Galileo Letter

  • July 2020
  • PDF

This document was uploaded by user and they confirmed that they have the permission to share it. If you are author or own the copyright of this book, please report to us by using this DMCA report form. Report DMCA


Overview

Download & View Galileo Letter as PDF for free.

More details

  • Words: 17,054
  • Pages: 30
ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΤΗΣ ΛΟΡΑΙΝΗΣ, ΜΕΓΑΛΗ ΔΟΥΚΙΣΑ ΤΗΣ ΤΟΣΚΑΝΗΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΧΡΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΚΩΝ ΧΩΡΙΩΝ ΣΕ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ [1615]

Ο Γαλιλαίος Γαλιλέι προς την Αυτού Εξοχότητα, τη Μεγάλη Δούκισα και Μητέρα: 1 Πριν από μερικά χρόνια, όπως γνωρίζει καλά η Εξοχότης σας, ανακάλυψα στους ουρανούς πολλά πράγματα που κανένας δεν τα είχε παρατηρήσει παλαιότερα. Το καινοφανές των πραγμάτων αυτών καθώς και ορισμένες συνέπειες της ανακάλυψής τους, οι οποίες έρχονταν σε αντίθεση με την κοινή αντίληψη περί φύσης που επικρατεί στους κύκλους των φιλοσόφων, ξεσήκωσαν εναντίον μου όχι μικρό αριθμό καθηγητών — σαν να είχα τοποθετήσει αυτά τα πράγματα στον ουρανό εγώ ο ίδιος, με σκοπό να αναστατώσω τη φύση και να ανατρέψω τις επιστήμες. Φαίνεται πως ξέχασαν ότι η αύξηση του αριθμού των γνώσεων αποτελεί κίνητρο για την έρευνα, την εδραίωση και την ανάπτυξη των τεχνών και όχι για τη συρρίκνωση ή την καταστροφή τους. Οι άνθρωποι αυτοί, δείχνοντας μεγαλύτερη προτίμηση για τη δική τους άποψη παρά για την αλήθεια, επιζητούσαν την απόρριψη και την άρνηση των νέων πραγμάτων, τα οποία, ωστόσο, θα επιβεβαιώνονταν από τις ίδιες τους τις αισθήσεις, εάν είχαν φροντίσει από μόνοι τους να τα διερευνήσουν. Για το σκοπό αυτό, εκτόξευσαν διάφορες κατηγορίες και δημοσίευσαν πολυάριθμα γραπτά γεμάτα άστοχα επιχειρήματα, περιέπεσαν δε στο βαρύτατο λάθος να τα διανθίσουν με χωρία από τη Βίβλο, τα οποία δεν είχαν κατανοήσει σωστά και τα οποία ήταν εντελώς ακατάλληλα για τους σκοπούς τους. Οι άνθρωποι αυτοί δεν θα είχαν, ίσως, διαπράξει τέτοιο σφάλμα εάν ελάμβαναν υπ’ όψιν μια ιδιαίτερα χρήσιμη συμβουλή του Αγίου Αυγουστίνου, σχετικά με τη δυνατότητά μας να διατυπώνουμε θετικές κρίσεις για πράγματα ασαφή, που είναι δύσκολο να τα κατανοήσει κάποιος με βάση μόνο τη λογική. Αναφερόμενος σε ένα συγκεκριμένο φυσικό συμπέρασμα σχετικά με τα ουράνια σώματα, έγραψε: «Έτσι λοιπόν, έχοντας πάντοτε κατά νου να τηρούμε με μεγάλη ευλάβεια την αρχή της μετριοφροσύνης, οφείλουμε να μην πιστεύουμε άκριτα όσα λέγονται σχετικά με κάποιο αμφισβητούμενο ζήτημα, που δεν έχει ξεκαθαριστεί πλήρως, γιατί μπορεί, από θετική προδιάθεση για το λάθος μας, να δείξουμε προκατάληψη απέναντι σε κάτι που αργότερα θα αποκαλυφθεί ότι, στην πραγματικότητα, δεν έρχεται κατά κανένα τρόπο σε αντίθεση με τα Ιερά Βιβλία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης». 2 Δεν πειράζει, έτσι κι αλλιώς το πέρασμα του χρόνου φανέρωσε σε όλους τις αλήθειες που είχα διατυπώσει. Και μαζί με την αλήθεια των γεγονότων, ήρθε στο φως η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη στάση εκείνων που απλά και δίχως προκατάληψη αρνήθηκαν να παραδεχτούν την αλήθεια των ανακαλύψεων και τη στάση εκείνων που συνδύασαν τη δυσπιστία τους με μια άφρονη προσωπική εμμονή. Οι άνθρωποι που διέθεταν μια σοβαρή γνώση της αστρονομίας και της φυσικής επιστήμης πείστηκαν αμέσως 1

Η Χριστίνα της Λορραίνης είναι η μητέρα του Μεγάλου Δούκα Κόζιμο II των Μεδίκων. Ο τίτλος της Μητέρας σημαίνει ότι πρόκειται για επίκληρο χήρα και συνοδεύει τον τίτλο της Δούκισας για να γίνεται η διάκριση από τη σύζυγο του κληρονόμου υιού. [Σ.τ.Μ.] 2 De Genesi ad literam, τέλος του δευτέρου βιβλίου. [Οι παραπομπές στα θεολογικά κείμενα έχουν ληφθεί από τις υποσημειώσεις του ίδιου του Γαλιλαίου.] 1

μόλις έλαβαν το πρώτο μου μήνυμα. Υπήρξαν κι άλλοι που αρνήθηκαν τις αλήθειες αυτές ή συνέχισαν να αμφιβάλλουν μόνο και μόνο λόγω της καινοφανούς και απρόσμενης μορφής τους, κι ακόμα επειδή δεν είχαν την ευκαιρία να διαπιστώσουν την ισχύ τους ιδίοις όμμασι. Τούτοι οι άνθρωποι, σταδιακά, ικανοποιήθηκαν. Άλλοι, όμως, εκτός από το ότι μένουν προσκολλημένοι στο αρχικό τους λάθος, επιθυμούν —κι εγώ δεν ξέρω για ποιους φανταστικούς λόγους— να παραμείνουν εχθρικοί όχι τόσο απέναντι στα υπό συζήτηση ζητήματα όσο απέναντι σ’ αυτόν που πραγματοποίησε τις ανακαλύψεις. Κι αφού δεν μπορούν πια να αρνηθούν την αλήθεια, οι άνθρωποι αυτοί καταφεύγουν σε μια πεισματική σιωπή· έχοντας όμως εξοργιστεί όσο ποτέ άλλοτε μ’ αυτά που γαλήνεψαν και καθησύχασαν άλλους ανθρώπους, στρέφουν τη σκέψη τους σε άλλες φαντασιοπληξίες και αναζητούν νέους τρόπους για να με βλάψουν. Κανονικά δεν θα έπρεπε να δίνω μεγαλύτερη σημασία σ’ αυτούς απ’ ότι σε όσους μέχρι πρότινος διαφωνούσαν μαζί μου —με τους οποίους πάντα γελούσα, όντας βέβαιος για το τελικό αποτέλεσμα— εάν δεν αντιλαμβανόμουν ότι στις νέες διαβολές και διώξεις τους όχι μόνο συνεχίζουν την προσπάθειά τους ν’ αποδείξουν ότι γνωρίζουν περισσότερα από εμένα (πράγμα που ελάχιστα μ’ ενδιαφέρει να διεκδικήσω), μα φτάνουν τόσο μακριά ώστε να μου καταλογίζουν κατηγορίες για εγκλήματα που θα έπρεπε να είναι, και είναι, τόσο απεχθή σε μένα όσο κι ο ίδιος ο θάνατος. Δεν μπορώ να αισθάνομαι ικανοποιημένος όταν ξέρω απλά ότι τούτη την αδικία την καταλαβαίνουν μόνο εκείνοι που γνωρίζουν αυτούς τους ανθρώπους κι εμένα, αφού όλα τούτα μάλλον δεν είναι γνωστά στον υπόλοιπο κόσμο. Οι άνθρωποι αυτοί, εμμένοντας στην αρχική τους απόφαση να καταστρέψουν εμένα και κάθε τι δικό μου με όλους τους τρόπους που μπορούν να σκεφτούν, έχουν ενημερωθεί για τις απόψεις μου γύρω από την αστρονομία και τη φιλοσοφία. Γνωρίζουν ότι, σε σχέση με τη διευθέτηση των μερών του σύμπαντος, θεωρώ ότι ο Ήλιος είναι ακίνητος στο κέντρο της περιστροφής των ουρανίων σφαιρών, ενώ η Γη γυρίζει γύρω από τον άξονά της και περιστρέφεται γύρω από τον Ήλιο. Γνωρίζουν, επίσης, ότι υποστηρίζω τη θέση αυτή όχι μόνο απορρίπτοντας τα επιχειρήματα του Πτολεμαίου και του Αριστοτέλη, αλλά διατυπώνοντας και πολλά αντεπιχειρήματα· κάποια από αυτά δε, σχετίζονται με φυσικά αποτελέσματα, οι αιτίες των οποίων δεν θα μπορούσαν ίσως να προσδιοριστούν με κανένα άλλο τρόπο. Επιπλέον, υπάρχουν αστρονομικά επιχειρήματα που προκύπτουν από πολλά σημεία των νέων ουράνιων ανακαλύψεών μου και τα οποία σαφώς αντικρούουν το Πτολεμαϊκό σύστημα, ενώ συμφωνούν θαυμάσια και επιβεβαιώνουν την αντίθεση υπόθεση. Οι άνθρωποι αυτοί, πιθανόν επειδή έχουν ενοχληθεί από την αποδεδειγμένη αλήθεια άλλων δικών μου προτάσεων που διαφέρουν από τις κοινά επικρατούσες αντιλήψεις, και ως εκ τούτου δεν τολμούν να αναπτύξουν την άμυνά τους παραμένοντας αποκλειστικά στο πεδίο της φιλοσοφίας, αποφάσισαν να θωρακίσουν τις σφαλερές απόψεις τους με το κάλυμμα που υποτίθεται ότι τους προσφέρει ο μανδύας της θρησκείας και η εγκυρότητα της Βίβλου. Με κρίση φτωχή, χρησιμοποιούν όλα αυτά για να ανασκευάσουν επιχειρήματα που δεν καταλαβαίνουν και δεν έχουν καν ακούσει. Κατ’ αρχήν επιδίωξαν να διαδώσουν την ιδέα ότι τέτοιες προτάσεις είναι γενικά αντίθετες προς τη Βίβλο, συνεπώς αιρετικές και καταδικαστέες. Γνωρίζουν, βέβαια, ότι είναι στη φύση του ανθρώπου να ενδιαφέρεται περισσότερο για καταστάσεις που δυναστεύουν τον πλησίον, όσο άδικα κι αν γίνεται αυτό, παρά για καταστάσεις από τις οποίες μπορεί κανείς να αντλήσει δίκαιη ενθάρρυνση. Ως εκ τούτου, δεν δυσκολεύτηκαν να βρουν ανθρώπους για να κηρύξουν με ασυνήθιστη πειθώ, ακόμα κι από τον άμβωνα, ότι η νέα θεωρία είναι βλάσφημη και αιρετική, βλάπτοντας έτσι άνομα και αλόγιστα όχι 2

μόνο την ίδια τη θεωρία και τους οπαδούς της αλλά επίσης τα Μαθηματικά και και τους Μαθηματικούς εν γένει. Έπειτα, ξεθάρρεψαν και ελπίζοντας (μάταια, ωστόσο) ότι ο σπόρος αυτός, που στην αρχή βλάστησε στη γεμάτη υποκρισία σκέψη τους, θα έβγαζε κλωνάρια και θ’ ανέβαινε μέχρι τον ουρανό, άρχισαν να διαδίδουν τη φήμη ότι όπου να ‘ναι η θεωρία αυτή θα καταδικαστεί από την ανώτατη αρχή. Γνωρίζουν, επίσης, ότι η επίσημη καταδίκη όχι μόνο θα οδηγήσει στην απαγόρευση των δύο προτάσεων που ανέφερα, αλλά θα καταστήσει παράνομες και όλες τις άλλες αστρονομικές και φυσικές διατυπώσεις και παρατηρήσεις που έχουν κάποια αναγκαία σχέση ή σύνδεση με αυτές. Για να διευκολύνουν τα σχέδιά τους επιδιώκουν, όσο είναι δυνατό, να παραστήσουν (τουλάχιστον στους απλούς ανθρώπους) ότι τούτες οι ιδέες είναι καινούργιες και ανήκουν αποκλειστικά σε μένα. Υποκρίνονται ότι δεν γνωρίζουν πως συγγραφέας τους, ή μάλλον αυτός που τις αποκατέστησε και τις επιβεβαίωσε, ήταν ο Νικόλαος Κοπέρνικος, κι ότι αυτός δεν ήταν απλά Καθολικός, αλλά ήταν επίσης και κληρικός. Ετύγχανε δε, τόσο μεγάλης εκτίμησης από την εκκλησία, που όταν η Σύνοδος του Λατερανού υπό τον Λέοντα Ι’ 3 αποφάσισε να προβεί στη διόρθωση του εκκλησιαστικού ημερολογίου, ο Κοπέρνικος εκλήθη από το πιο απομακρυσμένο μέρος της Γερμανίας στη Ρώμη για να αναλάβει τη μεταρρύθμισή του. Την εποχή εκείνη, το ημερολόγιο παρουσίαζε προβλήματα επειδή δεν ήταν επακριβώς γνωστή η διάρκεια του έτους και του σεληνιακού μήνα. Ο Επίσκοπος της Φοσομπρόν, 4 που είχε αναλάβει τότε το ζήτημα αυτό, ανέθεσε στον Κοπέρνικο να εξετάσει και να προσδιορίσει με μεγαλύτερη ακρίβεια τις ουράνιες κινήσεις μελετώντας και εργαζόμενος συστηματικά για το σκοπό αυτό. Έτσι, λοιπόν, εκείνος, με ηράκλειο σθένος, έθεσε τη θαυμαστή ευφυία του στην υπηρεσία του έργου αυτού, με αποτέλεσμα να πραγματοποιήσει τόσο μεγάλη πρόοδο σε τούτη την επιστήμη και να οδηγήσει τη γνώση μας για τις ουράνιες κινήσεις σε τέτοιο βαθμό ακρίβειας, ώστε έγινε ονομαστός αστρονόμος. Από την εποχή εκείνη, όχι μόνο το ημερολόγιο ρυθμίστηκε σύμφωνα με τα συμπεράσματά του αλλά φτιάχτηκαν και πίνακες όλων των κινήσεων των πλανητών. Αφού συνόψισε το σύστημά του σε έξι βιβλία, τα εξέδωσε κατόπιν αιτήσεως του Καρδιναλίου της Κάπουα 5 και του Επισκόπου της Κουλμ. 6 Και αφού είχε αναλάβει αυτό το επίμοχθο έργο με εντολή του ανωτάτου ποντίφικος, αφιέρωσε το βιβλίο του Περί της περιστροφής των Ουρανίων Σφαιρών στον Πάπα Παύλο Γ’. 7 Όταν τυπώθηκε, το βιβλίο έγινε αποδεκτό από την Αγία Εκκλησία, διαβάστηκε δε και μελετήθηκε από 3

Ο Γαλιλαίος αναφέρεται στην πέμπτη Σύνοδο του Λατερανού (1512-1517) που συνεκλήθη από τον πάπα Ιούλιο Β’ με αφορμή τη ρήξη μεταξύ Ρώμης και του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου ΙΒ’. Η Σύνοδος συνεχίστηκε υπό τον πάπα Λέοντα Ι’. [Σ.τ.Μ.] 4 Πρόκειται για τον Παύλο του Μίντελμπουργκ (Middelburg) (1445-1533). [Σ.τ.Μ.] 5 Ο Καρδινάλιος της Κάπουα είναι ο Νικόλαος Σένμπεργκ (Schoenberg) (1472-1537) ο οποίος απηύθηνε το 1536 επιστολή στον Κοπέρνικο ενθαρρύνοντάς τον να κοινοποιήσει τις ιδέες του. [Σ.τ.Μ.] 6 Πρόκειται για τον Τίντεμαν Γκίζε (Tiedemann Giese) (1480- 1550), πολωνό φίλο του Κοπέρνικου. [Σ.τ.Μ.] 7 Ο Edward Rosen, επιμελητής της αγγλικής έκδοσης του έργου του Κοπέρνικου (On the Revolutions, Johns Hopkins University Press, Βαλτιμόρη και Λονδίνο, 1992) σημειώνει ότι σύμφωνα με κάποιες ενδείξεις ο πρόλογος του Κοπέρνικου, όπου υπάρχει η αφιέρωση στον Πάπα, γράφτηκε σε διαφορετική στιγμή από το υπόλοιπο έργο και έφτασε στο τυπογραφείο αφού είχε αρχίσει η εκτύπωση του βιβλίου. Πέρα από την καθαρά φιλολογική της σημασία η παρατήρηση αυτή τεκμηριώνει ότι στο συγκεκριμένο σημείο υπάρχει παρανόηση από την πλευρά του Γαλιλαίου. Οι ενδείξεις στις οποίες αναφέρεται ο Rosen δεν ήταν γνωστές της εποχή του Γαλιλαίου αλλά είναι βέβαιο ότι ο Κοπέρνικος δεν έγραψε το έργο κατόπιν εντολής του ποντίφηκα· επίσης δεν είναι γνωστό ποια ήταν η πραγματική αντίδραση του Πάπα στην αφιέρωση και εν γένει στο περιεχόμενο του έργου. [Σ.τ.Μ.] 3

όλους χωρίς ποτέ να διανοηθεί κάποιος να διατυπώσει την παραμικρή αντίρρηση για την θεωρία που εκτίθετο σ’ αυτό. Και μολονότι τώρα έχει πλέον φανεί ότι τα πασίδηλα εμπειρικά γεγονότα και οι αναγκαίες αποδείξεις είναι γερά θεμελιωμένες, υπάρχουν άτομα πρόθυμα να στερήσουν το συγγραφέα από τις τιμές που του αξίζουν χωρίς να πολυασχοληθούν με το περιεχόμενο του βιβλίου του, και να του προσάψουν τον επονείδιστο χαρακτηρισμό του αιρετικού. Κι όλα αυτά θα τα έκαναν απλώς για να εκδηλώσουν τη δυσαρέσκεια που τρέφουν, χωρίς καμία αιτία, απέναντι σ’ έναν άλλο άνθρωπο, που η μόνη σχέση του με τον Κοπέρνικο είναι ότι επιδοκιμάζει τη διδασκαλίας του. Τώρα λοιπόν, μπροστά στις ψεύτικες συκοφαντίες που εκείνοι τόσο άδικα μου προσάπτουν, θεωρώ απαραίτητο να δικαιωθώ στα μάτια όλων των ανθρώπων των οποίων την κρίση σε ζητήματα θρησκείας και τιμής έχω σε μεγάλη εκτίμηση. Για το σκοπό αυτό, θα προχωρήσω στην εξέταση των επιμέρους ζητημάτων που επικαλούνται τούτοι οι άνθρωποι για να καταστήσουν την άποψη αυτή απεχθή και να μπορέσουν να την καταδικάσουν όχι απλώς ως εσφαλμένη αλλά και ως αιρετική. Για να το πετύχουν αυτό, θωρακίζονται πίσω από τον υποκριτικό τους ζήλο για τη θρησκεία. Ασχολούνται με τα θέματα αυτά επικαλούμενοι τη Βίβλο, που υποτίθεται ότι εξυπηρετεί τους δόλιους σκοπούς τους. Σε αντίθεση με το πνεύμα της Βίβλου και με τις προθέσεις των Αγίων Πατέρων, πιστεύω, επικαλούνται την αυθεντία τους ακόμη και σε καθαρώς φυσικά ζητήματα —όπου η πίστη δεν έχει θέση— και επιχειρούν να μας κάνουν να εγκαταλείψουμε τη λογική και την προφάνεια των αισθήσεών μας στο όνομα κάποιων βιβλικών χωρίων, μολονότι κάτω από το επιφανειακό τους νόημα, τα χωρία αυτά μπορεί να έχουν ένα διαφορετικό πνεύμα. Ελπίζω να αποδείξω ότι εγώ ενεργώ με πολύ μεγαλύτερη ευλάβεια απ’ ό,τι εκείνοι, όταν ισχυρίζομαι όχι ότι τούτο το βιβλίο δεν πρέπει να καταδικαστεί, αλλά ότι δεν πρέπει να καταδικαστεί με τον τρόπο που εκείνοι προτείνουν, δηλαδή, χωρίς να το κατανοήσουν, χωρίς να το ζυγίσουν κι ακόμη, χωρίς καλά-καλά να το διαβάσουν. Διότι ο Κοπέρνικος ποτέ δεν πραγματεύεται ζητήματα θρησκείας ή πίστης, ούτε χρησιμοποιεί επιχειρήματα που καθ’ οιονδήποτε τρόπο σχετίζονται με την αυθεντία των Ιερών Γραφών, στις οποίες θα μπορούσε να δώσει λανθασμένη ερμηνεία. Εμμένει πάντοτε στα φυσικά συμπεράσματα που αφορούν τις ουράνιες κινήσεις, και το κάνει αυτό μέσω αστρονομικών και γεωμετρικών αποδείξεων που θεμελιώνονται πρωτίστως στην εμπειρική αίσθηση και τις πολύ ακριβείς παρατηρήσεις. Δεν αγνοεί τη Βίβλο, αλλά γνωρίζει πολύ καλά ότι σε περίπτωση που η θεωρία του αποδειχτεί, δεν μπορεί να έρθει σε σύγκρουση με τις Γραφές, εάν αυτές κατανοηθούν σωστά. Έτσι λοιπόν, στο τέλος της αφιέρωσης που απευθύνει στον Πάπα, γράφει: «Ίσως να υπάρξουν ορισμένοι λογοκόποι που θα ισχυριστούν ότι είναι κριτές της αστρονομίας —μολονότι παντελώς αδαείς περί του θέματος— και θα τολμήσουν, διαστρέφοντας ορισμένα χωρία των Γραφών για τους δικούς τους σκοπούς, να βρουν ψεγάδια στο εγχείρημά μου και να το κατηγορήσουν. Τους αγνοώ και περιφρονώ την κριτική τους ως αβάσιμη. Διότι είναι γνωστό ότι ο Λακτάντιος, 8 ένας κατά τα άλλα λαμπρός συγγραφέας, που όμως ελάχιστη σχέση είχε με την αστρονομία, μιλάει με αρκετή αφέλεια για το σχήμα της Γης όταν χλευάζει εκείνους που ισχυρίστηκαν ότι η Γη είναι σφαιρική. Επομένως, οι άνθρωποι των γραμμάτων δεν θα πρέπει να εκπλαγούν, εάν τέτοιου είδους άνθρωποι με γελοιοποιήσουν με παρόμοιο τρόπο. Η αστρονομία είναι

8

Lucius Lactantius (260-340). Συγγραφέας της πρώτης περιόδου του Χριστιανισμού. [Σ.τ.Μ.] 4

γραμμένη για τους αστρονόμους. 9 Αυτοί θα καταλάβουν, πιστεύω, ότι το έργο μου αποτελεί επίσης και κάποιου είδους συνεισφορά στην Εκκλησία, της οποία σήμερα προΐσταται η Αγιότης Σας». 10 Τέτοιοι, λοιπόν, είναι οι άνθρωποι που μάχονται να μας πείσουν ότι ένας συγγραφέας σαν τον Κοπέρνικο μπορεί να καταδικαστεί χωρίς να διαβαστεί, και οι οποίοι αντλούν επιχειρήματα από την αυθεντία της Βίβλου, των θεολόγων και των εκκλησιαστικών συμβουλίων, προκειμένου να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι αυτό δεν είναι μόνο θεμιτό αλλά και αξιέπαινο. Δεδομένης της πεποίθησής μου ότι όλα τα παραπάνω αποτελούν φορείς ανώτατης αυθεντίας, θεωρώ, πράγματι, καθαρό θράσος το να διαφωνήσει κανείς μαζί τους — στο βαθμό που εξυπηρετούν τους σκοπούς της Αγίας Εκκλησίας. Δεν πιστεύω, ωστόσο, πως είναι λάθος να το δηλώσουμε ανοιχτά, εάν έχουμε τη βάσιμη υποψία ότι κάποιοι επιθυμούν, για προσωπικούς λόγους, να παρουσιάσουν και να χρησιμοποιήσουν την αυθεντία αυτή για σκοπούς εντελώς διαφορετικούς από τις ιερές προθέσεις της Αγίας Εκκλησίας. Για το λόγο αυτό δηλώνω (και πιστεύω ότι η ειλικρίνειά μου θα φανεί στη συνέχεια) ότι όχι μόνο σκοπεύω να αποποιηθώ και να αποκηρύξω χωρίς ενδοιασμό τυχόν λάθη στα οποία θα περιπέσω στην πορεία της συζήτησης αυτής από άγνοια για θέματα σχετικά με τη θρησκεία, αλλά και ότι δεν επιθυμώ να εμπλακώ σε διαμάχες για τα ζητήματα αυτά με κανέναν, ακόμη και πάνω σε σημεία που είναι αμφισβητήσιμα. Ο σκοπός μου είναι τούτος μόνο: εάν, ανάμεσα στα λάθη από τα οποία μπορεί να είναι γεμάτη αυτή η πραγμάτευση ζητημάτων για τα οποία δεν έχω καμμία αρμοδιότητα, υπάρχει κάτι που μπορεί να βοηθήσει την Αγία Εκκλησία να λάβει μια απόφαση σχετικά με το Κοπερνίκειο σύστημα, ας το πάρουν και ας το χρησιμοποιήσουν όπως νομίζουν καλύτερα οι ανώτεροι. Κι αν όχι, ας σκίσουν και ας κάψουν το βιβλίο μου, καθώς εγώ ποτέ δεν επιδίωξα ούτε θέλησα να αποκομίσω απ’ αυτό κάποιο όφελος που να μην είναι σύμφωνο με τα ευσεβή ήθη και την Καθολική Εκκλησία. Μολονότι δε, πολλά από τα πράγματα που θα αποδοκιμάσω τα έχω ακούσει με τα ίδια μου τ’ αυτιά, θα κάνω την παραχώρηση σ’ εκείνους που τα είπαν να θεωρήσω ότι δεν ειπώθηκαν ποτέ, αν αυτό είναι που επιθυμούν, και θα ομολογήσω ότι εγώ ο ίδιος έκανα λάθος. Επομένως, κάθε απάντηση που θα διατυπώσω ας θεωρηθεί ότι απευθύνεται όχι σ’ εκείνους αλλά σε οποιονδήποτε έχει παρόμοιες απόψεις. Ο λόγος που επικαλούνται για να καταδικάσουν την άποψη πως η Γη κινείται κι ο Ήλιος μένει ακίνητος είναι ότι σε πολλά σημεία στη Βίβλο μπορεί κανείς να διαβάσει ότι ο Ήλιος κινείται και η Γη μένει ακίνητη. Εφ’ όσον, λοιπόν, δεν υπάρχει περίπτωση να σφάλλει η Βίβλος, συνεπάγεται αναγκαστικά ότι λαθεμένη και αιρετική είναι η άποψη όσων υποστηρίζουν ότι ο Ήλιος είναι από τη φύση του ακίνητος και η Γη κινείται. Όσον αφορά το επιχείρημα αυτό, θεωρώ κατ’ αρχήν ότι αποτελεί πράξη σωφροσύνης και ευλάβειας το να πούμε και να επιβεβαιώσουμε πως η Ιερή Βίβλος δεν μπορεί παρά να γράφει την αλήθεια — ανεξάρτητα από το πώς γίνεται κατανοητό το πραγματικό της νόημα. Πιστεύω, όμως, ότι κανείς δεν θ’ αρνηθεί πως το περιεχόμενό της συχνά είναι πολύ δυσνόητο και μπορεί να αναφέρεται σε πράγματα που απέχουν αρκετά από αυτό που δηλώνουν οι λέξεις. Συνεπώς, εάν περιορίζεται κανείς πάντοτε στην κυ9

Το απόσπασμα που παρατίθεται είναι από τη αγγλική μετάφραση του «De Revolutionibus...» του Edward Rosen. Η μεταγραφή του Γαλιλαίου παρουσιάζει μια μικρή διαφορά με το κείμενο αυτό, η οποία μπορεί να είναι ενδεικτική των προθέσεών του: Ο Λακτάντιος αναφέρεται ως μέτριος μαθηματικός —όχι αστρονόμος— και η φράση «η αστρονομία είναι γραμμένη για τους αστρονόμους» αναφέρεται παραλλαγμένη: «τα μαθηματικά είναι γραμμένα για τους μαθηματικούς». [Σ.τ.Μ.] 10 De Revolutionibus, f. iiii. 5

ριολεκτική απόδοση του νοήματος κατά την ερμηνεία της Βίβλου, κινδυνεύει να πέσει σε λάθη. Με τον τρόπο αυτό, μπορεί να αποδώσει στη Βίβλο όχι μόνο αντιφάσεις και προτάσεις που απέχουν πολύ από την αλήθεια, αλλά ακόμη μωρίες και σοβαρές αιρέσεις. Έτσι, θα ήμασταν υποχρεωμένοι να θεωρήσουμε ότι ο Θεός έχει πόδια, χέρια και μάτια, καθώς επίσης σωματικές ιδιότητες και ανθρώπινα συναισθήματα, όπως θυμό, μεταμέλεια, μίσος, ενώ μερικές φορές δείχνει να λησμονά τα περασμένα και να αγνοεί τα μελλούμενα. Προτάσεις που διατυπώθηκαν από το Άγιο Πνεύμα καταγράφηκαν μ’ αυτό τον τρόπο στις Ιερές Γραφές για να προσαρμοστούν στις δυνατότητες των απλών ανθρώπων, που είναι άξεστοι και αμαθείς. Είναι ανάγκη όμως, για χάρη εκείνων που ξεχωρίζουν από την αγέλη, να ερμηνευθεί από σοφούς σχολιαστές το αληθινό νόημα των χωρίων αυτών και να εξηγηθούν οι ιδιαίτεροι λόγοι για τους οποίους καταγράφηκαν με τα συγκεκριμένα λόγια. Η αντίληψη αυτή είναι πολύ διαδεδομένη και απολύτως αποδεκτή στους θεολογικούς κύκλους, ώστε θα ήταν περιττό να επικαλεστούμε την όποια απόδειξη γι’ αυτό. Ως εκ τούτου, πιστεύω πως είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι κάθε φορά που η Βίβλος αναφέρεται σε κάποια φυσικά ζητήματα (ιδιαίτερα εκείνα που είναι ασαφή και δυσνόητα) γίνεται προσπάθεια να αποφευχθεί η δημιουργία σύγχυσης στα μυαλά των απλών ανθρώπων, διότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει τη δυσπιστία τους και απέναντι στα υψηλότερα μυστήρια. Η Βίβλος, λοιπόν, μόνο και μόνο για να ανταποκριθεί στις περιορισμένες ικανότητες των απλών ανθρώπων, δεν δίστασε να συσκοτίσει ορισμένες πολύ σημαντικές ρήσεις αποδίδοντας στον ίδιο το Θεό ιδιότητες που δεν έχουν καμμία σχέση (και μάλιστα έρχονται σε αντίθεση) με την ουσία Του. Ποιος, επομένως, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δεν ισχύει αυτή η αρχή, και ότι η Βίβλος περιορίζεται αυστηρά στην καθαρή και ακριβή σημασία των λέξεών της όταν μιλάει απλοϊκά για τη Γη, τα ύδατα, τον Ήλιο ή κάθε άλλο δημιούργημα; Ιδιαίτερα δε, αν λάβει κανείς υπ’ όψιν ότι τα πράγματα αυτά δεν σχετίζονται σε καμία περίπτωση με τον πρωταρχικό σκοπό των Ιερών Γραφών, που είναι να υπηρετούν το Θεό και να συμβάλλουν στη σωτηρία της ψυχής — ζητήματα απείρως απέχοντα από τις δυνατότητες κατανόησης των απλών ανθρώπων. Με δεδομένα τα παραπάνω, νομίζω ότι κατά τη συζήτηση φυσικών προβλημάτων οφείλουμε να μην ξεκινάμε από την αυθεντία των ιερών κειμένων αλλά από την εμπειρική αίσθηση και τις αναγκαίες αποδείξεις. Διότι η Ιερή Βίβλος και τα φαινόμενα της φύσης εκπορεύονται εξίσου από το θείο Λόγο, η πρώτη καθ’ υπαγόρευσιν του Αγίου Πνεύματος και τα δεύτερα ως αυστηρή εκτέλεση των εντολών του Θεού. Η Βίβλος, προκειμένου να προσαρμοστεί στις δυνατότητες κατανόησης του κάθε ανθρώπου, είναι αναγκασμένη να αναφέρεται σε πολλά πράγματα που, αν ληφθούν με την κυριολεκτική τους σημασίο, φαίνονται να μην έχουν σχέση με την απόλυτη αλήθεια. Από την άλλη, όμως, η Φύση είναι ανελέητη και αναλλοίωτη· ποτέ δεν παραβιάζει τους νόμους που έχουν τεθεί σ’ αυτήν ούτε ενδιαφέρεται καθόλου εάν τα δυσνόητα αίτια και οι τρόποι βάσει των οποίων λειτουργεί γίνονται κατανοητοί από τους ανθρώπους. Γι’ αυτό, φαίνεται ότι κανένα φυσικό συμπέρασμα απ’ όσα μας αποκαλύπτει η εμπειρική αίσθηση ή μας φανερώνουν οι αναγκαίες αποδείξεις δεν πρέπει να τίθεται σε αμφισβήτηση (και πολύ λιγότερο να καταδικάζεται) βάσει της μαρτυρίας βιβλικών χωρίων, που μπορεί να κρύβουν κάποιο διαφορετικό νόημα πίσω από τις λέξεις τους. Διότι η Βίβλος δεν δεσμεύεται σε κάθε της έκφραση από συνθήκες τόσο αυστηρές όσο εκείνες που διέπουν όλα τα φυσικά φαινόμενα. Ούτε κι ο Θεός αποκαλύπτεται με λιγότερη τελειότητα στις πράξεις της Φύσης απ’ ό,τι στον ιερό λόγο της Βίβλου. Ίσως αυτό να εννοούσε ο Τερ-

6

τουλιανός 11 με τα παρακάτω λόγια: Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι γνωρίζουμε το Θεό πρώτα διαμέσου της Φύσης και μετά ξανά, και πιο συγκεκριμένα, διαμέσου του δόγματος. Η Φύση αποκαλύπτει τα έργα Του και το δόγμα αποκαλύπτει το λόγο Του. 12 Λέγοντας αυτό δεν υπαινίσσομαι ότι δεν χρειάζεται να τρέφουμε εξαιρετικό σεβασμό για τα κείμενα των Ιερών Γραφών. Αντιθέτως, αφού φτάσουμε σε κάποιες βεβαιότητες σχετικά με τη φυσική, οφείλουμε να τις χρησιμοποιήσουμε ως το πλέον κατάλληλο μέσο για την ορθή παρουσίαση της Βίβλου και για την έρευνα των νοημάτων εκείνων που περιέχονται αναγκαστικά σ’ αυτήν, διότι τα νοήματα αυτά πρέπει να συμφωνούν με τις αποδεδειγμένες αλήθειες. Θα έλεγα λοιπόν, ότι η αυθεντία της Βίβλου σκοπό έχει να πείσει τον άνθρωπο για τις προτάσεις και τους κανόνες της πίστης που, επειδή ξεπερνούν την ανθρώπινη νόηση, δεν θα μπορούσαν να γίνουν πιστευτοί ούτε μέσω της επιστήμης ούτε με κανένα άλλο τρόπο, παρά μόνο δια στόματος του ιδίου του Αγίου Πνεύματος. Επιπλέον, ακόμη και όταν πρόκειται για προτάσεις που δεν αφορούν ζητήματα πίστης, η αυθεντία αυτή θα πρέπει να υπερισχύει έναντι όλων όσων έχουν γραφτεί από ανθρώπινο χέρι, αν αυτά αποτελούν σκέτους ισχυρισμούς ή πιθανολογικά επιχειρήματα και δεν εκτίθενται με αποδεικτικό τρόπο. Θεωρώ ότι τούτο είναι αναγκαίο και ορθό στο βαθμό που η θεϊκή σοφία υπερβαίνει κάθε ανθρώπινη κρίση και εικασία. Αλλά δεν αισθάνομαι υποχρεωμένος να πιστέψω ότι ο ίδιος ο Θεός που μας προίκισε με αισθήσεις, με λογική και με ευφυία θέλησε να αγνοήσει τη χρήση τους και να μας προσφέρει τη γνώση που θα μπορούσαμε να αποκτήσουμε μέσω αυτών με διαφορετικό τρόπο. Δεν θα είχε, βέβαια, την απαίτηση από μας να αρνηθούμε τις αισθήσεις και τη λογική σε σχέση με τα φυσικά φαινόμενα που η άμεση εμπειρία ή οι αναγκαίες αποδείξεις φανερώνουν στα μάτια και το νου μας. Αυτό θα πρέπει να ισχύει ιδιαίτερα στις επιστήμες εκείνες για τις οποίες υπάρχουν στη Βίβλο ελάχιστα στοιχεία (και αυτά με μορφή συμπερασμάτων). Για την αστρονομία, λόγου χάριν, υπάρχουν τόσο λίγα στοιχεία ώστε δεν αναφέρεται κανείς απ’ τους πλανήτες, εκτός από τον Ήλιο, τη Σελήνη και, μία ή δύο φορές, την Αφροδίτη κι αυτή με το όνομα «Εωσφόρος». 13 Εάν οι Ιερές Γραφές είχαν την πρόθεση να διδάξουν στους ανθρώπους τη συγκεκριμένη διευθέτηση και τις κινήσεις των ουρανίων σωμάτων ή εάν ήθελαν να συναγάγουμε τη γνώση αυτή από τη Βίβλο, τότε κατά τη γνώμη μου δεν θα μιλούσαν για τα ζητήματα αυτά με τόση φειδώ σε σχέση με την απειρία των θαυμαστών συμπερασμάτων τα οποία έχει να επιδείξει η επιστήμη αυτή. Για να μην παραστήσουν ότι μας διδάσκουν τη σύσταση και τις κινήσεις των ουρανών και των αστέρων, τα σχήματα, τα μεγέθη και τις αποστάσεις τους, οι συγγραφείς της Βίβλου απέφυγαν ηθελημένα να μιλήσουν για τούτα τα πράγματα, παρ’ όλο που ήταν όλα γνωστά σ’ αυτούς. Αυτή είναι και η γνώμη των αγιοτέρων και πιο μορφωμένων Πατέρων· στον Άγιο Αυγουστίνο δε, βρίσκουμε τα ακόλουθα λόγια: 14 11

Quintus Tertullian (160-230). Θεολόγος της πρώτης περιόδου του Χριστιανισμού. Αν και ορισμένες ρήσεις του έγιναν παροιμιώδεις, έχει διατυπώσει και απόψεις που απέχουν από το Χριστιανικό δόγμα. [Σ.τ.Μ.] 12 Adversus Marcionem, ii, 18 13 «Εωσφόρος» είναι μία από τις ονομασίες της Αφροδίτης και σημαίνει το αστέρι που προαναγγέλλει την έλευση της αυγής. [Σ.τ.Μ.] 14 De Genesi ad literam, ii, 9. 7

Παρομοίως, τίθεται συχνά το ερώτημα τι θα έπρεπε να πιστεύουμε για τη μορφή και το σχήμα των ουρανών σύμφωνα με τις Γραφές, γιατί πολλοί φιλονικούν για τα ζητήματα αυτά. Αλλά με εξαιρετική ευσέβεια, οι συγγραφείς μας απέφυγαν να μιλήσουν γι’ αυτά, διότι δεν προσφέρουν στο μελετητή κανένα επιπλέον στοιχείο που να αφορά τον ευλαβικό βίο και —ακόμη σημαντικότερο— διότι έτσι θα καταναλωνόταν μεγάλο μέρος του χρόνου που προορίζεται για την άσκηση των ιερών καθηκόντων. Τι σημασία έχει για μένα αν ο ουρανός μοιάζει με σφαίρα που περιβάλλει τη Γη απ’ όλες τις πλευρές σαν να ήταν μια μάζα που αιωρείται στο κέντρο του σύμπαντος ή αν μοιάζει με δίσκο που σκεπάζει τη Γη από τη μια πλευρά; Εφόσον το ζήτημα που μας απασχολεί είναι η αυθεντία των Γραφών θα επαναλάβω μια θέση την οποία έχω διατυπώσει περισσότερες από μία φορές: Δεν πρέπει να ξεγελιέται κανείς όταν ανακαλύπτει στη Βίβλο ή συνάγει από αυτή κάτι το οποίο μοιάζει να αντιτίθεται σε αποδεδειγμένα συμπεράσματα, και να αρχίζει, λόγω άγνοιας των ιερών κειμένων, να αμφισβητεί την αλήθεια τους ακόμη και στις περιπτώσεις που αναφέρουν, ορίζουν και διδάσκουν ζητήματα πολύ σημαντικότερα. Με δυο λόγια, όσον αφορά τη μορφή του ουρανού οι συγγραφείς μας γνώριζαν την αλήθεια αλλά το Άγιο Πνεύμα δεν επιθυμούσε να μάθει ο άνθρωπος πράγματα που δεν έχουν καμμία χρησιμότητα για τη σωτηρία της ψυχής. 15 Το γεγονός ότι αυτοί οι ιεροί συγγραφείς απαξιούν να ασχοληθούν με αντιλήψεις που αφορούν τα ουράνια σώματα επισημαίνεται και πάλι από τον Άγιο Αυγουστίνο στο επόμενο κεφάλαιό του. Στην ερώτηση λοιπόν εάν πρέπει να πιστέψουμε ότι ο ουρανός κινείται ή μένει ακίνητος, γράφει: Μερικοί αδελφοί διατυπώνουν ένα ερώτημα που αφορά την κίνηση του ουρανού, εάν δηλαδή ο ουρανός είναι σταθερός ή κινείται. Εάν κινείται, λένε, τότε πώς είναι δυνατόν να μιλάμε για στερέωμα; Εάν πάλι μένει ακίνητος, πώς είναι δυνατόν τα αστέρια, που θεωρούμε ότι είναι στερεωμένα πάνω του, να κινούνται κυκλικά από την ανατολή προς τη δύση, αυτά δε που βρίσκονται πιο βόρεια να διαγράφουν μικρότερους κύκλους κοντά στον πόλο, έτσι ώστε ο ουρανός (εάν υπάρχει και άλλος πόλος άγνωστος σε μας) να μοιάζει ότι περιστρέφεται γύρω από κάποιο άξονα, ή (εάν δεν υπάρχει άλλος πόλος) να μας δίνει την εντύπωση ότι κινείται σαν δίσκος; Στους ανθρώπους αυτούς απαντώ ότι απαιτείται μια πολύ λεπτή και εμβριθής αιτιολόγηση για να μπορέσουμε να διαπιστώσουμε τι από τα δύο πραγματικά συμβαίνει. Όμως, ούτε υπάρχει χρόνος για τη μελέτη του ζητήματος αυτού ούτε βρίσκω ότι κάτι τέτοιο εμπίπτει στα καθήκοντα εκείνων στους οποίους επιθυμώ να διδάξω ουσιώδη ζητήματα που προσβλέπουν στη σωτηρία της ψυχής και τη χάρη της Αγίας Εκκλησίας. 16 Από τα παραπάνω προκύπτει ως αναγκαία συνέπεια ότι εφόσον το Άγιο Πνεύμα δεν είχε την πρόθεση να μας διδάξει ότι ο ουρανός κινείται ή ότι μένει ακίνητος, ούτε ότι το σχήμα του είναι σφαιρικό ή ομοιάζει με δίσκο ή εκτείνεται σε ένα επίπεδο, ούτε ότι η Γη βρίσκεται στο κέντρο του ή εκτός αυτού, τότε πολύ λιγότερο είχε την πρόθεση να διατυπώσει και οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο συμπέρασμα. Η δε κίνηση ή η ακινησία της Γης και του Ηλίου συνδέονται τόσο στενά με τα προαναφερθέντα, ώστε εάν δεν 15 16

Την ίδια άποψη συναντάμε και στο Βιβλίο των Προτάσεων του Πέτρου του Λομβαρδού. De Genesi ad literam, ii, 10. 8

υπάρξει οριστικό συμπέρασμα γι’ αυτές, δεν μπορεί να αποφασιστεί η αλήθεια καμίας από τις υπόλοιπες απόψεις. Έτσι λοιπόν, αν το Άγιο Πνεύμα σκόπιμα απέφυγε να μας διδάξει τέτοιου είδους αλήθειες επειδή δεν βρίσκονται σε συνάφεια με τον ύψιστο σκοπό (δηλαδή, τη σωτηρία της ψυχής μας) πώς μπορεί κάποιος να ισχυρίζεται ότι είναι υποχρεωτικό να πάρουμε τη μία ή την άλλη θέση απέναντι σ’ αυτές, και ότι η μία άποψη είναι σύμφωνη με την πίστη ενώ η άλλη είναι εσφαλμένη; Είναι δυνατόν μια άποψη να είναι αιρετική μολονότι δεν έχει καμία σχέση με τη σωτηρία της ψυχής; Μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι το Άγιο Πνεύμα παρέλειψε να μας διδάξει κάτι που αφορά τη σωτηρία της ψυχής μας; Θα αναφέρω, στο σημείο αυτό, κάτι που είπε ένας διαπρεπής αξιωματούχος της εκκλησίας: 17 «Πρόθεση του Αγίου Πνεύματος είναι να μας διδάξει την πορεία προς τον ουρανό και όχι την πορεία του ουρανού». Ας δούμε όμως ξανά σε ποιο βαθμό οι αναγκαίες αποδείξεις και η εμπειρική αίσθηση πρέπει να γίνονται σεβαστές κατά τη συναγωγή φυσικών συμπερασμάτων, καθώς και το κύρος που τους προσδίδουν οι άγιοι και μορφωμένοι θεολόγοι. Από εκατό περίπου μαρτυρίες επέλεξα την ακόλουθη: Πρέπει επίσης να είμαστε προσεκτικοί όταν αναφερόμαστε στο Μωυσή, ώστε να αποφεύγουμε εντελώς τις κατηγορηματικές αποφάνσεις για οτιδήποτε αντιφάσκει προς τη βεβαιωμένη εμπειρία και το λόγο της φιλοσοφίας ή των άλλων επιστημών. Διότι, εφ’ όσον κάθε αλήθεια βρίσκεται σε συμφωνία με όλες τις υπόλοιπες, δεν μπορεί η αλήθεια της Αγίας Γραφής να έρχεται σε αντίθεση με την αυστηρή λογική και τις εμπειρίες που στοιχειοθετούν την ανθρώπινη γνώση. 18 Στον δε Άγιο Αυγουστίνο διαβάζουμε: Αν κάποιος θέσει σε αντιπαράθεση την Αγία Γραφή με την καθαρή και αποδεδειγμένη λογική, τότε ο άνθρωπος αυτός δεν έχει επίγνωση του τι κάνει. Διότι, αντιτάσσει στην αλήθεια όχι το νόημα της Βίβλου, το οποίο βρίσκεται πέρα από τις δυνατότητες κατανόησής του, αλλά τη δική του ερμηνεία. Όχι, δηλαδή, αυτό που λέει η Βίβλος, αλλά αυτό που ο ίδιος ανακαλύπτει μέσα του και που φαντάζεται ότι υπάρχει στη Βίβλο. 19 Με δεδομένο αυτό, και εφ’ όσον είναι σωστό ότι δύο αλήθειες δεν μπορούν να αντιφάσκουν, ο ρόλος των σοφών ερμηνευτών είναι να αναζητούν το πραγματικό πνεύμα των Γραφών. Κι αυτό το πνεύμα θα βρίσκεται αναμφίβολα σε συμφωνία με τα φυσικά συμπεράσματα στα οποία προηγουμένως μας έχουν οδηγήσει με βεβαιότητα η καθαρή εμπειρία και οι αναγκαίες αποδείξεις. Η Βίβλος, όπως σημειώθηκε και προηγουμένως, σε πολλά σημεία περιέχει διατυπώσεις που δεν αποδίδονται με την κυριολεκτική σημασία των λέξεων που χρησιμοποιεί, για τους λόγους που ήδη αναφέραμε. Επιπλέον, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι όλοι οι ερμηνευτές της Βίβλου γράφουν εμπνευσμένοι 17

Ο Καρδινάλιος Baronius. [Ο Cesare Baronio (1538-1607) εχρίσθη καρδινάλιος το 1596. Το 1598 επισκέφθηκε την Πάδοβα μαζί με τον Καρδινάλιο Bellarmine και πιθανόν τότε να συναντήθηκε με τον Γαλιλαίο. Σ.τ.Μ.] 18 Pererius, Περί Γενέσεως. Το απόσπασμα βρίσκεται στην αρχή του κειμένου. [Ο Pererius (1535-1610) ήταν Ιησουίτης και δίδαξε Φιλοσοφία και, περιστασιακά, Θεολογία. στο Collegio Romano. Υπάρχουν ενδείξεις ότι το φιλοσοφικό του έργο επηρρέασε τον Γαλιλαίο κατά την πρώιμη περίοδο των φυσικών, λογικών και γνωσιολογικών του αναζητήσεων. Σ.τ.Μ.] 19 Στο έβδομο γράμμα προς τον Marcellinus. 9

από τη θεία φώτιση, διότι αν συνέβαινε αυτό, δεν θα υπήρχαν διαφορές μεταξύ τους όσον αφορά το νόημα ορισμένων χωρίων. Έτσι λοιπόν, νομίζω ότι είναι ένδειξη ευλάβειας να μην επιτρέψουμε σε κανένα να σφετεριστεί τα κείμενα των Γραφών και να βιάσει, κατά κάποιο τρόπο, το νόημά τους ώστε βάσει αυτού να συνεχίσουν να θεωρούνται αληθή ορισμένα φυσικά συμπεράσματα τη στιγμή που μπορεί, στο μέλλον, οι αισθήσεις και η αποδεδειγμένη ή αναγκαία λογική να οδηγήσουν σε αντίθετα συμπεράσματα. Ποιος πραγματικά μπορεί να θέσει όρια στην ανθρώπινη ευφυΐα; Ποιος μπορεί να ισχυριστεί πως κάθε τι στο σύμπαν που είναι δυνατόν να συλλάβει ο ανθρώπινος νους έχει ανακαλυφθεί και είναι ήδη γνωστό; Ας ομολογήσουμε καλύτερα εντελώς ειλικρινά ότι «οι αλήθειες που γνωρίζουμε είναι πολύ λίγες σε σύγκριση μ’ εκείνες που δεν γνωρίζουμε». Από το ίδιο το Άγιο Πνεύμα μαθαίνουμε ότι ο Θεός «...τον κόσμον υπέβαλεν εις την διάνοιαν [των υιών των ανθρώπων], χωρίς ο άνθρωπος να δύναται να εξιχνιάσει απ’ αρχής μέχρι τέλους το έργον το οποίον ο Θεός έκαμεν». 20 Κατά τη γνώμη μου, κανείς δεν δικαιούται να διαφωνεί με τη ρήση αυτή και να κλείνει το δρόμο στο ελευθέρως φιλοσοφείν περί τα εγκόσμια και φυσικά πράγματα, ωσάν να είχαν ήδη ανακαλυφθεί τα πάντα με βεβαιότητα. Ούτε και πρέπει να θεωρηθεί απερισκεψία το να μην ικανοποιούμαστε με τις κοινά αποδεκτές απόψεις. Στις διαμάχες γύρω από τα φυσικά ζητήματα, δεν πρέπει να περιφρονούμε όποιον δεν δέχεται τις απόψεις που τυχαίνει να ικανοποιούν άλλους ανθρώπους περισσότερο, ειδικά όσον αφορά προβλήματα που έχουν γίνει αντικείμενο διενέξεων μεταξύ των μεγαλυτέρων φιλοσόφων εδώ και χιλιάδες χρόνια. Ένα από αυτά τα προβλήματα σχετίζεται με την ακινησία του Ήλιου και την κίνηση της Γης, άποψη που υποστήριζε ο Πυθαγόρας και όλοι οι οπαδοί του: ο Ηρακλείδης ο Ποντικός 21 (που ήταν ένας από αυτούς), ο Φιλόλαος ο δάσκαλος του Πλάτωνα και, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, και ο ίδιος ο Πλάτωνας. Ο Πλούταρχος, στο Βίο του Νουμά 22 αναφέρει ότι ο Πλάτωνας, όταν γέρασε, έλεγε πως θα ήταν εντελώς παράλογο να πιστέψει κάτι διαφορετικό. Την ίδια άποψη είχε, όπως μας πληροφορεί ο Αρχιμήδης, και ο Αρίσταρχος ο Σάμιος, καθώς επίσης και ο Σέλευκος ο μαθηματικός, 23 ο Νικέτας ο φιλόσοφος 24 (σύμφωνα με τη μαρτυρία του Κικέρωνα) και πολλοί άλλοι. Τελικώς, η άποψη αυτή ενισχύθηκε και επιβεβαιώθηκε από πολλές παρατηρήσεις και αποδείξεις του Νικόλαου Κοπέρνικου. Και ο Σενέκας, ο επιφανέστατος φιλόσοφος, στο βιβλίο του Περι Κομητών συμβουλεύει να ερευνήσουμε πολύ προσεκτικά εάν η ημερήσια περι20

Εκκλησιαστής, κεφ. γ΄. Ο Ηρακλείδης ο Ποντικός έζησε τον 4ο π.Χ. αιώνα και λέγεται ότι υπήρξε μαθητής του Πλάτωνα. Δεχόταν την ημερήσια περιστροφή της Γης γύρω από τον άξονά της, όχι όμως, και την περιφορά της γύρω από τον Ήλιο. Ανακάλυψε, ωστόσο, ότι ο Ερμής και η Αφροδίτη περιστρέφονται γύρω από τον Ήλιο και κατασκεύασε ένα αστρονομικό σύστημα που μοιάζει με το τυχώνειο. [Σ.τ.Μ.] 22 Μία από τις σαράντα τέσσερις σωζόμενες βιογραφίες του έργου Βίοι Παράλληλοι του Πλουτάρχου. Πρόκειται για τον βίο του Ρωμαίου Νουμά Πομπίλιου που ο Πλούταρχος τον συσχετίζει με τον βίο του Έλληνα νομοθέτη Λυκούργου. [Σ.τ.Μ.] 23 Ο Σέλευκος ο αστρονόμος έζησε γύρω στο 150 π.Χ. και ήταν ο μόνος αστρονόμος της αρχαιότητας που υιοθέτησε το ηλιοκεντρικό σύστημα που παρουσίασε ως γεωμετρική υπόθεση ο Αρίσταρχος το 280 π.Χ. Η ανάπτυξη των μαθηματικών στην εποχή του τού επέτρεψε να διατυπώσει την αυστηρή απόδειξη της υπόθεσης αυτής. [Σ.τ.Μ.] 24 Όπου αποδεικνύεται ότι ο Γαλιλαίος αντιγράφει τον Κοπέρνικο: Γράφει (όπως και ο Κοπέρνικος στην επιστολή με την οποία αφιερώνει το De Revolutionibus στον Πάπα) Nicetas αντί του ορθού Icetas. Στην πραγματικότητα πρόκειται για τον συρακούσιο μαθηματικό Ικέτα τον οποίο γνωρίζουμε ως πρόσωπο ενός διαλόγου του Ηρακλείδη του Ποντικού με τον τίτλο Περί φύσεως. Ο Θεόφραστος, ωστόσο, τον αναφέρει ως ιστορικό πρόσωπο στο οποίο αποδίδεται το πυθαγόρειο αστρονομικό μοντέλο, που αργότερα συνδέθηκε με το όνομα του Φιλόλαου. [Σ.τ.Μ.] 21

10

στροφή λαμβάνει χώρα στον ουρανό ή τη Γη. Επομένως, μια σοφή και χρήσιμη συμβουλή θα ήταν να μην συσσωρεύουν οι άνθρωποι δίχως να χρειάζεται άλλα άρθρα εκτός από εκείνα που αφορούν τη σωτηρία της ψυχής και την εδραίωση της Πίστης μας, των οποίων, εξάλλου, η σταθερότητα δεν κινδυνεύει από την εμφάνιση οποιασδήποτε έγκυρης και αποτελεσματικής αλήθειας. Και θα ήταν σίγουρα παράλογο να επικαλούμαστε τα άρθρα αυτά επειδή το ζητούν άνθρωποι οι οποίοι, εκτός από το ότι δεν γνωρίζουμε εάν μιλούν εμπνευσμένοι από τη θεία Χάρη, στερούνται εμφανώς των γνώσεων που απαιτούνται για να κατανοήσουν —πολύ δε περισσότερο για να συζητήσουν— τις αποδείξεις που υποστήριζουν τα συμπεράσματα αυτά στις πλέον ακριβείς επιστήμες. Εάν μου επιτρέπεται να εκφράσω ελεύθερα τη γνώμη μου, θα έλεγα ακόμη ότι ίσως αρμόζει καλύτερα στην ευπρέπεια και το μεγαλείο των ιερών κειμένων να λάβουμε μέτρα για να εμποδίσουμε τους ρηχούς και χυδαίους συγγραφείς να δίνουν στα κείμενά τους (που συχνά στηρίζονται σε ανόητες φαντασιοπληξίες) έναν αέρα αυθεντίας ενσωματώνοντας σ’ αυτά χωρία από τη Βίβλο ερμηνευμένα (ή, καλύτερα, διαστρεβλωμένα) με τρόπο που απέχει τόσο περισσότερο από το ορθό νόημα των Γραφών όσο τούτοι οι συγγραφείς προσεγγίζουν τον παραλογισμό με τον οποίο στολίζουν επιδεικτικά τα γραπτά τους. Θα μπορούσα να φέρω πολλά παραδείγματα παρόμοιων καταχρηστικών ερμηνειών, αλλά επί του παρόντος θα περιοριστώ σε δύο, τα οποία είναι συναφή με τα αστρονομικά ζητήματα. Το πρώτο παράδειγμα αφορά εκείνα τα γραπτά που δημοσιεύτηκαν για να αμφισβητήσουν την ύπαρξη των πλανητών των Μεδίκων, που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα από μένα, και στα οποία παρατίθενται πολλά χωρία των Ιερών Γραφών. Τώρα που όλος ο κόσμος είδε τους πλανήτες, θα ήθελα να ξέρω ποιες νέες ερμηνείες θα επιστρατεύσουν αυτοί οι ίδιοι αντίπαλοί μου ώστε να εξηγήσουν τις Γραφές και να δικαιολογήσουν την ίδια τους την απλοϊκότητα. Το άλλο παράδειγμα αφορά έναν άνδρα ο οποίος, αψηφώντας αστρονόμους και φιλοσόφους, δημοσίευσε πρόσφατα την άποψη ότι η Σελήνη δεν λαμβάνει το φως της από τον Ήλιο αλλά είναι φωτεινή από την ίδια της τη φύση. Τη φαντασιοπληξία αυτή την υποστηρίζει (ή μάλλον νομίζει ότι το κάνει) επικαλούμενος ποικίλα χωρία των Γραφών που πιστεύει ότι δεν μπορούν να εξηγηθούν παρά μόνο αν η θεωρία του είναι αληθής. Κι όμως, το ότι η Σελήνη είναι από τη φύση της σκοτεινή είναι τόσο ξεκάθαρο όσο το φως της μέρας. Είναι φανερό λοιπόν ότι οι συγγραφείς αυτοί, μη έχοντας συλλάβει το πραγματικό νόημα των Γραφών, θα επέβαλλαν στους άλλους, εάν βέβαια είχαν τη δυνατότητα να κάνουν κάτι τέτοιο, την υποχρέωση να προσυπογράψουν χωρίς τη θέλησή τους συμπεράσματα που βρίσκονται σε αναντιστοιχία με την ξεκάθαρη λογική και την εμπειρία. Μακάρι ο Θεός να μην επιτρέψει σε τέτοιες καταχρηστικές ερμηνείες να κερδίσουν υποστήριξη και κύρος, γιατί πολύ σύντομα στην περίπτωση αυτή θα έπρεπε να τεθούν υπό διωγμό όλες οι επιστήμες του λόγου. Οι άνθρωποι που δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν πλήρως τόσο τη Βίβλο όσο και τις επιστήμες είναι πολύ περισσότεροι από εκείνους που τις κατανοούν. Οι πρώτοι, ξεφυλλίζοντας επιφανειακά τη Βίβλο θεωρούν ότι έχουν το δικαίωμα να αποφανθούν περί παντός ζητήματος της φυσικής επιστήμης βασιζόμενοι σε κάποιες λέξεις που έχουν παρανοήσει, και τις οποίες οι ιεροί συγγραφείς χρησιμοποίησαν για διαφορετικούς σκοπούς. Ο δε μικρότερος αριθμός των ανθρώπων που έχουν επαρκή γνώση δεν θα μπορούσαν να ανακόψουν τον ορμητικό χείμαρο των άλλων, που κερδίζουν την πλειοψηφία των οπαδών, απλώς και μόνο επειδή είναι πολύ πιο ευχάριστο να αποκτήσει κανείς τη φήμη του σοφού χωρίς προσπάθεια ή μελέτη από το να αναλώσει τις δυνάμεις του ακούραστα στις πλέον επίμοχθες έρευνες. Ας απευθύνουμε λοιπόν τις ευχαριστίες μας στον Παντοδύναμο Θεό, που η φιλανθρω11

πία Του μας προστατεύει από αυτό τον κίνδυνο στερώντας από τέτοιους ανθρώπους κάθε εξουσία και αναθέτοντας το καθήκον να συμβουλεύουν, να λαμβάνουν αποφάσεις και να αποφαίνονται για τα σπουδαία ζητήματα στους πλέον ευσεβείς Πατέρες με την απεριόριστη σοφία και καλωσύνη τους και στην ανώτατη αυθεντία εκείνων που έχουν τη μοναδική ικανότητα να διευθετούν κατάλληλα τα ζητήματα υπό την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος. Ως εκ τούτου, δεν χρειάζεται να μας απασχολεί η ρηχότητα των ανθρώπων αυτών, τους οποίους μέμφονται σοβαροί και άγιοι συγγραφείς και για τους οποίους ο Άγιος Ιερώνυμος είπε, συγκεκριμένα, αναφερόμενος στη Βίβλο: Η γριά πολυλογού, ο ξεμωραμένος γέρος και ο φλύαρος σοφιστής παίρνουν στα χέρια τους τις Γραφές, τις κομματιάζουν και τις διδάσκουν στον κόσμο, προτού καλά καλά τις καταλάβουν οι ίδιοι. Άλλοι, τυφλωμένοι απ’ την περηφάνεια τους πετούν λέξεις βαριές και φιλοσοφούν με τις γυναικούλες για την Αγία Γραφή. Άλλοι —τι ντροπή!— απ’ τις γυναίκες μαθαίνουν εκείνα που πρέπει να διδάξουν στους άντρες και (σαν να μην έφτανε αυτό) είναι εύκολοι στα λόγια όταν δίνουν στους άλλους την ερμηνεία πραγμάτων που οι ίδιοι δεν καταλαβαίνουν. Και δεν θα ‘θελα να μιλήσω για τους ομοίους μου που, αφού γνώρισαν τις Ιερές Γραφές μέσα από κοσμικά κείμενα, γαργαλούν τ’ αυτιά του κόσμου με εξεζητημένες και περισπούδαστες εκφράσεις και διακηρύσσουν πως ό,τι λένε πρέπει να θεωρείται νόμος του Θεού. Χωρίς να μπουν στον κόπο να μάθουν το λόγο των προφητών και των αποστόλων, εκμαιεύουν από τα κείμενα ανάρμοστες ερμηνείες — λες και η διαστρέβλωση των χωρίων και η παρερμηνεία της Βίβλου σύμφωνα με τις προσωπικές τους επιθυμίες είναι ο ορθός τρόπος διδασκαλίας και όχι μια διεφθαρμένη πρακτική. 25 Δεν επιθυμώ να συμπεριλάβω στην ομάδα τούτων των κοσμικών συγγραφέων ορισμένους θεολόγους που θεωρώ ανθρώπους με βαθιά καλλιέργεια και βίο ευσεβή, και για τους οποίους τρέφω μεγάλη εκτίμηση και σεβασμό. Ωστόσο, δεν αρνούμαι ότι, παρά τη θέλησή μου, αισθάνομαι κάπως άβολα, όταν στη διάρκεια μιας διαμάχης για φυσικά ζητήματα τους ακούω να διατείνονται ότι έχουν την εξουσία να εξαναγκάζουν, στο όνομα των Γραφών, άλλους ανθρώπους να ασπαστούν τη γνώμη εκείνη που πιστεύουν ότι είναι περισσότερο σύμφωνη με τη Βίβλο, και μετά να θεωρούν ότι δεν έχουν καμία υποχρέωση να απαντήσουν σε αντίθετους συλλογισμούς και εμπειρικές αποδείξεις. Εξηγώντας και υποστηρίζοντας αυτή τη στάση, λένε ότι εφ’ όσον η Θεολογία είναι η βασίλισσα όλων των επιστημών δεν έχει ανάγκη να σκύψει για να κατέβει στο επίπεδο των λιγότερο σημαντικών επιστημών, που είναι υποδεέστερες. Αντιθέτως, οι άλλες επιστήμες θα πρέπει να αναφέρονται σ’ αυτή σαν να είναι η αυτοκράτειρα, μεταβάλλοντας και τροποποιώντας τα συμπεράσματά τους σύμφωνα με τους νόμους και τα διατάγματά της. Προσθέτουν δε ότι, αν στις κατώτερες επιστήμες ένα συμπέρασμα θεωρείται βέβαιο βάσει των αποδείξεων ή της εμπειρίας και υπάρχει στη Βίβλο κάποιο άλλο συμπέρασμα που έρχεται σε αντίθεση με το πρώτο, τότε όσοι ασχολούνται με τις επιστήμες αυτές πρέπει από μόνοι τους να απορρίψουν τις αποδείξεις τους και να ανακαλύψουν πού σφάλλει η εμπειρία τους, χωρίς να απασχολούν τους θεολόγους και τους σχολιαστές των Γραφών. Διότι, σύμφωνα μ’ αυτούς, δεν ταιριάζει στη Θεολογία να ξεπέφτει ερευνώντας τα σφάλματα των υποδεέστερων επιστημών. Της αρκεί να επικυρώνει απλώς την αλήθεια ενός δεδομένου συμπεράσματος με την απόλυτη αυθεντία της, 25

Epistola ad Paulinum, 103 [Σύμφωνα με τους νεότερους εκδότες των έργων του αγίου Ιερώνυμου, πρόκειται για την επιστολή αριθμός 53. Σ.τ.Μ.] 12

παραμένοντας ασφαλής μέσα στην αδυναμία της να σφάλλει. Τα φυσικά συμπεράσματα τα οποία λένε ότι πρέπει να τα δεχόμαστε όπως αναφέρονται στις Γραφές, χωρίς να τα σχολιάζουμε ή να τα ερμηνεύουμε παραλλάσσοντας την κυριολεκτική τους απόδοση, είναι εκείνα για τα οποία η Βίβλος μιλάει πάντα με το ίδιο νόημα και οι Άγιοι Πατέρες τα εκλαμβάνουν και τα ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο. Όσον αφορά όμως αυτές τις κρίσεις είχα την ευκαιρία να εξετάσω διάφορα ζητήματα τα οποία θα εκθέσω στη συνέχεια, προκειμένου να δεχτώ τις διορθώσεις εκείνων που γνωρίζουν περισσότερα απ’ όσα εγώ στα θέματα αυτά — διότι πάντοτε υπακούω στις αποφάσεις τους. Κατ’ αρχάς, διερωτώμαι μήπως το γεγονός ότι δεν έχουμε ορίσει τις αρετές που προσδίδουν στην ιερή Θεολογία τον τίτλο της «βασίλισσας» υποδηλώνει κάποια ασάφεια. Ίσως να της αξίζει το όνομα αυτό επειδή περιλαμβάνει κάθε τι που γίνεται γνωστό απ’ όλες τις άλλες επιστήμες και θεμελιώνει τα πάντα με καλύτερες μεθόδους και βαθύτερη κατανόηση. Το ίδιο, λόγου χάριν, συμβαίνει με την Αριθμητική και με την Ευκλείδεια Γεωμετρία, οι οποίες περιέχουν τους κανόνες μέτρησης των χωραφιών και τους κανόνες για την τήρηση λογαριασμών με πολύ μεγαλύτερη σαφήνεια απ’ ότι οι πρακτικές μέθοδοι των ανθρώπων που μετρούν τη γη και τηρούν λογιστικά βιβλία. Ίσως πάλι, η Θεολογία να είναι βασίλισσα επειδή ασχολείται με ένα αντικείμενο που υπερέχει σε μεγαλοπρέπεια από όλα τα άλλα αντικείμενα που συνιστούν τις υπόλοιπες επιστήμες, και επειδή η διδασκαλία της αποκαλύπτεται με τον πλέον μεγαλειώδη τρόπο. Νομίζω ότι κανένας θεολόγος που έχει κάποια γνώση γύρω από τις άλλες επιστήμες δεν πρόκειται να επιβεβαιώσει ότι ο τίτλος και το κύρος της βασίλισσας ανήκουν στη Θεολογία σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή. Διότι δεν πιστεύω ότι θα βρεθεί κάποιος που θα ισχυριστεί πως η Γεωμετρία, η Αστρονομία, η Μουσική και η Ιατρική περιλαμβάνονται στη Βίβλο με μεγαλύτερη πληρότητα απ’ ότι στα βιβλία του Αρχιμήδη, του Πτολεμαίου, του Βοήθειου και του Γαληνού. Ως εκ τούτου, φαίνεται πιθανό ότι η Θεολογία κατέχει τα βασιλικά πρωτεία σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή. Δηλαδή, λόγω του αντικειμένου της και της υπερφυσικής αποκάλυψης των Θείων αληθειών που δεν θα μπορούσε να συλλάβει ο ανθρώπινος νους με κανένα άλλο τρόπο και που σκοπό κυρίως έχουν να χαρίσουν την αιώνια ευλογία. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι η Θεολογία είναι πηγή του υψηλότερου θεϊκού στοχασμού και κατέχει το βασιλικό θρόνο μεταξύ των επιστημών λόγω της μεγαλοπρέπειάς της. Αφού, όμως απέκτησε το υψηλό κύρος της κατ’ αυτό τον τρόπο, κι αφού δεν κατεβαίνει στο χαμηλότερο και πιο ταπεινό επίπεδο των υποδεέστερων επιστημών και δεν ασχολείται μ’ αυτές διότι το αντικείμενό τους δεν αφορά τη θεία ευλογία, τότε εκείνοι που την υπηρετούν δεν θα πρέπει να διεκδικούν αυθαίρετα για τον εαυτό τους την εξουσία να αποφασίζουν σχετικά με διαμάχες σε τομείς που ούτε έχουν σπουδάσει ούτε έχουν εξασκήσει. Γιατί αυτό θα ήταν σαν να υπήρχε ένας απόλυτος άρχων που, ενώ δεν είναι ούτε γιατρός ούτε αρχιτέκτονας, θεωρεί, ωστόσο, ότι είναι ελεύθερος να διατάζει κι έτσι, αναλαμβάνει να χορηγεί γιατρικά και να υψώνει κτίρια ανάλογα με τις διαθέσεις του — πράγμα που συνεπάγεται σοβαρότατο κίνδυνο για τις ζωές των δύστυχων ασθενών του και απειλή κατάρρευσης για τα οικοδομημάτά του. Εξάλλου, το να απαιτήσει κανείς από τους πλέον έμπειρους αστρονόμους να μεριμνήσουν για την άρση των ίδιων τους των αποδείξεων και των παρατηρήσεων που έχουν κάνει, θεωρώντας ότι δεν είναι παρά σοφίσματα και σφάλματα, είναι σαν να απαιτεί κάτι που βρίσκεται πέρα από οποιαδήποτε δυνατότητα πραγματοποίησης. Διότι κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με την απαίτηση να μην βλέπουν αυτό που βλέπουν, να μην 13

κατανοούν αυτό που γνωρίζουν και να βρίσκουν το αντίθετο εκείνου που πραγματικά συναντούν κατά την έρευνα. Προτού βέβαια γίνει αυτό, θα έπρεπε να διδαχτούν πώς να κάνουν τη μία διανοητική λειτουργία να εξουσιάζει την άλλη, και τις κατώτερες λειτουργίες να στέκουν πάνω από τις ανώτερες, έτσι ώστε η φαντασία και η βούληση να εξαναγκαστούν να πιστέψουν το αντίθετο απ’ αυτό που καταλαβαίνει η νόηση. Αναφέρομαι πάντοτε σε προτάσεις που αφορούν αποκλειστικά φυσικά φαινόμενα και όχι σε υπερφυσικά ζητήματα, τα οποία αποτελούν αντικείμενο της πίστης. Εκλιπαρώ τους σοφούς και ευσεβείς Πατέρες να εξετάσουν με μεγάλη προσοχή τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ των θεωριών που υπόκεινται σε αποδείξεις και εκείνων που υπόκεινται στην ανθρώπινη κρίση. Εάν λάβουν υπ’ όψιν την ακαταμάχητη ισχύ των λογικών πορισμάτων θα καταλάβουν ότι αυτοί που ασχολούνται με τις αποδεικτικές επιστήμες δεν μπορούν να αλλάζουν γνώμη κατά βούληση και να τάσσονται πότε με τη μία και πότε με την άλλη πλευρά. Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην εντολή που θα δώσουν σ’ ένα μαθηματικό ή ένα φιλόσοφο και στην επιρροή που θα ασκήσουν σε ένα δικηγόρο ή έναν έμπορο, διότι τα αποδεδειγμένα συμπεράσματα που αφορούν τα πράγματα της φύσης ή του ουρανού δεν μπορούν να μεταβληθούν με την ευκολία που αλλάζουν οι απόψεις σχετικά με το τι είναι ή δεν είναι νόμιμο σε κάποιο συμβόλαιο, σε μια συναλλαγή ή σε κάποια συναλλαγματική. Τη διαφορά αυτή είχαν κατανοήσει εις βάθος οι μορφωμένοι και άγιοι Πατέρες, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι κατέβαλαν ιδιαίτερη προσπάθεια για να άρουν διάφορα φιλοσοφικά σφάλματα. Τούτο μπορεί να το δει κανείς να εκφράζεται ρητά σε κάποιους από αυτούς. Στον Άγιο Αυγουστίνο, μάλιστα, συναντάμε τα ακόλουθα λόγια: Πρέπει να θεωρηθεί αναμφισβήτητη αλήθεια πως ο,τιδήποτε απέδειξαν οι σοφοί του κόσμου τούτου και αφορά φυσικά ζητήματα δεν είναι σε καμία περίπτωση αντίθετο με τη Βίβλο. Συνεπώς, εάν κάποιο ζήτημα από αυτά που αναφέρουν οι σοφοί στα βιβλία τους βρίσκεται σε αντίθεση με την Αγία Γραφή μπορεί να θεωρηθεί, χωρίς δισταγμό, εντελώς εσφαλμένο. Και σε ό,τι αφορά τη δική μας στάση, πρέπει να το πούμε καθαρά αυτό και να διαφυλάξουμε την πίστη μας στο Κύριο, στον οποίο ενυπάρχουν όλοι οι θησαυροί της σοφίας, έτσι ώστε να μην μας παραπλανά η φλυαρία της ψευδούς φιλοσοφίας ούτε να μας τρομοκρατούν οι προλήψεις του κίβδηλου θρησκευτικού λόγου. 26 Από τα παραπάνω λόγια νομίζω ότι μπορώ να συναγάγω το ακόλουθο αξίωμα: Στα βιβλία των σοφών του κόσμου τούτου περιέχονται μερικές φυσικές αλήθειες που είναι πλήρως αποδεδειγμένες και άλλες που απλώς διατυπώνονται. Όσον αφορά τις πρώτες, είναι καθήκον των σοφών θεολόγων να δείξουν ότι δεν αντιφάσκουν προς τις Ιερές Γραφές. Και όσον αφορά τις προτάσεις που απλώς διατυπώνονται αλλά δεν αποδεικνύονται αυστηρά, κάθε τι που περιέχουν και αντίκειται στη Βίβλο θα πρέπει να θεωρείται χωρίς καμία αμφιβολία εσφαλμένο και τούτο να καταδεικνύεται με όλα τα δυνατά μέσα. Εάν, λοιπόν, τα φυσικά συμπεράσματα που έχουν αποδειχτεί με βεβαιότητα δεν είναι απαραίτητο να εξαρτώνται από τα βιβλικά κείμενα, αλλά μάλλον τα δεύτερα πρέπει να φαίνεται ότι δεν έρχονται σε αντίθεση με κείνα, τότε προτού καταδικαστεί μια φυσική πρόταση θα πρέπει να δειχτεί ότι αυτή δεν προκύπτει από κάποια αυστηρή απόδειξη — κι αυτό πρέπει να γίνει όχι από εκείνους που θεωρούν την πρόταση αληθή, αλλά από 26

De Genesi ad literam, I, 21 14

εκείνους που τη θεωρούν ψευδή. Αυτό φαίνεται πολύ λογικό και φυσιολογικό, διότι εκείνοι που πιστεύουν ότι ένα επιχείρημα είναι εσφαλμένο μπορούν να βρουν πολύ πιο εύκολα τα λάθη σ’ αυτό, απ’ ότι οι άνθρωποι που το θεωρούν αληθές και πειστικό. Γιατί πράγματι, στην δεύτερη περίπτωση συμβαίνει το εξής: Όσο περισσότερο οι υποστηρικτές μιας άποψης ξεφυλλίζουν τα γραπτά τους, εξετάζουν τα επιχειρήματα, επαναλαμβάνουν τις παρατηρήσεις και συγκρίνουν τις εμπειρίες τους τόσο περισσότερο πείθονται για την ορθότητα της άποψής τους. Η Υψηλότης σας θα γνωρίζει βεβαίως τι συνέβη στον αείμνηστο εκείνο μαθηματικό του Πανεπιστημίου της Πίζα, 27 ο οποίος ανέλαβε, στα γεράματά του, να διερευνήσει τη θεωρία του Κοπέρνικου με την ελπίδα να κλονίσει τα θεμέλιά της και να την καταρρίψει, δεδομένου ότι τη θεωρούσε εσφαλμένη απλώς και μόνο επειδή ποτέ του δεν την είχε μελετήσει. Κι αυτό που συνέβη ήταν ότι αμέσως μόλις κατανόησε το υπόβαθρο, τις διαδικασίες και τις αποδείξεις της θεωρίας πείστηκε και από αντίπαλος έγινε ένθερμος υποστηρικτής της. Θα μπορούσα επίσης να αναφέρω και άλλους μαθηματικούς, 28 οι οποίοι, επηρρεασμένοι από τις τελευταίες ανακαλύψεις μου, ομολόγησαν ότι είναι απαραίτητο να αλλάξει το έως τότε αποδεκτό σύστημα του κόσμου διότι, απλούστατα, είναι αδύνατο να συνεχίσει να υφίσταται. Εάν αρκούσε να κλείσει κανείς το στόμα ενός ανθρώπου για να εξαλείψει την εν λόγω άποψη από προσώπου γης —όπως ενδεχομένως πιστεύουν ότι μπορεί να γίνει οι άνθρωποι εκείνοι που, κρίνοντας τα μυαλά των άλλων με τα μέτρα του δικού τους, θεωρούν αδύνατο να συνεχίσει να βρίσκει υποστηρικτές τούτη η θεωρία— τότε τα πράγματα θα ήταν πολύ εύκολα. Όμως, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Για να εφαρμοστεί μια τέτοια απόφαση θα έπρεπε όχι μόνο να απαγορευτεί το βιβλίο του Κοπέρνικου και τα γραπτά των άλλων συγγραφέων που έχουν τις ίδιες απόψεις μ’ αυτόν, αλλά και η ίδια η επιστήμη της αστρονομίας να τεθεί εκτός νόμου. Επιπλέον, θα έπρεπε να απαγορευτεί στους ανθρώπους να κοιτούν τον ουρανό γιατί θα υπήρχε κίνδυνος να δουν ότι ο Άρης και η Αφροδίτη μερικές φορές είναι πολύ κοντά στη Γη και άλλες πολύ μακριά, η δε διαφορά είναι τόσο μεγάλη που, όταν βρίσκονται κοντά στη Γη, η Αφροδίτη είναι σαράντα φορές μεγαλύτερη και ο Άρης εξήντα. Θα έπρεπε επίσης να εμποδίσουμε την Αφροδίτη να μοιάζει άλλοτε στρογγυλή κι άλλοτε σαν δικράνι με πολύ λεπτές άκρες. 29 Το ίδιο θα έπρεπε να γίνει και με ένα πλήθος άλλων παρατηρήσεων που σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να συμβιβαστούν με το Πτολεμαϊκό σύστημα, αλλά αποτελούν ισχυρά επιχειρήματα υπέρ του Κοπερνίκειου. Και το να θέσει κανείς εκτός νόμου τον Κοπέρνικο, τώρα που η θεωρία του ενισχύεται καθημερινά από πολλές καινούργιες παρατηρήσεις και οι άνθρωποι της γνώσης μελετούν με ζήλο το βιβλίο του, αφού μάλιστα η άποψη αυτή κυκλοφόρησε ελεύθερα για τόσο πολλά χρόνια στη διάρκεια των οποίων ήταν λιγότεροι οι οπαδοί της και τα στοιχεία που την επιβεβαίωναν, θα αποτελούσε, κατά την κρίση μου, παραβίαση της αλήθειας και προσπάθεια απόκρυψης 27

Πρόκειται για τον Antonio Santucci που έζησε μέχρι το 1613. [Σ.τ.Μ.] Όπως π.χ. τον Clavius [Ο Christopher Clavius (1538-1612) ήταν Ιησουίτης και δίδαξε στο Collegio Romano όπως και ο Pererius (βλ. σημ. 18 ). Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους μαθηματικούς και αστρονόμους της εποχής του και διατηρούσε φιλικές σχέσεις με το Γαλιλαίο. Γενικά οι Ιησουίτες, λόγω της ενασχόλησής τους με τα μαθηματικά, είχαν αντιμετωπίσει το κοπερνίκειο σύστημα ως μια ενδιαφέρουσα μαθηματική υπόθεση. Την εποχή που γραφόταν η παρούσα επιστολή, η στάση τους, βεβαίως, είχε αλλάξει. Σ.τ.Μ.] 29 Τόσο η φαινόμενη μεταβολή του μεγέθους των δύο πλανητών όσο και οι φάσεις της Αφροδίτης ήταν, μέχρι τα χρόνια του Γαλιλαίου, αδύνατο να παρατηρηθούν. Η παρατήρησή τους έγινε δυνατή με τη χρήση του τηλεσκοπίου. Τα δύο αυτά φαινόμενα αποτελούν καταλυτικές (αν και όχι ακλόνητες) αποδείξεις υπέρ της ορθότητας του ηλιοκεντρικού συστήματος. [Σ.τ.Μ.] 28

15

και καταστολής της άποψης αυτής, προσπάθεια που λαμβάνει τόσο μεγαλύτερες διαστάσεις όσο σαφέστερα αποκαλύπτεται η ορθότητά του κοπερνίκειου συστήματος. Εάν πάλι δεν κατηγορηθεί ολόκληρο το βιβλίο του, αλλά καταδικαστεί ως εσφαλμένη μόνο αυτή η συγκεκριμένη πρόταση, τούτο θα προξενούσε (αν δεν κάνω λάθος) ακόμη μεγαλύτερη ζημιά καθώς θα γινόταν αφορμή να διαπιστώσουν οι άνθρωποι ότι μια αποδεδειγμένη πρόταση, που παραδέχονταν ως αληθή, αποτελεί αίρεση. Από την άλλη, το να τεθεί σε απαγόρευση ολόκληρη η επιστήμη δεν θα σήμαινε τίποτε άλλο παρά ότι αποδοκιμάζουμε εκατοντάδες χωρία της Αγίας Γραφής που μας διδάσκουν ότι η δόξα και το μεγαλείο του Παντοδύναμου Θεού αποκαλύπτονται θαυμαστά σε όλα τα έργα Του και φανερώνονται με τη φώτισή Του στο ανοιχτό βιβλίο του Ουρανού. Διότι δεν πρέπει να πιστέψει κανείς ότι η μελέτη των υψηλών εννοιών που περιέχονται σε τούτο το βιβλίο οδηγεί μόνο στην αποκάλυψη της λαμπρότητας του Ήλιου, των αστέρων και της διαδρομής τους στον ουρανό, πράγματα που μπορεί να αντιληφθεί και ο πιο αστοιχείωτος άνθρωπος, ακόμα και τα ζώα. Στις σελίδες του βιβλίου τούτου κρύβονται μυστήρια τόσο βαθιά και έννοιες τόσο μεγαλειώδεις που τα νυχτέρια, ο κόπος και οι μελέτες που αφιέρωσαν εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων, από τους πλέον ευφυείς, δεν κατόρθωσαν να τα διαπεράσουν, ακόμη και ύστερα από συνεχείς έρευνες χιλιάδων χρόνων. Το βλέμμα ενός ηλίθιου αντιλαμβάνεται ελάχιστα κοιτάζοντας την εξωτερική εμφάνιση του ανθρώπινου σώματος, σε σύγκριση με τους θαυμαστούς μηχανισμούς που ανακαλύπτει ένας προσεκτικός και εξασκημένος ανατόμος ή φιλόσοφος σ’ αυτό το ίδιο σώμα όταν διερευνά τη χρήση όλων αυτών των μυών, των τενόντων, των νεύρων και των οστών. Ή όταν εξετάζει τις λειτουργίες της καρδιάς και των άλλων κύριων οργάνων, όταν αναζητεί την έδρα των ζωτικών λειτουργιών, όταν παρατηρεί την αξιοθαύμαστη διάρθρωση των αισθητηρίων οργάνων και, χωρίς ποτέ να σταματά την έρευνά του, όλο θαυμασμό και ευχαρίστηση, περιεργάζεται τα κέντρα της φαντασίας, της μνήμης και της νόησης. Παρομοίως, αυτό που βλέπει κανείς αντικρύζοντας τον ουρανό δεν είναι τίποτα σε σύγκριση με τα εξαίρετα θαύματα που ανακαλύπτει η διάνοια των μορφωμένων ανθρώπων με τις μακροχρόνιες και ακριβείς παρατηρήσεις τους. Και μ’ αυτό κλείνω όσα είχα να πω για τούτο το ζήτημα. Στη συνέχεια, θα απαντήσω σ’ εκείνους που ισχυρίζονται ότι τις φυσικές προτάσεις, για τις οποίες η Βίβλος μιλάει πάντα με τον ίδιο τρόπο και οι Πατέρες τους αποδίδουν ομόφωνα το ίδιο νόημα, θα πρέπει να τις αντιλαμβανόμαστε με την κυριολεκτική σημασία των λέξεων, χωρίς ερμηνείες και επεξηγήσεις, και να τις θεωρούμε βέβαιες και αληθείς. Η κίνηση του Ήλιου και η σταθερότητα της Γης, λένε, αποτελεί πρόταση αυτού του είδους· συνεπώς, το να τη δεχτούμε ως έχει είναι ζήτημα πίστης, ενώ η αντίθετη άποψη είναι εσφαλμένη. Πάνω σ’ αυτό θα ήθελα κατ’ αρχάς να επισημάνω ότι μεταξύ των φυσικών προτάσεων υπάρχουν ορισμένες για τις οποίες η λογική κι όλες οι ανθρώπινες επιστήμες δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτα παραπάνω από εικασίες και ευλογοφανείς απόψεις, αντί για τη βέβαιη και τεκμηριωμένη γνώση. Αυτού του είδους, για παράδειγμα, είναι η ερώτηση εάν τ’ αστέρια έχουν ζωή. Έπειτα, υπάρχουν άλλες προτάσεις για τις οποίες έχουμε (ή μπορούμε βάσιμα να περιμένουμε) θετικές διαβεβαιώσεις μέσω πειραμάτων, μακράς παρατήρησης και αυστηρών αποδείξεων. Για παράδειγμα, το ερώτημα αν η Γη και ο ουρανός κινούνται, κι αν ο ουρανός είναι σφαιρικός. Σε σχέση με το πρώτο είδος προτάσεων, δεν αμφιβάλλω ότι όπου δεν μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη λογική —και συνεπώς δεν μπορούμε να έχουμε επιστήμη παρά μόνο άποψη και πίστη— πρέπει να ακολουθούμε με ευσέβεια και να συμμορφωνόμαστε απόλυτα με το αυστηρό πνεύμα των Γραφών. Όσον αφορά όμως το άλλο είδος, πιστεύω, όπως προανέφερα, ότι πρώτα 16

θα πρέπει να βεβαιωθούμε για τα πραγματικά γεγονότα, που θα μας αποκαλύψουν το αληθινό νόημα της Βίβλου· είναι δε, απολύτως βέβαιο ότι τούτο το νόημα θα συμφωνεί με τα αποδεδειγμένα γεγονότα (ακόμη κι αν αρχικά οι λέξεις φαίνονται να δηλώνουν κάτι διαφορετικό), επειδή δύο αλήθειες δεν μπορεί ποτέ να αντιφάσκουν. Θεωρώ ότι αυτό αποτελεί ένα ορθόδοξο και αδιαμφισβήτητο αξίωμα, το οποίο συναντώ συγκεκριμένα και στον Άγιο Αυγουστίνο, όταν μιλάει για το σχήμα του ουρανού και τι πρέπει να πιστεύουμε γι’ αυτό. Οι αστρονόμοι φαίνεται να διακηρύσσουν κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τις Γραφές, διότι θεωρούν ότι ο ουρανός είναι σφαιρικός, ενώ οι Γραφές λένε ότι «εκτείνεται ως καταπέτασμα». 30 Ο Άγιος Αυγουστίνος αποφαίνεται ότι δεν θα πρέπει να μας απασχολεί μήπως η Βίβλος έρχεται σε αντίφαση με όσα λένε οι αστρονόμοι· πρέπει, βεβαίως, να πιστεύουμε στην αυθεντία της όταν αυτά που κηρύσσουν εκείνοι είναι εσφαλμένα και βασίζονται μόνο σε εικασίες της ατελούς ανθρώπινης φύσης. Εάν όμως ό,τι υποστηρίζουν είναι αποδεδειγμένο με αδιάσειστα επιχειρήματα, ο Άγιος Πατέρας δεν λέει ότι οι αστρονόμοι πρέπει να υποχρεωθούν να απορρίψουν τις αποδείξεις τους και να δηλώσουν ότι τα ίδια τους τα συμπεράσματα είναι εσφαλμένα. Αντιθέτως, λέει ότι πρέπει να αποδειχθεί πως αυτό που εννοεί η Βίβλος με τη λέξη «καταπέτασμα» δεν είναι αντίθετο με τις αποδείξεις τους. Τα λόγια του είναι τα εξής: Μερικοί όμως εγείρουν την ακόλουθη αντίρρηση. «Πώς είναι δυνατόν το χωρίον της Βίβλου που αναφέρει ο εκτείνων τους ουρανούς ως καταπέτασμα, να μην αντιφάσκει μ’ εκείνους που επιμένουν ότι οι ουρανοί έχουν σφαιρικό σχήμα;» Πράγματι αντιφάσκει εάν όσα ισχυρίζονται είναι εσφαλμένα, διότι αλήθεια είναι ό,τι εκφέρεται από το θείο Λόγο και όχι ό,τι απορρέει από την ατελή ανθρώπινη φύση. Αλλά εάν, ενδεχομένως, είναι δυνατόν να αποδειχθεί η θέση αυτή μέσω της εμπειρίας, πράγμα που θα την καταστήσει πέραν πάσης αμφιβολίας, τότε πρέπει, επίσης, να αποδειχθεί ότι ο δικός μας λόγος περί καταπετάσματος δεν αντιφάσκει κατά κανένα τρόπο με την πασίδηλη λογική. 31 Στη συνέχεια, μας προειδοποιεί πως όταν θέλουμε να αντιστοιχίσουμε ένα χωρίο της Βίβλου με κάποια αποδεδειγμένη φυσική πρόταση πρέπει να είμαστε το ίδιο προσεκτικοί και σχολαστικοί όπως και όταν θέλουμε να το αντιστοιχίσουμε με ένα άλλο βιβλικό χωρίο που φαίνεται να αντιφάσκει με αυτό. Η φρόνηση του αγίου αυτού είναι, πράγματι, άξια θαυμασμού και μίμησης, αφού ακόμη και όταν πρόκειται για ασαφή συμπεράσματα (για τα οποία είναι βέβαιο ότι καμία γνώση δεν μας προσφέρουν οι ανθρώπινες αποδείξεις) επιδεικνύει εξαιρετική προσοχή στον τρόπο με τον οποίο καθορίζει τι είναι ακριβώς αυτό που πρέπει να πιστέψουμε. Αυτό το διαπιστώνουμε απ’ όσα γράφει στο τέλος του δευτέρου βιβλίου του με τα σχόλιά του στο βιβλίο της Γενέσεως, όταν αναφέρεται στο ερώτημα εάν πρέπει να πιστεύουμε ότι τα αστέρια έχουν ζωή: Μολονότι επί του παρόντος, το ζήτημα αυτό δεν μπορεί να εδραιωθεί επαρκώς, υποθέτω ότι στην περαιτέρω ενασχόλησή μας με τη Βίβλο θα συναντήσουμε και άλλα συναφή χωρία και τότε ίσως είμαστε σε θέση, αν όχι να καταλήξουμε τελεσίδικα σε σχέση με το θέμα αυτό, τουλάχιστον να έχουμε κάποιες ενδείξεις για όσα υπαγορεύει ο θείος Λόγος. Έτσι λοιπόν, έχοντας πάντοτε κατά νου να τηρούμε με μεγάλη ευλάβεια την αρχή της μετριοφροσύνης, οφείλουμε να μην πιστεύουμε άκριτα όσα λέγο30 31

Ψαλμοί, 104:2. De Genesi ad literam, ii, 9. 17

νται σχετικά με κάποιο αμφισβητούμενο ζήτημα, που δεν έχει ξεκαθαριστεί πλήρως, γιατί μπορεί, από θετική προδιάθεση για το λάθος μας, να δείξουμε προκατάληψη απέναντι σε κάτι που αργότερα θα αποκαλυφθεί ότι, στην πραγματικότητα, δεν έρχεται κατά κανένα τρόπο σε αντίθεση με τα Ιερά Βιβλία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης . Από αυτό κι από άλλα χωρία φαίνεται (εάν δεν απατώμαι) ότι οι Άγιοι Πατέρες προτιμούν, όταν αναφερόμαστε σε φυσικά ερωτήματα που δεν αποτελούν ζητήματα πίστης, να εξετάζουμε πρώτα εάν κάτι έχει αποδειχθεί πέραν πάσης αμφιβολίας ή είναι γνωστό από την εμπειρία ή εάν τέτοια γνώση και αποδείξεις είναι δυνατές. Εάν έτσι έχουν τα πράγματα, μια που τα πάντα είναι δώρο του Θεού, οφείλουμε να χρησιμοποιήσουμε τη γνώση αυτή για να ανακαλύψουμε το πραγματικό νόημα της Αγίας Γραφής στα χωρία εκείνα που μοιάζουν να δηλώνουν διαφορετικά πράγματα. Οι σοφοί θεολόγοι θα ανακαλύψουν αναμφίβολα τούτο το νόημα, καθώς και τους λόγους για τους οποίους το Άγιο Πνεύμα θέλησε μερικές φορές να συσκοτίσει τη σοφία Του με λέξεις που έχουν διαφορετικό νόημα, είτε για να μας δοκιμάσει είτε για κάποιο άγνωστο σ’ εμένα λόγο. Από την άλλη, εάν αναλογιστούμε τον πρωταρχικό σκοπό της Βίβλου, δεν νομίζω ότι το γεγονός πως πάντα μιλάει με το ίδιο πνεύμα ανατρέπει τον κανόνα αυτό. Εάν η Βίβλος είναι γραμμένη έτσι ώστε να γίνεται κατανοητή από τους απλούς ανθρώπους, και στη μία περίπτωση εκφράζει κάποια πρόταση με λέξεις που δεν αντιστοιχούν στο πραγματικό νόημα αυτής της πρότασης, τότε γιατί να μην κάνει το ίδιο, και για τους ίδιους λόγους, κάθε φορά που αναφέρεται στα ίδια πράγματα; Αυτό, βεβαίως, πρέπει να κάνει, γιατί μου φαίνεται ότι αν έπραττε διαφορετικά, το αποτέλεσμα θα ήταν να μεγαλώσει τη σύγχυση των ανθρώπων και να αδυνατίσει την πίστη τους. Όσον αφορά την ακινησία ή την κίνηση του Ήλιου και της Γης, η εμπειρία δείχνει καθαρά ότι, προκειμένου να γίνουν κατανοητές από τους απλούς ανθρώπους, ήταν αναγκαίο να περιγραφούν ακριβώς με τα λόγια που αναφέρει η Βίβλος. Ακόμη και στην εποχή μας που οι άνθρωποι είναι πολύ πιο εκλεπτυσμένοι, πολλοί συνεχίζουν να έχουν τις ίδιες απόψεις για λόγους που, αν ζυγιαστούν και εξεταστούν, θα αποδειχθούν εξαιρετικά τετριμμένοι, και επικαλούνται εμπειρίες που είναι εντελώς εσφαλμένες και άσχετες με το ζήτημα. Ούτε αξίζει τον κόπο να προσπαθήσουμε να τους κάνουμε να αλλάξουν γνώμη, γιατί δεν είναι σε θέση να καταλάβουν τα επιχειρήματα της αντίθετης πλευράς, καθ’ όσον αυτά εξαρτώνται από πολύ ακριβείς παρατηρήσεις και από διεξοδικές αποδείξεις που θεμελιώνονται σε αφαιρέσεις οι οποίες απαιτούν πολύ μεγάλη φαντασία για να γίνουν κατανοητές. Ως εκ τούτου, ακόμη και αν οι σοφοί ήταν κάτι παραπάνω από βέβαιοι για την ακινησία των ουρανών και την κίνηση της Γης, ακόμα και τότε θα ήταν αναγκαίο να ισχυρίζονται τα αντίθετα για να διαφυλάξουν την πίστη του πλήθους των αστοιχείωτων ανθρώπων. Εάν ρωτηθούν χίλιοι συνηθισμένοι άνθρωποι γι’ αυτά τα πράγματα, πιθανότατα δεν θα βρεθεί ούτε ένας που να μην απαντήσει ότι ο Ήλιος του φαίνεται πως κινείται ενώ η Γη πως μένει ακίνητη, και συνεπώς αυτό πιστεύει πως είναι το σωστό. Σ’ αυτό το ζήτημα όμως, δεν πρέπει κανείς να θεωρήσει ότι η συναίνεση των κοινών ανθρώπων συνιστά επιχείρημα υπέρ της αλήθειας όσων λέγονται. Διότι, εάν εξετάσουμε τους λόγους για τους οποίους αυτοί οι συγκεκριμένοι άνθρωποι πιστεύουν τούτα τα πράγματα, και από την άλλη λάβουμε υπόψιν τις παρατηρήσεις και τις αποδείξεις που κάνουν ορισμένους άλλους να πιστέψουν τα αντίθετα, θα δούμε ότι οι δεύτεροι είναι πεισμένοι στη βάση πολύ ισχυρών επιχειρημάτων, ενώ οι πρώτοι επικαλούνται απλά φαινόμενα και ανούσιες ή γελοίες εντυπώσεις. 18

Είναι, λοιπόν, ολοφάνερο ότι το να αποδώσουμε την κίνηση στον Ήλιο και την ακινησία στη Γη ήταν για τους λόγους αυτούς απαραίτητο, ειδάλλως τα ακαλλιέργητα μυαλά των κοινών ανθρώπων θα πάθαιναν σύγχυση, θα ξεσηκώνονταν και θα άρχιζαν να αμφισβητούσαν και τα βασικά άρθρα που αποτελούν αποκλειστικά ζήτημα πίστης. Κι αν αυτό ήταν απαραίτητο, δεν πρέπει να απορούμε που εφαρμόστηκε με μεγάλη σύνεση στην Ιερή Βίβλο. Θα ήθελα επίσης να πω ότι δεν ήταν μόνο ο σεβασμός απέναντι στην αδυναμία των αστοιχείωτων ανθρώπων, αλλά και η τρέχουσα άποψη των καιρών τους, που έκαναν τους ιερούς συγγραφείς να προσαρμόσουν τα γραφόμενά τους (σε ζητήματα που δεν αφορούν τη σωτηρία της ψυχής) περισσότερο στην κοινά αποδεκτή χρήση των εννοιών παρά στην αληθινή ουσία των πραγμάτων. Αναφερόμενος σ’ αυτό, ο Άγιος Ιερώνυμος γράφει: «Η Βίβλος μιλά για πολλά πράγματα σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής που αυτά διαδραματίζονται και όχι σύμφωνα με την αλήθεια που περιέχουν». 32 Και κάπου αλλού, ο ίδιος άγιος λέει: «Οι συγγραφείς της Βίβλου συνήθιζαν να διατυπώνουν τις κρίσεις τους γύρω από πολλά πράγματα σύμφωνα με την κοινά αποδεκτή άποψη του καιρού τους». 33 Και για την πρόταση εκτείνει τον βορέαν επί το κενόν· κρεμά την γην επί το μηδέν 34 που περιέχεται στο εικοστό έκτο κεφάλαιο του Ιώβ, ο Άγιος Θωμάς ο Ακινάτης παρατηρεί ότι η Βίβλος ονομάζει «κενό» ή «μηδέν» το χώρο που περιβάλλει τη Γη, ο οποίος, όμως, γνωρίζουμε ότι δεν είναι κενός, αλλά γεμάτος από αέρα. Ωστόσο η Βίβλος, λέει, προκειμένου να προσαρμοστεί στα πιστεύω των κοινών ανθρώπων (που νομίζουν ότι δεν υπάρχει τίποτα στο χώρο αυτό) τον ονομάζει «κενόν» και «μηδέν». Και σύμφωνα με τα λόγια του Αγίου Θωμά: «Εκείνο που μας φαίνεται στο βόρειο ημισφαίριο των ουρανών να είναι άδειο, και όχι γεμάτο αέρα, οι απλοί άνθρωποι το θεωρούν κενό. Κι έτσι αναφέρεται συχνά στην Ιερή Βίβλο, σύμφωνα, δηλαδή, με τις αντιλήψεις των απλών ανθρώπων». Από το χωρίο αυτό, νομίζω ότι μπορεί κανείς πολύ λογικά να συμπεράνει ότι για τις ίδιες αιτίες η Βίβλος είχε ακόμη περισσότερους λόγους να ονομάζει τον Ήλιο κινητό και τη Γη ακίνητη. Διότι, εάν εξετάζαμε τις νοητικές ικανότητες των απλών ανθρώπων, θα βρίσκαμε ότι είναι πολύ δυσκολότερο να πειστούν για την ακινησία του Ήλιου και την κίνηση της Γης απ’ ότι να πιστέψουν ότι ο χώρος που περιβάλλει τη Γη είναι γεμάτος αέρα. Και αν οι συγγραφείς των ιερών βιβλίων απέφυγαν να πείσουν τους απλούς ανθρώπους για τα ζητήματα αυτά, παρ’ όλο που κάτι τέτοιο δεν θα ήταν δύσκολο, φαίνεται πολύ λογικό που ακολούθησαν την ίδια τακτική και σε άλλες, πιο δυσνόητες προτάσεις. Ο ίδιος ο Κοπέρνικος γνώριζε τη δύναμη που ασκούν στις ιδέες μας η συνήθεια και ο τρόπος που έχουμε μάθει να συλλαμβάνουμε τα πράγματα από την παιδική μας ηλικία. Έτσι, για να μην εντείνει τη σύγχυση και τη δυσκολία κατανόησης των αφηρημένων εννοιών, αφού απέδειξε πρώτα ότι οι κινήσεις που μας φαίνεται ότι αφορούν τον Ήλιο και το στερέωμα, στην πραγματικότητα αφορούν τη Γη, όταν αργότερα συνέταξε τους πίνακές του συνέχισε να τις ονομάζει κινήσεις του Ήλιου και των ουρανών. Μιλάει, λοιπόν, για «ανατολή» και «δύση» του Ήλιου και των αστέρων, για αλλαγές στην κλίση της εκλειπτικής και για μεταβολές των σημείων ισημερίας, 35 για μέση ηλιακή

32

Σχόλια στον Ιερεμία, κεφ. 28. Σχόλια στο Ματθαίο, κεφ. 13. 34 Ιώβ, 26:7. 35 Πρόκειται γι’ αυτό που σήμερα ονομάζουμε μετάπτωση των ισημεριών. Με τους όρους του γεωκεντρικού συστήματος, το φαινόμενο αναφέρεται ως μεταβολή των σημείων ισημερίας. [Σ.τ.Μ.] 33

19

κίνηση και για προσθαφαίρεση 36 καθώς και για άλλα παρόμοια πράγματα. Όλα αυτά, στην πραγματικότητα, αφορούν τη Γη· εφ’ όσον όμως βρισκόμαστε πάνω σ’ αυτή και, επομένως, συμμετέχουμε σε κάθε της κίνηση, δεν μπορούμε να τα αντιληφθούμε απ’ ευθείας, αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να αποδώσουμε την ύπαρξή τους στα ουράνια σώματα, μέσω των οποίων αποκαλύπτονται σε μας. Κι έτσι τους δίνουμε ονόματα που δείχνουν ότι συμβαίνουν εκεί που μας φαίνεται εμάς ότι συμβαίνουν. Κι απ’ αυτό μπορεί να καταλάβει κανείς πόσο φυσικό είναι να προσαρμόζουμε τα πράγματα στον τρόπο με τον οποίο έχουμε συνηθίσει να τα βλέπουμε. Ερχόμαστε τώρα στον ισχυρισμό ότι η συμφωνία των Πατέρων πάνω σε κάποιες φυσικές προτάσεις της Βίβλου, στις οποίες όλοι αποδίδουν το ίδιο νόημα, προσδίδει στο νόημα αυτό τόσο μεγάλο κύρος, ώστε η αποδοχή του γίνεται ζήτημα πίστης. Νομίζω ότι αυτό θα πρέπει να ισχύει, βασικά, μόνο για τις προτάσεις εκείνες τις οποίες οι Πατέρες έχουν πραγματικά εξετάσει με επιμέλεια, και αφού συζήτησαν δημόσια και τις δύο εκδοχές τους, στο τέλος όλοι συνέκλιναν στην απόρριψη της μιας και στην υιοθέτηση της άλλης. Όμως, η κίνηση της Γης και η ακινησία του Ήλιου δεν αποτελούν πρόταση αυτού του είδους, δεδομένου ότι τα πράγματα αυτά βρίσκονταν εντελώς στην αφάνεια την εποχή εκείνη και απείχαν πολύ από τους προβληματισμούς των Σχολαστικών. Κανείς δεν εξέταζε τις αντιλήψεις αυτές, πολύ δε περισσότερο κανείς δεν τις υιοθετούσε. Ως εκ τούτου, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ούτε καν πέρασε από τη σκέψη των Πατέρων να τις θέσουν υπό αμφισβήτηση. Τα βιβλικά κείμενα, οι ίδιες τους οι απόψεις και η κοινή συναίνεση συνέκλιναν σε μία άποψη, που δεν την αντιμάχονταν κανείς. Δεν είναι λοιπόν αρκετό να πούμε ότι αφού όλοι οι Πατέρες δέχονταν την ακινησία της Γης, τούτο αποτελεί ζήτημα πίστης, διότι σ’ αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να αποδείξουμε ότι οι Πατέρες είχαν, επίσης, καταδικάσει την αντίθετη άποψη. Και θα μπορούσα συνεχίζοντας να ισχυριστώ ότι δεν ασχολήθηκαν με το ζήτημα επειδή δεν είχαν την ευκαιρία να στοχαστούν πάνω στο θέμα και να το συζητήσουν. Η γνώμη τους έγινε αποδεκτή, χωρίς ωστόσο να είναι αποτέλεσμα διεξοδικής ανάλυσης. Και νομίζω ότι υπάρχουν σοβαροί λόγοι που μας επιτρέπουν να το λέμε αυτό. Οι Πατέρες, λοιπόν, είτε στοχάστηκαν πάνω στην πρόταση αυτή θεωρώντας τη διαμφισβητούμενη είτε δεν στοχάστηκαν. Εάν δεν στοχάστηκαν, τότε δεν μπορεί να έχουν αποφασίσει τίποτα σχετικά μ’ αυτή γιατί ούτε καν τους πέρασε απ’ το μυαλό κάτι τέτοιο. Το γεγονός ότι δεν διατυπώθηκε καμία άποψη σχετικά μ’ αυτή δεν μας υποχρεώνει να αποδεχθούμε διδασκαλίες που ποτέ δεν ίσχυσαν ούτε καν στο επίπεδο των προθέσεων. Εάν όμως είχαν στοχαστεί και είχαν εξετάσει τούτη την πρόταση, και αν την είχαν κρίνει εσφαλμένη, τότε, εδώ και πολύ καιρό, θα την είχαν καταδικάσει. Κάτι τέτοιο όμως δεν φαίνεται να έχει γίνει. Η αλήθεια είναι, ότι ορισμένοι θεολόγοι μόλις τώρα άρχισαν να εξετάζουν την εν λόγω πρόταση και δεν φαίνεται να τη θεωρούν εσφαλμένη. Έτσι, στα Σχόλια επί του Ιώβ του Didacus a Stunica 37 εκεί όπου ο συγγρα-

36

Σύμφωνα με το πτολεμαϊκό γεωκεντρικό πρότυπο, ο Ήλιος κινείται σε ένα έκκεντρο γύρω από τη Γη. Η μέση ηλιακή κίνηση αποδίδει τη μέση απόστασή του από τη Γη, ενώ οι προσθαφαιρέσεις περιγράφουν ανά πάσα στιγμή την απόκλισή του από έναν ιδεατό κύκλο με κέντρο τη Γη. [Σ.τ.Μ.] 37 Ο μοναχός Didacus a Stunica (εκλατινισμένο όνομα του Diego de Zuniga από τη Σαλαμάνκα της Ισπανίας), δημοσίευσε, το 1584 στο Τολέδο, το έργο του Didaci a Stunica Salmaticensis Eremitae Augustiniani in Job Commentaria, όπου υπερασπιζόταν το ηλιοκεντρικό σύστημα. Το 1591, το βιβλίο ανατυπώθηκε στη Ρώμη. Στις 6 Μαρτίου 1616, με απόφαση του Index το έργο τέθηκε «σε προσωρινή απαγόρευση μέχρι να διορθωθεί το περιεχόμενό του». Με την ίδια απόφαση τίθεται σε προσωρινή απαγόρευση και το De Revolutionibus του Κοπέρνικου. [Σ.τ.Μ.] 20

φέας σχολιάζει τα λόγια «αυτός σείει την γην από του τόπου αυτής...» 38 διαπραγματεύεται επί μακρόν την άποψη του Κοπέρνικου και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κίνηση της Γης δεν έρχεται σε αντίθεση με τις Γραφές. Διερωτώμαι επιπλέον για την ορθότητα του ισχυρισμού, σύμφωνα με τον οποίο η Εκκλησία επιβάλλει να θεωρούμε ζητήματα πίστης όλα τα φυσικά συμπεράσματα που φέρουν τη σφραγίδα της σύμφωνης ερμηνείας όλων των Πατέρων. Νομίζω ότι τούτο αποτελεί μια αυθαίρετη απλοποίηση ποικίλων συνοδικών αποφάσεων από ορισμένους ανθρώπους για να δικαιώσουν τις απόψεις τους. Απ’ όσο μπόρεσα να διαπιστώσω, εκείνο που πραγματικά απαγορεύεται είναι «το να διαστρέφονται κατά τρόπο που έρχεται σε αντίθεση με την Αγία Εκκλησία ή με την ομόφωνη ερμηνεία των Πατέρων εκείνα και μόνο εκείνα τα χωρία τα οποία αφορούν ζητήματα πίστης ή ηθικής ή σχετίζονται με τη διδασκαλία του Χριστιανικού δόγματος». Έτσι αποφάνθηκε η Σύνοδος του Τρέντο κατά την τέταρτη συνεδρία της. 39 Αλλά η κίνηση ή η ακινησία της Γης και του Ήλιου ούτε ζήτημα πίστης αποτελούν ούτε αντίκεινται στην ηθική. Ούτε κανείς έχει διαστρέψει χωρία των Γραφών φέρνοντάς τα σε αντίθεση με όσα κηρύσσουν η Αγία Εκκλησία και οι Πατέρες, διότι όσοι έχουν γράψει για τα ζητήματα αυτά ποτέ δεν χρησιμοποίησαν κείμενα από τις Γραφές. Επομένως, αποτελεί καθήκον των σοβαρών και σοφών θεολόγων να ερμηνεύσουν τα χωρία σύμφωνα με το πραγματικό τους νόημα. Οι αποφάσεις των Εκκλησιαστικών Συνόδων βρίσκονται πράγματι σε συμφωνία με τους άγιους Πατέρες στα θέματα αυτά, όπως μπορούμε να δούμε και από το γεγονός ότι αποφεύγουν να μας υποχρεώσουν να θεωρήσουμε πως τα φυσικά συμπεράσματα αποτελούν ζητήματα πίστης, καθώς και να καταδικάσουν τις αντίθετες απόψεις ως εσφαλμένες. Επειδή στόχος τους είναι να υπηρετήσουν τον πρωταρχικό και κύριο σκοπό της Αγίας Εκκλησίας, φρονούν ότι είναι άχρηστο να προσπαθούν να διερευνήσουν εις βάθος παρόμοια ζητήματα. Επιτρέψτε μου να υπενθυμίσω και πάλι στην Υψηλότητά Σας την απάντηση που έδωσε ο Άγιος Αυγουστίνος στους αδελφούς εκείνους οι οποίοι ήγειραν το ερώτημα εάν οι ουρανοί πράγματι κινούνται ή παραμένουν ακίνητοι: «Στους ανθρώπους αυτούς απαντώ ότι απαιτείται μια πολύ λεπτή και εμβριθής αιτιολόγηση για να μπορέσουμε να διαπιστώσουμε τι από τα δύο πραγματικά συμβαίνει. Όμως, ούτε υπάρχει χρόνος για την εξέταση του θέματος αυτού ούτε βρίσκω ότι κάτι τέτοιο εμπίπτει στα καθήκοντα εκείνων στους οποίους επιθυμώ να διδάξω ουσιώδη ζητήματα που πρoσβλέπουν στη σωτηρία της ψυχής και τη χάρη της Αγίας Εκκλησίας». 40 Ωστόσο, ακόμη κι αν αποφασίζαμε να καταδικάσουμε ή να αποδεχτούμε φυσικές προτάσεις σύμφωνα μ’ εκείνα τα χωρία των Γραφών που οι Πατέρες ερμηνεύουν ενιαία και με το ίδιο πνεύμα, και πάλι δεν μπορώ να δω πώς ο κανόνας αυτός μπορεί να εφαρμοστεί στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεδομένου ότι συναντούμε στους Πατέρες διαφορετικές εκδοχές του ίδιου χωρίου. 41 Ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης αναφέρει ότι είναι το 38

Ιώβ, 9:6 Η εν Τριδέντω Σύνοδος (1545-1563) είναι, από την άποψη των μεταρρυθμίσεων, η σπουδαιότερη σύνοδος της Λατινικής Εκκλησίας και το αποφασιστικότερο αντιπροτεσταντικό μέτρο του πάπα Παύλου ΙΙΙ. Η απόφαση της Συνόδου αναγνωρίζει την ισοτιμία της Αγίας Γραφής και της Ιερής Παράδοσης. Αυθεντικό κείμενο της Αγίας Γραφής θεωρείται η λατινική μετάφραση της Βίβλου, η Βουλγάτα, την οποία μόνη αρμόδια να ερμηνεύσει είναι η Εκκλησία. Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι, στη διάρκεια της Συνόδου αυτής, μια σειρά θεολογικές απόψεις κατέστησαν δόγματα της Καθολικής Εκκλησίας και, ως εκ τούτου, έγινε αδύνατη η περαιτέρω αμφισβήτησή τους. [Σ.τ.Μ.] 40 De Genesi ad literam, ii, 10. 41 Ο Γαλιλαίος αναφέρεται εδώ στο θαύμα, κατά το οποίο ο Ιησούς του Ναυή διέταξε τον Ήλιο να σταματήσει ώστε να επιμηκυνθεί η διάρκεια της ημέρας (Ιησούς του Ναυή, 10:12-13).Το ζήτημα αυτό το εξετάζει διεξοδικότερα λίγες σελίδες παρακάτω. Βλ. και σημ. 50. [Σ.τ.Μ.] 39

21

primum mobile 42 που ακινητοποιήθηκε και όχι ο Ήλιος. 43 Ο Άγιος Αυγουστίνος έχει την ίδια γνώμη, δηλαδή, ότι σταμάτησαν να κινούνται τα ουράνια σώματα. 44 Σ’ αυτό συγκλίνει και ο Επίσκοπος της Άβιλα. 45 Επιπλέον, ανάμεσα στους Εβραίους συγγραφείς που αναφέρει ο Τζοζέφους 46 ορισμένοι θεωρούν ότι στην πραγματικότητα ο Ήλιος δεν έμεινε ακίνητος, αλλά ότι απλώς υπήρξε αυτή η εντύπωση λόγω της συρρίκνωσης του χρόνου την ώρα που ο λαός του Ισραήλ κατετρόπωνε τους εχθρούς του. (Παρομοίως, ο Παύλος του Μπούργκος 47 ήταν της άποψης ότι το θαύμα που συνέβη τον καιρό του Εζεκία δεν αφορούσε τον Ήλιο αλλά το ηλιακό ωρολόγιο). 48 Και πραγματικά, ανεξάρτητα από το σύστημα του σύμπαντος που δεχόμαστε, είναι απαραίτητο να ερμηνεύσουμε τα λόγια του Ιησού του Ναυή, με τον τρόπο που θα δείξω στη συνέχεια. Ας παραχωρήσουμε όμως στους κυρίους αυτούς ακόμη περισσότερα απ’ όσα ζητούν. Ας παραδεχτούμε, δηλαδή, ότι θα πρέπει να προσυπογράφουμε πλήρως τις απόψεις των σοφών θεολόγων. Στην περίπτωση αυτή, αφού η συγκεκριμένη διένεξη δεν έλαβε χώρα μεταξύ των Πατέρων στα παλιά χρόνια, θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας των σοφών ανδρών του καιρού μας. Όταν, λοιπόν, αυτοί ακούσουν τις εμπειρίες, τις παρατηρήσεις, τα επιχειρήματα και τις αποδείξεις των φιλοσόφων και των αστρονόμων κι από τις δύο πλευρές —γιατί η διαμάχη πραγματοποιείται σε σχέση με φυσικά προβλήματα και λογικά διλήμματα και δεν αφήνει χώρο για τρίτη εκδοχή— τότε θα είναι σε θέση να εξετάσουν το ζήτημα θετικά, με τη φώτιση του Αγίου Πνεύματος. Μια τέτοια απόφαση δεν μπορεί, βέβαια, να ληφθεί χωρίς διεξοδική συζήτηση και δημόσια εξέταση όλων των επιχειρημάτων και των δύο πλευρών και ας μην ελπίζουν το αντίθετο εκείνοι οι άνθρωποι που δεν διστάζουν να διακινδυνεύσουν το μεγαλείο και την αξιοπρέπεια της Αγίας Γραφής για να υπερασπιστούν τις μάταιες φαντασιοπληξίες τους. Δεν χρειάζεται, ωστόσο, να φοβόμαστε ότι κάτι τέτοιο θα επιχειρήσουν όσοι ανάγουν σε αποκλειστικό τους μέλημα την προσεκτική εξέταση των θεμελίων της θεωρίας αυτής από ιερό ζήλο για την αλήθεια και τη Βίβλο, υπερασπιζόμενοι, όπως κάθε Χριστιανός, τη μεγαλωσύνη και το κύρος τους. Ο καθένας μπορεί να δει ότι η μεγαλωσύνη επιδιώκεται και διασφαλίζεται περισ42

Στην αριστοτέλεια κοσμολογία , που αποτελεί το οντολογικό υπόβαθρο του πτολεμαϊκού συστήματος, η εξώτατη κρυστάλλινη σφαίρα είναι το πρώτο κινούν. Η σφαίρα αυτή πραγματοποιεί μια πλήρη περιστροφή σε εικοσιτέσσερις ώρες παρασύροντας μαζί της και όλες τις υπόλοιπες (κρυστάλλινες) σφαίρες που αντιστοιχούν στη Σελήνη, τον Ήλιο και τους πλανήτες. [Σ.τ.Μ.] 43 Προς Πολύκαρπον επιστολή (Epistola ad Polycarpum). [Στην πραγματικότητα πρόκειται για μία από τις δέκα σωζόμενες επιστολές του Ψευδοδιονυσίου Αρεοπαγίτου. Ο Ψευδοδιονύσιος ήταν συγγραφέας φιλασοφικών και θεολογικών έργων που μέχρι τα χρόνια της Αναγέννησης, ή και λίγο αργότερα, τον ταύτιζαν με τον άγιο Διονύσιο, επίσκοπο Αθηνών. Θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους και άσκησε σημαντική επίδραση στους λογίους της Καθολικής Εκκλησίας. Λίγες σελίδες παρακάτω ο Γαλιλαίος παραπέμπει σε μία από τις τέσσερις σωζόμενες πραγματείες του Περί των Θείων ονομάτων. Σ.τ.Μ.] 44 Η άποψη αυτή υπάρχει στο δεύτερο βιβλίο του έργου De Mirabilius Sacrae Scripturae του αγίου Αυγουστίνου. [Σ.τ.Μ.] 45 Πρόκειται για τον Alfonso Tostado (1400-1455), καθηγητή της Θεολογίας και της Φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα. Η άποψη που αναφέρει ο Γαλιλαίος διατυπώνεται στο εικοστό δεύτερο και στο εικοστό τέταρτο ερώτημα επί του δεκάτου κεφαλαίου του Ιησού του Ναυή. [Σ.τ.Μ.] 46 Flavius Josephus (37-95μ.Χ.). Εβραίος στρατιωτικός και συγγραφέας που έγραψε την ιστορία των Εβραίων από τις απαρχές της μέχρι τις μέρες του καθώς και την ιστορία των πολέμων των Εβραίων με τους Ρωμαίους. [Σ.τ.Μ.] 47 Ο Παύλος του Μπούργκος (1350-1435) ήταν ισπανοεβραίος κληρικός ο οποίος ασπάστηκε το Χριστιανικό δόγμα και έγινε επίσκοπος του Μπούργκος. [Σ.τ.Μ.] 48 Ησαϊας, 38:8. 22

σότερο από εκείνους που υποτάσσονται ολοκληρωτικά στην Αγία Εκκλησία και δεν αξιώνουν την απαγόρευση της μίας ή της άλλης άποψης, αλλά απλώς ζητούν το δικαίωμα να προτείνουν θέματα προς εξέταση —πράγμα που αποτελεί την καλύτερη εγγύηση για τη λήψη των πιο ορθών αποφάσεων— και όχι από εκείνους που οδηγούμενοι από προσωπικό συμφέρον ή παρακινούμενοι από κακόβουλες υποδείξεις κηρύσσουν ότι η Εκκλησία πρέπει να επισείσει το ξίφος της χωρίς καθυστέρηση μόνο και μόνο επειδή έχει τη δύναμη να το κάνει. Άνθρωποι σαν κι αυτούς αδυνατούν να κατανοήσουν ότι δεν είναι πάντα πρόσφορο να κάνει κάποιος όλα όσα του επιτρέπει η δύναμή του. Τις απόψεις τους αυτές δεν τις συμμερίζονταν οι μεγαλύτεροι από τους Πατέρες. Διότι αυτοί γνώριζαν πόσο επιζήμιο και αντίθετο προς τον πρωταρχικό σκοπό της Καθολικής Εκκλησίας είναι το να χρησιμοποιούνται χωρία των Γραφών για τη συναγωγή φυσικών συμπερασμάτων, όταν υπάρχει η πιθανότητα τα πειράματα ή οι λογικές αποδείξεις να φανερώσουν, κάποια στιγμή, πράγματα αντίθετα από εκείνα που δηλώνει η κυριολεκτική σημασία των λέξεων. Έτσι λοιπόν, όχι μόνο ενήργησαν με μεγάλη περίσκεψη, αλλά άφησαν και τα ακόλουθα διδάγματα προς καθοδήγησιν των υπολοίπων: Σε θέματα δυσνόητα ή ασαφή, εάν διαβάσουμε κάποιο σημείο στη Βίβλο που μας επιτρέπει να δώσουμε διάφορες ερμηνείες, που όλες βρίσκονται σε συμφωνία με την πίστη μας, ας μην σπεύσουμε να δεσμευτούμε και να επιμείνουμε στην ορθότητα καμίας από αυτές, διότι μια πιο εμπεριστατωμένη διερεύνηση της αλήθειας ίσως συντελέσει στην απόρριψή της και μαζί μ’ αυτή και στη δική μας. Γιατί τότε πράγματι θα φανεί ότι αγωνιστήκαμε όχι για το νόημα των Ιερών Γραφών αλλά για τις δικές μας τις ιδέες, εφ’ όσον θελήσαμε μια δική μας σκέψη να αποτελέσει το νόημα των Γραφών αντί να γίνει το νόημα των Γραφών δική μας σκέψη. 49 Και πιο κάτω προστίθενται τα εξής για να μας διδάξουν ότι καμία πρόταση δεν έρχεται σε αντίθεση με την πίστη εάν δεν αποδειχθεί πρώτα ότι είναι εσφαλμένη: «Δεν μπορούμε να θεωρήσουμε κάτι διά παντός αντίθετο προς την πίστη εάν δεν το αναιρέσει η πλέον βέβαιη αλήθεια. Όταν αυτό συμβεί, καταλαβαίνουμε ότι δεν ήταν η Αγία Γραφή που κάποτε το επιβεβαίωσε, αλλά η ανθρώπινη άγνοια που το φαντάστηκε.» Από τα παραπάνω φαίνεται ότι η ερμηνεία την οποία δίνουμε σε διάφορα χωρία των Γραφών είναι εσφαλμένη κάθε φορά που δεν συμφωνεί με αποδεδειγμένες αλήθειες. Και επομένως, θα πρέπει να αναζητούμε το αδιαφιλονίκητο νόημα της Βίβλου διαμέσου των αποδεδειγμένων αληθειών και να μην προσπαθούμε, κατά κανένα τρόπο, να επιβάλουμε νόμους στη φύση ή να αρνηθούμε εμπειρίες και αυστηρές αποδείξεις βασιζόμενοι στον απλό ήχο λέξεων που μπορεί να σαγηνεύουν την ανθρώπινη μηδαμινότητά μας. Ας μου επιτρέψει η Υψηλότης Σας να επισημάνω ακόμη, με πόση περίσκεψη προχωρεί ο άγιος αυτός μέχρι να επικυρώσει κάποια ερμηνεία των Γραφών ως βέβαιη και απαλλαγμένη από κάθε πρόβλημα. Μη όντας ικανοποιημένος από μια ορισμένη ερμηνεία της Βίβλου που δεν συμφωνεί με κάποιες αποδείξεις, προσθέτει: Όταν όμως κάποια αλήθεια αποδεικνύεται ότι είναι βέβαιη χάρη στη λογική, και πάλι δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι εάν με αυτές τις λέξεις της Αγίας Γραφής, ο συγγραφέας είχε σκοπό να εκφράσει τούτη την ιδέα ή κάποια άλλη που δεν είναι λιγότερο αληθής. Κι αν από τα συμφραζόμενα των λόγων του αποδειχθεί ότι δεν είχε σκοπό να εκφράσει τούτη την αλήθεια, εκείνη που πράγματι είχε σκοπό να εκφράσει 49

De Genesi ad literam, I, 8 και 19. 23

δεν είναι για το λόγο αυτό εσφαλμένη, αλλά περισσότερο αληθής και η γνώση της ακόμη πιο ωφέλιμη. Ακόμα μεγαλύτερο θαυμασμό δε, προκαλεί η προσοχή του ευσεβούς αυτού συγγραφέως που, δεν πείθεται εντελώς βλέποντας να εναρμονίζονται οι λογικές αποδείξεις, τα λόγια της Βίβλου και όλα τα συμφραζόμενά τους, και γι’ αυτό προσθέτει τα ακόλουθα λόγια: «Μα κι αν το περιεχόμενο συνηγορεί ότι αυτό ακριβώς είναι που εννοεί ο συγγραφέας, έχουμε καθήκον να εξετάσουμε μήπως είχε σκοπό να εκφράσει και κάτι άλλο». Ούτε οδηγείται στην αποδοχή της μίας και μοναδικής ερμηνείας και στην απόρριψη της άλλης, δείχνοντας ότι δεν μπορεί κανείς να είναι ποτέ απόλυτα σίγουρος ότι έχει επιδείξει τη δέουσα προσοχή· γι’ αυτό συνεχίζει: «Αλλά εάν ανακαλύψουμε ότι εννοούσε και κάτι άλλο, τότε, αφού ζυγιστούν και οι δύο πλευρές, πρέπει να δούμε ποιο από τα δύο ήθελε ο συγγραφέας να επικρατήσει ή σε ποιο από τα δύο πιθανόν απέβλεπε.» Και, τέλος, μας αποκαλύπτει τους λόγους που τον κάνουν να υποστηρίζει τον κανόνα αυτό, καταδεικνύοντας τους κινδύνους στους οποίους εκθέτουν τη Βίβλο και την Εκκλησία οι άνθρωποι εκείνοι που επειδή ενδιαφέρονται περισσότερο να υποστηρίξουν τα ίδια τους τα λάθη παρά την ιερότητα της Βίβλου, επιχειρούν να εξωθήσουν το κύρος της πέρα από τα όρια που η ίδια έχει προδιαγράψει για τον εαυτό της. Τα ακόλουθα λόγια, που συμπληρώνει, θα έπρεπε να είναι από μόνα τους αρκετά για να αναχαιτίσουν ή να μετριάσουν τη διάθεση για κατάχρηση του βιβλικού λόγου, που επιδεικνύουν ορισμένοι άνθρωποι: Συμβαίνει συχνά ένας Χριστιανός να μην είναι σε θέση να κατανοήσει πλήρως κάποιο ζήτημα που αφορά τη Γη, τον ουρανό ή τα άλλα στοιχεία τούτου του κόσμου — την κίνηση, την περιστροφή, τα μεγέθη και τις αποστάσεις των αστεριών, τις εκλείψεις του Ήλιου και της Σελήνης, τους κύκλους των ετών και των εποχών, τη φύση των ζώων, των καρπών, των πετρωμάτων και άλλα πράγματα αυτού του είδους— κι έτσι να μην μπορεί να το ερμηνεύσει σωστά ή να το αποσαφηνίσει με τη βοήθεια της εμπειρίας. Είναι, λοιπόν, εντελώς παράλογο και ολέθριο, και πρέπει να αποφεύγεται πάση θυσία να δημιουργείται η εντύπωση σε κάποιον άπιστο ότι οι Χριστιανοί είναι τόσο ανόητοι ώστε να συζητούν γύρω από τα θέματα αυτά σαν να αποτελούσαν δόγματα της Χριστιανικής θρησκείας. Με το ζόρι θα συγκρατήσει τα γέλια του βλέποντας το λάθος γραμμένο στους ουρανούς, όπως λέει κι η παροιμία. Το χειρότερο απ’ όλα δεν είναι ότι μπορεί να διακωμωδηθεί ένας άνθρωπος επειδή σφάλλει, αλλά ότι άτομα ξένα προς τη Χριστιανική θρησκεία θα θεωρήσουν ότι τις ίδιες απόψεις υποστηρίζουν και οι συγγραφείς μας και γι’ αυτό θα τους επικρίνουν και θα τους απορρίψουν ως αδαείς, πράγμα που θα βλάψει πολύ εκείνους των οποίων τη σωτηρία επιζητούμε. Διότι όταν οι άπιστοι αντικρούουν τις απόψεις ενός Χριστιανού σε ζητήματα που οι ίδιοι γνωρίζουν επισταμένως, φανερώνουν με τον τρόπο αυτό πόσο μικρό σεβασμό τρέφουν στη Βίβλο. Και γιατί θα έπρεπει άραγε να πιστέψουν ότι η Βίβλος μιλάει για την ανάσταση των νεκρών, για την ελπίδα της αιώνιας ζωής και για τη Βασιλεία των Ουρανών, τη στιγμή που θεωρούν ότι περιέχει εσφαλμένες διατυπώσεις όσον αφορά τα σημεία που επιδέχονται άμεση απόδειξη ή που εμπίπτουν στη σφαίρα της αδιαμφισβήτητης λογικής; Υπάρχουν άνθρωποι που, υπερασπιζόμενοι προτάσεις τις οποίες δεν κατανοούν, χρησιμοποιούν —και κατά κάποιο τρόπο δεσμεύουν— ορισμένα χωρία της Βίβλου, στη συνέχεια δε, μεγενθύνουν το αρχικό τους λάθος επικαλούμενοι και άλλα χωρία τα ο24

ποία κατανοούν ακόμη λιγότερο από τα πρώτα. Το μέγεθος της προσβολής που δέχονται οι αληθινά σοφοί και ευλαβείς Πατέρες από τέτοιους ανθρώπους περιγράφεται από τον ίδιο άγιο με τα ακόλουθα λόγια: Τεράστια προβλήματα και θλίψη προκαλούν οι άφρονες και προπετείς αυτοί άνθρωποι στους ευσεβείς αδελφούς τους. Όταν εκείνοι που σέβονται το κύρος της Βίβλου αρχίζουν να επιτιμούν και να αντικρούουν τις εσφαλμένες και αβάσιμες απόψεις τους, τούτοι οι άνθρωποι υπερασπίζονται τις θεωρίες τους με εντελώς σφαλερό και απερίσκεπτο τρόπο, επικαλούμενοι τη Βίβλο για να τις υποστηρίξουν, επαναλαμβάνοντας από μνήμης βιβλικά χωρία που αυθαίρετα προσαρμόζουν στους σκοπούς τους, χωρίς να γνωρίζουν ούτε τι σημαίνουν ούτε ποια είναι η ενδεδειγμένη χρήση τους. Μου φαίνεται ότι σε αυτούς τους ανθρώπους πρέπει να συμπεριλάβουμε εκείνους οι οποίοι, ενώ δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κατανοήσουν τα εμπειρικά στοιχεία και τις αποδείξεις που χρησιμοποιούν για να στηρίξουν τη νέα θεωρία ο συγγραφέας και οι οπαδοί του, παρ’ όλα αυτά επικαλούνται τις Γραφές επιχειρώντας να τα συσχετίσουν με αυτές. Δεν σκέφτονται ότι όσο περισσότερο παραθέτουν κείμενα των Γραφών, και όσο περισσότερο επιμένουν ότι αυτά είναι εντελώς ξεκάθαρα και δεν επιδέχονται άλλη ερμηνεία από εκείνη που οι ίδιοι τους προσδίδουν, τόσο περισσότερο βλάπτουν την ιερότητα της Βίβλου —ή θα την έβλαπταν, εάν είχε την παραμικρή βαρύτητα η γνώμη τους— λόγω του γεγονότος ότι τα νεότερα στοιχεία επιβεβαιώνουν μια άποψη που είναι αντίθετη με τη δική τους ερμηνεία, με αποτέλεσμα να δημιουργείται σύγχυση σε όσους βρίσκονται εκτός της Αγίας Εκκλησίας. Και γι’ αυτούς ακριβώς τους ανθρώπους [που βρίσκονται έξω από τους κόλπους της] η Εκκλησία δείχνει στοργικό ενδιαφέρον, σαν μητέρα που επιθυμεί να ξαναπάρει τα παιδιά της στην αγκαλιά της. Κατανοεί, συνεπώς, η Υψηλότης Σας, πόσο ανάρμοστα ενεργούν οι άνθρωποι αυτοί που σε φυσικές διαμάχες παρατάσσουν στην πρώτη γραμμή των επιχειρημάτων τους χωρία των Γραφών, τα οποία μάλιστα συχνά έχουν παρερμηνεύσει. Εάν τούτοι οι άνθρωποι πιστεύουν πραγματικά ότι κατέχουν το αληθές νόημα κάποιου χωρίου, εξυπακούεται αναγκαστικά ότι πιστεύουν πως γνωρίζουν με απόλυτη βεβαιότητα την ορθότητα της πρότασης που σκοπεύουν να θέσουν σε συζήτηση. Έτσι, πρέπει να γνωρίζουν ότι διαθέτουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων τους, που τους έλαχε να υπερασπίζονται την εσφαλμένη θέση. Κι αυτός που υποστηρίζει την αλήθεια θα διαθέτει πλήθος εμπειρικών ενδείξεων και αυστηρών αποδείξεων, ενώ ο αντίπαλός του δεν θα είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει παρά μόνο φανταστικά φαινόμενα, σοφιστείες και σφαλερούς συλλογισμούς. Εάν τώρα οι άνθρωποι αυτοί γνωρίζουν ότι διαθέτουν τέτοια πλεονεκτήματα έναντι του εχθρού, ακόμη κι όταν παραμένουν εντός των ορίων της φιλοσοφίας και δεν χρησιμοποιούν άλλα όπλα από όσα αρμόζουν στο πεδίο αυτό, γιατί λοιπόν όταν ξεσπάσει η μάχη καταφεύγουν σ’ ένα τρομερό και ακαταμάχητο όπλο, και επιδιώκουν να κατατροπώσουν τον αντίπαλο με την επίδειξή του και μόνο; Για να είμαι ειλικρινής, πιστεύω ότι, επειδή έχουν ηττηθεί και αισθάνονται ανίκανοι να αντισταθούν στις επιθέσεις του αντιπάλου, αναζητούν τρόπους να τον καθηλώσουν. Για το σκοπό αυτό επιδιώκουν να του απαγορεύσουν να χρησιμοποιήσει τη λογική, που είναι δώρο της θείας Πρόνοιας, και κακοποιούν την αυθεντία της Αγίας Γραφής — η οποία, σύμφωνα με τη γνώμη των θεολόγων, όταν κατανοείται ορθά δεν μπορεί ποτέ να αντίκειται στην καθαρή εμπειρία και τις αναγκαίες αποδείξεις. Κι αν δεν κάνω λάθος, δεν θα τους χρησιμεύσει σε τίποτα να καταφεύγουν διαρκώς στη Βίβλο για να συγκα25

λύψουν την ανικανότητά τους να κατανοήσουν, πόσο μάλλον να αποφασίσουν για την ορθότητα των επιχειρημάτων των αντιπάλων τους, διότι η άποψη την οποία αντιμάχονται δεν έχει καταδικαστεί ποτέ από την Αγία Εκκλησία. Εάν ήθελαν να είναι έντιμοι, θα έπρεπε με τη σιωπή τους να ομολογήσουν την αδυναμία τους να ασχοληθούν με τέτοια ζητήματα. Ας παραδεχτούν ανοιχτά ότι παρ’ όλο που μπορούν να θεωρούν μια άποψη λαθεμένη, δεν είναι δική τους αρμοδιότητα να την κυρήξουν εσφαλμένη· κάτι τέτοιο δεν αποτελεί αρμοδιότητα κανενός άλλου παρά μόνο του Ανωτάτου Ποντίφηκος και των Συνόδων. Ας τα σκεφτούν όλα αυτά, κι αφού γνωρίζουν ότι μια πρόταση δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα αληθής και αιρετική, ας ασχοληθούν μόνο με τη δουλειά που είναι επιτρεπτό να κάνουν, να αποδείξουν, δηλαδή, ότι η πρόταση αυτή είναι εσφαλμένη. Και όταν τούτο αποκαλυφθεί, είτε δεν θα υπάρχει πλέον ανάγκη απαγόρευσής της (εφ’ όσον δεν θα έχει οπαδούς) είτε θα μπορέσει να τεθεί σε απαγόρευση χωρίς τον κίνδυνο να προκληθεί σκάνδαλο. Ας στρέψουν, επομένως, οι άνθρωποι αυτοί τις προσπάθειές τους στην εξέταση των επιχειρημάτων του Κοπέρνικου και των υπολοίπων και ας αφήσουν την καταδίκη του δόγματος και το χαρακτηρισμό του ως εσφαλμένου και αιρετικού στην αρμόδια αρχή. Δεν πρέπει να έχουν την παραμικρή ελπίδα ότι οι άφρονες αποφάσεις στις οποίες αυτοί οδηγούνται εσπευσμένα εξαιτίας κάποιου συγκεκριμένου πάθους ή κάποιου προσωπικού συμφέροντος θα βρουν ανταπόκριση στους εμβριθείς και πάνσοφους Πατέρες ή στην υπέρτατη σοφία Εκείνου που είναι αδύνατο να σφάλλει. Όσον αφορά την εν λόγω άποψη, και άλλες απόψεις που δεν συνιστούν άμεσα θέματα πίστης, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι ο Ανώτατος Ποντίφηξ έχει πάντοτε την απόλυτη εξουσία να τις εγκρίνει ή να τις καταδικάζει. Όμως κανένα ον απ’ όσα έχει πλάσει ο Θεός δεν έχει την εξουσία να καθιστά τα πράγματα αληθή ή εσφαλμένα, διότι τούτο ανήκει στην ίδια τη φύση των πραγμάτων και στην πραγματικότητα. Γι’ αυτό, κατά την κρίση μου, θα πρέπει κανείς πρώτα να βεβαιώνεται για την αναγκαία και αμετάβλητη αλήθεια της πραγματικότητας, επί της οποίας ουδείς άνθρωπος έχει εξουσία. Τούτο αποτελεί μια σοφή συμβουλή που είναι προτιμότερη από την καταδίκη οποιασδήποτε πλευράς λόγω έλλειψης αυτής της επιβεβαίωσης. Μια τέτοια καταδίκη θα είχε ως αποτέλεσμα να στερήσει τον οποιονδήποτε από το δικαίωμα και τη δυνατότητα να επιζητεί διαρκώς τον προσδιορισμό πραγμάτων που μέχρι σήμερα δεν έχουν ερευνηθεί αλλά παραμένουν ανοιχτά και υπόκεινται στη βούληση της ανώτατης αυθεντίας. Εν κατακλείδι, εάν είναι αδύνατο να κηρυχθεί αιρετικό ένα συμπέρασμα όσο συνεχίζουμε να αμφιβάλλουμε για την αλήθεια του, τότε οι άνθρωποι αυτοί χάνουν το χρόνο τους κραυγάζοντας για την καταδίκη της άποψης που υποστηρίζει την κίνηση της Γης και την ακινησία του Ήλιου, οι οποίες δεν έχουν ακόμα αποδειχθεί αδύνατες ή εσφαλμένες. Και τώρα ας εξετάσουμε κατά πόσον αληθεύει ότι το περίφημο χωρίο από τον Ιησού του Ναυή μπορεί να γίνει αποδεκτό κατά γράμμα, και κάτω από ποιες συνθήκες θα μπορούσε η ημέρα να επιμηκυνθεί επί μακρόν και ο Ήλιος να σταθεί ακίνητος υπακούοντας στην εντολή του Ιησού του Ναυή. 50 Εάν αντιλαμβανόμασταν τις ουράνιες κινήσεις σύμφωνα με το Πτολεμαϊκό σύστημα, κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβεί. Διότι η κίνηση του Ήλιου κατά μήκος της εκλειπτικής πραγματοποιείται από τα δυτικά προς τα ανατολικά και, επομένως, εί50

Ιησούς του Ναυή, 10:12-13: «Τότε ελάλησεν ο Ιησούς προς τον Κύριον, (...) και είπεν ενώπιον του Ισραήλ, Στήθι, ήλιε, επί την Γαβαών, και συ σελήνη, επί την φάραγγα Αιαλών. Και ο ήλιος εστάθη, και η σελήνη έμεινεν, εωσού ο λαός εκδικηθή τους εχθρούς αυτού. (...) Και εστάθη ο ήλιος εν τω μέσω του ουρανού, και δεν έσπευσε να δύση έως μιας ολοκλήρου ημέρας». [Σ.τ.Μ.] 26

ναι αντίθετη προς την κίνηση του primum mobile, πράγμα που στο σύστημα αυτό προκαλεί την εναλλαγή της ημέρας και τη νύχτας. Ως εκ τούτου, είναι προφανές ότι εάν ο Ήλιος σταματούσε τη χαρακτηριστική κίνησή του, η ημέρα θα γινόταν μικρότερη και όχι μεγαλύτερη. 51 Η επιμήκυνση της ημέρας θα μπορούσε μόνο να προκληθεί με την επιτάχυνση της χαρακτηριστικής κίνησης του Ήλιου. Και για να παραμείνει ο Ήλιος ακίνητος επί κάποιο χρονικό διάστημα σε ένα σημείο πάνω από τον ορίζοντα χωρίς να γέρνει προς τη δύση, θα έπρεπε να επιταχυνθεί η κίνηση αυτή έως ότου εξισωθεί με την κίνηση του primum mobile. Τούτο θα είχε ως συνέπεια την αύξηση της συνήθους ταχύτητας του Ήλιου κατά περίπου τριακόσιες εξήντα φορές. Συνεπώς, εάν ο Ιησούς του Ναυή είχε σκοπό οι λέξεις του να εκληφθούν με το ακριβές και κυριολεκτικό νόημά τους, θα είχε διατάξει τον Ήλιο να επιταχύνει την κίνησή του κατά τρόπον ώστε η επίδραση του primum mobile να μην τον μετακινήσει προς τα δυτικά. Καθώς όμως τα λόγια του επρόκειτο να τα ακούσουν άνθρωποι που, το πιθανότερο είναι ότι δεν εγνώριζαν τίποτε για τις ουράνιες κινήσεις πέρα από τη μεγάλη κίνηση από τα ανατολικά προς τα δυτικά, προτίμησε να προσαρμόσει το λόγο του στα μέτρα τους και μίλησε σύμφωνα με τις δυνατότητες κατανόησής τους, διότι σκοπός του δεν ήταν να τους διδάξει τη διευθέτηση των σφαιρών αλλά απλώς να τους κάνει να αντιληφθούν το μεγαλείο του θαύματος. Πιθανότατα αυτή ήταν η σκέψη που έκανε κατ’ αρχάς τον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη να πει ότι σ’ αυτό το θαύμα ήταν το primum mobile που έμεινε ακίνητο, και ότι όταν αυτό σταμάτησε το αποτέλεσμα ήταν να σταματήσουν και όλες οι ουράνιες σφαίρες - άποψη που υποστηρίχθηκε και από τον ίδιο τον Άγιο Αυγουστίνο και επιβεβαιώθηκε με σχολαστικότητα από τον Επίσκοπο της Άβιλα. Και πράγματι πρόθεση του Ιησού του Ναυή ήταν να μείνει ακίνητο ολόκληρο το σύστημα των ουρανίων σφαιρών, όπως συνάγεται από τη διαταγή που έδωσε ταυτόχρονα στη Σελήνη, η οποία δεν είχε καμία σχέση με την επιμήκυνση της ημέρας. Και μέσω της διαταγής του στη Σελήνη πρέπει να καταλάβουμε ότι εννοούσε και τους άλλους πλανήτες επίσης, μολονότι αυτοί δεν αναφέρονται ρητά εδώ, όπως δεν αναφέρονται και σε άλλα σημεία της Βίβλου, η οποία εξάλλου δεν γράφτηκε για να μας διδάξει αστρονομία. Ως εκ τούτου, είναι ξεκάθαρο για μένα ότι αν επρόκειτο να δεχθούμε το Πτολεμαϊκό σύστημα, θα έπρεπε αναγκαστικά να αποδώσουμε τα λόγια αυτά με διαφορετικό τρόπο από την αυστηρά κυριολεκτική τους σημασία. Ακολουθώντας τις πολύτιμες συμβουλές του Αγίου Αυγουστίνου, δεν θα ισχυριστώ ότι η μόνη ερμηνεία είναι αυτή που έδωσα παραπάνω, καθώς κάποιος άλλος θα μπορούσε ίσως να σκεφτεί μια άλλη, πιο κατάλληλη και αρμονική. Θα ήθελα, λοιπόν, να εξετάσω στη συνέχεια μήπως αυτό το συγκεκριμένο γεγονός μπορεί να ερμηνευθεί με μεγαλύτερη συνέπεια εάν διαβάσουμε το βιβλίο του Ιησού του Ναυή με τους όρους του Κοπερνίκειου συστήματος, λαμβάνοντας επιπλέον υπ’ όψιν και κάποια πρόσφατη παρατήρηση που έκανα ο ίδιος σχετικά με τον Ήλιο. Παρ’ όλα αυτά, μιλάω πάντοτε με προσοχή και επιφύλαξη και όχι με εκείνη την υπερβολική βεβαιότητα για τις δικές μου ανακαλύψεις που θα με έκανε να τις προκρίνω έναντι των ανακαλύψεων όλων των υπολοίπων. Ούτε και αποκλείω ότι μπορεί να 51

Στο γεωκεντρικό σύστημα, ο Ήλιος και οι υπόλοιποι «πλανήτες» παρασύρονται από την κίνηση του πρώτου κινούντος και διαγράφουν στον ουρανό μια τροχιά από ανατολάς προς δυσμάς. Κάθε πλανήτης, ωστόσο, εκτελεί και τη δική του χαρακτηριστική κίνηση με αντίθετη φορά και πολύ μικρότερη ταχύτητα. Επομένως, το αποτέλεσμα της σύνθεσης των κινήσεων, όπως θα λέγαμε σήμερα, είναι μια πιο αργή δυτικότροπη κίνηση των πλανητών. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα, ο Γαλιλαίος, συνδέει το ρήμα στήθι του Ιησού του Ναυή με την χαρακτηριστική κίνηση του Ήλιου και χρησιμοποιεί την έννοια της σύνθεσης των κινήσεων για να αποδείξει ότι η ερμηνεία των οπαδών του γεωκεντρικού συστήματος στερείται φυσικού νοήματος. [Σ.τ.Μ.] 27

έρθει στο φως κάποια ανακάλυψη που θα βρίσκεται σε ακόμη μεγαλύτερη συμφωνία με τις προθέσεις της Βίβλου. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι στο θαύμα του Ιησού του Ναυή ακινητοποιήθηκε ολόκληρο το σύστημα των ουρανίων σφαιρών, όπως πιστεύουν οι συγγραφείς που αναφέρθηκαν παραπάνω. Προκειμένου, τώρα, να μη διαταραχθεί η συνολική διευθέτηση των ουρανίων σφαιρών από την ακινητοποίηση ενός μόνον ουράνιου σώματος, πράγμα που θα προκαλούσε μεγάλη ανωμαλία στο σύνολο της Φύσης, θα ισχυριστώ στη συνέχεια ότι ο Ήλιος, μολονότι στερεωμένος σε ένα μέρος, περιστρέφεται παρ’ όλα αυτά γύρω από τον ίδιο του τον άξονα πραγματοποιώντας μια πλήρη περιστροφή σε διάστημα περίπου ενός μηνός, όπως νομίζω ότι κατέδειξα με αναμφισβήτητο τρόπο στα Γράμματά μου περί των ηλιακών κηλίδων. Με τα ίδια μας τα μάτια βλέπουμε ότι η κίνηση αυτή έχει μια κλίση προς το νότο στο ανώτερο τμήμα του Ήλιου, ενώ στο κατώτερο τμήμα παρουσιάζει μια κλίση προς το βορρά, όπως ακριβώς συμβαίνει με τις περιστροφές όλων των πλανητών. Τρίτον, εάν λάβουμε υπ’ όψιν την ευγενή φύση του Ήλιου και το γεγονός ότι είναι η πηγή του φωτός που (όπως θα αποδείξω με αναμφισβήτητο τρόπο) φωτίζει όχι μόνο τη Σελήνη και τη Γη αλλά και όλους τους άλλους πλανήτες οι οποίοι από τη φύση τους είναι σκοτεινοί, τότε πιστεύω ότι δεν είναι εντελώς αδόκιμο να πούμε ότι ο ΄Ηλιος, ως αρχηγέτης της φύσης και, κατά μία έννοια, η καρδιά και η ψυχή του σύμπαντος, μεταδίδει με την περιστροφή του όχι μόνο φως αλλά και κίνηση στα υπόλοιπα σώματα που τον περιβάλλουν. Κι όπως ακριβώς όταν σε ένα ζώο σταματήσει η κίνηση της καρδιάς θα σταματήσουν και όλες οι άλλες κινήσεις των μελών του, παρομοίως εάν σταμάτησε η κίνηση του Ήλιου, θα σταματήσαν και οι κινήσεις όλων των πλανητών. Και μολονότι θα μπορούσα να εκθέσω τις μαρτυρίες πολλών σοβαρών συγγραφέων για να αποδείξω τη θαυμαστή δύναμη και δράση του Ήλιου, θα αρκεστώ σε ένα μόνο απόσπασμα του αγιωτάτου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, ο οποίος στο βιβλίο του Περί των Θείων Ονομάτων γράφει για τον Ήλιο: 52 «Το φως του προσελκύει και συγκεντρώνει όλα τα ορατά σώματα που κινούνται, φωτίζονται ή θερμαίνονται και, με μια λέξη, όλα τα πράγματα που συντηρεί η λαμπρότητά του. Γι’ αυτό το λόγο ονομάζεται Ήλιος, 53 διότι συγκεντρώνει όλα τα διασκορπισμένα πράγματα». Και λίγο παρακάτω αναφέρει: Αυτός ο Ήλιος που βλέπουμε παραμένει ένας και παρά την ποικιλία των ουσιών και των ιδιοτήτων των πραγμάτων που πέφτουν στην αντίληψή μας, σκορπίζει το φως του με τον ίδιο τρόπο πάνω σε όλα, και ανανεώνει, τρέφει, προφυλάσσει, τελειοποιεί, διαιρεί, ενώνει, στέργει, κάνει γόνιμα, αυξάνει, μεταβάλλει, σταθεροποιεί, παράγει, κινεί και διαμορφώνει όλα τα ζωντανά πλάσματα. Κάθε τι σε τούτο το σύμπαν μετέχει ενός και του αυτού Ηλίου, σύμφωνα με τη θέλησή Του, και οι αιτίες πολλών καταστάσεων που προέρχονται απ’ αυτόν υπάρχουν εξ αρχής στον ίδιο. Συνεπώς, και κάθε άλλη αιτία κ.λπ. Επειδή, λοιπόν, ο Ήλιος είναι η πηγή του φωτός και η αρχή της κίνησης, όταν ο Θεός θέλησε με τη διαταγή του Ιησού του Ναυή να σταματήσει ολόκληρο το σύστημα του κόσμου και να παραμείνει ακινητοποιημένο για πολλές ώρες, ήταν αρκετό να κάνει τον Ήλιο να μείνει ακίνητος. Με την ακινητοποίησή του, έπαυσαν και όλες οι υπόλοιπες περιστροφές. Η Γη, η Σελήνη και ο Ήλιος παρέμειναν στις ίδιες θέσεις που είχαν 52 53

Βλ. σημ. 43 Helios στο λατινικό. [Σ.τ.Μ.] 28

προηγουμένως, το ίδιο και όλοι οι πλανήτες. Και στη διάρκεια αυτού του χρόνου η ημέρα δεν προχώρησε καθόλου, διότι παρατάθηκε κατά τρόπο θαυμαστό. Και με τον τρόπο αυτό, με την ακινητοποίηση του Ήλιου, δηλαδή, η ημέρα επιμηκύνθηκε επί της γής χωρίς να μεταβληθούν ή να διαταραχθούν στο ελάχιστο οι γωνιακές αποστάσεις και οι σχετικές θέσεις των πλανητών, πράγμα που συμφωνεί επακριβώς με την κυριολεκτική ερμηνεία του ιερού κειμένου. Εάν δεν κάνω λάθος, όμως, κάτι εξίσου σημαντικό είναι ότι με τη βοήθεια του Κοπερνίκειου συστήματος μπορούμε να δώσουμε μια κυριολεκτική, ανοιχτή και αβίαστη ερμηνεία σε μια άλλη πρόταση που αναφέρεται στο ίδιο θαύμα, ότι δηλαδή ο Ήλιος έμεινε ακίνητος εν τω μέσω του ουρανού. 54 Έγκυροι θεολόγοι εγείρουν ερωτήματα σχετικά με το χωρίο αυτό, διότι μοιάζει πολύ πιθανό ότι, όταν ο Ιησούς του Ναυή ζήτησε την επιμήκυνση της ημέρας, ο Ήλιος δεν μεσουρανούσε αλλά βρισκόταν κοντά στη δύση του. Εάν ο Ήλιος μεσουρανούσε, δεν θα χρειαζόταν να προσευχηθεί για την επιμήκυνση της ημέρας προκειμένου να κερδηθεί η μάχη, δεδομένου ότι το θαύμα συνέβη τον καιρό του θερινού ηλιοστασίου, όταν οι ημέρες είναι μεγαλύτερες και ο εναπομένων χρόνος των επτά ωρών μέχρι την έλευση της νύχτας ήταν αρκετός. Επομένως, πολλοί σοβαροί θεολόγοι θεωρούν ότι όντως ο Ήλιος βρισκόταν κοντά στη δύση του· αλλά και τα ίδια τα λόγια δείχνουν να εννοούν πράγματι αυτό: Στήθι, ήλιε. Γιατί, εάν ο Ήλιος μεσουρανούσε, είτε θα ήταν περιττό να ζητήσει ο Ιησούς του Ναυή κάποιο θαύμα είτε θα ήταν αρκετό να προσευχηθεί απλά για μια κάποια καθυστέρηση. Αυτή την άποψη προσυπογράφει και ο επίσκοπος της Γαέτα 55 καθώς και ο Μαγγελάνος 56 επιβεβαιώνοντάς την με την παρατήρηση ότι ο Ιησούς του Ναυή είχε ήδη κάνει πάρα πολλά πράγματα εκείνη την ημέρα προτού διατάξει τον Ήλιο να μείνει ακίνητος, κι όλα αυτά τα πράγματα σίγουρα δεν μπορούσαν να έχουν γίνει σε μισή μέρα. Κατά συνέπεια, αναγκάστηκαν να ερμηνεύσουν τη φράση εν τω μέσω του ουρανού κάπως μπερδεμένα, ισχυριζόμενοι πως δεν σημαίνει τίποτ’ άλλο παρά ότι ο Ήλιος έμεινε ακίνητος στο δικό μας ημισφαίριο, δηλαδή, πάνω από τον ορίζοντα. Όμως, αν δεν κάνω λάθος, νομίζω ότι μπορούμε να αποφύγουμε κάθε περίπλοκη ερμηνεία εάν σύμφωνα με το Κοπερνίκειο σύστημα θέσουμε τον Ήλιο στο «μέσον» —δηλαδή στο κέντρο— των ουρανίων σφαιρών και των πλανητικών περιστροφών, όπως και είναι απαραίτητο να κάνουμε. Μ’ αυτή την έννοια, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας κι αν θεωρήσουμε [ότι έγινε το θαύμα], είτε μεσημβρινή είτε εσπερινή, η ημέρα θα επιμηκυνθεί και όλες οι ουράνιες περιστροφές θα σταματήσουν εάν ο Ήλιος ακινητοποιηθεί εν τω μέσω του ουρανού — δηλαδή, στο κέντρο όπου βρίσκεται. Η άποψη αυτή ταιριάζει πολύ καλύτερα με το κείμενο, απ’ ότι όλα όσα έχουν ήδη λεχθεί. Διότι εάν το χωρίο εννοούσε ότι ο Ήλιος σταμάτησε στη μέση της ημέρας, η κατάλληλη έκφραση θα ήταν ότι «ακινητοποιήθηκε κατά τη μεσημβρινή ώρα» ή «στο απόγειο της τροχιάς του» και όχι «εν τω μέσω του ουρανού». Διότι το αληθινό και μοναδικό «μέσον» ενός σφαιρικού σώματος όπως ο ουρανός είναι το κέντρο του. Όσον αφορά άλλα χωρία των Γραφών που δείχνουν να είναι αντίθετα με την άποψη αυτή, δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι εάν ήταν γνωστό ότι πρόκειται για άποψη αληθή και αποδεδειγμένη, οι ίδιοι οι θεολόγοι που, όσο τη θεωρούν εσφαλμένη 54

Ιησούς του Ναυή, 10:13. [Βλ. σημ. 50] Thomas de Vio (1468-1534). Δομινικανός μοναχός και συγγραφέας ενός περίφημου ερμηνευτικού υπομνήματος πάνω στο έργο του Θωμά του Ακινάτη Summa Theologiae. Υπήρξε καρδινάλιος και αργότερα επίσκοπος στη γενέθλια πόλη του Gaeta. [Σ.τ.Μ.] 56 Cosme Magalhaens (1553-1624). Πορτογάλος Ιησουίτης που δημοσίευσε, το 1612, μια δίτομη πραγματεία πάνω στο βιβλίο του Ιησού του Ναυή. [Σ.τ.Μ.] 55

29

ισχυρίζονται ότι τα εν λόγω χωρία δεν εναρμονίζονται με αυτή, θα διατύπωναν ερμηνείες που θα βρίσκονταν σε ικανοποιητική συμφωνία μαζί της, ιδιαίτερα δε, εάν η θεολογική τους κατάρτιση περιελάμβανε και κάποιες γνώσεις αστρονομίας. Επί του παρόντος, επειδή τη θεωρούν εσφαλμένη, πιστεύουν ότι στις Γραφές βρίσκουν μόνο χωρία που αντιφάσκουν με αυτή. Αν, όμως, για μία μόνο φορά υιοθετούσαν μια διαφορετική αντίληψη των πραγμάτων, θα έβρισκαν πιθανότατα άλλα τόσα χωρία που συμφωνούν με αυτή. Και ίσως τότε έκριναν ότι αρμόζει στην Αγία Εκκλησία να λέγει πως ο Θεός τοποθέτησε τον Ήλιο στο κέντρο του ουρανού και περιστρέφοντάς τον σαν τροχό έδωσε στη Σελήνη και τους άλλους περιφερόμενους αστέρες τις καθορισμένες πορείες τους, όπως αναφέρει και ο ύμνος: Πανάγιε Θεέ των Ουρανών, Συ, που στο λαμπρό κέντρο των ουρανών, το πλημμυρισμένο με υπέροχο φως, χάρισες τη φλογερή μεγαλοπρέπεια· Σύ, που την ημέρα την τετάρτη, έπλασες τον πύρινο δίσκο του Ηλίου, βάζοντας σε τάξη τη Σελήνη και τις περιφερόμενες πορείες των αστέρων... 57 Θα μπορούσαν επίσης να παραδεχτούν ότι η λέξη «στερέωμα» αποδίδει όντως πολύ καλά την έναστρη σφαίρα και όλα όσα βρίσκονται πέρα από τις περιστροφές των πλανητών, τα οποία σύμφωνα με αυτή τη διάταξη είναι απολύτως σταθερά και ακίνητα. Επιπλέον, εάν λάβουν υπ’ όψιν την περιστροφή της Γης [γύρω από τον εαυτό της], ίσως καταλάβουν ότι το χωρίο «ενώ δεν είχεν έτι κάμει την γην, ούτε πεδιάδας, ούτε τους πόλους της οικουμένης» 58 αναφέρεται κυριολεκτικά στους πόλους [περιστροφής]: Διότι θα ήταν άσκοπο να αποδίδονται πόλοι στη Γη εκτός εάν τους χρειαζόταν για να περιστραφεί γύρω από αυτούς. ΜΕΤΆΦΡΑΣΗ: Βαρβάρα Σπουροπούλου Μανώλης Πατηνιώτης [Η μετάφραση έγινε από τη συλλογή Stillman Drake, Discoveries and Opinions of Galileo, Anchor Books, Νέα Υόρκη, Λονδίνο, Τορόντο, Σίδνεϊ, Auckland, 1957. Τα σχόλια του Stillman Drake αποτέλεσαν τη βάση για αρκετές από τις σημειώσεις των μεταφραστών, αλλά σε πολλές περιπτώσεις αναζητήθηκε και περαιτέρω τεκμηρίωση.]

57

Από τον ύμνο Κύριε, Πλάστη του Παντός που αποδίδεται στον άγιο Αμβρόσιο. [Σ.τ.Μ.] Παροιμίαι, 8:26. Στην πραγματικότητα, η αναφορά στους πόλους δεν είναι σαφής στο κέιμενο. Στη μετάφραση των εβδομήκοντα υπάρχουν οι λέξεις ούτε κορυφάς χωμάτων της οικουμένης. Φαίνεται ότι την ίδια δυσκολία αντιμετώπισαν και οι αγγλόφωνοι μεταφραστές του κειμένου διότι και οι δύο διαθέσιμες μεταφράσεις της Βίβλου στην αγγλική δεν αναφέρονται σαφώς στους πόλους της γήινης σφαίρας. Εδώ επιλέχτηκε μια υβριδική απόδοση που συνδυάζει το εν λόγω βιβλικό χωρίο από τη μετάφραση των εβδομήκοντα με την κυριολεκτική αναφορά στους πόλους σύμφωνα με το πρωτότυπο κείμενο του Γαλιλαίου. [Σ.τ.Μ.] 58

30

Related Documents

Galileo Letter
July 2020 4
Galileo
April 2020 12
Trabajos Galileo
May 2020 3
Galileo Nsgu
June 2020 2
Galileo Galilei.docx
June 2020 3