Εργαλεία Οργάνωσης και Επεξεργασία Υλικού Βιβλιοθηκών και Αρχείων
Η εμφάνιση και η εδραίωση του Διαδικτύου έφερε ριζικές αλλαγές και ανακατατάξεις τόσο στην επιστημονική κοινότητα όσο και στην κοινωνία γενικότερα. Το ψηφιακό περιβάλλον έχει διεισδύσει πλέον σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας και διαμορφώνει ένα νέο πλαίσιο δράσης. Ο χώρος της πληροφόρησης δεν έμεινε ανεπηρέαστος από αυτό το γενικό κλίμα
αλλαγών.
Αντιθέτως,
διαδραματίζει
πρωταγωνιστικό
ρόλο
στην
αξιοποίηση του νέου υλικού που παράγεται και διακινείται μέσω του Διαδικτύου. Αυτό γίνεται με την την προσαρμογή των παλιών εργαλείων και την ανάπτυξη νέων για την επεξεργασία και την οργάνωση του ψηφιακού υλικόυ. Τα νέα εργαλεία βασίζονται στα ήδη υπάρχοντα, αξιοποιούν την προηγούμενη ερμπειρία και τεχνογνωσία, παράλληλα όμως στοχεύουν στο να ικανοποιήσουν άλλες ανάγκες και απαιτήσεις. Προς το παρόν το περιβάλλον της πληροφόρησης φαίνεται να διατηρεί μια υβριδική μορφή. Παρόλο δηλαδή που υπάρχει ραγδαία αύξηση του ψηφιακού υλικού και μεγάλη διείσδυση του Διαδικτύου στην κοινωνική ζωή, το συμβατικό υλικό δε φαίνεται να υποχωρεί. Απεναντίας, συνεχίζει να διεκδικεί δυναμικά μια θέση στο χώρο της πληροφόρησης κι αυτό δεν προβλέπεται να αλλάξει για τις επόμενες τουλάχιστον δεκαετίες. Έτσι, τα παλιά και τα νέα εργαλεία αναπτύσσονται και χρησιμοποιούνται παράλληλα, αλληλοσυμπληρώνονται και επηρεάζονται αμφίδρομα. Το γεγονός αυτό δημιουργεί επιπλέον προβλήματα για το χώρο της πληροφόρησης αφού θα πρέπει να γίνει συνετή διαχείριση του υβριδικού αυτού περιβάλλοντος με στόχο τη διατήρηση της ισορροπίας. Προκύπτουν θέματα όπως το κατά πόσο είναι σκόπιμο και εφικτό να επιμείνουν οι επαγγελματίες του χώρου στον παραδοσιακό τρόπο επεξεργασίας του υλικού, ή πόσο κοστίζει και αν είναι απαραίτητη η επανεκπαίδευση του προσωπικού των βιβλιοθηκών.
Εδώ επιχειρείται μια προσπάθεια παρουσίασης των εργαλείων εκείνων, που έχουν
σημαίνον
ρόλο
στην
εξέλιξη
της
σύγχρονης
βιβλιοθηκονομικής
πραγματικότητας.
Κατηγορίες των Νέων Εργαλείων
Τα νέα εργαλεία μπορούν να κατηγοριοποιηθούν με διάφορους τρόπους. Κατ’ αρχάς υπάρχουν τα αμιγώς νέα εργαλεία, τα εργαλεία δηλαδή που δημιουργήθηκαν για το ψηφιακό υλικό και περιβάλλον και τα παλιά εργαλεία που τροποποιήθηκαν και εξελίχθηκαν για να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες. Στη συνέχεια, μπορούμε να χωρίσουμε τα εργαλεία ανάλογα με
τη
βιβλιοθηκονομική επεξεργασία που εξυπηρετούν, σε εργαλεία βιβλιογραφικής ή θεματικής περιγραφής. Η διάκριση αυτή όμως δεν είναι αρκετά σαφής αφού είδαμε ότι τα μεταδεδομένα του ψηφιακού περιβάλλοντος περιλαμβάνουν πολύ περισσότερες πληροφορίες από ότι τα απλά βιβλιογραφικά στοιχεία. Μια πιο αναλυτική κατηγοριοποίηση μπορεί να γίνει ανάλογα με την υπηρεσία που προσφέρουν. Έτσι, έχουμε τις γλώσσες κωδικοποίησης, τα εργαλεία περιγραφής και παραγωγής μεταδεδομένων, τα εργαλεία αναζήτησης, τα εργαλεία ταύτισης και τα εργαλεία θεματικής οργάνωσης. Ας δούμε ενδεικτικά μερικά από τα εργαλεία που περιλαμβάνει η κάθε κατηγορία
Γλώσσες και σχήματα κωδικοποίησης Η λογική της ανάλυσης της βιβλιογραφικής εγγραφής στα τυπικά δομικά της στοιχεία και η κωδικοποίηση αυτών των στοιχείων αναπτύχθηκε στο χώρο των βιβλιοθηκών για την ανταλλαγή βιβλιογραφικών δεδομένων. Αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας ήταν το MARC. Στη συνέχεια αναπτύχθηκαν και άλλες γλώσσες κωδικοποίησης για την αντιμετώπιση του ψηφιακού υλικού. Σήμερα η επικρατέστερη γλώσσα κωδικοποίησης στον Ιστό είναι η XML που αποτελεί απλοποίηση της παλαιότερης SGML. Ας δούμε όμως λίγα πράγματα για κάθε ένα από αυτά τα εργαλεία.
MARC-
MARC
XML1.
Το
MARC
είναι
μια
διάταξη
ανταλλαγής
βιβλιογραφικών εγγραφών που κωδικοποιεί τα βιβλιογραφικά στοιχεία με τη μορφή πεδίων και υποπεδίων. Αναπτύχθηκε το 1965 από τη βιβλιοθήκη του Κογκρέσου. Έκτοτε υπέστη διάφορες μετατροπές και εξελίξεις. Μια από τις πιο πρόσφατες τροποποιήσεις ήταν η δημιουργία του MARC21 το 1999. Το MARC 21 περιλαμβάνει 5 επιμέρους διατάξεις. Τη βιβλιογραφική (bibliographic), τους καθιερωμένους τύπους (authorities), τις επικεφαλίδες (holdings), την ταξινόμηση (classification) και τις πληροφορίες για την κοινότητα (community). Το MARC υλοποιεί την κωδικοποίηση ISO 2709. Ωστόσο, το ISO 2709 απευθύνεται σε μια συγκεκριμένη κοινότητα, τη βιβλιοθηκονομική. Με την εμφάνιση του Διαδικτύου προέκυψε η ανάγκη προσαρμογής του MARC στην XML έτσι ώστε να μπορούν όλες οι κοινότητες να το εντοπίσουν στον ιστό. Έτσι, το 2002 η Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου σε συνεργασία με το Research Library Group (RLG) και το Online Computer Library Center (OCLC) δημιούργησαν το MARC XML. Σκοπός ήταν να περάσει το MARC από την κωδικοποίηση ISO 2709 στην κωδικοποίηση XML χωρίς απώλεια δεδομένων, έτσι ώστε να μπορεί η μετατροπή να γίνει και αντίστροφα από MARC XML σε MARC 2709. Στόχος είναι η ευελιξία και η επεκτασιμότητα για να μπορούν οι χρήστες να αξιοποιούν τα δεδομένα σε MARC όπως θέλουν. Η βάση του MARC XML είναι ένα απλό XML schema που περιλαμβάνει δεδομένα MARC. Έχει επεκτάσιμη αρχιτεκτονική και υποστηρίζει όλες τις επιμέρους διατάξεις του MARC. Η κωδικοποίηση του MARC σε XML επιτρέπει σε εγγραφές MARC να μετατραπούν σε άλλα σχήματα όπως το DC
ή να
επεκταθούν σε METS. Το MARC τροποποιείται για να προσαρμοστεί στο ψηφιακό περιβάλλον. Παράλληλα, νέα εργαλεία όπως το MODS και το MADS για τα οποία θα μιλήσουμε παρακάτω, αποτελούν εξελίξεις του MARC.
1
http://www.loc.gov/standards/marcxml. Library of Cogrees, MARC XML.
SGML: Standard Generalized Markup Language.
Η SGML είναι μια
γλώσσα κωδικοποίησης που ξεκίνησε από τον εκδοτικό χώρο. Σκοπός της ήταν η κωδικοποίηση τεκμηρίων στην ηλεκτρονική τους μορφή. Έκανε την εμφάνισή της το 1986 και αποτέλεσε επίσημο πρότυπο του ISO το 1989 (ISO 8879:1989). Η SGML αποτέλεσε τη βάση για την ανάπτυξη άλλων γλωσσών κωδικοποίησης όπως η HTML και η XML. Η κωδικοποίηση γίνεται με ετικέτες αρχής και τέλους αντί για σύμβολα και αριθμούς. Αυτό που την κάνει να ξεχωρίζει είναι το γεγονός ότι είναι επεκτάσιμη, μπορεί δηλαδή να προσαρμόζεται στις ανάγκες των χρηστών. Κάθε κοινότητα μπορεί να προσθέτει πεδία ανάλογα με τις απαιτήσεις της, αρκεί να δηλώνει από πού προέρχονται αυτά τα πεδία.
XML – eXtensible Markup Language Η XML αποτελεί υλοποίηση και υποσύνολο της SGML και προήλθε από το χώρο της ηλεκτρονικής εκδοτικής . Σκοπός της ήταν να αξιοποιήσει ηλεκτρονικά τεκμήρια που διακινούνται μέσω Διαδικτύου
προσφέροντας
μεγαλύτερες
δυνατότητες
από
την
HTML
.Αναπτύχθηκε από το W3C2 το 1998 και έκτοτε έχει γνωρίσει ευρεία εφαρμογή και αποδοχή στο χώρο του Διαδικτύου. Ο λόγος της ευρείας επικράτησης της XML είναι η απλότητά της, η ευκολία στη χρήση της και η ευελιξία. Έτσι, πολλά εργαλεία όπως το MARC και το TEI μεταγλωττίζονται σε XML. Επίσης η XML έχει γνωρίσει πολλές εξειδικευμένες υλοποιήσεις για ειδικές ανάγκες και κοινότητες χρηστών και για την κωδικοποίηση διαφορετικού υλικού. Μερικές από αυτές είναι η VRML (Virual Reality Modeling Language), η MathML (Mathematical Markup Language), η CML (Chemical Markup Language.), η CNXML (Connexions Markup Language), η CKXML (Conceptual Knowledge Markup Language) ,η OML (Ontology Markup Language), η HRML (Human Resources Management Language) και η XBRL (eXtensible Business Reporting Language). Η συμβολή της XML στη διαλειτουργικότητα είναι μεγάλη γιατί επιτρέπει σε δεδομένα που προέρχονται από διαφορετικές κοινότητες να επικοινωνήσουν στον ενιαίο χώρο του Διαδικτύου. 2
W3C Architecture domain (2004) Extensible Markup Language. http://www.w3org/XML/
Κανόνες και Πρότυπα Περιγραφής και Παραγωγής Μεταδεδομένων Οι κανόνες και τα πρότυπα περιγραφής ψηφιακού υλικού και παραγωγής μεταδεδομένων στο ψηφιακό περιβάλλον προέρχονται από ποικίλες κοινότητες και εξυπηρετούν διαφορετικές ανάγκες. Έτσι, το ίδιο τεκμήριο μπορεί να περιγραφεί από πολλά πρότυπα ανάλογα με τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα των χρηστών. Το πιο διαδεδομένο τέτοιο πρότυπο είναι το Dublin Core. Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι εξελίξεις των συμβατικών εργαλείων όπως το RDA και το ISBD (ER). Τέλος, πολλά σχήματα έχουν δημιουργηθεί για ειδικές ανάγκες και κοινότητες. Στη συνέχεια θα εξετάσουμε μερικά από αυτά τα σχήματα ενδεικτικά.
ISBD(ER)3: International Standard Bibliographic Description for electronic resources. Το πρώτο διεθνές πρότυπο για την βιβλιογραφική περιγραφή (ISBD) εκδόθηκε το 1971 από την IFLA. Ακολούθησαν ειδικά πρότυπα για διάφορες κατηγορίες υλικού, όπως το ISBD (NBM-Non Book Material) για το μη έντυπο υλικό και το ISBD (A-Antiquarian) για τις παλιές μονογραφίες. To ISBD (ER) είναι ένα από αυτά, αναπτύχθηκε το 1997 και αναφέρεται στις ηλεκτρονικές πηγές. Αποτελεί εξέλιξη και αναθεώρηση του ISBD – CF (International Standard Bibliographic Description for Computer Files). Το ISBD (ER) αντιμετωπίζει το υλικό με δυο διαφορετικούς τρόπους ανάλογα με το αν η πρόσβαση είναι τοπική ή απομακρυσμένη. Ως υλικό τοπικής πρόσβασης αντιμετωπίζεται συνήθως το υλικό που έχει υλική υπόσταση, όπως τα CD- ROM.
Η απομακρυσμένη πρόσβαση αναφέρεται σε υλικό διαθέσιμο
μέσω Διαδικτύου. Σ’ αυτή την περίπτωση συνίσταται να αποφεύγεται η αναφορά της έκδοσης λόγω των πολλών μεταβολών που υφίσταται αυτό το υλικό.
RDA4: Resource Description and Access. Το RDA αποτελεί την εξέλιξη των Αγγλοαμερικάνικων κανόνων καταλογογράφησης για το ψηφιακό περιβάλλον. 3 4
IFLA, ISBD (ER).http://www.ifla.org/VII/s13/pubs/isbd.htm http://www.collectionscanada.ca/jsc/rda.html
Αναπτύχθηκε από την Joint Steering Committee (JSC) που αποτελείται από την American Library Association (ALA), την Australian Committee on Cataloguing, τη British Library, την Canadian Committee on Cataloguing, την Canadian Library Association, το Chartered Institute of Library and Information Professionals (CILIP), και τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου. Αναμένεται να εκδοθεί το 2008 από την ALA . Το RDA ως όνομα επελέγη αντί για το AACR3 με σκοπό να γίνει φανερή η ριζική αλλαγή του περιβάλλοντος της καταλογογράφησης και η ανάγκη ιδιαίτερης μεταχείρισης του ψηφιακού υλικού. Βέβαια, αναφέρεται στο συμβατικό υλικό, γίνεται όμως εκτενής αναφορά στον τρόπο περιγραφής του ψηφιακού υλικού. Το RDF αναπτύσσεται κυρίως για τις βιβλιοθήκες αλλά λαμβάνονται υπόψιν και άλλες κοινότητες όπως τα αρχεία, τα μουσεία, ο εκδοτικός χώρος και ο χώρος της εκπαίδευσης.
FRBR5: Functional Requirements for Bibliographic Records. Το FRBR είναι ένα γενικό πλαίσιο που περιγράφει τα στοιχεία εκείνα που είναι απαραίτητο να περιλαμβάνονται σε μια βιβλιογραφική εγγραφή. Αναπτύχθηκε από την IFLA από το 1992 έως το 1997. Το FRBR προέκυψε από τις νέες ανάγκες που δημιούργησε
η
αλλαγή
του
περιβάλλοντος
της
καταλογογράφησης.
Περιλαμβάνει όλες τις κατηγορίες υλικού που μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο
βιβλιογραφικής
περιγραφής
μεταξύ
των
οποίων
και
οπτικοακουστικό και ψηφιακό υλικό. Το FRBR προβλέπει 4 κατηγορίες εργασιών που ενδιαφέρουν το χρήστη. Την εύρεση, την αναγνώριση, την επιλογή και την απόκτηση του αντικειμένου. Η εύρεση γίνεται με συγκεκριμένα κριτήρια αναζήτησης. Η αναγνώριση περιλαμβάνει τα στοιχεία που ταυτίζουν μοναδικά κάθε τεκμήριο και το διαχωρίζουν από άλλα. Η επιλογή γίνεται από το χρήστη σε σύγκριση με άλλα τεκμήρια που μπορεί να μην ανταποκρίνονται εξίσου ικανοποιητικά στις ανάγκες του. Τέλος, η απόκτηση αναφέρεται στην τελική πρόσβαση του χρήστη στο τεκμήριο. 5
http://www.ifla.org/VII/s13/frbr/frbr.pdf
Την ορολογία του FRBR ενσωματώνει το RDA. Το FRBR δεν ασχολείται με καθιερωμένους τύπους, γεγονός που δημιουργεί την ανάγκη για ένα άλλο εργαλείο το FRAR που θα εξετάσουμε πιο κάτω.
Dublin Core6. Το Dublin Core είναι σήμερα το πιο διαδεδομένο πρότυπο για την περιγραφή ψηφιακών τεκμηρίων. Αναπτύχθηκε από το Dublin Core Metadata Initiative έναν ανοιχτό χώρο στον οποίο συμμετέχουν άτομα διαφορετικών ειδικοτήτων σε όλο τον κόσμο. Αποτελεί πρότυπο του NISO και του ISO (ANSI/NISO Z39.85-2001 και ISO 15836:2003) . Περιλαμβάνει 15 στοιχεία που μπορούν να εφαρμοστούν σε όλες τις μορφές υλικού , αναπτύχθηκε όμως κυρίως για την περιγραφή ψηφιακών τεκμηρίων. Τα στοιχεία αυτά χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία σχετίζεται με το περιεχόμενο του τεκμηρίου και περιλαμβάνει τα στοιχεία τίτλος, θέμα, περιγραφή, πηγή, γλώσσα, σχέση και κάλυψη. Η δεύτερη κατηγορία αφορά τα πνευματικά δικαιώματα και περιλαμβάνει τα στοιχεία δημιουργός, εκδότης. συντελεστής, και δικαιώματα. Η τρίτη κατηγορία περιλαμβάνει πληροφορίες για την πηγή και σ’ αυτήν ανήκουν τα στοιχεία ημερομηνία, τύπος, μορφότυπο και κωδικός. Στόχος του Dublin Core είναι να διατηρήσει τη γενικότητα και την απλότητά
του
για
να
μπορεί
να
χρησιμοποιηθεί
από
όλους
τους
ενδιαφερόμενους. Ωστόσο παρέχει και τη δυνατότητα επεκτάσεων για την ικανοποίηση περισσότερων αναγκών. Εκτός από την απλή μορφή του έχει αναπτυχθεί και το Dublin Core Qualified που προσφέρει τη δυνατότητα τροποποίησης και επέκτασης των στοιχείων του από εξειδικευμένες κοινότητες χρηστών. MODS7:Metadata Object Description Schema.To MODS αναπτύχθηκε από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου για την αντιμετώπιση της περιγραφής ψηφιακού υλικού, μπορεί όμως να χρησιμοποιηθεί και για να περιγράψει συμβατικό υλικό. Βασίζεται στο MARC 21 και χρησιμοποιεί ένα υποσύνολό του. Τα πεδία του βασίζονται στη γλώσσα και όχι σε αριθμούς όπως το MARC. Αποτελείται από 20 6 7
http://www.dublincore.org. Dublin Core Metadata Initiative. http://www.loc.gov/standards/mods
στοιχεία και 64 υποστοιχεία και υλοποιεί την XML ως γλώσσα κωδικοποίησης. Σκοπός του MODS είναι να αποτελέσει ένα απλοποιημένο εργαλείο που θα εξασφαλίζει τη διαλειτουργικότητα στον ενιαίο χώρο της πληροφόρησης παραμένοντας απλό και λιτό. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πολλούς σκοπούς και ιδιαιτέρως για τις ανάγκες των βιβλιοθηκών.
EAD8: Encoding Archive Description. Το EAD υποστηρίζεται από τη Βιβλιοθήκη
του
Κογκρέσου
για
την
περιγραφή
αρχειακών
τεκμηρίων.
Ανταποκρίνεται στις εξειδικευμένες απαιτήσεις των αρχείων όπου εκτός από την απλή περιγραφή των τεκμηρίων απαραίτητα είναι και άλλα στοιχεία όπως η ένδειξη του αρχειακού δεσμού. Έχει ιεραρχική δομή και είναι εξαιρετικά αναλυτικό με 12 επίπεδα περιγραφής. Χρησιμοποιεί την κωδικοποίηση XML.
TEI9: Text Encoding Initiative. Το ΤΕΙ είναι ένα πρότυπο κωδικοποίησης που σχεδιάστηκε για συγκεκριμένο υλικό. Συγκεκριμένα, κωδικοποιεί κείμενο και χρησιμοποιείται σε λογοτεχνικά κυρίως έργα. Αναπτύχθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Ξεκίνησε με την κωδικοποίηση SGML και συνέχισε με την XML.
VRA10: Visual Resources Association.. Το VRA είναι ένα πρότυπο που αναπτύχθηκε από την Visual Resources Association, μια μη κερδοσκοπική διεθνή οργάνωση. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει οπτικούς πόρους. Έτσι, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πίνακες, φωτογραφίες, τρισδιάστατα αντικείμενα αλλά και γεγονότα. Επίσης μπορεί να περιγράψει την αναπαράσταση του πόρου, για παράδειγμα μια φωτογραφία του που μπορεί να έχει ψηφιακή μορφή. Περιλαμβάνει 17 στοιχεία και γίνονται ξεχωριστές εγγραφές για τα έργα και τις αναπαραστάσεις τους. Στη συνέχεια γίνεται η αναγκαία συσχέτιση ανάμεσα σε αυτές τις εγγραφές.
8
http:/www.loc.gov/ead http://www.tei-c.org 10 http://www.vraweb.org/vracore3.htm 9
CDWA11 : Categories for the Description of Works of Art. Το CDWA αναπτύχθηκε από την Art Information Task Force (AITF) και χρησιμοποιείται για την περιγραφή έργων τέχνης και αρχιτεκτονικής. Μπορεί να περιγράψει το ίδιο το έργο και την εικόνα του. Στα έργα τέχνης, εκτός από την περιγραφή του αντικειμένου μεγάλη σημασία έχουν και οι πληροφορίες για τον περίγυρο του αντικειμένου, για παράδειγμα σε ποια εποχή και με ποια τεχνοτροπία φτιάχτηκε. Γι’ αυτό το λόγο το CDWA έχει δύο κατηγορίες πληροφοριών, τις πληροφορίες για το αντικείμενο που περιγράφεται και τις εξωτερικές πληροφορίες που σχετίζονται με το αντικείμενο. Περιλαμβάνει 14 στοιχεία για την περιγραφή του έργου και 4 για τις εξωτερικές έννοιες.
CIMI: Consortium for the computer interchange of museum. Το CIMI είναι ένα λεπτομερές σχήμα για την περιγραφή μουσειακών αντικειμένων που έχει σταματήσει να ισχύει από το 1993. Ωστόσο η συμβολή του στο χώρο είναι αξιομνημόνευτη και εξακολουθεί να δανείζει στοιχεία του σε άλλα σχήματα όπως το CIDOC και το SPECTRUM που θα εξετάσουμε στη συνέχεια.
SPECTRUM12: Standard Procedures for Collections Recording Used in Museums. Το SPECTRUM είναι ένα ιδιαίτερα λεπτομερές σχήμα. Αναπτύχθηκε από την κοινότητα των βρετανικών μουσείων και έχει σκοπό να περιγράψει τα μουσειακά αντικείμενα αλλά και τις διαδικασίες που εκτελούνται μέσα σε ένα μουσείο. Περιλαμβάνει 400 στοιχεία δεδομένων από τα οποία κανένα δεν είναι υποχρεωτικό και χρησιμοποιείται ευρέως.
CIDOC13. Το CIDOC είναι πρότυπο για την περιγραφή μουσειακών αντικειμένων και δημιουργήθηκε από το International Council of Museum (ICOM). Εκτός από τα μουσειακά αντικείμενα μπορεί επίσης να περιγράψει γεγονότα και καταστάσεις. Έχει ιεραρχική δομή και δανείζεται στοιχεία από το CIMI. Έχει επίσης εφαρμογή στις οντολογίες. 11
http://www.getty.edu/gri/standard/cdwa http://www.mda.org.uk/spectrum.htm 13 http://www.cidoc.icom.org 12
MIX14: Metadata for images. Το MIX είναι ένα σχήμα XML για την κωδικοποίηση των τεχνικών στοιχείων που έχουν σχέση με τις ψηφιακές συλλογές εικόνων. Αναπτύσσεται από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου σε συνεργασία με τον NISO και βρίσκεται σε δοκιμαστική εφαρμογή. Πρόκειται να χρησιμοποιηθεί μέσα στο METS.
LOM15. Learning Object Metadata. Το LOM αναπτύχθηκε από την IEEE το 2002 για την αντιμετώπιση της οργάνωσης υλικού που έχει σχέση με την εκπαίδευση.
Τα
εκπαιδευτικά
αντικείμενα
έχουν
κι
άλλες
απαιτήσεις
περιγραφής εκτός από τα απλά βιβλιογραφικά στοιχεία. Τέτοια στοιχεία μπορεί να είναι οι μέθοδοι αξιολόγησης της επίδοσης των μαθητών ή ο βαθμός δυσκολίας . Το LOM είναι ιεραρχικό και αποτελείται από 77 στοιχεία που είναι όλα προαιρετικά και 9 κατηγορίες. Στο LOM έχουν βασιστεί και άλλα σχήματα για την υποστήριξη της εξ αποστάσεως εκπαιδευτικής διαδικασίας όπως το Gateway to Educational Materials (GEM) στις Η.Π.Α., το Shareable Courseware Object Reference Model (SCORM) που σχετίζεται με την στρατιωτική και βιομηχανική εκπαίδευση και το Education Networked Australia (EDNA).
Learning Resource Meta Information Model. Το LOM είναι πρότυπο για την περιγραφή εκπαιδευτικού υλικού . Αναπτύχθηκε από την IMS, έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό που δραστηριοποιείται στο χώρο της εκπαίδευσης. Προέκυψε το 1999 από την ανάγκη να εξειδικευτεί το LOM. Είναι κι αυτό ιεραρχικό σχήμα και υπάρχει λογισμικό μετατροπής σε LOM.
OLAC: Open Language Archives Community Metadata16. Αναπτύχθηκε από την Open Language Archives Community για να εξυπηρετήσει τις ειδικές ανάγκες της. Πρόκειται για μια διεθνή κοινοπραξία που έχει σκοπό τη δημιουργία μιας παγκόσμιας ψηφιακής βιβλιοθήκης με γλωσσολογικό υλικό. Το πρότυπο 14
http://www.loc.gov/standards/mix/ Carol Jean Godby., “What do application profiles reveal about the Learning Object Metatada Standard?” 16 http://www.language-archives.org 15
αναπτύχθηκε και χρησιμοποιείται για την ανταλλαγή μεταδεδομένων στο περιβάλλον του OAI. Υλοποιεί την XML για την κωδικοποίηση των δεδομένων του και αποτελεί εξειδίκευση του Dublin Core. Χρησιμοποιεί δηλαδή τα 15 στοιχεία του Dublin Core αλλά ταυτόχρονα αξιοποιεί και τη δυνατότητα που προσφέρει
το
πρότυπο
για
τροποποιήσεις
από
ειδικές
κοινότητες
με
εξειδικευμένα ενδιαφέροντα.
FGDC17: Federal Geographical Data Committee. Πρόκειται για μια διεπιστημονική επιτροπή στις Η.Π.Α. η οποία έχει ως σκοπό την επίτευξη της διαλειτουργικότητας στο χώρο των γεωγραφικών δεδομένων. Στην επιτροπή αυτή συμμετέχουν διάφοροι ενδιαφερόμενοι φορείς μεταξύ των οποίων και η Βιβλιοθήκη
του
Κογκρέσου
και
η
ΝΑΣΑ.
Ένα
πρότυπο
παραγωγής
μεταδεδομένων που έχει δημιουργηθεί είναι το Content Standard for Digital Geospatial Material το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως για χάρτες. Το πρότυπο περιλαμβάνει 2 επίπεδα περιγραφής και έχει αναπτύξει διασταυρώσεις με το MARC21 και το Dublin Core.
GILS18: U.S. Government Information Locator Service. Το GILS είναι πρότυπο για κυβερνητική πληροφορία που αναπτύχθηκε και χρησιμοποιείται στις Η.Π.Α.
e-GMS19: UK e-Government Metadata Standard. Το e-GMS είναι το αντίστοιχο πρότυπο για κυβερνητική πληροφορία που αναπτύχθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο.
ONIX: Guidelines for ONline Information eXchange. Το ONIX είναι ένα ιδιαιτέρως λεπτομερές πρότυπο που προέκυψε από τον εκδοτικό χώρο. Χρησιμοποιείται για την ανταλλαγή βιβλιογραφικών δεδομένων, επομένως μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από βιβλιοθήκες. Ωστόσο η λογική και η 17
http://www.fgdc.gov/metadata/csdgm/index_html http://www.access.gpo.gov/su_das/gils/index.html 19 http://www.esd.org.uk/standards/egms 18
προσέγγισή του είναι διαφορετικά από της βιβλιοθήκης. Βασικοί στόχοι είναι η εμπορική προώθηση του υλικού και η διαχείριση των πνευματικών και οικονομικών δικαιωμάτων. Υλοποιεί και αυτό την XML.
Εργαλεία Θεματικής Οργάνωσης Η θεματική οργάνωση στο ψηφιακό περιβάλλον είναι ένα πολύ σύνθετο πρόβλημα. Κι αυτό λόγω του όγκου και της ταχύτητας παραγωγής της πληροφορίας η οποία αν δεν ταξινομηθεί και δεν περιγραφεί , χάνεται και παραμένει αναξιοποίητη. Η θεματική επεξεργασία είναι μια εργασία που δε μπορεί, προς το παρόν τουλάχιστον, να γίνει αυτόματα από το Υπολογιστικό Σύστημα. Οι σύγχρονες μηχανές αναζήτησης λειτουργούν με λέξεις κλειδιά γεγονός που δεν τις καθιστά ιδιαίτερα αποτελεσματικές. Το όραμα για το μέλλον είναι η δημιουργία ενός παγκόσμιου σημασιολογικού ιστού όπου η αναζήτηση θα μπορεί να γίνεται με έννοιες. Είδαμε ότι τα συμβατικά εργαλεία προσαρμόζονται στο νέο περιβάλλον. Έτσι, μερικά από τα συμβατικά εργαλεία θεματικής οργάνωσης εξελίσσονται και διεκδικούν μια θέση στον Παγκόσμιο Ιστό. Ένα παραδείγματα είναι η ανάπτυξη του Web Dewey από το Online Computer Library Center. Επίσης, όπως είδαμε το DDC χρησιμοποιείται πολύ συχνά για την ταξινόμηση των πηγών που περιέχονται σε δικτυακές πύλες. Παράλληλα αναπτύσσονται και νέα εργαλεία θεματικής οργάνωσης για το ψηφιακό περιβάλλον, οι ταξονομίες και οι οντολογίες. Οι έννοιες είναι σχετικά νέες γι’ αυτό και πολλές φορές συγχέονται και χρησιμοποιούνται εναλλακτικά. Ωστόσο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ταξονομίες αποτελούν την εξέλιξη των θεματικών επικεφαλίδων , ενώ οι οντολογίες των θησαυρών. Τέλος, για τη θεματική οργάνωση σημαντικά είναι και τα αρχεία καθιερωμένων τύπων. Εργαλεία για τους καθιερωμένους τύπους έχουν αναπτυχθεί ειδικά για το ψηφιακό περιβάλλον. Ας δούμε όμως πιο αναλυτικά αυτές τις έννοιες.
Ταξονομίες . Όπως είδαμε οι ταξονομίες αποτελούν κατά κάποιο τρόπο εξέλιξη των θεματικών επικεφαλίδων. Έτσι, διατηρούν την ιεραρχική δομή και εκφράζουν εκτός από τις έννοιες και τις μεταξύ τους σχέσεις. Προέρχονται κυρίως από το χώρο της Βιολογίας και της Πληροφόρησης. Η διαφορά τους σε σχέση με τις θεματικές επικεφαλίδες είναι ότι ενσωματώνουν λογισμικό με αποτέλεσμα να είναι το περιεχόμενό τους κατανοητό τόσο στον άνθρωπο όσο και στο υπολογιστικό σύστημα.
Οντολογίες.
Η οντολογία ως όρος δεν είναι καινούργιος αλλά έχει
χρησιμοποιηθεί από την εποχή του Αριστοτέλη. Στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε από διάφορους χώρους όπως ο χώρος της Τεχνητής Νοημοσύνης. Για το χώρο της πληροφόρησης οντολογία είναι «μια τυπική, κατηγορηματική προδιαγραφή μιας διαμοιρασμένης εννοιολογικής αναπαράστασης». Με τον όρο «εννοιολογική αναπαράσταση20» αναφερόμαστε σε έννοιες που προσδιορίζουν φαινόμενα του κόσμου. Η λέξη «κατηγορηματική» δείχνει ότι οι έννοιες και οι περιορισμοί χρήσης τους προσδιορίζονται με σαφήνεια. Με τον όρο «αυστηρή» δηλώνεται ότι η οντολογία είναι μηχανικά αναγνώσιμη. Τέλος, ο όρος «διαμοιρασμένη» φανερώνει ότι η οντολογία αποτυπώνει γνώση κοινής αποδοχής στα πλαίσια μιας κοινότητας. Οι οντολογίες περιλαμβάνουν όρους, τις σχέσεις τους και τις σημασίες τους. Μερικές από τις σημαντικότερες οντολογίες είναι η Daml και η Oil που η συγχώνευσή τους οδήγησε στην OWL και η SHOE. Οι οντολογίες είναι πολύ σημαντικές για την υλοποίηση του οράματος του σημασιολογικού παγκόσμιου ιστού21. Μπορούν να ενσωματώνουν και να αξιοποιούν θησαυρούς, η διαφορά τους όμως είναι ότι , όπως και οι ταξονομίες, ενσωματώνουν λογισμικό.
20
Μανόλης Γεργατσούλης, “Εισαγωγή στις οντολογίες και το σημασιολογικό παγκόσμιο ιστό: σημειώσεις μαθήματος” 21 Berners –Lee Tim-Hendler James and Lassila Ora, “The semantic web”
Αρχεία καθιερωμένων τύπων
MADS22 : Metadata Authority Description Schema. Το MADS είναι ένα σχήμα παραγωγής καθιερωμένων τύπων που αναπτύσσεται από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου και βρίσκεται ακόμα υπό δοκιμή. Σχετίζεται με το MARC 21 Authority Format με τον ίδιο τρόπο που σχετίζεται το MODS με το MARC 21 Bibliographic . Αποτελεί δηλαδή και αυτό κατά κάποιο τρόπο υποσύνολο του MARC 21 αφού περιλαμβάνει επιλεγμένα δεδομένα από αυτό. Αναπτύσσεται ως συμπλήρωμα στο MODS και μπορεί να εφαρμοστεί για πρόσωπα, οργανισμούς, γεγονότα και όρους.
FRAR: Functional Requirements for Authority Records. Το FRAR είναι ένα σχήμα που ορίζει τα βασικά στοιχεία που πρέπει να περιέχει μια εγγραφή καθιερωμένου τύπου. Σκοπός του είναι να συμπληρώσει το FRBR και βρίσκεται ακόμα υπό ανάπτυξη. Την ευθύνη για τη διαμόρφωσή του έχει μια ομάδα εργασίας της IFLA 23. Τα μέλη της ομάδας αυτής προέρχονται από 7 χώρες, την Κροατία, τη Φιλανδία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, τη Ρωσία, τις Η.Π.Α. και το Ηνωμένο Βασίλειο. Σύμφωνα με το FRAR οι καθιερωμένοι τύποι εξυπηρετούν 5 λειτουργίες αντίστοιχα με τις 4 λειτουργίες της βιβλιογραφικής εγγραφής που αναφέρει το FRBR. Οι λειτουργίες αυτές είναι η απόφαση για το τεκμήριο, η χρησιμότητά του ως εργαλείου αναφοράς, ο έλεγχος στα σημεία πρόσβασης, η υποστήριξη της πρόσβασης στις βιβλιογραφικές εγγραφές και η σύνδεση βιβλιογραφικών εγγραφών με εγγραφές αρχείων καθιερωμένων τύπων. Συγκεκριμένα, η πρώτη λειτουργία αναφέρεται στον καταλογογράφο και στα σημεία που θα επιλέξει ως σημεία πρόσβασης για τη βιβλιογραφική εγγραφή ή την εγγραφή καθιερωμένου τύπου. Η δεύτερη λειτουργία αφορά τη δυνατότητα των καθιερωμένων τύπων να χρησιμεύσουν ως σημεία αναφοράς για τη διάκριση μεταξύ ονομάτων, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει τον καταλογογράφο στην επιλογή νέων σημείων 22
http://www.loc.gov/standards/mads Glenn E Patton, “ FRAR: Extending FRBR concepts to authority data” August 14-18 , Oslo, Norway. IFLA 23
πρόσβασης. Η τρίτη λειτουργία σχετίζεται με τη δυνατότητα των καθιερωμένων τύπων να ελέγχουν τα σημεία πρόσβασης στις βιβλιογραφικές εγγραφές και να τα αλλάζουν όταν αλλάζουν και οι ίδιοι. Η τέταρτη λειτουργία αφορά
την
καθοδήγηση που προσφέρουν οι καθιερωμένοι τύποι στο χρήστη οδηγώντας τον από το όνομα όπως το διατυπώνει στο ερώτημά του στο όνομα όπως είναι καταχωρισμένο στο αρχείο καθιερωμένων τύπων. Μ’ αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται η πρόσβαση στις βιβλιογραφικές εγγραφές. Η τελευταία λειτουργία
αναφέρεται
στη
δυνατότητα
των
καθιερωμένων
τύπων
να
επιτρέπουν την σύνδεση αρχείων καθιερωμένων τύπων με βιβλιογραφικές εγγραφές έτσι ώστε να μπορεί ο χρήστης να επιλέξει τη μορφή της εγγραφής που του ταιριάζει, για παράδειγμα λόγω γλώσσας. Το μοντέλο καθορίζει επίσης τις εργασίες που πραγματοποιεί ο χρήστης, χωρίζοντας τους χρήστες σε δύο κατηγορίες, τους απλούς χρήστες και τους βιβλιοθηκονόμους. Οι λειτουργίες που εκτελεί ο χρήστης είναι ανάλογες με αυτές που ορίζονται στο FRBR. Έτσι, έχουμε την εύρεση του τεκμηρίου, την ταύτισή του, την ένταξή του σε ένα πλαίσιο και την αιτιολόγηση από τη μεριά του καταλογογράφου για την επιλογή του συγκεκριμένου ονόματος.
Εργαλεία Αναζήτησης, Εντοπισμού και Ανάκτησης Ζ3950 Το πρότυπο Ζ 39.50 αναπτύχθηκε από τη βιβλιοθηκονομική κοινότητα για να εξυπηρετήσει συγκεκριμένες ανάγκες και στόχους που έθετε ο χώρος σε παλιότερες εποχές. Το Ζ3950 υποστηρίζει την αναζήτηση και ανάκτηση πληροφοριών από διαφορετικά πληροφοριακά συστήματα. Έτσι ο χρήστης απευθύνει το ερώτημά του και λαμβάνει απαντήσεις από περισσότερες Βάσεις Δεδομένων χωρίς όμως αυτό να γίνεται άμεσα αντιληπτό από τον ίδιο. Αυτό επιτυγχάνεται με τη χρήση της τεχνολογίας πελάτη – διακομιστή ( client-server). Σήμερα το Ζ3950 υποστηρίζεται από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου.
Η
τεχνολογία που χρησιμοποιεί δεν έχει ξεπεραστεί, ωστόσο το Ζ3950 παρουσιάζει ένα βασικό μειονέκτημα, ότι δεν έχει αναπτυχθεί για την υποστήριξη της αναζήτησης στον ιστό. Αυτό το κενό έρχονται να καλύψουν δυο νέα εργαλεία , το SRW και το SRU.
SRW/U: Search and Retrieve Web/URL Service. Τα δύο αυτά πρωτόκολλα βασίζονται και αξιοποιούν την τεχνολογία του Z3950 για την αναζήτηση και ανάκτηση στο Διαδίκτυο. Υποστηρίζονται από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου. Το πρωτόκολλο SRU (Search and Retrieve via URL) χρησιμοποιεί τη γλώσσα ερωτημάτων CQL ( Common Query Language). Το πρωτόκολλο SRW ( Search and Retrieve Web Service) είναι συνοδευτικό του SRU και χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη επεκτασιμότητα γιατί τα μηνύματα δε χρησιμοποιούν τα URL για να μεταφερθούν από τον πελάτη στο διακομιστή αλλά την XML.
Εργαλεία Ταύτισης και Συγκρότησης Ψηφιακών Τεκμηρίων Τα εργαλεία ταύτισης των ψηφιακών τεκμηρίων έχουν περίπου τον ίδιο σκοπό που έχει το ISBN για τα βιβλία, δηλαδή την απόδοση ενός κωδικού που θα ταυτίζει μοναδικά το τεκμήριο. Ένα τέτοιο εργαλείο είναι το DOI. Είδαμε ότι στο ψηφιακό περιβάλλον το τεκμήριο αποδομείται. Τα εργαλεία συγκρότησης αποσκοπούν στην ανασύνθεση και ανακατασκευή του τεκμηρίου για κάποιο συγκεκριμένο σκοπό ή για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, για παράδειγμα για να ικανοποιήσουν τα αιτήματα της αναζήτησης ενός χρήστη.
DOI24 : Digital Object Identifier. Τα DOIs είναι συστήματα προσδιορισμού της ταυτότητας των ψηφιακών αντικειμένων. Εμφανίστηκαν το 1998 και προέρχονται από την εκδοτική βιομηχανία. Σκοπός τους είναι κυρίως να ρυθμίσουν ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας στα πλαίσια του εμπορίου. Το DOI αποτελεί πρότυπο του NISO (ANSI./NISO Z 39.84. 2000).
CrossRef. To CrossRef αναπτύχθηκε το 2000 και σκοπός του είναι να συνδέσει
τα
μεταδεδομένα
με
το
πραγματικό
αντικείμενο
στο
οποίο
αναφέρονται25. Διασυνδέει δηλαδή με τις παραπομπές. Για να το πετύχει αυτό χρησιμοποιεί τα DOIs. 24 25
http://www.doi.org/ http://www.crossref.org/01company/02history.html.
OpenURL To OpenURL είναι ένα εργαλείο συγκρότησης που σχετίζεται περισσότερο με το χώρο της πληροφόρησης. Από το 2002 αποτελεί πρότυπο του NISO (ANSI/NISO Z39.88:2000). Το OpenURL εντοπίζει όλα τα μεταδεδομένα που αναφέρονται
σε
ένα
ψηφιακό
αντικείμενο
και
προτείνει
εκείνο
που
ανταποκρίνεται καλύτερα στην αναζήτηση του χρήστη. Ενσωματώνει το CrossRef με το οποίο έχει γίνει συγχώνευση.
METS26 : Metadata Encoding and transmission standard. Το METS αναπτύσσεται από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου σε συνεργασία με την Digital Library Federation. Ταυτίζει τα επιμέρους αρχεία που συγκροτούν ένα ψηφιακό τεκμήριο, προσδιορίζει τη θέση τους και εκφράζει τις μεταξύ τους σχέσεις. Ενοποιεί και συσκευάζει τα διασκορπισμένα αυτά αρχεία για να δημιουργήσει ψηφιακά τεκμήρια. Μια εγγραφή METS αποτελείται από 6 περιοχές και το σχήμα υλοποιεί την κωδικοποίηση XML.
Εργαλεία Διατήρησης Ψηφιακών Τεκμηρίων OAIS: Open Archival Information System . Το OAIS είναι ένα πλαίσιο που ορίζει τις λειτουργίες ενός ψηφιακού αρχείου σχετικά με την πολιτική διατήρησης. Υπήρξε το αποτέλεσμα 10 χρόνων δουλειάς από τη NASA και προέκυψε από την ανάγκη να καταστούν διαθέσιμα τα επιστημονικά δεδομένα στις μελλοντικές γενιές. Στη συνέχεια τροποποιήθηκε και προσαρμόστηκε στις ανάγκες των βιβλιοθηκών από βιβλιοθηκονομικούς οργανισμούς όπως το RLG και το OCLC. Σήμερα, το OAIS αποτελεί πρότυπο (ISO 14721) και υλοποιείται από πολλά προγράμματα όπως το CEDARS. στο Ηνωμένο Βασίλειο, το NEDLIB στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ολλανδίας, το NARA στις Η.Π.Α. και το PREMIS για το οποίο θα μιλήσουμε στη συνέχεια.
26
http://www.loc.gov/standards/mets
PREMIS27: Το PREMIS dεν είναι από μόνο του σχήμα μεταδεδομένων αλλά πλαίσιο που παρέχει μια βάση ανάπτυξης επίσημων μεταδεδομένων διατήρησης και αποτελεί ένα κοινό σημείο αναφοράς για διάφορα σχήματα28. Αποτελείται από έναν βασικό πυρήνα μεταδεδομένων διατήρησης που περιλαμβάνει 5 οντότητες29. Αναπτύχθηκε από μια επιτροπή ειδικών που ασχολείται με την εφαρμογή μεταδεδομένων μακρόχρονης διατήρησης στα ψηφιακά τεκμήρια. Τα μέλη είναι βιβλιοθήκες, μουσεία , αρχεία, κυβερνητικοί φορείς αλλά και ιδιώτες από τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, την Αγγλία, τη Γερμανία , τη Νέα Ζηλανδία και την Ολλανδία. Σκοπός ήταν να ορίσουν τα μεταδεδομένα διατήρησης, να περιγράψουν το ρόλο τους στη διαδικασία της διατήρησης, να εξετάσουν τα υπάρχοντα μεταδεδομένα διατήρησης και να αναπτύξουν ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο και κατανοητό πλαίσιο μεταδεδομένων για τη μακροχρόνια διατήρηση ψηφιακών τεκμηρίων. Επίσης, προβλέπεται και η ανάπτυξη λεξικού. Το PREMIS αξιοποιεί και επεκτείνει το μοντέλο του OAIS. Από το Μάιο του 2005 είναι σε περίοδο δοκιμαστικής χρήσης και στη συνέχεια την ευθύνη για την επέκταση και υποστήριξή του θα αναλάβει η βιβλιοθήκη του Κογκρέσου.
Εργαλεία Διαλειτουργικότητας RDF: Resource Description Framework30. Το RDF αναπτύχθηκε από τη διεθνή
εταιρική
συνεργασία
W3C
το
2000.
Αποτελεί
ένα
ενιαίο
και
διαλειτουργικό πλαίσιο για τη χρήση μεταδεδομένων που προέρχονται από πολλαπλά σχήματα παραγωγής τους στο Διαδίκτυο. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για οτιδήποτε έχει περιγραφεί από κάποιο εργαλείο ή πρότυπο και είναι ανεξάρτητο από το πεδίο εφαρμογής. Επίσης, όπως είδαμε πιο πριν, μπορεί να αξιοποιήσει θησαυρούς στο ψηφιακό περιβάλλον.
27
PREMIS Web site. http://www.oclc.org/research/projects/pmwg/ Brian Lavoie, “Implementing metadata in digital preservation systems”, dlib magazine, April 2004 29 , Sally McCallum, “Preservation metadata standards for digital resources.”, 71th IFLA general conference. August 14th-18th 2005, Oslo, Norway. 30 http://www.w3.prg/RDF 28
Warwick Framework31. Το Warwick
Framework προέκυψε
από
μια
συνάντηση ειδικών στην Αγγλία το 1996. Προσφέρει μια αρχιτεκτονική συνάθροισης λογικών και φυσικών πακέτων μεταδεδομένων με σκοπό την ανταλλαγή. Εργαλεία Διασταύρωσης Μεταδεδομένων/ Μappings Είδαμε ότι στο ενιαίο περιβάλλον χρήσης της πληροφορίας με τα πολλαπλά σχήματα παραγωγής μεταδεδομένων, είναι πολύ σημαντική η διαλειτουργικότητα ανάμεσα στα διάφορα εργαλεία. Αυτό επιτυγχάνεται με τις διασταυρώσεις . Πρόκειται για ειδικά εργαλεία που μετατρέπουν εγγραφές από το ένα σχήμα παραγωγής μεταδεδομένων στο άλλο. Συνήθως, τα διάφορα σχήματα αναπτύσσουν και τα αντίστοιχα εργαλεία διασταύρωσης με σκοπό τη διαλειτουργικότητα.
Πρότυπα Η προτυποποίηση ως διαδικασία είναι πολύ σημαντική για την επιστήμη της πληροφόρησης γιατί δίνει λύσεις στα προβλήματα της διαλειτουργικότητας και χρησιμεύσει ως οδηγός για τους επαγγελματίες του χώρου. Τα πρότυπα παράγονται από τους επίσημους οργανισμούς τυποποίησης όπως ο ISO ο NISO και ο ελληνικός ΕΛΟΤ. Μερικά από τα πρότυπα που αναφέρονται στο χώρο των βιβλιοθηκών θα δούμε στη συνέχεια.
ISO: Ο ISO είναι ο διεθνής οργανισμός προτυποποίησης. Τα πρότυπά του καλύπτουν διάφορα θέματα μεταξύ των οποίων και αυτά που σχετίζονται με το χώρο της πληροφόρησης. Εξάλλου, είδαμε ότι η IFLA είναι μέλος του ISO. Μερικά από τα πρότυπα που σχετίζονται με τα νέα εργαλεία είναι το ISO 15836:2003 για το Dublin Core, το ISO 2709:1996 για την ανταλλαγή δεδομένων που υλοποιείται όπως είδαμε από το MARC, το ISO 23950:1998 σχετικά με το πρωτόκολλο ανάκτησης Ζ3950, το ISO 8879:1986 για την SGML, το ISO 10160 και 10161 για το δανεισμό μεταξύ βιβλιοθηκών (ILL: Interlibrary Loan) και τα ISO 31
C. Lagoze, “The Warwick Framework : a container architecture for diverse sets of metadata” http://www.dlib.org/dlib/july96/lagoze.html
2788:1986 και ISO 5964:1985 για μονόγλωσσους και πολύγλωσσους θησαυρούς αντίστοιχα. Για την ανάπτυξη μονόγλωσσων θησαυρών υπάρχει και ελληνικό πρότυπο το 1321:1993 του ΕΛΟΤ.
NISO. Ο NISO είναι ειδικός οργανισμός προτυποποίησης για το χώρο της πληροφόρησης. Μερικά από τα πρότυπα που έχει εκδώσει και μας ενδιαφέρουν γι’ αυτή την εργασία είναι το ANSI/NISO Z39.84-2000 για τα DOI, το ANSI/NISO Z39.85-2001 για το Dublin Core, το ANSI/NISO Z39.50-2003 για το πρωτόκολλο ανάκτησης Ζ 39.50 και το ANSI/NISO Z39.19-2003 για την ανάπτυξη θησαυρών.