Erg Asia

  • May 2020
  • PDF

This document was uploaded by user and they confirmed that they have the permission to share it. If you are author or own the copyright of this book, please report to us by using this DMCA report form. Report DMCA


Overview

Download & View Erg Asia as PDF for free.

More details

  • Words: 1,890
  • Pages: 20
Η αστικοποίηση, δηλαδή η συγκέντρωση του πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα, είναι δείγμα μιας νέας κατανομής του κεφαλαίου και της ελπίδας για μια καλύτερη θέση στην κοινωνική ιεραρχία. Στα τέλη του 19ουαιώνα η πόλη έγινε ο τόπος της επίδειξης, του θεάματος αλλά και ο τόπος συγκέντρωσης του κεφαλαίου. Απορρόφησε τους αγρότες που, άνεργοι εξ’ αιτίας της μηχανοποίησης της αγροτικής παραγωγής, αναζητούν νέα εργασία. Τα νέα οικονομικά και διοικητικά κέντρα, οι τράπεζες, τα χρηματιστήρια, τα εμπορικά κέντρα, οι κατοικίες των αστών και οι πολυκατοικίες με τα μεγάλα πολυτελή διαμερίσματα συγκεντρώνονται στο κέντρο των πόλεων, ενώ οι εργατικές κατοικίες και τα εργαστήρια των τεχνιτών απομακρύνονται από αυτό. Όμως, επίσης στο κέντρο των πόλεων, στα οικοδομικά τετράγωνα που δεν κατεδαφίζονται, η αστική τάξη δεν επεμβαίνει, και έτσι δημιουργούνται μεγάλες φτωχογειτονιές, όπου η μιζέρια και η φτώχεια προκαλούν έντονα προβλήματα υγιεινής και συνθήκες ανθρώπινης εξαθλίωσης. Στην αρχιτεκτονική γινόταν όλο και πιο έντονη η πεποίθηση ότι μόνο με τις καινούριες κατασκευαστικές τεχνολογίες θα επιτευχθεί η δυναμική δημιουργία του χώρου, που αντικατοπτρίζει την ευαισθησία και το ρυθμό της μοντέρνας κοινωνίας. Έτσι διαμορφώθηκε το λεγόμενο «Βιομηχανικό στιλ», που γεννήθηκε στην Αγγλία στα μέσα του 19ου αιώνα. Στα έργα της Art Nouveau σταματά σχεδόν κάθε αναφορά στα πρότυπα της αρχαιότητας. Χάνεται η συμμετρία, κυριαρχεί το ελεύθερο παιχνίδι της γραμμής, τα διακοσμητικά στοιχεία γίνονται ανάλαφρα, και οι καλλιτέχνες εμπνέονται από το φυτικό και ζωικό βασίλειο. Αρχίζει η αναζήτηση μιας διακοσμητικής λειτουργικότητας και επιδιώκεται η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού ή διεθνούς στιλ. Επίσης σημαντικό γεγονός είναι ότι αναπτύσσονται οι «μικρότερες» ή «εφαρμοσμένες» τέχνες όπως η διακοσμητική, η ενδυματολογία, η αργυροχρυσοχοΐα και άλλες. Η τεχνική της κατασκευής με τα παραδοσιακά υλικά, όπως πέτρα και ξύλο, άλλαξε ριζικά. Με την επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου η σιδηρουργία αναπτύχθηκε και τα μέταλλα χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή των κτιρίων. Μέχρι τότε τα μεταλλικά στοιχεία χρησιμοποιούνταν ως μεμονωμένα εξαρτήματα στην κατασκευή των κτιρίων. Τώρα, ο σίδηρος και το ατσάλι αντικαθιστούν τις φέρουσες επιφάνειες των τοίχων και τις μεγάλες κολόνες που στήριζαν τα κτίρια και επιτρέπουν την κατασκευή μεγάλων ανοιγμάτων και όλο και πιο ψηλών κτιρίων. Χρησιμοποιούνται μαζί με το γυαλί στις οροφές των κτιρίων και για πρώτη φορά

δημιουργούνται μεγάλες σκεπές και μεγάλες διάφανες επιφάνειες. Τα μεγάλα εμπορικά κέντρα, τα θέατρα, οι βιβλιοθήκες, τα μεγάλα εργοστάσια, τα ναυπηγεία, τα θερμοκήπια, τα εκθεσιακά κέντρα και οι σιδηροδρομικοί σταθμοί απέκτησαν τεράστια μεταλλικά στέγαστρα. Ο χυτοσίδηρος, λόγω της ρευστής μορφής του, μπορεί να μπαίνει σε καλούπια. Έτσι κατασκευάζονται από αυτόν τυποποιημένα διακοσμητικά στοιχεία και αρχιτεκτονικά μέλη σε μεγάλη ποικιλία. Η χρήση των μεταλλικών στοιχείων στην κατασκευή κτιρίων εντείνεται στο τέλος του 19ου αιώνα. Η μαζική παραγωγή και το χαμηλό κόστος, η δυνατότητα εύκολης μεταφοράς τους από το εργοστάσιο στο εργοτάξιο ως προκατασκευασμένα στοιχεία, η δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν ως φέροντα στοιχεία στις κατασκευές και να στεγάσουν μεγάλους χώρους, καταλαμβάνοντας ελάχιστη επιφάνεια στήριξης, η πρόοδος της τεχνολογίας των κατασκευών, των μαθηματικών υπολογισμών των φορτίων και των πλευρικών ωθήσεων, καθώς και η δημιουργία εξειδικευμένων σχολών για μηχανικούς ευνόησαν την γενίκευση της χρήσης των μεταλλικών στοιχείων στις διάφορες οικοδομές. Ένα άλλο υλικό που παρουσίαζε νέες δυνατότητες ήταν το τσιμέντο. Η χρήση του, όπως και η χρήση άλλων συνδετικών υλικών, δεν ήταν καινούρια στις κατασκευές κτιρίων. Το τσιμέντο ήταν ήδη γνωστό στους Ρωμαίους. Οι τρόποι εφαρμογής του όμως στην αρχιτεκτονική των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα έθεσαν νέα ερωτήματα: ήταν ένα αυτόνομο υλικό με τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ή έπρεπε να θεωρηθεί ως ένα φτηνό υποκατάστατο της πέτρας; Έπρεπε να χρησιμοποιείται στην τοιχοποιία και να επενδύεται με άλλα διακοσμητικά υλικά ή έπρεπε να αναζητηθούν νέες μορφολογικές λύσεις σε συνδυασμό με τις ιδιότητες αυτού του υλικού; Μπορεί να ήταν δύσκολες οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, αλλά η εφαρμογή του υλικού αυτού ήταν εύκολη. Η τεχνική στη χρήση του διαφέρει ριζικά από την παραδοσιακή κατασκευαστική μέθοδο: με το τσιμέντο δεν απαιτείται η τοποθέτηση ενός στερεού σώματος επάνω σε ένα άλλο αλλά η τοποθέτηση ενός υλικού σε ρευστή κατάσταση μέσα σε καλούπια. Σταδιακά υπερίσχυσε η άποψη ότι το τσιμέντο είναι αυτοδύναμο κατασκευαστικό υλικό και ότι πρέπει να αντιστοιχεί στην κατάλληλη μορφολογία. Η αρχιτεκτονική πρέπει να βρει νέες μορφές, που να συμβαδίζουν με τα χαρακτηριστικά του νέου υλικού. Η δύναμη και η ελαστικότητα σε συνδυασμό με τις γραμμικές, πλαστικές, όλο κίνηση μορφές άλλαξαν ριζικά την αρχιτεκτονική εικόνα. Στο τέλος του αιώνα άρχισαν να χρησιμοποιούν το οπλισμένο σκυρόδεμα σε συνδυασμό με τη

χρήση του σιδήρου. Έτσι, όχι μόνο μεγαλώνει η αντοχή στα φορτία, αλλά η ελαστικότητα του σιδήρου συνδυάζεται με την πλαστικότητα του σκυροδέματος. Το κίνημα «Arts & Graphs» δημιουργήθηκε στην Αγγλία και υπερασπίζεται την αυτόνομη αξία των εφαρμοσμένων τεχνών σε σχέση με τις λεγόμενες Καλές Τέχνες. Κύριος εισηγητής του κινήματος ο William Morris, ποιητής, ζωγράφος, τεχνίτης και διακοσμητής, ασκούσε κριτική στα βιομηχανοποιημένα καταναλωτικά αγαθά της εποχής του και μαζί με τους ομοϊδεάτες του απαιτούσε την αναγέννηση του χειροποίητου προϊόντος. Επεδίωκε να αντιμετωπίσει την κρίση των διάφορων επαγγελμάτων που δημιουργήθηκε από την εκβιομηχάνιση της παραγωγής. Ο Morris ήταν από τους πρώτους που αντιμετώπισαν τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά προβλήματα της καθημερινής ζωής σε σχέση με την βιομηχανική ανάπτυξη, θεωρώντας την ως μια από τις αιτίες της κοινωνικής παρακμής. Το κίνημα του συνδέεται τόσο με τα σοσιαλιστικά κινήματα των αρχών του 20ου αιώνα όσο και με τα νέα καλλιτεχνικά ρεύματα. Στόχευε όμως στην εξάλειψη της ασχήμιας των βιομηχανικών προϊόντων και όχι στην εξάλειψη των αιτιών της κοινωνικής παρακμής. Ο όρος Art Nouveau ανθεί στα χρόνια 1895-1910. Δημιουργήθηκε ως αντίδραση προς τα ιστορικά στιλ του παρελθόντος και στόχος της ήταν να δημιουργήσει έργα υψηλής αισθητικής και καλλιτεχνικής ποιότητας σε αντίθεση με τα άσχημα προϊόντα της μαζικής βιομηχανικής παραγωγής, που είχαν κατακλείσει την αγορά. Οι καλλιτέχνες της Art Nouveau αποδέχονται εν μέρει τις δυνατότητες της βιομηχανικής παραγωγής και προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τις ιδιότητες των νέων υλικών. Αναζήτησαν λοιπόν καινούριους τρόπους έκφρασης. Πολλοί καλλιτέχνες εμπνεύστηκαν από την γιαπωνέζικη τέχνη και ιδιαίτερα από την κινητικότητα των μορφών της. Οι αρχές της Art Nouveau εξαπλώθηκαν σε όλη την Ευρώπη και επηρέασαν όλες τις μορφές της τέχνης. Οι μεγάλες πολιτιστικές αναζητήσεις της εποχής όπως και η οικονομική άνθηση της αστικής τάξης αποτελούν μερικές από τις αιτίες της γρήγορης εξάπλωσης του κινήματος αυτού. Η Art Nouveau μεταφέρει τη διάθεση για χαρά, για διακόσμηση και την αναζήτηση μιας εφήμερης ξεγνοιασιάς, που ήταν έντονα στοιχεία της αστικής τάξης του τέλους του 19ου αιώνα. Η οφιοειδής κίνηση, η χαρακτηριστική κίνηση του μαστιγίου που χτυπά τον αέρα, είναι μία βασική μορφή την οποία μιμούνται στα έργα τους οι καλλιτέχνες της Art Nouveau και τη μεταφέρουν πάνω στα διάφορα υλικά. Τα αντικείμενα της Art Nouveau είχαν υψηλό κόστος κατασκευής και διακρίνονται για τη λεπτή και επιμελημένη φόρμα τους.

Ο Josef Hoffmann (1870-1956) γεννήθηκε στην πόλη Pirnitz το Δεκέμβριο του 1870. Σπούδασε αρχιτεκτονική αρχικά στο ανώτερο σχολείο κρατικών τεχνών στην πόλη Μπρνο και μετά στην αρχιτεκτονική σχολή της ακαδημίας καλών τεχνών της Βιέννης. Εκεί σπούδασε μέχρι το 1895, αρχικά υπό τον Carl von Hasenauer και αργότερα υπό τον Otto Wagner ο οποίος μετά τον διόρισε στο γραφείο του για μερικά χρόνια. Εκεί συνάντησε τον Joseph Maria Olbrich και ίδρυσαν την Secession της Βιέννης το 1897 μαζί με τους Koloman Moser, Otto Wagner και Gustav Klimt. Έτσι ο Hoffmann ανέπτυξε ισχυρούς δεσμούς με άλλους καλλιτέχνες. Σχεδίασε μάλιστα και ένα σπίτι για τον Moser το οποίο χτίστηκε μεταξύ 1901 και 1903. Παρ’ όλα αυτά σύντομα έφυγε από την Secession το 1905 εξαιτίας καλλιτεχνικών διαφορών. Αργότερα με τον τραπεζίτη Fritz Warndorfer και τον Moser καθιέρωσε το Βιενέζικο Εργαστήριο (Wiener Werkstatte) το οποίο λειτούργησε έως το 1932. Σχεδίασε πολλά προϊόντα για το Βιενέζικο Εργαστήριο, από τα οποία μία λάμπα, καθίσματα και ένα σετ γυαλικών μπήκαν στη συλλογή του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης (MoMA), και ένα σετ τσαγιού στη συλλογή του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης. Το 1906 ο Hoffmann έχτισε το πρώτο μεγάλο έργο του, το Σανατόριο του Purkersdorf. Το 1911 ολοκληρώθηκε η κατοικία Stoclet για τον πλούσιο τραπεζίτη. Το σανατόριο στο Purkersdorf κοντά στη Βιέννη είναι ένα απ’ τα πιο σπουδαία και χαρακτηριστικότερα έργα του Hoffmann. Αποτελεί επίσης ένα από τα σημαντικότερα οικοδομήματα αυτής της περιόδου. Στον Hoffmann ανατέθηκε η κατασκευή του σανατορίου απ’ τον διευθυντή του Viktor Zuckerkandl. Προτάθηκε για το έργο αυτό από την αδερφή του διευθυντή, Bertha Zuckerkandl, δημοσιογράφο και κριτικό τέχνης, η οποία επίσης σχετιζόταν με την Secession. Η Zuckerkandl στήριζε τους καλλιτέχνες σύγχρονης τέχνης, όπως ο Klimt και ο Schiele καθώς και την αρχιτεκτονική του Hoffmann. Μάλιστα το 1916 του ανέθεσε την επίπλωση του διαμερίσματός της. Με το σανατόριο ο Hoffmann είχε την ευκαιρία να συνδυάσει την αρχιτεκτονική και την επίπλωση σ’ ένα συνολικό έργο τέχνης, αναδεικνύοντας τα ιδανικά του Βιενέζικου στιλ. Το σχέδιο του κτιρίου βασίζεται σε ένα τετράγωνο. Το γεωμετρικό αυτό σχέδιο συναντάται στα ασπρόμαυρα πλακάκια του πατώματος, στα δοκάρια των τοίχων και των ταβανιών, καθώς επίσης και στα παράθυρα και τις πόρτες. Ακόμα και το σχέδιο του ισογείου αποτελείται από δύο τετράγωνα. Τα τετράγωνα παράθυρα και πλακάκια εντείνουν τη συμμετρία του οικοδομήματος. Οι θάλαμοι ανάρρωσης και τα δωμάτια υπηρεσίας βρίσκονταν στο

ισόγειο. Οι χώροι αναψυχής καθώς και μια μεγάλη τραπεζαρία βρίσκονταν στο πρώτο πάτωμα, ενώ το δεύτερο πάτωμα περιελάμβανε τα δωμάτια επισκεπτών. Οι εσωτερικοί χώροι ήταν εξ ολοκλήρου διακοσμημένοι με το Βιενέζικο στιλ. Ο πρώτος όροφος ήταν σε πράσινους τόνους και πολύ φωτεινός και μοντέρνος εξαιτίας της πληθώρας των λαμπτήρων οροφής και τοίχου. Με το σανατόριο του Purkersdorf ο Hoffmann κατάφερε να θέσει τις θεμελιώδεις αρχές του μοντερνισμού. Το αρχιτεκτονικό αριστούργημα του Josef Hoffmann και η μέγιστη έκφραση του Βιεννέζικου Στιλ, δεν βρίσκεται στην πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, αλλά στις Βρυξέλλες: το μέγαρο Stoclet. Ο παραγγελιοδόχος, Adolf Stoclet, είναι ένας μεγιστάνας της βιομηχανίας του άνθρακα και παθιασμένος συλλέκτης έργων τέχνης. Είχε ζήσει παλιότερα στη Βιέννη και όταν το 1904 έρχεται στα χέρια του μια τεράστια κληρονομιά, αποφασίζει να βάλει να του κτίσουν ένα σπίτι στη Λεωφόρο ντε Τερβιερέν, που να αντιπροσωπεύει επάξια το εκλεπτυσμένο στιλ της ζωής του. Ο Hoffmann μπορεί επιτέλους εδώ να πραγματοποιήσει το όνειρό του για ένα κτήριο στο οποίο κάθε χώρος, επιφάνεια ή έπιπλο θα είναι πλήρως ενσωματωμένο και αρμονικό με το σύνολο. Ο παραγγελιοδόχος, πράγματι, παρέχει στον αρχιτέκτονα πλήρη ελευθερία και έναν προϋπολογισμό απεριόριστο. Γεννιέται έτσι ένα εκπληκτικό βυζαντινού τύπου αριστούργημα, του οποίου οι εσωτερικοί χώροι, σχεδιασμένοι από το Βιεννέζικο Εργαστήριο, προκαλούν μια ανεπανάληπτη αισθητική εμπειρία. Στο εντυπωσιακό σαλόνι του ισογείου, όλα είναι μία συμφωνία σκούρων και ανοιχτών τόνων, που επιτεύχθηκε χάρη στο μοβ μάρμαρο των κολονών και το πολύτιμο ξύλο των επίπλων. Ο εξώστης, κέντρο του χώρου, φιλοξενεί ένα σιντριβάνι του Γκέοργκ Μίνε. Η απόλυτη συνέπεια δεν λείπει ούτε από το μεγάλο μπάνιο, στο οποίο το ψυχρό μάρμαρο δίνει μια όψη κοιμητηρίου. Χάρη στη χρήση μελετημένων και πολύτιμων υλικών αλλά και τη σκηνοθετική φροντίδα κάθε λεπτομέρειας, το μέγαρο Στόκλε αποτελεί το αποκορύφωμα του αισθητικού προσδιορισμού της ζωής, που είναι το μέγιστο ιδεώδες των Βιεννέζων καλλιτεχνών και των πεφωτισμένων πατρώνων τους. O Hoffmann με το έργο του, συνέβαλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση του Βιεννέζικου στιλ και αποτέλεσε έναν από τους πιο δημιουργικούς αρχιτέκτονες της εποχής του.

ΕΙΚΟΝΕΣ

Josef Hoffmann:

Σανατόριο Purkersdorf:

Οικία Stoclet:

Βιβλιογραφία. - David Watkin, Ιστορία της Δυτικής Αρχιτεκτονικής, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 2005. -Kenneth Frampton, Μοντέρνα Αρχιτεκτονική, Ιστορία και Κριτική, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 2000. -Bill Reisebero, Ιστορία της δυτικής αρχιτεκτονικής, εκδ. Φόρμα, Αθήνα. -Ρ. Φυρντώ – Τζόρνταν, Ιστορία της αρχιτεκτονικής, εκδ. Υποδομή, Αθήνα, 1981. -Ου. Κόνραντς, Μανιφέστα και προγράμματα της αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα, εκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1977. -Ε. Η. Gombrich, Ιστορία της Τέχνης, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 1994. -Κ. Τζ. Αργκάν, Ιστορία της Τέχνης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 1999.

Related Documents

Erg Asia
November 2019 24
Erg Asia
May 2020 11
Erg Asia 5
November 2019 10
Erg Asia 5
November 2019 6
Erg
October 2019 20
Erg: Baseball
December 2019 26