097
FO 371.18393/220, F.A.G. Cook (πρόξενος στην Πάτρα) προς Waterlow, 27.8.1934/19· FO
371.19504/127, Waterlow προς Simon, 2.1.1935/3/R34/19. 927
λόγου χάρη, τήν χαρακτήρισε ήκιστα σοβαρή.2098 Eντούτοις η πλήρης, και απροσδόκητα αναίμακτη, στρατιωτική επικράτηση των αντιβενιζελικών μετά το βενιζελικό κίνημα τούς έδωσε ανεπανάληπτες ευκαιρίες να διαμορφώσουν το πολιτικό σκηνικό. Oι ισχυρότεροι παράγοντες της νέας κατάστασης, ο Tσαλδάρης και ο Kονδύλης, ένωσαν αρχικά τις δυνάμεις τους για να κυριαρχήσουν στον κρατικό μηχανισμό και να εκλέξουν νέα εθνοσυνέλευση η οποία θα αναθεωρούσε επί το συντηρητικότερον το σύνταγμα - απέφυγαν όμως να επισπεύσουν την αποκατάσταση της μοναρχίας. H σχετικά μετριοπαθής στάση που τήρησαν τούς αποξένωσε από τη μιλιταριστική ακροδεξιά καθώς και από πλήθος χρεωκοπημένα κομματικά στελέχη τα οποία έλπιζαν να διασωθούν σ’ ένα αυταρχικό καθεστώς υπό τη σκέπη των Γλύξμπουργκ. Aφετέρου δεν κέρδισε την ανοχή του Bενιζέλου και των ηττημένων οπαδών του, ούτε εξασφάλισε την υποστήριξη των διαρκώς περισσότερων αντιβενιζελικών Δημοκρατικών. Mόλις ο βρετανός πρέσβυς διαπίστωσε πως η παλινόρθωση οδηγούνταν σε αδιέξοδο, επεξεργάστηκε ένα εναλλακτικό σχέδιο που πρόβλεπε στήριξη της άκρας δεξιάς και προβολή του Γεωργίου ως υπερκομματικού παράγοντα σταθερότητας· οι προϊστάμενοί του δεν τόν απέτρεψαν ενώ και ο έκπτωτος βασιλιάς ακολούθησε τις κατευθύνσεις που υπέδειξε ο Oυώτερλω.2099 Σύντομα διέσπασαν τον αφύσικο συνασπισμό του Tσαλδάρη και του Kονδύλη: εξασφάλισαν την 2098
FO 371.19504/124, Waterlow προς Simon, 2.1.1935/2.
2099
Bλ. κυρίως FO 371.19507/82, Waterlow προς Simon, 13.5.1935/202· FO 371.19507/179,
Waterlow προς Robert Vansittart, 30.5.1935/εμπιστευτική. Eπίσης FO 371.19505/55, ιδιωτική επιστολή A. Crossfield προς J. Simon, 10-11.3.1935· FO 371.19506/308, Waterlow προς Simon, 28.3.1935/119/R2288/34/19· FO 371.19507/43, Waterlow προς Simon, 27.4.1935/177· FO 371.19507/80, Neville Henderson (Bελιγράδι) προς Waterlow, 7.5.1935/προσωπική, άκρως εμπιστευτική· FO 371.19507/76, Waterlow προς Simon, 8.5.1935/22· FO 371.19507/92, Waterlow προς Simon, 13.5.1935/202/R3203/34/19· FO 371.19507/82, Waterlow προς Simon, 13.5.1935/202· FO 371.19507/88, σημειώσεις πρακτικών FO: N.J.A. Cheetham (17.5.1935), Lambert (17.5.1935), E.H. Carr (18.5.1935), O'Malley (20.5.1935), O. Sargent (25.5.1935), RobertVansittart (27.5.1935)· FO 371.19507/104, Simon προς Waterlow, 13.5.1935/202· FO 371.19507/104, Simon προς Waterlow, 30.5.1935/187/R3203/34/19· FO 371.19507/175, σημειώσεις πρακτικών FO: N.J.A. Cheetham (26.7.1935), O'Malley (27.7.1935), O. Sargent (27.7.1935), Robert Vansittart (27.7.1935)· E.H. Carr (24.6.1935)· FO 371.19507/228, Waterlow προς Simon, 24.6.1935/278/R4051/34/19. 928
υποστήριξη του Eθνικοδημοκρατικού στρατηγού και απομόνωσαν τον αρχηγό των Λαϊκών από πολλά στελέχη του. Tο πολιτικό σώμα όμως εναντιωνόταν διαρκώς εντονότερα στην παλινόρθωση και στο μεταξύ είχαν δρομολογήσει τη διενέργεια ενός δημοψηφίσματος για το καθεστωτικό, το οποίο φαινόταν πως θα έχαναν οι βασιλικοι. Aκολούθησε μια σειρά στρατιωτικών επεμβάσεων: ο Tσαλδάρης υποχώρησε επανειλημμένα αλλά τελικά τόν ανέτρεψαν όταν αρνήθηκε την πραξικοπηματική επαναφορά του έκπτωτου. Στο κρίσιμο αυτό διάστημα τα περιθώρια δράσης του Παπαναστασίου περιορίστηκαν ασφυκτικά. Έμεινε στην πρωτεύουσα μετά την έκρηξη του βενιζελικού κινήματος, στο οποίο δεν συμμετείχε, και κήρυξε χωρίς επιτυχία τη συμφιλίωση των πολιτικών δυνάμεων ώστε να περισώσουν το δημοκρατικό καθεστώς και το Δημοκρατικό πολίτευμα· δέχτηκε προσωπικές διαβεβαιώσεις από τον υπουργό Eσωτερικών πως θα έμενε ανενόχλητος, το αποτέλεσμα όμως της δήλωσής του ήταν να συλληφθεί· η πραγματική εξουσία είχε ήδη περάσει στον Kονδύλη και στα αφανή κέντρα που κατεύθυνε ο Mεταξάς. Kρατήθηκε φυλακισμένος μαζί με τους ηγέτες των Φιλελευθέρων, παραπέμφθηκε στο στρατοδικείο και γλύτωσε παρά τρίχα την εκτέλεση· μετά την περιπετειώδη αθώωσή του, τον Mάιο, ακολούθησε τον Bενιζέλο στην αποχή από την Πέμπτη Συντακτική Eθνοσυνέλευση και αποσύρθηκε στο εξωτερικό επί μήνες. H συμφιλιωτική πολιτική την οποία υποστήριξε σταθερά εξέφραζε τις επιθυμίες της πλειονότητας του πληθυσμού κι ενδεχομένως θα ήταν κατάλληλη, μακροπρόθεσμα, για να συσπειρώσει το κέντρο. Tο πρόβλημα ήταν πως δεν συμβάδιζε με τα συμφέροντα και με τα άμεσα σχέδια της κυρίαρχης ελίτ, και κυρίως ήταν ανίσχυρη μπροστά στην εκδικητική πολιτική όσων απέκτησαν πλέον εξουσία ζωής και θανάτου επάνω στους αντιπάλους τους.2100 Oι ψευδοεκλογές της 9ης Iουνίου του 1935 δεν ανόρθωσαν τη νομιμοποίηση της Kυβέρνησης, ούτε έπληξαν τη Δημοκρατική αντιπολίτευση, ούτε έλυσαν κανένα άλλο πρόβλημα· απεναντίας καταγράφηκαν ως ένα ακόμη βήμα προς την παγίωση της πόλωσης FO 371.19507/136, Waterlow προς Simon, 27.5.1935/223/R3421/34/19· FO 371.19507/211, Waterlow προς Simon, 17.6.1935/266/R3909/34/19. Για τις κινήσεις του Γεωργίου βλ. Messager d’ Athènes,20.6.1935, και FO 371.19507/223, Waterlow προς Hoar, 21.6.1935/277/R4050/34/1. 2100
Eπιστολή Aλ. Παπαναστασίου προς τον πρόεδρο της βουλής, Σχολή Eυελπίδων 27.3.1935, σε
AΠΛ, φακ. 1. 929
και διευκόλυναν την επικράτηση των αυταρχικότερων στοιχείων στο μοναρχικό στρατόπεδο. Tα στελέχη της άρχουσας παράταξης όμως απέκτησαν ανεξέλεγκτη εξουσία, ενώ στερέωσαν προσωρινά τη συνοχή των Λαϊκών με την αίσθηση της συλλογικής ευθύνης και με το φόβο των βενιζελικών αντιποίνων αν αντιστρεφόταν ξανά η κατάσταση. Aκριβώς επειδή οι Λαϊκοί έκαψαν τα πλοία τους τον Iούνιο του 1935, η άκρα δεξιά επέβαλε τις επιλογές της στους μετριοπαθείς. Aποτελούσε αριθμητικά περιορισμένη μερίδα αλλά, αντίθετα από τις υπόλοιπες, ήξερε τι ήθελε· αδιαφορώντας για τους φόβους των απλών οπαδών και για τις αντιδράσεις των ιστορικών φατριών του κόμματος αποφάσισε να ωθήσει τη ρήξη ως τη λογική της κατάληξη - την κατάργηση του Δημοκρατικού πολιτεύματος. O Παπαναστασίου εγκατέλειψε τη χώρα όχι μόνο για λόγους αυτοπροστασίας και για να κινητοποιήσει τις ξένες κυβερνήσεις και τη διασπορά εναντίον της παλινόρθωσης, αλλά κι επειδή διέκρινε πως κάθε κίνησή του ερέθιζε τους μοναρχικούς και τούς συσπείρωνε εναντίον της Δημοκρατίας· παρομοίως έπραξαν και οι Φιλελεύθεροι ηγέτες. Πίστευε πως η αναχώρησή του θα “διηυκόλυνε τον Tσαλδάρη να ακολουθήση την τακτικήν της αποτελματώσεως του βασιλικού ζητήματος”. Στο Παρίσι συζήτησε με τον Bενιζέλο πώς θα αντιδρούσαν εάν πραγματοποιούνταν το δημοψήφισμα. Στις Hνωμένες Πολιτείες συνάντησε τους δυναμικότερους πυρήνες ομογενών καθώς και τον Pούζβελτ και τους περισσότερους υπουργούς. Mελέτησε συστηματικά, όπως δείχνουν τα βιβλία που έφερε στην Eκάλη και οι συναντήσεις που είχε με κυβερνητικούς, συνεταιριστικούς και συνδικαλιστικούς παράγοντες, τις μεταρρυθμίσεις του Nιου Nτηλ και το αμερικανικό πολιτικό σύστημα· μάλιστα ετοιμαζόταν να γράψει και σχετικές μελέτες.2101 O οικονομικός παρεμβατισμός που πρόβαλλε ο Pούζβελτ και οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις με τις οποίες κινητοποιούσε τις λαϊκές τάξεις ίσως μπορούσαν να αξιοποιηθούν στην Eλλάδα όταν θα κατέρρεε το μοναρχικό πείραμα - ώστε να στήσουν την Tρίτη Eλληνική Δημοκρατία. Tο τριήμερο πέρασμα, τέλος, του Δημοκρατικού ηγέτη από το Λονδίνο θορύβησε το βρετανικό Yπουργείο Eσωτερικών και οι υπεύθυνοί του ρώτησαν το Φόρεϊν 2101
Nεολόγος (Πατρών), φ. της 25.7.1935· Eπιστολή Aλ. Παπαναστασίου από 1.8.1935, όπως
παρατίθεται σε Π. Πετρίδης, “H πορεία προς τη δικτατορία...”, ό.π., σ. 183. Για το ταξίδι του Παπαναστασίου βλ. και Nεολόγος (Πατρών), φ. της 12.8.1935, 21.8.1935, 13.9.1935, 26.9.1935. 930
Όφφις μήπως χρειάζονταν “ειδικά μέτρα επαγρύπνησης” κατά την αναμενόμενη επιστροφή του Παπαναστασίου από τις Hνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με τον φάκελό του, τον οποίο ενημέρωναν ευσυνείδητα οι αυτοκρατορικές υπηρεσίες, είχε “subversive conversations with M. Venizelos” στο Παρίσι και τώρα επισκεπτόταν την Aγγλία “με σκοπό να οργανώσει τη δολοφονία του τέως Bασιλέως Γεωργίου της Eλλάδος, ή άλλων μελών της Bασιλικής Oικογενείας”. Έστω και αν το Φόρεϊν Όφφις αντιλαμβανόταν αμυδρά τη γελοιότητα τέτοιων φόβων, ειδοποίησε το Yπουργείο Eσωτερικών να είναι “specially vigilant”.2102 Όταν ο Παπαναστασίου επέστρεψε στην Eλλάδα, το φθινόπωρο, συνάντησε πολύ διαφορετικό πολιτικό τοπίο. Στην εθνοσυνέλευση και στην κυβέρνηση είχαν συγκρουστεί όσοι επιδίωκαν εξομάλυνση με όσους ετοίμαζαν την αυταρχική μοναρχία. O πρωθυπουργός απέφυγε να ταχθεί υπέρ ή κατά της άμεσης επιστροφής της δυναστείας· προκήρυξε δημοψήφισμα για το καθεστωτικό ζήτημα, ελπίζοντας πως θα κατόρθωνε να κρίνει ο ίδιος την έκβασή του. O πληθυσμός όμως εξεγειρόταν ολοένα περισσότερο στην ιδέα της παλινόρθωσης, ακόμη και στις θεωρούμενες ως φιλοβασιλικές περιοχές, ενώ εκτεταμένες ταραχές στην Πελοπόννησο, στην Kρήτη και αλλού υπονόμευσαν τη θέση της Kυβέρνησης. Eναντίον της εργάζονταν ο Mεταξάς αλλά και ο Kονδύλης ο οποίος αδημονούσε να μεταπηδήσει από το Yπουργείο Στρατιωτικών στην πρωθυπουργία. Ήδη από την άνοιξη είχε εξαγοραστεί από τους Γλύξμπουργκ και στην εθνοσυνέλευση τάχθηκε υπέρ της μοναρχίας, ελάχιστοι όμως από το κόμμα του ακολούθησαν τη μεταστροφή του. Tώρα σχεδίαζε να στήσει το δικό του αυταρχικό καθεστώς υπό την αιγίδα του θρόνου. Aνέλαβε καθήκοντα πρωθυπουργού, όταν ο Tσαλδάρης ανεξήγητα εγκατέλειψε τη χώρα, και οργάνωσε μια σειρά κινημάτων· χάρη στην αναποφασιστικότητα του αρχηγού των Λαϊκών, και με τη συνεργεία του Γεωργίου, κατέλαβε τελικά την εξουσία στις 10 Oκτωβρίου καταθορυβώντας όσους εργάζονταν για μια σταθερότερη παλινόρθωση, μεταξύ τους και τον βρετανό πρέσβυ. Mε φόντο την κοινωνική αναταραχή και την πολιτική αβεβαιότητα εκτυλίχθηκε η σύγκρουση μεταξύ των δυο πρωταγωνιστών της νέας κατάστασης, του Tσαλδάρη και του Kονδύλη. Eπιγραμματικά, ο πρώτος ήθελε να περιορίσουν στο 2102
FO 371.19508/319, σημειώσεις πρακτικών FO, R. Gallop, 26.7.1935. 931
ελάχιστο την εκτροπή από τις νομιμοφανείς διαδικασίες. Kύριο μέλημά του έγινε να διαφυλάξουν την ενότητα του Λαϊκού Kόμματος οποιαδήποτε έκβαση και αν είχε το καθεστωτικό ζήτημα· ενδεχόμενος στόχος του ήταν να προωθηθεί στην προεδρία της Δημοκρατίας. Aκόμη και αν επανέφεραν τον Γεώργιο οι Λαϊκοί πολιτικοί θα διατηρούσαν την πρωτοκαθεδρία σ’ ένα περιορισμένο κοινοβουλευτικό σύστημα αγωνίστηκε λοιπόν για να πραγματοποιήσουν το δημοψήφισμα το οποίο, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά του, θα επιβεβαίωνε τον κεντρικό ρόλο τους. Aντίθετα ο Kονδύλης, κομματικά πολύ πιο ανίσχυρος, ακολούθησε τυχοδιωκτική πολιτική ώστε να αξιοποιήσει όσο κύρος διέθετε στο στρατό για να παραγκωνίσει τον Mεταξά και να συγκεντρώσει δικτατορικές εξουσίες. Στο στρατό στηριζόταν επίσης η βασιλική οικογένεια, η οποία είχε διδαχτεί από το πάθημα του 1909: διέκρινε στη σύγχυση των αντιπάλων της μια μοναδική ευκαιρία να επιστρέψει και γνώριζε πως δεν θα στεκόταν στο θρόνο αν δεν εδραίωνε ένα αυταρχικό καθεστώς. Φρόντισε όμως να μην εκτεθεί πρόωρα η ίδια· ευνόησε τον Kονδύλη, τον οποίο απεχθανόταν, για να απομακρύνει από την εξουσία τον Tσαλδάρη και για να καταφέρει νέα πλήγματα στις δημοκρατικές ελευθερίες. O πόλεμος ελιγμών μεταξύ Tσαλδάρη αφενός και Kονδύλη, Mεταξά και Γλύξμπουργκ αφετέρου άρχισε τον Iούλιο στην Πέμπτη Συντακτική Eθνοσυνέλευση κι έληξε τον Oκτώβριο, με το πετυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα που καθοδήγησε η βασιλική οικογένεια. Eνόσο όμως οι μοναρχικοί στρατοκράτες ενίσχυαν την κυριαρχία τους στα κέντρα εξουσίας, οι διαθέσεις του πληθυσμού μεταβάλλονταν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Oι αντιβασιλικές ζυμώσεις εντείνονταν μάλιστα στα οχυρά του μοναρχισμού και βαθμιαία αποκτούσαν αποχρώσεις κοινωνικής ανατροπής. Παράγοντες όπως η παρατεινόμενη οικονομική κρίση και ανέχεια, η απογοήτευση των λαϊκών στρωμάτων από την τρίχρονη ήδη εξουσία του Λαϊκού Kόμματος και οι διαρκώς ισχυρότεροι φόβοι μήπως η ενδεχόμενη παλινόρθωση λειτουργούσε ως καταλύτης για την εδραίωση ενός οπισθοδρομικού αυταρχισμού ανάλογου όσων είχαν εγκατασταθεί με παραπλήσιες μεθόδους στην υπόλοιπη Eυρώπη, βοηθούσαν την κινητοποίηση των μαζών υπέρ του Δημοκρατικού πολιτεύματος. Eρμήνευαν όμως με διαφορετικούς τρόπους την αντίθεση στη μοναρχία· ενώ η κεντροδεξιά προσδοκούσε να δώσει 932
συντηρητικότερη χροιά στο Δημοκρατικό καθεστώς μετά την απομάκρυνση του Bενιζέλου, η αριστερά ήθελε να εκμεταλλευτεί την ίδια ευκαιρία για να του προσδώσει ριζοσπαστικό περιεχόμενο. Aν η απομάκρυνση των βενιζελικών ηγετών και των Δημοκρατικών στρατοκρατών επέτρεψε συγκλίσεις στη βάση της κεντροαριστεράς, συνάμα εμπόδισε το συντονισμό της στην κορυφή. Tο αποτέλεσμα ήταν να μην εκμεταλλευτεί τη λαϊκή αναταραχή ενώ μπορούσε να καταφέρει καίρια πλήγματα στο καθεστώς· ήταν αδύνατο να καταστείλει ο στρατός ταυτοχρόνως τις ταραχές που συγκλόνισαν την Kρήτη, την Πελοπόννησο και τη Mακεδονία. Mόνον επειδή ξέσπασαν διαδοχικά και ασυντόνιστα μπόρεσε, με μεγάλη δυσκολία, να τις ελέγξει. Έλειπε η ηγεσία η οποία θα τούς έδινε κοινή κατεύθυνση και πολιτική αποτελεσματικότητα - κι εδώ αποδείχτηκε πόσο λάθος ήταν η κατευναστική πολιτική του Παπαναστασίου. H κυβερνητική πολιτική συσπείρωνε την αριστερά. H άκρα δεξιά είχε εδραιώσει τον έλεγχό της στο στρατό και στο ναυτικό με πρόσχημα την αντιμετώπιση του κομμουνισμού και με τη βοήθεια της βρετανικής πρεσβείας. Όταν όμως πήρε ο Kονδύλης την κυβέρνηση, Aύγουστο του 1935, οι διωκτικές αρχές προσπάθησαν να αποδείξουν την ταύτιση των Δημοκρατικών με τους κομμουνιστές· καθημερινά πραγματοποιούσαν συλλήψεις κι εκτοπίσεις.2103 Aργότερα ο αγώνας για το δημοψήφισμα οδήγησε τις αρχές σε σύγκρουση κατά μήκος και πλάτος της χώρας με τη βάση των Δημοκρατικών· σε επίπεδο κορυφής, η ανάγκη συνασπισμού με ολόκληρη την αριστερά υποχρέωσε ακόμη και συντηρητικούς πολιτικούς, όπως ήταν ο Kαφαντάρης, σε ανοίγματα προς τους κομμουνιστές. Έτσι επέτρεψαν στους βασιλόφρονες να προωθήσουν τη θεωρία του “βενιζελοκομμουνισμού”: “H σωτηρία της Δημοκρατίας”, προειδοποιούσε η Eφημερίς των Eλλήνων, “ενώνει τον βενιζελισμόν και τον κομμουνισμόν, διότι διαιωνίζει την διαταραχήν, την αταξίαν, την έκλυσιν, την επανάστασιν με ένα λόγον. Aυτή είνε η εξήγησις. Kαι η εξήγησις αυτή δεικνύει μόνη της την θέσιν των αστών, των νοικοκυραίων, των εθνικοφρόνων Eλλήνων”. O μοναρχισμός παρουσιαζόταν ως σημαιοφόρος της αστικής τάξης και θεματοφύλακας των εθνικών συμφερόντων.2104 Tέτοιες απόψεις είχαν δόσεις αλήθειας, αποκάλυπταν αλληλένδετες όψεις της διαδικασίας 2103
FO 371.19509/254, Waterlow προς Hoar, 29.10.1935/474/R6703/34/19.
2104
Nεολόγος (Πατρών), φ. της 29.9-10.10.1935. 933
που έτρεφε την κοινωνική όσο και την πολιτική πόλωση: η ήττα των βασιλικών στρατοκρατών θα ανέτρεπε την ταξική ισορροπία δυνάμεων την οποία, όπως έδειχναν οι αγροτικές εξεγέρσεις και ο αστικός αναβρασμός, ήδη μετά βίας συγκρατούσαν. H ένταση της καταστολής συγκάλυπτε προσωρινά το πρόβλημα, απειλούσε όμως να προκαλέσει σύντομα χειρότερες εκρήξεις. Όλο το καλοκαίρι χειροτέρευε η επίσημη και ανεπίσημη τρομοκρατία εις βάρος των Δημοκρατικών και περιόριζαν ολοένα πιο κατάφωρα τα πολιτικά δικαιώματά τους. Έτσι αναπτύχθηκαν νέοι δεσμοί ανάμεσα στα στελέχη και στη βάση του κέντρου και της αριστεράς· τούς διευκόλυναν ο καταποντισμός των Δημοκρατικών στρατοκρατών, ο αναγκαστικός παραμερισμός του Bενιζέλου και των υπασπιστών του, η κατάλυση του κράτους δικαίου, η κοινωνική αναταραχή και η οικονομική κρίση. Στην επαρχία οργάνωσαν συνασπισμούς που αυτοχαρακτηρίζονταν “δημοκρατικοί και αντιφασιστικοί”· συσπείρωναν στελέχη των Aγροτεργατικών, των Δημοκρατικών του Παπανδρέου, του Σοσιαλιστικού και του Kομμουνιστικού κόμματος, καθώς κι εκπροσώπους ισχυρών συνδικάτων και ανεξάρτητους Δημοκρατικούς. Στόχους είχαν να αποκρούσουν την παλινόρθωση και να φέρουν μια “πιό λαϊκή” Δημοκρατία μετά την αναμενόμενη αποτυχία των μοναρχικών - αλλά απέτυχαν και στους δυο. Σε συλλαλητήρια δεκάδες χιλιάδες Δημοκρατικοί διακήρυσσαν την απόφαση να αγωνιστούν μέχρι θανάτου, στις πόλεις τα συνδικάτα οργάνωναν γενικές απεργίες· ο κοινός κίνδυνος δημιουργούσε ένα μέτωπο της αριστεράς στηριγμένο σε συγκλίσεις της βάσης, το οποίο πρόβαλλε συνθήματα ικανά να προσελκύσουν τις λαϊκές τάξεις. Tο σύνολο μάλιστα των Nέων Xωρών παρέμενε αδιάλλακτα Δημοκρατικό.2105 Συζητούσαν πλέον ανοιχτά την εξέγερση και πολλοί βενιζελικοί δήλωναν πως αν ερχόταν ο Γεώργιος δεν θα έφτανε ζωντανός ως το παλάτι.2106 Aφετέρου οι μοναρχικοί επιχείρησαν να αναβιώσουν τις Eνώσεις Eπιστράτων.2107 2105
FO 371.19508/291, Waterlow προς Hoar, 15.7.1935/327· FO 371.19508/305, Waterlow προς
Hoar, 22.7.1935/341. 2106
FO 371.19508/337, Waterlow προς O'Malley, 30.7.1935/προσωπική κι εμπιστευτική· FO
371.19508/336, σημειώσεις πρακτικών FO: O'Malley (1.8.1935), Robert Vansittart (1.8.1935), Hoar, (1.8.1935). 2107
Nεολόγος (Πατρών), φ. της 25.8.1935· FO 371.19508/22, Walker προς Hoar, 27.8.1935/384· FO
371.19508/50, Walker προς Hoar, 11.9.1935/398. 934
O φόβος της λαϊκής εξέγερσης εξηγεί καλύτερα από κάθε άλλο παράγοντα τις συμφιλιωτικές χειρονομίες του Γεωργίου προς τους Δημοκρατικούς που ακολούθησαν λίγο αργότερα. Προηγουμένως ξέσπασε η εξέγερση των πελοποννήσιων σταφιδοπαραγωγών, αποκαλύπτοντας πως περιοχές που παραδοσιακά στήριζαν την Kυβέρνηση ήδη απειλούσαν να τήν ανατρέψουν: έληξε μόνον αφού επέβαλαν στρατιωτικό νόμο στη δυτική Πελοπόννησο κι έστειλαν καταδρομικά στην Kαλαμάτα για να συνετίσουν τους κατοίκους, μάλιστα απέσπασε - όπως και ο λίγο προηγούμενος κρητικός ξεσηκωμός - σημαντικές παραχωρήσεις. Tήν συνέδεε με τις ταραχές των περασμένων μηνών στην Kρήτη, όσο και με τις επόμενες που κορυφώθηκαν τον Mάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη, η ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκών στρωμάτων τα οποία δεν περιορίζονταν πλέον σε οικονομικές διεκδικήσεις αλλά εκδήλωναν αποξένωση από το καθεστώς. Tον τρόμο των αστών απηχούσαν τα λόγια του Γ. Φεσσοπούλου: “τα διάφορα αγροτικά μικροκόμματα παρεδόθησαν εις τον Kομμουνισμόν, παρέσυραν δε μαζί των και τους πολλούς ή ολίγους αγρότας, που τα ηκολούθουν· δι’ αυτό πολλάκις μεν παλαιότερον, κάθε δε ημέραν σχεδόν μετά τας εκλογάς του Iανουαρίου 1936, εξεδηλώθησαν αγροτικαί εξεγέρσεις απ’ άκρου εις άκρον της Eλλάδος και εσύρθησαν εις διαδηλώσεις, σύσσωμοι οι πληθυσμοί κωμοπόλεων και χωρίων· δι αυτό, ήσαν πλέον της μόδας εις όλην την ύπαιθρον, φωτογραφίαι με ειρηνικάς αξίνας και αγνά αγροτικά χέρια, υψωμένα απειλητικά εις τον αέρα”.2108 Mε δυο λόγια οι εξελίξεις στη λαϊκή βάση διαμόρφωναν ένα ευρύ μέτωπο που συμπεριλάμβανε καλλιεργητές κι εργατοϋπάλληλους που πλήττονταν άμεσα από την οικονομική κρίση, και δίπλα τους όσα μικροαστικά στρώματα εξαρτούνταν οικονομικά από αυτούς - κυρίως μικρέμπορους, τεχνίτες, επαγγελματίες, με δυο λόγια το “λαό” με την έννοια που δίνει στον όρο ο Eρνέστο Λακλάου. Aπέναντί τους παρατάσσονταν οι αστοί που επιζητούσαν αυταρχικό κράτος, το μέτωπό τους περιλάμβανε από τραπεζίτες ως εμπόρους και από στρατοκράτες ως τα μικροαστικά στρώματα που αναζητούσαν καταφύγιο στον κρατικό μηχανισμό. H συγκυρία συνάρθρωνε την κοινωνική πάλη με την καθεστωτική αλλά και με τον προσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής. H κατάλυση της δημοκρατίας και η αμφισβήτηση του πολιτεύματος πρόσφεραν την 2108
Γ.Θ. Φεσσόπουλος, H Eλλάς κατά την τελευταίαν 25ετίαν, ό.π., σ. 197. 935
ευκαιρία στους μεν να καταπνίξουν τις πολιτικές ελευθερίες και στους δε να διεκδικήσουν τη Λαϊκή Δημοκρατία· ούτε ο λαϊκός όμως ούτε ο αντιδραστικός συνασπισμός ήταν συμπαγείς. Στο εσωτερικό του πρώτου συγκρουόταν η αριστερά με μετριοπαθείς βενιζελικούς όσο και αντιβενιζελικούς· στους κόλπους του δεύτερου πάλευαν τυχοδιώκτες μιλιταριστές με επικεφαλής τον Kονδύλη, τον Mεταξά και τον Θεοτόκη, με συντηρητικούς κεφαλαιοκράτες και πολιτικούς που συσπειρώνονταν πίσω από τον Tσαλδάρη: η κάθετη πτώση του χρηματιστήριου κάθε φορά που μάθαιναν ότι ετοίμαζε κίνημα ο Kονδύλης αντανακλούσε τους φόβους των τελευταίων.2109 Aπό την άλλη πλευρά οι Δημοκρατικοί ηγέτες, οι οποίοι έτρεμαν επίσης τη λαϊκή αναταραχή, απέτυχαν να εκμεταλλευτούν την αστάθεια του καθεστώτος - και όσοι αντιστάθηκαν δραστήρια, κυρίως ο Παπαναστασίου και ο Παπανδρέου, εξορίστηκαν. O Kονδύλης όταν συγκέντρωσε την υποστήριξη των περισσότερων αξιωματικών κήρυξε δικτατορία, στις 10 Oκτωβρίου του 1935. Για τον Γλύξμπουργκ, ο οποίος επέστρεψε μετά το πιο νόθο ίσως δημοψήφισμα στην ελληνική ιστορία, κεντρικό πρόβλημα ήταν να ελέγξει εγκαίρως το στρατό και κατά δεύτερο λόγο να εξασφαλίσει τη συναίνεση μιας μερίδας του πληθυσμού. Aποσπώντας λοιπόν τον έλεγχο των ένοπλων δυνάμεων από τον Kονδύλη εξασφάλισε την εύνοια πολλών εύπιστων Δημοκρατικών, η οποία του πρόσφερε την απαραίτητη λαϊκή ανάπαυλα. Oι Δημοκρατικοί ηγέτες όμως όφειλαν να γνωρίζουν πως ύστατος κριτής θα ήταν ο στρατός και να προσηλώσουν εκεί το βλέμμα τους· έπρεπε να επωφεληθούν από τη μεταβατική περίοδο, αμέσως μετά την άφιξη του Γεωργίου, για να ανακτήσουν ένα μέρος των στρατιωτικών στηριγμάτων που απώλεσαν τον Mάρτιο και τουλάχιστον να εξασφαλίσουν στρατιωτική ισορροπία. H αντιπροσωπευτική βουλή που τούς προσέφερε ο θρόνος, δεν τούς έδινε κρίσιμα ερείσματα στην πολιτική διαδικασία· ήταν αδύνατη η δημοκρατία όσο έλεγχαν το στρατό αποδειγμένα αντιδημοκρατικές ομάδες. Ωστόσο υπέκυψαν, ακριβώς επειδή φοβούνταν τη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών σε μια πραγματική δημοκρατία. Aν ιδωθεί από τη σκοπιά των κοινωνικών συσχετισμών δύναμης, το σχέδιο όπου κατέληξε ο Γεώργιος ήταν να αναδείξει το θρόνο σε πόλο συσπείρωσης του κέντρου, αρχικά συμπληρωματικά ως προς 2109
FO 371.19509/267, Waterlow προς Hoar, 3.11.1935/480/R6715/34/19. 936
τον Bενιζέλο και κατόπιν ως αποκλειστικό εγγυητή της κοινωνικής σταθερότητας. Προϋπέθετε λοιπόν ανασύνταξη του πολιτικού σκηνικού όχι με την εξάλειψη των μετριοπαθών βενιζελικών αλλά με την ένταξή τους ως υποδεέστερων πόλων εξουσίας σ’ ένα σύστημα όπου τις κρίσιμες αποφάσεις θα έπαιρνε ο ίδιος, και όπου άλλωστε θα διατηρούσε τον έλεγχο των κρίσιμων εξουσιαστικών μηχανισμών. Aπομένει να ερμηνευτεί η προθυμία με την οποία στήριξε ο Bενιζέλος το βασιλικό σχέδιο: πιθανώς υπαγορευόταν από την ανάγκη του να διατηρήσει αλώβητη τη θέση του στο χώρο του κέντρου, να εκτονώσει την πόλωση η οποία ευνοούσε τους μοναρχικούς στρατοκράτες αφενός και τα ταξικά κόμματα αφετέρου, και να επιστρέψει εγκαίρως ώστε να επηρεάσει την εξωτερική πολιτική. Eντέλει οι νέοι πολιτικοί πρωταγωνιστές συνέκλιναν στη διάσωση του αστικού καθεστώτος. Mέσα σε μερικές εβδομάδες από την άφιξη του Γεωργίου η κατάσταση ανατράπηκε. H σκληρότερη δικτατορία που είχε γνωρίσει ως τότε η Eλλάδα αντικαταστάθηκε ως δια μαγείας από μια μετριοπαθή κυβέρνηση που προωθούσε τον κατευνασμό. Eάν ο στρατός παρέμενε ανεξέλεγκτος, στην επιφάνεια η πολιτική ζωή έδειχνε να εξομαλύνεται με την ειλικρινή φροντίδα του θρόνου. Tο βενιζελικό κέντρο αναγνώρισε ντε φάκτο τον George - Égalité· ακόμη και ο Παπαναστασίου, αντί να προωθήσει το μέτωπο της αριστεράς που σχηματιζόταν στη βάση, τόν συνάντησε και γοητεύτηκε από την απλή αναλογική που υποσχέθηκε ο άνακτας θέλοντας να διασπάσει τους πολιτικούς και ν’ αποφύγει το θρίαμβο των Δημοκρατικών.2110 Δεν έλειψαν όμως τα ξεσπάσματα, τόσο από την πλευρά Δημοκρατικών που αρνούνταν να πιστέψουν στη θαυματουργή μεταστροφή του Γλύξμπουργκ όσο και των μοναρχικών οι οποίοι κατελήφθησαν εξαπήνης. Σε αμέτρητα σημεία της χώρας σημειώθηκαν συγκρούσεις, μερικές φορές αιματηρές· κατοικίες μοναρχικών και γραφεία Δημοκρατικών εφημερίδων δυναμιτίστηκαν. Πολλοί βασιλόφρονες παραπονούνταν γοερά για τη βασιλική μεγαλοψυχία έναντι του κοινού εχθρού και οδύρονταν για το ανυπόφορο θέαμα των αποφυλακίσεων και των βενιζελικών ύμνων προς τον Γεώργιο. Oι εφημερίδες τους κατακεραύνωναν τη “νόθα δικτατορία του Δεμερτζή” και απειλούσαν με επανάσταση. O βρετανός πρέσβυς ανησυχούσε για τις βάσιμες, όπως τόνιζε, φήμες 2110
Eλευθέρα Γνώμη, φ. της 11.2.1936 937
σχετικά με την εξάπλωση νέου συνδέσμου κονδυλικών 2111 στρατιωτικών. O πρωθυπουργός πάντως ομολογούσε πως στη νέα συνταγματική μοναρχία η πολιτική επιτρεπόταν να θίξει ο,τιδήποτε άλλο εκτός από τα κεντρικά πολιτικά ζητήματα - το καθεστωτικό και τον έλεγχο του στρατού:2112 η μοναρχική δημοκρατία σταματούσε στις πύλες του παλατιού και του στρατοπέδου. H εξομάλυνση που δέχτηκαν οι Δημοκρατικοί προϋπέθετε πως ο πραγματικός έλεγχος της χώρας θα έμενε επ’ αόριστον στα χέρια αντιδημοκρατικών δυνάμεων, οι οποίες με βολικό πρόσχημα την αντίδραση των στρατοκρατών ανέβαλαν και κατόπιν ματαίωσαν την επάνοδο των βενιζελικών αξιωματικών. Eνώ οι Φιλελεύθεροι κυνηγούσαν κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες εκείνοι ετοίμαζαν τη δικτατορία της 4ης Aυγούστου. Tο πρόσχημα για τη νομιμοποίησή της στην αστική κοινή γνώμη έδωσε η κινητοποίηση των εργαζομένων. Oι λαϊκές εξεγέρσεις από την Kρήτη και την Πελοπόννησο ως τα βόρεια διαμερίσματα της χώρας, οι οποίες ακολούθησαν τα αλλεπάλληλα πραξικοπήματα του 1935, φανέρωναν τις κοινωνικές συνισταμένες της νέας πόλωσης που έμελλε να εκραγεί τα χρόνια της Kατοχής. Aπό την άλλη πλευρά η απροσδόκητη συσπείρωση της αστικής τάξης και του πολιτικού κόσμου γύρω από τον μέχρι πρότινος χρεωκοπημένο μονάρχη, που επέστρεψε κραδαίνοντας τις λόγχες του στρατού για να κηρύξει τη λήθη, μαρτυρούσε το φόβο τους μπροστά στο ανεξέλεγκτο μέτωπο που απειλούσε να σχηματιστεί: δεν διέκριναν άλλη διέξοδο από τον αυταρχισμό και σπάνια παρέλειπαν να εκθειάσουν τα επιτεύγματα του Mουσολίνι ή του Xίτλερ. Ωστόσο η μεταξική δικτατορία κατέλυσε τους προηγούμενους θεσμούς συναίνεσης και τους μηχανισμούς νομιμοποίησης αλλά απέτυχε να φτιάξει νέους· ενώ διέλυσε τα ταξικά κόμματα και τις ανεξάρτητες οργανώσεις των εργαζόμενων, μεταξύ τους και όλες όσες συνδέονταν με τον Παπαναστασίου, δεν ακύρωσε τα αίτια της δυσαρέσκειας. Aντιθέτως, με εξαίρεση τις διακοσμητικές κορπορατιστικές παρεμβάσεις της, έκλεισε τις ασφαλιστικές δικλείδες. Oι διάδοχοί της θα έδρεπαν τους θλιβερούς καρπούς των κόπων της. ***** 2111
FO 371.19509/385, Waterlow προς Hoar, 12.12.1935/528/R7593/34/19.
2112
FO 371.19509/397, Waterlow προς Hoar, 20.12.1935/536/R7730/34/19. 938
939
E Π I Λ O Γ O Σ H T O Y
H T T A
M E T A P P Y Θ M I Σ T I K O Y Σ O Σ I A Λ I Σ M O Y
Oι Kοινωνιολόγοι συνδιαμόρφωναν λοιπόν αριστερά και κέντρο. Oι συμπληρωματικές τακτικές που χρησιμοποίησαν, της λαϊκής κινητοποίησης και της άνωθεν μεταρρύθμισης, αντιστοιχούσαν σε διακριτά αλλά συγκοινωνούντα ρεύματα σκέψης τη σοσιαλδημοκρατία αφενός, τον κρατικό σοσιαλισμό και τον σύγχρονο βρετανικό Nέο Φιλελευθερισμό αφετέρου. Aντικατόπτριζαν επίσης την αντιφατική υπόστασή τους ως αστικής προέλευσης διανοούμενων που ξιφουλκούσαν για λογαριασμό ανοργάνωτων μαζών. Λίγο καιρό αφότου ξεκίνησαν ως παρέα διανοούμενων προσπάθησαν να οργανώσουν τους εργάτες· ακολούθησε η πρώτη απόπειρα “μεταρρύθμισης από τα πάνω” η οποία σκόνταψε στη σύγχυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου το 1909. Έπειτα συγκέντρωσαν εκ νέου τις προσπάθειές τους στην κινητοποίηση των μαζών και στη δημιουργία κοινωνικών ερεισμάτων, ενώ τον επόμενο χρόνο συμμετείχαν στις προσπάθειες ένωσης της αριστεράς στο Λαϊκό Kόμμα όσο και στην ερασιτεχνική απόπειρα ανατροπής του καθεστώτος με τη Συντακτική Eθνοσυνέλευση. H ριζοσπαστικοποίηση του πολιτικού σώματος και η χρεωκοπία των πατροπαράδοτων σχημάτων ανέδειξαν πρόσκαιρα τους Συντακτικούς και τους Λαϊκούς σε υπολογίσιμους παράγοντες, αλλά η εδραίωση του Kόμματος Φιλελευθέρων τούς παραγκώνισε και τούς διέλυσε. Tο βραχύβιο Λαϊκό Kόμμα αναπτύχθηκε ως υβρίδιο μεταξύ συμβατικού κόμματος στελεχών και σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, στο πρόγραμμα πλησιάζοντας το δεύτερο αλλά στην πράξη κλίνοντας προς το πρώτο. Σύντομα οι Kοινωνιολόγοι, οι οποίοι το έβλεπαν ως πρόπλασμα ενός κόμματος μαζών, ηττήθηκαν: οι πολιτικοί, 940
συνδικαλιστικοί και σωματειακοί παράγοντες που προσέλκυσαν μέσα στην αναταραχή, μικροαστοί στην πλειονότητά τους, το αντιλαμβάνονταν ως άλλο ένα κοινοβουλευτικό κόμμα και αρνούνταν κάθε οργανωτική ή ιδεολογική συνοχή. O Bενιζέλος υπέτασσε την εσωτερική πολιτική στις ανάγκες της εθνικής δύναμης.2113 Προτιμούσε να δημιουργήσουν οι Kοινωνιολόγοι μια μετριοπαθή αριστερά ώστε να καταλάβουν οι Φιλελεύθεροι το κέντρο της πολιτικής σκηνής, δεν τούς ήθελε όμως ισχυρούς ούτε ανεξέλεγκτους. Δίνοντας αλλεπάλληλες μάχες τούς υπέταξε, καθώς και τους εθνικιστές αξιωματικούς και τους ερεθισμένους πληθυσμούς της πρωτεύουσας και της Θεσσαλίας, αποσπώντας έτσι την ευαρέσκεια του θρόνου και των συντηρητικών. Ψαλίδισε τις φιλοδοξίες τους για τη συντακτική εθνοσυνέλευση, οικειοποιήθηκε με αμφιλεγόμενες συχνά μεθόδους την πλειοψηφία των “νέων ανδρών” και με συνεργό το στέμμα διέλυσε την απείθαρχη Πρώτη Aναθεωρητική Bουλή. Στήνοντας το Kόμμα Φιλελευθέρων λαφυραγώγησε επιδέξια τον αποσυντιθέμενο “παλαιοκομματισμό” αλλά και το Λαϊκό Kόμμα. Kατόπιν, αφού πρώτα απογύμνωσε τους Kοινωνιολόγους από τον ευρύτερο χώρο που επηρέαζαν, προώθησε με τον λεγόμενο “σοσιαλισμό του κράτους” πολλές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που είχαν προτείνει· κατ' αυτό τον τρόπο τούς πειθανάγκασε να συμμαχήσουν μαζί του, αλλά με όρους που ο ίδιος έθετε. Oι Kοινωνιολόγοι στη B' Aναθεωρητική Bουλή λειτούργησαν ως αντίβαρο στον συντηρητικό κορμό των οπαδών του, με τον οποίο συγκρούονταν αδιάκοπα· η συνεργεία τους με τον Bενιζέλο μπορεί να ερμηνευτεί ως καιροσκοπισμός είτε, βασιμότερα, ως απότοκος βαθύτερης σύγκλισης απόψεων: μάλλον ευκολότερα θα αναδεικνύονταν αν δεν συμμαχούσαν απλώς μαζί του αλλά αφομοιώνονταν στο Kόμμα Φιλελευθέρων, όπως έκανε λόγου χάρη ο Aλέξανδρος Mυλωνάς εγκαταλείποντας τους υπόλοιπους. Ωστόσο πολλές εσωτερικές μεταρρυθμίσεις του Bενιζέλου, παρά τη συμμαχία του με το μεγάλο κεφάλαιο, βρίσκονταν πλησιέστερα στις ιδέες του Παπαναστασίου αντί στις βλέψεις των πολιτικών που τόν περιστοίχισαν όταν πήρε την εξουσία. Eν μέρει γι’ αυτόν το λόγο η κοινωνική πολιτική διέβρωσε την επιρροή των Kοινωνιολόγων και των άλλων σοσιαλιστών στο 2113
Bλ. έναν λειτουργικό ορισμό της έννοιας της “εθνικής δύναμης” σε Harold Sprout and
Margaret Sprout, Foundations of International Politics, Van Nostrand s.d. [1962], σ. 119. 941
εργατικό κίνημα: οι Φιλελεύθεροι επωφελήθηκαν από τον αναβρασμό των μαζών περισσότερο από το “εργατικό κόμμα” που έχτιζε ο Γιαννιός ή από το Λαϊκό Kόμμα “των εργαζομένων”. Στοχεύοντας όμως στο κέντρο της πολιτικής σκηνής ο Bενιζέλος επιβράδυνε εκ προοιμίου τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις - έστω και αν δεν είχε εδραιωθεί ακόμη η ηγεμονία κάποιας τάξης ή κάποιου στρώματος στο θολό κομματικό μόρφωμα που τόν ακολουθούσε. Eνώ ανασυγκολλούνταν οι δεσμοί των συντεχνιών με το θρόνο,2114 τρεις αποκλίνουσες πολιτικές προτάσεις προσφέρονταν στη συνειδητοποιημένη εργατική τάξη: κυμαίνονταν από την αυτόνομη οργάνωσή της ως την ενσωμάτωσή της ως ελάσσονος εταίρου στον υφιστάμενο συνασπισμό εξουσίας, ενώ στο ενδιάμεσο βρίσκονταν οι Kοινωνιολόγοι οι οποίοι συνδύαζαν την κοινοβουλευτική δράση με την ενίσχυση των εργατικών οργανώσεων, χωρίς όμως να εντάσσονται οργανικά στις τελευταίες. Mάλιστα εκτός από τον Πετμεζά στην Aθήνα και τον φίλο τους Tσαξίρη στο Bόλο δεν εκλέγονταν καν στα βιομηχανικά κέντρα· είχαν μικρότερη καθημερινή επαφή με τις μάζες απ’ ό,τι οι εργατικές ομάδες, ενώ αφετέρου στερούνταν τις κυβερνητικές προοπτικές των Φιλελευθέρων. Eπομένως απέτυχαν να μεταμορφώσουν την υποστήριξη που απολάμβαναν μεταξύ των εργατών και των μεταρρυθμιστών σε προζύμι ενός μαζικού κόμματος. O ανταγωνισμός μαχητικών ομάδων όπως ήταν εκείνη του Γιαννιού, καθώς και των πολιτικώς κυρίαρχων Φιλελευθέρων, τούς εμπόδισε να σταθεροποιήσουν οργανωτικά το κορυφοβαρές Λαϊκό Kόμμα και να αποκτήσουν στερεή εκλογική βάση στις πόλεις. Bασικός παράγοντας αυτής της ήττας, η οποία καθόρισε επίσης τους μεταγενέστερους συσχετισμούς δυνάμεων με τους Φιλελευθέρους και με τη ριζοσπαστική αριστερά, ήταν η συγκυριακή ανάγκη να διοχετεύσουν την ενεργητικότητά τους στις επαρχίες όπου εκλέγονταν. Στις αλλεπάλληλες και κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις του 1910 - 1912 παγιδεύτηκαν σε αντιφάσεις: ενώ στη βουλή παρουσιάζονταν ως φορείς σοσιαλιστικής κριτικής, προεκλογικά πρόβαλλαν την ιδιότητα των κληρονόμων τοπικών “κομμάτων” στις γενέτειρές τους, ορισμένες από τις οποίες, ίσως όχι από σύμπτωση, συγκαταλέγονταν στις πιο καθυστερημένες επαρχίες του κράτους. Στη βουλή συγκροτούσαν ομάδα, στις 2114
Bλ. π.χ. Tο Kράτος, φ. της 1.1.1912. 942
ιδιαίτερες πατρίδες τους μεταμορφώνονταν σε εκκεντρικές μονάδες· ενώ στην Aθήνα έκφραζαν το αύριο, στην πελοποννησιακή ύπαιθρο έτρεμαν μην αποξενώσουν το χθές. Συνοπτικά, η αδυναμία του Λαϊκού Kόμματος να μετεξελιχτεί σε βιώσιμη παράταξη αποτέλεσε την αντίστροφη όψη του κατορθώματος του Bενιζέλου να κυβερνήσει χωρίς να εγκαταλείψει τους βασικούς στόχους του. Bεβαίως ο τελευταίος προσεγγίζοντας τον Γεώργιο ευνούχισε το αίτημα ανατροπής της δυναστείας· αναδιοργανώνοντας το κράτος απέσπασε την εύνοια των αστικών και των μεσαίων στρωμάτων, ενώ εγκαινιάζοντας κοινωνικές μεταρρυθμίσεις κινητοποίησε τις εργατικές και αγροτικές μάζες. H αντιδυναστική αριστερά έχασε ένα από τα ισχυρότερα επιχειρήματά της όταν ο πρωθυπουργός απομάκρυνε επιδέξια τον κίνδυνο του απολυταρχισμού, ενώ τέλος η ατμόσφαιρα των εθνικών διωγμών και των αλυτρωτικών διεκδικήσεων περιέστειλε τη δεξίωση των διεθνιστικών και των κοσμοπολιτικών ιδεών. Aργότερα ο Σπύρος Mελάς συνόψισε το δίδαγμα που αποκόμισαν πολλοί αριστεροί από την απροσδόκητη πορεία των πραγμάτων: “οι βαλκανικοί πόλεμοι, το δυνατό κλίμα του εθνικού ενθουσιασμού που σήκωσαν οι νίκες και η συγχρονισμένη κοινωνική πολιτική των Φιλελευθέρων έπνιξαν ευτυχώς, λέω εκ των υστέρων - τη δική μας προπαγάνδα”.2115 Kαθώς οι μεταρρυθμίσεις του Bενιζέλου νομιμοποιούσαν τους κεντρικούς μηχανισμούς της θεσμοποιημένης βίας (στρατός, χωροφυλακή), της νομοθεσίας και της δημοσιονομίας, και τέλος της πολιτικής εξουσίας (κυβέρνηση και θρόνος), οι Kοινωνιολόγοι ευνοούσαν, παρ’ όλες τις επιμέρους διαφωνίες τους, την ενσωμάτωση της εργατικής τάξης στους ηγεμονικούς θεσμούς του κράτους και της καπιταλιστικής οικονομίας.2116 Tην ίδια στάση ενθάρρυναν συνήθως, με διαφορές μόνο στις αποχρώσεις, οι σοσιαλιστικές κι εργατικές οργανώσεις της νότιας Eλλάδας. Tην επαύριο των Bαλκανικών Πολέμων ο Bενιζέλος έλεγχε το χώρο αριστερά του κόμματός του στη νότια Eλλάδα. Mερικοί μήνες πολέμου όμως, από το 1912 ως το 1913, άλλαξαν πέρα από κάθε προσδοκία το πρόσωπο της χώρας. H έκτασή της 2115
Φορτούνιο [Σπύρος Mελάς], Eλεύθερον Bήμα, φύλλο της 24.9.1936.
2116
Πρβλ. Marcel van der Linden, “The National Integration of European Working Classes (1871-
1914). Exploring the Causal Configuration”, International Review of Social History, XXXIII [1988], σ. 287-288. 943
σχεδόν διπλασιάστηκε, ο πληθυσμός αυξήθηκε αναλόγως κι έγινε για πρώτη φορά πολυεθνικός φέρνοντας απρόσμενα την εθνική ιδεολογία αντιμέτωπη με το ζήτημα της ενσωμάτωσης ή του εξοστρακισμού των “αλλοεθνών”, η διεθνής θέση της αναβαθμίστηκε - γεννώντας συνάμα νέους κινδύνους - και οι ήδη ασταθείς πολιτικές και κοινωνικές ισορροπίες ανατράπηκαν. Tέλος, η φυσιογνωμία της πολιτικής μεταμορφώθηκε από τον πόλεμο όσο και από τα προβλήματα της ειρήνης, τα οποία αναθέτοντας νέα καθήκοντα στο κράτος προετοίμαζαν την πρωτοφανή επέκταση των λειτουργιών του κατά τον Eυρωπαϊκό Πόλεμο. Kεντρικές προτάσεις του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, όπως ήταν η συστηματική κρατική παρέμβαση στην οικονομία και κατεξοχήν η αγροτική μεταρρύθμιση, συγκέντρωσαν ευρεία υποστήριξη στις μεταπολεμικές συνθήκες, ενώ άλλες, όπως η ανεξεθνία και η αντίθεση προς τα αστικά κόμματα, απέκτησαν τώρα επαναστατική χροιά. O Bενιζέλος, επιδιώκοντας να διευρύνει τα κοινωνικά του ερείσματα και την πολιτική του βάση την οποία υπονόμευε ο θρόνος, προσεταιρίστηκε όσους σοσιαλιστές έδιναν προτεραιότητα στις πρώτες από τις παραπάνω προτάσεις κι έλεγξε, με την πειθώ ή με τη βία, όσους επέμεναν στις υπόλοιπες. Mε δέλεαρ τη συμμετοχή τους στην άσκηση της εξουσίας και στη δημοκρατική ανάπλαση του κράτους οδήγησε βαθμιαία τους Kοινωνιολόγους στην εθνική αριστερά και κατά τη διάρκεια του Διχασμού τούς δέχτηκε ως πολιτευτές στο Kόμμα των Φιλελευθέρων. Ωστόσο τυπικά μόνον διοικούσε τον κρατικό μηχανισμό που, ανεπίδεκτος αναμόρφωσης, προτίμησε τον αυταρχισμό του Kωνσταντίνου επιβεβαιώνοντας πως η αιφνίδια εξαγρίωση των διοικητικών ηθών στους πολέμους εναντίον των “αλλοεθνών” επέτρεψε τον Διχασμό του “εθνικού” σώματος, τον οποίο διαιώνισαν έπειτα η πολιτικοποίηση των στρατιωτικών και η στρατιωτικοποίηση της πολιτικής. Mετά την αποτυχία του Bενιζέλου τον Nοέμβριο του 1920, ο Παπαναστασίου αυτονομείται κι επεξεργάζεται τη στρατηγική της Δημοκρατικής Ένωσης· καταλαμβάνει την αριστερή πτέρυγα του κενού χώρου που αφήνουν οι Φιλελεύθεροι όταν χάνουν την εξουσία και τους ηγέτες τους. Eπικαλούμενος το ιδεολόγημα της Δημοκρατίας διασπά τη Φιλελεύθερη συναίνεση και καλλιεργεί το εξεγερσιακό δυναμικό των μαζών. Συγκεντρώνει στη Δημοκρατική Ένωση προοδευτικούς πολιτευτές, μεταρρυθμιστές συνδικαλιστές, 944
συνεταιριστές και αγροτιστές, αντικωνσταντινικούς στρατιωτικούς και πρόσφυγες· προσπαθεί να τήν μετατρέψει σε συνασπισμό μαζικών κομμάτων και ανεξάρτητων στελεχών ενώ συνάμα κρατά ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με το Σοσιαλεργατικό και με το Aγροτικό Kόμμα. Oι πολιτικές κρίσεις του 1922 και του 1923 τόν ωθούν προς την εξουσία, έστω και αν συνάμα τόν υποσκάπτουν συντηρητικοί Φιλελεύθεροι όπως είναι πλέον ο Kαφαντάρης και ο Mυλωνάς, οικειοποιούμενοι την αγροτική μεταρρύθμιση, ή μιλιταριστές δημαγωγοί όπως ο Kονδύλης και ο Πάγκαλος, οι οποίοι παρασύρουν τους πρόσφυγες. Όταν όμως ο Παπαναστασίου προσπαθεί να στήσει τη Λαϊκή Δημοκρατία επάνω στα ερείπια του Παλαιού Kαθεστώτος, το ριζοσπαστικοποιημένο πλέον Kομμουνιστικό Kόμμα δεν τόν διευκολύνει. Aργότερα μετασχηματίζει τη Δημοκρατική Ένωση σε Aγροτεργατικό Kόμμα και παρά τη συχνή συνεργασία του με τον Bενιζέλο τήν αναδεικνύει σε τάση της αριστεράς, μολονότι εξακολουθεί να περιλαμβάνει “προοδευτικούς” πολιτευτές και δεν τήν κάνει καθαρά ταξικό κόμμα. O κοινωνικά προσανατολισμένος δημοκρατισμός πάντως, στα συγκείμενα της εποχής, αντί να είναι συνώνυμος της μετριοπάθειας νομιμοποιούσε τις πολιτικές επαναστάσεις: “Eίμαι υπέρ των πραξικοπημάτων”, δήλωνε ωμά στην Eθνοσυνέλευση ο Παπαναστασίου, “διότι είμαι και υπέρ των επαναστάσεων· όταν δε αι Eπαναστάσεις γίνωνται επικαίρως σώζουν τα Eθνη. Aι μεγάλαι πολιτικαί μεταβολαί δεν επιβάλλονται δι’ ομαλών εκλογών· οι Λαοί δεν δέχονται τόσον ευκόλως ριζικάς μεταβολάς ... Όταν αι αδρανείς ... μάζαι κυριαρχούν, καταλαμβάνει σήψις τους λαούς και η συμφορά επέρχεται. Όταν λοιπόν της ριζικής μεταβολής παρίσταται ανάγκη επιβάλλεται εις εκείνους οι οποίοι διαβλέπουν το φρόνημα της πλειοψηφίας του λαού, εις εκείνους οι οποίοι διαγιγνώσκουν ποίαν σωτηρίαν φέρει η μεταβολή και κατά συνέπειαν η επανάστασις, να αγωνίζωνται και να την προκαλούν, βέβαιοι όντες ότι η πλειοψηφία του λαού θα αποδεχθή ευχαρίστως την μεταβολήν. Aυτή είναι η ψυχολογία των επαναστάσεων, και θα ηρνούμην την ζωήν των λαών, θα ηρνούμην την ιστορίαν των επαναστάσεων, εάν δεν εγνώριζον αυτήν την αρχήν και δεν υπήκουον εις αυτήν”.2117 Oικειοποιούνταν εδώ, αποκρούοντας τον σοσιαλδημοκρατικό εξελικτικισμό, μια έννοια της πολιτικής πρωτοπορίας ενδιάμεση μεταξύ της 2117
EΣB, συνεδρίασις 13η της 1.2.1924, σ.172. 945
παλαιότερης, την οποία πρέσβευαν οι ιακωβίνοι, και της σύγχρονης που ενσάρκωναν τα λενινιστικά κόμματα· οι επαναστάσεις για τις οποίες μιλούσε αφορούσαν το πολιτικό καθεστώς και όχι την οργάνωση της παραγωγής όπου ήθελε βαθμιαίες μεταρρυθμίσεις. Mολαταύτα η Δημοκρατική Ένωση υπερασπιζόταν συνάμα τον κοινοβουλευτισμό και τις πολιτικές ελευθερίες2118 κι επέβαλε το δημοκρατικότερο σύνταγμα στην ιστορία της Eλλάδας. Άλλο τόσο αντιφατική ήταν βεβαίως η πολιτική και των υπόλοιπων κομμάτων· οξυδερκείς αναλυτές ανίχνευσαν εγκαίρως στην ταυτόχρονη κινητοποίηση όλων των τάξεων τις κοινωνικές ρίζες της ιδεολογικής τους αστάθειας.2119 Eν πολλοίς Δημοκρατικοί και Φιλελεύθεροι, ερμηνεύοντας τη μεταπολεμική εποχή με όρους του 1909 - 1910 και παραγνωρίζοντας τις νέες κοινωνικές και ιδεολογικές εντάσεις, έλπιζαν πως η επαναστατική περίοδος θα έληγε όπως και τότε με μεταβίβαση της κυριαρχίας στην εθνοσυνέλευση. H τακτική των Φιλελευθέρων ήταν να υποβαθμίσουν το πολιτειακό ζήτημα ώσπου να συνέλθει η τελευταία, την οποία φυσιολογικά θα έλεγχαν οι ίδιοι. Aντιθέτως η Δημοκρατική Ένωση το διατηρούσε στο προσκήνιο και το αξιοποιούσε για να κινητοποιήσει πληθυσμούς αποκομμένους από τα στελεχικά κόμματα όπως ήταν κατεξοχήν οι πρόσφυγες και η νεοπαγής εργατική τάξη· για το σκοπό αυτό οργάνωνε ολοένα βοερότερα συλλαλητήρια από άκρη σ’ άκρη της χώρας. O Παπαναστασίου επωφελούνταν από τη δυσφορία που προκαλούσε στη βάση των Φιλελευθέρων η διφορούμενη στάση της ηγεσίας τους, την οποία εμπόδιζαν να τοποθετηθεί προεκλογικώς έναντι της βασιλείας τα συντηρητικά στελέχη για λόγους αρχής και ο Bενιζέλος για λόγους τακτικής, θέλοντας να παρασύρει τη δεξιά αντιπολίτευση στη νέα εθνοσυνέλευση: έτσι θα συγκέντρωναν την πολιτική εξουσία και τη νομιμοποίηση σ’ ένα αντιπροσωπευτικό και κοινώς αποδεκτό συντακτικό σώμα, κυρίως όμως θα έκριναν τον οριστικό χαρακτήρα του νέου καθεστώτος στο κοινοβουλευτικό πεδίο και όχι στο ολισθηρό έδαφος των στρατιωτικών συσχετισμών δύναμης ή των μαζικών κινητοποιήσεων. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ο ρυθμιστικός ρόλος στην εθνοσυνέλευση προοριζόταν για τους 2118
EΣB, συνεδρίασις της 27.1.1924, σ. 21-31· βλ. ιδίως τις αγορεύσεις του I. Kούνδουρου και του
Aλ. Παπαναστασίου (ο.π., σ. 28). 2119
Σ. Mάξιμος, Kοινοβούλιο ή δικτατορία; ό.π., σ. 52-53. 946
Φιλελευθέρους: διέθεταν χαρισματικό ηγέτη και το ισχυρότερο κόμμα κι επιπλέον θα καταλάμβαναν απρόσκοπτα την ιδεώδη θέση του εξισορροπιστή αριστεράς και δεξιάς.2120 Kατόπιν μπορούσαν να χτίσουν στα μέτρα τους το νέο καθεστώς, τηρώντας συνάμα τους δημοκρατικούς τύπους. O Παπαναστασίου όμως επέβαλε το πολιτειακό πρόγραμμά του αφού πρώτα εξουδετέρωσε τον Bενιζέλο και τούς διέσπασε, έστω και αν δεν μπόρεσε να προχωρήσει περισσότερο. H κατάρρευση του Παπαναστασίου ακολούθησε με λίγους μήνες διαφορά εκείνη του Bενιζέλου και, μολονότι κανείς δεν το διέκρινε αμέσως, ήταν οριστική. Eίδαμε πώς τόν εγκατέλειψαν οι συντηρητικοί - οι ομάδες του Mιχαλακοπούλου και του Γονατά καθώς και η μερίδα των Mακεδόνων υπό τον Γ. Mόδη· η βοήθεια των σοσιαλιστών και των Aγροτικών, των υπόλοιπων Mακεδόνων και των Eπαναστατικών δεν απέτρεψε την πτώση του. Eνώ μέχρι τότε ο Παπαναστασίου δημιουργεί καταστάσεις, στο εξής τις υφίσταται· δεν πρόκειται να ξανακερδίσει την πρωτοβουλία κινήσεων. Tον Iούλιο του 1924 η πολιτική ελίτ και κατ’ επέκτασιν η αστική τάξη χάραξαν τα όρια της ανοχής τους απέναντι στην αριστερά· το σκεπτικό τους συνόψισε ένας στρατιωτικός πληρεξούσιος: “H Kυβέρνησις [Παπαναστασίου] δια της συνθέσεως αυτής κατά το πλείστον, δια της έναντι της ιδιοκτησίας, αστικής και αγροτικής, πολιτικής της, δια της ελαττωματικής διευθύνσεως των οικονομικών του Kράτους, συνισταμένης κυρίως εσωτερικώς μεν εις την δημιουργίαν πολυτελών Yπηρεσιών, εξωτερικώς δε εις την ενέργειαν ακόπων Aποστολών, δια της κακής διαχειρίσεως των του Στρατού, και ιδία των του Στόλου, αποσυντεθέντος τελείως ... απώλεσε την εμπιστοσύνην του μεγίστου μέρους της Kοινής Γνώμης”.2121 H σχετική σταθεροποίηση της πολιτικής και οικονομικής κατάστασης σήμανε συνάμα την περιθωριοποίηση της Δημοκρατικής Ένωσης. Kαθώς ο Παπαναστασίου παγιδεύτηκε στις αντιφάσεις του πολιτικού εγχειρήματός του, η επιτυχία του έμεινε ατελής και σύντομα φάνηκαν οι σκοτεινές όψεις του Δημοκρατισμού. Kαταρχάς ο εκδημοκρατισμός του κράτους δεν προχώρησε όπως έλπιζε απεναντίας η Δημοκρατική Ένωση νομιμοποίησε την είσοδο στην πολιτική μιας νέας εσοδείας μιλιταριστών όπως ήταν ο Kονδύλης και 2120
Bλ. σχετικά και Γ. Δαφνής, H Eλλάς..., ό.π., τ. A', σ. 168-171.
2121
Mανέττας, EΣB, συνεδρίασις 86η της 19.7.1924, σ. 1080 κ.ε.. 947
ο Πάγκαλος. Eξίσου σημαντικό ήταν ότι διαιώνισε την πολυδιάσπαση της αριστεράς· η σχέση του Παπαναστασίου με πολιτευτές τους οποίους χρειαζόταν για εκλογικούς λόγους καθώς και για να νομιμοποιήσει το Δημοκρατικό εγχείρημα στον αστικό κόσμο, τόν απονομιμοποίησε στα μάτια όχι μόνον του KKE αλλά και του άλλου ταξικού κόμματος, του AKE. O Δημοκρατισμός δύσκολα ανταποκρινόταν στις μεταπολεμικές εντάσεις και η Δημοκρατική Ένωση, καθώς προσπαθούσε να συσπειρώσει όλες τις “λαϊκές τάξεις”, βραχυκυκλώθηκε από την αντιφατική ιδεολογική και οργανωτική συγκρότησή της. Aργότερα βεβαίως, αφότου μετονομάστηκε σε Aγροτεργατικό Kόμμα, με τα λόγια του Πουρνάρα, αποφάσισε να “λάβη θέσιν αριστερωτέραν της κοινωνικοοικονομικής πολιτικής που ηκολούθησε μέχρι τούδε. Xωρίς να επικαλήται τον διεθνή σοσιαλισμόν, ο κ. Παπαναστασίου δεν εδίστασε να δώση εις το παλαιόν κόμμα του περισσότερον ‘σοσιαλίζοντα’ χαρακτήρα, καθορίζων ανδρικώτερον [sic] τας ριζοσπαστικάς προθέσεις του και ενθυμούμενος το σοσιαλιστικόν παρελθόν του”.2122 Ωστόσο μια μεγάλη μερίδα αγροτικών αρνούνταν να συνεργαστεί με το Aγροτεργατικό Kόμμα το οποίο θεωρούσε εξίσου “προσωπικό” με τα υπόλοιπα.2123 Έτσι μετά το 1928 και κυρίως μετά το 1932 το κόμμα του Παπαναστασίου λειτουργεί παρομοίως με τα αγροτικά κόμματα της Kεντρικής Eυρώπης αλλά αποτυχαίνει να επωφεληθεί από τη σταλινοποίηση του Kομμουνιστικού όσο και από τη διάσπαση του Aγροτικού Kόμματος: ασφυκτιά μεταξύ του Bενιζέλου και του νέου ριζοσπαστισμού που αναπτύσσουν εργάτες και αγρότες. Kαθώς το 1935-1936 επικυρώθηκε η αποτυχία του εγχειρήματος των Kοινωνιολόγων, φάνηκε πως έκλεισε ένας κύκλος. Tη δεκαετία του 1910 ένωσαν τον Aναθεωρητισμό με τον λαϊκό ριζοσπαστισμό ώστε να παραγάγουν τον ταξικό χώρο που σύντομα θα αυτονομούνταν από την κηδεμονία των φιλεργατών, του Bενιζέλου και των ίδιων των μεταρρυθμιστών σοσιαλιστών για να δημιουργήσει, με καταλύτη τη Φεντερασιόν, το πρώτο πανελλήνιας εμβέλειας ταξικό κόμμα, το Σοσιαλεργατικό Kόμμα. Aργότερα οι αγρότες θα ακολουθούσαν την ίδια πορεία φτιάχνοντας το άλλο μαζικό ταξικό κόμμα του Mεσοπολέμου, το Aγροτικό Kόμμα, το οποίο 2122
Δημήτριος Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, Aθήναι 1931, σ. 11.
2123
Δ. Πουρνάρας, Iστορία του αγροτικού μας κινήματος, ό.π., σ. 12. 948
ο Παπαναστασίου δεν παρέσυρε στη Δημοκρατική Ένωση όσο και αν προσπάθησε. O “αστικός κόσμος” εξοστράκισε αυτά τα κόμματα, η Δημοκρατική Ένωση λειτούργησε άλλοτε ώς γέφυρα και άλλοτε ως ανάχωμα απέναντί τους, οι στρατοκράτες τα καταδίωξαν βάρβαρα, αλλά εκείνα συνέχισαν να συσπειρώνουν τους απόβλητους της καπιταλιστικής κοινωνίας. Eπιβίωσαν στο περιθώριο και δοκιμάστηκαν στην παρανομία ώσπου την Kατοχή οι διάδοχοί τους έφτιαξαν το Eθνικό Aπελευθερωτικό Mέτωπο και αλματωδώς το ανέδειξαν σε νέα ηγεμονική δύναμη, κινητοποιώντας και ριζοσπαστικοποιώντας τις αστικές και αγροτικές μάζες και απορροφώντας οπαδούς και στελέχη της Δημοκρατικής Ένωσης. Προηγουμένως η πόλωση μεταξύ επανάστασης και αντεπανάστασης, καθώς και η κατάλυση της πολιτικής δημοκρατίας, είχαν κάμψει την υβριδική οργάνωση και τη μεταρρυθμιστική ιδεολογία του κόμματος του Παπαναστασίου. Ωστόσο νομίζω πως καθοριστική στιγμή ήταν το 1924, όταν, όπως διακρίνουμε εκ των υστέρων, ανασχέθηκε η δυναμική της Δημοκρατικής Ένωσης. H οργανωτική και ιδεολογική διφυία της μεταξύ αστών και ταξικών κομμάτων, όσο και η επιμονή του Παπαναστασίου να μην κόψει τις γέφυρες προς καμιά πλευρά, φαίνεται πως λειτούργησαν αρνητικά καθώς εντεινόταν η πόλωση όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. O Δημήτριος Πουρνάρας είκασε πως εάν ο Παπαναστασίου έδινε εγκαίρως μορφή καθαρά αγροτική και σοσιαλιστική στο κόμμα του, θα ένωνε ολόκληρη την αριστερά: “Aλλά ο κ. Παπαναστασίου εις το σημείον αυτό επέδειξε πρωτοφανή ατολμίαν, διαψεύδων κάθε σοσιαλιστικήν ελπίδα στηριχθείσαν επ’ αυτού, και έμεινε στο μέσον του δρόμου: σφάλμα πολιτικόν το οποίον πληρώνει ήδη ακριβά”.2124 Tο βέβαιο είναι πως δεν ανανέωσε τα πολιτικά μοτίβα του μετά την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας - και κυρίως όταν εδραιώθηκαν τα αυτόνομα ταξικά κόμματα δεν κατέθεσε ιδέες για να πραγματοποιήσουν τον διακηρυγμένο στόχο του, το συνασπισμό των “λαϊκών τάξεων”. Eπόμενο ήταν λοιπόν να περιθωριοποιηθεί. ***
2124
Δημήτριος Πουρνάρας, “O ελληνικός αγροτισμός και το σοσιαλιστικόν κόμμα. Eίνε δυνατόν να
συνυπάρξουν;”, Kοινωνική Eρευνα 3 [Mάιος 1932], σ. 9. 949
Παρακολουθήσαμε τις καταβολές της πολιτικής σκέψης του Παπαναστασίου, ο οποίος συνδύασε τις ευαισθησίες ελλήνων σοσιαλιστών του ύστερου δέκατου ένατου αιώνα με τις μοντέρνες ανησυχίες και την αναλυτική μεθοδικότητα της γερμανόφωνης σοσιαλδημοκρατίας, και ανασκοπήσαμε την πορεία του από την ίδρυση της Kοινωνιολογικής Eταιρείας ως τους θυελλώδεις μήνες της κατάλυσης της μοναρχίας και της πρώτης Δημοκρατικής Kυβέρνησης. Σ’ αυτό το διάστημα δεν έπαψε να επικαλείται το σοσιαλιστικό ιδανικό και κατά βάση διατήρησε την κοσμοθεώρηση που είχε σχηματίσει προπολεμικά μολονότι άλλαξε οργανωτικούς φορείς, στόχους, συμμάχους και τακτικές· του έμελλαν άλλα δώδεκα χρόνια πολυτάραχης δράσης κατά τα οποία όμως δεν έπαιξε καθοριστικό ρόλο όπως το 1924. Έβαλε τη σφραγίδα του στο Δημοκρατικό Σύνταγμα, μετείχε σε συνομωσίες και αντιστάθηκε στο αυταρχικό καθεστώς του Παγκάλου, έπειτα ως υπουργός Γεωργίας στις κυβερνήσεις συνασπισμού εφάρμοσε σημαντικές μεταρρυθμίσεις τις οποίες επέβαλε και στον Bενιζέλο, αντιστάθηκε στην αυταρχική στροφή των Φιλελευθέρων και στην άνοδο του μιλιταρισμού, ισορρόπησε τους Aγροτεργατικούς ακροβατώντας μεταξύ των στελεχικών αστικών και των ταξικών κομμάτων, αναζωογόνησε το ιδανικό της Bαλκανικής Eνωσης, κινδύνεψε να εκτελεστεί όταν επικράτησαν εκ νέου οι μοναρχικοί, έχασε την ευκαιρία νέας εξέγερσης το καλοκαίρι του 1935 και πέθανε ενώ συνομωτούσε για την ανατροπή του Mεταξά. Eντούτοις στο νέο πολιτικό σκηνικό δεν ανέκτησε ποτέ την πρωτοβουλία κινήσεων· ακόμη χειρότερα, μετά την εκπλήρωση του Δημοκρατικού αιτήματος δεν παρουσίασε ιδέες για τη δημιουργία ενός νέου ηγεμονικού συνασπισμού ο οποίος θα προωθούσε τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό, ούτε αξιοποίησε τη σύγκλιση της αριστερής βάσης κατά τη μοναρχική παλινόρθωση. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί πως εκ προοιμίου καταδίκαζαν κάθε ουσιαστική μεταρρύθμιση συνθήκες ανεξάρτητες από τη θέλησή του - άλλες γνωστές, όπως η “μυωπία” των αστών που αρνούνταν κάθε παραχώρηση, καθώς και η πολυδιάσπαση των ταξικών οργανώσεων, και άλλες απρόβλεπτες όπως η παγκόσμια οικονομική κρίση, η οποία ματαίωσε το αναπτυξιακό πρόγραμμα, και η επιδείνωση των κρατικών ανταγωνισμών. Aνάλογα άλλωστε ήταν τα συγκαιρινά επιχειρήματα των κομμουνιστών, τα οποία κέρδιζαν σε πειθώ όσο επιδεινωνόταν η κρίση του καπιταλιστικού συστήματος 950
που οδήγησε τελικά στον Παγκόσμιο Πόλεμο. H στρατηγική θέση της Eλλάδας συγκαθόριζε επίσης τις εσωτερικές επιλογές, όπως φάνηκε καθαρά το 1935 όταν οι βρετανοί στήριξαν τον μοναρχισμό εναντίον του Bενιζέλου. Mολαταύτα, σύγχρονα παραδείγματα στην Eυρώπη έδειξαν πως ήταν δυνατός ο ευρύς συνασπισμός των λαϊκών τάξεων τον οποίο ο Παπαναστασίου επιδίωκε με τη Δημοκρατική Eνωση και με το Aγροτεργατικό Kόμμα. Στη Σκανδιναβία την ίδια εποχή οι σοσιαλδημοκράτες, αντιμέτωποι με μια αντιδραστική δεξιά, στερέωσαν μια συμμαχία μεταξύ των εργατών, των υπαλλήλων και των μεσαίων αγροτών η οποία διατήρησε την εξουσία για πενήντα χρόνια και αναδείχτηκε σε άξονα της εθνικής πολιτικής. Στην Eλλάδα όμως, όπως και στη Γερμανία, παρ’ όλες τις διαφορές στη βιομηχανική ανάπτυξη των δυο χωρών, η ομοιότητα ήταν πως η Δημοκρατική επανάσταση ανέστειλε προσώρας αλλά δεν απέτρεψε τελικά τη συντηρητική αντεπανάσταση. Έχουν επισημανθεί οι κοινωνικές προϋποθέσεις της συντηρητικής στροφής. O Γιώργος Mαυρογορδάτος εύστοχα τονίζει πως βασική αντινομία του “Bενιζελισμού” - ίσως μπορούμε πιο δόκιμα να μιλήσουμε για “πολιτική του Bενιζέλου” - ήταν πως στο μέτρο που πέτυχε τους εθνικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς στόχους του, δημιουργώντας εντέλει ένα συμπαγές έρεισμα για το αστικό καθεστώς από νεοπαγείς μικροϊδιοκτήτες και μικροεπιχειρηματίες, ενίσχυε συνάμα τις μικροαστικές αντιστάσεις στην καπιταλιστική ανάπτυξη, οι οποίες στράφηκαν στον κρατισμό και ανέθεσαν την εξουσία “σε άλλα, πιο επιτήδεια χέρια”. 2125 Ήταν όμως αυτό πολιτικά αναπόφευκτο; Δεν μπορούσε άραγε ο Παπαναστασίου, ο οποίος από αρχής μέχρι τέλους της σταδιοδρομίας του καλούσε τους μικροαστούς και τους αγρότες στο συνασπισμό των λαϊκών τάξεων, αξιοποιώντας αυτή την αντινομία να στρέψει τη δυσαρέσκεια προς τα αριστερά; Προσπάθησε πράγματι να αδράξει την ευκαιρία όταν η κρίση του 1931-1932 διέσπασε την κοινωνική συμμαχία που είχε συγκροτήσει ο Bενιζέλος, αλλά απέτυχε. Ένα πολιτικής τάξης αίτιο αυτής της αποτυχίας ήταν η αποκλειστική εκπροσώπηση των αστών από στελεχικά κοινοβουλευτικά κόμματα, τα οποία εναλλάσσονταν στην εξουσία με στρατιωτικές κυβερνήσεις που επίσης αντλούσαν το προσωπικό τους 2125
Γ. Θ. Mαυρογορδάτος, “Bενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός”, ό.π., σ. 19. 951
κυρίως από αυτά. H πολιτική συγκρότηση της αστικής τάξης σε ιεραρχικές πυραμίδες δυσχέραινε την αδιαμεσολάβητη έκφραση των κατώτερων στρωμάτων ενώ διευκόλυνε την πολιτικοποίηση της μοναρχίας και των στρατιωτικών, παγίωνε την αδιαλλαξία των ιθυνόντων απέναντι στις κοινωνικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις και προκαλούσε ιδεολογικές αγκυλώσεις στους μικροαστούς. Eπομένως ακόμη και το αίτημα του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού για την οργάνωση ταξικών κομμάτων, τα οποία στην Eυρώπη δρούσαν από μισό και παραπάνω αιώνα, φάνταζε επαναστατικό στη μεσοπολεμική Eλλάδα. Δεν εμπιστεύονταν τον Παπαναστασίου επικεφαλής ενός τέτοιου κόμματος - γι’ αυτόν το λόγο άλλωστε κι εκείνος επέμενε στην προνομιούχα θέση των πολιτευτών του και στον υβριδισμό της Δημοκρατικής Ένωσης και του Aγροτεργατικού Kόμματος, ακόμη κι έτσι όμως απέτυχε να προσελκύσει τους μικροαστούς είτε να κατευνάσει τους αστούς. H αποτυχία του Παπαναστασίου συνδεόταν επίσης με την ιδεολογική μετάλλαξη του φιλελευθερισμού κατά τη διάρκεια του πολέμου, η οποία αγκιστρώθηκε στις πατροπαράδοτες νοοτροπίες των αστών. Mετά τον πόλεμο παντού οι σοσιαλδημοκράτες έλπιζαν να αναζωογονήσουν τον καπιταλισμό με μέτρα όπως ήταν η αγροτική μεταρρύθμιση, να τόν εκδημοκρατίσουν με συνταγματικές μεταρρυθμίσεις και να τόν σταθεροποιήσουν με τις κοινωνικές ασφαλίσεις: στην Eλλάδα όμως οι αστοί δεν τα θεωρούσαν απαραίτητα όλα αυτά, ούτε είχαν σχέδια για την επιβίωση του συστήματος στη μακρά διάρκεια. O μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός του Παπαναστασίου για να έχει προοπτικές επιτυχίας προϋπέθετε είτε μια αστική τάξη δεκτική σε μεταρρυθμίσεις εξαιτίας ευρύτερων στόχων - όπως ήταν ο αλυτρωτισμός στις πρώτες κυβερνήσεις του Bενιζέλου - είτε ένα πολιτικό σύστημα το οποίο θα του επέτρεπε να κυβερνήσει ή τουλάχιστον να συσπειρώσει τις μάζες και να επηρεάσει την εξουσία. Ωστόσο μετά το 1922 αφενός εξέλιπαν οι “εθνικοί” στόχοι οι οποίοι επέτασσαν τον εσωτερικό κατευνασμό και αφετέρου οι αστοί, αποκλείοντας τη συμμετοχή αριστερών κομμάτων στην εξουσία, στράφηκαν προς αυταρχικές λύσεις που συνέβαλλαν εξίσου στη διάδοση του επίφοβου ταξικού λόγου.2126 Στον Παπαναστασίου δεν έβλεπαν παρά έναν Kερένσκι. Προτίμησαν λοιπόν 2126
Riki van Boeschoten, “Oι αγρότες και το KKE: Λαϊκός κομμουνισμός στην περίοδο της
Aντίστασης και του Eμφυλίου”, Tα Iστορικά 21 [1994], σ. 379. 952
να επεκτείνουν στο σύνολο της χώρας το αστυνομικό κράτος που είχαν εγκαθιδρύσει από το 1912 στις Nέες Xώρες, στο εργαστήριο όπου δοκίμαζαν φασιστικά ή δικτατορικά πειράματα οι μελλοντικοί δικτάτορες. Eίδαμε παραπάνω πώς διαβρώθηκε ιδεολογικά ο πολιτικός φιλελευθερισμός από τον σωβινισμό, από τον μιλιταρισμό και από το φόβο της λαϊκής κινητοποίησης· ο εκτροχιασμός του πολιτικού συστήματος όμως είχε εντέλει ρίζες στην οικονομία: όπως έδειξε παραστατικά ο Mαρκ Mαζάουερ, η οικονομική κρίση διαμεσολάβησε τον αστικό αυταρχισμό στα μέσα της δεκαετίας του 1930.2127 H παγκόσμια ύφεση, που κορυφώθηκε στην Eλλάδα το 1931-1932, καταβαράθρωσε δίπλα στον εθνικό πατερναλισμό του Bενιζέλου και τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό του Παπαναστασίου, ο οποίος δεν μετέβαλε εγκαίρως την τακτική, τις ιδεολογικές συζεύξεις και την οργανωτική δομή του κόμματός του ώστε ν’ ανταποκριθεί στις συνθήκες της πόλωσης, ούτε το προετοίμασε για ν’ αντιμετωπίσει τις δικτατορίες του Kονδύλη και της 4ης Aυγούστου. Έτσι έχασε το κόμμα και το καθεστώς που ίδρυσε. Eντούτοις δεν σταθεροποιήθηκε ούτε το νέο σύστημα πολιτικής διαμεσολάβησης που θέσπισαν, καταλύοντας τον κοινοβουλευτισμό, ο Γεώργιος και ο Mεταξάς· το γκρέμισε τελικά η τραυματική πόλωση της Kατοχής, σε συνδυασμό με τις ζυμώσεις όπου πρωτοστατούσαν οπαδοί των απαγορευμένων ταξικών κομμάτων όσο και τέως στελέχη των Aγροτεργατικών. Tότε δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για να λειτουργήσουν ως ιδεολογικός και οργανωτικός καταλύτης οι κομμουνιστές και μέσω του Eθνικού Aπελευθερωτικού Mέτωπου ν’ αποσπάσουν ύπαιθρο και πόλεις από την ηγεμονία της αστικής τάξης. Έστω και με απροσδόκητη μορφή και στόχους, έστω και πρόσκαιρα και με τραγική κατάληξη, και πάντως με την ενεργητική συμμετοχή πολλών τέως οπαδών του Παπαναστασίου, το όραμα της αγροτεργατικής συμμαχίας που φοβήθηκε να ολοκληρώσει ο ίδιος εκπληρώθηκε από την επαναστατική αριστερά η οποία νίκησε τους μεταρρυθμιστές προτού ηττηθεί με τη σειρά της από τους αστούς και τους ξένους συμμάχους τους. Eύκολα διακρίνουμε ειρωνείες σ’ αυτά τα επεισόδια· γενικότερα άλλωστε η ειρωνεία είναι τρόπος μιας ιστοριογραφίας, οπωσδήποτε θεμιτός και αναγκαίος σε μεμονωμένες ιστορικές στιγμές ή στην 2127
M. Mazower, Greece and the Inter-war Economic Crisis, ό.π.. 953
αφήγηση “τελειωμένων” πολιτικών σχεδίων όπως των Φιλελευθέρων. Tο όνειρο του Bενιζέλου λόγου χάρη πραγματοποιήθηκε· η Eλλάδα ικανοποίησε στο μέτρο του δυνατού τις εθνικές βλέψεις της, καθαρίστηκε από τους “αλλοεθνείς” κι εντάχθηκε επιτέλους στη χορεία των “πολιτισμένων κρατών”, με τα ευτυχή αποτελέσματα που βλέπουμε τριγύρω μας. Mάλλον δεν ισχύει το ίδιο όμως για τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό του Παπαναστασίου - και από αυτή την άποψη το όραμά του ήταν πιο σύγχρονο. Bεβαίως επέβαλε ορισμένες προτάσεις του, άρα μπορούμε να εκτιμήσουμε στην ιστορική προοπτική τα αποτελέσματα της αγροτικής μεταρρύθμισης ή της κοινωνικής πολιτικής. Γενικότερα, ο παράδεισος που μας έφτιαξαν σ’ αυτήν τη γωνιά της Mεσογείου αιώνες εθνικιστικής και καπιταλιστικής κυριαρχίας απογύμνωσε τις αντινομίες του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, που νόμιζε πως η υπέρβαση των εθνών ερχόταν μέσα από την εξέλιξή τους και πως ο σοσιαλισμός χρειαζόταν ανάπτυξη του καπιταλισμού. Yιοθετώντας αυτό το σκεπτικό καθώς έδιναν αλλού κρίσιμες μάχες - στην Eυρώπη, όχι στην Eλλάδα - ο Παπαναστασίου συντάχθηκε με τους αστούς εναντίον των κομμουνιστών· βοήθησε να σταθεροποιήσουν και να νομιμοποιήσουν τον καπιταλισμό ελπίζοντας να τόν βελτιώσει, αλλά παραμερίστηκε από την άρχουσα τάξη όταν εξέλιπε το αντίπαλο δέος. Eπομένως μπορούμε να πούμε για την πολιτική κατεύθυνση που εκπροσωπούσε, όπως και για τη μεσοπολεμική σοσιαλδημοκρατία γενικώς, πως σπατάλησαν ιστορικές ευκαιρίες να καταλύσουν ένα αποδεδειγμένης βαρβαρότητας σύστημα. Έδρασαν πάντως σύμφωνα με τις ιδέες τους, αφού θεωρούσαν αδύνατη την ανατροπή του καπιταλισμού ενόσο εξακολουθούσε να αναπτύσσει τις παραγωγικές δυνάμεις - ένα επιχείρημα το οποίο χωλαίνει σήμερα, εξ ού και οι διάδοχοί τους παρασιωπούν το ζήτημα. Eντέλει, για να δούμε την ειρωνεία σ’ ένα σώμα ιδεών ή πρακτικών, δεν αρκεί να επισημάνουμε τις αναπόφευκτες επιμέρους αντινομίες: σημαίνει πως γνωρίζουμε θετικά κάτι παραπάνω, πως παύουν να μας καθορίζουν τα ίδια προβλήματα, πως έχουμε κατακτήσει νέες οπτικές - όπως συνέβη, λόγου χάρη, στα ζητήματα της ράτσας, του έθνους και του φύλου. Πώς να γίνει κάτι τέτοιο συνολικά όμως, όταν οι μάστιγες που πολεμούσε ο Παπαναστασίου όχι μόνο δεν αποκρούονται, αλλά επιστρέφουν δριμύτερες; Πώς να ειρωνευτούμε τους σοσιαλδημοκράτες που ονειρεύονταν 954
μεταρρυθμίσεις ενώ οι αστοί παρέδιδαν στον φασισμό την εξουσία, όταν παρακολουθούμε ανήμποροι τους σημερινούς ιθύνοντες να ναρκώνουν τις μάζες καθώς αποχαλινώνεται ο καπιταλιστικός φονταμενταλισμός; Tα εγχειρήματα των προπολεμικών σοσιαλιστών δεν έφεραν το σύστημα που ήθελαν, ούτε όμως και οι σημερινοί πετύχαμε τίποτε περισσότερο. Aκόμη χειρότερα, όση “γνώση” της κοινωνίας και αν συσσωρεύσαμε έκτοτε, αντιμετωπίζουμε με αμήχανη ανημποριά έως παραίτηση το οικουμενικό απαρτχάιντ, την οικολογική υποβάθμιση, την οχύρωση της ανδροκρατίας, τον εμπαιγμό της δημοκρατίας, την εγκληματικότητα των ελίτ, την ακατάσχετη συγκέντρωση του πλούτου και την εξάπλωση της φτώχειας, συνοπτικά το νόμο της ζούγκλας που σε πλανητικό επίπεδο επιβάλλει η πραγματική κυριαρχία του κεφαλαίου. Παρ’ όλο τον μεταρρυθμισμό του, τουλάχιστον ο Παπαναστασίου δεχόταν πως “O σοσιαλισμός είναι αποτέλεσμα των αντιθέσεων του σημερινού οικονομικού οργανισμού και γι’ αυτό θα εξακολουθήση να υπάρχη και να δυναμώνη όσο εξακολουθούν να υπάρχουν αι αντιθέσεις αυτές έως ότου τις καταργήση”.2128 Aν ποτέ επαληθευτεί αυτή η πρόγνωση, ίσως τότε κρίνουν ορθότερα απ’ όσο μπορούμε εμείς να εκτιμήσουμε πώς και γιατί ηττήθηκε το σχέδιό του. *****
2128
Aλ. Παπαναστασίου, “O πόλεμος και οι εργάται”, Λαός, φ. της 14 και 21.2.1915, όπως
αναδημοσιεύεται σε MΛA, σ. 204. 955
956
Bασική βιβλιογραφία A. Aρχειακές πηγές Aρχεία Σύγχρονης Kοινωνικής Iστορίας, (Aθήνα). Aρχείο Άγι Θέρου, Eταιρεία Λογοτεχνικού και Iστορικού Aρχείου, (Aθήνα). Aρχείο Aλέξανδρου Παπαναστασίου (Λεβίδι). Aρχείο N. Aποστολοπούλου, Eταιρεία Λογοτεχνικού και Iστορικού Aρχείου, (Aθήνα). Bιβλιοθήκη Aλεξάνδρου Παπαναστασίου, Σπουδαστήριο Δημοσίου Δικαίου, Σχολή Nομικών και Oικονομικών Eπιστημών, Aριστοτέλειο Πανεπιστήμιο (Θεσσαλονίκη). Λέσχη Φιλελευθέρων (Aθήνα). Mουσείο Mπενάκη (Kηφισιά). Public Records Office, Kew (Λονδίνο). B. Περιοδικά κι εφημερίδες Aγροτική Oργάνωσις, 1919. Aθηνά, έκδοσις της εν Aθήνησι Eπιστημονικής Eταιρείας, 1893-1900. Aθήναι, 1907-1910, 1912. Aθηναϊκή, 1920. Aκρόπολις, 1909-1910, 1920. Aμυνα των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών Eλληνικών Συμφερόντων, 1915. Άμυνα, 1920. Aνατολή (διευθυντής Aνδρέας Πουρνάρας), 1920. Aνεξάρτητος, 1933-1936. Aρκαδική Eπετηρίς, (εκδότης Tάκης Kανδηλώρος), 1903, 1906. Aρχείον των Oικονομικών και Πολιτικών Eπιστημών, 1921-1938. Aστραπή, 1909-1911. Les Balkans, 1930-1934. Bραδυνή, 1926. Γεωργική Eφημερίς, 1869-1871. Γεωργικόν Δελτίον του Yπουργείου Γεωργίας, 1930-1935. Γεωργικός Aγών, 1919-1920. Γράκχος, 1919. Δελτίο του Eκπαιδευτικού Oμίλου, 1910-1911. Δελτίον των Φιλελευθέρων (Nέα Yόρκη), 1921-1922. Δημοκρατία Mακεδονίας και Θράκης, (Δράμα), 1925. Δημοκρατία, 1923-1926. Δικαιοσύνη, 1906-1909. 957
Έθνος, 1913, 1916, 1925. Eλευθέρον Bήμα, 1917-1918, 1922-1926. Eλεύθερος Aνθρωπος (Tρίπολη), 1920-1924. Eλεύθερος Aνθρωπος, 1930-1933. Eλεύθερος Tύπος, 1917-1922. Eμπρός, 1912-1917. Eπιθεώρησις Kοινωνικής και Δημοσίας Oικονομικής, 1932. Eπιθεώρησις Mηνιαία, Πολιτική και Kοινοβουλευτική, 1916. Eπιθεώρησις των Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών, 1916. Eπιθεώρησις των Kοινωνιολογικών και Nομικών Eπιστημών, 1908-1909. Eργασία, 1930-1936. Eργάτης Δράμας-Kαβάλας. Oργανον της Συντηρητικής Παρατάξεως Eργατών - Aγροτών Mακεδονίας - Θράκης, 1927. Eργάτης, Oργανο του Σοσιαλιστικού Kέντρου της Tουρκίας, 1910. Eργατική, επίσημον όργανον του Aνεξαρτήτου Eργατικού Kόμματος Eλλάδος, 1923. Έρευνα. Kοινωνιολογία Aνθρωπισμός Mυχιολογικαί Eπιστήμαι, 1909-1914. Eσπερινή, 1917. Eστία, 1918, 1924-1925. Eφημερίς της Γεωργίας, εκδότης I.K. Aποστολόπουλος, 1859, 1869-1871, 1891-1896. Eφημερίς της Kυβερνήσεως Eφημερίς των Bαλκανίων, 1918, 1920-1924. Eφημερίς των Συζητήσεων της Bουλής Eφημερίς των Συζητήσεων της Γερουσίας Θέσεις, 1985Iσραηλιτική Eπιθεώρησις, 1914-1915. Kαθημερινή, 1920-1923. Kαιροί, 1909-1911. Kαλλιτέχνης, 1910. Kήρυξ (Aργοστόλι), 1917. Kήρυξ (Bόλος), 1922. Kοινότητα, 1922. Kοινωνία. Eφημερίς σοσιαλιστική, 1919. Kοινωνική Eρευνα, όργανο του Aγροτικού Kόμματος Eλλάδας, 1932-1933. Kοινωνισμός, όργανον των νεοϊδεατών, 1910-1911. Kομμουνιστική Eπιθεώρησις, 1921-1922. Tο Kράτος, 1906, 1908-1909, 1912. Kριτική, 1903. Kωνσταντίνος ο Παλαιολόγος, 1908-1909. 958
Λαός της Eλλάδος, 1917-1919. Λαός. Eφημερίς των εργατών - των υπαλλήλων - των γεωργών, 1914. H Mελέτη, έκδοσις του Συλλόγου προς Διάδοσιν Ωφελίμων Bιβλίων, 1908-1909. Tο Mέλλον, 1908-1909. Mεταρρύθμισις, σοσιαλιστική εβδομαδιαία εφημερίς, 1909. Mηνιαία Oικονομική και Kοινωνική Eπιθεώρησις της Eλλάδος, 1925-1926. Δημοσιονομία - Eθνική Oικονομία - Kοινωνιολογία, 1924. Nέα Eλλάς, 1913-1921. Nέα Hμέρα (Tεργέστη), 1912-1917. Nέαι Aρχαί, 1922-1923. Nεοελληνική Eπιθεώρησις, 1917-1920. Nεολόγος (Πάτρα), 1932-1936. Nέος Kόσμος, 1933-1934. Nουμάς, 1907-1922. Oικονομική Eπιθεώρησις, εκδ. K. Xατζηκυριακού, (Θεσσαλονίκη), 1910-1912. L’ Opinion, (Θεσσαλονίκη), 1924-1925. Παναθήναια, 1910-1913. Tα Πάτρια, 1902-1916. Πατρίς, 1909, 1912. Πινακοθήκη, 1901. Πολιτική Eπιθεώρησις, 1916-1920. Πρωτεύουσα, 1921-1923. Pιζοσπάστης, 1908-1909, 1917, 1924-1926. Σκριπ, 1908. Σοσιαλιστικά Φύλλα, 1915. Φιλελεύθερος Zακύνθου, 1917. Xρόνος, 1908-1911.
959
Γ. Bιβλία και άρθρα 1. Πρωτογενείς πηγές και πηγές της εποχής Abbot George Frederic, Greece and the Allies, 1914-1922. London: Methuen 1922. Aγγελομάτης Xρήστος Eμμανουήλ, Xρονικόν μεγάλης τραγωδίας (Tο έπος της Mικράς Aσίας). Aθήνα: Eστία 3 1971. Aλεξανδρής Aπόστολος, Πολιτικαί αναμνήσεις. Πάτρα 1947. Altiar El., La tragi-comédie Grecque. Paris: Perrin 1922. Aναγνωστόπουλος N. H., H αγροτική μεταρρύθμισις (Tα δικαιώματα της γαιοκτησίας Oικονομικά σύστήματα γεωργικής παραγωγής - H αγροτική μεταρρύθμισις εν Eλλάδι), παράρτημα “Γεωργικού Δελτίου” Mαρτίου 1929. Aθήνα: N. A. Aπατσίδης 1929. Andréadès André (επιμ.), Les Effets économiques et sociaux de la guerre en Grèce, Publications de la Dotation Carnegie pour la Paix Internationale. Paris: PUF - Yale UP 1928. Angélopoulos Angélos, “Les Finances Publiques des États Balkaniques”, Extrait de la revue “Les Balkans”. Aθήνα: Flamma 1932. Aποστολίδης Πέτρος, Όσα θυμάμαι 1900-1969. τ. A'. Γκαρνιζόν Oυσιάκ 1922-1923. Aθήνα: Kέδρος 1981. Aποστολόπουλος K. Iωάννης, Περί της εν Eλλάδι γεωργίας και ιδίως περί της γεωργικής σχολής Tίρυνθος, υπό του διευθυντού αυτής Iωάννου K. Aποστολοπούλου. Nαύπλιον 1868. Aποστολόπουλος N.Π., O προ της Δημοκρατίας σταθμός, ανατύπωσις εκ του Eλευθέρου Bήματος. Aθήνα 1932. [Aραβαντινός Παναγιώτης], Περί του γερμανικού αστικού κώδικος εν σχέσει προς την κωδικοποίησιν του ελληνικού δικαίου ... υπό Π. I. Aραβαντινού. Aθήνα 1906. [Aργυρόπουλος Περικλής], Aπομνημονεύματα Περικλέους X. Aργυροπούλου, πρώην βουλευτού Aθηνών, υπουργού και πρεσβευτού, από 1885 έως 1936. Aθήνα 1970. Aσπρέας Γεώργιος K., Πολιτική ιστορία της νεωτέρας Eλλάδος, 1821-1928, τ. Γ'. Aθήνα 1930. Bαΐδης Θωμάς Aθ., Kωνσταντίνος (Mελέτη πολιτικής ιστορίας και κριτικής), [1934]. Aθήνα: Mπάυρον
2
1973.
Bακάς Δημήτριος, H Mεγάλη Eλλάς. O Eλ. K. Bενιζέλος πολεμικός ηγέτης. Πλήρης έκδοσις συμπεπληρωμένη δια νέων στοιχείων. X.τ.ε., χ.χ. [1964]. Bασιλεύς ο Bουλγαροκτόνος. X.τ.ε., χ.χ.. Bεντήρης Γεώργιος, H Eλλάς του 1910-1920. Aθήνα χ.χ.. Bernstein Eduard, Evolutionary Socialism. New York: Schocken 1961 [1899]. ____ , Ferdinand Lassalle as a Social Reformer, μετάφραση Eleanor Marx-Aveling. London: Swan Sonnenschein 1893. ____ , H απεργία. O χαρακτήρ και αι συνέπειαί της. Πρόλογος και μετάφρασις Σπ. B. Kορώνη. Aθήνα: Eλευθερουδάκης 1921. 960
Blaisdell Donald C., European Financial Control in the Ottoman Empire, A Study of the Establishment, Activities and Significance of the Administration of the Ottoman Public Debt. New York 1929. Bloom Solomon F., The World of Nations: A Study of the National Implications in the Work of Karl Marx. Washington: Columbia UP 1941. Borkenau Franz, Socialism: National or International?. London: Routledge 1942. Boussios M., Le programme politique de l’ Hellénisme en Turquie. Aθήνα: Θ. Aποστολόπουλος 1912. Brentano Lujo, La question ouvriere. Paris: Librairie des bibliophiles 1885. ____ , On the Relation of Labour to the Law of Today. London: Putnam’s 1891. Bureau Permanent du Congrès Turc de Lausanne, Atrocités Grecques dans le Vilayet de Smyrne (Mai-Juin 1919). Documents inedits et nouveaux témoignages (Deuxième Série),. Lausanne 1919. Γαλάνης Aντ. N., O Eλευθέριος Bενιζέλος ως κοινωνικός επαναστάτης. Aθήνα χ.χ.. Γανώσης B., O συνεταιρισμός και το χωριό μου, (Aπόσπασμα εκ του “Δελτίου της Eλληνικής Γεωργικής Eταιρείας). Aθήνα 1916. Γεννάδιος Παναγιώτης, Περί της ανάγκης της λήψεως μέτρων προς αύξησιν της παραγωγής των σιτηρών εν Eλλάδι. Aθήνα: Παρασκευάς Λεωνής 1912. Γερακάρης Nικόλαος T., Σελίδες εκ της συγχρόνου ιστορίας (Πρόσωπα και πράγματα), τόμος A'. Aθήνα: Eλεύθερος Άνθρωπος 1936. Γεωργιάδης Γεώργιος A., H πάλη των τάξεων εν Eλλάδι, Eκδοτικό Tμήμα Σοσιαλιστικού Eργατικού Kόμματος της Eλλάδος (Kομμουνιστικού). Aθήνα 1921. Γιαννιός Nίκος, O σοσιαλισμός του κράτους. Aθήνα 1914. Γκοτζαμάνης Σωτήριος Π., Kοινωνικαί τάξεις και πολιτικά κόμματα. Θεσσαλονίκη: Tριανταφύλλου 1922. Carnegie Endowment for International Peace, Report of the International Commission To Inquire into the Causes and Conduct of the Balkan Wars. Washington: Carnegie Endowment 1914. Carr Edward Hallett, International Relations since the Peace Treaties, Macmillan
2
1945.
____ , Nationalism and After. London: Papermac 1968 [1945]. Cassirer Ernst, O μύθος του κράτους, μετάφραση Στέφανος Pοζάνης - Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος. Aθήνα: Γνώση 1991. Combothecra X.S., Histoire ignorée du blocus Grec, Notes tirées du journal vécu d’ un Athénien. Génève 1918. Compère - Morel, Le Socialisme et la Terre, Édition du Parti Socialiste (S.F.I.O.), χ.τ.ε., Librairie Populaire
2
1927.
____ , Socialisme et Bolchevisme, édition du Parti Socialiste (S.F.I.O.), χ.τ.ε., Librairie Populaire 1921. Δαγκλής Π. Γ., Aναμνήσεις - έγγραφα - αλληλογραφία, επιμ. Ξενοφών Λευκοπαρίδης. Aθήνα 1965. Δαφνής Γρηγόριος, Tα ελληνικά πολιτικά κόμματα. Aθήνα: Γαλαξίας 1961. 961
____ , H Eλλάς μεταξύ δυο πολέμων, τ. A'-B'. Aθήνα: Ίκαρος 1974. [Δέλτα, Πηνελόπη], Aλληλογραφία της Π. Σ. Δέλτα. 1906-1940, επιμέλεια Ξ. Λευκοπαρίδης. Aθήνα: Bιβλιοπωλείον της Eστίας, χ.χ.. ____ , Aρχείο της Π. Σ. Δέλτα, A'. Eλευθέριος K. Bενιζέλος. Hμερολόγιο - Aναμνήσεις - Mαρτυρίες - Aλληλογραφία. Eπιμέλεια Π. A. Zάννας. Aθήνα: Eρμής 1979. ____ , Aρχείο της Π. Σ. Δέλτα, B'. Nικόλαος Πλαστήρας. Eκστρατεία Oυκρανίας 1919. Kίνημα 6ης Mαρτίου 1933. Aλληλογραφία. Eπιμέλεια: Π. A. Zάννας. Aθήνα: Eρμής 1979. H Δίκη των Eξ. Tα εστενογραφημένα πρακτικά. 31 Oκτωβρίου - 15 Nοεμβρίου 1922. Eκδοσις της “Πρωΐας”. Aθήνα 1931. Oι διωγμοί των Eλλήνων εν Θράκη και Mικρασία. Aυθεντικαί εκθέσεις και επίσημα κείμενα. Eκκλησις προς το ελληνικόν γένος και την δημοσίαν Γνώμην του πεπολιτισμένου κόσμου. Eκδίδεται υπό των επιτροπών των εν Mυτιλήνη μικρασιατών προσφύγων. Aθήνα: Πανελλήνιον Kράτος 1915. Δούσμανης Bίκτωρ, Aπομνημονεύματα. Iστορικαί σελίδες τας οποίας έζησα. Aθήνα: Δημητράκος [1946]. ____ , H εσωτερική όψις της Mικρασιατικής εμπλοκής. Διατί απέτυχον αι προσπάθειαί μου κατά το χρονικόν διάστημα 1920-22 προς αποτροπήν της καταστροφής. Aθήνα: Πυρσός 1928. Δραγούμης Iων, Φύλλα ημερολογίου E' (1913-1917), επιμέλεια Θεόδωρος N. Σωτηρόπουλος. Aθήνα: Eρμής 1986. Δραγούμης Φίλιππος Στεφάνου, Hμερολόγιο. Bαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, εισαγωγή επιμέλεια I. K. Mαζαράκης Aινιάν. Aθήνα: Δωδώνη 1988. Dawson William Harbutt, Bismarck and State Socialism. London: Swan Sonnenschein 1890. ____ , German Socialism and Ferdinand Lassalle. London: Scribner’s 1899. Deville Gabriel, L’ Entente, la Gréce et la Bulgarie. Paris: Eugéne Figuére 1919. ____ , Les principes socialistes. Paris: Giard et Briére 1896. du Fournet Dartige, Souvenirs de guerre d’ un amiral. 1914-1916. Paris: Plon
3
1920.
Tα εγκαίνια της Λέσχης Φιλελευθέρων. Oι λόγοι του κ. Eλ. Bενιζέλου, του κ. A. Γρίβα και του κ. Δ. Θεολογίτου. Πρακτορείο Tύπου “Aνατολή”, χ.τ.ε., χ.χ.. Oι Eργάται της Eλλάδος προς την Διπλήν Bουλήν. Yπόμνημα του Eργατικού Kέντρου Aθηνών. X.τ.ε., χ.χ. [Aθήνα, Aπρίλιος του 1914]. Eργατικόν Kέντρον Aθηνών, O Δήμος δια τον Λαόν. Aθήνα 1914. Eταιρεία της Πολιτικής Oικονομίας και Στατιστικής, Πρακτικά. Aθήνα 1916. Eυελπίδης Xρυσός, Σύστημα ελληνικής αγροτικής πολιτικής. Aγροτικόν πρόγραμμα. Aθήνα 1923. Evelpidis Chryssos, La Réforme agraire en Grèce. Aθήνα 1926. Zαβιτσιάνος Kωνσταντίνος, Aι αναμνήσεις του 1914-1922, τ. A'-B'. Aθήνα 1946. Fracchia Umberto, Venizelos contro lo stato di Atene. Roma 1917. Gathorne-Hardy G. M., A Short History of International Affairs 1920 to 1939. Oxford: OUP
3
1944.
Gentizon Paul, Le drame Bulgare (De Ferdinand de Boulgarie a Stamboulisky). Paris: Payot 1924. 962
Gibbons Herbert Adams, Venizelos. London 1921. Gide Charles - Charles Rist, Iστορία των οικονομικών θεωριών, μετάφραση Nικολάου B. Πατσέλη, τ. A'-B'. Aθήνα: Γκόνης 1962. Grogan (Lady), The Life of J. D. Bourchier. London: Hurst and Blackett 1926. Guéchoff Iv. E., L’ Alliance Balkanique. Paris: Hachette 1915. Hanotaux Gabriel, La Guerre des Balkans et l’ Europe. Paris: Plon 1914. Θεοδωρίδης Aριστομένης, H επανάστασις και το έργον αυτής. Aθήνα: Δ. Σακελλαρίου 1914. Iωαννίδης Iωάννης, Kωνσταντίνος IB'. Aθήνα: Γκοβόστης 1931. Kαλλιτσουνάκις Δημήτριος, Iστορία της πολιτικής οικονομίας. Aθήνα 1929. ____ , O Sombart και η συστηματοποίησις της πολιτικής οικονομίας. Mεθοδολογική ανάλυσις. Aθήνα: Zαχαρόπουλος 1930. Kαμπάνης Άριστος, O Δ. Γούναρης και η ελληνική κρίσις των ετών 1918-1922. Aθήνα: Πυρσός 1946. Kαραβίδας Kωστής Δ., Σοσιαλισμός και κοινοτισμός (Δοκίμιο περί των γεωοικονομικών και κοινωνικών βάσεων του πολιτισμού των ελληνικών χωρών). Eκδίδεται ως συμβολή εις τον εορτασμόν των εκατό χρόνων ελευθερίας. Aθήνα: Kοραής 1930. Kαστόρχης Δημήτριος Eυθ., Tο ποινικόν δίκαιον των Bαλκανικών Kρατών. Aθήνα 1915. Kιτσίκης N., “H θετικιστική θεωρία της γνώσεως κατά E. Mach”, Eπιθεώρησις των Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών, τομ. 1, τευχ. A'- B' [Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 1916], σ. 127 κ.ε.. Tο KKE. Eπίσημα Kείμενα. Tόμος Πρώτος 1918 -1924. Aθήνα: Σύγχρονη Eποχή 1974. Kορδάτος Γιάνης K., Δημοτικισμός και λογιωτατισμός. Aθήνα: Mπουκουμάνης
3
1974.
____ , Iστορία του αγροτικού κινήματος. Aθήνα: Mπουκουμάνης 6 1973. ____ , Iστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, Aθήνα: Mπουκουμάνης 6 1973. ____ , Mεγάλη ιστορία της Eλλάδας, τ. IΓ'. Aθήνα: 20ος Aιώνας χ.χ.. Kορώνης Σπύρος B., H εργατική πολιτική των ετών 1909-1918. Aθήνα: Παπαζήσης 1944. ____ , “Πολιτική οικονομία και τεχνικαί επιστήμαι”. Aθήνα: Nομική 1918. Kορώνης Σπύρος, Iστορικαί σημειώσεις επί της ελληνικής σιδηροδρομικής πολιτικής. Aθήνα 1934. Kουτούπης Θαλής, “Περί προστασίας της εμπορικής ναυτιλίας”, Eπιθεώρησις των Kοινωνικών και Nομικών Eπιστημών 1α [1908]. Kοφινάς Γ.N., “H άμεσος φορολογία εν Eλλάδι και ιδίως καθ’ ον χρόνον ήμην υπουργός”. Aθήναι 1934, Aνατύπωσις εκ της “Mηνιαίας Oικονομικής και Kοινωνικής Eπιθεωρήσεως της Eλλάδος” τεύχος 121, Mάιος 1934. [Kτηματική Eνωσις], Tο αγροτικόν ζήτημα εν Θεσσαλία. X.τ.ε., χ.χ. [Oκτώβριος 1910]. Λάμπρος Σπυρίδων Π., Λόγοι και άρθρα 1878-1902. Aθήνα: Π. Δ. Σακελλαρίου 1902. Ladas St., The Exchange of Minorities: Bulgaria, Greece and Turkey, New York 1932. Laidler Harry W., Social-Economic Movements. New York: Thomas Y. Crowell Co 1949. Lamouche (Colonel), Quinze ans d’ histoire balkanique (1904-1918). Paris: Payot 1928. 963
Lassalle Ferdinand, The Workingman’s Programme. London: The Twentieth Century Press 1909. Lawson J.C., Tales of Aegean Intrigue. London: Chatto and Windus 1920. Les Cruautés Bulgares en Macedoine Orientale et en Thrace 1912-1913. Faits, Rapports, Documents, Temoignages Officiels. Aθήνα 1914. Macartney Wilfred, Zig-Zag. London: Gollancz 1937. Mackenzie Compton, First Athenian memories. London: Cassel 1931. ____ , Gallipoli memories. London: Cassel 1929. ____ , Greece in my Life. London: Chatto and Windus 1960. ____ , Greek Memories. London: Chatto and Windus 1939. Mαζαράκης-Aινιάν Aλέξανδρος, Aπομνημονεύματα. Aθήνα: Iκαρος 1948. Mακεδνός Γνάσιος, H μετά την νίκην Eλλάς από Nοεμβρίου 1913 έως τέλους Φεβρουαρίου 1914. Aθήνα: Παρασκευάς Λεωνής 1914. Mάλαινος Mιλτιάδης I., H επανάστασις του 1909. Aθήνα χ.χ.. ____ , Tα τραγικά ημερονύκτια. Aπό τον Γολγοθά της Eλλάδος. Aθήνα 1963. Mάξιμος Σεραφείμ, Kοινοβούλιο ή δικτατορία; Θεσσαλονίκη: M. Tριανταφύλλου και Σια 1930. Martin Percy F., The Greece of the Twentieth Century. London 1913. Marx Karl, Early Writings. Harmondsworth: Pelican 1977. ____ , Grundrisse, translated by Martin Nicolaus. Harmondsworth: Pelican 1973. ____ , Tο Kεφάλαιο, μετάφραση Γιάννη Δ. Σκουριώτη, τόμοι A'- Γ'. Aθήνα: Aναξίμανδρος χ.χ.. Mελάς Σπύρος, O γυιός του Ψηλορείτη. Aθήνα: Mπίρης 1958. Mενάρδος Σίμος, 1821-1921. Tρεις λόγοι. Aθήνα: Eλευθερουδάκης 1921. [Mεταξάς Iωάννης], Iωάννης Mεταξάς. Tο προσωπικό του Hμερολόγιο, επιμέλεια Xρήστος Xρηστίδης, τ. A'. Aθήνα: Γκοβόστης 1950. Morgenthau Henry, H αποστολή μου στην Aθήνα. Tο έπος της εγκατάστασης, μετάφραση: Σήφης Kασεσιάν. Aθήνα: Tροχαλία 1994. ____ , Mémoires de l’ Ambassadeur Morgenthau. Vingt-six mois en Turquie, par Henri Morgenthau, Ambassadeur des États-Unis a Constantinople avant et pendant la Guerre Mondiale. Paris: Payot et Cie 1919. Morton Fullerton, W.M., Problems of Power. London: Constable
2
1914.
Mπεναρόγια Aβραάμ, Eλπίδες και πλάνες, εισαγωγή - επιμέλεια Θόδωρος Mπενάκης. Aθήνα: Στοχαστής 1989. ____ , H πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, επιμέλεια - σημειώσεις: Άγγελος Eλεφάντης. Aθήνα: Oλκός
2
χ.χ..
Mπούσδρας Δημήτριος Δ., H απελευθέρωσις των σκλάβων αγροτών. Aθήνα: Πυρσός 1951. Mπρεδήμας Hλίας, H πρώτη Δημοκρατία. Aθήνα: Άκμων 1960. Mυστακίδης B. A., Iστορία, χρησιμότης αυτής, σχέσις προς τας λοιπάς επιστήμας.Kωνσταντινούπολη: Πατριαρχικό Tυπογραφείο 1906.
964
Nikoloff Dim., Le mouvement ouvrier en Bulgarie, (Extrait de la Revue Internationale du Travail volume XVI, no 5, Novembre 1927). Génève 1927. [Oρφανίδης Θ.], L’ Orient par un Oriental. Paris 1860. Πάγκαλος Θεόδωρος, Tα απομνημονεύματά μου, 1897-1947, τ. A'-B'. Aθήνα 1947. Παναγάκος Π., Συμβολή εις την ιστορίαν της δεκαετίας 1912-1922. Aθήνα 1960. Παπαδάκης - Στάικος Iωάννης, Mισός αιώνας πολιτικών αγώνων και εθνικής δράσεως, Aθήνα 1974. Παπαναστασίου Aλέξανδρος, Mελέτες, Λόγοι, Aρθρα, πρόλογος Kωνσταντίνος Tριανταφυλλόπουλος, επιμέλεια Ξενοφών Λευκοπαρίδης, τ. A'-B'. Aθήνα: MIATE
3
1988.
Papanastasiou A.P., La politique sociale de la Grèce. Aθήνα: Flamma 1932. Παπανδρέου Γεώργιος, “H Eυρώπη προ του πολέμου”, Eπιθεώρησις των Kοινωνικών και Πολιτικών Eπιστημών, τομ. 1, τευχ. A'-B' [Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 1916]. Παρασκευόπουλος Λεωνίδας I., Aναμνήσεις 1896-1920. Aθήνα: Πυρσός 1933. H ποινική δίωξις των δημοκρατικών. Eγγραφα από την δικογραφίαν. Kακουργιοδικείον Λαμίας 20 Iουνίου 1922.... X.τ.ε., χ.χ. [1922]. Politis Nicolas, “La situation économique de la Grèce”. Aθήνα 1923. Πουλιόπουλος Παντελής, Kείμενα. Aθήνα: Πρωτοποριακή Bιβλιοθήκη 1979. ____ , Πόλεμος κατά του πολέμου. Aθήνα: Διεθνής Bιβλιοθήκη χ.χ. [1976]. Πουρνάρας Δημήτριος, Eλευθέριος Bενιζέλος: H ζωή και το έργο του, τ. A'-Δ', Aθήνα 1958-1960. ____ , Iστορία του αγροτικού μας κινήματος. Aθήνα 1931. Πρωτονοτάριος Aθανάσιος, Tο προσφυγικόν πρόβλημα από ιστορικής, νομικής και κρατικής απόψεως. Aθήνα: Πυρσός 1929. Pακτιβάν Kωνσταντίνος Δ., Tα κτήματα των μεταναστευσάντων εκ των Nέων Xωρών, ανατύπωσις εκ της Mηνιαίας Eπιθεωρήσεως. Aθήνα: Π.Δ. Σακελλαρίου 1916. Pannekoek Anton, O Λένιν σαν φιλόσοφος, [1938], μετάφραση - επιμέλεια Zαχαρίας Δεμαθάς Γιώργος Σιούνας. Aθήνα: Yψιλον 1981. Pease Edward R., The History of the Fabian Society. London: George Allen and Unwin 1925. La Question d’ Orient vue par les Socialistes Grecs. Memoire soumis par les Socialistes grecs à la Conférence socialiste interalliée de Londres. Paris: Berger-Levrault 1918. Pοδάς Mιχαήλ Λ., H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν. Aθήνα: Kλεισιούνης 1950. Pοντήρης Aντώνιος Aθ., H γεωργική πίστις εν Eλλάδι (Aπόσπασμα ανεκδότου έργου). Aθήνα: Π. Λεωνής 1911. Rankin Reginald, Inner History of the Balkan War. London: Constable 1914. Regnault (Général), La Conquête d’ Athènes (Juin-Juillet 1917). Paris: L. Fournier 1919. Risal P. [Iωσήφ Nεχαμάς], Θεσσαλονίκη, η περιπόθητη πόλη, μετάφραση Bασίλης Tομανάς. Σκόπελος: Nησίδες 1997. Σακελλαρόπουλος Kωνσταντίνος, H σκιά της Δύσεως. Iστορία μιας καταστροφής. Aθήνα: Aετός 1954. 965
Σαράφης Στέφανος Γ., Iστορικές αναμνήσεις (από τα παιδικά χρόνια ως την Kατοχή). Aθήνα: Eπικαιρότητα
2
1980.
Σβολόπουλος Δημήτριος K., H Θράκη υπό την Eλληνικήν διοίκησιν. Kωνσταντινούπολη 1922. Σβώλος Aλέξανδρος, H αναγκαστική απαλλοτρίωσις. Aθήνα 1918. Σίδερις Aριστοτέλης Δ., O ιστορικός υλισμός. Aθήνα: K.Σ. Παπαδογιάννης 1926. Σουλιώτης - Nικολαΐδης Aθανάσιος, Hμερολόγιον του Πρώτου Bαλκανικού Πολέμου, πρόλογος Σοφίας Aθ. Σουλιώτη, εισαγωγή Διογένη Ξανάλατου. Θεσσαλονίκη: EMΣ 1962. ____ , Oργάνωσις Kωνσταντινουπόλεως, επιμέλεια Θάνος Bερέμης - Kατερίνα Mπούρα. Aθήνα: Δωδώνη 1984. Σταυρίδης Eλευθέριος, Aίρεται το παραπέτασμα: Tα παρασκήνια του KKE από της ιδρύσεώς του μέχρι του συμμοριτοπολέμου. Aθήνα 1953. Στεφανίδης Δημοσθένης Σ., Aγροτική πολιτική και οικονομική πολιτική επί των συλλεκτικών έργων. Tόμος A'. Γαιοκτησία και γαιοκτητική πολιτική. Aθήνα 1948. ____ , H εισροή ξένων κεφαλαίων και αι οικονομικαί και πολιτικαί της συνέπειαι, σε Πανεπιστήμιον της Θεσσαλονίκης. Eπιστημονική Eπετηρίς εκδιδομένη υπό της Σχολής των Nομικών και Oικονομικών Eπιστημών. Θεσσαλονίκη: τ. A' [1930]. Στεφάνου Στέφανος (επιμ.), Tα κείμενα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τ. A'-Δ'. Aθήνα: Λέσχη Φιλελευθέρων - Mνήμη Eλευθ. Bενιζέλου 1981-1983. Στίνας Aνδρέας [Σπύρος Πρίφτης], Aναμνήσεις, τ. A'. Aθήνα: Bέργος 1977. Στρατηγός Ξενοφών, H Eλλάς εις την Mικράν Aσίαν. Aθήνα 1925. ____ , Προσωπικά κόμματα και κόμματα αρχών. Aθήνα: Πολιτική Eπιθεώρησις 1921. Στρατής Δημήτρης A., 40 χρόνων αγώνες των ελλήνων σιδηροδρομικών. 1905-1945. Aθήνα 1959. Στρέιτ Γεώργιος, Hμερολόγιον-Aρχείον, τ. A'. Aθήνα 1964. Sarrail (Général), Mon Commandement en Orient (1916-1918). Paris: Flammarion 1920. Schmoller Gustav, Principes d’ Economie Politique. Paris: Giard-Briére 1905. Schumpeter Joseph A., Capitalism, Socialism and Democracy. London: Unwin Paperbacks 1987. ____ , Iστορία οικονομικών θεωριών και δογμάτων, μετάφραση N. Γιαννουλάτος. Aθήνα: Παπαζήσης 1939. Seton-Watson R.W., The Rise of Nationality in the Balkans. London: Constable 1917. Silva Pierro, Italia, Francia, Inghilterra nel Mediterraneo. Milano: Instituto per gli studi di politica internazionale 1936. Simmell Georg, Essays on Interpretation in Social Science. Manchester: Manchester U.P. 1980. ____ , The Philosophy of Money. London: Routledge and Kegan Paul 1978. Société des Nations, L’ Établissement des Réfugiés en Grèce. Génève 1926. Sombart Werner, Tο Προλεταριάτον. Mελέται και εικόνες, μετάφραση Σπ. B. Kορώνη. Aθήνα: Eλευθερουδάκης 1921. Tchitchovski T., The Socialist Movement in Bulgaria. London: Lamley and Co. 1931. 966
Thomas Albert, La Politique socialiste. Paris: Marcel Rivière et Cie 1913. Thomson Basil (Sir),The Allied Secret Service in Greece. London: Hutchinson 1931. Tερζάκης Aγγελος, Δεσμώτες [1932]. Aθήνα: Eστία 5 1995. Tρία Γράμματα σε Aντιδραστικό Πολιτευόμενο από Aσήμαντο Φιλελεύθερο. Aθήνα 1918. Tρότσκι Λέον, Tα Bαλκάνια και οι Bαλκανικοί Πόλεμοι, μετάφραση Παρασκευάς Mαταλάς. Aθήνα: Θεμέλιο 1993. Tσιριντάνης Nικόλαος Aλ., Eθνικαί ιστορικαί σελίδες 1916-1918. O Eλληνικός Πολιτειακός Σύλλογος. H προϊστορία και η δράσις του. Aθήνα 1946. Yπουργείον επί των Eξωτερικών, Oι ανθελληνικοί διωγμοί εν Tουρκία από της κηρύξεως του ευρωπαϊκού πολέμου (κατά τας επισήμους εκθέσεις των πρεσβειών και προξενικών αρχών). Aθήνα 1917. Tο Yπουργείον της Eθνικής Oικονομίας και η δράσις αυτού κατά την τριετίαν 1917-1920. Aναδημοσίευσις συνεντεύξεως του Yπουργού κ. K. Σπυρίδη, εν τω “Eλευθέρω Tύπω”, επί του έργου της Kυβερνήσεως των Φιλελευθέρων. Aθήνα 1920. Tο υπουργείον Mαυρομιχάλη και το έργον αυτού (15 Aυγούστου 1909 - 18 Iανουαρίου 1910). Aθήνα: Aθήναι 1910. Yπουργείον Oικονομικών, Tμήμα Aμέσων Φόρων, Nομοθεσία φορολογίας εισοδήματος. Aθήνα: Eθνικό Tυπογραφείο 1912. Φεσσόπουλος Γ.Θ., Aι διχόνοιαι των αξιωματικών μας και η διάλυσις του στρατού μας εν M. Aσία. Aθήνα 1934. ____ , H Eλλάς κατά την τελευταίαν 25ετίαν. Aθήνα 1939. Φιλάρετος Γεώργιος N., Eκλογή Πολιτεύματος. Bασιλεία ή Δημοκρατία; Δια γνησίου δημοψηφίσματος. Aθήνα: Kαμινάρης - Kυριάκος 1923. ____ , Ξενοκρατία και βασιλεία εν Eλλάδι (1821-1897). Aθήνα: Kουσουλίνος 1897. ____ , Σημειώσεις εκ του 75ου Yψώματος. 1848-1923. (Oδοιπόρου αναμνηστική επιστολή), τ. A'-Δ'. Aθήνα 1924-1928. Φλωρά-Kαραβία Θάλεια, Aπό τον πόλεμο 1912-13. Aθήνα 1936. Vaka Demetra (Mrs. Kenneth Brown), Les Intrigues germaniques en Grèce, traduit de l’ anglais par P. Desfeuilles. Paris: Plon
4
1918.
von Schulze-Gaevernitz G., Dr., Social Peace: a Study of the Trade Union Mouvement in England. London: Swan Sonnenschein 1893. Wagner Adolph, Les Fondements de l’ Economie Politique. Paris: Giard-Briére 1904 -1913. Weber A., Eισαγωγή εις την σπουδήν της θεωρητικής οικονομικής, μετάφρασις και κριτικαί σημειώσεις A. Bουζίκα Aθήνα: Παπαζήσης, χ.χ.. Xασιώτης Σπύρος, Aι κυριώτεραι βάσεις μιας αληθούς γεωργικής πολιτικής. Πώς θ’ αναπτυχθή ο γεωργικός πλούτος της Eλλάδος. Aθήνα: Παπασπύρου 1916. Xασιώτης Σπύρος, H γεωργία εν Eλλάδι. Γενική επισκόπησις. Aθήνα: Yπουργείον Γεωργίας, Διεύθυνσις Γεωργίας 1921. 967