ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Κείμενο διδαγμένο από το πρωτότυπο Λυσίου Ὑπὲρ Μαντιθέου, 19 - 21 19. ὥστε οὐκ ἄξιον ἀπ᾿ ὄψεως, ὦ βουλή, οὔτε φιλεῖν οὔτε μισεῖν οὐδένα, ἀλλ᾿ ἐκ τῶν ἔργων σκοπεῖν· πολλοί μέν γάρ μικρόν διαλεγόμενοι καί κοσμίως ἀμπεχόμενοι μεγάλων κακῶν αἴτιοι γεγόνασιν, ἕτεροι δέ τῶν τοιούτων ἀμελοῦντες πολλά κἀγαθά ὑμᾶς εἰσιν εἰργασμένοι. 20. ῎Ηδη δέ τινων ᾐσθόμην, ὦ βουλή, καί διά ταῦτα ἀχθομένων μοι, ὅτι νεώτερος ὤν ἐπεχείρησα λέγειν ἐν τῷ δήμῳ. ἐγώ δέ τό μέν πρῶτον ἠναγκάσθην ὑπέρ τῶν ἐμαυτοῦ πραγμάτων δημηγορῆσαι, ἔπειτα μέντοι καί ἐμαυτῷ δοκῶ φιλοτιμότερον διατεθῆναι τοῦ δέοντος, ἅμα μέν τῶν προγόνων ἐνθυμούμενος, ὅτι οὐδέν πέπαυνται τά τῆς πόλεως πράττοντες, 21. ἅμα δέ ὑμᾶς ὁρῶν (τά γάρ ἀληθῆ χρή λέγειν) τούς τοιούτους μόνους <τινός> ἀξίους νομίζοντας εἶναι, ὥστε ὁρῶν ὑμᾶς ταύτην τήν γνώμην ἔχοντας τίς οὐκ ἄν ἐπαρθείη πράττειν καί λέγειν ὑπέρ τῆς πόλεως; ἔτι δέ τί ἄν τοῖς τοιούτοις ἄχθοισθε; οὐ γάρ ἕτεροι περί αὐτῶν κριταί εἰσιν, ἀλλ᾿ ὑμεῖς. Α. Από το κείμενο που σας δίνεται να μεταφράσετε στο τετράδιό σας το τμήμα: «ἐγὼ δὲ τὸ μὲν πρῶτον … ἀλλ’ ὑμεῖς». Μονάδες 10 Β. Να γράψετε στο τετράδιό σας τις απαντήσεις των παρακάτω ερωτήσεων: Β1. Με ποια επιχειρήματα ο Μαντίθεος αιτιολογεί την ενασχόλησή του με τα κοινά, παρά τη νεαρή του ηλικία; Να απαντήσετε σύμφωνα με τα δεδομένα των παραγράφων 20 – 21. Μονάδες 15 Β2. Το απόσπασμα: «Ἤδη δέ τινων … ἀλλ’ ὑμεῖς» αποτελεί τον επίλογο του Ὑπὲρ Μαντιθέου λόγου του Λυσία. Σύμφωνα με την εισαγωγή του σχολικού βιβλίου: «Με τον επίλογο συνήθως επιδιώκονται δύο κυρίως σκοποί, η ανάμνηση, που επιτυγχάνεται σε μια συντομότατη ανακεφαλαίωση των βασικών θέσεων του λόγου και η παθοποιία που καταλήγει σε προτροπή ή αποτροπή». Αφού διαβάσετε το απόσπασμα αυτό, να απαντήσετε στο ερώτημα αν ο Λυσίας επιδιώκει ή όχι τους σκοπούς αυτούς στον επίλογό του. Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με αναφορά σε συγκεκριμένα σημεία του αποσπάσματος. Μονάδες 15 Β3. Ποιοι ήταν οι πολιτικοί λόγου που ευνόησαν τη γέννηση της συστηματικής ρητορείας στην αρχαιότητα; Ποιοι ήταν οι θεμελιωτές της και τι γνωρίζετε για το έργο τους; Μονάδες 10 Β4. ἀχθομένων, διατεθῆναι, ὁρῶν, ἀξίους, πράττειν:
Να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό και ένα ομόρριζο επίθετο της αρχαίας ή της νέας ελληνικής για καθεμιά από τις παραπάνω λέξεις (τα ομόρριζα μπορούν να είναι απλά ή σύνθετα). Μονάδες 10 Γ. Αδίδακτο κείμενο Πλάτων, Μένων 71Ε κ.ε. Πρῶτον μέν, εἰ βούλει ἀνδρὸς ἀρετήν, ῥᾴδιον, ὅτι αὕτη ἐστίν ἀνδρὸς ἀρετή, ἱκανὸν εἶναι τὰ τῆς πόλεως πράττειν, καὶ πράττοντα τοὺς μὲν φίλους εὖ ποιεῖν, τοὺς δ’ἐχθροὺς κακῶς, καὶ αὐτὸν εὐλαβεῖσθαι μηδὲν τοιοῦτον παθεῖν. Εἰ δὲ βούλει γυναικὸς ἀρετήν, οὐ χαλεπόν διελθεῖν, ὅτι δεῖ αὐτὴν τὴν οἰκίαν εὖ οἰκεῖν, σῴζουσάν τε τὰ ἐνδον καὶ κατήκοον οὖσαν τοῦ ἀνδρός. Καὶ ἄλλη ἐστὶν παιδὸς ἀρετή, καὶ θηλείας καὶ ἄρρενος, καὶ πρεσβυτέρου ἀνδρός, εἰ μὲν βούλει, ἐλευθέρου, εἰ δὲ βούλει δούλου. Καὶ ἄλλαι πάμπολλαι ἀρεταί εἰσιν, ὥστε οὐκ ἀπορία εἰπεῖν ἀρετῆς πέρι ὅ,τι ἐστίν. -------------εὐλαβεῖσθαι = να προσέχεις διελθεῖν =να εξηγήσει κανείς οὐκ ἀπορία (ἐστί) = δεν είναι δύσκολο Γ1. Να μεταφράσετε στο τετράδιό σας το παραπάνω κείμενο. Μονάδες 20 Γ2. Να γράψετε στο τετράδιό σας τους τύπους που σας ζητούνται για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: τῆς : αιτιατική ενικού και αιτιατική πληθυντικού πόλεως οὖσαν : γενική ενικού και ονομαστική πληθυντικού στο ίδιο γένος παιδός : γενική πληθυντικού και δοτική πληθυντικού ποιεῖν : απαρέμφατο μέλλοντα ενεργητικής φωνής διελθεῖν : β΄ ενικό πρόσωπο υποτακτικής του ίδιου χρόνου πράττειν : α΄ ενικό πρόσωπο οριστικής παρακειμένου της μέσης φωνής εἰπεῖν : β΄ ενικό πρόσωπο προστακτικής του ίδιου χρόνου και της ίδιας φωνής. Γ3.α. Στην τελευταία περίοδο «Καὶ ἄλλαι … ἐστίν» να βρείτε τις προτάσεις και να αναγνωρίσετε το είδος τους. Μονάδες 3 Γ3.β. Να αναγνωρίσετε συντακτικώς τα παρακάτω: πρῶτον, τὰ τῆς πόλεως, τοὺς ἐχθροὺς, μηδὲν, οἰκεῖν, κατήκοον, πάμπολλαι. Μονάδες 7
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Α. Εγώ πρώτα μεν αναγκάστηκα να αγορεύσω δημόσια για υπεράσπιση των προσωπικών μου υποθέσεων, έπειτα όμως και εγώ ο
ίδιος κρίνω ότι επέδειξα μεγαλύτερη φιλοδοξία από όσο πρέπει, από τη μια επειδή συλλογιζόμουν ότι οι πρόγονοί μου καθόλου δεν είχαν σταματήσει να ασχολούνται με τα πολιτικά, από την άλλη επειδή έβλεπα εσάς (γιατί πρέπει να λέω την αλήθεια) να νομίζετε ότι μόνο αυτού του είδους οι άνθρωποι ( που ασχολούνται με τα πολιτικά) έχουν κάποια αξία (είναι άξιοι για κάτι), ώστε ποιος δεν θα μπορούσε να παρακινηθεί να πράττει και να αγορεύει υπέρ της πόλης, όταν βλέπει εσάς να έχετε αυτή την άποψη; Επιπλέον γιατί θα ενοχληθείτε με αυτού του είδους τους ανθρώπους (που ασχολούνται με τα δημόσια);Δεν θα κρίνουν άλλοι γι΄αυτούς αλλά εσείς. Β1. Ο Μαντίθεος στοιχειοθετεί με δύο τρόπους την πρόωρη ενασχόλησή του με τα κοινά: Αρχικά αναφέρει ότι αναγκάσθηκε να αγορεύσει δημόσια για να διασώσει την πατρική του περιουσία από τον κίνδυνο δήμευσης («έγώ τό μέν πρῶτον … δημηγορῆσαι»), ίσως επειδή η νομοθεσία μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας έθιγε κάποια ιδιοκτησιακά του δικαιώματα (βλ. § 10 διά τάς συμφοράς τά τοῦ πατρός). Κατά δεύτερο λόγο, από τη σκοπιά της σημερινής του ωριμότητας παραδέχεται αναδρομικά ότι η πράξη του ήταν υπέρ το δέον φιλόδοξη («καί έμαυτῷ … το δέος») κριτική κερδίζει τη συμπάθεια του ακροατηρίου και πετυχαίνει να μετριάσει τις αρνητικές εντυπώσει από το νεανικό του ατόπημα. Τα πραγματικά κίνητρα της στάσης του φαίνονται μέσα από τις δύο αιτιολογικές μετοχές και τα συμπληρώματά τους: Κατά πρώτον, η προγονική παράδοση απαιτούσε τη πολιτικοποίηση και την ενεργό συμμετοχή στα κοινά («ἄμα μεν … τά τῆς πόλεως πράττοντες»)· κατά δεύτερον, θετική αξιολόγηση στο πλαίσιο της αθηναϊκής δημοκρατία επιφυλάσσεται μόνο σε όσους ασχολούνται με τα κοινά (« ἅμα δέ … νομίζοντας εἶναι»). Επομένως, ο ομιλητής, αφού πρώτα δικαιολογηθεί για το νεανικό του παράπτωμα, αναφερόμενος στις αντίξοες συνθήκες και τη νεανική φιλοδοξία του απενοχοποιεί την τελευταία στη βάση της δημοκρατικής παράδοσης και των πολιτικών αξιών. Με τον τρόπο αυτό, δεσμεύει τους βουλευτές για την εκλογή του, εφόσον υποδεικνύει με αριστοτεχνικό τρόπο την αφοσίωσή του στις δημοκρατικές αξίες, επαινώντας τον θεσμό της δοκιμασίας, αλλά και την έμμεση ευθύνη των ίδιων για τον υπερβάλλοντα ζήλο του. Οι παλιότεροι βουλευτές λειτουργούν ως υγιή πρότυπα για τους νέους (1η δέσμευση), ενώ ο ίδιος ο ομιλητής εμφορείται από τις πλέον δημοκρατικές αξίες (2η δέσμευση) απαντώντας έτσι έμμεσα στις επικρίσεις περί ολιγαρχικών φρονημάτων. Β2. Στις παραγράφους 20 – 21 βρισκόμαστε τυπικά στον επίλογο του λόγου. Ο Μαντίθεος όμως στο τέλος του λόγου του καταφέρνει να ξεφύγει εντελώς από τα καθιερωμένα. Αρχικά, θα περιμέναμε μια σύντομη ανακεφαλαίωση των βασικών θέσεων, που ήδη αναπτύχθηκαν στο λόγο (ἀνάμνησις). Ο Μαντίθεος όμως επιλέγει να μην αναφερθεί σε τίποτε από αυτά που έχει ήδη εκθέσει. Έτσι το συγκεκριμένο τμήμα του λόγου δε θυμίζει επίλογο, καθώς σ’αυτό εκτίθενται στοιχεία σχετικά με το σκοπό της πρώτης δημηγορίας του Μαντίθεου στην εκκλησία του δήμου, σε νεαρή ηλικία καθώς και το κίνητρο της ενασχόλησής του με τα κοινά. Προφανώς ο Λυσίας
προσπαθεί να αντικρούσει μια ακόμη πιθανή κατηγορία εις βάρος του πελάτη του και παράλληλα, με αφορμή τις εξηγήσεις του Μαντίθεου, να προδιαθέσει θετικά τους βουλευτές τονίζοντας το ενδιαφέρον του για την πόλη και την προσήλωσή του στην αντίληψη ότι ο σωστός πολίτης ενδιαφέρεται για την πατρίδα του και μετέχει ενεργά στα κοινά. Μια ακόμη πρωτοτυπία του συγκεκριμένου επιλόγου είναι η απουσία ιδιαίτερης προσπάθειας να διεγερθούν τα ευνοϊκά συναισθήματα των βουλευτών (παθοποιία, με εξαίρεση ίσως το σημείο στο οποίο αναφέρεται στην προγονική παράδοση ἅμα μέν τῶν προγόνων ἐνθυμούμενος … πράττοντες). Ο λόγος δεν κλείνει όμως με προτροπή του Μαντίθεου να τον εκλέγουν όπως θα ήταν αναμενόμενο, αλλά με δύο εύστοχες ρητορικές ερωτήσεις, με τις οποίες αφενός εγκωμιάζεται η στάση των βουλευτών να παροτρύνουν τους πολίτες να μετέχουν ενεργά στα κοινά και αφετέρου ο θεσμός της δοκιμασίας που διασφαλίζει την αξιοκρατία στην εκλογή των δημόσιων λειτουργών. Υπογραμμίζονται επομένως θετικά στοιχεία της προσωπικότητας του Μαντίθεου όπως ο πατριωτισμός και η πίστη στα δημοκρατικά ιδεώδη. Η απουσία στον επίλογο του «Ὑπὲρ Μαντιθέου» ανάμνησης και παθοποιίας μπορεί βεβαίως να δικαιολογηθεί. Ο λόγος δεν ήταν εκτενής, επομένως ο Λυσίας ίσως θεώρησε πως μια υπενθύμιση όσων ήδη αναλύθηκαν θα ήταν κάτι ανώφελο, αν όχι κουραστικό για τους βουλευτές. Παράλληλα η απουσία παθοποιίας ταιριάζει με τον τόνο αυτοπεποίθησης από τον οποίο κυριαρχείται ο λόγος ήδη από το προοίμιο καθώς και με το ύφος του Λυσία, ο οποίος σε όλο το λόγο έχει παραλείψει οτιδήποτε τεχνητό ή προετοιμασμένο και επέλεξε να στηριχθεί εξολοκλήρου στην εντύπωση που θα προξενούσε η προσωπικότητα του πελάτη του. Β3. Σχολικό βιβλίο Ρητορικά κείμενα, σελ. 10 , κεφ. Β΄ : « Υπάρχει βεβαίως … Πλατωνική κριτική». Β4. ἀχθομένων διατεθῆναι ὁρῶν ἀξίους πράττειν
→ → → → →
σεισάχθεια, επαχθής διάθεση, θετός όραση, αόρατος αξίωμα, αντάξιος πραγματικότητα, έμπρακτος
Γ1. Πρώτα λοιπόν, αν θέλεις (να καταλάβεις) την αρετή του άνδρα, είναι εύκολο να (σου) εξηγήσει κανείς ότι αυτή είναι η αρετή του άνδρα, δηλαδή να είναι ικανός να ασχολείται με τις υποθέσεις της πόλης και ασχολούμενος με αυτές αφενός να ευεργετεί τους φίλους, αφετέρου να βλάπτει τους εχθρούς και ο ίδιος να προσέχει να μην πάθει τίποτα τέτοιο. Αν πάλι θέλεις (να καταλάβεις) την αρετή της γυναίκας, δεν είναι δύσκολο να (σου) εξηγήσει κανείς ότι αυτή πρέπει να διοικεί καλά το σπίτι διατηρώντας την εσωτερική τάξη και υπακούοντας στον άνδρα. Και διαφορετική είναι η αρετή του παιδιού, και του κοριτσιού και του αγοριού και (διαφορετική) του ηλικιωμένου άνδρα, αν βέβαια θέλεις (άλλη είναι η αρετή) του ελεύθερου και αν θέλεις, (άλλη) είναι του δούλου. Και πάρα πολλές άλλες αρετές
υπάρχουν ώστε δεν είναι δύσκολο να πει κανείς για την αρετή τι είναι. Γ2. τῆς πόλεως: οὖσαν παιδός ποιεῖν διελθεῖν πράττειν εἰπεῖν
: : : : : : :
τήν πόλιν – τάς πόλεις οὔσης – οὖσαι παίδων – παισί(ν) ποιήσειν διέλθῃς πέπραγμαι εἰπέ
Γ3. α. «Και ἄλλαι πάμπολλαι ἀρεταί εἰσίν»
:
«ὥστε οὐκ ἀπορία (ἐστί) εἰπεῖν ἀρετῆς πέρι»
:
«ὅ,τι ἐστιν»
:
Γ3.β. πρῶτον
:
Κύρια πρόταση, κρίσεως, καταφατική, επαυξημένη Δευτερεύουσα επιρρηματική, συμπερασματική πρόταση, κρίσεως, αποφατική, επαυξημένη Δευτερεύουσα ονοματική ουσιαστική πλάγια ερωτηματική πρόταση, μερικής άγνοιας, κρίσεως, καταφατική, ελλιπής ως προς το υποκείμενο
τὰ τῆς πόλεως τοὺς ἐχθροὺς μηδὲν οἰκεῖν
:
Επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει χρονική τάξη – σειρά στο «ῥᾴδιον (ἐστί διελθεῖν)» Σύστοιχο αντικείμενο στο απαρέμφατο «πράττειν»
:
Αντικείμενο στο απαρέμφατο «κακῶς (ποιεῖν)»
: :
κατήκοον
:
πάμπολλαι
:
Σύστοιχο αντικείμενο στο απαρέμφατο «παθεῖν» Τελικό απαρέμφατο ως υποκείμενο στο απρόσωπο ρήμα «δεῖ» Κατηγορούμενο μέσω του συνδετικού ρηματικού τύπου «οὖσαν» στο υποκείμενο «αὐτήν» Ονοματικός ομοιόπτωτος επιθετικός προσδιορισμός στο «ἀρεταί»